Η Αδέσμευτη

6
Η ΑΔΕΣΜΕΥΤΗ ΤΕΝΝΕΣΣΗ ΟΥΙΛΛΙΑΜΣ ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΟ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ Γκλόρια Μητέρα (Παλιό λίβινγκ-ρουμ σε μια κωμόπολη του Μισσισσιππή. Μια μεσήλικη γυναίκα με σκούρο ρούχο κάθεται σ' έναν καναπέ ντυμένο με κόκκινο βελούδο. Δίπλα της ένα τραπέζι, που πάνω του υπάρχει μια λάμπα πετρελαίου. H εξώπορτα και το παράθυρο είναι στο δεξιό τοίχο, η εσωτερική πόρτα στον αριστερό. Στον τοίχο κρέμονται ένας οβάλ καθρέφτης και μια μεγάλη «εντυπωσιακή» φωτογραφία της Γκλόρια Λα Γκρην. Στο τζάμι του παραθύρου νερά από τη σιγανή φθινοπωρινή βροχή. H γυναίκα κάθεται άκαμπτη σαν παλιά δαγεροτυπία. Θόρυβος στο χολ δείχνει την επιστροφή της κόρης της. H πόρτα μισανοίγει και η μητέρα γίνεται πιο άκαμπτη καθώς ακούει τη λογομαχία) ΓΚΛΟΡΙΑ: Φτάνει, φτάνει πια! Τσάρλι, θα με λιώσεις! (Η μητέρα ξεροβήχει για να καθαρίσει το λαιμό της και κάθεται με την πλάτη εντελώς ίσια) Σσσσς! (Κλείνει την πόρτα απ' έξω. Μικρή σιωπή και μετά αντρικό γέλιο) ΤΣΑΡΛΙ: (Εκτός σκηνής) Καληνύχτα, Γκλόρια. ΓΚΛΟΡΙΑ: Σ' ευχαριστώ. Πέρασα υπέροχα. (Μπαίνει η Γκλόρια. Ξανθιά, αδύνατη, νευρική. Η ενασχόλησή της με το θέατρο δηλώνεται με έμφαση στο μακιγιάζ της. Φοράει άσπρη, σατέν τουαλέτα, μέρος της «θαυμάσιας γκαρνταρόμπας» της και ζακέτα από ιμιτασιόν ερμίνα) Μάλιστα! H Επιτροπή Υποδοχής! ΜΗΤΕΡΑ: Τι πάθατε; ΓΚΛΟΡΙΑ: (Πηγαίνει κατευθείαν στον καθρέφτη) Τα συνηθισμένα. ΜΗΤΕΡΑ: Δεν ήτανε κύριος μαζί σου; ΓΚΛΟΡΙΑ: (Κοιτάζοντας νευρικά τον καθρέφτη) Μμμμ! ΜΗΤΕΡΑ: Ποτέ δεν φέρονται όπως πρέπει αυτοί που γνωρίζεις τυχαία, άνθρωποι που συναντάς στα ξενοδοχεία. ΓΚΛΟΡΙΑ: Δεν έχω τέτοια απαίτηση. ΜΗΤΕΡΑ: Τότε γιατί βγαίνεις μαζί τους; ΓΚΛΟΡΙΑ: Μμμμ; (Στρέφει ξαφνικά από τον καθρέφτη) Ω Θεέ Παντοκράτορα, εύχομαι να γίνεις... ΜΗΤΕΡΑ: Είπα, τότε γιατί βγαίνεις μαζί τους; ΓΚΛΟΡΙΑ: Γιατί δεν θέλω να μείνω εδώ μαζί σου! Ικανοποιήθηκες;

Upload: bubble-bee

Post on 14-Nov-2014

963 views

Category:

Documents


1 download

TRANSCRIPT

Page 1: Η Αδέσμευτη

Η ΑΔΕΣΜΕΥΤΗ

ΤΕΝΝΕΣΣΗ ΟΥΙΛΛΙΑΜΣ

ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΟ

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

Γκλόρια

Μητέρα

(Παλιό λίβινγκ-ρουμ σε μια κωμόπολη του Μισσισσιππή. Μια μεσήλικη γυναίκα με σκούρο ρούχο κάθεται σ' έναν καναπέ ντυμένο με κόκκινο βελούδο. Δίπλα της ένα τραπέζι, που πάνω του υπάρχει μια λάμπα πετρελαίου. H εξώπορτα και το παράθυρο είναι στο δεξιό τοίχο, η εσωτερική πόρτα στον αριστερό. Στον τοίχο κρέμονται ένας οβάλ καθρέφτης και μια μεγάλη «εντυπωσιακή» φωτογραφία της Γκλόρια Λα Γκρην. Στο τζάμι του παραθύρου νερά από τη σιγανή φθινοπωρινή βροχή. H γυναίκα κάθεται άκαμπτη σαν παλιά δαγεροτυπία. Θόρυβος στο χολ δείχνει την επιστροφή της κόρης της. H πόρτα μισανοίγει και η μητέρα γίνεται πιο άκαμπτη καθώς ακούει τη λογομαχία)

ΓΚΛΟΡΙΑ: Φτάνει, φτάνει πια! Τσάρλι, θα με λιώσεις! (Η μητέρα ξεροβήχει για να καθαρίσει το λαιμό της και κάθεται με την πλάτη εντελώς ίσια) Σσσσς! (Κλείνει την πόρτα απ' έξω. Μικρή σιωπή και μετά αντρικό γέλιο)ΤΣΑΡΛΙ: (Εκτός σκηνής) Καληνύχτα, Γκλόρια.ΓΚΛΟΡΙΑ: Σ' ευχαριστώ. Πέρασα υπέροχα. (Μπαίνει η Γκλόρια. Ξανθιά, αδύνατη, νευρική. Η ενασχόλησή της με το θέατρο δηλώνεται με έμφαση στο μακιγιάζ της. Φοράει άσπρη, σατέν τουαλέτα, μέρος της «θαυμάσιας γκαρνταρόμπας» της και ζακέτα από ιμιτασιόν ερμίνα) Μάλιστα! H Επιτροπή Υποδοχής!ΜΗΤΕΡΑ: Τι πάθατε;ΓΚΛΟΡΙΑ: (Πηγαίνει κατευθείαν στον καθρέφτη) Τα συνηθισμένα.ΜΗΤΕΡΑ: Δεν ήτανε κύριος μαζί σου;ΓΚΛΟΡΙΑ: (Κοιτάζοντας νευρικά τον καθρέφτη) Μμμμ!ΜΗΤΕΡΑ: Ποτέ δεν φέρονται όπως πρέπει αυτοί που γνωρίζεις τυχαία, άνθρωποι που συναντάς στα ξενοδοχεία.ΓΚΛΟΡΙΑ: Δεν έχω τέτοια απαίτηση.ΜΗΤΕΡΑ: Τότε γιατί βγαίνεις μαζί τους;ΓΚΛΟΡΙΑ: Μμμμ; (Στρέφει ξαφνικά από τον καθρέφτη) Ω Θεέ Παντοκράτορα, εύχομαι να γίνεις...ΜΗΤΕΡΑ: Είπα, τότε γιατί βγαίνεις μαζί τους;ΓΚΛΟΡΙΑ: Γιατί δεν θέλω να μείνω εδώ μαζί σου! Ικανοποιήθηκες;ΜΗΤΕΡΑ: Η φωνή σου είναι βραχνή.ΓΚΛΟΡΙΑ: Η φωνή μου είναι πάντα βραχνή.ΜΗΤΕΡΑ: Και το βρίσκεις σωστό να βγαίνεις έξω έτσι;ΓΚΛΟΡΙΑ: Ναι, σωστό, ολόσωστο. Είμαι η προσωποποίηση της σοφίας. Η Σφίγγα της Αιγύπτου. Θα γίνει αντικατάσταση: θα πάω εγώ στη θέση της!ΜΗΤΕΡΑ: Είσαι νευρική.ΓΚΛΟΡΙΑ: (Βγάζοντας το καπέλο της) A, μπα;ΜΗΤΕΡΑ: Φαίνεται από τον τρόπο που μιλάς. Διέλυσες τον αρραβώνα σου με τον Βέρνον. Έμεινε εδώ και τα είπαμε.

Page 2: Η Αδέσμευτη

ΓΚΛΟΡΙΑ: (Κοιτάζει το καπέλο της) Εδώ ξηλώθηκε η φόδρα.ΜΗΤΕΡΑ: Μου είπε ότι κατάφερες...ΓΚΛΟΡΙΑ: (Άγρια) Κατάφερα, τι;ΜΗΤΕΡΑ: Να σε συζητάνε στα κουρεία των ξενοδοχείων.ΓΚΛΟΡΙΑ: Μπράβο μου! Χαίρομαι που τ' ακούω. Γιατί να πληρώνω κάποιον να μου χάνει δημόσιες σχέσεις;ΜΗΤΕΡΑ: Ο Βέρνον είπε ότι έχεις παρτίδες με ξένους, περαστικούς από το ξενοδοχείο «Πλάντερς».ΓΚΛΟΡΙΑ: Μη μου πεις!ΜΗΤΕΡΑ: Κι απόψε ήσουνα με κάποιον που η αστυνομία τον έχει συμβουλέψει να μείνει μακριά από το Μπλου Μάουντεν.ΓΚΛΟΡΙΑ: Ο Βέρνον λέει ψέματα! Παλάβωσε!ΜΗΤΕΡΑ: Όχι. Εσύ παλάβωσες.ΓΚΛΟΡΙΑ: (Τραβάει την ξηλωμένη φόδρα από το καπέλο) Σίγουρα θα παλαβώσω αν δεν ξεφύγω γρήγορα απ' αυτή την αποπνικτική ατμόσφαιρα.ΜΗΤΕΡΑ: Και πού θες να πας, άνεργη και στην κατάστασή σου;ΓΚΛΟΡΙΑ: A, στο Μαϊάμι! Πήγε δυόμισι.ΜΗΤΕΡΑ: Το ξέρω. Τόσες ώρες μόνο το ρολόι κοιτάω.ΓΚΛΟΡΙΑ: Όλες τις άλλες φορές που έλειπα, δεν ήξερες ούτε πού ούτε με ποιον ήμουνα!ΜΗΤΕΡΑ: Όχι.ΓΚΛΟΡΙΑ: Αλλά κοιμόσουνα, ε;ΜΗΤΕΡΑ:Όχι.ΓΚΛΟΡΙΑ: Σε πιστεύω. Κοίτα χάλια - ίδιος ο Χάρος!ΜΗΤΕΡΑ: Εσύ να δεις! Ο Χάρος που γυρνάει από πάρτι μεταμφιεσμένων!ΓΚΛΟΡΙΑ: (Ασυναίσθητα ρίχνει μια ματιά στον καθρέφτη) Τώρα τελευταία άκουσα πολύ καλά λόγια για την εμφάνισή μου.ΜΗΤΕΡΑ: Σίγουρα. (Με σύντομο γελάχι) Σαρκαστικά σχόλια από ανθρώπους που να σε κοροϊδεύουν πίσω απ' την πλάτη σου;ΓΚΛΟΡΙΑ: (Ξαφνικό ξέσπασμα απελπισίας) Γιατί να με κοροϊδεύουν;ΜΗΤΕΡΑ: (Αμείλικτα) Γιατί εσύ τους δίνεις το δικαίωμα. (Παύση)ΓΚΛΟΡΙΑ: Φυσικά. Ύστερα από δέκα μήνες κλεισούρα σ' αυτή την πόλη που μοιάζει με βάλτο! Πώς να αχτινοβολώ όπως παλιά.ΜΗΤΕΡΑ: Ξέχνα τις αχτινοβολίες και προσγειώσου.ΓΚΛΟΡΙΑ: Τράβα με εσύ στη γη, αν μπορείς.ΜΗΤΕΡΑ: Μίλησα και με το γιατρό. Ταράχτηκε όταν έμαθε πόσο τριγυρνάς έξω. (Η Γκλόρια δείχνει φοβισμένη) Μου είπε για τις ακτινογραφίες: δεν είναι και πολύ καλές. ΓΚΛΟΡΙΑ: (Βραχνά) Δηλαδή, τι σου είπε; ΜΗΤΕΡΑ: Μου είπε πως οι ιστοί των πνευμόνων σου θα γιατρευτούν, αν βοηθήσεις κι εσύ την κατάσταση.ΓΚΛΟΡΙΑ: Μα, με πιάνει ανησυχία, έχω ανάγκη να βγαίνω έξω, δεν μπορώ να μένω συνέχεια κλεισμένη εδώ μέσα.ΜΗΤΕΡΑ: Έχεις υπερχινητιχότητα. Και θέλεις να κάνεις πιο πολλά απ' όσα αντέχεις.ΓΚΛΟΡΙΑ: (Βουλιάζει στον καναπέ, δίπλα στη μητέρα της. Κάθεται τελείως άκαμπτη. Οι δυο γυναίκες δεν κοιτάζονται. Υπάρχει αρκετή απόσταση μεταξύ τους) Δεν μπορώ να κάθομαι και να περιμένω να συμβεί κάτι. Να βάφω τα νύχια μου, να χτενίζω τα μαλλιά μου και να περιμένω τη Δευτέρα Παρουσία. Τι λέει ο γιατρός, αυτό θέλει να χάνω;ΜΗΤΕΡΑ: Όχι, βέβαια.ΓΚΛΟΡΙΑ: Χαίρομαι που τ' ακούω.ΜΗΤΕΡΑ: Ο Βέρνον είναι...ΓΚΛΟΡΙΑ: Ο Βέρνον είναι. Κι επειδή είναι, εσένα σου αρκεί!ΜΗΤΕΡΑ: ...Ο Βέρνον είναι έτοιμος να σε παντρευτεί, αν βάλεις μυαλό.ΓΚΛΟΡΙΑ: Ο Βέρνον δεν εκπροσωπεί το μέλλον που ονειρεύομαι για τον εαυτό μου.

Page 3: Η Αδέσμευτη

ΜΗΤΕΡΑ: Το ίδιο έλεγες και πριν από δέκα χρόνια.ΓΚΛΟΡΙΑ: Ισχύει ακόμα.ΜΗΤΕΡΑ: Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο μέλλον και στο παρελθόν.ΓΚΛΟΡΙΑ: Αυτό το ξέρω.ΜΗΤΕΡΑ: Το παρελθόν μεγαλώνει συνέχεια σε βάρος του μέλλοντος. (Παύση)ΓΚΛΟΡΙΑ: (Σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να βγάλει από μέσα της την απελπισία) Πήγαμε στο «Μεριντιέν» κι αγόρασα το «Όρντινο». Έχει μέσα την αγγελία μου. (Σηκώνεται κι αρπάζει ένα περιοδικό) Κοίτα! Άκου! (Διαβάζει μεγαλόφωνα με φωνή ξαναμμένη, τρέμοντας σαν μεθυσμένη και σκύβοντας προς τη λάμπα για να δει καλύτερα) «Αδέσμευτη!» (Σταματάει για να βήξει)ΜΗΤΕΡΑ: (Ειρωνικά) Ναι, αδέσμεύτη!ΓΚΛΟΡΙΑ: (Συνεχίζει λαχανιασμένη) ...Γι' αυτή τη σεζόν, πρωταγωνίστρια, ενζενί, είκοσι εφτά χρόνων, ξανθιά, γοητευτική...»ΜΗΤΕΡΑ: Χα!ΓΚΛΟΡIA: «Ύψος 5,2 πόδια, βάρος 114 λίβρες, με ειδικές σπονδές σε τραγούδι και χορό...» (Η Μητέρα κάνει μια κίνηση αποστροφής) ... «Επιδεκτική στην εκμάθηση ρόλων. Διαθέτει θαυμάσια γκαρνταρόμπα. Γράψατε ή τηλεγραφήσατε: Γκλόρια Λα Γκρην, Μπλου Μάουντεν» (Εδώ ο ενθουσιασμός της σβήνει ξαφνικά και κοιτάζει τη μητέρα της φοβισμένη) «Μπλου Μάουντεν, Μισσισσιππή» (Βήχει) Πώς σου φαίνεται;ΜΗΤΕΡΑ: (Βλοσυρά) Γεμάτο ανακρίβειες!ΓΚΛΟΡΙΑ: Ε, όχι δα!ΜΗΤΕΡΑ: Μα, καλά, δεν μπορείς να ξεχωρίσεις την αλήθεια από το ψέμα; Τι είκοσι εφτά - είσαι σχεδόν τριάντα δύο!ΓΚΛΟΡIA: Δεν μου φαίνεται!ΜΗΤΕΡΑ: Σου φαίνεται!ΓΚΛΟΡΙΑ: Κανένας δεν μου το 'χει πει.ΜΗΤΕΡΑ: Γιατί να σου το πουν; Και πώς; Να περνάς στο δρόμο και να σ' το φωνάξουν;ΓΚΛΟΡΙΑ: Θες να μου κλονίσεις την αυτοπεποίθηση. Να με χάνεις να νιώθω άχρηστη. (Κλαίγοντας λίγο) Πέρασα κι εγώ άσχημες στιγμές, όπως όλοι στο θέατρο, αλλά δεν είμαι ακόμα ξοφλημένη! (Η Μητέρα την κοιτάζει αυστηρά. Η Γκλόρια συνεχίζει αργά) Δηλαδή, με θεωρείς ξοφλημένη; (Η φωνή της γίνεται σχεδόν υστερική κραυγή) Κάθεσαι κάθε βράδυ σ' αυτό τον παλιοχαναπέ και με περιμένεις σαν το Χάρο! Μα το Θεό, τα μάτια σου με κοιτάνε σαν να μου παίρνουνε μέτρα για φέρετρο! Αλλά εγώ θα σου ξεφύγω!ΜΗΤΕΡΑ: Σταμάτα!ΓΚΛΟΡΙΑ: Μη μου λες εμένα, «Σταμάτα!» (Βήχει και τρέμει ολόκληρη)ΜΗΤΕΡΑ: Είσαι πιωμένη! Είσαι άρρωστη και το πρόσωπό σου καίει από τον πυρετό! Κοίτα χάλια το φόρεμά σου - σχίστηκε!ΓΚΛΟΡΙΑ: Δεν με νοιάζει. (Παύση. Στρέφει στον καθρέφτη) Πού το βλέπεις;ΜΗΤΕΡΑ: Σου έχει ξηλωθεί η ραφή στη μέση.ΓΚΛΟΡΙΑ: Αυτό διορθώνεται.ΜΗΤΕΡΑ: Ναι, όμως άλλα δεν διορθώνονται.ΓΚΛΟΡΙΑ: Όλα διορθώνονται - είναι ζήτημα χρόνου!ΜΗΤΕΡΑ: Πολύ αισιόδοξη μου είσαι!ΓΚΛΟΡΙΑ: Φυσικά. Όταν οι άνθρωποι πεινάνε, γεμίζουν τα στομάχια τους μ' αισιοδοξία. Και γίνεται όπως με το νερό ή τα χόρτα: έχουν την ψευδαίσθηση ότι φάγαν ένα θαυμάσιο γεύμα! (Σηκώνει το κεφάλι με πείσμα) Δεν έχασα το κουράγιο μου, ούτε θα το χάσω ποτέ. Καθώς ερχόμασταν με τ' αυτοκίνητο κι έβρεχε, σκεφτόμουνα...ΜΗΤΕΡΑ: Ότι αύριο θα είσαι τέζα στο κρεβάτι!ΓΚΛΟΡΙΑ: Όχι!ΜΗΤΕΡΑ: Τότε, τι σκεφτόσουνα;ΓΚΛΟΡΙΑ: Ότι αύριο... (Ξαφνικά χαμογελάει) Θα με ειδοποιήσουνε για έναν καταπληχτικό ρόλο στο Μπρόντγουέη! Εγώ είμαι καλλιτέχνις, μητέρα. 'Εχω ανάγκη να εκφραστώ, δεν μπορώ να κρατήσω όλο το πάθος μέσα μου!

Page 4: Η Αδέσμευτη

ΜΗΤΕΡΑ: Τι είδους «έκφραση» είν' αυτή;ΓΚΛΟΡΙΑ: Είναι μια κραυγή που βγαίνει απ' την ψυχή! (Στρέφει γρήγορα στο παράθυρο και το ανοίγει. Παύση) Τα πουλιά το λένε: η βροχή θα συνεχιστεί για πάντα.ΜΗΤΕΡΑ: Κλείσε το παράθυρο.ΓΚΛΟΡΙΑ: Όχι.ΜΗΤΕΡΑ: Θα κρυώσει το στήθος σου.ΓΚΛΟΡΙΑ: Όσο σκέφτομαι ότι γεννήθηκα στο Μπλου Μάουντεν, το «Γαλάζιο Όρος!» Πού το είδανε το «όρος»; Γούβα είναι!ΜΗΤΕΡΑ: (Ρίχνει στους ώμους της κόρης της μια ζακέτα) Οι Μπάσσετ, απέναντι, έχουνε φως ακόμα. H κυρία Μπάσσετ είν' ετοιμοθάνατη.ΓΚΛΟΡΙΑ: Έπρεπε να το καταλάβω. Σ' αυτή την υπέροχη πόλη ανάβουνε τα φώτα μόνον όταν κάποιος πεθαίνει. 'Ενα μόνο αγόρι μ' άρεσε από δω, μητέρα, ο Ρεντ Άλισσον.ΜΗΤΕΡΑ: Που έπεσε απ' το φορτηγό του κι έμεινε σακάτης! (Παύση)ΓΚΛΟΡΙΑ: Και σακάτης, έχει χάσει λιγότερα απ' όσα εγώ.ΜΗΤΕΡΑ: Γιατί; Εσύ τι έχασες;ΓΚΛΟΡΙΑ: Τα φτερά που είχα στα παπούτσια του χορού.ΜΗΤΕΡΑ: Πάλι βλακείες λες!ΓΚΛΟΡΙΑ: Δεν τα έχασα όλα μαζί - λιώσανε σιγά σιγά με τον ήλιο. Όπως τα φτερά εκείνου του αρχαίου Έλληνα, που ήθελε τόσο πολύ να πετάξει. Ή, ίσως, μουλιάσανε απ' τη βροχή. Δεν θυμάμαι.ΜΗΤΕΡΑ: Παραμιλάς απ' τον πυρετό.ΓΚΛΟΡΙΑ: Ο Ρεντ κι εγώ είχαμε ένα κλαμπ με δυο μονάχα μέλη, εκείνον κι εμένα. Είχαμε βρει και δικό μας έμβλημα. A, βέβαια, και Εσωτερικό Κανονισμό! Ο πρώτος του όρος ήταν ότι ποτέ δεν θα σταματούσαμε να προχωράμε προς τα εμπρός! Ο καημένος ο Ρεντ! Δεν κατάφερε να τηρήσει αυτό τον όρο!ΜΗΤΕΡΑ: Μην κάνεις αστεία με τέτοια πράγματα. Δεν λέω, ατίθασο αγόρι, κι ανεύθυνο - αλλά το τέλος του ήτανε τραγικό.ΓΚΛΟΡΙΑ: Πηγαίναμε για μπάνιο στο «Ρέμα του Σίχεστον» .ΜΗΤΕΡΑ: Μη μου πεις!ΓΚΛΟΡΙΑ: Παιδιαρίσματα της ηλικίας! Πήγα στο Τσεγιέν όταν το 'μαθα. Όταν έφτασα ήταν ήδη πεθαμένος. Άργησα δέκα λεπτά και τον είχανε σκεπάσει μ' ένα σεντόνι. Αλλά δεν ήταν αρκετά μεγάλο το σεντόνι, και τα μαλλιά του ξεφυτρώναν από την άκρη. «Μπράβο, εσύ τα κατάφερες», είπε. «Δεν τα 'χεις πια ανάγκη τα πόδια σου!»ΜΗΤΕΡΑ: Σε ποιον το είπες;ΓΚΛΟΡΙΑ: A, τίποτα, μονολογούσα. (Σηκώνεται κουρασμένη) Σήμερα πήγα στη Σχολή Μπαλέτου να κάνω τις ασκήσεις μου. Δεν έχω πια τον αέρα που είχα παλιά, κατά τ' άλλα, όμως, είμαι εντάξει.ΜΗΤΕΡΑ: Μην περιμένείς να ξαναγίνεις όπως ήσουνα πριν.ΓΚΛΟΡΙΑ: Δεν μπορώ, λες;ΜΗΤΕΡΑ: Όχι, έχεις αιμοπτύσεις. Οι ιστοί των πνευμόνων σου θα θρέψουν, αλλά...ΓΚΛΟΡΙΑ: (Άγρια) Σταμάτα! (Στην κραυγή της υπάρχει όλο το βασανισμένο πάθος για ζωή που μπορεί ν' αντέξει η καρδιά του ανθρώπου) Σταμάτα! (Μετά από παύση) Υπάρχει ένα μόνο ψέμα στην αγγελία. Αυτό το «Αδέσμευτη» είναι ψέμα. Γιατί δεν είμαι αδέσμευτη, μητέρα - είμαι δεσμευμένη για πάντα. Είμαι πιασμένη σε παγίδα!ΜΗΤΕΡΑ: (Κλείνοντας τα μάτια) Όπως κι εγώ.ΓΚΛΟΡΙΑ: Αλλά δεν έχω χάσει το κουράγιο μου. Απλώς δεν είχα τόση τύχη τώρα τελευταία για να 'χω να λέω κάτι καλό στον εαυτό μου... (Στρέφει και μπαίνει στην πόρτα δεξιά. Η μητέρα κάθεται ακίνητη, περιμένοντας. Μετά από λίγο ακούγεται ένα υστερικό κλάμα πίσω από την πόρτα. Η μητέρα σηκώνεται αργά και σβήνει τη λάμπα)ΜΗΤΕΡΑ: Όπως κι εγώ.

ΤΕΛΟΣ