Το τελευταίο από τα ολόχρυσα ρολόγια μου

8
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΑΠΟ ΤΑ ΟΛΟΧΡΥΣΑ ΡΟΛΟΓΙΑ ΜΟΥ ΤΕΝΝΕΣΣΗ ΟΥΙΛΛΙΑΜΣ ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΟ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ Κύριος Τσάρλι Κόλτον Νέγρος, πορτιέρης του ξενοδοχείου Χάρπερ, περιοδεύων πλασιέ (Δωμάτιο ξενοδοχείου σε κωμόπολη του Δέλτα του Μισσισσιππή. Το δωμάτιο έχει παραμείνει ίδιο -με κάποιες φθορές- τα τελευταία τριάντα-σαράντα χρόνια. Οι τοίχοι μουσταρδί. Δύο παράθυρα με ξεθωριασμένες πράσινες κουρτίνες, λίγο σχισμένες, ένας ανεμιστήρας οροφής, ένα άσπρο σιδερένιο κρεβάτι με ροζ σκέπασμα, ένα κομό και πάνω του λεκάνη και κανάτα με ζωγραφιστά τριαντάφυλλα, στον τοίχο μια λιθογραφία της τυφλής Τύχης με τη σπασμένη λύρα. Ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ο κύριος Τσάρλι Κόλτον. Περίεργος τύπος, εβδομήντα οχτώ χρόνων, αλλά ακόμα «κρατιέται καλά». Πληθωρικός, ογκώδης, μεγαλόσχημος. Κάποτε είχε μεγάλη άνεση στις κινήσεις του, αλλά τώρα ξεφυσάει και λαχανιάζει. Όταν δεν τον βλέπει κανένας, χώνει το χέρι στο στέρνο του και γέρνει το κεφάλι ν' ακούσει την καρδιά του. H τεράστια έκταση του στέρνου και της κοιλιάς του καλύπτεται από διασταυρούμενες χρυσές αλυσίδες με διάφορα διακοσμητικά που κρέμονται πάνω τους. Φοράει ένα μικρό καπέλο στο πίσω μέρος του κεφαλιού του και στο στόμα του έχει καρφωμένο ένα πούρο. Αυτός είναι ο Κύριος Τσάρλι που, Θλιμμένος αλλά και περήφανος αποκαλεί τον εαυτό του «Ο τελευταίος περιηγητής του Δέλτα». Πίσω του μπαίνει στο δωμάτιο ένας νέγρος πορτιέρης, στην ίδια περίπου ηλικία, φαφούτης και γκριζομάλλης. Κουβαλάει τις μεγάλες, δερμάτινες βαλίτσες με τα δείγματα των παπουτσιών που πουλάει ο κύριος Τσάρλι. Τις αφήνει στα πόδια του κρεβατιού, καθώς ο κύριος Τσάρλι ψάχνει την τσέπη του να βρει ένα κέρμα για φιλοδώρημα) ΤΣΑΡΛΙ: (Δίνοντας το κέρμα στον νέγρο) Νά, πάρε! ΝΕΓΡΟΣ: 'Φχαριστώ, κύριε! ΤΣΑΡΛΙ: Γέρασες πια, δεν είσαι να κουβαλάς τόσο βαριές βαλίτσες. ΝΕΓΡΟΣ: (Μορφάζει λυπημένος) Μην το λέτε, κύριε Τσάρλι. ΤΣΑΡΛΙ: Αλλά, τι να γίνει, αυτό θα κάνεις μέχρι να πέσεις τέζα κάποια μέρα. ΝΕΓΡΟΣ: Έτσι που το λέτε, κύριε Τσάρλι. (Ο Τσάρλι ψάχνει την τσέπη του,

Upload: bubble-bee

Post on 14-Nov-2014

437 views

Category:

Documents


3 download

TRANSCRIPT

Page 1: Το τελευταίο από τα ολόχρυσα ρολόγια μου

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΑΠΟ ΤΑ ΟΛΟΧΡΥΣΑ ΡΟΛΟΓΙΑ ΜΟΥ

ΤΕΝΝΕΣΣΗ ΟΥΙΛΛΙΑΜΣ

ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΟ

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

Κύριος Τσάρλι ΚόλτονΝέγρος, πορτιέρης του ξενοδοχείου

Χάρπερ, περιοδεύων πλασιέ

(Δωμάτιο ξενοδοχείου σε κωμόπολη του Δέλτα του Μισσισσιππή. Το δωμάτιο έχει παραμείνει ίδιο -με κάποιες φθορές- τα τελευταία τριάντα-σαράντα χρόνια. Οι τοίχοι μουσταρδί. Δύο παράθυρα με ξεθωριασμένες πράσινες κουρτίνες, λίγο σχισμένες, ένας ανεμιστήρας οροφής, ένα άσπρο σιδερένιο κρεβάτι με ροζ σκέπασμα, ένα κομό και πάνω του λεκάνη και κανάτα με ζωγραφιστά τριαντάφυλλα, στον τοίχο μια λιθογραφία της τυφλής Τύχης με τη σπασμένη λύρα. Ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ο κύριος Τσάρλι Κόλτον. Περίεργος τύπος, εβδομήντα οχτώ χρόνων, αλλάακόμα «κρατιέται καλά». Πληθωρικός, ογκώδης, μεγαλόσχημος. Κάποτε είχε μεγάλη άνεση στις κινήσεις του, αλλά τώρα ξεφυσάει και λαχανιάζει. Όταν δεν τον βλέπει κανένας, χώνει το χέρι στο στέρνο του και γέρνει το κεφάλι ν' ακούσει την καρδιά του. H τεράστια έκταση του στέρνου και της κοιλιάς του καλύπτεται από διασταυρούμενες χρυσές αλυσίδες με διάφορα διακοσμητικά που κρέμονται πάνω τους. Φοράει ένα μικρό καπέλο στο πίσω μέρος του κεφαλιού του και στο στόμα του έχει καρφωμένο ένα πούρο. Αυτός είναι ο Κύριος Τσάρλι που, Θλιμμένος αλλά καιπερήφανος αποκαλεί τον εαυτό του «Ο τελευταίος περιηγητής του Δέλτα». Πίσω του μπαίνει στο δωμάτιο ένας νέγρος πορτιέρης, στην ίδια περίπου ηλικία, φαφούτης και γκριζομάλλης. Κουβαλάει τις μεγάλες, δερμάτινες βαλίτσες με τα δείγματα των παπουτσιών που πουλάει ο κύριος Τσάρλι. Τις αφήνει στα πόδια του κρεβατιού, καθώς ο κύριος Τσάρλι ψάχνει την τσέπη του να βρει ένα κέρμα για φιλοδώρημα)

ΤΣΑΡΛΙ: (Δίνοντας το κέρμα στον νέγρο) Νά, πάρε!ΝΕΓΡΟΣ: 'Φχαριστώ, κύριε!ΤΣΑΡΛΙ: Γέρασες πια, δεν είσαι να κουβαλάς τόσο βαριές βαλίτσες.ΝΕΓΡΟΣ: (Μορφάζει λυπημένος) Μην το λέτε, κύριε Τσάρλι.ΤΣΑΡΛΙ: Αλλά, τι να γίνει, αυτό θα κάνεις μέχρι να πέσεις τέζα κάποια μέρα.ΝΕΓΡΟΣ: Έτσι που το λέτε, κύριε Τσάρλι. (Ο Τσάρλι ψάχνει την τσέπη του, βρίσκει άλλο ένα κέρμα και το πετάει στο Νέγρο, που διπλώνεται στα δυο καθώς το παίρνει)ΤΣΑΡΛΙ: Νά, πάρε!ΝΕΓΡΟΣ: 'Φχαριστώ, 'φχαριστώ!ΤΣΑΡΛΙ: Τώρα άνοιξε τον ανεμιστήρα και τρέχα να μου φέρεις λίγο παγωμένο νερό.ΝΕΓΡΟΣ: Ο ανεμιστήρας είναι χαλασμένος, κύριε Τσάρλι.ΤΣΑΡΛΙ: Παρακμή! Όσο πάνε, ρημάζουν όλα εδώ μέσα!ΝΕΓΡΟΣ: Ναι, το σωστό να λέγεται, κύριε Τσάρλι. Απ' το κακό στο χειρότερο πάνε όλα!ΤΣΑΡΛΙ: Έχει μείνει κανένας παλιός γνωστός στην πόλη;ΝΕΓΡΟΣ: A, μπα, κανένας πια, κύριε Τσάρλι.

Page 2: Το τελευταίο από τα ολόχρυσα ρολόγια μου

ΤΣΑΡΛΙ: «Κανένας πια, κύριε Τσάρλι!» Αυτό μου λένε όλοι. Δηλαδή, δεν θα βρω κανέναν να μαδήσω στο πόκερ;ΝΕΓΡΟΣ: (Υπομειδιά λυπημένα) Αυτό το ξέρετε εσείς καλύτερα από τον καθένα, κύριε Τσάρλι.ΤΣΑΡΛΙ: Πού να βρεις κόσμο για πόκερ σήμερα. Κάθε φορά που έρχομαι στην πόλη, βλέπω όλο και λιγότερους απ' τους παλιούς γνωστούς. Αλλά και το μπαμπάκι χάλασε, το βλέπω στα χτήματα του Δέλτα και λέω, «Ποιος θα το μαζέψει αυτό -άχρηστο είναι!» Κατέβα κάτω και πες σ' εκείνο το νεαρό, τον Μπομπ Χάρπερ, ν' ανέβει για ένα ποτό.ΝΕΓΡΟΣ: (Προχωρεί να φύγει) Μάλιστα.ΤΣΑΡΛΙ: Αλλιώς θ' αναγκαστώ να ρίξω πασιέντζες! (Ο Νέγρος κλείνει την πόρτα βγαίνοντας. Ο Τσάρλι πηγαίνει στο παράθυρο και ανοίγει τις κουρτίνες. Το απόγευμα γίνεται αχνό μπλε. Ανοίγει μια βαλίτσα να πάρει ένα μπουκάλι ουίσκι και μερικές τράπουλες, που τις πετάει στο τραπέζι. Σταματάει κι ακουμπάει το χέρι στο στέρνο του. Σκυθρωπός μονολογεί) Μπουμ-μπουμ-μπουμ-μπουμ! H παρέλαση συνεχίζεται. (Μετά από μερικές στιγμές ακούγεται χτύπημα στην πόρτα) Εμπρός! (Μπαίνει ο Χάρπερ, ένας πλασιέ τριάντα πέντε χρόνων. Αυτός δεν έχει γνωρίσει τις παλιές, καλές ημέρες του επαγγέλματος, και γι' αυτό οι τρόποι του δεν έχουνε καμιά μεγαλοπρέπεια. Είναι αδύνατος και ωχρός κι έχει στην πίσω τσέπη του παντελονιού του ένα περιοδικό με έγχρωμα κόμικς)ΧΑΡΠΕΡ: Τι έγινε, αρχηγέ; Καλά;ΤΣΑΡΛΙ: (Ανοιχτόκαρδα) Καλύτερα από ποτέ. Εσύ πώς τα πας, μικρέ;ΧΑΡΠΕΡ: Μια χαρά.ΤΣΑΡΛΙ: Έτσι σε θέλω! Βάλε μόνος σου να πιεις. Πουράκι;ΧΑΡΠΕΡ: (Βάζει ποτό, παίρνει πούρο) Σ' ευχαριστώ.ΤΣΑΡΛΙ: (Τον κοιτάζει από πίσω, βλέπει το περιοδικό στην τσέπη του) Τι διάολο τα κουβαλάς αυτά τα σκατά;ΧΑΡΠΕΡ: Έχουνε πλάκα.ΤΣΑΡΛΙ: Άμα διαβάζεις κόμικς, σημαίνει ότι πάσχεις από έλλειψη φαντασίας. (Ο Χάρπερ γελάει συγκρατημένα) Τι πλάκα, δεν μπορώ να καταλάβω! (Του τραβάει το περιοδικό από την τσέπη) Σούπερμαν! Εξωπραγματικές αηδίες! Όταν φτάσεις στα χρόνια μου -που είναι εβδομήντα οχτώ, παρακαλώ!- θα έχεις ζήσει τόσα πολλά, που θ' απορείς κι ο ίδιος. Και θα λες, δεν είναι δυνατόν, δεν μπορεί να έχουνε γίνει όλα αυτά! Και δεν θα μπορείς να βρεις ούτε το λόγο που έγιναν. Δεν μου λες, δουλεύεις ακόμα στην ίδια εταιρία, «Σουλτζ και Βέρνερ»;ΧΑΡΠΕΡ: Ναι.ΤΣΑΡΛΙ: Σχετικά καινούργιοι στην πιάτσα.ΧΑΡΠΕΡ: Όχι και τόσο. Είναι παραπάνω από είκοσι πέντε χρόνια.ΤΣΑΡΛΙ: H παιδικότητα του νεαρού εραστή δεν έχει τόση γλύκα όση η παιδεραστία του γέρου- καλό, ε; (Γελάει ηχηρά. Ο Χάρπερ χαμογελάει. Ο Τσάρλι πέφτει απότομα σε σιωπή. Θα ήθελε μεγαλύτερη ανταπόκριση στο αστείο του. Θυμάται εποχές που τα αστεία του έφερναν πολλά γέλια. Γεμίζει το ποτήρι του Χάρπερ με ουίσκυ)ΧΑΡΠΕΡ: Εσύ δεν πίνεις;ΤΣΑΡΛΙ: Όχι. Το 'κοψα.ΧΑΡΠΕΡ: Γιατί;ΤΣΑΡΛΙ: Το στομάχι μου. Γαστρορραγία!ΧΑΡΠΕΡ: Ελκος; (Ο Τσάρλι μουγκρίζει καταφατικά. Σκύβει με δυσκολία, σηκώνει μια βαλίτσαμε δείγματα και την ακουμπάει στο κρεβάτι) Είχα κι εγώ έλκος κάποτε.ΤΣΑΡΛΙ: Όποιος πίνει, θα το πάθει κάποτε το έλκος. Μπορεί και δυο φορές.ΧΑΡΠΕΡ: Σαν να 'πεσες λίγο -πιο αδύνατο σε βλέπω.ΤΣΑΡΛΙ: (Ανοίγοντας τη βαλίτσα με τα δείγματα) Έχω χάσει είκοσι επτά λίβρες απ' τον Αύγουστο. (Ο Χάρπερ σφυρίζει. Ο Τσάρλι ψάχνει ανάμεσα στα δείγματά του) Μάλιστα! (Βγάζει ένα ζευγάρι παπούτσια από δέρμα, και το κοιτάζει περιφρονητικά) Χμμμ... Τόσο δέρμα αγελάδας χαμένο! (Το πετάει πάλι μέσα στη βαλίτσα και συνεχίζει το ψάξιμο) Ένας άνθρωπος της ηλικίας μου και του όγκου μου δεν θα έπρεπε να τα κουβαλάει όλ' αυτά -άχρηστα πράγματα! Είναι (ορθώνεται κατακόκκινος στο πρόσωπο και ξεφυσώντας) τρομερή δοκιμασία για την καρδιά. Δώσε μου εκείνη τη βαλίτσα -ναι, αυτή εκεί. Θέλω να σου δείξω ένα καταπληκτικό, ένα βασιλικό παπούτσι,

Page 3: Το τελευταίο από τα ολόχρυσα ρολόγια μου

τελευταίο ανοιξιάτικο μοντέλο μας. Μερικοί λένε πως η εταιρία μου δεν δημιουργεί μόδα. Αυτή είναι μια κατηγορία που την αρνούμαι, και θα σου το αποδείξω μ' ένα απλό δείγμα μιας δερμάτινης γόβας. (Ανοίγει τη δεύτερη βαλίτσα) Εδώ είμαστε, μικρέ. (Ψάχνει στα δείγματα) Τον ήξερες τον γερο-Λάνγκνερ, στο Φράιαρς Πόιντ του Μισσισσιππή;ΧΑΡΠΕΡ: Τον γερο-Λάνγκνερ; Φυσικά.ΤΣΑΡΛΙ: Τον βρήκανε τέζα στη μπανιέρα του το περασμένο Σάββατο το βράδυ. Νά, αυτό έψαχνα!(Βγάζει ένα ζευγάρι παπούτσια)ΧΑΡΠΕΡ: Ο γερο-Λάνγκνερ; Πεθαμένος;ΤΣΑΡΛΙ: Και Θαμμένος! Του κάνανε μασονική κηδεία. Κράτησα κι εγώ το φέρετρο. Μπομπ, θέλω να προσέξεις το λεπτό τακούνι, το φινίρισμα στη μύτη, τη φόρμα όλη -έχεις δει πιο ωραίο παπούτσι για δεσποινίδες; (Σηκώνει τα παπούτσια ευλαβικά) Θέλω να τα προσέξεις και να μου πεις τη γνώμη σου, με απλά λόγια. (Ο Χάρπερ σφυρίζει και γουρλώνει τα μάτια) Δεν είναι αριστούργημα, μικρέ; Ε, λοιπόν, θέλω να ξέρεις...ΧΑΡΠΕΡ: Αυτό δεν είναι παπούτσι -είναι κόσμημα!ΤΣΑΡΛΙ: Και είδες μόνο ένα δείγμα από την ανοιξιάτικη κολεξιόν μας! Δεν χρειάζεται να το περάσεις από μικροσκόπιο για να δεις την αξία του. Φαίνεται, έχει τη σφραγίδα της εμπιστοσύνης. Αυτό δεν είναι παπούτσι που η πρώτη τυχαία κυριούλα του Μισσισσιππή θα σου το φέρει στο κεφάλι δυο βδομάδες αργότερα, γιατί διαλύθηκε με την πρώτη βροχή! Έχουμε και πολλά ελαφρά μοντέλα στην ανοιξιάτικη κολεξιόν μας. Πρώτα θα βάλω όλα τα δείγματα στο λόμπι του ξενοδοχείου, και το μεσημέρι θα 'χω τελειώσει, θα τα μαζέψω και θα φύγω γι' άλλη πόλη. Αλλά, μα τον παντοδύναμο Δία, πάω στοίχημα πως θα τηλεγραφήσω στην εταιρία μου να μου στείλει μια στοίβα βιβλία παραγγελιών για να έχω και για τις επόμενες πιάτσες μου. Αριστουργήματα -νά τι πουλάω! (Στρέφει εξαντλημένος στη βαλίτσα, πετάει μέσα τα δείγματα, ελαφρά αποθαρρυμένος από τη συμπεριφορά τον Χάρπερ. Θυμάται τις εποχές που με την κουβέντα κέρδιζε την προσοχή των ανθρώπων. Κλείνει ηχηρά τη βαλίτσα και κοιτάζει ερεθισμένος τον Χάρπερ, που κοιτάζει με θλιμμένο βλέμμα το καφέ χαλί) Που λες, (Βάζει λίγο ουίσκι) συγκλονιστικά τα νέα που έμαθα σήμερα τ' απόγευμα.ΧΑΡΠΕΡ: Νέα;ΤΣΑΡΛΙ: Νέα για τον γερο-Γκας Χάμμα - παλιά καραβάνα, της δικιάς μου εποχής. Παίζαμε πόκερ κάθε φορά που τυχαίναμε εδώ. Κάθε φορά, και μάλιστα σ αυτό το δωμάτιο! Λοιπόν, μάθε...ΧΑΡΠΕΡ: (Ξύνοντας το μέτωπό του) Νομίζω τ' άκουσα. Ότι έπαθε εγκεφαλικό πριν λίγους μήνες;ΤΣΑΡΛΙ: Ακριβώς. Και είχε σχεδόν συνέλθει.ΧΑΡΠΕΡ: Ναι; Γιατί εγώ είχα μάθει πως τον ταΐζανε με το κουτάλι.ΤΣΑΡΛΙ: (Αμέσως) Ναι, αλλά την τελευταία φορά είχε σχεδόν συνέλθει. Τριγύρναγε μ' εκείνες τις αναπηρικές πολυθρόνες που έχουνε μηχανισμό και πάνε μόνες τους. Πήγαινε τσούχου-τσούχου στο πεζοδρόμιο, μ' ένα πούρο στο στόμα. Ε, λοιπόν, εχτές, στο Μπλου Μάουντεν, καθώς έβγαινα από το μπαρ του Ελχ, εκείνος έμπαινε, και του έσπρωχνε το καρότσι ένας νέγρος. «Γεια σου, Γκας», του λέω. Κι αυτό γίνεται στις έξι και τέταρτο. Και μισή ώρα αργότερα, έρχεται ο Κάρτερ Μπάουμαν στο λόμπι του ξενοδοχείου, εκεί που μάζευα τα δείγματά μου, και μου λέει πως ο Γκας Χάμμα άρπαξε φωτιά και κάηκε στο μπαρ του Ελκ!ΧΑΡΠΕΡ: (Γελάει άθελα του) Τι είν' αυτά που λες;ΤΣΑΡΛΙ: Μάλιστα, κύριε! Αυτή η παλιοκαραβάνα! Τον πήρε ο ύπνος με το πούρο στο στόμα, πιάσανε τα ρούχα του φωτιά, και κάηκε σαν λαμπάδα!ΧΑΡΠΕΡ: Δεν σε πιστεύω!ΤΣΑΡΛΙ: Γιατί να σου πω τέτοιο ψέμα; Κάηκε σαν λαμπάδα!ΧΑΡΠΕΡ: Άδικα πήγε -σαν το σκυλί!ΤΣΑΡΛΙ: Όλοι κάπως θα πάμε! (Σοβαρά) Μπορεί να μην το ξέρεις, Μπομπ, αλλά όλοι οι παλιοί χάνονται ο ένας μετά τον άλλο. Βλέπεις, κάποια στιγμή πρέπει ν' αφήσουμε ελεύθερο το δρόμο για τους άλλους. Νομίζω πως εγώ είμαι ο τελευταίος περιηγητής του Δέλτα!ΧΑΡΠΕΡ: (Τεντώνεται και κοιτάζει το ρολόι του) Ο τελευταίος περιηγητής του Δέλτα! Πόσον καιρό κάνεις αυτή τη δουλειά;ΤΣΑΡΛΙ: Το Μάρτη κλείνω σαράντα έξι χρόνια.

Page 4: Το τελευταίο από τα ολόχρυσα ρολόγια μου

ΧΑΡΠΕΡ: Δεν σε πιστεύω!ΤΣΑΡΛΙ: Γιατί να σου πω τέτοιο ψέμα; Πάντως, Θέλω να ξέρεις - Χμμμ ... Έχασα έναν πολύ καλό πελάτη μου αυτή τη βδομάδα.ΧΑΡΠΕΡ: (Εντελώς αδιάφορος, φτιάχνει το ρεβέρ του παντελονιού του) Πώς, Τσάρλι;ΤΣΑΡΛΙ: (Θλιμμένος) Τον γερο-Μπεν Σάμμερς. Στο Φράιαρς Πόιντ του Μισσισσιππή. Έπεσε τέζα σαν να τον χτύπησε κεραυνός, την ώρα που έβαζε να πιει στο μπαρ Κόττον Πλάντερς.ΧΑΡΠΕΡ: Φοβερό! Και πώς;ΤΣΑΡΛΙ: Είμαστε θνητοί, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε! Πολλοί νομίζουν ότι όλα αυτά τα εκατομμύρια άνθρωποι που ζουν δεν θα πεθάνουν ποτέ. Εγώ δεν το νομίζω αυτό, γιατί τα γεγονότα άλλα δείχνουνε. Πεθαίνουμε όπως οι μύγες στο τέλος του καλοκαιριού... Και κανένας δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό! (Μελαγχολεί) Ποιος μπορεί να το αλλάξει αυτό; (Κουνάει το κεφάλι Θλιμμένος) Οι πιάτσες έχουν αλλάξει. Το εμπόριο του παπουτσιού έχει αλλάξει! Ζούμε μια επανάσταση! (Σηκώνεται και πηγαίνει στο παράθυρο) Δεν μ' αρέσει έτσι όπως γίνεται. Άκου με που σου λέω, ο κόσμος που ξέραμε, ο κόσμος που ανήκαμε εμείς, οι παλιές καραβάνες, φεύγει και χάνεται κάτω από τα πόδια μας. Και ποιος μπορεί να το εμποδίσει αυτό; Το σλόγκαν, «Παπούτσια από γνήσιο δέρμα» δεν πουλάει πια. Τα υλικά που φτιάχνουνε τα παπούτσια αλλάξανε. Άλλα έχουνε τώρα σημασία: το Στιλ, η Μόδα, η Κομψότητα! Αυτά μετράνε για τα παπούτσια σήμερα, Μπομπ! Αλλά, άντε να το πω αυτό στην εταιρία -δεν θα μ' ακούσουνε! Θυμάμαι τις εποχές που έβαζα τα δείγματά μου εδώ, στο λόμπι του ξενοδοχείου, κι άνοιγα το βιβλίο με τις παραγγελίες κι έγραφα, έγραφα μέχρι που πονάγανε τα δάχτυλά μου. Και τότε δεν χρειαζότανε να πω κουβέντα. Ούτε διαφήμιση χρειαζότανε. Τότε υπήρχανε τα παραδοσιακά μαγαζιά που πουλάγανε παπούτσια, κι εκείνα τα μαγαζιά βλέπανε τα δείγματα από μας και μας δίνανε την παραγγελία για το εργοστάσιο. Σήμερα, δεν έχω καταλάβει πώς κινούνται τα μαγαζιά και πώς παραγγέλνουνε. Αλλά, δεν παραγγέλνουνε σ' εμάς, τους πλασιέ. Σαν να τους έρχονται ουρανοκατέβατα στο μαγαζί! 'H, μπορεί να μην πουλάνε πια παπούτσια - κανένας να μην πουλάει παπούτσια! Κι εγώ να ζω σ' έναν κόσμο ψεύτικο, απατηλό! Το δέχομαι κι αυτό.ΧΑΡΠΕΡ: (Αδιάφορα, βγάζοντας το περιοδικό με τα κόμικς από την τσέπη του) Ναι. Τα μάτια σου έχουνε δει αρκετές αλλαγές. ΤΣΑΡΛΙ: Αλλαγές! Ήπια έκφραση. Εμένα τα μάτια μου έχουνε δει επαναστάσεις, μικρέ! (Ο Χάρπερ έχει ανοίξει το περιοδικό με τα κόμικς, αλλά ο Τσάρλι δεν το προσέχει, γιατί ο απολογισμός που κάνει είναι για τον εαυτό του) Ναι, επαναστάσεις! Ο αέρας που ανασαίνω δεν είναι ο ίδιος μ' εκείνον που θυμάμαι. Ε, ναι, είμαι παλιά καραβάνα, το ξέρω. Ανοίγει το σακάκι του και τραβάει τις χρυσές αλυσίδες που κρέμονται από το γιλέκο του. Εκπληκτικό πόσα ρολόγια φαίνονται. (συνεχίζει να μιλάει μαλακά, αλλά με υπερηφάνεια) Κοίτα δω, μικρέ. Έχεις δει ποτέ σου άνθρωπο με τόσα πολλά ρολόγια; Πώς απόχτησα όλους αυτούς τους μετρητές του χρόνου; (Ο Χάρπερ έχει ξαναδεί τα ρολόγια. Υψώνει το βλέμμα από το περιοδικό του και κοιτάζει με δήθεν κατάπληξη) Κάθε χρόνο, η Εταιρία Υποδημάτων «Κοσμοπόλιταν» του Σαν Λούις, χαρίζει ένα ολόχρυσο ρολόι «Χάμιλτον» στον πλασιέ της χρονιάς. Και δεκαπέντε ρολόγια τα 'χω κερδίσει εγώ! Αυτό νομίζω πως σημαίνει κάτι. Νομίζω πως είναι κατόρθωμα! Δεν συμφωνείς;ΧΑΡΠΕΡ: Συμφωνώ, συμφωνώ, Τσάρλι. (Βλέπει κάτι στο περιοδικό του και γελάει. Ο Τσάρλι σουφρώνει τα χείλη του σε ένδειξη αηδίας και αρπάζει το περιοδικό από τα χέρια του νεαρού)ΤΣΑΡΛΙ: Νεαρέ, σε σένα μιλάω, και μιλάω για το καλό σου! Κι έχω την απαίτηση να μου κάνεις τη χάρη και να με προσέξεις μέχρι να τελειώσω! Μπορεί να είμαι παλιά καραβάνα. Μπορεί να έχω ήδη κερδίσει το τελευταίο ολόχρυσο ρολόι μου... Όμως, ανεξάρτητα απ' αυτό, οι καλοί τρόποι είνα. ακόμα παράδοση σ' εμάς τους πλασιέ που έχουμε απομείνει. Και είναι ακόμα παράδοση του αμερικάνικου Νότου. Μόνον ένας ανίδεος διαβάζει κόμικς, όταν μιλάει ο Τσάρλι Κόλτον!ΧΑΡΠΕΡ: (Βάζει ποτό) Συγγνώμη, Τσάρλι. Έχω κι εγώ πολλά στο μυαλό μου. 'Εχω να σκεφτώ τις δουλειές μου.ΤΣΑΡΛΙ: Και πρέπει να τις σκεφτείς. Εγώ θέλω να ξέρεις ποια γνώμη έχω για το καινούργιο κόσμο που θεωρείς, και είναι, δικός σου. Δεν είμαι από κείνους που ουρλιάζουνε πως οι κομμουνιστές μπήκανε στο Λευκό Οίκο. Δεν υποστηρίζω πως οι κομμουνιστές καταλάβανε την πρωτεύουσά μας. Δεν φωνάζω πως όλος ο πλούτος της χώρας μας είναι συγκεντρωμένος στα χέρια

Page 5: Το τελευταίο από τα ολόχρυσα ρολόγια μου

των Εβραίων. Εμένα μ' αρέσουν οι Εβραίοι και είμαι φίλος με τους αράπηδες. Όμως, ένα λέω: πως ο κόσμος που ήξερα χάθηκε -χάθηκε. Τον πήρε ο άνεμος! Οι τσέπες μου είναι γεμάτες με ρολόγια που μου λένε πως η εποχή μου πέρασε, τέλειωσε! (Στο παχύ πρόσωπό του διαφαίνεται η κατάπληξη. Ο μάλλον ευγενικός τρόπος της ομιλίας του υποχωρεί σε γεροντικό παράπονο) Όλοι τους, γουρούνια που σφάχτηκαν, πτώματα τεταμένα στο ποτάμι! Αγρότες που δωροδοκήθηκαν για να μην καλλιεργήσουνε σιτάρι και για να μη φυτέψουνε μπαμπάκι! Ένας ολόκληρος κώδικας με γράμματα άγνωστα στους ανθρώπους της γενιάς μου. Η σκληρότητα, η έλλειψη σεβασμού, οι εφημερίδες γεμάτες με άγνωστα θέματα. Ο τρομακτικός, ο γρήγορος ρυθμός των γεγονότων στον κόσμο. Προς τι, και πού, και γιατί! Δεν θέλω να κάνω ότι τα ξέρω όλα. Το μόνο που λέω, και το λέω πολύ ταπεινά, είναι ότι δεν καταλαβαίνω τι γίνεται γύρω μου... Είμαι ένα απ' αυτά τα τέρατα που βλέπεις σε ομοιώματα στα μουσεία -απομεινάρια εποχών ανεξερεύνητων- ένα από τα γιγάντια ερπετά, ένας δεινο-τάδε, όπως και να τους λένε. Αλλά εγώ έχω συναίσθηση και ξέρω τι είμαι! Και το δηλώνω χωρίς καμιά ντροπή. Πρωτοβουλία, Αυτοπεποίθηση, Ανεξαρτησία χαρακτήρα! Οι παλιές, χρυσές ιδιότητες που κάνουνε τον έναν άνθρωπο να ξεχωρίζει από τον άλλο -τη λάσπη από τον πηλό και τον πηλό από τη λάσπη. Είναι -πώς το λέει το παλιό τραγούδι; (Κινεί τα χέρια του στον αέρα για να θυμηθεί το σκοπό) «Όσα χαθήκαν χτες» Ναι, όσα παίρνει ο άνεμος!ΧΑΡΠΕΡ: (η πλήξη του έχει φτάσει στο απροχώρητο) Εσείς οι παλιοί κάνετε ένα λάθος: κοιτάτε μόνο τη μια πλευρά της ζωής.ΤΣΑΡΛΙ: Τι θες να πεις;ΧΑΡΠΕΡ: Στις εφημερίδες υπάρχει μια στήλη με θανάτους και άλλη μια με γεννήσεις, κι αν κάτσεις και δεις τους αριθμούς, είναι περίπου ίδιοι.ΤΣΑΡΛΙ: Σ' ευχαριστώ για την πληροφορία! Αυτό το ξέρω πολύ καλά, γιατί έχω βαφτίσει αρκετά μωρά σε διάφορες πιάτσες. Όμως δεν έχεις καταλάβει τι σου λέω.ΧΑΡΠΕΡ: Δεν νομίζω, Τσάρλι.ΤΣΑΡΛΙ: Κι όμως, δεν έχεις καταλάβει, μικρέ. Το θέμα μου είναι το εξής: ότι το σλόγκαν, «Παπούτσια από γνήσιο δέρμα», δεν πουλάει πια! Τίποτα γνήσιο δεν πουλάει πια! Δεν δίνεται καμία σημασία στην ποιότητα. Στην παραγωγή ναι, αλλά στην παραγωγή κατώτερων προϊόντων!ΧΑΡΠΕΡ: (Σηκώνεται) Αυτά τα λες γιατί ανήκεις στο παρελθόν.ΤΣΑΡΛΙ: (Έξαλλος) Μη γίνεσαι αναιδής, μικρέ. Απαιτώ κάποιο σεβασμό, έστω κι από αδίστακτους σαν κι εσένα!ΧΑΡΠΕΡ: Καλά, μην κάνεις έτσι, Τσάρλι.ΤΣΑΡΛΙ: Εγώ ανήκω στην παράδοση. Εγώ είμαι Θρύλος! Γνωστός από τη μια άκρη του Δέλτα ως την άλλη. Από το ξενοδοχείο «Πήμποντυ» του Μέμφις, ως το «Κάτ Φις» του Βίχμπουργκ. Ο κύριος Τσάρλι, ο γνωστός κύριος Τσάρλι! Εσένα, ποιος σε ξέρει; Τι αντιπροσωπεύεις εσύ; Μια σειρά από προϊόντα αμφίβολης αξίας και ανατολίτικου γούστου. Έξω από το δωμάτιό μου! Καλύτερα να ρίξω μόνος μου πασιέντζα, παρά να παίξω πόκερ με τον πρώτο τυχάρπαστο -σαν τους μπαλαντέρ της τράπουλας! (Ανοίγει την πόρτα. Ο νεαρός πλασιέ σηκώνει αδιάφορος τους ώμους και βγαίνει. Κλείνει με δύναμη την πόρτα και ανασαίνει βαριά. Μπαίνει ο Νέγρος με μια κανάτα παγωμένο νερό)ΝΕΓΡΟΣ: (Μορφάζοντας) Γιατί οι φωνές, κύριε Τσάρλι;ΤΣΑΡΛΙ: Καμιά φορά χάνω την υπομονή μου. Να σου πω...ΝΕΓΡΟΣ: Ακούω.ΤΣΑΡΛΙ: Θυμάσαι πώς ήτανε παλιά;ΝΕΓΡΟΣ: Μάλιστα.ΤΣΑΡΛΙ: Ερχόμουνα στην πόλη σαν κατακτητής, σαν ήρωας. Και μόνο που δεν μου στρώνανε κόκκινα χαλιά για να πατήσω -θυμάσαι;ΝΕΓΡΟΣ: Και βέβαια.ΤΣΑΡΛΙ: Αυτό το δωμάτιο ήτανε σαν Αίθουσα του Θρόνου. Τα δείγματά μου ήταν, ακουμπισμένα σε πράσινο βελούδο! Ο ανεμιστήρας δούλευε -τώρα έχει χαλάσει. Κι εδώ, στον κομό, δεν υπήρχε λεκάνη και κανάτα, γιατί πάνω του ακούμπαγα όλα τα ποτά! Κι από την ώρα που ερχόμουνα ως την ώρα που έφευγα, οι άνθρωποι του σιναφιού με ξέρανε και μου δείχνανε σεβασμό! Και πόκερ -συνέχεια παίζαμε πόκερ! Φωνές, γέλια, κέφι! Πού πήγαν όλα αυτά, πού χαθήκαν;

Page 6: Το τελευταίο από τα ολόχρυσα ρολόγια μου

ΝΕΓΡΟΣ: (Κουνάει σοβαρός το κεφάλι) Το νεκροταφείο είναι γεμάτο με παλιούς γνωστούς μας, κύριε Τσάρλι. Έχει αρχίσει να βραδιάζει!ΤΣΑΡΛΙ: Χμμμ! (Πάει στο παράθυρο) Όχι, δεν έχει αρχίσει να βραδιάζει. (Ανοίγει τις βαριές κουρτίνες) Είναι νύχτα! (Έξω από το παράθυρο, σκοτάδι)ΝΕΓΡΟΣ: Σωστά, κύριε Τσάρλι... Νύχτα!

ΤΕΛΟΣ