Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

25
Καθορισμός στόχων & τραυματισμοί 1 Καθορισμός Στόχων και Δέσμευση σε Στόχους στη Διαδικασία Αποκατάστασης από Αθλητικό Τραυματισμό: Θεωρία και Έρευνες. Θεσσαλονίκη, 2007

Upload: vasilis

Post on 14-Nov-2014

26 views

Category:

Documents


2 download

DESCRIPTION

Η διαδικασία καθορισμού στόχων φαίνεται να έχει θετική επιρροή στην αποκατάσταση αθλητικών τραυματισμών, στη διάθεση του ατόμου κατά την αποκατάσταση, στην επιτυχή αντιμετώπιση, στην αποκατάσταση της αυτοπεποίθησης και στην επιμονή στο πρόγραμμα αποκατάστασης.

TRANSCRIPT

Page 1: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 1

Καθορισµός Στόχων και ∆έσµευση σε Στόχους στη

∆ιαδικασία Αποκατάστασης από Αθλητικό Τραυµατισµό:

Θεωρία και Έρευνες.

Θεσσαλονίκη, 2007

Page 2: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 2

Καθορισµός Στόχων και ∆έσµευση σε Στόχους στη ∆ιαδικασία Αποκατάστασης από

Αθλητικό Τραυµατισµό: Θεωρία και Έρευνες.

Εισαγωγή

Επιδηµιολογικές µελέτες στις Ηνωµένες Πολιτείες έδειξαν ότι κάθε χρόνο

περισσότεροι από 70 εκατοµµύρια τραυµατισµοί πραγµατοποιούνται, οι οποίοι χρειάζονται

ιατρική περίθαλψη ή τουλάχιστον µια ηµέρα αποχή από τη φυσική δραστηριότητα

(Williams, 2001). Αντίστοιχες µελέτες, οι οποίες πραγµατοποιήθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία,

βρήκαν ότι κατά το έτος 1994 οι αθλητικοί τραυµατισµοί ανήρθαν στα 24 εκατοµµύρια

(Hemmings & Povey, 2002). Η επίπτωση των τραυµατισµών είναι τόσο σοβαρή για τα

παιδιά και τους νεαρούς ενήλικες που οι τραυµατισµοί αντικατέστησαν τις µεταδοτικές

ασθένειες ως τη κυρίαρχη αιτία θανάτου και παράλυσης (Boyce & Sobolewski, 1989). Η

συχνότητα των τραυµατισµών φαίνεται και από άλλα στοιχεία ερευνών οι οποίες κατέληξαν

στο συµπέρασµα ότι κάθε χρόνο σχεδόν το 50% των ερασιτεχνών αθλητών υποφέρουν από

τραυµατισµούς, οποίοι τους κρατούν µακριά από τη συµµετοχή τους στη φυσική

δραστηριότητα (Garrick & Requa, 1978; Hardy & Crace, 1990).

Φυσικά, οι πιθανότητες τραυµατισµού για τους επαγγελµατίες αθλητές είναι πολύ

µεγαλύτερες από τους υπόλοιπους επαγγελµατίες. Oι Drawer και Fuller (2002) υπολόγισαν

ότι ενώ οι εργαζόµενοι στο Ηνωµένο Βασίλειο παρουσιάζουν συχνότητα τραυµατισµού 0.36

ανά 100.000 ώρες εργασίας, οι επαγγελµατίες ποδοσφαιριστές παρουσιάζουν κατά µέσο όρο

710 ανά 100.000 ώρες προπόνησης και αγώνων. Ακόµα µια διάσταση του µεγέθους του

προβλήµατος δίνει το γεγονός ότι οι αθλητικοί τραυµατισµοί περιλαµβάνουν το ένα τρίτο

του συνόλου των τραυµατισµών που πραγµατοποιούνται (Uitenbroek, 1996).

Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στη διαδικασία αποκατάστασης µε το µέσο χρόνο

επιστροφής στην αγωνιστική δράση να έχει µειωθεί σηµαντικά, συχνά οι αθλητές φαίνεται

να αντιµετωπίζουν διάφορα προβλήµατα κατά την επιστροφή τους. Σύµφωνα µε τους Rotella

Page 3: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 3

και Heyman (1986) είναι πιθανό να εµφανιστούν: υποτροπή, τραυµατισµός άλλου σηµείου

του σώµατος, µειωµένη αυτοπεποίθηση µε αποτέλεσµα την προσωρινή ή τη µόνιµη µείωση

της απόδοσης και το άγχος και ο φόβος του επανατραυµατισµού µε αποτέλεσµα τη µειωµένη

διάθεση για αγωνιστική επανένταξη.

Ερευνητές πραγµατοποίησαν κατηγοριοποίηση των παραγόντων που προκαλούν

τραυµατισµούς και κατέληξαν στις παρακάτω κατηγορίες: φυσικοί παράγοντες,

ψυχοκοινωνικοί παράγοντες και καταστάσεις (Kerr & Minden, 1988; Smith, Stuart, Wiese-

Bjornstal & Gunnon, 1997).

Φυσικοί παράγοντες αθλητικών τραυµατισµών

Σηµαντικοί παράγοντες πρόκλησης αθλητικών κακώσεων είναι οι φυσικοί παράγοντες,

οι οποίοι και θα αναλυθούν παρακάτω. Οι Weinberg και Gould (2003) αναφέρουν τη µυϊκή

ανισορροπία, τις συγκρούσεις µε µεγάλη ταχύτητα, την υπερπροπόνηση και τη µυϊκή

κόπωση ως τους επικρατέστερους παράγοντες πρόκλησης τραυµατισµών στους αθλητικούς

χώρους. Ο Kirkby (1995) από την πλευρά του ανέφερε την ανεπαρκή φυσική κατάσταση, τη

διαδικασία της προθέρµανσης, τις λανθασµένες βιοµηχανικές τεχνικές που χρησιµοποιούνται

από τους αθλητές, τον ελλιπή ή ανεπαρκή εξοπλισµό, τις επικίνδυνες επιφάνειες

πραγµατοποίησης των αγωνισµάτων και τις βίαιες και παρά τον κανονισµό σωµατικές

επαφές από τους αντιπάλους.

Η έρευνα των αιτιών των αθλητικών τραυµατισµών αναγνώρισε δυο γενικές

κατηγορίες µεταβλητών κινδύνου πρόκλησης τραυµατισµών: τις εσωτερικές και τις

εξωτερικές (Kujala, 2002). Οι εξωτερικοί παράγοντες περιλαµβάνουν τον τύπο του

αθλήµατος, τις µεθόδους προπόνησης, το περιβάλλον διεξαγωγής της δραστηριότητας και το

είδος και η ποσότητα προστατευτικού εξοπλισµού. Αντίθετα, στους εσωτερικούς παράγοντες

ανήκουν τα προσωπικά χαρακτηριστικά των συµµετεχόντων, όπως η ηλικία, το φύλο και

πιθανές ανωµαλίες της φυσιολογικής ωρίµανσης.

Page 4: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 4

Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες αθλητικών τραυµατισµών

Αναµφίβολα πολλές αιτίες των τραυµατισµών προέρχονται από φυσικά αίτια, όπως

αναλύθηκαν παραπάνω, σηµαντικό ρόλο όµως παίζουν και οι ψυχολογικοί παράγοντες

(Williams, 2001). Αν και µέχρι πριν λίγο καιρό τα αίτια των τραυµατισµών δεν θεωρούνταν

ποτέ ψυχολογικά (Kerr & Minden, 1988), κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, ερευνητές της

αθλητικής ιατρικής και της ψυχολογίας προσπάθησαν να προσδιορίσουν τις ψυχολογικές

µεταβλητές, οι οποίες επηρεάζουν την ευπάθεια και την ανθεκτικότητα στους τραυµατισµούς

στα σπορ.

Οι ερευνητές κατέληξαν στο συµπέρασµα ότι αθλητές οι οποίοι βιώνουν στρεσογόνες

καταστάσεις (αγώνες, σηµαντική προπόνηση, κακή απόδοση κ.α.) και δεν έχουν τις

απαιτούµενες ικανότητες να το αντιµετωπίσουν βρίσκονται σε µεγαλύτερο κίνδυνο

τραυµατισµού ανάλογα φυσικά και µε το µέγεθος της απειλής που νιώθουν από την

προκειµένη κατάσταση (Andersen & Williams, 1988; Andersen & Williams, 1998). Η

κατάσταση που θεωρείται ως απειλή για το άτοµο αυξάνει το στρες, το οποίο προκαλεί µια

σειρά αλλαγών στη συγκέντρωση και τη µυϊκή τάση του ατόµου (Weinberg & Gould, 2003).

Το στρες δεν είναι ο µόνος ψυχολογικός παράγοντας που επηρεάζει τους αθλητικούς

τραυµατισµούς. Ο παράγοντας της προσωπικότητας, η ικανότητα αντιµετώπισης (coping

resources) και το ιστορικό του στρες (history of stressors), επηρεάζουν τη διαδικασία του

στρες το οποίο µε τη σειρά του επηρεάζει την πιθανότητα τραυµατισµού (Andersen &

Williams, 1988). Επίσης, τα επίπεδα στρες και η προδιάθεση συγκεκριµένων συµπεριφορών

έχουν προσδιοριστεί ως ψυχολογικοί παράγοντες τραυµατισµού (Rotella & Heyman, 1986;

Wiese & Weiss, 1987). Σε µία πρόσφατη µελέτη, βρέθηκε ότι το 18% της διάρκειας που

χάθηκε εξαιτίας του τραυµατισµού αποδόθηκε σε ψυχολογικούς παράγοντες (Smith, Ptacek

& Patterson, 2000).

Page 5: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 5

Αποκατάσταση τραυµατισµών

Τα τελευταία χρόνια έχουν βελτιωθεί σε σηµαντικό βαθµό οι µέθοδοι αποκατάστασης

που αφορούν τραυµατισµούς κατά τη διάρκεια αθλητικής προσπάθειας. Επιπλέον, η

αθλητική ψυχολογία προσφέρει νέες τεχνικές, οι οποίες διευκολύνουν τη διαδικασία

αποκατάστασης και ειδικοί χρησιµοποιούν µια ολική προσέγγιση γιατρειάς και του σώµατος

αλλά και της ψυχής.

Σε µια µελέτη που σκοπό είχε να δείξει µε ποιο τρόπο οι ψυχολογικές τεχνικές βοηθούν

τη διαδικασία της αποκατάστασης, η Ievleva και Orlick (1991) µελέτησαν αν οι αθλητές µε

γρήγορη αποκατάσταση (λιγότερο από 5 εβδοµάδες) σε τραύµατα γονάτου και αγκώνα

επιδεικνύουν µεγαλύτερη χρήση ψυχολογικών στρατηγικών σε σχέση µε αθλητές µε αργή

αποκατάσταση των τραυµάτων (περισσότερο από 16 εβδοµάδες). Τα αποτελέσµατα έδειξαν

ότι οι αθλητές µε γρήγορη αποκατάσταση χρησιµοποίησαν περισσότερο στρατηγικές όπως,

καθορισµό στόχων και αυτο-οµιλία και σε µικρότερο βαθµό τη νοερή απεικόνιση σε

σύγκριση µε το άλλο γκρουπ της µελέτης.

Πιο πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι η ψυχολογική παρέµβαση έχει θετική επιρροή στην

αποκατάσταση αθλητικών τραυµατισµών (Cupal & Brewer, 2001), στη διάθεση του ατόµου

κατά την αποκατάσταση (Johnson, 2000), στην επιτυχή αντιµετώπιση (Evans, Hardy &

Fleming, 2000) και στην αποκατάσταση της αυτοπεποίθησης (Magyar & Duda, 2000). Πιο

συγκεκριµένα, σε µια έρευνα των Cupal και Brewer (2001) αφού µελετήθηκε η επίδραση της

νοερής εξάσκησης και της χαλάρωσης στη δύναµη της άρθρωσης του γονάτου, στα επίπεδα

άγχους και στον πόνο, βρέθηκε ότι η πειραµατική οµάδα εµφάνισε λιγότερο άγχος

υποτροπής και πόνο αλλά και µεγαλύτερη τιµή δύναµης στην άρθρωση του γονάτου.

Η ψυχολογική προπόνηση και οι ψυχολογικοί παράγοντες επηρεάζουν όχι µόνο την

αποκατάσταση του τραυµατισµού αλλά και την επιµονή στο πρόγραµµα αποκατάστασης.

Πιο συγκεκριµένα, οι Brewer και συνεργάτες (2000) βρήκαν ότι η παρακίνηση ήταν ένα

Page 6: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 6

σηµαντικό εργαλείο για τη συµµόρφωση µε το πρόγραµµα άσκησης που οι αθλητές έπρεπε

να εκτελέσουν στο σπίτι. Οι Scherzer και συνεργάτες (2001) κατέληξαν ότι ο καθορισµός

στόχων και ο θετικός αυτο-διάλογος είχε θετική συσχέτιση µε την ολοκλήρωση και την

επιµονή στο πρόγραµµα αποκατάστασης του σπιτιού.

Τα παραπάνω είναι σηµαντικά ευρήµατα, αφού κατά την αποκατάσταση έχει

παρατηρηθεί αποτυχία στο να ακολουθήσει ο ασθενής τις ιατρικές συµβουλές γεγονός που

προκαλεί µείζων πρόβληµα στην αποκατάσταση της κάκωσης.

Ψυχολογικές Παρεµβάσεις κατά την Αποκατάσταση

Οι αθλητικοί ψυχολόγοι και οι προπονητές έχουν υποστηρίξει διάφορα προγράµµατα

παρέµβασης για να βοηθήσουν τους αθλητές στην αποκατάσταση των ψυχολογικών

τραυµάτων (Heil, 1993; Wiese, Weiss & Yukelson, 1991). Τα τέσσερα κοινά συστατικά από

κάθε προσέγγιση είναι η εκπαίδευση, η κοινωνική υποστήριξη, οι τεχνικές ψυχολογικής

προπόνησης και ο καθορισµός στόχων. Tα παραπάνω είναι συµβατά µε ικανότητες ήδη

γνωστές σε πολλούς αθλητές, οπότε µε την εξάσκηση αυτών των αθλητικών σχετιζόµενων

ψυχολογικών τεχνικών µπορεί να πραγµατοποιηθεί µεταφορά στη διαδικασία

αποκατάστασης (Allen, 2002).

(a) Εκπαίδευση

Η εκπαίδευση αφορά την λεπτοµερή συλλογή πληροφοριών και την αποτελεσµατική

επικοινωνιακή τεχνική. Οι προπονητές συµµετέχουν ενεργά σε αυτό το στάδιο, αφού είναι οι

κυριότερη πηγή πληροφοριών για τους αθλητές. Πιο συγκεκριµένα, πρέπει να είναι ικανοί να

απλοποιήσουν την ιατρική ορολογία, όσον αφορά την κάκωση και τη διαδικασία

αποκατάστασης, ώστε ο αθλητής να είναι σε θέση να τα κατανοήσει πλήρως. Οι αθλητές

πρέπει να γνωρίζουν την αιτία, τις συνέπειες και τις φυσιολογικές αντιδράσεις που

σχετίζονται µε τον τραυµατισµό µε ξεκάθαρους όρος (Heil, 1993; Θεοδωράκης, Γούδας &

Page 7: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 7

Παπαϊωάννου, 2001), όπως επίσης να πληροφορηθούν και για τη διαδικασία αποκατάστασης

και µε πιο τρόπο η φυσιοθεραπεία βοηθάει σε αυτήν (Allen, 2002).

Η πληροφόρηση για τον τραυµατισµό και τη διαδικασία αποκατάστασης θα βοηθήσει

τους αθλητές να επανακτήσουν την αίσθηση του ελέγχου που τυχόν είχε χαθεί. Εκτός από

την άµεση πληροφόρηση από το ιατρικό επιτελείο και τον προπονητή µπορεί να

χρησιµοποιηθούν και εναλλακτικές πηγές, όπως βιβλία και περιοδικά. Όσες περισσότερες

γνώσεις έχουν οι αθλητές για τον τραυµατισµό τους τόσο καλύτερα θα κατανοήσουν την

κατάστασή τους και θα αντιµετωπίσουν τη διαδικασία αποκατάστασης.

(β) Κοινωνική υποστήριξη

Έχει υποστηριχθεί ότι η κοινωνική υποστήριξη για τους τραυµατισµένους αθλητές

βοηθάει σηµαντικά στη διαδικασία της αποκατάστασης (Heil, 1993; Lynch, 1988). Η

κοινωνική υποστήριξη έχει αρκετές διαστάσεις: ακουστική, τεχνική αξιολόγηση, τεχνική

πρόκληση, συναισθηµατική βοήθεια, συναισθηµατική πρόκληση και κοινωνική

πραγµατικότητα (Rosenfeld, Richman & Hardy, 1989). Η πολύπλευρη κοινωνική

υποστήριξη δεν είναι δυνατόν να δοθεί από ένα άτοµο, γι’ αυτό και πολλές φορές ο

αθλητικός ψυχολόγος καθοδηγεί το περιβάλλον του αθλητή πώς να παρέχει την υποστήριξη

που χρειάζεται.

Ένα ακόµα σηµαντικό στοιχείο είναι η διατήρηση των κοινωνικών σχέσεων που

υπήρχαν πριν τον τραυµατισµό και µετά από αυτόν. Στρατηγικές για να επιτευχθεί κάτι

τέτοιο είναι ο αθλητής να συνεχίσει να εµπλέκεται µε τις εκδηλώσεις της οµάδας, να

παρακολουθεί συχνά τις προπονήσεις και γενικότερα να διατηρηθεί η ταυτότητά του µέσα

στην οµάδα (Heil, 1993). Άλλες στρατηγικές κοινωνικής υποστήριξης είναι η χρήση ενός

αθλητή µε παρόµοιο τραυµατισµό (Flint, 1993) αλλά και συµµετοχή σε οµάδες υποστήριξης

για τραυµατισµένους αθλητές (Wiese & Weiss, 1987).

Page 8: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 8

(γ) Τεχνικές ψυχολογικής προπόνησης

- Νοερή εξάσκηση -

Η νοερή εξάσκηση είναι µια βοηθητική διαδικασία στην αποκατάσταση. Πιο

συγκεκριµένα µπορεί να βοηθήσει την κινητοποίηση και την ενδυνάµωση του

τραυµατισµένου µέλους και στη διατήρηση της επαφής µε το άθληµα. Επίσης µπορεί να

είναι ένας τρόπος έµµεσης εξάσκησης των δεξιοτήτων οι οποίες δεν µπορούν να

εξασκηθούν λόγω της κάκωσης (Θεοδωράκης, Γούδας & Παπαϊωάννου, 2001). Η νοερή

εξάσκηση σε συνδυασµό µε την προπόνηση και χαλάρωση των τραυµατισµένων µυών,

µπορεί να χρησιµεύσει για να προάγει την επανένταξη και να βοηθήσει στην

κινητοποίηση των τραυµατισµένων µελών του σώµατος.

Επίσης, µπορεί να βοηθήσει στον περιορισµό του πόνου και του στρες που

συνδέονται άµεσα µε την αποκατάσταση του τραυµατισµού (Lynch, 1988; Porter &

Foster, 1987; Rotella & Heyman, 1986). Ένα πρόγραµµα µε σκοπό να βοηθηθεί ένας

αθλητής θα πρέπει να ξεκινήσει µε εξάσκηση προσανατολισµένη στο αποτέλεσµα και

στη συνέχεια προσανατολισµένη στη διαδικασία (Green, 1993).

- Γνωστικές τεχνικές -

∆ιάφορα µοντέλα βελτίωσης της αθλητικής απόδοσης βασίζονται σε γνωστικές

τεχνικές, οι οποίες µπορούν να προσαρµοστούν στη διαδικασία αποκατάστασης του

αθλητικού τραύµατος. Πολλοί αθλητικοί ψυχολόγοι υποστηρίζουν την εξέταση του αυτό-

διαλόγου των τραυµατισµένων αθλητών για να διαπιστωθεί η άποψή τους για τον

τραυµατισµό τους (Ievleva & Orlick, 1991; Smith, Scott & Wiese, 1990; Weiss & Troxel,

1986). Με το να αναγνωριστούν οι πεσιµιστικοί εσωτερικοί διάλογοι και να

αντικατασταθούν µε πιο θετικές αντιδράσεις, οι αθλητές µπορούν να αλλάξουν την

άποψή τους για το τραύµα τους, να επικεντρωθούν στη διαδικασία της αποκατάστασης

και να πραγµατοποιηθεί γρηγορότερα (Ievleva & Orlick, 1991).

Page 9: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 9

Άλλη γνωστική τεχνική είναι η διαχείριση του πόνου (pain management technique),

η οποία έχει δυο µορφές. Η πρώτη µορφή επικεντρώνεται στον πόνο και προσπαθεί να

τον επαναξιολογήσει, ενώ η δεύτερη προσπαθεί να αποσπάσει την προσοχή του

τραυµατία από τον πόνο (Allen, 2002).

- Χαλάρωση -

Η ικανότητα να χαλαρώνεις είναι ένα σηµαντικό βοήθηµα για πολλά αθλήµατα και

µπορεί να εφαρµοστεί σε πολλές φάσεις της διαδικασίας αποκατάστασης. Η χαλάρωση

µπορεί να ηρεµήσει το σώµα όταν υπάρχει πολύ στρες, όπως σε κατάσταση

τραυµατισµού ή διαδικασία αποκατάστασης. Ένα ακόµα πλεονέκτηµα της χαλάρωσης

είναι ότι παρατηρείται αύξηση της κυκλοφορίας του αίµατος, γεγονός που κάνει πιο

αποτελεσµατική την αποκατάσταση των ιστών (Benson, 1975). Επίσης µπορεί να

λειτουργήσει σαν τεχνική περισπασµού αντιµετώπισης του πόνου, αφού η χαλάρωση

αποσπά την προσοχή από ανησυχίες και την ένταση, οι οποίες σχετίζονται µε την

κάκωση (Weiss & Troxel, 1986).

(δ) Καθορισµός στόχων

Πολύ σηµαντικό κοµµάτι της διαδικασίας της αποκατάστασης, το οποίο και θα

προσεγγιστεί µε την παρούσα ανασκόπηση βιβλιογραφίας, είναι ο καθορισµός στόχων σε

σχέση µε τον τραυµατισµό. Η τεχνική αυτή χρησιµοποιείται για να ενεργοποιήσει τους

τραυµατισµένους αθλητές (Wiese, Bjornstal & Smith, 1993; Worrel, 1992). Ενεργό µέρος

στη συγκεκριµένη διαδικασία παίρνουν η οµάδα των ειδικών, δηλαδή ο αθλητίατρος και ο

φυσιοθεραπευτής, ο προπονητής αλλά και ο ίδιος ο αθλητής. Πιο συγκεκριµένα, θέτουν τους

στόχους αποκατάστασης καθορίζοντας το πρόγραµµα σωµατικής και ψυχολογικής

εξάσκησης που θα ακολουθηθεί και σχεδιάζουν όλο το πλάνο των καθηµερινών

δραστηριοτήτων του αθλητή. Η έρευνα στον χώρο της αθλητικής ψυχολογίας, όσον αφορά

Page 10: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 10

τον καθορισµό στόχων, παρουσιάζει µια σειρά από θεωρίες, οι οποίες παρουσιάζονται

παρακάτω.

Θεωρίες για τον καθορισµό στόχων

- Θεωρία των Locke και Latham

Η κύρια θεωρία που χρησιµοποιείται από ερευνητές και αθλητικούς ψυχολόγους

προτάθηκε από τους Edwin Locke και Gary Latham. Η θεωρία τους υποστηρίζει ότι οι

στόχοι έχουν δυο κύρια χαρακτηριστικά: ένταση και περιεχόµενο. Η ένταση του στόχου είναι

η ποσότητα χρόνου, προσπάθειας και προσωπικής επένδυσης που αφιερώνει ένα άτοµο το

στόχο. Το περιεχόµενο του στόχου αφορά το αντικείµενο ή το αποτέλεσµα του στόχου που

έχει καθοριστεί. Τα δυο αυτά χαρακτηριστικά αλληλεπιδρούν για να παραχθεί λειτουργία. Οι

Locke και Latham ανέπτυξαν ένα µοντέλο καθορισµού στόχων για να διευκρινίσουν της

µεταβλητές που µετέχουν στη διαδικασία καθορισµού στόχων αλλά και για να περιγράψουν

τον τρόπο µε τον οποίο οι στόχοι οδηγούν σε ικανοποιητική απόδοση (Locke & Latham,

1990).

Το µοντέλο των Locke και Latham αναγνωρίζει τους σηµαντικούς παράγοντες οι οποίοι

εµπλέκονται στον καθορισµό στόχων. Καταρχήν, ένα αίτηµα ή µια πρόκληση πρέπει να τεθεί

στο άτοµο. Πέντε µεταβλητές υπάρχουν οι οποίες επηρεάζουν το αποτέλεσµα των στόχων:

ικανότητα, δέσµευση, ανατροφοδότηση, πολυπλοκότητα του προγράµµατος και τυχόν

εµπόδια. Η απόδοση µιας συγκεκριµένης ενέργειας ή µιας σειράς ενεργειών οδηγεί σε

ανταµοιβή που εξαρτάται από την επιτυχία του στόχου. Αυτές οι αµοιβές µπορεί να είναι είτε

εξωτερικές είτε εσωτερικές. Επίσης, µπορεί να προκύψουν ανταµοιβές µη εξαρτώµενες από

την επιτυχία του στόχου. Και τα δυο είδη ανταµοιβών επηρεάζουν την ικανοποίηση που

νιώθει το άτοµο από την ολοκλήρωση του στόχου. Η ολοκλήρωση των στόχων συνεπάγεται

µε συνέπειες, όπως τα άτοµα να παρουσιάζουν αυξηµένη αφοσίωση σε κάποιον οργανισµό ή

να είναι πρόθυµοι να δεχθούν µελλοντικές προκλήσεις. Επιπλέον, άτοµα τα οποία

Page 11: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 11

πετυχαίνουν τους στόχους τους παρουσιάζουν αυτο-αποτελεσµατικότητα και είναι πιο

πιθανό να καθορίσουν επιπλέον στόχους στο µέλλον.

Σε αυτό το µοντέλο, δυο χαρακτηριστικά έχουν αναγνωριστεί µέσω της έρευνας ως τα

σηµαντικότερα όταν καθορίζεις στόχους. Η δυσκολία του στόχου σχετίζεται µε την

πρόκληση που αντιλαµβάνεται το άτοµο από αυτόν. Συγκεκριµένοι στόχοι οδηγούν σε

επιπλέον βελτίωση της απόδοσης. Οι Locke και Latham υποστήριξαν ότι το παραπάνω

οφείλεται στην ανικανότητα του ατόµου να ικανοποιηθεί µε χαµηλότερα επίπεδα απόδοσης

όταν συγκεκριµένοι στόχοι έχουν τεθεί. Επίσης οι συγκεκριµένοι στόχοι κάνουν

αναγνωρίσιµο ένα συγκεκριµένο επίπεδο απόδοσης που πρέπει να ικανοποιηθεί ώστε να

έχουµε επιτυχία. Ασαφείς στόχοι (όπως «κάνε ότι καλύτερο µπορείς») έχουν σαν

αποτέλεσµα την ικανοποίηση του ατόµου µε χαµηλή απόδοση.

Η επίδραση της αφοσίωσης στο στόχο στην αποτελεσµατικότητα του στόχου εξαρτάται

από την αφοσίωση και το επίπεδο δυσκολίας του στόχου. Τα άτοµα µε µικρή αφοσίωση θα

έχουν καλύτερη απόδοση από αυτούς µε µεγάλη αφοσίωση όταν το επίπεδο δυσκολίας είναι

µικρό, ενώ τα άτοµα µε υψηλή αφοσίωση θα έχουν καλύτερη απόδοση όταν ο στόχος είναι

δύσκολος (Burton, 1993). Η ανατροφοδότηση κατέχει σηµαντικό ρόλο στην

αποτελεσµατικότητα των στόχων. Οι Locke και Latham (1990) σε µια περιεκτική

ανασκόπηση της βιβλιογραφίας, βρήκαν ότι 17 από τις 18 µελέτες υποστήριζαν τη χρήση

στόχων σε συνδυασµό µε ανατροφοδότηση και 21 από 22 µελέτες βρήκαν ότι ο συνδυασµός

των δυο ήταν πιο αποτελεσµατικός από ότι η ανατροφοδότηση µόνη της.

Ο τελευταίος παράγοντας, η πολυπλοκότητα του προγράµµατος, είναι και αυτός ο

οποίος δεν έχει κατανοηθεί πλήρως. Ο καθορισµός των στόχων είναι πιο αποτελεσµατικός

όταν το πρόγραµµά τους είναι απλό.

Page 12: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 12

- Η γνωστική θεωρία του Garland

Ο Garland πρότεινε τη θεωρία του το 1985 για να καταγράψει τη γνωστική όψη της

διαδικασία του καθορισµού των στόχων (Garland, 1985). Η θεωρία του δουλεύει ειδικά µε

στόχους οι οποίοι θέτονται από τα τραυµατισµένα άτοµα και δεν αναθέτονται από κάποιους

τρίτους. Για να περιλαµβάνεται κάποιος στόχος στη θεωρία του θα πρέπει να καλύπτει

κάποια κριτήρια: θα πρέπει να είναι εικόνα της µελλοντικής απόδοσης που θέλει ο

τραυµατισµένος να επιτύχει, θα πρέπει να προσφέρει κίνητρα και θα πρέπει να ακολουθεί

κάποια σειρά. Ο Garland πρότεινε ότι οι στόχοι αποτελούνται από δυο γνωστικά

περιεχόµενα: την προσδοκία της απόδοσης και η ικανοποίηση από την απόδοση (όχι την

ικανοποίηση από γεγονότα που σχετίζονται µε την απόδοση ή µε ανταµοιβές).

Στη θεωρία του Garland υπάρχουν τρεις προτάσεις, οι οποίες εξηγούν τη σχέση µεταξύ

απόδοσης, ικανότητας, προσδοκίας και ικανοποίησης. Η πρώτη πρόταση είναι ότι η απόδοση

στο έργο είναι µια θετική λειτουργία της ικανότητας έργου και της προσδοκίας της

απόδοσης, ενώ υπάρχει αρνητική λειτουργία της ικανοποίησης της απόδοσης. Η θετική

σχέση µεταξύ απόδοσης και ικανότητας και απόδοσης είναι εµφανής και η έρευνα έχει δείξει

το ίδιο και για τη σχέση µεταξύ προσδοκίας και απόδοσης (η έρευνα στην αυτο-

αποτελεσµατικότητα παίζει ένα σηµαντικό ρόλο). Η µη αναµενοµένη και αρνητική σχέση

υπάρχει µεταξύ της απόδοσης και της ικανοποίησης µέσω αυτής. Άτοµα τα οποία αντλούν

υψηλά επίπεδα ικανοποίησης τυπικά θα είναι πιο ικανοποιηµένοι µε χαµηλότερη απόδοση.

Αντίθετα αυτοί οι οποίοι από ένα έργο αντλούν µικρότερη ικανοποίηση θα εργαστούν

περισσότερο ώστε να επιτύχουν µεγαλύτερη ικανοποίηση.

Η δεύτερη πρόταση που έκανε ο Garland είναι ότι η ικανοποίηση της απόδοσης είναι

µια αρνητική λειτουργία του στόχου και της προσδοκίας της απόδοσης. Εάν ένας στόχος

είναι εύκολος, το άτοµο αισθάνεται περισσότερη ικανοποίηση όταν πετυχαίνει υψηλότερα

Page 13: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 13

επίπεδα απόδοσης από κάποιον άλλο, ο οποίος είχε δυσκολότερο στόχο. Όταν ένας στόχος

είναι προκλητικός και η προσδοκία µειώνεται, η ικανοποίηση είναι µεγαλύτερη.

Η τρίτη πρόταση της θεωρίας υποστηρίζει ότι η προσδοκία της απόδοσης είναι µια

θετική λειτουργία σε σχέση µε το στόχο και την ικανότητα. Η σχέση µεταξύ προσδοκίας και

ικανότητας είναι λογική, αφού τα άτοµα µε µεγαλύτερη ικανότητα περιµένουν να έχουν

καλύτερη απόδοση στο έργο. Παρόλα αυτά, µια λιγότερο άµεση σχέση υπάρχει µεταξύ

προσδοκίας και στόχου. Άτοµα τα οποία θέτουν υψηλούς στόχους είναι πιο πιθανό να

χρησιµοποιήσουν στρατηγικές έργου οι οποίες θα επιδράσουν θετικά στην απόδοση, γεγονός

που θα οδηγήσει σε υψηλότερη προσδοκία.

Παρόλα αυτά, οι Locke και Latham (1990) βρήκαν λάθη στην πρόταση του Garland ότι

δεν υπάρχει άµεσος δεσµός µεταξύ στόχου και απόδοσης. Πιο συγκεκριµένα, ανέφεραν

αρκετές µελέτες οι οποίες έδιναν αποδείξεις οι οποίες υποστήριζαν τη θεωρία τους, ότι οι

στόχοι δηλαδή επηρεάζουν άµεσα την απόδοση έργου. Οι συγγραφείς αυτοί υποστήριξαν ότι

και η προσδοκία και η ικανοποίηση πιθανώς να επηρεάζουν την απόδοση, αλλά όχι µε

κόστος του άµεσου δεσµού µεταξύ στόχου και απόδοσης. Γι’ αυτό το λόγο απορρίπτουν τη

Γνωστική Θεωρία, αφού δεν περιέχει καθόλου άµεση επίδραση των στόχων πάνω στην

απόδοση έργου.

- Θεωρία Προσανατολισµένη στους Στόχους

Η θεωρία προσανατολισµένη στους στόχους προβλέπει ότι η ικανότητα του ατόµου

αλληλεπιδρά µε την επίτευξη στόχου ώστε να παραχθεί συµπεριφορά που σχετίζεται µε την

επίτευξη (Weinberg, 2002). Κάθε άτοµο έχει συγκεκριµένες προοπτικές για τους στόχους

του, οι οποίες θα επηρεάσουν την αυτο-αξιολόγηση της ικανότητας, του µεγέθους της

προσπάθειας και το αποτέλεσµα της απόδοσης.

Η έρευνα σε αυτή την περιοχή έχει βρει δυο κυρίαρχες όψεις του καθορισµού στόχων:

το στόχο του έργου και εγωκεντρικός προσανατολισµός στο στόχο. Άτοµα τα οποία

Page 14: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 14

παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα προσανατολισµού στο στόχο του έργου, για να καθορίσουν

την απόδοσή τους και την ικανότητά τους χρησιµοποιούν αναφορές της δικής τους απόδοσης

και προσπαθούν να την ξεπεράσουν. Αντίθετα τα άτοµα µε υψηλό εγωκεντρικό

προσανατολισµό στο στόχο επιχειρούν να ξεπεράσουν τους άλλους. Επιπλέον, τα άτοµα µε

προσανατολισµό στο στόχο του έργου έχουν τάση να θέτουν πιο ρεαλιστικούς στόχους και

να έχουν υψηλότερα επίπεδα αυτοπεποίθησης, επιµονής και επιτυχίας σε σχέση µε τον

εγωκεντρικό προσανατολισµό στο στόχο. Αυτοί οι δυο προσανατολισµοί σε στόχους δεν

είναι ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλο. Μερικοί ερευνητές πρότειναν ότι αθλητές υψηλού

επιπέδου τείνουν να χρησιµοποιούν και τα δυο είδη προσανατολισµού στο έργο και στο εγώ

(Hardy, Jones & Gould, 1996).

- Μοντέλο Καθορισµού Ανταγωνιστικών Στόχων

Το σηµαντικό συστατικό και της Γνωστικής Θεωρίας και της Θεωρίας του

Προσανατολισµού των Στόχων είναι ο ρόλος της υποκειµενικής αξιολόγησης της ικανότητας

και της επιτυχίας της πραγµατοποίησης των στόχων. Η έρευνα στη ψυχολογία και στην

αθλητική ψυχολογία επιβεβαίωσε και τις τρεις θεωρίες σαν εξήγηση για την επιρροή των

στόχων στην απόδοση. Ο Burton (1993) χρησιµοποίησε τη θεωρία των Locke και Latham

και κοµµάτια της γνωστικής θεωρίας και δηµιούργησε το Μοντέλο Καθορισµού

Ανταγωνιστικών Στόχων. Προσανατολισµός στο στόχο, στιλ καθορισµού στόχων, είδη

στόχων, απόδοση και αφοσίωση, συνδυασµένα µε παραδοσιακούς µηχανισµού έδωσαν το

πιο περιεκτικό µοντέλο καθορισµού στόχων.

Το µοντέλο αυτό καλύπτει τις σηµαντικότερες πλευρές της έρευνας πάνω στο

καθορισµό των στόχων από τότε που ο Locke ξεκίνησε τις µελέτες του το 1960. Παρόλα

αυτά, υπάρχει περιορισµένος αριθµός εµπειρικών δεδοµένων για να υποστηρίξουν αυτό το

µοντέλο και συνεπώς δεν µπορεί να περιγραφεί ακόµα σε βάθος.

Page 15: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 15

Ανασκόπηση βιβλιογραφίας

Η βιβλιογραφία που αφορά τον καθορισµό στόχων µετά από αθλητικό τραυµατισµό

είναι περιορισµένη αφού οι ψυχολογικές τεχνικές προπόνησης σαν βοηθήµατα της

παραδοσιακής αποκατάστασης ερευνήθηκαν πρόσφατα.

Στη µελέτη των Ievleva και Orlick (1991) παρουσιάστηκε µια πιθανή σύνδεση µεταξύ

ταχύτερης αποκατάστασης και της χρήσης ψυχολογικών τεχνικών και ειδικότερα του

καθορισµού στόχων. Τριάντα δυο άτοµα συµπλήρωσαν ερωτηµατολόγια σχετικά µε τη

χρήση ή µη ψυχολογικών τεχνικών κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης µετά από

τραυµατισµό στο γόνατο ή στο σφυρό. Οι τεχνικές που χρησιµοποιήθηκαν ήταν η διάθεση,

οι προσδοκίες, το επίπεδο του στρες, η κοινωνική υποστήριξη των τραυµατισµένων, ο αυτο-

διάλογος, ο καθορισµός των στόχων και τέλος η νοερή εξάσκηση. Επίσης, λήφθηκε υπόψη ο

χρόνος αποκατάστασης και τα άτοµα ταξινοµήθηκαν µε βάση το χρόνο αποκατάστασης της

κάκωσης: α) γρήγορη αποκατάσταση (λιγότερο από 5 εβδοµάδες αποκατάστασης), β) µέτρια

αποκατάσταση (5-12 εβδοµάδες αποκατάστασης) και αργή αποκατάσταση (περισσότερες

από 12 εβδοµάδες αποκατάστασης).

Η στατιστική ανάλυση έδειξε ότι ο καθορισµός στόχων παρουσίασε αρνητική

συσχέτιση µε την αποκατάσταση (όσο περισσότερο ένα άτοµο χρησιµοποιούσε τον

καθορισµό στόχων τόσο γρηγορότερη ήταν η αποκατάσταση) (-.310, p<0.10). Επίσης, η

ποιοτική ανάλυση παρουσίασε ότι τα άτοµα µε γρήγορη αποκατάσταση τείνουν να θέτουν

στόχους συχνότερα σε σχέση µε τα άτοµα µε αργή αποκατάσταση, και η χρήση των

καθηµερινών στόχων σχετιζόταν περισσότερο µε τη γρήγορη αποκατάσταση.

Οι Evans, Hardy και Fleming (2000) υποστήριξαν µια πιθανή σύνδεση µεταξύ

καθορισµού στόχων και αυξηµένης αυτο-αποτελεσµατικότητας και κινήτρων. Τρία άτοµα

συµµετείχαν στη µακροχρόνια µελέτη, όπου χρησιµοποιήθηκαν συνεντεύξεις, ηµερολόγια, οι

σηµειώσεις της υπόθεσης και συνεντεύξεις µε τους φυσιοθεραπευτές κατά τη διάρκεια

Page 16: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 16

πολλών µηνών (5-12 µήνες). Ο ερευνητής παρείχε τεχνικές ψυχολογικής προπόνησης και

συµβουλευτικές υπηρεσίες κατά τη διάρκεια κάθε συνάντησης. Η ποιοτική ανάλυση των

δεδοµένων που συγκεντρώθηκαν από την εφαρµογή των ψυχολογικών τεχνικών έδειξαν ότι

ο καθορισµός των στόχων ήταν µια αποτελεσµατική διαδικασία.

Ο Theodorakis και οι συνεργάτες του (1996 και 1997) πραγµατοποίησαν δυο µελέτες οι

οποίες παρουσίασαν µεγάλη επίδραση της διαδικασίας καθορισµού στόχων στην απόδοση

κατά τη διαδικασία της αποκατάστασης. Στην πρώτη µελέτη (Theodorakis, Malliou,

Papaioannou, Beneca, & Filactakidou 1996) συµµετείχαν 91 φοιτήτριες (µη αθλήτριες).

Τριάντα δυο άτοµα από το δείγµα είχαν υποστεί κάκωση στο γόνατο και είχαν υποβληθεί σε

εγχείρηση κατά τη διάρκεια των προηγούµενων 6 µηνών. Τα παραπάνω άτοµα αποτέλεσαν

την πρώτη πειραµατική οµάδα. Τη δεύτερη πειραµατική οµάδα (n=29) και την οµάδα

ελέγχου αποτέλεσαν µη τραυµατισµένες γυναίκες (n=30). Τέσσερις δοκιµασίες

ολοκληρώθηκαν από κάθε εξεταζόµενο σε ένα ισοκινητικό δυναµόµετρο (Cybex 6000) ώστε

να µετρηθεί η δύναµη του τετρακεφάλου µυός. Οι δυο πειραµατικές οµάδες έθεσαν στόχους

για κάθε µια πειραµατική δοκιµασία. Επιπλέον, για κάθε εξεταζόµενο πραγµατοποιήθηκαν

µετρήσεις της αυτο-ικανοποίησης και της αυτο-αποτελεσµατικότητας πριν από τις δυο

τελικές δοκιµασίες.

Τα αποτελέσµατα έδειξαν βελτίωση της απόδοσης και στις δυο πειραµατικές οµάδες

που έθεταν στόχους αλλά δεν παρουσιάστηκε διαφορά µεταξύ των τραυµατισµένων και των

µη τραυµατισµένων εξεταζόµενων. Βρέθηκε επίσης ότι οι στόχοι επηρέασαν έµµεσα την

αυτο-ικανοποίηση και την αυτο-αποτελεσµατικότητα. Οι εξεταζόµενοι από τις δυο

πειραµατικές οµάδες οι οποίοι είχαν µεγαλύτερα ποσοστά στην αυτο-ικανοποίηση και την

αυτο-αποτελεσµατικότητα, βρέθηκε ότι ήταν πιο πιθανόν να θέτουν υψηλότερους (πιο

προκλητικούς) στόχους, το οποίο µε τη σειρά του οδήγησε σε καλύτερη απόδοση στην

πειραµατική διαδικασία.

Page 17: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 17

Στη δεύτερη µελέτη (Theodorakis, Beneca, Malliou, & Goudas, 1997) συµµετείχαν

σαράντα φοιτητές φυσικής αγωγής, χωρισµένοι σε δυο ισάριθµες οµάδες (πειραµατική

οµάδα και οµάδα ελέγχου). Όλοι οι συµµετέχοντες είχαν υποβληθεί σε εγχείρηση στο γόνατο

6-8 εβδοµάδες πριν τη µελέτη. Για την ενδυνάµωση του τετρακεφάλου των εξεταζόµενων

χρησιµοποιήθηκε ισοκινητικό δυναµόµετρο (Cybex 6000). Το πρωτόκολλο αποκατάστασης

περιελάµβανε 3 προπονήσεις ανά εβδοµάδα για συνολικό χρόνο 4 εβδοµάδες. Η πειραµατική

οµάδα έθετε στόχους απόδοσης και λάµβανε άµεση ανατροφοδότηση για την απόδοση, ενώ

η οµάδα ελέγχου δεν έθεσε στόχους επίσηµα. Επιπλέον, πραγµατοποιήθηκαν µετρήσεις για

την αυτο-αποτελεσµατικότητα, το άγχος και την αυτο-ικανοποίηση µια φορά την εβδοµάδα.

Τα αποτελέσµατα έδειξαν ότι η πειραµατική οµάδα είχε σηµαντική βελτίωση στην

απόδοσή της µεταξύ της αρχικής µέτρησης (µέτρηση αρχικής ικανότητας) και της πρώτης

εβδοµάδας αλλά και µεταξύ της 3 και 4 εβδοµάδας. Επίσης, τα επίπεδα αυτο-ικανοποίησης

ήταν σηµαντικά χαµηλότερα για την πειραµατική οµάδα µεταξύ 2ης

και 3ης

εβδοµάδας και 3ης

και 4ης

, πράγµα που δείχνει ότι τα άτοµα που έθεταν στόχους παρουσίασαν υψηλότερη

ικανοποίηση. ∆εν βρέθηκαν σηµαντικές διαφορές µεταξύ των οµάδων για τα επίπεδα άγχους

και την αυτο-αποτελεσµατικότητα. Συµπερασµατικά, οι δυο µελέτες προτείνουν ότι ο

καθορισµός στόχων επιδρά θετικά στη διαδικασία αποκατάστασης µετά από χειρουργική

επέµβαση στο γόνατο σε φοιτητές.

Ο Johnson (2000), πραγµατοποίησε µια µελέτη για τραυµατισµένους αθλητές, οι οποίοι

πήραν µέρος σε µακροχρόνια προγράµµατα αποκατάστασης µετά από αθλητικό

τραυµατισµό. Το δείγµα αποτέλεσαν δεκατέσσερις άνδρες αθλητές υψηλού επιπέδου

(εθνικού και διεθνούς επιπέδου) όπου απείχαν τη συµµετοχή τους σε αθλητικές

δραστηριότητες (προπόνηση και αγώνες) για τουλάχιστον πέντε εβδοµάδες. Το πρωτόκολλο

περιελάµβανε τρεις προπονητικές µονάδες για τη διαχείριση του στρες, τον καθορισµό

στόχων και τη χαλάρωση και νοερή εξάσκηση. Μετρήσεις για τους ψυχολογικούς

Page 18: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 18

παράγοντες κινδύνου (που πιθανώς να υποδείξουν προβληµατική αποκατάσταση), όπως

επίσης και διάγνωση για την ετοιµότητα επιστροφής στην αθλητική δραστηριότητα

(συµπληρωνόταν από το φυσιοθεραπευτή) πραγµατοποιήθηκαν στην αρχή και στο τέλος του

προγράµµατος αποκατάστασης. Στο τέλος του προγράµµατος οι αθλητές βαθµολόγησαν

µόνοι τους την ετοιµότητά τους επιστροφής στη φυσική δραστηριότητα. Επιπλέον, το MACL

χρησιµοποιήθηκε στην αρχή, στη µέση και στο τέλος του προγράµµατος για να ελεγχθεί η

αλλαγή στη διάθεση των αθλητών.

Τα αποτελέσµατα της µελέτης έδειξαν ότι η εφαρµογή τεχνικών ψυχολογικής

προπόνησης (συµπεριλαµβανοµένου του καθορισµού στόχων) για µικρό χρονικό διάστηµα

βελτιώνει τη διάθεση. Επίσης, η πειραµατική οµάδα παρουσίασε υψηλότερη ετοιµότητα για

την επιστροφή στην αθλητική δραστηριότητα. Παρόλα αυτά, ο καθορισµός στόχων από

µόνος του δεν παρατηρήθηκε να προκαλεί τις παραπάνω αλλαγές.

Οι Brewer και οι συνεργάτες του (2000) και οι Scherzer και οι συνεργάτες του (2001)

πραγµατοποίησαν µελέτες ερευνώντας την επίδραση των ψυχολογικών τεχνικών στην

επιµονή και στην κατάληξη της αποκατάστασης. Στην έρευνα του Brewer και των

συνεργατών του (2000) συµµετείχαν ενενήντα πέντε ασθενείς, από µια αθλητιατρική κλινική,

οι οποίοι είχαν υποστεί εγχείρηση χιαστών συνδέσµων. Οι συµµετέχοντες πραγµατοποίησαν

διάφορες ψυχολογικές µετρήσεις λίγο πριν τη εγχείρηση (κίνητρα, κοινωνική υποστήριξη,

αθλητική ταυτότητα και ψυχολογική καταπόνηση). Η επιµονή µετρήθηκε µέσω µιας

αναλογίας από τις επισκέψεις στο φυσιοθεραπευτή, από µέτρηση της επιµονής στη

διαδικασία αποκατάστασης (the Sport Injury Rehabilitation Adherence Scale, SIRAS, η

οποία συµπληρωνόταν σε κάθε επίσκεψη στο φυσιοθεραπευτή) και υποκειµενικές εκτιµήσεις

για την ολοκλήρωση των ασκήσεων που πραγµατοποιούνταν στο σπίτι.

Τα αποτελέσµατα έδειξαν θετική σχέση µεταξύ της επιµονής στη διαδικασία

αποκατάστασης και στο λειτουργικό αποτέλεσµα µετά την πραγµατοποίηση της εγχείρησης.

Page 19: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 19

Η παλινδρόµηση έδειξε ότι η παρουσία, το σκορ στο SIRAS και η κρυοθεραπεία στο σπίτι

ήταν σηµαντικοί παράγοντες για το λειτουργικό αποτέλεσµα της αποκατάστασης. Επίσης,

βρέθηκε το ίδιο και για την αυτο-παρακίνηση. Οι ερευνητές πρότειναν ότι η ψυχολογική

παρέµβαση που έχει ως στόχο την παρακίνηση, µειώνει την ψυχολογική καταπόνηση και η

βελτίωση στην επιµονή θα πρέπει να χρησιµοποιείται ώστε να υπάρξουν καλύτερα

αποτελέσµατα στη διαδικασία αποκατάστασης.

Ο Scherzer και οι συνεργάτες του (2001) δηµιούργησαν µια συντοµευµένη µορφή του

Sport Injury Survey (που χρησιµοποιήθηκε στην έρευνα των Ievleva & Orlick, 1991). Το

δείγµα της έρευνας αποτέλεσαν πενήντα τέσσερις ασθενείς, οι οποίοι πρόσφατα είχαν

υποβληθεί σε εγχείρηση χιαστών συνδέσµων. Η παρουσία στις συνεδρίες αποκατάστασης, η

βαθµολογία των φυσιοθεραπευτών για την επιµονή των εξεταζόµενων (χρησιµοποιώντας το

SIRAS) και η υποκειµενική βαθµολογία για την ολοκλήρωση των ασκήσεων και της

κρυοθεραπείας στο σπίτι.

Ο καθορισµός στόχων βρέθηκε να είναι ένας σηµαντικός παράγοντας πρόβλεψης και

των δυο µετρήσεων της επιµονής στην αποκατάσταση. Επίσης, ο θετικός αυτο-διάλογος

σχετίστηκε µε την ολοκλήρωση των ασκήσεων στο σπίτι. Τα αποτελέσµατα των µελετών του

Brewer και των συνεργατών του (2000) και του Scherzer και των συνεργατών του (2001)

ενισχύουν τον πιθανό σύνδεσµο µεταξύ καθορισµού στόχων και βελτίωση της επιµονής και

του αποτελέσµατος της αποκατάσταση.

Όταν εξετάζονται µαζί, παρουσιάζεται ότι οι ψυχολογικές τεχνικές πιθανώς να

επηρεάζουν θετικά τα διάφορα µέρη της αποκατάστασης, σωµατικά και ψυχολογικά. Οι

παραπάνω µελέτες έδειξαν ότι υπάρχει σηµαντική συσχέτιση µεταξύ του καθορισµού

στόχων, νοερής εξάσκησης, χαλάρωσης και του θετικού αυτο-διαλόγου µε διάφορες

µεταβλητές της αποκατάστασης (επιµονή, λειτουργικές µεταβλητές, ψυχολογική ετοιµότητα

για επιστροφή στην αθλητική δραστηριότητα). Παρόλα αυτά, τα πιο σηµαντικά ευρήµατα

Page 20: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 20

ήταν για τον καθορισµό στόχων, αφού σε κάθε µελέτη βρέθηκε να βοηθά στη διαδικασία

αποκατάστασης.

Είναι σηµαντικό να αναγνωριστούν τα όρια των παραπάνω µελετών. Οι έρευνες των

Scherzer και των συνεργάτες (2001) και των Ievleva και Orlick (1991) χρησιµοποίησαν

αναδροµικές αξιολογήσεις και συσχετίσεις, οι οποίες έχουν µικρή εγκυρότητα. Οι δυο

µελέτες από τον Theodorakis και τους συνεργάτες του (1996 και 1997) πραγµατοποιήθηκαν

µε τη συµµετοχή φοιτητών φυσικής αγωγής και όχι σε αθλητές επιπέδου, γεγονός το οποίο

περιορίζει την γενίκευση των αποτελεσµάτων. Η µελέτη του Evans και των συνεργατών

(2000) βασίστηκε σε ποιοτική ανάλυση µιας υπόθεσης, το οποίο υστερεί επειδή δεν έχει τη

ισχύ µιας εµπειρικής µελέτης.

Συµπεράσµατα

Από τις µελέτες που παρουσιάστηκαν παραπάνω σχετικά µε την επίδραση των

ψυχολογικών τεχνικών στη διαδικασία αποκατάστασης, είναι φανερό πόσο σηµαντικό

βοήθηµα µπορούν να είναι αυτές. Πιο συγκεκριµένα, η διαδικασία καθορισµού στόχων

φαίνεται να έχει θετική επιρροή στην αποκατάσταση αθλητικών τραυµατισµών, στη διάθεση

του ατόµου κατά την αποκατάσταση, στην επιτυχή αντιµετώπιση, στην αποκατάσταση της

αυτοπεποίθησης και στην επιµονή στο πρόγραµµα αποκατάστασης.

Φυσικά δεν θα πρέπει να περιορίζονται οι φυσιοθεραπευτικές τεχνικές, αφού η

ψυχολογικές τεχνικές είναι ένα συµπλήρωµα σε αυτές. Τέλος, είναι σηµαντικό για τους

προπονητές να κατανοήσουν ότι τα αίτια τραυµατισµού είναι εξίσου πιθανό να είναι

ψυχολογικά, εκτός από σωµατικά, αλλά και ότι η χρήση είτε από τους ίδιους ή καλύτερα από

αθλητικούς ψυχολόγους, ψυχολογικών τεχνικών και ιδιαίτερα καθορισµό στόχων

επιβάλλεται και δείχνει να έχει θετικά αποτελέσµατα.

Page 21: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 21

Βιβλιογραφία

Allen, C. (2002). Psychological interventions for the injured athlete. In J.M. Silva, & D.E.

Stevens (Eds), Psychological foundations of sport (pp. 224-246). Boston: Allyn &

Bacon.

Andersen, M. B., & Williams, J. M. (1998). Psychological antecedents of sport injury:

Review and critique of the stress and injury model. Journal of Applied Sport

Psychology, 10, 5-25.

Andersen, M. B., & Williams, J. M. (1993). Psychological risk factors and injury prevention.

In J. Heil (Ed.), The sport psychology of injury (pp. 49–57). Champaign, IL: Human

Kinetics.

Andersen, M.B., & Williams, J.M. (1988). A model of stress and athletic injury: Prediction

and prevention. Journal of Sport Exercise Psychology, 10, 294 –306.

Benson, H. (1975). The relaxation response. New York: Morrow.

Boyce, W.T., & Sobolewski, S. (1989). Recurrent injuries in school children. American

Journal of the Disabled Child, 143, 338-342.

Brewer, B.W., Van Raalte, J.L., Cornelius, A.E., Petitpas, A.J., Sklar, J.H., Pohlman, M.H.,

Krushell, R.J., & Ditmar, T.D. (2000). Psychological factors, rehabilitation adherence,

and rehabilitation outcome after anterior cruciate ligament reconstruction.

Rehabilitation Psychology, 45, 20-37.

Burton, D. (1993). Goal setting in sport. In R.N. Singer, M. Murphey & L.K. Tennant (Eds.),

Handbook of Research on Sport Psychology. New York: MacMillan Publishing

Company.

Cupal, D.D., & Brewer, B.W. (2001). Effects of relaxation and guided imagery on knee

strength, re-injury anxiety, and pain following anterior cruciate ligament reconstruction.

Rehabilitation Psychology, 46: 28-43.

Page 22: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 22

Drawer, S., & Fuller, C.W. (2002). Evaluating the level of injury in English professional

football using a risk based assessment process. British Journal of Sports Medicine, 36,

446-451.

Evans, L., Hardy, L., & Fleming, S. (2000). Intervention strategies with injured athletes: an

action research study. Sport Psychologist, 14, 188-206.

Flint, F.A. (1993). Seeing helps believing: Modeling in injury rehabilitation. In D. Pargman

(Ed.), Psychological bases of sport injuries (pp. 183-198). Morgantown, WV: Fitness

Information Technologies.

Garland, H. (1985). A cognitive mediation theory of task goals and human performance.

Motivation and Emotion, 9, 345-367.

Garrick, J.G., & Requa, R.K. (1978). Injuries in High School Sports. Pediatrics, 61(3), 465-

469.

Green, L.B. (1993). The use of imagery in the rehabilitation of injured athletes. In D.

Pargman (Ed.), Psychological bases of sport injuries (pp. 199-218). Morgantown, WV:

Fitness Information Technologies.

Hardy, C. J., & Crace, R. K. (1990). Dealing with injury. Sport Psychology Training Bulletin,

1, 1-8.

Hardy, L., Jones, G., & Gould, D. (1996). Understanding Psychological Preparation for

Sport: Theory and Practice of Elite Performers. Chichester, England: John Wiley &

Sons.

Heil, J. (1993). Psychology of sport injury. Champaign, IL: Human Kinetics.

Hemmings, B., & Povey, L. (2002). Views of chartered physiotherapists on the psychological

content of their practise: A preliminary study in the United Kingdom. British Journal of

Sports Medicine, 36, 61-64.

Page 23: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 23

Ievleva, L., & Orlick, T. (1991). Mental links to enhanced healing: an exploratory study.

Sport Psychologist, 5, 25-40.

Johnson, U. (2000). Short-term psychological intervention: a study of long-term-injured

competitive athletes. Journal of Sport Rehabilitation, 9, 207-218.

Kerr, G., & Minden, H. (1988). Psychological factors related to the occurrence of athletic

injuries. Journal of Sport Exercise Psychology, 10, 167 –173.

Kirkby, R. (1995). Psychological factors in sport injuries. In T. Morris & J. Summers (Eds.),

Sport Psychology: Theory, applications and issues (pp. 456-473). Brisbane: Wiley.

Kujala, U.M. (2002). Injury prevention. In D.L. Mostofsky & L.D. Zaichowsky (Eds.),

Medical and psychological aspects of sport and exercise (pp. 33-40). Morgantown,

WV: Fitness Information Technology.

Locke, E.A., & Latham, G. P. (1990). A Theory of Goal-setting and Task Performance.

Englewood Cliffs, NJ: Prentice Hall

Lynch, G. (1988). Athletic injuries and the practising sport psychologist: Practical guidelines

for assisting athletes. The Sport Psychologist, 2, 161-167.

Magyar, T.M., & Duda, J.L. (2000). Confidence restoration following athletic injury. The

Sport Psychologist, 14, 373 - 390.

Porter, K. & Foster, J. (1987). Who will stop the pain? Overcome your injuries with a

program of positive imagery. World Tennis, 1, 34-38.

Rosenfeld, L.B., Richman, J.M., & Hardy, C.J. (1989). Examining social support networks

among athletes: Description and relationship to stress. The Sport Psychologist, 3, 23-33.

Rotella, R., & Heyman, S. (1986). Stress, injury, and the psychological rehabilitation of

athletes. In J.M. Williams (Ed.), Applied sport psychology: Personal growth to peak

performance. Palo Alto, CA: Mayfield.

Page 24: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 24

Scherzer, C. B., Brewer, B. W., Cornelius, A. E., Van-Raalte, J. L., Petitpas, A. J., Sklar, J.

H., Pohlman, M. H., Krushell, R. J., & Ditmar, T. D. (2001). Psychological skills and

adherence to rehabilitation after reconstruction of the anterior cruciate ligament.

Journal of Sport Rehabilitation, 10, 165-172.

Smith, A.M., Scott, S.G., & Wiese, D.M. (1990). The psychological effects of sports injuries.

Sports Medicine, 9, 352-369.

Smith, A.M., Stuart, M.J., Wiese-Bjornstal, D.M., & Gunnon, C. (1997). Predictors of injury

in ice hockey players. A multivariate, multidisciplinary approach. American Journal of

Sports Medicine, 25(4), 500-507.

Smith, R.E., Ptacek, J.T., & Patterson, E. (2000). Moderator effects of cognitive and somatic

trait anxiety on the relation between life stress and physical injuries. Anxiety, stress, and

coping, 13(3), 269-288.

Theodorakis, Y., Beneca, A., Malliou, P., & Goudas, M. (1997). Examining psychological

factors during injury rehabilitation. Journal of Sport Rehabilitation, 6, 355-363.

Theodorakis, Y., Malliou, P., Papaioannou, A., Beneca, A., & Filactakidou, A. (1996). The

effect of personal goals, self-efficacy, and self-satisfaction on injury rehabilitation.

Journal of Sport Rehabilitation, 5, 214-223.

Uitenbroek, D.G. (1996). Sports, exercise and other causes of injuries: Results of a

population survey. Research Quarterly for Exercise and Sport, 67, 380-385.

Weinberg, R. S. (2002). Goal setting in sport and exercise: Research to practice. In J. L. Van

Raalte & B. W. Brewer (Eds.), Exploring Sport and Exercise Psychology.

Weinberg, R. S., & Gould, D. (2003). Foundations of sport and exercise psychology. Athletic

injuries and psychology (pp. 428-439), Champaign, IL: Human Kinetics.

Weiss, M.R., & Troxel, R.K. (1986). Psychology of the injured athlete. Athletic Training, 21,

104-109.

Page 25: Αθλητική Ψυχολογία - καθορισμός στόχων

Καθορισµός στόχων & τραυµατισµοί 25

Wiese, D. M., & Weiss, M.R. (1989). Psychological rehabilitation and physical injury:

Implications for the sports medicine team. The Sport Psychologist, 1, 318-330.

Wiese, D. M., Weiss, M.R., & Yukelson, D.P. (1991). Sport psychology in the training room:

A survey of athletic trainers. The Sport Psychologist, 5, 15-24.

Wiese-Bjornstal, D. M., & Smith, A. M. (1993). Counselling Strategies for Enhanced

Recovery of Injured Athletes Within a Team Approach. In D. Pargman (Ed.),

Psychological Bases of Sport Injuries. Morgantown, WV: Fitness Information

Technology, Inc.

Worell, T. (1992). The use of behavioral and cognitive techniques to facilitate achievement

rehabilitation goals. Journal of Sport Rehabilitation, 1, 69-75.

Θεοδωράκης, Γ., Γούδας, Μ., & Παπαϊωάννου, Α. (2001). Ψυχολογική υπεροχή στον

αθλητισµό. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Χριστοδουλίδη.