ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

22
ΑΡΑΞΟΣ (ΤΕΙΧΟΣ ΔΥΜΑΙΩΝ) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ - ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 1. Η Οχύρωση 2. Οι φάσεις κατοίκησης - ΣΥΝΟΨΗ (ΕΠΙΛΟΓΟΣ) - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Νοτίως του ακρωτηρίου Αράξου και της εκεί μεγάλης Λιμνοθάλασσας και βορείως του ποταμού Λαρίσου, αρχαίου ορίου μεταξύ της Αχαΐας και της Ηλείας, βρίσκεται σειρά υψωμάτων που φέρουν το όνομα «Μαύρα Βουνά» ή «Άραξος». Στις ΝΑ απολήξεις της σειράς αυτής σχηματίζεται ένας σφηνοειδής λόφος υψους 60 μ. Στην αρχαιότητα, η νότια απόκρημνη πλευρά του λόφου έπεφτε στη θάλασσα (εικ. 2). Σήμερα, με τις προσχώσεις του Λαρίσου, η πρώην θαλάσσια αυτή περιοχή έχει μεταβληθεί σε έλη. Βορειοανατολικά του λόφου, η περιοχή είναι πεδινή, καλυπτόταν μάλιστα στο παρελθόν από εκτεταμένα δάση βελανιδιών. Την περίοπτη θέση του λόφου στον Άραξο τονίζει η κυκλώπεια οχύρωση που τον περιβάλλει (εικ. 1-2), γνωστή σήμερα στη βιβλιογραφία είτε ως «Κάστρο της Καλογριάς» (από παρακείμενο μοναστήρι), είτε, συνηθέστερα, ως «Τείχος των Δυμαίων», των κατοίκων δηλαδή της δυτικότερης περιοχής Δυμαίας Χώρας») της αρχαίας Αχαΐας. Ενώ η ίδια η οχύρωση ανάγεται, όπως έγινε σχετικά πρόσφατα Εικ. 1. Τείχος Δυμαίων. Άποψη της οχύρωσης από ΒΑ Εικ. 2. Τείχος Δυμαίων. Άποψη από ΝΑ 1

Upload: fuckthexrysiaygi

Post on 28-Jul-2015

250 views

Category:

Documents


6 download

TRANSCRIPT

Page 1: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

ΑΡΑΞΟΣ (ΤΕΙΧΟΣ ΔΥΜΑΙΩΝ)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

- ΕΙΣΑΓΩΓΗ

- ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

- ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

1. Η Οχύρωση

2. Οι φάσεις κατοίκησης

- ΣΥΝΟΨΗ (ΕΠΙΛΟΓΟΣ)

- ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Νοτίως του ακρωτηρίου Αράξου και της εκεί μεγάλης Λιμνοθάλασσας και βορείως

του ποταμού Λαρίσου, αρχαίου ορίου μεταξύ της Αχαΐας και της Ηλείας, βρίσκεται

σειρά υψωμάτων που φέρουν το όνομα «Μαύρα Βουνά» ή «Άραξος». Στις ΝΑ

απολήξεις της σειράς αυτής σχηματίζεται ένας σφηνοειδής λόφος υψους 60 μ. Στην

αρχαιότητα, η νότια απόκρημνη πλευρά του λόφου έπεφτε στη θάλασσα (εικ. 2).

Σήμερα, με τις προσχώσεις του Λαρίσου, η πρώην θαλάσσια αυτή περιοχή έχει

μεταβληθεί σε έλη. Βορειοανατολικά του λόφου, η περιοχή είναι πεδινή, καλυπτόταν

μάλιστα στο παρελθόν από εκτεταμένα δάση βελανιδιών.

Την περίοπτη θέση του λόφου στον

Άραξο τονίζει η κυκλώπεια οχύρωση

που τον περιβάλλει (εικ. 1-2), γνωστή σήμερα στη βιβλιογραφία είτε ως «Κάστρο της

Καλογριάς» (από παρακείμενο μοναστήρι), είτε, συνηθέστερα, ως «Τείχος των

Δυμαίων», των κατοίκων δηλαδή της δυτικότερης περιοχής («Δυμαίας Χώρας») της

αρχαίας Αχαΐας. Ενώ η ίδια η οχύρωση ανάγεται, όπως έγινε σχετικά πρόσφατα

Εικ. 1. Τείχος Δυμαίων. Άποψη της οχύρωσης από ΒΑ

Εικ. 2. Τείχος Δυμαίων. Άποψη από ΝΑ

1

Page 2: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

σαφές, στη μυκηναϊκή εποχή, ο λόφος στον Άραξο αποτελεί μία από τις

μακροβιότερες θέσεις της Αχαΐας, με ενδείξεις κατοίκησης καθ’ όλη σχεδόν την

προϊστορική και ιστορική εποχή.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ

ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Η οχυρωμένη θέση εντοπίστηκε τον 19ο αιώνα από περιηγητές όπως οι W. Gell, W.M

Leake και E. Dodwell. Παρόλο που ο Παυσανίας αποσιώπησε την ύπαρξη

οχυρωμένης ακρόπολης στην περιοχή του ποταμού Λαρίσου, θεωρήθηκε ασφαλής η

ταύτιση της με το αναφερόμενο από τον Πολύβιο (IV, 59, 4-60) ως «Τείχος των

Δυμαίων», «εύκαιρο φρούριο». Σύμφωνα με τον Πολύβιο το Τείχος Δυμαίων

βρισκόταν στα σύνορα της Αχαϊας με την Ηλεία, και κατά το Συμμαχικό Πόλεμο

μεταξύ Αιτωλικής και Αχαϊκής Συμπολιτείας (220-217 π.Χ.) έγινε αντικείμενο

σύγκρουσης των δύο αντιπάλων. Με την προαιώνια διαμάχη μεταξύ Αχαιών και

Ηλείων σχετιζόταν και ο ιδρυτικός μύθος του οχυρού. Σύμφωνα με αυτόν, το τείχος

το «επωκοδόμησε» (δηλ. το έχτισε επάνω σε προϋπάρχουσα οχύρωση) ο Ηρακλής,

όταν πολεμούσε εναντίον των Ηλείων, για να το χρησιμοποίησει ως ορμητήριο

εναντίον τους.

Τόσο η μορφή της οχύρωσης όσο και η ακριβής χρονολόγησή της αποσαφηνίστηκαν

πολλά χρόνια αργότερα, με ανασκαφές που διεξήχθησαν από την Αρχαιολογική

Εταιρεία. Επί πέντε συνεχή χρόνια, από το 1962 έως και το 1966, ο τότε Έφορος

Αρχαιοτήτων Ευθύμιος Μαστροκώστας προέβη στη συνολική αποκάλυψη και

αποτύπωση του τείχους και έφερε στο φως σημαντικά στοιχεία για την ιστορία της

θέσης. Καταρχήν, η οχύρωση χρονολογήθηκε στη μυκηναϊκή εποχή. Δεύτερον,

διαπιστώθηκε ότι η ακρόπολη συνέχιζε να χρησιμοποιείται και στα ιστορικά χρόνια,

έως και την περιόδο της Ενετοκρατίας. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι το τείχος είχε

κατασκευασθεί σε θέση με ιστορία κατοίκησης από τη νεολιθική εποχή.

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Η Οχύρωση

2

Page 3: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Με εξαίρεση φθορές που είχαν προκληθεί

από τον ιταλικό στρατό την περίοδο της

κατοχής, το τείχος διατηρούνταν την

εποχή της ανασκαφής σε ικανό ύψος (8-10

μ., δηλ, λίγο χαμηλότερο από το αρχικό

ύψος των 13,8 μ. που προσδιορίζει ο

Πολύβιος) και σε σχετικά καλή

κατάσταση. Ήταν «κυκλώπειας»

κατασκευής, μέσου πάχους 5 μέτρων, και

περιέβαλλε την κορυφή του λόφου σε όλες

τις πλευρές εκτός από τη φυσικά οχυρή

νότια (προς τη χώρα των Ηλείων) (εικ. 3).

Στη μακρά (ΒΑ) πλευρά, προς την

πεδιάδα, μήκους 190 μ., το τείχος δεν

ακολουθούσε ευθεία γραμμή αλλά σχημάτιζε καμπύλη περίπου στο μέσον της

διαδρομής του. Από τις δύο στενές πλευρές, η δυτική σωζόταν σε μήκος 47 μ., ενώ η

ανατολική σε μήκος 51 μ. Οι γωνίες που σχηματίζονταν στο σημείο συνάντησης της

μακράς με τις στενές πλευρές ήταν εξωτερικά αποστρογγυλεμένες, ενώ εσωτερικά

ορθές.

Εικ. 3. Τείχος Δυμαίων. Γενική κάτοψη

Το τείχος έσωζε τρεις πύλες, μία σε κάθε πλευρά. Περισσότερα στοιχεία διασώθηκαν

για αυτήν που βρίσκεται στο βόρειο άκρο του ανατολικού σκέλους του τείχους

(Ανατολική Πύλη). Η Ανατολική Πύλη (εικ. 3), που κατά τον ανασκαφέα ενδέχεται

να αποτελούσε την κύρια είσοδο στην ακρόπολη, είχε άνοιγμα πλάτους 4,35 μ. (λίγο

στενότερη προς το εσωτερικό της ακρόπολης) και προστατευόταν από πύργο

σχήματος Γ (μήκους 9,40 μ και πλάτους 4,30-4.40 μ.) προσκτισμένο στο νότιο άκρο

του Βόρειου μακρού σκέλους του τείχους. Προς την πύλη οδηγούσε πλατιά άνοδος

λαξευμένη στο βράχο. Σύμφωνα με τον ανασκαφέα, η κατασκευή κλίμακας με

βαθμίδες (σκαλοπάτια) από ακανόνιστες πλάκες, έγινε σε μεταγενέστερο στάδιο,

όταν το δάπεδο της ακροπόλης ανυψώθηκε λόγω των επιχώσεων. Πάντως, όπως

έδειχνε ο όλμος που σωζόταν στη θέση του στο δυτικό άκρο του ανώτερου

σκαλοπατιού, την πύλη έκλεινε ξύλινη θυρα.

3

Page 4: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Εικ. 5. Μέση Πύλη, μετά τον καθαρισμό

Εικ. 4. Μέση Πύλη, πριν τον καθαρισμό

Πολύ στενότερη (2,60 μ.) ήταν η λεγόμενη «Μέση

Πύλη» (εικ. 4-5), ανοιγμένη περίπου στο μέσον της

βόρειας μακράς πλευράς, ανατολικά του καμπύλου

τμήματος. Τα κάθετα τοιχώματά της εμφάνιζαν μικρή

απόκλιση προς τα άνω. Το κατώφλι της βρισκόταν

2,50 μ. ψηλότερα από το φυσικό έδαφος. Κοντά στη

Μέση Πύλη αποκαλύφθηκαν και οι επάλξεις του

κυκλώπειου τείχους (εικ. 6), σωζόμενες σε ύψος 0,65

μ.

Εικ. 6. Επάλξεις κυκλώπειου τείχους

Τέλος, η Δυτική Πύλη, της οποίας ενδείξεις σώζονταν στο μέσον του δυτικού

σκέλους του τείχους (προς τη θάλασσα δηλαδή), είχε ολοκληρωτικά καταστραφεί την

περίοδο της κατοχής.

Σε δύο από τις πλευρές του τείχους, τη Βόρεια και

την Ανατολική, εντοπίστηκαν και δύο, μάλλον

άφρακτες, πυλίδες, ίσως μυστικές έξοδοι.

Καλύτερα σωζόταν αυτή της βόρειας πλευράς

(εικ. 7). Το στόμιο της εντοπίστηκε σε απόσταση

15,10 μ. από το δυτικό τοίχωμα της Μέσης πύλης.

Ήταν τετράγωνο, πολύ μικρών διαστάσεων (ύψος

0,47 μ. και πλ. 0,46 μ.), και από αυτό ξεκινούσε

στενή κλίμακα καθόδου με οροφή κλιμακωτή από μεγάλες πλάκες. Η κλίμακα, της

οποίας αποκαλύφθηκαν 12 βαθμίδες, οδηγούσε κάθετα προς το εξωτερικό της

Εικ. 7. Είσοδος μυστικής πυλίδας βόρειας πλευράς

4

Page 5: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

ακρόπολης. Το εξωτερικό στόμιο όμως δεν αποκαλύφθηκε, λόγω των

συσσωρευμένων επιχώσεων.

Ήδη από τον πρώτο καθαρισμό του τείχους ήταν διαγνώσιμες υστερότερες

μετασκευές του. Αυτές περιελάμβαναν τόσο την απόφραξη της Μέσης Πύλης (εικ. 4),

όσο και την κατασκευή κάθετα προς το τείχος ενός ασβεστόκτιστου διατειχίσματος

πάχους 2,60-2,70 μ.. που διαιρούσε την ακρόπολη σε δύο τμήματα (εικ. 3). Την

επικοινωνία μεταξύ των δύο τμημάτων εξασφάλιζε θύρα πλάτους 1,86 μ., ανοιγμένη

στο μέσον του διατειχίσματος. Ο ανασκαφέας αναφέρει και την παλαιότερη ύπαρξη

δύο πύργων στα άκρα του διατειχίσματος. Τέλος, υστερότερες επεμβάσεις

εντοπίστηκαν και στην περιοχή της Ανατολικής Πύλης. Πρόκειται για την κατασκευή

επάνω στον ημικατεστραμμένο αρχικό πύργο νέου ασβεστόκτιστου με

αποστρογγυλεμένες τις εξωτερικές γωνίες. Από τη μέθοδο της τοιχοποιίας οι

περισσότερες από τις μετασκευές αυτές τοποθετήθηκαν στη βυζαντινή εποχή. Για τη

χρονολόγηση είναι σημαντική και η εύρεση στην περιοχή της ανατολικής πύλης δύο

νομισμάτων, ενός του Ιωάννη Τσιμισκή (925-976) και του άλλου του Μανουήλ

Κομνηνού (1143-1180).

Η περαιτέρω διερεύνηση της τειχισμένης περιοχής, αν και δεν βοήθησε στην

αποκατάσταση της μορφής της ακροπόλεως στις διαφορετικές αυτές φάσεις,

κατέστησε όμως σαφές το χρονολογικό εύρος της εγκατάστασης στο λόφο. Ιδιαίτερα

σημαντική, κυρίως για την εικόνα της προϊστορικής κατοίκησης, ήταν η περιοχή της

Μέσης Πύλης, όπου η επίχωση ήταν παχύτερη και αδιατάρακτη. Εκεί ήταν

ανιχνεύσιμες επάλληλες οικοδομικές φάσεις της Πρώιμης και Ύστερης Εποχής του

Χαλκού. Σε αυτό το σημείο μάλιστα, σε παραγέμισμα που δημιουργήθηκε από

επάλληλα στρώματα από πλακοειδείς λίθους για την ισοπέδωση του χώρου νότια του

τείχους, προέκυψαν και τα βασικότερα στοιχεία για τη χρονολόγηση του τείχους.

Οι φάσεις κατοίκησης

Τα πρωιμότερα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στο λόφο ανάγονται στη Νεολιθική

Εποχή. Η ύπαρξη ωστόσο εγκατάστασης αυτής της εποχής στη θέση τεκμηριώνεται

αποκλειστικά από κεραμεική. Τόσο ο W. Phelps όσο και ο Α. Σάμψων χρονολογούν

5

Page 6: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

την κεραμεική αυτή στη Νεώτερη Νεολιθική (με κάποια πιθανά στοιχεία και της

Τελικής Νεολιθικής ή Χαλκολιθικής). Χαρακτηριστικά είναι τα γραπτά όστρακα, με

ομάδες γραμμών (εικ. 9) ή συνεχόμενα ολόβαφα τρίγωνα (εικ. 8).

Εικ. 9. Άνω τμήμα σκύφου νεότερης νεολιθικής

Εικ. 8. Νεολιθική κεραμική

Εικ. 10. Νεολιθική και πρωτοελλαδική κεραμική

Όσον αφορά στα σχήματα των αγγείων, φαίνεται πως ήταν κυρίως ανοικτά, με

δημοφιλέστερο τον άωτο σκύφο.

Τμήμα τέτοιου μεγάλου άωτου

σκύφου με έντονες χρωματικές

διακυμάνσεις της επιφάνειας

εικονίζεται στις εικ. 11-12. Ο

ανασκαφέας μνημονεύει και

παραδείγματα «στενόλαιμων»

σκύφων. Αναφέρονται ακόμη και

τμήματα αποθηκευτικών

χονδροειδών αγγείων, ένα από τα οποία φέρει και πλαστικό τοξοειδές άτρητο ωτίο.

Εικ. 11. Εξωτερική επιφάνεια νεολιθικού

σκύφου

Εικ. 12. Εσωτερική επιφάνεια νεολιθικού

σκύφου

6

Page 7: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Η νεολιθική κεραμεική από την ακρόπολη βρέθηκε ως επί το πλείστον

αστρωματογράφητη, συχνά μαζί με κεραμεική της Πρωτοελλαδικής (ΠΕ) περιόδου

(εικ. 10). Η τελευταία τεκμηριώνεται πολύ καλύτερα, αντιπροσωπεύεται μάλιστα και

από οικοδομικά κατάλοιπα. Πρόκειται για τμήματα δύο επάλληλων κτηρίων στα

δυτικά της Μέσης Πύλης. Ένα από αυτά ήταν δίχωρο, έσωζε μάλιστα στο ένα

δωμάτιο τμήματα αποθηκευτικού αγγείου ένθετου στο δάπεδο. Δάπεδο άλλου

δωματίου με κυκλική εστία βρέθηκε στην ίδια περιοχή της ακρόπολης, κάτω από

μεσαιωνική κατασκευή (αποθήκη ή υδατοδεξαμενή κατά τον ανασκαφέα).

7

Page 8: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Την εντατική κατοίκηση στο λόφο κατά την

Πρωτοελλαδική Εποχή φανερώνει η σημαντική

ποσότητα της κεραμεικής που βρέθηκε σε όλα τα

ανεσκαμμένα σημεία. Αυτή ενδέχεται να καλύπτει και

τις τρεις περιόδους της Εποχής αυτής, το μεγαλύτερο

μέρος της όμως φαίνεται να ανήκει σε πρωιμότερες

και υστερότερες φάσεις της ΠΕ ΙΙ.

Εικ. 13. ΠΕ ΙΙ υδρία

Αντιπροσωπεύονται τυπικά ΠΕ σχήματα: φιάλες με

έσω νεύον χείλος, κύμβες, οπισθότμητες πρόχοι, υδρίες

(εικ. 13) και πιθάρια με πλαστική διακόσμηση

(σχοινοειδή μοτίβα) κάτω από τα χείλη τους (εικ. 14).

Πολλά από τα αγγεία φέρουν επίχρισμα σε όλη ή μέρος

της επιφάνειας, και σχετικά επιμελή στίλβωση. Εικ. 14. Όστρακα ΠΕ πιθαριών

με πλαστική διακόσμηση

Εικ. 15. ΠΕ ΙΙ όστρακα «κυκλαδικού» τύπου

Ίσως σε πρωιμότερες φάσεις της ΠΕ ΙΙ

ανήκουν όστρακα από αγγεία «κυκλαδικού

τύπου», τα οποία είναι εγχάρακτα και φέρουν

λευκή επίθετη βαφή (εικ. 15).

Από την πρώτη περίοδο της πρωτοελλαδικής

Εποχής χαρακτηριστικότερα είναι τα ερυθρά

στιλβωτά όστρακα.

Η ΠΕ ΙΙΙ αντιπροσωπεύεται από δείγματα

γραπτών οστράκων (εικ. 16).

Εικ. 16. ΠΕ ΙΙΙ γραπτά όστρακα

8

Page 9: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Στα μικροευρήματα των πρωτοελλαδικών στρωμάτων περιλαμβάνονται: τμήμα

λίθινου ειδωλίου από την περιοχή της Ανατολικής Πύλης (εικ. 17) και ένας χάλκινος

πέλεκυς (εικ. 18), ο οποίος σύμφωνα με τον Παπαδόπουλο σ. 154-5 χρονολογείται

μάλλον στη μυκηναϊκή περίοδο.

Εικ. 17. ΠΕ λίθινο ειδώλιο

Εικ. 18. Χάλκινος πέλεκυς

Τα αίτια του τέλους της πρωτοελλαδικής εγκατάστασης στο λόφο παραμένουν

αδιευκρίνιστα. Ο ανασκαφέας αναφέρει ενδείξεις για καταστροφή από πυρκαγιά,

είναι άγνωστη όμως τόσο η ακριβής χρονολόγηση όσο και η έκταση της

καταστροφής αυτής.

9

Page 10: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Η επόμενη φάση κατοίκησης που μαρτυρείται στο λόφο

ανάγεται στη μεσοελλαδική εποχή. Σε αυτήν ανήκει κατά

τους B. Cavanagh και C. Mee ένας λακκοειδής τάφος που

ερευνήθηκε την τελευταία ανασκαφική περίοδο και που

απέδωσε διάφορα αγγεία, μεταξύ των οποίων μία πρόχους με

υπερυψωμένη λαβή. Κυρίως, πάντως, η Μεσοελλαδική

εγκατάσταση στο λόφο τεκμαίρεται και πάλι από κεραμεική

(εικ. 19-21). Πρόκειται για όστρακα από αγγεία

αμαυρόχρωμα (εικ. 19) αλλά και τεφρά μινύεια, μερικά από

τα οποία έφεραν εγχάρακτη γραμμική διακόσμηση (εικ. 20). Το μεγαλύτερο μέρος

της κεραμεικής αυτής συλλέχθηκε από μυκηναϊκά στρώματα.

Εικ. 19. ΜΕ αμαυρόχρωμο όστρακο

Εικ. 20. ΜΕ όστρακα

με εγχάρακτη διακόσμηση

Εικ. 21. ΜΕ πρόχους με υπερυψωμένη λαβή

Κατά την τελευταία αυτή εποχή της προϊστορίας, η κατοίκηση στο λόφο φαίνεται πως

ήταν ιδιαίτερα εντατική. Τμήματα μυκηναϊκών οικιών αποκαλύφθηκαν σε όλα τα

σημεία της ανασκαφής. Ιδιαίτερα στην περιοχή της Μέσης Πύλης αναφέρονται δύο

επάλληλες οικοδομικές φάσεις υπερκείμενες των προϋπαρχόντων Πρωτοελλαδικών

κτηρίων. Κάποια από τα μυκηναϊκά κτίσματα φαίνεται ότι προϋπήρχαν της

οχύρωσης, ενώ άλλα φανέρωναν οργανική σχέση με το τείχος (ήταν προσκτισμένα σε

αυτό). Δυστυχώς, όμως, η έρευνα ήταν αρκετά μικρής κλίμακας ώστε να καταφέρει

να προσφέρει ολοκληρωμένη εικόνα της εγκατάστασης στο λόφο, πριν και μετά την

κατασκευή του τείχους. Σημαντική για την αποκατάσταση της ιστορίας της

εγκατάστασης αυτής πάντως έχει θεωρηθεί η ανασκαφή της «Οικίας Α» στην περιοχή

10

Page 11: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

μεταξύ της Ανατολικής και της Μέσης Πύλης, καθώς έδωσε στοιχεία για καταστροφή

δύο φορές μέσα στη μυκηναϊκή εποχή: με βάση την αντίστοιχη κεραμεική, η πρώτη

καταστροφή τοποθετείται από την P. Α. Mountjoy στη μεταβατική της ΥΕΙΙΙΒ2-

ΥΕΙΙΙΓπρώιμη φάση, η οποία συνοψίζει παλιότερα (ΥΕ ΙΙΙΒ2 ύστερα) και νεότερα

(ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμα) στοιχεία χωρίς όμως –μέχρι στιγμής- να τεκμηριώνεται

στρωματογραφικά και η δεύτερη στο τέλος της ΥΕΙΙΙΓ. Η έκταση όμως αυτών των

καταστροφικών επεισοδίων παραμένει αδιευκρίνιστη. Αδιευκρίνηστο είναι επίσης το

αν η πρώτη καταστροφή στο Τείχος Δυμαίων σχετίζεται με τον ορίζοντα των ΥΕ

ΙΙΙΒ2 ύστερων καταστροφών που έλαβαν χώρα στις ακροπόλεις της Τίρυνθας και της

Μιδέας ή με τον ορίζοντα των ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμων καταστροφών όπως αυτής των

οικιών βορείως της ακρόπολης της Αθήνας (Vitale 2006, 201) αν και η E. S. Sherratt

και προσφάτως ο R. Jung υποστήριξαν την εκδοχή της ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμης καταστροφής

(Sherratt 1980, 183· Jung 2006, 204).

Γενικά, με ελάχιστες πιθανές

εξαιρέσεις, η κεραμεική που

δημοσιεύει ο ανασκαφέας

χρονολογείται στην ύστερη

περίοδο της μυκηναϊκής

περιόδου, και κυρίως στις

δύο τελευταίες φάσεις της

(ΥΕΙΙΙΒ-IIIΓ). Περιλαμβάνει μονόχρωμες και ακόσμητες

υδρίες (εικ. 22-24), γραπτές στενόλαιμες πρόχους (εικ. 25), ψευδόστομους αμφορείς

(εικ. 26-32),

Εικ. 22. Μονόχρωμη υδρία,

ΥΕ ΙΙΙΒ2 Εικ. 23. Μονόχρωμη υδρία, ΥΕ ΙΙΙΒ2

Εικ. 25. Πρόχους ΥΕ ΙΙΙ Γ

Εικ. 24. Μονόχρωμη υδρία, ΥΕ ΙΙΙΒ2

11

Page 12: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Εικ. 26. Ψευδόστομος αμφορέας ΥΕ ΙΙΙ Α2

Εικ. 28. Άνω όψη ψευδόστομου αμφορέα ΥΕ ΙΙΙ Β1

Εικ. 27. Ψευδόστομος αμφορέας ΥΕ ΙΙΙ Α2

Εικ. 30. Ψευδόστομος αμφορέας ΥΕ ΙΙΙ Β2

Εικ. 31. Άνω όψη

ψευδόστομου αμφορέα ΥΕ ΙΙΙ Β2

Εικ. 29. Άνω όψη

ψευδόστομου αμφορέα ΥΕ ΙΙΙ Β1

Εικ. 32. Άνω όψη

ψευδόστομου αμφορέα ΥΕ ΙΙΙ Γπρώιμη φάση

Εικ. 33. Αλάβαστρο, ΥΕ

ΙΙΙΓ πρώιμη φάση

σφαιρικά και, κυρίως, κυλινδρικά αλάβαστρα (εικ. 33),

Εικ. 34. Εικονιστικός κρατήρας με διακόσμηση πτηνών,

ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμη φάση

κρατήρες, ένας εκτός των οποίων

φέρει εικονιστική διακόσμηση πτηνών

(εικ. 34), κύλικες (εικ. 35α, 36),

12

Page 13: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

καθώ

ς και

σημαντικό αριθμό γραπτών σκύφων (εικ. 37-40).

Εικ. 36. Κύλικες, ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμη φάση

Εικ. 35.α. Κύλικα, ΥΕ ΙΙΙΒ2. β. Μόνωτο

κύπελλο, ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμη φάση

Εικ. 37. Σκύφος, ΥΕ ΙΙΙΒ2 ύστερη ή ΥΕ

ΙΙΙΓ πρώιμη φάση

Εικ. 38. Σκύφος, ΥΕ ΙΙΙΒ2 ύστερη ή ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμη φάση

Εικ. 39. Σκύφος, ΥΕ ΙΙΙΒ2 ύστερη ή ΥΕ

ΙΙΙΓ πρώιμη φάση

Εικ. 40. Σκύφος, ΥΕ ΙΙΙΒ2 ύστερη ή ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμη φάση

Μερικοί ακέραιοι σκύφοι (εικ. 37-39) ήρθαν στο φως κατά τον καθαρισμό της

μυστικής βόρειας εξόδου. Ένας άλλος σκύφος, με διακόσμηση σπειρών (εικ. 40)

συλλέχθηκε από την αρχή του παραγέμισματος στον Τομέα της Μέσης πύλης

υποδεικνύοντας έτσι και την πιθανή κατασκευή του τείχους στην ΥΕ ΙΙΙΒ2 φάση

(παρά στην ΥΕ ΙΙΙΑ όπως πρότεινε ο ανασκαφέας).

Αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του κεραμεικού συνόλου από το Τείχος Δυμαίων,

σύμφωνα με την E.S. Sherratt, είναι η σημαντική παρουσία τύπων χαρακτηριστικών

της ΥΕ ΙΙΙΒ2 στην Αργολίδα αλλά πολύ σπάνιων τόσο στην υπόλοιπη Πελοπόννησο

όσο και αλλού στον μυκηναϊκό κόσμο.

13

Page 14: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Τη σημασία της μυκηναϊκής εγκατάστασης στον Άραξο υπογραμμίζουν το πλήθος

και η ποικιλία των υπόλοιπων κινητών ευρημάτων. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται

τμήματα πήλινων

ειδωλίων (εικ. 41-42),

σφονδύλια πήλινα και

από στεατίτη, χάνδρες από διάφορα υλικά (και από το

σχετικά σπάνιο ήλεκτρο),

καθώς και ένα (επίσης

σπάνιο για την Αχαΐα)

ελεφάντινο χτένι του

τύπου ΙΙ των αιγαιακών

χτενιών του H.G.

Buchholz (εικ. 43). Μία

στεάτινη λαβή (κατά τον

Ορλάνδο σφονδύλι) με εγχάρακτο διάκοσμο (εικ. 44-45) ανήκε ίσως σε χάλκινο όπλο

(σκήπτρο κατά τον Παπαδόπουλο σ. 156).

Εικ. 42. Ειδώλια βοδιών

Εικ. 41. Πήλινα ειδώλια

Εικ. 43. Κτένι από ελεφαντόδοντο

Εικ. 44. Λαβή από στεατίτη

Εικ. 45. Λαβή από στεατίτη

Ιδιαίτερα σημαντικά, και κατά γενική παραδοχή ενδεικτικά της θέσης της ακρόπολης

στο δίκτυο ανταλλαγών της εποχής, είναι και τρία προφανώς εισηγμένα μετάλλινα

αντικείμενα (με πιθανότερη προέλευση την Ιταλία). Πρόκειται για μία χάλκινη

βιολόσχημη

πόρπη της

ύστερης ΥΕΙΙΙΓ

περιόδου (εικ.

46), ένα επίσης χάλκινο εγχειρίδιο τύπου “Peschiera” με ελεφάντινη λαβή (εικ. 47)

της ΥΕ ΙΙΙΓ, και έναν εξάκτινο μικρό μολύβδινο τροχό. Σπάνια για τη μυκηναϊκή

Αχαΐα είναι δύο σιδερένια εγχειρίδια από τη θέση (βλ. Παπαδόπουλος 1979 σ. 156).

Εικ. 46. Χάλκινη πόρπη

Εικ. 47. Εγχειρίδιο τύπου Peschiera

14

Page 15: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Στα λίθινα αντικείμενα περιλαμβάνονται και τρεις πελέκεις (εικ. 48-50). Τέλος, από

την περιοχή της Ανατολικής Πύλης συλλέχθηκε και μία

μήτρα για την κατασκευή δακτυλίου.

Η συνέχιση της κατοίκησης στον - τειχισμένο πλέον - λόφο

και μετά τη μυκηναϊκή εποχή μαρτυρείται από κεραμεικά

ευρήματα αλλά και αποσπασματικά οικοδομικά κατάλοιπα.

Στους ιστορικούς χρόνους χρονολογείται η Οικία Β, δίχωρο κτίριο, που

αποκαλύφθηκε εσωτερικά της

Ανατολικής Πύλης, κτισμένο

εν μέρει πάνω στο τείχος της

μακράς πλευράς. Σημαντικό

εύρημα είναι τα τμήματα

κεραμίδων στέγης που

βρέθηκαν στην επίχωση εκείνου του δωματίου που

βρισκόταν επάνω στο τείχος: κατά τον ανασκαφέα φέρουν το

αποτύπωμα τριγωνικής σφραγίδας με τα τρία πρώτα

γράμματα της λέξης ΔΥΜ(ΑΙΩΝ) (εικ. 51).

Εικ. 48. Λίθινος πέλεκυς

Εικ. 49. Λίθινος πέλεκυς

Εικ. 50. Λίθινος πέλεκυς

Εξίσου σημαντικά στοιχεία για την εγκατάσταση σε φάσεις

υστερότερες της

μυκηναϊκής εποχής

προέρχονται από την

περιοχή της

Ανατολικής πύλης, και

μάλιστα φαίνεται να

συνδέονται με λατρευτικές δραστηριότητες.

Πρόκειται

καταρχήν

για

επιμήκη

(μήκους

4,60 μ.) κτιστή κατασκευή που ο

ανασκαφέας ονόμασε βωμό. Ο «βωμός» αυτός βρίσκεται κατά

Εικ. 51. Ενσφράγιστο

κεραμίδι στέγης

Εικ. 52. Βωμός μπροστά από την κύρια πύλη

Εικ. 53. Μικρογραφικοί

σκύφοι

Εικ. 54. Ειδώλιο σκύλου

Εικ. 55. Ειδώλιο κριού

15

Page 16: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

μήκος της εσωτερικής πλευράς του κάθετου σκέλους του πύργου (εικ. 52). Η

κατασκευή του τοποθετήθηκε από τον ανασκαφέα στους γεωμετρικούς χρόνους. Από

την πλακόστρωτη επιφάνεια του πάντως συλλέχθηκε, μαζί με μισοκαμμένα οστά,

κεραμεική κυρίως αρχαϊκών και κλασικών χρόνων: Όστρακα λυχναριών,

μελαμβαφείς κύλικες, πινάκια, αρχαϊκοί και κλασικοί σκύφοι, αλλά και μικκύλοι

κάνθαροι με θλαστό περίγραμμα και κωνική βάση και αρχαϊκοί μικρογραφικοί

σκύφοι (εικ. 53). Βρέθηκαν επίσης τμήματα αρχαϊκών ζωόμορφων ειδωλίων (εικ. 54-

55) καθώς και ειδώλιο Πανός με προσωπείο που παίζει δίαυλο (εικ. 56).

Παρόμοια κεραμεική (όστρακα λύχνων, κυλίκων και

σκύφων), πάλι μαζί με οστά ζώων, εντοπίστηκε και μεταξύ

δύο παράλληλων τοιχαρίων που είχαν προσκτισθεί, ίσως

την ίδια περίπου εποχή με το βωμό, κάθετα προς το δεξί

(βόρειο) τοίχωμα της ίδιας (δηλ. ανατολικής) πύλης.

Μάλιστα, σε έναν από τους λίθους του εσωτερικού

προσώπου του ανατολικότερου από τα δύο τοιχάρια ήταν

χαραγμένο σύμβολο που έμοιαζε με τρίαινα ή κεφαλαίο Ψ. Το σύμβολο αυτό, που ο

ανασκαφέας ανήγαγε στην Γραμμική Α, απαντά, σύμφωνα με τον ίδιο, και σε λίθο

πρωτογεωμετρικού κτίσματος στην Ιωλκό.

Εικ. 56. Ειδώλιο Πανός αυλητή

Την εντύπωση εντατικής λατρευτικής δραστηριότητας στην περιοχή της πύλης

ενέτεινε η εύρεση επιγραφών χαραγμένων σε ογκόλιθους του πύργου και της πύλης

που βρίσκονται επάνω από το βωμό. Σε ογκόλιθο της πύλης αναγράφονται οι

θεότητες Άφητος και Αφροδίτη, ενώ σε παρακείμενο ογκόλιθο του πύργου οι

Ενυάλιος και Άρτεμις. Οι επιγραφές δεν είναι σύγχρονες μεταξύ τους, αλλά

χρονολογούνται, με βάση την παλαιογραφία, του Ενυαλίου στον 4ο αι. π.Χ., του

Αφήτου και της Άρτεμης στον 3ο αι. π.Χ., και της Αφροδίτης στον 2ο αι. π.Χ. Η

ύπαρξη τους στο τείχος πλουτίζει σημαντικά τις γνώσεις μας για το λατρευτικό

πάνθεο της Αχαΐας. Ιδιαίτερα σημαντική είναι από αυτήν την άποψη η αναφορά όχι

μόνο στον Άφητο (που, κατά τον Α. Ριζάκη, ταυτίζεται με τον Απόλλωνα), αλλά και

στον Ενυάλιο, πολεμική θεότητα παρόμοια σε χαρακτήρα, αν όχι ταυτόσημη, με τον

Άρη, η λατρεία της οποίας μαρτυρείται και στην Ιλιάδα (βλ. Παπαχατζής 1996).

Επίσης σημαντικός είναι, κατά τον Μ. Osanna και ο τρόπος διάταξης των ονομάτων

ανά δύο, που υποδηλώνει τη σύνδεση μεταξύ συγκεκριμένων θεοτήτων. Τέλος, ο

16

Page 17: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Ριζάκης επισημαίνει και την ατημέλητη, «ερασιτεχνική» χάραξη, που προσδίδει στις

επιγραφές το χαρακτήρα “γκραφίτι”. Σύμφωνα με τον ίδιο μελετητή, το

χαρακτηριστικό αυτό, σε συνδυασμό με τη φύση των θεοτήτων που αναγράφονται

στο Τείχος, προσφέρουν ενδείξεις για το είδος της εγκατάστασης την εποχή αυτή:

μπορεί, δηλαδή, να υποδηλώνεται η παρουσία είτε στρατιωτών που είχαν αναλάβει τη

φύλαξη του φρουρίου, είτε και εφήβων που ολοκλήρωναν τη μύησή τους με την

υπηρεσία τους σε μεθοριακό οχυρό.

Περαιτέρω επιγραφές εντοπίστηκαν στη γωνιαία λιθόπλινθο του νοτίου τοιχώματος

της Κύριας (Ανατολικής) Πύλης. Πρόκειται για την επιγραφή ΝΙΚ του 4ου αι. π.Χ.

στην εσωτερική όψη, και για άλλη, δίστιχη αλλά δυσδιάκριτη (ο ανασκαφέας

μπόρεσε να διακρίνει μόνο τα γράμματα ΛΕΩΝΟΣ) στην εξωτερική.

Τη συνέχιση χρήσης της θέσης κατά τη βυζαντινή και ενετική εποχή μαρτυρούν,

εκτός από τις μετασκευές του τείχους που αναφέρθηκαν παραπάνω, λείψανα

τουλάχιστον τριών οικημάτων (Γ, Δ και Ε) που ανεσκάφησαν στην περιοχή μεταξύ

Μέσης και Ανατολικής Πύλης, καθώς και η ασβεστόκτιστη ορθογώνια κατασκευή

(υδατοδεξαμενή ή μάλλον αποθήκη) εσωτερικών διαστάσεων 3,67 Χ 6,80 μ που

αποκαλύφθηκε στην περιοχή της Μέσης Πύλης, παράλληλα προς το τείχος. Την

ενετική φάση κατοίκησης τεκμηριώνουν εξάλλου νομίσματα της εποχής (ο

ανασκαφέας αναφέρει ειδικά νομίσματα του δόγη Antonio Ven(erio), 1382-1400).

ΣΥΝΟΨΗ

Η μέχρι στιγμής έρευνα αναδεικνύει το Τείχος Δυμαίων ως μία από τις

σημαντικότερες προϊστορικές θέσεις της Αχαΐας, που συνεχίζει να αποτελεί

σημαντικό στοιχείο της τοπογραφίας της περιοχής και σε υστερότερες φάσεις της

ιστορίας. Σύμφωνα με πολλούς ερευνητές η διαχρονική σημασία του λόφου είναι

συνδεδεμένη με την «νευραλγική» του θέση που εξασφάλιζε τόσο την επικοινωνία με

το Ιόνιο (και την Αδριατική), όσο και πρόβαση σε εύφορες πεδινές περιοχές, αλλά

και σε άλλες πλουτοπαραγωγικές πηγές. Αυτές περιλαμβάνουν όχι μόνο την πλούσια

θαλάσσια πανίδα που επισημαίνει ο Ορλάνδος, αλλά, όπως σημειώνει ο Ριζάκης, και

τα σημαντικά κοιτάσματα ασβεστόλιθου που βρίσκονται στην περιοχή και που

17

Page 18: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

φαίνεται ότι είχαν χρησιμοποιηθεί στην αρχαιότητα για την κατασκευή μνημείων σε

πόλεις τόσο της δυτικής όσο και της υπόλοιπης Αχαΐας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Γενική

• Κ. Τριανταφύλλου, Ιστορικόν Λεξικόν των Πατρών (Πάτρα 1959) 638

• Ν.Δ. Παπαχατζής, Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις, Αχαϊκά και Αρκαδικά

(1980) 66, 67

• Ν.Δ. Παπαχατζής, Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις, Μεσσηνιακά και Ηλειακά

(1980) 414-5

• A.D. Rizakis, Paysages d’ Achaie I. Le bassin de Peiros et la plaine

occidentale, Μελετήματα 15 (Αθήνα 1992) 102-107, 118-123, Appendix 1 (no.

7)

• A.D. Rizakis, Achaie I, Sources Textuelles et Histoire Régionale, Μελετήματα

20 (Αθήνα 1995) 271-273

• Ν. Φαράκλας, Η Γεωπολιτική Οργάνωση της Πελοποννησιακής Αχαΐας,

Ρίθυμνα αρ. 9 (Ρέθυμνο 2001) 36

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ

ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Περιηγητές 19ου αι.

• Sir W. Gell, Itinerary of the Morea, being a description of the routes of that

peninsula (Londres 1817) 25

• E. Dodwell, A Classical and Topographical tour through Greece during the

years 1801, 1805 and 1806 (Londres 1819) 312

• W.M. Leake, Travels in the Morea II (Londres 1830) 159

Έρευνες Αρχαιολογικής Εταιρείας

• Ευ. Μαστροκώστας, Ανασκαφή του Τείχους Δυμαίων, ΠΑΕ 1962, 127-133

• Ευ. Μαστροκώστας, Ανασκαφή του Τείχους Δυμαίων, ΠΑΕ 1963, 93-98

18

Page 19: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

• Ευ. Μαστροκώστας, Ανασκαφή του Τείχους Δυμαίων, ΠΑΕ 1964, 60-67

• Ευ. Μαστροκώστας, Ανασκαφή του Τείχους Δυμαίων, ΠΑΕ 1965, 121-136

• Α. Κ. Ορλάνδος, Τείχος Δυμαίων, Έργον 1966, 156-165

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Η προϊστορική θέση

α) Γενικά

• R. Hope-Simpson and O.T.P.K. Dickinson, A Gazetteer of Aegean Civilisation

in the Bronze Age I. The mainland and the islands (SIMA 52 Göteborg 1979)

195-196 (Ε 47)

β) Νεολιθική εποχή

• Α. Σάμψων, Το σπήλαιο των Λιμνών στα Καστριά Καλαβρύτων. Μία

προϊστορική θέση στην ορεινή Πελοπόννησο (Αθήνα, 1997) 352

• W. W. Phelps, The Neolithic Pottery Sequence in Southern Greece, BAR 1259

(Oxford 2004) 65

γ) Πρωτοελλαδική εποχή

• J. Papadopoulos, Mycenaean Achaea, SIMA 55 (Göteborg 1979) 62-63

• J. Forsén, The Twilight of the Early Helladics. A Study of the Disturbances in

East Central and Southern Greece towards the End of the Early Bronze Age,

SIMA P.B. 116 (Jonsered 1992) 83 κε

• J. Renard, Le Peloponnèse au Bronze Ancien, Aegaeum 13 (Liège 1995) 8

• E. Alram-Stern, Die Ägäische Frühzeit. 2. Serie. Forschungsbericht 1975-

2002. 2. Band Teil 2. Die Frühbronzezeit in Griechenland mit Ausnahme von

Kreta, Veröffentlichungen der Mykenischen Kommission 21 (Wien 2004) 675

δ) Μεσοελλαδική εποχή

• Th. J. Papadopoulos, Mycenaean Achaea, SIMA 55 (Göteborg 1979) 63-65

• W. Cavanagh - C. Mee, A Private Place. Death in Prehistoric Greece, SIMA

125 (Jonsered 1998) 37

19

Page 20: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

ε) Μυκηναϊκή εποχή

Γενικά

• Th.J. Papadopoulos, Mycenaean Achaea, SIMA 55 (Göteborg 1979) 24 (αρ.

1), 46, 138, 147, 155, 156, 213 κε

• S. E. Iakovidis, Late Helladic Citadels on Mainland Greece, Monumenta

Graeca et Romana IV (Leiden 1983) 1

• Th.J. Papadopoulos, Achaea’s role in the Mycenaean world, σε: Κ. Ριζάκης,

Αρχαία Αχαΐα και Ηλεία. Ανακοινώσεις κατά το πρώτο Διεθνές Συμπόσιο,

Αθήνα 19-21 Μαΐου 1989, Μελετήματα 13 (Αθήνα 1991) 31-37

• Λ. Κολώνας, Νεώτερη Μυκηναϊκή τοπογραφία της Αχαΐας, σε: Πρακτικά Ε΄

Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Άργος, Ναύπλιον, 6-10

Σεπτεμβρίου 1995, Πελοποννησιακά, Παράρτημα 22, 1996-1997, 470

• Λ. Κολώνας, Μυκηναϊκές εγκαταστάσεις στην ορεινή Δυμαία Χώρα, σε: Α.Δ.

Ριζάκης, Αχαϊκό Τοπίο ΙΙ. Δύμη και Δυμαία Χώρα, Μελετήματα (Αθήνα 2000)

93-98

• I. Moschos, Western Achaea during the LHIIIC period. Approaching the latest

excavation evidence, σε: E. Greco (επιμ.), Gli Achei e l identità etnica degli

Achei d’ Occidente. Atti del Convegno Internazionale di Studi, Paestum, 23-25

febbraio 2001. Tekmeria 3 (Paestum and Athens 2002) 19, 31

• P. Darcque, L’ habitat Mycénien. Formes et fonctions de l’ espace bâti en

Grèce continentale à la fin du IIe millénaire avant J.-C., BEFAR 319 (Paris

2005) 26, 191

Κεραμεική – χρονολόγηση

• E.S. Sherratt, Regional Variations in LHIIIB, BSA 75, 1980, 180-3

• P.A Mountjoy, Regional Mycenaean Decorated Pottery Vol. 1 (Leidorf 1999)

402-404, 416 (για σκύφους)

• S. Vitale, The LH IIIB-LH IIIC Transition on the Mycenaean Mainland.

Ceramic Phases and Terminology, Hesperia 75, 2006, 187-8.

Χάνδρες από ήλεκτρο

• A. Harding – H. Hughes-Brock, Amber in the Mycenaean World, BSA 1974,

166

20

Page 21: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

Χτένι από ελεφαντόδοντο

• Η.-G. Buchholz, Ägäische Kämme, Acta Praehistorica et

Archaeologica 16/17, 1984/85, 120 αρ. 6, 124-5 αρ. 33.

Μετάλλινα αντικείμενα ιταλικής προέλευσης

• Th.J. Papadopoulos, Mycenaean Achaea κλπ., ό.π. 168 (ειδικά για το

εγχειρίδιο τύπου Peschiera)

• H. Matthäus, Italien und Griechenland in der ausgehenden Bronzezeit, Jdl 95,

1980, 122, 124

• Th. J. Papadopoulos, The Late Bronze Age Daggers of the Aegean I. The

Greek Mainland, PBF VI Bd. 11 (Stuttgart 1998) 29, 58

• Th. J. Papadopoulos – L. Kontorli-Papadopoulou, Four Late Bronze Age

Italian Imports in Achaea, σε: P. Aström - D. Sürenhagen (επιμ.), Periplus.

Festschrift für Hans-Günter Buchholz zu seinem achtzigsten Geburstag am 24.

Dezember 1999, SIMA 127 (Jonsered 2000) 144-145

• B. Eder - R.Jung, On the character of social relations between Greece and Italy

in the 12th/11th c, BC, σε: R. Laffineur – E. Greco Emporia. Aegeans in the

Central and Eastern Mediterranean. Proceedings of the 10th International

Aegean Conference, Athens, Italian School of Archaeology, 14-18 April 2004

(Liège-Austin 2005) 489

• R. Jung, Χρονολογία Comparata. Vergleichende Chronologie von

Südgriechenland und Süditalien von ca. 1700/1600 bis 1000 v.u.Z. (Wien

2006) 204

• Στ. Οικονομίδης, Ευρήματα της Εποχής του Χαλκού ιταλικής προέλευσης

στην Αχαϊα, ΑΑΑ 39, 2006, 139-150

Γεωμετρικός Βωμός

• Α. Mazarakis-Ainian, From rulers’ dwellings to temples: architecture,

religion and society in Early Iron Age Greece (1100-700 B.C.) (SIMA 121,

Jonsered 1997) 323.

Λατρεία Αφήτου (Απόλλωνος), Αρτέμιδος, Αφροδίτης, Ενυαλίου

• Μ. Osanna, Santuari e culti dell’Acaia antica (Napoli 1996) 44

21

Page 22: ΤΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΩΝ ΔΥΜΑΙΩΝ

• Ν.Δ. Παπαχατζής, Η Θρησκεία στην Αρχαία Ελλάδα, (Αθήνα 1996) 56 (για

λατρεία Ενυαλίου)

• Α.Δ. Ριζάκης, Το λατρευτικόν πάνθεον στης αρχαίας Δύμης: θεοί και ήρωες.

Στο Α.Δ. Ριζάκης, Αχαϊκό Τοπίο ΙΙ. Δύμη και Δυμαία Χώρα (Μελετήματα,

Αθήνα 2000) 125-127

22