_Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

241
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Σεμινάριο: «∆ημόσια Έργα και Μελέτες» Συμβάσεις Μελετών ∆ημοσίων Έργων και Παροχής Υπηρεσιών ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: Μητκίδης Χρήστος Πάρεδρος Ν.Σ.Κ - Υ.ΠΕ.ΧΩ.∆Ε Αίθουσα Συνεδριάσεων Κτιρίου Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας Κοζάνη 11 και 12 Σεπτεμβρίου 2008 Το έργο συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Τ.Π.Α.) και εντάχθηκε στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Τεχνική Βοήθεια 2000-2006» του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης της ΕΔΑ Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας.

Upload: koskar7165

Post on 28-Jul-2015

610 views

Category:

Documents


4 download

TRANSCRIPT

Page 1: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Σεμινάριο: «∆ημόσια Έργα και Μελέτες»

Συμβάσεις Μελετών ∆ημοσίων Έργων και Παροχής Υπηρεσιών

ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: Μητκίδης Χρήστος Πάρεδρος Ν.Σ.Κ - Υ.ΠΕ.ΧΩ.∆Ε

Αίθουσα Συνεδριάσεων Κτιρίου Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας

Κοζάνη 11 και 12 Σεπτεμβρίου 2008

Το έργο συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Τ.Π.Α.) και εντάχθηκε στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Τεχνική Βοήθεια 2000-2006» του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης της ΕΔΑ Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας.

Page 2: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Περιεχόμενα Εισήγησης

Πρόλογος σελ. 1

Εισαγωγή σελ. 5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ –ΑΡΘΡΑ 1-3 12

ΑΡΘΡΟ 1 – Έννοιες , Ορισμοί 18

2 - Πεδίο εφαρμογής - Κατηγορίες μελετών 22

3 – Προγραμματική σύμβαση 32

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' - ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΥΝΑΨΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ

ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΟΔΗΓΟΣ για τις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων του ν. 3316 39

ΑΡΘΡΟ 4 - Προετοιμασία του κυρίου του έργου για την ανάθεση των συμβάσεων 43

5 – Διαδικασίες ανάθεσης μελετών 47

Γενικό Διάγραμμα διαδικασίας διαγωνισμών 52

6 - Ανάθεση προκαταρκτικών μελετών και προμελέτης με την ίδια προκήρυξη 53

7 - Ανάθεση οριστικής μελέτης ή άλλων σταδίων εκτός προκαταρκτικών μελετών 66

8 – Συμφωνίες – πλαίσιο 75

9 - Διαδικασία ανάθεσης σύμβασης υπηρεσιών 77

10 - Διαδικασία ανάθεσης με διαπραγματεύσεις 80

11 – Τεχνικές προδιαγραφές 87

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ - ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΑΝΑΘΕΣΗΣ 89

ΑΡΘΡΟ 12 – Δημοσιεύσεις των προκηρύξεων 89

13 - Παραλαβή αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος – προσφοράς 92

14 - Δικαίωμα συμμετοχής σε διαγωνισμούς 94

15 - Έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων 100

16 - Προσωπική κατάσταση του υποψηφίου ή του προσφέροντος 105

17 - Έλεγχος τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας 109

18 - Υποκατάσταση ή αλλαγή μέλους εταιρείας, σύμπραξης ή κοινοπραξίας

κατά τη διαδικασία ανάθεσης 113

19 - Μελέτες εργολαβικών συμβάσεων 116

20 – Κοινοπραξίες – Συμπράξεις 117

21 – Επιτροπή Διαγωνισμού 119

22 – Ενημέρωση των υποψηφίων 122

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΙΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΩΝ, ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΣΗ 125

ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ 127

ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΣΥΝΑΨΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΜΕ ΕΠΙΧ/ΣΕΙΣ Μ.Μ.Ε 130

Page 3: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΚΕΦ. Δ΄ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΜΕΛΕΤΩΝ/ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΣΥΝΑΦΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ 133

ΑΡΘΡΟ 23 - Σύναψη της σύμβασης 133

24 – Εγγυήσεις 137

25 - Διοίκηση σύμβασης μελέτης – παροχής υπηρεσιών 140

26 - Υποκατάσταση του αναδόχου 142

27 - Προθεσμίες – Χρονοδιάγραμμα 144

28 – Ποινικές ρήτρες 146

29 – Συμπληρωματικές μελέτες και υπηρεσίες 147

30 - Καταβολή της αμοιβής του αναδόχου 152

31 – Υποχρεώσεις του αναδόχου 158

32 - Αποζημίωση του αναδόχου λόγω υπερημερίας του εργοδότη 161

33 – Έκπτωση του αναδόχου 162

34 – Διάλυση της σύμβασης 164

35 – Ματαίωση της διάλυσης 167

36 - Αποζημίωση αναδόχου σε περίπτωση διάλυσης της σύμβασης 168

37 - Έγκριση της μελέτης - Παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης 169

38 – Εμπειρογνώμονες 171

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ - ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΜΗΤΡΩΩΝ 172

39 - Εγγραφή στα Μητρώα. Κατηγορίες – Πιστοποιητικά - Αρμόδια Υπηρεσία 172

40 - Πειθαρχικός έλεγχος των μελετητών και των εταιρειών μελετών 176

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ - ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ 178

41 - Διοικητική και δικαστική επίλυση διαφορών 178

42 – Άλλες διατάξεις 183

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ - ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ – ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 185

45 – Γενικές - Μεταβατικές διατάξεις 185

46 – Διατηρούμενες και καταργούμενες διατάξεις 188

47 – Έναρξη ισχύος 189

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: 190 – τέλος

1. ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Για την εφαρμογή του ν. 3316/05 187

2. Απόφαση Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ ΔΜΕΟ/α/οικ/1161/ 15 Ιουλίου 2005 196

Καθορισμός α) της βαρύτητας των κριτηρίων βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών β) του ενιαίου τρόπου βαθμολόγησης των οικονομικών προσφορών και γ) του κατωτάτου ορίου αμοιβών και του ανωτάτου ορίου παραδεκτού των οικονομικών προσφορών που υποβάλλονται στις διαδικασίες του Ν. 3316/05.

3. Απόφαση Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Δ17γ/04/157/ΦΝ 439.3/18-10-2006 199

«Διαδικασία φύλαξης των οικονομικών προσφορών από την υποβολή μέχρι και την αποσφράγισή τους κατά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών»

Page 4: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

4. Απόφαση Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Δ17γ/06/157/ ΦΝ 439.3/18-10-2006 201

Περιεχόμενο των τεχνικών εκθέσεων της παρ. 3α του άρθρου 6, των προκαταρκτικών μελετών του άρθρου 6 και των τεχνικών εκθέσεων της παραγ. 4α του άρθρου 7 του Ν. 3316/2005.

5. Απόφαση Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Δ17/γ/05/157/ΦΝ / 18-10-2006 214

Καθορισμός της διαδικασίας αναθεώρησης της συμβατικής αμοιβής αναδόχου κατά τις διατάξεις του Ν. 3316/2005.

6. Απόφαση Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Δ17/04/17/ΦΝ 439.3 /22 / 1 / 2007 216

Καθήκοντα και αρμοδιότητες των υπαλλήλων που ασκούν την επίβλεψη των μελετών.

7. Απαντήσεις σε διάφορα ερωτήματα 222

8. Εγκύκλιος 30/2007 «Οδηγίες για την ορθή εφαρμογή νομικών διατάξεων που 227

τροποποιούν το νομικό πλαίσιο ανάθεσης και εκτέλεσης συμβάσεων έργων και μελετών».

9. Εγκύκλιος 29/2007 «Οδηγίες για την ορθή εφαρμογή των νέων εγκεκριμένων 231

προκηρύξεων τύπου Α (διαδικασία άρθρου 7) και Γ (διαδικασία άρθρου 9) για την

ανάθεση συμβάσεων μελετών και υπηρεσιών κατά το ν. 3316/05.

Page 5: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΜΕΛΕΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ

ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Κατά το ν. 3316/05 (ΦΕΚ Α΄42/22-2-2005)

Χρήστου Μητκίδη

Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους

Ιούνιος 2008

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Είναι αυτονόητο ότι ο σύγχρονος μηχανικός ή άλλης ειδικότητας επιστήμονας που

εμπλέκεται με οποιοδήποτε τρόπο στη διαδικασία προετοιμασίας, ανάθεσης και εκτέλεσης

μιας δημόσιας σύμβασης μελετών, πρέπει να γνωρίζει επαρκώς την διαγραφόμενη στο

θεσμικό πλαίσιο (νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις, ερμηνευτικά κείμενα, νομολογία)

διαδικασία, αλλιώς δεν μπορεί να ενεργήσει αποτελεσματικά και νόμιμα και διατρέχει τον

κίνδυνο δικαστικής ή διοικητικής ακύρωσης των ενεργειών του, η οποία ακύρωση έχει

πιθανότατα οικονομικές και άλλες συνέπειες στον ίδιο ή στο νομικό πρόσωπο που

υπηρετεί. Με άλλα λόγια ο μηχανικός ή άλλης ειδικότητας επιστήμονας – δημόσιος

υπάλληλος πρέπει να γνωρίζει με επάρκεια το ισχύον δίκαιο, αλλιώς δεν μπορεί να

ενεργήσει σωστά, γεγονός που έχει δυσμενείς συνέπειες για την υπηρεσία του. Το ίδιο και

ο ιδιώτης που εμπλέκεται είτε ως επιχειρηματίας είτε ως εργαζόμενος σε επιχείρηση

παραγωγής μελετών ή έργων για λογαριασμό φορέων του δημόσιου τομέα.

Η εισήγηση αυτή αποσκοπεί ακριβώς να εφοδιάσει τα παραπάνω πρόσωπα με τις

αναγκαίες πληροφορίες ώστε να μπορούν να δρουν νόμιμα και αποτελεσματικά:

περιλαμβάνει τον πρόσφατο νόμο περί μελετών (3316/05) και τις κυριότερες κανονιστικές

πράξεις (υπουργικές αποφάσεις) που έχουν εκδοθεί προς εκτέλεσή του, ερμηνεία του

νόμου, συσχετισμό των διατάξεών του με το αντίστοιχο κοινοτικό δίκαιο της οδηγίας

2004/18 και αποφάσεις δικαστηρίων (εθνικών και κοινοτικών) καθώς και γνωμοδοτήσεις

του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Περιέχει δηλαδή η εισήγηση το δίκαιο των

μελετών των τεχνικών έργων (συγκοινωνιακών, κτιριακών, λιμενικών, υδραυλικών,

κ.λ.π.) κατά κύριο λόγο, αλλά και μελετών που αναφέρονται στο σχεδιασμό του χώρου

(πολεοδομικές, κτηματογραφικές, χωροταξικές κ.λ.π.) ή έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με

αυτές τις δύο μεγάλες κατηγορίες.

Page 6: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Το δίκαιο των μελετών δεν περιορίζεται βεβαίως μόνο στο δίκαιο της ανάθεσης και

εκτέλεσής τους. Περιλαμβάνει και το δίκαιο των τεχνικών τους προδιαγραφών, όπως και το

δίκαιο των μελετητών και των γραφείων μελετών, των επιχειρήσεων δηλαδή που

συγκροτούν οι μελετητές με αντικείμενο την εκπόνηση των μελετών, δεδομένου ότι κατά

το ελληνικό δίκαιο δικαίωμα συμμετοχής σε διαγωνισμούς μελετών έχουν μόνο οι

εγγεγραμμένοι στα σχετικά μητρώα που τηρούνται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων

Έργων (ΓΓΔΕ) του ΥΠΕΧΩΔΕ.

Σαν γενική παρατήρηση μπορούμε να πούμε ότι το δίκαιο των μελετών των

(δημοσίων) τεχνικών έργων ακολουθούσε πάντα τις εξελίξεις του δικαίου των δημοσίων

έργων, γιατί η μελέτη είναι συνυφασμένη με την εφαρμογή της, δηλαδή την υλοποίησή

της στα πλαίσια του έργου. Τόσο οι θεσμοί της όμως, όσο και η ερμηνευτική επεξεργασία

της ήταν πάντα ένα βήμα πιο πίσω από τους θεσμούς και την επεξεργασία του δικαίου των

δημοσίων έργων και τούτο γιατί πάντα θεωρούνταν (εσφαλμένα) ως το λιγότερο

σημαντικό σκέλος της παραγωγής ενός δημοσίου έργου.

Η ανάθεση και εκπόνηση της μελέτης ρυθμίζονταν μέχρι πρόσφατα από το ν.

716/77 και τα εκτελεστικά του διατάγματα, κυρίως το π.δ. 194/79. Η ανάθεση της μελέτης

κατά το ν. 716/77 ήταν ιδιόρρυθμη διαδικασία, ασύμβατη προς τη δημόσια, διαφανή και

αντικειμενική διαδικασία επιλογής του αναδόχου των δημοσίων έργων. Για παράδειγμα η

έννοια της προσφοράς του διαγωνιζομένου ήταν άγνωστη στις μελέτες, αφού οι

διαγωνιζόμενοι υπέβαλαν μόνο αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, συνεπώς απουσίαζε ο

ανταγωνισμός πάνω στη χαμηλότερη για τον εργοδότη της μελέτης τιμή και η επιλογή του

αναδόχου γινόταν μόνο επί της βάσει κριτηρίων εμπειρίας και λιγότερης επιβάρυνσης

(φόρτου) από άλλες μελέτες, κριτήρια με βάση τα οποία ήταν αδύνατο να στοιχειοθετηθεί

αντικειμενική κρίση. Συνέπεια αυτών ήταν να βρίσκεται η αναθέτουσα αρχή σε αδυναμία

να αιτιολογήσει έστω και στοιχειωδώς την επιλογή της. Από την άλλη πλευρά η αμοιβή του

αναδόχου ήταν καθορισμένη ως ποσοστό της αξίας του έργου και την προσδιόριζε κατά

μεγάλο μέρος ο ίδιος, συντάσσοντας τον προϋπολογισμό του έργου. Όλες αυτές οι

ιδιορρυθμίες είχαν σαν αποτέλεσμα να μην μπορεί το ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο να

λειτουργήσει αρμονικά με την κοινοτική οδηγία περί υπηρεσιών. Από την άλλη πλευρά, οι

διατάξεις που αφορούσαν την εκπόνηση των μελετών έμοιαζαν αρκετά με τις αντίστοιχες

διατάξεις των δημοσίων έργων και στηρίζονται πάνω-κάτω στις ίδιες βασικές ιδέες.

Πρόβλημα αποτελούσε και η ελάχιστη, σχετικά με τα έργα, νομολογία των δικαστηρίων και

των γνωμοδοτήσεων του Ν.Σ.Κ., ενώ ουδέποτε υπήρξε βιβλιογραφία σχετική με τις

μελέτες, πλην κάποιας συλλογής νομολογίας.

2

Page 7: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Όταν τέθηκε σε ισχύ η Οδηγία της ΕΟΚ 92/50 για τις δημόσιες συμβάσεις

υπηρεσιών, κατέστη επείγουσα ανάγκη να εναρμονισθεί το εθνικό μας δίκαιο στο

κοινοτικό. Κατ' αρχήν με μια εγκύκλιο και στη συνέχεια με το π.δ. 346/98, η Οδηγία

ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο και δημιούργησε μια κατάσταση δύο ταχυτήτων, όπου το

παλιό δίκαιο έδειξε την ηλικία του και δεν κατάφερε ποτέ να συγχρονίσει το βήμα του με

το δίκαιο της Οδηγίας. Ούτε η καταλληλότητα των μελετητών κρινόταν με ίδια κριτήρια

ούτε πολύ περισσότερο τα κριτήρια ανάθεσης του παλιού δικαίου μπορούσαν να

συνυπάρξουν και να λειτουργήσουν αρμονικά με τα κριτήρια ανάθεσης της Οδηγίας.

Ύστερα από προσπάθειες χρόνων, ψηφίστηκε τελικά ο νόμος 3164/03, με πολλές

φιλοδοξίες. Η εφαρμογή του νόμου αυτού εξαρτιόταν απόλυτα από την σύνταξη και θέση

σε ισχύ των κανονιστικών πράξεων (προεδρικού διατάγματος και υπουργικών αποφάσεων)

που προέβλεπε σε πολλές διατάξεις του και χωρίς αυτές δεν ήταν δυνατόν να εφαρμοσθεί.

Γι’ αυτό η εφαρμογή του μετατέθηκε 8 μήνες μετά τη δημοσίευσή του, δηλαδή στις 2-3-

2004. Μέχρι την ημερομηνία αυτή δεν εκδόθηκαν οι κανονιστικές πράξεις (στην

πραγματικότητα το π.δ. θα αργούσε αρκετά αφού δεν είχε εισαχθεί καν στο ΣτΕ για

επεξεργασία) που χρειάζονταν και έτσι, όταν άλλαξε η κυβέρνηση στις 7-3-2004 και με

δεδομένη την διακηρυγμένη πρόθεσή της να επανεξετάσει το θεσμικό πλαίσιο των

μελετών σταμάτησε κάθε προσπάθεια για ενεργοποίηση του ν.3164/03. Με το ν. 3242/04

ανεστάλη η εφαρμογή του ν. 3164/03 μέχρι τέλους του έτους και επαναφέρθηκε σε ισχύ ο

ν. 716/77 και τα π.δ (που είχαν από 2-3-2004 σταματήσει προσωρινά να ισχύουν).

Αμέσως, για την ακρίβεια τον Ιούλιο του 2004, συστάθηκε επιτροπή για την σύνταξη ενός

νέου νομοσχεδίου που θα αντικαταστήσει και το ν. 716/77 και το ν. 3164/03. Η επιτροπή

ολοκλήρωσε τη δουλειά της τον Οκτώβριο του 2004, το νομοσχέδιο δόθηκε στη

δημοσιότητα στις αρχές Νοεμβρίου, έγινε διάλογος με τους φορείς, κατατέθηκε στη Βουλή

την παραμονή των Χριστουγέννων 2004, συζητήθηκε στην Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών

Υποθέσεων της Βουλής στα μέσα Ιανουαρίου και ψηφίστηκε στην Ολομέλεια στο τέλος

Ιανουαρίου-αρχές Φεβρουαρίου 2005. Στο μεταξύ με τροπολογία που τέθηκε στο νόμο

3301/2004 ανεστάλη η ισχύς του ν. 3164/03 μέχρι τις 31-3-2005 και παρατάθηκε

αντίστοιχα ο ν. 716/77, αναμένοντας τη θέση σε εφαρμογή του νέου νόμου.

Η εισήγηση που ακολουθεί παρουσιάζει το νέο νόμο των μελετών, που

δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Α΄42, στις 22-2-2005 με τον αριθμό 3316/05. Στο τέλος των κατ΄

άρθρο σημειώσεων παρουσιάζονται συνοπτικά οι αντίστοιχες διατάξεις του παλιού νόμου

(716/77), με τη νομολογία τους επειδή αφενός είναι χρήσιμη η αντιδιαστολή των νέων με

τις παλιές διατάξεις και αφετέρου ο νέος νόμος θα εφαρμοσθεί στις συμβάσεις που θα

3

Page 8: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

προκηρυχθούν μετά την ημερομηνία ισχύος του. Οι παλιές συμβάσεις, μέχρι να

εκκαθαρισθούν, θα υπάγονται στο ν. 716/77.

Να σημειωθεί ότι στην ιστοσελίδα της ΓΓΔΕ/ΥΠΕΧΩΔΕ (www.ggde.gr) έχουν

δημοσιευθεί Πρότυπες Προκηρύξεις και Συγγραφές Υποχρεώσεων για όλα τα είδη

των διαγωνισμών του καινούργιου νόμου, για να παράσχουν την αναγκαία βοήθεια στις

υπηρεσίες και στα νομικά πρόσωπα που πρόκειται να τον εφαρμόσουν. Ακόμα έχουν τεθεί

σε ισχύ μια σειρά αναγκαίων υπουργικών αποφάσεων οι οποίες παρατίθενται στο τέλος της

εισήγησης. Με πρόσφατη απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ (υπ΄αριθ. Δ17γ/06/168/ΦΝ

439.1/5-12-2007) εγκρίθηκαν νέα τεύχη Προκηρύξεων για τις διαδικασίες των άρθρων 7

και 9 του ν.3316/05 (τύπου Α και Γ δηλαδή), εκδόθηκε δε σχετικών η Ε29/2007

εγκύκλιος για την εφαρμογή τους (βλέπετε Παράρτημα υπό 8).

Τέλος, έχουν δοθεί οδηγίες για την εφαρμογή του νέου νόμου, με αρκετές εγκυκλίους

(δημοσιευμένες κι αυτές στην ιστοσελίδα).

Τροποποιήσεις στο νομικό πλαίσιο του ν. 3316/05, έχουν επέλθει ήδη με το άρθρο 5

του ν. 3481/20061 (ΦΕΚ 162 Α΄), και το άρθρο τέταρτο (παρ. 4) του ν. 3621/07.

Οι τροποποιήσεις αυτές έχουν συμπεριληφθεί στο κείμενο της Εισήγησης αυτής, ενώ

στο τέλος παρατίθεται Παράρτημα με τις διατάξεις των νόμων αυτών που αφορούν τις

μελέτες και τις ερμηνευτικές Εγκυκλίους 20/2006 και 30/2007, κατά το μέρος που

αφορούν τις μελέτες.

Το χρονικό διάστημα μεσολάβησε από την θέση σε ισχύ του ν. 3316/05, αλλά και

αυτό που θα ακολουθήσει δεν είναι μεγάλο. Οι φορείς που εφαρμόζουν το νόμο απαιτείται

1 Στο άρθρο 3 παρ. 4 του νόμου αυτού προβλέπεται η έκδοση υπουργικής απόφασης που θα επιφέρει

τροποποιήσεις στο ν. 3316/06, όσον αφορά τις μελέτες της ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ. Η διάταξη αυτή

αναφέρει τα εξής:

4. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 45 του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α΄/22.2.2005), προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

«Με απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., μπορεί να εισάγονται οι αναγκαίες παρεκκλίσεις και προσαρμογές των διατάξεων του νόμου αυτού στις διαδικασίες ανάθεσης και εκτέλεσης των συμβάσεων της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», οι οποίες αφορούν τις μελέτες κτηματογράφησης του νόμου 2308/1995. Οι ως άνω παρεκκλίσεις μπορεί να αφορούν ιδίως α) την συμμετοχή στους διαγωνισμούς συμπραττόντων σχημάτων, στα οποία μετέχουν και δικηγόροι, καθώς και β) την εν γένει προσαρμογή της διαδικασίας ανάθεσης και εκτέλεσης των μελετών αυτών στις ειδικές συνθήκες των μελετών κτηματογράφησης, όπως ιδίως στον τρόπο χρηματοδότησης της εκπόνησης των μελετών κτηματογράφησης, στη σύναψη και υπογραφή των μελετών κτηματογράφησης, στις προεκτιμώμενες αμοιβές μελετών -οικονομικές προσφορές, στις συμβατικές αμοιβές και στον τρόπο καταβολής τους, στη συνολική προθεσμία για την περαίωση της μελέτης, στον καθορισμό των σταδίων της μελέτης, στις ποινικές ρήτρες, στη διάλυση της σύμβασης και στην αποζημίωση».

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ήδη εκδοθηκε η προβλεπόμενη υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β΄447/3-4-2007) που παρατίθεται στο τέλος της Εισήγησης ως Παράρτημα.

4

Page 9: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

να καταβάλλουν προσπάθειες για να τον καταλάβουν και να μάθουν το χειρισμό του. Το

νέο νομικό πλαίσιο είναι σχεδόν πλήρες και λειτουργεί ικανοποιητικά, αφού οι

μικροελλείψεις του κανονιστικού πλαισίου δεν εμποδίζουν τη λειτουργία του. Ο νέος νόμος

είναι οπωσδήποτε διαφορετικός από τον παλιό, γιατί, τουλάχιστον στα θέματα της

ανάθεσης, αλλάζει καθοριστικά τη φιλοσοφία του σε δύο - τρία πολύ βασικά σημεία, που

συμπαρασύρουν και όλες τις υπόλοιπες διατάξεις του.

Ελπίζω, η εισήγηση αυτή να είναι χρήσιμο βοήθημα κατανόησης του νέου νόμου

και των διαδικασιών εφαρμογής του.

5

Page 10: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Το κείμενο της Εισαγωγής ταυτίζεται σε μεγάλο μέρος με την

Αιτιολογική Έκθεση του ν. 3316/05, παρουσιάζει δε τις αιτίες που προκάλεσαν την

εισαγωγή του νόμου, καθώς και τους στόχους που προσπαθεί να πετύχει. Είναι νομίζω ο

καλύτερος τρόπος για να προσεγγίσει κανείς το ζήτημα των μελετών και των προσπαθειών

που έγιναν τα τελευταία χρόνια για την επίλυση των προβλημάτων που σχετίζονται με την

ασυμβατότητα του προηγούμενου νομικού πλαισίου με το κοινοτικό δίκαιο.

Είναι γνωστό ότι η τελική μορφή ενός έργου προσεγγίζεται, από την αρχική του

σύλληψη μέχρι και την τελική του περιγραφή, σε διαδοχικά βήματα – τα στάδια - που είναι

γνωστά ως προκαταρκτική ή αναγνωριστική μελέτη, προμελέτη και οριστική μελέτη.

Για τις μελέτες που αναθέτουν οι δημόσιοι φορείς ίσχυσαν μέχρι της εισαγωγής του ν.

3316/05 το νομικό πλαίσιο του ν. 716/77 και των προεδρικών διαταγμάτων, που

εκδόθηκαν σε εκτέλεσή του (π.δ. 194/79, 412/78, 799/78, 840/78, 862/78, 917/78,

923/78, 541/78, 33/78 και 798/78). Με το πλαίσιο αυτό αφενός οργανώνονταν τα μητρώα

μελετητών και γραφείων μελετών, που πιστοποιούν την τεχνική ικανότητα των μελετητών

και των εταιρειών μελετών να αναλαμβάνουν και να εκπονούν μελέτες του δημόσιου

τομέα και αφετέρου ρυθμίζονταν οι διαδικασίες ανάθεσης και εκπόνησης των μελετών. Η

αμοιβή των μελετητών συνδέθηκε εξ αρχής με π.δ. 696/74 (γνωστό ως «κώδικα αμοιβών

μηχανικών»,) και συναρτώνταν με το κόστος του μελετώμενου έργου, όπως το υπολόγιζε

ο ίδιος ο μελετητής.

Με το ν. 716/77 θεσπίσθηκαν δύο κυρίως διαδικασίες ανάθεσης εκ των οποίων η πρώτη

περιγράφεται στην παράγραφο 5 και η δεύτερη στην παράγραφο 7 του άρθρου 11 του

νόμου. Η πρώτη, με την οποία το έργο μελετούνταν κατ΄ αρχήν σε επίπεδο

προκαταρκτικής μελέτης και στη συνέχεια ανατίθενται τα επόμενα στάδια επί τη βάσει της

προκριθείσας λύσης, αποτελεί τον κανόνα και η δεύτερη, με την οποία όλα τα στάδια

ανατίθενται εξ αρχής στον ίδιο μελετητή αποτελούσε την εξαίρεση. Η εξαιρετική

διαδικασία, που χρησιμοποιούσε δύο κριτήρια ανάθεσης (την εμπειρία σε παρόμοιες

μελέτες και τον φόρτο εργασίας του υποψηφίου από ανατεθειμένες μελέτες) επικράτησε

στο τέλος γιατί είναι απλή και σύντομη, ενώ η άλλη, η οποία ενδείκνυται περισσότερο για

την παραγωγή καλύτερων ποιοτικά μελετών τέθηκε σε αχρησία.

Κατά το ν. 716/77 η αμοιβή του μελετητή για το σύνολο της μελέτης προσιορίζονταν

τελικά στο στάδιο της οριστικής μελέτης, επί τη βάσει του τελικού προϋπολογισμού όπως

προέκυπτε κατά το στάδιο αυτό.

2. Το κοινοτικό δίκαιο για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών

Η εφαρμογή του ν. 716/77 δεν συνάντησε ιδιαίτερα προβλήματα μέχρι το έτος 1992,

οπότε τέθηκε σε ισχύ η κοινοτική οδηγία 92/50/ΕΟΚ για τις δημόσιες συμβάσεις

6

Page 11: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

υπηρεσιών (οι μελέτες εμπίπτουν, όπως είναι γνωστό, την ευρύτερη έννοια των υπηρεσιών

κατά την κοινοτική οδηγία). Με εγκύκλιο του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ η οδηγία εφαρμόστηκε

ευθύς εξ αρχής, παράλληλα με το νομικό πλαίσιο του ν. 716/77, παρότι η τυπική της

ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο έγινε το έτος 1998 (με το π.δ. 346/98), ήταν όμως

φανερό ότι το νομικό πλαίσιο που έθετε η οδηγία δεν ήταν συμβατό με το πλαίσιο του ν.

716/1977, κυρίως για δύο λόγους: Αφενός τα κριτήρια ανάθεσης του ν. 716/77 δεν

μπορούσαν να θεωρηθούν συμβατά με τα κριτήρια ανάθεσης της οδηγίας και αφετέρου η

σύνδεση της αμοιβής του μελετητή με το κόστος του μελετώμενου έργου καθιστούσε

αδύνατο τον εξ αρχής προσδιορισμό της συμβατικής δαπάνης της μελέτης, πράγμα που η

κοινοτική έννομη τάξη δεν μπορεί να ανεχθεί, αφού απαιτεί να είναι γνωστή η δαπάνη μιας

σύμβασης ήδη κατά την ανάθεση.

Ειδικότερα, κατά την κοινοτική οδηγία, η προϋπολογιζόμενη δαπάνη μιας σύμβασης πρέπει

να είναι γνωστή ήδη κατά την ανάθεσή της και να μην παραμένει σε εκκρεμότητα,

εξαρτώμενη από παράγοντες άγνωστους κατά το χρόνο της ανάθεσης, όπως είναι ο

προϋπολογισμός του μέλλοντος να κατασκευαστεί έργου. Αν συμβαίνει αυτό

δημιουργούνται δύο ειδών προβλήματα: αφενός οι σχετικές δαπάνες δεν είναι επιλέξιμες

για χρηματοδότηση από την Κοινότητα και αφετέρου δεν μπορεί το ποσοστό της

σύμβασης να αυξάνεται πέραν του 50% του ποσού της αρχικής σύμβασης. Μάλιστα η

υπέρβαση του αρχικού ποσού της σύμβασης (της προεκτιμώμενης αμοιβής δηλαδή), με

την υπογραφή συμπληρωματικών συμβάσεων, επιτρέπεται μόνο αν παρουσιαστούν

περιστάσεις που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά την υπογραφή της αρχικής

σύμβασης. Είναι λοιπόν απολύτως κατανοητό ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν επιτρέπει σε

καμιά περίπτωση να αυξάνεται απεριόριστα η προεκτιμώμενη αμοιβή μιας μελέτης, με τον

υπολογισμό παραγόντων άγνωστων κατά την υπογραφή της σύμβασης, όπως το

προσδιοριζόμενο κατά τη φάση της οριστικής μελέτης κόστος του έργου.

Επιπλέον, κατά το κοινοτικό δίκαιο, δύο κριτήρια μπορούν να χρησιμοποιούνται από τα

κράτη μέλη προκειμένου να ανατεθούν συμβάσεις υπηρεσιών: το πρώτο είναι η

χαμηλότερη τιμή (η ανάθεση στο μειοδότη δηλαδή) και το δεύτερο η πλέον συμφέρουσα

προσφορά, που προκύπτει με συνδυασμό και βαθμολόγηση διαφόρων κριτηρίων που

αναφέρει ενδεικτικά ή οδηγία, όπως η προσφερόμενη τιμή, η τεχνική αξία του προϊόντος

(δηλαδή της μελέτης), το κόστος συντήρησης, η προθεσμία παράδοσης κ.λ.π. Δεν

μπορούν σε καμιά περίπτωση να χρησιμοποιηθούν κριτήρια που πιστοποιούν την

καταλληλότητα των υποψηφίων (όπως η εμπειρία), γιατί τα κριτήρια αυτά

χρησιμοποιούνται ήδη στην πρώτη φάση του διαγωνισμού, όταν κρίνονται οι κατάλληλοι

υποψήφιοι για την συμμετοχή στη φάση της ανάθεσης. Υπό τις απαιτήσεις της οδηγίας και

7

Page 12: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

τα δυο κριτήρια του ν. 716/77 (εμπειρία και φόρτος εργασίας), θεωρούνται κριτήρια

επιλογής και όχι ανάθεσης και δεν μπορούν να συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται γιατί

παραβιάζεται το κοινοτικό δίκαιο. Τέλος, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου των

Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα κριτήρια ανάθεσης που τίθενται σε μια προκήρυξη δημόσιας

σύμβασης υπηρεσιών πρέπει να είναι σαφή, μετρήσιμα και αντικειμενικά, να μην

επιδέχονται δηλαδή πολλαπλές, υποκειμενικές ερμηνείες και να μπορούν να

βαθμολογηθούν, χωρίς στη βαθμολόγηση να υπεισέρχονται υποκειμενικές ερμηνείες και

υπόνοιες μεροληψίας υπέρ κάποιου εκ των διαγωνιζομένων.

3. Το νομοθετικό πλαίσιο του ν. 3164/03

Πριν την εφαρμογή του ν. 3316/05, θεσπίσθηκε ο ν. 3164/03 για τα «Μητρώα των

Μελετητών, ανάθεση και εκπόνηση μελετών και συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις»

με έναρξη ισχύος την 3-3-2004, που δεν εφαρμόστηκε ποτέ γιατί πριν την έκδοση των

αναγκαίων για την εφαρμογή του κανονιστικών πράξεων (προεδρικών διαταγμάτων και

υπουργικών αποφάσεων) άλλαξε η Κυβέρνηση (Μάρτιος 2004) η οποία και προτίμησε για

νομικούς και πρακτικούς λόγους να εκπονήσει, στη βάση των ιδεών του ν. 3164/03 ένα

καινούργιο νόμο που θα έχει άμεση εφαρμογή και θα λύσει αποτελεσματικά το πράβλημα

της καθυστέρησης στην εναρμόνιση του εθνικού νομικού πλαισίου στην Κοινοτική

πραγματικότητα.

4.Κατευθύνσεις του ν. 3316/05.

Η εκπόνηση του ν. 3316/05 υπακούει στις εξής βασικές αναγκαιότητες: Εξασφαλίζει την

αναβάθμιση της ποιότητας των μελετών, είναι αποτελεσματικός, αντικειμενικός αλλά και

συμβατός με το κοινοτικό δίκαιο, με προσδιορισμένη (και μη τροποποιήσιμη εκ των

υστέρων) την αμοιβή του αναδόχου κατά την υπογραφή της σύμβασης, με θέσπιση

κριτηρίων ανάθεσης συμβατών προς το κοινοτικό δίκαιο και επιπλέον ικανών να

αναδείξουν τον ανάδοχο με τον πλέον αδιάβλητο τρόπο.

Η ανάθεση της μελέτης στον προσφέροντα τη χαμηλότερη τιμή απορρίφθηκε εξ αρχής

γιατί θα προκαλούσε πόλεμο επί των τιμών χωρίς έλεος, με επικράτηση των κακών

μελετητών εις βάρος των ποιοτικών και θα είχε καταστρεπτικές συνέπειες στην ποιότητα

των μελετών. Αναγκαστική επιλογή συνεπώς είναι η ανάθεση στην πλέον συμφέρουσα από

οικονομική άποψη προσφορά. Τα κριτήρια ανάθεσης αποσκοπούν κυρίως στην εξασφάλιση

του ποιοτικού αποτελέσματος (της μελέτης δηλαδή), η ποιότητα όμως δεν είναι εύκολο να

προεξοφληθεί, διότι όταν συνάπτεται η σύμβαση δεν υφίσταται κανένα στοιχείο σχετικό με

την ποιότητα καθεαυτής της μελέτης. Έτσι τα κριτήρια πρέπει να αποβλέπουν στην

εκπόνηση της μελέτης με όρους που θα εγγυώνται την ποιότητά της. Επιπλέον των

κριτηρίων που αναφέρονται στην ποιότητα της μελέτης ή της υπηρεσίας, ως κριτήριο

8

Page 13: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

χρησιμοποιείται και η οικονομική προσφορά των υποψηφίων, με μικρότερο συντελεστή

βαρύτητας από τα κριτήρια που αναφέρονται στην τεχνική ποιότητα της μελέτης, διότι

αφενός δεν νοείται ανταγωνισμός χωρίς το οικονομικό στοιχείο (είναι γνωστό ότι μεταξύ

των θεμελιωδών αρχών της οδηγίας για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών περιλαμβάνεται

και η αρχή του ελεύθερου και πραγματικού ανταγωνισμού) και αφετέρου είναι η μοναδική

μέθοδος για να προσδιορισθεί η συμβατική αμοιβή κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης,

με δέσμευση τόσο του κυρίου του έργου όσο και του αναδόχου ως προς το ύψος της και ο

προσδιορισμός αυτός της αμοιβής επιτρέπει την ένταξη των μελετών σε προγράμματα

χρηματοδότησης της Ε.Ε..

Παράλληλα με τις παραπάνω προτεραιότητες, καταβλήθηκε προσπάθεια ώστε ο νόμος να

διαθέτει την υψηλότερη δυνατή ποιότητα, περιλαμβάνοντας τις κατάλληλες ουσιαστικές

ρυθμίσεις και με διατυπώσεις εύληπτες, κατανοητές και λειτουργικές, για να αποτελέσει

ένα πραγματικά χρήσιμο και αποτελεσματικό εργαλείο στη διάθεση όσων θα ανέλαβαν την

εφαρμογή του (νομικών, μελετητών, υπαλλήλων υπηρεσιών, κλπ). Είναι προφανές ότι η

ποιότητα της νομοθεσίας δεν εξυπηρετείται από την πολυδιάσπασή της, τις πολλαπλές

εξαιρέσεις και παρεκκλίσεις, την παραπομπή σε νομοθετικά κείμενα εκτός του νόμου και τις

δεκάδες εξουσιοδοτήσεις διοικητικών οργάνων για έκδοση πολυαρίθμων διοικητικών

εκτελεστικών πράξεων. Ιδιαίτερη μέριμνα λήφθηκε για την αποτελεσματική ενσωμάτωση

της κοινοτικής οδηγίας στο εθνικό δίκαιο και την αποφυγή εισαγωγής ενός δυαδικού

συστήματος εθνικού και κοινοτικού δικαίου.

5. Κύρια χαρακτηριστικά του ν. 3316/05.

Α. Πλήρης προσαρμογή του ελληνικού στο κοινοτικό νομικό πλαίσιο. Προς το

σκοπό αυτό λήφθηκε μέριμνα ώστε να συμμορφώνονται οι επιλεγείσες διαδικασίες

ανάθεσης στις διαδικασίες του κοινοτικού δικαίου, πάντα μέσα στα πλαίσια που το δίκαιο

θέτει. Επιπλέον λήφθηκαν υπόψη οι νέες κοινές οδηγίες 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, οι

οποίες, είχαν προθεσμία ενσωμάτωσης στα δίκαια των κρατών μελών μέχρι τις 31-1-

2006 και υιοθετήθηκαν θεσμοί χρήσιμοι και άμεσα εφαρμόσιμοι, όπως οι συμφωνίες -

πλαίσιο. Οι απαραίτητες για την εφαρμογή του παρόντος διατάξεις της οδηγίας

ενσωματώθηκαν πραγματικά και προσαρμόσθηκαν στα ελληνικά δεδομένα, έτσι ώστε να

καθίστανται απολύτως κατανοητές.

Β. Υποχρεωτική προετοιμασία του κυρίου του έργου για την ανάθεση των

συμβάσεων, καθώς θεσπίζεται η υποχρέωσή του για σύνταξη και έγκριση φακέλου του

έργου και υπολογισμό της προεκτιμώμενης αμοιβής με τρόπο αναλυτικό και επαληθεύσιμο,

αφού το φυσικό αντικείμενο του έργου θα αναλύεται σε μονάδες, οι οποίες τιμολογούνται

με τις τιμές που προκύπτουν από τον (επίσης θεσπιζόμενο) κανονισμό ενιαίων τιμών

9

Page 14: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

αμοιβών. Ο (κατά το δυνατόν) ακριβής προσδιορισμός της προεκτιμώμενης αμοιβής

μειώνει κατά το μεγαλύτερο μέρος του τον κίνδυνο που αναλαμβάνουν οι συμμετέχοντες

στη διαδικασία ανάθεσης υποψήφιοι, διότι συνθέτουν την προσφορά τους με βάση τις

ποσότητες μονάδων φυσικού αντικειμένου που προϋπολογίζει η αναθέτουσα αρχή.

Γ. Καθοδήγηση των αναθετουσών αρχών ως προς την ενδεικνυόμενη διαδικασία

ανάθεσης, ανάλογη προς την ιδιαιτερότητα της κάθε μελέτης, με τη θέσπιση

υποχρεωτικών εναλλακτικών δυνατοτήτων και κανόνων. Η καθοδήγηση αυτή προβλέπεται

να οδηγήσει σε ανώτερες ποιοτικά μελέτες, διότι υποχρεώνει τις υπηρεσίες, να αναθέτουν

(επ’ αμοιβή βεβαίως) την προκαταρκτική μελέτη, ή τα αντίστοιχα αρχικά στάδια των

μελετών, σε 3-5 αναδόχους, οι οποίοι με τις μελέτες τους δίνουν την ευχέρεια στην

αναθέτουσα αρχή να εκτιμήσει ορθότερα τις διαθέσιμες τεχνικές λύσεις και να επιλέξει την

καλύτερη και οικονομικότερη.

Δ. Θέσπιση κριτηρίων ποιοτικής επιλογής σύμφωνων προς την κοινοτική

νομοθεσία και κριτηρίων ανάθεσης σαφών, επαρκών και αξιολογήσιμων. Ως

μέθοδος (κριτήριο) ανάθεσης επιλέγεται η ανάθεση στην πλέον συμφέρουσα προσφορά,

με την αξιολόγηση κριτηρίων που έχουν σχέση με την ποιότητα της μελέτης και την

οικονομική προσφορά των υποψηφίων, η οποία έχει μικρότερη βαρύτητα, έναντι των

κριτηρίων που σχετίζονται με την ποιότητα της μελέτης. Η ανάθεση στο πρώτο στάδιο

(της προκαταρκτικής μελέτης) δεν περιλαμβάνει οικονομική προσφορά, επειδή στη φάση

αυτή οι υποψήφιοι δεν μπορούν να κοστολογήσουν την μελέτης τους, ενόψει της

ασάφειας που υπάρχει σχετικά με την τεχνική λύση που θα επιλεγεί. Η οικονομική

προσφορά, η οποία δεν αποτελεί πλέον ευθεία συνάρτηση του προϋπολογισμού για την

κατασκευή του έργου, κατατίθεται μόνο στα επόμενα στάδια, στα οποία το τεχνικό

αντικείμενο είναι επαρκώς προσδιορισμένο και οι υποψήφιοι μπορούν με ασφάλεια να

δεσμευθούν ως προς το τίμημα με το οποίο θα εκπονήσουν τη μελέτη, ή θα παράσχουν

την υπηρεσία.

Ε. Απλοποίηση της συμμετοχής στη διαδικασία ανάθεσης εκ μέρους των

υποψηφίων, αφού η προσωπική καταλληλότητα των υποψηφίων αποδεικνύεται με

υπεύθυνη δήλωση περί εκπλήρωσης των προϋποθέσεων ποιοτικής επιλογής

(πιστοποιητικά μη πτώχευσης, ποινικά μητρώα, ασφαλιστική και φορολογική ενημερότητα

κ.ο.κ.). Αν τελικώς τους ανατεθεί η σύμβαση υποχρεώνονται να τα προσκομίσουν για τη

σύναψή της. Με τον τρόπο αυτό απαλλάσσονται οι ίδιοι, οι υπηρεσίες που διεξάγουν τους

διαγωνισμούς, αλλά και η υπηρεσία του μητρώου, από ένα αχρείαστο έργο.

ΣΤ. Απλοποίηση της νομοθεσίας, με τη συμπερίληψη ολόκληρου του θεσμικού

πλαισίου ανάθεσης των μελετών και συναφών υπηρεσιών σε ένα νομοθέτημα, το οποίο

10

Page 15: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

δεν χρειάζεται οτιδήποτε άλλο για την εφαρμογή του, αφού είναι αύταρκες. Οι

παραπομπές σε άλλα νομοθετήματα περιορίζονται στο ελάχιστο. Ελάχιστες υπουργικές

αποφάσεις προβλέπονται που εκδόθηκαν ήδη ταχύτατα, προβλέπεται δε μόνο ένα π.δ. για

την οργάνωση των μητρώων, και μέχρι την έκδοσή του μπορεί να εφαρμόζεται πολύ

αποτελεσματικά το ισχύον σήμερα δίκαιο.

Ζ. Επεξεργασία των διατάξεων για την εκπόνηση των μελετών, οι οποίες είναι

λεπτομερείς και άμεσα εφαρμόσιμες (δεν απαιτούν δηλαδή την έκδοση προεδρικού

διατάγματος για την εκτέλεσή τους) και με τις οποίες εξισορροπούνται κατά το δυνατόν τα

αντιτιθέμενα συμφέροντα εργοδότη και αναδόχου, με συμπλήρωση των διατάξεων του

προϊσχύσαντος δικαίου, ό,που διαπιστώθηκαν κενά στα χρόνια εφαρμογής του, με

αφομοίωση των διδαγμάτων της νομολογίας και των γνωμοδοτήσεων του Νομικού

Συμβουλίου του Κράτους, με διευκρίνιση των εκατέρωθεν υποχρεώσεων και δικαιωμάτων

και ενσωμάτωση διατάξεων για την διοικητική και δικαστική επίλυση των διαφορών, ούτως

ώστε το δίκαιο των μελετών να αυτονομηθεί από το δίκαιο των έργων (οι διατάξεις τόσο

του ν. 716/77 όσο και του ν. 3164/03 παρέπεμπαν απλώς στο αντίστοιχο δίκαιο των

έργων). Ενδεικτικά οι κυριότερες βελτιώσεις στο δίκαιο εκτέλεσης των συμβάσεων είναι οι

ακόλουθες:

α) ρυθμίζεται διεξοδικά το ζήτημα του χρόνου εκπόνησης της μελέτης, με διάκριση

του χρονικού διαστήματος που αναλώνεται σε ενέργειες της υπηρεσίας (εγκρίσεις κ.λ.π.)

και του καθαρού χρόνου εκτέλεσης που αποτελεί τη συμβατική δέσμευση του αναδόχου

και λαμβάνεται υπόψη για την παραβίαση των προθεσμιών της μελέτης και τις κυρώσεις

που συνεπάγεται.

β) ρυθμίζεται η διαδικασία υπογραφής της σύμβασης (άρθρο 23), για πρώτη φορά,

αφού ούτε στο ν. 716/77 ούτε στο ν. 3164/03 υφίστανται παρόμοιες διατάξεις.

γ) τίθενται διατάξεις διεξοδικές σχετικά με τα καθήκοντα, τις υποχρεώσεις και τα

δικαιώματα του επιβλέποντα (άρθρο 25) και μάλιστα με επισήμανση των πειθαρχικών

ευθυνών των οργάνων που εμπλέκονται στην εκπόνηση των μελετών. Οι διατάξεις αυτές

είναι νέες δηλαδή δεν υπάρχουν στο ισχύον δίκαιο. Ο ν. 716/77 περιείχε εξουσιοδότηση

για την έκδοση σχετικών με τα ζητήματα αυτά διατάξεων, που δεν εκτελέστηκε ποτέ (το

π.δ. 194/79 παρέλειψε να ρυθμίσει το ζήτημα), ενώ και ο ν. 3164/03 αρκέστηκε σε

εξουσιοδότηση.

δ) ρυθμίζεται διεξοδικά η διαδικασία της πληρωμής γενικά του αναδόχου, όσο και

των τμηματικών πληρωμών (άρθρο 32) ενώ η μέχρι τώρα ρύθμιση παρέπεμπε αφενός στις

διατάξεις του π.δ. 696/74 για τις τμηματικές πληρωμές και αφετέρου στο δίκαιο των

δημοσίων έργων για τις διαδικασίες υποβολής λογαριασμών και εξόφλησής τους. Επίσης

11

Page 16: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

καταργείται η αναποτελεσματική, ασαφής και άδικη για τους αναδόχους των μελετών

ρύθμιση της παρ. 7 του άρθρου 6 ν. 1418/84, κατά την οποία παρακρατούνταν για δύο

χρόνια από την έγκριση της μελέτης ποσοστό της αμοιβής του μελετητή ως εγγύηση ότι

δεν θα δυστροπήσει στην επανόρθωση ελλείψεων και σφαλμάτων της μελέτης.

ε) ρυθμίζονται με αυστηρό τρόπο, ανάλογα με τα ισχύοντα πλέον στα δημόσια έργα, τόσο

οι προϋποθέσεις έκπτωσης όσο και η διαδικασία έκπτωσης του αναδόχου.

στ) αντικαθίσταται η διάταξη της παρ. 10 του άρθρου 4 του ν. 1418/84 περί

τροποποίησης της εγκεκριμένης μελέτης, με διαδικασία διαφανέστερη και

αντικειμενικότερη, επειδή όσο κι αν είναι χρήσιμη η δυνατότητα τροποποίησης της

μελέτης, πάντως έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον και πολλές φορές καταχρηστικά για την

εξυπηρέτηση σκοπών άλλων και όχι για την παραγωγή ενός λειτουργικά και τεχνικά άρτιου

έργου.

ζ) ρυθμίζεται για πρώτη φορά η διαδικασία υπολογισμού και έγκρισης της

αποζημίωσης του αναδόχου για λόγους που οφείλονται στην υπερημερία του εργοδότη

(άρθρο 32),

η) τίθενται για πρώτη φορά γενικές διατάξεις σχετικά με τη διαδικασία έγκρισης των

μελετών, εντός ορισμένης προθεσμίας (άρθρο 37 παρ. 1) και τέλος

θ) ρυθμίζονται οι διαδικασίες διοικητικής επίλυσης των διαφορών εκ της συμβάσεως, με

ενσωμάτωση της σχετικής νομολογίας των δικαστηρίων και αποσαφήνιση των διαδικασιών

(άρθρο 41).

12

Page 17: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (ΑΡΘΡΑ 1-3 ΤΟΥ Ν. 3316/05)

ΟΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΜΕΛΕΤΩΝ

ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΥΝΑΦΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Α. Ποιες συμβάσεις ρυθμίζονται από το νόμο αυτό.

Οι συμβάσεις για την εκπόνηση μελετών ρυθμίζονταν παλαιότερα, όπως

προαναφέρθηκε στην Εισαγωγή, από το ν. 716/77 και μια σειρά Π.Διαταγμάτων, τα οποία

είχαν εκδοθεί προς εκτέλεσή του. Η δομή του νόμου εκείνου είχε διαμορφωθεί κατά τρόπο

όμοιο σχετικά με το ν.δ. 1266/77, που ίσχυε τότε για το δίκαιο των δημοσίων έργων.

Οι συμβάσεις για την παροχή συναφών προς την εκτέλεση έργων και μελετών

υπηρεσιών ρυθμίζονταν με ελλιπή τρόπο από την παράγραφο 5 του άρθρου 6 του ν.

1418/842.

Ο νέος νόμος αντικαθιστά τόσο το ν. 716/77 και τα Προεδρικά του Διατάγματα

(προσοχή: μέχρι να εκδοθεί το Π.Δ. για το Μητρώο Μελετητών και Γραφείων Μελετών

του άρθρου 39 παρ. 7, τα σχετικά θέματα ρυθμίζονται με το παλιότερο καθεστώς, ώστε να

μην υπάρξει κενό νόμου – βλέπετε άρθρο 45 παρ. 4 και 5 του ν. 3316/05), όσο και τη

διάταξη του άρθρου 6 παρ. 5 του ν. 1418/84 για την πρόσληψη και τις συμβάσεις

τεχνικών συμβούλων.

Β. Η έννοια της «μελέτης» και της «σύμβασης παροχής συναφών υπηρεσιών».

Παρά την προσπάθεια να οριοθετηθεί με θεωρητικό τρόπο η έννοια της μελέτης

στο άρθρο 1 παρ. 2α αυτό δεν είναι απολύτως δυνατό. Η οριοθέτηση της έννοιας της

μελέτης δεν είναι καθόλου εύκολη, δεδομένου ότι η έννοια της ΜΕΛΕΤΗΣ είναι πολύ

γενική και στην έννοια της περιλαμβάνονται μελέτες ιατρικές, νομικές κ.ά. Έτσι ο νόμος

καταφεύγει (στο άρθρο 2) στον συγκεκριμένο καθορισμό των μελετών που υπάγονται στο

2 Η παρ. εκείνη, η οποία καταργήθηκε ρητά με τη διάταξη της παρ. 2β του άρθρου 46 του ν. 3316/05, όριζε συγκεκριμένα ότι 'Όταν πρόκειται για σημαντικά ή τεχνικά πολύπλοκα ή εξειδικευμένης τεχνολογίας έργα στο σύνολο ή τμήματά τους ή εάν υπάρχει γενικά αδυναμία για το σχεδιασμό, μελέτη, έλεγχο μελέτης, διοίκηση και επίβλεψη του έργου από την τεχνική υπηρεσία του φορέα εκτέλεσης του έργου, επιτρέπεται η ανάθεση καθηκόντων τεχνικού συμβούλου σε ημεδαπό ή αλλοδαπό οίκο ή ιδιώτη τεχνικό, για το σχεδιασμό ή τη μελέτη ή τον έλεγχο μελέτης ή την επίβλεψη, ολικά ή μερικά, συγκεκριμένου έργου ή τμήματος ή ομάδας ομοειδών έργων. Η ανάθεση γίνεται με σύμβαση που προσδιορίζει και τη σχετική αμοιβή χωρίς δέσμευση από τις διατάξεις για τις αμοιβές μηχανικών ή άλλες σχετικές γενικές ή ειδικές διατάξεις. Ο τεχνικός που αναλαμβάνει καθήκοντα σύμφωνα με την παράγραφο αυτή και τα πρόσωπα που χρησιμοποιεί για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του σύμφωνα με τη σύμβαση υπέχουν τις ευθύνες δημόσιου υπαλλήλου. Η διάταξη του άρθρου 14 σχετικά με τη συνομολόγηση διαιτησίας εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις αλλοδαπού συμβούλου

13

Page 18: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

νόμο αυτό. Μελέτες οι οποίες δεν μπορούν να υπαχθούν σε κάποια από τις κατηγορίες

μελετών του άρθρου 2 δεν αποτελούν αντικείμενο του νόμου αυτού.

Οι κατηγορίες των μελετών του άρθρου 2 ελάχιστες αλλαγές επιφέρουν ως προς το

αντικείμενο των μελετών (οι αλλαγές επισημαίνονται με bold στο κείμενο του νόμου που

ακολουθεί). Κατά τούτο, ως προς την έννοια της μελέτης δεν επέρχονται

διαφοροποιήσεις σε σχέση με το προϊσχύον δίκαιο. Ό, τι θεωρούνταν μελέτη μέχρι τώρα

εξακολουθεί να θεωρείται και διέπεται από το νέο νόμο.

Το ζήτημα της οριοθέτησης των μελετών που ρυθμίζονταν από το ν. 716/77, σε

σχέση με άλλες μελέτες οι οποίες έμεναν εκτός του πεδίου εφαρμογής του, απασχόλησε τη

νομολογία, η οποία κατέληξε στα εξής συμπεράσματα:

Οι μελέτες που δεν αφορούν τεχνικά έργα, όπως π.χ. περί οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας ΝΠΔΔ δεν διέπονται από το ν.716/77, αλλά από το ν. 1797/88 (Πράξη Ι Τμ. ΕλΣυν. 667/91).

Η μελέτη ανάπτυξης–εκσυγχρονισμού και νέων δραστηριοτήτων του Ταχ.Ταμ/ρίου δεν διέπεται από το ν. 716/77 γιατί δεν συνδέεται με την εκτέλεση τεχνικού έργου (Γνωμ. ΝΣΚ 397/92).

Περαιτέρω ως τεχνικό έργο νοείται το οπωσδήποτε συνδεόμενο με το έδαφος (βλ. Ν. 1418/84, άρθρο 1 παρ. 3). Άρα η μελέτη συστημάτων πληροφορικής δεν υπάγεται στο ν. 716/77 (Γνωμ ΝΣΚ 393/96).

Η αεροφωτογράφιση και παραγωγή ορθοφωτογραφιών για τη δημιουργία συστήματος αναγνώρισης αγροτεμαχίων, δεν είναι μελέτη υπό την έννοια του ν. 716/77, γιατί οι μελέτες τοπογραφίας (περ. 16 του π.δ. 541/78) περιλαμβάνουν τη λήψη αεροφωτογραφιών μεν αλλά προς το σκοπό σύνταξης οριζοντιογραφικών και υψομετρικών διαγραμμάτων (βλ. άρθρο 118 π.δ. 696/74), σκοπός που ελλείπει στην προκείμενη περίπτωση (Γνωμ ΝΣΚ 406/95).

Σχετικά με τη ΣΥΜΒΑΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ: Προαναφέρθηκε ήδη ότι νοούνται ως

συμβάσεις υπηρεσιών οι συμβάσεις που μέχρι σήμερα ήταν γνωστές ως υπηρεσίες

τεχνικών συμβούλων, κατά το άρθρο 6 παρ. 5 του ν. 1418/84. Οι συμβάσεις ρυθμίζονται

παράλληλα στο νόμο αυτό, που σε πολλά του σημεία αναφέρεται είτε σε μελέτες είτε σε

υπηρεσίες. Π.χ. στην διαδικασία της ανάθεσης ισχύει η διαδικασία του ΑΡΘΡΟΥ 9, ενώ σε

σχέση με τις ιδιαιτερότητες των πτυχίων (δεν υπάρχουν πτυχία για παρέχοντες υπηρεσίες,

και στις σχετικές διαδικασίες ανάθεσης των συμβάσεων λαμβάνουν μέρος μελετητές με

κάποιες συνεργασίες) τα θέματα αντιμετωπίζονται ειδικά στις διατάξεις των παρ. 2- 4 του

άρθρου 14. Σε σχέση με τις διαδικασίες δημοσιοποίησης της σύμβασης, ελέγχου της

καταλληλότητας κ.λ.π. οι διαδικασίες είναι ίδιες με αυτές των μελετών (βλέπετε άρθρα 12,

13, 15, 16, 17).

Κατά την εκτέλεση των μελετών τα θέματα αντιμετωπίζονται είτε όμοια (ό,που ο

νόμος δεν κάνει διάκριση μεταξύ των συμβάσεων μελετών-παροχής συναφών υπηρεσιών),

είτε ανάλογα, όταν οι περί μελετών διατάξεις δεν μπορούν να τύχουν αυτούσιας

εφαρμογής, όπως λ.χ. στο άρθρο 27 παρ. 4, 30 παρ. 3, 34 παρ. 6, 37.

14

Page 19: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Γ. Η έννοια της «αναθέτουσας αρχής» και των αποφαινομένων οργάνων

αυτής.

Στο ν. 3316/2005 δεν υπάγονται προφανώς όλες οι συμβάσεις μελετών και

υπηρεσιών μηχανικού, αλλά μόνο οι ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ, δηλαδή οι συμβάσεις από

επαχθή αιτία (όχι χαριστική, όχι δηλαδή όταν η μελέτη παρέχεται χωρίς αντάλλαγμα,

ως δωρεά) που ανατίθενται από τις αναθέτουσες αρχές, που είναι η κοινοτική ορολογία

για τον εργοδότη3.

Η έννοια της αναθέτουσας αρχής ορίζεται στην παρ. 9 του άρθρου 1.

Αναθέτουσες αρχές είναι όλα τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (λ.χ. το δημόσιο, οι

Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α΄και Β΄βαθμού, τα νοσοκομεία, τα πανεπιστήμια) και

όσα από τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (κατά κύριο λόγο με μορφή ανώνυμης

εταιρείας) ελέγχονται με κάποιο τρόπο από το κράτος ή άλλους φορείς δημοσίου δικαίου.

Οι οργανισμοί αυτοί ονομάζονται στο κοινοτικό δίκαιο Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου.

Από την εφαρμογή του νέου νόμου εξαιρούνται, κατά το άρθρο 46 παρ. 1, μόνο η ΔΕΗ

Α.Ε. και η ΔΕΠΑ Α.Ε. Πλούσια νομολογία του ΔΕΚ (Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών

Κοινοτήτων) σχετικά με την έννοια του Οργανισμού Δημοσίου Δικαίου παρατίθεται κάτω

από το άρθρο 1.

Τυχόν υπάρχουσες ειδικές διατάξεις, με τις οποίες κάποιοι φορείς είχαν εξαιρεθεί

από την εφαρμογή του ν. 716/77 και εφάρμοζαν στις μελέτες τους κανονισμούς,

καταργήθηκαν με το άρθρο 46.

Η έννοια της αναθέτουσας αρχής δεν πρέπει να συγχέεται με την έννοια της

υπηρεσίας του διεξάγει το διαγωνισμό. Στις εγκεκριμένες και πρότυπες προκηρύξεις

ζητείται (άρθρο 1) να οριστούν συγκεκριμένα τόσο η αναθέτουσα αρχή όσο και η

υπηρεσία που διεξάγει το διαγωνισμό. Ζητείται επίσης να οριστούν τα αποφαινόμενα

όργανα της αναθέτουσας αρχής, δηλαδή η Προϊσταμένη Αρχή, η Διευθύνουσα

Υπηρεσία και το Τεχνικό Συμβούλιο. Η ύπαρξη νόμιμα συνεστημένων αποφαινομένων

οργάνων είναι απαραίτητη για την εφαρμογή του νόμου αυτού. Στο άρθρο 45 παρ. 24

3 Σχετικά ορίζει η παρ. 1 του άρθρου 1 που αναφέρει ότι

«Δημόσια σύμβαση» είναι η έγγραφη σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας, η οποία συνάπτεται μεταξύ αναθέτουσας Αρχής της παραγράφου 9 και αναδόχου της παραγράφου 19 και έχει ως αντικείμενο την εκπόνηση μελέτης ή την παροχή λοιπών υπηρεσιών μηχανικού, όπως αυτή ορίζεται στις κείμενες διατάξεις, καθώς και την παροχή υπηρεσιών άλλων ελευθέριων επαγγελμάτων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2. 4 Το άρθρο 45 παρ. 2 αναφέρει τα εξής:

«2. Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες που προβλέπονται από το νόμο αυτό ασκούνται από τα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας Αρχής και του εργοδότη, σύμφωνα με τις οργανωτικές διατάξεις

15

Page 20: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ρυθμίζεται ο τρόπος με τον οποίο τα αποφαινόμενα όργανα κάθε αναθέτουσας αρχής θα

προσδιοριστούν [εφόσον δεν υφίστανται σύμφωνα με τις οργανωτικές διατάξεις κάθε

φορέα, ή κατ΄άλλο τρόπο (λ.χ. με προεδρικό διάταγμα) καθορίζονται με κοινή υπουργική

απόφαση (του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ και του καθ΄ύλην αρμόδιου-εποπτεύοντος Υπουργού)].

Ήδη με σειρά ΚΥΑ έχουν καθορισθεί αποφαινόμενα όργανα για πολλές

αναθέτουσες αρχές. Ενδεικτικά:

-- Αριθμ. Δ17γ/07/45/ΦΝ 439.4/13-3-2007 (ΦΕΚ Α΄447) Αποφαινόμενα όργανα ΥΠΕΧΩΔΕ και εποπτευομένων νομικών προσώπων.

-- Αριθμ. 8224/13/07 (ΦΕΚ Β 642/27.4.2007) Γενική Γραμματεία Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας.

-- Αριθμ. 1085738/2630/0006Α (ΦΕΚ Β΄ 1868/14.09.2007) Ορισμός οργάνων Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων.

-- Αριθμ. ΕΥΔΕ Φ500/3066/197 (ΦΕΚ Β΄ 131/05.02.2007) Όργανα Ειδικής Υπηρεσίας Δημοσίων Εργων/Αθλητικών Ολυμπιακών – Εγκαταστάσεων (ΕΥΔΕ/ΑΟΕΕ) της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού (Γ.Γ.Α.).

-- Αριθμ. ΤΥ-Δ/Φ550/ΟΙΚ.4220 (ΦΕΚ 164 7.2.2007) Όργανα Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού (Γ.Γ.Α.) -πλην της ΕΥΔΕ/ΑΟΕΕ - και στα εποπτευόμενα από αυτή Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου.

-- Αριθ. Φ.476/2273/78892/ΣΤ3 (ΦΕΚ Β΄1237/1.9.2005) Ορισμός οργάνων του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΥΠΕΠΘ).

-- Αριθμ. 40700 (ΦΕΚ Β 1196/31.8.2006) Αποφαινόμενα και γνωμοδοτούντα όργανα των Ο.Τ.Α. Α΄ βαθμού, Δημοτικών και Κοινοτικών Ιδρυμάτων, λοιπών Δημοτικών και Κοινοτικών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Δημοτικών και Κοινοτικών Επιχειρήσεων των νόμων 1069/1980 και 890/1979 και Επιχειρήσεων και λοιπών Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου των Ο.Τ.Α. Α΄ βαθμού του π.δ/τος 410/19955.

τους. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να ορίζονται τα αποφαινόμενα και γνωμοδοτούντα όργανα των επιμέρους αναθετουσών Αρχών, για τις ανάγκες εφαρμογής του νόμου αυτού.

Αποφαινόμενα όργανα που έχουν καθοριστεί με προγενέστερες διατάξεις διατηρούν τις αρμοδιότητές τους μέχρι την έκδοση νέας απόφασης.

Μέχρι την έκδοση των νέων αποφάσεων ως αποφαινόμενα και γνωμοδοτούντα για τις συμβάσεις του νόμου αυτού όργανα, ορίζονται όργανα και υπηρεσίες των αναθετουσών Αρχών με απόφαση του οργάνου διοίκησης των αρχών αυτών.

3. Όπου οι κείμενες διατάξεις παραπέμπουν σε διατάξεις του ν. 716/1977 και στα προεδρικά διατάγματα και τις υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν προς εκτέλεσή του, η παραπομπή νοείται ότι γίνεται στις αντίστοιχες διατάξεις του νόμου αυτού και στο προεδρικό διάταγμα που θα εκδοθεί κατ' εξουσιοδότησή του.»

5 Προϊσταμένη Αρχή των Δήμων ορίστηκε το Δημοτικό Συμβούλιο ή η Δημαρχιακή Επιτροπή κατά τα οριζόμενα στο π.δ. 410/1995 (ΔΚΚ), που ήδη αντικαταστάθηκε με το ν. 3463/2006. Στο νέο ΔΚΚ το άρθρο 93 αναφέρεται στις αρμοδιότητες του Δημοτικού Συμβουλίου και το άρθρο 103 στις αρμοδιότητες της Δημαρχιακής Επιτροπής. Γενικώς αρμοδιότητα έχει η Δημαρχιακή Επιτροπή για την διεξαγωγή δημοπρασιών, εκτός κι αν κρίνει το θέμα ιδιαιτέρως σοβαρό και το παραπέμψει στο Δημοτικό Συμβούλιο (παρ. 5 άρθρου 103) - Βλέπετε σχετικά και ΣτΕ 1403/2003. Επισημαίνεται πάντως η παρ. 4 του άρθρου 93 του ν. 3463/06 κατά την οποία το Δημοτικό Συμβούλιο έχει γενικά αποφασιστικές και γνωμοδοτικές αρμοδιότητες σε θέματα που σχετίζονται με ρυθμιστικά σχέδια, ΓΠΣ, ΣΧΟΑΠ, κ.λ.π.

16

Page 21: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

-- Αριθμ. 40701/27-7-2006 (ΦΕΚ Β΄1196) Όργανα Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, ιδρυμάτων και επιχειρήσεών τους

-- Αριθμ. ΔΥ8/Γ.Π/ΟΙΚ 113766 (ΦΕΚ Β 1490 9.10.2006) Καθορισμός οργάνων Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Εποπτευομένων Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. και κληροδοτημάτων του ν. 2039/1939.

Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του ΣτΕ, αποφαινόμενα όργανα για τη

συγκεκριμένη σύμβαση είναι αυτά που ορίζονται (έστω κι εσφαλμένα, δηλαδή αντίθετα ή

παρά το νόμο) με την Προκήρυξη. Ισχύει δηλαδή και στον ορισμό των αποφαινομένων

οργάνων η πάγια αρχή κατά την οποία η Προκήρυξη ενός διαγωνισμού αποτελεί το «νόμο

της δημοπρασίας» και υπερισχύει (αν δεν προσβληθεί εγκαίρως, δηλαδή πριν την

υποβολή προσφοράς) ακόμα και του νόμου.

Η Προϊσταμένη Αρχή (άρθρο 1 παρ. 12) έχει κύριο ρόλο στη διεξαγωγή της

δημοπρασίας (αφού εγκρίνει όλες τις πράξεις) και περιορισμένο – εποπτικό ρόλο στη

διαδικασία της εκτέλεσης της σύμβασης, κατά την οποία α) αποφαίνεται στις διαφωνίες

μεταξύ αναδόχου και Δ.Υ., εγκρίνει συγκεκριμένες πράξεις της Δ.Υ. (όπως τους

Συγκριτικούς Πίνακες) και έχει κυριαρχικό ρόλο σε θέματα τροποποίησης της σύμβασης

(παράταση προθεσμιών, υπογραφή συμπληρωματικών συμβάσεων).

Η Διευθύνουσα Υπηρεσία (άρθρο 1 παρ. 13) δεν έχει ρόλο στην ανάθεση (το

πρώτον εμφανίζεται κατά την υπογραφή της σύμβασης) και έχει τη διοίκηση - διαχείριση

της σύμβασης υπό την εποπτεία της Π.Α. Από τη δύναμή της προέρχεται και ο

επιβλέπων.

Το Τεχνικό Συμβούλιο έχει αρμοδιότητα γνωμοδότησης προς την Προϊσταμένη

Αρχή, τόσο στη φάση της προετοιμασίας της σύμβασης (στη διαδικασία του διαγωνισμού

δεν έχει ρόλο αφού τις γνωμοδοτικές αρμοδιότητες επί των ενστάσεων των

διαγωνιζομένων έχει η Επιτροπή Διαγωνισμού), όσο και στη φάση της εκτέλεσης της

σύμβασης. Όταν απαιτείται γνωμοδότηση του Τ.Σ. πρέπει αυτή να ληφθεί επί ποινή

ακυρότητας της απόφασης της Π.Α. που εκδίδεται χωρίς αυτήν (βλέπετε σχετικά πιο κάτω

Οδηγό για τις ενέργειες διεξαγωγής της διαδικασίας ανάθεσης).

17

Page 22: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ:

ΝΟΜΟΣ 3316/05 «Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης

μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 42 Α΄)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 1

Έννοιες - Ορισμοί

Για την εφαρμογή του νόμου αυτού, οι παρακάτω όροι έχουν τις αντίστοιχες έννοιες: 1. α) «Δημόσια σύμβαση» είναι η έγγραφη σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας, η οποία συνάπτεται μεταξύ αναθέτουσας Αρχής της παραγράφου 9 και αναδόχου της παραγράφου 19 και έχει ως αντικείμενο την εκπόνηση μελέτης ή την παροχή λοιπών υπηρεσιών μηχανικού, όπως αυτή ορίζεται στις κείμενες διατάξεις, καθώς και την παροχή υπηρεσιών άλλων ελευθέριων επαγγελμάτων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2. Οι δημόσιες συμβάσεις του νόμου αυτού διακρίνονται σε συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής υπηρεσιών. 2. α) «Μελέτη» είναι το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, που αποβλέπει ιδίως στην παραγωγή τεχνικού έργου ή στην επέμβαση σε τεχνικό έργο ή αφορά στο σχεδιασμό και την απεικόνιση τεχνικού έργου ή παραγωγικής διαδικασίας ή σε μεθόδους ανάπτυξης και σχεδιασμού του ευρύτερου χώρου. Η μελέτη έχει την έκταση και το βάθος που απαιτείται με τη σύμβαση, απεικονίζεται δε και παραδίδεται στην αναθέτουσα Αρχή με συγκεκριμένη συμφωνημένη μορφή. β) «Σύμβαση παροχής υπηρεσιών» είναι η σύμβαση στην οποία η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην προσφορά γνώσεων και ικανοτήτων, με τη διάθεση κυρίως συγκεκριμένου επιστημονικού προσωπικού και άλλων μέσων επί ορισμένο χρόνο, που προσδιορίζεται είτε ημερολογιακά, είτε σε συνάρτηση με ορισμένο γεγονός της διαδικασίας παραγωγής έργου. Ως συμβάσεις παροχής υπηρεσιών νοούνται ιδίως οι συμβάσεις: αα) Για την σύνταξη των τευχών δημόσιου διαγωνισμού ανάθεσης μελέτης ή υπηρεσίας. ββ) Για τον έλεγχο και την επίβλεψη έργου ή μελέτης, όπως η επίβλεψη προσδιορίζεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 25. γγ) Για την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης και στην διοίκηση ή επίβλεψη ή έλεγχο έργου. 3. «Σύνθετη σύμβαση» είναι η σύμβαση που περιλαμβάνει εκπόνηση μελέτης και παροχή υπηρεσιών, εφόσον αφορούν το ίδιο έργο και δεν κωλύεται, λόγω σύγκρουσης καθηκόντων ή παραβίασης των αρχών του υγιούς ανταγωνισμού, η ανάθεσή τους στον αυτό ανάδοχο. 4. «Συμφωνία-πλαίσιο» είναι η συμφωνία ορισμένης διάρκειας, που συνάπτεται μεταξύ αναθέτουσας Αρχής και αναδόχου, με αντικείμενο την εκπόνηση μελετών ή παροχή υπηρεσιών, όταν δεν μπορούν να προσδιοριστούν επακριβώς εκ των προτέρων στοιχεία τους, όπως οι χρόνοι έναρξης και λήξης των επιμέρους μελετών ή υπηρεσιών, οι ακριβείς χώροι εκτέλεσης και ο ακριβής προσδιορισμός του αντικειμένου της σύμβασης. Με τη συμφωνία - πλαίσιο καθορίζονται επιμέρους όροι των συμβάσεων που πρόκειται να συναφθούν κατά τη διάρκεια ισχύος της, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8. 5. «Ανοικτή διαδικασία» είναι η διαδικασία ανάθεσης μελέτης ή υπηρεσίας στην οποία μπορεί να υποβάλει προσφορά κάθε ενδιαφερόμενος. 6. «Κλειστή διαδικασία» είναι η διαδικασία ανάθεσης μελέτης ή υπηρεσίας στην οποία μπορεί να υποβάλει αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος κάθε ενδιαφερόμενος, αλλά προσφορά υποβάλλουν μόνο οι υποψήφιοι που προεπιλέγονται από την αναθέτουσα Αρχή. 7. «Διαδικασία με διαπραγμάτευση» είναι η διαδικασία ανάθεσης μελέτης ή υπηρεσίας, στην οποία οι αναθέτουσες Αρχές προσκαλούν τους ενδιαφερόμενους που επιλέγουν και διαπραγματεύονται τους όρους της σύμβασης με έναν ή περισσότερους απ’ αυτούς.

18

Page 23: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

8. «Διαγωνισμός μελετών» είναι η διαδικασία με την οποία η αναθέτουσα Αρχή επιδιώκει την εξασφάλιση μελετών ή σχεδίων, κυρίως στους τομείς της χωροταξίας, της πολεοδομίας, της αρχιτεκτονικής και των έργων πολιτικού μηχανικού, που επιλέγονται από κριτική επιτροπή μετά από σύγκριση και με ή χωρίς την απονομή χρηματικών βραβείων. 9. «Αναθέτουσες αρχές» είναι το δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) όλων των βαθμών, οι δημοτικές, νομαρχιακές και δημόσιες επιχειρήσεις κάθε νομικής μορφής, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου και οι ενώσεις κάθε νομικής μορφής που συγκροτούνται από τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα. «Οργανισμός δημοσίου δικαίου» είναι κάθε νομικό πρόσωπο το οποίο: α) Έχει συσταθεί με συγκεκριμένο σκοπό την κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν εμπίπτουν στον βιομηχανικό ή εμπορικό τομέα. β) Η δραστηριότητά του χρηματοδοτείται κατά το μεγαλύτερο μέρος από το ελληνικό δημόσιο ή από οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης ή από άλλο οργανισμό δημοσίου δικαίου, ή η διαχείρισή του υπόκειται σε έλεγχο ασκούμενο από τους οργανισμούς αυτούς, ή περισσότερα από τα μισά των μελών του διοικητικού, του διευθυντικού ή του εποπτικού του συμβουλίου διορίζονται από το ελληνικό δημόσιο ή οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου. 10. «Κύριος του έργου» είναι το δημόσιο ή ένα από τα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, στο οποίο ανήκει το έργο για το οποίο παρέχονται οι υπηρεσίες των συμβάσεων των παραγράφων 1 έως 4. 11. «Εργοδότης» είναι η αναθέτουσα αρχή που καταρτίζει σύμβαση μελέτης ή παροχής υπηρεσιών με τον ανάδοχο, είτε για λογαριασμό της, είτε για λογαριασμό του κυρίου του έργου. 12. «Προϊσταμένη Αρχή» είναι η αρχή ή η υπηρεσία ή το όργανο α) της αναθέτουσας αρχής, που διενεργεί τη διαδικασία ανάθεσης των συμβάσεων των παραγράφων 1 έως 4 και β) του εργοδότη, που εποπτεύει την εκτέλεση της συναφθείσας σύμβασης, ασκώντας για λογαριασμό του αποφασιστικές αρμοδιότητες, ιδίως σε θέματα τροποποίησης των όρων της σύμβασης. 13. «Διευθύνουσα Υπηρεσία» είναι η τεχνική υπηρεσία που έχει την αρμοδιότητα διοίκησης της συναφθείσας σύμβασης, υπό την εποπτεία της Προϊσταμένης Αρχής. 14. «Τεχνικό συμβούλιο» είναι το συλλογικό όργανο που έχει την αρμοδιότητα να γνωμοδοτεί στον εργοδότη για την έκδοση αποφάσεων, όταν προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία ή ζητείται από την Προϊσταμένη Αρχή. 15. «Μελετητής ή πάροχος υπηρεσιών» είναι το φυσικό πρόσωπο που έχει την απαιτούμενη επιστημονική γνώση και το αναγνωρισμένο από το δίκαιο της επαγγελματικής του έδρας δικαίωμα να εκπονεί μελέτες ή αντίστοιχα να παρέχει υπηρεσίες των παραγράφων 1 έως 4. 16. «Εταιρεία» ή «γραφείο μελετών» και «εταιρεία» ή «γραφείο παρόχων υπηρεσιών» είναι η επαγγελματική μονάδα που έχει νομική προσωπικότητα με εταιρική μορφή, διαθέτει κατάλληλη επιστημονική και λοιπή στελέχωση και έχει το αναγνωρισμένο από το δίκαιο της έδρας της δικαίωμα, να εκπονεί μελέτες ή αντίστοιχα να παρέχει υπηρεσίες των παραγράφων 1 έως 4. 17. «Σύμβουλος» της υπηρεσίας είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, δυνάμει συμβάσεως παροχής υπηρεσιών, υποστηρίζει την υπηρεσία στη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας και στη διοίκηση επίβλεψη, ή έλεγχο μελέτης ή έργου. 18. «Σύνθετη μελέτη» είναι η μελέτη που περιλαμβάνει περισσότερες από μία κατηγορίες μελετών. 19. «Ανάδοχος» είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ή κοινοπραξία, ή σύμπραξη, που συνάπτει με τον εργοδότη σύμβαση των παραγράφων 1 έως 4. 20. «Σύμπραξη» είναι η ομάδα φυσικών ή νομικών προσώπων που δεν έχει νομική προσωπικότητα και συμμετέχει στη διαδικασία ανάθεσης και εκτέλεσης των συμβάσεων των παρ. 1 έως 4. 21. «Εκπρόσωπος της σύμπραξης» είναι το φυσικό πρόσωπο που ορίζεται με κοινή δήλωση των μελών της και έχει την ευθύνη της εκπροσώπησης και του διοικητικού και τεχνικού συντονισμού των μελών για την παραγωγή σύνθετης μελέτης ή υπηρεσίας. 22. «Προεκτιμώμενη αμοιβή» είναι το προεκτιμώμενο από την αναθέτουσα Αρχή χρηματικό ποσό για την ολοκλήρωση των προκηρυσσόμενων μελετών ή υπηρεσιών, που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 και αναφέρεται στην προκήρυξη της διαδικασίας ανάθεσης των συμβάσεων των παραγράφων 1 έως 4. 23. «Συμβατική αμοιβή» είναι το καθοριζόμενο με την προκήρυξη κατ’ αποκοπή τίμημα εκάστης των προκαταρκτικών μελετών και η οικονομική προσφορά του αναδόχου στα λοιπά στάδια των μελετών και στη σύμβαση παροχής υπηρεσιών.

19

Page 24: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

24. «Τελική αμοιβή» είναι το συνολικό ποσό που καταβάλλεται στον ανάδοχο ως αμοιβή για το εκτελεσθέν αντικείμενο της σύμβασης. 25. «Φυσικό αντικείμενο» της σύμβασης είναι το έργο ή η υπηρεσία, που προσδιορίζεται από αυτήν, ως το ζητούμενο αποτέλεσμα της σύμβασης. 26. «Μονάδες φυσικού αντικειμένου» είναι οι χαρακτηριστικές για κάθε έργο μοναδιαίες διαστάσεις του, πολλαπλάσια των οποίων το συνθέτουν και ορίζουν το μέγεθός του κατά κύριο λόγο, όπως χιλιόμετρα οδού, τετραγωνικά μέτρα κτιρίων, αποτυπώσεων κ.λ.π.. 27. «Υποστηρικτικές μελέτες και έρευνες» είναι οι επιμέρους μελέτες και έρευνες που είναι απαραίτητες για τον σχεδιασμό έργου ή την παροχή υπηρεσίας, δεν έχουν όμως ως αντικείμενο τον ίδιο τον σχεδιασμό του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Με το άρθρο 1 δίνονται οι ορισμοί των εννοιών που συναντώνται στο νόμο. Το δίκαιο

των μελετών είναι ιδιαίτερα τεχνικό και για το λόγο αυτό έχει ανάγκη επεξήγησης των

εννοιών του. Ιδιαίτερη μέριμνα λαμβάνεται για την απόδοση των ορισμών της κοινοτικής

οδηγίας περί υπηρεσιών. Οι ορισμοί που παρατίθενται εδώ έχουν την προέλευσή τους κατά

ένα μεγάλο μέρος από την αντίστοιχη οδηγία.

Πέρα από τους ορισμούς που ήδη προαναφέρθηκαν (δημόσια σύμβαση, έννοια μελέτης -

παροχής υπηρεσίας, αναθέτουσα αρχή) σημαντικοί ορισμοί είναι ακόμα αυτοί που

αναφέρονται α) στην προεκτιμώμενη αμοιβή, και β) στη συμβατική αμοιβή που είναι κατά

κανόνα η οικονομική προσφορά του αναδόχου (με εξαίρεση την αμοιβή της

προκαταρκτικής μελέτης που ορίζεται κατ΄αποκοπήν με την προκήρυξη της μελέτης). Περί

των ορισμών αυτών βλέπ. κάτω από τα άρθρα 4 και 30.

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΔΕΚ: Το ΔΕΚ ασχολήθηκε πολύ με την έννοια της αναθέτουσας αρχής. Επιδίωξή του είναι να μην επιτρέψει εξαιρέσεις από την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας περί συμβάσεων υπηρεσιών.

• Έτσι στην υπόθεση C-31/87 (GEBROEDERS BEENTJES BV ΚΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ) κρίθηκε ότι μια τοπική επιτροπή αναδασμού είναι αναθέτουσα αρχή, παρότι δεν έχει αυτόνομη νομική υπόσταση (δεν είναι δηλαδή νομικό πρόσωπο), επειδή είναι ενταγμένη στο νομικό πρόσωπο του κράτους (βλέπ. κατωτέρω υπό 1 αυτούσιες τις σχετικές σκέψεις της απόφασης).

• Στην υπόθεση Mannesmann (C- 44/96) λ.χ. κρίθηκε ότι αν ένας οργανισμός ιδρύθηκε για να εξυπηρετήσει ανάγκες γενικού συμφέροντος που δεν έχουν εμπορικό και βιομηχανικό χαρακτήρα είναι αναθέτουσα αρχή είναι δε άνευ σημασίας το γεγονός ότι, εκτός από την αποστολή αυτή, η μονάδα αυτή είναι ελεύθερη να ασκεί άλλες δραστηριότητες, που έχουν τέτοιο χαρακτήρα [βλέπετε αμέσως πιο κάτω υπό στοιχείο 2 τις πιο σημαντικές σκέψεις του Δικαστηρίου].

• Στην υπόθεση C-470/99 (Universale Bau AG), το ΔΕΚ έκρινε ότι κατά την έννοια της Οδηγίας 93/37, αποτελεί αναθέτουσα αρχή ένα νομικό πρόσωπο που συστάθηκε μεν για σκοπούς εμπορικού και βιομηχανικού χαρακτήρα, πλην ανέλαβε με σύμβαση την εκπλήρωση σκοπών γενικού συμφέροντος [βλέπετε τις σχετικές σκέψεις υπό στ. 3].

• Στην υπόθεση C- 283/00 (Επιτροπή κατά Ισπανίας), το ζήτημα της αντιδιαστολής των αναγκών γενικού συμφέροντος και βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα, τίθεται σε γενικότερη βάση: Κατά το δικαστήριο η ύπαρξη ή η απουσία ανάγκης γενικού συμφέροντος μη έχουσας εμπορική ή βιομηχανικό χαρακτήρα, πρέπει να εκτιμάται λαμβανομένου του συνόλου των σχετικών νομικών και πραγματικών δεδομένων, όπως των περιστάσεων υπό τις οποίες συστάθηκε ο οικείος οργανισμός και των συνθηκών υπό τις οποίες ασκεί τη δραστηριότητά του, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, της απουσίας ανταγωνισμού στην αγορά της μη επιδιώξεως κερδοσκοπικού σκοπού κατά κύριο λόγο, της μη αναλήψεως

20

Page 25: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

κινδύνων συνδεομένων με τη δραστηριότητα αυτή, καθώς και της ενδεχομένης δημοσίας χρηματοδοτήσεως της οικείας δραστηριότητας [βλέπετε αναλυτικά τις σχετικές σκέψεις υπό στ. 4].

• Στην υπόθεση C-380/98 (University of Cambridge) το δικαστήριο ασχολήθηκε και ερμήνευσε την έννοια της αναθέτουσας αρχής, υπό την έννοια της χρηματοδότησης. Η Οδηγία 93/37/ΕΟΚ, όπως και όλες οι λοιπές για τις δημόσιες συμβάσεις, αναφέρουν ότι μια εναλλακτική προϋπόθεση για θεωρηθεί ένας οργανισμός ως αναθέτουσα αρχή, είναι, η δραστηριότητά του να χρηματοδοτείται κατά πλειοψηφία από το κράτος, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου. Το δικαστήριο έκρινε ότι η έκφραση «χρηματοδοτείται (...) από [μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές]» έχει την έννοια ότι περιλαμβάνει τις επιδοτήσεις ή επιχορηγήσεις που καταβάλλονται από μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές για την ενίσχυση της ερευνητικής εργασίας και τις φοιτητικές υποτροφίες που καταβάλλονται από τοπικές αρμόδιες για την εκπαίδευση αρχές σε πανεπιστήμια για την κάλυψη των διδάκτρων συγκεκριμένων φοιτητών. Δεν αποτελούν, αντιθέτως, δημόσια χρηματοδότηση υπό την έννοια των οδηγιών αυτών οι καταβολές στις οποίες προβαίνουν μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές είτε στο πλαίσιο συμβάσεως παροχής υπηρεσιών περιλαμβάνουσας ερευνητικές εργασίες, είτε ως αντιπαροχή για την παροχή άλλων υπηρεσιών, όπως η παροχή γνωμοδοτήσεων ή η οργάνωση συνεδρίων. Ο όρος «κατά πλειοψηφία», σημαίνει «άνω του ημίσεος». Για την ορθή εφαρμογή του ποσοστού επί τοις εκατό της δημόσιας χρηματοδοτήσεως ορισμένου οργανισμού, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των εισοδημάτων που εισπράττει, περιλαμβανομένων των προερχομένων από εμπορική δραστηριότητα. ( βλ. σκέψεις 26, 33, 36, διατακτ. 1-3 ) 2. Ο χαρακτηρισμός ενός οργανισμού όπως ένα πανεπιστήμιο ως «αναθέτουσας αρχής», υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο β, των οδηγιών 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, 93/36, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, και 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, πρέπει να γίνεται επί ετησίας βάσεως και το οικονομικό έτος κατά το οποίο κινείται η διαδικασία συνάψεως συγκεκριμένης δημόσιας συμβάσεως πρέπει να θεωρείται ως το καταλληλότερο διάστημα για τον υπολογισμό του τρόπου χρηματοδοτήσεως του οργανισμού αυτού, νοουμένου ότι ο υπολογισμός αυτός πρέπει να γίνεται βάσει των αριθμητικών στοιχείων που είναι διαθέσιμα στην αρχή του οικονομικού έτους, ακόμη και αν είναι στοιχεία κατά πρόβλεψη. Ένας οργανισμός ο οποίος, κατά την ημερομηνία κινήσεως της διαδικασίας συνάψεως δημόσιας συμβάσεως, αποτελεί «αναθέτουσα αρχή» υπό την έννοια των προαναφερθεισών οδηγιών, εξακολουθεί, για τις ανάγκες της δημόσιας αυτής συμβάσεως, να υπόκειται στις επιταγές των οδηγιών αυτών μέχρι την περάτωση της οικείας διαδικασίας.

• Στην υπόθεση C-399/98 (Ordine degli Architetti κ.λ.π.) το ΔΕΚ κλήθηκε να απαντήσει σε ένα προδικαστικό ερώτημα που τέθηκε από ιταλικό δικαστήριο και αφορά τον προσδιορισμό της έννοιας της σύμβασης δημοσίου έργου, και της επαχθούς αιτίας, η οποία πρέπει να υφίσταται προκειμένου να κριθεί ότι υπάρχει τέτοια σύμβαση. Η εξ επαχθούς αιτίας σύναψη της συμβάσεως αναφέρεται στην αντιπαροχή που καταβάλλει η οικεία δημόσια αρχή λόγω της πραγματοποιήσεως των έργων που αποτελούν το αντικείμενο της συμβάσεως την οποία αφορά το άρθρο 1, στοιχείο α, και επί των οποίων η δημόσια αρχή θα έχει την εξουσία χρήσεως και διαθέσεως.

• Στην υπόθεση C-237/99 (Επιτροπή/Γαλλία), το ΔΕΚ ασχολήθηκε και πάλι με τον ορισμό της αναθέτουσας αρχής και συγκεκριμένα με την εναλλακτική περίπτωση κατά την οποία η στενή εξάρτηση του κρινόμενου νομικού προσώπου από το κράτος, ή ΟΤΑ ή άλλο Οργανισμό Δημοσίου Δικαίου οφείλεται στο ότι η διαχείρισή του υπόκειται σε έλεγχο από το κράτος ή τους οργανισμούς αυτούς. Στο στόχαστρο του δικαστηρίου βρέθηκε η έννοια της διαχείρισης.

21

Page 26: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 2 Πεδίο εφαρμογής - Κατηγορίες μελετών

1. Ο νόμος αυτός ρυθμίζει τη σύναψη και εκτέλεση όλων των δημοσίων συμβάσεων, ανεξαρτήτως αξίας, για την εκπόνηση μελετών και παροχή λοιπών υπηρεσιών μηχανικού και των άλλων ελευθερίων επαγγελμάτων των κατηγοριών μελετών της παραγράφου 2, που εμπίπτουν καθ’ ύλην στο «Παράρτημα ΙΙ Α» της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και στο «Παράρτημα XVIIΑ» της οδηγίας 2004/17/ΕΚ, όπως εκάστοτε ισχύουν, όταν οι μελέτες δεν εκπονούνται και οι υπηρεσίες δεν παρέχονται από το προσωπικό της αναθέτουσας αρχής. Για τις ανωτέρω συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω οδηγιών, ο παρών νόμος εναρμονίζει το εθνικό δίκαιο προς αυτές.

2. Οι μελέτες ή και υπηρεσίες επίβλεψης μελετών και έργων, ανάλογα με το αντικείμενό τους, διακρίνονται στις ακόλουθες κατηγορίες:

(1) Χωροταξικές και ρυθμιστικές μελέτες. (2) Πολεοδομικές και ρυμοτομικές μελέτες. (3) Οικονομικές μελέτες. (4) Κοινωνικές μελέτες. (5) Μελέτες οργάνωσης και επιχειρησιακής έρευνας. (6) Αρχιτεκτονικές μελέτες κτιριακών έργων. (7) Ειδικές αρχιτεκτονικές μελέτες (διαμόρφωσης εσωτερικών και εξωτερικών χώρων,

αποκατάστασης μνημείων, διατήρησης παραδοσιακών κτιρίων, οικισμών και τοπίου). (8) Στατικές μελέτες (μελέτες φερουσών κατασκευών κτιρίων και μεγάλων ή ειδικών τεχνικών

έργων). (9) Μηχανολογικές, ηλεκτρολογικές και ηλεκτρονικές μελέτες6. (10) Μελέτες συγκοινωνιακών έργων (οδών, σιδηροδρομικών γραμμών, μικρών τεχνικών έργων,

έργων υποδομής αερολιμένων) και κυκλοφοριακές μελέτες. (11) Μελέτες λιμενικών έργων. (12) Μελέτες μεταφορικών μέσων (χερσαίων, πλωτών, εναέριων). (13) Μελέτες υδραυλικών έργων (εγγειοβελτιωτικών έργων, φραγμάτων, υδρεύσεων,

αποχετεύσεων) και διαχείρισης υδατικών πόρων. (14) Ενεργειακές μελέτες (θερμοηλεκτρικές, υδροηλεκτρικές, πυρηνικές, ήπιων μορφών

ενέργειας). (15) Βιομηχανικές μελέτες (προγραμματισμού, σχεδιασμού και λειτουργίας). (16) Μελέτες τοπογραφίας (γεωδαιτικές, φωτογραμμετρικές, χαρτογραφικές, κτηματογραφικές και

τοπογραφικές). (17) Χημικές μελέτες και έρευνες. (18) Μελέτες χημικής Μηχανικής και Χημικών Εγκαταστάσεων. (19) Μεταλλευτικές μελέτες και έρευνες. (20) Γεωλογικές, υδρογεωλογικές και γεωφυσικές μελέτες και έρευνες. (21) Γεωτεχνικές μελέτες και έρευνες. (22) Εδαφολογικές μελέτες και έρευνες. (23) Γεωργικές μελέτες (γεωργοοικονομικές, γεωργοτεχνικές εγγείων βελτιώσεων,

γεωργοκτηνοτροφικού προγραμματισμού, γεωργοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων). (24) Δασικές μελέτες (διαχείρισης δασών και ορεινών βοσκοτόπων, δασοτεχνικής διευθέτησης

ορεινών λεκανών χειμάρρων, αναδασώσεων, δασικών οδών και δασικών μεταφορικών εγκαταστάσεων, κατάρτισης δασικών χαρτών).

(25) Μελέτες φυτοτεχνικής διαμορφώσεως περιβάλλοντος χώρου και έργων πρασίνου. (26) Αλιευτικές μελέτες. (27) Περιβαλλοντικές μελέτες.

(28) Μελέτες συστημάτων πληροφορικής και δικτύων7. 6 ΠΡΟΣΟΧΗ! Προσωρινά, με το άρθρο 45 του νόμου δημιουργήθηκε κατηγορία μελετών 29 «Ηλεκτρονικές μελέτες» η οποία όμως ήδη καταργήθηκε με το άρθρο 5 παρ. 6 περ. ε΄ του ν. 3481/2006 και οι ηλεκτρονικές μελέτες επανέρχονται στην κατηγορία 9.

22

Page 27: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

3. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΠΕΧΩΔΕ), ή κοινή απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, προσδιορίζεται το αντικείμενο κάθε κατηγορίας και η αντιστοιχία του με το γνωστικό αντικείμενο των μελετητών που δικαιούνται να εγγραφούν ανά κατηγορία στο μητρώο του άρθρου 39. Με την ίδια απόφαση μπορούν να διαιρούνται ή ενοποιούνται εν γένει οι παραπάνω κατηγορίες, μετά από γνώμη της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Μητρώου (ΓΕΜ) και του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται τα ζητήματα που προκαλούν οι τροποποιήσεις των κατηγοριών, ιδίως στα Μητρώα του άρθρου 39, στα ισχύοντα πτυχία, στις εκκρεμείς διαδικασίες σύναψης συμβάσεων και στις εκκρεμείς συμβάσεις.

4. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ και του καθ΄ ύλην αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να επεκτείνεται εν όλω ή εν μέρει το πεδίο εφαρμογής του νόμου αυτού και σε δημόσιες συμβάσεις παροχής άλλων υπηρεσιών του Παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και του Παραρτήματος XVII της οδηγίας 2004/17/ΕΚ. Με όμοιο διάταγμα, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, μπορούν να προστίθενται κατηγορίες μελετών ή υπηρεσιών στις κατηγορίες της παρ. 2 και ρυθμίζονται τα ζητήματα που προκαλεί η σχετική προσθήκη, ιδίως στα Μητρώα του άρθρου 39, στα ισχύοντα πτυχία, στις εκκρεμείς διαδικασίες σύναψης συμβάσεων και στις εκκρεμείς συμβάσεις.

./././././././././././

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Πέραν των όσων ήδη ειπώθηκαν πιο πάνω σχετικά με την έννοια της μελέτης και της

σύμβασης παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών, πρέπει να αναφερθούν και τα ακόλουθα,

ιδίως σε σχέση με την θέση των συμβάσεων αυτών στο πλαίσιο του κοινοτικού δικαίου

για τις δημόσιες συμβάσεις.

Οι συμβάσεις του ν. 3316/05 υπάγονται στην έννοια της δημόσιας σύμβασης

υπηρεσιών που ρυθμίζονταν παλιότερα από την οδηγία 92/50/ΕΟΚ, η οποία

ενσωματώθηκε στο ελληνικό εσωτερικό δίκαιο με το π.δ. 346/98 - όπως τροποποιήθηκε με

το π.δ. 18/2000, και πλέον από τη νέα κοινή οδηγία 2004/18/ΕΚ.

Ως υπηρεσίες στο Κοινοτικό δίκαιο νοούνται ένα πλήθος διαφορετικών

δραστηριοτήτων που αναφέρονται και περιγράφονται σε δύο Παραρτήματα της Οδηγίας.

Απ’ αυτές τις κατηγορίες υπηρεσιών ο νέος νόμος ρυθμίζει μόνο όσες σχετίζονται άμεσα

με τις αναφερόμενες στο άρθρο 2 παρ. 2 κατηγορίες μελετών. Οι υπόλοιπες περιπτώσεις

συμβάσεων υπηρεσιών (νομικές, χρηματοπιστωτικές, καθαριότητας κ.ο.κ.) δεν ρυθμίζονται

από το νέο νόμο. Παρέχεται όμως η δυνατότητα (παρ. 4), μιας και δεν υπάρχει εθνικό

δίκαιο που να αφορά τις υπηρεσίες (ως σύνολο ανταποκρινόμενο στο εύρος της κοινοτικής

οδηγίας), να επεκτείνεται με Προεδρικά Διατάγματα ο νόμος αυτός και σε άλλες κατηγορίες

υπηρεσιών των σχετικών Παραρτημάτων της οδηγίας.

7 ΠΡΟΣΟΧΗ! Κατά το ν. 3481/06, άρθρο 5 παρ. 6, ο ν. 3316/05 θα εφαρμοσθεί στις μελέτες

της κατηγορίας αυτής μετά την θέση σε ισχύ του π.δ. για τα μητρώα μελετητών και στον χρόνο που θα ορισθεί με το π.δ.].

23

Page 28: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Β. ΕΠΙ ΜΕΡΟΥΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 2.

Είναι ενδιαφέρον ότι στο άρθρο 2 ορίζεται με ρητό τρόπο ότι η αναθέτουσα αρχή

μπορεί να εκπονεί τις μελέτες και να παρέχει τις υπηρεσίες που εμπίπτουν στο πεδίο του

νόμου αυτού, μέσω του προσωπικού της (τούτο όριζε και ο ν. 716/77 στο άρθρο 1).

Στις περιπτώσεις αυτές ο ν. 3316/05 δεν έχει εφαρμογή, αφού δεν υφίσταται σύμβαση.

Σημειώνεται πως η βασική αυτή αρχή είναι αποδεκτή και από το κοινοτικό δίκαιο

των συμβάσεων υπηρεσιών, όπως προκύπτει από τη σκέψη 48 της απόφασης του ΔΕΚ

επί της υπόθεσης C-26/2003 (Stadt Halle), στην οποία επί λέξει αναφέρεται ότι «Μια

δημόσια αρχή, η οποία είναι αναθέτουσα αρχή, έχει τη δυνατότητα να εκπληρώνει τα καθήκοντα

δημοσίου συμφέροντος τα οποία υπέχει με τα δικά της διοικητικά, τεχνικά και λοιπά μέσα, χωρίς να

είναι υποχρεωμένη να απευθύνεται σε εξωτερικούς οργανισμούς που δεν ανήκουν στις υπηρεσίες

της. Σε μια τέτοια περίπτωση, δεν τίθεται θέμα συμβάσεως εξ επαχθούς αιτίας συναπτομένης με

νομικώς διακεκριμένο από την αναθέτουσα αρχή οργανισμό. Έτσι, δεν υπάρχει λόγος να

εφαρμοσθούν οι κοινοτικοί κανόνες στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων».

Η διάταξη αυτή (περί εκπόνησης μελετών και παροχής λοιπών υπηρεσιών μέσω του

προσωπικού της αναθέτουσας αρχής) αντιστοιχεί στην αυτεπιστασία του δικαίου των

δημοσίων έργων και αποτελεί αυτονόητη δυνατότητα του κυρίου του έργου.

Σε κάποιες περιπτώσεις βέβαια τα πράγματα γίνονται πιο σύνθετα: για παράδειγμα

όταν δεν εκπονεί μια μελέτη η ίδια η αναθέτουσα αρχή με τις υπηρεσίες της, αλλά

συστήνει (ενδεχομένως μαζί με άλλες αναθέτουσες αρχές ) ένα νομικό πρόσωπο στο οποίο

αναθέτει τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων αυτών. Είναι γνωστό στη χώρα μας το

παράδειγμα των αναπτυξιακών εταιρειών που συστήνουν (δυνάμει νομοθετικών

προβλέψεων) κάποιοι φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης, στους οποίους αναθέτουν είτε την

διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης, είτε αυτή καθ΄εαυτή την εκπόνηση μελετών. Το

ζήτημα είναι γνωστό στη χώρα μας με την έννοια των προγραμματικών συμβάσεων και τα

σχετικά θέματα αναπτύσσονται πιο κάτω υπό το άρθρο 3.

Οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 είναι εξουσιοδοτικές: η μεν παρ. 4

αναφέρεται στην έκδοση υπουργικής απόφασης για την διάσπαση ή ενοποίηση των

υφισταμένων κατηγοριών μελετών, η δεν παρ. 5 αναφέρεται στην διά προεδρικού

διατάγματος επέκταση του αντικειμένου του νόμου αυτού, σε λοιπές κατηγορίες

υπηρεσιών των οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, καθώς και την προσθήκη νέων

κατηγοριών μελετών στις ήδη υφιστάμενες.

24

Page 29: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Γ. ΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Στο άρθρο 2 παρ. 1 ο ν. 3316/05 διακηρύσσει πανηγυρικά8 ότι αποτελεί την

εναρμόνιση της Κοινοτικής Οδηγίας 2004/18 στο εθνικό δίκαιο, όσον αφορά το μικρό

μέρος των υπηρεσιών που ρυθμίζει (για τις υπόλοιπες «υπηρεσίες» εκδόθηκαν ήδη τα Π.Δ.

59 και 60/2007). Μέχρι το ν. 3316/05 το δίκαιο της ανάθεσης και εκτέλεσης των μελετών

και συναφών υπηρεσιών ήταν χωρισμένο στα δύο: στο κοινοτικό δίκαιο της Οδηγίας

92/50/ΕΟΚ και στο εθνικό δίκαιο του ν. 716/77 και των διαταγμάτων του.

Η συμμόρφωση ή αλλιώς εναρμόνιση του εθνικού δικαίου με το κοινοτικό

έχει αναχθεί, εδώ και 15 περίπου χρόνια, σε ένα από τα κυρίαρχα νομοπαρασκευαστικά

ζητήματα στο χώρο των δημοσίων συμβάσεων. Είναι γνωστό ότι η κοινότητα ήδη από

πολύ παλιά (από το 1971 συγκεκριμένα) αποφάσισε να ρυθμίσει με οδηγίες το χώρο των

δημοσίων συμβάσεων (α) προμηθειών, (β) δημοσίων έργων και (γ) υπηρεσιών.

Τι είναι όμως οδηγία; Ποια είναι η θέση της στο κοινοτικό σύστημα κανόνων δικαίου;

Ποια η θέση της στο εσωτερικό – εθνικό σύστημα των κανόνων δικαίου;

Στα ζητήματα αυτά πρέπει να γίνει μια σύντομη αναφορά, ώστε να μπορεί να

αντιληφθεί κάποιος που δεν έχει επαφή με το κοινοτικό δίκαιο, πως επηρεάζει το

αντικείμενό μας δηλαδή τις δημόσιες συμβάσεις και ιδιαίτερα τις συμβάσεις μελετών.

Ι. Η σχέση του κοινοτικού με τα εθνικά δίκαια.

Τόσο το πρωτογενές δίκαιο των συνθηκών, όσο και το παράγωγο δίκαιο που εκδίδουν

τα όργανα της Ε.Ε., περιέχουν κανόνες που υπερισχύουν των αντίστοιχων εθνικών

δικαίων και μάλιστα τόσο του Συντάγματος όσο και της κοινών νομοθετικών κανόνων. Η

αρχή αυτή, παρότι δεν αναφέρεται στο δίκαιο της ΕΕ, θεωρήθηκε από το Δικαστήριο των

Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) ως αυτονόητη, δεδομένου ότι αποτελεί απώρρεια της

βούλησης των κρατών που απαρτίζουν την Ένωση να ενωθούν. Ο σκοπός αυτός της

Ένωσης κυριαρχεί γενικά στη νομολογία του ΔΕΚ, όπου όλοι οι κανόνες ερμηνεύονται υπό

το πρίσμα του αν υπηρετούν ή ακυρώνουν το σκοπό της ευρωπαϊκής ενοποίησης.9 Η

8 Την απαίτηση για πανηγυρική αναφορά της ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο αναφέρει η ίδια η κοινοτική οδηγία στο άρθρο 80 , ό,που αναφέρει τα εξής: «1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο στις 31ης Ιανουαρίου 2006. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.» 9 Απόφαση ΔΕΚ σε υπόθεση C-6/64 (Costa/ENEL) όπου αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «η ένταξη των προερχομένων από κοινοτική πηγή διατάξεων στο δίκαιο των κρατών μελών, γενικότερα δε το κείμενο και το πνεύμα της Συνθήκης, συνεπάγονται για τα κράτη μέλη ότι αυτά

25

Page 30: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

πρώτη απόφαση του ΔΕΚ στο θέμα των σχέσεων του κοινοτικού και των εθνικών δικαίων

των κρατών μελών ήταν η C-6/64 (Costa/ENEL), που αφορούσε την υπεροχή του

κοινοτικού δικαίου απέναντι σε μεταγενέστερους της θέσπισής του κανόνες του

εσωτερικού δικαίου. Στη συνέχεια ήρθε μια δεύτερη απόφαση (ΔΕΚ C-11/70

(Internationale Handelsgesellshaft)10 με την οποία κρίθηκε επ’ αφορμή

προδικαστικού ερωτήματος δικαστηρίου της Φραγκφούρτης, ότι το κοινοτικό δίκαιο

υπερισχύει και των συνταγμάτων των κρατών μελών (στην ίδια πάντα λογική, ότι αλλιώς

θα ματαιωνόταν οι σκοποί της ένωσης. Τέλος, ήρθε η απόφαση ΔΕΚ C-104/86

(Επιτροπή/Ιταλία), η οποία έκρινε ότι το κοινοτικό δίκαιο υπερισχύει και έναντι των

προγενέστερων κανόνων του εθνικού δικαίου, η δε απόφαση C-106/77 (Simmenthal

II) έκρινε ότι ο εθνικός δικαστής έχει την υποχρέωση να εφαρμόζει τις διατάξεις του

κοινοτικού δικαίου και να φροντίζει για την πλήρη ενέργεια των κανόνων αυτών,

αφήνοντας ανεφάρμοστες διατάξεις του εθνικού δικαίου που είναι ασυμβίβαστες με το

κοινοτικό δίκαιο.

Ο κανόνας λοιπόν που τηρεί έκτοτε το κοινοτικό δικαστήριο είναι ότι

οποιοσδήποτε κανόνας του κοινοτικού δικαίου, υπερισχύει έναντι οποιουδήποτε

κανόνα δικαίου των κρατών μελών, είτε αυτός είναι μεταγενέστερος είτε και

προγενέστερος.

ΙΙ. Οι οδηγίες.

Οι Οδηγίες είναι ένας από τους τρόπους που νομοθετεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι

υπόλοιποι τρόποι είναι ο Κανονισμός, η απόφαση και η σύσταση. Η Οδηγία θέτει τους

στόχους και τα αποτελέσματα που επιδιώκει η Ε.Ε. Τα μέσα επίτευξης των στόχων και

των ζητούμενων αποτελεσμάτων τα αφήνει στον εσωτερικό νομοθέτη. Άρα λοιπόν οι

οδηγίες δεν έχουν άμεσα ισχύ στα κράτη μέλη και πρέπει να ενσωματωθούν στην

εσωτερική νομοθεσία. Ο τρόπος (αν θα γίνει με νόμο, ή κανονιστική πράξη) επαφίεται στο

κράτος μέλος. Με νόμο που ισχύει από παλιά ο έλληνας νομοθέτης εξουσιοδοτεί για την

έκδοση Προεδρικών Διαταγμάτων με τα οποία γίνεται η ενσωμάτωση, αλλά αυτός δεν είναι

απαραίτητα ο μόνος τρόπος. Συνήθως η οδηγία θέτει περιθώρια στο νομοθέτη που θα

πρέπει να κινηθεί μέσα σ΄αυτά. Ο κίνδυνος υπέρβασης αυτών των περιθωρίων είναι πάντα

δεν μπορούν να δώσουν το προβάδισμα, απέναντι σε μια έννομη τάξη που αποδέχτηκαν στη βάση της αμοιβαιότητας, σε μεταγενέστερο μονομερές μέτρο, το οποίο έτσι δεν μπορεί να της αντιταχθεί. Γιατί θα διακινδύνευε την πραγματοποίηση των κατά το άρθρο 5 παρ. 2 της Συνθήκης και θα συνεπαγόταν διακρίσεις ασυμβίβαστες με την απαγόρευση του άρθρου 7, αν μπορούσε το κοινοτικό δίκαιο, αναλόγως με τη μεταγενέστερη εθνική νομοθεσία, να έχει διαφορετική ισχύ από κράτος σε κράτος.» 10 Το γράμμα C πριν τον αριθμό της απόφασης δείχνει ότι πρόκειται για απόφαση του ΔΕΚ (Curia).

26

Page 31: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

υπαρκτός. Τότε μιλούμε για εσφαλμένη ενσωμάτωση των οδηγιών. Όμως παράλληλα η

ενσωμάτωση πρέπει να γίνεται με τρόπο αποτελεσματικό, ώστε να μη μένει γράμμα κενό η

κοινοτική νομοθεσία. Τέτοιο γράμμα κενό έμεινε το π.δ. 346/98 (για τις υπηρεσίες) το

οποίο διαφέρει πάρα πολύ από το ν. 716/77, ο οποίος όμως ισχύει ακόμα σήμερα. Βεβαίως

όλοι γνωρίζουν ότι εφαρμόζεται παράλληλα και το π.δ. 346/98, αλλά είναι δύσκολη για τις

υπηρεσίες η εφαρμογή του.

ΙΙΙ. H έννομη προστασία στο κοινοτικό δίκαιο.

Τι συμβαίνει σε περίπτωση που μια χώρα παραβιάζει το κοινοτικό δίκαιο;

1. Αποκατάσταση της νομιμότητας από τα εθνικά δικαστήρια. Όπως

προαναφέρθηκε, τα εθνικά δικαστήρια των κρατών μελών είναι υποχρεωμένα να

προσφέρουν έννομη προστασία κατά το κοινοτικό δίκαιο, να μην εφαρμόσουν δηλαδή τις

αντίθετες προς το κοινοτικό δίκαιο διατάξεις του εθνικού δικαίου. Τούτο όμως δεν είναι

δυνατό να γίνει, αν πρόκειται για παράγωγο δίκαιο που δεν έχει άμεση ισχύ στα κράτη

μέλη, αλλά πρέπει να ενσωματωθεί στην εσωτερική έννομη τάξη. Έτσι αν πρόκειται π.χ.

για κανονισμό11, ο οποίος έχει άμεση ισχύ, υποχρεούται να τον εφαρμόσει. Αν όμως

πρόκειται για Οδηγία12 τότε δεν μπορεί να εφαρμοσθεί άμεσα, εκτός κι αν οι διατάξεις της

είναι εφαρμόσιμες, δηλαδή σαφείς και λεπτομερειακά προσδιορισμένες, χωρίς αιρέσεις και

κατάλληλες να δημιουργήσουν δικαιώματα στους ιδιώτες.

Αν ο εθνικός δικαστής είναι υποχρεωμένος για να αποδώσει δίκαιο, να ερμηνεύσει

την κοινοτική νομοθεσία, υπάρχει ο κίνδυνος να την ερμηνεύσει λαθεμένα, με συνέπεια

την στρεβλή εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου. Για το λόγο αυτό θεσπίσθηκε η

προδικαστική παραπομπή (234 ΣυνθΕΚ): δηλαδή το εθνικό δικαστήριο παραπέμπει

την υπόθεση στο ΔΕΚ, προκειμένου να ερμηνεύσει εκείνο, ως πιο κατάλληλο, το κοινοτικό

δίκαιο και στη συνέχεια, μετά την επίλυση του προδικαστικού ζητήματος, επιλαμβάνεται

για να εκδώσει την απόφασή του, υποχρεούμενο να δεχθεί την ερμηνεία του ΔΕΚ. Ακόμα

θεωρείται υποχρεωτικό την ερμηνεία αυτή να ακολουθήσουν και άλλα δικαστήρια στα

οποία εκκρεμεί το ίδιο ζήτημα13.

11 Ο κανονισμός είναι ο νόμος της Ε.Ε. Σύμφωνα με το άρθρο 249 παρ. 2 της ΣυνθΕΚ, έχει γενική ισχύ, δεσμευτικότητα ως προς όλα τα μέρη του και άμεση ισχύ.12 Η Οδηγία, κατά το άρθρο 249 παρ. 3 ΣυνθΕΚ δεσμεύει κάθε κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται (δεν απευθύνεται υποχρεωτικά σε όλα τα κράτη μέλη) ως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, αφήνει όμως την επιλογή του τύπου και των μέσων για την υλοποίηση του αποτελέσματος στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, θέτοντας προθεσμία για την ενσωμάτωσή τους στο εθνικό δίκαιο. Η μη ενσωμάτωσή της αποτελεί παραβίαση του κοινοτικού δικαίου και λόγο προσφυγής κατά του κράτους μέλους (ΔΕΚ C-10/76, Επιτροπή/Ιταλία κ.λ.π.) 13 ΔΕΚ C-52/76 (Benedetti).

27

Page 32: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Η προδικαστική παραπομπή όμως είναι κατά κανόνα14 στη διακριτική ευχέρεια του

εθνικού δικαστή και έτσι υπάρχει ο κίνδυνος ο δικαστής μη αντιλαμβανόμενος τη

σοβαρότητα του ζητήματος ή τις δυσκολίες της ερμηνείας να αναλάβει ο ίδιος να

ερμηνεύσει την κοινοτική διάταξη. Για την αποφυγή αυτού του κινδύνου, το ΔΕΚ έχει

νομολογήσει ότι μόνο στην περίπτωση που η κοινοτική διάταξη δεν είναι σημαντική για

την επίλυση της διαφοράς, ή όταν υπάρχει σαφής νομολογία του ΔΕΚ επί του θέματος, ή

όταν η ορθή ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου είναι τόσο σαφής που δεν αφήνει περιθώρια

λάθους, μπορεί το εθνικό δικαστήριο να αναλάβει τον κίνδυνο της ερμηνείας.

2. Προσφυγή κατά της χώρας μέλους, από την Επιτροπή ή άλλο κράτος

μέλος. Κατά του κράτους μέλους που παραβιάζει το κοινοτικό δίκαιο (πρωτογενές και

παράγωγο) μπορεί να ασκηθεί είτε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή από άλλο κράτος μέλος

προσφυγή κατά το άρθρο 226, που έχει ως κατ΄αρχήν αποτέλεσμα τη διαπίστωση περί

του αν συνέβη η παράβαση. Αν το κράτος μέλος δεν αποκαταστήσει την νομιμότητα τότε

ακολουθεί δεύτερη προσφυγή που έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή χρηματικού

προστίμου.

Της προσφυγής προηγείται συνήθως καταγγελία από οποιονδήποτε (και ιδιώτη). Η

επιτροπή ερευνά και αν υπάρχουν σοβαρές θετικές ενδείξεις απευθύνει προειδοποιητική

επιστολή, με την οποία προσδιορίζει επακριβώς την παράβαση και καλεί το κράτος μέλος

να λάβει θέση. Αν η απάντηση του κράτους μέλος δεν την πείσει τότε διατυπώνει

αιτιολογημένη γνώμη, με την οποία τάσσει προθεσμία για αποκατάσταση της νομιμότητας,

Μετά την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας η επιτροπή ασκεί προσφυγή στο ΔΕΚ.

IV. Τα θεμέλια των οδηγιών περί δημοσίων συμβάσεων.

Το δίκαιο της Κοινότητας για τις δημόσιες συμβάσεις στηρίζεται και πηγάζει από ένα

πλέγμα διατάξεων της Συνθήκης, οι οποίες αφορούν

• Το δικαίωμα εγκατάστασης (άρθρο 52), κατά το οποίο αίρονται οι περιορισμοί

στην ελευθερία εγκατάστασης προσώπων εντός της κοινότητας. Ως ελευθερία

εγκατάστασης νοείται το δικαίωμα των υπηκόων της Ένωσης να ασκήσουν στην

επικράτεια ενός άλλου κράτους μέλους μια ανεξάρτητη δραστηριότητα ως ελεύθεροι

επαγγελματίες και κάτω από τις ίδιες προϋποθέσεις, όπως οι υπήκοοι αυτού του

κράτους μέλους. Το ΔΕΚ, σε πολλές αποφάσεις του έκρινε ότι η ελεύθερη διακίνηση

των εργαζομένων καθώς και η ελεύθερη εγκατάσταση αποτελούν ειδικές εκφάνσεις της

γενικής απαγόρευσης των διακρίσεων με βάση την ιθαγένεια.

14 Δεν είναι στη διακριτική του ευχέρεια αν πρόκειται για δικαστήριο που εκδίδει αποφάσεις που δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα – 234 παρ. 3 ΣυνθΕΚ.

28

Page 33: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

• Την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (άρθρο 59) από υπηκόους ενός κράτους

μέλους σε άλλο κράτος. Η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών αντιπαραβάλλεται στην

ελεύθερη εγκατάσταση, γιατί έχει το χαρακτήρα της προσωρινότητας. Η

προσωρινότητα αυτή δεν αίρεται από την ανάπτυξη στο κράτος υποδοχής κάποιας

υποδομής (π.χ. ενός γραφείου) αν η υποδομή αυτή είναι απαραίτητη για την

εκπλήρωση της παροχής (ΔΕΚ C-55/94, Reinhard Gebhard). Το περιεχόμενο των δύο

ελευθεριών δεν πρέπει να συγχέεται, αλλά ούτε πρέπει να χρησιμοποιείται η ελευθερία

παροχής υπηρεσιών (που συνεπάγεται λιγότερες διατυπώσεις) για καταστρατήγηση

των διατάξεων περί εγκατάστασης (ΔΕΚ C- 205/84 - Επιτροπή/Γερμανία, C- 286/82 -

Luisi, Carbone). Ευνοούμενοι από την ελευθερία παροχής υπηρεσιών μπορεί να είναι

τόσο ελεύθεροι επαγγελματίες όσο και εταιρείες. Ο παρέχων υπηρεσίες που προέρχεται

από άλλο κράτος μέλος, πρέπει να μπορεί να παρέχει τις υπηρεσίες του στο κράτος

μέλος της παροχής, με τις ίδιες προϋποθέσεις των υπηκόων αυτού του κράτους.

Η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών είναι πολύ σημαντική για τα ζητήματα που θα

μας απασχολήσουν πιο κάτω, διότι η δραστηριοποίηση εργοληπτών και παρόχων

υπηρεσιών, που προέρχονται από ένα κράτος μέλος (προέλευσης), σε ένα άλλο κράτος

μέλος (υποδοχής) θεωρείται ως παροχή υπηρεσιών και όχι ελεύθερη εγκατάσταση,

ακριβώς για το λόγο ότι γίνεται σε προσωρινή βάση, συνεπώς δεν υφίσταται ανάγκη

εγγραφής αυτών σε εγχώριους καταλόγους (μητρώα) εργοληπτών ή μελετητών.

• Την αρχή της ανοιχτής οικονομίας με ελεύθερο ανταγωνισμό (102 Α).

• Το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής μεταξύ των κρατών μελών (103).

V. Οι οδηγίες που ρυθμίζουν τις δημόσιες συμβάσεις.

Με θεμέλια τις αρχές που προαναφέρθηκαν εκδόθηκε κατ΄αρχήν η υπ’ αριθ.

71/30515 Οδηγία της ΕΟΚ για τις συμβάσεις δημοσίων έργων, η οποία στη συνέχεια

τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε στην Οδηγία 93/37/ΕΟΚ, η οποία τροποποιήθηκε εκ

νέου με την οδηγία 97/52/ΕΟΚ.

Επίσης εκδόθηκε η 92/50/ΕΟΚ για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών

(μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι μελέτες για την κατασκευή δημοσίων έργων), η

οποία έχει ήδη τροποποιηθεί με την 97/52/ΕΟΚ.

Εκδόθηκε επίσης η 93/36/ΕΟΚ για τις συμβάσεις προμηθειών και τέλος η

93/38/ΕΟΚ, για τις συμβάσεις έργων προμηθειών και υπηρεσιών των λεγόμενων

εξαιρούμενων φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς ενέργειας, μεταφορών και

ενέργειας.

15 Ο πρώτος διψήφιος αριθμός (71) δείχνει τη χρονολογία έκδοσης της Οδηγίας (1971) και ο δεύτερος τον αριθμό της.

29

Page 34: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Τέλος ισχύει ήδη η νέα Κοινή Οδηγία της Ε.Ε. 2004/18/ΕΚ16, που

περιλαμβάνει και κωδικοποιεί όλες τις επιμέρους και ρυθμίζει με ενιαίο τρόπο τις

προμήθειες, τα έργα και τις υπηρεσίες.

Με την οδηγία αυτή

• Παραμένει εκτός της Οδηγίας αυτής η ρύθμιση των συμβάσεων που συνάπτουν οι

λεγόμενοι "εξαιρούμενοι φορείς"[στους τομείς ύδατος, ενέργειας, μεταφορών και

ταχυδρομικών υπηρεσιών], για τους οποίους εκδόθηκε μια άλλη νέα Οδηγία με τον

αριθμό 2004/17/ΕΚ.

• Ενσωματώνονται στην οδηγία πολλές από τις θέσεις που έχει λάβει κατά καιρούς το

ΔΕΚ. Π.χ. η αρχή της διαφάνειας, η αποφυγή στρέβλωσης του ανταγωνισμού όταν σε

κάποιο διαγωνισμό συμμετέχει ως προσφέρων οργανισμός δημοσίου δικαίου, η

προστασία του περιβάλλοντος μέσω της ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων, η

προστασία ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων κ.λ.π.

• Εισάγονται πολλές καινοτομίες: ο τεχνικός διάλογος πριν από την έναρξη της

διαδικασίας διαγωνισμού, οι συμφωνίες - πλαίσιο, οι νέες ηλεκτρονικές τεχνικές

αγορών, οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί κ.λ.π.

Η Κοινοτική αυτή Οδηγία ενσωματώθηκε ήδη στο εθνικό δίκαιο με το π.δ.

60/2007 (ΦΕΚ Α΄64), το οποίο ισχύει πλέον για τις συμβάσεις έργων, προμηθειών και

υπηρεσιών, πλην μελετών και συναφών υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίο

εφαρμογής του ν. 3316/05 (βλέπ. άρθρο 77 παρ. 1 του π.δ. 60/2007, που διατηρεί

ρητά σε ισχύ το ν. 3316/05).

VI. Η διάρθρωση των οδηγιών.

Οι οδηγίες αποτελούνται από :

• Το προοίμιο, που είναι ταυτόχρονα και η αιτιολογική της έκθεση. Το προοίμιο

διαγράφει τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, τα άρθρα της συνθήκης στα οποία

στηρίζεται, τους στόχους που εξυπηρετεί η έκδοση της οδηγίας και τέλος, οι

16 Η Οδηγία αυτή αφορά και ρυθμίζει τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών μόνο ένα συγκεκριμένο όριο που καθορίζεται ανά διετία με κανονισμούς της ΕΕ. Το όριο αυτό για τη διετία 2008/2009 είναι 133.000 ΕΥΡΩ (137.000 ΕΥΡΩ για την προηγούμενη διετία) και αναθέτουσα αρχή είναι κεντρική κυβερνητική αρχή, όπως οι αρχές αυτές ορίζονται στο Παράρτημα IV της Οδηγίας (για την Ελλάδα κεντρικές κυβερνητικές αρχές είναι τα Υπουργεία και από τις υπόλοιπες (πιο σπουδαίες) ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας, το Εθνικό Τυπογραφείο, το Γενικό Χημείο, το Τ.Ε.Ο., τα Πανεπιστήμια (Αθηνών, Θεσ/νίκης, Πατρών, Θράκης, Αιγαίου, Ιωαννίνων, Μακεδονίας, Πολυτεχνείο Κρήτης), η Σιβιτανίδειος, το Αιγινήτειο και Αρεταίειο Νοσοκομεία, το ΕΚΔΔ, ο ΟΔΔΥ, ο ΟΓΑ, ο ΟΣΚ, το ΓΕΣ, ΓΕΝ. ΓΕΑ, η Ελ.Επιτροπή Ατομ.Ενέργειας και η Γ.Γ. Εκπαίδευσης Ενηλίκων). Σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις αναθετουσών αρχών το όριο είναι 206.000 ΕΥΡΩ (προηγούμενο όριο 211.000 ΕΥΡΩ). Για τους εξαιρούμενους φορείς το όριο της οδηγίας 2004/17/ΕΚ είναι 411.000 ΕΥΡΩ (προηγούμενο όριο 422.000 ΕΥΡΩ).

30

Page 35: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

αιτιολογικές του σκέψεις παρέχουν ερμηνευτικά εργαλεία για τον εφαρμοστή. Πολλές

φορές οι αποφάσεις του ΔΕΚ αναφέρονται στις ερμηνευτικές κατευθύνσεις που

εξάγονται από τα προοίμια των οδηγιών και τις χρησιμοποιούν για την ερμηνεία και την

επίλυση διαφόρων ζητημάτων17.

• Το κύριο μέρος της Οδηγίας με "τίτλους", δηλαδή ενότητες, "άρθρα" και

παραγράφους.

• Τα Παραρτήματα, μετά το τέλος του αποφασιστικού μέρους, όπου παρατίθενται

κατάλογοι και υποδείγματα εγγράφων, με τα οποία πραγματώνεται ο σκοπός της

Οδηγίας.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι αν τυχόν

παρουσιαστεί περίπτωση μη πλήρους ή ορθής εναρμόνισης του νέου νόμου στο κοινοτικό

δίκαιο (της νέας οδηγίας) εφαρμόζεται το κοινοτικό δίκαιο.

Ακόμα κι αν μια σύμβαση έχει προϋπολογισμό κάτω από το κοινοτικό όριο, υπόκειται

πάντως στις διατάξεις της Συνθήκης της ΕΟΚ, σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΚ18.

Ενδεικτικά το θέμα τούτο αντιμετωπίστηκε και κρίθηκε ως εξής με τη διάταξη που εξέδοσε

το ΔΕΚ στην υπόθεση C-59/00 (Bent Mousten Vestergaard κατά Spttrup Boligselskab):

19 Για να δοθεί απάντηση στα υποβληθέντα ερωτήματα, υπενθυμίζεται, εκ προοιμίου, ότι οι κοινοτικές οδηγίες περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων τυγχάνουν αποκλειστικής εφαρμογής στις συμβάσεις, η αξία των οποίων υπερβαίνει μία συγκεκριμένη οριακή τιμή που προβλέπεται ρητώς σε καθεμία από τις εν λόγω οδηγίες. Εντούτοις, το γεγονός και μόνον ότι ο κοινοτικός νομοθέτης θεώρησε ότι οι ιδιαίτερες και αυστηρές διαδικασίες που προβλέπονται στις οδηγίες αυτές δεν είναι πρόσφορες όταν πρόκειται για συμβάσεις δημοσίων έργων μικρής αξίας δεν σημαίνει ότι οι συμβάσεις αυτές αποκλείονται του πεδίου εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. 20 Πράγματι, αν και ορισμένες συμβάσεις αποκλείονται του πεδίου εφαρμογής των κοινοτικών οδηγιών στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων, οι αναθέτοντες φορείς, όταν τις συνάπτουν, υποχρεούνται, εντούτοις, να τηρούν τους θεμελιώδεις κανόνες της Συνθήκης (βλ., συναφώς, την απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2000, C-324/98, Telaustria και Telefonandress (Συλλογή 2000, σ. Ι-10745, σκέψη 60). 21 Επομένως, μολονότι μια σύμβαση έργων δεν φθάνει την οριακή τιμή που προβλέπεται στην οδηγία 93/37 και δεν εμπίπτει συνεπώς στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής, η νομιμότητα ρήτρας περιλαμβανόμενης στα έγγραφα της προκηρύξεως σχετικά με τη σύμβαση αυτή πρέπει να

17 Για παράδειγμα στην απόφαση ΔΕΚ C-71/1992 (Επιτροπή / Ισπανία) γίνεται η εξής αναφορά στο προοίμιο της οδηγίας για τα δημόσια έργα "10 Από την ένατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 77/62 προκύπτει ότι: "πρέπει να γίνει πρόβλεψη, ώστε σε εξαιρετικές περιπτώσεις τα μέτρα συντονισμού των διαδικασιών να δύνανται να μην εφαρμόζονται, οι περιπτώσεις αυτές πρέπει όμως να ορίζονται ρητά". Πρέπει συνεπώς να γίνει δεκτό ότι οι μόνες επιτρεπόμενες εξαιρέσεις από την εφαρμογή της οδηγίας 77/62 είναι οι εξαιρέσεις που προβλέπονται περιοριστικά και ρητά από την οδηγία αυτή. " 18 Βλέπετε μάλιστα σχετική Ερμηνευτική Ανακοίνωση της Ε.Ε. υπό το άρθρο 10.

31

Page 36: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

εκτιμηθεί ενόψει των θεμελιωδών κανόνων της Συνθήκης, στους οποίους περιλαμβάνεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων που θεσπίζεται στο άρθρο 30 της Συνθήκης.

ΑΡΘΡΟ 3

Προγραμματική σύμβαση

1. Εφόσον ο κύριος του έργου δεν διαθέτει επαρκή τεχνική στελέχωση για την προετοιμασία, τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης και τη διοίκηση μελέτης ή έργου, κυρίως δε για τον καθορισμό των γενικών και των τεχνικών όρων με τους οποίους θα εκτελεσθεί η σύμβαση, τη διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης έργου, μελέτης ή υπηρεσίας, την εποπτεία της διοίκησης ή και την διοίκηση των συμβάσεων, την έγκριση των μελετών και την παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης, ζητά από την αρχή στην οποία υπάγεται, ή από την οποία εποπτεύεται, την άσκηση των ως άνω αρμοδιοτήτων, αν δεν ορίζεται αλλιώς από ειδικές διατάξεις. Εφόσον η αρχή αυτή δεν διαθέτει επαρκή τεχνική υπηρεσία, τις σχετικές αρμοδιότητες ασκεί η Περιφέρεια της έδρας του. Οι σχετικές αρμοδιότητες ασκούνται από τα καθ΄ ύλην αρμόδια όργανα ή υπηρεσίες των αρχών της παραγράφου αυτής.

2. Αν οι αρχές της προηγούμενης παραγράφου αδυνατούν να ασκήσουν τις πιο πάνω αρμοδιότητες, ο κύριος του έργου μπορεί να αναθέτει με προγραμματική σύμβαση σε άλλη αναθέτουσα αρχή (εντολοδόχο) μέρος ή το σύνολο αυτών. Στη σύμβαση ορίζονται τουλάχιστον: α) Το αντικείμενο της σύμβασης, το πρόγραμμα εκτέλεσης της μελέτης ή υπηρεσίας και η προεκτιμώμενη συνολική δαπάνη. β) Τα καθήκοντα της εντολοδόχου. γ) Ο τρόπος κάλυψης των αναγκαίων για την εκπλήρωση της σύμβασης δαπανών της εντολοδόχου και οι λεπτομέρειες της καταβολής της. δ) Οι ποινικές ρήτρες και άλλες συνέπειες σε βάρος της εντολοδόχου σε περίπτωση υπαίτιας πλημμελούς εκπλήρωσης της εντολής. ε) Οι όροι διαπίστωσης της εκπλήρωσης των καθηκόντων της εντολοδόχου και της λήξης της εντολής. στ) Ο τρόπος και οι όροι χρηματοδότησης των συμβάσεων που θα αναθέσει η εντολοδόχος αναθέτουσα Αρχή. ζ) Οι όροι άσκησης του τεχνικού, οικονομικού και λογιστικού ελέγχου του κυρίου του έργου κατά τις φάσεις εκπλήρωσης της εντολής. η) Οι πράξεις και ενέργειες της εντολοδόχου πριν από τις οποίες απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του κυρίου του έργου.

3. Η εντολοδόχος ευθύνεται έναντι του κυρίου του έργου για την καλή εκτέλεση των καθηκόντων της και έναντι των τρίτων ευθύνεται εις ολόκληρον με τον κύριο του έργου. Αν στη σύμβαση δεν ορίζεται διαφορετικά, εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως τον κύριο του έργου έναντι των τρίτων κατά την ενάσκηση των καθηκόντων της έως τη λήξη της εντολής. Αποφαινόμενα όργανα της συγκεκριμένης κάθε φορά σύμβασης είναι τα αρμόδια όργανα της εντολοδόχου.

4. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων μπορεί να καθορίζονται προδιαγραφές επάρκειας των τεχνικών υπηρεσιών όλων εν γένει των αναθετουσών αρχών, για την προετοιμασία, τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης και τη διοίκηση μελέτης ή έργου, ανάλογα με το είδος, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των έργων.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Α. Είναι γνωστό, κυρίως από το δίκαιο των δημοσίων έργων, ότι ο νομοθέτης

αντιμετώπισε ειδικά τις περιπτώσεις που ο κύριος ενός έργου δεν είχε την κατάλληλη

στελέχωση για να αναθέσει και να εκτελέσει το έργο. Π.χ. οι ΟΤΑ που δεν έχουν επαρκή

32

Page 37: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

τεχνική υπηρεσία αναθέτουν και εκτελούν τα έργα τους μέχρι σήμερα μέσω της ΤΥΔΚ. ‘Η

παλιότερα τα Νοσοκομεία εκτελούσαν τις συμβάσεις τους μέσω των Νομαρχιών. Αυτά

συνέβαιναν μέσω ειδικών διατάξεων που αφορούσαν συγκεκριμένους φορείς.

Στο άρθρο 3 του ν. 3316/05 προβλέπεται για πρώτη φορά γενικά, για όλους τους

αδύναμους φορείς (που δεν έχουν οι ίδιοι επαρκή στελέχωση για το σχεδιασμό - δηλαδή

για τις ενέργειες πριν την ανάθεση-, την ανάθεση, δηλαδή τη διαδικασία της

δημοπράτησης, και τη διοίκηση της μελέτης ή έργου19, κατά το στάδιο της εκτέλεσης

της σύμβασης, να ζητούν την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών από την αρχή (υπουργείο,

ΟΤΑ, κ.λ.π.) στην οποία υπάγονται ή από την οποία εποπτεύονται. Αν η αρχή αυτή δεν

έχει επαρκή τεχνική υπηρεσία την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών μπορεί να ζητήσει

από την Περιφέρεια στην οποία εδρεύει. Οι αρχές αυτές είναι υποχρεωμένες να

ανταποκριθούν, εκτός αν, αιτιολογημένα, δεν έχουν τη δυνατότητα. Στην περίπτωση αυτή,

ο κύριος του έργου, μπορεί είτε να προσφύγει στη διαδικασία των παρ. 2 και 3 του

άρθρου (να συνάψει δηλαδή προγραμματική σύμβαση), είτε να αναθέσει σύμβαση

υπηρεσιών κατά τις διατάξεις του νόμου.

Οι διατάξεις του άρθρου 3 δεν καταργούν τις ισχύουσες ειδικές διατάξεις για τις

προγραμματικές συμβάσεις διαφόρων φορέων οι οποίες διατηρούνται ρητά σε ισχύ

(άρθρο 46 παρ. 1γ). Οι κυριότερες απ΄ τις διατάξεις για τις προγραμματικές συμβάσεις

είναι του άρθρου 225 του ν. 3463/06 (περί δημοτικού και κοινοτικού κώδικα).

Β. Τί είναι όμως οι προγραμματικές συμβάσεις;

Είναι συμβάσεις για την εφαρμογή ενός προγράμματος. Συνάπτονται συνήθως

μεταξύ νομικών προσώπων που ανήκουν (και τα δύο) στον κύκλο των δημοσίων φορέων.

Η πιο σπουδαία περίπτωση προγραμματικών συμβάσεων (λόγω του μεγάλου κύκλου των

ενδιαφερομένων φορέων) είναι η προβλεπόμενη από το 225 του νέου Κώδικα Δήμων

και Κοινοτήτων (ν. 3463/2007) που τέθηκε σε ισχύ στις 1-1-200720. Οι δυνατότητες

19 ΠΡΟΣΟΧΗ: Ο ν. 3316/05 αναφέρεται γενικά σε μελέτες και υπηρεσίες αλλά έχει και κάποιες διατάξεις που αφορούν έργα, όπως η παραπάνω, το άρθρο 19, αλλά και το άρθρο 31 παρ. 5. 20 Το άρθρο 225 του ν. 3463/06 έχει ως ακολούθως: Προγραμματικές συμβάσεις 1. α. Για τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής, καθώς και για την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους, οι Δήμοι και οι Κοινότητες, οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις και τα Νομαρχιακά Διαμερίσματα των Ενιαίων Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης, τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα, καθώς και τα Ιδρύματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, περιλαμβανομένων και των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους ή και με φορείς του δημόσιου τομέα της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, μεμονωμένα ή από κοινού. Στις προγραμματικές συμβάσεις, που μετέχει το Δημόσιο, μπορεί να εκπροσωπείται και από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας, στην οποία εκτελείται η προγραμματική σύμβαση.

33

Page 38: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

που παρέχονται με τις προγραμματικές συμβάσεις είναι πολύ εκτεταμένες. Το ερώτημα

που τίθεται είναι αν με τις συμβάσεις αυτές μικραίνει η «πίτα» των συμβάσεων υπηρεσιών,

ή ακόμα και των μελετών, δεδομένου ότι κάποιες αναπτυξιακές εταιρείες εκπονούν μελέτες

για άλλους φορείς και περαιτέρω αν αυτή είναι μια δυνατότητα συμβατή με το κοινοτικό

δίκαιο.

β. Στις προγραμματικές συμβάσεις επιτρέπεται και η συμμετοχή κοινωφελών δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, αναπτυξιακών ανωνύμων εταιρειών, επιχειρήσεων Ο.Τ.Α. ειδικού σκοπού, Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης (Κ.Ε.Κ.) με οποιαδήποτε νομική μορφή και αν λειτουργούν, επιχειρήσεων των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, των Περιφερειακών Ταμείων Ανάπτυξης, επιμελητηρίων, επιστημονικών φορέων δημοσίου δικαίου, συνεταιρισμών, ενώσεων συνεταιρισμών και εργοδοτικών και εργατοϋπαλληλικών ενώσεων. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να επιτρέπεται και η συμμετοχή τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων. γ. Η σύναψη προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των φορέων της περίπτωσης α΄ και Κοινωφελών Ιδρυμάτων είναι δυνατή, μόνον, εφόσον αυτά διαθέτουν σχετική εμπειρία και το καταστατικό τους προβλέπει συνεργασία με τους φορείς αυτούς. Κατά την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων που συνάπτουν, θεωρούνται φορείς κατασκευής του έργου κατά την έννοια του άρθρου 3 του ν.1418/1984 (ΦΕΚ 23 Α΄), και εκτελούν τις συμβάσεις αυτές με τα προβλεπόμενα στις περιπτώσεις ε΄, στ΄ και ζ΄ του ίδιου άρθρου όργανα και υπηρεσίες που συνιστούν με αποφάσεις των Διοικητικών τους Συμβουλίων. 2. α. Στις προγραμματικές συμβάσεις απαραίτητα ορίζονται το αντικείμενο της σύμβασης, ο σκοπός και το περιεχόμενο των μελετών, των έργων, των προγραμμάτων ή των υπηρεσιών, ο προϋπολογισμός τους, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης της σύμβασης, οι πόροι από τους οποίους θα καλυφθούν οι αναλαμβανόμενες οικονομικές υποχρεώσεις και η διάρκεια της σύμβασης. Επίσης ορίζεται το όργανο παρακολούθησης της εφαρμογής της και οι αρμοδιότητές του, καθώς και ρήτρες σε βάρος του συμβαλλόμενου που παραβαίνει τους όρους της προγραμματικής σύμβασης. β. Με την προγραμματική σύμβαση επίσης ορίζεται ο συμβαλλόμενος, στον οποίο μπορεί να ανατεθεί η διαχείριση, εκμετάλλευση και συντήρηση των έργων του προγράμματος μετά την ολοκλήρωσή του, εφόσον προβλέπεται αντίστοιχο στάδιο. γ. Σε περίπτωση κατά την οποία συμβαλλόμενος σε προγραμματική σύμβαση αναθέσει σε τρίτον τη διαχείριση, εκμετάλλευση και συντήρηση των έργων αυτών, η ανάθεση γίνεται σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει τον κατά τη σύμβαση υπόχρεο συμβαλλόμενο. 3. Οι συμβαλλόμενοι φορείς για την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων μπορεί να χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων μέσω προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται αμιγώς από εθνικούς πόρους, τον Τακτικό Προϋπολογισμό ή άλλα εθνικά ή περιφερειακά προγράμματα, καθώς και από τους προϋπολογισμούς των συμβαλλόμενων φορέων. Είναι δυνατή η χρηματοδότηση των συμβαλλομένων και από φορείς του δημόσιου τομέα που δεν μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση. 4. Για την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων και στο πλαίσιο των συμφωνούμενων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων οργανισμών και φορέων, επιτρέπεται η απασχόληση προσωπικού του ενός συμβαλλομένου στον άλλον, καθώς και η παραχώρηση της χρήσης ακινήτων, εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και μέσων. 5. Εφόσον τα προβλεπόμενα στην προγραμματική σύμβαση έργα, προγράμματα και υπηρεσίες είναι πολιτιστικού χαρακτήρα, όπως η ανάδειξη, προστασία και συντήρηση μνημείων, οι παρεμβάσεις σε διατηρητέα ή παραδοσιακά κτίρια και οικισμούς, η διάσωση και διάδοση στοιχείων του πολιτισμού, η ανέγερση και λειτουργία χώρων πολιτισμικών λειτουργιών, η υποστήριξη δραστηριοτήτων και εκδηλώσεων που αφορούν την επιστήμη, τα γράμματα και τις τέχνες, συμμετέχει, ως συμβαλλόμενος, το Υπουργείο Πολιτισμού. Η προγραμματική σύμβαση καλείται "προγραμματική σύμβαση πολιτισμικής ανάπτυξης" και το δυνάμενο να επιβληθεί, κατά τις σχετικές διατάξεις, τέλος ανταποδοτικού χαρακτήρα, για τη χρηματοδότηση έργων, εργασιών, προγραμμάτων και υπηρεσιών της προγραμματικής σύμβασης, καλείται "Πολιτιστικό Τέλος".

34

Page 39: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στο άρθρο 18 της Οδηγίας 2004/18 ορίζεται ότι δεν υπάγονται

στην οδηγία οι συμβάσεις υπηρεσιών21 μεταξύ αναθετουσών αρχών, που συνάπτονται

δυνάμει αποκλειστικού δικαιώματος της παρέχουσας υπηρεσίες αναθέτουσας αρχής, το

οποίο της παρέχεται από νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις, με την προϋπόθεση ότι οι

διατάξεις αυτές είναι σύμφωνες με τις αρχές της Συνθήκης της ΕΟΚ.

Η διάταξη αυτή έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(ΔΕΚ) σε αρκετές περιπτώσεις:

Στην υπόθεση C-360/96 έχουν ιδιαίτερη σημασία οι αναλυτικότατες σκέψεις του

Γενικού Εισαγγελέα του ΔΕΚ La Pergola, στην πρότασή του προς το δικαστήριο.

Συνοπτικά οι κυριότερες σκέψεις του επί του ζητήματος, μετά από μια μικρή

αναφορά στο ιστορικό της υπόθεσης, για καλύτερη κατανόηση:

Οι δήμοι Άρνεμ και Ρέντεν (της Ολλανδίας) αποφάσισαν να δημιουργήσουν μια

εταιρεία, για να αναλαμβάνει με σύμβαση τις υπηρεσίες καθαριότητας των δήμων, τις

οποίες ασκούσαν προηγουμένως οι ίδιοι. Η αμοιβή της εταιρείας αυτής (με την επωνυμία

ΑRΑ) δεν ήταν εκ των προτέρων καθορισμένη (π.χ. για όλη τη διάρκεια της σύμβασης ή

κατά τακτά χρονικά διαστήματα), αλλά εκκαθαριζόταν βάσει περιοδικών λογαριασμών, που

είχαν σαν αποκλειστικό στόχο να καθοριστεί το ύψος των δαπανών και των εσόδων που

προήλθαν από τη διαχείριση της υπηρεσίας και να δοθεί έτσι η δυνατότητα στους δήμους

να διατηρήσουν τον ισολογισμό της εταιρείας σε ισορροπία. Έλειπε λοιπόν το στοιχείο του

κινδύνου που θα υπήρχε αν το ποσό το αντάλλαγμα της υπηρεσίας ήταν προκαθορισμένο

εξ αρχής. Η οικονομική επιβίωση της ΑΡΑ δεν εξαρτάται λοιπόν από τον όγκο της εργασίας

της ούτε από την αποτελεσματικότητα της διαχείρισής της, αλλά μάλλον από τη βούληση

των δήμων όσον αφορά τη χορήγηση στην ΑRΑ των κατάλληλων οικονομικών πόρων

μέσω της μεταβίβασης κονδυλίων του προϋπολογισμού και του καθορισμού των τιμών

των παρεχόμενων υπηρεσιών σε αποδεκτό επίπεδο. Οι δήμοι δηλαδή ασκούσαν κατουσίαν

εξουσία ζωής και θανάτου επί της εταιρείας.

Συνεπώς, κατά τον Εισαγγελέα του ΔΕΚ, η σύσταση της ΑRΑ οφείλεται στην

πρόθεση των δήμων που τη συνέστησαν να οργανώσουν καλύτερα και

αποτελεσματικότερα τις υπηρεσίες τους και όχι στην πρόθεσή τους να αναθέσουν σε

τρίτον τις υπηρεσίες αυτές και να τις αφαιρέσουν από τον τομέα της αρμοδιότητάς τους.

21 Σύμφωνα με την απόφαση του ΔΕΚ επί της υποθέσεως C-220/05 (JEAN AROUX κ.λ.π.), διάταξη ανάλογη με του άρθρου 6 της Οδηγίας 92/50 (ήδη 18 στη νέα Οδηγία 2004/18), δεν υφίσταται στην Οδηγία περί έργων, συνεπώς οι διατάξεις αυτές (περί συμβάσεων που συνάπτονται μεταξύ αναθετουσών αρχών, δυνάμει αποκλειστικών δικαιωμάτων κ.λ.π. και οι οποίες δεν υπάγονται στην Οδηγία) δεν μπορούν να εφαρμοσθούν προκειμένου περί συμβάσεων έργων (δηλαδή δεν θα μπορούσε μια αναθέτουσα αρχή να ιδρύσει νομικά πρόσωπα, έστω ελεγχόμενα από την ίδια, ώστε να εκτελούν τα έργα της με απευθείας συμβάσεις).

35

Page 40: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Το συμπέρασμα: Οι δημόσιες αρχές των κρατών-μελών της Ε.Ε. διαθέτουν

ελευθερία για την οργάνωση της δομής τους ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις

ανάγκες των διοικουμένων. Η ελευθερία οργάνωσης δεν μπορεί πάντως να φθάσει μέχρι

την παροχή υπηρεσίας εκ μέρους ιδιώτη σε δημόσια αρχή έναντι αμοιβής. Το κοινοτικό

δίκαιο απαλλάσσει από την υποχρέωση εφαρμογής της οδηγίας όχι μόνο τις περιπτώσεις

διοικητικής οργάνωσης και άλλες παρόμοιες ή συγκρίσιμες, αλλά ακόμη και τις γνήσιες

δημόσιες συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ δύο αναθετουσών αρχών, θεωρώντας τες ως

εν ευρεία εννοία άσκηση του δικαιώματος της δημόσιας αρχής για οργάνωσή της.

Σε μεταγενέστερες αποφάσεις του το ΔΕΚ επεξεργάστηκε ακόμα περισσότερο

την έννοια της σύμβασης υπηρεσιών μεταξύ αναθετουσών αρχών, η οποία εκφεύγει της

εφαρμογής των διατάξεων της Οδηγίας των δημοσίων συμβάσεων, εφόσον :

• Η μία αναθέτουσα αρχή (αυτή που αναθέτει την εν λόγω σύμβαση) ασκεί επί της

άλλης έλεγχο ανάλογο με εκείνον που ασκεί στις δικές της υπηρεσίες (απόφαση

ΔΕΚ επί της υπόθεσης C-107/98 Teckal και C-84/03 Επιτροπή κατά

Ισπανίας σκέψεις 38-40). Έτσι αν στην αναθέτουσα αρχή που αναλαμβάνει την

εκτέλεση της σύμβασης συμμετέχει ιδιωτική εταιρεία με ποσοστό αρκετά μεγάλο

ώστε να διαθέτει δικαιώματα μειοψηφίας (25% λ.χ.) δεν ασκείται επ΄αυτής ο

ανωτέρω έλεγχος, συνεπώς μια τέτοια σύμβαση υπάγεται στο πεδίο της Οδηγίας,

• Το πρόσωπο που αναλαμβάνει την εκτέλεση της σύμβασης πρέπει να

πραγματοποιεί το ουσιώδες μέρος της δραστηριότητάς του με τον ή τους

οργανισμούς που τον ελέγχουν, συνεπώς η έννοια της αποκλειστικότητας

επιδέχεται κάποια ερμηνεία διασταλτική.

Στην υπόθεση C-26/2003 (Stadt Halle), για την οποία έγινε λόγος και πιο πάνω

(κάτω από το άρθρο 2), οι κρίσιμες σκέψεις 49-52 έχουν ως εξής:

49 Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, δεν αποκλείονται και άλλες περιστάσεις υπό τις οποίες η προκήρυξη διαγωνισμού δεν είναι υποχρεωτική, ακόμη και αν ο αντισυμβαλλόμενος αποτελεί οργανισμό νομικώς διακεκριμένο από την αναθέτουσα αρχή. Τούτο συμβαίνει στην περίπτωση κατά την οποία η δημόσια αρχή, η οποία είναι αναθέτουσα αρχή, ασκεί επί του εν λόγω διακεκριμένου οργανισμού έλεγχο ανάλογο προς εκείνον που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών και κατά την οποία ο οργανισμός αυτός πραγματοποιεί το κύριο μέρος της δραστηριότητάς του με τη δημόσια αρχή ή με τις δημόσιες αρχές που τον ελέγχουν (βλ., υπό την έννοια αυτή, προπαρατεθείσα απόφαση Teckal, σκέψη 50). Υπενθυμίζεται ότι, στην προπαρατεθείσα περίπτωση, ο διακεκριμένος οργανισμός ελεγχόταν πλήρως από δημόσιες αρχές. Αντιθέτως, η έστω και κατά μειοψηφία συμμετοχή μιας ιδιωτικής επιχειρήσεως στο κεφάλαιο εταιρίας στην οποία συμμετέχει και η οικεία αναθέτουσα αρχή αποκλείει εν πάση περιπτώσει τη δυνατότητα αυτής της αναθέτουσας αρχής να ασκεί επί της εταιρίας αυτής έλεγχο ανάλογο προς αυτόν που ασκεί στις δικές της υπηρεσίες.

50 Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί κατ’ αρχάς ότι η σχέση μεταξύ μιας δημόσιας αρχής, η οποία είναι αναθέτουσα αρχή, και των υπηρεσιών της διέπεται από σκέψεις και επιταγές που προσιδιάζουν στην επιδίωξη σκοπών δημοσίου συμφέροντος. Αντιθέτως, κάθε επένδυση ιδιωτικού κεφαλαίου σε μια επιχείρηση διέπεται από σκέψεις που προσιδιάζουν στα ιδιωτικά συμφέροντα και επιδιώκει σκοπούς διαφορετικής φύσεως.

36

Page 41: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

51 Δεύτερον, η σύναψη δημοσίας συμβάσεως με επιχείρηση μικτής οικονομίας χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού θα έθιγε τον σκοπό του ελεύθερου και ανόθευτου ανταγωνισμού και την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των ενδιαφερομένων στην οποία αναφέρεται η οδηγία 92/50, κατά το μέτρο που, μεταξύ άλλων, μια τέτοια διαδικασία θα παρείχε σε μια ιδιωτική επιχείρηση μετέχουσα στο κεφάλαιο της επιχειρήσεως αυτής ένα πλεονέκτημα σε σχέση με τους ανταγωνιστές της.

52 Επομένως, στο δεύτερο ερώτημα, στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή σκοπεύει να συνάψει σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας αφορώσα την παροχή υπηρεσιών που εμπίπτουν στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/50 με μια εταιρία νομικώς διακεκριμένη από την ίδια, στο κεφάλαιο της οποίας η εν λόγω αρχή συμμετέχει μαζί με μία ή περισσότερες ιδιωτικές επιχειρήσεις, πρέπει πάντοτε να εφαρμόζονται οι διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων που προβλέπει η οδηγία αυτή.

Γ. Για το θέμα των προγραμματικών συμβάσεων του Δημοτικού και Κοινοτικού

Κώδικα το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει κρίνει τα εξής:

• Οι προγραμματικές συμβάσεις είναι συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημοσίων υπηρεσιών και την άσκηση κρρατικών αρμοδιοτήτων μέσω των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για την μελέτη και εκτέλεση έργων, προγραμμάτων και υπηρεσιών κάθε είδους. Συνεπώς οι προγραμματικές συμβάσεις υπάγονται στον έλεγχο του Ελ.Συνεδρίου (εφόσον βεβαίως υπερβαίνουν το όριο του 1.000.000 ΕΥΡΩ) (Ελ.Συν. Πτης Ολομ. 6/3/2000)/

• Η συμμετοχή αναπτυξιακής επιχείρησης σε προγραμματική σύμβαση μπορεί να συνίσταται στην υλοποίηση του ανατιθέμενου συμβατικού αντικειμένου, δεν μπορεί όμως να αναθέσει περαιτέρω το αντικείμενο κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων για την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων (ΕλΣυν Πρακτ. Ολομ. 10/12/2004).

• Η προγραμματική σύμβαση δεν είναι νόμιμη όταν το αντικείμενο αυτής είναι αόριστο, δηλαδή όταν δεν ορίζεται σαφώς το αντικείμενο των παρεχομένων υπηρεσιών ή του προγράμματος, οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων , δεν ορίζεται χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης της σύμβαση και δεν υπάρχει αναλυτικός προϋπολογισμός του προγράμματος (ΕλΣυν Πράξη VII Τμ. 46/2005).

• Σε μια προγραμματική σύμβαση οι επιχειρήσεις ΟΤΑ δεν μπορεί να συμμετέχουν ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, δηλαδή δεν πρέπει να ανατίθεται στην επιχείρηση ΟΤΑ η υλοποίηση ολοκλήρου του αντικειμένου της (ΕλΣυν Πράξη VII Τμ. 46/2005, πράξη VI Τμήμ. 30/2005).

Δ. Ποια είναι η σχέση των προγραμματικών συμβάσεων του ν. 3316/03 με τις

αντίστοιχες του ΔΚΚ;

Η γνώμη μου, σε γραπτό ερώτημα που υποβλήθηκε στο Γρ.Ν.Σ., είναι η ακόλουθη :

1. Στο άρθρο 3 του ν. 3316/05 προβλέπεται και ρυθμίζεται η σύναψη προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ αναθετουσών αρχών. Κατ΄αρχήν, με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 παρέχεται η δυνατότητα σε φορείς που «δεν διαθέτουν επαρκή τεχνική στελέχωση για την προετοιμασία, τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης και τη διοίκηση μελέτης ή έργου…» να απευθυνθούν στο Υπουργείο (ή στην αρχή γενικότερα) στο οποίο υπάγονται ή από το οποίο εποπτεύονται, προκειμένου να αποκτήσουν τη δυνατότητα να προετοιμάσουν και να διοικήσουν τις συμβάσεις υπηρεσιών τους, «δανειζόμενες» την τεχνική του υπηρεσία. Αν η αρχή αυτή δεν είναι σε θέση να παράσχει την απαιτούμενη βοήθεια, προβλέπεται επικουρικά η δυνατότητα να παράσχει τη βοήθεια αυτή η οικεία Περιφέρεια. Συνεπώς, με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 3 η βοήθεια από τη μια προς την άλλη αναθέτουσα αρχή παρέχεται με βάση τις διατάξεις του νόμου και δεν απαιτείται η υπογραφή προγραμματικής σύμβασης, νομικό θεμέλιο της συνεργασίας δηλαδή αποτελεί ο νόμος. Στην κείμενη νομοθεσία συναντώνται παρόμοιες (μεμονωμένες) περιπτώσεις, στις οποίες ειδικές διατάξεις όριζαν όργανα άλλων φορέων, όπως στην περίπτωση των έργων των Νοσοκομείων για τα οποία αρμόδια ήταν τα όργανα της Νομαρχίας, όμως δεν υπήρχε (μέχρι το ν. 3316/05) διάταξη γενικής εφαρμογής, που να αντιμετώπιζε σε γενική βάση το θέμα της έλλειψης τεχνικών υπηρεσιών σε κάποιους φορείς του δημόσιου τομέα (υπηρεσιών που αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για την μελέτη και εκτέλεση έργων).

2. Περαιτέρω, με τις παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 3 ν. 3316/05, παρέχεται η δυνατότητα σύναψης προγραμματικών συμβάσεων, όταν η διαδικασία της παρ. 1 αποβεί άκαρπη. Οι παρ. 2-4 αποτελούν νοηματικά συνέχεια της παρ. 1 (έχουν δηλαδή τις προϋποθέσεις εφαρμογής της παρ. 1, ήτοι πρέπει να αιτιολογείται με ειδικό τρόπο ότι λείπει η επαρκής τεχνική στελέχωση του κυρίου του έργου και περαιτέρω ότι οι αρχές της παρ. 1 αρνήθηκαν να αναλάβουν την προετοιμασία ή τη διοίκηση των συμβάσεων) και έχουν γενική εφαρμογή, εφαρμόζονται δηλαδή σε κάθε περίπτωση που συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου αυτού.

3. Επειδή οι διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 3316/05 έχουν γενική και επικουρική εφαρμογή, λαμβάνεται πρόνοια ώστε να μην καταργηθούν διατάξεις με ειδικό περιεχόμενο που ρυθμίζουν με διαφορετικό

37

Page 42: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

τρόπο θέματα που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του. Έτσι στην παρ. 1 γίνεται ρητή επιφύλαξη για την ισχύ ειδικών διατάξεων που τυχόν ρυθμίζουν διαφορετικά το ίδιο ζήτημα («…αν δεν ορίζεται αλλιώς από ειδικές διατάξεις…»), ενώ ρητά επίσης ορίζεται (άρθρο 46 παρ. 1γ) ότι οι ειδικές διατάξεις περί προγραμματικών συμβάσεων εξακολουθούν να ισχύουν. Ειδικές διατάξεις περί προγραμματικών συμβάσεων περιέχονται και στο άρθρο 35 του π.δ. 410/95 (ήδη άρθρο 225 ν. 3463/06), πλην το περιεχόμενο των διατάξεων του μεταγενέστερου ν. 3463/05 δεν ρυθμίζει αντίθετα με το ν. 3316/05 τις προγραμματικές συμβάσεις, ώστε να θεωρείται, κατά το άρθρο δεύτερο του ν. 3463/06, ότι καταργήθηκαν οι διατάξεις του ν. 3316/05 κατά το μέτρο που αφορούν τους φορείς που υπάγονται στις ρυθμίσεις του ν. 3463/06 (Ο.Τ.Α., Α.Ε.Ι., Τ.Ε.Ι., κ.λ.π.). Τούτο διότι το πεδίο εφαρμογής των δύο διατάξεων είναι διαφορετικό, από την άποψη των προϋποθέσεων εφαρμογής, των φορέων που εμπίπτουν στη ρύθμιση και του πιθανού περιεχομένου των συμβάσεων, συνεπώς οι διατάξεις των δύο νομοθετημάτων που αφορούν τις προγραμματικές συμβάσεις εφαρμόζονται (κατά τη γνώμη μου) επάλληλα στους Δήμους και τις Κοινότητες και γενικότερα τα πρόσωπα που λαμβάνουν μέρος στις συμβάσεις του ν. 3463/06. Η ειδικότητα των διατάξεων του άρθρου 225 του ν. 3463/06 σε σχέση με την γενικής φύσεως διάταξη του άρθρου 3 του ν. 3316/05 συνίσταται κατ΄ αρχήν στην ιδιαιτερότητα των συμβαλλόμενων μερών (και τα δύο ή τουλάχιστον το ένα εκ των οποίων είναι Οργανισμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, περιλαμβανομένων των ενώσεων και των εταιρειών τους, Α.Ε.Ι. ή και Τ.Ε.Ι.), άρα δεν μπορεί να συναφθεί προγραμματική σύμβαση του άρθρου 225 μεταξύ αναθετουσών αρχών, αν από τη μια τουλάχιστον πλευρά δεν συμβάλλεται φορέας Ο.Τ.Α., Α.Ε.Ι., ή Τ.Ε.Ι. Η άλλη παράμετρος που συνιστά ειδικότερη ρύθμιση σε σχέση με τις γενικές διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 3316/05 είναι το περιεχόμενο των συμβάσεων του άρθρου 35: το αντικείμενο δεν ορίζεται συγκεκριμένα, άρα δεν περιορίζεται, συνεπώς μπορεί να αποτελεί αντικείμενο προγραμματικής σύμβασης του άρθρου 225 ακόμα και η εκπόνηση της μελέτης, ή και η κατασκευή έργου (με αυτεπιστασία) από τις αναπτυξιακές εταιρείες.

4. Κατά συνέπεια των ανωτέρω, η απάντηση στο ερώτημά σας είναι κατά τη γνώμη μου ότι οι προγραμματικές συμβάσεις του άρθρου 3 του ν. 3316/05 είναι θεσμός γενικής εφαρμογής, διάφορος των (ειδικών) προγραμματικών συμβάσεων του ν. 3463/06 και μπορούν να τύχουν εφαρμογής (υπό τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς του ν. 3316/05) και στους φορείς που υπάγονται στο άρθρο 225 του ν. 3463/06. Επειδή όμως το ζήτημα έχει γενικότερο χαρακτήρα και άπτεται της εφαρμογής του ν. 3463/06, θα ήταν χρήσιμο να απαντηθεί και από τη νομική υπηρεσία (Γραφείο Νομικού Συμβούλου) του ΥΠΕΣΔΔΑ.

38

Page 43: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΥΝΑΨΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ

ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΟΔΗΓΟΣ

για την αποτελεσματική διενέργεια

της διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης κατά το ν. 3316/05

Καταγράφονται πιο κάτω συνοπτικά τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσει η αναθέτουσα

αρχή για την ανάθεση σύμβασης του ν. 3316/05.

1. Προετοιμασία – λήψη γνωμοδοτήσεων.

Α. Συγκρότηση φακέλου έργου (ΦτΕ) κατά το άρθρο 4 παρ. 1, που πρέπει να

περιέχει τα τέσσερα στοιχεία (υπό α΄, β΄, γ΄ και δ΄). Μέχρις εκδόσεως της Υ.Α. της παρ.

4, τα στοιχεία που περιέχει το Τεύχος Τεχνικών Δεδομένων (ΤΤΔ) αναφέρονται

ενδεικτικά μόνο, άρα ο φορέας πρέπει να επιλέξει τα απαραίτητα. Εννοείται ότι η έκταση

του ΦτΕ πρέπει να είναι ανάλογη της δυσκολίας της σύμβασης. Ιδιαίτερα απαιτητικές

συμβάσεις πρέπει να συνοδεύονται από αρτιότερους ΦτΕ.

Β. Ο ΦτΕ εγκρίνεται από την Π.Α.

Γ. Επιλογή διαδικασίας ανάθεσης κατά το άρθρο 5. Αναλόγως των αβεβαιοτήτων της

σύμβασης ο φορέας πρέπει να επιλέξει μια από τις διαδικασίες των παρ. 1-5 του άρθρου 5.

Ιδιαίτερα: Αν πρόκειται να τηρηθεί διαδικασία κατά την παρ. 5 του άρθρου 5 (δηλαδή

ανάθεση με τον τύπο Α των εγκεκριμένων διακηρύξεων), πρέπει ενδεχομένως να ληφθεί

γνωμοδότηση22 του οικείου Τεχνικού Συμβουλίου). Το ίδιο και αν πρόκειται να

τηρηθεί η διαδικασία της παρ. 3.

Δ. Εφόσον πρόκειται να ανατεθεί σύμβαση υπηρεσιών (κατά τη διαδικασία άρθρου 9)

πρέπει να ληφθεί ενδεχομένως (αναλόγως αν συντρέχει η περίπτωση α ή η περίπτωση β΄

της παρ. 1) γνώμη του Τ.Σ. του οικείου Υπουργείου ή του Τ.Σ. της ΓΓΔΕ (άρθρο 9 παρ.

1).

22 ΠΡΟΣΟΧΗ: Χωρίς τις γνωμοδοτήσεις των ΤΣ όλη η διαδικασία του διαγωνισμού μπορεί να ακυρωθεί (το μπορεί αναφέρεται στο αν κάποιο ελεγκτικό όργανο το ανακαλύψει). Για ειδικότερα θέματα που αφορούν τις γνωμοδοτήσεις του Τ.Σ. βλέπετε άρθρο 20 του ν. 2690/99 που εφαρμόζεται συμπληρωματικά.

39

Page 44: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Ε. Αν πρόκειται για ανάθεση συμφωνίας – πλαισίου (διαδικασία άρθρου 8) πρέπει να

ληφθεί οπωσδήποτε σύμφωνη γνώμη του οικείου Τ.Σ. του φορέα.

2. Υπολογισμός προεκτιμώμενης αμοιβής.

Με βάση τον Κανονισμό προεκτιμώμενων αμοιβών μελετών και υπηρεσιών που

υπάρχει στην ιστοσελίδα του Υπουργείου (ggde.gr) και τις μονάδες φυσικού αντικειμένου

που προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλου του έργου καθορίζεται η προεκτιμώμενη

αμοιβή. Αν για συγκεκριμένες κατηγορίες μελετών δεν υπάρχουν στον Κανονισμό

προεκτιμώμενες αμοιβές χρησιμοποιούνται συγκριτικά στοιχεία από παλιότερες μελέτες

(άρθρο 4 παρ. 2). Η αμοιβή των υπηρεσιών προεκτιμάται με βάση την χρονοαπασχόληση

(ανθρωπομήνες).

3. Σύνταξη και έγκριση προκήρυξης.

Επιλέγεται ένας από τους τύπους προκήρυξης (Α, Β, Β1, Γ, Δ και Δ1) που υπάρχουν

στην ιστοσελίδα της ΓΓΔΕ και συμπληρώνεται, έχοντας υπόψη τις ρυθμίσεις του άρθρου

5 και τις ιδιορρυθμίες της σύμβασης που πρόκειται να ανατεθεί. Οι υποσημειώσεις των

προκηρύξεων καθοδηγούν το συντάκτη της προκήρυξης και εξηγούν τους λόγους για τους

οποίους ζητούνται κάποιες πληροφορίες, ενώ δίνουν και οδηγίες για την ερμηνεία των

όρων της προκήρυξης.

Μετά την 1-1-2008 οι Προκηρύξεις με την μεγαλύτερη χρήση (τύποι Α και Γ) είναι

εγκεκριμένοι με Υ.Α. (άρα οι διατάξεις της προκήρυξης είναι υποχρεωτικές) κατά τα

ισχύοντα και στα έργα.

Η προκήρυξη, μαζί με τα υπόλοιπα συμβατικά τεύχη εγκρίνεται από την Π.Α. (άρθρο 4

παρ. 3).23

4. Ορισμός της Επιτροπής Διαγωνισμού (κατά το άρθρο 21).

Η Ε.Δ. ορίζεται από την Π.Α. (άρθρο 21 του νόμου) και είναι αμειβόμενη, αλλά για την

αμοιβή απαιτείται η δημοσίευση σε ΦΕΚ της απόφασης συγκρότησης. Σχετικά

βλέπετε την Εγκύκλιο 12/2007 του ΥΠΕΧΩΔΕ.

5. Δημοσίευση της Περίληψης.

Η δημοσίευση είναι υποχρεωτική (με ποινή ακυρότητας της διαδικασίας) στα μέσα

δημοσιοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 12 και στο σχετικό άρθρο 17 της 23 Η Προϊσταμένη Αρχή (Π.Α.) είναι μεταξύ των αποφαινομένων οργάνων που καθορίζονται για κάθε φορέα κατά το άρθρο 45 παρ. 2. Τα άλλα όργανα είναι η Διευθύνουσα Υπηρεσία (Δ.Υ.), το Τεχνικό Συμβούλιο (Τ.Σ.) και το όργανο που αποφαίνεται σε αιτήσεις θεραπείας στο στάδιο της εκτέλεσης.

40

Page 45: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Προκήρυξης.

Στην ιστοσελίδα του ΥΠΕΧΩΔΕ, συνημμένα στην Εγκύκλιο Ε15/2007, υπάρχουν (2)

σχέδια περιλήψεων για δημοσίευση : ένα για συμβάσεις άνω, και ένα για συμβάσεις

κάτω του ορίου της Κοινοτικής Οδηγίας.

6. Ενημέρωση των ενδιαφερομένων.

Πριν την ημέρα του διαγωνισμού η υπηρεσία παρέχει, κατόπιν αιτήσεως, στους

ενδιαφερόμενους, τα τεύχη του διαγωνισμού και παρέχει διευκρινίσεις για τα θέματα για

τα οποία υποβάλλονται γραπτές ερωτήσεις. Σχετικά με τη διαδικασία και τις προθεσμίες

ενημέρωσης προβλέπει αναλυτικά η Προκήρυξη (άρθρο 2).

7. Παραλαβή προσφορών.

Την ημέρα του διαγωνισμού η Ε.Δ. συνέρχεται και παραλαμβάνει τις προσφορές από το

πρωτόκολλο. Αν κάτι δεν πάει καλά με την παραλαβή των προσφορών (π.χ. απεργία

υπαλλήλων ή άλλος λόγος ανώτερης βίας), στην προκήρυξη (άρθρο 3) προβλέπονται οι

ενδεδειγμένες ενέργειες της Ε.Δ.

Οι ενέργειες της Ε.Δ. κατά (αλλά και μετά) την παραλαβή προβλέπονται λεπτομερειακά

στην προκήρυξη (άρθρο 4).

8. Σύνταξη πρακτικών.

Στα πρακτικά που συντάσσει η Ε.Δ. (Ι, ΙΙ και ΙΙΙ) καταγράφονται α) οι ενέργειες της

Ε.Δ., σύμφωνα με όσα αναφέρονται λεπτομερειακά στην Προκήρυξη (άρθρο 4), β) οι

αποφάσεις της (π.χ. για αποκλεισμό διαγωνιζομένου), που λαμβάνονται με πλειοψηφία.

Η Ε.Ε. μπορεί να συνεδριάζει μόνο όταν έχει απαρτία. Απαρτία στις 3μελείς επιτροπές

υπάρχει μόνο όταν παραβρίσκονται και τα τρία μέλη, ενώ στις 5μελείς όταν

παραβρίσκονται 3 από τα 5 μέλη.

Για τους κανόνες συγκρότησης και λειτουργίας τόσο της Ε.Δ. όσο και του

Τεχνικού Συμβουλίου (Τ.Σ.) έχει εφαρμογή ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας (ν.

2690/99) και ιδίως τα άρθρα 13-15 και 17.

9. Το Πρακτικό ΙΙ (Αξιολόγησης της τεχνικής προσφοράς)

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η αιτιολόγηση του πρακτικού για την αξιολόγηση και

βαθμολόγηση της τεχνικής προσφοράς. Για την τεχνική προσφορά κάθε διαγωνιζόμενου

πρέπει να καταγράφονται συνοπτικά (σε μισή σελίδα πάνω-κάτω) τα θετικά και τα

αρνητικά της προσφοράς. Οι διαφορές στην βαθμολογία πρέπει να αντικατοπτρίζονται

41

Page 46: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

οπωσδήποτε στους λεκτικούς χαρακτηρισμούς της Επιτροπής. Δεν μπορεί να τίθεται

αισθητά διαφορετική βαθμολογία για προσφορές που χαρακτηρίζονται με τις ίδιες λέξεις.

10. Απάντηση στις ενστάσεις.

Αν υποβληθούν ενστάσεις υποψηφίων κατά των πρακτικών γνωμοδοτεί σχετικά η Ε.Δ.

και αποφασίζει η Π.Α. Τόσο η γνωμοδότηση όσο και η απόφαση πρέπει να απαντούν

ειδικά στα ειδικά παράπονα των ενστάσεων (μη ειδικά παράπονα δεν γεννούν

υποχρέωση για ειδική απάντηση).

Εάν δεν υποβληθούν ενστάσεις, η διαδικασία προχωρά στο επόμενο στάδιο χωρίς

έγκριση του πρακτικού από την Π.Α.

Αν η γνωμοδότηση δεν απαντά ειδικά στα παράπονα της ένστασης, πρέπει να απαντά

ειδικά η απόφαση. Αόριστες απαντήσεις σε ειδικά παράπονα έχουν σαν συνέπεια

την έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας των αποφάσεων της Π.Α. και την ακύρωση της

απόφασης από τα δικαστήρια (ειδικά το ΣτΕ). Αν συμβεί κάτι τέτοιο, το θέμα επιστρέφει

στην Π.Α. για πλήρη επαναιτιολόγηση. Αποτέλεσμα είναι η απώλεια χρόνου.

11. Κατακύρωση του διαγωνισμού – Σύναψη της σύμβασης.

Οι ενέργειες της Π.Α. μετά την ολοκλήρωση του διαγωνισμού με την έκδοση του

Πρακτικού ΙΙΙ και την κατακύρωση στον ανάδοχο περιγράφονται σαφώς στην Προκήρυξη

(άρθρο 5).

Σχέδιο ιδιωτικού συμφωνητικού υπάρχει στο site του ΥΠΕΧΩΔΕ, συνημμένο στην

εγκύκλιο Ε15/2007.

42

Page 47: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 4 Προετοιμασία του κυρίου του έργου για την ανάθεση των συμβάσεων

1. Η διαδικασία για σύναψη σύμβασης μελέτης ή παροχής υπηρεσιών, προϋποθέτει την δημιουργία φακέλου έργου, με μέριμνα της υπηρεσίας που έχει την ευθύνη της διεξαγωγής του διαγωνισμού και έγκριση του οργάνου που έχει την αρμοδιότητα για την ανάθεση της σύμβασης και το οποίο εντάσσει τις προς ανάθεση συμβάσεις σε πρόγραμμα χρηματοδότησης. Ο φάκελος του έργου συμπληρώνεται και επικαιροποιείται σε όλα τα στάδια έγκρισης των μελετών και ακολουθεί το έργο έως την οριστική παραλαβή του και περιλαμβάνει ιδίως:

α) Το Τεύχος Τεχνικών Δεδομένων του έργου. Το περιεχόμενο του τεύχους αποτελείται κυρίως από την τεχνική περιγραφή του προς μελέτη έργου με τα κύρια λειτουργικά του χαρακτηριστικά, αναφορά στα διαθέσιμα στοιχεία και προηγούμενες μελέτες που σχετίζονται με την υπό ανάθεση μελέτη ή υπηρεσία, αναφορά στις τοπικές συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες του έργου και της ευρύτερης περιοχής, και ιδίως στις υφιστάμενες περιβαλλοντικές, αρχαιολογικές και άλλες δεσμεύσεις ως προς τον σχεδιασμό του έργου, τις διαθέσιμες υποστηρικτικές μελέτες (γεωλογικές, γεωτεχνικές κ.λπ.) που απαιτούνται για την προώθηση της μελέτης και ποσοτικά στοιχεία φυσικού αντικειμένου του που κατά την εκτίμηση του κυρίου του έργου απαιτούνται για την υλοποίηση του έργου και χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των προεκτιμώμενων αμοιβών.

β) Την τεκμηρίωση της σκοπιμότητας του έργου.

γ) Το πρόγραμμα των απαιτούμενων μελετών και υπηρεσιών.

δ) Την απαιτούμενη δαπάνη, που περιλαμβάνει τις προβλέψιμες επί μέρους προεκτιμώμενες αμοιβές των μελετών και συναφών υπηρεσιών και την προεκτίμηση της δαπάνης κατασκευής του έργου24.

2. Η προεκτιμώμενη αμοιβή υπολογίζεται με βάση τις τιμές αμοιβών ανά κατηγορία έργου και μονάδα φυσικού αντικειμένου, που ορίζονται με την υπουργική απόφαση της παρ. 7 και τα ποσοτικά στοιχεία του προς ανάθεση έργου, όπως αυτά περιλαμβάνονται στο Τεύχος Τεχνικών Δεδομένων του έργου. Για εργασίες που δεν τιμολογούνται στην υπουργική απόφαση, η προεκτιμώμενη αμοιβή προσδιορίζεται με βάση τα ποσοτικά στοιχεία του προς ανάθεση έργου και συγκριτικά στοιχεία από αμοιβές συναφών μελετών.

3. Για τη διεξαγωγή διαγωνισμού του νόμου αυτού η αναθέτουσα Αρχή εγκρίνει τα αντίστοιχα συμβατικά τεύχη, που περιλαμβάνουν τον φάκελο έργου και την Συγγραφή Υποχρεώσεων. Προϋπόθεση για την ανάθεση της εκπόνησης οριστικής μελέτης, είτε μεμονωμένα, είτε μαζί με άλλα στάδια μελετών, είναι η ένταξη του έργου στον προγραμματικό σχεδιασμό του φορέα.

4. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, ή του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, καθορίζονται ειδικότερα οι ενέργειες και τα στοιχεία που απαιτούνται για την προετοιμασία του κυρίου του έργου ανά κατηγορία ή κατηγορίες μελετών και το ειδικότερο περιεχόμενο του φακέλου του έργου, των προκαταρκτικών μελετών ανά κατηγορία μελέτης των προκαταρκτικών μελετών και των τεχνικών εκθέσεων των παραγράφων 3α του άρθρου 6 και 4α του άρθρου 725.

5. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων καθορίζονται τα αρχεία που είναι υποχρεωμένες να τηρούν οι υπηρεσίες που εκτελούν μελέτες, υπηρεσίες και έργα, για την παροχή πληροφοριών κατά τον προγραμματισμό άλλων έργων και την προεκτίμηση της δαπάνης των σχετικών συμβάσεων, η πρόσβαση στα αρχεία, η αξιοποίησή τους από άλλες υπηρεσίες και αναθέτουσες Αρχές, ο συντονισμός των υπηρεσιών, η αρμόδια για την τήρηση

24 ΠΡΟΣΟΧΗ! Με το ν. 3481/2006, άρθρο 5 παρ. 6Υ΄, η υποχρεωτική σύνταξη και έγκριση

φακέλου του έργου μετατίθεται για την 1-1-2007 και εφεξής (κατ΄αρχήν η ημερομηνία εφαρμογής ήταν η 1-1-2006)

25 Εκδόθηκε ήδη σχετικά η απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Δ17γ/06/157/ΦΝ 439.3/18-10-2006 (ΦΕΚ Β΄1611/2006) βλέπετε - ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

43

Page 48: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

κεντρικού αρχείου και την παροχή οδηγιών προς τις αναθέτουσες αρχές υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ και κάθε σχετικό θέμα.

6. Ο κύριος του έργου δύναται να αναθέτει την εκτέλεση μέρους η του συνόλου της προετοιμασίας του φακέλου του έργου με δημόσια σύμβαση του νόμου αυτού26.

7. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Μελετών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ και του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, εγκρίνεται, με βάση τις ισχύουσες εκάστοτε τεχνικές προδιαγραφές, κανονισμός προεκτιμώμενων αμοιβών μελετών και υπηρεσιών, που περιλαμβάνει (α) ενιαίες τιμές προεκτιμώμενων αμοιβών μελετών ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου και κατηγορία έργου, με βάση, κυρίως, τα προβλεπόμενα στάδια μελέτης και τις ποσότητες των ομοίων ή τυποποιημένων φυσικών αντικειμένων, ώστε να αποφεύγεται ο πολλαπλασιασμός της αμοιβής στην περίπτωση αυτή και (β) ενιαίες τιμές προεκτιμώμενων αμοιβών υπηρεσιών, είτε ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου και κατηγορία έργου, λαμβάνοντας υπόψη και τις ποσότητες των ομοίων ή τυποποιημένων φυσικών αντικειμένων ώστε να αποφεύγεται ο πολλαπλασιασμός της αμοιβής στην περίπτωση αυτή, είτε ανά μονάδα χρόνου απασχόλησης των προσώπων (ανθρωπομήνες) που ασχολούνται με την παροχή της υπηρεσίας, με βάση τα προσόντα και την εμπειρία τους. Μετά την έκδοση της υπουργικής απόφασης η εφαρμογή των τιμών του κανονισμού για τον καθορισμό της προεκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων είναι υποχρεωτική για τις αναθέτουσες αρχές, οι οποίες λαμβάνουν επιπρόσθετα υπόψη όλα τα στοιχεία που επηρεάζουν, κατά την κρίση τους, τη συνολική δαπάνη της σύμβασης, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της και τον επικαιροποιημένο φάκελο του έργου27.

Οι τιμές του κανονισμού αναπροσαρμόζονται κάθε έτος, με βάση τον επίσημο δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Μέχρι τις 20 Μαρτίου κάθε έτους αποστέλλεται από την αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ σχετικό έγγραφο προς τους φορείς που αναθέτουν μελέτες και υπηρεσίες του νόμου αυτού. Οι προκηρύξεις που εγκρίνονται μετά την ημερομηνία αυτή λαμβάνουν υποχρεωτικά υπόψη την αναπροσαρμογή των τιμών, για τον προσδιορισμό της προεκτιμώμενης αμοιβής.

8. Οι οικονομικές προσφορές που υποβάλλονται στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων των άρθρων 6 έως 10, συντάσσονται με τήρηση των εθνικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων σχετικά με την αμοιβή των μελετών και υπηρεσιών του άρθρου 2. Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν στις προκηρύξεις τις διατάξεις αυτές.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Κατά την επεξεργασία του ν. 3316/05 τέθηκε με ιδιαίτερη έμφαση το

ζήτημα της επαρκούς προετοιμασίας της αναθέτουσας αρχής για την ανάθεση της

σύμβασης. Η ελλιπέστατη προετοιμασία υπό το ν. 716/77 είχε σαν αποτέλεσμα την

ανάθεση χωρίς προσδιορισμό του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης της

26 ΠΡΟΣΟΧΗ! Με το ν. 3481/2006, άρθρο 5 παρ. 2 ορίζεται ότι οι συμβάσεις για την προετοιμασία του φακέλου του έργου, μπορούν να ανατίθεται με συμφωνίες πλαίσιο, οι οποίες δεν υπάγονται στον περιορισμό της παρ. 3 εδ. 2 του άρθρου 8, δηλαδή το ποσό αυτών ειδικά των συμφωνιών-πλαίσιο δεν συνυπολογίζεται για να εφαρμοσθεί το όριο του 20%. Βλέπετε περισσότερα για το θέμα στο άρθρο 8. 27 Με το άρθρο 5 παρ. 6δ του ν. 3481/06 προβλέπεται η έκδοση ειδικού κανονισμού προεκτιμώμενων αμοιβών για το ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ, ως ακολούθως: «δ) Στο άρθρο 45 του ν. 3316/2005 προστίθεται παράγραφος 10 ως ακολούθως: "10. Ο κατά την παράγραφο 7 του άρθρου 4 του ν. 3316/2005 κανονισμός προεκτιμώμενων αμοιβών μελετών και υπηρεσιών δεν εφαρμόζεται στις μελέτες και υπηρεσίες που προκηρύσσονται από την εταιρεία "ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.", τον Οργανισμό Κτηματογραφήσεων και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος (Ο.Κ.Χ.Ε.). Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων εγκρίνεται ιδιαίτερος κανονισμός για τον καθορισμό των προεκτιμώμενων αμοιβών των μελετών και υπηρεσιών των ως άνω φορέων, εφόσον τούτο δεν έρχεται σε αντίθεση με διατάξεις του κοινοτικού δικαίου."

44

Page 49: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

μελέτης, γεγονός που δεν είχε ιδιαίτερες συνέπειες στην λειτουργία των συμβάσεων επειδή

το φυσικό αντικείμενο και παράλληλα το οικονομικό προσεγγίζονταν κατά τη διαδικασία

εκτέλεσης της σύμβασης (η αμοιβή του αναδόχου ως γνωστόν προσδιορίζονταν μόνο όταν

το αντικείμενο ήταν επαρκώς προσδιορίσιμο, μετά την εκπόνηση της προμελέτης.

Αυτό όμως δεν μπορεί να εξακολουθήσει να ισχύει λόγω των απαιτήσεων της

κοινοτικής νομοθεσίας και για το λόγο αυτό έπρεπε να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο που θα

επέτρεπε τον, έστω χονδρικό υπολογισμό του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου της

σύμβασης ώστε στη συνέχεια οι διαγωνιζόμενοι να δεσμεύονται με την προσφορά τους

για την εκτέλεση της σύμβασης που ανέλαβαν. Έτσι δημιουργήθηκε το άρθρο 4 του νόμου

κατά το οποίο η αναθέτουσα αρχή είναι υποχρεωμένη να προσδιορίσει επαρκώς το

αντικείμενο της σύμβασης, να προσδιορίσει με αντικειμενικό τρόπο την προεκτιμώμενη

αμοιβή (δηλαδή την προϋπολογιζόμενη δαπάνη της σύμβασης) με βάση την οποία οι

διαγωνιζόμενοι να υποβάλλουν την οικονομική τους προσφορά, η οποία πλέον τους

δεσμεύει στην εκτέλεση της σύμβασης.

Συγκεκριμένα, στην παρ. 1 ορίζεται ως υποχρεωτική η σύνταξη φακέλου του

έργου που περιέχει υποχρεωτικά συγκεκριμένα στοιχεία. Ο φάκελος συντάσσεται με

μέριμνα της υπηρεσίας που έχει την ευθύνη διεξαγωγής του διαγωνισμού και εγκρίνεται

από το όργανο που έχει κατά περίπτωση την αρμοδιότητα ανάθεσης της σύμβασης

(συνήθως Προϊσταμένη αρχή). Ο φάκελος του έργου επικαιροποιείται συνεχώς σε όλη

τη διαδικασία εκπόνησης της μελέτης και εκτέλεσης του έργου. Για το πρώτο διάστημα

εφαρμογής του νόμου, μέχρι τις 31-12-2005 (που επεκτάθηκε με το ν. 3481/06 για ένα

ακόμα χρόνο), οι μελέτες ανατίθεντο χωρίς υποχρεωτική σύνταξη φακέλου του έργου, με

το περιεχόμενο που ορίζεται στο άρθρο αυτό (βλέπετε παρ. 8 του άρθρου 45). Η

μεταβατική διάταξη τέθηκε ώστε να μη σταματήσει εντελώς η ανάθεση μελετών, μέχρι να

ετοιμασθούν οι σχετικοί φάκελοι έργου. Σε κάθε περίπτωση έπρεπε να υπάρχουν τα

απολύτως απαραίτητα για την ανάθεση της μελέτης στοιχεία (π.χ. να υπάρχει υπολογισμός

των μονάδων φυσικού αντικειμένου, για να μπορεί να λειτουργήσει η οικονομική

προσφορά των υποψηφίων). Προβλέπεται μάλιστα η έκδοση απόφασης του Υπουργού

ΠΕΧΩΔΕ που θα προσδιορίσει με μεγαλύτερη λεπτομέρεια το περιεχόμενο του τεύχους

Τεχνικών Δεδομένων της σύμβασης (παρ. 4 του άρθρου 4).

Απαραίτητο συμπλήρωμα του φακέλου του έργου είναι ο υπολογισμός της

προεκτιμώμενης αμοιβής από την υπηρεσία, για τον οποίο λαμβάνονται υπόψη ο

σχεδιασμός του έργου (που προκύπτει από τον φάκελο του έργου), οι

προϋπολογιζόμενες ποσότητες σε μονάδες του φυσικού αντικειμένου και οι τιμές

ανά μονάδα, όπως καθορίζονται με τον κανονισμό αμοιβών που εγκρίνεται με υπουργική

45

Page 50: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

απόφαση κατά την παράγραφο 7. Ο κανονισμός αυτός των τιμών, ισχύει υποχρεωτικά

κατά τον καθορισμό της προεκτιμώμενης αμοιβής, ενώ μπορούν να λαμβάνονται υπόψη

και άλλα επιπλέον στοιχεία που μπορούν να επηρεάσουν τη δαπάνη της σύμβασης28.

Επίσης με την παρ. 8 του άρθρου 4 ορίζεται ότι οι οικονομικές προσφορές

συντάσσονται με σεβασμό των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας που καθορίζουν τα

ελάχιστα νόμιμα όρια αμοιβών στις μελέτες. Τα όρια αυτά καθορίζονται με την υπουργική

απόφαση της παρ. 10 του άρθρου 42 29.

Σχετικά με το ζήτημα της συμβατότητας του κατωτάτου ορίου παραδεκτού

με το κοινοτικό δίκαιο, πρέπει να λεχθούν τα εξής: Οι κοινοτικές οδηγίες περί

υπηρεσιών (και η παλιότερη 92/50/ΕΚ, αλλά και η 2004/18/ΕΚ ισχύει τώρα), ορίζουν ότι

μπορούν τα κράτη μέλη να αμείβουν τις συμβάσεις υπηρεσιών, χρησιμοποιώντας

εθνικούς κώδικες περί αμοιβών. Δηλαδή μπορούν να αναθέτουν τις συμβάσεις με

άλλα κριτήρια, πλην της αμοιβής του αναδόχου η οποία θα καθορίζεται με βάση τους

κώδικες. Η διάταξη αυτή περιέχεται μεν στην οδηγία, εννοείται ότι επιτρέπεται η αμοιβή να

καθορίζεται μονοσήμαντα, ήτοι με βάση αποκλειστικά τον Κώδικα, όμως παράλληλα οι

υπηρεσίες της Κοινότητας ενθαρρύνουν τη χρήση της οικονομικής προσφοράς στις

συμβάσεις των υπηρεσιών. Έτσι το σύστημα που καταστρώνει ο νόμος αυτός έγκειται σε

μια μίξη του Κώδικα και του ανταγωνισμού πάνω στην οικονομική προσφορά, ως εξής:

Η οικονομική προσφορά τίθεται ως κριτήριο ανάθεσης (στην ανάθεση όλων των σταδίων

των μελετών, πλην της προκαταρκτικής), αλλά οι οικονομικές προσφορές δεν επιτρέπεται

να είναι μικρότερες ενός ελάχιστου παραδεκτού ορίου, που τίθεται ως κατώτερο

παραδεκτό όριο με την απόφαση του άρθρου 42 παρ. 10. Παράλληλα, τίθεται ένα

ανώτερο όριο των προσφορών, πάνω από το οποίο η προσφορά του υποψηφίου

απορρίπτεται ως ασύμφορη. Τα όρια αυτά (κάτω και πάνω) ορίζονται σε σχέση με την

προεκτιμώμενη αμοιβή όπως προκύπτει από τις μονάδες φυσικού αντικειμένου και τον

κανονισμό των προεκτιμώμενων αμοιβών της παρ. 7 του άρθρου 4.

Τέθηκε ήδη σε προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου (μελέτες του

ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ) το ζήτημα της συμβατότητας της διάταξης αυτής με το Κοινοτικό

Δίκαιο. Με πράξεις του ( 22/2008, 26/2008 κ.ά) το Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου

δέχθηκε τελικά τη συμβατότητα.

28 Ήδη όπως ανέφερα και στον πρόλογο της εισήγησης, έχει δημοσιευθεί και ισχύει η υπ΄αριθ. ΔΜΕΟ / α/ο/1257 [ΦΕΚ Β 1162/22.8.2005] απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ και ισχύει από 18/9/2005, για την έγκριση του Κανονισμού (βρίσκεται στο site του Υπουργείου www.ggde.gr.29 Βλεπ. Παράρτημα

46

Page 51: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 5

Διαδικασίες ανάθεσης μελετών

Η Προϊσταμένη Αρχή επιλέγει, αναλόγως των στοιχείων του φακέλου του έργου και των ιδιαιτεροτήτων της προς ανάθεση μελέτης, μία εκ των διαδικασιών ανάθεσης των επομένων παραγράφων:

1. Όταν πρόκειται περί μελέτης σύνθετου έργου που επιδέχεται εναλλακτικές λύσεις, ανατίθενται με την ίδια προκήρυξη η προκαταρκτική μελέτη και η προμελέτη, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6.

2. Ο κύριος του έργου μπορεί να αναθέσει μεμονωμένα την προκαταρκτική μελέτη, με ανάλογη προσαρμογή της προκήρυξης της παραγράφου 2 του άρθρου 6 και εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 3 έως 6 του ίδιου άρθρου. Στην περίπτωση αυτή οι ανάδοχοι υποβάλλουν τις προκαταρκτικές μελέτες και τα επιπλέον στοιχεία του φακέλου της τεχνικής προσφοράς του 1ου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 6, χωρίς οικονομική προσφορά. Οι μελέτες αξιολογούνται και βαθμολογούνται ως προς την προτεινόμενη τεχνική λύση κατά τις διατάξεις της παραγράφου 9 α, κατατάσσονται και καταβάλλεται η ορισθείσα από την προκήρυξη αμοιβή, κατά την παράγραφο 14 του άρθρου 6. Στον ανάδοχο με την ανώτερη βαθμολογία η αμοιβή καταβάλλεται προσαυξημένη κατά πενήντα τοις εκατό (50%). Επί ισοβαθμίας η προσαύξηση κατανέμεται μεταξύ των ισοβαθμούντων.

Η διαδικασία της παραγράφου αυτής και της προηγούμενης εφαρμόζονται για μελέτες που ανήκουν κατά κύριο λόγο σε μια από τις κατηγορίες μελετών υπ’ αριθ. 6 (αρχιτεκτονικές μελέτες κτιριακών έργων), 8 (στατικές), 9 (μηχανολογικές, ηλεκτρολογικές και ηλεκτρονικές), 10 (συγκοινωνιακών έργων), 11 (λιμενικών έργων) και 13 (υδραυλικές) του άρθρου 2.

3. Όταν πρόκειται περί μελετών κτιριακών έργων και έργων διαμόρφωσης ή ανάπλασης ελεύθερων κοινοχρήστων χώρων, η προμελέτη και τα μετά από αυτήν στάδια της μελέτης ανατίθενται με εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 7 έως 14 του άρθρου 6. Όπου στο άρθρο αυτό αναφέρεται η προμελέτη νοούνται αντίστοιχα τα υπολειπόμενα στάδια της μελέτης.

Η διαδικασία αυτή μπορεί να τύχει εφαρμογής, κατόπιν αποφάσεως της Προϊσταμένης Αρχής που εκδίδεται μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, στις κατηγορίες των μελετών του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2, ιδίως αν η μελέτη κρίνεται πρωτότυπη ή παρίσταται επείγουσα ανάγκη διεκπεραίωσης αυτής.

4. Όταν η φύση της κατηγορίας της μελέτης το επιτρέπει και ο κύριος του έργου εκτιμά ότι, με τη σύνταξη της προκαταρκτικής μελέτης και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων βοηθητικών μελετών και ερευνών, θα καταστεί δυνατός ο σαφής προσδιορισμός του τεχνικού αντικειμένου της μελέτης, μπορεί να προβεί σε ενιαία προκήρυξη της προκαταρκτικής και της οριστικής μελέτης, με παράλειψη του ενδιαμέσου σταδίου. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία του άρθρου 6 και ως προμελέτη νοείται αντίστοιχα η οριστική μελέτη.

5. Εφόσον συντρέχει μια από τις παρακάτω περιπτώσεις, είναι δυνατή η προκήρυξη της πλήρους μελέτης ή επιμέρους σταδίων αυτής, με ανάλογη εφαρμογή της διαδικασίας του άρθρου 7:

α) Όταν δεν απαιτούνται τεχνικά στοιχεία άλλα, πέραν των ήδη περιεχομένων στον φάκελο έργου, όπως κατά κύριο λόγο στις τοπογραφικές μελέτες ή γεωτεχνικές εργασίες.

β) Όταν περιέχονται στο φάκελο του έργου επαρκή τεχνικά στοιχεία, ιδίως μελέτες προηγουμένων σταδίων.

γ) Όταν πρόκειται περί μικρού ή απλού έργου, ή έργου χωρίς αβεβαιότητες ως προς την τεχνική λύση.

δ) Όταν πρόκειται για έργα που χρηματοδοτούνται από κοινοτικά προγράμματα, με περιοριστικές προθεσμίες απορρόφησης.

47

Page 52: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ε) Όταν πρόκειται περί μελετών που, κατά τις ισχύουσες προδιαγραφές, εκπονούνται σε ένα στάδιο, όπως ιδίως των κυκλοφοριακών, οικονομικών και κοινωνικών, ή των μελετών που εκπονούνται κατ’ ουσίαν σε ένα στάδιο, όπως οι χωροταξικές, ρυθμιστικές, πολεοδομικές και ρυμοτομικές.

Στις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παραγράφου αυτής, για την έγκριση της προκήρυξης απαιτείται προηγούμενη γνωμοδότηση του αρμοδίου τεχνικού συμβουλίου και στην περίπτωση δ΄ απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.

6. Όταν πρόκειται περί μελετών αξιόλογων τεχνικών έργων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, που έχουν ευρύτερη κοινωνική αρχιτεκτονική, πολεοδομική και περιβαλλοντική σημασία και η λειτουργία τους, ο όγκος τους ή άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους έχουν επίδραση στο ευρύτερο δομημένο ή φυσικό περιβάλλον, όπως είναι ιδίως σημαντικά κτιριακά έργα, έργα επαναλαμβανόμενου τύπου, μνημεία ή μνημειακά έργα, έργα διαμόρφωσης ή ανάπλασης ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων με υπερτοπικό ή ιστορικό χαρακτήρα ή παρεμβάσεων πολεοδομικού επιπέδου ιδιαίτερης σημασίας, η επιλογή του αναδόχου διενεργείται με αρχιτεκτονικό διαγωνισμό η διαγωνισμό μελετών.

Στους διαγωνισμούς μελετών η προκήρυξη καθορίζει τουλάχιστον τον αριθμό και το χρηματικό ποσό των προς απονομή βραβείων, τη σύνθεση της κριτικής επιτροπής, την εξαγορά ή μη λύσεων πέραν των βραβευομένων από τον κύριο του έργου, την προεκτιμώμενη αμοιβή για την εκπόνηση του συνόλου της μελέτης και των απαιτούμενων υποστηρικτικών μελετών και την πηγή χρηματοδότησης του διαγωνισμού και της μελέτης. Στους διαγωνισμούς μελετών δεν υποβάλλονται οικονομικές προσφορές.

Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων προσδιορίζονται ειδικότερα οι περιπτώσεις στις οποίες είναι υποχρεωτική η διενέργεια διαγωνισμού μελετών και κάθε λεπτομέρεια που αφορά τη διαδικασία προκήρυξης και διενέργειας του διαγωνισμού. Μέχρι την έκδοση της απόφασης οι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί διεξάγονται κατά τις κείμενες διατάξεις περί αυτών διατάξεις.

Όταν ο διαγωνισμός εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, εφαρμόζονται και οι σχετικές περί διαγωνισμών μελετών διατάξεις αυτής. Όταν προκηρύσσονται διεθνείς διαγωνισμοί ισχύουν επίσης οι κανονισμοί της της Διεθνούς Ένωσης Αρχιτεκτόνων (UIA).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Με βάση τα δεδομένα του φακέλου του έργου πρέπει η αναθέτουσα αρχή να επιλέξει τη

διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης, μεταξύ των δύο εναλλακτικών διαδικασιών

των άρθρων 6 και 7 του νόμου.

Το κριτήριο επιλογής είναι κατά βάση η αβεβαιότητα ως προς την τεχνική λύση η οποία

προκύπτει από το είδος της μελέτης αλλά και το βαθμό ωριμότητας της αναθέτουσας

αρχής. Δηλαδή υπάρχουν κατά την κοινή λογική μελέτες που δεν εμπεριέχουν τεχνικές

αβεβαιότητες, οι οποίες απαιτούν ιδιαίτερη διερεύνηση στο προκαταρκτικό στάδιο της

μελέτης (π.χ. τοπογραφικές, γεωλογικές κ.λ.π.) και άλλες που εμπεριέχουν τέτοιες

αβεβαιότητες και απαιτούν ιδιαίτερη διερεύνηση με την υποβολή διαφόρων τεχνικών

λύσεων, εκ των οποίων θα επιλέξει την πλέον κατάλληλη η αναθέτουσα αρχή.

Στην προσπάθειά του να βρεί λύση στο πρόβλημα σύνθετο αυτό ζήτημα ο ν. 3316/05, στο

άρθρο 5, καθορίζει τις διαδικασίες, μια εκ των οποίων είναι υποχρεωμένος να τηρήσει ο

κύριος του έργου για την ανάθεση μιας σύμβασης. Η επιλογή της διαδικασίας γίνεται με

κριτήριο το υφιστάμενο επίπεδο ωριμότητας ή βεβαιότητας των στοιχείων που

διαθέτει (ή δεν διαθέτει) η αναθέτουσα αρχή.

48

Page 53: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Όλες οι διαδικασίες ανάθεσης που περιγράφονται στα άρθρα 6, 7, 8 και 9 είναι κατ’ αρχήν

ανοικτές (κατά την έννοια του κοινοτικού δικαίου) απευθύνονται δηλαδή σε όλους

όσους έχουν τα νόμιμα προσόντα, προβλέπεται πάντως για τις διαδικασίες των

άρθρων 7, 8 κσι 9 και η κλειστή διαδικασία (ή διαδικασία με προεπιλογή, όπως είναι

ευρύτερα γνωστή στη χώρας μας). Ο καθορισμός των διαδικασιών αυτών αποσκοπεί στη

διασφάλιση της καλύτερης δυνατής ποιότητας των μελετών. Η κρίση περί της συνδρομής

των προϋποθέσεων για την εφαρμογή της μίας ή της άλλης διαδικασίας επαφίεται στην

αναθέτουσα αρχή (η οποία πρακτικά αποφασίζει με την έγκριση της προκήρυξης),

τίθενται πάντως περιορισμοί (γνώμη τεχνικού συμβουλίου) όταν πρόκειται να τηρηθούν

οι απλούστερες εξ αυτών.

Η παράγραφοι 1 και 2 ενδείκνυνται για μελέτες στις οποίες η αβεβαιότητα ως προς τις

πιθανές εναλλακτικές τεχνικές λύσεις είναι μεγάλη και δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία για

να την περιορίσουν. Με την παρ. 1 ανατίθεται πρώτα η εκπόνηση προκαταρκτικής

μελέτης σε 3 έως 5 (ο αριθμός τίθεται κατά την κρίση της υπηρεσίας) αναδόχους, με

προκαθορισμένη στην προκήρυξη αμοιβή. Οι προκαταρκτικές μελέτες εκπονούνται και

υποβάλλονται μαζί με άλλα στοιχεία (που αποτελούν τον τεχνικό φάκελο) καθώς και

οικονομική προσφορά για την εκπόνηση της προμελέτης, κρίνονται οι προκαταρκτικές

μελέτες σε συνδυασμό με την ζητούμενη (από τον καθένα ανάδοχο) αμοιβή και ανατίθεται

η προμελέτη σ’ αυτόν που συγκέντρωσε την ανώτερη βαθμολογία (άρθρο 6).

Η οριστική μελέτη ανατίθεται με νέο διαγωνισμό. Ο νέος αυτός διαγωνισμός μπορεί να

διεξαχθεί και κατά την κλειστή διαδικασία, δηλαδή να προεπιλεγεί ένας αριθμός από 5-12

με βάση των έλεγχο των ποιοτικών τους στοιχείων και στη συνέχεια να κληθούν αυτοί να

υποβάλλουν φάκελο τεχνικής και οικονομικής προσφοράς για τη διεξαγωγή της διαδικασίας

ανάθεσης (βλέπετε σχετικά άρθρο 7).

Στην παρ. 2 προβλέπεται η περίπτωση ανάθεσης μόνο της προκαταρκτικής μελέτης. Στην

περίπτωση αυτή προσαρμόζεται ανάλογα η διαδικασία του άρθρου 6, έτσι ώστε η

προκαταρκτική μελέτη να μην χρησιμοποιείται ως μέρος της τεχνικής προσφοράς των

υποψηφίων για την ανάθεση της προμελέτης. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση αυτή

ανατίθεται σε 3-5 αναδόχους η προκαταρκτική μελέτη επ’ αμοιβή, χωρίς να προβλέπεται

ανάθεση και του σταδίου της προμελέτης. Ο υποψήφιος που καταθέτει την προκαταρκτική

μελέτη που θα λάβει την μεγαλύτερη βαθμολογία λαμβάνει την προβλεπόμενη στην

προκήρυξη αμοιβή επαυξημένη κατά 50% (ώστε να υπάρχει το κατάλληλο κίνητρο για την

υποβολή καλών προκαταρκτικών μελετών). Εφόσον ο κύριος επιθυμεί στη συνέχεια να

αναθέσει τα υπόλοιπα στάδια, αναθέτει προμελέτη και οριστική μελέτη μαζί, με τις

διατάξεις περί ανάθεσης της οριστικής μελέτης, κατά τη διάταξη της παρ. 5β΄.

49

Page 54: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Οι διαδικασίες αυτές ενδείκνυνται για ορισμένες κατηγορίες μελετών που αναγράφονται

ρητά στο τέλος της παρ. 2.

Με την παρ. 3 του άρθρου, λαμβάνεται υπόψη η ιδιαιτερότητα κάποιων κατηγοριών

μελετών και ανατίθενται, μετά την ανάθεση και εκπόνηση της προκαταρκτικής μελέτης, τα

επόμενα στάδια μαζί, με ανάλογη εφαρμογή της διαδικασίας του άρθρου 6. Στην

περίπτωση αυτή δηλαδή εφαρμόζεται το άρθρο 6 και ό,που εκεί αναφέρεται

προκαταρκτική μελέτη εννοούνται τα υπόλοιπα στάδια των μελετών.

Πάντως μπορεί υπό προϋποθέσεις (ανάγκη επείγουσας διεκπεραίωσης της μελέτης –

γνώμη τεχνικού συμβουλίου περί τούτου) η περίπτωση της παρ. 3 να χρησιμοποιηθεί και

στις περιπτώσεις που κατ΄αρχήν ενδείκνυται η περ. 1, δηλαδή δεν είναι υποχρεωτική στην

περίπτωση αυτή η ανάθεση της οριστικής μελέτης με νέο διαγωνισμό.

Με την παρ. 4, ο κύριος του έργου προκηρύσσει την προκαταρκτική μελέτη και την

οριστική μελέτη μαζί, παραλείποντας το ενδιάμεσο στάδιο της προμελέτης και

συμπληρώνοντας τα στοιχεία και τις παραδοχές της προκαταρκτικής μελέτης με στοιχεία

ερευνών και υποστηρικτικών μελετών που πορίζεται με άλλο τρόπο (π.χ. με συμφωνίες -

πλαίσιο). Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται ανάλογα η διαδικασία του άρθρου 6, ως

προμελέτη δε νοείται η οριστική μελέτη.

Η παρ. 5 προβλέπει την ανάθεση όλων των προβλεπομένων στις προδιαγραφές

σταδίων της μελέτης, χωρίς την προκήρυξη 3-5 προκαταρκτικών μελετών, στις

περιπτώσεις που δεν χρειάζεται διερεύνηση του αντικειμένου της μελέτης,

- είτε γιατί εκ της φύσεως των μελετών δεν απαιτούνται τέτοια στοιχεία,

- είτε γιατί υφίστανται εκπονημένες μελέτες προηγουμένων σταδίων (λ.χ. κατά την

παράγραφο 2),

- είτε γιατί το έργο που πρόκειται να μελετηθεί είναι απλό (δηλαδή εκ της φύσεώς του

μονοσήμαντα προσδιορισμένο) ή μικρό κατ΄αντικείμενο, ή εν πάση περιπτώσει έργο που

δεν παρουσιάζει αβεβαιότητες ως προς την τεχνική λύση και γι΄αυτό παρέλκει η

εφαρμογή των συνήθων διαδικασιών, ή

- τέλος αν η ταχεία διεκπεραίωση της διαδικασίας ανάθεσης υπαγορεύεται από πιεστικά

χρονοδιαγράμματα απορρόφησης κοινοτικών κονδυλίων.

Για την αποφυγή καταστρατήγησης των σχετικών εξαιρετικών διατάξεων απαιτείται

γνωμοδότηση του τεχνικού συμβουλίου του κυρίου του έργου στις περιπτώσεις β΄

(όταν δηλαδή περιέχονται στο φάκελο του έργου επαρκή τεχνικά στοιχεία, ιδίως μελέτες

προηγουμένων σταδίων) και γ΄(ανάθεση μικρού ή απλού έργου, ή έργου χωρίς

αβεβαιότητες ως προς την τεχνική λύση) και σχετική έγκριση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ στη

50

Page 55: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

δ΄ περίπτωση (έργα που χρηματοδοτούνται από κοινοτικά προγράμματα, με περιοριστικές

προθεσμίες χρηματοδότησης).

Επίσης η ίδια διαδικασία προσήκει στις περιπτώσεις των μελετών που προβλέπεται στις

προδιαγραφές τους η εκπόνηση σε ένα μόνο στάδιο.

ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ ότι, αν στην ίδια σύμβαση ισχύουν δύο και παραπάνω λόγοι ανάθεσης κατά το άρθρο 5, τηρείται ο λιγότερο απαιτητικός, δηλαδή αν πρόκειται για απλό τεχνικά έργο (και άρα μπορεί να εφαρμοσθεί η περ. γ΄ της παρ. 5) το οποίο παράλληλα συγχρηματοδοτείται από κοινοτικά προγράμματα με περιοριστικές προθεσμίες απορρόφησης (περ. δ΄) θα ζητηθεί η γνωμοδότηση του οικείου τεχνικού συμβουλίου (δηλαδή η απλούστερη διαδικασία) και όχι η απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ. Η παρ. 6 προβλέπει την ιδιαίτερη περίπτωση των διαγωνισμών μελετών (ή

αρχιτεκτονικών διαγωνισμών, όπως είναι γνωστοί στο ελληνικό δίκαιο) και θέτει τους

βασικούς κανόνες των διαγωνισμών αυτών, με προσαρμογή της νομοθεσίας στις ανάλογες

ρυθμίσεις της κοινοτικής οδηγίας περί υπηρεσιών. Κατά τα λοιπά προβλέπεται να εκδοθεί

απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ που θα ορίζει ειδικότερα τις περιπτώσεις εφαρμογής της

διαδικασίας αυτής και τις λεπτομέρειες της προκήρυξης και της όλης διαδικασίας των

διαγωνισμών.

Μέχρι να εκδοθεί η απόφαση αυτή ισχύει η απόφαση του Υπουργού Δημοσίων έργων Ε.

27960/1665/της 7/30-9-1970 (ΦΕΚ Β΄684).

51

Page 56: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Γενικό διάγραμμα της διαδικασίας του διαγωνισμού

Πριν την ανάλυση των επιμέρους άρθρων είναι σωστό νομίζω να σκιαγραφηθεί

συνοπτικά η διαδικασία του διαγωνισμού.

Α. Κατ΄αρχήν εγκρίνεται η διαδικασία με την έγκριση της προκήρυξης του

διαγωνισμού. Η έγκριση της προκήρυξης προβλέπεται στα άρθρα 6 (παρ. 1), 7 παρ. 1, 9

παρ. 2 και 8 παρ. 2 του παραπέμπει στο άρθρο 7. Μαζί με την Προκήρυξη εγκρίνονται και

τα συμβατικά τεύχη του διαγωνισμού (4 παρ. 3).

Β. Σχέδια προκηρύξεων των όλων διαγωνισμών του ν. 3316/05 υφίστανται στο

site της ΓΓΔΕ του ΥΠΕΧΩΔΕ (ggde.gr). Η Προκήρυξη μετά την έγκρισή της δημοσιεύεται

κατά το άρθρο 12 και οι προσφορές υποβάλλονται μέχρι την ημέρα διεξαγωγής του

διαγωνισμού με κατάθεσή τους στο πρωτόκολλο της υπηρεσίας του δηλώνεται με την

προκήρυξη.

Γ. Η διεξαγωγή του διαγωνισμού διεξάγεται από την Επιτροπή του

Διαγωνισμού. Οι φάσεις του διαγωνισμού είναι κατά κανόνα (υπάρχει και η ανάθεση

των προκαταρκτικών μελετών κατά το άρθρο 6 που ρυθμίζεται διαφορετικά, έχοντας δύο

φάσεις μόνο) τρεις:

1) Η φάση ελέγχου των τυπικών δικαιολογητικών αποτελείται από τρεις υποφάσεις

δηλαδή τον έλεγχο του πτυχίου (άρθρο 14 του νόμου), τον έλεγχο καταλληλότητας του

διαγωνιζομένου (άρθρο 16 σε συνδυασμό με 15 παρ. 2) και τον έλεγχο της ειδικής

τεχνικής ικανότητας (άρθρο 17) που είναι προαιρετικός, δηλαδή τίθεται μόνο αν το

κρίνει σκόπιμο η αναθέτουσα αρχή. Η φάση αυτή μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τον

αποκλεισμό κάποιου διαγωνιζόμενου, αν και μετά τη προσκόμιση συμπληρωματικών-

διευκρινιστικών στοιχείων δεν έχει τα απαιτούμενα δικαιολογητικά πλήρη.

Μετά τον έλεγχο εκδίδεται πρακτικό το οποίο επιδέχεται ένσταση.

2) Η φάση ανοίγματος και ελέγχου της τεχνικής προσφοράς, κατά την οποία

αξιολογούνται και βαθμολογούνται οι τεχνικές προσφορές (βλέπετε σχετικά σημειώσεις

στον Οδηγό). Ιδιαίτερη προσοχή στην φάση αυτή πρέπει να δοθεί στην σωστή και επαρκή

αιτιολόγηση της αξιολόγησης και βαθμολόγησης.

Ακολουθεί στάδιο ενστάσεων.

3) Φάση ελέγχου και βαθμολόγησης της οικονομικής προσφοράς, που μπορεί σε

κάποιες περιπτώσεις να θεωρηθεί απαράδεκτη (αν παραβιάζει τα όρια των προσφορών).

Και αυτή ακολουθείται από στάδιο ενστάσεων.

52

Page 57: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Τέλος μετά από όλα αυτά κατακυρώνεται η σύμβαση και ακολουθεί έλεγχος των

τυπικών δικαιολογητικών του αναδόχου. Αν τα τυπικά του δικαιολογητικά δεν γίνουν

αποδεκτά η σύμβαση ανατίθεται στο δεύτερο κατά σειρά κατάταξης κ.ο.κ.

Η ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ.

ΑΡΘΡΟ 6 Ανάθεση προκαταρκτικών μελετών και προμελέτης με την ίδια προκήρυξη

1. Για την έναρξη της διαδικασίας σύναψης των συμβάσεων εκπόνησης προκαταρκτικών μελετών και προμελέτης με την ίδια προκήρυξη απαιτείται να εγκριθεί από την Προϊσταμένη Αρχή προκήρυξη, περίληψη της οποίας δημοσιεύεται κατά το άρθρο 12. Όπου στο νόμο αυτό αναφέρεται ο όρος «προκαταρκτική μελέτη» νοείται το αντίστοιχο αρχικό στάδιο κάθε κατηγορίας μελέτης, με το οποίο προσδιορίζεται επαρκώς ο σχεδιασμός του έργου, εφόσον προβλέπεται από τις σχετικές προδιαγραφές, ή την απόφαση της παραγράφου 4 του άρθρου 4. Στο διαγωνισμό μπορούν να λάβουν μέρος όσοι έχουν νόμιμο δικαίωμα συμμετοχής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14, με υποβολή αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος, δήλωσης κατά το άρθρο 15 παρ. 1 περί μη συνδρομής λόγων αποκλεισμού εκ του άρθρου 16 και των λοιπών στοιχείων που ζητούνται με την προκήρυξη και αποδεικνύουν την εκπλήρωση των προϋποθέσεων ποιοτικής επιλογής κατά το άρθρο 17.

2. Στην προκήρυξη ορίζονται τουλάχιστον: α) Ο κύριος του έργου, η αναθέτουσα Αρχή και τα αρμόδια αποφαινόμενα όργανα. β) Το αντικείμενο της μελέτης με κάθε δυνατή λεπτομέρεια όπως προκύπτει από τον φάκελο του έργου. γ) Η κατηγορία πτυχίου, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 2, που απαιτείται για κάθε επιμέρους μελέτη της σύμβασης καθώς και η αντίστοιχη τάξη. Η καλούμενη τάξη κάθε πτυχίου καθορίζεται με βάση τις προεκτιμώμενες αμοιβές για το σύνολο των σταδίων κάθε κατηγορίας. δ) Η προεκτιμώμενη από την υπηρεσία αμοιβή της προμελέτης, η οποία υπολογίζεται όπως ορίζεται στις παραγράφους 2 και 7 του άρθρου 4 ή, αν δεν περιλαμβάνονται τιμές στον κανονισμό για τη συγκεκριμένη κατηγορία μελετών, με υπολογισμό της κατά μήνα απασχόλησης των αναγκαίων προσώπων (ανθρωπομήνες) και εφαρμογή των διατάξεων περί ενιαίων τιμών προεκτιμώμενων αμοιβών υπηρεσιών που ορίζονται με την ίδια απόφαση, άλλως η προεκτιμώμενη αμοιβή εκτιμάται από την υπηρεσία, βάσει όλων των διαθέσιμων στοιχείων. ε) Ο αριθμός των υποψηφίων στους οποίους θα ανατεθούν οι προκαταρκτικές μελέτες, οι οποίοι δεν μπορεί να είναι λιγότεροι των τριών, ούτε περισσότεροι των πέντε, αναλόγως του μεγέθους και της πολυπλοκότητας του έργου. στ) Η κατ’ αποκοπή αμοιβή της προκαταρκτικής μελέτης, στην οποία περιλαμβάνεται η αμοιβή για τις απαιτούμενες στη φάση αυτή και μόνον υποστηρικτικές μελέτες. Η κατ’ αποκοπή αμοιβή μπορεί να καθορίζεται, και με εκτίμηση της σύνθεσης της απαιτούμενης ομάδας εργασίας και του χρόνου απασχόλησής της. ζ) Ο πίνακας περιεχομένων του φακέλου του έργου. η) Η προθεσμία και ο τρόπος υποβολής αιτήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος, η διεύθυνση της υπηρεσίας στην οποία υποβάλλονται οι αιτήσεις, η ημέρα και ώρα διεξαγωγής της δημόσιας συνεδρίασης για τον έλεγχο των δικαιολογητικών συμμετοχής, καθώς και ο τρόπος κοινοποίησης των εγγράφων της διαδικασίας προς τους υποψηφίους. θ) Τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και λοιπά στοιχεία και οι προϋποθέσεις συμμετοχής στη διαδικασία ανάθεσης της μελέτης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 16 και 17. ι) Τα τεύχη που συνοδεύουν την προκήρυξη και η σειρά ισχύος τους. ια) Η προθεσμία παράδοσης της προκαταρκτικής μελέτης. ιβ) Τα κριτήρια επιλογής στη διαδικασία ανάθεσης των προκαταρκτικών μελετών και της προμελέτης. ιγ) Τα κριτήρια ανάθεσης των προκαταρκτικών μελετών και της προμελέτης και ο συντελεστής βαρύτητάς ενός εκάστου, καθώς και τα ελάχιστα επιτρεπτά όρια βαθμολόγησης ανά κριτήριο εφόσον κρίνεται σκόπιμο.

53

Page 58: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ιδ) Η προθεσμία παράδοσης της προμελέτης, η οποία πρέπει να αναλύεται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 27. ιε) Η προθεσμία και ο τρόπος πρόσβασης στο φάκελο του έργου και παραλαβής των τευχών και λοιπών στοιχείων εκδήλωσης ενδιαφέροντος και το αντίτιμο για την προμήθειά τους. ιστ) Ο χρόνος ισχύος της οικονομικής προσφοράς για την προμελέτη και η απαιτούμενη εγγύηση συμμετοχής κατά την παράγραφο 7. ιζ) Τα προς ανάθεση στάδια και οι προδιαγραφές της μελέτης κατά το άρθρο 11. ιη) Η δυνατότητα υποβολής και εναλλακτικής προσφοράς στο στάδιο της προκαταρκτικής μελέτης. 3. Η ανάθεση της προκαταρκτικής μελέτης γίνεται στον υποψήφιο που υποβάλλει την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, με τα κριτήρια της παραγράφου 4. Για την ανάθεση υποβάλλεται τεχνική προσφορά η οποία περιλαμβάνει: α) Τεχνική έκθεση, που περιλαμβάνει την εκτίμηση του γενικού και ειδικού αντικειμένου της μελέτης, ανάλυση των επιμέρους ζητημάτων και προτεινόμενες σε γενικές γραμμές λύσεις. β) Το οργανόγραμμα με την ομάδα μελέτης και τον συντονιστή της, όπου παρουσιάζεται η κατανομή ευθυνών μεταξύ των μελών της και στοιχεία για την αποτελεσματικότητα της δράσης της σε εκπονηθείσες μελέτες και τον βαθμό επιτυχίας της κατά τη φάση εκτέλεσης των αντίστοιχων έργων. γ) Πρόταση μεθοδολογίας, που περιλαμβάνει το γενικό πρόγραμμα εκπόνησης της μελέτης, την κατάτμηση σε δραστηριότητες, τις εσωτερικές διαδικασίες παραγωγής της μελέτης και χρονοδιάγραμμα όπου παρουσιάζεται η χρονική κλιμάκωση των δραστηριοτήτων. δ) Πίνακα των ανειλημμένων υποχρεώσεων του υποψηφίου, βάσει των υπογεγραμμένων συμβάσεων, με τον προβλεπόμενο φόρτο κατά τον χρόνο εκπόνησης της υπό ανάθεση μελέτης, με στοιχεία για την προβλεπόμενη απασχόληση των μελών της προτεινόμενης ομάδας μελέτης. 4. Τα κριτήρια ανάθεσης προκαταρκτικής μελέτης είναι, κατά φθίνουσα σειρά βαρύτητας, τα ακόλουθα: α) Η πληρότητα και διεξοδικότητα της εκτίμησης του γενικού και ειδικού αντικειμένου της μελέτης, όπως προκύπτει από την τεχνική έκθεση. β) Η αποτελεσματικότητα της ομάδας εκπόνησης της μελέτης, όπως προκύπτει από τη σύνθεση της και τα στοιχεία της ομάδας μελέτης, λαμβανομένων κυρίως υπόψη των στελεχών του υποψηφίου και των αποδεδειγμένα μόνιμων συνεργατών του. γ) Η πληρότητα και αξιοπιστία της μεθοδολογίας, όπως προκύπτει από την σχετική πρόταση του υποψηφίου. δ) Η αποτελεσματικότητα και η αξιοπιστία του προταθέντος χρονοδιαγράμματος, σε συνδυασμό με την στελέχωση της ομάδας μελέτης και την απασχόληση του υποψηφίου και της ομάδας του από εκπονούμενες μελέτες και παρεχόμενες υπηρεσίες.30

Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, που εκδίδεται μετά γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, καθορίζεται ανώτερο και κατώτερο όριο στα ποσοστά βαρύτητας των κριτηρίων ανάθεσης. Μέχρι την έκδοση της απόφασης τα ποσοστά ορίζονται με την προκήρυξη.

5. Οι φάκελοι των υποψηφίων περιέχουν, επί ποινή αποκλεισμού, τα δικαιολογητικά και τα πιστοποιητικά που προβλέπονται στην προκήρυξη, για τη διενέργεια της ποιοτικής επιλογής και της ανάθεσης, και υποβάλλονται ή αποστέλλονται με οποιοδήποτε τρόπο στην αρχή που διεξάγει το διαγωνισμό μέχρι την καθορισμένη από την προκήρυξη ημέρα και ώρα, κατά την οποία συνεδριάζει δημοσίως η Επιτροπή Διαγωνισμού. Η Επιτροπή μονογράφει κατ’ αρχήν τα στοιχεία που περιέχονται στους φακέλους των υποψηφίων και αποδεικνύουν το δικαίωμα συμμετοχής τους στο διαγωνισμό κατά το άρθρο 14, την υπεύθυνη δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 15 και τα υπόλοιπα οριζόμενα με την προκήρυξη δικαιολογητικά και τα καταχωρεί στο πρακτικό. Την ίδια ημέρα ή αν αυτό δεν είναι δυνατό, τις αμέσως επόμενες εργάσιμες, ελέγχεται η πληρότητα και το νομότυπο των εγγράφων και των προϋποθέσεων συμμετοχής, αποκλείονται οι υποψήφιοι που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις συμμετοχής, καταλληλότητας και ποιοτικής επιλογής, ολοκληρώνεται η διαδικασία της επιλογής και ανακοινώνεται από τον πρόεδρο της Επιτροπής ο πίνακας των υποψηφίων που επελέγησαν, κατά το άρθρο 22. Οι φάκελοι των τεχνικών προσφορών όσων αποκλείονται κατά τη φάση της επιλογής φυλάσσονται κλειστοί, με ευθύνη του προέδρου, μέχρι την εκδίκαση των ενστάσεων της επόμενης παραγράφου. Οι φάκελοι των τεχνικών

30 Διαγράφηκε η συγκεκριμένη φράση, όπως και η περ. δ΄της προηγούμενης παραγράφου, με την παρ. γ της παρ. 4 του άρθρου Τέταρτου του ν. 3621/07.

54

Page 59: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

προσφορών αποσφραγίζονται σε δημόσια συνεδρίαση της Επιτροπής Διαγωνισμού, που διεξάγεται σε ημέρα και ώρα που ανακοινώνεται στους υποψηφίους πριν από πέντε τουλάχιστον ημέρες, το περιεχόμενό τους καταγράφεται στο πρακτικό, τα στοιχεία τους μονογράφονται από τα μέλη της Επιτροπής και ελέγχεται η νομιμότητά τους. Σε κλειστές συνεδριάσεις της Επιτροπής οι τεχνικές προσφορές αξιολογούνται, βαθμολογούνται και οι υποψήφιοι κατατάσσονται σε πίνακα. Η διαδικασία καταχωρείται στο πρακτικό της Επιτροπής, το οποίο γνωστοποιείται στους υποψήφιους, κατά το άρθρο 22. Η Προϊσταμένη Αρχή δεν κωλύεται να αποφασίσει την ανάθεση, αν οι υποψήφιοι που πληρούν τα κριτήρια επιλογής και ανάθεσης είναι λιγότεροι του προκαθορισμένου με την προκήρυξη αριθμού των αναδόχων της προκαταρκτικής μελέτης.

6. Κατά του πρακτικού επιλογής και ανάθεσης υποβάλλονται ενστάσεις στον πρόεδρο της Επιτροπής Διαγωνισμού, μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την κοινοποίηση. Επί των ενστάσεων αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή, μετά από γνώμη της Επιτροπής Διαγωνισμού. Αν γίνει δεκτή ένσταση που αφορά τη νομιμότητα της συμμετοχής υποψηφίου η Προϊσταμένη Αρχή διαμορφώνει αναλόγως τη σειρά κατάταξης και εγκρίνει το αποτέλεσμα του διαγωνισμού. Αν η ένσταση ασκήθηκε από αποκλεισθέντα στη φάση της επιλογής υποψήφιο ή αφορά τον τρόπο βαθμολόγησης της τεχνικής προσφοράς, με την απόφασή της η Προϊσταμένη Αρχή αναπέμπει το πρακτικό στην Επιτροπή Διαγωνισμού με αναλυτικές παρατηρήσεις της Προϊσταμένης Αρχής, τις οποίες λαμβάνει υπόψη η Επιτροπή Διαγωνισμού, αναβαθμολογεί κατά την απόφαση και επανυποβάλλει το πρακτικό προς έγκριση. Σε περίπτωση νέας διαφωνίας, η Προϊσταμένη Αρχή με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή της επαναβαθμολογεί και εγκρίνει την ανάθεση. 7. Μετά την έκδοση της απόφασης ανάθεσης, η Προϊσταμένη Αρχή εφαρμόζει τη διαδικασία της παραγράφου 1 του άρθρου 15. Εφόσον κάποιος από τους αναδόχους αποκλειστεί, για τους λόγους που αναφέρονται στη διάταξη αυτή, αναπληρώνεται από τους επιλαχόντες κατά τη σειρά της βαθμολογίας τους. Η σύμβαση συνάπτεται κατά το άρθρο 23 και οι ανάδοχοι καλούνται να προσέλθουν ορισμένη ημέρα για την υπογραφή της σύμβασης εκπόνησης της προκαταρκτικής μελέτης, με την οποία αναλαμβάνουν την υποχρέωση να εκπονήσουν και να καταθέσουν, την τελευταία ημέρα της καθορισμένης με την προκήρυξη προθεσμίας, τη μελέτη και τα υπόλοιπα στοιχεία που συγκροτούν την τεχνική προσφορά για την εκπόνηση της προμελέτης και την οικονομική τους προσφορά. Κατά την υπογραφή της σύμβασης οι ανάδοχοι καταθέτουν, επί ποινή αποκλεισμού από τη διαδικασία, εγγύηση συμμετοχής που ανέρχεται σε ποσοστό 2% επί της κατ’ αποκοπήν αμοιβής της προκαταρκτικής μελέτης, όταν ανήκουν στην Α΄και Β΄ τάξη πτυχίου και 5% όταν ανήκουν στις υπόλοιπες. Επί συμπράξεων και κοινοπραξιών μελετητών και εταιρειών/γραφείων μελετών που είναι καταταγμένοι σε διάφορες τάξεις, κατατίθεται κοινή εγγύηση, στην οποία οι συμπράττοντες/κοινοπρακτούντες που ανήκουν στις τάξεις Α΄και Β΄ μετέχουν με 2% επί της προεκτιμώμενης αμοιβής της κατηγορίας την οποία καλύπτουν και 5% εφόσον ανήκουν στις υπόλοιπες. Η εγγύηση παρέχεται κατά τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 24 και εφόσον έχει χρόνο λήξης πρέπει αυτός να υπερκαλύπτει τουλάχιστον κατά έξι μήνες την προθεσμία παράδοσης της προκαταρκτικής μελέτης, καταπίπτει δε, υπέρ του κυρίου του έργου, αν δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα η προκαταρκτική μελέτη ή αν ο ανάδοχος της προμελέτης δεν προσέλθει εμπρόθεσμα για την υπογραφή της σχετικής συμβάσεως. Η εγγύηση συμμετοχής του αναδόχου της προμελέτης αντικαθίσταται κατά την υπογραφή της συμβάσεως με την εγγύηση καλής εκτέλεσης του άρθρου 24, ενώ στους λοιπούς υποψηφίους επιστρέφεται μετά τη σύναψη της σύμβασης.

8. Η τεχνική προσφορά για τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης της προμελέτης υποβάλλεται σε σφραγισμένο φάκελο και περιλαμβάνει επί ποινή αποκλεισμού την προκαταρκτική μελέτη του έργου, η οποία συντάσσεται σύμφωνα με τις προδιαγραφές και τους ειδικούς όρους της πρόσκλησης και συνοδεύεται από επαρκώς τεκμηριωμένο προϋπολογισμό της τεχνικής λύσης που προκρίνει ο υποψήφιος και των εναλλακτικών λύσεων. Δεν αξιολογούνται στοιχεία που υποβάλλονται επιπλέον των οριζομένων στην προκήρυξη. Εφόσον το επιτρέπει η προκήρυξη, οι διαγωνιζόμενοι μπορούν να υποβάλλουν μέχρι μια εναλλακτική τεχνική και οικονομική προσφορά. Με το φάκελο της τεχνικής του προσφοράς ο υποψήφιος υποβάλλει σφραγισμένο απαραβίαστο φάκελο που περιέχει την αναλυτική οικονομική προσφορά του, που περιλαμβάνει, επί ποινή αποκλεισμού, ανάλυση των επιμέρους αμοιβών (α) για τον προγραμματισμό, την επίβλεψη και την αξιολόγηση των αναγκαίων ερευνητικών εργασιών πάσης φύσεως, (β) την εκπόνηση υποστηρικτικών μελετών, (γ) την εκπόνηση της Προμελέτης, (δ) της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων όταν απαιτείται και (ε) κάθε άλλη αμοιβή προβλεπόμενη από τις ισχύουσες διατάξεις. Η

55

Page 60: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

οικονομική προσφορά δεν περιλαμβάνει αμοιβές για την εκτέλεση ερευνητικών εργασιών, οι οποίες ανατίθενται με ιδιαίτερη σύμβαση. Η οικονομική προσφορά συντίθεται, για κάθε επί μέρους κατηγορία, από τις ποσότητες του φυσικού αντικειμένου που προκύπτουν από την προτεινόμενη λύση και τις προσφερόμενες τιμές ανά φυσικό αντικείμενο. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ορίζεται η διαδικασία φύλαξης των οικονομικών προσφορών που υποβάλλονται κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού, από την υποβολή μέχρι την αποσφράγισή τους.

9. Κριτήρια ανάθεσης της προμελέτης είναι: α) Η ποιότητα της τεχνικής προσφοράς, η οποία συνίσταται: αα) Στην πληρότητα της διερεύνησης εναλλακτικών λύσεων. ββ) Στα χαρακτηριστικά της προτεινόμενης με την προσφορά λύσης, η οποία βαθμολογείται, ανάλογα με τη φύση του έργου, με βάση ένα η περισσότερα από τα παρακάτω υποκριτήρια:

1. Τα λειτουργικά χαρακτηριστικά της λύσης. 2. Την αισθητική αξία της λύσης. 3. Την ευκολία κατασκευής της λύσης. 4. Την δαπάνη του έργου, που περιλαμβάνει την δαπάνη κατασκευής του και, εφόσον

ορίζεται στην πρόσκληση, την ετήσια δαπάνη λειτουργίας και συντήρησης κατά την διάρκεια ζωής του έργου. Στην προκήρυξη περιλαμβάνονται συγκεκριμένα οι παράμετροι υπολογισμού της δαπάνης λειτουργίας και συντήρησης του έργου.

5. Τον προβλεπόμενο χρόνο υλοποίησης του έργου. (6) Τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της λύσης. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων καθορίζονται οι επιμέρους συντελεστές βαρύτητας των ως άνω υποκριτηρίων της τεχνικής προσφοράς, ενώ μπορεί να εξειδικεύονται ανάλογα με την κατηγορία, το μέγεθος και το είδος έργου ή να προστίθενται και άλλα. Μέχρι την έκδοση της απόφασης οι συντελεστές βαρύτητας των υποκριτηρίων ορίζονται στην προκήρυξη. Η τεχνική προσφορά των υποψηφίων βαθμολογείται σε εκατονταβάθμια κλίμακα και η βαρύτητα του κριτηρίου αυτού στην τελική βαθμολογία των υποψηφίων ορίζεται σε ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%). β) Η οικονομική προσφορά του υποψηφίου για την εκπόνηση της προτεινόμενης απ’ αυτόν κύριας τεχνικής λύσης και των εναλλακτικών της, εφόσον προβλέπεται η υποβολή τους, που περιλαμβάνει και τις αμοιβές για απαραίτητες υποστηρικτικές μελέτες και εργασίες. Σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 3 του άρθρου 5, η οικονομική προσφορά αναλύεται λεπτομερώς στα επιμέρους στάδια μελέτης. Η υποβληθείσα οικονομική προσφορά απορρίπτεται εφόσον κατά κατηγορία μελέτης, παραβιάζει τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις σχετικά με τις αμοιβές της προς ανάθεση μελέτης ή εφόσον οι ποσότητες του φυσικού αντικειμένου της προσφοράς δεν αντιστοιχούν στην προτεινόμενη τεχνική λύση . Η οικονομική προσφορά των υποψηφίων βαθμολογείται σε εκατονταβάθμια κλίμακα με τον τρόπο που ορίζεται στην προκήρυξη και η βαρύτητα του κριτηρίου αυτού στην τελική βαθμολογία ορίζεται σε δεκαπέντε τοις εκατό (15%). Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων καθορίζεται ενιαίος τρόπος βαθμολόγησης της οικονομικής προσφοράς. Μέχρι την έκδοση της απόφασης ο τρόπος βαθμολόγησης ορίζεται στην προκήρυξη. 10. Οι φάκελοι των τεχνικών προσφορών ανοίγονται την προκαθορισμένη ημέρα και ώρα σε δημόσια συνεδρίαση της Επιτροπής Διαγωνισμού, μονογράφονται τα στοιχεία τους από τα μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού και καταγράφεται το περιεχόμενό τους στο πρακτικό. Οι μελέτες και τα λοιπά στοιχεία των τεχνικών προσφορών ελέγχονται, αξιολογούνται και βαθμολογούνται σε εκατονταβάθμια κλίμακα και καταχωρείται η βαθμολογία στο πρακτικό της Επιτροπής. Η τεχνική προσφορά για την ανάθεση της προμελέτης βαθμολογείται με τα κριτήρια της παραγράφου 9.α και θεωρείται αποδεκτή εφόσον η βαθμολογία της υπερβαίνει τις 60 μονάδες και οι επιμέρους βαθμολογίες των κριτηρίων ανάθεσης είναι πάνω από τα αντίστοιχα ελάχιστα όρια, όπως καθορίσθηκαν με την προκήρυξη, αλλιώς απορρίπτεται, η μελέτη επιστρέφεται και ο υποψήφιος αποκλείεται της περαιτέρω διαδικασίας χωρίς να δικαιούται αμοιβή για τη μελέτη. Το πρακτικό της Επιτροπής μετά την ολοκλήρωσή του κοινοποιείται στους υποψήφιους κατά το άρθρο 22 και κατ΄ αυτού υποβάλλονται ενστάσεις στον πρόεδρο της Επιτροπής Διαγωνισμού, μέσα σε δέκα ημέρες από την κοινοποίηση. Επί των ενστάσεων αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή, μετά από γνώμη της Επιτροπής Διαγωνισμού. Αν γίνει δεκτή ένσταση που αφορά το νομότυπο της τεχνικής προσφοράς

56

Page 61: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

διαγωνιζομένου η Προϊσταμένη Αρχή διαμορφώνει με την απόφασή της αναλόγως το πρακτικό, ενώ αν αφορά τη βαθμολόγηση, το πρακτικό αναπέμπεται στην Επιτροπή Διαγωνισμού με αναλυτικές παρατηρήσεις της Προϊσταμένης Αρχής, σχετικά με τις πλημμέλειες της βαθμολόγησης, η οποία τις λαμβάνει υπόψη και το διαμορφώνει αναλόγως. Σε περίπτωση νέας διαφωνίας η Προϊσταμένη Αρχή με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της, αναβαθμολογεί την τεχνική προσφορά. 11. Οι οικονομικές προσφορές αποσφραγίζονται μετά την οριστικοποίηση του πίνακα της βαθμολογίας των τεχνικών προσφορών, σε δημόσια συνεδρίαση της Επιτροπής Διαγωνισμού, η διεξαγωγή της οποίας γνωστοποιείται εγγράφως στους ενδιαφερόμενους προ πέντε ημερών, και καταχωρείται το περιεχόμενό τους στο πρακτικό. Η Επιτροπή εξετάζει κατ’ αρχήν τις προσφορές κατά την παράγραφο 9.β, βαθμολογεί τις προσφορές που κρίνει αποδεκτές, σταθμίζοντας τη βαθμολογία τους με την βαθμολογία των τεχνικών προσφορών και υποβάλλει στην Προϊσταμένη Αρχή το πρακτικό με εισήγηση για τον υποψήφιο που υπέβαλε την πλέον συμφέρουσα προσφορά. Επί ισοβαθμίας προκρίνεται ο υποψήφιος με τη μεγαλύτερη βαθμολογία στην τεχνική προσφορά. Το πρακτικό κοινοποιείται στους ενδιαφερόμενους κατά τους όρους της προκήρυξης. Ως προς τις ενστάσεις κατά του πρακτικού της Επιτροπής και την απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 6. 12. Η Προϊσταμένη Αρχή μπορεί, σε οποιαδήποτε φάση της διαδικασίας αναθέσεων του παρόντος άρθρου, με αιτιολογημένη απόφασή της: α) Να ανακαλέσει την προκήρυξη και να ακυρώσει το αποτέλεσμα, πριν ή μετά την κατακύρωσή του, αν συντρέχει παραβίαση των κειμένων διατάξεων, η οποία επηρεάζει το αποτέλεσμα του διαγωνισμού, εφόσον δεν μπορεί η παραβίαση να επανορθωθεί με εφαρμογή της επόμενης περίπτωσης. β) Να ακυρώσει εν μέρει και να επαναλάβει τη διαδικασία, ή να αναμορφώσει το αποτέλεσμά της, αν διαπιστώσει ότι σε κάποιο στάδιο εμφιλοχώρησαν σφάλματα και παραλείψεις, που επηρεάζουν το αποτέλεσμα του διαγωνισμού. γ) Να ακυρώσει το αποτέλεσμα αν ο συναγωνισμός δεν ήταν επαρκής ή αν υφίστανται βάσιμες ενδείξεις ότι υπήρξε συνεννόηση των διαγωνιζομένων για την αποφυγή του πραγματικού συναγωνισμού. Στην τελευταία αυτή περίπτωση οι συνεννοηθέντες αποκλείονται από την καθ’ οιονδήποτε τρόπο εκπόνηση της προς ανάθεση μελέτης ή των επομένων σταδίων της και κινείται εναντίον τους υποχρεωτικά, με πρωτοβουλία της Προϊσταμένης Αρχής, η πειθαρχική διαδικασία. δ) Να ανακαλέσει την προκήρυξη, αν δεν επιθυμεί πλέον την εκπόνηση της μελέτης, ή να μην εγκρίνει το αποτέλεσμα αν κριθεί ασύμφορο για τον κύριο του έργου ή να επαναπροκηρύξει το διαγωνισμό με τροποποίηση των αρχικών όρων. Στις περιπτώσεις του εδαφίου αυτού καταβάλλεται η κατ’ αποκοπήν αμοιβή των προκαταρκτικών μελετών. 13. Με την απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής για την ανάθεση της προμελέτης, εγκρίνεται ταυτόχρονα και η προκαταρκτική μελέτη με τις υποστηρικτικές μελέτες που τυχόν τη συνοδεύουν, μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, όταν αυτή προβλέπεται. Μετά τη σύναψη της σύμβασης, ο ανάδοχος υποβάλλει την Προμελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Π.Π.Ε.) για την εξασφάλιση θετικής γνωμοδότησης για την Προκαταρκτική Περιβαλλοντική Εκτίμηση και Αξιολόγηση (Π.Π.Ε.Α.), αν απαιτείται. Αν για την έγκριση της Π.Π.Ε. ή και την προώθηση της Προμελέτης ανεξαρτήτως έγκρισης της Π.Π.Ε., προκύψουν από τις γνωμοδοτήσεις των αρμοδίων φορέων αναγκαίες μη ουσιώδεις τροποποιήσεις ή βελτιώσεις στην ανατεθείσα προμελέτη ή τροποποιήσεις που οφείλονται στις εκτελούμενες στη φάση αυτή υποστηρικτικές εργασίες, ο ανάδοχος καλείται να τις υλοποιήσει στα πλαίσια της σύμβασης, χωρίς ιδιαίτερο αντάλλαγμα. Αν οι αναγκαίες μεταβολές κρίνονται σημαντικές, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 29, υπό την προϋπόθεση ότι οι αλλαγές δεν ανατρέπουν ουσιωδώς την αρχική πρόσκληση και δεν αντιτίθενται στην αρχή της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων. Αν δεν υπάρξει συμφωνία η σύμβαση διαλύεται αζημίως για τον κύριο του έργου και η προμελέτη προκηρύσσεται εκ νέου με τις τυχόν ενδεικνυόμενες αλλαγές, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 7. Ανάλογες διαδικασίες ακολουθούνται και στις περιπτώσεις ανάθεσης του άρθρου 7 όταν προκύψουν τροποποιήσεις του συμβατικού αντικειμένου κατά τη φάση της προμελέτης. 14. Οι προκαταρκτικές μελέτες που κρίθηκαν παραδεκτές κατά την παράγραφο 10 παραλαμβάνονται από την Επιτροπή Διαγωνισμού, μετά το άνοιγμα και τη βαθμολόγησή τους, ανεξαρτήτως αν ανατεθεί η προμελέτη, περιέρχονται στην κυριότητα της αναθέτουσας Αρχής και καταβάλλεται η ορισθείσα αμοιβή.

57

Page 62: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Α. Η διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης περιγράφεται πολύ λεπτομερειακά στα

άρθρα 6, 7, 9 και 10. Ο νόμος περιέχει αρκετά λεπτομερειακές διατάξεις (είναι

διατυπωμένος σχεδόν υπό μορφή εγκυκλίου), για να διευκολυνθούν τα όργανα (οι

Επιτροπές Διαγωνισμού κυρίως) που σηκώνουν το βάρος της διεξαγωγής των

διαγωνισμών, δεδομένου ότι ο ν. 716/77 ήταν ελλιπέστατος σε σχέση με την περιγραφή

των διαδικασιών του διαγωνισμού. Έτσι λοιπόν περιγράφεται λεπτομερειακά κάθε

διαδικασία διαγωνισμού σε ιδιαίτερο άρθρο, και όχι μια βασική με παραλλαγές.

Αποφεύγεται βέβαια η άχρηστη επανάληψη ομοίων διατάξεων.

Επιπλέον δίνεται μεγάλη έμφαση στην σαφή διάκριση των διαδικασιών

επιλογής των κατάλληλων υποψηφίων και ανάθεσης της σύμβασης με την

εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης, αφού η σύγχυσή τους δημιούργησε κατά ο παρελθόν

πολλά προβλήματα συμβατότητας με το κοινοτικό δίκαιο.

Β. Η μορφή που μπορεί να έχει ένας διαγωνισμός είναι λίγο-πολύ προδιαγεγραμμένη

στις κοινοτικές οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις. Η οδηγία 2004/18/ΕΚ «περιγράφει» σε

αδρές γραμμές τη διαγωνιστική διαδικασία στο 1ο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 44 ως

εξής:

Οι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στα άρθρα 53 και 55,

λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 24, αφού οι αναθέτουσες αρχές ελέγξουν την

καταλληλότητα των οικονομικών φορέων που δεν έχουν αποκλεισθεί σύμφωνα με τα άρθρα 45

και 46.

Σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο δηλαδή ο διαγωνισμός περιέχει δύο διαδικασίες:

- τον έλεγχο της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων και

- την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης.

Η διαδικασία ελέγχου της καταλληλότητας διακρίνεται πλήρως από την διαδικασία

ανάθεσης της σύμβασης. Για το λόγο αυτό καθορίζονται και στο νέο νόμο ιδιαίτερα

κριτήρια ποιοτικής επιλογής (άρθρο 17) και κριτήρια ανάθεσης (άρθρα 6-9).

Παραθέτουμε εδώ την ιδιαίτερη προβληματική που έχει αναπτυχθεί για το ζήτημα

αυτό στο κοινοτικό δίκαιο.

Κατά την έννοια των διατάξεων των Οδηγιών (τόσο της Οδηγίας 92/50/ΕΟΚ, όσο

και τη νέα Οδηγία 2004/18), η διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης γενικά διεξάγεται

σε δύο διαδοχικές φάσεις, οι οποίες είναι διακριτές μεταξύ τους. Η ύπαρξη αυτών των

φάσεων αντιστοιχεί σε διαφορά του περιεχομένου τους, η οποία έχει ως συνέπεια την

διαφοροποιούμενη κρίση της αναθέτουσας αρχής σε κάθε φάση. Το ΔΕΚ έκρινε (απόφαση

Beentjes υπόθεση 31/37, Συλλ.1988, σελ. 4635) ότι ο έλεγχος της καταλληλότητας των

58

Page 63: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

εργοληπτών για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου και η ανάθεση του έργου αποτελούν

δύο διαφορετικές διαδικασίες στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης. Παρότι η ταυτόχρονη

πραγματοποίηση του ελέγχου καταλληλότητας των προσφερόντων και της αναθέσεως του

έργου δεν απαγορεύεται, οι δύο διαδικασίες διέπονται από διαφορετικούς κανόνες και

έχουν διαφορετικούς στόχους: η μεν διαδικασία επιλογής να διακρίνει ανάμεσα στους

υποψηφίους εκείνους που είναι κατάλληλοι να αναλάβουν το συγκεκριμένο έργο και η

διαδικασία ανάθεσης να διακρίνει ποια από τις προσφορές των υποψηφίων που κρίθηκαν

κατάλληλοι είναι η καλύτερη για την εκτέλεση του έργου.

Έτσι , αφού ελεγχθεί η καταλληλότητα των εργοληπτών με βάση τα κριτήρια

ποιοτικής επιλογής, ακολουθεί η κρίση για την καλύτερη προσφορά και η ανάθεση του

έργου. Όταν η αναθέτουσα αρχή επιλέγει τον ανάδοχο στη βάση της πλέον συμφέρουσας

από οικονομική άποψη προσφοράς, το άρθρο 53 της οδηγίας προβλέπει ότι τα κριτήρια

που θα χρησιμοποιηθούν πρέπει να συνδέονται με την συγκεκριμένη σύμβαση31. Ως

παράδειγμα τέτοιων κριτηρίων, το άρθρο αυτό παραθέτει την τιμή, την προθεσμία

εκτέλεσης, τα έξοδα λειτουργίας, την αποδοτικότητα, την τεχνική αξία κ.λ.π. Θα

μπορούσαν επίσης να αναφερθούν κριτήρια όπως η μεθοδολογία των εργασιών, και η

διαθεσιμότητα του προσωπικού. Τα κριτήρια αυτά αφορούν το αντικείμενο της

σύμβασης και σκοπό έχουν να διακρίνουν την καλύτερη προσφορά μεταξύ

εκείνων που έχουν υποβάλει οι διαγωνιζόμενοι. Αντίθετα, κριτήρια που συνδέονται

κατ’ ουσία με την ικανότητα των υποψηφίων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους δεν

μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως κριτήρια ανάθεσης, παρά μόνο ως κριτήρια ποιοτικής

επιλογής των υποψηφίων, κρίση που διεξάγεται σε διαφορετική φάση της διαδικασίας.

Επομένως χρήση των κριτηρίων ποιοτικής επιλογής ως κριτηρίων ανάθεσης

συγκεκριμένης σύμβασης παραβιάζει τις διατάξεις της οδηγίας.

Αυτό συνέβαινε με το ν. 716/77 και ήδη, με απόφαση του ΔΕΚ (C-532/2006

Λιανάκης) κρίθηκε οριστικά ότι τα κριτήρια ανάθεσης του ν. 716/77 ήταν κριτήρια

επιλογής και δεν μπορούσαν συνεπώς να χρησιμοποιηθούν ως τέτοια.

ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΑΡΘΡΟΥ 6.

1. Για να ξεκινήσει η διαδικασία του διαγωνισμού πρέπει να κληθούν οι ενδιαφερόμενοι

να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους με την υποβολή προσφοράς (στην ανοιχτή

διαδικασία) και αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος (στην κλειστή διαδικασία). Προς το 31 Επειδή ο σαφής διαχωρισμός των κριτηρίων ανάθεσης και καταλληλότητας είναι απόλυτα απαραίτητος, για να θεωρηθεί η διαδικασία ανάθεσης ως συμβατή με το κοινοτικό δίκαιο, έχουν κυκλοφορήσει σχετικά η Εγκύκλιος 29/2005 καθώς και η Εγκύκλιος 1/2007 (στην ιστοσελίδα του Υπουργείου).

59

Page 64: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

σκοπό αυτό πρέπει να εγκριθεί η προκήρυξη του διαγωνισμού και στη συνέχεια να

δημοσιευθεί περίληψή της, συνταγμένη με τέτοιο τρόπο που να επιτρέπει στους

ενδιαφερόμενους να μορφώσουν κατά το δυνατόν πλήρη άποψη για το αντικείμενο του

διαγωνισμού και τις προϋποθέσεις συμμετοχής (γι΄αυτό και το περιεχόμενο της περίληψης

περιγράφεται σε παράρτημα της οδηγίας). Ακόμα πρέπει να τους δοθεί επαρκής χρόνος να

προετοιμασθούν.

Η προσφορά των ενδιαφερόμενων αποτελείται από

(α) στοιχεία που αποδεικνύουν το δικαίωμα συμμετοχής (εγγραφή σε επαγγελματικούς

καταλόγους ή καταλόγους αναγνωρισμένων παρόχων υπηρεσιών),

(β) στοιχεία από όπου προκύπτει η ανυπαρξία κωλυμάτων συμμετοχής στο διαγωνισμό

(τα λεγόμενα δικαιολογητικά επαγγελματικής καταλληλότητας) και η ύπαρξη θετικών

προϋποθέσεων που αποδεικνύουν την χρηματοοικονομική και τεχνική καταλληλότητα του

ενδιαφερομένου και

(γ) στοιχεία που έχουν σχέση με την ανάθεση της σύμβασης και χρησιμοποιούνται για τη

συγκριτική αξιολόγηση των προτάσεων που υποβάλλουν οι ενδιαφερόμενοι για τη σύναψη

της σύμβασης.

Τα υποβαλλόμενα στοιχεία ελέγχονται και αξιολογούνται από την αναθέτουσα αρχή, ή για

την ακρίβεια του λόγου από την Επιτροπή Διαγωνισμού που συστήνει η αρχή αυτή. Τα

ευρήματα του ελέγχου καταγράφονται στα πρακτικά και επί τη βάσει των στοιχείων αυτών

η Επιτροπή εισηγείται στην Προϊσταμένη Αρχή, η οποία είναι το αποφασιστικό για το

διαγωνισμό όργανο. Το πέρας του διαγωνισμού κηρύσσεται με την έγκριση της

κατακύρωσης, στον υποψήφιο που κρίθηκε κατάλληλος και η προσφορά του αξιολογήθηκε

ως η πλέον συμφέρουσα για την αναθέτουσα αρχή.

Συμπερασματικά λοιπόν ο διαγωνισμός έχει δύο φάσεις: τον έλεγχο της καταλληλότητας

και την ανάδειξη της πλέον συμφέρουσας προσφοράς. Ζητούμενο είναι η διεξαγωγή των

διαδικασιών με διαφάνεια και αποφυγή των διακρίσεων, έτσι ώστε να μην τίθεται σε

αμφισβήτηση το τελικό αποτέλεσμα του διαγωνισμού.

2. Στο άρθρο 6 περιγράφεται λεπτομερώς όλη η διαδικασία ανάθεσης των τριών έως

πέντε (κατά την κρίση της Προϊσταμένης Αρχής και αφού ληφθεί υπόψη η ιδιαιτερότητα

και πολυπλοκότητα της προς ανάθεση μελέτης) προκαταρκτικών μελετών (όπου ως

«προκαταρκτικές μελέτες» νοούνται και οι μελέτες που κατά τις οικείες προδιαγραφές κάθε

κατηγορίας αντιστοιχούν σε ένα πρώτο διερευνητικό στάδιο, ανεξάρτητα από την ιδιαίτερη

ονομασία τους), σε συνδυασμό με την ανάθεση της προμελέτης.

Οι δικαιούμενοι να λάβουν μέρος στο διαγωνισμό αυτό (αλλά και γενικότερα στους

διαγωνισμούς του παρόντος νόμου) αναφέρονται στο άρθρο 14 του νόμου και για την

60

Page 65: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

διαπίστωση της επαγγελματικής τους καταλληλότητας και την εφαρμογή της διαδικασίας

της ποιοτικής επιλογής έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 15, 16 και 17.

Η διαδικασία του διαγωνισμού αρχίζει με την έγκριση της προκήρυξης, η οποία

συντάσσεται κατά τα υποδείγματα Β και Β1 που βρίσκονται δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα

της ΓΓΔΕ. Η προκήρυξη αφορά τη διαδικασία ανάθεσης τόσο της προκαταρκτικής μελέτης,

όσο και της προμελέτης.

Εξ άλλου, μετά την έγκριση συντάσσεται περίληψη της προκήρυξης, κατά τα

υποδείγματα που επισυνάπτονται στην Εγκύκλιο Ε15/07. Η περίληψη δημοσιεύεται

κατά τις διατάξεις του άρθρου 12. Τονίζεται η εφαρμογή του ν. 3548/06, ο οποίος

πρόσθεσε δημοσιεύσεις στον νομαρχιακό και τοπικό τύπο. Έχει σχετικώς εκδοθεί

Εγκύκλιος του ΥΠΕΧΩΔΕ.

3. Οι προκαταρκτικές μελέτες ανατίθενται σε τρεις έως πέντε αναδόχους, με

προκαθορισμένη από την υπηρεσία αμοιβή (η οποία δεν υπολογίζεται αυθαίρετα αλλά

επί τη βάσει των κανόνων που αναλύονται στις παραγράφους 7 και 8 του άρθρου 4) χωρίς

οι υποψήφιοι να υποβάλλουν οικονομική προσφορά και με κριτήρια ανάθεσης32 που

αποβλέπουν στην ποιότητα της μελέτης (παρ. 3 και 4).

Η διαδικασία διαπίστωσης της επαγγελματικής καταλληλότητας, της εκπλήρωσης των

κριτηρίων ποιοτικής επιλογής και της ανάθεσης περιγράφεται στην παρ. 5. Η διαδικασία

οργανώνεται σε δύο στάδια, δηλαδή προηγείται το πρώτο στάδιο της επιλογής και

ακολουθεί το στάδιο της ανάθεσης. Ιδιαίτερο πρακτικό για το στάδιο της επιλογής δεν

συντάσσεται και οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να αναμένουν την περαίωση και του σταδίου

ανάθεσης, ώστε να ασκήσουν τις ενστάσεις τους κατά του σταδίου της επιλογής. Η

εκδίκαση και απόφαση επί των ενστάσεων από την Προϊσταμένη Αρχή ρυθμίζεται

λεπτομερειακά στην παρ. 6 33.

32 Βλέπ. Παράρτημα 33 Στο άρθρο 5 του ν. 2690/99 ρυθμίζεται το δικαίωμα των πολιτών να έχουν πρόσβαση σε δημόσια έγγραφα (που φυλάσσονται από το δημόσιο ή άλλα ν.π.δ.δ.). Το ζήτημα αυτό ενδιαφέρει γιατί η άσκηση ένστασης πολλές φορές εξαρτάται από τη γνώση των εγγράφων που κατέθεσαν οι υπόλοιποι υποψήφιοι. Οι κρίσιμες διατάξεις του άρθρου 5 αναφέρουν τα ακόλουθα: «1. Κάθε ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα, ύστερα από γραπτή αίτησή του, να λαμβάνει γνώση των διοικητικών εγγράφων. Ως διοικητικά έγγραφα νοούνται όσα συντάσσονται από τις δημόσιες υπηρεσίες, όπως εκθέσεις, μελέτες, πρακτικά, στατιστικά στοιχεία, εγκύκλιες οδηγίες, απαντήσεις της Διοίκησης, γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις... 4. Το δικαίωμα των παρ. 1 και 2 ασκείται : α) με μελέτη του εγγράφου στο κατάστημα της υπηρεσίας, ή β) με χορήγηση αντιγράφου, εκτός αν η αναπαραγωγή τούτου μπορεί να βλάψει το πρωτότυπο. Η σχετική δαπάνη αναπαραγωγής βαρύνει τον αιτούντα, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά... 5. Η άσκηση του κατά τις παρ. 1 και 2 δικαιώματος γίνεται με την επιφύλαξη της ύπαρξης τυχόν δικαιωμάτων πνευματικής ή βιομηχανικής ιδιοκτησίας. 6. Η χρονική προθεσμία για τη χορήγηση εγγράφων κατά τις παραγράφους 1 και 2 ή την αιτιολογημένη απόρριψη της σχετικής αίτησης του πoλίτη είναι είκοσι (20) ημέρες.» Η παρ.6 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.2 του άρθρου 11 του Ν. 3230/2004 (ΦΕΚ Α 44)

61

Page 66: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

4. Στην παράγραφο 7 ρυθμίζεται η σύναψη των συμβάσεων με τους αναδειχθέντες

αναδόχους των προκαταρκτικών μελετών, αφού πρώτα διαπιστωθεί, με την προσκόμιση

των δικαιολογητικών και στοιχείων που αποδεικνύουν την επαγγελματική καταλληλότητα

(έναντι των οποίων προσκομίσθηκε στην πρώτη φάση του διαγωνισμού υπεύθυνη

δήλωση) ότι δεν υφίστανται λόγοι αποκλεισμού τους.

5. Η εκπόνηση των προκαταρκτικών μελετών και η υποβολή τους κατά την

προκαθορισμένη ημέρα για τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης της προμελέτης, είναι

καινοτομία του διαγωνισμού όπως περιγράφεται στο άρθρο 6. Μαζί με την προκαταρκτική

μελέτη κατατίθεται, σε σφραγισμένο φάκελο η τεχνική προσφορά των αναδόχων της

προκαταρκτικής μελέτης και υποψηφίων της προμελέτης, ενώ σε άλλο φάκελο (με

προδιαγραφές απαραβίαστου) κατατίθεται η οικονομική προσφορά των υποψηφίων για

την εκπόνηση της προμελέτης (παρ. 8). Οι ανάδοχοι της προκαταρκτικής μελέτης

υποχρεούνται κατά την ανάληψη της εκπόνησης της μελέτης να καταθέσουν

εγγύηση συμμετοχής στη διαδικασία (η οποία έχει το χαρακτήρα τόσο της εγγύησης

συμμετοχής που εξασφαλίζει τη συμμετοχή τους στο διαγωνισμό, όσο και της εγγύησης

καλής εκτέλεσης της προκαταρκτικής μελέτης) κατά την παρ. 7, με συγκεκριμένο χρόνο

ισχύος. Η εγγύηση αυτή εξασφαλίζει την προσέλευση για την ανάληψη της προμελέτης.

6. Τα κριτήρια ανάθεσης της προμελέτης αναφέρονται και αναλύονται στην

παράγραφο 934. Η βαρύτητα της τεχνικής προσφοράς ανέρχεται σε 85% και της

οικονομικής σε 15%. Η οικονομική προσφορά αναλύεται σε μονάδες φυσικού

αντικειμένου και τιμή επ΄αυτών. Η τιμή αυτή, για να είναι παραδεκτή η προσφορά, δεν

επιτρέπεται να υπερβαίνει ούτε να υπολείπεται, τα όρια των τιμών που τίθενται με την

υπουργική απόφαση της παρ. 10 του άρθρου 42. Οι τιμές της προσφοράς αναφέρονται

στις μονάδες φυσικού αντικειμένου όπως τις προσδιορίζει η ίδια η προκαταρκτική μελέτη

του προσφέροντος35.

7. Η διαδικασία ελέγχου και βαθμολογίας των τεχνικών προσφορών περιγράφεται

στην παράγραφο 10 και των οικονομικών προσφορών στην παράγραφο 11. Μεσολαβεί

στάδιο ενστάσεων κατά της κρίσης της επιτροπής διαγωνισμού επί των τεχνικών

προσφορών, ενώ ακολουθεί επίσης στάδιο ενστάσεων κατά της κρίσης και βαθμολόγησης

επί των οικονομικών προσφορών.

34 Βλέπ. Παράρτημα 35 Για τη φύλαξη των οικονομικών προσφορών εκδόθηκε η υπ΄αρ.Πρωτ. Δ17γ/04/157/ΦΝ 439.3/18-10-2006 απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ (ΦΕΚ Β΄1561/2006) – Βλ. Παράρτημα

62

Page 67: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

8. Στην παρ. 12 περιγράφονται οι λοιπές (πέραν της κατακυρώσεως του διαγωνισμού)

αρμοδιότητες της Προϊσταμένης Αρχής. Η Προϊσταμένη Αρχή στους διαγωνισμούς για την

ανάθεση δημοσίων συμβάσεων έχει γενικά αρμοδιότητες αυτεπάγγελτης εκτίμησης της

νομιμότητας και σκοπιμότητας της ανάθεσης. Πρέπει βεβαίως, στα πλαίσια των

συνταγματικών προβλέψεων αφενός να παρέχει το δικαίωμα ακρόασης πριν τη λήψη

δυσμενών για τους διοικουμένους αποφάσεων και αφετέρου να αιτιολογεί τις αποφάσεις

της αυτές.

9. Στην παρ. 13 ρυθμίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες

διατάξεις, η έγκριση της προκαταρκτικής μελέτης υπόκειται σε εγκρίσεις και αδειοδοτήσεις

άλλων αρχών (όπως η αρχή που ελέγχει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του σχεδιαζόμενου

έργου. Η αδειοδότηση αυτή είναι πιθανόν να γίνει με την προϋπόθεση τροποποίησης της

προκαταρκτικής μελέτης που υπέβαλε ο ανάδοχος της προμελέτης. Στην περίπτωση αυτή

είναι πιθανόν να απαιτηθούν προσαρμογές της οικονομικής του προσφοράς για την

συνέχιση της διαδικασίας εκπόνησης της προμελέτης. Για την προσαρμογή αυτή

χρησιμοποιείται ανάλογα η διαδικασία του άρθρου 29 για την υπογραφή

συμπληρωματικών συμβάσεων.

Οι προκαταρκτικές μελέτες που εκπονήθηκαν από τους αναδόχους αμείβονται κατά την

προκήρυξη (αν κριθούν παραδεκτές από ποιοτική άποψη) και καθίστανται κτήμα της

αναθέτουσας αρχής (παρ. 14).

10. ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΝΣΚ.

Έχουν εκδοθεί τα ακόλουθα γνωμοδοτικά έγγραφα του Γραφείου ΝΣΚ για θέματα γενικά

διαγωνισμών του ν. 3316/05:

Α. Υπ’ αριθ. 2505/15.5.2007, για το ζήτημα του αποκλεισμού διαγωνιζομένων λόγω

ατασθαλιών στην τεχνική τους προσφορά:

1. Η σχετική ρήτρα που έχει τεθεί στις πρότυπες προκηρύξεις του ν. 3316/05, κατά την οποία μόνο στις ειδικά επισημαινόμενες περιπτώσεις μπορεί να τεθεί ζήτημα αποκλεισμού των διαγωνιζομένων για ατασθαλίες (μικρές ή μεγάλες) των προσφορών τους, τέθηκε για να αποσοβήσει ακριβώς τα ερωτήματα όπως αυτό που μας υποβάλετε. Οι λόγοι αποκλεισμού των διαγωνιζομένων πρέπει να συνδέονται με σημαντικές αρχές και διατάξεις της διαγωνιστικής διαδικασίας, επειδή ο αποκλεισμός διαγωνιζομένου είναι η μεγαλύτερη ποινή που μπορεί να του επιβληθεί, συνεπώς πρέπει να αντιστοιχεί σε παραβίαση σημαντικών διατάξεων, οι οποίες μάλιστα αναφέρονται ρητά στην προκήρυξη.

2. Η υποβολή φακέλων τεχνικής προσφοράς απλώς κλειστών (όπως ορίζεται στο νόμο) υποδηλώνει ότι προφανώς ο οποιοσδήποτε παράγοντας του διαγωνισμού θα μπορούσε να λάβει γνώση του φακέλου πριν το επίσημο άνοιγμά του από την Επιτροπή, αυτό όμως δεν θεωρήθηκε από το νομοθέτη ως σημαντικό πρόβλημα, ώστε να επιβάλλει την υποβολή σφραγισμένων φακέλων. Συνεπώς δεν υφίσταται ζήτημα αποκλεισμού, η δε εκτίμησή σας ότι τα έγγραφα της τεχνικής προσφοράς είναι σε ντοσιέ, δηλαδή σε φάκελο ανοικτό δεν είναι ορθή αφού ορισμός του «κλειστού» φακέλου σε κανένα σημείο του νόμου ή της προκήρυξης δεν δίδεται, ώστε να σας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι έγγραφα σε ντοσιέ θεωρούνται «ανοικτός» φάκελος.

3. Το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει και για την έλλειψη των λοιπών στοιχείων επί του φακέλου συμμετοχής. Είναι αυτονόητο ότι η φράση της Διακήρυξης ότι «οι περιπτώσεις αποκλεισμού επισημαίνονται ρητώς στην παρούσα διακήρυξη» δεν έχει άλλη έννοια από αυτή που τόσο καθαρά διατυπώνεται, δηλαδή ότι η παραβίαση όρων και υποχρεώσεων της προκήρυξης δεν έχει ως συνέπεια τον αποκλεισμό του διαγωνιζόμενου, ειμή μόνο όταν ρητώς τούτο ορίζεται.

63

Page 68: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Άρα οι ελλείψεις που αναφέρετε δεν αποτελούν λόγους αποκλεισμού.

Β. ΘΕΜΑ: Επίτευξη επαρκούς συναγωνισμού σε διαγωνισμό ανάθεσης μελέτης.

ΣΧΕΤ.: Έγγραφό σας υπ’ αριθ. 51391/13.12.2006. Απαντώντας στο ανωτέρω σχετικό, με το οποίο αναφέρετε ότι σε διαγωνισμό για την ανάθεση

πολεοδομικής μελέτης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3316/05, κατατέθηκαν δύο εν συνόλω προσφορές εκ των οποίων η μία κρίθηκε ως μη αποδεκτή (λόγω μη ισχύος ατομικού πτυχίου μελετητή κατά την ημέρα υποβολής των προσφορών) και τίθεται το ερώτημα αν πρέπει να ακυρωθεί ο διαγωνισμός λόγω έλλειψης επαρκούς συναγωνισμού, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 12 του άρθρου 6 του νόμου, σας πληροφορούμε επιγραμματικά τα ακόλουθα: 1. Στην παρ. 12 του άρθρου 6 του ν. 3316/05 ορίζονται τα ακόλουθα: «12. Η Προϊσταμένη Αρχή μπορεί, σε οποιαδήποτε φάση της διαδικασίας αναθέσεων του παρόντος άρθρου, με αιτιολογημένη απόφασή της: α) … β) … γ) Να ακυρώσει το αποτέλεσμα αν ο συναγωνισμός δεν ήταν επαρκής ή αν υφίστανται βάσιμες ενδείξεις ότι υπήρξε συνεννόηση των διαγωνιζομένων για την αποφυγή του πραγματικού συναγωνισμού…. δ) Να ανακαλέσει την προκήρυξη, αν δεν επιθυμεί πλέον την εκπόνηση της μελέτης, ή να μην εγκρίνει το αποτέλεσμα αν κριθεί ασύμφορο για τον κύριο του έργου ή να επαναπροκηρύξει το διαγωνισμό με τροποποίηση των αρχικών όρων…. Εξάλλου στην παρ. 10 του άρθρου 7 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι «Οι διατάξεις της παρ. 12 του άρθρου 6 εφαρμόζονται ανάλογα» (βλέπ. τελ. εδάφιο). 2. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η Προϊσταμένη Αρχή έχει την διακριτική ευχέρεια να μην ολοκληρώσει μια διαδικασία διαγωνισμού, αν δεν επιτεύχθηκε επαρκής συναγωνισμός ή αν το αποτέλεσμα δεν κρίνεται συμφέρον για την αναθέτουσα αρχή. Σύμφωνα με την νομολογία του ΔΕΚ (C-27/98 (Metalmeccanica Fracasso SpA και Leitschutz Handels κ.λ.π.) οι διαγωνισμοί για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων αποσκοπούν στην επίτευξη της πλέον συμφέρουσας προσφοράς για την αναθέτουσα αρχή και το μέσον για την επίτευξη του σκοπού αυτού είναι ο υγιής και ανόθευτος ανταγωνισμός. Ο ανταγωνισμός πάντως δεν μπορεί να επιβληθεί σε μια ανοιχτή οικονομία, αφού απόκειται στην ελεύθερη κρίση των επιχειρήσεων να υποβάλλουν προσφορές, ή να απόσχουν της διαδικασίας του διαγωνισμού. Εφόσον παρασχεθούν τα εκ του νόμου προβλεπόμενα μέσα για την επίτευξη του ανταγωνισμού (δημοσιότητα, επαρκής χρόνος για την προετοιμασία των υποψηφίων), οι διαγωνισμοί νόμιμα προχωρούν ακόμα και με μειωμένη συμμετοχή διαγωνιζομένων, αφού δεν μπορεί να προεξοφληθεί ότι με την επανάληψη του διαγωνισμού θα υπάρξει ευρύτερη συμμετοχή. Άλλωστε, όπως προαναφέρθηκε, ο συναγωνισμός είναι το μέσοι για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής προσφοράς. Εφόσον η προσφορά του διαγωνιζόμενου είναι α) αποδεκτή τεχνικά και β) οικονομικά συμφέρουσα (δηλαδή κοντά στο εκ του νόμου κατώτερο επιτρεπτό όριο), δεν συντρέχει κατά τη γνώμη μου λόγος για την ακύρωση και επανάληψη του διαγωνισμού. 3. Εν κατακλείδι, η ανάκληση ενός διαγωνισμού λόγω μη επαρκούς συναγωνισμού υπόκειται στη διακριτική ευχέρεια και δεν αποτελεί υποχρέωση της αναθέτουσας αρχής. Η Π.Α. θα κρίνει εν τέλει, εν όψει και της τεχνικής και οικονομικής προσφοράς του μοναδικού (πλέον) υποψηφίου, αν η προσφορά είναι συμφέρουσα, ήτοι τεχνικώς αποδεκτή και οικονομικώς συμφέρουσα (δηλαδή κοντά στο νόμιμο όριο παραδεκτού). Εφόσον κριθεί κατά τα ανωτέρω ως συμφέρουσα, δεν συντρέχει λόγος για την ακύρωση και επανάληψη του διαγωνισμού.

11. ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΔΕΚ:

Το ΔΕΚ αντιμετώπισε το ζήτημα αν η αναθέτουσες αρχές έχουν σε κάθε περίπτωση υποχρέωση να τελειώσουν μια διαδικασία διαγωνισμού με την ανάθεση του έργου σε κάποιον από τους διαγωνιζόμενους (όποιον θα αναδειχθεί από τη διαδικασία) ή αν μπορούν να ανακαλέσουν την πράξη προκήρυξης, ματαιώνοντας την κατακύρωση. Επί του θέματος αυτού η απόφαση C-27/98 (Metalmeccanica Fracasso SpA και Leitschutz Handels κ.λ.π.) που έκρινε τα ακόλουθα:

64

Page 69: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

21 Δεν αμφισβητείται ότι η οδηγία 93/37 δεν περιλαμβάνει καμία διάταξη επιβάλλουσα ρητώς στην αναθέτουσα αρχή, η οποία προέβη στην προκήρυξη περί υποβολής προσφορών, να αναθέσει το έργο στον μοναδικό διαγωνιζόμενο που κρίθηκε ικανός να μετάσχει στο διαγωνισμό.

22 Παρά την έλλειψη μιας τέτοιας διατάξεως, επιβάλλεται να εξεταστεί αν, δυνάμει της οδηγίας 93/37, η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να ολοκληρώσει μια διαδικασία αναθέσεως της εκτελέσεως δημοσίου έργου.

23 Πρώτον, όσον αφορά τις διατάξεις της οδηγίας 93/37 που επικαλέστηκαν οι Fracasso και Leitschutz, επιβάλλεται να τονισθεί ότι το άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/37, το οποίο επιβάλλει στην αναθέτουσα αρχή να ενημερώνει το συντομότερο δυνατό τους υποψηφίους και τους προσφέροντες για τους λόγους για τους οποίους αποφάσισε να μη συνάψει τελικά τη σύμβαση, ως προς την οποία υπήρχε ανταγωνισμός, ή να κινήσει εκ νέου τη διαδικασία, δεν προβλέπει ότι μια τέτοια άρνηση πρέπει να περιορίζεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις ή να στηρίζεται οπωσδήποτε σε σοβαρούς λόγους.

24 Ομοίως, όσον αφορά τα άρθρα 7, 18 και 30 της οδηγίας 93/37, που ρυθμίζουν τις διαδικασίες σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να γίνεται η σύναψη των συμβάσεων δημοσίων έργων και καθορίζουν τα κριτήρια που εφαρμόζονται για την ανάθεση του έργου, αρκεί η διαπίστωση ότι από τις διατάξεις αυτές δεν προκύπτει καμία υποχρέωση συνάψεως της συμβάσεως στην περίπτωση που μία μόνο επιχείρηση έχει την απαιτούμενη ικανότητα.

25 Συνεπώς, η ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής να μη συνάπτει σύμβαση για την οποία υπήρξε ανταγωνισμός ή να παραιτείται από τη διαδικασία του διαγωνισμού, την οποία σιωπηρώς δέχεται η οδηγία 93/37, δεν εξαρτάται από την προϋπόθεση της συνδρομής σοβαρών ή εξαιρετικών περιστάσεων.

26 Δεύτερον, υπενθυμίζεται ότι κατά τη δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 93/37, σκοπός της είναι η ανάπτυξη πραγματικού ανταγωνισμού στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων (βλ. επίσης, όσον αφορά την οδηγία 71/305, απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 1988, 31/87, Beentjes, Συλλογή 1987, σ. 4635, σκέψη 21).

27 Επιβάλλεται σχετικώς να τονισθεί, όπως ορθώς έπραξε η Επιτροπή, ότι το άρθρο 22, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/37 ρητώς επιδιώκει την επίτευξη αυτού του σκοπού ορίζοντας ότι, όταν οι αναθέτουσες αρχές προσφεύγουν στην κλειστή διαδικασία για τη σύναψη μιας συμβάσεως, ο αριθμός των υποψηφίων που γίνονται δεκτοί για να υποβάλουν προσφορά πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να επαρκεί προς εξασφάλιση συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού.

28 Επίσης, το άρθρο 22, παράγραφος 3, της οδηγίας 93/37 προβλέπει ότι, όταν οι αναθέτουσες αρχές προσφεύγουν στη διαδικασία με διαπραγμάτευση για τη σύναψη μιας συμβάσεως στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7, παράγραφος 2, οι υποψήφιοι που γίνονται δεκτοί για διαπραγμάτευση δεν μπορεί να είναι λιγότεροι από τρεις, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός κατάλληλων υποψηφίων.

29 Πρέπει επίσης να τονισθεί ότι το άρθρο 18, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/37 προβλέπει ότι η ανάθεση του έργου γίνεται βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στον τίτλο IV, κεφάλαιο 3, της οδηγίας.

30 Μεταξύ των διατάξεων του κεφαλαίου 3 περιλαμβάνεται το άρθρο 30, το οποίο προβλέπει, στην παράγραφο 1, τα κριτήρια βάσει των οποίων οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν τα δημόσια έργα και τα οποία είναι είτε αποκλειστικά η χαμηλότερη τιμή είτε, αν η ανάθεση γίνεται στον υποβαλόντα την πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά, διάφορα κριτήρια, ανάλογα με το αντικείμενο της οικείας συμβάσεως, όπως είναι η τιμή, η προθεσμία εκτελέσεως, τα έξοδα λειτουργίας, η αποδοτικότητα, η τεχνική αξία.

31 Συνεπώς, προς επίτευξη του σκοπού της αναπτύξεως πραγματικού ανταγωνισμού στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων, η οδηγία 93/37 επιδιώκει να οργανώσει τη σύναψη των συμβάσεων κατά τέτοιο τρόπο ώστε η αναθέτουσα αρχή να είναι σε θέση να συγκρίνει διάφορες προσφορές και να επιλέξει την πλέον συμφέρουσα, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, όπως αυτά που απαριθμούνται χάριν παραδείγματος στο άρθρο 30, παράγραφος 1 της οδηγίας (βλ. σχετικώς, αναφορικά με την οδηγία 71/305, προαναφερθείσα απόφαση Beentjes, σκέψη 27).

65

Page 70: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

32 Όταν όμως, μετά το πέρας μιας από τις διαδικασίες συνάψεως συμβάσεως δημοσίου έργου που καθορίζει η οδηγία 93/37, απομένει μία μόνον προσφορά, η αναθέτουσα αρχή δεν είναι σε θέση να συγκρίνει μεταξύ των τιμών ή μεταξύ των λοιπών χαρακτηριστικών διαφόρων προσφορών ώστε να προβεί στην ανάθεση του έργου σύμφωνα με τα κριτήρια του τίτλου IV, κεφάλαιο 3, της οδηγίας 93/37.

33 Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η αναθέτουσα αρχή δεν υποχρεούται να αναθέσει το έργο στον μοναδικό προσφέροντα που κρίθηκε ικανός να μετάσχει στον διαγωνισμό. 34 Συνεπώς, στο πρώτο σκέλος του ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 18, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/37 έχει την έννοια ότι η αναθέτουσα αρχή δεν υποχρεούται να αναθέσει το έργο στον μοναδικό προσφέροντα που κρίθηκε ικανός να μετάσχει στο διαγωνισμό.

ΑΡΘΡΟ 7

Ανάθεση οριστικής μελέτης ή άλλων σταδίων εκτός προκαταρκτικών μελετών

1. Για την ανάθεση της οριστικής μελέτης χωρίς αξιολόγηση προκαταρκτικών μελετών όπως και των μελετών της παρ. 5 του άρθρου 5, ο εργοδότης συντάσσει προκήρυξη, η οποία δημοσιεύεται κατά το άρθρο 12.

Η διαδικασία ανάθεσης που ακολουθείται είναι είτε η ανοικτή είτε η κλειστή, αναλόγως της πολυπλοκότητας του μεγέθους και της εξειδικευμένης εμπειρίας που απαιτείται για την εκπόνηση της μελέτης.

2. Στην προκήρυξη ορίζονται τουλάχιστον:

α) Ο κύριος του έργου, η αναθέτουσα Αρχή και τα αρμόδια αποφαινόμενα όργανα.

β) Το αντικείμενο της μελέτης, όπως προκύπτει από τον επικαιροποιημένο φάκελο έργου, με κάθε δυνατή λεπτομέρεια και οι προδιαγραφές της μελέτης, κατά το άρθρο 11.

γ) Η κατηγορία πτυχίου, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 2, που απαιτείται για κάθε επιμέρους μελέτη της σύμβασης καθώς και η αντίστοιχη τάξη. Η καλούμενη τάξη κάθε πτυχίου καθορίζεται με βάση τις προεκτιμώμενες αμοιβές για το σύνολο των σταδίων κάθε κατηγορίας με το π.δ. της παραγράφου 7 του άρθρου 39.

δ) Η προεκτιμώμενη από την υπηρεσία αμοιβή των προς ανάθεση σταδίων της μελέτης που υπολογίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 7 του άρθρου 4 ή, εφόσον στον κανονισμό της παραγράφου 7 του άρθρου 4 δεν περιλαμβάνονται τιμές, με ανάλυση σε ανθρωπομήνες και εφαρμογή των διατάξεων περί ενιαίων τιμών προεκτιμώμενων αμοιβών υπηρεσιών που ορίζονται με την ίδια απόφαση, άλλως εκτιμάται από την υπηρεσία βάσει όλων των διαθέσιμων στοιχείων.

Στην προεκτιμώμενη αμοιβή περιλαμβάνεται και η αμοιβή για τον προγραμματισμό, επίβλεψη και αξιολόγηση των τυχόν απαιτούμενων υποστηρικτικών εργασιών, ενώ ορίζεται ο κωδικός αριθμός της πίστωσης, από την οποία θα χρηματοδοτηθεί η εκπόνηση των προς ανάθεση σταδίων.

ε) Ο πίνακας περιεχομένων του φακέλου του έργου.

στ) Η διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης (ανοικτή ή κλειστή), η προθεσμία και ο τρόπος υποβολής των προσφορών και η διεύθυνση, στην οποία γίνεται η υποβολή, καθώς και ο τρόπος κοινοποίησης των εγγράφων της διαδικασίας.

ζ) Οι προϋποθέσεις συμμετοχής, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και λοιπά στοιχεία σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 16 και 17, το περιεχόμενο του φακέλου της τεχνικής προσφοράς και ο τρόπος σύνταξης της οικονομικής προσφοράς.

η) Τα τεύχη που συνοδεύουν την προκήρυξη και η σειρά ισχύος τους.

θ) Η προθεσμία παράδοσης της μελέτης, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 27.

66

Page 71: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ι) Η προθεσμία και ο τρόπος πρόσβασης στο φάκελο του έργου και παραλαβής των τευχών και λοιπών στοιχείων εκδήλωσης ενδιαφέροντος και το αντίτιμο για την προμήθειά τους.

ια) Τα κριτήρια επιλογής και τα κριτήρια ανάθεσης της μελέτης και η βαρύτητα ενός εκάστου, καθώς και τα ελάχιστα όρια βαθμολόγησης ανά κριτήριο εφόσον κρίνεται σκόπιμο.

ιβ) Ο χρόνος ισχύος της προσφοράς και η εγγύηση συμμετοχής στο διαγωνισμό. Η εγγύηση συμμετοχής έχει χρόνο ισχύος που υπερκαλύπτει τουλάχιστον κατά ένα μήνα το χρόνο ισχύος της προσφοράς, πληροί τις προϋποθέσεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 24 και το ποσοστό της ορίζεται σε 2% επί του ποσού της προεκτιμώμενης αμοιβής του προς ανάθεση σταδίου.

ιγ) Σε περίπτωση εφαρμογής της κλειστής διαδικασίας, τον αριθμό των υποψηφίων που προτίθεται να καλέσει για την υποβολή προσφορών, που δεν μπορεί να είναι λιγότεροι από πέντε, ούτε περισσότεροι από δέκα.

3. Στο διαγωνισμό μπορούν να λάβουν μέρος όσοι έχουν νόμιμο δικαίωμα συμμετοχής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14, καταθέτοντας προσφορά, που περιλαμβάνει α) υπεύθυνη δήλωση κατά το άρθρο 15 παρ. 1 και τα υπόλοιπα απαιτούμενα κατά την προκήρυξη στοιχεία, όπως ορίζονται στα άρθρα 15, 16 και 17, β) φάκελο τεχνικής και γ) φάκελο οικονομικής προσφοράς.

Σε περίπτωση κλειστής διαδικασίας, φάκελο τεχνικής και οικονομικής προσφοράς υποβάλλουν μόνο όσοι επιλέγονται κατά το στάδιο της ποιοτικής επιλογής μετά από πρόσκληση της αναθέτουσας Αρχής και μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 13.

4. Η ανάθεση της σύμβασης γίνεται στον υποψήφιο που υποβάλλει την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, με εφαρμογή των κριτηρίων της παραγράφου 6. Για το σκοπό της ανάθεσης υποβάλλονται τεχνικές και οικονομικές προσφορές. Ο φάκελος της τεχνικής προσφοράς περιέχει:

α) Τεχνική έκθεση για τη συγκεκριμένη μελέτη, στηριζόμενη στα υπάρχοντα στοιχεία του επικαιροποιημένου φακέλου του έργου, με επισήμανση των τυχόν προβλημάτων και εισήγηση του τρόπου επιλύσεώς τους.

β) Οργανόγραμμα με την ομάδα μελέτης και τον συντονιστή της, όπου παρουσιάζεται η κατανομή ευθυνών μεταξύ των μελών της και στοιχεία για την αποτελεσματικότητα της δράσης της σε εκπονηθείσες μελέτες και τον βαθμό επιτυχίας της κατά τη φάση εκτέλεσης των αντίστοιχων έργων.

γ) Έκθεση με περιγραφή της μεθοδολογίας, με την οποία ο ενδιαφερόμενος θα παράσχει τις ζητούμενες υπηρεσίες που περιλαμβάνει το γενικό πρόγραμμα εκπόνησης της μελέτης με κατάτμηση σε επιμέρους δραστηριότητες, τις εσωτερικές διαδικασίες παραγωγής της μελέτης, το χρονοδιάγραμμα όπου παρουσιάζεται η χρονική κλιμάκωση των δραστηριοτήτων, τον τρόπο αξιοποίησης του εξοπλισμού και πληροφορίες για την ολοκλήρωση του συμβατικού αντικειμένου εκτελεσθεισών συμβάσεων μελετών και τον τρόπο εφαρμογής τους.

δ) Πίνακα των ανειλημμένων υποχρεώσεων του υποψηφίου, βάσει των υπογεγραμμένων συμβάσεων, με τον προβλεπόμενο φόρτο κατά τον χρόνο εκπόνησης της υπό ανάθεση μελέτης, με στοιχεία για την προβλεπόμενη απασχόληση των μελών της προτεινόμενης ομάδας μελέτης.36

5. Η οικονομική προσφορά συντίθεται για κάθε επί μέρους κατηγορία μελέτης σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 7 και 8 του άρθρου 4 και περιλαμβάνει τις αμοιβές για την εκπόνηση των μελετών και για τον προγραμματισμό, την επίβλεψη και την αξιολόγηση των αναγκαίων ερευνητικών εργασιών πάσης φύσεως, ενώ δεν μπορεί να περιλαμβάνει αμοιβές για την εκτέλεση ερευνητικών εργασιών, οι οποίες ανατίθενται με ιδιαίτερη σύμβαση.

"Κατ' εξαίρεση, είναι δυνατόν να περιλαμβάνονται αμοιβές για την εκτέλεση ερευνητικών εργασιών στην προ εκτιμώμενη αμοιβή και αντίστοιχα στην οικονομική προσφορά των διαγωνιζομένων σε περίπτωση σύνθετης μελέτης, όταν η προεκτιμώμενη αμοιβή των ερευνητικών εργασιών δεν υπερβαίνει ποσοστό 15% της συνολικής προεκτιμώμενης αμοιβής. Στην περίπτωση

36 Διαγράφτηκαν τα εδάφια υπό δ΄της παρ. 4 και η φράση της παρ. 6 με τις ρυθμίσεις των περ. β΄και γ΄της παρ. 4 του άρθρου Τέταρτου του ν. 3621/07.

67

Page 72: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

αυτή τίθεται στην προκήρυξη της σύμβασης η προβλεπόμενη ποσότητα μονάδων φυσικού αντικειμένου των ερευνητικών εργασιών και η προεκτιμώμενη αξία τους (στο σύνολο και ανά μονάδα) και οι διαγωνιζόμενοι υποβάλλουν προσφορά επί της αξίας αυτής σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Η πληρωμή των εργασιών αυτών γίνεται με βάση τις προσφερθείσες τιμές και την εκτελεσθείσα ποσότητα μονάδων φυσικού αντικειμένου, κατόπιν υποβολής σχετικής επιμέτρησης από τον ανάδοχο, η οποία θεωρείται από τον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Για την υπόλοιπη, μη εκτελεσθείσα, ποσότητα μονάδων δεν καταβάλλεται αμοιβή στον ανάδοχο." 37

6. Τα κριτήρια ανάθεσης των μελετών της παραγράφου 1, είναι τα ακόλουθα:

α) Η πληρότητα και αρτιότητα της εκτίμησης του γενικού και ειδικού αντικειμένου της μελέτης, όπως προκύπτει από την τεχνική έκθεση της παρ. 4.α και τα λοιπά τεχνικά πλεονεκτήματα της προσφοράς.

β) Η οργανωτική αποτελεσματικότητα της ομάδας εκπόνησης της μελέτης, όπως προκύπτει από την σύνθεσή της και τα στοιχεία αυτής, λαμβανομένων κυρίως υπόψη των στελεχών και των αποδεδειγμένα μονίμων συνεργατών, η διαπιστωμένη ικανότητα του συντονιστή της ομάδας στην εξεύρεση τεχνικών λύσεων και το πέραν του βασικού, όπως προβλέπεται στη διακήρυξη, διατιθέμενο για την εκτέλεση της σύμβασης πρόσθετο στελεχικό δυναμικό του, η αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία της μεθοδολογίας του, η αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία του προταθέντος χρονοδιαγράμματος, σε συνδυασμό με την στελέχωση της ομάδας μελέτης και την απασχόληση του υποψηφίου και της ομάδας του από εκπονούμενες μελέτες και παρεχόμενες υπηρεσίες.

γ) Η οικονομική προσφορά.

Η βαρύτητα του ανωτέρω υπό α) κριτηρίου στο σύνολο της βαθμολογίας είναι τριάντα πέντε τοις εκατό (35%), του υπό β) κριτηρίου σαράντα τοις εκατό (40%) και του υπό γ) κριτηρίου είκοσι πέντε τοις εκατό (25%). Σε περίπτωση τήρησης της κλειστής διαδικασίας, η βαρύτητα του υπό α) κριτηρίου είναι 35%, του υπό β) 35% και του υπό γ) 30%.

Στις περιπτώσεις που πρόκειται να ανατεθεί μελέτη με συνολική προεκτιμώμενη αμοιβή κατώτερη των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ΕΥΡΩ, στα κριτήρια ανάθεσης περιλαμβάνεται υποχρεωτικά και η γνώση των ιδιαίτερων συνθηκών του τόπου εκτέλεσης του προς μελέτη έργου "εκτός αν, κατά τη γνώμη του οικείου τεχνικού συμβουλίου και ως εκ της φύσεως της μελέτης, το κριτήριο αυτό δεν μπορεί να εφαρμοσθεί".38

Η βαρύτητα του κριτηρίου αυτού στο σύνολο της βαθμολογίας είναι είκοσι τοις εκατό (20%). Στην περίπτωση αυτή η βαρύτητα του υπό στοιχείο β) της παραγράφου αυτής κριτηρίου μειώνεται σε είκοσι τοις εκατό (20%).

Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων καθορίζεται ενιαίος τρόπος βαθμολόγησης της οικονομικής προσφοράς. Μέχρι την έκδοση της απόφασης ο τρόπος βαθμολόγησης ορίζεται στην προκήρυξη.

7. Επί ανοικτής διαδικασίας οι φάκελοι των υποψηφίων περιέχουν, επί ποινή αποκλεισμού, τα δικαιολογητικά και τα πιστοποιητικά που προβλέπονται στην προκήρυξη για τη διενέργεια τόσο της ποιοτικής επιλογής, όσο και της ανάθεσης. Επί κλειστής διαδικασίας υποβάλλεται φάκελος που περιέχει τα δικαιολογητικά και στοιχεία που ορίστηκαν στην προκήρυξη για τη διενέργεια της επιλογής. Οι φάκελοι υποβάλλονται στο πρωτόκολλο της αρχής που διεξάγει το διαγωνισμό μέχρι την καθορισμένη ημέρα και ώρα του διαγωνισμού, κατά την οποία η Επιτροπή Διαγωνισμού, σε δημόσια συνεδρίαση, ελέγχει τα στοιχεία που αποδεικνύουν το δικαίωμα συμμετοχής στο διαγωνισμό κατά το άρθρο 14, την υπεύθυνη δήλωση και τα λοιπά δικαιολογητικά που τυχόν 37 Προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 5 ν. 3481/06. Ισχύει για τις συμβάσεις που θα ανατεθούν μετά από διαγωνισμούς που η προκήρυξή τους θα αποσταλεί για δημοσίευση μετά τις 2-9-2006. 38 Προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3481/06.

68

Page 73: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

απαιτούνται από την προκήρυξη για την απόδειξη εκπλήρωσης των προϋποθέσεων ποιοτικής επιλογής, καταγράφει το περιεχόμενό τους στο πρακτικό και τα μονογράφει. Την ίδια μέρα ή, αν αυτό δεν είναι δυνατό, τις αμέσως επόμενες εργάσιμες, ελέγχεται η πληρότητα και το νομότυπο των εγγράφων και των προϋποθέσεων συμμετοχής, αποκλείονται όσοι υποψήφιοι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις συμμετοχής, καταλληλότητας και ποιοτικής επιλογής και ολοκληρώνεται η διαδικασία της επιλογής. Όταν εφαρμόζεται η κλειστή διαδικασία, επιλέγονται βάσει των κριτηρίων ποιοτικής επιλογής οι πλέον κατάλληλοι υποψήφιοι στον αριθμό που προβλέπεται στην προκήρυξη ή μικρότερο αν δεν υπάρξει ικανός αριθμός καταλλήλων υποψηφίων. Το σχετικό πρακτικό κοινοποιείται στους υποψήφιους κατά το άρθρο 22. Κατά του πρακτικού χωρούν ενστάσεις, μέσα σε προθεσμία πέντε εργασίμων ημερών. Επί των ενστάσεων αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής, μέσα σε προθεσμία δέκα εργασίμων ημερών39 από την υποβολή τους40.

8. Στην περίπτωση που εφαρμόζεται η ανοικτή διαδικασία και ανεξάρτητα από την υποβολή ενστάσεων, η Επιτροπή Διαγωνισμού ανοίγει την ίδια μέρα, ή, αν αυτό δεν είναι δυνατό, τις αμέσως επόμενες εργάσιμες, τους φακέλους των τεχνικών προσφορών των υποψηφίων που έγιναν δεκτοί, ενώ οι φάκελοι των υποψηφίων που αποκλείσθηκαν παραμένουν σφραγισμένοι και φυλάσσονται, με μέριμνα της Επιτροπής Διαγωνισμού, έως ότου παρέλθει η σχετική προθεσμία ή οι αποκλεισθέντες υποψήφιοι δηλώσουν γραπτώς ότι παραιτούνται του δικαιώματος υποβολής ενστάσεων. Η Επιτροπή σημειώνει συνοπτικά στο πρακτικό το περιεχόμενο των φακέλων και τα μέλη της μονογράφουν κάθε φύλλο των στοιχείων της τεχνικής προσφοράς. Ο έλεγχος των τεχνικών προσφορών και η βαθμολόγησή τους41, με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης, διεξάγεται σε κλειστή συνεδρίαση της Επιτροπής. Μετά την έκδοση της απόφασης της Προϊσταμένης Αρχής επί των ενστάσεων κατά του πρακτικού επί των τυπικών δικαιολογητικών, αφού ληφθεί υπόψη η κρίση της, ολοκληρώνεται το πρακτικό με τη βαθμολογία της τεχνικής προσφοράς και τη σχετική αιτιολογία και κοινοποιείται στους υποψήφιους κατά το άρθρο 22. Οι τεχνικές προσφορές θεωρούνται αποδεκτές εφόσον η συνολική βαθμολογία τους υπερβαίνει τις 60 μονάδες της εκατονταβάθμιας κλίμακας και οι επιμέρους βαθμολογίες των κριτηρίων ανάθεσης είναι

39 Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 5 -7 του ν. 2690/99 όπως ισχύει (Κώδ. Διοικ. Διαδικασίας) «Οι προθεσμίες για τη Διοίκηση είναι ενδεικτικές, εκτός αν από τις διατάξεις που τις προβλέπουν προκύπτει ότι είναι αποκλειστικές. Οι προθεσμίες για την έκδοση ατομικών διοικητικών πράξεων, δυσμενών για το πρόσωπο το οποίο αφορούν αμέσως, είναι αποκλειστικές. 6. Υπέρβαση των προθεσμιών συγχωρείται σε περίπτωση ανώτερης βίας, καθώς και όταν ο ενδιαφερόμενος επικαλείται τη συνδρομή γεγονότων γνωστών στην υπηρεσία. 7. Για τον υπολογισμό των προθεσμιών, αν ειδικές διατάξεις δεν ορίζουν διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 241 - 246 του Αστικού Κώδικα. 40 Σύμφωνα με την απόφαση της ΕπΑνΣτΕ 419/2008, η άσκηση ενστάσεως που προβλέπεται από τη Διακήρυξη ή τη σχετική νομοθεσία δεν είναι μεν απαραίτητη διαδικαστική προϋπόθεση για το παραδεκτό της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, η άσκηση όμως αυτής μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία οδηγεί σε έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξης ή σε συντέλεση σιωπηρής απόρριψης, που είναι περαιτέρω προσβλητές με την προδικαστική προσφυγή του ν. 2522/97. Αν η ένσταση ασκηθεί, η προθεσμία της προδικαστικής προσφυγής αρχίζει από την επομένη της ημέρας κατά την οποία εκδόθηκε απορριπτική απόφαση επί της ενστάσεως ή της ημέρας που έληξε η τυχόν προβλεπόμενη για την έκδοση της απόφασης προθεσμία. Σε περίπτωση που διαγωνιζόμενος ασκήσει ένσταση κατά πρακτικού η οποία γίνεται αποδεκτή και αναπέμπεται στην ΕπΔιαγ, άλλος διαγωνιζόμενος, ο οποίος το πρώτον θίγεται από το πρακτικό αυτό, μπορεί να ασκήσει ένσταση κατά του ανασυνταγμένου πρακτικού (ΕπΑνΣτΕ 419/2008). 41 Με την 862/2007 απόφαση της ΕΑ, το ΣτΕ ασχολήθηκε με την αιτιολόγηση της βαθμολογίας των τεχνικών προσφορών, κρίνοντας τα εξής: δεν είναι νόμιμες οι αιτιάσεις περί ελλειπούς αιτιολογίας επειδή η διοίκηση προέβη σε λεκτικούς χαρακτηρισμούς της ποιότητας της προσφοράς (πολύ καλή η πρώτη σε κατάταξη και στη συνέχεια εντοπισμός ορισμένων στοιχείων που καθιστούν τις λοιπές τις λοιπές προσφορές λιγότερο καλές), δεδομένου ότι δεν υφίσταται στη Διακήρυξη ή σε κανονιστικό κείμενο που ισχύει στο διαγωνισμό κάποιος ιδιαίτερος τρόπος βαθμολόγησης των προσφορών.

69

Page 74: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

πάνω από τα αντίστοιχα ελάχιστα όρια όπως καθορίζονται με την προκήρυξη42, αλλιώς απορρίπτονται, και ο υποψήφιος αποκλείεται της περαιτέρω διαδικασίας.

Σε περίπτωση κλειστής διαδικασίας η αναθέτουσα Αρχή προσκαλεί εγγράφως, μετά την εκδίκαση των ενστάσεων και την οριστικοποίηση της διαδικασίας επιλογής, τους διαγωνιζόμενους που επελέγησαν να υποβάλουν εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 13 την τεχνική και οικονομική προσφορά τους και τα λοιπά στοιχεία που ζητούνται από την προκήρυξη για την διενέργεια της διαδικασίας ανάθεσης. Για τη διαδικασία ανάδειξης του αναδόχου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου αυτής που ισχύουν για την ανοιχτή διαδικασία.

9. Κατά του πρακτικού ελέγχου και βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών υποβάλλονται ενστάσεις στον πρόεδρο της Επιτροπής Διαγωνισμού, μέσα σε δέκα ημέρες από την κοινοποίηση. Επί των ενστάσεων αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή, μετά από γνώμη της Επιτροπής Διαγωνισμού. Αν γίνει δεκτή ένσταση για το νομότυπο της τεχνικής προσφοράς διαγωνιζομένου, η Προϊσταμένη Αρχή διαμορφώνει αναλόγως το πρακτικό. Αν η ένσταση αφορά τη βαθμολόγηση, το πρακτικό αναπέμπεται στην Επιτροπή Διαγωνισμού με αναλυτικές παρατηρήσεις της Προϊσταμένης Αρχής σχετικά με τις πλημμέλειες της βαθμολόγησης, η οποία τις λαμβάνει υπόψη και το διαμορφώνει αναλόγως.

10. Μετά την οριστικοποίηση της βαθμολογίας43 των τεχνικών προσφορών, τόσο στην ανοικτή όσο και στην κλειστή διαδικασία, σε δημόσια συνεδρίαση της Επιτροπής Διαγωνισμού που

42 Με την απόφαση 1083/2007 της ΕΑ ΣτΕ κρίθηκε ότι, εφόσον στην προκήρυξη τεθούν κατώτερα παραδεκτά όρια ανά υποκριτήριο αυτά πρέπει να τηρηθούν και αν κάποιος διαγωνιζόμενος δεν τα υπερβεί πρέπει να αποκλεισθεί. 43 Έχει προσφάτως εκδοθεί η απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας με αριθμό 159/2007, που αφορά την ορθή αξιολόγηση και βαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων και περαιτέρω την ορθή διεξαγωγή της διαδικασίας. Με την αφορμή αυτή εκδόθηκε η 15/2007 Εγκύκλιος του ΥΠΕΧΩΔΕ η οποία αναφέρει επί λέξει τα εξής:

« Με αφορμή την απολύτως πρόσφατη απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας με αριθμό 159/2007, παρέχουμε τις πιο κάτω οδηγίες που αφορούν την ορθή αξιολόγηση και βαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων και περαιτέρω την ορθή διεξαγωγή της διαδικασίας. 1. Στο διαγωνισμό αυτό για την ανάθεση μελέτης με τον ν. 3316/05 υποβλήθηκε ένσταση στη φάση των τεχνικών προσφορών από κάποιο διαγωνιζόμενο, ο οποίος διαμαρτυρήθηκε ότι κακώς βαθμολογήθηκε με τον ίδιο τρόπο η επιβάρυνση των μελών της ομάδας εργασίας, διότι παρότι ο φόρτος είναι ίδιος, τα μέλη της ομάδας εργασίας του ενιστάμενου είναι αριθμητικά περισσότερα από τα μέλη της ομάδας του καθού η ένσταση, γεγονός που θα έπρεπε να συνυπολογισθεί στην αξιολόγηση. Επειδή δεν συνυπολογίστηκε αυτό το (κρίσιμο κατά το δικαστήριο) γεγονός, ούτε και η ένσταση απαντήθηκε ειδικά από την Προϊσταμένη αρχή (όπως όφειλε να απαντηθεί), το δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν ορθή η βαθμολόγηση. 2. Περαιτέρω, το δικαστήριο έκρινε ότι, μετά το άνοιγμα και των οικονομικών προσφορών, η Επιτροπή του Διαγωνισμού δεν μπορεί πλέον να αναβαθμολογήσει τις τεχνικές προσφορές, για το λόγο δε αυτό ο διαγωνισμός δεν μπορεί να συνεχισθεί. 3. Μετά την πιο πάνω απόφαση προκύπτουν τα εξής δύο συμπεράσματα: α) ότι πρέπει οι ενστάσεις που αφορούν την αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών να απαντώνται ειδικά, ιδίως όταν αφορούν κρίσιμες παραμέτρους της βαθμολογίας, β) ότι αν, μετά την έκδοση της απόφασης της Προϊσταμένης Αρχής επί των ενστάσεων, αποσφραγισθούν και γίνουν γνωστές οι οικονομικές προσφορές δεν υφίσταται δυνατότητα αναβαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών, συνεπώς αν ασκηθεί αίτηση ασφαλιστικών μέτρων και ευδοκιμήσει (υπό την έννοια ότι κριθεί ως ελλιπής ή εσφαλμένη η αξιολόγηση) δεν μπορεί να συνεχισθεί ο διαγωνισμός (άρα πρέπει να ακυρωθεί και να επαναπροκηρυχθεί). Κατόπιν τούτων οι αναθέτουσες αρχές του ν. 3316/05 απαιτείται να επιδεικνύουν ιδιαίτερη προσοχή στο θέμα της διαδικασίας ανάθεσης της μελέτης, μετά την απόφαση επί των ενστάσεων του δευτέρου σταδίου (τεχνικών προσφορών) και να μην αποσφραγίζουν τις οικονομικές προσφορές των διαγωνιζομένων αν ασκηθούν ασφαλιστικά μέτρα (ή τουλάχιστον η προδικαστική προσφυγή του ν. 2522/97), προκειμένου να μπορούν να συνεχίσουν το διαγωνισμό ανάλογα με την απόφαση του δικαστηρίου. Σε διαφορετική περίπτωση αναλαμβάνουν τον κίνδυνο της πλήρους ακύρωσης του διαγωνισμού, αν η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων γίνει δεκτή από το δικαστήριο και κριθεί εσφαλμένη η αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών.

70

Page 75: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

γνωστοποιείται εγγράφως στους υποψήφιους προ πέντε ημερών, αποσφραγίζονται οι οικονομικές προσφορές και καταχωρείται το περιεχόμενό τους στο πρακτικό.

Η υποβληθείσα οικονομική προσφορά απορρίπτεται εφόσον κατά κατηγορία μελέτης παραβιάζει τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις σχετικά με την αμοιβή των μελετών που ανατίθενται, ή οι ποσότητες του φυσικού αντικειμένου της προσφοράς δεν αντιστοιχούν στο αντικείμενο της μελέτης όπως προκύπτει από τα στοιχεία των εδαφίων β και δ της παρ. 2.

Η Επιτροπή Διαγωνισμού βαθμολογεί τις οικονομικές προσφορές και εισηγείται την ανάθεση της σύμβασης στον υποψήφιο που υπέβαλε την πλέον συμφέρουσα προσφορά, με στάθμιση της βαθμολογίας των τεχνικών και των οικονομικών προσφορών. Επί ισοβαθμίας προκρίνεται ο υποψήφιος με την μεγαλύτερη βαθμολογία της τεχνικής προσφοράς. Το πρακτικό κοινοποιείται στους υποψήφιους κατά το άρθρο 22 και η προθεσμία υποβολής ενστάσεων κατ΄ αυτού είναι πέντε εργάσιμες ημέρες. Επί των ενστάσεων διατυπώνει τη γνώμη της η Επιτροπή και τη διαβιβάζει, μαζί με το πρακτικό, στην Προϊσταμένη Αρχή, που αποφασίζει για την έγκριση ή μη του αποτελέσματος με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής. Οι διατάξεις της παραγράφου 12 του άρθρου 6 εφαρμόζονται ανάλογα.

11. Αν δεν καταστεί δυνατή η ανάθεση στον πρώτο κατά σειρά βαθμολογίας υποψήφιο, επειδή δεν πληροί τις προϋποθέσεις ανάληψης της μελέτης, ή δεν κατέθεσε εμπρόθεσμα την εγγύηση καλής εκτέλεσης, η Προϊσταμένη Αρχή μπορεί να κατακυρώσει το διαγωνισμό στο δεύτερο κατά σειρά βαθμολογίας υποψήφιο, ή και στον τρίτο, στην περίπτωση που και ο δεύτερος δεν πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Και εδώ έχουν εφαρμογή οι γενικές επισημάνσεις που έγιναν ως προς την

μορφή των διαγωνισμών του προηγούμενου άρθρου. Τα πράγματα εδώ είναι πιο εύκολα

από πλευράς διαδικασίας γιατί απουσιάζει η διπλή διαδικασία ανάθεσης του προηγούμενου

άρθρου. Ρυθμίζεται η ανάθεση της οριστικής μελέτης (αλλά και όλων των σταδίων

σε περίπτωση εφαρμογής της παρ. 5 του άρθρου 5), το περιεχόμενο της

προκήρυξης, η διαδικασία του διαγωνισμού, το περιεχόμενο της τεχνικής προσφοράς και

τα κριτήρια ανάθεσης, κατά τα λοιπά δε γίνεται παραπομπή στις διατάξεις του άρθρου 6

για τις αρμοδιότητες της Π.Α. Η ανάδειξη του αναδόχου της οριστικής μελέτης γίνεται με

εφαρμογή κριτηρίων που αφορούν την τεχνική ποιότητα της μελέτης και την οικονομική

προσφορά του αναδόχου44. Αν δεν καταστεί δυνατή η ανάθεση στον πρώτο κατά σειρά

βαθμολογίας, για λόγους που αφορούν τον ίδιο μπορεί να γίνει ανάθεση στο δεύτερο κατά

σειρά κατάταξης ή και τον τρίτο (παρ. 11).

1. ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΔΕΚ : Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το πρόβλημα που αντιμετώπισε η απόφαση του ΔΕΚ C-331/04 (γνωστή ως ATI EAC Srl e Viaggi di Maio Snc κατά ACTV Venezia SpA). Το πρόβλημα συνίσταται στην διαίρεση ενός κριτηρίου σε υποκριτήρια, από την Επιτροπή Διαγωνισμού, και στον καθορισμό των μονάδων βαρύτητας εκάστου υποκριτηρίου, ενώ είχαν κατατεθεί οι προσφορές και πριν το άνοιγμα και την αξιολόγησή τους.

Οι κυριότερες σκέψεις της απόφασης:

Σχετικά με την αιτιολογία των πρακτικών και των αποφάσεων της Προίσταμένης Αρχής βλ. νομολογία κάτω από το άρθρο 22. 44 Βλέπ. Παράρτημα

71

Page 76: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

21 Ακολούθως, πρέπει να υπομνησθεί ότι τα προσδιοριζόμενα από αναθέτουσα αρχή κριτήρια συνάψεως πρέπει να συνδέονται με το αντικείμενο της συμβάσεως. Δεν πρέπει να παρέχουν απεριόριστη ελευθερία επιλογής στην αναθέτουσα αρχή, πρέπει να μνημονεύονται ρητώς στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού και να τηρούν, ιδίως, τις θεμελιώδεις αρχές περί ίσης μεταχειρίσεως, περί απαγορεύσεως των διακρίσεων και περί διαφανείας (βλ., υπό την έννοια αυτή, προαναφερθείσα απόφαση Concordia Bus Finland, σκέψη 64)….

23 Πρέπει επίσης να υπομνησθεί ότι, σύμφωνα με τα άρθρα 36 της οδηγίας 92/50 και 34 της οδηγίας 93/38, όλα τα επιλεγέντα κριτήρια πρέπει να μνημονεύονται ρητώς στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού, ει δυνατόν σε φθίνουσα τάξη ανάλογα με τη σημασία που τους αποδίδεται, προκειμένου οι επιχειρηματίες να είναι σε θέση να λάβουν γνώση της υπάρξεως και του περιεχομένου τους (βλ. προαναφερθείσα απόφαση Concordia Bus Finland, σκέψη 62).

24 Ομοίως, προκειμένου να διασφαλίζεται η τήρηση των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφανείας, προέχει να καθίστανται γνωστά στους δυνάμει προσφέροντες, κατά τον χρόνο προετοιμασίας των προσφορών τους, όλα τα ληφθέντα από την αναθέτουσα αρχή στοιχεία προς εντοπισμό της πλέον συμφέρουσας οικονομικώς προσφοράς και, ει δυνατόν, της σχετικής σημασίας τους (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις της 25ης Απριλίου 1996, C-87/94, Επιτροπή κατά Βελγίου, Συλλογή 1996, σ. I-2043, σκέψη 88, και της 12ης Δεκεμβρίου 2002, C-470/99, Universale-Bau κ.λπ., Συλλογή 2002, σ. I-11617, σκέψη 98).

25 Τέλος, εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει, ενόψει των ανωτέρω κανόνων και αρχών, αν, στα πλαίσια της υποθέσεως της κύριας δίκης, η επιτροπή του διαγωνισμού παρέβη το κοινοτικό δίκαιο προβλέποντας στάθμιση των διαφόρων υποστοιχείων του τρίτου κριτηρίου αναθέσεως της συμβάσεως.

26 Συναφώς, πρώτον, επιβάλλεται να ελεγχθεί αν, … η προβλέπουσα την εν λόγω στάθμιση απόφαση τροποποιεί τα κριτήρια αναθέσεως της συμβάσεως, όπως αυτά καθορίζονται στη σύμβαση υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού.

27 Αν συνέβαινε αυτό, η απόφαση θα αντέκειτο στο κοινοτικό δίκαιο.

28 Δεύτερον, πρέπει να εκτιμηθεί αν η εν λόγω απόφαση εμπεριέχει στοιχεία, τα οποία, αν ήσαν γνωστά κατά τον χρόνο προετοιμασίας των προσφορών, θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη σχετική προετοιμασία.

29 Αν συνέβαινε αυτό, η ίδια απόφαση θα αντέκειτο στο κοινοτικό δίκαιο.

30 Τρίτον, επιβάλλεται να διαπιστωθεί αν η επιτροπή του διαγωνισμού εξέδωσε απόφαση προβλέπουσα στάθμιση, λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία δυνάμενα να επιφέρουν αποτέλεσμα συνιστάμενο σε δυσμενή διάκριση εις βάρος ενός των υποβαλόντων προσφορά.

31 Αν συνέβαινε αυτό, η οικεία απόφαση θα αντέκειτο στο κοινοτικό δίκαιο.

32 Επομένως, στα υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα προσήκει η απάντηση ότι τα άρθρα 36 της οδηγίας 92/50 και 34 της οδηγίας 93/38 έχουν την έννοια ότι δεν αντίκειται στο κοινοτικό δίκαιο το ότι μια επιτροπή διαγωνισμού προσδίδει ειδικό βάρος στα προκαθορισθέντα υποστοιχεία ενός κριτηρίου αναθέσεως, προβαίνοντας σε επιμερισμό μεταξύ των υποστοιχείων αυτών των μονάδων που προέβλεψε δυνάμει του οικείου κριτηρίου η αναθέτουσα αρχή κατά τη σύνταξη της συγγραφής υποχρεώσεων ή την προκήρυξη του διαγωνισμού, υπό την προϋπόθεση ότι η οικεία απόφαση:

– δεν τροποποιεί τα οριζόμενα στη σύμβαση υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού κριτήρια αναθέσεως της συμβάσεως·

– δεν περιλαμβάνει στοιχεία τα οποία, αν ήσαν γνωστά κατά την προετοιμασία των προσφορών, θα είχαν επηρεάσει ενδεχομένως τη σχετική προετοιμασία·

– δεν εκδόθηκε λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία δυνάμενα να επιφέρουν αποτέλεσμα συνιστάμενο σε δυσμενή διάκριση εις βάρος ενός των υποβαλόντων προσφορά.

2. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Στα Πρότυπα Τεύχη προκηρύξεων του ΥΠΕΧΩΔΕ προβλέπεται η

δυνατότητα διευκρίνησης και συμπλήρωσης των τυπικών δικαιολογητικών (παρ.

4.6).

Η δυνατότητα αυτή προβλέπεται και από την Κοινοτική Οδηγία (2004/18 άρθρο 51), η

οποία ερμηνεύεται ως εξής από τις υπηρεσίες της ΕΕ, με βάση τη γνώμη που εξέφρασε

72

Page 77: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ο Γενικός Εισαγγελέας του ΔΕΚ στην υπόθεση C-87/94, Επιτροπή κατά Βελγίου, αλλά

και την πρόσφατη απόφαση T-211/02 Tideland Signal Ltd.:

Οι διαγωνιζόμενοι μπορούν να συμπληρώσουν και διευκρινίσουν έγγραφα και στοιχεία που έχουν ήδη υποβληθεί με την προσφορά τους, αλλά δεν μπορούν να υποβάλλουν έγγραφα που θα έπρεπε να είχαν εξ αρχής υποβληθεί, γιατί αυτό θα αποτελούσε προσβολή της αρχής της ίσης μεταχείρισης. Περαιτέρω, ως διευκρίνιση νοείται η κοινοποίηση λεπτομερειών, που επιτρέπουν την περιγραφή ή των καθορισμό με μεγαλύτερη ευκρίνεια και ακρίβεια ενός συγκεκριμένου θέματος, ενώ ως συμπλήρωση νοείται η κατάθεση συμπληρωματικών στοιχείων τα οποία δεν ήταν διαθέσιμα προηγουμένως. Κατά τη γνώμη του γενικού Εισαγγελέα και τα δυο αυτά στοιχεία παρουσιάζουν ένα κοινό σημείο που είναι η συγκεκριμενοποίηση και όχι η αντικατάσταση δεδομένων που αρχικώς υποβλήθηκαν, ενώ η αντικατάσταση μπορεί να βλάψει άλλους συμμετέχοντες.

Κατά την απόφαση του Πρωτοδικείου πάντως, εάν μια προσφορά δεν είναι ευκρινής και η αναθέτουσα αρχή δεν μπορεί να κρίνει ταχέως και αποτελεσματικώς, σε τι ακριβώς αναφέρεται, πρέπει να απορρίψει την προσφορά. Οι αρχές της χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας είναι δυνατόν – ενόψει και των ειδικών περιστάσεων της κάθε περίπτωσης – να επιβάλλουν στην αναθέτουσα αρχή ακόμα και την υποχρέβωση να ζητήσει διευκρινίσεις πριν απορρίψει την προσφορά, μόνο όμως στην περίπτωση κατά την οποία η ας΄φεια της προσφοράς μπορεί να αρθεί με ευκολία και εφόσον η αίτηση της αναθέτουσας αρχής για παροχή διευκρινίσεων δεν αποσκοπεί στην διόρθωση λαθών ή σοβαρών παραλείψεων, που μπορούν να επηρεάσουν την εκτέλεση της σύμβασης ή να εμποδίσουν τον ανταγωνισμό.

Τέλος κατά το ΔΕΚ (C-87/94) η ερμηνεία των σχετικών με την συμπλήρωση και διευκρίνιση στοιχείων των προσφορών διατάξεων πρέπει να είναι ιδιαιτέρως αυστηρή καθόσον η αναζήτηση επεξηγήσεων ή συμπληρώσεων, όσον αφορά μια προσφορά εισάγουν εξαίρεση στην αρχή της μη μεταβλητότητας των προσφορών μετά την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής, αρχή που στηρίζεται στο γεγονός ότι όταν η αναθέτουσα αρχή λαμβάνει υπόψη τροποποιήσεις της αρχικής προσφοράς ενός διαγωνιζομένου, αυτός απολαμβάνει ενός πλεονεκτήματος έναντι των ανταγωνιστών του, γεγονός που παραβιάζει τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας.

3. ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΝΣΚ.

Με το υπ΄αριθ. 3029/8-6-2007 έγγραφο του Γρ.Νομ.Συμβούλου της ΓΓΔΕ,

απαντήθηκε το ερώτημα αν είναι δυνατή η γνωστοποίηση του περιεχομένου

τεχνικής προσφοράς στους λοιπούς διαγωνιζόμενους, ή αν τίθενται σχετικά θέματα

«πνευματικών δικαιωμάτων».

Η απάντηση είναι η εξής:

1. Δεν υφίσταται εκ του νόμου ρητή υποχρέωση για τη γνωστοποίηση του περιεχομένου των τεχνικών προσφορών σε δημόσιους διαγωνισμούς μελετών του ν. 3316/05, στη φάση τουλάχιστον των ενστάσεων κατά των πρακτικών της Επιτροπής. Η σχετική με το θέμα γενική διάταξη του άρθρου 5 ν. 2690/99 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας), ορίζει μεν την ελεύθερη πρόσβαση των ενδιαφερομένων στα διοικητικά εν γένει έγγραφα (και ως διοικητικά έγγραφα θεωρούνται - βλ. γνωμ. ΝΣΚ 98/88, 606/97 κ.λ.π. - και τα ιδιωτικά, όπως πίνακες εμπειρίας κ.λ.π., που υποβάλλονται σε δημόσιους διαγωνισμούς), μετά όμως από την έκδοση της διοικητικής πράξης, η οποία στηρίζεται στα έγγραφα αυτά. Το πρακτικό της Επιτροπής δεν είναι διοικητική πράξη και έτσι κατ΄αρχήν δεν υφίσταται (κατά τη γνώμη μας) υποχρέωση της διοίκησης να τα καταστήσει γνωστά στους λοιπούς διαγωνιζόμενους εν όψει ασκήσεως ένστασης. Μετά όμως την έκδοση της απόφασης της Π.Α. επί των τυχόν ενστάσεων τα στοιχεία αυτά πρέπει να παρασχεθούν στους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό, προκειμένου να τύχουν της απαραίτητης δικαστικής προστασίας με βάση το ν. 2522/97, δεδομένου ότι αποτελούν πλέον «οιονεί» διοικητικά έγγραφα.

2. Είναι γνωστό πάντως ότι ο ν. 3316/05, όπως άλλωστε όλες οι κείμενες διατάξεις περί δημοσίων συμβάσεων (έργων, προμηθειών, υπηρεσιών), προβλέπει την υποβολή «ενστάσεων» (ή «αντιρρήσεων» κατ΄ άλλη ορολογία) κατά των πρακτικών των Επιτροπών Διαγωνισμού ή Αξιολόγησης, η οποία αποσκοπεί στο να λάβει γνώση η διοίκηση των αντιρρήσεων των διαγωνιζομένων σχετικά με τη νομιμότητα των πράξεών της και να θεραπεύσει από μόνη της τα τυχόν υπάρχοντα προβλήματα, πριν η διαφορά καταλήξει στα δικαστήρια. Λογική προϋπόθεση αυτής της νομοθετικής πρόβλεψης είναι να μπορέσουν οι διαγωνιζόμενοι να ενημερωθούν πλήρως και με διαφάνεια, για τις ενέργειες και την κρίση της Επιτροπής Διαγωνισμού, ώστε να υποβάλλουν τα παράπονά τους τεκμηριωμένα, για να μπορέσει και η Διοίκηση, δια της Προϊσταμένης Αρχής, να απαντήσει επίσης τεκμηριωμένα στα παράπονα, πριν υποβληθούν στο δικαστήριο. Η διαδικασία αυτή αποσκοπεί στην εν γένει οικονομία του διαγωνισμού και ωφελεί εν τέλει τη διοίκηση, διότι λαμβάνει γνώση των

73

Page 78: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ισχυρισμών των διαγωνιζομένων, δίνει έγκαιρη λύση στο τυχόν πρόβλημα αποδεχόμενη εν όλω ή εν μέρει τις ενστάσεις και προετοιμάζεται καλύτερα για την απόκρουση των ισχυρισμών των διαγωνιζομένων στο δικαστήριο, σε περίπτωση απόρριψης αυτών των ενστάσεων.

3. Από τα παραπάνω προκύπτει το συμπέρασμα ότι, παρότι στη φάση των ενστάσεων κατά του πρακτικού της Επιτροπής δεν είναι υποχρεωτική για τη διοίκηση η γνωστοποίηση του περιεχομένου των στοιχείων των προσφορών στους άλλους διαγωνιζόμενους, πάντως συμβάλει αποτελεσματικά στην οικονομία (στην εξοικονόμηση χρόνου κατά βάση) του διαγωνισμού, αφού η απόκρυψη των στοιχείων των προσφορών αποκλείει τον αποτελεσματικό έλεγχο των διαγωνιζομένων στην κρίση της Επιτροπής ως προς την αντικειμενική αξιολόγηση των προσφορών και αντιτίθεται ως εκ τούτου στην αρχή της διαφάνειας της δράσης της διοίκησης, ενώ αναβάλλει μόνο για λίγο την υποχρεωτική γνωστοποίηση των στοιχείων αυτών μετά την έκδοση της απόφασης της Π.Α. και εν όψει της άσκησης της προδικαστικής προσφυγής του ν. 2522/97. Μάλιστα, κατά τη νομολογία του ΣτΕ, επειδή η έναρξη της 5ήμερης προθεσμίας της προδικαστικής προσφυγής απαιτεί «πλήρη γνώση» των ενδιαφερομένων όχι μόνο της απόφασης της Π.Α. αλλά και των φακέλων των λοιπών διαγωνιζομένων ώστε να καταστεί αποτελεσματική η προσωρινή τους προστασία, η μη γνωστοποίηση όλων των απαραίτητων στοιχείων έχει ως αποτέλεσμα απλώς την μη έναρξη της σχετικής προθεσμίας, δηλαδή την χρονοτριβή του διαγωνισμού.

4. Επιγραμματικά, πρέπει να παρασχεθούν τα ζητούμενα στοιχεία, δεδομένου ότι δεν προκύπτει από το νόμο ότι τα στοιχεία των προσφορών αποτελούν προστατευόμενη πνευματική ιδιοκτησία των διαγωνιζομένων ή προσωπικά στοιχεία μη ανακοινώσιμα σε τρίτους. Εφόσον οι διαγωνιζόμενοι θεωρούν ότι αποτελούν προστατευόμενη πνευματική ιδιοκτησία (περίπτωση που απ’ ότι γνωρίζω δεν έχει γίνει ποτέ αποδεκτή σε διαγωνισμούς όπως ο προκείμενος) πρέπει να υποβάλλουν επίσημο, γραπτό και τεκμηριωμένο αίτημα. Εξ άλλου, όπως προανέφερα, η προσωρινή μη γνωστοποίηση των στοιχείων αυτών είναι απλώς αντίθετη στην οικονομία του διαγωνισμού, διότι χωρίς να απαγορεύει οριστικά την γνωστοποίηση των στοιχείων, δεν επιτρέπει πάντως στη διοίκηση την αποτελεσματική άσκηση του διοικητικού ελέγχου επί του πρακτικού της Επιτροπής.

4. Με το υπ΄αριθ. 714/Γ.Ε. /12-2-2008 έγγραφο δόθηκε η εξής απάντηση:

Θέμα: Λήξη ισχύος προσφορών και εγγυητικών επιστολών συμμετοχής πριν την ολοκλήρωση του

διαγωνισμού του ν. 3316/05.

Με το ως άνω σχετικό έγγραφό σας τίθεται το ερώτημα αν είναι άκυρες οι προσφορές διαγωνιζομένων σε διαγωνισμό μελέτης του ν. 3316/05, επειδή παρήλθε ο χρόνος ισχύος τους και δεν ζητήθηκε η παράταση του χρόνου αυτού ούτε και η προσκόμιση νέων εγγυητικών επιστολών που να καλύπτουν την νέα διάρκεια ισχύος. Σχετικά με το πιο πάνω ζήτημα σας πληροφορούμε τα ακόλουθα:

1. Στο ν. 3316/2005, άρθρο 7 παρ. 2 ιβ ορίζεται ότι στο ελάχιστο περιεχόμενο της προκήρυξης περιλαμβάνεται και ο χρόνος ισχύος των προσφορών των διαγωνιζομένων καθώς και ο χρόνος ισχύος των εγγυητικών επιστολών που πρέπει να υπερκαλύπτει κατά τουλάχιστον ένα μήνα τον χρόνο ισχύος των προσφορών.

Η έννοια της ισχύος των προσφορών είναι ότι κατά την διάρκεια του χρόνου ισχύος οι διαγωνιζόμενοι δεσμεύονται να αποδεχθούν την ανάθεση της σύμβασης και σε αντίθετη περίπτωση, αν παρόλο που ανακηρύχθηκαν ανάδοχοι και κλήθηκαν να υπογράψουν τη σύμβαση δεν προσήλθαν για την υπογραφή, κηρύσσονται έκπτωτοι και καταπίπτει η εγγυητική επιστολή συμμετοχής (άρθρο 23 παρ. 4 του ν. 3316/05). Περαιτέρω, αν λήξει ο χρόνος ισχύος των προσφορών, οι διαγωνιζόμενοι, όπως φυσικά και ο ανάδοχος, δεν δεσμεύονται πλέον και μπορούν να αποχωρήσουν από το διαγωνισμό χωρίς συνέπειες, ζητώντας την επιστροφή της εγγυητικής του επιστολής. Η ισχύς των προσφορών δηλαδή είναι θεσμός που προστατεύει τους διαγωνιζόμενους και θέτει χρονικά όρια στη δέσμευσή τους.

Όμως αν, παρόλο που έληξε ο χρόνος ισχύος των προσφορών, οι διαγωνιζόμενοι δεν επιθυμούν να αποχωρήσουν, έχουν το δικαίωμα αυτό, αφού όπως προαναφέρθηκε η λήξη του χρόνου ισχύος τους δίνει μεν το δικαίωμα, αλλά δεν τους υποχρεώνει να αποχωρήσουν του διαγωνισμού και προδήλως οι προσφορές δεν χάνουν την εγκυρότητά τους.

2. Όλα τα παραπάνω προκύπτουν από τη νομολογία περί του χρόνου ισχύος των προσφορών στους διαγωνισμούς δημοσίων έργων, ενώ όσον αφορά τις μελέτες και τους λοιπούς διαγωνισμούς του ν. 3316/05 προκύπτουν από ρητή διάταξη των πρότυπων προκηρύξεων του ΥΠΕΧΩΔΕ. Συγκεκριμένα στην πρότυπη προκήρυξη τύπου Α (για εφαρμογή της διαδικασίας του άρθρου 7 του ν. 3316/77) αναγράφεται σαφώς στην παρ. 6.1 ότι «Η σύναψη της σύμβασης μπορεί να γίνει και μετά τη λήξη του χρόνου ισχύος των προσφορών, εφόσον ο ανάδοχος δεν εκφράζει γραπτά την αντίρρησή του», ενώ ίδιες κατά περιεχόμενο ρήτρες έχουν τεθεί και στους υπόλοιπους τύπους προκηρύξεων. Εφόσον συνεπώς έχετε χρησιμοποιήσει στο διαγωνισμό σας ένα από τα πρότυπα τεύχη το θέμα που θέτετε απαντάται απευθείας από την προκήρυξη.

74

Page 79: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Εξ άλλου σημειώνουμε ότι ο χρόνος των 60 ημερών που θέσατε στην προκήρυξή σας είναι ελάχιστος και δεν αρκεί για την ολοκλήρωση των διαδικασιών ανάθεσης. Συνεπώς η απάντηση στο ερώτημά σας είναι ότι η λήξη του χρόνου ισχύος των προσφορών δεν καθιστά άκυρες τις προσφορές και ότι εγκύρως μπορείτε να προβείτε στην υπογραφή της σύμβασης με τον ανάδοχο, εφόσον βεβαίως αυτός δεν έχει αντίρρηση.

ΑΡΘΡΟ 8

Συμφωνίες - πλαίσιο

1. Η διαδικασία ανάθεσης εκπόνησης μελετών ή παροχής υπηρεσιών με συμφωνία-πλαίσιο εφαρμόζεται μετά από σύμφωνη γνώμη του αρμοδίου τεχνικού συμβουλίου, όταν πρόκειται να παραχθεί σύνολο ομοίων μελετών ή υπηρεσιών, για τις οποίες δεν είναι γνωστά εκ των προτέρων στοιχεία, όπως ιδίως ο ακριβής προσδιορισμός των επί μέρους συμβάσεων οι χρόνοι έναρξης και λήξης εκπόνησης των επιμέρους μελετών ή παροχής υπηρεσιών όπως και οι ακριβείς χώροι στους οποίους θα εκτελεσθούν οι συμβάσεις, μπορούν όμως να καθορισθούν οι τιμές και ενδεχομένως οι ποσότητες αυτών. Οι συμφωνίες - πλαίσιο συνάπτονται ιδίως για την εκτέλεση εργασιών υποστηρικτικών μελετών.

2. Για την ανάθεση των συμφωνιών-πλαίσιο εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 7, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις του άρθρου αυτού. Η συμφωνία - πλαίσιο συνάπτεται με έναν ανάδοχο μελέτης η υπηρεσίας ο οποίος ανάλογα με τις απαιτήσεις της προκήρυξης μπορεί να καλύπτει μία κατηγορία μελέτης του άρθρου 2 η περισσότερες, σε σύμπραξη η κοινοπραξία και διαθέτει τα απαιτούμενα από την προκήρυξη προσόντα. Η διάρκεια της συμφωνίας-πλαίσιο προσδιορίζεται στα τεύχη του διαγωνισμού και δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία έτη.

3. Η προεκτιμώμενη αμοιβή της συμφωνίας-πλαίσιο που ορίζεται στην προκήρυξη, είναι το μέγιστο δυνατό οικονομικό αντικείμενο όλων των επιμέρους συμβάσεων που προβλέπεται να συναφθούν μέσα στην χρονική περίοδο ισχύος της και εφόσον υπερβαίνει το όριο εφαρμογής της κοινοτικής οδηγίας 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ περίληψη της προκήρυξης, που συντάσσεται κατά τα οικεία υποδείγματα των ως άνω οδηγιών δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Στη διαδικασία καλούνται να λάβουν μέρος όλες οι τάξεις πτυχίου κάθε κατηγορίας μελετών του άρθρου 2 μεταξύ της τάξης πτυχίου που προσδιορίζεται από το μέσο μέγεθος προεκτιμώμενης αμοιβής των επιμέρους συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν, όπως εκτιμάται από την αναθέτουσα Αρχή και το 75% της συνολικής προεκτιμώμενης αμοιβής της συμφωνίας - πλαισίου. "Η μέγιστη αξία των συμφωνιών - πλαισίων που συνάπτονται κατ' έτος απαγορεύεται να υπερβαίνει σε ποσοστό το 20% των εγκεκριμένων ετήσιων πιστώσεων της αναθέτουσας αρχής για μελέτες και υπηρεσίες, με εκτίμηση τριετίας. Στον περιορισμό αυτό δεν υπόκεινται οι συμφωνίες - πλαίσιο που συνάπτονται για την προετοιμασία του φακέλου έργου ή έργων, κατά το άρθρο 4 του παρόντος, εφόσον η προσφυγή σε αυτές δεν γίνεται καταχρηστικά ή κατά τρόπο που να νοθεύει τον ανταγωνισμό."45

Η προεκτιμώμενη αμοιβή κάθε συμφωνίας - πλαισίου με αναθέτουσα αρχή Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Α΄και Β΄βαθμού, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ποσό των 600.000 ΕΥΡΩ.

4. Η προκήρυξη για τη σύναψη συμφωνίας – πλαίσιο περιλαμβάνει πέραν των στοιχείων του άρθρου 7, ιδίως:

α) Το μέγιστο αριθμό επιμέρους συμβάσεων που θα συναφθούν.

β) Περιγραφή του συνολικού τεχνικού αντικειμένου και, εφόσον είναι δυνατό, το αντικείμενο των επιμέρους συμβάσεων.

γ) Τη συνολική διάρκεια της συμφωνίας - πλαίσιο.

45 Το εντός εισαγωγικών τμήμα τέθηκε με το ν. 3481/06, άρθρο 5 παρ. 2. Με την ίδια διάταξη καταργήθηκε το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου.

75

Page 80: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

δ) Το χρονικό διάστημα, από την πρόσκληση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, για την υπογραφή των επιμέρους συμβάσεων.

5. Ο φάκελος τεχνικής προσφοράς περιέχει:

α) Οργανόγραμμα της ομάδας μελέτης ή της ομάδας παροχής των υπηρεσιών και του συντονιστή της, με κατανομή ευθυνών μεταξύ των μελών της, στοιχεία για την αποτελεσματικότητα της δράσης της σε εκπονηθείσες μελέτες ή παρασχεθείσες υπηρεσίες αντίστοιχα και τον βαθμό επιτυχίας της κατά την φάση εκτέλεσης των αντίστοιχων έργων.

β) Πρόταση μεθοδολογίας που περιλαμβάνει το γενικό πρόγραμμα εκπόνησης της μελέτης ή υπηρεσίας, με προσέγγιση του αντικειμένου που περιλαμβάνει η συμφωνία πλαίσιο και τις διαδικασίες παραγωγής της μελέτης.

6. Η ανάθεση των συμφωνιών – πλαίσιο γίνεται στον υποψήφιο που προσφέρει την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά. Για την ανάδειξη της προσφοράς αυτής χρησιμοποιούνται τα παρακάτω κριτήρια:

α) Η οργανωτική αποτελεσματικότητα της ομάδας εκπόνησης της μελέτης ή της ομάδας παρόχου υπηρεσίας, όπως προκύπτει από τη σύνθεσή της και τα στοιχεία αυτής, λαμβανομένων κυρίως υπόψη των στελεχών και των αποδεδειγμένα μονίμων συνεργατών του υποψηφίου, η διαπιστωμένη ικανότητα του συντονιστή της ομάδας στην εξεύρεση τεχνικών λύσεων και το, πέραν του βασικού όπως προβλέπεται στη διακήρυξη, διατιθέμενο για την εκτέλεση της σύμβασης πρόσθετο στελεχικό δυναμικό του καθώς και η αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία της μεθοδολογίας του.

β) Η οικονομική προσφορά.

Η υποβληθείσα προσφορά απορρίπτεται αν παραβιάζει τα οριζόμενα στην παρ. 8 του άρθρου 4.

Η βαρύτητα των δύο κριτηρίων επί της συνολικής βαθμολογίας των υποψηφίων ορίζεται σε 75% και σε 25% αντίστοιχα.

Με την υπουργική απόφαση που εκδίδεται μετά γνώμη του αρμόδιου Συμβουλίου κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 6 του άρθρου 7 ορίζεται ο τρόπος με τον οποίο βαθμολογείται η οικονομική προσφορά.

7. Η συμφωνία-πλαίσιο και οι επιμέρους συμβάσεις της συνάπτονται ως εξής:

Μετά την επιλογή και ανάθεση κατά τις διατάξεις του άρθρου 7, η Προϊσταμένη Αρχή κοινοποιεί την κατακυρωτική απόφαση στον επιλεγέντα ανάδοχο με πρόσκληση για την υπογραφή της συμφωνίας, μέσα σε προθεσμία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε ημερών. Κατά την υπογραφή της συμφωνίας - πλαίσιο οι εγγυητικές επιστολές συμμετοχής στο διαγωνισμό επιστρέφονται και αντικαθίστανται με εγγυήσεις καλής εκτέλεσης που υπολογίζονται σε ποσοστό 2% επί του συνολικού ποσού της σύμβασης συμφωνίας - πλαίσιο. Όταν, κατά τη διάρκεια ισχύος της συμφωνίας - πλαίσιο, προκύψει ανάγκη παροχής των υπηρεσιών που αποτελούν το αντικείμενό της, καλείται, με γραπτή πρόσκληση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, ο ανάδοχος να υπογράψει, μέσα στην ορισμένη από την προκήρυξη προθεσμία, τη σύμβαση για την εκτέλεση του αντικειμένου της επιμέρους σύμβασης μελέτης η υπηρεσίας με τους όρους της συμφωνίας - πλαίσιο. Αν η τεθείσα προθεσμία παρέλθει άπρακτη, καταπίπτει η εγγύηση καλής εκτέλεσης και η Διευθύνουσα Υπηρεσία κινεί τις διαδικασίες κήρυξης έκπτωτου του αναδόχου σύμφωνα με το άρθρο 33. Με την υπογραφή της σύμβασης κατατίθεται, συμψηφιζόμενη με την ήδη κατατεθειμένη, εγγύηση καλής εκτέλεσης κατά το άρθρο 24, υπολογιζόμενη επί του ποσού της συγκεκριμένης σύμβασης, αλλιώς θεωρείται ότι ο ανάδοχος αρνήθηκε τη σύναψή της.

8. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι περί εκτέλεσης των συμβάσεων διατάξεις του νόμου αυτού, όπως εξειδικεύονται στην Ειδική Συγγραφή Υποχρεώσεων της συμφωνίας - πλαίσιο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Με το άρθρο 8 εισάγεται ο θεσμός των συμφωνιών-πλαίσιο, που

εντάχθηκε ήδη στη νέα οδηγία 2004/18/ΕΚ και διευκολύνει τις αναθέτουσες αρχές να

αποφεύγουν τους αλλεπάλληλους διαγωνισμούς για τη λήψη υπηρεσιών ομοίων κατ’

76

Page 81: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

αντικείμενο που δεν είναι εκ των προτέρων γνωστές οι ποσότητες ή ο χρόνος που θα

καταστούν αναγκαίες. Για την σύναψη της συμφωνίας πλαίσιο απαιτείται γνώμη του

αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου (παρ. 1).

Ο διαγωνισμός διεξάγεται για την σύναψη της συμφωνίας-πλαίσιο, συμφωνούνται οι τιμές

για τις υπηρεσίες που θα παρασχεθούν εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος (όχι

μεγαλύτερου των τριών χρόνων), ανακηρύσσεται ο ανάδοχος και όταν η αναθέτουσα

αρχή χρειαστεί τις υπηρεσίες του, τον καλεί για σύναψη επιμέρους σύμβασης με τις ήδη

συμφωνημένες τιμές. Για την ανάθεση των επιμέρους συμβάσεων δεν γίνεται ιδιαίτερη

διαδικασία (δημοσιεύσεις, υποβολή δικαιολογητικών συμμετοχής κ.λ.π.).

Ιδιαίτερη μέριμνα λαμβάνεται για τον καθορισμό των δικαιουμένων να λάβουν μέρος σε

διαγωνισμούς για τη σύναψη συμφωνιών- πλαισίων, τίθενται δε περιορισμοί στη σύναψή

τους, έτσι ώστε να μην γίνεται κατάχρηση ενός απαραίτητου κατ΄αρχήν εργαλείου

(παρ. 3).

Για τη σύναψη των συμφωνιών –πλαισίων εφαρμόζεται αναλογικά η διαδικασία για την

ανάθεση της οριστικής μελέτης, με ιδιαίτερες προσαρμογές στα κριτήρια ανάθεσης και στο

περιεχόμενο της προκήρυξης. Το κριτήριο ανάθεσης είναι η πλέον συμφέρουσα από

οικονομική άποψη προσφορά και λαμβάνονται υπόψη τόσο η ποιότητα της προσφοράς του

υποψηφίου, όσο και η οικονομική του προσφορά (παρ. 6).

Περαιτέρω ιδιαίτερη διαδικασία θεσπίζεται για την ανάθεση των επιμέρους συμβάσεων,

ώστε να καταστεί λειτουργική η διαδικασία (παρ. 7).

ΑΡΘΡΟ 9

Διαδικασία ανάθεσης σύμβασης υπηρεσιών

1. "1. Συμβάσεις παροχής υπηρεσιών της παρ. 2β του άρθρου 1 μπορούν να ανατίθενται από τον κύριο του έργου: α) σε έργα και υπηρεσίες συγχρηματοδοτούμενες από κοινοτικές πηγές χρηματοδότησης, όταν τούτο υπαγορεύεται από τους κανόνες διαχείρισης των κοινοτικών κονδυλίων ή β) σε κάθε περίπτωση αιτιολογημένης αδυναμίας των αναθετουσών αρχών να ανταποκριθούν στα καθήκοντα που αντιστοιχούν στις ανατιθέμενες συμβάσεις. Για την έγκριση της σχετικής προκήρυξης στην ως άνω β' περίπτωση, απαιτείται, επί ποινή ακυρότητας της διαδικασίας ανάθεσης, η έκδοση γνωμοδότησης του τεχνικού συμβουλίου του αρμόδιου Υπουργείου ή της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Εργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων, αν στο αρμόδιο Υπουργείο δεν υφίσταται τεχνικό συμβούλιο. Με τη γνωμοδότησή του το τεχνικό συμβούλιο μπορεί να υποχρεώσει την αναθέτουσα αρχή, πριν από την έγκριση της προκήρυξης της σύμβασης, να τηρήσει τη διαδικασία του άρθρου 3 παρ. 1."46.

46 Ολόκληρη η παρ. 1 τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 παρ. 3 του ν. 3481/06.

77

Page 82: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

2. Για την ανάθεση σύμβασης παροχής υπηρεσιών τηρείται είτε η ανοικτή είτε η κλειστή διαδικασία. Η κλειστή διαδικασία ενδείκνυται κυρίως όταν πρόκειται να ανατεθεί σύμβαση με αντικείμενο πολύπλοκο, ή μεγάλο ή εξειδικευμένο.

Για τη διεξαγωγή της διαδικασίας συντάσσεται και εγκρίνεται από την Προϊσταμένη Αρχή προκήρυξη, περίληψη της οποίας, συντασσόμενη κατά τα αντίστοιχα υποδείγματα των οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, δημοσιεύεται κατά το άρθρο 12. Στη διαδικασία μπορούν να συμμετέχουν όσοι έχουν νόμιμο δικαίωμα συμμετοχής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14, καταθέτοντας προς τούτο προσφορά, η οποία περιλαμβάνει τα δικαιολογητικά και στοιχεία των άρθρων 15, 16 και 17, όπως εξειδικεύονται στην προκήρυξη και τους φακέλους τεχνικής και οικονομικής προσφοράς.

Στην περίπτωση της κλειστής διαδικασίας υποβάλλουν φάκελο τεχνικής και οικονομικής προσφοράς μόνο οι επιλεγέντες κατά τη φάση της επιλογής υποψήφιοι.

3. Στην προκήρυξη ορίζονται τουλάχιστον:

α) Ο κύριος του έργου, η αναθέτουσα Αρχή και τα αρμόδια αποφαινόμενα όργανα.

β) Το αντικείμενο της σύμβασης, όπως προκύπτει από τον επικαιροποιημένο φάκελο του έργου, με κάθε δυνατή λεπτομέρεια και οι προδιαγραφές των υπηρεσιών κατά το άρθρο 11.

γ) Η προεκτιμώμενη από την υπηρεσία αμοιβή των υπηρεσιών, που υπολογίζεται αναλυτικά σύμφωνα με τον κανονισμό της παρ. 7 του άρθρου 4, αλλιώς η προεκτιμώμενη αμοιβή εκτιμάται από την υπηρεσία βάσει όλων των διαθέσιμων στοιχείων. Ορίζεται επίσης ο κωδικός αριθμός της πίστωσης από την οποία χρηματοδοτείται η σύμβαση.

δ) Η διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης, η προθεσμία και ο τρόπος υποβολής των προσφορών, η διεύθυνση, στην οποία γίνεται η υποβολή και ο τρόπος κοινοποίησης των εγγράφων της διαδικασίας.

ε) Τα κριτήρια επιλογής, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και λοιπά στοιχεία, μεταξύ των οποίων και τα απαιτούμενα πτυχία, και οι λοιπές προϋποθέσεις συμμετοχής στη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης.

στ) Τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης και η βαρύτητα ενός εκάστου, καθώς και τα ελάχιστα όρια βαθμολόγησης ανά κριτήριο εφόσον κρίνεται σκόπιμο.

ζ) Ο τρόπος διαμόρφωσης της οικονομικής προσφοράς των υποψηφίων.

η) Τα τεύχη που συνοδεύουν την προκήρυξη και η σειρά ισχύος τους.

θ) Η προθεσμία εκτέλεσης της σύμβασης, εφόσον απαιτείται από τη φύση των προς ανάθεση υπηρεσιών.

ι) Ο χρόνος ισχύος της προσφοράς και η υποβολή εγγύησης συμμετοχής στο διαγωνισμό, με χρόνο ισχύος που υπερκαλύπτει τουλάχιστον κατά ένα μήνα τον χρόνο ισχύος της προσφοράς. Η εγγύηση συμμετοχής ορίζεται σε ποσοστό 2% επί του ποσού της προεκτιμώμενης αμοιβής και εκδίδεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 24.

ια) Η τήρηση κλειστής ή ανοικτής διαδικασίας. Εφόσον επιλεγεί η κλειστή ορίζεται ο αριθμός των επιλεγομένων υποψηφίων οι οποίοι δεν μπορεί να είναι λιγότεροι από πέντε και περισσότεροι από δέκα.

4. Η ανάθεση της σύμβασης γίνεται στον υποψήφιο που υποβάλλει την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά. Για το σκοπό της ανάθεσης υποβάλλονται τεχνικές και οικονομικές προσφορές. Στο φάκελο της τεχνικής προσφοράς περιλαμβάνονται:

α) Τεχνική έκθεση, που περιλαμβάνει την εκτίμηση του γενικού και ειδικού αντικειμένου της προς ανάθεση υπηρεσίας, ανάλυση των επιμέρους ζητημάτων και προτεινόμενες σε γενικές γραμμές λύσεις.

β) Έκθεση με περιγραφή της μεθοδολογίας παροχής των υπηρεσιών, τις εσωτερικές διαδικασίες προσφοράς της υπηρεσίας και τον τρόπο αξιοποίησης του εξοπλισμού, οργανόγραμμα με τα μέλη

78

Page 83: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

της ομάδας και το συντονιστή της και στοιχεία για την αποτελεσματικότητα της δράσης της ομάδας σε παρασχεθείσες υπηρεσίες και μελέτες.

5. Η οικονομική προσφορά του υποψηφίου συντάσσεται κατά τους όρους της προκήρυξης, με βάση τις ποσότητες φυσικού αντικειμένου ή μονάδων απασχόλησης της προκήρυξης και τις αντίστοιχες προσφερόμενες τιμές, με τήρηση των διατάξεων της παρ. 8 του άρθρου 4 και περιέχεται, επί ποινή αποκλεισμού, σε φάκελο σφραγισμένο και απαραβίαστο, κατά τις προδιαγραφές της προκήρυξης.

6. Κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης υπηρεσιών είναι τα ακόλουθα:

α) Η πληρότητα και αρτιότητα εκτίμησης του γενικού και ειδικού αντικειμένου όπως προκύπτει από την τεχνική έκθεση της παρ. 4.α.

β) Η ποιότητα της προσφοράς του υποψηφίου, η οποία συνίσταται στην πληρότητα, αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία της μεθοδολογίας του, την οργανωτική αποτελεσματικότητα της ομάδας που θα εκτελέσει τη σύμβαση και τα προσόντα του συντονιστή της ομάδας.

γ) Η οικονομική προσφορά.

Η υποβληθείσα προσφορά απορρίπτεται αν δεν έχει συνταχθεί με τον τρόπο που ορίζεται στην παράγραφο 5.

Η βαρύτητα του ανωτέρω υπό α) κριτηρίου στο σύνολο της βαθμολογίας είναι τριάντα τοις εκατό (30%) του υπό β) κριτηρίου, σαράντα πέντε τοις εκατό (45%) του υπό γ) κριτηρίου είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).

Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων καθορίζεται ενιαίος τρόπος βαθμολόγησης της οικονομικής προσφοράς.

7. Για την διεξαγωγή και κατακύρωση του διαγωνισμού ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 7 έως 11 του άρθρου 7.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο 9 ρυθμίζεται η διαδικασία ανάθεσης των υπηρεσιών που

εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νόμου και δεν είναι μελέτες.

Η παρ. 1 αναφέρει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί ο κύριος του έργου να

προχωρήσει στην προκήρυξη ανάθεσης υπηρεσιών (οι διατάξεις του άρθρου αυτού

αντικαθιστούν τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 5 του ν. 1418/84, η οποία και καταργείται).

Έτσι οι υπηρεσίες δεν προκηρύσσονται κατά την ελεύθερη βούληση του κυρίου του

έργου, αλλά μόνο αν ισχύουν οι τιθέμενες προϋποθέσεις (ιδιαιτερότητα έργου ή

ανεπάρκεια τεχνικής υπηρεσίας του κυρίου του έργου – γνωμοδότηση τεχνικού

συμβουλίου και μάλιστα όχι του ίδιου του κυρίου του έργου αλλά του Υπουργείου που τον

εποπτεύει ή επικουρικά της ΓΓΔΕ του ΥΠΕΧΩΔΕ).

Το ελάχιστο περιεχόμενο της προκήρυξης αναφέρεται στην παρ. 2, το περιεχόμενο

του φακέλου της τεχνικής προσφοράς στην παρ. 4, ο τρόπος σύνταξης της οικονομικής

προσφοράς στην παρ. 5, τα κριτήρια ανάθεσης στην παρ. 6.

Η ανάθεση γίνεται και στην περίπτωση αυτή στην πλέον συμφέρουσα προσφορά, που

προκύπτει από τη στάθμιση τεχνικής και οικονομικής προσφοράς.

79

Page 84: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 10

Διαδικασία ανάθεσης με διαπραγματεύσεις

1. Οι αναθέτουσες Αρχές μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις του νόμου αυτού με διαπραγμάτευση με περιορισμένο αριθμό υποψηφίων, ύστερα από δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, αν προηγήθηκε ανοικτός διαγωνισμός, στον οποίο κατατέθηκαν μη κανονικές ή απαράδεκτες, κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού, προσφορές και εφόσον δεν τροποποιούνται ουσιωδώς οι αρχικοί όροι του διαγωνισμού. Ως μη κανονικές προσφορές θεωρούνται ιδίως όσες δεν συμφωνούν με τους όρους της προκήρυξης και των συμβατικών εν γένει τευχών και ως απαράδεκτες ιδίως οι εκπρόθεσμες ή όσες υποβάλλονται από υποψηφίους που δεν έχουν τα απαιτούμενα προσόντα ή η οικονομική προσφορά υπερβαίνει το ανώτερο επιτρεπτό όριο.

Οι αναθέτουσες Αρχές δεν υποχρεούνται να δημοσιεύσουν προκήρυξη, στην περίπτωση που καλούν στη διαπραγμάτευση όλους όσους υπέβαλαν προσφορά στον διαγωνισμό που προηγήθηκε, ή έστω όσους εκπλήρωναν τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής και υπέβαλαν προσφορές τυπικώς αποδεκτές.

Με τη διαπραγμάτευση είναι δυνατή, κατά την κρίση της αναθέτουσας Αρχής, η προσαρμογή των προσφορών των διαγωνιζομένων στους όρους της προκήρυξης, στη συγγραφή υποχρεώσεων και στα λοιπά συμβατικά τεύχη, με σκοπό την ανάθεση σ’ αυτόν που υπέβαλε την καλύτερη προσφορά. Κατά τη διαπραγμάτευση οι αναθέτουσες Αρχές μεταχειρίζονται ισότιμα τους υποψηφίους, και δεν επιτρέπεται να παρέχουν επιλεκτικά πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν κάποιους εκ των υποψηφίων.

2. Επιτρέπεται η χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση, χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) Αν προηγήθηκε ανοικτός διαγωνισμός, στον οποίο δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά και με την προϋπόθεση ότι δεν τροποποιούνται ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης. Στην περίπτωση αυτή διαβιβάζεται σχετική έκθεση στην Επιτροπή της Ε.Ε., εφόσον ζητηθεί.

β) Αν, για λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή σχετικούς με την προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί μόνο σε συγκεκριμένο υποψήφιο.

γ) Αν κρίνεται απολύτως απαραίτητο και υφίσταται κατεπείγουσα ανάγκη, που οφείλεται σε γεγονότα απρόβλεπτα για την αναθέτουσα Αρχή και δεν επιτρέπει την τήρηση των προθεσμιών δημοσίευσης της προκήρυξης, που ορίζονται στο άρθρο 12. Η έλλειψη επαρκούς χρόνου που συνιστά την κατεπείγουσα ανάγκη δεν πρέπει να οφείλεται σε γεγονότα για τα οποία έχει ευθύνη η αναθέτουσα Αρχή.

δ) Όταν η προς ανάθεση σύμβαση αποτελεί συνέχεια ενός διαγωνισμού μελετών και πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν το διαγωνισμό, να ανατεθεί στον βραβευθέντα ή σε έναν από τους βραβευθέντες του διαγωνισμού αυτού, οπότε, στην δεύτερη περίπτωση, πρέπει να καλούνται να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις όλοι οι βραβευθέντες.

ε) Όταν πρόκειται για νέες μελέτες ή υπηρεσίες που αποτελούν επανάληψη παρομοίων μελετών ή υπηρεσιών και ανατίθενται από την ίδια αναθέτουσα Αρχή στον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης η οποία έχει συναφθεί με την ανοικτή ή την κλειστή διαδικασία, υπό την προϋπόθεση ότι οι προς ανάθεση υπηρεσίες είναι σύμφωνες με μία βασική μελέτη η οποία αποτέλεσε αντικείμενο της αρχικής σύμβασης. Για να γίνει ανάθεση κατά την περίπτωση αυτή πρέπει, στην προκήρυξη της αρχικής σύμβασης να επισημαίνεται η δυνατότητα ανάθεσης νέων υπηρεσιών κατά τα ανωτέρω. Επιπλέον, για να κριθεί αν υφίσταται ανάγκη δημοσίευσης της προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ε.Κ., λαμβάνεται υπόψη το συνολικό προβλεπόμενο ποσό για τη συνέχιση των υπηρεσιών από τις αναθέτουσες Αρχές. Ανάθεση μελετών ή υπηρεσιών με επίκληση της περίπτωσης αυτής επιτρέπεται μόνο επί μια τριετία μετά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης.

στ) Οταν συντρέχει επείγουσα περίπτωση για την ανάθεση μελέτης με συνολική προεκτιμώμενη αμοιβή μέχρι 30.000 ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.), ή σύμβασης παροχής υπηρεσιών μέχρι 15.000

80

Page 85: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.). Για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται γνωμοδότηση του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή της επείγουσας περίπτωσης και σχετική αναγγελία με τα κρίσιμα στοιχεία της σύμβασης (ποσό σύμβασης, ανάδοχος κ.λπ,), η οποία αποστέλλεται προς δημοσίευση στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν την υπογραφή. Η καθορισμένη από την υπηρεσία προεκτιμώμενη αμοιβή αποτελεί το ανώτατο όριο της συμβατικής αμοιβής του αναδόχου. Με βάση την παρούσα διάταξη μπορούν να ανατεθούν από τις αναθέτουσες αρχές κατ' έτος μία ή περισσότερες συμβάσεις μελετών και υπηρεσιών, συνολικού προϋπολογισμού μέχρι ποσοστού 10% των πιστώσεων της αναθέτουσας αρχής του τρέχοντος έτους, για ανάθεση συμβάσεων μελετών και υπηρεσιών. Συμβάσεις που συνάπτονται κατά παράβαση των διατάξεων της περίπτωσης αυτής είναι άκυρες και δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα.47

ζ) Στην περίπτωση των συμπληρωματικών εργασιών του άρθρου 29.

3. Όταν η αναθέτουσα Αρχή εφαρμόζει τη διαδικασία ανάθεσης με διαπραγμάτευση μετά από δημοσίευση προκήρυξης, δημοσιεύει περίληψη κατά το άρθρο 12, στην οποία καθορίζονται μεταξύ άλλων τα κριτήρια επιλογής των καλουμένων για διαπραγμάτευση, τα αντικείμενα και οι κανόνες διαπραγμάτευσης. Η προκήρυξη απευθύνεται σε όλους όσοι έχουν δικαίωμα συμμετοχής και η διαπραγμάτευση διεξάγεται από την Επιτροπή Διαγωνισμού με όλους τους υποψηφίους. Ο διαγωνισμός κατακυρώνεται από το αρμόδιο όργανο της αναθέτουσας Αρχής, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Διαγωνισμού.

4. Σε περίπτωση εφαρμογής της διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης, προσκαλούνται σε διαπραγμάτευση ένας ή περισσότεροι μελετητές ή πάροχοι υπηρεσιών, με τα νόμιμα για την εκτέλεση της σύμβασης προσόντα. Στις περιπτώσεις ε΄ και ζ΄ της παραγράφου 2 προσκαλείται για διαπραγμάτευση ο ανάδοχος της πρώτης σύμβασης. Με την πρόσκληση καθορίζονται τα αντικείμενα και οι κανόνες της διαπραγμάτευσης την οποία διεξάγει η Επιτροπή Διαγωνισμού. Η επιλογή του αναδόχου γίνεται από την αναθέτουσα Αρχή, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Διαγωνισμού, εκτός από την περίπτωση ε' της παραγράφου 2, στην οποία η ανάθεση γίνεται ύστερα από γνώμη του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου.

5. Όταν οι αναθέτουσες Αρχές προσφεύγουν στη διαδικασία της παραγράφου 2, επικαλούμενες τις περιπτώσεις α΄, γ΄ και στ΄, καλούν για διαπραγμάτευση τουλάχιστον τρεις υποψηφίους, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός υποψηφίων με τα νόμιμα προσόντα.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο 10 ρυθμίζεται η εξαιρετική περίπτωση της ανάθεσης με

διαπραγμάτευση, με απόλυτο σεβασμό των διατάξεων των κοινοτικών οδηγιών

2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου των

Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων η διαδικασία με διαπραγμάτευση είναι εξαιρετική, συνεπώς

πρέπει οι σχετικές δυνατότητες του νόμου να ερμηνεύονται στενά. Ιδιαίτερη προσπάθεια

καταβλήθηκε στην απλοποίηση της ορολογίας και των ρυθμίσεων της κοινοτικής οδηγίας,

47 Η περ. στ) αντικαταστάθηκε όπως παραπάνω με το άρθρο 5 παρ. 4 του ν. 3481/06. Η καταργηθείσα διάταξη είχε το εξής περιεχόμενο:

«Όταν συντρέχει επείγουσα περίπτωση για την ανάθεση μελέτης με προεκτιμώμενη αμοιβή μέχρι 15.000 ΕΥΡΩ (χωρίς ΦΠΑ) και ύστερα από γνωμοδότηση του αρμοδίου Τεχνικού Συμβουλίου και αφού προηγηθεί σχετική αναγγελία, με προθεσμία πέντε (5) ημερών, στην ιστοσελίδα του ΤΕΕ. Στην περίπτωση αυτή η καθορισμένη προεκτιμώμενη αμοιβή αποτελεί το ανώτατο όριο της συμβατικής αμοιβής του αναδόχου. Το συνολικό ύψος των συμβάσεων, που μπορούν να ανατεθούν κατ’ έτος με την διάταξη αυτή, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 5% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων της αναθέτουσας Αρχής για την εκπόνηση μελετών. Συμβάσεις που συνάπτονται κατά παράβαση των διατάξεων της περίπτωσης αυτής είναι άκυρες και δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα.»

81

Page 86: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

περιορίσθηκαν δε οι περιπτώσεις διαπραγμάτευσης στις απολύτως απαραίτητες και

απαλείφθηκαν περιπτώσεις δυσερμήνευτες (όπως οι μη κατάλληλες προσφορές) που η

παρουσία τους δεν εξυπηρετεί την ανάγκη διαφάνειας των διαγωνισμών. Τίθενται

συνεπώς κάποιες από τις περιπτώσεις που προβλέπει η κοινοτική οδηγία και επιπλέον η

περ. στ΄ της παρ. 3, που αφορά ανάθεση μελέτης με προεκτιμώμενη αμοιβή κάτω των

15.000 ΕΥΡΩ (χωρίς ΦΠΑ) και μόνο εφόσον συντρέχει επείγουσα περίπτωση που

διαπιστώνεται με γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Η παραβίαση των

όρων της περίπτωσης αυτής συνεπάγεται ακυρότητα της διαδικασίας.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Με τη γνωμοδότηση 470/2007 του ΝΣΚ κρίθηκε ότι, μετά το ν. 3316/07 δεν ισχύουν πλέον οι γενικές διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 83 ν. 2362/95 (που προβλέπουν την δυνατότητα απευθείας ανάθεσης συμβάσεων μέχρι ενός ορισμένου ποσού - 15.000 ΕΥΡΩ σήμερα) χωρίς προϋποθέσεις. Επίσης με τη γνωμοδότηση ΝΣΚ 440/2005 κρίθηκε ομοίως ότι έχει καταργηθεί η δυνατότητα που παρείχε ο ν. 2578/1998 στον Υπουργό Μεταφορών να αναθέτει απευθείας μελέτες αρμοδιότητας του Υπουργείου του σε ΑΕΙ και ΤΕΙ. Στις παραγράφους 3, 4 και 5 τίθεται ένα ελάχιστο πλαίσιο ρυθμίσεων που πρέπει να

τηρούνται στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση.

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχει ασχοληθεί αρκετά με παραβιάσεις

των κρατών μελών, που έχουν σχέση με την χωρίς επαρκή αιτιολογία χρήση της

διαδικασίας με διαπραγμάτευση. Κάποιες απ’ αυτές, χαρακτηριστικές, είναι οι ακόλουθες:

1. Στην υπόθεση C-24/91 (Επιτροπή / Ισπανία) έκρινε ότι το άρθρο 9, στοιχείο δ, της οδηγίας 71/305, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, επιτρέπει, υπό εξαιρετικές περιστάσεις, παρεκκλίσεις από τους κοινούς κανόνες, ιδίως εκείνους που αφορούν τη δημοσιότητα. Πάντως, το άρθρο αυτό δεν έχει εφαρμογή αν οι αναθέτουσες αρχές διαθέτουν επαρκή χρόνο για τη διοργάνωση της ταχείας διαδικασίας διαγωνισμού, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 15 της οδηγίας.

------------------------

2. Στην υπόθεση C-318/94 (Επιτροπή / Γερμανία) έκρινε ότι η δυνατότητα, την οποία προβλέπει η οδηγία 71/305, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, στο άρθρο 9, στοιχείο δ', της αρχικής μορφής της και κατόπιν στο άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο γ', της μορφής που έλαβε μετά την τροποποίησή της από την οδηγία 89/440, να παρακάμπτεται η διαδικασία δημοπρατήσεως προκειμένου να γίνει προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση, εξαρτάται από τη συνδρομή πολλών σωρευτικών προϋποθέσεων, μεταξύ των οποίων η ύπαρξη απροβλέπτου γεγονότος. Αν μια από τις προϋποθέσεις αυτές δεν πληρούται, η προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση δεν δικαιολογείται. Δεν συνιστά απρόβλεπτο γεγονός το ότι ένας φορέας κράτους μέλους, ο οποίος πρέπει να δώσει, στο πλαίσιο της προβλεπομένης από την εθνική νομοθεσία διαδικασίας εγκρίσεως των σχεδίων δημοσίων έργων, τη συγκατάθεσή του για συγκεκριμένο σχέδιο, προβάλλει, πριν από την προς τούτο προβλεπομένη οριακή ημερομηνία, αντιρρήσεις για λόγους που δικαιούται να επικαλεστεί. Παραβαίνει επομένως τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της οδηγίας το κράτος μέλος του οποίου οι αρμόδιες αρχές, μετά τη μη σύναψη συμβάσεως δημοσίων έργων κατά την ανοικτή διαδικασία λόγω της καθυστερήσεως που προκάλεσε η άρνηση ενός φορέα να δώσει την έγκρισή

82

Page 87: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

του για τα αρχικώς προβλεπόμενα σχέδια έργων, αναθέτουν τμήμα της συμβάσεως ακολουθώντας τη διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως διαγωνισμού.

----------------------

3. Στην υπόθεση C-107/92 (Επιτροπή / Ιταλία) έκρινε ότι το άρθρο 9, περίπτωση δ', της οδηγίας 71/305, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, επιτρέπει, σε εξαιρετικές περιστάσεις, παρεκκλίσεις από τους κοινούς κανόνες και ιδίως αυτούς που αφορούν τη δημοσιότητα. Οι παρεκκλίσεις αυτές, ωστόσο, δεν μπορούν να ισχύσουν όταν οι αναθέτουσες αρχές διαθέτουν επαρκή χρόνο για την τήρηση της ταχείας διαδικασίας διαγωνισμού, η οποία προβλέπεται από το άρθρο 15 της οδηγίας.

(Το έργο αφορούσε την κατασκευή προστατευτικού φράγματος κατά των χιονοστιβάδων στο Colle Isarco/Brennero, της περιφέρειας Alpe Gallina . Το ΔΕΚ δέχεται τις αιτιάσεις της Επιτροπής ότι: η Ιταλική Κυβέρνηση δεν απέδειξε την ύπαρξη λόγων κατεπείγοντος προκυπτόντων από γεγονότα τα οποία δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, κατά την έννοια του άρθρου 9, περίπτωση δ', της οδηγίας. Παρατηρεί συναφώς, πρώτον, ότι μεσολάβησαν περισσότερο από τρεις μήνες μεταξύ της 10ης Ιουνίου 1988, ημερομηνίας κατά την οποία υποβλήθηκε στις αρμόδιες εθνικές αρχές η έκθεση της γεωλογικής υπηρεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, η οποία συνιστούσε κατεπείγουσα επέμβαση στην προκειμένη περίπτωση, και της ενάρξεως των εργασιών στις 21 Σεπτεμβρίου 1988 και ότι, κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, η Ιταλική Κυβέρνηση θα μπορούσε να έχει κινήσει την ταχεία διαδικασία των 22 ημερών, η οποία προβλέπεται από την οδηγία. Η προσφεύγουσα υπογραμμίζει, εξάλλου, ότι η τελευταία πτώση χιονοστιβάδας σημειώθηκε στην περιοχή του Brennero το 1975, γεγονός που δεν δικαιολογούσε κατεπείγουσα επέμβαση.)

---------------------------

4. Στην υπόθεση C-20/01 και C-28/01 (Επιτροπή κατά Γερμανίας) το ΔΕΚ ασχολήθηκε μεταξύ άλλων και με την ερμηνεία της διάταξης της Οδηγίας 92/50/ΕΟΚ (αναφέρεται εδώ επειδή είναι ταυτόσημη η ρύθμιση με αυτή της Οδηγίας 93/37/ΕΟΚ), κατά την οποία είναι δυνατή η ανάθεση με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης, όταν για λόγους τεχνικούς είναι δυνατή η ανάθεση μόνο σε ένα ενδιαφερόμενο. Ο όρος "μοναδικότητα για τεχνικούς λόγους", ίσως είναι ο πιο πολυχρησιμοποιημένος μετά την διαπραγμάτευση για λόγους κατεπείγοντος κ.λ.π. Η αιτιολογία που χρησιμοποιήθηκε ήταν ότι η μοναδικότητα οφείλεται στο ότι ο κληθείς για διαπραγμάτευση ήταν ο μοναδικός που είχε εγκαταστάσεις καύσης απορριμάτων τόσο κοντά στους δήμους.

Ενδιαφέρουσες σκέψεις της απόφασης: 59 Όσον αφορά το άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο ββ, της οδηγίας 92/50, η διάταξη αυτή δεν μπορεί να έχει εφαρμογή παρά μόνον αν αποδεικνύεται ότι, για λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή σχετικούς με την προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, υφίσταται μία μόνον επιχείρηση που είναι πράγματι σε θέση να εκτελέσει τη σχετική σύμβαση. Δεδομένου ότι εν προκειμένω δεν προβάλλεται κανένας λόγος καλλιτεχνικής φύσεως ή σχετικός με την προστασία δικαιωμάτων αποκλειστικότητας, πρέπει να εξεταστεί μόνον αν οι λόγοι τους οποίους προβάλλει η Γερμανική Κυβέρνηση μπορούν να αποτελέσουν τεχνικούς λόγους υπό την έννοια της διατάξεως αυτής. 60 Πράγματι, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να λαμβάνουν υπόψη κριτήρια σχετικά με τη διατήρηση του περιβάλλοντος στα διάφορα στάδια μιας διαδικασίας συνάψεως δημοσίων συμβάσεων (βλ., όσον αφορά τη χρησιμοποίηση τέτοιων κριτηρίων ως αποφασιστικών κριτηρίων για τη σύναψη συμβάσεων σχετικά με τη διαχείριση συγκοινωνιακών γραμμών αστικών λεωφορείων, την απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2002, C-513/99, Concordia Bus Finland, Συλλογή 2002, σ. I-7213, σκέψη 57). 61 Επομένως, δεν αποκλείεται κάποιος τεχνικός λόγος σχετικός με την προστασία του περιβάλλοντος να μπορεί να ληφθεί υπόψη προς εκτίμηση του αν η οικεία σύμβαση μπορεί να συναφθεί μόνο με συγκεκριμένη επιχείρηση.

83

Page 88: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

62 Εντούτοις, η ακολουθούμενη λόγω της υπάρξεως ενός τέτοιου τεχνικού λόγου διαδικασία πρέπει να τηρεί όλες τις θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού δικαίου και, ιδίως, την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων, όπως αυτή απορρέει από τις διατάξεις της Συνθήκης περί του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (βλ., κατ' αναλογία, την προπαρατεθείσα απόφαση Concordia Bus Finland, σκέψη 63). 63 Όμως, ο κίνδυνος προσβολής της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων είναι ιδιαίτερα έντονος όταν μια αναθέτουσα αρχή αποφασίζει να μη συνάψει μια συγκεκριμένη σύμβαση στο πλαίσιο διαδικασίας διεξαγομένης στο πλαίσιο ανταγωνισμού. 64 Εν προκειμένω, επιβάλλεται η διαπίστωση, πρώτον, ότι, ελλείψει οποιουδήποτε σχετικού αποδεικτικού στοιχείου, η επιλογή της καύσεως των απορριμμάτων δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά τεχνικό λόγο ικανό να στηρίξει τον ισχυρισμό ότι η σύμβαση δεν μπορούσε να συναφθεί παρά μόνο με συγκεκριμένη επιχείρηση. 65 Δεύτερον, κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό της Γερμανικής Κυβερνήσεως ότι η εγγύτητα των εγκαταστάσεων διαθέσεως απορριμμάτων αποτελεί αναγκαίο αποτέλεσμα της αποφάσεως του δήμου του Braunschweig να προβεί σε καύση των απορριμμάτων, οπότε το στοιχείο αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι θεμελιώνει έναν τεχνικό λόγο. Ειδικότερα, η Γερμανική Κυβέρνηση δεν απέδειξε ότι η μεταφορά των απορριμμάτων σε μεγαλύτερη απόσταση συνιστούσε οπωσδήποτε κίνδυνο για το περιβάλλον ή τη δημόσια υγεία. 66 Τρίτον, η εγγύτητα των εγκαταστάσεων μιας συγκεκριμένης επιχειρήσεως προς τον ως άνω δήμο δεν μπορεί να αποτελέσει, μόνη της, τεχνικό λόγο υπό την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 3, στοιχείο ββ, της οδηγίας 92/50.

-----------------------------

5. Με το ίδιο ζήτημα, δηλαδή της μοναδικότητας του κατασκευαστή, για λόγους τεχνικούς, ασχολήθηκε το ΔΕΚ και στην απόφαση C-57/94 (Eπιτροπή / Ιταλία). Η καθής η προσφυγή Ιταλία επικαλέσθηκε την ύπαρξη τεχνικών λόγων, κατά την έννοια του άρθρου 9, στοιχείο β', της οδηγίας 71/305, που δικαιολογούσαν την ανάθεση του επίδικου έργου σε ορισμένο ανάδοχο, ήτοι σε αυτόν που είχε ήδη ανατεθεί η εκτέλεση των εν εξελίξει έργων. Συγκεκριμένα επικαλέσθηκε την ύπαρξη τεχνικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ των εν εξελίξει έργων και των έργων της επίδικης συμβάσεως, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατο να αποπερατωθούν τα έργα που αποτελούν το αντικείμενο της δέκατης συμπληρωματικής μελέτης προτού ανεγερθεί ορισμένο τμήμα των κτισμάτων που αποτελούν το αντικείμενο της ενδέκατης και δωδέκατης μελέτης, προτού αρχίσουν να λειτουργούν δύο χωριστά εργοτάξια συγχρόνως, λόγω της μικρής έκτασης του χώρου, και προτού πραγματοποιηθούν χωριστά τα εν εξελίξει και τα επίδικα έργα λόγω της στενής συνάφειας των κτισμάτων στο επίπεδο των θεμελίων.

Ιδού η απάντηση του Δικαστηρίου στον ισχυρισμό αυτό: 19 Οι διάδικοι συμφωνούν ότι, εν προκειμένω, μόνον η εφαρμογή του άρθρου 9, στοιχείο β', της οδηγίας 71/305 μπορούσε να δικαιολογήσει την προσφυγή στη διαδικασία της απ' ευθείας αναθέσεως για τη σύναψη της επίδικης συμβάσεως έργου. Βάσει της διατάξεως αυτής, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αναθέτουν δημόσια έργα χωρίς να εφαρμόζουν τις διατάξεις της οδηγίας, ιδίως για εκείνα που προβλέπεται η δημοσίευση προκηρύξεως στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, "όταν για τεχνικούς ή καλλιτεχνικούς λόγους ή για λόγους σχετιζόμενους με την προστασία δικαιωμάτων αποκλειστικότητας τα έργα δύνανται να εκτελεστούν μόνο από ορισμένο ανάδοχο". 21 Η Ιταλική Κυβέρνηση υποστηρίζει, αφετέρου, ότι, εν προκειμένω, "τεχνικοί λόγοι", κατά την έννοια του άρθρου 9, στοιχείο β', της οδηγίας 71/305, δικαιολογούσαν την ανάθεση του επίδικου έργου σε ορισμένο ανάδοχο, ήτοι σε αυτόν που είχε ήδη ανατεθεί η εκτέλεση των εν εξελίξει έργων. Συναφώς, η κυβέρνηση επικαλείται την ύπαρξη τεχνικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ των εν εξελίξει έργων και των έργων της επίδικης συμβάσεως. 'Ετσι, είναι αδύνατο να αποπερατωθούν τα έργα που αποτελούν το αντικείμενο της δέκατης συμπληρωματικής μελέτης προτού ανεγερθεί ορισμένο τμήμα των κτισμάτων που αποτελούν το αντικείμενο της ενδέκατης και δωδέκατης μελέτης, προτού αρχίσουν να λειτουργούν δύο χωριστά εργοτάξια συγχρόνως, λόγω της μικρής έκτασης του χώρου, και προτού πραγματοποιηθούν χωριστά τα εν εξελίξει και τα επίδικα έργα λόγω της στενής συνάφειας των κτισμάτων στο επίπεδο των θεμελίων. 22 Η Επιτροπή αμφισβητεί το ότι οι περιστάσεις αυτές μπορούν να συνιστούν "τεχνικούς

84

Page 89: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

λόγους", κατά την έννοια του άρθρου 9, στοιχείο β', της οδηγίας 71/305. Προς τούτο, αναφέρει μια τεχνική γνωμοδότηση διατυπωθείσα από ανεξάρτητο πραγματογνώμονα, από την οποία προκύπτει, κατ' ουσίαν, ότι τα τρία προβαλλόμενα από την Ιταλική Κυβέρνηση επιχειρήματα δεν αποτελούν παρά την έκφανση μιας και της αυτής τεχνικής επιταγής, δηλαδή της διευθύνσεως, του συντονισμού και της κατευθύνσεως των έργων, και ότι, εν πάση περιπτώσει, κατέστη αναγκαίος ο συντονισμός, στον χώρο και στον χρόνο, των εν εξελίξει και των επιδίκων έργων, μολονότι το σύνολο των έργων αυτών έχει ανατεθεί σε μία και την αυτή επιχείρηση. 23 Από την απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Μαρτίου 1987, 199/85, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Συλλογή 1987, σ. 1039, σκέψη 14), προκύπτει ότι οι διατάξεις του άρθρου 9 της οδηγίας 71/305, οι οποίες επιτρέπουν αποκλίσεις από τους κανόνες που σκοπό έχουν να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα ασκήσεως των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από τη Συνθήκη στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων, πρέπει να ερμηνεύονται στενά και ότι το βάρος αποδείξεως περί του ότι συντρέχουν όντως οι έκτακτες περιστάσεις που δικαιολογούν την απόκλιση το φέρει όποιος τις επικαλείται. 24 Λαμβανομένου υπόψη του κειμένου του άρθρου 9, στοιχείο β', της οδηγίας 71/305, η Ιταλική Κυβέρνηση δεν ήταν μόνο υποχρεωμένη, για να δικαιολογήσει την προσφυγή στη διαδικασία της απ' ευθείας αναθέσεως των επιδίκων εν προκειμένω έργων, να αποδείξει την ύπαρξη "τεχνικών λόγων" κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, αλλά όφειλε επίσης να αποδείξει ότι αυτοί οι "τεχνικοί λόγοι" καθιστούσαν απολύτως αναγκαία τη σύναψη της επίδικης συμβάσεως με την επιχείρηση Rozzi Costantino, στην οποία είχε ανατεθεί η εκτέλεση των εν εξελίξει έργων. 25 Ωστόσο, ακόμη και αν υποτεθεί ότι οι περιστάσεις που επικαλείται η Ιταλική Κυβέρνηση είναι δυνατό να αποτελούν "τεχνικούς λόγους", κατά την έννοια του άρθρου 9, στοιχείο β', της οδηγίας 71/305, διαπιστώνεται όντως ότι η κυβέρνηση αυτή δεν απέδειξε ότι οι περιστάσεις αυτές κατέστησαν απαραίτητη την ανάθεση των επίδικων έργων στην οικεία επιχείρηση. 26 Βεβαίως, η Ιταλική Κυβέρνηση προσκόμισε σχέδια σχετικά με τα εν λόγω έργα και μια σειρά φωτογραφιών και επικαλέστηκε, αναφερόμενη στις τεχνικές εξηγήσεις του προϊσταμένου μηχανικού της ίδιας της επαρχίας Ascoli Piceno, τεχνικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των εν εξελίξει και των επιδίκων έργων. 27 Ωστόσο, η ανωτέρω κυβέρνηση δεν απέδειξε κατά τρόπο πειστικό, αντικρούοντας τις διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα που περιέχονται στην προσκομισθείσα από την Επιτροπή τεχνική γνωμοδότηση, εν ανάγκη με μια αντιπραγματογνωμοσύνη ενός ανεξαρτήτου πραγματογνώμονα, ότι οι απορρέουσες από αυτές τις τεχνικές αλληλεξαρτήσεις δυσχέρειες δεν θα μπορούσαν να υπερνικηθούν εάν τα επίδικα έργα είχαν ανατεθεί σε επιχείρηση άλλη από εκείνη στην οποία είχαν ήδη ανατεθεί τα εν εξελίξει έργα, οπότε η εκτέλεσή τους δεν μπορούσε να ανατεθεί παρά μόνον σε αυτή την τελευταία. Ερμηνευτική Ανακοίνωση Ε.Ε. (2006/C 179/02)

Σχετικά με το Κοινοτικό Δίκαιο που εφαρμόζεται στην ανάθεση συμβάσεων που δεν

καλύπτονται ή καλύπτονται εν μέρει από τις Κοινοτικές Οδηγίες.

Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε ερμηνευτική ανακοίνωση για το παραπάνω ζήτημα,

προκειμένου να διευκρινίσει ποιες διατάξεις του κοινοτικού δικαίου εφαρμόζονται (αν εφαρμόζονται)

στις συμβάσεις που είτε λόγω ποσού, είτε δυνάμει ρητών διατάξεων δεν υπάγονται στις Οδηγίες

2004/18 κα1 2004/17.

Διατάξεις που εφαρμόζονται είναι οι γενικές αρχές που απορρέουν από το Κοινοτικό δίκαιο

(ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων (άρθρο 28 Συνθήκης), το δικαίωμα εγκατάστασης (άρθρο

43), η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (άρθρο 49), η αποφυγή των διακρίσεων και η ίση

μεταχείριση, η διαφάνεια, η αναλογικότητα και η αμοιβαία αναγνώριση.

Κατά την Ανακοίνωση (παρ. 1.3) εναπόκειται στην αναθέτουσα αρχή να αποφασίσει αν μια

διαδικασία ανάθεσης σύμβασης ενδέχεται να ενδιαφέρει τους οικονομικούς παράγοντες που

εδρεύουν σε άλλα κράτη – μέλη. Η απόφαση αυτή πρέπει να στηρίζεται στην αξιολόγηση των

85

Page 90: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

περιστάσεων και των χαρακτηριστικών της σύμβασης, όπως το αντικείμενό της, η εκτιμώμενη αξία

της, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τομέα (μέγεθος- δομή αγοράς, εμπορικές πρακτικές κ.α.) και η

γεωγραφική θέση του τόπου εκτέλεσής της. Αν η αναθέτουσα αρχή από την αξιολόγηση αυτή

καταλήξει ότι η σύμβαση παρουσιάζει ενδιαφέρον για την εσωτερική αγορά, πρέπει να την αναθέσει

με τους κανόνες που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο.

Αν η Ε.Ε. ενημερωθεί για πιθανή παραβίαση των βασικών κανόνων ανάθεσης προβαίνει η ίδια σε

αξιολόγηση της σημασίας της παραβίασης και κινεί, αν το θεωρεί σκόπιμο την διαδικασία

παράβασης, εφόσον κρίνει ότι η παραβίαση έχει ιδιαίτερο αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά.

Εφόσον η αναθέτουσα αρχή κρίνει ότι η σύμβαση, παρόλο που δεν υπάγεται στο πεδίο της

Οδηγίας, ενδέχεται να ενδιαφέρει τους πιθανούς υποψηφίους, πρέπει να τηρήσει μια σειρά

κανόνων:

• (δημοσιοποίηση με δημοσίευση προκήρυξης), με κατάλληλα μέσα, αναλόγως της

σημασίας της σύμβασης (διαδίκτυο – ιστοσελίδα της αναθέτουσας αρχής, δικτυακές πύλες

διαγωνισμών -, εθνικός τύπος, τοπικά μέσα δημοσίευσης, ΕΕΕΕ/TED),

• διαδικασία ανάθεσης αμερόληπτη (μη διακριτική περιγραφή του αντικειμένου της

σύμβασης – φωτογραφικοί όροι -, ίση πρόσβαση για τους υποψηφίους από άλλα κράτη

μέλη, αμοιβαία αναγνώριση διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων, κατάλληλες

προθεσμίες υποβολής προσφορών, διαφανής και αντικειμενική προσέγγιση.)

Η Ερμηνευτική Ανακοίνωση της Ε.Ε. πρέπει να ερμηνευθεί πάντως σε συνάρτηση

με τη σχετικά πρόσφατη απόφαση του Δ.Ε.Κ. επί της υποθέσεως C-507/03 (Επιτροπή

των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας), κατά την οποία ο κοινοτικός

νομοθέτης εξαιρώντας κάποιες δημόσιες συμβάσεις από την εφαρμογή της Οδηγίας εκκινεί

από την υπόθεση ότι οι συμβάσεις για τέτοιες υπηρεσίες δεν παρουσιάζουν (a priori και

δεδομένης της ιδιάζουσας φύσεώς τους) διασυνοριακό ενδιαφέρον ικανό να δικαιολογήσει

τη σύναψή τους κατόπιν διαδικασίας διαγωνισμού με τήρηση διατυπώσεων δημοσιότητας

στην ΕΕΕΚ (σκέψη 25).

Κατά την πάγια κατά τα τελευταία χρόνια νομολογία του ΔΕΚ δεν αμφισβητείται βεβαίως

ότι η σύναψη δημοσίων συμβάσεων ανεξαρτήτως προϋπολογισμού εξακολουθεί να

υπόκειται στους θεμελιώδεις κανόνες του κοινοτικού δικαίου και, ιδίως, στις αρχές που

καθιερώνει η Συνθήκη όσον αφορά το δικαίωμα εγκαταστάσεως και ελεύθερης παροχής

υπηρεσιών, εναπόκειται όμως στις υπηρεσίες της Επιτροπής να αποδείξουν (σε

περίπτωση σχετικής καταγγελίας) ότι η επίμαχη σύμβαση παρουσίαζε, για μια επιχείρηση

εγκατεστημένη σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο της οικείας αναθέτουσας αρχής,

βέβαιο ενδιαφέρον και ότι η επιχείρηση αυτή, καθόσον δεν είχε πρόσβαση στις κατάλληλες

86

Page 91: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

πληροφορίες πριν από τη σύναψη της συμβάσεως αυτής, δεν ήταν σε θέση να εκδηλώσει

το ενδιαφέρον της για τη σύμβαση αυτή (σκέψη 32).

ΑΡΘΡΟ 11

Τεχνικές προδιαγραφές

1. Η εκπόνηση μελέτης και η παροχή των λοιπών υπηρεσιών μηχανικού γίνεται με τις τεχνικές προδιαγραφές που ισχύουν κατά τη σύναψη της σύμβασης, λαμβανομένων υπόψη των δεσμεύσεων των άρθρων 23 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και 34 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ. Σε περίπτωση μεταγενέστερων μεταβολών των άνω προδιαγραφών, προσαρμόζεται αναλόγως η συμβατική σχέση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

2. Οι προδιαγραφές των μελετών και λοιπών υπηρεσιών μηχανικού που δεν καλύπτονται από τις ισχύουσες κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου νομοθετικές εξουσιοδοτήσεις, καθορίζονται με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται ύστερα από γνώμη του Τ.Ε.Ε. και πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, καθώς και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, όταν κρίνεται απαραίτητο. Με τα ως άνω προεδρικά διατάγματα μπορεί να εξουσιοδοτείται ο άνω Υπουργός να ρυθμίσει θέματα ειδικής φύσεως και λεπτομερειών με κανονιστικές αποφάσεις του που εκδίδονται ύστερα από γνώμη του Τ.Ε.Ε.. Μέχρι την έκδοση νέων προεδρικών διαταγμάτων, εφαρμόζονται οι ισχύουσες διατάξεις.

Για το μη υποχρεωτικό μέρος των άνω προδιαγραφών μπορεί να προβλέπονται στη σύμβαση διαφοροποιήσεις και συμπληρώσεις. Με τη σύμβαση τίθενται οι προδιαγραφές μελετών και υπηρεσιών, στις περιπτώσεις που δεν υπάρχουν εγκεκριμένες.

3. Ο προϋπολογισμός του έργου κατά τη μελέτη συντάσσεται επί τη βάσει των ενιαίων τιμολογίων του άρθρου 8 ν. 3263/2004 (ΦΕΚ 179 Α’).

4. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, μπορεί να εγκρίνονται πρότυπα τεύχη προκήρυξης, πρότυποι πίνακες υποβαλλόμενων στοιχείων και λοιπά στοιχεία για τις διαδικασίες ανάθεσης του νόμου αυτού. Η χρήση των προτύπων τευχών και λοιπών εγγράφων των διαγωνισμών είναι μετά την έγκρισή τους υποχρεωτική για όλες τις αρχές που υπάγονται στο νόμο αυτό, μπορούν πάντως οι αναθέτουσες Αρχές να προσθέτουν επιπλέον όρους που δεν έρχονται σε αντίθεση με τις ισχύουσες διατάξεις.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Οι μελέτες εκπονούνται σήμερα με τις υφιστάμενες τεχνικές

προδιαγραφές, που περιέχονται κατά κύριο λόγο στο π.δ. 696/74. Στην παρ. 1 του άρθρου

αυτού ορίζεται ότι ο ανάδοχος της σύμβασης μελέτης ή των λοιπών υπηρεσιών του νόμου

αυτού εκπληρώνει την παροχή του κατά τις προδιαγραφές που ισχύουν όταν συνάπτεται η

σύμβαση, λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς που θέτουν οι διατάξεις των οδηγιών

2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, ενώ οι μεταγενέστερες της σύναψης μεταβολές των

προδιαγραφών που θέτουν ζήτημα προσαρμογής της παροχής του αναδόχου σε νέες

προδιαγραφές θέτουν αυτονόητα και ζήτημα αναπροσαρμογής της συμβατικής σχέσης,

κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

Για τις μελέτες και τις λοιπές υπηρεσίες του νόμου αυτού που δεν υφίστανται

προδιαγραφές, παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση π.δ. που θα τις καθορίζει, ενώ

87

Page 92: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ήσσονες λεπτομέρειες μπορούν να ρυθμίζονται από τον υπουργό ΠΕΧΩΔΕ, με

εξουσιοδότηση του π.δ. (παρ. 2).

Ο προϋπολογισμός του έργου που συντάσσεται από τον μελετητή λαμβάνει για την

τιμολόγηση των εργασιών υπόψη τα ενιαία τιμολόγια του ν. 3263/04 (παρ. 3).

Τέλος παρέχεται εξουσιοδότηση στον υπουργό ΠΕΧΩΔΕ48 για την έγκριση

προτύπων τευχών προκήρυξης και λοιπών –υποχρεωτικών μετά την έγκρισή τους -

στοιχείων και εντύπων διαγωνισμών, διατηρουμένης της δυνατότητας των αναθετουσών

αρχών να προσθέτουν επιπλέον όρους που δεν έρχονται σε αντίθεση με τις ισχύουσες

διατάξεις. (παρ. 4).

Ήδη έχουν συνταχθεί και κυκλοφορήσει πρότυπα τεύχη προκηρύξεων για την ανάθεση

• κατά το άρθρο 7 (τύπου Α),

• κατά το άρθρο 6 (τύπου Β και Β1),

• κατά το άρθρο 9 (τύπου Γ)

• κατά το άρθρο 8 (τύπου Δ και Δ1) και

• τις κλειστές διαδικασίες (τύπου ΑΙ και ΓΙ).

Τα πρότυπα τεύχη των προκηρύξεων συνοδεύονται από τα απαραίτητα Προσαρτήματα και

Συγγραφές Υποχρεώσεων και είναι δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα της ΓΓΔΕ (ggde.gr).

Όπως αναφέρεται και στις σχετικές εγκυκλίους που συνοδεύουν τα τεύχη αυτά, δεν είναι

εγκεκριμένα και μ΄αυτή την έννοια δεν είναι απολύτως υποχρεωτικά. Όμως κάθε

παρέκκλιση από τα δημοσιευμένα τεύχη πρέπει να γίνεται με μέγιστη προσοχή και μετά

από επικοινωνία με την Ομάδα Υποστήριξης στη ΓΓΔΕ, προκειμένου να προληφθούν

αποκλίσεις από τις διατάξεις του νόμου που θα βάλουν σε κίνδυνο τους σχετικούς

διαγωνισμούς.

48 Κατ΄ εφαρμογήν της εξουσιοδότησης αυτής εκδόθηκε πρόσφατα απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ πρόσφατη (σχετική η εγκύκλιος 29/2007 – βλέπ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ υπό 9), με την οποία εγκρίνονται τεύχη προκηρύξεων τύπου Α και Γ. Τα τεύχη αυτά είναι υποχρεωτικά όταν η έγκριση της Προκήρυξης γίνεται μετά την 1-1-2008.

88

Page 93: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’

ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΑΝΑΘΕΣΗΣ

Γενική παρατήρηση:

Στο Γ΄ Κεφάλαιο ενσωματώνονται κατ΄ ουσίαν διατάξεις της κοινοτικής οδηγίας και

καταβάλλεται προσπάθεια να ομογενοποιηθούν οι διαδικασίες του εθνικού και του

κοινοτικού δικαίου και παράλληλα να γίνουν οι κοινοτικές διατάξεις όσο περισσότερο

γίνεται προσιτές στους μηχανικούς (μελετητές και υπαλλήλους) που ασχολούνται κατά

κύριο λόγο με την εφαρμογή του νόμου αυτού.

ΑΡΘΡΟ 12

Δημοσιεύσεις των προκηρύξεων

1. Στις διαδικασίες του νόμου αυτού, πλην της περίπτωσης της παραγράφου 2 του άρθρου 10, δημοσιεύεται περίληψη της προκήρυξης στο Ενημερωτικό Δελτίο και στην ιστοσελίδα του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Τ.Ε.Ε.), σε μία ημερήσια εφημερίδα της πρωτεύουσας με πανελλήνια κυκλοφορία και μία ημερήσια εφημερίδα της πρωτεύουσας του νομού στον οποίο πρόκειται να κατασκευασθεί το έργο το οποίο αφορά η μελέτη ή η υπηρεσία, ή της έδρας της Περιφέρειας, αν στην έδρα του νομού δεν εκδίδεται ημερήσια εφημερίδα, ή αν το έργο θα εκτελεστεί σε περισσότερους νομούς.

2. Όταν η προεκτιμώμενη αμοιβή όλων των προβλεπόμενων από τις σχετικές τεχνικές προδιαγραφές σταδίων της μελέτης είναι ίση ή ανώτερη του ορίου υποχρεωτικής εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, για τους φορείς που υπάγονται σε αυτήν ή του αντίστοιχου ορίου της οδηγίας 2004/17/ΕΚ, προκειμένου για τους φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, αποστέλλεται για δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Eυρωπαϊκών Κοινοτήτων περίληψη της προκήρυξης, που συντάσσεται σύμφωνα με τα αντίστοιχα υποδείγματα των Παραρτημάτων των οδηγιών 2004/18/EK και 2004/17ΕΚ. Η ίδια υποχρέωση υφίσταται και όταν η προεκτιμώμενη αμοιβή της σύμβασης παροχής υπηρεσιών υπερβαίνει τα ως άνω όρια. Η αναθέτουσα Αρχή πρέπει να είναι πάντοτε σε θέση να αποδείξει την ημερομηνία αποστολής.

3. Δεν επιτρέπεται να δημοσιευθεί σε ελληνικό έντυπο ή την ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. περίληψη της προκήρυξης, πριν την αποστολή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η περίληψη που δημοσιεύεται στα ελληνικά έντυπα αναφέρει την ημερομηνία αποστολής στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και δεν επιτρέπεται να περιέχει πληροφορίες και στοιχεία διαφορετικά από εκείνα που περιέχει η περίληψη που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

4. Μετά την έναρξη του οικονομικού έτους οι αναθέτουσες αρχές δημοσιεύουν γνωστοποίηση για τις συμβάσεις μελετών ή υπηρεσιών που προτίθενται να αναθέσουν κατά το έτος αυτό, με προκαταρκτική προκήρυξη που συντάσσεται κατά τα αντίστοιχα υποδείγματα που περιλαμβάνονται στα σχετικά Παραρτήματα των οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ συμβάσεις υπηρεσιών και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το Ενημερωτικό Δελτίο και την ιστοσελίδα του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος (Τ.Ε.Ε.).

5. Η απόφαση ανάθεσης σύμβασης του νόμου αυτού καθώς και σύμβασης ανάθεσης έργου που περιλαμβάνει μελέτη και κατασκευή, αποστέλλεται για δημοσίευση στο Ενημερωτικό Δελτίο του Τ.Ε.Ε.. Αν η προεκτιμώμενη αμοιβή της σύμβασης υπερβαίνει τα όρια εφαρμογής των κοινοτικών

89

Page 94: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, οι αναθέτουσες Αρχές που υπάγονται στις ρυθμίσεις των οδηγιών αποστέλλουν, μέσα σε προθεσμία σαράντα οκτώ ημερών στην πρώτη περίπτωση και δύο μηνών στη δεύτερη από την ημέρα σύναψης της συμβάσεως, γνωστοποίηση με τα αποτελέσματα της διαδικασίας σύναψης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία συντάσσεται κατά τα αντίστοιχα υποδείγματα που περιέχονται στα Παραρτήματα των οδηγιών. Για τις επί μέρους συμβάσεις που στηρίζονται σε συμφωνία πλαίσιο δεν αποστέλλεται προς δημοσίευση περίληψη ή πρακτικό.

6. Οι αναθέτουσες Αρχές μπορούν να αποστέλλουν στην Επίσημη Εφημερίδα των Ε.Κ. για δημοσίευση, προκηρύξεις συμβάσεων του νόμου αυτού, και όταν δεν είναι υποχρεωτική κατά την Κοινοτική Οδηγία η δημοσίευση.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ορίζονται οι αναγκαίες δημοσιεύσεις των προκηρύξεων,

στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στις ελληνικές εφημερίδες, στο

Ενημερωτικό Δελτίο και στην ιστοσελίδα του ΤΕΕ. Οι ρυθμίσεις του άρθρου σέβονται τις

αυστηρές διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ, σχετικά με την αποφυγή διακρίσεων μεταξύ

ημεδαπών και αλλοδαπών υποψηφίων, διακρίσεις που μπορεί να δημιουργηθούν είτε από

την δημοσίευση διαφορετικών πληροφοριών ή την δημοσίευση στα ελληνικά έντυπα της

προκήρυξης νωρίτερα από την Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ.

Επίσης ορίζεται ότι αν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα των ΕΚ προκαταρκτική

προκήρυξη, αντίστοιχη πρέπει να δημοσιευθεί και στα ελληνικά έντυπα, ώστε να

αποφεύγεται η δυσμενής διάκριση εις βάρος των ημεδαπών υποψηφίων.

Σημειώνεται ότι, με επιστολή του Προέδρου του ΤΕΕ (υπ΄αριθ. πρωτ. 8379/4-4-2005)

ζητείται από τις αναθέτουσες αρχές να στέλνονται σε ηλεκτρονική μορφή

• οι περιλήψεις των προκηρύξεων (στην ηλεκτρονική διεύθυνση

[email protected]) και

• οι αιτήσεις για τον ορισμό εκπροσώπων του ΤΕΕ στις Επιτροπές Διαγωνισμών (στην

ηλεκτρονική διεύθυνση [email protected]),

ενόψει των μικρών προθεσμιών, που μάλιστα αρχίζουν να τρέχουν από την αποστολή της

περίληψης και όχι από τη δημοσίευση.

Ήδη με το ν. 3548/07 τέθηκαν νέες υποχρεώσεις δημοσίευσης στον Νομαρχιακό

και Τοπικό τύπο. Μετά την εφαρμογή του νόμου αυτού εκδόθηκε η Εγκύκλιος Ε.15

/2007 του ΥΠΕΧΩΔΕ που στο συγκεκριμένο ζήτημα των δημοσιεύσεων έχει ως

ακολούθως:

Α. Δημοσίευση προκηρύξεων συμβάσεων του ν. 3316/05 και εφαρμογή του νέου νόμου 3548/07. 1. Οι περιλήψεις των προκηρύξεων που δημοσιεύονται στο Ενημερωτικό Δελτίο και την ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε., στον ελληνικό τύπο και στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά το άρθρο 12 παρ. 1 και 2 του ν. 3316/05, έχουν το απολύτως απαραίτητο περιεχόμενο, ώστε να διαφωτίσουν τους δυνάμει ενδιαφερόμενους για το περιεχόμενο της προκήρυξης, προκειμένου αυτοί να εκδηλώσουν ενδιαφέρον ζητώντας τα τεύχη της προκήρυξης. Είναι προφανές ότι δεν επιτελούν όλοι οι όροι της προκήρυξης το σκοπό αυτό, συνεπώς η περίληψη πρέπει να περιορίζεται μόνο στο απολύτως αναγκαίο περιεχόμενο, δεδομένου ότι η κοστολόγηση της δημοσίευσης από τις εφημερίδες εξαρτάται από την έκταση του κειμένου. Για το λόγο αυτό και προκειμένου αφενός να αποφεύγονται σφάλματα κατά τη σύνταξη των περιλήψεων που θα μπορούσαν να προκαλέσουν πρόβλημα εγκυρότητας του διαγωνισμού (αν λ.χ. αποκρυβούν πληροφορίες απαραίτητες), αλλά

90

Page 95: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

και να μην υποχρεώνονται οι ανάδοχοι να καταβάλουν υπερβολικά ποσά για τις δημοσιεύσεις αυτές, επισυνάπτονται στην παρούσα δύο (2) υποδείγματα περιλήψεων το πρώτο των οποίων θα χρησιμοποιείται για τις συμβάσεις με αντικείμενο κατώτερο της οικείας Κοινοτικής Οδηγίας και το δεύτερο (με περισσότερες πληροφορίες έτσι ώστε να αντιστοιχεί περίπου στο περιεχόμενο των περιλήψεων που αποστέλλεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε.) θα χρησιμοποιείται για δημοσίευση στα ελληνικά έντυπα και θα αφορά συμβάσεις με προεκτιμώμενη αμοιβή άνω του ορίου. Τονίζεται ότι στην Ε.Ε. θα αποστέλλεται περίληψη συνταγμένη κατά το οικείο υπόδειγμα των Οδηγιών. 2. Με τον πρόσφατο ν. 3548/07, ο οποίος εφαρμόζεται, δυνάμει διάταξης που ήδη ψηφίστηκε και αναμένεται η δημοσίευσή της, στους διαγωνισμούς τους οποίους θα υποβληθούν προσφορές μετά την 1- 9-2007, έχουν επέλθει τροποποιήσεις όσον αφορά τις εφημερίδες στις οποίες θα δημοσιεύονται περιλήψεις των προκηρύξεων έργων, μελετών και συναφών υπηρεσιών του ν. 3316/05. Συγκεκριμένα, στις κυριότερες για τους διαγωνισμούς διατάξεις του νόμου αυτού προβλέπονται τα εξής:

• Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νόμου νομαρχιακές εφημερίδες είναι οι εκδιδόμενες στις έδρες των νομών εκτός Αττικής και Θεσσαλονίκης (παρ. 1 α΄) και τοπικές όσες έχουν την έδρα τους σε δήμο ή κοινότητα εντός των νομών Αττικής ή Θεσσαλονίκης (παρ. 2).

• Στο νόμο εμπίπτουν οι δημοσιεύσεις διακηρύξεων διαγωνισμών του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 1 παρ. 3).

• Περιλήψεις των διακηρύξεων έργων, μελετών, προμηθειών και υπηρεσιών γενικά δημοσιεύονται σε τουλάχιστον δύο ημερήσιες και μία εβδομαδιαία νομαρχιακές εφημερίδες που έχουν την έδρα τους στο νομό που θα λάβει χώρα η υπηρεσία, ή η μελέτη, ή η προμήθεια ή η εκτέλεση του έργου (άρθρο 3 παρ. Α1). Σε νομούς που δεν εκδίδεται ημερήσια εφημερίδα αρκεί η δημοσίευση σε δύο τουλάχιστον εβδομαδιαίες. Αν οι νομοί στους οποίους θα λάβει χώρα η υπηρεσία, ή η μελέτη, ή η προμήθεια ή η εκτέλεση του έργου είναι περισσότεροι από έναν, η δημοσίευση της περίληψης γίνεται σε τουλάχιστον μία ημερήσια νομαρχιακή εφημερίδα κάθε νομού και μία εβδομαδιαία εξ εκείνων που έχουν την έδρα τους σε έναν από τους νομούς. Ειδική ρύθμιση γίνεται όσον αφορά τους νησιωτικούς νομούς (που αποτελούνται από νησιά μόνο). Είναι προφανές ότι δημοσίευση σε νομαρχιακές εφημερίδες πρέπει να γίνει όταν το αντικείμενο της μελέτης ή του έργου είναι εκτός των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης.

• Περαιτέρω, κατά την παρ. Β1 του άρθρου 3 , εφόσον η εκπόνηση της μελέτης ή η εκτέλεση του έργου υπηρεσία λαβαίνει χώρα εντός του νομού Αττικής και Θεσσαλονίκης, η περίληψη των προκηρύξεων θα δημοσιευθεί σε δύο τοπικές εφημερίδες, ήτοι εφημερίδες που έχουν την έδρα τους στο Δήμο που αφορά η μελέτη ή το έργο, και αν αφορά περισσότερο από ένα δήμους σε μια ημερήσια εφημερίδα κάθε δήμου και μια εβδομαδιαία, με έδρα έναν από τους δήμους. Αν δεν εκδίδεται στην έδρα του δήμου τοπική εφημερίδα τότε πρέπει να δημοσιευτεί σε δύο εβδομαδιαίες.

3. Στον ίδιο νόμο (3548/07) ορίζεται (άρθρο 3 παρ. Α3 και Β3) ότι εφόσον στις ισχύουσες διατάξεις (σχετικά με τις μελέτες και συναφείς υπηρεσίες του ν. 3316/05 υφίσταται σχετική ρύθμιση στο άρθρο 12 του νόμου αυτού) ορίζεται ήδη ότι οι περιλήψεις των προκηρύξεων δημοσιεύονται σε εφημερίδες του νομαρχιακού ή του τοπικού τύπου, η δημοσίευση ενεργείται εφεξής με βάση τις διατάξεις του ν. 3548/07.

Συνεπώς στους διαγωνισμούς για την ανάθεση συμβάσεων μελετών και υπηρεσιών του ν. 3316/05, στους οποίους οι προσφορές θα κατατεθούν μετά την 1η Σεπτεμβρίου 2007, θα ισχύουν η διάταξη του άρθρου 12 παρ. 1 του ν. 3316/05 που ορίζει ότι περίληψη πρέπει να δημοσιεύεται α) στην Εφημερίδα των Ε.Κ., β) στο Ενημερωτικό Δελτίο και στην ιστοσελίδα του ΤΕΕ, γ) σε μία εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας και επιπλέον οι δημοσιεύσεις κατ΄ εφαρμογήν του ν. 3548/07 που ήδη προαναφέρθηκαν.

Στην ίδια Εγκύκλιο 15/2007, στο Κεφάλαιο Γ αναφέρονται τα ακόλουθα:

Γ. Γνωστοποίηση αποτελεσμάτων ανάθεσης σύμβασης. Υπενθυμίζεται η υποχρέωση που τίθεται στο άρθρο 12 παρ. 5 του ν. 3316/05, σύμφωνα με την οποία η απόφαση ανάθεσης σύμβασης του ν. 3316/05 και η απόφαση ανάθεσης έργου με το σύστημα μελέτη-κατασκευή αποστέλλεται για δημοσίευση στο Ενημερωτικό Δελτίο και την ιστοσελίδα του ΤΕΕ, ενώ αν η προεκτιμώμενη αμοιβή της σύμβασης υπερβαίνει τα όρια εφαρμογής των Οδηγιών 2004/17 και 2004/18 σχετική ανακοίνωση, συνταγμένη κατά το οικείο παράρτημα των Οδηγιών αποστέλλεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Έχει παρατηρηθεί ότι η διάταξη αυτή δεν τηρείται πάντα και εκ του λόγου τούτου θα μπορούσαν να προκύψουν προβλήματα νομιμότητας ή και συνέπειες με βάση το κοινοτικό δίκαιο.

Με την απόφαση επί της υποθέσεως C-225/98 του ΔΕΚ (Επιτροπή/Γαλλία), το ΔΕΚ

έκρινε σχετικά με το ειδικότερο ζήτημα του υποχρεωτικού ή μη χαρακτήρα της ενδεικτικής

91

Page 96: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

προκήρυξης της παρ. 1 του άρθρου 11 της Οδηγίας ΕΟΚ και κατέληξε στην κρίση ότι η

δημοσίευση είναι υποχρεωτική μόνο αν η αναθέτουσα αρχή επιδιώκει τη σύντμηση της

προθεσμίας του άρθρου 12 (από την αποστολή της προκήρυξης για δημοσίευση στην

Εφημερίδα των ΕΚ έως την παραλαβή των προσφορών) στις 22 ημέρες.

ΑΡΘΡΟ 13

Παραλαβή αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος - προσφοράς

1. Η αναθέτουσα Αρχή καθορίζει κατά την κρίση της προθεσμία παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής ανάλογη με την πολυπλοκότητα της σύμβασης και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών. Εν πάση περιπτώσει η προθεσμία αυτή δεν πρέπει να είναι μικρότερη των πενήντα δύο ημερών από την ημέρα αποστολής της περίληψης για δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ε.Κ. στο Τ.Ε.Ε. και τις εφημερίδες που ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 12, «ενώ μπορεί να τύχουν εφαρμογής, υπό τις εκεί προβλεπόμενες προϋποθέσεις, οι διατάξεις των παρ. 5 και 6 του άρθρου 32 του π.δ. 60/2007 (ΦΕΚ 64Α), οπότε η μειωμένη προθεσμία εφαρμόζεται και στις λοιπές δημοσιεύσεις»49. Αν η αναθέτουσα Αρχή δημοσίευσε προκαταρκτική προκήρυξη κατά την παρ. 4 του άρθρου 12, η προθεσμία των πενήντα δύο (52) ημερών συντέμνεται κατά κανόνα στις τριάντα έξι (36) ημέρες.

Σε περίπτωση ανάθεσης συμβάσεων με προεκτιμώμενη αμοιβή κάτω του ορίου υποχρεωτικής εφαρμογής των οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, η προθεσμία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τριάντα (30) ημερών, από την ημέρα αποστολής περίληψης της προκήρυξης στο Ενημερωτικό Δελτίο και την ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. και της δημοσίευσής της στις εφημερίδες κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 12.

Για τον υπολογισμό των προθεσμιών δεν προσμετρούνται η ημέρα αποστολής της προκήρυξης ή δημοσίευσης και η ημέρα υποβολής της αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος ή της προσφοράς.

2. Σε περίπτωση τήρησης της κλειστής διαδικασίας και της διαδικασίας με διαπραγμάτευση κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 10 η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής για τη διεξαγωγή της διαδικασίας ποιοτικής επιλογής ανέρχεται σε τριάντα επτά (37) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης του διαγωνισμού Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών (τεχνικών και οικονομικών) για τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης στην περίπτωση της κλειστής διαδικασίας ορίζεται σε σαράντα (40) ημέρες, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης προς τους επιλεγέντες υποψηφίους. Στην κλειστή διαδικασία και τη

49 Η φράση με πλάγια γράμματα προστέθηκε με την περ. δ΄ της παρ. 4 του άρθρου Τέταρτου του ν. 3621/07. Οι παρ. 5 και 6 του π.δ. 60/2007 ορίζουν τα εξής: «5. Οταν οι προκηρύξεις καταρτίζονται και αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τη μορφή και τις λεπτομέρειες διαβίβασης που προβλέπονται στο Παράρτημα VIII σημείο 3, οι προθεσμίες παραλαβής των προσφορών που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 4, για τις ανοικτές διαδικασίες, και η προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής που ορίζεται στην παράγραφο 3 εδάφιο α), για τις κλειστές και με διαπραγμάτευση διαδικασίες και τον ανταγωνιστικό διάλογο, μπορούν να συντμηθούν κατά επτά (7) ημέρες. 6. Σύντμηση κατά πέντε (5) ημέρες των προθεσμιών παραλαβής των προσφορών που ορίζονται στην παράγραφο 2 και στην παράγραφο 3 εδάφιο β), είναι δυνατή όταν η αναθέτουσα αρχή παρέχει, με ηλεκτρονικό μέσο και από την ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης, σύμφωνα με το Παράρτημα VIII, ελεύθερη, άμεση και πλήρη πρόσβαση στη συγγραφή υποχρεώσεων και στα λοιπά τεύχη του διαγωνισμού, προσδιορίζοντας στο κείμενο της προκήρυξης την ηλεκτρονική διεύθυνση στην οποία διατίθεται η εν λόγω τεκμηρίωση. Η σύντμηση αυτή μπορεί να ορίζεται επιπλέον της μείωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 5.»

92

Page 97: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

διαδικασία της παραγράφου 1 του άρθρου 10, εφόσον η τήρηση των ως άνω προθεσμιών είναι αδύνατη για κατεπείγοντες λόγους, μπορεί να ορίζεται α) προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής τουλάχιστον δεκαπέντε ημερών και β) προθεσμία παραλαβής των οικονομικών προσφορών τουλάχιστον δέκα ημερών.

Η πρόσκληση προς τους υποψηφίους αναφέρει τον τρόπο πρόσβασης των ενδιαφερομένων στην συγγραφή υποχρεώσεων και τα λοιπά συμβατικά τεύχη του διαγωνισμού, τη διεύθυνση της υπηρεσίας που έχει στην κατοχή της τα έγγραφα αυτά, ενδεχομένως τον χρόνο μέχρι του οποίου μπορούν να ζητούνται τα έγγραφα αυτά, τις λεπτομέρειες της ταχυδρομικής τους αποστολής εφόσον ζητηθεί και τις λεπτομέρειες καταβολής του σχετικού αντιτίμου. Επιπλέον η πρόσκληση για την υποβολή προσφορών παραπέμπει στην δημοσιευθείσα προκήρυξη του διαγωνισμού, αναφέρει την ημερομηνία λήξης παραλαβής των προσφορών και τη διεύθυνση στην οποία υποβάλλονται.

3. Τα τεύχη που συνοδεύουν την προκήρυξη αποστέλλονται στους ενδιαφερόμενους μέσα σε έξι ημέρες από την παραλαβή σχετικής αίτησης, έναντι της δαπάνης αναπαραγωγής τους, αν η αίτηση υποβλήθηκε εμπρόθεσμα πριν από την ημερομηνία υποβολής των προσφορών.

4. Οι συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τα τεύχη του διαγωνισμού και οι γραπτές διευκρινίσεις της αναθέτουσας Αρχής επί ερωτημάτων των ενδιαφερομένων σχετικά με τα έγγραφα και τη διαδικασία του διαγωνισμού γνωστοποιούνται σ’ όλους όσους έλαβαν τα τεύχη, το αργότερο έξι (6) ημέρες πριν από την εκπνοή της προθεσμίας που έχει ορισθεί για την παραλαβή των προσφορών, εφόσον έχουν ζητηθεί έγκαιρα.

5. Ενστάσεις κατά της προκήρυξης και των τευχών του διαγωνισμού μπορούν να ασκηθούν το αργότερο επτά (7) ημέρες πριν από τη διενέργεια του διαγωνισμού.

Η ένσταση κατατίθεται στην Υπηρεσία που διενεργεί το διαγωνισμό και απευθύνεται στην αναθέτουσα Αρχή. Στην ένσταση αποφαίνεται το όργανο που είναι αρμόδιο για την έγκριση του αποτελέσματος του διαγωνισμού το αργότερο δύο ημέρες πριν από την ημέρα διενέργειας του διαγωνισμού, διαφορετικά θεωρείται ότι απορρίφθηκε. Η απόφαση που δέχεται την ένσταση κοινοποιείται αυθημερόν με τηλεομοιοτυπία (FAX) στους ενδιαφερόμενους που έλαβαν τεύχη του διαγωνισμού.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ορίζονται τα χρονικά διαστήματα που ορίζονται κατά

περίπτωση από την αποστολή προς δημοσίευση μέχρι την ημέρα υποβολής των

προσφορών, χρονικό διάστημα κρίσιμο επειδή χρησιμεύει για την προπαρασκευή των

υποψηφίων. Αντίστοιχα με τις προβλέψεις της Κοινοτικής Οδηγίας ορίζεται ως γενική αρχή

ότι το διάστημα αυτό πρέπει να είναι επαρκές για την προπαρασκευή των υποψηφίων,

δηλαδή ανάλογο της ιδιαιτερότητας και πολυπλοκότητας της κάθε σύμβασης, εν πάση δε

περιπτώσει όχι μικρότερο των ελαχίστων οριζομένων προθεσμιών. Η αποστολή προς

δημοσίευση είναι σε κάθε περίπτωση το εναρκτήριο γεγονός της προθεσμίας, ώστε να μην

εξαρτάται εγκυρότητα της διαδικασίας από εξωγενείς παράγοντες, δηλαδή την έγκαιρη ή

μη δημοσίευση στα έντυπα (εφημερίδες και Ενημερωτικό Δελτίο του ΤΕΕ).

Η ημέρα αποστολής της προκήρυξης για δημοσίευση και η ημέρα υποβολής των

προσφορών δεν περιλαμβάνονται στην προθεσμία, άρα οι προθεσμίες πρέπει να είναι

καθαρές.

Στην παράγραφο 4 ορίζεται η δυνατότητα υποβολής ένστασης κατά της προκήρυξης από

τους έχοντες το δικαίωμα συμμετοχής στο διαγωνισμό. Η προθεσμία υποβολής της είναι το

αργότερο 7 ημέρες πριν την ημέρα διεξαγωγής του διαγωνισμού και επ΄αυτής αποφασίζει

93

Page 98: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

το όργανο που είναι αρμόδιο για την έγκριση του αποτελέσματος του διαγωνισμού το

αργότερο 2 ημέρες πριν τη διεξαγωγή του.

Με την 213/2006 ατομική γνωμοδότηση του ΝΣΚ κρίθηκε ότι είναι νόμιμη η κατακύρωση σύμβασης, της οποίας η περίληψη προκήρυξης απεστάλη μεν έγκαιρα στο ΤΕΕ, αλλά δεν δημοσιεύθηκε τελικά από αμέλεια των οργάνων του, ενώ οι υπόλοιπες δημοσιεύσεις έγιναν κανονικά.

ΑΡΘΡΟ 14

Δικαίωμα συμμετοχής σε διαγωνισμούς

1. Οι αναθέτουσες Αρχές αντιμετωπίζουν τους ενδιαφερόμενους ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και ενεργούν με διαφάνεια.

2. Στις διαδικασίες για την ανάθεση σύμβασης εκπόνησης μελέτης ή σύμβασης υπηρεσιών που αφορά σε μελέτες ή επιβλέψεις μελετών και έργων δικαιούνται να συμμετέχουν εγκατεστημένα στην Ελλάδα φυσικά και νομικά πρόσωπα, εφόσον είναι εγγεγραμμένα στις κατά νόμο απαιτούμενες τάξεις και κατηγορίες του Μητρώου Μελετητών ή του Μητρώου Εταιρειών Μελετών, που τηρούνται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων. Η εγγραφή στα Μητρώα και η διατήρηση σε ισχύ της εγγραφής με τις νόμιμες αναθεωρήσεις της αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ανάληψη της εκπόνησης μελέτης, κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού. Το δικαίωμα συμμετοχής κρίνεται τόσο κατά την υποβολή της αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος ή της προσφοράς όσο και κατά την σύναψη της σύμβασης. Δεν αποτελεί λόγο αποκλεισμού από το διαγωνισμό η αναθεώρηση του πτυχίου και η κατάταξη σε μεγαλύτερη τάξη πτυχίου από την καλούμενη, εφόσον ο υποψήφιος ανήκε στην καλούμενη τάξη κατά την υποβολή αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος ή προσφοράς στο διαγωνισμό. Αποτελεί λόγο αποκλεισμού ο υποβιβασμός του πτυχίου σε τάξη που δεν καλείται στο διαγωνισμό και η διαγραφή από το Μητρώο Μελετητών50.

3. Για τη συμμετοχή στη διαδικασία ανάθεσης υπηρεσιών επίβλεψης δημοσίου έργου κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2, οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να αποδεικνύουν, εκτός από την εγγραφή τους στο Μητρώο του άρθρου 39, εμπειρία από την κατασκευή ή επίβλεψη έργων της αντίστοιχης κατηγορίας. Το επίπεδο της απαιτούμενης εμπειρίας εκφραζόμενο σε έτη, ορίζεται στην προκήρυξη, πρέπει να βρίσκεται σε αναλογία με τις ιδιαιτερότητες του προς επίβλεψη έργου και να καλύπτεται από την ομάδα επίβλεψης στην οποία μπορεί να συμμετέχει μηχανικός υποκείμενος στα ασυμβίβαστα των εδαφίων γ και ε της παραγράφου 2 του άρθρου 39, με αποδεδειγμένη εμπειρία σε κατασκευή έργων της αντίστοιχης κατηγορίας, η οποία μπορεί να προκύπτει είτε από σχετικά πιστοποιητικά και έγγραφα, είτε και από την εγγραφή του στην αντίστοιχη κατηγορία έργου του Μητρώου Εμπειρίας Κατασκευαστών (Μ.Ε.Κ.), που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε..

4. Στις διαδικασίες για την ανάθεση σύμβασης παροχής υπηρεσιών για τις οποίες δεν τηρούνται στην Ελλάδα μητρώα, η συμμετοχή επιτρέπεται σε ημεδαπά, φυσικά ή νομικά, πρόσωπα, εγγεγραμμένα στο Μητρώο του άρθρου 39 ή πιστοποιημένα από αναγνωρισμένο οργανισμό πιστοποίησης51, όπως ειδικότερα ορίζεται στην προκήρυξη, εφόσον δεν είναι γραμμένα στο

50 Σχετικά το πρόβλημα αντίφασης μεταξύ των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 και της παρ. 3 του άρθρου 18, βλέπετε εγκύκλιο 22/2007, υπό το άρθρο 18. 51 Με την απόφαση 405/2007 της ΕΑ ΣτΕ, έγινε δεκτή ως νόμιμη η συμμετοχή σε διαγωνισμό για την ανάθεση σύμβασης μελέτης και υπηρεσιών, σύμπραξης Α.Ε.Ι. και μελετητών. Οι σκέψεις της απόφασης: Το Πανεπιστήμιο μετέχει για την παροχή υπηρεσιών (εκτέλεση δειγματοληψιών-εργαστηριακών αναλύσεων). Οι ισχυρισμοί του αιτούντος περί του ότι ο σκοπός της σύμβασης δεν συνάδει με τον συνταγματικό ρόλο των ΑΕΙ και την Οδηγία περί δημοσίων συμβάσεων δεν είναι νόμιμοι, το μεν διότι δεν

94

Page 99: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (Μ.Ε.ΕΠ.) που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.

5. Στις διαδικασίες ανάθεσης των συμβάσεων του νόμου αυτού γίνονται δεκτά φυσικά και νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στην εκπόνηση μελετών και παροχή υπηρεσιών, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.) που είναι εγκατεστημένα, καθώς και φυσικά και νομικά πρόσωπα τρίτων χωρών που θεμελιώνουν το σχετικό δικαίωμα στη διεθνή συμφωνία περί δημοσίων συμβάσεων, η οποία έχει συναφθεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και των πολυμερών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, σύμφωνα με τα άρθρα 5 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και 12 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ. Τα φυσικά πρόσωπα πρέπει να είναι υπήκοοι των κρατών αυτών και να είναι εγκατεστημένα στο εσωτερικό τους. Ως νομικά πρόσωπα νοούνται οι εταιρείες του αστικού ή του εμπορικού δικαίου, οι συνεταιρισμοί και άλλα νομικά πρόσωπα που έχουν συσταθεί κατά τη νομοθεσία των κρατών της παραγράφου αυτής και έχουν την καταστατική τους έδρα στο εσωτερικό τους, εφόσον η συμμετοχή τους δεν προκαλεί στρέβλωση του ανταγωνισμού έναντι των ιδιωτών υποψηφίων. Εφόσον μόνο η καταστατική τους έδρα βρίσκεται στο εσωτερικό τους, μπορούν να συμμετέχουν στο διαγωνισμό, αν η δραστηριότητά τους παρουσιάζει ουσιαστικό και συνεχή δεσμό με την οικονομία κράτους της παραγράφου αυτής. Για τη συμμετοχή αυτή δεν αποτελεί προϋπόθεση να έχουν την ιθαγένεια του κράτους οι εταίροι, οι μέτοχοι, ή τα μέλη της διοίκησης, της διαχείρισης ή της εποπτείας της εταιρείας.

6. Με την προκήρυξη οι αναθέτουσες αρχές ζητούν από τους ενδιαφερόμενους που δεν έχουν εγκατάσταση στην Ελλάδα, να αποδείξουν την εγγραφή τους σε επαγγελματικό ή εμπορικό μητρώο του κράτους εγκατάστασής τους ή να προσκομίζουν ανάλογη ένορκη βεβαίωση ή πιστοποιητικό. Τα επαγγελματικά ή εμπορικά μητρώα στα οποία εγγράφονται οι υποψήφιοι από τα κράτη μέλη της Ε.Ε. και του Ε.Ο.Χ. αναφέρονται στα αντίστοιχα παραρτήματα των οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ. Οι αναθέτουσες Αρχές μπορούν να ζητούν από τους υποψήφιους να αποδείξουν ότι διαθέτουν επιπλέον ειδική έγκριση ή ότι είναι μέλη συγκεκριμένου οργανισμού της χώρας εγκατάστασής τους, αν κατά το δίκαιο της χώρας αυτής η ειδική έγκριση ή η ιδιότητα του μέλους συγκεκριμένου οργανισμού είναι υποχρεωτική για να παράσχουν τις υπηρεσίες της προς ανάθεση σύμβασης.

7. Η συμμετοχή τις διαδικασίες του νόμου αυτού αλλοδαπών πλην των αναφερομένων στην παράγραφο 5, επιτρέπεται μόνο εφόσον προβλέπεται από τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, ή αν προκηρύχθηκε ειδικός διεθνής διαγωνισμός που επιτρέπει τη συμμετοχή τους. Η προκήρυξη ειδικών διεθνών διαγωνισμών εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ και του κατά περίπτωση συναρμοδίου Υπουργού. Με την προκήρυξη ορίζονται στις περιπτώσεις αυτές οι ειδικότερες προϋποθέσεις για τον έλεγχο της ποιοτικής επιλογής των υποψηφίων της παραγράφου αυτής.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο 14 ρυθμίζεται το δικαίωμα συμμετοχής διαφόρων κατηγοριών

υποψηφίων (ημεδαπών μελετητών, ημεδαπών παρόχων υπηρεσιών, αλλοδαπών από

χώρες της Ε.Ε. ή του ΕΟΧ, αλλοδαπών από άλλες χώρες).

Κατά την αρχή της ελεύθερης εγκατάστασης όλες οι εργοληπτικές επιχειρήσεις της

Ευρωπ. Ένωσης, μπορούν να αναλαμβάνουν όπως και οι ημεδαπές με τα ίδια απολύτως

κριτήρια υπηρεσίες. Ως εγκατάσταση νοείται η μόνιμη σχέση μιας επιχείρησης με μια χώρα

(όταν εγκαθιστά υποκατάστημα, εγγράφεται στα μητρώα της κλπ). Δεν είναι όμως

υποχρεωτική η εγκατάσταση προκειμένου να διεκδικήσει την ανάθεση υπηρεσίας. Μπορεί,

αποκλείεται η συμμετοχή ΑΕΙ σε δραστηριότητες που συνδέονται άμεσα με το εκπαιδευτικό ή ερευνητικό τους έργο , το δε διότι η ιδιότητα του ΑΕΙ ως ΝΠΔΔ επιδοτουμένου από το κράτος δεν σημαίνει αυτονόητα ότι νοθεύει τον ανταγωνισμό, διότι η Οδηγία δεν αποκλείει τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς αναθετουσών αρχών.

95

Page 100: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

προσωρινά και επ’ ευκαιρία ενός συγκεκριμένου διαγωνισμού να υποβάλλει προσφορά,

οπότε πρόκειται για άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

Στην υπόθεση C- 76/81 (SA TRANSPOROUTE ET TRAVAUX ΚΑΤΑ MINISTERE DES

TRAVAUX PUBLICS), το ΔΕΚ απάντησε στο πρόβλημα αν ένας εργολήπτης είναι

υποχρεωμένος, προκειμένου να αναλάβει ένα έργο σε άλλη χώρα της κοινότητας, να

εγγραφεί στα μητρώα της και να λάβει κρατική άδεια, ως εξής:

7 Οι οδηγίες 71/304 καί 71/305 αποβλέπουν στήν εξασφάλιση τής ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στόν τομέα τών συμβάσεων δημοσίων έργων . Πρός τούτο η πρώτη τών οδηγιών αυτών επιβάλλει στά Κράτη μέλη τήν γενική υποχρέωση νά καταργήσουν τούς περιορισμούς πού αφορούν τήν πρόσβαση , τήν συμμετοχή καί τήν εκτέλεση συμβάσεων δημοσίων έργων , η δεύτερη δέ οδηγία προβαίνει σέ συντονισμό τών διαδικασιών γιά τήν σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων .

8 Στό πλαίσιο τού συντονισμού αυτού , ο τίτλος IV κεφάλαιο 1 τής οδηγίας 71/305 δέν αρκείται στήν απαρίθμηση τών κριτηρίων επιλογής βάσει τών οποίων η αναθέτουσα αρχή δύναται νά αποκλείσει ορισμένους εργολήπτες. Προσδιορίζει επίσης τόν τρόπο μέ τόν οποίο οι επιχειρήσεις δύνανται νά αποδείξουν οτι ανταποκρίνονται στά κριτήρια αυτά .

9 Πρός τούτο τό άρθρο 27 ορίζει οτι η αναθέτουσα αρχή δύναται νά καλέσει τόν εργολήπτη νά συμπληρώσει τά υποβληθέντα πιστοποιητικά ή έγγραφα μόνον εντός τών ορίων πού τάσσουν τά άρθρα 23 εως 26 τής οδηγίας , τά οποία επιτρέπουν στά Κράτη μέλη νά ζητούν άλλα δικαιολογητικά, πλήν εκείνων πού ορί ζονται ρητώς στήν οδηγία , μόνο στό πλαίσιο τής εκτιμήσεως τής χρηματοδοτικής καί οικονομικής ικανότητος τών επιχειρήσεων , πού αποτελεί τό θέμα τού άρθρου 25 τής οδηγίας . 13 Απεναντίας , η παράγραφος 3 τού άρθρου αυτού παρέχει στίς επιχειρήσεις πού ειναι εγγεγραμμένες σέ επίσημο κατάλογο οιουδήποτε Κράτους μέλους τό δικαίωμα νά χρησιμοποιούν , εντός τών ορίων πού τάσσει , έναντι τής αναθετούσης αρχής άλλου Κράτους μέλους , την εγγραφή αυτή ως εναλλακτικό μέσο αποδείξεως τού οτι πληρούν τά κριτήρια ποιοτικής επιλογής τών άρθρων 23 εως 26 τής οδηγίας 71/305 .

14 Πρέπει νά σημειωθεί οτι τό αποτέλεσμα πού προκύπτει κατά τόν τρόπο αυτόν από τήν ερμηνεία τής οδηγίας 71/305 ειναι σύμφωνο πρός τό σύστημα τών διατάξεων τής συνθήκης περί παροχής υπηρεσιών . Πράγματι , τό νά εξαρτάται σέ ενα Κράτος μέλος η εκτέλεση παροχών υπηρεσιών από μία επιχείρηση πού ειναι εγκατεστημένη σέ άλλο Κράτος μέλος από τήν κτήση αδείας εγκαταστάσεως στό πρώτο κράτος θά ειχε ως συνέπεια νά αφαιρείται κάθε πρακτικό αποτέλεσμα από τό άρθρο 59 τής συνθήκης, αντικείμενο τού οποίου ειναι ακριβώς η κατάργηση τών περιορισμών τής ελεύθερης παροχής υπηρεσιών από πρόσωπα μή εγκατεστημένα στό κράτος στό έδαφος τού οποίου πρέπει νά εκτελεσθεί η παροχή . Η παρ. 1 επαναλαμβάνει τις θεμελιώδεις αρχές των κοινοτικών οδηγιών που διαποτίζουν

το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων. Οι αρχές αυτές είναι: η αρχή της ίσης

μεταχείρισης των ενδιαφερομένων από τις αναθέτουσες αρχές, η αρχή της αποφυγής

των διακρίσεων και η αρχή της διαφάνειας. Το περιεχόμενο των αρχών αυτών έχει

γίνει αντικείμενο ενδελεχούς επεξεργασίας από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών

Κοινοτήτων (ΔΕΚ) και η σχετική νομολογία είναι πλούσια και διαφωτιστική. Επιπλέον έχει

εκδοθεί σχετική εγκύκλιος (Ε7/2006) σχετικά με τις έννοιες αυτές και τη σημασία τους

κατά το κοινοτικό δίκαιο.

96

Page 101: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Η παρ. 2 αναφέρεται στο δικαίωμα των ημεδαπών για τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς

μελετών και επίβλεψης μελετών (η σχετική ιδιαίτερη αναφορά του νόμου στους

ημεδαπούς δεν έχει σκοπό την θέσπιση διακρίσεων σε σχέση με τους αλλοδαπούς

υποψηφίους, αλλά για την αντιμετώπιση της ιδιαιτερότητας των πτυχίων που εκδίδει το

Μητρώο Μελετητών και εταιρειών/γραφείων μελετών κατά το άρθρο 39). Οι ημεδαποί

συμμετέχουν στις διαδικασίες για την ανάθεση μελετών και υπηρεσιών επίβλεψης μελετών

με προσκόμιση του πτυχίου τους, που πρέπει να αντιστοιχεί στις καλούμενες τάξεις και

κατηγορίες και κατ’ αρχήν αποτελεί επαρκή πιστοποίηση περί της τεχνικοοικονομικής

καταλληλότητας του μελετητή (βλέπετε σχετικά και παρ. 2 του άρθρου 15). Η εγγραφή

στο μητρώο πρέπει να διατηρηθεί καθόλη τη διάρκεια του διαγωνισμού μέχρι την ανάθεση

της σύμβασης. Αν μετά την διεξαγωγή του διαγωνισμού ένας υποψήφιος ανέλθει τάξη

κατόπιν αναθεώρησης του πτυχίου του, δεν αποκλείεται του διαγωνισμού. Αντίθετα αν

υποβιβασθεί και δεν καλύπτει πλέον την καλούμενη τάξη αποκλείεται του διαγωνισμού.

Στην παρ. 3 ορίζεται ότι στους διαγωνισμούς για την ανάθεση υπηρεσιών επίβλεψης της

εκτέλεσης δημοσίων έργων συμμετέχουν ομοίως μελετητές κάτοχοι πτυχίου του άρθρου

39, αλλά με επιπλέον εμπειρία στην επίβλεψη έργων. Το επίπεδο της σχετικής εμπειρίας

εκφράζεται σε έτη και τίθεται στην προκήρυξη. Για την κάλυψη της εμπειρίας αυτής μπορεί

να συμμετέχει στο σχήμα του αναδόχου στέλεχος με σχετική εμπειρία, στο πρόσωπο του

οποίου δεν συντρέχουν τα ασυμβίβαστα των περ. γ και ε της παρ. 2 του άρθρου 39.

Στην παρ. 4 ορίζεται ότι για την ανάθεση υπηρεσιών πλην των ανωτέρω, για τις οποίες

δεν τηρούνται μητρώα στην Ελλάδα, το δικαίωμα συμμετοχής ορίζεται στην προκήρυξη,

εν πάση όμως περιπτώσει αποκλείονται των διαγωνισμών αυτών οι εγγεγραμμένοι στο

Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων.

Στην παράγραφο 5 ορίζεται, κατά τρόπο που ενσωματώνει τις σχετικές διατάξεις των

Κοινοτικών Οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, το δικαίωμα συμμετοχής των

προσώπων, φυσικών ή νομικών που προέρχονται από τα κράτη μέλη της Ε.Ε. και του ΕΟΧ.

Ιδιαίτερη μνεία γίνεται για το είδος του δεσμού των προσώπων αυτών με τις χώρες

καταγωγής (υπηκοότητα, εγκατάσταση)52.

52 ΣτΕ 2844/2004: Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων της προσκλήσεως εκδηλώσεως ενδιαφέροντος, οι μετέχοντες στο διαγωνισμό έλληνες μελετητές ή ελληνικά μελετητικά γραφεία πρέπει να έχουν, για τις υδραυλικές μελέτες, πτυχίο Γ΄ ή Δ΄ τάξεως, όχι δε πτυχίο ανώτερης τάξεως. Προκειμένου περί αλλοδαπών μελετητών ή αλλοδαπών μελετητικών γραφείων, εφόσον η διέπουσα αυτούς αλλοδαπή νομοθεσία δεν προβλέπει, προς θεμελίωση τυπικού προσόντος, την κατάταξή τους σε τάξεις ανάλογα με την εμπειρία τους, δεν μπορεί μεν να γίνει αναγωγή της εμπειρίας που διαθέτουν σε κάποια από τις τάξεις πτυχίων που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία για την κατάταξη των ελληνικών μελετητικών σχημάτων, η αναθέτουσα, όμως, αρχή υποχρεούται, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, να ερευνήσει ποιές μελέτες μπορεί να αναλάβει ο αλλοδαπός μελετητής ή το αλλοδαπό μελετητικό γραφείο, σύμφωνα με τη νομοθεσία που τους διέπει, με βάση τα ουσιαστικά προσόντα που έχουν και, ενόψει τούτου, να εκφέρει κρίση αν η εμπειρία που διαθέτουν είναι ανάλογη τουλάχιστον με εκείνη που πρέπει να έχουν, κατά την ελληνική

97

Page 102: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Στην παρ. 6 ορίζεται ότι ζητείται από τους ενδιαφερόμενους με εγκατάσταση εκτός

Ελλάδας να προσκομίζουν αποδείξεις περί εγγραφής τους σε μητρώα (επαγγελματικά ή

εμπορικά) της χώρας καταγωγής τους, ή ότι διαθέτουν ειδική έγκριση από οργανισμό της

χώρας τους για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών, αν κατά το δίκαιο της χώρας τους η

έγκριση αυτή είναι απαραίτητη.

Στην παρ. 7 ορίζεται το δικαίωμα συμμετοχής στους αλλοδαπούς που προέρχονται από

χώρες εκτός Ε.Ε. και ΕΟΧ.

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ: Σχετικά με τις (συμπληρωματικές) αρχές της διαφάνειας και της

ίσης μεταχείρισης έχει εκδοθεί αρκετά μεγάλος αριθμός αποφάσεων του ΔΕΚ

(Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων), που ερμηνεύουν το περιεχόμενό τους.

Ενδεικτικά:

1. Στην υπόθεση C-87/94 (Επιτροπή κατά Βελγίου) του ΔΕΚ έκρινε ότι:

Όταν ένας αναθέτων φορέας επιλέγει, όπως στην προκειμένη υπόθεση, την ανοικτή διαδικασία, αυτή η ισότητα ευκαιριών εξασφαλίζεται με την υποχρέωση του αναθέτοντος φορέα, την οποία του επιβάλλει το άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας, να ενεργεί σύμφωνα με το παράρτημα ΧΙΙ, τίτλος Α, της οδηγίας αυτής. Έτσι, ο εν λόγω φορέας υποχρεούται να προσδιορίζει, αφενός, ένα χρονικό όριο για την υποβολή των προσφορών ώστε όλοι οι προσφέροντες να διαθέτουν το ίδιο χρονικό διάστημα μετά τη δημοσίευση της προκηρύξεως του διαγωνισμού προς προετοιμασία των προσφορών τους, και, αφετέρου, την ημερομηνία, την ώρα και τον τόπο της αποσφραγίσεώς τους, πράγμα το οποίο συμβάλλει επίσης στην αύξηση της διαφάνειας της διαδικασίας, δεδομένου ότι το περιεχόμενο όλων των κατατεθεισών προσφορών αποκαλύπτεται ταυτοχρόνως.

2. Στην υπόθεση C-490/99 (universale Bau AG), το ΔΕΚ έκρινε ότι αν η αναθέτουσα

αρχή, στο πλαίσιο κλειστής διαδικασίας, έχει καθορίσει πριν από τη δημοσίευση της

προκήρυξης τους κανόνες στάθμισης των κριτηρίων επιλογής που πρόκειται να

νομοθεσία, οι έλληνες μελετητές ή τα ελληνικά μελετητικά γραφεία για να αποκτήσουν πτυχία των τάξεων εκείνων, τις οποίες απαιτεί η επίμαχη πρόσκληση εκδηλώσεως ενδιαφέροντος για την ανάληψη των μελετών στις οποίες αυτή αφορά. Συνεπώς, δεν μπορούν να μετάσχουν στο διαγωνισμό αλλοδαπά μελετητικά σχήματα, τα οποία δεν διαθέτουν, για τις υδραυλικές μελέτες, εμπειρία ανάλογη τουλάχιστον, υπό την εκτεθείσα έννοια, με εκείνη που έχουν οι έλληνες μελετητές και τα ελληνικά μελετητικά γραφεία Γ΄ ή Δ΄ τάξεως, δεν αποκλείεται, όμως, από τις ανωτέρω διατάξεις η συμμετοχή αλλοδαπών μελετητικών σχημάτων που διαθέτουν εμπειρία μεγαλύτερη από εκείνη που απαιτείται για την κατοχή πτυχίου των τάξεων αυτών. Υπό την έννοια δε αυτή, οι ανωτέρω διατάξεις της προσκλήσεως εκδηλώσεως ενδιαφέροντος δεν θέτουν τους έλληνες μελετητές και τα ελληνικά μελετητικά γραφεία, που πρέπει να έχουν, για να μετάσχουν στο διαγωνισμό, πτυχίο Γ΄ ή Δ΄ τάξεως, στην κατηγορία των υδραυλικών μελετών, και όχι ανώτερης, σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με τους αλλοδαπούς μελετητές και τα αλλοδαπά μελετητικά γραφεία. Και τούτο διότι και οι έλληνες μελετητές και τα ελληνικά μελετητικά γραφεία κάτοχοι πτυχίων των ανωτέρω τάξεων μπορεί να διαθέτουν εν τοις πράγμασι εμπειρία μεγαλύτερη από εκείνη που αντιστοιχεί στα πτυχία των τάξεων αυτών, αφού η προαγωγή πτυχίου μελετητή σε ανώτερη τάξη δεν γίνεται αυτομάτως με την παρέλευση μόνον ορισμένου χρόνου από την κτήση του διπλώματος, αλλά απαιτείται, σύμφωνα με το άρθρα 2 παρ. 1 και 2 του Π.Δ. 840/1978 και 9 παρ. 1 του Ν. 716/1977, η υποβολή σχετικής αιτήσεως εκ μέρους του ενδιαφερομένου, συνοδευομένης από πιστοποιητικά, εκ των οποίων να προκύπτει η ουσιαστική πείρα του (μειοψ).

98

Page 103: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

χρησιμοποιήσει, υποχρεούται να τους γνωστοποιήσει με την ανακοίνωση της

προκήρυξης ή με άλλα έγγραφα της προκήρυξης. Συγκεκριμένες ενδιαφέρουσες

σκέψεις της απόφασης:

89 … σκοπός της οδηγίας 93/37 είναι, όπως προκύπτει από το προοίμιό της και από τη δεύτερη και τη δέκατη αιτιολογική σκέψη της, η κατάργηση των περιορισμών στην ελευθερία εγκαταστάσεως και στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων προκειμένου να ισχύσει πραγματικός ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρηματιών των κρατών μελών… 90 …για να επιτευχθεί ο εν λόγω σκοπός, τα κριτήρια και οι όροι κάθε συμβάσεως δημοσίου έργου πρέπει να αποτελούν αντικείμενο προσήκοντος βαθμού δημοσιότητας εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής 91 Συγκεκριμένα, η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, η οποία αποτελεί τη βάση των οδηγιών σχετικά με τις διαδικασίες συνάψεως των δημοσίων συμβάσεων, συνεπάγεται υποχρέωση διαφάνειας, προκειμένου να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της τηρήσεώς της 92 Η εν λόγω υποχρέωση διαφάνειας που βαρύνει την αναθέτουσα αρχή συνίσταται στη διασφάλιση, υπέρ όλων των ενδεχομένων αναδόχων, προσήκοντος βαθμού δημοσιότητας που να καθιστά δυνατό το άνοιγμα της αγοράς υπηρεσιών στον ανταγωνισμό καθώς και τον έλεγχο του αμερόληπτου χαρακτήρα των διαδικασιών διαγωνισμού…

93 Επομένως, κατά τη διαδικασία κατακυρώσεως δημοσίου έργου πρέπει να τηρείται, σε όλα τα στάδιά της και ιδίως στο στάδιο της επιλογής των υποψηφίων στο πλαίσιο κλειστής διαδικασίας, τόσο η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των υποβαλλόντων προσφορά όσο και η αρχή της διαφάνειας, ώστε όλοι οι υποβάλλοντες προσφορά να έχουν ίσες ευκαιρίες όταν διατυπώνουν τους όρους των αιτήσεών τους συμμετοχής ή των προσφορών τους

3. Τα κριτήρια επιλογής πρέπει να είναι γνωστά εκ των προτέρων (με τη Διακήρυξη),

αμερόληπτα, σαφή και πλήρη και εφικτά. Η απευθείας ανάθεση αντιμετωπίζεται

καχύποπτα, και επιτρέπεται σε ελάχιστες και σαφώς προδιαγεγραμένες περιπτώσεις. Αν δεν

επιτευχθεί ανταγωνισμός (π.χ. ένας συμμετέχων), μπορεί να ματαιωθεί η κατακύρωση και

να επαναληφθεί.

Στην επίτευξη της διαφάνειας δίνεται ιδιαίτερη σημασία από το κοινοτικό αλλά και από το

εθνικό δίκαιο. Προς το σκοπό αυτό οι προσφορές ανοίγονται δημόσια και με συμμετοχή

των διαγωνιζομένων και οι αποφάσεις της αναθέτουσας αρχής πρέπει να είναι

αιτιολογημένες. Η αρχή αυτή σημαίνει ότι οι αναθέτοντες φορείς υποχρεούνται να τηρούν

τους θεμελιώδεις κανόνες της συμβάσεως (της ΕΟΚ) εν γένει και την αρχή της

απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας ειδικότερα. Η υποχρέωση διαφάνειας που

απόκειται στην αναθέτουσα αρχή συνίσταται στη διασφάλιση, υπέρ όλων των

ενδεχόμενων αναδόχων, προσήκοντος βαθμού δημοσιότητος, που να καθιστά

δυνατό το άνοιγμα της αγοράς υπηρεσιών στον ανταγωνισμό, καθώς και τον έλεγχο του

αμερόληπτου χαρακτήρα των διαδικασιών ανταγωνισμού. Στο εθνικό δικαστήριο

εναπόκειται να κρίνει αν η υποχρέωση αυτή τηρήθηκε και να εκτιμήσει την επάρκεια των

αποδεικτικών στοιχείων (βλέπ. απόφ. C – 324/98).

99

Page 104: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

4. Η αρχή της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων (απορρέει) από την αρχή της

απαγόρευσης των διακρίσεων, λόγω ιθαγένειας, που επιβάλλει η Συνθήκη της ΕΟΚ. Έχει

δε, κατά τη νομολογία του ΔΕΚ (βλέπ. απόφ. 5/10/2000, υπόθ. C – 16/98, Επιτροπή

κατά Γαλλίας) εφαρμογή σε όλες τις φάσεις της διαδικασίας συνάψεως της δημόσιας

σύμβασης και όχι μόνο από τη στιγμή που θα υποβάλλει κάποιος επιχειρηματίας

προσφορά.

Η αρχή αυτή παραβιάζεται όχι μόνο όταν ένας υποψήφιος συμμετέχει παράλληλα στην

αξιολόγηση ή στην επιλογή των προσφορών, αλλά και όταν έχει πραγματική συμμετοχή

στην προετοιμασία της πρόσκλησης υποβολής προσφορών (βλέπ. πρόταση Γεν.Εισαγγελέα

του ΔΕΚ 13/12/2001, υπόθ.C- 513/99, Concordia Bus Finland).

Κατ’ εφαρμογή της αρχής αυτής, μια προκήρυξη δεν επιτρέπεται να δημοσιεύεται στις

επίσημες εφημερίδες ή στον τύπο της χώρας της αναθέτουσας αρχής πριν την ημερομηνία

αποστολής της στην υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ε.Κ. και πρέπει να αναφέρει την

ημερομηνία αυτή, δεν πρέπει δε να περιέχει διαφορετικές πληροφορίες (βλέπ. απόφ. ΔΕΚ

28/10/99, C- 328/96, Επιτροπή κατά Αυστρίας).

Ακόμα θεωρήθηκε ότι η αναφορά της Διακήρυξης σε νομικές διατάξεις του κράτους

σχετικές με τον τρόπο επιλογής του αναδόχου, με γενικόλογες παραπομπές στην

εσωτερική νομοθεσία, χωρίς άλλη διευκρίνιση, παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης

εγχωρίων και αλλοδαπών εργοληπτών, επειδή θέτει σε ευνοϊκότερη θέση τους εγχώριους

εργολήπτες, που κατά τεκμήριο γνωρίζουν την νομοθεσία (C – 225/98).

ΑΡΘΡΟ 15

Έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων

1. Για την παραδεκτή συμμετοχή στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων του νόμου αυτού διενεργείται έλεγχος καταλληλότητας και ποιοτικής επιλογής των υποψηφίων. Για τον έλεγχο καταλληλότητας οι υποψήφιοι υποβάλλουν υπεύθυνη δήλωση περί μη συνδρομής λόγων αποκλεισμού στο πρόσωπό τους, από αυτούς που αναφέρονται στο άρθρο 16 και για τη διενέργεια ποιοτικής επιλογής, όσα από τα στοιχεία της παραγράφου 1 του άρθρου 17 ορίζονται με την προκήρυξη, ανάλογα με τη φύση και την πολυπλοκότητα του αντικειμένου της σύμβασης. Ο υποψήφιος που ανακηρύχθηκε ανάδοχος της σύμβασης προσκομίζει για τη σύναψή της, σε προθεσμία είκοσι ημερών από τη σχετική πρόσκληση της Προϊσταμένης Αρχής, τα επί μέρους δικαιολογητικά και έγγραφα έναντι των οποίων υποβλήθηκε η δήλωση του πρώτου εδαφίου, διαφορετικά αποκλείεται και η σύμβαση συνάπτεται με τον επόμενο κατά σειρά υποψήφιο υπό τις ίδιες προϋποθέσεις.

2. Με την προκήρυξη ορίζονται τα ελάχιστα επίπεδα τεχνικής καταλληλότητας γενικής εμπειρίας στις καλούμενες κατηγορίες. Η κατοχή πτυχίου κατά το άρθρο 39 αποτελεί τεκμήριο τεχνικής καταλληλότητας γενικής εμπειρίας στην καλούμενη τάξη και κατηγορία του αντίστοιχου Μητρώου.

100

Page 105: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

3. Αν για την εκπόνηση της μελέτης «ή την παροχή της υπηρεσίας»53 απαιτείται αυξημένη εμπειρία, μπορεί, ύστερα από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, να καλούνται με την προκήρυξη υποψήφιοι εγγεγραμμένοι σε τάξη ανώτερη από αυτήν που προκύπτει με βάση την προεκτιμώμενη αμοιβή της μελέτης.

4. Οι αλλοδαποί που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 14, συμμετέχουν στους διαγωνισμούς του νόμου αυτού με τις ίδιες προϋποθέσεις που ισχύουν για τους ημεδαπούς. Οι όροι της προκήρυξης για την κάλυψη ορισμένου επιπέδου τεχνικής ικανότητας τηρούν την αρχή της ίσης μεταχείρισης μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών. Εφόσον προσκομίζεται πιστοποιητικό εγγραφής σε Επίσημους Πίνακες Παρεχόντων Υπηρεσίες της χώρας εγκατάστασης, που μνημονεύει τα δικαιολογητικά βάσει των οποίων έγινε η εγγραφή στον Πίνακα καθώς και τη σχετική κατάταξη, η Επιτροπή Διαγωνισμού δέχεται ως αποδεδειγμένες τις πληροφορίες περί των οποίων βεβαιώνει ο Πίνακας. Σε κάθε περίπτωση πάντως μπορεί με την προκήρυξη να ζητείται πρόσθετο πιστοποιητικό περί φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας.

5. Οι προκηρύξεις των διαγωνισμών στους οποίους επιτρέπεται η συμμετοχή αλλοδαπών, εκτός των αναφερομένων στην προηγούμενη παράγραφο, ορίζουν τα δικαιολογητικά συμμετοχής τους και τον τρόπο απόδειξης της καταλληλότητάς τους για την προς ανάθεση σύμβαση.

6. Οι πληροφορίες, αποδείξεις και δηλώσεις που ζητούνται από τους υποψηφίους της παραγράφου 5 του άρθρου 14, οι οποίοι είναι γραμμένοι σε επισήμους καταλόγους, είναι ίδιες με αυτές που ζητούνται από τους ημεδαπούς υποψήφιους. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι από τις οριζόμενες στα άρθρα 16 και 17. Δεν επιτρέπεται να θεωρείται υποχρεωτική για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό των υποψηφίων αυτών, η εγγραφή σε επισήμους καταλόγους. Η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να αναγνωρίζει τα ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εγκατεστημένους σε άλλα κράτη-μέλη και επίσης να δέχεται και άλλα αποδεικτικά μέσα, νομικά ή θεσμικά ισοδύναμα.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο 15 ρυθμίζεται η διαδικασία και οι λεπτομέρειες του ελέγχου της

προσωπικής κατάστασης των ενδιαφερομένων και περαιτέρω της ποιοτικής επιλογής, όπως

οι όροι αυτοί είναι γνωστοί από τις κοινοτικές οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις.

Κατ΄αρχήν στους διαγωνισμούς δεν υποβάλλονται δικαιολογητικά εκ των αναφερομένων

στο άρθρο 16 του νόμου, που αποδεικνύουν την προσωπική κατάσταση των υποψηφίων,

αλλά υπεύθυνη δήλωση54 του υποψηφίου που βεβαιώνει ότι δεν συντρέχει στο

πρόσωπό του λόγο αποκλεισμού. Ακόμα για τη διενέργεια της ποιοτικής επιλογής

(επαγγελματική και τεχνική ικανότητα) προσκομίζονται όσα δικαιολογητικά ζητούνται από

την προκήρυξη, εφόσον η αναθέτουσα αρχή δεν αρκείται στην γενική εμπειρία που

καλύπτεται από την εγγραφή στα μητρώα. Ο έλεγχος των κατ΄ιδίαν δικαιολογητικών του

άρθρου 16 περιορίζεται στον ανάδοχο της σύμβασης, ο οποίος πριν τη σύναψη της

σύμβασης (δηλαδή την κοινοποίηση της κατακυρωτικής αποφάσεως του διαγωνισμού στον

53 Η φράση εντός εισαγωγικών προστέθηκε με την παρ. 4 ε΄ του άρθρου Τετάρτου του ν. 3621/07. 54 Ως υπεύθυνη δήλωση νοείται αυτή που έχει τα στοιχεία του άρθρου 8 του ν. 1599/86. Με την ΠΝΠ της 21.12.2001 (άρθρο 2 παρ. 2) καταργήθηκε η αξία της υπεύθυνης δήλωσης, η οποία εφεξής συντάσσεται σε απλό έγγραφο, και αναγράφει τα στοιχεία που καθορίστηκαν με υπουργική απόφαση. Σήμερα τα στοιχεία της ορίζονται από την ΔΙΑΔΠ/Α1/18368/2003 (ΦΕΚ 1276 Β΄) του Υπουργού ΕΣΔΔΑ.

101

Page 106: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ίδιο) καλείται να προσκομίσει προς έλεγχο όλα τα κατ΄ ιδίαν δικαιολογητικά, μέσα σε

είκοσι μέρες από την σχετική πρόσκληση (παρ. 1).

Τα ελάχιστα επίπεδα της απαιτούμενης για την εκτέλεση της σύμβασης τεχνικής

καταλληλότητας τίθενται στην προκήρυξη και για την απόδειξή τους τηρούνται οι διατάξεις

του άρθρου 17. Για τους ημεδαπούς μελετητές τους εφοδιασμένους με πτυχίο του

Μητρώου Μελετητών και εταιρειών/γραφείων μελετών αρκεί η εγγραφή στο μητρώο, για

την απόδειξη της γενικής τους εμπειρίας που αντιστοιχεί στην τάξη και στην κατηγορία

εγγραφής (αρ. 2). Η αναθέτουσα αρχή μπορεί με την προκήρυξη, αναλόγως της

πολυπλοκότητας και ειδικής εμπειρίας που απαιτεί μια συγκεκριμένη σύμβαση να θέτει

επιπλέον απαιτήσεις για την κατοχή ειδικής εμπειρίας, δηλαδή εμπειρίας σε παρεμφερείς

μελέτες και υπηρεσίες, που αποκτήθηκε το τελευταίο πριν τη διεξαγωγή του διαγωνισμού

διάστημα (τουλάχιστον τριετία, ή όσο μεγαλύτερο κρίνει η αναθέτουσα αρχή, αρκεί το

διάστημα αυτό να τελεί σε αναλογία με τις απαιτήσεις της προς ανάθεση σύμβασης).

Επιπλέον κατά την παρ. 3 η αναθέτουσα αρχή διαθέτει τη δυνατότητα, μετά από γνώμη

του τεχνικού συμβουλίου, να καλέσει στο διαγωνισμό μελέτης πτυχία μεγαλύτερα κατά

την τάξη σε σχέση με τα αναλογούντα στην προεκτιμώμενη αμοιβή της σύμβασης, αν

κρίνει ότι η σύμβαση απαιτεί αυξημένη εμπειρία.

Στην παρ. 4 τονίζεται και ρυθμίζεται το ζήτημα των απαιτήσεων τεχνικής καταλληλότητας

των αλλοδαπών υποψηφίων, που προέρχονται από τα κράτη μέλη της Ε.Ε., του Ε.Ο.Χ. και

των χωρών που έχουν υπογράψει τη διεθνή συμφωνία περί δημοσίων συμβάσεων, που

έχει συναφθεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και των πολυμερών

διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης. Οι απαιτήσεις αυτές πρέπει να τηρούν

την αρχή της ίσης μεταχείρισης, μεταξύ των ημεδαπών και των αλλοδαπών υποψηφίων.

Αν οι αλλοδαποί επικαλούνται την εγγραφή τους σε επίσημο κατάλογο αναγνωρισμένων

παρεχόντων υπηρεσίες, η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να θεωρήσει ως αποδεδειγμένες

τις πληροφορίες αυτές.

Οι απαιτήσεις που αφορούν την τεχνική ικανότητα αλλοδαπών υποψηφίων (πλην των

υπηκόων κρατών – μελών της Ε.Ε. και του Ε.Ο.Χ. αναφέρονται στην προκήρυξη (παρ. 5).

Οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται σε κάθε περίπτωση να τηρούν την αρχή της ίσης

μεταχείρισης και να μην θέτουν τους αλλοδαπούς υποψήφιους (από τα κράτη μέλη της ΕΕ

και του ΕΟΧ) σε δυσμενέστερη θέση από τους ημεδαπούς. Έτσι δεν μπορούν να τους

υποχρεώνουν να αποδείξουν την εγγραφή σε κατάλογο, αν τα κράτη καταγωγής δεν

τηρούν τέτοιους καταλόγους, ούτε να ζητούν περισσότερες πληροφορίες από όσες ζητούν

από τους ημεδαπούς (παρ. 6).

102

Page 107: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Σχετικές με τα πιο πάνω ζητήματα (καθορισμό κριτηρίων καταλληλότητας υποψηφίων και ανάθεσης της σύμβασης) είναι οι αποφάσεις επί των υποθέσεων C- 27/86, 28/86 και 29/86 (SA. CONSTRUCTIONS ET ENTREPRISES INDUSTRIELLES (CEI) κ.λ.π., του ΔΕΚ, με τις οποίες εξετάζεται το ζήτημα της εγγραφής σε επισήμους καταλόγους εργοληπτών και παρεχόντων υπηρεσίες: η εγγραφή σε επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων εργοληπτών μπορεί να αντικαταστήσει τα οριζόμενα στην σχετική Οδηγία δικαιολογητικά, κατά το μέτρο που μια τέτοια εγγραφή στηρίζεται σε ισοδύναμα στοιχεία. Οι αναθέτουσες αρχές πάντως εξακολουθούν να είναι αρμόδιες όσον αφορά τον καθορισμό του επιπέδου της οικονομικής και χρηματοδοτικής ικανότητας καθώς και των τεχνικών ικανοτήτων που απαιτούνται για τη συμμετοχή σε συγκεκριμένο διαγωνισμό περί δημοσίου έργου. Οι κρίσιμες σκέψεις της απόφασης: Επί του ερωτήματος σχετικά με τα αποτελέσματα της εγγραφής σε επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων εντός κράτους μέλους εργοληπτών έναντι των αναθετουσών αρχών των άλλων κρατών μελών 19 Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο ερώτημα του εθνικού δικαστηρίου, πρέπει να διευκρινιστεί η σημασία της εγγραφής σε επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων εντός κράτους μέλους εργοληπτών στο πλαίσιο του συστήματος της οδηγίας .

20 Δυνάμει του άρθρου 28, παράγραφος 1, τα κράτη μέλη που έχουν επισήμους καταλόγους εγκεκριμένων εργοληπτών οφείλουν να τους προσαρμόσουν στις διατάξεις του άρθρου 23, στοιχεία α ), δ ) και ζ ), και των άρθρων 24 μέχρι 26 .

21 Με τις προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 23 καθορίζονται οι σχετικές με την έλλειψη φερεγγυότητας ή εντιμότητας ενός εργολήπτη περιστάσεις, οι οποίες μπορούν να δικαιολογήσουν τον αποκλεισμό του από τη συμμετοχή σε διαγωνισμό . Οι διατάξεις των άρθρων 25 και 26 αφορούν τα δικαιολογητικά σχετικά με την οικονομική και χρηματοδοτική ικανότητα των επιχειρηματιών, αφενός, και τις τεχνικές τους ικανότητες, αφετέρου .

22 Επομένως, η προβλεπόμενη με το άρθρο 28, παράγραφος 1, εναρμόνιση των επίσημων καταλόγων των εγκεκριμένων εργοληπτών είναι περιορισμένης εκτάσεως . Αφορά, ιδίως, τα δικαιολογητικά σχετικά με την οικονομική και χρηματοδοτική ικανότητα και τις τεχνικές ικανότητες των εργοληπτών. Αντιθέτως, τα κριτήρια κατατάξεως των εργοληπτών δεν έχουν εναρμονιστεί .

23 Το άρθρο 28, παράγραφος 2, προβλέπει ότι οι εγγεγραμμένοι σε τέτοιους καταλόγους εργολήπτες μπορούν, επ' ευκαιρία κάθε συμβάσεως, να υποβάλλουν στην αναθέτουσα αρχή πιστοποιητικό εγγραφής εκδιδόμενο από την αρμόδια αρχή, στο οποίο αναφέρονται τα δικαιολογητικά βάσει των οποίων έγινε η εγγραφή στον κατάλογο καθώς και η κατάταξη που προκύπτει από τον κατάλογο αυτό .

24 Με την παράγραφο 3 του άρθρου 28 παρέχεται στις επιχειρήσεις που είναι εγγεγραμμένες σε επίσημο κατάλογο οποιουδήποτε κράτους μέλους το δικαίωμα να χρησιμοποιούν, εντός των ορίων που αυτό τάσσει, έναντι της αναθέτουσας αρχής άλλου κράτους μέλους, την εγγραφή αυτή ως εναλλακτικό μέσο αποδείξεως του ότι πληρούν τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής των άρθρων 23 έως 26 της οδηγίας ( απόφαση της 10ης Φεβρουαρίου 1982, 76/81, Transporoute, Συλλογή σ . 417 ).

25 Επομένως, όσον αφορά, ειδικότερα, την απόδειξη της οικονομικής και χρηματοδοτικής ικανότητας καθώς και των τεχνικών ικανοτήτων των εργοληπτών, η εγγραφή σε επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων εργοληπτών μπορεί να αντικαταστήσει τα οριζόμενα στα άρθρα 25 και 26 δικαιολογητικά, κατά το μέτρο που μια τέτοια εγγραφή στηρίζεται σε ισοδύναμα στοιχεία .

26 Τα στοιχεία που αντλούνται από την εγγραφή σε επίσημο κατάλογο δεν μπορούν πλέον να αμφισβητηθούν από τις αναθέτουσες αρχές . Εντούτοις, οι τελευταίες εξακολουθούν να είναι αρμόδιες όσον αφορά τον καθορισμό του επιπέδου της οικονομικής και χρηματοδοτικής ικανότητας καθώς και των τεχνικών ικανοτήτων που απαιτούνται για τη συμμετοχή σε συγκεκριμένο διαγωνισμό περί δημοσίου έργου .

103

Page 108: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Η ονομαστικοποίηση των μετοχών, στο χώρο των συμβάσεων μελετών

και υπηρεσιών.

Στα πλαίσια του ελέγχου εφαρμογής της αρχής της διαφάνειας και πάταξης της

διαπλοκής, προβλέπεται στα τελευταία χρόνια η διασταύρωση των στοιχείων των

διαγωνιζομένων με τα στοιχεία των μετόχων των Μέσων Ενημέρωσης. Απαραίτητο

εργαλείο για τη διενέργεια του ελέγχου αυτού είναι η ονομαστικοποίηση των μετοχών των

ανωνύμων εταιρειών, όσων τουλάχιστον απ΄ αυτές λαμβάνουν μέρος σε διαγωνισμούς με

μεγάλο οικονομικό αντικείμενο (ήταν 1 δισ/ριο δραχμές κατά το άρθρο 15 ν. 2328/95,

ελαττώθηκε στο 1 εκατομμύριο ΕΥΡΩ με το ν. 3310/2005). Λεπτομέρειες σχετικά με

τα υποβαλλόμενα πιστοποιητικά ονομαστικοποίησης περιέχονται στο Π.Δ. 82/96. Κατά το

άρθρο 1 του Π.Δ. υποβάλλονται: α) πιστοποιητικό της εποπτεύουσας αρχής για το

ότι οι μετοχές είναι ονομαστικοποιημένες, β) αναλυτική κατάσταση με τα ονόματα

των μετόχων και τον αριθμό των μετοχών τους. Η παρ. 3 του άρθρου 1 προβλέπει την

υποχρέωση ονομαστικοποίησης μέχρι φυσικού προσώπου. Από την υποχρέωση αυτή

εξαιρούνται οι εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου και οι α.ε. που εδρεύουν σε κράτη

μέλη της Ε.Ε. Τα στοιχεία αυτά ξαναϋποβάλλονται επικαιροποιημένα (3 μέρες πριν την

κρίσιμη ημέρα) πριν από την υπογραφή της σύμβασης (άρθρο 3).

Ήδη με τον πρόσφατο ν. 3310/05 (περί βασικού μετόχου), όπως

τροποποιήθηκε με το ν. 3314/2005, τροποποιήθηκαν συνολικά οι διατάξεις για την

ονομαστικοποίηση των μετοχών. Προβλέπονται συγκεκριμένα (στο άρθρο 8 του ν.

3310/05, όπως τροποποιείται με το άρθρο 8 του νέου νόμου) τα ακόλουθα:

1.1. Οι ανώνυμες εταιρείες (ελληνικές και αλλοδαπές), που λαμβάνουν μέρος σε διαγωνισμούς άνω του 1.000.000 ΕΥΡΩ, είναι υποχρεωμένες να έχουν ονομαστικές μετοχές μέχρι φυσικού προσώπου. 1.2. Ειδικά για τις αλλοδαπές η υποχρέωση αυτή ισχύει αν επιβάλλεται από το δίκαιο της έδρας της. Αν δεν επιβάλλεται η ονομαστικοποίηση κατά το δίκαιο της έδρας τους, προσκομίζεται σχετική βεβαίωση από αρμόδια αρχή της χώρας αυτής, εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη, αλλιώς προσκομίζεται υπεύθυνη δήλωση του υποψηφίου. Στην περίπτωση αυτή (δηλαδή που δεν θα υποβληθεί πιστοποιητικό ονομαστικοποίησης) η αλλοδαπή Α.Ε. υποχρεούται να προσκομίσει στην Αναθέτουσα Αρχή έγκυρη και ενημερωμένη κατάσταση των μετόχων της που κατέχουν τουλάχιστον 1% των μετοχών ή δικαιωμάτων ψήφου της εταιρείας. Αν δεν τηρείται ενημερωμένη κατάσταση μετόχων υποχρεούται η ΑΕ να προσκομίσει σχετική κατάσταση μετόχων (με 1% των μετοχών), σύμφωνα με την τελευταία Γενική Συνέλευση, αν οι μέτοχοι αυτοί είναι γνωστοί στην εταιρεία. Αν δεν είναι γνωστοί, η Α.Ε. οφείλει να αιτιολογήσει τους λόγους για τους οποίους δεν είναι γνωστοί και η αιτιολογία αυτή δεν μπορεί να κριθεί από την Αναθέτουσα Αρχή (πρέπει δηλαδή να γίνει δεκτή) εκτός κι αν αποδείξει ότι υφίσταται η δυνατότητα της εταιρείας να υποβάλλει την κατάσταση. Αλλιώς, αν δεν μπορεί να αποδείξει κάτι τέτοιο, η μη υποβολή της κατάστασης δεν έχει έννομες συνέπειες εις βάρος της εταιρείας. 1.3 Οι εισηγμένες στα χρηματιστήρια των κρατών – μελών της Ε.Ε. και των χωρών του ΟΟΣΑ εταιρείες δεν είναι υποχρεωμένες να έχουν ονομαστικές μετοχές (παρ. 3). 1.4 Οι υποχρεώσεις αυτές πρέπει να καλύπτονται για την παραδεκτή συμμετοχή της εταιρείας στο διαγωνισμό. Ελέγχεται ακόμα αν στο διαγωνισμό συμμετέχει εξωχώρια εταιρεία. Η κήρυξη του απαραδέκτου γίνεται στη φάση ελέγχου των τυπικών δικαιολογητικών.

104

Page 109: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

1.5 Μέχρι την έκδοση του Π.Δ. της παραγράφου 6 του άρθρου 8 εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ. 82/96, και μεταξύ αυτών οι διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 2 που προβλέπουν μεταξύ άλλων ότι οι υποχρεώσεις ονομαστικοποίησης καλύπτονται με την προσκόμιση: α) Πιστοποιητικού της αρμόδιας αρχής, που εποπτεύει σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ν.2190/1920 την Εταιρεία, από το οποίο προκύπτει ότι οι μετοχές της, με βάση το ισχύον καταστατικό της, είναι ονομαστικές. β) Αναλυτικής κατάστασης με τα στοιχεία των μετόχων της Εταιρείας και τον αριθμό των μετοχών κάθε μετόχου, όπως τα στοιχεία αυτά είναι καταχωρημένα στο βιβλίο μετόχων της Εταιρείας, το πολύ "τριάντα εργάσιμες ημέρες" πριν από την ημέρα υποβολής της προσφοράς. 1.6. Τα δικαιολογητικά αυτά επαναπροσκομίζονται επικαιροποιημένα από τον ανάδοχο για τον έλεγχο του ΕΣΡ (παρ. 7 του άρθρου 8). 1.7. Οι αλλοδαπές επιχειρήσεις, εάν έχουν κατά το δίκαιο της έδρας τους ονομαστικές μετοχές, προσκομίζουν: α) πιστοποιητικό αρμόδιας αρχής του κράτους της έδρας, από το οποίο να προκύπτει ότι οι μετοχές είναι ονομαστικές. β) αναλυτική κατάσταση μετόχων, με αριθμό των μετοχών του κάθε μετόχου, όπως τα στοιχεία αυτά είναι καταχωρημένα στο βιβλίο μετόχων της εταιρείας με ημερομηνία το πολύ 30 μέρες πριν την υποβολή προσφοράς. γ) Κάθε άλλο στοιχείο από το οποίο να προκύπτει η ονομαστικοποίηση μέχρι φυσικού προσώπου των μετοχών, που έχει συντελεστεί το τελευταίο 30ήμερο πριν την υποβολή της προσφοράς. Τα δικαιολογητικά αυτά προσκομίζονται στην Αναθέτουσα Αρχή και πριν την υπογραφή της σύμβασης επικαιροποιημένα κατά τον ίδιο τρόπο. Τα έγγραφα αυτά πρέπει να είναι επικυρωμένα από αρμόδια αρχή της χώρας εγκατάστασης και να συνοδεύονται από επίσημη μετάφραση. 1.8. Οι αλλοδαπές επιχειρήσεις που δεν έχουν κατά το δίκαιο της χώρας τους ονομαστικές μετοχές, υποβάλλουν με την προσφοράς τους: α) Έγκυρη και ενημερωμένη κατάσταση μετόχων που κατέχουν τουλάχιστον 1% των μετοχών. β) αν δεν τηρείται τέτοια κατάσταση , προσκομίζεται σχετική κατάσταση μετόχων (με 1%), σύμφωνα με την τελευταία Γενική Συνέλευση, αν οι μέτοχοι αυτοί έιναι γνωστοί στην εταιρεία. γ) Σε αντίθετη περίπτωση η εταιρία αιτιολογεί τους λόγους που οι μέτοχοι αυτοί δεν της είναι γνωστοί και η Αναθέτουσα Αρχή δεν μπορεί να κρίνει την επάρκεια της αιτιολόγησης. Αν όμως η Α.Α. αποδείξει τη δυνατότητα να έχει την κατάσταση αυτή τότε αποκλείει την επιχείρηση. Τα έγγραφα αυτά πρέπει να είναι επικυρωμένα από αρμόδια αρχή της χώρας εγκατάστασης και να συνοδεύονται από επίσημη μετάφραση. Η εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων προβλέπεται υποχρεωτικά στις προκηρύξεις των διαγωνισμών. Μετά την εφαρμογή του ν. 3310/05 και εφόσον το αντικείμενο της σύμβασης υπερβαίνει

το 1.000.000 ΕΥΡΩ οι συμμετέχουσες ανώνυμες εταιρείες πρέπει να προσκομίζουν

πιστοποιητικά ονομαστικοποίησης των μετοχών τους και συγκεκριμένα (αφού οι μετοχές

των μελετητικών ανωνύμων εταιρειών είναι εκ του νόμου ονομαστικές (βλ. άρθρο 39 παρ.

3 τελ. Εδάφιο του ν. 3316/05), αναλυτική κατάσταση των μετόχων, που εκδίδεται

τις τελευταίες 30 εργάσιμες μέρες πριν το διαγωνισμό.

ΑΡΘΡΟ 16

Προσωπική κατάσταση του υποψηφίου ή του προσφέροντος

1. Αποκλείεται από το διαγωνισμό υποψήφιος, όταν έχει εις βάρος του εκδοθεί οριστική καταδικαστική απόφαση, που περιέρχεται σε γνώση της αναθέτουσας Αρχής με οποιοδήποτε τρόπο και αφορά τα παρακάτω αδικήματα:

105

Page 110: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

α) Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, κατά το άρθρο 2 παράγραφος 1 της κοινής δράσης της 98/773/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

β) Δωροδοκία, κατά το άρθρο 3 της πράξης του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 1997(21) και στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της κοινής δράσης 98/742/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου.

γ) Απάτη, κατά την έννοια του άρθρου 1 της σύμβασης για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

δ) Νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κατά το άρθρο 1 της οδηγίας 91/308/EOK του Συμβουλίου, για την πρόληψη χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Η αναθέτουσα Αρχή ζητά για τη διαπίστωση των ανωτέρω, εφόσον απαιτείται, την υποβολή των εγγράφων της παραγράφου 3, ενώ δικαιούται, αν αμφιβάλλει, να απευθύνεται άμεσα στις αρμόδιες αρχές για τη λήψη των απαραίτητων πληροφοριών σχετικά με την προσωπική κατάσταση των υποψηφίων. Όταν οι πληροφορίες αφορούν έναν υποψήφιο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος-μέλος, η αναθέτουσα Αρχή μπορεί να ζητεί τη συνεργασία των αρμόδιων αρχών. Το αίτημα παροχής πληροφοριών μπορεί να αφορά νομικά ή / και φυσικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, των διευθυντών επιχείρησης, ή οποιοδήποτε πρόσωπο έχει εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου του υποψηφίου, όπως ορίζει η εθνική νομοθεσία του κράτους- μέλους εγκατάστασης των υποψηφίων.

2. Κάθε υποψήφιος αποκλείεται από το διαγωνισμό, ή τη διαδικασία με διαπραγμάτευση, όταν:

α) Τελεί υπό πτώχευση, εκκαθάριση, ή αναγκαστική διαχείριση.

β) Έχει καταδικασθεί, με τελεσίδικη απόφαση, σύμφωνα με την νομοθεσία του κράτους εγκατάστασης, για αδίκημα εκ των αναφερομένων στην παράγραφο 4. Αν ο υποψήφιος είναι νομικό πρόσωπο, αποκλείεται εφόσον το αδίκημα διαπράχθηκε από τους διαχειριστές σε περίπτωση ομορρύθμων (Ο.Ε.), ετερορρύθμων (Ε.Ε.) και εταιρειών περιορισμένης ευθύνης (Ε.Π.Ε.), τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο σε περίπτωση ανώνυμης εταιρείας (Α.Ε.) και τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν τη διοίκησή του σε κάθε άλλη περίπτωση, ή από το φυσικό πρόσωπο που υπογράφει την οικονομική προσφορά για λογαριασμό του νομικού προσώπου.

γ) Έχει αποδεδειγμένα διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα που διαπιστώθηκε με οποιοδήποτε τρόπο από τις αναθέτουσες Αρχές.

δ) Δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ή με τις νομοθετικές διατάξεις της χώρας της αναθέτουσας Αρχής.

ε) Δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την πληρωμή των φόρων και τελών σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ή με τις νομοθετικές διατάξεις της χώρας της αναθέτουσας Αρχής.

στ) Είναι ένοχος ψευδούς δήλωσης κατά την παροχή των πληροφοριών του παρόντος και του επομένου άρθρου ή δεν έχει παράσχει τις πληροφορίες αυτές.

3. Η αναθέτουσα Αρχή δέχεται ως απόδειξη περί του ότι ο υποψήφιος δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις των ανωτέρω παραγράφων τα ακόλουθα έγγραφα:

α) Για τις περιπτώσεις της παραγράφου 1 και τις περιπτώσεις α) και β) της παραγράφου 2, πιστοποιητικά της αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής και απόσπασμα ποινικού μητρώου αντίστοιχα ή, άλλου ισοδύναμου εγγράφου αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής της χώρας καταγωγής ή προέλευσης του υποψηφίου.

β) Για τις περιπτώσεις γ΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 2 πιστοποιητικό της αρμόδιας αρχής του κράτους καταγωγής του υποψηφίου.

Προκειμένου να γίνουν δεκτά τα ως άνω πιστοποιητικά και έγγραφα πρέπει να είναι σε ισχύ κατά τις ειδικές περί αυτών διατάξεις, ή εφόσον δεν ορίζεται άλλως, να μη φέρουν ημερομηνία έκδοσης παλαιότερη των τριών μηνών από την πρόσκληση της παρ. 1 του άρθρου 15.

106

Page 111: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Αν το οικείο κράτος δεν εκδίδει έγγραφο ή πιστοποιητικό, ή αν το εκδιδόμενο δεν καλύπτει όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και στην παράγραφο 2 σημεία α΄, β΄ μπορεί να αντικαθίσταται ή να συμπληρώνεται με ένορκη βεβαίωση του υποψηφίου ή, στα κράτη μέλη που δεν προβλέπεται η ένορκη βεβαίωση, από υπεύθυνη δήλωση ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή αρμόδιου επαγγελματικού οργανισμού του κράτους καταγωγής ή προέλευσης.

4. Ως αδικήματα που σχετίζονται με την επαγγελματική διαγωγή των υποψηφίων νοούνται η υπεξαίρεση η απάτη, η εκβίαση, η πλαστογραφία, η ψευδορκία, η δωροδοκία και η δόλια χρεοκοπία. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων μπορεί να περιορίζονται ή να αποσαφηνίζονται, στα πλαίσια των κοινοτικών οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, οι λόγοι αποκλεισμού της παρ. 2 και να εξειδικεύονται τα στοιχεία της παρ. 3 με τα οποία αποδεικνύεται η έλλειψη των λόγων αποκλεισμού, επιπλέον δε να καθορίζεται το χρονικό διάστημα του αποκλεισμού από τους διαγωνισμούς του νόμου αυτού, για τους λόγους της παραγράφου αυτής.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο 16 ορίζονται οι προϋποθέσεις αποκλεισμού των υποψηφίων για

λόγους που αφορούν την προσωπική τους κατάσταση και τα έγγραφα δικαιολογητικά με

τα οποία μπορεί να αποδειχθεί η κατάσταση αυτή.

Η παρ. 1 αφορά αδικήματα που τέθηκαν το πρώτον με την Οδηγία 2004/18/ΕΚ και

οδηγούν υποχρεωτικά (κατά την οδηγία) στον αποκλεισμό του υποψηφίου.

Η παρ. 2 αφορά καταστάσεις οι οποίες οδηγούν επίσης στον αποκλεισμό (κήρυξη σε

πτώχευση κ.λ.π., κίνηση της σχετικής διαδικασίας, καταδίκη σε αδίκημα σχετικό με την

επαγγελματική διαγωγή, διάπραξη σοβαρού επαγγελματικού -πειθαρχικού- παραπτώματος,

μη εκπλήρωση ασφαλιστικών και φορολογικών υποχρεώσεων, υποβολή ψευδών στοιχείων

στους διαγωνισμούς). Στην περίπτωση αυτή η κοινοτική οδηγία αναθέτει στο κράτος μέλος

να αποφασίσει αν θα αποκλείσει ή όχι τους υποψήφιους για τους παραπάνω λόγους. Ο

έλληνας νομοθέτης του νόμου αυτού επέλεξε τον αποκλεισμό τους, αφού θεωρήθηκαν ως

σοβαρές αποδείξεις περί της μη καταλληλότητας του υποψηφίου.

Η παρ. 3 αναφέρει τα δικαιολογητικά με τα οποία αποδεικνύεται η μη συνδρομή λόγων

αποκλεισμού.

Στην παρ. 4 ορίζονται, για πρώτη φορά στην ελληνική έννομη τάξη τα αδικήματα που

αναφέρονται στην επαγγελματική διαγωγή των υποψηφίων και εξουσιοδοτείται ο

Υπουργός ΠΕΧΩΔΕ να ορίσει το χρονικό διάστημα για το οποίο θα ισχύει ο αποκλεισμός

από τους διαγωνισμούς.

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ: Στις υποθέσεις C-226/04 και C-228/04 La Cascina Soc. coop. arl κ.λπ. κατά Ministero della Difesa κ.λπ. το ΔΕΚ απάντησε σε θέματα σχετικά με τον αποκλεισμό διαγωνιζομένων επειδή συνέτρεχε στο πρόσωπό τους κάποιος από τους λόγους αποκλεισμού της Οδηγίας 92/50.

Οι κυριότερες σκέψεις της απόφασης:

20 Προκειμένου να δοθεί χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα αυτά, επιβάλλεται να επισημανθεί, εκ προοιμίου, ότι οι κοινοτικές οδηγίες περί δημοσίων συμβάσεων έχουν ως αντικείμενο τον συντονισμό των συναφών εθνικών διαδικασιών...

107

Page 112: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

21 Σε αυτό το πλαίσιο συντονισμού, το άρθρο 29 της οδηγίας προβλέπει επτά λόγους αποκλεισμού των υποψηφίων αναδόχων συμβάσεως, οι οποίοι αφορούν την επαγγελματική εντιμότητα, τη φερεγγυότητα ή την αξιοπιστία αυτών. Η δυνατότητα εφαρμογής της ως άνω διατάξεως σ’ αυτές τις περιπτώσεις αποκλεισμού αφίεται στην εκτίμηση των κρατών μελών, όπως αποδεικνύεται από τη φράση «μπορεί να αποκλεισθεί από διαγωνισμό […]», η οποία περιλαμβάνεται στην αρχή της εν λόγω διατάξεως, και παραπέμπει ρητά, με τα στοιχεία ε΄ και στ΄, στην εθνική νομοθεσία.

22 Έτσι, όπως ορθώς παρατηρεί η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα μοναδικά όρια της ευχέρειας των κρατών μελών καθορίζονται από την υπό κρίση διάταξη, υπό την έννοια ότι αυτά δεν μπορούν να προβλέψουν άλλους λόγους αποκλεισμού πέραν αυτών που διαλαμβάνονται στη διάταξη. Αυτή η ευχέρεια των κρατών μελών οριοθετείται επίσης από τις γενικές αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχειρίσεως (βλ., ιδίως, αποφάσεις της 12ης Δεκεμβρίου 2002, C-470/99, Universale-Bau κ.λ.π., Συλλογή 2002, σ. I-11617, σκέψεις 91 και 92, και της 16ης Οκτωβρίου 2003, C-421/01, Traunfellner, Συλλογή 2003, σ. I-11941, σκέψη 29).

23 Κατά συνέπεια, το άρθρο 29 της οδηγίας δεν επιχειρεί να επιβάλλει ομοιομορφία σε κοινοτικό επίπεδο ως προς την εφαρμογή των διαλαμβανομένων σ’ αυτή λόγων αποκλεισμού, στο μέτρο που τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να μην εφαρμόσουν καθόλου αυτούς τους λόγους αποκλεισμού, επιλέγοντας την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή στις διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων, ή ακόμη να τους ενσωματώσουν στην εθνική κανονιστική ρύθμιση με βαθμό αυστηρότητας που μπορεί να διαφέρει κατά περίπτωση, αναλόγως εκτιμήσεων νομικής, οικονομικής ή κοινωνικής φύσεως που υπερισχύουν σε εθνικό επίπεδο. Σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη μέλη έχουν την εξουσία να καταστήσουν πιο ελαστικά ή πιο ευέλικτα τα κριτήρια του άρθρου 29 της οδηγίας.

24 Σε ό,τι αφορά, πρώτον, το ερώτημα αν το άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε΄ και στ΄, της οδηγίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει εθνική διάταξη που αναφέρεται στην κατάσταση παρέχοντος υπηρεσίες ο οποίος «δεν είναι εντάξει» προς τις σχετικές με την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως ή τις φορολογικές υποχρεώσεις του, η διάταξη αυτή παρέχει στα κράτη μέλη την ευχέρεια να αποκλείουν κάθε υποψήφιο «εάν δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του» όσον αφορά την καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως και την πληρωμή των φόρων και τελών, «σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία».

25 Η διάταξη αυτή δεν ορίζει την έννοια της «μη εκπληρώσεως υποχρεώσεων». Λαμβανομένων υπόψη των όσων αναπτύχθηκαν στη σκέψη 23 της παρούσας αποφάσεως, οι συντάκτες της οδηγίας δεν είχαν την πρόθεση να δώσουν στην έννοια αυτή έναν αυτόνομο κοινοτικό νομικό χαρακτηρισμό, αλλά παρέπεμψαν προς τούτο στους εθνικούς κανόνες. Σ’ αυτούς εναπόκειται, επομένως, να προσδιορίσουν το περιεχόμενο των εν λόγω υποχρεώσεων, καθώς και τις προϋποθέσεις εκπληρώσεώς τους.

26 Ο Ιταλός νομοθέτης έκανε χρήση της δυνατότητας που του παρέχει το άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε΄ και στ΄, της οδηγίας, εισάγοντας τους δύο επίμαχους λόγους αποκλεισμού στο άρθρο 12, στοιχεία d και e, του νομοθετικού διατάγματος 157/1995. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται εντούτοις, πρώτον, εάν, με τη χρήση της φράσεως «οι οποίοι δεν είναι εντάξει προς τις υποχρεώσεις […]», αυτή η διάταξη καθίσταται ελαστικότερη και παρέχει περισσότερη ευχέρεια στις εθνικές αρχές σε σχέση με τη διατύπωση του άρθρου 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε΄ και στ΄, της οδηγίας.

29 Το εθνικό δικαστήριο διερωτάται, δεύτερον, εάν, προκειμένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του σχετικά με την καταβολή εισφορών κοινωνικών ασφαλίσεων και την πληρωμή φόρων και τελών, ο παρέχων υπηρεσίες πρέπει, «κατά την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας για την υποβολή των αιτήσεων συμμετοχής σε δημόσιο διαγωνισμό ή, εν πάση περιπτώσει, σε χρόνο προγενέστερο της συνάψεως της συμβάσεως», να έχει προβεί «στην πλήρη και εμπρόθεσμη καταβολή» των αντίστοιχων οφειλών.

30 Προκειμένου να προσδιορισθεί το χρονικό σημείο στο οποίο εκτιμάται αν ο υποψήφιος εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις του, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, αφού το άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε΄ και στ΄, της οδηγίας παραπέμπει στη νομοθεσία των κρατών μελών για τον καθορισμό του περιεχομένου της έννοιας της «εκπληρώσεως των υποχρεώσεων» και ότι ο κοινοτικός νομοθέτης δεν θέλησε να καταστήσει ομοιόμορφη την εφαρμογή αυτού του άρθρου σε κοινοτικό επίπεδο, λογικό είναι να θεωρηθεί ότι η ίδια παραπομπή στις εθνικές διατάξεις γίνεται και ως προς τον καθορισμό του επίμαχου χρονικού σημείου.

31 Συνεπώς, εναπόκειται στους εθνικούς κανόνες να καθορίσουν μέχρι ποίου χρονικού σημείου, ή εντός ποιας προθεσμίας, πρέπει οι ενδιαφερόμενοι να έχουν καταβάλει τις αντίστοιχες των υποχρεώσεών τους οφειλές ή, καθόσον αφορά τις λοιπές περιπτώσεις που αναφέρει το αιτούν δικαστήριο και οι οποίες θα εξετασθούν με τις σκέψεις 34 έως 39 της παρούσας αποφάσεως, να αποδείξουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις μιας εκ των υστέρων τακτοποιήσεως. Η προθεσμία αυτή μπορεί να είναι μέχρι, ιδίως, την καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή των αιτήσεων συμμετοχής στο διαγωνισμό, την ημερομηνία αποστολής της προσκλήσεως για την υποβολή προσφοράς, την καταληκτική ημερομηνία για την

108

Page 113: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

υποβολή των προσφορών, την ημερομηνία εξετάσεως των προσφορών από την αναθέτουσα αρχή ή, ακόμη, το χρονικό σημείο που προηγείται άμεσα της συνάψεως της συμβάσεως.

32 Πρέπει να διευκρινισθεί ωστόσο ότι οι αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχειρίσεως που διέπουν όλες τις διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων και σύμφωνα με τις οποίες οι ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις συμμετοχής σε διαγωνισμό πρέπει να καθορίζονται σαφώς εκ των προτέρων επιβάλλουν να καθορίζεται αυτή η προθεσμία με απόλυτη βεβαιότητα και να δημοσιοποιείται, έτσι ώστε οι ενδιαφερόμενοι να μπορούν να γνωρίζουν επακριβώς τις απαιτήσεις της διαδικασίας και να έχουν την πεποίθηση ότι οι ίδιες απαιτήσεις ισχύουν για όλους τους διαγωνιζομένους. Αυτή η προθεσμία μπορεί να καθορίζεται από την εθνική κανονιστική ρύθμιση, ή ακόμη αυτή η τελευταία μπορεί να αναθέτει αυτή την ευθύνη στις αναθέτουσες αρχές.

33 Επομένως, θεωρείται ότι έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του ο υποψήφιος ο οποίος, εντός της διαλαμβανομένης στη σκέψη 31 ανωτέρω προθεσμίας, κατέβαλε πλήρως τις οφειλές του από εισφορές κοινωνικής ασφαλίσεως και φόρους ή τέλη, υπό την επιφύλαξη των περιπτώσεων της εκ των υστέρων τακτοποιήσεως ή ασκήσεως διοικητικής ή ένδικης προσφυγής που θα εξετασθούν με τις σκέψεις 34 έως 39 της παρούσας αποφάσεως. Απλώς και μόνον η έναρξη καταβολής στο δεδομένο χρονικό σημείο ή η απόδειξη της προθέσεως καταβολής, η ακόμη η απόδειξη της χρηματοπιστωτικής ικανότητας τακτοποιήσεως πέραν του σημείου αυτού δεν είναι δυνατό να αρκούν, διότι άλλως θα παραβιαζόταν η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων.

34 Τρίτον, η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά ακολούθως το ερώτημα αν μπορεί να θεωρηθεί συμβατή προς το άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε΄ και στ΄, της οδηγίας μια εθνική κανονιστική ρύθμιση ή διοικητική πρακτική που παρέχει στους παρέχοντες υπηρεσίες τη δυνατότητα, προκειμένου να συμμετάσχουν σε δημόσιο διαγωνισμό, να τακτοποιήσουν εκ των υστέρων τις φορολογικές και τις κοινωνικοασφαλιστικές εκκρεμότητές τους, κατ’ εφαρμογήν μέτρων επιείκειας ή φορολογικής αμνηστίας που έλαβε το οικείο κράτος μέλος ή δυνάμει διοικητικού διακανονισμού προς σταδιακή αποπληρωμή ή ελάφρυνση των χρεών.

35 Πρέπει, συναφώς, να επισημανθεί ότι, όπως ορθώς παρατηρεί ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 29 των προτάσεών του, το ύψος και η λήξη της προθεσμίας εξοφλήσεως των φορολογικών οφειλών και των οφειλών εξ εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο. Ομοίως, επισημάνθηκε με την ανωτέρω σκέψη 25 ότι εναπόκειται επίσης στο εθνικό δίκαιο να καθορίσει το περιεχόμενο της έννοιας της «εκπληρώσεως υποχρεώσεων». Εξάλλου, η συναφώς κρίσιμη προθεσμία είναι αυτή που καθορίζεται από την εθνική κανονιστική ρύθμιση, όπως διευκρινίσθηκε με τη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως.

36 Επομένως, εθνική κανονιστική ρύθμιση ή διοικητική πρακτική σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση μέτρων επιείκειας ή φορολογικής αμνηστίας, καθώς και κατόπιν διοικητικού διακανονισμού, οι οικείοι υποψήφιοι θεωρούνται ότι είναι εντάξει προς τις υποχρεώσεις τους προκειμένου να τους επιτραπεί η συμμετοχή στη διαδικασία συνάψεως δημόσιας συμβάσεως δεν αντιβαίνει στο άρθρο 29, πρώτο εδάφιο, στοιχεία ε΄ και στ΄, της οδηγίας, υπό την προϋπόθεση ότι, εντός της προθεσμίας που διαλαμβάνεται στη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως, μπορούν να αποδείξουν ότι έτυχαν του ευεργετήματος μέτρων επιείκειας ή φορολογικής αμνηστίας ή διοικητικού διακανονισμού με αντικείμενο τα χρέη τους.

ΑΡΘΡΟ 17

Έλεγχος τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας

1. Η τεχνική και επαγγελματική ικανότητα των υποψηφίων για την εκπόνηση της μελέτης ή την παροχή της υπηρεσίας μπορεί να αξιολογείται ιδίως βάσει της τεχνογνωσίας τους, της αποτελεσματικότητας, της εμπειρίας και της αξιοπιστίας τους. Για τον έλεγχο της ικανότητας αυτής η αναθέτουσα Αρχή μπορεί να ζητά με την προκήρυξη, όλα ή κάποια από τα παρακάτω στοιχεία, ανάλογα με τη φύση, την ποσότητα ή τη σπουδαιότητα και τη χρήση των υπηρεσιών:

α) Κατάλογο με τις κυριότερες μελέτες ή υπηρεσίες παρόμοιας φύσης που προσφέρθηκαν για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πενταετίας και το πολύ δεκαπενταετίας πριν την ημέρα της υποβολής των προσφορών. Το χρονικό αυτό διάστημα πρέπει να είναι ανάλογο του μεγέθους, της πολυπλοκότητας και των εξειδικευμένων απαιτήσεων της προς ανάθεση σύμβασης και καθορίζεται

109

Page 114: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

στην προκήρυξη. Ο κατάλογος αναφέρει το ποσό της κάθε σύμβασης, το χρονικό διάστημα παροχής των υπηρεσιών και τον εργοδότη, είτε πρόκειται για δημόσιο είτε για ιδιωτικό φορέα. Η εκπόνηση των μελετών και ο βαθμός επιτυχούς υλοποίησής τους κατά τη φάση εκτέλεσης των αντίστοιχων έργων, ο οποίος κρίνεται με βάση την πληρότητα, επάρκεια, ευστοχία επιλογών, ακρίβεια εκτιμήσεων των απαιτούμενων πόρων και το κόστος υλοποίησης αποδεικνύεται με πιστοποιητικά που έχουν εκδοθεί ή θεωρηθεί από την αρμόδια αρχή του εργοδότη - δημόσιου φορέα ή με βεβαίωση του ιδιώτη εργοδότη και αν τέτοια βεβαίωση δεν μπορεί να εκδοθεί, με υπεύθυνη δήλωση του υποψηφίου. Αναλόγως αποδεικνύεται η καλότεχνη, επιτυχής και αποτελεσματική εκπλήρωση σύμβασης παροχής υπηρεσιών.

β) Τους τίτλους σπουδών και αναφορά περί των επαγγελματικών προσόντων του υποψηφίου ή / και των διευθυντικών στελεχών της επιχείρησης του υποψήφιου, ιδίως αυτών που είναι υπεύθυνοι για την εκτέλεση της σύμβασης, όπως επίσης και βιογραφικά σημειώματα της ομάδας μελέτης του υποψηφίου.

γ) Αναφορά περί του συνόλου του τεχνικού προσωπικού ή των τεχνικών υπηρεσιών που διαθέτει η επιχείρηση, είτε ανήκει οργανικά στην επιχείρηση του υποψηφίου είτε όχι, ιδίως δε των υπευθύνων για τον έλεγχο της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών.

δ) Περιγραφή του τεχνικού εξοπλισμού των εγκαταστάσεων και των μέτρων που λαμβάνει ο μελετητής ή παρέχων υπηρεσίες για την εξασφάλιση της ποιότητας και του εξοπλισμού μελέτης και έρευνας της επιχείρησής του.

ε) Δήλωση σχετικά με το μέσο ετήσιο εργατοϋπαλληλικό δυναμικό του υποψηφίου και για τον αριθμό των στελεχών της επιχείρησης κατά την τελευταία τριετία.

2. Αν οι προς ανάθεση υπηρεσίες είναι σύνθετες ή, για εξαιρετικούς λόγους πρέπει να ανταποκρίνονται σε κάποιον ιδιαίτερο σκοπό, μπορεί να γίνει έλεγχος είτε από την ίδια την αναθέτουσα Αρχή ή, για λογαριασμό της, από αρμόδιο επίσημο οργανισμό της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο υποψήφιος, εφόσον ο οργανισμός αυτός δέχεται να προβεί στον έλεγχο. Ο έλεγχος μπορεί να αφορά τις τεχνικές ικανότητες του υποψηφίου και, αν κρίνεται αναγκαίο, τα μέσα μελέτης και έρευνας που διαθέτει και τα μέτρα που λαμβάνει για τον έλεγχο της ποιότητας.

3. Στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων με προεκτιμώμενη αμοιβή που υπερβαίνει το όριο εφαρμογής των οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, οι υποψήφιοι μπορούν, για συγκεκριμένη σύμβαση, να στηρίζονται στις δυνατότητες άλλων επιχειρήσεων, για να αποδείξουν την τεχνική τους καταλληλότητα, χωρίς να χρειάζεται να διατηρούν με τις επιχειρήσεις αυτές δεσμούς συγκεκριμένης νομικής φύσης. Η αναθέτουσα Αρχή ζητά αποδείξεις για τη δέσμευση της επιχείρησης που θέτει τις δυνατότητές της στη διάθεση του υποψηφίου και ιδίως την ύπαρξη απόφασης του οργάνου διοίκησης της επιχείρησης, περί του ότι θα διαθέσει τα ζητούμενα τεχνικά μέσα υπέρ του υποψηφίου, αν αυτός επιλεγεί ανάδοχος.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Ο έλεγχος της τεχνικής και επαγγελματικής καταλληλότητας διεξάγεται

κατά τις διατάξεις του άρθρου 17. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ζητεί όλα ή κάποια από

τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στην παρ. 1, δεν μπορεί όμως να θέτει άλλες

προϋποθέσεις και να ζητεί άλλα δικαιολογητικά.

• Σύμφωνα με την άποψη των υπηρεσιών της Ε.Ε., δεν μπορεί να γίνει δεκτή εμπειρία που υπολογίζεται αθροιστικά, δηλαδή π.χ. εμπειρία 3+1+1 χρόνων δεν μπορεί να γίνει δεκτή ως εμπειρία 5 ετών συνεχόμενη, όπως ακριβώς εμπειρία σε τμήμα αυτοκινητόδρομου 100 χιλ. δεν ισοδυναμεί με εμπειρία 50 τμημάτων των 2 χιλιομέτρων το καθένα. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε άνιση μεταχείριση επιχειρήσεων που επενδύουν για την απόκτηση εμπειρίας, προσωπικό, εξοπλισμό, μηχανήματα, υποδομές κ.ο.κ. απέναντι σε επιχειρήσεις με μικρότερα μεγέθη που κατασκευάζουν μικρά τμήματα έργων.

• Εξάλλου, δεν μπορεί υπό το πρόσχημα του δανεισμού τεχνικής ικανότητας να εισέλθει σε διαγωνισμό επιχείρηση η οποία δεν θα μπορούσε να συμμετάσχει αυτοτελώς, επειδή στο πρόσωπό της υφίσταται λόγος αποκλεισμού (πρόκειται για εταιρεία κατά της οποίας ασκήθηκε αίτηση για πτώχευση).

110

Page 115: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

• Για το ίδιο θέμα του δανεισμού της τεχνικής ικανότητας εκφράσθηκε η άποψη ότι ο συμμετέχων σε διαγωνισμό που δεν πληροί ο ίδιος τις ζητούμενες απαιτήσεις τεχνικής ικανότητας μπορεί να επικαλεστεί την ικανότητα τρίτου, όμως οφείλει ταυτόχρονα να επικαλεστεί ειδικώς και ρητώς τα στοιχεία εμπειρίας του τρίτου που επιθυμεί να προσμετρηθούν υπέρ της συμμετοχής του και να αποδείξει, με πρόσφορα μέσα, ότι τα στοιχεία αυτά θα βρίσκονται στη διάθεσή του κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου. Επίσης οφείλει να προσκομίσει τις αναγκαίες εγγυήσεις ότι είναι πράγματι σε θέση να εξασφαλίσει τη χρήση των μέσων αυτών. Η επίκληση της τεχνικής ικανότητας στο πρόσωπο τρίτου – φυσικού προσώπου δεν θεωρείται αρκετή όταν πρόκειται για ικανότητα που απαιτείται για τη λειτουργία μιας μονάδας, διότι τούτο φαίνεται λογικώς αδύνατο (ένα πρόσωπο χωρίς εξοπλισμό, μέσα και υλικά δεν μπορεί να λειτουργήσει μόνο του μια ολόκληρη μονάδα).

Κατά την απόφαση 1263/2006 της Επ.Αναστ. ΣτΕ, καλώς αποκλείστηκε υποψήφιος που υπέβαλε κατάλογο με τις κυριότερες μελέτες ή υπηρεσίες ο οποίος δεν συνοδεύτηκε από πιστοποιητικά καλής εκτέλεσης των συμβάσεων, επειδή τα πιστοποιητικά αυτά δεν μπορούν να προσκομίζονται εκ των υστέρων, δυνάμει των διατάξεων της παρ. 4.6 της πρότυπης διακήρυξης. Εξ άλλου ο ισχυρισμός ότι ο υποψήφιος δεν είναι υπεύθυνος για την μη προσκόμιση, αλλά ο εργοδότης της μελέτης δεν αποδεικνύεται χωρίς την προσκόμιση σχετικής αίτησης, από την οποία να αποδεικνύεται ότι υποβλήθηκε εγκαίρως αίτηση για έκδοση του πιστοποιητικού. Επίσης ορίζεται ότι μπορεί ο υποψήφιος να επικαλείται την ικανότητα άλλων

προσώπων, εφόσον αποδεικνύει ότι θα τεθεί στη διάθεσή του αν αναλάβει τη σύμβαση

(παρ. 3). Η τελευταία αυτή δυνατότητα υιοθετήθηκε από τις Κοινές Οδηγίες 2004/17/ΕΚ

και 2004/18/ΕΚ, μετά από σχετική νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών

Κοινοτήτων.

Η παράγραφος 3 έχει ληφθεί από την κοινοτική οδηγία 2004/18/ΕΚ, η οποία ενσωμάτωσε στο σημείο αυτό την νομολογία του ΔΕΚ. Η νομολογία αυτή ξεκίνησε με την απόφαση επί της υποθέσεως C- 389/92 (Ballast Nedam), με την οποία κρίθηκε ότι μπορεί να θεωρηθεί ως εργολήπτης δημοσίων έργων και να συμμετέχει στους διαγωνισμούς, μια εταιρία holding, η οποία δεν εκτελεί η ίδια τα έργα, αλλά, προκειμένου να δικαιολογήσει τις τεχνικές της ικανότητας, επικαλείται τα έργα που έχουν εκτελέσει οι θυγατρικές της εταιρίες, οι οποίες έχουν, όλες, χωριστή νομική προσωπικότητα. Οι κυριότερες σκέψεις:

9 Για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου, πρέπει να εξεταστεί πρώτον αν μια εταιρία holding μπορεί να αποκλειστεί από τις διαδικασίες συμμετοχής στις συμβάσεις δημοσίων έργων, για τον λόγο ότι δεν εκτελεί η ίδια τα έργα και δεύτερον, σε αρνητική περίπτωση, υπό ποιες συνθήκες η εταιρία αυτή μπορεί να δικαιολογήσει τις απαιτούμενες ικανότητες προς συμμετοχή στις ως άνω συμβάσεις. 10 Από το γράμμα της οδηγίας 71/304 προκύπτει ότι οι συμβάσεις δημοσίων έργων μπορούν να ανατεθούν σε αναδόχους που εκτελούν τα έργα μέσω πρακτορείων ή υποκαταστημάτων. 11 Το άρθρο 21 της οδηγίας 71/305, το οποίο περιλαμβάνεται στο σύνολο των κοινών κανόνων συμμετοχής στις συμβάσεις δημοσίων έργων, επιτρέπει ρητώς σε κοινοπραξίες εργοληπτών να υποβάλλουν προσφορές, χωρίς η αναθέτουσα αρχή να έχει τη δυνατότητα να αξιώσει, πριν από την ανάθεση της συμβάσεως, να περιβληθούν οι κοινοπραξίες αυτές μια συγκεκριμένη νομική μορφή. Όσο για το άρθρο 16, στοιχείο ια', της ίδιας οδηγίας, προβλέπει μόνο ότι στις ανοικτές διαδικασίες η πρόσκληση προς υποβολή προσφορών πρέπει να διευκρινίζει τη συγκεκριμένη νομική μορφή που ενδεχομένως πρέπει να περιβληθεί η κοινοπραξία εργοληπτών, στην οποία θα ανατεθεί η σύμβαση. 12 Τέλος, τα ποσοτικά κριτήρια επιλογής των άρθρων 23 έως 26 της οδηγίας 71/305, στα οποία παραπέμπει το αναφερόμενο στους επισήμους καταλόγους εργοληπτών άρθρο 28 της ίδιας οδηγίας, έχουν ως μοναδικό σκοπό να καθορίσουν τους κανόνες αντικειμενικής αξιολογήσεως της ικανότητας των εργοληπτών, κυρίως στον τεχνικό τομέα. Ένας απ' αυτούς, ο κανόνας του άρθρου 26, στοιχείο ε', προβλέπει προς δικαιολόγηση αυτής της τεχνικής ικανότητας, τη δυνατότητα προσκομίσεως δηλώσεως αναφέρουσας τους τεχνικούς ή τις τεχνικές υπηρεσίες που ο εργολήπτης θα διαθέσει για την εκτέλεση του έργου, ανεξαρτήτως του αν ανήκουν ή όχι στην επιχείρηση. 13 Όπως ορθώς επισημαίνει η Επιτροπή, από το σύνολο των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι

111

Page 116: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

την ανάθεση συμβάσεων δημοσίων έργων μπορεί να διεκδικήσει όχι μόνον ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί το ίδιο τα έργα αυτά, αλλά, εξίσου, ένα πρόσωπο που τα εκτελεί μέσω πρακτορείων ή υποκαταστημάτων ή απευθύνεται σε εξωτερικούς τεχνικούς ή τεχνικές υπηρεσίες ή ακόμα σε κοινοπραξίες εργοληπτών οποιασδήποτε νομικής μορφής. 14 Εξάλλου, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η οδηγία 89/440/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 1989, περί τροποποιήσεως της προαναφερομένης οδηγίας 71/305/ΕΟΚ (ΕΕ L 210, σ. 1), αποβλέποντας, κυρίως, να διευκρινίσει πληρέστερα την έννοια των συμβάσεων δημοσίων έργων, αναφέρει ρητώς στο άρθρο της 1 ότι οι συμβάσεις αυτές έχουν ως αντικείμενο είτε τόσο την εκτέλεση, όσο και τη μελέτη έργων ή έργου, είτε την πραγματοποίηση, με οποιαδήποτε μέσα, ενός έργου που ανταποκρίνεται στις ανάγκες που προσδιορίζει η αναθέτουσα αρχή . Ο ορισμός αυτός επιβεβαιώνει ότι ένα πρόσωπο, που δεν έχει την πρόθεση ή τα μέσα να εκτελέσει το ίδιο τα έργα, μπορεί να μετάσχει σε διαδικασία συνάψεως συμβάσεως δημοσίων έργων. 15 Συνεπώς, μια εταιρία holding, η οποία δεν εκτελεί η ίδια τα έργα, δεν μπορεί να αποκλειστεί από τις διαδικασίες συμμετοχής στις συμβάσεις δημοσίων έργων με το σκεπτικό ότι οι θυγατρικές της, που εκτελούν τα έργα, αποτελούν χωριστά νομικά πρόσωπα. 16 Ωστόσο, όπως διευκρινίζει το άρθρο 20 της οδηγίας 71/305, οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να προβαίνουν στον έλεγχο της καταλληλότητας των εργοληπτών επί τη βάσει των κριτηρίων οικονομικής, χρηματοδοτικής και τεχνικής ικανότητας που αναφέρονται στα άρθρα 25 έως 28 της ίδιας οδηγίας. 17 Εν προκειμένω, μια εταιρία, οσάκις επικαλείται τις θυγατρικές της, για να αποδείξει τις τεχνικές, χρηματοδοτικές και οικονομικές ικανότητές της, προκειμένου να περιληφθεί στον επίσημο πίνακα των αναγνωρισμένων εργοληπτών, οφείλει, οποιαδήποτε και αν είναι η φύση των δεσμών που τη συνδέουν με τις θυγατρικές της εταιρίες, να αποδεικνύει ότι όντως βρίσκονται στη διάθεσή της τα μέσα των εταιριών αυτών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των συμβάσεων δημοσίων έργων. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει, λαμβανομένων υπόψη των πραγματικών περιστατικών και των κειμένων διατάξεων, αν αποδεικτικά στοιχεία αυτού του είδους έχουν προσκομιστεί στο πλαίσιο της κύριας δίκης. 18 Συνεπώς, στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η οδηγία 71/304/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί καταργήσεως των περιορισμών στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων και στην ανάθεση συμβάσεων δημοσίων έργων μέσω πρακτορείων ή υποκαταστημάτων και η οδηγία 71/305/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι επιτρέπουν, προκειμένου να εκτιμηθούν τα κριτήρια στα οποία πρέπει να ανταποκρίνεται ένας εργολήπτης κατά την εξέταση της αιτήσεως αναγνωρίσεως που έχει υποβληθεί από το δεσπόζον νομικό πρόσωπο ενός ομίλου, να λαμβάνονται υπόψη οι εταιρίες που ανήκουν στον όμιλο αυτόν, εφόσον το εν λόγω νομικό πρόσωπο αποδεικνύει ότι όντως βρίσκονται στη διάθεσή του τα μέσα των εταιριών αυτών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των συμβάσεων δημοσίων έργων. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει αν αποδεικτικά στοιχεία αυτού του είδους έχουν προσκομιστεί στο πλαίσιο της κύριας δίκης.

Η επίκληση της εμπειρίας, κατά τη νομολογία του ΔΕΚ αλλά και του ΣτΕ μπορεί να γίνει

στο πρόσωπο μιας συγγενικής επιχείρησης (π.χ. θυγατρικής ή μητρικής εταιρείας), αλλά

ακόμα και αν δεν βρίσκονται σε συγγενική σχέση μεταξύ τους, (αλλά σε έννομη σχέση –

σύμβαση) αρκεί, κατά τον διαγωνισμό, να αποδεικνύεται επαρκώς ότι τα μέσα αυτά και οι

ικανότητες του τρίτου - μη συμμετέχοντος στον διαγωνισμό ιδίω ονόματι, βρίσκονται στη

διάθεσή τους, με την προσκόμιση απόφασης του ΔΣ του τρίτου προσώπου ότι θέτει τα

μέσα και τις ικανότητες που διαθέτει (π.χ. τεχνική εμπειρία) στη διάθεση του

συμμετέχοντος στο διαγωνισμό (ΔΕΚ υπόθ. С- 176/98 Holst Italia και ακόμα υπόθ. C-

399/98, Ordine degli Architecti delle Province di Milano e Lodi). Εν πάση όμως

περιπτώσει η διαπίστωση αν συντρέχει περίπτωση νόμιμης επίκλησης, δηλαδή αν

112

Page 117: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

αποδεδειγμένα έχουν τεθεί τα μέσα της τρίτης οντότητας στη διάθεση του

διαγωνιζόμενου, ανήκει στα εγχώρια – εθνικά δικαστήρια. Για να συντρέχει δέσμευση

πρέπει να υπάρχει απόφαση των αποφασιστικών οργάνων του προσώπου που διαθέτει την

εμπειρία (ΣτΕ 94/2002).

Σε πρόσφατο έγγραφο των υπηρεσιών της Ε.Ε. θίγονται ζητήματα που αφορούν το

δανεισμό εμπειρίας και τεχνικών ικανοτήτων εν γένει. Από το πιο πάνω έγγραφο

προκύπτουν τα ακόλουθα:

• Σύμφωνα με το ΔΕΚ (С- 176/98 Holst Italia και ακόμα υπόθ. C-399/98, Ordine degli Architecti delle Province di Milano e Lodi) οι κοινοτικές οδηγίες (άρθρο 1 στοιχ. α΄) δεν απαιτούν να είναι σε θέση η ανάδοχος να εκπληρώσει την παροχή με δικά του μέσα. Αρκεί να παρέχει τις αναγκαίες εγγυήσεις για το ότι είναι σε θέση να διασφαλίσει την εκπλήρωση της παροχής του από τρίτους.

• Ο τρίτος μπορεί να εισφέρει ικανότητα και εμπειρία δική του ή άλλου μέλους του ομίλου του. • Ο τρόπος απόδειξης του ισχυρισμού του διαγωνιζόμενου φορέα (ότι θα έχει στη διάθεσή του την

ικανότητα του τρίτου) δεν εξειδικεύεται ούτε και ρυθμίζεται από τις οδηγίες. • Οι δεσμοί της διαγωνιζόμενης επιχείρησης με την εισφέρουσα την ικανότητά της μπορεί να είναι είτε

άμεσοι είτε και έμμεσοι. • Αποκλεισμός του διαγωνιζόμενου μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο αν δεν μπορεί να αποδείξει ότι

έχει τη δυνατότητα χρήσης των ικανοτήτων του τρίτου (C-314/01, Siemens AG). • Γνώμονας σε κάθε περίπτωση για την αναθέτουσα αρχή είναι αν όντως μπορεί στη συγκεκριμένη

περίπτωση να αποδειχθεί ότι βρίσκονται στη διάθεση του διαγωνιζόμενου τα μέσα του τρίτου και τα αποδεικτικά μέσα δεν πρέπει να περιορίζουν υπερβολικά (αρχή της αναλογικότητας) την ελευθερία εκτίμησης περί ύπαρξης ή μη της προϋπόθεσης αυτής.

• Ένας αναθέτων φορέας δεν μπορεί να αποκλείει εκ προοιμίου κάποια αποδεικτικά μέσα.

ΑΡΘΡΟ 18

Υποκατάσταση ή αλλαγή μέλους εταιρείας, σύμπραξης ή κοινοπραξίας

κατά τη διαδικασία ανάθεσης

1. Σε περίπτωση πτώχευσης και απώλειας της ιδιότητας του μελετητή ή παρόχου υπηρεσιών φυσικού προσώπου, επέρχεται αυτοδίκαια ο αποκλεισμός του από τη διαδικασία ανάθεσης μελέτης ή σύμβασης υπηρεσιών. Η ίδια συνέπεια επέρχεται και σε περίπτωση πτώχευσης ή διαγραφής, ή υποβιβασμού του πτυχίου σε τάξη κατώτερη των καλουμένων, εταιρείας / γραφείου μελετών ή παρόχων υπηρεσιών. Ο θάνατος ή πτώχευση, ή απώλεια της ιδιότητας του μελετητή που στελεχώνει με το πτυχίο του εταιρεία/γραφείο μελετών, η οποία υπέβαλε αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος σε διαγωνισμό, δεν επιφέρει τον αποκλεισμό της από το διαγωνισμό, εφόσον επήλθε πριν το πέρας της διαδικασίας επιλογής ανοικτής ή κλειστής διαδικασίας και εφόσον δεν συνεπάγεται αλλαγές στην τάξη και στις κρίσιμες για το διαγωνισμό κατηγορίες. Στην περίπτωση αυτή η επιλογή γίνεται χωρίς να συνυπολογίζεται στο δυναμικό της εταιρείας το ελλείπον στέλεχος.

2. Εφόσον, στις περιπτώσεις των δύο πρώτων εδαφίων της προηγούμενης παραγράφου, το φυσικό πρόσωπο ή η εταιρεία/γραφείο μελετών η παρόχων υπηρεσιών είναι μέλος σύμπραξης ή κοινοπραξίας, μπορεί να αντικατασταθεί με πρωτοβουλία και ευθύνη των υπολοίπων μελών, μέχρι την ολοκλήρωση του πρακτικού επιλογής ανοικτής ή κλειστής διαδικασίας. Στην περίπτωση αυτή η επελθούσα μεταβολή δηλώνεται άμεσα και προσκομίζονται προς έλεγχο τα τυπικά δικαιολογητικά που αφορούν το νέο μέλος. Η αναθέτουσα Αρχή εγκρίνει τη μεταβολή, αν πεισθεί ότι συντρέχουν οι

113

Page 118: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

προαναφερόμενες προϋποθέσεις. Η σύμπραξη ή κοινοπραξία μπορεί να μην αναπληρώσει το ελλείπον μέλος, αν τούτο δεν είναι απαραίτητο για τη συμμετοχή της στο διαγωνισμό.

«3. Αλλαγές στη σύνθεση σύμπραξης ή κοινοπραξίας που υπέβαλε προσφορά σε διαγωνισμό λόγω εξόδου ή εισόδου μελών, δεν επιτρέπονται μετά το άνοιγμα των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων. Αλλαγές στη στελέχωση διαγωνιζομένου αυτοτελώς ή ως μέλους σύμπραξης ή κοινοπραξίας επιτρέπονται μέχρι τη σύναψη της σύμβασης, εφόσον το στέλεχος που αποχωρεί δεν μετέχει στη δηλωθείσα με το φάκελο τεχνικής προσφοράς του διαγωνιζομένου ομάδα μελέτης. Αν διαπιστωθεί μεταβολή στη στελέχωση διαγωνιζομένου, η οποία επηρεάζει την ομάδα μελέτης, ο διαγωνιζόμενος αποκλείεται, εκτός αν η μεταβολή αυτή οφείλεται σε λόγο ανώτερης βίας. Στην περίπτωση αυτή τηρείται η διαδικασία της αντικατάστασης του στελέχους, εφαρμοζομένης αναλογικά της παρ. 3 του άρθρου 31.»55

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο 18 ορίζεται ότι αποκλείονται οι υποψήφιοι σε διαδικασία του

νόμου αυτού οι οποίοι αποβίωσαν, πτώχευσαν, ή απώλεσαν την ιδιότητα του μελετητή

μεσούντος του διαγωνισμού. Εάν πάντως οι ως άνω καταστάσεις επέλθουν στο πρόσωπο

στελέχους εταιρείας μελετών ή υπηρεσιών και μάλιστα πριν το τέλος της διαδικασίας

επιλογής και δεν επιφέρουν αλλαγές στην τάξη και τις κατηγορίες του πτυχίου της

εταιρείας, η εταιρεία δεν αποκλείεται αλλά το πτυχίου του στελέχους αυτού δεν

συνυπολογίζεται κατά τη διενέργεια της επιλογής (παρ. 1).

Σε περίπτωση που τα ως άνω κρίσιμα γεγονότα επέλθουν σε φυσικό πρόσωπο ή

εταιρεία-μέλος υποψηφίου σύμπραξης ή κοινοπραξίας, πριν την οριστικοποίηση της

επιλογής, μπορεί να αντικατασταθεί από τα λοιπά, με την έγκριση της αναθέτουσας αρχής,

ενώ μπορεί ακόμα και να μην αναπληρωθεί αν δεν είναι απαραίτητο για την συμμετοχή της

σύμπραξης ή κοινοπραξίας (παρ. 2).

1. πρόσφατα, με το ν. 3621/2007 τροποποιήθηκε η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου

18, επειδή η αρχική ρύθμιση, κατά την οποία οποιαδήποτε αλλαγή στη σύνθεση

σύμπραξης ή κοινοπραξίας, ή μεταβολή στη στελέχωση εταιρείας που επέρχεται μετά την

περαίωση του σταδίου επιλογής διαγωνισμού (δηλαδή το στάδιο κατά το οποίο

εξετάζονται τα τυπικά δικαιολογητικά του διαγωνιζόμενου και η τυχόν ζητούμενη ειδική

τεχνική και επαγγελματική ικανότητα κατά το άρθρο 17) επιφέρει τον αποκλεισμό του

υποψηφίου, ήταν ιδιαίτερα αυστηρή αφού συνήθεις αλλαγές στη στελέχωση

διαγωνιζόμενου γραφείου μελετών (αποχώρηση στελεχών και εισδοχή άλλων) μπορούσαν

να κριθούν ως λόγοι αποκλεισμού του γραφείου ή της σύμπραξης στην οποία αυτή τυχόν

συμμετέχει, χωρίς να συντρέχει ιδιαίτερος λόγος.

55 Η εντός εισαγωγικών παράγραφος 3 αντικαταστάθηκε με την παρ. 4 α του άρθρου τέταρτου του ν. 3621 /07. Η καταργηθείσα διάταξη είχε ως εξής:

3. Οποιαδήποτε αλλαγή στη σύνθεση σύμπραξης ή κοινοπραξίας, ή μεταβολή στη στελέχωση εταιρείας, που επέρχεται μετά την περαίωση του σταδίου επιλογής ανοικτής ή κλειστής διαδικασίας, επιφέρει τον αποκλεισμό του υποψηφίου από τη διαδικασία, με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής.

114

Page 119: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Για το λόγο αυτό, με τη νέα διάταξη επιτρέπονται

α) αλλαγές στη σύνθεση σύμπραξης ή κοινοπραξίας που υπέβαλε προσφορά σε

διαγωνισμό μέχρι το άνοιγμα των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, για τους

σημαντικούς λόγους που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου (θάνατος προσώπου,

πτώχευση, απώλεια ιδιότητας μελετητή κ.ο.κ.), όπως και

β) αλλαγές στη στελέχωση διαγωνιζομένου (είτε αυτός συμμετέχει στο διαγωνισμό

αυτοτελώς είτε ως μέλος σύμπραξης ή κοινοπραξίας) μέχρι και τη σύναψη της σύμβασης,

εφόσον το στέλεχος που αποχωρεί δεν μετέχει στην δηλωθείσα με το φάκελο

τεχνικής προσφοράς του διαγωνιζομένου ομάδα μελέτης. Στην περίπτωση που το

στέλεχος αυτό συμμετέχει στην δηλωθείσα ομάδα μελέτης ο διαγωνιζόμενος αποκλείεται,

εκτός της εξαιρετικής περίπτωσης που η ανάγκη αποχώρησης υπαγορεύεται από λόγους

ανώτερης βίας, οπότε στην περίπτωση αυτή τηρείται αναλογικά η παρ. 3 του άρθρου 31

του νόμου (αντικατάσταση του στελέχους με άλλο, ισοδύναμης εμπειρίας μετά από

γνωμοδότηση του οικείου τεχνικού συμβουλίου, που εξετάζει τους λόγους της

αντικατάστασης).

Σημειώνεται ότι το θέμα ης ερμηνείας της διάταξης αυτής αντιμετωπίσθηκε αρχικά με την Ε. 22/2007 Εγκύκλιο του ΥΠΕΧΩΔΕ, η οποία μετά τη ρητή νομοθετική ρύθμιση δεν έχει λόγο ύπαρξης.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΝΣΚ.

743 / Γ.Ε./21-2-2008 ΘΕΜΑ: Αλλαγή σύνθεσης Σύμπραξης Μελετητών, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ανάθεσης.

Με το ανωτέρω σχετικό τίθενται δύο ερωτήματα σχετικά με την διαδικασία ανάθεσης μελέτης κατά το

άρθρο 7 του ν. 3316/05 και συγκεκριμένα α) αν μπορεί, κατά τη φάση ελέγχου των τυπικών δικαιολογητικών διαγωνισμού μελέτης που διεξάγεται κατά το άρθρο 7 του ν. 3316/05, να αντικατασταθεί (λόγω θανάτου) μελετητής - συμπράττων κατηγορίας 16 με πτυχίο Γ, από εταιρεία με πτυχίο της ίδιας κατηγορίας στην Ε΄ τάξη και β) αν μπορεί να αντικατασταθεί στη φάση ελέγχου των τεχνικών προσφορών ο θανών συμπράττων μελετητής (τάξης πτυχίου Γ΄ στην κατηγορία 16), από μελετητική εταιρεία Ε΄ τάξης πτυχίου στην ίδια κατηγορία. Η γνώμη μας σχετικά με τα πιο πάνω ζητήματα είναι συνοπτικά η ακόλουθη: …….. α) Μέχρι την έναρξη του σταδίου ελέγχου και αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών μπορεί να αντικατασταθεί, λόγω θανάτου, συμπράττων μέλος διαγωνιζομένου, από άλλο αντίστοιχων προσόντων, δηλαδή κάτοχο ίδιας τάξεως πτυχίου στην ίδια κατηγορία. β) Μετά το άνοιγμα των τεχνικών προσφορών δεν μπορεί πλέον να αντικατασταθεί το μέλος της σύμπραξης που απεβίωσε. Η απάντηση αυτή ισχύει είτε θεωρηθεί ότι εφαρμόζεται η προϊσχύσασα του ν. 3621/2007 ρύθμιση της παρ. 3 του άρθρου 18 είτε και η νέα, διότι το πρώτο εδάφιο της (νέας μορφής) παραγράφου ορίζει ρητά ότι «Αλλαγές στη σύνθεση σύμπραξης ή κοινοπραξίας που υπέβαλε προσφορά σε διαγωνισμό λόγω εξόδου ή εισόδου μελών, δεν επιτρέπονται μετά το άνοιγμα των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων».

Προκύπτει δηλαδή ότι η τροποποίηση της παρ. 3 του ίδιου άρθρου από το ν. 3621/07 αφορά την αλλαγή στη στελέχωση διαγωνιζόμενου (δηλαδή την αντικατάσταση στελέχους γραφείου) και όχι την αντικατάσταση μέλους σύμπραξης. Η διάκριση του νόμου ανάμεσα στη μια και την άλλη περίπτωση οφείλεται στο γεγονός ότι στη πρώτη περίπτωση (της αντικατάστασης στελέχους) ο διαγωνιζόμενος (το γραφείο δηλαδή) παραμένει ίδιος από νομικής άποψης (αφού οι αλλαγές στη στελέχωση δεν προκαλούν αλλαγές στο νομικό πρόσωπο), ενώ στη δεύτερη περίπτωση εκλείπει ο ίδιος ο διαγωνιζόμενος (ή το μέλος της διαγωνιζόμενης σύμπραξης), οπότε στην περίπτωση αυτή εισέρχεται στο διαγωνισμό πρόσωπο που δεν έχει ελεγχθεί από πλευράς καταλληλότητας και θα έπρεπε κατ΄αρχάς να επανελεγχθούν τυπικά δικαιολογητικά του νέου μέλους, ενέργεια που θα διασπούσε τη συνέχεια του διαγωνισμού και την βασική αρχή της διενέργειάς του σε διακριτά στάδια.

115

Page 120: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 19

Μελέτες εργολαβικών συμβάσεων

1. Σε όλες τις περιπτώσεις ανάθεσης και εκτέλεσης συμβάσεων δημοσίων έργων, στις οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, αναλαμβάνεται η υποχρέωση εκπόνησης ή τροποποίησης μελέτης από την εργοληπτική επιχείρηση που πρόκειται να εκτελέσει ή εκτελεί δημόσιο έργο, η μελέτη αυτή ή η τροποποίηση εγκρίνεται από την αναθέτουσα αρχή ή τον εργοδότη, μόνο εφόσον έχει εκπονηθεί και υπογραφεί νόμιμα από πρόσωπα που έχουν την ιδιότητα του μελετητή για την εκπόνηση των μελετών δημοσίων έργων, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, τα οποία έχουν γνωστοποιηθεί στην αναθέτουσα Αρχή και έχουν γίνει αποδεκτά από αυτήν ρητώς ή σιωπηρώς. Η αντικατάσταση γνωστοποιηθέντος μελετητή γίνεται μόνο με ρητή έγκριση της αναθέτουσας Αρχής.

2. Η αμοιβή μελέτης που εκπονείται κατά την παράγραφο 1 υπολογίζεται κατά τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις σχετικά με την αμοιβή των μελετών και τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 4.

3. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων μπορεί να ορίζονται οι απαραίτητες διαδικασίες για την εξασφάλιση της καταβολής της ελάχιστης νόμιμης αμοιβής του μελετητή. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής η αμοιβή καταβάλλεται κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ορίζεται ότι η υποβαλλόμενη κατά την εκτέλεση δημοσίου

έργου μελέτη (κατ΄εφαρμογή του συστήματος προσφοράς που περιλαμβάνει μελέτη και

κατασκευή, ή σε περίπτωση τροποποίησης της υφιστάμενης μελέτης) πρέπει να έχει

συνταγεί από μελετητή με τα αντίστοιχα προσόντα, τον οποίο ο κατασκευαστής του έργου

έχει γνωστοποιήσει πριν την έναρξη της εκπόνησης στην αναθέτουσα αρχή ή στον

εργοδότη και έχει γίνει αποδεκτός, ρητά ή σιωπηρά (παρ. 1). Η αντικατάσταση του

γνωστοποιηθέντος κατά τα ανωτέρω μελετητή υπόκειται στην έγκριση της αναθέτουσας

αρχής ή του εργοδότη (παρ. 2). Η αμοιβή του μελετητή υπολογίζεται κατά τις παρ. 7 και

8 του άρθρου 4 του νόμου (παρ. 3) και καταβάλλεται είτε μέσω της εργοληπτικής

επιχείρησης (με πληρωμή λογαριασμού που περιέχει την αμοιβή και επισύναψη σχετικού

παραστατικού του μελετητή) είτε απευθείας στον μελετητή, ύστερα από ανέκκλητη

εξουσιοδότηση της εργοληπτικής επιχείρησης που κατασκευάζει το έργο (παρ. 4).

Σημειώνεται ότι νόμιμη αμοιβή των μελετητών, είναι το 80% της - κατά κατηγορία - αμοιβής των μελετών όπως αυτή προκύπτει από τον Κανονισμό Προεκτιμώμενων Αμοιβών και σε περίπτωση που για κάποιες κατηγορίες μελετών δεν περιλαμβάνονται στον Κανονισμό αμοιβές, νόμιμη αμοιβή είναι η προεκτιμώμενη, όπως καθορίσθηκε από την υπηρεσία με βάση τη διάταξη του άρθρου 45 παρ. 6 του νόμου, δεδομένου ότι «ισχύουσες εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις», κατά το άρθρο 42 παρ. 10 του ν. 3316/05, είναι η απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ με αριθμό ΔΜΕΟ/α/ο/1257/22.8.2005 (ΦΕΚ Β΄1162) που εκδόθηκε κατ΄εξουσιοδότηση αυτής της διάταξης, και ιδιαίτερα το άρθρο 4 της απόφασης που ορίζει ως ελάχιστες αμοιβές που μπορούν να προσφερθούν κατά κατηγορία μελέτης (και γίνονται αποδεκτές από την υπηρεσία) σε διαγωνισμό ανάθεσης μελετών, το 80% της αμοιβής της μελέτης όπως αυτή προκύπτει από τον κανονισμό των Προεκτιμώμενων Αμοιβών που εκδόθηκε κατ΄εξουσιοδότηση του άρθρου 4 παρ. 7 του νόμου 3316/05.

116

Page 121: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 20

Κοινοπραξίες – Συμπράξεις

1. Δικαίωμα συμμετοχής στους διαγωνισμούς έχουν συμπράξεις χωρίς ιδιαίτερη νομική μορφή και κοινοπραξίες. Η σύμπραξη είναι εκούσια, μπορεί να αφορά στην ίδια ή και σε διαφορετικές κατηγορίες μελετών ή υπηρεσιών και εκδηλώνεται με την από κοινού υποβολή αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος ή με την υπογραφή συμπληρωματικής σύμβασης με τον εργοδότη. Αν η σύμπραξη εκδηλώνεται για την ίδια κατηγορία μελέτης, ο μέγιστος αριθμός συμπραττόντων είναι τρεις. Με την αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος τα μέλη της σύμπραξης υποβάλλουν δήλωση, περί ορισμού του κοινού εκπροσώπου της σύμπραξης και του αναπληρωτή του. Ο εκπρόσωπος της σύμπραξης είναι υποχρεωτικά και συντονιστής των μελών της, έχει δε έναντι της αναθέτουσας Αρχής την υποχρέωση να εκπροσωπεί και να συντονίζει, κατά τη διαδικασία της ανάθεσης αλλά και της εκτέλεσης, την από κοινού δράση των μελών της σύμπραξης, όπου αυτή απαιτείται κατά την κρίση της αναθέτουσας Αρχής.

2. Η αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και όλα τα στοιχεία της τεχνικής και οικονομικής προσφοράς, υπογράφονται είτε από όλους τους κοινοπρακτούντες ή συμπράττοντες είτε από τον από κοινού ορισθέντα κοινό εκπρόσωπο. Με την αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος υποβάλλεται, επί ποινή αποκλεισμού, πίνακας κατανομής της αμοιβής στα μέλη της σύμπραξης. Ο πίνακας μπορεί να τροποποιηθεί κατά την εκτέλεση της σύμβασης, μετά από έγκριση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Στις κοινοπραξίες η κατανομή της αμοιβής γίνεται σύμφωνα με την σύμβαση σύστασης της κοινοπραξίας.

3. Ο έλεγχος των λόγων αποκλεισμού κατά το άρθρο 16 αφορά όλα τα μέλη της σύμπραξης ή της κοινοπραξίας. Ο έλεγχος της τεχνικής καταλληλότητας και η διαπίστωση εκπλήρωσης των επιπέδων που τίθενται στην προκήρυξη αφορά τουλάχιστον ένα εκ των συμπραττόντων ή κοινοπρακτούντων στην ίδια κατηγορία μελέτης. Τα μέλη των κοινοπραξιών και συμπράξεων ευθύνονται εις ολόκληρον έναντι του εργοδότη για κάθε ζημιά του εργοδότη από την πλημμελή εκτέλεση της σύμβασης και οι εγγυήσεις κάθε μορφής εκδίδονται υπέρ όλων των μελών της σύμπραξης ή της κοινοπραξίας και αφορούν το σύνολο της σύμβασης.

4. Κάθε μελετητής ή πάροχος υπηρεσιών ή εταιρεία/γραφείο μελετών ή παρόχων υπηρεσιών μπορεί να μετέχει μόνο σε μία σύμπραξη ή κοινοπραξία κατά τη διαδικασία ανάθεσης. Αν σε κάποιες κατηγορίες μελετών υφίσταται αποδεδειγμένα μικρός αριθμός εγγεγραμμένων μελετητών ή εταιρειών μελετών της καλούμενης τάξης, επιτρέπεται, ύστερα από γνώμη του οικείου τεχνικού συμβουλίου, να συμμετέχουν μελετητές ή εταιρείες μελετών της αμέσως κατώτερης ή και ανώτερης τάξης κατά τα οριζόμενα στην προκήρυξη.

5. Οι ενστάσεις και προσφυγές που ασκούνται κατά την διαδικασία του διαγωνισμού υπογράφονται επί ποινή απαραδέκτου είτε από τα μέλη της σύμπραξης ή κοινοπραξίας, είτε από τον κοινό εκπρόσωπο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζεται λεπτομερώς η συμμετοχή στις διαδικασίες

των διαγωνισμών των κοινοπραξιών και των συμπράξεων. Ως κοινοπραξία νοείται η ήδη

συνεστημένη κατά την υποβολή της προσφοράς, ενώ η σύμπραξη είναι μια ιδιότυπη

χαλαρή σχέση συνεργασίας, που απαντάται ιστορικά στο χώρο των συμβάσεων εκπόνησης

μελετών. Οι κοινοπραξίες και οι συμπράξεις ρυθμίζονται σχεδόν με ενιαίο τρόπο από τις

διατάξεις του νόμου αυτού, με σκοπό τη λειτουργικότητα των σχετικών ρυθμίσεων.

117

Page 122: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Η παρ. 1 ορίζει τον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνεται η βούληση σύμπραξης, τους

περιορισμούς που τίθενται, τον ορισμό συντονιστή που ταυτίζεται με το πρόσωπο του

εκπροσώπου της σύμπραξης και τις εξουσίες και υποχρεώσεις του έναντι της αναθέτουσας

αρχής.

Σημειώνεται ότι με την απόφαση της Επ.Αναστ. του ΣτΕ 900/2006, κρίθηκε ότι το πρόσωπο του συντονιστή της σύμπραξης δεν ταυτίζεται υποχρεωτικά με τον συντονιστή της ομάδας μελέτης. Συνεπώς δεν είναι λόγος αποκλεισμού της σύμπραξης η μη ταύτιση των πιο πάνω προσώπων. Η παρ. 2 ορίζει τα της υποβολής και υπογραφής της προσφοράς από την κοινοπραξία ή

τη σύμπραξη και την υποβολή πίνακα κατανομής της αμοιβής μεταξύ των συμπραττόντων.

Η παρ. 3 ορίζει ότι η διαπίστωση έλλειψης των λόγων αποκλεισμού του άρθρου 16 αφορά

όλα τα μέλη της σύμπραξης ή της κοινοπραξίας ενώ την τεχνική καταλληλότητα στα

επίπεδα που τίθενται με την προκήρυξη οφείλει να εκπληρώνει ένας τουλάχιστον εκ των

συμπραττόντων ή κοινοπρακτούντων στην ίδια κατηγορία μελέτης.

Η παρ. 4 αντιμετωπίζει την περίπτωση κατά την οποία σε κάποιες (συνήθως τις ανώτατες)

τάξεις ορισμένων κατηγοριών μελετών υφίστανται ελάχιστοι εγγεγραμμένοι. Στην

περίπτωση αυτή, ύστερα από γνώμη του τεχνικού συμβουλίου και για την αποφυγή

μειωμένου συναγωνισμού μπορεί με την προκήρυξη να προβλέπεται ότι καλούνται στο

διαγωνισμό εγγεγραμμένοι στην αμέσως κατώτερη ή και στην ανώτερη της καλούμενης

τάξη.

Η ευθύνη των συμπραττόντων και των κοινοπρακτούντων είναι σε κάθε περίπτωση εις

ολόκληρο. Οι ενστάσεις και προσφυγές υπογράφονται είτε από όλα τα μέλη σύμπραξης ή

κοινοπραξίας, είτε από τον κοινό εκπρόσωπο.

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΔΕΚ: Στην υπόθεση C-129/04 (Espace Τrianon SA) το δικαστήριο αντιμετώπισε εθνικό νομικό κανόνα (του Βελγικού Δικαίου) με τον οποίο τα μέλη κοινοπραξίας μόνο από κοινού μπορούν να προσφύγουν στο δικαστήριο ζητώντας προσωρινή δικαστική προστασία κατά την Οδηγία 89/665 και αποφάνθηκε ότι :

Το άρθρο 1 της οδηγίας 89/665, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν αποκλείει εθνική νομοθεσία κατά την οποία μόνον το σύνολο των μελών κοινοπραξίας χωρίς νομική προσωπικότητα, η οποία μετέσχε ως τέτοια σε διαδικασία συνάψεως δημόσιας συμβάσεως και δεν της ανατέθηκε το αντικείμενο της εν λόγω συμβάσεως, μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά της αποφάσεως περί συνάψεως της συμβάσεως και όχι μόνον ένα από τα μέλη της ατομικώς.

Το ίδιο ισχύει αν όλα τα μέλη τέτοιας κοινοπραξίας ασκήσουν μεν από κοινού προσφυγή αλλά η προσφυγή ενός από τα μέλη της είναι απαράδεκτη.

Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, πράγματι, η εθνική νομοθεσία απαιτεί απλώς από τους προσφεύγοντες να πληρούν τις σχετικές με την ενεργητική νομιμοποίηση προϋποθέσεις αναλόγως της νομικής μορφής που έχουν επιλέξει τα ίδια τα μέλη. Τέτοιου είδους προϋποθέσεις είναι γενικής ισχύος και δεν περιορίζουν κατά τρόπο αντίθετο προς την οδηγία 89/665 την αποτελεσματικότητα των προσφυγών και τη δυνατότητα των υποβαλόντων προσφορά να ασκήσουν προσφυγές (βλ. σκέψεις 28-29 και διατακτ.)

118

Page 123: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 21 Επιτροπή Διαγωνισμού

1. Για τη διεξαγωγή των διαγωνισμών του νόμου αυτού η Προϊσταμένη Αρχή συγκροτεί με απόφασή της Επιτροπή Διαγωνισμού, που αποτελείται από τρία μέλη. Δύο από τα μέλη είναι υπάλληλοι, με τους αναπληρωτές τους, που έχουν εμπειρία και προσόντα σχετικά με το αντικείμενο της υπό ανάθεση σύμβασης και υπηρετούν είτε στην αναθέτουσα αρχή της σύμβασης, είτε και σε άλλους φορείς του δημόσιου τομέα και ένας εξ αυτών ορίζεται ως πρόεδρος με τον αναπληρωτή του.

2. Κατ΄ εξαίρεση η Επιτροπή Διαγωνισμού μπορεί να συγκροτείται από πέντε μέλη, αν κατά την κρίση της Προϊσταμένης Αρχής η προς ανάθεση σύμβαση είναι πολύπλοκη και απαιτεί εξειδικευμένη εμπειρία. Τέσσερα από τα μέλη είναι υπάλληλοι, με τους αναπληρωτές τους και με εμπειρία και προσόντα σχετικά με το αντικείμενο της υπό ανάθεση σύμβασης, που ανήκουν είτε στην αναθέτουσα Αρχή της σύμβασης, είτε και σε άλλους φορείς του δημόσιου τομέα, εκ των οποίων ένας ορίζεται ως πρόεδρος με τον αναπληρωτή του.

3. Ένα από τα μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού υποδεικνύεται σε κάθε περίπτωση από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, με τον αναπληρωτή του, μετά από σχετικό αίτημα της αναθέτουσας Αρχής. Αν το Τ.Ε.Ε. δεν ανταποκριθεί μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών, επιλέγεται από την αναθέτουσα Αρχή πρόσωπο-μέλος του Τ.Ε.Ε.. Με την απόφαση συγκρότησης μπορεί να ορίζεται γραμματέας της επιτροπής. Για την συγκρότηση, λειτουργία και τις αποφάσεις της Επιτροπής ισχύουν συμπληρωματικά οι διατάξεις των άρθρων 13 έως 15 του ν. 2690/99.

4. Σε περιπτώσεις ανάθεσης συμβάσεων με ιδιαίτερα σύνθετο, πολύπλοκο και εξειδικευμένο αντικείμενο, μπορεί με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων να καθορίζονται πρόσθετα προσόντα που πρέπει να πληρούν τα μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού, κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων καθορίζονται οι αμοιβές των μελών των Επιτροπών Διαγωνισμού και του γραμματέα αυτών, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις56.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ορίζεται η συγκρότηση των Επιτροπών Διαγωνισμού, είτε

από τρία μέλη, υπαλλήλους κατόχους τίτλου σπουδών του πανεπιστημιακού τομέα, είτε,

εξαιρετικά, από πέντε μέλη με τα ίδια προσόντα. Και στις δύο περιπτώσεις το ένα μέλος

της επιτροπής υποδεικνύεται από το ΤΕΕ. Οι επιτροπές είναι αμειβόμενες, η αμοιβή τους

προέρχεται από τις πιστώσεις της σύμβασης και ορίζεται ενιαία, με απόφαση του Υπουργού

ΠΕΧΩΔΕ.

Σχετική με το θέμα της συγκρότησης και της λειτουργίας των Επιτροπών Διαγωνισμού

είναι η Εγκύκλιος Ε 29/2006 του ΥΠΕΧΩΔΕ/ΓΓΔΕ (στην ιστοσελίδα της ΓΓΔΕ).

Περισσότερες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της Εγκυκλίου παρατίθενται σε έγγραφη

απάντηση (στο Παράρτημα της Παρούσας).

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ: Σύμφωνα με την απόφαση 569/2006 της ΕΑ ΣτΕ η ίδια η απόφαση με την οποία εσφαλμένα συγκροτείται η Επιτροπή Διαγωνισμού δεν αποτελεί (καθ΄εαυτή) βλαπτική πράξη για τους διαγωνιζόμενους και γι΄αυτό δεν προσβάλλεται παραδεκτά. Μπορεί όμως το θέμα της παράνομης συγκρότησης να τεθεί επ΄ευκαιρία μεταγενεστέρων πράξεων της Επιτροπής.

56 Βλέπετε σχετικά ΚΥΑ 2/17140/0022/17.4.2007 (ΦΕΚ 192/8.5.2007 τ. ΥΟΔΔ) και Εγκύκλιο Ε12.15-2-2007 του Γ.Γ.ΥΠΕΧΩΔΕ.

119

Page 124: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΣτΕ ΕΑ 67/2008: Από τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 3316/2005 (Α΄42) προκύπτει ότι δεν θεσπίζονται ιδιαίτερα και μάλιστα αποκλειστικώς τεχνικά κριτήρια προς εκτίμηση της εμπειρίας και των προσόντων των προσώπων αυτών, και καταλείπεται σχετικώς στην Προϊσταμένη Αρχή ως προς το ζήτημα αυτό ευρεία διακριτική ευχέρεια. Κατά συνέπεια, καθ’ ερμηνεία των ως άνω διατάξεων, δεν φαίνεται να επιβάλλεται η κατ’ αποκλειστικότητα ή κατά πλειοψηφία συγκρότηση της Επιτροπής από τεχνικούς συγκεκριμένων ειδικοτήτων (πρβλ. ΕΑ 76/1999). Περαιτέρω ως προς το θέμα της επάρκειας της αιτιολογίας της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η σχετική ένσταση κρίθηκε ότι : το υπό κρίση αντικείμενο της μελέτης και οι τεχνικές προσφορές των συμμετεχόντων στο διαγωνισμό αφορούν κατά κύριο λόγο, σύμφωνα με τη διακήρυξη, την εκπόνηση υδραυλικών μελετών με προεκτιμώμενη αμοιβή 168.391,44 ευρώ (άνω του 50% της τελικής αμοιβής) και, εν συνεχεία, περιβαλλοντικών και γεωλογικών μελετών, και ως εκ τούτου, κατά την αιτούσα, τουλάχιστον τα δύο μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού δεν έχουν, βάσει της επαγγελματικής τους ιδιότητας (Ηλεκτρολόγου Μηχανολόγου Τ.Ε. και Μεταλλειολόγου), εμπειρία και προσόντα σχετικά με το ως άνω αντικείμενο της υπό ανάθεση μελέτης. Η αιτίαση αυτή απορρίφθηκε με την εξής αιτιολογία: «Η Ε.Δ. που ορίσθηκε με την υπ’ αριθμόν 74/06 απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής πληροί όλες τις προϋποθέσεις του άρθρου 21 του Ν. 3316/05 καθώς αποτελείται από τρία μέλη εκ των οποίων οι δύο είναι υπάλληλοι του Δήμου και το τρίτο εκπρόσωπος του ΤΕΕ. Οι ειδικότητες των μελών της Ε.Δ. είναι τοπογράφος μηχανικός, ηλεκτρολόγος μηχανικός και μεταλλειολόγος μηχανικός, ειδικότητες που όχι μόνο καλύπτουν όλο το φάσμα της υπ’ ανάθεση μελέτης, αλλά η διεπιστημονικότητά της εξασφαλίζει την ορθή αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών. Εκτός του ότι και τα τρία μέλη της Ε.Δ. διαθέτουν πολυετή εμπειρία σε παρόμοια τεχνικά θέματα, το άρθρο 21 του Ν. 3316/05 δεν ορίζει ειδικότητες της Ε.Δ. εναρμονισμένες με το αντικείμενο της υπ’ ανάθεση μελέτης. Ορίζει μόνο εμπειρία και προσόντα σχετικά με το αντικείμενο, στοιχεία που καλύπτονται πλήρως από το σύνολο της Ε.Δ. Επιπλέον η συγκεκριμένη επιτροπή καλύπτει πλήρως όλο το φάσμα των απαιτούμενων ειδικοτήτων από τη διακήρυξη της μελέτης και συνεπώς είναι καθόλα νόμιμη». Η αιτιολογία αυτή, η οποία άλλωστε δεν πλήσσεται κατά τρόπο συγκεκριμένο με την υπό κρίση αίτηση δεδομένου ότι η αιτούσα περιορίζεται απλώς να επαναλάβει τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει με την ένσταση και την προσφυγή της, φαίνεται νόμιμη, ενόψει των όσων έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη και, συνεπώς, δεν πιθανολογείται σοβαρά η βασιμότητα της αντίθετης αιτιάσεως. Για τη συγκρότηση, σύνθεση, λειτουργία και αποφάσεις των Επιτροπών, οι

διατάξεις των άρθρων 13 ως 15 του ν. 2690/99 ορίζουν τα ακόλουθα:

Άρθρο 13

1. Για τη νόμιμη συγκρότηση συλλογικού οργάνου απαιτείται ο ορισμός, με πράξη, όλων των μελών (τακτικών και αναπληρωματικών) που προβλέπει ο νόμος. Ο ορισμός του ίδιου προσώπου με περισσότερες από μια ιδιότητες δεν επιτρέπεται. Αν ορισμένα μέλη εκλέγονται ή υποδεικνύονται από τρίτους και τα μέλη αυτά δεν έχουν ακόμη εκλεγεί ή υποδειχθεί από τα αρμόδια όργανα, η συγκρότηση είναι νόμιμη αν έχει εγκαίρως ζητηθεί εγγράφως η εκλογή ή η υπόδειξή τους και τα υπόλοιπα μέλη επαρκούν ώστε να υπάρχει απαρτία.

2. Τα συλλογικά όργανα, αν στο νόμο δεν ορίζεται διαφορετικά, συγκροτούνται από τρία (3) τουλάχιστον μέλη.

3. Ο πρόεδρος και ο γραμματέας του συλλογικού οργάνου ορίζονται, μαζί με τους αναπληρωματικούς τους, με την πράξη συγκρότησής του. Αν το συλλογικό όργανο συγκροτείται αποκλειστικώς από αιρετά μέλη, ο πρόεδρος, ο γραμματέας και τα λοιπά μέλη στα οποία ανατίθεται συγκεκριμένο αξίωμα, μαζί με τους αναπληρωματικούς τους, εκλέγονται, με μυστική ψηφοφορία, από τα μέλη του συλλογικού οργάνου.

4. Η τυχόν κατά παράνομο τρόπο κτήση της ιδιότητας υπό την οποία κάποιος ορίζεται μέλος συλλογικού οργάνου δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της συγκρότησης του οργάνου.

5. Το συλλογικό όργανο μπορεί να λειτουργήσει, όχι όμως πέρα από ένα τρίμηνο, αν κάποια από τα μέλη του εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ή απολέσουν την ιδιότητα βάσει της οποίας ορίστηκαν, εφόσον, κατά τις συνεδριάσεις του, τα λοιπά μέλη επαρκούν ώστε να υπάρχει απαρτία.

6. Οταν ο νόμος προβλέπει θητεία για τα μέλη του συλλογικού οργάνου, η αντικατάσταση μέλους πριν από τη λήξη της θητείας του είναι δυνατή μόνο για λόγο αναγόμενο στην άσκηση των καθηκόντων του, ο οποίος και πρέπει να βεβαιώνεται στη σχετική πράξη. Άρθρο 14

120

Page 125: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Σύνθεση - Συνεδριάσεις - Λειτουργία

1. Το συλλογικό όργανο συνεδριάζει νομίμως όταν στη σύνθεσή του μετέχουν, ως τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη, περισσότερα από τα μισά των διορισμένων τακτικών μελών (απαρτία). Η απαρτία πρέπει να υπάρχει σε όλη τη διάρκεια της συνεδρίασης. Αν, κατά την πρώτη συνεδρίαση,

διαπιστωθεί έλλειψη απαρτίας, το όργανο καλείται εκ νέου σε συνεδρίαση, η οποία πραγματοποιείται το νωρίτερο σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες, στον ίδιο τόπο και με την ίδια ημερήσια διάταξη. Κατά τη συνεδρίαση αυτή, υπάρχει απαρτία αν μετέχουν στη σύνθεση τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη που παριστούν τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) του συνόλου των διορισμένων τακτικών μελών του και εν πάση περιπτώσει όχι λιγότερα των τριών (3) τακτικών ή αναπληρωματικών μελών. Στα τριμελή συλλογικά όργανα, για την ύπαρξη απαρτίας, απαιτείται η παρουσία και των τριών (3) τακτικών ή αναπληρωματικών μελών.

2. Ο πρόεδρος καθορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο των συνεδριάσεων και καλεί τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη να συμμετάσχουν. Η πρόσκληση η οποία περιλαμβάνει την ημερήσια διάταξη, γνωστοποιείται, από το γραμματέα, στα μέλη του συλλογικού οργάνου τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από τη συνεδρίαση, μπορεί δε να γίνει και με τηλεφώνημα, τηλεγράφημα, τηλεομοιοτυπία ή άλλο πρόσφορο μέσο, εφόσον το γεγονός τούτο αποδεικνύεται από σχετική σημείωση σε ειδικό βιβλίο, η οποία πρέπει να φέρει χρονολογία και την υπογραφή του προσώπου που έκανε την πρόσκληση. Η προθεσμία αυτή μπορεί, σε περίπτωση κατεπείγοντος, να συντμηθεί, η πρόσκληση όμως, τότε, πρέπει να είναι έγγραφη και να βεβαιώνονται σε αυτήν οι λόγοι που κατέστησαν τη σύντμηση αναγκαία. Πρόσκληση των μελών του συλλογικού οργάνου δεν απαιτείται όταν οι συνεδριάσεις γίνονται σε ημερομηνίες τακτές, που ορίζονται με απόφασή του, η οποία και γνωστοποιείται στα μέλη του.

Πρόσκληση δεν απαιτείται, επίσης, όταν μέλος έχει δηλώσει, πριν από τη συνεδρίαση, κώλυμα συμμετοχής του σε αυτήν, ή όταν το κώλυμα τούτο είναι γνωστό στον πρόεδρο του συλλογικού οργάνου.

3. Τα αναπληρωματικά μέλη καλούνται προς αναπλήρωση απόντων ή κωλυόμενων μελών της ίδιας κατηγορίας, εκτός αν ο ορισμός τους δεν έχει γίνει κατά τέτοια αντιστοιχία.

4. Αν κατά τη συνεδρίαση απουσιάσει τακτικό μέλος το οποίο δεν είχε προσκληθεί, η συνεδρίαση είναι παράνομη. Το ίδιο ισχύει ακόμη και αν, αντ' αυτού, είχε μετάσχει το αντίστοιχο αναπληρωματικό μέλος. Αν υπήρξαν πλημμέλειες ως προς την κλήτευση μέλους, το συλλογικό όργανο συνεδριάζει νομίμως αν αυτό είναι παρόν και δεν αντιλέγει για την πραγματοποίηση της συνεδρίασης.

5. Η νομιμότητα της σύνθεσης του συλλογικού οργάνου δεν επηρεάζεται από την τυχόν εναλλαγή των μετεχόντων μελών σε διαδοχικές συνεδριάσεις.

6. Μέλη συλλογικού οργάνου, τα οποία είναι σύζυγοι ή συνδέονται μεταξύ τους με συγγένεια έως και τέταρτου βαθμού εξ αίματος ή αγχιστείας, δεν επιτρέπεται να μετάσχουν στην ίδια συνεδρίαση.

7. Η σύγκληση του συλλογικού οργάνου προς συνεδρίαση είναι υποχρεωτική αν το ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον του συνόλου των τακτικών μελών του το ζητήσει εγγράφως από τον πρόεδρο, προσδιορίζοντας και προς συζήτηση θέμα.

8. Η ημερήσια διάταξη συντάσσεται από τον πρόεδρο, ο οποίος λαμβάνει προς τούτο υπόψη του και απόψεις που τυχόν διατυπώνονται από μέλη του συλλογικού οργάνου.

9. Αντικείμενο της συνεδρίασης είναι μόνο τα θέματα που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη. Κατ' εξαίρεση, μπορούν να συζητηθούν και θέματα που δεν περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη αν είναι παρόντα όλα τα τακτικά μέλη και συμφωνούν για τη συζήτησή τους.

10. Οι συνεδριάσεις, αν στο νόμο δεν ορίζεται διαφορετικά, είναι μυστικές. Η κατά τη συζήτηση παρουσία άλλων προσώπων, πλην των μελών και του γραμματέα ή των τυχόν ειδικώς οριζόμενων στο νόμο προσώπων, δεν επιτρέπεται. Το συλλογικό όργανο, όμως, μπορεί να καλέσει, προς παροχή πληροφοριών ή προσαγωγή στοιχείων, υπηρεσιακά ή άλλα πρόσωπα, τα οποία και αποχωρούν πριν από την έναρξη της συζήτησης.

11. Οταν ο νόμος προβλέπει δημόσια συνεδρίαση του συλλογικού οργάνου, ανακοινώνονται εγκαίρως, και πάντως τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από τη συνεδρίαση, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, με πρόσφορο τρόπο, ώστε να καθίσταται δυνατή η προσέλευση και η παρουσία των ενδιαφερομένων. Η τήρηση της δημοσιότητας πρέπει να βεβαιώνεται στο οικείο πρακτικό.

121

Page 126: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

12. Ο πρόεδρος κηρύσσει την έναρξη και τη λήξη των συνεδριάσεων, διευθύνει τις εργασίες και φροντίζει για την εφαρμογή του νόμου και την εύρυθμη λειτουργία του συλλογικού οργάνου.

"13. Τα συλλογικά όργανα είναι δυνατό να συνεδριάζουν και με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων (τηλεδιάσκεψη). Στις περιπτώσεις αυτές, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, καθορίζονται ο τόπος της συνεδρίασης, ο τρόπος διαπίστωσης της απαρτίας και διασφάλισης της μυστικότητας της συνεδρίασης, ο τρόπος τήρησης των πρακτικών και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναφορικά με τη λειτουργία των συλλογικών οργάνων." Άρθρο 15 Αποφάσεις

1. Οι αποφάσεις των συλλογικών οργάνων, αν ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών.

Αν δεν καθίσταται δυνατός ο σχηματισμός της πλειοψηφίας αυτής, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ωσότου σχηματιστεί απόλυτη πλειοψηφία με την υποχρεωτική προσχώρηση, κάθε φορά, εκείνου ή εκείνων που διατυπώνουν την ασθενέστερη γνώμη, σε μια από τις επικρατέστερες. Σε κάθε περίπτωση, αν υπάρξει ισοψηφία, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου, εκτός αν η ψηφοφορία είναι μυστική, οπότε αυτή επαναλαμβάνεται για μια ακόμη φορά, η τυχόν δε νέα ισοψηφία ισοδυναμεί με απόρριψη. Το μέλος που απέχει από την ψηφοφορία ή δίδει λευκή ψήφο θεωρείται απόν.

2. Αν η συζήτηση της υπόθεσης διαρκεί περισσότερες από μια συνεδριάσεις, η απόφαση λαμβάνεται από τα μέλη που μετέχουν στην τελευταία συνεδρίαση, αφού προηγουμένως, τα μέλη που δεν μετείχαν στις προηγούμενες συνεδριάσεις, ενημερωθούν πλήρως ως προς τα ουσιώδη σημεία των κατ' αυτές συζητήσεων. Η ενημέρωση πρέπει να προκύπτει από δήλωση των μελών αυτών, η οποία και καταχωρίζεται στα πρακτικά.

3. Η ψηφοφορία είναι φανερή, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από το νόμο.

4. Για τις συνεδριάσεις του συλλογικού οργάνου συντάσσεται πρακτικό, στο οποίο μνημονεύονται, ιδίως, τα ονόματα και η ιδιότητα των παριστάμενων μελών, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν με συνοπτική αλλά περιεκτική αναφορά στο περιεχόμενό τους, η μορφή και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και οι αποφάσεις που λήφθηκαν.

5. Στο πρακτικό καταχωρίζονται οι γνώμες των μελών που μειοψήφισαν, σε περίπτωση δε φανερής ψηφοφορίας και τα ονόματα τούτων.

6. Αν πρόκειται για συνεδρίαση οργάνου προς διατύπωση απλής γνώμης, στο οικείο πρακτικό καταχωρίζονται υποχρεωτικώς όλες οι επί μέρους γνώμες που διατυπώθηκαν και τέθηκαν σε ψηφοφορία.

7. Το πρακτικό συντάσσεται από το γραμματέα και επικυρώνεται από τον πρόεδρο.

8. Η υπογραφή του προέδρου ή του αναπληρωτή του αρκεί για τη νόμιμη υπόσταση κάθε πράξης του συλλογικού οργάνου.

ΑΡΘΡΟ 22

Ενημέρωση των υποψηφίων

1. Η Επιτροπή Διαγωνισμού τηρεί πρακτικά που περιέχουν συνοπτικά την τήρηση της διαδικασίας και τις αιτιολογημένες αποφάσεις της Επιτροπής, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις. Αν σημειώθηκε μειοψηφία καταχωρείται στα πρακτικά.

2. Τα πρακτικά της Επιτροπής Διαγωνισμού γνωστοποιούνται στους υποψήφιους με τοιχοκόλλησή τους στον χώρο ανακοινώσεων της υπηρεσίας που διεξάγει το διαγωνισμό και κοινοποίηση σχετικής ανακοίνωσης με τηλεομοιοτυπία (FAX) ή με ταχυδρομική επιστολή, ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, όπως ειδικότερα ορίζεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού. Οι αποφάσεις της Προϊσταμένης Αρχής που αφορούν το διαγωνισμό, ιδίως αυτές που εκδικάζουν

122

Page 127: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

τις ενστάσεις των υποψηφίων, εγκρίνουν το αποτέλεσμα, ακυρώνουν το διαγωνισμό ή ματαιώνουν την κατακύρωσή του, κοινοποιούνται σε όλους τους μετέχοντες στο διαγωνισμό που δεν αποκλείστηκαν σε προηγούμενο στάδιο, με τον τρόπο που ορίζεται στην προκήρυξη. Με τον ίδιο τρόπο κοινοποιούνται και τα λοιπά έγγραφα της υπηρεσίας, όπως διευκρινιστικά και ενημερωτικά έγγραφα και προσκλήσεις.

3. Ως χρόνος παραλαβής των εγγράφων της παραγράφου 2 λογίζεται η σχετική σημείωση της συσκευής τηλεομοιοτυπίας (FAX) επί του διαβιβασθέντος εγγράφου, η απόδειξη της ταχυδρομικής υπηρεσίας για την παράδοση του εγγράφου ή νόμιμη απόδειξη αποστολής και λήψης του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

4. Οι αιτήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος, οι προσφορές και τα δικαιολογητικά εν γένει που κατατίθενται κατά την ημέρα διεξαγωγής του διαγωνισμού υποβάλλονται σε πρωτότυπο, εκτός κι αν ορίζεται διαφορετικά στην προκήρυξη. Τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται από τον ανάδοχο προς απόδειξη των προϋποθέσεων της ποιοτικής επιλογής, πριν από τη σύναψη της σύμβασης, υποβάλλονται σε επικυρωμένο αντίγραφο, εκτός από εκείνα που κατά το νόμο υποβάλλονται αποκλειστικά σε πρωτότυπο. Εφόσον τα έγγραφα που υποβάλλονται στο διαγωνισμό δεν είναι συνταγμένα στην ελληνική γλώσσα, συνυποβάλλεται, επί ποινή αποκλεισμού, επίσημη μετάφρασή τους. Γλώσσα συνεννόησης και αλληλογραφίας, μεταξύ της αναθέτουσας Αρχής και των υποψηφίων και ενδιαφερομένων είναι η ελληνική.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζεται το ζήτημα της ενημέρωσης των υποψηφίων

από την αρχή που διεξάγει το διαγωνισμό. Κατ΄ αρχήν η Επιτροπή Διαγωνισμού τηρεί

πρακτικά για τις ενέργειές της, στα οποία καταγράφονται οι ενέργειές της σχετικά με τη

διαδικασία των διαγωνισμών και αιτιολογούνται οι αποφάσεις της. Η μειοψηφία που

τυχόν σχηματίζεται καταχωρείται υποχρεωτικά (παρ. 1).

Σύμφωνα με τη νομολογία (ενδεικτικά βλέπετε ΕπΑναστ. ΣτΕ 1216/2006), οι τυχόν ουσιώδεις ισχυρισμοί που προβάλλονται με τις ενστάσεις ή τις προσφυγές πρέπει να αντιμετωπίζονται με κατ΄ουσίαν εξέταση του περιεχομένου τους και των ζητημάτων που τίθενται. Ναι μεν η τεχνική κρίση των οργάνων της διοίκησης καθίσταται ανέλεγκτη από το δικαστήριο, μόνο όμως υπό την προϋπόθεση ότι είναι ειδικώς και πλήρως αιτιολογημένη. Η φύση ορισμένης κρίσης ως κατ΄ αρχήν τεχνικής δεν απαλλάσσει τα αρμόδια όργανα από την υποχρέωση ειδικής και πλήρους αιτιολόγησής της, όταν η κρίση αυτή αμφισβητείται με την προβολή ουσιωδών ισχυρισμών (Ε.Α. 1017/2005). Επίσης κατά την 862/2007 απόφαση της ΕΑ ΣτΕ κρίθηκε επαρκής η απάντηση της Π.Α. στις αιτιάσεις της ένστασης και επειδή δεν προβλήθηκαν νέες απόψεις και ισχυρισμοί που να κλονίζουν την απάντηση αυτή η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων απορρίφθηκε. Τα πρακτικά γνωστοποιούνται στους ενδιαφερόμενους υποψήφιους με τοιχοκόλλησή

τους στον επί τούτω χώρο της υπηρεσίας που διεξάγει το διαγωνισμό και κοινοποίηση (με

επιστολή, FAX, ή e-mail) σχετικής ανακοίνωσης, ενώ οι αποφάσεις της Προϊσταμένης

Αρχής κοινοποιούνται (ολόκληρες) στους διαγωνιζόμενους. Ο τρόπος κοινοποίησης

(ανάμεσα στις τρεις προβλεπόμενες από το νόμο δυνατότητες) ορίζεται με την προκήρυξη

(παρ. 2).

Στην (παρ. 3) τίθεται τεκμήριο γνώσης των ανωτέρω εγγράφων.

Σημειώνεται ότι με την απόφαση 1218/2006 της Επ.Αναστ. ΣτΕ κρίθηκε ότι η γνωστοποίηση εγγράφου με fax αποτελεί νόμιμο τρόπο γνωστοποίησης, εφόσον έχουν όμως τηρηθεί οι τύποι που τάσσονται με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 2672/1998 (σχετικές οι αποφάσεις της ΕπΑναστ. ΣτΕ 608/06, 509/2004, 727/2003 κ.ο.κ.). Τηλεομοιοτυπία εγγράφου η οποία έφερε τα στοιχεία: ημερομηνία αποστολής, αριθμό κλήσης της υπηρεσίας που το έστειλε, αριθμό σελίδων, έναρξη και λήξη αποστολής και αριθμούς κλήσης στους οποίους έγινε επιτυχημένη αποστολή δεν είναι νόμιμη, επειδή λείπουν α) η ταυτότητα του αποσταλέντος

123

Page 128: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

εγγράφου και β) το έγγραφο που πρέπει να συνοδεύει κατά το άρθρο 14 παρ. 11 του ν. 2672/1998 την τηλεομοιοτυπία (ΕΑ 383/2006), συγκεκριμένα δε δεν προκύπτει ο αριθμός πρωτοκόλλου του αποσταλέντος εγγράφου. Εννοείται βεβαίως ότι το νόμιμο ή μη της γνωστοποίησης έχει συνέπειες μόνο στην έναρξη της προθεσμίας άσκησης ενστάσεως ή προσφυγής και όχι στην εγκυρότητα του εγγράφου καθεαυτού. Στην παρ. 4 ορίζεται ότι οι προσφορές, οι αιτήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος και τα

διευκρινιστικά στοιχεία επί των προσφορών υποβάλλονται σε πρωτότυπο, εκτός αν

ορίζεται διαφορετικά στην προκήρυξη. Τα δικαιολογητικά στα οποία στηρίζεται η ποιοτική

επιλογή υποβάλλονται κατά κανόνα σε επικυρωμένο (κατά το άρθρου 11 του ν. 2690/99)

αντίγραφο και όταν δεν είναι συνταγμένα στην ελληνική γλώσσα συνοδεύονται από

επίσημη μετάφρασή τους στην ελληνική. Γλώσσα συνεννόησης μεταξύ της αναθέτουσας

αρχής και των υποψηφίων είναι η ελληνική.

Στο ν. 2690/99 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας) υφίστανται διατάξεις που

εφαρμόζονται συμπληρωματικά στις διαδικασίες ανάθεσης των συμβάσεων του ν.

3316/05, ιδίως οι ακόλουθες:

Αρθρο 11 1. Η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του ενδιαφερομένου γίνεται, από οποιαδήποτε διοικητική αρχή, βάσει του δελτίου ταυτότητας ή των αντίστοιχων εγγράφων που προβλέπονται στο άρθρο 3. 2. Την επικύρωση αντιγράφου από το πρωτότυπο, ή από το ακριβές αντίγραφο της αρχής που εξέδωσε το πρωτότυπο, μπορεί να ζητήσει ο ενδιαφερόμενος από οποιαδήποτε διοικητική αρχή, δικηγόρο ή συμβολαιογράφο. Δεν απαιτείται επικύρωση αντιγράφου ή φωτοαντιγράφου αν τούτο συνοδεύεται από την, κατά την παρ. 5 του άρθρου 3, υπεύθυνη δήλωση, στην οποία ο ενδιαφερόμενος βεβαιώνει την ακρίβεια των στοιχείων. 3. Οι διοικητικές αρχές οφείλουν να δέχονται επικυρωμένα αντίγραφα πιστοποιητικών, βεβαιώσεων ή άλλων δικαιολογητικών στοιχείων. Τα αντίγραφα αυτά, όπως και εκείνα που συνοδεύονται από την, κατά την παρ. 5 του άρθρου 3, υπεύθυνη δήλωση, γίνονται δεκτά, όπως το πρωτότυπο. Αρθρο 17 (σχετικά με την αιτιολογία των διοικητικών πράξεων - διοικητικές πράξεις

είναι οι αποφάσεις της Προϊσταμένης Αρχής):

1. Η ατομική διοικητική πράξη πρέπει να περιέχει αιτιολογία, η οποία να περιλαμβάνει τη διαπίστωση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή της. 2. Η αιτιολογία πρέπει να είναι σαφής, ειδική, επαρκής και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, εκτός αν προβλέπεται ρητώς στο νόμο ότι πρέπει να περιέχεται στο σώμα της πράξης. 3. Όταν η διοικητική πράξη εκδίδεται αυτεπαγγέλτως, τα αποδεικτικά στοιχεία συγκεντρώνονται με πρωτοβουλία του αρμόδιου για την έκδοσή της οργάνου. Όταν την έκδοση της διοικητικής πράξης ζητά ο ενδιαφερόμενος, αυτός οφείλει να υποβάλει τα δικαιολογητικά που καθορίζουν οι σχετικές διατάξεις, εκτός αν τα στοιχεία αυτά υπάρχουν στην αρμόδια για την έκδοση της πράξης διοικητική αρχή.

Αρθρο 20 (σχετικά με τις γνωμοδοτήσεις των Επιτροπών Διαγωνισμού - η γνώμη για

την ανάδειξη του αναδόχου ή την απόφαση επί της ενστάσεως θεωρείται γνωμοδότηση):

1. Όπου ο νόμος, για την έκδοση διοικητικής πράξης, προβλέπει προηγούμενη γνώμη (απλή ή σύμφωνη) ή πρόταση άλλου οργάνου, η μεν γνώμη διατυπώνεται ύστερα από ερώτημα του οργάνου που έχει την αποφασιστική αρμοδιότητα, η δε πρόταση υποβάλλεται με πρωτοβουλία του προτείνοντος οργάνου. Η γνώμη ή η πρόταση, πρέπει να είναι έγγραφη, αιτιολογημένη και

124

Page 129: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

επίκαιρη κατά το περιεχόμενό της. 2. Το όργανο που έχει την αποφασιστική αρμοδιότητα δεν μπορεί να εκδώσει πράξη με περιεχόμενο διαφορετικό από αυτό της σύμφωνης γνώμης ή της πρότασης. Η μη αποδοχή της θετικής σύμφωνης γνώμης ή της πρότασης, καθώς και η απόκλιση από την απλή γνώμη, πρέπει να αιτιολογούνται ειδικώς. 3. Το αρμόδιο για την έκδοση διοικητικής πράξης όργανο μπορεί να ζητήσει τη γνώμη άλλου οργάνου οικειοθελώς. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζονται όσα ισχύουν για την απλή γνώμη. 4. Αν η απλή γνώμη δεν υποβληθεί μέσα στην προθεσμία που έχει ταχθεί προς τούτο από το νόμο ή από το αποφασίζον όργανο ή, σε κάθε περίπτωση, μέσα σε εύλογο χρόνο, η διοικητική πράξη μπορεί να εκδοθεί και χωρίς αυτήν.

Με το Ν. 2672/1998 (Οικονομικοί πόροι ΟΤΑ -Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο) άρθρο 14

προβλέπεται και ρυθμίζεται η διακίνηση εγγράφων με το ταχυδρομείο. Οι κυριότερες

ρυθμίσεις του άρθρου:

1. Επιτρέπεται η διακίνηση εγγράφων μεταξύ των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή μεταξύ αυτών και των ενδιαφερόμενων φυσικών προσώπων, νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου και ενώσεων προσώπων με τηλεομοιοτυπία και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.

2. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ορίζονται :

α. Ως τηλεομοιοτυπία, η πιστή αναπαραγωγή από απόσταση εγγράφων με τη βοήθεια κατάλληλων τερματικών συσκευών.

β. Ως τηλεομοιότυπο, το λαμβανόμενο αντίγραφο στην τερματική συσκευή λήψης.

γ. Ως ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, το σύστημα αποστολής και λήψης μηνυμάτων μέσω δικτύου, από και προς την ηλεκτρονική διεύθυνση των χρηστών.

δ. Ως μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, η πληροφορία, το κείμενο ή αρχείο δεδομένων ή άλλο έγγραφο, που μεταδίδεται με σύστημα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

ε. Ως ψηφιακή υπογραφή, η ψηφιακής μορφής υπογραφή σε δεδομένα ή συνημμένη σε δεδομένα ή λογικά συσχετιζόμενη με αυτά, που χρησιμοποιείται από τον υπογράφοντα ως ένδειξη αποδοχής του περιεχομένου των δεδομένων αυτών, εφόσον η εν λόγω υπογραφή :

αα) συνδέεται μονοσήμαντα με τον υπογράφοντα,

ββ) ταυτοποιεί τον υπογράφοντα,

γγ) δημιουργείται με μέσα τα οποία ο υπογράφων μπορεί να διατηρήσει υπό τον έλεγχό του και

δδ) συνδέεται με τα δεδομένα στα οποία αναφέρεται κατά τρόπο ώστε να μπορεί να αποκαλυφθεί οποιαδήποτε επακόλουθη αλλοίωση των εν λόγω δεδομένων.

3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου που αφορούν τη διακίνηση εγγράφων με τηλεομοιοτυπία εφαρμόζονται στα έγγραφα που συντάσσονται από όργανα των υπηρεσιών της παραγράφου 1 ή από φυσικά πρόσωπα, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και ενώσεις προσώπων και ιδίως στις αποφάσεις, στις γνωμοδοτήσεις, στα πιστοποιητικά, στις βεβαιώσεις, στα ερωτήματα, στις αιτήσεις, στις εγκυκλίους, στις οδηγίες, στις εκθέσεις, στις μελέτες, στα πρακτικά, στα στατιστικά στοιχεία, στα υπηρεσιακά σημειώματα, στις έγγραφες εισηγήσεις, καθώς και στις απαντήσεις.

"Τα έγγραφα που διακινούνται με τηλεομοιοτυπία μεταξύ των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο. Τ .Α. α` και β` βαθμίδας επιτρέπεται να επικυρώνονται από τον εξουσιοδοτούμενο υπάλληλο της υπηρεσίας προς την οποία αποστέλλονται και να έχουν ισχύ ακριβούς αντιγράφου".

***Το εντος "" εδάφιο προστέθηκε με την παρ.7 του άρθρου 10 του Ν. 3230/2004 (ΦΕΚ Α 44). Με την παρ. 8 του άρθρου 10 του ιδίου νόμου ορίζεται ότι:

" Υπηρεσίες του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. εφόσoν διαθέτουν την απαραίτητη ηλεκτρονική υποδομή οφείλουν να διακινούν με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο έγγραφων, των οποίων επιτρέπεται, κατά τις κείμενες διατάξεις η διακίνηση με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, χωρίς ψηφιακή υπογραφή."

4. Μεταξύ των υπηρεσιών της παραγράφου 1, διακινούνται με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, μηνύματα που έχουν ως περιεχόμενο γνωμοδοτήσεις, ερωτήματα, αιτήσεις, απαντήσεις, εγκυκλίους, οδηγίες, εκθέσεις, μελέτες, πρακτικά, στατιστικά στοιχεία, υπηρεσιακά

125

Page 130: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

σημειώματα και έγγραφες εισηγήσεις. Κατά τον παραπάνω τρόπο διακινούνται μεταξύ των υπηρεσιών αυτών και των φυσικών και νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου μηνύματα που έχουν ως περιεχόμενο αιτήσεις παροχής πληροφοριών και σχετικές απαντήσεις.

5. Για τη διακίνηση εγγράφων με τηλεομοιοτυπία ή μηνυμάτων με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο προς φυσικά πρόσωπα, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου ή ενώσεις φυσικών προσώπων απαιτείται η συγκαταθέσή τους. Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μπορούν, με την υποβαλλόμενη αίτησή τους ή το διακινούμενο μήνυμα, να δηλώνουν την προτίμησή τους ως προς το μέσο της απάντησης. Σε διαφορετική περίπτωση τεκμαίρεται η συγκατάθεσή τους για τη διακίνηση της απάντησης με το ίδιο μέσο.

6. Από τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 εξαιρούνται :

α. Τα απόρρητα έγγραφα και εν γένει εκείνα των οποίων κωλύεται η χορήγηση αντιγράφων από τι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.

β. Τα έγγραφα τα οποία περιέχουν ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για την προστασία ατόμων από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

"γ. Οι αιτήσεις, προσφορές και δικαιολογητικά συμμετοχής στις διαδικασίες πρόσληψης προσωπικού με οποιαδήποτε σχέση, στους διαγωνισμούς ή διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων έργων, μελετών, προμηθειών, παροχής υπηρεσιών ή σε άλλους δημόσιους διαγωνισμούς, οι οποίοι πραγματοποιούνται βάσει προκήρυξης, εξαιρούνται από τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 μόνο στην περίπτωση που ορίζεται από ειδικές διατάξεις, ή την οικεία προκήρυξη ή πρόσκληση συμμετοχής με βάση ειδική αιτιολογία."

***Η περ. γ` αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.6 του άρθρου 10 του Ν. 3230/2004 (ΦΕΚ Α 44).

δ. Τα έγγραφα για τα οποία προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις η υποβολή τους σε πρωτότυπα ή επικυρωμένα αντίγραφα, καθώς και έγγραφα που χρησιμοποιούνται ως δικαιολογητικά για την εξόφληση τίτλων πληρωμής.

ε. Τα πάσης φύσεως αποδεικτικά είσπραξης.

στ. Με αποφάσεις του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εκδίδονται εντός αποκλειστικής προθεσμίας τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, δύνανται να εξαιρούνται και άλλες κατηγορίες εγγράφων, εφόσον ειδικοί λόγοι επιβάλλουν την εξαίρεση αυτή.

7. Αν η επιδιωκόμενη από φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου διακίνηση αφορά έγγραφα ή μηνύματα, τα οποία δεν περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου ή εξαιρούνται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, η υπηρεσία υποχρεούται να ενημερώνει σχετικώς τον ενδιαφερόμενο.

8. Οι αιτήσεις που υποβάλλονται με τηλεομοιοτυπία δεν χαρτοσημαίνονται. Αν για τη χορήγηση πιστοποιητικού ή άλλου είδους βεβαίωσης απαιτείται η καταβολή παραβόλου, τέλους ή άλλου ποσού υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, τα σχετικά παραστατικά πρέπει να προσκομίζονται κατά την παραλαβή του. Στην περίπτωση αυτή δεν είναι δυνατή η αποστολή του πιστοποιητικού ή της βεβαίωσης με τηλεομοιοτυπία.

9. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, το μηχανικό μέσο (τηλεομοιτυπική συσκευή), με το οποίο μεταβιβάζεται το έγγραφο, πρέπει να αφήνει ευκρινές αποτύπωμα, ώστε να είναι δυνατή η αναγνώριση της συσκευής αποστολής. Το αποτύπωμα αυτό περιλαμβάνει τον αριθμό κλήσης της τηλεομοιοτυπικής συσκευής του αποστολέα και του παραλήπτη, την ημερομηνία και την ώρα αποστολής, καθώς και τον αριθμό της τρέχουσας σελίδας.

10. Τα έγγραφα που αποστέλλονται από τις υπηρεσίες της παραγράφου 1 και τους ιδιώτες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, με τηλεομοιοτυπική συσκευή, πρέπει, απαραιτήτως, να συνοδεύονται από φύλλο αποστολής.

11. Προκειμένου για έγγραφα που αποστέλλονται από τις παραπάνω υπηρεσίες, το φύλλο αποστολής πρέπει να περιέχει :

α. τον πλήρη τίτλο και τη διεύθυνση της αποστέλλουσας υπηρεσίας,

β. τα στοιχεία προσδιορισμού της ταυτότητας του αποστελλόμενου εγγράφου, όπως τον πλήρη τίτλο της εκδούσας υπηρεσίας, τον αριθμό πρωτοκόλλου και την ημερομηνία έκδοσης,

γ. τον αριθμό σελίδων του αποστελλόμενου εγγράφου και

δ. το ονοματεπώνυμο, την ιδιότητα, τον αριθμό τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπικής συσκευής, καθώς και

126

Page 131: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

την υπογραφή του χειριστή.

12. Προκειμένου για έγγραφα που αποστέλλονται από ιδιώτη, το φύλλο αποστολής πρέπει να περιέχει :

α. το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία, τη διεύθυνση, τον αριθμό τηλεφώνου και, εφόσον υπάρχει, της τηλεομοιοτυπικής συσκευής του φυσικού ή νομικού προσώπου που υπογράφει το έγγραφο και την ημερομηνία έκδοσης,

β. τον αριθμό των σελίδων του αποστελλόμενου εγγράφου και

γ. την υπογραφή του αποστολέα.

Αν το έγγραφο αποστέλλεται από νομικό πρόσωπο, το φύλλο αποστολής πρέπει να περιέχει και τα στοιχεία που αναφέρονται στην περίπτωση δ`της προηγούμενης παραγράφου.

13. Τα εισερχόμενα με τηλεομοιοτυπία στις υπηρεσίες της παραγράφου 1 έγγραφα πρωτοκολλούνται με την ημερομηνία και κατά τη σειρά λήψης τους….

14. Τα αναφερόμενα στις παραγράφους 10 ως και 12 στοιχεία και το περιεχόμενο του μεταβιβαζόμενου με τηλεομοιτυπία εγγράφου θεωρούνται ότι έχουν ληφθεί πλήρως και ευκρινώς, εκτός αν ο παραλήπτης ζητήσει εκ νέου αποστολή του σε εύλογο χρόνο.

15. Τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μεταξύ των υπηρεσιών της παραγράφου 1 του παρόντος πρέπει να περιέχουν, τουλάχιστον, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείόυ αποστολέα και λήπτη, τον πλήρη τίτλο της αποστέλλουσας υπηρεσίας, τα στοιχεία προσδιορισμού της ταυτότητας του αποστελλόμενου μηνύματος, το ονοματεπώνυμο, την ιδιότητα και τον αριθμό τηλεφώνου και χειριστή. Αν στο μήνυμα προσαρτώνται αρχεία δεδομένων, αναγράφεται ο χαρακτήρας και τα στοιχεία προσδιορισμού της ταυτότητας των δεδομένων αυτών.

16. Τα μηνύματα που αποστέλλονται από ιδιώτες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπών πρέπει να περιέχουν το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία, τη διεύθυνση της κατοικίας ή της έδρας, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τον αριθμό τηλεφώνου του φυσικού ή νομικού προσώπου που αποστέλλει το μήνυμα. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 15 ισχύει και στην περίπτωση αυτή.

17. Το μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου θεωρείται ότι έχει περιέλθει στο λήπτη, εφόσον υπάρχει σχετική ηλεκτρονική επιβεβαίωση. Αν το οικείο σύστημα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν υποστηρίζει την αυτόματη επιβεβαίωση της λήψης του μηνύματος, ο παραλήπτης του, εφόσον τούτο ζητηθεί από τον αποστολέα, υποχρεούται στην παραπάνω επιβεβαίωση.

Η αποστολή μηνύματος με ηλεκτρονικό υπολογιστή δεν συνεπάγεται έναρξη των προθεσμιών άσκησης διοικητικών προσφυγών, ένδικων βοηθημάτων και ένδικων μέσων.

18. Σε κάθε υπηρεσία που διαθέτει ηλεκτρονική διεύθυνση ορίζεται υπεύθυνος για τη χρήση και λειτουργία του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τη διακίνηση των μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Ο υπεύθυνος λαμβάνει όλα τα αναγκαία και πρόσφορα μέτρα για την παρεμπόδιση στην πρόσβαση και χρήση μη εξουσιοδοτημένων προς τούτο ατόμων.

19. Με προεδρικό διάταγμα, … καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία έκδοσης, διακίνησης, διαχείρισης και διασφάλισης της ψηφιακής υπογραφής, …

20. Με το ανωτέρω προεδρικό διάταγμα ή άλλο μεταγενέστερο, που εκδίδεται με πρόταση των ίδιων Υπουργών, μπορεί να επεκτείνεται η διακίνηση μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μεταξύ των δημοσίων υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. ή μεταξύ αυτών και των φυσικών και νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου σε όλες ή ορισμένες από τις αναφερόμενες στην παρ. 3 του παρόντος άρθρου κατηγορίες εγγράφων. Η επέκταση αυτή επιτρέπεται μόνο σε μηνύματα που φέρουν ψηφιακή υπογραφή, η οποία είναι σύμφωνη με τους όρους και προδιαγραφές που προβλέπονται από το προεδρικό διάταγμα της προηγούμενης παραγράφου.

21. Το τηλεομοιότυπο έχει την ισχύ του μεταβιβαζόμενου εγγράφου, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις και τηρείται η διαδικασία που προβλέπεται στο παρόν άρθρο.

22. Η ψηφιακή υπογραφή επιφέρει τα αποτελέσματα της ιδιόχειρης υπογραφής, κατά την κείμενη νομοθεσία. Το μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που φέρει ψηφιακή υπογραφή σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 19 έχει την αποδεικτική ισχύ εγγράφου κατά τους ορισμούς του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και κάθε άλλης σχετικής διάταξης.

23. Εφόσον τα διακινούμενα με τηλεομοιοτυπία έγγραφα πρέπει να διατηρηθούν, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για τη διατήρηση αρχείων, πέραν της διετίας, η οικεία υπηρεσία υποχρεούται να προβαίνει στην αρχειοθέτηση και επικυρωμένων από την ίδια φωτοτυπικών αντιγράφων των παραλαμβανόμενων τηλεομοιοτύπων.

127

Page 132: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

24. Τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αρχειοθετούνται ηλεκτρονικώς και διατηρούνται για όσο χρόνο προβλέπουν οι ισχύουσες διατάξεις για τη διατήρηση αρχείων. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης μπορεί να ρυθμίζονται ειδικότερες τεχνικές λεπτομέρειες για την αρχειοθέτηση των μηνυμάτων του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

25. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει δύο (2) μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Ν.2690/99 (ΚΔΔ) – ‘Αρθρο 10 παρ. 2

2. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί, μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία, να υποβάλει την αίτησή του ή άλλο έγγραφο με μηχανικό μέσο εφόσον το μέσο τούτο αφήνει αποτύπωμα που καθιστά αναμφίβολη την αναγνώριση του μηχανήματος αποστολής και παραλαβής, καθώς και της ημερομηνίας και ώρας αποστολής και παραλαβής. Στη συνέχεια όμως οφείλει να υποβάλει, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 3 και 11, το αργότερο μέσα σε πέντε (5) ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας, έγγραφο, που φέρει την ιδιόχειρη υπογραφή του και έχει όμοιο περιεχόμενο με αυτό το οποίο παρέλαβε, με το μηχανικό μέσο, η υπηρεσία.

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ:

EA ΣΤΕ 58/2008

Επιτρέπεται, κατ` αρχήν, ο ενδιαφερόμενος να υποβάλει με τηλεομοιοτυπία την κατά το άρθρο 3 παρ. 2 του Ν. 2522/1997 προσφυγή, πρέπει, όμως, να καταθέσει στην αναθέτουσα αρχή, μέσα σε πέντε ημέρες από τη λήξη της πενθήμερης προθεσμίας για την άσκηση της προσφυγής, έγγραφο με το ίδιο περιεχόμενο και με ιδιόχειρη υπογραφή. Η αιτούσα, η οποία έφερε το σχετικό βάρος αποδείξεως, δεν απέδειξε ότι κατέθεσε το πρωτότυπο της προδικαστικής της προσφυγής.

128

Page 133: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΑΝΑΔΟΧΩΝ,

ΚΑΤΑ ΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΗΣ ΑΝΑΘΕΣΗΣ.

Κατά το στάδιο της ανάθεσης οι συμμετέχοντες στη δημοπρασία, ή όσοι έχουν έννομο συμφέρον να τους ανατεθεί ένα έργο ή μια μελέτη προστατεύονται προσωρινά με το ν. 2522/97, κατά τον οποίο μπορούν να προσφύγουν στην αρμόδια Επιτροπή Αναστολών του ΣτΕ, με ασφαλιστικά μέτρα, αφού προηγηθεί διαδικασία άσκησης προδικαστικής προσφυγής, ενώπιον της αναθέτουσας αρχής. Η προστασία αυτή προβλέπεται πάντως μόνο για υπηρεσίες (και μελέτες) προϋπολογισμού άνω των 133.000 ΕΥΡΩ, όταν πρόκειται για σύμβαση με αναθέτουσες αρχές υπουργεία και λοιπές κεντρικές αρχές, 206.000 ΕΥΡΩ, όταν πρόκειται για αναθέτουσες αρχές ΟΤΑ κ.λ.π. ν.π.δ.δ. και 411.000 όταν πρόκειται για τους λεγόμενους εξαιρούμενους φορείς (στους τομείς διανομής ύδατος, ενέργειας, μεταφορών και ταχυδρομικών υπηρεσιών57.

Για τις συμβάσεις κατώτερου προϋπολογισμού εξακολουθεί να ισχύει το άρθρο 52 του Π.Δ. 18/89, περί αιτήσεως αναστολής της προσβαλλόμενης πράξεως, αφού όμως προηγουμένως έχει ασκηθεί αίτηση ακύρωσης κατά της ίδιας πράξεως).

Ο νόμος 2522/97 αποτελεί εφαρμογή σχετικής κοινοτικής οδηγίας (της λεγόμενης «δικονομικής οδηγίας» υπ’ αριθ. 89/665/ΕΟΚ), κατά την οποία η προϋπάρχουσα προστασία της αίτησης αναστολής του Π.Δ. 18/89 δεν ήταν αρκετή, γιατί δεν προβλεπόταν η αναστολή της υπογραφής της σύμβασης για όσο χρόνο διαρκούσε η δικαστική διαδικασία, με αποτέλεσμα να υπογράφεται η σύμβαση, να καθίσταται έτσι χωρίς αντικείμενο η αίτηση αναστολής και να μην υπάρχει κατά τον τρόπο αυτό πραγματική προστασία του αναδόχου.

Πριν την άσκηση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων πρέπει επί ποινή απαραδέκτου της αιτήσεως να τηρηθεί η εξής προδικασία (άρθρο 3 ν. 2522/97):

1.Να ασκηθεί, εντός 5 ημερών από τότε που ο ενδιαφερόμενος έλαβε πλήρη γνώση (Βλ. ΕΑ ΣτΕ 49/98, 79/98) της πράξης ή της παράλειψης58, προσφυγή (λεγόμενη και προδικαστική) ενώπιον της αναθέτουσας αρχής, στην οποία προσφυγή πρέπει να προσδιορίζονται οι νομικές και πραγματικές αιτιάσεις του59. Οι αιτιάσεις αυτές πρέπει να είναι διατυπωμένες έτσι ώστε να

57 Με την απόφαση 571/2006 της ΕΑ ΣτΕ κρίθηκε ότι δεν υφίσταται αρμοδιότητα λήψης ασφαλιστικών μέτρων σε σύμβαση μελέτης κατώτερη του ορίου, παρότι η μελέτη ήταν ενταγμένη σε ομάδα παρεμβάσεων και υποέργων χρηματοδοτούμενων ενιαία από κονδύλια της ΕΕ. Κρίθηκε επίσης ότι η αναφορά στην Προκήρυξη της Μελέτης περί εφαρμογής του ν. 2522/97 δεν αρκεί για να θεμελιώσει την αρμοδιότητα του ΣτΕ αφού με την προκήρυξη τίθεται το κανονιστικό πλαίσιο του διαγωνισμού, όχι όμως και το δικονομικό πλαίσιο επίλυσης των διαφορών. 58 Ως πράξεις ή παραλείψεις, παραδεκτώς προσβλητές δεν νοούνται τα πρακτικά των Επιτροπών που συντάσσονται στα πλαίσια των διαδικασιών ανάθεσης, αλλά οι αποφάσεις που τα εγκρίνουν. Η απόφαση αυτή δεν θεωρείται παραδεκτώς συμπροσβαλλόμενη με την κατά του πρακτικού αίτηση, αν δεν έχει ασκηθεί η προδικαστική προσφυγή και κατά της αποφάσεως (Ε.Α. ΣτΕ 233/2002).

Εξ άλλου δεν είναι υποχρεωτική η άσκηση ένστασης για την περαιτέρω άσκηση προδικαστικής προσφυγής, η δε δυνατότητα αυτεπάγγελτου ελέγχου του κύρους των διαδικαστικών πράξεων του διαγωνισμού από την Π.Α. δεν αίρει το απαράδεκτο των ανεπικαίρως ασκουμένων αιτήσεων ασφ. μέτρων (ΕΑ ΣτΕ 1358/2007). Με δυο λόγια αν δεν ασκηθεί ένσταση, ώστε να προκληθεί απόφαση της Π.Α. η οποία και μπορεί να προσβληθεί με αίτηση ασφαλιστικών μέτρων δεν μπορεί μεταγενέστερα να ασκηθεί κατά άλλου πρακτικού. 59 Η παράλειψη κοινοποίησης της προδικαστικής προσφυγής στους τυχόν βλαπτομένους σε περίπτωση αποδοχής της, δεν καθιστά, σε περίπτωση απορρίψεως της προδικαστικής προσφυγής από τη Διοίκηση (οπότε δεν υφίσταται βλάβη οι καθών στρέφεται η προσφυγή) απαράδεκτη την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων (ΕΑ ΣτΕ 154/2002).

Ενόψει του ν. 2672/1998, η γνωστοποίηση εγγράφου με τηλεομοιοτυπία (ΦΑΞ) αποτελεί νόμιμο τρόπο γνωστοποίησης (ΕΑ ΣτΕ 212/2000, 189/2001, 207/2002).

Εξ άλλου, μπορεί η προδικαστική προσφυγή, σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 2672/1998, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 10 παρ. 6 του ν. 3230/04, να ασκηθεί με FAX. Για το παραδεκτό της πάντως πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 2690/99, να κατατεθεί εντός 5 ημερών από τη λήξη της προθεσμίας έγγραφο με την ιδιόχειρη υπογραφή του προσφεύγοντος και με περιεχόμενο όμοιο με αυτό της τηλεομοιοτυπίας (ΕΑ ΣτΕ 1299/2007).

129

Page 134: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

καλύπτουν το αίτημά του, και επ’ αυτών βασίζεται η αίτηση ασφ. μέτρων, η οποία δεν επιτρέπεται να περιέχει διαφοροποιημένα παράπονα ή αιτήματα.

Κατά τη νομολογία του ΣτΕ μπορεί την προδικαστική προσφυγή και την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων να ασκήσει μεμονωμένη ε.ε., μέλος Κ/Ξ (η οποία και υπέβαλε προσφορά).

2. Η προσφυγή αυτή κοινοποιείται από τον ενδιαφερόμενο στον εκπρόσωπο ή τον αντίκλητο κάθε θιγομένου. Εάν παραπονείται για τον αποκλεισμό του οι λοιποί μετέχοντες του διαγωνισμού δεν είναι θιγόμενοι (Ε.Α. ΣτΕ 54/98). Εφόσον η προσφυγή στρέφεται κατά πράξεως που δέχεται την προσφυγή άλλου προσώπου δεν απαιτείται η τήρηση προδικασίας.

3. Η αναθέτουσα αρχή οφείλει ν’ αποφανθεί αιτιολογημένα εντός 10 ημερών. Η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας σημαίνει σιωπηρή απόρριψη και κατά της απορρίψεως (ρητής ή σιωπηρής) ασκείται αίτηση ασφ. μέτρων εντός 10 ημερών. Η αίτηση, μετά τον προσδιορισμό της, κοινοποιείται από τον αιτούντα προς την αναθέτουσα αρχή και σε κάθε τρίτο ενδιαφερόμενο, του οποίου την κλήτευση θεωρεί αναγκαία ο δικαστής60.

4. Ο τρίτος μπορεί ν’ ασκήσει παρέμβαση εφόσον επηρεάζονται τα συμφέροντά του. 5. Η προθεσμία για την άσκηση της προδικ/κής προσφυγής, η άσκησή της, καθώς και η

προθεσμία για την άσκηση της αίτησης ασφ.μέτρων κωλύουν την σύναψη της σύμβασης. Κατά τη νομολογία του ΔΕΚ (υπόθεση Alcatel C-81/98, ΔιΔ 2001, 818), η ορθή μεταφορά της δικονομικής οδηγίας 89/665/ΕΟΚ στα εγχώρια νομικά συστήματα συνεπάγεται την αποτελεσματική προστασία και κατά της τελικής πράξης του διαγωνισμού, που είναι η κατακύρωση και δεν ασκεί επιρροή η ανυπαρξία ικανού χρονικού διαστήματος μεταξύ της κατακύρωσης και της σύναψης της συμβάσεως (έννοιες που κατά το ελληνικό δίκαιο είναι ταυτόσημες). Πρακτικό αποτέλεσμα: μετά την κατακύρωση πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στους ενδιαφερομένους να προσβάλλουν την πράξη αυτή, ενέργεια η οποία και θα πρέπει να κωλύει τη σύναψη της συμβάσεως. Έτσι ως σύναψη εκλαμβάνεται η κοινοποίηση της περί κατακυρώσεως αποφάσεως στον αναδειχθέντα ως μειοδότη, ενώ η γνωστοποίηση του αποτελέσματος του διαγωνισμού στους υπόλοιπους ενδιαφερόμενους πρέπει να προηγείται.

6. Ο δικαστής κατά την κατάθεση της αίτησης ασφ. μέτρων μπορεί να χορηγήσει προσωρινή διαταγή (η οποία μπορεί ν΄ ανακληθεί αιτήσει της αναθέτουσας αρχής).

Με τις υπ’ αριθ. 82/2003 και 253/2003 αποφάσεις της Επιτροπής Αναστολών του ΣτΕ, αντιμετωπίσθηκε το γενικότερο πρόβλημα ερμηνείας του ν. 2522/97 και κωδικοποιήθηκαν οι υποχρεώσεις της διοίκησης σχετικά με την αποχή της από την σύναψη της συμβάσεως, όταν ασκηθεί αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Κρίθηκε λοιπόν ότι:

• η πρόβλεψη του ν. 2522/97, περί του ότι η προθεσμία της προδικαστικής προσφυγής (5ήμερη), η προθεσμία για τη λήψη αποφάσεως εκ μέρους της αναθέτουσας Αρχής (10ήμερη) και η προθεσμία για την άσκηση αίτησης ασφαλιστικών μέτρων (10ήμερη) κωλύουν την σύναψη της σύμβασης, δεν έχει την έννοια ότι αν παρέλθουν οι προθεσμίες αυτές (και μάλιστα η τελευταία) χωρίς να κοινοποιηθεί η ασκηθείσα αίτηση ασφ. μέτρων, η διοίκηση έχει το δικαίωμα να προχωρήσει στη σύναψη της συμβάσεως άνευ ετέρου τινός, αλλά πρέπει να περιμένει για άλλες 15 ημέρες, από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, μετά την παρέλευση των οποίων μπορεί να προχωρήσει στη σύναψη αν εν τω μεταξύ δεν έχει λάβει την αίτηση των ασφαλιστικών μέτρων. Η προθεσμία των 15 ημερών κρίθηκε ότι είναι η εύλογη, για την προάσπιση των συμφερόντων των υποψηφίων.

• Μπορεί πάντως η διοίκηση να μην περιμένει την παρέλευση των 15 ημερών, αν μετά τη λήξη της 10ήμερης προθεσμίας των ασφαλιστικών μέτρων επικοινωνήσει με τη γραμματεία του αρμόδιου Δ΄Τμήματος του ΣτΕ και βεβαιωθεί ότι δεν ασκήθηκε εμπρόθεσμη αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.

• Αν ασκηθεί μεν αίτηση ασφαλιστικών μέτρων και κοινοποιηθεί στον κύριο εντός του 15ημέρου, χωρίς να έχει εκδοθεί προσωρινή διαταγή, ο κύριος απαλλάσσεται της υποχρέωσής του να απόσχει από τη σύναψη της σύμβασης, μόνο αν απορρίφθηκε ρητά το αίτημα έκδοσης προσωρινής διαταγής – όχι δηλαδή όταν ο δικαστής άπλά δεν αποφάσισε. Δηλαδή η μη έκδοση προσωρινής διαταγής παρότι ζητήθηκε δεν έχει την έννοια της σιωπηρής απόρριψης του αιτήματος και δεν μπορεί να εκληφθεί ως τέτοια.

60 Εφόσον αποκλεισθεί κάποιος από διαγωνισμό δεν μπορεί να προβάλλει λόγους κατά της συμμετοχής άλλων συμμετεχόντων, παρά μόνο με την προϋπόθεση ότι θα αρθεί με την απόφαση του Δικαστηρίου ο δικός του αποκλεισμός (ΕΑ ΣτΕ 220, 334/2002) Είναι απαράδεκτη η αίτηση παροχής προσωρινής προστασίας, στρεφόμενη κατά της κατακυρωτικής του αποτελέσματος του διαγωνισμού πράξεως, εφόσον οι προβαλλόμενες μ’ αυτήν αιτιάσεις αφορούν το στάδιο της αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών (Ε.Α. ΣτΕ 486/2002).

130

Page 135: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

• Ακόμα κι αν δεν έχει υποβληθεί αίτημα εκδόσεως προσωρινής διαταγής η διοίκηση δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωσή της να περιμένει την εκδίκαση και απόφαση επί της αιτήσεως ασφ. μέτρων. Μπορεί πάντως ο δικαστής αν διαπιστώσει ότι μια τέτοια αίτηση είναι προφανώς απαράδεκτη ή αβάσιμη να συντμήσει την προθεσμία συζήτησης, για να μην παρακωλύεται στις περιπτώσεις αυτές η διοίκηση στην υπογραφή της σύμβασης.

7. Η άσκηση της διαδικασίας αυτής είναι ανεξάρτητη από λοιπές διοικητικές προσφυγές

(π.χ. αντιρρήσεις του άρθρου 20 ΠΔ 609/85), που ισχύουν στη διαδικασία ανάθεσης. 8. Η άσκηση της αίτησης ασφ. μέτρων δεν προϋποθέτει την άσκηση αίτησης ακύρωσης. Η

προθεσμία άσκησης της αίτησης ακύρωσης διακόπτεται με την κατάθεση της αίτησης ασφ. μέτρων κι αρχίζει να τρέχει πάλι από τη δημοσίευση της απόφασης.

9. Ο διάδικος που πέτυχε την λήψη υπέρ αυτού ασφ. μέτρου οφείλει ν’ ασκήσει την αίτηση ακύρωσης σε τριάντα μέρες από την δημοσίευση της απόφασης.

Οι πράξεις της αναθέτουσας αρχής που υπόκεινται στην προσωρινή προστασία του ν.

2522/97 αναφέρονται στο άρθρο 4 του νόμου. Έτσι, ενδεικτικά, ο νόμος αναφέρει ότι μπορεί να ζητηθεί η ακύρωση όρου της διακήρυξης ή των συμβατικών τευχών, καθώς και των πράξεων αποκλεισμού από το διαγωνισμό, αξιολόγησης προσφορών και κατακύρωσης του διαγωνισμού. Η ακύρωση της πράξης ή της παράλειψης μετά την σύναψη της σύμβασης δεν θίγει το κύρος της, εκτός κι αν είχε προηγηθεί απόφαση ασφ. μέτρων ή προσωρινή διαταγή. Στην περίπτωση αυτή ο δικαιωθείς δικαιούται αποζημιώσεως κατά τα άρθρα 197 και 198 ΑΚ (προσυμβατική ευθύνη).

ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ 61.

1. Αρμοδιότητα ΕλΣυν.: Πριν την τελική κατακύρωση, το πρακτικό ανάθεσης,

εφόσον το αντικείμενό της σύμβασης (και μάλιστα τόσο της αρχικής όσο και των

συμπληρωματικών συμβάσεων, βλέπ. πρακτ. 54/2002 του Ε΄Κλιμ.Ελεγκτ.Συνεδρίου)

ξεπερνά τα τιθέμενα στο νόμο όρια (παλαιό όριο 1.450.000 ΕΥΡΩ για τις συμβάσεις

υπηρεσιών), υποβάλλεται υποχρεωτικά στον προληπτικό έλεγχο κλιμακίου του

Ελεγκτικού Συνεδρίου ( Ν. 2741/99 άρθρο 8). Ο νόμος αυτός, που θέσπισε την

υποχρεωτικότητα στον έλεγχο των συμβάσεων, ήρθε ως συνέχεια του ν. 2145 άρθρο

15, που πρόσθεσε παρ. 7 στο άρθρο 19 του ΠΔ 774/80 και πρόβλεπε τον έλεγχο

της νομιμότητας των συμβάσεων, ύστερα όμως από πρωτοβουλία και πρόταση του

αρμοδίου Υπουργού. Πάντως αν υποβαλλόταν τέτοια σύμβαση στον έλεγχο του ΕλΣυν και

ο έλεγχος απέβαινε αρνητικός, η σύμβαση δεν μπορούσε να υπογραφεί, ο Υπουργός

δηλαδή δεσμευόταν από την «γνώμη» του ΕλΣυν και δεν μπορούσε να την αγνοήσει.

61 Το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι δικαστήριο, προβλεπόμενο από το Σύνταγμα (άρθρο 98), το οποίο έχει αρμοδιότητες σχετικές με τον έλεγχο της νομιμότητας των δαπανών του κράτους, των ΟΤΑ, ή άλλων Ν.Π. που υπάγονται με ειδικό νόμο σ’ αυτό, τον έλεγχο συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας, στις οποίες αντισυμβαλλόμενο είναι το δημόσιο ή άλλο ν.π. εξομοιούμενο, όπως ορίζει ειδικός νόμος. Ο οργανισμός του ΕλΣυν ρυθμίζεται με το ΠΔ 774/80, το οποίο έχει υποστεί αρκετές τροποποιήσεις.. Ο έλεγχος των δαπανών του Δημοσίου γίνεται είτε προληπτικά (όπου ελέγχεται το χρηματικό ένταλμα πριν την πληρωμή του), από τους Παρέδρους του ΕλΣυν που εδρεύουν στα υπουργεία και τους Επιτρόπους που εδρεύουν στις Νομαρχίες, είτε κατασταλτικά (από το Κλιμάκιο όταν πρόκειται για έλεγχο λογαριασμού δημοσίου υπολόγου, ή από τους Επιτρόπους όταν πρόκειται για απολογισμό ΟΤΑ ή ΝΠΔΔ. Όταν γίνεται κατασταλτικός έλεγχος από τον Επίτροπο, μπορούν κατά της πράξης του να ασκηθούν ένδικα μέσα στο Κλιμάκιο)

131

Page 136: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Το όριο αυτό του προσυμβατικού ελέγχου αφορά την προϋπολογιζόμενη δαπάνη

του έργου χωρίς ΦΠΑ. Ο μη συνυπολογισμός του ΦΠΑ στο κρίσιμο μέγεθος της

προϋπολογιζόμενης δαπάνης ορίσθηκε με τη διάταξη του άρθρου 19 του ν. 3193/2003

(ΦΕΚ Α΄266), ενώ προηγουμένως με το υπ’ αριθ. 186/2000 πρακτικό του Ε΄Κλιμακίου του

Ελεγκτικού Συνεδρίου, είχε κριθεί κρίθηκε ότι στην προϋπολογιζόμενη δαπάνη

περιλαμβάνεται και ο ΦΠΑ διότι «αν ο νομοθέτης ήθελε να μη συμπεριλαμβάνεται το ποσό

του ΦΠΑ στην έννοια της προϋπολογιζόμενης δαπάνης του έργου θα το όριζε ρητά»).

Ήδη με το ν. 3010/2005 (περί βασικού μετόχου) άρθρο 12 παρ. 27, το άριο

του προσυμβατικού ελέγχου προσδιορίσθηκε στο ποσό του 1.000.000 ΕΥΡΩ62. Η

διάταξη αυτή καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς διαδικασίες ανάθεσης εφόσον κατά την

έναρξη ισχύος του νόμου (10-11-2005) δεν είχε συναφθεί (δηλαδή κοινοποιηθεί στον

ανάδοχο η κατακυρωτική απόφαση, με πρόσκληση για την υπογραφή της συμβάσεως) η

σύμβαση.

2. Με το ν. 3060/2002 (άρθρο 3), υπήχθησαν στο έλεγχο του ΕλΣυν και οι

συμπληρωματικές συμβάσεις, εφόσον το αντικείμενό τους υπερβαίνει το εκάστοτε

ισχύον όριο του προσυμβατικού ελέγχου. Επίσης, κατά τη διαμορφωθείσα ήδη νομολογία

του ΕλΣυν, υπάγεται στον έλεγχο η πρώτη συμπληρωματική σύμβαση μετά την υπέρβαση

του ορίου, εφόσον η αρχική δεν είχε υπαχθεί (δηλαδή αν η αρχική είναι στο ύψος των

800.000 ΕΥΡΩ και συναφθεί μια συμπληρωματική σύμβαση 300.000 ΕΥΡΩ, η πρώτη αυτή

συμπληρωματική σύμβαση θα σταλεί για έλεγχο, οι επόμενες όμως όχι, εκτός κι αν η κάθε

μια απ΄αυτές ξεπερνά το ποσό του 1.000.000 ΕΥΡΩ).63

3. Το κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν επιλύει ιδιωτικές ή οικονομικές

διαφορές, υποκαθιστάμενο στην αρμοδιότητα άλλων δικαιοδοτικών οργάνων και δεν ασκεί

αρμοδιότητα υποκατάστασης στις ουσιαστικές και τεχνικές κρίσεις των διοικητικών

62 Ήδη, με το άρθρο 25 παρ. 3 του ν. 3614/2007, που ισχύει από 3-12-2007, το όριο προσυμβατικού ελέγχου για τις συγχρηματοδοτούμενες από κοινοτικά κονδύλια του Γ΄και Δ΄ Κοινοτικού Πλαισίου συμβάσεις (και μόνο) ανέρχεται σε 5.000.000 ΕΥΡΩ. Η ως άνω ρύθμιση εφαρμόζεται σε όλες τις διαδικασίες ανάθεσης που μέχρι τις 3-12-2007 (ημερομηνία εφαρμογής του νόμου) δεν είχε αποφανθεί το Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Πράξη 16/2008 του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου). Συνεπώς αν πριν την ημερομηνία αυτή είχε αποσταλεί ο φάκελος, αλλά δεν είχε συνεδριάσει το Κλιμάκιο, δεν έχει πλέον αρμοδιότητα και ο φάκελος επιστρέφεται (χωρίς να κωλύεται η σύναψη της σύμβασης).

63 Σύμφωνα με την πάγια «νομολογία» του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ο όρος νομολογία τίθεται σε εισαγωγικά διότι δεν πρόκειται ακριβώς για νομολογία. Νομολογία ονομάζονται οι αποφάσεις δικαστηρίων, έχει δε ήδη κριθεί, με την 20/2005 απόφαση του ΑΕΔ ότι οι σχετικές πράξεις των κλιμακίων και του τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά τον προσυμβατικό έλεγχο, είναι διοικητικές πράξεις και όχι δικαστικές αποφάσεις) το ΕλΣυν δεν μπορεί να ασκήσει προσυμβατικό έλεγχο σε συμπληρωματικές συμβάσεις οι εργασίες των οποίων έχουν ήδη προηγουμένως εκτελεσθεί, αφού στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα ήταν κατασταλτικός και όχι προληπτικός (πράξη 256/2006 του Ε΄Κλιμακίου).

132

Page 137: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

οργάνων (ελέγχει μόνο την αιτιολογία και την τυχόν υπέρβαση των άκρων ορίων της

διακριτικής ευχέρειας), ενώ ο έλεγχος που πραγματοποιεί εκτείνεται στο σύνολο των

πράξεων που συνθέτουν την διαδικασία ανάθεσης, πλην επικεντρώνεται στα θέματα που

θέτει η διοίκηση, η που προκύπτουν συνεπεία υποβολής αντιρρήσεων, διαφωνιών μεταξύ

των μελών επιτροπής και τυχόν δημοσίων καταγγελιών (Ε΄ κλιμ. Πρακτ. 168/2001). Η

αρμοδιότητα του ΕλΣυν συνίσταται στον έλεγχο του αν η διοίκηση ερμηνεύοντας και

εφαρμόζοντας την κείμενη νομοθεσία ανάθεσης δημ. Έργου κινήθηκε εντός της δυνατής

ερμηνείας του νόμου (Ε΄ Κλιμ. Πρακτ. 31/2001).

Ειδικότερα, με την απόφαση 77/2008 της Ε.Α.ΣτΕ, κρίθηκε ότι α) οι πράξεις των Κλιμακίων αλλά και των Τμημάτων του Ελ.Συν. που αφορούν τον

προσυμβατικό έλεγχο των συμβάσεων εκδίδονται κατ΄ενάσκηση διοικητικής αρμοδιότητας (όπως έκρινε σχετικά η απόφαση ΑΕΔ 20/2005),

β) οι αποφάσεις της διοίκησης που εκδίδονται σε συμμόρφωση με την κρίση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (π.χ. για τον αποκλεισμό μειοδότη διαγωνιζόμενου και την ανάθεση της σύμβασης στον επόμενο κατά σειρά) υπόκεινται σε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά το ν. 2522/97, καθότι διαφορετική εκδοχή θα δημιουργούσε έλλειμμα δικαστικής προστασίας και θα αντέβαινε εκ τούτου στις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος, συμφώνως προς την οποία πρέπει να ερμηνεύονται οι διατάξεις του άρθρου 98 παρ. 1 περ. β και 3 του Συντάγματος. Με την 17/2004 πράξη του VI Τμήματος κρίθηκε (επ’ ευκαιρία αιτήσεως

ανακλήσεως αρνητικής πράξης, ότι το πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού με το οποίο

κρίθηκε ότι είναι νόμιμη η συμμετοχή εταιρείας στο διαγωνισμό (δεν εντοπίσθηκε ούτε

προβλήθηκε κατά το πρώτο στάδιο ότι τα πιστοποιητικά ονομαστικοποίησης των μετοχών

ήταν ανεπίκαιρα και άρα μη ισχύοντα) είναι δημόσιο έγγραφο που αποτελεί πλήρη

απόδειξη ως προς όλους, εφόσον δεν προσβλήθηκε ως πλαστό. Άρα, κατά το ΕλΣυν ορθά

απερρίφθη ένσταση που υποβλήθηκε μετά το άνοιγμα των οικονομικών προσφορών για το

θέμα αυτό.

Πρόκειται σαφώς για εφαρμογή της αρχής του επικαίρου, την οποία εφαρμόζει

το ΣτΕ, και την οποία μέχρι τώρα αρνούνταν να εφαρμόσει το ΕλΣυν.

4. ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΠΡΑΞΕΩΝ ΕΛΣΥΝ: Τα πρακτικά του κλιμακίου του ΕλΣυν είναι

πράξεις δικαστικού σχηματισμού που δεν παράγουν δεδικασμένο και γι’ αυτό υπόκεινται σε

ανάκληση είτε αυτεπαγγέλτως είτε εξ αφορμής αίτησης της αναθέτουσας αρχής ή του

ενδιαφερόμενου τρίτου, όταν συντρέχει πραγματικός ή νομικός λόγος που δικαιολογεί την

ανάκληση.

Με το άρθρο 2 του ν. 3060/2002 ορίστηκε ρητά ότι αιτήσεις ανακλήσεως

των Πράξεων των Κλιμακίων σε περίπτωση πλάνης περί τα πράγματα ή το νόμο

υποβάλλονται από αυτόν που έχει σπουδαίο έννομο συμφέρον προς τούτο ή από τον

Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας χάριν του δημοσίου συμφέροντος, μέσα σε δεκαπέντε

133

Page 138: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

(15) ημέρες από την κοινοποίηση της Πράξεως του Κλιμακίου στον οικείο φορέα και στον

Γενικό Επίτροπο. Τις αιτήσεις ανακλήσεως εξετάζει Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου,το

οποίο και αποφαίνεται επ' αυτών μέσα σε τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες από την

κατάθεσή τους, ενώ άλλη αίτηση ανακλήσεως δεν επιτρέπεται.

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ: Η 1633/2002 απόφαση του ΣτΕ (ΕλΔνη 51, 340) ασχολήθηκε με τη σχέση των δικαιοδοσιών του ΣτΕ και του Ελεγκτικού Συνεδρίου και έκρινε ότι α) το γεγονός πως το ΕλΣυν κατέληξε σε αρνητικό έλεγχο κάποιας σύμβασης για την οποία είχε εκδοθεί κατακυρωτική απόφαση υπό τον όρο ότι θα αποβεί θετικός ο έλεγχος, δεν κωλύει το ΣτΕ να ασχοληθεί με τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης της διαδικασίας αναθέσεως. β) Η διάταξη του άρθρου 16 του ν. 2576/98, με την οποία μπορεί να ελεγχθεί κατά τις διατάξεις του ν. 3200/55 η νομιμότητα πράξεων δημοσίων φορέων (μεταξύ των οποίων και τα Πανεπιστήμια) δεν παραβιάζει το συνταγματικά κατοχυρωμένο αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ. Γ) Η αναφορά με τη Διακήρυξη σε όλες τις εγκυκλίους που εκδόθηκαν σε εφαρμογή του ν. 2576/98, καθιστά τις εγκυκλίους αυτές αναπόσπαστο κομμάτι της Διακήρυξης και του συστήματος κανόνων που διέπουν το διαγωνισμό. Υπουργική απόφαση πάντως εκδοθείσα σε μεταγενέστερο χρόνο από την ημερομηνία δημοσίευσης της Διακήρυξης του συγκεκριμένου διαγωνισμού δεν εμπεριέχεται σε αυτό το σύνολο κανόνων, άρα δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη.

5. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΣΥΝΑΨΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΜΕ ΕΠ/ΣΕΙΣ ΜΕΣΩΝ

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ

Τα τελευταία χρόνια, μετά την τελευταία τροποποίηση του Συντάγματος (2001) και την

θέσπιση διάταξης (άρθρο 14 παρ. 9) για την καταπολέμηση της διαφθοράς στις δημόσιες

συμβάσεις (έργων, προμηθειών και υπηρεσιών), τέθηκαν σε εφαρμογή τρεις νόμοι

(3021/2002, 3310/2005 και 3414/2005) που στην καθημερινή γλώσσα ονομάστηκαν νόμοι

περί «βασικού μετόχου». Η φιλοσοφία τους έγκειται στην εξής αρχή: όποιος ελέγχει μέσα

ενημέρωσης (ηλεκτρονικά ή έντυπα) δεν μπορεί να μετέχει ως «βασικός μέτοχος» σε

επιχειρήσεις που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, επειδή παράγεται αμάχητο τεκμήριο πως

θα χρησιμοποιήσει την επιρροή του μέσου που ελέγχει για να υποχρεώσει ή να πιέσει εν

πάση περιπτώσει τους δημόσιους φορείς να τον ευνοήσουν στις διαδικασίες των

διαγωνισμών. Σημειώνεται ότι με τις διατάξεις των νόμων αυτών σχετίζονται άμεσα οι

ισχύουσες διατάξεις περί ονομαστικοποίησης των μετοχών των Α.Ε., επειδή η

διασταύρωση των στοιχείων των επιχειρήσεων Μ.Μ.Ε. και εργοληπτικών κ.λ.π.

επιχειρήσεων μπορεί να έχει αποτέλεσμα μόνο αν οι μέτοχοι είναι γνωστοί.

Οι βασικές ρυθμίσεις του Ν. 3310/2005, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει μετά τον ν. 3414/05.

• Το όριο της συμβατικής δαπάνης, πάνω από την οποία πρέπει να γίνει ο έλεγχος του ΕΣΡ ορίζεται πλέον σε 1.000.000 ΕΥΡΩ (άρθρο 2 παρ. 1).

• Τα ασυμβίβαστο ισχύει σε κάθε περίπτωση συγγενούς μέχρι τρίτου βαθμού και δεν παρέχεται δυνατότητα απόδειξης περί οικονομικής αυτοτέλειας.

• Ο έλεγχος του ΕΣΡ δεν γίνεται μόνο κατά την ανάθεση, αλλά μέχρι και την περάτωση της σύμβασης (άρα ελέγχεται η ύπαρξη ασυμβιβάστου και σε περίπτωση υποκατάστασης του αρχικού αναδόχου) (άρθρο 5 παρ. 1).

134

Page 139: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

• Πριν την υπογραφή της σύμβασης, η διαγωνιζόμενη επιχείρηση υποβάλλει στο ΕΣΡ αίτηση για έκδοση πιστοποιητικού διαφάνειας (παρ. 3 άρθρου 5), που εκδίδεται σε αποκλειστική προθεσμία 30 ημερών (η οποία μπορεί να παρατείνεται μέχρι και για δεκαπέντε μέρες (άρθρο 6 παρ. 1). Αν δεν εκδοθεί εμπρόθεσμα η αναθέτουσα αρχή υπό προϋποθέσεις προχωρά στην σύναψη της σύμβασης. Ο έλεγχος γίνεται με αναφορά σε δύο χρονικά σημεία τον χρόνο υποβολής προσφοράς και τον χρόνο κατάθεσης των εγγράφων (παρ. 4). Αν διαπιστωθεί κώλυμα δεν ανατίθεται η σύμβαση και εξετάζεται η ανάθεση στον δεύτερο κατά σειρά κατάταξης διοαγωνιζόμενο.

• Μετά τη σύναψη της σύμβασης και μέχρι την περάτωση του αντικειμένου της σύμβασης η επιχείρηση οφείλει να αναφέρει στο ΕΣΡ τις αλλαγές στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εμπίπτουν στα ασυμβίβαστα. Εφόσον υπάρξουν αλλαγές στα πρόσωπα, που συνεπιφέρουν τη δημιουργία ασυμβιβάστου, επιβάλλονται εις βάρος της επιχείρησης οι ποινές του άρθρου 7.

• Υποχρέωση ελέγχου των στοιχείων επιβάλλεται και για τις αλλοδαπές επιχειρήσεις, είτε έχουν υποχρέωση από το δίκαιο της χώρας εγκατάστασής τους να έχουν ονομαστικές μετοχές, είτε δεν έχουν τέτοια υποχρέωση. Στην δεύτερη περίπτωση η αναθέτουσα αρχή ζητά τα κατά την κρίση της στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η σύνθεση του μετοχικού της κεφαλαίου.

• Ο χρόνος εφαρμογής του νέου νόμου είναι η δημοσίευσή του και καταλαμβάνει όλους του διαγνωισμούς σε όποιο στάδιο κι αν ευρίσκονται.

Ο ν. 3414/05, διευκρινίζει την έννοια της ασυμβίβαστης ιδιότητας:

1. Έννοια ασυμβίβαστης ιδιότητας - συνέπειες.

Κατά την παρ. 4 του άρθρου 3, ασυμβίβαστη ιδιότητα (συμμετοχή συγχρόνως σε Επιχείρηση

Μέσων Ενημέρωσης (ΕΜΕ) και επιχείρηση που αναλαμβάνει δημόσια έργα ή μελέτες) συνιστά η

έκδοση οριστικής καταδικαστικής απόφασης, με ισχύ δεδικασμένου, κατά ΕΜΕ με την

οποία συνδέεται η επιχείρηση που συμμετέχει σε διαδικασία σύναψης σύμβασης έργου ή μελέτης με

έναν από τους τρόπους που ορίζει ο νόμος αυτός στο άρθρο 3, για το αδίκημα της ενεργητικής

διαφθοράς υπαλλήλου της Αναθέτουσας Αρχής, όπως το αδίκημα αυτό ορίζεται ειδικότερα στις ως

άνω διατάξεις. Αν εκδοθεί τέτοια απόφαση όσο η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη ο υποψήφιος

αποκλείεται, ενώ αν στο μεταξύ έχει αναλάβει την εκτέλεση της σύμβασης, κηρύσσεται έκπτωτος.

Αν το πρόσωπο στο οποίο συντρέχει το κώλυμα με την ως άνω μορφή είναι μέλος κοινοπραξίας,

κηρύσσεται έκπτωτος και τη σύμβαση συνεχίζουν τα υπόλοιπα μέλη.

Το κώλυμα συμμετοχής στους διαγωνισμούς λόγω της ως άνω καταδίκης ισχύει για ένα χρόνο από

την έκδοση της καταδικαστικής απόφασης και σε περίπτωση υποτροπής για πέντε χρόνια.

2. Ο έλεγχος του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (Ε.Σ.Ρ.)

2.1. Ο έλεγχος των ασυμβίβαστων ιδιοτήτων εκ μέρους του ΕΣΡ είναι διαρκής και εκτείνεται κατά

το χρονικό διάστημα από την υπογραφή της σύμβασης, μέχρι την ολοκλήρωση της εκτέλεσής της.

Αφορά συμβάσεις με αντικείμενο ανώτερο του 1.000.000 ευρώ.

2.2. Ο ανάδοχος, πριν την υπογραφή της σύμβασης, υποβάλει κατ΄ευθείαν στην αναθέτουσα αρχή μόνο υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986, ότι δεν έχει εκδοθεί εις βάρος του καταδικαστική απόφαση, κατά την έννοια του άρθρου 3 του ν. 3310/2005, όπως ισχύει (βλέπετε ΚΥΑ 20977/23-8-2007 – ΦΕΚ Β΄1673). Η υπεύθυνη αυτή δήλωση αντικατέστησε το πιστοποιητικό Διαφάνειας του ΕΣΡ. Αν, πριν από την υπογραφή, εκδόθηκε οριστική καταδικαστική απόφαση με ισχύ δεδικασμένου, που διαπιστώνει την τέλεση του αδικήματος της ενεργητικής διαφθοράς, η Αναθέτουσα Αρχή αποκλείει τον υποψήφιο και

135

Page 140: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

υποβάλλει την σχετική απόφαση στο ΕΣΡ, ώστε να ελεγχθεί ο αποκλεισμός του πριν από τη υπογραφή της σύμβασης. 2.3. Μετά την υπογραφή της σύμβασης η επιχείρηση οφείλει να γνωστοποιεί στο ΕΣΡ οποιαδήποτε αλλαγή των προσώπων (φυσικών και νομικών) που εμπίπτουν στις ασυμβίβαστες ιδιότητες του νόμου, μέχρι και την ολοκλήρωση της σύμβασης. Αν εκδοθεί καταδικαστική απόφαση μετά την ανάθεση, ο εργοδότης κηρύσσει τον ανάδοχο έκπτωτο και προσκομίζει τη σχετική απόφασή της στο ΕΣΡ, προκειμένου να ελεγχθεί η έκπτωσή του. 3. Πιστοποιητικό του ΕΣΡ [Καταργήθηκε πλέον με την ως άνω ΚΥΑ και μάλιστα και για τις τρέχουσες διαδικασίες ανάθεσης – βλέπετε απόφαση ΕΣΡ κατά την 36η Συνεδρίαση της Ολομέλειάς του, την 9-10-2007].

136

Page 141: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΜΕΛΕΤΩΝ – ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΣΥΝΑΦΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΓΕΝΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Οι διατάξεις του Δ΄ Κεφαλαίου ρυθμίζουν την εκτέλεση των

συμβάσεων των μελετών και συναφών υπηρεσιών. Οι διατάξεις στηρίζονται στο δίκαιο του

716/77 και του π.δ. 194/79, με τις αναγκαίες προσαρμογές. Καταβλήθηκε προσπάθεια να

καλυφθούν τα κενά του νόμου εκείνου. ΟΙ διατάξεις είναι μεν ιδιαιτέρως λεπτομερειακές,

αλλά πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι δεν προβλέπεται έκδοση προεδρικού διατάγματος και

υπουργικών αποφάσεων για την εκτέλεση των διατάξεων.

ΑΡΘΡΟ 23

Σύναψη της σύμβασης

1. Η σύμβαση περιλαμβάνει το σύνολο των όρων που προσδιορίζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των αντισυμβαλλομένων και περιλαμβάνονται στα τεύχη του διαγωνισμού, στην απόφαση έγκρισης του αποτελέσματος και το σχετικό ιδιωτικό συμφωνητικό.

2. Η σύμβαση συνάπτεται με την κοινοποίηση της απόφασης έγκρισης του αποτελέσματος του διαγωνισμού στον ανάδοχο. Επί συμβάσεως που καταρτίζεται ύστερα από διαδικασία με διαπραγμάτευση το έγγραφο της σύμβασης έχει συστατικό χαρακτήρα.

3. Με την κοινοποίηση της εγκριτικής απόφασης της Προϊσταμένης Αρχής καλείται ο ανάδοχος για την υπογραφή του ιδιωτικού συμφωνητικού, σε ορισμένο τόπο και μετά παρέλευση τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημερών, εκτός αν ο ανάδοχος δηλώσει ότι επιθυμεί να υπογράψει νωρίτερα. Μέσα στην προθεσμία και πριν την υπογραφή ο ανάδοχος υποχρεούται να καταθέσει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία (Δ.Υ.) την εγγύηση καλής εκτέλεσης της σύμβασης. Η υπογραφή του ιδιωτικού συμφωνητικού έχει αποδεικτικό χαρακτήρα και αν δεν ορίζεται διαφορετικά στο κείμενό της, από αυτήν αρχίζουν οι προθεσμίες της σύμβασης. Με το ιδιωτικό συμφωνητικό δεν επιτρέπεται να τροποποιηθούν ή συμπληρωθούν οι όροι των τευχών του διαγωνισμού. Γλώσσα συνεννόησης μεταξύ του εργοδότη και του αναδόχου είναι η ελληνική.

4. Αν δεν προσέλθει εμπρόθεσμα ο ανάδοχος για την υπογραφή του ιδιωτικού συμφωνητικού, κηρύσσεται έκπτωτος, με απόφαση του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και χωρίς άλλες προϋποθέσεις, εκτός αν επικαλεστεί και αποδείξει έλλειψη υπαιτιότητας. Κατά της απόφασης χωρεί ένσταση, η οποία αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης. Επί της ενστάσεως αποφασίζει ρητά η Προϊσταμένη Αρχή μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών και σε κάθε περίπτωση η έκδοση της απόφασης αυτής αποτελεί προϋπόθεση για τη συνέχιση της διαδικασίας ανάθεσης. Με την απόρριψη της ένστασης, οριστικοποιείται η έκπτωση και επέρχεται, με απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Υ., η κατάπτωση της εγγύησης συμμετοχής του αναδόχου, υπέρ του κυρίου του έργου.

5. Κατά την υπογραφή του ιδιωτικού συμφωνητικού ο ανάδοχος δηλώνει την έδρα του και τον αντίκλητό του. Σε περίπτωση αναδόχου σύμπραξης, ως έδρα του αναδόχου θεωρείται η έδρα του εκπροσώπου του. Ο ανάδοχος υποχρεούται να δηλώνει χωρίς καθυστέρηση στη Διευθύνουσα Υπηρεσία, την αλλαγή της έδρας του. Μέχρι την υποβολή της δήλωσης θεωρούνται ισχυρές οι κοινοποιήσεις των εγγράφων της Δ.Υ. στην προηγούμενη έδρα.

6. Αντίκλητος του αναδόχου ορίζεται φυσικό πρόσωπο που κατοικεί στην έδρα της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και αποδέχεται το διορισμό του με δήλωση που περιλαμβάνεται στο κείμενο της σύμβασης ή υποβάλλεται με ιδιαίτερο έγγραφο. Αντίκλητος δεν αποκλείεται να είναι και ο εκπρόσωπος του αναδόχου, εφόσον κατοικεί στην έδρα της διευθύνουσας υπηρεσίας. Στον

137

Page 142: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

αντίκλητο γίνονται νόμιμα, αντί του αναδόχου, οι κοινοποιήσεις των εγγράφων της υπηρεσίας. Ο ανάδοχος μπορεί να αντικαταστήσει τον αντίκλητό του, μέχρι δε την υποβολή της σχετικής δήλωσης, οι κοινοποιήσεις γίνονται στον αντίκλητο. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία δικαιούται να απαιτήσει αντικατάσταση του αντικλήτου από τον ανάδοχο, που υποχρεούται να συμμορφωθεί άμεσα, αν δεν παραλαμβάνει τα προς τον ανάδοχο απευθυνόμενα έγγραφα.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Η έννοια της σύμβασης. Οι διατάξεις του άρθρου 23 είναι νέες για το δίκαιο των

μελετών, αφού ούτε ο ν. 716/77, ούτε και ν. 3164/03 ρύθμιζαν τα σχετικά θέματα.

Κατ’ αρχήν, για να μην υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία, ορίζεται ότι ως σύμβαση

νοείται το σύνολο των όρων που προσδιορίζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις

των μελών και οι οποίοι περιλαμβάνονται στα τεύχη του διαγωνισμού, στην απόφαση

έγκρισης του αποτελέσματος και στο ιδιωτικό συμφωνητικό που υπογράφεται (παρ.

1). Δηλαδή όταν λέμε σύμβαση εκπόνησης μελέτης δεν εννοούμε απλώς το ιδιωτικό

συμφωνητικό που υπογράφεται μεταξύ εργοδότη και αναδόχου μετά την κατακύρωση

της σύμβασης, αλλά όλα τα συμβατικά τεύχη που συνοδεύουν την προκήρυξη και

καθορίζουν τους όρους της σύμβασης και τις υποχρεώσεις και δικαιώματα των μερών.

Για το λόγο αυτό και για να προληφθεί το πρόβλημα που μπορεί να προκύψει από τις

τυχόν αντιφάσεις μεταξύ των συμβατικών τευχών, με την προκήρυξη ορίζεται

συνήθως (και πρέπει να ορίζεται) η σειρά ισχύος μεταξύ των τευχών. Η σειρά ισχύος

μεταξύ των τευχών της σύμβασης καθορίζεται στις πρότυπες προκηρύξεις που

έχουν κυκλοφορήσει.

Σύναψη της σύμβασης. Η σύμβαση συνάπτεται με την κοινοποίηση της

κατακυρωτικής απόφασης στον ανάδοχο, όταν προηγείται διαγωνισμός. Ο κανόνας

αυτός ισχύει γενικά στις δημόσιες συμβάσεις και οφείλεται στη φύση του διαγωνισμού που

αντιστοιχεί στη διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προτάσεων, υποβολή πρότασης και

αποδοχή της πρότασης του Αστικού Δικαίου. Η σύμβαση κατά το αστικό δίκαιο είναι

υποβολή πρότασης από το ένα μέρος και αποδοχή της από το άλλο και μπορεί να

συνάπτεται σε ένα έγγραφο (με τις υπογραφές των συμβαλλομένων) αλλά και σε δύο

διαφορετικά έγγραφα. Στο διαγωνισμό λοιπόν, η προκήρυξη έχει την έννοια της

πρόσκλησης προς υποβολή προτάσεων, η προσφορά των ενδιαφερομένων έχει την έννοια

πρότασης προς σύναψη συμβάσεως και η κατακύρωση έχει την έννοια της αποδοχής της

πρότασης 64.

64 Στο άρθρο 23 του ν. 2690/99 ορίζεται συγκεκριμένα ότι: Η διοικητική σύμβαση, που συνάπτεται ύστερα από διαγωνισμό ή με απευθείας ανάθεση, καταρτίζεται από και με την επίδοση στον ενδιαφερόμενο της πράξης με την οποία τελειούται ο διαγωνισμός ή της πράξης ανάθεσης, αντιστοίχως, εκτός αν στο νόμο ορίζεται διαφορετικά.

138

Page 143: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Όταν συνάπτεται σύμβαση με διαπραγμάτευση, τότε κρίσιμη πράξη είναι η υπογραφή της

σύμβασης (παρ. 1), διότι δεν υφίσταται διαδικασία διαγωνισμού με προκήρυξη, υποβολή

προσφοράς και κατακύρωση.

Στις παρ. 3 και 4 ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες της υπογραφής, η κατάθεση της εγγύησης

καλής εκτέλεσης σε αντικατάσταση της εγγύησης συμμετοχής και η έκπτωση του

αναδόχου αν δεν προσέλθει για την υπογραφή. Η έκπτωση του άρθρου αυτού είναι

ιδιόρρυθμη, αφού δεν έχει προϋποθέσεις, διαδικασία και συνέπειες ανάλογες της κοινής

έκπτωσης του άρθρου 33.

Στις παρ. 5 και 6 ορίζονται οι λεπτομέρειες που αφορούν τη δήλωση της έδρας του

αναδόχου και το διορισμό αντικλήτου του, για την παραλαβή των εγγράφων που

απευθύνονται σ΄ αυτόν.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Μέχρι πρόσφατα εθεωρείτο ότι το κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων

συμβάσεων δεν είχε εφαρμογή στην εκτέλεση των συμβάσεων. Τούτο είναι αληθές εν

μέρει, αφού οι οδηγίες δεν έχουν διατάξεις για την εκτέλεση. Όμως οι αρχές που διέπουν

τις οδηγίες βρίσκουν εφαρμογή και στο στάδιο της εκτέλεσης.

Πρόσφατα σχετικά εκδόθηκε μια σημαντικότατη απόφαση του Δικαστηρίου των

Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων επί της υποθέσεως C-496/1999 (Επιτροπή κατά CAS Succhi di

Frutta SpA). Το αντικείμενο φαινομενικά δεν έχει σχέση με σύμβαση δημοσίου έργου (πρόκειται

για σύμβαση με αναθέτουσα αρχή την Επιτροπή της Ε.Ε., στα πλαίσια επισιτιστικής βοήθειας), αλλά

η Επιτροπή την εφαρμόζει πλέον σε όλες τις συμβάσεις, γιατί έχει απόλυτη σχέση με τις αρχές κτης

διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ: Η εταιρεία CAS Succhi di Frutta SpA υπέβαλε προσφορά στο διαγωνισμό,

αλλ΄αυτός κατακυρώθηκε σε άλλο διαγωνιζόμενο. Κατά την εκτέλεση της σύμβασης προέκυψε

ανάγκη σοβαρής διαφοροποίησης του συμβατικού αντικειμένου. Η εταιρεία άσκησε ένδικα μέσα

(προσφυγή ακύρωσης στο Πρωτοδικείο της Ε.Κ.).

Πρώτο ζήτημα: Νομιμοποιείται να προσφύγει δικαστικά στη φάση εκτέλεσης της

σύμβασης κάποιος που συμμετείχε στο διαγωνισμό αλλά δεν αναδείχθηκε μειοδότης;

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ παρέχεται στη σκέψη 57 της απόφασης που παρατίθεται αυτούσια:

«Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να θεωρηθεί ότι η επίδικη απόφαση αφορά ατομικά την προσφεύγουσα. Την αφορά ατομικά, καταρχάς, ως μη προκριθείσα υποψηφία, καθόσον ένας από τους σημαντικούς όρους του διαγωνισμού -εκείνος που αφορά τον τρόπο πληρωμής των σχετικών προμηθειών- τροποποιήθηκε εκ των υστέρων από την Επιτροπή. Συγκεκριμένα, έναν τέτοιον υποψήφιο δεν τον αφορά ατομικά μόνον η απόφαση της Επιτροπής που καθορίζει την τύχη, ευνοϊκή ή δυσμενή, μιας εκάστης των υποβληθεισών, μετά την προκήρυξη του διαγωνισμού, προσφορών (απόφαση [της 6ης Μαρτίου 1979], 92/78, Simmenthal κατά Επιτροπής, [Συλλογή τόμος 1979/Ι, σ. 407, σκέψη 25]). Διατηρεί επίσης ατομικό συμφέρον να μεριμνά ώστε να τηρούνται οι όροι της προκηρύξεως του διαγωνισμού κατά τη φάση της εκτελέσεώς του. Συγκεκριμένα, το ότι η Επιτροπή δεν ανέφερε, στην προκήρυξη διαγωνισμού, τη δυνατότητα που έχουν οι μειοδότες να λαμβάνουν φρούτα διαφορετικά από εκείνα που προβλέπονται ως πληρωμή για τις προμήθειές τους, στέρησε από την προσφεύγουσα τη δυνατότητα να υποβάλει

139

Page 144: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

προσφορά διαφορετική από εκείνη που υπέβαλε και να έχει έτσι την ίδια τύχη με την Trento Frutta.»

Δεύτερο ζήτημα: Μπορεί να θεωρηθεί ότι ισχύει η αρχή της ίσης μεταχείρισης μεταξύ του

μειοδότη και αναδόχου και των λοιπών διαγωνιζομένων; Η Επιτροπή (που ήταν η αναθέτουσα αρχή

ισχυρίστηκε πως όχι. Συγκεκριμένα ισχυρίστηκε πως «οι όροι της προκηρύξεως του διαγωνισμού

είναι ανεπίδεκτοι αλλαγής μόνο μέχρι τη στιγμή καθορισμού του μειοδότη, ενώ στη συνέχεια η

αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποκλίνει εφόσον το απαιτούν οι περιστάσεις και κατά το μέτρο που η

εν λόγω τροποποίηση δεν θίγει τα δικαιώματα της επιχειρήσεως με την οποία συνάφθηκε η

σύμβαση»).

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: 108. Πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου σχετική με τις δημόσιες συμβάσεις, η αναθέτουσα αρχή οφείλει να τηρεί την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 27ης Νοεμβρίου 2001, C-285/99 και C-286/99, Lombardini και Mantovani, Συλλογή 2001, σ. I9233, σκέψη 37, και της 19ης Ιουνίου 2003, C315/01, GAT, Συλλογή 2003, σ. I6351, σκέψη 73).

109. Από τη νομολογία προκύπτει επίσης ότι η τήρηση της εν λόγω αρχής συνεπάγεται υποχρέωση διαφάνειας προκειμένου να καθίσταται δυνατός ο έλεγχός της (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 18ης Ιουνίου 2002, C92/00, HI, Συλλογή 2002, σ. I5553, σκέψη 45, και της 12ης Δεκεμβρίου 2002, C470/99, Universale-Bau κ.λπ., Συλλογή 2002, σ. Ι11617, σκέψη 91).

110. Σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ των υποψηφίων, αντικείμενο της οποίας είναι η προώθηση της ανάπτυξης υγιούς και αποτελεσματικού ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων που μετέχουν σε διαδικασία αναθέσεως δημοσίας συμβάσεως, όλοι οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες κατά τη διατύπωση των όρων των προσφορών τους και, ως εκ τούτου, οι όροι που πρέπει να πληρούν οι προσφορές πρέπει να είναι όμοιοι για όλους τους υποψηφίους.

111. H αρχή της διαφάνειας, η οποία αποτελεί το επιστέγασμα της προαναφερθείσας αρχής, έχει στην ουσία ως σκοπό να αποκλείει τον κίνδυνο ευνοιοκρατίας και καταχρήσεως εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής. Προϋποθέτει ότι όλοι οι όροι και τρόποι διεξαγωγής της διαδικασίας αναθέσεως πρέπει να διατυπώνονται με σαφήνεια, ακρίβεια και χωρίς αμφισημία στην προκήρυξη του διαγωνισμού ή στη συγγραφή υποχρεώσεων, κατά τρόπο ώστε, αφενός, να παρέχουν σε όλους τους ευλόγως ενημερωμένους και κανονικά επιμελείς υποψηφίους τη δυνατότητα να κατανοούν το ακριβές περιεχόμενό τους και να τους ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο και, αφετέρου, να καθιστούν δυνατό τον εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής αποτελεσματικό έλεγχο του αν οι προσφορές των υποψηφίων ανταποκρίνονται στα κριτήρια που διέπουν την εν λόγω σύμβαση.

112. Δεδομένης όμως τόσο της σημασίας όσο και του σκοπού και της πρακτικής αποτελεσματικότητας των εν λόγω αρχών, η τήρησή τους πρέπει να εξασφαλίζεται και στην περίπτωση ειδικής διαδικασίας διαγωνισμού όπως η επίδικη, λαμβανομένων ενδεχομένως υπόψη των ιδιαιτεροτήτων της τελευταίας αυτής διαδικασίας.

113. Συναφώς, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, εν προκειμένω, η Επιτροπή καθόρισε κατ' αρχάς, βάσει του κανονισμού 1975/95 του Συμβουλίου και των προαναφερθέντων κανονισμών 2009/95 και 228/96, τους γενικούς όρους του διαγωνισμού για την προμήθεια χυμού φρούτων και μαρμελάδας για τους πληθυσμούς της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν και, στη συνέχεια, συνέταξε την προκήρυξη του διαγωνισμού καθορίζοντας τόσο το ακριβές αντικείμενο όσο και τους συγκεκριμένους τρόπους διεξαγωγής της εν λόγω διαδικασίας αναθέσεως.

114. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι διατάξεις των εν λόγω κανονισμών πρέπει να θεωρηθούν ως το πλαίσιο διεξαγωγής του συνόλου της διαδικασίας.

115. Συνεπώς, σ' ένα τέτοιο πλαίσιο εναπόκειται στην Επιτροπή, ως αναθέτουσα αρχή, να τηρεί αυστηρά τα κριτήρια που η ίδια έχει καθορίσει όχι μόνον κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού αυτή καθ' εαυτή, η οποία έχει ως αντικείμενο την αξιολόγηση των προσφορών και την ανακήρυξη του μειοδότη, αλλά, γενικότερα, μέχρι το πέρας του σταδίου εκτελέσεως της οικείας συμβάσεως.

116. Επομένως, εφόσον μια προσφορά που δεν πληροί τους προβλεπόμενους όρους πρέπει, προφανέστατα, να απορρίπτεται, κατά μείζονα λόγο η αναθέτουσα αρχή δεν είναι εξουσιοδοτημένη να αλλοιώνει τη γενική οικονομία του διαγωνισμού τροποποιώντας στη συνέχεια μονομερώς έναν από τους ουσιώδεις όρους του και, ειδικότερα, μια διάταξη που, αν είχε περιληφθεί στην προκήρυξη του διαγωνισμού, θα είχε παράσχει στους υποψηφίους τη δυνατότητα να υποβάλουν ουσιωδώς διαφορετική προσφορά.

140

Page 145: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

117. Συνεπώς, σε περίπτωση όπως η υπό κρίση, η αναθέτουσα αρχή δεν μπορούσε μετά τη σύναψη της συμβάσεως και, επιπλέον, με απόφαση το περιεχόμενο της οποίας παρεκκλίνει από τις διατάξεις των προγενέστερα εκδοθέντων κανονισμών, να τροποποιήσει ουσιώδη όρο του διαγωνισμού όπως τον σχετικό με τους τρόπους πληρωμής για τα προϊόντα τα οποία αφορούσε η προμήθεια.

118. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή επιθυμεί, για συγκεκριμένους λόγους, την τροποποίηση ορισμένων όρων του διαγωνισμού μετά την ανακήρυξη του μειοδότη, οφείλει να προβλέπει ρητά την εν λόγω δυνατότητα προσαρμογής, όπως και τους τρόπους εφαρμογής της, στην προκήρυξη του διαγωνισμού που έχει συντάξει και η οποία οριοθετεί το πλαίσιο εντός του οποίου πρέπει να διεξαχθεί η διαδικασία, οπότε όλες οι επιχειρήσεις που ενδιαφέρονται να μετάσχουν στον διαγωνισμό το γνωρίζουν εξ αρχής και τελούν, κατ' αυτόν τον τρόπο, σε ισότητα κατά την υποβολή της προσφοράς τους.

119. Επιπλέον, στην περίπτωση που δεν προβλέπεται ρητά παρόμοια δυνατότητα, αλλά η αναθέτουσα αρχή σκοπεύει, κατά το στάδιο που έπεται της αναθέσεως της συμβάσεως, να αποκλίνει από έναν από τους ουσιώδεις προβλεπόμενους όρους, δεν μπορεί νομίμως να συνεχίσει τη διαδικασία εφαρμόζοντας άλλους όρους από τους αρχικά προβλεφθέντες.

120. Συγκεκριμένα, αν επιτρεπόταν στην αναθέτουσα αρχή να τροποποιεί κατά βούληση και κατά το στάδιο της εκτελέσεως της συμβάσεως τους όρους του διαγωνισμού, χωρίς ρητή εξουσιοδότηση προκύπτουσα από τις σχετικές ισχύουσες διατάξεις, θα αλλοιώνονταν οι αρχικά προβλεφθέντες όροι που διέπουν την ανάθεση της συμβάσεως.

121. Επιπλέον, μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας.

ΑΡΘΡΟ 24

Εγγυήσεις

1. Η εγγύηση καλής εκτέλεσης της σύμβασης καλύπτει συνολικά και χωρίς διακρίσεις την εφαρμογή όλων των όρων της σύμβασης και κάθε απαίτηση του κυρίου του έργου σχετική με την καλή και έγκαιρη εκτέλεση της σύμβασης και ανέρχεται σε ποσοστό πέντε τοις εκατό της προεκτιμώμενης αμοιβής του ανατιθέμενου σταδίου.

2. Οι εγγυήσεις του νόμου αυτού παρέχονται με εγγυητικές επιστολές του Ταμείου Συντάξεως Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (ΤΣΜΕΔΕ) ή τραπεζών που λειτουργούν στην Ελλάδα ή σε οποιοδήποτε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου ή του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, συνοδευόμενες από επίσημη μετάφρασή τους στην ελληνική γλώσσα. Μπορούν επίσης να παρέχονται με σύσταση παρακαταθήκης αντίστοιχου ποσού ή για χρεόγραφα αντίστοιχης αξίας στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, για τα οποία ο νόμος προβλέπει τη χρήση αυτή.

3. Αν αυξηθεί το συμβατικό αντικείμενο, κατατίθεται συμπληρωματική εγγύηση ποσοστού πέντε τοις εκατό υπολογιζόμενη στο ποσό της αύξησης. Η συμπληρωματική εγγύηση κατατίθεται από τον ανάδοχο, μετά την προς αυτόν κοινοποίηση της απόφασης της Προϊσταμένης Αρχής για έγκριση του Συγκριτικού Πίνακα και σε κάθε περίπτωση, πριν την έκδοση της εντολής πληρωμής για τον πρώτο λογαριασμό που συντάσσεται καθ’ υπέρβαση του ποσού της σύμβασης. Αν δεν κατατεθεί, η εγγύηση παρακρατείται από τους λογαριασμούς πληρωμής που αφορούν καταβολή ποσών επιπλέον του συμβατικού αντικειμένου. Αν το συμβατικό αντικείμενο μειωθεί, επέρχεται ανάλογη μείωση της εγγύησης, με απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και ύστερα από αίτηση του αναδόχου.

4. Οι εγγυητικές επιστολές αναγράφουν επί ποινή απαραδέκτου το όνομα, επώνυμο και όνομα πατρός του υπέρ ου η εγγύηση ή προκειμένου περί εταιρείας την επωνυμία της, τον τίτλο της σύμβασης στην οποία αφορά η παρεχόμενη εγγύηση, τον όρο της παραιτήσεως του εγγυητή από την ένσταση διζήσεως και την υπόσχεση ότι θα καταβάλει απροφασίστως, εντός τριών (3) ημερών από τη σχετική ειδοποίηση του εργοδότη, το ποσό της εγγύησης. Αν συσταθεί παρακαταθήκη με γραμμάτιο παρακατάθεσης χρεογράφων στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, τα τοκομερίδια ή μερίσματα που λήγουν κατά τη διάρκεια της εγγύησης επιστρέφονται μετά τη λήξη τους στον υπέρ ου η εγγύηση δικαιούχο.

141

Page 146: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

5. Οι εγγυήσεις καλής εκτέλεσης αποδίδονται μετά την παραλαβή του συνόλου του αντικειμένου της σύμβασης. Με απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, που εκδίδεται ύστερα από αίτηση του αναδόχου, αποδεσμεύεται μέρος των εγγυήσεων ανερχόμενο σε ποσοστό ανάλογο με την αξία των εργασιών περαιωθέντος και εγκριθέντος σταδίου της σύμβασης. Αν η σύμβαση αφορά την παροχή υπηρεσίας χωρίς διακεκριμένα στάδια, μπορεί να ορίζει ότι επιστρέφεται στον ανάδοχο μέρος της εγγύησης, μετά την παρέλευση ορισμένου χρόνου ή την ολοκλήρωση τμήματος της σύμβασης.

6. Η εγγύηση καλής εκτέλεσης της σύμβασης καταπίπτει υπέρ του κυρίου του έργου, με αιτιολογημένη απόφαση του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, ιδίως μετά την οριστικοποίηση της έκπτωσης του αναδόχου. Η ένσταση του αναδόχου κατά της αποφάσεως δεν αναστέλλει την είσπραξη του ποσού της εγγυήσεως.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Η έννοια της εγγύησης. Με τη σύμβαση ο ανάδοχος υπόσχεται να προσφέρει την

μελέτη ή την υπηρεσία για την οποία δεσμεύτηκε. Η δέσμευση αυτή εκφράζεται με την

κατάθεση εγγύησης καλής εκτέλεσης, που καλύπτει όλες τις αξιώσεις του εργοδότη από τη

σύμβαση. Και στα έργα και στις μελέτες υπό τον ν. 716/77, η εγγύηση αυτή ανέρχεται σε

ποσοστό 5% επί του ποσού της προεκτιμώμενης αμοιβής.

Οι εγγυήσεις όλες του νόμου αυτού δηλαδή η εγγύηση συμμετοχής, καλής εκτέλεσης και

προκαταβολής (του άρθρου 30) παρέχονται βασικά με εγγυητικές επιστολές του ΤΣΜΕΔΕ ή

Τραπεζών, ή ακόμα και με γραμμάτιο παρακατάθεσης αντίστοιχου με την εγγύηση ποσού,

στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.

Σε περίπτωση υπογραφής συμπληρωματικής σύμβασης κατατίθεται αντίστοιχη με το ποσό

της εγγύηση (παρ. 3). Στην παράγραφο 4 αναφέρεται το αναγκαίο περιεχόμενο των

εγγυητικών επιστολών προκειμένου αυτές να γίνουν αποδεκτές. Ιδιαίτερη προσοχή

απαιτείται στα απαραίτητα αυτά στοιχεία γιατί είναι συνηθισμένος λόγος για τον

αποκλεισμό υποψηφίων κατά την υποβολή προσφοράς. Οι εγγυήσεις συμμετοχής πρέπει

να είναι αορίστου χρόνου, ή και ορισμένου μεν αλλά να καλύπτουν ένα ελάχιστο χρονικό

όριο (που συνήθως υπερκαλύπτει τον χρόνο ισχύος της προσφοράς). Εννοείται ότι οι

εγγυήσεις για την καλή εκτέλεση δεν μπορεί να έχουν χρόνο ισχύος, γιατί μπορεί να

λήξουν πριν την παραλαβή της σύμβασης και να μείνει ο εργοδότης χωρίς εξασφάλιση.

Η παράγραφος 5 ορίζει τον τρόπο επιστροφής των εγγυητικών επιστολών. Οι εγγυήσεις

δεν πρέπει να παρακρατούνται παραπάνω από το απολύτως νόμιμο και αναγκαίο χρονικό

όριο, γιατί ο ανάδοχος πληρώνει προμήθεια στην Τράπεζα ή το ΤΣΜΕΔΕ, την οποία μπορεί

να απαιτήσει ως αποζημίωση από τον εργοδότη, αν αυτός δεν επιστρέψει την εγγυητική

επιστολή όταν οφείλει.

Η παράγραφος 6 ορίζει τα της καταπτώσεως, που είναι μια διαδικασία που ακολουθεί την

εκκαθάριση μιας απαίτησης του εργοδότη. Η κατάπτωση της εγγύησης είναι δευτερογενής,

πρέπει δηλαδή να προηγηθεί μια διαδικασία που θα καταλήξει στο ότι ο ανάδοχος οφείλει

142

Page 147: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

στον εργοδότη ένα ποσόν. Π.χ. αν υπάρξει κακοτεχνία και ο ανάδοχος δεν την αποκαθιστά

όπως ορίζει η παρ. 4 του άρθρου 31, ο εργοδότης την αποκαθιστά με δική του δαπάνη,

περιλαμβάνει το ποσόν αυτό σε λογαριασμό, συμψηφίζοντάς το με το λαβείν του

αναδόχου και αν ο λογαριασμός αυτός αποβεί αρνητικός, πρέπει δηλαδή ο ανάδοχος να

επιστρέψει χρήματα, ζητά από τον εγγυητή με απόφασή του την κατάπτωση αντίστοιχου

μέρους της εγγυητική επιστολής. Για το λόγο αυτό η σχετική απόφαση επιδέχεται μεν

ένσταση, αλλά η ένσταση αυτή δεν αναστέλλει τη διαδικασία είσπραξης του ποσού (αφού

ο ανάδοχος προστατεύεται στο προηγούμενο στάδιο της διαπίστωσης της κακοτεχνίας και

της έγκρισης του λογαριασμού).

ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 716/77 ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (13 ν. 716/77 και 7 π.δ. 194/79)

Για την καλή εκτέλεση των όρων της σύμβασης και προς εξασφάλιση του εργοδότη ο ανάδοχος υποχρεούται σε παροχή εγγύησης, κατά την υπογραφή της σύμβασης μελέτης (εγγύηση καλής εκτέλεσης), ίσης με ποσοστό 5% της προεκτιμώμενης αμοιβής.

Η εγγύηση παρέχεται είτε με γραμμάτιο παρακατάθεση του ΤΠΔ, είτε με εγγυητική επιστολή Τράπεζας ή του ΤΣΜΕΔΕ.

Σε κάθε μεταγενέστερη αύξηση του χρηματικού αντικειμένου της σύμβασης, κατατίθεται ανάλογη συμπληρωματική εγγύηση.

Η εγγύηση καλής εκτέλεσης καλύπτει αδιακρίτως την πιστή υπό του αναδόχου τήρηση των όρων της σύμβασης.

Οι εγγυήσεις αποδίδονται μετά την παραλαβή της όλης μελέτης. Υπό προϋποθέσεις μπορεί μέρος των εγγυήσεων να αποδοθεί και πριν την παραλαβή (άρθρο 7 παρ. 5 π.δ. 194/79).

Ακόμα το άρθρο 104 παρ. 1 του π.δ. 696/74 προβλέπει την παρακράτηση 10% από την αμοιβή κάθε σταδίου της μελέτης, που εξασφαλίζει τον εργοδότη στην περίπτωση πληρωμής, κατά τις τμηματικές πληρωμές με βάση τον προσωρινό προϋπολογισμό εκάστου σταδίου, αμοιβής μεγαλύτερης από εκείνη που θα προκύψει με τον τελικό προϋπολογισμό, το ποσό του οποίου ορίζεται επακριβώς κατά την οριστική μελέτη ή τη μελέτη εφαρμογής (Γνωμ,. ΝΣΚ 768/84).

Ακόμα κατά το άρθρο 6 παρ. 7 του ν. 1418/84, από κάθε πιστοποίηση λογαριασμού πληρωμής μελέτης μετά την έγκρισή της, παρακρατείται ποσοστό 20% ως πρόσθετη εγγύηση, για την αρτιότητα και πληρότητα της μελέτης. Το παρακρατούμενο ποσό αποδίδεται μετά πάροδο διετίας από την έγκριση.

ΑΣΦΑΛΙΣΗ: Ήδη με την παρ. 11 του άρθρου 4 ν. 1418/84 (που προστέθηκε με το ν. 2229/94 άρθρο 1 παρ. 6), οι μελετητές (όπως και οι εργολάβοι) υποχρεώθηκαν να ασφαλίσουν την πληρότητα των εκπονούμενων μελετών. Το Π.Δ. όμως που προβλέπεται στη διάταξη αυτή δεν εκδόθηκε ακόμα, με αποτέλεσμα η σχετική διάταξη να παραμένει ανενεργή.

Η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 παρ. 7 του ν. 2940/01 και πλέον προβλέπει ότι «για την πληρότητα των μελετών, τον αρτιότερο σχεδιασμό, την καλύτερη διοίκηση και επίβλεψη και την έντεχνη κατασκευή του έργου, υποχρεούνται ο μελετητής, ο ανάδοχος κατασκευής και ο τεχνικός σύμβουλος, να ασφαλίζουν τη μελέτη, την κατασκευή του έργου και τις υπηρεσίες τεχνικού συμβούλου αντίστοιχα. Ακόμα προβλέπεται η έκδοση Π.Δ. και ΚΥΑ, οι οποίες και θα ορίσουν την έναρξη εφαρμογής της διάταξης αυτής και τις λεπτομέρειες.

Η υπ’ αριθ. 524/02 γνωμ/ση του ΝΣΚ έκρινε σχετικά ότι εφόσον δεν εκδόθηκαν το εκτελεστικό Π.Δ. και η Υ.Α. για να ενεργοποιηθεί η υποχρέωση ασφάλισης των μελετών, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί η αντικατάσταση της παρακράτησης του 20% ή της εγγυητικής επιστολής του άρθρου 6 παρ. 7 του ν. 1418/84 από την ασφάλιση της μελέτης.

143

Page 148: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 25

Διοίκηση σύμβασης μελέτης – παροχής υπηρεσιών

1. Η διοίκηση της σύμβασης, η παρακολούθηση και ο έλεγχός της ασκούνται από την αρμόδια τεχνική υπηρεσία του εργοδότη (Διευθύνουσα Υπηρεσία), αποσκοπούν δε στην πιστή εκπλήρωση των όρων της σύμβασης από τον ανάδοχο και στην εκπόνηση της μελέτης ή την παροχή υπηρεσιών, κατά τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης. Η επίβλεψη της εκτέλεσης της σύμβασης δεν αίρει, ούτε μειώνει τις νόμιμες και συμβατικές ευθύνες του αναδόχου.

2. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία ορίζει ως επιβλέποντες ένα ή περισσότερους υπαλλήλους της, κατόχους τίτλου σπουδών ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος του πανεπιστημιακού τομέα, που έχουν την τεχνική δυνατότητα να επιβλέψουν τη μελέτη, λαμβάνοντας υπόψη τη στελέχωση, τις ανάγκες της και τις εν γένει δυσχέρειες της επίβλεψης. Κατ’ εξαίρεση και εφόσον δεν υφίσταται επαρκές προσωπικό, καθήκοντα επιβλέποντα μπορεί να ασκήσει και ο Προϊστάμενος της Δ.Υ. Αν ορισθεί ομάδα επιβλεπόντων για την επίβλεψη σύνθετης μελέτης, ορίζεται συντονιστής ένας εξ αυτών.

3. Καθήκοντα και αρμοδιότητες των επιβλεπόντων είναι ιδίως:

α) Η διαρκής παρακολούθηση της σύμβασης, η χορήγηση οδηγιών προς τον ανάδοχο για την έντεχνη και εμπρόθεσμη εκπλήρωση των υποχρεώσεών του και η μέριμνα για τη συμμόρφωση του αναδόχου με τις συμβατικές του υποχρεώσεις.

β) Η διαδικασία ελέγχου, έγκρισης και παραλαβής της μελέτης, ο έλεγχος και θεώρηση των λογαριασμών, η σύνταξη και ο έλεγχος των Συγκριτικών Πινάκων, η σύνταξη βεβαίωσης περαίωσης των εργασιών της μελέτης και η εισήγηση στα αιτήματα του αναδόχου για την αλλαγή συμβατικών όρων, χορήγηση παρατάσεων, καταβολή αποζημίωσης είτε λόγω υπερημερίας εργοδότη είτε για άλλη αιτία.

γ) Η τήρηση φακέλου για την πορεία της σύμβασης, στον οποίο εμπεριέχονται ιδίως το χρονοδιάγραμμα, οι παρατάσεις προθεσμιών, οι εκθέσεις προόδου, οι λογαριασμοί και η αλληλογραφία με τον ανάδοχο.

δ) Η τήρηση και επικαιροποίηση του φακέλου του έργου, μετά την έγκριση κάθε ενδιάμεσου σταδίου της μελέτης.

Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων μπορεί να εξειδικεύονται τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των υπαλλήλων των αναθετουσών αρχών που ασκούν την επίβλεψη των μελετών και των έργων65.

4. Η επίβλεψη ασκείται και στους χώρους που χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση της σύμβασης και ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη πρόσβαση των ασκούντων την επίβλεψη. Ο συντονιστής του αναδόχου υποχρεούται, ύστερα από έγκαιρη ειδοποίηση της υπηρεσίας, να συνοδεύει τους επιβλέποντες στους χώρους εκπόνησης της μελέτης ή της παροχής της υπηρεσίας.

5. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία ενημερώνει την Προϊσταμένη Αρχή, σε τακτά χρονικά διαστήματα και κατά την κρίση της υπηρεσίας αυτής, για την πορεία εκπόνησης της μελέτης ή παροχής της υπηρεσίας και εισηγείται για την άρση των προβλημάτων.

6. Τα ανωτέρω οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4 ισχύουν κατ' αναλογία και για τον ανάδοχο παροχής υπηρεσιών συμβούλου της υπηρεσίας, εφόσον του ανατεθούν καθήκοντα επίβλεψης. Ο ανάδοχος της σύμβασης παροχής υπηρεσιών και σε περίπτωση που αυτός είναι νομικό πρόσωπο οι διοικούντες και υπάλληλοί του υπέχουν, κατά την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων, ποινική ευθύνη δημοσίου υπαλλήλου.

7. Η υπαίτια παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας από όργανα του εργοδότη αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα. Ιδίως αποτελούν πειθαρχικά αδικήματα:

65 Έχει ήδη εκδοθεί και ισχύει η σχετική απόφαση για την επίβλεψη των μελετών – Βλ. Παράρτημα

144

Page 149: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

α) Για τους επιβλέποντες τις συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής υπηρεσιών, η παράλειψη ενημέρωσης, καθώς και η υπαίτια, πέραν του εύλογου χρόνου καθυστέρηση, στην ενημέρωση του προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για την παραβίαση από τον ανάδοχο του χρονοδιαγράμματος εκτέλεσης της σύμβασης, ή την πλημμελή εκπλήρωση των υποχρεώσεών του.

β) Για τον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας: η παράλειψη κίνησης και διεκπεραίωσης της διαδικασίας έκπτωσης του αναδόχου παρά τη συνδρομή των αναγκαίων προϋποθέσεων, η παράλειψη έγκαιρης έγκρισης των λογαριασμών της σύμβασης και η χορήγηση εντολών για εκτέλεση εργασιών οι οποίες δεν προβλέπονται από την αρχική ή εγκεκριμένη συμπληρωματική σύμβαση.

γ) Για τον Προϊστάμενο και τα όργανα της Προϊσταμένης Αρχής: Η παράλειψη έγκαιρης έκδοσης απόφασης επί των Συγκριτικών Πινάκων και παραλαβής των μελετών ή υπηρεσιών, η χορήγηση παράτασης προθεσμίας χωρίς να υφίστανται οι νόμιμες προϋποθέσεις, και η παράλειψη έκδοσης απόφασης σε ένσταση του αναδόχου κατά απόφασης κήρυξης έκπτωσης, εντός της δίμηνης προθεσμίας του άρθρου 33 παρ. 6.

8. Για τα αδικήματα των προηγουμένων παραγράφων ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ή το αρμόδιο όργανο των άλλων φορέων που εκτελούν συμβάσεις μελετών και παροχής υπηρεσιών, είτε επιβάλλει εις βάρος των υπαιτίων, ανάλογα με τη βαρύτητά τους, την πειθαρχική ποινή του προστίμου μέχρι ποσού αντιστοίχου του μισθού των έξι μηνών, είτε τους παραπέμπει στο οικείο πειθαρχικό όργανο για την επιβολή των, κατά τις κείμενες διατάξεις προβλεπομένων κατά περίπτωση πειθαρχικών ποινών.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ορίζονται οι αρμοδιότητες της Διευθύνουσας Υπηρεσίας

(παρ. 1), η διαδικασία ορισμού των επιβλεπόντων και τα προσόντα τους (παρ. 2), τα

καθήκοντα και οι αρμοδιότητές τους (παρ. 3), πέραν των όσων ειδικώς ορίζονται στις

κατ΄ιδίαν διατάξεις του νόμου, η άσκηση της επίβλεψης (παρ. 6) και η υποχρέωση

ενημέρωσης της Προϊσταμένης Αρχής από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία σε τακτά χρονικά

διαστήματα, για την πρόοδο των εργασιών της σύμβασης. Ήδη έχει εκδοθεί Απόφαση του

Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ με τα ιδιαίτερα καθήκοντα των επιβλεπόντων στις συμβάσεις

του ν. 3316/05 (βλέπετε Παράρτημα).

Στην παρ. 7 ορίζονται συγκεκριμένα οι περιπτώσεις πειθαρχικής ευθύνης των οργάνων του

κυρίου του έργου, που λαμβάνουν μέρος στην διοίκηση και εποπτεία της σύμβασης,

δηλαδή των επιβλεπόντων μηχανικών, του Προϊσταμένου της Δ.Υ. και του Προϊσταμένου

και των οργάνων της Προϊσταμένης Αρχής.

ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ΚΑΤΆ ΤΟ άρθρο 15 ν. 716/77.

Ο επιβλέπων τη μελέτη ορίζεται από τον εργοδότη και πρέπει να είναι διπλωματούχος ανώτατης σχολής, Μπορεί να μην είναι υπάλληλος του εργοδότη, αν ο εργοδότης δεν διαθέτει υπάλληλο της απαιτούμενης ειδικότητας, ή αν πρόκειται για μελέτη ιδιαίταρα δυσχερή ή ιδιάζουσα, η ποία και πρέπει να χαρακτηρίζεται ως τέτοια με απόφαση του εργοδότη, κατόπιν γνώμης του αρμοδίου συμβουλίου.

Επιτρέπεται να ανατίθενται στον μελετητή καθήκοντα συνεπίβλεψης του έργου που μελέτησε, κατόπιν ειδικής συμβάσεως, οπότε υπέχει ευθύνη δημ.υπαλλήλου.

Επιτρέπεται, σε περίπτωση μελέτης απαιτούσης ιδιαίτερη πείρα, ή μελέτης έργου εξαιρετικής σπουδαιότητας, να αναθέτει ο εργοδότης, μετά από γνώμη του συμβουλίου, καθήκοντα συμβούλου σε εξειδικευμένο επιστήμονα.

145

Page 150: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 26

Υποκατάσταση του αναδόχου

1. Η υποκατάσταση του αναδόχου στο σύνολο ή μέρος της σύμβασης της μελέτης ή της υπηρεσίας απαγορεύεται εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) Αν ο ανάδοχος – φυσικό πρόσωπο, ή ο μοναδικός μελετητής ή πάροχος υπηρεσιών, εταιρείας μελετών ή παρόχων υπηρεσιών αντίστοιχα, αποβιώσει ή διαγραφεί από τα μητρώα ή καταστεί ανίκανος λόγω ασθένειας ή άλλης αντικειμενικής αιτίας για την εκπλήρωση της παροχής του, μπορεί με απόφαση της Προϊσταμένη Αρχής, που εκδίδεται μετά από γνώμη του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου, να εγκριθεί η υποκατάστασή του από άλλο μελετητή ή σύμβουλο αντίστοιχα ή εταιρεία μελετών ή συμβούλων, που διαθέτει τα νόμιμα προσόντα για την εκτέλεση της σύμβασης, αλλιώς η σύμβαση λύεται αυτοδίκαια. Για την υποκατάσταση υποβάλλεται αίτηση των κληρονόμων σε περίπτωση θανάτου, ή του ίδιου του μελετητή ή συμβούλου στις λοιπές περιπτώσεις, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την επέλευση του γεγονότος που αποτελεί την αιτία της υποκατάστασης. Ο αρχικός ανάδοχος ή οι κληρονόμοι του σε περίπτωση θανάτου του ευθύνονται εις ολόκληρο για τις υποχρεώσεις εκ της συμβάσεως με τον υποκατάστατο.

β) Αν πτωχεύσει ή διαγραφεί από το Μητρώο Μελετητών ή αποβιώσει ή καταστεί κατ΄ άλλο τρόπο ανίκανος για την εκτέλεση ένας εκ των μελετητών αναδόχου εταιρείας Μελετών, η εκπόνηση του σταδίου της μελέτης που άρχισε να εκπονείται συνεχίζεται από την Εταιρεία, ακόμα κι αν από το καταστατικό προβλέπεται η διάλυση της εταιρείας και υπό την προϋπόθεση ότι αυτή συνεχίζει να έχει τις απαιτούμενες από τη Σύμβαση τάξεις και κατηγορίες πτυχίων. Στην περίπτωση που η Εταιρεία δεν διαθέτει τις απαιτούμενες κατά τη σύμβαση κατηγορίες και τάξεις πτυχίων υποχρεούται, σε διάστημα δύο μηνών από την στιγμή που επήλθε η αλλαγή στο πτυχίο, να αντικαταστήσει τον εταίρο-μελετητή ή να ζητήσει υποκατάσταση ή σύμπραξη με μελετητή που διαθέτει τα τυπικά προσόντα σύμφωνα με την προκήρυξη. Η Προϊσταμένη Αρχή μπορεί, μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, να αποφασίσει την εκπόνηση και των επόμενων σταδίων της ανατεθείσας μελέτης από την εταιρεία, αν κρίνει ότι η εταιρεία διαθέτει τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα. Αν η εταιρεία είναι μέλος αναδόχου σύμπραξης ή κοινοπραξίας, ισχύουν αναλόγως τα δύο προηγούμενα εδάφια.

γ) Αν πτωχεύσει ή διαγραφεί από το Μητρώο εταιρεία - μέλος αναδόχου σύμπραξης ή κοινοπραξίας, ή αν πτωχεύσει, διαγραφεί, αποβιώσει ή καταστεί ανίκανος για εκπόνηση της μελέτης λόγω σοβαρής ασθένειας ή άλλης αντικειμενικής αιτίας μελετητής-φυσικό πρόσωπο, μέλος αναδόχου σύμπραξης ή κοινοπραξίας, τα υπόλοιπα μέλη της συνεχίζουν την εκπόνηση του σταδίου της μελέτης που ήδη άρχισε να εκπονείται. Εφόσον ο εν λόγω μελετητής θεωρείται απαραίτητος για την περάτωση του υπό εκπόνηση σταδίου της μελέτης, αντικαθίσταται με άλλο, αντιστοίχων προσόντων, κατόπιν εντολής και έγκρισης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Η Προϊσταμένη Αρχή μπορεί, μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, να εγκρίνει την εκπόνηση και των επόμενων σταδίων της ανατεθείσας μελέτης από τον ανάδοχο, αν κρίνει ότι διαθέτει τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα.

2. Οι ρυθμίσεις των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στη σύμβαση.

3. Η σύμβαση εκπόνησης μελέτης ή παροχής υπηρεσίας διαλύεται αυτοδικαίως αν πτωχεύσει ο ανάδοχος.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η υποκατάσταση του αναδόχου, αλλά και η αλλαγή της σύνθεσης της

εταιρείας ή της ομάδας που εκπονεί τη μελέτη, όπως και η αλλαγή της σύνθεσης της

αναδόχου σύμπραξης ή της κοινοπραξίας ρυθμίζονται στο άρθρο 26.

146

Page 151: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Κατ΄αρχήν κανόνας είναι ότι η υποκατάσταση δεν επιτρέπεται (παρ. 1). Εξαιρέσεις

τίθενται χάριν ολοκλήρωσης της συμβάσεως, όταν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις και

συγκεκριμένα θάνατος του μελετητή, ή διαγραφή του από τα μητρώα ή άλλη αντικειμενική

αιτία που τον καθιστά ανίκανο στην εκπλήρωση της παροχής του. Η περ. α΄ της παρ. 1

καλύπτει τις περιπτώσεις που ανάδοχος είναι ένας μελετητής –φυσικό πρόσωπο, ή εταιρεία

που συνιστάται από ένα μόνο μελετητή ή πάροχο υπηρεσιών.

Η περ. β΄της παρ. 2 καλύπτει την περίπτωση που ανάδοχος είναι εταιρεία μελετών ή

παρόχων υπηρεσιών και οι παραπάνω αιτίες συντρέχουν στο πρόσωπο ενός εκ των

μελετητών ή παρόχων της εταιρείας και η περ. γ΄ της ίδιας παραγράφου την περίπτωση

που το πρόβλημα συντρέχει σε ένα φυσικό πρόσωπο ή εταιρεία - μέλος σύμπραξης ή

κοινοπραξίας.

Σε κάθε περίπτωση αν το φυσικό πρόσωπο ή η εταιρεία ανάδοχος πτωχεύσει, η σύμβαση

διαλύεται αυτοδικαίως (παρ. 3).

ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 716/77 ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ (ν. 716/77, άρθρο 14)

Η εκχώρηση μέρους ή του συνόλου της μελέτης σε τρίτο γενικά απαγορεύεται.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορεί να εγκριθεί από τον εργοδότη, μετά γνώμη (αιτιολογημένη) του αρμοδίου Συμβουλίου.

Ο ανάδοχος ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρο με τον εκδοχέα. Μπορεί όμως να εγκριθεί και η απαλλαγή του αρχικού αναδόχου, μόνο αν πάσχει από σοβαρή ασθένεια που τον καθιστά ανίκανο για την περαιτέρω εκπόνηση.

Ο εκδοχέας της μελέτης πρέπει να έχει τα ίδια προσόντα με τον ανάδοχο.

Υποκατάσταση μέλους Σ.Γ. είναι δυνατή με τους ίδιους όρους (Γνωμ.ΝΣΚ 3/90).

Η αρμόδια υπηρεσία μπορεί να κηρύξει έκπτωτο Γραφείο Μελετών λόγω της ολοσχερούς απώλειας του δυναμικού του και στη συνέχεια είτε να ορίσει ως υποκατάστατο τρίτο γραφείο μελετών, έχον τα ίδια προσόντα, είτε να ορίσει ως υποκατάστατα τα απομένοντα Σ.Γ.Μ., που θα αναλάβουν να διεκπεραιώσουν τη μελέτη.

Στην περίπτωση που δεν συντρέχει νόμιμος λόγος (π.χ. απουσία, κώλυμα, θάνατος ή ανικανότητα του (κατ’ αρχήν) εκπροσώπου κατά το άρθρο 18 παρ. 4 εδ.3 του ΠΔ 194/79) αναπλήρωσης, ο αναπληρωτής δεν έχει εξουσία εκπροσώπησης των Σ.Γ.Μ.

Κατά τις διατάξεις του άρθρου 18 παρ. 4 (εδ. τελευταίο) και 5 του ΠΔ 194/79, ο διορισμός του νομίμου και του αναπληρωτή εκπροσώπου των Σ.Γ.Μ. γίνεται ανέκκλητα και για όλη τη διάρκεια της σύμβασης, ενώ η αντικατάσταση γίνεται μόνον από κοινού, υπό πάντων των Σ.Γ.Μ. (Γνωμ.ΝΣΚ 180/2001)

147

Page 152: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 27

Προθεσμίες - Χρονοδιάγραμμα

1. Στην προκήρυξη του διαγωνισμού για την ανάθεση μελέτης και στη σύμβαση που συνάπτεται, ορίζεται συνολική προθεσμία για την περαίωση του αντικειμένου της σύμβασης, και επιπλέον, εφ’ όσον απαιτείται, τμηματικές προθεσμίες. Ως συνολική προθεσμία νοείται το χρονικό διάστημα από την υπογραφή της σύμβασης μέχρι την έκδοση της απόφασης έγκρισης του συνόλου των μελετών και συνίσταται στα εξής επιμέρους χρονικά διαστήματα :

α) Τον καθαρό χρόνο μέσα στον οποίο ολοκληρώνεται το σύνολο του αμιγώς μελετητικού αντικειμένου της σύμβασης, στο οποίο περιλαμβάνονται κάθε είδους υποστηρικτικές μελέτες. Στον καθαρό χρόνο δεν συνυπολογίζονται οι καθυστερήσεις για τις οποίες δεν ευθύνεται ο ανάδοχος.

β) Τον επιπρόσθετο χρόνο που περιλαμβάνει τις καθυστερήσεις για τις οποίες δεν ευθύνεται ο ανάδοχος και αφορά ιδίως τις κάθε είδους ερευνητικές εργασίες και εργαστηριακούς ελέγχους που εκτελούνται από άλλο μελετητή, τις διαδικασίες ελέγχου και εγκρίσεως τμημάτων ή του συνόλου της μελέτης, μαζί με τις υποστηρικτικές μελέτες και τις απαραίτητες συναινέσεις και εγκρίσεις άλλων Υπηρεσιών

2. Η αναθέτουσα Αρχή ορίζει στην προκήρυξη για την ανάθεση μελέτης ιδιαιτέρως τη συνολική προθεσμία και τον καθαρό χρόνο εκπόνησης της μελέτης. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά στη σύμβαση ο ανάδοχος υποβάλλει, εντός μηνός από την υπογραφή της, χρονοδιάγραμμα εκπόνησης της μελέτης, γραμμικό κατ’ ελάχιστο, αναλόγως με τις απαιτήσεις των συμβατικών τευχών. Το χρονοδιάγραμμα αποτυπώνει την πρόταση του αναδόχου για τη χρονική ανάπτυξη των σταδίων όλων των επί μέρους μελετών, τις χρονικές τους αλληλουχίες και επαλληλίες και τον προσφορότερο, κατά την κρίση του, χρονικό επιμερισμό του επιπρόσθετου χρόνου για τη διαμόρφωση της βέλτιστης δυνατής κρίσιμης διαδρομής και εγκρίνεται από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία μέσα σε δεκαπέντε ημέρες.

Με το χρονοδιάγραμμα ο ανάδοχος δεσμεύεται όσον αφορά α) τους καθαρούς χρόνους σύνταξης των μελετών για κάθε στάδιο και κατηγορία μελέτης και β) τα ακριβή σημεία έναρξης κάθε μελετητικής δράσης, έτσι ώστε να τηρηθεί η συνολική προθεσμία. Αν μετατίθεται το χρονικό σημείο έναρξης της μελετητικής δράσης σταδίου ή κατηγορίας μελέτης, χωρίς ευθύνη του αναδόχου, δικαιούται αντίστοιχη παράταση προθεσμίας. Η έναρξη κάθε σταδίου ή κατηγορία μελέτης γίνεται με εντολή της Δ.Υ. Αν ο ανάδοχος υποχρεωθεί να επανυποβάλει προς έγκριση μελέτη επειδή η υπηρεσία έκρινε ότι η υποβληθείσα χρειάζεται συμπληρώσεις και διορθώσεις, ο χρόνος καθυστέρησης δεν δικαιολογεί παράταση της προθεσμίας.

Αν η Διευθύνουσα Υπηρεσία ζητήσει την επανυποβολή μελέτης ή σταδίου αυτής λόγω αλλαγών ή διορθώσεων, που δεν είχαν προηγουμένως ζητηθεί, τότε με το ίδιο έγγραφο ορίζεται και εύλογη προθεσμία για την επανυποβολή, κατά την οποία παρατείνεται η αρχική προθεσμία. Σε περίπτωση διαφωνίας ο ανάδοχος δικαιούται να υποβάλει ένσταση κατά της εντολής της υπηρεσίας.

3. Οι προθεσμίες μπορούν να παρατείνονται με απόφαση της Π.Α., ύστερα από αίτηση του αναδόχου που υποβάλλεται πριν τη λήξη τους, ή και με πρωτοβουλία της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, εφόσον οι καθυστερήσεις περί την εκτέλεση της σύμβασης δεν οφείλονται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου. Ο ανάδοχος υποχρεούται να συνεχίσει τις εργασίες της σύμβασης μετά τη λήξη του αρχικού συμβατικού χρόνου και για όσο διαρκεί η οριακή προθεσμία της σύμβασης. Ως οριακή προθεσμία νοείται χρονικό διάστημα που ανέρχεται σε ένα τρίτο (1/3) της συνολικής προθεσμίας και πάντως όχι μικρότερο των τριών μηνών, κατά τη διάρκεια του οποίου χορηγούνται παρατάσεις και χωρίς αίτηση του αναδόχου. Αν η καθυστέρηση υπερβεί την οριακή προθεσμία, παράταση μπορεί να χορηγηθεί μόνο ύστερα από αίτηση ή συναίνεση του αναδόχου και μετά από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου.

Για τον υπολογισμό της οριακής προθεσμίας, στη συνολική προθεσμία, υπολογίζονται και οι παρατάσεις που χορηγήθηκαν μετά από αίτηση του αναδόχου μέσα στην αρχική συνολική προθεσμία χωρίς να οφείλονται σε αποκλειστική υπαιτιότητά του.

4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται αναλόγως και στις συμπληρωματικές συμβάσεις του άρθρου 29.

148

Page 153: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Το άρθρο αυτό ρυθμίζει λεπτομερειακά τα σχετικά με τις προθεσμίες

εκτέλεσης της σύμβασης ζητήματα, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιορρυθμία των συμβάσεων

των μελετών (κυρίως), στις οποίες παρεμβάλλονται χρονικά διαστήματα που η μελετητική

δράση δεν μπορεί να συνεχισθεί, για λόγους που αφορούν τον κύριο του έργου

(αδειοδοτήσεις, εγκρίσεις σταδίων, κ.λ.π.).

Συνεπώς και δεδομένου ότι η παραβίαση των προθεσμιών της σύμβασης συνεπάγεται

πολλές και δυσμενείς εις βάρος των αναδόχων συνέπειες, λαμβάνεται μέριμνα της

αντικειμενικοποίησης των σχετικών διαδικασιών, έτσι ώστε να λείψουν κατά το δυνατόν οι

υποκειμενικές κρίσεις και οι προστριβές σχετικά με τις καθυστερήσεις στην εκτέλεση των

εργασιών της σύμβασης και τον καθορισμό του υπαίτιου γι’ αυτές.

Συγκεκριμένα διακρίνεται σαφώς ο καθαρός χρόνος της μελετητικής δράσης, που

εξαρτάται από τον ανάδοχο και τον βαρύνει, από τον επιπρόσθετο χρόνο που

περιλαμβάνει καθυστερήσεις μη οφειλόμενες στον ανάδοχο (παρ. 1).

Η συνολική προθεσμία εκτέλεσης της σύμβασης διαχωρίζεται ήδη από την προκήρυξη της

μελέτης, σε καθαρό και επιπρόσθετο χρόνο, διαχωρισμό που ο ανάδοχος λαμβάνει υπόψη

για τη σύνταξη του χρονοδιαγράμματός του (παρ. 2) που αποτελεί και τη δέσμευσή του

όσον αφορά τους χρόνους εκτέλεσης.

Παράταση των προθεσμιών χορηγείται αν η καθυστέρηση δεν οφείλεται σε αποκλειστική

υπαιτιότητα του αναδόχου (παρ. 3). Η οριακή προθεσμία ορίζεται επίσης στην ίδια

παράγραφο, ως ποσοστό (1/3) της συνολικής προθεσμίας, μέσα στην οποία η υπηρεσία

μπορεί να χορηγεί παρατάσεις των προθεσμιών, χωρίς να τις ζητεί ο ανάδοχος (τονίζεται

ότι η οριακή προθεσμία δεν σημαίνει αυτοδίκαιη, δηλαδή χωρίς απόφαση της

Προϊσταμένης Αρχής, παράταση των προθεσμιών της σύμβασης). Η συνολική προθεσμία

της σύμβασης, που λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της οριακής προθεσμίας

επεκτείνεται, αν κατά τη διάρκεια της αρχικής προθεσμίας ο ανάδοχος ζητήσει (και του

δοθεί) παράταση για καθυστερήσεις που δεν οφείλονται σε υπαιτιότητά του. Στην

περίπτωση αυτή νέα συνολική προθεσμία είναι η αρχική μαζί με την παράτασή της.

Εξάλλου οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται αναλογικά και στις

συμπληρωματικές συμβάσεις που συνάπτονται στα πλαίσια της αρχικής σύμβασης (παρ. 4)

ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ – ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΡΗΤΡΕΣ ΚΑΤΑ ΤΑ άρθρα 20 ν. 716/77, 11 π.δ. 194/79

Σε κάθε σύμβαση μελέτης ορίζονται η συνολική και οι τμηματικές προθεσμίες. Αν ο ανάδοχος τις υπερβεί οφείλει ημερήσια ποινική ρήτρα. Η επιβολή ποινικών ρητρών δεν αίρει το δικαίωμα του εργοδότη να κηρύξει τον ανάδοχο έκπτωτο.

149

Page 154: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Η επιβολή των ρητρών έχει ως προϋπόθεση την υπαιτιότητα του αναδόχου για την υπέρβαση. Η ρήτρα για την υπέρβαση της συνολικής προθεσμίας επιβάλλεται για αριθμό ημερών μέχρι 25% της συνολικής προθεσμίας. Η ημερήσια ρήτρα είναι το 20% της μέσης ημερήσιας δαπάνης.

Μετά το πέρας του 25% των ημερών και για επιπλέον 10% των ημερών της συνολικής προθεσμίας επιβάλλεται ως ημερήσια ποινική ρήτρα το 40% της μέσης ημερήσιας αξίας.

Αν η υπερημερία του αναδόχου υπερβεί το 35% του συνολικού αριθμού ημερών ο ανάδοχος κηρύσσεται υποχρεωτικά έκπτωτος. Στην περίπτωση αυτή δεν του απευθύνεται ειδική πρόσκληση, απλώς του κοινοποιείται ειδοποίηση ότι μετά από 10 μέρες εκπίπτει.

Οι ποινικές ρήτρες για την υπέρβαση τμηματικών προθεσμιών πρέπει να προβλέπονται στη σύμβαση. Το σύνολό τους δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο του 10% της «συμβατικώς προεκτιμηθείσας αμοιβής». Οι ποινικές αυτές ρήτρες είναι ανεξάρτητες της συνολικής.

Οι ποινικές ρήτρες επιβάλλονται με απόφαση της ΔΥ και η άσκηση ενστάσεως ή αιτήσεως θεραπείας δεν αναστέλλει την είσπραξή τους.

Παράταση προθεσμιών: η συνολική και οι τμηματικές προθεσμίες μπορεί να παρατείνονται από τον εργοδότη, αν κατά την εκπόνηση προκύψουν καθυστερήσεις που δεν οφείλονται αποκλειστικά στον ανάδοχο. Ο ανάδοχος υποχρεούται να συνεχίσει την εκπόνηση για διάστημα μέχρις 1/3 της συνολικής προθεσμίας (και όχι μικρότερο των τριών μηνών), ακόμα κι αν δεν συμφωνεί (οριακή προθεσμία). Μετά το πέρας της οριακής προθεσμίας παράταση μπορεί να δοθεί μόνο με αίτηση του αναδόχου και σύμφωνη γνώμη του τεχνικού συμβουλίου.

Η πάροδος της οριακής προθεσμίας δίνει στον ανάδοχο το δικαίωμα να ζητήσει τη λύση της σύμβασης, εφόσον η καθυστέρηση δεν οφείλεται σε αποκλειστική του υπαιτιότητα.

ΑΡΘΡΟ 28

Ποινικές ρήτρες

1. Αν ο ανάδοχος παραβιάζει με υπαιτιότητά του τις προθεσμίες της σύμβασης, επιβάλλονται, με αιτιολογημένη απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, εις βάρος του και υπέρ του κυρίου του έργου ποινικές ρήτρες. Η επιβολή ποινικών ρητρών δεν στερεί από τον εργοδότη το δικαίωμα να κηρύξει τον ανάδοχο έκπτωτο. 2. Για κάθε ημέρα υπέρβασης του καθαρού χρόνου της σύμβασης και για αριθμό ημερών ίσο με το 20% αυτής επιβάλλεται ποινική ρήτρα ανερχόμενη σε ποσοστό 10% επί της μέσης ημερήσιας αξίας της σύμβασης. Για τις επόμενες μέρες και μέχρις ακόμα 10% του καθαρού χρόνου, η ποινική ρήτρα ορίζεται σε ποσοστό 20% της μέσης ημερήσιας αξίας της σύμβασης. Αν η εκτέλεση του αντικειμένου της σύμβασης καθυστερεί πέραν του ενός τρίτου (1/3) του καθαρού χρόνου, κινείται η διαδικασία της έκπτωσης. 3. Η μέση ημερήσια αξία της σύμβασης προκύπτει από τη διαίρεση της συμβατικής αμοιβής με τον αριθμό των ημερών του καθαρού χρόνου, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 27. 4. Αν συναφθεί συμπληρωματική σύμβαση, η μέση ημερήσια αξία της προκύπτει από τη διαίρεση της συμβατικής αμοιβής που προβλέπεται σ΄ αυτήν με τον αριθμό ημερών του καθαρού χρόνου της συμπληρωματικής σύμβασης. Για τον υπολογισμό των ποινικών ρητρών της συμπληρωματικής σύμβασης εφαρμόζεται η παράγραφος 2. Η συμπληρωματική σύμβαση ορίζει αν παρατείνονται οι προθεσμίες της αρχικής σύμβασης και αν αίρονται, καθ΄ολοκληρίαν ή μερικά, οι ποινικές ρήτρες που επιβλήθηκαν προηγουμένως. 5. Αν στη σύμβαση προβλέπονται τμηματικές προθεσμίες, ορίζεται αντίστοιχα ότι επιβάλλονται ποινικές ρήτρες αν ο ανάδοχος τις υπερβεί με υπαιτιότητά του. Με τη σύμβαση ορίζεται το ποσό των τμηματικών ρητρών για κάθε μέρα υπαίτιας καθυστέρησης και ο συνολικός χρόνος επιβολής, συνολικά πάντως δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το 2% του ποσού της σύμβασης. Οι ποινικές ρήτρες για υπέρβαση των τμηματικών προθεσμιών είναι ανεξάρτητες από τις επιβαλλόμενες για υπέρβαση του καθαρού χρόνου της σύμβασης και ανακαλούνται με αιτιολογημένη απόφαση της

150

Page 155: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

διευθύνουσας υπηρεσίας, αν η σύμβαση περατωθεί μέσα στον οριζόμενο καθαρό χρόνο της σύμβασης και τις εγκεκριμένες παρατάσεις του. 6. Το ποσό των ποινικών ρητρών εισπράττεται μέσω της πιστοποίησης, που εκδίδεται αμέσως μετά την επιβολή τους, ενώ αν κατά της αποφάσεως επιβολής τους ασκηθεί εμπρόθεσμη ένσταση, μέσω της πιστοποίησης που εκδίδεται μετά την απόρριψή της με ρητή απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής. ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζεται το θέμα των ποινικών ρητρών για παραβίαση

των καθαρών χρόνων της σύμβασης με υπαιτιότητα του αναδόχου, οι οποίες επιβάλλονται

με απόφαση της Δ.Υ. Αν η υπέρβαση του συμβατικού καθαρού χρόνου υπερβεί σε

ποσοστό το 1/3 της συνολικής προθεσμίας, ο ανάδοχος κηρύσσεται υποχρεωτικά

έκπτωτος (παρ. 2).

Η σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης συνοδεύεται από ιδιαίτερη προθεσμία (παρ. 4).

Στην παρ. 5 ορίζονται οι συνέπειες υπέρβασης των τμηματικών προθεσμιών της σύμβασης

και στην παρ. 6 οι λεπτομέρειες επιβολής και είσπραξής τους.

ΑΡΘΡΟ 29

Συμπληρωματικές μελέτες ή υπηρεσίες

1. Αν κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης προκύψει ανάγκη εκπόνησης συμπληρωματικών μελετών ή παροχής συμπληρωματικών υπηρεσιών, που κατά το είδος ή το μέγεθος (ποσότητα) δεν περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση, καταρτίζεται συγκριτικός πίνακας κατά την παράγραφο 5 και συμπληρωματική σύμβαση με τον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης, μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Προϋποθέσεις για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης είναι: α) να είναι αναγκαίες οι συμπληρωματικές μελέτες ή υπηρεσίες για την ολοκλήρωση της αρχικής σύμβασης, β) να συντρέχει περίσταση που δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά τη σύναψή της, γ) να μη μπορούν οι συμπληρωματικές υπηρεσίες, από τεχνική ή οικονομική άποψη, να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργηθούν μείζονα προβλήματα για τον εργοδότη, ή να κρίνονται απολύτως αναγκαίες για την ολοκλήρωσή της έστω κι αν μπορούν να διαχωριστούν απ’ αυτήν. Η συνολική αμοιβή των συμπληρωματικών συμβάσεων δεν μπορεί να υπερβεί αθροιστικά το πενήντα τοις εκατό (50%) της αρχικής συμβατικής αμοιβής.

2. Αν ο ανάδοχος δεν καλύπτει τις κατηγορίες των συμπληρωματικών μελετών ή υπηρεσιών υποχρεώνεται να συμπράξει με άλλον ή άλλους μελετητές ή παρόχους υπηρεσιών που εγκρίνονται από τον εργοδότη και η συμπληρωματική σύμβαση υπογράφεται με τη σύμπραξη.

3. Για τις συμπληρωματικές μελέτες και υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονται στην προηγούμενη σύμβαση κατά το μέγεθος, εγκρίνεται η αμοιβή με βάση την αντίστοιχη τιμή μονάδας της οικονομικής προσφοράς του αναδόχου.

4. Για τις συμπληρωματικές μελέτες και υπηρεσίες, που δεν περιλαμβάνονται στην προηγούμενη σύμβαση κατά το είδος τους, συντάσσεται μαζί με τον Συγκριτικό Πίνακα (ΣΠ) και Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών (ΠΚΤΜΝΕ). Οι τιμές των νέων εργασιών κανονίζονται με βάση τις αντίστοιχες τιμές μονάδας του κανονισμού της παραγράφου 7 του άρθρου 4, πολλαπλασιαζόμενες με το λόγο της μέσης τιμής της οικονομικής προσφοράς της αρχικής σύμβασης για ομοειδείς εργασίες, προς τη μέση τιμή του κανονισμού για τις ίδιες εργασίες.

151

Page 156: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Εφόσον στον ανωτέρω κανονισμό δεν περιέχονται τιμές μονάδας, η αμοιβή για τις νέες εργασίες προσδιορίζεται κατόπιν συμφωνίας, "με βάση συγκριτικά στοιχεία από αμοιβές συναφών μελετών"66.

5. Για την εκτέλεση των εργασιών συμπληρωματικής σύμβασης, συντάσσεται Συγκριτικός Πίνακας, που αναφέρει αναλυτικά και κατά τρόπο συγκρίσιμο τις καταβλητέες αμοιβές πριν και μετά από αυτόν. Συγκριτικός πίνακας συντάσσεται επίσης όταν μειώνονται οι εργασίες της σύμβασης καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που επέρχεται μεταβολή της συμβατικής αμοιβής. Στις περιπτώσεις του προηγουμένου εδαφίου δεν συνάπτεται συμπληρωματική σύμβαση.

6. Για τη σύνταξη πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και συγκριτικού πινάκα ο ανάδοχος υποβάλλει σχέδιο στη Διευθύνουσα Υπηρεσία και πρόταση για την προθεσμία εκτέλεσης των συμπληρωματικών εργασιών. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία συντάσσει και υπογράφει τα στοιχεία αυτά με εισήγηση του επιβλέποντα, συνοδεύοντάς τα με αιτιολογική έκθεση, στην οποία τεκμηριώνεται η κατά το νόμο σύνταξή τους. Ο Σ.Π. και το Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. που τον συνοδεύει κοινοποιούνται νομίμως στον ανάδοχο, που υπογράφει με ή χωρίς επιφύλαξη. Εφόσον ο ανάδοχος υπογράψει με επιφύλαξη δικαιούται ν΄ ασκήσει ένσταση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 41.

7. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία υποβάλλει το Συγκριτικό Πίνακα μαζί με το Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε., την τυχόν ένσταση του αναδόχου και τις απόψεις της στην Προϊσταμένη Αρχή, η οποία εκδικάζει την ένσταση και τον εγκρίνει, όπως υποβλήθηκε ή τροποποιήθηκε, μετά από γνώμη του τεχνικού συμβουλίου, μέσα σε προθεσμία δύο μηνών. Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, ο ανάδοχος δικαιούται να υποβάλλει στην Προϊσταμένη Αρχή όχληση. Αν ο Συγκριτικός Πίνακας δεν εγκριθεί μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της όχλησης, θεωρείται αυτοδικαίως εγκεκριμένος, κατά τα κεφάλαια που υπογράφηκε από τον ανάδοχο χωρίς επιφύλαξη και οι υπεύθυνοι για την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας υπόκεινται σε πειθαρχικό έλεγχο κατά την παρ. 7 του άρθρου 25. Αν ο Σ.Π. περιέχει ασάφειες, ανακρίβειες και λάθη που καθιστούν ιδιαίτερα δυσχερή τη διόρθωσή του, η Π.Α. τον επιστρέφει μέσα στην πιο πάνω προθεσμία για επανασύνταξη και σ΄αυτή την περίπτωση οι σχετικές προθεσμίες αρχίζουν να τρέχουν από την επανυποβολή του. Η Προϊσταμένη Αρχή διατηρεί το δικαίωμα να αρνηθεί μέσα στις πιο πάνω προθεσμίες την έγκριση του Πίνακα.

8. Ο εγκεκριμένος Σ.Π. κοινοποιείται στον ανάδοχο, ο οποίος υποχρεούται, όταν απαιτείται από το νόμο, να υπογράψει Συμπληρωματική Σύμβαση, σε προθεσμία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 15 ημερών από την κοινοποίηση και να εκτελέσει τις συμπληρωματικές εργασίες. Αν ο ανάδοχος, παρά την νόμιμη έγκριση του Συγκριτικού Πίνακα, αρνηθεί να υπογράψει τη Συμπληρωματική Σύμβαση και εφόσον με αιτιολογημένη απόφασή της κρίνει ότι η αρχική σύμβαση δεν μπορεί να συνεχιστεί χωρίς την εκτέλεση των εργασιών της συμπληρωματικής σύμβασης, η Προϊσταμένη Αρχή μπορεί να διαλύσει αζημίως για τον κύριο του έργου τη σύμβαση.

9. Η προθεσμία για την άσκηση αίτησης θεραπείας κατά της απόφασης έγκρισης του Σ. Π. αρχίζει με την κοινοποίησή της στον ανάδοχο και δεν επηρεάζεται από τη μεταγενέστερη υπογραφή της Συμπληρωματικής Σύμβασης.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία σύναψης

συμπληρωματικών συμβάσεων.

Προϋποθέσεις για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης είναι οι αναφερόμενες

στις κοινοτικές οδηγίες 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ (οι οποίες θεωρούν τις

συμπληρωματικές συμβάσεις που συνάπτονται με τον ανάδοχο ως διαδικασία ανάθεσης με

διαπραγμάτευση, που είναι εκ της φύσεώς της εξαιρετική και για το λόγο αυτό οι σχετικές

διατάξεις πρέπει να ερμηνεύονται στενά). Το σχετικό κείμενο των οδηγιών ενσωματώνεται

στην παρ. 1 του άρθρου.

66 Το εντός εισαγωγικών τμήμα τέθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 5 ν. 3481/06 και ισχύει σε όλες τις συμβάσεις που ανατίθενται με το ν. 3316/05.

152

Page 157: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Η παρ. 2 ρυθμίζει την περίπτωση κατά την οποία ο ανάδοχος της αρχικής σύμβασης δεν

καλύπτει τις ανατιθέμενες με την συμπληρωματική σύμβαση κατηγορίες μελετών, οπότε

στην περίπτωση αυτή συμπράττει υποχρεωτικά με μελετητές που δεν μετέχουν στο αρχικό

σχήμα του αναδόχου.

Η παρ. 3 ρυθμίζει τον κανονισμό τιμής για εργασίες που υπερβαίνουν τις συμβατικές μόνο

κατά το μέγεθος (τις ποσότητες δηλαδή). Στην περίπτωση αυτή (εφόσον συντρέχουν οι

προϋποθέσεις της παρ. 1) η αμοιβή του αναδόχου καθορίζεται αντίστοιχα προς την τιμή

της οικονομικής του προσφοράς.

Η παρ. 4 ορίζει τον τρόπο κανονισμού των τιμών στην περίπτωση κατά την οποία η

οικονομική προσφορά του αναδόχου για τη σύναψη της σύμβασης δεν περιλαμβάνει τιμές

για τις προς εκπόνηση μελέτες ή τις προς εκτέλεση υπηρεσίες. Στην περίπτωση αυτή η

τιμή κανονίζεται με βάση το λόγο που προκύπτει από τη σταθμισμένη μέση τιμή της

οικονομικής προσφοράς του αναδόχου για ομοειδείς κατ΄αντικείμενο εργασίες, σε σχέση

με την αντίστοιχη μέση σταθμισμένη τιμή για τις ίδιες εργασίες, που ορίζεται με τον

κανονισμό της παρ. 7 του άρθρου 4. Αν τέτοιες τιμές δεν υπάρχουν στον κανονισμό, η

τιμή ορίζεται με διαπραγμάτευση.

Στην παρ. 5 ορίζεται η σύνταξη Συγκριτικού Πίνακα είτε για την υπογραφή

συμπληρωματικής σύμβασης, είτε και σε κάθε άλλη περίπτωση που επέρχεται μεταβολή

της συμβατικής αμοιβής (χωρίς στην περίπτωση αυτή να προσαπαιτείται η σύναψη

συμπληρωματικής σύμβασης).

Οι παρ. 6–9 ορίζουν τη διαδικασία σύνταξης Συγκριτικού Πίνακα και Πρωτοκόλλου

Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών, της έγκρισής τους από την Προϊσταμένη

Αρχή και της υπογραφής της Συμπληρωματικής Σύμβασης. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η

διάταξη της παραγράφου 7 κατά την οποία η Προϊσταμένη Αρχή πρέπει να εγκρίνει τον

Σ.Π. εντός δύο μηνών από την υποβολή του. Σε περίπτωση που δεν εγκριθεί και ο

ανάδοχος απευθύνει γραπτή όχληση, ο Σ.Π. εγκρίνεται αυτοδικαίως αν παρέλθει ένας

μήνας από της οχλήσεως και δεν εγκριθεί ρητά.

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΤΆ ΤΟ άρθρο 16 ν. 716/77.

Πρόκειται για την εκτέλεση συμπληρωματικών εργασιών, ειδικών μελετών, ερευνών, εργαστηριακών δοκιμών ή και κάθε άλλης εργασίας απαραίτητης για την άρτια εκπόνηση της μελέτης.

Στην περίπτωση που προκύψει τέτοια ανάγκη, μπορεί τις εργασίες αυτές να εκτελέσει είτε ο εργοδότης, είτε Γραφείο μελετών επιλεγόμενο κατά τους όρους και τις διατάξεις του νόμου περί μελετών, αντίστοιχης τάξης και κατηγορίας με το αντικείμενο της συμπληρωματικής εργασίας ή μελέτης, ή και ήδη ανάδοχος με απευθείας ανάθεση (και συμπληρωματική σύμβαση), αν έχει τα προς τούτο προσόντα.

153

Page 158: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ:

• Η συμπληρωματική αυτή σύμβαση είναι παρεπόμενη της αρχικής, και η πληρωμή της θα γίνει κατά τις διατάξεις περί αμοιβών της αρχικής σύμβασης (γνωμ. ΝΣΚ 42/90).

• Δεν είναι νόμιμη η αμοιβή για στατική μελέτη, που ανατέθηκε κατά το άρθρο 16 ν. 716/77, χωρίς τήρηση της διαδικασίας του άρθρου 17 (περί επεκτάσεως της μελέτης), αφού είχε ολοκληρωθεί η πρώτη (αρχιτεκτονική). Και τούτο γιατί η στατική μελέτη δεν περιλαμβάνεται στο αρχικό αντικείμενο της σύμβασης, άρα πρόκειται για νέα αυτοτελή μελέτη με εντελώς διάφορο αντικείμενο (πράξ.Ι τμ.ΕλΣυν 535/91).

• Αν η συμπληρωματική μελέτη δεν ανατεθεί στον αρχικό ανάδοχο αλλά σε άλλο Γραφείο Μελετών , δεν μπορεί να ανατεθεί απευθείας, αλλά με τήρηση των διατάξεων του άρθρου 11 (Πρ.Ι τμήμ.ΕλΣυν 150/84).

• Σε περίπτωση επέκτασης, συμπλήρωσης και τροποποίησης της συμβάσεως, εντός του αρχικού αντικειμένου της, ο ανάδοχος υποχρεούται να προβεί στη μελέτη του συμπληρωματικού αντικειμένου, ύστερα από την υπογραφή συμπληρωματικής σύμβασης, μετά από γνώμη του αρμοδίου Συμβουλίου. Η δαπάνη της συμπληρωματικής σύμβασης δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% του αρχικού ολικού προϋπολογισμού του έργου ή της κατ΄αποκοπή αμοιβής του αναδόχου (ανάλογα με τον συμφωνημένο τρόπο πληρωμής), με τη νόμιμη αναθεώρηση (άρθρο 17 παρ. 1 ν. 716/77), ακόμα κι αν συμφωνούν εργοδότης και μελετητής (Γνωμ.ΝΣΚ 273/91).

Για να καταρτισθεί η συμπληρωματική σύμβαση, συντάσσεται από την Δ.Υ. κείμενο με τις «επενεκτέες μεταβολές» στη σύμβαση και Σ.Π. της δαπάνης εκπόνησης, όπως προκύπτει μετά τις μεταβολές (άρθρο 9 π.δ. 194/79). Το περιεχόμενο του κειμένου των μεταβολών και του Σ.Π. περιγράφεται στην παρ. 2 του άρθρου 9.

Ο ΣΠ και το κείμενο των μεταβολών τίθενται υπόψη του αναδόχου για να τα αποδεχθεί, ενώ αν αρνηθεί του κοινοποιούνται. Στην περίπτωση αυτή καθώς κι αν τα υπογράψει με επιφύλαξη, δικαιούται να υποβάλλει τις αντιρρήσεις του εντός 10 ημερών.

Ακολούθως ο ΣΠ και το κείμενο αυτό εγκρίνονται από το όργανο το αρμόδιο για την ανάθεση της μελέτης, μετά από γνώμη του Συμβουλίου. Εν όψει εγκρίσεως λαμβάνονται υπόψη και οι αντιρρήσεις του αναδόχου. Τα εγκρινόμενα στοιχεία κοινοποιούνται στον ανάδοχο, που προσκαλείται ταυτόχρονα, να προσέλθει για υπογραφή της συμπληρωματικής σύμβασης σε 15 τουλάχιστον μέρες.

Αν ο ανάδοχος διαφωνεί με τα εγκριθέντα στοιχεία μπορεί να υποβάλλει την ένσταση του άρθρου 23.

Μετά την κοινοποίηση της επί της ενστάσεως αποφάσεως του εργοδότη, ο ανάδοχος υποχρεούται να υπογράψει την συμπληρωματική σύμβαση, στην οποία μπορεί να δηλώσει ότι θα επιδιώξει περαιτέρω στα δικαστήρια την επίλυση της διαφοράς. Η προθεσμία πάντως της αιτήσεως θεραπείας αρχίζει από την κοινοποίηση της απόφασης επί της ενστάσεως και όχι από την υπογραφή της σύμβασης.

Αν ο ανάδοχος παρόλα αυτά αρνηθεί να υπογράψει την συμπληρωματική σύμβαση, ο εργοδότης μπορεί να τον κηρύξει έκπτωτο.

Ο Σ.Π. πάντοτε συνοδεύεται από τα σχετικά πρωτόκολλα νέων τιμών, εκτός κι αν εφαρμοσθεί το άρθρο 10 παρ. 3β (προσωρινές τιμές)

Σ.Π. συντάσσεται ακόμα και για την αναπροσαρμογή της αμοιβής της μελέτης, κατ΄εφαρμογή του άρθρου 11 παρ. 5 και 7.

ΟΙ διατάξεις του άρθρου 9 του π.δ. 194/79 ισχύουν ανάλογα και στην περίπτωση που εφαρμόζεται το άρθρο 16 του ν. 716/77, οπότε ισχύει και το πλαφόν του 50%.

Σε περίπτωση υπέρβασης μεγαλύτερου ποσοστού, ο ανάδοχος υποχρεούται στη συμπλήρωση του εκκρεμούντος σταδίου του νέου αντικειμένου της μελέτης, ενώ η σύμβαση μπορεί και να λυθεί κατά την κρίση του εργοδότη.

154

Page 159: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Εάν προβλέπεται σχετικά στη σύμβαση, ο εργοδότης μπορεί να διακόψει την εκπόνηση της μελέτης, μετά την ολοκλήρωση σταδίου της και να προβεί στη λύση της σύμβασης χωρίς αποζημίωση του αναδόχου. Αν διαλύσει τη σύμβαση κατά τη διάρκεια εκπόνησης σταδίου, ο ανάδοχος δικαιούται αποζημίωση για τις εργασίες που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΙΜΩΝ ΜΟΝΑΔΟΣ ΝΕΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ (άρθρο 18 ν. 716/77 και 10 π.δ. 194/79)

Νέα εργασία, για την οποία κανονίζεται νέα τιμή , είναι αυτή που δεν προβλέπεται από τον Κώδικα Αμοιβών ή τη σύμβαση. Απαιτείται σχετικά αίτηση του αναδόχου και έγγραφη εισήγηση του επιβλέποντα (που μπορεί να ζητήσει και οίκοθεν νέες τιμές). Η τιμή κανονίζεται με πρωτόκολλο, σε αντιπαράσταση του αναδόχου, ο οποίος πρέπει να κληθεί για να παραστεί.

Κανονισμός: Επί υπάρξεως παρεμφερών κατά τον κώδικα αμοιβών ή τη σύμβαση μονάδων εργασίας, η τιμή κανονίζεται για τα επί πλέον ή έλαττον. Αλλιώς, α) κατόπιν εκτιμήσεως της δαπάνης, λαμβανομένων υπόψη παρεμφερών εργασιών ή άλλων στοιχείων και διαπραγματεύσεων, είτε β) βάσει πραγματικών στοιχείων εκτέλεσης της εργασίας. Η β) περίπτωση είναι εξαιρετική. Στην προκύπτουσα εκ της περ. β) τιμή προστίθεται ποσοστό 30% για Γ.Ε., όφελος αναδόχου κ.λ.π.

Οι διατάξεις περί ΣΠ (αντιρρήσεις, έγκριση, υποχρεωτικότητα) εφαρμόζονται και για τα πρωτόκολλα. Μαζί με το ΠΚΤΜΝΕ συντάσσεται πάντα ΣΠ.

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ:

Σ.Π. συντάσσονται μόνο όπου επέρχεται μεταβολή της συμβατικής αμοιβής, είτε γιατί προκύπτει αυξημένος ή μειωμένος προϋπολογισμός της οριστικής μελέτης, είτε γιατί αυξάνεται μεταγενέστερα το συμβατικό αντάλλαγμα (Γνωμ. ΝΑ Υπ.Δικ/νης 410/89).

Για την πληρωμή με πιστοποίηση οιωνδήποτε ποσών στον ανάδοχο εκπονήσεως μελέτης, πρέπει να περιλαμβάνονται αυτά στη σύμβαση ή σε εγκεκριμένο Σ.Π., οσάκις δε ο ανάδοχος ζητήσει, κατ’ επίκληση της διάταξης του άρθρου 11 παρ. 7 του ν. 716/77, αναπροσαρμογή της αμοιβής λόγω αναθεωρήσεως και η Δ.Υ. δεν προσέλθει στη σύνταξη ΣΠ, ο ανάδοχος, πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο οφείλει να τηρήσει την προδικασία (ένσταση-αίτηση θεραπείας) .ΔΕΑ 542/1991.

Σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου 50% ο εργοδότης έχει δύο δυνατότητες: είτε να επιτρέψει την αποπεράτωση του εκκρεμούντος σταδίου, οπότε είναι νόμιμη η υπέρβαση, είτε να διακλύσει τη σύμβαση (Γνωμ.ΝΣΚ 273/91).

Αν η με βάση τον προϋπολογισμό της ειδικής προκαταρκτικής μελέτης του άρθρου 11 παρ. 5 συμβατική αμοιβή του αναδόχου είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη από την προεκτιμώμενη, δεν έχουμε μεταβολή συμβατικής αμοιβής και δεν χρειάζεται να συνταγεί ΣΠ (Γνωμ.Ν.Σ.Υπ.Δικαιοσύνης 410/89).

Δεν είναι επιτρεπτή η διεκδίκηση της αμοιβής μελετητή αν δεν έχει υπογραφεί η συμπληρωματική σύμβαση, αλλά υπάρχει μόνο αλληλογραφία (Εφ.Κρητ. 193/96). Η εντολή σε μηχανικό για την εκπόνηση συμπληρωματικής μελέτης, πρέπει να δοθεί σε κάθε περίπτωση εγγράφως (ΑΠ 488/78, ΝοΒ 27, 218).

Οι αντιρρήσεις κατά του κειμένου των μεταβολών και του ΣΠ δεν υποκαθιστούν την ένσταση, η οποία ασκείται στη συνέχεια, κατά της εγκριτικής απόφασής τους (ΔΕΑ 3810/96, ΔιΔικ 1998, 152).

Κατά τη γνωμ/ση του ΝΣΚ 648/2001:

Δεν υπάρχει δέσμευση από τις διατάξεις της ελληνικής ή της κοινοτικής νομοθεσίας (ΠΔ 346/98) ως προς το ύψος του ποσού της προεκτιμώμενης αμοιβής και της συμβατικής αμοιβής της μελέτης.

Το ποσοστό του 50% της αξίας της κύριας σύμβασης υπολογίζεται στην συμβατική αμοιβή.

Αν ανατεθούν στον μελετητή συμπληρωματικές ή νέες εργασίες πριν το καθορισμό της συμβατικής αμοιβής (πριν την έγκριση της προμελέτης δηλαδή) το ποσοστό 50% υπολογίζεται στην προεκτιμώμενη και είναι και αυτό προεκτιμώμενο (όχι οριστικό).

155

Page 160: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΡΘΡΟ 30

Καταβολή της αμοιβής του αναδόχου

1. Η συμβατική αμοιβή του αναδόχου δεν αναθεωρείται κατά τη διάρκεια της αρχικής συνολικής συμβατικής προθεσμίας εκτός εάν η υπογραφή της σύμβασης καθυστερήσει πέραν των δύο μηνών από την απόφαση ανάθεσης. Στην περίπτωση αυτή η συμβατική αμοιβή του αναδόχου αναθεωρείται κατά το χρονικό διάστημα της καθυστέρησης αφαιρουμένων των δύο πρώτων μηνών. Αν η προθεσμία αυτή παραταθεί για λόγους που δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του αναδόχου και για το μέρος της αμοιβής που αντιστοιχεί στις εργασίες που εκτελούνται μετά τη λήξη της, οφείλεται αναθεώρηση, με χρόνο εκκίνησης το χρόνο λήξης της αρχικής προθεσμίας και χρόνο λήξης της, το χρόνο πληρωμής των εργασιών που εκτελέστηκαν μετά τη λήξη της αρχικής προθεσμίας. Το ποσοστό και η διαδικασία της αναθεώρησης ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων67.

2. Η κατ’ αποκοπήν αμοιβή του σταδίου της προκαταρκτικής μελέτης καταβάλλεται στους αναδόχους του σταδίου αυτού μετά την υποβολή της μελέτης και την παραλαβή της, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παρ. 14. Στις περιπτώσεις των λοιπών σταδίων η αμοιβή καταβάλλεται τμηματικά, επί τη βάσει της γενομένης με την οικονομική προσφορά του αναδόχου ανάλυσης της αμοιβής του και κατανέμεται σε προκαταβολή και πληρωμές μετά την υποβολή, την έγκριση και παραλαβή της μελέτης. Ειδικότερα:

α) Με την υπογραφή της σύμβασης καθώς και την εντολή έναρξης κάθε επόμενου σταδίου χορηγείται στον ανάδοχο άτοκη προκαταβολή που ανέρχεται σε ποσοστό 15% της συμβατικής αμοιβής του σταδίου, έναντι ισόποσης εγγυητικής επιστολής, εκδιδόμενης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 24 παρ. 2 και 4.

β) Μετά την παρέλευση του μισού συμβατικού χρόνου εκπόνησης κάθε σταδίου και εφόσον έχει κατά την κρίση της επιβλέπουσας υπηρεσίας εκπονηθεί εργασία ποσοστού μεγαλύτερου του 50% του υπόψη σταδίου, καταβάλλεται έναντι ισόποσης εγγυητικής επιστολής επί πλέον ποσοστό 20% της αμοιβής που αντιστοιχεί στο υπ’ όψη στάδιο.

γ) Μετά την υποβολή κάθε σταδίου ανά κατηγορία μελέτης, κατόπιν συνοπτικού ελέγχου της πληρότητας και επάρκειας αυτής, καταβάλλεται ανακεφαλαιωτικά ποσοστό 70% της αμοιβής του σταδίου και επιστρέφονται οι εγγυήσεις των προηγουμένων εδαφίων.

δ) Εφόσον η μελέτη δεν έχει εγκριθεί μετά την παρέλευση διμήνου από την υποβολή της, καταβάλλεται κατόπιν συνοπτικού ελέγχου επάρκειας αυτής επιπλέον ποσοστό 10%.

ε) Μετά την έγκριση και προσωρινή παραλαβή κάθε ενδιαμέσου σταδίου ανά κατηγορία μελέτης καταβάλλεται επί πλέον ποσοστό 20% της αμοιβής του σταδίου.

στ) Μετά την έγκριση του τελικού σταδίου της μελέτης καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό 15% της αμοιβής του τελικού σταδίου ή 20% με κατάθεση εγγυητικής επιστολής για το επιπλέον 5%.

ζ) Μετά την τελική παραλαβή της μελέτης καταβάλλεται το υπόλοιπο της αμοιβής ή επιστρέφεται η εγγυητική επιστολή της προηγούμενης περίπτωσης.

3. Η αμοιβή για την παροχή υπηρεσιών, που προσδιορίζεται κατά τη σύμβαση βάσει τιμής ανά ημέρα ή μήνα απασχόλησης για κάθε κατηγορία επιστήμονα, καταβάλλεται με μηνιαίες πιστοποιήσεις, για τις οποίες ο ανάδοχος υποβάλλει αντίστοιχους λογαριασμούς. Οι λογαριασμοί βασίζονται στον πραγματικό χρόνο απασχόλησης των επιστημόνων και στις προσφερόμενες τιμές μονάδος (ανθρωποημέρα ή ανθρωπομήνα) για κάθε κατηγορία. Αν ο χρόνος απασχόλησης είναι μικρότερος του μηνός η αμοιβή είναι ανάλογη με το χρόνο αυτό. Για τον υπολογισμό της αμοιβής θεωρείται ότι ο μήνας περιλαμβάνει 22 εργάσιμες ημέρες, ασχέτως του πραγματικού αριθμού εργάσιμων ημερών. Όταν η αμοιβή των συμβάσεων αυτών ορίζεται κατ΄ αποκοπή, ο τρόπος καταβολής των ενδιάμεσων πληρωμών ορίζεται με τη σύμβαση.

67 Έχει εκδοθεί σχετικά η απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Δ17γ/05/157/ΦΝ 439.3/18-10-2006 (ΦΕΚ Β΄1591/2006) – Βλέπ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

156

Page 161: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

4. Για την πληρωμή της αμοιβής του ο ανάδοχος συντάσσει και υποβάλλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία λογαριασμούς, οι οποίοι συντάσσονται διακριτά για την κύρια και τις συμπληρωματικές συμβάσεις, πάντοτε ανακεφαλαιωτικά, δηλαδή περιλαμβάνουν την αμοιβή που συνολικά οφείλεται μέχρι τη σύνταξη και υποβολή τους, αφαιρουμένων των ποσών που καταβλήθηκαν προηγουμένως. Στους λογαριασμούς περιλαμβάνονται ποσά μόνο για εργασίες που προβλέπονται στη σύμβαση (αρχική και τυχόν συμπληρωματικές), ή σε εγκεκριμένους Συγκριτικούς Πίνακες και αποζημιώσεις λόγω υπερημερίας του εργοδότη.

5. Στους λογαριασμούς περιλαμβάνονται η ανάλυση των διαφόρων ποσών, στην οποία αναφέρονται τα στοιχεία στα οποία αυτή στηρίζεται, οι εγγυητικές επιστολές της προκαταβολής και της πρώτης τμηματικής πληρωμής, που ισχύουν κατά την υποβολή του λογαριασμού και το πληρωτέο ποσό. Μετά από έλεγχο και προσυπογραφή του επιβλέποντα, ο οποίος βεβαιώνει τη σύνταξή τους κατά τις ισχύουσες διατάξεις και τη σύμβαση, οι λογαριασμοί εγκρίνονται από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή τους και αποτελούν την πιστοποίηση για την πληρωμή του Αναδόχου. Αν οι λογαριασμοί περιέχουν ασάφειες ή σφάλματα, σε βαθμό που η διόρθωσή τους να καθίσταται ανέφικτη, επιστρέφονται στον ανάδοχο για επανασύνταξη μέσα στην προθεσμία έγκρισής τους. Αν οι ασάφειες και τα σφάλματα αφορούν διακριτά κονδύλια των λογαριασμών, εγκρίνονται κατά το μη αμφισβητούμενο μέρος και κατά το υπόλοιπο επιστρέφονται για επανασύνταξη. Η μηνιαία προς έγκριση προθεσμία αρχίζει από την υποβολή του επανασυνταγμένου λογαριασμού.

6. Αν η πληρωμή λογαριασμού καθυστερήσει, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου, πέρα από ένα μήνα, μετά την, ρητή ή αυτοδίκαιη έγκρισή του, οφείλεται τόκος υπερημερίας που υπολογίζεται κατά το άρθρο 4 του π.δ. 166/2003 (ΦΕΚ Α΄38/2003). Ο ανάδοχος δικαιούται ακόμα να διακόψει τις εργασίες της σύμβασης μέχρι την καταβολή της αμοιβής του, ύστερα από κοινοποίηση ειδικής έγγραφης δήλωσης περί διακοπής των εργασιών, προς τη Διευθύνουσα Υπηρεσία. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται ισόχρονη παράταση.

7. Η κατάσχεση της αμοιβής του αναδόχου πριν από την παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης δεν επιτρέπεται.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζονται με λεπτομέρειες τα ζητήματα της

αναθεώρησης της συμβατικής αμοιβής (παρ. 1), η τμηματική καταβολή της αμοιβής των

σταδίων της μελέτης (προκαταβολή, καταβολή κατά την υποβολή του σταδίου, την

έγκριση και την παραλαβή του) – παρ. 2, η τμηματική καταβολή στις συμβάσεις παροχής

υπηρεσιών (παρ. 3) και η διαδικασία της υποβολής λογαριασμού, του ελέγχου και της

εγκρίσεώς του και οι συνέπειες της καθυστέρησης πληρωμής του προϊόντος του

λογαριασμού (παρ. 4-6).

Ιδιαίτερη σημασία έχει η εφαρμογή των διατάξεων του π.δ. 166/2003 (ΦΕΚ Α΄

138/5-6-03) που αποτελεί μεταφορά της κοινοτικής οδηγίας 2000/35/ΕΚ "για την

καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές" και

εφαρμόζεται κατά το άρθρο 2 στις πληρωμές που έχουν χαρακτήρα αμοιβής από

εμπορική συναλλαγή. "Εμπορική συναλλαγή" κατά το άρθρο 3 είναι κάθε συναλλαγή

μεταξύ επιχειρήσεων ή μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων αρχών, η οποία συνεπάγεται

την παράδοση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής. "Δημόσια αρχή" κατά

το ίδιο άρθρο είναι κάθε αναθέτουσα αρχή ή φορέας, όπως ορίζεται στα προεδρικά

διατάγματα για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών (Π.Δ. 370/1995, ΦΕΚ Α' 199),

157

Page 162: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

υπηρεσιών (Π.Δ. 346/1998, ΦΕΚ Α' 230) εξαιρούμενων τομέων (Π.Δ. 57/2000, ΦΕΚ Α' 45)

και Δημοσίων έργων (Π.Δ. 334/2000, ΦΕΚ Α' 279), όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν.

Παρατίθενται αμέσως στη συνέχεια οι κυριότερες διατάξεις του π.δ. 166/03. Στο άρθρο 4 ορίζεται ότι 1. Τόκος υπερημερίας οφείλεται από την ημέρα που ακολουθεί την ημερομηνία πληρωμής ή το τέλος της περιόδου πληρωμής που ορίζει η σύμβαση. 2. Εάν δεν συμφωνήθηκε ορισμένη ημέρα ή προθεσμία πληρωμής της αμοιβής, ο οφειλέτης γίνεται υπερήμερος, χωρίς να απαιτείται όχληση, και οφείλει τόκους: α. Εάν παρέλαβε το τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο για πληρωμή έγγραφο μέχρι το χρόνο της παραλαβής των αγαθών ή της παροχής των υπηρεσιών ή αν δεν παρέλαβε ή δεν είναι βέβαιο πότε παρέλαβε τέτοιο έγγραφο, μόλις περάσουν 30 ημέρες από την παραλαβή των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών. β. Εάν από το νόμο ή τη σύμβαση προβλέπεται διαδικασία αποδοχής ή ελέγχου για την επαλήθευση της αντιστοιχίας συμφωνημένων και παραλαμβανομένων αγαθών ή υπηρεσιών, μόλις περάσουν 30 ημέρες από την ολοκλήρωση της διαδικασίας αποδοχής ή ελέγχου, εφόσον παρέλαβε το τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο για πληρωμή έγγραφο μέχρι την ολοκλήρωση της εν λόγω διαδικασίας. γ. Εάν η παραλαβή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών ή η διαδικασία αποδοχής ή ελέγχου έχει προηγηθεί, μόλις περάσουν 30 ημέρες από το χρόνο παραλαβής του τιμολογίου ή άλλου ισοδύναμου για πληρωμή εγγράφου. δ. Στις συμβάσεις μεταξύ επιχειρήσεων και δημοσίων αρχών της παραγράφου 1α του άρθρου 3 του παρόντος, η προθεσμία καταβολής τόκων σε κάθε μία από τις παραπάνω περιπτώσεις, ορίζεται αποκλειστικώς σε 60 ημέρες. 3. Ο δανειστής δικαιούται τόκους, εφόσον α) έχει εκπληρώσει τις συμβατικές και νόμιμες υποχρεώσεις του και β) δεν έχει εισπράξει εγκαίρως το οφειλόμενο ποσό, εκτός, εάν δεν υπάρχει ευθύνη του οφειλέτη για την καθυστέρηση. 4. Το ύψος του τόκου υπερημερίας που είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει ο οφειλέτης υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πιο πρόσφατη κύρια πράξη αναχρηματοδότησης, η οποία πραγματοποιείται πριν από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου ["επιτόκιο αναφοράς"] προσαυξημένο κατά επτά εκατοστιαίες μονάδες ["περιθώριο"], εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στην σύμβαση. Το επιτόκιο αναφοράς το οποίο ισχύει την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου, εφαρμόζεται και για τους επόμενους έξι μήνες. 5. Ο δανειστής, εκτός από τους τόκους, έχει δικαίωμα να απαιτήσει από τον υπερήμερο οφειλέτη και εύλογη αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης της οφειλόμενης αμοιβής. Τα έξοδα αυτά υπόκεινται σε σχέση με την οφειλόμενη αμοιβή στις αρχές της διαφάνειας και της αναλογικότητας.

Στο άρθρο 5 ορίζονται τα εξής:

Καταχρηστικές ρήτρες 1. Η συμφωνία των μερών, ως προς το χρόνο πληρωμής ή τις συνέπειες της καθυστέρησης της πληρωμής της αμοιβής, η οποία δεν ανταποκρίνεται στις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 4 του διατάγματος αυτού και η οποία, μετά από συνεκτίμηση όλων των περιστάσεων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τα συναλλακτικά ήθη και η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών, εμφανίζεται προφανώς καταχρηστική για το δανειστή, είναι άκυρη υπέρ του τελευταίου. Για να κριθεί αν η συμφωνία αυτή είναι προφανώς καταχρηστική για το δανειστή λαμβάνεται υπόψη, επίσης, η τυχόν ύπαρξη για τον οφειλέτη αντικειμενικών λόγων παρέκκλισης από τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 4 του διατάγματος αυτού. 2. Ο δανειστής έχει το δικαίωμα, είτε να κινήσει την αγωγή για αναγνώριση της ακυρότητας των προφανώς καταχρηστικών όρων της σύμβασης που αφορούν το χρόνο πληρωμής ή τις συνέπειες της καθυστέρησης της πληρωμής της αμοιβής, είτε να θεωρήσει τους όρους αυτούς έγκυρους και να αξιώσει αποζημίωση. 3. Το δικαστήριο, αν κρίνει προφανώς καταχρηστικούς για το δανειστή τους όρους της σύμβασης που αφορούν το χρόνο πληρωμής ή τις συνέπειες της καθυστέρησης της πληρωμής της αμοιβής, μπορεί, μολονότι κινήθηκε η αγωγή ακυρότητας ή η αγωγή αποζημίωσης, να διαμορφώσει νέους όρους, αντικειμενικά δίκαιους.

Στο άρθρο 8 ορίζεται ότι «Στις περιπτώσεις που οι κοινές διατάξεις είναι, σε σύγκριση με τις διατάξεις του διατάγματος αυτού, ευνοϊκότερες για το δανειστή, εφαρμόζονται οι κοινές διατάξεις.»

158

Page 163: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Στο άρθρο 9 ορίζεται ότι Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εξαιρούνται του παρόντος οι συμβάσεις που έχουν συναφθεί πριν από την ημερομηνία ισχύος του.

Κατά την παρ. 7 του ν. 3316/05, η αμοιβή του αναδόχου είναι ακατάσχετη μέχρι την

παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης.

Ιδιαίτερη σημασία για τις διαδικασίες πληρωμής του αναδόχου έχει η ρητή κατάργηση της

παρ. 7 του άρθρου 6 ν. 1418/84 (άρθρο 44 παρ. 2β) με την οποία παρακρατούνταν από

τους λογαριασμούς πληρωμής των αναδόχων μελετών ποσοστό 20% ως εγγύηση ότι ο

μελετητής θα επανορθώσει σφάλματα και ελλείψεις της μελέτης που θα παρουσιαστούν

στα επόμενα 2 χρόνια μετά την έγκριση της μελέτης. Η διάταξη αυτή ήταν ασαφής και

δυσερμήνευτη και επέρριψε βάρος στους αναδόχους των μελετών, χωρίς αντίστοιχη

ωφέλεια για τον κύριο του έργου, αφού αποδείχθηκε στην πράξη σχεδόν άχρηστη για τον

εργοδότη της μελέτης, υπό την έννοια ότι σε ελάχιστες περιπτώσεις η εγκεκριμένη μελέτη

εφαρμόζεται μέσα σε διάστημα 2 ετών από την έγκρισή της, ώστε να αποκαλυφθούν τα

σφάλματα και οι ατέλειές της (το χρονικό αυτό διάστημα δαπανάται κατά κανόνα σε

διαδικασίες προετοιμασίας του έργου δηλαδή απαλλοτριώσεις, εξασφάλιση πιστώσεων,

διαδικασίες διαγωνισμών).

Η ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΜΟΙΒΗΣ ΤΟΥ ΜΕΛΕΤΗΤΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ 716/77.

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 7 του ν. 716/77, η συμβατική αμοιβή του μελετητή υπολογίζεται βάσει του προϋπολογισμού της προμελέτης, όπως θα εγκριθεί, και καθορίζεται με την απόφαση η οποία εγκρίνει το στάδιο αυτό. Ο προϋπολογισμός του σταδίου της προμελέτης είναι ο ένας εκ των δύο αναγκαίων όρων για τον υπολογισμό της αμοιβής – ο δεύτερος είναι το π.δ. 696/74 περί αμοιβών μηχανικών. Εφόσον πάντως δεν προβλέπεται αμοιβή για κάποια μελέτη από τις ισχύουσες διατάξεις, η αμοιβή καθορίζεται από τον εργοδότη και αναφέρεται στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Οι διατάξεις περί αμοιβών μηχανικών αποτελούν αναγκαστικό δίκαιο και ισχύουν ακόμα και αντίθετα στη βούληση των μερών (ΔΕΑ 13929/88).

Η αμοιβή αυτή πάντως θα διαμορφωθεί αφού αναχθεί στο χρόνο υποβολής της μελέτης, κατόπιν αναθεωρήσεως, κατά τις διατάξεις περί αναθεώρησης δημοσίων έργων.

Τρίμηνο εκκίνησης της αναθεώρησης θεωρείται αυτό στο οποίο η προμελέτη υποβάλλεται, και όχι αυτό στο οποίο εγκρίνεται. Τρίμηνο τελικού υπολογισμού θεωρείται εκείνο κατά το οποίο υποβάλλεται το σύνολο της μελέτης, δηλαδή τα τεύχη δημοπράτησης (Β΄φάση) τα οποία και αποτελούν το αντικείμενο της εργολαβίας και περιέχουν τις τιμές των υλικών και εργασίας που αναφέρονται στο τρίμηνο πριν από τη σύνταξή τους. (ΔΕΑ 1078/89, ΔιΔικ 1989/1367).

Η τελικώς καταβληθησόμενη αμοιβή πάντως είναι αυτή που βρίσκεται πάλι κατά τις διατάξεις του π.δ. 696/74, αλλά με βάση τον τελικό προϋπολογισμό, με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να είναι ανώτερη από το 140% της συμβατικής. Το περικοπτόμενο, άνω του ποσοστού αυτού ποσό της αμοιβής θεωρείται ως ποινική ρήτρα εις βάρος του μελετητή για την αστοχία του.

Η καταβολή της αμοιβής γίνεται κατά στάδιο μελέτης σε προκαταβολή, ενδιάμεσες πληρωμές κατά την εκπόνηση και την υποβολή εκάστου σταδίου και σε πληρωμές μετά την έγκριση του σταδίου.

159

Page 164: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Η ατομ. γνωμ/ση 146/2002 του Θ. Ρεντζεπέρη, Νομ. Συμβούλου έκρινε ότι:

Για την ανάθεση εκπόνησης μελέτης από το Δημόσιο ή τις Δημόσιες Επιχειρήσεις τηρείται η αναφερόμενη στο άρθρο 11 του Ν. 716/77 διαδικασία. Η ανάθεση πρέπει να γίνει σε μελετητή που έχει τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα και η αμοιβή καθορίζεται βάσει των διατάξεων περί ελαχίστων ορίων της αμοιβής των μελετητών.

Αν η σχετική σύμβαση μελέτης υπογράφηκε με εργολάβο κατασκευής δημόσιων έργων, αλλά η μελέτη εκπονήθηκε από μελετητή που είχε τα νόμιμα προσόντα είναι δυνατός κατά το νόμο ο έλεγχος της μελέτης και, εφόσον εγκριθεί, η σχετική αμοιβή μπορεί να καταβληθεί επί τη βάσει των διατάξεων περί αδικαιολόγητου πλουτισμού.

Κατά τη γνωμ/ση ΝΣΚ 363/2002:

Η αμοιβή για τη σύνταξη των τευχών δημοπράτησης της αρχιτεκτονικής μελέτης κτιριακού έργου υπολογίζεται σύμφωνα με τον προϋπολογισμό της αρχιτεκτονικής μελέτης και μόνο.

Οι προβλεπόμενες μειώσεις της αμοιβής, για τα χρηματοδοτούμενα από τις δημόσιες επενδύσεις έργα του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., εφαρμόζονται επί του αθροίσματος των αμοιβών της (κυρίως) αρχιτεκτονικής μελέτης και των οικείων τευχών δημοπράτησης.

Η απόφαση 505/2003 ΔΕΑ έκρινε πάντως ότι επί μελέτης εγκαταστάσεων κτιριακού έργου οι μειώσεις της αμοιβής του αναδόχου που προκύπτουν υπέρ του δημοσίου εκ της εφαρμογής της ΥΑ Δ17α/01/120/Φ.4.8/6-10-1988 υπολογίζονται χωριστά για κάθε μια κατηγορία μελετών, οι οποίες προβλέπονται από το άρθρο 82 παρ. 4 του π.δ. 696/74.

ΑΛΛΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΜΟΙΒΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ.

Η συμβατική αμοιβή του μελετητή υπολογίζεται βάσει του εγκριθησόμενου προϋπολογισμού του σταδίου της προμελέτης, με την εγκριτική απόφαση του εργοδότη.

Ο προϋπολογισμός επί τη βάσει του οποίου υπολογίζεται, περιγράφεται στο άρθρο 3 του πδ 696/74, όπως τροποποιήθηκε με πδ 515/89.

Εξάγεται με τις ποσότητες (του σταδίου της μελέτης εφαρμογής, ή αν δεν προβλέπεται τέτοιο της οριστικής μελέτης) των κονδυλίων, όπως εγκρίνεται από τον εργοδότη, με βάση τις εγκεκριμένες αναλύσεις τιμών και τις βασικές τιμές ημερομισθίων, υλικών και μισθωμάτων μ.ε. στο χρόνο σύνταξης του προϋπολογισμού του τελευταίου σταδίου της μελέτης που έχει ανατεθεί στον ίδιο μελετητή. Αν δεν υφίστανται τιμές στις εγκεκριμένες αναλύσεις τιμών, τότε υπολογίζεται με νέες τιμές, εγκρινόμενες από τον εργοδότη. Στον προϋπολογισμό αυτό δεν προστίθεται όφελος εργολάβου, ούτε κονδύλι απροβλέπτων, απαλλοτριώσεων και ΦΠΑ που επιβαρύνει το κόστος, ούτε αφαιρείται έκπτωση δημοπρασίας.

Στάδια μελέτης και αμοιβές τους: Συγκοινωνιακών έργων(άρθρα 26 και 27): 1ο στ. Μελέτη αναγνώρισης οδού (10%) 2ο στάδιο Προμελέτη 30% 3ο στάδιο Οριστική μελέτη 60%. Λιμενικών έργων: (άρθρα 38, 39): 1ο Προκαταρκτική έκθεση 14% 2ο Προμελέτη 43% 3ο Οριστική μελέτη 43% Έργα πολιτικών αεροδρομίων (42,43) 1ο Μελέτη σκοπιμότητας, αναγνώριση, επιλογή θέσης 14% 2ο Προμελέτη 43% 3ο Οριστική μελέτη 43% Κυκλοφοριακές μελέτες [κόμβων (αστικών και υπεραστικών οδών), αστικών

οδών], σημάνσεως και φωτεινής σηματοδότησης. Προκαταρκτική μελέτη (αμοιβή περίπλοκη, κατά στάδιο της π.μ.-βλ. άρθρο 47) Μελέτη (προμελέτη, οριστική, μελέτη εφαρμογής).

160

Page 165: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Γενικής ισχύος (για τις συγκοινωνιακές μελέτες) διατάξεις. Εάν άλλος μελέτησε προηγούμενο στάδιο, η αν παρέχονται πλήρη στοιχεία από τον εργοδότη, η αμοιβή του συγκεκριμένου σταδίου προσαυξάνεται κατά 10%.

Αν δεν μελετήθηκε προηγούμενο στάδιο και δίνεται απευθείας επόμενο στάδιο προς μελέτη, η αμοιβή προσαυξάνεται κατά 50%(εκτός αν ορίζεται αλλιώς στην οικεία προδιαγραφή ή κανονισμό αμοιβής).

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ:

• Στον ανάδοχο εκτέλεσης του έργου μπορεί να ανατεθεί η τυχόν αναγκαία εργασία συμπλήρωσης της οριστικής μελέτης, για την οποία δικαιούται ιδιαίτερη αμοιβή. Η εκ των υστέρων έγκριση της συμπληρωματικής μελέτης αναπληρώνει την έλλειψη προηγούμενης έγγραφης εντολής για την εκτέλεσή της (ΣτΕ 1239/98, ΔιΔικ 2000, σ. 611).

• Από την διάταξη του άρθρου 11 § 7 του ν. 716/77 προκύπτει ότι ο νόμος διακρίνει την αμοιβή του μελετητή σε συμβατική (ο καθορισμός της γίνεται με απόφαση του εργοδότη κατά το πρώτο στάδιο της έγκρισης της προμελέτης, με βάση τον προϋπολογισμό του σταδίου αυτού του έργου για το οποίο γίνεται η μελέτη και σύμφωνα με τις διατάξεις του ΠΔ 696/74 (αμοιβές μελετητών).

Η συμβατική όμως αυτή αμοιβή θα διαμορφωθεί, αφού αναχθεί στο χρόνο υποβολής της μελέτης, κατόπιν αναθεωρήσεως, σύμφωνα με τις περί αναθεωρήσεως διατάξεις του νόμου περί δημ. Έργων.

Η τελικώς καταβληθησόμενη προκύπτει από τον τελικό προϋπολογισμό, χωρίς να μπορεί να υπερβεί τη συμβατική κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 40%.(ΔΕΛάρ. 504/2001, ΔιΔ 14 (2002), 525).

• Η έγκριση του λογαριασμού για την πληρωμή της μελέτης πρέπει να ενεργείται μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή του. Παράλειψη έγκρισης, συνιστά παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας και προσβάλλεται με ένσταση κατά το 12 του Ν. 1418/84 και 23 του ν. 716/77.

Για την αναθεώρηση της συμβατικής αμοιβής του μελετητή, λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος υποβολής του ενδεικτικού προϋπολογισμού του σταδίου της προμελέτης (όχι ο χρόνος έγκρισης της προμελέτης ούτε ο χρόνος παραλαβής της μελέτης) και ολοκληρώνεται με την υποβολή του τελευταίου σταδίου της μελέτης που έχει ανατεθεί στο μελετητή με τη σύμβαση (ΔΕΑ 2713/1997 ΔιΔ 10, 746).

• Από τα άρθρα 17 §1 του ν. 716/77 και 14 §§ 1-3 του ΠΔ 194/79 συνάγεται ότι σε περίπτωση λύσης της σύμβασης και εφόσον δεν αποκλείεται απ’ αυτή, η μηνιαία προθεσμία της § 3 του ΠΔ 194/79 καταλαμβάνει όχι μόνο την υποβολή της αίτησης για την καταβολή των εν λόγω αποζημιώσεων αλλά και τα αιτήματα για την καταβολή της αμοιβής για το μέχρι τη λύση εκπονηθέν τμήμα της μελέτης, επειδή για να καθορισθεί η αποζημίωση για το υπολειπόμενο (ως ποσοστό του) πρέπει πρώτα να καθορισθεί το περαιωθέν μέρος (ΔΕΑ 3753/97, ΔιΔ 10, 751).

• Τα ποσά που έχουν καταβληθεί στον ανάδοχο για την πληρωμή προγενέστερου σταδίου της μελέτης δεν υπόκεινται σε αναπροσαρμογή, ώστε η καταβλητέα στον ανάδοχο αμοιβή του σταδίου της οριστικής μελέτης να καθορισθεί ύστερα από αφαίρεση από το συνολικό (τελικό) ποσό της αμοιβής των αυξημένων λόγω αναπροσαρμογής αυτής ποσών των προηγουμένων πληρωμών. Η δυνατότητα αυτή προεβλέπετο από το προ του ΠΔ 696/74 καθεστώς (του από 19/21-12-1938 ΒΔ), αλλά και από το τροποποιήσαν το ΠΔ 696/74 ΠΔ 515/89, που όμως εφαρμόζεται στις μελέτες που θα ανατεθούν μετά την πάροδο δύο μηνών από της έναρξης ισχύος του (5.10.89) – ΔΕΑ 2663/1997, ΔιΔ 10, 1268.

• Μεταβολές στη σύμβαση μελέτης-σύνταξη ΣΠ. Ο ανάδοχος δικαιούται να υποβάλει αντιρρήσεις κατά των μεταβολών. Αν οι αντιρρήσεις του απορριφθούν, οφείλει να τηρήσει την ενδικοφανή διαδικασία πριν από την άσκηση της προσφυγής. Υποχρέωση της διοίκησης να ενημερώσει τον ανάδοχο για την ενδικοφανή διαδικασία (ΣτΕ Α΄2801/98, ΔιΔ 11, 974).

161

Page 166: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

• Το Τεχνικό Επιμελητήριο νομιμοποιείται να επιδιώξει την είσπραξη της αμοιβής μόνο σε περίπτωση άρνησης, καθυστέρησης ή δυστροπίας περί την καταβολή της αμοιβής στον μελετητή, όταν δηλαδή η αμοιβή είναι εκκαθαρισμένη. Όχι όταν υπάρχει αμφισβήτηση περί το ύψος της (ΔΕΑ 2554/98, ΔιΔ 11, 976).

ΠΛΗΡΩΜΕΣ ΣΤΟΝ ΑΝΑΔΟΧΟ (άρθρο 12 π.δ. 194/79)

Όλες οι πληρωμές στον ανάδοχο, γίνονται κατόπιν συντάξεως πιστοποιήσεως, η οποία υποβάλλεται για έλεγχο στον επιβλέποντα. Η πιστοποίηση περιέχει ανάλυση των διαφόρων ποσών, τα στοιχεία στα οποία στηρίζεται και το προς πληρωμή ποσό, αφού αφαιρεθούν οι προηγούμενες πληρωμές.

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ:

Ούτε από το άρθρο 12 του πδ 194/79, ούτε από το άρθρο 11 παρ. 9 του ν. 716/77, ούτε και από άλλη διάταξη προκύπτει ότι σε περίπτωση που καταβάλλεται πιστοποίηση για την πληρωμή του σταδίου της οριστικής μελέτης, ο προϋπολογισμός της οποίας καταρτίζεται με βάση τις τιμές που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της μελέτης του σταδίου αυτού, τα ποσά που έχουν καταβληθεί τμηματικά στον ανάδοχο, για την πληρωμή του προηγούμενου σταδίου της μελέτης, υπόκεινται σε αναπροσαρμογή κατά τις διατάξεις περί αναθεωρήσεως των τιμών των δ.ε., ώστε η καταβλητέα στον ανάδοχο αμοιβή της οριστικής μελέτης να καθορισθεί ύστερα από αφαίρεση από το συνολικό ποσό της αμοιβής των αυξημένων λόγω της αναπροσαρμογής ποσών των προηγούμενων πληρωμών. Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση που μετά την υποβολή της προμελέτης διακοπεί για ένα διάστημα η εκπόνηση των υπολειπομένων σταδίων, γιατί και στην περίπτωση αυτή πρόκειται για ενιαία σύμβαση εκπονήσεως της μελέτης. Στις περιπτώσεις αυτές δεν εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 10 παρ. 12 του από 19/21.2.38 ΒΔ γιατί κάτι τέτοιο αποκλείεται από το άρθρο 105 του πδ 696/74. Ακόμα στη συγκεκριμένη σύμβαση δεν εφαρμόζεται (λόγω μεταβατικών διατάξεων) και το πδ 515/89 (που ορίζει ότι σε περίπτωση προκαταβολών ή ενδιάμεσων πληρωμών τα αντίστοιχα καταβληθέντα ποσά αφαιρούνται από την τελική αμοιβή αναθεωρούμενα) ΔΕΑ 2884/1990, ΔΕΑ 2663/97.

ΑΡΘΡΟ 31

Υποχρεώσεις του αναδόχου

1. Ο ανάδοχος εκτελεί τη σύμβαση σύμφωνα με τους όρους της, τις ισχύουσες προδιαγραφές και τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης και φέρει την πλήρη ευθύνη για την αρτιότητα του αντικειμένου της παροχής του. Οι αξιώσεις του εργοδότη κατά του αναδόχου λόγω πλημμελούς εκπλήρωσης της παροχής του, παραγράφονται έξι έτη μετά την παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης ή τη λύση της με οποιονδήποτε τρόπο.

2. Ο ανάδοχος υποχρεούται να χρησιμοποιήσει τα στοιχεία που του παρέχει ο εργοδότης, αν τούτο ορίζεται στη σύμβαση. Αν τα στοιχεία είναι ανακριβή, ασαφή ή γενικώς ανεπαρκή και επηρεάζουν την αρτιότητα ή την εμπρόθεσμη εκτέλεση της σύμβασης και εφόσον ο ανάδοχος μπορεί να το διαπιστώσει, ειδοποιεί εγγράφως και χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τον εργοδότη.

3. Ο ανάδοχος υποχρεούται να χρησιμοποιήσει για την εκτέλεση της σύμβασης, την ομάδα που δήλωσε κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού και να δηλώσει άμεσα την αποχώρηση οποιουδήποτε μέλους της ομάδας από την εκτέλεση της σύμβασης, για οποιονδήποτε λόγο. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία ερευνά τους λόγους της αποχώρησης και μπορεί να εγκρίνει την αναπλήρωσή του με αντίστοιχο στέλεχος ίσης τουλάχιστον εμπειρίας, αν η αποχώρηση οφείλεται σε σπουδαίο λόγο.

Αν το μέλος αποχώρησε από την ομάδα χωρίς σπουδαίο λόγο, δεν επιτρέπεται να συμμετάσχει στο δυναμικό άλλης εταιρείας και δεν δικαιούται να λαμβάνει ατομικά μέρος σε διαγωνισμούς για χρονικό διάστημα έξι μηνών, από την έκδοση της απόφασης της Δ.Υ. περί της αναπλήρωσής του. Αν η αποχώρηση έγινε με ευθύνη του αναδόχου και δεν κριθεί δικαιολογημένη, μπορεί αυτός να κηρυχθεί έκπτωτος.

162

Page 167: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

4. Ελαττώματα ή ελλείψεις του αντικειμένου της σύμβασης που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια εκτέλεσής της, αλλά και μετά την οριστική παραλαβή της και μέχρι την παραγραφή των αξιώσεων του εργοδότη, αποκαθιστώνται από τον ανάδοχο με δικές του δαπάνες. Αν διαπιστωθούν ελαττώματα ή ελλείψεις μέχρι την έναρξη της κατασκευής του έργου, η Διευθύνουσα Υπηρεσία καλεί τον ανάδοχο της μελέτης προκειμένου να την διορθώσει ή και συμπληρώσει και εφόσον δεν συμμορφωθεί εκδίδει και κοινοποιεί στον ανάδοχο Πρόσκληση στην οποία: α) αναφέρεται ότι η διαδικασία κινείται κατ΄εφαρμογή του άρθρου τούτου, β) περιγράφονται τα ελαττώματα και οι ελλείψεις της μελέτης ή της υπηρεσίας, γ) χορηγείται εύλογη προθεσμία για την αποκατάσταση, δ) επισημαίνεται ότι η Πρόσκληση μπορεί να προσβληθεί με ένσταση ενώπιον της Προϊσταμένης Αρχής και μέσα στη νόμιμη προθεσμία. Η ένσταση του αναδόχου δεν αναστέλλει την υποχρέωση συμμόρφωσής του στην Πρόσκληση. Αν αποδειχθεί ότι ο ανάδοχος δεν ευθύνεται, η δαπάνη αποκατάστασης των ελλείψεων ή ελαττωμάτων βαρύνει τον κύριο του έργου.

Αν ο ανάδοχος αρνηθεί να αποκαταστήσει το ελάττωμα ή την έλλειψη μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, αποκαθίσταται από τον εργοδότη σε βάρος και για λογαριασμό του, με απευθείας ανάθεση των σχετικών εργασιών σε μελετητή που έχει τα νόμιμα προσόντα.

5. Επιτρέπεται η τροποποίηση της εγκεκριμένης μελέτης, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου, για την διόρθωση σφαλμάτων της ή την συμπλήρωση ελλείψεών της ή για λόγους που υπαγορεύονται από απρόβλεπτες περιστάσεις. Προς τούτο υποβάλλεται πρόταση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας του έργου προς την Προϊσταμένη Αρχή η οποία αποφασίζει ύστερα από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου κατασκευών. Αν η τροποποίηση αποδίδεται σε σφάλματα και ελλείψεις της μελέτης και ο μελετητής αποδέχεται την ευθύνη του, τροποποιεί τη μελέτη κατά την παράγραφο 4, εφόσον δεν έχουν παραγραφεί οι αξιώσεις του εργοδότη. Σε κάθε άλλη περίπτωση την τροποποίηση αναλαμβάνει ο ανάδοχος του έργου σε συνεργασία με μελετητή που διαθέτει τα νόμιμα προσόντα. Για να εισαχθεί το θέμα στο τεχνικό συμβούλιο πρέπει η τροποποιητική μελέτη να είναι σε στάδιο αντίστοιχο με την προς τροποποίηση και να έχει τεθεί υπόψη του αρχικού μελετητή που διατυπώνει εγγράφως σε εύλογη προθεσμία τη γνώμη του.

Κατά τη συζήτηση στο συμβούλιο καλούνται προς ακρόαση ο αρχικός μελετητής, ο ανάδοχος του έργου ή εκπρόσωποί τους και εκπρόσωπος της υπηρεσίας που ενέκρινε την αρχική μελέτη, οι οποίοι υποβάλλουν γραπτό υπόμνημα. Η Προϊσταμένη Αρχή εκδίδει την απόφαση περί αποδοχής της πρότασης τροποποίησης της μελέτης μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την έκδοση της γνωμοδότησης του συμβουλίου και η κοινοποίηση της απόφασης στην υπηρεσία τήρησης των μητρώων αποτελεί προϋπόθεση για την πληρωμή των εργασιών της τροποποιητικής μελέτης. Αν η ανάγκη τροποποίησης της μελέτης αποδίδεται σε σφάλματα ή ελλείψεις της και δεν έχουν παραγραφεί οι αξιώσεις του κυρίου του έργου κατά του μελετητή, εφαρμόζονται οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4.

Ο μελετητής της αρχικής μελέτης μπορεί να ασκήσει αίτηση θεραπείας κατά της απόφασης περί τροποποίησης της μελέτης, αν αυτή αποδίδεται σε σφάλματα ή παραλείψεις της μελέτης. Η άσκηση αίτησης θεραπείας αναστέλλει τις εις βάρος του μελετητή οικονομικές συνέπειες και την έναρξη της πειθαρχικής διαδικασίας, όχι όμως και την εφαρμογή της τροποποιημένης μελέτης.

Η απόφαση κοινοποιείται στα αρμόδια για την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας κατά του μελετητή και των υπαιτίων υπαλλήλων όργανα, αν η ανάγκη τροποποίησης οφείλεται σε λάθη ή παραλείψεις της μελέτης.

6. Ως προς τις εν γένει υποχρεώσεις του αναδόχου από την σύμβαση εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζονται οι υποχρεώσεις του αναδόχου, η

αποκατάσταση των ελαττωμάτων του αντικειμένου της σύμβασης και η τροποποίηση της

μελέτης, κατά την κατασκευή του έργου.

163

Page 168: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Οι παρ. 1 και 2 δίνουν το γενικό πλαίσιο των υποχρεώσεων του αναδόχου, περί εκτέλεσης

της σύμβασης κατά τις αρχές της επιστήμης και της τέχνης και ελέγχου της πληρότητας

και χρησιμότητας των στοιχείων που παραδίδει στον μελετητή ο κύριος του έργου.

Η παρ. 3 ρυθμίζει την βασική υποχρέωση του αναδόχου να χρησιμοποιεί κατά την

εκτέλεση της σύμβασης την ομάδα που δήλωσε στη διαδικασία του διαγωνισμού και

αποτέλεσε κριτήριο βαθμολόγησης της τεχνικής του προσφοράς. Η τυχόν αποχώρηση

μέλους της ομάδας ελέγχεται από την υπηρεσία, ώστε να αναπληρωθεί από στέλεχος με

αντίστοιχα προσόντα. Αν υπάρξει αποχώρηση χωρίς έγκριση της υπηρεσίας επιβάλλονται

κυρώσεις στον υπαίτιο.

Η παρ. 4 ρυθμίζει λεπτομερώς τη διαδικασία διαπίστωσης ελαττωμάτων και ελλείψεων

στο αντικείμενο της σύμβασης και αποκατάστασής τους.

Η παρ. 5 ρυθμίζει το ζήτημα της τροποποίησης της εγκεκριμένης μελέτης, κατά τη

διάρκεια εκτέλεσης του έργου και αντικαθιστά τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 10 του ν.

1418/84. Σημαντικές τροποποιήσεις σε σχέση με την ισχύουσα διάταξη είναι η ενεργός

εμπλοκή του αρχικού μελετητή, ο οποίος καλείται να αναλάβει την διόρθωση εσφαλμένης

μελέτης, εφόσον η τροποποίηση διενεργείται πριν την παραγραφή των απαιτήσεων του

εργοδότη. Άλλως (εφόσον δεν συμφωνεί ή έχει λήξει η περίοδος ευθύνης του) η μελέτη

τροποποιείται από άλλο μελετητή με τα αντίστοιχα προσόντα. Για την τροποποίηση της

μελέτης αποφαίνεται η Προϊσταμένη Αρχή μετά την εκπόνηση της τροποποιητικής

μελέτης. Περαιτέρω ρυθμίζονται οι συνέπειες σε βάρος του μελετητή ή των οργάνων που

ενέκριναν την τροποποιηθείσα μελέτη, αν η ανάγκη τροποποίησής της αποδίδεται σε

σφάλματα ή παραλείψεις της.

Κατά την παρ. 6 οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά

εφόσον δεν υφίστανται ειδικές διατάξεις στον νόμο αυτό.

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΑΝΑΔΟΧΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟ άρθρο 19 ν. 716/77

Υποχρέωση του αναδόχου είναι να εκπονήσει τη μελέτη κατά τρόπο οικονομοτεχνικώς άρτιο, κατά τους κανόνες της τέχνης και επιστήμης, τους όρους της σύμβασης και τις ισχύουσες κάθε φορά προδιαγραφές. Συμπληρωματικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις περί μισθώσεως έργου του Α.Κ. ΟΙ αξιώσεις του εργοδότη, λόγω ελαττωμάτων ή παραλείψεων της μελέτης παραγράφονται μετά 6 χρόνια από την παραλαβή της.

Αν από τη σύμβαση προβλέπεται η χρησιμοποίηση στοιχείων που χορηγεί ο εργοδότης, τα στοιχεία αυτά πρέπει να είναι ακριβή, και ο ανάδοχος πρέπει να τα χρησιμοποιήσει κατά την εκπόνηση. Αν τα στοιχεία είναι ανακριβή, και ο ανάδοχος μπορεί να το διαπιστώσει εύκολα, πρέπει να ειδοποιήσει αμελλητί τον εργοδότη, αλλιώς ευθύνεται για τις όποιες συνέπειες.

Σε περίπτωση ανάγκης τροποποίησης της μελέτης, μέχρι και του πέρατος της κατασκευής του έργου, ο εργοδότης πρέπει να ζητά τη γνώμη του μελετητή, ο οποίος υποχρεούται αφενός να γνωμοδοτεί εντός ευλόγου προθεσμίας που του τάσσει ο εργοδότης αν η τροποποίηση ενδείκνυται και αφετέρου ότι δεν πρόκειται παράλειψη ή ελάττωμα της μελέτης. Αν συντρέχει τέτοια περίπτωση, ο ανάδοχος υποχρεούται να το επανορθώσει, ακόμα και μετά την αποπεράτωση

164

Page 169: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

και έγκριση της μελέτης. Αν ο μελετητής αρνηθεί μπορεί ο εργοδότης να αναθέσει απευθείας την αποκατάσταση των ελαττωμάτων ή παραλείψεων σε γραφείο ή Σύμπραξη που έχει τα απαιτούμενα προσόντα. Αν ο μελετητής αποδείξη ότι δεν ευθύνεται αίρεται η εις βάρος του εκτέλεση των εργασιών.

Σχετικές διατάξεις για την ευθύνη του μελετητή και την συμμετοχή του σε τροποποιήσεις της μελέτης καθόν χρόνον το έργο εκτελείται, υπάρχουν και στο δίκαιο των δημοσίων έργων.

Συγκεκριμένα στο ν. 1418/84 (άρθρο 4 παρ. 10) αναφέρεται ότι για την τροποποίηση της μελέτης, μετά την υπογραφή της σύμβασης του έργου, απαιτείται απόφαση της Π.Α., που εκδίδεται μετά από απόφαση του τεχνικού συμβουλίου. Κατά τη συζήτηση του θέματος καλείται ο μελετητής και ο ανάδοχος προκειμένου να ακουστούν . Τα στοιχεία για την τροποποίηση, υποβάλλονται στη ΓΓΔΕ, για να επιβληθούν οι προβλεπόμενες κυρώσεις αν αποδειχθεί ευθύνη του μελετητή. Ο μελετητής, μπορεί να υποβάλει αίτηση θεραπείας κατά της απόφασης τροποποίησης, η οποία πάντως δεν αναστέλλει την εφαρμογή της τροποποιημένης μελέτης.

Ακόμα ο μελετητής πρέπει να ασφαλίζει την εκπονούμενη μελέτη για την πληρότητά της (παρ. 11 άρθρου 4). Το ΠΔ πάντως που προβλέπεται για την ενεργοποίηση της διάταξης αυτής δεν έχει ακόμα εκδοθεί.

Όπως προαναφέρθηκε προβλέπεται ακόμα, η παρακράτηση (επί δύο χρόνια μετά την έγκριση) ποσοστού 20% από την αμοιβή της μελέτης, μετά την έγκρισή της, για εξασφάλιση του εργοδότη ότι η εκπονηθείσα μελέτη είναι άρτια και πλήρης. Η παρακράτηση μπορεί να αντικατασταθεί με εγγυητική επιστολή (άρθρο 6 παρ. 7 του ν. 1418/84).

Τέλος και στο άρθρο 30 του ΠΔ 609/85 ορίζεται η συμμετοχή του μελετητή στην κατασκευή του έργου. Ο μελετητής ειδοποιείται για την έναρξη κατασκευής και για κάθε τροποποίηση της μελέτης. Αν παρέλθει ο χρόνος ευθύνης του μελετητή (6ετία), ή αν ο μελετητής δεν κριθεί υπεύθυνος για τις τροποποιήσεις, μπορεί να του ανατεθούν απευθείας οι τροποποιήσεις, αφού ορισθεί ο τρόπος αμοιβής του. Η συνολική αμοιβή του μελετητή για τις συμπληρωματικές μελέτες δεν μπορεί να είναι ανώτερη του 1% του ποσού της σύμβασης κατασκευής. Η κατάρτιση της σύμβασης με το μελετητή και η πρόσθετη αποζημίωσή του εγκρίνονται από την Π.Α. του έργου

ΑΡΘΡΟ 32

Αποζημίωση του αναδόχου λόγω υπερημερίας του εργοδότη

1. Αν ο εργοδότης περιέλθει σε υπερημερία ως προς την εκπλήρωση των συμβατικών ή νομίμων υποχρεώσεών του, ο ανάδοχος δικαιούται να ζητήσει αποζημίωση για τις θετικές ζημίες που υφίσταται και για το χρονικό διάστημα μετά την υποβολή έγγραφης όχλησης, έως την άρση της υπερημερίας. Η όχληση υποβάλλεται στη Διευθύνουσα Υπηρεσία και προσδιορίζει τις πράξεις ή παραλείψεις του εργοδότη ή των οργάνων του που συνιστούν την αιτία της υπερημερίας και την αιτία της ζημίας και στο μέτρο του δυνατού την κατά προσέγγιση εκτίμηση της ζημίας, ανά ημέρα υπερημερίας.

2. Μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών από την υποβολή της όχλησης, η Διευθύνουσα Υπηρεσία συγκροτεί τριμελή επιτροπή τεχνικών υπαλλήλων, στην οποία συμμετέχει απαραίτητα ο επιβλέπων, εκτός αν δεν είναι δυνατή η συμμετοχή του, για σοβαρή αιτία εκτιθέμενη στην απόφαση συγκρότησης. Η επιτροπή διαπιστώνει αν υφίσταται υπερημερία, τα αίτιά της και το ύψος των ζημιών του αναδόχου για κάθε ημέρα κατά προσέγγιση, συντάσσοντας πρωτόκολλο, το οποίο υποβάλλεται μέσα σε ένα μήνα από τη συγκρότησή της, στον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για έγκριση. Το εγκεκριμένο πρωτόκολλο κοινοποιείται στον ανάδοχο με απόδειξη και μπορεί να προσβληθεί με ένσταση.

3. Μετά τη λήξη της υπερημερίας του εργοδότη, ο ανάδοχος υποβάλλει αίτηση για την αναγνώριση της ζημίας του προσδιορίζοντας το ποσόν αυτής. Επί της αιτήσεως αποφασίζει, μετά από εισήγηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, η Προϊσταμένη Αρχή, που δεν είναι υποχρεωμένη να δεχθεί τα πορίσματα του πρωτοκόλλου.

165

Page 170: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ορίζεται η διαδικασία αναγνώρισης της ζημίας του

αναδόχου αν ο κύριος του έργου περιέλθει σε υπερημερία περί την εκπλήρωση των

νομίμων ή συμβατικών του υποχρεώσεων και η καταβολή σχετικής αποζημίωσης, με

λεπτομερή αναφορά των ενεργειών τόσο του αναδόχου όσο και του κυρίου του έργου,

ώστε να διαφυλάσσεται το συμφέρον και των δύο πλευρών.

ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑ ΕΡΓΟΔΟΤΗ – ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΑΥΤΟΥ – ΛΥΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

Άρθρα 21 ν. 716/77 και 14, 15 του π.δ. 194/79.

Σε περίπτωση υπερημερίας του εργοδότη περί την εκπλήρωση των συμβατικών του υποχρεώσεων, ο ανάδοχος αποκτά δικαίωμα αποζημίωσης, για τις θετικές του ζημιές, και για τον χρόνο μετά την έγγραφη περί τούτου όχληση του εργοδότη ( η όχληση είναι «δήλωση» που υποβάλλεται στον Προϊστάμενο της Δ.Υ.- π.δ. 194/79, άρθρο 15 παρ. 1 – και πρέπει να περιέχει τα στοιχεία της παρ. 2:

-καθορισμός του αποδιδομένου στον εργοδότη πταίσματος, -στοιχεία για τα εκπονηθέντα τμήματα της μελέτης, -περιγραφή των υπολειπομένων τμημάτων και αιτιολόγηση γιατί δεν είναι δυνατή η

συνέχισή τους, -αναλυτικός προσδιορισμός των δαπανών μετά την δήλωση, -δήλωση περί της ενδεχόμενης πρόθεσης του αναδόχου να ασκήσει το δικαίωμά του για τη

λύση της σύμβασης). Μόλις του επιδοθεί η «δήλωση», ο Προϊστάμενος της ΔΥ (αυτοπροσώπως ή δια του

επιβλέποντος) πρέπει να εξακριβώσει το με έκθεση υποβαλλόμενη σε 10 μέρες. Η περαιτέρω διακρίβωση των αιτίων, και του τρόπου αποφυγής των συνεπειών γίνεται από

Επιτροπή που συντάσσει σχετικό πρακτικό. Τα στοιχεία αυτά εκτιμώνται προκειμένου να εκδοθεί απόφαση για την αποδοχή ή όχι της

διακοπής εργασιών. Η αποζημίωση σε περίπτωση διακοπής καθορίζεται με ΠΚΤΜΝΕ.

ΑΡΘΡΟ 33 Έκπτωση του αναδόχου

1. Αν ο ανάδοχος δεν εκπληρώνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις ή δεν συμμορφώνεται με τις γραπτές εντολές της υπηρεσίας, που είναι σύμφωνες με τη σύμβαση ή τις κείμενες διατάξεις κηρύσσεται έκπτωτος.

2. Η διαδικασία έκπτωσης κινείται υποχρεωτικά εφόσον ο ανάδοχος:

α) Υπερβεί υπαίτια για χρόνο πέραν του 1/3 την σχετική συνολική προθεσμία της παραγράφου 2 του άρθρου 27, λαμβανομένων υπόψη των τυχόν παρατάσεων.

β) Καθυστερεί υπαίτια, για χρόνο περισσότερο από το μισό της αντίστοιχης τμηματικής προθεσμίας, την υποβολή σταδίου μελέτης.

γ) Οι εργασίες του παρουσιάζουν κατ’ επανάληψη ελαττώματα ή ελλείψεις. Για να κηρυχθεί ο ανάδοχος έκπτωτος για το λόγο αυτό πρέπει να έχει προηγηθεί, τουλάχιστον μια φορά, η εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 31, για την αποκατάσταση των ελαττωμάτων ή ελλείψεων της μελέτης και να μην έχει ασκηθεί ένσταση ή η ασκηθείσα να έχει απορριφθεί.

3. Αν υφίσταται λόγος έκπτωσης, κοινοποιείται στον ανάδοχο με απόδειξη ειδική πρόσκληση της Διευθύνουσας υπηρεσίας, η οποία αναφέρεται απαραίτητα στις διατάξεις του άρθρου αυτού και περιλαμβάνει συγκεκριμένη περιγραφή ενεργειών ή εργασιών που πρέπει να εκτελέσει ο ανάδοχος μέσα στην τασσόμενη προθεσμία. Η τασσόμενη προθεσμία πρέπει να είναι

166

Page 171: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

εύλογη, ήτοι ανάλογη του χρόνου που απαιτείται κατά την κοινή αντίληψη για την εκτέλεση των εργασιών ή των ενεργειών και πάντως όχι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών.

4. Ανεξάρτητα από την κοινοποίηση της ειδικής πρόσκλησης και τις προθεσμίες που τάσσει για την εκτέλεση συγκεκριμένων εργασιών ή ενεργειών ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να τηρεί τις εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του για την εμπρόθεσμη εκτέλεση της σύμβασης και υφίσταται τις νόμιμες συνέπειες από την τυχόν υπέρβαση των συμβατικών προθεσμιών.

5. Αν η προθεσμία που τέθηκε με την ειδική πρόσκληση παρήλθε χωρίς ο ανάδοχος να συμμορφωθεί με το περιεχόμενό της, κηρύσσεται έκπτωτος μέσα σε προθεσμία 30 ημερών από την πάροδο της προθεσμίας, με απόφαση του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Στην απόφαση προσδιορίζονται οι εργασίες και ενέργειες που τυχόν εκτέλεσε ο ανάδοχος σε συμμόρφωση προς την ειδική πρόσκληση και αιτιολογείται η έκπτωση με αναφορά στις εργασίες που δεν εκτέλεσε και ενέργειες που δεν συμμορφώθηκε.

6. Αν κατά της απόφασης έκπτωσης δεν ασκηθεί εμπρόθεσμα ένσταση ή αν απορριφθεί η ένσταση από την αρμόδια προς τούτο Προϊσταμένη Αρχή, η έκπτωση καθίσταται οριστική. Αν ασκηθεί εμπρόθεσμα ένσταση αναστέλλονται οι συνέπειες της έκπτωσης μέχρι αυτή να οριστικοποιηθεί και ο ανάδοχος υποχρεούται να συνεχίσει τις εργασίες της σύμβασης. Η απόφαση επί της ένστασης εκδίδεται, μετά γνώμη του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου, από την Προϊσταμένη Αρχή μέσα σε δυο μήνες από την κατάθεσή της. Η αποδοχή ή απόρριψη της ένστασης αιτιολογείται, μεταξύ δε των λόγων αποδοχής μπορεί να περιλαμβάνεται και η καταφανής βελτίωση του ρυθμού ή της ποιότητας των εκτελούμενων εργασιών, ώστε να πιθανολογείται βάσιμα η έγκαιρη και έντεχνη εκτέλεση του έργου. Η Προϊσταμένη Αρχή υποχρεούται να εκδώσει απόφαση και μετά την πάροδο της προθεσμίας, ενώ κινείται η πειθαρχική διαδικασία κατά των υπαιτίων υπαλλήλων κατά τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 25. Μετά την πάροδο της προθεσμίας εκδόσεως αποφάσεως, ο ανάδοχος υποχρεούται να διακόψει τις εργασίες της σύμβασης και η Διευθύνουσα Υπηρεσία διαπιστώνει τις εργασίες που εκπόνησε ο ανάδοχος. Αν η ένσταση του αναδόχου γίνει τελικά αποδεκτή, δικαιούται παράταση με αναθεώρηση, ισόχρονη με το διάστημα της διακοπής, ενώ η διακοπή των εργασιών της σύμβασης δεν αποτελεί λόγο για τη διάλυση της σύμβασης. Ουδεμία εργασία εκτελούμενη μετά την ημέρα της κατά τα άνω υποχρεωτικής διακοπής των εργασιών και μέχρι της τυχόν θετικής για τον ανάδοχο αποφάσεως πιστοποιείται για πληρωμή. Η Προϊσταμένη Αρχή υποχρεούται να ενημερώσει εγγράφως την Διεύθυνση Μητρώων και Τεχνικών Επαγγελμάτων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. για την οριστικοποιηθείσα έκπτωση.

7. Μετά την κοινοποίηση της απόφασης, στον ανάδοχο και μέχρι να καθορισθεί ο τρόπος εκπόνησης των εργασιών που υπολείπονται για την ολοκλήρωση του εκπονούμενου σταδίου της μελέτης ή της σύμβασης υπηρεσιών, η Διευθύνουσα Υπηρεσία επεμβαίνει προς αποτροπή αρνητικών συνεπειών εκτελώντας τις απαραίτητες ενέργειες σε βάρος και για λογαριασμό του έκπτωτου αναδόχου.

8. Με την κοινοποίηση της απόφασης οριστικοποίησης της έκπτωσης, ο ανάδοχος διακόπτει κάθε εργασία και δεν δικαιούται αμοιβή για το εκπονούμενο στάδιο. Κατ’ εξαίρεση μπορεί ο εργοδότης, αν κρίνει ότι ορισμένα στοιχεία του μελετητικού έργου του υπό εκπόνηση σταδίου είναι χρήσιμα, να ζητήσει να παραδοθούν στην Διευθύνουσα Υπηρεσία μέσα σε ορισμένη προθεσμία, συντασσομένου σχετικού πρωτοκόλλου παράδοσης. Η αμοιβή του αναδόχου για τις εργασίες του ημιτελούς σταδίου κανονίζεται με Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών.

9. Μετά την οριστικοποίηση της έκπτωσης εκκαθαρίζεται η σύμβαση και καταπίπτει υπέρ του εργοδότη η εγγύηση καλής εκτέλεσης ως ειδική ποινική ρήτρα. Αν επιβλήθηκαν ποινικές ρήτρες για υπέρβαση τμηματικών προθεσμιών μέχρι την οριστικοποίηση της έκπτωσης οφείλονται από τον ανάδοχο αθροιστικά, ενώ επιβάλλεται και η ποινική ρήτρα για την υπέρβαση της συνολικής προθεσμίας, εφόσον υφίσταται αντίστοιχη περίπτωση.

10. Η απόφαση με την οποία οριστικοποιήθηκε η έκπτωση κοινοποιείται από την υπηρεσία που την εξέδωσε στην αρμόδια για την έγκριση της μελέτης υπηρεσία και στην υπηρεσία τήρησης του Μητρώου Μελετητών ή Εταιρειών Μελετών, για την επιβολή των παρεπόμενων κυρώσεων, μαζί με σύντομο ιστορικό και μνεία των λόγων που οδήγησαν στην έκπτωση. Αν ο έκπτωτος ανάδοχος είναι κοινοπραξία ή σύμπραξη μελετητών ή εταιρειών μελετών, η Διευθύνουσα Υπηρεσία προσδιορίζει τους υπεύθυνους για την έκπτωση μελετητές ή εταιρείες της σύμπραξης ή κοινοπραξίας.

167

Page 172: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις (παρ. 1 και 2), η διαδικασία

(παρ. 3-6) και η εκκαθάριση της εργολαβίας, σε περίπτωση έκπτωσης του αναδόχου.

Οι προϋποθέσεις της υποχρεωτικής έκπτωσης του αναδόχου τίθενται συγκεκριμένα και

ρητά (παρ. 2), η διαδικασία της έκπτωσης είναι ταχεία και αποτελεσματική, αλλά με

μέριμνα για τα νόμιμα δικαιώματα του αναδόχου και ιδίως το δικαίωμά του να τύχει

ενδελεχούς εξέτασης η ένστασή του κατά της αποφάσεως περί κηρύξεως της εκπτώσεως.

Για το λόγο αυτό η απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής επί της ενστάσεως του αναδόχου

εκδίδεται οπωσδήποτε και δεν δημιουργείται τεκμήριο από την παρέλευση της προθεσμίας

ούτε υπέρ της απορρίψεως ούτε και υπέρ της αποδοχής της ενστάσεως (παρ. 6).

ΕΚΠΤΩΣΗ ΑΝΑΔΟΧΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟ άρθρο 19 παρ. 2 και 7 ν. 716/77, 13 π.δ. 194/79.

Ανάδοχος που δεν εκπληρώνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις μπορεί να κηρυχθεί έκπτωτος. Στην περίπτωση αυτή καταπίπτει υπέρ του εργοδότη η εγγύηση καλή εκτέλεσης. Διαδικασία: • Κοινοποίηση ειδικής προσκλήσεως, του Προϊστ/νου της Δ.Υ., που μνημονεύει απαραίτητα

τις διατάξεις του άρθρου αυτού και αναφέρει συγκεκριμένα τις εργασίες που πρέπει να εκτελεσθούν και την σχετική προθεσμία (εύλογη, τουλάχιστον 15 ημερών). Η ειδική πρόσκληση δεν αναιρεί την υποχρέωση του αναδόχου για την εμπρόθεσμη σύνταξη της μελέτης ή τμημάτων της

• Κοινοποίηση της περί εκπτώσεως αποφάσεως αν ο ανάδοχος δεν συμμορφωθεί στην ειδική πρόσκληση. Από την κοινοποίηση ο ανάδοχος υποχρεούται να διακόψει κάθε περαιτέρω εργασία, ενώ δεν καταβάλλεται αμοιβή για το στάδιο που βρίσκεται υπό εκπόνηση.

• Εξαιρετικά μπορεί ο εργοδότης, αν κρίνει ότι κάποια στοιχεία της μελέτης που εκπονήθηκε του είναι χρήσιμα, να διατάξει την παράδοσή τους στη Δ.Υ. σχετικά συντάσσεται για την παραλαβή πρωτόκολλο και η αξία του ημιτελούς έργου κανονίζεται με ΠΚΤΜΝΕ (άρθρου 10).

• Η έκπτωση οριστικοποιείται είτε με την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας ενστάσεως, είτε με την απόρριψη της ενστάσεως. Ακολουθεί εκκαθάριση της σύμβασης, καταπίπτει υπέρ του εργοδότη η εγγύηση καλής εκτέλεσης και επιβάλλονται αθροιστικά τυχόν ποινικές ρήτρες που επιβλήθηκαν μέχρι της εκπτώσεως.

• Ακολουθεί κοινοποίηση των αποφάσεων (περί εκπτώσεως και απόρριψης ης τυχόν ενστάσεως) στην υπηρεσία του εργοδότη την αρμόδια για την έγκριση της μελέτης και στην υπηρεσία μητρώου για την επιβολή κυρώσεων (μετά γνώμη της ΓΕΜ).

ΑΡΘΡΟ 34

Διάλυση της σύμβασης

1. Σε περίπτωση σύμβασης μελέτης που εκπονείται κατά στάδια, ο εργοδότης δικαιούται να διακόψει τις εργασίες της μετά την ολοκλήρωση κάποιου σταδίου και να λύσει τη σύμβαση χωρίς αποζημίωση του αναδόχου, αν τούτο προβλέπεται στη σύμβαση. Δικαιούται επίσης ο εργοδότης να διακόψει την εκπόνηση σταδίου μελέτης με καταβολή αποζημίωσης στον ανάδοχο, κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 36.

Ο εργοδότης σύμβασης παροχής υπηρεσιών, δικαιούται, αν προβλέπεται στη σύμβαση, να διακόψει την παροχή των υπηρεσιών, είτε αζημίως για τον ίδιο είτε και με καταβολή αποζημίωσης, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 36.

2. Ο ανάδοχος δικαιούται να διαλύσει τη σύμβαση στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) Αν υπάρξει υπέρβαση της οριακής προθεσμίας της σύμβασης, χωρίς υπαιτιότητά του.

168

Page 173: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

β) Αν αναστείλει την εκπόνηση μελέτης ή την παροχή των υπηρεσιών με εντολή του εργοδότη, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών από την κοινοποίηση της εντολής.

γ) Αν εξαιτίας γεγονότων που συνιστούν υπερημερία του εργοδότη, αναγκαστεί είτε να μην αρχίσει την εκπόνηση μελέτης ή την παροχή της υπηρεσίας του κατά τον ορισμένο στη σύμβαση χρόνο, είτε να διακόψει την παροχή των υπηρεσιών του μετά την έναρξή τους, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών. Για την έναρξη της προθεσμίας ο ανάδοχος υποβάλλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία Ειδική Δήλωση κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3.

δ) Αν παρέλθει χρόνος δύο τουλάχιστον μηνών από την υποβολή Ειδικής Δήλωσης εκ μέρους του αναδόχου προς τον εργοδότη, λόγω παρέλευσης της προθεσμίας για την πληρωμή πιστοποίησης.

3. Η Ειδική Δήλωση διακοπής των εργασιών της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 περιλαμβάνει: α) μνεία των λόγων της διάλυσης, β) στοιχεία για περαιωμένα τμήματα της μελέτης και εκτίμηση της αξίας τους, γ) περιγραφή των τμημάτων της μελέτης που υπολείπονται, δ) αίτηση περί καταβολής της νόμιμης αποζημίωσης συγκεκριμένου, κατά το δυνατόν, ύψους και ανάλυση των κονδυλίων της και ε) δήλωση περί της πρόθεσής του να αποδεχθεί συνέχιση των εργασιών κατόπιν αποζημίωσης.

Η Διευθύνουσα Υπηρεσία εκδίδει απόφαση μέσα σε δεκαπέντε ημέρες περί αποδοχής ή απόρριψης της Ειδικής Δήλωσης. Αν δεχθεί τη δήλωση ή παρέλθει άπρακτο διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών από την επίδοσή της, ο ανάδοχος μπορεί να υποβάλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία αίτηση λύσης της σύμβασης. Επί της αιτήσεως αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός μηνός, ύστερα από εισήγηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας στην οποία καταχωρείται και η γνώμη του επιβλέποντα. Η σύμβαση λύεται με την αποδοχή της αίτησης ή την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας. Αν η αίτηση απορριφθεί εμπρόθεσμα ο ανάδοχος υποχρεούται στη συνέχιση παροχής των υπηρεσιών του, ανεξάρτητα από την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων του και η Προϊσταμένη Αρχή εγκρίνει, με την ίδια απόφαση, τις αναγκαίες προσαρμογές στις προθεσμίες της σύμβασης.

4. Για τη διάλυση της σύμβασης κατά τις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 2, ο ανάδοχος υποβάλλει αίτηση στη Διευθύνουσα Υπηρεσία, η οποία περιλαμβάνει τα στοιχεία της Ειδικής Δήλωσης διακοπής των εργασιών και επιπλέον αίτημα για λύση της σύμβασης. Τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 3 εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή.

5. Σε περίπτωση διάλυσης της σύμβασης η οφειλόμενη αποζημίωση κανονίζεται με πρωτόκολλο κανονισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών.

6. Οι συμβάσεις εκπόνησης μελέτης λύονται με την παραλαβή του συμβατικού αντικειμένου, εκτός αν συντρέχει περίπτωση έκπτωσης του αναδόχου, ή διάλυσης της σύμβασης είτε με πρωτοβουλία του κυρίου του έργου, είτε με πρωτοβουλία του αναδόχου. Μετά τη λήξη της αρχικής προθεσμίας και των εγκεκριμένων παρατάσεών της και μέχρι τη λύση της σύμβασης με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο δεν οφείλεται αναθεώρηση.

Οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών λύονται αυτοδικαίως αν παρέλθει η συμβατική προθεσμία και οι παρατάσεις της, εκτός αν συντρέχει περίπτωση έκπτωσης του αναδόχου, ή διάλυσης της σύμβασης είτε με πρωτοβουλία του κυρίου του έργου, είτε με πρωτοβουλία του αναδόχου. Στη σύμβαση μπορεί να ορίζεται και διαφορετικά, ιδίως σε περιπτώσεις που το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα έχει ουσιώδη σημασία για τα συμφέροντα του κυρίου του έργου.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Έννοια της διάλυσης. Η σύμβαση τερματίζεται κατά κανόνα με την παραλαβή του

αντικειμένου της (βλέπετε άρθρο 37). Όμως δεν αποκλείεται να λυθεί πρόωρα, χωρίς να

παραδοθεί το σύνολο του αντικειμένου της, οπότε τίθενται ζητήματα αποζημίωσης του

αναδόχου για το μέρος της σύμβασης που δεν εκτέλεσε και εκκαθάρισης της σύμβασης,

έτσι ώστε να προσδιοριστεί επακριβώς το εκτελεσθέν μέρος (για το οποίο θα αμειφθεί) και

169

Page 174: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

το υπολειπόμενο μέρος, για το οποίο θα αποζημιωθεί. Ο θεσμός της διάλυσης υφίσταται

και κατά το δίκαιο του ν. 716/77, αλλά και κατά το δίκαιο των δημοσίων έργων, όπου οι

ρυθμίζεις παρουσιάζονται λίγο-πολύ ταυτόσημες.

Κατ΄αρχήν αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα του εργοδότη να διαλύσει τη σύμβαση,

δεδομένου ότι στη σύμβαση μελέτης έχει μεγάλη σημασία η εμπιστοσύνη του εργοδότη

προς τον ανάδοχο. Συνεπώς δεν κωλύεται αυτός (ο εργοδότης δηλαδή) να απαλλαγεί από

έναν ανάδοχο που δεν εμπιστεύεται πλέον.

Ο κανόνας που τίθεται στην παρ. 1 είναι ότι ο εργοδότης μπορεί να λύσει τη σύμβαση

μελέτης, μετά την ολοκλήρωση σταδίου αυτής, είτε αζημίως για τον ίδιο, αν προβλέπεται

στη σύμβαση, είτε και με αποζημίωση, κατά το άρθρο 36. Στο μέσον της εκπόνησης

σταδίου ο κανόνας είναι η αποζημίωση του αναδόχου, δεν επιτρέπεται δηλαδή να διακοπεί

στάδιο αζημίως για τον εργοδότη.

Στην παράγραφο 2 ορίζονται οι περιπτώσεις στις οποίες ο ανάδοχος δικαιούται να

διαλύσει τη σύμβαση εις βάρος του εργοδότη και με αποζημίωση. Πρόκειται για

περιπτώσεις που δεν μπορεί να συνεχίσει να εκπονεί τη μελέτη, είτε κατόπιν εντολής του

εργοδότη, είτε και συνεπεία υπερημερίας αυτού (όταν δηλαδή δεν μπορεί να συνεχίσει την

εκπόνηση για λόγους που ευθύνεται ο εργοδότης).

Η παράγραφος 3 περιγράφει τις διαδικασίες για τη διάλυση της σύμβασης με

πρωτοβουλία του αναδόχου (όταν δηλαδή συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 2).

Υπάρχουν περιπτώσεις (υπερημερία εργοδότη- γ’ και δ΄της παρ. 2) όπου πρέπει ο

ανάδοχος, προκειμένου να κινήσει τη διαδικασία της διάλυσης, να απευθύνει προς τον

εργοδότη Ειδική Δήλωση διακοπής των εργασιών και άλλες περιπτώσεις (υπέρβαση

οριακής προθεσμίας και εντολή διακοπής εργασιών – περ. α΄και β΄της παρ. 2) όπου ασκεί

απευθείας αίτηση διάλυσης της σύμβασης.

Κανόνας είναι ότι σε περίπτωση διάλυσης η αποζημίωση του αναδόχου κανονίζεται με

Πρωτόκολλο Κανονισμού Μονάδος ΝΕ (παρ. 5).

Στην παρ. 6 ορίζεται ότι σύμβαση εκπόνησης μελέτης δεν λύεται με την πάροδο των

προθεσμιών της σύμβασης, αλλά μόνο εφόσον παραληφθεί το αντικείμενό της, ή

συντρέξει νόμιμη περίπτωση πρόωρης λύσης της (με έκπτωση του αναδόχου ή με διάλυση

της σύμβασης). Οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών λύονται επιπλέον και με τη λήξη του

χρόνου της σύμβασης και των νομίμων παρατάσεών του.

Η πρόνοια της παραγράφου αυτής κρίθηκε απαραίτητη ενόψει των προβλημάτων που

έχουν δημιουργηθεί από την έλλειψη παρόμοιας ρύθμισης στο δίκαιο των δημοσίων

έργων, στο οποίο αρκετές φορές δημιουργούνται προβλήματα, όταν η προθεσμία του

έργου λήγει, χωρίς καμιά από τις δυο πλευρές να φροντίσει έγκαιρα (δηλαδή όσο διαρκεί η

170

Page 175: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

προηγούμενη προθεσμία - αρχική ή κατόπιν παρατάσεως) για την παράτασή της, με

συνέπεια να δημιουργείται η εσφαλμένη εντύπωση ότι το έργο δεν μπορεί να συνεχιστεί

λόγω της έλλειψης εγκεκριμένης προθεσμίας και οι εργασίες που εκτελούνται μετά από την

λήξη της προθεσμίας να θεωρούνται ως εκτελεσθείσες εκτός συμβάσεως.

ΠΑΛΙΟΤΕΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 716/77, ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΛΥΣΗ.

Δικαίωμα λύσης της συμβάσεως έχει ο εργοδότης πάντοτε κατά τη διάταξη του άρθρου 17 παρ. 3 του ν. 716/77 (είτε αζημίως είτε με καταβολή αποζημιώσεως κατά το άρθρο 14 του π.δ. 194/79).

Δικαίωμα λύσης της σύμβασης έχει ο ανάδοχος:

• Σε περίπτωση υπέρβασης της οριακής προθεσμίας

• Διακοπής των εργασιών της μελέτης για διάστημα μεγαλύτερο του τριμήνου, συνεπεία πταίσματος ή διαταγής του εργοδότη. Το τρίμηνο αρχίζει είτε από την κοινοποίηση της διαταγής, είτε (αν η διακοπή οφείλεται σε πταίσμα του εργοδότη) από την ημέρα που θα του επιδόσει (ο ανάδοχος) ειδική πρόσκληση για τη διακοπή των εργασιών.

• Σε περίπτωση που καθυστερήσει η έναρξη των εργασιών της μελέτης περισσότερο από ένα τρίμηνο, από υπαιτιότητα του εργοδότη, εκτός κι αν ορίζεται αλλιώς στη σύμβαση.

Αν ο ανάδοχος ασκήσει το δικαίωμα λύσης της σύμβασης, μπορεί να συνεχισθεί η εκπόνηση της μελέτης και να ματαιωθεί η διάλυση, με συναίνεσή του και αφού αποζημιωθεί για τις θετικές του ζημιές που είχε μέχρι τη διακοπή.

ΑΡΘΡΟ 35

Ματαίωση της διάλυσης

1. Αν ο ανάδοχος άσκησε μεν το δικαίωμα διάλυσης της σύμβασης αλλά συναινεί στην ματαίωσή της, η σύμβαση νομίμως συνεχίζεται, ανεξαρτήτως των αξιώσεών του προς αποκατάσταση των θετικών ζημιών του. Προς το σκοπό αυτό ο ανάδοχος υποβάλλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία αίτηση με στοιχεία υπολογισμού της αποζημίωσής του, επί της οποία αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή κατόπιν εισηγήσεως της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Για την εξακρίβωση των ζημιών η Π.Α. συγκροτεί, μέσα σε 10 ημέρες από την υποβολή της εισήγησης, επιτροπή που ερευνά τη βασιμότητα των απαιτήσεων του αναδόχου και εκτιμά το ύψος των θετικών ζημιών του, δυνάμενη να ζητήσει από τον ανάδοχο πρόσθετα στοιχεία και πληροφορίες.

2. Η Προϊσταμένη Αρχή, με απόφασή της που εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών μηνών από την υποβολή της αίτησης εγκρίνει τη ματαίωση της διάλυσης και την αποζημίωση του αναδόχου, επιφέροντας τις αναγκαίες προσαρμογές στις προθεσμίες της μελέτης. Αν ο ανάδοχος δεν συμφωνεί στον καθορισμό της αποζημίωσης μπορεί να ασκήσει αίτηση θεραπείας.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζεται η περίπτωση ματαίωσης της διάλυσης της

σύμβασης, με τη βούληση του αναδόχου και με την αναγνώριση εκ μέρους του κυρίου του

έργου των απαιτήσεων του αναδόχου για καταβολή αποζημίωσης.

Αποτελεί πάγια πρόβλεψη και στο παλιότερο δίκαιο των μελετών, αλλά και στο δίκαιο των

έργων, η δυνατότητα ματαίωσης της ήδη επελθούσας διάλυσης, με σκοπό την διάσωση

της σύμβασης. Η ενεργοποίηση της διαδικασίας ματαίωσης εξαρτάται αποκλειστικά από

την καλή διάθεση του αναδόχου και η εκδήλωση της διάθεσης αυτής δεν σημαίνει και

171

Page 176: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

παραίτηση του αναδόχου από την απαίτηση για την αποκατάσταση των ζημιών που

υπέστη εξ αιτίας των πράξεων ή παραλείψεων του εργοδότη που οδήγησαν στη διάλυση.

ΑΡΘΡΟ 36

Αποζημίωση αναδόχου σε περίπτωση διάλυσης της σύμβασης

1. Αν η σύμβαση εκπόνησης μελέτης ή παροχής υπηρεσιών διαλυθεί από τον εργοδότη και δεν προβλέπεται διαφορετικά στη σύμβαση, ο ανάδοχος δικαιούται αποζημίωσης η οποία ανέρχεται σε δέκα τοις εκατό (10%) επί της συμβατικής αμοιβής των υπολειπομένων για την ολοκλήρωσή της σταδίων.

2. Αν η σύμβαση λυθεί από τον εργοδότη κατά την εκπόνηση σταδίου μελέτης, η αποζημίωση του αναδόχου ανέρχεται σε τριάντα τοις εκατό (30%) του υπολειπομένου χρηματικού αντικειμένου του υπό εκπόνηση σταδίου. Ως προς τα επόμενα στάδια εφαρμόζεται η προηγούμενη παράγραφος.

Για την αμοιβή των ήδη εκπονηθέντων τμημάτων του σταδίου της μελέτης που διακόπτεται συντάσσεται Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε..

3. Για την πληρωμή της αποζημίωσης ο ανάδοχος υποβάλλει, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία ενός μηνός από την κοινοποίηση της απόφασης διάλυσης, στην Διευθύνουσα Υπηρεσία αίτηση, με ανάλυση της αποζημίωσης. Η αποζημίωση προσδιορίζεται με πρωτόκολλο κανονισμού τιμής μονάδας νέων εργασιών (ΠΚΤΜΝΕ), που συντάσσεται και εγκρίνεται μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή της αίτησης.

4. Οι αποζημιώσεις των προηγούμενων παραγράφων δεν θίγουν την οφειλόμενη αμοιβή για τις εκτελεσθείσες εργασίες ή υπηρεσίες.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζεται η αποζημίωση που οφείλεται στον ανάδοχο σε

περίπτωση διάλυσης της σύμβασης με πρωτοβουλία του κυρίου του έργου. Η αποζημίωση

αυτή διαφέρει αν αφορά στάδια που προβλέπεται μεν από την σύμβαση η εκπόνησή τους,

αλλά δεν άρχισαν ακόμα να εκπονούνται (παρ. 1) ή αν άρχισε και διακόπηκε η εκπόνησή

τους (παρ. 2). Η διαδικασία αναγνώρισης της αποζημίωσης ορίζεται στην παρ. 3. Τέλος

στην παρ. 4 ορίζεται ότι η αποζημίωση αυτή για το μη εκτελεσθέν μέρος της συμβάσεως

είναι άσχετη από την καταβολή της αμοιβής για το τμήμα της συμβάσεως που

εκτελέσθηκε.

ΠΑΛΙΟΤΕΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 716/77, ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΑΔΟΧΟΥ ΥΣΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΑΛΥΣΗ.

Η αποζημίωση του αναδόχου: Εφόσον λυθεί η σύμβαση μετά την ολοκλήρωση εκπονουμένου σταδίου της (και εφόσον στη σύμβαση δεν προβλέπεται η αζημίως για τον εργοδότη) η αποζημίωση ανέρχεται σε 10% επί του υπολειπομένου αντικειμένου μετά από αφαίρεση της αμοιβής των εργασιών που εκτελέσθηκαν. Σε περίπτωση λύσης της σύμβασης από τον εργοδότη ενώ εκπονείται στάδιο της μελέτης, η αποζημίωση ορίζεται σε 30% του χρηματικού ποσού που αντιστοιχεί στο υπολειπόμενο χρηματικό αντικείμενο του σταδίου. Για τα επόμενα στάδια που προβλέπονται στη σύμβαση εφαρμόζονται τα πιο πάνω. Εντός ανατρεπτικής προθεσμίας μηνός από της κοινοποιήσεως στον ανάδοχο της εντολής διακοπής των εργασιών της μελέτης, πρέπει αυτός να υποβάλει στη Δ.Υ. αίτηση με πλήρη ανάλυση

172

Page 177: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

της ζητούμενης αποζημίωσης. Η αποζημίωση καθορίζεται με ΠΚΤΜΝΕ, εντός μηνός από της υποβολής της αιτήσεως.

Σε μελετητή που ανατέθηκαν και τα τρία στάδια της στατικής μελέτης και διακόπηκε η εκπόνησή της με εντολή του εργοδότη στο τελευταίο στάδιο, οφείλεται η προσαύξηση που ορίζει το άρθρο 87 παρ. 2 του π.δ. 696/74 (25%) απί της αμοιβή του δευτέρου σταδίου και ειδικότερα στο τμήμα αυτής που αντιστοιχεί στο ποσοστό της μη εκπονηθείσας μελέτης (γνωμ. ΝΣΚ 78/89).

ΑΡΘΡΟ 37

Έγκριση της μελέτης - Παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης

1. Εφόσον στις ισχύουσες διατάξεις για επί μέρους κατηγορίες μελετών δεν ορίζεται ιδιαίτερη διαδικασία έγκρισης της μελέτης, με την εγκριτική απόφαση της μελέτης, που εκδίδεται από το αρμόδιο κατά νόμο όργανο, πιστοποιείται η τήρηση όλων των προδιαγραφών, κανονισμών και τεχνικών οδηγιών που ισχύουν κατά το χρόνο σύνταξης αυτής και βεβαιώνεται η ποιοτική και ποσοτική της επάρκεια και η συμμόρφωση του αναδόχου προς τις συμβατικές εν γένει υποχρεώσεις του. Αν κατά το νόμο απαιτείται πριν την έγκριση της μελέτης η γνώμη άλλων υπηρεσιών και φορέων, υποχρεούνται να την υποβάλλουν μέσα σε χρονικό διάστημα δύο μηνών από την αποστολή της μελέτης προς αυτούς, εκτός αν προβλέπεται διαφορετική προθεσμία από ειδικές διατάξεις. Η παρέλευση της προθεσμίας θεωρείται ως θετική γνωμοδότηση. 2. Η μελέτη εγκρίνεται κατά στάδια και στο σύνολό της. Η απόφαση έγκρισης εκδίδεται μέσα σε δύο μήνες από την εμπρόθεσμη υποβολή πλήρων των στοιχείων της προηγούμενης παραγράφου εφόσον απαιτούνται. Η προθεσμία αναστέλλεται αν το αρμόδιο για την έγκριση όργανο αιτιολογημένα ζητήσει συμπλήρωση ή διευκρίνιση επί των υποβληθέντων δικαιολογητικών. Αν η συμπλήρωση ή διευκρίνιση αφορά διακεκριμένο στάδιο ή κατηγορία μελέτης, μπορεί να γίνει τμηματική έγκριση των υπολοίπων μελετών. 3. Η έγκριση ενδιάμεσων σταδίων μελετών αποτελεί και προσωρινή παραλαβή. Η οριστική παραλαβή των μελετών πραγματοποιείται με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, μετά την έγκριση του τελευταίου, κατά τη σύμβαση, σταδίου της μελέτης και την έκδοση βεβαίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, για την περαίωση των εργασιών της σύμβασης. 4. Η προθεσμία συντέλεσης της παραλαβής της μελέτης είναι τρεις μήνες από την έγκριση πλήρων των μελετών που προβλέπονται από τη σύμβαση. Οι μελέτες της αρχικής και των συμπληρωματικών συμβάσεων παραλαμβάνονται ενιαία. 5. Αν η μελέτη δεν παραληφθεί εμπρόθεσμα επέρχεται αυτοδίκαιη παραλαβή, αν παρέλθει άπρακτο διάστημα δύο μηνών από την υποβολή σχετικής όχλησης του αναδόχου. Η όχληση υποβάλλεται, επί ποινή απαραδέκτου μετά την πάροδο της προθεσμίας της παραγράφου 2. 6. Επιτρέπεται να παραληφθεί εκτός αν άλλως ορίζεται στην Σύμβαση, ύστερα από αίτηση του αναδόχου, μελέτη αυτοτελούς τμήματος έργου που εκπονήθηκε ή επί μέρους κατηγορίας ή σταδίου αυτής. 7. Η παραλαβή του αντικειμένου των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών γίνεται όπως ορίζεται στις συμβάσεις αυτές.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό τίθεται αφενός γενική διαδικασία έγκρισης των μελετών,

εφόσον στις ειδικές διατάξεις για κάθε κατηγορία δεν υφίστανται διατάξεις περί εγκρίσεως,

η οποία απαιτεί συνεργασία του επιβλέποντα, της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και του

αρμόδιου κατά νόμον οργάνου έγκρισης της μελέτης. Η έγκριση βεβαιώνει την τήρηση των

προδιαγραφών, των κανονισμών και των τεχνικών οδηγιών που ισχύουν κατά το χρόνο

σύνταξης της μελέτης και βεβαιώνει για την ποσοτική και ποιοτική της επάρκεια.

173

Page 178: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Οι εγκρίσεις ή γνώμες άλλων υπηρεσιών, οργάνων, ή φορέων, που τυχόν απαιτούνται

κατά το νόμο για την έγκριση της μελέτης, πρέπει να περιέρχονται στην υπηρεσία που έχει

την ευθύνη έγκρισης της μελέτης μέσα σε δυο μήνες από την ημερομηνία αποστολής της,

αλλιώς τεκμαίρονται ως θετικές, εκτός κι αν υφίστανται ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις που

θέτουν άλλες προθεσμίες (παρ. 1).

Η απόφαση έγκρισης της μελέτης πρέπει να εκδίδεται μέσα σε δυο μήνες, εκτός αν έχει

ελλείψεις και ζητηθεί νομίμως η συμπλήρωσή τους (παρ. 2).

Οι παρ. 3-7 ρυθμίζουν την παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης, μετά την κατά νόμο

έγκριση των μελετών και την έκδοση βεβαίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας περί του ότι

περαιώθηκαν οι εργασίες της. Αν η παραλαβή δεν γίνει πραγματικά, μπορεί να γίνει

πλασματικά, αν παρέλθουν οι προθεσμίες που τίθενται στην παρ. 5.

ΠΑΡΑΛΑΒΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΚΑΤΑ ΤΑ άρθρα 22 ν. 716/77 και 19 πδ 194/79.

Η παραλαβή της μελέτης πραγματοποιείται με βεβαίωση της Δ/νουσας Υπηρεσίας για την συμμόρφωση του μελετητή προς τις συμβατικές του υποχρεώσεις και έγκριση της μελέτης εκ μέρους του εργοδότη. Η προθεσμία της παραλαβής είναι το ¼ της ολικής συμβατικής προθεσμίας εκπόνησης, όχι πάντως μεγαλύτερη των 6 μηνών ή μικρότερη των 4 και αρχίζει από την υποβολή της πλήρους μελέτης. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται αυτοδίκαια για χρόνο ίσο προς με αυτόν που τυχόν δόθηκε στον ανάδοχο για συμπλήρωση των ελαττωμάτων ή παραλείψεων της μελέτης.

Αν η υπηρεσία καθυστερεί την έγκριση και (συνεπώς) την καταβολή της αμοιβής στον μελετητή, επειδή καθυστερεί η μελέτη της υπηρεσίας για την έγκριση των περιβαλλοντικών όρων, ο μελετητής δικαιούται να ακολουθήσει τη νόμιμη διαδικασία για την καταβολή πέραν του κεφαλαίου και των τόκων υπερημερίας, όπως ορίζονται στο νόμο περί δημοσίων έργων (ΓνωμΝΣΚ 462/97).

Μόλις παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, και επιπλέον ένα δίμηνο από τότε που ο ανάδοχος θα υποβάλει ειδική αίτηση, στην οποία ρητά πρέπει να αναφέρεται ότι γίνεται προς το σκοπό της αυτοδίκαιης παραλαβής, υπάρχει αυτοδίκαιη συντέλεση. Η αυτοδίκαιη παραλαβή έχει όλες τις νόμιμες συνέπειες της πραγματικής (Γνωμ ΝΣΚ 410/96).

Η παραλαβή της μελέτης δεν σημαίνει ότι ο ανάδοχος απαλλάσσεται της υποχρέωσης να διορθώσει, κατά το άρθρο 19 παρ. 6 του ν. 716/77 τυχόν ελαττώματα ή παραλείψεις της μελέτης, μέσα στην 6ετή προθεσμία παραγραφής.

Αν προβλέπεται σχετικά στη σύμβαση μπορεί να γίνει και παραλβή αποπερατωθείσας μελέτης αυτοτελούς τμήματος του έργου.

Η αυτοδίκαιη παραλαβή προβλέπεται για ολόκληρη τη μελέτη. σε περίπτωση πάντως διακοπής της εκπόνησης και λύσης της σύμβασης νοείται αυτοδίκαιη παραλαβή με τους όρους του άρθρου 22 ν. 716/77 και για την προμελέτη (ΓνωμΝΣΚ 410/96).

Η παραλαβή της μελέτης ή σταδίου αυτής πραγματοποιείται με τη συνδρομή δύο προϋποθέσεων, ήτοι με την έκδοση, μέσα σε ορισμένη προθεσμία, αφ' ενός μεν της βεβαιώσεως περί συμμορφώσεως του αναδόχου προς τις συμβατικές του υποχρεώσεις και αφ' ετέρου της εγκριτικής αποφάσεως της μελέτης. Η έκδοση των δύο αυτών πράξεων αποσκοπεί, αποκλειστικά και μόνο, στην πραγματοποίηση της παραλαβής, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η έκδοση καθεμιάς από τις πράξεις αυτές μπορεί, αυτοτελώς, να έχει και άλλες συνέπειες. Περαιτέρω δε συνέπεια των ανωτέρω είναι ότι, η μη έκδοση των πράξεων αυτών μέσα στην προβλεπόμενη από το νόμο προθεσμία έχει ως αποκλειστικό αποτέλεσμα τη συντέλεση, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, της αυτοδίκαιης παραλαβής και, αυτοθρόως, την αυτοδίκαιη έγκριση της μελέτης και την αυτοδίκαιη βεβαίωση συμμορφώσεως του αναδόχου στις συμβατικές του υποχρεώσεις. Επομένως, δεν νοείται αυτοδίκαιη έγκριση της μελέτης, εάν δεν έχει συντελεσθεί αυτοδίκαιη παραλαβή, αφού

174

Page 179: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

η έγκριση αυτή αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στην παραλαβή της μελέτης, πραγματική ή αυτοδίκαιη, και, κατά συνέπεια, εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις συντελέσεως της αυτοδίκαιης παραλαβής, δεν είναι νοητή η αυτοδίκαιη έγκριση της μελέτης (ΣτΕ 741/2001).

ΑΡΘΡΟ 38

Εμπειρογνώμονες

1. Σε περιπτώσεις ειδικών ή μεγάλων έργων υποδομής ή έργων στα οποία εφαρμόζονται μη διαδεδομένες ειδικές μέθοδοι μελέτης και κατασκευής, ιδίως σε θέματα ασφάλειας ή αντιμετώπισης και αποτροπής κινδύνου, μπορεί, με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, που λαμβάνεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Τεχνικού Συμβουλίου του φορέα κατασκευής του έργου να ορίζεται ως ειδικός εμπειρογνώμονας για την επίλυση συγκεκριμένου τεχνικού προβλήματος και για ολιγοήμερη απασχόληση, επιστήμονας εγνωσμένου κύρους και φήμης και μεγάλης εμπειρίας σχετικής με το προς επίλυση θέμα, χωρίς να απαιτείται να είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελετητών. Η αμοιβή του βαρύνει τις πιστώσεις του έργου ή της μελέτης και καθορίζεται με την απόφαση ορισμού του, επί τη βάσει ημερήσιας αποζημίωσης που προκύπτει από πίνακα κλάσεων εμπειρογνωμόνων, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.

2. Με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, η αναθέτουσα Αρχή μπορεί να αναθέτει απευθείας σε έναν ή περισσότερους εμπειρογνώμονες, όπως αυτοί ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, την υποστήριξη των υπηρεσιών του εργοδότη με σύμβαση παροχής υπηρεσιών. Αν η συμβατική αμοιβή ισούται ή υπερβαίνει το εκάστοτε όριο εφαρμογής της Κοινοτικής Οδηγίας για τις υπηρεσίες, απευθείας ανάθεση επιτρέπεται μόνο αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων β΄και γ΄της παραγράφου 2 του άρθρου 10.

3. Η ανάθεση των καθηκόντων της παραγράφου 2 αποφασίζεται από την Προϊσταμένη Αρχή ύστερα από εισήγηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, όταν πρόκειται ιδίως:

α) Για έργα πολύ μεγάλης κλίμακας, η πολυπλοκότητα των οποίων απαιτεί την εκτός των άλλων δυνατοτήτων της, ιδιαίτερη υποστήριξη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας.

β) Για εξειδικευμένα έργα ή για έκτακτα περιστατικά για τα οποία η διαθέσιμη εμπειρία κατά την κρίσιμη φάση της αντιμετώπισής τους είναι μικρή.

γ) Για έργα που εμφανίζουν σημαντικές αβεβαιότητες ή ιδιαίτερες κατασκευαστικές δυσχέρειες ή υψηλή επικινδυνότητα.

4. Η σύμβαση της παραγράφου 2 συνάπτεται ύστερα από απόφαση της αναθέτουσας Αρχής και μπορεί να λυθεί οποτεδήποτε μονομερώς και αζημίως για τον εργοδότη. Όταν οι υπηρεσίες Εμπειρογνώμονα ανατίθενται σε ομάδα, η απόφαση έγκρισης της ανάθεσης και περαιτέρω η σύμβαση καθορίζει λεπτομέρειες για την διαμόρφωση και διατύπωση της γνώμης της ομάδας.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζεται η, κατ’ εξαίρεση των διατάξεων ανάθεσης

υπηρεσιών, πρόσληψη εμπειρογνωμόνων, ήτοι προσώπων υψηλού κύρους και αυξημένων

προσόντων, είτε για προσωρινή στήριξη των υπηρεσιών του φορέα κατασκευής (παρ. 1),

είτε για μονιμότερη υποστήριξη των υπηρεσιών του εργοδότη, με σύμβαση που ανατίθεται

απευθείας (παρ. 2-4).

175

Page 180: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΜΗΤΡΩΩΝ

Γενική παρατήρηση:

Το Ε΄ κεφάλαιο αφορά την οργάνωση των μητρώων. Χωρίς να επέρχονται κοσμογονικές

αλλαγές σε σχέση με το ισχύον δίκαιο, εισάγεται άρθρο σχετικά με τις πειθαρχικές ευθύνες

των μελετητών αντίστοιχο με τα ισχύοντα στο νόμο περί δημοσίων έργων.

ΑΡΘΡΟ 39

Εγγραφή στα Μητρώα. Κατηγορίες - Πιστοποιητικά

Αρμόδια Υπηρεσία

1. Στο Μητρώο Μελετητών δικαιούνται να εγγραφούν φυσικά πρόσωπα, κάτοχοι τίτλου σπουδών ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος πανεπιστημιακού τομέα της Ελλάδας ή ισότιμου της αλλοδαπής, που έχουν συμπληρώσει τετραετία από την απόκτηση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος, έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση στην Ελλάδα και δεν εμπίπτουν σε καμία από τις απαγορεύσεις της επόμενης παραγράφου.

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις εγγραφής και κατάταξης στο Μητρώο Μελετητών των πτυχιούχων ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του τεχνολογικού τομέα, εφόσον το δικαίωμα εκπόνησης μελετών δημόσιων έργων περιλαμβάνεται μεταξύ των νομίμων επαγγελματικών τους δικαιωμάτων.

2. Δεν έχουν δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο Μελετητών τα πρόσωπα τα οποία:

α) Εργάζονται σε αναθέτουσα Αρχή, με σχέση εξαρτημένης εργασίας οποιασδήποτε μορφής. Το κώλυμα συνεχίζει να υφίσταται για δύο χρόνια μετά την συνταξιοδότησή τους και κατά το διάστημα αυτό δεν επιτρέπεται η παροχή υπηρεσιών σε μελετητή ή εταιρεία μελετών, με σχέση μίσθωσης εργασίας ή έργου.

β) Εργάζονται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα με σχέση εξαρτημένης εργασίας οποιασδήποτε μορφής, με εξαίρεση τους εργαζόμενους σε εταιρείες μελετών, οι οποίοι όμως δεν μπορούν να χρησιμοποιούν το μελετητικό πτυχίο τους κατά το διάστημα ισχύος της σχέσης αυτής αυτοτελώς ή ως μέλη σύμπραξης η κοινοπραξίας, σε διαδικασία σύναψης σύμβασης του νόμου αυτού.

γ) Έχουν ατομική εργοληπτική επιχείρηση ή είναι εταίροι προσωπικής εταιρείας, ή διαχειριστές ή εταίροι εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ή μέλη διοικητικού συμβουλίου ή νόμιμοι εκπρόσωποι ανώνυμης εταιρείας, γραμμένης στο Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (Μ.Ε.ΕΠ.).

δ) Είναι γραμμένα στο Mητρώο Εμπειρίας Κατασκευαστών (Μ.Ε.Κ.).

ε) Παρέχουν τις υπηρεσίες τους με οποιαδήποτε σχέση σε εργοληπτικές επιχειρήσεις εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ., με εξαίρεση τις περιπτώσεις παροχής τέτοιων υπηρεσιών που προβλέπονται από τη νομοθεσία εκτέλεσης δημοσίων έργων, όπως ιδίως στα πλαίσια του συστήματος προσφοράς μελέτη-κατασκευή ή τροποποίησης της μελέτης του έργου.

στ) Εμπίπτουν στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 16, καθώς και στις περιπτώσεις α και γ της παρ. 2 του ιδίου άρθρου.

3. Δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο Εταιρειών Μελετών έχουν τα νομικά πρόσωπα που έχουν κατά το καταστατικό τους ως κύριο σκοπό την εκπόνηση μελετών και είναι νομίμως εγκατεστημένα στην Ελλάδα, εφόσον α) δεν είναι συνδεδεμένα με εργοληπτική επιχείρηση

176

Page 181: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ. ή εξαρτημένα από πρόσωπα εγγεγραμμένα στο Μ.Ε.Κ. που στελεχώνουν ή συμμετέχουν σε εργοληπτική επιχείρηση εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ. και β) είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Μελετητών τουλάχιστον αα. οι ομόρρυθμοι εταίροι, σε περίπτωση ομόρρυθμης (Ο.Ε.) ή ετερόρρυθμης (Ε.Ε.) εταιρείας, ββ. οι διαχειριστές σε περίπτωση εταιρείας περιορισμένης ευθύνης (Ε.Π.Ε.), γγ. οι πρόεδροι και διευθύνοντες σύμβουλοι και όσοι ασκούν τη γενική διαχείριση σε περίπτωση ανώνυμης εταιρείας (Α.Ε.). Στους σκοπούς των εταιρειών μελετών δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνονται δραστηριότητες συγκρουόμενες εξ αντικειμένου με τον κύριο σκοπό τους, όπως η ανάληψη (άμεσα ή έμμεσα) δημοσίων έργων ή προμηθειών.

Οι μετοχές ανώνυμης εταιρείας μελετών είναι υποχρεωτικά ονομαστικές.

4. Η εγγραφή στο Μητρώο Μελετητών διενεργείται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, ο οποίος κατατάσσεται αφενός σε μία ή δύο κατηγορίες μελετών, βάσει των εξειδικευμένων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεών του, που αποδεικνύονται από τον τίτλο και τον τομέα σπουδών του καθώς και από την πιστοποιούμενη εμπειρία του και αφετέρου σε τάξεις ανά κατηγορία, με βάση το δυναμικό του. Το δυναμικό υπολογίζεται σε μονάδες, ανάλογα με τον τομέα σπουδών του, την εμπειρία στην εκπόνηση μελετών δημόσιων ή ιδιωτικών έργων καθώς και την εμπειρία του σε επιβλέψεις μελετών, και τα έτη που παρήλθαν από την απόκτηση του αντίστοιχου τίτλου σπουδών ως εξής:

(α) Μελετητής που έχει συμπληρώσει τετραετία από την κτήση του διπλώματος: δυναμικό 1 μονάδας.

(β) Μελετητής που έχει συμπληρώσει οκταετία από την κτήση του διπλώματος και έχει αποδεδειγμένη ανάλογη εμπειρία: δυναμικό 2 μονάδων.

(γ) Μελετητής που έχει συμπληρώσει δωδεκαετία από την κτήση του διπλώματος και έχει αποδεδειγμένη ανάλογη εμπειρία: δυναμικό 3 μονάδων.

Για την κατάταξη εταιρείας στα Μητρώα Μελετών λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των δυναμικών των φυσικών προσώπων που έχουν καταταγεί στο Μητρώο, ανά κατηγορία και τάξη, έχουν την εταιρική ιδιότητα, ή απασχολούνται μόνιμα σε αυτήν με σχέση εξαρτημένης εργασίας και έχουν δεσμεύσει στην εταιρεία το πτυχίο τους της επόμενης παραγράφου. Κάθε μελετητής ή πάροχος υπηρεσιών μπορεί να δεσμεύσει το πτυχίο του σε μία μόνο εταιρεία μελετών.

5. Για την εγγραφή και κατάταξη στα Μητρώα εκδίδεται βεβαίωση με την μορφή πτυχίου, η οποία ακολουθεί τις μεταβολές των στοιχείων στα οποία βασίζεται η κατάταξη. Το πτυχίο εκδίδεται και ισχύει για ορισμένο χρόνο. Οι τάξεις των πτυχίων Μελετών καθορίζονται σε πέντε, ανάλογα με το ελάχιστο δυναμικό που προβλέπεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού, κατά κατηγορία συμβάσεως και κατηγορία μελέτης ή υπηρεσίας

6. Για την εγγραφή στα Μητρώα:

Πτυχίο Α’ τάξης σε συγκεκριμένη κατηγορία χορηγείται σε μελετητή ή εταιρεία μελετών με δυναμικό μιας μονάδας στην εν λόγω κατηγορία

Πτυχίο Β’ τάξης σε συγκεκριμένη κατηγορία χορηγείται σε μελετητή ή εταιρεία μελετών με δυναμικό δύο μονάδων στην εν λόγω κατηγορία

Πτυχίο Γ’ τάξης σε συγκεκριμένη κατηγορία χορηγείται σε μελετητή ή εταιρεία μελετών με δυναμικό τουλάχιστον τριών μονάδων στην εν λόγω κατηγορία, εφόσον σ’ αυτό περιλαμβάνεται τουλάχιστον ένας μελετητής με πτυχίο Γ΄τάξης και δεν πληρούνται οι όροι για την απόκτηση πτυχίου ανώτερης τάξης.

Πτυχίο Δ' τάξης σε συγκεκριμένη κατηγορία χορηγείται σε εταιρεία μελετών που διαθέτει στην κατηγορία αυτή δυναμικό τουλάχιστον επτά μονάδων, εφόσον σ’ αυτό περιλαμβάνει τουλάχιστον έναν μελετητή με πτυχίο Γ’ τάξης και έναν με πτυχίο Β’ τάξης και εφόσον η εταιρεία δεν πληροί τους όρους απόκτησης πτυχίου ανώτερης τάξης.

Πτυχίο Ε' τάξης σε συγκεκριμένη κατηγορία χορηγείται σε εταιρεία μελετών που διαθέτει στην κατηγορία αυτή δυναμικό τουλάχιστον δώδεκα μονάδων, εφόσον σ’ αυτό περιλαμβάνει δύο μελετητές με πτυχία Γ’ τάξης και ένα μελετητή με πτυχίο Β’ τάξης΄τουλάχιστον.

177

Page 182: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

7. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, καθορίζονται:

α) Οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις εγγραφής και κατάταξης στα μητρώα και τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται.

β) Οι όροι και προϋποθέσεις ελέγχου, ανανέωσης, αναθεώρησης και ακύρωσης του πτυχίου, η χρονική διάρκεια ισχύος του, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται και τα αρμόδια για την έκδοση των πτυχίων όργανα.

γ) Τα όρια αμοιβών μελετών που έχουν δικαίωμα εκπόνησης οι εγγεγραμμένοι στα μητρώα, ανάλογα με την κατηγορία και την τάξη του πτυχίου τους.

δ) Οι όροι και προϋποθέσεις άσκησης ενδικοφανούς διαδικασίας κατά των διοικητικών πράξεων εγγραφής και κατάταξης στα Μητρώα, αναθεώρησης του πτυχίου, διαγραφής από τα Μητρώα και αφαίρεσης του πτυχίου, τα αποφαινόμενα όργανα και η σχετική διαδικασία.

ε) Η αρμόδια για την τήρηση και τον έλεγχο των Μητρώων Διεύθυνση της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, ο καθορισμός και η κατανομή των σχετικών αρμοδιοτήτων στα επιμέρους τμήματα αυτής.

στ) Οι αρμοδιότητες της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Μητρώου της παρ. 8, οι ιδιότητες των μελών και οι λεπτομέρειες της λειτουργίας της και της τήρησης των Μητρώων.

8. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων συγκροτείται Γνωμοδοτική Επιτροπή Μητρώου με θητεία δύο ετών, που μπορεί να ανανεώνεται μία ή περισσότερες φορές. Η Επιτροπή λειτουργεί στα πλαίσια της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, αποτελείται από δεκατρία (13) μέλη, δύο εκ των οποίων υποδεικνύονται, μαζί με τους αναπληρωτές τους, από το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδος (ΤΕΕ), και ανά ένα υποδεικνύεται μαζί με τον αναπληρωτή του από τους Συνδέσμους Ελληνικών Γραφείων Μελετών (ΣΕΓΜ), από τον Σύλλογο Μελετητών Ελλάδος (ΣΜΕ) και από το Σύλλογο Μελετητών Δημοσίων Έργων Κεντρικής Μακεδονίας (ΣΜΕΔΕΚΕΜ). Στις αρμοδιότητές της περιλαμβάνονται ιδίως η έκδοση γνωμοδοτήσεων σε θέματα εγγραφής, κατάταξης και κάθε είδους μεταβολής των εγγεγραμμένων στα Μητρώα και η εισήγηση για την τροποποίηση του σχετικού με τα Μητρώα νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου.

9. Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, μπορεί να συστήνεται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Γνωμοδοτική Επιτροπή Ενστάσεων και να καθορίζεται η θητεία της, η σύνθεσή της, η διαδικασία έκδοσης των γνωμοδοτήσεών της και οι εν γένει αρμοδιότητές της. Με το ίδιο π.δ. καθορίζονται και οι τροποποιήσεις που επέρχονται στη διαδικασία των διαγωνισμών του νόμου αυτού, ως συνέπεια της σύστασης και των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζεται η οργάνωση των Μητρώων Μελετητών και

Εταιρειών Μελετών.

Στο Μητρώο Μελετητών εγγράφονται φυσικά πρόσωπα, προκειμένου είτε να ασκήσουν

επιχείρηση εκπόνησης μελετών, είτε να στελεχώσουν εταιρείες μελετών. Τα πρόσωπα

αυτά πρέπει κατ΄αρχήν να είναι κάτοχοι τίτλου σπουδών ανώτατου εκπαιδευτικού

ιδρύματος πανεπιστημιακού τομέα της Ελλάδας ή ισότιμου της αλλοδαπής, να έχουν

συμπληρώσει τουλάχιστον τέσσερα χρόνια από τη λήψη της άδειας ασκήσεως

επαγγέλματος, να έχουν την εγκατάστασή τους εντός Ελλάδας. Επιπλέον αυτών δεν πρέπει

να εμπίπτουν στις απαγορεύσεις της παραγράφου 2, οι οποίες αφορούν αφενός σχέσεις με

178

Page 183: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

εργοληπτικές επιχειρήσεις και αφετέρου κωλύματα συμμετοχής στους διαγωνισμούς, όπως

αυτά αναφέρονται στο άρθρο 16 (παρ. 1)68.

Με Π.Δ. καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις εγγραφής στο Μητρώο Μελετητών των

πτυχιούχων των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, εφόσον από τις διατάξεις που

ορίζουν τα επαγγελματικά τους δικαιώματα προκύπτει η δυνατότητα εκπόνησης μελετών

που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νόμου αυτού. Η ελληνική πολιτεία αποτελεί

αυτονόητα ένα ενιαίο σύνολο και δεν επιτρέπεται να αμφισβητούνται και να μην

εφαρμόζονται νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που προσδίδουν συγκεκριμένα

δικαιώματα στους πολίτες.

Στην παρ. 3 ορίζονται οι προϋποθέσεις εγγραφής και τα ασυμβίβαστα των εταιρειών

μελετών στο οικείο μητρώο. Επιπλέον κατοχυρώνεται ότι οι μετοχές των μελετητικών

εταιρειών είναι οπωσδήποτε ονομαστικές.

Στην παρ. 4 ρυθμίζεται η κατάταξη των μελετητών και των εταιρειών στο οικείο μητρώο.

Η κατάταξη αυτή απορρέει από την εμπειρία που αποκτά ο μελετητής ή η εταιρεία και

ορίζεται με συγκεκριμένο (και αντίστοιχο προς τα μέχρι τούδε ισχύοντα) η εξέλιξη των

μελετητών επί τη βάσει του χρόνου από της λήψεως του διπλώματος και της ανάλογης

εμπειρίας. Η κατάταξη μελετητή σε συγκεκριμένη τάξη προσδίδει στο μελετητή

συγκεκριμένο δυναμικό σε μονάδες ανάλογες με την τάξη. Το άθροισμα των δυναμικών

των φυσικών προσώπων μελετητών καθορίζει την κατάταξη των εταιρειών μελετών.

Επιπλέον καθορίζεται ότι κάθε μελετητής μπορεί να δεσμεύσει το πτυχίο του σε μια μόνο

εταιρεία μελετών και δεν μπορεί να ασκεί παράλληλα το επάγγελμα του μελετητή ως

φυσικό πρόσωπο.

Στην παρ. 5 ορίζεται ότι για την εγγραφή στο μητρώο εκδίδεται πτυχίο που παρακολουθεί

τις μεταβολές της κατάταξης.

68 Με την 353/05 Γνωμ/ση του ΝΣΚ κρίθηκαν τα ακόλουθα: Μεταξύ των κωλυμάτων εγγραφής στο Μητρώο Μελετητών είναι και αυτό της περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 39, κατά την οποία δεν έχουν δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο Μελετητών τα φυσικά πρόσωπα που εργάζονται σε αναθέτουσα Αρχή, με σχέση εξαρτημένης εργασίας οποιασδήποτε μορφής.

Οι αναθέτουσες αρχές ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 9 και μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 του ν. 1268/1982 (Δομή και λειτουργία των Α.Ε.Ι.), «τα Α.Ε.Ι. είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου πλήρως αυτοδιοικούμενα. Η εποπτεία του κράτους ασκείται από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων».

Συνεπώς τα μέλη ΔΕΠ αντιμετωπίζουν κώλυμα εγγραφής στο Μητρώο Μελετητών, υπό την ισχύ του ν. 3316/05. Πάντως ενόψει των μεταβατικών διατάξεων του νόμου δεν υφίσταται δυνατότητα άμεσης διαγραφής τους, πλην το ζήτημα θα τεθεί όταν λήξει η τετραετής ισχύς των πτυχίων τους και γεννηθεί ζήτημα ανανέωσής τους.

179

Page 184: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Η παρ. 6 ορίζει την κατάταξη των πτυχίων των Εταιρειών/Γραφείων Μελετών σε πέντε

τάξεις, αναλόγως με το δυναμικό τους. Στις τρεις πρώτες τάξεις (Α΄. Β΄, και Γ΄)

κατατάσσονται μελετητές-φυσικά πρόσωπα και στις ανώτερες δύο (Δ΄και Ε΄)

εταιρείες/γραφεία μελετών.

Η παρ. 7 εξουσιοδοτεί για την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος που θα ρυθμίζει τις

λεπτομέρειες οργάνωσης των μητρώων, τις προϋποθέσεις εγγραφής, κατάταξης,

αναθεώρησης του πτυχίου και διαγραφής των εγγεγραμμένων, το δικαίωμα συμμετοχής σε

συγκεκριμένους διαγωνισμούς ανάλογα με την κατηγορία και τάξη εγγραφής και την

οργάνωση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Μητρώου, επιτροπής που λειτουργεί στα πλαίσια

Διεύθυνσης της ΓΓΔΕ του ΥΠΕΧΩΔΕ, με αρμοδιότητες σχετικές με τη λειτουργία των

μητρώων.

Η παρ. 8 αναφέρεται ειδικότερα στην Γνωμοδοτική Επιτροπή Μητρώου (ΓΕΜ), τη

συγκρότηση και οργάνωσή της και τις αρμοδιότητές της.

Η παρ. 9 αναφέρεται στη δυνατότητα σύστασης Γνωμοδοτικής Επιτροπής Ενστάσεων, που

θα αποφαίνεται σε κεντρικό επίπεδο στις ενστάσεις που θα υποβάλλονται στους

διαγωνισμούς. Εφόσον συσταθεί η Επιτροπή, θα αναλάβει κάποιες από τις αρμοδιότητες

που ασκεί η Επιτροπή Διαγωνισμού.

ΑΡΘΡΟ 40

Πειθαρχικός έλεγχος των μελετητών και των εταιρειών μελετών

1. Οι μελετητές, οι εταιρείες μελετών και τα στελέχη των εταιρειών υπόκεινται στον πειθαρχικό έλεγχο του κράτους. Αρμοδιότητα για την άσκηση του ελέγχου έχουν, πέραν των θεσμοθετημένων Επιμελητηρίων για τα μέλη τους και οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.

2. Πειθαρχικό αδίκημα αποτελεί κάθε υπαίτια αντισυμβατική πράξη ή παράλειψη του αναδόχου για την οποία επιβάλλονται οι πειθαρχικές ποινές της παραγράφου 3. Ιδίως αποτελούν πειθαρχικά αδικήματα, οι ακόλουθες πράξεις:

α) Η συνεννόηση για την αποφυγή του πραγματικού συναγωνισμού σε διαγωνισμούς του νόμου αυτού, που τιμωρείται με τις ποινές των περιπτώσεων α’ ή β΄ή γ’ της παρ. 3.

β) Η δυστροπία επανόρθωσης ελλιπούς ή εσφαλμένης μελέτης, κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις, η οποία τιμωρείται με τις ποινές των περιπτώσεων α’ ή β’ της παρ. 3.

γ) Η έκπτωση, που τιμωρείται με τις ποινές των περιπτώσεων α’ ή β’ της παρ. 3.

δ) Η υποβολή ψευδών δηλώσεων κατά τη διαδικασία των διαγωνισμών, που τιμωρείται με τις ποινές των περιπτώσεων α’, ή β’ της παρ. 3.

ε) Η υποκατάσταση κατά την εκπόνηση της μελέτης, χωρίς έγκριση της υπηρεσίας, που τιμωρείται με τις ποινές των περιπτώσεων α ή β’ της παρ. 3.

180

Page 185: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

στ) Η αμετάκλητη καταδίκη σε κάποιο από τα αδικήματα της παραγράφου 4 του άρθρου 16, που τιμωρείται με την ποινή της περίπτωσης δ΄.

3. Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται είναι οι ακόλουθες, κατά αύξουσα σειρά βαρύτητας:

α) ο αποκλεισμός από τους διαγωνισμούς για χρονικό διάστημα μέχρι 6 μήνες,

β) ο υποβιβασμός της τάξης του πτυχίου σε μία ή περισσότερες κατηγορίες μελετών,

γ) η προσωρινή διαγραφή από το μητρώο για χρονικό διάστημα από έξι μήνες έως τρία χρόνια και

δ) η οριστική διαγραφή από τα μητρώα.

4. Παράλληλα με την επιβολή των πειθαρχικών ποινών, το αρμόδιο για την επιβολή τους όργανο μπορεί να επιβάλλει παρεπόμενες χρηματικές ποινές υπέρ του δημοσίου, που κυμαίνονται από 10.000-50.000 ΕΥΡΩ αναλόγως με την βαρύτητα και τις συνθήκες τέλεσης του αδικήματος. Για τις ποινές αυτές η αρμόδια για την τήρηση των μητρώων υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ συντάσσει χρηματικούς καταλόγους, τους οποίους αποστέλλει στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) για βεβαίωση και είσπραξη σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

5. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, καθορίζονται τα όργανα του πειθαρχικού ελέγχου, η διαδικασία και οι όροι επιβολής και παραγραφής των ποινών, η σχέση της πειθαρχικής με τις λοιπές δίκες και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζεται και οργανώνεται σε γενικές γραμμές ο

πειθαρχικός έλεγχος των μελετητών και εταιρειών μελετών, για κακή χρήση του πτυχίου

τους και αθέτηση των υποχρεώσεών τους από συμβάσεις του νόμου αυτού. Ο

πειθαρχικός έλεγχος ασκείται από τις υπηρεσίες της ΓΓΔΕ του ΥΠΕΧΩΔΕ.

Στην παρ. 2 ορίζονται συγκεκριμένα τα πειθαρχικά παραπτώματα και αντιστοιχούνται με

τις πειθαρχικές ποινές της παρ. 3.

Η επιβολή πειθαρχικών ποινών συνοδεύεται από παρεπόμενες χρηματικές ποινές από

10.000 έως 50.000 ΕΥΡΩ (παρ. 4).

Με την παρ. 5 χορηγείται εξουσιοδότηση στον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ για τη ρύθμιση των

λεπτομερειών του πειθαρχικού ελέγχου.

181

Page 186: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄

ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

Γενική Παρατήρηση:

Το ΣΤ΄ κεφάλαιο αφορά την διοικητική και δικαστική επίλυση των διαφορών. Η νομολογία

στα χρόνια που πέρασαν είναι πολύ πλούσια στα θέματα αυτά και για το λόγο αυτό

ενσωματώθηκαν πολλές από τις κρίσεις της, ενώ καταβλήθηκε προσπάθεια για ελάφρυνση,

διευκρίνηση των διαδικασιών και απάλειψη των παγίδων για μελετητές και υπηρεσίες που

καθιστούσαν δύσκολη την κατ΄ουσίαν απόδοση δικαιοσύνης στις μεταξύ τους σχέσεις.

ΑΡΘΡΟ 41

Διοικητική και δικαστική επίλυση διαφορών

1. Στις περιπτώσεις που ρητά ορίζεται στο νόμο αυτό, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση εκτελεστής πράξης ή παράλειψης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας που βλάπτει για πρώτη φορά, άμεσα, δικαίωμα του αναδόχου, ασκείται ένσταση μέσα σε προθεσμία 15 ημερών από την κοινοποίηση της πράξης. Εφόσον δεν υφίσταται δέσμια αρμοδιότητα της υπηρεσίας για την έκδοση ρητής πράξης, προϋπόθεση ώστε να θεωρηθεί επιτρεπτή η ένσταση κατά παραλείψεως, είναι να έχει προηγηθεί η υποβολή εγγράφου αιτήματος του αναδόχου με συγκεκριμένο περιεχόμενο και να παρέλθει ένας τουλάχιστον μήνας από της υποβολής του. Η προθεσμία της ένστασης στην περίπτωση αυτή διαρκεί μέχρι την έγκριση του σταδίου της μελέτης ή την παραλαβή της υπηρεσίας, εκτός αν γνωστοποιηθεί εγγράφως από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία στον ανάδοχο ότι η διοίκηση δεν πρόκειται να εκδόσει ρητή πράξη επί του αιτήματός του. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να τον ενημερώνει κατά το δεύτερο εδάφιο της επόμενης παραγράφου.

2. Μη εκτελεστές πράξεις της Δ.Υ., όπως επιβεβαιωτικές πράξεις ή παραλείψεις, ενημερωτικά έγγραφα της υπηρεσίας και γραπτές υπενθυμίσεις προς τον ανάδοχο των νομίμων και συμβατικών του υποχρεώσεων δεν προσβάλλονται με ένσταση. Επί της βλαπτικής πράξης, ή επί του εγγράφου με το οποίο κοινοποιείται η πράξη στον ανάδοχο, σημειώνεται η προθεσμία ένστασης και η υπηρεσία στην οποία πρέπει να απευθυνθεί, διαφορετικά η προσφυγή που ασκείται στο αρμόδιο δικαστήριο θεωρείται ως παραδεκτή, παρά την μη τήρηση ή πλημμελή τήρηση της σχετικής προδικασίας σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

3. Η ένσταση απευθύνεται στην Προϊσταμένη Αρχή και ασκείται με κατάθεση στο πρωτόκολλο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, ή με ταχυδρομική αποστολή επί αποδείξει, ή με τηλεομοιοτυπία (FAX) προς την Διευθύνουσα Υπηρεσία. Ως ημερομηνία κατάθεσης λογίζεται αντίστοιχα η ημερομηνία πρωτοκόλλησης ή η ημερομηνία του αποδεικτικού παραλαβής ή της αποστολής της τηλεομοιοτυπίας (FAX).

4. Η Προϊσταμένη Αρχή αποφασίζει μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την υποβολή της ένστασης. Αν η ένσταση απορριφθεί εν μέρει ή στο σύνολό της ή αν παρέλθει άπρακτη η δίμηνη προθεσμία, ο ανάδοχος μπορεί να ασκήσει αίτηση θεραπείας σε προθεσμία σαράντα πέντε (45) ημερών, από την κοινοποίηση της απόφασης ή από την άπρακτη πάροδο της διμήνου προθεσμίας. Αίτηση θεραπείας ασκείται και κατά των βλαπτικών εκτελεστών πράξεων ή παραλείψεων της Προϊσταμένης Αρχής ή του κυρίου του έργου, αν δημιουργείται για πρώτη φορά διαφωνία. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 έχουν συμπληρωματική εφαρμογή στην αίτηση θεραπείας. Στις προθεσμίες της ένστασης και της αίτησης θεραπείας δεν περιλαμβάνεται η ημέρα κοινοποίησης της προσβαλλόμενης πράξης και γενικά ισχύουν οι γενικές διατάξεις περί υπολογισμού των προθεσμιών.

182

Page 187: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

5. Η αίτηση θεραπείας απευθύνεται στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ή στον καθ' ύλην αρμόδιο Υπουργό ή στο αρμόδιο κατά το νόμο όργανο του εργοδότη και ασκείται με κατάθεση στο πρωτόκολλο του οργάνου που είναι αρμόδιο για την εκδίκασή της, ή με ταχυδρομική αποστολή επί αποδείξει, ή με τηλεομοιοτυπία (FAX). Ως ημερομηνία κατάθεσης λογίζεται αντίστοιχα η ημερομηνία πρωτοκόλλησης ή η ημερομηνία του αποδεικτικού παραλαβής ή της αποστολής της τηλεομοιοτυπίας (FAX). Μέσα στην ίδια προθεσμία αντίγραφο της αίτησης κατατίθεται στην Προϊσταμένη Αρχή, με τους τρόπους που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο.

6. Αίτηση θεραπείας μπορεί να ασκήσει και ο κύριος του έργου, αν δεν είναι το Δημόσιο. Αν αρμόδιος να αποφανθεί σε αιτήσεις θεραπείας του αναδόχου είναι ο κύριος του έργου ή όργανό του, στις αιτήσεις θεραπείας που ασκούνται απ’ αυτόν αποφασίζει ο Υπουργός που εποπτεύει τον κύριο του έργου και αν δεν υφίσταται εποπτεία, ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.

7. Αν κύριος του έργου δεν είναι το Δημόσιο, αντίγραφο της αίτησης θεραπείας υποβάλλεται επί ποινή απαραδέκτου, μέσα στην προθεσμία της παραγράφου 4, στον αντισυμβαλλόμενο του αιτούντος. Στις περιπτώσεις αυτές με την απόφαση επί της ενστάσεως γνωστοποιείται στον ανάδοχο η διαδικαστική προϋπόθεση του προηγουμένου εδαφίου. Για την εξέταση της αίτησης θεραπείας καλείται ο αιτών να προσκομίσει το αποδεικτικό κατάθεσής της στον αντισυμβαλλόμενό του, που μπορεί να υποβάλει τις αντιρρήσεις του, μέσα σε προθεσμία ενός μηνός. Η μη υποβολή αντιρρήσεων δεν θεωρείται ως αποδοχή των ισχυρισμών του αιτούντος.

8. Η αίτηση θεραπείας προσδιορίζει την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη, περιλαμβάνει σύντομο ιστορικό της σύμβασης και της διαφωνίας, τους ουσιαστικούς λόγους στους οποίους στηρίζεται, τα αιτήματα του αιτούντος και εφόσον είναι δυνατό, το οικονομικό αντικείμενο της διαφοράς. Η αίτηση συνοδεύεται με αντίγραφο της πράξης που γέννησε τη διαφωνία, της ένστασης και της απόφασης που εκδόθηκε επ’ αυτής. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία και η Προϊσταμένη Αρχή διαβιβάζουν στο αρμόδιο για την έκδοση απόφασης όργανο, φάκελο της υπόθεσης με τα συμβατικά τεύχη του έργου, τα οποία δικαιούται να προσκομίσει και ο αιτών.

9. Η απόφαση του αρμοδίου οργάνου εκδίδεται μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Για τη συζήτηση στο τεχνικό συμβούλιο, καλείται από την υπηρεσία που εισηγείται ή τη γραμματεία του συμβουλίου ο ανάδοχος εγγράφως, σε καθορισμένη ημέρα και ώρα που δεν απέχει λιγότερο από δέκα μέρες από την επίδοση της πρόσκλησης. Η πρόσκληση επιδίδεται με απόδειξη στον ανάδοχο ή τον αντίκλητό του, με δημόσιο όργανο ή με τηλεομοιοτυπία (fax). Στη συζήτηση καλείται με τον ίδιο τρόπο ο κύριος του έργου που υπέβαλε την αίτηση θεραπείας ή αντιρρήσεις κατ’ αυτής. Στη συνεδρίαση ο αιτών παρίσταται είτε αυτοπροσώπως είτε με πληρεξούσιο.

10. Αν κύριος του έργου δεν είναι το Δημόσιο και ασκηθούν αντίθετες αιτήσεις θεραπείας από τον ανάδοχο και τον αντισυμβαλλόμενό του / κύριο του έργου, εξετάζονται ταυτόχρονα από τον εποπτεύοντα Υπουργό ή, αν δεν υπάρχει, τον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ, ακόμα και αν έχει την κατά νόμο αρμοδιότητα για την εξέταση της αίτησης θεραπείας όργανο του κυρίου του έργου.

11. Η συζήτηση της αίτησης θεραπείας στο τεχνικό συμβούλιο, αρχίζει με προφορική ανάπτυξη της έγγραφης εισήγησης της υπηρεσίας, είτε με παρουσία του αιτούντος και του υποβάλοντος αντιρρήσεις, είτε και χωρίς αν δεν προσήλθαν παρά τη νόμιμη κλήτευσή τους. Ελέγχεται κατ΄ αρχήν το εμπρόθεσμο της αίτησης και της ένστασης που τυχόν προηγήθηκε, η επίδοση της αίτησης θεραπείας στον αντισυμβαλλόμενο όταν απαιτείται και οι αντιρρήσεις του αντισυμβαλλομένου αν έχουν υποβληθεί και στη συνέχεια εξετάζεται η νομιμότητα και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων που προβάλλονται. Η εισήγηση περιλαμβάνει επίσης εκτίμηση περί του οικονομικού αντικειμένου της υπόθεσης, αν τούτο είναι εφικτό. Ακολουθεί προφορική συζήτηση υπό τη διεύθυνση του προέδρου του τεχνικού συμβουλίου για την πληρέστερη ενημέρωση των μελών. Η γνώμη του συμβουλίου διαμορφώνεται μετά την αποχώρηση των ενδιαφερομένων, διατυπώνεται στο πρακτικό και υποβάλλεται στο αρμόδιο για την απόφαση όργανο.

12. Η απόφαση επί της αιτήσεως θεραπείας εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών από την άσκησή της. Αν απορριφθεί εν όλω ή εν μέρει η αίτηση ή παρέλθει άπρακτη η προθεσμία, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ασκήσει προσφυγή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 42. Αν η

183

Page 188: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

αίτηση θεραπείας γίνει δεκτή εν όλω ή εν μέρει, η διαφορά θεωρείται λυμένη κατά το μέρος αυτό και η απόφαση είναι εκτελεστή.

13. Οι προθεσμίες του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων και όσων τάσσονται στα όργανα του εργοδότη και της διοίκησης, δεν τρέχουν κατά τον μήνα Αύγουστο.

14. Για τη δικαστική επίλυση των διαφορών που προκύπτουν μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, κατά την εκτέλεση των συμβάσεων του άρθρου 1, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 1418/84 (ΦΕΚ Α΄23 ), όπως ισχύουν κάθε φορά.

Αρμόδιο δικαστήριο είναι το διοικητικό ή το πολιτικό εφετείο της περιφέρειας στην οποία υπογράφηκε η σύμβαση. Παρέκταση της αρμοδιότητας δεν επιτρέπεται.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο αυτό ρυθμίζεται λεπτομερέστατα η διαδικασία διοικητικής

επίλυσης των διαφορών που προκύπτουν κατά την εκτέλεση των συμβάσεων.

Τα ενδικοφανή μέσα, με τα οποία ελέγχεται από την ίδια τη διοίκηση η νομιμότητα των

πράξεών της είναι (όπως και μέχρι τώρα) δύο: η ένσταση και η αίτηση θεραπείας. Σκοπός

των μέσων αυτών είναι η προσπάθεια αποφυγής της προσφυγής στη δικαιοσύνη, η οποία

επιφυλάσσεται ως έσχατο μέσο διεκδίκησης του αναδόχου. Για το παραδεκτό της άσκησης

της προσφυγής ενώπιον των δικαστηρίων πρέπει να προηγηθεί υποχρεωτικά η τήρηση της

προδικασίας. Τα πορίσματα της νομολογίας κατά τα έτη που προηγήθηκαν είναι πλούσια

και ενσωματώθηκαν στο κείμενοι των διατάξεων του άρθρου αυτού, με σκοπό να

προσεγγισθεί το ζήτημα στην ουσία του και να αποτραπούν τυπικά απαράδεκτα που

πλήττουν την έννοια του κράτους δικαίου. Ιδιαίτερη προσπάθεια καταβάλλεται στις

διατάξεις του άρθρου αυτού ώστε να απλοποιηθούν κατά το δυνατόν οι σχετικές

διαδικασίες διευκολύνοντας την επί της ουσίας εκδίκαση των διαφορών.

Έτσι ενδεικτικά ορίζεται ποιες δεν θεωρούνται εκτελεστές πράξεις της διοίκησης, ώστε να

μην ασκούνται απαράδεκτες ενστάσεις και προσφυγές, που έχουν ως αποτέλεσμα την

χωρίς λόγο ταλαιπωρία τόσο των διοικητικών όσο και των δικαστικών οργάνων. Επίσης

ορίζεται η υποχρέωση ενημέρωσης των αναδόχων ως προς την προθεσμία ένστασης και

αίτησης θεραπείας και των οργάνων στα οποία απευθύνονται οι ενδικοφανείς αυτές

προσφυγές (παρ. 2).

Στην παρ. 3 διευκρινίζεται απόλυτα ο τρόπος άσκησης της ένστασης (ακόμα και με

ταχυδρομική αποστολή ή με FAX) με σκοπό την απλοποίηση των διαδικασιών.

Στις παραγράφους 4-11 ορίζονται οι διαδικασίες εκδίκασης της αίτησης θεραπείας, ύστερα

από την έκδοση γνωμοδότησης του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Για την έκδοση της

γνωμοδότησης ορίζεται ιδιαίτερα λεπτομερής διαδικασία με μέριμνα για το δικαίωμα

ακρόασης του αναδόχου.

Στην παρ. 12 ρυθμίζεται το ζήτημα της προθεσμίας για την έκδοση αποφάσεως επί της

αίτησης θεραπείας, η οποία από τρίμηνο γίνεται τετράμηνο και παράλληλα αφαιρείται η

184

Page 189: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

δυνατότητα έκδοσης απόφασης μετά τον χρόνο αυτό. Η μέχρι τώρα ρύθμιση (τρίμηνο για

την έκδοση αποφάσεως, που η παρέλευσή του θεωρείται απόρριψη της αίτησης θεραπείας,

δυνατότητα λήψης απόφασης για ένα ακόμα έτος μετά την παρέλευση του τριμήνου,

εκτελεστότητα της απόφασης μόνο επί αποδοχής του αναδόχου και παραίτησης από την

εν τω μεταξύ ασκηθείσα προσφυγή) χρησιμοποιήθηκε από τα όργανα που έχουν την

αρμοδιότητα απόφασης επί των αιτήσεων θεραπείας για σκοπούς ξένους προς την καλώς

νοούμενη διοίκηση, Συγκεκριμένα από την μέχρι τώρα εφαρμογή της διάταξης προκύπτει

ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων το όργανο που έχει την αρμοδιότητα της έκδοσης

απόφασης επί της αιτήσεως θεραπείας αποφεύγει να αποφασίσει εντός του τριμήνου και

αναμένει την παρέλευση της προθεσμίας προσφυγής, αποφασίζει δε μόνο αν ο ανάδοχος

ασκήσει την προσφυγή εμπρόθεσμα, άλλως αποφεύγει την έκδοση απόφασης. Συνεπώς

για την αποφυγή τέτοιων μεθοδεύσεων η προθεσμία έκδοσης απόφασης γίνεται

τετράμηνη, δηλαδή αρκετή για την άνετη διεκπεραίωση των διαδικασιών και η παρέλευσή

της θεωρείται οριστικά ως απόρριψη της αίτησης θεραπείας.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Με το Β.Δ. της 30/31 Μαϊου 1956 (Περί κανονισμού του τρόπου καταβολής της αμοιβής των Μηχανικών εν γένει) προβλέπονται τα ακόλουθα: Αρθρο 2. 1….2…3… "4. Σε περίπτωση άρνησης, δυστροπίας ή καθυστέρησης καταβολής της οφειλόμενης αμοιβής ή τμηματικών πληρωμών έχει δικαίωμα εγέρσεως δικαστικής αγωγής εισπράξεως της οφειλομένης αμοιβής, ο δικαιούχος μηχανικός ή τα δικαιούχα γραφεία μελετητών με οποιαδήποτε εταιρική μορφή, συμπεριλαμβανομένων και των κοινοπραξιών. Το αυτό δικαίωμα έχει και το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδος. Αίτημα της καταψηφιστικής αγωγής θα ειναι η καταβολή του οφειλόμενου ποσού στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος. Τα ανωτέρω τυγχάνουν αναλόγου εφαρμογής και στην περίπτωση των ασφαλιστικών μέτρων. 5. Όταν η αγωγή εγείρεται από έναν από τους πιο πάνω δικαιούχους ανακοινώνεται εις το έτερον υποχρεωτικώς, όστις έχει και δικαίωμα παρεμβάσεως. Η ανακοίνωση γίνεται με μόνη την κοινοποίηση του εισαγωγικού της δίκης δικογράφου.".

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ (υπό την ισχύ του ν. 716/77, που πάντως διατηρεί την επικαιρότητά της, δεδομένου ότι οι διατάξεις του νέου νόμου φρόντισαν να ενσωματώσουν πολλές από τις κρίσεις των δικαστηρίων).

ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ ΓΙΑ ΑΣΚΗΣΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ:

Το ΣτΕ έκρινε, με την πρόσφατη υπ΄αριθ. 2754/2005 απόφασή του, ότι το ΤΕΕ δεν μπορεί να στραφεί κατά του δημοσίου προκειμένου να διεκδικήσει την αμοιβή μελετητή, επειδή εξαιρέθηκε ρητά (με την διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 3 του β.δ. της 30/31.5.1956 – ΦΕΚ Α΄65), συνεπώς η σχετική ευχέρεια του ΤΕΕ ισχύει για άλλους εργοδότες και όχι για το δημόσιο.

Ολομ.ΣτΕ 608/2002 (όμοιες ΣτΕ 433/06, 2717/02). Α) Το ΤΕΕ όταν ενεργεί καθ΄ υποκατάσταση των μελετητών δεν έχει τις υποχρεώσεις και τα προνόμια του ν.π.δ.δ.. Β) Τόσο ο μελετητής ο ίδιος όσο και το ΤΕΕ μπορούν να διεκδικήσουν την αμοιβή από τον εργοδότη. Γ) Εφόσον ο μελετητής άσκησε την ενδικοφανή διαδικασία (ένσταση αίτηση θεραπείας, μπορεί στη συνέχεια και το ΤΕΕ να προσφύγει στο δικαστήριο και δεν τίθεται θέμα παραδεκτού, επειδή ο ουσιαστικός σκοπός της διάταξης (ενημέρωση εργοδότη, ευκαιρία επίλυσης της διαφοράς με διοικητικό τρόπο) επετεύχθη.

185

Page 190: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Για το παραδεκτό της προσφυγής, απαιτείται ταυτότητα αντικειμένου της διοικητικής προδικασίας και της προσφυγής (ΣτΕ 4162/97,ΔιΔικ 1998,978).

Το προσβαλλόμενο έγγραφο πρέπει να έχει χαρακτήρα βλαπτικό (Εφ.Αθ. 4195/99 και 3491/99 αδημ.)

Παραδεκτά προσβάλλεται μόνο η πρώτη βλαπτική πράξη, όχι μεταγενέστερες επιβεβαιωτικές (ΔΕΑ 2600/99 αδημ.)

Διαφορές από την παράλειψη σύνταξης ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ. Ο ανάδοχος πρέπει να προσβάλλει άμεσα την παράλειψη, χωρίς τήρηση προδικασίας (ΣτΕ 5722/96,ΔιΔικ 1998,980) το ίδιο ΔΕφΑθ 921/98,ΔιΔικ 98,985, το ίδιο ΔΕφΘεσ 560/96,ΔιΔικ 1997, 965)

Η Διοίκηση πρέπει να ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο, όταν εκδίδει διοικ. πράξη, ότι αυτή είναι προσβλητή με ενδικοφανή προσφυγή. Επίσης πρέπει να προσδιορίζει το όργανο ενώπιον του οποίου πρέπει να απευθύνεται και την σχετική προθεσμία.

Σε αντίθετη περίπτωση θεραπεύεται η τυχόν πλημμέλεια του ενδικοφανούς μέσου και θεωρείται ως παραδεκτώς ασκηθείσα η τελική ενώπιον του δικαστηρίου προσφυγή (ΣτΕ Ολομ. 1316/2001).

Η εκ μέρους του Δημοσίου άσκηση αίτησης αναίρεσης κατά τελεσίδικης απόφασης καθώς και η προς άσκηση αυτής προθεσμία, αναστέλλουν μόνο την εκτέλεση της απόφασης και όχι την επέλευση των λοιπών έννομων συνεπειών, όπως το δεδικασμένο (ΣτΕ 2781/2000 ΔιΔικ 13/392).

Δεν προβλέπεται από το νόμο κοινοποίηση της αναίρεσης στον αντίκλητο του αναιρ/του. Ενώπιον του ΣτΕ δεν εφαρμόζονται οι περί αντικλήτου διατάξεις του ΚΠολΔ (ΣτΕ 3408/2000, ΔιΔικ 13,641).

Υπό την ισχύ του νέου Κ.Δ.Δ. (ν. 2717/99), η προσφυγή για την ακύρωση πράξης ή παράλειψης, με σκοπό την ακύρωσή της έχει διαπλαστικό περιεχόμενο. Εάν παράλληλα στην προσφυγή υπάρχει και αίτημα για την καταψήφιση χρηματικού ποσού, τότε πρόκειται περί σωρεύσεως προσφυγής-αγωγής και οφείλεται δικαστικό ένσημο (ΔΕΠειρ. 2038/2000).

Η τροπή, κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, της ασκηθείσας ως καταψηφιστικής αγωγής σε αναγνωριστική, συνιστά μερική ανάκληση της αιτήσεως δικαστικής προστασίας και η αγωγή κατά τούτο θεωρείται σαν να μην είχε ασκηθεί. Αίρονται αντίστοιχα όλες οι συνέπειες από την επίδοση της καταψ/κής αγωγής, όπως η παραγωγή δικονομικών τόκων, δεν αίρονται όμως και οι συνέπειες της επιδόσεως της οχλήσεως η οποία καθιστά τον οφειλκέτη υπερήμερο, δεδομένου ότι η επίδοση στον οφειλέτη αγωγής για την επιδίκαση χρηματικής απαίτησης έχει χαρακτήρα οιονεί δικαιοπραξίας οχλήσεως (ΟλΑπ 13/94) ΑΠ 1174/2001, ΕλΔικ 43, 382.

Ανεπικύρωτες φωτοτυπίες εγγράφων - δεν αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία. ΕΑ 1309/96

Η ασκούμενη εκ νέου προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια, κατά το νόμο 1649/86 άρθρο 9 παρ.4, μετά την απόρριψη για λόγους δικαιοδοσίας ανάλογης προσφυγής από τα πολιτικά δικαστήρια, δεν μπορεί να περιέχει αιτήματα πρόσθετα ή άλλα από αυτά της αρχικής προσφυγής (ΔΕΑ 1894/88)

Η τρίμηνη προθεσμία για την κατάθεση της γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. επί του παραδεκτού της αναίρεσης αναστέλλεται από 1-7 έως 15-9 (ΣτΕ 2067/98.

Όταν η προσφυγή στρέφεται κατά παραλείψεως να δοθεί απάντηση σε αίτηση θεραπείας, το Διοικ.Εφ., δεχόμενο την προσφυγή, παραπέμπει την υπόθεση στην αρμόδια αρχή προς εκτέλεση της οφειλόμενης ενέργειας (ΣτΕ 1255/96 ΔιΔικ 9, 1227

Διάδικος στη δίκη εκ της συμβάσεως εκτελέσεως δημ. Έργου είναι και το Δημόσιο, έστω κι αν κύριος του έργου είναι ΝΠΔΔ, χωρίς εκ του λόγου τούτου να φέρει τις οικονομικές συνέπειες της αποφάσεως (ΣτΕ 1472/2000, ΔιΔ 14, 511)

Στην περίπτωση που άλλος είναι ο κύριος και άλλος ο φορέας κατασκευής του έργου, διάδικοι στη δίκη που ανοίγεται εκ της εργολαβικής συμβάσεως είναι αμφότεροι (ΣτΕ 275, 701/1993). Ως εργοδότης δεν είναι απαραίτητα ο κύριος του εδάφους επί του οποίου εκτελείται το έργο, αλλά μπορεί να είναι και το ν.π. που συμβάλλεται στην κατάρτιση της σύμβασης είτε το

186

Page 191: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Ν.Π. που ορίζεται ρητά ως εργοδότης στη σύμβαση, ή αν δεν ορίζεται καθόλου το Ν.Π. από το οποίο ο εργολάβος έχει αξίωση καταβολής του εργολαβικού ανταλλάγματος, ανεξάρτητα από το γεγονός του ποιος παρέχει την πίστωση (ΔΕΑ 3115/93).

ΑΡΘΡΟ 42

Άλλες διατάξεις

1. Αν ασκηθεί ποινική δίωξη κατά τεχνικού υπαλλήλου εξαιτίας πράξεων ή παραλείψεών του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, επιτρέπεται, με απόφαση του αρμοδίου υπουργού ή του αρμοδίου αποφασιστικού οργάνου, η οποία εκδίδεται ύστερα από αίτηση του υπαλλήλου, η ανάθεση παροχής υπηρεσιών σε δικηγόρο της επιλογής του, για την υπεράσπισή του σε όλα τα στάδια της σχετικής διαδικασίας, μέχρι την έκδοση αμετακλήτου αποφάσεως και με αμοιβή που υπολογίζεται σύμφωνα με τα ισχύοντα κατώτερα όρια αμοιβών του Κώδικα περί Δικηγόρων. Το σύνολο της αμοιβής καταβάλλεται με την προσκόμιση των αποδείξεων καταβολής του οικείου δικηγορικού συλλόγου, εφόσον ο υπάλληλος απαλλάσσεται της κατηγορίας ή αθωώνεται με αμετάκλητη απόφαση. Οι αμοιβές και λοιπές απαραίτητες για τη διεξαγωγή της διαδικασίας δαπάνες καλύπτονται από τις πιστώσεις της μελέτης ή του έργου, άλλως από τον προϋπολογισμό του φορέα. Με απόφαση του υπουργού στον οποίο υπάγεται ή από τον οποίο εποπτεύεται ο κύριος του έργου προσδιορίζονται ειδικότερα οι όροι και οι λοιπές προϋποθέσεις ανάθεσης, οι καλυπτόμενες δαπάνες και υπηρεσίες, η διαδικασία καταβολής της αμοιβής και κάθε αναγκαία για την εφαρμογή της διάταξης λεπτομέρεια69. 6. Η παράγραφος 27 του άρθρου 16 ν.1418/84 (ΦΕΚ 23 Α΄), όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο 4 του ν. 2940/01 (ΦΕΚ 180 Α΄), αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής: «27. Οι δείκτες βιωσιμότητας, όπως ορίζονται στις παραγράφους 23 και 26, λαμβάνονται υπόψη μόνο κατά την τακτική και την, με πρωτοβουλία της επιχείρησης, έκτακτη αναθεώρηση των επιχειρήσεων του Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (ΜΕΕΠ) και δεν θεωρούνται δυσμενές στοιχείο κατά την έννοια της παραγράφου 10, για τη διενέργεια έκτακτης αναθεώρησης της εγγραφής των εργοληπτικών επιχειρήσεων.» 8. Το έκτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 3 ν. 3263/2004 (ΦΕΚ Α΄179), αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Στην περίπτωση αυτή παρίσταται και ένας εκπρόσωπος των εργοληπτικών οργανώσεων, που υποδεικνύεται από τις πανελλήνιες εργοληπτικές οργανώσεις με τον αναπληρωτή του, χωρίς να μετέχει στις διαδικασίες του διαγωνισμού». 9. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν. 3263/04 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του τεχνικού συμβουλίου κατασκευών, μπορεί να προστίθενται στη διακήρυξη επιπλέον όροι, όταν τούτο ενδείκνυται από το είδος ή την πολυπλοκότητα του προς ανάθεση έργου.» 10. Ο κατά την παρ. 3 του άρθρου μόνου του ν.δ. 2726/1953 (ΦΕΚ Α΄325) κανονισμός γίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Δημοσίων Έργων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Μελετών της Γραμματείας Δημοσίων Έργων και του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας και ισχύει για τις μελέτες και υπηρεσίες του άρθρου 2 που ανατίθενται από όλες τις αναθέτουσες αρχές της παρ. 9 του άρθρου 1. Με τον κανονισμό αυτό ορίζονται

69 Έχει εκδοθεί, για τους τεχνικούς υπαλλήλους του ΥΠΕΧΩΔΕ, των εποπτευόμενων Νομικών Προσώπων και των υπηρεσιών των Περιφερειών (ΔΔΕ, ΔΕΚΕ, ΔΕΣΕ και Περιβάλλοντος) η υπ΄αριθ. Δ17γ/07/148/ΦΝ 439.3/3-10-2006 απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ (ΦΕΚ Β΄1525/2006). Επίσης πρόσφατα εκδόθηκε παρόμοια απόφαση του ΥΠΕΣΔΔΑ για τους υπαλλήλους του Υπουργείου και των ΟΤΑ Α΄και Β΄βαθμού.

187

Page 192: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

αμοιβές κατώτερες και πάντως όχι ανώτερες των αμοιβών που κανονίσθηκαν με την παρ. 7 του άρθρου 4. Με την ίδια απόφαση μπορούν να ορίζονται ανώτατα όρια παραδεκτού των οικονομικών προσφορών που υποβάλλονται για τη σύναψη των σχετικών δημοσίων συμβάσεων. 11. Τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 2β του άρθρου 4 του ν. 1418/84, όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως ακολούθως: «Για την εφαρμογή της διαδικασίας δημοπράτησης έργου με προεπιλογή και του συστήματος υποβολής προσφοράς που περιλαμβάνει μελέτη – κατασκευή, σύμφωνα με την περίπτωση ε΄ της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, απαιτείται προηγούμενη απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, μετά από γνώμη του Συμβουλίου Κατασκευών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ.»

ΑΡΘΡΟ 43

Ρυθμίσεις θεμάτων ΕΥΑΘ Α.Ε. και ΕΥΑΘ Παγίων

…………………………………

ΑΡΘΡΟ 44

Λήξη εκκαθάρισης του «Οργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης -

Θεσσαλονίκη 1997»

………………………..

188

Page 193: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ – ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 45

Γενικές - Μεταβατικές διατάξεις

1. Ο νόμος αυτός εφαρμόζεται για την ανάθεση των μελετών και υπηρεσιών, όλων εν γένει των αναθετουσών Αρχών, όπως προσδιορίζονται στην παράγραφο 9 του άρθρου 1, επιφυλασσομένων των διατάξεων των περ. ε΄, στ΄ και ζ΄ της παραγράφου 1 του επομένου άρθρου, στους διαγωνισμούς των οποίων η προκήρυξη θα δημοσιευθεί μετά την έναρξη ισχύος του, καθώς και στις συμβάσεις που θα συναφθούν συνεπεία των διαγωνισμών αυτών, χωρίς να επιτρέπονται παρεκκλίσεις από τις διατάξεις του. Ως δημοσίευση νοείται η αποστολή της περίληψης προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή, στους διαγωνισμούς με προεκτιμώμενη αμοιβή κάτω του ορίου εφαρμογής της κοινοτικής οδηγίας για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, η πρώτη αποστολή προς δημοσίευση στον ελληνικό τύπο. Σε περίπτωση ανάθεσης με διαδικασία διαπραγμάτευσης οι διατάξεις του νόμου αυτού εφαρμόζονται αν η πρόσκληση προς διαπραγμάτευση αποσταλεί μετά την έναρξη ισχύος του. Οι διατάξεις του κεφαλαίου περί διοικητικής επίλυσης των διαφορών εφαρμόζονται στις διαφορές που ανακύπτουν με κοινοποίηση της βλαπτικής πράξης στον ανάδοχο, μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, ανεξαρτήτως του χρόνου σύναψης της σύμβασης.

Με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής μπορεί να ανακαλείται η προκήρυξη σύμβασης μελέτης, εφόσον μέχρι την ημερομηνία εφαρμογής του έχει συμπληρωθεί χρονικό διάστημα 12 μηνών, από τη δημοσίευση της προκήρυξης, χωρίς να έχει καταστεί δυνατή η υπογραφή της σχετικής σύμβασης.

2. Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες που προβλέπονται από το νόμο αυτό ασκούνται από τα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας Αρχής και του εργοδότη, σύμφωνα με τις οργανωτικές διατάξεις τους. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να ορίζονται τα αποφαινόμενα και γνωμοδοτούντα όργανα των επιμέρους αναθετουσών Αρχών, για τις ανάγκες εφαρμογής του νόμου αυτού.

Αποφαινόμενα όργανα που έχουν καθοριστεί με προγενέστερες διατάξεις διατηρούν τις αρμοδιότητές τους μέχρι την έκδοση νέας απόφασης.

Μέχρι την έκδοση των νέων αποφάσεων ως αποφαινόμενα και γνωμοδοτούντα για τις συμβάσεις του νόμου αυτού όργανα, ορίζονται όργανα και υπηρεσίες των αναθετουσών Αρχών με απόφαση του οργάνου διοίκησης των αρχών αυτών.

3. Όπου οι κείμενες διατάξεις παραπέμπουν σε διατάξεις του ν. 716/1977 και στα προεδρικά διατάγματα και τις υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν προς εκτέλεσή του, η παραπομπή νοείται ότι γίνεται στις αντίστοιχες διατάξεις του νόμου αυτού και στο προεδρικό διάταγμα που θα εκδοθεί κατ' εξουσιοδότησή του.

4. Οι περί μητρώων διατάξεις του ν. 716/77 και των κανονιστικών πράξεων που εκδόθηκαν για την εφαρμογή του, εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον δεν αντιτίθενται στις διατάξεις του νόμου αυτού, μέχρις ότου τεθεί σε ισχύ το προεδρικό διάταγμα κατ΄εξουσιοδότηση της παραγράφου 7 του άρθρου 39. Οι βεβαιώσεις εγγραφής στα μητρώα (πτυχία), που έχουν εκδοθεί υπό την ισχύ του ν. 716/77, ισχύουν για κάθε συνέπεια, μέχρις ότου εκδοθούν νέες βεβαιώσεις κατ΄ εφαρμογή του π.δ. της παρ. 7 του άρθρου 39.

5. Οι αιτήσεις προς την υπηρεσία τήρησης των μητρώων, για την εγγραφή, κατάταξη και αναθεώρηση των πτυχίων, κρίνονται με βάση τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής τους, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά με το προεδρικό διάταγμα που προβλέπεται στην παρ. 7 του άρθρου 39.

189

Page 194: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

6. Μέχρι την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων των παρ. 7 και 8 του άρθρου 4, η προεκτιμώμενη αμοιβή των συμβάσεων που θα συναφθούν με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, υπολογίζεται με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία από παρόμοιες μελέτες και τις κείμενες περί αμοιβών μελετητών διατάξεις.

7. Οι αμοιβές μηχανικών για μελέτες και συναφείς υπηρεσίες που έχουν ανατεθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υπολογίζονται με τους προϋπολογισμούς που εξάγονται σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο σύναψης των σχετικών συμβάσεων. Στις συμβάσεις αυτές οι ανάδοχοι μελέτης οφείλουν να υποβάλουν χωρίς πρόσθετη αμοιβή και προϋπολογισμούς των μελετηθέντων έργων, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 11, για τις ανάγκες της δημοπράτησής τους.

8. "Η προετοιμασία του φακέλου του έργου, κατά την παρ. 1 του άρθρου 4, είναι υποχρεωτική για τις συμβάσεις του νόμου αυτού που η προκήρυξή τους θα δημοσιευθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 2007."70

Μέχρι την ημεροχρονολογία αυτή οι αναθέτουσες αρχές προκηρύσσουν τις σχετικές διαδικασίες με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, με τα οποία πρέπει σε κάθε περίπτωση να εξασφαλίζεται η εφαρμογή του νόμου αυτού.

"10. Ο κατά την παράγραφο 7 του άρθρου 4 του ν. 3316/2005 κανονισμός προεκτιμώμενων αμοιβών μελετών και υπηρεσιών δεν εφαρμόζεται στις μελέτες και υπηρεσίες που προκηρύσσονται από την εταιρεία "ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.", τον Οργανισμό Κτηματογραφήσεων και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος (Ο.Κ.Χ.Ε.). Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων εγκρίνεται ιδιαίτερος κανονισμός για τον καθορισμό των προεκτιμώμενων αμοιβών των μελετών και υπηρεσιών των ως άνω φορέων, εφόσον τούτο δεν έρχεται σε αντίθεση με διατάξεις του κοινοτικού δικαίου."71

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Με το άρθρο αυτό ρυθμίζονται τα μεταβατικά ζητήματα εφαρμογής του

νέου νόμου, ο οποίος θα εφαρμοσθεί της διαδικασίες ανάθεσης και εκτέλεσης των

συμβάσεων που η προκήρυξή της θα δημοσιευθεί μετά την έναρξη ισχύος του.

Ως δημοσίευση νοείται η πρώτη αποστολή της δημοσίευση είτε στην Επίσημη Εφημερίδα

των Ε.Κ. είτε σε ελληνικό έντυπο. Της περιπτώσεις της ανάθεσης με τη διαδικασία των

διαπραγματεύσεων (του άρθρου 10) κρίσιμη θεωρείται η ημερομηνία αποστολής της

σχετικής πρόσκλησης στους καλούμενους να συμμετάσχουν στη διαπραγμάτευση (παρ.

1). Εξαιρετικά, οι διατάξεις του κεφαλαίου περί διοικητικής και δικαστικής διαδικασίας

επίλυσης των διαφορών εφαρμόζονται της διαφορές που ανακύπτουν από έκδοση

βλαπτικής πράξης που θα εκδοθεί μετά την έναρξη εφαρμογής του νόμου. Οι διατάξεις της

παραγράφου αυτής ερμηνεύονται σε συνδυασμό με τις καταργούμενες διατάξεις του

επόμενου άρθρου. Δηλαδή οι διατάξεις που αναφέρονται στις καταργούμενες δεν

καταργήθηκαν άμεσα με την εφαρμογή του νόμου, αλλά σταδιακά, αφού οι συμβάσεις που

ανατέθηκαν ή θα ανατεθούν με το προϊσχύσαν δίκαιο θα εκτελεσθούν βάσει αυτού. Για

παράδειγμα η καταβολή της αμοιβής θα εξακολουθήσει να γίνεται κατά τις προϊσχύσασες 70 Η διάταξη τροποποιήθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 5 του ν. 3481/06. 71 Η διάταξη προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 5 του ν. 3481/06.

190

Page 195: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

διατάξεις, άρα η διάταξη περί παρακράτησης του 20% της αμοιβής του μελετητή δεν θα

ισχύει στις αναθέσεις μελετών με το ν. 3316/05, ενώ για τις αναθέσεις με το ν. 716/77 θα

ισχύει.

Στην παρ. 2 ρυθμίζεται το ζήτημα των αποφαινομένων και γνωμοδοτούντων

οργάνων των φορέων που αναθέτουν και εκτελούν συμβάσεις του νόμου αυτού. Τα

όργανα αυτά, εφόσον δεν προκύπτουν από της οργανωτικές διατάξεις του κάθε φορέα

μπορούν να καθορίζονται με κοινές αποφάσεις του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ και του κατά

περίπτωση αρμοδίου υπουργού. Μεταβατικά και μέχρι να εκδοθούν οι σχετικές αποφάσεις,

τα αποφαινόμενα και γνωμοδοτούντα όργανα καθορίζονται με αποφάσεις των οργάνων

διοίκησης των φορέων.

Στην παρ. 3 αντιμετωπίζονται οι περιπτώσεις όπου με διατάξεις της κείμενης

νομοθεσίας γίνεται παραπομπή της διατάξεις του καταργούμενου ν. 716/77.

Στις παρ. 4 και 5 αντιμετωπίζεται το ζήτημα των πτυχίων των μελετητών, τα

οποία εξακολουθούν και μετά την έναρξη ισχύος του νόμου να χρησιμοποιούνται κανονικά

της διαγωνισμούς, μέχρι την έκδοση νέων πτυχίων, μετά την εφαρμογή του π.δ. που θα

εκδοθεί κατ΄ εξουσιοδότηση της παρ. 6 του άρθρου 39. Αιτήσεις για εγγραφή, ανανέωση

εγγραφής κ.λ.π. στα μητρώα κρίνονται κατά το δίκαιο που θα ισχύει την ημέρα υποβολής

της αίτησης.

Η παρ. 6 ρυθμίζει το ζήτημα σχετικά με τον υπολογισμό της προεκτιμώμενης

αμοιβής των συμβάσεων που θα προκηρυχθούν πριν την έκδοση των αποφάσεων των

άρθρων 7 και 8 του άρθρου 4.

Η παρ. 7 ορίζει ότι η αμοιβή των συμβάσεων που έχουν ανατεθεί πριν την έναρξη

ισχύος του νόμου αυτού υπολογίζεται κατά τα μέχρι τούδε ισχύοντα. Υφίσταται πάντως

υποχρέωση των αναδόχων των συμβάσεων αυτών να υποβάλλουν προϋπολογισμό του

έργο με βάση τα ενιαία τιμολόγια του άρθρου 8 ν. 3263/04.

Ήδη, σχετικά με το ζήτημα των αμοιβών των μελετητών, για μελέτες που ανατέθηκαν υπό το νομικό καθεστώς του ν. 716/77, εκδόθηκε η Γνωμ/ση 200/2005 του ΝΣΚ, η οποία αναφέρει τα ακόλουθα: α) Συμβάσεις εκπόνησης μελετών που ανατέθηκαν πριν την εφαρμογή του ν. 3263/2004 αμείβονται όπως ορίζει ο ν. 716/77, επί τη βάσει του π.δ. 696/74 όπως ισχύει και λαμβανομένων υπόψη των εγκεκριμένων αναλύσεων τιμών, είτε το μελετητικό αντικείμενο αα) είχε εκπονηθεί, υποβληθεί και εγκριθεί πριν την εφαρμογή του ενιαίων τιμολογίων που προβλέπει η παρ. 1 του ν.3263/2004 και εγκρίθηκαν με απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ, είτε ββ) είχε μεν εκπονηθεί και υποβληθεί, αλλά δεν είχε εγκριθεί πριν την εφαρμογή των τιμολογίων, είτε γγ) εκπονείται μετά την εφαρμογή των τιμολογίων αυτών. β) Συμβάσεις μελετών που έχουν ήδη προκηρυχθεί με τις διατάξεις του ν. 716/77, έχουν υποβληθεί αιτήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος από τους διαγωνιζόμενους, και δεν έχουν ακόμα συναφθεί οι σχετικές συμβάσεις αμείβονται κατά τον ίδιο όπως και παραπάνω τρόπο. γ) Σε συμβάσεις μελετών που έχουν προκηρυχθεί πριν τις 22-2-2005 (ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του ν. 3316/05), η αμοιβή θα υπολογισθεί ομοίως κατά τον τρόπο που ορίζει ο ν. 716/77, δηλαδή με εφαρμογή των διατάξεων του π.δ. 696/74, όπως ισχύει σήμερα και λαμβανομένων υπόψη των εγκεκριμένων αναλύσεων τιμών και όχι των ενιαίων τιμολογίων του ν. 3263/04. δ) Τέλος στις συμβάσεις που προκηρύχτηκαν ή θα προκηρυχτούν με εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3316/05 η αμοιβή των μελετητών υπολογίζεται όπως ορίζουν οι διατάξεις αυτές.

191

Page 196: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Η παρ. 8 λαμβάνει υπόψη και αντιμετωπίζει την ανετοιμότητα των υπηρεσιών να

αναθέσουν αμέσως μετά την εφαρμογή του νόμου μελέτες, χωρίς πλήρη φάκελο έργου.

Για το λόγο αυτό ορίζεται ότι η παρ. 1 του άρθρου 4 θα εφαρμοστεί μετά την 1η-1-2006.

Μέχρι τότε η ανάθεση των μελετών θα γίνεται με τα διαθέσιμα (ελλιπή) στοιχεία. Πάντως

πρέπει με τα στοιχεία αυτά να είναι δυνατή η εφαρμογή του νόμου. Λ.χ. πρέπει να είναι

επαρκώς προσδιορισμένο το τεχνικό αντικείμενο, να χωριστεί σε μονάδες (φυσικού

αντικειμένου), ώστε να είναι δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων περί οικονομικής

προσφοράς.

ΑΡΘΡΟ 46

Διατηρούμενες και καταργούμενες διατάξεις

1. Διατηρούνται σε ισχύ: α) " Οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 6 του ν. 1418/1984, μόνο για τις συμβάσεις με προεκτιμώμενη αμοιβή κάτω των ορίων εφαρμογής των Οδηγιών 2004/17 και 2004/18/ΕΚ."72

β) Η παρ. 10 του άρθρου 3 ν. 272/76, που προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 3 ν. 2702/99. γ) Οι ειδικές διατάξεις περί προγραμματικών συμβάσεων. δ) Το άρθρο μόνο του ν.δ. 2726/1953, εκτός από την παράγραφο 3, η οποία αντικαθίσταται από τις προβλέψεις της παραγράφου 10 του άρθρου 42. ε) Η παρ. 5 του άρθρου 7 ν. 2364/1995 (ΦΕΚ Α΄252). στ) Η παράγραφος 2 του άρθρου 3 ν.δ. 3785/1957 (ΦΕΚ Α΄208). ζ) Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1 ν. 3127/2003 (ΦΕΚ Α΄67). "η) Οι διατάξεις του Π.δ. 4/2002 (ΦΕΚ 3 Α')."73

2. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται: α) Τα άρθρα του ν. 3164/2003, εκτός των άρθρων 31 έως 35. β) Οι διατάξεις των παρ. 5 και 7 του άρθρου 6 του ν. 1418/84, όπως ισχύει. "Η κατάργηση της σχετικής υποχρέωσης καταλαμβάνει και τις συμβάσεις μελετών που ανατέθηκαν με το ν. 716/1977. Τυχόν παρακρατηθέντα κατά τη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 6 του ν. 1418/1984 ποσά ή κατατεθείσες εγγυητικές επιστολές επιστρέφονται στους δικαιούχους άμεσα κατόπιν αιτήσεώς τους."74

γ) Η παρ. 10 του άρθρου 4 ν. 1418/84. δ) Ειδικές διατάξεις νόμων με τις οποίες εξαιρέθηκαν νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα από την εφαρμογή των κοινών περί μελετών διατάξεων, καθώς και οι κανονισμοί που τυχόν εγκρίθηκαν κατ’ εξουσιοδότησή τους. ε) Κάθε γενική ή ειδική διάταξη αντίθετη σε διατάξεις του παρόντος νόμου. στ) Ο ν. 716/77, τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν προς εκτέλεσή του, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του προηγούμενου άρθρου. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Στο άρθρο 46 ορίζονται οι διατηρούμενες και καταργούμενες διατάξεις,

ενώ τίθεται γενική διάταξη περί κατάργησης των εξαιρέσεων φορέων του δημόσιου τομέα

από την εφαρμογή της κοινής νομοθεσίας περί μελετών και κατάργησης των κανονισμών

72 Η διάταξη τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 5 ν. 3481/06. 73 Προστέθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 5 ν. 3481/06. 74 Προστέθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 3481/06.

192

Page 197: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

τους. Διατηρήθηκαν μόνο οι διατάξεις που αφορούν τη ΔΕΠΑ, τη ΔΕΗ και τη δυνατότητα

συμπράξεων μεταξύ μελετητών και δικηγορικών γραφείων στις μελέτες της

ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ. Επίσης καταργούνται γενικές ή ειδικές διατάξεις που αντιτίθενται στο

νόμο αυτό, εκτός των περιπτώσεων που διατηρούνται ρητά.

Ήδη σχετικά με το ζήτημα των διατηρούμενων και καταργούμενων διατάξεων εκδόθηκαν δύο σημαντικές

γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, οι οποίες μάλιστα έγιναν δεκτές από τον

Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ, συνεπώς απέκτησαν ισχύ εγκυκλίου, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 7 του ν.

3086/02 (περί Νομικού Συμβουλίου του Κράτους)75:

Η υπ΄αριθ. 254/2005 γνωμ/ση του ΝΣΚ έκρινε ότι οι ειδικές διατάξεις του π.δ. 4/2002 (περί τεχνικής

βοήθειας) εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την εφαρμογή του ν. 3316/2005.

Η υπ΄αριθ. 312/2005 γνωμ/ση του ΝΣΚ έκρινε ότι οι διατάξεις της παραγρ. 1 του π.δ. 410/95 (περί

Δημοτικού Κώδικα) με τις οποίες κατά παρέκκλιση «των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων περί μελετών» μπορεί

να γίνεται απευθείας ανάθεση μικρών μελετών (με προεκτιμώμενη και τελική αμοιβή μέχρι του ποσού που

αντιστοιχεί σε ποσοστό 30% της προεκτιμώμενης αμοιβής μελετών στις οποίες μπορούν να λαμβάνουν μέρος

μελετητές της Α΄ τάξης του Μητρώου Μελετητών) των δήμων, των ενώσεών τους, καθώς και των νομικών

προσώπων τους, εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την εφαρμογή του ν. 3316/05 ως ειδικές.

ΑΡΘΡΟ 47

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, εκτός αν ορίζεται

διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.

ΧΡΗΣΙΜΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Δημ.Σολδάτου: Δημόσια Έργα – Ανάθεση Μελετών (οι παλιές νομικές διατάξεις και Νομολογία), εκδ. Μ.Δημόπουλου, 2002.

75 Το Ν.Σ.Κ. αποτελεί κατά το νόμο αυτό «ενιαία, ανώτατη Αρχή του Κράτους και υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών» (άρθρο 1). Μεταξύ των αρμοδιοτήτων του είναι και «Η καθοδήγηση των ενεργειών της Διοίκησης με νομικές γνωμοδοτήσεις» (άρθρο 2 περ. στ΄), ύστερα από «…ερωτήματα της Διοίκησης, που υπογράφονται από τον Υπουργό, Αναπληρωτή Υπουργό, Υφυπουργό και Γενικό Γραμματέα Υπουργείου εφόσον ο τελευταίος είναι ειδικά εξουσιοδοτημένος και μόνο για θέματα της αρμοδιότητάς του…» (άρθρο 6 παρ. 2). Οι γνωμοδοτήσεις γίνονται αποδεκτές με επισημειωματική πράξη από τον Πρόεδρο της Βουλής, τον αρμόδιο Υπουργό, ή το Διοικητικό Συμβούλιο Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου ή άλλο κατά νόμο αρμόδιο όργανο αυτού ή Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής ή από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας. Μετά την αποδοχή τους οι γνωμοδοτήσεις αποτελούν πράξεις, που είναι υποχρεωτικές για τη Διοίκηση ή το Νομικό Πρόσωπο ή την Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή (άρθρο 7 παρ. 4).

193

Page 198: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΟΜΑΔΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ

ΤΟΥ Ν. 3316/05

(ΠΕΡΙ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ)

ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Για την εφαρμογή του ν. 3316/05

Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί προσπάθεια της Ομάδας Υποστήριξης του ν. 3316/05, για την παροχή της

αναγκαίας βοήθειας στα όργανα και τους υπαλλήλους των αναθετουσών αρχών για την ταχύτερη εξοικείωσή

τους με το αντικείμενο και τις ρυθμίσεις του νόμου. Ως γενικότερη επισήμανση μπορεί να αναφερθεί ότι πολλές

από τις ερωτήσεις υποδηλώνουν ότι οι ερωτώντες δεν έχουν καθόλου μελετήσει το νόμο και τα βοηθητικά

κείμενα (εγκυκλίους, προκηρύξεις και λοιπά τεύχη) που έχουν εκδοθεί. Οι απλές αυτές ερωτήσεις δεν

περιλαμβάνονται βεβαίως στο κείμενο αυτό που ασχολείται με θέματα στα οποία πράγματι υπάρχει ένας

βαθμός δυσκολίας προσέγγισης.

1. Ποιες ακριβώς μελέτες και συμβάσεις υπηρεσιών υπάγονται σήμερα στο πεδίο εφαρμογής του

ν. 3316/05;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Οι μελέτες και υπηρεσίες που υπάγονται στο ν. 3316/05, προκύπτουν από το άρθρο 1 παρ.

2 (έννοια μελετών και υπηρεσιών), το άρθρο 2 παρ. 2 (κατηγορίες μελετών και 4 παρ. 6 (μελέτες και

υπηρεσίες για την προετοιμασία φακέλου του έργου). Σύμφωνα με γνωμοδοτήσεις του ΝΣΚ όπως οι υπ΄

αριθ. 397/92 και 393/96, αλλά και πρακτικά του Ελ.Συν. όπως το υπ΄αριθ. 667/91 του Ι Τμήματος,

μελέτες που δεν συνδέονται με την εκτέλεση τεχνικού έργου, όπως η μελέτη για την οργάνωση, διοίκηση

και λειτουργία ν.π.δ.δ., δεν υπάγονταν στον 716/77, ούτε και στο ν. 3316/05, δεδομένου ότι ο νόμος

αυτός δεν άλλαξε τον ορισμό και την έννοια της μελέτης.

Περαιτέρω στο νόμο υπάγονται οι υπηρεσίες τεχνικών συμβούλων που ρυθμίζονταν από την

καταργηθείσα πλέον παράγραφο 5 του άρθρου 6 ν. 1418/84. Μια ενδεικτική απαρίθμηση των υπηρεσιών

αυτών (όπως προκύπτει από τη λέξη «ιδίως», η οποία σημαίνει «κυρίως αλλά όχι μόνο») αναφέρεται στο

άρθρο 1 παρ. 2 β του ν.3316/05. Για να αποτελούν αντικείμενο του νόμου αυτού οι υπηρεσίες πρέπει να

σχετίζονται είτε με την προετοιμασία του φακέλου του έργου (βλέπετε ειδική διάταξη παρ. 6 άρθρου 4)

είτε με ανάθεση και εκπόνηση μελέτης του ν. 3316/05 (π.χ. επίβλεψη μελέτης, ή διοίκηση ή αξιολόγηση

προς το σκοπό της έγκρισής της κ.ο.κ.), είτε και με ανάθεση ή εκτέλεση έργου.

2. Υπάρχει κάποιος πρακτικός τρόπος για να διαπιστώσει μια αναθέτουσα αρχή , αν μια μελέτη

που σκοπεύει να αναθέσει υπάγεται ή όχι στον ν. 3316/05;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ένας πρακτικός τρόπος για να διαπιστώσει μια αναθέτουσα αρχή αν μια σύμβαση (μελετών

ή υπηρεσιών) υπάγεται στο ν. 3316/05, είναι να διαπιστώσει αν μπορεί το αντικείμενό της να υπαχθεί

στον κατάλογο των κατηγοριών μελετών που αναφέρεται στο άρθρο 2 παρ. 2. Αν δεν μπορεί να υπαχθεί

τότε δεν μπορεί να εφαρμοσθεί ο ν. 3316/05, διότι δεν θα υπάρχουν πτυχία μελετητών που θα κληθούν

στο διαγωνισμό και θα ανταποκριθούν στις απαιτήσεις εκπόνησης της μελέτης.

194

Page 199: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

3. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στην Αναθέτουσα αρχή και στην Προϊσταμένη Αρχή μιας

σύμβασης;

Ο νόμος 3316/05 αναφέρεται αλλού σε αρμοδιότητες της αναθέτουσας αρχής (π.χ. παρ. 3 του άρθρου 4)

και αλλού σε αρμοδιότητες της Προϊσταμένης αρχής. Αναθέτουσα αρχή είναι το νομικό πρόσωπο

(Δημόσιο/Υπουργείο/Υπηρεσία, ΟΤΑ, Ν.Π. Ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου), όπως ορίζει η παρ. 9 του

άρθρου 1. Οι αρμοδιότητες της Αναθέτουσας Αρχής ασκούνται από τα όργανα που ορίζουν οι

οργανωτικές της διατάξεις. Η Προϊσταμένη Αρχή αντίθετα είναι όργανο ιδιαίτερα καθορισμένο, με

ειδικές αρμοδιότητες στα θέματα της ανάθεσης και εκτέλεσης των συμβάσεων, ό,που ρητά ορίζεται από το

νόμο (βλέπετε σχετικά την Εγκύκλιο 11/2006 στην ιστοσελίδα ggde.gr, της ΓΓΔΕ/ΥΠΕΧΩΔΕ).

4. Τι είναι ο φάκελος έργου, ποιο το νόμιμο περιεχόμενό του και από πότε είναι υποχρεωτική η

τήρησή του;

Φάκελος του έργου είναι ένα σύνολο ενεργειών και εγγράφων, στις οποίες πρέπει απαραίτητα να προβεί η

αρχή που πρόκειται να διεξάγει το διαγωνισμό, προκειμένου να καταστεί δυνατή η προκήρυξή του. Το

απαραίτητο περιεχόμενο του Φακέλου προδιαγράφεται στην παρ. 1 του άρθρου 4 ενδεικτικά κατ΄αρχήν

(αυτό δηλώνει η λέξη «κυρίως»). Σήμερα (Νοέμβρης 2007) είναι υποχρεωτική η σύνταξη φακέλου του

έργου, όμως το περιεχόμενό του υπόκειται στην κρίση της Προϊσταμένης Αρχής (η οποία έχει την

αρμοδιότητα ανάθεσης της σύμβασης κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού), η οποία και θα τον εγκρίνει.

Με την παρ. 6γ) του άρθρου 5 του ν. 3481/06 «περί κτηματολογίου», η ύπαρξη εγκεκριμένου Φακέλου

έργου είναι υποχρεωτική μετά την 1-1-2007.

Στο φάκελο του έργου του έργου δεν περιέχεται κατ΄ αρχήν η Προκήρυξη του διαγωνισμού αφού τούτο

δεν προκύπτει ρητά από το άρθρο 4. Πάντως η προκήρυξη εγκρίνεται σε κάθε περίπτωση από την

Προϊσταμένη Αρχή, είτε αυτό λέγεται ρητά (όπως στην παρ. 1 του άρθρου 6), είτε εμμέσως, όπως στην

παρ. 1 του άρθρου 7 (που αναφέρεται σε έγκριση του εργοδότη, χωρίς να προσδιορίζει το ειδικότερο

όργανο του εργοδότη). Και τούτο γιατί, εκτός των άλλων (βλέπ. παρ. 12 του άρθρου 1 που ορίζει την

Π.Α. ως το όργανο που διεξάγει την διαδικασία του διαγωνισμού, άρα είναι γενικώς αρμόδιο για την

έκδοση των αποφάσεων που απαιτούνται), με την προκήρυξη επιλέγεται και η διαδικασία της ανάθεσης

σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 5 και αρμόδιο για την επιλογή αυτή όργανο είναι η Προϊσταμένη

Αρχή.

5. Πως προσδιορίζεται η προεκτιμώμενη αμοιβή της σύμβασης και ποια ακριβώς είναι η σχέση

μεταξύ αυτής και της συμβατικής αμοιβής;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Η προεκτιμώμενη αμοιβή προσδιορίζεται κατά τη φάση προετοιμασίας της ανάθεσης και

προκύπτει ως γινόμενο μεταξύ των μονάδων του φυσικού αντικειμένου και των τιμών του κανονισμού

προεκτιμώμενων αμοιβών του άρθρου 4 παρ. 7 του ν. 3316/05 (βλέπετε σχετικά τους ορισμούς 22 έως

26 του άρθρου 1 και τις παρ. 1α και 2 του άρθρου 4). Κατ΄αρχάς η αναθέτουσα αρχή (δηλαδή το νομικό

πρόσωπο –κύριος του έργου (δια των αρμοδίων οργάνων του) προσδιορίζει το φυσικό αντικείμενο που θα

αποτελέσει το αντικείμενο της μελέτης ή της παροχής των υπηρεσιών, όπως για παράδειγμα

α) την ωφέλιμη επιφάνεια του κτιρίου που πρόκειται να οικοδομηθεί, ή

195

Page 200: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

β) το μήκος του δρόμου (προσδιοριζόμενο με αρχή και τέλος, όπως από κόμβο χ μέχρι έξοδο πόλης ψ) και

τα βασικά γεωμετρικά του χαρακτηριστικά όπως οι λωρίδες ανά κατεύθυνση, η ύπαρξη ή μη διαχωριστικής

νησίδας, τα χαρακτηριστικά των διασταυρώσεων κ.ο.κ., ή

γ) τα συνολικά προς κτηματογράφηση στρέμματα, με ορισμό των ορίων της περιοχής, ή

δ) το έργο που πρόκειται να επιβλεφθεί με την προς ανάθση σύμβαση υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου

επίβλεψης.

Η αναγκαία ανάλυση των χαρακτηριστικών του φυσικού αντικειμένου προκύπτει από τον ήδη ισχύοντα

Κανονισμό Προεκτιμώμενων Αμοιβών που εκδόθηκε εις εκτέλεση του άρθρου 4 παρ. 7 και τιμολογεί

μονάδες φυσικού αντικειμένου κάποιων (των συνηθέστερων) μελετών και υπηρεσιών.

Εφόσον η κατηγορία μελέτης που πρόκειται να τιμολογηθεί δεν έχει περιληφθεί ακόμα στην πρώτη έκδοση

του Καν. Προεκτ. Αμοιβών (στόχος είναι η σταδιακή εφαρμογή του Κανονισμού σε όλες ή σχεδόν όλες τις

κατηγορίες), η προεκτιμώμενη αμοιβή προσδιορίζεται με βάση τυχόν υπάρχοντες παλιότερους Κώδικες

Αμοιβών (όπως κάποιες υπουργικές αποφάσεις που αφορούν ΣΧΟΑΠ ή πολεοδομικές μελέτες), ή και

συγκριτικά στοιχεία από παλιότερες συμβάσεις (βλέπετε σχετική ρύθμιση στο εδ. 2 της παρ. 2 του άρθρου

4).

Η κατά τους ανωτέρω δύο εναλλακτικούς τρόπους διαμορφωθείσες προεκτιμώμενες αμοιβές ανά

κατηγορία (είναι δυνατόν φυσικά στην ίδια σύμβαση να υπάρχουν κατηγορίες μελετών με αμοιβή που

τιμολογείται στον Κανονισμό και άλλες που δεν τιμολογείται) σχετίζονται με τις υποβαλλόμενες

οικονομικές προσφορές των διαγωνιζομένων ως εξής: Για τις κατηγορίες μελετών που περιλαμβάνονται

στον κανονισμό μπορεί να δοθεί προσφορά που κυμαίνεται μεταξύ του 80% και του 120% της

προεκτιμώμενης αμοιβής της κατηγορίας. Για τις κατηγορίες μελετών που δεν περιλαμβάνονται στον

Καν/σμό (και μέχρις ότου περιληφθούν), η προεκτιμώμενη αμοιβή της κατηγορίας αποτελεί κατώτατο όριο

προσφοράς (για την κατηγορία). Η προσφορά στην περίπτωση αυτή μπορεί να φτάσει μέχρι και το 130%

της προεκτιμώμενης αμοιβής της κατηγορίας.

Τονίζεται ιδιαιτέρως ότι η υπέρβαση αυτών ων ορίων αποτελεί λόγο αποκλεισμού του διαγωνιζομένου,

σύμφωνα με το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 4 παρ. 8, 6 παρ. 9, 7 παρ. 10, 8 παρ. 6, 9 παρ.

6 και τέλος 42 παρ. 10 του νόμου.

6. Πως κρίνεται το δικαίωμα συμμετοχής στους διαγωνισμούς του ν. 3316/05; Ποιες κατηγορίες

πτυχίων πρέπει να συμμετέχουν στο διαγωνισμό; Μπορούν να συμμετέχουν ειδικότητες

απαραίτητες για την εκτέλεση της σύμβασης, χωρίς πτυχίο;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Το δικαίωμα συμμετοχής των ενδιαφερομένων, κατά το άρθρο 14 του νόμου αλλά και τις

πρότυπες προκηρύξεις, εξαρτάται από την κατοχή του απαιτούμενου πτυχίου. Υπάρχουν μελέτες «απλές»,

αποτελούμενες από μια κατηγορία μελέτης και «σύνθετες», που απαιτούν περισσότερες κατηγορίες

μελέτης, από τις οριζόμενες στο άρθρο 2 παρ. 2 του νόμου. Τα απαιτούμενα πτυχία ορίζονται από την

Προϊσταμένη Αρχή που συντάσσει την προκήρυξη και συναρτώνται άμεσα με τις κατηγορίες μελετών που

κατά την εκτίμηση της Π. Α. απαιτούνται για την εκπόνηση της όλης μελέτης (βλέπ. σχετικά και την

προϊσχύσασα παρ. 2 του άρθρου 7 ν. 716/77, που ορίζει ότι η μελέτη μπορεί να κατατάσσεται σε πλείονες

κατηγορίες μελετών αν τούτο υπαγορεύεται από τη φύση του αντικειμένου της). Είναι συνεπώς

αυτονόητο δικαίωμα της Προϊσταμένης Αρχής (και αποτελεί τεχνική κρίση) ο προσδιορισμός των

196

Page 201: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

κατηγοριών μελετών και ο ορισμός των αντίστοιχων πτυχίων (κατά τάξη και κατηγορία) που απαιτούνται.

Στο διαγωνισμό μπορούν να πάρουν μέρος είτε μεμονωμένα Γραφεία Μελετών που καλύπτουν όλες τις

απαιτούμενες κατηγορίες, είτε συμπράξεις και κοινοπραξίες ενδιαφερομένων (μελετητών ή γραφείων) που

όλοι είναι ενταγμένοι στις ζητούμενες τάξεις και κατηγορίες (άρθρο 20 του ν. 3316/05).

Σύμφωνα πάντως με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 3316/05 μπορούν να τεθούν και πρόσθετες

απαιτήσεις τεχνικής ικανότητας, είτε των διαγωνιζομένων γραφείων (παρ. 1), είτε και της ομάδας

μελέτης του κάθε γραφείου (παρ. 2). Μπορεί δηλαδή να ορισθεί είτε ότι στην ομάδα μελέτης θα

συμμετέχουν και επιστημονικές ειδικότητες που δεν εμπίπτουν στις κατηγορίες μελετών του νόμου χωρίς

πτυχίο αλλά με βάση κριτήρια εμπειρίας, τίτλων εξειδικευμένων σπουδών κ.λ.π.

Πρέπει να καταστεί σαφές ότι πρόσωπα χωρίς πτυχίο μπορούν να αναφέρονται μόνο ως συνεργαζόμενοι

στην παραγωγή της μελέτης και εκτέλεση της σύμβασης και όχι ως συμπράττοντες, αφού για την ιδιότητα

του συμπράττοντα απαιτείται οπωσδήποτε η κατοχή πτυχίου.

7. Μπορεί να συμμετέχει σε διαγωνισμό ανάθεσης οριστικής μελέτης ο μελετητής που εκπόνησε

ήδη την προμελέτη, ή μήπως τίθεται στην περίπτωση αυτή θέμα σύγκρουσης συμφερόντων;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στο εθνικό νομικό πλαίσιο (ιδίως τον πρόσφατο ν. 3316/05) δεν περιέχεται διάταξη που να

απαγορεύει την συμμετοχή του μελετητή που εκπόνησε προηγούμενα στάδια μελέτης, σε διαγωνισμό για

την ανάθεση των επομένων σταδίων. Επιπλέον στην προκήρυξη του συγκεκριμένου διαγωνισμού δεν

περιέχεται όρος που να θέτει κώλυμα στη συμμετοχή των μελετητών που μελέτησαν προηγούμενα στάδια

της μελέτης.

Το θέμα όμως της σύγκρουσης συμφερόντων γενικά απασχόλησε πρόσφατα το Δικαστήριο των

Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) που με απόφασή του της 3ης Μαρτίου 2005 (συνεκδικαζόμενες υποθέσεις

C-21/03 και C-34/03), που εκδόθηκε επί προδικαστικού ερωτήματος του Conseil d’ Etat του Βελγίου

(υπόθεση Fabricom S.A.), έκρινε ότι η αρχή του ελεύθερου ανταγωνισμού επιτάσσει να μην αποκλείεται

κάποιος Διαγωνιζόμενος, παρά μόνον αν με συγκεκριμένα και αποδεδειγμένα στοιχεία προκύπτει ότι η

συμμετοχή του ίδιου του διαγωνιζόμενου (ή προσώπου συνδεόμενου με αυτόν) στην προετοιμασία του

διαγωνισμού αποφέρει συγκεκριμένο πλεονέκτημα που παραβιάζει την αρχή του επί ίσοις όροις

ανταγωνισμού. Πρέπει λοιπόν για να αποκλεισθεί ο υποψήφιος αυτός να προκύπτουν συγκεκριμένα

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι νοθεύεται ο ανταγωνισμός με τη συμμετοχή του συγκεκριμένου

υποψηφίου. Από την άλλη πλευρά, με απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (επί της;

υποθέσεως Τ – 160/03) κρίθηκε ότι όταν υπάρχουν καταγγελίες ή ενδείξεις ότι, η συμμετοχή

συγκεκριμένου υποψηφίου ή συγκεκριμένου προσώπου στη διαδικασία αξιολόγησης (π.χ. μέλος της

Επιτροπής Διαγωνισμού ή υπάλληλος της αναθέτουσας αρχής με σημαντικό ρόλο στη διαδικασία) νοθεύει

τον ανταγωνισμό παρέχοντας σε συγκεκριμένο διαγωνιζόμενο πλεονέκτημα, πρέπει η αναθέτουσα αρχή να

κάνει ό,τι χρειάζεται για να διασφαλίσει ότι δεν πρόκειται να νοθευτεί ο ανταγωνισμός και οι ίσες ευκαιρίες

που πρέπει να έχουν οι υποψήφιοι.

Από τα παραπάνω συνάγονται δύο αρχές : α) δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται δογματικά η συμμετοχή

υποψηφίου σε προηγούμενη φάση προετοιμασίας του διαγωνισμού ή των συμβατικών τευχών του και β)

η αναθέτουσα αρχή πρέπει να πείσει ότι εξέτασε το ζήτημα και με συγκεκριμένη και πειστική αιτιολογία

δέχτηκε ή απέρριψε τη σχετική υποψηφιότητα, διασφαλίζοντας κατά το δυνατόν την ίση μεταχείριση των

υποψηφίων. Συνεπώς σε μια παρόμοια περίπτωση πρέπει να εξεταστεί με προσοχή, αν και πως ωφελείται

197

Page 202: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ο διαγωνιζόμενος από την εμπλοκή του στη μελέτη του προηγηθέντος σταδίου του διαγωνισμού. Στο

σημείο αυτό πρέπει να προσεχθεί ότι κριτήρια για την ανάθεση σύμβασης μελέτης κατά το άρθρο 7 του

νέου νόμου 3316/05 είναι αα) Η πληρότητα και αρτιότητα της εκτίμησης του γενικού και ειδικού

αντικειμένου της μελέτης, όπως προκύπτει από την τεχνική έκθεση της παρ. 4.α και τα λοιπά τεχνικά

πλεονεκτήματα της προσφοράς (βαρύτητα 35% στη συνολική βαθμολογία), ββ) Η οργανωτική

αποτελεσματικότητα της ομάδας εκπόνησης της μελέτης, όπως προκύπτει από την σύνθεσή της και τα

στοιχεία αυτής, λαμβανομένων κυρίως υπόψη των στελεχών και των αποδεδειγμένα μονίμων συνεργατών,

η διαπιστωμένη ικανότητα του συντονιστή της ομάδας στην εξεύρεση τεχνικών λύσεων και το πέραν του

βασικού, όπως προβλέπεται στη διακήρυξη, διατιθέμενο για την εκτέλεση της σύμβασης πρόσθετο

στελεχικό δυναμικό του, η αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία της μεθοδολογίας του, η

αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία του προταθέντος χρονοδιαγράμματος, σε συνδυασμό με την

στελέχωση της ομάδας μελέτης και την απασχόληση του υποψηφίου και της ομάδας του από

εκπονούμενες μελέτες και παρεχόμενες υπηρεσίες (βαρύτητα 40% στη συνολική βαθμολογία και γγ) Η

οικονομική προσφορά (βαρύτητα 25% στη συνολική βαθμολογία).

Από τα κριτήρια αυτά μόνο το πρώτο μπορεί να θεωρηθεί ως «ύποπτο» ότι προσφέρει πλεονέκτημα στον

μελετητή προηγουμένων σταδίων της μελέτης. Πρέπει λοιπόν με τεχνική κρίση, αναλυτική και

εμπεριστατωμένη, να κριθεί αν η εκπόνηση της προμελέτης παρέχει πλεονέκτημα στον μελετητή της

προμελέτης για να εκτιμήσει με πληρότητα και αρτιότητα το γενικό και ειδικό αντικείμενο της μελέτης,

διαπιστώνοντας ενδεχόμενες αδυναμίες και κενά, ή αν οι υπόλοιποι διαγωνιζόμενοι μπορούν να

εξισορροπήσουν το πλεονέκτημα αυτό, όντας καταλληλότεροι για να ανακαλύψουν και να αποκαλύψουν

τα τυχόν προβλήματα της προμελέτης. Αν θεωρηθεί ότι όντως υπάρχει πλεονέκτημα πρέπει να

αποκλεισθεί αλλιώς όχι.

8. Υφίσταται υποχρέωση αρίθμησης των εγγράφων της τεχνικής προσφοράς και μονογραφής τους

κατά φύλλο; Αποτελεί λόγο αποκλεισμού η παράλειψη αρίθμησης και κάποιων μονογραφών;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στο νόμο 3316/05 τα σχετικά ζητήματα δεν αντιμετωπίζονται, συνεπώς έχουν ισχύ οι

σχετικοί όροι της προκήρυξης, εφόσον η προκήρυξη δεν αμφισβητήθηκε κατά την υποβολή των

προσφορών (εφόσον δηλαδή οι διαγωνιζόμενοι συμμετείχαν στο διαγωνισμό ανεπιφύλακτα. Σύμφωνα με

τις πρότυπες προκηρύξεις κάθε περίπτωση αποκλεισμού επισημαίνεται ρητά. Εξάλλου κατά το άρθρο 23.

2 της πρότυπης προκήρυξης «Ο κλειστός φάκελος «Τεχνικής Προσφοράς» θα περιλαμβάνει όλα τα

απαιτούμενα δικαιολογητικά, βάσει των οποίων θα αξιολογηθεί η τεχνική προσφορά κατά τα οριζόμενα

στην παράγραφο 22.1, ταξινομημένα και αριθμημένα σύμφωνα με την ταξινόμηση και αρίθμηση των

παρακάτω παραγράφων και υπογεγραμμένα (ή μονογραμμένα) από τον / τους νόμιμο / ους Εκπρόσωπο

/ους του διαγωνιζόμενου σε κάθε φύλλο».

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι υφίσταται μεν υποχρέωση αρίθμησης των εγγράφων της τεχνικής

προσφοράς και μονογραφής τους κατά φύλλο, όμως δεν απειλείται η ποινή του αποκλεισμού αν

παραλειφθεί. Συνεπώς η παράλειψη της αρίθμησης και κάποιων μονογραφών δεν έχει ως αποτέλεσμα τον

αποκλεισμό του ενδιαφερομένου.

9. Για να υποβάλλουν ενστάσεις κατά των πρακτικών των Επιτροπών Διαγωνισμού, οι

διαγωνιζόμενοι ζητούν να λάβουν γνώση των φακέλων που κατέθεσαν οι άλλοι

διαγωνιζόμενοι και μάλιστα να τους παράσχει η υπηρεσία φωτοαντίγραφο όλων των

εγγράφων. Είναι νόμιμη η απαίτηση αυτή;

198

Page 203: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στο ν. 3316/05 δεν υπάρχει σχετική ειδική αναφορά. Έτσι ισχύουν οι γενικές διατάξεις του

άρθρου 5 του ν. 2690/99, που εξυπηρετούν την αρχή της διαφάνειας στη δράση των οργάνων της

διοίκησης και αναφέρονται στο δικαίωμα των ενδιαφερομένων να λαμβάνουν γνώση των διοικητικών εν

γένει εγγράφων. Ως διοικητικά έγγραφα νοούνται κατ΄ αρχήν αυτά που συντάσσονται από τις διοικητικές

υπηρεσίες. Κατά πάγια όμως νομολογία αλλά και γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

ως διοικητικά έγγραφα νοούνται επιπλέον και όσα ιδιωτικά έγγραφα υποβλήθηκαν σε δημόσιες αρχές από

ιδιώτες προκειμένου να χρησιμοποιηθούν και να στηρίξουν την έκδοση διοικητικών πράξεων. Επειδή

λοιπόν τα έγγραφα που υποβάλλουν οι διαγωνιζόμενοι με την προσφορά τους είναι μεν κατ΄ αρχήν

διοικητικά, αλλά μετά την έκδοση του οικείου πρακτικού (που τα αξιολογεί) θεωρούνται κατά την

ανωτέρω νομολογία ως διοικητικά, πρέπει να επιτρέπεται η πρόσβαση σ΄ αυτά των ενδιαφερομένων, αλλά

πάντα μετά την έκδοση του οικείου πρακτικού (όχι πριν), κατά την διάρκεια δηλαδή της προθεσμίας

ενστάσεων.

Επίσης κατά τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2690/99, το δικαίωμα της γνώσης των διοικητικών

εγγράφων ικανοποιείται με επιτόπια μελέτη και έκδοση φωτοαντιγράφων. Σύμφωνα με γνωμοδοτήσεις

του ΝΣΚ, αν η αξίωση γνώσης των εγγράφων προβάλλεται καταχρηστικά μπορεί να μην ικανοποιηθεί.

Δεδομένου λοιπόν του μεγάλου αριθμού των διαγωνιζομένων και των εγγράφων που αυτοί καταθέτουν,

κατ΄ αρχήν πρέπει οι ενδιαφερόμενοι να προβαίνουν σε επιτόπια εξέταση των προσφορών των

συνδιαγωνιζομένων τους (με παρουσία υπαλλήλου της αναθέτουσας αρχής βεβαίως) και εφόσον ζητούν

τη λήψη φωτοαντιγράφων συγκεκριμένων εγγράφων στα οποία εντοπίζουν προβλήματα να τους

παρέχεται η σχετική δυνατότητα. Η αξίωση των διαγωνιζομένων να τους στέλνει η υπηρεσία

φωτοαντίγραφα όλων των εγγράφων των φακέλων πρέπει να αποκρούεται εγγράφως ως καταχρηστική,

διότι επιρρίπτει όλο το βάρος της ικανοποίησης της σχετικής απαίτησης στις υπηρεσίες της αναθέτουσας

αρχής και απαλλάσσει τον διαγωνιζόμενο από την ανάγκη να καταβάλει ο ίδιος την προσπάθεια που του

αναλογεί για την γνώση των στοιχείων του φακέλου.

199

Page 204: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΦΕΚ Β΄1064

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ Δ/νση Νομοθ. Συντον. & Κωδικοπ. (Δ17) Δ/νση Μελετών Έργων Οδοποιίας (ΔΜΕΟ) Ταχ.Δ/νση: Χαρ. Τρικούπη 182 Αθήνα 10 178

Αθήνα, 15 Ιουλίου 2005 Αριθμ. Πρωτ. ΔΜΕΟ/α/οικ/1161

Θέμα: Καθορισμός α) της βαρύτητας των κριτηρίων βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών β) του ενιαίου τρόπου βαθμολόγησης των οικονομικών προσφορών και γ) του κατωτάτου ορίου αμοιβών και του ανωτάτου ορίου παραδεκτού των οικονομικών προσφορών που υποβάλλονται στις διαδικασίες του Ν. 3316/05.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

και ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις των παρ. 4 και 9 του άρθρου 6, της παρ.6 του άρθρου 7, της παρ.6

του άρθρου 8, της παρ.6 του άρθρου 9 και της παρ.10 του άρθρου 42 του Ν. 3316/2005, με τις οποίες εξουσιοδοτείται ο Υπουργός ΠΕΧΩΔΕ για την έκδοση αποφάσεων α) καθορισμού της βαρύτητας των κριτηρίων βαθμολόγησης της τεχνικής προσφοράς για την ανάθεση τόσο της προκαταρκτικής όσο και της προμελέτης β) καθορισμού του τρόπου βαθμολόγησης των οικονομικών προσφορών και γ) καθορισμού κατωτάτου ορίου αμοιβών και ανωτάτου ορίου παραδεκτού των οικονομικών προσφορών που υποβάλλονται στις διαδικασίες ανάθεσης μελετών και υπηρεσιών του νόμου αυτού

2. Την απόφαση Δ17γ/09/33/Φ.Ν 439/11.3.2005 με την οποία συστήθηκε Ομάδα Εργασίας για τη σύνταξη σχεδίων των ως άνω Υπουργικών Αποφάσεων.

3. Την γνωμοδότηση 28 της Συν/σης της 21/6/2005 του Σ.Δ.Ε. (Τμ. Μελετών). 4. Την γνωμοδότηση 30 της Συν/σης της 30/6/2005 του Σ.Δ.Ε. (Τμ. Μελετών). 5. Την γνώμη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Τ.Ε.Ε.), που διατυπώθηκε με το

18010/29-6-2005 έγγραφο του Προέδρου του, ύστερα από το υπ΄αριθ.1136/21-6-2005 έγγραφο ερώτημα του Υφ/γού ΠΕΧΩΔΕ.

6. Την ανάγκη έκδοσης της παρούσας για την ομαλή και με όρους αντικειμενικότητας, διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, διεξαγωγή των διαδικασιών του Νόμου 3316/2005.

7. Ότι η παρούσα απόφαση δεν προκαλεί δαπάνη στον κρατικό προϋπολογισμό.

200

Page 205: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

Άρθρο 1

Συντελεστές βαρύτητας κριτηρίων τεχνικής προσφοράς

της παρ. 4 του άρθρου 6 του Ν. 3316/2005

1. Οι επί μέρους συντελεστές βαρύτητας των κριτηρίων ανάθεσης της προκαταρκτικής μελέτης κατά την παρ. 4 του άρθρου 6 του Ν. 3316/05 τίθενται από την αναθέτουσα αρχή με την προκήρυξη της σύμβασης, μεταξύ των κατωτέρω ορίων:

α) Η πληρότητα και διεξοδικότητα της εκτίμησης του γενικού και ειδικού αντικειμένου της μελέτης, όπως προκύπτει από την τεχνική έκθεση που υποβάλει ο διαγωνιζόμενος βαθμολογείται από 35% μέχρι 55%.

β) Η αποτελεσματικότητα της ομάδας εκπόνησης της μελέτης, όπως προκύπτει από τη σύνθεση και τα στοιχεία της ομάδας, λαμβανομένων κυρίως υπόψη των στελεχών του υποψηφίου και των αποδεδειγμένα μονίμων συνεργατών του, βαθμολογείται από 20% μέχρι 30%.

γ) Η πληρότητα και αξιοπιστία της μεθοδολογίας, όπως προκύπτει από τη σχετική πρόταση του υποψηφίου, βαθμολογείται από 15% μέχρι 25%.

δ) Η αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία του προταθέντος χρονοδιαγράμματος, σε συνδυασμό με τη στελέχωση της ομάδας μελέτης και την απασχόληση του υποψηφίου και της ομάδας του από εκπονούμενες μελέτες και παρεχόμενες υπηρεσίες, βαθμολογείται από 10% μέχρι 20%.

2. Η αναθέτουσα αρχή υποχρεώνεται να ορίζει τα κατά την ανωτέρω παράγραφο ποσοστά βαρύτητας πάντοτε κατά φθίνουσα σειρά. Το άθροισμα των καθοριζόμενων ποσοστών βαρύτητας έχουν πάντοτε άθροισμα εκατό (100).

Άρθρο 2

Συντελεστές βαρύτητας κριτηρίων τεχνικής προσφοράς

της παρ. 9α του άρθρου 6 του Ν. 3316/2005

1. Οι επί μέρους συντελεστές βαρύτητας των κριτηρίων ποιότητας της τεχνικής προσφοράς για την ανάθεση της προμελέτης της παραγρ. 9α του άρθρου 6 του Ν. 3316/2005 τίθενται από την αναθέτουσα αρχή με την προκήρυξη της σύμβασης, μεταξύ των κατωτέρω ορίων:

α. Η πληρότητα της διερεύνησης εναλλακτικών λύσεων για την επιλογή της προτεινόμενης με την προκαταρκτική μελέτη λύσης, βαθμολογείται από 25% μέχρι 40 %.

β. Τα χαρακτηριστικά της προτεινόμενης με την τεχνική προσφορά λύσης βαθμολογούνται ως ακολούθως:

(1) Τα λειτουργικά χαρακτηριστικά της λύσης, από 15% μέχρι 35 %. (2) Η αισθητική αξία της λύσης, από 5% μέχρι 20 %. (3) Η ευκολία κατασκευής της λύσης από 5% μέχρι 20 %. (4) Η δαπάνη του έργου, που περιλαμβάνει τη δαπάνη κατασκευής του και, εφόσον

ορίζεται στην προκήρυξη, την ετήσια δαπάνη λειτουργίας και συντήρησης κατά τη διάρκεια ζωής του έργου, από 15% μέχρι 30 %.

(5) Ο προβλεπόμενος χρόνος υλοποίησης του έργου από 5% μέχρι 15 %. (6) Οι εκτιμώμενες περιβαλλοντικές επιπτώσεις της λύσης από 5 - 15 %.

2. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να μην περιλαμβάνει στην προκήρυξη ένα ή και περισσότερα των υποκριτηρίων β1 έως και β6 της παραγράφου 1, εφόσον τούτο ενδείκνυται από τη φύση

201

Page 206: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

του προς μελέτη έργου. Σε κάθε περίπτωση πρέπει το άθροισμα της βαρύτητας όλων των κριτηρίων που τίθενται με την προκήρυξη να είναι εκατό (100).

Άρθρο 3 Βαθμολόγηση οικονομικών προσφορών

της παρ. 6 του άρθρου 7, της παρ. 6 του άρθρου 8 και της παρ. 6 του άρθρου 9 του Ν. 3316/2005

1. Οι οικονομικές προσφορές που υποβάλλονται στα πλαίσια των διαδικασιών του νόμου 3316/05, βαθμολογούνται σε εκατονταβάθμια κλίμακα. Η βαθμολογία ΒΟΠι της κάθε οικονομικής προσφοράς ΟΠι προκύπτει από τον λόγο της χαμηλότερης υποβληθείσας οικονομικής προσφοράς ΟΠmin προς την οικονομική αυτή προσφορά ΟΠι ως εξής:

ΒΟΠι = 100 x ΟΠmin / ΟΠι,

εφόσον η οικονομική προσφορά είναι εντός των ορίων του άρθρου 4 της παρούσας.

Άρθρο 4 Καθορισμός κατώτατου ορίου αμοιβών και ανώτατου ορίου παραδεκτού οικονομικής

προσφοράς της παρ. 10 του άρθρου 42 του Ν. 3316/2005 1. Οι ελάχιστες αμοιβές μελετών και υπηρεσιών που ανατίθενται κατά τις διατάξεις του Ν.

3316/2005, καθορίζονται ως ίσες με το 80% των αμοιβών που ορίζονται με την υπουργική απόφαση της παρ. 7 του άρθρου 4 του νόμου.

2. Το ανώτατο όριο παραδεκτού των οικονομικών προσφορών καθορίζεται ως ίσο με το

120% των αμοιβών που ορίζονται με την υπουργική απόφαση της παρ. 7 του άρθρου 4 του νόμου.

3. Μέχρις ότου τεθεί σε εφαρμογή ο κανονισμός προεκτιμώμενων αμοιβών της παρ. 7 του

άρθρου 4 του Ν. 3316/2005, η προεκτιμώμενη αμοιβή των μελετών και υπηρεσιών καθορίζεται από την υπηρεσία σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 45 του ν. 3316/05 και αποτελεί κατώτατο όριο παραδεκτού των οικονομικών προσφορών που υποβάλλονται κατά τις διατάξεις του ν. 3316/05. Το ανώτατο όριο παραδεκτού ορίζεται στην περίπτωση αυτή σε ποσοστό εκατόν τριάντα τοις εκατό (130%) επί της προεκτιμώμενης αμοιβής.

Άρθρο 5

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στους διαγωνισμούς των οποίων περίληψη της προκήρυξής τους θα αποσταλεί για δημοσίευση μετά την 1η Σεπτεμβρίου 2005.

Η παρούσα να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.

Κοιν/σεις: Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ 1) Γραφείο κ. Υπουργού, ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. 2) Γραφείο κ. Υφυπουργού, κ. Θ. Ξανθόπουλου 3) Γραφείο κ. Γεν. Γραμματέα της Γ.Γ.Δ.Ε. 4) Δ/νσεις Δ17 και ΔΜΕΟ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΦΛΙΑΣ 5) Εθνικό Τυπογραφείο 6) Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος

202

Page 207: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αθήνα, 18-10-2006

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Αρ.Πρωτ. Δ17γ/04/157/ΦΝ 439.3 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜ. ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΠΡΟΓ/ΤΟΣ Δ/ΝΣΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΣΥΝΤ/ΣΜΟΥ & ΚΩΔ/ΣΗΣ (Δ17) ΤΜΗΜΑ : γ΄ ΑΠΟΦΑΣΗ

Ταχ. Δ/νση : Χαρ. Τρικούπη 182

Ταχ. Κώδ. : 101 78 ΑΘΗΝΑ Πληροφορίες : TELEFAX : 210 64 64 392 Τηλέφωνο : 210 64 28 969 E-mail [email protected]

ΘΕΜΑ: «Διαδικασία φύλαξης των οικονομικών προσφορών από την υποβολή μέχρι και την αποσφράγισή τους κατά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών»

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩPOTAΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του κωδικοποιητικού διατάγματος π.δ. 63/2005 για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά Όργανα ( Α΄98)

2. Τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 6 του Ν. 3316/05 «Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» ( Α' 42),

3. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

ΑΡΘΡΟ 1

Πεδίο εφαρμογής

Οι διατάξεις της παρούσας εφαρμόζονται στις διαδικασίες ανάθεσης μελετών ή παροχής συναφών υπηρεσιών των άρθρων 6, 7, 8 και 9 του ν.3316/05 και για το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την υποβολή των φακέλων των προσφορών μέχρι την αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών.

ΑΡΘΡΟ 2

Παραλαβή και φύλαξη των οικονομικών προσφορών

1. Στις ανοικτές διαδικασίες του ν. 3316/05, οι κλειστοί φάκελοι των προσφορών που περιέχουν και την οικονομική προσφορά των υποψηφίων και υποβάλλονται στην υπηρεσία πρωτοκόλλου της υπηρεσίας η οποία διεξάγει το διαγωνισμό, παραλαμβάνονται κατά το νόμο και τις διατάξεις της προκήρυξης, σημειώνεται η ημέρα και ώρα παραλαβής στο πρωτόκολλο και ακολούθως τοποθετούνται, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, σε ερμάριο (φοριαμό) της υπηρεσίας που διατίθεται

203

Page 208: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

αποκλειστικά για το σκοπό αυτό, με ευθύνη υπαλλήλου που ορίζεται για το σκοπό αυτό από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας, ο οποίος κατέχει και φυλάσσει το κλειδί του ερμαρίου, φροντίζοντας να μην έχει άλλο πρόσωπο πρόσβαση στο εσωτερικό του.

2. Κατά τον ορισμένο χρόνο λήξης της προθεσμίας υποβολής των προσφορών, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Διαγωνισμού ή μέλος της Επιτροπής που ορίζεται απ΄ αυτόν ανοίγει, παρουσία του υπευθύνου υπαλλήλου της παρ. 1, το ερμάριο, παραλαμβάνει τους φακέλους που βρίσκονται σ΄ αυτό και τους μεταφέρει στην αίθουσα διεξαγωγής του διαγωνισμού. Για την παράδοση και παραλαβή των φακέλων υπογράφεται από τον υπάλληλο και τον Πρόεδρο της Ε.Δ. ή το μέλος της που παρέλαβε τους φακέλους, σχετική πράξη παράδοσης - παραλαβής, στην οποία αναφέρεται ότι α) κατατέθηκε και παραλαμβάνεται συγκεκριμένος αριθμός φακέλων προσφορών και β) δεν παρατηρήθηκε οποιοδήποτε πρόβλημα στη διαδικασία φύλαξης των φακέλων. Αν έχει επισυμβεί οποιοδήποτε γεγονός σχετικό με την φύλαξη των φακέλων άξιο αναφοράς, περιλαμβάνεται σχετική μνεία στην πράξη.

3. Μετά το άνοιγμα, κατά τους όρους του νόμου και της προκήρυξης, των φακέλων των προσφορών από την Επιτροπή Διαγωνισμού, ο Πρόεδρος τοποθετεί τους φακέλους των οικονομικών προσφορών, οι οποίοι έχουν αριθμηθεί και μονογραφηθεί από τα μέλη της Επιτροπής, σε τυχόν διατιθέμενο χρηματοκιβώτιο της υπηρεσίας, ή σε ερμάριο ή συρτάρι που μπορεί να κλειδωθεί, όπου και φυλάσσονται με αποκλειστική ευθύνη του μέχρις ότου αποσφραγισθούν κατά τους όρους της προκήρυξης. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα δεν επιτρέπεται να έχει άλλο πρόσωπο πρόσβαση στο, ως άνω χώρο (χρηματοκιβώτιο, ερμάριο ή συρτάρι) φύλαξης των φακέλων.

4. Όταν τηρείται η κλειστή διαδικασία, οι φάκελοι τεχνικής και οικονομικής προσφοράς υποβάλλονται από τους προεπιλεγέντες διαγωνιζόμενους στο πρωτόκολλο της Αναθέτουσας Αρχής και κατά τα λοιπά τηρείται η διαδικασία και οι ενέργειες των προηγουμένων παραγράφων.

ΑΡΘΡΟ 3

Παραλαβή και φύλαξη οικονομικών προσφορών

κατά τη διαδικασία του άρθρου 6

Στους διαγωνισμούς που διεξάγονται κατά τη διαδικασία του άρθρου 6 του ν. 3316/05, οι φάκελοι τεχνικής και οικονομικής προσφοράς που κατατίθενται κατά την ορισμένη ημέρα και ώρα στην Επιτροπή Διαγωνισμού σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 7, 8 και 10 του άρθρου αυτού, τίθενται, μετά την αρίθμηση και μονογραφή των μελών της Επιτροπής επ΄ αυτών, σε χρηματοκιβώτιο, ή ερμάριο, ή συρτάρι της υπηρεσίας τηρουμένων κατά τα λοιπά των διατάξεων της παρ. 3 του προηγούμενου άρθρου.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

1. Η παρούσα απόφαση ισχύει στους διαγωνισμούς στους οποίους θα κατατεθούν προσφορές μετά την 1η Νοεμβρίου 2006.

2. Η παρούσα να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 18-10-2006

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΦΛΙΑΣ

204

Page 209: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ Αθήνα 18-10-2006 ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ Δ/νσεις Μελετών Έργων Οδοποιίας (ΔΜΕΟ) και /νση Νομοθετικού Συντονισμού Αριθμ. Πρωτ: Δ17γ/06/157/ & Κωδικοποίησης (Δ17) ΦΝ 439.3 Ταχ. Διεύθυνση : Χαρ. Τρικούπη 182 Ταχ. Κώδικας : 101 78 Τηλέφωνο : 210 64 38 662

ΘΕΜΑ: Περιεχόμενο των τεχνικών εκθέσεων της παρ. 3α του άρθρου 6, των προκαταρκτικών

μελετών του άρθρου 6 και των τεχνικών εκθέσεων της παραγ. 4α του άρθρου 7 του Ν. 3316/2005.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του κωδικοποιητικού Π.Δ. 63/2005 (ΦΕΚ Α΄98) «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα».

2. Τις διατάξεις των παρ. 4 του άρθρου 4, 3α του άρθρου 6 και 4α του άρθρου 7 του Ν. 3316/2005 «Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής υπηρεσιών και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ Α΄42)».

3. Την απόφαση ΔΜΕΟ/α/1727/14-10-2005 του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., με την οποία συστάθηκε ομάδα εργασίας για την επεξεργασία του θέματος της παραγ. 4 του άρθρου 4 του Ν. 3316/2005, η οποία σε συνεργασία με εκπροσώπους του Τ.Ε.Ε., συνέταξε σχέδιο της σχετικής Υπουργικής Απόφασης.

4. Την ανάγκη της έκδοσης της παρούσας, ώστε αφενός να προσδιορισθεί με σαφήνεια το περιεχόμενο των τεχνικών εκθέσεων που υποβάλλονται από τους διαγωνιζόμενους στις διαδικασίες ανάθεσης του ν. 3316/05 και να καταστούν σαφείς οι απαιτήσεις του νόμου και, κατά το δυνατόν, διαφανής η αξιολόγηση των εκθέσεων από τις Επιτροπές των Διαγωνισμών, αφετέρου δε να προσδιορισθεί το περιεχόμενο των προκαταρκτικών μελετών, ώστε να υπάρξει η αναγκαία επικαιροποίηση του περιεχομένου τους, δεδομένου ότι το περιεχόμενο των μελετών αυτών, όπως περιγράφεται στο π.δ. 696/74, χρήζει προσαρμογής στις σημερινές απαιτήσεις της επιστήμης και της τέχνης και τις διαδικασίες του ν.3316/05.

5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Α Π Ο Φ Α Σ Ι Ζ Ο Υ Μ Ε

Άρθρο 1 Περιεχόμενο των Τεχνικών Εκθέσεων

που υποβάλλονται κατά την παρ. 3α του άρθρου 6

Η Τεχνική Έκθεση, η οποία περιλαμβάνεται στο φάκελο τεχνικής προσφοράς των υποψηφίων για την ανάθεση των προκαταρκτικών μελετών, σύμφωνα με την παραγρ. 3α του άρθρου 6 του ν. 3316/05, πρέπει να περιέχει κατά κανόνα τα ακόλουθα: 1. Προσέγγιση στο ειδικό αντικείμενο της μελέτης. 2. Σχολιασμό των στοιχείων του Φακέλου του Έργου και επισήμανση συμπληρωματικών

στοιχείων, πληροφοριών και ενεργειών που τυχόν απαιτούνται.

205

Page 210: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

3. Τις τυχόν υφιστάμενες (πέραν των ήδη τυχόν αναφερομένων στο φάκελο του έργου) περιβαλλοντικές δεσμεύσεις ή ανάλογους περιορισμούς που οφείλονται σε άλλες αιτίες και ενδεχόμενα επηρεάζουν την τεχνική λύση.

4. Εντοπισμό των προβλημάτων που τυχόν προκαλούνται από ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες, ή τις αναγκαίες επεμβάσεις για την εφαρμογή της λύσης που προτείνεται από την Υπηρεσία.

5. Διατύπωση τυχόν διαφορετικών τεκμηριωμένων εκτιμήσεων, σε σχέση με αυτές που προβλέπονται στο φάκελο του έργου, που αναφέρονται ιδιαίτερα σε παράγοντες που ενδεχομένως επηρεάζουν σημαντικά τη σκοπιμότητά του, αλλά και τη δαπάνη η οποία προεκτιμάται από την Υπηρεσία για την αμοιβή της μελέτης και την κατασκευή του έργου.

6. Γενική περιγραφή της πρότασης του διαγωνιζόμενου. 7. Μεθοδολογία αντιμετώπισης ή αποφυγής των προβλημάτων που εντοπίστηκαν, ή

ενδεχομένως αναμένονται. 8. Αναφορά σε κανονισμούς, προδιαγραφές και οδηγίες, με βάση τους οποίους θα συνταχθεί η

μελέτη. 9. Κάθε άλλο στοιχείο που κατά την άποψη του διαγωνιζόμενου κρίνεται χρήσιμο για την

παρουσίαση της θέσης του. 10. Περιγραφή των απαιτούμενων συμπληρωματικών μελετών και εργασιών, συγκέντρωση

συμπληρωματικών στοιχείων για τις ανάγκες της Προμελέτης και εκτίμηση του κόστους των επιμέρους μελετών και εργασιών αυτών.

11. Μέθοδοι και μοντέλα προσομοίωσης που θα χρησιμοποιηθούν κατά την εκπόνηση της μελέτης, κυρίως όταν πρόκειται για υδραυλικά ή λιμενικά έργα, με ειδική μνεία στον κατασκευαστή του λογισμικού, στον αλγόριθμο που χρησιμοποιείται, κ.λ.π., ώστε να είναι αποδείξιμη η επάρκεια του μοντέλου προσομοίωσης και η πιστότητα των αποτελεσμάτων.

12. Αιτιολόγηση, αξιολόγηση και σύγκριση της λύσης που θα προταθεί από το διαγωνιζόμενο σε περίπτωση που αυτή είναι διαφορετική ως προς το σχεδιασμό της από την κατ΄ αρχήν προβλεπόμενη από το φάκελο του έργου.

Ειδικά για τα κτιριακά έργα το παρόν άρθρο ισχύει και στην περίπτωση που ανατεθεί με διαδικασία του Ν. 3316/05 η προκαταρκτική μελέτη κτιριακού για την προετοιμασία του φακέλου του έργου.

Άρθρο 2

Έννοια και ορισμός των προκαταρκτικών μελετών που υποβάλλονται από τους αναδόχους,

κατά τη διαδικασία του άρθρου 6 ν. 3316/05 Ως «προκαταρκτικές» νοούνται οι μελέτες που αποκαλούνται έτσι σε τυχόν υφιστάμενες τεχνικές προδιαγραφές, καθώς και κάθε μελέτη του αντίστοιχου αρχικού σταδίου κατηγορίας μελέτης, έστω κι αν αποκαλείται διαφορετικά στις προδιαγραφές της, εφόσον με αυτό προσδιορίζεται επαρκώς ο σχεδιασμός του έργου. Οι προκαταρκτικές μελέτες οι οποίες υποβάλλονται από τους αναδόχους της διαδικασίας του άρθρου 6 του νόμου, πρέπει να περιλαμβάνουν, ανά κατηγορία μελέτης, τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 3 – 7 της παρούσας .

Άρθρο 3 Περιεχόμενο Προκαταρκτικών Μελετών

Συγκοινωνιακών έργων (οδικών, σιδηροδρομικών)

Α. Υπεραστικές οδοί - Σιδηροδρομικές Γραμμές (Σ.Γ.) 1. Γενική οριζοντιογραφία σε κλίμακα από 1:20.000 έως 1:50.000 επί καταλλήλου

τοπογραφικού υποβάθρου (π.χ. χάρτες Γ.Υ.Σ.), όπου θα εμφαίνονται, πέραν της προτεινόμενης χάραξης της οδού / Σ.Γ., οι χρήσεις γης, γεωλογικά στοιχεία της περιοχής, σημαντικά δίκτυα Ο.Κ.Ω., μεγάλα τεχνικά έργα κ.λ.π.

2. Οριζοντιογραφία της οδού / Σ.Γ. κατά κανόνα σε κλίμακα 1:5.000 (εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην προκήρυξη) και υπόβαθρο χάρτες Γ.Υ.Σ., ή φωτογραμμετρικά διαγράμματα ή ορθοφωτοχάρτες, από πρόσφατες, κατά το δυνατόν, αεροφωτογραφήσεις κ.λ.π.. Στην οριζοντιογραφία πρέπει να εμφαίνονται, πέραν των βασικών στοιχείων (π.χ.

206

Page 211: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

χιλιομέτρηση, ευθυγραμμίες, στοιχεία καμπυλών) της γεωμετρικής χάραξης της οδού / Σ.Γ, και τα ακόλουθα: - οι θέσεις και η μορφή των κόμβων (ισόπεδων, ανισόπεδων), - τα μεγάλα τεχνικά έργα (σήραγγες, γέφυρες) και τα κατά προσέγγιση μήκη αυτών, - οι οδοί του τοπικού οδικού δικτύου (εγκάρσιες και παράπλευρες) που πρέπει να

αποκατασταθούν ή να κατασκευαστούν απαρχής, - ενεργειακές γραμμές (π.χ. ΔΕΗ) εφόσον υπάρχουν, σημαντικά μεμονωμένα κτίσματα,

μνημεία αρχαιολογικοί χώροι, περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και άξια λόγου τεχνικά έργα.

3. Μηκοτομή κατά κανόνα σε κλίμακες 1:5.000 για τα μήκη και 1:500 για τα ύψη (εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην προκήρυξη) στην οποία θα εμφαίνονται:

- τα υψόμετρα του φυσικού εδάφους, - η ερυθρά γραμμή με τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της, - τα στοιχεία της οριζόντιας χάραξης (ευθυγραμμίες, καμπύλες κ.λπ.), - οι θέσεις των χαρακτηριστικών διατομών, - οι θέσεις των ισόπεδων κόμβων και των ανισόπεδων διαβάσεων/ κόμβων - τα τεχνικά έργα, - οι διασταυρώσεις με υφιστάμενες ή/και προβλεπόμενες οδούς/ Σ.Γ, - οι διασταυρώσεις με υφιστάμενα ή/και προβλεπόμενα σημαντικά δίκτυα υποδομής,

υδραυλικά έργα. 4. Τυπικές διατομές σε κλίμακα 1:100 έως 1:200, όπως ειδικότερα θα ορίζεται στην

προκήρυξη, της μελετώμενης οδού / Σ.Γ., καθώς και των αποκαθιστώμενων οδών, των παράπλευρων οδών και των κλάδων των ανισόπεδων κόμβων.

5. Χαρακτηριστικές διατομές σε θέσεις στις οποίες παρουσιάζονται αλλαγές του γεωμορφολογικού αναγλύφου, στους κόμβους, στις περιοχές μεγάλων χωματουργικών (επιχωμάτων > 10μ και ορυγμάτων > 15μ), σε θέσεις με ιδιαιτερότητες και δεσμεύσεις και σε απόσταση μεταξύ τους όχι μεγαλύτερη των 200μ.

6. Γεωλογική αναγνώριση ή γεωλογική έκθεση, ανάλογα με το είδος και τη σημασία του έργου κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής.

7. Τεχνική έκθεση που θα περιλαμβάνει τα ακόλουθα: - περιγραφή του αντικειμένου, την κατηγορία του έργου, τη λειτουργική κατάταξή του, τις εφαρμοζόμενες προδιαγραφές / οδηγίες,

- συνοπτική περιγραφή των κύριων τεχνικών χαρακτηριστικών του υπό μελέτη έργου, όπως διατομή, ταχύτητα μελέτης, εκτιμώμενος κυκλοφοριακός φόρτος κ.λ.π.,

- την εκτίμηση του γενικού και ειδικού αντικειμένου της μελέτης, την ανάλυση των επιμέρους ζητημάτων και τις προτεινόμενες σε γενικές γραμμές λύσεις, με τεκμηρίωση της προτεινόμενης λύσης,

- την προσαρμογή της προτεινόμενης λύσης ως προς το έδαφος, το τοπίο και εν γένει τον περιβάλλοντα χώρο και τη δυνατότητα εφαρμογής της όσον αφορά στις επιπτώσεις της στην υφισταμένη κατάσταση,

- αξιολόγηση των γεωμετρικών και λειτουργικών χαρακτηριστικών κάθε λύσης (εφόσον από την προκήρυξη προβλέπεται η εξέταση εναλλακτικής λύσης),

- παράθεση στοιχείων από εκτελούμενα ή προβλεπόμενα στην περιοχή της οδού /Σ.Γ. έργα, καθώς και της επιρροής σε αυτά από την κατασκευή της οδού/Σ.Γ.,

- αναφορά στα απαιτούμενα σημαντικά τεχνικά έργα, στην αιτιολόγηση της επιλογής των θέσεων τους και στην προσεγγιστική εκτίμηση των διαστάσεών τους,

- αναφορά στα προβλήματα που αναμένεται να παρουσιαστούν κατά τη φάση της κατασκευής, με πρόταση επίλυσής τους.

8. Οικονομοτεχνική σύγκριση των λύσεων που εξετάσθηκαν, εφόσον από την προκήρυξη προβλέπεται η εξέταση και εναλλακτικής λύσης.

9. Εκτίμηση της δαπάνης του έργου, στην οποία μπορεί να περιλαμβάνεται και η εκτίμηση της δαπάνης συντήρησης και λειτουργίας του.

10. Περιβαλλοντική θεώρηση της οδού. 11. Περιγραφή των απαιτούμενων συμπληρωματικών μελετών και εργασιών, συγκέντρωση

συμπληρωματικών στοιχείων για τις ανάγκες της Προμελέτης και εκτίμηση του κόστους των επιμέρους μελετών και εργασιών αυτών.

207

Page 212: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Β. Αστικές οδοί - Κόμβοι 1) Γενική οριζοντιογραφία σε κλίμακα από 1:5.000 έως 1:10.000 και κατά τα λοιπά σύμφωνα

με την παράγραφο α.1 του παρόντος. 2) Οριζοντιογραφία της οδού / κόμβου ή του συστήματος των οδικών έργων σε κλίμακα από 1

: 1.000 έως 1 : 2.000 και κατά τα λοιπά σύμφωνα με την παράγραφο α.2 του παρόντος. 3) Μηκοτομές της οδού/ κόμβου ή του συστήματος των οδικών έργων σε κλίμακες από 1 :

1.000 έως 1 : 2.000 κατά μήκος και από 1 : 100 έως 1 : 200 καθ’ ύψος και κατά τα λοιπά σύμφωνα με την παράγραφο α.3 του παρόντος.

4) Τυπικές διατομές, όπως στην παράγραφο α.4 του παρόντος. 5) Χαρακτηριστικές διατομές σε χαρακτηριστικά σημεία της οδού / κόμβου ή του συστήματος

των οδικών έργων, σε κλίμακα 1 : 200, στις οποίες θα εμφαίνεται το εύρος κατάληψης και οι διαστάσεις των οδοστρωμάτων, των πεζοδρομίων / ερεισμάτων, των νησίδων, των πρανών κ.λ.π., σε απόσταση μεταξύ τους όχι μεγαλύτερη των 100 μ.

6) Tα στοιχεία των παραγράφων α.6 , 8, 9, 10, 11 και 12 του παρόντος. 7) Τεχνική έκθεση που θα περιλαμβάνει, πέραν των αναφερομένων στην παράγραφο α. 7 του

παρόντος, τα ακόλουθα: - τεκμηρίωση της κυκλοφοριακής ικανότητας της υπό μελέτη οδού / κόμβου ή του συστήματος των οδικών έργων.

- τα στάδια ανάπτυξης των κόμβων (ισόπεδων – ανισόπεδων), εφόσον τούτο προβλέπεται από την προκήρυξη ή προτείνεται από το διαγωνιζόμενο.

Άρθρο 4

Περιεχόμενο Προκαταρκτικών Μελετών τεχνικών (γεφυρών-σηράγγων) συγκοινωνιακών έργων

1. Τεχνική Έκθεση η οποία θα περιλαμβάνει κατ΄ελάχιστο:

- Περιγραφή των υφισταμένων συνθηκών έργου (τοπογραφικές, υδραυλικές, γεωλογικές, γεωτεχνικές).

- Περιγραφή της προτεινομένης λύσης, με ιδιαίτερη μνεία στα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της.

- Σχολιασμό της προτεινόμενης λύσης από πλευράς δυνατότητας και ευκολίας κατασκευής και συντήρησης.

- Μεθοδολογία κατασκευής, εφόσον πρόκειται για ειδικό έργο, με μνεία των κατασκευαστικά δυσχερών φάσεων και των πιθανών εργασιακών κινδύνων.

- Σχολιασμό της προτεινόμενης λύσης από πλευράς προσπελασιμότητας στο στάδιο κατασκευής και επιπτώσεων στον περιβάλλοντα χώρο.

- Αναφορά στους εφαρμοστέους κανονισμούς τα υλικά και τις αρχές σχεδιασμού του έργου. - Αναφορά στον απαιτούμενο χρόνο κατασκευής. - Αναφορά στη δαπάνη συντήρησης. - Συνοπτική τεκμηρίωση των διαστάσεων των δεσποζόντων δομικών στοιχείων του έργου. - Τεκμηρίωση από υδραυλικής πλευράς των ελευθέρων ανοιγμάτων του έργου.

2. Περιγραφή των απαιτούμενων συμπληρωματικών μελετών και εργασιών, συγκέντρωση συμπληρωματικών στοιχείων για τις ανάγκες της Προμελέτης και εκτίμηση του κόστους των επιμέρους μελετών και εργασιών αυτών.

3. Απόσπασμα οριζοντιογραφίας σε κλίμακα 1 : 500 και κατά μήκος τομής του συγκοινωνιακού έργου σε κλίμακα 1 : 100 έως 1 : 500.

4. Κάτοψη του τεχνικού, στην οποία θα εμφανίζονται τα κύρια στοιχεία αυτού, σε κλίμακα από 1 : 50 έως 1 : 200.

5. Γενική διάταξη των δομικών στοιχειών του έργου (διαδοκίδωση, βάθρα, θεμέλια) και των εφεδράνων (εφ΄όσον υπάρχουν), προκειμένου περί γεφυρών σε κλίμακα 1 : 50 έως 1 : 200. Θα πρέπει να επισημαίνεται ιδιαίτερα η τυχόν ανάγκη ειδικών εφεδράνων ή μονάδας σεισμικής μόνωσης.

6. Όψεις από κατάλληλο οπτικό πεδίο, που θα αποδίδουν κατά το δυνατό σαφέστερα την εικόνα του έργου. Ειδικότερα για τις σήραγγες απαιτούνται οι όψεις των στομίων και του υπερκείμενου περιβάλλοντος χώρου.

Οι διαγωνιζόμενοι δικαιούνται να υποβάλλουν, αντί όψεων, προοπτικό ή φωτορεαλιστική απεικόνιση του τεχνικού.

208

Page 213: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

7. Εγκάρσιες τομές σε κλίμακα 1 : 50 ή 1 : 100. 8. Χαρακτηριστικές λεπτομέρειες του τεχνικού, όπως τυπικές κατά πλάτος τομές, διατομές

βάθρων, ενδεικτικά στοιχεία θεμελιώσεων, κ.λ.π., σε πρόσφορες κλίμακες. 9. Εκτίμηση της δαπάνης της προτεινόμενης λύσεως, βασιζόμενη σε μονάδες φυσικού

αντικειμένου και τιμές μονάδας από παρεμφερή έργα (χωρίς έκπτωση). Εναλλακτικά είναι δυνατή ή σύνταξη προϋπολογισμού βασιζόμενου σε συνοπτική προμέτρηση και τις αναλύσεις τιμών του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.

10. Πρόγραμμα και προϋπολογισμό γεωλογικών και γεωτεχνικών ερευνών (πέραν των όσων υπάρχουν).

11. Στοιχεία των απαιτούμενων Η/Μ εγκαταστάσεων, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς και τις προδιαγραφές.

Άρθρο 5 Περιεχόμενο Προκαταρκτικών Μελετών

Λιμενικών έργων

Στο βασικό περιεχόμενο των προκαταρκτικών μελετών των λιμενικών και λοιπών θαλασσίων έργων (παράκτιων, υποθαλάσσιων και ανοιχτής θάλασσας) θα πρέπει να περιλαμβάνονται τα κατωτέρω αναφερόμενα στοιχεία. Επισημαίνεται ότι εφόσον στο αντικείμενο του λιμενικού έργου περιλαμβάνονται και μελέτες συναφών έργων ξηράς, όπως κτιριακών, συγκοινωνιακών, λοιπών υποδομών, ανωδομών, εξοπλισμών, Η/Μ κ.λ.π., οι μελέτες αυτές θα καλύπτονται από τις αντίστοιχες προδιαγραφές τους:

1. Τεχνική έκθεση, η οποία θα περιέχει κατ΄ελάχιστον: α. Το ιστορικό των τυχόν προγενέστερων μελετών στην περιοχή των έργων με περίληψη των

προτεινόμενων λύσεων. β. Αξιολόγηση των υπαρχόντων στοιχείων στο φάκελο του κυρίου του έργου και καταγραφή

εκείνων που αποτελούν προκαταρκτικά κριτήρια σχεδιασμού του. i. Περιγραφή της εξυπηρετούμενης από το λιμενικό έργο ενδοχώρας και των παραγωγικών και των καταναλωτικών δυνατοτήτων (στοιχεία πληθυσμιακά, γεωργικά, εμποροβιομηχανικά, τουριστικά, χωροταξικά κ.λ.π.).

ii. Περιγραφή των συγκοινωνιών του λιμένα (οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο), των βασικών υποδομών, της τυχόν υπάρχουσας ελεύθερης ζώνης.

iii. Περιγραφή με την παρουσίαση πινάκων και διαγραμμάτων της υφιστάμενης επιβατικής εμπορικής και τουριστικής κινήσεως της τελευταίας πενταετίας.

iv. Το χαρακτηριστικό της κατηγορίας και του είδους του λιμένος και την γενική τοποθέτηση αυτού στα πλαίσια ανάπτυξης της χώρας (χωροταξικά) και διεθνώς (εμπορικά , τουριστικά κλπ).

γ. Περιγραφή των φυσικών συνθηκών στην περιοχή των έργων, που προκύπτουν τόσο από τα στοιχεία του φακέλου του έργου, όσο και από αυτά που ο μελετητής θα συγκεντρώσει με δικές του ενέργειες. Ειδικότερα πρέπει να αναφέρονται ανεμολογικά και ωκεανογραφικά (παλίρροια, ρεύματα, κυματικό κλίμα κλπ) στοιχεία, τα φυσικά βάθη στην περιοχή των έργων, η ποιότητα του πυθμένα, η εκτίμηση, βάσει παρατηρήσεων και υφισταμένων στοιχείων, της πιθανότητας στερεομεταφοράς, που συνεπάγεται διαβρώσεις ή προσχώσεις στην περιοχή μετά την κατασκευή των έργων, η τυχόν ύπαρξη φυσικών εμποδίων και κινδύνων της ναυσιπλοϊας και η αναγνώριση «ανασταλτικών» παραμέτρων της περιοχής των έργων (δυσμενής βυθομετρία προσέγγισης εξοπλισμού, μη συμβατών χρήσεων κ.λ.π.).

δ. Αναλυτική περιγραφή της υφισταμένης κατάστασης με φωτογραφίες και αεροφωτογραφίες της περιοχής. Επίσης πρέπει να περιγραφούν υφιστάμενα έργα που τυχόν εντάσσονται στα προτεινόμενα.

ε. Ανάλυση σκοπιμότητας / αναγκαιότητας και αναλυτική περιγραφή των προτεινόμενων έργων, σε σχέση με το είδος, το μέγεθος, την δυναμικότητα του έργου και τις συναφείς με αυτό χρήσεις. Πρέπει επίσης να περιγράφονται οι απαιτήσεις σε εκσκαφές πυθμένα (βυθοκορήσεις).

στ. Κώδικες, κανονισμοί και συστάσεις που λήφθηκαν υπόψη στον προκαταρκτικό σχεδιασμό, καθώς και όσοι τυχόν συνιστάται να ληφθούν υπόψη στα επόμενα στάδια μελετών.

209

Page 214: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ζ. Κριτήρια – παράμετροι σχεδιασμού (φορτία σχεδιασμού, χαρακτηριστικά πλοίων σχεδιασμού κ.λ.π.) των έργων, όπως αυτά έχουν προκύψει από τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί μέχρι το στάδιο αυτό της προκαταρκτικής μελέτης καθώς και αναφορά σε εκείνα που είναι απαραίτητα και πρέπει να προκύψουν από στοιχεία και μελέτες των επομένων σταδίων.

η. Τεκμηρίωση «τύπου» των προτεινομένων έργων με συγκριτική αξιολόγηση των εναλλακτικών λύσεων.

θ. Διαθεσιμότητα υλικών στην περιοχή του έργου. ι. Περιορισμοί (διατυπωμένοι και όχι κατ΄εκτίμηση) που τίθενται από τυχόν προϋπάρχουσες

περιβαλλοντικές, αρχαιολογικές και θεσμικές δεσμεύσεις για την περιοχή των έργων. ια. Αναφορά στην τυχόν ύπαρξη καθορισμένων γραμμών αιγιαλού και παραλίας, γεγονός που

αποτελεί βασική προϋπόθεση για την προώθηση οποιουδήποτε λιμενικού / θαλάσσιου έργου.

ιβ. Στοιχεία για τις απαιτούμενες Η/Μ εγκαταστάσεις. ιγ). Περιγραφή των απαιτούμενων υποστηρικτικών μελετών και εργασιών, συγκέντρωση

συμπληρωματικών στοιχείων για τις ανάγκες της Προμελέτης και εκτίμηση του κόστους των επιμέρους μελετών και εργασιών αυτών.

2. Σχέδια – Χάρτες α. Θα περιέχονται ναυτικοί χάρτες καταλλήλων κλιμάκων (όπως ειδικότερα θα ορίζονται στην

προκήρυξη), με την θέση του έργου. Οι κλίμακες αυτές θα χρησιμοποιηθούν και για την θεωρητική διερεύνηση του κυματικού κλίματος στην περιοχή, αλλά και για την (με εποπτικό τρόπο) αναγνώριση της περιοχής, από πλευράς βαθών και ναυσιπλοΐας.

β. Οριζοντιογραφία με το σύνολο των προτεινόμενων έργων κα των περιοχών εκσκαφών (βυθοκορήσεων) σε κατάλληλη κλίμακα (όπως θα ορίζεται στην προκήρυξη) για τις εξεταζόμενες εναλλακτικές λύσεις.

γ. Τυπικές διατομές, στις οποίες θα φαίνεται ο «τύπος» και η θεμελίωση των προτεινόμενων έργων για όλες τις εναλλακτικές λύσεις.

3. Προϋπολογισμός των προτεινόμενων έργων: Ο προϋπολογισμός των προτεινόμενων έργων και των εναλλακτικών τους λύσεων θα συντάσσεται κατά προσέγγιση, χωρίς λεπτομερή προμέτρηση των εργασιών, με βάση τιμές αντίστοιχων έργων.

Στο αντικείμενο των προκαταρκτικών μελετών μπορεί να περιλαμβάνεται και τεκμηριωμένη πρόταση του μελετητή για εκπόνηση υποστηρικτικών μελετών και ερευνών πλέον, αυτών που αναφέρονται στο φάκελο του έργου και την προκήρυξη. Στην περίπτωση αυτή οι εν λόγω μελέτες θα περιληφθούν στην οικονομική προσφορά.

Άρθρο 6 Περιεχόμενο Προκαταρκτικών Μελετών

Υδραυλικών έργων 1. Μελέτες Ύδρευσης

Το περιεχόμενο της Προκαταρκτικής Μελέτης αποτελείται α) από Έκθεση και β) από Σχέδια Α. Η Έκθεση θα περιλαμβάνει τα παρακάτω : − Εισαγωγή - ιστορικό – προϋπάρχουσες μελέτες, όπως παρουσιάζονται στον φάκελο του έργου. − Περιγραφή του υδατικού δυναμικού της περιοχής, δίαιτα και ποιότητα αυτού, συνθήκες

εκμετάλλευσης, τυχόν υφιστάμενες υδατικές δεσμεύσεις ή δυσχέρειες με στοιχεία που λαμβάνονται είτε από τον φάκελο του έργου, εφόσον τα περιλαμβάνει, είτε και από λοιπές δημόσιες υπηρεσίες.

− Αναφορά στον υφιστάμενο τρόπο ύδρευσης και σε συναφή έργα. − Εκτίμηση των αναγκών σε νερό (υφισταμένων και μελλοντικών), σύμφωνα με στοιχεία που

λαμβάνονται από το φάκελο του έργου, που αναφέρονται στη δημογραφική και λοιπή εξέλιξη της περιοχής .

− Τις εξετασθείσες λύσεις του προβλήματος ύδρευσης, σε συνδυασμό με προϋπάρχουσες προτάσεις, επαρκή αιτιολόγηση των προτεινομένων λύσεων από τεχνικής και οικονομικής πλευράς, προκρινόμενη λύση προς περαιτέρω διερεύνηση.

− Περιγραφή της προτεινόμενης διάταξης έργων και δικτύων, χαρακτηριστικά στοιχεία των σπουδαιότερων από αυτά, βασικούς υδραυλικούς και πάσης φύσης υπολογισμούς, που απαιτούνται για την αιτιολόγηση των έργων που προτείνονται, κ.λ.π. Επισημαίνεται ιδιαίτερα η

210

Page 215: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ανάγκη ενδελεχούς διερεύνησης της δυνατότητας διατήρησης και ένταξης υφιστάμενων έργων συναφών προς τη μελέτη ή και υπόδειξη διαφορετικής χρήσης των έργων αυτών.

− Εκτίμηση του κόστους κατασκευής των προτεινόμενων έργων. − Εκτίμηση των ετησίων δαπανών λειτουργίας των έργων, με βάση στοιχεία που τυχόν

περιέχονται στο φάκελο του έργου. − Προτάσεις για ενδεχόμενη σταδιακή εκτέλεση των έργων ή επέκτασής των σε περιοχές, στις

οποίες προβλέπεται μελλοντικά η επέκταση της υπό μελέτη ύδρευσης. − Περιγραφή των απαιτούμενων συμπληρωματικών μελετών και εργασιών, συγκέντρωση

συμπληρωματικών στοιχείων για τις ανάγκες της Προμελέτης και εκτίμηση του κόστους των επιμέρους μελετών και εργασιών αυτών. Β. Στα σχέδια περιλαμβάνονται: 1) Οριζοντιογραφία γενικής διάταξης των προτεινόμενων έργων, σε κλίμακα 1 : 50.000 ή 1 :

20.000 (εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στην προκήρυξη), στην οποία πρέπει να σημειώνονται τα προτεινόμενα, αλλά και τα υφιστάμενα έργα. Στην οριζοντιογραφία αυτή πρέπει να φαίνονται ειδικότερα: - Η γενική χάραξη των αγωγών μεταφοράς και των καταθλιπτικών, με ενδείξεις των βασικών στοιχείων (δηλαδή παροχής, διαμέτρου, ταχύτητας, απωλειών φορτίου, υλικού σωλήνων). - Θέσεις των πηγών νερού (όπως ταμιευτήρες, υδροληψίες, υδρομαστεύσεις, γεωτρήσεις). - Θέσεις και χωρητικότητες δεξαμενών, υψόμετρα αυτών. - Θέσεις, παροχές, υψόμετρα, μανομετρικά ύψη αντλιοστασίων. - Θέσεις και διάταξη έργων βελτιώσεως κ.λ.π.

2) Οριζοντιογραφία, εφόσον πρόκειται για εσωτερικό δίκτυο, σε κλίμακα 1 : 20.000 ή 1 : 10.000 (ή όπως αλλιώς θα καθορισθεί στην προκήρυξη), στην οποία πρέπει να σημειώνονται οι κύριοι και πρωτεύοντες αγωγοί, το μήκος, η παροχή, οι ταχύτητες, το υλικό και τα διαθέσιμα φορτία και χαρακτηριστικοί κόμβοι.

3) Προσχέδια σε κλίμακα 1 : 200 ή 1 : 100 των προτεινομένων έργων υδροληψίας, δεξαμενών, υδατοπύργων, αντλιοστασίων, εγκαταστάσεων καθαρισμού, κ.λ.π.

4) Συνοπτικές κατά μήκος τομές σε κατάλληλες κλίμακες των αγωγών μεταφοράς, με υδραυλικά στοιχεία και πιεζομετρική γραμμή.

2. Μελέτες Φραγμάτων Ως φράγματα νοούνται όλοι οι τύποι φραγμάτων που κατασκευάζονται σε υδατορρεύματα ή και εκτός αυτών (λιμνοδεξαμενές) και για όλες τις χρήσεις (αρδευτικά, υδρευτικά, αντιπλημμυρικά, πολλαπλής σκοπιμότητας). Όπου η Προκαταρκτική Μελέτη του φράγματος εντάσσεται στα πλαίσια άλλης ευρύτερης Προκαταρκτικής Μελέτης, τα παρακάτω περιεχόμενα της Έκθεσης και σχέδια εντάσσονται σε αυτά που προβλέπονται από την αντίστοιχη Προδιαγραφή της ευρύτερης Προκαταρκτικής μελέτης.

Το περιεχόμενο της Προκαταρκτικής Μελέτης αποτελείται από α) 'Eκθεση και β) Σχέδια. Α. Η 'Eκθεση πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

− Τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη για την εκπόνηση της μελέτης και προϋπάρχουσες σχετικές μελέτες και προτάσεις και κριτική διερεύνηση των στοιχείων αυτών. Τα στοιχεία και οι μελέτες λαμβάνονται από τον φάκελο του έργου, εφ΄ όσον υπάρχουν, είτε από δημόσια υπηρεσία.

− Παρουσίαση των αποτελεσμάτων της γεωλογικής αναγνώρισης για τη θέση του φράγματος και τη λεκάνη κατάκλυσης, όπως περιγράφονται στον φάκελο του έργου ή όπως θα προκύψουν από σχετική υποστηρικτική μελέτη.

− Στοιχεία για την υδρολογία της λεκάνης απορροής του φράγματος, τόσο για την δίαιτα απορροών, όσο και για τις πλημμύρες .

− Συνοπτική περιγραφή της προτεινόμενης γενικής διάταξης των έργων και προσεγγιστική διαστασιολόγηση των κυριότερων από αυτά (σώμα φράγματος ή ανάχωμα λιμνοδεξαμενής, έργα απαγωγής πλημμύρας, έργα προσωρινής εκτροπής, έργα υδροληψίας και έργα μεταφοράς προκειμένου για λιμνοδεξαμενή).

− Συνοπτική περιγραφή της τυπικής διατομής και των υλικών του φράγματος (και πιθανών εναλλακτικών) και προκαταρκτική τεκμηρίωση των δυνατοτήτων δανειοληψίας των σχετικών υλικών.

− Εκτίμηση του κόστους κατασκευής των προτεινόμενων έργων.

211

Page 216: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

− Εκτίμηση των ετησίων δαπανών λειτουργίας των έργων, για τις οποίες οι βασικές σταθερές θα περιέχονται στο φάκελο του έργου.

− Περιγραφή των απαιτούμενων συμπληρωματικών μελετών και εργασιών συγκέντρωσης συμπληρωματικών στοιχείων για τις ανάγκες της Προμελέτης και εκτίμηση του κόστους των επιμέρους μελετών και εργασιών αυτών.

Β. Στα σχέδια περιλαμβάνονται: 1) Χάρτης σε κατάλληλη κλίμακα, στον οποίο παρουσιάζεται η θέση του έργου. 2) Χάρτης σε κλίμακα 1 : 50.000 όπου σημειώνεται η λεκάνη απορροής του φράγματος. 3) Γεωλογικός χάρτης σε κλίμακα 1 : 20.000 της λεκάνης απορροής του φράγματος με

στοιχεία από τον φάκελο του έργου ή όπως θα προκύψουν από σχετική υποστηρικτική μελέτη.

4) Μηκοτομή και τυπική διατομή του φράγματος ή του αναχώματος λιμνοδεξαμενής σε κατάλληλη κλίμακα.

5) Προσχέδια, σε κατάλληλη κλίμακα, των βασικών τεχνικών έργων. 3. Μελέτες εγκαταστάσεων επεξεργασίας ακαθάρτων υδάτων.

Το περιεχόμενο της Προκαταρκτικής Μελέτης αποτελείται από α) Έκθεση και β) Σχέδια Α. Η Έκθεση θα περιλαμβάνει:

− Τις εκτιμήσεις του ημερήσιου όγκου ακαθάρτων υδάτων (λυμάτων και βιομηχανικών αποβλήτων), για τα αμέσως προσεχή έτη, καθώς και τη προβλεπόμενη μεταβολή του για το χρονικό ορίζοντα ενδιαφέροντος της μελέτης. Οι εκτιμήσεις αναφέρονται όπως προκύπτουν από το φάκελο του έργου, σε διαφορετική περίπτωση θα τα αναζητά και θα τα προμηθεύεται ο μελετητής από Δημόσιες Υπηρεσίες.

− Εκτίμηση των ρυπαντικών φορτίων που προβλέπονται από στοιχεία του Φακέλου του Έργου.

− Στοιχεία για το υφιστάμενο (ή το προβλεπόμενο να κατασκευασθεί) δίκτυο ακαθάρτων, όπως προκύπτουν από πληροφορίες του φακέλου του έργου.

− Αναφορά στις συνθήκες του αποδέκτη, στις απαιτήσεις για καθαρισμό των λυμάτων, στις δυνατότητες διάθεσης της επεξεργασμένης ιλύος και στην εν γένει περιβαλλοντική θεώρηση του έργου.

− Επιλογή της πλέον επιτυχούς (από τεχνική και οικονομική άποψη) μεθόδου επεξεργασίας των λυμάτων και της ιλύος, καθώς και διάθεσης της ιλύος και προτάσεις για τη χρονική κλιμάκωση της κατασκευής των απαιτούμενων έργων.

− Η εξέταση των εναλλακτικών λύσεων, η οποία τεκμηριώνεται με στατιστικά στοιχεία κόστους και λειτουργίας υφιστάμενων ομοίων έργων.

− Ενδεικτικός προϋπολογισμός της δαπάνης κατασκευής και λειτουργίας των προτεινόμενων εγκαταστάσεων.

− Επιλογή των προσφερομένων ή της προσφερόμενης θέσης για την κατασκευή των εγκαταστάσεων και την εκβολή στον αποδέκτη, σε συνδυασμό με το διαθέσιμο χώρο, την αξία της γης, την απόσταση από τη πόλη και το δίκτυο ακαθάρτων, καθώς και την απόσταση από τον τελικό αποδέκτη, λαμβανομένης υπόψη και της περιβαλλοντικής θεώρησης .

− Λειτουργικό διάγραμμα των εγκαταστάσεων καθαρισμού και επισήμανση των τυχόν απαιτούμενων αντλιοστασίων.

− Περιγραφή των απαιτούμενων συμπληρωματικών μελετών και εργασιών συγκέντρωσης συμπληρωματικών στοιχείων για τις ανάγκες της Προμελέτης και εκτίμηση του κόστους των επιμέρους μελετών και εργασιών αυτών.

Β. Στα σχέδια περιλαμβάνονται: 1) Χάρτης της ευρύτερης περιοχής με ενδείξεις που ενδιαφέρουν τη μελέτη και επισήμανση

περιοχών που απαιτούν ιδιαίτερη προστασία, σύμφωνα με τα στοιχεία του Φακέλου του Έργου και την περιβαλλοντική θεώρηση.

2) Οριζοντιογραφία της θέσης κατασκευής των εγκαταστάσεων σε κλίμακα 1:500 ή άλλη ανάλογη, με ενδείξεις που ενδιαφέρουν τη μελέτη.

3) Οριζοντιογραφία σε κατάλληλη κλίμακα της περιοχής εκβολής των επεξεργασμένων λυμάτων στον αποδέκτη, με βυθομετρικές καμπύλες σύμφωνα με στοιχεία και χάρτες του Φακέλου του Έργου, εφ΄όσον προβλέπεται η υποθαλάσσια διάθεση.

4) Κατά μήκος τομή του αγωγού διάθεσης.

212

Page 217: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

4. Μελέτες εγγειοβελτιωτικών έργων.

Το περιεχόμενο της Προκαταρκτικής Μελέτης αποτελείται από α) Έκθεση και β) Σχέδια Α. Η Έκθεση θα περιλαμβάνει:

1) Γεωγραφικά στοιχεία της προς αξιοποίηση περιοχής, θέση, όρια, διοικητική διαίρεση, φυσική διαμόρφωση, ανάγλυφο, δασοκάλυψη, κ.λ.π., όπως περιγράφονται στον φάκελο του έργου ή θα προμηθευτεί ο υποψήφιος από Δημόσιες Υπηρεσίες .

2) Στοιχεία για τη γεωλογία και την υδρογεωλογία της περιοχής όπως περιγράφονται στον φάκελο του έργου ή όπως θα προκύψουν από σχετική υποστηρικτική μελέτη.

3) Κλιματολογικές και υδρολογικές συνθήκες της περιοχής. Βροχοπτώσεις, θερμοκρασία, υγρασία, άνεμοι, δυνητική εξατμισοδιαπνοή, υδρολογικές λεκάνες, δίαιτα απορροών κλπ. όπως περιγράφονται στον φάκελο του έργου ή θα συλλέξει ο υποψήφιος από Δημόσιες Υπηρεσίες.

4) Διαθέσιμους επιφανειακούς και υπόγειους υδατικούς πόρους της προς αξιοποίηση περιοχής, απολήψιμες ποσότητες και δίαιτα αυτών, τυχόν υφιστάμενες υδατικές δεσμεύσεις όπως περιγράφονται στον φάκελο του έργου.

5) Περιγραφή των υφιστάμενων στην περιοχή σχετικών έργων, αρδευτικών, αποχετευτικών, αποστραγγιστικών αντιπλημμυρικών και συγκοινωνιακών, όπως περιγράφονται στον φάκελο του έργου και εκτίμηση της επάρκειας και συμπεριφοράς των υφιστάμενων εγγειοβελτιωτικών έργων.

6) Γεωργοτεχνικά στοιχεία, όπως περιγράφονται στον φάκελο του έργου. Στα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονται:

- Οι περίμετροι των προς άρδευση εκτάσεων. - Οι υφιστάμενοι και υπό εξέλιξη αναδασμοί.

- Τα προβλεπόμενα συστήματα άρδευσης και οι αντίστοιχοι βαθμοί απόδοσης. - Το προβλεπόμενο πρόγραμμα άρδευσης. - Οι ανάγκες των καλλιεργειών σε νερό. - Οι ανάγκες πίεσης κατάντη των υδροληψιών και οι απώλειες ενέργειας των υδροληψιών που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη. - Η αναγκαιότητα ή μη της κατασκευής δικτύου αποστράγγισης.

7) Τα εγγειοβελτιωτικά έργα που προτείνεται η κατασκευή τους, όπως έργα υδροληψίας και ταμίευσης, έργα μεταφοράς, αρδευτικά δίκτυα, έργα αποστραγγιστικά και αντιπλημμυρικά. Για τα έργα αυτά περιγράφονται:

- Ο τυχόν συσχετισμός τους με υφιστάμενα έργα. - Όλα τα προτεινόμενα έργα κεφαλής, υδροληψίας, ταμίευσης και κύρια έργα μεταφοράς, με τα βασικά τους μεγέθη, την υδραυλική τους λειτουργία και σχετικούς προσεγγιστικούς υδραυλικούς υπολογισμούς. Προσδιορίζονται οι στάθμες των βασικών έργων. - Το δίκτυο μεταφοράς και διανομής για το σύστημα άρδευσης που θα εφαρμοσθεί. Αναφέρονται, προσεγγιστικά, τα μήκη των αρδευτικών αγωγών ανά κατηγορία (πρωτεύον, δευτερεύον και τριτεύον δίκτυο) και τα σημαντικότερα από τα απαιτούμενα τεχνικά έργα. - Εφόσον προτείνονται αντιπλημμυρικά έργα θα εκτιμούνται οι πλημμυρικές παροχές με βάση τις λεκάνες απορροής και τα υφιστάμενα υδρολογικά στοιχεία, όπως περιγράφονται στον φάκελο του έργου και δίνονται προσεγγιστικά οι διατομές, το μήκος διευθέτησης και η φύση των απαιτούμενων έργων προστασίας. - Εφόσον προτείνονται έργα αποστραγγιστικά και αποχετευτικά, πρέπει να αναφέρονται κατά προσέγγιση οι διαστάσεις των τάφρων με βάση την παροχή τους, η κλίση τους και το αναγκαίο βάθος αποστράγγισης για τις περιπτώσεις που απαιτείται βαθύ αποστραγγιστικό δίκτυο. Επίσης θα αναφέρονται οι αποστάσεις μεταξύ τάφρων κατά κατηγορία (πρωτεύουσες, δευτερεύουσες, τριτεύουσες, απλές αποχετευτικές ή αποχετευτικές και αποστραγγιστικές). - Όπου προτείνεται η κατασκευή αντλιοστασίων, παρουσιάζονται τα κύρια χαρακτηριστικά τους.

8) Εκτίμηση του κόστους κατασκευής των προτεινόμενων έργων. 9) Εκτίμηση των ετησίων δαπανών λειτουργίας των έργων με βάση στοιχεία που θα

περιέχονται στο φάκελο του έργου.

213

Page 218: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

10) Προτάσεις για ενδεχόμενη σταδιακή εκτέλεση των έργων ή επέκτασή τους. 11) Περιγραφή των απαιτούμενων συμπληρωματικών μελετών και εργασιών συγκέντρωσης

συμπληρωματικών στοιχείων για τις ανάγκες της Προμελέτης και εκτίμηση του κόστους των επιμέρους μελετών και εργασιών αυτών.

Β. Στα σχέδια περιλαμβάνονται: 1) Χάρτης σε κλίμακα 1:50.000 η 1:100.000 για μεγάλες περιοχές στον οποίο παρουσιάζονται

η περίμετρος των έργων και η διοικητική διαίρεση (όρια κτηματικών περιοχών κοινοτήτων) με στοιχεία που λαμβάνονται από τον φάκελο του έργου.

2) Χάρτης σε κλίμακα 1:50.000 στον οποίο παρουσιάζονται οι λεκάνες απορροής της υπό μελέτη περιοχής καθώς και όσες τροφοδοτούν υδατικούς πόρους των οποίων η αξιοποίηση εξετάζεται από τη μελέτη.

3) Οριζοντιογραφία σε κλίμακα 1:20.000 στην οποία σημειώνονται τα υφιστάμενα τεχνικά έργα. Τα σχετικά στοιχεία λαμβάνονται από τον φάκελο του έργου.

4) Οριζοντιογραφία σε κλίμακα 1 : 20.000 στην οποία σημειώνονται τα προτεινόμενα νέα έργα.

5) Μηκοτομές των κυρίων έργων μεταφοράς (διώρυγες, αγωγοί, σήραγγες) στην ίδια κλίμακα με τις οριζοντιογραφίες (1 : 20.000 / 1:2.000).

6) Τυπικές διατομές των κυρίων έργων μεταφοράς (διώρυγες, αγωγοί, σήραγγες). 7) Μηκοτομές των προτεινόμενων προς διευθέτηση ρευμάτων σε κλίμακα 1:20.000 / 1:2.000,

στις οποίες σημειώνονται και οι προτεινόμενες διατομές. 5 . Μελέτες δικτύων ομβρίων και ακαθάρτων υδάτων.

Το περιεχόμενο της Προκαταρκτικής Μελέτης αποτελείται από α) Έκθεση και β) Σχέδια. Α. Η Έκθεση πρέπει να περιλαμβάνει:

1) Τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη για την εκπόνηση της μελέτης και τις τυχόν προϋπάρχουσες σχετικές μελέτες και προτάσεις και την κριτική τους διερεύνηση. Τα στοιχεία και μελέτες θα προκύπτουν από τον φάκελο του έργου, αλλιώς πρέπει ο ανάδοχος να τα αναζητεί και να τα προμηθεύεται από Δημόσιες Υπηρεσίες.

2) Γεωγραφικά στοιχεία μορφολογίας και ενδεικτικά στοιχεία για τη φύση του εδάφους και της στάθμης των υπογείων νερών, όπως προκύπτουν από τον φάκελο του έργου, ή από άλλες Δημόσιες Υπηρεσίες.

3) Δημογραφικά στοιχεία . 4) Στοιχεία για την υφιστάμενη οικονομική κατάσταση (βιοτεχνία, βιομηχανία, εμπόριο,

τουριστική κίνηση, δημοτικά σφαγεία, στρατιωτικές εγκαταστάσεις κ.λ.π.), όπως προκύπτουν από τον φάκελο του έργου.

5) Στοιχεία χρήσιμα για τον σκοπό της μελέτης που προέρχονται από τυχόν υφιστάμενη χωροταξική μελέτη της ευρύτερης περιοχής, ή ρυθμιστικό σχέδιο της πόλης και της γύρω περιοχής, όπως προκύπτουν από τον φάκελο του έργου.

6) Πολεοδομικές συνθήκες (από τον φάκελο του έργου). 7) Υφιστάμενη οικιστική πυκνότητα (από τον φάκελο του έργου). 8) Πρόβλεψη μελλοντικού πληθυσμού και μελλοντικής οικιστικής πυκνότητας, σύμφωνα με

τον φάκελο του έργου. 9) Στοιχεία για την ύδρευση της πόλης (την υφιστάμενη αλλά και την μελλοντική εξέλιξή της ),

όπως προκύπτει από τον φάκελο του έργου. 10) Στοιχεία για τα υφιστάμενα έργα αποχέτευσης της πόλης, όπως προκύπτουν από τον φάκελο

του έργου και εκτίμηση για την δυνατότητα ένταξης και λειτουργίας τους στο πλαίσιο των προτεινόμενων έργων.

11) Βροχοπτώσεις και εντάσεις βροχής, όπως προκύπτουν είτε από προϋπάρχουσες υδρολογικές μελέτες που περιλαμβάνονται στο φάκελο του έργου, είτε από στοιχεία άλλων υπηρεσιών.

12) Τις εξετασθείσες εναλλακτικές λύσεις του προβλήματος αποχέτευσης και επαρκή αιτιολόγηση (από τεχνικής και οικονομικής άποψης) της λύσης που προκρίθηκε.

13) Τα προτεινόμενα έργα δικτύου ομβρίων υδάτων, δηλαδή: α. Περιγραφή της χάραξης του δικτύου ομβρίων υδάτων και λεκάνες απορροής. β. Παροχές υπολογισμού. γ. Βασικές παραδοχές αγωγών (τυπικές διατομές, επιτρεπόμενα όρια ταχυτήτων, κλίσεις, κινητά τύποι υδραυλικών υπολογισμών κ.λ.π.).

214

Page 219: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

δ. Υδραυλικοί υπολογισμοί των χαρακτηριστικών διατομών των συλλεκτήρων ομβρίων, που απαιτούνται για την αιτιολόγηση των προτεινομένων έργων και την ένταξη ή μη των υφισταμένων. ε. Σύντομη περιγραφή των προτεινομένων τυπικών και μη έργων. στ. Γενική περιγραφή, υδραυλικά και ηλεκτρομηχανολογικά χαρακτηριστικά των τυχόν αντλιοστασίων, των καταθλιπτικών αγωγών και των συναφών έργων των αντλιοστασίων.

14) Τα προτεινόμενα έργα δικτύου ακαθάρτων υδάτων, δηλαδή : α. Περιγραφή της χάραξης του δικτύου των ακαθάρτων υδάτων και τον διαχωρισμό της πόλης σε ζώνες και υποζώνες. β. Το συνιστώμενο είδος σωλήνων, την ελάχιστη διάμετρο και τύπους υδραυλικών υπολογισμών. γ. Ειδική παροχή ακαθάρτων υδάτων, σύμφωνα με τον φάκελο του έργου. δ. Εισροές από υπόγεια και όμβρια ύδατα, σύμφωνα με τις παραδοχές που προδιαγράφονται στον φάκελο του έργου. ε. Υδραυλικοί υπολογισμοί χαρακτηριστικών διατομών συλλεκτήρων ακαθάρτων υδάτων, που απαιτούνται για την αιτιολόγηση των προτεινομένων έργων και την ένταξη ή μη των υφισταμένων. στ. Σύντομη περιγραφή των προτεινομένων τυπικών ή μη έργων. ζ. Γενική περιγραφή, υδραυλικά και ηλεκτρομηχανολογικά χαρακτηριστικά των αντλιοστασίων, των καταθλιπτικών αγωγών και των συναφών έργων των αντλιοστασίων.

15) Εκτίμηση του κόστους κατασκευής των προτεινόμενων έργων. 16) Εκτίμηση των ετησίων δαπανών λειτουργίας των έργων με βάση βασικές σταθερές. 17) Προτάσεις για ενδεχόμενη σταδιακή εκτέλεση των έργων ή επέκτασή τους. 18) Περιγραφή των απαιτούμενων συμπληρωματικών μελετών και εργασιών συγκέντρωσης

συμπληρωματικών στοιχείων για τις ανάγκες της Προμελέτης και εκτίμηση του κόστους των επιμέρους μελετών και εργασιών αυτών.

Β. Στα σχέδια περιλαμβάνονται: 1) Λεκάνες απορροής των τυχόν διασχιζόντων την πόλη χειμάρρων σε κλίμακα 1:50.000 ή

όπως καθορισθεί στην Προκήρυξη. 2) Χάρτης της ευρύτερης περιοχής σε κλίμακα 1:20.000 (ή όπως αλλιώς καθορισθεί με την

Προκήρυξη) με ενδείξεις που ενδιαφέρουν τη μελέτη ακαθάρτων, όπως λ.χ. ο αποδέκτης, ο κεντρικός συλλέκτης, οι βασικοί συλλεκτήρες και οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας ακαθάρτων υδάτων. Τα στοιχεία για τη σύνταξη του χάρτη αυτού λαμβάνονται από τον φάκελο του έργου.

3) Χάρτης της ευρύτερης περιοχής υπό κλίμακα 1:20.000 (ή όπως αλλιώς καθορισθεί με την Προκήρυξη) με ενδείξεις που ενδιαφέρουν τη μελέτη ομβρίων, όπως π.χ. οι αποδέκτες, τα ρεύματα, οι περιφερειακοί τάφροι και οι βασικοί συλλεκτήρες ομβρίων με τις λεκάνες απορροής. Τα στοιχεία για τη σύνταξη του χάρτη αυτού λαμβάνονται από τον φάκελο του έργου.

4) Οριζοντιογραφία ζωνών και συλλεκτήρων ομβρίων στο διατιθέμενο υπόβαθρο. 5) Οριζοντιογραφία αγωγών ακαθάρτων στο διατιθέμενο υπόβαθρο, όπου σημειώνονται οι

θέσεις των συλλεκτήρων, των αντλιοστασίων (με ενδείξεις παροχής και μανομετρικού ύψους).

6) Κατά μήκος τομές του κεντρικού αποχετευτικού αγωγού και, ενδεχομένως, των παραλλαγών αυτού καθώς και των βασικών συλλεκτήρων ομβρίων και αγωγών ακαθάρτων υδάτων σε κλίμακα μηκών 1:2.000 και υψών 1:100 (όπου πλην των στοιχείων εδάφους σημειώνονται τα υψόμετρα πυθμένα και τα υδραυλικά στοιχεία).

7) Προσχέδια αντλιοστασίων σε κλίμακα 1:50.

Άρθρο 7 Περιεχόμενο Προκαταρκτικών Μελετών

Κτιριακών έργων

Ως «προκαταρκτική μελέτη» στις μελέτες των κτιριακών έργων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 6, του Ν.3316/2005, νοείται ουσιαστικά το στάδιο της προμελέτης

215

Page 220: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

και αυτό καθορίζεται ως ειδικότερο περιεχόμενο στην παρούσα. Τα επί μέρους περιεχόμενα είναι τα ακόλουθα:

1. Η Προμελέτη Αρχιτεκτονικών Μελετών που θα περιλαμβάνει: α) Έκθεση που περιέχει την ανάλυση του προγράμματος του έργου, των τοπογραφικών,

εδαφολογικών και κλιματολογικών δεδομένων, όπως και των δεσμεύσεων τις οποίες επιβάλλει η ανάπτυξη και το τυχόν εγκεκριμένο σχέδιο του ευρύτερου χώρου (υφιστάμενες ή προβλεπόμενες οδοί, όροι δόμησης, χαρακτήρας της περιοχής κλπ)

β) Εκπόνηση προσχεδίων αρχιτεκτονικής λύσης, στα οποία περιλαμβάνονται όλες οι κατόψεις και όψεις, όπως και οι απαραίτητες τομές του έργου, η γενική διάταξη αυτού στον χώρο μαζί με τις προβλεπόμενες προσπελάσεις, προκειμένου να καταστεί απόλυτα κατανοητή η προτεινόμενη λύση.

γ) Σύνταξη γενικής τεχνικής περιγραφής του έργου και έκθεση που θα αιτιολογεί την τοποθέτηση αυτού στον χώρο και τις προτεινόμενες αρχιτεκτονικές λύσεις γενικά.

δ) Εκτίμηση της δαπάνης για το σύνολο του έργου (πλην των εγκαταστάσεων που θα αναφέρονται χωριστά), η οποία θα στηρίζεται στην έκταση ή τον όγκο αυτού ή θα προκύπτει από στατιστικά στοιχεία κόστους παρόμοιων έργων.

Ως κλίμακες των σχεδίων της προμελέτης ορίζονται κατ’ αρχήν για μεν τα τοπογραφικά σχέδια οι 1:1.000, 1:500 ή 1:200, για δε τα λοιπά σχέδια (αρχιτεκτονικά προσχέδια, σχηματικά σχέδια διάταξης φέροντα οργανισμού, διαγράμματα εγκαταστάσεων) οι 1:200 ή 1:100. Ακριβέστερος καθορισμός των κλιμάκων θα γίνεται από την υπηρεσία και εξαρτάται από την έκταση και την φύση του υπό μελέτη έργου.

2. Η προμελέτη μελετών φέρουσας κατασκευής (Στατικών) Κτιριακών Έργων, που θα περιλαμβάνει:

α) Τεχνική έκθεση που θα αναφέρεται στα υλικά και τον τρόπο κατασκευής του φέροντα οργανισμού του κτιρίου και την θεμελίωση αυτού, μετά από αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της γεωτεχνικής έρευνας του εδάφους θεμελιώσεως όπως προκύπτει από το Τεύχος Τεχνικών δεδομένων, καθώς και τις παραδοχές του υπολογισμού, ως προς την φόρτιση και τους χρησιμοποιούμενους κανονισμούς.

β) Εκπόνηση σχηματικών σχεδίων διατάξεων των κυρίων στοιχείων του φέροντα οργανισμού του έργου για τις προτεινόμενες στην αρχιτεκτονική προμελέτη λύσεις.

3. Η Προμελέτη μελετών εγκαταστάσεων κτιριακών έργων, που θα περιλαμβάνει: (1) Έκθεση με το ακόλουθο περιεχόμενο, βάσει του περιεχομένου του φακέλου του έργου: α) Δυνατότητα παροχών ύδατος, ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεπικοινωνιακών συνδέσεων,

κ.λ.π. β) Δυνατότητα απορροών σε υφιστάμενα δίκτυα, ομβρίων ακαθάρτων, διάθεσης

απορριμμάτων, κ.λ.π. γ) Καθορισμό των δεδομένων στοιχείων των ως άνω παροχών και απορροών για τον

υπολογισμό των εντός του κτιρίου αντίστοιχων εγκαταστάσεων (π.χ. διαθέσιμη παροχή και πίεση ύδατος, διαθέσιμη παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, βάθος υπονόμων, εφόσον διατίθενται, κατηγορία εδάφους στη περίπτωση απορροφητικών βόθρων κ.λ.π.).

(2) Καθορισμό των κλιματολογικών συνθηκών του τόπου κατασκευής του έργου, όπως θερμοκρασία, υγρασία, ένταση και ύψος βροχής, ανεμολόγιο κ.λ.π., όπως οι συνθήκες αυτές προκύπτουν από το φάκελο του έργου ή στοιχεία που θα συλλέγει ο ανάδοχος από Δημόσιες Υπηρεσίες.

(3) α) Έκθεση που θα περιλαμβάνει: αα) Τους κανονισμούς, οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη για τις παραδοχές και για τους

υπολογισμούς κάθε μελέτης. ββ) Προτάσεις επί των ζητούμενων εγκαταστάσεων και τεκμηρίωση του προτεινόμενου

συστήματος στις περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει θέμα επιλογής μεταξύ περισσότερων της μιας δυνατής λύσης.

β) Σχέδια ως ακολούθως: αα) Τοπογραφικό σχέδιο με την θέση του κτιρίου και τις πιθανές παροχές ή απορροές. ββ) Σχέδια κατόψεων, των χώρων, στην κλίμακα της αρχιτεκτονικής προμελέτης.

(4) Εκτίμηση δαπάνης ανά είδος εγκαταστάσεων και συνολική, που θα προκύπτει από παρεμφερή έργα.

216

Page 221: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Άρθρο 8 Περιεχόμενο των Τεχνικών Εκθέσεων

της παρ. 4α του άρθρου 7 του ν. 3316/05 Η τεχνική έκθεση που περιέχεται στις προσφορές των διαγωνιζομένων για την ανάθεση της

οριστικής μελέτης ή και άλλων σταδίων της μελέτης σύμφωνα με την παραγρ. 4α του άρθρου 7, περιλαμβάνει κατά κανόνα τα ακόλουθα: 1. Σχολιασμό του περιεχομένου του φακέλου του έργου και των μελετών προηγούμενων

σταδίων, εφόσον υπάρχουν. 2. Εντοπισμό των τυχόν ελλείψεων ή προβλημάτων του φακέλου και προτάσεις για

συμπλήρωση ή επίλυση αντίστοιχα. Οι προτάσεις αυτές για την ανάγκη συμπληρώσεων μπορούν να λαμβάνονται υπόψη από τους διαγωνιζόμενους κατά τη διαμόρφωση της οικονομικής τους προσφοράς.

3. Εντοπισμό των ζητημάτων που σχετίζονται με περιβαλλοντικούς περιορισμούς και προτάσεις για την αντιμετώπισή τους. Οι προτάσεις αυτές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις τυχόν εγκεκριμένες μελέτες.

4. Προτάσεις συνεργασίας με δημόσιους φορείς και Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α΄ και Β΄ βαθμού, προκειμένου να επιτευχθεί συμβατότητα του έργου με άλλα έργα στην περιοχή, ήδη υφιστάμενα ή προτεινόμενα.

5. Εντοπισμό των τυχόν παρεκκλίσεων από προδιαγραφές / οδηγίες ή διατάξεις του εθνικού δικαίου και προτάσεις για την υπέρβαση των προβλημάτων που οι παρεκκλίσεις δημιουργούν.

6. Επισήμανση της ανάγκης για πρόσθετες απαλλοτριώσεις, εφόσον υφίσταται περίπτωση. 7. Κάθε άλλο τεκμηριωμένο στοιχείο ή εκτίμηση που ο διαγωνιζόμενος κρίνει χρήσιμο για την

ποιότητα και πληρότητα της έκθεσής του. 8. Περιγραφή συμπληρωματικών μελετών και εργασιών ή συγκέντρωση συμπληρωματικών

στοιχείων για τις ανάγκες της μελέτης, που ο διαγωνιζόμενος κρίνει απαραίτητα ή απλώς χρήσιμα και εκτίμηση του κόστους των μελετών και εργασιών αυτών.

9. Επισήμανση των ειδικών γεωλογικών και γεωτεχνικών προβλημάτων, που τυχόν υπάρχουν (όπως σεισμικότητα ή ασταθείς γενικά περιοχές), καθώς και προτάσεις για τον τρόπο αντιμετώπισης.

10. Γενικές προτάσεις για την εξυπηρέτηση της κυκλοφορίας κατά την κατασκευή του έργου. 11. Την τυχόν ανάγκη τροποποίησης του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου.

Άρθρο 9

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ισχύει για τους διαγωνισμούς των οποίων η προκήρυξη θα αποσταλεί για δημοσίευση μετά την 1-1-2007.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΦΛΙΑΣ

217

Page 222: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αθήνα, 18-10-2006 Αριθ. Πρωτ. Δ17/γ/05/157/ΦΝ 439.3

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΧΩΔΕ ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜ. ΈΡΓΩΝ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Κ΄ΠΡΟΓ/ΤΟΣ Δ/ΝΣΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ (Δ17) Ταχ. Δ/νση : Χαρ. Τρικούπη 182 Ταχ. Κώδικας: 101 78 Αθήνα Πληροφορίες: Φαξ: 210 – 6464392 Τηλέφωνο: 210-6428969 Email: [email protected] Θέμα: Καθορισμός της διαδικασίας αναθεώρησης της συμβατικής αμοιβής αναδόχου κατά τις διατάξεις του Ν. 3316/2005.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

Έχοντας υπόψη: 1. Την παράγραφο 1 του άρθρου 30 του Ν. 3316/2005 με την οποία εξουσιοδοτείται ο Υπουργός

ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. για την έκδοση Απόφασης με την οποία να καθορίζεται το ποσοστό και να εξειδικεύεται η διαδικασία αναθεώρησης της συμβατικής αμοιβής του αναδόχου.

2. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του κωδικοποιητικού διατάγματος Π.Δ.33/2005 (ΦΕΚ/Α/1998-«Κυβέρνηση και κυβερνητικά όργανα»

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

Καθορίζουμε το ποσοστό και τη διαδικασία αναθεώρησης της συμβατικής αμοιβής αναδόχου σύμβασης για εκπόνηση μελέτης ή παροχής υπηρεσιών για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν 3316/2005, ως ακολούθως: 1. Στη περίπτωση καθυστέρησης υπογραφής της σύμβασης πέραν των δύο (2) μηνών από την

κοινοποίηση στον ανάδοχο της απόφασης ανάθεσης, ο συντελεστής αναθεώρησης της συμβατικής αμοιβής, καθορίζεται από τη σχέση:

α = τκ1 / τκ2 όπου:

α: ο συντελεστής αναθεώρησης της συμβατικής αμοιβής εκφραζόμενης πάντα με δύο δεκαδικά ψηφία. τκ1: ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή που αντιστοιχεί στη χρονική περίοδο υπογραφής της σύμβασης. τκ2: ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή που αντιστοιχεί στη χρονική περίοδο δύο μήνες μετά την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης ανάθεσης.

2. Στη περίπτωση παράτασης της συνολικής συμβατικής προθεσμίας, για λόγους που δεν οφείλονται στην υπαιτιότητα του αναδόχου και για το μέρος της αμοιβής που αντιστοιχεί σε εργασίες που εκτελούνται μετά τη λήξη της αρχικής προθεσμίας, ο συντελεστής αναθεώρησης της συμβατικής αμοιβής καθορίζεται από τη σχέση:

α΄ = τκ1 / τκ2 όπου:

218

Page 223: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

α΄ = ο συντελεστής αναθεώρησης του μέρους της συμβατικής αμοιβής που αντιστοιχεί στις εργασίες που εκτελούνται μετά τη λήξη της αρχικής προθεσμίας. τκ1: = ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή που αντιστοιχεί στη χρονική περίοδο πληρωμής. τκ2: = ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή που αντιστοιχεί στη χρονική περίοδο λήξης της συνολικής συμβατικής προθεσμίας.

3. Στη περίπτωση που οι παραπάνω συντελεστές α και α΄ προκύπτουν μικρότεροι της μονάδος, καταβάλλεται στον ανάδοχο η συμβατικά προβλεπόμενη αμοιβή.

4. Η παρούσα ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ο Υπουργός ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.

Γ. ΣΟΥΦΛΙΑΣ

219

Page 224: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 22 / 1 / 2007 Αριθ. Πρωτ.Δ17/04/17/ΦΝ 439.3

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΧΩΔΕ

ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜ. ΈΡΓΩΝ

ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Κ΄ΠΡΟΓ/ΤΟΣ

Δ/ΝΣΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ

ΚΑΙ ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ (Δ17)

Ταχ. Δ/νση : Χαρ. Τρικούπη 182

Ταχ. Κώδικας: 101 78 Αθήνα

Πληροφορίες:

Φαξ: 210 - 6464392

Τηλεφ.: 210 - 6428969

ΘΕΜΑ: Καθήκοντα και αρμοδιότητες των υπαλλήλων που ασκούν την επίβλεψη των μελετών.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του κωδικοποιητικού διατάγματος Π.Δ. 63/2005 (ΦΕΚ Α΄98) Κυβέρνηση και

Κυβερνητικά Όργανα.

2. Τις διατάξεις του άρθρου 25 παραγρ. 3 και 6 του Ν. 3316/2005 «Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων

συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ Α΄42).

3. Ότι η ορθή και επιμελής επίβλεψη στις συμβάσεις εκπόνησης των μελετών και παροχής συναφών

υπηρεσιών του ν. 3316/05, αποτελεί προϋπόθεση της καλής ποιότητας των μελετών και των υπηρεσιών

και της κατά τους όρους της σύμβασης εκτέλεσης του αντικειμένου των συμβάσεων και απαιτεί την

λεπτομερή καταγραφή και ρύθμιση των αρμοδιοτήτων των προσώπων που ορίζονται ως επιβλέποντες.

4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού

Προϋπολογισμού.

Α Π Ο Φ Α Σ Ι Ζ Ο Υ Μ Ε

Άρθρο 1

Πεδίο Εφαρμογής

Η απόφαση αυτή εφαρμόζεται στις συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών, που

υπάγονται στο νόμο 3316/2005 (εφεξής «νόμος»).

Άρθρο 2

Ορισμός επιβλέποντα

1. Με απόφαση του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας (Δ.Υ.) της σύμβασης, η οποία

εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τριών (3) εργασίμων ημερών από την επομένη της υπογραφής της σύμβασης,

ορίζεται ο υπάλληλος ή οι υπάλληλοι που θα επιβλέψουν εφεξής την εκτέλεση της σύμβασης για λογαριασμό

του εργοδότη (εφεξής «επιβλέπων»).

220

Page 225: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

2. Σε περίπτωση ορισμού περισσοτέρων του ενός επιβλεπόντων ορίζεται και ο συντονιστής αυτών ο οποίος

μεριμνά για την συνεργασία των επί μέρους επιβλεπόντων, την ορθή αλληλουχία των διαφόρων επί

μέρους τμημάτων της μελέτης και την τήρηση του συνολικού χρονοδιαγράμματος. Όπου στην παρούσα

αναφέρεται ο ¨επιβλέπων¨ νοείται κατά προτεραιότητα ο συντονιστής εφ΄όσον έχει ορισθεί με την

Απόφαση του Προϊσταμένου.

Ο ορισμός συντονιστού μελέτης δεν απαλλάσσει τους επιβλέποντες από τις υποχρεώσεις τους επί του

αντικειμένου αρμοδιότητας τους όπως αυτό καθορίζεται με την απόφαση ορισμού τους.

Στην περίπτωση που λόγω ελλείψεως επαρκούς προσωπικού , καθήκοντα επιβλέποντα ασκεί ο

Προϊστάμενος της Δ.Υ, τότε δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρούσας απόφασης περί εισήγησης και

παροχής γνώμης του επιβλέποντα.

3. Οι αρμοδιότητες των επιβλεπόντων ασκούνται σε όλους τους χώρους που χρησιμοποιούνται για την

εκτέλεση της σύμβασης. Ο ανάδοχος υποχρεούται να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη πρόσβαση του

επιβλέποντα στους χώρους αυτούς. Προς τούτο προηγείται σχετική συνεννόηση γραπτή (ταχυδρομική, με

τηλεομοιοτυπία ή e – mail), ή και προφορική με τον εκπρόσωπο του αναδόχου. Κατά την επίσκεψη ο

επιβλέπων συνοδεύεται από τον συντονιστή της ομάδας εκπόνησης της μελέτης ή πρόσωπο

εξουσιοδοτημένο απ΄ αυτόν.

Άρθρο 3

Κοινοποιήσεις στον ανάδοχο

1. Ο επιβλέπων, εφόσον ορίζεται ειδικά από τον προϊστάμενο της Δ.Υ., μεριμνά για την

κοινοποίηση των εγγράφων της Δ.Υ. προς τον ανάδοχο, συνεργαζόμενος με τη Γραμματεία της Υπηρεσίας για

την έγκαιρη επίδοση.

2. Ο επιβλέπων αναφέρει άμεσα στον Προϊστάμενο της Δ.Υ. κάθε περίπτωση αδυναμίας κοινοποίησης

εγγράφου (λόγω απουσίας του εκπροσώπου του αναδόχου και /ή του αντικλήτου του, αρνήσεως αυτών

να παραλάβουν και υπογράψουν το αποδεικτικό κ.ο.κ.) .

3. Εφόσον η κοινοποίηση των εγγράφων δεν είναι δυνατή ή είναι δύσκολη για λόγους αντικειμενικούς, ο

επιβλέπων φροντίζει, σε συνεργασία με τη Νομική Υπηρεσία του φορέα, για την κοινοποίηση του

εγγράφου με αρμόδιο δικαστικό επιμελητή.

Άρθρο 4

Τήρηση Βιβλίου και Φακέλου πορείας της σύμβασης

1. Ο επιβλέπων , οφείλει να τηρεί Βιβλίο για την πορεία της σύμβασης, στο οποίο καταγράφει

αναλυτικά, και όπου χρειάζεται αιτιολογημένα, τις ενέργειες στις οποίες προβαίνει για την κατά νόμον

επίβλεψη της σύμβασης, την πρόοδο κάθε είδους εργασίας ή σταδίου μελέτης και τη συσχέτισή τους με το

χρονοδιάγραμμα. Το βιβλίο υπογράφεται τουλάχιστον ανά μήνα και από τον Προϊστάμενο της Δ.Υ.,

προκειμένου να αποδεικνύεται ότι έλαβε γνώση της προόδου των εργασιών της σύμβασης.

2. Επιπλέον του Βιβλίου ο επιβλέπων τηρεί φάκελο, ο οποίος περιλαμβάνει την αλληλογραφία

και όλα τα κρίσιμα έγγραφα της σύμβασης.

3. Το Βιβλίο πορείας της σύμβασης και ο Φάκελος της προηγούμενης παραγράφου μετά την

ολοκλήρωση της σύμβασης τίθεται στο αρχείο με σχετική υποσημείωση του Προϊσταμένου της

Διευθύνουσας Υπηρεσίας.

221

Page 226: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Άρθρο 5

Τήρηση του χρονοδιαγράμματος

και παράταση των προθεσμιών της σύμβασης

1. Ο επιβλέπων οφείλει να παρακολουθεί και να καταγράφει αναλυτικά στο Βιβλίο πορείας της

σύμβασης την πρόοδο κάθε είδους εργασίας ή σταδίου μελέτης και τη συσχέτισή τους με το

χρονοδιάγραμμα.

2. Εφόσον ο ανάδοχος δεν τηρεί το εγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, ο επιβλέπων αναφέρει άμεσα το

γεγονός στον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, προκειμένου αυτός να προβεί στις νόμιμες

ενέργειες.

Στην περίπτωση που ζητηθεί από τον ανάδοχο παράταση προθεσμίας, ο επιβλέπων διατυπώνει γραπτά τη

γνώμη του που περιλαμβάνεται στη σχετική εισήγηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας.

Τα ίδια εφαρμόζονται αναλογικά και στην περίπτωση που η παράταση χορηγείται με πρωτοβουλία της Δ.Υ.

3. Ο επιβλέπων μεριμνά για τη χορήγηση εντολής εκπόνησης σταδίου μελέτης σύμφωνα με το

χρονοδιάγραμμα. Σε περίπτωση που η χορήγηση τέτοιας εντολής, δεν είναι δυνατή για λόγους, που δεν

οφείλονται σε υπαιτιότητα του αναδόχου ο επιβλέπων καταχωρεί σχετική σημείωση στο Βιβλίο πορείας

της σύμβασης, ενημερώνοντας και τον προϊστάμενο της Δ.Υ. για την λήψη μέτρων άρσης των

κωλυμάτων.

4. Ο επιβλέπων συντάσσει σε εύλογο χρόνο έγγραφες απαντήσεις επί ερωτημάτων του

αναδόχου, ιδίως εκείνων που μπορεί να συνεπάγεται λόγους αιτιολογημένης καθυστέρησης και απόκλισης

από το χρονοδιάγραμμα.

Άρθρο 6

Επιβολή ποινικών ρητρών

1. Εφόσον η καθυστέρηση των εργασιών της σύμβασης οφείλεται σε υπαιτιότητα του

αναδόχου και επιβάλλονται ποινικές ρήτρες, η κατά το προηγούμενο άρθρο γνώμη του επιβλέποντα για

τον υπαίτιο των καθυστερήσεων αναφέρεται στη σχετική απόφαση της επιβολής ποινικής ρήτρας, κατά

την παραγρ. 1 του άρθρου 28 του νόμου.

2. Σε περίπτωση που επιβληθούν ποινικές ρήτρες ο επιβλέπων μεριμνά για το συνυπολογισμό

τους στον πρώτο μετά την επιβολή τους υποβαλλόμενο λογαριασμό.

3. Εάν επιβλήθηκαν ποινικές ρήτρες για παράβαση τμηματικών προθεσμιών της σύμβασης και

εν τέλει ο ανάδοχος τηρήσει τη συνολική προθεσμία, ο επιβλέπων εισηγείται την ανάκλησή τους, κατά την

διάταξη της παραγρ. 5 του άρθρου 28 του νόμου, κατόπιν αιτήσεως του αναδόχου ή και χωρίς αυτή. Η

εισήγηση του επιβλέποντα καταχωρείται στην σχετική απόφαση της Δ.Υ.

Άρθρο 7

Τήρηση των όρων της σύμβασης σχετικά με τη σύνθεση

της ομάδας εκτέλεσης του αντικειμένου της σύμβασης

1. Στα πλαίσια της παρακολούθησης της πιστής εκπλήρωσης των όρων της σύμβασης, ο

επιβλέπων ελέγχει τα πρόσωπα που εκπονούν τη μελέτη (άρθρο 31 παρ. 3 του νόμου) και υποβάλλει

σχετική αναφορά στον Προϊστάμενο της Δ.Υ. αν διαπιστώσει ότι οι μελέτες δεν εκπονούνται, ή οι

222

Page 227: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

υπηρεσίες δεν προσφέρονται από τα πρόσωπα που κατά τη σύμβαση απαρτίζουν την ομάδα μελέτης του

αναδόχου.

2. Εφόσον ο ανάδοχος υποβάλει πρόταση για την αλλαγή μέλους της ομάδας μελέτης, ο

επιβλέπων εισηγείται σχετικά προς τον Προϊστάμενο της Δ.Υ.

3. Αν προκύψει ζήτημα υποκατάστασης του αναδόχου κατά το άρθρο 26 παραγρ. 1α του ν.

3316/05 ο επιβλέπων ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση τον Προϊστάμενο της Δ.Υ. και εισηγείται για τις

δέουσες ενέργειες, ιδίως για εκείνες που πρέπει να γίνουν προς διασφάλιση της υπάρχουσας κατάστασης

των μελετών ή των λοιπών παραδοτέων στοιχείων.

4. Ο επιβλέπων αναφέρει στον Προϊστάμενο της Δ.Υ., αμέσως μόλις λάβει γνώση, την

πτώχευση, ή διαγραφή από το μητρώο, ή το θάνατο, ή την για οποιοδήποτε λόγο ανικανότητα

προκειμένου να εφαρμοσθεί η διάταξη της παραγρ. 1β΄ του πιο πάνω άρθρου και παρέχει τη γνώμη του

σχετικά με τη δυνατότητα του αναδόχου να εκτελέσει τη σύμβαση ικανοποιητικά για τα συμφέροντα του

εργοδότη. Η γνώμη αυτή καταχωρείται συνοπτικά στην σχετική εισήγηση της Δ.Υ. προς την Π.Α. Οι

ανωτέρω αρμοδιότητες του επιβλέποντα ασκούνται αναλογικά και στις περιπτώσεις των παρ. 1γ΄ και 2 του

άρθρου 26 του Νόμου.

Άρθρο 8

Ενέργειες του επιβλέποντα για τη διασφάλιση

υψηλής ποιότητας μελετών και παρεχόμενων υπηρεσιών

1. Για τη διασφάλιση της ποιότητας της μελέτης ο επιβλέπων ελέγχει κάθε στάδιό της και

συντάσσει φύλλο τεχνικού ελέγχου. Ο έλεγχος αφορά στην τήρηση των ισχυουσών τεχνικών

προδιαγραφών και εγκεκριμένων οδηγιών, στην αρμονική αλληλουχία και σχέση των επιμέρους στοιχείων

της μελέτης, στον αρμονικό συνδυασμό των τεχνικών και ποσοτικών στοιχείων και στην εν γένει

συσχέτιση της υποβαλλόμενης μελέτης με αυτήν της προσφοράς του.

2. Ο επιβλέπων επισημαίνει και ενημερώνει τον Προϊστάμενο της Δ.Υ. για τυχόν αποκλίσεις

μεταξύ της μελέτης που υποβάλλεται και των συμβατικών τευχών. Εφόσον η μελέτη που υποβάλλεται δεν

αντιστοιχεί επακριβώς στη μελέτη που ανατέθηκε, η μελέτη επιστρέφεται στον ανάδοχο με απαίτηση

την απόλυτη συμμόρφωσή του στις συμβατικές του υποχρεώσεις, ή εφόσον η απόκλιση μπορεί να γίνει

αποδεκτή, υποβάλλεται σχετικό τεκμηριωμένο σημείωμα και εξετάζεται η τακτοποίηση της εκκρεμότητας

με τη σύνταξη Συγκριτικού Πίνακα ή και συμπληρωματικής σύμβασης όπου απαιτείται , κατά το άρθρο 29

του νόμου.

3. Μετά την παραλαβή του συνόλου της σύμβασης ο επιβλέπων μεριμνά για την επιστροφή

στον ανάδοχο των εγγυήσεων καλής εκτέλεσης. Εφόσον υποβληθεί αίτημα του αναδόχου πριν την

παραλαβή για την επιστροφή μέρους των εγγυήσεων, ο επιβλέπων εισηγείται την αποδέσμευση του

αναλογούντος μέρους, κατά την παρ. 5 του άρθρου 24 του νόμου.

Άρθρο 9

Συγκριτικοί Πίνακες – Συμπληρωματικές συμβάσεις

1. Ο επιβλέπων διατυπώνει τη γνώμη του στις περιπτώσεις υποβολής σχεδίου Σ.Π και

Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε από τον ανάδοχο, ή συντάσσει σχέδιο Σ.Π και Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε στην περίπτωση που προκύψει

ανάγκη κατά την κρίση της Δ.Υ.

223

Page 228: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

2. Εφόσον εγκριθεί ο Σ.Π. και το Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε και παραταθούν οι προθεσμίες της σύμβασης

κατά το άρθρο 27 του νόμου, ο επιβλέπων φροντίζει για την αντίστοιχη προσαρμογή των

χρονοδιαγραμμάτων της σύμβασης.

Άρθρο 10

Έκπτωση του αναδόχου

1. Εφόσον από το Βιβλίο πορείας της σύμβασης προκύπτει ότι συντρέχουν λόγοι έκπτωσης του

αναδόχου, κατά το άρθρο 33 παρ. 1 και 2 του νόμου, ο επιβλέπων ενημερώνει εγγράφως τον

Προϊστάμενο της Δ.Υ.

2. Αν εκδοθεί ειδική πρόσκληση της Δ.Υ. κατά το άρθρο 33 παρ. 3 του νόμου , ο επιβλέπων

διαπιστώνει την εμπρόθεσμη συμμόρφωση του αναδόχου στο περιεχόμενο της πρόσκλησης και

ενημερώνει μετά τη λήξη της σχετικής προθεσμίας τον Προϊστάμενο της Δ.Υ., προσδιορίζοντας τα σημεία

στα οποία τυχόν δεν συμμορφώθηκε ο ανάδοχος πλήρως.

3. Εφόσον ασκηθεί από τον ανάδοχο ένσταση κατά της απόφασης έκπτωσης, ο επιβλέπων

ελέγχει και ενημερώνει τον Προϊστάμενο της Δ.Υ. για την πρόοδο που τυχόν επιτέλεσε στις εργασίες της

σύμβασης ο ανάδοχος μετά την λήξη του χρόνου της ειδικής πρόσκλησης, προκειμένου να ενημερωθεί

στη συνέχεια η Προϊσταμένη Αρχή και να λάβει υπόψη της την πρόοδο αυτή κατά την διαμόρφωση της

κρίσης της επί της ένστασης.

4. Μετά την οριστικοποίηση της έκπτωσης ο επιβλέπων ενημερώνει τον Προϊστάμενο της Δ.Υ.

για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν προς αποτροπή αρνητικών συνεπειών στο τυχόν ημιτελές στάδιο της

μελέτης ή της σύμβασης παροχής των υπηρεσιών.

Άρθρο 11

Διάλυση της σύμβασης

1. Εφόσον ο ανάδοχος υποβάλει Ειδική Δήλωση περί διακοπής των εργασιών της σύμβασης,

σύμφωνα με την παρ. 3 ή αίτηση για διάλυση της σύμβασης σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 34 του

νόμου, ο επιβλέπων υποβάλλει στον Προϊστάμενο τις Δ.Υ. χωρίς καθυστέρηση, λαμβανομένων υπόψη και

των προθεσμιών του νόμου, σχέδιο εισήγησης επί των λόγων που επικαλείται ο ανάδοχος για τη διάλυση

της σύμβασης, με περιγραφή των τμημάτων της που έχουν ήδη εκτελεσθεί και αυτών που υπολείπονται

και εκτίμηση του ύψους τις νόμιμης αποζημίωσης, κατά το άρθρο 36 του νόμου.

2. Σε περίπτωση σύνταξης Π. Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. κατά την παρ. 5 του άρθρου 34 του νόμου

εφαρμόζεται, σχετικά με τις αρμοδιότητες του επιβλέποντα, αναλόγως το άρθρο 8 της παρούσας.

Άρθρο 12

Πληρωμή Λογαριασμών του αναδόχου

1. Για την πληρωμή του αναδόχου σύμβασης μελέτης ή παροχής υπηρεσίας, ο επιβλέπων

ελέγχει χωρίς καθυστέρηση τους λογαριασμούς που συντάσσει ο ανάδοχος, και τους υποβάλλει στον

Προϊστάμενο της Δ.Υ. για έγκριση, λαμβάνοντας υπόψη την μηνιαία προθεσμία της παρ. 5 του άρθρου 30

του Νόμου.

224

Page 229: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

2. Ο έλεγχος περιλαμβάνει ιδίως α) την επιβεβαίωση ότι ο λογαριασμός έχει τα στοιχεία που

απαιτεί ο νόμος (παρ. 4 άρθρου 30 του νόμου), β) τη διαπίστωση ότι τα κονδύλια έχουν υπολογισθεί κατά

το νόμο και τις διατάξεις της σύμβασης, γ) τη διαπίστωση ότι στο λογαριασμό έχουν περιληφθεί οι τυχόν

απαιτήσεις του εργοδότη (όπως π.χ. το ποσό των ποινικών ρητρών που τυχόν έχουν επιβληθεί στον

ανάδοχο), δ) τη διαπίστωση ότι οι λογαριασμοί συνοδεύονται από την τυχόν απαιτούμενη (από το άρθρο

30 παρ. 2 του νόμου) εγγύηση.

3. Εφόσον ο επιβλέπων διαπιστώσει ότι ο λογαριασμός περιέχει ασάφειες ή σφάλματα που

δεν μπορούν να διορθωθούν με πρωτοβουλία της υπηρεσίας, εισηγείται αιτιολογημένα προς τον

Προϊστάμενο της Δ.Υ. την επιστροφή του στον ανάδοχο επισημαίνοντας ιδιαιτέρως το χρόνο λήξης της

μηνιαίας προθεσμίας της παρ. 5 του άρθρου 30 του νόμου.

4. Στην περίοπτωση που ο υποβληθείς λογαριασμός έχει σφάλματα ή παραλείψεις που

μπορούν να διορθωθούν με πρωτοβουλία της υπηρεσίας, ο επιβλέπων διορθώνει τα σφάλματα ή

αναπληρώνει τις παραλείψεις και τον προωθεί για εμπρόθεσμη έγκριση.

5. Αν ο λογαριασμός δεν συνοδεύεται από τα αναγκαία για την έγκρισή του έγγραφα, ο

επιβλέπων ζητά από τον ανάδοχο την έγκαιρη συμπλήρωση των εγγράφων. Εφόσον η υποβολή τους

καθυστερεί, ο επιβλέπων ζητά από τον Προϊστάμενο της Δ.Υ. την επιστροφή του λογαριασμού εντός

μηνός από την υποβολή του , προκειμένου να μην θεωρηθεί αυτοδικαίως εγκεκριμένος.

Άρθρο 13

Έγκριση της μελέτης – Παραλαβή της σύμβασης

1. Όταν ο ανάδοχος υποβάλει μελέτη προς έγκριση κατά τις διατάξεις του άρθρ. 37 του

Νόμου, ο επιβλέπων ελέγχει αν συντρέχουν οι προς τούτο προϋποθέσεις και εισηγείται αναλόγως προς τον

προϊστάμενο της Δ.Υ. είτε την έγκριση, αν η μελέτη έχει την απαιτούμενη πληρότητα και ποιότητα, είτε

την χορήγηση εντολής προς τον ανάδοχο για άρση τυχόν εκκρεμοτήτων και κακοτεχνιών. Η μελέτη

θεωρείται πλήρης, όταν έχει τα στοιχεία που απαιτεί ο νόμος, η σύμβαση και οι ισχύουσες

προδιαγραφές και διατάξεις.

2. Αν για την έγκριση της μελέτης απαιτείται η γνωμοδότηση και άλλων υπηρεσιών ή φορέων,

ο επιβλέπων μεριμνά χωρίς καθυστέρηση για την αποστολή της προς αυτούς, αναφέροντας στο

διαβιβαστικό α) την σχετική δίμηνη προθεσμία που θέτει ο νόμος (άρθρο 37 παρ. 1) και β) τη συνέπεια

ότι η μη έγκαιρη απάντηση θεωρείται ως θετική γνωμοδότηση.

3. Σε κάθε περίπτωση ο επιβλέπων πράττει ότι είναι δυνατό και μέσα στις αρμοδιότητές του

ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο αυτοδίκαιης παραλαβής, κατά την παρ. 5 του άρθρου 37 του νόμου.

Άρθρο 14

Έναρξη εφαρμογής

Η παρούσα εφαρμόζεται στις συμβάσεις που θα υπογραφούν μετά από χρονικό διάστημα δύο μηνών από την

δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

225

Ο Υπουργός ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.

Γ. ΣΟΥΦΛΙΑΣ

Page 230: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Γραπτή απάντηση που έχει δοθεί σε υπηρεσία της ΓΓΔΕ, σχετικά με ζητήματα σύγκρουσης

συμφερόντων.

ΘΕΜΑ: Σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ παρέχοντος υπηρεσίες επίβλεψης και εκτελούντος την σύμβαση έργου. ΣΧΕΤ.: Έγγραφό σας υπ’ αριθ. 18/5.1.2007.

Απαντώντας στο ανωτέρω σχετικό, με το οποίο αναφέρετε ότι σε διαγωνισμό για την ανάθεση

της σύμβασης παροχής υπηρεσιών με τίτλο «Τεχνικός Σύμβουλος για την υποβοήθηση της Υπηρεσίας στο έργο Επέκταση Διαδρόμου προσαπογειώσεων αεροσκαφών 10-28 (μετά παραλλήλου τροχοδρόμου) κρατικού αερολιμένα Θεσσαλονίκης «Μακεδονία» συμμετέχουν διαγωνιζόμενοι μέλη των οποίων έχουν ή έχουν σχέση με τις κοινοπρακτούσες για την κατασκευή του έργου επιχειρήσεις ΑΚΤΩΡ ΑΤΕ και ΑΘΗΝΑ ΑΤΕ, όπως ειδικότερα προκύπτει από τις υπεύθυνες δηλώσεις που υπέβαλαν οι διαγωνιζόμενοι και ρωτάτε αν αυτό το γεγονός αποτελεί λόγο αποκλεισμού των διαγωνιζομένων αυτών, σας πληροφορούμε επιγραμματικά τα ακόλουθα: 1. Η συγκεκριμένη σύμβαση υπάγεται στο ν. 3316/05 που ρυθμίζει τις διαδικασίες ανάθεσης και εκτέλεσης των υπηρεσιών, όπως η προκείμενη. Στο νόμο αυτό δεν υφίσταται διάταξη η οποία να ορίζει οτιδήποτε περί τούτου. 2. Στο άρθρο 18.5 της Προκήρυξης της σύμβασης ορίζεται ρητά, σε σχέση με το θέμα του ερωτήματος ότι «Η συμμετοχή, άμεση ή έμμεση, στο σχήμα (επιχείρηση ή σύμπραξη ή κοινοπραξία) που λαμβάνει μέρος στο διαγωνισμό για την ανάθεση της μελέτης ή του έργου στο οποίο αφορούν οι υπηρεσίες της παρούσας, ή εκτελεί τη σχετική σύμβαση, αποτελεί κώλυμα για τη συμμετοχή στον παρόντα διαγωνισμό, τόσο για τον διαγωνιζόμενο, όσο και για τα στελέχη του και το σχήμα στο οποίο συμμετέχουν (σύγκρουση συμφερόντων). Η παρά το κώλυμα αυτό συμμετοχή, ή και οποιαδήποτε σχέση που δημιουργεί σύγκρουση συμφερόντων, με διαγωνιζόμενο ή τον ανάδοχο της μελέτης ή του έργου, αποτελεί λόγο αποκλεισμού από τον παρόντα διαγωνισμό και έκπτωσης από την σύμβαση παροχής των υπηρεσιών.» 3. Η ανωτέρω ρήτρα της Διακήρυξης της σύμβασης έχει την έννοια ότι ο διαγωνιζόμενος σε μια σύμβαση παροχής υπηρεσιών αποτελεί δυνάμει ανάδοχο αυτής. Όταν η συγκεκριμένη σύμβαση σχετίζεται με την εκτέλεση σύμβασης μελέτης ή έργου, ο πάροχος των υπηρεσιών αποτελεί σύμβουλο της υπηρεσίας που υποστηρίζει τα συμφέροντά της τα οποία δεν συμπίπτουν με τα συμφέροντα του εκτελούντος τη σύμβαση, τις περισσότερες μάλιστα φορές είναι αντιτιθέμενα (ελέγχων και ελεγχόμενος). Συνεπώς δεν μπορεί ο πάροχος υπηρεσιών (ή στέλεχος αυτού - μέλος της ομάδας παροχής των υπηρεσιών) τεχνικής υποστήριξης προς τον εργοδότη εργολαβικής σύμβασης να συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τον ανάδοχο του συγκεκριμένου έργου, ήτοι (κατ΄ αρχήν) να αποτελεί στέλεχος του αναδόχου του έργου, αφού τα συμφέροντα του παρόχου των υπηρεσιών ταυτίζονται με το συμφέρον του εργοδότη του έργου και αντιτίθενται στα συμφέροντα του αναδόχου του έργου, υπάρχει δηλαδή προφανής και άμεση σύγκρουση συμφερόντων. Η προφανής αυτή περίπτωση υπάγεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 18.5 της Διακήρυξης. Περαιτέρω, ως σύγκρουση συμφερόντων θα μπορούσε να θεωρηθεί και μια μονιμότερη και με διάρκεια επαγγελματική σχέση του παρόχου των υπηρεσιών με τον ανάδοχο του έργου, η οποία στηρίζεται λ.χ. σε επανειλημμένες συνεργασίες αυτού ή μελών της ομάδας παροχής των υπηρεσιών με τον ανάδοχο του έργου στο πρόσφατο παρελθόν, ούτως ώστε κατά την κοινή αντίληψη να θεωρείται μόνιμος συνεργάτης του. Η περίπτωση αυτή (της έμμεσης σχέσης) προβλέπεται επίσης σαφώς στη ρήτρα 18.5 της Διακήρυξης, στο εδάφιο 2 («…ή και οποιαδήποτε σχέση που δημιουργεί σύγκρουση συμφερόντων, με διαγωνιζόμενο ή τον ανάδοχο της μελέτης ή του έργου,…») και ερμηνεύεται κατά περίπτωση από τα όργανα διεξαγωγής του διαγωνισμού, ύστερα από εκτίμηση της φύσης της σχέσης και υπό το φως της διάταξης της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 7 ν. 2690/99 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας), στην οποία ορίζεται ότι τα διοικητικά όργανα πρέπει να παρέχουν εγγυήσεις αμερόληπτης κρίσης στις υποθέσεις των πολιτών και τέτοιες εγγυήσεις δεν παρέχει ο «ιδιαίτερος δεσμός ή η ιδιάζουσα σχέση ή εχθρότητα με τους ενδιαφερόμενους». Και στην περίπτωση λοιπόν που αναφέρει το ερώτημα πρέπει να υπάρξει εκ μέρους της Επιτροπής Διαγωνισμού ουσιαστική εκτίμηση των χαρακτηριστικών ης σχέσης αυτής, η οποία, για να οδηγήσει στον αποκλεισμό του ενδιαφερομένου πρέπει να κριθεί ως «ιδιαίτερη», ήτοι ως ύποπτη πιθανού επηρεασμού της κρίσης του παρόχου των υπηρεσιών και της συνακόλουθα κακής ποιότητας των υπηρεσιών - συμβουλών του.

226

Page 231: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

4. Από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι ουδείς των διαγωνιζομένων ή των στελεχών τους αποτελεί ταυτόχρονα στέλεχος των επιχειρήσεων που εκτελούν τη σύμβαση του έργου, άρα δεν προκύπτει άμεση περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων. Για τη διερεύνηση της έμμεσης σύγκρουσης, ήτοι την ανίχνευση της ιδιαίτερης σχέσης πρέπει κατά τη γνώμη μου να ληφθεί υπόψη κατ΄ αρχήν η συχνότητα της συνεργασίας και η χρονική εγγύτητα αυτής της συνεργασίας προς το χρόνο υποβολής των προσφορών. Η περιστασιακή συνεργασία σε καμιά περίπτωση (ιδίως μάλιστα αν αφορά απώτερο χρόνο) δεν μπορεί κατ΄ αρχήν να θεωρηθεί τεκμήριο ιδιαίτερης επαγγελματικής ή συναισθηματικής σχέσης, αφού είναι γνωστό και σύνηθες φαινόμενο η κινητικότητα των στελεχών στις εργοληπτικές επιχειρήσεις ή η ανάγκη συχνής συνεργασίας εργοληπτικών και μελετητικών επιχειρήσεων (δεδομένου ότι ο νόμος δεν επιτρέπει την εκτέλεση έργου από τις μελετητικές επιχειρήσεις ή την εκπόνηση μελέτης από τις εργοληπτικές, παράλληλα δε προκύπτει συχνά η ανάγκη συνεργασίας εργολάβου και μελετητή, κατά την προετοιμασία προσφοράς (σύστημα μελέτη-κατασκευή), ή την εκτέλεση έργου (τροποποίηση υφιστάμενης μελέτης). 5. Συμπερασματικά, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι απόλυτο κριτήριο σύγκρουσης συμφερόντων ή έμμεση σχέση των διαγωνιζομένων, ή μελών ή στελεχών τους με τις εργοληπτικές επιχειρήσεις της αναδόχου κοινοπραξίας με τις μορφές που αναφέρονται στα στοιχεία του φακέλου και στις δηλώσεις των υποψηφίων. Η άρνηση προσκόμισης τέτοιων στοιχείων δεν αποτελεί από μόνη της λόγο αποκλεισμού του διαγωνιζομένου, στην περίπτωση που δεν προβλέπεται η προσκόμιση σχετικών αποδεικτικών στοιχείων από τη Διακήρυξη. Στην περίπτωση αυτή η υπηρεσία εκτιμά στοιχεία που πορίζεται από άλλες πηγές και εκτελεί την κατά τη γνώμη της αναγκαία έρευνα προκειμένου να διασφαλίσει την ανυπαρξία κωλύματος. Περαιτέρω για την εκτίμηση περί υπάρξεως έμμεσης σχέσης που οδηγεί στον αποκλεισμό, ήτοι ιδιαίτερου δεσμού ή ιδιάζουσας σχέσης, λαμβάνονται υπόψη ως κριτήρια κατά πρώτον η ύπαρξη επαγγελματικής συνεργασίας κατά το πρόσφατο παρελθόν (αν δεν υπήρξε συνεργασία ή άλλης μορφής σχέση δεν γεννάται ασφαλώς ζήτημα) και σε θετική περίπτωση η μονιμότητα ή περιστασιακότητα της συνεργασίας που τεκμηριώνει ιδιαίτερη σχέση η οποία δεν έχει ατονήσει ή διακοπεί. Γνωμ. Έγγραφο 757/ΓΕ/15-2-2007

Θέμα: Ζητήματα σχετικά με τον έλεγχο των οικονομικών προσφορών στους διαγωνισμούς μελετών.

Με το ως άνω σχετικό έγγραφό σας τίθενται το ακόλουθα ερωτήματα: α) αν η έλλειψη μονογραφής στα επί μέρους φύλλα της οικονομικής προσφοράς αποτελεί λόγο αποκλεισμού, λαμβανομένου υπόψη ότι ο σχετικός όρος τίθεται ρητώς στην Προκήρυξη της μελέτης επί ποινή αποκλεισμού, β) αν ο έλεγχος του παραδεκτού των οικονομικών προσφορών αφορά τη διακύμανση μέσα στα τεθέντα (με απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ) όρια της συνολικής προσφοράς, ή της προσφοράς κατά κατηγορία μελέτης, ή της προσφοράς ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου και γ) αν συντρέχει λόγος αποκλεισμού του διαγωνιζομένου, σε περίπτωση που η οικονομική του προσφορά υπολείπεται κατ΄ ελάχιστο (46,78 αντί για 46,784 ΕΥΡΩ) του ορίου παραδεκτού, σας πληροφορούμε τα ακόλουθα:

Α. 1. Στις διατάξεις του ν. 3316/05 ορίζονται τα ακόλουθα σχετικά με τα τεθέντα ζητήματα:

Άρθρο 4 παρ. 8. Οι οικονομικές προσφορές που υποβάλλονται στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων των άρθρων 6 έως 10, συντάσσονται με τήρηση των εθνικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων σχετικά με την αμοιβή των μελετών και υπηρεσιών του άρθρου 2. Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν στις προκηρύξεις τις διατάξεις αυτές. Άρθρο 42 παρ. 10. Ο κατά την παρ. 3 του άρθρου μόνου του ν.δ. 2726/1953 (ΦΕΚ Α΄325) κανονισμός γίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Δημοσίων Έργων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Μελετών της Γραμματείας Δημοσίων Έργων και του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας και ισχύει για τις μελέτες και υπηρεσίες του άρθρου 2 που ανατίθενται από όλες τις αναθέτουσες αρχές της παρ. 9 του άρθρου 1. Με τον κανονισμό αυτό ορίζονται αμοιβές κατώτερες και πάντως όχι ανώτερες των αμοιβών που κανονίσθηκαν με την παρ. 7 του άρθρου 4. Με την ίδια απόφαση μπορούν να

227

Page 232: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ορίζονται ανώτατα όρια παραδεκτού των οικονομικών προσφορών που υποβάλλονται για τη σύναψη των σχετικών δημοσίων συμβάσεων.

2. Εκδόθηκε σχετικά η απόφαση ΔΜΕΟ/α/οικ/1161/15-7-2005, που ορίζει στο άρθρο 4, τα

ακόλουθα:

4. Οι ελάχιστες αμοιβές μελετών και υπηρεσιών που ανατίθενται κατά τις διατάξεις του Ν. 3316/2005, καθορίζονται ως ίσες με το 80% των αμοιβών που ορίζονται με την υπουργική απόφαση της παρ. 7 του άρθρου 4 του νόμου.

5. Το ανώτατο όριο παραδεκτού των οικονομικών προσφορών καθορίζεται ως ίσο με το 120% των αμοιβών που ορίζονται με την υπουργική απόφαση της παρ. 7 του άρθρου 4 του νόμου.

6. Μέχρις ότου τεθεί σε εφαρμογή ο κανονισμός προεκτιμώμενων αμοιβών της παρ. 7 του άρθρου 4 του Ν. 3316/2005, η προεκτιμώμενη αμοιβή των μελετών και υπηρεσιών καθορίζεται από την υπηρεσία σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 45 του ν. 3316/05 και αποτελεί κατώτατο όριο παραδεκτού των οικονομικών προσφορών που υποβάλλονται κατά τις διατάξεις του ν. 3316/05. Το ανώτατο όριο παραδεκτού ορίζεται στην περίπτωση αυτή σε ποσοστό εκατόν τριάντα τοις εκατό (130%) επί της προεκτιμώμενης αμοιβής. 3. Στην παρ. 10 του άρθρου 7 του ν. 3316/2005 ορίζονται εξάλλου τα ακόλουθα:

10. Μετά την οριστικοποίηση της βαθμολογίας των τεχνικών προσφορών, τόσο στην ανοικτή όσο και στην κλειστή διαδικασία, σε δημόσια συνεδρίαση της Επιτροπής Διαγωνισμού που γνωστοποιείται εγγράφως στους υποψήφιους προ πέντε ημερών, αποσφραγίζονται οι οικονομικές προσφορές και καταχωρείται το περιεχόμενό τους στο πρακτικό. Η υποβληθείσα οικονομική προσφορά απορρίπτεται εφόσον κατά κατηγορία μελέτης παραβιάζει τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις σχετικά με την αμοιβή των μελετών που ανατίθενται, ή οι ποσότητες του φυσικού αντικειμένου της προσφοράς δεν αντιστοιχούν στο αντικείμενο της μελέτης όπως προκύπτει από τα στοιχεία των εδαφίων β και δ της παρ. 2. 4. Στην προκήρυξη του συγκεκριμένου διαγωνισμού ορίζονται τα ακόλουθα:

Παρ. 3.1. Για την έγκυρη συμμετοχή στη διαδικασία, οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν με τρόπο συμβατό προς τις κείμενες διατάξεις και τις απαιτήσεις της παρούσας, μέσα στην προθεσμία του άρθρου 14 της παρούσας Προκήρυξης φάκελο συμμετοχής. Οι περιπτώσεις αποκλεισμού από τη διαδικασία επισημαίνονται ρητώς στην παρούσα Προκήρυξη. … Το παραληφθέν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας (προκήρυξης) σημασμένο έντυπο οικονομικής προσφοράς και μόνο αυτό, αφού συμπληρωθεί, μονογραφηθεί ανά σελίδα και υπογραφεί, θα περιλαμβάνεται στο φάκελο Οικονομικής Προσφοράς. Σε αντίθετη περίπτωση η οικονομική προσφορά δεν είναι παραδεκτή από την επιτροπή και ο διαγωνιζόμενος αποκλείεται.

Παρ. 4.5 . Μετά την οριστικοποίηση της βαθμολογίας των τεχνικών προσφορών, η Επιτροπή καλεί εγγράφως

σε δημόσια συνεδρίαση τους διαγωνιζόμενους, που οι τεχνικές τους προσφορές κρίθηκαν παραδεκτές. Η διεξαγωγή της δημόσιας συνεδρίασης ορίζεται τουλάχιστον πέντε ημέρες μετά την έγγραφη πρόσκληση. Η προθεσμία αρχίζει από την επόμενη της κοινοποίησης. Κατά την μέρα και ώρα της συνεδρίασης η Επιτροπή αποσφραγίζει τις “Οικονομικές Προσφορές“, τις μονογράφει και καταχωρεί το περιεχόμενό τους στο Πρακτικό ΙΙΙ.

Οι οικονομικές προσφορές βαθμολογούνται εφόσον κριθούν παραδεκτές, δηλαδή α) δεν παραβιάζουν τις ισχύουσες εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις σχετικά με την αμοιβή των μελετών που ανατίθενται ήτοι: …. β) οι τιμολογούμενες ποσότητες του φυσικού αντικειμένου βρίσκονται σε αντιστοιχία με το αντικείμενο της μελέτης και

γ) είναι συνταγμένες όπως ορίζουν οι παράγραφοι 3.1 και 22.3. τη παρούσας. Άρθρο 10. Οι όροι της παρούσας ερμηνεύονται με τρόπο ώστε να μην προκύπτει αντίθεσή τους με κανόνες

δικαίου. Σε περίπτωση σύγκρουσης όρου της προκήρυξης (συμπεριλαμβανομένων των τευχών της) προς επιτακτικό κανόνα δημοσίου δικαίου ή προς κανόνα δημόσιας τάξης υπερισχύει ο κανόνας δικαίου.

Παρ. 22.3. Ο κλειστός φάκελος «Οικονομικής Προσφοράς» θα είναι ασφαλώς σφραγισμένος και θα

περιέχει το χορηγούμενο από την Αναθέτουσα Αρχή, σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 3 της παρούσας, έντυπο προσφοράς συμπληρωμένο. Το έντυπο της οικονομικής προσφοράς πρέπει να αναφέρει τα στοιχεία του διαγωνιζόμενου, κατά τρόπον ώστε να μην μπορεί να δημιουργηθεί σύγχυση ως προς την ταυτότητά του και να υπογράφεται από τον ίδιο το μελετητή (σε περίπτωση φυσικού προσώπου), το νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου και σε περίπτωση σύμπραξης η κοινοπραξίας, είτε από όλα τα μέλη της νομίμως εκπροσωπούμενα, είτε από τον κοινό εκπρόσωπο.

228

Page 233: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Οι προσφερόμενες τιμές ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου πρέπει να αναγράφονται, επί ποινή αποκλεισμού του διαγωνιζομένου, ολογράφως. Στο τέλος οι τιμές πολλαπλασιάζονται επί τις μονάδες και προκύπτει η προσφερόμενη τιμή ανά κατηγορία μελέτης. Εν συνεχεία προστίθενται οι τιμές αυτές και προκύπτει η συνολική προσφερόμενη τιμή, η οποία για τη διευκόλυνση της διαδικασίας του ελέγχου τρέπεται σε ποσοστό έκπτωσης (θετικό ή αρνητικό) επί της προεκτιμώμενης αμοιβής, με στρογγυλοποίηση στο δεύτερο δεκαδικό ψηφίο. Υπογραμμίζονται και εδώ οι επισημάνσεις της παρ. 11.3 του παρόντος.

Σφάλματα, αναντιστοιχίες ολογράφων και αριθμητικών τιμών, λογιστικά λάθη σε αθροίσματα και γινόμενα διορθώνονται από την Επιτροπή επί τη βάσει των ολογράφων τιμών ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου, προκειμένου να προκύψει η συνολική προσφορά.

Β.1. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτουν κατά τη γνώμη μας τα ακόλουθα:

α) Το ζήτημα της μονογραφής των σελίδων (ακριβέστερα φύλλων) της οικονομικής προσφοράς δεν τίθεται ως

προϋπόθεση του παραδεκτού στο νόμο (άρθρο 7 παρ. 8 και 10 του ν. 3316/05). Η προφανής σκοπιμότητα της

απαίτησης που τίθεται στην προκήρυξη είναι να διασφαλισθεί η διαφάνεια του διαγωνισμού από το ενδεχόμενο

αλλοίωσης των οικονομικών προσφορών των διαγωνιζομένων, μετά το άνοιγμα των προσφορών, αφού πριν το

άνοιγμα η προσφορά περιέχεται σε απαραβίαστο (κατά το νόμο και την προκήρυξη) φάκελο. Η επιδιωκόμενη

με το συγκεκριμένο όρο της προκήρυξης διαφάνεια διασφαλίζεται πάντως το ίδιο αποτελεσματικά με την

μονογραφή των μελών της Επιτροπής Διαγωνισμού επί των οικονομικών προσφορών και την άμεση

καταγραφή του περιεχομένου τους στο πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού, όπως ορίζει η παρ. 4.5 της

προκήρυξης, γεγονός που αποκλείει την μεταγενέστερη νόθευση ή αλλοίωση του περιεχομένου των

οικονομικών προσφορών, εκτός βεβαίως και αν συνεργούσαν όλα τα μέλη της Επιτροπής σε μια τέτοια

ενέργεια, πράγμα απίθανο με δεδομένη την ανοιχτή διαδικασία αποσφράγισης και καταγραφής των

προσφορών και την θεσμοθετημένη παρουσία εκπροσώπου του ΤΕΕ στη σύνθεση των Επιτροπών. Με άλλα

λόγια, η μονογραφή των προσφορών κατά φύλλο από τους διαγωνιζόμενους προστατεύει τους ίδιους από το

ενδεχόμενο αλλοίωσης των προσφορών από μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού και δεν προκύπτει ευρύτερο

ζήτημα διαφάνειας από την έλλειψή της.

Σημειώνεται εν προκειμένω ότι για τους παραπάνω λόγους, στην παρομοίου περιεχομένου διάταξη του δικαίου

των δημοσίων έργων (άρθρο 17 παρ. 5 π.δ. 609/85) ορίζεται μεν ρητά ότι πρέπει οι οικονομικές προσφορές να

είναι μονογεγραμμένες ανά φύλλο, συμπληρώνεται πάντως στην ίδια διάταξη ότι η έλλειψη μονογραφών δεν

συνεπάγεται τον αποκλεισμό, αλλά οι ελλείπουσες συμπληρώνονται από τον ίδιο τον διαγωνιζόμενο αν είναι

παρών ή και από τα μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού.

β) Εξ άλλου η έννοια του κρίσιμου όρου της προκήρυξης (3.1) [που αναφέρει επί λέξει ότι «Το

παραληφθέν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας (προκήρυξης) σημασμένο έντυπο

οικονομικής προσφοράς και μόνο αυτό, αφού συμπληρωθεί, μονογραφηθεί ανά σελίδα και υπογραφεί, θα

περιλαμβάνεται στο φάκελο Οικονομικής Προσφοράς. Σε αντίθετη περίπτωση η οικονομική προσφορά δεν είναι

παραδεκτή από την επιτροπή και ο διαγωνιζόμενος αποκλείεται»] είναι προφανώς (και λόγω της θέσης της

συγκεκριμένης διάταξης στο άρθρο 3 που αφορά την υποβολή του φακέλου και όχι στο άρθρο 22.3 που

αφορά το περιεχόμενο του φακέλου) ότι μόνο το έντυπο που παρέλαβε ο ενδιαφερόμενος από την υπηρεσία

μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη συμπλήρωση της οικονομικής προσφοράς και όχι άλλο – αν χρησιμοποιηθεί

άλλο ο διαγωνιζόμενος αποκλείεται. Διαφορετική ερμηνεία της διάταξης, που θα δεχόταν ότι η μη μονογραφή

των σελίδων της προσφοράς αποτελεί λόγο αποκλεισμού, έρχεται σε αντίθεση με την επιείκεια που διατρέχει

την προκήρυξη (βλέπετε κυρίως παραγράφους 3.1 εδ. 2 και 4.6), προκειμένου να αποφεύγονται λόγοι

αποκλεισμού που δεν έχουν ουσιώδη σημασία για την διενέργεια του διαγωνισμού, αλλά και τις σαφείς

ρυθμίσεις του άρθρου 22.3 που αναφέρεται ειδικά στο περιεχόμενο του φακέλου οικονομικής προσφοράς και

επισημαίνει ότι α) τα στοιχεία του προσφέροντος πρέπει να είναι αρκούντως ορισμένα και β) ότι οι

229

Page 234: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

προσφερόμενες τιμές ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου πρέπει να αναγράφονται επί ποινή αποκλεισμού

ολογράφως. Οποιαδήποτε λογιστικά σφάλματα ή αναντιστοιχίες τιμών διορθώνονται από την Επιτροπή

Διαγωνισμού, επί τη βάσει των ολογράφων τιμών.

Εξ άλλου, πρέπει να σημειωθούν τα δύο τελευταία εδάφια του άρθρου 10 της προκήρυξης, που

προτρέπουν τον ερμηνευτή της να προβεί σε ερμηνεία των όρων της σύμφωνη με τους ισχύοντες κανόνες

δικαίου. Στην παρούσα περίπτωση η απαίτηση μονογραφής των φύλλων της οικονομικής προσφοράς δεν

πηγάζει από την ισχύουσα νομοθεσία και δεν εξυπηρετεί ουσιαστικά την ανάγκη διαφάνειας του διαγωνισμού,

ενώ έρχεται σε αντίθεση και με το πνεύμα επιείκειας που διατρέχει την προκήρυξη.

Κατά τα ανωτέρω, η έλλειψη μονογραφών στα φύλλα της οικονομικής προσφοράς δεν αποτελεί κατά

τη γνώμη μου λόγω αποκλεισμού του διαγωνιζόμενου.

Γ. Από το νόμο 3316/05 προκύπτει σαφώς (βλέπετε άρθρο 7 παρ. 10) ότι αποκλείονται οι

διαγωνιζόμενοι που η οικονομική τους προσφορά παραβιάζει κατά κατηγορία μελέτης τα τεθέντα ελάχιστα και

μέγιστα όρια. Συνεπώς η εκτίμηση του παραδεκτού γίνεται με βάση την προσφερόμενη τιμή ανά κατηγορία

μελέτης και όχι στο σύνολο ή (κυρίως) ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου.

Δ. Στο άρθρο 4 της υπουργικής απόφασης ΔΜΕΟ/α/οικ/1161/15-7-2005, ορίζεται ότι το κατώτερο

όριο παραδεκτής οικονομικής προσφοράς ανά κατηγορία μελέτης είναι 80% της προεκτιμώμενης αμοιβής της

υπηρεσίας. Περαιτέρω, στην προκήρυξη του διαγωνισμού ορίζεται (άρθρο 22.3) ότι οι τιμές προσφέρονται ανά

μονάδα φυσικού αντικειμένου, εν συνεχεία πολλαπλασιάζονται επί τις μονάδες και προκύπτει η προσφερόμενη

τιμή ανά κατηγορία μελέτης, οι τιμές αυτές προστίθενται και προκύπτει η συνολική προσφερόμενη τιμή (της

σύμβασης), η οποία τρέπεται σε ποσοστό έκπτωσης που στρογγυλοποιείται στο δεύτερο δεκαδικό ψηφίο.

Από τις διατάξεις της προκήρυξης προκύπτει ότι η σύγκριση της προσφοράς των διαγωνιζομένων, με

το κατώτατο όριο παραδεκτού (80%) γίνεται με βάση τη στρογγυλοποιημένη στο δεύτερο δεκαδικό ψηφίο

προσφορά. Εξ άλλου, όταν προστίθενται τα ποσά ή τελούνται οι αριθμητικές πράξεις από τους αναδόχους,

πρέπει υποχρεωτικά να στρογγυλοποιούνται στο δεύτερο δεκαδικό ψηφίο, αφού η μικρότερη υποδιαίρεση του

ΕΥΡΩ είναι το λεπτό και δεν υφίστανται χιλιοστά, δεκάκις χιλιοστά κ.λ.π.

Στην περίπτωση του προκείμενου διαγωνισμού ορθά ο διαγωνιζόμενος προσέφερε για συγκεκριμένη

μονάδα φυσικού αντικειμένου χρηματικό ποσό 46,78 και όχι 46,784, διότι το δεύτερο ποσό απλώς δεν μπορεί

να πληρωθεί, δηλαδή δεν υπάρχει περίπτωση να πληρωθούν τα 4 χιλιοστά του ΕΥΡΩ ιδιαιτέρως. Άλλωστε

σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις (βλέπετε σχετικά εγκύκλιο Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας υπ΄αρ.

18937/2950/ΣΕΚ/13-5-1999, έγγραφο Δ11δ/0/5/183/3-11-1999, Εγκύκλιο 12/2001 του ΓΓΔΕ / ΥΠΕΧΩΔΕ,

κ.ο.κ.) τα προκύπτοντα ποσά σε ΕΥΡΩ στρογγυλοποιούνται πάντοτε, για τη διευκόλυνση των συναλλαγών,

στο εκατοστό του ΕΥΡΩ, που είναι και η μικρότερη υπάρχουσα νομισματική μονάδα.

Συνεπώς, όταν ο νόμος αναφέρει ότι η οικονομική προσφορά του αναδόχου ανά κατηγορία μελέτης

δεν μπορεί να είναι κατώτερη από το 80% της προεκτιμώμενης αμοιβής στην κατηγορία αυτή, εννοεί ότι τόσο

η προεκτιμώμενη αμοιβή της υπηρεσίας, όσο και η προσφορά του αναδόχου πρέπει να είναι ποσά

στρογγυλοποιημένα σε εκατοστά του ΕΥΡΩ. Άρα οι σχετικοί υπολογισμοί του κατώτερου ορίου παραδεκτού

(γινόμενα, αθροίσματα) πρέπει να γίνουν με βάση την ανωτέρω αρχή και εφόσον προκύψει ποσό προσφοράς

σε κάποια κατηγορία κατώτερο έστω και κατά ένα λεπτό του 80% της προεκτιμώμενης αμοιβής μπορεί να

εγερθεί θέμα αποκλεισμού του διαγωνιζόμενου.

Ο ΠΑΡΕΔΡΟΣ Ν.Σ.Κ.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΗΤΚΙΔΗΣ

230

Page 235: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ε. 30

Αθήνα, 10/12/2007

Αριθ. Πρωτ. Δ17γ/04/170/ΦΝ380

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΧΩΔΕ

ΓΕΝ. ΓΡΑΜ. ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ Δ/ΣΗΣ & ΠΡΟΓ/ΤΟΣ

Δ/ΝΣΗ ΝΟΜΟΘ/ΚΟΥ ΣΥΝΤ/ΣΜΟΥ

& ΚΩΔ/ΣΗΣ ( Δ17)

ΤΜΗΜΑ: γ΄

Ταχ. Δ/νση: Χαρ. Τρικούπη 182

Ταχ. Κώδικας: 101 78 Αθήνα

TELEFAX: 210 6464392

Τηλέφωνο: 210 6428969

E-mail : [email protected]

ΠΡΟΣ:

Τους αποδέκτες του πίνακα διανομής

Θ Ε Μ Α : Οδηγίες για την ορθή εφαρμογή νομικών διατάξεων που τροποποιούν το

νομικό πλαίσιο ανάθεσης και εκτέλεσης συμβάσεων έργων και μελετών.

Σας πληροφορούμε ότι ψηφίστηκε ήδη στη Βουλή και πρόκειται να δημοσιευθεί εντός των

προσεχών ημερών σχέδιο νόμου με τίτλο «Κύρωση Σύμβασης Παραχώρησης του Έργου της

Μελέτης, Κατασκευής, Χρηματοδότησης, Λειτουργίας, Συντήρησης και Εκμετάλλευσης του

Αυτοκινητόδρομου Ελευσίνα – Κόρινθος – Πάτρα – Πύργος -Τσακώνα και άλλες διατάξεις». Στο

σχέδιο αυτό περιέχεται άρθρο με το οποίο επιφέρονται αλλαγές και τροποποιήσεις σε κάποιες

διατάξεις του δικαίου των δημοσίων έργων και των μελετών.

Για την ορθή εφαρμογή αυτών των διατάξεων παρέχουμε τις εξής οδηγίες:

Α.

Β. Με τη δεύτερη παράγραφο προβλέπεται ο υποχρεωτικός έλεγχος, όπως και η αναγκαία

αναθεώρηση / επικαιροποίηση / συμπλήρωση μελετών, οι οποίες εκπονήθηκαν υπό το προηγούμενο

νομοθετικό πλαίσιο (του ν. 716/77 και των εκτελεστικών του διαταγμάτων) και πρόκειται να

χρησιμοποιηθούν για την υλοποίηση έργων που θα ενταχθούν και θα χρηματοδοτηθούν από τα

Επιχειρησιακά Προγράμματα της Προγραμματικής Περιόδου 2007-2013.

Η ανάγκη επανελέγχου των μελετών για τη διαπίστωση της πληρότητας, ορθότητας και

εφαρμοσιμότητάς τους για την απρόσκοπτη υλοποίηση των έργων του νέου (Δ΄) χρηματοδοτικού

πλαισίου προέκυψε μετά τα προβλήματα που εντοπίστηκαν στις προηγούμενες χρηματοδοτικές

περιόδους λόγω ελλιπών μελετών.

231

Page 236: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Έτσι, ενόψει της νέας χρηματοδοτικής περιόδου, η χώρα μας ανέλαβε την υποχρέωση προς

τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης να υπάρξει επανέλεγχος αυτών των μελετών, ώστε να

αποφευχθούν τα προβλήματα που οδηγούν σε αδυναμία ορθής διαχείρισης των έργων.

Ο επανέλεγχος είναι ως εκ τούτου απαραίτητος προκειμένου περί μελετών τις οποίες οι

αναθέτουσες αρχές σκοπεύουν να υλοποιήσουν με συγχρηματοδότηση από το Δ΄ Κοινοτικό

Πλαίσιο. Διευκρινίζεται ότι ο επανέλεγχος αυτός δεν είναι υποχρεωτικός για μελέτες οι οποίες θα

υλοποιηθούν με εθνικούς πόρους.

Για την υλοποίηση της ρύθμισης της παραγράφου αυτής, πρέπει κατ΄ αρχήν οι μελέτες

αυτές να ελεγχθούν για να διαπιστωθεί η επάρκεια, η πληρότητα και το επίκαιρο των παραδοχών

τους. Ο έλεγχος μπορεί να γίνει με συμβάσεις παροχής υπηρεσιών (άρθρου 9 ν. 3316/05) ή και με

συμφωνίες - πλαίσια υπηρεσιών (άρθρο 8 του ίδιου νόμου) και ο ανάδοχος των σχετικών

συμβάσεων πρέπει να υποβάλλει γραπτές παρατηρήσεις για τα ευρήματα του ελέγχου. Εφόσον από

τον επανέλεγχο εντοπιστούν προβλήματα στις μελέτες που απαιτούν συμπληρώσεις ή και

επικαιροποίησή τους, πρέπει να ανατεθεί η σχετική σύμβαση με μία από τις δυνατότητες του ν.

3316/2005.

Γ.

Δ. Με τις διατάξεις της παρ. 4 επέρχονται μικρές αλλαγές (τροποποιήσεις και

συμπληρώσεις) στο ν. 3316/05, περί ανάθεσης συμβάσεων μελετών και συναφών υπηρεσιών.

Συγκεκριμένα:

1. Με την παρ. 4 περ. α΄ τροποποιείται η παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 3316/05 κατά την

οποία οποιαδήποτε αλλαγή στη σύνθεση σύμπραξης ή κοινοπραξίας, ή μεταβολή στη στελέχωση

εταιρείας που επέρχεται μετά την περαίωση του σταδίου επιλογής διαγωνισμού (δηλαδή το στάδιο

κατά το οποίο εξετάζονται τα τυπικά δικαιολογητικά του διαγωνιζόμενου και η τυχόν ζητούμενη

ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητα κατά το άρθρο 17) επιφέρει τον αποκλεισμό του

υποψηφίου.

Με τη νέα ρύθμιση, αφενός επιτρέπονται αλλαγές στη σύνθεση σύμπραξης ή κοινοπραξίας που

υπέβαλε προσφορά σε διαγωνισμό μέχρι το άνοιγμα των τεχνικών προσφορών των

διαγωνιζομένων, για τους σημαντικούς λόγους που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου

(θάνατος προσώπου, πτώχευση, απώλεια ιδιότητας μελετητή κ.ο.κ.) και αφετέρου επιτρέπονται

αλλαγές στη στελέχωση διαγωνιζομένου (είτε αυτός συμμετέχει στο διαγωνισμό αυτοτελώς είτε ως

μέλος σύμπραξης ή κοινοπραξίας) μέχρι και τη σύναψη της σύμβασης, αρκεί το στέλεχος που

αποχωρεί να μην μετέχει στην δηλωθείσα με το φάκελο τεχνικής προσφοράς του διαγωνιζομένου

ομάδα μελέτης. Στην περίπτωση που το στέλεχος αυτό συμμετέχει στην δηλωθείσα ομάδα μελέτης

ο διαγωνιζόμενος πρέπει να αποκλείεται, εκτός της εξαιρετικής περίπτωσης που η ανάγκη

αποχώρησης υπαγορεύεται από λόγους ανώτερης βίας, οπότε στην περίπτωση αυτή τηρείται

αναλογικά η παρ. 3 του άρθρου 31 του νόμου (αντικατάσταση του στελέχους με άλλο, ισοδύναμης

εμπειρίας μετά από γνωμοδότηση του οικείου τεχνικού συμβουλίου, που εξετάζει τους λόγους της

αντικατάστασης). Υπενθυμίζεται ότι ως λόγος ανώτερης βίας θεωρείται γεγονός απρόβλεπτο, το

232

Page 237: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

οποίο δεν θα μπορούσε να αποτραπεί ακόμα και με μέτρα άκρας επιμέλειας (π.χ. αιφνίδιος

θάνατος). Δεν θεωρείται ανώτερη βία η (προγραμματισμένη) συνταξιοδότηση ή αποχώρηση από το

επάγγελμα, η απροειδοποίητη αποχώρηση στελέχους από τη δύναμη γραφείου κ.λ.π. διότι πρέπει οι

διαγωνιζόμενοι να διασφαλίζουν ότι τα στελέχη που δηλώνονται στην ομάδα μελέτης θα είναι

διαθέσιμα καθόλη τη διαδικασία ανάθεσης.

Επισημαίνεται πάντως ότι δεν τίθεται θέμα αποκλεισμού του διαγωνιζόμενου στην

περίπτωση κατά την οποία το στέλεχος που δηλώθηκε στην ομάδα μελέτης αποχωρεί μεν από τη

στελέχωση της εταιρείας (γραφείου) μελετών, παραμένει όμως στη σύνθεση της ομάδας μελέτης

(καταθέτοντας σχετική υπεύθυνη δήλωση προς τούτο) και δεν εντάσσει το ατομικό του πτυχίο σε

άλλη εταιρεία (γραφείο) μελετών.

2. Με τις διατάξεις της παρ. 4 β΄ και γ΄ καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 6 και

7 του ν. 3316/05 που προβλέπουν τη διαθεσιμότητα των μελών της ομάδας μελέτης κατά τον

προεκτιμώμενο χρόνο εκτέλεσης της προς ανάθεση σύμβασης, μεταξύ των λοιπών υποκριτηρίων

ανάθεσης.

Σχετικώς διορθώθηκε η Πρότυπη Προκήρυξη τύπου Α η οποία πρόκειται να αναρτηθεί στην

ιστοσελίδα της ΓΓΔΕ τις επόμενες ημέρες.

Σχετικά με τον χρόνο εφαρμογής της κατάργησης του συγκεκριμένου υποκριτηρίου αναφέρουμε τα

ακόλουθα: ο νόμος στον οποίο περιέχεται η κατάργηση θα τεθεί σε ισχύ 10 ημέρες μετά τη

δημοσίευσή του (εκτός των διατάξεων για τις οποίες ορίζεται ειδικά η έναρξη εφαρμογής και στις

οποίες δεν ανήκει η ως άνω). Συνεπώς η κατάργηση του υποκριτηρίου θα εφαρμοσθεί μετά 10

ημέρες από τον χρόνο δημοσίευσης του νόμου και οι προκηρύξεις που θα εγκριθούν μετά την

ημερομηνία αυτή δεν πρέπει να περιέχουν το σχετικό υποκριτήριο.

3. Με τη διάταξη της παρ. 4 δ΄ τροποποιείται η παρ. 1 του άρθρου 13 του νόμου

3316/05, στην οποία προστίθεται η δυνατότητα που παρέχεται από την κοινοτική Οδηγία 2004/18

(αλλά και το π.δ. 60/2007 που την ενσωμάτωσε στο εθνικό δίκαιο - άρθρο 32 παρ. 5 και 6) στις

αναθέτουσες αρχές να συντέμνουν το χρόνο που μεσολαβεί μεταξύ της αποστολής της περίληψης

για δημοσίευση της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ε.Κ. και στην υποβολή των προσφορών (52

ημέρες τουλάχιστον) κατά 7 ημέρες αν η περίληψη αποσταλεί με ηλεκτρονικό μέσο στην Ε.Ε.Ε.Κ.

και 5 επιπλέον ημέρες αν τα τεύχη του διαγωνισμού αναρτηθούν από την ημέρα αποστολής στην

ιστοσελίδα της αναθέτουσας αρχής.

Άρα μπορεί μια αναθέτουσα αρχή που έχει τα μέσα να τηρήσει αυτές τις προϋποθέσεις να

επωφεληθεί, ώστε να ορίσει μικρότερο (κατά 7 ή και 12 ημέρες συνολικά) χρόνο παραλαβής των

προσφορών. Αν συμβεί αυτό συντέμνονται αναλόγως και οι υπόλοιπες προθεσμίες (επίσης 52

ημερών) αποστολής στο Ενημερωτικό Δελτίο του ΤΕΕ, την ιστοσελίδα του ΤΕΕ και τις εφημερίδες.

4. Με την περ. ε΄ της παρ. 4 τροποποιείται η παρ. 3 του άρθρου 15 του ν.

3316/05, που όριζε ότι με την προκήρυξη σύμβασης μελέτης μπορεί να ζητούνται τάξεις

μελετητικών πτυχίων ανώτερες από τις αντιστοιχούσες στην προεκτιμώμενη αμοιβή της κατηγορίας,

μετά από γνώμη του οικείου Τεχνικού Συμβουλίου, που θα αιτιολογεί τις δυσκολίες της υπό

233

Page 238: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ανάθεση μελέτης και προστίθεται ότι η δυνατότητα αυτή (κλήσης πτυχίων μεγαλύτερης τάξης)

υφίσταται και για τις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών.

Της Εγκυκλίου αυτής να λάβουν γνώση όλοι οι αρμόδιοι υπάλληλοι των Υπηρεσιών σας, οι οποίοι

εντέλλονται στην πιστή εφαρμογή της. Επιπλέον να αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της Γενικής

Γραμματείας Δημοσίων Έργων (www.ggde.gr).

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΦΛΙΑΣ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ 1. Γραφείο Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. 2. Γραφείο Υφυπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ 3. Γραφείο κ. Γεν. Γραμματέα της ΓΓΔΕ. Η ΤΜΗΜΑΤΑΡΧΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ 4. Γραφείο κ. Γεν. Γραμματέα της ΓΓΣΔΕ. 5. Γραφείο κ.κ Γεν. Δ/ντών της ΓΓΔΕ. 6. Δ/νση Δ17 ( 10 ). Γ. ΠΑΡΑΔΑΚΗ 7. Δ/νση Πληροφορικής (για την ανάρτηση στην ιστοσελίδα)

234

Page 239: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ε. 29

Αθήνα, 10/12/2007

Αριθ. Πρωτ. Δ17γ/03/170/ΦΝ439.1

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΧΩΔΕ

ΓΕΝ. ΓΡΑΜ. ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ Δ/ΣΗΣ & ΠΡΟΓ/ΤΟΣ

Δ/ΝΣΗ ΝΟΜΟΘ/ΚΟΥ ΣΥΝΤ/ΣΜΟΥ

& ΚΩΔ/ΣΗΣ ( Δ17)

ΤΜΗΜΑ: γ΄

Ταχ. Δ/νση: Χαρ. Τρικούπη 182

Ταχ. Κώδικας: 101 78 Αθήνα

TELEFAX: 210 6464392

Τηλέφωνο: 210 6428969

E-mail : [email protected]

ΠΡΟΣ:

Τους αποδέκτες του πίνακα διανομής

Θ Ε Μ Α : Οδηγίες για την ορθή εφαρμογή των νέων εγκεκριμένων προκηρύξεων τύπου

Α (διαδικασία άρθρου 7) και Γ (διαδικασία άρθρου 9) για την ανάθεση συμβάσεων

μελετών και υπηρεσιών κατά το ν. 3316/05.

Σας πληροφορούμε ότι πρόκειται να δημοσιευθεί εντός των προσεχών ημερών η απόφαση

Δ17γ/06/168/Φ.Ν.439.1/5-12-2007 του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ για την έγκριση προκηρύξεων για την

ανάθεση συμβάσεων μελετών και υπηρεσιών (τύπου Α και Γ) του ν. 3316/05.

Όπως είναι γνωστό, το έτος 2005, λίγους μήνες μετά την δημοσίευση και θέση σε ισχύ του ν.

3316/05, αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα της ΓΓΔΕ/ΥΠΕΧΩΔΕ (ggde.gr), πρότυπα τεύχη

Προκηρύξεων και Συγγραφών Υποχρεώσεων για όλες τις διαδικασίες ανάθεσης και εκτέλεσης των

συμβάσεων κατά το ν. 3316/05. Τα πρότυπα αυτά τεύχη δεν ήταν «εγκεκριμένα» με υπουργική

απόφαση, δηλαδή δεν είχαν υποχρεωτική εφαρμογή, όπως ρητώς σημειώνονταν στις εγκυκλίους 21

και 29/05, οι οποίες συνόδευαν τα πρότυπα τεύχη.

Ήδη, αρχής γενομένης από τις προκηρύξεις ανάθεσης συμβάσεων με τις διαδικασίες των άρθρων 7

και 9 του νόμου, δημοσιεύονται πλέον νέες «εγκεκριμένες» προκηρύξεις, με σκοπό:

1. Την επικαιροποίηση των προκηρύξεων με την προσθήκη ή αφαίρεση διατάξεων σε

εφαρμογή νέων νομοθετικών ή κανονιστικών ρυθμίσεων.

2. Την ομοιόμορφη εφαρμογή του νόμου και την απλούστευση των διαδικασιών, στις

περιπτώσεις που αυτό καθίσταται δυνατό.

Οι νέες προκηρύξεις θα εφαρμοσθούν υποχρεωτικά στους διαγωνισμούς στους οποίους η έγκριση

της Προκήρυξης θα πραγματοποιηθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 2008.

235

Page 240: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

Με την παρούσα εγκύκλιο επισημαίνονται οι σημαντικότερες διαφορές των νέων προκηρύξεων

σε σχέση με τις προηγούμενες πρότυπες προκηρύξεις των αντίστοιχων τύπων:

Α. Οι νέες προκηρύξεις είναι πλέον εγκεκριμένες με υπουργική απόφαση, κατά το άρθρο 11

παρ. 4 του ν. 3316/05, δηλαδή υποχρεωτικές για τις αναθέτουσες αρχές, ενώ τα μέχρι τούδε

ισχύοντα τεύχη είχαν πιλοτικό χαρακτήρα, ήταν δηλαδή πρότυπα υποδείγματα που μπορούσαν να

τροποποιηθούν κατά τη διαδικασία έγκρισής τους (βλέπετε σχετική σημείωση στην εγκύκλιο Ε 21).

Β. Όλες οι υποσημειώσεις μεταφέρθηκαν στο τέλος του εγγράφου. Περαιτέρω διευκρινίζεται

στην αρχή των υποσημειώσεων ότι οι υποσημειώσεις πρέπει να χορηγούνται στους

ενδιαφερόμενους, μαζί με την προκήρυξη, ώστε εκτός από την παροχή αναγκαίων και χρήσιμων

ερμηνευτικών πληροφοριών στην αναθέτουσα αρχή για τη σύνταξη της προκήρυξης, να παρέχουν

εξηγήσεις προς τους ενδιαφερόμενους για τον τρόπο ερμηνείας των όρων της προκήρυξης που

πρόκειται να εφαρμόσει η αναθέτουσα αρχή.

Γ. Με τις βελτιώσεις του άρθρου 2 διευκολύνεται η κατανόηση των κανόνων επικοινωνίας με

την αναθέτουσα αρχή κατά τη φάση προετοιμασίας των προσφορών και τίθενται συγκεκριμένες

προθεσμίες. Επίσης οι αναθέτουσες αρχές είναι υποχρεωμένες να αναφέρουν τις συγκεκριμένες

ημερομηνίες κατά τις οποίες θα χορηγούν τεύχη, συμπληρωματικές πληροφορίες, θα δέχονται

διευκρινιστικές ερωτήσεις κ.λ.π. με σκοπό την πλήρη διαφάνεια της διαδικασίας ενημέρωσης των

ενδιαφερομένων.

Δ. Σχετικά με το περιεχόμενο των τεχνικών προσφορών:

1. Απλοποιούνται αφενός οι διαδικασίες σύνταξης των τεχνικών προσφορών από τους υποψήφιους

και αφετέρου του ελέγχου, αξιολόγησης και βαθμολόγησής τους από την αναθέτουσα αρχή, αφού

πλέον τίθενται όρια στην έκταση των φακέλων (συγκεκριμένος αριθμός σελίδων των οποίων η

υπέρβαση υποχρεώνει την αναθέτουσα αρχή να μην εκτιμά το υπερβάλλον υλικό).

2. Διευκρινίζεται καλύτερα τόσο το απαραίτητο περιεχόμενο των τεχνικών προσφορών

(οργανόγραμμα, στελέχωση ομάδας μελέτης), όσο και τα κριτήρια..

3. Μετά από τροποποίηση των σχετικών διατάξεων του ν. 3316/05 δεν αξιολογείται πλέον ο

φόρτος των μελών της ομάδας μελέτης.

4. Το κριτήριο της οργανωτικής αποτελεσματικότητας κ.λ.π. διαιρείται σε δύο υποκριτήρια το

πρώτο των οποίων (Αποτελεσματικότητα της προταθείσας κατά την παρ. 21.7.2 Έκθεσης

Μεθοδολογίας) έχει βαρύτητα 40 % στη συνολική βαθμολογία του όλου κριτηρίου και το

δεύτερο (Οργανωτική αποτελεσματικότητα της προταθείσας κατά την παρ. 21.7.3 Ομάδας Μελέτης)

60%. Με τον τρόπο αυτό καθίσταται περισσότερο διαφανής η διαδικασία αξιολόγησης και

βαθμολόγησης της τεχνικής προσφοράς.

Ε. Σχετικά με τα τυπικά δικαιολογητικά (δικαίωμα συμμετοχής, διαπίστωση προσωπικής

καταλληλότητας και τεχνικής ικανότητας), καθίσταται πιο ορθολογική η οργάνωση του φακέλου και

απλοποιείται η διαδικασία. Συγκεκριμένα:

1. Οι αλλοδαποί διαγωνιζόμενοι δεν προσκομίζουν βιογραφικά σημειώματα για την απόδειξη της

«γενικής εμπειρίας», αλλά μια υπεύθυνη δήλωση ότι διαθέτουν την απαιτούμενη εμπειρία

236

Page 241: _Μητκίδης Δημόσια Έργα και Μελέτες

(21.2.3β), δηλώνοντας ταυτόχρονα τα στελέχη που έχουν αυτή την εμπειρία (ούτως ώστε να είναι

γνωστά αυτά τα πρόσωπα από την κατάθεση των δικαιολογητικών). Ο τελικός έλεγχος γίνεται

πλέον στον ανάδοχο, ο οποίος προσκομίζει τα σχετικά στοιχεία στο τέλος με τη διαδικασία του

άρθρου 23.1.3.

2. Απλοποιείται η διαδικασία διαπίστωσης της νομιμοποίησης των διαγωνιζομένων (παρ. 21.1.).

Ο υπογράφων για λογαριασμό διαγωνιζομένου (ή σύμπραξης) ως νόμιμος εκπρόσωπος θεωρείται

ότι έχει την απαραίτητη νομιμοποίηση και δεν προσκομίζονται καταστατικά, αποφάσεις οργάνων

κ.λ.π.. Η αναγκαία διαπίστωση γίνεται στο τέλος (όπως αναφέρεται στην παρ. 23.1.1).

3. Σχετικά με την εγγυητική επιστολή συμμετοχής, αναφέρεται ότι υφίσταται ένα ελάχιστο πλαίσιο

υποχρεώσεων (όπως αναφέρεται και στο π.δ. 394/95 - περί προμηθειών) ώστε να μη

δημιουργούνται χωρίς σημαντική αιτία περιπτώσεις αποκλεισμού διαγωνιζομένων.

ΣΤ. Άλλες βελτιώσεις:

α) Στο άρθρο 3 διευκρινίζεται ότι λόγοι αποκλεισμού των διαγωνιζομένων που ορίζονται ρητά στο

νόμο ισχύουν κι αν ακόμα δεν αναφέρονται ρητά στην Προκήρυξη. Επίσης απλοποιείται η

διαδικασία υποβολής προσφορών και διευκρινίζονται θέματα που προέκυψαν στην πρώτη εφαρμογή

των προτύπων προκηρύξεων. Καθορίζεται επί πλέον πιο διαφανής διαδικασία για τον καθορισμό

νέας ημερομηνίας διεξαγωγής του διαγωνισμού αν αυτός δεν διεξαχθεί κατά την καθορισμένη

ημερομηνία υποβολής προσφορών.

β) Στην παρ. 4.5 ορίζονται με συγκεκριμένο τρόπο από την ίδια την αναθέτουσα αρχή τα όρια

(άνω και κάτω) παραδεκτού των οικονομικών προσφορών.

γ) Στην παρ. 4.8 ορίζεται ρητώς ότι η προθεσμία απόφασης της Π.Α. επί των ενστάσεων κατά του

πρώτου πρακτικού είναι ενδεικτική, διευκρινίζεται πάντως ότι πρέπει υποχρεωτικά να εκδοθεί

απόφαση για να ολοκληρωθεί το στάδιο αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών.

δ) Στην παρ. 5.1 ορίζεται ότι η απόφαση κατακύρωσης δεν κοινοποιείται στον επιλεγέντα

ανάδοχο, αλλά ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 5.3.

ε) Στην παρ. 6.3 ορίζεται ότι η σύμβαση (ιδιωτικό συμφωνητικό) υπογράφεται από τον

Προϊστάμενο της Δ.Υ., μπορεί όμως, κατ΄ επιλογή της Π.Α. να τεθεί στη διακήρυξη άλλο όργανο ή

το κατά νόμον αρμόδιο όργανο.

Σημειώνεται επίσης ότι η αριθμ. Δ17/04/17/ΦΝ439.3/22.1.2007 απόφαση του Υπουργού

ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (ΦΕΚ Α΄ 103), που αφορά τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των υπαλλήλων που

ασκούν την επίβλεψη των μελετών, είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα της Γ.Γ.Δ.Ε. στο σημείο

«Αναθέσεις Μελετών και Παροχής Υπηρεσιών».

Της Εγκυκλίου αυτής να λάβουν γνώση όλοι οι αρμόδιοι υπάλληλοι των Υπηρεσιών σας,

οι οποίοι εντέλλονται στην πιστή εφαρμογή της. Επιπλέον να αναρτηθεί η παρούσα Εγκύκλιος και η

εγκριτική υπουργική απόφαση με τα συνημμένα πρότυπα τεύχη προκηρύξεων στην ιστοσελίδα της

Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων (www.ggde.gr- Αναθέσεις Μελετών και Παροχής

Υπηρεσιών).

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΕΧΩΔΕ

237