ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ / Ερνέστ Ρενάν, Σατωμπριάν,...
DESCRIPTION
Η θέα της Ακρόπολης προσελκύει το βλέμμα, αποκαλύπτει την αρχιτεκτονική ενός τοπίου που παραμένει παρ' όλ' αυτά ερμητικά κλειστό, μέσα στη σιωπή και στο μυστήριο. Να ποιο είναι το σημείο συνάντησης των τριών περιηγητών του 19ου αιώνα, οι οποίοι κουβαλούν στις αποσκευές τους την ανάμνηση τούτων των ερειπίων που αποτράβηξαν τους ανθρώπους από τον τρόμο και το θάνατο, από τη βαρβαρότητα. Οι Ρενάν, Σατωμπριάν και Κινέ συμφωνούν στην άποψη ότι η Ακρόπολη είναι ένα είδος κιβωτού του πολιτισμού - η μοναδική, από αυτή την άποψη, κιβωτός που διασώθηκε μέχρι τις μέρες μας.TRANSCRIPT
Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ Κ ΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
ΡΕΝΑΝ
ΣΑΤΩΜΠΡΙΑΝ
Κ Ι Ν Ε
Επίσκεψη στην Ακρόπολη
Μ Α Τ Ι Ε Σ Κ Α Ι Τ Ο Π Ο Ι
Μ Α Τ Ι Ε Σ Κ Α Ι
Η θέα της Ακρόπολης προσελκύει το βλέμμα,
αποκαλύπτει την αρχιτεκτονική ενός τοπίου που παραμένει
παρ' όλ' αυτά ερμητικά κλειστό, μέσα στη σιωπή και στο
μυστήριο. Να ποιο είναι το σημείο συνάντησης των τριών περιηγητών του 190υ αιώνα,
οι οποίοι κουβαλούν στις αποσκευές τους την ανάμνηση
τούτων των ερειπίων που αποτράβηξαν τους ανθρώπους από τον τρόμο και το θάνατο,
από τη βαρβαρότητα. Οι Ρενάν, Σατωμπριάν και Κινέ
συμφωνούν στην άποψη ότι η Ακρόπολη είναι ένα είδος
κιβωτού του πολιτισμού -η μοναδική, από αυτή την
άποψη, κιβωτός που διασώθηκε μέχρι τις μέρες μας.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΛΕΞΑ ΔΡΟΣ ΖΑΓΚΟΥΡΟΓΛΟΥ
ISBN 960·03·2380·1
1111111111 11 1 11111111111 9 789600 323801
Τ Ο Π Ο Ι
Ερνέστ Ρενάν Γεννήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1823 στο Τρεγιέ της Βρετάνης. Σπούδασε Θεολογία και έλαβε το ιερατικό σχήμα, το οποίο σύντομα απέβαλε λόγω αμφιβολιών και αναζήτησης νέων ορι
ζόντων. Στη συνέχεια σπούδασε Φι
λοσοφία και επιδόθηκε σε πλείστες επιστημονικές μελέτες. Το 1862 διορίστηκε καθηγητής στο Κολέγιο της Γαλλίας, αλλά αναγκάστηκε να διακόψει τις παραδόσεις του όταν αποκάλεσε
τον Ιησού «ασύγκριτο άνθρωπο». Το 1863 εξέδωσε το πολύκροτο βιβλίο Η ζωή του Ιησού, που προκάλεσε μεγά
λο σάλο διότι παρουσίαζε τον Χριστό ως άνθρωπο και όχι ως υιό του Θεού. Το 1865 επισκέφθηκε την Αθήνα, όπου
και συνέθεσε την περίφημη Πρoσεux!ι πάνω στηνΑχρόπολη. Πέθανε στο Πα
ρίσι στις 2 Οκτωβρίου 1892.
ΦραγκΙσκος Ρενέ ντε Σατωμπριάν Γεννήθηκε το 1768 στο Σεν Μαλό. Άρχισε τη σταδιοδρομία του ως αξιωματικός και στη συνέχεια, το 1791, ταξί
δεψε ως εξερευνητής στη Β. Αμερική.
Επέστρεψε στη Γαλλία κατά την πε
ρίοδο της Γαλλικής Επανάστασης και κατετάγη στο στρατό των εξόριστων Γάλλων ευγενών για να υπερασπίσει το βασιλικό καθεστώς. Τραυματίστηκε και κατέφυγε στο Λονδίνο, όπου πέ
ρασε περίοδο πλήρους ένδειας. Η επι
στροφή του στο Παρίσι σηματοδοτεί τη μεγάλη μεταστροφή στην ψυχή του. Ως συΙΎραφέας αναδεικνύεται με το έργο του Α ταλά ή Έρωτες δύο αΥρίων στην έρημο το 1800. Υπήρξε δεινός πο
λέμιος του Ναπολέοντα. Κατά την παλινόρθωση των Βουρβόνων διορίστηκε Υπουργός Εξωτερικών. Το 1811 δημοσίευσε το ΟδοιποριΧό από το Παρίσι στην Ιερουσαλήμ. Ένθερμος φιλέλλη-
νας, υποστήριξε την Ελλάδα κατά την Επανάσταση του 1821. Πέθανε φτωχότατος το 1848.
Εντγκάρ Κινέ Γεννήθηκε στο Μπουρ-αν-Μπρες το 1803. Σπούδασε στο Στρασβούργο, στη
Γενεύη και στο Παρίσι. Σε ηλικία είκοσι δύο χρόνων προλόγισε και μετέφρασε στα γαλλικά το βιβλίο του Χέρδερ Φιλοσοφία της ιστορίας της ανθρωπότητας, επισύροντας την προσο
χή του Γκαίτε και του Σατωμπριάν. Το 1842 δημοσίευσε το σημαντικότερο
έργο του, Το πνεύμα των θρησχειών. Ήδη από το 1841 είχε διοριστεί στο Κολέγιο της Γαλλίας, όπου οι παραδόσεις του άφησαν εποχή. Με το στενό του φίλο Μισελέ, επιτέθηκε στον κληρικαλισμό και υπερασπίστηκε δυ
ναμικά τα δημοκρατικά ιδεώδη. Εκ
διώχθηκε από τη Γαλλία το 1852 και επιδόθηκε σε ιστορικές και φιλοσοφικές μελέτες, καθώς και στην αυτοβιογραφία του με τίτλο Ιστορία των ιδεών μου. Τα άπαντά του καταλαμβάνουν είκοσι οκτώ τόμους. Πέθανε στο Πα
ρίσι το 1875.
Στο εξώφυλλο:
Φωτογραφία του James Robertson (1854). Αρχείο Μουσείου Μπενάκη.
ΜΑΤΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟΠΟΙ •
ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΓΚΩΤΙΕ
Κωνσταντινούπολη
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΑΣΚΑΛΑΚΗ
Ο ένοικος του τίποτα
ΠΙΡΕΣ ΖΟΖΕ ΚΑΡΔΟΖΟ
ΛΙΣΑΒΟΝΑ - Ημερολόγιο καταστρώματος
ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΜΑΣΠΕΡΟ
ΤΟ βαλκανικό πέρασμα
ΓΙΟΖΕΦ ΜΠΡΟΝΤΣΚΙ
Υ δατογράφημα -Το τραγούδι του εκκρεμούς
ΓΚΥ ΝΤΕ ΜΩΠΑΣΑΝ
Από την Τύνιδα στο Καϊρουάν
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΟΛΛΑΣ
Μικρά ταξείδια
ΡΕΝΑΝ + ΣΑΤΩΜΠΡΙΑΝ + ΚΙΝΕ
Επίσκεψη στην Ακρόπολη
ΠΑΤΡΙΣΙΑ ΣΤΟΡΑΣ
Δ είπνο με την Π ερσεφόνη
ΡΕΝΑΝ • ΣΑΤΩΜΠΡΙΑΝ • ΚΙΝΕ
ΕΠΙΣΚΕΨΗ
ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑπαΤΑ ΓΑλλΙΚΑ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣΖΑΓΚΟΥΡΟΓΛΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΓΑΝΙΩΤΗ ΑΘΗΝΑ 1999
ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: Chateaubriand, Quinet & Renan,
Vu sur Ι 'Aaopole
., Copyright για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 1998
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΊΑΝΙΩΤΗ Α.ε Ζαλόγγου 11, 10678 Αθήνα 'Ii: 330.12.08 - 330.13.27 FAX: 384.24.31 e-mail: [email protected]
www.kastaniotis.com
ISBN 960-03-2380-1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Ερvέστ Ρεvάv ΠΡΟΣΕγΧΗ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ
9
Σατωμπριάv ΑΘΗΝΑ
η
Εvryκάρ Κιvέ Η ΑΘΗΝΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ
ιιι
Ερνέστ Ρενάν
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΠΑ ΝΩ ΣΤΗΝ Α ΚΡΟΠΟΛΗ
ΙΣΤορΙΚΉ ΜΟΥ ΜΝΉΜΗ ΑΡΓΗΣΕ πο
λύ να ξυπνήσει. Το επιτακτικό καθήκον που με υποχρέωνε στα χρόνια της νιότης μου να επιλύω
από μόνος μου, όχι με την ψυχρότητα του θεωρητικού, αλλά με τη θέρμη εκείνου που αγωνίζεται για τη ζωή, τα ύψιστα προβλήματα της φιλοσοφίας και της θρησκείας, δε μου άφησε σχεδόν καθόλου χρόνο να κοιτάξω προς τα πίσω. Στη συνέχεια, ριγμένος μέσα στο ρεύμα του αιώνα μου, που τον αγνοούσα πλήρως, βρέθηκα μπροστά σ' ένα θέαμα πραγματικά τόσο καινούριο σαν μια κοινωνία του Κρόνου ή της Αφροδίτης για κάποιον που θα είχε την τύχη να τη δει. Και το θέαμα αυτό μου φάνηκε ισχνό, ηθικά κατώτερο απ' ό,τι είχα δει στο Ισσύ και στον Άγιο Σουλπίκιο. Ωστόσο, η επιστημονική
- 9 -
και κριτική ανωτερότητα ανθρώπων όπως ο Ευγένιος Μπιρνούφ, η ασύγκριτη ζωή που απέπνεε μια συζήτηση με τον κύριο Κουζέν, ο μεγάλος εκσυγχρονισμός που επιχειρούσε η Γερμανία σ' όλες σχεδόν τις ιστορικές επιστήμες, στη συνέχεια, τα ταξίδια και τέλος το πάθος της δημιουργίας, με παρ ασύρανε και δε μου επιτρέψανε να διαλογιστώ πάνω σε χρόνια τόσο μακρινά. Η παραμονή μου στη Συρία με απομάκρυνε ακόμη περισσότερο από τις αρχα·ίκές μου αναμνήσεις. Οι εντελώς καινούριες εντυπώσεις που βρήκα εκεί, τα οράματα ενός θείου κόσμου, άγνωστου στην κρύα, μελαγχολική μου πατρίδα, με απορρόφησαν ολοκληρωτικά. Για ένα διάστημα, τα όνειρά μου τα στοίχειωνε η φλογισμένη οροσειρά της Γαλαάδ, η κορυφή του Σαφέδ, εκεί όπου εμφανίστηκε ο Μεσσίας. Η Κάρμηλος και τα λιβάδια της με τις ανεμώνες που έσπειρε ο Θεός. Η χαράδρα της Άφακα απ' όπου πηγάζει ο Άδωνις. Πράγμα παράξενο, είναι στην Αθήνα, το 1865, που ένιωσα για πρώτη φορά ένα έντονο συναίσθημα επιστροφής στο παρελθόν, κάτι σαν μια δροσερή, διαπεραστική αύρα που ερχόταν από πολύ μακριά.
- 1 0 -
Η εντύπωση που μου έκανε η Αθήνα είναι ό,τι εντονότερο έχω νιώσει ποτέ μου, Η τελειότητα υπήρξε μόνο μια φορά και σε έναν τόπο και ο τόπος αυτός ήταν η Αθήνα, Δεν είχα φανταστεί ποτέ κάτι παρόμοιο, Είχα μπροστά μου το ιδεώδες, αποκρυσταλλωμένο σε μάρμαρο πεντελικό, Μέχρι τότε, πίστευα πως δεν υπάρχει τελειότητα σ' αυτόν τον κόσμο, Μια μόνο αποκάλυψη μού είχε φανεί πλησιέστερη στο απόλυτο, Από πολύ καιρό, δεν πίστευα πια στο θαύμα, με τη στενή έννοια της λέξης, Ωστόσο, το μοναδικό πεπρωμένο του ιουδα'ίκού λαού, με κατάληξη τον Ιησού και το χριστιανισμό, μου είχε φανεί σαν κάτι εντελώς ξεχωριστό, Να, λοιπόν, που πλάι στο ιουδα'ίκό θαύμα ήρθε να τοποθετηθεί για μένα και το ελληνικό θαύμα, κάτι μοναδικό, που κανείς από μας δεν το είδε ούτε ποτέ θα το δει, αλλά που το προ'ίόν του θα διαρκέσει αιώνια, θέλω να πω, ένα πρότυπο αιώνιας ομορφιάς απαλλαγμένο από εθνικά ή τοπικά στίγματα, Ήξερα καλά, πριν απ' το ταξίδι μου, πως η Ελλάδα είχε γεννήσει την επιστήμη, την τέχνη, τη φιλοσοφία, τον πολιτισμό, Αγνοούσα όμως την κλίμα-
- 1 1 -
κα. Όταν είδα την Ακρόπολη, μου αποκαλύφθηκε το θείο όπως και την πρώτη φορά που ένιωσα να ζωντανεύει το Ευαγγέλιο στη θέα της κοιλάδας της Ιορδανίας από τα υψώματα του Κασιούν. Και τότε, όλος ο υπόλοιπος κόσμος μού φάνηκε βάρβαρος. Η Ανατολή με ξάφνιασε με το στόμφο της, την επιδεικτική της χλιδή, την επιτήδευσή της. Οι Ρωμαίοι δεν ήταν παρά άξεστοι στρατιώτες. Η μεγαλοπρέπεια ακόμη και του πιο όμορφου ανάμεσά τους, ενός Αυγούστου ή ενός Τρα'ίανού, μου φάνταζε σαν μια φτιαχτή πόζα μπροστά στην άνεση και την απλή ευγένεια αυτών των περήφανων και ήρεμων πολιτών. Κέλτες, Γερμανοί, Σλάβοι μου φαίνονταν σαν ευσυνείδητοι αλλά απολίτιστο ι Σκύθες. Έβρισκα το Μεσαίωνά μας άκομψο και ανέκφραστο, αδικαιολόγητα υπερήφανο και σχολαστικό. Ο Καρλομάγνος μου έδινε την εντύπωση χοντροκομμένου Γερμανού ιπποκόμου. Οι ιππότες μας δεν ήταν παρά μπουνταλάδες, τέτοιοι που θα προκαλούσαν το γέλιο του Θεμιστοκλή και του Αλκιβιάδη. Υπήρξε ένας λαός αριστοκρατών, ένα κοινό αποτελούμενο εξ ολοκλήρου από γνώστες,
- 1 2 -
μια δημοκρατία που ύφανε τόσο λεπτές αποχρώσεις της τέχνης που ακόμη και οι εκλεπτυσμένοι μας μόλις και μετά βίας τις διακρίνουν. Υπήρξε ένα κοινό ικανό να καταλάβει σε τι συνίσταται η ομορφιά των Προπυλαίων και η ανωτερότητα των γλυπτών του Παρθενώνα. Αυτή η αποκάλυψη του αληθινού και απλού μεγαλείου άγγιξε τα βάθη της ύπαρξής μου. Ό,τι είχα γνωρίσει μέχρι τότε μου φάνηκε σαν την αδέξια προσπάθεια μιας υποκριτικής τέχνης, σαν μια ροκοκό σύνθεση αφελούς στόμφου, τσαρλατανισμού και καρικατούρας.
Και είναι πάνω στην Ακρόπολη, κυρίως, που με κατακλύσανε αυτά τα συναισθήματα. Ένας θαυμάσιος αρχιτέκτονας με τον οποίο είχα συνταξιδέψει συνήθιζε να μου λέει πως για εκείνον η αλήθεια των θεών ήταν ανάλογη με τη στέρεα ομορφιά των ναών που είχαν ανεγερθεί προς τιμή τους. Κρίνοντάς την από τη σκοπιά αυτή, η θεά Αθηνά θα πρέπει να ήταν πέρα από κάθε συναγωνισμό. Το εκπληκτικό, πράγματι, είναι πως το ωραίο εδώ ταυτίζεται με την απόλυτη σεμνότητα, το μέτρο, το σεβασμό προς τη θεότητα. Τα κρυμμένα τμήμα-
- 1 3 -
τα του ναού είναι εξίσου καλοφτιαγμένα μ' εκείνα που είναι ορατά. Καμιά απ' τις οφθαλμαπάτες που ιδιαίτερα στις εκκλησίες μας αποτελούν τη συνεχή προσπάθεια να παραπλανήσουν τη θεότητα σε σχέση με την αξία της προσφοράς. Αυτή η σοβαρότητα, η ευθύτητα μ' έκαναν να κοκκινίσω για τις θυσίες που πρόσφερα σ' ένα λιγότερο καθαρό ιδανικό. Οι ώρες που πέρασα πάνω στον ιερό λόφο ήταν ώρες προσευχής. Όλη μου η ζωή κύλησε μπροστά στα μάτια μου σαν μια εκ βαθέων εξομολόγηση. Αλλά το πιο περίεργο ήταν ότι, εξομολογούμενος τις αμαρτίες μου, κατέληξα να τις αγαπήσω. Η απόφασή μου να γίνω κλασικός μ' έσπρωξε, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, στον αντίθετο πόλο. Ένα παλιό χαρτί που βρήκα ανάμεσα στις ταξιδιωτικές μου σημειώσεις περιέχει τα εξής:
Η προσευχή μου πάνω στην Ακρόπολη όταν κατανόησα την τέλεια ομορφιά
«Δέσποινα, εσύ ! Ομορφιά απέριττη και αληθινή! Θεά που η λατρεία σου σημαίνει λογική και σωφροσύνη, εσύ, που ο ναός σου αποτελεί αέναο μά-
- 1 4 -
θημα συνείδησης και ειλικρίνειας. Φτάνω καθυστερημένος στο κατώφλι των μυστηρίων σου. Στο βωμό σου καταθέτω τις τύψεις μου. Για να σε βρω χρειάστηκαν ατέλειωτες αναζητήσεις. Τη μύηση που παραχωρούσες στο νεογέννητο Αθηναίο μ' ένα χαμόγελο, εγώ την κατέκτησα μέσα από διαλογισμούς, μετά από μακρόχρονες προσπάθειες.
»Γεννήθηκα, γαλανομάτα θεά, από γονείς βάρβαρους, ανάμεσα στους καλούς και αγαθούς Κιμμέριους που κατοικούν στις όχθες μιας θάλασσας σκοτεινής, σπαρμένης με βράχους, ανεμοδαρμένης. Τον ήλιο σπάνια τον βλέπουν εκεΙ Άνθη τους είναι τα θαλασσινά μούσκλια, τα φύκια και τα πολύχρωμα κοχύλια στα βάθη των έρημων κόλπων. Τα σύννεφα είναι άχρωμα και η χαρά ως κι αυτή είναι σκυθρωπή. Όμως, μέσα απ' τα βράχια αναβλύζουν κρυστάλλινα νερά και τα μάτια των νεαρών κοριτσιών θυμίζουν πράσινες πηγές όπου πάνω σε στρώματα κυματιστών βρύων καθρεφτίζεται ο ουρανός.
»Οι πρόγονοί μου, ως εκεί που μπορώ ν' ανατρέξω, είχαν αφιερωθεί στα μακρινά ταξίδια, σε
- 1 5 -
θαλασσες που οι Αργοναύτες σου δε γνώρισαν ποτέ. Μικρός, ακουγα τα τραγούδια των πολικών ταξιδιών. Νανουριζόμουν με τις θύμησες κινούμενων παγων, πόντων σκεπασμένων με γαλακτερή ομίχλη, νησιών κατοικημένων από πουλια που τραγουδούν στα διαλείμματα τους και που σκοτεινιαζουν τον ουρανό όταν ξαναφεύγουν πετώντας όλα μαζί.
»Ιερείς μιας ξένης θρησκείας προερχόμενης από τους Σύριους της Παλαιστίνης ανέλαβαν τη διαπαιδαγώγησή μου. Οι ιερείς αυτοί ήταν σοφοί και αγιοι. Μου έμαθαν τις ατέρμονες ιστορίες του Χρόνου που δημιούργησε τον κόσμο και του γιου του ο οποίος, λένε, ταξίδεψε στη γη. Οι ναοί τους είναι τρεις φορές ψηλότεροι απ' το δικό σου, Ευρυθμία, και μοιαζουν με δαση. Μόνο που δεν είναι στέρεοι. Καταρρέουν μετα από πεντακόσια ή εξακόσια χρόνια. Πρόκειται για ονειροφαντασίες βαρβαρων που νόμισαν πως θα μπορούσαν να φτιαξουν κατι καλό έξω απ' τους νόμους που εσύ χαραξες για τους μυημένους σου, ω Λογική ! Κι όμως, οι ναοί αυτοί μου αρεσαν, γιατί δεν είχα μελε-
- 1 6 -
τήσει τη θε·ίκή σου τέχνη. Εκεί εύρισκα το Θεό μου. Θυμάμαι ακόμη τους ύμνους που ψέλνονταν μέσα σ' αυτούς: "Χαίρε, άστρο της θάλασσας ... βασίλισσα όλων των πονεμένων σ' αυτή την κοιλάδα δακρύων". Ή ακόμη: "Μυστικό ρόδο, φιλντισένιε πύργε, χρυσή κατοικία, άστρο της αυγής . . . ". Άκου, θεά μου, όποτε θυμάμαι αυτούς τους ύμνους, η καρδιά μου λιώνει, γίνομαι σχεδόν αποστάτης. Συγχώρα μου αυτή την αδυναμία. Δεν μπορείς να φανταστείς τη γοητεία που οι βάρβαροι θαυματοποιοί έκλεισαν μέσα σ' αυτούς τους στίχους και πόσο μου κοστίζει ν' ακολουθώ τη γυμνή λογική.
»Κι ακόμη αν ήξερες πόσο δύσκολο έγινε να σε υπηρετώ! Χάθηκε πια κάθε ευγένεια. Οι Σκύθες υπέταξαν τον κόσμο. Έσβησε η δημοκρατία των ελεύθερων ανθρώπων. Μονάχα βασιλιάδες, γόνοι άμουσου αίματος, άνακτες που θα σου προκαλούσαν γέλιο. Δυσκίνητοι Υπερβόρεοιl αποκαλούν ελαφρόμυαλους αυτούς που σε λατρεύουν . . . Μια τρομακτική παμβοιωτία,2 μια συνένωση όλων των ανοησιών απλώνει πάνω στον· κόσμο μολύβδινο κάλυμμα που καταπνίγει ό,τι βρίσκεται από κάτω.
- 1 7 -
Ακόμη κι αυτούς που σε τιμούν πόσο πρέπει να τους λυπάσαι! Θυμάσαι εκείνο τον Καληδόνιο που πριν πενήντα χρόνια έσπασε το ναό σου μ' ένα σφυρί για να τον μεταφέρει στη Θούλη;3 Έτσι κάνουν όλοι. . . Έγραψα, σύμφωνα με τους κανόνες που αγαπάς, ω Θεονόη, τη ζωή του νεαρού Θεού που υπηρέτησα στην παιδική μου ηλικία. Με αποκάλεσαν Ευήμερο. 4 Μου γράφουν για να με ρωτήσουν ποιος ήταν ο σκοπός μου. Δεν εκτιμούν παρά ό,τι βοηθάει να γεμίσουν τα τεράστια τραπέζια τους. Και γιατί γράφει κανείς για τη ζωή των θεών, ω Ουρανοί, αν όχι για να παροτρύνει στην αγάπη του θε·ίκού τους στοιχείου και για να καταδείξει ότι αυτό το θε·ίκό στοιχείο ζει ακόμη και θα ζει αιώνια στην καρδιά της ανθρωπότητας;
»Θυμάσαι τη μέρα εκείνη, τη χρονιά που επώνυμος άρχονταςS ήταν ο Διονυσιόδωρος, τον άσχημο μικρό Εβραίο6 που, μιλώντας τα ελληνικά των Συρίων, ήρθε εδώ, διέτρεξε τα Προπύλαιά σου χωρίς να σε κατανοήσει, διάβασε στραβά όλες τις επιγραφές σου και θάρρεψε πως βρήκε μέσα στο ναό σου βωμό αφιερωμένο σ' ένα θεό, τον ά-
- 1 8 -
γνωστο θεό. Ε, λοιπόν, εκείνος ο μικρός Εβραίος νίκησε. Για χίλια χρόνια, σε χαρακτήρισαν είδωλο, εσένα την Αλήθεια! Για χίλια χρόνια, ο κόσμος έγινε μια έρημος όπου δε φύτρωνε κανένα λουλούδι. Όλο αυτόν τον καιρό εσύ σώπαινες, Σάλπιγγα, Σειρήνα της σκέψης. Θεά της τάξης, εικόνα της ουράνιας σταθερότητας, υπήρξαμε ένοχοι γιατί σ' αγαπούσαμε και σήμερα, που μέσα από ευσυνείδητη προσπάθεια καταφέραμε να σε πλησιάσουμε, μας κατηγορούν για έγκλημα ενάντια στο ανθρώπινο πνεύμα επειδή σπάσαμε τις αλυσίδες που αψήφησε ο Πλάτωνας.
»Μόνο εσύ είσαι νέα, ω Κόρη. Μόνο εσύ αγνή, Παρθένε. Μόνο εσύ υγιής, Υγεία. Μόνο εσύ κραταιή, Νίκη. Προστάτιδα των πόλεων, Πρόμαχε. Συντρόφισσα του Άρη είσαι, Αρεία. Σκοπός σου, όμως, η ειρήνη, Ειρηνεύτρα. Νομοθέτρια, πηγή των δίκαιων θεσμών. Δημοκρατία, εσύ που θεμελιακό σου δόγμα είναι πως κάθε καλό εκπορεύεται από το λαό και πως εκεί που δεν υπάρχει λαός για να θρέψει και να εμπνεύσει το πνεύμα δεν υπάρχει τίποτε, μάθε μας να βγάζουμε μέσα απ' τα
- 1 9 -
ακατέργαστα πλήθη διαμάντια. Πρόνοια του Δία, θε'ίκή εργάτρια, μητέρα κάθε επαγγέλματος, προστάτιδα της εργασίας, Εργάνη, εσύ που αποτελείς την ευγένεια του πολιτισμένου εργάτη και τον τοποθετείς πολύ πιο πάνω από τον οκνηρό Σκύθη. Σοφία, εσύ που ο Δίας σε γέννησε αφού διπλώθηκε στα δύο και πήρε βαθιά ανάσα. Εσύ που κατοικείς μέσα στον πατέρα σου απόλυτα συνυφασμένη με την ουσία του. Εσύ που είσαι η σύντροφός του και η συνείδησή του. Ενέργεια του Δία, σπίθα που ανάβει και συντηρεί τη φλόγα μέσα στους ήρωες και στους δαιμόνιους ανθρώπους, κατάστησέ μας ολοκληρωμένα πνεύματα. Την ημέρα που οι Αθηναίοι και οι Ρόδιοι πάλεψαν για την εύνοιά σου, εσύ διάλεξες να παραμείνεις με τους Αθηναίους, επειδή ήταν σοφότεροι. Ο πατέρας σου, βέβαια, έστειλε από ψηλά, πάνω απ' την πόλη των Ροδίων, τον Πλούτο μέσα σ' ένα χρυσό σύννεφο, επειδή είχαν τιμήσει κι αυτοί την κόρη του. Οι Ρόδιοι απόκτησαν πλούτη, αλλά οι Αθηναίοι δέχτηκαν το πνεύμα, δηλαδή την αληθινή ευτυχία, την αιώνια χαρά, τη θε'ίκή παιδικότητα της καρδιάς.
- 20 -
»0 κόσμος δε θα σωθεί παρά επιστρέφοντας σε σένα, αποτινάσσοντας τα βαρβαρικά δεσμά του. Ας τρέξουμε όλοι μαζί σαν ένα σώμα. Λαμπρή εκείνη η μέρα, όταν όλες οι πόλεις που άρπαξαν τα σπασμένα κομμάτια του ναού σου, Βενετία, Παρίσι, Λονδίνο, Κοπεγχάγη, θ' αποκαταστήσουν τα κλοπιμαία, θα σχηματίσουν ιερές θεωρίες για να επιστρέψουν τα κομμάτια που έχουν στην κατοχή τους λέγοντας "Συγχώρα μας, θεά! Ήταν για να τα σώσουμε απ' τα κακά πνεύματα της νύχτας", και θα ξαναχτίσουν τα τείχη σου κάτω απ' τους ήχους του αυλού, για να ξεπλύνουν το έγκλημα του άθλιου Λύσανδρου ! Μετά, θα πάνε στη Σπάρτη να καταραστούν το χώμα της ΠΟ1)
υπήρξε πηγή τόσων σφαλμάτων και να τη χλευάσουν που δεν υπάρχει πια.
»Πιστός σε σένα, θ' αντισταθώ στους ολέθριους συμβουλάτορές μου: το σκεπτικισμό που με κάνει ν' αμφιβάλλω για το λαό· την πνευματική μου ανησυχία που, και όταν βρίσκει το αληθινό, με σπρώχνει να το ξαναψάχνω· τη φαντασία μου, που ακόμη και μετά την ετυμηγορία της λογικής μ'
- 2 1 -
εμποδίζει να γαληνέψω. Ω Αρχηγέτιδα, ιδανικό που ο πνευματικός άνθρωπος ενσαρκώνει στ' αριστουργήματά του, κάλλιο τελευταίος στο σπίτι σου παρά πρώτος αλλού. Ναι, θα δεθώ στο στυλοβάτη του ναού σου. Θα ξεχάσω κάθε πειθαρχία έξω απ' τη δική σου, θα γίνω στυλίτης πάνω στις κολόνες σου, το κελί μου θα το στήσω πάνω στο επιστύλιό σου. Και κάτι ακόμη δυσκολότερο! Για σένα θα γίνω, αν μπορώ, αδιάλλακτος, μεροληπτικός. Δε θ' αγαπώ παρά εσένα μόνο. Θα μάθω τη γλώσσα σου, θα ξεμάθω όλα τ' άλλα. Θα γίνω άδικος για ό,τι δε σ' αγγίζει. Θα γίνω ο υπηρέτης του τελευταίου των γιων σου. Θα υμνήσω, θα κο λακέψω τους τωρινούς κατοίκους της γης αυτής που πρόσφερες στον Ερεχθέα. Θα προσπαθήσω ν' αγαπήσω μέχρι και τα ελαττώματά τους. Θα πείσω τον εαυτό μου, Ιππία, ότι κατάγονται από τους ιπ
πείς που γιορτάζουν εκεί πάνω στη μαρμάρινη μετόπη σου την αιώνια γιορτή τους. Θα ξεριζώσω απ' την καρδιά μου κάθε ίνα που δεν είναι λογική και καθαρή τέχνη. Θα πάψω ν' αγαπώ τις αρρώστιες μου, να βρίσκω ηδονή στον πυρετό μου. Στή-
- 22 -
ριξε τη σταθερή μου απόφαση, Σώτειρα, βοήθησέ με, εσύ που σώζεις !
»Πόσες δυσκολίες προβλέπω μπροστά μου ! Από πόσες πνευματικές έξεις θα πρέπει ν' απαλλαγώ! Πόσες γλυκές θύμησες να ξεριζώσω απ' την καρδιά μου ! Θα προσπαθήσω, αλλά δεν είμαι σίγουρος για τον εαυτό μου. Σε γνώρισα αργά, τέλεια ομορφιά. Θα 'χω παλινδρομήσεις, αδυναμίες. Μια φιλοσοφία, διεστραμμένη το δίχως άλλο, μ' έκανε να πιστεύω πως καλό και κακό, ηδονή και πόνος, ομορφιά και ασχήμια, λογική και τρέλα μεταμορφώνουν οι μεν τις δε μέσα από αποχρώσεις τόσο δυσδιάκριτες όσο κι εκείνες στο λαιμό της περιστέρας. Το να μην αγαπάς ή να μη μισείς απόλυτα έγινε σοφία. Εάν μία κοινωνία, μία φιλοσοφία, μία θρησκεία είχε κατακτήσει την απόλυτη αλήθεια, τότε αυτή η κοινωνία, αυτή η φιλοσοφία, αυτή η θρησκεία θα είχε νικήσει τις άλλες και θα κυριαρχούσε μοναδική αυτή τη στιγμή. Όλοι αυτοί που μέχρι σήμερα νόμισαν πως είχαν δίκιο, απατήθηκαν, το βλέπουμε καθαρά. Ποιος έχει τόσο παράλογη έπαρση να πιστέψει πως το μέλλον δε
- 23 -
θα μας κρίνει όπως εμείς κρίνουμε το παρελθόν; Να ποιες είναι οι βλασφημίες που μου υποβάλλει το κακομαθημένο μου μυαλό. Ένας λόγος που, όπως ο δικός σου, θα ήταν από κάθε άποψη υγιής, σήμερα δε θα 'φερνε παρά πλήξη.
»Γελάς με την αφέλειά μου. Ναι, πλήξη . . . Είμαστε διεφθαρμένοι, τι να κάνουμε; Θα πάω πιο μακριά, θεά της καθαρής σκέψης, θα σου ομολογήσω τον υπέρτατο εκφαυλισμό της καρδιάς μου. Λογική και αίσθηση μέτρου δεν αρκούν. Στον παγωμένο Στρυμόνα και στο μεθύσι της Θράκης υπάρχει ποίηση. Θα 'ρθουν αιώνες που οι πιστοί σου θα θεωρηθούν οπαδοί της πλήξης. Ο κόσμος είναι μεγαλύτερος απ' όσο φαντάζεσαι. Αν είχες δει τους πάγους του πόλου και τα μυστήρια του ανταρκτικού ουρανού, το πάντα ήρεμο μέτωπό σου, θεά, δε θα 'ταν τόσο γαλήνιο. Το κεφάλι σου, ευρύτερο, θ' αγκάλιαζε διάφορους τύπους ομορφιάς.
»Είσαι αληθινή, καθάρια, τέλεια. Το μάρμαρό σου δεν έχει ούτε μια κηλίδα. Αλλά ο ναός της Αγια-Σοφιάς, στο Βυζάντιο, δίνει κι αυτός μια αίσθηση θε'ίκή με τα τούβλα και τους γύψους του.
- 24 -
Είναι η απεικόνιση του ουράνιου θόλου. Θα καταρρεύσει πιθανόν. Αλλά αν ο σηκός σου ήταν τόσο μεγάλος ώστε να χωρέσει ένα πλήθος, θα κατέρρεε κι αυτός.
»Τεράστιο ποτάμι λησμονιάς μας παρασύρει σε μια άβυσσο δίχως όνομα. Άβυσσε, εσύ είσαι ο μοναδικός θεός. Τα δάκρυα όλων των λαών είναι αληθινά δάκρυα. Τα οράματα όλων των σοφών περικλείουν κάποιο κομμάτι της αλήθειας. Εδώ κάτω όλα είναι σύμβολο και όνειρο. Οι θεοί προσπερνούν κι αυτοί σαν τους ανθρώπους και ούτε θα 'ταν σωστό να ζουν αιώνια. Η πίστη σ' αυτούς δεν πρέπει ποτέ να γίνει ειρκτή. Εκπληρώνουμε το χρέος μας απέναντί της αν την τυλίξουμε προσεκτικά μέσα στο πορφυρό σάβανο όπου κοιμούνται οι νεκροί θεοί».
- 25 -
Σατωμπριάν .gp. �
Α ΘΗΝ Α
Οδοιπορικό από το Παρίσι στην Ιερουσαλήμ και απ' την Ιερουσαλήμ στο Παρίσι, μέσω Ελλάδας
στον πηγαιμό και μέσω Αιγύπτου, Μπαρμπαριάς και Ισπανίας στην επιστροφή
ΠΙΤΕΛΟΥΣ ΞΗΜΕΡΩΣΕ Η ΜΕΓΑΛΗ
μέρα της εισόδου μας στην Αθήνα. Στις 23 του μήνα στις 3 το πρωί, είχαμε όλοι καβαλήσει τ'
άλογα. Αρχίσαμε να προχωράμε σιωπηλά πάνω στην Ιερά Οδό. Μπορώ να διαβεβαιώσω πως ακόμη και ο πιο ευσεβής λάτρης της θεάς Δήμητρας δε θα 'χει νιώσει τόσο ζωηρή συγκίνηση σαν τη δική μου. Είχαμε φορέσει τα γιορτινά μας ρούχα, ο γενίτσαρος είχε γυρίσει το τουρμπάνι του απ' τη μέσα μεριά και, πράγμα ασυνήθιστο, τ' άλογα ήταν καθαρά και περ ιποιη μένα. Διασχίσαμε την κοίτη ενός ποταμού που ονομαζόταν Σαρανταπόταμος ή Τα Σαράντα Ποτάμια και που κατά πάσα
- 27 -
πιθανότητα επρόκειτο για τον ελευσίνιο Κηφισό. Είδαμε μερικά ερείπια χριστιανικών εκκλησιών χτισμένων πιθανόν πάνω στον τάφο του Ζάρηκα τον οποίο ο ίδιος ο Απόλλωνας είχε μυήσει στην τέχνη του άσματος. Κάποια άλλα ερείπια μας προαναγγείλανε τα μνημεία του Εύμολπου και του Ιπποθόοντα. Συναντήσαμε τους Ρειτούς7 με τα ρεύματα αλμυρού νερού. Εκεί είναι που κατά τη διάρκεια των Ελευσίνιων Μυστηρίων, οι άνθρωποι του λαού έβριζαν τους περαστικούς σε ανάμνηση των ύβρεων που μια γριά είχε άλλοτε εκστομίσει κατά της Δήμητρας. Προχωρώντας στο βάθος, στο άκρο των στενών της Σαλαμίνας, εισχωρήσαμε στο πέρασμα που σχηματίζουν τα βουνά της Πάρνηθας και του Αιγάλεω. Το τμήμα αυτό της Ιεράς Οδού λεγόταν Μυστικό. Διακρίναμε τη Μονή Δαφνίου, απ' τις αρχαιότερες εκκλησίες της Αττικής, χτισμένη πάνω στα ερείπια του ιερού ναού του Απόλλωνα. Λίγο μακρύτερα, παρατηρήσαμε κάποια απομεινάρια του ναού της Αφροδίτης. Τέλος, το πέρασμα αρχίζει να πλαταίνει. Παρακάμπτουμε το όρος Ποικίλον8 που ορ-
- 28 -
θώνεται στη μέση του περάσματος κρύβοντας τη θέα, και ξαφνικά, ανακαλύπτουμε το λεκανοπέδιο της Αθήνας.
Οι ταξιδιώτες που επισκέπτονται την πόλη του Κέκροπα9 φτάνουν συνήθως είτε από τον Πειραιά είτε από τη μεριά της Εύβοιας. Έτσι χάνουν ένα μέρος του θεάματος γιατί ερχόμενοι μεν από τη θάλασσα δε βλέπουν παρά το κάστρο, από τη μεριά δε της Εύβοιας, ο ΆγχεσμοςlΟ κόβει τη θέα. Το καλό μου άστρο με οδήγησε στο σωστό δρόμο για ν' αντικρίσω την Αθήνα σε όλο της το μεγαλείο.
Το πρώτο πράγμα που χτύπησε στα μάτια μου ήταν η Ακρόπολη λουσμένη στο φως της ανατολής. Βρισκόταν εκεί μπροστά μου, στην άλλη πλευρά της πεδιάδας, με φόντο τον Υμηττό, λες και στηριζόταν πάνω του. Μέσα σ' ένα συγκεχυμένο σύνολο πρόβαλλαν τα κιονόκρανα των Προπυλαίων, οι κολόνες του Παρθενώνα και του Ερεχθείου, ένα τμήμα τείχους με τα κανόνια και τις πολεμίστρες του, γοτθικά ερείπια χριστιανών και χαμόσπιτα μουσουλμάνων.
Δυο μικροί λόφοι, ο Άγχεσμος και το Μουσείο,
- 29 -
υψώνονται βόρεια και νότια της Ακρόπολης. Ανάμεσά τους, στα ριζά του κάστρου, μου φανερώθηκε η Αθήνα: οι επίπεδες στέγες της, ανακατωμένες με μιναρέδες, κυπαρίσσια, ερείπια, μοναχικές κολόνες και τρούλους από τζαμιά στεφανωμένα από μεγάλες φωλιές πελαργών συνέθεταν ένα ευχάριστο θέαμα κάτω απ' τις αχτίδες του ήλιου. Αν και η Αθήνα είναι ακόμη αναγνωρίσιμη μέσα από τ' απομεινάρια της, από το αρχιτεκτονικό σύνολο και τη γενική όψη των ερειπίων της, διαπιστώνει κανείς πως η πόλη της Αθηνάς δεν κατοικείται πλέον από το λαό της.
Μια σειρά βουνών που καταλήγει στη θάλασσα κλείνει την πεδιάδα ή το λεκανοπέδιο της Αθήνας. Από το σημείο που στεκόμουνα στο όρος Ποικίλον, το λεκανοπέδιο φαινόταν διαιρεμένο σε τρεις λωρίδες ή περιοχές που εκτείνονταν παράλληλα, με κατεύθυνση από βορρά προς νότο. Η πρώτη περιοχή, η πιο κοντινή μου, ήταν ακαλλιέργητη, σκεπασμένη με ρείκια. Η δεύτερη ήταν καλλιεργημένη και φρεσκοθερισμένη. Η τρίτη, ένας μακρύς ελαιώνας, απλωνόταν περιμετρικά από τις
- 30 -
πηγές του Ιλωού ως το λιμάνι του Φαλήρου, περνώντας από τους πρόποδες του Άγχεσμου. Ο Κηφωός κυλάει μέσα σ' αυτό το δάσος που είναι τόσο παλιό λες και προέρχεται απ' την ελιά που η θεά Αθηνά έκανε να ξεφυτρώσει μέσα απ' τη γη. Η ξερή κοίτη του Ιλισού βρίσκεται στην άλλη πλευρά της Αθήνας, ανάμεσα στον Υμηττό και την πόλη. Η πεδιάδα δεν είναι απόλυτα επίπεδη. Μια μικρή αλυσίδα λόφων αποσπασμένων από τον Υμηττό προεξέχει σχηματίζοντας τα διαφορετικά υψώματα πάνω στα οποία η Αθήνα όρθωσε σιγά σιγά τα μνημεία της.
Η έντονη συγκίνηση της πρώτης στιγμής δεν επιτρέπει ν' απολαύσει κανείς όσο το δυνατό περωσότερο τα συναισθήματά του. Πλησίαζα στην Αθήνα με μια λαχτάρα που μου αφαιρούσε κάθε δυνατότητα σκέψης. Δεν ήταν τίποτε παρόμοιο μ' εκείνο που είχα νιώσει στη θέα της γης των Λακεδαιμονίων. Η Σπάρτη και η Αθήνα έχουν διατηρήσει, ακόμη και μέσα στα ερείπιά τους, τους διαφορετικούς χαρακτήρες τους: της πρώτης είναι βλοσυρά, αυστηρά, μοναχικά' της δεύτερης, χαμο-
- 3 1 -
γελαστά, ανάλαφρα, ζωντανά. Στη θέα της πατρίδας του Λυκούργου, όλες οι σκέψεις γίνονται σοβαρές, αρρενωπές, βαθυστόχαστες. Η ψυχή θεριεύει, ανυψώνεται. Η πόλη του Σόλωνα μαγεύει με τη λάμψη του πνεύματος, με την αίσθηση της τελειότητας του ανθρώπου που τον θέλει νοήμονα, αθάνατο. Τα υψηλά αισθήματα της ανθρώπινης φύσης στην Αθήνα συνδυάζονταν μ' ένα είδος κομψότητας που έλειπε παντελώς από τη Σπάρτη. Η αγάπη της πατρίδας και της ελευθερίας για τους Αθηναίους δεν ήταν τυφλό ένστικτο αλλά συνειδητό συναίσθημα, εδραιωμένο πάνω στην αγάπη για το κάλλος σε όλες του τις εκφάνσεις, κάλλος που οι ουρανοί τούς είχαν τόσο απλόχερα μοιράσει. Τέλος, περνώντας από τα ερείπια της Σπάρτης στα ερείπια των Αθηνών, ένιωσα πως μπορεί να 'θελα να πεθάνω μαζί με τον Λεωνίδα, αλλά θα 'θελα να ζήσω με τον Περικλή.
Προχωρούσαμε προς τη μικρή αυτή πόλη που η επικράτειά της απλώνεται σε δεκαπέντε ή είκοσι λεύγες, με πληθυσμό μικρότερο απ' αυτόν ενός παρισινού προαστίου και που , ωστόσο, αντισταθ-
- 32 -
μίζει μέσα στην ιστορία τη φήμη της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας. Με τα μάτια συνεχώς προσηλωμένα πάνω στα ερείπια, θυμήθηκα και της αφιέρωσα αυτούς τους στίχους του Λουκρήτιου:
Primae frugiferos foetus mortalibus aegris
Dididerunt quondam praeclaro nomine Athenae,
Et recreaverunt vitam, legesque rogarunt;
Et primae dederunt solatia dulcia vitae.
Δε γνωρίζω τίποτε πιο δοξαστικό για τους Έλληνες από τα λόγια αυτά του Κικέρωνα: «Να θυμάσαι, Κόιντε, ότι άρχεις Ελλήνων οι οποίοι εκπολίτισαν όλους τους λαούς διδάσκοντάς τους την ηπιότητα και την ανθρωπιά και στους οποίους η Ρώμη χρωστάει τα φώτα της». Αν αναλογιστεί κανείς τι ήταν η Ρώμη την εποχή του Καίσαρα και του Πομπήιου και ποιος ήταν ο ίδιος ο Κικέρων, οι λίγες αυτές λέξεις αποτελούν υπέροχο εγκώμιο.*
Από τις τρεις λωρίδες ή περιοχές που χώριζαν
* Ο Πλίνιος ο Νεότερος είχε γράψει περLπoυ το ίδιο πράγμα στον Μάξιμο, ανθύπατο της ΑχαΙας.
- 33 -
μπροστά μας το λεκανοπέδιο των Αθηνών, διασχίσαμε γοργά τις δύο πρώτες, την ακαλλιέργητη και την καλλιεργημένη. Πάνω σ' αυτό το τμήμα της οδού δε βλέπει πλέον κανείς το μνημείο του Ρόδιου και τον τάφο της Εταίρας. Διακρίνει όμως τα ερείπια μερικών εκκλησιών. Εισχωρήσαμε στον ελαιώνα. Πριν φτάσουμε στον Κηφισό, είδαμε δυο τάφους και ένα βωμό αφιερωμένο στο Μειλίχιο Δία. Σε λίγο διακρίναμε την κοίτη του Κηφισού ανάμεσα σε κορμούς λιόδεντρων που τον περιστοίχιζαν σαν γέρικες ιτιές. Ξεπέζεψα για να χαιρετίσω τον ποταμό και να πιω απ' το νερό του. Ίσα που βρήκα όσο μου χρειαζόταν σ' ένα βαθούλωμα. Το υπόλοιπο το είχαν εκτρέψει για την άρδευση των ελαιόδεντρων. Νιώθω πάντα χαρά να γεύομαι το νερό των φημισμένων ποταμιών που έχω συναντήσει. Έτσι, έχω πιει νερό του Μισισιπή, του Τάμεση, του Ρήνου, του Πάδου, του Τίβερη, του Ευρώτα, του Κηφισού, του Έρμου, του Γρανικού, του Ιορδάνη, του Νείλου, του Τάγη και του Έβρου. Πόσοι είναι αυτοί που μπορούν στις όχθες αυτών των ποταμών να πουν σαν τους Ισραηλίτες: «sedimus et fleνimus!»1l
- 34 -
Σε κάποια απόσταση αριστερά μου, διέκρινα τ' απομεινάρια της γέφυρας που ο Ξενοκλής της Λίνδου είχε χτίσει πάνω στον Κηφισό. Ξανανέβηκα στο άλογο και δεν έψαξα καν να βρω την ιερή συκιά,12 το βωμό του Ζέφυρου, τη Στήλη του Ανθεμόκριτου, αφού η σύγχρονη οδός δεν ακολουθεί στο σημείο αυτό την αρχαία Ιερά Οδό. Βγαίνοντας από τον ελαιώνα, συναντήσαμε τον περίβολο ενός κήπου που καταλαμβάνει σχεδόν τη θέση του έξω Κεραμεικού. Κάναμε μισή ώρα να φτάσουμε στην Αθήνα μέσα από ένα θερισμένο χωράφι σταριού. Ένας σύγχρονος τοίχος, ανακαινισμένος, που μοιάζει με περίβολο κήπου, τριγυρίζει την πόλη. Περάσαμε την πόρτα του και τρυπώσαμε στα δροσερά και αρκετά καθαρά μικρά αγροτικά δρομάκια. Κάθε σπίτι είχε τον κήπο του, φυτεμένο με πορτοκαλιές και συκιές. Ο λαός μου φάνηκε χαρούμενος και περίεργος, χωρίς την κατήφεια των Μορα·ίτών. Μας έδειξαν το σπίτι του πρόξενου.
Δεν υπήρχε πιο κατάλληλος άνθρωπος από τον κύριο Φοβέλ 13 για να μου δείξει την Αθήνα: εί-
- 35 -
ναι γνωστό πως κατοικεί στην πόλη της Αθηνάς εδώ και πολλά χρόνια. Γνωρίζει τις παραμικρές λεπτομέρειες, καλύτερα απ' όσο ένας Παριζιάνος γνωρίζει το Παρίσι. Έχουμε από αυτόν εξαιρετικές αναμνήσεις και του οφείλουμε τις πιο ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις σχετικά με την Ολυμπία, την πεδιάδα του Μαραθώνα, τον τάφο του Θεμιστοκλή στον Πειραιά, το ναό της Αφροδίτης των Κήπων Κ.ά. Υπεύθυνος του Προξενείου Αθηνών, που γι' αυτόν δεν αποτελεί παρά τίτλο προστασίας, εργάστηκε και εργάζεται ακόμη σαν ζωγράφος στο Γραφικό ταξίδι στην Ελλάδα. Ο συγγραφέας του ωραίου αυτού έργου, κύριος ντε Σουαζέλ-Γκουφιέ,Ι4 είχε την καλοσύνη να μου δώσει μια επιστολή για τον ταλαντούχο πρόξενο την οποία συνόδευα και με μια ακόμη επιστολή από τον Υπουργό.* Μην περιμένετε, βέβαια, να δώσω εδώ πλήρη περιγραφή των Αθηνών: αν θέλει κανείς να γνωρίσει την ιστορία αυτής της πόλης από τους Ρωμαίους έως σήμερα θα πρέπει ν' ανατρέξει ι
* Πρόκειται για τον κύριο Ταλεϋράνδο.
- 36 -
στην εισαγωγή του Οδοιπορικού μου. Αν αυτό που επιθυμεί να γνωρίσει είναι τα μνημεία της αρχαίας Αθήνας, η μετάφραση του Παυσανία, παρά τις ελλείψεις της, είναι αρκετή για τους περισσότερους αναγνώστες. Το Ταξίδι του νέου Ανάχαρ
ση1S είναι κι αυτό υπεραρκετό. Όσο για τα ερείπια τούτης της φημισμένης πόλης, οι επιστολές της συλλογής Μαρτέν Κρούζιους, ο πατήρ Μπαμπέν16, ο Λα Γκιγετιέρ -παρά τα ψέματά του- ο Πόκοκ, ο Σπον1?, ο Γουέλερ, ο Τσάντλερ,18 και κυρίως ο κύριος Φοβέλ τα έχουν τόσο καλά περιγράψει που δε νομίζω ότι χρειάζεται να τα επαναλάβω. Αν πάλι ψάχνει κανείς για σχέδια, χάρτες, απόψεις της Αθήνας και των μνημείων της, θα τα βρει παντού: φτάνει να θυμηθεί τις εργασίες του μαρκήσιου ντε Νουαντέλ,19 του Λε Ρουά, του Στιούαρτ, του Παρς. Ο κύριος ντε Σουαζέλ, ολοκληρώνοντας το έργο που διακόπηκε από τις τόσες κακοτυχίες του, μας προσφέρει τέλος την εικόνα όλης της Αθήνας. Το μέρος που αναφέρεται στα ήθη και στη διακυβέρνηση των σύγχρονων Αθηναίων έχει γενικά περιγραφεί καλά απ' τους παραπά-
- 37 -
νω συγγραφείς. Και επειδή οι συνήθειες δεν αλλάζουν ούτε στην Ανατολή ούτε και στη Γαλλία, αυτά που ο Τσάντλερ και ο Γκις έγραψαν για τους σύγχρονους Έλληνες ισχύουν απόλυτα ακόμη σήμερα.
Χωρίς να παριστάνω τον πολύξερο στους προγενέστερούς μου, θα καταγράψω τις διαδρομές και τα αισθήματά μου στην Αθήνα, μέρα με τη μέρα και ώρα με την ώρα, σύμφωνα με το σχέδιο που έχω ακολουθήσει ως εδώ. Επαναλαμβάνω πως το ταξίδι αυτό πρέπει να θεωρηθεί λιγότερο σαν ένα ταξίδι και περισσότερο σαν απομνημονεύματα ενός χρόνου της ζωής μου.
Ξεπέζεψα στην αυλή του κυρίου Φοβέλ που είχα την τύχη να τον βρω στο σπίτι του: του έδωσα αμέσως τις επιστολές του κυρίου ντε Σουαζέλ και του κυρίου Ταλεϋράνδου. Ο κύριος Φοβέλ γνώριζε ήδη τ' όνομά μου και δεν μπορούσα να του πω: «Son pittor anch'io».20 Αλλά τουλάχιστον ήμουν ένας ερασιτέχνης γεμάτος ζήλο, αν όχι ταλέντο. Είχα μεγάλη θέληση να μελετήσω τ' αρχαία και για το σκοπό αυτό είχα έρθει από τόσο μακριά, για να
- 38 -
φτιάξω μερικά κακότεχνα σχέδια. Έτσι, ο δάσκαλος είδε σε μένα έναν πειθήνιο μαθητή.
Στην αρχή, ανταλλάξαμε ένα χείμαρρο ερωτήσεων που απαντήθηκαν με βιάση σχετικά με το Παρίσι και την Αθήνα. Αλλά σε λίγο το Παρίσι ξεχάστηκε και υπερίσχυσε η Αθήνα. Ο κύριος Φοβέλ, που η παρουσία ενός μαθητή τού είχε αναθερμάνει την αγάπη του προς την τέχνη, βιαζόταν και ο ίδιος να μου δείξει την Αθήνα όσο βιαζόμουν κι εγώ να τη δω. Με συμβούλεψε, ωστόσο, να περιμένουμε να κοπάσει η μεγάλη ζέστη της ημέρας.
Η κατοικία του έμοιαζε περισσότερο με κατοικία καλλιτέχνη ή αρχαιολόγου, παρά πρόξενου. Τι χαρά ένιωσα να ζω μέσα σε μια κάμαρα γεμάτη γύψινα προπλάσματα του Παρθενώνα! Στους τοίχους τριγύρω ήταν κρεμασμένες εικόνες από το ναό του Θησέα, σχέδια των Προπυλαίων, χάρτες της Αττικής και της πεδιάδας του Μαραθώνα. Μάρμαρα πάνω σ' ένα τραπέζι, αρχαία νομίσματα σ' ένα άλλο, μικρές προτομές και αγγεία από πηλό. Προς μεγάλη μου λύπη, είχαν σκουπίσει την
- 39 -
ιερή τους σκόνη. Έστρωσαν ένα ράντζο εν μέσω όλων αυτών των αριστουργημάτων και σαν το νεοσύλλεκτο που φτάνει στο στρατό την παραμονή στρατιωτικής επιχείρησης, στρατοπέδευσα στο πεδίο της μάχης.
Η κατοικία του κυρίου Φοβέλ, όπως τα περισσότερα σπίτια των Αθηνών, έχει πρασιά μπροστά και μικρό κήπο πίσω. Έτρεξα σ' όλα τα παράθυρα για να δω έστω κάτι στους δρόμους. Άδικα όμως. Μόνο ανάμεσα στις στέγες των γειτονικών σπιτιών διακρινόταν μια μικρή γωνιά του κάστρου της Ακρόπολης. Κόλλησα πάνω στο παράθυρο σαν μαθητής που περιμένει εναγωνίως την ώρα του διαλείμματος. Ο γενίτσαρος του κυρίου Φοβέλ είχε αναλάβει το δικό μου καθώς και τον Ζοζέφ, απαλλάσσοντάς με από την έγνοια τους.
Στις δύο σερβίρισαν γεύμα με αρνάκι ραγού, κοτόπουλο μαγειρεμένο κατά τρόπο μισό γαλλικό μισό τούρκικο. Το κρασί, κόκκινο και δυνατό σαν τα δικά μας του Ροδανού, ήταν καλής ποιότητας, αλλά τόσο στυφό στη γεύση που στάθηκε αδύνατο να το πιω. Και τούτο γιατί σ' όλες τις περιοχές της
- 40 -
Ελλάδας βάζουν στον πάτο του βαρελιού κουκουνάρια που δίνουν στο κρασί μια στυφή, αρωματική γεύση, δύσκολη να τη συνηθίσει κανείς. * Αν η συνήθεια αυτή ανάγεται στην αρχαιότητα, όπως υποθέτω, αυτό εξηγεί και το γιατί το κουκουνάρι ήταν αφιερωμένο στο Βάκχο. Έφεραν μέλι του Υμηττoύ που η γεύση του δε μου άρεσε γιατί μου θύμισε φάρμακο. Προτιμώ το μέλι του Σαμουνί. Αργότερα, έφαγα στο Κιρκαγάτς της Α νατολίας, κοντά στην Πέργαμο, ένα μέλι ακόμη καλύτερο, άσπρο σαν το μπαμπάκι απ' όπου το τρυγούν οι μέλισσες, πυκνό και περιεκτικό σαν πολτός αλθαίας. Ο οικοδεσπότης μου γέλασε με το μορφασμό μου καθώς δοκίμαζα το κρασί και το μέλι της Αττικής. Κατά κάποιο τρόπο το περίμενε. Θέλοντας να μ' αποζημιώσει με κάτι άλλο, μου επέστησε την προσοχή πάνω στην ενδυμασία της γυναίκας που μας σερβίριζε. Ήταν ντυμένη ακριβώς όπως οι αρχαίες
* Οι άλλοι περιηγητές απoδtδoυν αυτή τη γεύση στη ρετσίνα την οποία προσθέτουν στο κρασί. Αυτό έχει μια δόση αλήθειας, αλλά χρησιμοποιείται επίσης και το κουκουνάρι.
- 41 -
Ελληνίδες, με τις οριζόντιες κυματιστές πτυχές κάτω απ' το στήθος που ενώνονταν με τις κάθετες στο κάτω μέρος του χιτώνα. Το χοντρό ύφασμα της φορεσιάς τόνιζε ακόμη περισσότερο την ομοιότητα. Γιατί, αν κρίνουμε από τ' αγάλματα, τα υφάσματα στους αρχαίου ς ήταν πιο χοντρά από τα δικά μας. Θα ήταν αδύνατο οι μουσελίνες και τα μεταξωτά των σύγχρονων γυναικών να σχηματίσουν τις φαρδιές πτυχές των αρχαίων χιτώνων. Το λεπτό ύφασμα της Κέας και τους άλλους πέπλους που οι σατυρικοί αποκαλούσαν νεφέλες κανένας γλύπτης δεν είχε σμιλέψει.
Στη διάρκεια του γεύματός μας, δεχτήκαμε τα σέβη του «έθνους», όπως αποκαλείται στην Ανατολή: το «έθνος» αυτό απαρτίζεται από Γάλλους εμπόρους ή Γάλλους υπηκόους, που κατοικούν στις διάφορες αποβάθρες. Στην Αθήνα, δεν υπάρχουν παρά κάνα δυο εμπορικοί οίκοι αυτού του είδους οι οποίοι ασχολούνται με το εμπόριο λαδιού. Ο κύριος Ροκ ήταν ένας από τους εμπόρους που μου έκαναν την τιμή να με επισκεφθούν. Είχε οικογένεια και με κάλεσε σπίτι του μαζί με τον κύριο
- 42 -
Φοβέλ. Στη συνέχεια, άρχισε να μιλάει για την κοινωνία των Αθηνών:
«Κάποιος ξένος, εγκατεστημένος από καιρό στην Αθήνα, ένιωσε ή ενέπνευσε ερωτικό πάθος που συζητήθηκε πάρα πολύ στην πόλη . . . Κουτσομπολιά στην κατοικία του Σωκράτη και φλυαρίες στους κήπους του Φωκίωνα . . . Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών δεν είχε ακόμη επιστρέψει από την Κωνσταντινούπολη. Δεν ήταν γνωστό αν ο πασάς της Εύβοιας, ο οποίος απειλούσε με φορολογία την Αθήνα, θα απέδιδε δικαιοσύνη. Οπωσδήποτε όμως, είχαν επισκευάσει τα τείχη της πόλης για να προστατευτούν από τυχόν επίθεση. Ελπίζανε, όμως, στον επικεφαλής των μαύρων ευνούχων, αφέντη των Αθηνών, που σίγουρα έχαιρε της εμπιστοσύνης του Σουλτάνου περισσότερο από τον πασά». (Ω Σόλωνα! Ω Θεμιστοκλή ! Ο αρχηγός των μαύρων ευνούχων ήταν αφέντης των Αθηνών και όλες οι άλλες πόλεις της Ελλάδας το θεωρούσαν αυτό μεγάλο προνόμιο! )
» . . . Εν πάση περιπτώσει, ο κύριος Φοβέλ είχε κάνει καλά να εκδιώξει τον Ιταλό μοναχό που κα-
- 43 -
τοικούσε στο Φανάρι του Δημοσθένη (ένα από τα ωραιότερα μνημεία των Αθηνών) και να τον αντικαταστήσει μ' ένα Γάλλο καπουτσίνο. Γιατί αυτός ο τελευταίος ήταν ηθικό στοιχείο, έξυπνος, ευπροσήγορος και πολύ ευγενής με τους ξένους που, κατά την επικρατούσα συνήθεια, πήγαιναν για επίσκεψη στη γαλλική μονή . . . »
Αυτά ήταν τα θέματα συζήτησης στην Αθήνα. Ήταν φανερό πως ο κόσμος είχε το δικό του τρόπο ζωής όσο και αν ο ταξιδιώτης σαστίζει βρίσκοντας στην οδό Τριπόδων τις ενοχλητικές συνήθειες του χωριού του.
Όταν εγώ έφτανα στην Αθήνα, δυο άλλοι Άγγλοι ταξιδιώτες είχαν μόλις αναχωρήσει και παρέμενε ακόμη ένας Ρώσος ζωγράφος που ζούσε εντελώς μοναχικά. Η Αθήνα αποτελεί πόλο έλξης των αρχαιολατρών καθώς βρίσκεται πάνω στο δρόμο της Κωνσταντινούπολης και φτάνει κανείς εύκολα εδώ μέσω θαλάσσης.
Γύρω στις τέσσερις το απόγευμα, όταν έπεσε η μεγάλη ζέστη, ο κύριος Φοβέλ κάλεσε το γενίτσαρό του και το δικό μου και βγήκαμε έξω ακολουθώ-
- 44 -
ντας τους φρουρούς μας: η καρδιά μου χτυπούσε από χαρά και ντρεπόμουν για το νεανικό μου ενθουσιασμό. Ο ξεναγός μου μου έδειξε σχεδόν μπροστά στην πόρτα του τα ερείπια ενός αρχαίου ναού. Απ' το σημείο αυτό στρίψαμε δεξιά και βαδίσαμε μέσα σε μικρά πολυσύχναστα δρομάκια. Φτάσαμε στην αγορά, δροσερή και πλούσια σε προμήθειες κρεάτων, κυνηγιού, λαχανικών και φρούτων. Όλος ο κόσμος χαιρετούσε τον κύριο Φοβέλ και ρωτούσε ποιος ήμουν. Κανείς όμως δεν μπορούσε να προφέρει τ' όνομά μου. Όπως και στην αρχαία Αθήνα: «Athenienses autem omnes», λέει ο Άγιος Λουκάς, «ad nihil aliud νacabant nisiaut dicere, aut audire aliquid nονί».21 Όσο για τους Τούρκους, εκείνοι έλεγαν: «Φραντσέζος! Εφέντης!» και κάπνιζαν τους ναργιλέδες τους, δεν ήξεραν τίποτε καλύτερο να κάνουν. Οι Έλληνες, καθώς περνούσαμε, σήκωναν τα χέρια πάνω απ' το κεφάλι και φώναζαν: «Καλώς ήρθατε, αρχοντάδες! Πάτε καλά για την παλαιάν Αθήνα!» Και το ύφος τους ήταν τόσο περήφανο σαν να μας έλεγαν: «Πηγαίνετε στην πόλη του Φειδία και του Ικτίνου».
- 45 -
Δε χόρταινα να κοιτάζω: νόμιζα πως έβλεπα παντού αρχαία ερείπια. Ο κύριος Φοβέλ μου εφιστούσε εδώ και κει την προσοχή πάνω σε κομμάτια γλυπτών που χρησίμευαν σαν ορόσημα, τοίχοι ή λιθόστρωτα και μου έλεγε πόσων ποδών ή δακτύλων ήταν το κάθε κομμάτι, από τι είδους κτίσματα προέρχονταν, τι έπρεπε να συμπεράνουμε σχετικά μ' αυτά σύμφωνα με τον Παυσανία, ποια ήταν η γνώμη του αβά Μπαρτελεμί, του Σπον, του Γουέλερ, του Τσάντλερ. Σε ποια σημεία έβρισκε ο ίδιος ο Φοβέλ αυτές τις γνώμες σωστές ή αβάσιμες. Σταματούσαμε σε κάθε βήμα. Οι γενίτσαροι και τα παιδάκια της γειτονιάς που περπατούσαν μπροστά μας σταματούσαν παντού όπου έβλεπαν ανάγλυφο, μετόπη ή κιονόκρανο. Προσπαθούσαν να διαβάσουν μέσα στα μάτια του κυρίου Φοβέλ αν τα κομμάτια ήταν αξιόλογα. Όταν ο πρόξενος κουνούσε το κεφάλι του, κουνούσαν κι εκείνοι το δικό τους και πήγαιναν να σταθούν τέσσερα βήματα πιο πέρα, μπροστά σ' ένα άλλο ερείπιο. Μ' αυτόν τον τρόπο οδηγηθήκαμε έξω απ' το κέντρο της σύγχρονης πόλης και φτάσαμε στο δυτικό τμήμα που ο κύριος
- 46 -
Φοβέλ ήθελε να μου δείξει πρώτα, ώστε ν' ακολουθήσουμε κάποια σειρά στις αναζητήσεις μας.
Βγαίνοντας απ' το κέντρο της σύγχρονης Αθήνας και περπατώντας κατευθείαν προς δυσμάς, τα σπίτια αρχίζουν ν' αραιώνουν, ακολουθούν μεγάλες εκτάσεις κενές, άλλες εντός του τείχους και άλλες εκτός: μέσα σ' αυτές τις εγκαταλειμμένες εκτάσεις, βρίσκεται ο ναός του Θησέα22, η Πνύκα και ο Άρειος Πάγος. Δε θα περιγράψω το ναό ο οποίος έχει περιγραφεί παντού και μοιάζει αρκετά με τον Παρθενώνα. Θα τον συμπεριλάβω στις γενικές σκέψεις που θα επιχειρήσω πάνω στην αρχιτεκτονική των Ελλήνων. Ο ναός αυτός είναι ο πιο καλοδιατηρημένος των Αθηνών: αφού επί μακρόν διετέλεσε εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο, σήμερα χρησιμοποιείται σαν αποθήκη.
Ο Άρειος Πάγος ήταν χτισμένος σε περίοπτη θέση στα δυτικά της Ακρόπολης. Είναι απορίας άξιον πώς μπόρεσαν να χτίσουν μνημείο παρόμοιας έκτασης πάνω σ' αυτόν το βράχο όπου υπάρχουν ακόμη μερικά ερείπια. Μια μικρή κοιλάδα, που στην αρχαία Αθήνα την αποκαλούσαν Κοίλη,
- 47 -
χωρίζει το λόφο του Αρείου Πάγου από το λόφο της Πνύκας και το λόφο της Ακρόπολης. Μέσα στην Κοίλη βρίσκονταν οι τάφοι των δύο Κιμώνων, του Θουκυδίδη και του Ηρόδοτου. Η Πνύκα, όπου συναθροίζονταν οι Αθηναίοι, είναι ένα πλάτωμα σκαμμένο σε βράχο, στην απέναντι πλευρά του Λυκαβηττού. Ένας τοίχος από τεράστιες πέτρες υποστηρίζει το πλάτωμα στη βόρεια πλευρά. Στη νότια υψώνεται βήμα λαξεμένο μέσα στον ίδιο το βράχο, στο οποίο οδηγούν τέσσερα σκαλοπάτια λαξεμένα επίσης στην πέτρα. Αυτά όλα τα επισημαίνω γιατί οι παλιοί περιηγητές δε γνώρισαν καλά τη μορφή της Πνύκας. Μόλις πριν λίγα χρόνια ο λόρδος Έλγιν έφερε στο φως το λόφο και τα σκαλοπάτια του. Από το σημείο αυτό δεν είναι ορατή η θάλασσα, η οποία φαίνεται μόνο αν ανεβεί κανείς πάνω από το βήμα. Μ' αυτόν τον τρόπο έκρυβαν από τα μάτια του λαού τον Πειραιά έτσι ώστε η θέα του πανίσχυρου στόλου* να μη δίνει τη
* Η ιστορια ποικιλλει πάνω σ' αυτό το γεγονός. Κατά μια άλλη εκδοχή, ήταν οι τυραννοι που υποχρέωναν τους ρήτορες να γυρνουν την πλάτη στον Πειραιά.
- 48 -
δυνατότητα στους δημαγωγούς να τον παρασύρουν σε ριψοκίνδυνες ενέργειες. Οι Αθηναίοι έπαιρναν θέση στο πλάτωμα, ανάμεσα στον περιμετρικό τοίχο στα βόρεια και στο βήμα στα νότια.
Απ' αυτό λοιπόν το βήμα ακούστηκαν οι φωνές του Περικλή, του Αλκιβιάδη και του Δημοσθένη. Και από δω, ο Σωκράτης και ο Φωκίωνας μίλησαν στον πιο επιπόλαιο αλλά και δαιμόνιο λαό της γης. Εδώ λοιπόν διαπράχθηκαν τόσες αδικίες και ψηφίστηκαν τόσα σκληρά και παράνομα ψηφίσματα. Ίσως σ' αυτόν εδώ τον ίδιο χώρο αποφασίστηκε η εξορία του Αριστείδη, ο θρίαμβος του Μέλιτου, η θανατική καταδίκη ολόκληρου του πληθυσμού μιας πόλης ή η υποδούλωση ενός άλλου. Αλλά είναι πάλι εδώ που κάποιοι επώνυμοι πολίτες ύψωσαν τις γενναίες φωνές τους ενάντια στους τύραννους της πατρίδας τους, εδώ είναι που θριάμβευσε η δικαιοσύνη και έλαμψε η αλήθεια. «Είναι ένας λαός (οι Αθηναίοι)>>, έλεγαν οι απεσταλμένοι της Κορίνθου στη Σπάρτη, «που αρέσκεται στους νεοτερισμούς. Γοργός στην αντίληψη και στην εκτέλεση, με τόλμη που ξεπερνά τη δύναμή του. Στους
- 49 -
κινδύνους ρίχνεται ασυλλόγιστα χωρίς να χάνει ποτέ την ελπίδα του. Μια έμφυτη ανησυχία τον σπρώχνει στην περιπέτεια. Νικητής, τραβάει μπροστά ακολουθώντας τη νίκη του. Νικημένος, δεν αποθαρρύνεται. Για τους Αθηναίους η ζωή δεν είναι κάτι που τους ανήκει, γι' αυτό και τη θυσιάζουν τόσο εύκολα για την πατρίδα τους. Κάθε φορά που δεν πετυχαίνουν το στόχο που επιθυμούν, μια νέα ελπίδα παίρνει τη θέση του αποτυχημένου σχεδίου. Μόλις συλλάβουν ένα σχέδιο, αμέσως το υλοποιούν. Σκέφτονται συνεχώς το μέλλον και έτσι το παρόν τους διαφεύγει: ένας λαός που δε γνωρίζει ησυχία ο ίδιος και δεν αφήνει και τους άλλους να ησυχάσουν».*
Τι έγινε αυτός ο λαός; Πού να τον αναζητήσω; Εγώ, που μετέφρασα αυτό το χωρίο ανάμεσα στα ερείπια των Αθηνών, έβλεπα μιναρέδες μουσουλμάνων και άκουγα ομιλίες χριστιανών. Την απάντηση στο ερώτημά μου θα την εύρισκα στην Ιερουσαλήμ και γνώριζα εκ των προτέρων τα λόγια
* Θουκυδίδης, βιβλίο 1 .
- 50 -
του χρησμού: Dominus mortificat et vivicat· deducit ad inferos et reducίι23
Η μέρα δεν είχε ακόμη τελειώσει. Περάσαμε από το λόφο της Πνύκας στο λόφο του Μουσείου. Είναι γνωστό πως ο λόφος αυτός έχει στην κορυφή του το μνημείο του Φιλοπάππου, ένα μνημείο κακόγουστο. Αυτό όμως που αξίζει την προσοχή του ταξιδιώτη είναι ο τιμώμενος νεκρός και όχι το μνημείο. Ο ασήμαντος λοιπόν Φιλόπαππος, του οποίου ο τάφος διακρίνεται από μακριά, έζησε επί Τρα·ίανού. Ο Παυσανίας απαξιοί και να τον αναφέρει και τον αποκαλεί απλά: κάποιος Σύριος. Στην επιγραφή του αγάλματός του αναφέρεται ότι καταγόταν από τη Βήσα, ένα χωριό της Αττικής. Ε, λοιπόν, αυτός ο Φιλόπαππος ονομαζόταν Αντίοχος Φιλόπαππος και ήταν νόμιμος διάδοχος του θρόνου της Συρίας! Ο Πομπήιος είχε μεταφέρει στην Αθήνα τους απογόνου ς του βασιλιά Αντίοχου οι οποίοι έγιναν απλοί πολίτες. Δε γνωρίζω αν οι Αθηναίοι, πλειστάκις ευεργετηθέντες από τον Α ντίοχο, ένιωσαν οίκτο για τα δεινά της εκθρονισμένης οικογένειας. Όπως και να 'χε, αυτός ο
- 5 1 -
Φιλόπαππος είχε διοριστεί τουλάχιστον ύπατος. Η μοίρα, κάνοντάς τον πολίτη των Αθηνών και ύπατο της Ρώμης, σε μια εποχή που και οι δυο αυτοί τίτλοι δε σήμαιναν πλέον τίποτε, φάνηκε σαν να ήθελε να χλευάσει τον έκπτωτο μονάρχη, να τον ξεγελάσει μ' ένα ψεύτικο όνειρο και να δείξει, χρησιμοποιώντας τον, πως περιφρονεί το ίδιο το μεγαλείο των λαών όσο και το μεγαλείο των βασιλιάδων.
Το μνημείο του Φιλοπάππου μας χρησίμευσε σαν παρατηρητήριο για να περιεργαστούμε και άλλες ματαιότητες. Ο κύριος Φοβέλ μου υπέδειξε τα διάφορα σημεία απ' όπου περνούσαν τα τείχη της αρχαίας πόλης, τα ερείπια του θεάτρου του Διονύσου στους πρόποδες του κάστρου, την ξερή κοίτη του Ιλισού, τη θάλασσα χωρίς πλοία και τα έρημα λιμάνια του Φαλήρου, της Μουνιχίας24 και του Πειραιά.
Στη συνέχεια, επιστρέψαμε στην Αθήνα. Είχε πια νυχτώσει. Ο πρόξενος έστειλε να ειδοποιήσουν το φρούραρχο ότι θ' ανεβαίναμε στην Ακρόπολη την επομένη πριν την αυγή. Καληνύχτισα τον οικοδεσπότη μου και αποσύρθηκα στο δωμά-
- 52 -
τιό μου. Εξουθενωμένος, είχα ήδη αποκοιμηθεί βαριά, όταν με ξύπνησαν ξαφνικά παράφωνοι ήχοι από ταμπουρίνο και τούρκικο σουραύλι που έβγαιναν μέσα απ' τα Προπύλαια. Την ίδια στιγμή ένας Τούρκος ιμάμης άρχισε ν' αναγγέλλει στ' αραβικά στους χριστιανούς της πόλης της Αθηνάς ότι η ώρα είχε περάσει. Δεν μπορώ να περιγράψω τι ένιωσα: δε χρειαζόταν ο ιμάμης να μου υπενθυμίσει το πέρασμα του χρόνου, και μόνη η φωνή του σ' αυτούς τους χώρους έδειχνε τους αιώνες που είχαν κυλήσει. Η ρευστότητα των ανθρώπινων πραγμάτων είναι ακόμη πιο χτυπητή γιατί βρίσκεται σε αντίθεση με τη σταθερότητα της υπόλοιπης φύσης. Χλευάζοντας την αστάθεια των αν · θρώπινων κοινωνιών, τα ίδια τα ζώα δεν υπόκεινται σε αναστατώσεις ή μεταβολές των ηθών τους. Επάνω στο Μουσείο είχα δει πελαργούς σε σχηματισμούς σμήνους να παίρνουν το δρόμο για την Αφρική. * Εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια, κάνουν το
* Για την περιγραφή της Αθήνας γενικότερα, βλέπε το βιβλίο των Μαρτύρωνκαι τις υποσημειώσεις.
- 53 -
ίδιο ταξίδι. Έζησαν ελεύθεροι και ευτυχισμένοι στην πόλη επί Σόλωνα όπως και επί αρχηγού των μαύρων ευνούχων. Εκεί ψηλά από τη φωλιά τους, που καμιά επανάσταση δεν μπορεί να την αγγίξει, είδαν ν' αλλάζει η γενιά των θνητών κάτω στη γη. Και ενώ οι ασεβείς γενεές έχτισαν πάνω στους τάφους των ευσεβών, ο νεαρός πελαργός δεν έπαψε ποτέ να φροντίζει το γηραιό του γεννήτορα. Επιμένω σ' αυτές τις σκέψεις γιατί ο πελαργός είναι ιδιαίτερα προσφιλής στους ταξιδιώτες. Όπως και αυτοί, «αναγνωρίζει τις εποχές στον ουρανό».* Με συντρόφεψαν συχνά στις περιπλανήσεις μου στις ερήμους της Αμερικής, τους είδα πολλές φορές πάνω από τις καλύβες αγρίων. Ξαναβρίσκοντάς τους σ' ένα άλλο είδος ερήμου, πάνω στα ερείπια του Παρθενώνα, δεν μπόρεσα ν' αποφύγω τον πειρασμό να μνημονεύσω τους παλιούς μου φίλους.
Την επομένη, στις 24, στις τέσσερις και μισή το χάραμα,� ανεβήκαμε στο κάστρο της Ακρόπολης:
* ΙερεμΙας.
- 54 -
η κορυφή του λόφου περιστοιχίζεται από τείχη, εν μέρει αρχαία εν μέρει σύγχρονα. Άλλοτε, η βάση του λόφου ήταν και αυτή τριγυρισμένη από τείχη. Μέσα στην έκταση που περικλείουν τα τείχη αυτά, βρίσκονται καταρχήν τα ερείπια των Προπυλαίων και του Ναού της Απτέρου Νίκης. Αριστερά, πίσω από τα Προπύλαια, προς την πλευρά της πόλης, βλέπει κανείς το Πανδρόσειο και το διπλό ναό του Ερεχθέα-Ποσειδώνα2S και της Αθηνάς Πολιάδος. Τέλος, στην πιο περίοπτη θέση της Ακρόπολης, υψώνεται ο ναός της Αθηνάς: η υπόλοιπη έκταση είναι σπαρμένη με τ' απομεινάρια αρχαίων και σύγχρονων κτισμάτων, με σκηνές, όπλα και καταλύματα Τούρκων.
Ο βράχος της Ακρόπολης στην κορυφή του έχει οχτακόσια πόδια μήκος και τετρακόσια πλάτος. Το σχήμα του είναι περίπου ωοειδές με την έλλειψη να στενεύει προς την πλευρά του Υμηττού. Θα έλεγε κανείς πως ο βράχος λαξεύτηκε με σκοπό ν' αποτελέσει το βάθρο των υπέροχων μνημείων που τον στεφανώνουν.
Δε θα υπεισέλθω σε ξεχωριστή περιγραφή του
- 55 -
κάθε μνημείου, θα παραπέμψω απλά τον αναγνώστη στα έργα που τόσο συχνά προανέφερα. Και χωρίς να επαναλάβω εδώ αυτά που καθένας μπορεί να βρει αλλού, θα περιοριστώ σε μερικές γενικές σκέψεις. Το πρώτο πράγμα που εντυπωσιάζει στα μνημεία των Αθηνών είναι το ωραίο τους χρώμα. Στα δικά μας ομιχλώδη και βροχερά κλίματα, η άσπρη πέτρα γίνεται γρήγορα μαύρη ή πρασινωπή. Ο φωτεινός ουρανός και ο λαμπερός ήλιος της Ελλάδας, χαρίζουν στα μάρμαρά της Πάρου και στο πεντελικό μια χρυσαφιά απόχρωση, σαν εκείνη των ώριμων σταχυών ή των φθινοπωρινών φύλλων.
Η ακρίβεια, η αρμονία και η λιτότητα των γραμμών είναι το δεύτερο πράγμα που τραβάει την προσοχή. Δεν υπάρχει ανακάτωμα ρυθμών, κολόνες πάνω σ' άλλες κολόνες ή θόλοι πάνω σε θόλους. Ο ναός της Αθηνάς, για παράδειγμα, είναι, ή μάλλον ήταν, ένα απλό επίμηκες παραλληλόγραμμο, στολισμένο μ' ένα περιστύλιο, έναν πρόναο και ανυψωμένο πάνω σε τρία σκαλοπάτια ή βαθμίδες που τον ζώνουν ολόγυρα. Αυτός ο
- 56 -
πρόναος καταλάμβανε σχεδόν το ένα τρίτο του συνολικού μήκους του κτίσματος. Το εσωτερικό του ναού διαιρείται σε δύο κλίτη, χωρισμένα μ' έναν τοίχο, που δε φωτίζονταν παρά από την είσοδο: στο ένα κλίτος υπήρχε το άγαλμα της θεάς Αθηνάς, έργο του Φειδία. Στο άλλο φυλασσόταν ο θησαυρός των Αθηναίων. Οι κολόνες του περιστυλίου και του πρόναου ακουμπούσαν απευθείας στις βαθμίδες του ναού. Ήταν δωρικού ρυθμού, με αύλακες και χωρίς βάση. Είχαν ύψος σαράντα δύο πόδια και διάμετρο, κοντά στη βάση, επτά πόδια και τέσσερις δακτύλους. Η απόσταση μεταξύ κιόνων ήταν εφτά πόδια και τέσσερις δάκτυλοι. Το δε μνημείο είχε μήκος διακόσια δεκαοκτώ πόδια και πλάτος ενενήντα οκτώ και μισό.
Δωρικά τρίγλυφα που χωρίζονταν από μαρμάρινες μετόπες, κοσμούσαν τη ζωφόρο του περιστυλίου. Πάνω σ' αυτές, ο Φειδίας ή οι μαθητές του είχαν λαξέψει τη μάχη μεταξύ Κενταύρων και Λαπίθων. Η ζωφόρος του εξωτερικού τοίχου του θριγκού ήταν και αυτή διακοσμημένη μ' ένα άλλο ανάγλυφο που παρίστανε μάλλον την πομπή των
- 57 -
Παναθηναίων. Κομμάτια εξαιρετικής γλυπτικής τέχνης του αιώνα του Αδριανού, αιώνα καλλιτεχνικής αναγέννησης, κάλυπταν τα δύο αετώματα του ναού.26 Τα αναθήματα καθώς και οι ασπίδες που οι Έλληνες είχαν αφαιρέσει από τον εχθρό στη διάρκεια των Μηδικών πολέμων κρέμονταν έξω από το ναό: διακρίνεται ακόμη το κυκλικό σημάδι που είχε αποτυπωθεί πάνω στο επιστύλιο του αετώματος, προς την πλευρά του Υμηττού. Αυτό οδήγησε τον κύριο Φοβέλ στην υπόθεση ότι η είσοδος του ναού βρισκόταν μάλλον σ' αυτή την πλευρά, παρά τη γενική πεποίθηση που την τοποθετεί στην αντίθετη. * Μεταξύ των ασπίδων υπήρχαν επιγραφές γραμμένες μάλλον με χάλκινα γράμματα αν κρίνουμε από τα σημάδια των καρφιών που τα συγκρατούσαν. Ο κύριος Φοβέλ θεω-
* Η ιδέα είναι ευφυής, αλλά δεν υπάρχουν βάσιμες αποδεi.ξεις: υπάρχουν χιλιάδες άλλοι λόγοι που μπορεί να οδήγησαν τους Αθηναίους να κρεμάσουν ασπίδες προς την πλευρά του Υμηττού, όπως για παράδειγμα, μπορεί να μην ήθελαν να χαλάσουν την αξιοθαύμαστη πρόσοψη του ναού φορτώνοντάς τη με ξένο διάκοσμο.
- 58 -
ρούσε ότι τα καρφιά χρησίμευαν στην ανάρτηση στεφάνων. Εγώ, όμως, τον έκανα ν' ασπαστεί τη γνώμη μου επισημαίνοντας την κανονική διάταξη των οπών. Παρόμοια σημάδια είχαν οδηγήσει στην αποκατάσταση και ανάγνωση της επιγραφής στην Τετράγωνη κατοικία της Νιμ. Πιστεύω πως αν το επέτρεπαν οι Τούρκοι, θα μπορούσαμε ν' αποκρυπτογραφήσουμε και τις επιγραφές του Παρθενώνα.
Να λοιπόν ποιος ήταν ο ναός που δίκαια χαρακτηρίστηκε σαν αριστούργημα αρχιτεκτονικής στον αρχαίο και σύγχρονο κόσμο. Η αρμονία και η δύναμη του συνόλου του είναι ακόμη εμφανείς στα ερείπιά του. Γιατί θα ήταν λάθος να τον φανταζόμαστε μεν σαν ένα ευχάριστο οικοδόμημα, αλλά μικρό και γεμάτο γλυφές και γιρλάντες, κατά τα δικά μας πρότυπα. Η αρχιτεκτονική μας αντίληψη έχει ταυτίσει τη μεν κομψότητα με το εύθραυστο, τη δε μεγαλοπρέπεια με τον όγκο. Δείτε, όμως, πόσο υπολογισμένα είναι όλα στον Παρθενώνα! Ο ρυθμός είναι δωρικός και το μικρό ύψος του κίονα δίνει αμέσως την αίσθηση της διάρκειας και της
- 59 -
στερεότητας. Ωστόσο, η κολόνα αυτή, που επί πλέον δεν έχει βάση, θα φαινόταν πολύ βαριά. Ο Ικτίνος, επιστρατεύοντας την τέχνη του, κατασκεύασε τον κίονα αυλακωτό και τον τοποθέτησε πάνω σε βαθμίδες. Μ' αυτόν τον τρόπο, έδωσε στην αυστηρότητα του δωρικού ρυθμού τη χάρη του κορινθιακού. Μόνος διάκοσμος τα δύο αετώματα και οι δυο ζωφόροι με τα γλυπτά. Η ζωφόρος του περιστυλίου αποτελείται από μικρές μαρμάρινες μετόπες χωρισμένες σε κανονικά διαστήματα από ένα τρίγλυφο που η καθεμιά τους είναι κι ένα αριστούργημα. Η ζωφόρος του σηκού δεσπόζει σαν κεφαλόδεσμος στην κορυφή ενός συνεχούς συμπαγούς τοίχου: αυτό είναι όλο και τίποτε περισσότερο. Τι διαφορά ανάμεσα σ' αυτή τη σοφή λιτότητα του διάκοσμου, σ' αυτό το θαυμάσιο κράμα απλότητας, δύναμης και χάρης και στη δική μας αφθονία τετραγώνων, κύκλων, ρόμβων. Τι διαφορά με τις λεπτεπίλεπτες κολόνες μας, στημένες πάνω σε τεράστιες βάσεις ή με τις ευτελείς γοτθικές αψίδες που αποκαλούμε πρόναους!
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αρχιτεκτονική σαν
- 60 -
τέχνη είναι κατεξοχήν θρησκευτική. Επινοήθηκε για τη λατρεία του θείου. Οι Έλληνες, που είχαν πλειάδα θεών, οδηγήθηκαν σε διαφορετικά είδη κτηρίων, ανάλογα με τις αντιλήψεις τους για τις ιδιότητες των θεών αυτών. Ο Βιτρούβιος μάλιστα έχει αφιερώσει δυο κεφάλαια στο ενδιαφέρον αυτό θέμα και διδάσκει πώς θα πρέπει να οικοδομούνται οι ναοί και οι βωμοί της Αθηνάς, της Δήμητρας, του Ηρακλή Κ.Τ.λ. Εμείς που λατρεύουμε ένα μόνο Θεό, δημιουργό όλης της φύσης, δεν αναπτύξαμε παρά μια και μοναδική φυσική αρχιτεκτονική, τη γοτθική, ο ρυθμός της οποίας, όπως γίνεται αμέσως αντιληπτό, προσιδιάζει στους δικούς μας ναούς. Δεν είμαστε παρά μιμητές της ελληνικής αρχιτεκτονικής, λιγότερο ή περισσότερο επιδέξιοι,* μιμητές μιας τέχνης της οποίας παραλλάξαμε την αρχική φύση, μεταφέροντας στην κατοικία των ανθρώπων το διάκοσμο που δεν αρμόζει παρά σε κατοικία θεών.
* Στους Βαλουά υπήρξε μια χαριτωμένη μείξη ελληνικής και γοτθικής αρχιτεκτονικής. Αυτό όμως κράτησε ελάχιστα.
- 6 1 -
Εκτός από τη γενική αρμονία που τα χαρακτηρίζει, τη σχέση τους με τους χώρους και τις τοποθεσίες και, κυρίως, τη χρήση για την οποία προορίζονταν, αυτό που είναι θαυμαστό στα μνημεία της Ελλάδας είναι η τελειότητα σ' όλες τους τις λεπτομέρειες. Ακόμη και τα σημεία που δεν κατασκευάστηκαν για να είναι ορατά έχουν δουλευτεί με την ίδια φροντίδα όσο και τα ορατά μέρη. Η συναρμογή των τμημάτων που αποτελούν τους κίονες στο ναό της Αθηνάς είναι τέτοια που χρειάζεται μεγάλη προσοχή για να την αντιληφθεί κανείς και έχει το πάχος λεπτότατης τρίχας. Για να φτάσουν σε τέτοιο βαθμό τελειότητας, πρώτα έκοβαν το μάρμαρο όσο έπρεπε, στη συνέχεια περιέστρεφαν τα δύο κομμάτια το ένα πάνω στο άλλο, ρίχνοντας στο σημείό της τριβής άμμο και νερό. Έτσι, τα δυο τμήματα επικάθονταν εφαπτόμενα στην εντέλεια, ενώ η σύνδεσή τους επιτυγχανόταν χάρη σε έναν τετράγωνο άξονα από ξύλο ελιάς. Έναν τέτοιο άξονα είχε στην κατοχή του και ο κύριος Φοβέλ.
Η ίδια τελειότητα χαρακτηρίζει όλες τις λεπτο-
- 62 -
μέρειες κατασκευής: ρόδακες, πλίνθους, κυμάτια, αστράγαλους. Οι γραμμές των κιονόκρανων και οι αύλακες των κιόνων του Παρθενώνα είναι τόσο λεπτές που θα νόμιζε κανείς πως όλη η κολόνα είναι τορνεμένη: ακόμη και τα γλυπτά από ελεφαντόδοντο είναι λιγότερο λεπτοδουλεμένα από τον ιωνικό διάκοσμο του Ερεχθείου. Όσο για τις Καρυάτιδες του ναού της Πανδρόσου, αποτελούν πρότυπα. Τέλος, αν, μετά τα μνημεία της Ρώμης τα μνημεία της Γαλλίας μου φάνηκαν χοντροκομμένα, τα μνημεία της Ρώμης μου φαίνονται βαρβαρικά απ' τη στιγμή που είδα τα ελληνικά. Δεν εξαιρώ ούτε το Πάνθεον με το υπερβολικό του αέτωμα. Η σύγκριση είναι εύκολο να γίνει στην Αθήνα όπου ελληνικά αρχιτεκτονικά μνημεία γειτονεύουν συνήθως με ρωμα·ίκά.
Είχα κι εγώ υποπέσει στην κοινή πλάνη σχετικά με τα μνημεία των Ελλήνων: τα θεωρούσα τέλεια στο σύνολό τους, αλλά στερούμενα μεγαλείου. Εξήγησα πως η μεγαλοφυια των αρχιτεκτόνων έδωσε μέσα απ' την αρμονία των αναλογιών το μεγαλείο που τους έλειπε σε έκταση. Εξάλλου η
- 63 -
Αθήνα είναι γεμάτη από έργα τεράστια. Οι Αθηναίοι, λαός τόσο πλούσιος και τόσο ολιγάριθμος, μετακίνησαν γιγάντιους όγκους. Οι πέτρες της Πνύκας είναι πραγματικοί ογκόλιθοι, τα Προπύλαια ήταν έργο κολοσσιαίο και οι μαρμάρινες πλάκες που επικάλυπταν το δάπεδο, είχαν διαστάσεις πρωτόγνωρες. Το ύψος των κιόνων του ναού του Ολυμπίου Διός ξεπερνά, ίσως, τα εξήντα πόδια, ο δε ναός είχε περίμετρο μισού μιλίου: τα τείχη των Αθηνών, συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων των τριών λιμανιών και των Μακρών Τειχών, εκτείνονταν σε μήκος διακοσίων σταδίων.* Τα τείχη που ένωναν την πόλη με τον Πειραιά ήταν αρκετά φαρδιά ώστε δυο άμαξες είχαν τη δυνατότητα να τρέχουν παράλληλα πάνω τους. Κάθε πενήντα πόδια ορθώνονταν τετράγωνοι πύργοι. Οι Ρωμαίοι δεν κατασκεύασαν ποτέ τόσο σημαντικά οχυρωματικά έργα.
Σε ποια κακιά μοίρα οφείλεται η καταστροφή
* Διακόσια στάδια σύμφωνα με τον Δίωνα το Χρυσόστομο.
- 64 -
αυτών των αριστουργημάτων της αρχαιότητας και μάλιστα από σύγχρονους πολιτισμένους ανθρώπους, αυτούς τους ίδιους που έρχονται από τόσο μακριά και με τόσους κόπους να τα θαυμάσουν;* Ο Παρθενώνας είχε διατηρηθεί ακέραιος ως το 1687.
Οι χριστιανοί τον μετέτρεψαν αρχικά σε εκκλησία και οι Τούρκοι, στη συνέχεια, από αντιζηλία τον έκαναν τζαμί. Και τότε, έρχονται οι Βενετοί μέσα στην καρδιά του Διαφωτισμού του 170υ αιώνα να βομβαρδίσουν τα μνημεία του Περικλή. Εξαπολύουν τους πύρινους μύδρους τους πάνω στα Προπύλαια και τον Παρθενώνα. Μια οβίδα πέφτει πάνω στον τελευταίο, τρυπάει την οροφή, βάζει φωτιά στην πυρίτιδα και ανατινάζει ένα οικοδόμημα που
* Γνωρίζουμε πως καταστράφηκε το Κολοσσαίο στη ρωμη. Επίσης, γνωρίζουμε το λατινικό λογοπαίγνιο σχετικά με τους Μπαρμπερίνι και τους Βαρβάρους. Μερικοί ιστορικοί υποψιάζονται τους ιππότες της Ρόδου για την καταστροφη του περίφημου τάφου του Μαύσωλου: είναι αληθεια πως έγινε για την υπεράσπιση της Ρόδου και για την οχύρωση του νησιού ενάντια στους Τούρκους. Αλλά αν η καταστροφη αυτού του θαύματος αποτελεί ένα είδος δικαιολογίας για τους ιππότες, για μας παραμένει εξοργιστικη.
- 65 -
τιμούσε πέρα από τους ψεύτικους θεούς των Ελλήνων, το αθάνατο ανθρώπινο πνεύμα.* Όταν η πόλη αλώθηκε, ο Μοροζίνι θέλοντας να λαμπρύνει τη Βενετία με τα ερείπια των Αθηνών, βάζει να κατεβάσουν τ' αγάλματα απ' τη μετόπη του Παρθενώνα με αποτέλεσμα να σπάσουν. Ένας άλλος σύγχρονος φιλότεχνος έρχεται ν' αποτελειώσει το έργο καταστροφής που είχαν αρχίσει οι Βενετοί. **
Μου δόθηκε συχνά η ευκαιρία ν' αναφερθώ μέσα σ' αυτό το Οδοιπορικό στο λόρδο Έλγιν: σ' αυτόν οφείλουμε, όπως έχω πει, μια πληρέστερη γνώ-
* Η εφεύρεση εμπρηστικών όπλων είναι ένα ακόμα μοιραίο γεγονός για τις τέχνες. Α ν οι Βάρβαροι γνώριζαν την πυρίτιδα, στην επιφάνεια της γης δε θα είχε απομείνει ούτε ένα ελληνικό ή ρωμα'ίκό οικοδόμημα. Αν δεν ήταν να βρουν εκεί κρυμμένους θησαυρούς, θα είχαν ανατινάξει ως και τις Πυραμίδες. Στην εποχή μας ένας μονοετής πόλεμος καταστρέφει περισσότερα μνημεία απ' όσα ένας αιώνας μαχών στους αρχαίους. Φαίνεται λοιπόν ότι στους σύγχρονους όλα αντιτίθενται στην τελειότητα της τέχνης: η χώρα τους, τα ήθη τους, οι συνήθειες, τα ρούχα, μέχρι και οι ανακαλύψεις τους.
** Είχαν εγκαταστήσει πυροβολείο αποτελούμενο από έξι κανόνια και τέσσερα πυροβόλα πάνω στην Πνύκα.
- 66 -
ση της Πνύκας και του τάφου του Αγαμέμνονα. Απασχολεί ακόμη στην Ελλάδα έναν Ιταλό, επιφορτισμένο να διεξάγει ανασκαφές, ο οποίος, μάλιστα, στο διάστημα που βρισκόμουνα στην Αθήνα ανακάλυψε αρχαιότητες που εγώ όμως δεν μπόρεσα να τις δω.* Ωστόσο, ο λόρδος Έλγιν με το να συλήσει τον Παρθενώνα έχασε τα δικαιώματά του στον έπαινο για το αξιόλογο έργο του. Θέλησε ν' αποσπάσει τ' ανάγλυφα της ζωφόρου και, για να το καταφέρει, Τούρκοι εργάτες έσπασαν πρώτα το επιστύλιο κι έριξαν κάτω τα κιονόκρανα. Κατόπιν, αντί να βγάλουν τις μετόπες από τα κοιλώματα, οι βάρβαροι θεώρησαν πιο εύκολο να σπάσουν την
* Μέσα σ' έναν τάφο -που νομιζω ότι ήταν τάφος παιδιου- βρέθηκαν διάφορα παράξενα αντικεΙμενα. Ανάμεσα σ' αυτά ένα άγνωστο παιχνιδι που, αν θυμάμαι καλά, το κυριότερο κομμάτι του ήταν μια μπάλα ή σφαΙΡα από γυαλισμένο ατσάλι. Δε γνωριζω αν γινεται λόγος γι' αυτό το παιχνιδι στο Αθήναιον. Ο πόλεμος ανάμεσα σε Γαλλια και Αγγλια εμπόδισε τον κυριο Φοβέλ ν' απευθυνθει εκ μέρους μου στον πράκτορα του λόρδου Έλγιν. Έτσι δεν κατάφερα να δω αυτά τ' αρχαια παιχνιδια που παρηγορουσαν ένα παιδι της Αθήνας στον τάφο του.
- 67 -
κορωνίδα. Από το Ερέχθειο αφαίρεσαν το γωνιακό κίονα, έτσι που σήμερα το κουτσουρεμένο οικοδόμημα στηρίζεται πάνω σ' ένα σωρό λίθων.
Οι Άγγλοι που επισκέφθηκαν την Αθήνα μετά το πέρασμα του λόρδου Έλγιν, οικτίρανε τα ολέθρια αποτελέσματα αυτής της απερίσκεπτης αγάπης για την τέχνη. Ισχυρίζονται πως ο λόρδος Έλγιν ανέφερε ως δικαιολογία ότι απλά μιμήθηκε εμάς τους Γάλλους. Είναι αλήθεια πως και οι Γάλλοι αφαίρεσαν από την Ιταλία αγάλματα και πίνακες. Όμως δεν ακρωτηρίασαν ναούς για ν' αρπάξουν τα επιστύλια. Προτίμησαν ν' ακολουθήσουν το παράδειγμα των Ρωμαίων, που απογύμνωσαν την Ελλάδα από αριστουργήματα της ζωγραφικής κάι της γλυπτικής. Οι ελληνικές αρχαιότητες, ξεριζωμένες από τους χώρους για τους οποίους προορίζονταν, θα χάσουν όχι μόνο ένα μέρος του κάλλους που οφειλόταν στη σχέση τους με τον περίγυρο, αλλά θ' απολέσουν ουσιαστικά και την υλική τους ομορφιά. Μόνο μέσα στο φως αναδεικνύεται η λεπτότητα ορισμένων γραμμών και χρωμάτων: επειδή λοιπόν αυτό το φως λείπει απ'
- 68 -
τον ουρανό της Αγγλίας, οι γραμμές και τα χρώματα θα χαθούν ή θα παραμείνουν κρυμμένα. Τέλος πάντων, ομολογώ πως τα συμφέροντα της Γαλλίας, η δόξα της πατρίδας μας και χίλιοι άλλοι λόγοι επέβαλαν ίσως τη μεταφύτευση των μνημείων που είχαν κατακτηθεί με τα όπλα. Οι ίδιες όμως οι καλές τέχνες, νικημένες και υποδουλωμένες, έχουν κάθε δίκιο να νιώθουν μειωμένες.
Εξαντλήσαμε όλο το πρωινό στην επίσκεψη της Ακρόπολης. Οι Τούρκοι είχαν παλιά κολλήσει το μιναρέ ενός τζαμιού στο περιστύλιο του Παρθενώνα. Ανεβήκαμε από τη μισοκατεστραμμένη σκάλα του μιναρέ και καθίσαμε πάνω σ' ένα κομμάτι θρυμματισμένης ζωφόρου αφήνοντας το βλέμμα μας να πλανηθεί ολόγυρα. Στ' ανατολικά μας είχαμε τον Υμηττό, στα βόρεια την Πεντέλη, βορειοδυτικά την Πάρνηθα, στη δύση τα όρη Ίκαρος και Κορυδαλλός ή Αιγάλεω και πάνω απ' αυτά ξεχώριζε η κορυφή του Κιθαιρώνα. Στα νοτιοδυτικά και στα νότια φαινόταν η θάλασσα, ο Πειραιάς, οι ακτές της Σαλαμίνας, της Αίγινας, της Επιδαύρου και ο Ακροκόρινθος.
- 69 -
Από κάτω μας, στο λεκανοπέδιο, την περιφέρεια του οποίου περιέγραψα, διακρίνονταν οι λόφοι και τα περισσότερα μνημεία των Αθηνών: νοτιοδυτικά ο λόφος του Μουσείου με το μνημείο του Φιλοπάππου, δυτικά οι βράχοι του Αρείου Πάγου, η Πνύκα και ο Λυκαβηττός. Στα βόρεια το μικρό όρος Άγχεσμος και ανατολικά οι λόφοι που περικλείουν το Στάδιο. Στα ριζά της Ακρόπολης, βλέπαμε τα ερείπια των θεάτρων του Διονύσου και του Ηρώδη του Αττικού. Στ' αριστερά αυτών των ερειπίων, υψώνονται οι μοναχικοί μεγάλοι στύλοι του ναού του Ολυμπίου Διός. Και πιο μακριά, προς τα βορειοανατολικά, ο περίβολος του Λυκείου, η κοίτη του Ιλισού, το Στάδιο κι ένας ναός αφιερωμένος στην Αρτέμιδα ή τη Δήμητρα. Στο δυτικό και βορειοδυτικό τμήμα, προς την πλευρά του μεγάλου ελαιώνα, ο κύριος Φοβέλ μου έδειξε τον έξω Κεραμεικό, την Ακαδημία και την περιστοιχισμένη από τάφους οδό της. Τέλος, ανάμεσα στον Άγχεσμο και την Ακρόπολη, εκτεινόταν η σύγχρονη πόλη.
Θα πρέπει να φανταστούμε την έκταση αυτή αλλού γυμνή κι αλλού σκεπασμένη με κιτρινωπούς
- 70 -
θάμνους, αλλού σπαρμένη κατά τόπους με ελαιώνες, αλλού με τετραγωνισμένους πορτοκαλεώνες ή αυλακωμένη από αμπέλια. Θα πρέπει να φανταστούμε κορμούς από κίονες και κομμάτια αρχαίων και σύγχρονων ερειπίων να ξεφυτρώνουν καταμεσής των καλλιεργημένων εκτάσεων. Άσπρους τοίχους και φράχτες κήπων να διασχίζουν τους αγρούς. Θα πρέπει να σκορπίσουμε μέσα στην εξοχή Αλβανίδες που αντλούν νερό ή πλένουν τούρκικα καφτάνια σε πηγάδια. Χωρικούς πάνω σε γα·ίδούρια φορτωμένα με προμήθειες απ' την πόλη. Θα πρέπει ακόμη να φανταστούμε όλ' αυτά τα βουνά με τα όμορφα ονόματα, όλ' αυτά τα φημισμένα ερείπια, τα νησιά, τις πασίγνωστες θάλασσες, λουσμένα σ' ένα εκτυφλωτικό φως. Είδα από την Ακρόπολη τον ήλιο να ξεπροβάλλει ανάμεσα στις δυο κορφές του Υμηττού: κουρούνες φωλιασμένες στα πλα·ίνά του ιερού βράχου φτερούγιζαν πάνω απ' τα κεφάλια μας, χωρίς να ξεπερνούν ποτέ την κορφή. Τα μαύρα φτερά τους γυάλιζαν νοτισμένα απ' την πρωινή αύρα. Στήλες ανάλαφρου, γαλαζωπού καπνού ανέβαιναν απ' τις ράχες του
- 7 1 -
Υμηττού, υποδηλώνοντας τα μελισσοτροφεία. Η Αθήνα, η Ακρόπολη και τα ερείπια του Παρθενώνα έπαιρναν μια πανέμορφη απόχρωση άνθους ροδακινιάς. Τα γλυπτά του Φειδία, φωτωμένα λοξά από μια χρυσή ακτίνα, αποκτούσαν ζωή και το παιχνίδισμα των σκιών πάνω στο μάρμαρο έδινε κίνηση στ' ανάγλυφα. Στο βάθος, η θάλασσα και ο Πειραιάς φωτίζονταν με κατάλευκο φως και ο Ακρoκόρινθoς' αντανακλώντας τη λάμψη της καινούριας μέρας, άστραφτε στον ορίζοντα της δύσης σαν φλεγόμενος πορφυρός βράχος.
Από το σημείο που βρισκόμασταν, θα μπορούσαμε να δούμε, κατά την εποχή της δόξας των Αθηνών, τους στόλους να εξέρχονται από τον Πειραιά για να πολεμήσουν τον εχθρό ή για να πάνε στις γιορτές της Δήλου. Θα μπορούσαμε ν' ακούσουμε ν' αντηχούν από το θέατρο του Διονύσου οι οιμωγές του Οιδίποδα, του Φιλοκτήτη και της Εκάβης. Θα μπορούσαμε να ενωτιστούμε το πλήθος να επευφημεί τους λόγους του Δημοσθένη. Αλλά δυστυχώς, κανένας ήχος δεν έφτανε στ' αυτιά μας. Μέσα από τα τείχη που για χρόνια αντη-
- 72 -
χούσαν τη φωνή ενός ελεύθερου λαού, ακούγονταν μόνο πού και πού μερικές κραυγές ενός σκλαβωμένου λαού. Για να παρηγορηθώ επαναλάμβανα στον εαυτό μου κάτι που δεν πρέπει να το λησμονούμε: όλα περνούν, όλα τελειώνουν κάποτε σ' αυτόν τον κόσμο. Τι απέγιναν τα θεία εκείνα πνεύματα που ανέγειραν το ναό, στα ερείπια του οποίου καθόμουνα; Αυτός ο ήλιος που ίσως φώτιζε τους τελευταίους στεναγμούς κάποιας δύσμοιρης νέας των Μεγάρων, είδε και το θάνατο της φημισμένης Ασπασίας. Αυτή η εικόνα της Αττικής, αυτό το θέαμα που θαύμασα με τα μάτια μου, το είχαν θαυμάσει μάτια που έχουν κλείσει εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια. Θα σβήσω κι εγώ με τη σειρά μου: άλλοι άνθρωποι, το ίδιο εφήμεροι μ' εμένα, θα κάνουν τις ίδιες σκέψεις πάνω στα ίδια ερείπια. Η ζωή και η καρδιά μας είναι στα χέρια του Θεού. Ας τον αφήσουμε να τις διαθέσει όπως θέλει.
Κατεβαίνοντας απ' την Ακρόπολη, πήρα ένα κομματάκι μάρμαρο του Παρθενώνα. Είχα επίσης μαζέψει ένα κομμάτι πέτρας από τον τάφο του Αγαμέμνoνα. Έκτοτε, αφαιρούσα πάντα κατιτί απ'
- 73 -
τα μνημεία που επισκεπτόμουνα. Μπορεί να μην είναι τόσο αξιόλογα σαν αυτά που υπεξαίρεσαν ο κύριος ντε Σουαζέλ και ο λόρδος Έλγιν, εμένα όμως μου αρκούν. Έχω φυλάξει προσεκτικά τα μικρά δείγματα φιλίας που πήρα από τους οικοδεσπότες μου, μεταξύ των οποίων μια οστεοθήκη από τον πατέρα Μουνιόζ στη Χάιφα. Όποτε κοιτάζω αυτά τα μικροπράγματα ξαναθυμάμαι αμέσως τις περιηγήσεις και τις περιπέτειές μου και λέω μέσα μου: «Ήμουν εκεί, και ιδού η απόδειξη». Ο οδυσσέας επέστρεψε στην πατρίδα του φέρνοντας μεγάλα κιβώτια γεμάτα πλούσια δώρα που του είχαν προσφέρει οι Φαίακες. Εγώ επέστρεψα με μια ντουζίνα πέτρες της Σπάρτης, της Αθήνας, του Άργους, της Κορίνθου, με τρεις τέσσερις μικρές πήλινες κεφαλές -δώρο του κυρίου Φοβέλ- κομπολόγια, μια φιάλη νερού της Ιορδανίας, μια άλλη από τη Νεκρά Θάλασσα, μερικές πέτρες του Νείλου, ένα μάρμαρο της Καρχηδόνας κι ένα γύψινο εκμαγείο της Αλάμπρα. Ξόδεψα πενήντα χιλιάδες φράγκα καθ' οδόν και άφησα σαν δώρα τα εσώρουχά μου και τα όπλα μου. Αν το ταξίδι μου
- 74 -
είχε διαρκέσει λίγο περισσότερο θα είχα επιστρέψει με τα πόδια, με μόνο βοήθημα ένα λευκό μπαστούνι. Δυστυχώς, εμένα στην επιστροφή μου δε θα με περίμενε ένας καλός αδελφός για να μου πει σαν το γεροντάκι στις Χίλιες και μια νύχτες. «Αδελφέ' πάρε χίλια φλουριά, αγόρασε καμήλες και σταμάτα να περιπλανιέσαι».
Βγαίνοντας απ' την Ακρόπολη δειπνήσαμε και το ίδιο βράδυ περπατήσαμε στο Στάδιο, στην άλλη όχθη του Ιλισού. Το Στάδιο έχει διατηρήσει το σχήμα του στην εντέλεια: βλέπει κανείς ακόμη και τις μαρμάρινες κερκίδες με τις οποίες το είχε στολίσει ο Ηρώδης Αττικός. Όσο για τον Ιλισό, ο Τσάντλερ ξεφεύγει από τη χαρακτηριστική του μετριοπάθεια και αγανακτεί με τους ποιητές που τον θέλουν γάργαρο και περιστοιχισμένο από πυκνές ιτιές. Είναι φανερό πως η αγανάκτησή του στρέφεται ενάντια σ' ένα σχέδιο του Λε Ρουά που απεικονίζει μια άποψη του Ιλισού. Μοιάζω κι εγώ με τον Τσάντλερ: απεχθάνομαι τις ψευδείς περιγραφές και όταν ένα ρυάκι δεν έχει νερό θέλω να μου το λένε. Δεν εξωράισα καθόλου τις όχθες του Ιορ-
- 7 5 -
δάνη, ούτε παρέστησα το ρυάκι σαν μεγάλο ποταμό. Κι όμως, θα είχα κάθε λόγο να πω ψέματα. Όλοι οι ταξιδιώτες, ακόμη και η Αγία Γραφή, θα δικαιολογούσαν τις πλέον πομπώδεις περιγραφές. Ο Τσάντλερ όμως αγανάκτησε υπέρ το δέον. Να και κάτι περίεργο που έμαθα από τον κύριο Φοβέλ: αν σκάψει κανείς την κοίτη του Ιλισού, βρίσκει νερό σε πολύ μικρό βάθος: αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι Αλβανίδες χωρικές που σκάβουν μια γούρνα στο χαλίκι της κοίτης όταν θέλουν να βάλουν μπουγάδα και αμέσως αναβλύζει νερό. Είναι λοιπόν πιθανό η κοίτη του Ιλισού να καλύφθηκε σιγά σιγά με πέτρες και χαλίκι από τα γύρω βουνά και το νερό να ρέει τώρα ανάμεσα σε δυο στρώματα άμμου. Νομίζω αυτό αρκεί να δικαιώσει τους κακόμοιρους ποιητές που είχαν την τύχη της Κασσάνδρας: μάταια υμνούν την αλήθεια, κανείς δεν τους πιστεύει. Ενώ, αν περιορίζονταν να την πουν απλά, θα είχαν ίσως μεγαλύτερη επιτυχία. Ως προς τον Ιλισό, έχουν τη μαρτυρία της ιστορίας η οποία θέλει να υπάρχει νερό μέσα στο ποτάμι. Και γιατί ο Ιλισός να έχει γεφύρι αν δε διέθετε νερό, τουλά-
- 76 -
χιστον το χειμώνα; Η Αμερική με κακόμαθε λίγο όσον αφορά στους ποταμούς. Παρ' όλα αυτά, δε θα μπορούσα να μην υπερασπιστώ την τιμή του μικρού αυτού Ιλισού που έδωσε το όνομά του στις Μούσες* και που στις όχθες του ο Βορέας απήγαγε την Ωρείθυια.
Επιστρέφοντας από τον Ιλισό, ο κύριος Φοβέλ με πέρασε από χέρσες περιοχές στις οποίες μάλλον θα πρέπει ν' αναζητηθεί η θέση του Λυκείου και στη συνέχεια φτάσαμε στις μεγάλες μοναχικές κολόνες, στην περιφέρεια της πόλης που την αποκαλούν Νέα Αθήνα, όπου και η Αθήνα του αυτοκράτορα Αδριανού. Ο Σπον θεωρεί τις κολόνες κατάλοιπα της εκατοντάστυλης στοάς. Ο Τσάντλερ υποθέτει ότι ανήκαν στο ναό του Ολυμπίου Διός. Ο κύριος Λεσεβαλιέ και οι άλλοι ταξιδιώτες έχουν μιλήσει περί αυτού. Διάφορες απόψεις των Αθηνών έχουν απεικονιστεί με ωραίο τρόπο, κυρίως στο έργο του Στιούαρτ ο οποίος κατάφερε από τα ερείπια ν' ανασυνθέσει όλο το οικοδόμημα.
* Ιλισιάδες: ο βωμός τους βρισκόταν στην κοιτη του Ιλισού.
- 7 7 -
Πάνω σ' ένα τμήμα του επιστυλίου που ακόμη και σήμερα ενώνει δυο απ' τις κολόνες, βλέπει κανείς μια καλύβα, άλλοτε κατοικία ενός ερημίτη. Είναι αδύνατο να καταλάβουμε πώς αυτή η καλύβα μπόρεσε να χτιστεί πάνω στο κιονόκρανο αυτών των μεγαλόπρεπων στύλων που το ύψος τους ξεπερνά μάλλον τα εξήντα πόδια. Έτσι, αυτός ο μεγάλος ναός για τον οποίο οι Αθηναίοι είχαν δουλέψει επτά αιώνες, τον οποίο όλοι οι βασιλείς της Ασίας είχαν φιλοδοξήσει ν' αποπερατώσουν και που ο Αδριανός, άρχων του κόσμου, είχε αυτός και μόνο την τιμή να ολοκληρώσει, ο ναός αυτός είχε υποκύψει στη φθορά του χρόνου και μόνο το κελί ενός ερημίτη παρέμεινε όρθιο ανάμεσα στα χαλάσματα! Μια άθλια τρώγλη από γύψο, κρεμασμένη στον αέρα μεταξύ δυο μαρμάρινων στύλων, ωσάν η μοίρα να ήθελε να στήσει πάνω σ' αυτό το υπέροχο βάθρο μπροστά στα μάτια όλων μνημείο των θριάμβων και των ιδιοτροπιών της.
Οι κολόνες αυτές, αν και κατά πολύ ψηλότερες από εκείνες του Παρθενώνα, δεν έχουν τίποτε απ' τη δική τους ομορφιά: γίνεται αισθητή εδώ η πα-
- 78 -
ρακμή της τέχνης. Επειδή όμως είναι απομονωμένες και τοποθετημένες πάνω σ' ένα γυμνό πεδίο, η εντύπωση που προξενούν είναι επιβλητική. Σταμάτησα στη βάση τους, ακούγοντας τον αέρα να σφυρίζει στην κορυφή: θυμίζουν εκείνες τις μοναχικές φοινικιές που βλέπει κανείς ανάμεσα στα ερείπια της Αλεξάνδρειας. Όταν οι Τούρκοι απειλούνται από κάποια συμφορά, φέρνουν στο σημείο αυτό ένα αρνί και το υποχρεώνουν να βελάζει κρατώντας του το κεφάλι υψωμένο στον ουρανό: μην μπορώντας να βρουν αθώα φωνή μεταξύ των ανθρώπων, προσφεύγουν στα νεογέννητα αρνάκια για να κάμψουν τη θε·ίκή οργή.
Γυρίσαμε στην Αθήνα από την πύλη με τη γνωστή επιγραφή:
Α νταποδώσαμε στον κύριο Ροκ την επίσκεψή του και περάσαμε τη βραδιά στο σπίτι του: εκεί είδα μερικές γυναίκες. Οι αναγνώστες που έχουν περιέργεια να μάθουν πώς ντύνονται και συμπεριφέρονται οι Τουρκάλες, οι Αθηναίες και οι Αλβα-
- 7 9 -
νίδες στην Αθήνα, μπορούν να διαβάσουν το εικοστό έκτο κεφάλαιο του Ταξιδιού στην Ελλάδα του Τσάντλερ. Αν δεν ήταν τόσο μεγάλο, θα το αντέγραφα εδώ. Πρέπει να πω μόνο ότι οι Αθηναίες μου φάνηκαν πιο μικρόσωμες και όχι τόσο όμορφες όσο οι ΜοραΙτισσες. Η συνήθεια να βάφουν μπλε τα μάτια τους και κόκκινα τα νύχια τους κάνει άσχημη εντύπωση στον ξένο. Επειδή όμως είχα δει γυναίκες με μαργαριτάρια στη μύτη, πράγμα που οι Ιροκέζοι27 θεωρούν ως άκρον άωτον της κομψότητας, μόδα που κι εμένα ομολογώ μου είχε αρέσει, δεν πρέπει να συζητάμε για γούστα. Εξάλλου, οι γυναίκες της Αθήνας δε φημίζονταν ποτέ για το κάλλος τους. Τις επικρίνανε μάλιστα πως αγαπούσαν το κρασί. Η απόδειξη ότι τα θέλγητρά τους δεν είχαν καμιά δύναμη είναι ότι σχεδόν όλοι οι διάσημοι άντρες των Αθηνών είχαν συνδεθεί με ξένες: ο Περικλής, ο Σοφοκλής, ο Σωκράτης, ο Αριστοτέλης ακόμη και ο θε'ίκός Πλάτων.
Στις 25 του μήνα ξεκινήσαμε με τ' άλογα πολύ νωρίς το πρωί. Βγήκαμε απ' την πόλη και πήραμε το δρόμο του Φαλήρου. Πλησιάζοντας στη θά-
- 80 -
λασσα, το έδαφος ανυψώνεται και καταλήγει σε λόφους ανάμεσα στους οποίους σχηματίζονται τα λιμάνια του Φαλήρου, της Μουνιχίας και του Πειραιά. Πάνω στους αμμόλοφους του Φαλήρου ανακαλύψαμε τα θεμέλια των τειχών που περικλείανε το λιμάνι καθώς και άλλα ερείπια που ίσως ανήκαν σε ναό της Ήρας ή της Δήμητρας. Κοντά σ' αυτό το σημείο βρισκόταν ο αγρός και ο τάφος του Αριστείδη. Κατεβήκαμε στο λιμάνι: πρόκειται για έναν κυκλικό όρμο με αμμώδη πυθμένα. Θα μπορούσε να χωρέσει καμιά πενηνταριά πλοία. Ήταν ακριβώς ο αριθμός που ο Μενεσθέας είχε οδηγήσει στην Τροία.
Τψ δ' άμα πεντήχοντα μέλαιvαι VΗει; Εποvτω
Απ' τον ίδιο όρμο του Φαλήρου απέπλευσε και ο Θησέας για την Κρήτη.
Γιατί, νέος ακόμη, δεν μπορέσατε λοιπόν
να μπείτε στο πλοίο που θα σας έφερνε στις ακτές
μας, από σας θα είχε νικηθεί το τέρας της Κρήτης κ.τ.λ.28
- 8 1 -
Η αθανασία δεν είναι αποκλειστικότητα των μεγάλων στόλων και των μεγάλων λιμανιών: ο Όμηρος και ο Ρακίνας έκαναν αθάνατα τα ονόματα ενός ασήμαντου κολπίσκου κι ενός μικρού σκάφους.
Από το Φάληρο, φτάσαμε στη Μουνιχία. Το λιμάνι αυτό έχει σχήμα ωοειδές και είναι λίγο μεγαλύτερο απ' το πρώτο. Τέλος, παρακάμπτοντας ένα βραχώδη λόφο και περνώντας από ακρωτήρι σε ακρωτήρι, πήραμε το δρόμο του Πειραιά. Ο κύριος Φοβέλ με σταμάτησε στην καμπή μιας μικρής θαλάσσιας γλώσσας για να μου δείξει έναν τάφο σκαμμένο στο βράχο. Βρίσκεται στο επίπεδο του νερού και δεν έχει πια θόλο. Τα κύματα στο τακτικό τους πηγαινέλα τον γεμίζουν και τον αδειάζουν. Λίγα βήματα πάρα πέρα, πάνω στην ακτή, διακρίνονται τ' απομεινάρια ενός μνημείου.
Ο κύριος Φοβέλ τοποθετεί εδώ το σημείο όπου είχαν εναποτεθεί τα οστά του Θεμιστοκλή. Κάποιοι αμφισβητούν αυτή την ενδιαφέρουσα ανακάλυψη. Ισχυρίζονται ότι τα διάσπαρτα απομεινάρια είναι πάρα πολύ ωραία για ν' ανήκουν στον
- 82 -
τάφο του Θεμιστοκλή και ότι στην πραγματικότητα, σύμφωνα και με τον Διόδωρο το γεωγράφο, τον οποίο αναφέρει ο Πλούταρχος, ο τάφος αυτός ήταν βωμός.
Ο ισχυρισμός δεν είναι ιδιαίτερα βάσιμος. Γιατί να εμπλέξουμε στο αρχικό ζήτημα ένα ζήτημα ξένο προς το συγκεκριμένο αντικείμενο; Τα ερείπια από λευκό μάρμαρο, που αποτελούν αντικείμενο της ένστασης θα μπορούσαν αρχικά ν' ανήκουν σε κάποιον άλλο τάφο και όχι του Θεμιστοκλή. Όταν όμως κατασιγάσανε οι έριδες, γιατί να μη στόλισαν οι απόγονοι του Θεμιστοκλή τον τάφο του ένδοξου προγόνου τους τον οποίο είχαν αρχικά ενταφιάσει απλά ή μυστικά, όπως λέει ο Θουκυδίδης; Μήπως δεν είχαν αφιερώσει στο μεγάλο αυτόν άντρα αναμνηστική στήλη που αναπαρίστανε την ιστορία του; Και η στήλη αυτή, της εποχής του Παυσανία, δεν είχε εκτεθεί σε κοινή θέα στον Παρθενώνα; Εξάλλου υπήρχε και ο ανδριάντας του Θεμιστοκλή στο Πρυτανείο.
Το σημείο όπου ο κύριος Φοβέλ ανακάλυψε τον τάφο είναι ακριβώς το ακρωτήρι του Αλκίμου.
- 83 -
Θα δώσω μιαν εξήγηση ακόμη πιο βάσιμη από εκείνη της απάνεμης τοποθεσίας. Στον Πλούταρχο υπάρχει κάποιο λάθος: η ονομασία είναι Άλιμος και όχι Άλκιμος όπως παρατηρεί ο Μεούρσιος.29 Ο Άλιμος ήταν ένας δήμος ή κωμόπολη της Α ττικής, της φυλής των Λεοντίδων, στ' ανατολικά του Πειραιά. Τα ερείπια αυτής της κωμόπολης φαίνονται ακόμη σήμερα γύρω απ' τον τάφο.* Ο Παυσανίας είναι αρκετά ασαφής όσον αφορά στη θέση του τάφου. Αλλά ο Διόδωρος ο Περιηγητής είναι απόλυτα σαφής: ακόμη και οι στίχοι του Πλάτωνα του κωμικού, τους οποίους αναφέρει ο Διόδωρος, υποδεικνύουν κατηγορηματικά τον τόπο και τον τάφο που βρήκε ο κύριος Φοβέλ:
Ο σος τύμβος, εν καλώ κεχωσμένος, τοις εμπόροις πρόσρησις έσται πανταχού, Τους
δ' εκπλέοντας εισπλέοντας τε όψεται
Χωπόταν άμιλλα των νηών θεάσεται. **
* Δε θέλω ν' αποσιωπησω τις αντιρρησεις και γνωριζω ότι εντοπιζουν επισης τον Άλιμο στ' ανατολικά του Φαληρου. Ο Θουκυδιδης καταγόταν από την κωμόπολη αυτη .
• • Πλουτάρχου Βίοι, Θεμιστοκλής.
- 84 -
Αν ο Τσάντλερ εντυπωσιάστηκε από την ερημιά του Πειραιά, μπορώ να βεβαιώσω ότι κι εμένα μου έκανε την ίδια εντύπωση. Κάναμε το γύρο μιας έρημης ακτής. Μπροστά μας είδαμε τρία λιμάνια, μα σε κανένα τους δεν είδαμε έστω και μια βάρκα. Μόνο ερείπια, βράχια και θάλασσα. Και ο μόνος θόρυβος ήταν οι φωνές γλάρων και ο παφλασμός των κυμάτων που σπάζοντας πάνω στον τάφο του Θεμιστοκλή έβγαζαν μέσα απ' την κατοικία της αιώνιας σιωπής το προαιώνιο βογκητό τους. Σαρωμένες από τα κύματα οι στάχτες του νικητή του Ξέρξη αναπαύονταν στο βυθό ανακατωμένες με τα οστά των Περσών. Άδικα έψαχνα με τα μάτια το ναό της Αφροδίτης, τη μεγάλr, στοά και το συμβολικό άγαλμα του λαού των Αθηνών: το ομοίωμα του αμείλικτου αυτού λαού έπεσε για πάντα κοντά στο πηγάδι όπου οι εξόριστοι πολίτες μάταια έρχονταν να εκλιπαρήσουν την επιστροφή στην πατρίδα. Αντί για τους ταρσανάδες, τους μεγαλοπρεπείς ναύσταθμους, τις πολύβουες απ' τις φωνές των ναυτικών Αγορές, αντί για τα κτίσματα που στο σύνολό τους θύμι-
- 85 -
ζαν την όψη και την ομορφιά της πόλης της Ρόδου, δεν είδα παρά ένα ετοιμόρροπο μοναστήρι και μια αποθήκη. Θλιβερή παράκτια σκοπιά και πρότυπο ανόητης εγκαρτέρησης, ο Τούρκος τελωνοφύλακας που κάθεται ολοχρονίς εκεί, σε μια άθλια ξύλινη παράγκα: μήνες ολόκληροι περνάνε χωρίς να φτάνει πλοίο. Σε τέτοια αξιοθρήνητη κατάσταση βρίσκονται σήμερα τα φημισμένα αυτά λιμάνια. Ποιος μπορεί να κατέστρεψε τόσα μνημεία θεών και ανθρώπων; Η κρυφή δύναμη που ανατρέπει τα πάντα και που και η ίδια υπακούει στον Άγνωστο Θεό του οποίου το βωμό είδε ο Απόστoλoς Παύλος στο Φάληρο: Αγνώστω Θεώ Deo ignoto.
Το λιμάνι του Πειραιά διαγράφει ένα τόξο με τις δυο μύτες του να προσεγγίζουν αφήνοντας ένα στενό πέρασμα. Σήμερα ονομάζεται Λιμάνι του Λέοντος, από το μαρμάρινο λιοντάρι που υπήρχε άλλοτε και που ο Μοροζίνι είχε μεταφέρει το 1686
από τη Βενετία. Το λιμάνι, εσωτερικά, χωρίζεται σε τρεις λεκάνες: τον Κάνθαρο, την Αφροδισία και τη Ζέα. Υπάρχει ακόμη ένας μικρός όρμος με
- 86 -
λίγο νερό που ίσως ήταν η Αφροδισία. Ο Στράβωνας βεβαιώνει ότι το μεγάλο λιμάνι των Αθηνών ήταν ικανό να χωρέσει τετρακόσια πλοία. Ο Πλίνιος ανεβάζει τον αριθμό στα χίλια. Καμιά πενηνταριά από τις βάρκες μας θα το γέμιζαν ολόκληρο, κατά τη γνώμη μου. Αμφιβάλλω αν θα χωρούσαν δύο φρεγάτες, κυρίως σήμερα που τα πλοία χρειάζονται μεγάλο χώρο για ν' αγκυροβολήσουν. Ωστόσο, τα νερά είναι βαθιά, ασφαλή και ο Πειραιάς θα μπορούσε να γίνει σημαντικό λιμάνι στα χέρια ενός πολιτισμένου έθνους. Κατά τ' άλλα, ο μόνος εμπορικός οίκος που υπήρχε ήταν γαλλικός. Νομίζω πως ιδρύθηκε από τον κύριο Γκασπάρι, τέως πρόξενο της Γαλλίας στην Αθήνα. Έτσι, δεν πάει καιρός που οι Αθηναίοι αντιπροσωπεύονταν στον Πειραιά από τον πλησιέστερο σε ομοιότητα λαό.
Αφού ξεκουραστήκαμε για μια στιγμή στο τελωνείο και στο μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα, επιστρέψαμε στην Αθήνα ακολουθώντας το δρόμο του Πειραιά. Παντού γύρω μας, απομεινάρια των μεγάλων τειχών. Περάσαμε απ' τον τάφο της
- 87 -
αμαζόνας Α ντιόπης που είχε ανασκάψει ο κύριος Φοβέλ: στα Απομνημονεύματά του αναφέρει τα περί της ανασκαφής. Προχωρούσαμε ανάμεσα σε χαμηλά αμπέλια σαν αυτά της Βουργουνδίας, που μόλις είχαν αρχίσει να ροδίζουν. Σταματήσαμε στις δημόσιες δεξαμενές, κάτω από τις ελιές. Με λύπη μου είδα πως ο τάφος του Μενάνδρου, το κενοτάφιο του Ευριπίδη και ο μικρός ναός, ο αφιερωμένος στο Σωκράτη, δεν υπήρχαν πια ή τουλάχιστον δεν είχαν ακόμη βρεθεί. Συνεχίσαμε το δρόμο μας και, φτάνοντας κοντά στο λόφο του Μουσείου, ο κύριος Φοβέλ μου επέστησε την προσοχή σ' ένα ελικοειδές μονοπάτι που ανέβαινε στην πλαγιά του λόφου. Μου είπε πως το μονοπάτι αυτό είχε χαραχτεί από το Ρώσο ζωγράφο που ανέβαινε καθημερινά από το ίδιο σημείο, για να σχεδιάσει διάφορες απόψεις των Αθηνών. Αν, όπως ισχυρίζεται ο Μπιφόν, η μεγαλοφυια δεν είναι παρά υπομονή, τότε ο ζωγράφος αυτός πρέπει να είναι πράγματι μεγαλοφυής.
Η Αθήνα απέχει απ' το Φάληρο περίπου τέσσερα μίλια' το Φάληρο απ' τον Πειραιά, ακολου-
- 88 -
θώντας τους ελιγμούς της ακτής, τρία ως τέσσερα και ο Πειραιάς απ' την Αθήνα πέντε. Έτσι, κατά την επιστροφή μας στην πόλη, είχαμε καλύψει δώδεκα μίλια ή τέσσερις λεύγες.
Επειδή είχαμε ναυλώσει τ' άλογα για όλη τη μέρα, φάγαμε βιαστικά και ξαναπήραμε τους δρόμους στις τέσσερις το απόγευμα. Αυτή τη φορά βγήκαμε απ' την Αθήνα απ' την πλευρά του Υμηττoύ. Ο οικοδεσπότης μου με οδήγησε στο χωριό Αμπελόκηποι, όπου πίστευε πως είχε ανακαλύψει το ναό της Αφροδίτης, για τους λόγους που εξηγεί στα Απομνημονεύματά του. Η γνώμη του Τσάντλερ ο οποίος τοποθετεί το ναό στην Παναγία Σπηλιώτισσα είναι εξίσου βάσιμη και υπέρ της συνηγορεί η ύπαρξη μιας επιγραφής. Ο κύριος Φοβέλ, όμως, έφερε στο φως, για να στηρίξει την άποψή του, δυο παλιούς μύθους και μερικά ωραία απομεινάρια ιωνικού ρυθμού. Μ' αυτόν τον τρόπο απάντησε στις διάφορες αντιρρήσεις. Έτσι είμαστε εμείς οι αρχαιολάτρες: χρησιμοποιούμε τα πάντα σαν αποδείξεις.
Αφού είδαμε τα αξιοθέατα των Αμπελοκήπων,
- 89 -
στραφήκαμε προς δυσμάς και περνώντας μεταξύ Αθηνών και Α γχέσμου μπήκαμε στο μεγάλο ελαιώνα. Απ' τη μεριά αυτή δεν υπάρχουν αρχαία κι έτσι περιοριστήκαμε σ' έναν ευχάριστο περίπατο συντροφιά με τις αναμνήσεις της Αθήνας. Βρήκαμε τον Κηφισό που είχα χαιρετήσει πιο πριν ερχόμενος από την Ελευσίνα: στο ύψος αυτό, το ποτάμι είχε νερό αλλά, μετά λύπης το λέω, ένα λασπόνερο που δε χρησιμεύει παρά για πότισμα των κήπων και για να κρατάει στις όχθες λίγη δροσιά που είναι τόσο σπάνια στην Ελλάδα. Ξαναγυρίσαμε απ' τον ίδιο δρόμο, πάντα μέσα απ' τους ελαιώνες. Προσπεράσαμε στα δεξιά μας ένα μικρό πετρώδη λοφίσκο: ήταν ο Κολωνός στους πρόποδες του οποίου υπήρχε άλλοτε το χωριό όπου είχε αποσυρθεί ο Σοφοκλής. Εκεί ο μεγάλος τραγικός παρέστησε τον πατέρα της Αντιγόνης να χύνει τα στερνά του δάκρυα. Ακολουθήσαμε για λίγο τη λεγόμενη Χαλκή Οδό πάνω στην οποία διακρίνονται ίχνη του βωμού των Ερινύων. Από κει, πλησιάζοντας ξανά στην Αθήνα περιπλανηθήκαμε επί μακρόν στα περίχωρα της Ακαδημίας, Τίποτε
- 90 -
δε θυμίζει πια το καταφύγιο των σοφών. Τα αρχαία πλατάνια έπεσαν κάτω από τον πέλεκυ του Σύλλα κι εκείνα που ο Αδριανός έβαλε να φυτέψουν στη θέση τους δε γλύτωσαν από τους βάρβαρους. Οι βωμοί του Έρωτα, του Προμηθέα και των Μουσών εξαφανίστηκαν. Η θε'ίκή φλόγα έσβησε μέσα στα άλση που είχαν εμπνεύσει τον Πλάτωνα. Δυο στοιχεία είναι αρκετά για να καταδείξουν τη γοητεία και τη δύναμη που ο φιλόσοφος αυτός ασκούσε πάνω στην αρχαιότητα: την παραμονή της ημέρας που ο Πλάτωνας έγινε δεκτός σαν μαθητής του Σωκράτη, ο τελευταίος ονειρεύτηκε ένα λευκό κύκνο που ήρθε και κούρνιασε πάνω στο στήθος του. Ο θάνατος εμπόδισε τον Πλάτωνα να τελειώσει τον Κριτία και ο Πλούταρχος, θρηνώντας για τη συμφορά αυτή, συγκρίνει τα κείμενα του πρύτανη της Ακαδημίας με τους ναούς των Αθηνών, μεταξύ των οποίων ο ναός του Ολυμπίου Διός που κι αυτός δεν αποπερατώθηκε.
Είχε νυχτώσει εδώ και μια ώρα όταν σκεφτήκαμε να γυρίσουμε στην Αθήνα. Στον ουρανό λα-
- 9 1 -
μπύριζαν τ' αστέρια και η ατμόσφαιρα είχε ασύγκριτη γλύκα, διαύγεια και καθαρότητα, Προχωρούσαμε, έφιπποι, αργά και σιωπηλά, Ο δρόμος που διασχίζαμε ήταν, κατά τα φαινόμενα, ο παλαιός δρόμος της Ακαδημίας, περιστοιχισμένος από τους τάφους των υπέρ της πατρίδος πεσόντων πολιτών και των επιφανέστερων αντρών της Ελλάδας: εκεί αναπαύονταν ο Θρασύβουλος, ο Περικλής, ο Χαβρίας, ο Τιμόθεος, ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων, Ήταν ευγενής η ιδέα να συγκεντρωθεί στον ίδιο χώρο η τέφρα αυτών των επιφανών αντρών που έζησαν σε διαφορετικούς αιώνες και που σαν τα μέλη μιας διάσημης οικογένειας σκορπισμένης για πολύ καρό, ήρθαν ν' αναπαυθούν στους κόλπους της κοινής τους μητέρας, Τι ποικιλία πνεύματος, μεγαλείου και θάρρους ταυτόχρονα! Τι πολλαπλότητα ηθών και αρετών μπορούσε ν' αγκαλιάσει μια μόνο ματιά! Και οι αρετές αυτές που μετριάστηκαν με το θάνατο σαν τα χυμώδη κρασιά που τ' ανακατεύουμε, όπως λέει ο Πλάτωνας, με θε'ίκή εγκράτεια, δε θάμπωναν πλέον τα μάτια των ζωντανών, Ο περαστικός που
- 92 -
διάβαζε πάνω στην επιτύμβια στήλη τις απλές αυτές λέξεις:
δεν ένιωθε παρά θαυμασμό χωρίς φθόνο. Ο Κικέρωνας μας περιγράφει τον Αττικό να περιφέρεται ανάμεσα σ' αυτούς τους τάφους, κατεχόμενος από ιερό θαυμασμό για τις ευγενείς στάχτες. Σήμερα δε θα μπορούσε να μας κάνει την ίδια περιγραφή: οι τάφοι έχουν καταστραφεί. Οι επιφανείς νεκροί που οι Αθηναίοι είχαν εναποθέσει έξω από την πόλη τους, σαν φρουρούς, δε σηκώθηκαν για να την προστατεύσουν. Υπέφεραν όταν οι Τάταροι την ποδοπάτησαν. «ο χρόνος, η βία και τα άροτρα ισοπέδωσαν τα πάντα», λέει ο Τσάντλερ. Τα άροτρα δεν έχουν λόγο ύπαρξης εδώ. Η παρατήρησή μου δίνει καλύτερα από καθετί άλλο την εικόνα ερήμωσης της Ελλάδας.
Έμενε ακόμη να επισκεφτώ τα θέατρα των Αθηνών και τα μνημεία της πόλης, πράγμα που έκανα το πρωί της 26ης. Έχω ήδη πει και όλος ο κόσμος το γνωρίζει ότι το θέατρο του Διονύσου βρι-
- 93 -
σκόταν στους πρόποδες του κάστρου απ' την πλευρά του Υμηττού. Το Ωδείο, που το είχε ξεκινήσει ο Περικλής, αποπερατώθηκε από τον Λυκούργο, γιο του Λυκόφρονα, κάηκε από τον Αριστίωνα και τον Σύλλα και αποκαταστάθηκε από τον Αριοβαρζάνη. Βρισκόταν πλάι στο θέατρο του Διονύσου και μάλλον συγκοινωνούσε μαζί του με μια στοά. Οι κερκίδες των θεάτρων αυτών ήταν χτισμένες πάνω στην πλαγιά του λόφου που τους χρησίμευε σαν στήριγμα. Υπάρχουν μερικές διαφωνίες σχετικά μ' αυτά τα μνημεία και ο Στιούαρτ τοποθετεί το θέατρο του Διονύσου εκεί που ο Τσάντλερ τοποθετεί το Ωδείο.
Τα ερείπια των δύο θεάτρων είναι ασήμαντα. Δε μου προξένησαν μεγάλη εντύπωση γιατί είχα δει στην Ιταλία μνημεία αυτού του είδους, πολύ μεγαλύτερα και καλοδιατηρημένα. Δεν μπόρεσα, ωστόσο, ν' αποφύγω μια θλιβερή σκέψη: κάτω από τη ρωμα·ίκή κυριαρχία κι ενώ οι Αθηναίοι ήταν ακόμη διδάσκαλοι του κόσμου, οι μονομάχοι παρουσίαζαν τα αιματηρά τους παιχνίδια μέσα στο θέατρο του Διονύσου. Τα αριστουργήματα του
- 94 -
Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη δεν παίζονταν πλέον. Τα έργα αυτά που δίνουν μια λαμπρή ιδέα του ανθρώπινου πνεύματος και που αποτελούν την ευγενή ψυχαγωγία των πολιτισμένων εθνών, είχαν υποκατασταθεί από φόνους και εγκλήματα. Οι Αθηναίοι έσπευδαν σ' αυτά τα απάνθρωπα θεάματα με τον ίδιο ενθουσιασμό που έτρεχαν στα Διονύσια. Ένας λαός που είχε φτάσει σε τόσο υψηλό επίπεδο μπορούσε να πέσει τόσο χαμηλά; Τι απέγινε, λοιπόν, ο βωμός του Ελέους που υψωνόταν στη μέση της δημόσιας πλατείας στην Αθήνα και στον οποίο συνέρρεαν οι ικέτες για να κρεμάσουν τις ικετηρίες τους; Πόσο θα πρέπει να είχαν αλλάξει οι Αθηναίοι, που κατά τον Παυσανία ήταν οι μόνοι Έλληνες που τιμούσαν το έλεος και το θεωρούσαν παρηγοριά της ζωής! Σίγουρα, η Αθήνα δεν είχε επονομαστεί Ιερή κατοικία των Θεών από τους αγώνες των μονομάχων. Ίσως οι λαοί, σαν τους ανθρώπους, στα γεράματα γίνονται σκληροί όπως και στην παιδική τους ηλικία. Ίσως το πνεύμα των εθνών εξαντλείται. Και όταν έχει δημιουργήσει, διατρέξει
- 95 -
και γευτεί τα πάντα, χορτασμένο από τα ίδια του τα μεγαλουργήματα και ανίκανο να γεννήσει άλλα, αποκτηνώνεται και επιστρέφει στις καθαρά φυσικές απολαύσεις. Ο χριστιανισμός θα εμποδίσει τα σύγχρονα έθνη να σβήσουν με τόσο αξιοθρήνητα γεράματα. Αν όμως έσβηνε κάθε θρησκεία, δε θα απορούσα ακούγοντας τις κραυγές του ετοιμοθάνατου μονομάχου πάνω στη σκηνή που σήμερα αντηχεί από τους θρήνους της Φαίδρας και της Ανδρομάχης.
Αφού επισκεφτήκαμε τα θέατρα, γυρίσαμε στην πόλη και ρίξαμε μια ματιά στη στοά που αποτελούσε μάλλον την είσοδο της Αγοράς. Σταματήσαμε στον πύργο των Αέρηδων που ο Παυσανίας δεν τον αναφέρει καθόλου και που έγινε γνωστός από τον Βιτρούβιο και τον Βάρωνα. Ο Σπον δίνει όλες τις λεπτομέρειες εξηγώντας και τους Ανέμους. Ολόκληρο το μνημείο έχει περιγραφεί από τον Στιούαρτ στις Αθηναϊκές Αρχαιότητες. Ο Φρανσουά Τζιαμπέτι το είχε ήδη απεικονίσει το 1465, περίοδο καλλιτεχνικής αναγέννησης στην Ιταλία. Την εποχή του πατρός Μπαμπέν, το 1672,
- 96 -
πίστευαν πως ο πύργος των Αέρηδων ήταν ο τάφος του Σωκράτη. Θα αποσιωπήσω ορισμένα ερείπια κορινθιακού ρυθμού τα οποία εκλάμβαναν για την Ποικίλη στοά, για τα απομεινάρια του ναού του Ολυμπίου Διός, για το Πρυτανείο και που μάλλον δεν ανήκουν σε κανένα απ' αυτά τα κτίσματα. Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν ανήκουν στην εποχή του Περικλή. Είναι αισθητό εδώ το μεγαλείο αλλά και η ρωμα'ίκή κατωτερότητα: οτιδήποτε άγγιξαν οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες στην Αθήνα αναγνωρίζεται με την πρώτη ματιά και αποτελεί αισθητή αντίθεση με τ' αριστουργήματα του αιώνα του Περικλή. Τέλος, πήγαμε στο γαλλικό μοναστήρι, ν' ανταποδώσουμε την επίσκεψη στο μοναδικό αυτό μοναχό που το κατοικεί. Έχω ήδη αναφέρει πως μέσα στο μοναστήρι των ιεραποστόλων μας βρίσκεται το χορηγικό μνημείο του Λυσικράτη. Σ' αυτό το μνημείο απέτισα και τον τελευταίο φόρο θαυμασμού μου για τα ερείπια των Αθηνών.
Αυτό το κομψοτέχνημα του ελληνικού πνεύματος έγινε γνωστό από τους πρώτους ταξιδευτές με
- 97 -
το όνομα Φανάρι του Δημοσθένους. «Μέσα στο σπίτι που αγόρασαν πριν λίγο καιρό οι καπουτσίνοι», λέει ο ιησουίτης Μπαμπέν το 1672, «υπάρχει ένα αξιόλογο μνημείο που απ' τον καιρό του Δημοσθένη παραμένει ακέραιο: συνήθως το αποκαλούν Φανάρι του Δημοσθένη» .*
Έκτοτε αναγνώρισαν, με πρώτο τον Σπον, ότι πρόκειται για χορηγικό μνημείο που έστησε ο Λυσικράτης στην οδό Τριπόδων. Ο κύριος Λεγκράν, εδώ και κάμποσα χρόνια, εξέθεσε ένα πανομοιότυπο πήλινο ομοίωμά του στην αυλή του Λούβρου.** Μόνο που ο αρχιτέκτονας, σίγουρα για να δώσει περισσότερη χάρη στο έργο του, είχε καταργήσει τον κυκλοτερή τοίχο που γεμίζει τα μεσοδιαστήματα των κιόνων στο πρωτότυπο μνημείο.
Σίγουρα πολύ παράδοξο παιχνίδι της μοίρας να στεγάσει έναν καπουτσίνο μέσα στο χορηγικό
* Φαίνεται πως υπηρχε στην Αθηνα το 1669 κι ένα αλλο μνημείο που λεγόταν το Φαναρι του Διογένη. Ο Γκιγιέ επικαλείται σχετικα μ' αυτό το μνημείο τη μαρτυρία των πατέρων Βαρναβα και Σίμωνα και των κυρίων Μονσό και Λενέ.
** Το μνημείο στη συνέχεια εκπονηθηκε στο Σαιν-Κλου.
- 98 -
μνημείο του Λυσικράτη. Αυτό όμως που εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράδοξο, γίνεται συγκινητικό και σεβαστό αν αναλογιστεί κανείς πως ένας Γάλλος ιερωμένος φιλοξένησε στην Αθήνα τον Τσάντλερ, ενώ ένας άλλος Γάλλος ιερωμένος περιέθαλπε ταξιδιώτες στην Κίνα, στον Καναδά, στις ερήμους της Αφρικής και της Ταταρίας.
«Οι Φράγκοι στην Αθήνα», λέει ο Σπον, «δεν έχουν παρά τη μονή των καπουτσίνων στο Φανάρι του Δημοσθένη. Τον καιρό που βρισκόμαστε στην Αθήνα, μόνο ο πάτερ Σεραφέν διέμενε εκεί, ένας άνθρωπος εντιμότατος. Μια μέρα, ένας Τούρκος της φρουράς άρπαξε το κομποσκοίνι αυτού του ανθρώπου, είτε από κακία είτε κάτω απ' την επίδραση μεθυσιού, στο δρόμο του Πειραιά απ' όπου ο μοναχός επέστρεφε μόνος, αφού είχε συναντήσει μερικούς Γάλλους του αγκυροβολημένου στόλου.
»Οι ιησουίτες μοναχοί βρίσκονταν στην Αθήνα πριν από τους καπουτσίνους και δεν είχαν ποτέ εκδιωχθεί. Αν αποσύρθηκαν στην Εύβοια ήταν γιατί βρήκαν μεγαλύτερη απασχόληση λόγω του ότι εκεί υπάρχουν περισσότεροι Φράγκοι απ' ό,τι
- 99 -
στην Αθήνα. Η μονή τους βρισκόταν σχεδόν στο άκρο της πόλης, απ' την πλευρά της κατοικίας του Αρχιεπισκόπου. Όσο για τους καπουτσίνους, εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα από το 1658 και ο πάτερ Σίμωνας αγόρασε το Φανάρι και το πλα'ίνό σπίτι το 1669 όπου είχαν μείνει και άλλοι μοναχοί του τάγματός του πριν απ' αυτόν».
Σ' αυτούς τους επί μακρόν δυσφημισμένους ιε� ραπόστολους οφείλουμε ακόμη τις πρώτες μας γνώσεις πάνω στην αρχαία Ελλάδα.* Πριν καν ο πρώτος ταξιδιώτης αφήσει την πατρίδα του για να επισκεφτεί τον Παρθενώνα, ήδη οι μοναχοί, εξόριστοι πάνω στα φημισμένα ερείπια, περίμεναν σαν νέοι ξένιοι θεοί τους καλλιτέχνες και τους αρχαιολάτρες. Οι σοφοί ρωτούσαν τι απέγινε η πόλη του Κέκροπα. Μεταξύ των μαθητευόμενων του Αγίου Ιακώβου στο Παρίσι, υπήρχε κάποιος πάτερ Βαρνάβας και στην Κομπιένη ένας πάτερ Σίμωνας που θα μπορούσαν να τους πληροφορήσουν.
* Στις Διδακτικές Επιστολές μπορουμε να δουμε τις εργασlες των ιεραπόστολων στα νησιά του Αιγαίου.
- 1 00 -
Όμως αυτοί δεν έκαναν επίδειξη γνώσεων. Κουρνιασμένοι στα πόδια του Εσταυρωμένου, έκρυβαν μέσα στην υγρασία του κελιού τους όσα είχαν υποφέρει επί είκοσι χρόνια ανάμεσα στα ερείπια των Αθηνών.
Ο Λα Γκιγετιέρ λέει: «Οι Γάλλοι καπουτσίνοι, οι οποίοι εκλήθησαν στο Μοριά από την Εταιρεία υπέρ διαδόσεως της πίστεως έχουν σαν κύρια κατοικία τους το Ναύπλιο γιατί τα πλοία των μπέηδων διαχειμάζουν εκεί, συνήθως από το Νοέμβριο μέχρι του Αγίου Γεωργίου, όταν ξαναβγαίνουν στη θάλασσα: είναι γεμάτα με χριστιανούς κατάδικους που έχουν ανάγκη να μορφωθούν και να εμψυχωθούν. Αυτό είναι το έργο που επιτελεί με ζήλο και αποτελεσματικότητα ο πάτερ Βαρνάβας από το Παρίσι που σήμερα ηγείται των ιεραποστολών Αθηνών και Μοριά».
Αν οι ιερείς αυτοί που επέστρεψαν από τη Σπάρτη και την Αθήνα ζούσαν τόσο ταπεινά στα μοναστήρια τους, αυτό ίσως οφείλεται στο ότι δεν κατανόησαν το θαυμαστό παρελθόν της Ελλάδας ίσως στερούνταν κατάλληλης εκπαίδευσης. Ας α-
- 1 0 1 -
κούσουμε τι λέει ο ιησουίτης πατέρας Μπαμπέν σ' αυτόν οφείλουμε εξάλλου την πρώτη επαφή που είχαμε με την Αθήνα:
«Υπάρχουν πολυάριθμα βιβλία όπου μπορείτε να βρείτε την περιγραφή της Ρώμης, της Κωνσταντινούπολης, της Ιερουσαλήμ και άλλων σημαντικών πόλεων του κόσμου έτσι όπως έχουν σήμερα. Δε γνωρίζω όμως ούτε ένα βιβλίο που να περιγράφει την Αθήνα έτσι όπως την είδα. Την πόλη αυτή έτσι όπως την περιγράφει ο Παυσανίας και μερικοί άλλοι αρχαίοι συγγραφείς δύσκολα θα τη βρει κανείς. Θα τη δείτε εδώ στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα, η οποία, παρά τα ερείπια, δεν παύει να εμπνέει το σεβασμό, τόσο στους ευσεβείς που βλέπουν τις εκκλησίες της, όσο και στους επιστήμονες που την αναγνωρίζουν ως μητέρα των επιστημών και στους πολεμιστές και γενναίους που τη θεωρούν πατρίδα του Άρη και πεδίο όπου οι μεγαλύτεροι κατακτητές της αρχαιότητας φανέρωσαν την αξία τους και επέδειξαν τη δύναμη, το θάρρος και την ευστροφία τους. Τέλος, αυτά τα ερείπια είναι πολύτιμα, γιατί επισημαίνουν την
- 1 02 -
πρώτη της αρχοντιά και γιατί καταδεικνύουν ότι κάποτε υπήρξε παγκόσμιο αντικείμενο θαυμασμού.
»Ομολογώ πως όταν κοίταξα την πόλη αυτή πάνω από το πλοίο με το τηλεσκόπιο και είδα όλες τις μεγάλες μαρμάρινες κολόνες που φαίνονται από μακριά και που μαρτυρούν την αρχαία μεγαλοπρέπειά της, ένιωσα σεβασμό γι' αυτή».
Ο ιεραπόστολος περνά στη συνέχεια στην περιγραφή των μνημείων: είχε την ευτυχία να δει τον Παρθενώνα ακέραιο.
Τελικά, ο οίκτος για τους Έλληνες, οι φιλανθρωπικές αντιλήψεις που κομπάζουμε πως αποκτήσαμε στα ταξίδια μας ήταν άγνωστα στους ιερείς; Ας ακούσουμε πάλι τον πατέρα Μπαμπέν:
«Αν ο Σόλωνας είπε κάποτε σ' ένα φίλο του, παρατηρώντας την Αθήνα ψηλά από ένα βουνό, ότι αυτή η μεγάλη πόλη με το πλήθος των μαρμάρινων οικοδομημάτων δεν ήταν παρά ένα μεγάλο αλλά πλούσιο νοσοκομείο όπου υπήρχαν τόσοι δυστυχείς όσοι και οι κάτοικοι, δικαιούμαι κι εγώ με τη σειρά μου να πω ότι αυτή η πόλη που ανοι-
- 1 03 -
κοδομήθηκε πάνω στα ερείπια των αρχαίων παλατιών της είναι ένα μεγάλο αλλά φτωχό νοσοκομείο όπου υπάρχουν τόσοι δυστυχείς όσοι και οι χριστιανοί» .
Ας μου συγχωρεθεί η μακρηγορία πάνω σ' αυτό το θέμα. Εκτός από τον Σπον, κανένας ταξιδιώτης πριν από μένα δεν απέδωσε δικαιοσύνη στις ιεραποστολές της Αθήνας που τόσο ενδιαφέρουν τους Γάλλους. Εγώ ο ίδιος παρέλειψα να τις αναφέρω στο Πνεύμα του Χριστιανισμού. Ο Τσάντλερ δεν αναφέρει σχεδόν τίποτε για το μοναχό που τον φιλοξένησε. Δεν είμαι σίγουρος αν αξιώθηκε έστω και μια φορά ν' αναφέρει τ' όνομά του. Δόξα τω θεώ είμαι υπεράνω αυτών των μικροπρεπειών. Όταν υποχρεωθώ σε κάποιον το αναφέρω: δεν ντρέπομαι για την τέχνη, ούτε θεωρώ ότι ατιμάστηκε το μνημείο του Λυσικράτη επειδή αποτελεί μέρος της μονής ενός καπουτσίνου. Ο χριστιανός που διατηρεί αυτό το μνημείο αφιερώνοντάς το σε έργα αγαθοεργίας μου φαίνεται εξίσου αξιοσέβαστος με τον ειδωλολάτρη που το ανέγειρε στη μνήμη της χορηγίας του.
- 1 04 -
Έτσι ολοκλήρωσα την επιθεώρηση των ερειπίων της Αθήνας, αφού τα εξέτασα κατά σειρά και με τη βοήθεια των γνώσεων και της πείρας που είχε αποκτήσει ο κύριος Φοβέλ κατά τη δεκάχρονη παραμονή και εργασία του. Με γλύτωσε από το χρόνο που χάνει κανείς λόγω δισταγμών, αμφιβολιών και αναζητήσεων, όταν φτάνει μόνος σ' ένα νέο κόσμο. Απέκτησα καθαρές γνώσεις πάνω στα μνημεία, τον ουρανό, τον ήλιο, τη θέα, τη γη, τη θάλασσα, τα ποτάμια, τα δάση και τα βουνά της Αττικής. Μπορούσα τώρα πλέον να διορθώσω τους πίνακές μου και να δώσω τα τοπικά χρώματα στα σχέδια αυτών των φημισμένων τόπων.* Δεν έμενε παρά να συνεχίσω το οδοιπορικό μου με βάση τον αρχικό μου σκοπό να φτάσω στην Ιερουσαλήμ. Πόσο δρόμο είχα ακόμη μπροστά μου ! Ο καιρός είχε περάσει και κινδύνευα, αν παρέμενα κι άλλο, να χάσω το πλοίο που μετέφερε κάθε χρόνο τους Ισραηλινούς προσκυνητές από την Κωνσταντινούπολη στη Χάιφα. Είχα κάθε λό-
* Βλέπε τους Μάρτυρες.
- 1 05 -
γο να φοβάμαι μήπως το αυστριακό μου καράβι μη βρίσκοντάς με στο ακρωτήρι της Αττικής άνοιγε πανιά για τη Σμύρνη χωρίς να με περιμένει. Ο κύριος Φοβέλ κατάλαβε τις ανησυχίες μου και μου σχεδίασε το δρόμο που έπρεπε ν' ακολουθήσω. Με συμβούλεψε να πάω στην Κερατέα, χωριό της Αττικής, στους πρόποδες του Λαυρίου, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα, απέναντι από τη νήσο Ζέα. «Όταν φτάσετε σ' αυτό το χωριό», μου είπε, «θ' ανάψουν μια φωτιά στο βουνό: τα καράβια από τη Ζέα, που γνωρίζουν αυτό το σήμα, θα περάσουν αμέσως προς την πλευρά της Αττικής. Θα επιβιβαστείτε τότε για το λιμάνι της Ζέας, όπου ίσως βρείτε το καράβι για την Τεργέστη. Όπως και να 'χει, θα είναι εύκολο να ναυλώσετε στο λιμάνι της Ζέας ένα καικι για τη Χίο ή τη Σμύρνη».
Δε σκόπευα ν' αποφύγω τις περιπέτειες: ένας άνθρωπος σαν κι εμένα, που αποφασίζει να κάνει τέτοιο ταξίδι μόνο και μόνο από επιθυμία να γράψει ένα λίγο πολύ ατελές έργο, δεν παραγνωρίζει τους κινδύνους και τα παθήματα. Έπρεπε να φύ-
- 1 06 -
γω και δεν υπήρχε άλλος τρόπος να φύγω από την Αττική, αφού δεν υπήρχε καράβι στον Πειραιά. * Πήρα λοιπόν την απόφαση ν' ακολουθήσω αμέσως το σχέδιο που μου είχαν προτείνει. Ο οικοδεσπότης μου επέμενε να με κρατήσει μερικές μέρες ακόμη, αλλά ο φόβος μήπως χάσω την περίοδο του περάσματος στην Ιερουσαλήμ υπερίσχυσε κάθε άλλης σκέψης. Εξάλλου, οι βοριάδες θα έπνεαν το πολύ έξι βδομάδες ακόμη. Αν έφτανα λοιπόν καθυστερημένα στην Κωνσταντινούπολη διέτρεχα τον κίνδυνο να εγκλωβιστώ από τους δυτικούς ανέμους.
Αφού φιλοδώρησα το γενίτσαρο του κυρίου Βιάλ, τον έδιωξα δίνοντάς του ευχαριστήρια επιστολή για τον κύριό του. Σε τόσο περιπετειώδη ταξίδια δεν είναι εύκολο ν' αποχωριστεί κανείς τους συντρόφους του με τους οποίους πέρασε κάποιο χρόνο. Όταν είδα το γενίτσαρο ν' ανεβαίνει μόνος στο άλογό του, να μου εύχεται καλό ταξίδι, να
* Η αναταραχη στη Ρωμυλια καθιστούσε το ταξιδι στην Κωνσταντινούπολη από ξηράς αδύνατο.
- 1 07 -
παίρνει το δρόμο για την Ελευσίνα και ν' απομακρύνεται σε αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που επρόκειτο ν' ακολουθήσω, άθελά μου ένιωσα συγκίνηση. Τον παρακολουθούσα με τα μάτια, σκεφτόμενος ότι θα ξανάβλεπε μόνος τις ερήμους που είδαμε μαζί. Σκεφτόμουν επίσης ότι κατά τα φαινόμενα δε θα ξανασυναντούσα ποτέ αυτόν τον Τούρκο και πως δε θα ξανακούγαμε ο ένας τον άλλο να μιλάει. Α ναλογιζόμουνα τη μοίρα του, τόσο διαφορετική από τη δική μου, τις λύπες του και τις χαρές του, τόσο διαφορετικές από τις δικές μου. Και όλ' αυτά για να καταλήξουμε στο ίδιο μέρος: αυτός στους μεγάλους και όμορφους νεκρότοπους της Ελλάδας κι εγώ στις λεωφόρους του κόσμου ή στα προάστια μιας πόλης.
Ο χωρισμός έγινε το βράδυ της ίδιας μέρας που επισκέφτηκα το γαλλικό μοναστήρι, μιας και ο γενίτσαρος είχε πάρει από το πρωί διαταγή να ετοιμαστεί για την Κορώνη. Έφυγα για την Κερατέα μες στη νύχτα, με τον Ζοζέφ κι έναν Αθηναίο που πήγαινε να επισκεφτεί τους γονείς του στη Ζέα. Αυτός ο νεαρός Έλληνας ήταν ο οδηγός μας. Ο
- 1 08 -
κύριος Φοβέλ με συνόδευσε μέχρι τις πύλες της πόλης εκεί ασπαστήκαμε ο ένας τον άλλο κάι ευχηθήκαμε ν' ανταμώσουμε σύντομα στην κοινή μας πατρίδα. Πιιρα το γράμμα που μου έδωσε για τον κύριο ντε Σουαζέλ: γι' αυτόν τα νέα από την Αθήνα ήταν σαν νέα από την πατρίδα του .
Ένιωσα καλά που εγκατέλειψα την Αθήνα βράδυ. Θα στεναχωριόμουν πολύ ν' απομακρυνθώ από αυτά τα ερείπια στο φως του ήλιου. Τουλάχιστον έτσι, όπως και η Άγαρ, δε θα έβλεπα αυτό που έχανα για πάντα.
Α Α Α
- 1 09 -
Εντγκάρ Κινέ
Η ΑΘΗΝΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ Τ Ε Λ Ε ΥΤΑ Ι Α Π Ο Λ Ι Ο Ρ Κ Ι Α
Η σύγχρονη Ελλάδα και η σχέση της με την αρχαιότητα
ΥΝΗΘΙΖΑ ΝΑ ΚΑΘΟΜΑΙ ΠΟΛΛΕΣ Qρες στα σκαλοπάτια του βωμού του Ελλάνιου Δία.3Ω Βρισκόμουν τότε λίγα μόλις μίλια από την Α
θήνα. Από το ακρωτήρι που στεκόμουνα, έβλεπα απέναντί μου το νησί της Σαλαμίνας με τις μυτερές κορφές του στο χρώμα της κιμωλίας να εκτείνονται παράλληλα με τον ισθμό, ξεσχίζοντας με το υνί τους το βαθυγάλαζο πέπλο της θάλασσας που έφτανε ως τα πόδια μου. Σ' ένα δεύτερο πλάνο τα ψηλότερα βουνά των Μεγάρων χάραζαν στο βορρά μια κυανή γραμμή μέχρι τον Ακροκόρινθο. Προς τα νότια, οι αστραφτερές γραμμές των ακτών περιτριγύριζαν σαν φλόγινο ποτάμι την ψηλή οροσειρά του Υμηττού και χάνονταν προς το
- 1 1 1 -
ακρωτήρι Κωλιάς.31 Τα μάτια μου όμως δεν μπορούσαν ν' απομακρυνθούν από ένα τετράγωνο κτίσμα, το μόνο ορατό στον ορίζοντα, που έμοιαζε με αγροικία ή με εγκαταλειμμένο μοναστήρι. Βρισκόταν στα δεξιά μου, πάνω σε μικρούς λόφους και οι σκιές των βουνών που εκτείνονταν ως αυτό το έκαναν να ξεχωρίζει έντονα. Ήταν ο Παρθενώνας. Ολόκληρη η πόλη παρέμενε κρυμμένη στις πτυχώσεις του εδάφους και πίσω από το βράχο της Ακρόπολης. Είναι δύσκολο να περιγράψω τι ένιωθα. Δεν ξέρω ποια μοναδική μαγική γοητεία κρατούσε βραδιές ολόκληρες το βλέμμα μου προσηλωμένο σ' αυτές τις πέτρες των οποίων τη μορφή δεν μπορούσα να ξεχωρίσω. Δεν επρόκειτο για μια ερειπωμένη πόλη, αλλά για μια ύπαρξη παλλόμενη από ζωή, μια ύπαρξη αλυσοδεμένη που υπέφερε κρυμμένη πίσω από το βουνό. Η αδυναμία μου να την πλησιάσω μεγάλωνε την περιέργειά μου. Κάθε που το καικι περιπλέοντας την Κούλουρη άλλαζε ρότα και κατευθυνόταν προς τον Πειραιά, ένιωθα την επιθυμία να ήμουν ο καπετάνιος του. Το παρακολουθούσα άπληστα
- 1 1 2 -
να κατεβάζει πανιά ή να ξανοίγεται στη θάλασσα. Η γοητεία αυτή έγινε τόσο δυνατή που αποφά
σισα να μην της αντισταθώ άλλο. Κάποιοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης με πληροφόρησαν τα εξής: Οι Τούρκοι που κατείχαν ακόμη την Αθήνα ήταν εξοργισμένοι από τη διπλή επίθεση, στην προφυλακή της Ελευσίνας και κάτω από τα τείχη της Ακρόπολης, κατά την οποία μάλιστα είχαν χάσει δύο χιλιάδες κεφάλια ζώα' η ιδιότητά μου του Γάλλου με καθιστούσε σίγουρα ύποπτο' στο λιμάνι δεν υπήρχε ούτε ένα ουδέτερο κτήριο και η είσοδός μου με εχθρικό σκάφος εθεωρείτο ακατόρθωτη. Κάποιοι άλλοι που προτίμησα να τους πιστέψω ενθάρρυναν το σχέδιό μου. Ο πρόξενος της Αυστρίας μου επέδωσε μια επιστολή για τον μπέη, που δυστυχώς βρισκόταν στο Νεγροπόντε.32 Εν μέσω αυτών των καθυστερήσεων, η τύχη το έφερε να συναντήσω τρεις αξιωματικούς του Μηχανικού και αποφάσισα να με συνοδεύσουν: μεταμφιέστηκαν και oλoκληρ�σαμε τις προετοιμασίες. Ναυλώσαμε ένα καικι με τρεις ναύτες από την Ύδρα. Πήραμε προμήθειες, ρούμι και καπνό.
- 1 1 3 -
Πήραμε μαζί μας ένα διερμηνέα, Αθηναίο, που μιλούσε λίγα τούρκικα και λίγα αλβανικά και που αποδείχτηκε πολύ χρήσιμος.
Ένα μαγιάτικο βράδυ αφήσαμε πίσω μας το λιμάνι με σκοπό να φτάσουμε την επομένη το πρωί στις ακτές της Αττικής. Ο ήλιος στ' αριστερά μας έδυε πίσω από τα βουνά της Επιδαύρου. Καθώς η σελήνη ανέβαινε σιγά σιγά πάνω από τις κορυφές της Αίγινας, η κολόνα του ναού της Αφροδίτης, τυλιγμένη στις ανταύγειές της έμοιαζε με φάρο που η φλόγα του είχε σβήσει στην καταιγίδα. Ο άνεμος είχε κοπάσει, η θάλασσα ήταν ήρεμη και σιωπηλή, το τριγωνικό πανί μας κρεμόταν στον ιστό. Κάπου κάπου ακουγόταν ο ήχος από τα κουπιά. Η θάλασσα, φωσφόριζε από χιλιάδες σπίθες. Οι σταγόνες, πύρινες γλώσσες, σαν ζωντανές υπάρξεις, άναβαν κι έσβηναν στις δυο πλευρές του κα'ίκιού και το πηδάλιο άφηνε πίσω του ένα μεγάλο φωτεινό αυλάκι. Κάποιος ναύτης άρχισε να σιγοτραγουδάει και το τραγούδι του μόλις που ξεχώριζε από το μουρμουρητό της θάλασσας.
- 1 1 4 -
Στα μισά της νύχτας μας πλεύρισε μια κανονιοφόρος. Ήρθε να μας προϋπαντήσει: επρόκειτο για σκάφος σαν το δικό μας, μ' ένα κανόνι, το μόνο που έπλεε μεταξύ Σαλαμίνας και Πειραιά. Μας άφησε να περάσουμε με την άδεια των ελληνικών αρχών. Η πρωινή αύρα δεν είχε φυσήξει ακόμη. Συνεχίζαμε την πορεία μας λάμνοντας σιωπηλά, λες και πηγαίναμε να αιφνιδιάσουμε την Αθήνα στον ύπνο.
Ο ήλιος εμφανίστηκε τελικά ανάμεσα στον Παρθενώνα και το μνημείο του Φιλοπάππου τη στιγμή που μπαίναμε στο πρώτο πρόχωμα του λιμανιού. Οι χαμηλές όχθες του, σχεδόν στην επιφάνεια του νερού, άφηναν το βλέμμα ν' απλωθεί σ' ένα μεγάλο κάμπο με ελαιόδεντρα μπροστά μας. Από τη μέση αυτού του επίπεδου εδάφους ξεκινούσε, σε απόσταση δύο λευγών, μια άγονη και έρημη οροσειρά. Η βουνοκορφή του Άγχεσμου, που απ' αυτή την απόσταση συγχέεται μέσα στο .ίδιο πλάνο, κλείνει την οροσειρά μ' ένα σχιστό λόφο που είναι γνωστός στο λαό σαν Φυλακή του Σωκράτη. Η καμπύλη κατηφορίζει στη συνέχεια
- 1 1 5 -
προς τα δεξιά, χαμηλώνει μπροστά στον Παρθενώνα και ανυψώνεται ελαφρά σε λόφο με επιστέγασμα το μνημείο του Φιλοπάππου. Αυτή η κορυφογραμμή εκτείνεται μέχρι τον Υμηττό, από το οποίο όμως κρατάει τις αποστάσεις της. Ο Υμηττός είναι πιο ψηλός, με μια ξανθωπή απόχρωση, γυμνός από δέντρα, και κρύβει στις χαράδρες του ελάχιστες στενές λωρίδες πρασινάδας. Πέρα από το λόφο της Ακρόπολης, η κοιλάδα ξανανεβαίνει ανεπαίσθητα, σχηματίζει μικρές προεξοχές και χάνεται στον ορίζοντα στις κυανόχρωμες πλαγιές του Πεντελικού όρους. Προς τα δυτικά, το λεκανοπέδιο οριοθετείται από αχνές γραμμές και γκριζωπούς λοφίσκους. Πλησιάζοντας στη θάλασσα, οι λόφοι χαμηλώνουν και καλύπτονται από ψηλή χλόη που σαν ακίνητα κύματα πιέζει και απωθεί τα νερά του Πειραιά.
Ετούτο το τοπίο δεν έχει ούτε την ηδύτητα του κόλπου του Ναυπλίου ούτε τη μεγαλοπρέπεια της αργολικής πεδιάδας. Δε διαθέτει δαντελωτές κορυφές και σκιερές γωνίες ώστε να είναι γραφικό. Πλημμυρισμένο παντού από φως, με κανονικές
- 1 1 6 -
και ήρεμες γραμμές είναι περισσότερο μεγαλόπρεπο παρά τραχύ. Καθώς τα μάτια μου βυθίζονταν στη διάπυρη ατμόσφαιρα, κάθε σημείο του ορίζοντα μου έστελνε μια ιδέα ομορφιάς αντάξια του αθηνα'ίκού πνεύματος. Μου φαινόταν πως αυτός ο τύπος ομορφιάς, κοινός στον Πλάτωνα, τον Θουκυδίδη και τον Σοφοκλή, είχε αποκρυσταλλωθεί στις γραμμές των βουνών και το ίδιο το πνεύμα του Φειδία είχε σμιλέψει και στρογγυλέψει τις κορυφές της Πεντέλης και του Ποικίλου. Προσεγγίσαμε τις ακτές του Πειραιά χωρίς ν' αντιληφθούμε το παραμικρό σημάδι ζωής. Ούτε μια βάρκα, ούτε ένας άνθρωπος, ούτε ένα ζώο: νεκρική ησυχία, λες και η γη ήταν εντελώς έρημη. Στο βάθος του κόλ · που ξεχώριζαν τα ερείπια της μονής του Αγίου Σπυρίδωνα, που καταστράφηκε κατά την τελευταία εκστρατεία. Τη στιγμή που το καικι μας άραξε, τρεις Τούρκοι στρατιώτες πετάχτηκαν από το πυροβολείο στα δεξιά πάνω στο λόφο της Μουνιχίας και κατηφόρισαν γοργά προς το μέρος μας. Α νυπομονούσαμε να δούμε τι είδους υποδοχή επιφύλασσαν στους Έλληνές μας. Μόλις έφτασαν
- 1 1 7 -
σε απόσταση ακοής, ο διερμηνέας μας φώναξε πως θέλουμε να μιλήσουμε στον αγά. Πηδάει στην ξηρά μ' έναν από μας και ανηφορίζει προς το οχυρό συνοδευόμενος από έναν Αλβανό. Οι άλλοι δυο παραμένουν για να μας φυλάνε και απομακρύνονται προς μια τουρκική κρήνη για να πλυθούν. Εν τω μεταξύ πέρασαν καλπάζοντας από κοντά μας δελήδες33 ακολουθούμενοι από ένα τσούρμο σκυλιών. Δε γύρισαν καν το κεφάλι να μας κοιτάξουν. Μισή ώρα αργότερα, ο διερμηνέας επέστρεψε με καλά νέα. Ο αγάς μας καλωσόριζε θα μας έστελνε ένα άλογο για να μεταφέρει τα πράγματά μας στην Αθήνα.
Εγκατασταθήκαμε και περιμέναμε κάτω από μια καμάρα της , μονής. Περιπλανώμενοι στρατιώτες σταματούσαν και μαζεύονταν γύρω μας. Σχεδόν γυμνοί, με ύφος άγριο και πεινασμένο, στριφογύριζαν πάνω από τις προμήθειές μας και τελικά τις άρπαξαν. Ένας νεαρός Αιγύπτιος μέθυσε από το περιεχόμενο του μικρού βαρελιού που είχε επιλέ-
- 1 1 8 -
ξει. Πότε σηκώνονταν και πετούσαν ο ένας στον άλλο ένα μύδρο που είχαν ξεθάψει από τα ερείπια, πότε έκαναν μερικά βήματα, έριχναν μια πιστολιά στις πέτρες ή στη θάλασσα και έρχονταν να καθίσουν πλάι μας ακούνητοι και αμίλητοι. Κάθε φορά που ένας από τους ναύτες μας έπρεπε να μεταφέρει κάτι στην ξηρά, σε κάθε βήμα κοιτούσε πίσω του φοβισμένος, κι ενώ προσποιούνταν τον ανέμελο, δεν ένιωθε καθησυχασμένος παρά μόνο όταν επέστρεφε στη βάρκα. Μια φορά που ένας από μας απομακρύνθηκε ελάχιστα, οι Αλβανοί είπαν μεταξύ τους ότι είμαστε κατάσκοποι και πως έπρεπε να μας κόψουν το κεφάλι. Υπoχρέωσαν το διερμηνέα να μας φέρει μπροστά τους. Είχα έτσι την ευκαιρία να τους παρατηρήσω από κοντά.
Ήταν ψηλοί και παράξενα αγέρωχοι, με κεφάλι στενόμακρο, μέτωπο ψηλό και σκεφτικό, μάτια σκοτεινά, αιματώδη και βλοσυρά. Οι ώμοι τους ήταν καλυμμένοι με προβατίσιο δέρμα και στη ζώνη τους κρέμονταν δυο πιστόλες κι ένα γιαταγάνι. Ο χιτώνας τους έφτανε ως τα γόνατα. Οι γάμπες
- 1 1 9 -
και τα πόδια τους ήταν γυμνά. Δεν αποχωρίζονταν στιγμή το μακρύκαννο τουφέκι τους με τη σιδερένια λόγχη, αστραφτερό και στολισμένο με μπακιρένια αραβουργήματα, ακόμη κι όταν κάθονταν για φαγητό. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το ανήσυχο, μυστηριώδες και γεμάτο εσωτερική ενέργεια ύφος που χαρακτήριζε όλες τους τις κινήσεις.
Μετά από δυο ολόκληρες ώρες αναμονής, ο αγάς μάς έστειλε ένα άλογο πάνω στο οποίο φορτώσαμε τις προμήθειές μας. Είδαμε τη βάρκα μας ν' απομακρύνεται πέρα από την εμβέλεια των όπλων. Θα μας περίμενε στ' ανοιχτά του λιμανιού. Συνεχίσαμε το δρόμο μας με τα πόδια κάτω από τον καυτό ήλιο. Σε μερικά λεπτά προσεγγίσαμε τα πρώτα ίχνη μεγάλων τειχών. Ήταν απλώς η βάση του τείχους. Α νάνεσά τους υπήρχαν μεγάλα κενά διαστήματα ή μεμονωμένες πέτρες εκτός σειράς, που απείχαν μερικά βήματα η μια απ' την άλλη. Αυτή η γραμμή εκτεινόταν σε ένα βαλτώδες έδαφος καλυμμένο στο βάθος από ψηλά χόρτα. Κοπάδια ζεμένων αλόγων βοσκούσαν εδώ κι εκεί α-
- 1 20 -
φύλαχτα. Κατά διαστήματα συναντούσαμε τις τάφρους και τα χαρακώματα που είχαν φτιάξει οι Έλληνες στη μοιραία μάχη κατά την οποία χάθηκε ο Καρα·ίσκάκης. Οι Τούρκοι ούτε που διανοήθηκαν να καταστρέψουν έστω κι ένα, κι έτσι τα παλικάρια θα τα έβρισκαν στην ίδια κατάσταση που τα είχαν αφήσει. Τα ίχνη αυτά χάθηκαν όταν εισήλθαμε στις παρυφές του ελαιώνα. Σε κάθε μας βήμα, πλήθος καμένων και πεσμένων δέντρων παρεμπόδιζαν το δρόμο μας. Τον ξαναβρίσκαμε έχοντας σαν σημάδι τις κολόνες των Προπυλαίων και του Ερεχθείου, που διακρίνονταν πλέον καθαρά και άσπριζαν μέσα από το φύλλωμα.
Ο Αλβανός συνοδός μας πυροβόλησε με το όπλο του τρέχοντας μπροστά μας προς το μέρος κάποιων στρατιωτών κοιμισμένων πλάι στις μικρές λίμνες, κάτω από ψηλά χόρτα. Αυτοί πετάχτηκαν όρθιοι και έπιασαν τα όπλα τους. Μετά από μια ώρα βγήκαμε από το δάσος και μπήκαμε στον ανοιχτό κάμπο. Στη βάση του λόφου του Μουσείου, τα κυπαρίσσια όρθωναν το βέλος τους πάνω από τους τρούλους των χαρουπιών και των
- 1 2 1 -
συκομουριών. Διασχίσαμε αγρούς με σιτάρι σχεδόν έτοιμο για θερισμό. Αριστερά, όχι μακριά από τους κήπους της Ακαδημίας, ο τετράγωνος πύργος του Χατζή-Αλή ξεπρόβαλε από το φύλλωμα των ελαιόδεντρων. Η φύση αντί να είναι άγονη και νεκρή, όπως σ' ένα τμήμα της Πελοποννήσου, έμοιαζε εδώ να τυλίγει και να καλύπτει με την πλούσια βλάστησή της το μεγάλο μνημείο από το οποίο δεν απείχαμε πλέον παρά μερικά βήματα.
Μια ομαλή κατηφοριά μας οδήγησε στη βάση ενός χωματένιου τοίχου, δέκα μέτρα ψηλού, και ξαφνικά βρεθήκαμε σ' αυτή την πολιορκημένη και αποκλεισμένη πόλη χωρίς κανείς να μας έχει προσέξει ακόμη. Πίστευα πως ήμουν εξοικειωμένος με τη θέα ερειπίων και είχα οπλιστεί ενάντια στα θέλγητρα της Αθήνας. Η οικτρή της κατάσταση ξεπέρασε τις προσδοκίες μου. Στο πίσω μέρος του βουνού, όπου η πόλη υψωνόταν ως τα μέσα της πλαγιάς και στο ημικύκλιο που σχημάτιζε στη βάση του, χωμάτινα σπίτια βουλιαγμένα στο έδαφος είχαν διαλυθεί σε κιτρινισμένους άμορφους σωρούς. Αυτά που παρέμεναν ακόμη όρθια, με τις
- 1 22 -
στέγες γκρεμισμένες και τους τοίχους μισάνοιχτους έδιναν την εντύπωση πιο πρόσφατης καταστροφής. Υπήρχαν κάποια που δεν είχαν διατηρήσει παρά το κατώφλι της πόρτας ή μερικά μικρά μαρμάρινα σκαλοπάτια. Μου έδειξαν το σημείο όπου βρισκόταν άλλοτε η κατοικία του κυρίου Φοβέλ. Όλα είχαν εξαφανιστεί, εκτός από δυο κομμάτια αγάλματος, δυο κολόνες αυλακωμένες και μια ανάγλυφη επιγραφή: συγκινητικά μνημεία που πιστοποιούσαν την κατοικία του αρχαιολάτρη μας.
Περπατούσαμε με πολύ ταχύ βήμα ανάμεσα σε χαμόσπιτα, αυλές, κήπους, χωρίς ν' ακολουθούμε κάποια ρυμοτομία, αποφεύγοντας μόνο τις συχνές στέρνες και κάποια πτώματα μωοσκεπασμένα με χώμα, ανασηκωμένα και από τις δυο πλευρές με σανίδια, που ανάδιναν οσμή πανούκλας. Αναγκάστηκα να προσπεράσω σχεδόν χωρίς να σταθώ και χωρίς ν' αναγνωρίσω τη μετόπη ενός ναού, μια στοά κι έναν περίβολο με παραστάδες. Ένιωσα γι' αυτά τα ερείπια το σεβασμό που εμπνέει ένα πεπρωμένο που μόλις ξέφυγε από με-
- 1 23 -
γάλους κινδύνους. Κάποια εξαιρετική τύχη είχε μεριμνήσει κι ερχόταν να τα σώσει, σαν να ήταν ακόμη απαραίτητα στον κόσμο. Το χρυσαφί τους χρώμα ξεχώριζε πάνω σ' ένα έδαφος σπαρμένο με βυζαντινά, βενετσιάνικα και αραβικά απομεινάρια, απ' όπου αναδύονταν λάμποντας στο φως μιας νέας αθανασίας.
Κατεβαίνοντας προς τη χαμηλή πλευρά, κάτω από το γυμνάσιο του Πτολεμαίου, μπήκαμε σ' ένα στενό πέρασμα που αποτελεί την αγορά. Στις δυο πλευρές του δρόμου εκτείνονται οριζόντια δυο σειρές πευκόδεντρων, των οποίων η σκιά πυκνώνει πάνω στους άραχλους λασπώδεις βαλτότοπους. Κάτωχροι άνθρωποι, οπλισμένοι σαν αστακo� κάθονταν μέσα στο σκοτάδι πλάι σε προμήθειες γιαουρτιού. Κάποιοι έπαιζαν σκάκι, άλλοι κρατούσαν στα πόδια τους ένα είδος μαντολίνου, που έβγαζε κάπου κάπου έναν ασθενικό και ψιλό ήχο. Ομάδες από σκλάβες, οι μόνες γυναίκες που οι Τούρκοι άφησαν στην πόλη, στέκονταν όρθιες, καλυμμένες με πέπλα, όπως στους χορούς των lκέτιδων. Η θλιβερή σιωπή που βασιλεύει παντού μόλις που διακό-
- 1 24 -
πτεται από τον οξύ, μακρόσυρτο, έρρινο ήχο γκάιντας που παίζει στρατιωτική μουσική. Κουκουβάγιες, τυφλωμένες από τον ήλιο, χτυπούν με τα βαριά φτερά τους στους τοίχους μιας βυζαντινής εκκλησίας, ενώ ψηλά πάνω σ' ένα μιναρέ στέκεται ακίνητη και σκυμμένη στη φωλιά της μια οικογένεια πελαργών. Κάποιοι αφρικάνικοι φοίνικες, που με έκπληξη συναντούμε σ' αυτό το έδαφος και που φαίνεται πως είχαν συντροφέψει τον Κέκροπα κατά τη μετανάστευσή του από την Αίγυπτο, προσδίδουν στον πίνακα την εικόνα ερήμου.
Σταματήσαμε στην πόρτα του μπιμ-μπασΙ34 Εκεί συνωστίζονταν οι μόνιμοι στρατιώτες που αποτελούν σήμερα τον πληθυσμό της Αθήνας. Βρήκα το διάδοχο του Περικλή καθισμένο σε ψάθα, στη γωνιά ενός τοίχου, σε μια εξωτερική στοά. Το κεφάλι του κινούνταν μηχανικά, οριζόντια πάνω στο εντελώς ακίνητο σώμα. Τα χαρακτηριστικά του, σκαμμένα από τις μακρόχρονες κακουχίες δεν είχαν διατηρήσει παρά μια φονική έκφραση. Το βλέμμα του
- 1 2 5 -
ήταν βλοσυρό και διαπεραστικό και ο τόνος της φωνής δυνατός, απότομος, επιτακτικός. Όλη αυτή η αγέρωχη λάμψη δεν έπαυε να έχει κάτι το συμβιβαστικό με φόντο τον άσπρο τοίχο, όπου το χέρι κάποιου στρατιώτη είχε σχεδιάσει με κάρβουνο το σκίτσο μιας φρεγάτας κι ενός πασά. Ο μπιμ-μπασί φαινόταν σχεδόν εξήντα χρόνων. Είχε πάρει μέρος στον πόλεμο της Αιγύπτου με τον ίδιο βαθμό που έχει και σήμερα. Μας υποδέχτηκε ψυχρά, χωρίς να ρωτήσει ποιοι είμαστε, από πού ερχόμαστε και τι θέλουμε. Μας είχαν προειδοποιήσει για τη μοναδική μανία του να διηγείται τη μάχη που ισχυρίζεται ότι είχε κερδίσει ενάντια στο Βοναπάρτη στις Πυραμίδες και ήμασταν έτοιμοι να υποστούμε στωικά τις αναμνήσεις αυτής της πανωλεθρίας μας. Τελικά, γλυτώσαμε απ' αυτό το όνειδος. Μας ρώτησε ήρεμα και αδιάφορα σχετικά με την αναχώρηση του Γάλλου στρατηγού που τον αποκαλούσε πασά του Μοντόν, σχετικά με τον αριθμό των στρατευμάτων που φυλούσαν τα φρούρια, για τα σχέδια του Καποδίστρια και τις προετοιμασίες των Ελλήνων. Το νέο της κατάκτησης του Ναυπλίου, που εμείς το
- 1 26 -
γνωρίζαμε εδώ κι ένα μήνα, δεν το είχε πληροφορηθεί ακόμη ή προσποιούνταν ότι το αγνοούσε. Στη συνέχεια πέρασε σε βαριές κατηγορίες ενάντια σε κάποιο Άγγλο ναύαρχο που επιχείρησε να μεταφέρει ένα κομμάτι αγάλματος στη φρεγάτα του. Μας εξήγησαν αργότερα γιατί αυτός ο Τάταρος φυλούσε τόσο καλά τα μάρμαρα του Φειδία. Η αλήθεια είναι πως λίγες μέρες πριν την άφιξή μας ο λαός είχε ξεσηκωθεί. Λίγο έλειψε να λιθοβολήσει δυο Φράγκους με το σκεπτικό ότι αυτοί που αγοράζουν σήμερα τις πέτρες του δρόμου αύριο θ' αγόραζαν την ίδια την Ακρόπολη. Ο μπιμ-μπασί ηρέμησε και χωρίς δυσκολία πήραμε την άδεια να παραμείνουμε δυο μέρες στην πόλη, με την προϋπόθεση ότι δε θ' αγγίζαμε καμία πέτρα. Τέλος, πληροφορήθηκε μ' ενδιαφέρον το μέρος όπου θα διανυκτερεύαμε. Δεν μπορέσαμε να μην αναγνωρίσουμε κάποια αξιοπρέπεια στην ηρεμία και τη φιλοξενία αυτού του δεσμοφύλακα των Αθηνών.
Φεύγοντας, μας παρέλαβαν δυο Γάλλοι γιατροί που η κακή τους τύχη τους είχε ρίξει στη φρουρά. Μας οδήγησαν να ξεκουραστούμε στο
- 1 2 7 -
κατάλυμα ενός Αρμένιου βοηθού τους. Παρατημένοι χωρίς εφόδια, ούτε καν ένα νυστέρι, τους είχαν δώσει μόνο δυο στρατιώτες, περισσότερο για να τους παρακολουθούν παρά για να τους υπηρετούν. Δεν είχαν ψωμί και δεν έπαιρναν μισθό. Ο ένας μόλις είχε περάσει κρίση φρενίτιδας κατά την οποία ο άλλος του είχε δέσει τα πόδια και τα χέρια. Μέσα στις πολλές διηγήσεις τους, μου έκανε εντύπωση η βαρβαρότητα ενός βασανιστηρίου στο οποίο ο μπιμ-μπασί υπέβαλε πριν λίγο καιρό έναν από τους φυλακισμένους: αυτός ο άνθρωπος που ήταν πρώην τοπογράφος γδάρθηκε ζωντανός από τα πόδια ως το κεφάλι και κρεμάστηκε με τσιγκέλια περασμένα στο στήθος του από ένα ελαιόδεντρο όπου έζησε μια ολόκληρη μέρα. Από εξίσου αξιόπιστη πηγή έμαθα πως ένας Γάλλος φιλέλληνας γιατρός συνελήφθη στον Πειραιά από Αλβανούς. Το μεγάλο του μέγεθος τους χαροποίησε. Τον κρέμασαν από ένα δέντρο και τον χρησιμοποιούσαν ως στόχο όλο το πρωινό.
- 1 28 -
Μέσα σ' αυτό το θέαμα της αιματοχυσίας, αν επανέρχομαι σε μνημεία όπως της Αθήνας που έχουν περιγραφεί τόσες φορές είναι λόγω της εποχής που τα επισκέφτηκα. Απειλούνται από τόσους κινδύνους που είναι καλό να επιβεβαιώνουμε για μια ακόμη φορά την ύπαρξή τους. Το κείμενο που ακολουθεί πρέπει να θεωρηθεί λοιπόν μόνο σαν μια γρήγορη αυτοψία εν καιρώ καταστροφής. Σαν ξεναγούς είχαμε τους ίδιους τους οικοδεσπότες μας.
Το πρώτο μνημείο που παρατήρησα μπαίνοντας στην πόλη, αριστερά από το μονοπάτι και τοποθετημένο πάνω σ' ένα μικρό λόφο ήταν ο ναός του Θησέα. Μια από τις κολόνες είχε χτυπηθεί από μύδρο' μια άλλη από κεραυνό. Δεν ξέρω ποιο φιλόστοργο χέρι την είχε περιβάλλει με συρματόπλεγμα. Αυτό το παμπάλαιο τρόπαιο του Μαραθώνα είναι ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα απομεινάρια της αρχαιότητας. Η πιο ένδοξη στιγμή της αθηνα'ίκής ιστορίας απέκτησε μ' αυτό το μάρμαρο σταθερή και αιώνια μορφή. Ενώ το δωρικό περιστύλιο τού δίνει ένα θρησκευτικό και ιερό χαρακτήρα, η μικρή ανύψωσή του απ' το έ-
- 1 29 -
δαφος, ενάντια στον πανάρχαιο νόμο των ναών που τους ήθελε ανυψωμένους σε τρεις βαθμίδες, το έφερνε πιο κοντά στα πλήθη. Αν είναι αλήθεια πως το μνημείο του Θησέα αποτέλεσε πρότυπο για τον Παρθενώνα, οι διαστάσεις του μεγάλωσαν στο αντίγραφο τόσο ώστε ο θεός να ξεπερνά τον ήρωα.
Τοποθετημένο στη μέση της πόλης, στο δρόμο του Πειραιά, το Θησείο, σχεδόν ανακατεμένο με τις κατοικίες της πόλης, βρίσκεται στο κέντρο του έθνους που το έκανε τρόπαιό του. Αντίθετα, ο ναός της Αθηνάς κυριαρχεί στην περιφέρεια σαν επουράνιο άνθος απομονωμένο στο βράχο του Κέκροπα. Και στις δυο περιπτώσεις η τέχνη ανυψώθηκε για ν' αποτυπώσει τη μεγαλοπρέπεια ολόκληρης της φύσης, προσωποποιημένης και περιγεγραμμένης κατά τα αθηνα"ίκά πρότυπα.
Ο Θησέας ήταν η προσωποποίηση της ιωνικής φυλής. Είχε το φλογερό, ματαιόδοξο και ασταθές πνεύμα της φυλής του κι έτσι η αρχέγονη ιστορία αυτών των πληθυσμών συνοψίστηκε στο ποίημα της ζωής του. Στα πεδία του Μαραθώνα εμφανί-
- 1 30 -
στηκε σαν το αθηνα'ίκό πνεύμα και η δόξα της ημέρας αυτής είχε εναποτεθεί στη φύλαξή του. Με την ευκαιρία, θέλω να παρατηρήσω πως σε αντίθεση με τους σύγχρονους Αθηναίους στους αρχαίους ποτέ μια πρόσφατη δόξα δεν έβλαψε τα μεγαλεία των περασμένων χρόνων. Αντί οι ιστορικοί χρόνοι να επισκιάσουν τη μυθολογική αίγλη των προγενέστερων χρόνων, οι δυο αυτές εποχές συνέχισαν να προσδίδουν αξία η μία στην άλλη. Τα νέα τρόπαια του Μιλτιάδη διαιώνισαν τις αρχαίε ς μνήμες του Θησέα, όπως και η αρχαία λατρεία των νικητών των Αμαζόνων ανανεώθηκε μέσα από τη σκέψη του νικητή του Δαρείου.
Δεν εψαξα την τέφρα του ήρωα την οποία έφερε ο Κίμωνας από τη Σύρο για να την τοποθετήσει στο ιερό. Προτίμησα να εξετάσω τα γλυπτά που καλύπτουν τις μετόπες. Ακρωτηριασμένες ήδη από τον καιρό του Στιούαρτ και του Ντόντγουελ, δεν έπαθαν τίποτε περισσότερο κατά τους τελευταίους πολέμους. Τα κεφάλια ήταν κυρίως που είχαν δεχτεί τα χτυπήματα των εικονοκλαστών. Η ιστορική σημασία αυτών των γλυπτών είναι ότι πά-
- 1 3 1 -
ντρεψαν για πρώτη φορά τους άθλους του Ηρακλή με αυτούς του Θησέα. Ιδού λοιπόν οι δυο εκπρόσωποι, ο ένας της δωρικής φυλής και ο άλλος της ιωνικής, για πολύ καιρό αντίπαλοι, που ενώνονται στα γλυπτά του Μίκωνα.35 Η σύντομη στιγμή κατά την οποία οι μέχρι τότε χωρισμένοι ελληνικοί πληθυσμοί ενώνονται σ' ένα σώμα ενάντια στην Ανατολή ζει λοιπόν στ' αετώματα του ναού που επισφραγίζει την κοινή τους ελευθερία. Μας έδειξαν εκεί κοντά ένα άγαλμα που μόλις είχε βρεθεί κάτω από τα ερείπια: ήταν ένας τεράστιος ακρωτηριασμένος κορμός, που κατέληγε σε ουρά ψαριού. Τα κατώτερα τμήματα αυτού του Τρίτωνα έμοιαζαν ημιτελή. Παρατηρήσαμε λίγο πιο πέρα ένα γλυπτό που είχε βρεθεί πρόσφατα. Παρίστανε αρκετά χονδροειδώς τα κλαδιά ελιάς. Γύρω από τον κορμό βρισκόταν τυλιγμένο ένα φίδι. Νομίζω ότι αναγνώρισα, στη βυζαντινή εκδοχή του, το συμβολικό δέντρο του Μωυσή.
Κατεβαίνοντας προς τα δεξιά, περάσαμε κάτω από τη δωρική .στοά που ο Γουέλερ θεώρησε σαν απομεινάρια ναού αφιερωμένου στη Ρώμη και τον
- 1 32 -
Αύγουστο. Οι επιγραφές απέδειξαν εκ των υστέρων ότι η στοά ανήκε στη νέα δημόσια αγορά και πως ολοκληρώθηκε μόλις τα πρώτα χριστιανικά χρόνια. Οι τέσσερις ραβδωτές κολόνες στήριζαν κάποτε στο ακρωτήριό τους το άγαλμα του Λούκιου Καίσαρα. Για πολύ καιρό μια οικογένεια πελαργών είχε καταλάβει τη θέση του ανιψιού του Αυγούστου και όλοι οι ταξιδιώτες συνήθιζαν να πληροφορούν ο ένας τον άλλο γι' αυτό το γεγονός. Οι πελαργοί χάθηκαν κι αυτοί με τη σειρά τους. Στην ταραχή των τελευταίων ετών ποιος δε θα θεωρούσε, όπως κι εκείνοι, τα κλαδιά των δέντρων ασφαλέστερα από τα μνημεία της Αθήνας;
Η στοά ήταν κρυμμένη και περιστοιχισμένη από νεότερα τείχη που σήμερα έχουν καταστραφεί. Έτσι όλα τα μέρη της είναι πλέον ακάλυπτα. Δεν μπόρεσα να εξακριβώσω αν οι καμάρες που είχε σχεδιάσει ο Στιούαρτ σ' ένα γειτονικό σπίτι υπάρχουν ακόμη. Μόλις άρχισα ν' αντιγράφω εκεί κοντά ένα διάταγμα του Αδριανού, σχετικά με τον προορισμό όλου αυτού του πεδίου, κάποιοι στρατιώτες που δεν τους είχα πάρει είδηση μου επιτέ-
- 1 33 -
θηκαν με πέτρες. Έτρεξα πίσω στους συντρόφους μου για να γλυτώσω το λιθοβολισμό.
Τους βρήκα δίπλα σ' έναν ψηλό πέτρινο τοίχο, πάνω από τον οποίο ξεπρόβαλλαν εφτά κορινθιακές κολόνες. Το μαύρο του χρώμα τον έκανε να ξεχωρίζει από μακριά. Στη νότια πλευρά του τοίχου υπάρχει βυζαντινή εκκλησία της οποίας ο θόλος στηρίζεται σε αρχαίες κολόνες και παραστάδες. Άλλοι λένε ότι είναι ο ναός του Ολυμπίου Διός και άλλοι ότι είναι ο Παρθενώνας του Αδριανού' τέλος, μερικοί τον περνάνε για την Ποικίλη στοά. Η κριτική αβεβαιότητα πηγάζει από την απουσία αρχιτεκτονικού ύφους. Τέτοια είναι η μοίρα όλων των ρωμα'ίκών μνημείων στην Αθήνα. Η ιστορία δεν ξέρει τι να τα κάνει και τι όνομα να τους δώσει. Ξεχωρίζουμε εύκολα αυτά των Μηδικών πολέμων ή της εποχής του Περικλή, παραμένουμε όμως αμήχανοι μπροστά στα μνημεία του Αυγούστου ή του Αδριανού. Αυτά τα τελευταία δεν αποτελούν πια εθνική δημιουργία, ένα αναγκαίο και εξηγήσιμο συμβάν του εδάφους που η παράδοσή του διαιωνίζεται σαν γεγονός διατε-
- 1 34 -
ταγμένο από την ίδια τη φύση. Είναι λαμπροί σωροί από μάρμαρο, που δεν αποπνέουν ούτε ιδέα, ούτε πνεύμα, ούτε πεποίθηση, αλλά το καπρίτσιο ενός αυτοκράτορα που θέλησε να φτιάξει μ' αυτά ναούς, γυμνάσια, αγορές. Εν μέσω των μακριών και αυστηρών κιονοστοιχιών δωρικού ρυθμού, που η ελληνική απλότητα άπλωσε στο έδαφός της, τα μνημεία των Ρωμαίων, περωσότερο φορτωμένα παρά καλλωπισμένα, με υπερβολικά στολίδια κορινθιακού ρυθμού, θυμίζουν ματρόνες του Ιουβενάλιου που βρέθηκαν τυχαία στις λιτανείες των πεπλοστολισμένων παρθένων της Ελευσίνας.
Μου έδειξαν στα νοτιοανατολικά της εισόδου της αγοράς τον αυτόχθονα πύργο του Αδρόνικου. Στις προσόψεις του είναι σκαλωμένα τα πρόσωπα των ανέμων που κουβαλούν. μέσα σε πανιά τα φρούτα των διαφόρων εποχών. Ο Στιούαρτ κατέδειξε πως ο πύργος επικοινωνούσε με την πηγή της Κλεψύδρας στα Προπύλαια και χρησιμοποιούνταν ως υδρομετρητής και ως ηλιακό ρολόι. Είναι πρωτοφανές που ο Παυσανίας δεν αναφέρει ούτε μια λέξη, αφού ήδη, όπως φαίνεται, είχε γίνει
- 1 3 5 -
μνεία στον Βάρωνα. Ο ειδωλολάτρης προσκυνητής θα έδινε ελάχιστη προσοχή σ' ένα δημόσιο μνημείο μέτριας ομορφιάς, αλλά που κατά τ' άλλα είναι μοναδικό αυτού του είδους στην Αθήνα. Οι Έλληνες ήταν οι μόνοι που αγάπησαν την τέχνη αφιλοκερδώς και την εξάσκησαν για τους θεούς τους και ελάχιστα για τους ίδιους τους εαυτούς τους. Χωρίς να προσπαθήσουν να την υποβιβάσουν στις καθημερινές τους ανάγκες, την άφησαν ν' αναπτυχθεί στον ηρωικό και θε·ίκό της κόσμο. Αφιέρωναν στο πνεύμα τους θαυμαστούς ναούς ενώ για το σώμα τους δεν είχαν παρά ευτελή ενδιαιτήματα. Είχαν τις ομορφότερες στοές στον κόσμο, αλλά αξιοθρήνητα μονοπάτια στους κάμπους και στενά και άθλια γεφύρια στα ποτάμια. Περιδιαβαίνοντας το έδαφος όπου έζησαν, με εξαίρεση κάποιους τοίχους περίφραξης, δε διακρίνουμε πουθενά ούτε ένα απομεινάρι μνημείου δημόσιας χρήσης. Θα λέγαμε ότι καταπιάστηκαν να σβήσουν τα ίχνη της υλικής τους ύπαρξης. Αντίθετα, οι Ρωμαίοι εγκατέλειψαν τις εξάρσεις της τέχνης προς όφελος της κοινωνικής οικονομίας. Δεν
- 1 36 -
περηφανεύονται για τους ναούς τους, για τ' αγάλματά τους, για τα θέατρά τους. Έχουν επαύλεις, υδραγωγεία, γέφυρες που εξομαλύνουν τα βουνά και ατελείωτου ς δρόμους.
Συνεχίζοντας στ' ανατολικά, φτάσαμε στην κατωφέρεια του λόφου της Ακρόπολης κοντά στο χορηγικό μνημείο του Λυσίκρατη, περισσότερο γνωστό με τ' όνομα Φανάρι του Δημοσθένη. Με δυσκολία μπορεί να συλλάβει κανείς πώς αυτό το τόσο εύθραυστο κτήριο αντιστάθηκε στην καταστροφή, όταν το μοναστήρι μέσα στους τοίχους του οποίου βρισκόταν κλεισμένο καταστράφηκε και κατεδαφίστηκε ολοσχερώς. Κάποιες επιδιορθώσεις έγιναν εκεί από τον κύριο Φοβέλ λίγο πριν την αναχώρησή του. Μια από τις κολόνες παραμένει ετοιμόρροπη και χωρίς το κιονόκρανό της. Η κομψότητα των ανάγλυφων είναι η αιτία της μεγάλης αλλοίωσης που έχουν υποστεί. Πάντως αναγνωρίζονται ακόμη οι Τυρρηνοί κουρσάροι που ο Βάκχος τους μεταμόρφωσε σε δελφίνια καθώς και η έξοχη δουλειά του Απελλή και του Λύσιππου36 στη διακόσμηση των ναών. Γνωρίζουμε
- 1 3 7 -
πως αυτό το μικρό αριστούργημα, που έχει τη χάρη και την αφέλεια της παιδικότητας, ανεγέρθηκε τριακόσια σαράντα χρόνια προ Χριστού επί άρχοντος Ευάνετου σε ανάμνηση της νίκης των παιδιών της Ακαμαντίδος φυλής στις γιορτές του Διονύσου. Οι μικρές του διαστάσεις (έχει διάμετρο πεντέμισι πόδια), οι ανάλαφρες αναλογίες του, η στρογγυλεμένη σαν κούπα οροφή του, το μαρμάρινο άνθος που το στεφανώνει, ακόμη και οι κάποιες παραδοξότητες στο ρυθμό του, που είναι κορινθιακός, όλα του προσδίνουν το χαρακτήρα και την παιδιάστικη λεπτότητα ωδής του Α νακρέοντα. Μέσα σ' ένα σκηνικό ερήμωσης που συναντούσα σε κάθε μου βήμα, κοίταζα έκπληκτος, στη βάση του παλιού βράχου του Πελασγού, αυτή την εικόνα που δείχνει ό,τι πιο χαριτωμένο υπάρχει στα πρώτα βήματα της ζωής. Τούτο το χαμόγελο της ελληνικής τέχνης μου φάνηκε καλός οιωνός μέσα στην καρδιά της απόγνωση ς των Αθηνών.
Η μέρα έπεφτε. Γυρίσαμε κοντά στην Αγορά για να πάρουμε τ' άλογα. Οι οδηγοί μάς οδήγησαν
- 1 38 -
δυτικά, στο τμήμα της πόλης που έχει διατηρήσει πολλές τουρκικές κατοικίες. Μας έβαλαν να διασχίσουμε μια μεγάλη έρημη έκταση, στην τοποθεσία του Κολυττού και του Πρυτανείου, κλειστή απ' όλες τις πλευρές, σαν καταυλισμός αγρίων με καλύβες από φύλλωμα και χώμα. Έβλεπε κανείς να βγαίνουν από μέσα κάποιοι Έλληνες χωρικοί που δικαιολογούσαν την παραμονή τους εκεί καλλιεργώντας τους γύρω αγρούς. Στο κέντρο υπήρχαν κοπάδια βοδιών. Ένα κανόνι, το μοναδικό μέσο άμυνας που επισημάναμε, βρισκόταν τοποθετημένο πάνω στον κιλλίβαντα μπροστά στην πύλη που θα πρέπει ν' αντιστοιχούσε μ' αυτή της Διομείας.37 Μαρμάρινοι τάφοι στολισμένοι με τουρμπάνια την περιστοίχιζαν κι απ' τις δυο μεριές και μαρτυρούσαν πως ένας μεγάλος αριθμός αρχηγών είχε πεθάνει πρόσφατα από τύφο μέσα στο οχυρό. Ακολουθήσαμε ένα μονοπάτι στα δεξιά, μέσα σε χωράφια από ψηλά στάχυα, στα οποία οι πολιορκημένοι στήριζαν τις μεγαλύτερες ελπίδες τους. Ετοιμάζονταν να θερίσουν σε καμιά δεκαπενταριά μέρες και, αν δεν τους προλάβαι-
- 1 39 -
ναν οι λεηλάτες από τη Λεψίνα,38 η επιβίωσή τους ήταν εξασφαλισμένη για όλο το χειμώνα.
Η θαλασσινή αύρα τρικύμιζε αυτά τα χωράφια σταριού, κάτω από τα οποία κείται η πόλη του Αδριανού. Η κυματιστή βλάστηση τόνιζε ακόμη περισσότερο τους στύλους του ναού του Ολυμπίου Διός. Μέσα στο βουκολικό σκηνικό που τις περιτριγυρίζει, δίνουν την εντύπωση ψηλών μαρμάρινων σταχυών που κάποιος θε'ίκός θεριστής είχε ξεχάσει ν' αλωνίσει. Φτάνοντας κοντά τους μετρήσαμε δεκατρείς, ενωμένους με περιστύλια. Οι τρεις ήταν απομονωμένοι στη νοτιοδυτική πλευρά. Ως εκεί που φτάνει το χέρι είχαν σπάσει τις ραβδώσεις για να φτιάξουν κιμωλία. Στην αρχή ήταν εκατόν είκοσι, με ύψος εξήντα πόδια, διάμετρο έξι και μισό και σχημάτιζαν ένα δίπτερο ναό που συνδύαζε την αττική κομψότητα με την ανατολίτικη μεγαλοπρέπεια. Μεγαλύτερος απ' όλους τους ναούς της Ελλάδας, δεν υστερούσε παρά μόνο μπροστά στο ναό της Αρτέμιδος της Εφέσου. Μέ-
- 1 40 -
σα στο σηκό υπήρχε χρυσελεφάντινο άγαλμα ισάξιο των κολοσσών της Ρόδου και της Ρώμης. Χρειάστηκαν επτά αιώνες για να συμπληρωθεί αυτό το έργο. Δηλαδή, όσο διήρκεσε η ιστορία των Αθηνών, συνέχισε να μεγαλώνει και να μεταβάλλεται μαζί της. Και αποπερατώθηκε όταν έκλεισε και το εθνικό πεπρωμένο. Ανήκει στο μικρό αριθμό των μνημείων που, μέσα στην επική τους πορεία, τόσο παλιά σε ρίζες όσο και ένας αυτόχθων λαός, συνεχώς επιδιορθώνονται παραμένοντας ημιτελή και αποτελούν το μέτρο και την εικόνα ολόκληρης της ύπαρξης του λαού που τα κατασκευάζει. Ο αρχαίος ναός που τον ξεκίνησε ο Δευκαλίωνας, τον ξανάχτισε ο Πεισίστρατος, τον πλούτισαν οι Μακεδόνες βασιλείς και οι διάδοχοι του Αλέξανδρου, τον σύλησε ο Σύλλας, τον αφιέρωσε ο Αύγουστος, τελικά αποπερατώθηκε από τον Αδριανό. Ζωντανή απεικόνιση της ιστορίας του πνεύματος των ελληνικών φυλών, στην αρχή ιερατικός, στη συνέχεια εξυψώνεται σε τέχνη, μεγαλώνει με την κατάκτηση της Ανατολής και ολοκληρώνεται επί ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας.
- 1 4 1 -
Έχει αμφισβητηθεί αν ο ναός που κατασκεύασε ο Αδριανός βρίσκεται στην ίδια θέση μ' αυτόν που αναφέρει ο Θουκυδίδης. Μερικοί αρχαιολόγοι έσπευσαν ν' αναγνωρίσουν δύο, διαφορετικών εποχών. Η παράδοση που θέλει τον Δευκαλίωνα ν' αφιερώνει ο ίδιος εξαρχής ένα ναό στο Δία, στο σημείο όπου χτίστηκε αυτός του Ρωμαίου αυτοκράτορα, αποδεικνύει επαρκώς ότι το χώμα αυτό υπήρξε αδιάλειπτα θε'ίκή ιδιοκτησία. Δεν μπορεί κανείς ν' αλλάξει έτσι αυθαίρετα τόσο ιερά θεμέλια. Εξάλλου, παρόμοιες παραδόσεις ίσχυαν για όλους τους ναούς του Δία και οι ρίζες τους φτάνουν μέχρι τους ομηρικούς χρόνους. Ο ναός της Ολυμπίας ιδρύθηκε από τον Ερεχθέα' της Δωδώνης από τους Πελασγούς της Αίγινας από τους Θεσσαλούς του Αιακού. Όλοι τους δηλαδή ανάγονται στην εποχή της κυριαρχίας των Αχαιών. Και όπως αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της εποχής το γεγονός ότι δε διακρίνονται ιδιαίτερα φυλετικά στοιχεία, παρά μόνο ένα γενικό πνεύμα που τα συνέχει, το ίδιο ακριβώς ισχύει και με τη θρησκεία που κυριαρχεί πάνω τους. Όταν οι
- 142 -
πληθυσμοί εξελισσόμενοι απόκτησαν μια πιο συγκεκριμένη μορφή, όχι μόνο επέλεξαν δικές τους διαλέκτους και θεσμούς, αλλά ο καθένας τους συνόψισε την ιστορία του σε μια εθνική θεότητα στη λατρεία της οποίας αφιερώθηκε με συγκεκριμένο τρόπο. Οι Δωριείς προσδώσανε στον Απόλλωνα το μυστικιστικό τους χαρακτήρα. Ο Ποσειδώνας πήρε την πολυτάραχη ζωή και τον άστατο χαρακτήρα της ιωνικής φυλής. Το αττικό πνεύμα προσωποποιήθηκε στην Αθηνά. Η σκοτεινή ιστορία των Θηβών συνοψίστηκε στα μυστήρια του Καδμείου Βάκχου. Μόνο ο Δίας συνέχισε ν' ανταποκρίνεται στο μεγαλείο της καταγωγής ολόκληρης της Ελλάδας. Ο μεγαλύτερος απ' όλους τους θεούς και ο λιγότερο συγκεκριμένος σε μορφή, αντανακλά στην απεραντοσύνη του τη ζωή όλων αυτών των φυλών που είναι ακόμη ανακατωμένες και συγκεχυμένες και αποτελεί το μυθολογικό σημείο συνάντησης των αντιθέσεων και των διαφοροποιήσεων.
Μια σύγχρονη παράδοση αποδεικνύει εδώ και λίγα χρόνια ότι ο λαός εξακολουθεί να ενδιαφέ-
- 1 43 -
ρεται γι' αυτά τα ερείπια. Όταν ένας κίονας κατέρρευσε από έκρηξη οι ραγιάδες απ' τις γύρω καλύβες νόμιζαν πως άκουγαν κάθε βράδυ ένα μακρόσυρτο ήχο να βγαίνει από τα μάρμαρα. Η ποιητική αυτή θλίψη έγινε τόσο έντονη, που οι τουρκικές αρχές αναγκάστηκαν να θυσιάσουν το βοεβόδα που είχε επιτρέψει να καταστραφεί η κολόνα.
Εμείς δεν ακούσαμε παρά την πνοή του ανέμου μέσα στα στάχυα και τα ουρλιαχτά των αγριόσκυλων που ορμούσαν πάνω στ' άλογά μας. Για λίγο κατηφορίσαμε την ήρεμη πλαγιά προς την κοίτη του Ιλισού. Η κοίτη αυτή είναι σε τέτοιο βαθμό χωμένη στη βλάστηση, το κελάρυσμα του νερού τόσο ανεπαίσθητο και οι όχθες τόσο κοντά η μια στην άλλη που δεν τη διακρίνεις αν δεν πλησιάσεις. Ο ρους της διαγράφεται στην κοιλάδα μόνο από τους ελιγμούς των κουμαριών που τη σκεπάζουν, λες και προσπαθεί να κρυφτεί από ντροπή για τη δόξα της. Μέσα της κυλάει αθόρυβα, πάνω σε ψιλή άμμο, ένα πεντακάθαρο ρυάκι βάθους μερικών εκατοστών. Παρά τις προειδοποιή-
- 144 -
σεις των ταξιδιωτών δεν είχα καταφέρει να φανταστώ την ασημαντότητά του. Το πλάτος του μόλις που ξεπερνά τα δύο μέτρα. Οι όχθες του φυλακισμένες στο μέσο της κοιλάδας, με ελάχιστα ίχνη πρόσφατων προσχώσεων, καθώς και η θέση μιας γέφυρας που τα ερείπιά της διακρίνονται ακόμη, αποδεικνύουν, παρά τ' άλλα τεκμήρια, πως ήδη από την αρχαιότητα ήταν φτωχός σε ροή. Σταματήσαμε για λίγο και κοιτάξαμε το νερό να κυλά στο φως της σελήνης που μόλις είχε ξεπροβάλει απ' την κορυφή του Υμηττού. Όπως και την εποχή του Κέκροπα, έσπρωχνε αργά προς τη θάλασσα μερικά φύλλα από τις μυρτιές και τις κουμαριές. Άθελά μου απέδωσα σ' αυτό το φευγαλέο ρεύμα μια αόριστη ανάμνηση των πραγμάτων που είχαν καθρεφτιστεί στα νερά του. Είναι το ίδιο αυτό σκοτεινό συναίσθημα που οι φυλές των ανθρώπων μεταφράζουν στη γλώσσα τους, εκλαμβάνοντας τους ποταμούς της γης τους σαν τους αρχηγούς και τους πρώτους ήρωες της ιστορίας τους.
Μάταια αναζητήσαμε τα πλατάνια που χάριζαν τη σκιά τους στο κοντινό Λύκειο του Αριστο-
- 145 -
τέλη. Απ' την άλλη μεριά του ρυακιού, ανηφορίσαμε τους μικρούς λόφους της Ά γρας,39 άγριους, σκεπασμένους με ξερά χόρτα, εκεί που η Άρτεμις έκανε το πρωινό της κυνήγι. Ένα φυσικό βαθούλωμα σχηματίζει το Στάδιο χάριν του οποίου εξαντλήθηκαν τα λατομεία του Πεντελικού όρους. Δεν έχει απομείνει ούτε μια πέτρα, αφού όλα τα μάρμαρα τα έκαναν κιμωλία. Δεν καταλαβαίνω γιατί ο Παυσανίας στις περιγραφές του δίνει στο στάδιο σχήμα μισοφέγγαρου. Οι δυο πλευρές του που εκτείνονται παράλληλες σ' ένα στενό χώρο και καταλήγουν στ' ανατολικά σε τόξο δείχνουν ότι δε θα μπορούσε ποτέ να έχει αυτό το σχήμα. Πράγμα ακόμη πιο παράδοξο, οι χάρτες του Μπαρτελεμί το τοποθετούν στη δεξιά όχθη του Ιλισού.
Επιστρέψαμε στην πόλη από τον ίδιο δρόμο. Η σελήνη μεσουρανούσε. Μερικές αχτίνες της ασήμωναν τις ακρογιαλιές στ' αριστερά μας και η θάλασσα αναπαυόταν κι αυτή μετά την πολύωρη αναταραχή της μέρας. Ο λόφος της Ακρόπολης ήταν τυλιγμένος σ' ένα παραπέτασμα γαλαζωπών
- 1 46 -
ατμών ανάμεσα στις κολόνες και τα τείχη. Η αύρα έφερνε μαζί της την ευωδιά απ' τις πορτοκαλιές. Ως και ο αχνός θόρυβος από τα γύρω χωράφια είχε σβήσει. Θα 'λεγε κανείς πως όλες οι συμφορές της Αθήνας καταλάγιασαν μέσα στο ηδονικό όνειρο της περασμένης δόξας της.
Πόσο πιο όμορφη και συγκινητική μου φάνηκε η Αθήνα αυτή τη νύχτα παρά τη θλίψη της. Πόσο πιο πλούσια από τη Ρώμη με τις επαύλεις της και τους θορύβους από τις γιορτές της! Οι περισσότεροι ταξιδιώτες πριν από μένα παραπονιόνταν πως η αυστηρή όψη των ερειπίων διαταρασσόταν από τις φλυαρίες της σύγχρονης πόλης. Θεωρώ μεγάλη τύχη που επισκέφτηκα την πόλη της Αθηνάς αυτή την περίοδο της καταστροφής. Ήταν σαν να είχα φτάσει την επαύριο των πυρπολήσεων του Ξέρξη ή των σφαγών του Σύλλα. Χωρίς τους κατοίκους της, παραδομένη σε ξένο δυνάστη, η Αθήνα ξυπνά σκέψεις μιας άλλης εποχής. Ίσως μάλιστα τα ερείπια να είναι σήμερα το λιγότερο θλιβερό που βλέπει κανείς. Το μάτι κουρασμένο να πλανιέται πάνω σε πυρπολημένο έδαφος, σε συ-
- 1 47 -
ντρίμμια και καλύβες σκεπασμένες με κλαδιά πεύκων, αναζητά ξεκούραση στις κολόνες και στα τείχη της αρχαιότητας που κανένα σύννεφο δεν τα σκεπάζει με το βαρύ μανδύα του, όπως τα δικά μας. Η βροχή δε σιγοστάζει από τις διαλυμένες στέγες και απ' τις ρωγμές τους δεν ξεφυτρώνουν κισσοί και σκίνα. Οι ίσιες γραμμές τους διατηρούν ακόμη την καθαρή και σαφή μορφή τους και τίποτε δε δείχνει την παλαιότητα και τη φθορά. Οι βάσεις είναι ακέραιες, ούτε φθαρμένες ούτε ετοιμόρροπες. Και τι να πω για τη ροδαλή απόχρωση που απόθεσαν πάνω τους από την πρώτη στιγμή οι αχτίνες του ήλιου. Όσο κι αν κρύβουν κάτω απ' τις μαυρισμένες πέτρες τους τα σκοτάδια του παρελθόντος, θαρρεί κανείς πως αγγίζουν ένα φωτεινό κύμα που ντύθηκε με μια αναλλοίωτη και χειροπιαστή ομορφιά. Το αιώνιο σφρίγος του αττικού πνεύματος μεταγγίστηκε στα ερείπιά του. Ακόμη και στην πτώση του διατηρεί τη χάρη και τη λάμψη της νίκης. Απ' όλα αυτά πηγάζει μια παράδοξα αρρενωπή και ρωμαλέα εντύπωση όπου το αίσθημα του ηρωισμού επέχει τη θέση των ρομαντι-
- 1 48 -
κών ονειροπολήσεων που γεννούν τα μνημεία του βορρά.
Την επομένη, με το χάραμα, πήραμε το δρόμο για το χωριό Αχαρναί. Διασχίσαμε αριστερά την ξερή κοίτη του Σκύρου. Εκεί αφήσαμε το δρόμο για να περάσουμε μέσα από έρημα, ακαλλιέργητα εδάφη. Λίγο πιο πέρα απλώνονταν ελαιώνες. Πύργοι και τετράγωνα σπίτια, διασκορπισμένα στις παρυφές, ξεχώριζαν με το κιτρινωπό τους χρώμα μέσα στη χλομή πρασινάδα του δάσους. Αυτές οι έρημες, μισοκατεστραμμένες κατοικίες, έδιναν έναν παράξενο τόνο ζωντάνιας και χάρης σ' όλο τον περίγυρο της Ακαδημίας. Φτάσαμε στους δυο μικρούς λόφους της κωμόπολης τΟ'ι; Κολωνού, που απέχουν μεταξύ τους περίπου διακόσια βήματα. Όταν ο Οιδίποδας ήρθε εδώ να τελειώσει τον πλάνητα βίο του, ήταν σκεπασμένοι με δάφνες, ελαιόδεντρα και αμπέλια. Εκεί κατοικούσαν οι Ερινύες, θαμμένες μέσα στα ορυχεία χαλκού για τα οποία μιλάει ο σχολιαστής: ο γέροντας των Θηβών δε θα εύρισκε σήμερα ούτε την αγριαχλαδιά όπου κρύφτηκε για να πεθάνει.
- 1 49 -
Στο χαμηλότερο από τους δυο λόφους υπήρχε ναός του Ποσειδώνα παρόλο που οι ναοί του συνήθως χτίζονταν στην άκρη των κυμάτων, στ' ακρωτήρια του Ταίναρου, της Αίγινας, της Τροιζήνας ή σε ισθμούς, ανάμεσα σε δυο θάλασσες. Σπάνια ποίηση η παρουσία του θαλασσοδαρμένου θεού των Ωκεανών μέσα στη σκοτεινιά αυτού του δάσους. Στο μέρος αυτό του είχαν δώσει την επο-. νομασία Ίππιος, αναγνωρίζοντάς του τη δόξα να είναι ο πρώτος που δάμασε το άλογο, ίσως λόγω της αντιστοιχίας που βρίσ�oυν όλοι οι πρωτόγονοι λαοί ανάμεσα στην αφρισμένη χαίτη των κυμάτων και στην κυματιστή λυγεράδα του αλόγου. Ίσως ακόμη επειδή το άλογο μεταφέρθηκε στην Κρήτη πάνω σε πλοία και θεωρούνταν δώρο της θάλασσας:
Στη θέση ενός απ' αυτούς τους ναούς, πριν λίγα χρόνια, ορθωνόταν μια μικρή εκκλησιά, που σήμερα δεν υπάρχει. Στα ριζά αυτών των λόφων γεννήθηκε ο Σοφοκλής. ,Εκεί αποτραβήχτηκε ο Πλάτωνας στα τελευταία του. Στον Πελοποννησιακό πόλεμο εκεί έλαβε χώρα η συνέλευση κατά
- 1 50 -
την οποία ο Περίανδρος κατάργησε το δημοκρατικό σύνταγμα των Αθηνών. Σημαντική απόφαση αν και πρόσκαιρη, αφού έδειχνε πως το πνεύμα της Σπάρτης είχε διαπεράσει τα τείχη του Περικλή πριν από τα όπλα της.
Ξανακατεβήκαμε στην κοιλάδα και ακολουθήσαμε τα σκιερά μονοπάτια προς βορρά. Και απ' τις δυο πλευρές Έλληνες αγρότες όργωναν ήσυχα τα χωράφια. Έφιπποι δελήδες τα διέσχιζαν καλπάζοντας προς την κατεύθυνση της Θήβας. Από μακριά ακούγονταν τουφεκιές. Αφού περάσαμε μερικούς χωματένιους τοίχους στις άκρες του δρόμου, φτάσαμε στην όχθη του Κηφισού. Η κοίτη του, πλαισιωμένη από λιόδεντρα, μύρτα και αγριοκληματαριές, είναι ακόμη πιο δυσδιάκριτη και από εκείνη του Ιλισού, έχει όμως περισσότερο νερό και πλουσιότερη ροή. Το χειμώνα πλημμυρίζει μέρος της πεδιάδας. Ένα μικρό γεφύρι με δυο αψίδες αιωρείται πάνω από την κοίτη που λίγο πιο κάτω δεν έχει παρά τρία πόδια πλάτος. Ο Στράβωνας αναφέρει ότι εκβάλλει στο φαληρικό όρμο. Καθώς δε συναντήσαμε πουθενά την εκβο-
- 1 5 1 -
λή ερχόμενοι από τον Πειραιά, θα πρέπει σήμερα να χάνεται κάπου μέσα στα έλη που έχουν σχηματιστεί στα βόρεια του όρμου.
Περπατώντας ανατολικά, βρεθήκαμε στο χωριό του Παντισάχ. Δεν πρόκειται για κανένα από τα γνωστά χωριά της αρχαιότητας. Ωστόσο, ήταν γνωστό για τους κήπους του και τα ωραία κυπαρίσσια που σήμερα έχουν ξεριζωθεί. Ενώ γευματίζαμε στην είσοδο μιας ελληνικής καλύβας, μόνιμοι στρατιώτες, οπλισμένοι με καραμπίνες ευρωπα"ίκής κατασκευής και δυο πιστόλες στη ζώνη, σχημάτισαν γύρω μας έναν κλοιό. Το ψυχρό και βλοσυρό ύφος τους δε θύμιζε σε τίποτε τους άντρες που είχαμε δει να περιπλανιούνται στον Πειραιά. Παιδάκια τεσσάρων πέντε χρόνων γλίστρησαν μέσα από τις γραμμές τους για να 'ρθουν κοντά μας. Μόλις τους δώσαμε λίγα ψίχουλα ψωμί το 'σκασαν και έτρεξαν να τα καταβροχθίσουν μέσα στις αχυροκαλύβες τους. Άλλους κατοίκους δεν είδαμε. Πριν επιστρέψουμε στην πόλη, μας οδήγησαν σ' ένα χωράφι σκεπασμένο με ανθρώπινα κεφάλια, δεξιά της πόλης των Θηβών. Τα πτώματα ή-
- 1 52 -
ταν κρυμμένα ανάμεσα στα ψηλά χόρτα. Τα κρανία αποκομμένα από τα σώματα άσπριζαν στο χώμα, πεταμένα σ' αυτό το σημείο εδώ και πολλούς μήνες. Πρόκειται για τ' απομεινάρια των φυλακισμένων της φρουράς. Γνωρίζουμε όμως πως όσοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι στις τελευταίες επιδρομές και κυρίως σ' αυτή που έγινε δυο μέρες πριν την άφιξή μας οδηγήθηκαν σώοι και ασφαλείς στην Εύβοια.
- Αλλά, θα πείτε, ο Παρθενώνας; Τ' αγάλματα του Φειδία; Τα Προπύλαια; Δε θα μιλήσετε γι' αυτά; Σε τι κατάσταση τ' αφήσατε;
- Δεν τα είδα. - Πώς; Φύγατε από την Αθήνα χωρίς να δείτε
την κατοικία της Αθηνάς; Είναι δυνατόν; Χρειάστηκε να παραιτηθώ από την προσπά
θεια. Επειδή ο Παρθενώνας είχε μετατραπεί σε οχυρό, ήταν το μόνο μέρος που ο μπιμ-μπασί μου απαγόρευσε να επισκεφτώ. Πόσες φορές δε μου συνέβη κάτι ανάλογο στη ζωή μου σε άλλες περιπτώσεις! Πόσες φορές δεν έμεινα στην είσοδο ενός ιερού χωρίς να μπορέσω να διασχίσω το κα-
- 1 53 -
τώφλι! Προσπάθησα να παρηγορηθώ λέγοντας μέσα μου πως είναι κοινή μοίρα όλων των ανθρώπων, αφού όλοι μας επισκεπτόμαστε την Αθήνα χωρίς να εισέλθουμε στο ιερό της σοφίας και χωρίς ν' αποκομίσουμε τίποτε απ' αυτό.
Η ώρα ήταν τρεις όταν γυρίσαμε στην πόλη. Το διάστημα των δύο ημερών που μας είχε παραχωρηθεί έληγε σε λίγο και ο διερμηνέας μάς πίεζε να μην περιμένουμε τη δύση του ήλιου. Είχαμε δυσκολίες με τ' άλογα που μας έφεραν δυο Άραβες. Ένας νεαρός Έλληνας άρχισε να τρέχει κοντά μας, σαν οδηγός. Περάσαμε πάλι κάτω από τον Άρειο Πάγο και την Πνύκα. Αντί όμως ν' ακολουθήσουμε το δρόμο της προηγούμενης μέρας και τα Μακρά Τείχη, πήγαμε προς τα δεξιά, μέσα από ένα άλλο τμήμα του δάσους που δεν το γνωρίζαμε. Δέντρα καμένα και ριγμένα στο έδαφος ανέκοπταν την πορεία μας σε κάθε βήμα. Χάσαμε το μονοπάτι και δεν το ξαναβρήκαμε παρά μόνο όταν αντικρίσαμε τον Κηφισό. Στο σημείο αυτό τρέχει στο ίδιο επίπεδο με το έδαφος μέσα σε μια ανοιχτή πεδιάδα που οφείλει τη δροσιά της στα χειμερινά
- 1 54 -
του ξεχειλίσματα. Διασκέδαζα ν' ακολουθώ καλπάζοντας τις πάπιες που βουτούσαν στις όχθες και απομακρύνονταν μόλις λίγα βήματα. Όσο πλησίαζε η στιγμή ν' αφήσουμε πίσω μας το χώμα των Αθηνών, τόσο πιο πολύτιμη μου φαινόταν η κάθε τυχαία εικόνα της. Λίγο μακρύτερα, περάσαμε δίπλα από μια ίλη ιππικού. Τ' άλογα ποτίζονταν στο ρυάκι και οι άντρες κάθονταν καταγής, με γυρισμένη την πλάτη. Δεν έδειξαν να μας αντιλαμβάνονται. Διασχίσαμε με δυσκολία τα έλη που σχηματίζονται στο βάθος του Πειραιά από τα νερά που κατεβάζει το όρος Αιγάλεω. Η βάρκα που μας περίμενε στη μέση του λιμανιού μάς είχε δει και πλησίαζε ολοταχώς. Η ίδια ομάδα Αλβανών που μας είχε υποδεχτεί την προηγούμενη βρέθηκε πριν από μας στα ερείπια του μοναστηριού. Κάποιοι είχαν αποτραβηχτεί κάτω από τους θόλους, άλλοι, όρθιοι, τριγύριζαν ψηλά στους πύργους, ενώ το σκοτάδι απλωνόταν σταδιακά ποτίζοντας με μια παράξενη θλίψη την αναχώρησή μας. Για λίγο ακόμη, καθώς απομακρυνόμασταν, τους βλέπαμε να κινούνται, να περνούν τα όπλα τους μέσα
- 1 5 5 -
από τ' ανοίγματα των τειχών, να σκαρφαλώνουν στα ερείπια. Τέλος, η ακτή και ο λευκός όγκος της Ακρόπολης συγχωνεύτηκαν σε μια και μόνη υγρή γραμμή που λικνιζόταν κι αυτή μαζί με το καίκι μας, αντιμέτωπο τώρα με το δυνατό άνεμο.
Αφού παλέψαμε για λίγο με τον άνεμο που μας έκλεινε το δρόμο, κατεβάσαμε πανιά. Οι ναύτες πρότειναν να πιάσουμε στις ακτές της Σαλαμίνας. Αντί να φτάσουμε εκεί όμως, το ρεύμα μας παρέσυρε στο μικρό νησάκι της Ψυττάλειας. Είναι έρημο και χωρίς ίχνος βλάστησης και το σχήμα του θυμίζει καύκαλο χελώνας. · Στις δέκα το βράδυ βρήκαμε στην παραλία της ένα απάγκιο για να περάσουμε τη νύχτα. Βρισκόμασταν τη στιγμή εκείνη ακριβώς στο επίκεντρο της ναυμαχίας με το στόλο του Ξέρξη. Λίγο πιο μπροστά βρισκόταν το μέτωπο των γραμμών του. Πάνω σ' αυτό το νησάκι είχαν τοποθετηθεί πριν τη μάχη τετρακόσιοι βάρβαροι που στραγγαλίστηκαν από τον Αριστείδη.
Τη μέρα εκείνη η Ελλάδα ολοκλήρωσε το πεπρωμένο της. Για πρώτη φορά δόθηκε μάχη σώμα
- 1 56 -
με σώμα, ανάμεσα στο δυσκίνητο και μέχρι τότε πανίσχυρο πνεύμα της Ανατολής και το ανακαινιστικό πνεύμα των ελληνικών φυλών. Η νίκη ήταν αβέβαιη ως τη νύχτα. Όταν όμως οι γαλέρες του μεγάλου βασιλιά, ταρακουνημένες από τη θύελλα, άρχισαν να στενάζουν και να σκουντουφλάνε πάνω στο νησάκι της Ψυττάλειας έγινε ολοφάνερο ότι τα ηνία του κόσμου θα περνούσαν σε άλλα χέρια. Καθώς ο κολοσσός της Ανατολής, ακρωτηριασμένος και κατεστραμμένος, επέστρεφε δια παντός στα βάθη των ναών του, ο Σοφοκλής, παιδί ακόμη, στεφανωμένος με δάφνες, υμνούσε με τους χορούς του στο απέναντι ακρωτήρι, την απελευθέρωση του ελληνικού πνεύματος από την εφηβεία.
Η νύχτα εκείνη υπήρξε απ' τις ωραιότερες νύχτες που είδα στην Ελλάδα. Ούτε ένα άστρο δεν έλειπε απ' τον ουρανό. Ένα βραχώδες κέλυφος μας προστάτευε απ' τα κύματα που έσκαγαν στα πόδια μας. Κάποιος ναύτης σιγοτραγουδούσε έναν παραπονεμένο σκοπό που εναρμονιζόταν με το πνιχτό μουρμούρισμα του ανέμου μέσα σε μια
- 1 5 7 -
σπηλιά. Ένας άλλος μάζευε κοχύλια στην ακτή. Το καικι μας, κρυμμένο στη σκιά του βράχου, περιτριγυριζόταν από χιλιάδες μικρές πύρινες γλώσσες που πότε ενώνονταν με την ακτή, πότε σάρωναν την επιφάνεια του νερού ή βυθίζονταν μέσα σ' αυτό αστραποβολώντας ακόμη περισσότερο. Το κύμα είχε κοπάσει. Κουρασμένος από αυτές τις δυο μέρες κι αφού αναλογίστηκα ακόμη λίγο το μεγαλείο και την ερημιά αυτών των τόπων, τυλίχτηκα με το πανωφόρι μου και αποκοιμήθηκα μαζί με το πλήρωμα ακουμπισμένος στον ιστό, με τη Μεγάλη Άρκτο πάνω απ' το κεφάλι μου.
Α Α Α
- 1 58 -
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 . Υπερβόρεοι (Υπερβόρειοι): Μυθικός λαός που κατοικούσε στο τέλος του κόσμου. Η χώρα τους βρισκόταν βορειότερα από τα ΡlJtαία βουνα, πιο ψηλα από τους τόπους απ' όπου σηκώνεται ο βοριας. Ζούσαν μια ζωή δίχως μόχθους και πολέμους. Συνδέονταν ιδιαίτερα με το θεό Απόλλωνα. (Σ.τ.Μ.)
2. Ο όρος Παμβοιωτία απανταται στο έργο του Πολύβιου, Ιστορίαι, IV.3,5 και ΙΧ.34,1 1 . Επρόκειτο για τελετη των αρχαίων Βοιωτών αντίστοιχη των Παναθηναίων. Αποδίδουμε με τη λέξη παμβοιωτία τη λέξη pambeotie που εδώ έχει την έννοια της συμμαχίας. (Σ.τ.Μ.)
3. Όνομα που έδωσαν οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι στο πιο βόρειο σημείο του τότε γνωστού κόσμου. Ο Πυθέας, θαλασσοπόρος από τη Μασαλία, τον 30 αιώνα, την τοποθετούσε σε μια απόσταση έξι ημερών ναυσlJtλοίας από τις βόρειες ακτές της Σκοτίας. Επρόκειτο πιθανόν για μια από τις νήσους Σέτλαντ η μία από τις ορκαδες η την Ισλανδία (ελαχιστα η καθόλου πιθανό) η καποιο σημείο από τις ακτές της Νορβηγίας. Προφανώς, όμως, εδώ ο Ρεναν εννοεί τη Μεγαλη Βρετανία, όπως και με το Καληδόνιος, εννοεί Βρετανός, και πιο συγκεκριμένα, το λόρδο Έλγιν.(Σ.τ.Ε.)
- 1 59 -
4. Ο Ευήμερος ήταν Έλληνας μυθογράφος (330-260). Έγραψε την Ιερή ΑΥαγραφή, μυθολογικό μυθιστόρημα που θα μπορούσαμε να κατατάξουμε στην περιηγητική λογοτεχνία και το οποίο χάθηκε. Πρότεινε μια ορθολογική αναθεωρηση των θρησκευτικων μύθων. Στη θεογονία του, οι θεοί ήταν ανωτεροι άνθρωποι, βασιλιάδες και ευεργέτες, που οι σύγχρονοί τους θεοποίησαν από φόβο και θαυμασμό. Χρησιμοποιήθηκε από τους χριστιανούς απολογητές κατά του πολυθε'ίσμού, ενω ο ευημερισμός, αποτέλεσε ένα ορθολογιστικό δόγμα που αφορούσε στην προέλευση των θρησκειων. (Σ.τ.Ε.)
5. Ο επωνυμος άρχοντας, ένας από τους εννιά που εκλέγονταν κάθε χρόνο, έδινε τ' όνομά του στο έτος κατά το οποίο εκλεγόταν. (Σ.τ.Ε.)
6. Εννοεί τον Απόστολο Παύλο. (Σ.τ.Μ.) 7. Πρόκειται για δύο μικρές λιμνοθάλασσες στο δρόμο
προς την Ελευσίνα. Σήμερα υπάρχει μόνο η μία, η καλούμενη λίμνη Κουμουνδούρου. (Σ.τ.Μ.)
8. Αρχαία ονομασία του βόρειου τμήματος του όρους Αιγάλεω. (Σ.τ.Μ.)
9. Ένας από τους πρωτους βασιλιάδες της Αθήνας. (Σ. τ.Ε.) 1 0. Πιθανόν τα σημερινά Τουρκοβούνια. (Σ.τ.Μ.) 1 1 . «Εκεί εκαθίσαμεν και εκλαύσαμεν», Δαβίδ, Ψαλμός
ΡΛΖ' εδάφ.1 . (Σ.τ.Μ.) 12. Με το φυτό αυτό αντάμειψε η θεά Δήμητρα τον Φύ
ταλο για τη φιλοξενία που της προσέφερε. (Σ.τ.Μ.) 13. Ο Φοβέλ ( 1753-1838) ήταν ζωγράφος που εγκατα
στάθηκε στην Αθήνα το 1 784 ως υποπρόξενος και αργότερα ως πρόξενος και ανήκε στην ομάδα του κόμη Σουαζέλ-
- 1 60 -
Γκουφιέ, ο οποίος ήταν διπλωμάτης στην Κωνσταντινούπολη. Ο Φοβέλ παρέμεινε στην Ελλάδα ακόμη και όταν έπαψε να είναι κάτω από την προστασία του κόμη, ο οποίος χάνει τ' αξιώματά του κατά τη γαλλική επανάσταση. Ο Φοβέλ, γνώστης της αρχαιολογίας και της τοπογραφίας της Αθήνας και άλλων σπουδαίων πόλεων της Ελλάδας, αρχίζει να δημιουργεί ένα δικό του προσωπικό μουσείο και προσπαθεί ν' ασκήσει κάποιο έλεγχο στις πωλήσεις αρχαιοτήτων, εμποδίζοντας τους περαστικούς ταξιδιώτες ν' αγοράζουν. Λόγω των γνώσεών του και της εντατικής μελέτης των αρχαίων με σχέδια, εκμαγεία, και προπλάσματα, στάθηκε πολύτιμος ξεναγός των ξένων επισκεπτών της Αθήνας. Έφυγε από την Ελλάδα με το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης το 1821. (Σ.τ.Ε.)
14. Δες και υποσημείωση αριθ. 13. Ο κόμης ΣουαζέλΓκουφιέ ( 1752-1817), συγγραφέας του βιβλίου Le voyage
pjttoresque en Grece, παρ' όλο το ενδιαφέρον του και την αγάπη του για την αρχαία Ελλάδα, κατόρθωσε να σχηματίσει μια αξιόλογη συλλογή από ελληνικές αρχαιότητες που τώρα ανήκουν στη συλλογή του Λούβρου. (Σ.τ.Ε.)
15. Δημοσιεύτηκε το 1788 από τον αβά Μπαρτελεμί (1716-1795). Το βιβλίο του αυτό περιέχει παρατηρήσεις πάνω στο δημόσιο και ιδιωτικό των Ελλήνων. (Σ.τ.Ε.)
16. Ο πατήρ Μπαμπέν (Pere Babin, 1643-1699), ιησουίτης ιεραπόστολος, ήταν στην Ελλάδα γύρω στο 1672. Περιέγραψε αρκετά πιστά την Αθήνα, για την εποχή του. Τη δική του περιγραφή χρησιμοποίησε ο Σπον όταν ήρθε στην Ελλάδα, μαζ� βέβαια, μ' αυτήν του Παυσανία. (βλ. υποσημείωση αριθ. 17)(Στ.Ε.)
- 1 6 1 -
17. Ο Ζακ Σπον (1645-1685) ήταν ένας από τους σοφούς της εποχής του που ταξίδεψε στην Ιταλία στην Ελλάδα και στη Μικρά Ασία και κατέγραψε περισσότερες από δύο χιλιάδες επιγραφές, ελληνικές και ρωμα·ίκές. Δημοσίευσε το βιβλίο Miscel1anae eruditae antiquitatis. Στην Αθήνα, το 1676, μαζί με τον Γουέλερ, που ήταν Άγγλος βοτανολόγος (1650-1724), επιχείρησε την πρώτη μεγάλη αρχαιολογική αναζήτηση. Προσπάθησε να ταυτίσει τους τόπους και τα μνημεία παραλληλίζοντας αυτά που έβλεπε με τις μαρτυρίες των αρχαίων συγγραφέων και τις περιγραφές που σύγχρονοί του ταξιδιώτες είχαν κάνει. Έτσι αναγνωρίζει και ταυτίζει το ναό της Αθηνάς Νίκης, το χορηγικό μνημείο του Λυσικράτη και άλλα. Αλλά κάνει και τραγικά λάθη: το μεγαλύτερο απ' όλα ήταν ότι αναγνώρισε στο ανατολικό αέτωμα του Παρθενώνα τη μορφή του αυτοκράτορα Αδριανού και της γυναίκας του Σαβίνας και γενικότερα θεώρησε ότι ο γλυπτός διάκοσμος του Παρθενώνα ανήκε στην εποχή του Αδριανού. (Όμως, θα πρέπει να πούμε ότι το λάθος του αυτό δεν είναι τόσο ασυγχώρητο γιατί όχι μόνο το αναγνώρισε σχεδόν αμέσως, αλλά και γιατί ακόμη και το 190 αιώνα πολλοί, όπως και ο Σατωμπριάν και οι όμοιοί του, είχαν την ίδια άποψη. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι όταν ο λόρδος Έλγιν μετέφερε τα μάρμαρα του Παρθενώνα στην Αγγλία, το 1814, κάποιοι από τους ειδικούς της εποχής τα θεώρησαν ρωμα'ίκά, δικαίωσαν τον Σπον που τα τοποθετούσε στην εποχή του Αδριανού και παραλίγο το αγγλικό κράτος να μην τ' αγοράσει από το λόρδο Έλγιν που κινδύνευε έτσι να χρεοκοπήσει. Τελικά, αγοράστηκαν από την αγγλική κυβέρνηση το 1816.) Το βιβλίο του Σπον, Το ταξίδι στην Ιταλία, τη Δαλμα-
- 1 62 -
τία, την Ελλάδα και την Α νατολή, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και χρησίμεψε ως οδηγός για τους μορφωμένους ταξιδιώτες μέχρι και το πρώτο μισό του 190υ αιώνα. (Σ.τ.Ε.)
18. Ο Ρίτσαρντ Πόκοκ ( 1704-1765) επισκέφθηκε την Ελλάδα την περίοδο 1 736-1740. Ουμανιστής θεολόγος, περιέλαβε μια περιγραφή της στο βιβλίο Α description ο! the
east and some other countries, που εκδόθηκε το 1743. Ο Ρίτσαρντ Τσάντλερ (1738-1810), Άγγλος ελληνιστής, ταξίδεψε στην Ελλάδα στα μέσα του 1 80υ αιώνα για λογαριασμό της Society οί Dilettanti και το έργο του αφορά κυρίως τη Μικρά Ασία. Τον συνόδευε ο ζωγράφος Γουίλιαμ Παρς. Τα αποτελέσματα της έρευνάς του δημοσιεύτηκαν με τον τίτλο Αρ
χαιότητες της Ιωνίας. Την Ελλάδα είχαν αναλάβει οι Τζέιμς Στιούαρτ (1713-1788) και Νίκολας Ρίβετ, ζωγράφος και αρχιτέκτονας αντίστοιχα. Επισκέφτηκαν την Ελλάδα την ίδια εποχή (ήταν στην Αθήνα το 1751-54). Είχαν αναλάβει την καταγραφή των ελληνικών μνημείων και τα σχέδιά τους είναι πολύ σημαντικά, φροντισμένα και ακριβή. Το 1 762 δημο · σιεύθηκε ο πρώτος τόμος με τον τίτλο Αρχαιότητες της Αθή
νας. (Σ.τ.Ε.) 19. Αν οι Στιούαρτ, Ρίβετ, Τσάντλερ και Παρ ς ήταν οι α
πεσταλμένοι, κατά κάποιο τρόπο, της Αγγλίας πριν από την επέλαση του λόρδου Έλγιν, η Γαλλία δεν πήγε πίσω. Ο μαρκήσιος ντε Νουαντέλ ( 1635-1685) ταξιδεύει στην Ελλάδα την εποχή που είναι πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, το 1670-80. Στην Αθήνα βρίσκεται το 1674, όπου μαγεύεται από τα μνημεία της και ονειρεύεται να τα δει να στολίζουν το παλάτι και τις βασιλικές στοές της Γαλλίας. Η μεγάλη πάντως προσφορά του είναι τα σχέδια από 200 γλυπτά από τα
- 1 63 -
αετώματα, τη ζωφόρο και τις μετόπες του Παρθενώνα πριν βομβαρδιστεί το 1687 από τους Βενετούς. Το 1748 βρίσκεται στην Ελλόδα ο Γκις ( 1720-1799) γραμματιζούμενος έμπορος από το Παρίσι. Το 1754 έρχεται στην Ελλάδα ο Αε Ρουά (1728-1803) αρχιτέκτονας και μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας της Ρώμης. Το 1758 δημοσίευσε το βιβλίο Ερείπια από
τα πιο όμορφα μνημεία της Ελλάδας. Παρόλο που η προσφορά του είναι αρκετά σημαντική, τα σχέδιά του δεν είναι τόσο ακριβή όσο των Εγγλέζων ομότεχνών του. (Σ.τ.Ε.)
20. «Είμαι κι εγώ ζωγράφος». (Σ.τ.Μ.) 21. «Πάντες δε οι Αθηναίοι και οι επιδημούντες ξένοι εις
ουδέν άλλο ηυκαίρουν παρά εις το να λέγω σι και να ακούωσί τι νεώτερον». Πράξεις των Αποστόλων, Κεφ. Ιζ' εδ. 21. Τα λόγια αυτά όμως είναι του Απόστολου Παύλου και όχι του Αουκά, όπως λέει ο Σατωμπριάν. (Σ.τ.Μ.)
22. Πρόκειται για το ναό του Ηφαίστου στο σημερινό Θησείο και όχι για το ναό του Θησέα. Ο ίδιος ναός ήταν επίσης αφιερωμένος στην Αθηνά Εργάνη. (Σ.τ.Ε.)
23. «Κύριος θανατοί και ζωογονεί, κατάγει εις άδου και ανάγει». (Σ.τ.Μ.)
24. Η σημερινή Καστέλα (Σ.τ.Μ.) 25. Πρόκειται για το Ερέχθειο. Εκεί λατρεύονταν η Α
θηνά Πολιάς, ο Ποσειδώνας, ο Δίας, ο Ήφαιστος παράλληλα, τιμώνταν ακόμη ο Κέκροπας και ο Ερεχθέας, βασιλιάδες της Αθήνας, και ο ήρωας Βούτης. Οι τάφοι των τριών τελευταίων θεωρούνταν ότι βρίσκονταν εκεΙ (Σ.τ.Ε).
26. Ο Σατωμπριάν σημειώνει: «Δεν μπορώ να πειστώ ότι ο Φειδίας άφησε εντελώς γυμνά τα δυο 'αετώματα του ναού, ενώ είχε κοσμήσει με τόση φροντίδα τις ζωφόρους. Οι αναπα-
- 1 64 -
ραστασεις του Αδριανού και της γυναικας του Σαβινας, που υπηρχαν σ' ένα από τ' αετωματα, μπορει να ειχαν μπει στη θέση δύο αλλων προσωπων ή, κατι σύνηθες, να αντικατέστησαν απλως τις κεφαλές τους. Εξαλλου, αυτό δεν αποτελούσε ποταπή κολακεια από μέρους των Αθηναιων: ο Αδριανός ήταν αξιος αυτής της τιμής, ως ευεργέτης της Αθήνας και αναμορφωτής των τεχνων». Βλ. υποσημειωση αριθ. 17. (Σ.τ.Ε.)
27. Φυλή ερυθρόδερμων. (Σ.τ.Μ.) 28. Ρακινας, Φαίδρα. (Σ.τ.Μ.) 29. Μεούρσιος Ιωαννης (1579-1639): Ολλανδός φιλόσο
φος. Εξέδωσε πολλούς κλασικούς και μεταγενέστερους Έλληνες συγγραφεις και έγραψε αρκετές φιλολογικές μονογραφιες. (Σ.τ.Μ.)
30. Ο βωμός βρισκεται στην Αιγινα, στην κορυφή του υψηλότερου βουνού της που λέγεται Όρος. Τον ειχαν στήσει οι κατοικοι ολόκληρης της Ελλαδας, όταν ύστερα από περιοδο μεγαλης ξηρασιας ο θεός ειχε στειλει ευεργετικές βροχές. (Σ.τ.Μ.)
3 1 . Κωλιας ακρα: αρχαιο όνομα μικρού ακρωτηρισυ επι του Σαρωνικού, που από μερικούς ταυτιζεται σήμερα με την προεξοχή του Π. Φαλήρου στο ύψος του αεροδρομιου και από αλλους με τον Άγιο Κοσμα. Εκει υπαρχει και το περιφημο ιερό της Αφροδιτης πού αναφέρεται λιγο πιο κατω από το συγγραφέα. (Σ.τ.Μ.)
32. φραγκικη ονομασια των στενων του ΕυρΙΠου και ο-λόκληρης της Εύβοιας. (Σ.τ.Μ.)
33. Ιππεις του τουρκικού ιππικού. (Σ.τ.Μ.) 34. Ταγματαρχης του τουρκικού στρατού. (Σ.τ.Μ.) 35. Αθηναισς ζωγραφος -και όχι γλύπτης- του 50υ π.χ.
- 1 65 -
αιώνα. Συνεργάστηκε με τον Πολυγνωτο στη διακόσμηση διαφόρων ναών, ανάμεσα σ' αυτους και στο ναό του Ηφαιστου, και της Ποικιλης στοάς. (Σ.τ.Μ.)
36. Απελλής: μεγάλος ζωγράφος του δευτερου μισου του 40υ πΧ αιώνα από την Έφεσο. Λυσιππος: μεγάλος γλυπτης του 40υ πΧ αιώνα από τη Σικυώνα. (Σ.τ.Μ.)
37. Δήμος της Αττικής. (Σ.τ.Μ.) 38. Άλλη ονομασια της ΕλευσΙνας. (Σ.τ.Μ.) 39. Το σημερινό Μετς, όπου στην αρχαια Αθήνα λα
τρευόταν η Άρτεμις Αγροτέρα. (Σ.τ.Μ.)
- 1 66 -