ψιλο -ΝΕΚΡΗ

23
Smashwords Edition of DEAD(ish) by Naomi Kramer – published 2010 (Greek language edition) Το βαρετό κομμάτι Τα πνευματικά δικαιώματα αυτού του ηλεκτρονικού βιβλίου και του περιεχομένου του ανήκουν στη Naomi Kramer. Αυτό το ηλεκτρονικό βιβλίο διανέμεται υπό την άδεια Creative Commons – Αναφορά Προεύλευσης- Μη Εμπορική Χρήση . Σε απλά λόγια, αυτό σημαίνει ότι μπορείτε να αντιγράψετε αυτό το αρχείο και να το δώσετε σε φίλους, συγγενείς, εχθρούς, ό,τι θέλετε. Μπορείτε να αλλάξετε τη μορφοποίηση ή να διορθώσετε τυχόν ορθογραφικά άμα πραγματικά θέλετε. Αλλά δεν επιτρέπεται να βγάλετε λεφτά απ' αυτό, και θα πρέπει να αποδώσετε τη δουλειά μου σε μένα. Αν θέλετε να χρησιμοποιήσετε αυτό το ηλεκτρονικό βιβλίο με τρόπους που δεν επιτρέπονται από την άδεια, επικοινωνήστε μαζί μου. Γενικά είμαι δίκαιη και συζητήσιμη. Το email μου είναι [email protected] . Μετάφραση από τα Αγγλικά στα Ελληνικά: Emman. George. Επικοινωνία στο email:

Upload: prodromos-tarasis

Post on 30-Mar-2016

217 views

Category:

Documents


3 download

DESCRIPTION

Η Λίντα έχει πρόβλημα: Όχι μόνο τη σκότωσε ο γκόμενός της, αλλά δεν της λέει και τι έκανε το σώμα της. Τι άλλο μπορεί να κάνει η Λίντα εκτός από το να τον βασανίσει μέχρι να τα ξεράσει όλα;

TRANSCRIPT

Page 1: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

Smashwords Edition of DEAD(ish) by Naomi Kramer – published 2010 (Greek language edition)

Το βαρετό κομμάτι

Τα πνευματικά δικαιώματα αυτού του ηλεκτρονικού βιβλίου και του περιεχομένου του ανήκουν στη Naomi Kramer.

Αυτό το ηλεκτρονικό βιβλίο διανέμεται υπό την άδεια Creative Commons – Αναφορά Προεύλευσης-Μη Εμπορική Χρήση. Σε απλά λόγια, αυτό σημαίνει ότι μπορείτε να αντιγράψετε αυτό το αρχείο και να το δώσετε σε φίλους, συγγενείς, εχθρούς, ό,τι θέλετε. Μπορείτε να αλλάξετε τη μορφοποίηση ή να διορθώσετε τυχόν ορθογραφικά άμα πραγματικά θέλετε. Αλλά δεν επιτρέπεται να βγάλετε λεφτά απ' αυτό, και θα πρέπει να αποδώσετε τη δουλειά μου σε μένα.

Αν θέλετε να χρησιμοποιήσετε αυτό το ηλεκτρονικό βιβλίο με τρόπους που δεν επιτρέπονται από την άδεια, επικοινωνήστε μαζί μου. Γενικά είμαι δίκαιη και συζητήσιμη. Το email μου είναι [email protected].

Μετάφραση από τα Αγγλικά στα Ελληνικά: Emman. George. Επικοινωνία στο email:

Page 2: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

[email protected]

Το εξώφυλλο προσέφερε ευγενικά ο ταλαντούχος καλλιτέχνης PJ Lyon. Επισκεφτείτε τη διεύθυνση http://pjlyon.tumblr.com/ για να δείτε άλλα του έργα, εικαστικά και λογοτεχνικά.

Για περισσότερα βιβλία και νέα της Naomi Kramer, επισκεφτείτε τη διεύθυνση http://naomikramer.com/ (Προς το παρόν μόνο στα Αγγλικά, αλλά αν θέλετε να δείτε κι άλλα έργα της μεταφρασμένα, ενημερώστε μας σε ένα από τα παραπάνω email! Ποτέ δεν ξέρετε!)

(ψιλο) ΝΕΚΡΗ

Προοίμιο

«ΚΟΙΤΑ» είπε, διακόπτοντας μία ακόμα έκκληση. «Είσαι νεκρή. Πρέπει να το πάρεις απόφαση».

«Μα -»«Όχι. Σταμάτα να παριστάνεις τη ζωντανή. Είναι χαζό. Είναι ανατριχιαστικό. Τώρα

ΑΝΤΕ.ΤΣΑΚΙΣΟΥ.ΑΠΟ.ΔΩ».Εκείνη σταύρωσε τα χέρια της και τον κοίταξε επίμονα.«Ποτέ».

Εκείνος αναστέναξε παραιτημένος κι απομακρύνθηκε με βαριά βήματα.

Γυναίκες! Δεν γλυτώνεις απ' αυτές, ούτε καν σκοτώνοντάς τες.

Μάικ

«Κάτι σαν παπάς δεν είσαι; Το απόρρητο της εξομολόγησης και τα σχετικά; Όχι ακριβώς; Γάμα το. Δεν με νοιάζει στην τελική. Βοήθησέ με, εγώ σε πληρώνω, και μετά αν θες με καταδίδεις. Τα 'χω παίξει πια, το μόνο που θέλω είναι να την ξεφορτωθώ τη μαλάκω.

»Ωραία λοιπόν, σκότωσα την κοπέλα μου. Περιέργως, ήταν ατύχημα. Λέω περιέργως, γιατί – αλλά αυτό είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Ας μην το συζητήσουμε, οκέυ;

»Τσακωνόμασταν γιατί την είδα να γαμιέται με τους δίπλα – αδερφές κι όλας, τρέχα γύρευε! – στην πίσω βεράντα τους. Και τους δύο. Μέρα μεσημέρι, αλλά από την άλλη η πίσω αυλή τους φαίνεται μόνο από ένα μέρος – το δικό μας. Και δεν μας ένοιαζε και ποτέ ιδιαίτερα να παρακολουθούμε τις γυμνές, λαδωμένες περιπέτειες που εξελίσσονταν εκεί πέρα. Τουλάχιστον εμένα δεν με ένοιαζε. Προφανώς τη Λίντα την ενδιέφερε λίγο παραπάνω απ' ό,τι νόμιζα. Φαντάζομαι τελικά με κάνανε να φαίνομαι λίγο βαρετός. Με το Κάμα Σούτρα τους και τα λάδια τους και τα βογγητά έκστασης. Με τη Λίντα ήμασταν του κλασικού ιεραποστολικού κι εγώ τέλειωνα πάντα κι αυτή ποτέ δεν παραπονιόταν. Δεν φανταζόμουν ότι ήθελε κάτι παραπάνω. Ε λοιπόν αρχίδια. Λάθος έκανα.

»Γαμώτο, πού ήμουνα; Α ναι. Σκότωσα τη Λίντα. Αλλά όπως είπα, ήταν ατύχημα. Το ξέρω ότι όλοι οι δολοφόνοι τα ίδια λένε, εκτός από τους τελείως ψυχοπαθείς που τρώνε τις μούρες των θυμάτων τους όσο είναι ακόμα ζωντανοί και δεμένοι, και μετά τηγανίζουν τα δάχτυλα και τα κάνουν μαγειρίτσα – γαμώτο. Ξέφυγα εκτός θέματος πάλι.

»Ατύχημα ήταν. Πίστεψέ με. Τσακωνόμασταν, μου είπε ότι γαμάω σαν αμοιβάδα (ορίστε;) κι

Page 3: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

εγώ τη χαστούκισα. Ένα από αυτά τα κοριτσίστικα χαστούκια, του τύπου «μου την έχεις σπάσει, παλιοαλήτη». Θα ντρεπόμουν αν κάποιος είχε δει αυτό το χαστούκι κι ήταν ακόμα ζωντανός. Εκτός από μένα. Αλλά το χαστούκι την έριξε από τα τακούνια της – το μόνο πράγμα που φορούσε εκτός από μία στρώση λάδι – έζεχνε σαν μπουρδέλο το κατακαλόκαιρο – κι ένα σπαστικό χαμόγελο ικανοποίησης. Το χαμόγελο ήταν που δεν άντεξα, αλλά τα τακούνια ήταν που δεν άντεξε η Λίντα. Έγειρε στο πλάι κι έχασε την ισορροπία της πάνω σ'αυτά τα ψηλά μυτερά πράγματα και γκρεμίστηκε, βροντώντας το κεφάλι της στο τραπεζάκι με έναν πολύ άτιμο γδούπο.

»Πέθανε 12 ώρες αργότερα πάνω κάτω. Στον ύπνο της. Τα είχαμε ξαναβρεί και είχαμε ξαπλώσει και πηδηχτεί (ναι, ιεραποστολικά) και κοιμηθήκαμε. Ξύπνησα με ένα παγωμένο πτώμα στην αγκαλιά μου και δεν μπορούσα ούτε να το κουνήσω για να πάρω σφυγμό.

»Γάμησέ τα. Και μόνο που το σκέφτομαι μου 'ρχεται να μπήξω τα κλάματα σαν κοριτσάκι. Πάω να πιω καμιά μπύρα. Τα λέμε αργότερα».

****

«Ω ρε πούστη. Εδώ είσαι πάλι; Πόσο ήπια χτες; Και τι στο διάολο παίζει στο στερεοφωνικό μου; Γαμώ το κέρατό μου, μουσική για μανιακά κοριτσάκια, ό,τι ακριβώς χρειαζόμουν αυτή τη στιγμή».

«Γαμώτο. Το κεφάλι μου πάλλεται στο ρυθμό της Καραϊβικής, σαν να το τρυπάει κάποιος με ένα πυρωμένο σουβλί σε κάθε χτύπο. Και θέλω να ξεράσω. Ξεκουμπίσου λίγο να κάνω μια επίσκεψη στην πορσελάνινη όαση. Και κλείσε κι αυτή τη γαμημένη μουσική καθώς βγαίνεις. Αν σ' αφήσει αυτή».

****

«Εντάξει, ακουγόμουν εντελώς ψυχάκιας την προηγούμενη φορά που ήσουν εδώ. Αλλά πρέπει να καταλάβεις, φίλε – ζω σε ένα μικρό οικόπεδο της κόλασης. Να σου πω, το να έχω δαίμονες να μου χώνουν πιρούνες στον κώλο καθώς στέκομαι σε πυρωμένα κάρβουνα ακούγεται παιχνιδάκι αυτή τη στιγμή. Γιατί αυτή η χαζογκόμενα έχει πιο πολλή φαντασία από οποιονδήποτε δαίμονα. Θα 'λεγε κανείς ότι έχει σπουδάσει μεθόδους ανάκρισης – με διδακτορικό στο «Πώς να κάνουμε τον μαλάκα να σπάσει».

»Μέχρι στιγμής είχα φεμινιστική μουσική του κώλου να παίζει στη διαπασών τα άγρια χαράματα (μιλάμε 3 το πρωί), την τηλεόραση να αλλάζει κανάλια κάθε φορά που χαλαρώνω, το ψυγείο και τον καταψύκτη να βγαίνουν από την πρίζα, το μπάρμπεκιου να εκρύγνειται... Είμαι ένας άνθρωπος στο χείλος του γκρεμού. Ο καφές δεν βοηθάει πια. Εξάλλου, πρέπει να πάω στην καφετέρια για να πιω καφέ γιατί αλλάζει τη ζάχαρη με το αλάτι έτσι για την πλάκα. Και δεν θες να πιεις καφέ με αλάτι. Έχεις δοκιμάσει; Είναι το πιο απαίσιο πράγμα που έχω βάλει στο στόμα μου, κι έχω βάλει στο στόμα μου διάφορα απαίσια πράγματα. Ανάμεσα στα οποία και τη Λίντα.

»Να σου δώσω μια γεύση από μία τυπική μέρα μου, 'ντάξει; Χτες. Ξύπνησα, και δεν έπαιζε μουσική. Δόξα τω Θεώ, σκέφτομαι, το πήρε το μήνυμα και ξεκουμπίστηκε. Πάω να σηκωθώ λοιπόν, και το πόδι μου προσγειώνεται σε μία γλίτσα από ξερατό γάτας. Ούτε που θέλω να ξέρω πού στο διάολο πήγε και το βρήκε. Βρίζω λοιπόν και σκουπίζω το πόδι μου κι αυτή μου τσιμπάει τον κώλο εκείνη την ώρα οπότε προσγειώνομαι στα πισινά μου και με ξαναπιάνει η ισχιαλγία μου, όπως το περίμενε. Πάω κουτσαίνοντας ως το μπάνιο να κατουρήσω, και ρίχνω μια ματιά στον καθρέφτη. Τα μαλλιά μου είναι μπλε, τα φρύδια μου πορτοκαλί, και το δέρμα μου πράσινο. Μοιάζω λες και ένα στρουμφάκι, ένα ξωτικό κι ένας καλικάντζαρος κάνανε όργιο κι εγώ είμαι το νόθο τέκνο τους. Σκατά. Μπαίνω στο ντους και τρίβω και τρίβω. Βγαίνω και κοιτιέμαι στον καθρέφτη, και ανακαλύπτω ότι άλλαξε...τίποτα απολύτως. Σκατά σκατά σκατά. Παραιτούμαι λοιπόν και πάω στην καφετέρια παρόλα αυτά. Όλοι με κοιτάνε και γελάνε στο δρόμο, και μετά οι σερβιτόροι γουρλώνουν τα μάτια τους και προσπαθούν να μην είναι αγενείς.

«Ψυχοπαθής πρώην» εξηγώ και χαμογελώ αφοπλιστικά, και μαλάκα πιάνει – όλοι μου χαμογελάνε με συμπάθεια και ο τύπος στη μηχανή του καφέ μου φτιάχνει έναν τεράστιο φρέντο με

Page 4: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

εξτρά κρέμα δωρεάν. Και μετά, επειδή είναι εξυπνάκιας, μου βάζει πράσινα, μπλε και πορτοκαλί τρουφάκια από πάνω. Δε βαριέσαι. Καφεΐνη. Χοληστερόλη. Ζάχαρη. Παράδεισος. Προσωρινά, βεβαίως. Γιατί μετά εμφανίζεται η Λίντα, ναι δημοσίως. Κάθεται απέναντί μου κι ένας σερβιτόρος έρχεται να πάρει την παραγγελία της. Αυτή ζητάει έναν διπλό εσπρέσσο, σκέτο, καυτό. Την κοιτάω συνοφρυωμένος αλλά δεν μπορώ να πω «άντε γαμήσου από 'δω, είσαι φάντασμα» μπροστά σ' όλο τον κόσμο, έτσι δεν είναι; Οπότε κάθομαι και την ανέχομαι, κι έρχεται ο διπλός της εσπρέσσο. Μου τον χύνει όλο στη μούρη κι εξαφανίζεται.

»Όλο το προσωπικό κάθεται και κοιτάει μ' ανοιχτό το στόμα. Λογικό, μόλις είδαν μια γυναίκα να εξαφανίζεται μπροστά στα μάτια τους. Εξετάζω τις επιλογές μου και στα γρήγορα παίρνω το ίδιο μπερδεμένο ύφος με όλους τους άλλους. Για να βοηθήσω την κατάσταση, βγάζω και κάνα δυο δάκρυα. Κάτι που δεν είναι και πολύ δύσκολο αν σκεφτείς ότι μόλις έφαγα ένα καυτό ζουμί στη μούρη.

»Ορίστε λοιπόν. Εσύ είσαι ο εξορκιστής – πώς στο διάολο θα την ξεφορτωθούμε αυτή τη γκόμενα;»

****

(Τρέντ)

Κάθομαι στην καρέκλα, ακούγοντας αυτήν την ωχρή σκιά ανθρώπου να μου ανοίγει τη μαύρη μίζερη καρδιά του, και βάζω τα δυνατά μου να δείχνω ότι τον συμπονώ. ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ να γελάσω! Δεν θέλουμε να τον αγχώσουμε. Πέρα από την επαγγελματική μου περηφάνια, έχω και τη Λίντα που θα με σφάξει αν τα κάνω μαντάρα.

Τρέντ

Λέγομαι Τρέντ. Είμαι ιδιωτικός ντετέκτιβ, και δουλεύω για την εκλιπούσα Λίντα Στήβενς. Προφανώς, πιστεύω στα φαντάσματα. Παλιά δεν πίστευα, αλλά η Λίντα είναι πεισματάρα τύπισσα και ξέρει μερικά πολύ πειστικά κόλπα. Άστα να πάνε, ούτε που θέλω να αρχίσω να το σκέφτομαι. Θα με τρελάνει και μένα αν προσπαθήσω να το αναλύσω. Μόνο αυτό θα πω – δεν είναι να δίνεις και πολύ θάρρος σ' ένα φάντασμα σαν τη Λίντα.

Μου μίλησε για τον εαυτό της, και επέμεινε να τα καταγράψω όλα. Γιατί; Ρώτησα. Ήξερα ότι θα θυμάμαι κάθε λεπτομέρεια – δουλειά μου είναι. Εξάλλου, μπορούσα πάντα να την έχω πρόχειρη να μου θυμίζει οτιδήποτε ξέφευγε της παροιμιώδους μνήμης μου.

«Για την ιστορία» μου είπε. Δεν είχα κάτι να αντιτάξω σ' αυτό. Εξάλλου, το να διαφωνείς με ένα φάντασμα είναι μία από αυτές τις πράξεις απόλυτης ματαιότητας, όπως το να κυνηγάς ουράνια τόξα ή να προσπαθείς να καβαλήσεις τον άνεμο. Τουλάχιστον όταν το φάντασμα είναι η Λίντα. Μέχρι τώρα δεν έχω προσπαθήσει να διαφωνήσω με κάποιο άλλο.

Με λένε Λίντα. Είμαι νεκρή. Είναι πολύ χάλια, εντάξει; Ειδικά επειδή είμαι νεκρή βασικά χωρίς λόγο. Είμαι νεκρή επειδή ο βλάκας ο γκόμενός μου μου 'ριξε μία, και μετά κάτι άλλο μου' ριξε άλλη μία και πόνεσε σαν τρελό κι αυτό είναι όλο κι όλο που θυμάμαι, να πω την αλήθεια. Μέχρι που ξύπνησα χωρίς σώμα. Ξέρω βέβαια από βιβλία και ταινίες ότι δεν πάει έτσι κανονικά. Εντάξει, κατά κάποιο τρόπο έτσι πάει. Αλλά το φάντασμα είναι πάντα αλυσσοδεμένο με το σώμα του, και δεν μπορεί να απομακρυνθεί και πολύ. Κάτι που σημαίνει ότι ΞΕΡΕΙ ΠΟΥ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ. Ενώ εγώ; Δεν έχω ιδέα πού είναι το σώμα μου, και δεν είμαι περιορισμένη σε ένα μέρος. Και για κάποιο λόγο, αυτό είναι πολύ σημαντικό για μένα. Πρέπει να βρω το σώμα μου. Μπορεί να το χρειάζομαι για να κλείσει ο κύκλος, ή κάποια τέτοια μαλακία. Δεν ξέρω. Απλά πρέπει να το βρω. Έτσι προσέλαβα τον Τρέντ. Αυτός θα μου βρει το σώμα μου. Ελπίζω. Αν δεν το βρει, θα τον απολύσω και θα τον στοιχειώνω όποτε κάνω

Page 5: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

διάλειμμα από το να στοιχειώνω τον πρώην αγαπημένο μου και θα προσλάβω κάποιον άλλον που να ξέρει τι του γίνεται.

Έχω την αίσθηση ότι αυτό το τελευταίο είναι απειλή.

****

Περιφέρομαι γύρω από το σπίτι, και «αισθάνομαι τις δονήσεις». Ο Μάικ περπατάει δίπλα μου, και σχεδόν τον νιώθω που τρέμει. Τα νεύρα του είναι πραγματικά τεντωμένα. Σταματάω σε κάθε πιθανό μέρος που μπορώ να σκεφτώ, και τον παρακολουθώ με την άκρη του ματιού μου. Δεν έχω την παραμικρή ιδέα πώς να βρίσκω «ψυχρές περιοχές», αλλά ξέρω να διαβάζω τους ανθρώπους. Νιώθεις την έντασή τους όταν είσαι πολύ κοντά σε κάτι που θέλουν απεγνωσμένα να μη βρεις. Αν και αυτός ο τύπος είναι τόσο στρεσαρισμένος που δεν είμαι σίγουρος αν θα άλλαζε κάτι αν κρατούσα ένα μαχαίρι στο λαιμό του και τον απειλούσα με βιασμό.

Εξακολουθώ να περιφέρομαι, περνώντας όλα τα προφανή σημεία – αποθήκη, γκαράζ, παρτέρι – τίποτα.

«Είχε θάψει η Λίντα τίποτα εδώ έξω – κάτι πολύτιμο, σαν ημερολόγιο ας πούμε;» ρωτάω, απλώνοντας τα χέρια μου πάνω από το παρτέρι με ένα τρόπο που ελπίζω να μοιάζει κατάλληλος για την αναζήτηση ψυχρών περιοχών.

Σηκώνει τους ώμους, και δείχνει μπερδεμένος και αόριστα εκνευρισμένος.«Δεν έχω την παραμικρή ιδέα, ρε φίλε – μπορούμε να πάμε μέσα τώρα; Θέλω να κάτσω».Η αλήθεια είναι ότι φαίνεται κουρέλια. Το δέρμα του είναι ακόμα πράσινο, αν και έχει

καταφέρει να ξεβάψει τα μαλλιά και τα φρύδια του. Όμως η Λίντα αποφάσισε να διασκεδάσει με το βερνίκι των νυχιών, και τα νύχια των χεριών και των ποδιών του είναι ένα φανταχτερό ροζ. Οπότε τώρα μοιάζει με θύμα κάποιας ψυχωτικής μακιγιέζ. Τον βλέπω που ξύνει αφηρημένα το κρανίο του.

«Πώς έβγαλες το χρώμα από τα μαλλιά σου;»«Απλά χρησιμοποίησα αυτό το μπουκάλι που είχε στo ντουλάπι» λέει και σηκώνει τους

ώμους, χωρίς να σταματήσει το ξύσιμο.Ξέβαψε τα μαλλιά του με χλωρίνη; Καθόλου περίεργο που ξύνεται. Το κεφάλι του θα πρέπει

να είναι μία τεράστια φουσκάλα.«Το ξέρεις ότι υπάρχουν ειδικά προϊόντα για τα μαλλιά;»Με κοιτάζει ανέκφραστα.Άστο, σκέφτομαι. Άσε το παιδί θαύμα να υποφέρει.«Ξέχνα το».

Οι Μπάτσοι

(Μάικ)

Η μουσική με ξεκουφαίνει. Ξυπνάω και μουγκρίζω. Ονειρευόμουν ότι πήδαγα την Άννα Κουρνίκοβα. Ξυπνάω στον ίδιο πάντα εφιάλτη. Αλλά και διαφορετικό, γιατί είναι μια σκύλα με φαντασία. Νέος Κανόνας #1 – Μη βγαίνεις με γυναίκες που ζωγραφίζουν. Καλλιτεχνίζουσα γκόμενα δεν σημαίνει μόνο παραξενιές στο κρεβάτι, σημαίνει και φρικαλέα ιδιοφυής εκδίκηση. Και δεν γουστάρω καθόλου την ιδιοφυΐα όταν είμαι θύμα της.

Σέρνομαι έξω από το κρεβάτι και δεν πέφτω κάτω. Ώπα. Άρχισε να το χάνει, αν ο Μπομπ Μάρλεϋ είναι το χειρότερο που μπορεί να μου κάνει. Πάω στο στερεοφωνικό και το χαμηλώνω τελείως, να μη μου παίρνει τ' αυτιά. Ακούω ένα δυνατό χτύπημα στην εξώπορτα. Σκατά. Κάποιος από τους γείτονες δεν αντέχει άλλο τη φασαρία. Μια χαρά. Κοτσάρω ένα ταπεινό χαμόγελο στο

Page 6: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

πρόσωπό μου, ελίσσομαι ανάμεσα στις γλάστρες μέχρι την εξώπορτα, και την ανοίγω.Μπάτσοι.Σκατά.Φαίνονται έκπληκτοι, κάτι το οποίο με φοβίζει λίγο.Κοιτάζω προς τα κάτω. Για αρχή, το φερμουάρ μου είναι ανοιχτό. Το πουλί μου γνέφει την

καλημέρα του στο πρωινό αεράκι.«Ωχ, συγνώμη!» λέω, βάζοντάς το μέσα και στρώνοντας τα ρούχα μου. «Δύσκολη νύχτα.

Εε... σε τι μπορώ να βοηθήσω;»Ο ένας απ' αυτούς παίρνει το βλέμμα του από το παντελόνι μου και κοιτάζει το πρόσωπό μου,

προσπαθώντας, υποθέτω, να μη φανεί εντυπωσιασμένος από το γεγονός ότι είμαι ακόμα πράσινος. Τα νύχια μου είναι ακόμα ροζ κουφετί, οπότε μάλλον φαίνομαι σαν τον τρελό του χωριού ακόμα και με τα ρούχα μου ισιωμένα.

«Έχουμε δεχτεί παράπονα για υπερβολική φασαρία, κύριε – μπορούμε να περάσουμε;»Ο μεγαλύτερος από τους δύο μοιάζει ακόμα σοκαρισμένος, αλλά κοιτάζει επίμονα προς το

καθιστικό μου. Τους κάνω νόημα να περάσουν, και γυρνάω να δω τι του κάνει τόση εντύπωση.

ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΤΥΧΗΜΑΗ φράση είναι γραμμένη στους τοίχους με κόκκινη μπογιά σε στυλ Λάμψης του Κιούμπρικ.

Σκατά.Τουλάχιστον τα φυτά κρύβουν τα πολλά.Για μισό – φυτά στο καθιστικό μου;Μερικές ντουζίνες ώριμα φυτά κάναβης. Σε γλάστρες. ΣΚΑΤΑ.

****

Οι μπάτσοι με μαζέψανε, φυσικά. Είμαι ό,τι καλύτερο τους έχει συμβεί όλο το μήνα, θα έλεγα, αν σκεφτείς πως είναι συνήθως αυτοί που έχουν πέσει σε δυσμένεια που αναλαμβάνουν τα παράπονα για φασαρία. Οπότε πήγαμε στο αστυνομικό τμήμα και έδωσα πειθήνια τα στοιχεία μου σε έναν χοντρό μπάτσο με αρχές φαλάκρας που έμοιαζε να μην έχει κουνηθεί από την καρέκλα του εδώ και μερικά χρόνια. Έμεινα όμως ευγενικός και υπάκουος, ακόμα κι όταν εμφανίστηκε η Λίντα πίσω από τον χοντρό και μου έβγαλε τη γλώσσα. Παρόλο που ήθελα απεγνωσμένα να φερθώ λίγο παιδιάστικα και να της βγάλω τη γλώσσα κι εγώ. Αυτή είναι η μόνη εκδίκηση μέσα στις δυνατότητες μου αυτή τη στιγμή.

Μιζέρια

(Τρέντ)

Έχω αρχίσει να αναρωτιέμαι αν αυτή η μακροπρόθεσμη υπόθεση με όλα τα έξοδα πληρωμένα πραγματικά αξίζει τον κόπο. Δε λέω, τρώω τακτικά για πρώτη φορά εδώ και χρόνια. Έχω πληρώσει το νοίκι μου για μήνες, τα ρούχα μου είναι καινούρια, κι έχω ένα ΚΑΛΟ αυτοκίνητο. Έχω όμως επίσης ένα θλιμμένο, γκρινιάρικο θηλυκό όλη την ώρα μέσα στα πόδια μου, και μου χαλάει λίγο τη διάθεση – με όλο αυτό το «Είμαι τόσο χάλια» 24 ώρες το εικοσιτετράωρο. Δεν μπορώ καν να την πάρω στο κρεβάτι να τις διορθώσω τις ορμόνες. Δεν μπορώ να την πετάξω έξω, γιατί από τη μία τη συμπονώ, κι απ' την άλλη υποψιάζομαι ότι σιγά μην μπορώ να την ξεφορτωθώ και να θέλω. Και είτε το πιστεύετε είτε όχι, είμαι μεγάλο θύμα όσον αφορά τις γυναίκες σε κρίση. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που συνήθως είμαι πανί με πανί.

Αυτή είναι η πλευρά της Λίντα, καταγεγραμμένη από τον υποφαινόμενο. Πρέπει κάποια στιγμή να τη μάθω να χρησιμοποιεί το πληκτρολόγιο τέλος πάντων.

Page 7: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

Ξέρετε τι είναι το πιο χάλια στο να είσαι νεκρός; Η πείνα. Ο ύπνος. Όλα αυτά ελέγχονται από το σώμα, σωστά; Αλλά οι ανάγκες δεν έφυγαν απλά και μόνο επειδή είμαι νεκρή. Απλώς είναι αόριστες και αλλόκοτες. Να, ας πούμε, νιώθω να με παίρνει ο ύπνος και ο κόσμος αρχίζει να σβήνει και μπορεί να είμαι έτσι για μέρες, ή μόνο για λεπτά. Πανικοβάλλομαι κάθε φορά που γλαρώνω, γιατί νιώθω σαν να φεύγω για κάπου αλλού. Αν ήμουν ζωντανή, το σώμα μου θα με ξύπναγε και θα με έφερνε πίσω. Αλλά δεν μπορώ να το βρω το ρημάδι, και δεν νομίζω να με βοηθούσε ούτως ή άλλως. Όχι σ' αυτό το θέμα. Γιατί είναι νεκρό. Οπότε με πιάνει η πείνα, και δεν υπάρχει τίποτα που να μπορώ να κάνω γι' αυτό. Δεν έχει μπριζόλα για μένα.

Προσπάθησα να φάω. Ωραίο ανέκδοτο. Μπορούσα να το πιάσω. Έχω γίνει πολύ καλή σ' αυτό. Αλλά δεν μπορούσα να βρω το στόμα μου. Θα 'πρεπε να 'ναι στη θέση του στο κεφάλι μου, σωστά; Οπότε πήγα σ' ένα καθρέφτη για καθοδήγηση, και τρώω ένα σοκ. Δεν έχω αντανάκλαση. Κοιτάζω τον εαυτό μου, και ήμουν μια χαρά. Ο Τρέντ με έβλεπε. Το παλιοκάθαρμα κρυφογέλαγε πίσω από το χέρι του όσο με έβλεπε να προσπαθώ να φάω. Όμως στον καθρέφτη δεν φαινόταν τίποτα. Λες και δεν έχω ψυχή. Και μετά συνειδητοποίησα ότι ακόμα κι αν έβαζα το ηλίθιο το χάμπουργκερ στο στόμα μου, δεν είχα δόντια. Ή τίποτα άλλο. Γαμώτο, τι βλάκας. Οπότε δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο από το να περιφέρομαι κάνοντας φάρσες και ψάχνοντας το σώμα μου, κουρασμένη και πεινασμένη και όλο και πιο κατσούφα.

Βλέπετε τι εννοώ; Γκρινιάρα. Αν είχα λίγο μυαλό θα την έκανα απ' αυτήν την κατάσταση και θα έβρισκα μια ωραία ηλιόλουστη παραλία κάπου που να μην μπορεί να με βρει. Στο φεγγάρι ας πούμε.

Δεν είμαι τελείως άκαρδος. Την συμπονώ, κι ας εύχομαι ταυτόχρονα να τσακιζόταν να πάει στη μετέπειτα ζωή. Μια φορά την πήγα μέχρι και για κλάμπινγκ προσπαθώντας να της φτιάξω το κέφι. Περίμενα να της αρχίσουν το καμάκι διάφοροι μεθυσμένοι βλάκες, και μετά να γευτούν μια ωραία εκδίκηση αλά-Λίντα, κάτι που πάντα της φτιάχνει το κέφι. Αλλά μπα – η αύρα της απόλυτης μιζέριας που σέρνει μαζί της τους κράταγε σε απόσταση ασφαλείας , ενώ οι γυναίκες έρχονταν πάνω μου κατά κοπάδια.

Σε περίπτωση που δεν το έχετε καταλάβει, ΔΕΝ είμαι κανένας ομορφάντρας. Αλλά αυτό το βλέμμα του «σε θέλω αλλά δεν μπορώ να σ' έχω» είναι ακαταμάχητο. Απ' ότι φαίνεται. Στο τέλος της βραδιάς είχα μια τσέπη γεμάτη τηλέφωνα, και η Λίντα ήταν πιο κατσούφα και μίζερη από ποτέ.

Κρατούμενος

«ΛΙΝΤΑ!»«Τι;»«Τι στο ΔΙΑΟΛΟ θέλεις;»«Το σώμα μου, ρε μαλάκα!»«Δεν τό 'χω εγώ!»«Πες μου πού να το βρω, σκατόμυαλε, και θα σε αφήσω ήσυχο».«Θα σκοτωθώ στο τέλος μ' αυτά που μου κάνεις, βλαμμένη!»«Μόνος σου τα προκάλεσες, λεχρίτη – που είναι το σώμα μου;»«ΛΙΝΤΑ!»Στέκεται όρθιος σε ένα κελί απομόνωσης, το παντελόνι του πεσμένο στους αστραγάλους, και

φωνάζει σε έναν τούβλινο τοίχο. Ο φύλακας παρακολουθεί την οθόνη της τηλεόρασης και κουνάει λυπημένα το κεφάλι του.

«Και λένε μετά ότι η μαριχουάνα δεν βλάπτει, ε; Δες αυτόν τον κακομοίρη!»Δεν βλέπει το «ΦΙΛΑ ΜΕ» που είναι γραμμένο καλλιγραφικά με κόκκινο κραγιόν στον κώλο

του Μάικ και που ο Μάικ μόλις εντόπισε στον καθρέφτη – αυτό ήταν που προκάλεσε την τελευταία κρίση ουρλιαχτών.

Page 8: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

«Λίντα, για όνομα...»Και η Λίντα εξαφανίζεται.Ο Μάικ σωριάζεται στα γόνατά του και αρχίζει να κλαίει, καθώς εκείνη ξαναεμφανίζεται

πίσω του και θρυμματίζει ένα μπισκότο πάνω στο κρεβάτι του.

****

(Μάικ)

Δέκα φορές το γύρο του καυτού τσιμεντένιου προαυλίου. Τι ξεπάτωμα. Και η μεγαλύτερη μαλακία είναι ότι αυτό ήταν το αποκορύφωμα της γαμημένης μου μέρας, μετά την επίσκεψη της Λίντα χτες βράδυ. Ακόμα και με τους άλλους κρατούμενους να με κοιτάνε και να ψιθυρίζουν ο ένας στον άλλον, και τον επίτιμο μαλάκα της πτέρυγας που έπρεπε να έρθει και να μου γραπώσει τον ώμο ακριβώς πάνω στο νεύρο για να με «καλωσορίσει» σ' αυτό το μπουρδέλο.

Ξαναμπαίνω μέσα και κάθομαι στο κελί, με τα κωλομάγουλα φρεσκοξυσμένα, και προσπαθώ να σκεφτώ τι στο διάολο να κάνω. Με τη Λίντα νεκρή, δεν υπάρχει κανένας που να δίνει δεκάρα για την πάρτη μου. Είμαι άφραγκος στα μάτια του νόμου, και θα 'πρεπε να βρίσκομαι έξω από 'δω για να βάλω στο χέρι το πραγματικό ρευστό. Δεν μπορώ να πληρώσω την εγγύηση για τον εαυτό μου, και κανένας άλλος δεν πρόκειται, οπότε γάμα τα. Είμαι κολλημένος στη φυλακή με ένα μάτσο χαμένους κι ένα φάντασμα να γράφει ερωτικά καλέσματα στον κώλο μου.

Γάμησέ τα.Γάμησέ τα.ΓΑΜΗΣΕ ΤΑ!Δεν υπάρχει διέξοδος απ' αυτά τα σκατά. Αν πω στη Λίντα την αλήθεια, τη γάμησα. Αυτή

νομίζει ότι μπορεί απλά να βρει το κωλοσώμα της και να πετάξει στην χώρα της ευτυχίας. Αν μάθει τι το έκανα, δεν έχει χώρα της ευτυχίας για κανέναν. Θα με σφάξει.

Αδιέξοδο

Έλεος. Έχω αρχίσει να πιστεύω ότι ακολουθεί λάθος μέθοδο η Λίντα με όλη αυτήν την ιστορία με την εκδίκηση. Το μόνο που χρειάζεται να κάνει είναι να είναι όλη την ώρα στα πόδια του Μάικ και να κλαίγεται για το πόσο δυστυχισμένη είναι. Θα τον τρέλαινε οπωσδήποτε. Εμένα πάντως με τρελαίνει. Ναι, είμαι μαλάκας, Λίντα. Αλλά όταν δεν μπορώ να κάνω τίποτα να σου φτιάξω το κέφι, γίνεται ελαφρώς κουραστικό. Με τον ίδιο τρόπο που μία έκρηξη βόμβας κάνει ένα σπίτι ελαφρώς ζεστό.

Το πληκτρολόγιο μπροστά μου γράφει χωρίς τη βοήθειά μου.Βρες το σώμα μου, ρε μαλάκα. Να τι θα μου φτιάξει το κέφι.Σημείωση στον εαυτό μου – πότε μη δουλεύεις για φαντάσματα.

****

Ξέρω ότι ακούσατε την ιστορία από την πλευρά του Μάικ. Αφήστε να μαντέψω – τον απάτησα, κι εξαγριώθηκε, και τσακωθήκαμε, και με χαστούκισε, και χτύπησα το κεφάλι μου σε κάτι και πέθανα, σωστά;

Τον αρχιψεύταρο.

****

Page 9: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

(Τρέντ)

Κάθομαι στον υπολογιστή μου, προσπαθώντας να αποφασίσω προς τα πού να προχωρήσω την έρευνα. Η Λίντα, δόξα τω Θεώ, έφυγε και πήγε να βασανίσει τον Μάικ.

Το σπαστικό είναι ότι η Λίντα έχει μια χαρά πρόσβαση στον Μάικ. Εγώ; Μόνο περιορισμένη επαφή. Και δεν είναι ότι θα είναι και πολύ εξυπηρετικός αυτή τη στιγμή, έτσι δεν είναι;

Από καθαρή βαρεμάρα και έλλειψη έμπνευσης, ανοίγω ένα καινούριο παράθυρο και πληκτρολογώ «εύρεση σώματος δολοφονημένης πρώην γκόμενας» στο Google. Μπόλικα αποτελέσματα που περιγράφουν αιμοσταγείς δολοφονίες γυναικών από ζηλιάρηδες γκόμενους. Μπαα.

Για μισό.Ζηλιάρης γκόμενος.Μήπως οι γκέι γείτονες ξέρουν τίποτα;

****

(Τρέντ)

Χτυπάω την εξώπορτα του διπλανού σπιτιού. Ανοίγει μία χαραμάδα σχεδόν αμέσως, κι ένα επιφυλακτικό μαυρισμένο πρόσωπο με περιεργάζεται πάνω από την αλυσίδα.

«Γεια!» λέω πρόσχαρα «είμαι ένα φιλαράκι του Μάικ, τον βοηθάω με ένα προβληματάκι;»Το πρόσωπο εξαφανίζεται με μία στριγγλιά, η πόρτα μου κλείνει στη μούρη με πάταγο, και

βαριά βήματα ακούγονται να οπισθοχωρούν βιαστικά.Δεν ήταν αυτή η αντίδραση που περίμενα.

Γείτονες

(Λάζαρος)

«Λαζ, μωρό μου, έχουμε πρόβλημα!»Ο Τζόρντυ στέκεται στην πόρτα λαχανιασμένος. Φαίνεται τρομοκρατημένος.«Αχ μωρέ Τζόρντυ, δεν φρίκαρες με τους μπάτσους, ελπίζω;»Βάζει τα χέρια στη μέση και με κοιτάει με δίκαιη αγανάκτηση.«Και βέβαια όχι! Αμάν βρε Λαζ, δεν έχω μυαλό νομίζεις; Φρίκαρα με έναν μυστήριο τύπο

που υποστηρίζει ότι είναι “φιλαράκι” του Μάικ, και τον βοηθάει με ένα “προβληματάκι� ”! Έστειλε πληρωμένο δολοφόνο να μας ξεφορτωθεί, Λαζ! Σου φαίνεται τώρα ότι υστεριάζω;;»

Αναστενάζω.«Τζόρντυ, δεν είπα ποτέ ότι υστεριάζεις».«Ναι που δεν το 'πες! Το λέει η έκφρασή σου!»Αναστενάζω. Ξανά. Δεν θέλω να την κάνω αυτήν την κουβέντα. Την έχω βαρεθεί. Τότε

συνειδητοποιώ τα υπόλοιπα που είπε.«Κάτσε, κάτσε – είπες ότι έστειλε κάποιον να μας ξεφορτωθεί; Είσαι σίγουρος;»Ο Τζόρντυ γνέφει καταφατικά, και το κάτω χείλι του τρέμει με έναν σέξυ τρόπο που με

αποπροσανατολίζει.«Κάτσε κάτω. Πες μου ακριβώς τι σου είπε».Ο Τζόρντυ κάθεται στην ελεύθερη καρέκλα γραφείου και αρχίζει να γυρνάει γύρω γύρω, μία

από τη μία και μία από την άλλη.«Είπε “Είμαι ένα φιλαράκι του Μάικ, τον βοηθάω με ένα προβληματάκι;” Και μετά

χαμογέλασε, σαν να μην ήταν έτοιμος να μου τινάξει τα μυαλά στον αέρα!»

Page 10: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

Σκατά. Απ' ότι φαίνεται ο παλιομπάσταρδος άλλαξε γνώμη για τη μοιρασιά.

****

(Λίντα)

Ωραία. Νομίζω το 'χω τώρα το κόλπο με την πληκτρολόγηση. Τι ηλίθια διάταξη γραμμάτων – άντρας την έφτιαξε; Η επίσκεψη του Τρέντ στους γείτονες με ανησυχεί τρομερά. Θα τα φάει τα μούτρα του. Ο Τζόρντυ δεν είναι και πολύ σταθερός τύπος να πεις. Πρώτα θα τραβήξει τη σκανδάλη και μετά θα πετάξει το όπλο στην άλλη άκρη του δωματίου και θα καταρρεύσει πάνω στο πτώμα κλαίγοντας – αλλά ο Τρέντ θα 'ναι ήδη νεκρός. Και ναι, εντάξει, ιδιωτικός ντετέκτιβ είναι και ξέρει τους κινδύνους μιας τέτοιας υπόθεσης, αλλά παρ' όλα αυτά θα ένιωθα άσχημα. Κυρίως γιατί άμα ήξερε τι έχει συμβεί δεν υπήρχε περίπτωση να περάσει από κει, φιλικός και άοπλος. Γαμώτο! Αν πάθει τίποτα, εγώ θα φταίω στα σίγουρα.

****

(Λίντα)

Υποθέτω ότι αναρωτιέστε τι στο διάολο συνέβη που δεν το ξέρει ο Τρέντ, έτσι; Πάω στοίχημα ότι ο Μάικ του είπε κάποιο χαζοβιόλικο παραμύθι ότι και καλά με έπιασε στα πράσα μαζί τους, και λάλησε, και με σκότωσε κατά λάθος. Περίεργο, αλλά δεν μπορώ να κάνω τον Τρέντ να μου πει. Δεν ξέρω αν είναι το απόρρητο του επαγγέλματος που τον κάνει να κρατάει κλειστό το στόμα του – τι παρωδία αίσθησης ευθύνης απέναντι στον πελάτη κι αυτή! - ή αν έχει τίποτα παραδοσιακές ιδέες ότι δεν μεταφέρουμε φήμες που χαλάνε την εικόνα μιας κυρίας. Δεν έχει νόημα να του πω ότι μόνο κυρία δεν είμαι. Αν και, αν ο Τζόρντυ ξεφύγει και του τα πει όλα, ή έστω μερικά, θα του είναι πλέον φως φανάρι.

Εντάξει. Ώρα να τα ξεράσω όλα. Πήγα με τον Τζόρντυ και τον Λάζαρο. Όχι μόνο για το σεξ, αν και, Θεέ μου, το σεξ ήταν φανταστικό. Αυτοί οι δύο μπορεί να έχουν τα ελαττώματά τους, αλλά στο κρεβάτι – μαζί ή ένας-ένας – είναι απλά τέλειοι. Γραμμωμένοι κι οι δύο, δυνατοί και απίστευτα τρυφεροί. Και περιέργως με εντυπωσιακή κατανόηση της γυναικείας ανατομίας για ορκισμένους ομοφυλόφιλους. Αλλά τέλος πάντων, δεν πήγα μαζί τους για το σεξ, τουλάχιστον στην αρχή. Πήγα μαζί τους γιατί μου το ζήτησε ο Μάικ. Ήθελε να μπει κι εκείνος στο παιχνίδι, αλλά χρειαζόταν αφορμή. Εμένα.

****

(Τρέντ)

Στέκομαι μπροστά στην εξώπορτα που με μια στριγγλιά μου κοπάνησαν στη μούρη. Η αντίδραση ήταν πραγματικά αλλόκοτη – εκτός, φυσικά, αν όντως ξέρουν κάτι. Είδαν μήπως τον Μάικ να θάβει τη Λίντα; Αυτό θα ήταν αρκετό για να πανικοβάλει τον οποιονδήποτε. Ειδικά με τη χαζή μου εξήγηση ότι είμαι φιλαράκι του Μάικ. Μάλιστα.

Σηκώνω τους ώμους και ξαναχτυπάω.

(Λάζαρος)

Ο Τζόρντυ έρχεται πάλι τρέχοντας, και τρέμει.«Χτυπάει την πόρτα πάλι!» μου ψιθυρίζει.Σηκώνω τους ώμους.«Άστον να χτυπάει!» λέω. «Μόνο μην τον αφήσεις να μπει, ό,τι και να γίνει. Εντάξει;

Πραγματικά πρέπει να κάνω λίγη δουλειά, αγαπούλα».

Page 11: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

(Τρέντ)

Έχει πονέσει το χέρι μου.«Ο ΜΑΪΚ.ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ.ΒΟΗΘΕΙΑ!» φωνάζω στην κλειστή πόρτα. «ΔΕΝ ΘΑ ΣΑΣ ΚΑΝΩ

ΚΑΚΟ! ΝΑ, ΔΕΙΤΕ!» σηκώνω τα άδεια μου χέρια «Α-ΟΠΛΟΣ!»Η πόρτα ξανανοίγει μια χαραμάδα.«Το υπόσχεσαι;»«Το υπόσχομαι!» λέω, μπαφιασμένος.«Α...καλά τότε. Αλλά να ξέρεις ότι με την παραμικρή αφορμή θα σου τη φέρω στο κεφάλι με

ένα κατσαρολικό, γκέγκε;»Και πράγματι, κρατάει ένα πολύ απειλητικό σιδερένιο τηγάνι στο χέρι.

(Λάζαρος)

Διασχίζω το χωλ για να μου ξαναβάλω καφέ. Φωνές; Ο Τζόρντυ μιλάει σε κάποιον, και ακούω τη λέξη «Μάικ» πεντακάθαρα. Δεν είναι καλό αυτό. Τρέχω στην κουζίνα, και τι να δω! Ο Τζόρντυ φλυαρεί ακατάπαυστα με τον άνθρωπο που τον έκανε να χεστεί πάνω του και που συγκεκριμένα του ζήτησα να μην αφήσει να μπει.

«Τζόρντυ! Καλέ μου! Και ποιος είναι ο αγαπητός σου φίλος;» ρωτάω, όλο χάρη. «Λάζαρε, από 'δω ο Τρέντ! Δεν είναι πληρωμένος δολοφόνος τελικά! Τον καημένο τον

Μαϊκούλη! Είναι εξορκιστής, τον προσέλαβε ο Μαϊκούλης για να ξεφορτωθεί το φάντασμα της Λίντα! Προσπαθεί να βρει πού είναι θαμμένη, ώστε να μπορέσει να κάνει έναν εξορκισμό της προκοπής, αλλά βέβαια δεν μπορεί να ρωτήσει τον Μαϊκούλη, γιατί ο Μαϊκούλης είναι στη φυλακή τώρα, κι εγώ τώρα ετοιμαζόμουν να του πω ότι δεν θα βγάλει άκρη έτσι γιατί-»

«ΤΖΟΡΝΤΥ!» διακόπτω το χείμαρρο της πολυλογίας «Μπορώ να σου μιλήσω ιδιαιτέρως μια στιγμούλα;»

Τον γραπώνω από το μπράτσο και τον τραβάω ως το γραφείο.«Αγάπη,» του λέω «σου πέρασε καθόλου από το μυαλό ότι μπορεί να είναι μπάτσος;»Ο Τζόρντυ χλωμιάζει.Τον αφήνω κοκαλωμένο στο γραφείο κι επιστρέφω στην κουζίνα.«Συγνώμη για την αγένεια» λέω, γεμάτος χάρη και πάλι, «αλλά ο Τζόρντυ είναι φανατικός

Μορμόνος, και έτοιμος ήταν να ξεκινήσει μια διάλεξη περί ψυχών και υλικής υπόστασης και – ε και δεν φαντάζομαι να θέλατε να τις ακούσετε τέτοιες χαζομάρες, έτσι δεν είναι; Οπότε το θεώρησα χρέος μου ως οικοδεσπότης να του ζητήσω να το βουλώσει. Είναι στο γραφείο τώρα και, απ' ό,τι υποψιάζομαι, προσεύχεται για τις ψυχές μας. Λοιπόν – να σας φέρω άλλο ένα καφεδάκι;»

(Τρέντ)

Άλλο ένα φλιτζάνι εξαιρετικού καφέ, κι ένα ολόκληρο καλάθι γεμάτο καινούριες απορίες. Αυτοί οι τύποι ούτε βλέφαρο δεν πετάρισαν στα νέα ότι η Λίντα είναι νεκρή, αν και δεν είναι ευρέως γνωστό. Και παρότι πανικοβλήθηκαν όταν νόμισαν ότι είμαι εκτελεστής, μόλις αποφάσισαν ότι δεν είμαι, έγιναν η προσωποποίηση της ηρεμίας. Άρα δεν είναι ο Μάικ αυτός καθεαυτός που τους τρομάζει...

Οι τύποι είναι χωμένοι στο κόλπο μέχρι τ' αυτιά.

****

(Λίντα)

«Σώωωπα!» είπα στον Τρέντ όταν μου εξήγησε τη θεωρία του.«Το ήξερες ότι είναι μπλεγμένοι;»«Προφανώς! Εκεί ήμουνα, αν θυμάσαι! Αλλά δεν έχει σημασία αυτό, δεν σε προσέλαβα

να βρεις ποιος με σκότωσε, χαζούλη! Σε προσέλαβα να βρεις το σώμα μου. Κι αυτοί οι ζαβούλιακες δεν πρόκειται να σε βοηθήσουν σ' αυτό, έτσι δεν είναι;»

Page 12: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

«Λίντα» ρώτησε με ύφος αξιολύπητο «γιατί δεν μου το είπες αυτό νωρίτερα; Τι άλλο μου κρύβεις;»

«Τίποτα σημαντικό» του είπα «Εσύ απλώς βρες το σώμα μου, εντάξει;»«Μα χρειάζομαι όλα τα δεδομένα για να...»Μπλα μπλα μπλα. Εξαφανίστηκα πριν προλάβει να με πεθάνει για δεύτερη φορά από

βαρεμάρα.

Φυλακή

«Γεια σου, Μάικ, μωρό μου!»«Όχι τώρα, Λίντα».«Τι τρέχει, αγαπούλα; Δεν σου έλειψα;»«Εεμ, κάτσε να σκεφτώ...ΟΧΙ!»Η Λίντα κάνει ό,τι μπορεί για να φανεί πληγωμένη. Το κάτω χείλι της αρχίζει να

τρεμουλιάζει.«Μαϊκουλίνο μου, γιατί, έχεις βρει κάποια άλλη;»«ΛΙΝΤΑ!»Μια λιγνή μορφή μισανοίγει την πόρτα, γλιστράει μέσα και κλείνει την πόρτα πίσω της.«Τι έγινε Μαϊκούλη, μιλάς στους τοίχους πάλι; Σ' έχω τρελάνει, ε;»«Γαμιόλη!» ψιθυρίζει η Λίντα καθώς αργοσβήνει «έχεις όντως βρει κάποιον άλλον,

πουτανίτσα!»

****

«Απλά εξασκούμαι στο να προσποιούμαι τον τρελαμένο, Φλάι» λέει ο Μάικ καθώς γυρνάει με ένα χαλαρό χαμόγελο. «Το έφερες;»

«Εξαρτάται, Μαϊκούλη - εγώ τι θα πάρω σ' αντάλλαγμα;»Ο Μάικ ψαχουλεύει κάτω από την κουκέτα του, και του δίνει μερικά τσιγάρα.«Μάικ μωρό μου – το ξέρεις ότι δεν χρειάζεται να με πληρώνεις, έτσι δεν είναι; Οποιαδήποτε

στιγμή έχεις όρεξη για-»Ο Μάικ σπρώχνει αποφασισμένα τον Φλάι έξω από την πόρτα.«Αχ βρε Μαϊκούλη!»Ο Μάικ αναστενάζει. Η φυλακή είναι γαμησέ τα κάποιες μέρες.

****

Ο Μάικ ξυπνάει και σκουντουφλάει ως το νιπτήρα. Ρίχνει νερό στο προσωπό του και πίνει μια γουλιά από τις χούφτες του. Με βαριά τα βλέφαρα ακόμα, καρφώνει το βλέμμα στον καθρέφτη. Η Λίντα έκανε καταπληκτική δουλειά αυτή τη φορά – πράσινη σκιά στα μάτια, χοντρό περίγραμμα και μάσκαρα, κατακόκκινα χείλια, ρόδινα μάγουλα.

«Γαμώ το φελέκι μου, μοιάζω με τον κλόουν του μπουρδέλου!» ψελλίζει και αρχίζει τις προσπάθειες να ξεπλύνει το μακιγιάζ. Όλα βγαίνουν εύκολα εκτός από το περίγραμμα των ματιών και τη μάσκαρα. Αυτά μένουν, ό,τι και να κάνει.

«ΓΑΜΩΤΟ!» φωνάζει, αποθαρρυμένος, και τα παρατάει, αφήνοντας το κελί του για το κάλεσμα του πρωινού. Όπως αναμενόταν, τα παληκάρια τον χαζεύουν και τον γιουχάρουν.

«Μάικ μωρό μου, ξεκινήσαμε μπίζνα βλέπω;» τον κοιτάει λάγνα ο Χάτσετ «Είσαι τρελά ομορφούλης – κοίτα μην καταλήξεις με περισσότερη πελατεία απ' ό,τι αντέχεις!»

«Μαλάκα!» μουρμουρίζει ο Μάικ, αρπάζοντας το δίσκο με το πρωινό του.

Page 13: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

Προδομένος

(Τρέντ)

Τι στο κέρατο με έκανε να νομίζω ότι επειδή κάποιος είναι νεκρός θα μου έλεγε ντε και καλά όλη την αλήθεια; Τι να πω, φτάνει η αιδώς πέρα από τον τάφο; Και κυρίως, έχει η Λίντα αίσθηση αιδούς;

Παραδόξως, νιώθω προδομένος. Όχι επειδή κοιμήθηκε με τα γειτονόπουλα – αυτό το 'ξερα ήδη. Όχι για οτιδήποτε μπορεί να έκανε σ' αυτό το περίεργο κουαρτέτο. Αλλά επειδή μου είπε ψέματα. Τι θύμα που είμαι. Σηκώνομαι, αρπάζω το πορτοφόλι μου και κοπανάω την πόρτα καθ' οδόν προς το μπαρ.

****

Κάθομαι στο μπαρ, βυθισμένος σε μια παράλογη αλλά άτιμη μιζέρια. Μόλις έχω παραγγείλει άλλο ένα σφηνάκι σαμπούκα, όταν η Λίντα υλοποιείται στο σκαμνί δίπλα μου.

«ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ!» Ο άντρας που πήγαινε να ξανακαθίσει στο συγκεκριμένο σκαμνί τινάζεται σκιαγμένος. «Ωχ, συγνώμη καλή μου, δεν σε είδα να μπαίνεις και χέστηκα – με το συμπάθιο – πάνω μου!»

Η Λίντα του χαμογελάει γλυκά και τον καθησυχάζει. «Θα θέλατε πίσω την καρέκλα σας;» του γουργουρίζει, σκύβοντας μπροστά για να του προσφέρει εξασφαλισμένη θέα στο ντεκολτέ της. Εκείνος κουνάει αργά το κεφάλι του, καθώς η γυναίκα δίπλα του κοιτάζει τη Λίντα με βλέμμα που σκοτώνει. Η Λίντα μου κλείνει το μάτι, και μετά σκύβει προς την έξαλλη γυναίκα και κάτι της ψιθυρίζει. Ξαφνικά η εχθρότητα εξαφανίζεται από το πρόσωπο της γυναίκας, και σκάει χαμόγελο.

«Τι της είπες;» ψιθυρίζω στη Λίντα.«Ότι είναι ψεύτικα» μου απαντάει κι εκείνη ψιθυριστά.Γελάω. Η δήλωση είναι πιο αληθινή απ' όσο θα μπορούσε ποτέ η γυναίκα να υποψιαστεί.

****

(Λίντα)

Επέστρεψα από άλλη μία επιδρομή στον Μάικ. Εμφανίστηκα στο κελί του στη μέση της νύχτας. Κοιμόταν βαθιά, και τον κοίταγα να τινάζεται και να παραμιλάει όσο σκεφτόμουν τι άλλο να του κάνω. Αλλά δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ. Ένιωθα απλά θλιμμένη. Αυτό το ρεμάλι κάποτε ήταν ο έρωτας της ζωής μου. Ήταν δυνατός, αρρενωπός, χωρίς περιπλοκότητες. Ήθελε να με προστατεύει, και να πηδιόμαστε, και να τρώει τα μυστήρια έτοιμα γεύματά του υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες, κι αυτό ήταν όλο. Και μετά ο Λάζαρος και ο Τζόρντυ εμφανίστηκαν στη ζωή μας κουνιστοί και λυγιστοί, και όλα γαμήθηκαν. Ειλικρινά; Υποθέτω ήταν ήδη γαμημένα. Ένιωθα καλά όμως, πριν απ' αυτούς. Οπότε δεν έκανα τίποτα, απλά γύρισα εδώ πίσω. Τι νόημα έχει εξάλλου;

****

(Τρέντ)

Η Λίντα ξαναεμφανίζεται στο διαμέρισμα, και αμέσως βυθίζεται μες στην απόλυτη μελαγχολία. Εντάξει – αυτό είναι το σήμα μου. Φεύγω να κάνω λίγη έρευνα.

Page 14: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

****

Πέντε ποτά και μερικούς σκέτους καφέδες αργότερα, είμαι στη φυλακή στην ώρα μου για τις πρωινές επισκέψεις. Ο Μάικ, εμφανώς σφιγμένος όταν μπαίνει, χαλαρώνει λίγο όταν βλέπει ότι είμαι εγώ.

«Δόξα τω Θεώ!» λέει, και σωριάζεται στην πλαστική καρέκλα.«Ποιος περίμενες να 'ναι;»Σηκώνει τους ώμους.«Σχεδόν οποιοσδήποτε, συμπεριλαμβανομένου και κάποιου φίλου οποιουδήποτε εδώ μέσα»

δείχνει πίσω του με τον αντίχειρα.«Μάλιστα» λέω. «Τι θέλεις να κάνω; Πώς μπορώ να σε βοηθήσω;»Ο φύλακας συνοδεύει άλλον έναν επισκέπτη στο δωμάτιο, ο οποίος κάθεται σε ένα ελεύθερο

τραπέζι στην άλλη άκρη του χώρου.«Δεν έχω κάνει και πολλές φιλίες εδώ μέσα» αναστενάζει βαριά. «Για την ακρίβεια, είναι

κάποιος που μου 'χει μεγάλο άχτι...»Ο άλλος επισκέπτης, ακόμα μόνος, βγάζει κάτι από την τσέπη του και το στρέφει προς τον

Μάικ.«Πέσε κάτω!» φωνάζω, κάθε μου αντίδραση λίγο πιο αργή απ' ό,τι κανονικά εξαιτίας του

αλκοόλ. Σπρώχνω πίσω τον Μάικ με το τραπέζι, η καρέκλα του αναποδογυρίζει, και κάτι χτυπάει τον αριστερό μου ώμο, κάνοντάς με να γυρίσω. Χτυπάω το κεφάλι μου στο τραπέζι και ο ώμος μου μεταμορφώνεται σε μία σφαίρα λευκού πυρωμένου πόνου και όλα σβήνουν.

****

(Λίντα)

Η αγάπη ποτέ δεν είναι εύκολη.Αυτό έλεγα συνέχεια στον εαυτό μου κάθε φορά που ο Μάικ κι εγώ είχαμε μία από τις

«κουβέντες» μας. Πρέπει να το δουλέψουμε, να κάνουμε συμβιβασμούς, αμοιβαίες υποχωρήσεις.

Βέβαια για τον Μάικ να «το δουλέψουμε» σήμαινε βασικά να πηδιόμαστε συχνότερα, και να μου φέρνει λουλούδια. Πολύ γλυκό, αλλά λίγο άσχετο αν σκεφτείς ότι το πρόβλημα ήταν ότι ξόδευε χρήματα σαν εκατομμυριούχος, τη στιγμή που ήταν συνέχεια υπό την απειλή να του πάρουν το σπίτι επειδή «ξέχναγε» να πληρώσει τις δόσεις. Το ζώον. Ναι, θα μπορούσα να τις πληρώνω εγώ εκ μέρους του, το ξέρω. Αλλά για ποιο λόγο να χρηματοδοτώ τις κακές του συνήθειες; Έφτασα εδώ που είμαι σήμερα χάρη στη σκληρή δουλειά και τη συνετή διαχείριση των χρημάτων μου. Εκεί που ήμουν, εννοώ.

Αλλά τα πράγματα, ξέρετε, ήταν εντάξει γενικά. Και τότε μια φεγγαρόλουστη νύχτα καθόμασταν στο πίσω μπαλκόνι έξω από το υπνοδωμάτιο του Μάικ και παρακολουθούσαμε τη συνηθισμένη παράσταση Κάμα Σούτρα των γειτόνων μας, βαθμολογώντας ήσυχα κάθε προσπάθεια, και μαλώνοντας ψιθυριστά για το πότε κάθε συγκεκριμένη «πράξη» τελείωνε και ξεκίναγε. Κι ο Μάικ γύρισε και μου είπε, έτσι πολύ χαλαρά, «Τι λες, μωρό μου, πιστεύεις θα μας άφηναν να συμμετέχουμε;»

Αυτό ήταν η αρχή του τέλους – όπως είπε ο Σαίξπηρ ή κάποιος άλλος νεκρός τύπος που έγραφε.

Όχι ρε γαμώτο. Πρέπει να φύγω – κάτι τρέχει.

(Τρέντ)

«ΕΪ!!!»Το σκοτάδι αραιώνει. Η Λίντα με κρατάει από τους ώμους, με τραντάζει και στριγγλίζει στη

μούρη μου.«Τι..;»

Page 15: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

«Μην ΤΟΛΜΗΣΕΙΣ να πεθάνεις, παλιομαλάκα! Σε χρειάζομαι! ΜΗΝ τολμήσεις να πεθάνεις! Γύρνα ΠΙΣΩ!»

Δεν υπάρχει άλλο σκοτάδι, δεν υπάρχει άλλος πόνος, μόνο η Λίντα κι ένα φως που γίνεται ολοένα και πιο έντονο.

«ΓΥΡΝΑ! ΠΙΣΩ! ΤΩΡΑ!»Σταμάτησε να με ταρακουνάει, με σπρώχνει πίσω τώρα, και είμαι τόσο κουρασμένος, και το

φως αρχίζει να θαμπώνει και να γίνεται πάλι σκοτάδι.

****

Έλεος. Το φως γίνεται έντονο πάλι, και μια αντρική φωνή φωνάζει το όνομά μου. Δεν μπορούν τέλος πάντων να με παρατήσουν ήσυχο; Ανοίγω τα βλέφαρα και σηκώνω τα χέρια για να διώξω τον κερατά που μου ρίχνει φως στα μάτια, και τσιρίζω από τον πόνο. Ο αριστερός μου ώμος φλέγεται πάλι από τον πόνο, και νιώθω σουβλιές να μου τρυπάνε το σβέρκο και το μπράτσο.

«ΓΑΜΩ Τ..!» ουρλιάζω.«ΜΗΝ ΚΟΥΝΙΕΣΤΕ!» μου φωνάζει ο άντρας, και υπακούω με προθυμία.Ανοιγοκλείνω τα μάτια, παίρνω ανάσα, κι ηρεμώ λίγο. Το δωμάτιο είναι ένα εκτυφλωτικό

άσπρο παντού – οι τοίχοι, το ταβάνι, τα σεντόνια. Είμαι σ' ένα κρεβάτι. Νοσοκομείο;«Είχατε ένα ατύχημα στη φυλακή, κύριε Φρεντς» λέει ο άντρας.Κουνάω το κεφάλι μου.«Με πυροβόλησαν» λέω, καθώς θυμάμαι τον άγνωστο με το όπλο.Ο άντρας γνέφει καταφατικά.«Στον ώμο. Κάναμε επέμβαση κι απομακρύναμε τη σφαίρα, αλλά χρειάζεται προσοχή μέχρι

να επουλωθεί» μου λέει.Ναι. Αυτό το τελευταίο το πρόσεξα.

Επακόλουθα

(Μάικ)

Μία χαρούλα.Να 'μαι, εγκλωβισμένος στη φυλακή, και κάποιος προσπαθεί να με σκοτώσει. Κι έτσι για

αλλαγή, δεν είναι η Λίντα. Και πυροβόλησαν τον εξορκιστή μου, οι μαλάκες. Πώς στο διάολο θα την ξεφορτωθώ τώρα;

Και λες και το να σκέφτεσαι το όνομά της λειτουργεί σαν κάλεσμα, να σου την. Υπέροχα.«Γεια σου, Λίντα».«Μάικ – τι στο ΔΙΑΟΛΟ συνέβη στον Τρέντ;»«Κι εσένα τι σε νοιάζει;»Η έκφρασή της μου λέει ότι η υπομονή της εξαντλείται.«Καλά» λέω, αδιαφορώντας πια για όλα. «Τον πυροβόλησαν. Κάποιος με είχε στο

στόχαστρο. Χάρη σε σένα που σούφρωνες τα πράγματα του κόσμου και τα φύλαγες στο κελί μου, όλοι με μισούν. Και κάποιος με μισεί ιδιαιτέρως. Ευχαριστημένη; Ολοκλήρωσες την προσπάθειά σου να με αποτελειώσεις; Θα ξαναπροσπαθήσουν, ξέρεις».

Η σκύλα γίνεται άσπρη σαν το φάντασμα, κι εξαφανίζεται. Ευτυχώς, γιατί δυσκολευόμουν να κρατηθώ σοβαρός.

****

Page 16: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

(Λίντα)

Γαμώτο. Γαμώτο. Γαμώτο. Δεν το πιστεύω ότι παραλίγο να σκοτωθεί ο Τρέντ εξαιτίας μου. Παρατράβηξε η ιστορία. Ο Τρέντ δεν φταίει για τίποτα απ' όλα αυτά. Δεν έπρεπε ποτέ να μπλέξω κάποιον άλλον στα δικά μου προβλήματα.

****

(Τρέντ)

Ξυπνάω, και η Λίντα κάθεται δίπλα στο κρεβάτι μου κλαίγοντας με λυγμούς. Μπα, δεν έχει δάκρυα. Αν κανείς με ρωτήσει αν τα φαντάσματα μπορούν να κλάψουν, θα ξέρω να απαντήσω.

«Συγνώμη, Τρέντ!» μου λέει ανάμεσα στα αναφιλητά.«Νταξ'» της λέω.«Σε πυροβόλησαν για κάτι που έκανα εγώ. Χίλια συγνώμη!»Επαναλαμβάνεται ή μου φαίνεται από τα φάρμακα; Συνοφρυώνομαι, και προσπαθώ να

καθαρίσω το μυαλό μου απλά με τη σούπερ δύναμη της θέλησης.«Λίντα;»«Τρέντ...σε πυροβόλησαν επειδή έκανα κάτι για να μισήσει ο κόσμος τον Μάικ. Χίλια

συγνώμη!»Όντως επαναλαμβάνεται.«Δεν χρειάζεται βοήθεια ο Μάικ, Λίντα, ο άνθρωπος είναι μια κωλοτρυπίδα με πόδια».Δείχνει έκπληκτη.«Ναι;»Γαμώ τη γκαβομάρα της μέσα. Δεν το πρόσεξε ούτε καν αφού τη σκότωσε;

****

(Μάικ)

«Ε, γαμιόλη!»Γυρίζω. Ο Χάτσετ. Υπέροχη αρχή για ένα γαμημένο πρωινό.«Τι θες, Χάτς;»«Η Λόλα θέλει τα λεφτά της, ρε γαμιόλη!»«Τότε η Λόλα δεν θα 'πρεπε να προσπαθεί να με σκοτώσει, έτσι δεν είναι;»Σηκώνει τους ώμους.«Η Λόλα είναι ανυπόμονη κοπέλα».Αναστενάζω. Γάμησέ τα, μαφιόζικη ταινία με μία ψυχοπαθή γκόμενα καμένη από την πρέζα

να παίζει το νονό.«Χατς, γιατί στο διάολο παίρνεις εντολές από μια γκόμενα; Δεμένος απ' τη φούστα της είσαι;

Σου υποσχέθηκε να σε δέσει και να σε μαστιγώνει όταν βγεις, αν είσαι καλό αγοράκι;»Καγχάζει αντί για απάντηση.«Απλά κοίτα να βρεις τα λεφτά της Λόλας, γαμιόλη – στάθηκες τυχερός αυτή τη φορά. Την

επόμενη, το ατύχημα μπορεί να σε βρει ακριβώς στο στήθος!»Με σκουντάει με το δάχτυλο στο στήθος για να τονίσει τα λόγια του, κι εγώ το διώχνω με μία

φάπα. Δυνατή.«Θα πάρει πιο γρήγορα τα λεφτά της αν με βγάλει από 'δω μέσα, Χατς. Πες της το αυτό – και

πού ξέρεις, μπορεί να χρησιμοποιήσει το καλό μαστίγιο, ε;»Βλέπω το σαγόνι του να συσπάται, και ξέρω ότι το παράκανα. Παίρνει φόρα και μου ρίχνει

μία στο πηγούνι. Πέφτω κάτω, και το μόνο που θυμάμαι είναι το κεφάλι μου να χτυπάει το τσιμέντο κι έναν ουρανό γεμάτο αστέρια.

Page 17: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

****

(Λίντα)

Γάμα το. Δεν με νοιάζει αν το προκάλεσα εγώ όλο αυτό. Δεν φταίω εγώ. Ο Μάικ φταίει. ΑΥΤΟΣ είναι ο μαλάκας, όχι εγώ. Κάθομαι μπροστά στον υπολογιστή, επαναλαμβάνοντας το τροπάρι: «Ο Μάικ είναι ο μαλάκας, όχι εγώ!»

Και ξέρετε, σχεδόν αρχίζω και το πιστεύω!

Η απαραίτητη σκηνή στο ντους

(Τρέντ)

Έχετε προσπαθήσει ποτέ να γδυθείτε χωρίς να κουνάτε το ένα χέρι και τον αντίστοιχο ώμο; Για να το θέσω απλά – είναι σχεδόν αδύνατο. Καταφέρνω με τα πολλά να βγάλω τις πυτζάμες μου με ελάχιστες μόνο κραυγές και να ξεφορτωθώ τον ιμάντα απ' όπου κρέμεται ο νάρθηκας. Το κάτω χείλι μου πονάει σαν τρελό από το δάγκωμα, και συγκεντρώνομαι σ' αυτόν τον πόνο για να ξεχάσω τις πύρινες σουβλιές που διαπερνάνε τον ώμο και το σβέρκο μου. Μέχρι να καταφέρω να μπω στο ντους και να απολαύσω την αίσθηση του ελαφρώς λιγότερου πόνου και της σχετικά αυξημένης καθαριότητας, έχει έρθει παρέα.

«Γεια σου, κούκλε!» γουργουρίζει η Λίντα.Κλείνω τα μάτια και αναστενάζω. Είναι ολόγυμνη και αρκετά συμπαγής ώστε να τη νιώθω

ελαφρά καθώς κινείται κόντρα στο σώμα μου, από το στήθος μέχρι κάτω στα πόδια. Σηκώνεται στις μύτες των ποδιών και μου ακουμπάει απαλά ένα φιλί στα χείλη.

«Γεια σου, Λίντα» λέω, μη βρίσκοντας να πω κάτι εξυπνότερο. «Εμμ...»«Μην ανησυχείς» μου ψιθυρίζει στ' αυτί «δεν θα σε πονέσω, γλύκα. Ήρθα απλά να σου δώσω

ένα χεράκι. Τα λέμε όταν βγεις, παίδαρε.»Χαχανίζει κι εξαφανίζεται.Γαμώτο. Δεν μπορούσα να μην ερεθιστώ, το πορνίδιο, και βέβαια οποιαδήποτε προσπάθεια

αυνανισμού θα με τρέλαινε στον πόνο.«Πορνίδιο!» μουρμουρίζω, καθώς κλείνω το νερό.«Το άκουσα αυτό!» μου φωνάζει απ' έξω από την καμπίνα του ντους.Προσπαθώ να μη γελάσω, για ν΄αποφύγω τον πόνο. Τελικά συμβιβάζομαι με ένα σύντομο

κάγχασμα.«Θα 'μαι καλό κορίτσι!» λέει. «Έλα έξω τώρα, έχω μια καταπληκτική ιδέα!»Αφήνω ένα βογγητό, γιατί οι καταπληκτικές ιδέες της Λίντα συνήθως σημαίνουν πόνο για

κάποιον, αλλά βγαίνω πατώντας προσεκτικά πάνω στο χαλάκι. Η Λίντα κρατάει στα χέρια της το πιο τεράστιο σεσουάρ που έχω δει.

«Εσύ απλά χαλάρωσε!» μου λέει, και σκάει ένα πλατύ χαμόγελο.Στρέφει το σεσουάρ προς το μέρος μου και το ανάβει. Και, απίστευτο, το κόλπο λειτουργεί.

Αργά αλλά σταθερά, στεγνώνω και ξεροψήνομαι.«Άνοιξε τα πόδια!» με διατάζει.«Εντάξει είμαι!»«Δεν μπορείς να μείνεις με την υγρασία εκεί κάτω, βρε Τρέντ, θα μουχλιάσουν τα παπάρια

σου!»«Δεν πρόκειται να υποχωρήσεις, ε;»«Φυσικά και όχι!» μου λέει, με ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπο.Σηκώνω τους ώμους, και δαγκώνομαι για να μην τσιρίξω από τον πόνο.«Πρέπει οπωσδήποτε να σταματήσω να το κάνω αυτό!» λέω με σφιγμένα τα δόντια.

Page 18: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

«Ωωω, μωρέ Τρεντούλη... Άνοιξε τα πόδια τώρα!»Αυτό το κορίτσι, αν βάλει κάτι στο μυαλό της, τελείωσες.

Όνειρο

(Μάικ)

Κάθομαι σε ένα λουτρό σπα με άλλους τρεις, όλοι μας γυμνοί, όλοι μας να κατεβάζουμε σφηνάκια βότκας και μπέρμπον. Όσο περνάει η ώρα είμαστε όλο και πιο μεθυσμένοι, όλο και πιο άνετοι. Η Λίντα γέρνει το κεφάλι της στον ώμο του Τζόρντυ και γλιστράει το χέρι της πάνω στο στήθος του.

«Τζόρντυ, μωρό μου, είσαι τελείως γκέι, ή κάνεις κι εξαιρέσεις;»«Α, μα τι άτακτο κορίτσι!» ξεφωνίζει. «Είμαι απόλυτα δοσμένος στον Λαζ, καλή μου!»Εκείνη γυρνάει στον Λαζ και χαμογελάει, ανασηκώνοντας το φρύδι.«Σε πειράζει να τον δοκιμάσω;»Ο Λάζαρος κοιτάζει τον Τζόρντυ, που σηκώνει ελαφρά τους ώμους χαμογελώντας.«Μόνο αν δοκιμάσω κι εγώ τον δικό σου, κούκλα!»Η Λίντα μου στέλνει ένα φιλί στον αέρα.«Α, ο Μάικ είναι όλος δικός μου...αλλά ευχαρίστως να στον δανείσω...τον θες με το λουρί

του;»Ο Λάζαρος σφυρίζει κι ο Τζόρντυ χαχανίζει κι εγώ γίνομαι κόκκινος.«Νομίζω θα μπορέσω να τον χειριστώ και χωρίς, καλή μου...εσύ τι λες, ομορφάντρα;»

γουργουρίζει καθώς στρέφεται προς τα μένα και γλιστράει ένα χέρι ψηλά στο πόδι μου.Σηκώνω τους ώμους και αναρωτιέμαι τι θα 'πρεπε να κάνω για να μείνω στα πλαίσια του

ρόλου. Μάλλον θα 'πρεπε να συνεχίσω να παριστάνω τον ντροπαλό, αλλά γάμα το – το θέλω αυτό το κωλαράκι εδώ και μήνες. Τραβιέμαι λίγο ίσα ίσα για να του χιμήξω, μπλέκοντας τα πόδια του με τα δικά μου για να τον βυθίσω στο νερό, με μένα από πάνω του. Τον τραβάω έξω κόντρα στο στήθος μου, κι εκείνος φτύνει νερό και γελάει.

«Λίντα, τελικά νομίζω έπρεπε να στο 'χα ζητήσει εκείνο το λουρί!»Η Λίντα δεν ακούει, όμως. Βρίσκεται εν μέσω χαμουρέματος με τον Τζόρντυ.Μερικά λεπτά αργότερα βρίσκομαι σε απόλυτη ευδαιμονία μέχρι που η Λίντα φωνάζει το

όνομά μου και ο Λάζαρος μου ρίχνει μία μπουνιά στον καβάλο, που μου φτάνει μέχρι τον προστάτη. Πονάει απίστευτα και κουλουριάζομαι στριγγλίζοντας, και αναρωτιέμαι γιατί ξαφνικά τα έχει πάρει ο Λάζαρος μαζί μου. Και τότε ξυπνάω και είμαι και πάλι στη φυλακή, και η Λίντα στέκεται δίπλα στο κρεβάτι μου, φορώντας ένα ειρωνικό χαμόγελο.

«Τι τρέχει, αγορίνα; Διέκοψα κανένα ωραίο όνειρο;»Τη σκύλα.

Το σώμα

(Λίντα)

Ο Τρέντ αποφάσισε να μου το παίξει ευγενής και ιππότης. Γαμώτο, γιατί το κάνουν αυτό οι άντρες τη χειρότερη δυνατή στιγμή;

Έχει βγει από το νοσοκομείο, και αντί να φροντίζει τον εαυτό του, είναι αποφασισμένος να συνεχίσει με την υπόθεσή μου. Την υπόθεσή μου. Αυτήν που παραλίγο να τον στείλει στα

Page 19: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

θυμαράκια. Προσπάθησα να του βάλω τις φωνές, προσπάθησα να φέρω επιχειρήματα, προσπάθησα να του πω ότι είναι ηλίθιος. Αλλά εκείνος απλά σήκωσε τους ώμους και μου είπε ότι θα συνεχίσει την έρευνα. Πεισματάρικο καθίκι.

****

(Τρέντ)

Δόξα τω Θεώ, είμαι έξω από το σπίτι. Κι ακόμα καλύτερα, η Λίντα έχει πάει να βασανίσει τον Μάικ, ή κάτι τέτοιο. Είναι καλή κοπέλα από κάποιες απόψεις η Λίντα – και μία ανυπόφορη ψυχοπαθής από άλλες. Νομίζω την προτιμούσα τότε που κλαιγόταν. Τώρα έχει βαλθεί να με «βοηθάει», κι έχει το σεξ στο μυαλό της παρά την προφανή έλλειψη ορμονών και...άστα. Θυμάστε τι είχα πει περί του να μην της δίνεις και πολύ-πολύ θάρρος; Ε, είναι δύσκολο να το βάλεις στα πόδια με ένα σπασμένο ώμο. Καταλαβαίνετε.

Δεν έχω ακόμα βρει το κουράγιο να ξαναπάω στη φυλακή – έχω ακόμα πολλές δυσάρεστες αναμνήσεις. Οπότε αποφασίζω να ερευνήσω την άλλη εκκρεμότητα. Τον Λάζαρο και τον Τζόρντυ. Είμαι έτοιμος να πιάσω το κλειδιά του αυτοκινήτου από το καρφί που κρέμονται όταν η κίνηση στέλνει σουβλιές στον ώμο μου και μου περνάει από το μυαλό ότι πιθανώς η οδήγηση να ήταν στη λίστα των πραγμάτων που θα έπρεπε να αποφύγω, και στην οποία δεν είχα δώσει την παραμικρή σημασία.

****

Βγαίνω προσεκτικά από το ταξί, πετώντας ένα χαρτονόμισμα των 20 δολαρίων στον οδηγό.«Ευχαριστώ που πήγαινες προσεκτικά, φίλε» λέω και κλείνω την πόρτα.Ρίχνω μια ματιά στο σπίτι του Μάικ δίπλα. Ένα παράθυρο στον δεύτερο όροφο είναι

σπασμένο. Πιτσιρικάδες κατά πάσα. Ποτέ δεν κατάλαβα τι βρίσκουν στο να σπάνε πράγματα – την κλοπή την καταλαβαίνω, αλλά η άσκοπη καταστροφή μου είναι ακατανόητη. Σκέφτομαι να πάω να το ερευνήσω, αλλά από την άλλη, δε βαριέσαι. Ο ώμος μου έχει αρχίσει να πονάει, και το μόνο που θέλω είναι ένα φλιτζάνι καφέ για να κατεβάσω κάνα δυο παυσίπονα.

Η εξώπορτα του Λάζαρου και του Τζόρντυ ανοίγει, και ο Τζόρντυ χοροπηδάει προς το γραμματοκιβώτιο. Φοράει ένα κοντό μπουρνούζι και, απ' ό,τι μπορώ να δω, τίποτα άλλο.

«ΤΖΟΡΝΤΥ!» φωνάζω, γνέφοντας με προσοχή.Σηκώνει το βλέμμα και με περιεργάζεται προσεκτικά, και μετά χαμογελάει.«Τρέντ, μωρό μου!» φωνάζει «τι κάνεις μ' αυτόν τον γελοίο νάρθηκα; Σε κάνει να φαίνεσαι

χλωμός, καλέ μου – χλεμπονιάρης, μη σου πω!»Διασχίζω το δρόμο προς το μέρος του και εισπράττω φιλιά στον αέρα.«Χριστούλη μου, τι σου κάνανε οι αγροίκοι;» ρωτάει, κοιτώντας τους επιδέσμους. «Έλα

μέσα, χρειάζεσαι έναν ωραίο ζεστό καφέ – προχώρα εσύ, παίρνω μια στιγμή τα γράμματα κι έρχομαι. Και κοίτα να κάτσεις βολικά, μ' ακούς;» Αυτό το τελευταίο μου το ουρλιάζει καθώς προχωράω.

Καλά, φαντάζεστε ποτέ τον Τζόρντυ να κάνει κάτι κρυφά; Υπάρχει πιθανότητα; Πάω προς τις πολυθρόνες, σταματώντας μόνο για να βγάλω δύο υπερμεγέθη χάπια από την

καρτέλα τους. Αλογίσια τα έλεγε ο πατέρας μου όταν ήταν τόσο μεγάλα. Κάθομαι και, αντίθετα από τις προθέσεις μου, αρχίζω να χαλαρώνω, όταν έρχεται μέσα ο Τζόρντυ, παρατάει τα γράμματα στον πάγκο και αρχίζει να με νταντεύει. Μου φέρνει ένα μαξιλάρι, με ρωτάει δέκα φορές αν κάθομαι αρκετά βολικά, και τελικά αποφασίζει ότι αυτό που πραγματικά χρειάζομαι είναι ένας καφές.

«Ορίστε, καλέ μου!» χαμογελάει δίνοντάς μου το φλιτζάνι. «Έβαλα μέσα μπόλικο γάλα για να κρυώσει και» μου κλείνει το μάτι «τον τόνωσα και λιγάκι με κατιτίς αλκοολούχο. Το καλύτερο φάρμακο στον κόσμο!»

Πίνω μια επιφυλακτική γουλιά για να βρέξω το λαιμό μου, και σχεδόν πνίγομαι. Άι, δεν

Page 20: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

έκανε πλάκα ο Τζόρντυ όταν είπε ότι τον τόνωσε – έχει αρκετό μπέρμπον εκεί μέσα για να σκοτώσει κάθε πόνο. Καταπίνω τα χάπια και ξεπλένω τη γεύση με τον αλκοολούχο καφέ, και μετά θυμάμαι τις προειδοποιήσεις περί της ανάμιξης κοδεΐνης και αλκοόλ. Δε βαριέσαι, δεν είναι ότι κανόνιζα να οδηγήσω εξάλλου.

«Ο Μάικ κοντεύει να τρελαθεί» εξηγώ στον Τζόρντυ. «Ο καημένος είναι εγκλωβισμένος στο κελί του με μόνη παρέα τις ενοχές του κι ένα εκδικητικό φάντασμα να τον στοιχειώνει. Α, και το φόβο ότι θα τον πυροβολήσουν αν τολμήσει να ξεμυτίσει, φυσικά. Τζόρντυ, αν υπάρχει οτιδήποτε που να ξέρεις και που θα μπορούσε να βοηθήσει τον Μάικ – ή να βοηθήσει εμένα να βοηθήσω τη Λίντα να αφήσει αυτόν τον κόσμο για τον επόμενο – θα μπορούσες να μου το πεις; Σε παρακαλώ;»

«Ωχ μωρέ τον καημένο τον Μαϊκούλη!» λέει ο Τζόρντυ και κατεβάζει ένα ουίσκυ ακόμα. Είναι στο πέμπτο του, τώρα, και έχει αρχίσει να φαίνεται λίγο ασταθής. «Ο καημενούλης ο Μαϊκούλης τ' αξίζει ό,τι και να πάθει! Να σκοτώσει τη Λίντα έτσι απλά – κι ούτε καν μας έχει δώσει το μερίδιό μας από τα μετρητά, το παλιοτόμαρο. Τη φτωχούλα τη Λίντα, τη συμπαθούσα αυτήν την κοπέλα... χα, αν ήταν όντως φτωχή θα ήταν ακόμα ζωντανή όμως, έτσι δεν είναι, δεν θα της είχε κάνει ο Μαϊκούλης τον κώλο μπάρμπεκιου...και τι κώλος, αλήθεια!»

Ευτυχώς, δεν μπορώ να βγάλω άχνα. Έχω παγώσει από τη φρίκη.«Μα τι ζουμερός κώλος – τρυφερός, και πεντανόστιμος με σάλτσα δαμάσκηνο!» λέει ο

Τζόρντυ νοσταλγικά, ατενίζοντας τον ορίζοντα. «Πόσο μου λείπει!»Σκεπάζει το πρόσωπό του με τα χέρια του κι αναλύεται σε αναφιλητά.Οι μαλάκες πήγαν και φάγανε τη Λίντα!

Κατάρρευση

«Με ΕΦΑΓΑΝ; ΕΦΑΓΑΝ το σώμα μου; Γι' αυτό δεν μπορώ να βρω το σώμα μου, γιατί είναι...είναι περιττώματα!»

Η Λίντα δεν μπορώ να πω ότι χάρηκε με τα νέα.«Τους ΜΑΛΑΚΕΣ!»Ρίχνει γροθιά στον τοίχο, και το χέρι της τον διαπερνά χωρίς να σπάσει τίποτα – μετά σφίγγει

τα δόντια και τραβάει ηλεκτρικές καλωδιώσεις και μόνωση μέσα από μια μεγάλη τρύπα καθώς παίρνει πίσω το χέρι της. Ακούγεται ένα τσαφ, και τα φώτα χαμηλώνουν και σβήνουν τελείως.

Αναστενάζω. Έχω την αίσθηση ότι το να της πω να ηρεμήσει δεν θα ήταν και πολύ έξυπνη κίνηση.

«Λυπάμαι, Λίντα» λέω αδύναμα.Σωριάζεται σε ένα μικρό σωρό στο πάτωμα και τραντάζεται από τους λυγμούς.Γονατίζω δίπλα της, και ακουμπάω το χέρι μου στον ώμο της σε μια άτολμη προσπάθεια να

την παρηγορήσω, αλλά το χέρι μου τη διαπερνάει – είναι τελείως άυλη.«Λίντα...»Δεν έχω την παραμικρή ιδέα πώς να παρηγορήσω μια γυναίκα που δεν μπορώ να αγκαλιάσω,

ή να φιλήσω, ή έστω να αγγίξω. Οπότε απλά στέκομαι στο περιθώριο, άχρηστος, και λίγα δάκρυα αναβλύζουν κι από τα δικά μου μάτια. Κανενός δεν του αξίζει τέτοια μοίρα, πόσο μάλλον ειδικά στη Λίντα.

«Γαμώτοοοοοοοοοο!» οδύρεται.

****

Τελικά κάποια στιγμή σηκώνεται, και το πηγούνι της προεξέχει θεληματικά με έναν τρόπο που μου λέει ότι καλά θα έκανα να μην της σταθώ εμπόδιο εκτός κι αν είναι ζήτημα ζωής και θανάτου – και μάλλον ούτε καν τότε.

«Θέλω να τους δω» μου λέει.

Page 21: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

«Τον Λάζαρο και τον Τζόρντυ;»Γνέφει καταφατικά, και το κάτω χείλι της τρέμει λιγάκι καθώς σπρώχνει το πηγούνι της λίγο

πιο μπροστά ακόμα.«Με θες μαζί;» μαντεύω, αφού δεν έχει εξαφανιστεί ακόμα.Ξαναγνέφει καταφατικά.Παίρνω βαθιά ανάσα, και καλώ ένα ταξί.

****

«Γιατί;»Η Λίντα στέκεται στο σαλόνι, και δείχνει χαμένη. Δείχνει προδομένη. Ο Τζόρντυ και ο

Λάζαρος στέκονται άφωνοι μπροστά της, κοκαλωμένοι από το σοκ και τις ενοχές. Μπορεί να ξέρανε ότι η Λίντα περιφερόταν στη γειτονιά, αλλά μάλλον δεν τους είχε περάσει από το μυαλό ότι μπορεί να μάθαινε τι της κάνανε, και δεν είχαν κάτσει να σκεφτούν τι θα έπρεπε να κάνουν σ' αυτήν την περίπτωση.

«ΓΙΑΤΙ;» ξαναρωτάει, και μπήγει τα κλάματα. Μεγάλα φαντάσματα δακρύων αναβλύζουν από τα μάτια της και κυλάνε στα μάγουλά της.

Ο Τζόρντυ, που δεν μπορεί να αφήσει κάποιον άλλον να κλέψει την παράσταση, αρχίζει τα αναφιλητά.

«Χίλια συγνώμη, Λίντα μου!» λέει πνιγμένα. «Ποτέ δεν είχαμε σκοπό – δεν ξέραμε – ήταν-»Τι καλά. Όλο το μελόδραμα εδώ μέσα με κάνει να θέλω να κλαψουρίσω κι εγώ, ή να

κατεβάσω κάνα δυο ποτά σκέτα. Μόνο που δεν νομίζω ότι κάτι τόσο ταπεινό όσο το σερβίρισμα ποτών θα ήταν καλή ιδέα αυτή τη στιγμή. Κι εξάλλου, μου φαίνεται κάπως ασέβεια.

«Ήταν τι πράγμα;»«Ήταν ιδέα του Μάικ» λέει ο Λάζαρος, κοιτάζοντάς την στα μάτια για πρώτη φορά. «Μας

είπε τι έκανε, ότι ήταν ήδη αργά, ήσουν νεκρή...κι ότι δεν θα 'θελες να πάει φυλακή. Ούτε εμείς θέλαμε να πάει φυλακή. Είπε ότι ήταν ατύχημα... δεν μας έκοψε παρά μόνο αφού ήρθαν κι οι φίλοι του ότι μπορεί και να μην ήταν τελικά. Αλλά εν τω μεταξύ – είχαμε ήδη...»

Σωπαίνει και συγκεντρώνεται στο χαλί.«Με φάγατε, ρε μαλάκες!» ουρλιάζει η Λίντα.Το αποδέχονται ταπεινά. Ο Τζόρντυ ρουφάει τη μύτη του, και ψαχουλεύει στην τσέπη του για

χαρτομάντηλο.«Δεν το ξέραμε» λέει ο Λάζαρος αναστενάζοντας. «Το ξέρω ότι δεν είναι δικαιολογία,

αλλά... δεν το ξέραμε, ήταν απλά ένα μπάρμπεκιου που μας κάλεσε ο Μάικ. Μας το 'πε μετά σαν να 'ταν το ανέκδοτο του αιώνα, ότι μόλις φάγαμε την πρώην τ..»

Σταματάει και κρύβει το κεφάλι του μέσα στα χέρια του.Η Λίντα αρχίζει να φαίνεται περισσότερο εξοργισμένη παρά κλαμένη.«Θέλετε να επανορθώσετε;» ρωτάει.Εκείνοι κατανεύουν αργά.«Πηγαίντε στην αστυνομία. Πείτε τους τα πάντα» τους λέει.«Μα-» αρχίζει ο Τζόρντυ.«Όχι, έχει δίκιο» λέει ο Λάζαρος με ένα θλιμμένο χαμόγελο. «Αν πάμε στη φυλακή γι' αυτό,

καλά να πάθουμε – αλλά χρωστάμε στη Λίντα μία κατάληξη, καλέ μου».«Και βέβαια μου χρωστάτε!» λέει η Λίντα.«Η τελευταία μου, μεγαλειώδης πράξη!» λέει ο Τζόρντυ χαμηλόφωνα, και σηκώνεται.

Παραπατάει λίγο καθώς ψάχνει στις τσέπες του για χαρτομάντηλο. «Θα πάμε, Λίντα – θα τους πούμε τα πάντα!»

«Τα πάντα;» απευθύνω την ερώτηση σ' αυτόν και τη Λίντα, κι αναρωτιέμαι αν εκείνη όντως θέλει να βγει όλη η ιστορία στη φόρα – κι αν εκείνος θα κρατήσει το λόγο του.

Εκείνη κατανεύει αποφασιστικά.«Τα πάντα!» δηλώνει, κι εξαφανίζεται.Καλώ άλλο ένα ταξί, και βάζω μέσα τ' αγόρια.

Page 22: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

«Στο αστυνομικό τμήμα, παρακαλώ.»

****

«Τη φάγατε;» Η αστυνομικός φαίνεται έντρομη, σοκαρισμένη. Το κομμάτι με το φόνο το άκουσε χωρίς να χάσει ούτε ίχνος από το ψύχραιμο υφάκι του «τίποτα-δεν-με-σοκάρει-εμένα». Νομίζω το ύφος της βρήκε το δάσκαλό του.

«Ναι! Τη φάγαμε!» λέει ο Τζόρντυ δυνατά, και ξεσπάει σε κλάματα. Ξανά.Η αστυνομικός αναστενάζει και κάνει νόημα σε ένα δόκιμο να πάει να φέρει κι άλλα

χαρτομάντηλα. Ήταν μια πολύ υγρή κατάθεση.«Μήπως χρειάζεστε διάλειμμα;» ρωτάει.Ο Τζόρντυ κουνάει το κεφάλι του και παίρνει ύφος θαρραλέο.«Απλά θέλω να τελειώνουμε» ψιθυρίζει μυξοκλαίγοντας.Ο δόκιμος επιστρέφει και πετάει ένα κουτί χαρτομάντηλα στον Τζόρντυ. Εκείνος βγάζει μία

χούφτα και φυσάει τη μύτη του με θόρυβο.«Λυπάμαι πολύ» λέει «είναι που...»Η αστυνομικός γνέφει με κατανόηση, η επαγγελματική της μάσκα πάλι στη θέση της. Ο

δόκιμος δείχνει να θέλει να πεταχτεί λίγο έξω για να ξεράσει, μόλις βρεθεί ευκαιρία.«Κύριε Σμιθ – είσασταν κι εσείς σ' αυτό το μπάρμπεκιου; Συμμετείχατε κι εσείς στην.. εεε..

βρώση του σώματος του θύματος;»«Ναι, ήμουν – συμμετείχα» απαντάει ήρεμα ο Λάζαρος. Το στόμα του τρεμουλιάζει, αλλά

αρνείται να κλάψει.«Μάλιστα. Και, κύριε Φρέντς – αυτός ο άντρας, ο Μάικλ Ρέυνολντς, σας είπε ότι σκότωσε τη

δεσποινίδα Στήβενς;»«Μάλιστα» λέω «αν και υποστήριξε ότι ήταν ατύχημα».Γράφει λίγα πράγματα ακόμη, και μετά λέει στο μαγνητόφωνο ότι η ανάκριση τελείωσε.«Θα σας πείραζε να μείνετε λίγο ακόμα, κύριοι; Ενδέχεται να χρειαστούμε και ατομικές

καταθέσεις, τώρα που φτάσαμε στο ψητό» μας λέει.Όλοι γνέφουμε καταφατικά, και ο δόκιμος πάει να μας φέρει έναν άθλιο στιγμιαίο καφέ σε

πλαστικό ποτηράκι για τον καθένα.

Δικαστήριο

Ο Μάικ εμφανίζεται στο δικαστήριο φορώντας ένα χτυπητό ροζ εφαρμοστό κοντομάνικο με τις λέξεις «ΕΠΙΔΟΞΗ ΛΕΣΒΙΑ» κεντημένες με στρασάκια. Είναι ένα αίσχος. Επιπλέον το στενό μαύρο τζην – υπερβολικά στενό, υποψιάζομαι, αφού βλέπω τον Μάικ να μορφάζει και να προσπαθεί διακριτικά να το τραβήξει στον καβάλο – τον κάνει να μοιάζει με ένα αποτρελαμένο απομεινάρι από τα αζήτητα του '80. Ακόμα και τα μαλλιά του είναι φουσκωτά.

Όταν με βλέπει να πλησιάζω το εδώλιο του μάρτυρα, γουρλώνει τα μάτια του.«ΠΑΛΙΟΜΑΛΑΚΑ!» τον βλέπω να σχηματίζει πεντακάθαρα με τα χείλη. Τι να κάνουμε,

κάποια στιγμή θα καταλάβαινε την αλήθεια ούτως ή άλλως.Καταφέρνω να ολοκληρώσω την κατάθεσή μου χωρίς να διαστρεβλώσω πάρα πολύ την

αλήθεια, αλλά χωρίς να αναφέρω και καμία παραφυσική δραστηριότητα. Η Λίντα θα έπεφτε λίγο βαριά για τούτους εδώ.

Καθώς βαδίζω προς την πόρτα, ο Μάικ γυρνάει και με αγριοκοιτάζει – οπότε βλέπω το πρόσωπό του όταν φωνάζουν τον επόμενο μάρτυρα, τον Λάζαρο. Χλωμιάζει, και για πρώτη φορά δείχνει να φοβάται. Νομίζω ότι μόλις συνειδητοποίησε ότι την πάτησε.

Η Λίντα εμφανίζεται δίπλα μου και κρυφογελάει.«Δικιά σου δουλειά ήταν τα ρούχα;» ρωτάω χαμηλόφωνα.

Page 23: ψιλο -ΝΕΚΡΗ

«Ποιος άλλος τον νοιάζεται αρκετά για να τον ετοιμάσει;» λέει και χαχανίζει πάλι. «Έπρεπε να δεις τη φάτσα του όταν συνειδητοποίησε ότι δεν είχε τίποτα άλλο να φορέσει!»

Ρίχνω ένα λοξό χαμόγελο.«Έπρεπε να δεις τη φάτσα του όταν καλέσανε το Λάζαρο!»

****

Οι ένορκοι επιστρέφουν και ανακοινώνουν την ετυμηγορία τους.Αθώος για ανθρωποκτονία από πρόθεση.Ένοχος για ανθρωποκτονία εξ αμελείας.Η Λίντα, που κάθεται δίπλα μου, ξεφυσάει.«Με δολοφόνησε εν ψυχρώ» μου λέει χαμηλόφωνα.Γνέφω καταφατικά.«Τουλάχιστον θα τιμωρηθεί έστω εν μέρει» λέω συμβιβαστικά.Σχηματίζει ένα αμυδρό χαμόγελο.«Πλήρωσα το χρέος του στην επίδοξη μαφιόζα» λέει.«Γιατί;» ρωτάω, έκπληκτος.«Ο εκτελεστής της μπορεί να μην αστοχούσε την επόμενη φορά....και θέλω τον Μάικ να μην

έχει ελπίδα» μου λέει, λοξοκοιτώντας με με ένα πονηρό χαμόγελο. «Το γουρούνι ήταν ικανό να μετανοήσει στο νεκροκρέβατό του και να πάει γραμμή στον παράδεισο, αλλιώς – δεν θα μου 'κανε εντύπωση».

Ξεφυσάω κοροϊδευτικά. Έχει δίκιο, τον έχω ικανό.«Με τα υπόλοιπα λεφτά σου τι γίνεται;» ρωτάω, καθώς θυμάμαι τον πραγματικό λόγο που

την καθάρισε ο Μάικ.«Τα κληροδότησα όλα σε ένα άσυλο για γάτες, εδώ και χρόνια» μου λέει, και σκάει επιτέλους

ένα πραγματικό χαμόγελο αλά-Λίντα. «Είπα στον Μάικ ότι τα άφησα σ' αυτόν, αλλά μετά άλλαξα τη διαθήκη μου για να πάνε στις γάτες – αλλιώς θα τα 'χανε στο τζόγο ή κάτι άλλο χαζό». Χαχανίζει. «Οπότε σκότωσε τη χήνα του με τα χρυσά αυγά, ο ηλίθιος!»

Αφήνω έναν αναστεναγμό. Είναι σκληρή κοπέλα, αλλά όλη αυτή η ιστορία πρέπει να την έχει πληγώσει αφάνταστα.

«Ε, ναι» μου λέει ήσυχα, κοιτώντας με.

****

(Λίντα)

Αυτά λοιπόν. Ο Μάικ είναι φυλακή, και χεσμένος απ' το φόβο του. Εδώ έξω, μπορούσε να παριστάνει τον καθώς πρέπει πολίτη. Εκεί μέσα, όλοι τον ξέρουν για μαλάκα, βλέπετε. Δεν θα τον σκοτώσουν όμως. Απλά θα του κάνουν τη ζωή κόλαση για μερικά χρόνια, κι αυτό αρκεί για ανταπόδοση. Εκτός, φυσικά, αν εκεί που θα πάω μπορώ να παίρνω άδειες μια φορά το χρόνο για να γυρνάω και να του γράφω προκλητικές φράσεις στην πλάτη. Πλάκα θα 'χε αυτό.

Είσασταν πολύ καλοί. Καθήσατε κι ακούσατε όλη αυτή τη ζοφερή ιστορία, κι ούτε μια φορά δεν με βρίσατε. Σας ευχαριστώ γι' αυτό.

Άντε γεια.

--------------------------