Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

194

Upload: xenofontas

Post on 02-Feb-2016

59 views

Category:

Documents


3 download

DESCRIPTION

Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία (Πέντε υποθέσεις εργασίας στην ιστορική κοινωνιολογία), Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού

TRANSCRIPT

Page 1: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία
Page 2: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία
Page 3: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία
Page 4: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΠΕΝΤΕ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

Page 5: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία
Page 6: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΠΑΝΤΕΛΗΣ Ε. ΛΕΚΚΑΣ

Η ΕΘ Ν ΙΚ ΙΣΤΙΚ Η ΙΔΕΟΛ ΟΓΙΑΠ Ε Ν Τ Ε Τ Π Ο θ Ε Σ Ε ΙΣ Ε Ρ Γ Α Σ ΙΑ Σ Σ Τ Η Ν ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΚ Η Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΟ Λ Ο Γ ΙΑ

Ε .Μ .Ν .Ε . - Μ Ν Η Μ Ω Ν 1992

Θ Ε Ω Ρ ΙΑ Κ Α Ι Μ Ε Λ Ε Τ Ε Σ Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α Σ 13

Page 7: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ISBN 960 -7089-05-7

β Ε τα ιρ ε ία Μ ελέτης Νέου Ε λληνισμού , Ά νακρέοντος 24-28 , 162 31 ’Αθήνα

Page 8: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΣτόνΓιάννη Xptaτοφιλάπουλο

He is an Englishman;For he himself has said it.And it’s greatly to his credit That he is an Englishman.For he might have been a Rooshian, A French or Turk or Prooshian,Or perhaps I-tal-i-an.But in spite of all temptations To belong to other nations He remains an Englishman.

Gilbert & Sullivan, «H.M.S. Pinafore», 1878

Page 9: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Τυπιχότητα Γσως για τόν άναγνώστη ή μνεία τών προσώπων πού συνέβαλαν στήν όλοκλήρωση αυτής τής εργασίας είναι για μένα ευχάριστο χρέος.

θ ά ήθελα λοιπόν να ευχαριστήσω τόν Σπύρο Άσδραχά, τόν Γιώργο Δερτιλή καί τήν Εύτυχία Λιάτα για τή βοήθεια πού μοϋ προσέφεραν στό Ίδρυμα Έρευνας καί Παιδείας τής Έμποριχής Τράπεζας, τόν Βασίλη Φίλια για τήν ένθάρρυνσή του καί τόν Δημήτρη Τσαούση για τις χρήσιμες παρατηρήσεις του. Στόν Γεώργιο Λεονταρίτη, στόν όποιο ή μελέτη αύτή όφείλει πολλά, άνήχουν πρόσθετες ευχαρι­στίες για τή χρησιμοποίηση τοΰ πολύτιμου άρχείου του.

Τή βοήθειά τους προσέφεραν μέ διαφορετικό τρόπο καί σέ διάφορες φάσεις τής έργασίας ό Παρασκευάς Κονόρτας, ή Άγγελιχή Κοντίνη, ό Δημήτρης Κυρτάτας, ό Άντώνης Λιάκος, ή Λίνα Λούβη, ό Χρηστός Λοϋκος, ή Ρίκα Μπενβενίστε, ό Σω ­κράτης Πετμεζάς, ό Πέτρος Πιζάνιας, ό Ευάγγελος Πρόντζας, ό Τριαντάφυλλος Σκλαβενίτης καί ό Γρηγόρης Ψαλλίδας. Τούς εύχαριστώ καί άπό τό σημείο αύτό.

θ ά ήθελα νά ευχαριστήσω Ιδιαιτέρως τόν Κώστα Βαλάκα, τόν Νίκο θεοτοκά, τόν Δημήτρη Κοτρόγιαννο χαί τόν Κωνσταντίνο Παπαθανασόπουλο για τή φιλία, τή βοήθεια καί τήν άσύνετη έμπιστοσύνη τους.

Τήν Κική, τήν ’Αντιγόνη καί τήν Ήλέκτρα εύχαριστώ γιά τή στοργή καί τήν ύπομονή τους.

Π.Ε.Λ. ’Αθήνα, 1992

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ

Page 10: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΕΙσαγωγή

Ό εθνικισμός άποτελεϊ, κατά γενική ομολογία, φαινόμενο στενά συνυφασμένο μέ τή σύγχρονη κοινωνία, άφοϋ «συνέχει τήν ιστορία τοϋ 19ου καί τοϋ 20οϋ αιώνα»1 μέ τόσο άμεσο τρόπο πού είναι μάλλον αδύνατο νά αμφισβητηθεί ό ρόλος του στή διαμόρφωσή της. ’Αλλά και μέ δεδομένη τή σημασία του, ό έθνικισμός εκλαμβάνεται συνήθως ώς φαινόμενο αυτονόητο καί καθόλου προβληματικό: τις περισσότερες φορές έκεϊνο πού ένδιαφέρει είναι τό πώς συναρταται κατά περίπτωση μέ συγκεκριμένες μορφές πολιτικής οργάνωσης, το πώς συνδέεται μέ τις κοινωνικές συγκρούσεις ή τό πώς επηρεά­ζει τήν πορεία τών διεθνών σχέσεων.2 Καί στις σχετικά λιγοστές όμως περιπτώσεις, όπου ό έθνικισμός άντιμετωπίζεται ώς πρό­βλημα αύτό καθεαυτό, οΐ δυσκολίες δέν λείπουν. Οί περισσότερες άπό αύτές έχουν νά κάνουν είτε μέ τήν άδυναμία νά αποσαφηνι­στούν οί διάφορες πτυχές τοϋ φαινομένου είτε μέ τήν περιορισμένη έμβέλεια καί τήν άνεπαρκή μεθοδολογία τών θεωρητικών προσεγ­γίσεων.3

Πολλά λοιπόν λέγονται άποσπασματικά γιά τόν έθνικισμό ή δέν λέγονται καθόλου καί σε αύτές τις σχετικές ή άπόλυτες σιωπές άπευθύνεται ή παρούσα μελέτη. ’Αντικείμενό της είναι ό ίδιος ό εθνικισμός —ό έθνικισμός ώς ιδεολογία. Αύτό σημαίνει πώς συνα­φή φαινόμενα ένδιαφέρουν μόνον στό βαθμό πού ύπεισέρχονται στή

1. Ε. Kamenka, «Political Nationalism - The Evolution of the Idea», στό: E. Kamenka (έκδ.), Nationalism, Λονδίνο 1976, 3. Βλ. επίσης J. Breuilly, «Reflections on Nationalism», Philosophy and Social Science 15 (1985) 65.

2. Βλ. R. Girardet, «Autour de I’idiologie nationaliste», Revue franfaise de science politique XV 3 (1965) 423.

3. Βλ. E. Hobsbawm, «Some Reflections on Nationalism», στό: T. J. Nossiter. A.H. Hanson & S. Rokkan (έκδ.), Imagination and Precision in the Social Sciences, Λονδίνο 1972, 385.

Page 11: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

10 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

μελέτη τής έθνικιστικής ιδεολογίας. Έ τσι, για παράδειγμα, ή δια­δικασία σχηματισμού τών εθνών δέν ένδιαφέρει παρά μόνο στό βαθμό πού ή έννοια τοϋ έθνους παράγεται —ορίζεται, αποσαφηνί­ζεται καί νομιμοποιείται— άπό τήν έθνικιστική ιδεολογία. Τό ίδιο μπορεϊ νά ειπωθεί καί γιά τό έθνικό κράτος, φαινόμενο πού σχετί­ζεται στενά, άλλά δέν ταυτίζεται μέ τόν εθνικισμό.4 Αύτό πού πρωτίστως μας απασχολεί έδώ είναι νά διερευνήσουμε τή διαδικα­σία παραγωγής της ίδιας τής έθνικιστικής ιδεολογίας, δηλαδή, τις συνθήκες ύπό τις όποιες διαμορφώνονται οί έθνικιστικές ιδέες, τις μορφές τις όποιες προσλαμβάνουν, τούς τρόπους μέ τούς οποίους ύποβάλλονται σε έπεξεργασία, τις λειτουργίες πού έπιτελοΰν καί τούς φορείς οί όποιοι άναλαμβάνουν τή διεξαγωγή τής όλης διαδι­κασίας.

Ό έθνικισμός διαφέρει, πιστεύω, άπό άλλες ιδεολογίες οχι μόνο ώς πρός τό περιεχόμενό του, άλλά καί ώς πρός τήν έκταση, τή σχεδόν καθολική του κατίσχυση. Χωρίς αύτό νά δηλώνεται πάντο­τε ρητά, ό έθνικισμός φαίνεται νά έχει καταστεί γενική καί σχεδόν απόλυτη άρχή νομιμοποίησης τής πολιτικής στή σύγχρονη κοινω­νία: οί έθνικιστικές άξίες άποτελοϋν άναγκαίους όρους, τούς οποί­ους ή σύγχρονη πολιτική πράξη έπικαλεΐται, άλλοτε άμεσα καί άλλοτε έμμεσα, γιά νά αύτοδικαιωθεΐ, όποιοι κι αν είναι οί έπιμέ- ρους στόχοι της.5 Καμία άλλη ιδεολογία δέν έχει κατορθώσει νά παράσχει έπιχειρήματα σε συγκρουόμενες πολιτικές πρακτικές μέ τέτοια συνέπεια καί άντοχή. Καμία άλλη ιδεολογία δέν έχει τή δυνατότητα νά χρησιμοποιείται μέ τήν ίδια εύχέρεια άπό άντίπα- λες κοινωνικές ομάδες, άπό άνταγωνιστικά οικονομικά συμφέρον­τα, άπό άντιμαχόμενες πολιτικές μερίδες. Καμία άλλη ιδεολογία δέν συνυφαίνεται, ταυτοχρόνως, καί μέ "έκσυγχρονιστικά” καί μέ "παραδοσιακά" κινήματα. Όσο καμία άλλη ιδεολογία, ό έθνικι-

4. Είναι γεγονός ότι στήν εκτενέστατη βιβλιογραφία γιά τις σύγχρονες μορφές πολιτικής οργάνωσης, οί όποιες συμπυκνώνονται σέ αύτό πού συνήθως άποκαλοϋμε "έθνικό κράτος” , οί αναφορές στήν εθνικιστική ιδεολογία καί τό σημαντικότατο ρόλο πού αύτή έπιτελεΐ στή διαμόρφωση, εμπέδωση καί έξάπλωση τοϋ έθνικοΰ κράτους είναι πενιχρές.

5. Βλ. Κ. R. Minogue, Nationalism, Νέα Ύόρκη 1967, 8 καί Β. Anderson, Imagined Communities, Λονδίνο 1983, 12.

Page 12: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

σμός δικαιώνει καί "αύταρχικές” καί "πλουραλιστικές” κοινωνι- κοπολιτικές ρυθμίσεις, χρησιμοποιείται μέ τήν ίδια εύχέρεια καί άπό "ολοκληρωτικά” καί άπό "δημοκρατικά” καθεστώτα, έχει κατορθώσει νά συνδυάζεται συγχρόνως μέ "έπαναστατικές” , "με- ταρρυθμιστικές” , "συντηρητικές” ή "άντιδραστικές” στοχεύσεις, έχει άποτελέσει ταυτοχρόνως τή βασική παρακίνηση γιά τήν πιο ραγδαία οικονομική ανάπτυξη καί τήν πιο άκραία οικονομική άπραξία, έχει μπορέσει νά έμπνεύσει συνάμα τήν πιο μακρόθυμη πολιτισμική ανοχή καί τήν πιο φανατική μισαλλοδοξία, καί έχει κατορθώσει νά έπιδείξει τήν ίδια προσαρμοστικότητα ώς πρός άλ­λες ιδεολογίες —άλλοτε νά τις στεγάζει στό δικό της σύστημα καί άλλοτε νά συνδυάζεται μέ αύτές πού έντονότερα άλληλοσυγκρού- ονται. Τέλος, ό έθνικισμός όσο καμία άλλη ιδεολογία έχει εξωθήσει στό νά έπιχειρεΐται ή αποτροπή τών όποιων δεινών του όχι μέ τήν άναίρεσή του, άλλά μέ τήν επιβεβαίωση καί τήν αναπαραγωγή του, δηλαδή μέ προσφυγή στούς δικούς του όρους: δέν μπορεΐ νά υπάρχει άμφιβολία γιά τήν κατίσχυση τοϋ έθνικισμοϋ, όταν τά "νοσήματα” πού ό ίδιος προκαλεΐ άντιμετωπίζονται μέ "παρα­σκευάσματα” όπως ή Κοινωνία τών ’Εθνών ή ό ’Οργανισμός Ενωμένων ’Εθνών, πού περικλείουν καί άναπαράγουν έννοιες οί όποιες έχουν δημιουργηθεΐ καί νομιμοποιούνται άπό τήν ίδια τήν έθνικιστική ιδεολογία.6

Έχουμε λοιπόν νά κάνουμε μέ ένα σχεδόν μοναδικό ιδεολογικό φαινόμενο, έφόσον οί βασικοί του οροί θεωροΰνται λίγο-πολύ φυσι­κοί καί αύτονόητοι. Σέ αύτήν ίσως τή φυσικότητα καί σέ αύτό τό αύτονόητο όφείλονται καί οί συγκαταβατικές ή αμήχανες σιωπές τών κοινωνικών έπιστημών σχετικά μέ τόν ίδιο τόν έθνικισμό, άφοϋ ό άνομολόγητος έλεγχος πού οί έθνικιστικές ιδέες άσκοϋν στό σύγ­χρονο άνθρωπο άφορα σίγουρα καί στούς έκπροσώπους της κοινω­νικής σκέψης7 καί καθιστά μέ αύτόν τόν τρόπο τήν όποια κριτική

6. Πρβλ. S. Hoffmann, «Obstinate or Obsolete? The Fate of the Nation-State and the Case of Western Europe», Daedalus (1966) 864.

7. Γιά τήν επικράτηση τών βασικών αξιών τοΰ έθνικισμοϋ στήν άκαδημαϊκή κοινότητα, βλ. Τ. Sathyamurly, Nationalism in the Contemporary World, Λονδίνο 1983, κεφ. 1. Γιά τή συγκαταβατικότητα καί τήν αμηχανία τών κοινωνικών έπι-

Page 13: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

12 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

τοποθέτηση απέναντι στό φαινόμενο ακόμη δυσχερέστερη. Έ τσι έξηγεϊται γιατί ό έθνικισμός έχει έξεταστεΐ συγκριτικά λιγότερο άπό όποιαδήποτε άλλη ιδεολογία.8 Ή σημαντικότατη αύτή ιδιαι­τερότητα τοϋ έθνικισμοϋ αύξάνει τις δυσκολίες, άλλά καί τή γοη­τεία τής κοινωνιολογικής άσχολίας μαζί του. ‘Αν ή μελέτη τής ιδεολογίας γενικά άποτελεΐ γιά τις κοινωνικές έπιστήμες τήν πιο φορτισμένη μέ μεταθεωρητική σημασία ένασχόληση,9 τότε ή μελέ­τη τής έθνικιστικής ιδεολογίας είναι ίσως ή άποκορύφωσή της, έξαιτίας τής καθολικής έπικράτησης τών άξιών τοϋ έθνικισμοϋ καί τής διείσδυσής τους στήν ίδια τήν προβληματική τών κοινωνικών έπιστημών.10 Γ ιά νά άντιμετωπίσουμε κριτικά τόν έθνικισμό, πρέ­πει πρώτα νά προσπαθήσουμε νά άποσπαστοϋμε, όσο τό δυνατό περισσότερο, άπό τόν τρόπο τοϋ σκέπτεσθαι πού οί ίδιοι χρησιμο- ποιοϋμε καί πού έχει έπηρεαστεΐ σέ πάρα πολλά άπό τούς (κατα­ξιωμένους καί γ ι’ αύτό ανομολόγητους, φυσικούς καί αύτονόητους) όρους τοϋ ίδιου τοϋ έθνικισμοϋ. Ή έπιτυχία τής έθνικιστικής ιδεο­λογίας δέν έγκειται μόνον στό ότι ή σύγχρονη κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα έχει διαμορφωθεί σύμφωνα μέ τις βασικές έπιτα- γές της. Έ γκειται κυρίως στό οτι ό έθνικισμός κατόρθωσε νά έπι- βάλει σέ μεγάλο βαθμό τούς δικούς του όρους καί τις δικές του άξίες στον τρόπο μέ τόν όποιο προσλαμβάνουμε τήν πραγματικό­τητα. Έγκειται, κοντολογίς, στό ότι ό έθνικισμός στις βασικές του διαστάσεις έχει καταξιωθεί ώς οικουμενικό καί αδιαμφισβήτητο discours, ώς κυρίαρχος τρόπος σκέψης. Ή μελέτη λοιπόν τής έθνι- κιστικής ιδεολογίας άπαιτεϊ αύτογνωστική, θά έλεγα, διάθεση. Εξετάζοντας κριτικά τόν εθνικισμό έξετάζουμε, άνακλαστικά, τόν ίδιο μας τόν έαυτό: τήν έποχή μας, τήν κοινωνία στήν οποία ζοΰμε, τόν τρόπο μέ τόν όποιο σκεφτόμαστε.

στημών απέναντι ατό έθνικιστιχό φαινόμενο, βλ. Β. Anderson, Imagined Communiti­es, ά τ ., 14.

8. Βλ. Τ. Β. Bottomore, Sociology, Λονδίνο 21971, 157. Πρβλ. Ε. Kedourie, «Introduction», στό: Ε. Kedourie (έκδ.), Nationalism in Asia and Africa, Νέα 'Τόρχη χαί Κλήβελαντ 1970, 61.

9. Βλ. A. W. Couldner, The Dialectic o f Ideology and Technology, Νέα Ύόρχη 1976, 9-10.

10. Βλ. K. Minogue, Nationalism, 6.π., 25.

Page 14: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 13

Πώς είναι δυνατό νά έπιτευχθεϊ ή άπαιτούμενη απόσπασή μ ας άπό τό φαινόμενο; Ποιά είναι, μέ άλλα λόγια, ή προσφορότερη μέθοδος μέ την οποία μπορούμε νά άρουμε τό φυσικό καί αυτονόη­το τοϋ εθνικισμού, ετσι ώστε νά μπορεϊ πράγματι νά καταστεί αντικείμενο κριτικής διερεύνησης; Είμαι της γνώμης πώς ή πλέον ένδεδειγμένη στάση είναι αυτή της 'Ιστορικής Κοινωνιολογίας: μό­νον αν κατορθώσουμε νά άνακαλύψουμε τον τρόπο μέ τον όποιο κατασκευάστηκαν καί άνακατασκευάζονται οί όροι (οΐ έννοιες, οί τύποι, οί κατηγορίες, οΐ συσχςτισμοί, τα επιχειρήματα) τής εθνικι­στικής ιδεολογίας, θά μπορέσουμε νά διασπάσουμε τον "αυτονόη­το” αύτόν κώδικα, νά άποκρυπτογραφήσουμε τη "φυσική” αύτή γλώσσα." Γι’ αυτόν άκριβώς τό λόγο ή μελέτη έπιλέγει νά άσχο- ληθεΐ μέ τήν παραγωγή τής έθνικιστικής ιδεολογίας. Οί εθνικιστι­κές ιδέες, αξίες, εικασίες καί οί συνεπαγωγές τους οφείλουν πρωτί- στως νά άναλυθοϋν ώς παράγωγα συγκεκριμένων διαδικασιών πού διενεργοϋνται σε συγκεκριμένες ιστορικές καταστάσεις.12 Ό πω ς όλες οί άφαιρέσεις, αύτές οί ιδέες έμπίπτουν στο γενικό κανόνα πού διατύπωσε επιγραμματικά ό Κάρλ Μάρξ: «είναι οί ίδιες τό προϊόν ιστορικών σχέσεων καί διατηρούν τήν ισχύ τους μόνον γι’ αύτές καί μέσα σ’ αύτές τις σχέσεις».13 Ή κριτική αντιμετώπιση τής εθνικι­στικής ιδεολογίας, συνεπώς, πρέπει νά εχει σάν αφετηρία τήν ίστο- ρικο-κοινωνιολογική ανάλυση. Στήν αντίθετη περίπτωση, τά εθνι­κιστικά ιδεολογήματα θά παραμένουν, ούσιαστικά, απρόσβλητα. Ή έννοια τοϋ έθνους, όπως αύτή χρησιμοποιείται άπό τον εθνικι­σμό, θά συνεχίζει νά θεωρείται σταθερά τής ανθρώπινης κοινότη­

11. «01 ιδεολογίες... είναι γλώσσες καί ή προσέγγισή μας σέ αύτές [άφείλει νά είναι] έκείνη τής ιστορικής κοινωνιολογίας τής γλώσσας»: A. W. Gouldner, The Dialectic..., δ.π., 55. Πρβλ. Κ. Mostofi, Aspects o f Nationalism, Salt Lake City 1964, 8 ,14-15, B. Anderson,'Imagined Communities, δ.π., 13-14 καί J. Breuilly, «Reflecti­ons on Nationalism», δ.π., 67.

12. Ή "δυναμική” αντιμετώπιση των έθνικών ιδεολογημάτων ώς στοιχείων παραγωγικής $ια$ιχασΙαζ πρέπει, πιστεύω, νά ακολουθήσει τούς κώδικες τής ιστο- ρικο-κοινωνιολογιχής ανάλυσης πού διατυπώνει ό Τόμσον στήν κλασική του μελέτη γιά τήν "κατασκευή” τής άγγλικής έργατιχής τάξης. Βλ. Ε. P. Thompson, The Making o f the English Working Qass, Λονδίνο 31980, 8.

13. K. Marx, Crundrisse, Harmondsworth 1973, 105.

Page 15: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

τας καί νά προβάλλεται απαράλλακτη στο παρελθόν σαν προαιώ­νια άρχή κοινωνικής οργάνωσης. Οί πολιτικές προεκτάσεις της έν­νοιας τοϋ έθνους θα συνεχίζουν νά θεωρούνται αυθυπόστατες καί δίχως ιστορία. Οΐ βασικοί τρόποι μέ τούς οποίους προσδιορίζεται ή έννοια τοϋ έθνους θα συνεχίζουν νά θεωρούνται άνθρωπολογικώς δεδομένοι καί αδιαφιλονίκητοι κ.ο.κ. Καί τό μόνο πού θά άπομένει, όταν άποφασίζουμε νά άσχοληθοϋμε μέ τον έθνικισμό, θά είναι οί κατά περίπτωση εκδηλώσεις καί έξάρσεις του, οί συνέπειες καί οΐ συναρτήσεις του —δηλαδή, τά συνεπαχόλουθα τοϋ έθνικισμοΰ κι δχι τό tSio τό φαινόμενο.

Τό σχεδόν μυστικιστικό περίβλημα των ύποστασιοποιημένων ιδεολογημάτων τοϋ έθνικισμοΰ μπορεϊ λοιπόν νά άρθεϊ μόνο μέ τη διερεύνηση των ορών της παραγωγής καί τής αναπαραγωγής τους. Ή παρούσα μελέτη έχει σκοπό νά αποσαφηνίσει ορισμένα βασικά στοιχεία έκείνου τοϋ έννοιολογικοΰ πλαισίου πού θά έπιτρέπει την άνάλυση τής δημιουργίας καί τής άνακατασκευής των εθνικιστικών ιδεολογημάτων ώς προϊόντων ένός συστήματος σκέψης πού βρί­σκεται σέ στενή συνάρτηση μέ τις έξελίξεις πού διαμορφώνονται στήν κοινωνία.

Ή προσπάθεια νά κατασκευάσουμε τό θεωρητικό αύτό πλαίσιο δυσχεραίνεται, προπάντων, άπό την έκταση καί την ιδιαιτερότητα τοϋ ίδιου τοϋ ύπό μελέτη φαινομένου. Μέ δεδομένη τη διάδοση, την ποικιλομορφία καί τήν πλαστικότητα τοϋ έθνικισμοΰ, βρισκόμαστε αντιμέτωποι μέ τό σχεδόν άνυπέρβλητο έμπόδιο ή έμβέλεια των άναλύσεών μας νά παραμείνει περιορισμένη. Ή θεωρητική προ­σέγγιση τοϋ έθνικισμοΰ οφείλει νά είναι γενιχή καί νά μπορεϊ νά περικλείει δλες τις γνωστές έκδοχές τοϋ φαινομένου ή τουλάχιστον νά μην αποκλείει τήν έξέτασή τους.14 Ό κίνδυνος νά έκφυλιστεΐ παρόμοια θεωρητική άναζήτηση σέ διατύπωση κοινοτοπιών ή ταυ­τολογιών είναι προφανής, ή έπιδίωξη όμως τής έπαρκοΰς έμβέλει- ας πρέπει νά παραμείνει. Ό ποια ύπόθεση εργασίας άναφέρεται στο γερμανικό έθνικισμό τοϋ 19ου αιώνα πρέπει νά ισχύει στις βασικές της γραμμές καί γιά τούς "νέους” έθνικισμούς τοϋ 20οΰ αιώνα στον Τρίτο Κόσμο. Ό ,τ ι λέγεται γιά έκείνους τούς έθνικι-

14. Βλ. A. Giddens, Social Theory and Modern Sociology, Cambridge 1987, 172.

Page 16: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 15

σμούς πού ορίζουν τό έθνος τους μέ γλωσσικά κριτήρια πρέπει νά άφορα καί στούς έθνικισμούς πού βασίζονται σέ θρησκευτικά γνω­ρίσματα καί διαφοροποιήσεις. Ό ,τ ι προτάσσεται ώς θεωρητική άφετηρία γιά τή μελέτη τοϋ βορειοαμερικανικοϋ έθνικισμοϋ πρέπει νά προωθεί καί νά μήν έμποδίζει τήν κριτική άνάλυση καί τών βαλκανικών έθνικισμών. Ό,τιδήποτε άποφαίνεται γιά τούς έθνικι- σμούς πού άναπτύσσονται, άντιστοιχοΰν ή όδηγοΰν σέ πλουραλι- στικά πολιτικά καθεστώτα πρέπει νά προσφέρει θεωρητικά έργα- λεϊα καί γιά τήν έξέταση τών έθνικισμών πού άναπτύσσονται, άν- τιστοιχοΰν ή όδηγοΰν σέ ολοκληρωτικά συστήματα. Ό ,τ ι λέγεται γιά έθνικισμούς πού έχουν συντηρητικό προσανατολισμό πρέπει νά περικλείει τή δυνατότητα γιά τήν κατανόηση τών πλέον έκσυγχρο- νιστικών έθνικιστικών ιδεολογιών. ’Αλλιώς, ποιό νόημα θά είχε ή ύπαγωγή όλων αύτών τών τόσο διαφορετικών σέ χώρο, χρόνο, συγ­κρότηση καί στόχευση φαινομένων στήν ίδια κατηγορία; Τό πρώτο λοιπόν μεθοδολογικό αίτημα είναι τό εύρος τοϋ θεωρητικοΰ περιε­χομένου τοϋ ορού έθνιχισμός. Είμαστε ύποχρεωμένοι νά άναζητή- σουμε τις βασικές συνιστώσες τοϋ φαινομένου, τούς άδηλους κοι­νούς ιστούς πού συνέχουν τις διαφορετικές έκδοχές του, τις έννοιο- λογικές καί άξιολογικές σταθερές πού τό διέπουν, παρά τήν «πρω- τεϊκή μεταβλητότητα» πού τό χαρακτηρίζει.'5 Αΰτή έξάλλου νομίζω πώς είναι καί ή μόνη άσφοίλης μέθοδος γιά τήν κατανόηση τοϋ έξαιρετικοΰ ή τοϋ μοναδικοΰ: διερευνώντας δηλαδή τις κανονι­κότητες πού διέπουν τήν έμφάνιση καί τή λειτουργία ένός φαινομέ­νου, μποροΰμε νά έπισημάνουμε καί νά κατανοήσουμε τις ιδιοτυπί­ες του — χωρίς τήν έποπτεία τής κανονικότητας δέν μπορεΐ νά υπάρξει συνείδηση της συγκυρίας.16

Ή άντίστροφη διαδικασία θά ήταν μάλλον άνερμάτιστη καί,

15. «Παρά τήν ιτρωτεΐκή τοπική μεταβλητότητα, [ό έθνικισμός] έπανεμφανίζε- ται ώς σταθερό σύνολο αξιώσεων καί δοξασιών αναφορικά μέ πολιτικές καί κοινω­νικές ρυθμίσεις»: A. D. Smith, Theories o f Nationalism, Λονδίνο 21983, 6. Βλ. έπί- σης, Η. Kohn, «Changing Africa in a Changing World», Current History 41, 242 (1961) 194, Royal Institute of International Affairs (έφεξής R.I.I.A.), Nationalism, Λονδίνο 21963, 330 καί K. R. Minogue, Nationalism, i.n., 144-145.

16. Πρβλ. Σ. Άσδραχάς, Ίστοριχή ίρευνα και ίστοριχή παιδεία, Αθήνα

Page 17: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

16 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

ειδικά στήν περίπτωσή μας, θά οδηγούσε σέ αναλυτικά άδιέξοδα. Ό πω ς άνέφερα ήδη, οί όροι τοϋ έθνικισμοΰ έχουν τόσο εύρέως έπιβληθεΐ καί καταξιωθεί, ώστε τίς περισσότερες φορές τούς άντι- παρερχόμαστε χωρίς προβληματισμό. Αυτό συμβαίνει κυρίως όταν έχουμε νά κάνουμε μέ συγκεκριμένες εκδηλώσεις τοΰ έθνικιστικοΰ φαινομένου, οΐ όποιες, έξαιτίας τής κρατούσας εμπειριοκρατικής μεθοδολογίας, θεωρείται ότι άποτελοΰν τον κανόνα. Δέν έκπλήσ- σει φέρ’ είπεϊν τό γεγονός ότι πολλές άναφορές σέ εθνικιστικές ιδεολογίες υίοθετοΰν άσυζητητι τά έπιμέρους γνωρίσματά τους ώς δεδομένα ή πάγια, άναγορεύοντας μέ τον τρόπο αΰτό σέ πρότυπα άνάλυσης τίς πλέον γνωστές ή έπίκαιρες ή άμεσες έκδοχές τοΰ φαινομένου. Έ τσι έξηγεΐται γιατί πολλές μελέτες περί έθνικισμοΰ ή έθνικισμών βρίθουν άπό εύρωποκεντρικές αντιλήψεις. ’Αντιλή­ψεις πού έκδηλώνονται άλλοτε μέ τήν άποψη ότι οί μή ευρωπαϊκοί έθνικισμοί άποτελοΰν παράγωγα μιμητισμοΰ τής ευρωπαϊκής έμ- πειρίας, άλλοτε μέ τήν άναγωγή των γνωρισμάτων των πιο γνω­στών δυτικοευρωπαϊκών εθνικισμών, όπως λ.χ. ή στοίχηση πρός δημοκρατικούς διακανονισμούς ή οί έκσυγχρονιστικές στοχεύσεις, σέ άκαμπτο κανόνα (καί μέ τό συνακόλουθο έξορισμό όποιασδήπο- τε ΐΟικιστικής δοξασίας μέ διαφορετικό χαρακτήρα στή σφαίρα τών Εξαιρέσεων ή τών παρεκκλίσεων) καί άλλοτε μέ τήν άνακήρυ- ξη σέ πρότυπο τοϋ κυρίαρχου δυτικοευρωπαϊκού τρόπου διά τοΰ όποίο'ΐ προσδιορίζεται ή έθνική ταυτότητα (έθνος ώς γλωσσική κοινότητα).

Οί μονόπλευρες άναγωγές έπιμέρους στι ιχείον ορισμένων έκ- δηλώσεων τής έθνικιστικής ιδεολογίας φανερώνουν άνεπάρκεια καί άδυναμία άπόσπασης άπό έκφάνσεις τοΰ έθνικιστικοΰ φαινομένου πού προσλαμβάνονται άκριτα ώς κυρίαρχες ή μοναδικές. Παρόμοι­ες έλλείψεις είναι έπόμενο νά όδηγοΰν σέ περιορισμένης θεωρητι- κής χρησιμότητας έπισημάνσεις, έφόσον ούσιαστικά πρόκειται γιά άποτυχημένες άπόπειρες έξορκισμοΰ τής έθνικιστικής πολυμορφί­ας. Κάτι άνάλογο παρατηρεΐται καί στήν περίπτωση τοΰ έλληνι- κοΰ έθνικισμοΰ: οί περισσότερες μελέτες δέν ξεπερνοΰν τό άμεσο, τό συγκυριακό καί τό έμπειρικά δεδομένο, άφοΰ παραμένουν στενά προσκολλημένες σέ περιορισμένης σημασίας φάσεις ή έκδηλώσεις τής έλληνικής έθνικιστικής ιδεολογίας. Μέ τον τρόπο όμως αύτόν καταλήγουν νά προσεγγίζουν τον έλληνικό έθνικισμό έλληνοχεντρι-

Page 18: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 17

χά — έχοντας δηλαδή υιοθετήσει τις έκάστοτε δοξασίες του. Έ τσι τό φαινόμενο τοϋ έλληνικοΰ έθνικισμοΰ δέν έξετάζεται συνολικά, έλλείψει ευρύτερου, ιστορικά καί κοινωνιολογικά ένήμερου, θεωρη­τικού πλαισίου. Καταλήγει λοιπόν νά παρουσιάζεται καί νά αναλύ­εται άλλοτε σάν φαινόμενο μοναδικό, άλλοτε απομονωμένο άπό εύρύτερες ίστορικοκοινωνικές έξελίξεις καί άλλοτε πάλι σάν πά­γιο, άδιαφοροποίητο καί δεδομένο.17

Τά προβλήματα αΰτά άποτελοΰν άφετηρία γιά τήν παρούσα μελέτη, ή όποία άφορα άκριβώς στή μεθοδολογία τής ερευνάς: βασικό της μέλημα, όπως προαναφέρθηκε, είναι νά συνεισφέρει στήν κατασκευή τοΰ θεωρητικοΰ έκείνου πλαισίου πού θά έπιτρέ- πει τήν κριτική προσέγγιση τοΰ έθνικιστικοΰ φαινομένου στις διά­φορες εκφάνσεις του. Αύτό έπιχειρεΐται μέ τή διατύπωση υποθέ­σεων εργασίας, θεωρητικά έπεξεργασμένων δηλαδή προτάσεων, πού έπιδιώκουν νά ορίσουν τή γενική προβληματική έντός τής όποίας θά κινείται ή μελέτη τής έθνικιστικής ιδεολογίας.

Ή χρήση τοΰ όρου υποθέσεις εργασίας δηλώνει τό θεωρητικό χαρακτήρα τοΰ έγχειρήματος, πού δέν άφορα σέ μία καί μόνο έκδή- λωση τοΰ έθνικιστικοΰ φαινομένου, άφοΰ δέν άποτελεΐ κατάληξη κάποιας έμπειρικής έρευνας, άλλά φιλοδοξεί νά άποτελέσει τήν άφετηρία γιά τή διεξαγωγή έμπειρικών έρευνών. Ή χρήση τοΰ όρου υποδηλώνει έπίσης τούς έγγενεΐς περιορισμούς τοϋ έγχειρή­ματος, καθώς καί τον τρόπο μέ τον όποιο "χρησιμοποιείται” τό πραγματολογικό ύλικό: σκοπός τής ύπόθεσης έργασίας είναι νά άποσαφηνίσει τή σημασία τών έννοιών καί τούς όρους τής έμπειρι- κής διερεύνησής τους.18 Ή έννοιολόγηση προηγείται λογικά (καί μεθοδολογικά) τής έμπειρικής άνάλυσης καί τεκμηρίωσης:19 γιά νά είμαστε σέ θέση νά έξετάσουμε τήν έθνικιστική ιδεολογία στις

17. Βλ. Γ. Β. Λεονταρίτης, «Εθνικισμός καί Διεθνισμός: Πολιτική ’Ιδεολο­γία», στό: Δ. Γ. Τσαούσης (έπιμ.), 'Ελληνισμός - Έλληνιχάτητα, 'Αθήνα 1983, 27. Πρβλ. γενικά καί J. Breuilly, «Reflections on Nationalism», ό.π., 65.

18. Γιά τή διαμόρφωση υποθέσεων έργασίας στήν ϊστοριχο-κοινωνιολογική έρευνα, βλ. Ε. P. Thompson, The Poverty o f Theorv and Other Essavs, Λονδίνο 41981, 195 σημ.

19. Βλ. C. Lloyd, Explanation on Social Theory, 'Οξφόρδη καί Νέα Τόρκη 1986, 5.

Page 19: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

18 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

συγκεκριμένες της μορφές καί έκδηλώσεις, πρέπει πρώτα νά έχου­με συμφωνήσει γιά τό τί άκριβώς θά έννοοϋμε μέ τον όρο αυτόν —δηλαδή, πώς ορίζεται τό φαινόμενο, ποιές συνθήκες συνδέονται μέ τήν έμφάνισή του καί ποιές κανονικότητες τό διέπουν. Ό πω ς όμως εύστοχα παρατηρεί ό "Αλβιν Γκούλντνερ, ή σαφήνεια, ή κα­θαρότητα τών νοημάτων έξαρταται πάντοτε «όχι άπό τήν καλή, άλλά άπό τήν κακή όραση»20 — άπό τή δυνατότητα δηλαδή νά τά διακρίνουμε στις αδρές τους γραμμές μέσα άπό τό συνονθύλευμα τών περίπλοκων καί συγκυριακών λεπτομερειών πού αναπόφευκτα έκτρέπουν τήν προσοχή μας άπό αύτά.

Κατά τή διατύπωση υποθέσεων εργασίας λοιπόν τά παραδεί­γματα πού χρησιμοποιούνται δεν έχουν τήν ιδιότητα τοϋ άποδει- κτικοΰ τεκμηρίου. Άντιθέτως, έπέχουν θέση άπεικασμάτων συγ­κεκριμένων θεωρητικών προτάσεων, οί όποιες άποτελοΰν προϊόν αιτιολογημένης καί άναλυτικής (δηλαδή κριτικής) διερεύνησης τών γενικών συνθηκών πού διέπουν τήν παραγωγή τής έθνικιστικής ιδε­ολογίας.21 Ά πό τή φύση της ή ύπόθεση έργασίας δεν άποτελεΐ συμπέρασμα — χρειάζεται έδώ νά υπογραμμιστεί: είναι προϊόν λογικών έπεξεργασιών πού προτάσσεται γιά νά συζητηθεί, νά δο­κιμαστεί, νά έλεγχθεΐ, νά τροποποιηθεί, νά άνασκευαστεΐ.22

Μέ παρόμοιο τρόπο πρέπει, πιστεύω, νά οριστούν καί τά κριτή­ρια γιά τήν άντιμετώπιση αύτής τής θεωρητικής αναζήτησης. 'Η όποια άξία ή ισχύς τής παρούσας προσπάθειας έγκειται στή χρη­σιμότητα (όπως κι αν προκύπτει) τών ύποθέσεων έργασίας γιά τήν παραγωγή τής έρευνας. Κι όταν άκόμη φαίνονται διατυπωμένες

20. A. W. Gouldner, The Future o f Intellectuals and the Rise o f the New Class, Λονδίνο καί Basingstoke 1979, 8.

21. Γιά τή χρήση τών παραδειγματικών περιπτώσεων κατά τή θεωρητική διε- ρεύνηση τοΰ έθνικιστικοΰ φαινομένου, πρβλ. L. W. Doob, Patriotism and Nationalism, New Haven καί Λονδίνο 1964, xii.

22. Γιά τό δοκιμαστικό καί προσωρινό χαρακτήρα τής έννοιολόγησης γενικώς, βλ. P. Feyerabend, Against Method, Λονδίνο καί Νέα Ύόρκη 21988, 197. Γιά τις κοινωνικές έπιστήμες καί τήν ίστορικο-κοινωνιολογική ερευνά, βλ. Ε. P. Thompson, The Poverty o f Theory..., δ.π., 45-46 καί C. Ragin & D. Zarel, «Theory and Method in Comparative Research: Two Strategies», Social Forces 61 (1983). ’Ιδιαίτερα, τέλος, γιά τή μελέτη τοΰ έθνιχισμοΰ, βλ. Κ. Deutsch, Nationalism and Social Com­munication, Cambridge, Mass. καί Λονδίνο 21966, 89.

Page 20: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 19

σαν "θέσεις” , οΐ υποθέσεις έργασίας δέν είναι παρά έπεξεργασμέ- νοι καί ταξινομημένοι προβληματισμοί — συστηματοποιημένες άναζητήσεις, πού επιζητούν περαιτέρω διερεύνηση, άνάλυση καί βελτίωση καί πού πρόκειται νά έπιβεβαιωθοϋν ή νά διαψευσθοϋν στήν πράξη. Οί υποθέσεις έργασίας πού διατυπώνονται στή μελέτη αύτή θά μπορούσαν νά ίδωθοϋν σάν στιγμές μιας διαδικασίας διαλό­γου7"' — άντιδράσεις σέ όσα έχουν ειπωθεί έως τώρα γιά τόν έθνι- κισμό, σκέψεις γιά οσα δέν έχουν ειπωθεί άνοικτά, έρωτήματα γιά όσα ίσως οφείλουν νά ειπωθούν.

Ώ ς πρός τή διάρθρωση αύτοϋ τοϋ τόμου, στό πρώτο κεφάλαιο διατυπώνονται ορισμένες, άπαραίτητες κατά τή γνώμη μου, θεω­ρητικές καί μεθοδολογικές παρατηρήσεις σχετικά μέ τήν έννοια τής ιδεολογίας, τούς ίστορικο-κοινωνικούς της προσδιορισμούς καί τις άναλυτικές της έφαρμογές. Στό δεύτερο κεφάλαιο έξετάζεται ή ιστορικότητα τής έθνικιστικής ιδεολογίας σέ σχέση πρός παραδο­σιακές μορφές ταυτότητας καί άλληλεγγύης, καθώς καί πρός τις γενέθλιες συγκυρίες τοϋ ίδιου τοϋ φαινομένου. Τό τρίτο κεφάλαιο είναι άφιερωμένο στή βασική άρχή τής έθνικιστικής ιδεολογίας, πού συνδυάζει, σέ διαφορετικές συνθήκες καί μέ ποικίλους τρόπους, τήν πολιτισμική διαφοροποίηση τοϋ έθνους μέ τό πολιτικό πρότα- γμα τής άνεξαρτησίας του. Στό τέταρτο κεφάλαιο αναλύονται οί όροι διά τών όποιων ή εθνικιστική ιδεολογία παράγει τήν έθνική ταυτότητα, τήν τεκμηριώνει, τή διακοινώνει καί τήν τροποποιεί. Τέλος, στό πέμπτο κεφάλαιο έξετάζονται τά δύο συνηθέστερα (άλλά καί άκρως προβληματικά στήν ανάλυσή τους) διακριτικά γνωρίσματα στά όποια προσφεύγει ό έθνικισμός γιά τόν προσδιο­ρισμό τής έθνικής ιδιαιτερότητας — ή γλώσσα καί ή θρησκεία.24

Σέ έπόμενη εργασία μέλλουν νά αναπτυχθούν οί έξής θεματι­κές. Πρώτον, ή σχέση έθνικισμοϋ καί σύγχρονης κοινωνίας, ή όποια άπτεται προβλημάτων όπως τό φάσμα τής μετάβασης, ή έννοια τής παράδοσης καί ή συνύπαρξη άντιθετικών έκσυγχρονιστικών καί

23. Πρβλ. Ε. P. Thompson, The Poverty o f Theory..., ό.π., 43.24. Οί θεματικές τοΰ τετάρτου καί τοΰ πέμπτου κεφαλαίου παρουσιάστηκαν, σέ

πρώτη μορφή, στό άρθρο «Εθνικιστική Ιδεολογία καί έθνική ταυτότητα», T i Ίστοριχά 6, 11 (1989) 313-337.

Page 21: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

παραδοσιακών προτάσεων στο έσωτερικο της ίδιας ιδεολογίας. Δεύτερον, το ιδιότυπο "παιγνίδι μέ τό χρόνο” στο όποιο αναγκα­στικά έπιδίδεται ό εθνικισμός καί τό όποιο έχει νά κάνει άφενός μέ τις μελλοντικές προβολές της έννοιας τοϋ έθνους καί άφετέρου μέ τή διαχείριση τοΰ παρελθόντος καί τις οσμώσεις εθνικιστικής ιδεο­λογίας καί ιστορικής έπιστήμης. Τρίτον, οί κοινωνικές προσλήψεις τών έθνικιστικών ιδεολογημάτων καί ή κοινωνική συμμετοχή στήν παραγωγή τους — θεματική πού περιλαμβάνει τήν άνάλυση τοΰ υποτιθέμενου ύπερ-ταξικοΰ χαρακτήρα τοΰ έθνικισμοΰ καί τή μελέ­τη τοΰ ιδιαίτερου ρόλου τών διανοουμένων. Τέταρτον, ή διαπλοκή έθνικισμοΰ καί έξουσίας ή, άκριβέστερα, ό έθνικισμός ώς ιδεολογία τής έξουσίας — θεματική, οπού άνήκουν ή συμβολή τής έθνικιστι- κής ιδεολογίας στή διαμόρφωση τών σύγχρονων πολιτικών δομών, οί πολιτικές συνέπειες τής θεσμοποίησής της στο εθνικό κράτος, ή έμπλοκή της σέ κοινωνικο-πολιτικούς άνταγωνισμούς καί ή έγγε- νής πλαστικότητα καί πολυσημία της.

Μιά τελευταία παρατήρηση τεχνικοΰ χαρακτήρα. Στις υποση­μειώσεις οί παραπομπές άναφέρονται στις έκδόσεις πού είχα στή διάθεσή μου — ορισμένες φορές καί σέ μεταφράσεις τών πρωτοτύ­πων σέ γλώσσα άλλη άπό τήν έλληνική. Πρακτικές δυσχέρειες έπέ- βαλαν αύτήν τήν έπιλογή, γιά τήν όποία έλπίζω στήν κατανόηση τοΰ άναγνώστη. '

Page 22: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

1. Ή 2ννοια τής σύγχρονης Ιδεολογίας

Ή μελέτη τής έθνικιστικής ιδεολογίας προϋποθέτει έναν ορισμό τής έννοιας τής ιδεολογίας. Ή προϋπόθεση αύτή δέν είναι καθόλου άπλή, αν σκεφτοϋμε πώς, άπό τήν πρώτη της έμφάνιση έως τις ήμέρες μας,1 όσο γενική καί διαδεδομένη είναι ή χρήση τοϋ όρου ιδεολογία, άλλο τόσο άσαφής καί πολύσημη παραμένει.2 Δέν είναι βεβαίως δυνατόν νά κάνουμε κριτική άνασκόπηση τών θεωρητικών άντιλήψεων γύρω άπό τήν έννοια τής ιδεολογίας. Τό θέμα είναι ή έθνικιστική ιδεολογία, γι’ αύτό θά περιοριστώ στή διατύπωση ορι­σμένων έννοιολογικών καί μεθοδολογικών παρατηρήσεων, πού σκοπό έχουν νά άποσαφηνίσουν τό πλαίσιο τής άνάλυσης, θεμελιώ­νοντας δύο πρωταρχικές γιά τις μέριμνες τής παρούσας μελέτης άρχές: πρώτον, τήν άνάγκη καί τό χαρακτήρα της ίστορικο-κοινω- νιολογικής προσέγγισης τών ιδεολογικών φαινομένων καί, δεύτε­ρον, τήν ιδιοσυστασία τους στή σύγχρονη κοινωνία.

Μέ δεδομένες λοιπόν τις έγγενεϊς δυσκολίες τής έννοιας τής ιδεολογίας καί τις συνεχιζόμενες άντιπαραθέσεις γύρω άπό τό θέ­μα, νομίζω πώς ή διατύπωση άξιωματικών προτάσεων είναι, παρά

1. Ό όρος χρησιμοποιείται γιά πρώτη φορά στήν πολιτική, μέ σαφώς υποτιμη­τική έννοια, άπό τόν Ναπολέοντα·καΐ πρωτοεμφανίζεται ώς άναλυτική έννοια τό 1827 στό Elements d' ideologic τοϋ Deslull de Tracy. Γ ιά τήν ιστορία τών χρήσεων του, βλ. J. l-arrain, The Concept o f Ideology, Λονδίνο 1979, κεφ. 1, C. Lichtheim. «The Concept of Ideology», στό: The Concept o f Ideology and Other Essays, Νέα Ί'όρκη 1967, 3-46 καί J. Plamenatz, Ιδεολογία , ’Αθήνα 1981, κεφ. 1.

2. Ό όρος ιδεολογία «παραπέμπει σέ μιά συμπλεκτική έννοια [cluster concept], ανήκει δηλαδή στις έννοιες πού συνενώνουν ποικιλία πολύπλοκων φαινομένων, γιά τά όποια προσπαθούμε νά βροΰμε γενικούς ορισμούς. Καί, αν μη τι άλλο, ή αυξανό­μενη δημοτικότητα τοΰ όρου έχει συνδυαστεί μέ τήν αύξανόμενη ασάφειά του.» G. Sartori, «Politics, Ideology, and Belief Systems», The American Political Science Kevicw m i l 2 (1969) 398.

Page 23: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

22 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

τήν άναπόφευκτη αύθαιρεσία της, θεμιτή, στο βαθμό πού υπηρετεί τό αίτούμενο τής θεωρητικής σαφήνειας. Ή έννοια τής ιδεολογίας πρέπει, γιά νά έχει συγκεκριμένο νόημα, νά χρησιμοποιείται μέ οικονομία καί προσοχή, ούτως ώστε νά μήν έκφυλίζεται σέ αδιά­κριτες ή άπλώς περιγραφικές συμπεριλήψεις άνομοιογενών φαινο­μένων πού όδηγοϋν σέ έννοιολογική σύγχυση καί παρεξηγήσεις,1 άλλά νά περικλείει μέ όσο τό δυνατόν αυστηρότερα άναλυτικά κριτήρια οσα άπό αύτά τά φαινόμενα καλείται νά έξηγήσει.

Κατά συνέπεια, ό ορισμός τής ιδεολογίας άπλώς ώς συνόλου άπό ιδέες, πεποιθήσεις καί δοξασίες δέν είναι δυνατόν νά υπηρετεί τίς παραπάνω μεθοδολογικές πειθαρχίες, έπειδή, έκτος άπό ταυ- τολογικός, είναι υπερβολικά γενικός, στερείται άναλυτικών κριτη­ρίων συμπερίληψης καί άποκλεισμοϋ καί όδηγεϊ άναπόδραστα σέ ασάφεια καί συγχύσεις. Δέν έχουμε παρά νά σκεφτοϋμε πώς, μέ βάση έναν τόσο γενικό ορισμό, μπορούν νά συγκαταλέγουν στήν ίδια έννοιολογική χοάνη σύνολα ιδεών όπως ό έθνικισμός καί ό σοσιαλισμός μέ τό χριστιανισμό καί τό βουδισμό ή μέ κάποιον ατομικό κώδικα ήθικής ή μιά προσωπική κοσμοθεωρία. Αύτό πού επιβάλλεται λοιπόν νά γίνει είναι νά διευκρινίσουμε ορισμένα γενι­κά έρωτήματα, όπως τί είδους ιδέες απαρτίζουν τήν ιδεολογία, ποϋ άναφέρονται καί σέ τί όδηγοϋν, πώς υίοθετοΰνται, ποιές λειτουργί­ες έπιτελοΰν καί μέ ποιά κριτήρια είναι δυνατή ή μελέτη τους.

Τό πρώτο βήμα πρός αυτήν τήν κατεύθυνση είναι, πιστεύω, ή επισήμανση τοΰ κοινωνικοΰ χαρακτήρα πού όφείλει νά άποδοθεΐ στήν έννοια τής ιδεολογίας. Ή ιδεολογία άναφέρεται σέ σύνολο άπό ιδέες πού άφοροϋν όχι σέ μεμονωμένα άτομα, άλλά σέ κοινω­νικά μορφώματα, τά όποια τίς υίοθετοϋν ώς μέρος τής συλλογικής ζωής. Ά ρα μιά ιδεολογία δέν μπορεϊ νά θεωρηθεί αυθαίρετο άθροισμα έπιμέρους ιδεών πού άναφέρονται σέ άποκλειστικά προ­σωπικές εμπειρίες, άλλά σύνολο ιδεών πού είναι κοινωνικές, μέ τήν έννοια ότι άποτελοΰν κοινό κτήμα άνθρώπινων ομάδων καί κοινό

3. «Αυτόν τόν τρόπο χειρισμού τών έννοιολογικών προβλημάτων τόν αποκαλώ "πλεονάζουσα ίσοσθένεια’’ ["superfluous coextensiveness'’] καί αντιπροσωπεύει αφόρητη σπατάλη γιά τήν οικονομία τής γλώσσας καί τή σαφήνεια τής σκέψης.» C. Sarlori, αΰτ., 400.

Page 24: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 23

τόπο τών συλλογικών βιωμάτων τους.4 Τά στοιχεία ένός ιδεολογι­κού συστήματος είναι, κατά τήν κλασική διατύπωση τοϋ Έμίλ Ντυρκέμ, «συλλογικές αναπαραστάσεις, πού έκφράζουν συλλογι­κές πραγματικότητες».5

Τ ό ποιές είναι αύτές οΐ κοινωνικές ομάδες (ποιά είναι ή συγκρό­τηση καί ή έκτασή τους) καί τό πώς άκριβώς μετέχουν στήν παρα­γωγή ή τήν υιοθέτηση μιας ιδεολογίας είναι βεβαίως έρωτήματα στά όποια οί άπαντήσεις δεν προδικάζονται άπό τή γενική έπισή- μανση. Ό μως, έφόσον ό λόγος είναι πλέον γιά σύνολο ή συστήματα ιδεών «μέ τά όποια τά άτομα άναπαριστοΰν στούς έαυτούς τους τις κοινωνίες τών οποίων είναι μέλη»,6 τίθεται τό ζήτημα τοϋ ίστορι- κοΰ καί κοινωνικοΰ προσδιορισμοΰ τους. Ά πό τή στιγμή πού ούτε όλες οί κοινωνίες είναι μεταξύ τους ίδιες ούτε οί ομάδες —όπως κι άν αύτές ορίζονται— πού τις άπαρτίζουν μπορούν νά έξομοιωθοϋν (αλλιώς ποιος ό λόγος νά μιλάμε γιά ξεχωριστές κοινωνίες καί νά διακρίνουμε κοινωνικές όμά8ες), έξυπακούεται πώς ή έννοια της ιδεολογίας είναι, έξ όρισμοϋ, ιστορικά καί κοινωνικά περιορισμένη, άρα καί προσδιορίσιμη. Γιά νά έχει νόημα, ή έννοια της ιδεολογίας πρέπει νά οριστεί ώς περατη — στό χρόνο, τό χώρο καί τά έσωτε- ρικά κοινωνικά της όρια.7

Αύτό μέ τή σειρά του σημαίνει πώς γιά τήν ανάλυση μιας ιδεο­λογίας δέν άρκεϊ ή εξέταση άποκλειστικά καί μόνον τών ιδεών πού τήν άπαρτίζουν καί τών τρόπων μέ τούς όποιους συνδέονται μετα­ξύ τους. Ή άντίληψη ότι ή ιδεολογία άποτελεΐ αύτόνομο καί αΰ-

4. Ό πω ς έπισημαίνει ό Μανχάιμ, ένα σύστημα ιδεών όφείλει εξαρχής νά ιδωθεί ώς αποτέλεσμα «συνεργατικής διαδικασίας τής συλλογικής ζωής, στήν όποια ό καθένας έκθέτει τή γνώση του γιά μιά κοινή μοίρα, γιά μιά κοινή δραστηριότητα καί γιά τό ξεπέρασμα κοινών δυσκολιών.» Κ. Mannheim, Ideology and Utopia, Λον­δίνο 1972, 26. Βλ. επίσης 28.

5. Ε. Durkheim, The Elementary Forms o f Religious Life, Λονδίνο 1976, 10.6. E. Durkheim, αϋτ., 225.7. « 'Ακόμα καί μιά "συνολική” ιδεολογία είναι περιορισμένη- άποτελεΐται άπό

ιδέες καί δοξασίες ορισμένου λαοϋ ή όμάδας λαών ή ορισμένης εποχής. Περιορίζεται σ' αυτούς' είναι ό κόσμος όπως τόν βλέπουν αυτοί, όπως φαίνεται σ’ αυτούς. 'Ακό­μα κι αν θεωρείται ότι συμπεριλαμβάνει όλες τους τίς ιδέες καί δοξασίες, κι επομέ­νως ότι, εντελώς κυριολεκτικά, συνιστά συνολική ιδεολογία, όμως δέν είναι παρά μία μονάχα ιδεολογία ανάμεσα σέ άλλες.» J. Plamenatz, 'Ιδεολογία, δ.π., 28.

Page 25: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

24 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

ταρκες σύνολο, τοϋ οποίου καί ό χαρακτήρας μπορεϊ νά διακριβω­θεί καί τό νόημα νά έρευνηθεΐ έξ ιδίων, είναι, κατά τή γνώμη μου, λανθασμένη, άπό τή στιγμή πού ή ιδεολογία έκλαμβάνεται, πάνω άπό ολα, ώς χοινωνιχό φαινόμενο πού άναπόφευκτα άνήκει στο δικό του ιστορικό χωρο-χρόνο. Ή άνάλυση τής ιδεολογίας δέν μπορεϊ νά είναι προσανατολισμένη άποκλειστικά καί μόνον στο περιεχόμενό της καί τό νόημά του, άλλά καί στις συνθήκες πού έπιτρέπουν τή δημιουργία, τή λειτουργία, τήν άπήχηση καί τήν άποτελεσματικότητά της. Ά ρα ό ίδιος ό κοινωνικός χαρακτήρας πού άποδίδεται στήν έννοια τής ιδεολογίας έπιβάλλει τήν άπόρρι- ψη κάθε μονομεροΰς έρμηνευτικής προσέγγισης, γιά χάρη τής ίστο- ρικο-κοινωνιολογικής άνάλυσης, έκείνης τής προσέγγισης δηλαδή, ή όποία, λαμβάνοντας ύπόψη τό περιεχόμενο τής ιδεολογίας, έπι-

^χέιρεΐ νά τήν άναλύσει οχι μόνον "έσωτερικά” , άλλά καί "εξωτερι­κά” , συνδέοντας αίτιακά τά στοιχεία της μέ τό ευρύτερο ιστορικό καί κοινωνικό πλαίσιο στο όποιο άνήκουν καί μέ τίς λειτουργίες πού έπιτελοϋν.8

Ή έπιλογή αυτής τής προσέγγισης διασφαλίζει, κατά τή γνώμη μου, καί τόν κριτικό χαρακτήρα τής άνάλυσης τής ιδεολογίας. Έάν, γιά νά άναλύσουμε ένα σύστημα ιδεών, δέν τό καταστήσουμε "σχετικό” ώς πρός τίς ιστορικές καί κοινωνικές συνθήκες πού έπέ- τρεψαν τήν έμφάνισή του, τότε κινδυνεύουμε νά βρεθούμε περιορι­σμένοι στή δική του άξιολογική σφαίρα, νά υιοθετήσουμε άκριτα τίς δικές του βασικές άρχές ώς πάγιες, φυσικές ή όρθές. Δίχως τήν εξαρχής παραπομπή τής ιδεολογίας στήν κοινωνία πού τήν έξέθρε- ψε, ή κριτική στάση άπέναντι στήν όποια ιδεολογία παραμένει μετέωρη, αν δέν άκυρώνεται. Επιπρόσθετα, ή ιστορική καί κοινω­νιολογική άνάλυση τών ιδεολογικών φαινομένων άποτελεΐ στοι­χειώδες έχέγγυο μεταθεωρητικής τιμιότητας: αύτόματα, μέ τό νά προσπαθούμε νά κατανοήσουμε τίς ιδέες ώς ιστορικά καί κοινωνι­κά προϊόντα, άναγνωρίζουμε καταρχήν τό θεμιτό τής υπαγωγής

8. Γιά τις άρχές τής κοινωνιολογικής άνάλυσης τών πολιτισμικών φαινομένων γενικά, βλ. Κ. Mannheim, «The Ideological and the Sociological Interpretation of Intellectual Phenomena», στό: K. Wolff (έκδ.), From Karl Mannheim, Νέα Ύόρκη 1971.

Page 26: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΪΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 25

και τών δικών μας ιδεών και αναλύσεων στήν ίδια "σχετική” προ­σέγγιση, έρμηνεία καί κριτική.

Ή υπόμνηση ότι ή ιδεολογία οφείλει, γιά νά μελετηθεί, νά πα- ραπεμφθεϊ στό ίστορικο-κοινωνικό της πλαίσιο, θά άποτελοϋσε πλεονασμό ή κοινοτοπία, αν δέν ύπέκρυπτε σωρεία έννοιολογικών καί μεθοδολογικών κινδύνων, πού πρέπει νά έπισημανθοϋν. Ό πλέ­ον εύκολος καί μηχανιστικός τρόπος μέ τόν όποιο μπορεϊ νά ύπο- ληφθεΐ ή άρχή ότι οί ιδέες δέν είναι άνεξάρτητες άπό τήν ιστορική καί κοινωνική πραγματικότητα είναι νά τις αντιμετωπίσουμε σάν έπιφαινόμενα: οί ιδέες άναπαριστοΰν κατά συγκεκριμένο "παρά- γωγο” τρόπο τήν κοινωνική πραγματικότητα καί τις άντιθέσεις της. Βεβαίως, παρόμοιες έρμηνεΐες ήχοϋν σχεδόν φυσιολογικές, έχουν όμως άποτελέσει τήν αφετηρία γιά πλεΐστα όσα ντετερμινι- στικά ολισθήματα, έπειδή προϋποθέτουν, χωρίς νά τό ομολογούν, συγκεκριμένη αντίληψη περί κοινωνίας καί κοινωνικού ύποκειμένου καί, κατά συνέπεια, παρακάμπτουν σοβαρότατα έρωτήματα σχε­τικά μέ τή μελέτη τους.

Τό πρώτο άπό αυτά τα έρωτήματα έχει νά κάνει μέ τό γεγονός ότι ή μηχανιστική προσέγγιση εισάγει ή διατηρεί άπρόσβλητο τό μεθοδολογικό καί φιλοσοφικό δυϊσμό άνάμεσα στό άντικείμενο καί τό υποκείμενο, τήν πραγματικότητα καί τήν ιδέα. Επιβάλλεται έτσι ή διάκριση άνάμεσα σέ μιά "άντικειμενική” , πέρα άπό τή δυνατότητα άντίληψης τών κοινωνικών ύποκειμένων, πραγματικό­τητα καί τήν "υποκειμενική” της πρόσληψη άπό τά ύποκείμενα αύτά, συνήθως κατά διατεταγμένο άπό τήν ίδια τήν πραγματικό­τητα τρόπο, πού δέν έπιτρέπει μεγάλα περιθώρια συνείδησης, βού­λησης ή συμμετοχής στή διαμόρφωσή της.

Δέν ύπάρχει φυσικά άμφιβολία πώς οί ιδέες δέν παράγονται καί λειτουργούν μόνον στό συνειδητό έπίπεδο, άλλά ότι πολλές φορές κατασκευάζονται καί υιοθετούνται χωρίς πλήρη γνώση τών ερεθι­σμάτων, τοΰ χαρακτήρα ή τών συνεπειών τους.9 Επιπλέον, δέν υπάρχει άμφιβολία πώς, όταν συγκροτούνται σέ σύνολο καί άποτε- λούν κοινούς κώδικες έπικοινωνίας γιά τά μέλη μιας κοινωνίας ή μιας κοινωνικής ομάδας, ή διάρθρωση τους δέν ύπόκειται στήν άπό-

9. Βλ. J. Larrain, The Concept o f Ideology, δ.π., 150.

Page 27: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

26 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

λυτη δικαιοδοσία της τυπικής λογικής: τά συστατικά στοιχεία συ­στημάτων ιδεών συχνά άποτελοϋν χώρους οπού διαπράττονται λο­γικές λαθροχειρίες, όπως συχνά περικλείουν άσυνέπειες καί άντι- νομίες, συνέχονται χαλαρά καί αντιφατικά καί προτάσσουν αρχές πού μπορεϊ νά φαίνονται άσύστατες ή άκόμη καί έξωφρενικές.10

Δημιουργοί καί φορείς όμως αύτών τών ιδεών είναι τά κοινωνι­κά ύποκείμενα, τά μέλη συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, οί άν­θρωποι πού έζησαν ή ζοϋν σέ συγκεκριμένες κοινωνίες. Βασικό χαρακτηριστικό τους είναι ότι συνήθως γνωρίζουν τί κάνουν καί τί σκέφτονται στήν κοινωνία στήν οποία ανήκουν καί ότι έχουν τή δυνατότητα νά έπικοινωνοϋν μεταξύ τους. Τό κοινωνικό ύποκείμε- νο είναι λοιπόν έξ όρισμοϋ "ελλογον όν” , πράγμα πού σημαίνει ότι άποτελεΐ δημιουργό καί φορέα έννοιών καί κωδίκων έπικοινωνίας σχετικά μέ τον κόσμο, τήν κοινωνία, τήν καθημερινή του ζωή καί δραστηριότητα, τήν ταυτότητά του κ.λπ. Επομένως τά κοινωνικά ύποκείμενα εϊναι άνά πασα στιγμή ικανά νά προσλάβουν, νά άναλύ- σουν καί νά διακοινώσουν μέρος τής κοινωνικής πραγματικότητας πού τά περιβάλλει — είναι δηλαδή, κατά τήν έπιτυχή έκφραση τοϋ Άντονι Γκίντενς, «έμπειροι κοινωνιολόγοι» σέ ό,τιδήποτε τά άφορα."

Αύτή ή πρακτική μά έξαιρετικά πολύπλοκη ικανότητα διαλαν- θάνει στις περισσότερες κλασικές κοινωνιολογικές μελέτες τών ιδεολογικών φαινομένων καί ιδιαιτέρως σέ όσες έκ προοιμίου τά θεωρούν "άσύνειδα” , "ανυπόστατα” , "ύποκειμενικά” κ.ο.κ., άντι- παραθέτοντάς τα σέ κάποια έξωτερική πρός τή νόηση καί τήν έπικοινωνία τών κοινωνικών ύποκειμένων πραγματικότητα. Πόσο μάλλον, όταν ή γνωστική καί έπικοινωνιακή ικανότητα τοΰ υπο­κειμένου δέν είναι καθόλου άσχετη μέ τήν κοινωνική του δράση, άλλά, άντιθέτως, οί ιδέες, οί δοξασίες, οί αντιλήψεις καί οί έννοιες

10. Βλ. C. Sartori, «Politics, Ideology, and Belief Systems», δ.π., 398-400.11. A. Ciddens, The Constitution o f Society, Cambridge 1984, 26. Βλ. έπίσης:

« Ό λοι οί άνθρωποι είναι φορείς γνωστικής ικανότητας. Αύτό σημαίνει πώς δλα τά κοινωνικά υποκείμενα γνωρίζουν πάρα πολλά γιά τις συνθήκες καί τις συνέπειες όσων κάνουν στήν καθημερινή τους ζωή... Επιπλέον, τά ύποκείμενα έχουν συνήθως τή δυνατότητα νά περιγράφουν διαλογικά αυτό πού κάνουν καί τούς λόγους τους γιατί τό κάνουν». Αΰτ., 281.

Page 28: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 27

τίς όποιες κατασκευάζει ή υιοθετεί καί διά τών όποιων έπικοινωνεΐ άποτελοΰν καί τούς γνώμονες μέ τούς οποίους καθοδηγείται στήν καθημερινή του ζωή καί συμπεριφορά. Οί "υποκειμενικές” ιδέες λοιπόν δέν είναι μετέωρες, στο βαθμό πού βρίσκονται σέ παραλλη­λία μέ τή δράση τοΰ υποκειμένου: ώς δημιουργός καί φορέας έννοι- ών, τό κοινωνικό ύποκείμενο δέν είναι άβουλο, άλλά ένεργεΐ σέ πολύ μεγάλο βαθμό σκόπιμα καί εμπρόθετοι Σέ άντίθεση μέ τά υπόλοιπα μέλη τοΰ ζωικοΰ βασιλείου,12 ό άνθρωπος γνωρίζει πολ­λά άπό τά αίτια πού κρύβονται πίσω άπό τίς πράξεις του καί είναι σέ θέση νά έξηγήσει τούς λόγους πού τόν όδηγοϋν στή μία ή τήν άλλη ένέργεια — διαθέτει δηλαδή, παρά τούς όποιους περιορι­σμούς, μεγάλη δυνατότητα έπιλογών.11 Καί τούτη άκριβώς ή διά­σταση τοΰ έμπρόθετου καί τής σκοπιμότητας χάνεται στή μονομε­ρή προσέγγιση πού βασίζεται σέ όποιουδήποτε τύπου "άντικειμε- νισμό” , έφόσον, μέ τόν έξορισμό τών ιδεών στή σφαίρα τοϋ άνυπό- στατου καί τοΰ φανταστικοΰ, άποκλείεται ή κατανόησή τους ώς υπόβαθρων τής κοινωνικής πράξης.

Μήπως τά παραπάνω σημαίνουν ότι τά κοινωνικά υποκείμενα γνωρίζουν καί πράττουν άνεξέλεγκτα, δίχως έξωτερικούς, "άντι- κειμενικούς” περιορισμούς; Πρός τί, τότε, ή ύπόδειξη ύπέρ τής ιστορικής καί κοινωνιολογικής προσέγγισης στή μελέτη τών ιδεών; Αύτή είναι άλλη μία παρεξήγηση πού πρέπει κάποτε νά διαλυθεί: ή άπόρριψη τοΰ άντικειμενισμοΰ δέν άκυρώνει τήν κοινωνιολογική άνάλυση ούτε οδηγεί άναγκαστικά σέ όποιασδήποτε μορφής υπο­κειμενισμό ή μεθοδολογικό άτομισμό. Ή "γνωστική” καί "πρα­κτική” ικανότητα τοΰ κοινωνικοΰ ύποκειμένου περιορίζεται 6χι μό­νον άπό τό άσυνείδητο, άλλά καί άπό τίς συνθήκες τοΰ κοινωνικοΰ βίου, οί όποιες οΰτε είναι δυνατόν νά καταστοΰν γνωστές στο σύνο­

12. Βλ. σχετ. A. Callinicos, Agency, Structure and Change in Social Theory, Cambridge 1987,36. Πρβλ. έπίσης τή θαυμάσια μεταφορά τοΰ Μάρξ:« Άλλά αύτό πού διακρίνει τό χειρότερο αρχιτέκτονα άπό τήν καλύτερη μέλισσα είναι πώς ό αρχιτέκτονας χτίζει τήν κυψέλη στό μυαλό του, προτού τήν κατασκευάσει στο κερί». Κ. Marx, Capital, τ. 1, Harmondsworth 1976, 284.

13. «Ή ιδιότητα τού κοινωνικού ύποκειμένου, μέ άλλα λόγια, προΟ-οθέτε·. τή δυνατότητα τού νά μπορεϊ κανείς νά "ένεργεΐ διαφορετικά"». A. Ciddens. Social Theory and Modern Sociology, Cambridge 1987, 216.

Page 29: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

28 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

λό τους οΰτε βεβαίως μπορούν νά έλεγχθοϋν πλήρως, άφοϋ έχουν σέ μεγάλο βαθμό κληροδοτηθεί άπό τό παρελθόν.14 Επιπλέον, ή "γνωστική” καί "πρακτική” ικανότητα τοϋ κοινωνικοΰ υποκειμένου είναι δεσμευμένη κι άπό έναν άκόμη παράγοντα, στόν όποιο σπα- νίως δίδεται προσοχή: παρ’ όλη τήν ικανότητά τους νά σκέφτονται καί νά ένεργοΰν συνειδητά, τά κοινωνικά υποκείμενα δέν μποροΰν νά γνωρίζουν έκ τών προτέρων όλες τις συνέπειες τών πράξεών τους. Ή παρουσία προθέσεων, άκόμη καί σχεδιασμών, δέν έγγυα- ται ότι καί τό άποτέλεσμα θά είναι τό έπιδιωκόμενο. Τό άπρόβλε- πτο τών συνεπειών τής κοινωνικής πράξης άποτελεΐ λοιπόν άκόμη ένα σημαντικό περιορισμό.1!*

Ά πό τήν άλλη πλευρά, οί έξωτερικοί αύτοί καταναγκασμοί καί περιορισμοί δέν μποροΰν νά νοηθοΰν άνεξάρτητα άπό τήν άνθρώπι- νη σκέψη καί πράξη. Ή κοινωνική δομή —αν μποροΰμε, χάριν οικονομίας, νά τήν ονομάσουμε έτσι— δέν άποτελεΐ μόνο δεσμευ­τικό (ή μονοσήμαντα "έξωτερικό” ) παράγοντα, έφόσον συνεχώς "έσωτερικεύεται” (καθίσταται πεδίο γνώσεων καί ένεργειών) άπό τό κοινωνικό υποκείμενο.16 Είναι λοιπόν, ταυτοχρόνως, καί τό πε­

14. Σύμφωνα μέ τή γνωστή διατύπωση τοϋ Μάρξ: «Οί άνθρωποι κάνουν τήν ίδια τους τήν ιστορία, δέν τήν κάνουν όμως κάτω άπό ελεύθερες συνθήκες που διάλεξαν μόνοι τους, άλλά κάτω άπό τις δεδομένες καί κληρονομημένες συνθήκες μέ τις όποιες βρίσκονται άμεσα άντιμέτωποι». Κ. Marx, «The Eighteenth Brumaire of Ixiuis Bonaparte», στό: Surveys from Exile, Harmondsworlh 1973, 146.

15. Γιά τό σημαντικό όσο καί παραμελημένο αύτόν παράγοντα, βλ. τις σχετικές επισημάνσεις τοΰ Γκίντενς, στά: A. Giddens, Central Problems in Social Theory, Λονδίνο 1979, 44, 56-59· A. Giddens, The Constitution o f Society, ό.π., 9-14, 27, 282’ A. Giddens, Social Theory and Modern Sociology, ό.π., 8-11, 67-69 καί A. Giddens, Sociology, Cambridge 1989, 17-18. Βλ. έπίσης R. Boudon, «Lndesired Consequences and Types of Structures of Systems of Interdependence», στό: P. Blau & R. Merton (έκδ.), Continuities in Structural Inquiry, Λονδίνο 1981 καί R. Boudon, The Unintented Consequences o f Social Action, Λονδίνο 1982.

16. «Είναι άλήθεια πώς οί άνθρωποι δέν κάνουν τήν ιστορία όπως έπιθυμοΰν καί πώς οί συνειδητοί στόχοι τους δέν συμπίπτουν πάντοτε μέ τά πραγματικά αποτελέ­σματα. Άλλά οΰτε έκτελοΰν κάποιο προκαθορισμένο σχέδιο: δέν [υποχρεώνονται νά] "ζοΰν” μέσα σέ κάποια βασική δομή, τήν όποια δέν γνωρίζουν». J. Larrain, The Concept o f Ideology, ό.π., 151. Γ ιά τό ίδιο σημείο, βλ. έπίσης Ε. P. Thompson, The Poverty o f Theory and Other Essays, Λονδίνο 41981,164 καί C. Lloyd, Explanation in Social Theory, ’Οξφόρδη καί Νέα 'ΐόρκη 1986, 18.

Page 30: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 29

ριβάλλον στο όποιο έκδηλώνονται οί "γνωστικές” καί "πρακτικές” ικανότητες τοϋ ανθρώπου, άλλα καί τό αποτέλεσμά τους, έφόσον διαμορφώνεται άπό αύτές, έστω καί κάτω άπό τούς περιορισμούς πού προαναφέρθηκαν.17 Ή κοινωνική πραγματικότητα δέν βρίσκε­ται λοιπόν πέρα άπό τον άνθρωπο, δέν είναι ανεξάρτητη άπό τά δρώντα καί σκεπτόμενα κοινωνικά ύποκείμενα, μέ τήν ίδια άκρι­βώς λογική πού καί τά κοινωνικά ύποκείμενα δέν μποροΰν νά νοη­θούν άνεξάρτητα άπό τήν κοινωνική πραγματικότητα πού τά περι­βάλλει: όπως αύτά άποτελοϋν δημιουργήματά της, άλλο τόσο είναι καί δημιουργοί της.

Ποιές είναι οί έννοιολογικές καί μεθοδολογικές συνέπειες αύ- τών τών έπισημάνσεων; Μήπως τό γεγονός οτι ή ιδέα έκλαμβάνε- ται ώς "τμήμα” τής πραγματικότητας σημαίνει πώς παράγεται ή υιοθετείται πάντοτε μέ ειλικρίνεια, καλή πίστη ή άνιδιοτέλεια; Μήπως δηλαδή ή μέχρι στιγμής έννοιολόγηση τής ιδεολογίας άπο- κλείει, μεθοδολογικά, τό ένδεχόμενο οί ιδέες νά έξαπατοϋν καί νά παραπλανούν; Ή άνάγνωση αύτή δέν νομίζω πώς θά ήταν όρθή, διότι οί έως τώρα παρατηρήσεις δέν μας στερούν τή δυνατότητα νά άναλύσουμε τήν ιδεολογία και ώς συνειδητή έξαπάτηση, όπως πρά­γματι συμβαίνει άρκετές φορές.18 Τό ένδεχόμενο όμως αύτό προκύ­πτει όχι πέρα άπό τις γνωστικές καί πρακτικές ικανότητες τοϋ κοινωνικού ύποκειμένου, άλλά άκριβώς χάρη σέ αύτές: έφόσον οί άνθρωποι είναι σέ θέση νά σκέφτονται γιά τον κοινωνικό τους περί­γυρο καί νά ένεργοΰν μέ βάση τις έκτιμήσεις τους, είναι έπόμενο ότι διατηροϋν καί τή δυνατότητα νά έξαπατοϋν ώς πρός τούς λό­γους πού τούς ώθοϋν στις έκάστοτε πράξεις τους.19 Ά λλά κάτι

17. Αύτή είναι καί ή σημασία τής έννοιας τής «δυαδικότητας τής δομής» [duality ο ί structure] στο έργο τοΰ Γκίντενς. Βλ. σχετ. A. Giddens, Central Problems in Social Theory, δ.π., 5 ,69 , 77-81,255-256' A. Giddens, A Contemporary Critique o f Historical Materialism, Λονδίνί 1981, 19, 27, 64, καθώς καί A. Ciddens. Social Theory and Modern Sociology, δ.π., 60-61, 220-221.

18. Βλ. J. Larrain, The Concept o f Ideology, δ.π., 118.19. «Τό νά είναι κανείς άνθρωπος σημαίνει πώς είναι ύποκείμενο μέ σκοπιμότη­

τα, πού καί διαθέτει λόγους γιά τις δραστηριότητές του καί μπορεϊ, άν τοΰ ζητηθεί, νά εξηγήσει διαλογικά αύτούς τούς λόγους (πράγμα πού συμπεριλαμβάνει καί τή δυνατότητα νά ψευσθεΐ σέ σχέση μέ αύτούς)». A. Giddens, The Constitution of Society, δ.π., 3.

Page 31: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

30 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

τέτοιο δέν καθιστα τίς ιδέες τους "λιγότερο πραγματικές” , καί έδώ ακριβώς βρίσκεται τό νόημα τής προσβολής όποιασδήποτε μορφής άντικειμενισμοϋ στή μελέτη τής ιδεολογίας.

Τό μεθοδολογικό ατόπημα τοϋ άντικειμενισμοϋ είναι, νομίζω, έξίσου σοβαρό μέ αύτό τοΰ ύποκειμενισμοΰ20 καί ή ισορροπία τήν οποία καλείται νά βρει ή ίστορικο-κοινωνιολογική μελέτη τής ιδε­ολογίας είναι έξαιρετικά λεπτή. Καί τοΰτο, διότι οί παρεκκλίσεις πρός τόν άντικειμενισμό βρίθουν σέ όσες προσεγγίσεις τής ιδεολο­γίας παραπέμπουν τήν ανάλυσή της στις ιστορικές καί κοινωνικές συνθήκες στις όποιες διαμορφώνεται. Στις περισσότερες περιπτώ­σεις, οί ιδέες άντιμετωπίζονται σάν έκδηλώσεις "ψευδοΰς συνείδη­σης” , "διαστρεβλωμένης άναπαράστασης τής πραγματικότητας” , "πλημμελοΰς λογικής” , "παραλογισμοΰ” , "νοητικής παραμόρφω­σης” , "ύποκειμενικής παραποίησης” κ.ο.κ. — κοντολογίς, σάν νά αποκλείουν έξ όρισμοΰ τήν "άλήθεια” καί τήν "άντικειμενική γνώ­ση” . Συνακόλουθα, ή ιδεολογία έκφυλίζεται σέ έννοια ύποδηλωτι- κή διάφορων, αδιάκριτων μεταξύ τους, συστημάτων ιδεών, πού αλλοιώνουν, μέ διάφορους τρόπους καί γιά διάφορους λόγους, τήν πραγματικότητα — ή όποία βεβαίως θεωρείται ότι είναι μία, άδι- αίρετη καί αντικειμενικά προσδιορίσιμη. Αύτή ακριβώς ή άντιμε- τώπιση τής ιδεολογίας έξηγεΐ καί τίς κατά κανόνα μειωτικές ή υποτιμητικές συνδηλώσεις τοΰ όρου στή σχετική φιλολογία.

Ιδιαίτερα ένδεικτική ώς πρός αύτό τό σημείο είναι ή περίπτωση τοΰ μαρξισμοΰ, όπου ή μηχανιστική παραπομπή τών ιδεών στήν "πραγματικότητα” τών παραγωγικών σχέσεων άποτελεΐ τόν κανό­να. Θά μποροΰσε βεβαίως νά ΰποστηριχθεΐ, μέ άρκετή δόση αλή­θειας, πώς αύτό όφείλεται σέ μεγάλο βαθμό στήν άκριτη καί δο­γματική κωδικοποίηση τών μαρξιανών αναλύσεων άπό τούς κατο­πινούς μαρξιστές, άφοΰ υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες γιά τό κατά πόσον είναι δυνατόν νά διακρίνουμε ολοκληρωμένη θεωρία τής ίδε-

20. «Ό πω ς τό νά παραλείπουμε τήν άνάλυση τών συνθηκών κάτω άπό τίς όποιες οί άνθρωποι παράγουν καί προσαρμόζουν τίς ιδέες καί τίς άξιες τους είναι χυδαίος ιδεαλισμός, ετσι καί τό νά άγνοοΰμε τό ρόλο αύτών τών ιδεών καί τών άξιών στή διαμόρφωση τής συμπεριφοράς τών ανθρώπων είναι χυδαίος υλισμός». Α. W. Gouldner, The Future o f Intellectuals and the Rise o f the New Class, Λονδίνο καί Basingstoke 1979, 59.

Page 32: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΤΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 31

ολογίας στά κείμενα τοϋ Μάρξ ή γιά τό κατά πόσον οί απόψεις του περί ιδεολογίας παραμένουν απαράλλακτες σέ όλο τό φάσμα τοΰ έργου του.21 Ά πό τήν άλλη όμως πλευρά, δέν νομίζω οτι μπορεΐ νά αμφισβητηθεί σοβαρά πώς ή ντετερμινιστική-άναγωγική άντιμε- τώπιση τών ιδεών οφείλει πολλά στον ίδιο τόν Μάρξ καί ιδιαιτέ­ρως στή δική του ίεραρχική διχοτόμηση τής κοινωνικής ολότητας άνάμεσα στή Βάση (οικονομία) καί τό Εποικοδόμημα (πολιτική, ιδεολογία κ.λπ.).22

Τό έρώτημα βεβαίως γιά τό μαρξισμό είναι κατά πόσον ή άνα- γωγική αύτή λογική άντιβαίνει σέ άρχές πού ό ίδιος ό Μάρξ εισά­γει στή μελέτη τής κοινωνίας καί τής ιστορίας της: κατά πόσον δηλαδή έχουμε στήν περίπτωση αύτή σοβαρή μαρξιανή άντινομία, πού άπαλείφεται μέ τή μονομερή μηχανιστική άνάγνωση τοΰ Μάρξ καί τή συνακόλουθη αναγωγική άντιμετώπιση τής ιδεολογίας. Πρώτα-πρώτα, ή ίδια ή «άτομιστική σύλληψη»23 τοΰ Σχήματος Βάσης καί Εποικοδομήματος διασπα τήν κοινωνική ολότητα σέ σαφώς διακριτέα πεδία (οικονομία, πολιτική, ιδεολογία), τά όποια ιεραρχεί κατά συγκεκριμένο καί πάγιο αίτιακό τρόπο. Ό κερματι­σμός όμως τής κοινωνικής ολότητας σέ «δορυφορικές, άποσυνδεδε-

21. Βλ. σχετ. Μ. Seliger, The Marxist Conception o f Ideology, Cambridge 1977, κεφ. 1' J. Larrain, The Concept o f Ideology, ό.π., 36, 68-83' J. Larrain, Marxism and Ideology, Λονδίνο 1983, ίδιαιτ. 94-121 καί J. Larrain, «Stuart Hall and the Marxist Concept of Ideology», Theory, Culture and Society 8, 4 (1991) 9-18.

22. Γιά τή γνωστότερη διατύπωση τοΰ Μοντέλου Βάσης καί Εποικοδομήμα­τος, βλ. φυσικά τήν «Εισαγωγή» τοΰ 1859, όπου καί ή περίφημη όσο καί πολύσημη φράση: «Δέν είναι ή συνείδηση τών ανθρώπων πού καθορίζει τήν ύπαρξή τους, άλλά, αντίθετα, ή κοινωνική τους ύπαρξη πού καθορίζει τή συνείδησή τους». Κ. Marx, «Preface to A Contribution to the Critique o f Political Economy», στό: K. Marx & F. Engels, Selected Works, Λονδίνο 1968,181. Γ ιά τήν πολυσημία τοΰ ρήματος καθο­ρίζω [bedingt], βλ. Μ. Rader, Marx’s Interpretation o f History, Νέα "Γόρκη 1979, 15-16. Παρεμπιπτόντως, αξίζει νά σημειωθεί πώς ό χαρακτηρισμός τής ιδεολογίας ώς "ψευδοΰς συνείδησης” έμφανίζεται γιά πρώτη φορά, μετά τό θάνατο τοΰ Μάρξ, σέ δύο επιστολές τοΰ Ένγκελς, πρός τόν Κ. Σμΐτ (27.10.1890) και τόν Φ. Μέρινγκ (14.7.1893). Βλ. σχετ. Κ. Marx & F. Engels, Selected Correspondence, Μόσχα 1975, 400, 434 άντίστοιχα.

23. J. S. Kahn & J. R. Llobera, «Towards a New Marxism or a New Anthropolo­gy?», στό: J. S. Kahn & J. R. Llobera (έκδ.), The Anthropology o f Pre-Capitalist Societies, Λονδίνο 1981, 286.

Page 33: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

32 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

μένες κατηγορίες»,24 σέ «όντολογικούς τύπους»25 πού έχουν τή δική τους υπόσταση καί τά δικά τους δρια καί πού διαρθρώνονται άναγ- καστικά σέ συγκεκριμένη ιεραρχία, στήν ουσία όχι μόνο καταργεί κατά πάγιο καί ύπερ-ίστορικό τρόπο τή σύλληψη της κοινωνικής ολότητας, άλλά άντιφάσκει καί μέ τή θεμελιώδη άντίληψη τοϋ Μάρξ περί ένότητας υποκειμένου καί αντικειμένου.26

Επιπλέον, ή προσέγγιση τής ιδεολογίας ώς αίτιακώς δευτερο- γενοΰς πεδίου ("ψευδής συνείδηση” , "παραμορφωμένη αντανάκλα­ση” κ.λπ.) δέν είναι δυνατόν νά συμβιβασθεΐ, κατά τή γνώμη μου, μέ τήν έμφαση πού ό Μάρξ άποδίδει στο ύποκείμενο τής ιστορίας καί στήν έννοια τής κοινωνικής πράξης, άφοΰ ή τελευταία μπορεΐ νά υπάρξει μόνον στο βαθμό πού οΐ ιδέες οί όποιες τήν έμπνέουν συμπίπτουν, μέχρι κάποιο τουλάχιστο σημείο, μέ "πραγματικές” καταστάσεις.27 Τό ίδιο τό πολιτικό πρόταγμα τοΰ μαρξισμοΰ έδρά-

24. J. Baudrillard, The Mirror o f Production, St. Louis 1975, 87.25. C. L. Kline, «Some Critical Comments on Marx’s Philosophy», στό: N. Lobko-

wicz (έκδ.), Marx and the Western World, Notre Dame, In. 1967, 425.26. Βλ. σχετ. J. Larrain, The Concept o f Ideology, δ.π., 49' J. Plamenatz, Ιδεο­

λογία, δ.π., 46-47, 53, 69 και A. W. Couldner, The Two Marxisms, Λονδίνο 1980, 33.

27. Βλ. M. Seliger, The Marxist Conception o f Ideology, δ.π., 76. Βλ. άκόμη τήν παρατήρηση ένός καθ’ όμολογίαν μαρξιστή ιστορικού σχετικά με τή μαρξιανή ρήση περί καθορισμού τής κοινωνικής συνείδησης άπό τό κοινωνικό είναι: «Ή έμπειρία γεννιέται αυθόρμητα μέσα στό κοινωνικό είναι, άλλά δέν γεννιέται δίχως σκέψη. Γεννιέται, επειδή οί άνδρες καί οί γυναίκες (καί βχι μόνον οί φιλόσοφοι) είναι λογικοί καί σκέπτονται γιά ίσα συμβαίνουν στούς (διους καί στόν κόσμο τους. ’Εάν δεχθούμε τή δύσκολη άρχή δτι τό κοινωνικό είναι καθορίζει τήν κοινωνική συνείδη­ση, πώς νά υποθέσουμε ότι ισχύει στήν πράξη; Σίγουρα δέν γίνεται νά ύποθέσουμε ίτ ι τό "είναι” βρίσκεται έδώ καί ή "συνείδηση” (ώς άφηρημένη ιδεατή κατάσταση) βρίσκεται έκεΐ. Κι αύτό, διότι δέν μπορούμε νά εννοήσουμε κανέναν τύπο κοινωνικού είναι άνεξάρτητα άπό τις έννοιες πού τό συγκροτούν καί άπό τις προσδοκίες του, ούτε τό κοινωνικό είναι νά άναπαράγεται γιά μιά ήμέρα χωρίς σκέψη. Αύτό πού εννοούμε είναι πώς συμβαίνουν άλλαγές μέσα στό κοινωνικό είναι, οί όποιες προκα- λοΰν άλλαγές στήν έμπειρία·. κι αύτή ή έμπειρία είναι καθοριστική, μέ τήν έννοια ότι άσκεϊ πιέσεις στήν ύπάρχουσα κοινωνική συνείδηση, θέτει νέα έρωτήματα καί παρέχει μεγάλο μέρος τοϋ ύλικοϋ γύρω άπό τό όποιο στρέφονται οί περισσότερο

Page 34: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 33

ζεται σέ αύτήν τήν έμφαση, ή οποία, όπως προαναφέρθηκε, αναιρεί τήν αντιμετώπιση της ιδεολογίας άπό τή σκοπιά τοϋ άντικειμενι- σμοΰ: ή άνατροπή τών υφιστάμενων κοινωνικών σχέσεων (άρα καί τής "δευτερογενοΰς” ιδεολογίας) άπαιτεΐ έπαναστατική πράξη,28 όμως κάτι τέτοιο προϋποθέτει καί καθοδήγηση άπό κάποια μορφή έπαναστατικής συνείδησης, άπό κάποια συγκεκριμένη αντίληψη της πραγματικότητας, άπό κάποιες Ιδέες. Ή άντινομία είναι λοι­πόν σαφής: άπό τή μιά πλευρά ή αντίληψη της ιδεολογίας άπό τή σκοπιά τοΰ άντικειμενισμοϋ καί άπό τήν άλλη τό φάσμα τοΰ "τέ­λους της ιδεολογίας” μέ μέσα πού έμπλέκουν αναπόφευκτα ιδέες.29

Αυτή καθεαυτή ή ένασχόληση μέ τόν Μάρξ καί τό μαρξισμό δέν θά είχε έδώ τόση σημασία, άν δέν παρείχε τήν εύκαιρία, μέ τήν έπισήμανση πολλαπλών άντινομιών, νά διερευνήσουμε βαθύτερα ορισμένα άπό τά έννοιολογικά καί μεθοδολογικά προβλήματα πού άναφύονται κατά τήν άνάλυση της ιδεολογίας. Ή έκτόξευση χα­ρακτηρισμών όπως "ψευδής” , "υποκειμενική” , "έξωπραγματική” κ.ο.κ. είναι βεβαίως εύκολη όσο καί διαδεδομένη. Στήν πολιτική φιλολογία γίνεται φυσικά γιά λόγους πολεμικής, όμως στή μελέτη τών ιδεολογικών φαινομένων (πού συχνά συγχέεται μέ τήν πολιτι­κή αντιπαράθεση) παρόμοιοι χαρακτηρισμοί έχουν τήν έννοια της "κριτικής” ή "άναιρετικής” προσέγγισης. Είναι όμως άναγκαστι- κά Ιτσι; “Η μήπως οί χαρακτηρισμοί αύτοί, πέρα άπό τά σοβαρά έπιστημολογικά προβλήματα πού παρακάμπτουν, δέν άποτελοΰν συχνά τίποτε άλλο παρά εύκολους έξορκισμούς; Ποιά άναλυτική άξία έχει λ.χ. τό νά άποκαλέσουμε τίς δοξασίες κάποιου έθνικιστη "ψευδή συνείδηση” , όταν αύτός σκέφτεται καί ένεργεΐ βάσει αύτών άκριβώς τών δοξασιών; Στις περισσότερες περιπτώσεις, οΐ χαρα­κτηρισμοί αύτοί παραποιοΰν τήν Ιννοια της κριτικής προσέγγισης

επεξεργασμένες διανοητικές ασκήσεις». Ε. P. Thompson, The Poverty o f Theory..., ί.π ., 8. Πρβλ., τέλος, τις απόψεις τοΰ Ρόντνεΐ, 4πως παρατίθενται στό I. Waller- stein, «Walter Rodney: The Historian as Spokesman for Historical Forces», American Ethnologist 12, 2 (1986) 330-336.

28. Βλ. K. Marx & F. Engels, The German Ideology, Λονδίνο 1970, 58-59.29. Γιά τή συγκεκριμένη αντίφαση τοϋ Μαρξισμού, βλ. A. W. Couldner, The

Future o f Intellectuals..., ί.π·., 58, 75 καί A. W. Couldner, The Two Marxisms, δ.π., 32-44, 64-69.

Page 35: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

34 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

της ιδεολογίας, ιδιαιτέρως όταν κύριο μέλημα είναι ή άνακάλυψη τοϋ τρόπου μέ τόν όποιο γεννώνται καί λειτουργοΰν οί ιδέες πού κυριαρχοϋν στον τρόπο σκέπτεσθαι καί πράττειν τών κοινωνικών ύποκειμένων.

Πώς είναι έπομένως δυνατόν νά έξορκίσουμε ώς "ψευδείς” τις ίδιες τις άντιλήψεις τών κοινωνικών ύποκειμένων γιά τόν κόσμο, γιά τήν κοινωνία, γιά τόν δικό τους προσδιορισμό καί προορισμό, γιά τό δέον γενέσθαι, πού τά ίδια τά κοινωνικά ύποκείμενα πρε­σβεύουν καί έπιχειροϋν (μέ όποια συνέπεια) νά έφαρμόσουν; Πώς είναι δυνατόν νά άγνοήσουμε τούς τρόπους μέ τούς οποίους τό ύποκείμενο ορίζει τόν κοινωνικό του ρόλο, όταν είναι αύτοί άκρι- βώς οί ορισμοί πού έπηρεάζουν τή συμπεριφορά του, δηλαδή τούς τρόπους μέ τούς οποίους έκπληρώνει τό ρόλο του; Τί πρέπει νά θεωρηθεί "πραγματικό” καί τί "έξωπραγματικό” , αν άναλογιστοϋ- με ότι ό άνθρωπος, ώς χοινωνιχό ύποκείμενο, προσφεύγει συνεχώς στις παραστάσεις, τις άντιλήψεις καί τις άξιες πού εχει κατασκευά­σει ή κληρονομήσει, γιά νά έρμηνεύσει τήν κατάσταση πού τόν περιβάλλει, γιά νά διακριβώσει τις άπαιτησεις της, γιά νά καθορί­σει τις άποκρίσεις του σέ αύτές; Έάν κάποια ιδέα είναι στέρεα έμπεδωμένη στό νοϋ τοϋ κοινωνικοϋ ύπόκειμένου, οφείλει νά θεω­ρηθεί "πραγματική” καί "αντικειμενική” , άφοΰ έπηρεάζει τόν τρό­πο μέ τόν όποιο τό ύποκείμενο προσλαμβάνει τήν πραγματικότη­τα, συμπεριφέρεται μέσα σέ αύτήν καί, τελικά, τήν αλλάζει. Έφό- σον οί ιδέες έπενδύουν τήν πραγματικότητα μέ νόημα, τής προσδί­δουν καί ύπόσταση —τήν ύπόσταση πού εχει ή πού άποκτα γιά τά ίδια τά κοινωνικά ύποκείμενα— καί τό γεγονός αύτό δέν είναι δυνατόν νά έξορκιστεΐ μέ όποιαδήποτε σοφιστεία: οί "μύθοι” γιά τήν πραγματικότητα είναι κι αύτοί αύτοδικαίως τμήμα τής πρα­γματικότητας καί δέν μποροΰν νά άγνοοΰνται ή μέ όποιονδήποτε τρόπο νά έξορίζονται στό χώρο τοΰ έξωπραγματικοΰ ή τοΰ φαντα- στικοΰ.30 Πόσο μάλλον, όταν πρόκειται γιά φαινόμενα μέ συλλογι­κό χαρακτήρα, γιά ιδέες, παραστάσεις, έρμηνεϊες, αξίες καί όδηγί-

30. Πρβλ. τή γνωστή φράση τοΰ Τόμος: «Έ άν οι άνθρωποι όρίζουν καταστά­σεις ώς άληθινές, τότε είναι αληθινές ώς πρός τις συνέπειές τους». W. I. Thomas, The Child in America, Νέα Ύόρκη 1928, 572.

Page 36: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΓΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 35

ες πού τις συμμερίζονται κοινωνικές ομάδες ή ολόκληρες κοινωνίες: ή ίδια ή συλλογικότητά τους θά έπρεπε νά άποτελεΐ τό κύριο τεκμή­ριο της αντικειμενικής τους ύπόστασης.31

'Η άρχή αύτή ισχύει, πιστεύω, γιά όλα τά συστήματα ιδεών, άνεξάρτητα άπό τό περιεχόμενο ή τις συνέπειές τους. "Αν μιά ομάδα άνθρώπων πιστεύει σέ κάποια θρησκεία καί, έξαιτίας αύτής τής πίστης, εκκλησιάζεται καί νηστεύει, έπιτρέπει καί άπαγορεύει, έπιβραβεύει καί τιμωρεί, τότε ή ίδια ή θρησκεία τήν οποία άσπά- ζεται άποτελεΐ τμήμα τής πραγματικότητας μέσα στήν οποία εκτυλίσσεται ή συλλογική ζωή. Όσο "παράλογες” ή "ψευδείς” ή "έξωπραγματικές” κι αν φαίνονται στά δικά μας μάτια οί δοξασί­ες άλλων (διαφορετικών στό χώρο, τό χρόνο, τήν οργάνωση κ.λπ.) κοινωνικών μορφωμάτων, δέν είναι δυνατόν νά άγνοήσουμε ότι εί­ναι συνυφασμένες μέ τήν πραγματικότητα, ή όποία τά περιβάλλει καί διαμορφώνεται σύμφωνα άκριβώς μέ αύτές τις "παράλογες” , "ψευδείς” ή "εξωπραγματικές” ιδέες. ’Ανεξάρτητα άπό τήν έσω- τερική, φιλοσοφική ή όποιαν άλλη, "άλήθεια” τους, οΐ ιδέες ορίζουν καί δικαιώνουν τή συμπεριφορά τών κοινωνικών ύποκειμένων καί άρα άποτελοϋν μέρος τής πραγματικότητάς τους. Στήν κοινωνική θεωρία ή εμπράγματη, σέ τελική άνάλυση, ύπόσταση τής ιδέας δέν μπορεΐ νά τεθεί έν άμφιβόλω, έπειδή, αν μή τι άλλο, οΐ συνέπειές της είναι καθ’ όλα πραγματικές.32

Στόχος λοιπόν τής Ιστορικής Κοινωνιολογίας είναι ό Βιάλογος μέ τις ιδέες πού δημιούργησαν ή ένστερνίστηκαν όσοι βίωσαν συγ­κεκριμένες καταστάσεις σέ συγκεκριμένες κοινωνίες. Ή αίτούμενη άναλυτική διαδικασία δέν πρέπει φυσικά νά έκληφθεΐ ώς ισοδύναμη

31. Πρβλ. τήν έπισήμανση τοΰ Ντυρκέμ, σύμφωνα μέ τήν όποία ή συλλογικότη- τα τής νοητικής παράστασης προσφέρει «εγγυήσεις αντικειμενικότητας, έπειδή άκριβώς είναι συλλογική». Ε. Durkheim. The Elementary Forms..., δ.π., 437.

32. Πρβλ. τόν άχραϊο συλλογισμό ποϋ άποδεικνΰει άκριβώς αύτό τό σημείο: «Κάτω άπό φυσιολογικές συνθήκες, δέν Θά σέ σκότωνα. Θά σέ σκοτώσω, μόνο ΐν έχω λόγο νά τό κάνω. Θά εχω λόγο νά τό κάνω, μόνο iv αποκτήσω τήν πεποίθηση ότι προτίθεσαι νά μέ σκοτώσεις. Μπορεΐ πράγματι νά σχεδιάζεις τό θάνατό μου. Ή μπορεΐ άπλώς έγώ νά φαντάζομαι ότι τόν σχεδιάζεις. Ό πω ς καί νά έχει όμως, ή πεποίθηση μέ κάνει νά δράσω». L W. Doob, Patriotism and Nationalism, New Haven καί Λονδίνο 1964, 153.

Page 37: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

μέ τήν ικανότητα νά ταυτιζόμαστε "έμπαθώς” μέ όσα προσπαθού­με νά καταλάβουμε. Ά λλά καί δέν είναι δυνατόν νά έξορίζουμε μέ όποιονδήποτε τρόπο στή σφαίρα τών έπιφαινομένων τά νοητικά δημιουργήματα τοϋ παρελθόντος καί νά άρνούμαστε έτσι στήν πρά­ξη τό γεγονός ότι τό κοινωνικό υποκείμενο έρμηνεύει τήν κατά­σταση πού τό περιβάλλει καί ρυθμίζει τή συμπεριφορά του απέ­ναντι της μέ βάση ιδεολογήματα πού τό ίδιο παράγει ή κληρονομεί. Μόνον ετσι δέν άκυρώνεται ή πιθανότητα νά συλλάβουμε αύτό πού’ ό Ε. Π. Τόμπσον έχει χαρακτηρίσει ώς «τήν κρίσιμη αμφισημία της άνθρώπινης παρουσίας μας στήν ίδια μας τήν ιστορία, ώς έν μέρει ύποκειμένων καί έν μέρει αντικειμένων, ώς έκούσιων φορέων τών ίδιων τών άκούσιών προσδιορισμών μας».33

Οί παρατηρήσεις αύτές συμβάλλουν, νομίζω, στήν άποσαφήνι- ση ορισμένων άπό τά έννοιολογικά προβλήματα πού συνοδεύουν τόν όρο Ιδεολογία, άλλά καί σέ πρώτη χαρτογράφηση της μεθοδο­λογίας πού πρέπει, κατά τή γνώμη μου, νά υιοθετηθεί γιά τήν ίστορικο-κοινωνιολογική μελέτη τών ιδεολογικών φαινομένων. Καί στις δύο περιπτώσεις είναι χρήσιμη ή άναδρομή σέ βασικές δυσκο­λίες πού ή κοινωνική θεωρία συνάντησε κατά τήν άνάλυση τής ιδεολογίας. Μέ τή λογική αύτή, θά ήταν ίσως σκόπιμο νά στραφού­με στά ιδιότυπα έπιστημολογικά καί μεθοδολογικά προβλήματα πού έγείρονται άπό τήν άντιπαράθεση "ύποκειμενικής” ιδεολογίας καί "άντικειμενικής” πραγματικότητας — προβλήματα, πού άφο- ροϋν στά κριτήρια έκείνου πού ορίζει τήν "ορθή” (σέ διάσταση μέ τήν "ιδεολογικά παραμορφωμένη” ) άντίληψη τής πραγματικότη­τας. Χαρακτηρισμοί όπως "ψευδής” , "έξωπραγματικός” , "ύπο- κειμενικός” κ.λπ. προϋποθέτουν ότι αύτός πού τούς χρησιμοποιεί έχει άντίληψη περί τοΰ "άληθοϋς” , τοϋ "πραγματικοΰ” , τοΰ "άντι- κειμενικοΰ” κ.ο.κ. καί ότι είναι σέ θέση νά παράσχει άκαταμάχητα τεκμήρια γιά τήν ορθότητα τών δικών του άπόψεων καί προσεγγί­σεων. Μέ άλλα λόγια, ό τιμητής τής ιδεολογίας (μέ τίς άρνητικές συνδηλώσεις πού προαναφέρθηκαν) οφείλει, χάριν συνεπείας, νά προσφέρει πλήρη καί αιτιολογημένη (μέ τούς ίδιους όρους διά τών οποίων έπιτιμα) άπόδειξη ότι ύπάρχει έκεΐνο τό προνομιακό έπι-

33. Ε. P. Thompson, The Poverty o f Theory..., δ.π., 88.

Page 38: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΤΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ

στημολογικό πρίσμα πού έγγυαται τήν ορθότητα καί αντικειμενικό­τητα τών δικών του αντιλήψεων καί κρίσεων. Πόσο συχνά όμως παρέχεται τέτοια άπόδειξη; “Η, άκριβέστερα, κατά πόσο είναι δυνατόν νά γίνει αύτό;

"Ας δοϋμε τό ζήτημα πιο άναλυτικά. Είτε ή κρίση όποιουδήποτε άλλου συστήματος ιδεών πέρα άπό τό δικό μας γίνεται άπό τή σκοπιά τής βεβαιότητας πού ή πίστη σέ ύπερβατικά (ύπερ-ίστορι- κά καί ΰπερ-κοινωνικά) γνωσιολογικά κριτήρια ορθότητας παρέχει — όπότε δέν έχει νόημα νά έμμένουμε στήν ίστορικο-κοινωνιολογι- κή άνάλυση τών ιδεών. Είτε ή ίστορικο-κοινωνιολογική προσέγγι­ση θεωρείται οτι έχει νόημα — όπότε αύτόματα άποκλείεται, καί γιά τις δικές μας ιδέες, όποιοδήποτε υπερβατικό κριτήριο αλήθειας καί όποιαδήποτε προνομιακή έπιστημολογική θέση (έκτος άπό τό άκρως σχετικό καί άβέβαιο πλεονέκτημα τοϋ "τέλους” ). Στή δεύ­τερη περίπτωση, τά ΐδια "σχετικά” καί "ιστορικά” κριτήρια θά έπρεπε νά ισχύουν ή τουλάχιστον νά μήν άποκλείεται νά ισχύουν καί γιά τις ίδιες τις ιδέες μας (άναλύσεις καί κρίσεις) γιά άλλες ιδέες. *Αν όμως πρέπει νά τηρηθεί ή λογική συνέπεια, πώς είναι δυνατόν οί δικές μας ιδέες καί άντιλήψεις νά θεωροΰνται "αντικει­μενικές” , ένώ οί άλλες "ψευδείς” καί "υποκειμενικές” ;

Χαρακτηρισμοί όπως "ψευδής” , "υποκειμενικός” , "έξωπρα- γματικός” κ.λπ. προέρχονται συνήθως άπό έκεΐνες τις άναλυτικές προσεγγίσεις πού ομνύουν στό όνομα τής ιστορικής καί κοινωνικής σχετικοποίησης στή μελέτη τών ιδεών. Φαίνεται όμως ότι ή έξί- σωση τής ιδεολογίας μέ τό "παράλογο” , τό "ψευδές” ή τό "έξω- πραγματικό” ύποκρύπτει όχι μόνον άλαζονεία, άλλά καί σοβαρό­τατες άπό έπιστημολογική άποψη έλλείψεις: είναι άντιφατική καί άσυνεπής, καθότι άκυρώνει τή σκοπιμότητα τής ίστορικο-κοινωνι- ολογικής προσέγγισης μέ τό νά παραιτεΐται ούσιαστικά άπό τή μετα-θεωρητική άπαίτηση ότι δέν θά πρέπει νά άποκλείεται ή δυνατότητα νά μελετηθούν τά περατά όρια τών δικών μας ιδεών, ή ιστορικότητα τών διχών μας προσλήψεων τής πραγματικότητας καί τών διχών μας τρόπων άνάλυσης τών ιδεών τών άλλων.

Ό πω ς είναι γνωστό, στήν ιστορία τής κοινωνικής σκέψης ή σα­φής καί οξεία άντίθεση μεταξύ "ψευδούς συνείδησης” καί "άντι- κειμενικής γνώσης” ταυτίζεται, τις περισσότερες φορές, μέ τήν άντιδιαστολή ιδεολογίας καί επιστήμης. Δέν είναι βεβαίως αύτός ό

Page 39: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

χώρος γιά νά διερευνήσουμε τις θετικιστικές καταβολές καί τάσεις της κοινωνικής θεωρίας ούτε νά έμπλακοϋμε στήν άτέρμονα συζή­τηση περί τοϋ τί συνιστα επιστήμη. 'Ορισμένες όμως παρατηρή­σεις άναφορικά μέ τήν "επιστημονική” άνάλυση τής ιδεολογίας είναι, πιστεύω, αναγκαίες, γιά νά έμπεδωθεϊ πλήρως ό σχετικός χαρακτήρας της ίστορικο-κοινωνιολογικής προσέγγισης πού προ- τείνεται έδώ.34 Κανένας άπό όσους πρότειναν ή υιοθέτησαν αυστη­ρή διάκριση μεταξύ ιδεολογίας καί έπιστήμης δέν κατόρθωσε, κα­τά τή γνώμη μου, νά τήν ύπερασπιστεΐ πειστικά. Ό λόγος είναι, νομίζω, προφανής: ή προσπάθεια νά οριστεί ή ιδεολογία ώς "πα­ραμορφωμένη γνώση” καί νά έξηγηθεΐ ώς παράγωγο κοινωνικών σχέσεων καθιστα τήν παράλληλη θεώρηση της έπιστήμης ώς "άν- τικειμενικής γνώσης” άδύνατη, έπειδή τήν τοποθετεί, άναγκαστι- κά, εξω άπό ιστορικούς καί κοινωνικούς προσδιορισμούς.36

Αύτοΰ ακριβώς τοΰ τύπου οί έπιστημολογικές δυσκολίες έξη- γοΰν τήν εύχέρεια μέ τήν οποία προσάπτονται άρνητικοί ή μειωτι- κοί χαρακτηρισμοί σέ συστήματα ιδεών, τά όποια είναι άπομακρυ- σμένα στο χρόνο καί τών οποίων οί δοξασίες εύκολα "άποδεικνύον-

34. θ ά Ιπρεπε στό σημείο αύτό νά γίνει λόγος γιά τή διαμάχη γύρω άπό τό έπίθετο σχετικόςκαί τά παράγωγά του (σχετικισμός, σχετικοποίηση) — διαμάχη πού ξεκινά άπό τόν ιδρυτή τής Κοινωνιολογίας τής Γνώσης καί πρωτοπόρο στήν ίστορικο-κοινωνιολογική προσέγγιση τής ιδεολογίας. Σύμφωνα λοιπόν μέ τόν Μάν- χαϊμ, ό όρος σχετικισμός [relativism ] μπορεϊ νά όδηγήσει στή μηδενιστική άντίληψη ότι τίποτε δέν είναι δυνατόν νά καταστεί γνωστό. Γι’ αύτό ό Μάνχαϊμ προκρίνει τόν όρο σχεσιασμός [relationism] —άρα καί σχεσιαχός [relational]— γιά νά άποδώσει ακριβέστερα τό χαρακτήρα τής προσέγγισής του. Βλ. σχετ. Ν. S. Timasheff & G. A. Theodorson, 'Ιστορία Κοινωνιολογικών θεωριών, Άθηνα 1979, 520, καθώς καί τήν υποσημείωση τοϋ Δ. Γ. Τσαούση στήν ίδια σελίδα, γιά τήν άπόδοση τών όρων relative-relativism χαι relational-relationism στά έλληνικά.

35. Έ να άκραϊο (καί σχετικά πρόσφατο) παράδειγμα αύτής τής άδυναμίας παρέχεται άπό τήν αυστηρότητα μέ τήν οποία ό Άλτουσέρ επιχειρεί νά διακρίνει τήν ιδεολογία άπό τήν έπιστήμη. Τό άδιέξοδο στό όποιο περιέρχεται άποκαλύπτε- ται μέ τήν έννοια τής "έπιστημολογικής τομής” [coupure epistemologique], ή όποια συμβολίζει τή μετάβαση άπό τήν ιδεολογία στήν έπιστήμη. Ένώ όμως ή έννοια τής ιδεολογίας παραμένει ένσωματωμένη στήν κοινωνική ολότητα (άρα ορίζεται καίάναλύεται μέ ιστορικά καί κοινωνιολογικά κριτήρια), ή "έπιστημονική παραγωγή” ή "πράξη” θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα αποκλειστικά στό χώρο τής σκέψης. Βλ. L. Althusser, For Marx, Λονδίνο 1977, 32-39, 182-193.

Page 40: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 39

ται” παρωχημένες, ανυπόστατες, παράλογες, ψευδείς καί έξωπρα­γματικές. Όπου υπάρχει ή άσφάλεια τής χρονικής απόστασης, παρόμοιοι χαρακτηρισμοί ήχοϋν δικαιολογημένοι καί θεωρούνται απρόσβλητοι, άνατροφοδοτώντας έτσι τή βεβαιότητα τής αντικει­μενικότητας σέ οσους τούς έκφέρουν. Κάτι τέτοιο όμως δέν μειώνει καθόλου τήν αλαζονεία τής συγχρονικής οπτικής, πού θεωρεί πώς κατέχει άπολύτως προνομιακή θέση καί πώς έξαιρεΐται άπό τούς άναλυτικούς κώδικες πού ή ίδια θεσπίζει. Αύτή καί μόνον ή έλλειψη θά έπρεπε νά προβληματίσει: στήν οίονεί άπρόσβλητη "αντικειμε­νική έπιστήμη” θά ήταν έντελώς θεμιτό νά προσαφθεΐ ό μειωτικός χαρακτηρισμός τής ιδεολογίας ώς "μονομερούς” , "ύποκειμενικής” κ.ο.κ., άφοϋ ή έπιστήμη «θεωρούσε (καί θεωρεί) τόν έαυτό της αύτόνομο δχι μόνον άπό τό Θεό, άλλά, άκόμη πιο κατηγορηματι­κά, καί άπό τήν κοινωνία».36

Επιπλέον, δέν θά έπρεπε νά λησμονούμε πόσο συχνά συστήμα­τα ιδεών (πού άργότερα στιγματίστηκαν ώς "ιδεολογίες” ) προφα­σίστηκαν "έπιστημονική” ύπόσταση καί κύρος γιά τόν έαυτό τους37 καί, έπίσης, πόσο συχνά ή "ιδεολογική” σκέψη ένέπνευσε καί προ­ώθησε τήν παραγωγή "έπιστήμης” — καί δή "κοινωνικής έπιστή- μης” .38 Αύτό έχει ιδιαίτερη σημασία γιά τή μελέτη τοϋ έθνικισμοΰ, αν άναλογιστοΰμε τή στενή, άλλά συνήθως άδηλη συνάρτηση άνά- μεσα στις έθνικιστικές ιδέες καί τήν άνάπτυξη τής ιστορικής, τής αρχαιολογικής, τής άνθρωπολογικής καί τής κοινωνικής έρευνας. Μέ δεδομένες λοιπόν άφενός τήν άδιέξοδη θέση στήν όποία περιέρ­χεται όποιαδήποτε μορφή άντικειμενισμοΰ καί άφετέρου τή στενή διασύνδεση (ή, άντίστροφα, τήν έξαιρετικά χαλαρή διάκριση) άνά- μεσα στή "χθεσινή” ιδεολογία καί τή "σημερινή” έπιστήμη, πρέ­πει νά έκτιμήσουμε τή μεταθεωρητική χρησιμότητα τής μελέτης τών ιδεών άπό ίστορικο-κοινωνιολογική άποψη: καθιστώντας τήν

36. A. W. Gouldner, The Dialectic o f Ideology and Technology, Νέα Ύόρκη 1976, 8. Βλ. έπίσης: «Ή προθυμία μέ τήν όποία ή κοινωνική έπιστήμη κηρύσσει πώς ή ιδεολογία είναι non compos mentis φαίνεται νά δηλώνει πολύ βολική μονομέ­ρεια». Α ύ τ 4.

37. Γιά τις "έπιστημονικές” επιφάσεις τών ιδεολογιών, βλ. J. Larrain, The Concept o f Ideology, δ.π., 189.

38. Βλ., μεταξύ άλλων, Κ. Mannheim, Ideology and Utopia, δ.π., 168.

Page 41: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

40 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

ιδεολογία αντικείμενο μελέτης ΰπό αύτήν τήν έννοια, οί σημερινές κοινωνικές έπιστημες μελετούν καί τη δική τους ιστορία.

Είναι έπομένως αύτονόητο ότι οποιοσδήποτε αποπειράται νά άναλύσει ιστορικά καί κοινωνιολογικά τήν ιδεολογία έχει τό χρέος νά άφίσταται άπό άφοριστικές κρίσεις ώς πρός τήν "έσωτερική” (φιλοσοφική ή οπωσδήποτε οριζόμενη) άλήθεια τών ιδεών πού με­λετά. Ή στάση της 'Ιστορικής Κοινωνιολογίας δέν μπορεϊ παρά νά είναι στάση ά γ ν ω σ τ ιχ ισ τ ι χ ή — καί αύτό έπιβάλλεται, όχι άπό κάποιαν ήθική δεοντολογία περί άξιολογικής ούδετερότητας, άλλά άπό τήν άνάγκη νά έγγυηθεΐ τή συνέπεια πού ό ίδιος ό χαρακτήρας καί ή μεθοδολογία της άπαιτοϋν. Στόχος της ίστορικο-κοινωνιολο- γικής προσέγγισης είναι νά άνακαλύψει πώς οί ιδέες παράγονται καί διαρθρώνονται σέ συστήματα — άπό ποιά πάγια χαρακτηρι­στικά διέπονται καί ποιά περιθώρια έσωτερικών άλλαγών καί προσαρμογών διαθέτουν αυτά τά συστήματα, ποιές κοινωνικές άνάγκες υπηρετούν καί διαμορφώνουν, ποιοί καί πώς τά δημιουρ­γούν καί τά υιοθετούν, σέ ποιές συνθήκες καθίστανται άποτελε- σματικά καί χρησιμοποιούνται μέ έπιτυχία, γιά νά δικαιώσουν ή νά παρακινήσουν ή νά άποτρέψουν κ.λπ. Αύτή είναι ώς πρός τή μελέτη τών ιδεολογικών φαινομένων ή οφειλή τής 'Ιστορικής Κοινωνιολο- γίας, καθότι οί άναλυτικές της φροντίδες καί οί μεταθεωρητικές της άπαιτήσεις της άπαγορεύουν νά κρίνει ΰπό τή μορφή άξιολογι- κών χαρακτηρισμών τις άρχές καί τά προτάγματα τής ιδεολο­γίας.39

Θά μπορούσε βεβαίως νά προβληθεί ή επιφανειακή άντίρρηση ότι μέ τήν προτεινόμενη άπόσταση καταργεϊται ή κριτική στή μελέ­τη καί άνάλυση τών ιδεών. Κατά πρώτο λόγο, ή άπομυθοποίηση της όποιας ιδεολογίας είναι περισσότερο άποτελεσματική καί άν- θεκτική, όταν έδράζεται 6χι στήν άξιολογική άπόρριψη τοΰ περιε­χομένου της ιδεολογίας, άλλά στήν κατάδειξη της ίστορικότητάς του: στήν άνακάλυψη τών συνθηκών παραγωγής του, της λειτουρ-

39. Πρβλ. τούς τέσσερις άξονες πού προτείνονται άπό τή Σύγχρονη Κοινωνιο- λογία τής Γνώσης γιά τήν άνάλυση τών άντιλήψεων γενιχώς, στό: D. Bloor, Know­ledge and Social Imagery, Λονδίνο 1976, 4-5.

Page 42: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 41

γικότητάς του, τών χρονικών καί κοινωνικών ορίων του.40 Ή μέθο­δος αύτή είναι κατά πολύ δυσκολότερη άπό τήν άπλή καί άνέξοδη καταδίκη ή άποδοχή, ιδιαιτέρως όταν άντικείμενο τής άνάλυσης είναι, όχι κάποιο παρωχημένο ή νεκρό σύστημα ιδεών, άλλά ζώσες καί δρώσες ιδεολογίες. Κατά δεύτερο λόγο, δέν πιστεύω ότι ή μεταθεωρητική απαίτηση πού άνέφερα (ή όποία άφεαυτής άποτρέ- πει άπό εύκολες κρίσεις) ύπονομεύει τήν κριτική. Άντιθέτως, θεω­ρώ ότι τήν κατοχυρώνει μέ άποτελεσματικό καί συνεπή τρόπο. Δέν παραιτούμεθα άπό τό δικαίωμα τής κριτικής, όταν διασφαλίζουμε τή δυνατότητα νά ιδωθεί μέ τούς ίδιους ορούς καί ή δική μας σκοπιά.

Θά προχωρούσα μάλιστα άκόμη ένα βήμα. Ή μεθοδολογία πού προκρίνεται γιά τή μελέτη τής ιδεολογίας στηρίζεται στή συνείδη­ση ότι είναι άνάγκη νά θεραπευθοϋν οί μεταθεωρητικές ελλείψεις, οί όποιες χαρακτηρίζουν τά περισσότερα ιδεολογικά συστήματα, πού θεωρούν έαυτά άποκλειστικούς έκφραστές τής άπόλυτης άλή- θειας. Ό άντικειμενισμός, χαρακτηριστικό σύμπτωμα όλων τών ιδεολογιών («ειδοποιό έπικοινωνιακή παθολογία» τους, τόν ονομά­ζει ό Άλβιν Γκοϋλντνερ)*1 μπορεΐ νά προσβληθεί άποτελεσματικά μόνον μέ τήν κατάδειξη τών συνθηκών ύπό τις όποιες παράγονται οί ιδέες. Αύτοϋ τοϋ τύπου ή κριτική όμως άπαιτεΐ συγκεκριμένες πειθαρχίες καί δέν μπορεΐ νά άσκεϊται μέ μονομέρεια: ό γνωστικός ολοκληρωτισμός τών ιδεολογιών είναι άδύνατον νά άναιρεθεΐ μέ τήν πρόταξη ένός έξίσου άκαμπτου καί απόλυτου άντικειμενισμοϋ,

40. Πρβλ. τήν αρχή πού προκρίνει ό Μάνχαϊμ: «Ό ταν δέν θέτω καν τό έρώτημα (ή τουλάχιστον όταν δέν καθιστώ τό έρώτημα κέντρο τοΰ έπιχειρήματός μου) αν αύτό πού διατείνεται ή ιδέα είναι αληθές, άλλά τήν έξετάζω απλώς σέ σχέση μέ τήν ύπερ-θεωρητική λειτουργία πού έπιτελεΐ, τότε, καί μόνον τότε, επιτυγχάνω "απογύ­μνωση", πού στήν πραγματικότητα δέν ΐσοδυναμεΐ μέ θεωρητική διάψευση, άλλά μέ καταστροφή τής πρακτικής ισχύος αυτών τών ιδεών». Κ. Mannheim, «The Problem of a Sociology of Knowledge», στό: P. Kecskemeti (έκδ.), Essays on the Sociology o f Knowledge, Λονδίνο 1968, 140.

41. A. W. Gouldner, The Dialectic..., δ.π., 45. Γιά τό "σύνδρομο τοΰ άντικειμε- νισμοΰ” στή δυτική σκέψη, βλ. καί τις απόψεις τοΰ Κορνήλιου Καστοριάδη, στό: Ή φαντασιαχή θέσμιση τήζ κοινωνίας, 'Αθήνα 21985, κεφ. IV, ίδιαιτ. 249-250. Πρβλ. έπίσης J. Β. Thompson, Studies in the Theory o f Ideology, Cambridge 1984, 21-22.

Page 43: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

42 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

πού τό μοναδικό (καί έξαιρετικά άμφίβολο) προνόμιό του θά είναι ή επιστημονική επίφαση.42

Τέλος, ή κριτική προσέγγιση τής ιδεολογίας σύμφωνα μέ τις άρχές πού άναπτύσσονται έδώ είναι σκόπιμη καί γιά Ιναν άκόμη λόγο. Ή σχετική άνάλυση τών ιδεών σχετικοποιεΐ καί τήν έκάστο- τε ισχύ καί γοητεία τους: υποσκάπτοντας τή βεβαιότητα περί ορθό­τητας καί άλήθειας μέ τή μελέτη της ιστορικότητας τών ιδεών, θωρακίζουμε τήν άνοχή μας άπέναντι σέ διαφορετικά ή άνταγωνι- στικά πρός τά δικά μας συστήματα πρόσληψης καί έρμηνείας της πραγματικότητας43 — καί ή σοβαρότητα τών πραξιολογικών συ­νεπειών της προκρινόμενης μεθοδολογίας δέν θά επρεπε νά υποτι­μηθεί.

Σέ αύτό τό πλαίσιο μπορούμε νά αιτιολογήσουμε κάτι τό όποιο φαίνεται έκ πρώτης δψεως αύτονόητο: τόν ορισμό της ιδεολογίας ώς συνόλου ιδεών. Μία καί μοναδική ιδέα (αντίληψη, πεποίθηση, δοξασία) δέν είναι δυνατόν νά άποτελέσει άπό μόνη της ιδεολογία. Ή ίδια ή χρήση τοϋ δρου ιδεολογία παραπέμπει σέ κάποια «όριο- θετημένη κατάσταση»,44 στό γεγονός δηλαδή δτι ή ιδεολογία εχει έπιμέρους συστατικά στοιχεία, τά όποια συνέχονται μέ κάποιον τρόπο. Αύτός ό χαρακτήρας τοΰ συνδεδεμένου συνόλου βρίσκεται πίσω άπό τή "συστημική” άντίληψη της Ιννοιας: ή ιδεολογία άπο-

42. Γ ιά τούς σύγχρονους θεωρητικούς προβληματισμούς γύρω άπό τήν ίστορικο- χοινωνιχή "σχετικότητα” τών συστημάτων σχέψης (τής έπιστήμης συμπεριλαμβα- νομένης), στή βάση τών συμβασιακών επιστημολογικών απόψεων τοΰ Ν. R. Hanson, τοϋ Τ. S. Kuhn καί τοΰ P. Feyerabend, βλ. Β. Barnes, Scientific Knowledge and Sociological Theory, Λονδίνο 1974, ίδιαιτ. κεφ. 6 καί Β. Barnes & D. Bloor, «Relativ­ism, Rationalism, and the Sociology of Knowledge», στό: M. Hollis & S. Lukes (έκδ.), Rationality and Relativism, ’Οξφόρδη 1982. Γ ιά τήν έπισήμανση τής απουσίας τής ''ιστορικότητας” [ Ceschichtlichkeit ] στόν άντιχειμενισμό άπό τήν πλευρά μιας άλ­λης θεωρητικής παράδοσης, τής Ερμηνευτικής, βλ. H.-C. Gadamer, «The Problem of Historical Consciousness», στό: P. Rabinow & W. M. Sullivan (έκδ.), Interpetive Social Science: A Reader, Berkeley 1979.

43. Πρβλ.: « Ό σχετικισμός μπορεϊ νά καλλιεργήσει τήν επίγεια άνοχή έναντι διαφορετικών θεών xai νά άποτρέψει δαπανηρές θυσίες πρός χάριν τών δικών μας πεποιθήσεων, άφοΰ αύτές δέν θεωρούνται αδιαφιλονίκητες». A. W. Couldner, The Dialectic..., δ.η., 44.

44. C. Sartori, «Politics, Ideology, and Belief Systems», δ.π., 401.

Page 44: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣϊΤΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 43

τελεί σύνολο, τοϋ οποίου οί ιδιότητες υπερβαίνουν τό άπλό άθροι­σμα τών μερών του.

Τί είδους όμως είναι ή περί ής ό λόγος συνοχή; Έ χει ήδη άνα- φερθεΐ πώς ή ιδεολογία δέν μπορεϊ νά άναλυθεϊ μέ αυστηρά λογικά κριτήρια. ’Ιδιότητες όπως αυτές τής λογικής συνέπειας, τής λογι­κής συνάφειας ή τής λογικής έγκυρότητας σπανίως μόνον έχουν θέση στήν ιδεολογία: τά έπιμέρους στοιχεία της ένδέχεται νά συγ­κρούονται λογικά μεταξύ τους ή νά συνδέονται μέ χαλαρό, άκόμη καί άντιφατικό τρόπο. Άφοϋ λοιπόν ή δικαιοδοσία τής τυπικής λογικής είναι έκτος τόπου στήν άνάλυση τής ιδεολογίας, μποροΰμε νά διερευνήσουμε τόν τύπο τής έσωτερικής της συνοχής μόνον σέ σχέση μέ τίς "συνολικές” της ιδιότητες45 καί, έν τέλει, σέ σχέση μέ τόν ειδολογικό κοινωνικό χαρακτήρα της καί τίς κοινωνικές λει­τουργίες της.46

Κατά συνέπεια, ή άνάλυση τής ιδεολογίας δέν μπορεϊ παρά νά λάβει ύπόψη της, έξαρχής, τίς λειτουργίες πού έπιτελεΐ. Ποιές είναι αύτές οί λειτουργίες; Ή πρώτη θά μπορούσε νά ονομαστεί περιγραφικής εξηγητική. 'Η ιδεολογία παρέχει "γνώσεις” — πε­ριέχει άντιλήψεις καί δοξασίες πού περιγράφουν καί έξηγοϋν τόν κόσμο. Ή ιδεολογία χαρτογραφεί, ούτως ειπεΐν, τήν πραγματικό­τητα "ώς έχει” . Τό εύρος καί ή μορφή τών παρεχόμενων γνώσεων ποικίλλουν. 'Ορισμένες φορές ή ιδεολογία περιγράφει καί έξηγεϊ γενικά τόν κόσμο, φυσικό καί κοινωνικό, κι άλλοτε άναφέρεται μόνον στήν κοινωνική πραγματικότητα ή σέ μέρος αύτής. Σέ ό,τι άφορα πάλι στή μορφή, ή ιδεολογία μπορεϊ νά περιέχει μύθους, άξιώματα, άναλύσεις ή έπιχειρήματα πού συνδέονται μεταξύ τους μέ διαφορετικό κατά περίπτωση τρόπο. Οί διακρίσεις αύτές, άνα-

45. Ό πω ς σημειώνει ό Κονβέρς, τά συστατικά στοιχεία ένός συστήματος ιδεών «συνέχονται άπό κάποια μορφή καταναγκασμού ή λειτουργικής άλληλεξάρτησης». P. Ε. Converse, «The Nature of Belief Systems in Mass Publics», στό: D. E. Apter (έκδ.), Ideology and Discontent, Νέα Ύόρκη 1964, 207.

46. Πρβλ. τήν παρατήρηση τοΰ Σαρτόρι, σύμφωνα μέ τήν οποία «οί ιδεολογίες δέν είναι πλέον ιδέες, μέ την έννοια ότι τά ιδεολογικά δόγματα δέν έμπίπτουν πλέον στή δικαιοδοσία τής λογικής καί τής τεκμηρίωσης. Ό τα ν περνάμε στή μελέτη τών ιδεολογιών, άντιμετωπίζουμε "τή μετατροπή τών ιδεών σέ κοινωνικούς μοχλούς” ». G. Sartori, «Politics, Ideology, and Belief Systems», ό.π., 399.

Page 45: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

44 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

φορικά μέ τό εύρος καί τή μορφή, θά μας άπασχολήσουν άναλυτικά παρακάτω.

Ή δεύτερη λειτουργία τής ιδεολογίας θά μπορούσε νά ονομα­στεί 8εοντολογιχή ή παραγγελματική. 'Η περιγραφή καί έξήγηση τοϋ κόσμου συνοδεύεται πάντοτε άπό άξιολογική κρίση: οί "γνώ­σεις” τής ιδεολογίας είναι γνώσεις έπενδεδυμένες μέ άξιες καί κρί­σεις. Ή ιδεολογία δέν εικονογραφεί μόνον τό πώς "είναι” ό κό­σμος, άλλά καί τό πώς "πρέπει νά είναι” . ’Ανάμεσα στις δύο προσφερόμενες εικόνες μπορεΐ, θεωρητικά, νά ύπάρχει άντιστοιχία ή, συνηθέστερα, άσυμφωνία. Καί στις δύο όμως περιπτώσεις, ό συνδυασμός περιγραφής καί δεοντολογίας ένέχει καί τό στοιχείο τής πράξης —άναφέρεται δηλαδή σέ ρόλους, εύθύνες καί συμπερι­φορές. Όποιαδήποτε άναφορά στό "είναι” δέν μπορεΐ παρά νά συνοδεύεται καί άπό άναφορά στό "δέον γενέσθαι” . Ή δεοντολο­γική λοιπόν λειτουργία τής ιδεολογίας προϋποθέτει, λογικά, τό πραξιολογικό της πρόταγμα: μιλώντας γιά τό πώς "πρέπει νά είναι” ό κόσμος ή ιδεολογία μιλάει άναπόφευκτα καί γιά τό τί "πρέπει νά κάνουμε” .

Έξυπακούεται ότι, στήν υποθετική έκείνη περίπτωση πού υπάρχει άντιστοιχία άνάμεσα στήν "περιγραφή” καί στή "δεοντο­λογία” , τό πραξιολογικό πρόταγμα τής ιδεολογίας μπορεΐ νά συνί- σταται στήν άπλή άποδοχή τής κατάστασης ώς εχει — όμως, άκό- μη καί τότε, ή ιδεολογία προτείνει ένα συγκεκριμένο τρόπο συμπε­ριφοράς. *Αν πάλι, όπως συνήθως συμβαίνει, υπάρχει άσυμφωνία άνάμεσα στις δύο εικόνες, τότε ή ιδεολογία παρέχει οδηγίες γιά τό τί πρέπει νά γίνει, ούτως ώστε νά άλλάξει ή υφιστάμενη κατάστα­ση καί νά πλησιάσει πρός τή δέουσα κατάσταση. Καί στις δύο περιπτώσεις πάντως, ή ιδεολογία άπαιτεΐ τήν άποδοχή δχι μόνον τών ερμηνειών της, άλλά καί τών συγκεκριμένων στάσεων πού άπορρέουν άπό αύτές. 'Τπό αύτήν τήν έννοια, ή ιδεολογία, επειδή άκριβώς έκφέρει κρίσεις καί προτείνει δέοντα, επεμβαίνει στό κοι­νωνικό γίγνεσθαι, είναι δηλαδή έξ όρισμοΰ πολιτική, έφόσον παρα­κινεί σέ πράξη, ένθαρρύνει ή άποτρέπει συμπεριφορές.

Έ χει μεγάλη σημασία νά έκτιμηθεΐ τό άλληλένδετο τών δύο λειτουργιών: ή ιδεολογία —ή κάθε ιδεολογία— συνδυάζει περι­γραφές καί άναλύσεις μέ κρίσεις καί προτροπές.” Οί δύο αύτές

47. Βλ. D. Ε. Apter, «Introduction: Ideology and Discontent», στό: D. E. Apter

Page 46: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 45

κατηγορίες στοιχείων δέν έπηρεάζονται απλώς μεταξύ τους, άλλά συνυπάρχουν άδιάσπαστα. Οΰτε ή περιγραφική λειτουργία μπορεΐ νά υπάρξει χωρίς τή δεοντολογική οΰτε ή δεοντολογική εχει νόημα δίχως τήν περιγραφική. Ή ιδεολογία δέν περιγράφει τόν κόσμο άδιάφορα, δέν προσφέρει άπλώς έξηγήσεις, δέν άποτελεΐ γνωστική διαδικασία χωρίς πραξιολογική απόληξη/·* Άλλά καί δέν μπορεΐ νά έκφέρει κρίσεις καί νά προτείνει συμπεριφορές, χωρίς νά έχει παράσχει περιγραφές καί έξηγήσεις γιά τό πώς έχουν τά πράγμα­τα. Άντιθέτως, ή "δέουσα συμπεριφορά” έξαρταται άπό περι­γραφές καί έξηγήσεις, πού τήν αΐτιολογοΰν, τήν έκλογικεύουν καί τή δικαιώνουν.49 Τά ιδανικά, οί παρακινήσεις, οί προτροπές δέν μετεωρίζονται, άλλά έδράζονται πάντοτε σέ προηγούμενες ερμη­νείες — σέ γνώσεις, άξιώματα καί συμπεράσματα.

Ή άρρηκτη σχέση άνάμεσα στή διάγνωση καί τή συνταγή στό έσωτερικό τής ιδεολογίας περνάει πολλές φορές άπαρατήρητη. Τά αίτια είναι συνήθως δύο. Πρώτον, ή άξιολογική φόρτιση τής ιδεο­λογίας δέν είναι σέ όλες τις περιπτώσεις όρατή. Αύτό έχει συχνά νά κάνει μέ τήν έπίφαση τής άντικειμενικότητας πού χαρακτηρίζει πολλές ιδεολογίες — μέ τήν άποκλειστική δικαιοδοσία στήν άπό- λυτη άλήθεια, τήν οποία, όπως είδαμε παραπάνω, κατά κανόνα διεκδικοΰν. Ό δεύτερος λόγος σχετίζεται μέ τή μορφή πού συχνά προσλαμβάνουν τά συστατικά στοιχεία τής ιδεολογίας: ένώ ή ιδεο­λογία δέν μπορεΐ παρά νά είναι φανερά περιγραφική καί έξηγητική, πολλές φορές τά πρότυπα καί οί κανόνες πού περιέχει μπορεΐ νά μή δηλώνονται ρητώς, άλλά νά ύπονοοΰνται — νά συνάγονται δηλαδή φυσικά καί άβίαστα άπό τήν περιγραφή καί τήν άνάλυση. Σέ άνά- λογες περιπτώσεις, ή ιδεολογία μοιάζει «σάν ένα μύθο τοΰ Αίσώ-

(έκδ.), Ideology and Discontent, ό.π., 16-17 καί Μ. Seliger, Ideology and Politics, Λονδίνο 1976,119-120.

48. Ό πω ς σημειώνει χαρακτηριστικά ό Πλάμενατζ, «αν υπήρχε μονάχα ό μύθος καί ίχ ι τ4 δίδαγμα, δέ θά είχαμε ιδεολογία». J. Plamenatz, ’Ιδεολογία, ό.π., 90. Πρβλ. C. J. Friedrich, Man and His Government, Νέα Ύόρκη 1963, 89.

49. Αυτός είναι καί & λόγος πού απαγορεύει νά θεωρήσουμε ώς ιδεολογία όποι- αδήποτε μορφή πραχτικοϋ ρεαλισμού ή πραγματισμού- βλ. σχετ. C. Sartori, «Poli­tics, Ideology, and Belief Systems», δ.π., 400, 405.

Page 47: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

46 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

που ή τοϋ Λαφονταίν»,50 έφόσον ό "μύθος” είναι έκεϊνος πού εκφρά­ζεται μέ τά λόγια, ένώ τό "δίδαγμα” άφήνεται νά έννοηθεΐ.

Θά πρέπει έδώ νά έπισημανθεΐ πώς τό ενδεχόμενο νά λανθάνει τό δεοντολογικό στό γνωσιολογικό στοιχείο έπηρεάζει αρνητικά τή σαφήνεια τής ιδεολογίας, άλλά, άπό τήν άλλη πλευρά, της επιτρέ­πει μεγαλύτερα περιθώρια πρακτικής έλευθερίας, άφοϋ ή προσφερό- μενη περιγραφή δέν καταλήγει σέ πολύ συγκεκριμένη ή σέ άπαράλ- λακτη προτροπή. Τέλος, άς σημειωθεί ότι, όσο πειστικότερα κα­τασκευασμένοι είναι οΐ "μύθοι” τής ιδεολογίας καί όσο μεγαλύτε­ρη ή κοινωνική άποδοχή της, τόσο λιγότερο πρέπει νά άποκλείεται τό ένδεχόμενο αύτό.

Ή τελευταία έπισήμανση μας φέρνει στήν τρίτη σημαντική λει­τουργία τής ιδεολογίας, ή όποία θά μποροΰσε νά ονομαστεί συνε­κτικής παραμυθητική. Ή λειτουργία αύτή άπορρέει άπό τό συλ- λογικό-κοινωνικό χαρακτήρα πού έξαρχής άποδίδεται στήν έννοια τής ιδεολογίας, γίνεται όμως κατανοητή ΰπό τό πρίσμα τών άλλων δύο λειτουργιών. Προσφέροντας πέριγραφές γιά τήν ύπάρχουσα τάξη πραγμάτων καί εικόνες γιά τήν έπιθυμητή τάξη πραγμάτων, ή ιδεολογία παρέχει ορισμούς τών "θέσεων” (τών ρόλων, τών δι­καιωμάτων, τών εύθυνών, τών ύποχρεώσεων, τών πεπρωμένων) τών κοινωνικών υποκειμένων στά όποια άπευθύνεται. Μέ τόν τρό­πο αύτόν, ή ιδεολογία συνέχει τά κοινωνικά ύποκείμενα τοποθε­τώντας τα στον κόσμο, ώς έχει καί όπως οφείλει νά έχει. Μέ τό νά έξηγεϊ καί νά προτρέπει, ή ιδεολογία παρέχει τή δυνατότητα καί τά κριτήρια τής συνειδητής κοινωνικής συμμετοχής. Κι αύτό, διότι καθιστά τό ύποκείμενο κοινωνό σέ μιά σαφώς διατεταγμένη πρα­γματικότητα πού περιγράφει καί σέ μιά έξίσου διατεταγμένη (αν καί όχι πάντοτε ρητώς οριζόμενη) τάξη πραγμάτων πού προδια­γράφει. Αύτό είναι, νομίζω, τό νόημα τό όποιο έχει ό κοινωνικός χαρακτήρας πού άποδίδεται στήν ιδεολογία καί πού, μέ δεδομένη τήν έξηγητική καί τήν παραγγελματική λειτουργία της, παραπέμ­πει στή σύνδεση τής έννοιας τής ιδεολογίας μέ τίς έννοιες τοΰ συμφέροντος καί της έξουσίας. Ή ιδεολογία άποτελεΐ παράγοντα κοινωνικής συνοχής, έπειδή παρέχει νόημα στή ζωή τοΰ άνθρώπου

50. J. Plamenatz, 'Ιδεολογία, ό.π., 90.

Page 48: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 47

ώς κοινωνικού ύποκειμένου, εξηγώντας ποϋ άνήκει, μέ ποιους είναι ή οφείλει νά είναι άλληλέγγυος, ποιος είναι ό ρόλος του ή ό προορι­σμός του καί πώς ορίζονται τά περιθώρια καί οΐ υποχρεώσεις τής κοινωνικής του πράξης.

Είναι βεβαίως αύτονόητο πώς, μέ δεδομένη τή δεοντολογική λειτουργία, δέν πρέπει νά άποδοθοϋν μόνον παραμυθητικές ιδιότη­τες στήν αίσθηση τοϋ άνήκειν πού προσφέρεται άπό τήν ιδεολογία: ή ιδεολογία μπορεΐ νά παf έχει στό κοινωνικό υποκείμενο προσδιο­ρισμό, δικαίωση καί άσφάλεια, άλλά, συγχρόνως, άπαιτεΐ αύτοκρι- τική, ενεργοποίηση καί συμμετοχή.51 Τό ποιά μορφή προσλαμβά­νουν αύτά τά στοιχεία είναι κάτι πού δέν ορίζεται προκαταβολικά ή γενικά, άλλά πρέπει νά εξετάζεται στήν κάθε περίπτωση ξεχω­ριστά. Έ τσι, γιά παράδειγμα, ή "ένταση” μέ τήν όποία τά κοινω­νικά ύποκείμενα άσπάζονται τις άρχές καί άνταποκρίνονται στά κελεύσματα μιας ιδεολογίας μπορεΐ νά εξεταστεί μόνον στό πλαί­σιο τής μελέτης αύτής τής ιδεολογίας καί μάλιστα σέ συνάρτηση μέ τή συγκεκριμένη φάση τής άνάπτυξής της σέ συγκεκριμένες ιστορικές καί κοινωνικές συνθήκες. ’Ανάλογες έπιφυλάξεις ισχύουν καί δταν έξετάζουμε τήν "έκταση” τής απήχησης πού έχει μιά ιδεολογία, κατά πόσο δηλαδή άφορα σέ μία μόνον (μικρή ή μεγά­λη) ομοιογενή κοινωνική ομάδα ή, άντιθέτως, κατά πόσον κατορ­θώνει νά άποκτήσει τις διαστάσεις συνολικής ιδεολογίας52 χαρα­κτηρίζοντας ολόκληρη κοινωνία ή περίοδο.

Κατά ταϋτα μπορούμε μέ ενα χρηστικό ορισμό νά ορίσουμε γενικά τήν ιδεολογία ώς σύστημα ιδεών πού προσφέρει στό κοινω­νικό ύποκείμενο άφενός έρμηνεΐες γιά τόν έαυτό του καί τήν πρα­γματικότητα πού τό περιβάλλει καί άφετέρου κατευθύνσεις γιά τή δέουσα συμπεριφορά καί κοινωνική του πράξη μέσα σέ αύτήν τήν πραγματικότητα.53 Ό πω ς φαίνεται, ό ορισμός είναι πράγματι γε­

51. Βλ. Μ. Matossian, «Ideologies of Delayed Industrialization: Some Tensions and Ambiguities», Economic Development and Cultural Change 6, 3 (1957/8) 218, 227.

52. Ό όρος Weltanschauung αποδίδεται στα έλληνικά άλλοτε ώς χοσμοαντίλη- φη, κοσμοεικάνα ή χοσμοθεώρηση κι άλλοτε ώς συνολική ή καθολική ιδεολογία.

53. Βλ. έπίσης τούς συγγενείς ορισμούς τής ιδεολογίας άπό τόν Χάλπερν και τή

Page 49: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

48 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

νικός, άφοϋ δέν περικλείει οΰτε κάτι σχετικό μέ τό περιεχόμενο τών ιδεών πού συγκροτούν τήν ιδεολογία, οΰτε κάποιο κριτήριο γιά τό χαρακτήρα τής ιδεολογίας άνάλογα μέ τόν ιστορικό καί κοινωνικό της προσδιορισμό. Οί δύο αύτές ελλείψεις συνθέτουν καί τά έπόμε- να έρωτήματα. Βασικά κριτήρια γιά τήν άποσαφήνισή τους είναι, νομίζω, τό είδος τών δοξασιών πού στηρίζουν τήν περιγραφική λειτουργία, ό τύπος τών παραγγελμάτων πού άπορρέουν άπό τή δεοντολογική λειτουργία, καθώς καί ό συγκεκριμένος τρόπος μέ τόν όποιο έρμηνεΐες καί κελεύσματα διαρθρώνονται σέ ένιαΐο σύνολο.

Σέ β,τι άφορα στήν περιγραφική λειτουργία, εχει σημασία έάν οί έρμηνεΐες τής ιδεολογίας γιά τήν κοινωνική πραγματικότητα παραπέμπουν σέ σημεία αναφοράς έξωτερικά ή έσωτερικά σέ σχέ­ση μέ αύτήν τήν πραγματικότητα — έάν, μέ άλλα λόγια, ό κόσμος έξηγεΐται μέ τήν έπίκληση έξωκοσμικών καί μεταφυσικών παρα­γόντων ή, άντιθέτως, μέ τήν προσαγωγή έγκοσμίων αιτίων. Ή σπουδαιότητα αύτής τής διάκρισης γιά τή μελέτη τής ιδεολογίας άπό ίστορικο-κοινωνιολογική άποψη είναι, πιστεύω, τεράστια. Σέ άντίθεση πρός τις μεταφυσικές, οί έγκόσμιες έρμηνεΐες δέν άν- τλοϋνται άπό κριτήρια έκτός τοϋ κοινωνικοΰ ύποκειμένου (τών άν- τιλήψεων, τών ένεργειών, τοΰ έλέγχου του). Ή ιδεολογία σέ αύτήν τήν περίπτωση έξηγεΐ τήν κοινωνία διαμέσου τής κοινωνίας καί δχι μέ άναφορές στή βούληση ή τήν έπέμβαση δυνάμεων ξένων πρός τήν κοινωνία. Ό μεταφυσικός ή έγκόσμιος τρόπος περιγραφής καί έξήγησης εχει νά κάνει καί μέ τήν έσωτερική διάρθρωση καί μέ τή νομιμοποίηση της ιδεολογίας. Στήν πρώτη περίπτωση, οί έρμηνεϊ- ες της πραγματικότητας συνδέονται μέ σφαίρες ξένες πρός αύτήν

Ματόσιαν. Ό πρώτος όρίζει τήν Ιδεολογία ώς «σαφές σύστημα τών μέσων καί σκοπών τής κοινωνίας, τό όποιο λειτουργεί ώς πλαίσιο ανάλυσης, έμπνευση γιά δράση καί μέτρο έπιτευγμάτων»: Μ. Halpern, «Toward Further Modernization of the Study of New Nations», World P oliticsW ll, 1 (1964) 166-167. Ή Ματόσιαν πάλι όρίζει τήν ιδεολογία ώς «μοντέλο ιδεών, τό όποιο προσφέρει στούς όπαδούς του ταυτοχρόνως: (1) αύτοπροσδιορισμό, (2) περιγραφή τής τρέχουσας κατάστασης, τής ιστορίας της καί ίσων πρόκειται νά ακολουθήσουν, καί (3) διάφορα προστά­γματα, τά όποια "συμπεραίνονται” άπό τά προηγούμενα»: Μ. Matossian, «Ideologi­es of Delayed...», ό.π., 218.

Page 50: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 49

καί άναφέρονται σέ ένέργειες δυνάμεων πού δέν έλέγχονται άπό τό κοινωνικό ύποκείμενο. Στή δεύτερη όμως περίπτωση, οΐ έρμηνεΐες τής πραγματικότητας, όσο έκλεκτικές ή άντιφατικές κι αν είναι, άναζητοϋνται στήν ίδια, μέ τρόπο πού νά μήν άπαιτεΐ τή δικαίωση ή τήν καταξίωσή τους άπό ύπερκόσμιες άρχές: άντιθέτως, ή ιδεο­λογία αιτιολογεί τίς εικόνες πού παρέχει γιά τήν πραγματικότητα παραπέμποντας στή συγκρότηση αύτοϋ τοϋ ίδιου τοΰ άντικειμέ- νου της.

Είναι προφανές πώς ή διάκριση άνάμεσα σέ μεταφυσικές καί έγκόσμιες περιγραφές άνακαλεΐ τή διάσταση μεταξύ θρησκευτικών καί μή συστημάτων σκέψης — διάσταση, ή οποία άποκτα ιστορική ύπόσταση καί μπορεϊ νά γίνει άντιληπτή ύπό τό πρίσμα τής όλης διαδικασίας έκκοσμίκευσης πού χαρακτηρίζει τή μετάβαση άπό τήν παραδοσιακή στή σύγχρονη κοινωνία. Στά έπόμενα κεφάλαια ύπάρχουν άναφορές στις πτυχές τής πολύπλοκης αύτής διαδικασί­ας. Στό σημείο αύτό, όπου έξετάζεται ή άναλυτική διάκριση μετα­ξύ μεταφυσικών καί έγκόσμιων έξηγήσεων, θέλω νά ύπενθυμίσω ότι ή διαδικασία τής έκκοσμίκευσης ταυτίζεται grosso modo μέ τήν ύποχώρηση της άπόλυτης ισχύος τών θρησκευτικών άντιλήψεων καί τήν έκτόπισή τους άπό νέους τρόπους πρόσληψης καί κατανόη­σης τοΰ κόσμου.

Ή σημαντικότατη” αύτή άλλαγή στή σύσταση τών ιδεολογι­κών συστημάτων συχνά έρμηνεύεται μέ τρόπο πού καταλήγει σέ "συσταλτικό” ορισμό τής ιδεολογίας. ’Αρκετοί μελετητές, γιά νά ύπογραμμίσουν τήν τεράστια άπόσταση πού χωρίζει τίς μεταφυσι­κές άπό τίς έγκόσμιες έρμηνεΐες, περιορίζουν τό εύρος της έννοιας μόνον στά σύγχρονα, "κοσμικά” συστήματα ιδεών.55 Είμαι όμως

54. «Ή θρησκεία, άπό έκεΐ ποϋ ήταν κάτι σάν τόν ούρανό, άπό τόν όποιο κανείς δέν μπορεϊ νά ξεφύγει καί ό όποιος περιέχει όλα όσα βρίσκονται πάνω άπό τή γη, Ιγινε κάτι σάν μάζα άπό σύννεφα, ένα μεγάλο, άλλά περιορισμένο καί μεταβαλλό­μενο στοιχείο τοϋ άνθρώπινου στερεώματος. Ά πό δλες τίς ιδεολογικές άλλαγές, αύτή ήταν ή πιό βαθιά καί πρωτοφανής». Ε. J. Hobsbawm, The Age o f Revolution, Λονδίνο 31977, 267. Βλ. έπίσης, R. Bendix, «Tradition and Modernity Reconside­red», Comparative Studies in Society and History IX, 3 (1967) 294.

55. Βλ. λ.χ. J. Habermas, «Technology and Science as Ideology», στό: Towards a Rational Society, Λονδίνο 1971,99' C. Lefort, «Outline of the Genesis of Ideology in

Page 51: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

50 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

τής γνώμης πώς κάτι τέτοιο δέν είναι άναγκαΐο καί πώς τά παρα­δοσιακά συστήματα ιδεών, δπως ή θρησκεία, μποροΰν νά χαρακτη­ρίζονται ιδεολογίες, έφόσον ικανοποιούν τό γενικό ορισμό, καί μά­λιστα ώς πρός τις προβλεπόμενες λειτουργίες.56 Ή απόρριψη τοϋ συσταλτικοΰ όρισμοΰ δέν σημαίνει βεβαίως τήν καθ’ οίονδήποτε τρόπο ύποβάθμιση τής σημασίας πού πρέπει νά άποδοθεϊ στή διά­κριση άνάμεσα σέ "μεταφυσικές” καί "έγκόσμιες” ιδεολογικές έρ­μηνεΐες. Άντιθέτως μάλιστα, πιστεύω ότι τό αίτημα τής έννοιο- λογικής εύκρίνειας ικανοποιείται άποτελεσματικότερα, δταν ή άν- τίθεση έντοπίζεται καί διερευναται στό έσωτεριχο τής έννοιας τής ιδεολογίας, δηλώνεται δέ κατά περίπτωση μέ τό σαφή προσδιορι­σμό της ιδεολογίας ώς "παραδοσιακής” ή "σύγχρονης” .

“Ας έπιστρέψουμε λοιπόν στις διαφορές παραδοσιακής καί σύγ­χρονης ιδεολογίας. Ό πω ς άναφέρθηκε ήδη, ή διαδικασία τής έκκο- σμίκευσης εχει σημασία στή μελέτη της ιδεολογίας, έπειδή οί έρ­μηνεΐες τοΰ κόσμου παύουν νά είναι μεταφυσικές. Ποιές είναι οί συνέπειες αύτής τής μεταστροφής; Ή διαδικασία τής έκκοσμίκευ- σης άπομυθοποιεΐ τή νομιμότητα τών υπερβατικών δοξασιών καί διευκολύνει τήν άμφισβήτηση τής ορθότητας έκείνων τών άντιλή- ψεων γιά τήν κοινωνική πραγματικότητα πού άπορρέουν άπό "πα­ραδοσιακές” έστίες πνευματικής εξουσίας καί κύρους, δπως ή έκ- κλησία. Ή σύγχρονη ιδεολογία δέν δικαιώνει τις έρμηνεΐες πού προσφέρει οΰτε μέ τή συνδρομή κάποιας έκ τών προτέρων καθαγι­ασμένης καί άδιαμφισβήτητης άρχής, οΰτε μέ τήν παραπομπή σέ παράγοντες ξένους πρός τό άντικείμενο αύτών τών έρμηνειών, τήν ίδια δηλαδή τήν κοινωνική πραγματικότητα. Άντιθέτως, οί περι­γραφές της βασίζονται σέ διαπιστώσεις, έπισημάνσεις καί αιτιο­λογήσεις πού προέρχονται άπό τό ίδιο τό ΰπό έξήγηση αντικείμενο, "άποδεικνύονται” δηλαδή άπό παράγοντες καί αίτια πού ή ίδια ή ιδεολογία άνακαλύπτει μέσα στήν κοινωνία. Ή έπίκληση έπομέ- νως τής έξωκοινωνικής αύθεντίας (δποια μορφή κι αν έχει) άντικα-

Modern Societies», στό: Political Forms o f Modern Society, Cambridge 1986,201- A. W. Couldner, The Dialectic..., ό.π., 30 χαί A. D. Smith, Theories o f Nationalism, Λονδίνο 21983, 55.

56. Πρβλ. A. Giddens, Central Problems in Social Theory, ό.π., 187.

Page 52: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 51

θίσταται άπό τήν ανάγκη νά προσαχθοϋν έμπειρικά άποδεικτικά στοιχεία καί άπό καθόλα "κοσμικές” έπιχειρηματολογίες.

Αύτό δηλώνει καί τόν έγγενή "ορθολογισμό” τής σύγχρονης ιδεολογίας σέ σχέση μέ τά παραδοσιακά ή μεταφυσικά συστήματα ιδεών. Οΐ ορθολογικές ιδιότητες τής σύγχρονης ιδεολογίας δέν έχουν νά κάνουν βεβαίως μέ τόν ούσιαστικό ορθολογισμό τών όσων ύποστηρίζει, άλλά μέ τόν τρόπο διά τοϋ οποίου έπιχειρεΐ νά νομι­μοποιήσει τήν ορθότητα τών ισχυρισμών της. Πρόκειται λοιπόν γιά "έπιχειρησιακό” ή "έργαλειακό” ορθολογισμό, ό όποιος δέν άναφέρεται στό ίδιο τό περιεχόμενο τών ιδεών πού εγκλείει, άλλά στή λογική έπίφαση πού διέπει τή διάρθρωση καί τήν παρουσία τους, δηλαδή στήν άνάγκη οί ιδέες νά θεμελιώνονται μέ άποδείξεις καί επιχειρήματα έμπειρικοΰ, εγκόσμιου, μή μεταφυσικοΰ τύπου. Ή λογικότητα τής σύγχρονης ιδεολογίας έγκειται όχι στήν εσωτε­ρική αλήθεια της, άλλά στήν έσωτερική ύποστήριξη καί δικαίωση τών περιγραφών της. Αύτή ή λογικότητα άποτελεΐ τή "μήτρα” στήν όποία ή ιδεολογία διαμορφώνει τούς ισχυρισμούς της, τό "συν­τακτικό” τό όποιο υιοθετεί καί πρός τό όποιο συμμορφώνεται γιά νά διατυπώσει τις ερμηνείες της.57

'Η σπουδαιότητα τής άλλαγής δέν πρέπει νά ύποτιμηθεΐ. Ή κατάλυση τής αύθεντίας καί ή συνακόλουθη άποδυνάμωση τής ισχύ­ος τοΰ θέσφατου συνεπάγονται όχι μόνον ότι οί μεταφυσικές δυνά­μεις έξορίζονται οριστικά άπό τήν έξήγηση τής κοινωνικής πρα­γματικότητας, άλλά καί ότι οί ισχυρισμοί τής ιδεολογίας είναι πλέον άδύνατον νά δικαιωθούν ή νά νομιμοποιηθοΰν μέ προσφυγές στό κύρος ή τήν εξουσία έκείνου πού τούς έκφέρει. Στό πλαίσιο τής σύγχρονης ιδεολογίας έλάχιστη σημασία έχει ποιός είπε κάτι — έκεΐνο πού μετράει είναι τ ί έλέχθη καί πώς στηρίζεται καί έλέγχε- ται καθεαυτό. Αύτό σημαίνει πώς σέ άντίθεση μέ τά παραδοσιακά συστήματα ιδεών ή σύγχρονη ιδεολογία, όσο άκαμπτο ή άνορθολο- γικό κι αν είναι τό περιεχόμενο τών δοξασιών της, είναι καταρχήν "μή δογματική” , σέ ο,τι τουλάχιστον άφορα στήν έσωτερική διάρ­

57. Πρβλ. Η. Arendt. «Ideology and Terror: A Novel Form of Government», The Review o f Politics (1953), 303-308· G. Sartor i, uPolitics. Ideology, and Belief Sy­stems», δ.π., 405 καί A. W. Gouldner, «The Future of Intellectuals...», δ.π., 1.

Page 53: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

52 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

θρωση τών ισχυρισμών της καί τούς κανόνες πού ακολουθεί. Ή σύγχρονη ιδεολογία δέν Ιχει τή δυνατότητα νά έπιβληθεΐ ή νά άμυνθεϊ έμπνέόντας μεταφυσικό δέος, καταφεύγοντας σέ άποκα- λυπτικές άλήθειες, έπικαλούμενη τήν παρουσία καί τήν έπέμβαση τοϋ θείου στά άνθρώπινα πράγματα ή καλυπτόμενη πίσω άπό τό προπέτασμα όποιασδήποτε αύθεντίας. Μπορεϊ νά ύπάρξει μόνον αν άναπαράγει διαρκώς τούς όρους στούς όποιους βασίζονται οί έρμηνεΐες πού προσφέρει, μέ τή συνεχή βελτίωση τών έμπειρικών της τεκμηρίων καί τή συνεχή έπεξεργασία τών άποδεικτικών της έπιχειρημάτων.

Τοΰτο καθιστα τή σύγχρονη ιδεολογία έγγενώς δυναμική, άφοΰ έπιδέχεται καί προσκαλεΐ, άπό τήν ίδια τήν οργάνωσή της, τόν έλεγχο καί τήν κριτική. Τά παραδοσιακά συστήματα ιδεών, όπως ή θρησκεία, δέν έχουν τέτοιες ιδιότητες, καθότι οί δοξασίες τους είναι έξ όρισμοΰ σταθερές καί άμετάβλητες: ή άπόρριψη ή ή όποια- δήποτε προσπάθεια τροποποίησης τών παραδοσιακών αυτών συ­στημάτων συνιστα ύβρη ή αίρεση. Ή νομιμοποίησή τους δέν έπιδέ- χεται κανενός είδους άμφισβήτηση ή μετατροπή, έφόσον δέν είναι δυνατόν νά έλεγχθοϋν ή νά διαψευσθοϋν — είτε είναι έξαρχής καί συνολικώς άποδεκτά είτε όχι. Στή σύγχρονη ιδεολογία, τό άπρόσ- βλητο αύτό καταλύεται όριστικώς καί οί ιδέες (οί όποιες ιδέες) είναι καταρχήν άναιρέσιμες, έφόσον κρίνονται μέ βάση τό ίδιο τό άντικείμενό τους, μέ κριτήρια μή ύπερβατικά, εγκόσμια, έμπειρικά.

Ή νομιμοποίηση λοιπόν τής σύγχρονης ιδεολογίας παραμένει συνεχώς άνοικτή σέ όλες τίς δυνατότητες: στή συνολική έπιβεβαί- ωση, στή μερική άποδοχή, στήν τροποποίηση, στις οσμώσεις μέ άλλες ιδεολογίες, άκόμη καί στήν άναίρεση. Αύτό είναι τό νόημα τής άπαγκίστρωσης άπό τή βούληση μεταφυσικών δυνάμεων καί τήν έπέμβαση έξωκοινωνικών παραγόντων, αύτήν τή σημασία έχει ή απελευθέρωση άπό τήν άνάγκη προσεπικύρωσης άπό μή έλεγχό- μενες αύθεντίες.58 Ή σύγχρονη ιδεολογία βρίσκεται ύπό συνεχή αίρεση, έπιδέχεται άδιάλειπτη καί προφανή έπεξεργασία, διότι

58. Ό πω ς σημειώνει 4 Γκολντμάν, «άπλ τή στιγμή πού ή δυνατότητα τής ύπερφυσικής επέμβασης καταστράφηκε, τά πάντα κατέστησαν φυσικά καί έφικτά». L. Goldmann, The Hidden Cod, Λονδίνο 1964, 26.

Page 54: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ Σ1ΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ

έλέγχεται άπό τά ίδια τά εγκόσμια κριτήρια πού εχει υιοθετήσει, άπό τά τεκμήρια πού προσάγει καί τήν επιχειρηματολογία πού καταθέτει — καί τά κριτήρια αύτά δέν είναι οΰτε περατά οΰτε προκαθορισμένα. Ή νομιμοποίησή της βασίζεται στή δυνατότητά της νά πείθει άνά πασα στιγμή γιά τήν ορθότητα όσων ύποστηρίζει καί, κατ’ έπέκταση, ή βιωσιμότητά της έξαρταται άπό τήν ικανό­τητά της νά αιτιολογεί λογικά τούς ισχυρισμούς της, νά άντικρούει πειστικά τήν κριτική καί τήν άμφισβήτηση, νά άνανεώνει άδιάλει- πτα τήν εμπιστοσύνη στούς κώδικές της.

Ό έγγενής δυναμισμός τής σύγχρονης ιδεολογίας παραπέμπει στό δημόσιο χαρακτήρα της, πού άποτελεΐ πρόσθετο στοιχείο δια­φοροποίησης άπό παραδοσιακά ιδεολογικά συστήματα. Ή σύγ­χρονη ιδεολογία δέν άπευθύνεται σέ κλειστό ή προκαθορισμένο άκροατήριο, σέ κάποιον έκ τών προτέρων οριζόμενο προνομιακό δέκτη τών μηνυμάτων της, άλλά σέ όλους οσοι είναι διατεθειμένοι νά άκούσουν καί νά πεισθοϋν. Προσφέροντας έγκόσμιες έρμηνεΐες καί προσιτά στή λογική έπιχειρήματα, ή σύγχρονη ιδεολογία είναι ανοικτή καί ώς πρός τις πιθανές μορφές τής πρόσληψής της. Αύτό σημαίνει οτι τό περιεχόμενό της τελεί μονίμως ύπό αίρεση καί οί ισχυρισμοί της ύπόκεινται σέ διαρκή έλεγχο καί άνασκευή. Βεβαί­ως κάτι τέτοιο θά ήταν άδιανόητο σέ όποια κοινωνία δέν διασφάλι­ζε τις άπαραίτητες συνθήκες έλεύθερου διαλόγου — κάτι πού έπι- τυγχάνεται στή σύγχρονη κοινωνία χάρη στή διαδικασία έκκοσμί- κευσης, ή οποία έπιτρέπει τή δημιουργία δημόσιας σφαίρας, όπου τίθενται καί συζητοϋνται δίχως καταρχήν περιορισμούς ζητήματα πού άφοροϋν στήν ίδια τήν κοινωνία.59

Ή άποδοχή λοιπόν τών δοξασιών τής σύγχρονης ιδεολογίας δέν είναι έκ τών προτέρων περιορισμένη: ή άπήχησή της είναι άνοικτή καί όφείλεται κυρίως στή δυνατότητά της νά πείθει τούς οπαδούς της καί νά άνανεώνει τήν έμπιστοσύνη τους. Ή διαφορά μέ παρα­δοσιακά συστήματα σκέψης είναι, καί ώς πρός αύτό τό σημείο, μεγάλη, έφόσον έδώ δέν ύπάρχουν οΰτε άπόκρυφα δόγματα οΰτε προνομιούχοι κοινωνοί τους: ή σύγχρονη ιδεολογία δέν διακοινώνει

59. Πρβλ. J. Habermas, «Technology and Science as Ideology», δ.π., 99 x ii A. Giddens, Central Problems in Social Theory, δ.π., 175-177.

Page 55: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

54 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

τις άρχές της μόνον σέ όσους έχουν προηγουμένως μυηθεΐ, δέν Απο­κλείει έξ όρισμοΰ άπό τό άκροατήριό της όσους δέν έχουν τό δικαί­ωμα νά μυηθοϋν, δέν άρνεΐται τή δυνατότητα στούς άμύητους νά γίνουν οπαδοί της. Μοναδικός όρος γιά τή μέθεξη στις δοξασίες της είναι ή έλεύθερη, άνεμπόδιστη, εθελοντική παραδοχή τους. Ό πω ς δέν υπάρχουν όποιουδήποτε τύπου προκαταβολικοί κατα­ναγκασμοί, άλλά μόνον ή πειστική ικανότητα τής ιδεολογίας, έτσι δέν υπάρχουν καί προκαταβολικοί περιορισμοί, άλλά μόνον ή συν­αίνεση τοϋ όπαδοΰ. Ό πω ς έπιγραμματικά σημειώνει ό Άλβιν Γκούλντνερ, στή σύγχρονη ιδεολογία «ή συμμετοχή επεται τής π ί­στης καί όχι ή πίστη τής συμμετοχής».60

Έδώ είναι άπαραίτητη μιά διασάφηση. Ό δημόσιος καί άνοι- κτός χαρακτήρας τής σύγχρονης ιδεολογίας δέν άποκλείει τή σύ­σταση κλειστών ή "μυστικών” οργανώσεων γιά τήν εφαρμογή τών άρχών της. Τά παραδείγματα είναι πάμπολλα καί δέν υπάρχει ανάγκη γιά συγκεκριμένες άναφορές. Ό μω ς ή σύσταση οργανώσε­ων στις όποιες ή προσπέλαση είναι περιορισμένη καί ή συμμετοχή διέπεται άπό συνομωτικούς κανόνες δέν καταργεί τό δημόσιο χα­ρακτήρα τής σύγχρονης ιδεολογίας. Οί άρχές της καί οί έρμηνεΐες πού παρέχει οΰτε κρυφέ; είναι ούτε άποτελοΰν άποκλειστικό ή έλεγχόμενο κτήμα ορισμένων. Άντιθέτως, βρίσκονται σέ κοινή θέα, προσφέρονται δημοσίως, συζητοϋνται άνοικτά καί έλέγχονται δίχως προϋπάρχοντες περιορισμούς, έφόσον ή ισχύς τους κρίνεται άπό τή δυνατότητά τους νά προσεταιρίζονται οπαδούς, οί όποιοι άποκτοΰν αύτήν τήν ιδιότητα, άφοϋ έχουν προηγουμένως πειστεί γιά τήν ορθότητα τών ιδεολογικών δοξασιών καί παραινέσεων. Οΐ ιδέες πού συναπαρτίζουν τις σύγχρονες ιδεολογίες δέν είναι καί δέν μπορούν νά είναι άπόκρυφες, όπου κι αν άπολήγουν. Καί αύτό ισχύει όχι μόνον γιά τό ένδεχόμενο τής συνομωτικής συμπεριφοράς

60. A. W. Gouldner, The Dialectic..., δ.π., 33. Καί σέ αντιδιαστολή: «Μυστικό δόγμα είναι αύτό τό όποιο, έπειδή διαφυλάσσεται μόνον γιά τήν έλίτ τής όργάνώ- σης, καθίσταται γνωστό, μόνον άφοϋ τά πρόσωπα έχουν προσχωρήσει στήν όργά- νωση καί φθάνουν σέ συγκεκριμένη βαθμίδα της ιεραρχίας μέσα σέ αύτήν. Κατά συνέπεια, τό μυστικό δόγμα ποτέ δέν μπορεΐ νά άποτελεΐ καί τό αρχικό χίνητρο γιά τήν προσχώρηση στήν όργάνωση». A. W. Gouldner, The Future o f Intellectuals..., δ.π., 103 σημ.

Page 56: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΪΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ

στήν όποία μπορεϊ νά οδηγήσουν, άλλά καί γιά τό ένδεχόμενο τής δόλιας χρησιμοποίησης ή τής προπαγανδιστικής διάδοσης τους.

*Ας έπανέλθουμε στά μέσα έπιβολής ή, άκριβέστερα, στήν απή­χηση καί τή διάχυση τής σύγχρονης ιδεολογίας. Δέν είναι δυνατόν φυσικά νά άποκλειστεΐ τό ένδεχόμενο καταναγκαστικής έπιβολής ιδεολογικών δοξασιών. Τά σχετικά παραδείγματα δέν λείπουν άπό τή σύγχρονη ιστορία, όπου ή έλευθερία τής έπιλογής συχνά περιο­ρίστηκε άπό άπόπειρες νά έλεγχθεϊ ή πρόσβαση σέ άντίπαλα ιδεο­λογικά συστήματα καί νά έπιβληθοϋν συγκεκριμένες δοξασίες καί συμπεριφορές. Αύτές όμως οί καθόλου άσυνήθιστες άποκκλίσεις δέν άναιροϋν στό έλάχιστο τόν ορθολογικό, δημόσιο καί πειστικό χαρακτήρα της σύγχρονης ιδεολογίας ώς συστήματος έξήγησης τοϋ κόσμου.

Είναι βεβαίως προφανές πώς οί γενικές καί άφηρημένες έπιση- μάνσεις πού γίνονται έδώ δέν μποροΰν νά λάβουν ΰπόψη τίς όποιες συνθήκες ΰπό τίς όποιες τελεί ή κάθε ιδεολογία, ή τό πώς κατά περίπτωση χρησιμοποιείται. Είναι επίσης αύτονόητο πώς οΐ ιδέες δέν βρίσκονται ποτέ έμπειρικά σέ κοινωνικό ή πολιτικό κενό, άλλά, άντιθέτως, διαπλέκονται στενά μέ κοινωνικο-πολιτικές ρυθμίσεις. Όμως καί σέ αύτό τό άφηρημένο πεδίο άνάλυσης δέν είναι δύσκολο νά διακρίνουμε τόν ειδολογικό χαρακτήρα τής σύγχρονης ιδεολογί­ας άπό τίς συγκεχυμένες εικόνες τών έμπειρικών της έκδηλώσεων: άκόμη καί στις περιπτώσεις όπου μιά ιδεολογία έκδηλώνεται μέ "ιμπεριαλιστικό” ή "ολοκληρωτικό” τρόπο, άπαιτώντας τήν άπο- δοχή τών άρχών της, κάποιοι τουλάχιστον άπό τούς οπαδούς της έχουν πειστεί γιά τήν ορθότητα τών άρχών αύτών ώστε νά μετέρ­χονται μεθόδους καταναγκασμού γιά νά έπιβάλουν μιά ιδεολογία πού άδυνατεϊ νά πείσει τούς άλλους. Ά ρα παρόμοιες περιπτώσεις άποδεικνύουν τήν πειστική καί άποδεικτική άδυναμία συγκεκριμέ­νων ιδεολογιών — άδυναμία, πού έπιχειρεΐται νά θεραπευθεΐ μέ άνορθόδοξο τρόπο, επειδή οί συνθήκες τό έπιτρέπουν. Πρωταρχικό όμως μίλημα της σύγχρονης ιδεολογίας είναι, πάντοτε, νά έκμαιεύ- σει τήν έκούσια συναίνεση τοϋ όπαδοΰ στις άρχές της: ή ιδεολογία έπιδιώκει, πρωτίστως, νά πείσει. Ή φροντίδα αύτή δέν διασφαλί­ζει μόνον τή γνησιότητα καί τή βιωσιμότητα της άπήχησής της, άλλά πηγάζει, όπως έχουμε δει, άπό τόν τρόπο μέ τόν όποιο ή σύγχρονη ιδεολογία προσεγγίζει τό άντικείμενό της (τήν κοινωνική

Page 57: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

56 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

πραγματικότητα), διαρθρώνει τά έπιχειρήματά της καί άνακοινώ- νει τις έρμηνεΐες καί τις προτροπές της.

Οί ιδιότητες αύτές άντικατοπτρίζονται καί στή δεοντολογική λειτουργία τής σύγχρονης ιδεολογίας, τής όποίας τά κριτήρια έπι- τυχίας διαφέρουν κατά πολύ άπό έκεΐνα τών παραδοσιακών ιδεο­λογικών συστημάτων. Ό κοσμικός χαρακτήρας τών έρμηνειών της σύγχρονης ιδεολογίας καί ό ορθολογικός τρόπος διάρθρωσης καί διακοίνωσης αύτών τών έρμηνειών έκφράζονται στά έγκόσμια δέ­οντα πού ή ιδεολογία προτείνει. Όσο ούτοπικά ή χιμαιρικά κι αν φαίνονται τά οράματα τής σύγχρονης ιδεολογίας, δέν παύουν νά παραμένουν στή σφαίρα τοϋ πρακτικοΰ, τοΰ άνθρωπίνως έφικτοϋ, άφοϋ ή πραγματοποίησή τους έναπόκειται άποκλειστικά στις πρά­ξεις τοϋ ανθρώπου μέσα στήν κοινωνία στήν οποία ζεΐ καί άφορα άμεσα σέ αύτήν τήν κοινωνία. *Η σωτηρία τήν οποία ή σύγχρονη ιδεολογία υπόσχεται στούς οπαδούς της δέν εχει τίποτε τό μετα­φυσικό: είναι σωτηρία πού μπορεΐ νά έπιτευχθεΐ σ’ αύτόν έδώ τόν κόσμο, σ’ αύτήν τή ζωή, στήν κοινωνία. Τά ιδανικά τής σύγχρονης ιδεολογίας, όπως καί οί έρμηνεΐες της, δέν διαθέτουν άποκαλυπτι- κό χαρακτήρα, δέν όδηγοΰν σέ κάποια λύτρωση σέ υπερκόσμιους χωρο-χρόνους, δέν έχουν έξω-κοινωνικό περιεχόμενο: είναι άγαθά πού μποροΰν νά άποκτηθοΰν μέ τήν άναμόρφωση τής κοινωνίας σύμφωνα μέ τις έπιταγές τής ιδεολογίας καί πού ταυτίζονται από­λυτα μέ αύτήν τήν άναμόρφωση.

Ή έπιβεβαίωση τής σύγχρονης ιδεολογίας βασίζεται άποκλει- στικά καί μόνον στήν έπιτυχία της στό ίδιο τό πεδίο άναφορας της, δηλαδή στή δικαίωση τών άρχών της μέσα στήν κοινωνία μέ πρα­γματολογικά καί ωφελιμιστικά κριτήρια. Ή ύπέρβαση της θεο­κρατικής έτερονομίας σημαίνει πώς οί ιδέες άποκτοΰν δχι μόνον έγκόσμιο περιεχόμενο, άλλά καί έγκόσμιες, πρακτικές έπιδιώξεις. Ό σύγχρονος ιδεολογικός λογισμός συνεπάγεται πλέον άμεσα καί αύτόματα τήν πράξη, είναι άρρηκτα συνδεδεμένος μέ αύτήν: ό,τι είναι νά γίνει, ο,τι πρέπει νά γίνει, μπορεΐ νά γίνει έδώ χαι τώρα καί μπορεΐ νά διακριβωθεί άμέσως άπό τό κοινωνικό ύποκείμενο, τό όποιο έχει πειστεί γιά τήν ορθότητα τών έρμηνειών πού παρέχει ή ιδεολογία καί, κατά συνέπεια, δραστηριοποιείται άπό τά κελεύ- σματά της. Ή σύγχρονη ιδεολογία είναι λοιπόν αύτόχρημα βαθύ­

Page 58: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 57

τατα πολιτική χαΐ έξαιτίας τής άμεσότητας πού τή διακρίνει,61 άμεσότητας πού δύσκολα θά μπορούσε νά έχει όποιοδήποτε παρα­δοσιακό, μεταφυσικό ή θεοκρατικό σύστημα ιδεών.

Ό άμεσα πολιτικός χαρακτήρας της σύγχρονης ιδεολογίας ύπο- κρύπτει εξίσου σύγχρονη άντίληψη γιά τόν άνθρωπο, ό όποιος κα­θίσταται κέντρο τής κοινωνίας, κυρίαρχος παράγοντας διαμόρφω­σης τοϋ χαρακτήρα πού έχει (έξηγητική λειτουργία) καί τοΰ χαρα­κτήρα πού οφείλει νά έχει (δεοντολογική λειτουργία) ή κοινωνική πραγματικότητα. Στή σύγχρονη ιδεολογία ό άνθρωπος άναδεικνύ- εται σέ γνήσιο κοινωνικό ύποκείμενο, άφοΰ θεωρείται ό ύπεύθυνος δημιουργός τής κοινωνίας καί ό μόνος δυνατός αναμορφωτής της. Ό άνθρωπος δέν συμμορφώνεται πλέον πρός έξωτερικές έπιταγές ή πρός καταστάσεις πού διαμορφώνονται ερήμην του, άλλά καλεί­ται νά συμμετάσχει ώς ό μόνος άρμόδιος στις ρυθμίσεις πού τόν άφοροϋν: ή έγκόσμια τάξη πραγμάτων είναι άποκλειστικά καί μό­νον δική του ύπόθεση καί δικαιοδοσία, έχει νά κάνει μέ τή δική του κρίση καί τίς δικές του ένέργειες. Θά μπορούσαμε νά ποΰμε ότι, σέ άντίθεση μέ τά παραδοσιακά ιδεολογικά συστήματα όπου ό άν­θρωπος έν πολλοΐς άποτελοΰσε άντικείμενο έξω-άνθρώπινων βου­λήσεων καί έπεμβάσεων,62 ή σύγχρονη ιδεολογία, όποια μορφή κι άν έχει, ένσταλάζει στό κοινωνικό ύποκείμενο ένα πρωτοφανές α ί­σθημα εύθύνης, άλλά καί αύτοπεποίθησης, άφοΰ τό καθιστά πηγή δύναμης — τής δύναμης νά κρίνει, νά άποδεχθεΐ, νά άπορρίψει, νά συμμετάσχει, νά άλλάξει, νά δημιουργήσει.63

Ή αίσθηση τής έγκόσμιας εύθύνης καί τής έγκόσμιας ισχύος, πού ή σύγχρονη ιδεολογία υποστηρίζει, καθιστά τόν άνθρωπο συν­ειδητό ύποκείμενο της ιστορίας του. Όσο φανατισμό κι αν έμπνέει

61. Γιά τή σημασία τής "άμεσότητας τών στόχων” στή μελέτη τών Ιδεών καί τής κοινωνικής συμπεριφοράς, βλ. Ν. J. Smelser, Essays in Sociological Explanation, Englewwod Cliffs, N.J. 1968, 96-97.

62. Γιά τήν "όντολογική άντίληψη” τοϋ άνθρώπου στά παραδοσιακά συστήμα­τα σκέψης, βλ. L. Goldmann, The Hidden God, ί.π ., 48-59.

63. «Οί σύγχρονες ιδεολογίες μας βασίζονται ίλες, μέ τόν έναν ή τόν άλλον τρόπο, στήν πεποίθηση πώς ή ζωή έδώ στή γή μπορεϊ νά τελειοποιηθεί άπό τήν άνθρώπινη γνώση καί προσπάθεια». F. Μ. Watkins, The Age o f Ideology, Englewood Cliffs, N.J. 1964, 2.

Page 59: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

58 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

στούς οπαδούς της, ή σύγχρονη ιδεολογία δέν παράγει "άβουλους πιστούς” , άλλά υποκείμενα μέ «προμηθεϊκές»64 ικανότητες, καθότι διανοίγει θεωρητικως άπεριόριστα πεδία δράσης. Ή έλευθερία αυ­τή δέν ήταν δυνατή στό πλαίσιο τών παραδοσιακών ιδεολογικών συστημάτων, τά όποια έθεταν σαφείς περιορισμούς στό τί μπορού­σε νά πράξει ό άνθρωπος. Ή σύγχρονη ιδεολογία είναι λοιπόν έξ όρισμοΰ καί άμεσα πολιτική: άποτελεΐ γνήσιο παράγοντα πολιτι­κής πράξης, ωθεί άπευθείας καί άπροσχημάτιστα τό κοινωνικό υποκείμενο στή συνειδητή συμμετοχή καί έπέμβαση σέ όσες συλ­λογικές ρυθμίσεις θεωρεί ότι τό άφοροΰν.

Είναι, πιστεύω, προφανείς οΐ διαφορές ένός κατά τέτοιο τρόπο οργανωμένου συστήματος ιδεών άπό παραδοσιακά συστήματα, όπως ή θρησκεία. Παρ’ όλες τις ομοιότητες τών λειτουργιών τους, ή σύγχρονη ιδεολογία καί ή θρησκεία διαφέρουν ριζικότατα καί ώς πρός τό περιεχόμενο τών δοξασιών τους καί τήν έλευθερία πρό­σβασης σέ αύτές, άλλά καί ώς πρός τις έπιδιώξεις τους καί τά μέσα πού προκρίνονται γιά τήν επίτευξή τους. Ή σύγχρονη ιδεολογία καί ή θρησκεία «έκφράζουν δύο [διαφορετικούς] κόσμους σκέψης καί πράξης»65 καί τό οτι δέν συμβιβάζονται φαίνεται άκόμη καί στις περιπτώσεις έκεϊνες όπου συμβαίνει νά συνυπάρχουν ή νά συν­δυάζονται καθ’ οίονδήποτε τρόπο. Ή ιδεολογία διαφέρει άπό τή θρησκεία, καθώς έμπνέει στούς οπαδούς της διαφορετικοΰ τύπου συναισθήματα καί νομιμοφροσύνη, προτρέπει σέ διαφορετικού τύ­που στάσεις καί ένέργειες καί έξαρταται άπό διαφορετικού τύπου μηχανισμούς έδραίωσης καί επέκτασης.

Τό γεγονός, έπί παραδείγματι, ότι οί στόχοι τής σύγχρονης ιδεολογίας είναι έγκόσμιοι καί, κατ’ άκολουθίαν, θεωρητικώς πρα­γματοποιήσιμοι, οτι δηλαδή οΐ "ούτοπίες” της άνήκουν σέ αύτόν τόν κόσμο καί σέ αύτήν τή ζωή, μαρτυρεί όχι μόνον μεγαλύτερη αισιοδοξία καί δημιουργική διάθεση, άλλά καί έγγενή αίσθηση τοΰ άνθρωπίνως δυνατοΰ. Κάτι τέτοιο έχει άναμφίβολες έπιπτώσεις ώς πρός τούς τύπους συλλογικής οργάνωσης τής κοινωνικής πράξης πού ή σύγχρονη ιδεολογία προϋποθέτει γιά τήν έπίτευξη τών στό­

64. A. W. Gouldner, The Dialectic...; δ.π., 69. Βλ. έπίσης, 56-57.65. A. D. Smith, Theories o f Nationalism, δ.π., 55.

Page 60: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 59

χων της καί πού έπιβάλλει γιά τή συντήρηση ή τήν έξάπλωσή της: συνεπάγεται πώς ή σύγχρονη ιδεολογία άπαιτεΐ καθαρά πολιτικές οργανωτικές δομές καί ενέργειες γιά τήν υλοποίηση όσων έπιδιώ- κει. Παράλληλα, οί δεσμοί μέ τούς οποίους συγκρατεΐ τούς οπα­δούς της εΐναι έντελώς διαφορετικοί άπό αύτούς μέ τούς οποίους ή θρησκεία διατηρεί τούς δικούς της πιστούς. Στή σύγχρονη ιδεολο­γία στόχοι, άξίες, κυρώσεις καί ποινές Ιχουν άναγκαστικά έγκό- σμιο, έμπειρικό περιεχόμενο καί πραγματώνονται μέσα άπό λίγο- πολύ ορθολογικές διαδικασίες, ένώ στή θρησκεία τό μεταφυσικό περιεχόμενο τών δοξασιών καί τών αίτουμένων συνεπάγεται κατά βάση ύπερ-έμπειρικούς έλέγχους καί περιορισμούς.66

Βεβαίως ή αφομοίωση τής κοινωνικής πραγματικότητας μέ τό σύγχρονο τρόπο πού έξετάστηκε δέν σημαίνει πώς αύτή άποτυπώ- νεται μέ πληρότητα (σέ όλη δηλαδή τήν πολυπλοκότητα καί τήν άντιφατικότητά της) στή συνείδηση τών κοινωνικών ύποκειμένων. ’Απεναντίας, ή κάτω άπό συγκεκριμένες συνθήκες προσπάθεια εκλογίκευσης τής πραγματικότητας —οί απόπειρες δηλαδή νά άποδοθεΐ κάποια λογική καί τάξη στον έξωτερικό κόσμο, νά αιτιο­λογηθούν (ή νά δικαιολογηθούν) οί ύφιστάμενες κοινωνικές ρυθμί­σεις καί νά υποδειχθούν οί δέουσες κατά περίπτωση στάσεις καί ένέργειες— στηρίζεται αναπόφευκτα σέ νοητικές άφαιρέσεις καί έπιλεκτικές άπλουστεύσεις καί σχηματοποιήσεις. Ό μως αύτό εί­ναι, πιστεύω, γνώρισμα (καί κόστος) όποιασδήποτε γνωσιολογικής δραστηριότη τας —πόσο μάλλον έκείνης πού δχι μόνον έπιχειρεΐ νά έρμηνεύσει τή "ζωντανή” (έν κινήσει, ρέουσα, άντιφατική καί πολ- λαπλώς άντιθετική) κοινωνική πραγματικότητα καί νά άναλύσει τά προβλήματα αύτής τής πραγματικότητας απελευθερωμένη άπό μεταφυσικές δοξασίες, άλλά καί οδηγεί άπευθείας σέ πράξη καί προσπαθεί νά έπέμβει μέ συγκεκριμένο τρόπο σέ αύτήν τήν πρα­γματικότητα καί νά λύσει όσα προβλήματα καί άντιθέσεις έχουν έπισημανθεΐ.

66. Βλ. Μ. Ε. Spiro, «Religion: Problems of Definition and Explanation», στό: Μ. Banlon (έκδ.), Anthropological Approaches to the Study o f Religion, Λονδίνο 1978, 91-98. Βλ. έπίσης, στον ίδιο τόμο, τό άρθρο τοΰ C. Ceertz, «Religion as a Cultural System», ίδιαιτ. 8-24.

Page 61: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

60 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Τό πώς άκριβώς συνδέονται άνάλυση και λύση, έρμηνεία καί επέμβαση, θεωρία καί πράξη είναι θέμα πού πρέπει νά συζητηθεί γιά τήν κάθε περίπτωση χωριστά. Έ π ί παραδείγματι, μπορεΐ ή κοινωνική πραγματικότητα νά θεωρείται συνεχώς έξελισσόμενη ένότητα, οπότε ή δεοντολογία τής ιδεολογίας συνίσταται σέ επεμ­βάσεις πού έχουν τή μορφή έξελικτικών σταδίων. Καί, άντιθέτως, ένδέχεται ή ιδεολογία νά άρνεΐται τή χρονική άσυνέχεια καί νά έξομοιώνει, σέ άδιάλειπτη όμοιοστατική άλυσίδα, τό άντικείμενο τών έρμηνειών της μέ τήν (προδιαγραφόμενη άπό τήν ίδια) "δέου­σα” κατάσταση. Αύτά είναι ζητήματα πού μπορούν νά διερευνη- θοϋν στό πλαίσιο τής μελέτης κάποιας συγκεκριμένης ιδεολογίας καί πού έχουν ιδιαίτερη σημασία γιά τό χαρακτήρα αύτής τής ιδεολογίας καί τις διαφορές της άπό άλλες ιδεολογίες.

Ό ποια όμως κι αν είναι ή στάση πού ή σύγχρονη ιδεολογία τηρεί άπέναντι στις ύφιστάμενες κοινωνικοπολιτικές ρυθμίσεις κι οποίος τύπος άντίληψης τοϋ χρόνου κι άν κρύβεται μέσα της, δέν θά πρέπει νά μας διαφεύγει ότι τά κοινωνικά ύποκείμενα αύτοπροσδι- ορίζονται, σέ όλες τις περιπτώσεις, άκριβώς επειδή άσπάζονται τις έρμηνεΐες, τις άξίες καί τις δεοντολογίες πού ή ίδια ή ιδεολογία έπεξεργάζεται. Ή πραγματικότητα άναλύεται διαμέσου ιδεολο­γικών άφαιρέσεων, άλλά κάτι τέτοιο σημαίνει πώς καί τό ίδιο τό άτομο "έντάσσεται” στήν πραγματικότητα μέ άνάλογο τρόπο. ’Από τή στιγμή πού τό κοινωνικό ύποκείμενο ένστερνίζεται τούς κώδικες τής ιδεολογίας, ή άντίληψη πού διαμορφώνει γιά τό ρόλο του στήν κοινωνία, γιά τή θέση του στόν ιστορικό χρόνο καί γιά τήν ένδεδειγμένη συμπεριφορά του προσκολλαται στούς κώδικες αύτούς.

Ή βασική διαφορά τής σύγχρονης ιδεολογίας ώς πρός τή θρη­σκεία έγκειται στό χαρακτήρα αύτών τών κωδίκων: άναφέρθηκε ήδη ότι οί σύγχρονες ιδεολογικές άφαιρέσεις έχουν, παρά τόν άπλουστευτικό ή σχηματικό τους χαρακτήρα, άντιμεταφυσικό πε­ριεχόμενο, στό βαθμό πού άναφέρονται στήν κοινωνία μέσω τής κοινωνίας. Ό ποιες λοιπόν κι άν είναι οί λογικές λαθροχειρίες πού διαπράττονται στό έσωτερικό τής σύγχρονης ιδεολογίας, οποία κι αν είναι ή άσάφεια πού χαρακτηρίζει τις άναλύσεις πού έπιχειρεΐ, όποια κι άν είναι ή μυθοπλαστική (ή φαντασιακή) ικανότητα πού συνοδεύει κάθε άφαιρετική της άπλούστευση, τά σημεία άναφορας τής σύγχρονης ιδεολογίας είναι, πάνω άπό όλα, έγκόσμια καί άν-

Page 62: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΓΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 61

θρωποκεντρικά: ’Ανθρωπότητα, Πρόοδος, Ισότητα, Έπιστήμη, ’Ιδιοκτησία, Κέρδος, Οικογένεια, Τάξη, Έθνος κ.ο.κ. άποτελοΰν

λίγο-πολύ έντελεχεϊς αφαιρέσεις πού απορρέουν απευθείας άπό τήν κοινωνική πραγματικότητα δίχως μεταφυσική διαμεσολάβηση.

Ή ίδια ή ύπαρξη έγκόσμιων καί άνθρωποκεντρικών αφαιρέσεων υπογραμμίζει τό μεταπαραδοσιακό χαρακτήρα τής σύγχρονης ιδε­ολογίας καί άπό άλλην άποψη. Χρησιμοποιώντας άφαιρέσεις πού δέν συνδέονται μέ έξωκοινωνικούς, υπερβατικούς παράγοντες, άλ­λά μέ τόν άνθρωπο, ή σύγχρονη ιδεολογία δημιουργεί κώδικες επι­κοινωνίας, οΐ όποιοι έπιτρέπουν τή μέθεξη σέ καταστάσεις διόλου μεταφυσικές καί καθ’ όλα κοσμικές, πού όμως δέν άποτελοΰν παρά- γωγα τής άμεσης προσωπικής έμπειρίας τοΰ άτόμου. Ή σύγχρονη ιδεολογία έπιτρέπει στό άτομο τήν "έπικοινωνία έξ άποστάσεως” μέ άλλα άτομα, τά όποια ούδέποτε συνάντησε καί πιθανώς ουδέ­ποτε θά συναντήσει, άλλά μέ τά όποια συνδέεται διαμέσου τών κοσμικών άναλύσεων καί προτροπών πού ή ίδια ή ιδεολογία παρέ­χει. Έ τσι, γιά παράδειγμα, ό σοσιαλιστής έργάτης έκλαμβάνει τήν άντιπαλότητα άνάμεσα στον ίδιο καί τόν έργοδότη του ώς μέρος πολύ ευρύτερης άντιπαράθεσης, στήν όποία μετέχουν πλήθη "φί­λων” καί "έχθρών” πού δέν έχουν καμία άμεση σχέση μαζί του. Μέ παρόμοιο τρόπο, ό Εβραίος τής Ρωσίας ή τής Ουκρανίας ονειρεύ­εται τήν "έπιστροφή” του στή Γή της Επαγγελίας καί τήν "έπανέ- νωσή” του, μέσα στό κράτος τοΰ ’Ισραήλ, μέ τόν "άδελφό” του άπό τή βόρεια ’Αφρική ή τή δυτική Ευρώπη, μέ τόν όποιο δέν τόν συνδέει παρά ή κοινή άντίληψη περί έβραϊκοΰ έθνους. Συνεπώς, ή σύγχρονη ιδεολογία μέ τίς κοσμικές καί άνθρωποκεντρικές της άφαιρέσεις εχει τή δύναμη νά άποσπα τό άτομο άπό τίς στενές διαπροσωπικές του σχέσεις καί νά τό έντάσσει σέ εύρύτερες ένότη- τες, πού ύπερβαίνουν τό άμεσο βιωματικό του πεδίο καί πού άπο- κτοΰν νόημα χάρη σέ αύτές άκριβώς τίς ιδεολογικές άφαιρέσεις.

Μέ τή δημιουργία λοιπόν νέων τύπων κοινωνικής διασύνδεσης καί άλληλεγγύης, ή σύγχρονη ιδεολογία συμβάλλει στήν άπόσπαση τοΰ άτόμου άπό στενούς παραδοσιακούς δεσμούς καί στήν ένσωμά- τωσή του σέ νέα σύνολα, σέ διευρυμένα σύγχρονα πλέγματα κοινω­νικών σχέσεων. Ή ιδιαιτερότητα έγκειται στό ότι ή όλη διαδικα­σία είναι άδιανόητη χωρίς τήν ένεργητική, συνειδητή συμμετοχή τοΰ ίδιου τοϋ κοινωνικοΰ ύποκειμένου. Ή ένταξη στήν καινούργια

Page 63: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

62 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

κοινότητα, ή αποδοχή τής καινούργιας αλληλεγγύης, ή σύμπραξη στις καινούργιες άναζητήσεις — όλα αύτά προϋποθέτουν ότι ό άνθρωπος έχει αναγνωρίσει τήν ορθότητα τών ιδεολογικών αναλύ­σεων καί προτροπών, ότι έχει αποδεχθεί τό νόημα τής ιδεολογικής αφαίρεσης, ότι έχει ένστερνισθεΐ τόν κοσμικό μύθο τής ιδεολογίας.

Αύτό άποκαλύπτει τόν τρόπο μέ τόν όποιο λειτουργεί ή σύγ­χρονη ιδεολογία. Μέ τή νέα αίσθηση εύθύνης καί δύναμης πού έμ- πνέει στό άτομο (καθιστώντας το, όπως άναφέρθηκε, γνήσιο κοι­νωνικό ύποχείμενο), ή σύγχρονη ιδεολογία υπογραμμίζει καί άνα- τροφοδοτεϊ τήν έμπιστοσύνη στήν ισχύ πού έχουν οί ιδέες γιά τή διαμόρφωση τής κοινωνικής πραγματικότητας. Οί ιδέες μποροΰν καί οφείλουν νά άλλάξουν τόν κόσμο — αύτό είναι τό άξίωμα πού άσπάζονται όλες άνεξαιρέτως οί σύγχρονες ιδεολογίες. Ή λογική άκολουθία τών λειτουργιών τής σύγχρονης ιδεολογίας άποδεικνύει τήν καθολική αύτήν άρχή: ή σύγχρονη ιδεολογία άποτείνεται στό κοινωνικό ύποκείμενο, μέ σκοπό νά τό πείσει οτι εύσταθοΰν οί περί κοινωνίας έρμηνεΐες της, ώστε νά ένεργήσει σύμφωνα μέ τά κελεύ- σματα καί τούς όραματισμούς της, γιά τό πώς πρέπει νά είναι ή κοινωνία. Συνεπώς, μόνος ύπεύθυνος γιά τή διαμόρφωση της κοι­νωνικής πραγματικότητας είναι ό άνθρωπος καί μοναδική προϋπό­θεση γιά τήν ένεργοποίηση τής εύθύνης του εΐναι νά έχει πειστεί γιά τήν ορθότητα τών όσων έπαγγέλλεται ή ιδεολογία.

Ή σύγχρονη ιδεολογία στηρίζεται λοιπόν στήν ύπόθεση ότι, γιά νά αλλάξει ή κοινωνία ή, άκριβέστερα, γιά νά συμμορφωθεί ή κοι­νωνία πρός τις έπιταγές τής ιδεολογίας, πρέπει νά άλλάξει ό τρό­πος μέ τόν όποιο σκέπτονται τά κοινωνικά ύποκείμενα πού έχουν τήν τύχη τής κοινωνίας στά χέρια τους. Αύτή ή γενική πίστη στή δύναμη τής ιδέας συνοδεύει, άναπόφευκτα πιστεύω, κάθε σύγχρονη ιδεολογία, ανεξάρτητα άπό τις συγκεκριμένες έρμηνεΐες πού πρε­σβεύει. Άκόμη καί έκεΐνες οί ιδεολογίες πού έξηγοΰν τόν κόσμο μέ ύλιστικές άντιλήψεις ή πού προβλέπουν τήν άλλαγή του μέ τήν έπίκληση κάποιας άναγκαιότητας, βασίζονται, γιά τήν ύπαρξη καί τήν έπιτυχία τους, στήν άδήριτη άνάγκη νά άναγνωρισθεΐ ή ορθό­τητα τών δικών τους διαγνώσεων καί συνταγών. Άκόμη κι όταν δέν τό (άνα)γνωρίζουν ή δέν τό όμολογοΰν, όσοι ομνύουν στό όνομα μιας σύγχρονης ιδεολογίας (όσοι άσπάζονται τις άρχές της καί μάχονται γιά τούς σκοπούς της) άποδίδουν κοσμογονικές καί έπα-

Page 64: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ναστατικές ιδιότητες στις ιδέες67 — έστω κι αν πρόκειται μόνον γιά τις 8ιχές τους ιδέες.

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΤΓΧΡΟΝΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ_____________________________ 63

67. «01 ίδεολόγοι θεωρούν πώς οΐ λέξεις Εχουν σημασία, πώς έχουν τή δύναμη νά αλλάξουν τούς άνθρώπους καί τόν κόσμο τους, άλλοτε άνοίγοντάς τους τά μάτια χι άλλοτε έλευθερώνοντάς τους τά χέρια. Κοντολογίς, οί ίδεολόγοι πιστεύουν στή δύναμη τής ιδέας μέσα στόν κόσμο». A. W. Gouldner, The Dialectic..., δ.π., 27. Βλ. έπίσης, 79-80.

Page 65: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

2. Ή Ιστορικότητα ϊθνους χαΐ έθνικισμοΰ

Ό έθνικισμός άποτελεϊ, κατά τή γνώμη μου, σύγχρονη ιδεολογία καί οφείλει νά μελετηθεί στό άναλυτικό πλαίσιο πού έξετέθη στό προηγούμενο κεφάλαιο. Συχνά όμως ό χαρακτήρας τοϋ έθνικισμοΰ ώς σύγχρονης ιδεολογίας διαφεύγει τής προσοχής μας έξαιτίας δύο ιδιαίτερων γνωρισμάτων του, πού τόν διακρίνουν άπό άλλες σύγ­χρονες ιδεολογίες, άλλά καί καθιστοΰν τή μελέτη του έξαιρετικά δυσχερή. Τό πρώτο είναι ή έκπληκτική του πολυμορφία καί πλα­στικότητα, πού, σέ συνδυασμό μέ τήν εύρύτατη άπήχησή του, οδη­γεί συχνά στήν άρνηση τοϋ ίδεολογικοΰ του χαρακτήρα καί στήν έξομοίωσή του μέ άνθρωπολογικές κατηγορίες, όπως ή συγγένεια.1 Τό δεύτερο είναι ή άσυνήθιστη γιά σύγχρονη ιδεολογία άντίληψή του γιά τό χρόνο — άντίληψη πού άρνείται στήν ούσία τήν άσυνέ- χεια καί τήν τομή καί παρουσιάζει τό χρόνο ώς ομοιογενή καί κενό. Τό ιδιαίτερο αύτό γνώρισμα τοΰ έθνικισμοΰ, πάλι σέ συνδυασμό μέ τήν άδιαμφισβήτητη έπικράτησή του στή σύγχρονη κοινωνία, δυσ­χεραίνει σέ μεγάλο βαθμό τήν κριτική του άνάλυση, έπειδή άκρι- βώς συσκοτίζει τήν ιστορικότητα τοΰ ίδιου τοΰ φαινομένου.

Πρόκειται γιά άντίληψη πού, όσο δέν προσβάλλεται, οδηγεί στήν άποψη πώς ή συνεκτική λειτουργία τών έθνικιστικών ιδεών είναι κι αύτή προαιώνια, φυσική καί άπόλυτη, πώς δηλαδή ή έθνική άλληλεγγύη άποτελεϊ πάγιο γνώρισμα της άνθρώπινης ιστορίας. Τήν άποψη αύτή συμμερίζονται μέ τούς άπανταχοΰ έθνικιστές καί άρκετοί μελετητές πού βλέπουν τόν έθνικισμό σάν έκδήλωση κά- ποιας άνθρωπολογικής ή ψυχολογικής σταθερας στήν ιστορία.2 'Η

1. Πρβλ. Β. Anderson, Imagined Communities, Λονδίνο 1983, 15.2. Βλ. ένδτιχτιχά Κ. Popper, The Open Society and Its Enemies, Λονδίνο 41962,

t . 2, 49-58· L. Doob, Patriotism and Nationalism, New Haven 1964- D. Apter,

Page 66: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΘΝΟΤΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΙ

κατανόηση αυτής τής δυσκολίας άρκεΐ, πιστεύω, γιά νά έκτιμηθεϊ ή κριτική σκοπιμότητα τής ΐστορικο-κοινωνιολογικής προσέγγισης στό «έθνικιστικό παράδοξο»:3 μόνον αν παρακολουθήσουμε τήν κα­τασκευή τών κεντρικών άξιωμάτων τής έθνικιστικής ιδεολογίας είναι δυνατόν νά άπελευθερωθοϋμε άπό έκείνη τήν άντιμετώπιση πού τά θεωρεί αύθυπόστατες, φυσικές, πρωτογενείς, ύπεριστορικές καί άπόλυτες έννοιες.

Ή κατάδειξη τής ιστορικότητας τοϋ έθνικισμοϋ είναι συνυφα- σμένη μέ τή μελέτη τής όλης διαδικασίας παραγωγής του καί μέ αύτήν τήν έννοια θά μας άπασχολήσει άναλυτικά. 'Ορισμένες όμως γενικές παρατηρήσεις είναι σέ αύτό τό σημείο άναγκαΐες, ώστε νά άποσαφηνιστεΐ, αν μή τι άλλο, ή ιστορικότητα τοΰ λεξιλογίου πού χρησιμοποιείται άπό τήν έθνικιστική ιδεολογία. "Ας ξεκινήσουμε άπό τήν εύρύτατα διαδεδομένη άποψη πώς οσα ό έθνικισμός αντι­προσωπεύει δέν ήταν άγνωστα στό παρελθόν (δηλαδή σέ προηγού­μενες άπό τή σύγχρονη κοινωνία), άλλά χαρακτήριζαν καί προηγού­μενες περιόδους τής ιστορίας: συχνότατες είναι οί άναφορές στήν "έθνική ύπόσταση” καί τήν "έθνική άλληλεγγύη” ιστορικών λαών τής άρχαιότητας, όπως τών άρχαίων Ελλήνων, τών Εβραίων, τών Κινέζων κ.ο.κ. Κατά πόσον όμως οί πραγματικές αύτές περι­πτώσεις συλλογικών στάσεων καί συμπεριφορών έκφράζουν έκεΐνο πού τούς άποδίδεται, είναι δηλαδή έκδηλώσεις εθνικώ ν αξιών;

Ά ς δοΰμε τό θέμα προσεκτικά. Ή αίσθηση τής έβραϊκής ταυτό­τητας καί τής έβραϊκής άποστολής, κατατεθειμένη σέ αύτό τό μί­γμα μεταφυσικών έρμηνειών, λαογραφικών περιγραφών καί ήθικών άπαγορεύσεων, τήν Παλαιά Διαθήκη, καταδεικνύεται άπό τήν κοι­νή πίστη στον ’Ιεχωβά, τό Θεό τοΰ περιούσιου λαοΰ τοΰ ’Ισραήλ, καί άπό τήν κοινή συσπείρωση ένάντια σέ έξωτερικές άπειλές (όπως τή Βαβυλώνα ή τή Ρώμη). Μέ παρόμοιο λίγο-πολύ τρόπο, οί Κινέζοι διέκριναν τό Μέσο Βασίλειο, τό Κέντρο τής Γής, στό

«Political Religion in New Nations», στό: C. Geerlz (έκδ.), Old Societies and New States, Harmondsworth 1963' D. Apter, The Politics o f Modernization, Σικάγο 1965 καί A. D. Smith, The Ethnic Origins o f Nations, 'Οξφόρδη 1986.

3. Τό παράδοξο, δπως τό συνοψίζει ό Άντερσον, τής «αντικειμενικής νεωτερι- κότητας τών εθνών στό μάτια τοΰ ιστορικού ένάντια στήν ύποκειμενική αρχαιότητά τους στά μάτια τών έθνικιστών». Β. Anderson, Imagined Communities, δ.π., 14.

Page 67: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

όποιο οί ίδιοι κατοικούσαν, άπό τόν εξω κόσμο τών "βαρβάρων” , ένώ οΐ Βιετναμέζοι καί οί Κορεάτες άνέπτυξαν, κάτω άπό κινεζική πίεση, άνάλογα συλλογικά συναισθήματα κοινοτικής άλληλεγγύης άρκετά παλαιά στήν ιστορία. Στήν άρχαία Ελλάδα έπίσης, παρα- τηρεΐται άνάλογη αίσθηση άλληλεγγύης, πού έκφράζεται στή γνω­στή διάκριση άνάμεσα σέ "Έλληνες” καί σέ "βαρβάρους” . Σέ κοντινότερα πάλι χρόνια, στήν Ευρώπη τοϋ ύστερου Μεσαίωνα, μποροΰμε νά ΘυμηΘοΰμε τή συμπεριφορά εισβολέων καί άμυνομέ- νων κατά τήν Τέταρτη Σταυροφορία, τή σύγκρουση μεταξύ βόρει­ας καί νότιας Γαλλίας κατά τή Σταυροφορία έναντίον τών Άλβι- γηνών ή τήν άντίθεση "Γάλλων” καί " “Αγγλων” πρός τό τέλος τοΰ Έκατονταετοΰς Πολέμου.4

Τά παραδείγματα άπό τήν άρχαιότητα καί τούς Μέσους Χρό­νους δέν τελειώνουν. Τό ζήτημα είναι τί άντιπροσωπεύουν καί τί άποδεικνύουν. "Αν τό αΐτούμενο είναι νά καταδειχθεϊ πώς ή κοινω­νική συνείδηση καί ή κοινοτική άλληλεγγύη δέν είναι άγνωστες στήν άνθρώπινη ιστορία πολύ πριν τήν έλευση τής σύγχρονης κοι­νωνίας, τότε βεβαίως δέν υπάρχει πρόβλημα — παρόλο πού ή χρη­σιμότητα μιας τέτοιας κοινοτοπίας παραμένει μάλλον άμφίβολη. "Αν όμως σκοπός είναι νά άποδειχθεΐ πώς ή αίσθηση τοΰ έθνους είναι πανάρχαια, τότε έπόμενο είναι νά άναζητηθεϊ πώς άκριβώς αύτό πού σήμερα έννοεϊται ώς "έθνική άλληλεγγύη” σχετίζεται μέ παρόμοια παραδείγματα. Ή αίσθηση τής όποιας συλλογικής ιδι­αιτερότητας δέν ταυτίζεται άναγκαστικά μέ αίσθηση έθνικής ταυ­τότητας, ούτε οί κοινές στάσεις καί συμπεριφορές συνιστοΰν αύτό- χρημα έθνική άλληλεγγύη. Γιά νά υπάρξουν τέτοιες σημασιολογι- κές ταυτίσεις πρέπει, όπως θά έχω τήν εύκαιρία νά έκθέσω άναλυ- τικά στό έπόμενο κεφάλαιο, νά συντρέχουν συγκεκριμένοι λόγοι σέ ό,τι άφορα καί στις έρμηνεΐες (περιγραφική λειτουργία) καί στις προτροπές (δεοντολογική λειτουργία) πού περικλείουν οΐ ιδέες τής συλλογικής ταυτότητας καί άλληλεγγύης.

4. ’Ανάλογες παρατηρήσεις μπορούν νά γίνουν καί γιά άλλους λαούς της παρα­δοσιακής κοινωνίας: Κούρδους, Βάσκους, Σομαλούς, Γερμανούς κ.ο.κ. Βλ. Ε. Ka- menka, «Political Nationalism · The Evolution of the Idea», στό: E. Kamenka (έκδ.), Nationalism, Λονδίνο 1976, 4-5 καί E. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism since 1780, Cambridge 1990, 64.

Page 68: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΘΝΟΤΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΓ 67

Καταρχήν, ή συλλογικότητα πού τά παραπάνω παραδείγματα εκφράζουν ήταν, ώς έπί το πλεΐστον, περιορισμένη τοπικά, χρονικά καί βιωματικά.5 Τό περιεχόμενο τής παραδοσιακής κοινοτικής άλ- ληλεγγύης, όποια μορφή κι άν αύτή προσλάμβανε, ήταν κατά πολύ διαφορετικό άπό αύτό τής σύγχρονης εθνικής άλληλεγγύης. Κεν­τρικό σημείο άναφορας δέν ήταν κάποια άφηρημένη έννοια τοϋ έθνους, άλλά τό σόι, ή φυλή, τό χωριό, ή πόλις-κράτος, τό φέουδο, ή συντεχνία, ή θρησκευτική κοινότητα — οντότητες καθόλα συγκε­κριμένες καί άπτές, οριζόμενες άπό τό άμεσο βιωματικό πεδίο τοϋ άνθρώπου.6 Κέντρο τής συλλογικότητας υπήρξε πάντοτε ή έκά- στοτε δεδομένη ("φυσική” ) παραδοσιακή κοινότητα, μέσα στήν όποία γεννιέται καί άναπτύσσεται τό άτομο, μέ τήν όποία δένεται άναπόδραστα, διά της όποίας ορίζεται καί χωρίς τήν όποία δέν έχει κοινωνική υπόσταση. ’Ανάλογη ήταν καί ή άρνητική πλευρά παρό­μοιων μορφών παραδοσιακής συλλογικότητας: ή συσπείρωση ένάν- τια σέ έξωτερικές άπειλές ύπήρξε έξαιρετικά άμεση — μέ ό,τι τό έπίθετο σημαίνει σέ διάρκεια, εύρος καί συνέπειες. Έπρόκειτο σχεδόν πάντοτε γιά συγκυριακές άντιδράσεις σέ έξωθεν κινδύνους, πού έξανεμίζονταν μέ τήν πάροδο τής άπειλής — κι αύτό είναι κάτι πού θά έπρεπε, κατά τή γνώμη μου, νά θυμόμαστε, όταν άποδίδουμε έρμηνεΐες σέ ιστορικά γεγονότα, πού άποσπώνται άπό τό συγκεκριμένο τους χρόνο "παραδειγματικά” , όπως οί Περσικοί Πόλεμοι (490-480 π.Χ.) ή ή έβραϊκή άντίσταση κατά τών Ρω­μαίων (66-73 μ.Χ.).7 ’Από τήν άλλη μεριά, οί περισσότερες ένο­πλες συγκρούσεις στήν παραδοσιακή κοινωνία έλάχιστα έχουν νά κάνουν μέ ό,τιδήποτε μπορεϊ νά σχετισθεΐ, αναδρομικά, μέ "έθνι- κούς λόγους” . Δυναστικές άντιπαλότητες, θρησκευτικές άντιθέ- σεις, τοπικοί άνταγωνισμοί, προσωπικές έριδες, οικονομικές διεκ­δικήσεις καί έπιδρομές, κρατικοί έπεκτατισμοί — αΰτά εϊναι τά γνωρίσματα τοΰ πολέμου στήν παραδοσιακή κοινωνία καί χρειάζε­

5. Βλ. W. F. Wertheim, «Nationalism and Leadership in Asia», Science and Society XXVI, 1 (1962) 1.

6. Βλ. L. Sturzo, «Nationalism as an 'ism’», στό: L. L. Snyder (έκδ.), The Dynamics o f Nationalism, Princeton, N.J. 1964, 20-22.

7. Πρβλ. L· L. Snyder, The Meaning o f Nationalism, New Brunswick, N.J. 1954, 81-82.

Page 69: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

ται πράγματι μεγάλη φαντασία, γιά νά μπορέσουμε νά τά παραβλέ- ψουμε χάριν της ύποτιθέμενης άρχαιότητας τοϋ έθνους.8

Τό τελευταίο σημείο Θέτει ένα άκόμη σημαντικό έρώτημα. Πό­σο άντιπροσωπευτικά είναι τά παραδείγματα πού προσάγονται γιά νά άποδείξουν τήν πανάρχαιη καί φυσική ύπαρξη τοΰ έθνους καί όσα αύτή συνεπάγεται; Ά ν σκεφθοΰμε πώς στις περιπτώσεις έκεΐνες τις όποιες, εστω καί εκβιάζοντας τό συγκαιρινό τους νόη­μα, θεωροΰμε "έθνικούς πολέμους” μποροΰμε νά άντιτάξουμε σω­ρεία —τή συντριπτική πλειονότητα— συγκρούσεων, πού ούτε ή πλέον άσκημένη φαντασία δέν θά μποροΰσε νά τούς άποδώσει εθνι­κό χαρακτήρα, δέν είναι εύλογο νά άναρωτηθοΰμε κατά πόσον τά αφειδώς προσφερόμενα παραδείγματα έθνικής άλληλεγγύης στό παρελθόν είναι προϊόντα μάλλον έκλεκτικών έπιλογών; Ποιές είναι οί συνήθεις μορφές κοινωνικής άλληλεγγύης πού σημαδεύουν τήν παραδοσιακή κοινωνία καί κατά πόσον πράγματι έμπίπτουν στό πλαίσιο άνάλυσης πού τούς επιβάλλεται άναδρομικά; Στον εύρω- παϊκό Μεσαίωνα, γιά παράδειγμα, οί μεγάλες μάζες τοΰ πληθυ- σμοΰ μιας χώρας δέν έχουν αίσθηση τοΰ συνανήκειν, άλλά άποδί- δουν νομιμοφροσύνη στον κυρίαρχο τής αγροτικής demesne ή στήν κλειστή κοινότητα τής πόλης, όπου έχουν γεννηθεί, έργάζονται καί περνοΰν ολόκληρη τή ζωή τους. ’Αντίστροφα, οΐ άριστοκράτες είτε θεωροΰν ότι ΰπόκεινται μόνον στον Πάπα ή τόν έπικυρίαρχό τους εύγενή είτε έχουν καθαρά κοσμοπολίτικη συνείδηση, χωρίς σέ κα­μία περίπτωση νά νιώθουν τήν άνάγκη νά διακηρύξουν τήν άφοσί- ωσή τους σέ κάποιαν άνώτερη οντότητα, όπως τό "έθνος” : «γιά

8. «Γιά τουλάχιστον έξήντα αιώνες γραπτής ιστορίας, ό πόλεμος δέν ήταν γενικά μεταξύ έθνικοτήτων, όπως [είναι] αύτές πού έξαπέλυσαν πολέμους στούς ̂τελευταίους δύο αιώνες, άλλά μεταξύ πόλεων καί έπαρχιών... ή μεταξύ διεθνικών αυτοκρατοριών ή θρησκειών. Οί κατακτήσεις τής Ρωμαϊκής Αύτοκρατορίας, οΐ πολυαίμακτες διενέξεις άνάμεσα στις έλληνικες πόλεις-κράτη, οί ιδιωτικές φέουδα· λικές διαμάχες τοΰ Μεσαίωνα, ή παρατεταμένη σταυροφοριακή διένεξη τής Χρι­στιανοσύνης μέ τό Ίσλάμ είχαν λιγότερο τό χαρακτήρα τοϋ σύγχρονου έθνικισμοΰ, όσο αύτόν τοΰ άρχαίου ή μεσαιωνικού κοσμοπολιτισμού ή τοπικισμού». C.J.H. Hay­es, «Nationalism. Historical Development», στό: E.R.A. Seligman (έκδ.), Encyclope­dia o f the Social Sciences, τ. 11, Νέα Ύόρκη 1933, 240.

Page 70: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΘΝΟΤΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΙ-

τόν εύγενή, κάθε χώρα είναι καί πατρίδα»9 έλεγε, μόλις τό 1637, ό ιταλικής καταγωγής Μαζαρίνος, δίχως προφανώς νά φαντάζεται τις δυσκολίες τών μεταγενέστερων πού προσπαθούν νά άνακαλύ- ψουν τήν άείποτε παρουσία καί ισχύ τών έθνικών συναισθημάτων.

Όμως άκόμη καί στις περιπτώσεις έκεΐνες πού προσάγονται σάν παραδείγματα τοϋ "πανάρχαιου” έθνικοϋ συναισθήματος, έπειδή αντιπροσωπεύουν εύρύτερες συσπειρώσεις διατοπικοΰ ή δι- αταξικοΰ τύπου ένάντια σέ έξωτερικές άπειλές, δέν είναι δυνατόν νά άγνοήσουμε τόν περιστασιακό (καί άτελέσφορο) χαρακτήρα τους. Οί έκάστοτε συμπράξεις δέν μετουσιώνονται οΰτε σέ δεσμευ­τική αίσθηση κοινής ταυτότητας οΰτε σέ μακρόβιο πολιτικό πρό- ταγμα. Κανένα διαρκές όραμα ένότητας δέν διέπει ή άκολουθεΐ τή συσπείρωση τών άρχαίων έλληνικών πόλεων ένάντια στήν εισβολή τοΰ Μεγάλου Βασιλέα (έκτος αν συνεχίζουμε νά θεωροΰμε πώς ό Φίλιππος, ό ’Αλέξανδρος ή ό ’Ισοκράτης άποτελοΰν έκφραστές κάποιος συγκεκριμένης πολιτικής "έθνικής ένότητας” ), όπως κανέ­να έθνικό κράτος μέ τή σημερινή έννοια δέν προκύπτει καθ’ ολην τή διάρκεια τής "ύπερτρισχιλιετοΰς ιστορίας τοΰ έβραϊκοΰ έθνους” (μέχρις ότου γεννηθεί ώς όραμα στά τέλη τοΰ 19ου αιώνα καί ύλοποιηθεΐ ώς πραγματικότητα μόλις τό 1948).10 Εξίσου περι- στασιακός είναι, βεβαίως, καί ό ορισμός τής έξωτερικής άπειλής. Ό Πέρσης είναι γιά τόν Σπαρτιάτη τοΰ 480 π.Χ. έχθρός, άλλά μέσα σέ λιγότερα άπό έκατό χρόνια, τό 387 π.Χ., αντιπροσωπεύει τό σύμμαχο καί φίλο, χωρίς ή αλλαγή νά έπισύρει τό όνειδος τής έσχάτης προδοσίας, έπειδή παραβιάστηκε κάποιο ύποτιθέμενο κα­θήκον πρός τό έθνος." Καί στις δύο περιπτώσεις, ό ορισμός τοΰ

9. G. Parker, Europe in Crisis, 1598-1648, Γλασκώβη 1979, 270.10. «Θά μπορούσε άκόμη κανείς νά υποστηρίξει πώς ή πλέον ισχυρή καί διαρκής

αΓσθηση αύτοΰ πού μπορεΐ νά άποκληθεΐ "φυλετική” έθνικότητα όχι μόνον άντιστά- θηκε στήν επιβολή τοΰ σύγχρονου κράτους, έθνικοΰ ή άλλου [χαρακτήρα], άλλά πολύ συχνά όποιουδήποτε κράτους, όπως μαρτυρούν οί πληθυσμοί πού ομιλούσαν τή διάλεκτο Παστοϋν{Pushtu] μέσα καί γύρω άπό τό ’Αφγανιστάν, οί ορεσίβιοι Σκώ- τοι [Highlanders] πριν τό 1745, οί Βέρβεροι τοΰ όρους Άτλας καί άλλοι πού εύκολα έρχονται στό νού». Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., i.n ., 64.

11. Είναι άξιοσημείωτο ότι ή καταδίκη τής Άνταλκιδείου Ειρήνης άπό τούς συγχρόνους δέν γίνεται στό όνομα κάποιος έθνικής ένότητας πού διερράγη, άλλά

Page 71: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

70 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

έχθροϋ καί τοϋ συμμάχου έξαρταται άπό τά συμφέροντα της Σπάρτης, της μόνης οντότητας πού εμπνέει καί άπαιτεΐ νομιμο­φροσύνη. Τό ίδιο ισχύει καί γιά τήν άρχαία Ρώμη, τής όποίας οί ελεύθεροι κάτοικοι «ήταν περήφανοι, έπειδή ήταν όχι Ρωμαίοι, άλλά πολίτες τής Ρώμης. Ό πω ς καί οί Έλληνες, ήταν πολϊται καί όχι πατριώται, κατά τήν παλαιά διάκριση πού είχαν κάνει οί Έ λ ­ληνες άνάμεσα στούς έαυτούς τους καί τούς Βαρβάρους.»12

Πώς πρέπει νά έρμηνεύσουμε τότε ρήσεις τοϋ τύπου πας μή Έλλην βάρβαρος, έάν καί έφόσον εχει καταστεί σαφές πώς, στή

θέση τής έθνικής ταυτότητας καί άλληλεγγύης πού χαρακτηρίζουν τή σύγχρονη κοινωνία, ή παραδοσιακή κοινωνία έχει νά άντιτάξει άλλες μορφές νομιμοφροσύνης, πού σχετίζονται άμεσα καί άπο- κλειστικά μέ τήν έκάστοτε μορφή τής δεδομένης κοινότητας; Κατά πρώτο λόγο, δέν πρέπει νά λησμονοΰμε ότι ή διάκριση εχει κατά βάση γλωσσικό περιεχόμενο, κάτι πού δέν είναι φυσικά άποκλει- στικό προνόμιο τής άρχαιοελληνικής ιστορίας, άλλά συνανταται στις παραδόσεις καί άλλων λαών τής άρχαιότητας καί τών Μέσων Χρόνων. Έ τσι, γιά παράδειγμα, ή Παλαιά Διαθήκη μας πληροφο­ρεί γιά τή σύγχυση τών γλωσσών πού έπήλθε μέ τήν άνέγερση τοΰ πύργου τής Βαβέλ (Γένεσ. ΙΑ ' , 6-9), ένώ οί Σλάβοι τοΰ Μεσαίωνα άποκαλοΰσαν συλλήβδην όλους όσοι δέν μποροΰσαν νά συνεννοη- θοΰν μαζί τους nemci.'3 Τί σημαίνουν όμως όλα αύτά; Ό τ ι ή

έπειδή ή Ειρήνη συνέβαλε στήν κατάλυση τής ανεξαρτησίας καί τών δημοκρατικών θεσμών τών πόλεων-κρατών. Ίδοΰ ή ιεράρχηση τών δεινών πού προκάλεσε ή ειρήνη στις έλληνικές πόλεις, σύμφωνα όχι μέ κάποιον άσπονδο ’Αθηναίο τοπικιστή, άλλά μέ τόν Γδιο τόν ’Ισοκράτη, στά 380 π.Χ.: «Τοσοΰτον δ’ άπέχουσι τής ελευθερίας καί της αυτονομίας, ώσθ’ αϊ μέν ύπό τ\ιράννοις είσίν, τάς S' άρμοσταί κατέχουσιν, ένιαι δ’ άνάστατοι γεγόνασι, τών δ’ οί βάρβαροι δεσπόται καθεστήκασιν». (Πανηγυρικά;,176).

12. Κ. W. Deutsch, Nationalism and Social Communication, Cambridge, Mass. & Λονδίνο 21966,179. Βλ. έπίσης: «Στήν ελληνική όπως καί στή ρωμαϊκή άρχαιότη- τα, ό όρος πατρΐζ ή patria άναφερόταν κυρίως, άν όχι αποκλειστικά, στήν πόλη. Μόνον οί βάρβαροι έπαιρναν τό όνομά τους, όπως οί σύγχρονοι υπήκοοι, άπό τή χώρα τους καί μόνον οί βάρβαροι ήταν πατριώται, ένώ οί Έλληνες ήταν περήφανοι, έπειδή ήταν πολϊται, μέλη τής πόλης». Ε. Η. Kanlorowicz, «Pro Patria Mori in Medieval Political Thought», The American Historical Review LVI, 3 (1951) 474.

13. Βλ. E. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., S.rr., 51.

Page 72: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΘΝΟΤΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΓ 71

άγνοια της γλώσσας τοϋ άλλου δυσκολεύει τήν έπικοινωνία καί, κατ’ έπέκταση, ότι ή γλώσσα άποτελοϋσε άνέκαθεν στοιχείο συνο­χής ή στοιχείο διαφοροποίησης; Σέ τέτοια έρμηνεία δέν υπάρχει ούτε βεβαίως θά μποροΰσε νά υπάρξει άντίρρηση: όσοι όμιλοΰν διαφορετικές γλώσσες είναι έπόμενο νά θεωρούν, όποτε καί αν έρχονται σέ επαφή, ότι άνήκουν σέ ξεχωριστές ομάδες. Τά προβλή­ματα άρχίζουν, όταν άποδίδουμε συγκεκριμένη σημασία σέ άνάλο- γα παραδείγματα γλωσσικής διάκρισης άπό τό παρελθόν — όταν δηλαδή ύπονοοϋμε πώς οί συνεκτικοί ίστοί τής κοινής γλώσσας έχουν πρόσθετη ισχύ ή όταν ύπαινισσόμεθα πώς οί γλωσσικές δια­φορές έχουν καί άλλες προεκτάσεις.14

Γιά νά άποκτήσουν όμως άλλη σημασία, πρέπει νά συντρέχουν καί άλλοι λόγοι. Γ ιά νά άποδοθεΐ στή γλωσσική διαφορά φόρτιση (πέραν αύτής πού αύτονόητα έχει) καί πολιτική δυναμική (πού σπανίως άπό μόνη της διαθέτει), πρέπει νά υπάρχει ήδη ή άνάγκη νά δηλωθεί ή έθνική ταυτότητα ή έτερότητα. Αύτό προκύπτει άπό τήν ίδια τήν έθνικιστική ιδεολογία, αν προσέξουμε τή λογική σύν­δεση τών έπιχειρημάτων της καί δέν παρασυρθοϋμε άπό τούς σα- ρωτικούς της άφορισμούς. Οΐ έθνικιστές, όποτε προσφεύγουν στό γλωσσικό κριτήριο, προτάσσουν τό έξής έπιχείρημα: "άνήκουμε σέ ξεχωριστό έθνος καί ένα (τό κυριότερο έστω) άπό τά τεκμήρια τής διαφοράς μας είναι καί τό ότι όμιλοϋμε διαφορετική άπό τούς άλ- λοεθνεΐς γλώσσα” . Κανένας όμως έθνικιστής πού θέλει νά διατηρή­σει στοιχειώδη άξιοπιστία δέν θά διενοεΐτο νά άντιστρέψει τή λο­γική αύτή σειρά ύποστηρίζοντας τή γενική άρχή πώς "όποιος όμι- λεΐ διαφορετική γλώσσα ίπετα ι ότι άνήκει σέ ξεχωριστό έθνος” , διότι τότε θά έπρεπε νά εξηγήσει όχι μόνον τή σχεδόν μόνιμη άπουσία άπόλυτης γλωσσικής ομοιογένειας στό έσωτερικό τοϋ δι­κού του έθνους, άλλά καί τήν παρουσία πολλών ομόγλωσσων, άλλά σαφώς διακριτών καί άνεγνωρισμένων εθνών. Ή επίκληση τών γλωσσικών διαφορών δέν άποτελεΐ, όπως συνήθως πιστεύεται, τό ισχυρότερο σημείο, άλλά τήν άχίλλειο πτέρνα τής έθνικιστικής ιδε­ολογίας, έπειδή ή άπόλυτη έμμονή σέ αύτές μειώνει τήν άξιοπι-

14. Πρβλ. J. A. Armstrong, Nations Before Nationalism, Chapel Hill 1982, 5.

Page 73: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

72 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

στία τών έπιχειρημάτων της και περιορίζει τό εύρος τών άξιώ- σεών της.

'Η γλώσσα δέν εΐναι δυνατόν νά παράσχει άπό μόνη της τό κριτήριο της έθνικής διαφοροποίησης οΰτε, κατ’ έπέκταση, νά άπο- τελέσει άποδεικτικό τεκμήριο τής άρχαιότητας τών έθνικών δια­κρίσεων. Καί πώς θά μπορούσε εξάλλου νά είναι καθολικό κριτήριο άνομοιότητας σέ όλο τό ιστορικό φάσμα τών κοινωνιών πού προη- γήθηκαν της σύγχρονης κοινωνίας; Γ ιά αιώνες ολόκληρους, ό άγράμματος αγρότης τής κεντρικής ’Ιταλίας μπορεΐ νά χρησιμο­ποιούσε παρόμοιο γλωσσικό ιδίωμα μέ τό χωρικό τής βόρειας ’Ιταλίας, χωρίς αύτό νά τούς άπασχολεΐ ή νά έχει όποιαδήποτε επίπτωση στον τρόπο τής ζωής τους καί χωρίς κανείς νά διανοείται νά τούς έπιβάλλει τήν ομιλία καί τή γραφή (!) τής τοσκανικής διαλέκτου, γιά νά τούς κάνει νά πλησιάσουν περισσότερο ό ένας τόν άλλον γλωσσικά χαΐ έθνικά. Γ ιά έξίσου μακρές περιόδους, τά κινε­ζικά ιδεογράμματα άποτελοϋσαν μέσο γραπτής έπικοινωνίας γιά όσους λογίους μπορούσαν νά τά άποκρυπτογραφοϋν καί νά τά άνα- παράγουν, χωρίς αύτό νά σημαίνει πώς ένιωθαν ότι συνανήκαν σέ κάποια έθνική οικογένεια είτε μέ τούς άλλους λογίους μέ τούς οποίους μπορούσαν νά συνεννοηθοϋν γραπτώς, άλλά δέν ομιλούσαν τήν ίδια γλώσσα, είτε μέ τούς αγράμματους πληθυσμούς άνάμεσα στούς οποίους ζοϋσαν καί μέ τούς όποιους έπικοινωνοϋσαν προφο­ρικά. Γ ιά άκόμη μακρότερες περιόδους, ό άνθρωπος έρχόταν —μό­νιμα ή περιστασιακά, δέν έχει σημασία— σέ έπαφή μέ άλλους άνθρώπους πού ομιλούσαν άκατάληπτες γι’ αύτόν γλώσσες, χωρίς κάτι τέτοιο νά οδηγεί, πέρα άπό τήν προφανή άδυναμία τους νά συνεννοηθοϋν, σέ όποιαδήποτε άντίθεση μεταξύ τους.

Τό έρώτημα λοιπόν παραμένει: κατά πόσον τά έμπόδια στήν έπικοινωνία, πού ήταν φυσικό νά ύπάρχουν καί στήν παραδοσιακή κοινωνία, διέκριναν άναγκαστικά ομάδες άλλες πέραν τών γλωσσι­κών καί δημιουργοΰσαν διαφορές άλλες άπό αύτές πού αύτονόητα συνεπάγονταν; Πιστεύω πώς τά μέτρα καί τά σταθμά μέ τά όποια σήμερα άποτιμοϋμε τή γλωσσική συγγένεια καί τή γλωσσική δια­φορά άπλώς δέν ϊσχυαν στό παρελθόν.15 Έάν ΐσχυαν, όπως ή έθνι-

15. Ό πω ς ϊχει παρατηρήσει σχετικά καί 6 Άρνο Μπίρστ, «μόνον ή κατοπινή

Page 74: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΘΝΟΤΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΙ^ 73

κιστική ιδεολογία συχνά προσπαθεί νά αποδείξει, τότε θά υπήρχε τεράστια δυσκολία στό νά έξηγήσουμε πώς ήταν δυνατόν νά έπιζή- σουν έπί μακρότατα χρονικά διαστήματα,ποικιλόμορφες πολιτικές δομές (βασίλεια, αυτοκρατορίες κ.λπ.) χωρίς νά διαταράσσονται άπό τήν ύπαρξη τών διαφορετικών γλωσσικών ομάδων στό έσωτε- ρικό τους καί χωρίς οί ομάδες αύτές νά ένοχλοϋνται καθ’ οίονδήπο- τε τρόπο άπό τις λόγιες διοικητικές γλώσσες (όπως τήν έλληνική, τή λατινική ή τήν κινεζική) πού τούς ήταν καθόλα ξένες. ’Αντί­στροφα, θά ήταν άπορίας άξιον γιατί ό Δημοσθένης ένιωθε τήν άνάγκη νά άντισταθεΐ στή συνένωση τών έλληνικών πόλεων ΰπό τήν ήγεμονία τοϋ "ελληνίζοντος” (καί 5χι πλέον "βαρβαρίζοντος” ) βασιλέως τών Μακεδόνων.

Τό πρόβλημα, κατά συνέπεια, δέν είναι ή ίδια ή γλωσσική δια­φορά (ή συγγένεια), άλλά πώς έμεϊς τή διαβάζουμε, άδιαφορώντας γιά τό ποΰ καί τό πότε άναφέρεται — τό πρόβλημα, κοντολογίς, είναι αν έξετάζουμε τή γλωσσική διαφορά καί συγγένεια σέ σχέση μέ τό ιστορικό καί κοινωνικό πλαίσιο στό όποιο σημειώνονται ή, άντιθέτως, άν θεωρούμε πώς άποτελοϋν φαινόμενα ΰπερβατικοϋ χαρακτήρα. Στή δεύτερη όμως περίπτωση, ή εξάλειψη της ιστορι­κότητας δέν είναι καθόλου ούδέτερη, διότι υποκρύπτει καί τήν έξά- λειψη της ιστορικότητας τής δικής μας άνάγνωσης. Αύτό συμβαί­νει, πιστεύω, καί στήν περίπτωση τής έθνικιστικής ιδεολογίας, ή όποία, όταν έπικαλεΐται ρήσεις τοϋ τύπου πας μή Έλλην βάρβα­ρος, επιχειρεί νά τις έπενδύσει μέ νόημα πού ή ίδια έχει δημιουργή­σει, ούτως ώστε νά κατοχυρώσει ότι οί έθνικές διαιρέσεις είναι πανάρχαιες καί φυσικές, άλλά καί νά άποκρύψει τό δικό της έπεμ- βατικό ρόλο. Ό έθνικισμός όμως, έπειδή άκριβώς περιέχει καί έμπνέει ιδέες πού ήταν άγνωστες στήν παραδοσιακή κοινωνία, «δέν άποτελεΐ φυσικό, άλλά ιστορικό φαινόμενο»'6 καί μέ αύτήν τήν έννοια πρέπει νά αναλυθεί, αν θέλουμε νά άποφύγουμε τήν παγίδα πού ό ίδιος δημιουργεί μέ τήν έμμονή του στήν άρχαιότητα καί τή φυσικότητα τοΰ έθνους. Ό -κίνδυνος της προβολής τοΰ παρόντος

γενίκευση καδιστα τούς ανθρώπους τής β ιας γλώσσας φίλους, τών St ξένων γλωσ­σών έχθρούς». Παραθ. στό: Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 57.

16. L. L. Snyder, The Meaning o f Nationalism, δ.π., 74.

Page 75: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

74 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

στο παρελθόν (πού ενυπάρχει, άναπόφευκτα κατά τή γνώμη μου, σέ όποιαδήποτε προσπάθεια άνασύστασης τοϋ παρελθόντος)17 έδώ ισχύει σέ άπόλυτο βαθμό, έπειδή όχι μόνον μορφές συλλογικής συ­νείδησης καί άλληλεγγύης χρησιμοποιούνται έπιλεκτικά σάν έπι- βεβαιωτικά τεκμήρια τής άρχαιότητας τοΰ έθνους, άλλά καί έπει- δή τέτοιου είδους προβολισμοί σπανίως άμφισβητοϋνται, χάρη στήν καθολική έπικράτηση τών όρων τής έθνικιστικής ιδεολογίας.

Είναι χαρακτηριστική, γιά παράδειγμα, ή σιωπή τής ιστορικής έπιστήμης, όταν άναπαράγεται ό χαρακτηρισμός "έμφύλια διαμά­χη” γιά συγκρούσεις πού ήταν πολύ φυσικές μέσα στό πλαίσιο τής παραδοσιακής κοινωνίας, άλλά δέν συμμορφώνονται μέ τήν ιδέα τοϋ παντοτινού καί ένιαίου έθνους. Κατ’ αύτόν τόν τρόπο, ό Πόλε­μος τών Ρόδων είναι γιά τόν "άγγλικό” Μεσαίωνα "έμφύλιος” , άλλά ό Έκατονταετής Πόλεμος είναι "πατριωτικός” , οί Περσικοί Πόλεμοι είναι γιά τήν κλασική άρχαιότητα περισσότερο "φυσιολο­γικοί” άπό ο,τι ή "έκτροπή” τοΰ Πελοποννησιακοΰ Πολέμου κ.ο.κ. Πρόκειται γιά τή σύγχρονη όσο καί απρόσβλητη έκείνη άντίληψη πού μάς έπιτρέπει νά άποδίδουμε χωρίς ένδοιασμούς έθνική συνεί­δηση στό μέλος τής δυναστείας τών Άψβούργων πού έδρευε, κατά τόν 15ο ή τόν 16ο αιώνα, στή Βιέννη, τήν Πράγα, τή Μαδρίτη ή τις Βρυξέλλες, χωρίς νά έχουμε τήν αίσθηση ότι αύθαιρετοϋμε άπέ- ναντι στή λογική τής έποχής στήν οποία άναφερόμαστε.

Ή κριτική άμφισβήτηση άνάλογων άποτιμήσεων άπό τις κοι­νωνικές έπιστήμες άπουσιάζει άκόμη καί σήμερα. Τό φορτισμένο λεξιλόγιο τοϋ έθνικισμοϋ έχει διαποτίσει τή σύγχρονη σκέψη σέ τέτοιο βαθμό, πού καί τά παράγωγα ιδεολογήματα, άκόμη κι όταν συνιστοΰν κατάφωρα λογικά άτοπήματα, έχουν γίνει άποδεκτά καί ήχοΰν φυσιολογικά. Πόσο όμως φυσιολογικό θά ήχοΰσε, αν κάποιος διενοεΐτο νά άπευθύνει στήν κατεστημένη αύτήν άντίληψη τής κοι­νωνίας καί τής ιστορίας της τήν άκόλουθη άφελή έρώτηση: άν τόσα άπό τά σημερινά έθνη έχουν πράγματι πανάρχαιη ιστορία, γιατί έξαφανίστηκαν άπό προσώπου γης λαοί της άρχαιότητας πού θά

17. Τό πρόβλημα τοϋ προβολισμοΰ στήν ιστορική μεθοδολογία έχω θίξει έκτε- ταμένα, μέ αφορμή τή μαρξιανή θεωρία τής ιστορίας, στό: Marx on Classical Anti­quity, Brighton & Νέα Ύόρκη 1988, κεφ. 2, 8 καί 9.

Page 76: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΘΝΟΤΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΙ- 75

έπρεπε κι αύτοί, κατ’ άναλογία, νά ορίζονται μέ τά ϊδια κριτήρια, άλλά πού είχαν τήν άτυχία νά μή βρουν σοβαρούς διεκδικητές τής δικής τους ιστορικής κληρονομιάς; Τί Ιγινε μέ τά "ένδοξα εθνη” τών Άσσυρίων, τών Βαβυλωνίων, τών αρχαίων Αιγυπτίων, τών Χετταίων, τί συνέβη μέ τούς Φιλισταίους, τούς ’Αβαρούς, τούς Άψυλίους, τούς Άβασγούς, τούς Τζανούς κ.ο.κ.;18

Στήν προσπάθεια νά καταδειχθεΐ ή ιστορικότητα έθνους καί έθνικισμοΰ μπορεϊ βεβαίως νά άντιταχθεϊ τό έπιχείρημα ότι λέξεις όπως έθνος, natio, nation κ.λπ. έχουν παρελθόν πού ύπερβαίνει κατά πολύ τά χρονικά όρια της σύγχρονης κοινωνίας — κοντολογίς, ότι δέν είναι λέξεις καινούργιες, άλλά παμπάλαιες. Δέν ύπάρχει, πιστεύω, πιο διαδεδομένη, άλλά καί πιο έπιπόλαιη ένσταση. Οΐ λέξεις είναι σάν τά νομίσματα:19 ή "άνταλλακτική άξία” τους, όπως θά έλεγε κι ό Μάρξ, διαφέρει άπό κοινωνία σέ κοινωνία καί άπό εποχή σέ εποχή, άφοΰ μέ τήν ίδια λέξη διαφορετικοί άνθρωποι σέ διαφορετικούς χρόνους έννοοΰν διαφορετικά πράγματα — καί ή παράκαμψη αύτοΰ τοΰ προβλήματος της σημασιολογίας στήν ιστο­ρία συνιστα, κατά τή γνώμη μου, βαρύτατο μεθοδολογικό σφάλμα. Πράγματι οί λέξεις έθνος καί nation δέν είναι καινούργιες, έχουν ιστορία’ όμως αύτή ή ιστορία λέει πολλά, όχι μόνον γιά όσα σημαί­νουν, άλλά καί γιά όσα δέν σημαίνουν κατά περιόδους.20

18. Αύτό δέν σημαίνει πώς δέν έχουν κατά καιρούς υπάρξει απόπειρες έθνικιστι- κής έκμετάλλευσης καί αύτών τών άρχαίων πολιτισμών, παρόλο πού ή σοβαρότητα τέτοιων ισχυρισμών (ή, ακριβέστερα, ή επιτυχία τής αξιοπιστίας τους) έλέγχεται άπό άνταγωνιστικούς καί άλλους εθνικισμούς, θ ά θυμίσω μόνον τή νεοτουρκική (καί συνεχιζόμενη έως τΙς ήμερες μας) προσπάθεια της ιστορικής ιδιοποίησης τών Χετταίων.

19. Βλ. G. Zernatto, «Nation: The History of a Word», Vie Review o f Politics 6 ,3 (1944) 351.

20. Γιά τήν ιστορία τών λέξεων ίθνοζ, natio και nation γενικά, βλ. G. Zernatto, «Nation...», £*.,351-366· F. Hertz, Nationality in History and Politics, Νέα 'Τόρκη 31950, 5-7 (σημειωτέον ότι ό Χέρτζ άντιμετωπίζει τήν αΓσθηση τής έθνιχής ταυτό­τητας σάν πάγιο, άνθρωπολογικό φαινόμενο)· Κ. Mostofi, Aspects o f Nationalism, Salt LakeGty 1964, 7-9· K. R. Minogue, Nationalism, Νέα 'Τόρκη 1967,8-11 · F. H. Hinsley, Nationalism and the International System, Λονδίνο 1973, 20 καί E. J. Ηο· bsbawm, Nations and Nationalism..., S.7t.y 14-18. Πρβλ. τέλος M. Hroch, Social Preconditions o f National Revival in Europe, Cambridge 1985, 192-193 σημ.

Page 77: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

76 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Ή λέξη έθνος στούς αρχαίους κλασικούς έχει πολλές σημασίες, καμία τους όμως δέν άντιστοιχεΐ πρός αύτήν πού της αποδίδουμε σήμερα.21 Στον Όμηρο, γιά παράδειγμα, έχει τήν έννοια της συν­τροφιάς («έθνος έταίρων» — Ίλ. Γ32, Η115), τοΰ στρατού γενικά («έθνος λαών» — Ίλ. Ν495, «έθνεα πεζών» — Ίλ. Λ724) ή κά- ποιας συγκεκριμένης στρατιάς («έθνος ’Αχαιών» — Ίλ. Ρ552, «Λυκίων μέγα έθνος» — Ίλ. Μ330), τοΰ σωροϋ νεκρών («έθνεα νεκρών» — OS. λ34, κ526) καί, τέλος, τοϋ σμήνους εντόμων ή πτηνών («έθνεα μελισσάων, ορνίθων, μυιάων» — Ίλ. Β87, 459, 469). Στον Πίνδαρο άπανταται μέ τις σημασίες είτε τοΰ φύλου («άνέρων έθνος» — Όλ. 1,66, «έθνει γυναικών» — Πυθ. 4,252) είτε τοΰ συγγενή (Νεμ. 5,43). Στον 'Ηρόδοτο άναφέρεται στή φυλή, τό γένος («Μηδικόν έθνος» — 1,1(51) ή στις έλληνικές πόλεις —στον πληθυντικό!— πού ύπέκυψαν στούς Πέρσες («τών μηδισάν- των έθνέων τών Ελληνικών» — 9,106,3), στον Θουκυδίδη σέ διά­φορες φυλές, έλληνικές ή βαρβαρικές (1,3 καί 3,92) καί στον Ξενο- φώντα στή φυλή ή το γένος («Πομπάς έποίησαν κατά έθνος έκα­στος τών Ελλήνων» — Άναβ. 5,5,5), στό φύλο («θήλυ έθνος» — Οίκον. 7,26) καί στή συντεχνία ή τήν έπαγγελματική ομάδα («Οϊσθά τι έθνος ήλιθιώτερον ραψωδών;» — Συμπ. 3,6). Στον Αι­σχύλο χρησιμοποιείται γιά τις Έρινύες (Εΰμ. 366) ή γιά οπλισμέ­νη ομάδα («έθνος μαχαιροφόρον» — Περσ. 56) καί στον Σοφοκλή άναφέρεται σέ άγέλες ζώων («Θηρών... έθνη» — Άντ. 344 καί «έθνη Θηρών» — Φιλ. 1147). Στον Πλάτωνα ή λέξη έθνος ϊχ ε ι τήν έννοια τοΰ είδους («’Ιχθύων έθνος» — Τίμ. 92γ), τής έπαγγελμα- τικής ομάδας («δημιουργικόν έθνος» — Γοργ. 455β, «έθνος κηρυκι- κόν» — Πολιτικός 290β) καί τοΰ γένους ή τής φυλής («τών Θεττα- λών... πενεστικόν έθνος» — Νόμοι 776δ), ένώ στον ’Αριστοτέλη ό όρος άναφέρεται στις βαρβαρικές φυλές σέ αντιδιαστολή μέ τις έλληνικές (Πολιτικά 1324β10). Οί σημασίες τής λέξης λοιπόν ποι­κίλλουν καί όχι μόνον δέν έχουν τή σημερινή πολιτισμική καί πολι­

21. Βλ. τό σχετικό λήμμα στό: Η. Stephanus, Thesaurus Graecae Linguae, Graz 1954, τ. 4,182-183 καί στό: Η. C. Liddell κ.ά., A Creek-English Lexicon, ’Οξφόρδη*1940, 480.

Page 78: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΘΝΟΤΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΙ' 77

τική φόρτιση,22 άλλά δέν άναφέρονται καν σέ μία καί μόνη θεματι­κή κατηγορία.

Καί στήν Παλαιά Διαθήκη όμως (μετάφραση τών Ο ') ή λέξη έθνος χρησιμοποιείται γιά τό χαρακτηρισμό όχι τοϋ έβραϊκοΰ ή άλλου έθνους μέ τή σύγχρονη σημασία, άλλά όλων όσοι δέν άνήκουν στήν έβραϊκή θρησκευτική κοινότητα, δέν πιστεύουν δηλαδή στό θεό τοΰ ’Ιεχωβά («Ίνατί έφρύαξαν έθνη...;» — Ψαλμ. Β ',1). ’Ανά­λογη σημασία θρησκευτικής διάκρισης έχει καί στήν Καινή Διαθή­κη («Εις όδόν έθνών μή άπέλθητε» — Ματθ. I ',5) καί στά άπο- στολικά κείμενα («έν τη κατασχέσει τών έθνών» — Πράξεις Α π ο ­στόλων Ζ ', 45 καί «τών έθνών τε καί ’Ιουδαίων» — Πράξεις ’Αποστόλων ΙΔ ', 5), ένώ ό Παΰλος (ό «έθνών άπόστολος» —

Πρός Ρωμαίους ΙΑ', 13) τή χρησιμοποιεί γιά νά χαρακτηρίσει τούς μή έβραϊκής καταγωγής χριστιανούς (Πρός Ρωμαίους ΙΕ ', 27).

Στούς λατίνους ή λέξη natio23 συνανταται στον Κικέρωνα μέ τή σημασία άλλοτε τής θεότητας τής γέννησης (N.D. 3,18,47) κι άλ­λοτε τής φυλής (N.D. 2,29,74, Q.Fr. 1,1,9, §27, Phil. 10,10,20), τής κοινωνικής τάξης (Sest. 44,96) ή κάποιας μερίδας υποψηφίων (Pis. 23,55). Στον Βάρρωνα έννοεΐται ώς ράτσα ζώων (R.R. 2,6,4) ή άνθρώπων (L.L. 9, §93), στον Πλίνιο ώς είδος ζώων ή πραγμά­των (22,24,50, §109 καί 21,14,49, §83), στον Πλαΰτο ώς γένος άνθρώπων (Men. 2,1,34 καί Rud. 2,2,6), ένώ παρόμοια σημασία έχει καί στον Τάκιτο (G. 38).

Μέ τήν έπικράτηση τοϋ χριστιανισμού ή λέξη έθνος καί τά παράγωγά της δηλώνουν τούς μή Χριστιανούς, όπως προκύπτει άπό τά πατερικά κείμενα, άλλά καί άπό τή χρήση τής λέξης natio στήν έκκλησιαστική λατινική τοΰ Τερτυλλιανοΰ (De Idol. 22). Κι αύτή όμως ή σημασία άλλάζει στή μεσαιωνική Δύση, όπου ό όρος natio άποτελεΐ, όπως μας πληροφορεί ό Μάξ Βέμπερ, «νομική έν­

22. Κι ίποτε όμως έχουν πολιτική φόρτιση, αύτή είναι διαφορετική άπό τή σημερινή. Ό Έρενμπεργκ, λόγου χάριν, διατείνεται πώς ή αρχαιοελληνική λέξη έθνος άντιστοιχεΐ σέ ίσες κοινωνίες δέν έχουν τήν πολιτική συγκρότηση της πόλης — βλ. σχετ. V. Ehrenberg, The Creek Slate, Λονδίνο 21969, 22.

23. Βλ. τό σχετικό λήμμα στό: Ε. A. Andrews κ.ά., Harper's Latin Dictionary, Νέα Ύόρκη, Σινσινάττι καί Σικάγο 1879, 1189.

Page 79: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

78 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

νοια»2* γιά τήν υποδήλωση τής οργανωμένης κοινότητας ή τοϋ μοναστικοΰ τάγματος μέσα στά έκκλησιαστικά συμβούλια καί τά πανεπιστήμια. Εξίσου άσχετες πρός τή σημερινή έννοια είναι καί οί σημασίες τής λέξης nation στις λατινογενείς γλώσσες έως καί τόν 18ο αιώνα.2* Είναι άξιος, νομίζω, προσοχής γιά τίς πολλαπλές συνδηλώσεις τής λέξης μέχρι καί σχετικά πρόσφατα ό τρόπος μέ τόν όποιο χρησιμοποιείται άπό τόν Ά νταμ Σμίθ στό Ό Πλούτος τών Εθνών, πού έκδίδεται μόλις τό 1776,26 έτος διακήρυξης τής ’Αμερικανικής ’Ανεξαρτησίας.

Ή έμμονή στον ισχυρισμό περί αρχαιότητας τοΰ έθνους παρου­σιάζει λοιπόν εξαιρετικές δυσκολίες. Αύτό καί μόνον άρκεΐ γιά νά ύποδηλώσει τό σύγχρονο χαρακτήρα τοΰ έθνικισμοΰ, τής σύγχρονης εκείνης ιδεολογίας πού περιστρέφεται γύρω άπό μιάν έννοια πού δέν ύπήρχε σέ προηγούμενες κοινωνίες. Ό ίδιος ό όρος εθνικισμός είναι φυσικά άγνωστος πριν άπό τόν 18ο αιώνα, άφοΰ έμφανίζεται γιά πρώτη φορά μόλις στά 179827 καί καθιερώνεται μόλις στά τέλη τοΰ 19ου αιώνα.28 Ό άκριβής προσδιορισμός τοΰ γενέθλιου σημείου τοΰ έθνικισμοΰ έχει συχνά άποτελέσει άντικείμενο διαφω­νιών29 καί ταυτίζεται άλλοτε μέ τόν ’Αγγλικό Εμφύλιο Πόλεμο (1642), άλλοτε μέ τό δεύτερο διαμελισμό τής Πολωνίας (1772), άλλοτε μέ τή διακήρυξη τής ’Αμερικανικής ’Ανεξαρτησίας (1776),

24. Μ. Weber, «Structures of Power», στό: Η. Η. Certh & C. Wright Mills (έκδ.), From Max Weber: Essays in Sociology, Λονδίνο 71970, 179.

25. Γιά τήν ιστορία τών σημασιών τής λέξης nation στή γαλλική γλώσσα, βλ. R. R. Palmer, «The National Idea in France before the Revolution», Journal o f the History o f Ideas 1,1 (1940) 97-98. ’Ανάλογη σύντομη επισκόπηση γιά τήν αγγλική γλώσσα υπάρχει στό: R. Williams, Keywords, Λονδίνο 1976, 178.

26. Ό που βεβαίως nation σημαίνει γενικά "κοινωνία” ή "κράτος” . Βλ. A. Smith, The Wealth o f Nations, Harmondsworth 1983, ΐδιαιτ. 104-106.

27. Μέ σαφώς υβριστική σημασία, στό άντεπαναστατικό μανιφέστο τοΰ Γ άλλου ιερέα Augustin Barruel, Mimoircspour servir a Γ histoire du Jacobinisme, πού έκδό- θηκε στό Λονδίνο. Βλ. Ε. Kamenka, «Political Nationalism...», δ.π., 8.

28. Βλ. Β. Anderson, Imagined Communities, δ.π., 14 σημ. Βλ. έπίσης R. Girar- det, «Autour de Γ idiologie nationaliste», Revue frangaise de science politique XV, 3 (1965) 424-429.

29. Βλ. Royal Institute of International Affairs (έφεξής R.I.I.A.), Nationalism, Λονδίνο 21963, 5-6 καί F. H. Hinsley, Nationalism..., δ.π., 23-24.

Page 80: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΘΝΟΤΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΤ 79

άλλοτε μέ τή Γαλλική Επανάσταση (1789) κι άλλοτε μέ τό Λόγο πρός τό Γερμανικό Έθνος τοϋ Φίχτε (1807).30 Οί περισσότεροι πάντως μελετητές συμφωνοΰν πώς ή γένεση τοΰ έθνικισμοΰ πρέπει νά τοποθετηθεί στό πέρασμα άπό τόν 18ο στόν 19ο αιώνα στήν Εύρώπη.31 Πρόκειται λοιπόν γιά καταρχήν ευρωπαϊκό (ή, άκριβέ- στερα, δυτικοευρωπαϊκό) φαινόμενο πού έξαπλώνεται ραγδαία μέ­σα σέ λιγότερο άπό δύο αιώνες σέ ολόκληρο τήν ύφήλιο.32

Τό γενέθλιο σημείο τοΰ έθνικισμοΰ παρουσιάζει ένδιαφέρον, όχι τόσο έπειδή είναι ποτέ δυνατόν νά προσδιορισθεΐ μέ άκρίβεια, άλλά έπειδή μας εισάγει στό πρόβλημα τών ιστορικών καταβολών καί τής έξέλιξής του — καί ή διερεύνηση τοΰ προβλήματος αΰτοΰ συμ­βάλλει, πιστεύω, στήν άποσαφήνιση τοΰ πλαισίου στό όποιο έπι- χειρεΐται ή μελέτη τής διαδικασίας τής παραγωγής καί άναπαρα- γωγής του. Έ τσι, οί δυτικοευρωπαϊκές καταβολές τής εθνικιστι­κής ιδεολογίας έχουν άποτελέσει τό κυριότερο κριτήριο τών ιστο­ρικών τυπολογιών πού έχουν κατά καιρούς προταθεϊ. Οί τυπολο­γίες αύτές περιέχουν συνήθως δύο βασικές κατηγορίες: τούς "πρω­τογενείς” καί τούς "δευτερογενείς” έθνικισμούς.33 Οί πρωτογενείς έθνικισμοί άναφέρονται στή δυτική Εύρώπη34 στά τέλη τοϋ 18ου καί τις άρχές τοΰ 19ου αιώνα, ένώ οί δευτερογενείς περικλείουν όλους τούς έθνικισμούς πού άκολούθησαν, άπό τις άρχές τοΰ 19ου αιώνα καί έντεΰθεν, στήν Εύρώπη καί τόν υπόλοιπο κόσμο. Ή συμβατική αύτή διάκριση δέν θά είχε καθεαυτήν τόσο μεγάλη ση­

30. Βλ. A. D. Smith, Theories o f Nationalism, Λονδίνο 21983, 27.31. Βλ. J. Breuilly, Nationalism and the State, Μάντσεστερ 1982, 4-6.32. Βλ. A. Ciddens, Social Theory and Modern Sociology, Cambridge 1987,177.33. Ή διάκριση μεταξύ "πρωτογενών” καί "δευτερογενών” έθνικισμών απαντά­

ται καί μέ άλλες συναφείς όνομασίες, όπως, έπί παραδείγματι, στή διάκριση "δυτι­κών” καί "ανατολικών” έθνικισμών τοϋ Κόν ή στή διάκριση "ιστορικών” καί "δευ- τερευόντων” εθνικισμών τοΰ Τρέβορ-Ρόπερ. Βλ., αντίστοιχα, Η. Kohn, The Idea o f Nationalism, Νέα 'Τόρκη 1944, κεφ. 5 καί Η. Trevor-Roper, Jewish and Other Natio­nalisms, Λονδίνο 1962, κεφ. 1. Πρβλ. Ε. Hobsbawm, «Some Reflections on Nationa­lism», στό: T. J. Nossiter, A. H. Hanson & S. Rokkan (έκδ.), Imagination and Precisi­on in the Social Sciences, Λονδίνο 1972, 400-405 κα ί]. P. Arnason, «Nationalism, Globalization and Modernity», Theory, Culture, and Society!, 2-3 (1990) 231-232.

34. Καί, κατά τόν Άντερσον, στή δυτική Εύρώπη καί στή βόρεια καί νότια ’Αμερική — βλ. Β. Anderson, Imagined Communities, δ.π., κεφ. 4 καί 67.

Page 81: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

80 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

μασία, έάν δέν έθιγε έμμεσα δύο σημεία πού μας ενδιαφέρουν καί θά μας άπασχολήσουν στά κεφάλαια πού άκολουθοϋν. Το πρώτο έχει νά κάνει μέ τις διαφορές άνάμεσα στούς πρωτογενείς καί τούς δευτερογενείς έθνικισμούς, οί όποιες άφοροϋν στή σχέση έθνικιστι- κής ιδεολογίας καί έθνικοϋ κράτους. Καί τό δεύτερο άναφέρεται στήν ίδια τήν άκολουθία πού ή διάκριση περικλείει καί ή οποία σχετίζεται μέ τήν ικανότητα τοϋ εθνικισμού νά εξαπλώνεται καί νά γενικεύεται.

"“Ας δοϋμε τήν ιστορική τυπολογία τοϋ έθνικισμοϋ πιο προσεκτι­κά. Οί πρωτογενείς έθνικισμοί (καί ιδιαίτερα οί δύο πλέον "πρωτό­τυποι” καί "πρότυποι” , ό άγγλικός καί ό γαλλικός) διακρίνονται άπό τούς δευτερογενείς όχι μόνον έπειδή προηγούνται χρονολογι­κά, άλλά καί έπειδή άναπτύχθηκαν στό έσωτερικό κυρίαρχων πο­λιτικών δομών, τις όποιες άποδέχθηκαν, διατήρησαν καί ιδιοποιή­θηκαν καθιστώντας τις έθνιχά χράτη?^ Ό έθνικισμός στις περι­πτώσεις αύτές γεννήθηκε μέσα σέ ύπάρχοντα συστήματα πολιτι­κής οργάνωσης, πού ναι μέν άποτελοΰσαν παράγωγα προηγούμε­νων έξελίξεων (παρακμή τής δυτικής φεουδαρχίας, συγκεντρωτική μοναρχία), άλλά ήταν μέ τέτοιο τρόπο συγκροτημένα, ώστε νά μήν άντιβαίνουν κατάφωρα στις δοξασίες καί τά προτάγματά του. Κατ’ αύτόν τόν τρόπο, οί πρωτογενείς έθνικισμοί είχαν διασφαλί­σει, οΰτως είπεϊν, τήν πολιτική αύθυπαρξία τών έθνών έξ ονόματος τών οποίων ομιλούσαν καί, κατά συνέπεια, προέτασσαν ώς βασική τους μέριμνα τήν άνάδειξη καί διατήρηση τοΰ έθνικοϋ χαρακτήρα τών κυρίαρχων κρατών στά όποια άναπτύχθηκαν.

Σέ άντιδιαστολή μέ τούς έθνικισμούς τής πρώτης γενεάς, οί δευτερογενείς έθνικισμοί άναπτύσσονται, κατά τεκμήριο, σέ άντί- θεση πρός ύφιστάμενους πολιτικούς σχηματισμούς. Τό ΰπό δια­μόρφωση έθνος έξ ονόματος τοΰ οποίου όμιλοΰν δέν βρίσκεται ένω-

35. Βεβαίως, δπως προκύπτει άπό τήν άνάλυση τοϋ Τίλι, τά κράτη πού προέκυ ψαν άπό τή Συνθήκη τής Βεστφαλίας τό 1648 άπέκτησαν τό σημερινό ("έθνικό” ) χαρακτήρα τους μέσα άπό εξαιρετικά σύνθετες διαδικασίες τριών αιώνων, στίς όποιες ό πρωταρχικός ρόλος τής έθνικιστικής ιδεολογίας δέν μπορεΐ νά μήν αναγνω­ριστεί. Βλ. σχετ. C. Tilly, «Reflections on the History of European State-Making», στό: C. Tilly (έκδ.). The Formation o f National States in Western Europe, Princeton, N.J. 1975, ίδιαιτ. 6 καί 45.

Page 82: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΘΝΟΤΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΤ 81

μένο καί ανεξάρτητο σέ αυθύπαρκτη πολιτική οντότητα, στό δικό του "εθνικό κράτος” , άλλά είναι είτε κατακερματισμένο σέ πολ­λαπλούς πολιτικούς σχηματισμούς (π.χ. γερμανικό έθνος) είτε υπό­δουλο σέ "άλλοεθνή” κράτη (π.χ. χριστιανικά έθνη τής ’Οθωμανι­κής Αυτοκρατορίας) είτε διάσπαρτο στήν ύφήλιο (π.χ. έβραϊκό έθνος). Δίχως τήν πολιτική άνεξαρτησία τοϋ έθνους οί έθνικισμοί αύτοί δέν διαθέτουν τό "κρατικό” πλεονέκτημα τών προδρόμων τους καί έχουν έξ άνάγκης άπελευθερωτικό, άποσχιστικό ή ένοποι- ητικό χαρακτήρα.

Ή γενέθλια, αν μπορούσαμε νά τήν ονομάσουμε έτσι, συγκυρία τοΰ έθνικισμοΰ έχει μεγάλη σημασία γιά τή διερεύνησή του, έπειδή έπηρεάζει μέ άμεσο τρόπο τήν έξέλιξη, τή μορφή καί τίς φροντίδες του. Τό κατά πόσον «ή διαδικασία δημιουργίας έθνους προηγείται τής διαδικασίας δημιουργίας κράτους»36 έχει νά κάνει μέ τό έάν ή έννοια τοΰ έθνους κατασκευάζεται άπό τήν έθνικιστική ιδεολογία σέ "πολιτικό κενό” ή, άντιθέτως, διαπλάθεται στις μήτρες πού έχουν διαμορφωθεί άπό προϋφιστάμενες πολιτικές πραγματικότη­τες, μέ τούς καταναγκασμούς, άλλά καί τά σχετικά όφέλη πού κάτι τέτοιο συνεπάγεται γιά τόν έθνικισμό. Οί προσανατολισμοί, ό χα­ρακτήρας καί ή άποτελεσματικότητα τής έθνικιστικής ιδεολογίας χρωματίζονται άναπόφευκτα άπό τό ιστορικό πολιτικό πλαίσιο στό όποιο άναπτύσσεται — καί ή τυπολογική διάκριση μεταξύ πρωτογενών καί δευτερογενών έθνικισμών μάς δίνει τήν ευκαιρία νά προσέξουμε αύτόν τόν παράγοντα.

Σέ καμία περίπτωση όμως ή διάκριση δέν πρέπει νά θεωρηθεί άπόλυτη ή μονοσήμαντη. Ή σύμπτωση δευτερογενοΰς καί μή κρα- τικοΰ άναφέρεται στούς ευρωπαϊκούς κυρίως έθνικισμούς πού ανα­πτύσσονται στά ίχνη τών πρωτογενών, όπως είναι ό γερμανικός37 ή ό ιταλικός καί οί περισσότεροι έθνικισμοί τής άνατολικής Εύρώπης

36. Π.-Ν. I. Διαμαντοϋρος, «Ελληνισμός καί Ελληνικότητα», στό: Δ. Γ. Τσα­ούσης (έπιμ.), 'Ελληνισμός- 'Ελληνικότητα, 'Αθήνα 1983, 54. Πρβλ. 52.

37. «Καταρχήν, τό κράτος στή Μεγάλη Βρετανία και τή Γαλλία προηγηθηκε τοϋ Εθνους καί τό δημιούργησε. Τό γερμανικό Εθνος προηγηθηκε τοϋ σύγχρονου γερμανικού κράτους καί συνέβαλε στή δημιουργία του». R.I.I.A., Nationalism, δ.π., ^5. Βλ. έπίσης 111-113.

Page 83: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

82 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

καί τών Βαλκανίων.38 ’Αρκετοί όμως άπό τούς μεταγενέστερους (ή δευτερογενείς) έθνικισμούς καί ιδίως όσοι άναπτύχθηκαν έκτος Ευ­ρώπης, δέν είχαν άπελευθερωτικό ή άποσχιστικό χαρακτήρα, άλ­λά, άντιθέτως, προσπάθησαν νά ιδιοποιηθούν υφιστάμενες ή κλη­ροδοτημένες πολιτικές πραγματικότητες. Πολλοί άπό τούς έθνικι- σμούς τοϋ 20οϋ αιώνα στό λεγόμενο Τρίτο Κόσμο, γιά παράδει­γμα, βρέθηκαν στήν άνάγκη νά καταστήσουν έθνικό κράτος τις ήδη όριοθετημένες πολιτικές οντότητες τής "έθνικής” δικαιοδοσίας τους, πού εγιναν άνεξάρτητες μετά τό πέρας τής άποικιοκρατίας.39 ’Αλλά παρόμοια είναι καί ή περίπτωση τοΰ τουρκικοΰ έθνικισμοϋ, τοΰ τελευταίου καί μόνου μή άποσχιστικοΰ έθνικισμοϋ τών Βαλκα­νίων, πού είχε νά άντιμετωπίσει τή μετατροπή τής πολυεθνικής ’Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (ή, μάλλον, όσου τμήματος τής είχε άπομείνει) σέ έθνικό κράτος/0

Τό δεύτερο ζήτημα τό όποιο τίθεται κατά τή διερεύνηση τής ιστορικότητας τοΰ έθνικισμοϋ εχει νά κάνει μέ τήν παγκόσμια έξά- πλωσή του σέ διάστημα μικρότερο τών τριών αιώνων. 'Ορισμένα άπό τά αίτια τής άπήχησης τής έθνικιστικής ιδεολογίας θά μας άπασχολήσουν παρακάτω, δέν μπορώ όμως νά μή σημειώσω έδώ πώς ή έξάπλωση τοϋ φαινομένου δίνει τήν εικόνα άλυσιδωτής καί μή άναστρέψιμης άντίδρασης. Ή έμφάνιση καί κατίσχυση τής έθνικιστικής ιδεολογίας σέ ένα συγκεκριμένο σημείο τής γής φαίνε­ται νά συνεπιφέρει καί τή βαθμιαία έπικράτησή της σέ ολόκληρη τήν ύφήλιο. Αύτό βεβαίως δέν σημαίνει πώς ή έξάπλωση τοΰ φαι­

38. «Στό δυτικά κύαμο, στήν ’Αγγλία καί τή Γαλλία, στήν 'Ολλανδία καί τήν Ε λβετία, στίς 'Ηνωμένες Πολιτείες καί τϊς βρετανικές κτήσεις, ή άνοδος τοΰ έθνικισμοϋ ήταν κατεξοχήν πολιτικό γεγονός. ’Ακολούθησε τό σχηματισμό τοΰ μελλοντικού έθνικοϋ κράτους ή ... συνέπεσε μέ αύτό. Εκτός τοΰ δυτικού κόσμου, στήν κεντρική καί άνατολική Ευρώπη καί στήν 'Ασία ό έθνικισμός εμφανίστηκε μόνον άργότερα, άλλά καί ... άναπτύχθηκε σέ άντίδραση καί άντίθεση πρός τούς υπάρχοντες κρατικούς σχηματισμούς...». Η. Kohn, The Idea o f Nationalism, δ.π.,329.

39. Βλ. E. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 78.40. Μέριμνα πού όδήγησε σέ αύτό πού έχει άποκληθεϊ τουρκικός "ρεφορμιστι­

κός έθνικισμός” καί πού έξηγεϊ τή γνωστή χεμαλική θεωρία της "μεταρρύθμισης” [inkilapfilik]. Βλ. σχετ. F. Ceorgeon, «Τουρκικός έθνικισμός: σέ άναζήτηση ταυτό­τητας», Ό Πολίτης 92-93 (1988) 56.

Page 84: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΘΝΟΤΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΤ 83

νομένου άκολούθησε τούς ίδιους πάντοτε ρυθμούς. Ό έθνικισμός αναπτύχθηκε "άνισα” , δχι μόνον άπό ήπειρο σέ ήπειρο, άλλά καί στό εσωτερικό τής ίδιας γεωγραφικής περιοχής, όπως λ.χ. στά Βαλκάνια, οπού τόν έλληνικό καί τό σέρβικο έθνικισμό άκολουθοϋν οΐ ύπόλοιποι βαλκανικοί έθνικισμοί, μέ τελευταίο τόν τουρκικό, πού έμφανίζεται μέ καθυστέρηση μισοϋ καί πλέον αιώνα.41

Οί λόγοι στούς όποιους όφείλεται ή άνιση άνάπτυξη έχουν φυ- σικά.νά κάνουν μέ τή συγκεκριμένη συγκυρία πού περιβάλλει τήν έμφάνιση τοϋ έθνικισμοΰ σέ κάθε σημείο τής γής: τό οικονομικό καί πολιτισμικό επίπεδο, οί συσχετισμοί τών πολιτικών δυνάμεων καί ή παρουσία ή άπουσία ανταγωνιστικών έθνικισμών42 σίγουρα έπη- ρέασαν τή σχετική επιτάχυνση ή έπιβράδυνση τής έξάπλωσής του. Ά λλά ή έντύπωση τής άλυσιδωτής έπέκτασης δέν διαλύεται άπό τό γεγονός τής άνισης άνάπτυξης. Ά πό τή στιγμή τής πρώτης του έμφάνισης στή δυτική Εύρώπη, ό έθνικισμός έχει άσκήσει ισχυρή έλξη, όπως άποδεικνύεται άπό τήν έν τέλει ραγδαία διάχυση τών έθνικιστικών ιδεών σέ παγκόσμια κλίμακα. Ή έπιτυχία τών πρω­τογενών εθνικισμών καί ή αίγλη τών πρώτων εθνικών κρατών43 άποτέλεσαν, γιά όλους τούς έπερχόμενους έθνικισμούς, παραδεί­γματα πρός μίμηση, πρότυπα, μοντέλα — πηγές έμπνευσης καί δανεισμοΰ άρχών, οραμάτων καί έπαγγελιών.44

Ή παγκοσμιότητα τοΰ φαινομένου δέν συνεπάγεται βεβαίως τήν ομοιομορφία του. Οί άπανταχοΰ τής γής έθνικισμοί διαφέρουν πολύ μεταξύ τους σέ χρονική έκδήλωση, ρυθμό άνάπτυξης, έσωτε­ρική συγκρότηση, κοινωνικό έρεισμα, προσανατολισμό καί άξιοπι-

41. Πρβλ. F. Georgeon, δ.π., 55 καΐΤ. Veremis, «Introduction», στό: Μ. Blink- horn & Τ. Veremis (έκδ.), Modern Greece: Nationalism and Nationality, ’Αθήνα 1990,6.

42. Βλ. K. Symmons-Symonolewicz, «Nationalist Movements: An Attempt at a Comparative Typology», Comparative Studies in Society and History VII, 2 (1965) 221.

43. Βλ. J. Plamenatz, «Two Types of Nationalism», στό: E. Kamenka (έκδ.), Nationalism, δ.π., 28.

44. Ό πω ς σημειώνει εύστοχα 6 Άντερσον, «άπί> τή δεύτερη δεκαετία τοΰ 19ου αιώνα, δν ίχ ι νωρίτερα, τό "μοντέλο” τοϋ ανεξάρτητου έθνιχοΰ κράτους ήταν διαθέ­σιμο γιά πειρατεία». Β. Anderson, Imagined Communities, δ.π., 78.

Page 85: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

84 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

στία. Παρ’ όλα αύτά όμως δέν παύουν νά άποτελοΰν ομόλογες έχδηλώσεις τοΰ ίδιου φαινομένου: μιας ιδεολογίας πού κινείται πάντοτε γύρω άπό τίς ίδιες σταθερές, τά ίδια βασικά άρθρα πίστης καί τά ίδια κυρίαρχα κελεύσματα, στά όποια θά στραφοΰμε στό κεφάλαιο πού άκολουθεΐ.

Page 86: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Ό πω ς εχει έπισημανθεϊ, ό ορισμός μιας ιδεολογίας έγκειται ούσι- αστικά στήν αφαιρετική ανάδειξη έκείνων τών έννοιών καί προτα- γμάτων που άποτελοΰν πάγιες, βασικές καί διακριτικές της άρχές.1 Ό πλέον άφαιρετικός ορισμός τοΰ έθνικισμοΰ πού έχω ύπόψη μου είναι έκεΐνος, σύμφωνα μέ τόν όποιο έθνικισμός είναι «ή ένεργός άλληλεγγύη μιας ομάδας, πού ισχυρίζεται ότι άποτελεϊ έθνος καί έπιδιώκει νά καταστεί κράτος».2 Πρόκειται γιά ορισμό πού, έν πρώτοις, άποτυπώνει τίς βασικές μεθοδολογικές άρχές προσέγγι­σης τών σύγχρονων ιδεολογικών φαινομένων, όπως αύτές έξετέθη- σαν στό πρώτο κεφάλαιο: ό έθνικισμός ορίζεται ώς «ένεργός άλλη­λεγγύη» (στοιχείο πού παραπέμπει στή σύζευξη θεωρίας καί πρά­ξης στό έσωτερικό τής ιδεολογίας) καί συνδέεται μέ έγκόσμια ιδα­νικά καί μέσα πραγμάτωσής τους (στοιχείο πού παραπέμπει στό σύγχρονο χαρακτήρα του). Ά πό τήν άλλη πλευρά, ό ορισμός θέτει δύο βασικούς όρους-προβλήματα γιά τήν άνάλυση τής ιδιαιτερότη­τας τοΰ έθνικισμοΰ. Αύτοί είναι, πρώτον, ή ιδεολογική έπεξεργα­σία τής έννοιας τοΰ έθνους («Ισχυρίζεται ότι άποτελεϊ έθνος») καί, δεύτερον, οί πολιτικές προεκτάσεις τής έννοιας τοΰ έθνους («επ ι­διώκει νά καταστεί κράτος»).

"Ας άρχίσουμε άπό τή συσχέτιση τών δύο παραμέτρων. Τό ύπο­κείμενο τοΰ έθνικισμοΰ, ή όμάδα δηλαδή έκείνη πού συνέχεται άπό «ένεργό άλληλεγγύη», αύτοπροσδιορίζεται μέ συγκεκριμένο τρόπο, ώς έθνος. Ταυτοχρόνως, ό αύτοπροσδιορισμός ένέχει συνέπειες πο-

3. Ή έθνική Ιδέα

1. Βλ. G. Sarlori, «Politics Ideology, and Belief Systems», The American Political Science Review LXVIII, 2 (1969) 404.

2. K. Symmons-Symonolewicz, «Nationalist Movements: An Attempt at a Com­parative Typology», Comparative Studies in Society and History VII, 2 (1965) 227 (ή έμφαση παραλείπεται).

Page 87: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

λιτικοϋ χαρακτήρα — τό έθνος έπιδιώκει νά καταστεί πολιτικά αυτόνομο, νά υπάρξει ώς έθνικό κράτος. Αύτό τό βασικό γιά κάθε εθνικισμό δίπτυχο μπορεΐ συνοπτικά νά άποδοθεΐ μέ τήν άρχή τής «έθνικής ιδέας»1 ή τοϋ «ίδανικοΰ τής άνεξαρτησίας»/' Ή άρχή βρί­σκει σπανίως μόνον γενική θεωρητική διατύπωση, όπως σπάνιες είναι καί οί απόπειρες καθολικής έφαρμογής της.'· Παρ’ όλα αύτά, είναι, έστω καί άρρητα, πανταχοϋ καί πάντοτε παρούσα.*' Τό «ιδα­νικό τής άνεξαρτησίας» άποτελεΐ άναπόσπαστο καί ειδοποιό γνώ­ρισμα όλων τών έκδηλώσεων τοϋ έθνικισμοϋ πού, παρά τις μεγάλες μεταξύ τους διαφορές, ξεχωρίζουν άπό άλλες κατηγορίες ιδεολογι­κών φαινομένων, έπειδή άκριβώς έχουν κύριο σημείο άναφορας τους τήν έννοια τοΰ έθνους καί τις συνέπειες πού άπορρέουν άπό αύτήν.'

Πρόκειται βεβαίως γιά συνέπειες μέ χαρακτήρα, πάνω άπό όλα, πολιτικό, μέ τή διττή έννοια ότι μποροΰν νά έπιτευχθοϋν μέσα άπό άνακατατάξεις καί άλλαγές στή διαχείριση τής εξουσίας καί σέ αύτές άποσκοποΰν." Ό έθνικισμός θεωρεί τήν αυτόνομη πολιτι-

3. Royal Institute of International Affairs (εφεξής R.I.I.A.), Nationalism, Λονδί­νο 21963, 260-261.

4. A. D. Smith, Theories o f Nationalism, Λονδίνο 21983, 169.5. Διακεκριμένες εξαιρέσεις στον κανόνα άποτελοΰν (α) τό αίτημα τοΰ Τζιουζέ-

πε Ματσίνι, σύμφωνα μέ τό όποίο κάθε έθνος πρέπει νά άποτελεΐ κράτος καί κάθε κράτος πρέπει νά περικλείει μόνον ένα καί ενιαίο έθνος, καί (β) ή διακήρυξη τής άρχής τής έθνικής αυτοδιάθεσης στά Δεκατέσσερα Σημεία τοϋ Γούντροου Γουίλ- σον, σύμφωνα μέ τά όποια τά κρατικά σύνορα όφείλουν νά συμπίπτουν μέ τά όρια πού χωρίζουν διαφορετικά έθνη. Βλ., άντίστοιχα, (α) Κ. Renner, «The Development of the National Idea», στό: T. Bottomore & P. Goode (έκδ.), Austro-Marxism, 'Οξ­φόρδη 1978, 118 καί (β) E. Hobsbawm, «Some Reflections on Nationalism», στό: T. J. Nossiter, A. H. Hanson & S. Rokkan (έκδ.), Imagination and Precision in the Social Sciences, Λονδίνο 1972, 388 σημ. καί E. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism since 1780, Cambridge 1990, 101.

6. « Ό έθνικισμός είναι πρωτίστως μιά πολιτική άρχή πού υποστηρίζει ότι ή πολιτική καί ή έθνική μονάδα πρέπει νά συμπίπτουν». Ε. Gellner, Nations and Nationalism, 'Οξφόρδη 1983, 1. Βλ. έπίσης 11.

7. Βλ. R. Emerson, «Nationalism and Political Development», The Journal o f Politics 22, 1 (1960) 5. Πρβλ. J. Breuilly, «Reflections on Nationalism», Philosophy and Social Science 15 (1985) 65.

8. Bl. R.I.I.A., Nationalism, δ.π., 250.

Page 88: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 87

κή υπόσταση τοϋ έθνους πάγιο στόχο του, μόνη δυνατή μέθοδο προστασίας τής κοινότητας έξ ονόματος τής όποίας όμιλεϊ καί άναγκαϊο όρο γιά τήν πραγμάτωση τών πεπρωμένων της. Ό έθνι- κισμός είναι έκείνη ή ιδεολογία πού «ένσαρκώνει τήν ιδέα τής πο­λιτικής αυτοδιάθεσης» γιά τό έθνος," πού «άναγνωρίζει τό έθνο- κράτος ώς τήν ιδανική μορφή πολιτικής οργάνωσης».10 Τό πολιτικό όμως πρόταγμα τής έθνικιστικής ιδεολογίας δέν σημαίνει μόνον τήν υιοθέτηση καί συστηματική προβολή τής "κρατικής” πολιτικής οργάνωσης μέ συγκεκριμένο "έθνικό” χαρακτήρα. Σημαίνει καί τήν επιβολή συγκεκριμένου (πολιτικοϋ) τρόπου ενεργοποίησης πού άπαιτεΐται γιά τήν έπίτευξή της. “Αν τό έθνος (έξ ονόματος τοϋ οποίου ή έθνικιστική ιδεολογία όμιλεΐ) δέν μπορεΐ νά βρει τήν ιστο­ρική του πραγμάτωση παρά μόνον μέ τήν απόκτηση πολιτικής υπόστασης, αύτό συνεπάγεται πώς ή εθνικιστική ιδεολογία άποτε­λεΐ, πρωτίστως, αφετηρία καί πλαίσιο γιά πολιτική δράση.11

Τό πολιτικό μοτίβο άποτελεΐ πράγματι σταθερά όλων τών έθνικισμών κι αύτό όφείλεται στον άφετηριακό προσδιορισμό τής μοναδικότητας τοϋ έθνους σύμφωνα μέ τήν έθνικιστική ιδεολογία. Στό βαθμό πού τό έθνος θεωρείται ξεχωριστή οντότητα, ή διαφύ­λαξη τοϋ χαρακτήρα του συνεπάγεται αναγκαστικά τήν κατοχύ­ρωση τής έλευθερίας του, πού διασφαλίζεται μέ τήν αυτόνομη πο­λιτική του υπόσταση — «έγγύηση καί έμβλημα αύτής τής έλευθε­ρίας είναι τό κυρίαρχο κράτος».12 Ό έθνικισμός έχει άναγκαστικά πολιτικό περιεχόμενο, έπειδή θεωρεί ότι ή φυσική προστασία τής ιδιαιτερότητας τοΰ έθνους προϋποθέτει, πάνω άπό όλα, τήν πολι- τιχήτου έπιβίωση.1·1 Ή έξασφάλιση, κατά συνέπεια, τής μοναδικό­τητας τοΰ έθνους μπορεΐ νά κατοχυρωθεί μόνον μέ τήν άπόκτηση, τήν περιφρούρηση καί τή διατήρηση τής πολιτικής του άνεξαρτη-

9. Τ. Β. Boltomore, Political Sociology, Λονδίνο 1979, 99.10. Η. Kohn, The Idea o f Nationalism, Νέα 'Τόρκη 1944, 21.11. Βλ. A. D. Smith, The Ethnic Origins o f Nations, ’Οξφόρδη 1986, 156.12. B. Anderson, Imagined Communities, Λονδίνο 1983, 16.13. « Έπειδή ό έθνικισμός είναι έγγενώς συνδεδεμένος μέ τήν έπίτευξή διοικητι­

κής αυτονομίας τής σύγχρονης μορφής, δλα τά έθνικιστιχά κινήματα είναι έξ ανάγ­κης πολιτικά, αδιάφορο άπό τό πόσο μπορεΐ νά διέπονται άπό συμβολισμό άλλων τύπων». A. Giddens, The Nation-State and Violence, Cambridge 1985, 220.

Page 89: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

σίας, δηλαδή τής απόλυτης κυριαρχίας του πάνω σέ ορισμένη έδα- φική περιοχή μέ γνήσια αύτόνομους καί αύτόχθονες, δηλαδή εθνι­κούς, πολιτικούς θεσμούς. "Ολα τά δικαιώματα τοϋ έθνους (στήν εύημερία, τήν άναγνώριση, τήν ιστορική συνεισφορά κ.λπ.) έρεί- δονται στό θεμελιακό αύτό δικαίωμα τής πολιτικής αυτοδιάθεσης: «χωρίς τήν αυτοδιάθεση, κανένα άλλο δικαίωμα δέν μπορεϊ νά είναι άσφαλές».1* Συνακόλουθα, όλοι οί στόχοι τής έθνικιστικής ιδεολο­γίας ύπάγονται στον πρωταρχικό στόχο τής άπόκτησης ή/καί τής διατήρησης τής έθνικής άνεξαρτησίας — στόχο πού άποτελεϊ τήν άναγκαία προϋπόθεση γιά τήν έπιβίωση καί τό μεγαλούργημα τοΰ έθνους.15 Ή διασφάλιση τών όρων άναπαραγωγής τής έθνικής οντό­τητας δέν μπορεϊ λοιπόν νά είναι παρά πολιτική, όπως κι αν προσ­διορίζεται κατά περίπτωση τό περιεχόμενο τής άνεξαρτησίας — λ.χ. ίδρυση έθνικοΰ κράτους, προστασία καί διατήρησή του, διάκρι­ση άπό τό έθνικά "ξένο” , άμυνα ενάντια σέ "έθνικούς εχθρούς” , άπελευθέρωση "άλύτρωτων ομοεθνών” καί ένσωμάτωσή τους στον έθνικό κορμό, άπόκτηση κύρους καί δύναμης, ένίσχυση τών αισθη­μάτων έθνικής υπερηφάνειας, έξασφάλιση οικονομικής αύτάρκειας, "έθνικά αυτοδύναμη” άνάπτυξη κ.ο.κ.

Τό έθνικό κράτος (είτε ώς πραγματικότητα είτε ώς επιδίωξη) περικλείει τό ιδανικό τής άνεξαρτησίας, έπειδή συγκεντρώνει έκεΐ- να τά στοιχεία πού θεωροΰνται ότι διασφαλίζουν τή διατήρηση τής έθνικής οντότητας. Τό έθνος πρέπει νά έχει τή δική του έστία, νά έδρεύει στό δικό του, ξεχωριστό καί άνεξάρτητο, κράτος, όπως ή ψυχή κατοικεί στό δικό της σώμα — καί ή γνωστή αύτή μεταφορά άπαντάται συχνά στήν έθνικιστική ιδεολογία.16 Τό έθνικό κράτος μπορεϊ νά οριστεί ώς συνεχής καί ένιαία εδαφική περιοχή πού χω­ρίζεται μέ σαφή όρια άπό άλλες παρόμοιες περιοχές,'7 πού περι­

88_______________________________________ Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

14. R. Emerson, «Nationalism...», δ.π., 3. Βλ. έπίσης, 4. Ό απαράβατος αυτός ίρος εξηγεί βεβαίως καί τίς άπόλυτες διαζεύξεις σέ έθνιχιστικοΰς συμβολισμούς χαί έθνιχιστιχά συνθήματα, όπως στό γνωστότατο 'Ελευθερία η θάνατος.

15. Βλ. A. D. Smith, The Ethnic Origins..., δ.π., 163.16. Πρβλ. C. P. Cooch, Nationalism, Λονδίνο & Νέα 'ΐ ίρ χ η 1920, 8 καί F.

Hertz, «War and National Character», Contemporary Review 171 (1947) 274-275.17. Συνεχής καί ένιαία, έπειδή ή μέ όποιοδήποτε τρόπο διακοπή τής έδαφικής

Page 90: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ

κλείει ολόκληρο τό έθνικό σώμα ή έστω μεγάλο του μέρος18 καί πού διοικεϊται μέ θεσμούς οί όποιοι έκφράζουν τό χαρακτήρα καί τή βούληση αύτοϋ τοϋ σώματος.19 Είναι προφανές πώς τό έθνικό κρά­τος έχει ύπόσταση καί νόημα μόνον διαμέσου τοΰ έθνους: τό έθνος είναι αύτό τό όποιο έγκαθιδρύει καί νομιμοποιεί τά (πραγματικά ή ιδεατά) δημογραφικά καί γεωγραφικά δρια τοΰ οικείου κράτους,20 δπως τό έθνος είναι έκεΐνο πού ορίζει τό χαρακτήρα τοΰ συστήμα­τος πολιτικής οργάνωσης στό όποιο περικλείεται καί άπό τό όποιο προστατεύεται.21

συνέχειας θεωρείται πώς διασπά τήν ένότητα πού τό έθνος Εχει ή όφείλει νά έχει. Βλ. σχετ. Ο. Bauer, «The Concept of the "Nation” », στό: T. B. Bottomore & P. Goode (έκδ.), Austro-Marxism, ό.π., 104-105 καί F. Hertz, Nationality in History and Poli­tics, Λονδίνο 31950, 147 καί 150-151. Ή άρχή βρίσκεται εγγεγραμμένη στό Διε­θνές Δίκαιο καί έφαρμόζεται απαρέγκλιτα (μέ τήν έζαίρεση ίσως τοϋ διαδρόμου τοΰ Ντάντσιχ κατά τό Μεσοπόλεμο καί τοΰ Δυτικοΰ καί Άνατολικοΰ Πακιστάν άπό τό 1947 έως τό 1971) στή διευθέτηση διενέξεων μεταξύ έθνικισμών ή μεταξύ έθνικών κρατών κατά τή διεκδίκηση ή τή χάραξη συνόρων.

18. Αύτός είναι ό λόγος πού ό όρος έθνικό χράτος πρέπει, κατά τή γνώμη μου, νά προτιμηθεί άπό τούς όρους έθνο-χράτος^ ίθνος-χράτος. Οί τελευταίοι ύπονοοΰν τήν απόλυτη σύμπτωση τών όρίων Εθνους καί κράτους, σύμπτωση πού σπανίως ύφίστα- ται ή αναγνωρίζεται άπό τούς έθνικισμούς, άκόμη καί στή δυτική Ευρώπη — βλ. σχετ. A. D. Smith, The Ethnic Origins..., ό.π., 257 σημ. καί 139. ’Από αύτήν τήν άποψη, ό όρος έθνιχΑ χράτος συλλαμβάνει τό χιμαιρικό χαρακτήρα τής έννοιας τοΰ έθνους στήν έθνικιστιχή ιδεολογία (βλ. παραχάτω), ιδίως κατά τις άλυτρωτικές έξάρσεις τοΰ έθνικισμοϋ, όπου τό κράτος θεωρείται ότι πρέπει νά περικλείει ολό­κληρο τό έθνικό σώμα. Γιά τή σχέση διάζευξης-σύζευξης έθνους καί κράτους στήν έλληνική περίπτωση, βλ. θ . Βερέμης, «Κράτος καί Έθνος στήν Ελλάδα: 1821- 1912», στό: Δ. Γ. Τσαούσης (έπιμ.), 'Ελληνισμός - 'Ελληνικότητα, ’Αθήνα 1983. Πρβλ. τή σημαντική άπό αύτήν τήν άποψη πρόκριση τοΰ τίτλου Βασιλεύς τών Ελλήνων άντί τοΰ άχριβέστερου Βασιλεύς τής 'Ελλάδος.

19. Πρβλ. τόν παραπλήσιο όρισμό τοΰ έθνιχοϋ κράτους στό: Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., ό.π., 80.

20. Βλ. R. Emerson, «Nationalism...», ό.π., 17.21. Πρβλ. τόν όρισμό τοϋ Βέμπερ: «Μπορεΐ κανείς νά όρίσει τήν έννοια τοϋ

έθνους κατά τόν άχόλουθο τρόπο: έθνος είναι μία κοινότητα συναισθήματος πού θά μποροΰσε έπαρκώς νά έκφραστεϊ μέ δικό της χράτος. Ώ ς έκ τούτου, έθνος είναι μιά κοινότητα πού φυσιολογικά τείνει νά παραγάγει τό δικό της κράτος». Μ. Weber, «Structures of Power», στό: Η. Η. Certh & C. Wright Mills (έκδ.), From Max Weber, Λονδίνο 71970, 176.

Page 91: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

90 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Ή διερεύνηση τοϋ πολιτικοΰ περιεχομένου τών έθνικιστικών στόχων μας έπιτρέπει νά έξετάσουμε κριτικά τήν ίδια τή σύλληψη τοΰ έθνους, πού βρίσκεται στον πυρήνα τής έθνικιστικής ιδεολογί­ας. Κάτι τέτοιο είναι άναγκαΐο, αν θέλουμε άφενός νά άποφύγουμε τον έγκλωβισμο στήν κυκλική ορολογία τοΰ έθνικισμοΰ καί αφετέ­ρου νά φθάσουμε στις πρωτογενείς λογικές συνεπαγωγές τής έθνι- κιστικής ιδεολογίας — στόχος καθόλου εύκολος, άφοϋ άφορα σέ άρχές πού θεωροΰνται δεδομένες καί φυσικές σέ έναν κόσμο οργα­νωμένο πάνω σέ αύτές (διαίρεση σέ έθνικά κράτη, καθολική άνα- γνώριση έθνικών διαφορών· κ.λπ.).

"Αν βασική μέριμνα τοΰ έθνικισμοΰ είναι ή πολιτική κατοχύρω­ση τοΰ έθνους, αύτό δέν μπορεΐ νά σημαίνει παρά δύο πράγματα: εϊτε ή έθνικιστική ιδεολογία θεωρεί πώς τό έθνος δέν είναι πολιτι­κά άνεξάρτητο, είτε θεωρεί πώς τό έθνος είναι μέν άνεξάρτητο, άλλά κατά τρόπο έλλιπή. Ό μω ς ή έπιδίωξη νά έπιτευχθεΐ ή νά διασφαλιστεί ή πολιτική αύθυπαρξία τοΰ έθνους σημαίνει πώς τό έθνος υπάρχει, πώς άποτελεΐ ήδη οντότητα, τουλάχιστον γιά όσους όμιλοΰν έξ ονόματος του. Τό έρώτημα λοιπόν είναι σέ ποιάν άλλη, μή πολιτική, τάξη προσδιορισμών άνάγεται ή έννοια τοΰ έθνους σύμφωνα μέ τήν έθνικιστική ιδεολογία.

Τό έρώτημα μας γυρίζει πίσω στό πρώτο σκέλος τοΰ ίδανικοΰ τής ανεξαρτησίας. Τό έθνος έκλαμβάνεται πρωτίστως σάν ξεχωρι­στή και μοναδική ομάδα άνθρώπων — σάν τέτοια άποζητεΐ τήν πολιτική της άναγνώριση καί κατοχύρωση.22 Ποιά όμως μπορεΐ νά είναι τά κριτήρια τής μοναδικότητας; Τί σημαίνει, μέ άλλα λόγια, ή έννοια έθνος γιά τόν ίδιο τόν έθνικισμό; Στό βαθμό πού δηλώνει τό ξεχωριστό χαρακτήρα ό όποιος υποτίθεται πώς χαρακτηρίζει κάποια συγκεκριμένη ομάδα άνθρώπων, τά κριτήρια τοΰ προσδιο- ρισμοΰ της δέν μπορεΐ παρά νά είναι κατά κύριο λόγο πολιτισμικά. Ή έπιδίωξη αύτοτελοΰς πολιτικής υπόστασης ώς τό κύριο μέσο

22. «Ή αξίωση τοΰ έθνους νά διακρίνεται άπό άλες τις άλλες όμάδες έπειδή διαθέτει συγκεκριμένα σαφή χαρακτηριστικά πρέπει νά θεωρείται ουσιώδης. Ένα εθνικιστικό κίνημα προσπαθεί νά καταστήσει τή διάκριση αύτή άποδεκτή καί άνε- γνωρισμένη καί, μολονότι ό σκοπός μπορεΐ νά μην είναι αύστηρά πολιτικός, ή έπίτευξή του θά συνεπάγεται κάποια πολιτική δραστηριότητα». R.I.I.A., Nationa­lism, δ.π., 250.

Page 92: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 91

προστασίας τοϋ έθνους βασίζεται στήν άναγνώριση τής «προπολι- τικής»23 του ένότητας καί ομοιογένειας, στήν πεποίθηση δηλαδή ότι τό έθνος υπάρχει χάρη στή μοναδική πολιτισμική του ταυτότη­τα, πού'είναι άσυμβίβαστη πρός όλες τίς άλλες2* καί πρέπει νά διαφυλαχθεϊ καί νά καλλιεργηθεί25 — γ ι' αύτό επιβάλλεται νά άποκτήσει ή νά διατηρήσει πολιτική οντότητα.26 Τό έθνος λοιπόν θεωρείται μοναδικό, κυρίως έπειδή άποτελεϊ φορέα καί έκφραστή ξεχωριστού πολιτισμού, έπειδή δηλαδή διακρίνεται άπό άλλα έθνη27 έξαιτίας τής καταγωγής του, τής πολιτισμικής κληρονομιάς του, τής γλώσσας του, τής θρησκείας του κ.ο.κ.

Τό πολιτισμικό περιεχόμενο τής έθνικής ταυτότητας δέν άπο- τελεΐ άπλώς καί μόνον άποτέλεσμα τής λογικής άνάλυσης τοΰ έθνικιστικοΰ λόγου γενικά. Επιβεβαιώνεται έμπειρικά άπό τόν καθολικό προσδιορισμό τοΰ έθνικοΰ χαρακτήρα μέ πολιτισμικά κριτήρια άπό όλες τίς έθνικιστικες ιδεολογίες. Πράγματι, παρά τήν ποικιλία τών έν χρήσει κριτηρίων προσδιορισμού τοΰ έθνους, αύτό πού τά συνδέει είναι ή άμεση ή έμμεση πολιτισμική τους άναφορά. ’Ακόμη καί στις περιπτώσεις πού ή έθνικιστική ιδεολογία συμβαί­

23. Κ. R. Minogue, Nationalism, Νέα 'ΐόρκη 1967, 11. Βλ. έπίσης Ε. Gellner, Nations and Nationalism, δ.π., 7.

24. Βλ. L L. Snyder, The Meaning o f Nationalism, New Brunswick, N.J. 1954, 76.25. «Ή σημασία τοΰ "έθνους” », σημειώνει ό Μάξ Βέμπερ, «στηρίζεται συνή­

θως στήν ανωτερότητα ή τουλάχιστον στό αναντικατάστατο τών πολιτισμικών άξιών πού πρέπει νά διατηρηθούν καί νά άναπτυχθοΰν μόνον μέ τήν καλλιέργεια τής ιδιαιτερότητας τής όμάδας». Μ. Weber, «Structures of Power», δ.π., 176. Ά πό αύτήν τήν άποψη, ίθνοςχαί πολιτισμός καθίστανται, γιά τόν εθνικισμό, έννοιες κατ’ ούσίαν συνώνυμες — βλ. σχετ. J. Plamenatz, «Two Types of Nationalism», στό: Ε. Kamenka (έκδ.), Nationalism, Λονδίνο 1976, 24.

26. Βεβαίως, αύτή καθεαυτή ή συνεπαγωγή, ίσο φυσική κι άν φαίνεται, δέν παύει νά είναι άκρως συμβατική: δέν δικαιώνεται έξω άπό τή λογική τοΰ εθνικι­σμού, άπό τις άξίες πού πρεσβεύει, τίς άναλύσεις πού έπιχειρεϊ καί τίς πραγματικό­τητες πού δημιουργεί. Κατά τόν Χόμπσμπομ, ή συνεπαγωγή δηλώνει τήν αύθαιρε- σία της έθνικιστικής λογικής, άφοΰ πρόκειται γιά «μία άπό τίς πολλές ασκήσεις στήν τέχνη τής έκμαίευσης έρωτήσεων, στήν όποία τά εθνικιστικά επιχειρήματα είναι συχνά έπιρρεπή». Ε. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 18 σημ.

27. "Η, στις λιγότερο έπεξεργασμένες έκφορές τής έθνικιστικής ιδεολογίας, άπό τόν "ύπόλοιπο κόσμο” αδιάκριτα. Πρβλ. A. D. Smith, Theories o f Nationalism, δ.π., 198-199.

Page 93: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

92 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

νει νά έπικαλεΐται καί μή πολιτισμικά επιχειρήματα γιά τήν άνά- δειξη τής ταυτότητας τοϋ έθνους (όπως π.χ. τή γεωπολιτική του τοποθέτηση ή τήν οικονομική του ολοκλήρωση), καί τά έπιχειρή- ματα αύτά λειτουργοΰν γιά τήν έπιβεβαίωση τής πολιτισμικής του ιδιαιτερότητας.

’Αφήνοντας γιά τά έπόμενα κεφάλαια τό πρόβλημα τών κριτη­ρίων πού χρησιμοποιούνται στον προσδιορισμό της έθνικής ταυτό­τητας, άς έξετάσουμε τή συσχέτιση πολιτισμικής ιδιαιτερότητας καί πολιτικής αυτονομίας τοϋ έθνους. Πρόκειται γιά τή βασική έκείνη άμφισημία τοΰ έθνικισμοΰ πού παρατηρεΐται σέ όλες τις έκδηλώσεις του: τό πολιτικό πρόταγμα τής έθνικιστικής ιδεολογί­ας είναι ούσιαστικά ή άπόληξη τής πολιτισμικής σύλληψης τής έννοιας τοΰ έθνους καί οί πτυχές τής συνδυαστικής αύτής λογικής συνθέτουν τό έπόμενο πρόβλημα πού μας άπασχολεΐ.

Ό συγκερασμός πολιτισμικών άναφορών καί πολιτικών στόχων διαφαίνεται σέ όλο τό φάσμα τών πρακτικών φροντίδων πού ύπα- γορεύει ό έθνικισμός. Έδώ συγκαταλέγονται, εκτός άπό τήν άπό- κτηση πολιτικής έστίας γιά τό έθνος, διάφορες κατά περίπτωση μέριμνες, δπως:

(α) Ή διασφάλιση τής πολιτικής έλευθερίας τοΰ έθνους άπό άλλο- εθνεΐς έλέγχους καί έπεμβάσεις καί ή διασφάλιση τής άμυνάς του έναντι.εξωτερικών έπιβουλών όποιασδήποτε μορφής.(β) Ή ύπογράμμιση τών συνεκτικών στοιχείων τοΰ έθνικοΰ σώμα­τος καί, άντίστροφα, ή ύπογράμμιση τών διακριτικών γνωρισμά­των του (καλλιέργεια τής έθνικής ύπερηφάνειας).(γ) Ή ένίσχυση τής έσωτερικής ένότητας καί ομοψυχίας τοΰ έθνους μέ τή δημιουργία ή τή διατήρηση τής πολιτισμικής, πολιτικής, κοινωνικής καί οικονομικής ομοιογένειας τοΰ έθνικοΰ σώματος.(δ) Ή ένοποίηση τών μελών τοΰ έθνικοΰ σώματος, δηλαδή όλων έκείνων τούς όποιους φέρεται νά διακρίνει ή ίδια έθνική ταυτότητα, άλλά οί όποιοι συμβαίνει νά μήν βρίσκονται στό ένιαΐο έθνικό κρά­τος (λ.χ. άλύτρωτοι, άπόδημοι, διασπορά κ.ο.κ.).(ε) Ή έπέκταση (έδαφική, οικονομική, πολιτισμική) τοΰ έθνικοΰ χώρου σέ περιοχές πού δικαιωματικά θεωροΰνται τμήματα τοΰ έθνους.(στ) Ή έξασφάλιση οικονομικής αύτάρκειας γιά τήν ολοκλήρωση

Page 94: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 93

της πολιτικής άνεξαρτησίας καί τήν κατοχύρωση τής πολιτισμικής αύτοτέλειας τοϋ έθνους.28

Παρόμοιες στοχοθεσίες είναι ένδεικτικές τής αρχέτυπης σύζευ­ξης πολιτισμικών άρχών (ορισμός τοΰ έθνους) καί πολιτικών προ- ταγμάτων (φυσική προστασία τοΰ έθνους) στήν έθνικιστική ιδεο­λογία. Αύτή ή «συναρμογή κουλτούρας καί πολιτικής» είναι καί τό «στοιχεΐο-κλειδί τοΰ έθνικισμοϋ»,29 άφοΰ άποκαλύπτει τόν τρόπο μέ τόν όποιο προσλαμβάνεται ή έννοια τοΰ έθνους. Στό βαθμό όμως πού ή έθνικιστική ιδεολογία είναι ιστορικά ένεργός καί άπο- τελεσματική (στό βαθμό δηλαδή πού ύφίσταται καί λειτουργεί συ­νεχίζοντας νά θέτει στόχους καί νά διαπλέκει ιδέες, περιγραφές καί συναισθήματα μέ προτροπές, γνώμονες συμπεριφοράς καί κίνητρα γιά δράση), ή έννοια έθνος στήν οποία βασίζεται παραμένει σύλλη­ψη έξαιρετικά ιδιόμορφη: Θεσπίζει, ταυτοχρόνως, τό δεδομένο και τό εύκταΐο, τό υπαρκτό καί τό ιδανικό. Πρόκειται γιά άφαίρεση πού άναφέρεται στό πραγματικό (τό έθνος όπως είναι καί ορίζε­ται) καί συνάμα στό προσδοκώμενο ή έπιθυμητό (τό έθνος όπως προορίζεται ή οφείλει νά γίνει) — καί ό συνδυασμός αύτός τής προσδίδει έντονα δυναμικό χαρακτήρα.

Τοΰτο όφείλεται στό ότι ό ίδιος ό έθνικισμός βρίσκεται συνεχώς έν κινήσει. Στό βαθμό πού παραμένει σύγχρονη ιδεολογία τής πρά­ξης (ιδεολογία πού συνεχίζει νά έχει άπήχηση μέ τό νά έρμηνεύει, νά έμπνέει, νά παρακινεί καί νά συνέχει), ό έθνικισμός δέν μπορεΐ παρά νά άναπροσαρμόζει συνεχώς τούς κώδικες, τούς στόχους καί τήν τακτική του. Ά πό τή στιγμή όμως πού κώδικες, στόχοι καί τακτική έχουν άντικείμενο τό έθνος, άναφέρονται σέ αύτό καί έξαρτώνται άπό αύτό, ή σύλληψή του θά χαρακτηρίζεται άπό ρευ­στότητα. Ή έννοια παραμένει πράγματι φευγαλέα, σχεδόν χιμαι­ρική άφαίρεση, άφοΰ τό έθνος γιά τή ζωντανή έθνικιστική ιδεολο­γία δέν άποτελεΐ ποτέ καταληκτική κατάσταση καί δέν θεωρείται

28. Πρβλ. F. Hertz, Nationality in History and Politics, Νέα Ύόρκη 31950, 21· R.I.I.A., Nationalism, ό.π., 260-261· E. Haugen, «Dialect, Language, Nation», Ame­rican Anthropologist 68 (1966) 927-928 καί A. D. Smith, Theories o f Nationalism, δ.π., 171.

29. A. D. Smith, The Ethnic Origins..., δ.π., 156.

Page 95: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

94 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

ποτέ "ιστορικά ολοκληρωμένο” .30 Κάτι τέτοιο θά σήμαινε, ταυτο- χρόνως, καί τό θάνατο, τήν έξάλειψη τοϋ λόγου ύπαρξης, τής ίδιας τής εθνικιστικής ιδεολογίας. Άντιθέτως, τό έθνος συλλαμβάνεται πάντοτε και μέ ιδανικό τρόπο, σάν ιστορικό ύποκείμενο που οδεύει συνεχώς πρός τήν ολοκλήρωσή του, πρός τήν πραγμάτωση τής "μοίρας” του. Ό μω ς ή τελευταία προσδιορίζεται άπό τήν ίδια τήν έθνικιστική ιδεολογία, ή όποία δρα ώς συνείδηση αύτής τής πρα­γματικής, άλλά καί ιδανικής οντότητας καΠΰπαγορεύει τήν έκά- στοτε άπόληξη τών έθνικιστικών φιλοδοξιών (τών "έθνικών στό­χων” ) καί, κατά συνέπεια, διαμορφώνει άνάλογα τό έντελεχές όραμα τοΰ πλήρους, τοΰ "ιστορικά ολοκληρωμένου” έθνους.

Ή χιμαιρική φύση τοΰ έθνους βρίσκεται στή βάση τής έθνικιστι- κής δυναμικής " καί έπιβεβαιώνει τό σύγχρονο χαρακτήρα τής έθνι- κιστικής ιδεολογίας. Ή ουτοπία τής σύγχρονης ιδεολογίας δέν συ- νίσταται στό ότι αύτή περιστρέφεται γύρω άπό μεταφυσικά ή μή πραγματοποιήσιμα οράματα οΰτε στό ότι θέτει έξωπραγματικούς ή άνέφικτους στόχους.32 Συνίσταται στό ότι ή σύγχρονη ιδεολογία έχει τή δυνατότητα, άλλά καί τήν άνάγκη νά άνανεώνει συνεχώς τά έγκόσμια ιδανικά πού συνέχουν καί παρακινούν τούς οπαδούς της. «Ή σύγχρονη ιδεολογία έπιζητεϊ τήν ένότητα τοϋ πραγματικοΰ καί τοΰ ίδανικοΰ»,33 προσπαθεί δηλαδή νά γεφυρώσει τήν άπόστα- ση πού χωρίζει τήν πραγματικότητα άπό τό όραμα. Όμως οΰτε ή πραγματικότητα ούτε τό όραμα είναι ποτέ σταθερά καί δεδομένα. Όποιες κι αν είναι οί προσπάθειες τής σύγχρονης ιδεολογίας γιά

30. Αυτός είναι, ώς Ινα βαθμό, ό λόγος πού ό Άντερσον χαρακτηρίζει τό έθνος ώς «φαντασιακή κοινότητα» καί ό Γκίντενς άποκαλεϊ τό ιδανικό Ιθνος-κράτος «νο- ητική κοινότητα». Βλ., αντίστοιχα, Β. Anderson, Imagined Communities, ό.π., ίδι- «ίτ. 15 καί A. Giddens, The Nation-State..., ό.π., 219. Πρβλ. R. Emerson, «Nationa­lism...», ό.π., 10.

31. «Τό μεγαλειώδες δέν έπιτυγχάνεται δίχως χίμαιρες. Ά ! Ή έλπίδα ποτέ δέν έξαπατα», διεκήρυττε ό έθνικιστής Πρόεδρος τοΰ Μάλι Μοντίμπο Κέιτα. Παραθ. ττό: I. Wallerslein, Africa: The Politics o f Unity, Νέα Ύόρκη 1967, 253.

32. Γιά τή σχέση ουτοπίας καί ιδεολογίας γενικώς καί γιά τή διάκριση μεταξύ 'άπόλυτης” καί "σχετικής” ουτοπίας, βλ. Κ. Mannheim, Ideology and Utopia, Λον­δίνο 1972, ίδιαίτ. 173-184.

33. A. W. Gouldner, The Dialectic o f Ideology and Technology, Νέα Ύόρκη 1976,86.

Page 96: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΚΘΝΙΚΗ ΙΔΚΑ

τή γεφύρωσή της (όποιες δηλαδή κι αν είναι οΐ έπιτυχίες της), ή απόσταση δέν πρέπει νά εξαφανίζεται, ό στόχος τής ένότητας πραγματικού καί ιδανικού πρέπει νά μπορεϊ νά άνανεώνεται, ώστε νά άνανεώνεται καί ή δικαιοδοσία τής ίδιας τής ιδεολογίας.

Ή σύγχρονη ιδεολογία περιέχει λοιπόν έντονο τό ουτοπικό στοιχείο (ένέχει, όπως λέει ό Άλβιν Γκούλντνερ, εναν «ιδεαλι­σμό»),:Κ πού συνίσταται στή συνεχή άπόρριψη τοϋ παρόντος καί τή σταθερή προσήλωση στό μέλλον — στον άδιάλειπτο έπαναπροσδι- ορισμό τοΰ ίδανικοΰ, στή διαρκή του "άνακαίνιση” , πού έξασφαλί- ζει τή συνέχεια τής άπήχησής της.·15 Τοΰτο ισχύει προφανώς στήν περίπτωση τής εθνικιστικής ιδεολογίας καί στή βασική γι’ αύτήν "έθνική ιδέα” : ό έθνικισμός δέν είναι μόνον ή προάσπιση τοΰ ύπαρ- κτοϋ έθνους, άλλά καί «ή άγάπη γιά τήν άφαίρεση τοΰ έθνους».36 Ό δέ συνεχής άγώνας γιά τή μηδέποτε συντελούμενη υλοποίηση αύτής τής άφαίρεσης, γιά τήν πραγμάτωση τοΰ ίδανικοΰ, άποτελεϊ τήν ύπέρτατη επιταγή, τή βασική δεοντολογική άξία τής έθνικι- στικής ιδεολογίας: «ό άγώνας είναι γιά τόν έθνικιστή ό,τι καί ή οικονομία γιά τόν πουριτανό».37

Ό έθνικισμός συνεπώς άναθέτει διπλό ρόλο στήν έννοια τοΰ έθνους. Ά πό τή μιά πλευρά, τό έθνος άποτελεϊ τή βάση πάνω στήν όποία στηρίζεται ή έθνικιστική ιδεολογία, τήν άφετηρία άπό τήν

34. « Ό ιδεαλισμός τής ιδεολογίας εδράζεται στο γεγονός ότι όλες οΐ ιδεολογίες απορρίπτουν τόν κόσμο ώς εχει. Αύτό συνεπάγεται πώς, σέ κάποιο επίπεδο, πρέπει νά διακρίνουν άνάμεσα σέ έκεϊνο πού υπάρχει καί σέ έκεΐνο πού πρέπει νά υπάρχει, ανάμεσα στό πραγματικό καί τό ιδανικό, άντιθέτοντας τό πρώτο στό δεύτερο. Οί ιδεολογίες ώς ιδεαλισμός υποθέτουν πώς έκεϊνο πού είναι πραγματικό μπορεϊ καί πρέπει νά τεθεί ύπό τόν έλεγχο ή τήν έπιρροή τοΰ ίδανικοΰ...». A. W. Couldner, αΰτ., 85. Πρόκειται ασφαλώς γιά τό στοιχείο έκεϊνο πού αιτιολογεί τό δεοντολογι­κό πρόταγμα στις περισσότερες ιδεολογίες.

35. « Άποτελεϊ ένα άπό τά παράδοξα τής ίδιάζουσας ούτοπικής άποψης πώς, στήν προσπάθεια νά εξαλείψει κάθε διάκριση μεταξύ πραγματικοΰ καί ίδανικοΰ, αδυνατεί νά ικανοποιηθεί άκόμη καί άπό τίς ίδιες της τίς έπιτυχίες... Ή ούτοπική σκοποθέτηση βρίσκεται λοιπόν σέ βαθιά αντίθεση μέ τό παρόν, όσο κι άν αύτό άποτελεϊ βελτίωση επί τοϋ παρελθόντος». A. W. Couldner, αΰτ., 88.

36. Κ. R. Minogue, Nationalism, δ.π., 23. Πρβλ. καί τή σχετική παρατήρηση τοϋ Χόμπσμπομ ότι «τό έθνος, όπως τό άντιλαμβάνεται ό έθνικισμός, μπορεϊ νά όρισθεϊ [μόνον] προοπτικά». Ε. Hobsbawm, «Some Reflections on Nationalism», δ.π., 387.

37. K. R. Minogue, Nationalism, δ.π., 29.

Page 97: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

οποία ξεκίνα τή συλλογιστική της. Ά πό τήν άλλη πλευρά, τό έθνος άναμορφώνεται καί σέ όραμα τοΰ έθνικισμοϋ, σέ άπώτερο στόχο του, παρέχοντας έτσι τήν κύρια πηγή έμπνευσης, άνανέωσης καί άναπαραγωγής τοΰ έθνικιστικοΰ λόγου. Μέ τόν τρόπο αύτό, ή έν­νοια έθνος έχει γιά τόν έθνικισμό τρεις διασπάσεις στό χρόνο, δη­λώνει δηλαδή:(α) αύτό πού ήταν (παρελθόν) — σύλληψη πού προσδιορίζει (β) αύτό πού εΐναι (παρόν) — σύλληψη πού έπηρεάζει (γ) αύτό πού θά εΐναι (μέλλον).

Ή άναπαράσταση τοΰ (μελλοντικοΰ) έθνους-όράματος άναπα- ράγει στό άκέραιο τόν ιδιότυπο τρόπο άντίληψης τοΰ έθνους- πραγματικότητας: ή σύζευξη πολιτισμικών άρχών καί πολιτικών προταγμάτων παραμένει απόλυτη.38 Πολιτική άνεξαρτησία, πολι­τισμική αύτοτέλεια, έλευθερία άνάπτυξης τών έθνικών ιδιοτήτων, κύρος, δύναμη, μεγαλείο — όλα αύτά άποτελοΰν τό μωσαϊκό τοΰ έθνους-όράματος στήν έθνικιστική ιδεολογία. Ό σύνδεσμος πολι- τισμικοΰ καί πολιτικοΰ στή σύλληψη τοϋ έθνους (καί ώς πραγματι­κότητας καί ώς οράματος) χρειάζεται νά τονιστεί, ούτως ώστε νά άποφευχθεΐ ή μονόλογη άνάλυσή της. Ό κίνδυνος όμως τοΰ μονοσή­μαντου όρισμοΰ τής έννοιας έθνος περιορίζεται μόνον αν δέν παρα- λειφθεΐ ό ρόλος τοΰ ούσιαστικοΰ παραγωγοΰ της, πού δέν είναι άλλος άπό τήν έθνικιστική ιδεολογία. Τά ένδεχόμενα άφενός "πο­λιτικής” ή "κρατιστικής” άνάλυσης τής έννοιας ("τό έθνος άπλώς ώς έδαφική-πολιτική μονάδα” )39 καί άφετέρου "πολιτισμικής” άνά-

38. Μολονότι τά δύο σκέλη της έξαρτώνται άπό κάπως διαφορετικές χρονικές διαφορές. Έ τσι, & πολιτισμικός όρισμός τοΰ Ιθνους είναι έν πολλοϊς διαχρονικός: άναφέρεται καί στό παρελθόν (ποιά ήταν τό έθνος στήν ιστορία;) καί στό παρόν (πώς ορίζεται σήμερα τό Ιθνος;) χαΐ στό μέλλον (ποιάμοίρα αρμόζει στό ίθνος;). Ά πό τήν άλλη πλευρά, τά πολιτιχά προτάγματα πού άπορρέουν άπό τό διαχρονικό αύτόν όρισμό τοποθετούνται κυρίως στό παρόν καί τό μέλλον ( τί οφείλουμε νά πράξουμε γιά χάρη τοΰ Ιθνους;).

39. Βλ. λ.χ. τήν "πολιτική” ή "κρατιστική” μονομέρεια στήν άντίληψη τοΰ έθνους, στό: Μ. Ginsberg, Nationalism, Cambridge 1961, ίδιαίτ. 6, άλλά καί τή δυσανάλογη, κατά τήν εκτίμησή μου, έμφαση στό πολιτικό σκέλος άπό τόν Γκίν- τενς: ιδιαίτερα στά έργα του A. Giddens, The Nation-State..., ό.π., 116-121 καί 210-221 καί Sociology, Cambridge 1989, 303.

Page 98: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 97

λύσης τής έννοιας ("τό έθνος άποκλειστικώς ώς πολιτισμική ή φυ­λετική οντότητα” )40 δηλώνουν, πιστεύω, παρόμοια μονομέρεια: καί στις δύο περιπτώσεις ή έννοια τοϋ έθνους χάνει τόν ΐδιάζοντα χαρακτήρα της, μέ αποτέλεσμα νά μήν μπορεϊ νά εξηγηθεί ούτε ή ξεχωριστή παρουσία καί λειτουργία της στον έθνικιστικό λόγο ού­τε ό ίδιος ό χαρακτήρας τοΰ έθνικισμοΰ. Ή πρώτη άντίληψη κατα­λήγει νά έξισώνει τόν έθνικισμό μέ μετέωρη έπιδίωξη πολιτικής αύτονομίας, ένώ ή δεύτερη έχει ώς άποτέλεσμα νά έξομοιώνει τήν έθνικιστική ιδεολογία μέ άπλή διακήρυξη πολιτισμικής διαφορο­ποίησης.

Ή μονομέρεια αύτών τών προσεγγίσεων όφείλεται, κατά πολύ μεγάλο μέρος, στή δυσκολία νά ξεφύγει κανείς άπό τή λογική τών επιχειρημάτων καί τών δημιουργημάτων τοΰ έθνικισμοΰ. Αύτό ισχύει ιδιαιτέρως όταν δίδεται έμφαση μόνον στό πολιτικό πρότα- γμα τοΰ έθνικιστικοΰ λόγου, σέ βάρος τής πολιτισμικής άρχής μέ τήν όποία αύτό διαπλέκεται καί άπό τήν όποία έξαρτάται: άφενός ή γένεση τοΰ έθνικισμοΰ στή δυτική Εύρώπη (όπου τό κράτος περιέ- κλειε έξαρχής λίγο-πολύ ομοιογενή έθνη)41 καί άφετέρου ή έπιτυ- χία τοΰ έθνικισμοΰ (όπως προκύπτει άπό τήν οργάνωση τοΰ παγκό­σμιου πολιτικοΰ συστήματος σέ έθνοκρατικές βάσεις) έχουν οδηγή­σει στή «σημασιολογική πλάνη))42 νά συγχέονται οΐ έννοιες έθνος καί χράτος καί νά χρησιμοποιοΰνται στήν ούσία σάν συνώνυμες. Ή παρεξήγηση δέν άφορα φυσικά μόνον σέ μελετητές τοϋ έθνικιστι- κοϋ φαινομένου43 (οί όποιοι, τίς περισσότερες φορές, δέν κάνουν τίποτε άλλο άπό τό νά άναπαράγουν εύρύτατα διαδεδομένες άσά-

40. Βλ. λ.χ. τήν "πολιτισμική” μονομέρεια στήν άντίληψη τοΰ Εθνους στό: L. W. Doob, Patriotism and Nationalism, New Haven & Λονδίνο 1964, ίδιαίτ. κεφ. 4 καί 5 καί στό: J. Hutchinson, The Dynamics o f Cultural Nationalism, Λονδίνο 1987, κεφ. 1. Πρβλ. τήν κριτική στό: J. P. Arnason, «Nationalism, Globalization and Modernity», Theory, Culture, and Society 7, 2-3 (1990) 228.

41. Βλ. B. Akzin, State and Nation, Λονδίνο 1964, 39, γιά τήν αγγλική καί τή γαλλική περίπτωση άπό αυτήν τήν άποψη. Βλ. επίσης τό προηγούμενο κεφάλαιο γιά τούς λεγόμτνους πρωτογενείς εθνικισμούς.

42. Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 170.43. Βλ. λ.χ. F. Hertz, Nationality in History..., δ.π., 208-223, όπου ή συζήτηση

παλινδρομεί μεταξύ Εθνους καί κράτους χωρίς διάκριση.

Page 99: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

φειες πού έπιτρέπουν τήν εύκολη ύποκατάσταση της μιας έννοιας άπό τήν άλλη),44 άλλά καί στήν έξίσου έκτεταμένη σύγχυση παρά- γωγων όρων, όπως ή έθνικότητα καί ή ύπηκοότητα.45 Όμως έθνος καί κράτος δέν είναι συνώνυμα: εκφράζουν διαφορετικά πράγμα­τα46 καί συγκλίνουν μόνον στό πλαίσιο εκείνης της ιδεολογίας πού έπιχειρεΐ τή συνένωσή τους.

Οί έσφαλμένες προσεγγίσεις στήν έννοια τοϋ έθνους καί στή σχέση της μέ αύτήν τοΰ έθνικοΰ κράτους όφείλονται, κατά τή γνώ­μη μου, σέ άδυναμία νά έκτιμηθεΐ ό πρωταρχικός ρόλος τής έθνικι- στικής ιδεολογίας στή σύλληψη καί τόν προσδιορισμό της. Ό έθνι- κισμός δέν είναι άπλώς φορέας καί έκφραστής τής έννοιας τοϋ έθνους, άλλά καί παραγωγός της. Είναι έκεΐνος πού τή δημιουργεί καί τήν άναδεικνύει σέ ξεχωριστή οντότητα μέ ιδιαίτερο χαρακτή­ρα, γνωρίσματα καί δικαιώματα — καί ή διαδικασία αύτή έχει κατ’ άνάγκην δυναμική διάσταση. Στήν προσπάθειά του νά άπο- σαφηνίσει τήν έθνική ταυτότητα, νά σχεδιάσει τούς έθνικούς σ*.ό- χους πού άπορρέουν άπό αύτήν καί νά καθοδηγήσει τις ένέργειες

44. Ό πω ς, έπί παραδείγματι, στήν όνομασία "διεθνών” —άλλά κατ’ ουσία διακρατικών— όργανισμών (Κοινωνία τών 'Εθνών, ’Οργανισμός 'Ηνωμένων 'Εθνών κ.ο.κ.). Είναι χαρακτηριστικό πώς στήν ιδρυτική συνεδρία τής Κοινωνίας

τών 'Εθνών μόνον ό Πορτογάλος αντιπρόσωπος βρήκε παράξενο τόν τίτλο καί πρότεινε τόν εναλλακτικό "Κοινωνία τών Κρατών” . Ό Βρετανός απεσταλμένος όμως άντέτεινε πώς ή διαφορά μεταξύ τών λέξεων ίθνοζχαι χράτος ήταν έλάχιστη, άν ίχ ι ανύπαρκτη. Βλ. σχετ. A. Cobban, The Nation Slate and National Self-Determi­nation, Λονδίνο ϊι Γλασκώβη 21969, 30 καί 123.

45. Παρόλο πού ό όρος ύπ-ηχοάτητα είναι κυρίως νομικός, ό όρος έθνιχότητα προκαλεϊ συχνά παρεξηγήσεις: άλλοτε υποδηλώνει τήν υποκειμενική νομιμοφροσύ­νη τοΰ άτόμου σέ συγκεκριμένο Εθνος, έκφράζει δηλαδή τήν έθνική του συνείδηση, κι άλλοτε Εχει κι αύτός νομική υπόσταση, πού αποκτάται βεβαίως στό πλαίσιο τής πραγματικότητας τοϋ έθνικοΰ κράτους. Ή αμφισημία τοΰ όρου φαίνεται στις πολ­λαπλές χρήσεις του. Μέ τή δεύτερη Εννοια, έθνικότητα δέν Εχουν μόνον τά άτομα πού συνειδησιακά δηλώνουν μέλη κάποιου Εθνους, άλλά καί έταιρεΐες, πλοία, άερο- πλάνα κ.ο.κ. Μέ τή δεύτερη πάλι Εννοια, τό άτομο δέν δικαιούται νά Εχει έθνικότη­τα, παρά μόνον άν τό Εθνος τής έπιλογής του Εχει καταφέρει νά συγκροτηθεί σέ κράτος (ποιά είναι λ.χ. ή έθνικότητα τοΰ σημερινού Παλαιστίνιου στή Λωρίδα τής Γάζας;). Βλ. σχετ. καί τά σχόλια στό: J. Krejii & V. Velfmsky, Ethnic and Political Nations in Europe, Λονδίνο 1981, 32-33.

46. Πρβλ. M. Weber, «Structures of Power», δ.π., 172.

Page 100: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ

πού άπαιτοΰνται γιά τήν πραγμάτωσή τους, ό έθνικισμός ώς σύγ­χρονη, ζώσα πολιτική ιδεολογία προσαρμόζει, άναπροσδιορίζει καί μεταπλάθει συνεχώς τήν έννοια τοϋ έθνους, ώστε είναι άδύνατον νά νοηθεί έθνος έξω άπό τούς μηχανισμούς καί τις συνθήκες παραγω­γής τής έθνικιστικής ιδεολογίας. Έ τσι έξηγεΐται καί ή άδυναμία πολλών μελετητών νά προσφέρουν πάγιο καί αδιαμφισβήτητο (δη­λαδή πέρα άπό τήν έκάστοτε παραγωγό ιδεολογία) όρισμό τοΰ έθνους,47 άλλά καί τό ότι άκολούθως άναγκάζονται νά καταφύγουν στον υποκειμενικό προσδιορισμό ώς έσχατο τεκμήριο ύπαρξης τοΰ κάθε έθνους.48 Έ στω καί άνομολόγητα όμως, ή προσέγγισή τους αύτή δέν μπορεΐ παρά νά άνακαλεΐ τούς μηχανισμούς παραγωγής τοΰ ίδιου τοΰ έθνικισμοϋ.

Συνεπώς, ό εθνικισμός προηγείται, λογικά καί άναλυτικά, τοΰ έθνους.49 Αύτό δέν σημαίνει βεβαίως πώς τό έθνος άποτελεΐ εντε­λώς αύθαίρετο κατασκεύασμα. Ή έννοια τοΰ έθνους έξαρταται πράγματι άπό τή δημιουργική έπέμβαση τοΰ έθνικισμοϋ, σέ ό,τι άφορα στον προσδιορισμό της, στις συνδηλώσεις της, στήν άπήχη- σή της καί στις συνέπειές της. ’Αλλά κάτι τέτοιο δέν συνεπάγεται

47. Βλ. λ.χ. τή διαπίστωση τοϋ Σέτον-Γουότσον: «Κατά συνέπεια, όδηγοϋμαι στό συμπέρασμα πώς ούδείς "έπιστημονικός όρισμός” τοΰ έθνους μπορεΐ νά επινοη­θεί. Ά λλά τό φαινόμενο ύπήρξε καί υπάρχει». Η. Seton-Watson, Nations and States, Λονδίνο 1977, 5. Βλ. Η. Kohn, The Idea o f Nationalism, δ.π., 13· K. W. Deutsch, Nationalism and Social Communication, Cambridge, Mass. & Λονδίνο 21966, 89 καί 173 καί A. D. Smith, The Ethnic Origins..., δ.π., 2.

48. Βλ. έπί παραδείγματι, τό σχεδόν ταυτολογικό όρισμό τοΰ έθνους άπό τόν Χέρτζ: « Έ να έθνος μπορεΐ νά οριστεί καλύτερα ώς ένας λαός πού διαθέτει άναπτυ- γμένη έθνική συνείδηση...». F. Hertz, Nationality in History..., δ.π., 24. Γιά τό ύποχειμενικό κριτήριο προσδιορισμού τής έθνικής ταυτότητας, βλ. τό επόμενο κεφά-

49. «Κοντολογίς, γιά τούς σκοπούς τής άνάλυσης, ό έθνικισμός προηγείται τών έθνών. Τά έθνη δέν παράγουν κράτη καί έθνικισμούς, άλλά τό άντίστροφο». Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 10. Πρβλ. καί τήν άκραία διατύπωση τοϋ Γκέλνε£, σύμφωνα μέ τήν όποία τά έθνη «είναι μύθος — ό έθνικισμός... αύτδς, καλώς ή κακώς, είναι ή πραγματικότητα καί, γενικώς, μιά άναπόδραστη πραγμα­τικότητα». Ε. Cellner, Nations and Nationalism, δ.π., 48-49. Βλ. έπίσης J. P. Arna- son, «Nationalism, Globalization and Modernity», δ.π., 230-231. Γιά μιά άντίθετη άποψη στήν πρόσφατη βιβλιογραφία, βλ. Μ. Hroch, Social Preconditions o f National Revival in Europe, Cambridge 1985, 3, 11-13.

Page 101: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

100 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

πώς τό έθνος, ώς δημιούργημα τοΰ έθνικισμοΰ, άποτελεϊ καθαρή εφεύρεση ή μύθευμα, δτι είναι προϊόν παρθενογένεσης, παράγωγο κάποιας έκ τοϋ μηδενός ή έν κενώ πνευματικής δημιουργίας. Ή έθνικιστική ιδεολογία παράγει πράγματι τήν έννοια τοΰ έθνους, άλλά, γιά νά έχει άπήχηση ή έννοια καί άξιοπιστία ή ιδεολογία, ή "παραγωγή” δέν μπορεϊ παρά νά βασίζεται σέ υπαρκτές "πρώτες ύλες” .

"Ας δοΰμε τό ζήτημα προσεκτικά. Ό έθνικισμός διακρίνει τό έθνος άναδεικνύοντας καί τονίζοντας τά χαρακτηριστικά γνωρί- σματά του, τά όποϊα προβάλλει σάν μοναδικά. Βεβαίως αύτό πού γιά τόν κάθε έθνικισμό θεωρείται μοναδικό στό άντίστοιχο έθνος, γιά τόν ύπόλοιπο κόσμο50 μπορεϊ νά είναι κοινότοπο ή συνηθισμέ­νο.51 Τό ένδεχόμενο αύτό δέν μπορεϊ φυσικά νά άποκλειστεΐ. *Αν όμως δέν άποτραπεϊ, κλονίζεται ή άξιοπιστία καί ή άποτελεσμα- τικότητα τής έθνικιστικής ιδεολογίας. Άλλά ή άνάδειξη αύτοΰ τοΰ γνωρίσματος πού προβάλλεται ώς μοναδικό χαρακτηριστικό δέν μπορεϊ παρά νά βασίζεται στή χρησιμοποίηση κάποιου προϋπάρ- χοντος ύλικοΰ, ορισμένων, δηλαδή, στοιχείων.&ού ύφίστανται, γιά νά μποροΰν νά άξιοποιηθοΰν._Μόνον έάν υπάρχουν, μποροΰν νά άποτελέσουν σημεία άναφοράς τοΰ έθνικιστικοΰ λόγου καί νά ύπο- στοΰν τήν (άσύνειδη ή συνειδητή, ειλικρινή ή δόλια — δέν έχει σημασία) έπεξεργασία της έθνικιστικής ιδεολογίας.52

50. Δηλαδή γιά άλλους (πιθανώς άνταγωνιστικούς) εθνικισμούς, γιά άλλα (ήδη συγκροτημένα καί άνεγνωρισμένα) έθνη, άκάμη καί γιά τμήματα τοΰ Ιδιου τοΰ έθνικοϋ σώματος (έξ όνόματος τοΰ όποιου ό έθνικισμός όμιλεϊ καί τήν ύπαρξη τοΰ όποιου προσπαθεί νά άποδείξει).

51. Βλ. L. W. Doob, Patriotism and Nationalism, δ.π., 77.52. « Ή έθνική συνείδηση, 6πως κάθε συνείδηση, μπορεϊ νά είναι μόνον συνείδη­

ση κάποιου ύπαρκτοΰ πράγματος. Μπορεϊ βεβαίως —καί συχνά τό πράττει— νά παραποιεί καί νά διαστρεβλώνει τά υπάρχοντα δεδομένα με τό νά παραλείπει μερικά καί νά προβάλλει άλλα —ή μέ τό νά παράγει συνδυαστικά σύμβολα στό συνειδητό επίπεδο— ίπω ς ή "άνώτερη φυλή” τοΰ Χίτλερ— πού δέν βρίσκονται σέ αντιστοιχία μέ τήν πραγματικότητα. Ό μως πίσω άπό τίς παραποιήσεις καί τούς αλλόκοτους συνδυασμούς πρέπει νά ύπάρχουν ύλικά πάνω στά όποϊα μποροΰν νά βασιστοΰν ή άπό τά όποια νά μποροΰν νά παραχθοΰν». Κ. W. Deutsch, Nationa­lism..., δ.π., 173. Βλ. έπίσης Ε. Hobsbawm, «Some Reflections on Nationalism», δ.π.,

Page 102: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 101

Τέτοιο υλικό, τό όποιο προσφέρεται γιά τή δημιουργική έπέμ- βαση τοϋ έθνικισμοΰ καί χάρη στήν άξιοποίηση τοΰ οποίου προκύ­πτει ή μοναδικότητα τοΰ έθνους, άποτελοΰν: προϋπάρχουσες μορ­φές συλλογικής άλληλεγγύης ή συλλογικής άπόρριψης (λ.χ. ξενο­φοβία), πολιτισμικά στοιχεία παραδοσιακών κοινοτήτων τών όποιων τήν κληρονομιά διεκδικεΐ καί ιδιοποιείται τό ύπό άνάδειξη έθνος, ιστορικά γεγονότα καί έπιτεύγματα άλλων έποχών, ήθη, συνήθεια, μύθοι, δοξασίες, καλλιτεχνικές παραδόσεις, άκόμη καί μή πολιτισμικά στοιχεία, πού έμμέσως υποδεικνύουν τήν ύπαρξη καί τή βιωσιμότητα κάποιου ξεχωριστού (δηλαδή έθνικοΰ) πολιτι­σμού, όπως τό μέγεθος τοϋ έπίδοξου έθνους, ή συγκέντρωσή του σέ συγκεκριμένη περιοχή, ή ιστορία αύτής τής περιοχής, ή πολιτισμι­κή καί γεωπολιτική της σπουδαιότητα κ.ο.κ. Ό λα αύτά άποτε­λοΰν, κατά μία έπιτυχή έκφραση, τόν «ούτοπικό πυρήνα τής άλή- θειας»53 στον όποιο ή έθνικιστική ιδεολογία άνάγει τήν ύπαρξη καί τή σημασία τοΰ έθνους.

Ποιά είναι τά κριτήρια βάσει τών όποιων άνάλογα στοιχεία συμπεριλαμβάνονται στό πρωτογενές υλικό τής έθνικιστικής πα­ραγωγής; Πιστεύω πώς μοναδικό κριτήριο είναι ή καταλληλότητα τους, δηλαδή ότι χρησιμεύουν στήν παραγωγική-άποδεικτική δια­δικασία όπου έμπλέκεται ό έθνικισμός σέ κάθε φάση τής άνάπτυ- ξής του καί στό πλέγμα τών έκάστοτε μεριμνών πού υπηρετεί καί τών έκάστοτε πολιτικών άναγκών στις όποιες έπιχειρεΐ νά άντα- ποκριθεΐ. Τίποτε δέν άποκλείεται έξαρχής: καμία κατηγορία στοι­χείων δέν έξαιρεΐται έκ προοιμίου, έάν θεωρηθεί ότι ύπηρετεΐ άπο- τελεσματικά τήν κατασκευή έπιχειρημάτων πού τεκμηριώνουν τήν ύπαρξη τοΰ έθνους. Τά πάντα είναι επιτρεπτά καί άξιοποιοΰνται άνάλογα μέ τήν έκάστοτε άποδεικτική τους χρησιμότητα.

Ή άπόλυτη αύτή έλευθερία ή, άκριβέστερα, ή άδυναμία νά προ­καθοριστεί τό φάσμα τών έπιλογών τοΰ έθνικισμοΰ χρειάζεται,

389-390· A. D. Smith, The Ethnic Origins..., δ.π., 212 και A. D. Smith, «Towards a Global Structure?», Theory, Culture, and Society 7, 2-3 (1990) 181-185.

53. J. Lele, «The Two Faces of Nationalism: On the Revolutionary Potential of Tradition», στό: J. Dofny & A. Akinowo (έκδ.), National and Ethnic Movements, Beverly Hills, Calif, καί Λονδίνο 1980, 204.

Page 103: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

102 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

πιστεύω, νά τονιστεί, διότι στή σχετικά πρόσφατη φιλολογία γύρω άπό τό εθνικιστικό φαινόμενο εχει παρεισφρήσει ό μέ άσαφεΐς καί δυνάμει άποπροσανατολιστικές υποδηλώσεις γαλλικός νεολογι­σμός ethnie: ό όρος άναφέρεται σέ κάθε λογης ύλικό (άνθρωπολο- γικό, πολιτισμικό κ.λπ.) τό όποιο προέρχεται άπό τήν παραδοσια­κή κοινωνία καί υπεισέρχεται ("χρησιμοποιείται” , θά ήταν ή ορθό­τερη έκφραση) καθ’ οίονδήποτε τρόπο στή συγκρότηση τής εικόνας τοϋ έθνους.54 Παρά τις σοβαρές έπιφυλάξεις πού έχουν κατά και­ρούς διατυπωθεί σχετικά μέ τήν υιοθέτησή του, ό όρος εχει χρησι­μοποιηθεί άρκετά καί φαίνεται νά έχει πλέον καθιερωθεί, χωρίς όμως νά περιορίζεται ή άοριστία του.55 Άντιθέτως μάλιστα, ή πολιτογράφησή του στή διεθνή βιβλιογραφία διευκόλυνε τήν όλο καί μεγαλύτερη έλαστικότητα τής χρήσης του, μέ άποτέλεσμα νά έμφανίζεται σήμερα σάν έννοιολογική υποδοχή όπου τοποθετείται άδιακρίτως ό,τιδήποτε έχει σχέση μέ τό παρελθοντικό ύλικό πού μετέχει στον προσδιορισμό τοΰ έθνους — κοντολογίς, σάν όρος passe-partout. Αύτή είναι καί ή βασική μου άντίρρηση στή χρήση τοΰ όρου ethnie. Δέν βλέπω τό λόγο γιατί θά πρέπει νά δυσχερά- νουμε άκόμη παραπάνω τή θεωρητική διερεύνηση μιας έξαιρετικά προβληματικής καί πολύσημης έννοιας, όπως είναι αύτή τοΰ έθνους, μέ τήν εισαγωγή μιας καινούργιας καί άκόμη προβληματι­κότερης έννοιολογικής νεοπλασίας. Οί συνέπειες τής χαλαρής χρή­σης ένός νέου όρου, τοΰ οποίου ή άναλυτική χρησιμότητα εΐναι άμφίβολη έξαιτίας τής έτυμολογίας, άλλά καί τής άοριστίας του, δέν είναι δύσκολο νά γίνουν άντιληπτές. Ή χρησιμοποίηση τοΰ όρου ethnie, έπί παραδείγματι, γιά τό χαρακτηρισμό στοιχείων παραδοσιακής συλλογικής οργάνωσης καί άλληλεγγύης καταλήγει

54. Ή ελληνική ρίζα τοϋ γαλλικού νεολογισμού ethnie καθιστά τήν απόδοσή του στά έλληνικά μάλλον δυσχερή. Κατά συνέπεια, 6 όρος δέν μπορεΐ παρά νά μεταφέ- ρεται αυτούσιος μέ λατινικούς χαρακτήρες, μολονότι τείνει νά καθιερωθεί ό όρος εθνότητα, ένώ άπό τις προσπάθειες έπανεισαγωγής του στήν ελληνική άξίζει νά σημειωθεί ή κατασκευή τοϋ όρου έθνωτιχός, πού έπιχειρεΐ νά αποδώσει τό άντί- στοιχο παράγωγο έπίθετο (ethnique ή, στήν άγγλική, ethnic).

55. Βλ. J. Η. Kautsky, «An Essay in the Politics of Development», στό: J. H. Kautsky (έκδ.), Political Change in Underdeveloped Countries, Νέα 'T όρκη καί Λον­δίνο 1962,33.

Page 104: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 103

συχνά νά υποδηλώνει μορφές «πρωτο-έθνικισμοΰ»56 κι ετσι νά έπι- τρέπει τή λαθραία έπανεισαγωγή τής κλασικής (οσο καί άντι-ίστο- ρικής) άντίληψης περί άρχαιότητας έθνους καί έθνικισμοΰ.

Ά λλα όμως άναλυτικά έρωτήματα προέχουν. Είναι τό υλικό τοϋ οποίου χρήση κάνει ό έθνικισμός τό ίδιο σέ όλες τίς περιπτώ­σεις; Μποροΰν τά πρός άξιοποίηση στοιχεία νά διακριβωθούν άνε- ξάρτητα άπό τήν έπεξεργασία στήν όποία τά ύποβάλλει ή έθνικι- στική ιδεολογία; Ά ν ναί, έχουν τήν ίδια σημασία πού αύτή τούς άποδίδει; Τά πρακτικά προβλήματα είναι τίς περισσότερες φορές δισεπίλυτα: οί άναφορές τοΰ έθνικισμοΰ σέ προηγούμενες μορφές συλλογικής ταυτότητας καί άλληλεγγύης, σέ παρελθόντες πολιτι­σμούς, ομάδες καί συμπεριφορές, είναι έξαιρετικά δύσκολο νά έλεγχθοΰν. Κι αύτό, διότι ή διερεύνησή τους πέρα άπό τούς έθνικι- στικούς ισχυρισμούς σημαίνει πώς πρέπει νά άνακαλυφθοΰν συναι­σθήματα καί δοξασίες πληθυσμών πού κατά τεκμήριο είχαν σπα- νίως τή δυνατότητα νά τίς διατυπώσουν σέ γραπτό λόγο, σέ άντί- θεση μέ τούς άπολογητές καί οπαδούς τής έθνικιστικής ιδεολογίας. Ά ρα, στό συγκεκριμένο σημείο, τό πρόβλημα παραμένει πρόβλη­μα ερμηνείας καί δέν βλέπω τό λόγο γιατί ή κριτική προσέγγιση τοΰ έθνικιστικοΰ φαινομένου θά πρέπει νά υιοθετήσει άδιαμαρτύ- ρητα τίς άναχρονιστικές καί προβολικές έρμηνεΐες τοΰ ίδιου της τοΰ άντικειμένου. Ά ν θεωρούσαμε πώς όποιοδήποτε «έθνογραφικό υλικό»” στό όποιο βασίζεται ό προσδιορισμός τής ιδιαιτερότητας τοΰ έθνους ίσοδυναμοΰσε μέ αύτήν, θά ήταν σάν νά έξομοιώναμε τίς πρώτες ύλες μέ τό τελιχό προϊόν άδιαφορώντας γιά τήν παρα­γωγική διαδικασία πού μεσολαβεί. Όμως οί πρώτες ύλες ποτέ δέν μεταφέρονται αύτούσια ή έξ ολοκλήρου στό προϊόν. Τουναντίον, ύπόκεινται σέ έπεξεργασία, πράγμα πού σημαίνει πώς μερικές άπό αύτές χρησιμοποιούνται καί μεταποιούνται, ένώ άλλες παραλεί- πονται ή άπορρίπτονται. Βεβαίως, όσο περισσότερο είναι τό διαθέ­

56. Ό ίρος χρησιμοποιείται άκόμη καί άπό τόν Χόμπσμπομ, παρά τις σοβαρό­τατες επιφυλάξεις του γιά τή χρήση τοΰ όρου elhnie και τή δεδομένη πεποίθησή του σχετικά μέ τήν ιστορικότητα Εθνους καί έθνικισμοΰ — βλ. Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., κεφ. 2.

57. Η. Kohn, The Idea o f Nationalism, δ.π.,

Page 105: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

104 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

σιμο καί κατάλληλο πρός αξιοποίηση υλικό, τόσο εύκολότερος γ ί­νεται ό ρόλος τοϋ παραγωγοΰ-έθνικισμοΰ καί τόσο περισσότερες είναι οί πιθανότητες πληρέστερης καί πειστικότερης τεκμηρίωσης της ιδιαιτερότητας τοϋ έθνους.

Όμως αύτό δέν συνεπάγεται οΰτε τήν ταυτότητα τών δύο οΰτε τήν άναγκαστική ακολουθία τοΰ ένός μετά τό άλλο. 'Ορισμένες μάλιστα φορές ή άσυμφωνία πρώτων ΰλών καί τελικοΰ προϊόντος είναι τόσο έντονη πού δέν έπιτρέπει άμφιβολία γιά τήν ούσιαστική τους διαφορά, οΰτε γιά τόν έπεμβατικό ρόλο τής παραγωγοΰ έθνι- κιστικής ιδεολογίας, ή όποία έπιλέγει καί έπεξεργάζεται μέ βάση τά δικά της κριτήρια καί τις δικές της άνάγκες. Ποιός έθνικισμός θά ένσωμάτωνε στήν εικόνα τοΰ έθνους τήν όποία κατασκευάζει "άρνητικές” συλλογικές ιδιότητες (όπως λ.χ. ή διχόνοια, οί λη­στρικές τάσεις, ή άφερεγγυότητα κ.λπ.) πού ένδεχομένως χαρακτή­ριζαν τις παραδοσιακές κοινότητες, άπό τις όποιες κατά τά άλλα άντλεΐ υλικό γιά νά αποδείξει τή μακρόχρονη ύπαρξη τοΰ έθνους; Επιπλέον, ποιός έθνικιστής θά περιλάμβανε στά διακριτικά στοι­χεία τοΰ δικοΰ του έθνους τά άρνητικά στερεότυπα πού τοΰ προσά­πτονται μέ άνάλογες έκλογικεύσεις καί τεκμηριώσεις άπό άλλους έθνικισμούς; Ποιός έβραΐος έθνικιστής, γιά παράδειγμα, θά άποδε- χόταν ώς στοιχεία τής έβραϊκής ταυτότητας τις άπαξίες πού τής προσάπτει κάποιος έντονα άντισημιτικός έθνικισμός, όπως ό πο­λωνικός, ό ρωσικός ή ό γερμανικός; Καί, άντίστροφα, ποιός διακη­ρυγμένος οπαδός τοΰ άραβικοΰ έθνικισμοΰ θά άνεχόταν άδιαμαρτύ- ρητα τήν εικόνα τοΰ Άραβα πού έχει ό οπαδός τοΰ έβραϊκοΰ έθνι- κισμοΰ;

Είναι άξιοσημείωτο άπό αύτήν τήν άποψη πώς στούς έθνικι- σμούς τής τελευταίας γενεάς όσα στοιχεία περιλαμβάνονται στήν περίφημη έννοια ethnie τείνουν σαφώς νά έμποδίζουν παρά νά διευ­κολύνουν τή διαδικασία μέ τήν όποία έπιχειρεΐται νά άποδειχθεϊ ή ύπαρξη τοΰ έθνους. Στό λεγόμενο Τρίτο Κόσμο, οί μορφές άλλη­λεγγύης τής παραδοσιακής κοινωνίας, τήν όποία διατάραξε ή έξω­θεν έπιβολή τοϋ έκσυγχρονισμοΰ, άπέβησαν σοβαρότατα προσκόμ­ματα στήν οικοδόμηση ένιαίας καί άδιαμφισβήτητης έθνικής ταυτό­τητας — καί σέ αύτές βεβαίως τις περιπτώσεις ό έπεμβατικός ρόλος τής έθνικιστικής ιδεολογίας είναι άσυνήθιστα φανερός.58

58. Πρβλ. Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., ό.π., 136-137 καί 153.

Page 106: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 105

Ό πω ς έπισημαίνει ό Έρνεστ Γκέλνερ, ό έθνικισμός δέν είναι «ή αφύπνιση τών έθνών στήν αύτοσυνειδησία: έφευρίσκει έθνη έκεΐ πού δέν υπάρχουν — άλλά χρειάζεται κάποια προϋπάρχοντα διακριτι­κά στοιχεία, γιά νά τά έπεξεργαστεΐ».59 Ή μοναδική μου έπιφύλα- ξη γιά τήν έπισήμανση αύτή άφορα στό ρήμα εφευρίσκω: κατά τή γνώμη μου, ό ρόλος τοϋ έθνικισμοϋ άποδίδεται ορθότερα μέ τά ρήματα παράγω καί δημιουργώ, τά όποια έπιτρέπουν νά λάβουμε ύπόψη ότι ή έννοια τοΰ έθνους προκύπτει άπό τήν έπεξεργασία υπαρκτών στοιχείων, άλλά και νά άποφύγουμε τή λανθασμένη άν­τίληψη ότι πρόκειται γιά κατασκεύασμα έκ τοΰ μηδενός.60 Βεβαί­ως, άπό τή στιγμή πού ή έννοια τοΰ έθνους έχει παραχθεϊ (όπως κι αν παραχθεϊ) καί έχει γίνει άποδεκτή άπό ένα μέρος έστω τοΰ έθνικοϋ σώματος στό όποιο άναφέρεται, άποτελεΐ άδιαφιλονίκητη πραγματικότητα — πραγματικότητα γιά όσους τήν άποδέχονται καί τήν πιστεύουν, ταυτίζονται μέ αύτήν καί παρακινοΰνται άπό αύτήν. Ή έπικράτηση τής έννοιας τοΰ έθνους στις διάφορες έκδο- χές της σαφώς δέν άναιρεΐ τό γεγονός ότι πρόκειται γιά πραγματι­κότητα πού έχει δημιουργηθεΐ καί συντηρείται άπό συγκεκριμένη ιδεολογία μέ ό,τι αύτό μπορεΐ νά συνεπάγεται: έπιλογή, άπόρριψη, έμφαση, άκόμη καί έφεύρεση ή κατασκευή.61

Ά λλά μήπως άνάμεσα σέ όλα όσα χρησιμοποιοΰνται στή διαδι­κασία παραγωγής τοΰ έθνους ύπάρχουν κάποια στοιχεία sine qui- bus non·, Υπάρχουν, μέ άλλα λόγια, άναγκαΐες, παντοΰ καί πάν­τοτε, πρώτες ύλες; Ή άπάντηση είναι, νομίζω, άρνητική. «'Η άντικειμενική ιδιότητα τών πολιτισμικών άξιών δέν έχει καμία σημασία», άποφαίνεται σχετικά ό Μάξ Βέμπερ62 — αύτό πού έχει

59. Ε. Gellner, Thought and Change, Λονδίνο 1964, 169. Πρβλ. Ε. Gellner, Nations and Nationalism, δ.π., 48-49.

60. Τά έθνη, όπως σημειώνει ό "Αντερσον, «χαρακτηρίζονται όχι άπό τήν πλα- στάτητα ή τή γνησιότητά τους, άλλά άπό τόν τρόπο μέ τόν όποιο πλάθονται μέ τή φαντασία». Β. Anderson, Imagined Communities, δ.π., 15.

61. « Άκόμη καί οί ψευδαισθήσεις είναι νοητικές πραγματικότητες, πού μπο­ρούν κατά μ ίγα μέρος νά συμβάλλουν στήν παραγωγή έθνικής άλληλεγγύης, εθνι­κών φιλοδοξιών καί έθνικών ανταγωνισμών». F. Hertz, Nationality in History.... δ.π., 42.

62. M. Weber, «Structures of Power», δ.π., 178.

Page 107: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

106 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

σημασία είναι ή άνά πάσα στιγμή άποτελεσματικότητα τοϋ τελι- κοΰ προϊόντος, δηλαδή ή πειστικότητα καί ή απήχηση τής προβαλ­λόμενης εικόνας τοϋ έθνους. Έ τσι έξηγεΐται καί ή άέναη έπεξερ­γασία τής έννοιας τοΰ έθνους άπό τόν έθνικισμό, ή διαρκής άναπα- ραγωγή του, ώστε νά άνταποκρίνεται συνεχώς στούς σκοπούς τής έθνικιστικής ιδεολογίας. Έ τσι έξηγεΐται έπίσης τό γεγονός ότι άκόμη καί αν δέν πληροΰνται προϋποθέσεις πού θά θεωροΰσε κα­νείς στοιχειώδεις ή άναγκαΐες γιά τήν ύπαρξη ένός έθνους, όπως είναι τό μέγεθος ή ή συγκέντρωση τοΰ έπίδοξου έθνικοΰ σώματος σέ συγκεκριμένο χώρο, δ£ν άποτρέπεται παρά ταΰτα ή δημιουργία οΰτε ή άναγνώριση έθνών ή έθνικών κρατών, όπως μαρτυροΰν άντί- στοιχα οί περιπτώσεις τοΰ μικροσκοπικοΰ έσθονικοΰ καί τοΰ διε­σπαρμένου έβραϊκοΰ έθνους.63

Επομένως, ή δημιουργία τοΰ έθνους άπό τόν έθνικισμό έχει πολλές μορφές. Ιδιαίτερο ένδιαφέρον άπό τήν άποψη τών δυσχε- ρειών πού ή έθνικιστική ιδεολογία συναντά γιά τήν παραγωγή τοΰ έθνους έχουν οί περιπτώσεις έκεϊνες όπου τό έθνος τελεί ύπό σοβα­ρή άμφισβήτηση — "δέν ύπάρχει” , μέ άλλα λόγια, σάν ξεχωριστή οντότητα στά μάτια όχι μόνον τρίτων (ξένων δυνάμεων, έθνικών γειτόνων καί άνταγωνιστών, άλλων έθνών πού έχουν άποκτήσει πολιτική άνεξαρτησία κ.ο.κ.), άλλά καί τών ίδιων τών έθνικών ύποκειμένων, τών ύποτιθέμενων δηλαδή μελών τοΰ έθνικοΰ σώμα­τος. Οί συνθήκες κάτω άπό τίς όποιες μπορεϊ νά άναπτυχθεϊ ένας τέτοιος "έθνικισμός δίχως έθνος”64 είναι πολλές: πληθυσμοί δίχως συνείδηση ότι άνήκουν σέ ξεχωριστές κοινότητες, διεσπαρμένα "έ­θνικά” στοιχεία δίχως τήν αίσθηση ότι συνδέονται μέ κάποιο εύρύ- τερο σύνολο, άμφισβητούμενες "πολυεθνικές” περιοχές κ.λπ. 'Η χαρακτηριστικότερη πάντως συνθήκη πού ευνοεί τήν άνάπτυξη αύ- τοΰ τοΰ τύπου έθνικιστικής ιδεολογίας, δηλαδή τοΰ έθνικισμοΰ-έ- φευρέτη τοΰ έθνους, φαίνεται στήν περίπτωση τών άποικιών στήν ’Αφρική καί τήν ’Ασία. Έκεΐ οί λίγο-πολύ αύθαίρετες διοικητικές

63. Γιά τόν "όρο” τοΰ μεγέθους, βλ. R.I.I.A., Nationalism, δ.π., 251-252 καί Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 32. Γ ιά τόν "όρο” τής συγκέντρωσης, βλ. Ο. Bauer, «The Concept of the 'Nation’», δ.π., 104-105. Πρβλ. έπίσης R. Emer­son, «Nationalism...», δ.π., 9 καί 17.

64. Βλ. K. Symmons-Symonolewicz, «Nationalist Movements...», δ.π., 229.

Page 108: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 107

διαιρέσεις καί συνοριακές διευθετήσεις πού έπέβαλαν οί παλαιές άποικιοκρατικές δυνάμεις είτε άγνοοϋσαν ύπάρχουσες πολιτισμι­κές ιδιαιτερότητες τών πληθυσμών πού κατανεμήθηκαν σέ νεοπα­γή πολιτικά σχήματα, είτε δέν ήταν δυνατόν νά άντιστοιχήσουν σέ οντότητες μέ τήν έννοια πού προβλέπουν οί κώδικες τής έθνικιστι- κής ιδεολογίας.65 Αύτό όμως δέν έμπόδισε τις νέες πολιτικές πρα­γματικότητες νά λειτουργήσουν σάν τεχνητό εστω έρέθισμα γιά τήν έμφάνιση άντίστοιχων έντόπιων έθνικισμών.66

Θά μπορούσαμε λοιπόν νά ποϋμε πώς τά νέα "έθνικά” κράτη στήν κεντρική καί δυτική ’Αφρική ή στά άρχιπελάγη τοϋ Ειρηνικού προσδίδουν κυριολεκτική σημασία στή φράση "ό έθνικισμός ώς δη­μιουργός ή έφευρέτης τοΰ έθνους” .67 Δέν ύπάρχει άμφιβολία πώς ακόμη καί σέ παρόμοιες περιπτώσεις ό έθνικισμός δέν μπορεΐ νά λειτουργήσει έν κενω: τό σύνολο στό όποιο άναφέρεται, τό έθνος τό

65. Βλ. τό κατατοπιστικό άρθρο C. Μ. Young, «Ethnicity and the Colonial and Post-Colonial State in Africa», στό: P. Brass (έκδ.), Ethnic Groups and the State, Λονδίνο 1985. Πρβλ. P. Worsley, The Three Worlds, Λονδίνο 1984, 249, 286.

66. Κάτι ανάλογο συνέβη καί στην (δια τήν Ευρώπη μετά τό πέρας τοϋ Δεύτε­ρου Παγκοσμίου Πολέμου. Οϊ έπί τό πλεΐστον αυθαίρετες διοικητικές διαιρέσεις στό έσωτερικό τής ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας άπό τόν Τίτο έξηγοΰν καί τις σημερινές συνοριακές διενέξεις καί διεκδικήσεις πληθυσμών μεταξύ Σερβίας καί Κροατίας, άλλά καί τήν έμφάνιση τοΰ νεότευκτου έθνικισμοΰ τής Μακεδονίας τών Σκοπίων. Παρόμοια παραδείγματα μπορούν νά προσαχθοΰν καί άπό τήν αναζωπύ­ρωση ή τήν έμφάνιση έθνικισμών στήν έπικράτεια τής πρώην Σοβιετικής Ένωσης καί ιδιαιτέρως στό άσιατικό τμήμα της. Ή κεντρική σοβιετική έξουσία μπορεΐ νά έλεγχε αυστηρά τήν άνάπτυξη άποσχιστικών ή αύτονομιστικών έθνικιστικών ιδεών (όμνύοντας βεβαίως στό όνομα της έθνικής αυτοδιάθεσης), άλλά ήταν έκείνη πού δημιούργησε τις πολιτικές προϋποθέσεις, οί όποιες έπέτρεψαν, μέ τήν κατάρρευσή της, τήν άνάδυση νέων κρατικών ένοτήτων καί, κατ’ επέκταση, τών άντίστοιχων έθνικισμών.

67. Γ ιά τήν έμφάνιση τοΰ έθνικισμοΰ στήν ’Αφρική καί τή σχέση της μέ τις μετα-άποικιοκρατικές ρυθμίσεις, βλ. J. S. Coleman, «Nationalism in Tropical Afri­ca», American Political Science ReviewX LVIII, 2 (1954) 404-426 καί R. I. Rotberg, «The Rise of African Nationalism: The Case of East and Central African, World Politics XV, 1 (1962) 75-90. Γ ιά τόν έθνικισμό στήν 'Ασία, βλ. R. Emerson, «Para­doxes of Asian Nationalism», Far Eastern Quarterly XIII, 2 (1954) 131-142 καί W. Cungwu, «Nationalism in Asia», στό: E. Kamenka (έκδ.), Nationalism, δ.π., 82-98. Πρβλ. έπίσης τήν κλασική μελέτη R. Emerson, From Empire to Nation, Cambridge, Mass. 1960.

Page 109: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

108 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

όποιο προσπαθεί νά οικοδομήσει, διαθέτει κάποια ξεχωριστά χα­ρακτηριστικά, έστω κι άν αύτά έχουν αρνητικό κυρίως χαρακτήρα (λ.χ. τί δέν είναι έθνος)68 ή άναφέρονται στίς ίδιες τίς συνθήκες πού έπέβαλαν τή δημιουργία του (λ.χ. ό έθνικός χαρακτήρας ώς προϊόν τής προηγούμενης άποικιοκρατικής ιστορίας).69

Στό βαθμό όμως πού τά διαθέσιμα στοιχεία δέν έπαρκοϋν γιά νά καταδειχθεϊ πειστικά ή ιδιαιτερότητα τοϋ ύπό άμφισβήτηση έθνους, άμεσος στόχος τής έθνικιστικής ιδεολογίας (πού και τήν αμφισβήτηση αντιλαμβάνεται καί αίσθηση τής άνεπάρκειας τών έθνικών διακριτικών γνωρισμάτων διαθέτει) είναι ή ανάδειξη όσο τό δυνατόν πληρέστερης καί πειστικότερης φυσιογνωμίας τοϋ πα- ραγόμενου έθνους. Μόνον μέ τόν τρόπο αύτό μπορεϊ νά έκπληρώσει τίς άπώτερες βλέψεις της, έχοντας έπιτύχει καί νά κατασιγάσει τίς αμφιβολίες καί νά καλλιεργήσει τή συλλογική συνείδηση τών με­λών τοϋ ύπό κατασκευή έθνικοΰ σώματος. Σέ παρόμοιες περιπτώ­σεις, ό έθνικισμός έπιτελεΐ τό διπλό του έργο ώς ιστορικός καί ώς προφήτης. Ά πό τή μιά πλευρά έχει νά άποδείξει τήν ύπαρξη τοΰ έθνους, έστω καί σέ λανθάνουσα μορφή, ύπογραμμίζοντας τά στοι­χεία έκεϊνα πού ήδη τό διαφοροποιούν μέ όποιονδήποτε τρόπο άπό ξένες έθνικές ομάδες. Κι άπό τήν άλλη, οφείλει νά πείσει ότι ή άναγνώριση τής μοναδικότητας καί ή συνακόλουθη αύτονόμηση τήξ έν λόγω πληθυσμιακής ομάδας θά έπιτρέψουν τήν άνάδυση τοΰ ολοκληρωμένου έθνικοΰ της χαρακτήρα.70 Πρόκειται ούσιαστικά για περιπτώσεις πού ή έθνικιστική ιδεολογία βασίζεται σέ έμβρυα- κή ή λανθάνουσα σύλληψη τοΰ έθνους, τήν όποία έπεξεργάζεται καί άνάγει σέ εικόνα καί όραμα τοΰ προσδοκώμενου έθνους, ή αέθνους έν προθέσει».71 Παρόμοιες όμως περιπτώσεις, όπου ό έθνικισμός

68. Βλ. Ε. Gellner, Thought and Change, δ.π., 169.69. Ά πό αύτήν τήν άποψη, οί έθνικισμοί τής μετα-άποικιοκρατικής ’Αφρικής

καί 'Ασίας στον 20ό αιώνα προσομοιάζουν στους πρωτογενείς εθνικισμούς τής δυτικής Ευρώπης στόν 18ο αιώνα, έφόσον καί στίς δύο περιπτώσεις τό έθνος έπεται τής κρατικής όντότητας πού, αντίστοιχα, προϋπάρχει ή έχει μόλις ιδρυθεί. Ώ ς πρός αύτό τό σημείο βλ. Κ. R. Minogue, Nationalism, δ.π., 154, καθώς καί Ε. J. Hobs- bawm. Nations and Nationalism, δ.π., 154.

70. Βλ. A. D. Smith, Theories o f Nationalism, δ.π., 173.71. R. I. Rotberg, «African Nationalism: Concept or Confusion?», Journal o f

Modern African Studies IX, 1 (1966) 33.

Page 110: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ

τελεί ύπό άκρως αντίξοες γιά τήν πειστικότητα τοϋ λόγου του συνθήκες, μας επιτρέπουν νά άνακαλύψουμε τ'ις πτυχές τής γενικής έκείνης διεργασίας ή οποία άκολουθεΐται κατά τήν παραγωγή τοΰ έθνους.

Οΐ δημιουργικές λειτουργίες τής έθνικιστικής ιδεολογίας δέν έξαντλοϋνται έδώ. Ό έθνικισμός δημιουργεί τό έθνος συντηρώντας καί προστατεύοντας τήν ιδιαιτερότητα του άπό ποικίλως έκλαμ- βανόμενους κινδύνους (δπως, γιά παράδειγμα, τήν πολιτισμική άφομοίωση ή άλλοτρίωση, τις ξένες έπιβουλές, τή συλλογική λήθη κ.λπ.), άκόμη κι όταν ή ύπαρξη τοΰ έθνους δέν τελεί ύπό άμφισβή- τηση. Καί σέ αύτές άκόμη τις περιπτώσεις έκδηλώνονται οΐ διάφο­ρες πτυχές τής διαδικασίας διά της όποίας ή έννοια τοΰ έθνους μεταπλάθεται συνεχώς άπό τήν έθνικιστική ιδεολογία. Στό βαθμό πού τό έθνος-οραμα συνεχίζει νά παραμένει άπραγματοποίητο (όρος βασικός γιά τήν ίδια τήν άναπαραγωγή τών έθνικιστικών ιδεών), ό έθνικισμός συνεχίζει νά διαθέτει άντικείμενο καί έργο, άκόμη κι αν αύτά συνίστανται άπλώς στον έπαναπροσδιορισμό τών έθνικών στόχων. Έ τσι, ή έθνικιστική ιδεολογία προσαρμόζεται στις έκάστοτε κοινωνικές καί πολιτικές συνθήκες, άναμορφώνοντας τή στρατηγική καί τούς προσανατολισμούς της, ώστε νά ύπηρετεΐ τή συνεχώς άναβαπτιζόμενη "έθνική ιδέα” .

Κάτι τέτοιο μπορεΐ νά συμβαίνει άκόμη κι όταν ό έθνικισμός λειτουργεί στό πλαίσιο τοΰ άνεξάρτητου έθνικοϋ κράτους — μέ όποιο τρόπο αύτό έχει προκύψει. Έ έθνικιστική ιδεολογία βρίσκε­ται βεβαίως σέ έξαρση, όταν ύπάρχει έντονη ή αίσθηση τής άσυμ- φωνίας μέ τούς υπάρχοντες πολιτικούς διακανονισμούς πού τήν άφοροΰν καί, ιδιαιτέρως, όταν δέν έχει έπιτευχθεΐ ό βασικότερος καί άμεσότερος στόχος της, πού είναι ή πολιτική αύτοδιάθεση τοΰ έθνους. Ή ύπαρξη όμως τοΰ έθνικοϋ κράτους, δηλαδή τοΰ έθνους πού έχει de facto έδαφική κυριαρχία καί αύτόνομη πολιτική υπό­σταση, δέν σημαίνει καί τήν έξάντληση τής δυναμικής τοΰ έθνικι- σμοΰ. Τό άντίθετο μάλιστα συμβαίνει κατά κανόνα. ’Αντικείμενο τοΰ έθνικισμοϋ δέν είναι τό έθνικό κράτος αύτό καθεαυτό, άλλά τό έθνος — σύλληψη πολύ πιο γενική, σχεδόν φευγαλέα.72 Ά ρα ή

72. «Τό αντικείμενο τής εθνικιστικής προσήλωσης είναι τό "έθνος” , ίχ ι τό

Page 111: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

110 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

επίτευξη τής πολιτικής αυτονομίας δέν σημαίνει αυτόματα καί πραγμάτωση τοϋ έθνικιστικοΰ οράματος ή, κατά τήν προσφιλή με­ταφορά τής ίδιας τής έθνικιστικής ιδεολογίας, "ολοκλήρωση τής ιστορικής μοίρας τοΰ έθνους” . Καί μόνη ή διάκριση αύτή άποκαλύ- πτει πόσο πολύπλοκο, σύνθετο καί ρευστό είναι τό ιδανικό τής άνεξαρτησίας στον εθνικισμό. Ή έθνική κρατική υπόσταση οχι μόνον δέν περιορίζει αναγκαστικά τήν ένταση τής έθνικιστικής ιδε­ολογίας, άλλά, άντιθέτως, καταλήγει συχνά νά τήν ένδυναμώνει, έφόσον ή μορφή αύτή τοΰ έθνους έκλαμβάνεται ώς νέα πρόκληση, πού άπαιτεΐ καινούργιους προσανατολισμούς, προτεραιότητες καί στόχους.

Μπορεΐ λοιπόν ή αύτόνομη πολιτική υπόσταση τοΰ έθνους νά παραμένει κεντρικότατος στόχος γιά όσους έθνικισμούς άναφέρον- ται σέ έθνη πού δέν διαθέτουν δική τους έστία, κάτι τέτοιο όμως δέν σημαίνει πώς οί λόγοι ύπαρξης τών ιδεολογιών αύτών παύουν νά ύπάρχουν μέ τήν έπίτευξή έθνικοΰ κράτους. Ή φάση έξέλιξης τοϋ έθνικισμοΰ μετά τήν άνεξαρτησία άποτελεΐ σπουδαιότατο κε­φάλαιο στήν προσπάθεια νά αναλυθεί ίστορικο-κοινωνιολογικά τό φαινόμενο.73 Ή άπόκτηση έθνικοΰ κράτους άποτελεΐ, γιά τόν έθνι- κισμό, σταθμό καί δχι τέρμα. Ή έπίτευξή τής ποθούμενης πολιτι­κής αύτονομίας τοΰ έθνους είναι ή σημαντικότερη ίσως ποιοτική άλλαγή στις συνθήκες ύπό τις όποιες παράγεται ή έθνικιστική ίδε-

Κράτος — «κόμη κι όταν τά δύο συμβαίνει νά συμπίπτουν μετά τήν άνεξαρτησία... Ό έθνικιστής άπαιτεΐ νομιμοφροσύνη σέ ολόκληρη τήν κοινότητα καί ορίζει τήν ταυτότητα μέ βάση αύτήν τήν όμάδα. Αύτό είναι μάλλον διαφορετικό άπό τήν άπαίτηση γιά άφοσίωση στό μηχανισμό καί στό προσωπικό ένός άπρόσωπου Κρά­τους. Γ ιά τόν έθνικιστη, τό Κράτος είναι σάν προστατευτικό κελυφος γιά τό έθνος του καί συνθήκη sine qua non γιά τήν πολιτική του αύτοπραγμάτωση, ιδιαίτερα στό σύγχρονο κόσμο. Συνεπώς σκοπεύει στήν κοινοτική αυτοδιοίκηση καί σέ αύτόχθονες πολιτικούς θεσμούς. Ά λλά ενεργεί έτσι πρός τό συμφέρον μιας άλλης, άνώτερης οντότητας — τοΰ δυνητικού ή ύπαρκτοΰ "έθνους” ». A. D. Smith, Theories o f Natio­nalism, δ.π., 178. Βλ. έπίσης Ε. Balibar, «La forme nation: histoire et idlologie», στό: E. Balibar & I. Wallerstein, Race, nation, classe, Παρίσι 1988, 130-137.

73. « Ό έθνικισμός πριν τήν άνεξαρτησία καί ό έθνικισμός μετά τήν άνεξαρτη­σία δέν είναι στήν πραγματικότητα δύο διαφορετικά είδη φαινομένων, άλλά δύο διαφορετικές φάσεις στήν άνάπτυξη τοΰ ίδιου φαινομένου». R.I.I.A., Nationalism, δ.π., 331.

Page 112: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 111

ολογία καί συνεπώς άπό τις πλέον βασικές παραμέτρους γιά τή μελέτη της. Επιφέρει εύρεΐς άναπροσανατολισμούς στις μέριμνές της καί είναι άφετηρία γιά τήν έκ νέου έπεξεργασία τής έννοιας τοϋ έθνους:74 ό έθνικισμός άντιμετωπίζει πλέον τή νέα πρόκληση νά επαναπροσδιορίσει τό δραμά του καί τούς στόχους του.75

Εκείνο πού έχει πρωταρχική σημασία στήν άντιμετώπιση τής νέας πρόκλησης εΐναι τό πώς ακριβώς άντιλαμβάνεται ό έθνικισμός τήν άνεξαρτησία. Ή άπόκτηση έθνικοϋ κράτους είναι, άνάμεσα στά άλλα, ή σημαντικότερη εύκαιρία μέτρησης καί έκτίμησης τών έθνικιστικών στόχων. Ή έπίτευξη τής άνεξαρτησίας μπορεΐ, γιά παράδειγμα, νά θεωρηθεί ήμιτελές γεγονός εΐτε μέ τή γενική έν­νοια πού προαναφέρθηκε (ή άνεξαρτησία ώς μεσοστάδιο στήν πο­ρεία τής έθνικής ολοκλήρωσης) είτε μέ τήν πιο στενή έννοια τής άνεπαρκοΰς πολίτικης ολοκλήρωσης (μέρος τοΰ έθνους έκτος τών όρίων τοΰ έθνικοϋ κράτους, έξωτερικές έπιβουλές τής έθνικής κυρι­αρχίας κ.ο.κ.). Τό φάσμα τών ένδεχόμενων προσλήψεων τής άνε­ξαρτησίας δέν άναιρεΐ βεβαίως τό γεγονός δτι τό ύπαρκτό πλέον έθνικό κράτος περιβάλλει τήν έθνικιστική ιδεολογία μέ νέο χαρα-

' κτήρα: τήν έπιβεβαιώνει μέ τήν έννοια τής (μερικής έστω) δικαίω­σης, ένώ ταυτοχρόνως έπισημοποιεΐ τή λειτουργία της μέσα σέ θε­σμικό πλαίσιο τοΰ όποιου τή φύση ή ίδια έχει έν πολλοΐς καθορίσει.

Ωστόσο, δέν άποκλείεται ή έθνικιστική ιδεολογία νά παραμεί- νει καί μετά τήν άνεξαρτησία προσκολλημένη στούς παλαιούς της στόχους. Συνηθέστερη μορφή αύτοΰ τοΰ ένδεχομένου εΐναι οί άλυ-

74. Μέ τήν έπίτευξη τής άνεξαρτησίας, ή έννοια τοΰ έθνους «σφραγίζεται», όπως έπισημαίνει ό Τσουκαλάς, «άπό τά τυπικά ιδεολογικά χαρακτηριστικά τών θεσμικών της προτύπων». Γίνεται «άναδιπλωτική, έξελικτική καί βελτιωτική», έκφράζεται «σάν κοινός σκοπός» όλόκληρου τοΰ έθνικοΰ-πολιτικοΰ σώματος καί βιώνεται «σάν συλλογική άνάταση καί πρόοδος». Κ. Τσουκαλάς, «Παράδοση καί εκσυγχρονισμός: Μερικά γενικότερα ερωτήματα», στό: Δ. Γ. Τσαούσης (έπιμ.), 'Ελληνισμός - Έλληνιχότητα, δ.π., 42.

75. Αύτό προκύπτει άπό τήν ούτοπική-χιμαιρική φύση τοΰ οράματος τοΰ έθνικι- σμοΰ ώς Ιδεολογίας. Ό πω ς σημειώνει ό Γκοΰλντνερ σχετικά μέ τήν ούτοπική όπτι- κή τής ιδεολογίας γενικά, «κάθε έπίτευγμα πρός τήν κατεύθυνση τοΰ ιδανικού είναι άμέσως ή βάση γιά νέο υπολογισμό, όπου ή προσοχή άμέσως εστιάζεται στήν ύπολοιπόμενη διαφορά μεταξύ πραγματικού καί ιδανικού». A. W. Couldner, The Dialectic..., ό.π., 89.

Page 113: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ.ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

τρωτικοί προσανατολισμοί τοϋ έθνικισμοΰ, πού έκτιμα πώς ή πο­λιτική ανεξαρτησία τοΰ οικείου έθνους είναι ήμιτελής ή άνολοκλή- ρωτη καί συνεχίζει τόν άγώνα γιά τήν προσάρτηση έδαφών καί τήν άπελευθέρωση πληθυσμών πού θεωρεί οτι άνήκουν στό έθνος. Δέν άποκλείεται μάλιστα ό άλυτρωτισμός νά καταστεί πρωταρχικός στόχος τής έθνικιστικής ιδεολογίας, μέ άποτέλεσμα νά επισκιάζει όλες τίς άλλες μέριμνες καί νά συντηρείται μέ βαρύ κοινωνικό καί οικονομικό κόστος. Αύτό τουλάχιστον φαίνεται νά άποδεικνύουν οί περισσότεροι βαλκανικοί έθνικισμοί τοΰ 19ου αιώνα, όπως βεβαί­ως καί ό έλληνικός, ό όποιος έπί μακρότατο χρονικό διάστημα μετά τήν άνεξαρτησία παρέμεινε προσηλωμένος στό στόχο τής λύτρωσης ομοεθνών καί έδαφών έκτος τοΰ έθνικοΰ κράτους, χρησι­μοποιώντας τό κράτος γιά τή διεξαγωγή "πολιτικής έθνικοΰ κέν­τρου” .76

’Από τήν άλλη πλευρά, συμβαίνει κάποτε οί άλυτρωτικές έπι- διώξεις τοΰ έθνικισμοΰ νά ύπηρετοΰνται παράλληλα μέ τίς άλλες φροντίδες καί λειτουργίες του μετά τήν άνεξαρτησία. Οί προσπά­θειες διάδοσης τών έθνικιστικών ιδεών σέ άλύτρωτους πληθυσμούς, οί διεκδικήσεις άνεξαρτησίας ή δικαιωμάτων αύτονομίας γιά τίς περιοχές στίς όποιες κατοικοΰν, ή διπλωματική προστασία πού παρέχεται στούς ομοεθνείς πού κατοικοΰν έκτος τών όρίων τοΰ έθνικοΰ κράτους κ.λπ. έγγράφονται στήν έπίσημη "έξωτερική πο­λιτική” τής έθνικής οντότητας — παρόλο πού, όπως θά έκτεθεϊ

76. Βλ. σχετ. Π. Κιτρομηλίδης, «Τό ελληνικό κράτος ώς έθνικό κέντρο», στό: Δ. Γ. Τσαούσης (έπιμ.), Ελληνισμός - 'Ελληνικότητα, δ.π., 143-164 και Ρ. Μ. Κί· tromilides, «'Imagined Communities’ and the Origins of the National Question in the Balkans», στό: M. Blinkhorn & T. Veremis, Modern Greece: Nationalism and Nationa­lity, ’Αθήνα 1990, 42-43. Γ ιά τό πολλαπλό οικονομικό καί κοινωνικό κόστος τής "πολιτικής έθνικοΰ κέντρου” καί τής Μεγάλης ’Ιδέας πού συμπυκνώνουν τίς φρον­τίδες τοΰ έλληνικοΰ έθνικισμοΰ στά πρώτα έκατό χρόνια μετά τήν άνεξαρτησία, βλ., μεταξύ άλλων, A. A. Pepelasis, «The Image of the Past and Economic Backwardness», Human Organization 17, 4 (1958/9) 19-27' B. I. Φίλιας, Κοινωνία καί 'Εξουσία στην 'Ελλάία, τ. 1, ’Αθήνα 1985,176-178' Κ. Βεργόπουλος, Κράτος καί οικονομι­κή πολιτική στον 19ο αιώνα, ’Αθήνα 1978, 33-41,85-87 καί Σ. Πετμεζάς, «Πολι­τικός αλυτρωτισμός καί έθνική ενοποίηση στήν Ελλάδα», Ίστωρ 2 (1990) ίδιαίτ. 96-97.

Page 114: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ

παρακάτω, ή εθνικιστική πολιτική μετά τήν άνεξαρτησία διαθέτει καί ισχυρότατα έσωτερικά σημεία άναφορας.

Θά άξιζε όμως νά μνημονεύσουμε πρώτα τήν πιο άκραία έκδο- χή αλυτρωτισμού. Άφορα σέ έκεΐνον τόν τύπο έθνικισμοΰ, ό όποιος Ιχει σκοπό νά συνενώσει σέ όποιοδήποτε σχήμα (παραμένει συχνά άδιευκρίνιστο) "έθνικά σώματα” , πού ορίζονται μέ πολύ γενικές καί άόριστες συλλήψεις καί πού, κατ’ έπέκταση, άναφέρονται σέ τεράστια πληθυσμιακά σύνολα ή άθροίσματα έθνών, τά όποια θε- ωροΰνται κατά κάποιο (συνήθως φυλετικά οριζόμενο) τρόπο συγ­γενικά μεταξύ τους. Τέτοιοι «μακρο-έθνικισμοί»77 (όπως ό παν- τοϋρκισμός, ό πανσλαβισμός, δ παναραβισμός, ό παναφρικανισμός, άλλά καί ό παναμερικανισμός, ό παγγερμανισμός κ.λπ.) μπορεΐ νά άναπτυχθοϋν έντός ή έκτος ένός έγκαθιδρυμένου έθνικοΰ κράτους.78 Διαφέρουν όμως άπό τούς άλλους έθνικισμούς ώς πρός τό ότι οί στόχοι τους δέν έξαρτώνται άπό τό στενό έθνοκρατικό πλαίσιο καί ή ούτως ή άλλως χιμαιρική σύλληψη τοϋ έθνους άντιστοιχεΐ στήν περίπτωσή τους σέ ρευστές καί άόριστες πολιτικές σκοπεύσεις.

Ή ρευστότητα καί ή άσάφεια τοΰ προγραμματικοΰ περιεχομέ­νου είναι φυσικό νά χαρακτηρίζουν τόν εθνικιστικό λόγο περισσότε­ρο πριν παρά μετά τήν άνεξαρτησία, άφοϋ συμβάλλουν στή διεύ­ρυνση τής άπήχησής του, άποθαρρύνουν τις άποσχιστικές τάσεις καί άποτρέπουν τήν πιθανότητα νά άποξενωθοΰν τμήματα τοΰ έθνικοΰ σώματος. Μέ τήν άνεξαρτησία όμως τά περιθώρια εύελι- ξίας άναπόφευκτα στενεύουν, άφοΰ ό έθνικισμός καλείται νά λει­τουργήσει ώς έκείνη κατεξοχήν ή ιδεολογία πού νομιμοποιεί τήν ύπαρξη τοΰ έθνικοΰ κράτους καί πού προσδιορίζει γενικά, άλλά καί έκλογικεύει τήν πολιτική του. Μπορεΐ λοιπόν ή άπόκτηση πολιτι­

77. Κ. R. Minogue, Nationalism, δ.π., 13-15. Βλ. έπίσης, P. Worsley, The Third World, Λονδίνο 1964, κεφ. 2 καί A. D. Smith, «Towards A Global Structure?», δ.π., 186-187.

78. Σχετικά μέ τις διάφορες μορφές καί εστίες τοΰ παντουρκισμοΰ, βλ. D. Kush- ner. The Rise o f Turkish Nationalism 1876-1908, Λονδίνο 1977, ίδιαίτ. 46-49-J. M. Landau, Pan-Turkism in Turkey, Λονδίνο 1981 καί S. Zenkovsky, Pan Turkism and Islam in Russia, Cambridge, Mass. 1960. Γ ιά την ανάπτυξη τοΰ πανσλαβισμοΰ, βλ. τήν κλασική μελέτη Η. Kohn, Pan-Slavism, Νέα Ύόρκη 21960, ένώ γιά τόν πανα- φρικανισμό βλ. C. Legum, Pan-Africanism, Λονδίνο 21965.

Page 115: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

114 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

κής άνεξαρτησίας γιά τό έθνος νά μήν είναι τό τερματικό σημείο στήν παραγωγή τής έθνικιστικής ιδεολογίας, δέν παύει όμως νά τής άναθέτει, άνάμεσα στά άλλα, και ρόλο άπολογητή, άφοΰ ό έθνικισμός καλείται νά δικαιολογήσει τήν ύπαρξη τοϋ έθνικοϋ κρά­τους, άλλά καί τις συγκεκριμένες πολιτικές έπιλογές πού αύτό άκολουθεΐ.79

Κάτι τέτοιο δέν σημαίνει πώς ή όρμή τών έθνικιστικών ιδεών καί ή ένταση τών συναισθημάτων πού προκαλοΰν μειώνονται άναγκαστικά.80 Σημαίνει πώς οί συνθήκες ύπό τις όποιες παράγε- ται ή έθνικιστική ιδεολογία έχουν άλλάξει ριζικά καί τήν έξωθοΰν στή σχετικά μειονεκτική θέση νά ύποστηρίζει όχι μόνον τά οράμα­τα καί τις διεκδικήσεις της, άλλά καί μιά υπαρκτή πλέον κατάστα­ση, τό έθνικό κράτος. Άκόμη κι ένας ρομαντικός έθνικιστής όπως ό Ίω ν Δραγούμης, πού πολύ άπεΐχε άπό τό νά είναι ικανοποιημένος μέ τις τύχες τοΰ Ελληνισμού καί τήν πολιτική τοΰ άνεξάρτητου έθνικοϋ κράτους, ένιωθε ύποχρεωμένος νά ύπεραμυνθεΐ τοΰ Μακε- δονικοϋ ’Αγώνα καί τών Βαλκανικών Πολέμων — έξελίξεων, οΐ όποιες είχαν προκύψει άπό έπιλογές κρατικής πολιτικής καί στις όποιες ό ίδιος είχε ένεργώς συμμετάσχει.

Τό σχετικό μειονέκτημα πού σημείωσα άντισταθμίζεται βε­βαίως άπό τά πολλαπλά καί ούσιαστικά πλεονεκτήματα πού ή λειτουργία έντός τοΰ έθνοκρατικοΰ πλαισίου παρέχει στον έθνικι- σμό. Καταρχήν, ή έθνικιστική ιδεολογία προσλαμβάνει έντονα έσωτερικά σημεία άναφορας. Τό (άκρωτηριασμένο έστω) άνεξάρ- τητο έθνικό κράτος οφείλει νά προστατευθεΐ. Αύτό έπιβάλλει τήν ύπογράμμιση καί άνάπτυξη τών ιδιαιτεροτήτων τοΰ έθνους, τήν έπίτευξη πληρέστερης έθνικής ομοιογένειας (πού θεωρείται μονί- μως άνεπαρκής), τήν άπάλειψη τών έσωτερικών διαφορών, τήν καλλιέργεια τής έθνικής ομοψυχίας κ.ο.κ. Ποιά κατεύθυνση θά

79. Ό πω ς σημειώνει χαρακτηριστικά ό Χόμπσμπομ γιά τή μετά τήν ανεξαρτη­σία φάση, «ό έθνικισμός ταυτίζεται ίχ ι μέ γενικότητες, άλλά μέ πολύ πιό διχαστι­κές πραγματικότητες: δχι μέ τό " ’Ισραήλ” γενικά, άλλά μέ τις πολιτικές τοΰ Μπεγκίν, τοΰ Σαμΐρ ή τοΰ Σαρόν...». Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism, 6.π., 169.

80. Ό πω ς φαίνεται νά πιστεύει λ.χ. ό Νΐλ Σμίλσερ — βλ. Ν. J. Smelser, Essays in Sociological Explanation, Englewood Cliffs, N.J. 19Θ8, 135.

Page 116: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 115

ακολουθήσει ή ενασχόληση μέ τά νέα αύτά μελήματα καί σέ ποιά συγκεκριμένη φροντίδα θά δοθεί ιδιαίτερο βάρος, άποτελοΰν, όπως είναι εύνόητο, έρωτήματα στά όποια δέν μποροΰν νά υπάρξουν προκαταβολικές ή γενικές άπαντήσεις: είναι ζητήματα πού οφεί­λουν νά έξεταστοΰν γιά τήν κάθε περίπτωση ξεχωριστά, άφοΰ ή προτεραιότητα πού δίδεται σέ στόχους όπως ή οικονομική άνάπτυ- ξη, ή πολιτική σταθερότητα, ή έδαφική έπέκταση κ.λπ. διαφέρει άπό τή μία έθνικιστική ιδεολογία στήν άλλη, άλλά καί σέ διαφορε­τικές φάσεις έξέλιξης τής ίδιας ιδεολογίας. Ά πό τήν άλλη όμως πλευρά, πρόκειται γιά ζητήματα πού πρέπει νά διερευνηθοΰν στό άναλυτικό πλαίσιο πού προαναφέρθηκε καί πού περιέχει ένα γενικό κατηγόρημα: ό,τιδήποτε έξυπηρετεϊ τά έθνικιστικά ιδανικά μπορεϊ μέν νά συνεπάγεται μέριμνες λιγότερο δραματικές άπό έκεΐνες πού υπήρχαν πριν τήν άνεξαρτησία, άλλά δέν έξαντλεΐται (άντιθέτως άνανεώνεται) άπό τίς άνάγκες συνοχής, τίς όποιες ή ίδια ή έπιτυ- χία τοΰ έθνικοΰ κράτους δημιουργεί.

Επιπλέον, ή παρουσία τής έθνικιστικής ιδεολογίας μέσα στό οικείο έθνικό κράτος έπιφέρει σημαντικές άλλαγές στό χαρακτήρα της καί στή διαδικασία (άνα)παραγωγής της. Ή δικαίωση καί έπιβεβαίωση τοΰ έθνικισμοΰ άπό τήν ύπαρκτή πολιτική άνεξαρτη­σία τοΰ έθνους συνεπάγεται πώς ό ίδιος ό έθνικισμός θεσμοποιεΐται καί ένσωματώνεται στήν έθνοκρατική ύπόσταση: στό έθνικό κρά­τος ό έθνικισμός «κρατικοποιείται»,81 γίνεται «έπίσημος».82 Αύτό σημαίνει άφενός πώς ή έθνικιστική ιδεολογία συνδέεται άρρηκτα μέ τούς κρατικούς μηχανισμούς ώς κατεξοχήν κρατική ιδεολογία καί άφετέρου πώς τό ίδιο τό κράτος άναλαμβάνει τή διάδοσή της καί καθίσταται τό κύριο πεδίο τής παραγωγής της. Παρόμοιες άνακατατάξεις έχουν σίγουρα νά κάνουν μέ περιορισμούς στήν εύε- λιξία τοΰ έθνικισμοΰ: ή ιδέα τοΰ έθνους ορίζεται καί ύπηρετεΐται πλέον διαμέσου τής κρατικής οντότητας καί.τών δικών της άναγ- κών, σέ σημείο πού τά όρια τών έννοιών έθνος χαί κράτος νά γίνον­

81. F. Georgeon, «Τουρκικός έθνικισμός: σέ αναζήτηση ταυτότητας», Ό Πολί­της 92-93 (1988) 63.

82. Η. Seton-Watson, Nations and States, δ.π., 148.

Page 117: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

116 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

ται δυσδιάκριτα.83 Ό μω ς, άπό τήν άλλη πλευρά, οί πρακτικές δυνατότητες τοϋ έθνικισμοΰ νά άναπαράγεται αύξάνονται πολλα- πλώς, ένώ σημαντικές ποιοτικές άλλαγές επέρχονται καί στό φά­σμα τών μεριμνών του.

Αύτό φαίνεται καθαρά στή (μοναδική ίσως) σταθερή φροντίδα τών άπανταχοΰ "κρατικών έθνικισμών” νά καλλιεργοΰν καί νά έν- δυναμώνουν τήν ομοιογένεια τοΰ έθνους, ή τουλάχιστον τοΰ τμή­ματος έκείνου τοΰ έθνικοΰ σώματος πού βρίσκεται μέσα στά όρια τοϋ έθνικοΰ κράτους. Στό θεσμοθετημένο ρόλο του ώς έπίσημης ιδεολογίας τοϋ έθνικοΰ κράτους, ό έθνικισμός σκοπεύει πρωτίστως στήν ενίσχυση τών συνεκτικών ιστών (πολιτισμικών καί πολιτι­κών) πού συνέχουν τό έθνικό σώμα μέ τήν κατασκευή τής «έθνο- κρατικής ταυτότητας», πού άποτελεΐ «τό βασικό σημείο συμβολι­κής καί ιδεολογικής κρυστάλλωσης τής νέας κρατικής κοινωνίας».84 Θά μπορούσαμε νά ποΰμε πώς ή παραγωγή τής έθνικιστικής ιδεο­λογίας στό έθνικό κράτος άφορα κυρίως στήν παραγωγή αύτής άκριβώς τής έθνοκρατικής ταυτότητας: «Κάναμε τήν Ιτα λία , τώ­ρα πρέπει νά κάνουμε καί Ιταλούς!», διακηρύσσει ό Μάσιμο ντ’ Άζέλιο στήν πρώτη συνεδρίαση τοΰ κοινοβουλίου τοΰ ένοποιημέ- νου ιταλικού κράτους.85

Ή παραγωγή τοΰ homo nationalis86 άποτελεΐ βασική επιταγή τής έθνικιστικής ιδεολογίας στό έθνικό κράτος, διότι ή κάθε έθνο- κρατική κοινωνία πρέπει νά νομιμοποιείται συνεχώς καί πέρα άπό κάθε άμφιβολία: ή άνάδειξη καί έπιβεβαίωση τής ιδιαιτερότητας τοΰ έθνους καλείται πλέον νά δικαιώσει τή συγκεκριμένη πολιτική ρύθμιση τής ξεχωριστής κρατικής του υπόστασης καί νά υπογραμ­μίσει τήν ανάγκη τής διαρκοΰς προστασίας της. 'Η παραγωγή δμως τοΰ homo nationalis στό έθνικό κράτος διαφέρει άπό τή διαδι­

83. « Ώ ς αποτέλεσμα τής ίδιας τής λογικής τής έθνικής ιδέας,... ή ιδεολογία τοϋ IΟνους χαΐ αύτή τοΰ Κράτους συγχωνεύονται σέ ένιαϊο σύνολο, στό όποιο τά αρχικά συστατικά δέν μποροΰν νά διακριθοΰν». R.I.I.A., Nationalism, δ.π., 331.

84. Κ. Τσουκαλάς, «Παράδοση καί Εκσυγχρονισμός...», δ.π., 42.85. Παραθ. στό: Ε. J. Hobsbawm, «Mass-Producing Traditions: Europe, 1870-

1914», στό: E. J. Hobsbawm & T. Ranger (έκδ.), The Invention o f Tradition, Cam­bridge 1983, 267.

86. Βλ. E. Balibar, «La forme nation...», δ.π., 126-130.

Page 118: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 117

κασία διά της όποίας άναδεικνύεται ή ιδιαιτερότητα τοϋ έθνους έκτος έθνικοϋ κράτους κατά τοΰτο: τά έπιχειρήματα καί τά πολι­τισμικά κριτήρια τής διακριτότητας τοΰ έθνους άντλοΰνται πλέον καί άπό τήν ίδια τήν πραγματικότητα τής αύτόνομης πολίτικης του υπόστασης.

Καταρχήν, ή συμμετοχή στήν έθνοκρατική κοινότητα βρίσκει λίγο-πολύ συγκεκριμένη Θεσμική έκφραση σέ νομικές ιδιότητες, όπως αύτές τής έθνικότητας ή τής ιθαγένειας, πού άπονέμονται ώς έπιστεγάσματα τής πολιτισμικής καί πολιτικής ένότητας τοΰ έθνι- κοΰ σώματος, τήν οποία ή έθνικιστική ιδεολογία σφυρηλατεί.87 Επιπλέον, ή έθνοκρατική ταυτότητα οίκοδομεΐται μέ μέσα πολι­τικά: στό έθνικό κράτος (τό όποιο, ας μή ξεχνοΰμε, άποτελεΐ οντό­τητα «πολιτικώς αύτάρκη»)88 έπιστρατεύονται όλοι έκεΐνοι οί μη­χανισμοί πού έχουν σχέση μέ τήν παραγωγή καί τήν κυκλοφορία τών ιδεών, μέ στόχο νά άναδειχθεΐ καί νά καλλιεργηθεί ή συνείδηση τοΰ έθνικοϋ σώματος. Ή κρατική προπαγάνδα, ή έπίσημη συγ­γραφή τής ιστορίας, ή έκπαίδευση, ή δικαιοσύνη, ή έκκλησία, ή ύποχρέωση τής στρατιωτικής θητείας, ή ένιαία διοίκηση καί γλώσ­σα —κοντολογίς όλοι έκεΐνοι οί θεσμοί πού συνθέτουν αύτό πού ό Έμίλ Ντυρκέμ θά ονόμαζε «σχολείο τής συλλογικής ζωής»89—δι- αποτίζονται άπό τόν έθνικισμό, γίνονται τά κύρια πεδία τής άνα- παραγωγής του καί οί βασικότεροι φορείς γιά τή διάδοσή του, μέ τό νά έπιβάλλουν τήν άδιάλειπτη, καθημερινή έντύπωση τών έθνι- κιστικών άξιών στή συνείδηση τοΰ έθνικοϋ σώματος.

Μέ τή θεσμοποίησή της στό έθνικό κράτος, ή έθνικιστική ΐδεο-

87. Καί μόνον το σημείο αυτό άρκεϊ Ισως γιά νά αποδείξει τ6 σύγχρονο χαρακτή­ρα τοΰ έθνικισμοϋ καί τών παραγώγων τοο. Γιά πρώτη φορά στήν ανθρώπινη ιστορία, ή ιδιότητα τοΰ μέλους μιας συγκροτημένης πολιτικής όντότητας καλείται δχι νά χωρίσει μέ βάση πολιτισμικά κριτήρια, άλλά νά ένώσει: ίσο φυσική είναι ή έννοια τοϋ πολίτη τοΰ Βασιλείου τής Ελλάδος ή τής Ελληνικής Δημοκρατίας, τόσο αφύσικη καί άδιανόητη είναι ή ίννοια τοΰ πολίτη τής αρχαίας Ελλάδας, τής ’Ιωνίας ή τής Βοιωτίας. Βλ. σχετ. A. D. Smith, The Ethnic Origins..., δ.π., 165-166.

88. K. Renner, «The Development of the National Idea», δ.π., 121.89. E. Durkheim, The Elementary Forms o f Religious Life, Λονδίνο 1976, 423.

Πρβλ. L. Althusser, « ’Ιδεολογία καί ιδεολογικοί μηχανισμοί τοΰ κράτους», στό: θέσεις, ’Αθήνα 41984* ίδιαίτ. 82-87.

Page 119: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

118 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

λογία, «έσωτερικευμένη καί αυτονόητη»,90 καθίσταται ή «πολιτική θρησκεία»9' του, ή φυσική καί αύτόδηλη έκφραση τής συνείδησης τοϋ έθνοκρατικοΰ σώματος. Χαρακτηριστική είναι ή περίπτωση τής έκπαίδευσης (τής έθνιχής παιδείας) στό έθνικό κράτος. Στό βαθμό πού οί έκπαιδευτικοί θεσμοί είναι άφενός πρωταρχικής ση­μασίας στή διαδικασία κοινωνικοποίησης τοϋ άτόμου καί άφετέρου στενά συνυφασμένοι μέ τόν τύπο τής πολιτικής έξουσίας 92 ή ένιαία καί κεντρικά έλεγχόμενη λειτουργία τους στό έθνικό κράτος άπο- βλέπει στήν κατασκευή τής έθνικής ταυτότητας καί τήν καλλιέρ­γεια τής έθνικής συνείδησης μέ τήν "όμογενοποίηση” τών μελών τοΰ έθνοκρατικοΰ σώματος, πέρα άπό τίς έσωτερικές διακρίσεις (ταξικές, κομματικές, τοπικιστικές, θρησκευτικές κ.ο.κ.) πού ένδέ- χεται νά τό διέπουν.

Τό έθνικό κράτος άποτελεϊ λοιπόν εύνοϊκότατη συνθήκη γιά τήν άναπαραγωγή τοΰ έθνικισμοΰ, έπειδή έπιτρέπει τή θεσμική ύπο- γράμμιση τής ιδιαιτερότητας τοΰ έθνικοΰ σώματος. Πρόκειται γιά μιά άκόμη όψη τής στενής συνάρτησης πολιτικοΰ καί πολιτισμικοΰ πού είναι έγγεγραμμένη στήν έθνικιστική ιδεολογία.93 Στήν προ- κείμενη περίπτωση, ή πολιτική άφετηρία γιά τήν προώθηση τής έθνικής ομοιογένειας καί τής έθνικής ολοκλήρωσης μπορεϊ νά έξη- γηθεΐ μόνον στό πλαίσιο έκείνου τοΰ ίδεολογικοΰ συστήματος πού συνδέει άμεσα τήν πολιτική μέ τήν κουλτούρα στήν εύρύτερή της μορφή. Έ τσι, θεσμοί όπως τό έκπαιδευτικό σύστημα (πού διδά­σκει τήν έθνική γλώσσα καί τήν έθνική ιστορία), ή έκκλησία (πού διαφυλάσσει τήν έθνική Θρησκευτική κληρονομιά), ή δικαιοσύνη (πού έφαρμόζει τό έθνικό δίκαιο) κ.ο.κ. έπιτελοΰν άμεση πολιτι­

90. D. Ε. Apter, «Introduction: Ideology and Discontent», στό: D. E. Apter (έκδ.), Ideology and Discontent, Νέα 'Τόρχη 1964, 30.

91. A. D. Smith, The Ethnic Origins..., δ.π., 136. Πρβλ. D. E. Apter, «Political Religion in the New Nations», στό: C. Ceertz, Old Societies and New States, Νέα Ύόρκη 1963.

92. Βλ. H. Barth, Truth and Ideology, Berkeley 1976, 33-34.93. «θά μπορούσαμε νά ποΰμε πώς ή ιδιοσυστασία τοϋ έθνους-κράτους έγκειται

στήν ενότητα τοϋ πολιτισμικοΰ καί τοΰ πολιτικοΰ συστήματος». Κ. Η. Karpat, uMillets and Nationality: The Roots of the Incongruity of Nation and State in the Post-Ottoman Era», στό: B. Braude & B. Lewis (έκδ.), Christians and Jews in the Ottoman Empire, τ. I, Νέα 'Τόρχη 1982, 144.

Page 120: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ 119

σμική λειτουργία, ένώ ταυτοχρόνως έδράζονται στήν πολιτική άνεξαρτησία τοϋ έθνους καί περιβάλλονται άπό τήν κρατική προ­στασία.

Βεβαίως, ή έπιτυχία τοΰ έθνικισμοΰ δέν πρέπει νά θεωρείται δεδομένη χάρη καί μόνον στή θεσμοποίησή του. Πολλοί είναι οί λόγοι πού μπορεΐ νά προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στήν πα­ραγωγή καί τήν άπήχηση της έθνικιστικής ιδεολογίας στό πλαίσιο τοΰ έθνικοΰ κράτους. Οί φιλόδοξοι καί άνέφικτοι στόχοι (ιδίως όσοι έχουν νά κάνουν μέ άλυτρωτικοΰς καί έπεκτατικούς προσανατολι­σμούς), τό κοινωνικό καί οικονομικό κόστος τής έπιδίωξής τους, ή άπογοήτευση άπό τήν άδυναμία πραγμάτωσής τους, ή μονομερής ταύτιση τής έθνικής ιδέας μέ μία μόνον μερίδα τοΰ έθνικοΰ σώμα­τος (πολιτική παράταξη, κοινωνική τάξη κ.λπ.), ή ίδιοτελής έκμε- τάλλευση τής έθνικής ιδέας, όλα αύτά άποτελοΰν παράγοντες πού μποροΰν νά προκαλέσουν άδιαφορία ή άποστροφή πρός τις άξίες καί τις έπιταγές τής έθνικιστικής ιδεολογίας καί νά οδηγήσουν στήν άλλοτρίωση σημαντικοΰ μέρους τοΰ έθνικοΰ σώματος.

Άπό τήν άλλη πλευρά, ή προσπάθεια τοΰ έθνικισμοΰ νά οικοδο­μήσει ένιαία καί ομοιογενή έθνοκρατική ταυτότητα ένδέχεται νά προκαλέσει σοβαρές καί άπρόσμενες παρενέργειες. Τό αίτούμενο τής σύμπτωσης κράτους καί έθνους μπορεΐ νά προσκρούει στήν παρουσία έντός τών όρίων τοΰ έθνικοΰ κράτους πληθυσμών πού είτε δέν έχουν άκόμη άνεπτυγμένη έθνική συνείδηση είτε δέν συμ­φωνούν άπόλυτα μέ τήν εικόνα τοΰ έθνους πού προβλέπεται άπό τήν "επίσημη” έθνικιστική ιδεολογία είτε, τέλος, τελοΰν ύπό τήν έπήρεια άλλων έθνικισμών. Οί ένδεχόμενες ύπερβολές καί άκαμψί- ες τής πολιτικής τής έθνικής ομοιογένειας, πού ή "δικαιωμένη” έθνικιστική ιδεολογία ύπαγορεύει, είναι πιθανόν νά άποξενώσουν πλήρως αύτούς τούς Πληθυσμούς καί νά οδηγήσουν είτε στήν άπό μέρους τους δημιουργία νέων, άντίπαλων πρός τό έθνικό κράτος, έθνικισμών είτε στήν άπόλυτη ταύτισή τους μέ άλλους, ήδη ύπάρ- χοντες καί άνταγωνιστικούς πρός τόν κρατικό, έθνικισμούς. Τό πρώτο ένδεχόμενο έπιβεβαιώνεται στήν περίπτωση τοϋ νεότευ­κτου πακιστανικοΰ έθνους, τό όποιο δημιουργήθηκε έν πολλοΐς άπό τήν ίνδουιστική μονομέρεια τοΰ ίνδικοΰ έθνικισμοΰ ένόψει τής ίδρυ­σης τοΰ (παρ’ ολίγον ένιαίου) ίνδικοΰ κράτους. Επιβεβαιώνεται άκόμη καί στήν περίπτωση τοΰ κροατικοΰ έθνικισμοΰ, τοΰ οποίου ή

Page 121: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

120 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

απήχηση άρχισε νά παίρνει διαστάσειςμετά τήν ίδρυση τοϋ γιουγ- κοσλαβικοΰ κράτους καί ό όποιος άναπτύχθηκε σέ άντίθεση πρός αύτό καί τή σέρβική ήγεμόνευσή του.94 Τό δεύτερο πάλι ένδεχόμενο βρίσκει μερική τουλάχιστον έπιβεβαίωση στήν περίπτωση τοϋ έλ- ληνικοΰ κρατικοΰ έθνικισμοΰ, ό όποιος, χρησιμοποιώντας μεθόδους προσαρμογής στήν έπίσημη έθνοκρατική ταυτότητα ή μεθόδους άποκλεισμοΰ άπό τά δικαιώματα πού άπέρρεαν άπό αύτήν, παρέ­δωσε τμήμα τοΰ μουσουλμανικοΰ πληθυσμοΰ τής δυτικής Θράκης στον έλλοχεύοντα τουρκικό έθνικισμό — κι όλα αύτά μέσα σέ λιγό- τερο άπό έβδομήντα χρόνια, άφοΰ μόλις τό 1919 στό Παρίσι έκπρό- σωποι τών μουσουλμάνων τής δυτικής Θράκης ζητοΰσαν άπό τόν Ελευθέριο Βενιζέλο νά μή συμπεριληφθοΰν στά νέα ΰπό χάραξη όρια τοΰ όθωμανικοΰ κράτους, άλλά νά είναι αύτόνομοι ή νά έντα- χθοΰν στό ελληνικό βασίλειο.95

94. Βλ. Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 135. Βλ. έπίσης τήν πρόβλεψη (πού ήδη έχει αρχίσει νά επιβεβαιώνεται): «Δέν υπάρχει άμφιβολία πώς, μέ τόν καιρό, οί Βόσνιοι καί οί Κινέζοι Μουσουλμάνοι θά θεωρήσουν εαυτούς [ξε­χωριστή] έθνότητα, άφοϋ έτσι τούς αντιμετωπίζουν οί κυβερνήσεις τους». Αύτ., 70-71. Πρβλ. A. Giddens, Social Theory and Modern Sociology, Cambridge 1987, 172.

95. Βλ. N. Pelsalis-Diomidis, Greece at the Peace Conference (1919), Θεσσαλονί­κη 1978, 154-155 καί 168-172.

Page 122: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Ή έπεξεργασία τής κεντρικής γιά τόν έθνικισμό αρχής τής έθνικής ιδιαιτερότητας είναι έξαιρετικά πολύπλοκη δραστηριότητα. Ή κατάδειξη τής μοναδικότητας τοϋ έθνους άποτελεΐ βασική προϋπό­θεση γιά τόν όρισμό καί τή διεκδίκηση τοΰ ιδεώδους τής έθνικής άνεξαρτησίας, πού, όποια συγκεκριμένη μορφή κι αν προσλαμβά­νει, δέν παύει νά άποτελεΐ σταθερά κάθε έθνικισμοϋ.1 Ή ίδια λοι­πόν ή λογική τής έθνικιστικής ιδεολογίας έπιβάλλει τήν άναζήτη- ση, τήν άνάδειξη καί τή διατήρηση τοΰ έθνικοϋ χαρακτήρα. Τό γεγονός ότι ένα σύνολο άτόμων διαθέτει (ή θεωρείται ότι διαθέτει) ορισμένα γνωρίσματα τά όποια τό διακρίνουν σάν ξεχωριστή ένό- τητα στό χώρο καί τό χρόνο άπό άλλα, άνάλογα προσδιορισμένα, συλλογικά μορφώματα είναι βασικό στοιχείο τοΰ ίδανικοΰ τής άνε­ξαρτησίας πού συνοδεύει κάθε έθνικιστική ιδεολογία. Ή έθνική ιδιαιτερότητα άποτελεΐ άξίωμα πού καθιστά άνεπίτρεπτη τή συν­ύπαρξη τοϋ έθνους μέ άλλα έθνη καί,#κατά συνέπεια, έπιβάλλει καί τή θεσμική του άναγνώριση, συνήθως μέ τή μορφή τής κατοχύρω­σης τής αύτοδιάθεσής του σέ αύθύπαρκτη πολιτική οντότητα, δη­λαδή τό έθνικό κράτος.

Ό προσδιορισμός τής έθνικής ιδιαιτερότητας είναι κατά βάση πολιτισμικός. Θά μπορούσαμε νά ποΰμε πώς γιά τόν κατεξοχήν δημιουργό του (τήν έθνικιστική ιδεολογία) τό έθνος είναι έννοια ύπερβατική, στό βαθμό πού όποιαδήποτε άπόπειρα νά προσδιορι­στεί υποβαθμίζει άναπόφευκτα τό ρόλο μή πολιτισμικών διακριτι­κών στοιχείων (όπως λ.χ. της οικονομικής ολοκλήρωσης ή διαφο­ροποίησης, τής πολιτικής ιστορίας καί οργάνωσης κ.λπ.), είτε πα-

4. Ή έθνική ταυτότητα

1. Βλ. τόν όρισμό τοΰ έθνικισμοϋ μέ βάση αύτή τή σταθερά στό: J. Plamenatz, «Two Types of Natinalism», στό: J. Kamenka (έκδ.), Nationalism, Λονδίνο 1976, 23-24.

Page 123: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

122 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

ρακάμπτοντας τήν ύπαρξή τους είτε ύποβιβάζοντας τή σημασία τους είτε, τέλος, ύπάγοντάς τα σέ γενικότερα πολιτισμικά κριτή­ρια.2 Ό λα λοιπόν τά έπιχειρήματα πού ό έθνικισμός χρησιμοποιεί στήν προσπάθεια του νά άναδείξει τή μοναδικότητα τοϋ έθνους έχουν έξαρχής ή καταλήγουν νά έχουν πολιτισμικό περιεχόμενο καί πολιτισμικά σημεία άναφοράς.

Αύτό ισχύει άκόμη καί γιά τό προ έκατονταετίας τουλάχιστον προσφιλές στον έθνικισμό έπιχείρημα τής φυλετικής καταγωγής. Καμία έθνικιστική ιδεολογία δέν μπορεϊ νά ύποστηρίξει σοβαρά τή θέση τής άπευθείας καταγωγής ολόκληρου τοΰ έθνικοΰ σώματος άπό κάποια φυλετικά άνόθευτη ιστορική κοινότητα. 'Η τεκμηρίω­ση τής θέσης αύτής θά συνεπαγόταν έρωτήματα (ποιά θεωρείται γνήσια φυλή, πόσο παλιά τοποθετείται στό χρόνο, πώς άποδεικνύ- εται ή ιστορική της άσφάλεια άπό έξωγενεϊς έπιδράσεις καί έπι- μειξίες κ.ο.κ.) πού θά έθεταν σέ κίνδυνο τήν ίδια τήν άξιοπιστία καί άπήχηση τοΰ έθνικιστικοΰ λόγου. Τό έπιχείρημα της καταγωγής, άκόμη κι όταν διατυπώνεται μέ άνθρωπολογικούς όρους (λ.χ. Φυ­λή, Γένος κ.λπ.), είναι στήν ούσία του πολιτισμικό: ύπογραμμίζει όχι τόσο τήν άπευθείας καί άμιγή φυλετική προέλευση τοΰ έθνους, όσο ότι τό έθνος διαφυλάσσει πιστά κάποια ξεχωριστή πολιτισμική παρακαταθήκη πού διεκδικεϊ.3

2. Καί, αντίστροφα, ό εθνικισμός άποτελεϊ έκείνη τήν ιδεολογία πού άντικα- τοπτρίζει, περισσότερο άπό όποιαδήποτε άλλη, τήν άντίληψη γιά τό διαφοροποιη- τικό-διακριτικό ρόλο τής κουλτούρας. Μέσα άπό τις επεξεργασίες τής έθνικιστικής ιδεολογίας, ό πολιτισμός άποδεικνύεται ίχ ι ενωτικό, άλλά κατεξοχήν διαιρετικό στοιχείο τής ανθρωπότητας σέ έθνη. Αύτό άποδεικνύεται έμμεσα και άπό τό γεγο­νός ότι τό έθνος είναι γιά τόν έθνικισμό όντότητα περατη καί όριοθετημένη (μέ αύστηρό ή έλαστικό τρόπο) άπό άλλα έθνη. «Κανένα έθνος», τονίζει ό 'Αντερσον, «δέν φαντάζεται τόν έαυτό του ώς ίσοδιάστατο μέ τήν ανθρωπότητα». Β. Anderson, Imagined Communities, Λονδίνο 1983, 16. Γιά τό Ιδιο σημείο, βλ. έπίσης Royal Institute of International Affairs (έφεξής R.I.I.A.), Nationalism, Λονδίνο 21963,254 καί A. D. Smith, The Ethnic Origins o f Nations, ’Οξφόρδη 1986, 129.

3. Γ ιά τό κατ’ ουσίαν πολιτισμικό περιεχόμενο τών φυλετικών έπιχειρημάτων τοΰ έθνικισμοΰ, βλ. Ο. Bauer, «The Concept of the 'Nation’», στό: T. Botlomore & P. Coode (έκδ.), Austro-Marxism, ’Οξφόρδη 1978, 103· R.I.I.A., Nationalism, δ.π., 256· F. Hertz, Nationality in History and Politics, Νέα ’Τόρκη 31950, 56-61- L. W. Doob, Patriotism and Nationalism, New Haven & Λονδίνο 1964, 237· B. Anderson,

Page 124: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΊΠΌΤΗΤΑ 123

Ή χρησιμοποίηση φυλετικών διακρίσεων γιά τόν προσδιορισμό της έθνικής ιδιαιτερότητας δέν μας έπιτρέπει νά άμφιβάλλουμε γιά τό κατά βάση πολιτισμικό περιεχόμενο τής έθνικιστικής έπιχειρη- ματολογίας. Εξάλλου, στήν πλειονότητα τών έθνικισμών οί άνα- φορές στή φυλετική καταγωγή είτε άπουσιάζουν έντελώς είτε άκό­μη καί άντιστρέφονται, όπως συμβαίνει στή βορειοαμερικανική πε­ρίπτωση, όπου ή έθνική ταυτότητα άφορα σέ άτομα μέ διαφορετι­κή προέλευση, άλλά μέ κοινές, υποτίθεται, πολιτισμικές άξίες ( The American Dream). Άλλά καί όταν ή έθνικιστική έπιχειρηματολο- γία φαίνεται νά είναι διατυπωμένη μέ φυλετικούς όρους ή νά άπαν­τα σέ φυλετικοϋ τύπου προσβολές τών άξιώσεών της, τό βάρος δίδεται πάλι στον πολιτισμικό χαρακτήρα τής ιδιαιτερότητας τοϋ έθνους. Αύτό άποδεικνύεται στήν περίπτωση τοΰ έλληνικοΰ έθνικι- σμοΰ, οπού ή άντίδραση στήν άμφισβήτηση τής συνέχειας τοΰ έλ- ληνικοΰ έθνους άπό τόν Φαλλμεράυερ στηρίχτηκε πρωτίστως στήν προσαγωγή τεκμηρίων μέ πολιτισμικό περιεχόμενο (άφομοιωτικές ιδιότητες τοΰ Έλληνισμοΰ, γλώσσα, έθιμα, μύθοι, μουσική κ.λπ.).4 Άποδεικνύεται καί άντίστροφα άπό τό πρόβλημα τοϋ μεσαιωνι- κοϋ Έλληνισμοΰ, πού ταλαιπώρησε τήν έλληνική έθνικιστική ιδεο­λογία κατά τόν 19ο αιώνα: ή ένταξη ή μή τοΰ Βυζαντίου στήν έθνική κληρονομιά συνιστοΰσε έρώτημα κατεξοχήν πολιτισμικής ύφής καί σάν τέτοιο διατυπώθηκε καί άπό τούς ύποστηρικτές καί άπό τούς πολέμιους τοΰ Βυζαντίου.5

Άρα, γιά τήν έθνικιστική ιδεολογία, τά ιδιαίτερα πολιτισμικά γνωρίσματα καθορίζουν τή διάκριση όμαδώσεων μέ έθνικό χαρα­κτήρα: ό πολιτισμός είναι αύτός πού ορίζει καταρχήν τό έθνος καί,

Imagined Communities, δ.π., 135-136 καί Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism since 1780, Cambridge 1990, 63-65.

4. Βλ. Γ. Βελουδής, Ό Jacob Philipp Fallmerayer xai ή γένεση τοΰ έλλψιχοϋ Ιστορισμού, 'Αθήνα 1982, ίδιαίτ. 39-40. Πρβλ. καί Γ. Βαρουξάκης, «"Φαντασια- x&c κοινότητες” καί Μεγάλη ’Ιδέα. Μιά συμβολή τοΰ Ν. Γ. Πολίτη», Μνήαων 13 (1991) ίδιαίτ. 198-202.

5. Βλ., μεταξύ άλλων, C. Mango, «Βυζαντινισμός καί Ρομαντικός Ελληνι­σμός», ’Εποχές 46 (1967)· Κ. Θ. Δημαρας, 'Ελληνικός Ρωμαντισμός, ’Αθήνα 1982, ίδιαίτ. 339-340, 379-382 καί Ε. Σκοπετέα, Τό "Πρότυπο Βασίλειο”xai ή Μ εγάλη Ί8έα, Θεσσαλονίκη 1984, ίδιαίτ. 160-167.

Page 125: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

124 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

συνεπώς, ό προσδιορισμός της έθνικής ιδιαιτερότητας είναι, πάνω άπό όλα, πρόβλημα ανάδειξης τοϋ πολιτισμικού χαρακτήρα τοϋ έθνους.6 Ή έννοια όμως τοϋ έθνους έχει καί άλλη συνιστώσα. 'Η "έθνική ιδέα” , όπως άνέφερα, οδηγεί είτε στή δημιουργία είτε στή διατήρηση κράτους πρός χάριν τοΰ έθνους. Τό ζήτημα επομένως τής έθνικής ταυτότητας δέν είναι ζήτημα απλής παραδοχής πολι­τισμικών ιδιαιτεροτήτων, άλλά ζήτημα έμπρακτης πολιτικής άνα- γνώρισης, ζήτημα κατοχύρωσης τής μοναδικότητας τοΰ έθνους σέ άνεξάρτητη πολιτική οντότητα. Είτε λοιπόν έπιδιώκει τήν ίδρυση έθνικοϋ κράτους είτε λειτουργεί στό πλαίσιο ήδη ύπάρχοντος έθνι- κοΰ κράτους, ή έθνικιστική ιδεολογία διαμορφώνει τήν ταυτότητα τοΰ έθνους μέ αύτήν τή διπλή έννοια, πού συνίσταται στήν άπόλυτη σύζευξη τοΰ πολιτισμικοΰ μέ τό πολιτικό στοιχείο.

Ό κυκλοτερής χαρακτήρας τής λογικής αύτής δέν πρέπει νά ξενίζει, ιδιαιτέρως αν λάβουμε ύπόψη τό γεγονός ότι τις περισσό­τερες φορές ή έθνικιστική ιδεολογία έκτυλίσσεται μέσα σέ πλαίσιο πού έχει ήδη διαμορφώσει ή ίδια.7 Δέν πρόκειται έδώ γιά παραδο­ξολογία, όσο γιά προσπάθεια κατανόησης τών συνθηκών στις όποι­ες άναπτύσσεται ό έθνικισμός. Ά πό τά τέλη τοΰ 18ου αιώνα ό έθνικισμός άποτελεΐ ιδεολογία πού βρίσκεται, έξαιτίας της έπιτυ- χίας της, σέ όλο καί μεγαλύτερη άντιστοιχία μέ τις κυρίαρχες μορ­φές πολιτικής οργάνωσης. Συνεπώς, ή γλώσσα τοΰ έθνικισμοϋ γ ί­νεται όλο καί περισσότερο γλώσσα όλου τοΰ πλανήτη: τό άδιάφθο- ρο καί άπαραβίαστο τής έθνικής ταυτότητας καί οί πολιτικές τους προεκτάσεις άποτελοΰν άρχές πού άναγνωρίζονται άμεσα στή σύγχρονη κοινωνία — καί σέ ο,τι άφορα στήν πολιτική της συγκρό­τηση (οργάνωση σέ έθνικά κράτη) καί σέ ό,τι άφορα στούς κυρίαρ­χους τρόπους σκέψης (άντίληψη καί έρμηνεία τής κοινωνικής πρα­γματικότητας).8 Έ τσι, ή έπεξεργασία τής έννοιας τοΰ έθνους άπό

6. Συχνά, μάλιστα, & μοναδικός πολιτισμικές χαρακτήρας τοΰ ίθνους άποτελεΐ ιδεολόγημα που άποτυπώνεται σέ ιδιότητα μέ συγκεκριμένη ονομασία, δπως Cuba- nidad, Argentinidad, Perunidad, Englishness, 'Ελληνικότητα. Γιά τήν κατασκευή τοΰ τελευταίου στό πρώτο μισό τοΰ 20οΰ αιώνα, βλ. Δ. Τζιόβας, Οί μεταμορφώσεις τοΰ ίθνισμοΰ χαί τό ιδεολόγημα τής έλληνιχότητας στο μεσοπόλεμο, ’Αθήνα 1989, ίδιαίτ. 31-71.

7. Πρβλ. J. Plamenatz, «Two Types of Nationalism», δ.π., 29.8. Έξυπακούεται ίτ ι ή οϊκουμενικότητα έχει νά κάνει μέ τήν κατίσχυση τών

Page 126: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΤΤΟΤΗΤΑ 125

τήν έθνικιστική ιδεολογία δέν απευθύνεται μόνον στό έθνικό σώμα τό όποιο προσπαθεί νά έκφράσει, άλλά καί σέ άνάλογα προσδιοριζό­μενες καί άντίστοιχα συγκροτημένες ομάδες, δηλαδή σέ άλλα έθνη. Οΐ όροι λοιπόν τοϋ έθνικιστικοΰ λόγου (τό ιδανικό τής άνεξαρτησί­ας, ή πολιτισμική ιδιαιτερότητα τοΰ έθνους, ό στόχος τοΰ έθνικοΰ κράτους) δέν είναι καθόλου ξένοι στούς έσωτερικούς καί έξωτερι- κούς του παραλήπτες.

Ά ρα αύτό πού μιά έθνικιστική ιδεολογία καλείται νά άποδείξει είναι ή έθνική ύπόσταση τής δικής της ομάδας, όχι όμως καί τί σημαίνει ή τί συνεπάγεται ή έννοια τής έθνικής ύπόστασης. Ό έθνικισμός οφείλει, μέ άλλα λόγια, νά άποδείξει ότι όμιλεΐ γιά λογαριασμό κάποιου ύπαρκτοΰ έθνους σέ έναν κόσμο πού γνωρίζει τό περιεχόμενο καί τίς προεκτάσεις τής έννοιας τοΰ έθνους καί πού, έπιπλέον, είναι λίγο-πολύ οργανωμένος πολιτικά πάνω στή βάση τών έθνικών διακρίσεων. Αύτό σημαίνει πώς, κι όταν άκόμη μιά έθνικιστική ιδεολογία δέν κατορθώνει νά πείσει τούς άποδέκτες της ότι όμιλεΐ έξ ονόματος κάποιου πραγματικοΰ έθνους, οί άμφιβολίες καί οί άντιρρήσεις έστιάζονται στον έπαρκή ή μή προσδιορισμό τής έθνικής ταυτότητας, άλλά οχι στό ίδιο τό δικαίωμα τοΰ έθνικοΰ προσδιορισμού. Τό δικαίωμα αύτό άποτελεϊ οικουμενική άρχή τής σύγχρονης κοινωνίας, άφοΰ όχι μόνον χαρακτηρίζει σέ μεγάλο βα­θμό τήν πολιτική της συγκρότηση, άλλά καί άποτελεϊ οργανικό τμήμα τοΰ όλου discours μέ τό όποιο ή κοινωνία αύτή αντιλαμβά­νεται τόν έαυτφ της.

Έ τσι, γιά παράδειγμα, οί κάτοικοι τής Μακεδονίας κατά τήν τελευταία πεντηκονταετία τής οθωμανικής κυριαρχίας μπορεϊ νά διεκδικοΰνται άπό πολλούς άντιμαχόμενους έθνικισμούς (έλληνικό, βουλγαρικό, σέρβικο, ρουμανικό κ.λπ.), μπορεϊ άκόμη καί νά αύτο-

βασικών όρων τής εθνικιστικής Ιδεολογίας καί ίχ ι μέ τήν ιδιαιτερότητα πού ό κάθε έθνικισμός αξιώνει καί προβάλλει γιά τό δικό του έθνος. Αύτό εξάλλου σνινισΤά ένα άπό τά παράδοξα τοΰ έθνικιστικοΰ φαινομένου: « Ή τυπική καθολικότητα τής έθνι- κότητας ώς κοινωνικο-πολιτισμικής έννοιας —στό σύγχρονο κόσμο ό καθένας μπο- ρεϊ νά "έχει” , πρέπει νά "έχει” , θά "έχει” έθνικότητα, όπως "έχει” φύλο— ενάντια στήν ανίατη μερικότητα τών συγκεκριμένων της εκδηλώσεων, ούτως ώστε, έξ ορι­σμού, ή "έλληνική” εθνικότητα νά είναι suigeneris». Β. Anderson, Imagined Commu­nities,, δ.π., 14. Βλ. έπίσης, Ε. Gellner, Nations and Nationalism, ’Οξφόρδη 1983,6.

Page 127: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

126 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

προσδιορίζονται μέ διαφορετικούς τρόπους σέ διαφορετικές χρονι­κές στιγμές (ώς Έλληνες, Βούλγαροι, Σέρβοι, Ρουμάνοι κ.λπ.), όμως τό αντικείμενο τής διαμάχης και τών διαφοροποιήσεων δέν είναι κατά πόσον άνήκουν πράγματι σέ κάποιο έθνος, άλλά σέ ποιό έθνος άνήκουν. Ό εθνικισμός έπιβάλλει τή δική του ορολογία και τή δική του λογική σέ μία κοινωνία πού τις άποδέχεται καί τις έφαρμόζει.

Τοϋτο έπιβεβαιώνεται έμμεσα καί άπό τή συχνή προσφυγή τής έθνικιστικής ιδεολογίας στό ίδιο τό φρόνημα (ή συναίσθημα) τοϋ έθνικοϋ σώματος ώς άποδεικτικό στοιχείο της ύπαρξης καί της ταυτότητας τοΰ έθνους. Τις περισσότερες μάλιστα φορές πρόκειται γιά τό έσχατο όπλο της έθνικιστικής ιδεολογίας, ιδίως όταν ό συν­δυασμός τών διακριτικών στοιχείων πού χρησιμοποιεί γιά τόν προσδιορισμό τοϋ έθνικοϋ χαρακτήρα βρίσκεται άντιμέτωπος μέ άνάλογους συνδυασμούς πολιτισμικών κριτηρίων, πού προτάσσον­ται άπό άντίπαλους έθνικισμούς.9 Στις περιπτώσεις αύτές, ή προσ­φυγή στον ύποκειμενικό προσδιορισμό της έθνικής ταυτότητας θε­ωρείται όχι άπλώς ή άσφαλέστερη (ώς ή πιο δημοκρατική), άλλά καί ή έσχατη μέθοδος διακανονισμού τών έθνικιστικών διενέξεων.10

9. Βλ. σχετ. J. Krejii & V. Velimsky, Ethnic and Political Nations in Europe, Λονδίνο 1981, 10.

10. Ή συνειδητή άπό τήν πλευρά τής εθνικιστικής ιδεολογίας συνάρτηση τοΰ έθνικοϋ προσδιορισμού μέ τό υποκειμενικό συναίσθημα άποτελεΐ τήν πιό φιλελεύθε­ρη έκδοχή έθνικισμοϋ καί άποδίδεται συνήθως στόν Τζιουζέπε Ματσίνι. Ό Έρνέστ Ρενάν στή γνωστή του διάλεξη «Τί είναι έθνος;» τοΰ 1882 περιγράφει αύτήν άκρι- βώς τήν έχδοχή, όρίζοντας τό έθνος ώς έκείνη τήν κοινότητα άνθρώπων πού έχουν τήν επιθυμία νά συμβιώσουν: «Ή ύπαρξη τοΰ έθνους είναι (συγχωρέστε μου τή μεταφορά) ένα καθημερινό δημοψήφισμα». Ε. Renan, «Qu’ est-ce qu' une nation?» στό: Oeuvres complites, τ. I, Παρίσι 1947, 904. Πρβλ. τήν άνάλυση τής άποψης τοΰ Ρενάν, στό: Ε. Gellner, Culture, Identity, and Politics, Cambridge 1987, 6-10. Ή πληρέστερη πάντως προσφυγή στό υποκειμενικό κριτήριο βρίσκεται στά κείμενα τοΰ Ά χάντ Χα’άμ (φιλολογικό ψευδώνυμο τοΰ έβραίου λογίου Άσερ Γκίνζμπεργκ), ό όποιος διακηρύσσει: «τό πνεΰμα τής εθνότητας, άπό τή στιγμή πού γεννιέται, είναι πιά άνεξάρτητο άπό όποιαδήποτε έξωτερική ή αντικειμενική πραγματικότη­τα. Έ άν αισθάνομαι τό πνεΰμα τής εβραϊκής εθνότητας στήν καρδιά μου, σέ βαθμό τέτοιο πού νά σημαδεύει μέ τή σφραγίδα του όλη μου τήν έσωτερική ζωή, τότε τό πνεΰμα τής έβραϊκής έθνότητας υπάρχει μέσα μου καί ή ύπαρξή του δέν τελειώνει,

Page 128: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΠΌΤΗΤΑ 127

Ή έξακρίβωση τής έθνικής ταυτότητας διά τής άναφορας στό υποκειμενικό κριτήριο γίνεται άλλοτε άμεσα καί άλλοτε έμμεσα. Ή διεκδικούμενη άπό άντιμαχόμενους έθνικισμούς πληθυσμιακή όμάδα μπορεΐ νά έκφράσει τήν έθνική της συνείδηση μέ άμεσο τρό­πο, δηλαδή μέ τή διενέργεια δημοψηφίσματος. Πρόκειται γιά μέ­θοδο πού συχνά θεωρείται ότι έπιλύει τελεσίδικα τό πρόβλημα τοϋ έθνικοΰ προσδιορισμοΰ, όπως τουλάχιστον άποδεικνύει ή ευρύτατη χρήση της ιδιαιτέρως κατά τό πρώτο ήμισυ τοΰ 20οΰ αιώνα.11 Βεβαίως, ή δημοψηφισματική έξακρίβωση τοΰ έθνικοΰ χαρακτήρα δέν είναι διαδικασία άναγκαστικά άδιάβλητη καί άξιόπιστη. Έξαρταται καταρχήν άπό τό φορέα πού τή διενεργεί καί άπό τούς σκοπούς πού αύτός ένδέχεται νά ύπηρετεΐ. Επιπλέον, τό δημοψή­φισμα μπορεΐ νά χρησιμοποιείται ώς άναδρομική έπικύρωση προη­γούμενων πολιτικών διακανονισμών πού έλάχιστη σχέση είχαν μέ τή διακρίβωση τοϋ ύποκειμενικοΰ κριτηρίου. Έ π ί παραδείγματι, τά δημοψηφίσματα πού διενεργήθηκαν μετά τό 1945 στήν άνατο- λική Εύρώπη άπό καθεστώτα πού είχαν ήδη έπιβληθεϊ, μέ σκοπό νά νομιμοποιηθοΰν δεδομένες έδαφικές προσαρτήσεις καί συνορια­κές ρυθμίσεις, σίγουρα δέν άποτελοΰν τήν ιδανικότερη έφαρμογή αύτής τής άμεσης μεθόδου γιά τόν προσδιορισμό τής έθνικής ταυτό­τητας.

Ά πό τήν άλλη πλευρά, ή έθνική ταυτότητα ένός πληθυσμοΰ μπορεΐ νά θεωρηθεί ότι έξακριβώνεται μέ λιγότερο άμεσους τρό­πους, πού όμως κι αυτοί βασίζονται στήν άναγνώριση τοΰ ύποκει- μενικοΰ αύτοπροσδιορισμοΰ ώς τήν άσφαλέστερη μέθοδο έπίλυσης τοΰ προβλήματος. Στήν κατηγορία αύτή άνήκουν κυρίως οί διάφο­ρες άπογραφικές δραστηριότητες άντίπαλων έθνικιστικών ιδεολο­γιών είτε μέσω δειγματοληπτικών καταγραφών τοϋ κυρίαρχου έθνικοΰ συναισθήματος, είτε μέσω τής συγκριτικής καταμέτρησης

άκόμη κι αν όλοι οί σύγχρονοί μου Εβραίοι σταματήσουν νά τό νιώθουν στις δικές τους καρδιές». Παραθ. στό: Ε. Kedourie, Nationalism, Λονδίνο 1960,81. Βλ. άκόμη, S. Crayzel, A History o f the Jews, Νέα 'Τόρκη 21968, 583-584.

11. Ό πω ς λ.χ. στά Δεκατέσσερα Σημεία τοϋ Γουίλσον κατά τόν Πρώτο Π αγκό- σμιο Πόλεμο, στούς όρους τών Συνθηκών τών Παρισίων πού άκολούθησαν τή λήξη του, στις "έντολές” τής Κοινωνίας τών Εθνών καί στά δημοψηφίσματα πού (άσχε­τα μέ τήν αξιοπιστία τους) άκολούθησαν.

Page 129: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

128 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

τών πολιτισμικών εκείνων θεσμών (σχολείων, εκκλησιών, συλλό­γων κ.λπ.) πού θεωρούνται ότι άποτυπώνουν τό έθνικό συναίσθη­μα. Ά λλά καί έδώ τά προβλήματα δέν λείπουν, άφοΰ όποιαδήποτε μορφή προσφυγής στό ύποκειμενικό κριτήριο προϋποθέτει τήν ύπαρξή του — ότι δηλαδή οί έν άμφιβόλω πληθυσμοί έχουν πρά­γματι σαφή άντίληψη γιά τήν έθνική τους ταυτότητα. Τό χαριτωμέ­νο περιστατικό πού αναφέρει ό Φλόριαν Ζνανιέκι είναι ένδεικτικό: σέ έρευνα πού έγινε στά 1934-1935 στά Έλη Πρίπετ τής προπο­λεμικής Πολωνίας, οΐ κάτοικοι ρωτήθηκαν άν άνήκουν στό έθνος τών Λευκο-Ρουθηνών, γιά τήν ύπαρξη τοϋ οποίου δέν είχαν ιδέα.12

Έκεϊνο όμως πού έχει σημασία άπό κοινωνιολογική άποψη είναι ή ίδια ή έπικράτηση τοΰ ύποκειμενικοΰ κριτηρίου γιά τόν προσδιο­ρισμό τής έθνικής ταυτότητας. Πρώτα-πρώτα, ή άναγνώριση τής άρχής ότι «ένα έθνος ύπάρχει άπό τή στιγμή πού τά συστατικά του μέρη τό θεωροΰν έθνος»13 άποκαλύπτει τό χαρακτήρα τοΰ έθνικι- σμοϋ ώς σύγχρονης ιδεολογίας. Ά πό τή στιγμή πού ή «ζώσα καί δρώσα συλλογική βούληση»'4 άρχίζει νά άποτελεϊ sine qua non γιά τόν έθνικό προσδιορισμό, δέν μένει καμία άμφιβολία πώς ή έθνικι- στική ιδεολογία δημιουργεί πράγματι τό έθνος ορίζοντας τήν έθνι­κή ταυτότητα καί πείθοντας τό έθνικό σώμα ότι τό έθνος ύπάρχει. Μέ τήν έννοια αύτή, ό έθνικισμός άποτελεϊ όντως ιδεολογία τής σύγχρονης κοινωνίας, άφοΰ μπορεϊ νά παρακινεί τά κοινωνικά ύπο- κείμενα σέ δράση έχοντας προηγουμένως έξασφαλίσει τή συνειδη­τή τους συναίνεση καί συμμετοχή, πράγμα πού μέ τή σειρά του προϋποθέτει ότι τά κοινωνικά ύποκείμενα άναγνωρίζουν πλέον στον έαυτό τους τή δυνατότητα καί τό δικαίωμα νά βουλεύονται καί νά άποφασίζουν τήν τύχη τους.

12. Βλ. F. Znaniecki, Modern Nationalities, lirbana, III. 1952, 82.13. R. Emerson, From Empire to Nation, Cambridge, Mass. 1960,102. Πρβλ. καί

τή διατύπωση τής ίδιας άρχής άπό τόν Κόν, ό όποιος άποφαίνεται πώς «ή εθνικότη­τα ύφίσταται, άπό τή στιγμή πού υπάρχει ή άπόφαση γιά τό σχηματισμό της». Η. Kohn, The Idea o f Nationalism, Νέα Ύόρκη 1944,16. Γιά μιά σύντομη ανασκόπηση τής βιβλιογραφίας τής σχετικής μέ τή σύνδεση έθνικής ταυτότητας καί έθνικής βούλησης, βλ. Κ. Deutsch, Nationalism and Social Communication, Cambridge, Mass. 21966, 274-275 σημ.

14. H. Kohn, The Idea o f Nationalism, δ.π., 16.

Page 130: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΤΤΟΤΗΤΑ 129

Επιπρόσθετα, ή ανάδειξη τοϋ ύποκειμενικοϋ κριτηρίου σέ κυρί- αρχο έχει καί άλλες προεκτάσεις κοινωνιολογικοΰ ένδιαφέροντος σέ ό,τι άφορα στις καθολικές διαστάσεις πού έχει προσλάβει. *Η δια­δεδομένη πρακτική τών διάφορων "έθνολογικών” άπογραφών καί τό κύρος πού έχει άποκτήσει ή δημοψηφισματική έξακρίβωση της έθνικής ταυτότητας άποδεικνύουν άκριβώς ότι ή έθνικιστική ιδεο­λογία λειτουργεί κατεξοχήν σέ πλαίσιο πού έχει ήδη διαμορφωθεί σύμφωνα μέ τις δικές της άρχές. Αύτή καθεαυτή ή έπίκληση τοΰ ύποκειμενικοϋ κριτηρίου είναι νοητή καί θεμιτή μόνον στό έσωτε- ρικό τής έθνικιστικής ιδεολογίας: δέν έχει περιεχόμενο έξω άπό τούς όρους τοΰ έθνικισμοΰ, οΰτε βρίσκει δικαίωση πέραν τών βασι­κών άρχών πού αυτός θεσπίζει.15 Ή κεντρική προβληματική τοΰ έθνικισμοΰ είναι, μέ άλλα λόγια, τόσο εύρείας άποδοχής, ώστε μιά έθνικιστική ιδεολογία δέν είναι ύποχρεωμένη νά ύπερασπιστεΐ τή λογική τής σύζευξης μεταξύ πολιτισμικής ιδιαιτερότητας καί πο­λιτικής αύθυπαρξίας, άλλά άπλώς νά άποδείξει ότι ή Six ή της όμάδα συγκροτεί πράγματι ξεχωριστό έθνος. Όσο δυσχερές έργο καί άν άποτελεΐ αύτή ή άπόδειξη (ιδίως όταν έπιχειρεΐται ύπό συνθήκες ανταγωνισμού), γεγονός παραμένει ότι ή έθνικιστική ιδε­ολογία λειτουργεί στή βάση τής συνειρμικής σύμπτωσης πολιτι­σμικής καί πολιτικής ταυτότητας. Τό έθνος λοιπόν άποτελεΐ πρά­γματι έννοια καθολικής άπήχησης. Δέν είναι, κατά συνέπεια, παρά­ξενο ότι ή προσφυγή στό έθνικό συναίσθημα (σέ μία έννοια πού όχι μόνον είναι άπροσδιόριστη μέ άλλα, έκτος τοΰ έθνικισμοΰ, κριτή­ρια, άλλά πού μπορεΐ έν πολλοΐς νά θεωρηθεί δημιούργημά του) άποτελεΐ τόσο προσφιλή καί άσφαλή γιά τόν έθνικισμό πρακτική. *Αν ξεφεύγαμε πάντως άπό τή λογική του, προφανώς ό τρόπος πού ό έθνικισμός έκμεταλλεύεται τό έθνικό συναίσθημα δέν άποδεικνύει παρά μόνον ότι πρόκειται γιά λογική κυκλική, αύτάρκη καί άρα αύτεπιβεβαιούμενη.

15. « Ό όρισμός ένός έθνους άπί> τή συνείδηση τών μελών του {τι ανήκουν σέ αύτό είναι ταυτολογικός καί παρέχει μόνον a posteriori ένδειξη στό τί είναι έθνος». Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 7-8. Βλ. έπίσης Ε. Hobsbawm, «Some Reflections on Nationalism», στό: T. J. Nossiter, A. H. Hanson & S. Rokkan (έκδ.), Imagination and Precision in the Social Sciences, Λονδίνο 1972, 385-386.

Page 131: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

130 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Κάθε έθνικισμός λοιπόν άγωνίζεται, διεκδικεΐ καί μάχεται γιά λογαριασμό της δικής του ομάδας, όμως ή πολεμική πού άκολουθεΐ βασίζεται στήν όχι αύστηρά προσδιορισμένη, άλλά καί στήν άναμ- φισβήτητη, αυτονόητη καί γενικώς άνεγνωρισμένη έννοια, αύτήν τοϋ έθνους, ή όποια έπιβάλλει άναγκαστικά κοινούς όρους στό διά­λογο ή τή διένεξη μέ άλλους έθνικισμούς. Κάτι τέτοιο σημαίνει πώς, κι όταν άκόμη δέν τό δηλώνει άπερίφραστα, ή έθνικιστική ιδεολογία είναι, κατ’ ούσίαν, «πλουραλιστική», μέ τή σημασία πού δίνει στον όρο ό "Αντονι Σμίθ; πρεσβεύει δηλαδή τήν άρχή ότι ό κόσμος είναι διαιρεμένος σέ έθνη καί ότι ή πλέον άρμόζουσα μέθο­δος πολιτικής οργάνωσης είναι έκείνη πού άναγνωρίζει τήν έθνική διαίρεση καί πού, κατά συνέπεια, στηρίζεται σέ σύστημα έθνικών κρατών.16 Έ τσι, άκόμη καί στις όξύτερες έκδηλώσεις εθνικιστικής άντιπαλότητας, άντικείμενο της διαμάχης δέν είναι τόσο τό δικαί­ωμα τών άντίπαλων έθνικισμών νά υπάρχουν καί νά όμιλοΰν γιά λογαριασμό τών άντίστοιχων έθνών, όσο ή άπό μέρους τους διεκδί­κηση συγκεκριμένων άμφισβητούμενων πληθυσμών.

Αύτό ισχύει άκόμη καί στις περιπτώσεις έκεϊνες στις όποιες κάποιος έθνικισμός (είτε έξαιτίας τοϋ σχετικά άνεπεξέργαστου λόγου του είτε έξαιτίας της όξύτητας πού ή άντιπαλότητα μέ άλλους έθνικισμούς έχει προκαλέσει) δέν άναγνωρίζει ίσα δικαιώ­ματα στούς άντιπάλους του.17 Παρ’ όλα αύτά, ή άρχή της έθνικής διαίρεσης παραμένει άκόμη καί τότε άδιαμφισβήτητη: όσο άσή- μαντα, καθυστερημένα ή βάρβαρα κι άν χαρακτηρίζονται τά άντί- παλα έθνη, δέν παύουν νά θεωρούνται ξεχωριστές όντότητες καί, κατά συνέπεια, οΐ έθνικισμοί πού τά έκφράζουν δέν παύουν νά άπο- τελοΰν υπολογίσιμους καί θεμιτούς άντιπάλους. Μπορεΐ, έπί πα- ραδείγματι, γιά τόν έλληνικό έθνικισμό τοΰ 19ου αιώνα οΐ Τοΰρκοι ή οί Βούλγαροι νά είναι κατώτεροι σέ πολιτισμική στάθμη ("βάρ­βαροι” , "άσιάτες” , κ.λπ.) άπό τούς Έλληνες, μπορεΐ άδίκως νά διεκδικοΰν πληθυσμούς πού θεωροΰνται ότι άνήκουν στον Ελληνι­σμό, μπορεΐ άκόμη καί νά μήν άξίζουν τά ίδια δικαιώματα (στήν

16. Βλ. A. D. Smith, Theories o f Nationalism, Λονδίνο 21983, 170-171.17. Βλ. K. W. Deutsch, Nationalism..., δ.π., 191 χαΐ E. J. Hobsbawm, Nations and

Nationalism..., δ.π., 168-169.

Page 132: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΤΤΟΤΗΤΑ 131

πολιτική όργάνωση, τή διεθνή αναγνώριση ή τήν ιστορική συμβο­λή), δέν παύουν όμως, παρ’ όλα αύτά, νά άποτελοΰν ξεχωριστά έθνη πού ορίζονται άντιθετικά, άλλά ομοιότροπα μέ τό έλληνικό.

Ή πλουραλιστική αύτή διάσταση τοΰ έθνικιστικοΰ λόγου μάς έπιτρέπει νά προσεγγίσουμε το πρόβλημα τοΰ προσδιορισμοΰ τής έθνικής ταυτότητας μέ ολοκληρωμένο τρόπο. Ό έθνικισμός, στό 3αθμό πού άναπτύσσεται σέ έξ όρισμοΰ ανταγωνιστικό πλαίσιο (άνεξάρτητα άπό τίς διαστάσεις πού ή άντιπαλότητα μέ άλλους έθνικισμούς έχει προσλάβει), χρησιμοποιεί γιά τόν προσδιορισμό τοΰ έθνικοΰ χαρακτήρα κριτήρια πού έχουν, ταυτόχρονα, θετικές καί άρνητικές όψεις. Προσδιορισμός τοΰ έθνους σημαίνει άναγκα- στικά διάκριση άπό άλλα έθνη: τό νά όρίσω άπό τί συνίσταται τό έθνος σημαίνει, ταυτόχρονα, νά όρίσω καί άπό τί δέν συνίσταται —κοντολογίς, νά δώσω καί τόν ορισμό τοΰ μή έθνους. Ή άπόδοση λοιπόν συγκεκριμένου έθνικοΰ χαρακτήρα σέ κάποιο σώμα άνθρώ- πων συνεπάγεται, άμεσα, τήν Αρνηση αύτοΰ τοΰ χαρακτήρα σέ άλλα παρόμοια σύνολα καί, έμμεσα, τήν άναγνώριση σέ αύτά άλ­λων, άντιθετικών μέ τά έθνικά, γνωρισμάτων. Δέν είναι παράξενο πού ό κάθε έθνικισμός έπεξεργάζεται τήν έννοια τοΰ έθνους και άρνητικά, μέ βάση δηλαδή τή διαμόρφωση της εικόνας τοΰ μή έθνι- κοΰ ή τοΰ «σημασιολογικοΰ άλλου» — γιά νά δανειστούμε τόν όρο άπό τή θεωρία τών Ρόλων καί τής Συμβολικής Διαντίδρασης τοΰ Τζώρτζ Μήντ.18 Θά μποροΰσε, κατά συνέπεια, νά ειπωθεί πώς τό έθνος άποκτά τόν ξεχωριστό του χαρακτήρα μέ διαρκείς στερεοτυ- πικές άντιδιαστολές,19 πού προκύπτουν άπό διαδικασίες συνεχών συγκρίσεων καί έτεροπροσδιορισμών.20

18. Βλ. G. Η. Mead, Mind, Se lf and Society, Σικάγο 1934, 138, καθώς καί Η. Joas, C. Η. Mead, Cambridge 1985, 112-120.

19. Βλ. L. W. Doob, δ.π., 58-62, 80-85. Ίσω ς έτσι, δηλαδή άρνητιχά, νά έξηγεΐται καί ή (πλασματική) "φυλετική” έμφαση Ορισμένων έθνικισμών: ή φυλετι­κή Ομοιογένεια τοΰ 181ου συνάγεται άπό τή συλλήβδην φυλετική Ομαδοποίηση τοΰ άλλου ("περιπλανώμενοι ’Ιουδαίοι” , "Ομοιοι μαΰροι” , "κίτρινη λαίλαπα” , "άπιστη ΆλβιΟνα” κ.ο.κ.). Πρβλ. Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 66.

20. Γιά λεπτομερή άνάλυση αύτών τών διαδικασιών, βλ. J. P. Nettl & R. Roberl- son. International Systems and the Modernisation o f Societies, Λονδίνο 1968, Μέρος II.

Page 133: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

132 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Αύτό ισχύει, άκόμη κι όταν ό «σημασιολογικός άλλος» συμβαί­νει νά μήν θεωρείται άμεσος κίνδυνος γιά τό έθνος. Ό προσδιορι­σμός τοϋ έθνους χρειάζεται οπωσδήποτε άρνητικά σημεία άναφο- ρας, άλλά κάτι τέτοιο δέν συνεπάγεται πώς τά άντιθετικά μέ τήν έθνική ταυτότητα στοιχεία συνθέτουν παντοΰ καί πάντοτε ολοκλη­ρωμένη ή συγκεκριμένη εικόνα "έθνικοϋ έχθροΰ” . Ή έπισήμανση αύτή είναι άπαραίτητη, αν θέλουμε νά άποφύγουμε τήν άπλου- στευτική έκείνη άντίληψη, σύμφωνα μέ τήν οποία ό έθνικισμός δέν άποτελεΐ παρά δυναμική έκφραση τοΰ συλλογικοϋ αισθήματος άπόρριψης τοΰ ξένου, άντίδρασης στήν άλλοεθνή έπικυριαρχία, άποτίναξης τοΰ ξένου ζυγοΰ, άντίστασης στον κατακτητή κ.ο.κ.

Ή άποψη βεβαίως δέν είναι οΰτε σπάνια οΰτε νέα. Έ τσι, γιά παράδειγμα, ό Μάξ Χάντμαν όριζε στά 1921 τόν έθνικισμό ώς «τή μαχητική στάση άμυνας καί τή στρατεύουσα καί στρατευμένη φροντίδα γιά τή ζωή καί τήν τιμή ένός λαοΰ, στήν περίπτωση πού υπάρχει ή συνείδηση οτι βρίσκεται σέ κίνδυνο έξαιτίας τών πράξε­ων ένός άλλου λαοΰ».21 Παρόμοιοι ορισμοί συνεχίζουν νά θεωροΰν- ται φυσιολογικοί, άφοΰ συχνά έμφανίζονται άναλύσεις πού έκλαμ- βάνουν τόν έθνικισμό ώς «αίσθημα συλλογικής άδικίας ένάντια στό ξένο»,22 ιδιαιτέρως όταν τό ίδιο τό έθνικιστικό μήνυμα έχει έντονα άντιστασιακό ή άντι-άποικιοκρατικό χαρακτήρα23 ή όταν παρατη- ρεΐται έξαρση τών ήδη ύφιστάμενων συναισθημάτων πού άπορρέ- ουν άπό τά έθνικιστικά ιδεολογήματα. Πρόκειται όμως γιά καθ’ όλα λανθασμένες καί άπλοϊκές άντιλήψεις,24 άφοΰ καταφανώς συγ­χέουν τή συνθήκη μέ τό αίτιο. Εκλαμβάνουν, μέ άλλα λόγια, ώς δεδομένο αύτό πού άπαιτεΐ έρμηνεία καί έξήγηση καί πού δέν είναι

21. Μ. S. Handman, «The Sentiment of Nationalism», Political Science Quarterly 36 (1921) 104 σημ. Βλ. έπίσης 107-108.

22. K. R. Minogue, Nationalism, Νέα Ύόρκη 1967, 25. Ά λλά βλ. και 15 γιά τήν αντίφαση ώς πρός αύτό τό σημείο.

23. Βλ. λ.χ. R. I. Rotberg, «The Rise of African Nationalism. The Case of East and Central Africa», World Politics XV, 1 (1962) ίδιαίτ. 75-77.

24. Γιά ανασκευές αύτής τής άντίληψης βλ. F. Hertz, Nationality in History..., δ.π., 20· J. S. Coleman, «Nationalism in Tropical Africa», American Political Science Review XLVIII, 2 (1954) καί E. Kedourie, «Introduction», στό: E. Kedourie (έκδ.), Nationalism in Asia and Africa, Νέα 'ΐόρκη & Κλήβελαντ 1970, 21-22.

Page 134: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΤΤΟΤΗΤΑ 133

άλλο παρά ή ίδια ή έννοια τοϋ ξένου τ\'μή έθνικοΰ. Ή έννοια όμως αύτή παράγεται άπό τόν έθνικισμό, έφόσον άποκτα περιεχόμενο καί μορφή έξαιτίας της διαδικασίας (έτερο-)προσδιορισμοΰ τοϋ έθνους πού ό έθνικισμός έπιχειρεΐ.

Ή πρόταση, έτσι, της άντίστασης στό ξένο γιά τήν έρμηνεία τοΰ έθνικισμοΰ είναι ταυτολογική καί κενόλογη.25 Πρώτα-πρώτα, τό έθνος δέν παύει νά ύπάρχει (οΰτε ό έθνικισμός έξαντλεΐ τή δυνα­μική του), δταν δέν αντιμετωπίζει άμεσες έξωτερικές άπειλές. Ό μως άκόμη κι δταν ή άντίσταση στό ξένο συμβαίνει νά είναι ή κύρια φροντίδα τοΰ'έθνικισμοΰ, τό στοιχείο αύτό δέν άρκεΐ άπό μόνο του γιά τήν ανάλυση τοϋ φαινομένου: άφοϋ τό έθνικιστικό μήνυμα περικλείει πολύ πιο σύνθετους στόχους άπό τήν άπλή άπο- τίναξη τοΰ ξένου ζυ ^ ΰ , δέν μπορεΐ παρά νά είναι πολύ θετικότερο άπό δσο έπιτρέπει ο άρνητικός προσδιορισμός του. ’Επιπλέον, δέν πρέπει νά λησμονοΰμε πώς άντίσταση σέ ξένη έπικυριαρχία, κατο­χή ή έπιρροή δέν προβάλλουν μόνον τά έθνη στήν ιστορία, άλλά καί κοινότητες της παραδοσιακής κοινωνίας, θρησκευτικές ομάδες, δυ­ναστείες κ.λπ. Βεβαίως ή έννοια τοΰ ξένου έχει στήν καθεμία άπό τις περιπτώσεις αύτές διαφορετικό περιεχόμενο, τό όποιο έξαρτα- ται άμεσα άπό τόν προσδιορισμό τής ομάδας πού προβάλλει άντί­σταση. Κανείς δμως δέν θά μποροΰσε νά διανοηθεΐ δτι δυναστείες, θρησκευτικές κοινότητες καί έθνη θά γινόταν νά έξομοιωθοΰν έν-

25. Ή έπισημανση δέν υποβαθμίζει τό συνεκτικό ρόλο πού ή παρουσία τοϋ "ξένου” ένδέχεται νά διαδραματίσει κατά τή δημιουργία τοϋ έθνους. Οί Άραβες καί οί Βερβερίνοι τής ’Αλγερίας Γσως δέν θά ξεπερνοϋσαν ποτέ τις μεταξύ τους διαφορές δίχως τήν καταλυτική γιά τή διαμόρφωση τοΰ άλγερινοΰ έθνους παρουσία τών "άλλόθρησκων” καί "αλλοεθνών” Γ άλλων. Ό μως ή συσπειρωτική λειτουργία τοϋ "ξένου” σέ παρόμοιες περιπτώσεις όχι μόνον δέν αναιρεί, άλλά έπιβεβαιώνει τήν άποψη ότι ό έθνικισμός άποτελεΐ κάτι παραπάνω άπό αίτημα αποτίναξης ξένων ζυγών: ό Γ άλλος, στό παράδειγμά μας, άντιμετωπίζεται σάν έχθρός, άπό τή στιγμή πού έμφανίζεται ή άλγερινή εθνικιστική ιδεολογία, ή όποία διαμορφώνει τήν αΓσθηση τής άλγερινής έθνικής ταυτότητας καί αναζητεί διεξόδους σέ προβλήματα πού ύπερβαίνουν τήν άπλή άποπομπή τών Ευρωπαίων άπό τή βόρεια ’Αφρική. Γ ιά τή σημασία τών άοκήσεων έτεροπροσδιορισμοϋ μεταξύ έθνικοΰ καί μή έθνικοΰ στήν άποικιοκρατική ‘Αφρική, βλ. R. Κ. Tangri, «The Rise of Nationalism in Colonial Africa: The Case of Colonial Malawi», Comparative Studies in Society and History X, 2 (1968) ίδιαίτ. 146.

Page 135: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

νοιολογικά έξαιτίας καί μόνον τοϋ γεγονότος ότι άνθίστανται σέ αύτό πού έκλαμβάνουν ώς άλλότριο. ,

Αύτές οί παρατηρήσεις πιστεύω πώς δείχνουν ότι οί ασκήσεις έτεροπροσδιορισμοΰ στις όποιες σταθερά καί άναγκαστικά26 έπιδί- δεται ό έθνικισμός συνθέτουν διαδικασία πράγματι άμφίδρομη, πού ξεκίνα άπό τήν έννοια τοϋ έθνους (αύτης της νέας κοινότητας), βασίζεται σέ αύτήν καί τήν άναπαράγει. Ό πω ς τό έθνος ορίζεται άντιθετικά μέσω τοΰ μή έθνους, έτσι καί τό τελευταίο άποκτα περιεχόμενο καί μορφή (λ.χ. άλλα έθνη, έθνικός έχθρός κ.λπ.) οχι έκ τοΰ μηδενός, άλλά μέ άπευθείας άναφορές στό χαρακτήρα τοΰ ίδιου τοΰ έθνους. Ή έννοια τοϋ άλλου προϋποθέτει, λογικά, τήν έννοια τοΰ ίδιου. Αύτό σημαίνει, γιά τή μαχόμενη έθνικιστική ιδεολογία, πώς ή αίσθηση ότι ύπάρχει έθνος δέν μπορεΐ παρά νά προηγείται της αίσθησης ότι τίθεται ζήτημα έθνικής άντιπαλότητας.

Βεβαίως, ή τελευταία άποσαφηνίζει, συμπληρώνει καί τροπο­ποιεί τόν προσδιορισμό της έθνικής ταυτότητας άνάλογα μέ τις περιστάσεις. Όμως αύτό συνεπάγεται πώς άντίστοιχες άλλαγές καί μεταπλάσεις είναι πιθανές καί στήν έκάστοτε εικόνα τοΰ μή έθνικοϋ. Ό συνεχής έτεροπροσδιορισμός τοΰ έθνικοϋ χαρακτήρα σύμφωνα μέ τις έκάστοτε άνάγκες, καθώς καί οί λειτουργίες πού αύτός έπιτελεΐ (σφυρηλάτηση τής έθνικής ομοψυχίας, συσπείρωση τοΰ έθνικοϋ σώματος, παρακίνησή του σέ ένέργειες πού άποσκο- ποϋν στήν πραγμάτωση τών έθνικών στόχων κ.λπ.) άντικατοπτρί- ζονται σέ άντίστοιχες άνακατατάξεις στήν εικόνα τοΰ μή έθνικοϋ.27

26. Βλ. R. Emerson, «Nationalism and Political Development», δ.π., 5-6. Ό πω ς καί στήν περίπτωση τής χοινωνιχής τάξης, έτσι καί στήν περίπτωση τοΰ ίθνους, ό προσδιορισμός ώς πρός άλλες ομόλογες όμαδώσεις είναι έξ όρισμοΰ αναγκαίος: ή ιδέα τοΰ ένός έθνους είναι έξίσου αδιανόητη μέ τήν ιδέα τής μιας τάξης. Πρβλ. Ε. Ρ. Thompson, The Making o f the English Working Class, Λονδίνο 31980, 8.

27. Στις ασκήσεις έτεροπροσδιορισμοΰ ό άλλος δέν είναι άναγκαστικά ή απο­κλειστικά ό γείτονας ή ό άμεσος άνταγωνιστής. Ό άλλος συνιστα κατηγορία πού περιλαμβάνει, δυνητικά, όλα τά υπόλοιπα έθνη. 'Ιδιαίτερη μάλιστα βαρύτητα έχει ή είκόναπού δημιουργεΐται γιά έκεϊνα τά έθνη πού συμβαίνει νά θεωρούνται έπιτνι- χημένα, άνεπτυγμενα ή κυρίαρχα (ό,τι κι αν συμβαίνει νά σημαίνουν ανάλογοι χαρακτηρισμοί): σέ τελική άνάλυση, ό ένας έθνικισμός διδάσκει τόν άλλο. Σέ ό,τι άφορα στους δευτερογενείς ευρωπαϊκούς ή στούς τριτοκοσμικούς έθνικισμούς, αύτός

Page 136: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΪΤΟΤΗΤΑ 1.(5

Αύτή ή εικόνα μπορεΐ νά απλοποιηθεί (ένας έθνικός έχθρός) ή νά περιπλακεΐ (πολλοίέθνικοί εχθροί), νά ένταθεΐ (άμεση, ορατή έθνι­κή άπειλή) ή νά άμβλυνθεΐ (αδιάφορη στάση πρός άλλα έθνη), άκόμη καί νά αλλάξει ριζικά περιεχόμενο καί ταυτότητα (όπως συνέβη, γιά παράδειγμα, στήν περίπτωση τοϋ έλληνικοΰ έθνικι- σμοΰ στον ύστερο 19ο αιώνα, όταν ό βουλγαρικός κίνδυνος άντικα- τέστησε τόν τουρκικό έξαιτίας της Μακεδονίας).28

Π αρόμοιες λίγο-πολύ ad hoc τροποποιήσεις συνεπάγονται βε­βαίως καί τις άνάλογες έκλογικεύσεις. Ή έκάστοτε εικόνα τοϋ ξένου άπαιτεΐ τή δική της αιτιολόγηση στό παρόν καί τή δική της τεκμηρίωση στό παρελθόν, ένέργειες πού θά πρέπει νά βρίσκονται σέ άντιστοιχία μέ τις άπόπειρες δικαίωσης τών έκάστοτε έθνικι- στικών διεκδικήσεων καί, σέ τελική ανάλυση, μέ τόν έκάστοτε συν­δυασμό κριτηρίων γιά τόν προσδιορισμό τής έθνικής ταυτότητας. Θά ήταν φυσικά λάθος νά θεωρήσουμε ότι τέτοιες μετατροπές, προσαρμογές καί έσωτερικές ανακατατάξεις άποτελοΰν τά προϊ­όντα συνειδητής (κυνικής ή δόλιας) παραποίησης τών ιστορικών καί πολιτισμικών δεδομένων, άν καί κάτι τέτοιο δέν μπορεΐ βεβαί­ως νά άποκλειστεΐ έκ προοιμίου. Είναι παράξενο πάντως πόσο συχνά αύτές οί "τομές” μεταμορφώνονται σέ "φυσιολογικές συνέ­χειες” τής έθνικιστικής δραστηριότητας, προσαρμοσμένες στις έκά­στοτε συνθήκες διαβίωσης τοΰ έθνους, δηλαδή δημιουργοΰνται καί άφομοιώνονται έξίσου φυσιολογικά άπό τούς μετέχοντες στήν έθνικιστική ιδεολογία.29

ό τύπος έτεροπροσδιορισμοΰ άναφέρεται συνήθως στήν εικόνα τών πρωτογενών έθνικισμών (τής Δύσης) καί στις παρεπόμενες συγκρίσεις μαζί τους. Πρβλ. καί Μ. Matossian, «Ideologies of Delayed Industrialization: Some Tensions and Ambiguities», Economic Development and Cultural Change 6, 3 (1957/58) 220-221.

28. Βλ. C. Augustinos, «The Dynamics of Modern Greek Nationalism: The Great Idea and the Macedonian Problem», East European Quarterly VI, 4 (1973) 444-453 καί T. G. Tatsios, The Megali Idea and the Greek-Turkish War o f 1897, Νέα 'Τόρκη 1984, κεφ. 2. Γ ιά άλλα, πέραν τοΰ έλληνικοΰ, παραδείγματα άλλαγής τοΰ έθνικοΰ έχθροΰ άπό εύρωπαϊκούς έθνικισμούς, βλ. J. Krejii &>. Velimsky, Ethnic and Politi­cal Nations..., ό.π., 11-12, όπου υπογραμμίζεται καί ή συνακόλουθη προσπάθεια νά τεκμηριωθούν στό παρελθόν οί νέες αιτιάσεις.

29. Ό πω ς σημειώνει ό Α. Λιάκος σχετικά μέ τά κίνητρα πίσω άπό τις μεταπλά-

Page 137: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

136 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Στίς συνθήκες αύτές συμπεριλαμβάνονται καί οί αντιδράσεις, οί έπιθέσεις καί οί αμφισβητήσεις πού ή έθνικιστική ιδεολογία δέχε­ται άπό αντίπαλους έθνικισμούς. Πρόκειται ούσιαστικά γιά δια­φωνίες σχετικά μέ τά κριτήρια διά τών όποιων προτείνεται ό προσδιορισμός τής έθνικής ταυτότητας καί στά όποϊα βασίζεται ή όλη λογική της δικαίωσης τών έθνικιστικών έπιδιώξεων. Μέ τόν τρόπο αύτό τά πολιτισμικά διακριτικά γνωρίσματα τοϋ έθνους (γλώσσα, θρησκεία κ.λπ.) βρίσκονται συνεχώς στό προσκήνιο τής έθνικιστικής διαμάχης, άφοΰ άπό τή χρήση τους έξαρτάται ή φε- ρεγγυότητα, ή άπήχηση καί, σέ τελική άνάλυση, ή ίδια ή έπιτυχία τοϋ έθνικισμοΰ ώς πολιτικής ιδεολογίας.

Ή μελέτη της έθνικιστικής ιδεολογίας όφείλει νά παρακολουθή­σει καί νά άναλύσει τούς τρόπους μέ τούς όποιους ή έθνική ταυτό­τητα παράγεται καί άναπαράγεται στό χώρο καί τό χρόνο. Πρό­κειται ούσιαστικά γιά τή μελέτη τών συνδυασμών τών κριτηρίων πού χρησιμοποιοΰνται γιά τόν προσδιορισμό τοϋ έθνους καί πού διαφέρουν όχι μόνον άπό έθνικισμό σέ έθνικισμό, άλλά, συχνά, καί άπό τή μία φάση έξέλιξης τής ίδιας έθνικιστικής ιδεολογίας στήν άλλη. Ή θεωρητική αύτή άφετηρία όδηγεϊ σέ άναλύσεις πού βρί­σκονται σέ ριζική άντίθεση μέ πολλές απόπειρες έρμηνείας τοΰ έθνικιστικοΰ φαινομένου, σύμφωνα μέ τίς όποιες ό προσδιορισμός τής έθνικής ταυτότητας πρέπει άναγκαστικά νά ταυτίζεται μέ ένα, τό ίδιο πάντοτε, διακριτικό γνώρισμα.30 Παρόμοιες όμως προσεγ­γίσεις ξεκινοΰν άπό τή λανθασμένη ύπόθεση πώς ό έθνικισμός εδρά­ζεται στήν ίδια πάντοτε άντίληψη τής έννοιας τοΰ έθνους καί όφεί- λονται, σέ μεγάλο βαθμό, στή μονόπλευρη γενίκευση καί άναγό- ρευση σέ πρότυπο της μιας ή τής άλλης έκδοχής τής έθνικιστικής ιδεολογίας.

σεις τής έλληνικής εθνικιστικής Ιδεολογίας κατά τόν 19ο αιώνα: «Δέν ήταν αναγ­καίο νά υπάρχει δόλος. Άλλωστε τά πρόσωπα τοΰ δράματος δέν υπήρχαν έξω άπό τό ρόλο τους, κι Εβλεπαν τόν κόσμο μέσα άπό τό μύθο πού παρίσταναν». Α. Λιάκος, Ή ίταλιχή ένοποίηση χαί ή Μεγάλη Ιδέα, ’Αθήνα 1985, 216.

30. Γ ιά διαφορετικές κριτικές σέ αύτό τό σημείο, βλ. F. Hertz, Nationality in History..., δ.π., 6' K. R. Minogue, Nationalism, δ.π., 154' E. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 5-6, άλλά κα'ι Κ. Βεργόπουλος, «Ή δυναμική τοΰ 1821», θεωρία χαί Κοινωνία 2 (1990) 76-77.

Page 138: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΤΤΟΤΗΤΑ

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο δτι, άν ή μελέτη τοϋ έθνικισμοϋ προσ- κολληθεΐ σέ ένα καί μοναδικό προσδιοριστικό κριτήριο της έθνικής ταυτότητας, τότε άναγκαστικά καταλήγει σέ άλχημεία, άλλοτε συμπεριλαμβάνοντας συλλήβδην τις έθνικιστικές ιδεολογίες στον ίδιο κανόνα κι άλλοτε έξαιρώντας ad hoc δσες δέν καταφέρει νά συμπεριλάβει. Είναι προφανές δτι μιά τέτοια στάση, πέρα άπό τό δτι άποκλείει έξαρχής άπό τό φάσμα της άνάλυσης μεγάλο άριθμό έθνικιστικών ιδεολογιών, συναντά άδιέξοδα άκόμη καί στήν άνά­λυση μιας καί μόνης έθνικιστικής ιδεολογίας, όταν αύτή συμβαίνει νά παρουσιάζει μεταπτώσεις στον τρόπο προσδιορισμοΰ τής ταυτό­τητας τοΰ έθνους.31 Κάτι τέτοιο δέν είναι καθόλου σπάνιο, άφοΰ πολλές έθνικιστικές ιδεολογίες σέ ξεχωριστές φάσεις τής άνάπτυ- ξής τους διαφοροποιοΰν τούς συνδυασμούς κριτηρίων πού χρησιμο­ποιούν, άνάλογα μέ τις άλλαγές στις συνθήκες ύπό τις όποιες τε- λοΰν καί στις όποιες προσπαθούν νά άντιδράσουν (έξωτερικές έπι- δράσεις, πολιτικές έξελίξεις, άποτελεσματικότητα τών έπιχειρη- μάτων, έκλέπτυνση καί έπεξεργασία τοΰ έθνικιστικοΰ λόγου, άπο- δοχή του άπό ούδέτερους τρίτους κ.ο.κ.).32 Κατά συνέπεια, ή άξιω-

31. Πρβλ. Η. Kohn, The Idea o f Nationalism, δ.π., 12-13 καί F. H. Hinsley, Nationalism and the International System, Λονδίνο 1973, 36-37.

32. Ή σημασία τοϋ τελευταίου παράγοντα δέν πρέπει νά υποτιμηθεί. Ή άπή- χηση τών έθνιχιστικών επιχειρημάτων στό έξωτερικό ακροατήριο (όπως αύτό έκά­στοτε συγκροτείται — λ.χ. Δύση, Εύρώπη, Μεγάλες Δυνάμεις, διεθνής κοινότητα, διεθνής χοινή γνώμη κ.ο.κ.) είναι κάτι στό όποιο ό έθνικισμός δίνει συνήθως μεγάλη σημασία λόγω τής σπουδαιότητας πού ό ρόλος τρίτων μπορεΐ έξ άντικειμένου νά έχει γιά τή διαμόρφωση τής τύχης τοΰ ίθνους. Ή ασφαλής έπιβεβαίωση τής όντό- τητας τοΰ Εθνους (μέ θεσμική ή όχι έκφραση) απαιτεί, σέ τελική άνάλυση, τήν αναγνώριση καί άλλων πλήν τών μελών τοΰ έθνικοϋ σώματος. Πολλές φορές λοιπόν ό εξωτερικός αποδέκτης τοΰ έθνικιστικοΰ λόγου είναι έξίσου σημαντικός μέ τόν έσωτερικό. Αύτό έχει άναμφίβολα έπιπτώσεις στούς τρόπους μέ τούς όποίους προσδιορίζεται ή έθνική ταυτότητα. Έ τσι, ή παλινδρόμηση τών βαλκανικών έθνι- κισμών κατά τόν 19ο αιώνα άνάμεσα στό θρησκευτικό καί τό γλωσσικό κριτήριο θά μποροΰσε νά έξηγηθεΐ καί άπό τό γεγονός ίτ ι τό δεύτερο έξασφάλιζε μεγαλύτερη άξιοπιστία στά μάτια τών δυτικοευρωπαϊκών έθνών, όπου οί θρησκευτικές διαιρέ­σεις είχαν πρό πολλοΰ χάσει τήν καθοριστική τους σημασία. Βλ. σχετ. A. D. Smith, Theories o f Nationalism, δ.π., 182. Άνάλογα παραδείγματα μποροΰν, ύποθέτω, νά βρεθοΰν στό ζήτημα τής άναγνώρισης τών νεότευκτων πολιτικών όντοτήτων τών Βαλκανίων καί τής πρώην Ε .Σ.Σ.Δ. στις ήμέρες μας.

Page 139: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

138 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

ματική έμμονή σέ ένα (μοναδικό ή κυρίαρχο) κριτήριο περιορίζει τή μελέτη τοϋ έθνικιστικοΰ φαινομένου καί άπό μίαν άκόμη πλευρά, άφοϋ παραβλέπει τό δυναμισμό καί τήν πολυμορφία του καί τοΰ προσδίδει έσωτερική συνέπεια, πού σπανίως μόνον διαθέτει.

Βεβαίως, τά κριτήρια πού ό έθνικισμός χρησιμοποιεί γιά τόν προσδιορισμό της έθνικής ταυτότητας είναι πολύ συγγενικά μετα­ξύ τους, έφόσον προβάλλονται ώς διακριτικά στοιχεία ξεχωριστών πολιτισμικών ιδιοτήτων. Δεδομένου όμως ότι τά διάφορα συστα­τικά στοιχεία ένός πολιτισμού βαραίνουν έξ άντικειμένου στήν κοι­νωνικοποίηση κάθε άτόμου, ή'(ούτως ή άλλως έπιλεκτική καί δυ­ναμική) χρήση τους άπό τόν έθνικισμό έχει σοβαρές συνέπειες. Ό έθνικισμός, ας μή λησμονοΰμε, δέν ορίζει τό έθνος άπό έξωτερική θέση παρατηρητή: ό ίδιος άναμιγνύεται άμεσα στό σχηματισμό, τή διατήρηση καί τήν καθοδήγηση τοϋ έθνους καί άναλαμβάνει τόν έθνικό αύτοπροσδιορισμό. Αύτό έπιτυγχάνεται μέ πολλούς τρό­πους. Οΐ ιστορικές, φιλολογικές, κοινωνιολογικές καί άνθρωπολο- γικές έρευνες,33 ή δράση συγκροτημένων έθνικιστικών ομάδων (έθνικών συλλόγων, μυστικών έταιρειών, προπαγανδιστικών μηχα­νισμών), ή θέσπιση καί τελετουργικά έπαναλαμβανόμενη χρήση συμβόλων (σημαιών, στολών, ύμνων, όρκων, έορτών, έπετείων, μνημείων, κενοταφίων, ήρώων κ.λπ.) πού ύπογραμμίζουν τήν έθνι­κή ένότητα καί άλληλεγγύη καί προκαλοΰν έντονη συναισθηματική φόρτιση,34 άποτελοϋν δραστηριότητες ύπό τήν έπήρεια καί τήν έμ­

33. Μεταξύ τών όποιων ξεχωριστό ένδιαφέρον παρουσιάζουν οί συγκριτικές έθνολογικές μελέτες, άπογραφές καί χαρτογραφήσεις. Γιά τή σημασία τών τελευ­ταίων στή μακεδονική εμπλοκή τών βαλχανικών έθνικισμών κατά τόν 19ο αιώνα, βλ. Η. R. Wilkinson, Maps and Politics, Λίβερπουλ 1951. Πρβλ. καί Ε. Kofos, «National Heritage and National Identity in Nineteenth- and Twentieth-Century Ma­cedonia», στό: M. Blinkhorn & T. Veremis (έκδ.). Modern Greece: Nationalism and Nationality, ’Αθήνα 1990, 107.

34. Ά λλά καί στοιχείων ή δραστηριοτήτων πού, άπό πρώτη άποψη, δέν φαίνε­ται νά περιέχουν Ιντονο έθνικιστική συμβολισμό, δπως, λ.χ., τά χαρτονόμισμα, τά γραμματόσημα καί, βεβαίως, ό άθλητισμός. Βλ. σχετ. Ε. J. Hobsbawm, «Mass-Pro­ducing Traditions: Europe, 1870-1914», στό: E. J. Hobsbawm & T. Ranger (έκδ.), The Invention o f Tradition, Cambridge 1983, 281, 300-301 καί E. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 142-143.

Page 140: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΤΤΟΤΗΤΑ 139

πνευση τοϋ έθνικισμοΰ.35 Μέ τή σειρά τους όμως, παρόμοιες ένέρ- γειες ένδυναμώνουν τήν έθνική ταυτότητα είτε ύπερτονίζοντας τά συνεκτικά γνωρίσματα πού τής άποδίδονται άπό τήν ίδια τήν έθνι- κιστική ιδεολογία είτε, άντίστροφα, άπαλείφοντας ή ύποβαθμίζον- τας τά όποια διαφοροποιητικά στοιχεία ένυπάρχουν στό έθνικό σώμα.36

Ό προσδιορισμός τής έθνικής ταυτότητας άποτελεϊ βεβαίως πάγια μέριμνα τοΰ έθνικισμοΰ, άδιάφορα άπό τή συγκεκριμένη πο­λιτική υπόσταση τοΰ έθνους37 (ύποτέλεια, διασπορά, άνεξαρτησία κ.λπ.). Ό μω ς ή δυναμική παρουσία τής έθνικιστικής ιδεολογίας στή διαδικασία τής κοινωνικοποίησης τοΰ άτόμου ώς έθνικοΰ μέ­λους ολοκληρώνεται μέ τήν άπόκτηση τής πολιτικής άνεξαρτησίας τοΰ έθνους. Σέ αύτήν τήν περίπτωση, ό ρόλος τής "έθνικής διαπαι­δαγώγησης” θεσμοποιεϊται καί καθαγιάζεται άπολύτως προσ­λαμβάνοντας συγκροτημένη καί συστηματική μορφή μέσα στό πλαίσιο και μέ τήν ένεργητική συμπαράσταση τής (έθνικής πλέον) πολιτικής έξουσίας. Καταρχήν, έάν ώς εκπαίδευση έννοήσουμε, πρωτίστως, «τή διαδικασία έκείνη διά τής όποίας μιά κοινότητα διαφυλάσσει καί άναπαράγει τόν ύλικό καί πνευματικό της χαρα­κτήρα»,3® τότε είναι φυσικό ή έπίσημη ιδεολογία τοΰ άνεξάρτητου έθνους νά άποκρυσταλλώνεται στό έκπαιδευτικό σύστημα: τό έθνι­κό κράτος διαπαιδαγωγεΐ, πρωτίστως, έθνικά ύποκείμενα — Γ άλ­λους, Έλληνες, Τούρκους, Πακιστανούς. Όμως καί όλες οί άλλες πολιτισμικές δραστηριότητες, άκόμη καί οί ίδιοι οί πολιτικοί θε­σμοί, ένσαρκώνουν καί άπηχοΰν τίς άρχές τοΰ έθνικισμοΰ καί, ώς μηχανισμοί κοινωνικοποίησης, άναπαράγουν τήν προτεινόμενη άπό αύτόν εικόνα τοΰ έθνικοΰ χαρακτήρα. Δέν μπορεϊ μάλιστα νά άπο-

35. Γιά τή σημασιολογία τών συμβολισμών καί τοΰ τελετουργικού τοΰ έθνικι- σμοΰ, βλ. C. L. Mosse, «Mass Politics and the Political Liturgy of Nationalism», στό: E. Kamenka (έκδ.), Nationalism, δ.π. Ό Μός θεωρεί ότι τό υψηλό θυμικό περιεχόμε­νο τοΰ έθνικιστικοΰ μηνύματος δικαιολογεί τό χαρακτηρισμό τοϋ έθνικισμοΰ (αυτής τής κατεξοχήν πολιτικής ιδεολογίας, που τόσο διαφέρει άπό τή θρησκεία) ώς «πο­λιτικής θεολογίας» (αύτ., 40).

36. Πρβλ. R.I.I.A., Nationalism, δ.π., 253.37. Πρβλ. C. Augustinos, Consciousness and History, Νέα 'ΐόρκη 1977, 2.38. W. Jaeger, Paideia, Νέα Ύόρκη 21945, xiii.

Page 141: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

κλεισθεϊ τό ένδεχόμενο ή νομιμοποίηση της έθνικής ταυτότητας νά αντλείται καθ’ ολοκληρίαν άπό τήν "όμογενοποιητική” έπίδραση τών έθνικών κρατικών θεσμών (έκπαίδευση, διοίκηση, νομοθεσία κ.λπ.) καί συμβόλων. Κάτι τέτοιο θά μπορούσε νά ειπωθεί γιά τίς περιπτώσεις έκεϊνες, όπου τά διαθέσιμα πολιτισμικά κριτήρια προσδιορισμού καί διατήρησης τής έθνικής ταυτότητας εΓτε είναι έλλιπή είτε συγκρούονται έντονότατα μεταξύ τους — όπως, έπί παραδείγματι, στά "έθνικά κράτη” τοϋ Νέου Κόσμου (Η.Π.Α., Αυστραλία κ.λπ.), πού συγκροτήθηκαν άπό μετανάστες μέ διαφο­ρετική προέλευση, καθώς καί στά "έθνικά κράτη” τοϋ Τρίτου Κό­σμου, πού συμπεριέλαβαν πληθυσμούς μέ βάση προηγούμενες διοι­κητικές διαιρέσεις τής άποικιοκρατικής περιόδου. Τέλος, είναι αύ- τονόητο πώς ή έθνική διαπαιδαγώγηση άποκτα άκόμη μεγαλύτερη βαρύτητα, όταν οι κύριοι φορείς τής έθνικιστικής ιδεολογίας (δη­λαδή οί διανοούμενοι) καί ή έθνική πολιτική ήγεσία θεωροϋν πώς ή οντότητα τοΰ έθνικοΰ κράτους δέν έχει μεγάλη έσωτερική συνοχή: ή ανάδειξη καί ή συνεχής υπογράμμιση τοΰ έθνικοΰ χαρακτήρα προβάλλονται τότε σάν βασικές προϋποθέσεις γιά τήν έθνική ομοι­ογένεια καί, κατ’ έπέκταση, γιά τήν ίδια τήν έπιβίωση τοΰ έθνους.

140_________________________________________ Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Page 142: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

"Ας έξετάσουμε άναλυτικά τά δύο σημαντικότερα καί προβλημα­τικότερα στήν ερμηνεία τους πολιτισμικά κριτήρια πού χρησιμο­ποιούνται γιά τόν προσδιορισμό τής έθνικής ταυτότητας. Πέρα άπό τόν ιδιότυπο χαρακτήρα τους, ή γλώσσα καί ή θρησκεία, έμπε- ρικλείουν τις περισσότερες φορές όλα τά ύπόλοιπα διακριτικά γνω­ρίσματα στά όποια ή έθνικιστική ιδεολογία κατά περίπτωση κα­ταφεύγει (ιστορική καταγωγή, μύθοι, ήθη, έθιμα, παραδόσεις κ.ο.κ.).

Δέν υπάρχει ίσως άλλο κριτήριο πού νά δηλώνει τόσο συχνά καί τόσο άπόλυτα τήν ύπαρξη ένός ξεχωριστού πολιτισμού όσο ή γλώσσα.1 Δέν είναι λοιπόν παράξενο πώς ή γλωσσική ιδιαιτερότη­τα έχει χρησιμοποιηθεί περισσότερο άπό όποιοδήποτε άλλο δια­κριτικό πολιτισμικό γνώρισμα γιά τόν προσδιορισμό τοϋ έθνους. Ή ίδια ή έμφάνιση τοΰ έθνικισμοϋ στή δυτική Εύρώπη έπιβεβαιώ- νει αύτήν τήν τάση, ή όποία συνανταται άπό τότε σέ πάρα πολλές έθνικιστικές ιδεολογίες. Ή σχετική ύπεροχή τοΰ γλωσσικοΰ κριτη­ρίου στον έθνικισμό μπορεΐ νά γίνει κατανοητή άπό πρακτική άπο­ψη, αν σκεφτοΰμε πώς, σέ σύγκριση μέ όποιαδήποτε άλλη πολιτι­σμική όρίζουσα, ή κατοχή ξεχωριστής γλωσσικής κληρονομιάς εί­ναι τό λιγότερο άμφισβητήσιμο τεκμήριο: μία φιλολογική έθνική

5. Γλώσσα καί θρησκεία

1. 'Α ν μή τι άλλο, όπως έχει τονίσει καί 4 γερμανδς έθνικιστής Φ. Σλαϊερμά-χερ, «ή κάθε γλώσσα άποτελεΐ καί ξεχωριστό τρόπο σκέψης, καί 8,τι βρίσκεται διατυπωμένο σέ μία γλώσσα δέν μπορεΐ νά έπαναληφθεΐ μέ τόν Γδιο τρόπο σέ κάποιαν άλλη» —παράθ. στό Ε. Kamenka, «Political Nationalism: The Evolution ofthe Idea», στό: E. Kamenka (έκδ.), Nationalism, Λονδίνο 1976, 11. Βλ. καί Ε.Hobsbawm, «Some Reflections on Nationalism», στό: T. J. Nossiter, A. H. Hanson &S. Rokkan (έκδ.), Imagination and Precision in the Social Sciences, Λονδίνο 1972, 394.

Page 143: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

142 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

παράδοση άποδεικνύεται εύκολότερα άπό όποιαδήποτε άλλη καί, παρ’ όλες τις πιθανές άμφιβολίες ή άκόμη καί διαψεύσεις πού έπιδέ- χονται όσες άξιώσεις άπορρέουν άπό αύτήν, συνεχίζει συνήθως νά παρέχει άρκετά "θετικά” στοιχεία γιά τήν τεκμηρίωση τής πολι­τισμικής ιδιαιτερότητας τοϋ έθνους.

Τό γεγονός όμως ότι ή γλώσσα προέχει στον έθνικισμό δέν καθιστά τό γλωσσικό κριτήριο ούτε μοναδικό ούτε καν άναγκαΐο. Βεβαίως, ή διόγκωση τής σπουδαιότητας τοΰ γλωσσικού προσδιο­ρισμού τοϋ έθνους χαρακτηρίζει τίς περισσότερες άπόπειρες θεω­ρητικής προσέγγισης τοΰ έθνικισμοΰ. Νομίζω πώς αύτό όφείλεται κατά κύριο λόγο στή μονόπλευρη γενίκευση τής γερμανικής ρομαν­τικής έκδοχής τοΰ έθνικισμοΰ, πού συνήθως άναγορεύεται σέ καθο­λικό πρότυπο άνάλυσης τοΰ φαινομένου. Ό γερμανικός έθνικισμός τοΰ 19ου αιώνα βασίζεται πράγματι στήν προσφυγή στή γλωσσική ιδιαιτερότητα τοΰ έθνους, πού έξηγεΐται, έν πολλοϊς, άπό τόν εύρύ- τατο θρησκευτικό καί πολιτικό κερματισμό τών Γερμανών. Παρα­μένει έτσι προσηλωμένος στήν κλασική άποψη τοΰ Χέρντερ, σύμ­φωνα μέ τήν όποία ό κόσμος είναι διαιρεμένος σέ ξεχωριστές γλωσσικές ομάδες πού άντιστοιχοΰν σέ όργανικώς διακριτέα εθνη.2 Γ ιά τόν Χέρντερ, ή γλώσσα άποτελεϊ τόν πιο ισχυρό παράγοντα γιά τόν ορισμό τοΰ έθνους, σέ βαθμό μάλιστα τέτοιο πού άκόμη καί ή άπώλεια τής πολιτικής άνεξαρτησίας νά μήν έκτιμάται ότι είναι τόσο έπικίνδυνη γιά τήν έπιβίωση τοΰ έθνους όσο ή γλωσσική του αλλοτρίωση. Ή απόλυτη ταύτιση τής γλωσσικής μέ τήν έθνική ιδιαιτερότητα χαρακτηρίζει όλο τό φάσμα τής γερμανικής έθνικι- στικής διανόησης τοΰ περασμένου αιώνα καί άποτυπώνεται καθα­

2. Ή κεντρική άρχή τής αντίληψης τοΰ Χέρντερ συμπυκνώνεται στή ρήση «Denn jedes Volk isi Volk; es hat seine National Bildung wie seine Sprachen, πού συνεπάγεται πώς «ίσα ή Ιδια ή Φύση έχει χωρίσει μέ τή γλώσσα, τά Ιθιμα καί τό χαρακτήρα, δέν έπιτρέπεται νά τά ένώσει τεχνητά ή [πολιτική] χημεία» — παραθ. στό Β. Anderson, Imagined Communities, Λονδίνο 1983, 66 καί στό: A. D. Smith, Theories o f Nationalism, Λονδίνο 21983, 181, αντίστοιχα. Βλ. άχόμη Η. Kohn, «Romanticism and the Rise of German Nationalism», The Review o f Politics 12 (1950) 443-472. Πρβλ. έπίσης F. Hertz, Nationality in History and Politics, ΝέαΎόρκη 31950, 331· E. Kedourie, Nationalism, Λονδίνο 1960, 85-89 καί K. R. Minogue, Nationalism, Νέα 'Τόρχη 1967, 59-60, 119.

Page 144: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 143

ρά στή φιλοσοφία τοϋ Φίχτε, όπου κυριαρχεί αύτή άκριβώς ή οργα­νική άντίληψη τοΰ έθνους ώς φυσικής γλωσσικής κοινότητας.3

Είναι γεγονός ότι ή ρομαντική παράδοση άσκησε τεράστια έπί- δραση στήν έξέλιξη τής έθνικιστικής ιδεολογίας, ιδιαίτερα στήν πολύγλωσση Εύρώπη τοΰ 19ου αιώνα, οδηγώντας σέ αύτό πού ό Άρνολντ Τόινμπι ονόμασε «δαίμονα τοΰ γλωσσικοΰ έθνικισμοΰ».4 Ά πό τή διαπίστωση όμως αύτή μέχρι τή γενίκευση τοΰ γλωσσικοΰ κριτηρίου σέ όλες άνεξαιρέτως τις έκδηλώσεις έθνικισμοΰ υπάρχει μεγάλη άπόσταση. Πρώτα-πρώτα, όσο κι άν ή γλωσσική ιδιαιτερό­τητα μπορεΐ νά άποτελεΐ σημαντικό στοιχείο γιά τήν έπισήμανση ξεχωριστοΰ πολιτισμικοΰ χαρακτήρα, είναι σπανίως τό μόνο δια­κριτικό του γνώρισμα, άκόμη κι όταν συμβαίνει νά κυριαρχεί. Θά ήταν συνεπώς λάθος νά συρρικνώσουμε έκ τών προτέρων τήν έννοια τής πολιτισμικής ιδιαιτερότητας τοΰ έθνους στις άποκλειστικά γλωσσικές της διαστάσεις, υποβαθμίζοντας ή άποκλείοντας τό ρό­λο άλλων διακριτικών στοιχείων καί περιορίζοντας έτσι, δίχως λό­γο, τό άναλυτικό μας πλαίσιο. Αύτή ή θεωρητική άντίληψη ίσοδυ- ναμεΐ ούσιαστικά μέ στενή άντιμετώπιση τοΰ έθνικισμοΰ ώς κινή­ματος γλωσσικής καί μόνον άπόσχισης (ένα σύνθημα πού μπορεΐ βεβαίως νά περιλαμβάνεται στούς στόχους του, άλλά πού σίγουρα δέν έξαντλεϊ τό περιεχόμενό του), ένώ, ταυτόχρονα, μας όδηγεΐ σέ όλοσχερή άδυναμία νά έρμηνεύσουμε τήν παρουσία καί τήν έπιτυ- χία τοΰ έθνικισμοΰ σέ γλωσσικά άνομοιογενεΐς περιοχές (όπως λ.χ. στά Βαλκάνια ή τόν Τρίτο Κόσμο). Θά πρέπει επιπλέον νά τονι-

3. Ή άντίληψη αύτή νομιμοποιείται άπό τή γερμανική φιλολογία τοΰ 19ου αΙώνα καί, κυρίως, άπό τά ευρέως άποδεκτά πορίσματα τοΰ Ρίχαρντ Μπάικχ [Ri­chard Bfckh], μέ τά όποια ή γλώσσα καθίσταται τό μόνο έπαρκές προσδιοριστικό κριτήριο τοΰ έθνικοΰ χαρακτήρα. Βεβαίως, ό άπόλυτος τρόπος καθορισμοΰ τοΰ Ιθνους διά τής γλώσσας υποχρέωνε τή συμπερίληψη στό γερμανικό έθνος καί των 'Εβραίων ’Ασκενάζ που όμιλοΰσαν τή Yiddish, διάλεκτο μέ σαφείς γερμανικές ρίζες. Τό γεγονός αύτό, όπως είναι ευνόητο, έφερε σέ μάλλον δύσκολη θέση τό μεταγενέστερο γερμανικό έθνικισμό μέ τΙς άντισημιτικές του προκαταλήψεις. Βλ. σχετ. Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism since 1780, Cambridge 1990,21-22. Πρβλ. P. M. Kitromilides, «'Imagined Communities’ and the Origins of the National Question in the Balkans», στό: M. Blinkhorn & T. Veremis (έκδ.), Modern Greece: Nationalism and Nationality, ’Αθήνα 1990, 34.

4. Βλ. A. J. Toynbee, A Study o f History, τ. VIII, Λονδίνο 1954, 536-537.

Page 145: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

στεΐ ότι ή έξαρχής χρησιμοποίηση τοϋ γλωσσικοΰ κριτηρίου άπό τήν έθνικιστική ιδεολογία προϋποθέτει τήν ύπαρξη γραπτής παρά­δοσης στήν έθνική γλώσσα, πράγμα πού δέν συμβαίνει σέ όλες άνεξαιρέτως τις έκδηλώσεις τοΰ έθνικιστικοΰ φαινομένου.

Ή προσκόλληση λοιπόν τής άνάλυσης τοΰ έθνικισμοϋ στό ρο­μαντικό πρότυπο άποδεικνύεται μονομερής καί άδικαιολόγητα πε­ριοριστική, άπό τή στιγμή πού σέ μεγάλο άριθμό έθνικιστικών ιδε­ολογιών τό γλωσσικό κριτήριο μπορεΐ νά μήν δεσπόζει ή νά μήν περιλαμβάνεται καν στον τρόπο προσδιορισμοΰ τής έθνικής ιδιαι­τερότητας.5 Έ τσι, γιά παράδειγμα, ό βορειοαμερικανικός, ό ιρ­λανδικός, ό ινδικός καί άλλοι έθνικισμοί έκφράστηκαν σέ γλώσσα πού όχι μόνον δέν άποτελοΰσε ιδιαίτερο πολιτισμικό γνώρισμα τών άντίστοιχων έθνών, άλλά ταυτιζόταν μέ τόν πολιτισμό τοΰ κύριου άντιπάλου τους. Τό ΐδιο θά μποροΰσε νά ειπωθεί καί γιά πολλούς άντι-άποικιοκρατικούς έθνικισμούς πού έκδηλώθηκαν χωρίς νά άναφέρονται καθόλου στή γλώσσα καί πού χρησιμοποίησαν συχνά οΐ ίδιοι τό ιδίωμα τοΰ έθνικοϋ τους έχθροΰ (γάλλου, ίσπανοΰ, πορ- τογάλου, όλλανδοΰ κ.ο.κ.).6 Άλλες πάλι έθνικιστικές ιδεολογίες, ιδίως αύτές πού δέν άναπτύχθηκαν στήν "έθνική έστία” , άλλά στή διασπορά (όπως λ.χ. ή έβραϊκή), διατυπώθηκαν καί διαδόθηκαν σέ πληθώρα γλωσσικών ιδιωμάτων, τόσων, όσες ήταν καί οί χώρες προέλευσης τών διασπαρμένων φορέων καί άποδεκτών τών έθνικι- στικών ιδεών. Ά πό τήν άλλη πλευρά, ομόγλωσσοι πληθυσμοί (όπως π.χ. οί Έλληνοκρήτες καί οί Τουρκοκρήτες) άποτέλεσαν φορείς όξύτατης έθνικιστικής άντιπαλότητας χωρίς νά τούς απα­σχολεί τό γλωσσικό κριτήριο, ένώ δέν εΐναι άγνωστες οί περιπτώ­

5. Παρά τις ευρύτατες παρεξηγήσεις στή συνταύτιση έθνους καί γλώσσας, ή διαφορά τους είχε έπισημανθεΐ σέ θεωρητικό έπίπεδο iSC καί μία έβδομηκονταετία άπό τόν Μάξ Βέμπερ. Βλ. σχετ. Μ. Weber, «Structures of Power», στό: Η. Η. Gerth & C. Wright Mills (έκδ.), From Max Weber, Λονδίνο 71970, 172-173.

6. θ ά έπρεπε ίσως νά θυμηθούμε στό σημείο αύτό τις πάμπολλες περιπτώσεις έθνών πού "συνέχονται” άπό τήν Γδια γλώσσα χωρίς νά άπεμπολοΰν τήν έθνική τους ιδιαιτερότητα. Ή αγγλική, όπως ήδη άναφέρθηχε, άποτελεΐ τήν επίσημη γλώσσα σέ έξι τουλάχιστον περιπτώσεις, ή γαλλική, ή γερμανική καί ή πορτογαλική σίγου­ρα δέν περιορίζονται στις άντίστοιχες μητρικές τους χώρες, ένώ ή ισπανική καί ήάραβική περικλείουν τουλάχιστον δέκα έθνιχά κράτη ή καθεμία.

Page 146: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΚΙΑ 145

σεις, όπου πληθυσμιακές ομάδες έπέλεξαν νά προσαρτηθοΰν σέ έθνικά κράτη μέ διαφορετική άπό τή δική τους γλώσσα.7

“Αν προχωρούσαμε άκόμη περισσότερο, θά διαπιστώναμε πώς ή ύπαρξη γλωσσικών διαφορών στό έσωτερικό μιας όμάδας δέν οδη­γεί αύτόματα καί άναγκαϊα σέ έθνικιστικές διαιρέσεις καί διαμά­χες. Πολύγλωσσα έθνη, όπως λ.χ. τό έλβετικό,8 δέν είναι διαιρεμέ­να άπό άντίστοιχους "γλωσσικούς” έθνικισμούς, ένώ, άκόμη καί στήν περίπτωση πού οί γλωσσικές ιδιαιτερότητες όδηγοϋν σέ άντι- παλότητα καί άποσχιστικές διαθέσεις γιά πολιτισμική αύτονόμη- ση, αύτό δέν σημαίνει πώς άποκτοΰν άπαραίτητα ή πάντοτε έθνι- κιστικό περιεχόμενο (όπως λ.χ. στή διάσταση Βαλλώνων καί Φλα- μανδών στό Βέλγιο ή στή διάσταση γαλλοφώνων καί άγγλοφώνων στό Κεμπέκ).

Είναι λοιπόν φανερό πώς οΰτε οί γλωσσικές διαφορές όδηγοϋν άναπόδραστα σέ αντιθέσεις έξαιτίας τής γλώσσας, άλλά οΰτε καί οΐ τελευταίες, όταν συμβαίνει νά άναπτυχθοΰν, προσλαμβάνουν άναγκαϊα έθνικιστικό χαρακτήρα. Αύτό σημαίνει πώς ό ρόλος τοΰ γλωσσικοΰ κριτηρίου στον έθνικιστικό λόγο δέν είναι δυνατόν νά προκαθοριστεί γενικά καί άπόλυτα. ‘Οταν ή γλώσσα κατεξοχήν καθορίζει τό έθνος, οφείλει νά έξετάζεται μέσα στό συγκεκριμένο πλέγμα κριτηρίων πού χρησιμοποιούνται γιά τόν προσδιορισμό τής έθνικής ταυτότητας καί σέ σχέση μέ τό βάρος τών ύπόλοιπων δια­κριτικών στοιχείων πού υπεισέρχονται κατά περίπτωση.9

7. Αύτό τουλάχιστον αποδείχθηκε στά δημοψηφίσματα πού διενεργήθηκαν με­τά τόν Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο καί ιδιαίτερα μέ τούς σλαβόφωνους τής ανατο­λικής Πρωσίας πού ψήφισαν τήν ένωση μέ τή Γερμανία, τούς σλοβενάφωνους τής Καρινθίας πού ψήφισαν τήν ένωση με τήν Αυστρία καί τούς γερμανόφωνους τής περιοχής τής πόλης Σόπρον πού ψήφισαν τήν ίνωση μέ τήν Ουγγαρία. Βλ. σχετ. Α. Cobban, The Nation State and National Self-Determination, Λονδίνο & Γλασκώβη 21969, 69-70. Πρβλ. έπίσης καί τήν περίπτωση τών Ostbelgier τοΰ Βελγίου.

8. Άλλά γιά τήν ιδιότυπη περίπτωση τοΰ έλβετικοΰ Εθνους καί τοΰ ελβετικού έθνικισμοΰ, βλ. Β. Anderson, Imagined Communities, δ.π., 123-127.

9. Μάλιστα, οί επιφυλάξεις ώς πρός τή σχετικότητα τοΰ γλωσσικοΰ κριτηρίου άφοροΰν καί στόν Ιδιο τόν αντικειμενικό προσδιορισμό τής γλωσσικής ιδιαιτερότη­τας, έφόσον δέν φαίνεται νά ύπάρχει κάποιο γενικό καί διαχρονικό μέτρο προσδιορι­σμού τών διαφορών ή όμοιοτήτων άν άμεσα σέ γλωσσικά ιδιώματα ("πλήρεις” γλώσσες, διαλέκτους, ντοπιολαλιές, patois κ.λπ.).

Page 147: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

146 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Ά πό τήν άλλη πλευρά, παρόμοιες έπιφυλάξεις δέν πρέπει νά έπισκιάσουν τις σοβαρές συνέπειες της χρήσης τοΰ γλωσσικοΰ κρι­τηρίου άπό τόν έθνικισμό. Παρόλο πού ή προσφυγή σέ γλωσσικές διαφορές δέν είναι δυνατόν νά άποτελέσει βάση γιά τήν άνάλυση και έρμηνεία όλων ανεξαιρέτως τών τύπων έθνικισμοΰ, δέν είναι καθόλου σπάνια ή ένεργητική πλέον έπέμβαση της έθνικιστικής ιδεολογίας στον τομέα αύτόν, άπό τή στιγμή πού έχει ήδη ξεκινή­σει ή διαδικασία παραγωγής τής έθνικής ταυτότητας. Άρκεϊ νά θυμηθοΰμε τήν έπιμονή τοΰ γαλλικού έθνικισμοΰ στή γλωσσική ομοιογένεια άπό τόν καιρό άκόμη τής Επανάστασης, τήν άναδρο- μική έμφαση στό γλωσσικό κριτήριο άπό τόν ιρλανδικό, τό φινλαν- δικό, τόν καταλωνικό, τό βασκικό καί τούς περισσότερους βαλκα­νικούς έθνικισμούς,'0 άλλά καί τις περιπτώσεις έκεΐνες, στις όποιες ή ιδιαίτερη έθνική γλώσσα δημιουργεΐται έπί τούτου άπό έθνικι- στές διανοούμενους, μέ σκοπό τήν προβολή τοΰ ξεχωριστού χαρα­

10. Ίσω ς ή έντυπωσιακότερη περίπτωση στά Βαλκάνια είναι αύτή τοΰ άλβανι- χοΰ έθνικισμοΰ, ό όποιος, αναζητώντας διακριτικά γνωρίσματα πού νά μή διχάζουνόπως ή θρησκεία, έπιδίδεται περί τά τέλη τοΰ 19ου καί τις άρχές τοΰ 20οΰ αιώνα στή σιωπηρή, άλλά έξαιρετικά εκτεταμένη καταγραφή καί αναμόρφωση της "έθνι­κής άλβανικής” γλώσσας. Βλ. σχετ. S. Skendi, «Beginnings of Albanian Nationalist Trends in Culture and Education (1878-1912)», Journal o f Central European Affairs12, 4 (1953) ίδιαίτ. 357-360. Ή περίπτωση τοΰ έλληνικοΰ έθνικισμοΰ είναι σέ αύτό τό σημείο μάλλον περίπλοκη. Ά πό τή μιά πλευρά, τά παραδείγματα έμφασης στό γλωσσικό κριτήριο δέν λείπουν, τουλάχιστον άπό τόν καιρό τοΰ Νεόφυτου Δούκα, ό όποιος στά 1811 προσδιορίζει τήν έκταση τοΰ έθνικοΰ σώματος μέ μονα­δικό γνώμονα τή γλώσσα — βλ. σχετ. Κ. Δημαρας, « ’Ιδεολογική υποδομή τοΰ νέου έλληνικοΰ κράτους, ή κληρονομιά τών περασμένων, οί νέες πραγματικότητες, οί νέες ανάγκες», στό: Ιστορία τοΰ Έλληνιχοϋ Έθνους, τ. I F ', Αθήνα 1977, 458- 460. Ά πό τήν άλλη πλευρά, ή γλώσσα δέν άποτελεΐ βασικό κριτήριο γιά τόν καθορισμό τής έθνικής ταυτότητας ή τόν προσδιορισμό της έκτασης τοΰ έθνικοΰ σώματος οΰτε καν κατά τή διακήρυξη της Μεγάλης ’Ιδέας άπό τόν ’Ιωάννη Κω- λέττη στά 1844 — βλ. σχετ. Σ. Πετμεζάς, «Πολιτικός αλυτρωτισμός καί έθνική ενοποίηση στήν Ελλάδα», Ίστω ρ2 (1990) 106-107. Ή γλώσσα άρχίζει νά παίζει αύτόν τό ρόλο κυρίως έξαιτίας τής μακεδονικής έμπλοκής καί τοΰ άνταγωνισμοΰ μέ άλλους χριστιανικούς έθνικισμούς. Ωστόσο, ό ελληνικός έθνικισμός βρισκόταν σέ μειονεκτική θέση ώς πρός τό ζήτημα της γλώσσας τών διεκδιχούμενων πληθυσμών, μέ άποτέλεσμα νά δώσει τελικά έμφαση στήν υποκειμενική διακρίβωση τής έθνικής ταυτότητας. Βλ. μεταξύ άλλων, Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., ό.π., 107.

Page 148: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 147

κτήρα κάποιας πληθυσμιακής ομάδας. Κανείς δέν μιλούσε γιά τήν ύπαρξη σλοβάκικης εθνότητας μέχρι τά μέσα τοϋ 19ου αιώνα, όπό­τε καί άρχισε νά κάνει τήν έμφάνισή της ή τυποποιημένη άπό τόν καθολικό κλήρο καί τόν Λουδοβίκο Στούρ φιλολογική σλοβάκική γλώσσα, ή όποία είχε προέλθει άπό τόν τεχνητό συγκερασμό διά­φορων σλαβικών διαλέκτων πού όμιλοϋντο άπό χωρικούς τών ορει­νών κοιλάδων τής βόρειας Ουγγαρίας. Παρομοίως, ή άνάπτυξη τοϋ ούκρανικοϋ έθνικισμοϋ οφείλει πάρα πολλά στήν κατασκευή (κυρι­ολεκτικά) τοϋ ούκρανικοϋ ιδιώματος άπό τόν ποιητή Τάρας Σεβ- τσένκο, ένώ έλάχιστοι θά ήταν έκεΐνοι πού θά μποροϋσαν νά φαν- ταστοϋν τήν ύπαρξη τής σερβικής έθνικής γλώσσας χωρίς τήν κα­θοριστική συμβολή τοΰ Δοσίθεου Όμπράντοβιτς κατά τά τέλη τοΰ 18ου αιώνα, ή τής τσεχικής έθνικής γλώσσας χωρίς τούς άγώνες τοΰ Γιόζεφ Ντομπρόβσκι τήν ίδια περίοδο."

Τά παραδείγματα τής εισαγωγής τοΰ γλωσσικοΰ κριτηρίου στόν έθνικιστικό λόγο έν τη γενέσει του είναι πάμπολλα (ιδιαιτέ­ρως σέ γλωσσικά άνομοιογενεΐς περιοχές όπως τά Βαλκάνια), χω­ρίς βεβαίως νά έχουν πάντοτε τήν άκραία μορφή τής έπί τούτου κατασκευής ξεχωριστής έθνικής γλώσσας γιά τήν έξυπηρέτηση τών στόχων τής έθνικιστικής ιδεολογίας. Εκείνο πού έχει σημασία άπό θεωρητική άποψη είναι νά έκτιμήσουμε πλήρως ότι ή χρησι­μοποίηση τοΰ γλωσσικοΰ κριτηρίου έξαρταται άπό πλήθος ειδικών ιστορικών συνθηκών, πού δέν είναι πάντοτε οΐ ίδιες γιά όλους τούς έθνικισμούς. Ά ρα οφείλουμε νά λάβουμε ύπόψη τήν πιθανότητα τής έκ τών υστέρων εισαγωγής τής γλωσσικής όρίζουσας στόν ύπό διαμόρφωση έθνικιστικό λόγο, άκόμη καί στις περιπτώσεις έκεΐνες

11. Βλ. σχετ. Η. Seton-Watson, Nationalism and Communism, Λονδίνο 1964, 9-10 καί Nations and States, Λονδίνο 1977,187. Ά λλα παραδείγματα «αρχιτεκτό­νων τής γλώσσας», δπως τούς ονομάζει ό Χόμπσμπομ, είναι αύτά τών Βούκ Κάρα- τζιτς καί Λ. Γκάι στήν κροατική γλώσσα καί τοΰ Χένριχ Βέργκελαντ στή νορβηγι­κή. Βλ. Ε. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 54, 60’ E. Haugen, «Dialect, Language, Nation», American Anthropologist 68 (1966) 922-935' E. Kamenka, «Po­litical Nationalism...», δ.π., 13' J. Plamenatz, «Two Types of Nationalism», στό: E. Kamenka (έκδ.), Nationalism, δ .π.,30-3ί· B. Anderson, Imagined Communities, δ.π., 71 καί P. M. Kitromilides, «"Imagined Communities” ...», δ.π., 26-33.

Page 149: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

148 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

οπου ή γλώσσα δέν συμβαίνει νά άποτελεϊ έξαρχής τό κυρίαρχο καί καθοριστικό στοιχείο της έθνικής ταυτότητας.

Ή έξέλιξη αύτή χαρακτηρίζει τήν άνάπτυξη τών περισσότερων έθνικιστικών ιδεολογιών, ιδίως κατά τή φάση πού άκολουθεΐ τήν άπόκτηση τής πολιτικής άνεξαρτησίας τοϋ έθνους. Σέ παρόμοιες περιπτώσεις, ό έθνικισμός, στό νέο καί θεσμοποιημένο πλέον ρόλο του ώς έπίσημης ιδεολογίας, άποζητεϊ συνεχώς σημεία άναφοράς γιά τήν ένίσχυση τής συνοχής τοϋ έθνικοΰ σώματος καί γιά τήν έμπέδωση καί έπέκταση τής έθνικής ομοιογένειας.12 Ή γλώσσα, στό βαθμό πού, είτε σέ ολοκληρωμένη είτε σέ έμβρυακή μορφή, είναι ήδη ένα άπό τά πολλά συστατικά στοιχεία τοΰ έθνικοΰ χαρα­

12. Δέν θά πρέπει νά αποκλείεται καί ή αντίστροφη έπέμβαση, όπως συνέβη λ.χ. στή Σοβιετική Ένωση μετεπαναστατικά, μέ τήν άναγνώριση έθνικής όντότητας σέ Τουρκομάνους — πολιτική ή όποια σκοπό είχε νά άνακάψει τό κίνημα γλωσσικής ενότητας (πού είχε αρχίσει νά καλλιεργείται περί τά τέλη τοϋ 19ου αιώνα στό πλαίσιο τοϋ παντουρκισμοϋ) καί δημιούργησε στή θέση του ξεχωριστές καί έπισή- μως αναγνωρισμένες "εθνικές” διαλέκτους (ούσμπεκιχή, τσερκεζιχή, καζάχ, καρα- καλπάκ κ.λπ.). Βλ. σχετ. Η. Davis, Toward a Marxist Theory o f Nationalism, Νέα Ύόρκη 1978, 95-99 καί 118-120- E. Kamenka, «Political Nationalism...», δ.π., 13-14 καί B. Anderson. Imagined Communities, δ.π., 48-49. Παρόμοια ήταν καί ή στάση τών σοβιετικών στό θέμα τοϋ αλφαβήτου τών τουρκομανικών πληθυσμών. Τό 1926 τό άραβικό αλφάβητο άντικαταστάθηκε άπό τό λατινικό, έτσι ώστε νά περιοριστοϋν οΐ ίσλαμικές επιδράσεις καί οί έπαφές τών Τουρχομάνων τής Ε .Σ.Σ.Δ. μέ τήν Τουρκία. Ό ταν όμως ό Κεμάλ εΐσήγαγε γιά τούς διχούς του έθνικιστικούς λόγους τό λατινικό άλφάβητο στήν Τουρκία, οί Σοβιετικοί άντέδρασαν μέ τήν έκ νέου άντιχατάσταση τοϋ λατινιχοϋ άπό τό κυριλλικό άλφάβητο — βλ. Β. Lewis, The Emergence o f Modern Turkey, Λονδίνο 1961, 426 καί W. Connor, The National Question in Marxist-Leninist Theory and Strategy, Princeton, N.J. 1984, 300-322. ’Ανάλογες περιπέτειες μέ τό άλφάβητο ύπέστησαν καί άλλες γλώσσες, όπως ή ρουμανική, ή όποία, στά 1863, στράφηκε ύπό τήν έπίδραση τοϋ έθνικισμοΰ άπό τό κυριλλικό στό λατινικό άλφάβητο, ώστε νά προβληθοϋν οί λατινογενείς χαταβολές τοΰ ρουμανικού έθνους καί ή απόσταση πού τό χώριζε άπό τούς Σλάβους — βλ. J. Fishman, «The Sociology of Language: An Interdisciplinary Social Science Approach to Language in Society», στό: T. Sebeok (έκδ.), Current Trends in Linguistics, τ. 12, Χάγη καί Παρίσι 1974, 175 καί Η. Seton-Watson, Nations and States, δ.π., 177. ’Ενδιαφέρουσα, τέλος, είναι καί ή περίπτωση τοϋ Qudc NgS, τοϋ φωνητιχοϋ αλφαβή­του μέ λατινικούς χαρακτήρες πού οί Γ άλλοι προσπάθησαν νά έπιβάλουν στό Βιε­τνάμ, γιά νά άποδυναμώσουν τούς δεσμούς μέ τήν Κίνα, άλλά καί μέ τή λόγια παράδοση τής χώρας. Βλ. σχετ. Β. Anderson, Imagined Communities, δ.π., 115.

Page 150: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 149

κτήρα, προσφέρεται ιδιαιτέρως γιά τό σκοπό αύτό. Βεβαίως, σέ άνάλογες περιπτώσεις δέν πρόκειται τόσο γιά ένεργοποίηση κά­ποιου υφιστάμενου πολιτισμικού γνωρίσματος, όσο γιά λίγο-πολύ άναδρομική κατασκευή ή άνάδειξή του. Ή γλώσσα ώς τό προσφο­ρότερο καί λιγότερο άμφισβητήσιμο ιδίωμα τοϋ έθνους ΰφίσταται έτσι τήν άναδημιουργική έπίδραση τοΰ έθνικισμοΰ: ή συστηματική καλλιέργεια της γλωσσικής ιδιαιτερότητας άπό τήν έθνικιστική ιδεολογία καταλήγει νά άναβαπτίζει τό γλωσσικό κριτήριο άπό άπλό (καί πιθανώς δευτερεΰον) πολιτισμικό γνώρισμα σέ κυρίαρχο έθνικό χαρακτηριστικό.

Αύτοΰ τοΰ τύπου οί μεταμορφώσεις στό έσωτερικό τοΰ έθνικι- στικοϋ λόγου δέν μποροΰν νά έρμηνευθοΰν άνεξάρτητα άπό τις δυσκολίες καί τά έμπόδια πού ό έθνικισμός συναντά στήν πορεία του. Οί διενέξεις μεταξύ έθνικισμών, οί έδαφικές καί πληθυσμιακές διεκδικήσεις τους, οί κίνδυνοι πολιτισμικής (καί άρα έθνικής) άλλο- τρίωσης, ή εικόνα τής έθνικής ομοιογένειας πού προβάλλεται σέ τρίτους, ή κατοχύρωση τής πολιτικής άνεξαρτησίας τοΰ έθνους άπό ξένες έπιβουλές καί άμφισβητήσεις, άποτελοΰν διαφορετικές πτυ­χές τής άνάγκης νά κατοχυρωθεί ή νά προφυλαχθεΐ ή έθνική ταυτό­τητα μέ τήν άνακήρυξη τοΰ γλωσσικοΰ κριτηρίου σέ πρωταρχικό προσδιοριστικό στοιχείο τοΰ έθνικοΰ σώματος.

Σέ γενικότερο κοινωνιολογικό έπίπεδο, μποροΰμε νά κατανοή­σουμε τις γλωσσικές έπιδόσεις τοΰ έθνικισμοΰ, άν λάβουμε ύπόψη ότι ιδίως τό γλωσσικό κριτήριο μπορεΐ νά χρησιμοποιηθεί άπό μιά ιδεολογία ή όποία άποπειραται νά\άνταποκριθεΐ στις άπαιτήσεις τής μετάβασης άπό τήν παραδοσιακή στή σύγχρονη κοινωνία. Ή γλώσσα άποτελεΐ πρόσφορο καί σύνηθες στοιχείο τής έθνικής ταυ­τότητας στό πλαίσιο μιας ιδεολογίας ή όποία είναι προϊόν τοΰ κοινωνικοΰ έκσυγχρονισμοΰ καί άποπειραται νά άνταποκριθεΐ σέ προβλήματα πού προκαλεΐ ή έκσυγχρονιστική διαδικασία. Στό βα­θμό πού ή συνοχή τής κοινότητας τείνει νά άποδεσμεύεται όλο καί περισσότερο άπό τις παραδοσιακές δομές τών άμεσων διαπροσω­πικών σχέσεων καί τοΰ προφορικοΰ λόγου, ή έμφάνιση σύγχρονων, ά-πρόσωπων καί άπο-μακρυσμένων χωρικά καί χρονικά κοινωνι­κών σχέσεων έπιβάλλει τή γενίκευση κωδικοποιημένων καί διαρ­κών, δηλαδή, σέ τελική άνάλυση, γραπτών μορφών έπικοινωνίας. Αύτές οί νέες κοινωνικές, πολιτικές, διοικητικές, οικονομικές καί

Page 151: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

150 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

ίλλες άπαιτήσεις έπικοινωνίας ύπηρετοΰνται αποτελεσματικά άπό μιά γλώσσα πού είναι τυποποιημένη καί τυπωμένη καί άρα μπορεΐ νά διαδοθεί ή νά έπιβληθεΐ σέ ολόκληρο τό φάσμα της νέας κοινότητας.13

Ή αναγόρευση λοιπόν της έθνικής γλώσσας σέ κύριο γνώρισμα, κώδικα έπικοινωνίας χα'ι συνεκτικό ιστό, τοϋ έθνους, αυτής τής νέας κοινότητας, δέν μπορεΐ νά γίνει κατανοητή δίχως άναφορά στις άνάγκες τής μεταβατικής κοινωνίας καί στις ένεργητικές άν- τιδράσεις τής έθνικιστικής ιδεολογίας.14 Ύπό αύτήν τήν έννοια, ή συνεχώς αύξανόμενη σημασία πού έχει τό γλωσσικό κριτήριο γιά τόν προσδιορισμό καί τή διατήρηση τοΰ ιδιαίτερου χαρακτήρα τοΰ έθνους πρέπει νά ιδωθεί ώς προϊόν ή έπακόλουθο τής ίδιας τής λειτουργίας τής έθνικιστικής ιδεολογίας.15 Αύτό σημαίνει πώς ή προβολή τοΰ γλωσσικοΰ κριτηρίου (όσο κι αν άντικειμενικά ύπηρε- τεΐ τις άνάγκες τής μεταπαραδοσιακής κοινωνίας — καί δέν είναι δυνατόν νά έξηγηθεΐ παρά μόνον αν τις λάβουμε ύπόψη) έξαρταται άπό τό πώς ή ίδια ή έθνικιστική ιδεολογία ορίζει καί άποτιμα τις

13. Βλ. Ο. Bauer, «The Concept of the ’Nation’», στό: T. Bottomore & P. Goode (έκδ.), Austro-Marxism, ’Οξφόρδη 1978, 103 xal σημ.' M. Weber, «Structures of Power», S.n., 178-179' F. Hertz, Nationality in History..., δ.π., 87-89' E. Gellner, Thought and Change, Λονδίνο 1964, 115' E. Haugen, «Dialect, Language, Nation», δ.π., 928' B. Anderson, Imagined Communities, δ.π., 46-49, 122' A. D. Smith, The Ethnic Origins o f Nations, ‘Οξφόρδη 1986, 133-134, 181 καί E. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., δ.π., 59-63, 93-96, 110.

14. Ή άκραία περίπτωση τοΰ κεμαλισμοΰ (έκσυγχρονισμός στό έθνος, έκσυγ- χρονισμός στή γλώσσα, Εκσυγχρονισμός στή γραφή) άποδειχνύει περισότιρο άπό όποιαδήποτε άλλη τό (θετικό) συσχετισμό έκσυγχρονισμοΰ, έθνικισμοϋ καί γλώσ­σας. Γιά τό γλωσσικό έκσυγχρονισμό καί τήν άλλαγή αλφαβήτου στήν έθνικιστική Τουρκία τοΰ Άτατούρκ, βλ. U. Heyd, Language Reform in Modern Turkey, 'Ιερου­σαλήμ 1954' B. Lewis, The Emergence o f Modern Turkey, δ.π., 270-274, 283 καί 419-430 καί D. Kushner, The Rise o f Turkish Nationalism, Λονδίνο 1977, 56-80. Γ ιά τό ευρύτερο έκσυγχρονιστικό-κοσμικό περιεχόμενο τοΰ κιμαλικοϋ έθνικισμοϋ, βλ. D. A. Rustow, «Politics and Islam in Turkey, 1920-1935», στό: R. N. Frye (έκδ.), Islam and the West, Χάγη 1957, καθώς έπίσης καί Ν. Berkes, The Development of Secularism in Turkey, Μόντρεαλ 1964.

15. Γιά τή συσχέτιση άνάμεσα στήν άνάπτυξη τοΰ έθνικισμοϋ καί τήν αύξανό­μενη σημασία τοΰ γλωσσικοΰ κριτηρίου, βλ. R. Β. Le Page, The National Question, Λονδίνο 1964.

Page 152: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 151

άνάγκες τοϋ έθνους, πριν έπιχειρήσει νά τίς Θεραπεύσει μέ έπιλογές πού έχουν συγκεκριμένο συμβολισμό. Έ τσι έξηγοΰνται γλωσσικές έπεμβάσεις πού προκαλοϋν καταρχήν έκπληξη μέ τά έπικοινωνια- κά προβλήματα πού μάλλον δημιουργοΰν παρά διευθετοϋν, 6πως λ.χ. ή άναβίωση της Iwrith στό Ισραήλ (τή στιγμή πού ή συντρι­πτική πλειονότητα τών μελών τοΰ έθνικοΰ σώματος όμιλοΰσε τήν Yiddish), ή έμμονή τοΰ ίρλανδικοΰ έθνικισμοΰ στήν ακατανόητη γιά τούς περισσότερους Ιρλανδούς Gaelic, ή άναζήτηση ενιαίας ινδικής γλώσσας μέ βάση τις διαλέκτους τών βορείων έπαρχιών, ή κατασκευή της καθαρεύουσας στήν έλληνική περίπτωση κ.ο.κ.

Ή έκμετάλλευση τοΰ γλωσσικοΰ κριτηρίου άπό τόν έθνικισμό προσλαμβάνει πολλές μορφές: προσαρμογή τής έκπαιδευτικής δια­δικασίας στις έθνικές γλωσσικές άρχές καί πρότυπα, άλλαγή το­πωνυμίων έπί τό έθνικότερον, σύσταση φιλολογικών συλλόγων, έκ­δοση βιβλίων, περιοδικών καί έφημερίδων στήν έθνική γλώσσα, συλλογή καί οργάνωση τής έθνικής γραμματολογίας, άναγόρευση έθνικών ποιητών, άναβίωση νεκρών λέξεων, κατασκευή γλωσσικών ύβριδίων μέ "έθνικώς άδιαμφισβήτητη” ρίζα, καινούργιες όνομα- τοδοσίες, ίδρυση σχολείων ή άποστολή δασκάλων τοϋ έθνικοΰ ιδι­ώματος στις μή άπελευθερωμένες περιοχές κ.ο.κ.16 Ό έκπαιδευτι- κός μέ τήν εύρεία έννοια χαρακτήρας παρόμοιων δραστηριοτήτων καταδεικνύει, ταυτόχρονα, τή συνεκτική-έξομοιωτική φροντίδα τοΰ έθνικισμοΰ, άλλά καί τή σημασία τοΰ γλωσσικοΰ κριτηρίου σέ αύτόν. Ό τα ν μάλιστα ή ύποβολή τοΰ έθνικοΰ σώματος στήν έννοια τοΰ έθνους καί τίς ύποχρεώσεις πού άπορρέουν άπό αύτήν άρχίζει νά προσλαμβάνει Θεσμικό καί μόνιμο (δηλαδή, άναγνωρισμένο καί συστηματικό) χαρακτήρα, ή άναγκαιότητα τής καθιέρωσης ένιαίου γλωσσικοΰ κώδικα καθίσταται άμεσότερη, γεγονός πού άνατροφο- δοτεΐ τήν τάση πρός τό γλωσσικό προσδιορισμό τοΰ έθνους.17 Αύτό ισχύει άκόμη περισσότερο, όταν ή ομοιογένεια τοΰ έθνικοΰ σώμα­τος δέν θεωρείται δεδομένη έξαιτίας άμεσων έξωτερικών έπιβου- λών, άνολοκλήρωτων άλυτρωτικών φιλοδοξιών, άνεπαρκοΰς συνο­

16. Δέν είναι τυχαίο πώς 6 19ος αιώνας στήν Ευρώπη ιΐναι ό "χρυο&ς αιώνας” τής φιλολογίας. Βλ. Η. Seton-Watson, Nations and States, δ.π., 11.

17. Βλ. Ε. Gellner, Thought and Change, δ.π., 158-159.

Page 153: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

152 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

χής τοϋ έθνιχοϋ σώματος κ.λπ., οπότε τό έθνικό έκπαιδευτικό σύ­στημα τείνει νά έπιβάλλει όλο καί πιο έπιτακτικά τή συνεκτική έθνική γλώσσα.

Οί γλωσσικές δραστηριότητες τής έθνικιστικής ιδεολογίας δέν σταματοϋν έδώ. Σέ πολλές περιπτώσεις ό ίδιος ό χαρακτήρας τοΰ έθνικοΰ γλωσσικοΰ ιδιώματος ύφίσταται τήν άμεση έπέμβαση τοΰ έθνικισμοΰ μέ σκοπό τόν "έξαγνισμό” του. Τά παραδείγματα είναι πάμπολλα, κι όχι μόνον άπό τόν Τρίτο Κόσμο, όπως θά άνέμενε κανείς, άλλά άπό τήν ίδια τήν κοιτίδα τοΰ έθνικισμοΰ, τή δυτική Εύρώπη, όπου έθνικιστικές ιδεολογίες τών όποιων ό λόγος δέν άμ- φισβητεΐται καθόλου, όπως ή ολλανδική, ή ισλανδική, ή νορβηγική, ή γερμανική, ή γαλλική κ.ά., δέν παύουν νά έπεμβαίνουν, σέ μικρό ή μεγάλο βαθμό, μέ σκοπό τήν άποκάθαρση τής έθνικής γλώσσας άπό παρείσακτα στοιχεία.18 Βεβαίως, ή υπογράμμιση τής καθαρό­τητας (δηλαδή τοΰ γνήσιου έθνικοΰ χαρακτήρα) μιάς γλώσσας χρησιμοποιείται, τίς περισσότερες φορές άπερίφραστα, γιά τήν κατάδειξη τής συνέχειας τοϋ έθνους στό χρόνο καί τή συνακόλουθη κατοχύρωση της μοναδικότητας τοΰ έθνικοΰ χαρακτήρα.'9 Δέν εΐ-

18. «Τά φλαμανδιχά πού διδάσκονται στό Βέλγιο σήμερα ί ϊν είναι ή γλώσσα πού οί μητέρες χαΐ οί γιαγιάδες τής Φλάνδρας μιλούσαν στά παιδιά τους: κοντολο­γίς, είναι "μητρική γλώσσα” μόνον μεταφοριχά, άλλά όχι κυριολεκτικά». Ε. Hobs- bawm, «Introduction», στό: Ε. Hobsbawm & Τ. Ranger (έχδ.), The Invention o f Tradi­tion, Cambridge 1983, 14.

19. Είναι έξαλλου γνωστά πώς ή διεκδίκηση τών πρωτείων στήν "Ιεραρχία αρχαιότητας” τών γλωσσών άποτελεϊ συνηθισμένο φαινόμεν^ σέ έθνιχισμοΰς πού επικαλούνται τή γλωσσική μοναδικότητα τών άντίστοιχων έθνών. Αύτό συμβαίνει, έπί παραδείγματι, στήν πολωνική περίπτωση, όπου ή πολωνική γλώσσα άναγορεύ- εται σέ μητέρα όλων τών σλαβικών γλωσσών, όπως έπίσης καί στίς περιπτώσεις τών Βάσχων χαί τών Ούαλλών, όπου χεντριχό στοιχείο τών δύο έθνικισμών είναι ό ισχυρισμός πώς ή εθνική γλώσσα είναι ή άρχαιότερη όμιλούμενη (Βάσκοι) ή σωζό- μενη γραπτή (Ούαλλοί). Τό πλέον άκραΐο παράδειγμα άνάλογων ισχυρισμών είναι ή λεγόμενη "θεωρία τής ήλιαχής γλώσσας” [Gune}-Dil teorisi] τοϋ τουρκικού εθνι­κισμού, σύμφωνα μέ τήν όποία όλες οί γλώσσες χαί όλοι οί πολιτισμοί έχουν τουρκι­κές καταβολές — βλ. U. Heyd, Language Reform..., δ.π., 33-34. Τό έπιχείρημα τής άρχαιότητας τής γλώσσας ύπηρετεΐ βεβαίως τό έπιχείρημα τής άρχαιότητας τοϋ έθνους άναπαράγοντας τή σύνδεση γλώσσας καί έθνους καί υποβαθμίζοντας τή σημασία τής παρουσίας μή έθνικών στοιχείων στό έθνικό ιδίωμα. Γ ιά τό τελευταίο σημείο, βλ. J. Fishman, «The Sociology of Language...», δ.π., 1974, 164.

Page 154: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΚΙΑ

ναι τυχαίο πώς όλες σχεδόν οΐ απόπειρες γλωσσικών μεταρρυθμί­σεων άποτελοϋν έκδηλώσεις ένός γενικότερου φαινομένου τής σύγ­χρονης κοινωνίας, πού άντανακλα —συχνά άπροκάλυπτα— τις έθνικιστικές φιλοδοξίες τών έμπνευστών του.20 Τέτοιες προσπά­θειες, όταν γίνονται στό πλαίσιο τοϋ έθνικοϋ κράτους καί μέ τήν ένεργό ύποστήριξή του, ένισχύονται, όπως είναι άναμενόμενο, καί άπό τις δικές του διοικητικές μέριμνες καί πρακτικές προτεραιότη­τες. Τήν έπιδίωξη τής ένιαίας γλώσσας δικαιολογεί, μέ άλλα λό­για, όχι μόνον ή άναζήτηση τεκμηρίων τής αύτοτελοΰς έθνικής υπόστασης, άλλά κα'ι ή άδήριτη γιά τις σύγχρονες μορφές πολιτι­κής οργάνωσης άνάγκη νά καθιερωθούν ομοιογενείς έπικοινωνιακοί κώδικες, πού θά έπιτρέπουν τήν ομαλή λειτουργία τής διοίκησης στό σύνολο τής έθνικής έπικράτειας. Κατά συνέπεια, ή γλώσσα τοΰ έθνικοϋ κράτους, στό βαθμό πού άποτελεΐ, ταυτοχρόνως, καί πολι­τισμική όρίζουσα καί όργανο διοίκησης, δέν μπορεΐ παρά νά είναι επίσημη — δηλαδή ενιαία, ομοιογενής, τυποποιημένη, νομική. Άλλά γιά νά γίνει αύτό, άπαιτεΐται ή ένεργητική έπέμβαση στήν ίδια τή γλώσσα: «ή διάλεκτος», όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ό Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, «θά παταχθεί)).21

Τό άποτέλεσμα πού έχουν οί έθνικιστικές έπεμβάσεις στή γλώσσα δέν είναι φυσικά προκαθορισμένο, άλλά ποικίλλει κατά περίπτωση καί χρονική στιγμή: ώς άναβίωση τής νεκρής προγονι­κής γλώσσας (βλ. Iwrith καί Gaelic), γλωσσικός υβριδισμός μέ σκοπό νά ύποδηλωθεΐ ή σύνδεση άνάμεσα στό έθνικό παρελθόν καί παρόν (βλ. τήν αύταπόδεικτη έθνικιστική βάση τής καθαρεύουσας

20. Βλ. τήν ενδιαφέρουσα συλλογή εμπειρικών μελετών τής σχέσης άνάμεσα στόν έθνικισμό καί τή γλωσσική μεταρρύθμιση στό πλαίσιο τοΰ έθνικοϋ κράτους, στό: J. A. Fishman (έκδ.), Language Problems o f Developing Countries, Νέα Ύόρκη 1968. Ή σχέση άποδεικνύει τό ανερμάτιστο της άποψης πού αντιστρέφει τις ανα­λυτικές προτεραιότητες καί επιχειρεί νά έξηγησει τό έθνικιστικό φαινόμενο διά τής γλωσσικής διαφοράς. Ό πω ς όρθώς έπισημαίνει ό Χόμπσμπομ: «Οί γλώσσες πολ- λαπλασιάζονται μέ τά κράτη καί όχι άντίστροφα». Ε. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism..., ό.π., 63.

21. Κ. Τσουκαλάς, «Παράδοση καί Εκσυγχρονισμός: Μερικά γενικότερα προ­βλήματα», στό: Δ. Γ. Τσαούσης (έπιμ.), 'Ελληνισμός - 'Ελληνικότητα, ’Αθήνα 1983,43. Γιά τή γλώσσα ώς όργανο διοίκησης στή σύγχρονη κοινωνία, βλ. I. lllich. Shadow Work, Βοστώνη καί Λονδίνο 1981, 34-51.

Page 155: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

στήν ελληνική περίπτωση), έξιδανίκευση της δημώδους (βλ. τό έπίσης εθνικιστικό περιεχόμενο τοϋ κινήματος τοΰ δημοτικι- σμοΰ),22 συγκρητισμός της λόγιας (άλλά "ξένης” ) καί της καθομι­λουμένης (άλλά "αύτόχθονος” ) γλώσσας (βλ. τή συγχώνευση της δανικής Riksmaal μέ τήν ιθαγενή Landsmaal στή νεονορβηγική Νγ· norsk καί τή θέσπιση τής ΐνδονησιακής Dienstmaleisch, πού προήλ­θε άπό τήν ένωση τής ολλανδικής μέ τοπικές διαλέκτους), τυπο­ποίηση μιας τοπικής διαλέκτου καί άναγόρευσή της σέ έθνική γλώσσα (βλ. τίς περιπτώσεις τής λεττονικής, τής λιθουανικής, τής ούκρανικής καί τής ουγγρικής) κ.λπ. Εκείνο όμως πού χαρακτηρί­ζει συλλήβδην αύτές τίς γλωσσικές μεταρρυθμίσεις είναι ότι έμπνέ- ονται άπό τήν έθνικιστική ιδεολογία (έξ οΰ καί ό κυρίαρχος ρόλος τών διανοουμένων σέ αύτές) καί ότι φιλοδοξοϋν νά δικαιώσουν τίς έκάστοτε έθνικές αξιώσεις.

Τίποτε βεβαίως δέν έγγυαται έκ τών προτέρων τήν έπιτυχία τών έπεμβάσεων. Καταρχήν, οΐ προσπάθειες τοΰ έθνικισμοΰ πρός τήν κατεύθυνση τής μιας, καθολικής καί άδιαμφισβήτητα έθνικής γλώσσας ένδέχεται νά έχουν μερικό μόνον άποτέλεσμα, δηλαδή νά έπιβάλουν τήν έπίσημη γλώσσα στό δημόσιο βίο (διοίκηση, έκπαί- δευση κ.λπ.), άλλά νά άποτύχουν νά εξαλείψουν μή έθνικές γλώσ­σες ή τοπικές διαλέκτους, πού συνεχίζουν νά όμιλοΰνται άπό τά μέλη τοΰ (κατ’ όνομα γλωσσικώς ένιαίου) έθνικοΰ σώματος. Ά πό τήν άλλη πλευρά, ή άπόπειρα νά έπιβληθεΐ ή έπίσημη έθνική γλώσσα ένδέχεται νά άποβεΐ σέ βάρος τών ίδιων τών έθνικιστικών έπιδιώξεων μέ πολύ σοβαρότερο κόστος: ή ένιαία έθνική γλώσσα μπορεΐ νά δημιουργήσει έστίες "γλωσσικών έθνικισμών” καί νά πυροδοτήσει διαθέσεις άπόσχισης άπό τό έθνικό’κράτος. Οί μερικές ή ολικές άποτυχίες αύτοΰ τοΰ τύπου βρίσκονται πίσω άπό χαρα­κτηριστικές λογικές άκροβασίες τής έθνικιστικής ιδεολογίας. Ά πό τή στιγμή πού ό έθνικισμός έμμένει στή μία καί ένιαία έθνική γλώσσα καί άδυνατεΐ νά τήν έπιβάλει, είναι ύποχρεωμένος νά κα­τασκευάσει έξαιρέσεις στον κανόνα πού ό ίδιος έχει θεσπίσει: οί

22. Γ ιά έχτεταμένη ανάλυση τής σχέσης έθνικισμοΰ καί δημοτικισμού, βλ. D. Tziovas, The Nationism o f the Demoticists and Its Impact on Their Literary Theory (1885-1930), Άμστερνταμ 1986.

Page 156: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 155

Ούγγροι πού 8έν όμιλοΰν την ούγγριχή, οί Ρουμάνοι πού ομιλούν τήν ούγγριχή, οί σλαβόφωνοι Έλληνες, οί ελληνόφωνοι ’Αλβανοί, οί τουρκόφωνοι Βούλγαροι, οί χουρδόφωνοι Τούρκοι κ.ο.κ. είναι κατηγορίες εξαιρέσεων πού μαρτυρούν τίς παρενέργειες της έμμο­νης τοϋ έπίσημου ή κρατικού έθνικισμοΰ στό ζήτημα της γλώσσας.

Τό δεύτερο σημαντικό στοιχείο τής έθνικής ταυτότητας είναι ή θρησκεία. Ό τρόπος μέ τόν όποιο ό έθνικισμός χρησιμοποιεί τή θρησκεία ώς κριτήριο πολιτισμικής διαφοροποίησης απαιτεί ιδιαί­τερη προσοχή. Πολλές έθνικιστικές ιδεολογίες άπό τά τέλη τοΰ 18ου αιώνα καί έντεΰθεν δέν άποδίδουν θρησκευτικό περιεχόμενο στήν έθνική ταυτότητα, είτε διότι άδιαφοροΰν γιά τή θρησκεία, είτε διότι τήν άποστρέφονται. Δέν έχουμε παρά νά θυμηθοΰμε σάν ακραία παραδείγματα έχθρότητας τόν άντικληρισμό πού χαρακτή­ριζε τή Γαλλική Επανάσταση ιδίως στή φάση τής Τρομοκρατίας ή τήν έμμονή τοΰ Κεμάλ Άτατούρκ στό κοσμικό, μή θρησκευτικό περιεχόμενο τοΰ τουρκικού έθνικισμοΰ. Πιο συνηθισμένη πάντως είναι ή ούδέτερη στάση πού ό έθνικισμός τηρεί άπέναντι στή θρη­σκεία, ένώ δέν είναι καθόλου σπάνιες οί περιπτώσεις εκείνες στίς όποιες ό έθνικισμός Ιχει συμβάλει στήν ύπέρβαση ή τήν άδρανο- ποίηση τών θρησκευτικών αντιθέσεων στό έσωτερικό τοΰ έθνικοΰ σώματος. Έ τσι, γιά παράδειγμα, στήν ’Αγγλία, οί μακρόχρονες καί όξύτατες διαφορές μεταξύ προτεσταντών καί καθολικών όχι μόνον δέν άπείλησαν σοβαρά τήν ένότητα καί τήν ύπόσταση τοΰ άγγλικοΰ έθνους, άλλά ύποχώρησαν σημαντικά μέ τήν έπικράτηση τών έθνικιστικών άρχών.23 Έ ούδετερότητα τοΰ έθνικισμοΰ άπέ- ναντι στή θρησκεία προσλαμβάνει συνήθως χαρακτήρα ύποβάθμι- σης τοΰ θρησκευτικοΰ κριτηρίου σέ σχέση μέ άλλες πολιτισμικές όρίζουσες. Αύτό ήταν φυσικό γιά όσους έθνικούς πληθυσμούς δέν βρέθηκαν στήν ανάγκη νά διαφοροποιηθούν άπό άλλόθρησκους γεί­τονες ή γιά έθνικά σώματα, ιδίως τής δυτικής Εύρώπης, στά όποια ή διαδικασία τοΰ κοινωνικοΰ έκσυγχρονισμοΰ ήταν παράλληλη μέ τήν πορεία τής πολιτισμικής έκκοσμίκευσης.

Παρ’ όλα αύτά, ή παρουσία τής θρησκείας στό λόγο ορισμένων

23. Βλ. Η. Kohn, «The Cenesis and Character of English Nationalism», Journal o f the History o f Ideas I, 1 (1940) ίδιαίτ. 79-94.

Page 157: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

έθνικιστικών ιδεολογιών, άνάμεσα στις όποιες συγκαταλέγονται οΐ περισσότερες βαλκανικές, δχι μόνον δέν μπορεΐ νά άγνοηθεΐ, άλλά οφείλει νά έξεταστεΐ ώς παράγοντας πρωταρχικής σημασίας. Κα­νείς, γιά παράδειγμα, δέν μπορεΐ νά άγνοήσει τό γεγονός ότι έκεΐ πού μέχρι πρό τίνος ονομαζόταν Γιουγκοσλαβία οί κύριες άντιθέ- σεις μεταξύ τών κατοίκων καί οί διακηρύξεις τους οτι άνήκουν σέ ξεχωριστά έθνη βασίστηκαν, άρχικά τουλάχιστον, καί σέ θρησκευ­τικές διαφορές πού μετατρέπονταν σέ ολοκληρωμένες έθνικές δια­κρίσεις, καθώς οί άντίστοιχες έθνικιστικές ιδεολογίες κέρδιζαν έδαφος. Ό ταν ήδη τόν 19ο αιώνα ό καθολικός Κροάτης διέκρινε άπόλυτα τόν έαυτό του άπό τόν ορθόδοξο Σέρβο μέ τόν όποιο μιλούσαν τήν ίδια λίγο-πολύ γλώσσα κι όταν ό μουσουλμάνος τής Βοσνίας, πού μιλούσε έπίσης τή σερβο-κροατική, άγωνιζόταν στά 1878 νά περιέλθει στήν αύστριακή δικαιοδοσία, δέν μένει καμία άπολύτως άμφιβολία πώς ή θρησκεία μπορεΐ πράγματι νά άναλά- βει σημαντικότατο ρόλο στόν έθνικισμό.

’Ανάλογες περιπτώσεις παρουσιάζουν ξεχωριστές δυσκολίες γιά τήν ίστορικο-κοινωνιολογική άνάλυση. 'Η παρουσία τής θρη­σκείας στό λόγο μιας ιδεολογίας πού συνοδεύει τό μετασχηματι­σμό τής κοινωνίας άπό παραδοσιακές σέ σύγχρονες οργανωτικές άρχές (πού άποτελεΐ, δηλαδή, ή ίδια προϊόν τής μετάβασης καί άπάντηση στά προβλήματά της) είναι τουλάχιστον παράδοξη. Τό γεγονός μάλιστα ότι οί περισσότερες μορφές έθνικιστικής ιδεολο­γίας φιλοδοξούν νά παράσχουν μέ τήν έπεξεργασία τής έννοιας τοϋ έθνους νέο συνεκτικό κοινωνικό ιστό σε άνΐιχατάσταση χαί τών θρησκευτικών δεσμών, πού, άνάμεσα σέ άλλους, συνείχαν τήν πα­ραδοσιακή κοινωνία, καθιστα τή διατήρηση τοΰ θρησκευτικού στοιχείου σέ ορισμένες άπό αύτές ιδιαιτέρως προβληματική. Ή πλήρης άνάλυση τής παρουσίας τοΰ θρησκευτικού στοιχείου στόν εθνικιστικό λόγο προϋποθέτει βεβαίως νά έξεταστοΰν λεπτομερώς οί συνθήκες πού σέ κάθε περίπτωση τήν έπέτρεψαν. Είναι εύνόητο πώς τέτοιου είδους ίστορική-συγκριτική άνάλυση θά δφειλε νά συμπεριλάβει έθνικισμούς έξαιρετικά άνομοιογενεΐς μεταξύ τους (σέ έσωτερική συγκρότηση, κοινωνική άναφορά καί πολιτική ση­μασία), μοναδικό κοινό στοιχείο τών όποιων θά ήταν ή δεσπόζουσα σημασία τοΰ θρησκευτικού κριτηρίου στόν προσδιορισμό τής έθνι-

Page 158: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 157

κής ταυτότητας.24 Παρόμοιες αναλύσεις δέν είναι προφανώς έπί τοϋ προκειμένου. Γι’ αύτό, τό μόνο πού έπιχειρεΐται έδώ είναι ή ΐστορικο-κοινωνιολογική διερεύνηση της παρουσίας της θρησκείας σέ μιά σύγχρονη ιδεολογία όπως ό έθνικισμός καί μέ τόν τρόπο αύτό ή αποσαφήνιση τοΰ ρόλου τοΰ θρησκευτικοΰ κριτηρίου στον προσδιορισμό της έθνικής ταυτότητας.

Καταρχήν οφείλει νά εξηγηθεί ή ΐδια ή "έξαιρετική” παρουσία τοΰ θρησκευτικοΰ στοιχείου σέ ορισμένους έθνικισμούς. Τό γεγονός ότι οί περισσότερο δυτικοευρωπαϊκοί έθνικισμοί ένσάρκωσαν τήν ιδέα τής "άποθεοποίησης” τής κοινωνικής ζωής δέν συνεπάγεται ότι ή άναζήτηση κριτηρίων γιά τόν προσδιορισμό τής έθνικής ταυτό­τητας πρέπει νά ταυτίζεται αύτόματα μέ τήν ύπέρβαση τοΰ θρη- σκευτικοΰ στοιχείου. Ή θρησκεία μπορεΐ νά συνεχίσει νά παρέχει συνεκτικά σημεία άναφορας στήν κοινότητα άτόμων πού ό έθνικι- σμός άποπειραται νά άναδείξει, άκόμη κι όταν πρόκειται γιά κοινό­τητα πού έχει πάψει πλέον νά ορίζεται άπό τόν παραδοσιακό χα­ρακτήρα τής οργάνωσής της. Επιπρόσθετα, τό ότι οί περισσότεροι δυτικοευρωπαϊκοί έθνικισμοί τοΰ 18ου καί 19ου αιώνα συνέβη όχι μόνον νά άποτελοΰν παράγωγα τοΰ έκσυγχρονισμοΰ, άλλά νά έχουν οί ίδιοι έκσυγχρονιστικό χαρακτήρα καί προοπτική (γεγονός πού έξηγεΐ τόν κατά τεκμήριο άντιθρησκευτικό καί άντικληρικό τους λόγο), δέν σημαίνει πώς οί άπανταχοΰ τής γής έθνικιστικές ιδεολο­γίες περιέχουν αύτόματα καί έκκλήσεις γιά έκσυγχρονισμό.

Ή έπισήμανση λοιπόν ότι ή γένεση τής έννοιας τοΰ έθνους άπο­τελεΐ φαινόμενο τής μεταβατικής κοινωνίας (ότι δηλαδή ή έθνικι- στική ιδεολογία άπαντα σέ προβλήματα πού προκύπτουν άπό τήν έκσυγχρονιστική διαδικασία καί τή συνακόλουθη κατάλυση τής πα­

24. Στήν κατηγορία αύτή συμπεριλαμβάνονται οί περισσότεροι βαλκανικοί εθνικισμοί (ό έλληνικός, ό σέρβικός, 6 βουλγαρικός, ό ρουμανικός, & κροατικός κ.ά.) μαζί μέ τόν πολωνικό καί τόν ιρλανδικό στήν Εύρώπη, ό έβραϊκός παγκοσμίως, ό λιβανικός, ό πακιστανιχός, ό ίνδονησιακός, ό βιρμανικός καί οί "ίσλαμικοϊ” εθνικι­σμοί τής πρώην Ε .Σ.Σ.Δ. στήν Άσία, ό ιδιότυπος έθνικισμός τών Μπόερς στήν Άφριχή κ.λπ. Γιά μιά έμπεριστατωμένη συγκριτική άνασκόπηση άνάμεσα στή θρησχεία καί τήν έθνική ταυτότητα στόν ευρωπαϊκό χώρο, βλ. J. Krejii & V. Veli- msky, Ethnic and Political Nations in Europe, Λονδίνο 1981, 225-234.

Page 159: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

158 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

ραδοσιακής κοινότητας) δέν θά πρέπει νά παρερμηνευθεΐ ώς έμμε­ση απόδοση έκσυγχρονιστικοϋ περιεχομένου στίς προτάσεις όλων άνεξαιρέτως τών έθνικισμών. Ή έθνικιστική ιδεολογία όφείλει πράγματι νά μελετηθεί ΐστορικο-κοινωνιολογικά ώς άπόπειρα από­κρισης στήν πρόκληση τοϋ έκσυγχρονισμοΰ, άλλά αύτό δέν σημαίνει πώς τό είδος τής άπάντησης πού παρέχει είναι πάντοτε τό ίδιο. Κάτι τέτοιο θά ήταν λανθασμένο, άφοΰ θά συνέφυρε άδιάκριτα έθνικισμούς μέ έντελώς διαφορετικούς προσανατολισμούς, όπως λ.χ. τόν κεμαλικό (κατεξοχήν έκσυγχρονιστικό) μέ τόν πακιστανι- κό (κατεξοχήν παραδοσιακό). Δέν θά πρέπει άκόμη νά αποκλει­στεί ή πιθανότητα νά αλλάζουν οί στάσεις τής ίδιας έθνικιστικής ιδεολογίας απέναντι στήν πρόκληση τοϋ έκσυγχρονισμοΰ. Έτσι, γιά παράδειγμα, ό έλληνικός έθνικισμός, παρά τήν παραδοσιακή ρητορεία του, έμφανίζει φάσεις έντονων άμφιταλαντεύσεων ώς πρός τήν άντιμετώπιση τοΰ έκσυγχρονισμοΰ (ιδίως μέ τή μορφή τών ένσαρκωτών ή έκφραστών του — Δύση, Εΰρώττη, Δυνάμεις κ.λπ.), σέ βαθμό πού νά άπαγορεύει όποιονδήποτε σταθερό χαρα­κτηρισμό τών σκοπεύσεών του.

*Ας έπανέλθουμε όμως στήν παρουσία τοΰ θρησκευτικοΰ στοι­χείου σέ ορισμένες έθνικιστικές ιδεολογίες. Ό τ ι πρόκειται γιά έθνικιστική χρήση τής θρησκείας δέν άποτελεϊ άπλώς λεκτικό σχή­μα. Ή παρουσία τοΰ θρησκευτικού στοιχείου στον έθνικιστικό λό­γο δηλώνει τή διαφοροποίηση τοΰ κοινωνικοΰ ρόλου της θρησκείας καί άποτελεϊ έμμεση ένδειξη πώς ή υπέρβαση τής παραδοσιακής κοινωνίας έχει άρχίσει νά συντελεϊται. Αύτό έπιβεβαιώνεται καί άπό τό ότι ή έμφάνιση τοΰ έθνικισμοΰ, κι όταν* άκόμη έχει έντονο θρησκευτικό περιεχόμενο, όπως στήν περίπτωση τών Βαλκανίων, ακολουθεί τήν άποδυνάμωση τής κοινωνικής ισχύος τοΰ κλήρου καί τήν ταυτόχρονη άνοδο έκείνων τών λαϊκών στρωμάτων, τών οποί­ων ό κοινωνικός ρόλος είναι καθ’ όλα κοσμικός (άξιωματούχων, άστών, έμπόρων, διανοουμένων κ.ά.).25 Τό γεγονός αύτό άφενός δηλώνει τή σχέση τοΰ έθνικισμοΰ μέ τήν έκσυγχρονιστική διαδικα­

25. Βλ. Κ. Η. Karpat, «Αfillets and Nationality: The Roots of the Incongruity of Nation and State in the Post-Ottoman Era», στό: B. Braude & B. Lewis (έκδ.), Christi­ans and Jews in the Ottoman Empire, τ. I, Νέα Ύόρχτ) 1982, 143, 152.

Page 160: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 159

σία καί αφετέρου σημαίνει δτι είναι λάθος νά προσπαθήσει κανείς νά συνδέσει τήν έμφάνιση τοϋ έθνικισμοϋ άποκλειστικά μέ προϋ- πάρχουσες θρησκευτικές διαφορές. Σέ δσες λοιπόν περιπτώσεις τό θρησκευτικό στοιχείο ένυπάρχει, σέ όποιαδήποτε μορφή ή ένταση, στόν έθνικιστικό λόγο, δέν άποτελεΐ ipso facto αύτοδύναμο ιστό κοινωνικής συνοχής. Άντιθέτως, αύτή του ή διάσταση χρησιμοποι­είται πλέον γιά τόν προσδιορισμό μιας νέας συλλογικότητας, τοϋ έθνους. Δέν πρόκειται λοιπόν γιά άμετάβλητη συνέχεια τής πα­ρουσίας τής θρησκείας άπό τήν παραδοσιακή στή σύγχρονη κοινω­νία, άλλά γιά εισαγωγή καί διατήρηση τής θρησκείας μέ νέα μορφή καί λειτουργία, στό πλαίσιο μιας ιδεολογίας πού εΐναι έξ όρισμοϋ κοσμική. Ή θρησκεία άλλάζει, πολιτικοποιείται, ώς πρός τις χρή­σεις καί τή λειτουργικότητά της, άφοΰ συντελεί στόν προσδιορισμό δχι πλέον μιας άπλής κοινότητας όμοδόξων, άλλά μιας καινούργι­ας πολιτισμικής καί πολιτικής όντότητας — τοΰ έθνους.

“Ας προσπαθήσουμε νά παρακολουθήσουμε συνοπτικά τή βαθύ­τατη αύτήν αλλαγή πού έπέρχεται στήν κοινωνική λειτουργία τής θρησκείας, στήν περίπτωση τοΰ έλληνικοΰ έθνικισμοϋ. Ή ορθοδο­ξία άποτέλεσε πράγματι πηγή έμπνευσης καί ένδυνάμωσης τοΰ έλληνικοΰ έθνικιστικοΰ φρονήματος καί κύριο κριτήριο προσδιορι­σμού τής ελληνικής έθνικής ταυτότητας άπό τόν καιρό άκόμη τής όθωμανικής κυριαρχίας μέχρι καί τόν 20ό αιώνα.26 *Η θρησκευτική πίστη έξισώθηκε μάλιστα μέ τήν έθνική νομιμοφροσύνη σέ τέτοιο βαθμό πού οί έννοιες Χριστιανός καί Έλλην νά καταστοΰν σχεδόν συνώνυμες καί νά όρίζονται σέ άντίθεση μέ τό ταυτόσημο ζεΰγος έννοιών Μουσουλμάνος καί Τούρκος. Ωστόσο, οί εξισώσεις αύτές Εσχυσαν μόνον μετά τήν έμφάνιση τών βαλκανικών έθνικιστικών ιδεολογιών (κυρίως τής έλληνικής) καί άποτέλεσαν σέ μεγάλο βα­θμό παράγωγα τής επεξεργασίας τών άντίστοιχων έθνικών ταυτο­τήτων πού αύτές έπιχείρησαν.27 Αντίστροφα, θά ήταν λάθος νά

26. Βλ. C. & Β. Jelavich, «The Call to Action: Religion, Nationalism, Socialism», Journal o f Central European Affairs XXIII, 1 (1963) Ιδιαίτ. 3.

27. Ή διαΑιχασΙα διά τής όποίας ή ύρβδδοξία "έλληνοποιίϊται” (καί, ώς έκ τούτου, χάν*ι τ4ν οίκουμτνικύ της χαρακτήρα) άναλύιται στΑ P. Sherrard, The Greek East and the Latin West, Λονδίνο 1959, κ£φ. 7. Πρβλ. P. M. Kitromilides,

Page 161: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

υποθέσουμε ότι ό θεσμός τοϋ millet στήν περίοδο της Τουρκοκρα­τίας (όρου πού είναι κι αυτός προϊόν τοΰ έθνικισμοΰ)28 αρχικά δέν είχε καθαρά θρησκευτικό χαρακτήρα.29 Εξίσου λάθος θά ήταν νά ύποθέσουμε ότι ό έξισλαμισμός σήμαινε αύτόματα καί έκτουρκι- σμό πριν άπό τήν άνάπτυξη τών βαλκανικών έθνικισμών καί άπό τή συνακόλουθη έμφάνιση τής έννοιας τοΰ έθνους (έλληνικοΰ, τουρ- κικοΰ κ.λπ.) ώς ξεχωριστής πολιτισμικής οντότητας μέ πολιτικές προεκτάσεις.30

Τό πρόβλημα δέν είναι λοιπόν κατά πόσον ό έθνικισμός μπορεΐ νά άποτελεΐ προέκταση τής θρησκείας στό χρόνο,3' άλλά ότι συγ­κεκριμένες έθνικιστικές ιδεολογίες μεταχειρίζονται τό θρησκευτικό συναίσθημα γιά τούς δικούς τους, άμεσα πολιτικούς, στόχους. Ή σημασία αύτής τής Θεωρητικής διάκρισης δέν μπορεΐ νά μειωθεί άπό τό γεγονός ότι έθνικισμός (έλληνικότητα) καί θρησκευτική πίστη (ορθοδοξία) καταλήγουν νά έμφανίζονται στήν έλληνική πε­ρίπτωση σέ σχεδόν άπόλυτη σύζευξη μεταξύ τους. Άντιθέτως, ή διάκριση αύτή άποδεικνύεται έμπειρικά, όταν, στό παράδειγμα, άρχίζουν νά έμφανίζονται στή Βαλκανική χριστιανικοί (καί δή όρθό-

«"Imagined Communities” ...», δ.π., 24, 33, 51-59 καί Κ. Βεργόπουλος, «Ή δυνα­μική τοΰ 1821», θεωρία xai Κοινωνία 2 (1990) 86-89.

28. Ή σημασία τοϋ όρου Τοΰρχος αποκτά έθνικά φορτισμένη σημασία μόλις στον 19ο αιώνα — βλ. σχετ. A. D. Smith, The Ethnic Origins..., δ.π., 143 καί 259 σημ.

29. Γιά τή σχέση millet, θρησκείας καί έθνικισμοΰ, βλ. Η. A. R. Gibb & Η. Α. Bowen, Islamic Society in the West, τ. I, ’Οξφόρδη 1957, 219-226' B. Braude, «Foundation Myths of the Millet System», στό: B. Braude & B. Lewis (έκδ.), Christi­ans and Jews in the Ottoman Empire, δ.π., 69-74· R. Clogg, «The Creek Millet in the Ottoman Empire», αύτ., 185-189, 192-199' R. H. Davison, «The Millets as Agents of Change in the Nineteenth-Century Ottoman Empire». r J - . 321-324,329,332-333' Κ. H. Karpat, «Millets and Nationality». i .- .. 141-143. 152-162' F. Georgeon, «Τουρκικός έθνικισμός: σέ ίνιζήτηστ, τχ',τότττχ:». Ό Π Ο '.ττ; 92-93 (1988) 55- 56 καί Ρ. Μ. Kitromilides, «"Imagined Communities"...». δ.~.. 25.

30. Βλ. σχετ. C. C. Arnakis. «The Role of Religion in th* Development of Balkan Nationalism», στό: B. & C. Jelavich (έκδ.). 77ie Balkan- w Tran-ition. Berkelev 1963. 120-126.

31. Άποψη που συναντδται συχνά σέ μελέτε: τοϋ εθνικισμού καί ιδίως σέ ορισμένες άπό τίς λεγόμενες θεωρίες έκσυγχρονισμοΰ, όπως >..χ. στό Ν. J. Smelser, Essays in Sociological Explanation, Englewood Cliffs 1968, 133-135.

Page 162: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΚΙΑ 161

8οξοι) έθνικισμοί πού άνταγωνίζονται τόν έλληνικό. Στό σημείο αύτό, ή κατασκευή τής σύμπτωσης έθνικής καί θρησκευτικής ταυτό­τητας γίνεται άπολύτως εύκρινής, καταρρίπτοντας Ιτσι όποιαδή- ποτε άπόπειρα έξομοίωσης θρησκείας καί έθνικισμοΰ.

Ή διένεξη άνάμεσα στούς χριστιανικούς έθνικισμούς τών Βαλ­κανίων συνεχίζει αναμφίβολα νά εχει κι αύτή έντονες θρησκευτικές διαστάσεις. Ό μως ή χρησιμοποίηση τοΰ θρησκευτικού κριτηρίου άπό άνταγωνιστικές πολιτικές ιδεολογίες καθίσταται πλέον προ­φανής, άφοΰ πρόκειται ούσιαστικά γιά διαφορετικές, άλλά ομοιό­τροπες προσπάθειες νά οριστεί μέ θρησκευτικά έπιχειρήματα ή έθνική ταυτότητα. Γ ιά παράδειγμα, ή ύποκατάσταση τοΰ παλιοΰ άντιθετικοΰ σχήματος άνάμεσα στούς Έλληνες/Χριστιανούς καί τούς Τούρκους/Μωαμεθανούς άπό τό άντίστοιχο άνάμεσα στούς Έ λληνες/’Ορθοδόξουςκαί τούς Βούλγαρους/’Εξαρχικούς στό δεύ­

τερο ήμισυ τοΰ 19ου αιώνα είναι καθαρά προϊόν τής διαπάλης (τής πολίτικης διαπάλης) τών νέων βαλκανικών έθνικισμών, οί όποιοι διατηροΰν ύψηλό τό θρησκευτικό τόνο τής ρητορείας τους. Στήν περίπτωση μάλιστα τοΰ βουλγαρικοΰ έθνικισμοΰ, ή θρησκευτική έπίφαση τοΰ πολιτικοΰ δόγματος είναι σχεδόν απροκάλυπτη: τό έξαρχικό σχίσμα μόνον σάν παράγωγο καθαρά θρησκευτικών δια­φορών δέν μπορεϊ νά έρμηνευθεΐ, άφοΰ, άκόμη καί στό στενό πλαί­σιο τοΰ έσωτερικοΰ άνταγωνισμοΰ τοΰ χριστιανικού ("έλληνορθό- δοξου” )32 κλήρου στήν ’Οθωμανική Αυτοκρατορία, τά αίτια πού προβάλλονται δέν είναι οί όποιες δογματικές διαφωνίες, άλλά τά "διοικητικά” (δηλαδή, πολιτικά) προβλήματα πού προκύπτουν άπό τή σύγχυση άρμοδιοτήτων μεταξύ κληρικών μέ διαφορετική έθνική προέλευση καί συνείδηση.33

32. «Είναι γεγονός ότι ή ορθόδοξη εκκλησία άπεκαλεϊτο "έλληνική", άλλά μέχρι τό δεύτερο ήμισυ τοϋ 19ου αιώνα ό όρος δέν είχε έθνική σημασία». Κ. Η. Karpal, «Millets and Nationality», δ.π., 146. Πρβλ. Π. Κονδύλης, «Ή καχεξία τοΰ άστικοΰ στοιχείου στή νεοελληνική κοινωνία καί ιδεολογία», Τά Ίστοριχά 7, 12/13 (1990) 15.

33. Βλ., μεταξύ άλλων, C. & Β. Jelavich, «The Gill to Action...», δ.π., 4. Κατ’ άνάλογο τρόπο, ή ’Εκκλησία τής Σκωτίας όρίζεται καί διαχρίνεται άπό τήν Ά γ- γλικανική [sic] ’Εκκλησία μέ πολιτικά κυρίως κριτήρια — βλ. Ε. J. Hobsbawm,

Page 163: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

162 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Τό δτι μία θρησκευτική αλλαγή όπως ή ίδρυση της ’Εξαρχίας μπορεΐ νά έρμηνευθεΐ μόνον μέ άναφορές στή διαρκώς όγκούμενη διαμάχη τών άντίπαλων βαλκανικών έθνικισμών δηλώνει καί τήν άπώλεια της αύτοδύναμης κοινωνικής λειτουργίας τής θρησκείας στό βαλκανικό χώρο κατά τόν 19ο αιώνα. Ή θρησκεία χρησιμο­ποιείται πλέον άπό τις ιδεολογικές άναζητήσεις γιά μία έντελώς καινούργια (άγνωστη γιά τήν παραδοσιακή κοινωνία) κοινότητα άτόμων, ή οποία είναι κάτι παραπάνω άπό απλώς καί μόνον θρη­σκευτική. Αύτό φαίνεται έξάλλου καί άπό τις διάφορες έκλογικεύ- σεις στις όποιες οί άντιμαχόμενες έθνικιστικές ιδεολογίες άναγκά- ζονται νά προβοϋν, γιά νά δικαιολογήσουν τούς τρόπους μέ τούς οποίους χρησιμοποιούν τό θρησκευτικό κριτήριο. ’Από τή σκοπιά τοϋ έλληνικοΰ έθνικισμοϋ, γιά παράδειγμα, ή ύποκατάσταση τής άρχικής άντιδιαστολής έθνικο-θρησκευτικών έννοιών ( Έ λλην/ Χριστιανός - Τοΰρχος/Μωαμεθανός) άπό ενα νέο άντιθετικό ζεΰ- γος ( Έ λ λ η ν /’Ορθόδοξος - Βούλγαρος/Έξαρχιχός) συνεπάγεται αντίστοιχες ιστορικές καί θρησκειολογικές έπεξεργασίες. Πρόκει­ται γιά άνακατατάξεις πού άπαιτοΰν οΐ διαφοροποιημένες πλέον άνάγκες προσδιορισμοΰ τής έλληνικής ταυτότητας, έξαιτίας άκρι- βώς τής έμφάνισης τοΰ βουλγαρικοΰ έθνικισμοϋ.

Έτσι, ό άρνητικός θρησκευτικός προσδιορισμός τοΰ έθνους άλλά- ζει περιεχόμενο, έπειδή Ιχουν έπέλθει σημαντικές διαφοροποιήσεις στήν προέλευση τοΰ έθνικοϋ κινδύνου καί σττ)ν ταυτότητα τοΰ έθνι- κοΰ έχθροΰ. Τό πρόβλημα δέν είναι πλέον ή "άπιστία” τοΰ Τούρ­κου/Μουσουλμάνου, άλλά ή "αίρεση” τοΰ Βούλγαρου/Έξαρχι- κοϋ. Στήν πρώτη όμως περίπτωση ή έπίκληση τής θρησκευτικής διαφοράς είναι λίγο-πολύ άσφαλής: ή άντιπαράθεση άνάμεσα στή χριστιανική "πίστη” καί τή μωαμεθανική "άπιστία” είναι σαφής καί άμεση (τουλάχιστον στό βαλκανικό χώρο), γ ι’ αύτό άκριβώς καί συντελεί στή σύγχυση τών έννοιών. Άντιθέτως, ή δεύτερη διά-

Nalions and Nationalism..., δ.π., 69-70. 'Α ς θυμηθούμε άκόμη τήν τρο7τή πού πήρε ίνας άλλος βαλκανικός εθνικισμός, ό ρουμανικός, ό όποιος, άντιδρώντας στόν ελλη­νικό (έθνικό) χαρακτήρα της όρθόδοζης έπίδρασης, στράφηκε, άπό τά τέλη άκόμη τοΰ 18ου αιώνα, στήν ούνιτική παράδοση. Βλ. σχετ. R. R. Florescu, «The L'niate Church: Catalyst of Romanian National Consciousness», Slavonic and East European Review ib (1967).

Page 164: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 163

κρίση, άνάμεσα στον Έ λλη να/’Ορθόδοξο καί τό Βούλγαρο/Έ- ξαρχικό, παρότι συνεχίζει νά Ιχει θρησκευτική έπίφαση, άπαιτεΐ πιο σύνθετες ιδεολογικές έπεξεργασίες πού, μέ τή σειρά τους, άπο- καλύπτουν ξεκάθαρα τήν έθνικιστική χρησιμοποίηση τής θρησκεί­ας: ή "αίρεση” τών Έξαρχικών άναφέρεται στήν παραδοσιακή ένιαία κοινότητα τής βαλκανικής χριστιανοσύνης, άρα δέν είναι τό ίδιο αύταπόδεικτη όπως ή "άπιστία” τών Μουσουλμάνων. Ή νο­μιμοποίηση λοιπόν τών νέων κατηγοριών στό πλαίσιο τοϋ ένδοχρι- στιανικοΰ έθνικιστικοΰ άνταγωνισμοΰ άπαιτεΐ άπό τήν έλληνική έθνικιστική ιδεολογία νέες καί πολυπλοκότερες απόπειρες τεκμη­ρίωσης.34 Οί λογικοί άκροβατισμοί στούς οποίους καταφεύγουν άναγκαστικά καί οί δύο έμπλεκόμενοι έθνικισμοί (έλληνικός καί βουλγαρικός) καθιστοΰν άκόμη πιο εύδιάκριτη τήν υπηρεσία τήν όποία τό θρησκευτικό στοιχείο καλείται νά προσφέρει στον έθνικι- στικό λόγο.

Θά μποροΰσε έπιπλέον νά ειπωθεί πώς ή έθνικιστική διαπάλη δημιουργεί περίεργη άντιστοιχία άνάμεσα στίς έλληνικές καί τίς βουλγαρικές ιδεολογικές αναζητήσεις γιά τήν κατάδειξη τών άντί- στοιχων έθνικών ταυτοτήτων μέ θρησκευτικά κριτήρια.35 Κάτι τέ­τοιο είναι άλλωστε φυσικό στό πλαίσιο τών άναγκαστικών έτερο- προσδιορισμών στούς οποίους έπιδίδεται ό έθνικισμός — έτερο- προσδιορισμών πού, σέ συνθήκες διαρκοΰς καί οξείας άντιπαλότη- τας, δημιουργοΰν πλέγματα ιδεολογικής άμοιβαιότητας μέ τήν παραγωγή τών άντίστοιχων έθνικιστικών λόγων, πού δέν μποροΰν παρά νά άντιδροΰν στούς έκάστοτε ισχυρισμούς τοΰ έθνικοΰ έχθροΰ. Έ τσι, κατά μία έννοια, ή εμφάνιση τοΰ βουλγαρικού έθνικισμοΰ έπιβάλλει, ιδίως μετά τό 1870, όρους "θρησκευτικής” διαμάχης στήν έλληνική έθνικιστική ιδεολογία. Ή προσπάθεια τοΰ βουλγα- ρικοΰ έθνικισμοΰ νά βρει θρησκευτική καταξίωση προκαλεϊ τήν άν- τίδραση τοΰ έλληνικοΰ έθνικισμοΰ, στήν όποία άποκαλύπτεται ό καθαρά πολιτικός χαρακτήρας τής χρήσης θρησκευτικών έπιχειρη-

34. Βλ. G. Augustinos, Consciousness and History, Νέα 'Τάρκη 1977, κεφ. 5.35. Πρβλ. Ε. Kofos, «National Heritage and National Identity in Nineteenth- and

Twentieth-Century Macedonia», στό: M. Blinlchorn & T. Veremis (έκδ.), Modern Greece..., δ.π., 106.

Page 165: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

164 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

μάτων, έφόσον ό έλληνικός έθνικισμός υποχρεώνεται νά θεωρήσει προβληματικό ένα άπό τά βασικά του έπιχειρήματα πού μέχρι τότε έκλαμβανόταν ώς αναντίρρητο δεδομένο, δηλαδή τήν ταύτιση έλληνικότητας καί ορθόδοξης χριστιανικής πίστης.36

Όμως καί τό ίδιο τό περιεχόμενο τής θρησκευτικής πίστης ύφί- σταται βαθύτατες αλλοιώσεις άπό τή στιγμή πού ένσωματώνεται στόν έθνικιστικό λόγο. Ή ιδιοποίηση τής θρησκείας (τών δογμά­των, τών τελετουργιών, τών συμβόλων) άπό τόν έθνικισμό είναι ιδιοποίηση πολιτική: είναι χρήση πού άποσκοπεΐ στόν προσδιορι­σμό, τή συσπείρωση καί τήν παρακίνηση τοϋ έθνικοϋ σώματος νά έπιτύχει άμεσους (πρακτικούς, έγκόσμιους, μή μεταφυσικούς) στό­χους, όπως ή άνεξαρτησία τοϋ έθνους. Όμως ή εισαγωγή, μέ παρό­μοιο τρόπο, θρησκευτικών έπιχειρημάτων στόν έθνικιστικό λόγο δέν μπορεΐ παρά νά άνατρέπει τήν παραδοσιακή έξάρτηση τοΰ ατόμου άπό τή θρησκεία, στό βαθμό πού ή τελευταία στερείται, μέ τήν ίδια τήν ένταξή της στόν έθνικισμό, τό μεταφυσικό της χαρα­κτήρα. Κι όταν άκόμη στηρίζεται μέ θρησκευτικά έπιχειρήματα, ή παρακίνηση σέ πράξη έμπλέκει τις πεποιθήσεις, τήν πρωτοβουλία καί τήν αύτενέργεια τοΰ άτόμου, δηλαδή τό κοσμικό (κοινωνικό, πολιτικό) "χρέος” κάθε μέλους τοϋ έθνικοϋ σώματος. Αύτό σημαί­

36. Καί μόνον τό γεγονός ότι τό θρησκευτικό στοιχείο καθίσταται πεδίο έθνικι- στικής διαμάχης έξαιτίας πολιτικών ανακατατάξεων άρχει γιά νά άποκαλύψει τή χρήση της θρησκείας άπό τόν έθνικισμό. Ή ταύτιση όρθοδοξίας καί έλληνικότητας δέν παρουσιάζει κανένα πρόβλημα γιά τόν έλληνικό έθνικισμό γιά πάρα πολύ καιρό, παρόλο πού όρθόδοξοι δηλώνουν καί άλλοι (λ.χ. οί Ρώσοι). Τό πρόβλημα δημιουρ- γεΐται, άπό τή στιγμή πού εμφανίζεται έπί σκηνής ένας καινούργιος, άμεσος καί όρατός, εθνικός κίνδυνος, ή βουλγαρική έθνικιστική Ιδεολογία, πού διεκδικεϊ δυναμι­κά τά δικαιώματα τοΰ δικοϋ της έθνους χρησιμοποιώντας άνάλογα μέ τής έλληνικής έπιχειρήματα. Ή ιδεολογική λοιπόν πρόκληση είναι όξύτατη καί ή διαπάλη πού προκύπτει διεξάγεται μέ θρησκευτικά έπιχειρήματα έξαιτίας τής πολιτιχής διένε­ξης πού έχει ήδη λάβει διαστάσεις. Παρόμοιες παρατηρήσεις μπορούν φυσικά νά γίνουν καί γιά τήν ταύτιση Τούρχου/Μουσουλμάνου (πού παρακάμπτει πλήθος άλλων μωαμεθανικών λαών, οΐ όποιοι όμως δέν άποτελοΰν έθνικό κίνδυνο), καθώς καί γιά τό Ιδιο τό ζεύγος Βούλγαρος/Αΐρετιχός (πού παραβλέπει τεράστιο άριθμό άλλων, μή όρθοδόξων, χριστιανικών πληθυσμών).

Page 166: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 165

νει πώς ή θρησκεία Ιχει πάψει πλέον νά συνεπάγεται τήν άπόλυτη έγκατάλειψη τοϋ άτόμου στίς βουλές τής θείας πρόνοια;.·'"

Ή μή αυτοδύναμη παρουσία τής θρησκείας στό κοινωνικό γί­γνεσθαι άρχίζει άπό τή στιγμή πού αύτή έντάσσεται καί χρησιμο­ποιείται σέ μία κατεξοχήν πολιτική ιδεολογία, όπως είναι ό έθνικι- σμός. Αύτή ή έξαρτημένη πλέον παρουσία σημαίνει πώς ή παραδο­σιακή κοινωνική λειτουργία καί άπήχηση πού είχε ή θρησκεία μέ τήν έννοια τής θεοδιχίας (μέ τή σημασία πού δίνει στον όρο ό Μάξ Βέμπερ)38 εχει οριστικά ύπονομευθεΐ. Ή θρησκεία δέν παρέχει πλέον άπό μόνη της τήν άπόλυτη άλήθεια, δέν μεταφέρει πλέον αυτοδικαίως τό θείο λόγο, δέν άποτελεϊ πλέον άπλώς καί μόνον τήν άπεικόνιση ή έρμηνεία τής έπουράνιας βούλησης στά έπίγεια πρά­γματα, στον κόσμο. Άντιθέτως, χρησιμοποιείται, ένταγμένη σέ ριζικά διαφορετικό άπό αύτήν ιδεολογικό σύστημα μέ διαφορετικές σκοπεύσεις καί διαφορετικά σημεία άναφοράς.

Αύτή είναι καί ή βασική διαφορά άνάμεσα σέ προηγούμενες πολιτικές λειτουργίες τής θρησκείας (οί όποιες όχι μόνον δέν άλλα­ζαν, άλλά άναπαρήγαν τό χαρακτήρα της ώς θεοδικίας — βλ. λ.χ. τίς πολιτικές προεκτάσεις τοΰ καθολικισμοΰ στό Μεσαίωνα) καί στή χρήση τής θρησκείας άπό μία έντελώς διαφορετική —μή θρη­σκευτική, μή μεταφυσική, πολιτική— σύγχρονη ιδεολογία (ή όποία άλλοιώνει άμετάκλητα τή λειτουργία καί τό χαρακτήρα της). Τό άτομο, άκόμη κι όταν αύτοπροσδιορίζεται έθνικά άπό τή θρησκευ­τική του πίστη, άποτελεϊ πλέον γνήσιο κοινωνικό ύποκείμενο: ένερ­γεΐ καί παρεμβαίνει στά γύρω του δρώμενα, προσπαθεί νά διαμορ­φώσει τό ίδιο τήν τύχη του καί τήν τύχη τοϋ συνόλου στό όποιο θεωρεί ότι άνήκει, σύμφωνα εστω μέ τίς έπιταγές τής θεότητας. Άκόμη όμως καί σέ αύτήν τήν περίπτωση, τό άτομο διατηρεί τή συνείδηση ότι ή θεϊκή έξουσία δέν είναι έγκόσμια καί ότι ή διαμόρ­φωση τής κοινωνικής πραγματικότητας είναι πρωτίστως εργο (ή ύποχρέωση) τοΰ άνθρώπου.

37. Βλ. Ε. Kedourie, «Introduction», στό: Ε. Kedourie (έκδ.), Nationalism in Asia and Africa, Νέα 'ϊ ίρ κ η & Κλήβελαντ 1970, 69-77.

38. Βλ. Μ. Weber, The Sociology o f Religion, Βοστώνη 1964, 138-150 καί «Social Psychology of the World Religions», στό: Η. H. Gerth & C. Wright Mills (έκδ.), From Max Weber, δ.π., 272-277.

Page 167: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

166 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Καί μόνον αύτό θά άρκοϋσε ίσως γιά νά καταδείξει τό σύγχρονο χαρακτήρα τοϋ φαινομένου τοΰ έθνικισμοΰ. Τό θρησκευτικό στοι­χείο, οποτε χρησιμοποιείται άπό τόν έθνικισμό, χρησιμοποιείται πολιτικά, δηλαδή, μέ έγκόσμιο, ορθολογικό, άνθρωποκεντρικό τρό­πο, καί, συνεπώς, ή δεσπόζουσα σέ ορισμένες περιπτώσεις παρου­σία αύτοΰ τοΰ στοιχείου μέσα στον έθνικιστικό λόγο κάθε άλλο παρά άποκρύπτει τίς βαθύτατες άλλαγές πού έχουν έπέλθει στό περιεχόμενο καί τή λειτουργία της θρησκείας.39 Αύτό ισχύει, άκό­μη κι όταν ή ένεργητική παρακίνηση τοΰ έθνικιστικοΰ λόγου μετα- φέρεται μέ μηνύματα θρησκευτικοΰ χαρακτήρα ή παρουσιάζεται ώς έκπλήρωση ύποχρεώσεων πού ή θεία βούληση έπιβάλλει. Πρό­κειται γιά τίς περιπτώσεις έκεΐνες στίς όποιες μποροΰμε νά διακρί­νουμε τήν παρουσία ένός «θεόπεμπτου ντεϊσμοΰ»40 (μέ τήν έννοια τής πίστης στήν ύπαρξη τής θεότητας, άλλά όχι καί στή θεία άπο- κάλυψη), σύμφωνα μέ τόν όποιο ή θεία βούληση έκφράζεται μέσα άπό τίς πράξεις τοΰ άτόμου/έθνικοΰ υποκειμένου, πού άποτελεΐ όργανό της. Ή εισαγωγή όμως της θείας πρόνοιας στον έθνικιστι- κό λόγο μέ αύτόν τόν τρόπο41 είναι ή post hoc "καθαγίαση” άντι-

39. Αύτό είναι πρόδηλο σέ ίσες περιπτώσεις ή καθοδήγηση τών θρησκευτικών θεμάτων άπό τή σύγχρονη πολιτική (έθνική) έξουσία είναι απροκάλυπτη. Παράδει­γμα τό κατ’ ουσίαν πολιτικά περιεχόμενο τών έπιχειρημάτων πού συνόδευαν τή διένεξη γιά τό Αυτοκέφαλο τής ’Εκκλησίας τής Ελλάδος ή, σέ άλλο χωρο-χρονικό πλαίσιο, ή υπογραφή τοΰ Κονκορδάτου μεταξύ ’Ιταλίας καί Βατικανού. Γ ιά αύτή τή διάσταση τοϋ Αυτοκέφαλου, βλ., μεταξύ άλλων, J. A. Petropulos, Politics and Statecraft in the Kingdom o f Greece, 1833-1843, Princeton, N.J. 1968,181' T. Vere­mis, «From the National State to the Stateless Nation, 1821-1910», στό: M. Blinkh- orn & T. Veremis (έκδ.), Modern Greece: Nationalism and Nationality, δ.π., 10 καί P. M. Kitromilides, «"Imagined Communities” ...», δ.π., 39-40.

40. A. D. Smith, Theories o f Nationalism, δ.π., 245.41. Μέ τόν προσδιορισμό δηλαδή (α) τοϋ £θνους (βλ. τις διάφορες έκδοχές της

Εννοιας τοϋ περιούσιου λαοϋ σέ πολλές έθνικιστικές ιδεολογίες) καί (β) τοΰ μέλλον­τος πού ή θεία πρόνοια έπιφυλάσσει στό έθνος (βλ. λ.χ. ιδεολογήματα, όπως ή μοίρα τοΰ έθνους, τό έθνιχό πεπρωμένο, καθώς καί έπιχειρήματα-συνθήματα τοϋ τύπου ό θεός ίβεσε τήν υπογραφή Του χάτω άπό τήν τύχη τής Ελλάδος κ.ο.κ.). Περί τής θρησκευτικής σωτηρίας μέ κοσμικό περιεχόμενο καί μέσα, βλ. Ε. Η. Kantorowicz, «Pro Patria Mori in Medieval Political Thought», The American Historical Review LVI, 3 (1951) 472-473.

Page 168: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 167

μεταφυσικών θέσεων περί τήν κοινωνική πραγματικότητα καί, μέ τήν έννοια αύτή, άποτελεΐ πράξη ούσιαστικά πολιτική.42

Τέλος, θά πρέπει νά μνημονευθεΐ τό ένδεχόμενο ή θρησκεία νά συναρταται στενά μέ τό άλλο δεσπόζον κριτήριο έθνικής ταυτότη­τας, τή γλώσσα. Ή συνάρτηση παρατηρεΐται συνήθως, δταν ή "έθνική γλώσσα” Ιχει, ιστορικά, έκφράσει τά βασικά άρθρα τής "έθνικής θρησκείας” . Μολονότι οί χαρακτηρισμοί είναι ύστεροι, ή σχέση είναι σημαντική καί άξιοποιεΐται άπό τόν έθνικισμό, δπως στήν περίπτωση τής έλληνικής όρθοδοξίας (δπου τά δόγματα τής έθνικής θρησκείας βρίσκονται διατυπωμένα στήν έθνική γλώσσα), άλλά καί στις περιπτώσεις τοϋ ΐνδικοΰ ίνδουισμοϋ [sic], τοϋ βιρμα- νικοΰ βουδισμοΰ, τοΰ ταγκαλικοΰ καθολικισμοΰ τών Φιλιππινών, τοΰ ίρανικοΰ σιιτικοΰ ίσλαμισμοΰ, τοΰ άραβικοΰ σουνιτικοΰ ισλαμι­σμού κ.ά.43

Άνακεφαλαιώνοντας, θά πρέπει νά υπογραμμίσω πάλι τή διά­κριση άνάμεσα στή θρησκεία γενικά καί τή λειτουργία πού αύτή καλείται νά έπιτελέσει σέ ορισμένους έθνικισμούς. Τό νά έπιση- μανθεΐ ό πρωταρχικός ρόλος τοΰ θρησκευτικού κριτηρίου στόν προσδιορισμό τής έθνικής ταυτότητας σέ ορισμένες έθνικιστικές ιδεολογίες δπως ή έλληνική44 δέν σημαίνει σέ καμία περίπτωση πώς ό έθνικισμός πρέπει νά έκληφθεΐ σάν προέκταση τής θρησκευ­τικής σκοποθέτησης στήν πολιτική σφαίρα. Τό αντίθετο μάλιστα. ’Ανάμεσα στήν παραδοσιακή θρησκεία καί τόν έθνικισμό πού έκφέ- ρει θρησκευτικό λόγο ύπάρχει τεράστια διαφορά. Στή δεύτερη πε­ρίπτωση πρόκειται γιά τήν "πολιτικοποίηση τής θρησκείας” 45 καί

42. θ ά μπορούσαμε Ισως (παραφράζοντας τά ίσα λέει 4 Λ. Γκολντμάν γιά τήν έπίδραση τής φυσικής φιλοσοφίας στή θρησκεία) νά ποϋμε δτι, χρησιμοποιώντας τή θρησκεία, ό έθνικισμός «άχυρώνει τήν υπερβατική έπέμβαση τής θεότητας μέ τό νά τήν ένσωματώνει στό δικό του κόσμο». L. Goldmann, The Hidden God, Λονδίνο 1964, 26.

43. Βλ. σχετ. Η. Seton-Watson, Nationalism and Communism, ό.π., 10-11 καί A. D. Smith, The Ethnic Origins..., ό.π., 138.

44. Γιά Ιλλα, άνάλογα μέ τό έλληνικά, παραδείγματα ϊντονης παρουσίας τοΰ θρησχευτιχοΰ στοιχείου σέ έθνικισμούς τής Μέσης καί ’Εγγύς 'Ανατολής, βλ. W. Cahnmann, «Religion and Nationality», American Journal o f Sociology 49 (1943/4).

45. Ή , ακριβέστερα, γιά "έθνικοποίηση τής θρησκείας” . Ή έκφραση άποχτδ

Page 169: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

168 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

όχι γιά τό άντίστροφο: πρόκειται ούσιαστικά γιά τή ριζική τροπο­ποίηση καί τής κοινωνικής λειτουργίας καί τοϋ περιεχομένου τής θρησκείας άπό μία ιδεολογία πού έπιχειρεΐ νά διαπλάσει μέ τήν έννοια τοΰ έθνους τόν πυρήνα τής κοινωνίας πού έχει διαδεχθεί τήν παραδοσιακή. Όποιαδήποτε άλλη θεώρηση τής παρουσίας τοΰ θρησκευτικοΰ στοιχείου στον έθνικισμό μπορεϊ νά οδηγήσει στήν άμβλυνση τοϋ ιδιότυπου χαρακτήρα τοΰ έθνικισμοΰ ώς σύγχρονης ιδεολογίας καί στήν παρερμηνεία τής κοινωνικής του λειτουργίας.46

σχεδόν κυριολεκτική σημασία σέ ίσες περιπτώσεις ή έθνικιστική ιδεολογία ιδιοποι­είται πληροίς καί αποκλειστικός τό συγκεκριμένο δόγμα πού θεωρεί άτι διακρίνει τό έθνος. ’Εκτός άπό τά παραδείγματα πού ήδη άναφέρθηκάν, αξίζει νά μνημονευ- θεϊ ή χαρακτηριστικότερη Γσως περίπτωση "έθνικής θρησκείας", αύτή τοϋ σιντοϊ­σμού, ό όποιος άναβιώνεται έπί τούτου άπό τόν ιαπωνικό έθνικισμό στό δεύτερο μισό τοΰ 19ου αιώνα. Βλ. σχετ. R. Ν. Bellah, «Religious Aspects of Modernization in Turkey and Japan», The American Journal o f Sociology LXIV, 1 (1958) 1 καί E. Kedourie, «Introduction», δ.π., 66-68.

46. Πρβλ. τήν ώραία εικόνα τής "πολιτικοποιημένης θρησκείας” πού συναντού­με στον Καπετάν Μιχάλη τοϋ Καζαντζάκη, στό σημείο όπου περιγράφεται ή κατή­χηση τής Έμινέ άπό τήν κυρα-Χρυσάνθη: «Κάθισε ένα βράδυ ή θεοσεβούμενη γε­ροντοκόρη στόν καναπέ κι άρχισε πάλι νά τής στοράει γιά τή ζωή καί τά θάματα τών άγίων, γιά τίς νηστείες τους καί τήν άπλυσιά καί τά κλάματα καί τή μεγάλη τους υπομονή, νά τούς δίνεις ένα μπάτσο καί νά γυρίζουν καί τό άλλο τους μάγουλο, νά τό μπατσίζεις κι αύτό. "Μά, κυρα-Χρυσάνθη μου, άντιμίλησε ή νεοφώτιστη, οί Κρητικοί δέν είναι Χριστιανοί; Πώς τό λοιπόν όταν τούς μπατσίζει ό Σουλτάνος, αύτοί άντιστέκουνται καί χιμοΰν νά τοΰ βγάλουν τά μάτια; Άλλο είναι αύτό, παιδί μου, απαντούσε ή κυρα-Χρυσάνθη κομπιασμένη, άλλο... Αύτό πού λές είναι Πατρί­δα, αύτό πού λέω έγώ είναι θρησκεία — κατάλαβες;” Δέν καταλάβαινε τίποτε ή Κερκεζα, μά μήτε καί χολόσκαγε' "έγώ θά βαφτιστώ, είχε πάρει τήν άπόφαση, θά βαφτιστώ καί θά πλένουμαΓ κι δν ένας πού δέ μοΰ άρέσει απλώσει χέρι άπάνω μου, θά τοΰ βγάλω τά μάτια. Κι 4,τ ι θέλει ας μέ κάμει ό Χριστός, σάν πεθάνω' μά όσο ζώ, έγώ θά κάνω κουμάντο!” » Ν. Καζαντζάκης, Ό Καπετάν Μ ιχάλιχ, ’Αθήνα 31974, 317.

Page 170: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Βιβλιογραφία

Β. Akzin, Stale and Nation, Λονδίνο 1964.L. Althusser, For Marx, Λονδίνο 1977.L. Althusser, « ’Ιδεολογία καί ιδεολογικοί μηχανισμοί τοΰ κράτους», στό:

Θέσεις, ’Αθήνα 41983.Β. A nderson, Imagined Communities: Reflections on the Origin and Spread

o f Nationalism, Λονδίνο 1983.E. A. Andrews, C. T. Lewis & C. Short, Harper’s Latin Dictionary: A New

Latin Dictionary, Ν έα 'Τ όρκη, Σινσιννάτι & Σ ικάγο 1879.D. Apter, «Political Religion in the New N ations», στό: C. Geertz (έκδ.), Old

Societies and New States: The Quest for Modernity in Asia and Afri­ca, Ν έα Τ όρ κη 1963.

D. E. Apter, «Introduction: Ideology and Discontent», στό: D. E. Apter(έκδ.), Ideology and Discontent, Win 'Τόρκη 1964.

H. A rendt, «Ideology and T error: A Novel Form of Government», The Revi­ew o f Politics (1953) 303-327 .

J. A. Armstrong, Nations Before Nationalism, Chapel Hill 1982.G. G. Arnakis, «The Role of Religion in the Development of Balkan Nationa­

lism», στό: B. & C. Jelavich (έκδ.), The Balkans in Transition, Berke­ley 1963.

J. P. Arnason, «Nationalism, Globalization and Modernity», Theory, Culture, and Society 7, 2-3 (1990) 207-236 .

Σ . Ά σ δρ αχά ς, Ιστορική ερευνά xai ιστορική παιδεία, ’Αθήνα, Ε Μ Ν Ε , 1982.

G. A ugustinos, «The Dynamics of Modern Greek Nationalism: The Great Idea and the Macedonian Problem», East European Quarterly VI, 4 (1973) 444-453 .

G. Augustinos, Consciousness and History. Nationalist Critics o f Greek Soci­ety, 1897-1914, Ν έα 'Τόρκη 1977.

E. Balibar, «La forme nation: histoire et idlologie», στό: E. Balibar & I.W allerstein, Race, nation, classe: Les identitSs ambigues, Παρίσι1988.

B. Barnes, Scientific Knowledge and Sociological Theory, Λονδίνο 1974.

Page 171: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

170 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Β. Barnes & D. Bloor, «Relativism, Rationalism, and the Sociology of Know­ledge», στό: M. Hollis & S. Lukes (έκδ.), Rationality and Relativism, ’Οξφόρδη 1982.

Γ . Βαρουξάκης, «"Φ αντασιακές κοινότητες” καί Μ εγάλη Ιδ έ α . Μ ιά συμβολή τοϋ Ν. Γ . Π ολίτη», Μνημών 13 (1991) 197-213.

Η. Barth, Truth and Ideology, Berkeley 1976.J. Baudrillard, The Mirror o f Production, St. Louis 1975.0 . Bauer, «The Concept of the 'N ation’» [1907 ], στό: T. B. Bottomore & P.

Goode (έκδ.), Austro-Marxism, ‘Οξφόρδη 1978.R. N. Bellah, «Religious Aspects of Modernization in Turkey and Japan»,

The American Journal o f Sociology LXIV, 1 (1958) 1-5.Γ . Βελουδής, Ό Jacob Philipp Fallmerayer καί ή γένεση τοϋ έλληνικοΰ

ιστορισμού, ’Αθήνα, Ε Μ Ν Ε , 1982.R. Bendix, «Tradition and Modernity Reconsidered», Comparative Studies in

Society and History IX, 3 (1967) 292-346 .Κ. Βεργόπουλος, Κράτος και οίχονομιχή πολιτική στόν Ι9ο αιώνα. Ή

έλληνιχή κοινωνία, 1880-1895, ’Αθήνα 1978.Κ. Βεργόπουλος, « Ή δυναμική τοΰ 1821», Θεωρία χαί Κοινωνία 2

(1990), 75-99.Θ. Βερέμης, «Κ ράτος καί Έ θνος στήν Ε λ λ ά δ α : 1821-1912», στό: Δ . Γ.

Τσαούσης (έπ ιμ .) , 'Ελληνισμός - Ελληνικότητα: ’Ιδεολογικοί χαι Βιωματικοί “Αξονες της Νεοελληνικής Κοινωνίας, ’Αθήνα 1983.

Ν. Berkes, The Development o f Secularism in Turkey, Μ όντρεαλ 1964.D. Bloor, Knowledge and Social Imagery, Λονδίνο 1976.T. B. Bottomore, Sociology: A Guide to Problems and Literature, Λονδίνο

21971.T. B. Bottomore, Political Sociology, Λονδίνο 1979.R. Boudon, «Undesired Consequences and Types of S tructures o f Systems of

Interdependence», στό: P. Blau & R. Merton (έκδ.), Continuities in Structural Inquiry, Λονδίνο 1981.

R. Boudon, The Unintended Consequences o f Social Action, Λονδίνο 1982.B. Braude, «Foundation M yths of the Millet System », στό: B. Braude & B.

Lewis (έκδ.), Christians and Jews in the Ottoman Empire: The Functioning o f a Plural Society, τ . I, Ν έα Ύόρκη 1982.

J. Breuilly, Nationalism and the State, Μ άντσεστερ 1982.J. Breuilly, «Reflections on N ationalism», Philosophy and Social Science 15

(1985) 65-75.W. Cahnmann, «Religion and N ationality», American Journal o f Sociology

49 (19 4 3 /4 4 ) 524-529 .A. Callinicos, Agency, Structure and Change in Social Theory, Cambridge

1987. '

Page 172: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 171

R. Clogg, «The Greek Millet in the Ottoman Empire», στό: B. Braude & B. Lewis (ex8.), Christians and Jews in the Ottoman Empire: The Functioning o f a Plural Society, τ . I, Ν έα 'Τ όρχη 1982.

A. Cobban, The Nation Sate and National Self-Determination, Λονδίνο & Γλασκώβη 21969.

J. S. Coleman, «Nationalism in Tropical Africa», American Political Science Review XLVIII, 2 (1954) 404-426 .

W. Connor, The National Question in Marxist-Leninist Theory and Strategy, Princeton, N.J. 1984.

P. E. Converse, «The N ature of Belief Systems in Mass Publics», στό: D. E. Apter (έκδ.), Ideology and Discontent, Ν έα Τ ό ρ χη 1964.

H. Davis, Toward a Marxist Theory o f Nationalism, Ν έα Ύ όρκη 1978.R. H. Davison, «The Millets as Agents of Change in the N ineteenth-Century

O ttom an Empire», στό: B. Braude & B. Lewis (έκδ.), Christians and Jews in the Ottoman Empire: The Functioning o f a Plural Society, τ.1, Ν έα Τ ό ρ χη 1982.

K. W. D eutsch, Nationalism and Social Communication. An Inquiry into the Foundations o f Nationality [1953], Cambridge, Mass. & Λονδίνο 21966.

Κ. Θ. Δ ημαρας, « ’Ιδεολογική υποδομή τοΰ νέου έλληνιχοΰ κράτους, ή κληρονομιά τώ ν περασμένων, οΐ νέες πρα γμα τ ικότητες, οί νέες ανάγκες», στό: Ιστορία τοϋ Έλληνιχοΰ Έθνους, τ. Ι Γ ’, ’Αθήνα1977.

Κ. Θ. Δημαρας, Έ λλψιχός Ρωμαντισμός, ’Αθήνα 1982.Π .-Ν . I. Δ ιαμαντοΰρος, « 'Ε λληνισμός καί Ε λλη νικότη τα » , στό: Δ . Γ.

Τσαούσης (έπ ιμ .) , 'Ελληνισμός - 'Ελληνικότητα: Ιδεολογικοί καί Βιωματικοί ’Αξονες τής Νεοελληνικής Κοινωνίας, ’Αθήνα 1983.

L. W. Doob, Patriotism and Nationalism, New Haven & Λονδίνο 1964.E. D urkheim , The Elementary Forms o f Religious Life [1912 ], Λονδίνο

1976.V. Ehrenberg, The Creek State, Λονδίνο 21969.R. Emerson, «Paradoxes of Asian Nationalism», Far Eastern Quarterly X III,

2 (1954) 131-142.R. Emerson, From Empire to Nation: The Rise to Self-Assertion o f Asian and

African Peoples, Cambridge, Mass. 1960.R. Emerson, «Nationalism and Political Development», The Journal o f Poli­

tics 2 2 ,1 (1960) 3 -28.P. Feyerabend, Against Method, Λονδίνο & Ν έα Τ όρ κη 21988.Β. I. Φ ίλιας, Κοινωνία χαί ’Εξουσία στήν 'Ελλάδα, τ . 1, ’Αθήνα 1985.J. A. Fishman (έκδ.), Language Problems o f Developing Countries, Ν έα

Τ ό ρ χη 1968.

Page 173: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

172 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

J. A. Fishman, «The Sociology of Language: An Interdisciplinary Social Science Approach to Language in Society», στό: T. Sebeok (έκδ.), Current Trends in Linguistics, τ . 12, Χ άγη & Παρίσι 1974.

R. R. Florescu, «The Uniate Church: Catalyst of Rum anian Nationalism», Slavonic and East European Review 45 (1967) 324-342 .

C. J. Friedrich, Man and His Government, Ν έα 'Τόρκη 1963.H.-C. Cadam er, «The Problem of H istorical Consciousness», στό: P. Rabi-

now & W. M. Sullivan (έκδ.), Interpretive Social Science: A Reader, Berkeley 1979.

C. Ceertz, «Religion as a Cultural System », στό: M. Banton (έκδ.), Anthro­pological Approaches to the Study o f Religion, Λονδίνο 1978.

E. Gellner, Thought and Change, Λονδίνο 1964.E. Gellner, Nations and Nationalism, ’Οξφόρδη 1983.E. Gellner, Culture, Identity, and Politics, Cambridge 1985.F. Georgeon, «Τουρκικός έθνικισμός: σέ άναζήτηση τα υ τότη τα ς» , Ό /7ο-

λίτης 92-93 (1988) 54-65.Η. A. R. Gibb & Η. A. Bowen, Islamic Society in the West, τ . I , ’Οξφόρδη

1957.A. Giddens, Central Problems in Social Theory, Λονδίνο 1979.A. Giddens, A Contemporary Critique o f Historical Materialism, Λονδίνο

1981.A. Giddens, The Constitution o f Society, Cambridge 1984.A. Giddens, The Nation-State and Violence, Cambridge 1985.A. Giddens, Social Theory and Modern Sociology, Cambridge 1987.A. Giddens, Sociology, Cambridge 1989.M. Ginsberg, Nationalism: A Reappraisal, Cambridge 1961.R. G irardet, «A utour de l’id6ologie nationaliste». Revue frangaise de science

politique XV, 3 (1965) 423 -445 .L. Goldmann, The Hidden God, Λονδίνο 1964.G. P. Gooch, Nationalism, Λονδίνο & Ν έα 'Τόρκη 1920.A. W. G ouldner, The Dialectic o f Ideology and Technology, Ν έα 'Τόρκη

1976.A. W. G ouldner, The Future o f Intellectuals and the Rise o f the New Class,

Λονδίνο & Basingstoke 1979.A. W. Gouldner, The Two Marxisms: Contradictions and Anomalies in the

Development o f Theory, Λονδίνο 1980.S. Grayzel, A History o f the Jews. From the Babylonian Exile to the Present,

5728-1968, Ν έα 'Τόρκη 21968.W. Gungwu, «Nationalism in Asia», στό: E. Kamenka (έκδ.), Nationalism:

The Nature and Evolution o f An Idea, Λονδίνο 1976.

Page 174: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 173

J. Habermas, «Technology and Science as Ideology», στό: Towards a Ratio­nal Society, Λονδίνο 1971.

M. Halpern, «Toward F u rther Modernization of the Study of New N ations», World Politics XVU, 1 (1964) 157-181.

M. S. Handman, «The Sentim ent of Nationalism», Political Science Quarter­ly 36 (1921) 104-121.

E. Haugen, «Dialect. Language. N ation». American Anthropologist 68(1966) 922-935 .

C. J. H. Hayes, «Nationalism. Historical Development», στό: E. R. A. Seli- gman (έκδ.), Encyclopedia o f the Social Sciences, τ . 11 , Ν έα Ύ όρκη1933.

F. H ertz, Nationality in History and Politics: A Study o f the Psychology andSociology o f National Sentiment and Character, Ν έα Ύ όρκη 31950.

F. H ertz, «W ar and National Character», Contemporary Review 171 (1947) 274-281 .

U. Heyd, Language Reform in Modern Turkey, 'Ιερουσαλήμ 1954.F. H. Hinsley, Nationalism and the International System, Λονδίνο 1973.E. J. Hobsbawm, The Age o f Revolution. Europe 1789-1848, Λονδίνο

31977.E. J. Hobsbawm, «Some Reflections on N ationalism», στό: T. J. Nossiter, A.

H. Hanson & S. Rokkan (έκδ.), Imagination and Precision in the Social Sciences: Essays in Memory o f Peter Nettl, Λονδίνο 1972.

E. J. Hobsbawm, «Introduction: Inventing Traditions», στό: E. J. Hobsbawm & T. Ranger (έκδ.), The Invention o f Tradition, Cambridge 1983.

E. J. Hobsbawm, «M ass-Producing Traditions: Europe, 1870-1914», στό: E. J. Hobsbawm & T. Ranger (έκδ.), The Invention o f Tradition, Cam­bridge 1983.

E. J. Hobsbawm, Nations and Nationalism since 1780. Programme, Myth, Reality, Cambridge 1990.

S. Hoffmann, «Obstinate or Obsolete? The Fate of the N ation-State and the Case of W estern Europe», Daedalus (1966) 862-915 .

M. H roch, Social Preconditions o f National Revival in Europe. A Comparati­ve Analysis o f the Social Composition o f Patriotic Groups among the Smaller European Nations, Cambridge 1985.

J. H utchinson, The Dynamics o f Cultural Nationalism. The Gaelic Revival and the Creation o f the Irish Nation State, Λονδίνο 1987.

I. Illich, Shadow Work, Βοστώνη & Λονδίνο 1981.W. Jaeger, Paideia: The Ideas o f Greek Culture, Ν έα Ύ όρκη 21945.J. & C. Jelavich, «The Call to Action: Religion, Nationalism, Socialism»,

Journal o f Central European Affairs X X III, 1 (1963) 3-11.

Page 175: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

174 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Η. Joas, G. Η. Mead. A Contemporary Re-Examination o f His Thought, Cambridge 1985.

J. S. Kahn & J. R. Llobera, «Towards a New Marxism or a New A nthropolo­gy?», στό: J. S. Kahn & J. R. Llobera (έκδ.), The Anthropology o f Pre-Capitalist Societies, Λονδίνο 1981.

E. Kamenka, «Political Nationalism - The Evolution of the Idea», στό: E. Kamenka (έκδ.), Nationalism: The Nature and Evolution o f An Idea, Λονδίνο 1976.

Ε. H. Kantorowicz, «Pro Patria Mori in Medieval Political Thought», The AmericaI Historical Review LV1, 3 (1951) 472-492 .

Κ. H. K arpat, «Millets and N ationality: The Roots of the Incongruity of Nation and State in the Post-O ttoman Era», στό: B. Braude & B. Lewis (έκδ.), Christians and Jews in the Ottoman Empire: The Functioning o f A Plural Society, τ. I, Ν έα 'Τόρκη 1982.

Κ. Κ αστοριάδης, Ή φαντασιαχή θέσμιση τής κοινωνίας, ’Αθήνα 21985.J. Η. K autsky, «An Essay in the Politics of D evelopment», στό: J. H. Ka-

utsky (έκδ.), Political Development in Underdeveloped Countries, Ν έα 'Τόρκη & Λονδίνο 1962.

N. Κ αζαντζάκης, Ό Καπετάν Μιχάλης, ’Αθήνα 31974.Ε. Kedourie, Nationalism, Λονδίνο 1960.Ε. K edourie, «Introduction», στό: Ε. Kedourie (έκδ.), Nationalism in Asia

and Africa, Ν έα 'Τόρκη & Κ λήβελαντ 1970.Π. Κ ιτρομηλίδης, «Τό έλληνικό κράτος ώς έθνικό κέντρο», στό: Δ . Γ.

Τσαούσης (έπ ιμ .) , 'Ελληνισμός - 'Ελληνικότητα: Ί8εολογιχοΐ καί Βιωματικοί “Αξονες τής Νεοελληνικής Κοινωνίας, ’Αθήνα 1983.

Ρ. Μ. Kitromilides, «"Imagined Communities’1 and the Origins of the N ation­al Question in the Balkans», στό: M. Blinkhorn & T. Veremis (έκδ.), Modern Greece: Nationalism and Nationality, ’Αθήνα 1990.

C. L. K line, «Some Critical Comments on Marx’s Philosophy», στό: N. Lobkowicz (έκδ.), Marx and the Western World, Notre Dame, In.1967.

E. Kofos, «National Heritage and National Identity in Nineteenth- and Twentieth-Century Macedonia», στό: M. Blinkhorn & T. Veremis (έκδ.), Modern Greece: Nationalism and Nationality, ’Αθήνα 1990.

H. K ohn, «The Genesis and Character of English Nationalism», Journal o f the History o f Ideas 1 ,1 ( 1 9 4 0 ) 69-94.

E. K ohn, The Idea o f Nationalism: A Study o f Its Origin and Background, Ν έα ’Τόρκη 1944.

H. K ohn, «Romanticism and the Rise of German Nationalism», The Review o f Politics 12 (1950) 443-472 .

Page 176: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 175

Η. Kohn, Pan-Slavism. Its History and Ideology, Ν έα Ύ όρκη 21960.H. K ohn, «Changing A frica in a Changing W orld», Current History 4 1 ,2 4 2

(1961) 194-216.'Π . Κονδύλης, « Ή καχεξία τοϋ άστικοϋ στοιχείου στή νεοελληνική κοινω­

νία καί ιδεολογία», Τά 'Ιστορικά 7, 1 2 /1 3 (1990) 3 -28.Κ. Krejci & V. Velimsky, Ethnic and Political Nations in Europe, Λονδίνο

1981.D. K ushner, The Rise o f Turkish Nationalism 1876-1908, Λονδίνο 1977. J. M. Landau, Pan-Turkism in Turkey, Λονδίνο 1981.J. Larrain, The Concept o f Ideology, Λονδίνο 1979.J. Larrain, Marxism and Ideology, Λονδίνο 1983.J. Larrain, «Stuart Hall and the Marxist Concept of Ideology», Theory,

Culture, and Society 8 , 4 (1991) 1-28.C. Lefort, «O utline of the Genesis of Ideology in Modern Societies», στό:

Political Forms o f Modern Society, Cambridge 1986.C. Legum, Pan-Africanism. A Short Political Guide, Λονδίνο 21965.P. Lekas, Marx on Classical Antiquity: Problems o f Historical Methodology,

Brighton & Ν έα Ύ όρκη 1988.Π. Λ έκ κ α ς,« ’Εθνικιστική ιδεολογία καί έθνική τα υτότη τα » , Τά Ιστορικά

6 ,1 1 (1989) 313-337 .J. Lele, «The Two Faces of Nationalism: On the Revolutionary Potential of

Tradition», στό: J. Dofny & A. Akinowo (έκδ.), National and Ethnic Movements, Beverly Hills, Calif. ’& Λονδίνο 1980.

R. B. Le Page, The National Language Question: Linguistic Problems of Newly Independent Nations, Λονδίνο 1964.

Γ. Β. Λ εονταρίτης, « Ε θνικισμός καί Διεθνισμός: Π ολιτική ’Ιδεολογία», στό: Δ . Γ. Τσαούσης (έπ ιμ .) , 'Ελληνισμός - 'Ελληνικότητα: ’Ιδεο­λογικοί και Βιωματικοί "Αξονες της Νεοελληνικής Κοινωνίας,’Αθήνα 1983.

Β. Lewis, The Emergence o f Modern Turkey, Λονδίνο 1961.Λ. Λ ιάκος, Ή ιταλική ενοποίηση χαί ή Μεγάλη ’Ιδέα, ’Αθήνα 1985.G. Lichtheim, «The Concept of Ideology», στό: The Concept o f Ideology and

Other Essays, Ν έα Ύ όρκη 1967.H. G. Liddell, R. Scott, H. S. Jones & R. McKenzie, A Greek-English Lexi­

con, ’Οξφόρδη 91940.C. Lloyd, Explanation in Social Theory, ’Οξφόρδη & Ν έα Ύ όρκη 1986.C. Mango, «Βυζαντινισμός καί Ρομαντικός Ε λληνισμός», Εποχές 46

(1967) 133-143.Κ. Mannheim, Ideology and Utopia, Λονδίνο 1972.K. M annheim , «The Problem of A Sociology of Knowledge», στό: P. Kec-

skemeti (έκδ.), Essays on the Sociology o f Knowledge, Λονδίνο 1968.

Page 177: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

176 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Κ. M annheim , «The Ideological and the Sociological Interpreta tion of In tel­lectual Phenom ena», στό: K. W olff (έκδ.), From Karl Mannheim, Ν έα Ύ όρκη 1971.

K. Marx & F. Engels, The German Ideology [1845 -46 ], Λονδίνο 1970.K. Marx, «The Eighteenth Brumaire of Louis Bonaparte» [1852], στό:

Surveys from Exile, Harmondsworth 1973.K. Marx, Grundrisse [1857 -58 ], Harmondsworth 1973.K. Marx, «Preface to A Contribution to the Critique o f Political Economy»

[1 8 5 9 ], στό: K. Marx & F. Engels, Selected Works in One Volume, Λονδίνο 1968.

K. Marx, Capital, τ . I [1867], Harmondsworth 1976.K. Marx & F. Engels, Selected Correspondence, Μ όσχα 1975.M. M atossian, «Ideologies of Delayed Industrialization: Some Tensions and

Ambiguities», Economic Development and Cultural Change 6 , 3 (1 9 5 7 /5 8 ) 217-228 .

C. H. Mead, Mind, Self and Society, Σ ικά γο 1934.K. R. Minogue, Nationalism, Ν έα Ύ όρκη 1967.C. L. Mosse, «Mass Politics and the Political Liturgy of Nationalism», στό:

E. Kamenka (έκδ.), Nationalism: The Nature and Evolution o f An Idea, Λονδίνο 1976.

K. Mostofi, Aspects o f Nationalism, Salt Lake City 1964.J. P. N etti & R. Robertson, International Systems and the Modernisation o f

Societies, Λονδίνο 1968.R. R. Palm er, «The N ational Idea in France before the Revolution», Journal

o f the History o f Ideas I, 1 (1940) 95-111 .C. Parker, Europe in Crisis, 1598-1648, Γλασκώβη 1979.A. Pepelasis, «The Image of the Past and Economic Backwardness», Human

Organization 17, 4 (1 9 5 8 /5 9 ) 19-27.Σ . Π ετμεζά ς, «Π ολιτικός αλυτρωτισμός καί έθνική ένοποίηση στήν Ε λ λ ά ­

δα», Ίστωρ 2 (1990) 95-107 .J. A. Petropulos, Politics and Statecraft in the Kingdom o f Greece, 1833-

1843, Princeton, N.J. 1968.N. Petsalis-Diomidis, Greece at the Peace Conference (1919), Θεσσαλονίκη

1978.J. Plamenatz, ’Ιδεολογία, ’Αθήνα 1981.J. Plam enatz, «Two Types o f N ationalism», στό: E. Kamenka (έκδ.), Natio­

nalism: The Nature and Evolution o f An Idea, Λονδίνο 1976. 'iK. Popper, The Open Society and Its Enemies, τ . 2, Λονδίνο 41962.M. Rader, Marx’s Interpretation o f History, Ν έα Ύ όρκη 1979.C. Ragin A D. Zaret, «Theory and Method in Comparative Research: Two

Strategies», Social Forces 61 (1983) 731-754.

Page 178: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 177

Ε. Renan, «Qu’ est-ce qu ’ une nation?» [1882 ], στό: Oevres complites, τ . I, Π αρίσι 1947.

K. Renner, «The Development of the N ational Idea» [1917 ], στά: Τ. B. Bottomore & P. Coode (έκδ.), Austro-Marxism, ’Οξφόρδη 1978.

R. I. Rotberg, «The Rise of African Nationalism: The Case of East and Central Africa», World Politics XV, 1 (1962) 75-90.

R. I. Rotberg, «African Nationalism: Concept or Confusion?», Journal o f Modern African Studies IX, 1 (1966) 33-46 .

Royal Institu te o f In ternational Affairs (R .I.I.A .), Nationalism. A Report by A Study Group, Λονδίνο 21963.

D. A. Rustow, «Politics and Islam in T urkey, 1920-1935» , στό: R. N. Frye (έκδ.), Islam and the West, Χ άγη 1957.

C. Sartori, «Politics, Ideology, and Belief Systems», The American Political Science Review LXIII, 2 (1969) 398-411 .

T. Sathyam urty, Nationalism in the Contemporary World, Λονδίνο 1983.M. Seliger, Ideology and Politics, Λονδίνο 1976.M. Seliger, The Marxist Conception o f Ideology, Cambridge 1977.H. Seton-W atson, Nationalism and Communism, Λονδίνο 1964.H. Seton-W atson, Nations and States. An Enquiry into the Origins o f Nati­

ons and the Politics o f Nationalism, Λονδίνο 1977.P. Sherrard, The Greek East and the Latin West. A Study in the Christian

Tradition, Λονδίνο 1959.S. Skendi, «Beginnings of Albanian Nationalist Trends in Culture and

E ducation (1878 -1912)» , Journal o f Central European Affairs 12, 4 (1953) 356-367 .

Ε. Σ κοπετέα , To "Πρότυπο Βασίλειο" χαί ή Μεγάλη Ίδέα. "Όφεις τοΰ έθνιχοϋ προβλήματος στήν 'Ελλάδα (1830-1880), Θεσσαλονίκη 1984.

Ν. J. Smelser, Essays in Sociological Explanation, Englewood Cliffs, N.J.1968.

A. Sm ith, The Wealth o f Nations [1776 ], Harmondsworth 1983.A. D. Sm ith, Theories o f Nationalism, Λονδίνο 21983.A. D. Sm ith, The Ethnic Origins d f Nations, ’Οξφόρδη 1986.A. D. Sm ith, «Towards a Global S tructure?», Theory, Culture, and Society

7, 2-3 (1990) 171-191.L. L. Snyder, The Meaning o f Nationalism, New Brunswick, N.J. 1954.Μ. E. Spiro, «Religion: Problems of D efinition and Explanation», στό: M.

Banton (έκδ.), Anthropological Approaches to the Study o f Religion, Λονδίνο 1978.

H. Stephanus, Thesaurus Graecae Linguae [ ' 1572 κ.έ.], Π α ρ ίσ ι31829 repr. Graz 1954, τ. 4.

Page 179: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

17Η Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

L. Sturzo, «Nationalism as an 'ism ’», στό: L. L. Snyder (έκδ.), The Dynamics o f Nationalism, Princeton, N.J. 1964.

K. Symmons-Symonolewicz, «Nationalist Movements: An Attempt at a Comparative Typology», Comparative Studies in Society and History V II, 2 (1965) 221-230 .

R. K. Tangri, «The Rise of Nationalism in Colonial Africa: The Case of Colonial Malawi», Comparative Studies in Society and History X, 2(1968) 142-161.

T. G. Tatsios, The Megali Idea and the Greek-Turkish War o f 1897: The Impact o f the Cretan Problem on Creek Irredentism, 1866-1897, Ν έα Τ όρ κη 1984.

W. I. Thomas, The Child in America, Ν έα Τ όρ κη 1928.E. P. Thom pson, The Making o f the English Working Class, Λονδίνο 31980.E. P. Thompson, The Poverty o f Theory and Other Essays, Λονδίνο 41981. J. B. Thompson, Studies in the Theory o f Ideology, Cambridge 1984.C. Tilly, «Reflections on the History of European State-Making», στό: C.

Tilly (έκδ.), The Formation o f National States in Western Europe, Princeton, N.J. 1975.

N. S. Tim asheff & G. A. T heodorson, Ιστορία κοινωνιολογικών θεωριών,Α θή να 1979.

A. J. Toynbee, A Study o f History, τ . V III, Λονδίνο 1954.H. Trevor-Roper, Jewish and Other Nationalisms, Λονδίνο 1962.Κ. Τσουκαλάς, «Παράδοση και ’Εκσυγχρονισμός: Μ ερικά γενικότερα

προβλήματα», στό: Δ . Γ . Τσαούσης (έπ ιμ .), Ελληνισμός - Ελλη­νικότητα: ‘Ιδεολογικοί καί Βιωματικοί “Αξονες τής Νεοελληνικής Κοινωνίας, Ά&ήνα 1983.

D. Tziovas, The Nationism o f the Demoticists and the Impact on TheirLiterary Theory (1885-1930), Ά μ σ τερν τα μ 1986.

Δ . Τ ζιόβα ς, Οί μεταμορφώσεις τοϋ έθνισμοϋ καί τό ιδεολόγημα τής ελλη­νικότητας στό μεσοπόλεμο, ’Αθήνα 1989.

Τ. Veremis, «Introduction», στό: Μ. Blinkhorn & Τ. Veremis (έκδ.), Modern Greece: Nationalism and Nationality, ΆΘήνα 1990.

T. Veremis, «From the National State to the Stateless Nation, 1821-1910», στό: M. Blinkhorn & T. Veremis (έκδ.), Modern Greece: Nationalism and Nationality, ’Αθήνα 1990.

I. W allerstein, Africa: The Politics o f Unity. An Analysis o f a ContemporarySocial Movement, Ν έα Τ όρ κη 1967.

I. W allerstein, «W alter Rodney: The H istorian as Spokesman for Historical Forces», American Ethnologist 12, 2 (1986) 330-336 .

F. M. W atkins, The Age o f Ideology, Englewood Cliffs, N.J. 1964.

Page 180: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 179

Μ. W eber, The Sociology o f Religion [1922 ], Βοστώνη 1964.M. W eber, «Structures of Power» [1922 ], στό: Η. H. G erth & C. W right

Mills (έκδ.), From Max Weber: Essays in Sociology, Λονδίνο 71970.M. W eber, «The Social Psychology of the W orld Religions» [1 9 2 2 /2 3 ],

στό: Η. H. G erth & C. W right Mills (έκδ.), From Max Weber: Essays in Sociology, Λονδίνο 71970.

W. F. W ertheim , «Nationalism and Leadership in Asia», Science and Society XXVI, 1 (1962) 1-14.

H. R. W ilkinson, Maps and Politics: Review o f the Ethnographic Cartogra­phy o f Macedonia, Λ ίβερπουλ 1951.

R. W illiams, Kevwords: .4 Vocabulary o f Culture and Society, Λονδίνο 1976.

P. W orsley, The Third World: .4 Vital Veu Force in International Affairs, Λονδίνο 1964.

P. W orsley, The Three Worlds: Culture and World Development, Λονδίνο 1984.

C. M. Young, «Ethnicity and the Colonial and Post-Colonial State in Africa», στό: P. Brass (έκδ.), Ethnic Groups and the State, Λονδίνο 1985.

S. Zenkovsky, Pan Turkism and Islam in Russia, Cambridge, Mass. 1960.G. Z ernatto , «Nation: The History of a W ord», The Review o f Politics 6 , 3

(1944) 351-366 .F. Znaniecki, Modern Nationalities: A Sociological Study, U rbana, III. 1952.

Page 181: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία
Page 182: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Γενιχό Εύρ«τήριο*

Ά βαροι 75 Άβασγοί 75Ά γγλοι 66, 80, 82σ., 155 'Αθηναίοι 70σ.Αιγύπτιοι 75 Αισχύλος 76 Αίσωπος 45-46

'Αλβανοί 146σ., 155 'Αλγερία 133σ.'Αλέξανδρος 69άλληλεγγύη (έθνική) 64-70 passim, 138 ίλλοζ, ίχθρόζ, ξίνος (έθνιχός) 88, 92,

130-135,144, 162 αλυτρωτισμός 88, 89σ., 112, 119 αλφάβητο, 148σ.

’Αμερική βλ. Η.Π.Α.— παναμερικανισμός 113 άνεξαρτησία (έθνική) 19,86-93 passim,

% , 110-115, 119, 121, 125, 139, 142,148, 149,164

άντικειμενισμός 27-33, 39-42 αντισημιτισμός 104 αποικιοκρατία 82, 106-108, 140, 144

Ά ραβες 104, 133σ., 167— παναραβισμός 113

'Αριστοτέλης 76αρχαιότητα 65-66, 70σ., 74

Άσδραχάς, Σ. 15σ.Ά σ ία 82σ., 106-108 passim, 157σ. Άσκενάζ 143σ.Άσσύριοι 75

Αύστραλία 140 Αύστρία 145σ.Αυτοκέφαλο 166σ.

'Αφγανιστάν 69σ.’Αφρική 61, 106-108 passim, 133σ.,

157σ.— παναφριχανισμός 113

Άψβοϋργοι 74 Άψύλιοι 75

Βαβυλώνιοι 65, 75Βαλκάνια 143, 146σ., 147, 158, 160-

163 Βαλλώνοι 145βάρβαροι 66, 70-73 passim, 130 Βαρουξάχης, Γ. 123σ.Βάσκοι 66σ., 146, 152σ.Βατικανό 166σ.Βέλγοι 145, 152σ.Βελουδής, Γ. 123σ.Βενιζέλος, Ε. 120 Βερβερίνοι 69σ., 133σ.Βεργόπουλος, Κ. 112σ., 136σ., 160σ. Βερέμης, θ . 83σ., 89σ., 166σ.Βιέννη 74Βιετναμέζοι 66, 148σ.Βιρμανοΐ 157σ., 167 Βόσνιοι 120σ., 156 βουδισμός 22, 167Βούλγαροι 125, 130, 135, 155, 157σ.,

161-164 passim

* Οί παραπομπές σέ υποσημειώσεις τοϋ κειμένου δηλώνονται μέ σ. δίπλα άπό τόν αριθμό τής σελίδας.

Page 183: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

182 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Βρετανοί 82σ., 83σ., 98σ.Βρυξέλλες 74 Βυζάντιο 123

Γάζα (Λωρίδα τής) 98σ.Γάλλοι 66 ,80 ,81 σ., 82σ., 133σ., 139,

144 ,146 ,152 Γερμανοί 14, 66σ., 81,104 ,142-143 ,

145σ., 152— παγγερμανισμός 113Γ ιουγκοσλαβία 107σ., 120, 156 γλώσσα 19, 70-73, 91, 117-118, 123,

1 3 6 ,137σ., 141-155,167— διάλεκτοι 145σ., 147, 148σ., 154— ιεραρχία αρχαιότητας 152σ.

Δεκατέσσερα Σημεία 86σ., 127σ. Δημαράς, Κ. θ . 123σ., 146σ. Δημοσθένης 73 δημοτικισμός 154 δημοψήφισμα 126-129, 145σ. Διαμαντοΰρος, Π.-Ν.Ι. 81 σ. διανοούμενοι 20 ,140, 146 ,154 ,158 Δούκας, Ν. 146σ.Δραγούμης, I. 114

Εβραίοι 61, 65, 67, 69, 77, 81, 104, 1 0 6 ,126-127σ., 143σ., 1 4 4 ,157σ.

έθνικισμός— βαλκανικοί 15, 82-83, 112, 137σ.,

138σ., 1 4 6 ,1 5 6 ,157σ.— γλωσσικός 143,145, 154— δευτερογενείς 79-82— δίχως ώνος 106— έπίσημος βλ. κρατικός— ίσλαμικοί 157σ.— Ιστορικότητα 19, 78-84 -κ ρ α τ ικ ό ς 115-116, 119-120— μακροεθνιχισμοί 113— πρωτογενείς 79-83, 97σ., 108σ.— χριστιανικοί 146σ. έθνικότητα 98, 117 έθνος 75-78— έν προθίσει 108

— ιστορικότητα 19, 64-84- καί κράτος 80-81, 85-92, 96-98,

108σ., 110σ., 115-116,119- μοναδικότητα 87, 90-92, 104, 108-

109,114 ,117 ,121-125 ,129 ,142- 144,150

— υποκειμενικός προσδιορισμός 99, 126-129

Ειρήνη Άνταλχίδειος 69σ.Ειρηνικού άρχιπελάγη 107σ. έχκοσμίκευση 49-53, 155 έκπαΐδευση 117-118, 139, 151-152

'Ελβετοί 82σ., 145 Έλληνες 16-17, 65, 70, 83 ,112 ,114 ,

117 σ., 120, 123, 125, 130-131, 139, 144, 146σ„ 155, 157σ„ 159- 164 passim

'Ελληνικότητα 124 σ., 164σ.’Εξαρχία 161-163 έξουσία 20, 46, 86 ,118

’Επανάσταση (Γαλλική) 79, 146, 155 έπιστήμη 11-12, 20, 37-42, 74

’Εσθονοί 106Ε.Σ.Σ.Δ. βλ. Σοβιετική Ένωση έτεροπροσδιορισμός (έθνικός) 131-135,

163Εύρώπη 1 6 ,6 1 ,6 6 ,6 8 ,7 9 ,8 2 ,8 3 ,9 7 ,

107σ., 108σ., 127, 133σ„ 134σ., 137σ„ 141,152,157-158

Η.Π.Α. 15, 78, 82σ., 123,140 ,144 ' Ηρόδοτος 76

θεοδικία 165 Θουκυδίδης 76 Θράκη 120θρησκεία 15 ,19 ,35,49-60,67,91, 118,

1 3 3 ,1 3 6 ,137σ., 141,142, 146σ., 155-168 ^

’Ιάπωνες 168σ.Ίδ ία ( Έθνυή) 19, 85-120,124 Ίδ ια Μεγάλη 112σ., 146σ. ιδεολογία 9-13,19, 21-63, 64, 84, 85-

Page 184: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΕΝΙΚΟ ΕΤΡΕΤΗΡΙΟ 183

86, 93-95, 111 σ , 113, 149, 165, 168

Ιθαγένεια 117 Ίνδοΐ 119 ,144 ,151 ,167 ’Ινδονήσιοι 154, 157σ.Ινδουισμός 119, 167

ΊρανοΙ 167’Ιρλανδοί 144, 146, 151, 157σ.’ Ισλάμ 68σ., 1 2 0 ,1 5 6 ,157σ., 159-163

passim, 167 ΊσλανδοΙ 152 ’Ισοκράτης 69, 70σ.’Ισπανοί 144’Ισραήλ 61, 65, 114σ., 151. Βλ. Μ σ η ς

' Εβραίοι ’Ιταλοί 81, 116, 166σ.

καζά* 148σ.Καζαντζάχης, Ν. 168σ. καθαρεύουσα 151, 153 χαθολιχισμός 147, 155-156, 165, 167 χαρα-χαλπάχ 148σ.Κορινθία 145σ.Καστοριάδης, Κ. 41 σ.Καταλανοί 146 Κεμπέχ 145Κινέζοι 6 5 -6 6 ,120σ„ 148σ. Κιτρομηλίδης, Π. 112σ., 143σ., 147σ.,

159σ., 160σ., 166σ.Κοινωνία τών Έθνών 11, 98σ., 127σ. Κοινωνιολογία (Ιστορική) 13, 21, 24,

27, 30, 3 5 -4 0 ,48 ,65 ,110 ,156 Κονδύλης, Π. 161 σ.Κονκορδάτο 166σ.Κορεάτες 66 Κούρδοι 66σ., 155χράτος (έθνικό) 10, 20, 69,80-83, 86-

89 ,92 , 97-98,106 ,109-120 ,121 , 124,130,139-140,153-154

Κροάτες 107σ., 119 ,147σ., 156 ,157σ. Κωλέττης, I. 146σ.

Λατίνοι 77Λεονταρίτης, Γ. Β. 17σ.

ΛεττονοΙ 154 Λευκο-ΡουθηνοΙ 128 Λιάχος Α. 135-136σ.Λίβανος 157σ.ΛιΘουανοί 154

Μαδρίτη 74Μακεδονία 107 σ., 1 14 ,125,135,138σ. μαχροεθνιχισμοί 113 Μάλι 94 σ. μαρξισμός 30-33Μεσαίωνας, Μέσοι Χρόνοι 65-66, 68,

70, 74 ,123 ,165 μουσουλμανισμός βλ. Ίσλάμ Μπόερς 157σ. μωαμεθανισμός βλ. Ίσλάμ

Νορβηγοί 147σ., 152 Ντάντσιχ 89σ.

Ξενοφών 76

’Οθωμανοί 81-82 ,120 ,125 ,161 'Ολλανδοί 82σ„ 144,152 ,154 Όμηρος 76’Οργανισμός ’Ηνωμένων Έθνών 11,

98σ.’Ορθοδοξία 156 ,159-161,164,167 ΟύαλλοΙ 152σ.Ούγγροι 145σ., 147,154, 155 Ουκρανοί 61, 147, 154 Ούνία 162σ. ούσμπεχιχή 148σ.

παιδεία (έθνιχή) βλ. έχπαίδευση Παχιστανο189σ., 119 ,139 ,157σ., 158 Παλαιστίνιοι 98σ.Παρίσι 120— Συνθήκες 127σ.Παστοΰν 69σ. πατρΐζ 70σ.Παύλος 77 Πέρσες 69, 76 Πετμεζάς, Σ. 112σ„ 146σ.

Page 185: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

184 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Πίνδαρος 76 Πλάτων 76 πόλεμος— Άγγλιχ&ς Εμφύλιος 79— ΒαλχοτνιχοΙ 114— έθνιχοΐ 68— Έκατονταετής 62, 74— Παγκόσμιος Α' 127σ., 145σ.— Παγκόσμιος Β' 107σ.— παραδοσιακής κοινωνίας 67— Πελοποννησιαχός 74— Περσικοί 67, 74— τών Ρόδων 74πολιτική 9-10, 15, 19-20, 32, 44, 59,

71,80-82,85-97 passim, 101,107, 109, 113-125 passim, 129, 137, 139 ,142,149,164-167

πολιτισμός 19,83, 90-93, 96-97,101, 105-107, 109, 117-118, 121-129 passim, 138, 140, 141-145 passim, 149-155 passim

Πολωνοί 7 9 ,1 0 4 ,1 2 8 ,152σ., 157σ. Πορτογάλοι 98σ., 144 Πράγα 74 ΠρΙπετ 128 Πρωσία 145σ.

Ρομαντισμός 142-144 Ρουμάνοι 125,148σ., 155,157 σ., 162σ. Ρωμαίοι 65, 67, 68σ., 70 Ρώσοι 61, 104, 164σ.

Σέρβοι 107 σ., 120, 125, 147, 156, 157σ.

σιντοϊσμός 168σ.Σχοπετέα, Ε. 123σ.Σχόπια 107σ.Σχώτοι 69σ., 161 σ.Σλάβοι 70, 1 4 7 ,148σ.— πανσλαβισμός 113 Σλοβάχοι 147 Σλοβένοι 145σ.Σοβιετική Ένωση 107σ., 137σ., 148σ.,

157σ.

ΣομαλοΙ 66σ.Σόπρον 145σ. σοσιαλισμός 22, 61 σουνιτισμός 167 Σοφοκλής 76 Σπαρτιάτες 69-70 Σταυροφορίες 66 στερεότυπα (έθνιχά) 131 συμβολισμοί (έθνιχοΐ) 138-139 συμφέρον 46συνείδηση (έθνική) 100σ., 118-119,

126-129,161 σώμα (έθνικό) 89, 9 2 ,100ο., 105-108

passim, 113, 116, 118-119, 125- 126, 128, 134, 137σ„ 148, 152, 154-155,164

ταγχαλισμός 167 τάζεις 20ταυτότητα (έθνιχή) 16, 19, 66, 70-71,

80, 87, 90-92, 98, 104, 108, 116- 120 ,121-140 ,146 ,148 ,149 ,152 , 155 ,157 ,161 ,163 ,167

Τζανοί 75Τζιόβας, Δ. 124σ., 154σ. τοσχανική 72Τούρκοι 75σ., 8 2 ,1 13σ., 120,130,135,

139,144,148σ., 150σ.,152σ.,155, 159-162 passim

— παντουρχισμός 113, 148σ. Τουρκομάνοι 148σ.Τρίτος Κόσμος 14 ,82 ,104 ,134σ., 140,

143,152 Τσαούσης, Δ. Γ. 38σ. τσερχεζιχή 148σ.Τσέχοι 147Τουκαλδς, Κ. 111σ., 116σ., 153

Ίυπηκοότητα 98 υποκειμενισμός 27, 30

Φίλιας, Β. I. 112σ.Φιλιππίνες 167 Φιλισταΐοι 75

Page 186: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΕΝΙΚΟ ΕΤΡΕΤΗΡΙΟ 185

Φίλιππος 69φιλολογία 138, 141, 143σ., 151ΦινλανδοΙ 146ΦλαμανδοΙ 145, 152σ.φυλή 67, 69σ., 113 ,122-123 ,131σ.

χαρακτήρα (έθνικός) βλ. ταυτότητα Χετταίοι 75χριστιανισμός 22, 68σ., 77, 81, 159-

163 passim —

Akzin, Β. 97 σ.Althusser, L 38σ., 117σ.American Dream 123 Anderson, Β. 12σ., 13σ., 64σ., 65σ.,

78σ., 79σ., 83σ., 87 σ., 94σ., 105σ., 122σ., 125σ., 142σ., 145σ., 147σ., 148σ., 150σ.

Andrews, Ε. Α. 77 σ.Apter, D. 44α., 64-65σ., 118σ.Arendt, Η. 51 σ.Argenlinidad 124 σ.Armstrong, J. A. 71 σ.Arnolds, G. G. 160σ.Arnason, J. P. 79σ., 97σ., 99σ. Attaturk, Κ. βλ. Kemal, Μ.Augustinos, G. 135σ., 139σ., 163σ.

Balibar, Ε. 110®., 116σ.Barnes, Β. 42α.Barruel, Α. 78σ.Barth, Η. 118σ.Baudrillard, J. 32σ.Bauer, Ο. 89σ., 106σ., 122σ., 150σ. Bellah, R. Ν. 168σ.Bendix, R. 49σ.Berkes, Ν. 150σ.Bloor, D. 40σ., 42σ.Biickh, R. 143σ.Borst, Α. 72σ.Bottomore, Τ. Β. 12σ., 87 σ.Boudon, R. 28σ.Bowen, Η. Α. 160σ.

Braude, Β. 160σ.Braude, Β. 160σ.Breuilly, J. 9σ., 13σ., 17σ., 79σ., 86σ.

Cahnmann, W. 167 σ.Callinicos, Α. 27 σ.Gcero 77 Qogg, R. 160σ.Cobban, A. 98σ„ 145σ.Coleman, J. S. 107σ., 132σ.Connor, W. 148σ.Converse, P. E. 43 σ.Cubanidad 124σ.

Davis, Η. 148σ.Davison, R. H. 160o. d’ Azeglio, M. 116Deutech, K. W. Ι8σ„ 70σ., 99σ„ ΙΟΟσ.,

128σ., 130σ.DienstmaJeiscb 154 Dobrovsky, J. 147Doob, L. W. 18σ., 35σ., 64σ., 97σ.,

ΙΟΟσ., 122σ, 131 σ.Durkheim, Ε. 23, 35σ., 117

Ehrenberg, V. 77σ.Emerson, R. 86σ., 88σ., 89σ., 94σ.,

106σ., 107σ, 128σ., 134σ.Engels, F. 31 σ., 33σ.Englishness 124σ. ethnie 102-104

Fallmerayer, J. P. 123 Feyerabend, P. 18σ., 42σ.Fichte, I. G. 143Fishman, J. Α. 148σ., 152σ., 153σ. Florescu, R. R. 162σ.Friedrich, C. J. 45σ.

Gadamer, H.-G. 42σ.Gaelic 151, 153 Gaj, L 147 σ.Geertz, C. 59 σ.Gellner, Ε. 86σ., 99σ., 105, 108σ.,

Page 187: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

125σ., 126ο., 150σ„ 151α. Georgeon, F. 82σ., 83σ., 115ο., 160σ. Geschich tlichkeit 42 σ.Cibb, H.A.R. 160σ.Giddens, Α. 14σ., 26, 27σ., 28σ., 29ο.,

50ο„ 53ο., 79σ„ 87ο., 94ο., 96σ., 120ο.

Ginsberg, Μ. 96σ.Cinzberg, Α. βλ. Ha'am, A.Girardet, R. 9σ., 78σ.Goldmann, L 52o., 57σ., 167o.Gooch, G. P. 88o.Gouldner, A. W. 12o., 13o„ 18, 30o.,

320., 33o., 39o., 41, 42o., 50o., 51 o., 54, 58ο., 63ο., 94ο., 95σ., l l l o .

Grayzel, S. 127 o.Gungwu, W. 107o.Gunef-DH teorisi 152o.

Ha’am, A. 126σ.Habermas, J. 49o., 53σ.Hal pern, M. 4748 σ.Handman, M. S. 132 Hanson, N. R. 42σ.Haugen, Ε. 93σ., 147o., 150o.Hayes, C. J. H. 68σ.Herder, J. G. von 142 Hertz, F. 75o., 88o., 89o., 93o., 97o.,

99σ., 105σ., 122o., 132o., 136o., 142o„ 150o.

Heyd, U. 150o., 152o.Hinsley, F. H. 75o., 78o., 137o. Hobsbawm, E. J. 9o., 49o., 66o., 69o.,

10a., 73o., 75o„ 79o., 82o., 86o.,890., 91 o., 95o., 97 σ., 99<τ., 100o.,1030., 104o., 106o., 108o„ 114o.,1160..1200..1230., 129o., 130o„1310..1360..1380., 141o.,143o., 146o„ 147σ., 150σ„ 152o., 153o., 161 o.

HofTmann, S. llo . homo natioaalis 116 Hroch, M. 75o., 99o.

Hutchinson, J. 97 σ.

Illich, I. 153o. inkilapfilic 82 c.Iwrith 151, 153

Jaeger, W. 139o.Jelavich, J. 4 C. 159o., 161 o.Joas, H. 131 σ.

Kahn.J. S. 31 o.Kamenka, E. 9o., 66o., 78o., 141 o.,

147σ„ 148o.Kantorowicz, Ε. H. 70o., 166o. Karadzii, V. 147o.Karpat.K. Η. 118σ., 158o., 160o., 161 o. Kautsky, J. H. 102σ.Kedourie, E. 12o., 127σ., 132o., 142o.,

1650., 168o.Keita, M. 94o.Kemal, Μ. 148σ., 150o., 155,158 Kilromilides, P. βλ. Κιτρομηλίδης, Π. Kline, G. L. 32 o.Kofos, E. 138o., 163a.Kohn, H. 15o., 79a., 82o., 87a., 99σ.,

1030 ..1130..1280..1370., 142o., 155o.

Krejii, Κ. 98o., 126o., 135o., 157o. Kuhn, T. S. 42o.Kushner, D. 113o., 150o.

La Fontaine, J. de 46 Landau, J. Μ. 113σ.Landsmaal 154Larrain, J. 21 o., 25o., 28o., 29o., 31 o.,

32ο., 39ο. ΛLefort, C. 49o.Legum, C. U3o.Lekas, P. 74 σ.Lele.J. 101 σ.Le Page, R. B. 150o.Lewis, B. 148o., 150o.Lichtheim, G. 21 o.Liddell, H. G. 76σ.

Page 188: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΓΕΝΙΚΟ ΕΤΡΕΤΗΡΙΟ 187

Llobera, J. R. 31 σ.Lloyd, C. 17σ., 28o.

Mango, C 123σ.Mannheim, K. 23o., 24σ., 38σ., 39ο.,

41 σ., 94 σ.Marx, Κ. 13, 27ο., 28σ., 30-33, 75 Matossian, Μ. 47σ., 48σ., 135σ. Mazarin, J. 69 Mazzini, C. 86σ., 126σ.Mead, C. Η. 131 millet 160Minogue, Κ. 10σ., 12ο., 15σ., 75ο.,

91 σ., 95ο., 108σ., 113σ„ 132σ„ 136σ., 142σ.

Mosse, C. L 139σ.Moetofi, Κ. 13ο., 75σ.

natio, nation 75-78 nemci 70 Nettl, J. P. 131 σ.Nynorsk 154

Obradovic, D. 147 Ostbelgier 145o.

Palmer, R. R. 78σ.Parker, G. 69 o. patria 70 σ.Pepelasis, Α. 112σ.Perunidad 124σ.Petropulos, J. Α. 166o. Petsalis-Diomidis, Ν. 120σ.Plamenatz, J. 21 σ., 23σ., 32σ., 45σ..

46ο„ 83σ„ 91 σ., 121ο., 124ο.. 147ο.

Plautius 77 Plinius 77 Popper, Κ. 64σ.

Qu6c Ngu 148ο.

Rader. Μ. 31 σ.

Ragin, C. 18ο.Renan, Ε. 126ο.Renner, Κ. 86ο., 117ο.R.I.I.A., 15ο., 78ο., 81ο., 86ο., 90ο.,

93ο., 106ο., 110ο., 116ο., 122ο., 139ο.

Riksmaal 154 Robertson, R. 131ο.Rodney. W. 33ο.Rotberg, R. I. 107ο., 108o., 132o. Royal Institute of International Affairs

βλ. R.I.I.A.Rustow, D. A. ISOo.

Sartori, C. 21 o., 22o., 26o., 42o., 43o.,450., 51 o., 85o.

Sathyamurty, T. llo .Schleiermacher, F. 141 o.Seliger, M. 31 o., 32o., 45o. Seton-Watson, Η. 99o., 115o., 147o.,

1480., 151 o., 167 o.Sherrard, P. 159o.Shevchenko, T. 147 Skendi, S. 146o.Smelser, N. J. 57ο., 114o., 160o. Smith, A. 78Smith, A. D. 15o., 50o., 58o., 65o.,

790., 86o., 87o., 88o., 89o., 91 o.,930., 99o., 101 ο., 108o., 110o.,1130., 117o„ 118o„ 122o., 130, 137ο., 142o., 150o., 160o., 166o„ 167o.

Snyder, L. L 67o., 73o., 91 o.Spiro. Μ. E. 59o.Stephanus, H. 76o.Stur, L 147 Sturzo, L. 67 o.Symmons-Symonolewicz, K. 83o., 85o.,

106o.

Tacitus, 77 Tangri, R. K. 133o.Tatsios, T. C. 135o.Tartullianus 77

Page 189: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

188 Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Theodorson, C. Α. 38σ.Thomas, W. I. 34σ.Thompson, Ε. Ρ. 13σ., 17σ., 18σ., 19σ.,

28σ., 33σ., 3 6 ,134σ.Thompson, J. Β. 41ο.Tilly, C. 80σ.Timasheff, Ν. S. 38σ.Tito, J. Β. 107 σ.Toynbee, A. J. 143 Trevor-Roper, Η. 79σ.Tracy, D. de 21 σ.Tziovas, D. 124σ., 154σ.

Varro 77Valfmskf, V. 98σ., 126ο., 135σ., 157σ Veremis, Τ. βλ. Βερέμης, θ .

Wallerstein, I. 33σ., 94σ.

Watkins, F. Μ. 57 σ.Weber, Μ. 77, 78ο., 89σ., 91 σ., 98σ.,

105, 144σ., 150σ., 165 Weltanschauung 47 σ.Wergeland, Η. Α. 147σ.Wertheim, W. F. 67σ.Wilkinson, Η. R. 138σ.Williams, R. 78ο.Wilson, W. 86σ., 127σ.Worsley, Ρ. 107σ., 113α.

Yiddish 143σ., 151 Young, C. Μ. 107σ.

Zaret, D. 18σ.Zenkovsky, S. 113σ.Zernatto, C. 75 σ.Znaniecki, F. 128

Page 190: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Σελίδες

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ........................................................................ 9-20

1. Ή έννοια της σύγχρονης ιδεολογίας ........................... 21-63

2. Ή ιστορικότητα έθνους καί έθνικισμοΰ ...................... 64-84

3. Ή έθνική ιδέα ............................................................. 85-120

4. Ή έθνική ταυτότητα ............................................... 121-140

5. Γλώσσα καί θρησκεία ................................................ 141-168

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ............................................................... 169-179ΓΕΝΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ..................................................... 181-188

Page 191: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία
Page 192: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ TOT ΠΑΝΤΕΛΗ ΛΕΚΚΑ Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ. ΠΕΝΤΕ ΤΠΟ ΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΗ Ν ΙΣΤΟΡΙΚΗ KOI ΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΦΟΤΟΓΡΑΦΗΘΗΚΕ ΣΤΗ ΦΩΤΟΣΤΝΘΕΣΗ «ΠΟΡΕΙΑ», ΤΤΠΩΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΤΠΟΓΡΑ ΦΕΙΟ ΤΩΝ Κ. ΠΛΕΤΣΑ - Ζ. ΚΑΡΔΑΡΗ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΔΕΤΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ Κ. ΧΩΡΙΑ ΤΑΚΗ ΤΟΝ ΝΟΕΜΒΡΙΟ 1992 ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑ ΣΜΟ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ «Ε.Μ.Ν.Ε.-ΜΝΗΜΩΝ»

Page 193: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία
Page 194: Παντελής Ε. Λέκκας, Η εθνικιστική ιδεολογία