ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ -...

57
ISSN 1105-0772 BYZANTINA ΤΟΜΟΣ 34 ος 2015-2016 ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΚΕΝΤΡΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤΟΜΟΣ 34 ος ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2016

Upload: others

Post on 29-Sep-2020

12 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

  • ISSN 1105-0772

    BYZ

    AN

    TIN

    A

    ΤΟΜ

    ΟΣ

    34ος

    20

    15-2

    016 ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ

    ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΚΕΝΤΡΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ

    ΤΟΜΟΣ 34ος

    ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2016

  • ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ

    34 2015 – 2016

  • ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ

    ΚΕΝΤΡΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

    ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ - ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

    Πρόεδρος ΣΥΜΕΩΝ ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ

    Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας

    Αν. Πρόεδρος ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΜΕΝΤΖΟΣ

    Καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας

    Μέλη ΠΟΛΥΜΝΙΑ ΚΑΤΣΩΝΗ

    Καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας

    ΣΟΦΙΑ ΤΖΩΡΤΖΑΚΑΚΗ-ΤΖΑΡΙΔΟΥ Επίκουρη Καθηγήτρια της Νομικής Σχολής

    ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ-ΤΖIΩΓΑ Επίκουρη Καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής

    του Τμήματος Φιλολογίας

    ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ

    ANNUAL REVIEW OF THE CENTRE FOR BYZANTINE RESEARCH ARISTOTLE UNIVERSITY OF THESSALONIKI

    ADMINISTRATIVE COUNCIL - EDITORIAL COMMITTEE President

    Prof. SYMEON PASCHALIDIS Faculty of Theology, School of Pastoral and Social

    Theology Vice-president

    Prof. ARISTOTELIS MENTZOS Faculty of Philosophy, School of History and Archaeology

    Members Prof. POLYMNIA KATSONI

    Faculty of Philosophy, School of History and Archaeology

    Assist. Prof. SOPHIA TZORTZAKAKI-TZARIDOU Faculty of Law

    Assist. Prof. MARIANNA AVGERINOU-TZIOGA Faculty of Philosophy, School of Philology

  • ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΚΕΝΤΡΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ

    ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ

    ΤΟΜΟΣ 34ος

    ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2016

  • ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

    Ευάγγελος Χρυσός, Πανεπιστήμιο Αθηνών Μητρ. Μεσσηνίας Χρυσόστομος Σαββάτος, Πανεπιστήμιο Αθηνών Ταξιάρχης Κόλιας, Πανεπιστήμιο Αθηνών Φωτεινή Κολοβού, Πανεπιστήμιο Λειψίας Αθανάσιος Μαρκόπουλος, Πανεπιστήμιο Αθηνών Θεοχάρης Παζαράς, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ελευθερία Παπαγιάννη, Πανεπιστήμιο Αθηνών Ελένη Σαράντη, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Αθανάσιος Σέμογλου, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

    ISSN 1105-0772

  • ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

    ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ 7-10

    AVERIL CAMERON, Byzantium Today 11-14

    ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΧΡΥΣΟΣ, Συνέκδημος Ιστορικών Επιστημών 15-36

    DEMOSTHENΙS STRATΙGOPOULOS, The codex Atheniensis Bibl. Nat. 2019: Menaion for October and “month” of saint Demetrios 37-58

    ΕΛΕΝΗ ΚΑΛΤΣΟΓΙΑΝΝΗ, Μια άγνωστη πηγή του Εγκωμίου του Ιωάννη Ευγενικού για τον άγιο Ιάκωβο τον Πέρση 59-64

    ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΑΚΚΟΥΡΑ, Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου Λόγος Ὡς ἐξ εὐμενοῦς ἄρχοντος πρὸς εὔνους ὑπηκόους τοὺς ἐν ἀκμῇ 65-92

    ANDREAS GKOUTZIOUKOSTAS, The reforms of Constantine the Great in the provincial administration: A critical approach to the conclusions of modern research 93-110

    ELISABETH CHATZIANTONIOU, The kritai / praitores of Boleron, Stry- mon and Thessalonike in the 11th century. Prosopography and provin- cial administration 111-170

    ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΡ. ΧΑΡΙΖΑΝΗΣ, Αιτήσεις βοήθειας βυζαντινών μοναχών προς ξένους ηγεμόνες (14ος-15ος αιώνας) 171-187

    ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΑΡΑΝΤΙΔΗΣ, Βαρβαρικοί λαοί και βυζαντινή εξωτερική πολιτική στον Δούναβη (450-491): Μία νέα ερμηνευτική θεώρηση 189-215

    ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ AN. ΚΑΚΛΑΜΑΝΟΣ, Παρατηρήσεις για τη χειρόγραφη παράδοση και τη διάδοση της Δημητρείου γραμματείας κατά τη μεσο- βυζαντινή και υστεροβυζαντινή περίοδο 217-251

    ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΕΛΕΝΗΣ, Νέα ανάγνωση ελληνικής επιγραφής από το Cer- noglavci της Βουλγαρίας 253-260

    ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤ. ΑΥΓΟΛΟΥΠΗΣ – ΚΩΝ. Λ. ΚΑΤΣΙΦΑΡΑΚΗΣ, Σκέψεις για το βυζαντινό «φρέαρ» κοντά στον ναό του Προφήτη Ηλία στη Θεσ- σαλονίκη.Πρόβλημα ορολογίας ή διαφορά ερμηνείας; 261-271

    ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Η παράσταση του αγίου Ιωάσαφ και του «Παλαμά» στο ναό του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης: αναθεώρηση της ταυτότητας των εικονιζόμενων μορφών 273-316

  • Πίνακας Περιεχομένων

    6

    ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΘ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Η μονή του Χριστού παρά τα Θέρμα της Σαμοθράκης (προανασκαφική έρευνα) 317-379

    ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΕΣ 381-410

    ΧΡΟΝΙΚΑ 411-421

  • ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ

    AASS Acta Sanctorum. Antwerpen/Bruxelles 1643-1925 ΑΒ Ανάλεκτα Βλατάδων ABME Αρχείον Βυζαντινών Μνημείων της Ελλάδος ABSA The Annual of the British School at Athens ActaAntHung Acta antiqua Academiae scientiarum Hungaricae ΑΔ Ἀρχαιολογικὸν Δελτίον AE L’Année Épigraphique ΑΕΜΘ Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη AfD Archiv für Diplomatik AIPhO Annuaire de l’Institut de Philologie et d’Histoire Orientales et Slaves AJPh The American Journal of Philology AnBoll Analecta Bollandiana AnnPisa Annali della Scuola Normale Superiore di Pisa AntTard Antiquité Tardive AS Anatolian Studies Atti Venezia Atti del Reale Istituto Veneto di Scienze, Lettere ed Arti BAR British Archaeological Reports BCH Bulletin de Correspondance Hellénique BF Byzantinische Forschungen BHG Bibliotheca Hagiographica Graeca BHO Bibliothèque Hagiographique Orientale Bizantinistica Bizantinistica, Rivista di Studi Bizantini e Slavi ΒΚΜ Βυζαντινά Κείμενα και Μελέτες. Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών ΑΠΘ ΒΜGS Byzantine and Modern Greek Studies BNJ Byzantintisch-neugriechische Jahrbücher BollClass Bollettino dei Classici BollGrott Bollettino della Badia Greca di Grottaferrata BSl Byzantinoslavica Byz Byzantion BZ Byzantinische Zeitschrift CahArch Cahiers Archéologiques CAH Cambridge Ancient History CB Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonnae 1827-1897 CCSG Corpus Christianorum Series Graeca CFHB Corpus Fontium Historiae Byzantinae CIL Corpus Inscriptionum Latinarum CJ Codex Iustinianus, ed. P. Krüger, Corpus Juris Civilis, v. ΙΙ, Berlin 1929 ClMediaev Classica et Mediaevalia. Danish Journal of Philology and History

  • Συντομογραφίες

    8

    CM Cronica Minora I-III, έκδ. Th. Mommsen, MGH AA ix, xi, xiii, Berlin 1892, 1894, 1898

    CorsiRav Corsi di cultura sull’arte Ravennate e Βizantina CPh Classical Philology CPG Clavis Patrum Graecorum CParG Corpus Paroemiographorum Graecorum CRAI Comptes rendues des séances de l’Academie des Inscriptions et Belles

    Lettres CQ Classical Quarterly CSCO Corpus Scriptorum Ecclesiasticorum Orientalium CSEL Corpus Scriptorum Ecclesiasticorum Latinorum CTh Theodosiani libri XVI cum constitutionibus Sirmondianis et leges nove-

    lae ad Theodosianum pertinentes, έκδ. T. Mommsen / P. Meyer, Berlin 1905

    DACL Dictionnaire d’Archéologie Chrétienne et de Liturgie DHGE Dictionnaire d’Histoire et de Géographie Ecclésiastiques DOP Dumbarton Oaks Papers DOS Dumbarton Oaks Studies DOSeals Catalogue of Byzantine Seals at Dumbarton Oaks and in the Fogg Mu-

    seum of Art, 1-3, εκδ. J. Nesbitt/ N. Oikonomides, Washington, D.C., 1991, 1994, 1996· 4-5, εκδ. E. McGeer/J. Nesbitt/ N. Oikonomides, Wash-ington, D.C., 2001, 2005· 6, εκδ. J. W. Nesbitt / C. Morrisson, 2009

    DOT Dumbarton Oaks Texts DS Dictionnaire de spiritualité ΔΧΑΕ Δελτίον τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας ΔωδΧρον Δωδεκανησιακὰ Χρονικά ΕΑ Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια ÉB Études Balkaniques EEΒΣ Ἐπετηρὶς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν ΕΕΦΣΠΘ Επιστημονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής Α.Π.Θ. ΕΕΠΣΑΠΘ Επιστημονική Επετηρίδα της Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ EI2 Encyclopaedia of Islam, Second Edition, Leiden 1960-2002 EI3 Encyclopaedia of Islam, Third Edition, Leiden / Boston 2007 ÉO Échos d’Orient ΕΦΣΚ Ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει Ἑλληνικὸς Φιλολογικὸς Σύλλογος FIRA Fontes Iuris Romani Anteiustiniani FM Fontes Minores Ι-Χ [Forschungen zur byzantinischen Rechtsgeschi-

    chte], Frankfurt a. M. 1976-1998 GCS Die griechischen christlichen Schriftsteller der ersten [drei] Jahrhunderte GRBS Greek, Roman, and Byzantine Studies HispAnt Hispania antiqua. Revista de historia Antigua ΗπειρΧρον Ηπειρωτικά Χρονικά HSPh Harvard Studies in Classical Philology HZ Historische Zeitschrift ΙΕΕ Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους

  • Συντομογραφίες

    9

    IRAIK Izvestija Russkago Archeologičeskago Instituta v Konstantinopοl’e IstMitt Istanbuler Mitteilungen JAOS Journal of the American Oriental Society JbAC Jahrbuch für Antike und Christentum JECS Journal of Early Christian Studies JEH Journal of Ecclesiastical History IG Inscriptiones Graecae JGR Jus Graecoromanum JHP Journal of the History of Philosophy JHS Journal of Hellenic Studies JLA Journal of Late Antiquity JMedHist Journal of Medieval History JÖB Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik JÖBG Jahrbuch der Österreichischen Byzantinischen Gesellschaft JOUHS Journal of the Oxford University History Society JRS Journal of Roman Studies JThS Journal of Theological Studies JWarb Journal of the Warburg and Courtauld Institutes Klearchos Klearchos. Bollettino dell’Associazione Amici del Museo nazionale

    di Reggio Calabria KρητΧρον Κρητικά Χρονικά ΛακΣπουδ Λακωνικαί Σπουδαί LBG Lexikon zur byzantinischen Gräzität, ed. E. Trapp et al. LCL Loeb Classical Library LLJ Law Library Journal LMA Lexikon des Mittelalters LSJ H.G. Liddell / R. Scott / H.S. Jones, A Greek-English Lexicon LThK Lexikon für Theologie und Kirche MEFRM Mélanges de l’École Française de Rome. Moyen Âge MGH AA Monumenta Germaniae Historica. Auctores antiquissimi MiChA Mitteilungen zur Christlichen Archäologie ΜΟΧΕ Μεγάλη Ορθόδοξη Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια ΝΕ Νέος Ελληνομνήμων NομΧρον Νομισματικά Χρονικά OC Orientalia Christiana OCA Orientalia Christiana Analecta OCP Orientalia Christiana Periodica ODB Oxford Dictionary of Byzantium, ed. A.P. Kazhdan et al. OrChrist Oriens Christianus PG Patrologia Graeca, ed. J.-P. Migne PL Patrologia Latina, ed. J.-P. Migne PLP E. Trapp / R. Walther / H.-V. Beyer et al., Prosopographisches Lexikon

    der Palaiologenzeit, 1-12, Wien 1976-1996 PLRE Prosopography of the Later Roman Empire PmbZ Prosopographie der mittelbyzantinischen Zeit

  • Συντομογραφίες

    10

    PO Patrologia Orientalis PTS Patristische Texte und Studien RAC Reallexikon für Antike und Christentum RaCr Revue de l’art chrétien RbK Reallexikon zur byzantinischen Kunst RE Paulys Real-Encyclopädie der classischen Altertumswissenschaft RÉB Revue des Études Byzantines REG Revue des Études Grecques REL Revue des Études Latines RendPontAcc Atti della Pontificia accademia romana di archeologia, Rendiconti RÉSEE Revue des Études Sud-Est Européennes RevNum Revue Numismatique RIC The Roman Imperial Coinage RM Mitteilungen des Deutschen Archäologischen Instituts. Römische

    Abteilung RSBN Rivista di Studi Bizantini e Neoellenici ΣBMAT Συμπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης,

    Πρόγραμμα και Περιλήψεις Ανακοινώσεων, Αθήνα, Χριστιανική Αρ-χαιολογική Εταιρεία

    SBN Studi Bizantini e Neoellenici SBS Studies in Byzantine Sigillography SC Sources Chrétiennes SDHI Studia et Documenta Historiae et Iuris SEG Supplementum Epigraphicum Graecum Sh Subsidia hagiographica SOsl Symbolae Osloenses StOrCr Studi sull’Oriente cristiano StVen Studi Veneziani ΘΒΣ Θεσσαλονικείς Βυζαντινοί Συγγραφείς [KBΕ/ΑΠΘ] TIB Tabula Imperii Byzantini TLG Thesaurus Linguae Graecae TM Travaux et Mémoires TRE Theologische Realenzyklopädie TU Texte und Untersuchungen zur Geschichte der altchristlichen Literatur VC Vigiliae Christianae VV Vizantijskij Vremennik WBS Wiener Byzantinistische Studien WSt Wiener Studien ZKG Zeitschrift für Kirchengeschichte ZPE Zeitschrift für Papyrologie und Epigraphik ZRG Zeitschrift der Savigny-Stiftung für Rechtsgeschichte. German-

    istische Abteilung ZRVI Zbornik Radova Vizantološkog Instituta ZSav Zeitschrift der Savigny-Stiftung für Rechtsgeschichte. Romanistische

    Abteilung

  • Βυζαντινά 34 (2015-2016) 273-316

    Νικόλαος Παπαγεωργίου

    Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΣΑΦ ΚΑΙ ΤΟΥ «ΠΑΛΑΜΑ» ΣΤΟ ΝΑΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ:

    ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΜΟΡΦΩΝ*

    Στο δυτικό πεσσό της νότιας κιονοστοιχίας του ναού του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, επί της δυτικής παρειάς του, διατηρείται μία από τις τοιχο-γραφίες που διασώθηκαν από την πυρκαγιά του 1917. Η παράσταση με τον άγιο Ιωάσαφ και έναν επίσκοπο, που ως σήμερα ταυτίζεται με τον Γρηγόριο Παλαμά, αποτέλεσε αντικείμενο της επιστημονικής έρευνας από την εποχή της ανακάλυψής της, στις αρχές του 20ου αιώνα, ως τις μέρες μας.1 Για το λό-γο αυτό, στη συνέχεια θα περιγράψουμε την παράσταση εν συντομία.

    Στην τοιχογραφία παριστάνεται μια ολόσωμη νεανική μορφή, που ταυτί-ζεται με τον άγιο Ιωάσαφ, σύμφωνα με την επιγραφή η οποία, αν και σήμερα διακρίνεται αμυδρά, είναι εμφανής στο ύψος του αριστερού ώμου σε παλαιό-τερες φωτογραφίες. Κάτω και δεξιά, καθώς βλέπουμε την παράσταση, απει-κονίζεται μία δεύτερη μορφή ενός επισκόπου σε μικρότερη κλίμακα (εικ. 1,

    * Η παρούσα μελέτη αποτελεί αναπτυγμένη μορφή ανακοίνωσης στο 34ο Συμπόσιο Βυ-

    ζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Ε-ταιρείας (βλ. Πρόγραμμα και Περιλήψεις Εισηγήσεων και Ανακοινώσεων, Αθήνα 2014, 96-97).

    1. Π. Παπαγεωργίου, Μνημεῖα τῆς ἐν Θεσσαλονίκῃ λατρείας τοῦ μεγαλομάρτυρος ἁγίου Δημητρίου, BZ 17 (1908) 321-381(=Παπαγεωργίου, Μνημεία)⋅ Γ. Σωτηρίου, Ἀπὸ τὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ του Ἁγίου Δημητρίου, Γρηγόριος Παλαμάς 2 (1918) 457-469 (=Σωτηρίου, Από τα ε-ρείπια)⋅ Α. Ξυγγόπουλος, Ἅγ. Ἰωάσαφ-Ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς, Γρηγόριος Παλαμάς 26 (1942) 83-97 (=Ξυγγόπουλος, Άγ. Ιωάσαφ)⋅ Χρ. Μαυροπούλου-Τσιούμη, Οἱ πρῶτες ἀπεικονίσεις τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ στή Θεσσαλονίκη, στο: Εἰς τιμήν καὶ μνήμην τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γρηγορίου Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ Παλαμᾶ, Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου (12-14 Νοεμβρίου 1984), Θεσσαλονίκη 1986, 254-257 (=Μαυροπούλου-Τσιούμη, Οι πρώτες απεικονίσεις)⋅ Ε. Τσιγαρίδας, Εικονιστικές μαρτυρίες του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά στη Θεσσαλονίκη και στο Άγιον Όρος, στο: Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στην ιστορία και το παρόν, Ι. Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2000, 197-216 (=Τσιγαρίδας, Εικονιστικές μαρτυρίες).

  • Νικόλαος Παπαγεωργίου 274

    2).2 Ο άγιος Ιωάσαφ αποδίδεται σχεδόν κατ’ ενώπιον με ελαφριά κλίση προς τα αριστερά του, είναι αγένειος με νεανικά χαρακτηριστικά και κοντά μαλ-λιά, ενώ φέρει φωτοστέφανο και στέμμα διακοσμημένο με πολύτιμους λίθους (εικ. 3). Φοράει ζωσμένο βαθυκόκκινο χιτώνα και χλαμύδα, που δένει μπρο-στά στο στήθος και που εσωτερικά είναι διακοσμημένη με άνθινα μοτίβα. Στο δεξιό του χέρι βαστά ένα διπλό σταυρό της Αναστάσεως, ενώ με το αρι-στερό περιβάλλει από τον ώμο έναν ιεράρχη, που εικονίζεται στα αριστερά του και μπροστά, θέτοντάς τον υπό την προστασία του. Ο ιεράρχης-επίσκο-πος απεικονίζεται με φωτοστέφανο σε μικρότερη κλίμακα, φτάνοντας μέχρι την οσφύ του αγίου Ιωάσαφ (εικ. 1, 2, 4) και ακολουθεί περισσότερο τον τύ-πο απόδοσης χορηγού. Φορεί κυανό σάκκο και λευκό ωμοφόριο. Στο αριστε-ρό χέρι κρατά ευαγγέλιο και στο δεξιό θυμιατό, με το οποίο θυμιατίζει τον ά-γιο Ιωάσαφ. Το βάθος της παράστασης αποδίδεται με φωτεινό πράσινο κάτω και λαδοπράσινο επάνω. Επάνω και δεξιά της παράστασης, μέσα σε τεταρτο-σφαίριο με γαλάζιο βάθος που υποδηλώνει τον ουρανό, εικονίζεται η Θεοτό-κος Βρεφοκρατούσα, ενώ γέρνει το κεφάλι της προς το παιδί (εικ. 3, 5). Με το δεξιό της χέρι υποβαστάζει τον Χριστό, ενώ φέρει το αριστερό της πάνω από τα γυμνά και ελαφρώς λυγισμένα στα γόνατα πόδια του και ακουμπά τρυφερά στο μηρό του. Ο μικρός Χριστός γέρνει ελαφρά τον κορμό του προς τη μητέρα του και στρέφει το πρόσωπό του προς τα δεξιά. Χαρακτηρι-στικός είναι ο τρόπος που σταυρώνει τα πόδια του και αφήνει να φανεί το ε-λαφρώς ανεστραμμένο πέλμα του αριστερού. Στο δεξιό του χέρι κρατά κλει-στό ειλητό και βιβλίο, το οποίο ακουμπά επάνω στο χέρι της μητέρας του.

    Για την ερμηνεία της παράστασης και την ταύτιση των εικονιζόμενων μορφών διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις, πολλές από τις οποίες συγκλίνουν σε ορισμένα σημεία. Ο Π. Παπαγεωργίου ήταν ο πρώτος που μελέτησε και δημοσίευσε την παράσταση μετά την ανακάλυψή της το 1907. Σε μελέτη που δημοσίευσε το 1908, βασιζόμενος στην επιγραφή ΑΓ(ιος) ΙΩΑΣΑ(φ) (εικ. 6), ταύτισε τα πρόσωπα της παράστασης με τον Ινδό βασιλιά Ιωάσαφ, του γνω-στού βυζαντινού μυθιστορήματος «Βαρλαάμ και Ιωάσαφ», και τον δάσκαλό του Βαρλαάμ, ο οποίος ταυτίστηκε αντίστοιχα με τον επίσκοπο της παρά-στασης.3 Το 1918 ο Γ. Σωτηρίου επανήλθε στο θέμα και διατύπωσε μία δια-φορετική άποψη. Εξακολούθησε να υποστηρίζει ότι στην παράσταση απει-κονίζεται ο Άγιος Ιωάσαφ και ότι αφορμή για το ζωγράφο αποτέλεσε το ό-

    2. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω και από τη θέση αυτή την πρώην διευθύ-

    ντρια του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών κυρία Α. Λαζαρίδου για την ευγενική παραχώρηση φωτογραφιών από το αρχείο Γ. Σωτηρίου.

    3. Παπαγεωργίου, Μνημεία (όπως σημ. 1), 348-349.

  • Η παράσταση του Αγίου Ιωάσαφ και του «Παλαμά» 275

    νομα Βαρλαάμ του αντιπάλου του Παλαμά, το οποίο παρέπεμπε στο προα-ναφερθέν μυθιστόρημα. Τόνισε όμως ότι, ως τον αληθή Βαρλαάμ, δάσκαλο του Ιωάσαφ, ο ζωγράφος τοποθέτησε τον αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης και νεοανακηρυχθέντα άγιο (1368), Γρηγόριο Παλαμά.4 Συνέδεσε επίσης την παράσταση με μία άλλη που σώζεται στη δεξιά παραστάδα, όπου απεικονίζε-ται ο διωκόμενος υπό ρινόκερου, θέμα επίσης σχετιζόμενο με το ίδιο μυθι-στόρημα και το οποίο ενίσχυε την προτεινόμενη ταύτιση του βασιλιά με τον Ιωάσαφ του μυθιστορήματος.

    Μερικά χρόνια αργότερα ο Α. Ξυγγόπουλος δημοσίευσε μια μικρή μελέ-τη, όπου πρότεινε μια νέα ταύτιση των εικονιζόμενων στην παράσταση μορ-φών. Συμφώνησε με την ταύτιση που έκανε ο Γ. Σωτηρίου ως προς τον ιε-ράρχη, δηλαδή με τον Γρηγόριο Παλαμά. Σχετικά όμως με την μορφή του βασιλιά, ο Ανδρέας Ξυγγόπουλος διείδε ότι η μορφή του Αγίου Ιωάσαφ της τοιχογραφίας έχει αλληγορική σημασία και ότι «έχει τεθή εκεί αντί άλλου γνωστού ιστορικού προσώπου. Το πρόσωπον δε τούτο είναι ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Καντακουζηνός».5 Σημειώνει επίσης ότι, όπως είναι γνωστό, ο Κα-ντακουζηνός, μετά την παραίτησή του από το θρόνο το 1355, έγινε μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ και αποσύρθηκε αρχικά στην Μονή των Μαγγάνων της Κωνσταντινούπολης. Η σύνδεση του Γρηγορίου Παλαμά με τον Ιωάννη Κα-ντακουζηνό είναι γνωστή από τις ιστορικές πηγές και σχετίζεται με την υπο-στήριξη που παρείχε ο Καντακουζηνός στον Παλαμά στην περίφημη έριδα των Ησυχαστών, καθώς και με την καθοριστική συμβολή του, ή καλύτερα την απαίτησή του προς τον Πατριάρχη Ισίδωρο, να προχειριστεί ο Παλαμάς αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης το 1349. Επιπλέον, λίγο αργότερα, το 1351, πάλι με δική του υποστήριξη, συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη η Σύνοδος που δικαίωσε τις απόψεις του Παλαμά, τις θέσπισε ως επίσημες και καταδί-κασε εκείνες του Βαρλαάμ. Προχωρώντας στην εξέταση της παράστασης ο ί-διος μελετητής προτείνει την ερμηνεία ότι ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς της παράστασης θυμιά τον άγιο Ιωάσαφ, αποδίδοντας έτσι τις ευχαριστίες των Ησυχαστών στον αυτοκράτορα Ιωάννη Καντακουζηνό, τον μετέπειτα μονα-χό Ιωάσαφ, για την υποστήριξη που αυτός παρείχε εναντίον των αντιφρο-νούντων.6 Κατά τον Ξυγγόπουλο, η τοιχογραφία πρέπει να έγινε μετά την α-νακήρυξη του Παλαμά ως αγίου (1368), διότι ο άγιος εικονίζεται με φω-τοστέφανο, αλλά και μετά το 1383, έτος θανάτου του Καντακουζηνού, γιατί θα ήταν απρεπές να απεικονισθεί ο Καντακουζηνός με τα χαρακτηριστικά

    4. Σωτηρίου, Από τα ερείπια (όπως σημ. 1), 463-464. 5. Ξυγγόπουλος, Άγ. Ιωάσαφ (όπως σημ. 1), 194-200. 6. Ξυγγόπουλος, Άγ. Ιωάσαφ (όπως σημ. 1), 197.

  • Νικόλαος Παπαγεωργίου 276

    του αγίου Ιωάσαφ, ενώ ήταν ακόμη ζωντανός, πολύ περισσότερο μάλιστα να θυμιάται από τον ήδη ανακηρυχθέντα άγιο Γρηγόριο Παλαμά.7

    Η Χρ. Μαυροπούλου-Τσιούμη, σε ανακοίνωσή της σχετικά με τις πρώτες απεικονίσεις του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά στη Θεσσαλονίκη, αναφέρει ότι δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ των δύο αγίων Ιωάσαφ και Γρηγορίου και ότι η παράσταση είναι αλληγορική και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα. Αποδέχεται την άποψη του Ξυγγόπουλου και σημειώνει ότι με τη σύλληψη αυτή του ζω-γράφου τιμώνται οι δύο σημαντικές αυτές μορφές της εποχής και τονίζεται η συμβολή τους στην επικράτηση των απόψεων των Ησυχαστών.8 Σε μεταγε-νέστερη μελέτη της επανέρχεται στην παράσταση και χαρακτηριστικά σημει-ώνει πως «για την ερμηνεία της περίεργης αυτής σύνδεσης των μορφών υ-πάρχουν δύο απόψεις»,9 αναφερόμενη στις απόψεις που είχαν διατυπωθεί α-πό τον Σωτηρίου και τον Ξυγγόπουλο. Η ίδια αποδέχεται ως βάσιμη την ερμηνεία Ξυγγόπουλου, ως προς την ταύτιση των μορφών με τον Καντακου-ζηνό ως μοναχό Ιωάσαφ και τον Παλαμά. Επισημαίνει μάλιστα ότι ο άγιος Ι-ωάσαφ που απεικονίζεται ως πρίγκιπας θυμίζει τη μορφή του αγίου Δημητρί-ου στη μονή Βλατάδων (εικ. 7), και όχι τον αντίστοιχο άγιο, όπως λ.χ. τον συναντάμε στις τοιχογραφίες του ναού του Προφήτη Ηλία Θεσσαλονίκης κ.ά. (εικ. 8). Επισημαίνει ακόμη ότι ο άγιος Ιωάσαφ κρατεί στο αριστερό χέρι σταυρό, που αποτελεί συνήθως ένδειξη μάρτυρα αγίου, ενώ ο Ιωάσαφ δεν υ-πήρξε μάρτυρας και θεωρεί πιθανό ένα συμφυρμό στοιχείων στην παράστα-ση. Ωστόσο, από τις επισημάνσεις που κάνει διαφαίνεται ότι διατηρεί κάποι-ες αμφιβολίες.10

    Ο Ε. Τσιγαρίδας υποστήριξε μια διαφορετική άποψη. Σύμφωνα με αυτή «ο αγένειος άγιος του ναού του Αγίου Δημητρίου δεν είναι ο άγιος Ιωάσαφ, αλλά ο άγιος Δημήτριος». Συνεχίζοντας το συλλογισμό του αναφέρει ότι «ο άγιος Ιωάσαφ σε εικονογραφημένα χειρόγραφα και τοιχογραφίες απεικονί-ζεται γενειοφόρος και όχι αγένειος, όπως στην τοιχογραφία του Αγίου Δη-μητρίου Θεσσαλονίκης. Τα εικονογραφικά και φυσιογνωμικά χαρακτηριστι-κά του εικονιζόμενου αγένειου αγίου της τοιχογραφίας με το στεμματογύριο στο κεφάλι ανακαλούν στη μνήμη τη μορφή του αγίου Δημητρίου, έτσι όπως

    7. Ξυγγόπουλος, Άγ. Ιωάσαφ (όπως σημ. 1), 198, σημ. 35. 8. Μαυροπούλου-Τσιούμη, Οι πρώτες απεικονίσεις (όπως σημ. 1), 254-257. 9. Χρ. Μαυροπούλου-Τσιούμη, Μνημειακή ζωγραφική στη Θεσσαλονίκη, στο: Ευφρόσυ-

    νον. Αφιέρωμα στον Μανόλη Χατζηδάκη, Αθήνα 1992, τ. 2, 658-668, κυρίως 666-667 (= Μαυ-ροπούλου-Τσιούμη, Μνημειακή ζωγραφική).

    10. Μαυροπούλου-Τσιούμη, Μνημειακή ζωγραφική (όπως σημ. 9), 667.

  • Η παράσταση του Αγίου Ιωάσαφ και του «Παλαμά» 277

    απεικονίζεται σε παλαιολόγειες τοιχογραφίες και εικόνες».11 Επισημαίνει ότι, εφόσον η άποψη αυτή είναι σωστή, τότε η τοιχογραφία με την απεικόνιση του αγίου Γρηγορίου σε μικρότερη κλίμακα από τον άγιο Δημήτριο, κατ’ αν-τίστοιχο τρόπο με εκείνον της απόδοσης των δωρητών σε αφιερωματικές παραστάσεις, αποτελεί είδος αφιερωματικής παράστασης προς τον άγιο Δη-μήτριο, τον οποίο τιμητικά θυμιά ο άγιος Γρηγόριος.12 Επειδή ο άγιος Γρηγό-ριος φέρει φωτοστέφανο, θεωρεί ότι η παράσταση πρέπει να προσφέρθηκε α-πό τους μαθητές του μετά το θάνατό του και την ανακήρυξή του σε άγιο (1368). Θεωρεί πιθανή την παράσταση ως αφιέρωμα του μαθητή του Παλα-μά Δωροθέου Βλατή, ηγούμενου της μονής Βλατάδων, τον καιρό που εκεί-νος ήταν επίσκοπος Θεσσαλονίκης (1371-1379). Επισημαίνει επίσης ότι «η α-πεικόνιση του αγίου Δημητρίου που έχει υπό την προστασία του τον άγιο Γρηγόριο, ο οποίος τιμητικά τον θυμιά, οφείλεται στην πρόθεση των μαθη-τών του να αποδώσουν εικαστικά στο ναό του Αγίου Δημητρίου τον πνευ-ματικό σύνδεσμο του αγίου Γρηγορίου με τον άγιο Δημήτριο, την προστάτι-δα πόλη του οποίου διακόνησε ως αρχιεπίσκοπος, και να εξάρουν την προ-σωπικότητα του αγίου».13 Την άποψη του Τσιγαρίδα δέχτηκε ο Π. Βοκοτό-πουλος σε άρθρο του για την ακτινοβολία της ζωγραφικής της Θεσσαλονί-κης, καθώς και η Sh. Gerstel.14

    Από τις απόψεις των ερευνητών που αναφέρθηκαν παραπάνω, οι παλαι-ότερες των Π. Παπαγεωργίου και Γ. Σωτηρίου αναθεωρήθηκαν εν μέρει από τον Α. Ξυγγόπουλο, η άποψη του οποίου ήταν αποδεκτή από την επιστημο-νική κοινότητα για πολλά χρόνια και άρχισε να αναθεωρείται από τους με-ταγενέστερους μελετητές. Μεταξύ των απόψεων που διατύπωσαν οι νεότε-ροι μελετητές (Μαυροπούλου-Τσιούμη και Τσιγαρίδας) διαπιστώνει κανείς ότι: α) και οι δύο δεν είναι πεπεισμένοι από τις παλαιότερες προτάσεις των Σωτηρίου και Ξυγγόπουλου ή τουλάχιστον τις αποδέχονται μερικώς, β) συμ-φωνούν ότι η μορφή του εικονιζομένου επισκόπου είναι εκείνη του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, γ) ως προς τη μορφή του αγίου Ιωάσαφ, η Μαυρο-πούλου-Τσιούμη δέχεται ότι πρόκειται για αλληγορική παράσταση του Ιωά-

    11. Τσιγαρίδας, Εικονιστικές μαρτυρίες (όπως σημ. 1), 197-216. 12. Τσιγαρίδας, Εικονιστικές μαρτυρίες (όπως σημ. 1), 197-216. 13. Τσιγαρίδας, Εικονιστικές μαρτυρίες (όπως σημ. 1), 187-199. 14. Π. Βοκοτόπουλος, Η ακτινοβολία της ζωγραφικής της Θεσσαλονίκης κατά τη μέση

    και ύστερη βυζαντινή περίοδο, στο: Χριστιανική Θεσσαλονίκη, πόλις συναντήσεως Ανατολής και Δύσεως. Πρακτικά ΙΑ΄ Διεθνούς Επιστημονικού Συμποσίου, Ι.Μ. Βλατάδων 12-18 Οκτω-βρίου 1997, Θεσσαλονίκη 2006, 339-368, κυρίως 362⋅ Sh. Gerstel, Civic and Monastic Influen-ces on Church Decoration in Late Byzantine Thessalonike, DOP 57 (2003) 225-239, κυρίως 238.

  • Νικόλαος Παπαγεωργίου 278

    σαφ, με την οποία τιμάται ο Ιωάννης Καντακουζηνός, φίλος και υποστηρι-κτής του Παλαμά και του κινήματος των Ησυχαστών, που, ως μοναχός, είχε λάβει το όνομα Ιωάσαφ.15 Επισημαίνει, όμως, ότι τα φυσιογνωμικά χαρακτη-ριστικά του πρίγκιπα-αγίου Ιωάσαφ της παράστασης θυμίζουν τη μορφή του αγίου Δημητρίου στη μονή Βλατάδων, ενώ τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστι-κά του αγίου Ιωάσαφ στην εικονογραφία είναι διαφορετικά από εκείνα που αποδίδονται στη συγκεκριμένη τοιχογραφία.16 Ο καθηγητής Τσιγαρίδας επι-σημαίνει επίσης την ομοιότητα των προσωπογραφικών χαρακτηριστικών που παρουσιάζει η μορφή του πρίγκιπα της παράστασης με τον άγιο Δημή-τριο, όπως αυτός αποδίδεται σε παλαιολόγειες τοιχογραφίες και εικόνες. Προτείνει την ταύτιση του αγίου με τον άγιο Δημήτριο και όχι με τον Ιωά-σαφ. Ενισχυτικό της άποψης αυτής θεωρεί τον τρόπο που παριστάνεται να έχει υπό την προστασία του τον άγιο Γρηγόριο, δηλωτικό του πνευματικού συνδέσμου των δύο αγίων, του προστάτη της πόλης αγίου Δημητρίου και του αρχιεπισκόπου Γρηγορίου που διακόνησε την πόλη, με στόχο να εξάρει την προσωπικότητα του, καθώς αποτελούσε το παραμύθιον και καύχημα του λαού της.17

    Τελευταία άποψη που διατυπώθηκε για την συγκεκριμένη παράσταση εί-ναι από τον Α. Μέντζο ο οποίος, σε ανακοίνωσή του, υποστήριξε την άποψη του Τσιγαρίδα ότι πρόκειται για τον άγιο Δημήτριο και τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά.18 Συνέδεσε μάλιστα την παράσταση με το όραμα του αγίου Γρηγορίου για την Ουράνια Αυλή και την τοποθέτησε χρονολογικά μεταξύ της χρονολογίας του θανάτου του και της αγιοποίησής του.

    Από τις απόψεις των ερευνητών που αναφέρθηκαν παραπάνω διαπιστώ-νεται η ύπαρξη δύο διακριτών θέσεων: α) στην πρώτη ανήκει η άποψη του Ε. Τσιγαρίδα, που διαφοροποιείται σημαντικά από τις υπόλοιπες, με την οποία συμφωνεί και ο Α. Μέντζος. Σύμφωνα με την άποψη του Τσιγαρίδα, η μορφή του αγίου της παράστασης ταυτίζεται βάσει των προσωπογραφικών χαρα-κτηριστικών με εκείνη του αγίου Δημητρίου. Ως προς την άποψη αυτή, θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε από τη μία ότι πράγματι υπάρχουν κοινά προσωπογραφικά χαρακτηριστικά μεταξύ του αγίου Ιωάσαφ και της μορφής

    15. Μαυροπούλου-Τσιούμη, Οι πρώτες απεικονίσεις (όπως σημ. 1), 255-257⋅ η ίδια, Μνη-

    μειακή ζωγραφική (όπως σημ. 9), 667. 16. Μαυροπούλου-Τσιούμη, Μνημειακή ζωγραφική (όπως σημ. 9), 667. 17. Τσιγαρίδας, Εικονιστικές μαρτυρίες (όπως σημ. 1), 198-199. 18. Η ανακοίνωση του κ. Α. Μέντζου, που εκφωνήθηκε τον Μάρτιο του 2013 σε ημερίδα

    της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης σχετική με τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά, δεν έχει δημο-σιευτεί.

  • Η παράσταση του Αγίου Ιωάσαφ και του «Παλαμά» 279

    του αγίου Δημητρίου, όπως αυτός αποδίδεται στη μονή Βλατάδων. Από την άλλη βέβαια, η ύπαρξη της υπομνηματιστικής επιγραφής άγιος Ιωάσαφ, η ο-ποία είναι η μόνη που ακόμη και σήμερα αμυδρά διακρίνεται, αλλά και η μαρτυρία των παλαιότερων φωτογραφιών δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης της ονομαστικής ταυτότητας της εικονιζόμενης μορφής, ότι δηλαδή πρόκειται για τον άγιο Ιωάσαφ, αποκλείοντας έτσι την ταύτιση με τον άγιο Δημήτριο, β) στη δεύτερη ανήκει η πρόταση της Μαυροπούλου-Τσιούμη, σύμφωνα με την οποία η ταύτιση του πρίγκιπα της παράστασης βασίζεται κατά βάση στην αρχική ερμηνεία του Π. Παπαγεωργίου, στις διορ-θώσεις του Γ. Σωτηρίου αλλά κυρίως στην πρόταση του Α. Ξυγγόπουλου για τον αλληγορικό χαρακτήρα της και την ταύτιση των δύο μορφών με τον Ι-ωάννη Καντακουζηνό και τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά. Η παραπάνω, λοιπόν, ταύτιση των εικονιζόμενων μορφών της παράστασης στηρίζεται σχεδόν α-ποκλειστικά στην επιγραφή που συνοδεύει τη μία από τις δύο μορφές, αυτή του αγίου Ιωάσαφ, και κατ’ επέκταση την ταύτιση των δύο μορφών με τον Ι-ωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό και με τον Παλαμά, όπως είχε διατυπωθεί από τον Ξυγγόπουλο.19

    Στις παραπάνω απόψεις θα μπορούσε κάποιος να διατυπώσει μια σειρά ερωτημάτων όπως: α) Γιατί η μερίδα των «Παλαμιστών» επέλεξε μια ιδεατή απεικόνιση του αυτοκράτορα σε νεαρή ηλικία και όχι εκείνη που θα συμβάδι-ζε με την πραγματική του ηλικία, δεδομένου ότι σε προχωρημένη ηλικία ο Καντακουζηνός έγινε μοναχός; β) Γιατί όχι μια αναπαράστασή του με μονα-χική ενδυμασία, όπως μας έχει διασωθεί σε μικρογραφίες χειρογράφων; γ) Η μερίδα των «Παλαμιστών», ακόμη και αν ήθελε να εκφράσει την ευγνωμοσύ-νη της στον συμπαραστάτη του Παλαμά αλλά και του κινήματος των Ησυ-χαστών, θα επέλεγε να απεικονίσει τον Ιωάννη-Ιωάσαφ υπερμεγέθη και τον Γρηγόριο, που είχε ήδη ανακηρυχθεί άγιος, σε μικρογραφικές διαστάσεις, στον τύπο του χορηγού; Μια τέτοια απεικόνιση θα μπορούσε άραγε να γίνει δεκτή από το λαό της Θεσσαλονίκης ο οποίος τιμούσε τον Παλαμά ως δεύ-τερο πολιούχο της, ενώ ο Καντακουζηνός, τον οποίο ποτέ δεν αγάπησαν οι Θεσσαλονικείς, μένοντας πιστοί στην οικογένεια των Παλαιολόγων, θα αποδιδόταν σε υπερμεγέθεις διαστάσεις; δ) Η εικονογραφική απόδοση των χαρακτηριστικών του αγίου Γρηγορίου δεν θα έπρεπε να είναι πλησιέστερη στις αντίστοιχες απεικονίσεις του στα υπόλοιπα μνημεία της Θεσσαλονίκης και του Αγίου Όρους της ίδιας εποχής;

    19. Ξυγγόπουλος, Άγιος Ιωάσαφ (όπως σημ. 1), 172.

  • Νικόλαος Παπαγεωργίου 280

    Στο σημείο αυτό θεωρούμε ότι θα πρέπει να ξαναπιάσουμε το νήμα από την αρχή και να επιχειρήσουμε να διερευνήσουμε την ύπαρξη ίσως και άλ-λων «σημαινόντων» προσώπων με το όνομα Ιωάσαφ, που θα μπορούσαν να απεικονιστούν στη συγκεκριμένη παράσταση, καθώς και στους πιθανούς λό-γους που οδήγησαν στη συναπεικόνισή του με τον ευλογούντα επίσκοπο σε καίριο σημείο του ναού και μάλιστα σε εκείνον του πολιούχου της Θεσσαλο-νίκης Δημητρίου.

    Αν δεν ισχύουν τα επιχειρήματα των παλαιότερων μελετητών που ανα-φέρθηκαν παραπάνω, που πρότειναν την ταύτιση του αγίου Ιωάσαφ με τον Ιωάννη Καντακουζηνό, ποιό άλλο πρόσωπο θα μπορούσε να «διεκδικήσει» την ταύτιση με τη μορφή της παράστασης;

    Η απάντηση φαίνεται μοναδική και προκύπτει από τη μελέτη των ιστο-ρικών πηγών. Ένα ακόμη ιστορικό πρόσωπο θα μπορούσε επάξια να ταυτι-στεί με τη μορφή του νεαρού πρίγκιπα της τοιχογραφίας και αυτό δεν είναι άλλο από τον Ιωάννη Ζ΄ Παλαιολόγο. Ο Ιωάννης ήταν το μοναδικό τέκνο του Ανδρονίκου Δ΄, πρωτότοκου γιού του Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου, και δι-σεγγονός του Ιωάννη Καντακουζηνού. Η τύχη του και η πορεία της ζωής του ήταν συνυφασμένη με εκείνη του πατέρα του. Το 1373, σε ηλικία δύο ε-τών, υπέστη την τιμωρία της τύφλωσης,20 ακολουθώντας την τύχη του πατέ-ρα του μετά την αποτυχημένη εξέγερση του Ανδρονίκου Δ΄. Σε συνεννόηση με τον Οθωμανό πρίγκιπα Saudzi Celebi, γιο του σουλτάνου Μουράτ, εξε-γέρθηκαν εναντίον των πατέρων τους.21 Η τιμωρία της τύφλωσης έγινε κατ’ επιταγή του σουλτάνου Μουράτ, ο οποίος τύφλωσε και, στη συνέχεια, σκό-τωσε τον γιο του. Η τύφλωση του Ανδρονίκου και του μικρού γιου του Ιω-άννη ήταν ηπιότερη και έγινε με τρόπο ώστε να ανακτήσουν αργότερα το φως τους. Επίσης, ο Ανδρόνικος Δ΄ έχασε τη σειρά διαδοχής του στο θρόνο,

    20. S. Mešanović, Jovan VII Paleolog, Vizantinoloskog Intituta [Srpske Akademije Nauka I Umetnosti, Posebna izdanja knjiga 20], Beograd 1966, 29-30 (=Mešanović, Jovan)⋅ Π. Κα-τσώνη, Μια επταετία κρίσιμων γεγονότων. Το Βυζάντιο στα έτη 1366-1373 (Η διαμάχη Ανδρο-νίκου και Ιωάννη Ε΄ των Παλαιολόγων) [Βυζαντινά Κείμενα και Μελέται 33], Θεσσαλονίκη 2002, 116 κ.ε. (=Κατσώνη, Μια επταετία)⋅ Η ίδια, Ανδρόνικος Δ΄ Παλαιολόγος: Βασιλεία και Αλληλομαχία [Βυζαντινά Κείμενα και Μελέται 50], Θεσσαλονίκη 2008, 79 κ.ε. (=Κατσώνη, Ανδρόνικος Δ΄).

    21. G. Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, ελλ. μετάφραση, Αθήνα 1979, τ. Γ΄, 241-242 (=Ostrogorsky, Ιστορία)⋅ Κατσώνη, Μια επταετία (όπως σημ. 20), 143-144. Η Κα-τσώνη στη μελέτη της προβαίνει σε μια διαφορετική πρόταση. Σχετικά με τη συγκεκριμένη ε-πανάσταση σημειώνει ότι η φερόμενη ως ταυτόχρονη εξέγερση των δύο διαδόχων εναντίον των πατέρων τους έλαβε χώρα η κάθε μία σε διαφορετική χρονική περίοδο και ότι η σύγχυση οφείλεται στις ασάφειες των πηγών, κυρίως στον Χαλκοκονδύλη, ο οποίος αντλεί από τουρκι-κές πηγές, συγχέοντας τα γεγονότα του 1373 και 1385.

  • Η παράσταση του Αγίου Ιωάσαφ και του «Παλαμά» 281

    την οποία κατέλαβε ο δευτερότοκος Μανουήλ, και φυλακίστηκε μαζί με το γιο του.22 Αργότερα κατάφερε με τη βοήθεια των Γενουατών να αποδράσει από τη φυλακή και να καταφύγει αρχικά στον Γαλατά. Κατόπιν, ήρθε σε συ-νεννόηση με τον Μουράτ, ο οποίος του παρείχε στρατιωτικές ενισχύσεις και ξεκίνησε ένοπλο αγώνα εναντίον του πατέρα του, πολιορκώντας την Κων-σταντινούπολη. Τον Αύγουστο του 1376, μετά από πολιορκία 32 ημερών, μπήκε στην Κωνσταντινούπολη, συνέλαβε τον πατέρα του και τους αδελ-φούς του, τους φυλάκισε και δεκαπέντε ημέρες αργότερα παραχώρησε την Καλλίπολη στους Τούρκους και την Τένεδο στους Γενουάτες, γεγονός που προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Βενετών και οδήγησε σε βενετο-γε-νουατικό πόλεμο, στον οποίο ενεπλάκησαν τόσο οι Βυζαντινοί όσο και οι Τούρκοι.23

    Ο Ιωάννης Ε΄ και ο Μανουήλ κατάφεραν με τη βοήθεια των Βενετών να δραπετεύσουν από τη φυλακή και την 1η Ιουλίου 1379 ο Ιωάννης Ε΄ επανήλθε στο θρόνο και με τη στήριξη του Μουράτ. Τον Απρίλιο του 1381 οι εχθροπραξίες μεταξύ των εμπόλεμων σταμάτησαν, οι Γενουάτες υπέγρα-ψαν συμφωνία με τον Μουράτ, ο Ιωάννης Ε΄ συμβιβάστηκε με το γιο του Ανδρόνικο Δ΄ και τον αναγνώρισε εκ νέου σε νόμιμο διάδοχό του θρόνου και, επίσης, του παραχώρησε τη διοίκηση μιας περιοχής στην Προποντίδα, τη Σηλυβρία, την Ηράκλεια, τη Ραιδεστό και την Πάνινο. Τον Ιούνιο του 1385 ο Ανδρόνικος Δ΄ πέθανε και τον διαδέχτηκε, με τη στήριξη των Γενου-ατών, ο γιος του Ιωάννης Ζ΄.24

    Μετά τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389) και την άνοδο στο θρόνο του Βαγιαζήτ Α΄, ενισχύθηκε η πίεση των Οθωμανών προς το Βυζάντιο. Ο Βαγι-

    22. D. Nicol, Οι τελευταίοι αιώνες του Βυζαντίου 1261-1453, ελλ. μετάφραση, Αθήνα 1996, 435-436 (=Nicol, Οι τελευταίοι αιώνες)⋅ Mešanović, Jovan (όπως σημ. 20), 29-30⋅ P. Schreiner, Die byzantinischen Kleinchroniken Chronica Byzantina Breviora, Wien 1975, II, 304-305 (=Schreiner, Kleinchroniken)⋅ Β. Νεράντη-Βαρμάζη, Η Θεσσαλονίκη το β΄ μισό του 14ου αιώνα, στο: Β΄ Συμπόσιο, Η Μακεδονία κατά την εποχή των Παλαιολόγων (Θεσσαλονίκη 14-20 Δεκεμβρίου 1992), Θεσσαλονίκη 2002, 91-97⋅ Π. Κατσώνη, Ανδρόνικος Δ΄ (όπως σημ. 20), 79 κ.εξ.

    23. Ostrogorsky, Ιστορία (όπως σημ. 21), 243· Nicol, Οι τελευταίοι αιώνες (όπως σημ. 22), 438⋅ Ε. Ζαχαριάδου, Η επέκταση των Οθωμανών στην Ευρώπη ως την Άλωση της Κωνστα-ντινούπολης (1354-1453), Ι.Ε.Ε. Θ΄, 189-190 (=Ζαχαριάδου, Η επέκταση). 24 Σπ. Λάμπρος / Κ. Άμαντος, Βραχέα Χρονικά, Αθήναι 1932, αρ. 15, 23 κ.εξ. (=Λάμπρος / Ά-μαντος, Βραχέα Χρονικά)⋅ Mešanović, Jovan (όπως σημ. 20), 90-92⋅ Schreiner, Kleinchronike (όπως σημ. 22), αρ. 7⋅ Ostrogorsky, Ιστορία (όπως σημ. 21), 244⋅ R.-J. Loenertz, Manuel Paléologue et Démétrius Cydonès. Remarques sur leurs correspondances, EO 36 (1937) 271-281, 474-487; 37 (1938) 107-124 (=Loenertz, M. Paleologos et D. Cydonès)⋅ Ζαχαριάδου, Η επέκταση (όπως σημ. 23), 190⋅ Κατσώνη, Ανδρόνικος Δ΄ (όπως σημ. 20), 190 κ.εξ., 207 κ.εξ.

  • Νικόλαος Παπαγεωργίου 282

    αζήτ, για να πιέσει περισσότερο το Βυζάντιο, χρησιμοποίησε τον Ιωάννη Ζ΄, γιο του Ανδρόνικου, ο οποίος διεκδικούσε τα δικαιώματά του στο βυζαντινό θρόνο, σε ανταρσία εναντίον του παππού του Ιωάννη Ε΄, εξυπηρετώντας έ-τσι τα σχέδια του για την πλήρη αποδυνάμωση της βυζαντινής αυτοκρατορί-ας. Ο νεαρός Ιωάννης, με ορμητήριο τη Σηλυβρία και με τη βοήθεια αφοσιω-μένων οπαδών του, χάρη στην ισχυρή στρατιωτική βοήθεια που του παρείχε ο Βαγιαζήτ και με την υποστήριξη των Γενουατών του Γαλατά, κινήθηκε ε-ναντίον της Κωνσταντινούπολης. Αρχικά, κατέλαβε πόλεις και οχυρές θέ-σεις γύρω από την πρωτεύουσα και έφτασε μπροστά στα τείχη της Πόλης. Ο Ιωάννης Ε΄, απομονωμένος από συμμάχους και παρά την βοήθεια που έ-σπευσε να του προσφέρει ο εξόριστος Μανουήλ από τη Λήμνο, δεν κατάφε-ρε να αντιμετωπίσει τον εγγονό του. Ο Ιωάννης Ζ΄ στις 14 Απριλίου 1390 ει-σήλθε στην Κωνσταντινούπολη, όπου είχε εν τω μεταξύ καταρρεύσει κάθε αντίσταση, και επευφημούμενος από το πλήθος αναγορεύτηκε αυτοκράτο-ρας.25 Την είσοδο του Ιωάννη Ζ΄ στην Κωνσταντινούπολη και τις επευφημίες του λαού της προς το πρόσωπο του νεαρού διαδόχου περιγράφει χαρακτηρι-στικά ο Ιγνάτιος του Σμολένσκ που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη.26 Ο Ιωάννης Ε΄ κλείστηκε στο παλάτι της Χρυσής Πύλης, ενώ ο Μανουήλ κατά-φερε να διαφύγει στη Λήμνο, από όπου κατόρθωσε στις 17 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, βοηθούμενος και από τους Ιππότες της Ρόδου, να διεισδύσει στην Πόλη από τη Χρυσή Πύλη, όπου παρέμενε οχυρωμένος ο πατέρας του. Ο Ιωάννης με τους άνδρες του αιφνιδιάστηκε και τράπηκε σε φυγή καταφεύ-γοντας στο Βαγιαζήτ, ενώ ο Ιωάννης Ε΄ αποκαταστάθηκε στο θρόνο.27 Ο Βαγιαζήτ από την πλευρά του, γνωρίζοντας ότι ο Ιωάννης Ζ΄ θα αποτελούσε έναν συνεχή και ισχυρό μοχλό πίεσης προς την Κωνσταντινούπολη, υπέδειξε στο νεαρό Ιωάννη Ζ΄ να επιστρέψει στη Σηλυβρία, ως υποτελής του, όπως και έγινε.

    Μετά τη μάχη της Νικόπολης (1396), η κατάσταση του βυζαντινού κρά-τους είχε χειροτερέψει και το μόνο που μπορούσε να κάνει ο αυτοκράτορας ήταν να απευθύνει εκκλήσεις στο εξωτερικό για βοήθεια. Ο Μανουήλ απευ-

    25. F. Dölger, Johannes VII, Kaiser der Rhomäer 1390-1408, BZ 31 (1931) 21-36⋅ Γ. Τ. Κόλιας, Η ανταρσία του Ιωάννου Ζ΄ εναντίον του Ιωάννου Ε΄ Παλαιολόγου (1390), Ελληνικά 12 (1953) 34-64, κυρίως 47-48 (=Κόλιας, Ανταρσία)⋅ Κατσώνη, Ανδρόνικος Δ΄ (όπως σημ. 20), 218-219.

    26. Κατσώνη, Ανδρόνικος Δ΄ (όπως σημ. 20), 218-219. 27. Λάμπρος / Άμαντος, Βραχέα Χρονικά (όπως σημ. 24) αρ. 52. 44⋅ Schreiner, Klein-

    chroniken (όπως σημ. 22), αρ. 7⋅ Ostrogorsky, Ιστορία (όπως σημ. 21), 248⋅ Mešanović, Jovan (όπως σημ. 20), 72⋅ Κόλιας, Ανταρσία (όπως σημ. 25), 50-51⋅ Κατσώνη, Ανδρόνικος Δ΄ (όπως σημ. 20), 222-223.

  • Η παράσταση του Αγίου Ιωάσαφ και του «Παλαμά» 283

    θύνθηκε στους Ρώσους αλλά και στον πάπα, το δόγη της Βενετίας και τους βασιλείς της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Αραγονίας. Ο Κάρολος VI της Γαλλίας ανταποκρίθηκε στις εκκλήσεις του Μανουήλ και απέστειλε στην Κωνσταντινούπολη στρατό με 1200 πολεμιστές υπό τις διαταγές του στρα-τάρχη Bousicaux.28 Ο Γάλλος στρατάρχης κατάφερε να φτάσει στην Κων-σταντινούπολη και να προσφέρει τη βοήθειά του εναντίον των Τούρκων, αλλά η μικρή αυτή στρατιωτική δύναμη δεν ήταν δυνατό να απαλλάξει την αυτοκρατορία από τον τουρκικό κίνδυνο.

    Κάτω από αυτές τις δυσμενείς συνθήκες, ο Μανουήλ έλαβε την απόφαση να ταξιδέψει στη Δύση και να ζητήσει βοήθεια για την αυτοκρατορία του. Ο στρατάρχης Bousicaux, που ώθησε τον αυτοκράτορα στην απόφασή του αυ-τή, πέτυχε και κάτι επιπλέον, κατάφερε να αποκαταστήσει τις σχέσεις μεταξύ των δύο αντίζηλων αυτοκρατόρων. Επισκέφτηκε τον Ιωάννη στη Σηλυβρία και τον έπεισε να συμβιβαστεί με τον θείο του. Συμφωνήθηκε να εφαρμοστεί η αλληλοδιάδοχη υιοθεσία και η προσωρινή παραχώρηση της εξουσίας στον Ιωάννη Ζ΄.29 Σύμφωνα με τη συμφωνία αυτή, ο Ιωάννης Ζ΄ θα αναλάμβανε να κυβερνά ως αυτοκράτορας για όσο διάστημα θα έλειπε ο Μανουήλ στη Δύση30. Μετά από αυτή τη συμφωνία, ο Ιωάννης εγκαταστάθηκε στην Κων-σταντινούπολη στις 4 Δεκεμβρίου 1399 και ο Μανουήλ, συνοδευόμενος από τον Boucicaux, αναχώρησε στις 10 του ίδιου μήνα με βενετικό πλοίο, αρχικά για τη Βενετία και τις άλλες ιταλικές πόλεις και στη συνέχεια για το Παρίσι και το Λονδίνο.

    Κατά το διάστημα της απουσίας, οι Μανουήλ Β΄ και Ιωάννης Ζ΄ φέρο-νταν ως ισότιμοι μεταξύ τους και επιπλέον και οι δύο έφεραν τον τίτλο του βασιλέως καὶ αὐτοκράτορος Ῥωμαίων. Τον τίτλο αυτό ο Ιωάννης τον διατή-ρησε και αργότερα, μετά την επιστροφή του Μανουήλ. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του στην Κωνσταντινούπολη, ο Ιωάννης στέφθηκε αυτοκράτορας και έστεψε συναυτοκράτορα τον γιο του, Ανδρόνικο Ε΄, που είχε αποκτήσει από τον γάμο του με την Ευγενία Gattiluzi, θυγατέρα του Φραγκίσκου Β΄ Gattiluzi, ηγεμόνα της Λέσβου.31

    28. Ostrogorsky, Ιστορία (όπως σημ. 21), 256-257. 29. Mešanovič, Jovan (όπως σημ. 20), 91-94⋅ Κατσώνη, Ανδρόνικος Δ΄ (όπως σημ. 20),

    248-249. 30. Ostrogorsky, Ιστορία (όπως σημ. 21), 257⋅ Nicol, Οι τελευταίοι αιώνες (όπως σημ.

    22), 483-484⋅ Mešanovič, Jovan (όπως σημ. 20), 91-94⋅ Κατσώνη, Ανδρόνικος Δ΄ (όπως σημ. 20), 249, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία.

    31. J. Barker, Manuel II Palaeologos (1391-1425): A Study in Late Byzantine Statesman-ship, New Brunswick / New Jersey 1969, 238-245 (=Barker, Manuel II)⋅ G Dennis, An

  • Νικόλαος Παπαγεωργίου 284

    Στο διάστημα της απουσίας του Μανουήλ πραγματοποιήθηκε η εισβολή των Μογγόλων υπό τον Τιμούρ στην Μικρά Ασία, όπου και συνέτριψε τις Οθωμανικές δυνάμεις στη μάχη της Άγκυρας το 1402 και συνέλαβε αιχμά-λωτο τον Βαγιαζήτ. Την είδηση αυτή πληροφορήθηκε ο Μανουήλ ενώ βρι-σκόταν στο Παρίσι. Στην ηττημένη οθωμανική αυτοκρατορία ξέσπασαν τα-ραχές μεταξύ του Σουλεϋμάν, του μεγαλύτερου γιου του Βαγιαζήτ, που είχε εγκατασταθεί στα ευρωπαϊκά εδάφη, και των αδελφών του, που εξουσίαζαν τη Μ. Ασία. Ο Σουλεϋμάν συνθηκολόγησε με τους γείτονές του και στα 1403 υπέγραψε συνθήκη ειρήνης με τον Ιωάννη τον Ζ΄, τις ναυτικές δυνάμεις της Βενετίας και της Γένοβας και τους Ιππότες της Ρόδου. Με τη συνθήκη αυτή ο Σουλεϋμάν απέδωσε στους Βυζαντινούς την περιοχή από την Πάνιδο ως τη Μεσημβρία, την περιοχή της Θεσσαλονίκης με τη Χαλκιδική και το Άγιο Όρος, τη Σκιάθο, τη Σκόπελο και τη Σκύρο, καθώς και μερικά παράλια κά-στρα της μικρασιατικής ακτής απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. Επί-σης, απάλλαξε το Βυζάντιο από το φόρο υποτέλειας και απελευθέρωσε ό-λους τους βυζαντινούς αιχμαλώτους.32 Οι όροι της συνθήκης αυτής, που ή-ταν ιδιαίτερα επωφελείς για το Βυζάντιο, αποτελούσαν εν πολλοίς έργο του νεαρού Ιωάννη,33 ο οποίος απέδειξε μεταξύ άλλων και τις διπλωματικές του ικανότητες τις οποίες υπαινίσσεται ο συντάκτης του Πανηγυρικού: τῶν γάρ τοι φιλτάτων ὁ νῦν εὐφημούμενος αὐτῷ βασιλεὺς νεαρὰν ἒτι κομιδῆ καὶ τὴν ἡλικίαν ἦγεν ἁπαλήν, κἂν τὸ φρόνημα πολιὸν ἐδείκνυ καὶ σεμνόν, προδεικνύ-ων, ὥσπερ τὰ εὐγενῆ τῶν δένδρων τοῖς τῶν κλάδων ἁπαλοῖς καὶ τοῖς ἄνθεσι τοὺς ἐσομένους καρπούς.34

    Με τη συνθήκη αυτή το Βυζάντιο, του οποίου η κυριαρχία είχε περιορι-στεί μόνο στην Κωνσταντινούπολη κατά τη βασιλεία του Βαγιαζήτ, ανέκτη-σε και πάλι ένα σημαντικό μέρος των περιοχών που του ανήκαν παλαιότερα,

    unknown Byzantine Emperor, Andronikus V Palaeologus (1400-1407), JOBG XVI (1967) 175-187⋅ Nicol, Οι τελευταίοι αιώνες (όπως σημ. 22), 502-503.

    32. G. Dennis, The Byzantine-Turkish Treaty of 1403, OCP XXXIII (1967) (όπου δημοσι-εύεται και αντίγραφο της συνθήκης στα ιταλικά από το Βενετικό Αρχείο) και επανεκ. στο: G. Dennis, Byzantium and the Franks, 1350-1420 [Variorum Reprints], London 1982, VI, 72-88⋅ Nicol, Οι τελευταίοι αιώνες (όπως σημ. 22), 499-500⋅ Ζαχαριάδου, Η επέκταση (όπως σημ. 23), 196⋅ Barker, Manuel II (όπως σημ. 31), 224-226⋅ Β. Νεράντζη-Βαρμάζη, Η Βαλκανική ε-παρχία κατά τους τελευταίους βυζαντινούς αιώνες, Θεσσαλονίκη 1998, 68-69.

    33. Αικ. Χριστοφιλοπούλου, Ἐκλογή, Ἀναγόρευσις καὶ Στέψις τοῦ Βυζαντινοῦ Αὐτοκράτο-ρος [Πραγματεῖαι τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν 22, αρ. 2], Αθήναι 1956, 199, 201, όπου και η παλαι-ότερη βιβλιογραφία.

    34. Λάμπρος, Ἀνωνύμου πανηγυρικός εἰς Μανουήλ καὶ Ἰωάννην Η΄ Παλαιολόγους, Πα-λαιολόγεια καὶ Πελοποννησιακά Γ΄ (1926) 161, 30-35.

  • Η παράσταση του Αγίου Ιωάσαφ και του «Παλαμά» 285

    επεκτείνοντας τα όριά του και πέραν της περιοχής της πρωτεύουσας. Πα-ράλληλα με την εδαφική επέκταση, η απαλλαγή από την καταβολή των φό-ρων υποτέλειας του πρόσφερε μια επιπλέον οικονομική ανάσα. Ο Ιωάννης Ζ΄, έργο του οποίου ήταν η συνθήκη, επιτέλεσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το καθήκον του, ως αυτοκράτωρ στην Κωνσταντινούπολη, όσο ο θείος του Μανουήλ έλειπε στη Δύση. Άδραξε την ευκαιρία που παρουσιά-στηκε μετά την ήττα του Βαγιαζήτ και πέτυχε ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους για το Βυζάντιο.

    Τον Ιούνιο του 1403 ο Μανουήλ Β΄ επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και ο Σουλεϋμάν επικύρωσε την συνθήκη που είχε υπογράψει με τον Ιωάννη και μαζί του, μάλιστα υιοθετήθηκε από τον αυτοκράτορα,35 ενισχύοντας έτσι τους μεταξύ τους δεσμούς φιλίας που προέκυψαν από την παραπάνω συνθή-κη.

    Στον Ιωάννη Ζ΄ ο Μανουήλ υποσχέθηκε τη διοίκηση της Θεσσαλονίκης, η οποία θα περιέρχονταν στο Βυζάντιο βάσει των όρων της συνθήκης που εί-χε υπογραφεί. Το καλοκαίρι του 1403 ο Μανουήλ έστειλε τον Ιωάννη στη Λήμνο να περιμένει εκεί ως την παραλαβή της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους. Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου ο Ιωάννης, είτε γιατί δεν μπο-ρούσε άλλο να περιμένει, είτε υποψιαζόμενος ότι βρισκόταν σε μιας μορφής εξορία από το θείο του, ήρθε σε επαφή με τον πεθερό του και ηγεμόνα-αυθέ-ντη της Λέσβου, τον Φραγκίσκο Β΄, με τη βοήθεια του οποίου κατέλαβε την Θεσσαλονίκη και εισήλθε ως απελευθερωτής.36 Στο σημείο αυτό οι πηγές είναι αρκετά συγκεχυμένες: ενώ ο Nicol αναφέρει την παραπάνω άποψη, ο Barker αναφέρει ότι ο Ιωάννης οδηγήθηκε από τη Λήμνο στη Θεσσαλονίκη από τον Δημήτριο Λάσκαρη Λεοντάρη.37 Για το συγκεκριμένο περιστατικό ο ιστορικός Δούκας αναφέρει: ὁ δὲ βασιλεὺς εἰρηναίαν κατάστασιν ποιήσας καὶ αὐτὸν (ενν. τον Παγιαζήτ) ἐν Ἀδριανουπόλει πέμψας, ἒστειλε Δημήτριον τὸν Λεοντάριν, ἂνδρα συνετὸν καὶ περὶ τὰ πολεμικὰ εὒστροφον, τοῦ παραλαβεῖν

    35. Ζαχαριάδου, Η επέκταση (όπως σημ. 23), 196⋅ Απ. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Θεσ-

    σαλονίκης 316 π.Χ.-1983, Θεσσαλονίκη 21983, 171 (=Βακαλόπουλος, Ιστορία της Θεσσαλονί-κης).

    36. Nicol, Οι τελευταίοι αιώνες (όπως σημ. 32), 501-502⋅ Barker, Manuel II (όπως σημ. 31), 241-242⋅ P. Wirth, Kaiser Johannes VII Palaiologos, Byzantion XXXV (1965) 592-600⋅ Mešanovič, Jovan (όπως σημ. 20), 101-107⋅ Κατσώνη, Ανδρόνικος Δ΄ (όπως σημ. 20), 249-250.

    37. Barker, Manuel II (όπως σημ. 31), 244-245.

  • Νικόλαος Παπαγεωργίου 286

    τὴν Θεσσαλονίκην. Ὁ δὲ παραλαβὼν αὐτὴν καὶ μηνύσας τῷ βασιλεῖ, εἰσάγει τὸν βασιλέα Ἰωάννην ἐντὸς καὶ δεικνύει τοῦτον βασιλέα πάσης Θετταλίας.38

    Το 1403 η Θεσσαλονίκη μετά από δεκαεξάχρονη τουρκική κατοχή είχε και πάλι ελευθερωθεί. Αναμφισβήτητα, ο Ιωάννης Ζ΄ ήταν ο ελευθερωτής ή ο πρωτεργάτης της απελευθέρωσης της πόλης, γεγονός το οποίο πέτυχε εκ-μεταλλευόμενος σωστά τις περιστάσεις και κυρίως την ήττα του Βαγιαζήτ και τη συνθήκη που υπέγραψε με το Σουλεϋμάν. Η άφιξη στην πόλη του ε-λευθερωτή αυτοκράτορα είναι πολύ πιθανόν να συνοδεύτηκε από τους συν-ήθεις σε αντίστοιχες περιπτώσεις εορτασμούς. Κατά τον Ν. Οικονομίδη, το γεγονός της άφιξής του και της ανάληψης της αρχής της πόλης από τον Ιω-άννη ως βασιλέα πάσης Θετταλίας έχει αποδοθεί συμβολικά σε πυξίδα που σώζεται στο Dumbarton Oaks.39 Στην εν λόγω παράσταση της πυξίδας, ο νέος αυτοκράτορας καλωσορίζεται στην πόλη και σε τελετή υποδοχής δέχε-ται το ομοίωμα της.40

    Σε πρόσταγμα του Μανουήλ της 29ης Σεπτεμβρίου 1404, με το οποίο δί-νονται οδηγίες στον οικείο Δημήτριο Βουλιωτή (οἰκεῖε τῆς βασιλείας μου κὺρ Δημήτριε Βουλιωτὴ ὀφείλεις ἐπεὶ πέμπομέν σε εἰς διαφένδευσιν καὶ βοήθειαν καὶ ἐπιμέλειαν τοῦ Ἁγίου Ὂρους), που στάλθηκε εκεί ως εντολοδόχος του στο απελευθερωμένο Άγιον Όρος αποδεικνύεται, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη συμφωνίας μεταξύ Μανουήλ και Ιωάννη, σύμφωνα με την οποία παραχω-ρούνταν η περιοχή της Θεσσαλονίκης στον ανεψιό του: Ἒτι γίνωσκε ὅτι τὸ Ἃ-γιον Ὄρος διαλαμβάνεται εἰς τὸ μέσον ἐμοῦ καὶ τοῦ υἱού μου τοῦ βασιλέως ὁρ-κομοτικόν, ἵνα βλέπῃ εἰς ἡμᾶς κατὰ πάντα. Ὅσα δὲ κτήματα ἔχει αὐτὸ ἐντός τοῦ συνόρου τῆς Θεσσαλονίκης, ὅ ἔδωκα πρὸς τὸν υἱόν μου τὸν βασιλέα ὀφεί-λουσιν ἔχει αὐτά οἱ Ἁγιορεῖται οὕτως καθὼς προεῖχον αὐτὰ καὶ ὅτε ἦν ἡ Θεσ-σαλονίκη τῆς βασιλείας μου πρὸ τοῦ λαβεῖν τοὺς Τούρκους αὐτήν, καθὼς καὶ τὸ πρὸς αὐτοὺς πρόσταγμα τῆς βασιλείας μου περὶ τούτου διαλαμβάνει.41

    Η παρουσία του Ιωάννη στη Θεσσαλονίκη δηλώνεται και από τον ίδιο σε χρυσόβουλο του Φεβρουαρίου του 1407, όπου αναφέρεται μεταξύ άλλων: καὶ ἡ βασιλεία μου...κύριος τῆς Θεσσαλονίκης γενόμενος καὶ τῶν περὶ αὐτὴν ἁπάντων. Το έγγραφο αυτό ο Ιωάννης το υπογράφει κάνοντας χρήση του

    38. Δούκας, Ιστορία, έκδ. V. Grecu, Ducas, Historia Turcobizantina, Bucureşti 1958, 79

    (=Δούκας, Ιστορία). 39. N. Oikonomides, John VII Palaeologus and the Ivory Pyxis at Dumbarton Oaks, DOP

    31 (1977) 329-337 (=Oikonomides, John VII). 40. Oikonomides, John VII (όπως σημ. 39), 336. 41. Αρκάδιος Βατοπεδινός, Ἁγιορειτικὰ ἀνάλεκτα, Γρηγόριος Παλαμάς 2 (1918) 449-452⋅

    Ostrogorski, Ιστορία (όπως σημ. 21), τ. Γ΄, σημ. 244.

  • Η παράσταση του Αγίου Ιωάσαφ και του «Παλαμά» 287

    αυτοκρατορικού του τίτλου: Ἰωάννης ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ πιστὸς βασιλεὺς καὶ Αὐτοκράτωρ Ρωμαίων ὁ Παλαιολόγος.42 Οι παραπάνω αναφορές, καθώς η δράση ενός εκάστου εκ των δύο βασιλέων, τόσο του Μανουήλ όσο και του Ι-ωάννη, πιστοποιούν ουσιαστικά την εφαρμογή ενός συστήματος διττής βα-σιλείας, που εφαρμόστηκε την περίοδο εκείνη ως αποτέλεσμα των ιστορικών συνθηκών και των εσωτερικών ισορροπιών του Βυζαντινού κράτους.

    Την περίοδο που απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη από τους Τούρκους μητροπολίτης ήταν ο Γαβριήλ, ο οποίος είχε διαδεχτεί τον Ισίδωρο μετά το θάνατό του στα 1396. Η έναρξη της ποιμαντορίας του Γαβριήλ έγινε κατά τη διάρκεια της τουρκικής κατοχής της πόλης και ο ίδιος αγωνίστηκε για να βελτιώσει την κατάσταση των χριστιανών. Είχε καταφέρει να κερδίσει την ε-κτίμηση των Τούρκων και μάλιστα πέτυχε, προσφεύγοντας προσωπικά στον Βαγιαζήτ, να εξασφαλίσει περισσότερα προνόμια για τους Θεσσαλονικείς ώ-στε τὸν δὲ ἡ συνοῦσα τοῦ θείου πνεύματος χάρις τοσαύτην παρεσκεύασε παρὰ τοῖς ἐναντίοις χάριν εὑρεῖν, ὡς μεγίστων δωρεῶν καὶ δουλείας ἀνεκτοτέρας αἰ-τιώτατον τῇ πόλει γενέσθαι.43 Μερικά χρόνια αργότερα, μετά την ήττα των Οθωμανών στη μάχη της Άγκυρας από τον Ταμερλάνο, εκφώνησε την ομι-λία του με τίτλο Ὁμιλία ῥηθεῖσα ὅτε διεφθάρησαν οἱ Τοῦρκοι παρά τῶν Σκυ-θῶν.44 Στην ομιλία του αυτή ο Γαβριήλ χαρακτηρίζει την νίκη του Ταμερλά-νου ως ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα, ανώτερο και από τη συντριβή των Ασσυρίων και τον καταποντισμό των Αιγυπτίων. Ο Σωτήρας ανεχόταν τους διωγμούς των πιστών του αλλά, εν τέλει, έστρεψε την οργή του εναντίον τους και τους συνέτριψε, μολονότι οι πιστοί του δεν ήταν άξιοι τέτοιας ευερ-γεσίας ἠλευθέρωσεν ἡμᾶς ὁ θεός καίτοι ὄντας ἀδιορθώτους. Η απελευθέρωση της πόλης αποδίδεται και στη μεσιτεία του Αγίου Δημητρίου τὸν… φρουρὸν καὶ πολιοῦχον...ὃς καὶ τὴν πόλιν ταύτην ἐῤῥύσατο ἀπὸ πολλῶν καὶ ποικίλων πειρασμῶν...καὶ εἰς τέλος αὐτὴ ἠλευθέρωσε διὰ τῆς στρατηγίας καὶ μεσιτείας

    42. W. Regel, Χρυσόβουλα καὶ Γράμματα τῆς ἐν Ἁγίῳ Ὄρει Ἂθῳ Ἱερᾶς καὶ Σεβασμίας Με-

    γίστης Μονῆς τοῦ Βατοπεδίου, Πετρούπολη 1898, 42⋅ Αρκάδιος Βατοπεδινός, Ἁγιορειτικά ἀνάλεκτα, Γρηγόριος Παλαμάς 3 (1919) 326-330.

    43. Λ. Συνδίκα-Λαούρδα, Ἐγκώμιον εἰς τὸν ἀρχιεπίσκοπον Θεσσαλονίκης Γαβριήλ, Μα-κεδονικά 4 (1960) 352-370, στ. 517-518⋅ Α. Βακαλόπουλος, Ὁ ἀρχιεπίσκοπος Γαβριὴλ καὶ ἡ πρώτη τουρκικὴ κατοχὴ τῆς Θεσσαλονίκης (1391-1403), Μακεδονικά 4 (1960) 371-373 (=Βακαλόπουλος, Αρχιεπίσκοπος Γαβριήλ)⋅ Nicol, Οι τελευταίοι αιώνες (όπως σημ. 22), 503-504.

    44. Β. Λαούρδας, Γαβριὴλ Θεσσαλονίκης, Ομιλίαι, Αθηνά 57 (1953) 141-178, κυρίως 167-168 και 177-178 (=Λαούρδας, Ομιλίαι).

  • Νικόλαος Παπαγεωργίου 288

    αὐτοῦ.45 Η σωτηρία αυτή των χριστιανών θα έπρεπε να συντελέσει στη πραγματική τους μεταστροφή και στη μετάνοια.

    Για την περίοδο της βασιλείας του Ιωάννου Ζ΄ Παλαιολόγου στη Θεσσα-λονίκη ελάχιστες πληροφορίες μας είναι γνωστές. Στο ως τώρα γνωστό έργο του Γαβριήλ δεν υπάρχουν αναφορές που να αφορούν ή να σχετίζονται με τον Ιωάννη. Πληροφορίες μπορούμε να αντλήσουμε μόνο έμμεσα, από χρυ-σόβουλα που ο ίδιος υπογράφει προς τις μονές του Αγίου Όρους, από επι-στολές της εποχής, αλλά και από τα όσα αναφέρει ο Θεόδωρος Ποτάμιος στον επικήδειο λόγο του. Σημαντικότατες, όμως, πληροφορίες αντλούμε κυ-ρίως από το έργο του Συμεών, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (1416/1417-1429), κυρίως για τα 35 χρόνια που προηγήθηκαν της παράδοσης της πόλης στη Βενετική Δημοκρατία το 1423, καθώς και από το κείμενο του ιδίου για τον Ιωάννη Ζ΄, που σημείωσε στο Συνοδικό της Εκκλησίας της Θεσσαλονί-κης.

    Ο Συμεών Θεσσαλονίκης στον Λόγο του Εἰς τὸν ἐν ἁγίοις μέγιστον ἀθλη-τὴν καὶ μυροβλύτην Δημήτριον ἐν ἱστορίας τύπῳ τὰ νεωστὶ αὐτοῦ γεγονότα διηγούμενος θαύματα, αναφερόμενος στην περίοδο εκείνη γράφει χαρακτη-ριστικά: Καὶ ἦν ἐν εἰρήνῃ τὰ καθ’ ἡμάς καὶ τῶν μὲν βασιλέων ὁ πρῶτος τῷ τε χρόνῳ καὶ ταῖς ἀρεταῖς θεῖος Μανουήλ τῆς βασιλίδος βασιλεύειν αὖθις ἄρχε-ται πόλεως, ὡς αἱ τε συνθῆκαι αἱ πρὸς ἀλλήλους καὶ τὸ δίκαιον εἶχεν· ὁ ἀδελ-φιδοῦς δ’ ἐκείνου καὶ δεύτερος βασιλεύς, ἐκείνῳ καθάπαξ ταῖς ἀρεταῖς καὶ τῇ εὐσεβείᾳ ἐπόμενος, τὴν δευτέραν μετά τὴν πρώτην δικαίως ἀναδέχεται πόλιν, ταύτην δὴ τὴν τῶν Θετταλῶν, ἐνοικεῖ τε ἐν αὐτῇ καὶ κοσμεῖ ταύτην εὐνομίαις καὶ καταστάσεσιν ἀγαθαῖς καὶ ὀχυροῖ πάντοθεν τριήρεσι καὶ περιτειχίσμασι καὶ τά τῆς Κασσανδρείας διενεργεῖ σπουδῇ πολλῇ καὶ θερμοτάτῳ τῷ πόθῳ· καὶ τοῦτο δῶρον ἂλλο τοῦ Δημητρίου ταύτῃ τῇ πόλει καθίσταται. 46

    Από την αναφορά του Συμεών καθίσταται εμφανές ότι η εγκατάσταση του Ιωάννη στη Θεσσαλονίκη ήταν απόρροια συμφωνίας μεταξύ των δύο με-ρών. Τονίζονται οι αρετές και η ευσέβεια που τον διέκριναν και, επιπλέον, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις ενέργειες του Ιωάννη, ο οποίος ανέλαβε τη δι-οίκηση της πόλης, κατοίκησε σε αυτήν και τη στόλισε με καλούς νόμους και ευχάριστες συνθήκες. Ακόμη «την οχύρωσε από παντού με πολεμικά πλοία και τείχη» και φρόντισε ιδιαίτερα για την ασφάλεια της Κασσανδρείας.47

    45. Λαούρδας, Ομιλίαι (όπως σημ. 44), 167-168, στ. 121-122, 127-132. 46. D. Balfour, Politico-historical works of Symeon Archbishop of Thessalonica (1416/17 to

    1429), Wien 1979, 48. 4-13 (=Balfour, Politico-historical works). 47. Α. Βακαλόπουλος, Τα κάστρα του Πλαταμώνα και της Ωριάς Τεμπών και ο Τεκές του

    Χασάν Μπαμπά, Θεσσαλονίκη 1972, 126.

  • Η παράσταση του Αγίου Ιωάσαφ και του «Παλαμά» 289

    Εκτός όμως από τη φρο�