20041221322400.Διαταραχές Του Σωματικού Σχήματος Και...

13
ΣΩΜΑΤΙΚΟ ΣΧΗΜΑ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ 1.1. Έννοια του σωματικού σχήματος Το σωματικό σχήμα (schéma corporel, corporal schema) είναι η συνείδηση της ενότητας του σώματος, η δυναμική των αισθήσεων που μας επιτρέπουν να αντιληφθούμε τη θέση των μελών του σώματός μας. Το σωματικό σχήμα είναι η αναπαράσταση (représentation) που έχει το κάθε άτομο για το ίδιο του το σώμα 1 . Η αναπαράσταση που έχει το παιδί για το σώμα του συγκροτείται κατά τη διάρκεια τριών σταδίων: Πρώτο στάδιο: Το βιωμένο σώμα (corps vécu). Το παιδί μέσα από διάφορα κινητικά παιχνίδια και δραστηριότητες προσπαθεί να αναγνωρίσει τον κόσμο που το περιβάλλει διαμέσου ενός διαλόγου, που είναι κυρίως σωματικός. Δεύτερο στάδιο: H γνώση των μελών του σώματος (connaissance des parties du corps). Προοδευτικά, το παιδί εγκαταλείπει την αδιαφοροποίητη αναπαράσταση που έχει για το σώμα του και αρχίζει να συνειδητοποιεί το διαφορετικό ρόλο κάθε μέλους τού σώματός του. Αρχίζει να κατονομάζει τα διάφορα μέλη τού σώματός του, προκειμένου να αποκτήσει μια πρώτη αναπαράσταση γι’αυτά. Τρίτο στάδιο: Χωροχρονικός προσανατολισμός (orientation spatiotemporelle). To ανθρώπινο σώμα είναι το κυρίαρχο σύστημα αναφοράς για την οργάνωση του εξωτερικού κόσμου (ανθρώπινου και υλικού) και η γλώσσα που εκφράζει την οργάνωση αυτή αποτελεί ουσιαστικά το σύμβολο του σώματος. 2 1 Grider, C. (1981). Children’s conception of the body interior: New direction for child development. S. Francisco: Jassey – Bass. Daurat – Hmeljak, C., Stambak, M., & Berges, J. (1966). Une épreuve de schéma corporel. Revue du CPA 16 (3), 141-186. Garelli, M., & Lepage, A. (1973). L’enfant IMC et son corps. Contribution à l’étude du corps représenté et du corps vécu. Bulletin de psychologie, XXVII, 310, 362-384. Gauvin – Piquard, A. (1987). L’enfant malade et son corps. Paris: Privat. Kreisler, R. (1985). La pathologie psychosomatique. In S. Lebovici (Ed.), Traité de psychiatrie de l’enfant. Paris: P.U.F. Fisher, S. (1958). Body image and personality. New York: Reinhold. 2 Sarris, D., & Stavrou, L. (1997). L’image du corps chez les infirmes moteurs cérébreaux au travers les épreuves projectives.

Upload: nicoletarebenciuc

Post on 03-Feb-2016

217 views

Category:

Documents


0 download

DESCRIPTION

fgd

TRANSCRIPT

Page 1: 20041221322400.Διαταραχές Του Σωματικού Σχήματος Και Αριστεροχειρία 1

ΣΩΜΑΤΙΚΟ ΣΧΗΜΑ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

1.1. Έννοια του σωματικού σχήματος

Το σωματικό σχήμα (schéma corporel, corporal schema) είναι η συνείδηση της ενότητας του σώματος, η δυναμική των αισθήσεων που μας επιτρέπουν να αντιληφθούμε τη θέση των μελών του σώματός μας. Το σωματικό σχήμα είναι η αναπαράσταση (représentation) που έχει το κάθε άτομο για το ίδιο του το σώμα1.

Η αναπαράσταση που έχει το παιδί για το σώμα του συγκροτείται κατά τη διάρκεια τριών σταδίων:

Πρώτο στάδιο: Το βιωμένο σώμα (corps vécu). Το παιδί μέσα από διάφορα κινητικά παιχνίδια και δραστηριότητες προσπαθεί να αναγνωρίσει τον κόσμο που το περιβάλλει διαμέσου ενός διαλόγου, που είναι κυρίως σωματικός.

Δεύτερο στάδιο: H γνώση των μελών του σώματος (connaissance des parties du corps). Προοδευτικά, το παιδί εγκαταλείπει την αδιαφοροποίητη αναπαράσταση που έχει για το σώμα του και αρχίζει να συνειδητοποιεί το διαφορετικό ρόλο κάθε μέλους τού σώματός του. Αρχίζει να κατονομάζει τα διάφορα μέλη τού σώματός του, προκειμένου να αποκτήσει μια πρώτη αναπαράσταση γι’αυτά.

Τρίτο στάδιο: Χωροχρονικός προσανατολισμός (orientation spatiotemporelle). To ανθρώπινο σώμα είναι το κυρίαρχο σύστημα αναφοράς για την οργάνωση του εξωτερικού κόσμου (ανθρώπινου και υλικού) και η γλώσσα που εκφράζει την οργάνωση αυτή αποτελεί ουσιαστικά το σύμβολο του σώματος.2 Οι έννοιες π.χ., πάνω – κάτω, εμπρός – πίσω, δεξιά – αριστερά δε σημαίνουν τίποτε για ένα παιδί που δεν μπορεί να τοποθετηθεί στο χώρο. Οι έννοιες αυτές αποκτούν σημασία μόνο όταν συσχετισθούν με το κεφάλι και τα πόδια του παιδιού (έννοιες πάνω – κάτω), όταν συσχετισθούν με την κατεύθυνση του βαδίσματος του παιδιού (εμπρός – πίσω), όταν συσχετισθούν με τα δυο συμμετρικά ημίση του σώματός του (δεξιά – αριστερά), και μόνο όταν συσχετισθούν με τις έννοιες της καθετότητας, της οριζοντιότητας, της πλαγιότητας, όπου ως σταθερά (constante) θεωρείται η κάθετη στάση (station verticale) του σώματος.3

1 Grider, C. (1981). Children’s conception of the body interior: New direction for child development. S. Francisco: Jassey – Bass.Daurat – Hmeljak, C., Stambak, M., & Berges, J. (1966). Une épreuve de schéma corporel. Revue du CPA 16 (3), 141-186.Garelli, M., & Lepage, A. (1973). L’enfant IMC et son corps. Contribution à l’étude du corps représenté et du corps vécu. Bulletin de psychologie, XXVII, 310, 362-384.Gauvin – Piquard, A. (1987). L’enfant malade et son corps. Paris: Privat.Kreisler, R. (1985). La pathologie psychosomatique. In S. Lebovici (Ed.), Traité de psychiatrie de l’enfant. Paris: P.U.F.Fisher, S. (1958). Body image and personality. New York: Reinhold.

2 Sarris, D., & Stavrou, L. (1997). L’image du corps chez les infirmes moteurs cérébreaux au travers les épreuves projectives. Revue Européenne du Handicap Mental, 4, 17-23.Sarris, D. (2002, in press). L’apport thérapeutique d’un atelier-conte dans le traitement des enfants dysharmoniques. Revue Européenne du Handicap Mental, no26.

3 Lapierre, A., & Aucouturier, B. (1982). Fantasmes corporels et pratique psychomotrice en éducation. Paris: Doin.

Lewis, M., & Brooks – Gunn, J. (1981). La reconnaissance de son image chez l’enfant. Paris: Delachaux et Niestlé.Mounoud, P. (1981). Le développement de l’image de soi chez l’enfant de 3-11 ans. Ιn P. Mounoud (Ed.), La reconnaissance de soi chez l’enfant. Paris: Delachaux et Niestlé.

Page 2: 20041221322400.Διαταραχές Του Σωματικού Σχήματος Και Αριστεροχειρία 1

Το σωματικό σχήμα είναι μια δεδομένη πραγματικότητα, είναι, όπως γράφει η F. DOLTO, το σαρκικό μας βίωμα σε επαφή με το φυσικό κόσμο.4 To σωματικό σχήμα καθορίζει το άτομο ως εκπρόσωπο του ανθρώπινου είδους ανεξαρτήτως τόπου, χρόνου ή των συνθηκών κάτω από τις οποίες ζει.5

To σωματικό σχήμα, όντας παρόν μέσα στο χώρο,:6 i) συνδέει το σώμα με την άμεση εμπειρία,ii) εξελίσσεται στο χώρο και στο χρόνο και, από ψυχαναλυτική άποψη,iii) είναι συγχρόνως ασυνείδητο, προσυνειδητό και συνειδητό.

1.2. H συγκρότηση του σωματικού σχήματος σύμφωνα με τη γενετική ψυχολογία

1.2.1. Η συγκρότηση του σωματικού σχήματος κατά τον J. PIAGET

Mελετώντας τη γενετική θεωρία του PIAGET, όσον αφορά στη συγκρότηση του σωματικού σχήματος, μπορούμε να διακρίνουμε:7

(i) To αισθησιοκινητικό σωματικό σχήμα (schéma corporel sensori – moteur), το οποίο συγκροτείται διαμέσου: α) της πρόσκτησης και κατανόησης από το παιδί των λογικομαθηματικών εννοιών (έννοια αντικειμένου, χωροχρονικός προσανατολισμός, αιτιότητα), και β) της μίμησης (imitation), η οποία επιτρέπει στο παιδί να αναπαριστά το ίδιο του το σώμα αναλογικά με το σώμα του Άλλου και να αντιλαμβάνεται (το παιδί) το σώμα του ως σταθερό σημείο αναφοράς μέσα στον κόσμο.

(ii) το προλειτουργικό σωματικό σχήμα (schéma corporel préopératoire puis opératoire), το οποίο αργότερα εξελίσσεται σε λειτουργικό σωματικό σχήμα, επιτρέπει στο παιδί: α) τη σταδιακή συνειδητοποίηση των επιμέρους στοιχείων – μερών, τα οποία συγκροτούν το σώμα του, β) την προοδευτική ανάπτυξη της ικανότητάς του παιδιού για αναπαράσταση του χώρου (représentation de l’espace) που το περιβάλλει, και γ) την προοδευτική πρόσκτηση της γλώσσας και του λόγου.

Nolan, E., & Kagan, J. (1980). Recognition of self and self’s products in preschool children. Journal of Genetic Psychology, 137, 285-294Σταύρου, Λ. (1995). Η λογική σκέψη στο νοητικά καθυστερημένο παιδί. Ιωάννινα: Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.Stavrou, L., Gibello, B., & Sarris, D. (1997). Les problémes de symbolisation chez l’enfant déficient mental: Approche conceptuelle et étude clinique. Επιστημονική Επετηρίδα Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Τόμος Α, 191-216

44. Dolto, F. (1985). L’image inconsciente du corps. Paris: Seuil.5 Paillard, J. (1982). Le corps et ses langages d’espace. Paris: Masson.

Piaget, J. (1972). La représentation du monde chez l’enfant. Paris: P.U.F.Schilder, P. (1973). L’image du corps. Paris: Gallimard.Zazzo, R. (1981). Miroirs, image, espace, corps. La reconnaissance de son image chez l’enfant. Paris: Delachaux et Niestlé.

6 Dubois, G. (1981). Résultats du bilan spatio-temporel chez les dyslexiques–dysorthographiques. Revue Rééducation Orthophonique, 121, 439-445. Paris.Chassagny, C. (1977). Pédagogie relationnelle du langage. Paris: P.U.F.Borel – Masonny, S. (1962). Langage oral et écrit (tome 1). Neuchâtel: Delachaux & Niestle.

7 7. Piaget, J. (1951). Les relations entre l’intelligence et l’affectivité. Bulletin de psychologie, 2, XXII, 130-175.Piaget, J. (1960). Les praxis chez l’enfant. Revue Neurologique, 103(6), 551-565. Piaget, J. (1962). Le rôle de l’imitation dans la formation de la représentation. Evolution Psychiatrique, XXVII, 1, 141-150.

Page 3: 20041221322400.Διαταραχές Του Σωματικού Σχήματος Και Αριστεροχειρία 1

Tέλος, ο PIAGET αναφέρει τρία στοιχεία, τα οποία συμβάλλουν στη συγκρότηση της ολικής αναπαράστασης που έχει το παιδί για το «προσωπικό» του σωματικό σχήμα, ήτοι:

(i) την πράξη (action) του υποκειμένου επί της αντικειμενικής πραγματικότητας,

(ii) την ωρίμανση του κεντρικού νευρικού συστήματος,(iii) την εξισορρόπηση (équilibration) ανάμεσα στις διαδικασίες αφομοίωσης

(αssimilation) και τις διαδικασίες προσαρμογής (accommodation).

Page 4: 20041221322400.Διαταραχές Του Σωματικού Σχήματος Και Αριστεροχειρία 1

1.2.2. Η συγκρότηση του σωματικού σχήματος κατά γενετικά επίπεδα: Η προσέγγιση του J. DE AJURIAGUERRA

Ο J. DE AJURIAGUERRA,8 ακολουθώντας το θεωρητικό πλαίσιο των PIAGET και WALLON, υποστηρίζει ότι το σωματικό σχήμα συγκροτείται μέσα από τη συνάρθρωση διαφορετικών επιπέδων οργάνωσης.

Ειδικότερα, ο AJURIAGUERRA διακρίνει τρία επίπεδα οργάνωσης του σωματικού σχήματος, ήτοι:

(i) Το αισθησιοκινητικό επίπεδο του σώματος (niveau sensori-moteur du corps), το οποίο δομείται προοδευτικά διαμέσου της κατάκτησης και κατανόησης από το παιδί της αντικειμενικής πραγματικότητας.

(ii) Το προλειτουργικό ή προλογικό επίπεδο του σώματος (niveau préopératoire du corps), το οποίο συγκροτείται με την κατάκτηση από το παιδί της συμβολικής λειτουργίας.

(iii) Το λειτουργικό επίπεδο του σώματος (niveau opératoire du corps), το οποίο δομείται μέσα από την πράξη και ενέργεια (opération) του παιδιού επί της αντικειμενικής πραγματικότητας.

1.2.3. Η συνείδηση του σωματικού σχήματος κατά τον Η.WALLON

O Η. WALLON θεωρεί ότι η αντικειμενική συνειδητοποίηση του εαυτού (conscience du soi) από το παιδί συγκροτείται προοδευτικά.9

Το παιδί αποκτά προοδευτικά την έννοια του σωματικού σχήματος ήδη από το πρώτο έτος, στη διάρκεια του οποίου εξερευνά την αντικειμενική πραγματικότητα, η οποία οργανώνεται:

α) διαμέσου των πνευματικών σχημάτων (schèmes intellectuels),β) διαμέσου των δομών χώρου – χρόνου – αιτιότητας και μονιμότητας του

αντικειμένου.Το παιδί, με εργαλείο την αντίληψη, με την παρουσία, όμως, των αντικειμένων

– προσώπων – καταστάσεων, δομεί το πραγματικό (réel) και το συγκεκριμένο (concret).10 Σημειώνεται ότι στην αρχή της ζωής το βρέφος χαρακτηρίζεται:

α) από τη μη μονιμότητα του αντικειμένου,β) από την απουσία των δομών του αντικειμενικού χώρου, χρόνου και της

αιτιότητας, καιγ) από την ανυπαρξία του αντικειμένου.Η προοδευτική κατάκτηση της αντικειμενικής πραγματικότητας και η

συνείδηση του εαυτού του από το παιδί είναι μια εργώδης προσπάθεια, η οποία στηρίζεται στην αφομοίωση, από το παιδί, της συμβολικής λειτουργίας.

Ειδικότερα, στην ηλικία των 2-7 ετών η νοημοσύνη του παιδιού χαρακτηρίζεται:

α) από την επικεντρωμένη σκέψη (centration),

8 8. Ajuriaguerra, de J. (1955). L’évolution des syncénésies chez l’enfant. Presse Medicale, 39,817-819. Ajuriaguerra, de J. (1971). L’enfant et son corps. Information Psychiatrique, 47, 566-595.Ajuriaguerra, de J. (1987). Manuel de psychiatrie. Paris: Masson, p.p. 15-45.

99. Wallon, H. (1976). L’origine du caractère chez l’enfant. Paris: P.U.F.Wallon, H. (1968). L’évolution psychologique de l’enfant. Paris: A. ColinWallon, H. (1970). De l’acte à la pensée. Paris: Flammarion.

10 10. Tran-Thong. (1979). La théorie de H. Wallon et ses conséquences éducatives. Les Sciences de l’Éducation, 235-273.Perret-Clermont, A. (1979). La construction de l’intelligence chez l’enfant. Berne: P. Lang.

Page 5: 20041221322400.Διαταραχές Του Σωματικού Σχήματος Και Αριστεροχειρία 1

β) την ανικανότητα για διατήρηση της ύλης (conservation)γ) την ανικανότητα για αντιστρεψιμότητα (réversibilité),δ) την κυριαρχία της συμβολικής αναπαράστασης (représentation

symbolique)Το σωματικό σχήμα συγκροτείται προοδευτικά. Από την ηλικία των τεσσάρων

ετών, εμφανίζονται οι προέννοιες (préconcepts), δηλ. η ικανότητα του παιδιού να προβαίνει σ’ένα στοιχειώδη συλλογισμό, ο οποίος, όμως, περιορίζεται από την εγωκεντρική αντίληψη (centration) και τα αντιληπτικά δεδομένα. Το σώμα είναι δέσμιο της αντίληψης.11

Ο WALLON, αναφερόμενος στη γλώσσα και το λόγο, υποστηρίζει ότι τόσο η νοημοσύνη όσο και η γλώσσα έχουν κοινή αφετηρία. Η νοημοσύνη είναι αναπαραστατικoύ τύπου και εκφράζεται μέσα από τη συμβολική λειτουργία (fonction symbolique), ενώ η γλώσσα είναι επικοινωνιακού τύπου. Ο WALLON διακρίνει μια αντιστοιχία ανάμεσα στα στοιχεία της νοημοσύνης και τα στοιχεία του σωματικού σχήματος. Τα στοιχεία κατ’αυτόν είναι η επικοινωνία και η συμβολική λειτουργία, ενώ εικόνα του σωματικού σχήματος είναι η τονική λειτουργία(τονικότητα) –tonus- (στάση – παράσταση του σώματος) και οι κινήσεις με τις οποίες γίνεται η επαφή με το περιβάλλον.

Ο WALLON, αναλύοντας την εξέλιξη του σωματικού σχήματος και της νοημοσύνης στο παιδί, συνδέει το ρόλο της τονικής λειτουργίας (fonction tonique) και της συγκίνησης στην εξελικτική πορεία του υποκειμένου. Όπως αναφέρει ο ΤRAN –THONG,12 ερμηνεύοντας τη σκέψη του WALLON, το παιδί έρχεται σ’επαφή με το πραγματικό (réel) μέσα από τους μηχανισμούς συγκίνησης, οι οποίοι επιτρέπουν στο παιδί να επικοινωνεί με το κοινωνικό περιβάλλον του. Η επικοινωνία με το περιβάλλον οδηγεί το παιδί σε μια διαλεκτική δράση ανάμεσα σ’ αυτό και τον Άλλο, δηλαδή στην ανάδυση της διαπροσωπικής σχέσης (relation interpersonnelle), η οποία του επιτρέπει να αφομοιώνει τη συμβολική λειτουργία και, διαμέσου της τελευταίας να καταστεί ικανό:

α) για απλές και στοιχειώδεις λογικές ενέργειες (opérations),β) για σύνθετες χωροχρονικές συγκεκριμένες ενέργειες, γ) για αποκεντρωμένη αντίληψη ( décentration) και

δ) για ενότητα της στάσης με τη συνείδηση, ενότητα απαραίτητη στη νοητική επεξεργασία και αναπαράσταση του σωματικού σχήματος.

Η συμβολική λειτουργία επιτρέπει στο παιδί, με εργαλείο την αναπαράσταση, να αποδεσμευθεί πλήρως από την αντίληψη και, παράλληλα, να πνευματικοποιήσει (mentalisation) τη σκέψη του, δηλαδή να μπορεί να χρησιμοποιήσει τη σκέψη για υποθετικο – επαγωγικούς συλλογισμούς.13

Ο WALLON εισάγει την έννοια «ίδιο σώμα» (corps propre), η οποία, σύμφωνα με αυτόν, διαμορφώνεται εξελικτικά διαμέσου των παρακάτω σταδίων:14

11 11. Piaget, J. (1960). Les praxis chez l’enfant. Revue Neurologique, 103(6), 551-565.12 12. Tran – Thong. (1979). La théorie de Wallon et ses conséquences éducatives. Les Sciences de

l’Éducation, 235-273.Tran – Thong. (1967). Les stades opératoires de l’intelligence. Paris: A. Colin.

13 Wallon, H. (1958). Equilibre statique et équilibre en mouvement: double latéralisation. Enfance, 1, 1-29.Wallon, H. (1962). Activité simultanée des deux mains chez les droitiers et chez les gauchiers.Journal de psychologie, 1-22.Piaget, J. (1960). Les praxis chez L’enfant. Revue Neurologique, 103, 6, 551-565.Piaget, J. (1951). Les relation entre l’inteligence et l’affectivite. Bulletin de psychologie, 2, XXII, 130-175.

14 14. Wallon, H. (1959). Kinesthésie et image visuelle du corps propre. Enfance, 3-4, 30-55.

Page 6: 20041221322400.Διαταραχές Του Σωματικού Σχήματος Και Αριστεροχειρία 1

(i) Από 0-6 μήνες το παιδί αρχίζει να χρησιμοποιεί το σώμα του για να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του. Ωστόσο, η αντίληψη που έχει το παιδί για το δικό του σώμα και για το σώμα του Άλλου είναι αδιαφοροποίητη.

(ii) Aπό τον 6ο μήνα, το παιδί αρχίζει να διερευνά συστηματικά το σώμα του και αναγνωρίζει προοδευτικά τα διάφορα μέρη του σώματος, τα οποία, ωστόσο, αδυνατεί να τα συνθέσει ως μέλη σε μια ενιαία ολότητα, δηλαδή στο ενιαίο σωματικό του σχήμα. Κάθε μέρος του σώματός του, το παιδί, σε αυτή την ηλικία, το αναγνωρίζει και το θεωρεί ως ένα «ξένο» αντικείμενο και όχι ως ένα συστατικό μέρος του ίδιου του σώματός του.Διαμέσου των ενεργειών (opérations) του παιδιού επί της αντικειμενικής πραγματικότητας και του βαδίσματος, αρχίζει σταδιακά η διαφοροποίηση του ίδιου του σώματος του παιδιού από την εξωτερική πραγματικότητα. Όμως η διαφοροποίηση αυτή δεν είναι οριστική, δεδομένου ότι έως την ηλικία των δυο ετών η σκέψη του είναι ανιμιστική, δηλαδή αποδίδει σε όλα τα αντικείμενα πρόθεση και ζωή.

(iii) Από την ηλικία των δύο ετών, το παιδί αρχίζει να συνειδητοποιεί το ενιαίο του σώματός του. Η συνειδητοποίηση αυτή προϋποθέτει την εμφάνιση της συμβολικής λειτουργίας και της ικανότητάς του να αναπαριστά το πραγματικό (réel). Η μίμηση (imitation) συμβάλλει στην εμφάνιση της αναπαράστασης, αλλά αυτή (η αναπαράσταση του ίδιου του σώματος από το παιδί) θα ολοκληρωθεί μόνο με την αναδόμηση του πραγματικού και του συγκεκριμένου, της αντικειμενικής δηλαδή πραγματικότητας, διαμέσου του χώρου, χρόνου, αιτιότητας και μονιμότητας του αντικειμένου.

Wallon, H. (1956). Importance du mouvement dans le développement psychologique de l’enfant. Enfance, 1,4 -18.L’Ecuyer, R. (1975). La genèse du concept de soi. Québec: Sherbooke.Piaget, J. (1926). La représentation du monde chez l'enfant. Paris: Alcan.Piaget, J. (1923/1962). Le langage et la pensée chez l'enfant. Etudes sur la logique de l'enfant. Neuchâtel: Delachaux et Niestlé.Piaget, J. (1974). Réussir et comprendre. Paris: P.U.F.Piaget, J., & Inhelder, B. (1974). La représentation de l'espace chez l'enfant. Paris: P.U.F.

Page 7: 20041221322400.Διαταραχές Του Σωματικού Σχήματος Και Αριστεροχειρία 1

1.3. Έννοια της εικόνας του σώματος

Σε αντίθεση με το σωματικό σχήμα που είναι καταρχήν το ίδιο για όλα τα άτομα (της ίδιας ηλικίας και ιδίου γεωφυσικού περιβάλλοντος), η εικόνα του σώματος (image du corps) είναι προσωπική στον καθένα. Η εικόνα του σώματος είναι κατεξοχήν ασυνείδητη και αποτελεί τη ζωντανή σύνθεση όλων των συναισθηματικών εμπειριών του ατόμου.15

Ειδικότερα, η εικόνα του σώματος:(i) επιτρέπει στο άτομο την επικοινωνία με τον Άλλο,(ii) συνδέει το άτομο, ως προσωπική ιστορία, με το παρόν και το μέλλον,(iii) ως συμβολική και ασυνείδητη μνήμη όλων των βιωμένων σχέσεων του

υποκειμένου, μπορεί να επικαιροποιείται στο παιδί hic et nunc μέσα από μια ποικιλία γλωσσικών εκφάνσεων, ήτοι στο ιχνογράφημα, στη μουσική, στη σωματική κίνηση και στις εκφράσεις του προσώπου.

H μελέτη της συγκρότησης της εικόνας του σώματος κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του παιδιού, οδήγησε τη F. DOLTO16 να περιγράψει τρεις διαφορετικές όψεις της εικόνας του σώματος, ήτοι:

(i) τη βασική εικόνα (image de base) του σώματος, η οποία επιτρέπει στο παιδί να έχει το αίσθημα της χωροχρονικής συνέχειας(continuité spatiotemporelle),

(ii) τη λειτουργική εικόνα του σώματος (image fonctionnelle du corps), η οποία αποβλέπει στην εκπλήρωση της επιθυμίας του υποκειμένου (αccomplissement du désir),

(iii) την ερωτογόνο εικόνα (image érogène), η οποία συνδέεται με κάθε λειτουργική εικόνα του σώματος, με τον τόπο, όπου εστιάζεται η ερωτική ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια του υποκειμένου.17

15 15. Βick, E. (1968). The experience of the Skin in early object relation.. International Journal of Psychoanalysis, 49, 484-486.Colomb, C. (1983). Children’s representation of the human figure: the effects of Models, media and instruction. Genetic Psychological Monographs, 87, 197-250.Grider, C. (1981). Children’s conception of the body interior. In C. Grider (Ed.), New direction for child development. S. Francisco: Jossey-Bass.Guisamano, F. (1985). La structuration du schéma corporel chez l’enfant. Psychologie Médicale, 17(1), 97-99.Lacan, J. (1964). Le stade du Miroir comme formateur de la fonction du je , Revue Francaise de psychanalyse, XIII, 449-455.

16 Dolto, F. (1985). L’image inconsciente du corps, Paris: Seuil, pp. 147-163.17. Lebovici, S. (1990). Le psychanalyste et le développement des représentations mentales. La psychiatrie de l’ enfant, 33 (2) 325-364.

Page 8: 20041221322400.Διαταραχές Του Σωματικού Σχήματος Και Αριστεροχειρία 1

1.3.1. H συγκρότηση της εικόνας του σώματος κατά τον J. LACAN. Το στάδιο του καθρέφτη

H εικόνα του σώματος είναι η αναπαράσταση, αυτό που έχουμε στο μυαλό μας, ο τρόπος με τον οποίο το σώμα μας εμφανίζεται σ’εμάς τους ίδιους.

Για τον ψυχαναλυτή J. LACAN το σώμα μας συγκροτείται από ένα εξωτερικό και ένα εσωτερικό περιέχον (contenant). O LACAN έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη λειτουργία του σταδίου του καθρέφτη (stade du miroir) ως συστατική δομή της συγκρότησης της εικόνας του σώματος από το υποκείμενο.18

Στο στάδιο του καθρέφτη, η επαφή του υποκειμένου με την εικόνα του επικαιροποιεί (actualisation) την ιδιαιτερότητα του ίδιου του τού σώματος. Συχνά, το χάσμα ανάμεσα στην εικόνα που έχουν οι άλλοι για μας και στα συναισθήματα που έχουμε για τον εαυτό μας μπορεί να οδηγήσει, όπως συμβαίνει στην ψύχωση, στην άρνηση να προβληθούμε στον καθρέφτη.19 Το στάδιο του καθρέφτη δομείται πάνω σε μια εμπειρία θεμελιακής ταύτισης, στη διάρκεια της οποίας το υποκείμενο αφομοιώνει την εικόνα του ίδιου του του σώματος.20

H πρωταρχική ταύτιση του παιδιού με την ίδια την εικόνα του σώματός του διαμορφώνει και συγκροτεί το Εγώ (Je), θέτοντας τέλος σε αυτό που ο Lacan ονομάζει φαντασίωση του τεμαχισμένου σώματος (phantasme du corps morcelé). Αυτή η εμπειρία του τεμαχισμένου σώματος δοκιμάζεται στον καθρέφτη, του οποίου η βασική λειτουργία συνίσταται στη συγκρότηση της ενότητας του καθεαυτού σώματος (corps en soi).

H προοδευτική κατάκτηση της εικόνας του σώματος οργανώνεται σε τρεις θεμελιακές φάσεις – χρόνους:21

(i) Στην πρώτη φάση - χρόνο αναδεικνύεται η σύγχυση του υποκειμένου ανάμεσα στον εαυτό του και τον Άλλο· το παιδί αντιλαμβάνεται την εικόνα του σώματός του ως εικόνα ενός πραγματικού όντος, το οποίο θέλει να πλησιάσει. Το υποκείμενο βρίσκεται σε φαντασιακή αιχμαλωσία (capture imaginaire).

(ii) Στη δεύτερη φάση – χρόνο, το παιδί ανακαλύπτει ότι ο Άλλος του καθρέφτη δεν είναι ένα πραγματικό ον αλλά μια εικόνα. Το παιδί αρχίζει να διακρίνει την εικόνα τη δική του από την πραγματικότητα του Άλλου, από το κατοπτρικό (speculaire) είδωλο του Άλλου.

(iii) Στην τρίτη φάση – χρόνο συνδέονται οι δύο προηγούμενες φάσεις – χρόνοι. Το παιδί αποκτά την πεποίθηση ότι η αντανάκλαση στον καθρέφτη δεν είναι παρά μια εικόνα που είναι δική του. Αναγνωρίζοντας τον εαυτό του μέσα στην εικόνα του καθρέφτη, το παιδί συγκροτεί σ’ένα ενιαίο σύνολο τη μέχρι τούδε τεμαχισμένη αναπαράσταση που είχε για το

18

18. Lacan, J. (1957). Les formations de l’inconscient. Bulletin de psychologie, XI(4-5), 293-296.Lacan, J. (1966). L’agressivité en psychanalyse. Ιn J. Lacan (Ed.), Les Ecrits (pp. 101-124). Paris: Seuil.

19 19. Lacan, J. (1979). Le mythe individuel du Nevrosé. Ornicar, 17-18, 290-292.Lacan, J. (1949). Le stade du Miroir comme formateur de la fonction du je telle qu’elle nous est révéléé dans l’ expériénce psychanalytique. Revue Française de Psychanalyse, XIII(4), 449-455.

20 20. Lacan, J. (1979). Le stade du Miroir comme formateur de la fonction du je. Paris: Seuil.21 Dor, J. (1985). L’inconscient structuré comme un langage. Paris: P.U.F.

Lacan, J. (1980). L’agressivité en psychanalyse. Paris: Seuil, pp. 110-113.Lemaire, J. (1977). Jacques Lacan. Bruxelles: Mardaga.Miller, J-A. (1966). La suture: Eléments de la logique du signifiant. Cahiers pour l’analyse,1-2, 37-49.Lacan, J. (1964). Les Quatres concepts fondamentaux de la psychanalyse. Paris: Seuil.

Page 9: 20041221322400.Διαταραχές Του Σωματικού Σχήματος Και Αριστεροχειρία 1

σώμα του. Η ολική αναπαράσταση του σώματος δεν είναι παρά η αναπαράσταση του καθεαυτού σώματος. 22

2222. Dor, J. (1982). Condensation et déplacement dans la structuration des langages délirants. Psychanalyse à l’Université, 7 (26), 281-298.