a. ΜΟΡΦΈΣ...

41
1 4 A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝ I. II. «Πολίτευμα», «πολιτικό σύστημα», «κυβερνητικό σύστημα»: έννοιες, διακρίσεις 1. 1. 2. ΕΠΙΣΤΡΟΦΉ ΣΤΟΝ ΟΡΙΣΜΌ ΚΑΙ ΣΤΗ ΣΗΜΑΣΊΑ ΤΗΣ ΚΛΑΣΣΙΚΉΣ ΈΝΝΟΙΑΣ «ΠΟΛΊΤΕΥΜΑ»―Η συνταγματική θεωρία και κυρίως η ελληνική δεν μπορεί να απαρνηθεί ούτε να απαλλαγεί από τον όρο «πολίτευμα» αλλά ούτε και από τον όρο «κυβερνητικό σύστημα». Αυτό όχι μόνον διότι ο όρος πολίτευμα αναφέρεται ρητά στο Σύνταγμα και έχει καθιερωθεί στην ελληνική συνταγματική επιστήμη και ιστορία, αλλά κυρίως διότι η κρατική εξουσία και ειδικότερα η πολιτική εξουσία προσδιορίζεται και αποκτά ταυτότητα σε αναφορά προς την έννοια πολίτευμα, δηλαδή με την σημαίνουσα χρήση του αρχαίου αυτού όρου. Πρόκειται επομένως για έννοια καταστατική της ελληνικής Πολιτείας καθώς και της ελληνικής επιστήμης του Συνταγματικού Δικάιου, με κανονιστικό περιεχόμενο, και μάλιστα συνταγματικό, και όχι απλώς περιγραφικό. Άλλωστε το είδος του πολιτεύματος στο ισχύον Σύνταγμα δεν περιγράφεται, απλώς, όπως είδαμε στο κείμενο του ισχύοντος Συντάγματος και ειδικά στο άρθρο 1 παρ. 1, επιβάλλεται με την μορφή κανονιστικής επιταγής. «το πολίτευμα της Ελλάδος είναι…», με την έννοια ότι «πρέπει» να είναι. Πρόκειται για έννοια καθαρά συνταγματική, η οποία δεν χρειάζεται καν το πρόθεμα ‘συνταγματικό’. Μετά από τις εννοιολογικές διευκρινίσεις που δώσαμε στο προηγούμενο μέρος, μπορούμε να επανέλθουμε στην αφετηρία μας και να ορίσουμε με περισσότερη ακρίβεια την έννοια «πολίτευμα» υπογραμμίζοντας ότι, με την σημερινή σημασία, αναφέρεται στον συστηματικό τρόπο με τον οποίο οργανώνεται και μορφοποιείται συνταγματικά η κυριαρχία ενός συγκεκριμένου κράτους, και ειδικότερα στον συνταγματικό, κατά βάση, τρόπο συγκρότησης της κυριαρχίας, ως κρατικής εξουσίας, καθώς και στον τρόπο κατανομής της στα άμεσα όργανα του κράτους ή σε άλλους συνταγματικούς θεσμούς και της ά σ κ η σ ή ς τ η ς από αυτά. Ο ορισμός που υιοθετούμε του πολιτεύματος δεν διαφέρει –όπως θα δούμε λίγο πιο κάτω- ουσιαστικά από αυτόν που έδωσε η συνταγματική θεωρία, Σβώλος και Μάνεσης, και δεν απομακρύνεται από τον κλασσικό ορισμό του Αριστοτέλη, ο οποίος ταυτίζοντας την

Upload: others

Post on 09-Mar-2020

3 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

Page 1: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

1

4

A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝ

I .I I . « Π ο λ ί τ ε υ μ α » , « π ο λ ι τ ι κ ό σ ύ σ τ η μ α » , « κ υβ ε ρ νη τ ι κ ό σ ύ σ τ η μ α » :

έ ν ν ο ι ε ς , δ ι α κ ρ ί σ ε ι ς

1. 1.

2.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΉ ΣΤΟΝ ΟΡΙΣΜΌ ΚΑΙ ΣΤΗ ΣΗΜΑΣΊΑ ΤΗΣ ΚΛΑΣΣΙΚΉΣ ΈΝΝΟΙΑΣ

«ΠΟΛΊΤΕΥΜΑ»―Η συνταγματική θεωρία και κυρίως η ελληνική δεν μπορεί νααπαρνηθεί ούτε να απαλλαγεί από τον όρο «πολίτευμα» αλλά ούτε και από τον όρο

«κυβερνητικό σύστημα». Αυτό όχι μόνον διότι ο όρος πολίτευμα αναφέρεται ρητά στοΣύνταγμα και έχει καθιερωθεί στην ελληνική συνταγματική επιστήμη και ιστορία, αλλάκυρίως διότι η κρατική εξουσία και ειδικότερα η πολιτική εξουσία προσδιορίζεται και αποκτάταυτότητα σε αναφορά προς την έννοια πολίτευμα, δηλαδή με την σημαίνουσα χρήση τουαρχαίου αυτού όρου. Πρόκειται επομένως για έννοια καταστατική της ελληνικής Πολιτείαςκαθώς και της ελληνικής επιστήμης του Συνταγματικού Δικάιου, με κανονιστικό περιεχόμενο,και μάλιστα συνταγματικό, και όχι απλώς περιγραφικό. Άλλωστε το είδος του πολιτεύματοςστο ισχύον Σύνταγμα δεν περιγράφεται, απλώς, όπως είδαμε στο κείμενο του ισχύοντοςΣυντάγματος και ειδικά στο άρθρο 1 παρ. 1, επιβάλλεται με την μορφή κανονιστικής επιταγής.«το πολίτευμα της Ελλάδος είναι…», με την έννοια ότι «πρέπει» να είναι. Πρόκειται γιαέννοια καθαρά συνταγματική, η οποία δεν χρειάζεται καν το πρόθεμα ‘συνταγματικό’.

Μετά από τις εννοιολογικές διευκρινίσεις που δώσαμε στο προηγούμενο μέρος,μπορούμε να επανέλθουμε στην αφετηρία μας και να ορίσουμε με περισσότερη ακρίβεια τηνέννοια «πολίτευμα» υπογραμμίζοντας ότι, με την σημερινή σημασία, αναφέρεται στον συστηματικότρόπο με τον οποίο ο ρ γ α ν ώ ν ε τ α ι κ α ι μ ο ρ φ ο π ο ι ε ί τ α ι σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ ά η κ υ ρ ι α ρ χ ί αε ν ό ς σ υ γ κ ε κ ρ ι μ έ ν ο υ κ ρ ά τ ο υ ς , και ειδικότερα στον συνταγματικό, κατά βάση, τρόποσ υ γ κ ρ ό τ η σ η ς της κυριαρχίας, ως κρατ ικής εξουσ ίας , καθώς και στον τρόπο κ α τ α ν ο μ ή ςτης στα άμεσα όργανα του κράτους ή σε άλλους συνταγματικούς θεσμούς και της ά σ κ η σ ή ς τ η ςαπό αυτά.

Ο ορισμός που υιοθετούμε του πολιτεύματος δεν διαφέρει –όπως θα δούμε λίγο πιοκάτω- ουσιαστικά από αυτόν που έδωσε η συνταγματική θεωρία, Σβώλος και Μάνεσης, καιδεν απομακρύνεται από τον κλασσικό ορισμό του Αριστοτέλη, ο οποίος ταυτίζοντας την

Page 2: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

πολιτεία1 με το πολίτευμα και υπογραμμίζοντας ότι το πολίτευμα προσδιορίζεται από τηνκύρια ή βασική Αρχή της πόλεως ( «Επεί δε πολιτεία μεν και πολίτευμα ταυτόν, πολίτευμα δ΄εστιτο κύριον των πόλεων,…») όρισε ως πολίτευμα ή πολιτεία:

«… τάξις ταις πόλεσιν η περί τας αρχάς, τίνα τρόπον νενέμηνται, και τι το κύριον τηςπολιτείας και τί το τέλος εκάστης της κοινωνίας ’εστίν, νόμοι δε κεχωρισμένοι τωνδηλούντων την πολιτείαν, καθ΄ ούς δει τους άρχοντας άρχειν και φυλάττειν τουςπαραβαίνοντας αυτούς.» (1289a 16-19).

Αναλυτικότερα, τονίζοντας αυτή την φορά την κανονιστική σημασία του όρου, θαλέγαμε ότι η έννοια πολίτευμα, σήμερα, περιλαμβάνει,

τις θεμελιώδεις αρχές, τους κ α ν ό ν ε ς και τις π ρ α κ τ ι κ έ ς , που καθορίζουν τόσο α) τον τ ρ ό π ο σ ύ ν τ α ξ η ς μιας Πολιτείας, που εκδηλώνεται, αρχικά, με την

συγκρότηση της «κύριας» ή «ύπατης» εξουσίας, δηλαδή της κυριαρχίας αποσκοπώνταςστην πρωταρχική κανονιστική μορφοποίηση και δέσμευσή της, όσο και

β) τον τ ρ ό π ο κ α τ α ν ο μ ή ς τ ω ν ε ξ ο υ σ ι ώ ν , π ο υ α π ο ρ ρ έ ο υ ν α π όα υ τ ή ν , σ τ ι ς σ υ ν τ ε τ α γ μ έ ν ε ς ε ξ ο υ σ ί ε ς (νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική,αναθεωρητική) ή σε θ ε σ μ ο ύ ς σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ ο ύ ς , στους οποίους ανατίθενται ηεκπλήρωση κρατικών και γενικότερα δημόσιων λειτουργιών, όπως συμβαίνει με τα πολιτικάκόμματα ή με τις ανεξάρτητες δημόσιες αρχές.

Η ειδικότερη μορφή ενός πολιτεύματος ξεκινά από τη βάση του, που είναι οπροσδιορισμός της έδρας ή της πηγής όλων των εξουσιών, δηλαδή της «κυριαρχίας», η οποίααποτελεί τον κέντρο αναγωγής τους, και προχωρά στην κανονιστική μορφοποίησή της⋅ γιανα καταλήξει στην κατανομή και ανάθεση της άσκησής της σε διάφορα κρατικά όργανα ή σεθεσμούς που αναλαμβάνουν να επιτελέσουν κρατικές ή δημόσιες λειτουργίες.

Το συνταγματικό πολίτευμα συνδέεται, τελικά, εκ γενετής με την οργάνωση καιάσκηση των εξουσιών που απορρέουν από την κυριαρχία, η οποία μορφοποιείται καιπεριορίζεται από θεμελιώδεις και πάγιους κανόνες, τους συνταγματικούς.

2.

Η διάκριση πολιτεύματος και κυβερνητικού συστήματος

1 Ο όρος Πολιτεία είναι αμετάφραστος στις ξένες γλώσσες και αποδίδεται συνήθως με τον όροConstitution ή με τον όρο Republic, République.

Page 3: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

2 Το πολίτευμα, έτσι όπως το ορίσαμε, διακρίνεται τόσο από τις μορφές κράτους όσο και απότα πολιτικά καθεστώτα και τα πολιτικά συστήματα. Το πρώτο και κυριότερο κριτήριο τηςδιάκρισής τους βασίζεται, όπως ήδη τονίστηκε2, στην «συνταγματικά κατά βάσηπροσδιορισμένη» έννοια του πολιτεύματος και το δεύτερο, που είναι και το ουσιαστικό, στην

αναγωγή της κυριαρχίας σε στοιχείο καθοριστικό για τον ορισμό του πολιτεύματος, στοιχείο πουπροσδιορίζει και πάντως δεν αποτελεί την βάση για τον ορισμό των πολιτικών καθεστώτων ή τωνπολιτικών συστημάτων.

Σχετικά με την διάκριση, τώρα, πολιτεύματος και κυβερνητικού συστήματος, χρειάζεται ναυπομιμνηστεί ότι στην ελληνική συνταγματική θεωρία, ο Σβώλος και ο Μάνεσης, διέκριναν στοπολίτευμα τον «συστηματικό τρόπο με τον οποίο αφ΄ενός συγκροτείται η κρατική εξουσία»,συγκρότηση που μας δίνει την «μορφή του κράτους» «και αφ΄ετέρου ασκείται» η ίδια, άσκηση που μαςδίνει τη μορφή κυβερνήσεως»3. Στην διάκριση αυτή, η «μορφή του κράτους» εκλαμβάνεται ωςσυνώνυμη του όρου «μορφή του πολιτεύματος», από την οποία και απορροφάται. Η τελευταία,περιλαμβάνει τόσο την μορφή κράτους όσο και την «μορφή (δια)κυβέρνησης», αλλά ως διακριτό μέγεθος: «ημορφή του κράτους και η μορφή της κυβερνήσεως απαρτίζουν την έννοιαν του πολιτεύματος».

Στην μορφή του πολιτεύματος, με την ευρεία του όρου έννοια η ελληνικήσυνταγματική θεωρία περιλαμβάνει άρα τόσο την «μορφή του πολιτεύματος» όσο και τη«μορφή διακυβέρνησης» και αυτόν τον ευρύ ορισμό του πολιτεύματος δεν τον αποκλείουμεούτε τον θεωρούμε λανθασμένο. Αν και για μας, η μορφή του πολιτεύματος προσδιορίζεταικυρίως με βάση τον συστηματικό τρόπο που συγκροτείται η υπερτάτη και πρωταρχικήέκφραση της κρατικής εξουσίας, που είναι η κυριαρχία4και οργανώνεται η υπέρτατη ή ηκύρια εντός του κράτους εξουσία. Έτσι με κριτήριο την «κυριαρχία» θα ορίζαμε συνοπτικάως πολ ί τ ε υμα , παραφράζοντας τον Μάνεση, τον σ υστηματ ι κό τρόπο με τονοπο ίο συγκροτε ί τα ι κα ι ασκε ί τα ι η κυρ ιαρχ ία 5 κα ι ως κυβερνητ ικό

2 Βλέπε πιο πάνω, παρ. σ.

3 Ο ΜΆΝΕΣΗΣ (ΣυντΔίκ., 1967, σ. 78) ορίζει ως εξής την «μορφή του κράτους» την οποίααντιδιαστέλλει προς την «μορφή κυβερνήσεως»: «Μορφήν του κράτους εννοούμεν τον συστηματικόν τρόπονκαθ΄όν συγκροτείται η κρατική εξουσία. Μορφήν δε της κυβερνήσεως τον συστηματικόν τρόπον καθ΄όνασκείται η κρατική εξουσία. Η μορφή του κράτους και η μορφή της κυβερνήσεως απαρτίζουν την έννοιαν τουπολιτεύματος…».

4 Ο ΜΆΝΕΣΗΣ ακολουθώντας στο σημείο αυτό τον Σβώλο (ΑΛ. ΣΒΏΛΟΣ, ΣυντΔίκ., 1934, σ. 236) καισυνεπής στην κρατικο-θετικιστική θεώρηση του Δικαίου και του Κράτους ορίζει ως πολίτευμα ‘το σύνολοτων κανόνων δικαίου κατά τους οποίους σχηματίζεται και ασκείται η συνιστώσα την κρατική εξουσίαθέλησις…. Και δη η υπερτάτη και πρωταρχική εκήλωσις της κρατικής εξουσίας…ως συντακτικής, δηλαδή οκυρίαρχος». (ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗΣ, ό.π., σ. 78-80).

Page 4: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

3

σύστημα ή μορφή δ ιακυβέρνησης τον συστηματ ι κό τρόπο με τον οπο ίοοργανώνετα ι η άσκηση των ε ξουσ ιών που απορρέουν από την κυρ ιαρχ ία .

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑTOΣ ΚΑΙ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΤΆ ΤΟ ΣΎΝΤΑΓΜΑ―Στο κείμενο του ισχύοντος Συντάγματος οι εννοιολογικές διακρίσεις «πολίτευμα»,«μορφή του πολιτεύματος» και «μορφή διακυβερνήσεως ή κυβερνήσεως» δεν είναι

ευκρινείς ούτε βρίσκουν αντίκρισμα γραμματικό. Στο άρθρο 110 παρ. 1Σ ο συντακτικός νομοθέτης το κριτήριο της κυριαρχίας το

αποκαλεί «βάση» του πολιτεύματος6 και το αντιδιαστέλλει προς την «μορφή» τουπολιτεύματος. Ως «βάση» θα πρέπει να θεωρήσουμε άρα αυτό που ο συντακτικός νομοθέτηςαποκαλεί στο άρθρο 1 παρ. 2Σ «θεμέλιο» του πολιτεύματος, που είναι η λαϊκή κυριαρχία καιη αναφορά αυτή εξομοιώνεται με αναγωγή «στον καλούμενο κυρίαρχο, αυτόν που έχει τηνυπερτάτην εντός του κράτους αρμοδιότητα να καθορίζει την αρμοδιότητά του, καθώς και τηνύπαρξιν και αρμοδιότητα των οργάνων του κράτους»7. Αν θελήσουμε να σεβαστούμε,πάντως, τη θέληση του συντακτικού νομοθέτη θα πρέπει τον όρο «μορφή του πολιτεύματος»να εκλάβουμε ως συνώνυμο της «μορφής διακυβέρνησης», χωρίς όμως να ταυτίζουμε τις δύομορφές και να εξαφανίζουμε κάθε διακριτικό τους γνώρισμα, αφού και ο συντακτικόςνομοθέτης αναγκάζεται να διακρίνει ή να ξεχωρίσει το «θεμέλιο» ή την «βάση» τουπολιτεύματος από την υπόλοιπη μορφή του, η οποία μετά την αφαίρεση αυτήν της βάσηςκαταλήγει να είναι συνώνυμη της μορφής κυβέρνησης.

Αν απομονώσουμε, επομένως, τη «μορφή» του πολιτεύματος από τη «βάση» τουπολιτεύματος θα καταλήγαμε, ως προς τα άλλα, στη σχετικοποίηση της διάκρισης μορφήςτου πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8.

Έτσι, το πολίτευμα με την ευρεία έννοια εμπερικλείει μαζί με τις δικές του μορφέςκαι τις μορφές διακυβέρνησης ή τα κυβερνητικά συστήματα. Στην πραγματικότητα όμως τατελευταία κατανοούνται ως μια ιδεατή κατάταξη σε ειδικότερες κατηγορίες ενός και τουαυτού πολιτεύματος, που δεν είναι άλλο από το δημοκρατικό. Στην εποχή μας η τριπλή

5 Ή όπως αναφέρει ο ΜΆΝΕΣΗΣ, ΣυντΔικ., σ. 80: «η μορφή του κράτους –εδώ ο όρος μορφήκράτους μπορεί αν εκληφθεί συνώνυμος του όρου μορφή του πολιτεύματος- εξαρτάται και προσδιορίζεταιεκάστοτε από την σύνθεσιν του ανωτάτου οργάνου».

6 Βλέπε, τόμος Ι, παρ. 223.

7 ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗΣ, ό.π., σ. 97-80.

8 Έτσι οι ΔΗΜ. ΤΣΆΤΣΟΣ, ΣυντΔίκ., τόμ. Α΄, Αντ. Σάκκουλας, εκδ. 4η, 1994, σ. 137-139 και ΧΡ.ΣΓΟΥΡΊΤΣΑΣ, ΣυντΔίκ., τ. Α΄, 196 , σ. 25, οι οποίοι ταυτίζουν τις έννοιες πολίτευμα και κυβερνητικό σύστημα.

Page 5: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

διάκριση των πολιτευμάτων σε δημοκρατία, ολιγαρχία και μοναρχία έχει αποκλειστικάιστορική σημασία, αφού η δημοκρατική μορφή του πολιτεύματος έχει επικρατήσει καιγίνεται αποδεκτή οικουμενικά, ως η μοναδική ιδεατή μορφή πολιτεύματος. Για τον λόγοαυτό και η διάκριση των μορφών του πολιτεύματος από τις μορφές διακυβέρνησης ή από τακυβερνητικά συστήματα έχασε την αξία της9. Έτσι το κοινοβουλευτικό ή προεδρικόσύστημα διακυβέρνησης συχνά αποκαλείται, αντίστοιχα, κοινοβουλευτικό ή προεδρικόπολίτευμα. Η ταύτιση της μορφής του πολιτεύματος με την μορφή διακυβέρνησης όχιμόνον δεν είναι αδικαιολόγητη, αλλά ενίοτε είναι και αναπόφευκτη10.

Κατ΄ ακριβολογία, εφ΄όσον τα άλλα δύο ιστορικά είδη πολιτευμάτων, η μοναρχία καιη ολιγαρχία, έχουν εκλείψει, ο όρος πολίτευμα ταιριάζει, πλέον, και αφορά μόνον στοδημοκρατικό πολίτευμα11.

Για τον λόγο αυτό άλλωστε και ο Έλληνας συντακτικός νομοθέτης αναγκάστηκε στοάρθρο 110 παρ. 1Σ, που καθορίζει τις αναθεωρητέες διατάξεις, να διακρίνει, όπως είδαμε, τιςδιατάξεις που αφορούν τη (δημοκρατική) βάση του πολιτεύματος από εκείνες πουαναφέρονται στη μορφή του. Η διάκριση είναι ερμηνευτικά χρήσιμη έως και αναγκαία,εφ΄όσον η ειδικότερη μορφή του πολιτεύματος προσδιορίζεται, τελικά, από τον συστηματικότρόπο με τον οποίο κατανέμεται στα συνταγματικά όργανα του κράτους και ασκείται απόαυτά η εξουσία που θεμέλιό της έχει την λαϊκή κυριαρχία. Προσδιοριστικό στοιχείο τηςειδικότερης μορφής ενός (δημοκρατικού) πολιτεύματος γίνεται, τελικά, ο τρόπος κατανομήςκαι άσκησης της πολιτικής εξουσίας (potere di indirizzo politico) δηλαδή το σύστημαδιακυβέρνησης12, που μπορεί να είναι κοινοβουλευτικό, προεδρικό ή μεικτό.

9 Ο ΔΗΜ. ΤΣΆΤΣΟΣ, ό.π., σ. 137, σημειώνει χαρακτηριστικά και δικαιολογημένα ότι ‘ο όροςπολίτευμα δεν διαφέρει στη σύγχρονη πρακτική χρήση του από την έννοια της του κυβερνητικού συστήματος.Άλλωστε η αναγνώριση της Δημοκρατίας ως του μόνου νομιμοποιητικού πολιτεύματος, δεν φαίνεται να είναιξένη προς την αρχέγονη αριστοτελική διάκριση, όπου είναι έννοια η της πολιτείας ταυτίζεται με την έννοιατης Δημοκρατίας».

10 ΔΗΜ. ΤΣΆΤΣΟΣ, ό.π., σ. 140: «Η εννοιολογία και λογική του άρθρου 1Σ επιβεβαιώνει ότι είναιπλέον εύλογη η ταύτιση των εννοιών πολίτευμα και κυβερνητικό σύστημα».

11 Βλέπε και ΔΗΜ. ΤΣΆΤΣΟΣ, ό.π., σ. 138: «Αν ανανοηματοδοτήσουμε τον όρο «πολίτευμα» μεαποκλειστικό σημείο αναφοράς τη δημοκρατική αρχή τότε μπορούμε να το ορίσουμε ως την μορφή και τηνδομή με τις οποίες ένα Σύνταγμα οργανώνει νομικά τη λαϊκή κυριαρχία».

12 Στην διαπίστωση αυτή καταλήγει και ο G. DE VERGOTTINI, ό.π, σ. 129, στο συγκριτικόσυνταγματικό δίκαιο, καθώς και ο και ΔΗΜ. ΤΣΆΤΣΟΣ, ό.π, σ. 138 όπου διαβάζουμε ότι «η μεταβλητήπαράμετρος για τον ακριβή χαρακτηρισμό του πολιτεύματος είναι η μορφή της διακυβέρνησής του».

Page 6: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Η διάκριση των Πολιτευμάτων σε μοναρχία, ολιγαρχία και δημοκρατία

3. Η κλασσική τριπλή διάκριση των πολιτευμάτων

ΤΟ ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ― Η τριπλή,κλασσική, διάκριση των πολιτευμάτων σε μοναρχία, ολιγαρχία και δημοκρατία,αποτελεί την θεωρητική αφετηρία όλων των σχετικών με τα πολιτεύματα και τα

κυβερνητικά συστήματα αναπτύξεων, τόσο της ελληνικής13 όσο και της ευρωπαϊκήςσυνταγματικής και πολιτικής θεωρίας. Αποδίδεται στον Αριστοτέλη, αν και σχετικέςαναφορές ανευρίσκομε και σε άλλους Έλληνες της κλασσικής αρχαιότητος, όπως στονΗρόδοτο, στον Θουκυδίδη και στον Πλάτωνα14. Κριτήριο της διάκρισης -με σημερινούςόρους- εκλαμβάνεται η κυριαρχία, και πιο συγκεκριμένα ο αριθμός των προσώπων πουαναγνωρίζονται φορείς της κυριαρχίας. Έτσι, το πολίτευμα αποκαλείται μοναρχία όταν«άρχει» «ένα πρόσωπο», ολιγαρχία όταν «άρχουν» οι «ολίγοι» και δημοκρατία όταν«κυριαρχούν» οι «πολλοί»: «…ανάγκη ε ί ν α ι κ ύρ ιον ή έ να ή ολ ί γους ή τουςπολλούς…». Η αριθμητική συγκρότηση των φορέων της κυριαρχίας, ένα κατ΄εξοχήντυπικό και απλό κριτήριο, ανάγεται σε αποφασιστικό κριτήριο διάκρισης τωνπολιτευμάτων15.

Η κλασσική διάκριση των πολιτευμάτων έχει καθιερωθεί στη συνταγματικήθεωρία, διότι ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα του σύγχρονου κράτους:αποδίδει την ιστορική εξέλιξη του τρόπου συγκρότησης της «κυριαρχίας» του και κυρίωςτην πολιτειακή μεταλλαγή του από κράτος απολυταρχικό ή μοναρχικό σε κράτος μεδημοκρατικό πολίτευμα16.

13 Σχετικά με την ελληνική, βλέπε Ι. ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΎ, Ελληνικόν Συνταγματικόν Δίκαιον, τομ.πρώτος, Εν Αθήναις, 1897, σ. 208, ΑΛ. ΣΒΏΛΟΥ, ΣυντΔίκ., 1934, σ. 237 επ. και ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗ, ΠαρΣυντΔικ.,

14 Αντί πολλών, Ν. BOBBIO, L’Etat et la démocratie Internationale, Ed. Complexe, Bruxelles,

15 Βλ. σχετικά, ΑΛ. ΣΒΏΛΟΥ, ό.π., σ. 241 και ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗ, ό.π., σ. 83.

16 Αρκεί κανείς να διαβάσει την κλασσική μονογραφία του ΑΛΈΞΑΝΔΡΟΥ ΣΒΏΛΟΥ, ‘Το νέονΣύνταγμα και αι βάσεις του πολιτεύματος’, (1928), και τις σελίδες που αφιερώνει για την ανάλυση τουδημοκρατικού πολιτεύματος σε σχέση με το μοναρχικό, (σ. 45-66) για να καταλάβει την κεντρική σημασία,που είχε για το πολίτευμα η διάκριση μοναρχίας και δημοκρατίας. Καταλυτική κριτική στην κλασσικήδιάκριση των πολιτευμάτων και στα κριτήρια που χρησιμοποιούνται ασκούν οι FR. HAMON, M. TROPER,(Droit Constitutionnel, L.G.D.J., 29e éd., 2005, σ. 87-89), οι οποίοι την θεωρούν ξεπερασμένη και άχρηστη,υπογραμμίζοντας την ανεπάρκεια του τυπικού κριτηρίου και την μη ανταπόκρισή της στην σημερινήπραγματικότητα. Την μόνη διάκριση που δέχονται είναι η κλασική που υποστηρίζει ο Κέλσεν, ο οποίοςδιακρίνει μεταξύ δημοκρατικού και αυταρχικού πολιτεύματος με κριτήριο την αυτονομία και την ετερονομία.

Page 7: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Η ιστορία της έννοιας πολίτευμα αρχίζει με τη μοναρχία και ολοκληρώνεται μετη δημοκρατία. Η ιστορία της δημοκρατίας ξεκινά από την αρχαία Αθήνα, αναγεννιέταιστη νεωτερική εποχή παίρνοντας μορφή αντιπροσωπευτική και μπαίνει στημετανεωτερική εποχή κατακτώντας την οικουμένη, έτοιμη να μεταμορφωθεί ενδεχομένωςσε μετα-εθνική για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης. Θα ήταν,έτσι, ελλιπής οποιαδήποτε σκιαγράφηση της ιστορικής εξέλιξης των πολιτευμάτων από τημοναρχία στη δημοκρατία καθώς και οποιοσδήποτε ορισμός της αντιπροσωπευτικήςδημοκρατίας, χωρίς μια σύντομη υπόμνηση μερικών κλασσικών ρήσεων τουλάχιστον τουΑριστοτέλη. Θεωρούμε τις σκέψεις του ως τις πλέον αντιπροσωπευτικές του θέματος πουμας απασχολεί, δηλαδή της διάκρισης των πολιτευμάτων, καθώς και της διατύπωσης ενόςκλασσικού ορισμού της δημοκρατίας που να αντέχει στις προοπτικές του μέλλοντος.

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΤΆ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ― Πνευματικός πατέραςτης τριπλής διάκρισης των πολιτευμάτων σε μοναρχία, δημοκρατία και αριστοκρατίαθεωρείται, πάντως, ο Αριστοτέλης, ο οποίος επεξεργάστηκε ένα σχήμα διάκρισης που

είχε τεράστια απήχηση στην πολιτική θεωρία17. Ο σταγειρίτης φιλόσοφος διακρίνει ταπολιτεύματα σε κατηγορίες με βάση τον αριθμό των προσώπων, που είναι ‘κύριοι τηςπόλης’ :

«Επεί δε πολιτεία μεν και πολίτευμα σημαίνει, ταυτόν, πολίτευμα δ΄εστίν τοκύριον των πόλεων, ανάγκη δ΄είναι κύριον ή έναν ή ολίγους ή τους πολλούς προς τοκοινόν συμφέρον άρχωσι, ταύτας μεν ορθάς αναγκαίον είναι τα πολιτείας, τας δε προς τοίδιον ή του ενός ή των ολίγων ή του πλήθους παρεκβάσεις…Kαλείν δ΄ειώθαμεν των μενμοναρχιών την προς το κοινόν αποβέπουσα συμφέρον βασιλείαν, την δε των ολίγων μενπλειόνων του ενός αριστοκρατίαν (ή δια το τους αρίστους άρχειν ή δια το προς τοάριστον τη πόλει και τοις κοινωνούσιν αυτής), όταν δε το πλήθος προς το κοινόν

Στην περίπτωση αυτή τα δύο πολιτεύματα εκλαμβάνονται ως ιδεότυποι. Στον ιδεότυπο της δημοκρατίας, πουδιέπεται από την αρχή της αυτονομίας, οι κανόνες είναι δημιούργημα αυτών των ίδιων των υποκειμένων πουυπόκεινται σε αυτούς. Στον ιδεότυπο της αυταρχίας αντίθετα οι νόμοι παράγονται από άλλους, ανεξάρτητααπό τον αριθμό τους, διαφορετικοί από εκείνους που οφείλουν να υπόκεινται (σ. 90).

17 Βλέπε ενδεικτικά την εισαγωγή του J. BLONDEL, στον συλλογικό τόμο, Traité de sciencepolitique, 2. Les régimes politiques contemporains, Généralités: le comparatisme, PUF, 1985, σ. 1-26, (6),ο οποίος υπογραμμίζει ότι η τυπολογία του Αριστοτέλη χαρακτηρίζεται από σαφήνεια και ότι δεν έχειπαρατηρηθεί έκτοτε μεγάλο πρόοδος όσον αφορά τις διακρίσεις των πολιτικών καθεστώτων. Τη σημασία καιεπικαιρότητα της πολιτικής σκέψης του Αριστοτέλη, ιδίως ως προς τη διάκριση των πολιτευμάτων και τασυγκριτικά πλεονέκτημα του καθένα, τονίζει και ο M. G. SCHMIDT, Θεωρίες της Δημοκρατίας, Σαββάλας,2000, σ. 63, όπου και αναλυτική κριτική παρουσίαση της αριστοτελικής θεωρίας για τις πολιτειακές μορφέςστις σελ. 37-63.

Page 8: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

πολιτεύηται συμφέρον, καλείται το κοινόν όνομα πασών των ορθών πολιτειών,πολιτεία·…» (1279a 28-42)…

Έτσι, όταν συμβαίνει οι φορείς των τριών προαναφερόμενων ιδανικών μορφώνπολιτευμάτων, της «βασιλείας», της «αριστοκρατίας» και της «πολιτείας», ο ένας, οι ολίγοιή το πλήθος, να άρχουν «προς το κοινόν συμφέρον» όλων, τότε τα πολιτεύματα οΑριστοτέλης18 τα αποκαλεί ορθά, όταν όμως η εξουσία ασκείται όχι για το κοινό καλόαλλά για το «ίδιον» συμφέρον είτε του ενός, είτε των ολίγων είτε του πλήθους τότε έχουμετην παραφθορά ή τις παρεκβάσεις των ορθών πολιτευμάτων: «Φανερόν τοίνυν ως όσαιμεν πολιτείαι το κοινή συμφέρον σκοπούσιν, αύται μεν ορθαί τυγχάνουσιν ούσαι, τοαπλώς δίκαιον· όσαι δε το σφέτερον μόνον των αρχόντων, ημαρτημέναι πάσαι, καιπαρεκβάσεις ορθών πολιτειών· δεσποτικαί γαρ· η δε πόλις κοινωνία των ελεύθερωνεστίν.» 19. Η μεν μοναρχία ή βασιλεία όταν παρεκβαίνει από τον κοινό σκοπό μιαςπολιτείας μεταπίπτει σε τυραννίδα, η αριστοκρατία σε ολιγαρχία και η πολιτεία σεδημοκρατία: «Παρεκβάσεις δε των ειρημένων τυραννίς μεν βασιλείας ολιγαρχία δεαριστοκρατίας δημοκρατία δε πολιτείας· η μεν γαρ τυραννίς έστι μοναρχία προς τοσυμφέρον το του μοναρχούντος, η δ΄ολιγαρχία προς το των ευπόρων, η δε δημοκρατίαπρος το συμφέρον το των απόρων, προς δε το τω κοινώ λυσιτελούν ουδεμίαν αυτών….»20

Στα παρεκβατικά πολιτεύματα ο μονάρχης ασκεί την εξουσία προς το συμφέρον τουίδιου, η ολιγαρχία προς το συμφέρον των ευπόρων, που συμβαίνει να είναι οι λιγότεροικαι στη δημοκρατία, ως παρέκβαση της πολιτείας, η εξουσία ασκείται προς το συμφέροντων φτωχών, που είναι και οι περισσότεροι.

Στην δημοκρατία με την προηγούμενη έννοια, «κύριοι» της πολιτείας γίνονταιόσοι απαρτίζουν το πλήθος, η μάζα δηλαδή των πολιτών που συμβαίνει να μην έχουνπεριουσία, και αυτοί είναι οι άποροι.

Κατά τον Αριστοτέλη το πολιτεύματα διακρίνονται σε ορθά και παρεκβατικά μεκριτήριο βασικό τον αριθμό των ατόμων, που είναι κύριοι της εξουσίας και επιπρόσθετοτην διάκριση του συμφέροντος που υπηρετεί τελικά το πολίτευμα σε «ίδιον» και σε

18 Βλέπει σχετικά με την διάκριση αυτή του Αριστοτέλη, ΑΎΓΟΥΣΤΟ ΜΠΑΓΙΌΝΑ, Η διάκριση τωνορθών και παρεκβατικών πολιτειών στα Πολιτικά του Αριστοτέλη, Τιμητικός τόμος Κ. Μπέη, τόμοςτέταρτος, Αντ. Σάκκουλας, 2003, σ. 3279-3285. Από την εξαιρετικά πλούσια βιβλιογραφία, βλέπε, J. LECA,Présentation, σε ‘Traité de science politique’, 2. Les régimes politiques contemporains, PUF, 1985, σ. IXεπ.

19 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, Πολιτικά, ΙΙΙ, 1279α 18-23).

20 (1279b 4-10) …Και συνεχίζει ο Αριστοτέλης διευκρινίζοντας λίγο πιο κάτω «Έστι δε τυραννίςμεν μοναρχία, καθάπερ είρηται, δεσποτική της πολιτικής κοινωνίας, ολιγαρχία δ΄όταν ώσι κύριοι τηςπολιτείας οι τας ουσίας έχοντες, δημοκρατία δε τουναντίον όταν οι μη κεκτημένοι πλήθος ουσίαςαλλ΄άποροι. Πρώτη δε απορία προς τον διορισμόν εστίν. Εί γαρ είεν οι πλείους όντες εύποροι κύριοι τηςπόλεως, δημοκρατία δ΄εστίν όταν ή κύριον το πλήθος,..» (1279b 16- 22) .

Page 9: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

«κοινό». Έχουμε έτσι με βάση τα προηγούμενα κριτήρια τις εξής διακρίσεις τωνπολιτευμάτων:

Κύριοι της εξουσίας Κοινό συμφέρον Ίδιον συμφέρον

Ο Ένας Βασιλεία Τυραννία Οι Ολίγοι Αριστοκρατία ΟλιγαρχίαΤο Πλήθος Πολιτεία Δημοκρατία Από τα προηγούμενα παραθέματα της αριστοτελικής σκέψης συνάγεται ότι τα

κριτήρια με βάση τα οποία θα μπορούσε να χωρίσει κανείς τα πολιτεύματα, και σταοποία επιμένει ο Αριστοτέλης στο έργο του, είναι τουλάχιστον τρία: α)το ποιος είναι«κύριος» της πόλης, δηλαδή σε ποιόν ανήκει η κυριαρχία, αν θέλουμε να μεταφράσουμεμε σημερινούς όρους «το κύριον της πολιτείας», β) το «τέλος» της πολιτείας καιειδικότερα το αν ο εκάστοτε κυρίαρχος ασκεί την εξουσία του αποβλέποντας σε ίδιονόφελος ή προς το κοινό συμφέρον και γ) το αν οι κύριοι της πόλης είναι εύποροι ήάποροι: «…ώ δε διαφέρουσιν η τε δημοκρατία και η ολιγαρχία αλλήλων πενία καιπλούτός εστίν·»21.

Το πρωταρχικό όμως κριτήριο, αυτό που κατ΄εξοχήν το προσδιορίζει είναι ηβασική ή η κύρια εξουσία της πόλεως: τ ι τ ο κ ύ ρ ι ο ν τ η ς π ο λ ι τ ε ί α ς ε σ τ ί ν :«Έστιν μεν πολιτεία πόλεως τάξις των τε άλλων αρχών και μάλιστα της κυρίας πάντων. Κύριονμεν πανταχού το πολίτευμα της πόλεως, πολίτευμα δε εστιν πολιτεία. Λέγω δ΄οίον εν μεν ταιςδημοκρατικαίς κύριος ο δήμος, οι δ΄ολίγοι τουναντίον εν ταις ολιγαρχίαις· φαμέν δε και πολιτείανετέραν είναι τούτων.» (Πολιτικά, ΙΙΙ, 1278b 10).

Ο όρος που αποδίδει, πράγματι, σήμερα καλλίτερα, που βρίσκεται πιο κοντάστον όρο ‘κύριον’ της πολιτείας, είναι η κυριαρχία. Θα πρέπει όμως παράλληλα νατονιστεί ότι η έννοια της κυριαρχίας ήταν άγνωστη στον αρχαίο κόσμο και ιδίως στηνΑθηναίων πολιτεία22. Διότι, η κυριαρχία προϋποθέτει την ύπαρξη δημόσιας δύναμης,ακαταγώνιστης και ακαταμάχητης, που επιβάλλεται καταναγκαστικά από μόνη της και

211279β 40, και λίγο πιο κάτω «…και αναγκαίον μεν όπου αν άρχωσι δια πλούτον, αν τ’ ελάττουςαν τε πλείους, είναι ταύτην ολιγαρχίαν, όπου δ΄οι άποροι, δημοκρατίαν, αλλά συμβαίνει, καθάπερ είπομεν,τους μεν ολίγους είναι τους δε πολλούς, ευπορούσι μεν γαρ ολίγοις της δ΄ελευθερίας μετέχουσιν πάντες, δ΄αςαιτίας αμφισβητούσιν αμφότεροι της πολιτείας.»(1280 α 1-7).

22 Έτσι και CL. PACCHIANI, Democrazia e costituzione. La lezione di Aristotele, σε ‘Oltre laDemocrazia’, σ. 55-76 (73-74).

Page 10: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

1441325325

με δικά της μέσα. Προϋποθέτει ακόμη και συνεπάγεται τη διαίρεση της πολιτείας σεάρχοντες και αρχόμενους, κυβερνώντες και κυβερνωμένους και της κοινωνίας, σεδημόσια και ιδιωτική, διαιρέσεις άγνωστες στην αρχαία Αθήνα. Οι έννοιες επομένωςκυριαρχία, λαός ή έθνος, αντιπροσώπευση, εξουσία και κυβέρνηση δεν μπορούν ναπροβληθούν πίσω στην αρχαία Πόλη ούτε να αποτελέσουν κώδικα ανάγνωσης τωνπολιτικών κοινωνιών της αρχαίας Ελλάδας.

Για τον Αριστοτέλη, βέβαια, το κριτήριο διάκρισης των πολιτευμάτων περνάμέσα από την αναζήτηση της «βασικής» ή «κύριας» Αρχής, καθώς και μέσα από τονπροσδιορισμό του τρόπου κατανομής για την άσκησή της στα διάφορα όργανα: «τ ι τ οκ ύ ρ ι ο ν τ η ς π ο λ ι τ ε ί α ς ε σ τ ι ν κ α ι τ ί ν α τ ρ ό π ο ν ν ε ν έ μ η ν τ α ι α ι α ρ χ α ί ».

4. Το μοναρχικό πολίτευμα

ΜΟΝΑΡΧΙΚΟ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ ―Χαρακτηριστικό γνώρισμα τουμοναρχικού πολιτεύματος, που διαμορφώθηκε στους κόλπους του απολυταρχικούκράτους -με το οποίο άλλωστε και ταυτίστηκε αρχικά, πριν αποχωριστεί από το ίδιο

είτε για να επιζήσει αποδυναμωμένο ως κοινοβουλευτική μοναρχία είτε για νααντικατασταθεί βίαια από το συνταγματικό πολίτευμα- είναι κατά τον Μάνεση23 «τοπολίτευμα κατά το οποίο πηγή και φορέας της κυριαρχίας ή άλλως κυρίαρχοςαναγνωρίζεται ένα και μόνο φυσικό πρόσωπο, ο μονάρχης ή ο βασιλεύς». Από τονμονάρχη εκπορεύονται όλες οι εξουσίες και σε αυτόν ανάγονται όταν ασκούνται.

Το απολυταρχικό πολίτευμα αποτέλεσε ιστορικά μία μεταβατική μορφή κρατικήςεξουσίας σηματοδοτώντας την μετάβαση από το απολυταρχικό κράτος ή απόλυτημοναρχία στην συνταγματική μοναρχία για να καταλήξει στο συνταγματικό πολίτευμα,που ενσαρκώνει την άρνηση της απολυταρχίας.

1 . Το πολίτευμα της απόλυτης μοναρχίας

23 ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗΣ, ΣυντΔίκ., 1967, σ. 84.

Page 11: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

32532545325

1441325325

19432541325

ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΑΡΧΙΚΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ - Ο μονάρχης στο απολυταρχικό κράτοςείναι κύριος του κράτους και της κοινωνίας και ιδιοκτήτης της χώρας που κυβερνά. Ηπροσωπική του θέληση είναι η υπέρτατη εντός του κράτους θέληση και καμία άλλη

θέληση δεν μπορεί να του αντισταθεί. Είναι η ίδια, από μόνη της, νόμος και προσταγή.Δεν δεσμεύεται από νόμους ούτε υπόκειται σε θετούς κανόνες υπέρτερης ισχύος, όπωςείναι το σύνταγμα, ασκείται ωστόσο με απρόσωπες και γενικές προσταγές, μεδιατάγματα. Αν και δεν υπόκειται στο νόμο, ο απόλυτος μονάρχης κυβερνά, εντούτοις,με νόμους, εκδηλώνοντας τη βούλησή του per leges24, μέσα από γενικούς καιαπρόσωπους κανόνες δικαίου. Η εξουσία του είναι απόλυτη, διότι δεν γνωρίζειπεριορισμούς ούτε συναντά απέναντί της άλλη εξουσία, εκτός από τη θεία εξουσία ή τουςθείους νόμους της φύσης, από τους οποίους και αντλεί τη νομιμοποίησή της. Καθορίζειμόνη της τα του κράτους, την υπόσταση και την συγκρότησή του, την μεταβολή τωνσυνόρων και τη δομή και άσκηση της κρατικής εξουσίας.

Η απόλυτη μοναρχία, που σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρξε και φωτισμένη καιπροετοίμασε το έδαφος δημιουργώντας τις υλικές και κρατικές προϋποθέσεις, όπωςείδαμε25 της έλευσης του σύγχρονου, αστικού ή εθνικού κράτους, χαρακτηρίζεται από τηνσυγκέντρωση απεριόριστης και αδέσμευτης εξουσίας στο πρόσωπο του μονάρχη. Οαπόλυτος μονάρχης ασκεί τη κρατική εξουσία χωρίς να περιορίζεται από άλλη εξουσίακαι χωρίς να δεσμεύεται από νόμους ή να υπόκειται, όπως και ο αυτοκράτορας, στουςορισμούς θετών κανόνων δικαίου. Η εξουσία του είναι κυριολεκτικά αδέσμευτη καιαπεριόριστη26.

2 . Το πολίτευμα της συνταγματικής μοναρχί ας

Η ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΈΝΗ ΜΟΝΑΡΧΊΑ― Με την απόλυτη μοναρχία ήλθαν σεθανατηφόρα, πολιτικά, σύγκρουση η αστική τάξη και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι και

24 Βλέπε αντί άλλων, N. BOBBIO, ‘The Rule of Men or the Rule of Law’, σε Future ofDemocracy, Polity Press, Oxford, 1987, s.

25 Βλ. περισσότερα για την απόλυτη μοναρχία, η οποία συστηματικά ανήκει στην απολυταρχικήμορφή κράτους, με την οποία άλλωστε ταυτίστηκε ιστορικά και για την οποία αφιερώσαμε, ως πρώτη μορφή

26 Αναλυτικά για το απολυταρχικό κράτος και τα χαρακτηριστικά της απόλυτης μοναρχίας βλέπεπιο πάνω παρ. σελ

Page 12: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

με αυτήν την μορφή απολυταρχικού πολιτεύματος αντιπαρατέθηκαν βίαια και πάντωςσυγκρούστηκαν οξύτατα. Προτάσσοντας την ιδέα του Συντάγματος, ο συνταγματισμόςοδήγησε τον συγκροτούμενο σιγά-σιγά σε αυθύπαρκτη πολιτική οντότητα λαό, άλλοτεμέσα από την πολιτική σύγκρουση και άλλοτε μέσα από αλλεπάλληλους πολιτικούςσυμβιβασμούς, στην κατάκτηση της έδρας της πολιτικής κυριαρχίας. Είτε ως κίνημα είτεως ιδέα, ο συνταγματισμός βρίσκεται στον αντίποδα του απολυταρχικού κράτουςαντιτάσσοντας σε αυτό την ιδέα του συνταγματικού κράτους ή ορθότερα τουσυνταγματικού πολιτεύματος. Με την εγκαθίδρυση του τελευταίου η κρατική εξουσίαυποτάσσεται σε πάγιους και σταθερούς κανόνες, οριοθετείται και περιορίζεται, ωθώντας,παράλληλα, τον μοναρχικό θεσμό στην απαξίωση και στην οριστική αποδυνάμωση.

Από την απόλυτη μοναρχία προήλθε, λοιπόν, η π ε ρ ι ο ρ ι σ μ έ ν η ήσ υ ν τ α γ μ α τ ι κ ή μ ο ν α ρ χ ί α , η οποία χαρακτηρίζεται από τον περιορισμό και τηδέσμευση της μοναρχικής εξουσίας από κανόνες συνταγματικούς. Ο μονάρχης παραμένειφορέας της κυριαρχίας, παύει όμως να την ασκεί αποκλειστικά και απεριόριστα.Εξαναγκάζεται να την μοιράζεται με άλλη εξουσία και κυρίως με τους εκπροσώπους τουλαού. Δέχεται έτσι να κυβερνά, και αυτό είναι το πιο σημαντικό, με σύνταγμα, πουαναγκάζεται να «παραχωρήσει» στο λαό. Το σύνταγμα αυτής της μορφής θεωρείταιπαραχωρημένο σύνταγμα και αποκαλείται Χάρτα27 ή σύνταγμα-συνάλλαγμα.

Η περιορισμένη μοναρχία είναι μια συνταγματική μοναρχία, στην οποία ομονάρχης διατηρεί μεν την έδρα της κυριαρχίας, αλλά μόνον ως ψιλός κύριός της. Τηνπολιτική εξουσία ή την διακυβέρνηση της χώρας την αναλαμβάνει και την ασκεί ο λαόςδια των αντιπροσώπων του. Η μεταβατική αυτή μορφή πολιτεύματος φέρει όλα ταχαρακτηριστικά ενός μικτού ή συγκερασμένου πολιτεύματος, διότι αναμειγνύονταιστοιχεία μοναρχικού και δημοκρατικού, ενός πολιτεύματος που απέρχεται και ενόςπολιτεύματος που έρχεται.

Τα μικτά η συγκερασμένα πολιτεύματα διακρίνονταν από τα αμιγή ή άκρατα, καιθεωρούνταν, μάλιστα, ότι πλεονεκτούσαν από τα δεύτερα, διότι περιείχαν στοιχεία καιαπό τις τρείς κατηγορίες πολιτευμάτων και επειδή απέκλειαν την συγκέντρωση τηςεξουσίας σε ένα και μόνο πρόσωπο με την κατανομή της σε διάφορα κρατικά όργανα,απέτρεπαν την κατάχρηση της εξουσίας. Στην κατηγορία των μικτών ή συγκερασμένωνπολιτευμάτων κατέτασσαν το συνταγματικό πολίτευμα, στο οποίο περιλάμβαναν τόσο τησυνταγματική μοναρχία όσο και την συνταγματική δημοκρατία, αντιπροσωπευτικό τύπουαυτού του είδους πολίτευμα θεωρούσαν την Αγγλία28.

27 Έτσι αποκλήθηκε στην Γαλλία το σύνταγμα της 4 Ιουνίου 1814, charte constitutionnelle, διότιήταν αποτέλεσμα συμφωνίας μεταξύ

28 Βλέπε εκτενείς αναφορές και σχόλια για την αξία των συγκερασμένων πολιτευμάτων σε ΙΩΆΝΝΟΥ

ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΎ, Ελληνικόν Συνταγματικόν Δίκαιον, Εν Αθήναις, 1897, τόμος πρώτος, σ. 212-217 και Γιάννη

Page 13: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

206325

325413252014

Η ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΉ ΜΟΝΑΡΧΙΑ ― Ζωντανό κατάλοιπο της ιστορικής αυτήςεξέλιξης αποτελεί σήμερα η κοινοβουλευτική μοναρχία, που ισχύει στη Μ. Βρετανία,στο Βέλγιο, στην Ολλανδία, στη Δανία, Σουηδία και Ισπανία. Χαρακτηρίζεται από

τον ουσιαστικό περιορισμό της βασιλικής εξουσίας και από την άσκηση των παλαιώνπρονομίων του Στέμματος μόνον ‘τύποις’ ή κατ΄όνομα. Οι περισσότερες αρμοδιότητες,που ασκούνται τυπικά από τους βασιλείς, έχουν κυρίως ενοποιητική και συμβολικήσημασία.

Στην κοινοβουλευτική μοναρχία, χωρίς να αλλάξει ο συνταγματικός τύποςπραγματοποιείται, βαθμιαία, η μετατόπιση της έδρας της κυριαρχίας από τον μοναρχικόθεσμό στον λαό και του κέντρου βάρους της πολιτικής εξουσίας από τον μονάρχη στοκοινοβούλιο. Ακολουθώντας την ίδια φορά των πραγμάτων, το δημοκρατικό πολίτευμασυναντιέται και συμπορεύεται με το κοινοβουλευτικό σύστημα, «κατά το οποίον οιυπουργοί ναι μεν διορίζονται και παύονται τυπικά υπό του βασιλέως, πρέπει όμως νααπολαμβάνουν της εμπιστοσύνης του κοινοβουλίου, ιδίως δια να παραμείνουν εις τηνεξουσίαν»29. Με την εγκαθίδρυση του κοινοβουλευτικού συστήματος ολοκληρώνεται ηιστορική εξέλιξη του δημοκρατικού πολιτεύματος: το δημοκρατικό κίνημα ωθούμενοαπό τον συνταγματισμό διασταυρώνεται με τον κοινοβουλευτισμό και τείνει νααπορροφηθεί από αυτόν. Η δημοκρατική αρχή αρθρώνεται και συνυπάρχει αρμονικά μετην κοινοβουλευτική. Η πολιτική εξουσία μετατοπίζεται οριστικά από τα, ανεύθυναπολιτικά, χέρια του μονάρχη στους ώμους της πολιτικά υπεύθυνης ενώπιον τουκοινοβουλίου κυβέρνησης.

ΑΠΟΛΥΤΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΜΟΝΑΡΧΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ

ΙΣΤΟΡΙΑ―Στην ελληνική συνταγματική ιστορία η περίοδος της απόλυτης μοναρχίαςυπήρξε εξαιρετικά σύντομη, από το 1833 μέχρι το 1843, οπότε η Ελλάδα, με βάση

την συνθήκη του Λονδίνου της 25 Απριλίου/7 Μαϊου 1832, που συνήφθη μεταξύ τωνΠροστάτιδων Δυνάμεων και του Βασιλέως της Βαυαρίας, αποτέλεσε «ανεξάρτητονμοναρχικόν κράτος» και τέθηκε «υπό την κυριαρχίαν του πρίγκηπος της ΒαυαρίαςΌθωνος και την εγγύησιν των τριών Αυλών». Άλλωστε η προκήρυξη που δημοσίευσε ηΑντιβασιλεία αμέσως μετά την άφιξη στην Ελλάδα του ανήλικου πρίγκηπα, δεν άφηνεαμφιβολία για την μορφή του πολιτεύματος. Άρχιζε με τις χαρακτηριστικές φράσεις:«Όθων ελέω Θεού βασιλεύς της Ελλάδος», και δεν έκανε καμία νύξη για παραχώρησησυντάγματος. Το ίδιο, σχετικά, σύντομα διήρκεσε και το πολίτευμα της συνταγματικής

Δρόσου, σ. .

29 ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗΣ, ό.π., σ. 92.

Page 14: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

μοναρχίας, που διαδέχθηκε μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου την απόλυτομοναρχία, με Βασιλιά πάλι τον Όθωνα, από το 1844 μέχρι το 1862, όσο ίσχυσε τοΣύνταγμα του 1844. To σύνταγμα εκείνο στηριζόταν στη μοναρχική αρχή και όχι στηνκυριαρχία του λαού, μολονότι, όπως σημειώνει ο Σβώλος30, είχε τονιστεί στην Συνέλευσητου 1843 ότι «εκπηγάζει από κεκτημένον εθνικόν δικαίωμα και δεν είναι εξ΄εκείνων, ταοποία χορηγούσιν οι ηγεμόνες των λαών.» Δεν χωρούσε ωστόσο αμφιβολία ότι τοΣύνταγμα ήταν το αποτέλεσμα συνθήκης μεταξύ βασιλέως και λαού. Ο Όθωνεξαναγκάστηκε από την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου να συγκαλέσει ΕθνικήΣυνέλευση και να δηλώσει ενώπιον αυτής ότι το σχεδιαζόμενο Σύνταγμα «έπρεπε ναπεριέχη αμοιβαίας παραχωρήσεις μονάρχου και λαού και ότι θα ήτο συνθήκη προςαλλήλους»31.

Με το Σύνταγμα του 1864 και την ρητή καθιέρωση της δημοκρατικής αρχής, μεβάση την οποία όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό, το πολίτευμα μετασχηματίζεταισε κοινοβουλευτική μοναρχία και αρχίζει να αποκαλείται βασιλευόμενη δημοκρατία,αφού: «ανώτατον ή κυρίαρχον όργανον το κράτους ήτο ο λάος, ανώτατος δε άρχων οΒασιλεύς. Δι΄αυτό το πολίτευμα αυτό ωνομάσθη και παρ΄ημίν ‘βασιλευόμενηδημοκρατία’»32. Τόσο η ιστορία του Συντάγματος αυτού και ιδίως οι πολιτικές συνθήκεςυπό τις οποίες καταρτίστηκε, όσο και το κείμενό του(άρθρα 21, αρχή της λαϊκήςκυριαρχίας, 44, τεκμήριο αρμοδιότητας κατά του βασιλέως, και 107, διαδικασίααναθέωρησης) μαρτυρούν ότι δεν αποτελούσε σύνταγμα-συνάλλαγμα ή συνθήκη μεταξύβασιλέως και λαού, αλλά ήταν δημιούργημα της συντακτικής βούλησης αποκλειστικά τωναντιπροσώπων του έθνους. Το πολίτευμα μπορούσε να χαρακτηριστεί αντιπροσωπευτικήδημοκρατία και μάλιστα μη κοινοβουλευτική με ανώτατο άρχοντα τον βασιλέα, στονοποίο είχαν ανατεθεί από τον κυρίαρχο λαό ορισμένες αρμοδιότητες. Η δημοκρατίαήταν κατά τον Σβώλο αμιγής, διότι η συντακτική εξουσία ανήκε μόνον στον Λαό.

Τη βασιλευόμενη δημοκρατία ως πολίτευμα διατηρούσαν και καθιέρωναν και ταΣυντάγματα του 1911 και του 1952. Το πολίτευμα της βασιλευόμενης δημοκρατίαςκαταργήθηκε οριστικά και τελεσίδικα με το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 καιτη θέσπιση του Συντάγματος του 1975.

30 ΑΛ. ΣΒΏΛΟΣ, ό.π., σ. 245.

31 ibidem

32 ΑΛ. ΣΒΏΛΟΥ, ό.π., σ. 247.

Page 15: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

2228325

21725

5. Το ολιγαρχικό πολίτευμα

ΟΡΙΣΜΟΣ. Η ΣΥΝΑΡΘΡΩΣΗ ΤΥΠΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΩΝ ― Ολιγαρχικό καλείται τοπολίτευμα στο οποίο η κυριαρχία ανήκει σε ολίγα άτομα, σε μια ολιγομελή ομάδαφυσικών προσώπων. Ο Μάνεσης33 περιγράφοντας την ολιγαρχία συμπληρώνει ότι «ο

περιωρισμένος αριθμός προσώπων προσδιορίζεται βάσει συγκεκριμένων φυσικών ήεπίκτητων ιδιοτήτων, π.χ. επειδή έχουν ωρισμένην αριστοκρατικήν καταγωγήν, επειδήανήκουν εις ωρισμένην κοινωνικήν τάξιν ή εις ωρισμένον κόμμα, κ.ο.κ.». Το κριτήριοπροσδιορισμού του πολιτεύματος είναι μεν τυπικό και μάλιστα αριθμητικό, αφού βασίζεταιστον αριθμό των προσώπων που είναι φορείς της κυριαρχίας ή κύριοι της εξουσίας.Ανταποκρίνεται, έτσι, πλήρως στο πρώτο κριτήριο που χρησιμοποίησε για να διακρίνει ταπολιτεύματα, όπως είδαμε, ο Αριστοτέλης, στην πραγματικότητα όμως το κριτήριο αυτόακυρώνεται από ένα ποιοτικό κριτήριο, αφού οι άρχοντες που συγκροτούν τον σύλλογο τωνπροσώπων που κυβερνούν, ορίζονται με βάση ποιοτικά γνωρίσματα34, καταγωγής, περιουσίας,ισχύος, κλπ. Η καθοριστική σημασία που έχει, τελικά, το ποιοτικό γνώρισμα για τονχαρακτηρισμό του ολιγαρχικού πολιτεύματος, καθιστά την αντιδιαστολή ολιγαρχίας καιδημοκρατίας ουσιαστική, αφού η δημοκρατία δεν ανέχεται στον προσδιορισμό των μελώντου λαού, του συνόλου των πολιτών που τον απαρτίζουν, κανένα ποιοτικό γνώρισμα,καταγωγής, πλούτου, πνεύματος, φυλής, γλώσσας, θρησκείας, χρώματος ή «άλλης τινόςιδιότητος»35.

Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΎ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΠΟΧΗ ―Ανεξάρτητα από την χρηστικότητα του τυπικού κριτηρίου και την κριτική πουμπορεί να ασκήσει κανείς, το ολιγαρχικό πολίτευμα, έτσι όπως το ορίσαμε, μόνο

μεταφορικά θα μπορούσε να βρεί αντίκρισμα στην σημερινή εποχή. Απαντάται σε

33 ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗΣ, ό.π., σ. 93.

34 Βλ. σχετικά ΑΛ. ΣΒΏΛΟΥ, ό.π, σ. 238.

35 Ακόμη και ο ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΗΣ, που θεωρείται ο θεμελιωτής του τυπικού, αριθμητικού κριτηρίουδιάκρισης των πολιτευμάτων, συγκρίνοντας τη δημοκρατία με την ολιγαρχία και αναζητώντας πιο ουσιώδειςδιαφορές μεταξύ τους από τον αριθμό των προσώπων, ολίγοι ή πολλοί, δοκιμάζει ως πρόσθετο κριτήριοδιαφοράς τον πλούτο ή την πενία, διατυπώνοντας τους ακόλουθους συλλογισμούς : « Έοικεν τοίνυν ο λόγοςποιείν δήλον ότι το μέν ολίγους ή πολλούς είναι κυρίους συμβεβηκός έστιν, το μεν ταις ολιγαρχίαις το δε ταιςδημοκρατίαις, δια το τους μεν ευπόρους ολίγους πολλούς δ΄είναι τους απόρους πανταχού (δ ι ό κ α ι ο υσ υ μ β α ί ν ε ι τ α ς ρ η θ ε ί σ α ς α ι τ ί α ς γ ί ν ε σ θ α ι δ ι α φ ο ρ ά ς ) ώ δε διαφέρουσιν ή τε δημοκρατίακαι η ολιγαρχία αλλήλων πενία και πλούτός έστι⋅ και αναγκαίον μεν όπου αν άρχωσι δια πλούτον, αν τέλάττους αν τε πλείους, είναι ταύτη ολιγαρχίαν, όπου δ΄οι άποροι, δημοκρατίαν, αλλά συμβαίνει, καθάπερείπομεν, τους μεν ολίγους είναι τους δε πολλούς, ευπορούσι μεν γαρ ολίγοι της ελευθερίας μετέχουσι πάντες,δι΄ άς αιτίας αμφισβητουσιν αμφότεροι της πολιτείας. (Πολιτικά, ΙΙΙ, 1279b, 35-40, 1280a 1-7).

Page 16: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

ορισμένα αραβικά, ασιατικά ή μουσουλμανικά κράτη. Η οικουμενική επικράτηση τηςπολιτικής ισότητας και της δημοκρατικής αρχής δεν άφησε πολλά περιθώρια γιακαθιέρωση και αναγνώριση πολιτευμάτων, που να προσδιορίζονται με αναφορά σειδιότητες που συμβαίνει να έχουν ορισμένοι είτε εκ καταγωγής είτε επίκτητα, όπως είναιπροσόντα που βασίζονται στην περιουσία ή ιδιοκτησία, σε στρατιωτικές ικανότητες, στηναριστοκρατική ή βασιλική καταγωγή ή σε θεοκρατικές αναφορές.

Page 17: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

6.

7.

8. Τ ο δ η μ ο κ ρ α τ ι κ ό π ο λ ί τ ε υ μ α

3 . Η ιδεατή πρόσληψη της δημοκρατίας

Ο ορισμός της με όρους αρχαίους

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ ΜΕ ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ: «Ο

ΔΗΜΟΣ ΚΡΑΤΕΙ» ― Ξεκινώντας από την ετυμολογία της λέξης θα ορίζαμε ωςδημοκρατικό το πολίτευμα εκείνο στο οποίο ο Δήμος κρατεί36 ή άρχει και κατά

Αριστοτέλη εκείνο στο οποίο «κύριος» της Πολιτείας είναι ο Δήμος: ‘Λέγω δ΄οίον εν μενταις δημοκρατίαις κύριος ο δήμος’37. Αναζητώντας, εξάλλου, τον «κυρίαρχο», σε ποιόνδηλαδή ανήκει η κυριαρχία: «τι δει το κύριον της πόλεως38» και ακολουθώντας τοαριθμητικό κριτήριο διάκρισης των πολιτευμάτων, που εισήγαγε ο ίδιος φιλόσοφος,(‘ανάγκη δ΄είναι κύριον ή ένα, ή ολίγους ή τους πολλούς39’) –και υιοθετήσαμε και εμείς40-

36 Βλέπε σχετικά ΣΑΚΕΛΑΡΊΟΥ, ό. π., σ. Για την ετυμολογία της λέξης Δημοκρατία και τονορισμό της βλέπε μεταξύ πολλών, G. SARTORI, Democrazia, Cosa è, Milano, Rizzoli, 1993, σ. 20 επ., ειδικάως προς την πολλαπλή χρήση στις διάφορες γλώσσες των ταυτόσημων όρων , «δήμος», «πλήθος», «όχλος»,populus, people, peuple, Volk, populace, D. TURPIN, Droit constitutionnel, PUF, 1994, σ. 152, 155, ROBERT

A. DAHL, On Democracy, New Haven, London, Yale University Press, 1998, σ. 11 επ., 16 επ. , ANNE

BAUDART, Qu’est-ce que la démocratie, Paris, Vrin, 2005, σ. 8-10.

37 Πολιτικά, 1278b, 13.

38 Πολιτικά, 1281a, 11.

39 Πολιτικά, 1279a, 28.

40 Βλέπε πιο πάνω κεφ. παρ.41 Οι πολλοί κυβερνούν όμως ως ένα πρόσωπο: «μόναρχος γαρ ο δήμος γίνεται, σύνθετος είς εκ

Page 18: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Η αντιδιαστολή «πλήθους» και «δήμου» δεν είναι χωρίς σημασία, ακόμη και γιατην σύγχρονη έννοια της δημοκρατίας43, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών. Από τηνεποχή του Ομήρου η λέξη «πλήθος» δηλώνει την μάζα των ανθρώπων, χωρίς διακριτικόγνώρισμα, χωρίς συνοχή, χωρίς κανένα ενοποιητικό ή οργανωτικό στοιχείο, ένασυνονθύλευμα ατόμων με απρόβλεπτη συμπεριφορά. Συνώνυμη είναι η λέξη όχλος καιλατινικά multitudo. Η λέξη «δήμος» δηλώνει, αντίθετα, από την εποχή του Περικλή, τοοργανωμένο σε σώμα πλήθος, που απαρτίζεται από τα μέλη του ίδιου Δήμου καισυγκροτεί μια πολιτική ενότητα πολιτών με ταυτόσημα ή ίδια δικαιώματα συμμετοχήςστα κοινά: «δήμος μεν έστιν όταν οι ελεύθεροι κύριοι ώσιν». Θεωρούμε τη διάκρισηαναγκαία και πολλαπλά χρήσιμη, διότι μας επιτρέπει να ανιχνεύσουμε τον λογικό καιπραγματικό δεσμό που συνδέει τους δύο όρους και μας προϊδεάζει για τον σύγχρονο όρο«λαό», ο οποίος χωρίς να ταυτίζεται, όπως θα δούμε, με τον όρο Δήμο, αντιδιαστέλλεταιωστόσο σαφώς από τον όρο πλήθος. Τόσο, όμως, ο όρος «λαός» όσο και ο όρος «δήμος»έχουν ως κοινό τους γνώρισμα το ότι προέρχονται από το πλήθος, το οποίοπροϋποθέτουν και στο οποίο ανήκει πραγματικά η κυριαρχία.

Δημοκρατία κατά λέξη σημαίνει, άρα, το πολίτευμα στο οποίο ο «Δήμος κρατεί»και, μάλιστα, για την ακρίβεια, εκείνο στο οποίο o Δήμος κρατεί από μόνος του:«Απάντων γαρ αυτός αυτόν πεποίηκεν ο δήμος κύριον»44. Η δημοκρατία δεν δηλώνειαπλώς την κυριαρχία του Δήμου, αλλά την «αυτοδύναμη κυριαρχία» του, αφού ο Δήμοςαντλεί την κυριαρχία του από τον εαυτό του. Δηλώνει άρα

42 ‘δημοκρατία δ΄εστίν όταν ή κύριον το πλήθος’ (Πολιτικά, 1279b, 21-22). Προηγουμένως στο ίδιοχωρίο, ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί και πάλι την έννοια «πλήθος» για να ορίσει τη δημοκρατία ως τοπολίτευμα των πολλών που είναι φτωχοί επειδή δεν έχουν περιουσία «…δ η μ ο κ ρ α τ ί α δ ετ ο υ ν α ν τ ί ο ν ό τ α ν ο ι μ η κ ε κ τ η μ έ ν ο ι π λ ή θ ο ς ο υ σ ί α ς α λ λ ΄ ά π ο ρ ο ι ». (Πολιτικά, 1279b18-19) και αλλού: «αλλ΄έστι δημοκρατία μεν όταν οι ελεύθεροι και άποροι πλείους όντες κύριοι της αρχήςώσιν,…»(1290b 19). Χρειάζεται ωστόσο να υπογραμμιστεί εδώ ότι ο διακρίνει πολλά είδη δημοκρατίας καιιδανικό πολίτευμα θεωρεί την Πολιτεία και όχι την Δημοκρατία. Ο ίδιος πάντως δεν θεωρεί ως δημοκρατικόεκείνο στο οποίο απλώς είναι κύριο το πλήθος, αλλά εκείνο στο οποίο το πλήθος άρχει δια του νόμου καιοργανώνεται σε Δήμο. Αρκεί να παραθέσουμε ορισμένα χωρία για να φανεί πόσο σύνθετη είναι η σκέψη τουΣταγειρίτη φιλόσοφου: «Ου δει δε τιθέναι δημοκρατίαν, καθάπερ ειώθασι τινές νυν, απλώς ούτως, όπου κύριοντο πλήθος…(1290a, 30) «μάλλον τοίνυν λεκτέον ότι δήμος εστιν όταν οι ελεύθεροι κύριοι ώσιν,»(1290b, 1). ΟΘουκυδίδης στον Επιτάφιο του Περικλέους αποκαλεί δημοκρατία το πολίτευμα «…δια το μη εις ολίγους,αλλ΄ ες πλείονας οικείν…μέτεστι δε κατά μεν τους νόμους προς τα ίδια διάφορα πάσι το ίσον…»(ΠερικλέουςΕπιτάφιος, ΘΟΥΚΥΔΊΔΟΥ ΙΙ 37).

43 Βλέπε για παράδειγμα τις θέσεις του ANT. NEGRI, Le pouvoir constituant. Essai sur lesalternatives de la modernité, Paris, PUF, 1997, σ. 399 επ. καθώς και των M. HARDT και ANT. NEGRI,Empire, Exils Editeurs, Paris, 2000, ιδίως σ. 92-98 και 473-496. Για τη σημασία του πλήθους και για τηναντιδιαστολή πλήθους και δήμου στην αρχαία ελληνική δημοκρατία βλέπε πιο κάτω παρ.

44 ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΗΣ, Αθηναίων Πολιτεία, XLI και περισσότερα πιο κάτω παρ.

Page 19: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

την κυριαρχία ή κυβέρνηση του Δήμου, ως αυτό-κυβέρνηση .

Στην ιδεατή της σύλληψη η δημοκρατία προσδιορίζεται, λοιπόν, ωςαυτοκυβέρνηση του Δήμου και αποτελεί μορφή συλλογικού αυτοκαθορισμού. Ο Δήμοςθεωρείται κυρίαρχος, επειδή είναι οργανωμένος σε πολιτικό σώμα και αυτό-κυβερνιέταιθεσπίζοντας ο ίδιος ή δια της αντιπροσώπευσής του, τους νόμους στους οποίους δέχεταινα υπόκειται. Η εξουσία να είναι νομοθέτης του εαυτού του συνιστά εκδήλωσηπρωταρχική της «κυριαρχίας» του και επιβεβαιώνει την «δημόσια ή πολιτική αυτονομία»του, δηλαδή την ικανότητά του να αυτό-προσδιορίζεται συλλογικά και να αυτό-κυβερνιέται45.

Στην πράξη, πάντως, ο αυτό-καθορισμός του Δήμου (ή του Λαού) επιτυγχάνεταιμε την συμμετοχή των μελών της πολιτικής κοινωνίας στην πολιτική εξουσία και κυρίωςμε την άσκηση πολιτικών δικαιωμάτων, του δικαιώματος εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Με τοντρόπο αυτό οι κυβερνώμενοι συμμετέχουν στην διακυβέρνηση της Πολιτείας τους και μετην συμμετοχή τους επιτυγχάνεται ο πολιτικός αυτό-καθορισμός τους46.

Ορισμός της με όρους σύγχρονους

1 ) Ο αντ ιπροσωπευτ ικό ς της χαρακτήρας

45 Η σύλληψη αυτή αποδίδεται στον Ρουσώ, ο οποίος πρώτος επισήμανε ότι ο λαός είναικυρίαρχος όταν είναι αυτόνομος και είναι αυτόνομος όταν θέτει ο ίδιος τους νόμους στους οποίους υπόκειται,είναι ταυτόχρονα δημιουργός του νόμου και αντικείμενο της ρύθμισής του, J. J. ROUSSEAU, Du contrat social,Libre, I, chap. VI, « Trouver une forme d’association qui défend et protège de toute la force commune lapersonne et les biens de chaque associé, et par laquelle …par laquelle chacun s’unissant a tous n’obéissepourtant qu’ à lui-même et reste aussi libre qu’ auparavant ». Η θέση αυτή του Ρουσώ συμπίπτει με τηνκατηγορική προσταγή του ορθού λόγου στο έργο του Καντ, σύμφωνα με την οποία ο πολίτης οφείλει να μην«υπακούει σε κανένα άλλο νόμο παρά μόνον σε εκείνο που έδωσε την συγκατάθεσή του» , βλέπε, σχετικά,ERNST-WOLFGANG BOECKENFOERDE, Principes de la démocratie, forme politique et forme de gouvernement,σε Le droit, l’ Etat et la Constitution démocratique, Bruylant, LGDJ, 2000, σ. 285. Περισσότερα για τοθέμα αυτό από την πιο πρόσφατη ιταλική βιβλιογραφία, G. DUSO, Genesi e aporie dei concetti dellademocrazia moderna, στο ‘Oltre la Democrazia’, ( A cura di G. Duso), Roma, Carocci, 2004, σ. 117-118και N. BOBBIO, Το μέλλον της δημοκρατίας, Παρατηρητής, 1993 σ. 33 και αγγλική απόδοση ‘The Future ofDemocracy, Polity Press, 1987, σ. 30. Βλέπε σχετικά και πιο κάτω.

46 H. KELSEN, Foundations of Democracy, 1955, (και σε ιταλική μετάφραση, I fondamenti dellademocracia, σε ‘Democrazia’, Bologna, Il Mulino, 1984, σ. 184).

Page 20: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ: ΚΥΡΙΑΡΧΊΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΔΙΑ ΤΗΣ

ΑΝΤΙΠΡΟΣΏΠΕΥΣΉΣ ΤΟΥ― _Αν διατηρούσαμε ως αφετηρία τον ιδεατό ορισμό τηςδημοκρατίας, που μόλις αναφέραμε, και επιδιώκαμε να ορίσουμε τη σύγχρονη με βάσητον ιδεότυπό της αυτό, ήμασταν υποχρεωμένοι να επιφέρουμε μερικές αναγκαίες λογικέςπροσαρμογές. Οφείλουμε κατ΄αρχήν να αντικαταστήσουμε τον αρχαίο όρο Δήμο με τονόρο Λαό και να καταστήσουμε στοιχεία συστατικά του ορισμού τις έννοιες «κυριαρχία»και «αντιπροσώπευση».

Έχοντας πάντα ως αφετηρία την ετυμολογία της λέξης, θα ορίζαμε ωςΔημοκρατία με την σύγχρονη έννοια,

το πολίτευμα της «εξουσίας ή κυβέρνησης του Λαού»4 7 και αναλυτικότεραεκείνο στο οποίο ο Λαός αναγνωρίζεται από το Σύνταγμα κυρίαρχος και ασκεί

την κυριαρχία του δια των αντιπροσώπων του48.

47 Είναι πολύ διαδεδομένη η ρήση του αμερικανού Πρόεδρου Ab.Lincoln από λόγο πουεκφώνησε στο Gettysburg το 1863 για τον χαρακτήρα της δημοκρατικής διακυβέρνησης ως government ofthe people, by the people, for the people. Η αφοριστική αυτή φράση που έχει έντονα μεταφορικόχαρακτήρα και ποιητικό οίστρο, δεν αποδίδει ωστόσο ούτε κανονιστικά ούτε πραγματικά την δημοκρατία,γι΄αυτό και δεν μπορεί να αποτελέσει βάση επιστημονικού ορισμού (έτσι ο GIOVANNI SARTORI, Democrazia.Cosa è, Milano, Rizzoli, 1993, σ. 31). Σχετικά με τον ορισμό της δημοκρατίας και ειδικά τηςαντιπροσωπευτικής βλέπε μεταξύ πολλών P. HIRST, Representative democracy and its limits, London, PolityPress, 1990, s. 23-24 και R. A. DAHL, On Democracy, σ. 16 επ., 35 επ., 46 επ. και 85, ο οποίος αναλύει ταβασικά, κατά την γνώμη του κριτήρια, χαρακτηρισμού ενός πολιτικού συστήματος ως δημοκρατικού, (σ. 38επ. και 85 επ.) και αποκαλεί την αντιπροσωπευτική δημοκρατία εξουσία του λαού, popular government, σ. 11επ. και 44. Για την πολιτική και επιστημολογική σημασία της διάκρισης, «εξουσία από τον λαό» και «εξουσίαγια τον λαό» τις κλασσικές σελίδες του H. KELSEN, Foundations of Democracy, σ. 185.

48 Οι Σβώλος και Μάνεσης ναι μεν ορίζουν την δημοκρατία ως τη «μορφή του κράτους κατά τηνοποία ανώτατο όργανο του κράτους ή άλλως πηγή και φορέας της κρατικής εξουσίας είναι ο λαός»,παραλείπουν όμως να συμπεριλάβουν στον ορισμό της τον αντιπροσωπευτικό της χαρακτήρα, ΑΛ. ΣΒΏΛΟΣ,ό.π., σ. 249 και ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗΣ, ό.π., σ. 94-95.

Page 21: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Η κυριαρχία έχει στο δημοκρατικό πολίτευμα οριστικά μεταφερθεί από τονμονάρχη, ως αντιπρόσωπο του Θεού, στο λαό, στον οποίο και ανήκειαποκλειστικά:omnis potestas a populo. Ο Λαός αναγνωρίζεται κύριος της Πολιτείας καιεπομένως ο ίδιος δεν ετεροπροσδιορίζεται από αλλότριες δυνάμεις, όπως συμβαίνει μετις μορφές κρατικής εξουσίας, όπου οι κυβερνήτες επικαλούνται για να δικαιολογήσουντην εξουσία τους θείες δυνάμεις, τον Θεό ή την αριστοκρατική καταγωγή τους και τηνκληρονομική διαδοχή τους, αλλά αυτό-καθορίζεταιι, ως κύριος του εαυτού του. Ηκυριαρχία ανήκει εκ καταγωγής σε αυτόν, πηγάζει από τον ίδιο. Την ιδιότητα τουκυρίαρχου την αντλεί από τον εαυτόν του. Στην πραγματικότητα ο Λαός αυτό-ανακηρύσσεται δια του Συντάγματος κυρίαρχος, ασκώντας συντακτική εξουσία.

Σε αντιδιαστολή όμως με την αρχαία δημοκρατία, στη σύγχρονη ο λαός δενασκεί άμεσα την «κυριαρχία» του49. Την ασκεί δια αντιπροσώπων, τους οποίους ο ίδιοςεπιλέγει με την ψήφο του. Η κυριαρχία του λαού διαμεσολαβείται από την κυβέρνησητων αντιπροσώπων του λαού, που εκλέγονται περιοδικά μέσα από ανταγωνιστικέςεκλογές, γι΄αυτό και αποκαλείται α ν τ ι π ρ ο σ ω π ε υ τ ι κ ή . Αντιπροσωπευτική είναιαναγκαστικά η μορφή της σημερινής δημοκρατίας. Δεν μπορεί να υπάρξει η ίδια ωςεξουσία του λαού παρά με τον σχηματισμό μέσω των εκλογών αντιπροσωπευτικήςκυβέρνησης. Η εκλογή -και όχι ο διορισμός ούτε η επιλογή- αποτελεί συστατικόγνώρισμα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας50 και αντιδιαστέλλεται, ως προς αυτόκυρίως το γνώρισμα, προς κάθε είδους, αριστοκρατικό, μοναρχικό, αυταρχικό ήθεοκρατικό πολιτικό σύστημα, προς τα οποία αντιπαρατίθεται ιστορικά και λογικά, αφούείτε τα διαδέχθηκε και αντικατέστησε είτε τα αντιμάχεται.

Ο ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΗΓΗΣ ΑΠΌ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ― Η

αντιπροσώπευση του λαού συναρτάται και με μια ακόμη λογική και πραγματικήσυνθήκη: με τον διαχωρισμό της πηγής της εξουσίας από την άσκησή της: πηγή της

εξουσίας θεωρείται ο ίδιος ο λαός, ως κτήτορας της αναπαλλοτρίωτης πρωτογενούςκυριαρχίας του, η άσκηση της εξουσίας ανατίθεται όμως σε ένα σώμα συλλογικό, πουείναι η αντιπροσωπεία του λαού. Αυτή η διάκριση μεταξύ πηγής και άσκησης τηςπολιτικής εξουσίας χαρακτηρίζει όλες τις μορφές της σύγχρονης δημοκρατίας51, η οποία

49 Βλέπε σχετικά G. SARTORI, ό.π., σ. 30.σ. 144-146, ο οποίος εξυμνεί τα πλεονεκτήματα τηςαντιπροσωπευτικής ή έμμεσης δημοκρατίας έναντι της άμεσης, αθηναϊκής δημοκρατίας υπογραμμίζονταςκυρίως γεγονός ότι στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία η εργασία και η οικονομία είναι ελεύθερες απόκρατικούς καταναγκασμούς. Αυτό όμως είναι ένα χαρακτηριστικό του φιλελεύθερου κράτους και όχι τηςαντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.

50 Βλέπε χαρακτηριστικά την παρουσίαση της σχετικής συζήτησης στη Γαλλική επανάσταση απότον P. ROSANVALLON, Le peuple introuvable, Histoire de la représentation démocratique en France, Paris,Gallimard, 1998, ιδίως σ. 45-52 και από ελληνική βιβλιογραφία, ΑΛ. ΣΒΏΛΟΣ, ΣυντΔίκ., σ. 267: «Το βασικόνστοιχείον του αντιπροσωπευτικού συστήματος είναι η κατά τακτάς περιόδους επαναλαμβανόμενη εκλογή» καιΑΡ. ΜΆΝΕΣΗΣ, ΣυντΔίκ., σ. 375. Η εκλογή είναι βασικό χαρακτηριστικό της αντιπροσωπσευτικήςδημοκρατίας και αντιδιαστέλεται τόσο προς τον διορισμό που ίσχυε κυρίως στα ολιγαρχικά ή αριστοκρατικάπολιτεύματα όσο και προς την κλήρωση που εφαρμοζόταν στην αθηναϊκή δημοκρατία.

Page 22: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

συνθήκη: με τον διαχωρισμό της πηγής της εξουσίας από την άσκησή της: πηγή τηςεξουσίας θεωρείται ο ίδιος ο λαός, ως κτήτορας της αναπαλλοτρίωτης πρωτογενούςκυριαρχίας του, η άσκηση της εξουσίας ανατίθεται όμως σε ένα σώμα συλλογικό, πουείναι η αντιπροσωπεία του λαού. Αυτή η διάκριση μεταξύ πηγής και άσκησης τηςπολιτικής εξουσίας χαρακτηρίζει όλες τις μορφές της σύγχρονης δημοκρατίας51, η οποίαθεμελιώνεται στην αρχή της αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης. Μια δημοκρατικήκυβέρνηση είναι αναγκαστικά αντιπροσωπευτική.

Επομένως, ο λαός ανακηρύσσεται μεν κυρίαρχος και μάλιστα ρητά από τοΣύνταγμα, η κυριαρχία του εκδηλώνεται, όμως, κατά κύριο λόγο με την εκλογή από τονίδιο σε περιοδικά χρονικά διαστήματα αντιπροσώπων, οι οποίοι και εξουσιοδοτούνται ήεντέλλονται να λαμβάνουν στο όνομά του και για λογαριασμό του δεσμευτικές για όλουςκαι για το σύνολο της Πολιτείας αποφάσεις, τους Νόμους.

Θεωρείται άρα κυρίαρχος, επειδή αναγορεύεται πανηγυρικά σε πηγή προέλευσηςόλων των κρατικών εξουσιών. Σε αυτόν αναφέρονται οι Αρχές για να δικαιολογήσουν τιςαποφάσεις που λαμβάνουν. Την βούλησή του επικαλούνται για να νομιμοποιήσουν τηνεξουσία τους.

Έτσι, λαϊκή κυριαρχία σημαίνει, κατά αρχήν, ότι η εξουσία πηγάζει, προέρχεταιαπό τον λαό, omnis potestas da polulo52, έχει λαϊκή προέλευση και καταγωγή. Ο λαόςαποτελεί τη βάση, και άρα την πηγή νομιμοποίησης όλων των εξουσιών. Η πολιτικήεξουσία θεωρείται νομιμοποιημένη επειδή είναι αντιπροσωπευτική και είναιαντιπροσωπευτική, επειδή προέρχεται από τα κάτω, επειδή βασίζεται στη θέληση τουλαού53 και συναντά τη συναίνεσή του, που εκφράζεται ελεύθερα και ισότιμα, χωρίςκαταναγκασμούς με την άσκηση των πολιτικών του ελευθεριών. Η αντιπροσώπευση τουλαού συνυφαίνεται άρα με την εκλογή και όχι με τον διορισμό ή με τον κληρονομικό ήαριστοκρατικό τρόπο επιλογής εκπροσώπων των διαφόρων τάξεων, όπως συνέβαινε σταμοναρχικά ή ολιγαρχικά πολιτεύματα.

Αν επιχειρούσαμε να συμπυκνώσουμε σε μία φράση την σημερινή, καταληκτικήσημασία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας θα επιλέγαμε την θεσμική αναγωγή τηςλαϊκής βούλησης σε πηγή προέλευσης όλων των κρατικών εξουσιών και δια αυτής σε

51 Στο γαλλικό Σύνταγμα του 1791, τίτλο ΙΙΙ, άρθρο 2, οριζόταν ότι «το έθνος δεν μπορεί ναασκήσει τις εξουσίες τους παρά δια των πληρεξουσίων του. Το γαλλικό σύνταγμα είναι αντιπροσωπευτικό».

52 Στην εκδοχή της εθνικής κυριαρχίας, που προηγήθηκε ιστορικά της λαϊκής, η κυριαρχία εδρεύειστον Έθνος και όχι στον Λαό. Η γαλλική διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1789, ορίζει στοάρθρο 3 ότι «Η αρχή κάθε κυριαρχίας εδράζεται βασικά στο έθνος. Κανένα σώμα, κανένα άτομο δεν μπορείνα ασκήσει εξουσία που δεν προέρχεται ρητά από αυτό». Όλα τα γαλλικά επαναστατικά συντάγματα περιείχαντη διακήρυξη ότι «η κυριαρχία ανήκει στον έθνος» και ότι «όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το έθνος».

53 Βλ. αντί άλλων, ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗ, ό.π., σ. 95 και Γ. ΚΑΣΙΜΆΤΗ, ΣυντΔίκ., Σάκκουλας, 1980, σ. 39.

Page 23: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

ύπατο κριτήριο νομιμοποίησης των αποφάσεών τους54. Η αναγωγή στη βούληση τουλαού, συνολικά, ως πολιτικής ενότητας, για την νομιμοποίηση των κρατικών αποφάσεωνκαι κατά πρώτο λόγο των αποφάσεων της νομοθετικής εξουσίας προσλαμβάνειχαρακτήρα κανονιστικής επιταγής, όπως θα δούμε στο οικείο κεφάλαιο για την λαϊκήκυριαρχία55.

2 ) Ο συνταγ ματ ικός της χαρακτήρας

Η ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΩΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ―Ηκυριαρχία του λαού δεν ασκείται μόνο με τη διαμεσολάβηση αντιπροσώπων,ασκείται οριοθετημένη από κανόνες. Η άσκησή της πραγματοποιείται με βάση

γενικούς, πάγιους και προκαθορισμένους κανόνες, τους συνταγματικούς. Το Σύνταγμα,ως έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας στην πρωτογενή ή πρωταρχική της μορφή, που είναιη συντακτική εξουσία, υποτάσσει τόσο την καθημερινή εκδήλωση της θέλησης του λαούόσο και της αντιπροσωπείας του σε πάγιες και υπέρτατες αρχές, κοινά αποδεκτές καιοικουμενικού κύρους, όπως είναι η πολιτική και τυπική ισότητα, η διάκριση τωνεξουσιών, το κράτος δικαίου, το κοινωνικό κράτος δικαίου, η αρχή της νομιμότητας, ταατομικά και κοινωνικά δικαιώματα κ.ά. Η θέληση του λαού είναι με αυτήν την έννοια«συντεταγμένη», δεν είναι άναρχη ούτε αδέσμευτη, εκδηλώνεται μέσα από ένα πλέγμααρχών, οι οποίες συγκαθορίζουν καταστατικά την υπόστασή της. Ως συνταγματική ,η δημοκρατία ε ί ναι περιορισμένη . Ο «κυρίαρχος» είναι συνταγματικάμορφοποιημένος και κανονιστικά οριοθετημένος. Η δημοκρατία συναντιέται έτσι με τονσυνταγματισμό, και το δημοκρατικό δόγμα της λαϊκής κυριαρχίας αναγκάζεται νασυμβιώσει με το συνταγματικό αίτημα του περιορισμού και της οριοθέτησης τηςεξουσίας. Με αυτήν την έννοια, η σύγχρονη δημοκρατία είναι εξ ορισμούαντιπροσωπευτική και συνταγματική.

54 Για την αναγωγή της δημοκρατικής αρχής σε και πηγή τίτλο νομιμοποίησης των κρατικώνοργάνων και των αποφάσεών τους βλέπε τρίτο κεφάλαιο παραγρ. G. SARTORI, ό.π., σ. 30, και ΕRNST-WOLFGANG BOECKENFOERDE, ό.π.σ. 278-285 και Γ. ΚΑΣΙΜΆΤΗ, ό.π. σ. 39 επ. και 97 επ.

55 Βλέπε ειδικά κεφαλαιο, παρ. σ.

Page 24: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

257228325

257228325

I I I .I V.V.

VI .

9.

ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΉΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ Η έννοια της δημοκρατίας ταυτίζεται, όπως είδαμε, στην σύγχρονη εποχή με

την αντιπροσωπευτική και συνταγματική διάστασή της, γι αυτό και ως δημοκρατίασήμερα εννοούμε το πολίτευμα στο οποίο ο Λαός αναγνωρίζεται, πανηγυρικά, από το Σύνταγμακυρίαρχος και πηγή όλων των εξουσιών και ασκεί την κυριαρχία του κατά βάση μέσω τηςαντιπροσώπευσής του από ένα αντιπροσωπευτικό σώμα, που καλείται Κοινοβούλιο και εκλέγεταιμε καθολική ψηφοφορία σε τακτά διαστήματα και εξουσιοδοτείται να λαμβάνει τις πιο σημαντικές,δεσμευτικές για όλους, αποφάσεις της Πολιτείας, τους Νόμους, σύμφωνα με προκαθορισμένη καιπάγια διαδικασία. Η άσκηση της λαϊκής κυριαρχίας και η εκλογή των αντιπροσώπων γίνεται μεβάση την αρχή της πλειοψηφίας και με διαδικασίες και συνθήκες, που διασφαλίζουν την ελεύθερη,ισότιμη και ανταγωνιστική ή πλουραλιστική εκδήλωση της λαϊκής βούλησης.

Ο προηγούμενος ορισμός αναδεικνύει σε σχέση με αυτούς που προηγήθηκαν56

τρία χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, που χρειάζονταιιδιαίτερη υπογράμμιση: πρώτον, την αναγωγή της λαϊκής βούλησης σε κανονιστικό θεμέλιοόλων των εξουσιών, δεύτερον, την επισήμανση ότι το αντιπροσωπευτικό σώμα είναι κυρίωςκαι πρωταρχικά νομοθετικό σώμα57. Χαρακτηρίζεται από την ανάθεση της νομοθετικήςεξουσίας σε ένα αντιπροσωπευτικό σώμα, σε ένα συλλογικό όργανο που εκλέγεταιπεριοδικά. Και τρίτον, ότι η εκλογή των αντιπροσώπων και οι αποφάσεις του

56 Βλέπε πιο πάνω, σχετικά με τον ιδεατό ορισμό της δημοκρατίας και τον σύγχρονο, παρ. σ.

57 Βασικό χαρακτηριστικό του αντιπροσωπευτικού συστήματος είναι η αναγνώριση στοαντιπροσωπευτικό σώμα αποφασιστικής αρμοδιότητας και κυρίως η ανάθεση στο ίδιο της νομοθετικήςεξουσίας ή λειτουργίας. Γι΄αυτό και ο ΣΒΏΛΟΣ ορίζει «το αντιπροσωπευτικό σύστημα ως την οργάνωσιν τηςασκήσεως της νομοθετικής λειτουργίας δια πολυμελών Σωμάτων θεωρουμένων ως αντιπροσωπευτικών τουλαού, συγκροτουμένων δε κυρίως υπό του εκλογικού Σώματος δι΄εκλογής επαναλαμβανομένης κατά τακτάςπεριόδους», (ΣυντΔίκ., σ. 267). Το ίδιο και ο ΜΆΝΕΣΗΣ θεωρεί αποφασιστικό κριτήριο τουαντιπροσωπευτικού συστήματος την άσκησης της νομοθετικής εξουσίας από ένα αντιπροσωπευτικό σώμα πουεκλέγεται σε τακτά χρονικά διαστήματα από τον λαό, ΣυντΔίκ., (1967), σ. 361 επ. : «Το αντιπροσωπευτικόνσύστημα έγκειται εις την οργάνωσιν της ασκήσεως της νομοθετικής εξουσίας κυρίως υπό πολυμελούς οργάνουτου κράτους κατ΄ανάθεσιν εκ μέρους του λαού, επαληθευομένην περιοδικώς δι΄εκλογής».

Page 25: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

αντιπροσωπευτικού σώματος λαμβάνονται με βάση την διαδικαστική αρχή της πλειοψηφίας,τον αριθμητικό υπολογισμό της βούλησης των περισσοτέρων.

Στο δημοκρατικό πολίτευμα ο νομοθετικός αυτό-προσδιορισμός του λαούσυντελείται δια του αντιπροσωπευτικού σώματος. Το τελευταίο, ως εκφραστής τηςλαϊκής βούλησης, εκδηλώνει την εξουσία του κυρίως και κατά βάση με την άσκηση τηςνομοθετικής λειτουργίας, εκδίδοντας νόμους, κανόνες καθολικής ισχύος καιδεσμευτικούς για όλους. Αυτή θεωρείται ως η πλέον αποφασιστική αρμοδιότητα τουκράτους, η νομοθετική. Με την κατάκτηση της νομοθετικής εξουσίας άρχισε, άλλωστε,την πολιτική ηγεμονία της και η αστική τάξη. Αυτήν εποφθαλμιούν κατά πρώτον λόγο οιπολιτικές δυνάμεις και αυτήν βασικά την εξουσία ενσαρκώνει το Κοινοβούλιο, έτσι ώστεΒουλή ή Κοινοβούλιο να αποκαλούνται και νομοθετικά σώματα και να θεωρούνταιόργανα συνώνυμα της νομοθετικής εξουσίας. Είναι επομένως λογικό, κατά τον ορισμότου αντιπροσωπευτικού συστήματος, να δηλώνεται η νομοθετική λειτουργία ωςπρωταρχικής σημασίας αποστολή του αντιπροσωπευτικού σώματος, αφού μέσω αυτήςλαμβάνονται οι αποφάσεις, που έχουν γενικό ή καθολικό χαρακτήρα και δεσμεύουν τουπάντες. Υπόκεινται σε αυτές όλοι οι πολίτες και όλα τα κρατικά όργανα.

Οι αποφάσεις του αντιπροσωπευτικού σώματος λαμβάνονται, τέλος, με βάση τηναρχή της πλειοψηφίας, διότι με τον τρόπο αυτό οι αποφάσεις ανταποκρίνονται στηθέληση των περισσοτέρων, οι οποίοι έτσι αυτό-προσδιορίζονται. Οι αρχή τηςπλειοψηφίας εξασφαλίζει την μεγαλύτερη δυνατή αντιστοιχία προς την γενική θέληση καιεναρμονίζεται, τυπικά, με την ιδέα της πολιτικής αυτονομίας.

10. Η πολιτική αντιπροσώπευση: έννοια, σημασία

i) Οι σημασίες της πολιτικής αντιπροσώπευσης

Page 26: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

ΟΙ ΑΡΧΙΚΕΣ ΣΗΜΑΣΊΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΏΠΕΥΣΗΣ: ΕΝΤΟΛΗ- ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΙ (ΑΝΑ)ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ-ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ–- Ο όρος αντιπροσώπευση έχει δύο σημασίες58, μία νομικό-πολιτική και μία συμβολική: από νομικό-πολιτική άποψη, σημαίνει εξουσιοδότηση ή εντολήσε κάποιο πρόσωπο για ενέργεια στο όνομα και για λογαριασμό κάποιου άλλουπροσώπου. Ο ίδιος όρος στην κοινή γλώσσα δηλώνει, συμβολικά, την αναπαράσταση-ενσάρκωση μιας πραγματικότητας ή μιας κατάστασης ή ενός σώματος, ανεξάρτητα αναυτή η κατάσταση που αναπαριστάνεται είναι εμπειρικά υπαρκτή ή μόνον ιδεατή, αν δενυπάρχει παρά μόνον αναπαριστάμενη (όπως είναι ο λαός, ως πολιτική ενότητα ή ο Θεός)ή αν υπάρχει ταυτισμένη με τον εαυτόν της59, ως απλός αντικατοπτρισμός, όπως συμβαίνειμε το έθνος.

Αν η προηγούμενη διάκριση μεταφερθεί στο πολιτικό επίπεδο και διαβαστεί η«πολιτική αντιπροσώπευση» μέσα από αυτό το πρίσμα, τότε προσλαμβάνει δύοαντίστοιχες –όχι ταυτόσημες- σημασίες: με τη μια, οι αντιπρόσωποι του λαού θεωρείταιότι έχουν εντολή-εξουσιοδότηση να αποφασίζουν και να ενεργούν, ελεύθερα, στη θέση και γιαλογαριασμό του προσώπου που αντιπροσωπεύουν60. Μεταξύ αντιπροσώπων και λαούδημιουργείται εδώ μια αντιπροσωπευτική σχέση –ελεύθερης- εντολής. Με τη δεύτερη,την αναπαράσταση-ενσάρκωση, οι αντιπρόσωποι παρίστανται στο Κοινοβούλιο καιαποφασίζουν σαν να ήταν οι ίδιοι οι αντιπροσωπευόμενοι, εγκαθίσταται έτσι μεταξύ των δύο μιασχέση εκπροσώπησης, που οδηγεί σε σχέση σχεδόν ταυτότητας.

Τόσο στην πρώτη όσο και στην δεύτερη περίπτωση ο αντιπρόσωπος είναι σχετικάαδέσμευτος από τον αντιπροσωπευόμενο και ελεύθερος να αποφασίσει για λογαριασμότου, μόνο που στη δεύτερη ο αντιπρόσωπος ενσαρκώνοντας και αναπαριστάνοντας τοναντιπροσωπευόμενο, αποφασίζει στο όνομα της «ενσάρκωσής» του πιο ελεύθερα και άραπιο αδέσμευτα61 σε σχέση με την προηγούμενη. Συνήθως, οι δύο αυτές όψεις τηςαντιπροσώπευσης συνυπάρχουν.

58 Βλέπε ειδικά για τις σημασίες αυτές, ERNST-WOLFGANG BOECKENFOERDE, Démocratie etreprésentation: Pour une critique du débat contemporain, σε Le droit, l’Etat et la Constitutiondémocratique, Bruylant, LGDJ, 2000, σ. 294, FR. HAMON -M. TROPER, Droit constitutionnel, Paris, LGDJ,29éd., σ. 205, M. MIAILLE, La représentation, ANDRÉ DEMICHEL, «Une théorie a refaire; La démocratiereprésentative», Procès, Cahiers d’ analyse politique et juridique, 1983, (11-12), σ. 31-39, Βλέπε και σημείωση

59 N. BOBBIO, Rappresentanza et interessi, ό.π., σ. 7-8.

60 Βλέπε σχετικά, από τους Γάλλους κλασσικούς,, M. DUVERGER, Institutions Politiques et Droitconstitutionnel, t. 1, PUF, 1971, σ. 98 επ. και G. BURDEAU, Droit constitutionnel et Institutions politiques,L.G.D.J., 1980, σ. 130 επ.

61 N. BOBBIO, idem.

Page 27: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Η προκαταβολική διαφοροποίηση, ωστόσο, των δύο αυτών σημασιών της λέξης«αντιπροσώπευση»62 είναι αναγκαία για την κατανόηση της αμφισημίας τηςαντιπροσώπευσης και της διπλής, θεσμικής και συμβολικής, λειτουργίας της, που η ίδιαταυτόχρονα επιτελεί. Η αντιπροσώπευση του λαού είναι αδύνατη χωρίς την συμβολικήαναπαράστασή του ως πολιτικής ενότητας και συλλογικού υποκειμένου και χωρίς τηνενσάρκωσή του από ένα αντιπροσωπευτικό σώμα ή ακόμη και από έναν εκλεγμένοΑρχηγό κράτους. Η διάκριση εξάλλου της επιτακτικής εντολής από την ελεύθερηεντολή63 είναι ακατανόητη και αυτή χωρίς την κατανόηση της διπλής λειτουργίας τηςαντιπροσώπευσης: της νομικής και της συμβολικής, της αντιπροσώπευσης ως εντολής καιτης αντιπροσώπευσης ως παράστασης ή αναπαράστασης64.

Οι λειτουργίες της πολιτικής αντιπροσώπευσης

Η ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗ ΤΟΥ ΛΑΟΎ ΕΊΝΑΙ ΔΥΝΑΤΗ ΜΟΝΟΝ ΑΝ ΝΟΗΘΕΊ Ο ΙΔΙΟΣ ΩΣ

ΕΝΌΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΝΙΑΊΟ ΣΏΜΑ_- Η αντιπροσώπευση με την θεσμική σημασία συνεπάγεταιμια σχέση εμπιστοσύνης αντιπροσώπου αντιπροσωπευομένου και ταυτόχρονα συνιστά

εξουσιοδότηση-εντολή του δεύτερου προς τον πρώτο για ενέργεια ή δράση. Οι αντιπρόσωποι εκλέγονται από τον λαό, που οργανώνεται για τον σκοπό αυτό

σε εκλογικό σώμα, και εξουσιοδοτούνται να λαμβάνουν αποφάσεις στο όνομα και γιαλογαριασμό του, δεσμευτικές για όλους.

Η εξουσιοδότηση εμπεριέχει μία ελεύθερη και όχι μια επιτακτική εντολή προς τοναντιπρόσωπο να εκπροσωπήσει επάξια τα συνολικά συμφέροντα του λαού ή του έθνουςκαι όχι τα μερικά συμφέροντα μιας τάξης, μιας ομάδας ή μιας περιοχής, και νααποφασίσει στο όνομά του και για λογαριασμό του. Ο αντιπρόσωπος είναι κατά πρώτολόγο «αντιπρόσωπος του έθνους» ή του λαού, εκφραστής της ενότητάς του και ελεύθεροςδιερμηνευτής της αφηρημένης βούλησής του και δευτερευόντως εκπρόσωπος των

62 Στη γαλλική γλώσσα π.χ. η ίδια λέξη (représentation)_εμπεριέχει τις δύο σημασίες, τηςαναπαράστασης και της αντιπροσώπευσης. Στα ιταλικά υπάρχουν δύο διαφορετικές λέξεις με κοινή ρίζα:«rappresentanza και «rappresentazione». Στα γερμανικά δύο εντελώς διαφορετικοί όροι:“Repraesentation” και “Stellvertretung”. Για την διπλή αυτή σημασία του όρου αντιπροσώπευση καθώς καιγια τη θεσμική λειτουργία τους στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία με παράδειγμα την γαλλική επανάσταση,βλέπε αντί άλλων τις εξαιρετικές αναλύσεις του P. ROSANVALLON, Le peuple introuvable, Histoire de lareprésentation démocratique en France, Paris, Gallimard, 1998, ιδίως σ. 11 επ. και 358.

63 Που θα εξετάσουμε αναλυτικά στο επόμενο μέρος.

64 Βλ. P. ROSANVALLON, ό.π., σ. 11-18 και G. DUSO, Genesi e aporie dei concetti della democraziamoderna, στο ‘Oltre la Democrazia’, ( A cura di G. Duso), Roma, Carocci, 2004, σ. 123-128.

Page 28: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

3101275222

3432876504

εκλογέων του και των ατομικών, κατακερματισμένων θελήσεων τους. Δεν είναιεντολοδόχος συγκεκριμένης βούλησης, αλλά διαμεσολαβητής ή ενδιάμεσος μεταξύ «λαού-έθνους» και Κοινοβουλίου, μεταξύ λαού και κυβέρνησης, μεταξύ λαού και κράτους.

Η αντιπροσώπευση του λαού, ως έθνους, δεν έχει στην πρώϊμη τουλάχιστον φάσηανάπτυξης της αστικής κοινωνίας, ως αποστολή της να εκπροσωπήσει, όπως στις προ-αστικές κοινωνίες, την πολλαπλότητα των κοινωνικών τάξεων, και μάλιστα την κάθε μίαξεχωριστά, (αριστοκρατία, ευγενείς, συσσωματώσεις, κλήρος κλπ), αλλά την μία καιενοποιημένη θέληση του λαού στην ιδεατή και αφηρημένη ενότητα του έθνους. Αποστολή τηςπρωταρχική είναι η έκφραση της πο λιτικής ενό τητα ς του λαο ύ65, γι΄αυτό και πρόκειταιγια πολιτική, καθαρά, αντιπροσώπευση.

Η αξία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας

Η ΑΝΤΟΧΗ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ ΤΩΝ ΛΟΓΙΚΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗΣ ΤΟΥ

ΛΑΟΥ― Από την πρώτη στιγμή της καθιέρωσης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίαςπαρατηρήθηκαν πρακτικές που όχι μόνον αντιστρατεύονται τις λογικές καικανονιστικές προδιαγραφές της αντιπροσώπευσης αλλά δικαιολογούν παράλληλα καισοβαρές στρεβλώσεις στον ιδεότυπό της, αφού μέσα από την πρακτική τηςαντιπροσώπευσης πραγματοποιείται καταχρηστική ιδιοποίηση ή σφετερισμός τηςλαϊκής κυριαρχίας και μεταβίβασή της από τον λαό και τους κυβερνώμενους στουςκυβερνώντες66. Εμφανίζονται φαινόμενα που αλλοιώνουν ή αντιστρέφουν το θεωρητικόπρότυπο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Οι κυβερνώντες ή μια κομματική ελίτσε συνεργασία με μια τεχνοκρατική ή γραφειοκρατική ελίτ, συμπεριφέρονται ως

65 Για την αναπαράσταση του λαού ως πολιτικής ενότητας βλ. κυρίως G. DUSO, Genesi e aporiedei concetti della democrazia moderna, ό.π., σ. 115 επ. και 124 επ.

66 Βλέπε μεταξύ πολλών, την συνοπτική παρουσίαση των αποκλίσεων της αντιπροσωπευτικήςδημοκρατίας από τον P. PACTET, Institutions politiques et droit constitutionnel, Masson, 1983, 6 éd. σ. 90.

Page 29: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

ιδιοκτήτες της κυριαρχίας67 και ενεργούν ως σφετεριστές της αντιπροσωπευτικήςεντολής που ο λαός τους εμπιστεύθηκε.

Υπάρχει, πράγματι, μια απόσταση ανάμεσα στις θεσμικές εξαγγελίες τηςαντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και στην πραγματικότητά της. Το κρίσιμο όμωςζήτημα δεν είναι αν υπάρχει διάσταση ανάμεσα στα κανονιστικά προτάγματα τηςδημοκρατίας και στην πραγματική λειτουργία της –διάσταση υπάρχει πάντα ανάμεσαστο ιδεατό και στο εμπειρικό, στο «δέον» και στο «είναι». Πάντα υπάρχουν και δενμπορεί παρά να υπάρχουν αποκλίσεις ή αποστάσεις μεταξύ αυτού που επιδιώκεται ήεξαγγέλλεται ως ιδανικό πρότυπο και αυτού που εφαρμόζεται στην πράξη. Αν υπήρχεσχέση ταυτότητας μεταξύ των δύο, δεν θα ήταν ούτε αναγκαία ούτε σκόπιμη ούτεδυνατή η διαλεκτική διάκρισή τους. Το ζητούμενο είναι, πάντοτε, αν οι λογικέςυποθέσεις και οι κανονιστικές προδιαγραφές, πάνω στις οποίες κτίστηκε π.χ. ηαντιπροσωπευτική δημοκρατία –λαϊκή κυριαρχία, αντιπροσώπευση, συνταγματικήοργάνωση της εξουσίας- εξακολουθούν να διαθέτουν την αναγκαία και απαραίτητηλειτουργική αποτελεσματικότητα. Αν, δηλαδή, αποτελούν ακόμη και σήμερα κανόνεςαναφοράς και ηθικοπολιτικής αξιολόγησης του τρόπου διακυβέρνησης μιας πολιτικήςκοινωνίας, καθώς και αν εξακολουθούν να λειτουργούν ως αναντικατάστατακανονιστικά θεμέλια για την άρθρωση και λειτουργία των πολιτικών θεσμών. Τοζήτημα δεν είναι επομένως αν παρατηρούνται αποκλίσεις ή ανεπάρκειες και μάλιστασοβαρές από τους διακηρυγμένους στόχους, αλλά αν οι συνταγματικές πρακτικέςκαι διαδικασίες της πολιτικής αντιπροσώπευσης και του κράτους δικαίου υπηρετούν,πράγματι, τις λογικές υποθέσεις, τους ιδεατούς στόχους, στους οποίους βασίζονται οιίδιες και αν τείνουν προς αυτούς, π.χ. προς την πραγμάτωση του ιδανικού τηςσυλλογικής αυτονομίας και της ταύτισης αρχόντων και αρχομένων. Αν λειτουργούναποτελεσματικά ως ιδεατά πρότυπα που συνέχουν και δίνουν νόημα στηνπραγματικότητα στην οποία αναφέρονται. Και κυρίως αν μπορούν να λειτουργήσουνως κανόνες αναφοράς και μέτρο αξιολόγησης για να μετρήσουμε τις αποκλίσεις,παρεκκλίσεις ή τις στρεβλώσεις που παρατηρούνται στην πράξη ή στην πρακτική

ΣΥΝΟΠΤΙΚΉ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΉΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ–-Παρόλα όσατης καταμαρτυρούν και όσα υπομένει, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία καλά κρατείτόσο στο εμπειρικό όσο και στο κανονιστικό ή αξιακό επίπεδο. Διότι, όσοαναντίρρητο είναι το φαινόμενο της σχετικής αυτονόμησης της αντιπροσωπευτικήςεξουσίας από τον λαό και του σφετερισμού της θέλησής του από τα κομματικάεπιτελεία και τους αρχηγούς των κομμάτων, καθώς και όσο στρεβλωτικό και ύπουλοείναι το φαινόμενο της χειραγώγησης του λαού από τις επικοινωνιακές πρακτικές καιτα μέσα μαζικής, κυρίως ηλεκτρονικής επικοινωνίας ∙ όσο είναι αλήθεια ότι όλα αυτάμαζί έχουν δημιουργήσει μια ενδημική κρίση αντιπροσώπευσης, άλλο τόσο είναιβέβαιο ότι δεν έχουν καταφέρει, παρόλα αυτά, να κλονίσουν ανεπανόρθωτα ούτε τα

67 PH. ARDΑNT, Institutions politiques et Droit constitutionnel, L.G.D.J., 12e éd., 2000, σ. 177

Page 30: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

θεσμικά ούτε τα αξιακά βάθρα πάνω στα οποία στηρίζεται η αντιπροσωπευτικήδημοκρατία ούτε προοιωνίζονται ανατροπή ή κατάρρευσή της. Αντίθετα, μάλιστα, ηαντιπροσωπευτική δημοκρατία δείχνει να βαδίζει ατάραχα τον δρόμο που τηςχάραξαν οι θεμελιωτές της, να συναντά καθολική αναγνώριση και να επιβάλλεταιπαντού ως αξία οικουμενική. Η δημοκρατία είναι ένα «αναμφισβήτητο αγαθό και ηαντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι ταυτισμένη με την δημοκρατία»68.

Άλλωστε τα αιτήματα ή οι αξίες που υπηρετεί η αντιπροσωπευτική δημοκρατίαπαραμένουν ακλόνητα: οι αξίες του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού ή της δημόσιας,πολιτικής αυτονομίας, του πλουραλισμού, της ίσης πολιτικής συμμετοχής και τηςισηγορίας, της πολιτικής ευθύνης και λογοδοσίας, της διαφάνειας και του ελέγχου τηςεξουσίας εξακολουθούν να ακτινοβολούν πολιτικά69.

Η μακραίωνη επιβίωσή της οφείλεται μεταξύ των άλλων και στο γεγονός ότιαναζητούνται και επιβάλλονται διαρκώς προσαρμογές και διορθώσεις, εφευρίσκονταιαντιστάσεις κατά των πρακτικών εξανεμίσματος της εξουσίας του λαού καιδιαμορφώνονται αντισταθμίσματα και μορφές λαϊκού ελέγχου ή συμμετοχής στηνεξουσία.

Η δημοκρατία εξακολουθεί να εξελίσσεται στην εθνική επικράτεια ωςαντιπροσωπευτική και να πλαισιώνεται από θεσμούς και διαδικασίες, που άλλοτεενισχύουν ή κραταιώνουν τον συμμετοχικό της και άλλοτε τον πλουραλιστικό τηςχαρακτήρα. Αποτελεί την μοναδική μορφή δημοκρατίας που υπάρχει. Δεν υπάρχει,προς το παρόν, άλλη μορφή δημοκρατίας Κάθε άλλη εκδοχή, πλουραλιστική,συμμετοχική, διαβουλευτική, δεν μπορεί να νοηθεί παρά ως συμπλήρωμά της ή ωςδιορθωτική παραλλαγή της. Η ώρα της υπέρβασης ή της αντικατάστασής της δεν έφθασεακόμη. Άλλωστε, όλο και σπανιότερα αντιμετωπίζει πολιτικά κινήματα ανατροπής της.Το κανονιστικό της ιδεώδες, το οποίο επιβάλλει αυτοί που υπόκεινται στο νόμο καιστους κανόνες δικαίου γενικότερα θα πρέπει να είναι οι ίδιοι που τους δημιουργούνκαι πάντως οι ίδιοι που συμμετέχουν ισότιμα και ελεύθερα στις τυπικές ή άτυπεςδιαδικασίες διαμόρφωσης και υιοθέτησής τους, δεν έχει ακόμη ξεθωριάσει.

Γι αυτό και προσφέρουν κάκιστη υπηρεσία στη δημοκρατία όσοισυνταγματολόγοι ή πολιτικοί επιστήμονες παραλείπουν από επιστημονική νωχέλεια ήαπό άγνοια να ενδιατρίψουν, έστω και συνοπτικά, ή ασχολούνται επιφανειακά με ταοργανωτικά και αξιακά ζητήματα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, ή τοχειρότερο, τα παρακάμπτουν. Αποφεύγουν, πάντως να θίξουν το ζήτημα της πολιτικής

68 PAUL HIRST, Representative Democracy and Its Limits, Oxford, Polity Press 1990, σ. 22. Γιατην καθολική αποδοχή της δημοκρατίας ως μοναδικού πολιτεύματος του σύγχρονου κράτους, βλ. Γ.ΚΑΣΙΜΆΤΗ, ΣυντΔίκ., σ. 24.

69 Σχετικά με τα κριτήρια χαρακτηρισμού μιας δημοκρατίας καθώς και για τις αρχές ή αξίες πουυπηρετεί η ίδια βλέπε, ROBERT A. DAHL, On Democracy, New Haven, London, Yale University Press,1998, σ. 85 επ., ΤΟΥ ΊΔΙΟΥ, Dilemmas of Pluralist Democracy, New Haven and London, 1982, σ. 6 και 10επ.

Page 31: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

357228325357228325

4038298752

357228325

2987522252

αντιπροσώπευσης και ασχολούνται στην καλλίτερη περίπτωση με το κανονιστικόπεριεχόμενο της δημοκρατικής αρχής ή της αντιπροσωπευτικής αρχής αγνοώνταςπλήρως το ιστορικό και πολιτικό της περιεχόμενο. Αδειάζουν έτσι το δημοκρατικόπολίτευμα από το υλικό της υπόβαθρο εξανεμίζοντας τον συγκρουσιακό καιεξουσιαστικό της χαρακτήρα.

Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία ως οργάνωση εξουσίας και μορφήδιακυβέρνησης δεν είναι ούτε για αγνόηση ούτε για παραγνώριση ούτε γιαεγκατάλειψη και η πραγμάτευσή της δεν εξαντλείται σε μερικές έννομες αρχές.

11.

4.

5.

Page 32: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

357228325

1

VI I . Η ε ξ α γ γ ε λ ί α τ ο υ ι σ χ ύ ο ν τ ο ς π ο λ ι τ ε ύ μ α τ ο ς

VI I I . Ν ο μ ικ ή φύσ η κ α ι σ η μ α σ ί α τ η ς δ ι ά τ α ξ η ς τ ο υ ά ρ θ ρ ο υ 1 π α ρ . 1Σκ α θώ ς κ α ι τ ω ν σ υ ν α ρ τ ώ μ ε ν ω ν μ ε α υ τ ή ν θ ε μ ε λ ιω δ ώ ν α ρ χ ώ ν τ ο υπ ο λ ι τ ε ύμ α τ ο ς

ΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΓΓΕΛΙΑΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΌΤΗΤΑΣ ΤΟΥ

ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ― Η πρώτη παράγραφος του πρώτου άρθρου του ισχύοντοςΣυντάγματος εξαγγέλλει με τρόπο πανηγυρικό τη μορφή του πολιτεύματος που

εγκαθιδρύεται, ορίζοντας ότι «το πολίτευμα της Ελλάδος είναι ΠροεδρευόμενηΚοινοβουλευτική Δημοκρατία». Η επιγραμματική αυτή διακήρυξη αποδίδει τηνταυτότητα του πολιτεύματος, δηλαδή τον συγκεκριμένο τρόπο οργάνωσης τηςκυριαρχίας ή τον συγκεκριμένο τρόπο συγκρότησης και άσκησης της κρατικήςεξουσίας70, που το Σύνταγμα του 1975/86/2001 εγκαθιστά. Δεν έχει έτσι την έννοια τηςαφηρημένης καθιέρωσης ενός ιδεατού τύπου πολιτεύματος, ανεξάρτητου από τοπολίτευμα που το ίδιο το Σύνταγμα στις επόμενες διατάξεις του εγκαθιδρύει και ησυνταγματική πρακτική έχει σταδιακά διαμορφώσει. Προαναγγέλλει, απλώς, αυτό πουστη συνέχεια εξειδικεύεται και συγκεκριμενοποιείται στις κατ΄ ιδίαν συνταγματικέςδιατάξεις. Δεν διαθέτει, κατά συνέπεια, η εν λόγω διάταξη κανονιστική αυτοτέλεια ούτε

70 Βλ. σχετικά ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗ, ΣυντΔίκ., Πανεπιστημιακαί Παραδόσεις, Αφοί Σάκκουλα,Θεσσαλονίκη, 1967, σ. 316.

Page 33: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

ειδικό κανονιστικό περιεχόμενο. Διατυπώνει, επιγραμματικά, με τη μορφή της«συμπυκνωμένης γενίκευσης» τον τύπο της εξουσίας, που το Σύνταγμα συνολικάκαθιερώνει.

Ο Μάνεσης είχε αναφερθεί στην αντίστοιχη εξαγγελία του άρθρου 21 παρ. 1του Συντάγματος του 1952 τονίζοντας ότι με την συγκεκριμένη διάταξη«διακηρύσσεται πανηγυρικώς ό,τι ανενδοιάστως συνάγεται από άλλας διατάξεις τουΣυντάγματος, δεν προσθέτει καθ΄εαυτήν τίποτε ως προς τον καθορισμόν τουισχύοντος πολιτεύματος»71.

Θα διάπραττε κανείς, κατά συνέπεια, επιστημολογικό σφάλμα, αν επιχειρούσενα ορίσει το εξαγγελλόμενο δημοκρατικό και κοινοβουλευτικό πολίτευμα γενικά καιαφηρημένα, χωρίς αναφορά στους ειδικούς κανόνες του ισχύοντος δημοκρατικούπολιτεύματος, και απέδιδε στη συνέχεια τον ορισμό στον οποίο θα κατέληγε στοκανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 1 παρ.1Σ. Το άρθρο αυτό δεν εξαγγέλλει ούτεορίζει ένα ιδανικό πρότυπο Δημοκρατίας ή κοινοβουλευτισμού. Αναπαριστά ιδεατάτο πρότυπο της Δημοκρατίας που το τυπικό Σύνταγμα του 1975 μαζί με τοαντίστοιχο πραγματικό Σύνταγμα συνεπάγονται λογικά.

Ως διάταξη εναρκτήρια του Συντάγματος, που προσδιορίζει τη μορφή τουπολιτεύματος και αποδίδει συνθετικά την φυσιογνωμία του, το άρθρο 1 παρ. 1Σσυνιστά κανόνα συστατικό και καθοριστικό για το πολίτευμα. Η σημασία του είναι άραπρωταρχική. Εξάλλου, ως διάταξη που αφορά το σύνολο της συνταγματικής τάξης καιαγκαλιάζει το πολίτευμα συνολικά, ενεργεί και επηρεάζει -κυρίως μέσω τηςδημοκρατικής αρχής- όλες τις διαδικασίες σχηματισμού και εκδήλωσης της λαϊκήςθέλησης, και γενικότερα τις διαδικασίες συγκρότησης και λειτουργίας κρατικών οργάνωνή δημόσιων αρχών και λήψης αποφάσεων. Αποτελεί άρα η ίδια τη βάση ολόκληρου τουσυνταγματικού οικοδομήματος και συνέχει, ως κρίκος συνεκτικός, τη συνταγματική τάξηστο σύνολό της. Διασφαλίζει έτσι τη νοηματική ενότητα του Πολιτεύματος και επιβάλλειτην θεώρησή του ως ένα αρμονικά συναρθρωμένο σύνολο.

Η ΕΓΓΥΗΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΊΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 1 ΠΑΡ. 1Σ―Τελικά, δηλώνονταςτην ταυτότητα του πολιτεύματος το άρθρο 1 παρ. 1Σ επιτελεί, ταυτόχρονα, ερμηνευτική καιεγγυητική λειτουργία.

71 ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗΣ, ό.π., σ. 316.

Page 34: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Εγγυητική, διότι σε απόλυτη συνάρτηση με το άρθρο 110 παρ. 1Σ η δηλούμενηταυτότητα προστατεύεται από ενδεχόμενη αναθεώρηση ή άτυπη τροποποίηση. Δενυπόκεινται έτσι σε αναθεώρηση με βάση τη διάταξη του άρθρου 110 παρ. 1Σ οισυνταγματικές διατάξεις που καθορίζουν την βάση και την μορφή του πολιτεύματος ωςΠροεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία72 ούτε επιτρέπεται να αλλοιωθούν ή ναθιγούν στον κανονιστικό τους πυρήνα είτε οι ίδιες είτε οι θεμελιώδεις συνταγματικέςαρχές πού αναφέρονται στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Αυτό σημαίνει,ειδικότερα, ότι η δημοκρατική μορφή και πιο συγκεκριμένα το θεμέλιο τουπολιτεύματος, που είναι η λαϊκή κυριαρχία, δεν επιδέχονται αναθεώρηση ούτε αλλοίωσημέσω μιας συνταγματικής πρακτικής αλλά ούτε και άτυπη σιωπηρή τροποποίηση μέσωτης διαδικασίας της σύναψης και κύρωσης διεθνών συνθηκών, όπως είναι οι ευρωπαϊκέςσυνθήκες, ακόμη και αν πρόκειται για συνθήκη συνταγματική. Το ίδιο ισχύει και για τηνμορφή διακυβέρνησης, δηλαδή τον συστηματικό τρόπο με τον οποίο κατανέμεται ηκυριαρχία στα διάφορα κρατικά όργανα και ασκείται ως, συντεταγμένη, κρατική εξουσίααπό αυτά ή, ακόμη για την αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου και τα επί μέρουςκανονιστικά στοιχεία που την συνθέτουν.

Ερμηνευτική, διότι η δηλωμένη ταυτότητα του πολιτεύματος, όπωςπροσδιορίζεται κάθε φορά, νοηματικά, μαζί με τις θεμελιώδεις αρχές του που τηνεξειδικεύουν μπορεί να χρησιμεύσει ως ύπατο ερμηνευτικό κριτήριο για όλες τις άλλεςσυνταγματικές διατάξεις ή συνταγματικούς κανόνες73. Για τις τελευταίες, οι θεμελιώδειςαρχές του πολιτεύματος αναλαμβάνουν και επιτελούν ρόλο ερμηνευτικού οδηγού. Οερμηνευτής είναι υποχρεωμένος να ερμηνεύει μια συνταγματική –ή μια νομοθετική-διάταξη, που καλείται να εφαρμόσει, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές τουπολιτεύματος. Το νόημά της φωτίζεται, αποκαλύπτεται από την νοηματική ανταύγεια πουεκπέμπουν οι ίδιες. Εξάλλου, αν ο ερμηνευτής βρεθεί μπροστά σε περισσότερεςδυνατές ερμηνείες μιας συνταγματικής διάταξης οφείλει να επιλέξει εκείνη που είναισύμφωνη ή που εναρμονίζεται περισσότερο με την ταυτότητα του πολιτεύματος, πουσυμπυκνώνεται στη δημοκρατική αρχή74.

72 Βλέπε εκτενέστερα τόμος Ι, παρ. 222, σ. 296-297.

73 Πρβλ. σχετικά και την αντίστοιχη διάταξη του ιταλικού συντάγματος, άρθρο 1 παρ. 1: “L’ Italiaè una Repubblica democratica, fondata sul lavoro.”, R. BIN, σε Commentario breve alla Costituzione, (dir.V. Crisafulli e L. Paladin), Padova, Cedam, 1990, σ. 5.

74 Για την ερμηνευτική σημασία της δημοκρατικής αρχής και γενικότερα των θεμελιωδών αρχώνστην ερμηνεία του Συντάγματος, βλέπε ΑΝΤ. ΜΑΝΙΤΆΚΗ, Ερμηνεία του Συντάγματος και λειτουργία τουπολιτεύματος, Αντ. Σάκκουλας, 1996, σ. επ., 66-72, 102-110, (= ‘Η νομική φύση και ο πολιτικόςχαρακτήρας της ερμηνείας του Συντάγματος’, ΤοΣ 1985, 476-496 και ‘Δικαιικοί καταναγκασμοί και κριτήριαορθότητας της συνταγματικής ερμηνείας’, ΤοΣ 1990, 361-395. Πρβλ. την αντίστοιχη νομική σημασία πουαποδίδεται στις θεμελιώδεις αρχές του ιταλικού συντάγματος από την συνταγματική θεωρία και νομολογία,αντί άλλων V.ONIDA, ‘I principi fondamentali della Costituzione italiana’, σε Manuale di Diritto Pubblico

Page 35: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Το ρυθμιστικό της πεδίο είναι, πάντως κατά συνέπεια, γενικό, αγκαλιάζει τοπολίτευμα συνολικά και την έννομη τάξη στο σύνολό της σε αντίθεση με τις ειδικές,θεμελιώδεις, συνταγματικές αρχές, που ισχύουν και εφαρμόζονται σε ειδικάπροσδιορισμένο πεδίο και αφορούν μια ειδική κατηγορία συνταγματικών ή εννόμωνσχέσεων ή δράσεων της πολιτείας, όπως είναι η αρχή της νομιμότητας, της διάκρισηςτων εξουσιών, της ασφάλειας του δικαίου και του κράτους δικαίου, της ανεξαρτησίας τωνδικαστών, κ.ά.

Ο γενικός και πρωταρχικός της χαρακτήρας την καθιστά, πάντως, κανόναθεμελιώδους σημασίας για την δικαιική τάξη και την κάνει για τον λόγο αυτό ναπροηγείται ή να υπερέχει, ουσιαστικά75, των άλλων, εδικότερων συνταγματικών αρχών. Ηουσιαστική ή κατά περιεχόμενο76 αποκλειστικά -και όχι τυπική- υπεροχή της δενσυνεπάγεται, εντούτοις, και αξιολογική ανωτερότητα απέναντι στις άλλες συνταγματικέςδιατάξεις ή αρχές. Δεν αποκτά η ίδια αξία ούτε ισχύ υπέρ-συνταγματική. Δεν αξίζειπερισσότερο ούτε αποτιμάται ακριβότερα από τις άλλες. Υπερτερεί ουσιαστικά όλων τωνάλλων, επειδή έχει καθολικό χαρακτήρα και μπορεί να αγκαλιάζει όλες τις άλλες και ναδιαχέεται στο σύνολο της συνταγματικής τάξης, την οποία συνέχει και νοηματοδοτεί. Τοίδιο ακριβώς κάνει και για το πολίτευμα, το οποίο συναρθρώνει νοηματικά σε μιαενότητα λειτουργική.

I I .Σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ έ ς ή θ ε μ ε λ ιώ δ ε ι ς α ρ χ έ ς , σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ έ ς δ ι α τ ά ξ ε ι ς κ α ιυ ν τ α γ μ α τ ι κ ο ί κ α ν ό ν ε ς

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΈΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ-ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ-ΠΗΓΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ― Η μελέτη τουάρθρου 1 του Συντάγματος υποχρεώνει τον ερμηνευτή να ασχοληθεί με την νομική φύσηκαι σημασία για την ερμηνεία του Συντάγματος των θεμελιωδών αρχών του πολιτεύματοςκαι σε αντιδιαστολή με τις έννοιες της «συνταγματικής διάταξης» και εκείνης του«συνταγματικού κανόνα»77.

(a cura di G. Amato e A. Barbera), Il Mulino, 1986, σ. 114-116 και κυρίως AL. PIZZORUSSO, Diritto PubblicoItaliano, Jovene editore, 1992, 2° ed. σ. 365-376.

75 Βλέπε σχετικά Γ. ΚΑΣΙΜΆΤΗΣ, ΕρμΣυντ., Άρθρο 1Σ, περιθ. 34, σ. 36.

76 Γ. ΚΑΣΙΜΆΤΗΣ, ΕρμΣυντ., περιθ. 38 και 41: «Πρόκειται για μια συστηματική ενότηταουσιαστικού χαρακτήρα των συνταγματικών κανόνων που τους συνδέει μια νοηματική συγγένεια ιστορικής καιπολιτισμικής βάσης» (σ. 41).

77 Για τη διάκριση «διάταξης», «κανόνα», και «θεμελιώδους αρχής» βλέπε από την ιταλικήβιβλιογραφία που έχει επεξεργαστεί ειδικά και σε βάθος το ζήτημα μέσω της θεωρίας των πηγών του δικαίου,

Page 36: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Το ισχύον τυπικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001 αποτελείται από εκατόν είκοσι(120) άρθρα. Στα άρθρα του Συντάγματος αποτυπώνονται γραπτά με τρόποσυστηματικό και αριθμημένο κανονιστικές επιταγές που καλούνται «συνταγματικέςδιατάξεις».

Ως «διάταξη», νοείται κάθε γραπτή γλωσσική εκφορά μιας κανονιστικής επιταγής. Ηδιάταξη συγκροτεί μια αυτοτελή φράση, η οποία έχει σημασία νομική ή κανονιστικήορίζοντας ή επιβάλλοντας (διατάσσοντας ή επιτάσσοντας) συμπεριφορές (τι είναιεπιτρεπτό ή ανεπίτρεπτο, υποχρεωτικό ή απαγορευμένο κ.ά.) ή καθορίζονταςαρμοδιότητες ή προβλέποντας διαδικασίες. Βρίσκεται πάντα αποτυπωμένη, γραπτά, στοκείμενο μιας από τις πηγές του Δικαίου.

Πηγή δικαίου είναι η ειδική μορφή (ή ο ιδιαίτερος τύπος) με την οποίαεκδηλώνεται η διαδικασία παραγωγής μιας ειδικής κατηγορίας κανόνων δικαίου. Ηιταλική συνταγματική θεωρία, που έχει μακρά παράδοση ενασχόλησης και αυτοτελούςθεωρητικής επεξεργασίας με τις πηγές, ορίζει ως πηγές δικαίου, τα «γεγονότα ή τιςπράξεις στις οποίες η έννομη τάξη απονέμει την ικανότητα να παράγουν κανόνεςδικαίου»78. Οι πράξεις με τις οποίες παράγονται κανόνες δικαίου (νόμοι, κανονιστικέςπράξεις της διοίκησης, διεθνείς συμβάσεις, πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κλπ.) δενπρέπει να συγχέονται με τα όργανα ή τις εξουσίες, που είναι εξοπλισμένες με κανονιστικήεξουσία, δηλαδή με την εξουσία να θεσπίζουν ή να τροποποιούν κανόνες δικαίου, όπωςείναι η νομοθετική ή η εκτελεστική εξουσία.

Με άλλες λέξεις, η δικαιο-παραγωγική δραστηριότητα στα κράτη δικαίουκαταλήγει στην υιοθέτηση μιας «πράξης», που ονομάζεται πηγή δικαίου, επειδή από αυτήνπηγάζουν ή σε αυτήν ανευρίσκονται αποτυπωμένες επιταγές υποχρεωτικής συμπεριφοράς.

Ξεχωριστές γραπτές πηγές δικαίου είναι το Σύνταγμα, ο νόμος, το διάταγμα, ηυπουργική απόφαση, η κανονιστική πράξη της διοίκησης, οι διεθνείς συμβάσεις, οιεσωτερικοί κανονισμοί λειτουργίας οργανισμών, ιδρυμάτων, νομικών προσώπων,επιχειρήσεων κ.ά.

Τις πηγές του δικαίου η ιταλική συνταγματική θεωρία79 διακρίνει συνήθως σετυπικές πηγές του δικαίου (πηγές-πράξεις), στις οποίες κατατάσσονται οι νόμοι, ταδιατάγματα, οι υπουργικές αποφάσεις, οι κανονιστικές πράξεις της διοίκησης κλπ. και σε

που αποτελεί ξεχωριστό κλάδο για το ιταλικό συνταγματικό δίκαιο, μεταξύ άλλων, G. DE VERGOTTINI,Diritto Costituzionale, Cedam, Padova, 2001, σ. 134-135, ANT. RUGGERI, Fonti, Norme, criteri ordinatori,Giappichelli, Torino, 1996, σ. 5-7.

78 F. SORRENTINO, Le fonti del diritto, σε ‘ Manuale di diritto pubblico’, Il Mulino, 1986, σ. 119-120.

79 Βλέπε ενδεικτικά,

Page 37: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

άτυπες πηγές (πηγές-νομικό γεγονός), στις οποίες υπάγονται κυρίως τα έθιμα, οιπρακτικές, ή οι ιεροί κανόνες π.χ. της ορθόδοξης εκκλησίας της Ελλάδος.

Οι «πράξεις», ως πηγές δικαίου, εκφράζουν την βούληση ενός δικαιο παραγωγικούοργάνου, η οποία εκφέρεται με τη μορφή μιας θετής κανονιστικής πρότασης, πουαποκαλείται διάταξη. Στις διατάξεις αποτυπώνεται η κανονιστική θέληση του δημιουργούτης πράξης, και από αυτήν εξάγονται στη συνέχεια λογικο-ερμηνευτικά οι κανόνες. Ηδιάκριση μεταξύ διάταξης, που είναι πρόταση κανονιστική, διατυπωμένη γλωσσικά σε έναγραπτό κείμενο, και κανόνων, που είναι το λογικό αποτέλεσμα ερμηνευτικής διαδικασίαςτου κειμένου που περιέχει την διάταξη, είναι θεμελιώδους σημασίας. Διότι μας επιτρέπεινα διακρίνουμε την δικαιο-παραγωγική δραστηριότητα από την ερμηνευτική δραστηριότητα, τηδιαδικασία παραγωγής ή θέσπισης του Δικαίου από τη διαδικασία ερμηνείας και εφαρμογήςτου80.

Οι συνταγματικές διατάξεις βρίσκονται αποτυπωμένες στο κείμενο του τυπικούΣυντάγματος και περιέχονται στις αριθμημένες παραγράφους των άρθρων του ή στις μηαριθμημένες υποδιαιρέσεις τους, που είναι τα εδάφια. Κάθε άρθρο υποδιαιρείται σεπαραγράφους και κάθε παράγραφος σε εδάφια.

Η έννοια της συνταγματικής διάταξης, που βρίσκεται, ως κανονιστική πρόταση,ενσωματωμένη πάντα σε γραπτό κείμενο, δεν θα πρέπει να συγχέεται με τουςσυνταγματικούς κανόνες, που αποτελούν την αφηρημένη διατύπωση μιας κανονιστικήςεπιταγής. Οι συνταγματικοί κανόνες είναι αφηρημένοι κανόνες συμπεριφοράς πουσυνάγονται ερμηνευτικά από τις συνταγματικές διατάξεις ενόψει, κυρίως, πραγματικής ήυποθετικής εφαρμογής τους. Η μετάβαση από τη συνταγματική διάταξη στονσυνταγματικό κανόνα συντελείται, λογικά, μέσω της ερμηνείας. Η διάταξη αποτελείαναπόσπαστο μέρος γραπτού κειμένου και γίνεται αντικείμενο ερμηνείας κάθε φορά πουχρειάζεται να εφαρμοστεί. Ανήκει στο θετό δίκαιο. Ο κανόνας είναι μία από τις σημασίεςπου παίρνει η διάταξη μέσω της ερμηνευτικής διαδικασίας. Από κάθε συνταγματικήδιάταξη είναι δυνατόν να συναχθούν λογικά και ερμηνευτικά περισσότεροι, απεριόριστοικαι απροσδιόριστοι εκ των προτέρων, κανόνες συνταγματικοί.

Οι συνταγματικοί κανόνες θα πρέπει να διακρίνονται σαφώς από τιςσυνταγματικές αρχές, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

ΟΙ ΘΕΜΕΛΙΏΔΕΙΣ ΑΡΧΈΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ― Συνταγματικές αρχές καλούνται οι γενικές αρχές της έννομηςτάξης, οι οποίες λόγω της βασικής σημασίας που έχουν για την συγκρότησηκαι τη λειτουργία της έννομης τάξης αναγνωρίζονται ως θεμελιώδεις και

80 Τις διακρίσεις αυτές συμπυκνώνει ο F. SORRENTINO, ό.π, σ. 120

Page 38: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

προσλαμβάνουν κύρος και ισχύ συνταγματική. Ο θεμελιώδης χαρακτήραςτους προκύπτει και αναγνωρίζεται, πρωτίστως, από την καταστατικήσημασία τους από άποψη περιεχομένου για τη συνοχή και ερμηνεία τωνδικαιικών κανόνων και, δευτερευόντως, από την ένταξή τους ή μη στοτυπικό σύνταγμα ή από την πρόσκτησή τους υπέρτερης έναντι του νόμουτυπικής ισχύος. Συμβαίνει οι ίδιες είτε να είναι ρητά διατυπωμένες στοκείμενο του Συντάγματος, όπως π.χ. η αξία του ανθρώπου ή η αρχή τηςλαϊκής κυριαρχίας ή του κοινωνικού κράτους δικαίου, είτε να είναι άγραφεςκαι να συνάγονται λογικά και ερμηνευτικά από το ίδιο, όπως συμβαίνει μετην αρχή της νομιμότητας ή με την αρχή της ασφάλειας και βεβαιότηταςτου δικαίου, κ.ά.

Οι νομοθετικές διατάξεις και γενικότερα οι διατάξεις του κοινού δικαίουυπάγονται, νοηματικά σε συνταγματικές αρχές, γραπτές ή άγραφες –όπως ακριβώςυπόκεινται και σε κάθε συνταγματική διάταξη είτε καθιερώνει αρχές είτε καθιερώνεικανόνες- και θα πρέπει το νόημά τους να εναρμονίζεται και να μην αντιτίθεται σε αυτέςλόγω του θεμελιακού για την έννομη τάξη χαρακτήρα τους. Συνταγματικές, τις κάνει,πρώτα, η θεμελιώδης σημασία τους για την έννομη τάξη ή το σημαντικό για τηνέννομη ρύθμιση περιεχόμενό τους. Η υπέρτερη τυπική ισχύ τους, ως γνώρισμα τυπικό,αποτελεί στοιχείο επιγενόμενο ή και παρεπόμενο.

Είναι προφανές, εντούτοις, ότι οι διατάξεις του πρώτου άρθρου τουΣυντάγματος, καθώς και οι αρχές που συνάγονται λογικά από αυτό, διαθέτουν τηνίδια, ακριβώς, τυπική δύναμη με τις άλλες διατάξεις του συντάγματος ή και με τιςειδικότερες συνταγματικές αρχές. Οι θεμελιώδεις αρχές του συντάγματος είναι,επομένως, ισότιμες τυπικά με τις κατ΄ιδίαν συνταγματικές διατάξεις, διαθέτουν όπωςκαι εκείνες την ίδια τυπική δύναμη. Το γεγονός, δηλαδή, ότι οι θεμελιώδεις αρχές τουΣυντάγματος δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση δεν τις καθιστά μεν τυπικά ανώτερες τωνάλλων συνταγματικών διατάξεων και κανόνων ούτε τις προσδίδει υπερ-συνταγματικήισχύ81. Περιβάλλονται όμως με κύρος ουσιαστικό υπέρτερο των άλλων λόγω τουκαταστατικού και θεμελιώδους, του άθικτου συνταγματικά χαρακτήρα τους.Προηγούνται άρα αξιολογικά όχι διότι βρίσκονται στο πρώτο άρθρο τουΣυντάγματος, αλλά διότι διαθέτουν καθολική ρυθμιστική ικανότητα και ισχύ καθώς και μηαναθεωρήσιμο περιεχόμενο82.

81 Για το πολυσυζητημένο ζήτημα της υπερσυνταγματικής ισχύος συνταγματικών διατάξεων βλέπεκυρίως ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗ, Αι Εγγυήσεις τηρήσεως του Συντάγματος, τομ. Ι, εκδ. ‘Το Νομικόν’, Θεσσαλονίκη,1956, σ. 235 επ.: «Υπεράνω των συνταγματικών κανόνων δεν υπάρχουν άλλοι κανόνες δικαίου, δηλαδή,«υπερσυνταγματικοί», ούτε «αι γενικαί αρχαί του δικαίου είναι υπερσυνταγματικαί».

82 Γ. ΚΑΣΙΜΆΤΗΣ, ΕρμΣυντ., Άρθρο 1Σ, περιθ. 23-24, ό.π., σ. 29.

Page 39: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Ο καθολικός και θεμελιακός για την έννομη τάξη χαρακτήρας τους εμπεριέχειωστόσο για τις ίδιες και μια κανονιστική αδυναμία: δεν μπορούν να εφαρμοστούναπευθείας χωρίς την προηγούμενη τυπική ή λογική διαμεσολάβηση διατάξεως ήκανόνα, το νόημα των οποίων διαφωτίζουν υπάγοντάς τα σε μια συστηματική ενότητακαι διασφαλίζοντας μια λογικά συνεκτική εφαρμογή του δικαίου83.

ΔΙΑΚΡΊΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΏΝ ΑΡΧΏΝ ΣΕ ΚΑΤΗΓΟΡΊΕΣ― Οισυνταγματικές αρχές ανιχνεύονται σε διάφορα επίπεδα διότι:

είτε ανευρίσκονται ρητά διατυπωμένες στο κείμενο του Συντάγματος, σε μιααπό τις διατάξεις του, όπως η αρχή της αξίας του ανθρώπου, της λαϊκής κυριαρχίας,του κοινωνικού κράτους δικαίου, της ισότητας ενώπιον των νόμων, της διάκρισης τωεξουσιών, κ.ά·

είτε συνάγονται ερμηνευτικά από διάφορες ειδικότερες συνταγματικές διατάξεις,ως γενικευμένη έκφρασή τους, όπως, η αρχή της συλλογικής αυτονομίας τωνκοινωνικών εταίρων, (άρθρα 22 παρ. 2, 23 παρ. 1 συνδυασμό προς το άρθρο 5 παρ.1Σ), της δίκαιης δίκης, της ανεξαρτησίας των δικαστών, κ.ά·

είτε απορρέουν λογικά από άλλες, ρητές ή άρρητες, συνταγματικές αρχές, ωςμερικότερη έκφανσή τους, όπως π.χ. η αρχή της αναλογικής ισότητας, η αρχή τηςασφάλειας και της βεβαιότητας του δικαίου, της ισότητας της ψήφου ή της πολιτικήςισότητας, της αναλογικής ισότητας κλπ.·

είτε έχουν ανυψωθεί από γενικές αρχές του (κοινού) δικαίου σε συνταγματικές αρχέςκαι θεωρούνται συνταγματικής περιωπής λόγω της σημασίας τους για την έννομητάξη, όπως είναι η αυτονομία της ιδιωτικής βούλησης ή η αρχή της ασφάλειας τουδικαίου και των συναλλαγών, η συλλογική αυτονομία, η αρχή της μη αναδρομικήςισχύος του νόμου εκτός εάν ρητά και ειδικά προβλέπεται στο νόμο και δεν θίγονται,απρόβλεπτα και ξαφνικά, διαμορφωμένα δικαιώματα ή συμφέροντα ή έννομεςκαταστάσεις στη σταθερότητα των οποίων δικαιολογημένα είχαν πιστέψει οισυναλλασσόμενοι ή οι διοικούμενοι, κ.ά.

Οι προηγούμενες κατηγορίες θα μπορούσαν να συνοψιστούν σε δύο μόνον:σε ρητές και σε άρρητες ή σιωπηρές. Οι ρητές βρίσκονται αποτυπωμένες στο Σύνταγμακαι καταλαμβάνουν μια συγκεκριμένη συνταγματική διάταξη, όπως είναι η αρχή τουσεβασμού της αξίας του ανθρώπου(άρθρο 2 παρ. 1Σ), της ισότητας ενώπιον τωννόμων(4 παρ. 1Σ), η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας (άρθρο 1 παρ. 2 και 3), τουκοινωνικού κράτους δικαίου και της αναλογικότητας (25 παρ. 1Σ) Τις άγραφες ήάρρητες αρχές τις διαπλάθει η δικαστική και θεωρητική πρακτική και τις καθιερώνει ησυνταγματική νομολογία. Διαθέτουν την ίδια τυπική ισχύ και αξία με τις γραπτές.

83 Βλέπε αναλυτικότερα ΑΝΤ. ΜΑΝΙΤΆΚΗ, Κράτος δικαίου, σ. 365-368.

Page 40: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

Κατά τον Μάνεση οι γενικές συνταγματικές αρχές είναι «κανόνες δικαίου μηδιαφέροντες των συνταγματικών κανόνων ειμή μόνον κατά την γενικότητα καικαθολικότητα του περιεχομένου τους. Η μεταξύ γενικών και συνταγματικών κανόνωνδιαφορά δεν είναι τυπική αλλά ποσοτική»84. Και οι δύο κατηγορίες έχουν, πάντως, τηνίδια τυπική και ουσιαστική αξία. Δεν υπόκεινται σε συνταγματική αναθεώρηση ούτετροποποίηση και αδυνατεί να τις θίξει ο κοινός ή ο κανονιστικός νομοθέτηςαγνοώντας τες ή να αποκλίνει από αυτές, ακόμη και όταν υιοθετεί εκτελεστικούς ήοργανωτικούς του Συντάγματος νόμους.

Οι συνταγματικές αρχές μπορούν, τέλος, να διακριθούν και σε άλλες δύομεγάλες κατηγορίες σε:

α) θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος, και στην κατηγορία αυτήπεριλαμβάνονται αυτές που αφορούν τη βάση και τη μορφή του πολιτεύματος καισχετίζονται με την οργάνωση και τη λειτουργία των συνταγματικών οργάνων ή με τηνάσκηση των κρατικών λειτουργιών, της νομοθετικής, της εκτελεστικής, της δικαστικής.Ταυτίζονται, έτσι, με τις οργανωτικές βάσεις του πολιτεύματος, των οποίων αποτελούντην κανονιστική τους έκφραση. Σε αυτήν ανήκουν η δημοκρατική αρχή, η αρχή τηςλαϊκής κυριαρχίας, η αντιπροσωπευτική αρχή, η κοινοβουλευτική αρχή, η αρχή τηςδιάκρισης των εξουσιών, του κοινωνικού κράτους δικαίου· και

β) θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές (ή θεμελιώδεις αρχές του Συντάγματος) πουαφορούν το σύνολο της έννομης τάξης, στον τρόπο παραγωγής και εφαρμογής τωνκανόνων δικαίου από το νομοθέτη και την διοίκηση, στις σχέσεις κράτους και ατόμουή τις σχέσεις των ατόμων μεταξύ τους. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν η αρχή τηςισότητας, της αξίας του ανθρώπου, της αναλογικότητας, η αρχή της ασφάλειας καιβεβαιότητας του δικαίου, της δίκαιης δίκης, της συλλογικής αυτονομίας, της ιδιωτικήςαυτονομίας, κ.ά.

Οι πρώτες έχουν, κυρίως, χαρακτήρα οργανωτικό ή θεσμικό, οι δεύτερεςχαρακτήρα απλώς κανονιστικό. Από μία άλλη σκοπιά, οι θεμελιώδεις αρχές μπορούν ναδιακριθούν σε διαδικαστικές και ουσιαστικές: Οι διαδικαστικές περιλαμβάνουν τις αρχέςπου αφορούν την οργάνωση και λειτουργία του πολιτεύματος καθώς και τιςδικαστικές ή διοικητικές εγγυήσεις τήρησης και προστασίας των συνταγματικώνδικαιωμάτων και οι ουσιαστικές αναφέρονται στο ουσιαστικό περιεχόμενο τωνθεμελιωδών δικαιωμάτων, με θεμελιωδέστερη όλων την αρχή του σεβασμού της αξίαςτου ανθρώπου και αμέσως μετά την αρχή της ελεύθερης ανάπτυξης τηςπροσωπικότητας του καθένα. Οι πρώτες έχουν διαδικασιακό ή δικανικό χαρακτήρα,όπως το δικαίωμα δικαστικής προστασίας ή το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασηςτου διοικουμένου ή η αρχή της αναλογικότητας ή η αρχή της διαπροσωπικής

84 ΑΡ. ΜΆΝΕΣΗΣ, Εγγυήσεις, τομ. Ι, σ. 239. Η θέση αυτή του Μάνεση έχει αντικρουστεί από τουςθεωρητικούς του δικαίου, οι υποστηρίζουν πειστικά ότι η διαφορά μεταξύ γενικών αρχών και κανόνων δενείναι απλώς ποσοτική, αλλά ποιοτική, βασίζεται στην διαφορετική λογική δομή και λειτουργία των πρώτων σεσχέση με τις δεύτερες.

Page 41: A. ΜΟΡΦΈΣ ΠΟΛΙΤΕΎΜΑΤΩΝlaw-constitution.web.auth.gr/manitakis/files/Manitaki...του πολιτεύματος και μορφής διακυβέρνησης8. Έτσι,

ενέργειας των συνταγματικών δικαιωμάτων, κ.ά., οι δεύτερες διακρίνονται για τηνπροστασία του ουσιαστικού περιεχομένου τους, π.χ. της ιδιωτικής ή συλλογικήςαυτονομίας ή της απόλαυσης ενός κοινωνικού αγαθού.