Ξενες Επεμβασεις Στην Ελλαδα 1821 1974
Post on 13-Mar-2016
342 Views
Preview:
DESCRIPTION
TRANSCRIPT
2 3 Π A Γ K Ο . Σ M I A I Σ T O P I A Γεώργιος T Τσερεβελάκης
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑΑΠΟ TON ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ΕΩΣ TH XOYNTA
ΠεριεχόμεναΕΙΣΑΓΩΓΗ 6
O ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ KAI Ol ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ 10
H ΒΑΣΙΛΕΙΑ TOY Ο 0Ω Ν Α (1833-1862) 24
H ΠΕΡΙΟΔΟΣ TOY ΓΕΩΡΓΙΟΥ Α ’ (1863-1913) 56
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ TOY 20ού ΑΙΩΝΑ 74
ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ KATA THN ΠΕΡΙΟΔΟ 88 TOY ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ (1923-1940)
H ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ KAI O ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 96
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΑΠΟ TO 1950 ΕΩΣ TO 1974 104
ΕΠΙΛΟΓΟΣ 113
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 114
Εισαγωγή
Λαϊκή παράσταση με &έμα τους πανηγυρισμούς για την έξωση του Ο&ωνα. Δεξιά διακρίνεται η τριανδρία που άσκησε τηδιακυβέρνηση μέχρι τη σύγκληση της Εθνοσυνέλευσης (Αθήνα, Γζννάδειος Βιβλιοθήκη).
O Ελληνισμός παρουσιάζει μια μοναδική ιδιοτυπία ανά τους αιώνες, σε σχέση με τους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης: η ιστορία του είναι μια ιστορία αδιάλειπτης πάλης για επι- 6ίωση που διακρίνεται από την ενσυνείδητη αγωνία για την προάσπιση της εθνοφυλετικής του υπόστασης, της γλώσσας και της πολιτιστικής του ταυτότητας. H αγωνία αυτή καλλιέργησε μια ευρεία ιδεολογία αντίστασης η οποία, μέσω του Βυζαντίου, συνέχισε να υφί- σταται και στην περίοδο της Τουρκοκρατίας ε- πανασυνδέοντας τον νέο Ελληνισμό με τις αρχαίες του καταβολές. H εθνική συνείδηση, που αφυπνίσθηκε και μορφοποιήθηκε στους ύστερους βυζαντινούς αιώνες, ενδυναμώθηκε στην περίοδο της τουρκικής δουλείας και κατέληξε να διαμορφωθεί σε μιαν ακλόνητη
θέληση για ελευθερία και ανεξαρτησία.O Ελληνισμός δεν είχε ποτέ πραγματικούς
συμμάχους, υπερασπιστές ή συμπαραστάτες. Πάντοτε ήταν αντιμέτωπος με τον κατατρεγμό, τον διωγμό και την περιφρόνηση, λόγω της επιθετικότητας των ιμπεριαλιστών γειτόνων του. Για παράδειγμα, οι Σταυροφορίες τον 11ο και 12ο αιώνα κλόνισαν σημαντικά το Βυζάντιο και οδήγησαν στην κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης το 1204. Με αφορμή αυτό το ολέθριο συμδάν, γεννήθηκε μια εμ6ρυακή μορφή εθνικής συνείδησης μέσω της αντίστασης κατά των Λατίνων. Ουσιαστικά η Δύση, με την ασφυκτική πολιτική και στρατιωτική της πίεση επί των Βυζαντινών, αποσάθρωσε την κρατική δομή του Βυζαντίου καιπρολείανε το έδαφος για τη μεταγενέστερη υποταγή του
6
στους Οθωμανούς. H Δύση σφετερίσθηκε με io v πιο αήθη ιρόπο τους πνευματικούς θησαυρούς που είχε διαφυλάξει το Βυζάντιο επί πολλούς αιώνες. Γενικότερα, αγνόησε το Βυζάντιο, το καθύβρισε και απέκρυψε με μεθοδικό τρόπο την καίρια συμβολή του στο φαινόμενο της ευρωπαϊκής Αναγέννησης.
Μετά τον επιθανάτιο ρόγχο του Βυζαντίου τον 15ο αιώνα και την τελική του υποταγή στους Οθωμανούς το 1453, ο Ελληνισμός υπέ- στη επί περίπου τρεις αιώνες τους φενακι- σμούς των δυτικοευρωπαϊκών Δυνάμεων. Εκμεταλλευόμενοι επιτήδεια τους πόθους των Ελλήνων για ελευθερία, παρείχαν κίβδηλες υποσχέσεις για στρατιωτική ενίσχυση και τους παρέσυραν σε ολέθριες εξεγέρσεις. Oi Ελληνες επαναστατούσαν από ευπιστία ή και απόγνωση, αλλά κατά κανόνα αφήνονταν έρμαιοι στις εκδικητικές διαθέσεις των Οθωμανών. Οποιαδήποτε προσπάθεια των Ελλήνων για εθνική αυτοδιάθεση απορριπτόταν από τις δυνάμεις της χριστιανικής Δύσης. Αυτή η αρνητική διάθεση των ευρωπαϊκών Δυνάμεων ερμηνεύεται με βάση την επιθυμία τους να υπερασπίζονται την ακεραιότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, προκειμένου να μην προκύψει ένα ανεξάρτητο και ισχυρό ελληνικό έθνος, που θα ήταν σε θέση, με τη μακροχρόνια ναυτική του παράδοση και τις γερές πολιτιστικές του καταβολές, να εξελιχθεί σε μια επικίνδυνη ανταγωνιστική δύναμη στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Oi Ελληνες όμως, όταν συνειδητοποίησαν ότι παρά τις ευφάνταστες ελπίδες τους, ούτε από τους ομόθρησκους Λατίνους ούτε από τους Ρώσους (το λεγόμενο «ξανθό γένος») υπήρχε πιθανότητα να βοηθηθούν για να αποκτήσουν την ελευθερία και την πολιτική τους ανεξαρτησία, δεν παραμέλησαν τον τελικό τους σκοπό. Με αποκλειστικά δικούς τους αγώνες και θυσίες απέσεισαν τον ζυγό των Τούρκων, αλλά βρέθηκαν και πάλι αντιμέτωποι με τον εχθρικό συνασπισμό των Μεγάλων Δυνάμεων. Κατά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, οι Ευρωπαϊκές Δυνάμεις θορυ- βήθηκαν διότι δεν ήθελαν να διαταραχθεί η ευρωπαϊκή πολιτική ισορροπία. Γι’ αυτό υιοθέτησαν εχθρική στάση έναντι των επαναστατη- μένων Ελλήνων, τους οποίους θεωρούσαν στην αρχή κοινούς ταραχοποιούς με τάσεις καρμποναρισμού, δηλαδή συνασπισμένους α- νατροπείς της καθεστηκυίας τάξης στην Οθωμανική αυτοκρατορία. O δυναμισμός των Ελλήνων εκείνη την περίοδο θα αποτελούσε, κατά την άποψη των Μεγάλων Δυνάμεων, την πρωταρχική αιτία για τη διατάραξη της πολιτικής μορφολογίας ολόκληρης της ηπείρου, α
φού θα έδινε το παράδειγμα για μελλοντικές εξεγέρσεις δυσαρεστημένων εθνοτικών ή κοινωνικών ομάδων.
0 σφοδρός ανταγωνισμός των Μεγάλων Δυνάμεων στον ελληνικό χώρο εξαιτίας της υψηλής του γεωστρατηγικής σπουδαιότητας, εμπόδισε την Ελλάδα να αναδειχθεί σε ένα ισχυρό κράτος, που θα περιελάμβανε όλο τον Ελληνισμό στους κόλπους του. To ελληνικό έθνος, εάν δεν αντιμετώπιζε την εχθρότητα των Μεγάλων Δυνάμεων, θα είχε τη δυνατότητα να εξελιχθεί κατά τον 19ο αιώνα σε έναν σημαντικό και ρωμαλέο παράγοντα επιρροής και διεθνούς ακτινοβολίας.
01 δυτικοευρωπαϊκές Δυνάμεις απέτυχαν να καταστείλουν την Ελληνική Επανάσταση, λόγω της επιμονής, της αντοχής και της καρτερικότητας του ελληνικού έθνους. Κατόρθωσαν όμως να την ελέγξουν με τις διαρκείς επεμβάσεις τους, με τις ραδιουργίες και τους εκμαυλισμούς, μέσω των κομματικών φατριών, με τη χορήγηση ληστρικών δανείων και με την υποκίνηση εμφυλίων πολέμων. Τέλος, μη μπορώντας να πράξουν διαφορετικά, συμφώνησαν από κοινού στη δημιουργία ενός μικρού, ανίσχυρου και εξαρτημένου κράτους με περιορισμένη ενδοχώρα και αδύναμη οικονομία, χωρίς καμία ελπίδα ευημερίας και ασφάλειας. Ετσι, ο απελευθερωτικός αγώνας δεν είχε το αναμενόμενο αποτέλεσμα για το χειμαζόμενο έθνος. Ουσιαστικά, το μεγαλύτερο μέρος του αλύτρωτου Ελληνισμού δεν συμπε- ριελήφθη στα όρια του νεότευκτου κράτους.
Oi Ελληνες αγωνίσθηκαν με πάθος για την ποθούμενη ελευθερία. Πολέμησαν για ανεξαρτησία και δημοκρατία, αλλά δεν καρπώθη- καν ούτε την ανεξαρτησία ούτε τη δημοκρατία. Oi «Προστάτιδες» και «Εγγυήτριες» Δυνάμεις, οι κατ’ επίφασιν υπερασπιστές των Ελλήνων, επέβαλαν την ελέω Θεού μοναρχία, έναν Βαυαρό ηγεμόνα και θεσμούς αλλότρι- ους προς την ελληνική ιδιοσυγκρασία και το πολιτισμικό αισθητήριο των Ελλήνων.
H μοναρχία ήταν ξένος θεσμός και η δυναστεία αλλοεθνής, γεγονός που οδήγησε στο αναπόδραστο αποτέλεσμα της άμεσης κηδεμονίας από τους Ευρωπαίους. Oi διορισμένοι και εξαρτημένοι μονάρχες θα ενσάρκωναν περίπου επί έναν αιώνα τον ρόλο του επίσημου εκπροσώπου των Μεγάλων Δυνάμεων, ακόμη και του πράκτορά τους. Απόδειξη του ετεροκαθορισμού των μοναρχών από τις Μεγάλες Δυνάμεις αποτελεί το διάγγελμα του Οθωνα που απηύθυνε στον ελληνικό λαό όταν κατέφθασε στο Ναύπλιο. Ανέφερε ότι αναλάμβανε τον θρόνο του Βασιλείου της Ελλάδας για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 7
H ηρωίδα της Ακρόπολης, συμβολική παράσταση της ava γεννώμενης Ελλάδας (πίνακας του Νικολά -Λ ο υ ί - Φρανσουά Γκος, Α&ήνα, Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου).
που συνεπαγόταν η αποδοχή του στέμματος από τις μεσιτεύουσες Μεγάλες Δυνάμεις.
Ολόκληρος ο 19ος αιώνας υπήρξε για την Ελλάδα μια σειρά διαδοχικών επεμβάσεων, α- νηλεών εκβιασμών και εθνικών ευτελισμών. Oi Μεγάλες Δυνάμεις κλιμάκωσαν σταδιακά τις πιέσεις τους και τις αναμίξεις τους, από τον διορισμό δουλικών κυβερνήσεων και τους οικονομικούς καταναγκασμούς ως τον ναυτικό αποκλεισμό και τη στρατιωτική κατοχή.
H ξενοκρατία που επιβλήθηκε στην Ελλάδα δεν οφειλόταν στην εκμετάλλευση πλου- τοπαραγωγικών πηγών, αλλά στην επιθυμία των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων να διατηρούν υπό τον έλεγχό τους τη σπουδαία στρατηγική θέση της Ελλάδας. To κίνητρο, λοιπόν, δεν ήταν η οικονομική απομύζηση, αλλά ο πολιτικός έλεγχος μιας αδύναμης κρατικής οντότητας, χωρίς το αναγκαίο υπόβαθρο για περαιτέρω ανάπτυξη. Oi Ευρωπαίοι ενδιαφέ- ρονταν μόνο για την εξυπηρέτηση των χορη- γηθέντων δανείων και για τον έλεγχο της εξωτερικής πολιτικής μέσω του Θρόνου και των υπάκουων κομματαρχών.
H ελληνική ιστορία μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους είναι κυρίως μια αλληλουχία ξένων επεμβάσεων. Oi Μεγάλες Δυνά
μεις, οπότε το έκριναν αναγκαίο για τα συμ- φέροντά τους, επενέβαιναν στο κοινωνικοοικονομικό γίγνεσθαι της χώρας, επιδιώκοντας να επιβάλουν τις κατά περίσταση αποφάσεις τους. H μοίρα της Ελλάδας, η εθνική της πορεία, το πολίτευμα, η εξωτερική πολιτική, καθορίζονταν από τα κέντρα εξουσίας στη Δυτική Ευρώπη. Συνέπεια όλων των παραπάνω ήταν λαϊκές συμφορές και κατάφωρες εθνικές ταπεινώσεις.
Oi Ελληνες σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα μέχρι και το 1941, αγωνίσθηκαν σφοδρά για την ελευθερία, την ανεξαρτησία και τα εθνικά τους δίκαια, χωρίς καμία βοήθεια και αντιμετωπίζοντας παντού εχθρούς. Πολλές οι φορές το ελληνικό έθνος προδόθηκε και τα ε- πιτεύγματά του καταβαραθρώθηκαν, λόγω των ξένων επεμβάσεων.
To σύνδρομο, όμως, της υποτέλειας ήταν διαχρονικό. Από την εποχή της σύστασης του ελληνικού κράτους καλλιεργείται η αίσθηση από την πολιτική ηγεσία ότι η εξάρτηση είναι δεδομένη και ότι η Ελλάδα χρειάζεται «προστάτες». Χαρακτηριστικότατο δείγμα της εξάρτησης στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής αποτέλεσε και το επεισόδιο των Ιμίων το 1996, όταν η πολιτική ηγεσία απηύθυνε δημόσιο «ευχαριστώ» προς τους «προστάτες», που κατάφεραν να αποσοβήσουν έναν πιθανό πόλεμο με την Τουρκία. O πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης έλεγε το 1883: «H Ελλάδα είναι μικρή χώρα και δεν θα μπορέσει να αξιώσει ποτέ την άσκηση ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής». H εξάρτηση θεωρείτο δεδομένη και από τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο, ο οποίος δήλωνε ότι η χώρα οφείλει να αποδίδει ίση ευγνωμοσύνη προς όλες τις Προστάτιδες Δυνάμεις. O Ελευθέριος Βενιζέλος επέμενε ότι μόνο με την πρόσδεση της Ελλάδας στο αγγλικό άρμα θα μπορούσαν να υλοποιηθούν οι εθνικές διεκδικήσεις. Επίσης, ο Γ Παπανδρέου θεωρούσε ουτοπικό το όραμα μιας ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής.
H ξενική επέμβαση καιπροστασία κορυφώ- θηκε τον 20ό αιώνα. H ατυχής συνέπεια ήταν ένας φαύλος κύκλος κρίσεων, οδυνηρών εθνικών περιπετειών και κακοπαθημάτων για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Oi Ελληνες έζη- σαν δύο παγκόσμιους πολέμους, δύο ξενικές κατοχές, δύο εμφύλιους σπαραγμούς, τρεις δικτατορίες και μια σωρεία πραξικοπημάτων Επίσης, υπέστησαν τα δεινά των ξενικών παρεμβάσεων, των πολιτικών κλυδωνισμών, της οικονομικής καχεξίας και της γενικότερης κοινωνικής αστάθειας. Oi σκληρές αυτές δοκιμασίες και αντιξοότητες έθεσαν σημαντικά προσκόμματα στον εκσυγχρονισμό του ελληνικο.
8
κράτους και στον εν γενει μετασχηματισμό του κοινωνικού ιστού. H Μικρασιατική Καταστροφή (1922) και ο Εμφύλιος Πόλεμος (1946- 1949), οι κατ' εξοχήν εθνικές συμφορές του 20ού αιώνα, ήταν συνέπειες της διαρκούς εξάρτησης και των βάναυσων ξένων επεμβάσε- ων. Απορρόφησαν όλη τη ζωτικότητα του λαού, κατέστησαν τη χώρα καχεκτική σε όλους τους τομείς και ανέστειλαν κάθε προσπάθεια άσκησης ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής. O αγώνας στον οποίο είχε αποδυθεί το ελληνικό έθνος στόχευε αποκλειστικά στην εθνική επιβίωση. H Ελλάδα δεν απολάμβανε την υπόληψη και την αναγνώριση των αγώνων και των θυσιών της από τους Ευρωπαίους.
To ελληνικό έθνος ήταν το θύμα και των δύο παγκόσμιων πολέμων, λόγω του ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις το αντιμετώπιζαν ως ένα όχημα πραγμάτωσης των συμφερόντων τους, αλλά και επειδή οι πολιτικοί ηγέτες της χώρας ήταν φαύλοι ή διακρίνονταν από μωρία. O ελληνικός λαός και στις δύο παγκόσμιες συρράξεις ήταν στο πλευρό των νικητών, καταβάλλοντας βαρύ τίμημα σε έμψυχο και άψυχο υλικό. Εντούτοις, τα δίκαιά του ενταφιάσθη- καν και συντρίφτηκαν αποτρόπαια μετά από δύο εθνικές τραγωδίες.
Oi Ελληνες αγωνίσθηκαν με φοβερή επιμονή για την ανεξαρτησία τους, όσο κανένα άλλο έθνος. Ωστόσο, αποτέλεσαν εξιλαστήριο θύμα των στρατηγικών και πολιτικών ανταγωνισμών των Μεγάλων Δυνάμεων, ταπεινούς δέκτες εξευτελισμών και παντοειδών υπονομεύσεων. Με τους πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων ως αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα, με τη μοναρχία να ασκεί καθήκοντα τοποτηρητή των Ευρωπαίων, με εθνικές συμφορές και τυραννικά καθεστώτα, η χώρα δεν γνώρισε ούτε κοινωνική γαλήνη ούτε γνήσιο δημοκρατικό βίο.
H Ελλάδα, χωρίς πολυμερή, ανθρωπιστική και πολυεπίπεδη παιδεία, χωρίς πολιτιστική αυτοδυναμία, δεν ήταν σε θέση να επιτύχει πολλά. H διαφθορά διαιωνιζόταν, η κοινωνική αδικία κορυφωνόταν και η συνολική καθυστέρηση της χώρας ήταν μια αναπόφευκτη πραγματικότητα. Ολα αυτά ήταν οι άθλιες συνέπειες της συνεχούς παρέμβασης των Μεγάλων Δυνάμεων, που ουσιαστικά ποδηγετούσαν τη χώρα και καθόριζαν τις τύχες ενός ολόκληρου έθνους. Γι’ αυτό, λοιπόν, είναι επιτακτικό να διερευνηθούν και να ιχνηλατηθούν προσεκτικά όλα τα ιστορικά αίτια και τα γεγονότα που συνέβαλαν ώστε η Ελλάδα (από την ίδρυση του κράτους το 1833 έως και το 1974), να τελεί σε μια αδιάλειπτη αναταραχή, σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου βίου. H ξενοκρατία, μια
αναμφισβήτητη πραγματικότητα για την Ελλάδα, ματαίωσε πολλές φορές τις ελπίδες για εξυγίανση και ανόρθωση. Oi ξένες παρεμβάσεις στην Ελλάδα από την εποχή του Καποδί- στρια έως και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, έστρεψαν πολλές φορές τις τύχες της χώρας προς το χειρότερο, επιβάλλοντας ακόμη και με βίαιο τρόπο τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων, όταν οι τελευταίες το έκριναν απαραίτητο.
To παρόν βιβλίο επιτελεί έναν δύσκολο ρόλο: να αποκαλύψει την ιστορική αλήθεια και να αποκαταστήσει τα γεγονότα στην πραγματική τους διάσταση. Επειδή πολλές φορές η αλήθεια είναι επιμελώς κρυμμένη πίσω από πολιτικές ιδιοτέλειες και ιδεολογικά προσωπεία, χρειάζεται να αποκαλυφθεί, ώστε να καταστούν γνωστά όλα τα στοιχεία που συνέθεταν τις ποικίλες ανομίες και προδοσίες που υπέστη το ελληνικό έθνος ανά τους αιώνες από τους κατ’ όνομα μόνον «ευεργέτες» και «σωτήρες» του.
Συμβολική απεικόνιση των Προστάτιδων Δυνάμεων, οι παρεμβάσεις των οποίων έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στη Νεοελληνική Ιστορία, ιδίως κατά τον 19ο αιώνα. Από αριστερά διακρίνονται ο τσάρος Νικόλαος Α ’, η βασίλισσα Βικτωρία και ο Γάλλος βασιλιάς Λουδοβίκος Φίλιππος (Αθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔ> < ι >
O Καποδίστριας και οι Μεγάλες
Δυνάμεις
Παράσταση μιας συνεδρίασης του Συνεδρίου της Βιέννης, όπου διακρί&ηκε ο Καποδίστριας.
H ΕΚΛΟΓΉ TOY ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΑΠΟ ΤΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ KAI H ΑΦΙΞΗ TOY ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
O Ιωάννης Καποδίστριας Υεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1776 στην Κέρκυρα. Ηταν το έκτο παιδί του κόμη Αντωνίου Καποδίστρια και της Διαμαντίνας Γονέμη, που καταγόταν από την Κύπρο. Και οι δυο οικογένειες προέρχο
νταν από την τάξη των ευγενών, καθώς ήταν εγγεγραμμένες στη «Χρυσή Βίβλο» (Libro d'Oro) και έφεραν τίτλους ευγενείας. O Αντώνιος Καποδίστριας καταγόταν από παλαιότατη βυζαντινή οικογένεια που εγκαταστάθηκε αρχικά στις δαλματικές ακτές και αργότερα στο ακρωτήριο της Ιστρίας, στην Αδριατική (Capo d’ lstria), από όπου έλαβε και το όνομα η οικογένεια των Καποδίστρια.
10
O Ιωάννης Καποδίστριας μεγάλωσε σε ένα πατριαρχικό περιβάλλον, με έντονη θρησκευτική αγωγή και από τους δύο γονείς του. Τα πρώτα γράμματα τα διδάχθηκε από δασκάλους του τόπου του. Εκτός από τα εγκύκλια μαθήματα διδάχθηκε και ξένες γλώσσες, όπως ήταν συνηθισμένο για τα άτομα της κοινωνικής του τάξης.
To 1794έφυγεγια τη Βενετίαγιανασπουδά- σει Ιατρική στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας. Στην Ιταλία, όμως, έπνεε τότε ο άνεμος των επαναστατικών ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης και των διακηρύξεων των υλιστικών θεωριών. O Καποδίστριας Βρέθηκε ξαφνικά από το συντηρητικό περιβάλλον του σπιτιού του και της κλειστής κοινωνίας της Κέρκυρας, μέσα στην έξαρση του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού. Παρέμει- νε όμως ανεπηρέαστος, λόγω της ισχυρής του προσωπικότητας, καθώς ήταν πολέμιος όλων
Προσωπογραφία του Ιωάννη Καποδίστρια (1776-1831) (λι&ογραψία τou A.PBrjulloff, περί το 1826-28).
των ιδεών που αποσκοπούσαν στην καταστρα- τήγηση κάθε ισορροπίας στο πολιτικό σκηνικό.
Σε ηλικία 21 ετών, ο Καποδίστριας επέστρεψε στην Κέρκυρα, όπου άρχισε να ασκεί το επάγγελμα του χειρουργού. Παράλληλα με την άσκηση της Ιατρικής ανέπτυξε και έντονη φιλολογική δράση. To 1802 πρωτοστάτησε στην ίδρυση της «Φιλολογικής Εταιρείας των Φίλων». Στις 23 Μαϊου 1802 ιδρύθηκε καιο «Εθνικός Ιατρικός Σύλλογος». Σκοπός του ήταν η μέριμνα για την υγεία των κατοίκων των Επτανήσων και η επιστημονική κατάρτιση καιπληροφόρηση των μελών του. Γενικός γραμματέας του συλλόγου ήταν ο Καποδίστριας, που προέβαινε συχνά σε ανακοινώσεις με πρωτότυπο περιεχόμενο.
O Καποδίστριας οδηγήθηκε γρήγορα στον πολιτικό στίβο. Σε πολύ νεαρή ηλικία, διέπρεψε στην κυβέρνηση της βραχύβιας κυβέρνησης της
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ EA.'
Προσωπικά αντικείμενα του I. Καποδίστρια (ρολόγια, σφραγίδες, δαχτυλίδια). Σήμερα εκτί9ενται στο ΕΘνικό Ιστορικό Μουσείο.
Επτανησιακής Δημοκρατίας, του πρώτου μορφώματος νεοελληνικού κράτους. Εργάσθηκε με ιδιαίτερο ζήλο για την οικονομική ανάπτυξη των Ιονίων Νήσων, για την καλυτέρευση των δημοσίων οικονομικών, για την κοινωνική ανύψωση του λαού, για την προαγωγή της παιδείας και για την ενίσχυση των γραμμάτων και των τεχνών.
To 1807, ύστερα από τη συνθήκη του Τιλσίτ, η Επτανησιακή Δημοκρατία έπαυσε να υπάρχει, και τον επόμενο χρόνο ο Καποδίστριας δέχθηκε πρόσκληση να αναλάβει υπηρεσία στο ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών. Ετσι, το 1809 μετέ6η στην Αγία Πετρούπολη.
Στη διπλωματική υπηρεσία της Ρωσίας ο Ka- ποδίστριας είχε εξαιρετική επιτυχία ήδη την περίοδο 1811-1812. H θητεία του στη ρωσική πρεσβεία της Βιέννης τον ανέδειξε σύντομα ως τον πιο ιδιοφυή ειδικό στα ζητήματα της Βαλκανικής. Oi εισηγήσεις του σχετικά με τους λαούς των χωρών της έδειχναν τη διορατικότητά του.
H τοποθέτησή του το 1812 στο Βουκουρέστι, ως διευθυντή του διπλωματικού γραφείου του αρχιστρατήγου του Ρωσικού Στρατού του Δούναβη, έφερε τον Καποδίστρια σε επαφή με τα οξυμμένα προβλήματα των λαών της περιοχής. Λίγο αργότερα, κατά την προέλαση του Na- πολέοντα, ο Ρωσικός Στρατός του Δούναβη κι- νήθηκε βόρεια, προς αντιμετώπιση των γαλλικών στρατευμάτων. Ετσι ο Καποδίστριας βρέθηκε κοντά στα πεδία των μαχών και γνώρισε εκ του σύνεγγυς τη σκληρή ζωή του στρατοπέδου και τους νόμους του πολέμου.
Σε αναγνώριση της αξίας του και των ως τότε λαμπρών υπηρεσιών που προσέφερε σε διπλωματικό επίπεδο στη Ρωσία, επιφορτίσθηκε από τον Ρώσο αυτοκράτορα με τη δυσχερέστατη αποστολή να διαχειρισθεί το Ελβετικό Ζήτημα ως εκπρόσωπος της Ρωσίας. Στην Ελβετία, παρά τις έντονες αντιδράσεις των συναδέλφων του διπλωματών, κατόρθωσε να συμβάλει αποφασιστικά στην εσωτερική ειρήνευση της χώρας και στην εξασφάλιση της εδαφικής της ακεραιότητας.
Συνέπεια της επιτυχίας του στην Ελβετία ήταν να συμπεριληφθεί η ρωσική αντιπροσωπεία στο Συνέδριο της Βιέννης (1814-1815). Εκείπρώ- τα (και μετά στο Παρίσι) αποκαλύφθηκε διεθνώς η πολιτική αγχίνοια και η υψηλοφροσύνη του μεγάλου διπλωμάτη. Μετά από εισηγήσεις του ρυθμίσθηκαν οξύτατα προβλήματα, με αποτέλεσμα την αποκατάσταση της ευρωπαϊκής ισορροπίας δυνάμεων. Δίκαια θα μπορούσε να ovo- μασθεί ο «αρχιτέκτονας της ευρωπαϊκής ειρήνης» για όλο τον 19ο αιώνα.
Οταν εξερράγη η επανάσταση των Ελλήνων, το 1821, ο Καποδίστριας ταυτίσθηκε με τους σκοπούς του απελευθερωτικού αγώνα και ξεκίνησε να εργάζεται άοκνα για την ευόδωση της τιτάνιας προσπάθειας του ελληνικού έθνους. Είχε όμως να αντιμετωπίσει την αρνητικότητα του τσάρου Αλεξάνδρου Α’ έναντι του κρίσιμου αγώνα των Ελλήνων, με αποτέλεσμα να προβληματίζεται ακόμη και για την παραμονή του στη θέση του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας. Τις ανησυχίες και τον προβληματισμό του εξέθεσε σε μια επιστολή-υπόμνημα, που έστειλε στον μητροπολίτη Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας, στην Πίζα, στις 17 Ιουλίου του 1821. Σ ’ αυτήν επανέλαβε τις γνωστές του θέσεις ότι καμία ηθική δύναμη δεν μπορούσε να εξαναγκάσει την Τουρκία να σεβα- σθεί το διεθνές δίκαιο, παρά μόνο η δύναμη των όπλων. Είναι σημαντικό ότι σ’ αυτή την επιστολή καθόριζε τη θέση του απέναντι στην ελληνική επανάσταση σε σχέση με την υψηλή θέση που κατείχε στη Ρωσία. Υποστήριξε ότι θα παρέμενε στη θέση του υπουργού Εξωτερικών όσο θα ήταν ωφέλιμος στους Ελληνες. Ομως η αντίστροφη μέτρηση είχε ήδη αρχίσει. H πρότασή του να διορισθούν πρεσβευτές της Ρωσίας στο Λονδίνο και στη Βιέννη ο Στρογκανώφ και ο Πέτρος Τολστόι, απορρίφθηκε από τον τσάρο. O διορισμός του Δ. Τάτιστσεφ στη Βιέννη και η περίεργη στάση του όταν επέστρεψε στην Αγία Πετρούπολη από τη Βιέννη, χωρίς να ενημερώσει τον προϊστάμενό του υπουργό για τις συνομιλίες που είχε με τον Μέττερνιχ, ήταν ένα ύπουλο κτύπημα κατά του Καποδίστρια. O Καποδί- στριας διαμαρτυρήθηκε για τη στάση αυτή στον τσάρο, όπως επίσης για τις εκπεφρασμένες θέσεις του Τάτιστσεφ.
Στις αρχές του 1822 ο Καποδίστριας εισηγή- θηκε στον τσάρο τη διεξαγωγή συνομιλιών με επίκεντρο τη ρύθμιση του ελληνικού ζητήματος, ώστε να κλείσει με υπογραφή συνθήκης. O τσάρος όμως επιθυμούσε για τις κρίσιμες αυτές διαπραγματεύσεις να διορίσει πολιτικούς φιλικά προσκείμενους προς τον Μέττερνιχ. O Καποδί- στριας σύντομα αντιλήφθηκε ότι ο τσάρος Αλέξανδρος ήταν αποφασισμένος να ακολουθήσει την Αυστρία στη ρύθμιση του Ανατολικού Ζητή
Χαρακτηριστική προσωπογραφία του Ιωάννη Καποδίστρια.
ματος. Καθημερινά, λοιπόν, η σχέση του με τον τσάρο καθίστατο δυσχερέστερη. Γι’ αυτό, τον Ιούνιο του 1822 αποφάσισε να παραιτηθεί και να αποσυρθεί από τη διπλωματία. O τσάρος, αφού μάταια προσπάθησε να τον μεταπείσει, συναίνε- σε τελικά δίδοντάς του άδεια για το εξωτερικό με αόριστη διάρκεια.
Πριν, όμως, αναχωρήσει από την Αγία Πετρούπολη, ο Καποδίστριας συνέταξε και έστειλε ένα υπόμνημα προς τους αγωνιζόμενους Ελλη
νες. Με αυτό τους κατατόπιζε για το διαμορφωμένο σκηνικό στην ευρωπαϊκή πολιτική κονίστρα και ειδικότερα για τη στάση των Ευρωπαίων απέναντι στο ελληνικό ζήτημα. Ανέλυε λεπτομερειακά τη στάση της Ρωσίας, καταφερόταν με δριμύ- τητα κατά της Αγγλίας και της Αυστρίας, που υπονόμευαν τους Ελληνες με οποιοδήποτε μέσον μπορούσαν να μετέλθουν αποσιωπώντας αντίστοιχα τις Βαναυσότητες των Τούρκων. Τέλος, εμψύχωνε τους Ελληνες, προσπαθώντας να
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ Σ
τους τονώσει το ηθικό και να εξάρει τον πατριωτισμό τους με παραδείγματα επιφανών προσωπικοτήτων από την Αρχαία Ελλάδα.
O Καποδίστριας εγκατέλειψε την Αγία Πετρούπολη στις 19Αυγούστου 1822. Μετά από λίγο έφθασε στη Φρανκφούρτη, για να κατευθυν- θεί αμέσως μετά στην Ελβετία (Γενεύη). Στις αρχές του 1825 αποφάσισε να κινητοποιήσει τις ελληνικές κοινότητες στην Ελβετία, με τη βοήθεια των οποίων ήλπιζε ότι θα ασκούσε πίεση στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για το θέμα της Ελλάδας. Επίσης, το1825 το φΛελληνικό κίνημα αναζωπυρώθηκε σε όλη την Ευρώπη, με κρυφή κινητήρια δύναμη τον Καποδίστρια.
Στις 19 Ιανουαρίου του 1825 ο Καποδίστριας δέχθηκε την επίσκεψη του Σίφερλι, απεσταλμένου του επίδοξου ηγεμόνα της Ελλάδας, πρίγκιπα Λεοπόλδου του Σαξ-Κόμπουργκ. O πρίγκιπας προσπάθησε να βολιδοσκοπήσει τις απόψεις του Καποδίστρια σχετικά με πιθανή κάθοδό του στην Ελλάδα με τον τίτλο του ηγεμόνα. Σε ερώτηση του Σίφερλι αν ο Καποδίστριας μπορούσε να αφιερώσει τον εαυτό του στο ελληνικό ζήτημα, ο τελευταίος απάντησε ότι αυτό δεν ήταν δυνατόν, γιατί κάθε ενέργειά του θα την απέδιδαν στην υποκίνηση της Ρωσίας.
H εξοχική κατοικία τοu I. Καποδίστρια στην Κουκουρίτσα της Κέρκυρας, σήμερα «Μουσείο Καποδίστρια» (ψωτ. A. Πρασσά).
Επίσης, το 1825, ο Καποδίστριας δέχθηκε στη Γενεύη την επίσκεψη του Στράτφορντ Κάν- νινγκ, πρεσβευτή της Μ. Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη. Oi Ελληνες, απελπισμένοι για την έκβαση της επανάστασης, είχαν ήδη απευθυνθεί στην Αγγλία, ζητώντας την αποκλειστική προστασία της. O Κάννινγκ μάλλον πραγματοποίησε το συγκεκριμένο ταξίδι γιατί είχε λάβει εντολές από την κυβέρνησή του να βολιδοσκοπήσει τον Καποδίστρια αναφορικά με το θέμα της πιθανής ανάληψης της προστασίας της Ελλάδας από τηνΑγγλία. O Καποδίστριας, μπροστά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αντέδρασε κατηγορηματικά, γιατί θεωρούσε ότι η αγγλική προστασία θα απέβαινε επιζήμια για τους Ελληνες.
Ev τω μεταξύ, την 1η Δεκεμβρίου του 1825 ο τσάρος Αλέξανδρος Α’ πέθανε. O θάνατός του
συγκλόνισε ψυχολογικά τον Καποδίστρια. Μετά από αυτό το γεγονός, ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου είχε επαφές με διπλωματικούς αξιωματούχους της Γαλλίας για διάφορα θέματα. Tov Ιούνιο του1826 εγκατέλειψε τη γαλλική πρωτεύουσα με προορισμό τις Βρυξέλλες. Από εκεί, μετά από διάφορες επαφές με ξένους διπλωματικούς εκπροσώπους, κατευθύνθηκε πάλι προς τη Γενεύη, όπου αφοσιώθηκε στην ενίσχυση του φιλελληνι- κού κινήματος. H προσοχή του ήταν πλέον στραμμένη προς την Ελλάδα και το μέλλον της.
Στην επαναστατημένη Ελλάδα τα πράγματα ήταν εξαιρετικά δύσκολα: οι Τούρκοι πολιορκούσαν το Μεσολόγγι, ο Ιμπραήμ λεηλατούσε τον Μοριά και οι επαρχιακές διοικήσεις της Πε- λοποννήσου, της Δυτικής και της Ανατολικής Ελλάδας είχαν πάψει να λειτουργούν. Από τον Απρίλιο του 1825, τη διοίκηση του Μεσολογγίου είχε αναλάβει μια τριμελής επιτροπή, σώμα που είχε επιφορτισθεί με το καθήκον της οργάνωσης της άμυνας της πόλης. Ανάλογη επιτροπή είχε εκλεγεί για να οργανώσει την άμυνα της Ανατολικής Ελλάδας. Μια άλλη επιτροπή, με έδρα τη Σύρο, είχε το καθήκον να συλλέγει χρήματα από τα νησιά.
Στις 6/18 Απριλίου 1826, τέσσερεις ημέρες πριν την πτώση του Μεσολογγίου, συνήλθε στην Πιάδα, κοντά στην Επίδαυρο, η Γ ’ Εθνοσυνέλευση, την οποία αποτελούσαν 127 αντιπρόσωποι. H σύγκλησή της είχε καθυστερήσει λόγω διαφωνιών που σχετίζονταν με την έδρα της. Μετά από κάποιους έντονους διαξιφισμούς μεταξύ των αντιπροσώπων, η Εθνοσυνέλευση αποφάσισε να αναβάλει τις εργασίες της ω'ς τον επόμενο Σεπτέμβριο. H Εθνοσυνέλευση βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Κολοκοτρώνη, του Ζαϊμη και του Λό- ντου, παλαιών συμμάχων που είχαν ηττηθεί στον εμφύλιο πόλεμο του 1824. Oi τρεις ηγέτες (ακόμη και ο Κολοκοτρώνης) υποστήριζαν την έκκληση για μεσολάβηση της Μεγάλης Βρετανίας, με σκοπό την άμβλυνση των οξέων προβλημάτων που ταλάνιζαν την επανάσταση και απειλούσαν τη βιωσιμότητά της. Είχαν την αίσθηση ότι η Αγγλία προσπαθούσε να επιτύχει έναν διακανονισμό που θα γινόταν τελικά αντικείμενο διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία και ίσως με τη Γαλλία. Καταλάβαιναν ότι το καλύτερο θα ήταν να αποδεχθούν τη βρετανική πρόταση για εγκαθίδρυση ενός ελληνικού κράτους φόρου υποτελούς στον σουλτάνο και μετά να διαπραγματευ- θούν τους συνοδευτικούς όρους που θα διαμόρφωναν την τελική πολιτειακή μορφή του νεότευκτου κρατικού μορφώματος.
Εχοντας καταργήσει όλα τα άλλα διοικητικά όργανα, η Συνέλευση περάτωσε τις εργασίες της σε ένα δεκαήμερο και άφησε στις προανα- φερθείσες επιτροπές τη διακυβέρνηση της χώ
14
ρας. Oi δυσχέρειες ήταν τεράστιες: το δημόσιο ταμείο ήταν άδειο, εθνικό εισόδημα δεν υπήρχε καιπαντού η πίεση του εχθρού καθίστατο εντονότερη. Λόγω της ζοφερής κατάστασης στα δημόσια οικονομικά, από τον Ιούλιο του 1826 οι δαπάνες των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων καλύπτονταν αποκλειστικά από ξένα χρήματα. Tov ίδιο χρόνο η ενίσχυση έλαβε ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις, και μαζί με την αμερικανική συμβολή ανήλθε στο ύψος των 70.000 λιρών.
Με την πάροδο του χρόνου είχαν σχηματι- σθεί αντίπαλες ομάδες οι οποίες, λόγω διαφωνιών στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, έτρεφαν μεγάλη έχθρα η μια για την άλλη. Επί αρκετούς μήνες τα «παλαιά κόμματα», το αγγλικό, το γαλλικό, το καποδιστριακό και το ρωσικό, είχαν πάψει να έχουν ευκρινείς απόψεις. Ολα τα κόμματα δέχθηκαν εξαρχής την αγγλική διαμε- σολάβηση, επειδή καταλάβαιναν ότι θα σηματοδοτούσε την επέμβαση της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας. O ηγέτης κάθε παράταξης προσδοκούσε να αποκτήσει εξέχουσα θέση στο νέο καθεστώς που θα εγκαθιδρυόταν.
O Κολοκοτρώνης είχε επιδιώξει κάποιο διάστημα να φέρει στην Ελλάδα τον Καποδίστρια. Πάρα πολλοί Ελληνες πίστευαν πως εκείνο που χρειαζόταν αμέσως η χώρα ήταν ένας έμπειρος διπλωμάτης για να διεξάγει με επιτυχία τις διαπραγματεύσεις με τις Μεγάλες Δυνάμεις. O Κολοκοτρώνης είχε αντιληφθεί και κάτι ακόμη: ότι, για να έλθει ο Καποδίστριας στην Ελλάδα, έπρεπε να συμφωνήσουν και οι Αγγλοι. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι, προκειμένου να αποκα- ταστήσει τις σχέσεις του με τους αγγλικούς κύκλους, προσπάθησε ακόμη μια φορά να φέρει στην Ελλάδα τον στρατηγό Τσωρτς. Υπολόγιζε ότι με τον Καποδίστρια ως κυβερνήτη και με τον Τσωρτς ως αρχιστράτηγο, η επιρροή του θα ήταν τεράστια.
Στο μεταξύ ο Τζωρτζ Λη, πρώην γραμματέας των Ελλήνων πληρεξουσίων στην Αγγλία, είχε καταφθάσει μαζί με τον Εντουαρντ Μπλάκιερ στην Ελλάδα για να αποσπάσει από την κυβέρνηση μια πρόσκληση για τον Τσωρτς, ώστε να α- ναλάβει τη διοίκηση των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων. O Μπλάκιερ, όσο βρισκόταν ακόμη στα Επτάνησα, είχε συναντήσει πολλούς κα- ποδιστριακούς, οι οποίοι τον είχαν πείσει ότι η μόνη ελπίδα για την Ελλάδα ήταν να εκλεγεί κυβερνήτης ο Καποδίστριας. Οταν ο Μπλάκιερ έ- φθασε στην Ελλάδα, διαπίστωσε ότι το καποδι- στριακό κόμμα είχε ευρεία απήχηση στα μεσαία στρώματα. H αλήθεια είναι ότι το μόνο πρόσφορο πρόσωπο για τη θέση του κυβερνήτη ήταν ο Καποδίστριας, αφού όλοι οι άλλοι υποψήφιοι (Μαυροκορδάτος, Υψηλάντης, Κωλέττης, Ko- ντουριώτης) δεν είχαν καταφέρει να σταθούν
στο ύψος των περιστάσεων αφότου είχε ξεσπάσει η επανάσταση. Αντίθετα, ο Καποδίστριας δεν είχε ζήσει ποτέ ανάμεσα στους Ελληνες και δεν είχε εμπλακεί στις εσωτερικές τους έριδες. Ουσιαστικά, γύρω από το όνομά του είχε σχημα- τισθεί ένας θρύλος. O Καποδίστριας ήταν ανώτερος άνθρωπος για να εμπλέξει το όνομά του σε μηχανορραφίες: θα περίμενε υπομονετικά έως ότου τον καλέσουν οι ίδιοι οι Ελληνες να θέσει στη διάθεση του έθνους τη διπλωματική του πείρα και τα διοικητικά του προσόντα.
Κατάτη διάρκεια τουχειμώνατου 1826-1827, η ιδέα της άφιξης του Καποδίστρια είχε διαδοθεί σχεδόν σ’ όλη την Ελλάδα από τους καποδι- στριακούς, που οργάνωναν τη δράση τους από την Κέρκυρα χρησιμοποιώντας ως κάλυψη μια φιλανθρωπική επιτροπή. Μέλη της επιτροπής αυτής ήταν και ο λόρδος Γκίλφορντ και ο J.A. Tool, κρατικός λειτουργός στα Επτάνησα. Τις συγκεκριμένες δραστηριότητες τις αναλάμβαναν κάποιοι πράκτορες, οι οποίοι μοίραζαν χρήματα και προπαγάνδιζαν αυτόβουλα υπέρ της εκλογής του Καποδίστρια. Με αυτόν τον τρόπο, οι καποδιστριακοί δεν προσδοκούσαν μόνο να ενι- σχύσουν την αντίσταση κατά των Τούρκων αλλά και να προσελκύσουν οπλαρχηγούς στο πλευρό τους. Επίσης, προσπαθούσαν να διασκεδάσουν κάθε υπόνοια έναντι της Αγγλίας, ότι δήθεν α- ποτελούσαν ένα ρωσόφιλο κόμμα, διότι είχαν καταλάβει ότι δίχως την υποστήριξή της δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν κανένα από τα σχέδιά τους. Μέσω του Ελβετού φιλέλληνα
O Γοαμματέας της Εττικρατείας («πρω&υπο up γό ς » ) επί Ιωάννη Καποδίστρια, Σπυρίδων Τρικούπης (φωτ. Ιστορία του ελληνικού έθνους, τ. 12).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ EAAAAA
Ελαφρύ πεζικό στα χρόνια του Ο&ωνα
(πίνακας του Ludwig Koelnberger).
Εϋνάρδου, είχαν συνάψει φιλικές σχέσεις με τον λόρδο Κόχραν και ταυτόχρονα παρότρυναν τον στρατηγό Τσωρτς να μεταβεί στην Ελλάδα. 0 Μπλάκιερ πρότεινε να καλέσουν τον Καποδί- στρια το ταχύτερο δυνατόν για να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. O Κολοκοτρώνης, αν και είχε ταχθεί υπέρ του Καποδίστρια, δίσταζε να εκφράσει ανοικτά την άποψή του, γιατί πίστευε ότι ο Καποδίστριας δεν θα ήταν αποδεκτός από την Αγγλία. Από την άλλη πλευρά όμως, η αγγλική διπλωματία ήταν ευνοϊκά διατεθειμένη υπέρ του Καποδίστρια, για τον οποίο έτρεφε πολλές ελπίδες ότι θα μπορούσε να καταστεί άριστο όργανο της βρετανικής πολιτικής.
Στις 25 Φεβρουαρίου/9 Μαρτίου 1827 ο Τσωρτς αποβιβάσθηκε στο Πόρτο Χέλιτης Ερμιονίδας. Ακριβώς την προηγούμενη ημέρα ο λόρδος Κόχραν εισέπλεε στο Αιγαίο με το μπρίκι «Σωτήρ» και με δύο γολέτες. O Τσωρτς, τον οποίο εκτιμούσαν πολύ οι περισσότεροι Ελληνες, χάρη στην υπομονή που τον διέκρινε γεφύρωσε το χάσμα που υφίστατο μεταξύ των αντιμαχόμενων μερών πείθοντας τους εκπροσώπους των δυο παρατάξεων να συγκροτήσουν μια ενιαία Συνέλευση.
Τελικά, στις 24 Μαρτίου/5 Απριλίου 1827, η ενιαία Συνέλευση στην Τροιζήνα ήταν γεγονός, αρχίζοντας τις εργασίες της μέσα σε μια θυελλώδη ατμόσφαιρα. Μια νέα δυσκολία παρουσιά- σθηκε όταν έφθασε η στιγμή να εκλεγεί ο Καπο- δίστριας κυβερνήτης της Ελλάδας: ο Κουντου- ριώτης και οι νησιώτες αποχώρησαν από τη Συνέλευση και εγκαταστάθηκαν σε ένα γειτονικό μοναστήρι. Οταν, όμως, ζήτησαν τη γνώμη του
Τσωρτς, του Κόχραν και του Μπλάκιερ, και οι τρεις εκφράσθηκαν κατηγορηματικά υπέρ του Καποδίστρια. H γνώμη του Τσωρτς είχε περισσότερη βαρύτητα, επειδή τον θεωρούσαν εκπρόσωπο της αγγλικής κυβέρνησης. O Ρόουαν Χά- μιλτον, επικεφαλής του Βρετανικού Ναυτικού στην Ανατολή, τον οποίο επίσης συμβουλεύθη- καν, είπε στον Κολοκοτρώνη: «Πάρτε τον Καπο- δίστρια ή όποιον διάβολο θέλετε, διατί εχαθή- κατε». Εξουσιοδοτήθηκε λοιπόν ο Κολοκοτρώνης να διαπραγματευθεί το θέμα του Καποδί- στρια με τον Χάμιλτον, με την ελπίδα ότι εκείνος θα διαφωνούσε και έτσι θα ακυρωνόταν η εκλογή του Καποδίστρια. O Χάμιλτον όμως αποστασιοποιήθηκε. Συμβούλευσε επίσης τους αποχωρήσαντες νησιώτες να επιστρέψουν στην Τροιζήνα, προβάλλοντας το επιχείρημα πως, αν ενεργούσαν διαφορετικά, δεν θα υπήρχε ελληνική κυβέρνηση για να διαπραγματευθεί με τις Δυνάμεις. Oi νησιώτες, μη μπορώντας να κάνουν αλλιώς, συμφώνησαν με μεγάλη δυσφορία.
Είναι γεγονός ότι η υπόδειξη του Καποδί- στρια ικανοποιούσε τους ρωσόφιλους και προ- κρίθηκε ως αντιστάθμισμα για την παρουσία Αγγλων στρατιωτικών επικεφαλής των χερσαίων και ναυτικών δυνάμεων. Oi Αγγλοι ουσιαστικά δεν αντέδρασαν, αφού ήταν ικανοποιημένοι με την παρουσία δύο Αγγλων στρατιωτικών επικεφαλής των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Επίσης, η γενικότερη τάση στην Ελλάδα αντιμετώπιζε θετικά την προστασία από την Αγγλία.
Στις 30 Μαρτίου/11 Απριλίου, ο Καποδί- στριας εκλέχθηκε Κυβερνήτης της Ελλάδας για
16
επτά χρόνια, και τρεις ημέρες αργότερα συ- γκροτήθηκε μια προσωρινή Αντικυβερνητική Επιτροπή για να αναπληρώνει τον νέο Κυβερνήτη έως ότου έλθει στην Ελλάδα. Μέλη της ήταν ο νεαρός Γεώργιος Μαυρομιχάλης, ο Ψαριανός Ιωάννης Μηλαϊτης και ο Ιωαννούλης Νάκος: όλοι άσημα πρόσωπα, αποδεκτά από όλες τις παρατάξεις για ευνόητους λόγους.
H Συνέλευση, αφού πρώτα αποφάσισε να αναθέσει την εκτελεστική εξουσία σε έναν άνθρωπο και να καλέσει τον Καποδίστρια για να αναλά- 6ει το αξίωμα του Κυ6ερνήτη, διόρισε και μια επιτροπή για να ετοιμάσει το σχέδιο του νέου Συντάγματος. To Σύνταγμα αυτό ήταν έργο του Μαυροκορδάτου, ο οποίος, ως αντίθετος με την εκλογή του Καποδίστρια, κατέβαλλε προσπάθειες για να περιορίσει τις εξουσίες του Κυβερνήτη.
O Καποδίστριας έμαθε τα νέα για την εκλο-
O Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (Κωνσταντινούπολη, 1791 - Αίγινα, 1865) ήταν σφοδρός αντίπαλος του I. Καποδίστρια. Ανυπόγραφο πορτραίτο (ελαιογραφία, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).
γή του κατά τα τέλη Απριλίου του 1827, όταν βρισκόταν ακόμη στο Παρίσι. To ψήφισμα όμως της Συνέλευσης της Τροιζήνας περιήλθε στην κατοχή του στα τέλη Ιουνίου. Εκείνη την περίοδο βρισκόταν στην Αγία Πετρούπολη, όπου είχε φθάσει στα τέλη Μαϊου. Κατά πάσα πιθανότητα, έλαβε μέρος σε κάποιες διπλωματικές συζητήσεις. Κυκλοφόρησε μάλισταη φήμη ότι επρόκει- το να αναλάβει και πάλι καθήκοντα στη ρωσική υπηρεσία. H φήμη όμως αυτή αποδείχθηκε αστήρικτη. Στις 26 Ιουνίου, ο τσάρος δέχθηκε την παραίτησή του. Δεν υπάρχει όμως κάποια ένδειξη ότι πραγματοποιήθηκε κάποια μυστική συνεννόηση, με σκοπό να χρησιμοποιηθεί ο Καπο- δίστριας για την εμπέδωση της ρωσικής επιρροής σε μια Ελλάδα υποτελή στον σουλτάνο.Φαίνεται ότι ο τσάρος δεν πίστευε ότι ήταν σκόπιμο για τον Καποδίστρια να δεχθεί το αξίωμα
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ί
To Κυβερνείο («Παλάτι του Καποδίστρια»)
στο Ναύπλιο. To κτίριο καταστράφηκε το 1926
από πυρκαγιά.
του Κυβερνήτη, και ότι ο Καποδίστριας απέ- κρουε την ιδέα να παραμείνει η Ελλάδα φόρου υποτελής στον σουλτάνο. Τελικά, ο τσάρος πρέπει να έπεισε τον Καποδίστρια ότι σε 6άθος χρόνου η απουσία πλήρους ανεξαρτησίας δεν είχε μεγάλη σημασία. Από την άλλη, ο Καποδί- στριας πρέπει να έπεισε τον τσάρο πως η ανάληψη των καθηκόντων του Κυβερνήτη από τον ίδιο θα διευκόλυνε την εφαρμογή της συνθήκης που επρόκειτο να υπογραφεί. Τότε πρέπει να κατέληξαν σε κάποια συνεννόηση. Σε επιστολή του προς τον τσάρο, με ημερομηνία 14 Ιουλίου1827, ο Καποδίστριας δέχθηκε χωρίς επιφυλάξεις τη Συνθήκη της 6ης Ιουλίου 1827 και συνέχισε υπογραμμίζοντας την ανάγκη για οικονομι-
ροής στο νέο κράτος. H απόφαση, 6έ6αια, της Αγγλίας να φθάσει ο νέος ΚυΘερνήτης στην Ελλάδα με αγγλικό πολεμικό πλοίο, αποτελούσε έμμεση αναγνώριση του αξιώματος του Καποδί- στρια και της ανεξαρτησίας της Ελλάδας. Με αυτόν τον τρόπο η αγγλική διπλωματία κέρδισε σημαντικό προβάδισμα έναντι των άλλων ευρωπαϊκών Δυνάμεων στο νεοσύστατο κράτος.
Tov Νοέμβριο του 1827 ο Καποδίστριας έ- φθασε στη Γενεύη. Εκεί συναντήθηκε με τον Εϋνάρδο, όπου συζήτησαν τα γενικότερα προβλήματα του φιλελληνικού κινήματος. Στις 6 Νοεμβρίου 1827 αναχώρησε από τη Γενεύη, με πρώτο σταθμό του ταξιδιού του το Τορίνο. Εκεί πληροφορήθηκε το γεγονός της ναυμαχίας του
κή και στρατιωτική ενίσχυση. Στις αρχές Αυγού- στου του 1827 πήγε στο Βερολίνο (όπου δεν βρήκε ενθουσιώδη ανταπόκριση) και στις 15Au- γούστου έφθασε στο Λονδίνο. O πρωθυπουργός Ουέλλινγκτον του φέρθηκε εχθρικά και ο Γεώργιος Δ ’ άπρεπα, διότι τον θεωρούσαν φερέφωνο της ρωσικής πολιτικής. Στο Λονδίνο δεν συνέβη τίποτα και έτσι στις 22 Σεπτεμβρίου1827 ο Καποδίστριας έφυγε για να μεταβεί στις Βρυξέλλες. Εκεί, αλλά και στο Παρίσι, είχε πολλές επαφές με διάφορους υψηλούς διπλωματικούς αξιωματούχους, με σκοπό την απόσπαση ευνοϊκών αποφάσεων για παροχή υλικής αρωγής προς την Ελλάδα. Οτιδήποτε κι αν έκανε ήταν μάταιο, γιατί όλοι με τους οποίους είχε έλθει σε επαφή, τον θεωρούσαν είτε όργανο των Ρώσων είτε έναν κοινό επαναστάτη.
Παρά το αρνητικό κλίμα, ο πρεσβευτής της Αγγλίας στο Παρίσι, Γκράνβιλ, πληροφόρησε τον Καποδίστρια ότι η κυβέρνησή του αποφάσισε ότι ο Κυβερνήτης της Ελλάδας θα ταξίδευε για τη χώρα του με αγγλικό πολεμικό πλοίο. H αγγλική διπλωματία θεώρησε ότι αυτή η κίνηση θα μπορούσε να αποτελέσει μια ευκαιρία άσκησης επιρ-
Ναυαρίνου. Στο Τορίνο επισκέφθηκε τυπικά τους πρεσβευτές της Αγγλίας και της Γαλλίας, χωρίς όμως να συναντήσει τον πρεσβευτή της Αυστρίας. Μετά από το Τορίνο, έφθασε στο λι- μάνιτης Αγκώνας, στις20 Νοεμβρίου 1827. Ηλπι- ζε ότι εκεί θα τον περίμενε αγκυροβολημένο το αγγλικό πολεμικό πλοίο και ότι θα απέπλεε αμέσως για την Ελλάδα. Στο ιταλικό λιμάνι περίμενε όμως επί 40 ημέρες. Αυτή η αργοπορία των Αγγλων είναι ανερμήνευτη και περίεργη. To πιθανότερο είναι ότι ήθελαν να καθυστερήσουν την άφιξη του Καποδίστρια στην Ελλάδα, με σκοπό να βολιδοσκοπήσουν την κατάσταση και τον Κυβερνήτη, ως πρόσωπο, προτού εγκατασταθεί σε ελληνικό έδαφος. O ναύαρχος Κό- δρινγκτον έλαβε διαταγή να διαθέσει ένα πολεμικό στον νέο κυβερνήτη της Ελλάδας μόλις στις 28 Νοεμβρίου. To μόνο διαθέσιμο πλοίο ήταν το <<Warspite>> το οποίο, επειδή είχε μεγάλο εκτόπισμα, δεν μπορούσε να αγκυροβολήσει στην Αγκώνα. O Κόδρινγκτον αναγκάσθηκε εκ των πραγμάτων να αποστείλει την κορβέτα «Wolf», η οποία έφθασε στην Αγκώνα στις 27 Δεκεμβρίου 1827.
18
Την 1η Ιανουαρίου του 1828 η αγγλική κορ- βέτα απέπλευσε από την Αγκώνα με τον Καπο- δίστρια και την ακολουθία του. Στις 6 Ιανουα- ρίου συνάντησαν ανοικτά των αλβανικών ακτών το «Warspite», στο οποίο επιβιβάσθηκαν μεσοπέλαγα. To πλοίο όμως, αντί να κατευ- θυνθεί προς την Ελλάδα, αγκυροβόλησε στις 9 Ιανουαρίου στη Μάλτα. Εκεί περίμενε τον Καποδίστρια ο ναύαρχος Κόδρινγκτον. To ταξίδι στη Μάλτα μάλλον πραγματοποιήθηκε μετά από εντολή της αγγλικής κυβέρνησης, ώστε ο Κόδρινγκτον να γνωρίσει τον νέο Κυβερνήτη και να ανταλλάξουν απόψεις. O Ka- ποδίστριας, σε συζήτηση που είχαν, τόνισε ότι το νεοσύστατο κράτος θα χρειαζόταν τη βοήθεια των Μεγάλων Δυνάμεων, και μάλιστα από τους πολεμικούς τους στόλους για να παταχθεί η πειρατεία, να εκδιωχθούν οι Τούρκοι οριστικά κ.ά. O Κόδρινγκτον πρότεινε να διατεθούν τρία πολεμικά πλοία, ένα από τον στόλο κάθε Δύναμης. Την πρόταση αυτή την αποδέχθηκαν οι ναύαρχοι της Γαλλίας, Ντε Ριγνύ, και της Ρωσίας, Χέυδεν. Με αυτόν τον τρόπο κάθε Δύναμη θα ήταν ικανοποιημένη και η Αγγλία δεν θα είχε έτσι το προβάδισμα επιρροής στο νέο κράτος. O νέος Κυβερνήτης θα έφθανε στην Ελλάδα με την προστασία και των τριών Δυνάμεων, υφισταμένης όμως της υποβόσκουσας αρνητικότητας της Αγγλίας ως προς την επιλογή του.
Την2α/14η Ιανουαρίου 1828, το «Warspite» αναχώρησε για την Ελλάδα με τον Καποδίστρια και την ακολουθία του. Στις 6/18 Ιανουαρίου1828 εισέπλευσε στο λιμάνι του Ναυπλίου. H άφιξη του Κυβερνήτη χαιρετήθηκε με κανονιοβολισμούς. Την επόμενη ημέρα επιβιβάσθηκαν στο πλοίο διάφοροι αξιωματούχοι για να χαιρετήσουν τον Καποδίστρια. Την 8η/20ή Ιανουαρί- ou, ο Καποδίστριας αποβιβάσθηκε για να παρακολουθήσει τη δοξολογία στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Την επόμενη ημέρα το αγγλικό πλοίο αναχώρησε με προορισμό την Αίγινα. Στη μέση του Σαρωνικού η νεότευκτη φρεγάτα «Ελλάς» χαιρέτησε το αγγλικό πλοίο και ο Μια- ούλης επιβιβάσθηκε σ’ αυτό για να χαιρετήσει τον Κυβερνήτη. Στις 11/23 Ιανουαρίου το «Warspite» έφθασε στην Αίγινα. Την επόμενη ημέρα πραγματοποιήθηκε η υποδοχή του νέου Κυβερνήτη. Ετσι, μετά από αρκετό καιρό, λόγω της σκόπιμης αργοπορίας που προκάλεσαν οι Αγγλοι για να διερευνήσουν τις διαθέσεις και τις απόψεις του Καποδίστρια, ο νέος Κυβερνήτης κατέφθασε στην Ελλάδα, ευαγγελιζόμενος μια νέα εποχή για την πολύπαθη χώρα. Tov τελευταίο λόγο όμως είχαν οι Αγγλοι, αποδεικνύο- ντας έτσι τον καταλυτικό τους ρόλο στην «προστασία» του νέου κράτους.
Είναι αληθές ότι ο Καποδίστριας, κατά τη διάρκεια της ανάδειξης και εκλογής του ως Κυβερνήτη της Ελλάδας, αντιμετώπισε πολλές δυσχέρειες, που σχετίζονταν με τις ισορροπίες δυνάμεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Θεωρείτο όργανο της ρωσικής πολιτικής και αυτό συνιστού- σε την αιτία για να αντιμετωπίζεται εχθρικά ή έστω καχύποπτα από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Κατά κύριο λόγο, τον Καποδίστρια προέκρινε η καποδιστριακή παράταξη που δρούσε με έδρα τα Επτάνησα και η οποία μάλλον επικουρείτο άτυπα από τις τοπικές αγγλικές Αρχές. Oi Αγγλοι δεν αντέδρασαν στην εκλογή του επειδή η παρουσία διακεκριμένων Αγγλων στρατιωτικών ήταν αρκετή για να είναι ικανοποιημένο το αγγλικό διπλωματικό επιτελείο. Θέλησαν όμως να αναμιχθούν διαθέτοντας το πλοίο που θα έφερνε τον νέο Κυβερνήτη στην Ελλάδα. H εκλογή του Καποδίστρια ήταν αποτέλεσμα της συνδυασμένης δράσης της καποδιστριακής παράταξης και φιλελληνικών κύκλων φιλικά προσκείμενων προς τον νέο Κυβερνήτη.
ΣΤΑΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ KATA TO Y ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ
O Καποδίστριας, μόλις ήλθε στην Ελλάδα, έλαβε κάποιες κρίσιμες αποφάσεις που αφορούσαν την οργάνωση του νεοσύστατου κράτους. Με επιδέξιους χειρισμούς κατόρθωσε να εξασφαλίσει ένα είδος εν λευκώ εξουσιοδότησης για το μέλλον, ώστε να παραμείνει απερίσπαστος στην ενασχόλησή του με ζητήματα του κράτους. Ορισμένοι όμως αντέδρασαν σ’ αυτή τη μονομερή συγκέντρωση εξουσιών στα χέρια του Κυβερνήτη. Εκτόξευσαν, λοιπόν, κατηγορίες εναντίον του για συγκεντρωτισμό και αυ- ταρχικότητα. H αντιπάθεια προς τον Καποδί- στρια εκφραζόταν κυρίως από τους πανίσχυρους Υδραίους πλοιοκτήτες, οι οποίοι έβλεπαν καθημερινά να συρρικνώνεται η επιρροή τους. Για όλους αυτούς ήταν επιτακτικό να εξουδετερωθεί ο Καποδίστριας, αφού αποτελούσε την κύρια απειλή για τα συμφέροντά τους. H δημοτικότητα του Καποδίστρια, η επιμονή του στην εφαρμογή των νόμων και ο παραγκωνισμός ηγετικών στελεχών του Αγώνα, ενίσχυσαν την αντιπολίτευση και δημιούργησαν δυσαναπλήρωτο πολιτικό χάσμα.
Σε κύριους φορείς του αντιπολιτευτικού αγώνα κατά του Καποδίστρια αναδείχθηκαν όσοι ευνοούσαν την πρόσδεση στο άρμα της Αγγλίας, οι οποίοι παράλληλα διατηρούσαν την προσδοκία ότι η χώρα μελλοντικά θα κυβερνάτο από ένα «αγγλικό» κόμμα. Οσοιδιάκειντο φιλικά προς τη Γαλλία τήρησαν μετριοπαθή στάση στο πλαίσιο της άσκησης της αντιπολιτευτικής τους
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 19
δράσης. Ορισμένοι στρέφονταν με μένος κατά της κυ- βερνητικής πολιτικής, γιατί δεν είχαν καταφέρει να εξασφαλίσουν κάποιο διορισμό σε δημόσια θέση ή να καρπω- θούν πολιτικά οφέλη. Ως δικαιολογία για τη δράση τους προέΒαλλαν την παραχώρηση συνταγματικών ελευθεριών, που φαινόταν αδύνατη κατά τις τότε περιστάσεις, αφού μόνο μία συγκεντρωτική κυβέρνηση θα ήταν σε θέση να εξαλείψει το χάος που επικρατούσε αμέσως μετά την απελευθέρωση.
Αξιομνημόνευτο είναι το στοιχείο ότι οι αντιδραστικές
..·*«. »~ ~~ ενέργειες κατά του Κυβερνή-,;. *><Av. ' * ' ^ r V . * * .^ "..-r.. ’" ' τη ενισχύονταν από τους πρε-,'....... ·. - ··■■■ ■'■■■-' s · ■ · σβευτές της Γαλλίας και της£ . '^ £ ^ '* Ζ .’~ · £ # ~ * «■*....... . Αγγλίας (περισσότερο όμως*~ν»*- *- ^c- ■ *! & i ........... .. '' " της Αγγλίας), οι οποίοι τον χα-• .,. & v *y **-► »-·- r*v««.»... l 11 ^1 Λ«Ζ·~·- W ' *»··' *~Kh* - <>*v *·*.·-* ρακτήριζανπρακτορατηςΡω- *«··'■ Λ*· >>»ν Η·»-; ~·~ ,»** ·' σίσς, προκειμένου να αμαυ-,Ά'3*Λ*~ '/Λ’ **>*>**~ ^’ ---- 1 ' ' 1 Λ' " , -£ΰ ,¾,,. -i ih ■' »*»·< ♦*»*» >~*~7 ρωσουντηδημοτικοτητατου....- < ,v> w ~^»~- « »-· *-'--1" '-" -'"- Μάλιστα δεν αρκέσθηκαν σ’Λνφ^Α «"*-’-■ «* "- ',l$ - 'i$ l(,^ ^ αυτό, αλλά και βοηθούσαν
W ; "'ν\" συστηματικά την αντιπολίτευ-iwj*** r'^""* - f f ' i ' y 9 ση με συμβουλές και προτρο-/ 0f*tf"& , . , ,..vuJ-, w - πες. H Αγγλια αντιδρουσε
στην εκλογή του Καποδί- στρια, γιατί απέβλεπε στην εγκαθίδρυση ενός απολυταρχι
κού πολιτεύματος με έναν βασιλέα της αρεσκεί- ας της, σύμφωνα με τις αποφάσεις των τριών Προστάτιδων Δυνάμεων.
H δυσαρέσκεια ξεκίνησε από την οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων στη Μάνη, τον Ιούνιο του1828, όταν ο Κυβερνήτης αντικατέστησε τον Ιωάννη Μαυρομιχάλη από τη θέση του φρούραρχου Μονεμβασίας, για να αποσοβηθεί σύγκρουση με τους εντόπιους οπλαρχηγούς. H δυσαρέσκεια διογκώθηκε ακόμη περισσότερο όταν ο Καποδίστριας δεν ανταποκρίθηκε εντελώς στα οικονομικά αιτήματα του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και δεν κατάφερε να απελευθερώσει τον αδελφό του, Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, που είχε συλληφθεί από τους Γάλλους για πειρατεία.
Επίσης, αρνητικό αποτέλεσμα είχαν οι προσπάθειες του Κυβερνήτη να τιμήσει τους ισχυρούς αντιφρονούντες με αξιώματα. O Μαυρο- κορδάτος παραιτήθηκε από το «Φροντιστήριο των Ναυτικών», διατηρώντας όμως τη θέση του μέλους της επιτροπής ελέγχου των οικονομικών αποζημιώσεων των νησιών, γιατί αυτό συνέφερε
Επιστολή του Ανδρέα Μιαούλη προς τον μοίραρχο Αντώνιο Κριεζή (14 Ιουλίου 1831),με την οποία τον ενημέρωνε για την απόφαση των «οικοκυραίων» της Υδρας να μεταβεί (ο Κριεζής) στον Πόρο με 120 ναύτες και να καταλάβει «το εκεί ελλιμενισμένον δίκροτον η Ελλάς» (Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος, Αρχείο Αντωνίου Κριεζή, φάκ. 11, έγγρ . 6).
^ ~ i/l 'l ΎΛΓ f R j / y H * f ' t^ ' r-J* ‘ i* h 'f la S ~
*,:/S*-A*'t* **"/Y%',
Α·9* Vr p,.*‘i ‘.’*°«' iV&*i>*. j/.■ ’’ -k**'iv- r* < / ,f , *Wp**S-, ί^ .< \ < ·:,··ι~ · e y * q y / f * r s V *
* « IZ B - r * * 9 * | r t ^ & f t < J i < '" > y ^ ' <x*j r /
a('.-*ii, 9. ’ Aj tqiYf\ntf r~- A ry.v ' (^jf 0J.W.4. /| » ^ . » , v , . « 9.'„'^fy,U
’’a fY^ ft "’* V SAj,-ir "· rwii 'ij1 Ii *«*«* <fafr'* -
. > , » * ' *W ', * f ri "* f**fP"*ai|nc
h S /A ^ r f t e / . > ' * S
i i i · , .iy " 4 « ~ '■ · ·? ·■: " S * - * '- n ■ ’ ' ' ' “ —
« ■ „ W * » . · > ' · ' » ? - ' ^ · · ' ~ * H , ^ . ' ' S ' - ' J ' - i~rf»M ■'/· · ι · · ;ν · - V r - v S ' v ’.^ r ’-’ V '
τους Υδραίους πλοιοκτήτες. O Κουντουριώτης με τον Μιαούλη παραιτήθηκαν από τη Γερουσία, ενώ ο Σπυρίδων Τρικούπης είχε παραιτηθεί από τη θέση του υπουργού των Εξωτερικών. Επίσης, η παραίτηση του Λεοπόλδου, του μελλοντικού ηγεμόνα της Ελλάδας, όξυνε περαιτέρω τα πολιτικά πάθη. O Καποδίστριας κατηγορήθηκε ότι ο ίδιος εξώθησε τον Λεοπόλδο σε παραίτηση, επειδή του περιέγραψε την κατάσταση στην Ελλάδα με τα πιο μελανά χρώματα και εξαιτίας του ότι προσδοκούσε μια στενότερη εξάρτηση της Ελλάδας από τη Ρωσία.
H αντιπολίτευση μετέφερε το στρατηγείο της στην Υδρα. Oi άρχοντες του νησιού ήταν εξαιρετικά δυσαρεστημένοι, αφού ο Καποδί- στριας δεν είχε επιλύσει το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων των Υδραίων πλοιοκτητών. Ιθύνων νους αυτής της πολιτικής ήταν ο αρχηγός του αγγλικού κόμματος, Αλέξανδρος Μαυ- ροκορδάτος, ο οποίος ήταν ήδη εγκατεστημένος στην Υδρα. Στη Μάνη συνεχίζονταν οι αντι- κυβερνητικές εκδηλώσεις, οι οποίες υποκινούντο από την οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων. Ετσι, λοιπόν, τον Δεκέμβριο του 1830, εκδηλώθηκαν σοβαρές ταραχές στο Λιμένι της Μάνης, επειδή οι Μαυρομιχαλαίοι ήθελαν να καλύψουν τη διαρπαγή των δημοσίων εσόδων, την οποίαν είχαν διαπράξει, με την πρόφαση ότι με αυτά θα πληρώνονταν οι στρατιώτες. O Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, στην προσπάθειά του να μεταβεί από το Ναύπλιο στο Λιμένι, συνελήφθη από τον Κανάρη ύστερα από διαταγή του Καποδί- στρια. Παράλληλα, η στάση στο Αιγαίο έπαιρνε ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Στα τέλη Μαϊου 1831 συγκροτήθηκε στην Υδρα «Συνταγματική Επιτροπή» αποτελούμενη από τους πιο ισχυρούς αντιπάλους του Καποδίστρια. H Επιτροπή αυτή υποχρέωσε τη διορισμένη από την κυβέρνηση δημογεροντία να εγκαταλείψει την Υδρα, αναγ- γέλοντας την ανάληψη της διακυβέρνησης του νησιού. O Καποδίστριας σκέφθηκε να εφαρμόσει ναυτικό αποκλεισμό του νησιού, αλλά αυτό ήταν ανέφικτο, καθώς δεν υπήρχαν επαρκή κρατικά πλοία.
Μπροστά στη δίνη των προβλημάτων, ο Ka- ποδίστριας, στις 17 Ιουνίου 1831, επιδίωξε τη μεσολάβηση των τριών Προστάτιδων Δυνάμεων, ζητώντας τους να παρέμβουν και να κατα- στείλουν την ανταρσία στην Υδρα, αποκλείοντας το λιμάνι του νησιού. Ενώ όμως οι αντιπρόσωποι των τριών Δυνάμεων διαβεβαίωναν εγγράφως τον Καποδίστρια ότι βρίσκονταν στο πλευρό του, παρασκηνιακά ο Αγγλος και ο Γάλλος αντιπρόσωπος ενθάρρυναν τους αντικαπο- διστριακούς στην Υδρα. Ενισχυμένοι, λοιπόν, οι επαναστάτες από τη συμπαράσταση των ξένων αντιπροσώπων, δεν έδειχναν καμία διάθεση συ-
20
ναλλαγής. O Καποδίστριας δεν είχε άλλη επιλογή παρά να εξοπλίσει και να επανδρώσει τα πολεμικά πλοία που ναυλοχούσαν στον ναύσταθμο του Πόρου. To σχέδιό του όμως κατέστη γνωστό, με αποτέλεσμα ο Μιαούλης να επιτεθεί στον Πόρο και να καταλάβει τα πλοία που ναυλοχούσαν εκεί. O Καποδίστριας δεν είχε άλλη λύση από το να στηριχθεί στη ρωσική βοήθεια. Στην περιοχή είχαν ήδη καταπλεύσει μοίρες των στόλων των τριών Δυνάμεων. Λόγω της παρουσίας τους, η θέση των Υδραίων αρχόντων διαρκώς επιδεινωνόταν. H κορβέτα «Νήσος των Σπετσών» καταστράφηκε από τα πυροβόλα των ρωσικών πλοίων και μια άλλη αιχμαλωτίσθηκε. Στις 30 Ιουλίου 1831 οι Υδραίοι ναύτες, πανικόβλητοι μπροστά στο ενδεχόμενο γενικευμένης σύγκρουσης με το Ρωσικό Ναυτικό, εγκατέλει- ψαν τις θέσεις τους. Την επόμενη ημέρα, ο Μιαούλης βρέθηκε μόνος με 20 άνδρες στο πλοίο «Ελλάς». Μετά από πολλές διαβουλεύ- σεις, αποφασίσθηκε οι διοικητές της αγγλικής και της γαλλικής μοίρας, Λάιονς και Λαλάντ, να μεταβούν στην Υδρα για να πείσουν τους προκρίτους να δώσουν εντολή στον Μιαούλη να παραδώσει τα πλοία του εθνικού στόλου στην
κυβέρνηση, ενώ ο Κυβερνήτης δεσμευόταν ότι θα έδινε αμνηστία σε όσους έλαβαν μέρος στα γεγονότα του Πόρου και θα δημοσίευε αμέσως διάταγμα της Εθνικής Συνέλευσης, οπότε το αίτημα της αντιπολίτευσης θα ικανοποιείτο. Την 1η Αυγούστου 1831, ο Μιαούλης επηρεασμένος από τις συνεχείς λιποταξίες των ανδρών του, έδωσε διαταγή να τοποθετηθούν φιτίλια σε κά- ποια πλοία. Oi κινήσεις ενός ρωσικού πλοίου στον όρμο της μονής του Πόρου, πανικόβαλαν τον Μιαούλη, που θεώρησε ότι επρόκειτο να δεχθεί εχθρική επίθεση. Κατά συνέπεια, διέταξε να πυροδοτηθούν τα φιτίλια και έτσι ανατι- νάχθηκαν τα πλοία «Ελλάς» και «Υδρα».
H είδηση αυτή συγκλόνισε τον Καποδίστρια. Ρωσικές βάρκες αποβίβασαν κυβερνητικά στρατεύματα στον Πόρο. Oi στρατιώτες αυτοί όρμη- σαν στην πόλη και άρχισαν να την λεηλατούν βίαια, σαν να επρόκειτο για εχθρική περιοχή. Μετά από αυτά τα γεγονότα, ο Καποδίστριας επιτάχυνε την ημερομηνία σύγκλησης Εθνικής Συνέλευσης, ελπίζοντας ότι οι Υδραίοι θα υποχωρούσαν. Μετά τη δημοσίευση του σχετικού διατάγματος, οι Υδραίοι διαμαρτυρήθηκαν διαφωνώντας για τον τόπο της Συνέλευσης, την οποία ήθελαν να
Αναπαράσταση της δολοφονίας του I. Καποδίστρια έξω από τον ναό του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο (πίνακας του Μουσείου Μπενάκη).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 21
O πατέρας του Ο&ωνα και
βασιλέας της Βαυαρίας,
Λουδοβίκος Α ’.
διοργανώσουν οτην Υδρα, υπό την εποπτεία της «Συνταγματικής Επιτροπής». Αφού οι Υδραίοι διατηρούσαν την άκαμπτη αδιαλλαξία τους, ο Καποδίστριας αποφάσισε να διατάξει τον αποκλεισμό του νησιού. Ομως, στη Μάνη οι Μαυρο- μιχαλαίοι υποκίνησαν ανταρσία και ακολούθησαν οι άρχοντες των Κυκλάδων. Στις 22 Αυγού- στου 1831 ο Καποδίστριας απηύθυνε στους πληρεξουσίους του Λονδίνου έγγραφο για το ελληνικό ζήτημα, στο οποίο εξέθετε τις αγωνίες του για την διαμορφωθείσα κατάσταση στην Ελλάδα και ζητούσε ακόμη μια φορά την επέμβασή τους για την αποκατάσταση της τάξης. Υπογράμμιζε με έμφαση την ανερμήνευτη στάση των αντιπροσώπων της Αγγλίας και της Γαλλίας, που ενθάρ- ρυναν την επαναστατική ενέργεια των Υδραίων, οι οποίοι διακήρυτταν ότι είχαν με το μέρος τους την Αγγλία και τη Γαλλία. To έγγραφο αυτό όμως έμεινε αναπάντητο. Oi Υδραίοι, συνεπικουρού- μενοι από τους Αγγλους και τους Γάλλους που υπονόμευαν διαρκώς το έργο του Κυβερνήτη, συνέχιζαν απτόητοι τη στασιαστική τους δράση.
To βέβαιο είναι ότι το χρονικό διάστημα πριν τη δολοφονία του, ο Καποδίστριας είχε απωλέ- σει τον έλεγχο της εξουσίας, γιατί η αντιπολίτευση κατείχε νευραλγικές θέσεις στον διοικητικό μηχανισμό. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1831, ο Ka- ποδίστριας έγραψε στον Ελβετό φίλο του EO- νάρδο σχετικά με την κατάσταση στην Ελλάδα ότι η κύρια αιτία της εσωτερικής αναστάτωσης ήταν η ξένη παρέμβαση. Αναγνώριζε ότι οι κύριοι υποκινητές της στασιαστικής ενέργειας της Υδρας ήταν οι αντιπρόσωποι των τριών Δυνάμεων, που ενεργούσαν βάσει του συμφέροντος των κυβερνήσεών τους. Γεγονός ήταν ότι οι αντιπρόσωποι της Αγγλίας και της Γαλλίας υπονόμευαν συστηματικά το ανορθωτικό έργο του Ka-
ποδίστρια, για τον λόγο ότι τον θεωρούσαν υποχείριο των Ρώσων και σημαντικό εμπόδιο στην επιβολή της επιρροής τους στο νέο κράτος.
H ΔΟ ΛΟΦ ΟΝΙΑ TO Y ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ KAI O ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ Μ ΕΓΑΛΩ Ν ΔΥΝΑΜ ΕΩΝ
H πολιτική του Καποδίστρια είχε ως αποτέλεσμα τη στέρηση σημαντικών οικονομικών απολαβών από διάφορους τοπικούς άρχοντες, προκαλώντας οικονομική κρίση σε παράγοντες που ανέμεναν ως πανάκεια τις οικονομικές αποζημιώσεις. H δυσαρέσκειά τους εκδηλώθηκε έντονα, με τη μορφή εξεγέρσεων στις νησιωτικές και στις παράκτιες περιοχές της χώρας.
Την ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα ενέτειναν οι πολιτικοί αντίπαλοι του Κυβερνήτη και κυρίως το φερέφωνο της Αγγλίας, ο Μαυροκορδάτος, χρησιμοποιώντας ως όργανο πολεμικής την εφημερίδα «Απόλλων», που εξέδιδε ο Αναστάσιος Πολυζωίδης στην Υδρα. Πριν τη δολοφονία, η συγκεκριμένη εφημερίδα δημοσίευε κείμενα υπογεγραμμένα από τον Αλέξανδρο Σούτσο, δημιουργώντας έτσι το κατάλληλο αρνητικό κλίμα που θα οδηγούσε στον φόνο του Καποδίστρια από τους Μαυρομιχαλαίους.
Σταδιακά είχε διαμορφωθεί η αντίληψη ότι η εκτέλεση του Καποδίστρια ισοδυναμούσε με τυ- ραννοκτονία. H απόφαση του Γεωργίου και του Κωνσταντίνου Μαυρομιχάλη να σκοτώσουν τον Καποδίστρια ενισχυόταν από την υφέρπουσα αντίληψη ότι θα αναδεικνύονταν σε ήρωες, όπως επίσης και από τις ρητές υποσχέσεις των διπλωματών της Αγγλίας και της Γαλλίας πως θα τους βοηθούσαν και θα τους προστάτευαν. Για μια ακόμη φορά οι αντιπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων στην Ελλάδα αναμίχθηκαν ενεργά στα εσωτερικά πράγματα της χώρας, εξωθώντας την Ελλάδα στο πολιτικό χάος και την αναρχία.
O γραμματέας της Επικρατείας, Νικόλαος Σπηλιάδης, ανέφερε στα απομνημονεύματά του ότι ξένοι υποκίνησαν τη στάση στην Υδρα, γιατί ο Καποδίστριας ήταν ένας ικανότατος πολιτικός ο οποίος με τις ενέργειές του είχε καταφέρει να αναζωογονήσει το εμπορικό ναυτικό της χώρας, που αποτελούσε πρόσκομμα για το εμπόριο των Ευρωπαίων στη Μεσόγειο. Επίσης, ανέφερε ότι οι Ευρωπαίοι, μην έχοντας κατορθώσει τίποτε με τις υποκινούμενες από αυτούς στάσεις ανά την επικράτεια, παρότρυναν προς τη δολοφονία του Καποδίστρια, ονομάζοντάς τον «τύραννο», χαλκεύοντας δηλαδή μία ενορχηστρωμένη προπαγάνδα κατά του Κυβερνήτη, που σκοπό είχε αρχικά την πολιτική του συντριβή, αλλά όμως κατέληξε στο θλιβερό συμβάν της δολοφονίας του.
H φημολογία για την επικείμενη δολοφονία
του Καποδίστρια είχε ήδη εξαπλωθεί και είχε καταστεί γνωστή στον ίδιο. O Κυβερνήτης δεν φοβόταν προσωπικά. Oi Μαυρομιχαλαίοι όμως ήταν αποφασισμένοι να τον δολοφονήσουν, αφού θεωρούσαν ότι η συμπεριφορά του προς αυτούς ήταν άκρως προσβλητική και για τον πρόσθετο λόγο ότι κυκλοφορούσαν στο Ναύπλιο υπό επιτήρηση,
H δολοφονία είχε ορισθείγια την Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 1831.0αδελφόςόμως του Καποδί- στρια, Αυγουστίνος, φοβούμενος τις φήμες που ήθελαν τους δολοφόνους να του έχουν στήσει ενέδρα στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, εμπόδισε τον Κυβερνήτη να μεταβεί στον ναό. Μια εβδομάδα αργότερα, στις 27 Σεπτεμβρίου, ο Κυβερνήτης μετέβη στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, συνοδευόμενος από τον φρουρό του Γεώργιο Κοζώνη, ο οποίος ήταν μονόχειρας. O Κοζώνης συνόδευσε τον Καποδίστρια στον ναό επειδή ο δεύτερος φρουρός, ο Δημήτριος Λεωνίδας, ήταν ασθενής.
Oi Μαυρομιχαλαίοι ήταν ήδη στην εκκλησία. Οταν ο Καποδίστριας έφθασε στον ναό, εκείνοι στέκονταν εκατέρωθεν της εισόδου. Αμέσως του επιτέθηκαν και τον τραυμάτισαν θανάσιμα, ο πρώτος πυροβολώντας τον και ο δεύτερος μα- χαιρώνοντάς τον στην κοιλιακή χώρα. O Κοζώνης πυροβόλησε τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχά- λη και τον τραυμάτισε. To παριστάμενο πλήθος επιτέθηκε εναντίον του Κωνσταντίνου και τον έσυρε στους δρόμους του Ναυπλίου, έως ότου ο Χρήστος φωτομάρας τον αποτελείωσε δίδοντάς του τη χαριστική βολή.
O Γεώργιος Μαυρομιχάλης τράπηκε σε φυγή, ζητώντας άσυλο στο σπίτι του πρεσβευτή της Γαλλίας, Ρουάν, στοιχείο που αποδεικνύει την ανάμιξη του ξένου παράγοντα στο περιστατικό της δολοφονίας. Ομως, κάτω από την πίεση του λαού, παραδόθηκε και φυλακίσθηκε στο Παλαμήδι. Μερικές ημέρες αργότερα καταδικάσθηκε σε θάνατο από στρατιωτικό δικαστήριο και εκτελέσθηκε.
O Ιωάννης Καποδίστριας ήταν η επιλογή των ίδιων ανθρώπων οι οποίοι στη συνέχεια μετα- τράπηκαν σε αντιπάλους και άσπονδους εχθρούς του. Είναι γεγονός ότι η Γ Εθνοσυνέλευση, όταν αποφάσισε την ανάδειξή του ως κυβερνήτη της Ελλάδας, δεν είχε αντιληφθεί πόσο μεγάλες θυσίες χρειάζονταν προκειμένου τα ερείπια που άφησε πίσω της η παρηκμασμένη οθωμανική διοίκηση να μεταβληθούν σε οργανωμένο αστικό κράτος.
Τα κίνητρα της δολοφονίας του Καποδίστρια ήταν οικονομικής φύσης και δεν σχετίζονταν καθόλου με την το αίτημα-πρόφαση της αντιπολίτευσης για την παροχή Συντάγματος. Oi κύριοι αίτιοι της δολοφονίας του Καποδίστρια δεν ή-
GPKOS i m ΝΑΥΤΙΚΩΝ.E v i'K m v . rr,* A v i a ? κ « ί is -.n :h m Τ ρ ιά δ ο ς δ ρ κ & μ α · . ν ά γ Α ά ζω ύ ψ χ ψ rJ.~w r . ; b ;
t b v K iA tiY rfTr,'! Tfl ; f c u a J o ; , κ α ί -.m fa t e fa w ;0 $ u tv είς τ< ΰ ι; ν ό μ ο ν;»
ό ρ κ £ ;μ α · . ν ά φ ν).άςω μ ί ά κ ν . & ’. α ν , ~Λ 's7ti& ή K A ip r ,c % μ.’ in rs rX J ir , χ ρ έ η , κ α Ι
; χ ρ ε ί α ς κ α λ α ^ η ; ν « χ ύ ? ω κ α ί r 'r t c > ).s u ta ία ν ο α ν & α τ Λ α ΐ μ α τ ί ς α υ owt τ ή ν ο Ο λ α ξ ι ν * f a t i v .
O f/.% cy.r., czt o iv 6 & ω c x c x : : ' i 7 i : , ή σ υ ν & ά μ ε *. <α zccsa3 s ^ zs r& jfa i, ir J . x v j h r.tio j
jrx ,ft-.C i ενς κ ά ν ε ν α ν « λ ) ,ο ν r .'rA ο α τ α γ ή ν τ ή ς Κ ο β ε ρ ν η ϊ ί ω ί , z r . i v . Ο ί).ω Υ .μ ν .ν .ή π 1. T s v
$ stvaz v i “ * ι ά v 4 ο ν γ κ α τ α τ β δ ώ z i; c iv a ύττ,ν r p s 2 s ?ναν.
'C ό ρ κ ί ζ ο μ α ι , i r . I y w ΰπ& r rp s v O u v 5 jv p j ^ i π λ ή ρ ω μ α το 5 x h iv j , δελω rs jw iy y . μ ζ - ά
> 5 μ ϊ γ Ο ? ί ϊ ί τ : ^ α σ ί « ς δ ιά τ ή ν i n ’ α ΐ τ ή δ ν α τ η ρ η ^ ν τ ή ; π ε ι θ α ρ χ ί α ; κ α ί ε ν τ α ξ ί α ς , κ α Ι 5 « τ ή ν ά - ^o * g fftp« λ ι ι α ν to O z)>e(ov ( « ira v « $ * « μ & «*^ * « » 4u#fc*t** « ϊ «λώω.)
C < ό ρ κ ί ζ ο μ α ι δ τ ι δέλω ε ι^ δ α ι 2v:A cu ά μ & ο χ ο ς ά τ δ z a c a r / έ τ α φ « ί« ν *
E v vty"eu*4^v τ η < J ^ y % < rK f* (·* ·» * 8 3 /
ταν καθόλου προσηλωμένοι στις αρχές της συνταγματικής πολιτείας, αφού η πολιτική τους δραστηριότητα δεν αποκάλυπτε κάτι τέτοιο. Ενέργησαν με προσωπικά κίνητρα, με γνώμονα τη στείρα φιλοδοξία και το οικονομικό όφελος. To θλιβερό γεγονός της δολοφονίας είχε την κάλυψη και την ανενδοίαστη προτροπή των αντιπροσώπων των Μεγάλων Δυνάμεων και κυρίως της Αγγλίας, η οποία ήταν ρητά αντίθετη προς το πρόσωπο του Καποδίστρια, αφού τον θεωρούσε υποχείριο της Ρωσίας.
O θάνατος του Καποδίστρια ήταν τραγικός, γιατί έγινε η αιτία να επικρατήσει στο νεότευκτο κράτος μια πολιτική πρακτική που καθοδηγείτο από μεμονωμένα συμφέροντα, τα οποία υπονόμευαν το δημόσιο συμφέρον. Ταυτόχρονα, σηματοδότησε την απαρχή της εκτεταμένης ανάμιξης του ξένου παράγοντα στα εσωτερικά ζητήματα, καταδεικνύοντας έτσι την εξάρτηση του νεοελληνικού κράτους από την Ευρώπη.
O όρκος πίστης προς τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια του αντιναυάρχου βπετσ ιώ τη) Γεωργίου Ανδρούτσου (Γ.Α.Κ., Συλλογή Βλαχογιάννη Καποδιστριακής Περιόδου, ψάκ. 110, έγγρ . 41).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
H βασιλεία του Όθωνα
(1833- 1862)
Ρομαντική απεικόνιση του Ο&ωνα με παραδοσιακή αμφίεση σε νεαρή ηλικία.
H ΕΚΛΟΓΉ TOY ΟΘΩΝΑ KAI O ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΔΥΝΑΜ ΕΩ Ν
Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830, που υπέγραψαν από κοινού οι Εγγυή- τριες Δυνάμεις (Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία, Ρωσία), ορίσθηκε πρώτος «Ηγεμών της Κυρίαρχης Ελλάδος» ο πρίγκιπας Λεοπόλδος του Σαξ-Κό- μπουργκ. Ομως, αυτή η επιλογή δεν ευοδώθηκε και σύντομα οδηγήθηκε σε αδιέξοδο. O πρίγκιπας Λεοπόλδος, μετά από συνεννόησή του με τον Καποδίστρια, προέβαλε σημαντικές εδαφικές αξιώσεις, προκειμένου να δεχθεί να ανέλθει στον ελληνικό θρόνο. H κατηγορηματική άρνηση των Μεγάλων Δυνάμεων να ικανοποιήσουν τα αιτήματά του, που σχετίζονταν με την παραχώρηση περισσότερων εδαφών στο νέο κράτος, ως βασική προϋπόθεση για τη βιωσιμότητά του, προκάλεσε την παραίτηση του Λεοπόλδου. O ίδιος, σε σχετική επιστολή του, ισχυρίσθηκε ότι δεν θα μπορούσε να αναλάβει την ηγεμονία ενός λαού χωρίς να είναι σε θέση να υλοποιήσει τα δίκαια αιτήματά του. O λόγος ήταν ότι ο λαός αυτός (οι Ελληνες) θα τον θεωρούσε αποκλειστικό αίτιο της δυσμενούς κατάστασής του.
O Λεοπόλδος παραιτήθηκε στις 9/21 Μαϊου του 1830 και έτσι τέθηκε εκ νέου το ζήτημα εκλογής ενός ηγεμόνα για την Ελλάδα, το οποίο έμελλε να ρυθμισθεί από ξένα κέντρα λήψης αποφάσεων, απόντων των Ελλήνων. To ζήτημα για την επιλογή του νέου ηγεμόνα επιλύθηκε από τη Διάσκεψη του Λονδίνου.
O βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος Λ ’, του οποίου το γόητρο στην Ελλάδα ήταν αυξημένο εξαιτίας της φιλελληνικής του στάσης, ε- πιδόθηκε μετά την παραίτηση του Λεοπόλδου
24
σε επίμονες προσπάθειες για να διορισθεί ηγεμόνας της Ελλάδας κάποιος Βαυαρός πρίγκιπας. Τελικά επιλέχθηκε ο γιος του Οθων, Κάποια άλλα όμως θέματα απασχολούσαν τότε τις Προστάτιδες Δυνάμεις. Ετσι, όταν η Διάσκεψη του Λονδίνου έλαβε με το πρωτόκολλο της 14ης/26ης Σεπτεμβρίου του 1831 σπουδαίες αποφάσεις για το ελληνικό ζήτημα, περιορίσθηκε μόνο στην έκφραση της ανάγκης να εκλεγεί ένας νέος ηγεμόνας για την Ελλάδα όσο το δυνα- τόν συντομότερα.
Υπήρχαν, όμως, πολλά εγγενή προβλήματα σχετικά με την αποδοχή του νεαρού Βαυαρού πρίγκιπα από τις Μεγάλες Δυνάμεις. O Οθων δεν ήταν αποδεκτός από τους Ρώσους γιατί δεν ήταν Ορθόδοξος, και από τους Αγγλους γιατί ήταν μόλις 17 ετών, κάτι που θα συνεπαγόταν τη συνέχιση της εξουσίας του Καποδίστρια περισσότερα χρόνια, μέχρι να ενηλικιωθεί ο Οθων. Ev τω μεταξύ, ο βασιλιάς της Βαυαρίας αποπειρά- θηκε να αμβλύνει αυτά τα προβλήματα με πολλούς τρόπους. Οταν, όμως, μεσολάβησε η δολοφονία του Καποδίστρια, που συνέβη με τις «κατευθυντήριες» οδηγίες των διπλωματικών αντιπροσώπων της Γαλλίας και της Αγγλίας, στην Ελλάδα επικράτησε αναρχία. H κατάσταση πια ή
ταν ώριμη για την εκλογή του Οθωνα ως ηγεμόνα της Ελλάδας, αφού δεν υπήρχε άλλος υποψήφιος για τον θρόνο. Ετσι, η Διάσκεψη του Λονδίνου, με το πρωτόκολλοτης 1 ης/13ης Φεβρουαρί- ou 1832, πρότεινε τον Οθωνα ως ηγεμόνα της Ελλάδας. Επακολούθησαν διαπραγματεύσεις μεταξύ των τριών Δυνάμεων και του βασιλιά της Βαυαρίας, με στόχο τη νομική και οικονομική κατοχύρωση του νέου υποψηφίου ηγεμόνα.
O Βρετανός υπουργός Πάλμερστον, με έγγραφό του από τις 8/20 ΦεΒρουαρίου 1832, πληροφόρησε τον Ντώκινς, τον διπλωματικό αντιπρόσωπο της Αγγλίας στην Ελλάδα, για την εκλογή του Οθωνα και συνέστησε να την γνωστοποιήσουν εμπιστευτικά οι διπλωματικοί αντιπρόσωποι των τριών Δυνάμεων στον Αυγουστίνο Καποδίστρια και σε όσους από τους αρχηγούς της αντιπολίτευσης έκριναν σκόπιμο, με την κρυφή προσδοκία ότι αυτή η γνωστοποίηση θα συνέβαλλε στην κατάπαυση της πολιτικής οξύτητας και στην καταστολή των πολιτικών παθών.
O Αυγουστίνος Καποδίστριας παρουσιάσθη- κε στις 17 Μαρτίου 1832 στην Ε ’ Εθνική Συνέλευση και ανακοίνωσε επίσημα την εκλογή του Οθωνα. Τα μέλη της Εθνοσυνέλευσης άκουσαν με ιδιαίτερη ικανοποίηση την αγγελία αυτής της
O 05ων αποβιβάζεται στο Ναύπλιο, όπου τον υποδέχονται μέλη της Γερουσίας.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ E
O σ τρα τηγός Κά ρολος Εϋδεκ. O Γκ έο ρ γ κ ψον Μάουρερ,κα 9η γητής της Νομικής στο πανεπιστήμιο τη ς Χαϊδελβέργης.
είδησης, την οποία θεώρησαν προάγγελο της εσωτερικής ειρήνευσης στη χώρα.
Στις 14/26 Απριλίου του 1832 ο πληρεξούσιος της Βαυαρίας στο Λονδίνο, De Cetto, υπέ- βαλε προς τη Διάσκεψη του Λονδίνου υπόμνημα, με το οποίο ζητούσε ο Οθων να έχει τον τίτλο του Βασιλιά, το έδαφος του ελληνικού κράτους να δ ιευρυνθεί με καθορισμό των Βορείων συνόρων του από τον Αμβρακικό Κόλπο ως το Αιγαίο, να συγκροτηθεί στρατός από3.500 Βαυαρούς στρατιώτες, μι
σθοδοτούμενους από την Ελλάδα, να αποφαν- θεί ο ελληνικός λαός για την εκλογή του Οθωνα και τον τρόπο διαδοχής του και να μην τεθεί σε εφαρμογή το προετοιμαζόμενο στην Ελλάδα Σύνταγμα. Τέλος, να είναι η κυβέρνηση της χώρας απόλυτα συγκεντρωτική και μοναρχική και να επιφυλαχθεί στον Οθωνα το δικαίωμα να ικανοποιήσει τον εθνικό πόθο για Σύνταγμα όπως η πείρα θα υπαγόρευε σ ’ αυτόν, με εξουσιοδότηση να προνοήσει ο ίδιος για τους πολιτικούς θ ε σμούς της χώρας, σύμφωνα προς τις ανάγκες της και την πολιτιστική της κατάσταση.
Oi πληρεξούσιοι των τριών Δυνάμεων στη Διάσκεψη του Λονδίνου απέστειλαν με διακοί- νωσή τους στον πληρεξούσιο της Βαυαρίας τις αντιπροτάσεις τους, με πρωτόκολλο που έφερε ημερομηνία 14/26Απριλίου 1832, στο οποίο ήταν συνημμένο και ένα σχέδιο συνθήκης μεταξύ των τριών Δυνάμεων και της Βαυαρίας. Στο σχέδιο αυτό δηλωνόταν ότι οι τρεις Δυνάμεις θα προσέφεραν το Στέμμα της Ελλάδας στον πρίγκιπα Οθωνα της Βαυαρίας και ότι ο Βασιλιάς της Βαυαρίας, ως επίτροπος του ανήλικου γιου του, θα αποδεχόταν υπέρ αυτού το Στέμμα της
O κόμης Λουδοβίκος ψον Αρμανσμπεργκ, επικεφαλής του συμβουλίου της αντιβασιλείας.
Ελλάδας. Είναι σημαντικό ότι μέσα στο κείμενο του σχεδίου υπήρχε η διατύπωση ότι οι τρεις Προστάτιδες Δυνάμεις ασκούσαν δικαίωμα που τους είχε παραχωρήσει το ελληνικό έθνος. To «δικαίωμα» όμως αυτό συνδεόταν με τη 6οή- θειά τους να αποκτήσουν οι Ελληνες την ανεξαρτησία τους και όχι με τη δυνατότητά τους να επιλέγουν αυτόΒουλα οποιονδήποτε ξενόφερτο δυνάστη, ολότελα ανοίκειο με την ελληνική πολιτιστική πραγματικότητα. H εξουσιοδότηση αυτή είχε δοθεί μάλλον με το από 23 Ιουλίου/4 Au- γούστου 1830 έγγραφο της Γερουσίας προς τον Καποδίστρια, που διαΒιΒάσθηκε από τον ΚυΒερ- νήτη στον Ντώκινς στις 24 Ιουλίου/5 Αυγούστου 1830, στο οποίο δηλωνόταν ότι η Γερουσία, όπως και το έθνος, επιθυμούσε την εκλογή ενός νέου ηγεμόνα και ότι ανέμενε τις οριστικές αποφάσεις των Προστάτιδων Δυνάμεων για το θέμα αυτό, καθώς επίσης και με το από 9/21 Ιανουαρί- ou έγγραφο της Ε ’ Εθνικής Συνέλευσης, με το οποίο ζητείτο η επίσπευση από τις τρεις Δυνάμεις της εκλογής ηγεμόνα της Ελλάδας. Ουσιαστικά, έτσι επιΒεΒαιωνόταν η απόλυτη εξάρτηση της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας εκείνης της ε- ποχής η οποία, αντιμέτωπη με το διαρκές χάος που επικρατούσε, άφησε στην απόλυτη δικαιοδοσία των Ευρωπαίων ένα καίριο ζήτημα για την εδραίωση και την εξέλιξη των πολιτικών και κοινωνικών θεσμώ ν της χώρας. O i ευρωπαϊκές Δ υ νάμεις για άλλη μια φορά απέβαιναν οι κύριοι ρυθμιστές των πραγμάτων της χώρας.
Στους κύριους όρους του σχεδίου της προα- ναφερθείσας συνθήκης, όπου επαναλαμΒάνο- νταν οι περισσότεροι όροι του υποΒληθέντος Βαυαρικού υπομνήματος, περιλαμΘάνονταν και οι ακόλουθοι: ότι η Ελλάδα, υπό την κυριαρχία του Οθωνα και την εγγύηση των τριών Δυνάμεων, θα ήταν ανεξάρτητο κράτος, ότι ο Οθων θα έφ ερε τον τίτλο του Βασιλιά της Ελλάδος και ότι οι τρεις Δυνάμεις υπόσχονταν την εγγύηση δανείου έως 60.000.000 φράγκα, το οποίο θα συνή πτε ο Οθων ως Βασιλιάς της Ελλάδας.
To σχέδιο αυτό, με κάποιες επουσιώδεις τροποποιήσεις, έγινε το κείμενο της Συνθήκης του Λονδίνου της 25ης Απριλίου/7ης Μαϊου του 1832, που υπογράφηκε από τους πληρεξουσίους των τριών Δυνάμεων και της Βαυαρίας στις 29 Απριλίου/11 Μαϊου 1832. Με τη συνθήκη αυτή o- ριστικοποιήθηκε η αναγόρευση του Οθωνα ως Βασιλιά της Ελλάδας και το ελληνικό κράτος έ- λαΘε την ονομασία «Βασίλειον της Ελλάδος».
Την ημέρα κατά την οποία υπογράφηκε η συνθήκη, οι πληρεξούσιοι των τριών Δυνάμεων στη Διάσκεψη του Λονδίνου απηύθυναν προκήρυξη προς τους Ελληνες, αναγγέλλοντας την ε κλογή του Οθωνα, υπογραμμίζοντας τη σημασία της και κάνοντας έκκληση προς τους Ελληνες
26
να υποστηρίξουν τον νέο βασιλιά στην προσπά- θειά του να εξασφαλίσει την τάξη, την ευνομία και να δώσει οριστικό Σύνταγμα στη χώρα.
Μ ε τη συνθήκη, λοιπόν, της 29ης Απριλί- ου/11ης Μαϊου, το αξίωμα του Οθωνα κατοχυρώθηκε και απέκτησε διαρκή βάση, αφού συμφώνησαν σε διεθνές επίπεδο πρώτα οι Μεγάλες Δυνάμεις και μετά η Βαυαρία. Από την άλλη, το επίσημο ελληνικό κράτος, που δεν είχε αποκτήσει ακόμη διεθνή αναγνώριση ως κυρίαρχη κρατική οντότητα, δεν έλαβε καθόλου μέρος στις συνομιλίες που οδήγησαν στην υπογραφή της συνθήκης. H απουσία του ελληνικού κράτους πρέπει να τονισθεί ιδιαίτερα, επειδή προϋπέθετε ότι ούτε ο Οθων ούτε ένα νόμιμα συγκροτημένο ελληνικό αντιπροσωπευτικό σώμα θα μπορούσαν, ως νόμιμοι εκπρόσωποι του ελληνικού κράτους και σε διεθνώς αναγνωρισμένη βάση, να τροποποιήσουν ή να απορρίψουν άρθρα της συνθήκης. Επίσης, η ίδια η συνθήκη δεν περιείχε κάποιο άρθρο για την επικύρωσή της από τον Οθωνα ή από άλλο νόμιμα εξουσιοδοτημένο όργανο που θα ενεργούσε στο όνομα του ελληνικού κράτους. Ολα τα παραπάνω αποτελούν προφανείς αποδείξεις του βαθμού υποτέλειας και εξάρτησης της Ελλάδας από την Ευρώπη, καθώς, προκειμένου να αποκτήσει διεθνή αναγνώριση, αποδεχόταν άκριτα ό,τι προέκριναν για το πολιτειακό καθεστώς της οι Μεγάλες Δυνάμεις.
Τα άρθρα της συνθήκης, με την οποία επικυρώθηκε η εκλογή του Οθωνα, συνοψίζονται σε τέσσερεις κατηγορίες. Κατ’ αρχήν, το έγγραφο που αναγνώριζε τον Οθωνα ως κληρονομικό μονάρχη με τον τίτλο του βασιλιά, καθιέρωνε την κληρονομική διαδοχή σύμφωνα με τα πρωτοτόκια, καθορίζοντας ότι ο νεώτερος αδελφός του Οθωνα και οι κληρονόμοι του θα έπαιρναν τον θρόνο, εάν ο τελευταίος δεν άφηνε άρρενες απογόνους. Μ ε τον ίδιο τρόπο διασφαλιζόταν η διαδοχή για τον μικρότερο αδελφό του Οθωνα, εφόσον και ο δεύτερος αδελφός δεν θα είχε άρρενες κληρονόμους. Δεύτερον, εξουσιοδοτούσε τον βασιλιά Λουδοβίκο να ορίσει τριμελή α- ντιβασιλεία που θα ασκούσε τη βασιλική εξουσία ως την ενηλικίωση του Οθωνα, η οποία καθορίσθηκε για την 1η Ιουνίου 1835, όταν θα είχε συμπληρώσει τα είκοσί του χρόνια. Τρίτον, υπήρχε η πρόβλεψη για τον σχηματισμό ενός στρατιωτικού σώματος αποτελουμένου από3.500 άνδρες που θα αντικαθιστούσε τα γαλλικά στρατεύματα που βρίσκονταν στην Ελλάδα, προβλέποντας επίσης τη χρησιμοποίηση ορισμένων Βαυαρών αξιωματικών που θα β οη θού σαν στην οργάνωση του Ελληνικού Στρατού. Τέλος, έθετε το ανεξάρτητο ελληνικό βασίλειο υπό την εγγύηση των τριών Δυνάμεων, ενώ ταυτόχρονα δινόταν η υπόσχεση για ξένα δάνεια,
εγγυημένα από τις τρεις Δυνάμεις, των οποίων το ποσό καθορίσθηκε σε 60.000.000 φράγκα.
Αυτά τα βασικά άρθρα, που περιγράφονται ως οι όροι βάσει των οποίων ο βασιλιάς Λ ου δο βίκος Α ’ της Βαυαρίας απ οδέχθηκε το Στέμμα της Ελλάδος εκ μέρους του γιου του, περιορί- σθηκαν στο να εξασφαλίσουν στο ελληνικό κράτος από τη μια την αναγκαία ασφάλεια για την πρόοδό του και από την άλλη στον Οθωνα τα απαραίτητα εχέγγυα, δηλαδή στρατό, χρήματα και την «προστασία» των Μεγάλων Δυνάμεων, ώστε να μπορέσει να αποκτήσει σταθερή εξουσία σε μια χώρα που δεν φημιζόταν ούτε για τη μακραίωνη μοναρχική της παράδοση αλλά ούτε καιγια τα φιλικά της αισθήματα προς τον θεσμό της βασιλείας. Τα άρθρα αυτά, αν και εξασφάλιζαν πλεονεκτήματα στην Ελλάδα, εντούτοις δη μιουργούσαν έμμεσα ένα βαυαρικό προτεκτοράτο, ενισχύοντας την εξουσία των τριών Προ- στάτιδων Δυνάμεων και τον βαθμό ελέγχου τους επί του νέου κράτους.
Σχεδόν σε όλο το διάστημα του 19ου αιώνα οι Μεγάλες Δυνάμεις, ο βασιλιάς και οι ίδιοι οι Ελληνες επικαλέσθηκαν κατά καιρούς την εγ-
Oi αντιπρόσωποι των Ελλήνων στο Μόναχο,Α. Μιαούλης,K. Μ πότσαρης και Δ ημ. Πλαπούτας, προσέφεραν στον νέο βασιλιά την αφοσίωση και την υποταγή του Ε&νους.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΑΛΑΔΑ 27
O 09ω ν, βασιλιάς της Ελλάδας
(Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη).
γύηση των τριών Δυνάμεων, εφόσον αυτό εξυπηρετούσε τους σκοπούς τους. Είτε στερείτο, υπό αυστηρή νομική έννοια, από ουσιαστικό περιεχόμενο, είτε όχι, η φράση που αναφερόταν στην εγγύηση θεω ρήθηκε εντούτοις καίρια από τις τρεις Δυνάμεις, ώστε να την συμπεριλάβουν στην ανάλογη συνθήκη του 1863, που υπογρά- φηκε την εποχή κατά την οποία ο πρίγκιπας Γεώργιος επιλέχθηκε για να αντικαταστήσει τον Οθωνα ως βασιλιάς των Ελλήνων.
Ορισμένες δυσχέρειες ίσως να προκλήθη- καν από την αποτυχία των τριών Δυνάμεων να καθορίσουν με ακρίβεια τη φύση της εγγύησης. Είναι όμως πιθανό αυτή η ασάφεια να τους επέτρεπε να δικαιώνονται ευκολότερα σε περιπτώσεις επεμβάσεων χωρίς να περιορίζεται η ελευ θερία των ενεργειών τους με συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι το ειδικό καθεστώς κάτω από το οποίο ενεργούσαν ως Εγγυήτριες Δυνάμεις χρησίμευε ως νόμιμη και ψυχολογική Θάση για να ασκούν επιρροή και έλεγχο, οι πραγματικές ευκαιρίες για τις Δυνάμεις δημιουργήθηκαν κυρίως ως αποτέλεσμα δύο βασικών παραγόντων: από τους φιλόδοξους στόχους της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και από τις εσωτερικές δυσκολίες της χώρας.
To δάνειο το οποίο εγγυήθηκαν οι τρεις Δ υ νάμεις επρόκειτο να καταβληθεί σε τρεις δό σεις από 20.000.000 η καθεμία. Ομως, η εγγύηση των Δυνάμεων αφορούσε την πρώτη δόση. Στη συνθήκη δεν αναφερόταν τίποτα για τη δεύτε ρη και τηντρ ίτη δόση, εκτός από το ότι θα προχωρούσαν στη σύναψή τους «σύμφωνα με τις ανάγκες του ελληνικού κράτους, ύστερα από συνεννόηση των τριών Δυνάμεων και του βασιλιά». Εφ όσον λοιπόν η εγγύηση δεν κάλυπτε αυτόματα και τα υπόλοιπα δύο μέρη του δανείου, κάθε
Δύναμη χωριστά θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτό το μέσον (όπως συνέβαινε συχνά) για να ασκεί πίεση στον βασιλιά, άλλοτε υποστηρίζοντας τις απόψεις του διπλωματικού της εκ προσώπου στην Αθήνα και άλλοτε παρέχοντας προστασία στο κόμμα που υποστήριζε τα συμ- φέροντά της.
H συνθήκη απαιτούσε από το ελληνικό κράτος την ετήσια καταβολή, από το δημόσιο ταμείο, του τοκοχρεωλυσίου για την εξόφληση του δανείου των 60.000.000 φράγκων. Τα εισοδήματα του κράτους δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για κανέναν άλλο σκοπό παρά μόνο όταν θα είχαν τακτοποιηθεί οι υποχρεώσεις προς τους δανειστές. Καθώς στο κείμενο της συνθήκης αναφερόταν ότι οι διπλωματικοί εκ πρόσωποι των τριών Δυνάμεων οτην Αθήνα έ- πρεπε να επιβλέπουν την καλή εκτέλεση αυτής της πρόβλεψης, ήταν πολύ φυσικό η συνθήκη, με τον τρόπο που ήταν διατυπωμένη, να ανοίγει τον δρόμο σε κάθε είδους επέμβαση στα δημοσιονομικά και πολιτικά πράγματα της Ελλάδας.
Δύο σημαντικά θέματα που προέκυψαν την περίοδο 1833-1844, το Σύνταγμα και η διαδοχή, προήλθαν επίσης από την ασάφεια της σ υνθή κης που δεν είχε καθορίσει ότι: 1) ο Οθων όφει- λε να κυβερνήσει με βάση το Σύνταγμα, 2) ότι ή ταν υποχρεωμένος να ασπασθεί την Ορθοδοξία, ή τουλάχιστον ότι μη Ο ρθόδοξο άτομο δεν θα είχε δικαίωμα στη διαδοχή, και, 3) ότι η εκλογή του έπρεπε να επικυρωθεί από κάποιο νομότυπα αναδεδειγμένο όργανο του ελληνικού έ θνους. Ολες αυτές οι παραλείψεις ήταν σκόπιμες, προκειμένου να υπάρχει το περιθώριο ε πέμβασης από τις Μεγάλες Δυνάμεις στα εσωτερικά πράγματα της χώρας.
O Οθων και η βασιλική συνοδεία του έφθα- σαν στην Ελλάδα με την αγγλική φρεγάτα «Μα- γαδασκάρη», που αγκυροβόλησε στο λιμάνι του Ναυπλίου στις 20 Ιανουαρίου του 1833. O νέος ηγεμόνας ήταν πολιτικά εγκλωβισμένος από την ασαφή συμφωνία που είχε συναφθεί με τις Μεγάλες Δυνάμεις, και έτσι η χώρα ήταν αναγκασμένη να κηδεμονεύεται διαρκώς από τον ξένο παράγοντα. Ακόμη και τα μέλη της Αντιβα- σιλείας, που άσκησαν την εξουσία μέχρι την ε- νηλικίωση του Οθωνα, διάκειντο καθένα φιλικά σε μία από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις. H Αγγλία, βέβαια, κατείχε την πρωτοκαθεδρία. Γενικά, η συγκεκριμένη πρακτική, της μονομερούς στήριξης από μια από τις Προστάτιδες Δυνάμεις, προκάλεσε μεγάλα προβλήματα και έ θ εσ ε την πολιτική σκηνή επί σαθρών βάσεων. H ανάμιξη και η επέμβαση του ξένου παράγοντα ακόμη καιγια ασήμαντα ζητήματα, λειτούργησε αποσταθεροποιητικά, όξυνε τα πάθη μεταξύ ε κείνων που επιθυμούσαν και επιδίωκαν για ευ-
νόητους λόγους την υποστήριξή του και δημιούργησε ατμόσφαιρα πολιτικής διαπλοκής που θα χαρακτήριζε την ελληνική πολιτική σκηνή επί πολλές δεκαετίες.
H ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗTH I 3ης ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1843
Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια ακολούθησε μια περίοδος πλήρους αναρχίας και σφοδρών εμφύλιων συγκρούσεων. H κατάσταση ήταν χαώδης και όλοι οι Ελληνες ανέμεναν με ανυπομονησία την έλευση του Οθωνα.
O Οθων απο6ι6άσθηκε στο Ναύπλιο στις 25 Ιανουαρίου 1833. Tov υποδέχθηκαν με ενθ ο υ σιώδεις πανηγυρισμούς χιλιάδες λαού, που είχαν συρρεύσει από όλη την Ελλάδα. O ελληνικός λαός έβλεπε στο πρόσωπο του νέου βασιλιά τον εγγυητή της εσωτερικής συμφιλίωσης και ειρήνευσης, της τάξης και της ασφάλειας.
Μαζί με τον Οθωνα αποβιβάσθηκε στο Ναύπλιο και η τριμελής Αντιβασιλεία, η οποία θα α
σκούσε κυριαρχικά δικαιώματα έως την ενηλι- κίωση του Οθωνα, την 1η Ιανουαρίου 1835, όταν ο τελευταίος θα συμπλήρωνε το 20ό έτος της η λικίας του. O βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος Α ’ ονόμασε αντιβασιλείς τον κόμητα Αρμαν- σμπεργκ, τον καθηγητή της Νομικής στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης Μ άουερ και τον στρατηγό Εϋδεκ.
H αντιβασιλεία άσκησε την εξουσία απολυταρχικά. Συγκέντρω σε όλες τις εξουσίες στα χέ ρια της, χωρίς να παραχωρήσει Σύνταγμα. Διόριζε κυβέρνηση, αλλά χωρίς να έχει η τελευταία το δικαίωμα άσκησης διατακτικής εξουσίας. H α- ντιβασιλεία έκανε χρήση της εξουσίας της προς όφελος του κράτους. Οργάνωσε το πρώτο διοικητικό σύστημα της χώρας, έθεσε τις βάσεις της στρατιωτικής οργάνωσης, ίδρυσε το σώμα της Χωροφυλακής, διαίρεσε το βασίλειο σε 10 νομούς, 47 επαρχίες και σε δήμους, έθεσε σε ε φαρμογή τον Οργανισμό της δημόσιας εκπαίδευσης, οργάνωσε τη δικαιοσύνη και εξέδωσε τον Οργανισμό των Δικαστηρίων, τον Ποινικό
H άφιξη του Οθωνα στην Αθήνα (ελαιογραφία του Peter Von H ess, Μόναχο, Νέα Πινακοθήκη).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 29
H αναχώρηση του OSwva
από τη Βαυαρία.
Κώδικα και την Ποινική και Πολιτική Δικονομία. Επίσης, διαχώρισε την Εκκλησία της Ελλάδος από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και την ανακήρυξε αυτοκέφαλη, ενώ παράλληλα προέβη στην εκτέλεση έργων επωφελών για την ανάπτυξη της χώρας.
H αντιβασιλεία τοποθετούσε σε όλες τις καίριες θέσεις του κρατικού μηχανισμού Βαυα- ρούς. Είναι ενδεικτικό ότι, κατά τα τέλη του 1834, στις Ενοπλες Δυνάμεις της χώρας υπηρετούσαν 5.000 Βαυαροί και ελάχιστοι Ελληνες. H κατάσταση αυτή, γνωστή ως Βαυαροκρατία, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις που συχνά λάμ- 6 avav τη μορφή ένοπλων εξεγέρσεων.
Στις 20 Μαϊου 1835, ο Οθων συμπλήρωσε το 20ό έτος της ηλικίας του, κηρύχθηκε ενήλικος και ανέλαΘε αμέσως τα καθήκοντά του. H κοινή γνώμη διατηρούσε την πεποίθηση ότι η άμεση ανάληψη της άσκησης της βασιλικής εξουσίας από τον μονάρχη θα σηματοδοτούσε το τέλος
της αντιβασιλείας, της Βαυαροκρατίας και την άνοδο των Ελλήνων στην εξουσία. Oi προσδοκίες όμως αυτές σύντομα διαψεύσθηκαν. H αιτία ήταν ότι η αντιβασιλεία τυπικά έπαψε να υπάρχει, κατ’ ουσίαν, όμως, συνέχισε να υφίσταται με μόνο αντιβασιλέα τον Αρμανσμπεργκ, τον οποίο ο Οθων διατήρησε ως σύμβουλό του διορίζο- ντάς τον αρχικαγκελλάριο με πλήρεις εξουσίες.O διορισμός αυτός προκάλεσε την έντονη δυ σφορία του ελληνικού λαού, η οποία εντάθηκε λόγω της συνέχισης της παρουσίας Βαυαρών σε όλες τις υψηλές θέσεις.
Για να εξανεμισθεί η υφέρπουσα δυσφορία και να προληφθούν τυχόν εξεγέρσεις, ο Οθων έ λαβε ορισμένα μέτρα. To πρώτο ήταν η υιοθέτηση διατάγματος για να δοθούν σε ελληνικές οικογένειες εκτάσεις από τις εθνικές γαίες. To πολύ σημαντικό αυτό μέτρο δεν σχετιζόταν μόνο με την ενίσχυση των αγωνιστών, αλλά και με την παροχή δανείων σε σημαντικό αριθμό πολιτών
30
για την αγορά γης. Επιπρόσθετα, ο Οθων έδωσε χάρη στον Κολοκοτρώνη και στον Πλαπούτα, που είχαν καταδικασθεί σε θάνατο, και παρέσχε αμνηστία σε όλους τους στρατιώτες που είχαν λιποτακτήσει από τις τάξεις του Στρατού και του Ναυτικού. Τέλος, ίδρυσε το σώμα της βασιλικής φάλαγγας, που αποτελείτο αποκλειστικά από Ελληνες, καθώς και το Συμβούλιο της Επι- κρατείας (του οποίου τα μέλη διορίζονταν από τον βασιλιά), ένα συμβουλευτικό σώμα για την προώθηση του νομοθετικού έργου, το οποίο όμως δεν αποτελούσε σε καμία περίπτωση ένα σώμα αντιπροσώπων του λαού. Ταυτόχρονα λειτουργούσε και ως Ανώτατο Δικαστήριο.
Παρά την υιοθέτηση αυτών των μέτρων, η δυσφορία και η αγανάκτηση των λαϊκών στρωμάτων συνέχιζε να υφίσταται. Στις 10/22 Μαϊου του 1836 ο Οθων αναχώρησε για τη Γερμανία, ό που στις 10//22 Νοεμβρίου 1836 νυμφ εύθηκε τη δούκισσα Αμαλία. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του, η άσκηση της Αντιβασιλείας είχε ανατεθεί στο υπουργικό συμβούλιο και στον Αρμανσμπεργκ. H εξουσία όμως περιήλθε καθ’ ολοκληρία στον Αρμανσμπεργκ, επειδή, ως ισχυρός άνδρας του καθεστώτος, δρούσε ανεξέλεγκτα και κατά την κρίση του. Αυτή όμως η αυθαιρεσία κατέστη η αιτία της γενίκευσης της κατακραυγής του λαού εναντίον του. Επομένως, όταν ο Οθων ήλθε στην Ελλάδα με την Αμαλία, στις2/14Φεβρουαρίου 1837, έπαυσε τονΑρμαν- σμπεργκ και στη θέση του διόρισε τον Ρού- ντχαρτ. O διορισμός του Ρούντχαρτ προκάλεσε δυσμενή εντύπωση στον λαό, αφού και αυτός ή ταν Βαυαρός, άρα όργανο της ξενοκρατίας.
H αντιπολιτευτική πρακτική κατά του Ρού ντχαρτ διαρκώς εντεινόταν, και έτσι ο ίδιος ζήτησε από τον Οθωνα είτε ελευθερία κινήσεων είτε την οριστική παύση του. O Οθων προέκρινε τη δεύτερη επιλογή. Ετσι, στις 20 Δεκεμβρίου του 1837 ο Ρούντχαρτ παραιτήθηκε και αναχώρησε από την Ελλάδα.
Ακόμη και μετά την απομάκρυνση του Ρού ντχαρτ, ο Οθων δεν διόρισε Ελληνα πρωθυπουργό. Πιθανώς να μη θεω ρούσε κανέναν Ελληνα ικανό να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός τόσο απαιτητικού αξιώματος. Ετσι, α νέθεσε στον Κωνσταντίνο Ζωγράφο τη «Γραμματεία της Επικρατείας επί του Βασιλικού Οίκου και επί των Εξωτερικών», αλλά δεν τον όρισε πρόεδρο του υπουργικού συμβουλίου και πρωθυπουργό. Την προεδρία της κυβέρνησης τη διατήρησε ο ίδιος. O Ζωγράφος, από τη θέση του ως υπουργός των Εξωτερικών, ασχολήθηκε με την εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Oi προ- σπάθειές του ευωδόθηκαν και στις 3/15 Μαρτίου 1840 υπογράφηκε στην Κωνσταντινούπολη ε μπορική συνθήκη δεκαετούς διάρκειας, η οποία
όμως δεν επικυρώθηκε από την ελληνική κυβέρνηση και τον Οθωνα, αφού προκάλεσε έντο νη λαϊκή δυσφορία. Ετσι, στις 16/28 Μαϊου του 1840, ο Ζωγράφος παραιτήθηκε.
H Οθωμανική αυτοκρατορία, εκμεταλλευόμενη τη μη επικύρωση της συνθήκης, σκλήρυνε τη στάση της έναντι της Ελλάδας. Υιοθέτησε πιεστικότατα μέτρα κατά των ελληνικών πλοίων που ελλιμενίζονταν σε τουρκικά λιμάνια, επιβάρυνε δασμολογικά τα ελληνικά προϊόντα και περιόρισε τις αρμοδιότητες των Ελλήνων προξένων. Αυτές ήταν οι κυριότερες εκδηλώσεις οξύτητας μεταξύ των δύο χωρών. H κατάσταση ε- κτραχύνθηκε περισσότερο λόγω της έξαψης πατριωτισμού που άρχισε να κυριεύει τον ελληνικό λαό, που οραματιζόταν νικηφόρους πολέμους κατά των Τούρκων. Σ ’ αυτή τη δυσμενή κατάσταση μπορούμε να προσθέσουμε τη διοικητική και οικονομική καχεξία, που έδινε μια εντελώς απο- θαρρυντική εικόνα για το σύνολο του κράτους.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο Οθων με την ενθάρρυνση ξένων Δυνάμεων, ιδιαίτερα της Γαλλίας, διόρισε στις 22 Φεβρουαρίου πρωθυ
O Φρ. Γκιζώ, σημαντικός Γάλλος ιστορικός και υπουργός Εξωτερικών της Γ ιλλία ς , παρενέβη στις εσω τερικές υπο9έσεις της Ελλάδας.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
O Δ ημήτριος Καλλέργης, επικεφαλής της Επανάστασης της 3ης Σεπτεμβρίου.
πουργό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, επιθυμώντας να καθησυχάσει την κοινή γνώμη και u- πακούοντας στις υποδείξεις της καιροσκοπικής πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων. O Μαυρο- κορδάτος, προκειμένου να αναλάβει την πρωθυπουργία, ζήτησε να πραγματοποιηθούν κάποιες μεταρρυθμίσεις, με σκοπό τον σχετικό περιορισμό των εξουσιών του βασιλιά. O i προτάσεις του δεν έγιναν αποδεκτές από τον τελευταίο, και έτσι ο Μαυροκορδάτος υπέβαλε την παραίτησή του για λόγους υγείας, η οποία έγινε δεκτή στις 10/22 Αυγούστου 1841. O Οθων, λοιπόν, α- νέλαβε την πρωθυπουργία, αλλά δεν είχε τη δυ νατότητα να αντιληφθεί (ή απλώς δεν ήθελε) ότι τα πολιτικά πράγματα στην Ελλάδα χρειάζονταν αλλαγή. O Οθων ή θελε να έχει μία κυβέρνηση άμεσα ελεγχόμενη από τον ίδιο.
E v τω μεταξύ, η κακή κατάσταση της διοίκησης επιδεινωνόταν ραγδαία και ο Τύπος ασκούσε δριμεία κριτική κατά των απροκάλυπτων ξένων επεμβάσεων στα εσωτερικά της χώρας. Tov Ιανουάριο του 1843 η Ελλάδα ανακοίνωσε προς τις τρεις Προστάτιδες Δυνάμεις ότι αδυνατούσε ναπληρώσειτα τοκοχρεωλύσια του δανείου των60.000.000 φράγκων για το εξάμηνο που έληγε την 1η Μαρτίου, χωρίς τη σύναψη νέου δανείου με δική τους εγγύηση. H ανακοίνωση αυτή αντι- μετωπίσθηκε πολύ αρνητικά και από τις τρεις
Δυνάμεις. H Ρωσία απηύθυνε μια έντονα αρνητική και επιτιμητική διακοίνωση, κατηγορώντας την πολιτική ηγεσία της Ελλάδας ότι διασπάθιζε το δημόσιο χρήμα σε άσκοπες στρατιωτικές δαπάνες που δεν είχαν καμία σημασία. Ως εκ τούτου, λοιπόν, η πίεση των τριών Δυνάμεων έγινε αφόρητη, και την 5η Ιουλίου 1843 αυτές συμφώνησαν σε πρωτόκολλο, που αποτέλεσε τη βάση για την οικονομική συμφωνία που υπέγραψε η Ελλάδα στις 2/14 Σεπτεμβρίου. Μ ε αυτήν καθοριζόταν ο ετήσιος τόκος και η απόσβεση του δανείου. Επίσης, καθορίσθηκαν ορισμένα έσοδα του κράτους που θα εξυπηρετούσαν το δάνειο.Oi πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων θα επέβλεπαν τη συνολική διαδικασία. Συνεπώς, οι Δυνάμεις όχι μόνο κατέλυσαν την οικονομική αυτονομία της χώρας, αλλά και απαιτούσαν τη σταδιακή μείωση όλων των δαπανών. H κατάσταση, εξελισσόταν αρνητικά και οδηγούσε προς μια γενικευμένη επανάσταση.
H οργάνωση αυτής της επανάστασης άρχισε το φθινόπωρο του 1842, όταν η αντιπολίτευση αποφάσισε να καταφύγει στη χρήση βίας, ως μοναδικού μέσου για να υλοποιηθούν οιαναγκαίες μεταρρυθμίσεις. H κίνηση είχε αυστηρά συνωμοτικό χαρακτήρα. Στην ηγεσία της συνωμοσίας αντιπροσωπεύονταν και τα τρία κόμματα: το ρωσικό με τον Ανδρέα Μεταξά, το αγγλικό με τον Ανδρέα Λόντο και το γαλλικό με τον Ρήγα Παλα- μήδη. Στόχος των «επαναστατών» ήταν η παραχώρηση συντάγματος και η απομάκρυνση των Βαυαρών από τις δημόσιες θέσεις.
Tov Αύγουστο του 1843 μυήθηκαν στη συνο- μωσία ο συνταγματάρχης και επικεφαλής του Ιππικού της πρωτεύουσας, Δημήτριος Καλλέργης, ο συνταγματάρχης Σπυρομήλιος, διοικητής της Σχολής Ευελπίδων, και ο συνταγματάρχης Σκαρβέλης, διοικητής του Πεζικού, όλοι μέλη του ρωσικού κόμματος που όπως φαίνεται, προετοίμασε την όλη κίνηση, προκειμένου να κλονίσει την πολιτική «αυθεντία» του Οθωνα.
Ως ημέρα της εξέγερσης είχε ορισθεί αρχικά η 25η Μαρτίου 1844. Νωρίτερα, όμως, άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες για την επαπειλουμένη ε πανάσταση, ενώ από την άλλη η παραχώρηση συντάγματος φαινόταν ως μόνη διέξοδος από το χάος που επικρατούσε. Oi ηγέτες, λοιπόν, της συνωμοσίας συμφώνησαν να υλοποιήσουν τα σχέδιά τους την 1η Σεπτεμβρίου 1843. To σχέδιο προέβλεπε αποκλεισμό των ανακτόρων από τον Καλλέργη και τον Σκαρβέλη, ενώ ο Μακρυγιάν- νης θα προκαλούσε αντιπερισπασμό με τους άν- δρες του. H εξέγερση όμως αναβλήθηκε για το επόμενο βράδυ. H κυβέρνηση, έχοντας πληρο- φορηθεί τα σχέδια των συνωμοτών, αποφάσισε να αποκλείσει τον Μακρυγιάννη και τους οπαδούς του στο σπίτι του. To πρωί της 2ας Σεπτεμ-
32
6piou τμήματα της Χωροφυλακής και του Στρατού περικύκλωσαν το σπίτι του Μακρυγιάννη. Συνάμα, κηρύχθηκε επιφυλακή και τα μέτρα φρούρησης των ανακτόρων εντάθηκαν.
To 6ράδυ της 2ας Σεπτεμβρίου, υποστηρι- κτές του Μακρυγιάννη διέσπασαν τον κλοιό και εισήλθαν στο σπίτι του τελευταίου. Oi χωροφύλακες άρχισαν να πυρο6ολούν και οι έγκλειστοι ανταπέδωσαν. O Καλλέργης, ακούγοντας τους πυροΘολισμούς, έτρεξε στον στρατώνατου Ιππικού στο Μοναστηράκι και όρκισε τη φρουρά να βοηθήσει το έθνος να απαλλαγεί από την απολυταρχική διοίκηση του Βασιλιά και τη φαύλη ξενοκρατία. E v συνεχεία, έδωσε διαταγή ένας λόχος των ακροβολιστών να λύσει την πολιορκία του σπιτιού του Μακρυγιάννη και κάποιοι άνδρες να ανοίξουν τις φυλακές του Μ εντρεσέ (στην Πλάκα), να παραλάβουν τους κρατουμένους και να κατευθυνθούν μαζί τους στα ανάκτορα.
Τοπρω ίτης3ης Σεπτεμβρίουτου 1843, ο Καλλέργης ξεκίνησε με τον Στρατό για τα ανάκτορα. Κατά την πορεία τους μέσα από τις οδούς της Αθήνας, οι κάτοικοι ζητωκραύγαζαν υπέρ του έθνους και του Συντάγματος. Τελικά, ο Καλλέργης
με τον στρατό έφθασε μπροστά από τα ανάκτορα. O Οθων βρισκόταν στο εσωτερικό τους. όταν άκουσε τις θριαμβικές ιαχές και πληροφορήθηκε ότι επρόκειτο για ανταρσία. Εστειλε τότε τον υπουργό Στρατιωτικών και τον υπασπιστή του να διατάξουν τον Στρατό να επιστρέψει στους στρατώνες. Αμέσως όμως οι δύο άνδρες συνελήφθη- σαν. Τότε εμφανίσθηκε ο ίδιος σ’ ένα παράθυρο των ανακτόρων και ρώτησε τον Καλλέργη τι ζητούσε. O Καλλέργης απάντησε ότι ζητούσαν σύνταγμα. O βασιλιάς απάντησε ότι θα μεριμνούσε για το αίτημα αυτό, αφού διαλύονταν οι εξεγερ- μένοι. O Καλλέργης, όμως, επέμεινε στο αίτημά του και φάνηκε αδιάλλακτος.
E v τω μεταξύ, ο Καλλέργης έστειλε στρατιωτικά τμήματα που έθεσαν τους υπουργούς σε κατ’ οίκον περιορισμό και ανέλαβαν τη φρούρηση κτιρίων δημοσίων υπηρεσιών. Μετά από πολλές διαβουλεύσεις, συντάχθηκε ανακοίνωση προς τον λαό, με την οποία το Συμβούλιο της Επικρατείας αναγνώριζε το κίνημα. Επίσης, συντάχθηκε μια αναφορά από το Συμβούλιο της Επικρατείας προς τον βασιλιά, με την οποία ο τελευταίος υιοθετούσε τα αιτήματα της επανά-
Χαρακτηριστικός πίνακας με βέμα την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου. O στρα τηγός Δ . Καλλέργης, έφιππος εμπρός από τα Ανάκτορα, ενώ δεξιά, στο παρά&υρο, έχουν εμφανιστεί ο 09ω ν και η Αμαλία (αγνώστου ζωγράφου, συλλογή Λάμπρου Ευταξία).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
H άφιξη του 0&ωνα
στο Ναύπλιο.
στασης. Παράλληλα, εκλέχθηκε μια επιτροπή, για να παρουσιάσει τις αποφάσεις στον Οθωνα προς επικύρωση και υπογραφή.
Τις πρωινές ώρες η επιτροπή, συνοδευόμε- νη από στρατιώτες, έφθασε στην πλατεία των ανακτόρων και παρουσίασε τις αποφάσεις του Συμβουλίου στον βασιλιά. O Οθων δ έχ θη κε τα κείμενα, αλλά επειδή δ εν μπορούσε να λάβει αυτόβουλα απόφαση, ζήτησε να συμβουλευθεί τους ξένους πρεσβευτές, προτού εκφ έρει την τελική του κρίση. To αίτημά του δεν έγινε δεκτό και του ζητήθηκε να απαντήσει το συντομότερο. Αργότερα, οι ξένοι π ρεσβευτές προσπάθησαν να εισέλθουν στο παλάτι και να επικοινωνήσουν με τον βασιλιά, αλλά ο Καλλέργης, δείχνο ντας τα γνήσια πατριωτικά αισθήματά του, τους απαγόρευσε την είσοδο αδιαφορώντας για το τι εκπροσωπούσαν. Προέβη σε αυτή την πράξη
διότι γνώριζε ότι, αν τους επέτρεπε να εισέλθ ο υ ν στον παλάτι, οποιαδήποτε μελλοντική απόφαση του βασιλιά θα εκπορευόταν από τη δική τους θέληση. O Οθων, λοιπόν, μπροστά στην ατυχή γι’ αυτόν έκβαση, αποφάσισε να δεχθεί τα αιτήματα των επαναστατών. Υπήρξε όμως ένα πρόβλημα, γιατί δεν δ έχ θη κε να υπογράψει τα διατάγματα σύμφωνα με τα οποία οι πρωτεργάτες θα επιβραβεύονταν και η 3η Σεπτεμβρίου θα καθιερωνόταν ως εορτή. Οταν έφθασαν οι απεσταλμένοι των τριών Δυνάμεων, ο Οθων τους ζήτησε να μεσολαβήσουν για να αποσοβη- θεί η κρίση. Tou τέθη κε το δίλημμα από τον ίδιο τον βασιλιά (ο οποίος, λόγω της απειρίας και της απροθυμίας του, δ εν ήξερε τι να πράξει), αν θα έπρεπε να υποχωρήσει στο αίτημα των επαναστατών να αναγνωρισθεί με διάταγμα η προσφορά τους στο έθνος ή όχι. Oi πρεσβευτές
34
των Μεγάλων Δυνάμεων, αφού δεν κατάφεραν να πείσουν τους υπουργούς να μην επιμείνουν στην υπογραφή των σχετικών διαταγμάτων, συμβούλευσαν τον Οθωνα να υποχωρήσει σ ’ αυτό το θέμα και του υποσχέθηκαν κάθε υποστήριξη για την ανόρθωση του κλονισθέντος Βασιλικού του κύρους. O Οθων υπέγραψε το διάταγμα, με το οποίο η 3η ΣεπτεμΒρίου αναγνωρίσθηκε ως «εορτάσιμη ημέρα», καθώς και το διάταγμα με το οποίο απονεμήθηκε η Βασιλική ευαρέσκεια στον Καλλέργη, στον Μακρυ- γιάννη και σε όλους τους άλλους αξιωματικούς για τη διατήρηση της ασφάλειας και της τάξης κατά την ημέρα των γεγονότων.
Μετά την υπογραφή των παραπάνω διαταγμάτων και τη δημόσια ανακοίνωσή τους το πρωί της 3ης ΣεπτεμΒρίου, ο Στρατός παρήλασε μπροστά από τα ανάκτορα επευφημώντας τον «συνταγματικό Βασιλιά Οθωνα Α ’». Μ ε αυτόν τον τρόπο τελείωσε αναίμακτα η Συνταγματική Επανάσταση της 3ης ΣεπτεμΒρίου του 1843.
Λίγες ημέρες αργότερα, ο Δημήτριος Καλλέργης, που διορίσθηκε στρατιωτικός διοικητής Αθηνών, δημοσιοποίησε μια ενυπόγραφη προκήρυξή του προς τον λαό, στην οποία υπ ερθεμάτιζε για τις πολύτιμες κατακτήσεις της επανάστασης και προέτρεπε τον λαό να αντιμετωπίσει ευνοϊκά τον «συνταγματικό θρόνο», όπως ο ίδιος ανέφερε. Αυτό δηλώνει ότι πίστευε πως ο επαναστατικός αγώνας αναβίβασε πολιτικά τον θεσμό και όχι τον ίδιο τον βασιλιά. Επίσης, εξέ- φρασε τη λανθασμένη (κατά τη γνώμη μας) πεποίθηση ότι οι ξένοι απομακρύνθηκαν πλέον από τον βασιλιά και ότι δεν θα τον επηρέαζαν πια. Στη δυσχερή θέση, όμως, στην οποία βρισκόταν ο Οθων, μάλλον θα ήταν περισσότερο ευεπίφορος στην επιρροή των ξένων.
Την επομένη της Συνταγματικής Επανάστασης ο πρωθυπουργός Ανδρέας Μεταξάς ενημέ ρωσε τις ξένες κυβερνήσεις (μέσω των πρεσβευτών τους) με έγγραφό του, στο οποίο τόνιζε ότι το έθνος επιθυμούσε το συνταγματικό πολίτευμα. Τέλος, ο Μεταξάς απηύθυνε έκκληση προς τους πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων να ανακοινώσουν το έγγραφο στις κυβερνήσεις τους και εξέφραζε την πίστη του ότι η Ελλάδα, υπό συνταγματικό μονάρχη που θα της εξασφάλιζε εθνική ευημερία, θα εξακολουθούσε να χαίρει της στοργής των Μεγάλων Δυνάμεων.
Oi Μεγάλες Δυνάμεις, όμως, θορυΒήθηκα ν σε μεγάλο Βαθμό από τα γεγονότα της 3ης Σ ε πτεμΒρίου 1843. Στην Αγγλία, ο πρωθυπουργός αποδοκίμασε έντονα το κίνημα και μόνον ο υπουργός Εξωτερικών Αμπερντήν απάντησε ευ- μενώς στο έγγραφο της ελληνικής κυβέρνησης. Στη Γαλλία, ο υπουργός Εξωτερικών Γκιζώ αποδέχθη κε τα γεγονότα, χωρίς να εκφράσει την α
ντίθεσή του. Στη Ρωσία, ο αυτοκράτορας Νικόλαος Α ’ αποδοκίμασε με σφοδρότητα ταγεγονό- τα και διακήρυξε ότι στο εξής δεν θα είχαν εν διαφέρον γι’ αυτόν τα ελληνικά πράγματα. Επιπλέον, κατήργησε εν μέρει τη ρωσική πρεσβεία στην Αθήνα, άφησε τη θέση του πρεσβευτή κε νή για πολύ καιρό και στη θέση του τοποθέτησε έναν επιτετραμμένο. Επίσης, οι γερμανικές κυβερνήσεις της εποχής καταδίκασαν το κίνημα.
H πολιτειακή μεταβολή η οποία συντελέ- σθηκε στην Αθήνα συζητήθηκε στη διαρκή διάσκεψη των τριών Μεγάλων Δυνάμεων και του αντιπροσώπου της Βαυαρίας στο Λονδίνο και επικυρώθηκε με το πρωτόκολλο της 5ης /17ης Νοεμβρίου 1843.
H μεταβολή της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843 δεν έλυσε κανένα από τα οξέα προβλήματα του ελληνικού λαού, ούτε προώθησε ουσιαστικά τους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας. Εντούτοις, δεν μπορεί να παραβλεφθεί το γεγονός ότι αποτέλεσε το υπόΒαθρο για περαιτέρω πολιτικές κατακτήσεις έναντι της μοναρχίας. Oi Μεγάλες Δυνάμεις θέλησαν να επέμβουν για να διαφυλάξουν τη μοναρχία, αλλά, αντιμέτωποι με τη λαϊκή θέληση και τα τετελεσμένα γεγονότα, υποχώρησαν, επέδειξαν διαλλακτικότητα και, τέλος, επικύρωσαν την πολιτειακή μεταβολή. H Συνταγματική Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843 υπήρξε το αποτέλεσματης διογκούμε- νης δυσαρέσκειας του λαού κατά της Βαυαροκρατίας και της γενικότερης κακοδιοίκησης του κράτους. Oi Μεγάλες Δυνάμεις προσπάθησαν να επέμβουν για να αμβλύνουν το πρόΒλημα, αλλά το μόνο που κατάφεραν ήταν να προτρέψουν τον Οθωνα να υποχωρήσει, προκειμένου να ικανοποιηθεί ο λαός και να μη γεννηθούν περαιτέρω προβλήματα. O ρόλος λοιπόν των ευρωπαϊκών Δυνάμεων στο κίνημα ήταν κυρίως κατευνα- στικός, για να μην οδηγηθούν τα πράγματα σε ε κτροπή της καθεστηκυίας τάξης την οποία ευνοούσαν σι ίδιες, λόγω των συμφερόντων τους.
ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ KATA TH ΒΑΣΙΛΕΙΑ TOY ΟΘΩΝΑ
H εξωτερική πολιτική του Οθωνα διαμορφώθηκε με βάση την εθνικιστική αντίληψη περί μιας μεγάλης και ένδοξης Ελλάδας, Εκφραστές της πολιτικής αυτής, που έμεινε γνωστή ως «Μεγάλη Ιδέα», ήταν οι εκάστοτε πρωθυπουργοί των κυβερνήσεω ν της εποχής, με υπέρμαχο και πρωτοπόρο τον Ιωάννη Κωλέττη.
O Ιωάννης Κωλέττης ευνοούσε την αλυτρω- τική πολιτική και την έξαρση του εθνικιστικού συναισθήματος. Κατά την άνοδό του στην εξουσία, το 1844, είχε ήδη αποσπάσει τη γαλλική υπο
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 3l
στήριξη, γεγονός που του προσέδιδε μεγάλη δύ ναμη και ακλόνητο κύρος στους ελληνικούς πολιτικούς κύκλους της εποχής. To κύρος του αυξήθηκε και από μια γαλλική διπλωματική πρωτοβουλία στο τέλος του 1844, όταν ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας, Φραγκίσκος Γκιζώ, προσπάθησε να προσεγγίσει τις Αυλές της Αυστρίας, της Πρωσσίας και της Βαυαρίας για να υποστηρίξουν τον Κωλέττη. H Ρωσία αρχικά τον ευνοούσε αλλά σε περιορισμένο βαθμό. Ενα από τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα της γαλλικής πρωτοβουλίας ήταν η αντίθεση της Αγγλίας σε ό,τι εξέφραζε η πολιτική του Κωλέττη.
O Κωλέττης ήταν παράτολμος πολιτικός ως προς την εξωτερική του πολιτική, αφού επιδίωκε τη δημιουργία μιας μεγάλης Ελλάδας. H τάση του να ταυτίζεται με τη Μεγάλη Ιδέα φαίνεται ότι βασίζεται σε μια ερμηνεία της αγόρευσής του τη 14η Ιανουαρίου 1844 στην Εθ νο σ υ νέλευση, με αφορμή τις διαφωνίες στο ζήτημα των αυτοχθόνων και των ετεροχθόνων. Σχετικά με την εξωτερική του πολιτική, θα ήταν χρήσι-
Χρυσόεικοσάδραχμο της εποχής του Οθωνα. κοπής 1833.
μο να εξετάσουμε την αλληλογραφία του με τον Φραγκίσκο Γκιζώ. O Γκιζώ, σε επιστολή του προς τον Κωλέττη, του συνιοτούσε νηφαλιότητα και να σκέπτεται μακροπρόθεσμα, διότι με πολιτικούς εκβιασμούς και με παράκαιρες εκ δηλώσεις ενθουσιασμού η Ελλάδα δ εν επρόκει- το να καταφέρει τίποτα. O Γκιζώ ενδιαφερόταν βέβαια για την εδραίωση της γαλλικής επιρροής στην Ελλάδα. O Κωλέττης, από την πλευρά του, σκόπευε να ισχυροποιήσει τη θέση του και δεν έφ ερνε αντίρρηση σε ό,τι τον συμβούλευε ο Γάλλος προστάτης του. Αρα, η πολιτική του ήταν καιροσκοπική, βασιζόμενη σε μια ρεαλιστική θεώρηση των εσωτερικών και εξωτερικών υποθέσεων του κράτους.
O Κωλέττης είχε εξασφαλίσει κυβερνητική σταθερότητα, λόγω της υποστήριξης που του
παρείχαν οι Μεγάλες Δυνάμεις και ο ίδιος ο Οθων. H σταθερότητα αυτή είχε ως τίμημα την κυβερνητική απραξία και ακινησία. H κυβερνη τική απραξία δημιούργησε δυσαρέσκειες ανάμεσα στους υποστηρικτές της κυβέρνησης η οποία, αν και έδινε άπλετες υποσχέσεις για την ευημερία της χώρας, είχε όμως να αντιμετωπίσει πολλές αντίρροπες δυνάμεις, που ανέστελ- λαν το δημιουργικό της όραμα και πνοή.
Μόλις ο Κωλέττης απεβίωσε, η Ελλάδα β ρ έ θη κε σε μια κρίσιμη καμπή ως προς τις διεθνείς σχέσεις της. Oi Μεγάλες Δυνάμεις είχαν πιστέψει στην αξιωσύνη του Ελληνα πολιτικού και αντιμετώπισαν με απαισιοδοξία το μέλλον της χώρας μετά τον θάνατό του. O Οθων εμπιστευόταν τον Κωλέττη όχι γιατί τον εκτιμούσε προσωπικά, αλλά γιατί είχε την ανεπιφύλακτη υποστήριξη των κυβερνήσεω ν της Γαλλίας, της Αυστρίας, της Πρωσσίας και της Βαυαρίας. Μετά τον θάνατο του Κωλέττη, διόρισε πρωθυπουργό τον Κίτσο Τζαβέλλα, ο οποίος ανήκε στην κωλεττική παράταξη. Κύριο έργο της κυβέρ νη σης του Τζαβέλλα ήταν η αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων με την Οθωμανική αυτο
κρατορία. Στις 9/21 Αυγούστου 1847, η τε- f e t λευταία απηύθυνε υπόμνημα προς τους 8 ¾ * , αντιπροσώπους της Αγγλίας, Ρωσίας, g E f l & Γαλλίας, Αυστρίας και Πρωσσίας, στο P s Q K a οποίο τόνιζε ότι η ευ θ ύ νη για τη συ- ^ ¾ ¾ ¾ νέχιση της ελληνοτουρκικής δια- T O & jp 8 i φοράς (συνοριακά επεισόδια υπο-
§ H s 3 g κινούμενα και από τις δύο πλευ- p B s S p ? ρές) βάρυνε αποκλειστικά την
g g R p jf Ελλάδα και ότι η τελευταία θα έ- B g p ? π ρεπ εναυπ οχω ρήσει,γιατίαλλιώ ςη P p ^ Οθωμανική αυτοκρατορία θα λάμβανε
μέτρα που θα απέβλεπαν στον οικονομικό αποκλεισμό των Ελλήνων από τα εδάφη
της. Αυτό θα σήμαινε νέκρωση της ελληνικής ναυτιλίας κα ιτου εμπορίου.
Στην τουρκική αδιαλλαξία η ελληνική κυβέρ νηση απάντησε με υπόμνημα που απηύθυνε ο υπουργός Εξωτερικών Γεώργιος Γλαράκης στις 4/16 0κτωβρίου 1847 προς τις (πέντε πλέον) Μ εγάλες Δυνάμεις. Με μοναδική μαεστρία, ο Γλαράκης, αφού περιέγραφε το υποβόσκον πρόβλημα, τόνιζε ότι η χώρα ήταν πρόθυμη να οδηγηθεί σε συμβιβασμό τον οποίο θα υποδείκνυαν οι Μ ε γάλες Δυνάμεις. H εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών πραγματοποιήθηκε με τη μεσολάβηση του τσάρου Νικολάου Α ’, την οποία αιτήθηκε ο ίδιος ο Οθων, που ήταν άρρηκτα δε μένος στο άρμα της ρωσικής πολιτικής. O τσάρος, σε επιστολή του προς τον Οθωνα τη 18η Οκτωβρίου 1847, εξέφρασε τη θλίψη του γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν ακολούθησε τις συμβουλές της Ρωσίας κατά τη διάρκεια της κρίσης.
36
Τρεις ημέρες μετά την επιστολή του τσάρου, ο Ρώσος υπουργός των Εξωτερικών, Νέσελροδ, ενημέρω σε τον επιτετραμμένο της Ρωσίας στην Αθήνα, Περσιάνι, ότι η κυβέρνηση Τζαβέλλα θα έπρεπε να ενεργήσει προς την κατεύθυνση της άμβλυνσης της κρίσης μεταξύ Οθωμανικής αυτοκρατορίας και Ελλάδας. Σύμφωνα με τον Ν έσελροδ, η νέα ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να αποδεσμευθεί από την εθνικιστική πολιτική του Κωλέττη και να ικανοποιήσει ηθικά την
H βασίλισσα Αμαλία (ΑΘήνα. EdviK0 Ιστορικό Μουσείο).
Οθωμανική αυτοκρατορία, αλλά και να αναθερ- μάνει τις σχέσεις της με την Αγγλία, αναθέτοντας ένα ή δύο υπουργεία σε στελέχη του αγγλικού κόμματος, που θα ήταν ικανά να εμπνεύ- σουν εμπιστοσύνη στη Μεγάλη Βρετανία.
Oi προτάσεις της Ρωσίας δικαίωσαν τις τουρκικές θέσεις και, ενώ ο πρεσβευτής της Γαλλίας φαινόταν να μην αναμιγνύεται στην υπόθεση, οι π ρεσβευτές της Αυστρίας, της Πρωσσίας και της Βαυαρίας συνιστούσαν στον
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 37
Οθωνα να α π οδεχθείτη ρωσική πρόταση. Μετά από πολλές συσκέψεις του Οθωνα με το υ πουργικό του συμβούλιο, παρόντων αντιπροσώπων των Μεγάλων Δυνάμεων, η ελληνική κυ βέρνηση έσ τ ε Λ ε επιστολή στην οθωμανική, με την οποία εξέφραζε τη λύπη της για ένα επεισόδιο με τον πρέσβη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας Μ ουσούρο, H επιστολή έγινε δεκτή με έκδηλη ικανοποίηση από την πλευρά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ο Μ ουσούρος ε πέστρεψε στην Ελλάδα και οι σχέσεις των δύο χωρών αποκαταστάθηκαν με την παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων.
Απορροφημένη η κυβέρνηση του Τζαβέλλα με τη διευθέτηση του «επεισοδίου Μουσού- ρου», δεν ασχολήθηκε επισταμένα με τα οξύτα- τα εσωτερικά προβλήματα που είχαν ανακύψει.Oi ενέργειές της ήταν αναποτελεσματικές και δ εν επέλυσαν ούτε στο ελάχιστο τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι πληθυσμοί κυρίως των αγροτικών περιοχών, τους οποίους μάστιζαν, ε κτός από τη ληστεία, η φτώχεια, η αμάθεια και οι αρρώστιες.
To φθινόπωρο του 1847 άρχισαν να εμφανίζονται ανταρτικά σώματα στη Στερεά Ελλάδα και στην Πελοπόννησο. Επίσης, τα κρούσματα ληστείας στις π ροηγούμενες περιοχές του Βα σιλείου πολλαπλασιάσθηκαν. Στην Αττική εξακολουθούσε να δρα με 30 άνδρες ο λήσταρχος Μπέμπης, ο οποίος σκοτώ θηκε από καταδιωκτικό απόσπασμα που έστειλε εναντίον του η κυβέρνηση . H έξαρση της ληστείας ήταν τόσο μεγάλη, ώστε σ ’ αυτήν συμμετείχαν και αξιωματικοί του Στρατού, όπως συνέβη στην Πάτρα με τον λοχαγό Μ ερεντίτη , ο οποίος απολάμβανε την αγγλική προστασία. Tov Δ ε κ έ μ βριο του 1847 ο Μ ερεντίτης συνέλαβε τον διοικητή της φρουράς της πόλης, λήστεψε την Εθν ική Τράπεζα και απαίτησε από τους κατοίκους τεράστια χρηματικά ποσά. Τελικά, προ- κειμένου να αποφύγει τη σύλληψη, βρήκε άσυλο σε αγγλικό πλοίο, που δ ιευκόλυνε τη φυγή του. Κύριος υπ εύθυνος για την πρόκληση ταραχών και αναστατώσεων τέτοιου είδους ήταν η αγγλική πρεσβεία και ιδίως ο πρεσβευτής Λάυονς, ο οποίος προσπαθούσε να δημ ιουργή σει στην Ελλάδα μια κατάσταση αναρχίας, για να υπονομεύσει τον «ρωσόφιλο» (πολλές φορές και «γαλλόφιλο») Οθωνα.
Μετά τις εξεγέρσεις των Σέρβων κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα και την Ελληνική Επανάσταση του 1821, μια νέα μεγάλη κρίση του Ανατολικού Ζητήματος εκδηλώ θηκε και πάλι στα μέσα του 19ου αιώνα. H κρίση αυτή κατέληξε στον Κριμαϊκό Πόλεμο, που διήρκησε από το 1853 ως το 1856. H Οθωμανική αυτοκρατορία, η Αγγλία, η Γαλλία και η Αυστρία κήρυξαν
τον πόλεμο κατά της Ρωσίας. E v τω μεταξύ, στη Βαλκανική έπνεε επαναστατικός άνεμος. O θ ρ η σκευτικός χαρακτήρας τον οποίο προσπάθησε να προσδώσει στον πόλεμο η Ρωσία, είχε μεγάλη απήχηση στα εκατομμύρια Ορθοδόξω ν της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Στην Ελλάδα επικρατούσε μεγάλος ενθ ο υ σιασμός. H Μεγάλη Ιδέα φαινόταν πλέον πραγματοποιήσιμη. Στην εντύπωση αυτή συνέβαλλε και η ρωσική διπλωματία. Υψηλόβαθμοι αξιωμα- τούχοι του Ρωσικού Στρατού είχαν επισκεφθεί τον Πειραιά και την Αθήνα, όπου έγιναν δεκτοί από τον Οθωνα και τον υπουργό Εξωτερικών Α. Πάικο. Παράλληλα ο κόμης Νέσελροδ επισκέ- φθηκε τη Σύρο. H παρουσία των Ρώσων επισήμων στην Ελλάδα αρκούσε για να ενθαρρυνθεί η πίστη στη Μεγάλη Ιδέα.
Στο διάστημα αυτό είχαν αρχίσει να οξύνο- νται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις με αφορμή την απαίτηση της Υψηλής Πύλης να της επιστρα- φούν κάποια χωριά που κακώς είχαν ενταχθεί στην ελληνική επικράτεια. Oi απαιτήσεις αυτές είχαν προκαλέσει συγκέντρωση ελληνικών στρατευμάτων στη μεθόριο. H κατάσταση επιδεινώ θηκε όταν τον Ιούνιο του 1853 η Οθωμανική αυτοκρατορία αναγκάσθηκε να αποσύρει από τα σύνορα τις τακτικές δυνάμεις της και να τις αντικαταστήσει με Αλβανούς ατάκτους.
Μέσα στη δίνη αυτών των εξελίξεων, τον Ιανουάριο του 1854 ξεσηκώ θηκαν οι κάτοικοι της περιοχής Ραδοβιζίου της Αρτας και μετά όλες οι γύρω περιοχές. Σε σύντομο χρονικό διάστημα το κίνημα εξαπλώθηκε σ ’ όλη την Ηπειρο και οι επαναστάτες απείλησαν ακόμη και τα Ιωάννινα. Στα μέσα του Φεβρουαρίου, η επανάσταση εξαπλώθηκε στη δυτική Θεσσαλία και στη Μακεδονία.
Οταν έφθασαν στην Αθήνα οι ειδήσεις της επανάστασης, κορυφώ θηκε ο ενθουσιασμός και επικράτησε πολεμική ατμόσφαιρα. Επίσης, πολλοί αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού έσπευ- σαν να συνδράμουν το επαναστατικό κίνημα στις υπόδουλες περιοχές, υποβάλλοντας τις παραιτήσεις τους. Αρχηγός του όλου αγώνα ορίσθηκε ο στρατηγός Κίτσος Τζαβέλλας. Αυτόν τον ενθουσιασμό συμμερίσθηκε το βασιλικό ζεύγος και σύσσωμη η κυβέρνηση. Κύριο ρόλο σ’ όλες τις ενέργειες έπαιζε ο υπουργός των Στρατιωτικών Σκαρλάτος Σούτσος, που συνεργαζόταν απευθείας με τον ίδιο τον βασιλιά. Ομως οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν ήδη εκδηλωθεί υπέρ της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και οι πρεσβευτές της Ελλάδας στο εξωτερικό προειδοποιούσαν την ελληνική κυβέρνηση για τους κινδύνους που διέτρεχε το κράτος.
H διπλωματική πίεση των Αγγλογάλλων στην Ελλάδα δεν άργησε να εκδηλωθεί. Στις
38
12/24 Φεβρουαρίου 1854 οι πρεσβευτές της Γαλλίας και της Αγγλίας στην Αθήνα πραγματοποίησαν παράσταση στον Οθωνα σχετικά με το θ έ μα της υποστήριξης που παρείσχε η κυβέρνηση στους επαναστατημένους πληθυσμούς της κε ντρικής καιτης βόρειας Ελλάδας. Επίσης, έγραψε στον Οθωνα και ο αυτοκράτορας της Γαλλίας Ναπολέων Π , με συμβουλευτικό τόνο αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
E v τω μεταξύ, ο επαναστατικός αναβρασμός εξαπλωνόταν. Oi συνεχόμενες συγκρού σεις των επαναστατών με τους Τούρκους, η έ ξαρση στο εσωτερικό της χώρας και οι διαδόσεις ότι ο Οθων θα τίθετο επικεφαλής όλων των επαναστατών, ανησύχησαν τους Τούρκους και τους Ευρωπαίους συμμάχους τους, που έ λαβαν την απόφαση να εντείνουν τις πιέσεις τους. Oi Μ εγάλες Δυνάμεις τήρησαν πολύ αυστηρή στάση έναντι της Ελλάδας. H Γαλλία συ- νιστούσε πιεστικά την αναστολή των επαναστατικών κινημάτων, ενώ η Αγγλία υποστήριζε φανατικά τους Τούρκους. Γενικά, οι Μ εγάλες Δυνάμεις διάκειντο αρνητικά προς την Ελλάδα και είχαν λάβει την απόφαση να τερματίσουν με οποιονδήποτε τρόπο την «εμπλοκή» της ε πίσημης Ελλάδας στις επαναστατικές ενέργειες στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα. Τα γαλλικά πλοία παρεμπόδιζαν τον ανεφοδιασμό των επαναστατών σε άνδρες και πολεμικό υλικό. Προτάθηκαν πολλά σχέδια, όπως ναυτικός αποκλεισμός της χώρας, αποστολή αγγλογαλλι- κών στρατευμάτων στην Ηπειρο ή στη Θεσσαλία, ή ακόμη και προσωρινή κατοχή των Κυκλάδων. Τελικά, αποφασίσθηκε η κατάληψη του Πειραιά, η οποία είχε ως συνέπεια την επιβολή ουδετερότητα ς στην Ελλάδα. Ετσι, η κυ β έρ νη ση αναγκασμένη πια από την εξέλιξη των πραγμάτων, ανακάλεσε όλους τους αξιωματικούς που είχαν ενταχθεί σε ανταρτικά σώματα. To αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν ο επαναστατικός αγώνας στην Ηπειρο και στην Μ ακεδονία να κα- ταδικασθεί σε αποτυχία,
H κατοχήτου Πειραιάτερματίσθηκετο 1857, όταν τα ξένα στρατεύματα αποχώρησαν οριστικά και η εσωτερική πρόοδος της χώρας συνεχί- σθηκε, χάρη σε ένα ευρύτερο φάσμα ευμενών συγκυριών. H περίοδος 1855-1861 ήταν αρκετά γόνιμη για την Ελλάδα, αφού σημειώθηκε οικονομική ανάπτυξη.
Καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη των οικονομικών δομών του κράτους έπαιξε η δ ιεθνής επιτροπή ελέγχου των οικονομικών της χώρας, που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα στις 18Φεβρουαρί- ou 1857. Την επιτροπή απάρτιζαν αντιπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων, και σκοπό είχε να εξετάσει τη δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδας. Κύρια αποστολή της ήταν να διερευνήσει η
δυνατότητα του ελληνικού δημοσίου να εξυπηρετήσει το δάνειο των 60.000.000 που είχε χορη- γ η θ ε ίτ ο 1832.
0 έλεγχος των δημοσίων οικονομικών της Ελλάδας επιβλήθηκε ως εκβιασμός για την ανεπίσημη συμμετοχή της τελευταίας σε ενέργειες που έβλαπταν τα συμφέροντα των Μεγάλων Δ υ νάμεων. Ουσιαστικά, βρέθηκε μια αφορμή για να επέμβουν οι Ευρωπαίοι ακόμη μια φορά στα ε σωτερικά του κράτους.
H δ ιεθνής επιτροπή εργάσθηκε δύο χρόνια και, ύστερα από την πραγματοποίηση 60 συνεδριάσεων, εξέδωσε μια «Γενική Εκθ εσ η » , που υπογράφηκε από τους τρεις πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων στην Αθήνα και τυπώθηκε στο Λονδίνο το 1860. H επιτροπή συνέλεξε πληροφορίες που αφορούσαν τους διάφορους το μείς προσόδων του ελληνικού κράτους. Επιπλέον, ζήτησε έλεγχο των οικονομικών της χώρας από το 1845.
Περιληπτικά, τα συμπεράσματα της επιτροπής ήταν τα εξής: 1)Υπήρχε κακοδιοίκηση. 2) Oi προσπάθειες ήταν ατελέσφορες για την εφαρμογή των νόμων από την πλευρά των φορέων της Διοίκησης. 3) Ελεγχος των πράξεων της Διοίκησης δεν υφίστατο,
01 Μεγάλες Δυνάμεις, μέσω της «Γενικής Εκθεσης», απαίτησαν να καταβάλλονται κάθε χρόνο από το ελληνικό κράτος 900.000 φράγκα
O Κων. Κανάρης (εδώ, κατά τη γεροντική του ηλικία) ως πρωθυπουργός την περίοδο της βασιλείας του Οθωνα, ακολούθησε μετριοπαθή πολιτική αλλά συνάντησε την αντίδραση της α γγλική ς κυβέρνησης.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
O Λ//Λος πρεσβευτής, Εντμουντ Λάυσνς, ουσιαστικά διετέλεσε άτυπος κυβερνήτης της Ελλάδας την περίοδο της βασιλείας του 09ωνα (Α&ήνα, Γεννάδειος Βιβλιο&ήκη).
για την εξόφληση του δανείου των 60.000.000. H ελληνική κυβέρνηση αναγκάσθηκε να δεχθεί αυτό το ποσό. Την απαίτησή τους αυτή οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν την στήριξαν μόνο σε διαπιστώσεις που προέκυψαν από τον έλεγχο των οικονομικών της χώρας, αλλά και σε υποδείξεις τους για εκσυγχρονισμό της κρατικής μηχανής, όχι μόνο στον δημοσιονομικό τομέα, αλλά και με βάση ένα ευρύτερο πρόγραμμα, που θα όφειλαν να ακολουθήσουν οι ελληνικές κυβερνήσεις κατά την κρίση τους.
H ΑΓΓΛΙΚΗ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ»: TO ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ «ΠΑΤΣΙΦΙΚΟ»KAI TA «ΠΑΡΚΕΡΙΚΑ»
Στις 15 0κτωβρίου 1848 ανέλαβετηνπρωθυ- πουργία ο Κωνσταντίνος Κανάρης.
Από την περίοδο της κυβέρνησης Κανάρη (τα μέλη της οποίας προέρχονταν από τη γαλλόφιλη και τη ρωσόφιλη παράταξη), ξεκίνησαν εκ νέου οι πιέσεις του Αγγλου πρεσβευτή, οι οποίες κορυφώθηκαν το καλοκαίριτου 1849 καιπρο- σέλαβαν απαράδεκτη μορφή το πρώτο εξάμηνο του 1850. Την περίοδο αυτή συνέβησαν χαρακτηριστικά γεγονότα που ερέθισαν την αγγλική πολιτική. Στην Αθήνα και σε πόλεις της Πελο- ποννήσου έβρισκαν καταφύγιο Επτανήσιοιπρό- σφυγες, οι οποίοι, κυνηγημένοι από τις αγγλικές Αρχές μετά τον επαναστατικό αναβρασμό
του 1848 στην πατρίδα τους, έβρισκαν καταφύγιο στην ελεύθερη Ελλάδα. O Τύπος της εποχής καταχωρεί ενδιαφέρουσες ειδήσεις για τον αριθμό και την προέλευση των προσφύγων και για τις δυσχέρειες τις οποίες αντιμετώπισαν σε κάποιες περιπτώσεις, καθώς η πολιτεία ήταν υποχρεωμένη να περιορίζει τη δραστηριότητά τους για να μην προκαλεί την αντίδραση της αγγλικής πρεσβείας. Εκτός όμως από τους Επτα- νήσιους, έφθασαν το 1849 στην Ελλάδα κύματα Πολωνών, Ούγγρων και Ιταλών προσφύγων οι ο ποίοι, παρά τις διαμαρτυρίες ορισμένων πρεσβευτών, γίνονταν δεκτοί με συμπάθεια από τον ελληνικό πληθυσμό. Μ ε ιδιαίτερο ενδιαφέρον εργάσθηκε μια δεκαμελής επιτροπή για την περίθαλψη αυτών των προσφύγων.
Ολα τα παραπάνω είχαν ως άμεση συνέπεια την επιδείνωση των αγγλοελληνικών σχέσεων. Καθώς η Ελλάδα απομακρυνόταν εξαιτίας των διεθνών εξελίξεων από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της Γαλλίας, η Ρωσία, φροντίζοντας για τη διατήρηση του πολιτειακού καθεστώτος και προσωπικά για τον ίδιο τον Οθωνα, είχε ταχθεί απροκάλυπτα με τον βασιλικό θεσμό στην Ελλάδα. O Ρώσος πρεσβευτής στην Αθήνα, Περσιάνι, με έγγραφο που απηύθυνε στα ρωσικά προξενεία της Ελλάδας, τόνιζε την ύψιστη σπουδαιό- τητα που είχε η μοναρχία για την Ελλάδα. Υπογράμμιζε επίσης ότι κάθε αντίθεση προς τη βασιλεία θα ακύρωνε κάθε κατάκτηση της χώρας.
Ετσι, η βαθμιαία στροφή της Ελλάδας προς τη Ρωσία φαινόταν εκ των πραγμάτων δικαιολογημένη, ενώ οι βαθύτεροι στόχοι της ρωσικής πολιτικής δεν απέβλεπαν, όπως ήταν ευνόητο, στην ικανοποίηση των εθνικών πόθων της Ελλάδας ή στην επίλυση των οικονομικών της προβλημάτων, αλλά στη ρύθμιση των ζητημάτων που ανέκυπταν στην περιοχή από την οξύτητα που είχε λάβει το Ανατολικό Ζήτημα. H Ρωσία, για να εξασφαλίσει μια προσέγγιση με την Αγγλία, ήταν διατεθειμένη να αφήσει το Αιγαίο και την Ελλάδα στην αγγλική επιρροή, τη στιγμή ακριβώς που η αγγλική διπλωματία επιδίωκε με κάθε τρόπο να καταλάβει τη θέση που άφηνε κενή η απομάκρυνση της Γαλλίας.
H Αγγλία, όμως, αντί να επιδιώξει με την πολιτική της τον προσεταιρισμό της ελληνικής κοινής γνώμης, του Τύπου και της κυβέρνησης, θ έλησε να ασκήσει πολιτική εκβιασμού και ταπείνωσης της ελληνικής κυβέρνησης προκαλώ- ντας έντονη αντίδραση, που τελικά οδήγησε στο αντίθετο αποτέλεσμα, στην προσωρινή συσπείρωση του λαού γύρω από τον θρόνο και στη στροφή του ελληνικού λαού για άλλη μια φορά προς τη Ρωσία.
Μια πρώτη εκδήλωση της εκβιαστικής πολιτικής της Αγγλίας έναντι της Ελλάδας σημειώ
¢0
θη κε με την ανακίνηση του ζητήματος των νη σιών Ελαφονήσου και Σαπιέντζας, nou είχε ανα- κύψει δέκα χρόνια πριν. To 1839 ο Αγγλος αρμοστής της Επτανήσου, με έγγραφό του στον Ελληνα υπουργό των Εξωτερικών, υποστήριζε ότιη Ελαφόνησος, που βρίσκεται κοντά στα Κύ θηρα και η έκταση της οποίας είναι μόλις 21 τ ε τραγωνικά χιλιόμετρα, ανήκε στην Ιόνιο Πολιτεία. Για το ίδιο ζήτημα είχε απευθύνει διακοί- νωση και ο Αγγλος πρεσβευτής Λάυονς στην ελληνική κυβέρνηση το 1841, χωρίς ωστόσο να λάβει απάντηση. To 1843, με νέα του διακοίνω- ση, ο Λάυονς διαμαρτυρόταν και για την ελληνική «κατοχή» της Ελαφονήσου και διατύπωνε αξιώσεις για τη Σαπιέντζα, κοντά στη Μεθώνη. Από το 1843 έως το 1849,’το ζήτημα είχε τεθεί στο περιθώριο, αλλά ξαφνικά τον Μάρτιο και τον Ιούλιο του 1849, πρώτα ο Λάυονς και ύστερα ο διάδοχός του στην αγγλική πρεσβεία, Ουάις, δήλωσαν ότι όχι μόνο η Ελαφόνησος και η Σαπιέντζα, αλλά και άλλα νησιά, που βρίσκονταν απέναντι στην Πελοπόννησο και την Ηπει- 0 0 . υπάγονταν στην Ιόνιο Πολιτεία. H αξίωση αυτή, τόσο του Αγγλου αρμοστή των Επτανήσων, όσο και της αγγλικής πρεσβείας στην Αθή- • α. θεω ρήθηκε απαράδεκτη από τις ελληνικές <υβερνήσεις, που στηρίχθηκαν σε διεθνείς
πράξεις σχετικές με το καθεστώς και τα όρια της Επτανήσου Πολιτείας.
Μια άλλη απόδειξη της εχθρικής στάσης έ ναντι της Ελλάδας παρέσχε η Αγγλία με τον τρόπο που υποστήριξε και που εκμεταλλεύθηκε πολιτικά την υπόθεση «Πατσίφικο».
O Εβραίος Δαβίδ Πατσίφικο είχε γεννηθεί στο Γιβραλτάρ και είχε αποκτήσει το 1820 την πορτογαλική υπηκοότητα. To 1836 διορίσθηκε πρόξενος της Πορτογαλίας στην Αθήνα και πα- ρέμεινε στη θέση αυτή ως το 1842, όταν απολύθη κε λόγω κατάχρησης. Λίγο αργότερα απέκτησε την αγγλική υπηκοότητα και, ως Αγγλος πια υπήκοος, εξακολουθούσε να μένει στην Αθήνα, ζώντας κυρίως από τα βοηθήματα της δούκισ- σας της Πλακεντίας.
Tov Απρίλιο του 1849, κατά τις εορτές του Πάσχα, ομάδες Αθηναίων εμποδίσθηκαν να πραγματοποιήσουν ένα παλαιό έθιμο, σύμφωνα με το οποίο κατά τη Μεγάλη Παρασκευή (σε άλλα μέρη κατά την Ανάσταση) έπρεπε να καεί ένα ομοίωμα του Ιούδα. H απαγόρευση αυτή εξόργισε τον αθηναϊκό όχλο ο οποίος, οδηγημένος από το πάθος του, στράφηκε εναντίον του σπιτιού του Πατσίφικο και κατέστρεψε κάποια έπιπλά του. O Πατσίφικο, παμπόνηρος και άριστος τυχοδιώκτης, με την ιδιότητα του Αγγλου υπη
Πολιτικές συζητήσεις σε καφενείο της οθωνικής περιόδου (Αθήνα, Ιστορικό Μουσείο).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 41
* Y “ψ
««?**
ψo
mga
gg
κόου, ζήτησε την προστασία και την υποστήριξη της αγγλικής πρεσθείας, υποστηρίζοντας ότι η ζημιά που του είχε προκληθεί έφθανε τις887.000 δραχμές, επειδή εκτός από τα έπιπλά του είχαν καταστραφεί ή και κλαπεί πιστωτικά πορτογαλικά έγγραφα αξίας 665.000 δραχμών. H ελληνική κυβέρνηση συνέστησε να καταφύγει ο Πατσίφικο στην ελληνική δικαιοσύνη, αλλά αυτός ζήτησε την παρέμβαση της αγγλικής πρεσβείας, η οποία υιοθέτησε τις απαιτήσεις του, όχι επειδή τις θεω ρούσε δίκαιες, αλλά γιατί της δινόταν μια νέα ευκαιρία για να φέρει σε δύσκο λη θέση την ελληνική κυβέρνηση.
Παρά την αντικατάσταση του πρεσβυετή Λάυονς από τον Ουάις, η αγγλική πολιτική δεν άλλαξε γραμμή πλεύσης. O υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας Πάλμερστον, στον οποίο έφθα- σε η υπόθεση, την παρέπεμψε στο συμβούλιο νομικών του βρετανικού Στέμματος, που αποφάν- θηκε υπέρ της καταβολής χρηματικής αποζημίωσης στον Πατσίφικο από το ελληνικό κράτος. H Ελλάδα δεν ήταν εφικτό να υποχωρήσει σ’ αυτές τις εξωφρενικές αξιώσεις, και η στάση της, υπερήφανη και αξιοπρεπής, οδηγούσε στη σταδιακή επιδείνωση των ελληνοαγγλικών σχέσεων.
Εκτός από τα δύο ζητήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω, είχαν ανακύψει (ή είχαν έντεχνα προκληθεί) κατά τα χρόνια αυτά και άλλες αφορμές δυσαρεσκειών εναντίον της Ελλάδας. Tov Σεπτέμβριο του 1846 είχαν ληστευθεί από Ελληνες έξι μικρά πλοία με αγγλική σημαία. To επεισόδιο είχε σχεδόν λησμονηθεί (παρά το ότι τότε είχε προκαλέσει την έντονη διαμαρτυρία του Λάυονς), όταν, τον Ιανουάριο και Μάρτιο του 1849, ανακινήθηκε από την αγγλική πρεσβεία, που απαιτούσε ένα σημαντικό ποσό για την αποζημίωσή τους, ενώ στην πραγματικότητα δεν επρόκειτο (σύμφωνα με την ομολογία αγγλικής πηγής) παρά μόνο για κάποια μικρά πλοιάρια που ανήκαν σε Επτανησίους. Ανάλογα γε γονότα είχαν διογκωθεί από την αγγλική πλευρά, όπως π.χ. η φυλάκιση από τις ελληνικές Αρχές δύο Ζακυνθίων-Αγγλων υπηκόων, η «περιφρόνηση» της αγγλικής σημαίας στην Πάτρα κ.ά. Στις δύο κύριες αφορμές των αγγλικών ε κβιασμών προστέθηκε μια τρίτη, η άρνηση της ελληνικής κυβέρνησης να ικανοποιήσει την απαίτηση του Σκώτου ιστορικού Γεωργίου Φίν- λεϋ, για την αξία του οικοπέδου του, που είχε περιληφθεί στον κήπο των ανακτόρων, ο οποίος είχε αρχίσει να δημιουργείται από το 1840 με πρωτοβουλία της βασίλισσας Αμαλίας. Για το οικόπεδο αυτό, έκτασης 2.600 τ. πήχεων, ο Φίνλεϋ ζητούσε το υπερβολικό για την εποχή εκείνη ποσό των 45.000 δραχμών, ενώ τα ποσά με τα οποία είχαν αποζημιωθεί ιδιοκτήτες οικοπέδων στην ίδια θέση ήταν πολύ χαμηλότερα.
H προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να επιλυθεί η διαφορά με διαιτητές, προσέ- κρουσε αρχικά στην άρνηση του Φίνλεϋ, αλλά ακόμη και όταν ο ίδιος δ έχθη κε τη λύση που πρό- τεινε η κυβέρνηση της Ελλάδας, η αγγλική κυβέρνηση εξακολουθούσε να προβάλει με επιμονή τις αξιώσεις της.
Στις 4 Ιανουαρίου 1850 ένας ισχυρός αγγλικός στόλος υπό τον ναύαρχο Πάρκερ, που βρισκόταν στο Αιγαίο και είχε περάσει προηγουμένως από την Κωνσταντινούπολη, στάθμευσε έξω από τον Πειραιά. O Αγγλος ναύαρχος και ο Αγγλος πρεσβευτής ζήτησαν την ίδια ημέρα να συναντήσουν τον υπουργό των Εξωτερικών Λό- ντο και του δήλωσαν ότι, αν η ελληνική κυβέρ νηση δεν ικανοποιούσε τις δίκαιες απαιτήσεις των Αγγλων υπηκόων, η Αγγλία θα ήταν υποχρεωμένη να λάβει τα μέτρα που θεω ρούσε αναγκαία. Παρά την προσπάθεια του Λόντου να α- ντικρούσει τους αγγλικούς ισχυρισμούς, ο Ουάις του επέδωσε τελεσιγραφική διακοίνωση, σύμφωνα με την οποία έπρεπε να δοθεί απάντηση σε 24 ώρες. Σε περίπτωση που η Ελλάδα δεν θα ικανοποιούσε τις βίαιες αγγλικές αξιώσεις, δηλωνόταν ότι ο ναύαρχος Πάρκερ θα ήταν υποχρεωμένος να ενεργήσει βάσει των διαταγών της κυβέρνησής του.
O Λόντος ζήτησε εύλογο χρόνο για να μελετήσει την κατάσταση, αλλά ο Ουάις, μετά την εκπνοή της διορίας του τελεσιγράφου, επιβιβάσθηκε στην ναυαρχίδα της μοίρας του αγγλικού στόλου και κήρυξε τον αποκλειομό του Πέιραιά και έμμεσα της Σύρου, της Κορίνθου και των Πατρών, καθιστώντας γνωστό με επιστολή του προς τον Ελληνα υπουργό των Εξωτερικών ότι ο Αγγλος ναύαρχος δεν θα επέτρεπε σε κανένα πλοίο της ελληνικής κυβέρνησης να αποπλεύ- σει από τον Πειραιά.
H διαμαρτυρία της ελληνικής κυβέρνησης, που επιδόθηκε αμέσως στον Αγγλο πρεσβευτή, φανερώνει ότι η Ελλάδα δεχόταν με αξιοπρέπεια την εκβιαστική ενέργεια μιας δύναμης εναντίον της οποίας δεν μπορούσε να πολεμήσει με τα ίδια όπλα.
O ναυτικός αυτός αποκλεισμός δημιουργούσε μια κρίσιμη κατάσταση όχι μόνο για τον επισιτισμό του πληθυσμού της ελληνικής πρωτεύουσας, αλλά και για τις σχέσεις της Αγγλίας με τις άλλες Δυνάμεις, των οποίων τα οικονομικά συμφέροντα θίγονταν από τα αγγλικά μέτρα. Σ ’ αυτή την οξύτατη φάση των ελληνοαγγλικών σχέσεων η αντίδραση της κοινής γνώμης της Ελλάδας υπήρξε απόλυτα επιδοκιμαστική για τις ε νέργειες της κυβέρνησης, και ιδιαίτερα του Οθωνα και του Λόντου.
O Οθων, του οποίου η δημοτικότητα είχε μειωθεί αισθητά, ανακτούσε το χαμένο του κύ-
ρος, και, καθώς η αγγλική πολιτική στρεφόταν σταδιακά εναντίον του, ο λαός τον μετέβαλλε σε εθνικό σύμβολο, στο πρόσωπο του οποίου η Αγγλία προσέβαλλε ολόκληρο τον Ελληνισμό. Από τις πρώτες ημέρες του αποκλεισμού, όπως προκύπτει από την αρθρογραφία των εφ ημερίδων και από εμπιστευτική έκθεση προς τον Γάλλο υπουργό των Εξωτερικών, άρχισε να πα- ρατηρείται διαρροή των οπαδών του αγγλικού κόμματος προς το ρωσικό και το γαλλικό. Oi φοιτητές του Πανεπιστημίου ζητούσαν να συγκροτήσουν φάλαγγα για την τήρηση της τάξης στην πόλη, οι αξιωματικοί δήλωσαν στην κυβέρνηση ότι ήταν έτοιμοι να αποποιηθούν
Χιουμοριστική απεικόνιση της «προστασίας» που προσέφερε η Ρωσία στους Ελληνες κατά τον Wo και 19ο αιώνα (Α9ήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
τη μισθοληψία τους και ότι έθετα ν τους μισθούς τους στη διάθεση της κυβέρνησης για να δ ιευ θ ετη θο ύ ν οι ο ικονομικές εκκρ εμ ό τη τες, και οι παλαιότερα αγγλόφιλοι έμποροι της Σύρου και των Πατρών μεταστρέφονταν στο α- ντιαγγλικό ρεύμα που είχε κυριαρχήσει στα αστικά κέντρα και στην ύπαιθρο.
H απαράδεκτη ενέργεια του αποκλεισμού των ελληνικών λιμανιών από τον αγγλικό στόλο, η κατάσχεση εμπορευμάτων που μεταφέρονταν από πλοία στην περιοχή του Αιγαίου και η συγκέντρωση στη Σαλαμίνα των ελληνικών πλοιαρίων που βρέθηκαν στις αποκλεισμένες περιοχές προκάλεσαν, εκτός από την αγανάκτηση
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ
O /. Κω λέττης έπαιξεπρωταγωνιστικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις της περιόδου του Ο&ωνα (Α&ήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).
των Ελλήνων, και την έντονη δυσφορία των πρεσβευτών της Γαλλίας και της Ρωσίας στην Ελλάδα, που έσπευσαν να ενημερώ σουν αμέσως τις κυβερνήσεις τους.
O Περσιάνι, με διακοίνωσή του προς τον Ουάις την 1 η/13η Φεβρουαρίου 1850, επισήμαι- νε τους κινδύνους που εγκυμονούσε η π ρόθεση της Αγγλίας να καταλάβει τα δύο διεκδικού- μενα νησιά χωρίς να ειδοποιηθεί π ροηγουμένως η ρωσική Αυλή. Πριν όμως πληροφορηθεί την αντίδραση της Ρωσίας, ο υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας Πάλμερστον είχε αποστείλει επιστολή προς τον Ουάις, στην οποία έγραφε ότι δ εν υπήρχε ζήτημα διεκδίκησης των νησιών, αλλά ζήτημα απομάκρυνσης από αυτά των Ελλήνων υπηκόων.
Δριμύτερη υπήρξε η γαλλική αντίδραση, που εκδηλώ θηκε όχι μόνο στη γαλλική εθνοσυνέλευ
ση (μέλος της οποίας ήταν και ο πρώην πρεσβευτής στην Ελλάδα Πισκατόρυ), αλλά και στις γαλλικές εφημερίδες, που τοποθετούσαν το ζήτημα στην πρώτη σειρά του ενδιαφέροντος. Πρέπει να σημειωθεί ότι η σχετική με τη στάση της Αγγλίας αγόρευση του Πισκατόρυ ήταν ένας θερμότατος ύμνος για ό,τι είχε επιτύχει ο ελληνικός λαός εν μέσω αντίξοων συνθηκών.
H γαλλική κυβέρνηση, στην επιδίωξή της να βοηθήσει στην άρση του αποκλεισμού, έστειλε στο Λονδίνο τον διαπρεπή διπλωμάτη Εδουάρ- δο Ντρουέν ντε Λουύ, που θα συναντούσε τον Πάλμερστον για να του γνωστοποιήσει τις απόψεις της Γαλλίας και να προσφέρει τις καλές υπηρεσίες του. H παρέμβαση του Γάλλου διπλωμάτη υπήρξε αποφασιστική. O Πάλμερστον έ στειλε οδηγίες στον Ουάις για την προσωρινή αναστολή του αποκλεισμού, και ο Αγγλος πρεσβευτής στην Αθήνα ενημέρω σε αμέσως τον Γάλλο συνάδελφό του, στον οποίο ανακοίνωσε ότι «η αναστολή του αποκλεισμού θέλει γίνει ε ντός προθεσμίας ευλόγου, τα δε ήδη κατασχε- θέντα υπό του αγγλικού στόλου θέλουσι μένει εν τη τούτου κατοχή μέχρι της οριστικής περα- τώσεως του συμβιβασμού».
Ανάλογη υπήρξε και η αντίδραση της Ρωσίας. O τσάρος Νικόλαος Α ’ έστειλε στην Αθήνα τον υπασπιστή του, γεγονός που έδειχνε το ιδιαίτερο προσωπικό του ενδιαφέρον για τις ελληνικές υποθέσεις. Συγχρόνως, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Νέσελροδ, με διακοίνωσή του της 7ης/19ης Φεβρουαρίου 1850, χαρακτήριζε τις ενέργειες του αγγλικού στόλου «απαράδεκτες, βίαιες και παράδοξες» και προειδοποιούσε ότι «περί του ζητήματος των νησιδίων η αυ- τοκρατορική κυβέρνησις διακηρύττει ρητώς ότι η αγγλική κυβέρνησις δεν δύναται να θίξη σπιθαμήν γης ελληνικής άνευ συναινέσεως της Ρωσίας και της συμμάχου Γαλλίας».
Δύο, ακόμη εντονότερες, διακοινώσεις του Νέσελροδ της 6ης/18ης Μαρτίου 1850, ανάγκασαν την αγγλική κυβέρνηση να απελευθερώσει τα ελληνικά πλοία που είχαν συλληφθεί και να ε πιδιώξει έναν συμβιβασμό που δεν θα ήταν μει- ωτικός για το γόητρο της Αγγλίας.
E v τω μεταξύ, ένας ειδικός Γάλλος απεσταλμένος στην Αθήνα είχε επανειλημμένες αλλά άκαρπες συναντήσεις με τον Ουάις, ο οποίος στα μέσα Απριλίου δήλωνε ότι ο αποκλεισμός (ο οποίος ύστερα από τις αγγλικές και γαλλικές πιέσεις είχε αρχίσει να γίνεται ηπιότερος) θα ε- παναλαμβανόταν, αν η Ελλάδα δεν παραδεχόταν όλες τις αγγλικές αξιώσεις. Πράγματι, ο αποκλεισμός ξανάρχισε και έληξε το καλοκαίρι του 1850. Υστερα από μακρές συζητήσεις, στις 6 Ιουλίου 1850 ο Ουάις και ο Λόντος υπέγραψαν σύμβαση, σύμφωνα με την οποία η αγγλική πρε
44
• ' ' -8 f tS 9 SSi
σβεία θα επέστρεφε το ποσό των 150.000 που είχε κρατηθεί ως εγγύηση για την αποζημίωση του Πατσίφικο, αλλά η ελληνική κυβέρνηση ή ταν υποχρεωμένη να καταβάλει το αναγκαίο ποσό, «εάν μετ ’ αυστηράν έρευναν αποδειχθή ότι εβλάβη εκ της απωλείας ή καταστροφής των εγγράφων». H έρευνα που διεξήχθη στα πορτογαλικά αρχεία απέδειξε ότι η πορτογαλική κυβέρνηση όφειλε στον Πατσίφικο μόνο 3.850 δραχμές.
To ζήτημα των δύο νησιών δεν αντιμετωπιζόταν στη σύμβαση αυτή, το τέταρτο άρθρο της o- ποίας καθόριζε ότι «αι αξιώσεις της Αυτού Βρετ- τανικής Μεγαλειότητος αι αναφερόμεναι εις το εγγυημένον υπό των τριών Δυνάμεων δάνειον και εις τας νήσους Σαπιέντζαν και Ελαφόνησον εξαιρούνται από της συμβάσεως ταύτης».
O αποκλεισμός των ελληνικών λιμανιών από τον αγγλικό στόλο είχε ως στόχο την επίδειξη ισχύος προς την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και την επιβολή με τρόπο βίαιο και άμεσο της εκπλήρωσης των βρετανικών συμφερόντων. Τα επεισό
δια της δήθεν «προσβολής» Βρετανών υπηκόων ήταν σι εύλογες αφορμές για να εδραιώσουν οι Αγγλοι την επιρροή τους στην Ελλάδα.
O ΚΡΙΜΑΪΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ KAIO ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ TOY ΠΕΙΡΑΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΓΓΛΟΓΑΛΛΟΥΣ
0 Κριμαϊκός Πόλεμος ήταν η αιτία για να ε παναστατήσουν οι Ελληνες στις αλύτρωτες περιοχές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Πολλοί αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού κατέθεσαν τις παραιτήσεις τους στην κυβέρνηση, προκει- μένου να συμμετάσχουν στα ανταρτικά σώματα που σχηματίσθηκαν για να δράσουν κυρίως στην Ηπειρο και στη βόρεια Ελλάδα.
01 προηγούμενες ενέργειες, όπως και η ανεπίσημη υποστήριξη που έδωσε η ελληνική κυβέρνηση σ ’ αυτές τις ομάδες, ήταν φυσικό να προκαλέσει τη μήνι των Μεγάλων Δυνάμεων. Στις 30 Μαρτίου/11 Απριλίου 1854 οι π ρεσβευτές Ρουάν της Γαλλίας και Ουάις της Αγγλίας α-
To παλαιό Στρατιω τικό Νοσοκομείο (σήμερα, δίπλα στο νέο Μουσείο τη ς Ακρόπολης), κτίσμα του W. von Weiler (1834-36), την περίοδο της βασιλείας του Ο&ωνα.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ EA 45
O Οΰων με φουστανέλα (ελαιογραφία του Carl Rahl).
νή γ γει- λαν επίσημα
στον υπουργό των Εξωτερικών Α. Πάικο ότι
τα πολεμικά πλοία των χωρών τους είχαν διατα- χθεί να επισκέπτονται τα ελληνικά λιμάνια και να npo6 a ivouv σε κατάσχεση των πλοίων που θα μετέφ εραν όπλα και πολεμοφόδια. Ανάλογη διακοίνωση επιδόθηκε και στις 8/20 Απριλίου 1854, ενώ δύο ημέρες αργότερα μια πολύ αυστηρή βρετανική οδηγία αναφερόταν στην τύ χη του θρόνου του ίδιου του Οθωνα και στο μέλλον της δυναστείας. Τελικά, στις 29 Απριλί- ου/11 Μαϊου οι δύο π ρεσβευτές επέδωσαν τε λεσίγραφο με πενθήμερη προθεσμία με το οποίο ζητούσαν από τον Οθωνα να αποκηρύξει ε- πίσηματις «εγκληματικές» πράξεις των αξιωματικών που είχαν προσχωρήσει στα κινήματα τα οποία δρούσαν στις επαναστατημένες περιοχές υπό οθωμανική κατοχή και να τους καλέσει, με την απειλή κυρώσεων, να επανέλθουν σε λίγες ημέρες στο ελληνικό έδαφος. H ελληνική κυ βέρνηση επιχείρησε μάταια να επιτύχει παράταση της προθεσμίας και συμπαράσταση από τις άλλες Δυνάμεις. Τελικά ο Οθω ν αναγκάσθηκε να υποκύψει. Στις 12/24 Μαϊου 1854 καταρτίσθηκε το κείμενο της βασιλικής διακήρυξης και ολοκληρώ θηκε η επιλογή νέων υπουργών, ενώ την ίδια ημέρα έφθαναν στον Πειραιά και τα γαλλικά πλοία που μετέφ εραν τη μεραρχία του
στρατηγού Forey (3.000 άνδρες), η οποία την ε πομένη κατέλαβε την πόλη. Λίγο αργότερα κα- τέφθασε και το 97ο αγγλικό Σύνταγμα Πεζικού και τη διοίκηση όλων των δυνάμεων ανέλαβε ο Γάλλος ναύαρχος, βαρόνος de Tinan.
To απόγευματης 14/26 Μαϊου 1854, στη διάρκεια επίσημης τελετής στην αίθουσα του θ ρ ό νου με την παρουσία των πρεσβευτών της Γαλλίας και της Αγγλίας, ο Οθων ανέγνωσε τη διακήρυξη της ουδετερότητας που του είχαν επιβάλει οι δύο Δυνάμεις και αποχώρησε αμίλητος, αφού πρώτα άκουσε την απάντηση του Αγγλου πρεσβευτή Ουάις. H νέα κυβέρνηση που επέβαλαν οι Αγγλογάλλοι, το επιλεγόμενο από τον λαό «Υπουργείον Κατοχής», συγκροτήθηκε από τον Αλέξανδρο Μ αυροκορδάτο (που δεν είχε ακόμη επιστρέψει από το Παρίσι) ως πρωθυπουργό και υπουργό των Οικονομικών, τον Κωνσταντίνο Ka- νάρη ως προσωρινό πρόεδρο της κυβερνήσεως και υπουργό των Ναυτικών, και τους Ρήγα Παλα- μήδη των Εσωτερικών, Γ Ψύλλα της Παιδείας και των Εκκλησιαστικών, Π. Αργυρόπουλο των Εξωτερικών και Π. Καλλιγά της Δικαιοσύνης. Στο υπουργείο των Στρατιωτικών επέβαλαν τον Δημ. Καλλέργη, πρόσωπο που ο Οθων αντιπαθούσε ιδιαίτερα εξαιτίας της επανάστασης της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843.
H κυβέρνηση αυτή έσπευσε να ανακαλέσει με αυστηρές προειδοποιήσεις και απειλές όλους τους αξιωματικούς που είχαν προσχωρήσει στα επαναστατικά κινήματα, και γενικά να a- ξιοποιήσει τις παράλογες αξιώσεις των Αγγλο- γάλλων. Επίσης, πριν ακόμη ορκισθεί, έπειτα από απαίτηση του Καλλέργη (π ο υ . ασκούσε πραγματική δικτατορία ως την άφιξη του Mau- ροκορδάτου) απέλυσε τους υπασπιστές του Οθωνα, υποστράτηγους Ιωάννη Κολοκοτρώνη, Σπυρομήλιο, Ιωάννη Μαμούρη και Γαρδικιώτη Γρίβα, και έθεσ ε σε διαθεσιμότητα τον πρώην υπουργό των Στρατιωτικών Σκαρλάτο Σούτσο. Επίσης απομάκρυνε τον Βέτλαντ, προσωπικό γραμματέα του Οθωνα. E v τω μεταξύ, με πρωτοβουλία του Ρουάν και τη συγκατάθεση του Ουάις, είχαν σταλεί διπλωμάτες στη Θεσσαλία, για να πείσουν τους αρχηγούς των σωμάτων να εγκαταλείψουν τον αγώνα και να επιστρέψουν στην Ελλάδα, αποστολή που είχε επιτυχία. Oi διπλωμάτες αυτοί ήταν ο Αύγουστος Γκερέν (Guerin), πρόξενος της Γαλλίας στη Σύρο, εγκατεστημένος επί 25 χρόνια στην Ελλάδα, και ο Αγγλος πρόξενος Μέρλιν. Κατά τα μέσα Ιουλίου 1854 επέστρεψε τελευταίος στο ελληνικό έδαφος και ο στρατηγός Χριστόδουλος Χατζηπέ- τρος, παρά τη λαμπρή του νίκη στη μάχη της Καλαμπάκας στις 10 Μαϊου 1854. O αγώνας των αλύτρωτων Ελλήνων καταδικάσθηκε με τη βίαιη επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, που επιθυ
46
μούσαν να διατηρηθεί αλώβητο το status quo της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
To «Υπουργείο Κατοχής», με τα αυστηρά μέτρα που έλαβε, πέτυχε την επάνοδο των περισσότερων στρατιωτικών από την Ηπειρο, Θεσσαλία και Μακεδονία, καθώς και την επικράτηση μιας σχετικής τάξης στη Στερεά Ελλάδα, ιδίως στις παραμεθόριες περιοχές, καθώς μετά την ε πάνοδο των επαναστατικών σωμάτων είχε αρχίσει να αναβιώνει η ληστεία σε όλη την Ελλάδα. Φοβερή ληστρική συμμορία ήταν του αρχιληστή Μελλούνα ο οποίος, με υπαρχηγό τον Χρήστο Νταβέλη, λυμαινόταν κυρίως τη Λοκρίδα, Φωκίδα, Βοιωτία, και Αττική, φθάνοντας ακόμη ως και τα προάστια της Αθήνας. Εξάλλου μεγάλες λαφυραγωγίες πραγματοποιούντο σε βάρος όχι μόνο των Τούρκων αλλά και πολλών Ελλήνων κατοίκων της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.
Oi σχέσεις του Οθωνα με τη νέα κυβέρνηση δεν ήταν καθόλου καλές, ιδίως μέχρι την επιστροφή του Μαυροκορδάτου από το Παρίσι τον Ιούλιο του 1854. O Καλλέργης, που είχε την αμέ- ριστη υποστήριξη των Γάλλων και περιστοιχιζόταν από ανθρώπους που είχαν συμμετάσχει στην επανάσταση του 1843, ασκούσε δικτατορι- κή εξουσία, ενώ ο Οθων, απομονωμένος από τους πρεσβευτές των Δυνάμεων (εκτός από ε κείνους της Βαυαρίας και της Πρωσσίας), προσπαθούσε να αντιδράσει καθυστερώντας την υπογραφή διαφόρων διαταγμάτων. Oi διαρκείς προστριβές του Οθωνα με τον Καλλέργη, πίσω
από κάθε ενέργεια του οποίου βρίσκονταν οι Γάλλοι, είχαν οξύνει τόσο την κατάσταση, ώστε στο αρχηγείο του στρατού κατοχής να γίνεται λόγος και για κατάληψη των Αθηνών. Επιπλέον, ο Ναπολέων P , ο αυτοκράτορας της Γαλλίας, σκεπτόταν ακόμη και την εκθρόνιση του Οθωνα και την αντικατάστασή του με τον πρίγκιπα Carignano, εξάδελφο του συμμάχου του βασιλιά της Σαρδηνίας. To σχέδιο όμως αυτό δεν έγινε αποδεκτό από την αγγλική κυβέρνηση.
Στο μεταξύ, λόγω του ανθυγιεινού κλίματος του Πειραιά, η κατοχή των Αγγλογάλλων ε- πεκτάθηκε το καλοκαίρι του 1854 ως τα Πατήσια και την Πεντέλη. Oi δυνάμεις κατοχής α- σχολήθηκαν και με πολλά κοινωφελή έργα, αλλά με τους προκλητικούς στρατιωτικούς περιπάτους τους στην Αθήνα (ακόμη και μπροστά από τα ανάκτορα), με την ιταμή συμπεριφορά τους και τα επεισόδια που προκαλούσαν με Ελληνες πολίτες και υπαλλήλους (όπως η καταστροφή των πιεστηρίων της εφημερίδας «Αιών» και η απαγωγή στον Πειραιά του εκδότη της Ιωάννη Φιλήμονα, η σύλληψη και η φυλάκιση του Κωνσταντίνου Λεβίδη, διευθυντή και αρχισυντάκτη της εφημερίδας «Ελπίς», η ε πέμβασή τους ακόμη και στα εσωτερικά ζητήματα της διοίκησης του κράτους, π.χ. στη μετάθεση αξιωματικών και δικαστικών), ενέτειναν την αγανάκτηση του πληθυσμού και ενίσχυσαν τη δημοτικότητα του Οθωνα.
Την αγανάκτηση του λαού αύξησε σε μεγάλο
To συνέδριο που πραγματοποιή&ηκε στο Παρίσι το 1856, με το οποίο έληξε επίσημα ο Κριμαϊκός Πόλεμος.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗ
O 0 9 ω ν και η Αμαλία ζητούν από τους στρα τηγούς να ανταποκρι9ούν στις προσδοκίες του Ε9νους κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο (Α9ήνα, Ε9νικό Ιστορικό Μουσείο).
βαθμό και η εμφάνιση της χολέρας, την οποία μετέφεραν τα γαλλικά στρατεύματα από τη Βάρνα και η οποία εκδηλώ θηκε πρώτα στις δυ νάμεις κατοχής στον Πειραιά. Επειδή μάλιστα οι Αρχές κατοχής δεν επέτρεψαν τότε την τήρηση των απαραίτητων αυστηρών υγειονομικών μέτρων, η επιδημία διαδόθηκε γρήγορα στην Α θ ή να και επί πέντε μήνες κατέτρυχε την πρωτεύουσα. H χολέρα προκάλεσε τον θάνατο 3.000 ατόμων, δηλαδή του 1/10 του πληθυσμού της πρωτεύουσας που δεν υπερέβαινε τις 30.000 κατοίκους. O Νοέμβριος του 1854, κατά τον οποίο πέθαναν τουλάχιστον 800 άτομα, υπήρξε ο χειρότερος μήνας. H επιδημία έπληξε το τμήμα της πόλης όπου κατοικούσαν (υπό άθλιες σ υνθήκες) πρόσφυγες, διωγμένοι από τις τουρκοκρατούμενες ελληνικές περιοχές μετά την όξυνση
και διακοπή των ελληνοτουρκικών σχέσεων.To μοναδικό, ίσως, αξιόλογο επίτευγμα της
κυβέρνησης Μαυροκορδάτου υπήρξε η επανάληψη των διπλωματικών σχέσεων με την Υψηλή Πύλη και η υπογραφή ανάμεσα στις δύο χώρες μιας εμπορικής συνθήκης που εκκρεμούσε επί πολύ καιρό. H συνθήκη αυτή, που προβλεπόταν από τη Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης της 21ης Ιουλίου 1839, δεν είχε ποτέ συνομολογη- θεί, αφού το προσχέδιό της, που υπογράφηκε ανάμεσα στην Ελλάδα και την Οθωμανική αυτοκρατορία το 1840 από τον Κωνσταντίνο Ζωγράφο και τον Μ εχμέτ Ρεσήτ Πασά, δεν είχε επικυρωθεί από τον Οθωνα.
Γενικά πάντως η θέση της κυβέρνησης, και κυρίως του ίδιου του Μαυροκορδάτου, δεν ήταν ισχυρή. Oi Σύμμαχοι, ιδίως οι Αγγλοι, δ εν ήταν
48
πολύ ευχαριστημένοι μαζί του και τον κατηγορούσαν για αδυναμία. O Μ αυροκορδάτος δεν α- πολάμβανε επίσης την εμπιστοσύνη και τη συμπάθεια του Οθωνα ενώ, εξαιτίας της Κατοχής, ο λαός ήταν εχθρικά διατεθειμένος απέναντί του. ΓΥ αυτό όταν προέκυψε ένα σοβαρό επεισόδιο ηθικής τάξης, εξαιτίας ανάρμοστης συμπεριφοράς του Καλλέργη προς το Βασιλικό ζεύγος, ο Μ αυροκορδάτος αναγκάσθηκε να παραιτηθεί στις 28 Σεπτεμβρίου του 1855, έχοντας χάσει πια και το τελευταίο στήριγμά του, την ε μπιστοσύνη των δυνάμεων κατοχής.
H νέα κυβέρνηση απαρτίσθηκε από τον Δη- μήτριο Βούλγαρη ως πρωθυπουργό και υπουργό των Εσωτερικών. H κυβέρνηση Βούλγαρη επιβίωσε ως τον Νοέμβριο του 1857 και επί των η μερών της πραγματοποιήθηκε η αποχώρηση του στρατού κατοχής (στις 15 Φεβρουαρίου 1857), ύστερα από έντονο διάβημα της ρωσικής κυβέρνησης.
H αποχώρηση του στρατού κατοχής συνετέ- λεσε στην πλήρη αποκατάσταση ησυχίας και o- μαλότητας στο ελληνικό κράτος, η οποία επέτρεψε στις κυβερνήσεις εκείνων των χρόνων να επιδοθούν σε παραγωγικά έργα. Παράλληλα, άρχισαν να πραγματοποιούνται ζυμώσεις στην πολιτική ζωή της χώρας και να διαφαίνονται στον πολιτικό της ορίζοντα προσωπικότητες και νέοι αγωνιστές, που θα διαδραμάτιζαν αποφασιστικό ρόλο στον αντιδυναστικό αγώνα και στην έξωση του Οθωνα, ενώ τα τρία παλαιά κόμματα, το «ρωσικό», το «γαλλικό», το «αγγλικό», έπαυσαν ουσιαστικά να υπάρχουν, αφότου η κοινή γνώμη έχασε την εμπιστοσύνη της στις «Προ- στάτιδες» Δυνάμεις, που τόσο είχαν ταλανίσει και εξευτελίσει τη χώρα διεθνώς.
O Βούλγαρης κυβέρνησ ε με άνεση τη χώρα κατά την περίοδο της ξένης κατοχής, καθώς και κατά τους λίγους μήνες μετά απ’ αυτήν κατά τους οποίους συνεχίσθηκε η πρωθυπουργία του. Επειδή όμως είχε αυταρχική προσωπικότητα, ήλθε τελικά σε σύγκρουση με τον βασιλιά, λόγω των απροκάλυπτων παρεμβάσεων του τελευταίου. Εντούτοις, όταν υπέβαλε την παραίτηση της κυβέρνησής του, στις 13 Ν οεμ βρίου του 1857, ο Βούλγαρης πίστευε ότι ο Οθω ν θα του έδινε και πάλι εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.
O Οθων, όμως, που είχε και πάλι εξασφαλίσει την εξωτερική υποστήριξη, επέμενε να αγνοεί τις συνταγματικές του δεσμεύσεις και δ έ χθ η κε με έκδηλη ανακούφιση την παραίτηση του Βούλγαρη. Την ίδια ημέρα ανέθεσε την ε ντολή στον πρώην υπασπιστή του Αθανάσιο Μιαούλη και όρκισε τη νέα κυβέρνηση που πα- ρέμεινε στην εξουσία δύο χρόνια και τήρησε πειθήνια στάση απέναντι στον Οθωνα.
Τα χρόνια αυτά χαρακτηρίζονται από σοβαρές προσπάθειες οικονομικής ανασυγκρότησης της χώρας. O i μεταβολές της κοινής γνώμης, συνέπεια των απρόβλεπτων συνθηκών που επικράτησαν στην Ελλάδα λόγω διεθνών εξελίξεων αντίθετων προς το δημόσιο αίσθημα, η πρόσκαιρη εγκατάλειψη μεγαλεπήβολων ονείρων για την απαρχή της απελευθέρωσης των υπόδουλων Ελλήνων, επέβαλλαν στα χρόνια μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο την ανάγκη να αναζητηθεί διέξοδος προς την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. O i Ελληνες συνειδητοποίησαν ότι έπρεπε να αξιοποιήσουν ό,τι είχαν στα χέρια τους παρά να περιμένουν την υλοποίηση των ονείρων τους, που ούτως ή άλλως αναβάλλονταν ή ματαιώνονταν. Ετσι προτεραιότητα είχε η σύντονη προσπάθεια για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, τη μόνη διέξοδο από την αποτελμάτωση. Μετά, λοιπόν, την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής, αναλήφθηκαν αναπτυξιακές πρωτοβουλίες με στόχο την άνοδο του οικονομικού επιπέδου της Ελλάδας μέσω έργων υποδομής, που θα έθετε τη χώρα σε μια νέα τροχιά προόδου. H ξένη λοιπόν επέμβαση και η τετράχρονη δ ιεθνής κατοχή του Πειραιά λειτούργησαν ευ εργετικά, συσπειρώνοντας τους Ελληνες και α- ποδεικνύοντάς τους ότι, για να προοδεύσουν, έ πρεπε να στηρίζονται αποκλειστικά στις δικές τους δυνάμεις και ικανότητες.
H ΑΝΑΤΡΟΠΗ TOY ΟΘΩΝΑKAI H ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
O αντιδυναστικός αγώνας, που κατέληξε στην έξωση του Οθωνα, διήρκεσε μια τριετία. Ως το 1859 δεν προβαλλόταν ο πραγματικός χαρακτήρας του, γιατί αυτό θα επέσυρε κυρώσεις, ενώ παράλληλα η ευρύτερη κοινή γνώμη δεν ήταν ακόμη έτοιμη. H καταδίκη ενός ποιητή ή εκδότη εφημερίδας για προσβολή του προσώπου των βασιλέων, είχε ακόμη τον περιορισμένο χαρακτήρα μιας ατομικής υπ όθεσης, αποτελώντας ένα είδος μεμονω μένου κρούσματος. H υπερήφανη στάση, όμως, του Οθωνα κατά την ξένη κατοχή είχε ικανοποιήσει την κοινή γνώμη.
Πάντως, παρότι το 1858 η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα παρουσιαζόταν αρκετά ή ρεμη, το ζήτημα της διαδοχής υπέβοσκε πάντα, παρέχοντας αφορμή για συζητήσεις στους κόλπους της αντιπολίτευσης. To θέμ α της διαδοχής, εκτός από τους Ελληνες, απασχολούσε και τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες με τη σ υνθήκη του 1832 είχαν καθορίσει «τα του ελληνικού θρόνου πράγματα». Ετσι, στη Σ υ ν διάσκεψη του Λονδίνου του Νοεμβρίου 1852,
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 49
O Θ. Γοίβας, ανώτατος στρατιωτικός επί Οθωνα, κινήθηκε επανειλημμένα εναντίον του ηγεμόνα του (Αθήνα, Γζννάδειος Βιβλιοθήκη).
στην οποία έλαβαν μέρος αντιπρόσωποι των Δυνάμεων, της Ελλάδας και της Βαυαρίας, είχε αποφασισθεί, παρά τις αντιρρήσεις του Βαυα- ρού πληρεξουσίου, ότι σε περίπτωση θανάτου του βασιλιά Οθωνα χωρίς απογόνους, οι πρίγκιπες του βαυαρικού θρόνου θα ήταν υποχρεωμένοι, προκειμένου να δια δεχθούν τον Οθωνα, να συμμορφ ω θούν με το άρθρο 40 του ελληνικού Συντάγματος.
Πρόβλημα αποτελούσε το πρόσωπο που θα διαδεχόταν τον Οθωνα, εφόσον και οι δύο αδελφοί του Βασιλιά δεν ήταν διατεθειμένοι να συμμορφω θούν προς το άρθρο αυτό. Ετσι, η προσοχή ορισμένων Ελλήνων πολιτικών, ανάμεσα στους οποίους πρωταρχικό ρόλο έπαιζε ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, στράφηκε προς τον πρίγκιπα Πέτρο Ολντενμπουργκ. αδελφό της Αμαλίας, που ασκούσε εκείνη την εποχή την α- ντιβασιλεία. Ενώ όμως ο Οθων απουσίαζε στη Γερμανία, αντέδρασε έντονα ο Βαυαρός πρεσβευτής στην Ελλάδα Φέδερ . ο οποίος αντΛαμ- βανόταν ότι τυχόν ανάληψη του θρόνου από τον πρίγκιπα Πέτρο θα σήμαινε το τέλος της βαυαρικής δυναστείας, H αντίθεσή του τον οδήγησε σε σφοδρή αντιπαράθεση με την Αμαλία, με αποτέλεσμα να ανακληθεί στη Βαυαρία.
Από τις αρχές του 1859 η αντιπολιτευτική κίνηση απέναντι στο καθεστώς άρχισε να παίρνει πιο ενεργή μορφή. Τα πνεύματα οξύνθηκαν με αφορμή τη δίκη και καταδίκη του ποιητή Α λε ξάνδρου Σούτσου, τον Φεβρουάριο του 1859, ε- ξαιτίας της κυκλοφορίας της ποιητικής του συλ
λογής «Περιπλανώμενος», στην οποίο καυτηρίαζε με πολλά υποννοούμενα το απολυταρχικό σύστημα του Οθωνα.
Επιπλέον, από την αρχή του 1859, φαίνεται ότι είχε ιδρυθεί στην Αθήνα μια μυστική πολιτική εταιοία. με πρωτοβουλία του Θεοδώρου Γενναίου Κολοκοτρώνη, ο οποίος με το ψευδώνυμο «Φαλέζ» δημοσίευε χρονογραφήματα. Στην ε ταιρία αυτή, που αρχικό σκοπό είχε τη δ ιεκδίκηση περισσότερων συνταγματικών ελευθεριών, συμμετείχαν άνθρωποι από όλες τις κοινωνικές τάξεις και επαγγέλματα.
To αντικαθεστωτικό ρεύμα ενδυναμώ θηκε μ ετά την κήρυξη του πολέμου μεταξύ Αυστρίας και Σαρδηνίας. O ελληνικός λαός συγκινήθηκε από τον αγώνα των Ιταλών για την αποτίναξη του αυστριακού ζυγού, και από την πρώτη στιγμή θέλησε να τους συμπαρασταθεί με κάθε τρό πο. H έξαψη ογκώθηκε, όταν διαδόθηκε ότι η κυβέρνηση, έπειτα από συμφωνία με κάποιους εμπόρους της Τεργέστης, σκόπευε να επιτρέψει την ανάρτηση της ελληνικής σημαίας σε αυστριακά πλοία. Χειρότερη εντύπωση προκάλεσε η πληροφορία της παρισινής εφημερίδας «Courrier de Dimanche» για μυστική συμφωνία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της Αυστρίας, με την οποία η δεύτερη αναλάμβανε να ενισχύσει με στρατό την πρώτη, αν εκδηλώνονταν απελευθερωτικά κινήματα στη Βαλκανική. To θέμα έλαβε μεγάλες διαστάσεις και έφθασε στη Βουλή, όπου ο υπουργός Εξωτερικών Pa- γκαβής δήλωσε ανεπιφύλακτα ότι πρόθεση της ελληνικής κυβέρνησης ήταν να παραμείνει αυστηρά ουδέτερη. Ταυτόχρονα διαβεβαίωσε ότι τις ίδιες υποσχέσεις είχε δώσει και στους πρεσβευτές των τριών Μεγάλων Δυνάμεων.
Στο πλαίσιο αυτών των γεγονότων εντάσσονται και τα σοβαρά επεισόδια που συνέβησαν στις 10 Μαϊου 1859 στο πεδίο του Αρεως, που έ μειναν γνωστά ως «Σκιαδικά». Αυτά ξεκίνησαν από μια εκδήλωση άσχετη προς το πρόσωπο του βασιλιά και κατέληξαν σε μία δριμεία αντικαθε- στωτική αντίδραση. Την πατρότητα της ιδέας από την οποία προέκυψε η εκδήλωση, είχε ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, υπουργός των Εξωτερικών, ο οποίος σε οικογενειακές του συζητήσεις μιλούσε για την εθνική ανάγκη υποστήριξης της εγχώριας παραγωγής, την οποία θα βοηθούσε το παράδειγμα της αγοράς ντόπιων προϊόντων από την εύπορη τάξη. O γιος του Κλέων διέδωσε την ιδέα στο γυμνάσιο και πολλοί φοιτητές και μαθητές βγήκαν περίπατο φορώντας ψάθινα καπέλλα από τη Σίφνο, τα «σκιάδια», στολισμένα με γαλανόλευκες κορ- δέλλες. Αλλά οι εισαγωγείς καπέλλων από το ε ξωτερικό, που υφίσταντο ζημία από αυτήν την πρωτοβουλία, έστειλαν υπαλλήλους τους με a-
50
στεία και κουρελιασμένα καπέλλα για να διακωμωδήσουν τους μαθητές, με αποτέλεσμα να προκληθούν επεισόδια. O διευθυντής της Αστυνομίας Δημητριάδης επιτέθηκε στους μαθητές συλλαμΒάνοντας μερικούς και φυλακίζοντας άλλους, προκειμένου να προσφέρει εκδούλευ ση στον θρόνο.
Τα επεισόδια συνεχίσθηκαν και την επόμενη ημέρα. Πλήθος λαού και σπουδαστών σ υγκεντρώ θηκε μπροστά από το πανεπιστήμιο από ό που κα τευθύνθηκε στο Υπουργείο Εσωτερικών, απαιτώντας από τον υπουργό την παύση του αστυνομικού διευθυντή. H απάντηση του υπουργού δ εν ικανοποίησε τους συγκεντρω μένους και έτσι τα πνεύματα οξύνθηκαν στο έπακρο, Oi νέοι επέστρεψαν ξανά στο πανεπιστήμιο, όπου η συνάθροιση έπαιρνε όλο και απειλητικότερο χαρακτήρα, οπότε ο φρούραρχος της Αθήνας Σούτσος, επικεφαλής στρατιωτικής δύναμης, πολιόρκησε τον χώρο και διέλυσε το πλήθος. O Δημητριάδης, όπως ήταν αναμενόμενο, παύθηκε από τη θέση του και οι μαθητές που είχαν συλληφθεί αποφυλακίσθηκαν. H πρώτη αυτή εκδήλωση του λαού κατά της απολυταρχίας είχε επιτυχία και η φωνή της αντιπολίτευσης i- σχυροποιήθηκε. Ετσι, τα «Σκιαδικά» αποτέλε- σαν την απαρχή των γεγονότων που οδήγησαν στην έξωση του Οθωνα με πρωτοστάτη τη φοι- τητιώσα νεολαία.
Από το 1861 το αντιπολιτευτικό ρεύμα ενι- σχυόταν καθημερινά. H κατάσταση ήταν εκρη κτική όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά και στις επαρχίες. Στην Αθήνα η ατμόσφαιρα φορτιζόταν συνεχώς, λόγω της στενής παρακολούθησης πολιτών από την Αστυνομία. Επίσης, σύσσωμος ο Τύπος είχε ταχθεί στο πλευρό της αντιπολίτευσης. Τα γραφεία της εφημερίδας «To Μ έλλον της Πα- τρίδος» έγιναν το κέντρο της αντιδυναστικής κίνησης. Εκεί σύχναζαν όχι μόνο φοιτητές, αλλά και λόγιοι. Αγώνα κατά του οθωνικού καθεστώτος είχαν αναλάΒει και Ελληνες της διασποράς, όπως ο ομογενής του Λονδίνου Στέφανος Ξένος ο οποίος, λόγω της δύναμης και των γνωριμιών του στην αγγλική πρωτεύουσα, ενίσχυε σημαντικά την αντιοθωνική προπαγάνδα, που προερχόταν κυρίως από την Αγγλία. O Ξένος κυκλοφόρησε στο Λονδίνο το περιοδικό «Βρετανικός Αστήρ», που είχε μεγάλη απήχηση σε όλον τον Ελληνισμό.
Στο μεταξύ, στην Αθήνα διογκωνόταν η αντίδραση της νεολαίας και πολλών αξιωματικών εναντίον του Οθωνα, τον οποίον κατηγορούσαν ότι παραΒίαζε το Σύνταγμα, καθιερώνοντας δεσποτικό σύστημα. H κατάσταση εντά- θ η κε τον Μάιο του 1861, όταν καταγγέλθηκε στην κυΒέρνησ η η ύπαρξη συνωμοσίας εναντίον του καθεστώτος.
Ενώ η κατάσταση οξυνόταν καθημερινά, στις 6 ΣεπτεμΒρίου η πρωτεύουσα αναστατώθηκε από τη δολοφονική απόπειρα εναντίον της Βασίλισσας Αμαλίας ενώ επέστρεφε από τον απογευματινό της περίπατο. Επίδοξος δολοφόνος ήταν ο 18άχρονσς Αριστείδης Δόσιος, ο οποίος συνελήφθη αμέσως και οδηγήθηκε ενώπιον του υπουργικού συμΘουλίου, όπου ομολόγησε την πράξη του, χωρίς να κατονομάσει κάποιους συνεργάτες. Αλλες, όμως, μαρτυρίες αναφέρουν ότι η δολοφονική απόπειρα δεν ήταν προσωπική απόφαση του Δόσιου, αλλά ότι είχε σχεδιασθεί από ομάδα αντιπολιτευομένων στα γραφεία της εφημερίδας «To Μ έλλον της Πατρί
O ΛόρδοςΠάλμερστον,υπουργόςΕξωτερικώντης Αγγλίαςτην περίοδοτου 09ωνα(Α9ήνα.ΓεννάδειοςΒιβλιο&ήκη).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 51
δας». Κατά τη δίκη ο Δόσιος καταδικάαθηκε σε θάνατο. H ποινή όμως δεν εκτελέσθηκε. Με παρέμβαση της Αμαλίας, η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια δεσμά.
Μετά τη δολοφονική απόπειρα, το αντιδυνα- στικό μένος του λαού μειώθηκε. Επιπλέον, από όλη τη χώρα έφθασαν επιτροπές για να εκδηλώσουν στη βασίλισσα τη χαρά των κατοίκων για τη διάσωσή της. Μια τέτοια επιτροπή στάλθηκε και από την Κωνσταντινούπολη, σημαντικό κέντρο του αντιοθωνικού καθεστώτος, η οποία όμως, ε κτός από τα αισθήματα χαράς για τη διάσωση της Αμαλίας, ανέφερε στην προσφώνηση και την ευχή για σωστή εφαρμογή του Συντάγματος.
Σύντομα όμως κατασίγασαν τα φιλοβασιλικά αισθήματα και εκδηλώ θηκε μια νέα συνωμοσία υπαξιωματικών, με στόχο την απαγωγή του Οθωνα την ημέρα που θα επέστρεφε από το ταξίδι του στην Ευρώπη. To σχέδιο δεν πραγματο- ποιήθηκε αλλά η ατμόσφαιρα στην Αθήνα ήταν πολύ ηλεκτρισμένη, εξαιτίας του γεγονότος ότι η επίσημη εξουσία χρησιμοποιούσε πολλές φορές άνομους τρόπους για να προστατεύει τα κρατικά συμφέροντα.
Μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα κυκλοφορούσαν φήμες ότι θα πραγματοποιείτο κυβερνητική αλλαγή και υπήρχε η άποψη ότι ο ναύαρχος Κανάρης θα καλείτο από τον βασιλιά για να επιβάλει τάξη στην έκρυθμη κατάσταση που είχε δημιουργηθεί. Πραγματικά, στις 10 Ιανουαρίου 1862 η ναύαρχος Κανάρης κλήθηκε από τον Οθωνα στα ανάκτορα, ζήτησε διήμερη π ροθεσμία και στις 12 Ιανουαρίου υπέβαλε μακροσκελές υπόμνημα για την κατάσταση της χώρας και τα μέτρα για τη βελτίωσή της.
Τελικά, όμως, η ματαίωση σχηματισμού κυβέρνησης από τον Κανάρη υπήρξε εξαιρετικά δυσμενής για το οθωνικό καθεστώς. Oi αντικα- θεστωτικές εκδηλώσεις επεκτάθηκαν σε πολλές επαρχίες. Χαρακτηριστικό της εκρηκτικής κατάστασης που επικρατούσε στη χώρα είναι το υπόμνημα του υπουργού Εσωτερικών X. Χριστό- πουλου. Σύμφωνα με αυτό, τα πνεύματα παρουσιάζονταν περισσότερο ανήσυχα στην Τρίπολη, το Αργος, τη Σύρο και την Πάτρα. Στο προοίμιο του υπομνήματος αναφερόταν ακόμη ότι η ατμόσφαιρα ήταν περισσότερο ηλεκτρισμένη στους νομούς Αττικής, Κυκλάδων, Μεσσηνίας, Λακωνίας και Αρκαδίας και λιγότερο στην Ε ύ βοια, Φθιώτιδα, Φωκίδα, Ακαρνανία και Αιτωλία.
H μεγαλύτερη αντίδραση εκδηλώ θηκε στο Ναύπλιο, το οποίο η φυλάκιση και εκτόπιση πολλών αξιωματικών εκεί μετέβαλε στο σημαντικότερο αντιδυναστικό κέντρο ήδη από το 1861. Συ χνές ήταν οι συγκεντρώσεις και συζητήσεις ανάμεσα σε νέους επιστήμονες και αξιωματικούς και σχεδόν καθημερινοί οι λίβελλοι που γράφο
νταν εναντίον του καθεστώτος.Οπως ήταν φυσικό, οι ειδήσεις από τα πρώτα
γεγονότα στο Ναύπλιο κατατάραξαν την κυβέρ νηση και τον βασιλιά. Μ ε αστραπιαία ταχύτητα αποφασίσθηκε να οργανωθεί στρατόπεδο στην Κόρινθο υπό την αρχηγία του υποστρατήγου Χαν, ενώ ο Γενναίος Κολοκοτρώνης στάλθηκε στους Μύλους, για να θέσει την κατάσταση υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης.
Τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση κατά των επαναστατικών εστιών σύντομα τελεσφ όρησαν, αλλά, παρά την καταστολή των επαναστάσεων, ο Οθω ν φαίνεται ότι είχε αντιληφθεί ότι έπρεπε να προβεί σε ορισμένες παραχωρήσεις. Ετσι εξηγείται η έκδοση διατάγματος για τη σύγκληση της Βουλής, όπου έμελλε να συζητηθεί νομοσχέδιο για σύσταση εθνοφυλακής και τροποποίηση του εκλογικού νόμου. H επίσκεψη του έκτακτου Αγγλου απεσταλμένου Ερρίκου Ελιοτ αποκάλυψε περισσότερο τη δυσχερή θ έ ση του Οθωνα. H Αγγλία ευνοούσε κάθε αντικα- θεστωτική ενέργεια που θα απέβλεπε στην υπονόμευση του Οθωνα. O Ελιοτ, μόλις έφθασε στην Αθήνα, επέδωσε στον βασιλιά έγγραφο του Αγγλου υπουργού Εξωτερικών Ράσσελ, με το οποίο ζητούσε διάλυση της Βουλής, αλλαγή της κυβέρνησης, αποδοχή των αιτημάτων της αντιπολίτευσης και διενέργεια εκλογών, ανεπηρέαστων από κυβερνητικές πιέσεις. O Οθων, όμως, δεν επηρεάσθηκε καθόλου από την ιταμό- τητα των αιτημάτων και προέβη μόνο σε μια παραχώρηση, στη μεταβολή της κυβέρνησης. Στις 26 Μαϊου 1862, μετά και από τις πιέσεις των Αγγλων, σχηματίσθηκε νέα κυβέρνηση (η τε λευταία επί της βασιλείας του Οθωνα). H κατάσταση όμως δεν άλλαξε. H αντιπολίτευση διαπίστωσε ότι καμία βελτίωση δεν επήλθε από την κατάρτιση νέας κυβέρνησης. Παράλληλα, η φιλοβασιλική μερίδα κατηγορούσε τους αντικα- θεστωτικούς για τα πρόσφατα αιματηρά επεισόδια στο Ναύπλιο και στη Σύρο.
E v τω μεταξύ, ενώ οι αντικαθεστωτικές ε νέργειες ήταν σε έξαρση και τα πάθη αναμο- χλεύονταν με την ανάμνηση του τραγικού επιλόγου των πρόσφατων επαναστάσεων, η προσοχή του Οθωνα στράφηκε στα εξωτερικά ζητήματα και στις σχέσεις της Ελλάδας με το Πεδε- μόντιο, το οποίο, ενόψει της κήρυξης πολέμου με την Αυστρία, επιζητούσε την πρόκληση ταραχών στη Βαλκανική. Γι’ αυτόν τον λόγο έφθασε στην Αθήνα ο Τερ. Μαμιάνης, αντιπρόσωπος του βασιλιά Βίκτωρα-Εμμανουήλ, και άρχισαν οι διαπραγματεύσεις για σύναψη συμμαχίας ανάμεσα στο Τορίνο και την Αθήνα. O Οθω ν σκέ- φ θηκε να οργανώσει ένα κίνημα στην Οθωμανική αυτοκρατορία με τη συνεργασία του Βίκτωρα-Εμμανουήλ και του Ιταλού επαναστάτη Γαρι-
: Παγαοιμιχΐ)- * χόλχος
- y B< >X&sit- Σ »ίτ9ί ,
Σα ο β έ^ ΐφ
(Βόρ. Ξ-ορά&ε;) Λ^ « Q
Λχιμονόνη<τοι ,_ ί-ΙΙϊλαγν.ήσ!
«C?
^ + ^ C / v » « ? * « * »=-i'-J3&i* v. ΊΓλκΛρόμΐϊ - ,
B v- -***·*«Η > *
( 'A v i * M r i p j t ) ^ ^ "* ..J ^ ' Kopmv<*n (ΚβλλΛρόμη* I
, Ν Ο Μ Ο Γ ^
AKAPNANIAI KAI ΑΙΤΩΛΙΑΣ
N O . M O r E Y B O I A Σ
S s s * -< &F * ·ΓΔ&αγοΑττο <’Α§τακοφ®:
L><& rf ■-■''■A i j i : '1¾.-'!¾- Ν ··ι ϊ
-> ^ :¾ ½
Z & ί(Χα2α)®®~^ X ^ · r^ X
Maoτ- fX33 Κ ^ Λ ',-— - '^ - . - —-..
" - ' . «*fcu ' - ^ £ ‘ <%SL
I '· .. , Ταλάνττ* - < v . 4
^ Β ^ ώ ρ Μ Aypiwov) ^ ΝΟΜ ΟΣ ΦΩΚΙΔΟ Σ K A I^ A 0 K P Id 0 f'^ ^
' ' ' ' # iS s f In S ■ i t o B f c ^ f f l M * M * i < > ^ , ^ * j 2
, : " - i 4 * » * - - Λ ' ν ~ * - : ¾ ¾ ¾ * . <'-"*■ s ^ " * - , , . j - i " v > <J ' 0C ^ & ΛΟ^.ΓΤτίτΓΓηΓΑΤνιηιΛ® ' 0 . ^ ' -
+ B
<f^fc^PO S<
«,° ;,·'· ■.< K a
v. Σκύρος1-
v. E5^oia ( Εύρ-.πος)
TO SAAH NlKO Κ ΡΑ ΤΟ Σ KATA TA ΠΡΩΤΑ XPONIA
ΤΗ Σ Β Α ΣΙΛ ΕΙΑ Σ TOY ΟΘΩΝΟΣ ® ΓΓρωτΕύουσίξ Νομών
® ΠρωτίύουσΕί Έτταρχιών
1 * "E8pts Έτπσκοττων
φ "Αρειο; Πάγος
^ r Έμττοροδι«Ιβ
^ Δικαστήρια Έφετών
^ t Σιτουδαιότίρα λιμάνια
S Φρούρια πού τταραΒώΘηκαν &vb τούς Τούρκους τό 1833
ES*%j| Ίών.ον Kp0rros
I Έδάφη ύττό όθωμανική κυριορχΙα.
" * * * S
Bc<rriiaa (A Iyiov)* \
H f
' . ’ & , ^ < r i f c H * S
r f i ^ 1Y ^ ©Καλά^υτα (Κίναιβο)
^ K b V * '
s nupyos (ΓΤΟλοζ Τ^ιφυΛιακή)
' ' ^ * i ^ % j L ^ 4 ^ 0 £ | . · * * * + ^ V 1 ·: " " "W βΦοΛώρ. 4* Q cV lllt'0 ^ Φ °fi/A V AV. ΙΙόρο;'7¾> O (Παρp M n ) T f '% J p r r f a m ,& ^ ¾ ¾ ¾ ¾ ¾ % . ~ '4&poS4 . ¾ , - 5 · I KapOrcnvS (ΤρίτΑλ.ς)>- - ^ ¾ ¾ ^ ^
W t / (r 6 p r w a ) « . * * \ m > ^ . . ^
< , % ' · * £ # * * . * * * ' % ' 4 * % -^ T rrr^ .(T m ap n vo s )N ^ VpwT6s C lp ao .< i^ , < \ ^ 1 ^
’®®° *\ 4 » ^"*XpCraa|a
* Αΐ Β°ιατΐΑΖ ' ^ K . i-V·.' 4 * _ & A5j>K&py<rroc
f iC f s - β^ΑΘ Η Ν ΑΙ Ί ^ 1 ^ 3\ M f ie r . I p f K 7 ν Ά νδρο; ,. , . ........ -■· > -K i!0 .Mnnt. i m . - r ' . .
W 1 i K t s S # ^ > τ ' · - - V m > ^ k e J
) : * x u ι * ^n '->· r> ν .,-, ··.; . .>’ *^3T
· n>'% , ' S i ' ' ,' -- '''' ~ *" ή Μ ΛΓ^τάρ.® f J ^
'ApKa6ia (ΚυτταρισσΙα^* 5 ^ ^ ¢ .^ *^ ^ ’ Λ
ς χ
^ K J^ > K - * r ^ c e J 5 rΑκρ. J-o<<vioy /lKta) ^(IV,o;* ’^ , ^ o T f lW ν
, C ^ ' ^ # . , ν . Α § , -
ν. ’ Ix xp ί ι ( Xiwtpia)
1 i # Α νδροδ
tf' I ¥ ί , ω ΰ ι ; ' s s s , i ^% (Στίννκληροί)Πύλθ5 (Ν ιό Μ κ τ^ ^ ·^ ^ ? l
Μ.θώνή»
(Mi-fa>.>j Λφ.ο?)N O M O Σ K Y K Λ A Δ Ω N
V. Slpi90-^*w
L . ? ' u m p r ' Λ » ^ ¾
S SB^ . ° .
Αψ,οζ !.Niixpri ΔψΛ;)
·. Νάξο;
C
H S
N O M O Σ ^A A K Ω N I A Σ \
ΓκαρδβμοΟλα) ΐ nX4roarfJ* ^ .
’■ Πά?'5'_:0 Χ $ · ρΛύ&ξόςϊ
- ^ : ; a L i \ :
V ,X1 Ηαραβωνησι (ΓύΟίΐον) -
, .^ : ; ν,Κίμωλο?
' X r * * K Q < 1 Ποχ,*Ww(raeA^' ^H***^Staw4^ 1¾ Τ,
« . . . · β ν , :> '■ W ^ - U i O T *,. Μί>„ -. ' >:ν. 'Ρ'./.ίγινΛί'^ i IIoi.'jy.*vSf,<.;i
Άμ*ργδί
^ a ; v ^ w p . ! .A r fy ;
>»f<»iiS s B a
ί ·>. Κύθηρα
θάλδι. Μάλιστα, αποφασίσθηκε να σταλούν στην Ιταλία για συνεννόηση πιστοί συνεργάτες του. Μ ε αυτή τη μέθοδο επιδιώχθηκε να στραφεί η προσοχή του λαού από τα εσωτερικά στα εθνικά θέματα. Ta ανεδαφικά αυτά σχέδια ναυάγησαν, όχι μόνο γιατί έγιναν γνωστά στην αντιπολίτευση, αλλά γιατί κυρίως αναμίχθηκε η Αγγλία. O Αγγλος πρεσΘευτής στην Αθήνα, Σκάρλετ, επέδωσε στον Οθωνα, τον Αύγουστο του 1862, αυστηρή διακοίνωση του Αγγλου υπουργού Εξωτερικών Ράσσελ, σύμφωνα με την οποία υπήρχαν πληροφορίες για τη διατάραξη των ελληνοτουρκικώ ν σχέσεων, με υπαιτιότητα της ελληνικής πλευράς. H διακοίνωση κατέληγε με την απειλή ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η Ελλάδα θα αναλάμΘανε τέτοια πρωτοβουλία, υπεύθυνος θα ήταν ο ίδιος ο Οθων, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η Αγγλία θα προέβαινε σε ενέρ γειες εναντίον του.
Παράλληλα, η δράση των αντικαθεστωτικών καθίστατο καθημερινά εντονότερη. Oi συνωμότες βρίσκονταν σε στενή επικοινωνία μεταξύ
τους και προωθούσαν σχέδια για κοινές ενέρ γειες με στόχο την έξωση του βασιλικού ζεύγους. To μεγαλύτερο μέρος της κοινής γνώμης είχε επίσης στραφεί εναντίον του βασιλιά, όπως και σύσσωμη η στρατιωτική ηγεσία.
Oi πληροφορίες που κατέφθαναν από την επαρχία ήταν άκρως ανησυχητικές. Αδιαφορώντας γι’ αυτές, ο Οθων και η Αμαλία αποφάσισαν να π εριοδεύσουν στην επαρχία, ελπίζοντας ότι θα εξουδετέρω ναν τις συνωμοτικές πράξεις των αντιπάλων τους και θα βελτίωναν την εικόνα τους στον λαό. Στην απόφαση αυτή αντιτάχθηκαν οι πιο στενοί συνεργάτες του βασιλιά, διότι θεω ρούσαν ότι ήταν μεγάλο σφάλμα ο Οθων να εγκαταλείψει την πρωτεύουσα ενώ σοβούσε σοβαρή κρίση, To βασιλικό ζεύγος, όμως, αμετακίνητο στην απόφασή του, ε πιβιβάσθηκε στο πλοίο «Αμαλία» το βράδυ της 1ης προς 2a Οκτωβρίου 1862 και αναχώρησε για την περιοδεία.
Oi φόβοι των στενών συνεργατών του Οθωνα δεν άργησαν να επαληθευθούν. O στρατηγός
H διοικητική και οικονομική διάρ&ρωση του ελληνικού βασιλείου επί ΟΘωνα (Ιστορία του Ελληνικού E9vouq, τ. Ι Γ ’).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Θ. Γρίβας, μαθαίνοντας την αναχώρηση του Βασιλιά και σκοπεύοντας να τον αιχμαλωτίσει όταν θα έφθανε στη Βόνιτσα, αποφάσισε να επισπεύσει κατά μία ημέρα την έναρξη της επανάστασης. Γι’ αυτό έστειλε αμέσως στη Βόνιτσα τον αξιωματικό Στάικο, ο οποίος, αφού ίχε συνεννοή- θη κε με τους αξιωματικούς της φρουράς, κλεί- σθηκε μαζί τους στο φρούριο, αναγγέλλοντας ότι σύντομα θα έφθανε και ο Γρίβας με στρατό, όπως και όντως έγινε. Αμέσως συνελήφθησαν όλοι οι κρατικοί αξιωματούχοι που είχαν κατα- φθάσει στην πόλη για να υπ οδεχθούν τον βασιλιά, ενώ ο Γρίβας έσπευσε στον Βάλτο, όπου οι αξιωματικοίΑθ. Ισκος, Σκυλοδήμος και K. Στρά- τος ετοιμάζονταν να βαδίσουν εναντίον του. Σύ ντομα όμως κατέβαλε την αντίστασή τους. Αυτό που απέμενε πλέον ήταν η θριαμβευτική πορεία προς την Αθήνα. Οταν όμως ο Γρίβας έφθασε στο Αγρίνιο με τον στρατό του, πληροφορήθηκε ότι στην πρωτεύουσα είχε εκραγεί στάση στις 10 Οκτωβρίου. Στο Αγρίνιο ο Γρίβας διέλυσε τον στρατό του. Κράτησε μόνο δύο τάγματα, από 500 άνδρες το κάθε ένα. E v τω μεταξύ, όλη η χώρα βρισκόταν σε αναβρασμό και επαναστατικός αέρας έπνεε παντού.
Τα νέα της επανάστασης στη Βόνιτσα βρή καν τον Οθωνα στην Καλαμάτα και άλλαξαν άρδην το πρόγραμμα της περιοδείας. Αμέσως απο- φασίσθηκε η επιστροφή στην Αθήνα, εφόσον υπήρχε ο κίνδυνος να ξεσπάσει και εκεί στάση.
H στιγμή για επανάσταση στην Αθήνα ήταν πιο κατάλληλη παρά ποτέ. H πόλη ήταν εντελώς άδεια από στρατιωτικές δυνάμεις, επειδή αυτές είχαν διαταχθεί να κινηθούν κατά του Γρίβα. Ετσι, η θέση των συνωμοτών ήταν πλεονεκτική, καθώς μάλισταη κυβέρνηση του Γενναίου Κολο- κοτρώνη δεν έδειχνε την απαιτούμενη προσοχή. To βράδυ της 10ης προς 11η Οκτωβρίου η ατμόσφαιρα στην Αθήνα ήταν πολύ συγκεχυμένη. O i αρχηγοί της συνωμοσίας είχαν κρυφτεί, ενώ οι λίγοι νέοι που εμφανίσθηκαν στους δρό μους διασκορπίσθηκαν από την Αστυνομία και κατευθύνθηκαν στον στρατώνα του Πυροβολικού, που στο μεταξύ είχε ήδη στασιάσει. Στον ίδιο στρατώνα είχαν συγκεντρωθεί και άλλοι στρατιωτικοί και πολίτες. Ανάμεσά τους ήταν και οι Βούλγαρης, Δεληγιώργης, Κουμουνδούρος, Ζαϊμης και Καλλιφρονάς, οι οποίοι το πρωί της 11ης Οκτωβρίου 1862 ανήγγειλαν με σύντομο ψήφισμα στον ελληνικό λαό την κατάργηση της βασιλείας του Οθωνα και τη σύσταση προσωρινής κυβέρνησης από τους Βούλγαρη, Κανάρη και Μπενιζέλο Ρούφο ως τη σύγκληση Εθνικής Συνέλευσης.
Αμέσως ο Βούλγαρης κα τευθύνθηκε στο πανεπιστήμιο, όπου βρισκόταν η Γερουσία, ενώ ο Παπαδιαμαντόπουλος, επικεφαλής του στρατού
και πολύ λαού, έφθασε στα ανάκτορα και τα κατέλαβε, χωρίς αντίσταση. Ακολούθησε η σφράγιση των δωματίων των ανακτόρων. Επίσης, καταλήφθηκε το κτίριο της Αστυνομίας, ενώ ο Βούλγαρης έδωσε εντολές να σταλεί τηλεγραφικό μήνυμα στις επαρχίες ότι η βασιλεία καταλύθηκε. Τελικά, έγινε εφικτός ο σχηματισμός και νέας κυβέρνησης.
Ενώ η βασΛεία του Οθωνα είχε πια καταλυθεί, το απόγευμα της 11ης Οκτωβρίου 1862 έ φθασε έξω από το λιμάνι του Πειραιά το πλοίο «Αμαλία>> στο οποίο επέβαινε το βασιλικό ζεύγος. Είχε όμως ήδη συγκεντρωθεί στην ακτή πλήθος λαού, για να εκφράσει τα αντιβασιλικά του αισθήματα. O Γάλλος αντιναύαρχος Τουσάρ ανέβηκε αμέσως στο «Αμαλία» και ανήγγειλε στον Οθωνα την εξέλιξη των γεγονότων. Συμβούλευσε μάλιστα να μην καταπλεύσει το πλοίο στο λιμάνι γιατί τα πνεύματα ήταν πολύ οξυμμένα. H Αμαλία πρό- τεινε να επιστρέψουν στην Καλαμάτα, όπου θα γίνονταν δεκτοί με ενθουσιασμό από τους κατοίκους. O Οθων όμως βρισκόταν σε μια πολύ ταραγμένη ψυχολογική κατάσταση. Σε λίγο κατέ- φθασε και ο Γάλλος πρεσβευτής Βουρέ που εξέθεσε στον βασιλιά με λεπτομέρειες τα γεγονότα. Στη συνέχεια προσήλθαν και οι υπόλοιποι πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων. H γνώμη όλων ήταν ότι, αφού η εξουσία είχε περιέλθει πλήρως στα χέρια των επαναστατών, ο Οθων έπρεπε να αναχωρήσει από την Ελλάδα. Την ίδια νύκτα το «Αμαλία», συνοδευόμενο από το αγγλικό «Σκύλλα» και το γαλλικό «Ελαφος», προσορμίσθηκε στη Σαλαμίνα.
Την 12η Οκτωβρίου ο Οθων είχε πια λάβει την απόφαση να φύγει από την Ελλάδα. Ζήτησε μόνο από τον Αγγλο πρεσβευτή να ταξιδέψει με τη «Σκύλλα» ως τη Βενετία, παρότι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το «Αμαλία». Αμέσως μετά, το βασιλικό ζεύγος επιβιβάσθηκε στο αγγλικό πλοίο, μαζί με πολλά μέλη της ακολουθίας του που δεν δέχθηκα ν να εγκαταλείψουν. Την ίδια ημέρα, η «Σκύλλα», ακολουθούμενη από την «Ελαφο», αναχώρησε από τη Σαλαμίνα και στις 17 Οκτωβρίου 1862 έφθασε στη Βενετία, από όπου το βασιλικό ζεύγος και η συνοδεία του μετέβησαν σιδηροδρομικώς στο Μόναχο.
Πριν αναχωρήσει οριστικά από την Ελλάδα, ο Οθων συνέταξε προκήρυξη προς τον ελληνικό λαό, που δημοσιεύθηκε αργότερα από τις εφημερίδες της Κέρκυρας και της Τεργέστης, και στην οποία δήλωνε την αγάπη του για την Ελλάδα και τη λύπη του γιατί η τροπή των πραγμάτων θα προκαλούσε νέα προβλήματα στη χώρα με την οποία που τόσο πολύ είχε δεθεί.
Από το Μόναχο, όπου παρέμεινε λιγότερο από έναν χρόνο , το βασιλικό ζεύγος αποσύρθ η κε στη Βα μβέργη , όπου έζησε στην αφά-
νεια, O Οθω ν πέθανε στις 14/26 Ιουλίου 1867 μετά από μακρά αρρώστεια και τάφηκε σε μια εκκλησία στο Μόναχο, φορώντας την ελληνική φουστανέλα. Οκτώ χρόνια αργότερα πέθανε και η Αμαλία (1875).
O Οθων ήταν ένας άπειρος πρίγκιπας, που κλήθηκε να κυβερνήσει μια χώρα με ποικίλα και πολύπλοκα προβλήματα, η οποία χρειαζόταν έ ναν ηγέτη με εμπειρία, όπως τον Καποδίστρια. Ως άνθρωπος, ο Οθων ήταν άδολος, πράος και αθεράπευτα ρομαντικός ως προς την ιδέα του για την ιδανική Ελλάδα. H ατυχής πολιτική του, αλλά και η αγγλική υπονομευτική πολιτική πρακτική, συνετέλεσαν στη φθορά και στην έξωσή του. H Αγγλία υπήρξε από την αρχή απηνής αντίπαλος του Οθωνα, αναφορικά με όλες τις επιλογές του. H Μεγάλη Ιδέα, ο συνεκτικός κρίκος του Οθωνα με το ελληνικό έθνος, οδήγησε στην αποξένωσή του από τον λαό, καθώς, λόγω σφοδρής αντίδρασης των Μεγάλων Δυνάμεων, δεν κατάφερε να επιτύχει τα επιθυμητά γι’ αυτόν αποτελέσματα.
Μετά την έξωση του Οθωνα, ακολούθησε μια μεταπολιτευτική περίοδος. Με το ψήφισμα της 11ης Οκτωβρίου 1862, παύθηκε η δυναστεία του Οθωνα και ανατέθηκε η εκλογή νέου ηγεμό να στην εθνική «συντακτική» συνέλευση που ε- πρόκειτο να συγκληθεί. Παράλληλα, συστήθηκε τριμελής επιτροπή με τον τίτλο «Προσωρινή κυ- βέρνησις», η οποία θα κυβερνούσε το κράτος.
H προσωρινή κυβέρνηση πολιτεύθηκε με σύνεση και περισσή περίσκεψη. Εντούτοις είχε να αντιμετωπίσει πολλά προβλήματα στους τομείς της δημόσιας τάξης και των δημοσίων οικονομικών. Τα προβλήματα που αφορούσαν τη δημόσια τάξη λύθηκαν έως έναν βαθμό, αλλά τα προβλήματα των οικονομικών αντιμετωπίσθη- καν με τον «προσφιλή» τρόπο της δανειοδότησης: εκδόθηκε ομολογιακό δάνειο το ύψος του οποίου έφθανε τα 6.000.000 δραχμές και παράλληλα εξουσιοδοτήθηκε ο προσωρινός επιτετραμμένος της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη, Πέτρος Ζάννας, να διαπραγματευθεί δάνειο200.000 λιρών στερλινών.
Εκδίδοντας ψήφισμα στις 19 Νοεμβρίου για την εκλογή νέου βασιλιά, η προσωρινή κυ β έρ νηση παραβίασε το ψήφισμα της 11ης Οκτωβρίου, με το οποίο η ενέργεια για την εκλογή νέου ηγεμόνα είχε ανατεθεί στην Εθνική Συ νέ λευση. Είχε όμως τους λόγους της. Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 22ας Ia- νουαρίου/3ης Φεβρουαρίου 1830, ο βασιλιάς της Ελλάδας δεν έπρεπε να είναι μέλος των η γεμονικώ ν οικογενειών των χωρών που είχαν υπογράψει τη Σ υνθήκη της 6ης Ιουλίου 1827. Ομως, επί πολλά χρόνια, η αγγλική διπλωματία υπονόμευε τη δυναστεία του Οθωνα, με σκοπό
να γίνει δυνατή η άνοδος στον ελληνικό θρόνο του πρίγκιπα Αλφρέδου, δ ευτερότοκου γιού της βασίλισσας Βικτωρίας, και να εδραιωθεί έ τσι η αγγλική επιρροή στην Ελλάδα. O i Αγγλοι διπλωμάτες άφηναν έντεχνα να εννοηθεί ότι η ανάληψη του στέμματος από αυτόν θα συνοδευότα ν από κάποια δωρεά, και συγκεκριμένα από την ενσωμάτωση των Ιονίων Νήσων στην Ελλάδα. To όνομα του Αλφ ρέδου είχε γίνει δη μοφιλές στην Ελλάδα, αν και πολλοί ευ νοού σαν την άνοδο στον θρόνο του ανιψιού του Οθωνα, πρίγκιπα της Βαυαρίας Λουδοβίκου . Τελικά, η προσωρινή κυβέρνηση, ύστερα και από υπόδειξη του Αγγλου ειδικού απεσταλμένου Ελιοτ, αποφάσισε να προκηρύξει δημοψ ήφισμα, κατά το οποίο ο λαός δεν θα έκρινε β έ βαια με βάση τα δεσμευτικά νομικά κείμενα, αλλά σύμφωνα με τις κατευθύνσεις των πολιτικών αρχηγών. Σ ’ αυτό εκτός από τον Αλφρέδο, υποψήφιος ήταν και ο Ο ρθόδοξος δούκας Νικόλαος Λόυχτεμπ εργκ, εγγονός του θετού γυι- ou του Μεγάλου Ναπολέοντα, Ευγενίου Μπω- αρναί, ο οποίος δ ιέθετε την αγγλική και γαλλική υποστήριξη. H υποψηφιότητα του Νικολάου ήταν σημαντική, και απασχολούσε σοβαρά τον Πάλμερστον που είχε πρόσκαιρα λησμονήσει τη δέσμευση που απέρρε από το Πρωτόκολλο του Λονδίνου και προωθούσε την ιδέα της ε κλογής του Αλφ ρέδου. H βασίλισσα Βικτωρία ό μως είχε αντίθετη γνώμη, και έτσι η βρετανική πολιτική τροποποιήθηκε. Μετά από εισήγηση του Βρετανού πρεσβευτή στην Αθήνα, Πέτρου Σκάρλετ, η αγγλική κυβέρνηση πρότεινε (και η ρωσική απ οδέχθηκε) να ανανεωθεί η ισχύς του Πρωτοκόλλου του 1830 και να εξαιρεθούν έτσι αυτόματα και οι δύο υποψήφιοι. Νέες δυσχέρειες προκλήθηκαν τόσο από τη διατύπωση της άποψης ότι ο Νικόλαος δεν έπρεπε να εξαιρεθεί, όσο και από την αύξηση του ρεύματος υπέρ του Αλφ ρέδου. Τελικά, η γαλλική κυ β έρ νη ση πέτυχε με κατάλληλα διαβήματα να συμφωνήσ ουν τόσο η αγγλική όσο και η ρωσική κυ βέρνηση στην αδυναμία εκλογής και των δύο πριγκίπων. H συμφωνία αυτή υπογράφηκε στο Λονδίνο στις 22 Ν οεμβρίου/4Δεκεμβρίου 1862, στάλθηκε στην Αθήνα με αγγελιαφόρο και ανακοινώ θηκε στην ελληνική κυβέρνηση στις 3/15 Δεκεμβρίου 1862 με έγγραφο που της επέδωσαν οι πρεσβευτές των τριών Δυνάμεων στην Αθήνα. Παρά ταύτα, στο π ροκηρυχθέν δη μ ο ψήφισμα νικητής αναδείχθηκε ο Αλφρέδος με συντριπτική πλειοψηφία.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 55
H περίοδος του Γ εωργίου Α’
(1863- 1913)
H ΕΚΛΟΓΉ TOY ΓΕΟΡΓΙΟΥ Α ’ O l ΒΑΣΙΛΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Τη Δευτέρα, 10 Δεκεμβρίου 1862, ουνήλθε σε συνεδρίαση η Εθνική Συνέλευση που προήλθε από τις εκλογές.
Την 21η Ιανουαρίου 1863, ο πρόεδρος της προσωρινής κυβέρνησης κατέθεσε στη Συνέ λευση την προσωρινή εξουσία που είχε αποδεχθεί με το ψήφισμα της 11ης Οκτωβρίου 1862. Επειδή όμως με την κατάθεση της εξουσίας από την προσωρινή κυβέρνηση και την αυτόματη παραίτηση των μελών της δημιουργείτο κυβερ νητική χηρεία, η Συνέλευση εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο όριζε ότι ή κυβέρνηση θα εξακολουθούσε να διατηρεί την εκτελεστική εξουσία.
Στις 30 Ιανουαρίου 1863 η Εθνική Συνέλευση εξέλεξε με απόλυτη πλειοψηφία τους Δ. Βο ύ λ γαρη και Μπενιζέλο Ρούφο εκ νέου ως μέλη της προσωρινής κυβέρνησης. Επειδή για το τρίτο μέλος δεν είχε εξασφαλισθεί απόλυτη πλειοψηφία, επαναλήφθηκε η ψηφοφορία και εξελέγη ο K. Κανάρης, Τη 2α Φεβρουαρίου 1863 ορκίσθηκε η προσωρινή κυβέρνηση.
E v τω μεταξύ η Συνέλευση, που αντιμετώπισε το τετελεσμένο γεγονός του δημοψηφίσματος για την εκλογή βασΛιά, είχε εκδώσει από τις 22 Ιανουαρίου 1863 ψήφισμα, ως εκπρόσωπος του κυρίαρχου λαού μετά τις εκλογές, δηλώνοντας ότι αναγνώριζε επίσημα τη χηρεία του ελληνικού Θρόνου. Την ίδια ημέρα, αφού αναγνώ- σθηκαν από τον πληρεξούσιο Πάνο Κορωναίο τα πρακτικά της τελικής καταμέτρησης του δημοψηφίσματος, η Συνέλευση εξέδωσε και άλλο ψήφισμα, με το οποίο αποδεχόταν τη λαϊκή βούληση, πέρα από κάθε διεθνή δέσμευση, κηρύσσοντας ότι ο πρίγκιπας Αλφρέδος είχε εκλεγεί βασιλιάς των Ελλήνων, βάσει της θέλησης του
Εθνους. Αυτό γνωστοποιήθηκε αμέσως στο Λ ον δίνο. Οπως ήταν αναμενόμενο, η απάντηση της αγγλικής κυβέρνησης ήταν αρνητική. H αγγλική κυβέρνηση συμβούλευε να βρεθεί βασιλιάς που δεν θα επιδίωκε την κατάλυση του Συντάγματος, δήλωνε μέσω του Ελιοτ ότι η παραχώρηση των Ιονίων Νήσων είχε ήδη αποφασισθεί και πρό- τεινε την εκλογή του δούκα του Σαξ Κόμπουργκ Γκότα, Ερνέστου. O Ερνέστος, όμως, μετά από πολλές συσκέψεις, δεν αποδέχθηκε το ελληνικό Στέμμα, όπως δεν το αποδέχθηκαν και άλλα μέλη του οίκου των Κόμπουργκ στα οποία προτά- θηκε να διαδεχθούν τον Οθωνα.
Μετά τις διαδοχικές προσφορές του ελληνικού Στέμματος από τις Μεγάλες Δυνάμεις και τις αντίστοιχες αποποιήσεις του από τους κατά καιρούς υποψηφίους, που δεν δέχονταν τους σκληρούς όρους των Μεγάλων Δυνάμεων (όπως τη μη ανάπτυξη Ενόπλων Δυνάμεων!), ο πληρεξούσιος Πυλίας, Μ. Σχινάς, υπέβαλε πρόταση στη Συνέλευση (μάλλον με υπόδειξη της αγγλικής διπλωματίας) να συγκροτηθεί επιτροπή με σκοπό την υπόδειξη βασιλιά. To έργο αυτό ανατέθηκε στη διπλωματική επιτροπή της Συνέλευσης.
Ηδη όμως η προτίμηση της Αγγλίας είχε στραφεί προς τον Δανό πρίγκιπα Γεώργιο-Γου- λιέλμο, τον οποίο είχε εκτιμήσει δεόντως ο Β ρ ε τανός πρωθυπουργός Πάλμερστον, όταν τον είχε συναντήσει στους γάμους του πρίγκιπα της Ουαλλίας, Εδουάρδου, με την αδελφή του Γεωργίου, Αλεξάνδρα.
Στις 18 Μαρτίου του 1863, ο πρόεδρος της προσωρινής κυβέρνησης Z. Βάλβης ανακοίνωσε στην Εθνική Συνέλευση ότι οι τρεις Δυνάμεις πρότειναν ως βασιλιά τον πρίγκιπα Γουλιέλμο- Γεώργιο, ότι σ' αυτό συναινούσε ο βασιλιάς της Δανίας και ότι η ελληνική κυβέρνηση πρότεινε με ψήφισμα της εθνικής αντιπροσωπείας να α-
νακηρυχθεί ο νέος πρίγκιπας βασιλιάς της Ελλάδας. Αμέσως η Εθνική Συνέλευση εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο αναγόρευσε τον Γουλιέλ- μο-Γεώργιο «βασιλέα των Ελλήνων», χρησιμοποιώντας αυτή την ορολογία προκειμένου να θεωρείται ότι υπό το στέμμα του υπάγονταν και όλοι οι αλύτρωτοι Ελληνες.
Την ίδια ημέρα εκδό θ η κε προκήρυξη για το ίδιο θέμα προς όλον τον ελληνικό λαό. Στην Αθήνα πραγματοποιήθηκαν πανηγυρισμοί και στρατιωτικές παρελάσεις και διατάχθηκε γενική φωταψία της πόλης. H απόφαση κοινοποιή- θ η κε και στον Βρετανό έκτακτο απεσταλμένο Ελιοτ, ο οποίος μετά από λίγες ημέρες αναχώρησε από την Ελλάδα.
Στις 24 Μαρτίου 1863 σ υγκροτήθηκε τριμελής επιτροπή, με αποστολή την προσφορά στον Γεώργιο του ελληνικού Στέμματος. Μέλη της ή-
Εφιππος, ο Γεώ ργιος Α ’ εισέρχεται στη Θεσσαλονίκη, τον Οκτώβριο του 1912 (Αθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
ταν ο Κωνσταντίνος Κανάρης, ο Θρασύβουλος Ζαϊμης και ο Δημήτριος Γρίβας, οι οποίοι ύστερα από έξι ημέρες έφυγαν για τη Δανία.
Στις 13 Απριλίου 1863 η επιτροπή έφθασε στην Κοπεγχάγη και έγινε δεκτή με τιμές από τον βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκο Z '. H επιτροπή όμως δεν κατάφερε να αποπερατώσει αμέσως την αποστολή της, γιατί ο Φρειδερίκος δεν ήθελε να δώσει την τελική του έγκριση προτού γίνουν δεκτοί οι εξής όροι: παραίτηση της βαυαρικής δυναστείας από τον ελληνικό θρόνο, προσάρτηση των Ιονίων Νήσων στην Ελλάδα και ενίσχυση της βασιλικής χορηγίας από τις τρεις Δυνάμεις. Επειδή όμως η βαυαρική δυναστεία δ εν δεχόταν να παραιτηθεί από τα δικαιώ- ματά της επί του ελληνικού θρόνου, οι τρεις Δυνάμεις έκαναν χρήση των «δικαιωμάτων» τους που απέρρεαν από τις συνομολογηθείσες
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 57
συνθήκες θεωρώντας ότι η βαυαρική δυναστεία είχε ντε φάκτο εξωσθεί από τον ελληνικό θρόνο. Ετσι, συγκατέθεσαν στην άνοδο του Γουλιέλμου-Γεωργίου στον θρόνο της Ελλάδας με την επωνυμία «Γεώργιος A', βασιλεύς των Ελλήνων». H συγκατάθεση δόθηκε , αφού οι αντιπρόσωποι των τριών Δυνάμεων υπέγραψαν τρία πρωτόκολλα στις 4/16 Μαϊου, 15/27 Μαϊου και 24 Μαϊου/5 Ιουνίου 1863, με τα οποία «ενέ- κριναν» τις πράξεις του ελληνικού κράτους, α- ποδεικνύοντας έτσι ότι το ελληνικό κράτος ή ταν υποτελές και ότι δεν ήταν σε θέση να ασκήσει κυριαρχικά δικαιώματα και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική. Προστέθηκε μάλιστα και δήλωση του Αγγλου υπουργού των Εξωτερικών, Τζων Ράσσελ, ότι σε περίπτωση ένωσης της Επτανήσου με την Ελλάδα, θα προτεινόταν στην κυβέρνηση της Επτανήσου να προσθέτει κάθε χρόνο 10.000 λίρες στερλίνες στη χορηγία του νέου βασιλιά, ενώ σι τρεις αντιπρόσωποι των Δυνάμεων θα επιβεβαίωναν ότι θα β ο η θ ο ύ σαν οικονομικά τον νέο βασιλιά.
O Φρειδερίκος, όταν οι όροι του έγιναν δ ε κτοί, συμφώνησε στην αποδοχή του ελληνικού στέμματος από τον Γεώργιο. Στις 25 Μαϊου/6 Ιουνίου 1863 έγινε με μεγάλη μεγαλοπρέπεια η τελετή προσφοράς του ελληνικού στέμματος στον Γεώργιο. Κάθε λεπτομέρεια της τελετής α- ναφέρεται σε έκθεση την οποία τα μέλη της επιτροπής έστειλαν στη Συνέλευση.
Στις 15 Ιουνίου 1863, με το ψήφισμα Μ Γ ’, η Εθνοσυνέλευση ανακήρυξε ενήλικο τον νέο βασιλιά (ο οποίος δεν είχε συμπληρώ σειτα18χρό- νια του) για να μην επαναληφθεί η δυσάρεστη περιπέτεια ενός νέου Συμβουλίου της Αντιβασι- λείας, όπως εκείνου επί Οθωνα. O Γεώργιος, ό ταν πήρε το κείμενο του ψηφίσματος στα χέρια του, απάντησε στην Εθνική Συνέλευση με διάγγελμά του την 18η/30ή Ιουλίου 1863, ευχαριστώντας την γιατί τον τίμησε με την εμπιστοσύνη της και δηλώνοντας ότι, αν ευοδωνόταν το ζήτημα της ένωσης των Επτανήσων, θα μετέβαινε αμέσως στην Ελλάδα. Μ ε λίγα λόγια, ανέμενε την επίνευση της Αγγλίας για να αναλάβει τα νέα καθήκοντά του, αυτά του «άτυπου αρμοστή» της Μεγάλης Βρετανίας.
H εκλογή του Γεωργίου Α ’ στον ελληνικό θρόνο επικυρώθηκε με τριμερή συνθήκη που υπέγραψαν στο Λονδίνο την 1η/13η Ιουλίου 1863 η Γαλλία, η Αγγλία και η Ρωσία. Στα 15 άρθρα της επαναλαμβανόταν με έμφαση η συναίνεση των Μεγάλων Δυνάμεων στην εκλογή του Γεωργίου, η αναγνώριση της Ελλάδας ως κράτους μοναρχικού, ανεξάρτητου και συνταγματικού, όπως και η απόφαση ότι τα όρια του ελληνικού κράτους θα επεκτείνονταν με την προσάρτηση των Ιονίων Νήσων. Επίσης, δηλώ θηκε ότι οι διάδοχοι
του Γεωργίου θα ήταν Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Ακόμη, υπογραμμίσθηκε ότι, μετά και την ανάρρηση του Γεωργίου στον θρόνο, οι οικονομικές υποχρεώσεις της Ελλάδας δεν θα μεταβάλλονταν και ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις θα παρακολουθούσαν συστηματικά τη χώρα ως προς την ε κτέλεση των ποικίλων και επαχθών υποχρεώσε- ών της έναντι της τυχοδιωκτικής πολιτικής των ευρωπαϊκών Δυνάμεων εκείνης της εποχής.
To ελληνικό Στέμμα περιφέρθηκε πολύ ανά την Ευρώπη και π ροσφέρθηκε σε πολλούς υποψηφίους, ώσπου να καταλήξει στη Δανία και να γίνειαποδεκτό από τον Γεώργιο. Καταλυτικό ρόλο σ ’ αυτό έπαιξε η βρετανική διπλωματία, που θεώ ρησε ότι ο νεαρός πρίγκιπας θα ήταν η ιδανικότερη επΛογή, με την έννοια ότι θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντά της ως πειθήνιο όργανο. H εκλογή του Γεωργίου έγινε αποδεκτή από όλες τις ευρωπαϊκές Δυνάμεις, καθώς θεώ ρησαν ότι μέσω αυτού η επιρροή καθεμίας θα εξισορροπείτο στην Ελλάδα και ότι δεν θα αντιμετώπιζαν κανένα πρόβλημα στο μέλλον. Ανεξάρτητα από όλα τα παραπάνω, ο Γεώργιος Γκλύκ- σμπουργκ αποτέλεσε, στην αρχή τουλάχιστον, τον «δούρειο ίππο» της Αγγλίας στα εσωτερικά ζητήματα της Ελλάδας, καθώς η πρώτη ευνοούσε εξαρχής την εγκαθίδρυση μιας βασιλικής δυ ναστείας υπάκουης στα βρετανικά συμφέροντα.
O ΓΑΜΟΣ TOY ΓΕΩΡΓΊΟΥ
Στις 22 Μαρτίου 1865 δημοσιεύθηκε στην ε φημερίδα «Εθνοφύλαξ» η παρακάτω διάψευση: «Τα θρυληθέντα περί αρραβώνων της A.M. του βασιλέως Γεωργίου μετά της θυγατρός του μεγάλου δουκός της Ρωσίας Κωνσταντίνου ανηρέ- θησαν ημιεπισήμως υπό τινος των υπουργικών οργάνων».
To 1865 είχε αρραβωνιασθεί η αδελφή του Γεωργίου, Μαρία-Σοφία-Φρειδερίκη-Δάγμαρ, σε ηλικία 18 ετών, με τον μεγάλο δούκα Νικόλαο, διάδοχο του ρωσικού θρόνου. H ρωσική Αυλή ε πιζητούσε ταυτόχρονα να αρραβωνιάσει τον Ελληνα βασιλιά με την Η ά χρ ο νη Ολγα, πρώτη εξαδέλφη του Νικολάου και κόρη του μεγάλου δούκα Κωνσταντίνου, αδελφού του τσάρου Αλεξάνδρου B ’.
H κυβέρνηση Κ ουμουνδούρου κατέθεσε νομοσχέδιο στη Βουλή ώστε να ανατεθεί η αντι- βασιλεία στον θείο του βασιλιά, πρίγκιπα Ιωάννη, για όσο διάστημα θα διαρκούσε η απουσία του βασιλιά εκτός του κράτους. To νομοσχέδιο ψηφίσθηκε αμέσως και απέκτησε ισχύ νόμου, ενώ υπογράφηκε από τον Γεώργιο στις 31 Δ ε κεμβρίου 1866.
Στις 20 Δεκεμβρίου 1866 προβλεπόταν ότι ο βασιλιάς θα αναχωρούσε για το εξωτερικό πολύ
σύντομα και ότι το ταξίδι του θα γινόταν για συγκεκριμένο σκοπό, τον οποίο γνώριζε η κυβέρ νηση. To ταξίδι όμως αναΘαλλόταν, διότι η ρωσική διπλωματία είχε εμποδίσει τον Γεώργιο να ε πισπεύσει τον προσχεδιασμένο γάμο του με την πριγκίπισσα Ολγα προκειμένου να μη θεω ρηθεί ότι ο βασιλιάς των Ελλήνων σκόπευε να εξυπηρετήσει τα ρωσικά συμφέροντα. H αλήθεια ήταν ότι η οικογένεια του Γεωργίου είχε συνδεθεί με την τσαρική και έτσι ήταν αναπόφευκτη η προσέγγιση του νέου βασιλιά από τη Ρωσία.
Στις 9 Απριλίου 1867 ο πρίγκιπας Ιωάννης ορκίσθηκε στη Βουλή των Ελλήνων ως αντιβασι- λιάς και ο Γεώργιος ήταν έτοιμος να αναχωρήσει. O ελληνικός λαός, όμως, δεν γνώριζε τον λόγο. Επιπλέον, για να μην τον ενοχλήσει με ε ρωτήσεις η Βουλή, ο Κουμουνδούρος, αμέσως μετά την ορκωμοσία του αντιβασιλιά, διάβασε το διάταγμα που όριζε ότι η σύνοδος της Β ο υ λής είχε ολοκληρωθεί.
O Γεώργιος αναχώρησε την επομένη της ορ κωμοσίας του θείου του με το ελληνικό πλοίο «Πατρίς» για τη Μασσαλία, όπου έφθασε το Σάββατο 15 Απριλίου. Την Κυριακή το απόγευμα ή ταν στο Παρίσι και τη Δευτέρα συναντήθηκε με τον αυτοκράτορα της Γαλλίας Ναπολέοντα Γ ’. Αμέσως μετά πήγε στο Λονδίνο, όπου βρισκόταν η μητέρα του, κοντά στην αδελφή του. Στο Παρίσι επέστρεψε στις 21 Απριλίου. Αφού ξανασυνα- ντήθηκε με τον Ναπολέοντα, έφυγε στις 25 Απριλίου για το Βερολίνο και από εκεί για την Αγία Πετρούπολη. H πορεία του ταξιδιού του α- ποδεικνύει ότι μερίμνησε πρώτα να ενημερώσει τις Μεγάλες Δυνάμεις και μετά να προβεί στον γάμο του με τη Ρωσίδα πριγκίπισσα. H επιλογή της συζύγου του έπρεπε να συμβαδίζει με τα συμφέροντα καιτις βλέψεις κάθε Δύναμης. Στην Αγία Πετρούπολη τον υποδέχθηκαν με όλες τις τιμές, στις 30 Απριλίου 1867. Τέσσερις ημέρες αργότερα τελέσθηκαν οι αρραβώνες του με τη 16άχρονη πριγκίπισσα Ολγα, όπως τηλεγράφησε ο Ελληνας πρεσβευτής Σπυρ. Μεταξάς.
Παρά την σιωπή της κυβέρνησης, η ελληνική κοινή γνώμη δεν αιφνιδιάσθηκε, διότι ο Τύπος δημοσίευε πληροφορίες που προοιωνίζονταν το γεγονός. H πρώτη επίσημη πληροφορία δημοσιεύθηκε την 9η Μαϊου 1867, αποκαλύπτοντας τον ήδη τελεσθέντα αρραβώνα του Γεωργίου με την Ολγα.
Από τη ρωσική πρωτεύουσα ο Γεώργιος με- τέβη στις 11 Μαϊου στην Κοπεγχάγη και 20 ημέ ρες αργότερα επέστρεψε στην Αγία Πετρούπολη, όπου στις 26 Ιουνίου έγινε η θρησκευτική τε λετή των αρραβώνων στην εκκλησία του Τσάρ- σκοε Σέλο. Μετά από δύο ημέρες έφυγε πάλι για την Κοπεγχάγη. O γάμος του έγινε με κάθε επισημότητα στις 15 Οκτωβρίου 1867. H είδηση
για την τέλεσή του έφθασε στην Αθήνα στις 21 Οκτωβρίου και το γεγονός εορτάσθηκε τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τον λαό.
O γάμος του Γεωργίου είχε πολιτικά κίνητρα: αποσκοπούσε στον αναπροσδιορισμό των πολιτικών σχέσεων των Μεγάλων Δυνάμεων μεταξύ τους. Σκοπός του γάμου ήταν να αναθερμαν- θ ούν οι σχέσεις των ευρωπαϊκών Δυνάμεων με τη Ρωσία, αφού η Γαλλία, η Αγγλία και η Πρωσ- σία, για δικούς της λόγους καθεμία, ευνοούσαν τη σύμπηξη μιας συμμαχίας με την τσαρική Ρωσία, προκειμένου η τελευταία να εγγυηθεί την ακεραιότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και έτσι να προστατευθούν τα συμφέροντά τους που απειλούντο από την επεκτατικότητα
Πορτραίτο του Γεωργίου Α ’ κατά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ EAAAAA
Χάλκινο πεντάλεπτο της Κρητικής Πολιτείας.
των Ρώσων. O Γεώργιος Γκλύξμπουργκ παρείχε την κατάλληλη ευκαιρία στις Μεγάλες Δυνάμεις για να προωθήσουν τις βλέψεις τους στον ευρύ τερο γεωπολιτικό χώρο της Ευρώπης.
TO ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ TOY ΔΗΛΕΣΙ (1870)
To ζήτημα της ληστείας, που ταλάνιζε το ελ ληνικό κράτος από τη σύστασή του, βρέθηκε στο προσκήνιο από ένα απρόοπτο γεγονός που συγκλόνισε την πολιτική ζωή της χώρας. Στις 30 Μαρτίου/11 Απριλίου 1870, μια ομάδα ξένων περιηγητών, κατά την επιστροφή της από μια εκ δρομή στον Μαραθώνα, δ έχθηκε την επίθεση ληστών στο Πικέρμι, όπου και περιήλθε σε κατάσταση ομηρίας. Ανάμεσα στους εκδρομείς ή ταν ένας Βρετανός λόρδος και μέλη διπλωματικών σωμάτων στην Ελλάδα. Αρχηγός της συμμορίας ήταν ο Τάκος Αρβανιτάκης και υπαρχηγός ο αδελφός του Χρήστος. H είδηση της αιχμαλωσίας προκάλεσε την κινητοποίηση της ελληνικής κυβέρνησης αλλά και των εκπροσώπων των Μεγάλων Δυνάμεων στην Αθήνα.
Στις διαπραγματεύσεις με τους ληστές έλαβε μέρος και ο Αγγλος πρεσβευτής στην Αθήνα, Ερσκιν. Αρχικά, οι ληστές ζήτησαν υπέρογκα λύτρα και να σταματήσει η καταδίωξή τους από τα αστυνομικά αποσπάσματα. E v συνεχεία, περιόρισαν το ποσό των λύτρων στις 25.000 λίρες Αγγλίας, αλλά παράλληλα ζήτησαν να τους δο θεί αμνηστία. E v τω μεταξύ, είχαν απελευθερώσει τις γυναίκες και τον Αγγλο λόρδο Μονκά- στερ. To αίτημα όμως για την αμνηστία προσέ- κρουε στις διατάξεις του Συντάγματος του 1864, που επέτρεπε την χορήγηση αμνηστίας μόνο για πολιτικά αδικήματα. H αγγλική κυβέρ νηση πίεζε έντονα για να δοθεί η αμνηστία στους ληστές και να λήξει αυτό το αποτρόπαιο επεισόδιο που αμαύρωνε διεθνώς τη χώρα. H κυβέρνηση Ζαϊμη, όμως, παρέμεινε αμετάπειστη και ακλόνητη στην πεποίθησή της να μην αρθούν οι σχετικές διατάξεις του Συντάγματος,
παρά τις πιέσεις που δεχόταν από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Στη στάση αυτή παρέμεινε αμετάπειστη ακόμη και όταν ο Αγγλος υπουργός Εξωτερικών Κλάρεντον δήλωσε ειρωνικά ότι δεν μπορούσε να δώσει καμία σημασία σε αυτή την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης, επειδή το ελ ληνικό Σύνταγμα παραβιαζόταν πολύ συχνά. H ελληνική κυβέρνηση, για να ξεφύγει από το αδιέξοδο, έστειλε στους ληστές (που βρίσκονταν στον Ωρωπό) τον συνταγματάρχη Θεαγένη, προκειμένου να τους πείσει να ελευθερώ σουν τους αιχμαλώτους και να εγκαταλείψουν τη χώρα, χωρίς όμως να τους χορηγηθεί αμνηστία. Oi ληστές όμως απέρριψαν τις προτάσεις της κυβέρνησης, επειδή ήταν δύσπιστοι.
Λίγες ημέρες μετά τη συνάντηση του Θεαγένη με τους ληστές, στις 9/21 Απριλίου 1870, καθώς η συμμορία μετακινείτο προς το Δήλεσι με σκοπό να περάσει στη Βοιωτία και ύστερα να διαβεί τη μεθόριο, συγκρούσθηκε με ένα στρατιωτικό απόσπασμα. To αποτέλεσμα ήταν να σφαγούν οι αιχμάλωτοι και να φ ονευθούν ή να συλληφθούν οι περισσότεροι ληστές.
H είδηση της σφαγής προξένησε σάλο σε ολόκληρη την Ευρώπη. Δημοσιεύθηκα ν πολλά δυσφημιστικά άρθρα κατά της Ελλάδας, ιδιαίτερα στον αγγλικό Τύπο. Γιατο έγκλημαθεω ρήθη- κε υπαίτιο ολόκληρο το ελληνικό έθνος. Ανάλογες υπήρξαν και οι αντιδράσεις του γαλλικού καιτου ιταλικού Τύπου. Παράλληλα, διατυπώθηκαν επίσημα απειλές για μια ανοικτή επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων στην Ελλάδα, ακόμη και για κατάληψη ενός μέρους της ελληνικής ε πικράτειας. H άρνηση όμως της Ρωσίας να λάβει μέρος σε συλλογικά διαβήματα κατά της Ελλάδας, καθώς επίσης και το γεγονός ότι η κατάσταση ήταν τεταμένη λόγω της επικείμενης έ κρηξης του Γαλλοπρωσικού Πολέμου, απέκλεισαν κάθε σκέψη για δυναμικές ενέργειες. Ετσι, η αγγλική κυβέρνηση περιορίσθηκε να ζητήσει τη συμμετοχή Αγγλων νομικών στην επιτροπή έ ρευνας και στη δίκη των ληστών, καθώς και αποζημίωση των συγγενών των θυμάτων.
Τις πρωτοβουλίες αυτές προκάλεσε η διάχυτη τότε εντύπωση ότι στην υπόθεση της απαγωγής και στον όλο χειρισμό των διαπραγματεύσεων με τους ληστές είχαν αναμιχθεί παράγοντες της ελληνικής πολιτικής ζωής ω θούμενοι από προσωπικά ελατήρια. Υπήρχαν υπόνοιες ότι ηγέτες της αντιπολίτευσης είχαν ενθα ρρύ νει τους ληστές να επιμείνουν στο αίτημά τους για αμνηστία, με την ελπίδα να οδηγήσουν την κυβέρνηση σε αδιέξοδο και να την εξαναγκάσουν σε παραίτηση. H εξεταστική όμως επιτροπή που συγκροτήθηκε δ εν εντόπισε κανένα στοιχείο που θα μπορούσε να στηρίξει κάποια κατηγορία. Αντίθετα, επιβεβαίωσε το γεγονός,
60
ότι ο Αγγλος γαιοκτήμονας της Εύβοιας Φρανκ Νόελ, που είχε αναλόβει μεσολαβητικό ρόλο με παράκληση του πρεσβευτή Ερσκιν, διατηρούσε στην υπηρεσία του αδελφούς των ληστών Αρβανιτάκηδων.
Ασχετα όμως από τα πορίσματα των ανακρι- τικών Αρχών και τις αποφάσεις του δικαστηρίου, η εγκυρότητα των οποίων δεν αντέχει σε κριτική έρευνα, υπήρχαν πολλά σημεία που ενο χοποιούσαν τόσο την κυβέρνηση, όσο και την αντιπολίτευση. O χειρισμός της υπόθεσης από την κυβέρνηση, τόσο στο στάδιο των διαπραγματεύσεων με τους ληστές, όσο και στο στάδιο των ανακρίσεων, ήταν κάθε άλλο παρά άψογος. H σύντονη καταδίωξη της συμμορίας ήταν κάτι που επέβαλλε η τιμή της χώρας αλλά, ως τη στιγμή που αποφασίσθηκε να αποκλεισθούν οι ληστές στον Ωρωπό, μεσολάβησαν ενέργειες και αποφάσεις διαφόρων κυβερνητικώ ν παραγόντων που εξέθεταν την Ελλάδα. Oi ενέργειες αυτές έδιναν την εντύπωση ότι αυτό που επιδίωκαν οι Αρχές ήταν η σύγκρουση με τη συμμορία και η σφαγή ληστών και αιχμαλώτων, ώστε να εξαφανισθεί κάθε ενοχοποιητικό στοιχείο. Σοβαρή ευθύνη βαρύνει και τον Βρετανό
πρεσβευτή, γιατί με δική του πρωτοβουλία ήλθ ε σε επαφή με τους ληστές και τους έδωσε την εντύπωση ότι θα αναστελλόταν κάθε καταδιωκτικό μέτρο, παρά την αντίθετη θέσ η της ελληνικής κυβέρνησης.
H εκτέλεση των τεσσάρων ξένων ομήρων στο Δήλεσι προκάλεσε βαθειά συγκίνηση στην ελληνική κοινή γνώμη της εποχής. Κάτω από το προσβλητικό μαστίγωμα της ευρωπαϊκής αρ- θρογραφίας, εξαπολύθηκε ανελέητο κυνηγητό κατά των ληστών. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, πολλοί ληστές κατέφυγαν στην οθωμανική επικράτεια προκειμένου να διαφύγουν τη σύλληψη. H ανάμιξη της Αγγλίας στο επεισόδιο του Δήλεσι αποσκοπούσε στην πολιτική εκμετάλλευση ενός γεγονότος που κηλίδωσε τη φήμη της Ελλάδας διεθνώς. H ανάμιξη των ξένων παραγόντων στο έγκλημα οδήγησε την ελληνική κυβέρνηση σε αδιέξοδο, αφού οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες που αναμίχθηκαν, ουσιαστικά έτειναν χείρα βοηθείας στους ληστές, μη επιτρέποντας στην ελληνική κυβέρνηση να αντιδράσει αποτελεσματικά. Τελικά, θα μπορούσαμε να ισχυρι- σθούμε, με κάποια επιφύλαξη, ότι το επεισόδιο στο Δήλεσι ήταν σ κηνοθετημένο από την αγγλι-
Στιγμιότυπο από τη διεξαγωγή της δίκης για το Επεισόδιο του Δήλεσι (Αθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 61
O Γεώ ργιος A ’ σε νεαρή ηλικία
(1863), κατά τη διάρκεια
επίσκεψής του στο Λονδίνο.
κή διπλωματία, για να οδηγήσει την ελληνική κυβέρνηση σε αδιέξοδο και έτσι να την καταστήσει τρωτή για μία ακόμη φορά. Στόχος ήταν η καταστρατήγηση της εθνικής αξιοπρέπειας των Ελλήνων, με τον πιο ύπουλο και απεχθή τρόπο που θα μπορούσε να επινοηθεί.
H ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΡΩΜΥΛΙΑΣ
Oi σχέσεις του Ελληνισμού με τους βόρειους γείτονές του ήταν πάντα τεταμένες και μεταβάλλονταν διαρκώς λόγω της ραγδαίας εξασθένισης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της εθνικής αφύπνισης των όμορων βαλκανικών λαών. To Ανατολικό Ζήτημα οξύνθηκε επικίνδυνα λόγω της κατάρρευσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού. Στο πρόβλημα αυτό είχαν ε- μπλακεί και οι Μεγάλες Δυνάμεις, με κυριότε- ρες τη Μεγάλη Βρετανία και τη Ρωσία. Oi βαλκανικοί λαοί απλά χρησίμευσαν ως πιόνια στη διπλωματική σκακιέρα.
Από τη λήθη του παρελθόντος ανασύρθηκαν ξεχασμένες ιστορικές πτυχές που ευνοού σαν τη σφυρηλάτηση της εθνικής συνείδησης των βαλκανικών λαών, πολλές φορές κατά τρό πο που διευκόλυνε τις επιδιώξεις άλλων χωρών. Στην ευρύτερη περιοχή της Βαλκανικής η Ρωσία «ανακάλυψε» το βουλγαρικό έθνος, προκει- μένου να εξασφαλίσει με έμμεσο τρόπο ένα σημαντικό προγεφύρωμα. H προσπάθεια, λοιπόν, για τη δημιουργία βουλγαρικού κράτους τον 19ο αιώνα προκάλεσε ευρύτερη αστάθεια στα
Βαλκάνια, υπήρξε η αιτία για μια σειρά πολέμων, ενώ για τον Ελληνισμό είχε ως αποτέλεσμα την οριστική εκρίζωσή του από τη βόρεια Θράκη, έναν χώρο στον οποίο η ελληνική παρουσία μαρτυρείται από την Αρχαιότητα και ο οποίος, χωρίς την ανάμιξη των Μεγάλων Δυνάμεων, θα ανήκε μέχρι σήμερα στον δικαιωματικό κάτοχό του: την Ελλάδα.
Tov 19ο αιώνα εξελίσσονταν οι προσπάθειες για την εθνική αφύπνιση των Βουλγάρων. Πρωτοστάτης σ ’ αυτόν τον τομέα υπήρξε ο βουλγαρικός Κλήρος, που διέδιδε χονδροειδείς ανακρίβειες για την ιστορική καταγωγή των Βουλγάρων. Επίσης, πολλοί Βούλγαροι είχαν υπηρετήσει στον Ρωσικό Στρατό κατά την περίοδο των ρωσοτουρκικών πολέμων του 19ου αιώνα. Oi αυ- τόδηλες, λοιπόν, ενδείξεις πίστης των Βουλγάρων προς τη Ρωσία, αλλά κυρίως η γεωγραφική εγγύτητα της Βουλγαρίας προς την Κωνσταντινούπολη, είχαν ως συνέπεια οι Βούλγαροι να θ ε ω ρηθούν σημαντικότεροι σύμμαχοι από τους Ελληνες ή από τους Σέρβους. Ετσι, η Ρωσία ενί- σχυσε τις προσπάθειες των Βουλγάρων για ε θνική αφύπνιση. H ενίσχυση αυτή έλαβε ισχυρότερο χαρακτήρα, όταν δ ιακηρύχθηκε από τη Ρωσία το δόγμα του Πανσλαβισμού.
To πρώτο βήμα για την ίδρυση βουλγαρικού κράτους έγινε με δύο διαδοχικές επαναστάσεις των Βουλγάρων, τον Σεπτέμβριο του 1875 και τον Μάιο του 1876. Oi επαναστάσεις αυτές σύντομα κατεστάλησαν από τον Οθωμανικό Στρατό και πνίγηκαν στο αίμα, καθώς ήταν ανοργάνωτες. Oi τουρκικές όμως βιαιοπραγίες προξένησαν τη διεθνή κατακραυγή και, σε συνδυασμό με τη σοβούσα βαλκανική κρίση, εξερράγη ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος του 1877-78. O πόλεμος αυτός οδήγησε στη συντριβή του Οθωμανικού Στρατού και στην προέλαση του Ρωσικού έως και το προάστιο του Αγίου Στεφάνου, κοντά την Κωνσταντινούπολη, όπου και υπογράφηκε η ομώνυμη συνθήκη ειρήνης στις 3 Μαϊου του 1878. Συνέπεια αυτής της συνθήκης ήταν η δη μιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας, με όρια που κάλυπταν σχεδόν ολόκληρη τη Μακεδονία.
H υπερβολική αύξηση της ισχύος της Ρωσίας στη Βαλκανική θορύβ ησ ε τις υπόλοιπες Δυνάμεις, ιδίως την Αγγλία, η οποία επιδίωκε τη διατήρηση της ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Π ροκειμένου λοιπόν να δ ιευ θ ε τηθούν τα αντικρουόμενα συμφέροντα των Μ ε γάλων Δυνάμεων, σ υγκλήθηκε συνέδριο στο Βερολίνο το 1878, το οποίο κατέληξε στην υπογραφή της ομώνυμης συνθήκης που ορ ιοθε τούσε εκ νέου τα σύνορα στη Βαλκανική. Ως προς τα βουλγαρικά εδάφη, η συνθήκη καθόριζε ότι θα ιδρύονταν δύο ηγεμονίες, υποτελείς στον σουλτάνο, η Βουλγαρία και η Ανατολική
Ρωμυλία, με πρωτεύουσες αντίστοιχα τη Σόφια και τη Φιλιππούπολη. H ίδρυση της Βουλγαρικής ηγεμονίας ικανοποιούσε αρχικά τα δίκαια των Βουλγάρων. Παράλληλα αποκαθιστούσε την ισορροπία μεταξύ των αλληλοσυγκρουόμενω ν συμφερόντων της Αυστροουγγαρίας και της Ρωσίας στα Βαλκάνια. H ίδρυση της Ανατολικής Ρωμυλίας, με πλειοψηφία κατοίκων χριστιανικής καταγωγής, παρείχε το υπόβαθρο για μελλοντικές περιπλοκές. O διοικητής της επρόκει- το να είναι Χριστιανός και στο Σύνταγμά της προβλεπόταν ισονομία για όλους τους κατοίκους. H ίδρυση της Ανατολικής Ρωμυλίας ήταν απλά ένας σταθμός κατά την υλοποίηση του ο ράματος για τη δημιουργία μιας Μεγάλης Β ο υ λ γαρίας. Από την άλλη πλευρά, τα βουλγαρικά σχέδια διευκολύνονταν, γιατί η Ανατολική Ρωμυλία ήταν ένα τεχνητό κρατίδιο.
Κατάτις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, το ελληνικό στοιχείο στη βόρεια Θράκη είχε αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό, στοιχείο που απο- τελούσε αντίποδα στα επεκτατικά σχέδια των Βουλγάρων. Oi Βούλγαροι, ό,τι κι αν μετέρχονταν για να επιβληθούν, δεν μπορούσαν να υλοποιήσουν πλήρως τα σχέδιά τους, διότι ήταν πνευματικά και οικονομικά καθυστερημένοι.
H προσπάθεια για την πλήρη επιΒολή του βουλγαρικού στοιχείου συνεχίσθηκε και μετά
την ίδρυση της Ανατολικής Ρωμυλίας. Πρώτος η γεμόνας της διορίσθηκε ο βουλγαρικής καταγωγής Αλέξανδρος Βογορίδης. O Βογορίδης σχημάτισε την κυβέρνησή του μόνο από Βουλγάρους, ενώ την πρώτη ημέρα της εγκατάστασής του στην πρωτεύουσα Φιλιππούπολη, το φιρμά- vi του διορισμού του διαβάσθηκε μόνο στα Τουρκικά και στα Βουλγαρικά. E v συνεχεία, η φι- λοβουλγαρική του πολιτική συνεχίσθηκε και είχε ως αποτέλεσμα τον πλήρη αποκλεισμό των Ελλήνων από τα διοικητικά αξιώματα.
Oi Ελληνες της περιοχής εξέφραζαν έτσι μια δικαιολογημένη αγανάκτηση, αφού ασκούντο εις βάρος τους ποικίλοι περιορισμοί. Τα παράπονά τους όμως δεν εισακούονταν. Υπερασπιστής τους αναδείχθηκε ο Ελληνας πρόξενος στη Φι- λιππούπολη Αθανάσιος Ματάλας, ο οποίος, παρά τις επανειλημμένες αναφορές που απηύθυνε στην ελληνική κυβέρνηση, δεν είχε καταφέρει τίποτε. Γενικά, η ελληνική κυβέρνηση κώφευε η θελημένα στο θέμα της Ανατολικής Ρωμυλίας, διότι είχε στραμμένη την προσοχή της στο Κρητικό Ζήτημα, απ’ όπου προσδοκούσε μεγαλύτερα οφέλη.
H Ανατολική Ρωμυλία είχε όμως προδιαγεγραμμένο μέλλον: η ένωσή της με τη Βουλγαρία ήταν προκαθορισμένη. H ένωση αυτή πραγμα- τοποιήθηκε με ένα αναίμακτο πραξικόπημα στις
Λαϊκή εικόνα, η οποία avaπαριστά μια επιδρομή του Μπόρις Σαράψωφ και των κομιτατζήδω ν του σε ένα μακεδονικό χωριό. Τους ακολουθούν, ως όμηροι, οι χωρικοί.
ΞΕΝΕΣ ΕΓΙΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 63
Κρητικοί επαναστάτες του 1897(περιοδικό London Illustrated News).
18 Σεπτεμβρίου 1885. Oi προϋποθέσεις για την εκδήλωσή του ε ίχα ντεθείπ ολύ νωρίς. Ηδη από την άνοιξη του 1880 η Βουλγαρία είχε διαθέσει800.000 φράγκα σε επιτροπές προβοκατόρων στην Ανατολική Ρωμυλία. Παράλληλα, είχε ιδρυθεί στην Βουλγαρία μυστικό κομιτάτο, με σκοπό την ένωση των «δύο Βουλγαριών». Πράκτορες αυτού του κομιτάτου διέτρεχαν τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1885 ολόκληρη την Ανατολική Ρωμυλία, οργανώνοντας τη συνωμοσία. Στις 13 Σεπτεμβρίου 1885 εκδηλώ θηκαν οι πρώτες ενέργειες του πραξικοπήματος. Στο χωριό Παναγιούριστε κάποιοι άρχισαν να διαδηλώνουν υπέρ της ένωσης με τη Βουλγαρία. Την επόμενη ημέρα οι ταραχές εξαπλώθηκαν και σε δύο ακό- μαχωριά, κοντά στη Φιλιππούπολη. H κυβέρνη ση έστειλε δύο αντιπροσώπους για να κατευνάσουν την ένταση, ο ένας όμως συνελήφθη από τους εξεγερθέντες και κρατήθηκε. Ετσι, στις 16 Σεπτεμβρίου 1885 η κεντρική επιτροπή των συνωμοτών εξέδωσε διαταγές που προέβλεπαν τη συγκρότηση ομάδων σε διάφορα σημεία κοντά στη Φιλιππούπολη και προώθησή τους προς την πρωτεύουσα. Αξιοσημείωτο είναι ότι σχεδόν το μεγαλύτερο μέρος της εθνοφυλακής ήταν υπό τον έλεγχο των συνωμοτών.
Στις 17 Σεπτεμβρίου 1885 οι ταραχές εξαπλώθηκαν, με το πρόσχημα της επιβολής νέων φόρων. To ίδιο βράδυ εκδηλώ θηκε πραξικόπημα, στο οποίο συμμετείχαν μόνο οι ομάδες της περιοχής της Φιλιππούπολης. Oi συνωμότες ει- σήλθαν στην πόλη και συνέλαβαν τον Γερμανό
αρχηγό της Χωροφυλακής, όπως επίσης και τον ηγεμόνα της Ανατολικής Ρωμυλίας, Κρέστοβιτς. Σ ' αυτόν δήλωσαν ότι η ένωση της Ανατολικής Ρωμυλίας με τη Βουλγαρία ήταν τετελεσμένη. O Κρέστοβιτς δ έχθη κε τη διαμορφωθείσα κατάσταση και δ εν πρόβαλε καμία αντίσταση.
To επόμενο πρωί κηρύ χθηκε η ένωση των «δύο Βουλγαριών» και ο στρατός της ηγεμονίας στάλθηκε στα σύνορα. Παράλληλα, αντιπροσωπεία Βουλγάρων της Ανατολικής Ρωμυλίας στάλθηκε στη Βουλγαρία για να ζητήσει από τον Γερμανό βασιλιά της, Αλέξανδρο Βάττεν- μπεργκ, να έλθει στη Φιλιππούπολη και να δε- χ θ ε ίτ η ν ένωση.
Αρχικά, το πραξικόπημα στρεφόταν εναντίον της οθωμανικής κυριαρχίας στην Ανατολική Ρωμυλία. H τουρκική αντίδραση άργησε όμως να εκδηλωθεί. O βεζίρης Σαϊντ Πασάς συ- γκάλεσε το υπουργικό συμβούλιο στην Κωνσταντινούπολη, αμέσως μόλις αντιλήφθηκε ότι η Ρωσία δεν είχε καμία ανάμιξη στο πραξικόπημα. Στο συμβούλιο αποφασίσθηκε να σταλούν 6.000 άνδρες και να καταλάβουν την Φιλιππούπολη. O σουλτάνος, όμως, Αβδούλ Χαμήτ δεν υπέγραψε την απόφαση, γιατί ανέμενε την εξουσιοδότηση των Μεγάλων Δυνάμεων.
Από την άλλη πλευρά, η Ανατολική Ρωμυλία ενδιέφ ερε και τις Μεγάλες Δυνάμεις, γιατί πα- ραβιαζόταν η Συνθήκη του Βερολίνου του 1878 και επιπλέον θίγονταν τα συμφέροντά τους στη Βαλκανική. H Μ. Βρετανία όμως και η Ρωσία δεν αντέδρασαν αμέσως. H πρώτη απέβλεπε στην έ-
64
νωση των «δύο Βουλγαριών», την απαγκίστρωση της Βουλγαρίας από το άρμα του Πανσλαβισμού και την επέκταση της επιρροής της στη Βουλγαρία. Oi Ρώσοι αντέδρασαν αποκηρύσσοντας τον Βούλγαρο βασιλιά. Από την άλλη, όμως, οι Ρώσοι δ εν ήθελαν να αντιτεθούν στο βουλγαρικό εθνικό αίσθημα. Γι’ αυτό, λοιπόν, πραγματοποιήθη- κε στην Κωνσταντινούπολη διάσκεψη των πρεσβευτών των Μεγάλων Δυνάμεων, στις 5 Ν οεμβρίου 1885. Σε αυτήν αποφασίσθηκε η επαναφορά στο καθεστώς που ίσχυε πριν το πραξικόπημα στην Ανατολική Ρωμυλία. Για τον σκοπό αυτό θα έπρεπε η Οθωμανική αυτοκρατορία να στείλει στην περιοχή μία αντιπροσωπεία για να διε- ρευνήσει αν οι κάτοικοι επιθυμούσαν να επι- στρέψουν στο παλαιό καθεστώς. H πλειονότητα βέβαια των κατοίκων, που είχε εμποτισθεί με το πάθος για αυτοδιάθεση, απάντησε αρνητικά. Oi εργασίες της διάσκεψης συνεχίσθηκαν μέχρι τις 5 Απριλίου 1886 και τελικά επιλέχθηκε μια συμβιβαστική λύση: ο βασιλιάς της Βουλγαρίας θα θεωρείτο ηγεμόνας της Ανατολικής Ρωμυλίας, αν και οι δύο χώρες θα είχαν διαφορετικό κρατικό status.
H απροθυμία των Μεγάλων Δυνάμεων να α- ντιδράσουν δυναμικά στο απεχθές πραξικόπημα της Ανατολικής Ρωμυλίας, επέδρασε αρνητικά στα συμφέροντα των υπόλοιπων βαλκανικών κρατών, αφού έτσι περιορίζονταν από την επέκταση της βουλγαρικής επικράτειας. H κυβέρ νηση Δεληγιάννη το μόνο που έπραξε ήταν να απαιτήσει την αποζημίωση της Ελλάδας με την παραχώρηση της Κρήτης, η οποία δονείτο εκείνον τον καιρό από το σύνθημα για ένωση με την Ελλάδα. H λύση όμως αυτή έθιγε καίρια τα συμφέροντα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η οποία απέστειλε μονάδες τακτικού στρατού στα ελληνοτουρκικά σύνορα. Προκειμένου να αποφ ευχθεί η ένοπλη σύγκρουση, οι Μεγάλες Δ υ νάμεις απαίτησαν τον αφοπλισμό της Ελλάδας και προέβησαν σε ναυτικό αποκλεισμό, επιβάλλοντας για ακόμη μία φορά την ανθελληνική πολιτική τους (Απρίλιος 1886).
To πραξικόπημα στην Ανατολική Ρωμυλία, που οδήγησε στην ένωσή της με τη Βουλγαρία, ευνοήθηκε από την ευμενή ουδετερότητα των Μεγάλων Δυνάμεων, οι οποίες σκόπευαν έτσι να θ έσ ουν ένα πρόσκομμα στην ανέλιξη του συνεχώς ενισχυόμενου Ελληνισμού. Επίσης, στην προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας στη Βουλγαρία έπαιξε ρόλο και η απραξία της ελληνικής κυβέρνησης, που είχε στρέψει το ενδιαφέρον της στην προσάρτηση της Κρήτης. Παρά τις όποιες ενέργειες για τον βίαιο ε- κβουλγαρισμό της Θράκης, με τη βοήθεια της Ρωσίας και της Αγγλίας, η βουλγαρική προσπάθεια απέτυχε παταγωδώς. H προσάρτηση της
Ανατολικής Ρωμυλίας δ εν έχει αναγνωρισθεί με καμία διεθνή πράξη, γεγονός που αποδεικνύει τη φαυλότητα της συγκεκρ ιμένης ενέργειας. H βίαιη εκρίζωση του ακμάζοντος ελληνικού στοιχείου και ο παράλληλος διωγμός του ήταν το αποτέλεσμα της ανθελληνικής πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων, οι οποίες, στον βωμό των συμφερόντω ν τους, δεν δίστασαν να παραχω ρήσουν μια κατ’ εξοχήν ελληνική περιοχή με ιστορία αιώνων σε ένα κράτος που γενν ή θ η κε από το πουθενά, χωρίς κανένα γεωγραφικό και γεωπολιτικό υπόβαθρο.
Ο Γ ε ώ ρ γ ιο ς Α ’ εμφανίζεται παρορμητικός κατά τις παραμονές του Ελληνοτουρκικού Πολέμου του 1897 (ΑΘήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
H ΕΠΙΒΟΛΗ TOY ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ (1897)
O Δ ιεθνής Οικονομικός Ελεγχος της Ελλάδας από τις Μεγάλες Δυνάμεις ήταν η συνέπεια του ατυχούς Ελληνοτουρκικού Πολέμου του1897. Από το 1893, οπότε είχε κηρυχθεί η πτώχευση του ελληνικού κράτους, όλες οι προσπάθειες για συμβιβασμό ή για κάποια ευνοϊκή ρύθμιση με τους δανειστές της χώρας είχαν α- ποτύχει. H αιτία ήταν κυρίως ότι οι ξένοι ζητούσαν παροχή έκτακτων εγγυήσεων, μια μορφή ε λέγχου, ενώ οι ελληνικές κυβερνήσεις προσπαθούσαν να αποφύγουν με οποιονδήποτε τρόπο μια τέτοια βίαιη επέμβαση στα οικονομικά του κράτους. H συντριβή όμως της χώρας στο πολεμικό πεδίο έδινε το ποθητό έναυσμα στους Eu-
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΧ EAAAiA
Υποδοχή του ύπατου αρμοστή της Κρή τη ς,
πρίγκιπα Γεωργίου από τους ναυάρχους
κατά την άφιξή του στο λιμάνι
της Σούδας, στις 9Δ εκεμβρίου 1898.
ρωπαίους για να εφαρμόσουν τα σχέδιά τους. Σύμφωνα με τις διεθνείς αρχές η Ελλάδα, αφού ηττήθηκε, έπρεπε να καταβάλει στην Οθωμανική αυτοκρατορία πολεμική αποζημίωση, η οποία μετά από διαπραγματεύσεις ορίσθηκε στο ποσό των 4.000.000 τουρκικών λιρών, δηλαδή95.000.000 χρυσά φράγκα. To ποσό αυτό ήταν αδύνατο να βρεθεί και γ Γ αυτό έπρεπε να συνα- φθεί νέο δάνειο, που δ εν ήταν δυνατό να συμ- φωνηθεί εάν δ εν ρυθμίζονταν τα παλαιά χρέη και δεν παρέχονταν ασφαλείς εγγυήσεις στους δανειστές. Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο, τα πράγματα οδηγούσαν στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα για τους ξένους: τον έλεγχο των οικονομικών της χώρας, μια ακόμη ταπείνωση της χειμαζόμενης Ελλάδας από την απληστία των Μ ε γάλων Δυνάμεων.
O οικονομικός έλεγχος συνδέεται με τα αίτια του πολέμου του 1897. H Γερμανία, προβλέ- ποντας την ελληνική ήττα, εξώθησε έμμεσα σε
πόλεμο την Ελλάδα, με τη Βοήθεια πρακτόρων, ώστε να εξαναγκασθεί να αποδεχθεί τον έλεγχο. H ενθάρρυνση για να εμπλακεί η Ελλάδα σε πόλεμο με την Οθωμανική αυτοκρατορία προήλθε από τη διπλωματική υποκίνηση της Γερμανίας, η οποία, αφού εξασφάλισε τον έλεγχο των οικονομικών, σταμάτησε να αντιτίθεται στη φιλελληνική λύση του Κρητικού Ζητήματος. H Γερμανία, όμως, αν και πρωτοστάτησε, δεν ή ταν η μοναδική ενδιαφερομένη. Oi Μεγάλες Δ υ νάμεις, στις οποίες η Ελλάδα εμπιστεύθηκε τις διαπραγματεύσεις για την προκαταρκτική συνθήκη ειρήνης, επωφελήθηκαν για να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα.
Μετά την ήττα η ελληνική κυβέρνηση, κατέβαλε τις ύστατες προσπάθειες να συμβιβασθεί με τους δανειστές και να αποτρέψει τον επικείμενο έλεγχο. Ολες όμως οι προσπάθειες έπεσαν στο κενό. Ετσι, η Ελλάδα αναπόφευκτα δ έ χθ η κε στον έλεγχο.
66
\ / 'o$$htij .ef
i. 'A%tto$
S n . ' Κα0ίλα·J
• *4e tei. .l/fy0Ajf Π φ ν , , ι
i . Όαταόβον ( Beyo^qittij
Μ W fJ Htfiiw . · « " ? < # , i , ! , V * & * t o
♦T*‘ * ^ i ^ββτοριά# . ^'a(rrpeJ|j. Χαλκιδική
Blpoice* Λ .... *Πολύγυροί Jf^ te tip fvn * 7 < % ^
\ 'S g f wt-^β ΠΑβΤβμών _ % * ‘ >
’Ελασπών* ”
Vw<X *Z oOvt (Λβμί«)Σ τ ε ρ ε ά Έ λ λ ά ς ^<¾ ,
# Bp«x«pi('Aypiwiow) '^¾.
« ~
% a x r 'V \ ‘ΑM*<raX6wi* ,. #NaCftrcoeTes
4 - ,.. ΤΤάτρα#**“ ' .....*............. .....W f l lB S ‘ ^β<· » » « t_>V-‘--
(A iyvw ) * * t f< U - _ ^
θ p ά x η
*Tapvo$es9'AyvA.
' ·Λάριάτα
. ^ 4 « * . θ £ σ β α λ ί “ <* t t o* Καρδίτσα* / <tfSHp*oXa -...
Δομοκάϊ*· -
‘Α&ραμύτιον·
. Σχίιβο;-
^ ί . Ά γ . Eae^s*Tu<
ι V
* 4iXtoiaotia»Κυδωνίαι (Ά φ αλ ί)
Μυτιλήνη<» *Οέργαμοξ
Λ £
•Σάλωνα (Άμφισΰα)
2, Aaaraii
•Βοοτίτσα 7 0 * ό <·“ * ‘ * ri i
Mfyapcn*
K<jp1vfc5*
Π ίλ ο π ό ν ν η β σ ος
TpswsXrro4 (Τρίττολ >·
«ε«βΛίΓί
•Χθ λβ5
^ < ¾ .
ιολκξ '
ΑΙγτ**
m
•Σμύρνη
ίν. 'Avipoi
C- 1 vo<v. Jfxapti(Nuutpt&)
W^rA5V. Udpoc
~ - ' ' ^ *l'*pa
v. Σύρο;, -fv,,v· Μύχβνος•ΈρμοίΛΤ&Α* (Σύρα)
^ - *,' Σπέτααι •Μυστρβϊ φ τά ρ τη ;
v. Σίρΐ9°~/ "iV. Xi9VOC | ; 5 >
v. 'Avtia*poi
Κίμωλο;
\
Κύ6η(
,·. 'V. Σ ravflpo'v. (rW;,„ ,
(Sxvrcptvtj) .·.
■. Νάξο;
I , φ. Δονοΰβα
£θ% *' ,f*$y*' Άμοργλς V. Ίος (N ti)
v. Σάμος ;.
, ; _ : _ ^ w ,fc V # C ^ £ ^ i
* * K
f i . ^ ¾ i A * W . ,
• \> f *· Κ ά λ 'ίμ ν ο < 3 \,* S
a * <«
. κ
, Νίβυρρς
j. Κύθηρα
•tomrtpM
Σε άρθρο της προκαταρκτικής συνθήκης ειρήνης της 6ης/18ης Σεπτεμβρίου 1897 που ava- φερόταν στην πολεμική αποζημίωση, προστέθη κε όρος ότι, για να διευκολυνθεί η ταχεία αποπληρωμή της αποζημίωσης, ο διακανονισμός θα γινόταν με βάση τα συμφέροντα των δανειστών της Ελλάδας. Επίσης, δηλωνόταν ότι η Ελλάδα θα ψήφιζε νόμο που θα ρύθμιζε τη λειτουργία επιτροπής που θα ήλεγχε την είσπραξη των προσόδων προκειμένου να εξυπηρετηθεί λυσιτελέστερα η εξόφληση του χρηματικού ποσού της αποζημίωσης.
H προαναφερθείσα διάταξη δεν είχε καμία θέση σε μία συνθήκη που αφορούσε την αποκατάσταση των ειρηνικών σχέσεων ανάμεσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία και την Ελλάδα, και έ
τσι η έκπτωση της εθνικής ανεξαρτησίας της Ελλάδας ήταν προφανής. H ελληνική κυβέρνη ση, ευρισκομένη προ τετελεσμένων γεγονότων, δεν μπορούσε να πράξει αλλιώς.
O οικονομικός έλεγχος ήταν το τίμημα που πλήρωσε η Ελλάδα στις Μεγάλες Δυνάμεις ως ανταμοιβή τους γιατί διέκοψαν την προέλαση των Τούρκων, συνηγόρησαν στην εκκένωση της Θεσσαλίας και εγγυήθηκα ν το δάνειο της πολεμικής αποζημίωσης.
Tov Οκτώβριο του 1897 έφθασαν στην Α θ ή να οι απεσταλμένοι των Μεγάλων Δυνάμεων για τη σύνταξη του νόμου βάσει του οποίου θα ε- γκαθιδρυόταν και θα λειτουργούσε ο έλεγχος.Oi διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και στη Δ ιεθνή Επιτροπή, σχετικά με
Oi επεκτάσεις του ελληνικού κράτους τον 19ο αιώνα πραγματοποιή&ηκαν με την έγκριση των Μ. Δυνάμεων (Ιστορία του Ελληνικού Ε&νους, τ. Ι Γ ) .
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 67
O πρίγκηπας Γεώ ργιος έφ&ασε στα Χανιά ως ύπατος αρμοστής των Μεγάλων Δυνάμεων στις ΘΔεκεμβρίου 1898. Σ το ν εξώστη του Δ ιοικητηρίου Χανίων εκφωνεί λόγο προς τους κατοίκους των Χανίων, μία ημέρα μετά την επίσημη εγκατάστασή του στη Μεγαλόνησο.
τα όρια του ελέγχου, συνάντησαν πολλές δυ σκολίες. H ελληνική πλευρά προσπαθούσε να ε πιτύχει, παράλληλα με έναν ευνοϊκό συμβιβασμό, όσο το δυνατόν μικρότερη επέμβαση στη διοίκηση του κράτους, αλλά προσέκρουε στην απαίτηση των ξένων για ασφαλείς εγγυήσεις. Καμία από τις Δυνάμεις δ εν έδειξε κατανόηση και εύνοια προς την Ελλάδα.
O i εργασίες της Επιτροπής διήρκεσαν τρεις μήνες και περατώθηκαν στις 21 Ιανουαρίου1898. O σχετικός νόμος ψηφίσθηκε από την ελληνική Βουλή στις 21 Φεβρουαρίου 1898 και ο Δ ιεθνής Οικονομικός Ελεγχος άρχισε να λειτουργεί στις 28 ΑπρΛίου 1898. H επίσημη ονομασία του οργανισμού, που ουσιαστικά ανέλαβε τη διαχείριση της ελληνικής οικονομίας, ήταν αρχικά Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου. O όρος αυτός α- ντικαταστάθηκε ύστερα από ένα νχρόνο με τον όρο «Διεθνής Οικονομική Επιτροπή», αλλά στη συνείδηση όλων παρέμεινε η λέξη «Ελεγχος», γιατί αυτό ήταν στην πραγματικότητα.
Την επιτροπή αποτελούσαν έξι μέλη, αντιπρόσωποι καθεμιάς από τις Μεγάλες Δυνάμεις που είχαν υπογράψει την προκαταρκτική σ υνθή κη ειρήνης. Αυτά βρίσκονταν σε άμεση σχέση
με τον Ελληνα υπουργό Οικονομικών.Για την υπηρεσία του δημοσίου χρέους εκ-
χω ρήθηκαν στον Δ Ο Ε ποικίλες πηγές εσόδων και επικουρικές εγγυήσεις, που προέρχονταν κυρίως από δασμούς τελωνείων. Για μεγαλύτερη απόδοση, ο Δ Ο Ε είχε την εποπτεία των δημοσίων υπηρεσιών που ήταν αρμόδιες για την είσπραξη των υπέγγυων προσόδων. Αυτό έγινε αιτία για συνεχείς διενέξεις με τις ελληνικές κυβερνήσεις, γιατί οι προσλήψεις, απολύσεις, μεταθέσεις και προαγωγές των υπαλλήλων αυτών των υπηρεσιών υπόκειντο στην έγκριση του Δ Ο Ε.
O κατάπτυστος οικονομικός έλεγχος που ε πιβλήθηκε στην Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα επαχθής, αλλά, αποβλέποντας πάντα στο συμφέρον των ομολογιούχων, είχε και ορισμένες ευνοϊκές επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία. O νόμος ΒΦΙΟ’ περιείχε διατάξεις που περιόριζαν την αναγκαστική κυκλοφορία και έτσι βοηθούσαν τη νομισματική σταθερότητα και τη βελτίωση της εξωτερικής αξίας της δραχμής. Επίσης, με τον έλεγχο εμπεδώθηκε η ελληνική πίστη, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα σύναψης νέων δανείων, που απέβησαν χρήσιμα για την Ελλάδα στα χρ ό νια που ακολούθησαν.
TO ΚΡΗΤΙΚΟ ZHTHMA KAI O ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ
ΔΥΝΑΜΕΩΝΠρος τα τέλη του 19ου αιώνα η Ελλάδα αντι
μετώπισε πολύ πιο έντονα από την εποχή του Κριμαϊκού Πολέμου τα διεθνή συμφέροντα και τον έντονο ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων, όπως αυτός εκδηλωνόταν στο Ανατολικό Ζή τημα. Επίκεντρο της διαπλοκής έγινε το Κρητικό Ζήτημα, το οποίο έτσι αποτέλεσε μια φάση του γενικότερου προβλήματος. H Κρήτη είχε αυξημένη γεωστρατηγική σημασία για τους Ε υ ρωπαίους. Ιδίως για την Αγγλία, ήταν ένας εν διάμεσος σταθμός στον δρόμο προς τις Ινδίες. H προβολή του Κρητικού Ζητήματος σε διεθνή πλαίσια έγινε από πρόσωπα ανεύθυνα, τα οποία δεν γνώριζαν καθόλου την ιδιαίτερη κατάσταση στην οποία βρισκόταν το νησί, ούτε είχαν τη δυ νατότητα να κινηθούν επιδέξια στα διεθνή fora διαπραγματεύσεων. Αυτή η αβελτηρία διαχείρισης ενός τόσο λεπτού ζητήματος οδήγησε τη χώρα σε ταπεινώσεις και ανεπιθύμητες περιπέτειες, όπως η ήττα του 1897.
H διπλωματική δραστηριότητα των Μεγάλων Δυνάμεων επικεντρωνόταν στην προβολή δύο βασικών θεμάτων: στο ζήτημα της τύχης των Χριστιανών υπηκόων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και στο ζήτημα των μεταρρυθμίσεων που θα προωθούντο με βάση το κατάλληλο νομολο-
68
γικό πλαίσιο που θα παρείχε ο σουλτάνος. Ανάλογα όμως με τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων και τις συνθήκες που υπέγραφαν με την Οθωμανική αυτοκρατορία, οι μεταρρυθμίσεις είχαν περισσότερο χαρακτήρα διπλωματικών παγιδεύσεων παρά πραγματικού ενδιαφέροντος για τη βελτίωση της κατάστασης της νήσου.
Από το 1821 και εξής η Κρήτη βρισκόταν διαρκώς σε επαναστατικό αναβρασμό, με πάγιο αίτημα την ένωση με την Ελλάδα. Oi επαναστάσεις του 1833, του 1841 κα ιτου 1858 κατέληξαν στη Μεγάλη Επανάσταση του 1866, με μοναδικό αποτέλεσμα την παραχώρηση του Οργανικού Νόμου. Oi συνθήκες του Αγίου Στεφάνου και του Βερολίνου του 1878, οδήγησαν ύστερα από μια νέα κρητική επανάσταση στη γνωστή «Σύμβαση της Χαλέπας». H σύμβαση αυτή είχε πολλά ελαττώματα και άφηνε άλυτα πολλά ε σωτερικά προβλήματα. Μια από τις αιτίες ήταν
κανένα ευεργετικό αποτέλεσμα για τους ίδιους τους Κρήτες.
Ενας από τους κύριους στόχους των αιτιάσεων κατά της κακοδαιμονίας ήταν και ο εκά- στοτε Χριστιανός γενικός διοικητής. Τους περισσότερους διοικητές τους είχαν εξαναγκάσει σε παραίτηση, μεταβάλλοντάς τους σε απόλυτα πειθήνια όργανα της Υψηλής Πύλης, που δεν μπορούσαν να υποστηρίξουν καθόλου τα δίκαια των Κρητών. Ενώ η θητεία τους ήταν πενταετής, σε δέκα χρόνια άλλαξαν πέντε διοικητές.
Γενικά, σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων ήταν σταθερά αντίθετη προς την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα και αυτές επενέβαιναν δυναμικά στα ε σωτερικά της Κρήτης, μόνον όταν διέτρεχαν μεγάλο κίνδυνο οι Ευρωπαίοι υπήκοοι που διαβι- ούσαν στο νησί, με αποτέλεσμα να απειλούνται καίρια τα συμφέροντά τους.
η πλημμελής εφαρμογή των εκλογικών διαδικασιών. Στην κακή αυτή κατάσταση αναφέρεται ο Ελευθέρ ιος Βενιζέλος σε κείμενό του για την Κρητική Επανάσταση του 1886 εξηγώντας ότι στην κατάσταση αυτή συνέβαλε το ελαττωματικό εκλογικό σύστημα, που μετέβαλλε όλους σε «εμμανείς πολιτευτάς». Είναι αληθές ότι η Υψηλή Πύλη με αυτό το σύστημα θέλησε να ταπεινώσει τον κρητικό λαό, εξωθώντας τον σε έ ναν φαύλο κύκλο εκλογικών διαδικασιών, χωρίς
Σημείο καμπή στην εξέλιξη των πολιτικών πραγμάτων στο νησί αποτέλεσε η λεγόμενη «Μεταπολιτευτική Επανάσταση», που εξερράγη στις 3 Σεπτεμβρίου 1895 στο Κλήμα Αποκορώ- vou, με ηγέτη τον Μανούσο Κούνδουρο. Αίτημα της «επανάστασης» ήταν να διορισθεί διοικητής ομόφυλος και ομόδοξος με την πλειονότητα του πληθυσμού και το πολίτευμα να διατελεί υπό την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων.
H οθωμανική διοίκηση αντέδρασε βίαια και
Oi Μ εγάλες Δυνάμεις βομβαρδίζουν τους επαναστάτες του Ακρωτηρίου.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Κρητικοί επαναστάτες στα βουνά της Κρήτης
(από το περιοδικό Illustrated London
News, 1897).
παρακίνησε τον μουσουλμανικό όχλο και τα σώματα ασφαλείας να προβούν σε σφαγές και διάφορες φρικαλεότητες, που συνέβησαν στις 11 Μαϊου 1896 στα Χανιά. Oi Μεγάλες Δυνάμεις όμως επενέ6ησαν δυναμικά και απέστειλαν στα Χανιά μοίρες των πολεμικών τους στόλων. Επίσης, με τη μετάβαση τακτικού Οθωμανικού Στρατού στο νησί δημιουργήθηκε πολεμικό κλίμα.
Τότε ο σουλτάνος εξέδωσε διάταγμα για σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης και υποσχέθη- κε αμνηστία, ενώ σταμάτησαν οι εχθροπραξίες και διορίσθηκε νέος Χριστιανός γενικός διοικητής Κρήτης. Στις 31 Αυγούστου 1896, υπό την πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων, δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Κρήτη» ένας νέος κανονισμός, με τον τίτλο «Νέος Οργανικός Νόμος».
Τα πράγματα όμως δεν εξελίχθηκαν ομαλά. Λόγω των έντονων τουρκικών αντιδράσεων κατά την εφαρμογή του νέου οργανισμού, η Κρήτη οδηγήθηκε σε νέα επανάσταση. H Επανάσταση του 1897 δεν προέβαλε το αίτημα της Αυτονομίας αλλά αυτό της Ενωσης, για να επανέλθει μετά από πολλές αντεγκλήσεις στην αποδοχή
της Αυτονομίας. To αποτέλεσμα ήταν αναπόφευκτο, εξαιτίας του διπλωματικού παιχνιδιού των Μεγάλων Δυνάμεων στο Κρητικό Ζήτημα.
H δ ιεθνής όψη του Κρητικού Ζητήματος ή ταν άμεσα συνυφασμένη με τον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών και του τοπικού εθνικού στοιχείου. H γεωγραφική θέση της Κρήτης, η οξύτητα των εθνικών διεκδικήσεων και η στενή διασύνδεσή τους με τη γενικότερη Ανατολική περιπλοκή, έτειναν να καταστήσουν το Κρητικό πρόβλημα ένα από τα κρισιμότερα, τόσο για την εξέλιξη του Ανατολικού Ζητήματος, όσο καιγια τη γενικότερη μεσογειακή ισορροπία.
H γεωγραφική θέση της Κρήτης, που βρίσκεται στο μεταίχμιο των θαλάσσιων οδών από το δυτικό έως το ανατολικό άκρο της Μεσογείου και από την Ευρώπη έως την Εγγύς Ανατολή, είχε προκαλέσει νωρίς το ζωηρό ενδιαφέρον των Μεγάλων Δυνάμεων. To ενδιαφέρον ιδιαίτερα για το λιμάνι της Σούδας ήταν πολύ έντονο, λόγω της οχυρής του θέσης. H Αγγλία, η Γαλλία και η Ιταλία απέβλεπαν στον έλεγχο αυτής της το ποθεσίας, ώστε να έχουν υπό την κατοχή τους
70
έναν ενδιάμεσο σταθμό προς τη διώρυγα του Σουέζ. H Γερμανία, η Αυστροουγγαρία και η Ρωσία θεω ρούσαν την Κρήτη ένα αποφασιστικό σημείο γεωστρατηγικής στήριξης για πιθανή διείσδυση στην Ανατολική Μεσόγειο. Σ ’ αυτό όμως το διεθνές ενδιαφέρον ορθωνόταν ως ε μπόδιο η εσωτερική κατάσταση στο νησί. Oi Κρήτες ανέκαθεν έτρεφαν ακλόνητη πίστη στην εθνική τους αποκατάσταση, η οποία όμως προ- σέκρουε σε σοβαρές αντιδράσεις. Ακόμη και μετά το 1898, η Υψηλή Πύλη, ψιλή επικυρίαρχος της Κρήτης, δ εν είχε παύσει να ανθίσταται σταθερά στη λύση της Ενωσης. Στις τελευταίες δ ε καετίες του 19ου αιώνα, τα χριστιανικά βαλκανικά κράτη προέβαλλαν εντονότερη την αξίωση για ικανοποίηση των εδαφικών τους δ ιεκδικήσεων, αν η Κρήτη προσαρτάτο στην Ελλάδα.
H εμπλοκή της Κρήτης στο γενικότερο αδιέξοδο του Ανατολικού Ζητήματος αποτελούσε το σοβαρότερο εμπόδιο για την ικανοποίηση του ενωτικού αιτήματος των Κρητών. O i ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητες σε ένα ενδεχόμενο γενικευμένης βαλκανικής κρίσης. H προσπάθεια της ελληνικής κυ β έρ νη σης να διαχωρίσει το Κρητικό από το όλο βαλκανικό πρόβλημα αποδείχθηκε μάταιη. H Ρωσία και οι Κεντρικές Αυτοκρατορίες βάσιζαν τη συνολική βαλκανική τους πολιτική στην ανάγκη της διατήρησης του status quo. Oi δυτικές ευρωπαϊκές Δυνάμεις ή ταν λιγότερο απόλυτες και περισσότερο ευέλικτες. H γαλλική κυβέρνηση συνεχώς εισηγείτο τη στενή συνεργασία μεταξύ της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Ιταλίας προκειμένου να δια- σφαλισθεί η κρατούσα κατάσταση στα Βαλκάνια και να αποφευχθεί κάθ ε μονομερής δράση.
Oi εξελίξεις στο Κρητικό Ζήτημα έλαβαν ευνοϊκή τροπή για τους Κρήτες με τη μεγάλη επανάσταση του 1897, που έθεσε τα θεμέλια για την Κρητική Πολιτεία του 1898. Εισα- κούοντας τον αγωνιώντα κρητικό λαό που διψούσε για αυτοδιάθεση, οι Μεγάλες Δυνάμεις επέδωσαν στην Υψηλή Πύλη στις 24 Ιουνίου 1896 κοινή διακοίνωση, με την οποία απαιτούσαν να ληφ θούν άμεσα μέτρα για την καλυτέρευση των συνθηκών ζωής των Χριστιανών κατοίκων της νήσου. Στη συνέχεια, οι πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη εκπόνησαν σχέδιο κανονισμού για την Κρήτη, που επιδόθηκε στον σουλτάνο στις 25 Αυγούστου 1896 και έγινε δ ε
κτό την επομένη. O κανονισμός αυτός συνοδεύ- θηκε από διακοίνωση των Μεγάλων Δυνάμεων στην οποία τόνιζαν ότι θα ενημερώνονταν για την ομαλή εφαρμογή των διατάξεών του τόσο από την Υψηλή Πύλη, όσο και από την επιτροπή των προξένων τους στο νησί. Επρόκειτο, δηλαδή, για επιβολή κηδεμονίας της Ευρώπης επί της Υψηλής Πύλης και επί του συνόλου των Κρητών. O σουλτάνος, αποδεχόμενος τη μεσολάβηση των Δυνάμεων, αναλάμβανε και τη νομική υποχρέωση για την εφαρμογή των διατάξεων, ενώ οι Κρητικοί υποχρεώνονταν να υποκύ- ψουν αδιαμαρτύρητα. Μ ε τη μέθοδο όμως αυτή, οι Μεγάλες Δυνάμεις ανέλαβαν το καθήκον της προστασίας και του ελέγχου του νησιού.
Πορτραίτο του Γεωργίου Α ’ (ελαιογραφία του Γ. Ιακωβίδη).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 71
Oi ναύαρχοι του διε9νούς στόλου
που κατέλαβε την Κρήτη το 1897 για
λογαριασμό των Μ. Δυνάμεων , στο
κατάστρωμα της ιταλικής ναυαρχίδας
«Σισίλια».Διακρίνονται από
αριστερα: ο Γερμανός καπετάνιος Κέλνερ,
ο Αυστριακός αντιναύαρχος Χίνκε,
ο Ιταλός υποναύαρχος Κανεβάρο, ο Γάλλος
αντιναύαρχος Ποτιέ, ο Ρώ σος αντιναύαρχος
Αντρίεφ και ο Β ρετα νός
αντιναύαρχος Χάρις (περιοδικό Illustrated
London News).
του 1897 δημιούργησε καινούρια δεδομένα. H απόβαση του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος στην Κρήτη προκάλεσε διπλωματικές ζυμώσεις και οδήγησε στη διακοίνωση των Μεγάλων Δυνάμεων προς την Ελλάδα στις 2 Μαρτίου1897, με την οποία τονιζόταν ότι η Κρήτη δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να προσαρτη- θεί στην Ελλάδα και ότι οι κυβερνήσεις των Μ ε γάλων Δυνάμεων αποφάσισαν να επιβάλουν αυτονομία στην Κρήτη, που θα της εξασφάλιζε πλήρη ακεραιότητα έναντι της επικυριαρχίας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Ακολούθως, στις 4 Μαρτίου 1897, οι Δυνάμεις επέδωσαν στην Υψηλή Πύλη μια άλλη δια- κοίνωση, στην οποία ανέφεραν ότι η Κρήτη θα «προικιζόταν» με αυτόνομο πολίτευμα υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου. Ετσι, οι πρεσβευτές τους έθεσαν τις βάσεις της κρητικής αυτο-
Μεγάλων Δυνάμεων, που αποφάσισαν να κηρύξουν την Κρήτη αυτόνομη ηγεμονία.
Στις 18Δεκεμβρίου 1897 οι πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων συμφώνησαν στην Κωνσταντινούπολη σ’ ένα σχέδιο Προσωρινού Κανονισμού και στις Βάσεις του Οργανικού Χάρτη της Κρήτης. Κατά συνέπεια, η Επανάσταση του 1897 τερματίσθηκε με το Ψήφισμα του Μελιδονίου της 16ης Οκτωβρίου 1897 περί αποδοχής της αυτονομίας. Στις 9 Δεκεμβρίου 1898 θα ιδρυόταν το νέο μόρφωμα της Κρητικής Πολιτείας, σύμφωνα με τις αποφάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, που αναγκαστικά αποδέχθηκαν η Οθωμανική αυτοκρατορία, η Ελλάδα και οι Κρήτες. E v τω μεταξύ όμως η Κρήτη δεν μπορούσε να μείνει ακυβέρνητη.
H οθωμανική εξουσία, αν και τυπικά συνεχιζόταν στις πόλεις της Κρήτης, δεν είχε αφήσει
νομίας, πυροδοτώντας νέες εξελίξεις. Προτίμησαν δηλαδή μια μέση λύση, που αφενός ικανοποιούσε τα συμφέροντά τους, ενώ αφετέρου καθησύχαζε εν μέρει το χριστιανικό στοιχείο του νησιού, παρέχοντάς του αυτοδιάθεση και απαλλαγή από την οθωμανική κυριαρχία.
H εφαρμογή της επ Λεγμ ένης λύσης καθυστερούσε, γιατί εν τω μεταξύ εξερράγη ο Ελλη νοτουρκικός Πόλεμος του 1897. H Κρήτη παρέ- μεινε στην κατοχή των Μεγάλων Δυνάμεων ως παρακαταθήκη. Tov Μάιο του 1897 οι Δυνάμεις απαίτησαν τήν εκκένωσή της από τον Ελληνικό Στρατό και την αναγνώριση της κρητικής αυτονομίας από την ελληνική κυβέρνηση. H Ελλάδα αναγκάσθηκε να υποσχεθεί με τη διακοίνωση της 10ης Μαιου 1897 ότι θα εκκένω νε το νησί και ότι θα λάμβανε υπόψη της τη διακήρυξη των
κανένα ίχνος στο υπόλοιπο νησί, αλλά και η ε ξουσία της Διεθνούς Στρατιωτικής Αστυνομικής Επιτροπής δεν έφθανε ουσιαστικά στην κρητική ύπαιθρο. Oi Δυνάμεις ούτε ήθελαν ούτε μπορούσαν να επιβάλουν την εξουσία τους στις κρητικές επαρχίες. Από την άλλη πλευρά, όμως, έπρεπε να υπάρξει κάποια μορφή διακυβέρνη σης που θα προετοίμαζε την εισαγωγή του νέου πολιτεύματος.
H Συνέλευση του Μελιδονίου συγκροτήθη- κε ως «Γενική Επαναστατική Συνέλευσις των Κρητών» αλλά ολοκληρώθηκε ως «Συνέλευσις των Κρητών». Ετσι συντελέσθηκε η μετάβαση από την επαναστατική εξουσία σε μια νόμιμη. Oi ναύαρχοι των Μεγάλων Δυνάμεων δεν αναγνώρισαν ποτέ επίσημα τη Συνέλευση, πάντοτε όμως δέχονταν τους εκπροσώπους και τα έγγρα
φά της και απευθύνονταν ο ’ αυτήν ως τη μόνη αντιπροσωπεία των Κρητών.
Στις 17 Οκτωβρίου 1897, το προεδρείο της Συνέλευσης ανακοίνωσε στον χριστιανικό λαό της Κρήτης ότι η Ευρώπη κατάργησε την οθωμανική διοίκηση και υποσχέθηκε πλήρη αυτονομία. Σε έγγραφα όμως του προεδρείου προς το Συμβούλιο των ναυάρχων εκφραζόταν ανησυχία για το μέλλον της Κρήτης.
H αποχώρηση του Οθωμανικού Στρατού από την Κρήτη αποτέλεσε ουσιαστικό θέμα διότι, αν και οι Δυνάμεις τη ζητούσαν, η Υψηλή Πύλη κωλυσιεργούσε διαρκώς. To προεδρείο της Συνέ λευσης είχε ήδη θέσει το ζήτημα προς τους ναυάρχους των στόλων των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά αυτό αντιμετωπίσθηκε μόνο μετά τα γεγονότα του Ηρακλείου του Αυγούστου του1898, οπότε οι Δυνάμεις ζήτησαν με τελεσίγραφο στις 5 Οκτωβρίου 1898 από την Υψηλή Πύλη την αποχώρηση όλου του Οθωμανικού Στρατού σε διάστημα ενός μήνα. H τελευταία αναγκάσθηκε να υποχωρήσει.
Παράλληλα, η Συνέλευσ η των Κρητών, με- ριμνώντας για την προστασία των Χριστιανών κατοίκων, πραγματοποίησε επίσημα διαβήματα προς το Συμβούλιο των ναυάρχων για τους κατοίκους του Καστελλίου Κισάμου και άλλων περιοχών.
Τα οικονομικά της Συνέλευσης των Κρητών ήταν περιορισμένα. Για τον λόγο αυτό δεν κατά- φερε να προχωρήσει στη διοικητική οργάνωση του νησιού. To οικονομικό ζήτημα της Κρήτης απασχόλησε και τις Δυνάμεις, που σχεδίασαν τη χορήγηση δανείου προς τους Κρήτες από έναν διεθνή όμιλο τραπεζών, ο οποίος θα χορηγούσε προκαταβολές με εγγύηση ένα ποσοστό των τε λωνειακών φόρων της Κρήτης.
Στον τομέα της δημόσιας τάξης και δικαιοσύνης, η κατάσταση ήταν αξιοθρήνητη. Τα εγκληματικά στοιχεία είχαν αποθρασυνθεί εντε λώς, δρώντας παντού ανεξέλεγκτα. Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης οι ναύαρχοι συγκρότησαν με διάταγμά τους, στις 31 Αυγούστου 1897 στα Χανιά, μια Δ ιεθνή Στρατιωτική Αστυνομική Επιτροπή που ήταν επιφορτισμένη με το καθήκον να εκδικάζει κακουργηματικές πράξεις, προκειμένου να πατάξει την έξαρση της αναρχίας.
H Συνέλευση των Κρητών ασχολήθηκε ενερ γά και με την κατάρτιση της προσωρινής διοίκησης της Κρήτης. Την ανώτατη διοικητική αρχή στην Κρήτη αποτελούσε το Συμβούλιο των ναυάρχων, η Ανωτέρα Διοίκησις της Ενεργού Μοίρας στη Σούδα, που συνεργαζόταν με τους προξένους των Δυνάμεων στα Χανιά. H Ρωσία πρό- τεινε το συμβούλιο αυτό να επισημοποιηθεί, ενώ η Γαλλία συμπλήρωσε ότι θα έπρεπε να ε
ντοπίσει στο νησί όργανα στα οποία θα εμπιστευόταν τη διοίκηση, διατηρώντας όμως την ψιλή επιστασία οποιωνδήποτε πράξεων.
H Αγγλία όμως διατηρούσε επιφυλάξεις και το σχέδιο εγκαταλείφθηκε. Εφ αρμόσθηκε λοιπόν το αγγλικό σχέδιο, σύμφωνα με το οποίο η Κρητική Συνέλευση θα επιφορτιζόταν να υποδείξει ένα είδος επιτροπής με διοικητική δικαιοδοσία για να διοικεί τις περιοχές όπου βρίσκονταν Χριστιανοί. H πρόταση έγινε δεκτή δοκιμαστικά. Ετσι, στις 16 Ιουνίου 1898, ο ιΔυνάμεις έστειλαν στους ναυάρχους σχετική εγκύκλιο, στην οποία καθόριζαν ότι έπρεπε να προωθηθεί ο διορισμός από τη Συνέλευση των Κρητών μιας Επιτροπής που θα είχε δικαιοδοσία διοίκησης μόνο στα μέρη που δεν κατέχονταν από τα ευ ρωπαϊκά στρατεύματα.
H εγκύκλιος κοινοποιήθηκε στα ανακτοβούλια του Βερολίνου και της Βιέννης, δεδομένου ότι η Γερμανία και η Αυστροουγγαρία είχαν αποχωρήσει από τη διεθνή κατοχή της Κρήτης. Στις 5 Ιουλίου 1898 επιδόθηκε διακοίνωση και στον σουλτάνο υπό μορφή απλής πληροφορίας.
Μετά από διάφορες διπλωματικές ζυμώσεις και εξελίξεις, στις 19 Οκτωβρίου 1898 καθορίσθηκε «Νέα προσωρινή διοίκησις των ναυάρχων μετά την αποχώρηση των τουρκικών Αρχών». Στις 25 Νοεμβρίου, η εξαμελής Εκτελεστική Επιτροπή που είχε εκλεγεί στις 16 Ιουλίου 1898 πα- ραιτήθηκε οριστικά, παρά το ότι οι ναύαρχοι των Μεγάλων Δυνάμεων της ζήτησαν να παραμείνει στη θέση της. H κατάσταση πια ήταν ώριμη για να εγκαθιδρυθεί το νέο πολίτευμα στην Κρήτη.O πρίγκιπας Γεώργιος, δευτερότοκος γιος του βασιλιά Γεωργίου Α ’ της Ελλάδας, έφθασε στη Σούδα με γαλλικό πλοίο στις 9 Δεκεμβρίου 1898, ως Υπατος Αρμοστής των Μεγάλων Δυνάμεων, για να αναλάβει τη διοίκηση της αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας.
Ετσι, από τις αρχές Ιουνίου 1899, η Κρητική Πολιτεία λειτουργούσε πλήρως. To νέο πολίτευμα ήταν μια αναγκαστική επιλογή των Μ ε γάλων Δυνάμεων, μπροστά στην ογκούμενη διάθεση των Κρητών για αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. H στάση τους ολόκληρο τον 19ο αιώνα ήταν αυστηρά αντίθετη με το αίτημα της ένωσης με την Ελλάδα. Κατά τα τέλη όμως αυτού του αιώνα τροποποίησαν τη στάση τους και, μέσω δυναμικών επεμβάσεων στην Κρήτη, επέβαλαν ένα καθεστώς αυτονομίας που εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους και δικαίωνε τον πόθο των Κρητών για ελευθερία από τη στυγερή τουρκική τυραννία.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 73
^ενες επεμβάσειςστις αρχές του 20ού αιώναTO ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ZHTHMA KAIOl ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ
Στα τέλη του 19ου αιώνα, λόγω της επέκτασης της σλαβικής επιρροής, η θέση των Ελλήνων στη Μακεδονία αποτέλεσε ζήτημα ζωτικής σημασίας. Τα κυριότερα θέματα τα οποία έπρεπε να επιλυθούν ήταν το εκκλησιαστικό, το εκπαιδευτικό και το κοινοτικό καθεστώς των Ελλήνων που διαβιούσαν στην ευρύτερη Μακεδονία.
H Μακεδονία εκείνη την περίοδο παρήγε πολλά γεωργικά προϊόντα μεγάλης σημασίας για την οικονομική ευρωστία των κατοίκων. H αγροτική και η κτηνοτροφική οικονομία κυριαρχούσαν στη ζωή του τόπου. Εξαίρεση αποτελούσαν τα κέντρα διαμετακομιστικού εμπορίου, όπως η Θεσσαλονίκη καιη Καβάλα. Γενικά, οιπόλεις και τα χωριά στα οποία κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο αποτελούσαν έναν κόσμο αυστηρά προσηλωμένο στην Εκκλησία και όχι στα ιδεώδη του εθνικού κράτους. Τη συνείδηση του κόσμου αυτού προσπάθησαν να διαμορφώσουν και να κερδίσουν οι Ελληνες, οι Βούλγαροι και οι Σέρ- 6οι με βάση τη γλώσσα και την Εκκλησία τους. Ετσι πρόκυψαν οι εξαρχικοί, που υπάγονταν στην Εκκλησία της Βουλγαρίας, και οι πατριαρχικοί, που υπάγονταν στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. H γλώσσα και η Εκκλησία χρησιμέυσαν δηλαδή για τον αυτοπροσδιορισμό της εθνικότητας των κατοίκων.
Την περίοδο αυτή οι Ελληνες της Μ ακεδονίας βρέθηκα ν ανάμεσα σε δύο πόλους, την Κωνσταντινούπολη και την Αθήνα, μεταξύ των οποίων βρισκόταν σε εξέλιξη ένας διακριτικός ανταγωνισμός (που προοδευτικά αμβλύνθηκε) αναφορικά με τα μέσα και την τακτική που θα έπρεπε να υιοθετηθούν για την προάσπιση των ελληνικών πληθυσμών της Μακεδονίας.
Oi εξελίξεις στη Μακεδονία απέδειξαν ότι τα «όπλα» που μετερχόταν το Πατριαρχείο δεν ήταν ικανά να θέσουν φραγμό στη βουλγαρική ε- πεκτατικότητα, που απειλούσε να αλλοιώσει τον ελληνικό χαρακτήρα του τόπου. O μηχανισμός της Εκκλησίας, παρά τις προσπάθειές του, δεν μπορούσε να ανταποκριθεί με επάρκεια στις ανάγκες των δεινά χειμαζόμενων Ελλήνων. Επίσης, η Εκκλησία δεν ήταν σε θέση να επιβλέψει τους μητροπολίτες ανά περιοχή, και, δρώντας ανοργάνωτα, δεν κατάφερνε να θέσει προσκόμματα στη βουλγαρική διείσδυση.
Την αναποτελεσματικότητα έναντι της βουλγαρικής απειλής ενέτεινε η σκληρή στάση κάποιων μητροπολιτών, που ήταν παντελώς αντίθετοι σε οποιεσδήποτε προτάσεις της ελληνικής ή της τουρκικής πλευράς για την καλυτέρευση της ζωής των πληθυσμών της Μακεδονίας. Αιτία αυτής της αρνητικότητας ήταν το γεγονός ότι οι μητροπολίτες δεν επιθυμούσαν να απωλέσουν τις παχυλές προσόδους τους από διάφορα χωριά της δικαιοδοσίας τους, λόγω των οικονομικών
συνεπειών που πιθανόν να συνεπαγόταν ο επανακαθορισμός των περιφερειών τους. To κενό αυτό στην πνευματική και υλική πλαισίωση των ελληνικών πληθυσμών κάλυψαν επαρκώς τα ελληνικά προξενεία με τους μηχανισμούς πληροφόρησής τους και με την υλική βοήθεια που διέθεσαν αφειδώς στα ένοπλα σώματα που δραστη- ριοποιήθηκαν στην περιοχή, για να προασπίσουν την αδιαφιλονίκητη ελληνικότητά της.
Μια άλλη πλευρά της μακεδονικής πραγματικότητας ήταν τα ένοπλα σώματα που διέτρεχαν τη χώρα. Oi Ελληνες πρόξενοι στη Μακεδονία διαχώριζαν τους ενόπλους σε «ληστές», «λησταντάρτες» και «αντάρτες», προσδίδοντας στην τελευταία κατηγορία εθνική χροιά. Στην πραγματικότητα όμως επρόκειτο για κλεφταρματολικές συμμορίες, συνεχιστές του κλέφτικου βίου, που περιστασιακά εντάσσονταν στον εθνικό αγώνα κατά της σλαβικής επέκτασης. Πολλοί ληστές κατέληξαν να γίνουν αντάρτες και να παίξουν τον ρόλο προστάτη του ελληνόφωνου πληθυσμού ή ακόμη και του εθνικού απελευθερωτή. Ηταν όμως ένας ρόλος που οδηγούσε συχνά
τη συμμορία τους σε διάλυση. H υιοθέτηση των εθνικών σκοπών από τέτοιες ομάδες περιόριζε το πεδίο δράσης και τις εγγενείς επιδιώξεις τους. Σε κάθε περίπτωση, όμως, στην πρώτη φάση σύγκρουσης με τους Βουλγάρους στη Μ ακεδονία αυτά τα σώματα έπαιξαν σημαντικό ρόλο αντιτάσσοντας πρώτα αυτά την ισχύ τους στους καταχθόνιους σκοπούς των σλαβιζόντων.
To ελληνικό κράτος συνειδητοποίησε καθυστερημένα τη σημασία των ντόπιων ένοπλων σωμάτων και η πρώτη προσπάθεια ενίσχυσής τους έγινε από την Εθνική Εταιρεία το 1896, με τη στρατολόγηση και αποστολή στη Μακεδονία ντόπιων και Μακεδόνων που ζούσαν στη Θεσσαλία και στη Φθιώτιδα.
Μ ετά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897, τα μακεδονικά κομιτάτα που είχαν σχη- ματισθεί στη Βουλγαρία άρχισαν να στέλνουν στη Μ ακεδονία πολλά σώματα καθένα από τα οποία αποτελείτο από δέκα άνδρες. Κύριο έρ γο τους ήταν να σχηματίζουν μικρές επιτροπές στα χωριά. Τα μέλη αυτών των ένοπλων σωμάτων ονομάσθηκαν κομιτατζήδες. Στην πραγ
H στιγμή της δολοφονίας του Γεωργίου A' σε λαϊκή λιΒογραφία της εποχής.
ΞΕΝΕΣ ΕΓΙΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 75
Επίστρατοι εξοπλίζονται στην Α&ήνα ενόψει του A ' Βαλκανικού Πολέμου (Α&ήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
ματικότητα επρόκειτο για ληστρικές συμμορίες, που κυνηγούσαν τους αντιφ ρονούντες στην περιοχή ευ θ ύ νη ς τους.
H περίοδος από το 1897 έως και το 1902 χαρακτηρίσθηκε από τις σφοδρές συγκρούσεις των ελληνικών με τα Βουλγαρικά σώματα σ’ όλη την επικράτεια της Μακεδονίας. O Οθωμανικός Στρατός επενέβαινε πάντα για να σταματήσει τις συμπλοκές, αλλά συνήθως μόνο με πρόσκαιρα αποτελέσματα. Οπωσδήποτε όμως, λόγω της έντονης δραστηριότητας των βουλγαρικών ομάδων, οι Τούρκοι και οι Μεγάλες Δυνάμεις ανέμεναν το 1902 μια εξέγερση στη Μακεδονία. Oi δο λοφονίες δασκάλων, ιερέων και πατριαρχικών προκρίτων είχαν ενταθεί και είχαν αρχίσει σποραδικές συμπλοκές. O πληθυσμός ξεσηκώθηκε, κυρίως στις βόρειες μακεδονικές περιοχές.
H σημαντικότερη εξέγερση σημειώθηκε τον Οκτώβριο του 1902 στο Κρούσεβο από Βουλγάρους και οι τουρκικές ενέργειες που ακολούθησαν έφεραν το Μ ακεδονικό Ζήτημα στο προσκήνιο τηςΈυρώπης. Στις αρχές του 1902 οι μακεδονικές οργανώσεις παρουσίασαν, σε ένα συνέδριο στη Σόφια, ένα σχέδιο για την αυτονόμηση της Μακεδονίας, με στόχο την υπονόμευση του καθεστώτος της και τελικά την προσάρτησή της στη βουλγαρική επικράτεια: από τηντουρκι-
κή πλευρά θα διοριζόταν δηλαδή ένας διοικητής Σλάβος και οι υπόλοιποι δημόσιοι λειτουργοί θα ήταν Σλάβοι ή Βούλγαροι.
H βουλγαρική κυβέρνηση πίεζε τις Μ εγάλες Δυνάμεις για την εφαρμογή ενός τέτοιου προγράμματος και συνέχιζε να κατηγορεί την Οθωμανική αυτοκρατορία για κακοδιοίκηση. Από την πλευρά της, η τελευταία κατηγορούσε τη Βουλγαρία για κακή πίστη. H Ελλάδα, διαπιστώνοντας ότι εντείνονταν οι επιθέσεις κατά του ελληνικού πληθυσμού, προσπάθησε να βελτιώσεις τις σχέσεις της με την Οθωμανική αυτοκρατορία. Παράλληλα, θ έλησε να έλθει σε επαφή με τη Σερβία, καθορίζοντας σφαίρες ε πιρροής στις βόρειες περιοχές της Μ α κεδο νίας. Oi συνεννοήσεις όμως αυτές δεν ευοδώ- θηκαν, γιατί η Ρωσία, θ ο ρυ β η μ ένη από μια εν δεχόμενη ελληνοσερβική συμφωνία, προσπάθησ ε να συμφιλιώσει τους Σέρβους και τους Βουλγάρους, προβάλλοντας ως υπερβολικές τις ελληνικές αξιώσεις. Από την άλλη πλευρά, η Αυστροουγγαρία ενδιαφερόταν για μια ελληνο- ρουμανική προσέγγιση για τη ρύθμιση εκκλη σιαστικών και εκπαιδευτικών ζητημάτων στη Μακεδονία.
Κάτω από την πίεση των διαμαρτυριών της Ελλάδας και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά και από την έκρυθμη κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στη Μακεδονία, οι Μεγάλες Δ υ νάμεις, ιδίως η Αγγλία, σκόπευαν να πείσουν τον σουλτάνο να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις. Tov Ιούλιο του 1901, ο Αγγλος πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη είχε ζητήσει να ορισθεί μια επιτροπή που θα εξέταζε τα παράπονα του χριστιανικού πληθυσμού της Μακεδονίας. O σουλτάνος αρχικά το είχε δεχθεί. Μετά από έναν χρόνο, η Αυστροουγγαρία και η Ρωσία επανέλα- βαν την πρόταση και τελικά ο σουλτάνος ανέλα- βε την υποχρέωση να ορίσει μια επιτροπή που θα ασχολείτο με το ζήτημα.
To σχέδιο μεταρρυθμίσεων («Σχέδιο Β ιέν νης») συμφω νήθηκε μεταξύ της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας. Πρόβλεπε την αποστολή στη Θεσσαλονίκη ενός γενικού επιθεωρητή για τα τρία βιλαέτια της Μακεδονίας, με αυξημένες αρμοδιότητες, που θα μπορούσε να κινεί και στρατιωτικά τμήματα για την τήρηση της τάξης. Προ- βλεπόταν ακόμη και η χρήση ξένων οργανωτών σ ’ αυτόν τον τομέα. To σχέδιο προσυπέγραψαν η Αγγλία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Γερμανία, και το παρουσίασαν στην Υψηλή Πύλη στις 21 Φεβρου- αρίου 1903. O σουλτάνος το αποδέχθηκε.
Λόγω όμως της γενικότερης αναστάτωσης που επικρατούσε στη Μακεδονία, για την οποία αποκλειστικοί υπεύθυνοι ήταν οι Βούλγαροι κομιτατζήδες, αλλά και εξαιτίας της παρελκυστικής πολιτικής των Τούρκων, το πρόγραμμα των
76
μεταρρυθμίσεων του «Σχεδίου της Β ιέννης» δεν εφαρμόσθηκε. Oi Μεγάλες Δυνάμεις πίεζαν την Οθωμανική αυτοκρατορία να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις, αλλά μάταια. Τελικά, τον Οκτώ- 6pio του 1903, αποφασίσθηκε στο Muerzsteg ένα νέο σχέδιο μεταρρυθμίσεων από την Αυστροουγγαρία και τη Ρωσία, το οποίο επιδόθηκε στην Υψηλή Πύλη. To σχέδιο προέβλεπε την πλαισίωση του γενικού επιθεωρητή για τα τρία Βιλαέτια της Μακεδονίας με δύο ξένους συμΒούλους και την αποστολή επίσης ξένων αξιωματικών για τη στελέχωση της Χωροφυλακής. Πάγια γραμμή των Ευρωπαίων ήταν η απαρέγκλιτη τήρηση όλων των όρων του «Σχεδίου της Βιέννης».
H Αγγλία δέχθη κε το σχέδιο, δηλώνοντας ότι θα έκανε συμπληρωματικές προτάσεις, αν το έκρινε αναγκαίο. H Ιταλία δήλωσε ότι θα ήθελε μια συνδιάσκεψη των Δυνάμεων. H Γαλλία, τηρώντας παθητική στάση, άφηνε την πρωτοβουλία στη Ρωσία. H Γερμανία, πιστή φίλος των Τούρκων, αντιτασσόταν σε οποιοδήποτε ενδεχόμενο μείωσης της κυριαρχίας του σουλτάνου. Τέλος, η Υψηλή Πύλη απ οδέχθηκε το σχέδιο, αλλά καθυστερούσε με κάθε τρόπο την εφαρμογή του.
Οποιαδήποτε όμως ενέργεια αναλήφθηκε δεν τελεσφόρησε, γιατί προσέκρουσε στην άρνηση των Μεγάλων Δυνάμεων να ενδιαφερθούν για την κατάσταση που επικρατούσε στη Μακεδονία. H ανάμιξή τους περιορίσθηκε μόνο στο διπλωματικό επίπεδο, παραγνωρίζοντας τα νόμιμα δίκαια της Ελλάδας σ’ όλη την Μακεδονία. Ουσιαστικά, με την αδιαφορία τους για την τύχη των ελληνικών πληθυσμών που αγωνίζονταν να διατηρήσουν ζωντανή την εθνική τους ταυτότητα, άφησαν τη Μακεδονία στο έλεος των Σλάβων και των Νεοτούρκων ευνοώντας την ανεξέλεγκτη δράση των τελευταίων, αποκλειστικός σκοπός των οποίων ήταν ο βίαιος εκτουρκισμός όλων των κατοίκων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
To Νεοτουρκικό κίνημα εξερράγη στη Μ ακεδονία τον Ιούνιο του 1908 από αξιωματικούς του Οθωμανικού Στρατού. H ενέργειά τους ήταν βε βιασμένη και οφειλόταν στο γεγονός ότι η οργάνωση είχε ήδη αρχίσει να διαβρώνεται από πράκτορες του σουλτάνου και στο ότι οι Νεότουρ- κοι ανησυχούσαν μήπως οι Μεγάλες Δυνάμεις ε πέμβουν για να επιλύσουν τη μακεδονική περιπλοκή. O Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, σερ Εντουαρντ Γκρέυ, είχε προτείνει τον Μάρτιο του 1908 την αυτονόμηση της Μακεδονίας, ενώ οι μονάρχες της Ρωσίας και της Αγγλίας επρό- κειτο να συναντηθούν για να συζητήσουν το μέλλον της Μακεδονίας.
Ομως τίποτε δεν προμήνυε κάποια βιώσιμη λύση, λόγω της αυθαιρεσίας των Νεοτούρκων και της ανάμιξης των Μεγάλων Δυνάμεων που είχαν ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί η δραστηριότη
τα των Βουλγάρων στη Μακεδονία. Oi νέες καταστρεπτικές επιδρομές τους κίνησαν το ενδιαφέρον της Ευρώπης, λόγω της αγριότητάς τους. Τότε παρατηρήθηκε κάποια ύφεση στις τουρκικές αυθαιρεσίες και καταργήθηκαν τα στρατοδικεία που λειτουργούσαν σε όλη τη Μακεδονία. H μείωση όμως των τουρκικών αυθαιρεσιών δεν οδή γησε στην ανάλογη μείωση των Βουλγαρικών επιδρομών, οι οποίες συν τω χρόνω καθίσταντο αγριότερες και εντονότερες. Αιτία της έντονης Βουλγαρικής δραστηριότητας στη Μακεδονία ήταν η παχυλή οικονομική αρωγή της Αυστροουγγαρίας προς τη βουλγαρική E M E O (το βουλγαρικό κομιτάτο). Από την άλλη, οι Νεότουρκοι φάνηκαν πιο διαλλακτικοί προς την Ελλάδα και τρομερά βίαιοι προς τους κομιτατζήδες, αφού είχαν αντιληφθεί ότι οι κομιτατζήδες και οι Αλβανοί, που είχαν επαναστατήσει το 1912, αποτελούσαν αποσταθεροποιητικά στοιχεία στη Μακεδονία. Από την πλευρά της η Ελλάδα, κατά τις παραμονές των βαλκανικών πολέμων, ανασύνταξε τις δυνάμεις της (αφού οι Ευρωπαίοι ευνοούσαν τη βουλγαρική πλευρά και δεν πίεζαν την οθωμανική) και ξεκίνησε έναν πιο συστηματικό αγώνα. Ev όψει του πολέμου με την Οθωμανική αυτοκρατορία που άρχισε να διαγράφεται από τα μέσα του 1912, οι Ελληνες αναδιοργανώθηκαν. Νέα αντάρτικα σώματα σχηματίσθηκαν και ανώτερος διοικητής τους ορίσθηκε ο Κωνσταντίνος Μαζα- ράκης. O αγώνας τώρα ήταν καλύτερα σχεδιασμένος και αποτελεσματικότερος. Τα αντάρτικα σώματα συγκρούονταν συνέχεια με τον Οθωμανικό Στρατό, προετοιμάζοντας το έδαφος για τη μελλοντική προέλαση του Ελληνικού Στρατού στη Μακεδονία.
H ανάμιξη των Μ ε γάλων Δυνάμεων στο Μακεδονικό Ζήτημα ή ταν περιορισμένη. H ευρωπαϊκή διπλωματία αρκέσθηκε να πιέσει την τουρκική πλευρά να παραχωρήσει κάποιες μεταρρυθμίσεις στους Χριστιανούς κατοίκους της Μακεδονίας. H Οθωμανική αυτοκρατορία όμως εκμεταλλευόταν την ασυνεννοησία των Μεγάλων Δυνάμεων και τον οξύ ανταγωνισμό τους, εξαιτίας των αλλη- λοσυγκρουόμενω ν συμφερόντων τους στην περιοχή. Ετσι, το Μ ακεδονικό παρέμενε σε αβεβαιότητα, έως ότου η έκρηξη των δύο βαλκανικών πολέμων δημιούργησε νέα δεδομένα για τη Μακεδονία.
Φωτογραφία του δολοφόνου Αλεξάνδρου Σχινά μετά τη σύλληψή του.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ EAAAAA
Ή αιχμαλωσία τής ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗΣ IHMAIAE πκ4* Μεραρχίας OroTOCE ttyw&un4* a 5so^5j b &ψττίο iLi3JupwE^atbta^rfiiBoiftrtu)WTintTtiTOieTi^EMnPOr ΔΙΑ ΤΑΓ Α0 Η Ν Α Ε ! »
O B ’ Βαλκανικός Π όλεμος κατέστρεψε οριστικά τα όνειρα για τη Μεγάλη Βουλγαρία.Εδώ: ΛιΘογραφία από την κατάληψη της σημαίας της 4ης Βουλγαρικής Μεραρχίας.
ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ: Ol ΣΥΝΘΗΚΕΣ TOY ΛΟΝΔΙΝΟΥ (1913) KAI TOY B OY ΚΟΥΡΕΣΤΙOY (1913)
Oi δύο Βαλκανικοί πόλεμοι, το 1912 και το 1913, αποτέλεοαν την προσπάθεια των κρατών της Χερσονήσου του Αίμου να οριστικοποιή- σουν τα σύνορά τους και να εδραιωθούν στον χώρο τους. Στον Α ’ Βαλκανικό Πόλεμο αντίπαλοι ήταν η Βουλγαρία, η Σερβία, το Μ αυροβούνιο και η Ελλάδα από τη μια πλευρά και η Οθωμανική αυτοκρατορία από την άλλη. Απέναντι στις δυνάμεις των τεσσάρων συμμάχων κρατών η Οθωμανική αυτοκρατορία αντέταξε στρατό350.000 ανδρών.
O Α ’ Βαλκανικός Πόλεμος έληξε με τη νίκη των συνασπισμένων κρατών. H εξέλιξη των πολεμικών επιχειρήσεων υπερέβαλε κάθε πρόβλεψη για την τύχη των συμμαχικών όπλων και ακύρωσε κάθε διπλωματικό ελιγμό των Μεγάλων
Δυνάμεων που θα αποσκοπούσε στο να περισώσει την ακεραιότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. H τελευταία ζήτησε στις 4 Νοεμβρίου 1912 τη μεσολάβηση των Μεγάλων Δυνάμεων προκειμένου να επιτευχθεί η κατάπαυση των ε χθροπραξιών. Τελικά, το πρωτόκολλο της ανακωχής υπογράφηκε στις 20 Νοεμβρίου/3Δεκεμ- βρίου 1912 ανάμεσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία καιστη Βουλγαρία, ειδικά εξουσιοδοτημένη από τη Σερβία και το Μ αυροβούνιο για τον σκοπό αυτό. H ελληνική κυβέρνηση όμως αποφάσισε να συνεχίσει τις εχθροπραξίες, συμμετέχοντας παράλληλα στις συζητήσεις για τη σύναψη ανακωχής.
To κείμενο της συμφωνίας ανακωχής προέ- βλεπε ότι οι διαπραγματεύσεις για τη συνομολό- γηση της προκαταρκτικής συνθήκης ειρήνης θα άρχιζαν στο Λονδίνο. H κοινή αυτή απόφαση των εμπολέμων ακολουθούσε σχετική απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων. Oi ευρωπαϊκές κυβερ νήσεις προσανατολίζονταν ουσιαστικά στην αναγνώριση της νέας πραγματικότητας και στη διαρρύθμιση του νέου εδαφικού καθεστώτος.Oi Μεγάλες Δυνάμεις είχαν την πρόθεση να προσδώσουν στη συνδιάσκεψη συμβουλευτικό χαρακτήρα. H κοινή απόφαση των αντιμαχόμε- νων μερών να έλθουν σε απευθείας διαπραγματεύσεις οδηγούσε τελικά στη σύγκληση δύο παράλληλων διασκέψεων. H πρώτη συνήλθε στις 12 Δεκεμβρίου 1912 υπό την προεδρία του Αγγλου υπουργού των Εξωτερικών, σερ Εντου- αρντ Γκρέυ, με συμμετοχή των πρεσβευτών των Μεγάλων Δυνάμεων. Παράλληλα άρχισαν οι ερ γασίες της συνδιάσκεψης των εκπροσώπων των βαλκανικών κρατών και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στις 16 Δεκεμβρίου 1912, στο Παλάτι του Αγίου Ιακώβου.
H ευόδωση των διαπραγματεύσεων μεταξύ των βαλκανικών συμμάχων και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας προσέκρουσε σε σοβαρές δυ σχέρειες. Oi αντιπρόσωποι των τεσσάρων συμμάχων κυβερνήσεω ν απαιτούσαν την παραχώρηση των εδαφών από τον Εύξεινο Πόντο έως την Αδριατική και, επίσης, τα νησιά του Αιγαίου. H Οθωμανική αυτοκρατορία όμως προέβαλλε σοβαρές αντιδράσεις. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, η διακοπή των διαπραγματεύσεων έγινε αναπόφευκτη στις 6 Ιανουαρίου 1913. O διάλογος επα- ναλήφθηκε στις 17 lavouap iou 1913, όταν οι Μ εγάλες Δυνάμεις απηύθυναν συλλογική διακοί- νωση στην Οθωμανική αυτοκρατορία η οποία καθόριζε τις παραχωρήσεις προς τους νικητές.
Στις 20 Μαρτίου 1913, οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλαν τις προτάσεις τους στους εμπολέμους. Επέτρεψαν την παραχώρηση στους νικητές όλων των εδαφών δυτικά της γραμμής Αίνου- Μήδειας, κράτησαν ως παρακαταθήκη τα νησιά
78
© Β Ο Υ Κ Ο Υ Ρ Ε Σ Τ Ι
•Κραίόβαερα γ ιε {
Ρουσχσούμι
ΠΧεϋναΒ ά ρ ν α
ΙούμλαΤιρνοβοΜ Α Υ Ρ Ο Β Ο Υ Ν Ι Ο
W V 7 / Snpvotw< O O l A[ΕΤΤΙΓΝΙ
ΊάμποληΓ Κ ω υ σ ιε νχ ή λ
>ίβα Παλάνχα ΦιλιπποΰπολιMfoupt / f i n .
m W $/M
iS{///Μ·'·ιυρραχκ
N. Θ άσος!# Α ίν ο ς '
Κ α λ λ ίπ <
Α! Β Α Λ Κ Α Ν ΙΚ Ο Σ Π Ο Λ Ε Μ Ο Σ ΚΧ ίμ αχ σ 1 i4 .0 0 0 .0 0 0
^ · > — Ό ρ ια Κ ρ α χ ώ ν
l "*... Σ ιδηροδρομ ική γ ρ α μ μ ήCZl Ε λ λ η ν ικ έ ς δ υ ν ά μ ε ι ς
Σ ε ρ β ικ έ ς δ υ ν ά μ ε ι ς
β ο υ λ γ α ρ ικ έ ς δ υ ν ά μ ε ι ς
Δ υ ν ά μ ε ι ς Μ α υ ρ οβ ου ν ίο υ
I I Trt<lrt^l^<Cf M<VlAng-|y
Μ ύ ρ ιν α ί
N. Τ έ ν εδ ο ς
X y v a o ^ A -
ΘΕΣΣΑΛΙΑ # Η 'Α γ . Ε υ «χ ρ ά χ ιο ς '
n ε Λ A r ο rN-Acopoc f / f f i
του Αιγαίου και έθεσαν υπό τη δικαιοδοσία τους τον καθορισμό των συνόρων της νεοσύστατης Αλβανίας. Τέλος, απαγόρευσαν κάθε συζήτηση για το ζήτημα της Κρήτης. H Οθωμανική αυτοκρατορία δέχθηκε τις εισηγήσεις της διάσκεψης στις 5 Απριλίου 1913. H οριστική συνθήκη υπο- γράφηκε στο Λονδίνο στις 17/30 Μαϊου 1913.
O Ελευθέριος Βενιζέλος, που εκπροσωπούσε το ελληνικό κράτος, είχε εμμείνει στην ανάγκη για την άμεση ρύθμιση των ζωτικών εθνικών θεμάτων της Βόρειας Ηπείρου και των νησιών και είχε συγκατανεύσει στην υπογραφή της «προκαταρκτικής» συνθήκης, κάτω από την απειλή του Βρετανού υπουργού των Εξωτερικών ότι θα διέλυε τη συνδιάσκεψη. Την επίμονη αυτή πίεση η ελληνική κυΒέρνηση δεν θα δίσταζε να καταγγείλει την επομένη της υπογραφής, ανανεώνοντας τις επιφυλάξεις της και υπογραμμίζοντας τη ζωτική σημασία που είχε η άμεση ρύθμιση των δύο ζητημάτων με Βάση την αρχή της αυτοδιάθεσης.
To τετελεσμένο γεγονός που είχε δημιουργήσει η νικηφόρα προέλαση των ελληνικών στρατευμάτων, δεν ήταν αρκετό για να επιτρέψει την προσάρτηση εδαφών της Βόρειας Ηπείρου στην Ελλάδα. Μετά από την απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων να δημιουργήσουν αυτόνο
μο αλΒανικό Βασίλειο, το πρόβλημα του καθορισμού των μελλοντικών ελληνοαλβανικών συνόρων προσέλαβε ιδιαίτερη οξύτητα. H ελληνική πλευρά εισήγαγε πρόταση διεξαγωγής δημοψηφίσματος στην Αλβανία, αφού ολόκληρη η κε ντρική και η νότια Αλβανία κατοικείτο από συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς ή έστω Ελλη νορθόδοξους. H πρόταση αυτή απορρίφθηκε λόγω των συμφερόντων των Μεγάλων Δυνάμεων.
H Αγγλία και η Γαλλία προσάρμοζαν τις προτάσεις τους για τον καθορισμό των ελληνοαλβανικών συνόρων στις αντίστοιχες εισηγήσεις για την τύχη των νησιών. Oi Αγγλοι πρότειναν όρια για την Αλβανία περίπου όπως τα σημερινά, και απέδιδαν τα νησιά στην Ελλάδα. H Γαλλία, αντίθετα, πρότεινε να δο θο ύν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα, αφού τα σύνορα της Αλβανίας θα κατέρχονταν πολύ χαμηλά.
H τύχη όμως των Δωδεκανήσων δεν ήταν εύ κολο να καθορισθεί, γιατί εν τω μεταξύ ξέσπασε ο Ιταλοτουρκικός Πόλεμος και οι διπλωματικές διαδικασίες που τον ακολούθησαν ήταν εξαιρετικά πολύπλοκες. Oi Ιταλοί δεν αποχωρούσαν από τα Δωδεκάνησα και έτσι δεν μπορούσε να κηρυχθεί, έστω και μονομερώς, η προσάρτησή τους στο ελληνικό Βασίλειο. H εμπλοκή λοιπόν της Ιταλίας σε πόλεμο με την Οθωμανική αυτο-
Χά ρτης της τουρκοκρατούμενης Μακεδονίας κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα 0(άρτης της Δ ιεύθυνσης Ιστορίας Στρατού).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
H Συν&ήκη του Λονδίνου (17Ma)'ou
1913) σηματοδότησε τη λήξη TOuA'
Βαλκανικού Πολέμου. Στο στιγμιότυπο της
εικόνας, ο Ελληνας αντιπρόσωπος στο
συνέδριο, Στέφανος Σκουλοϋδης,
προσυπογράψει τη συν&ήκη (Α&ήνα,
Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
άλλη. O πόλεμος ήταν πια αναπόφευκτος: στις 17/30 Ιουνίου 1913 ο Βουλγαρικός Στρατός προσέβαλε τις ελληνικές και σερβικές προφυλακές στη βόρεια Μακεδονία. O B’ Βαλκανικός Πόλεμος, που ξεκίνησε τότε, έληξε με την ήττα του Βουλγαρικού Στρατού σε όλα τα μέτωπα. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, οι Μεγάλες Δυνάμεις επενέ- βησαν για να οδηγήσουν τα πράγματα σε διαπραγματεύσεις. H Ρωσία, επιφυλακτική απέναντι στη 6ουλγαρική επέκταση, ενδιαφερόταν να διατηρήσει την ενδοβαλκανική ισορροπία δυνάμεων. Επιθυμούσε να υπάρχει ένα βιώσιμο βουλγαρικό κράτος, αλλά όχι ισχυρό. Ετσι, πρότεινε τη διακοπή των εχθροπραξιών και την άμεση σύγκληση διαβαλκανικής συνδιάσκεψης στην Αγία Πετρούπολη, για να εξευρεθούν οι βάσεις για τη σύναψη ειρήνης. H ελληνική κυβέρνηση, που εξέτασε την πρόταση, αποφάνθηκε ότι δεν χρειαζόταν τη διαμεσολάβηση των Ρώσων, αλλά ότι οι Βούλγαροι έπρεπε να απευθυνθούν απευθείας στην Ελλάδα, η οποία θα υπαγόρευε τους όρους της ειρήνευσης.
Τα πράγματα έλαβαν διαφορετική τροπή, αφού διέβησαν τον Δούναβη τα ρουμανικά στρατεύματα και οι Τούρκοι εισέβαλαν στα κατεχό- μενα από τη Βουλγαρία εδάφη της ανατολικής Θράκης. Τότε, οι Μεγάλες Δυνάμεις βρέθηκαν σε έκδηλη αμηχανία για την τύχη της Βαλκανικής. H Ελλάδα όμως και η Σερβία επέμεναν σταθερά στον ταυτόχρονο με τη σύναψη της ανακωχής καθορισμό των προκαταρκτικών όρων της ειρήνης. Μετά τη ρωσική, και η γαλλική μεσολάβηση απέβη άκαρπη. O Γάλλος πρεσβευτής στην Αθήνα παρότρυνε την ελληνική κυβέρνηση να δεχθεί να τερματίσει τις εχθροπραξίες γιατί, όπως ισχυρίσθηκε, έθετε σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή ειρήνη, καθώς και τα αποτελέσματα των νικών του στρατού της. O Βενιζέλος όμως
O Βρετανός υπουργός Εξωτερικών σερ Εντουαρντ Γκρέυ προέβη τον Οκτώβριο του 1915 σε προσφορά άμεσης απόδοσης της Κύπρου στην Ελλάδα με αντάλλαγμα την έξοδο της τελευταίας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ.H προσφορά δεν έγινε αποδεκτή.
κρατορία το 1912 στέρησε από τον Ελληνισμό τα Δωδεκάνησα, των οποίων οι κάτοικοι αντέδρασαν σθεναρά στην ιταλική κατοχή. Τελικά, οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάνθηκαν υπέρ της Ιταλίας, και τα Δωδεκάνησα έμειναν έξω από την επικράτεια του ελληνικού κράτους.
Παράλληλα, λόγω της σύμπηξης ενιαίου βαλκανικού μετώπου, παρουσιά- σθηκαν σπέρματα νέων διαφορών και ανταγωνισμών μεταξύ των συμμάχων κρατών. Σύντομα η Ελλάδα και η Βουλγαρία συγκρούσθηκαν σε διπλωματικό επίπεδο σχετικά με την κατοχύρωση των νέων εδαφών που είχαν απελευθερωθεί. Oi δύο χώρες δια-
φιλονίκησαν κυρίως διεκδικώντας την κυριότητα της Θεσσαλονίκης. Από την άλλη πλευρά, η Σερβία, θεωρώντας ότι είχε περιορισθεί εδαφικά αναλογικά με τις νίκες που είχε καταγάγει ο στρατός της, προχώρησε στη σύναψη διμερούς συνθήκης ειρήνης και αμοιβαίας προστασίας με την Ελλάδα, η οποία υπογράφηκε στη Θεσσαλονίκη στις 19 Μαϊου/1 Ιουνίου 1913.
Ετσι, με την αδιάλλακτη θέση της Βουλγαρίας για πλήρη κυριαρχία στη Μακεδονία και με τη σύσταση της ελληνοσερβικής συμμαχίας, το ενιαίο βαλκανικό μέτωπο διασπάσθηκε. Oi αντίπαλες πλευρές ήταν πλέον οι εξής: οι Ελληνες και οι Σέρβοι από τη μια, οι Βούλγαροι από την
80
εξεδήλωσε τη σφοδρή του αντίθεση σ' αυτό το διάβημα, το οποίο θα αναδείκνυε την Ελλάδα ως υπαίτια για την μη έναρξη των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων. Τότε οι Μεγάλες Δυνάμεις υπέδειξαν στη Ρουμανία να αναλάβει τον ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ των εμπολέμων. Ηδη διαφαινόταν ο κίνδυνος ελληνικής απομόνωσης, λόγω κόπωσης της Σερβίας.
Στις 17/30 Ιουλίου 1913 άρχισαν οι εργασίες για τη συνδιάσκεψη του Βουκουρεστίου. Είναι γεγονός ότι, παρά τις δυσχέρειες που προέκυ- ψαν σχετικά με τα διαφιλονικούμενα εδάφη κατά τους βαλκανικούς πολέμους, η Μακεδονία δεν θεωρήθηκε αυτοδίκαια ελληνική, παρά μόνο ένα μικρό μέρος της. Σ’ αυτό συνέβαλαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, ιδίως η Αυστροουγγαρία και η Ρωσία, που ευνοούσαν ιδιαίτερα τη Βουλγαρία. Επίσης, οι Ευρωπαίοι διπλωματικοί εκπρόσωποι πίεζαν να δοθεί στη Βουλγαρία ένα λιμάνι στο Αιγαίο, καθώς η Ελλάδα, κατά τους ισχυρισμούς τους, κατείχε πολλά λιμάνια και αυτό ήταν υπερβολή. H Ιταλία και η Αγγλία δεν υιοθέ- τησαν τη φιλοβουλγαρική στάση της Αυστρίας και της Ρωσίας, αλλά αποδείχθηκαν περισσότερο επιφυλακτικές ως προς τις διεκδικήσεις της Βουλγαρίας. Μόνο η Γαλλία υιοθέτησε εξαρχής τις απόψεις της ελληνικής πλευράς.
Ετσι, στις 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1913 u- πογράφηκε στο Βουκουρέστι η συνθήκη ειρήνης ανάμεσα στους πρώην εμπολέμους. H συνθήκη αυτή, χωρίς να συμβάλει οριστικά στην εθνική δικαίωση, αποτέλεσε ένα γενναίο βήμα για την εκπλήρωση των εθνικών πόθων. Ομως ζωτικά τμήματα του ελληνισμού, όπως η Βόρεια Ηπειρος, παρέμεναν κάτω από ξένη κυριαρχία, γιατί τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων έβρισκαν ένα ισχυρό έρεισμα παροχής προστασίας σε αυτό το καθεστώς.
H ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ TOY ΓΕΩΡΓΙΟΥ A’ KAI TA ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
Μετά το τέλος του Α’ Βαλκανικού Πολέμου και αφότου εισήλθε ο Ελληνικός Στρατός στη Θεσσαλονίκη, ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ αποφάσισε να μετοικήσει στην πόλη, καταβάλλοντας προσπάθεια για την επισημοποίηση της κατάληψής της από την Ελλάδα έναντι των υποχθόνιων ενεργειών των Βουλγάρων.
Πραγματοποιώντας όμως έναν συνηθισμένο περίπατο, ο Γεώργιος πυροβολήθηκε ξαφνικά από τον Αλέξανδρο Σχινά. Κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο πέθανε. O δολοφόνος συ- νελήφθη αλλά κατά το διάστημα των ανακρίσεων δεν αποκάλυψε τα κίνητρά του. Επειτα ο Σχι- νάς μεταφέρθηκε στο Διοικητήριο Θεσσαλονί
κης, όπου συνεχίσθηκαν οι ανακρίσεις. Ξαφνικά όμως αυτοκτόνησε πέφτοντας από έναπαράθυ- po, αφήνοντας πολλά ερωτηματικά για τον θάνατο του Γεωργίου.
Oi επικρατέστερες θεωρίες απέδιδαν τον θάνατο του βασιλιά σε ξένο δάκτυλο, και ιδίως στη Βουλγαρία, για την οποία υπήρχαν βάσιμες υποψίες ότι ήταν υπαίτια για τη δολοφονία του Γεωργίου λόγω των τεταμένων σχέσεων των δύο κρατών εκείνη την εποχή. Επίσης, ο πρίγκιπας Νικόλαος στο προσωπικό του ημερολόγιο ανα- φέρεται στην εκδοχή που προσήπτε τον θάνατο του πατέρα του στη Βουλγαρία.
Μια δεύτερη θεωρία, η οποία παρουσίαζε τον Γεώργιο να έχει πέσει θύμα γερμανικής συνωμοσίας, εμφανίσθηκε μετά την εκδήλωση του Εθνικού Διχασμού. Υποστηρίχθηκε η άποψη ότι πίσω από τη δολοφονική απόπειρα κρύβονταν τα συμφέροντα της Γερμανίας, η οποία ευνοού-
Μεχμέτ Ε'Ρεσάτ, ο Ο&ωμανός σουλτάνος την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ | 81
Am0T>*e (Ai8uw*Tt'xov>%-
^ΣΛηρόκαστpov (ΔιμΙρ-Χ«?σάρ)
*Δράμο φΖηλΜγω&β (Νέα Ζίχνη)'
*Γ«κννονΑτΟ»ο (Κοροτηνή)
*K'iXKis (Νέα Στρώμνπσο)ΠράβΙ ('Ελτυθι ρούττολίΐ)f
Niyprre*
.Γινττοά ,5·•Φλώρινα
*Ket*ipia (HrcXneh)
Κοζάνη#
^ r> p iv'0 ΐτοχώρο
• Διλβιν'άκιονί
Tivrfo;*4Πολιουοιον
*MiT<Jogo ; Κ αλαμπάκα·
ΦΛαρ ισσα
φΠαραμυθιά
Πρίβ«ζα*Χ*
Γαλάντηφ Κύμη*
Ληξούρι
'Aip. Kaeni'fv;
M iyapa
,ϊλ ϊμ ί :
φΔημητσάνα
•Τρίττολίζ:puoCmoJ
KiO*o;Όλόττολι;
#?TTCtaaitu>vl5iov
Μ ισσήνη ·
Άρ«όττολι?ί
Φ ίγι-Μρ',:
Χάρτης της Ελλάδος όπου απεικονίζεται η διαμορψω&είσα κατάσταση από τον Αύγουστο του 1916 ως τον Ιούνιο του 1917 (Ιστορία του Ελληνικού ΕΘνους, τ. ΙΕ’).
σε την άνοδο στον θρόνο του διαδόχου Κωνσταντίνου, ο οποίος έτρεφε φιλογερμανικά αισθήματα, εν αντιθέσει με την φιλοαγγλική πολιτική του πατέρα του.
Τη 12η/25η Μαρτίου 1913, το πολεμικό πλοίο
«Αμφιτρίτη» μετέφερε τη σορό του Γεωργίου από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, συνοδευόμε- vo και από ξένα πολεμικά, που απέτιαν φόρο τιμής. H κηδεία του Γεωργίου έγινε την 20ή Map- τίου/2α Απριλίου 1913.
H δολοφονία του Γεωργίου Α’ τον Μάρτιο του 1913παραμένει ένα άλυτο μυστήριο. To πιο πιθανό είναι ότι υποκινήθηκε από ξένο παράγοντα, που ήθελε να επισπεύσει την αλλαγή προσώπου στον θρόνο. H Δύναμη που προσέβλεπε σε ένα νέο πρόσωπο ήταν η Γερμανία και το νέο πρόσωπο ήταν ο διάδοχος Κωνσταντίνος. Av στο μέλλον η Ιστορία επαληθεύσει τους ισχυρισμούς αυτούς, τότε θα μπορέσουμε να διαπιστώσουμε το θλιβερό αποτέλεσμα που είχε η διαρκής ανάμιξη των ξένων στην Ελλάδα.
O ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΙΧΑΣΜΟΣ (1914-1917)
O Εθνικός Διχασμός αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τα ελληνικά πράγματα κατά την περίοδο 1915-1917, ως διαμάχη μεταξύ του βασιλιά Κωνσταντίνου και του πρωθυπουργού Ελ. Βενι-
τός τον Οκτώβριο του 1912, μετά τη νίκη στα Γιαννιτσά. O Κωνσταντίνος ήθελε ο Στρατός να κατευθυνθεί προς το Μοναστήρι, θεωρώντας ότι έτσι θα καταλάμβανε ένα σημαντικό εμπορικό κέντρο της βόρειας Μακεδονίας. O Βενιζέ- λος, από την άλλη πλευρά, πίστευε ότι το συμφέρον της χώρας επέβαλλε την προέλαση του Στρατού προς τη Θεσσαλονίκη, πριν την είσοδο των Βουλγάρων στην πόλη. To γεγονός αυτό αποτέλεσε την πρώτη επίσημη διάσταση απόψεων μεταξύ του Βενιζέλου καιτου Κωνσταντίνου, που έλαβε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις με τη δολοφονία του Γεωργίου Α: και την άνοδο του Κωνσταντίνου στον θρόνο τον Μάρτιο του 1913.
Μετά τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων, τον Ιούλιο του 1913, το ζήτημα που απασχόλησε κυρίως την ελληνική κυβέρνηση και αποτέλεσε την αφορμή για την εκδήλωση του Εθνικού Διχασμού, ήταν η στάση που θα κρατούσε η χώρα στις διε-
ζέλου. Σταδιακά, αυτή η σύγκρουση έλαβε πολιτικές, διπλωματικές και πολιτειακές προεκτάσεις με την παρέμβαση του «ξένου δακτύλου».
Κατά τη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων, εκτός από τα συνταρακτικά γεγονότα στα πεδία των μαχών, συνέβησαν και δύο εξελίξεις που έμελλε να αποβούν καθοριστικές, στις οποίες θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε τις απαρχές της ταραγμένης περιόδου του Εθνικού Διχασμού. H πρώτη ήταν η διαφωνία του Βενιζέλου με τον αρχηγό του Στρατού, διάδοχο Κωνσταντίνο, σχετικά με την πορεία που θα ακολουθούσε ο Στρα-
θνείς πολιτικές εξελίξεις. Ειδικότερα, αν η Ελλάδα θα τασσόταν στο πλευρό της Αντάντ ή των Κεντρικών Αυτοκρατοριών, δηλαδή των δύο συνασπισμών που προετοιμάζονταν να συγκρουσθούν στις αρχές του 1914. Τα προηγούμενα χρόνια, ο Βενιζέλος είχε αποφύγει να ταχθεί με έναν από τους δύο συνασπισμούς. Από την άλλη, ο Κωνσταντίνος έτρεφε έντονα φΛογερμανικά αισθήματα, λόγω καταβολών και σπουδών. O Κωνσταντίνος ήθελε η Ελλάδα να τηρήσει κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο αυστηρή ουδετερότητα, ενώ ο Βενιζέλος να ταχθεί η χώρα στο πλευρό της Αντάντ.
H «τριανδρία» του κινήματος της Εθνικής Αμυνας (E. Βενιζέλος, στρατηγός Παναγιώτης Δαγκλής και ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης) πλαισιωμένη από συνεργάτες της (Οκτώβριος του 1916).Χάρτης της Ελλάδος όπου απεικονίζεται η διαμορφωθείσα κατάσταση από τον Αύγουστο του 1916 ως τον Ιούνιο του 1917(Ιστορία του Ελληνικού Εθνους, τ. ΙΕ’).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Q Μ ΕΓ ΙΣ Τ Ο Σ TilN ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΩΝ δΟΥΛΓΑΡΟΚΤΟΝΟΣ 1«*ta K*m*tk** M*w
Λι&ογραψίατου 1913μετον ενδεικτικό τίτλο«Βουλγαροκτόνος»στο πρόσωποτου διαδόχουΚωνσταντίνου.
Ev τω μεταξύ, σοβούντος του πολέμου, τα γεγονότα στη Βαλκανική άρχισαν να λαμβάνουν άλλη τροπή, μετά την κατάληψη του οχυρού Ρούπελ τον Μάιο του 1916 από γερμανοβουλγα- ρικές δυνάμεις, προκειμένου να ενισχυθούν οι Κεντρικές Δυνάμεις σε μια ενδεχόμενη επίθεση των Συμμάχων στην περιοχή. Αυτό το συμ6άν, που πραγματοποιήθηκε με την άδεια της ελληνικής κυβέρνησης, προκάλεσε τον αποκλεισμό της Θεσσαλονίκης από τα στρατεύματα των Αγγλογάλλων στις 3 Ιουνίου του 1916 και την αξίωσή τους να αποστρατευθείοΕλληνικός Στρατός και να παραιτηθεί η κυβέρνηση. Ασφαλώς αυτή η επέμβαση των Αγγογάλλων αποσκοπούσε στον εκβιασμό της ελληνικής κυβέρνησης προκειμένου να παραχωρήσει εδάφη για να στρατο- πεδεύσουν τα συμμαχικά στρατεύματα και να διεξάγουν στρατιωτικές επιχειρήσεις. H ελληνική κυβέρνηση αποδέχθηκε τους όρους των Συμμάχων, γεγονός που δρομολόγησε αλλαγές σε πολιτικό επίπεδο. Επίσης, μετάτην αποδοχή του τελεσιγράφου της Αντάντγια αποστράτευση, άρ
χισαν να εμφανίζονται «Σύνδεσμοι των Επιστράτων», που αποτελούντο από απόστρατους φιλοβασιλικούς αξιωματικούς και στρατιώτες.
Ενώ όμως τα γερμανοβουλγαρικά στρατεύματα προήλαυναν στην Μακεδονία και οι Ιταλοί, ως σύμμαχοι της Αντάντ, κατέλαβαν τη Βόρεια Ηπειρο, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, χωρίς να έχει καθόλου θορυβηθεί, επέμενε στην αυστηρή ουδετερότητα της Ελλάδας. Την περίοδο εκείνη ένιωθε αρκετά ισχυρός, αφού η Γερμανία του παρείχε οικονομική βοήθεια, για να αντεπεξέρχεται έναντι των πιέσεων των Συμμάχων. Ετσι, ο Βε- νιζέλος αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα και να ταξιδέψει αρχικά στα Χανιά και έπειτα (στις 9 Οκτωβρίου 1916) στη Θεσσαλονίκη. Εκεί, με τους συνεργάτες του Παύλο Κουντουριώτη και Παναγιώτη Δαγκλή, σχημάτισαν τη γνωστή «Τριανδρία» και επιδόθηκαν σε στρατολόγηση για να δημιουργήσουν αξιόμαχες δυνάμεις που θα πολεμούσαν στο πλευρό της Αντάντ στο Μακεδονικό μέτωπο. O Εθνικός Διχασμός αποτε- λούσε πλέον ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός, που επισπεύθηκε κυρίως από την ανάμιξη των Αγγλογάλλων στα πολιτικά πράγματα της χώρας. O Διχασμός συνέχισε να ταλανίζει την Ελλάδα επί αρκετά χρόνια. Ως τέρμα του θα μπορούσε να θεωρηθεί το στρατιωτικό κίνημα του Νικολάου Πλαστήρα το 1922, που αποκατέστησε την τάξη στη χώρα επιβάλλοντας την παραίτηση του βασιλιά, με γνώμονα το εθνικό συμφέρον και όχι τα συμφέροντα των «Προστάτιδων Δυνάμεων».
Ev τω μεταξύ, το κίνημα της Εθνικής Αμυνας, που είχε εκδηλωθείτο 1916 στη Θεσσαλονίκη προκειμένου να διευκολύνει την εκεί μετάβαση του Βενιζέλου, κατέβαλλε προσπάθειες για να σταθεροποιήσει τη θέση του στη Μακεδονία και τα νησιά του Αιγαίου. Παράλληλα, οι Σύμμαχοι πίστευαν ότι θα μπορούσαν να έλθουν σε κά- ποια συμφωνία με τον Κωνσταντίνο, ο οποίος ως αντάλλαγμα ζήτησε να σταματήσουν οι πιέσεις των Συμμάχων και να δοθεί εγγύηση ότι οι δυνάμεις του κινήματος της Εθνικής Αμυνας δεν θα κινούντο εναντίον του. Επιπλέον, σε μια σαφή ένδειξη καλής θέλησης, πρότεινε στον ειδικό Γάλλο απεσταλμένο στην Αθήνα, Πωλ Μπεναζέ, να παραδώσει στους Συμμάχους μια ποσότητα στρατιωτικού υλικού. Ετσιθεωρούσε ότιθααπο- σπούσε την εύνοια των Συμμάχων.
To καλό κλίμα που προέκυψε από αυτές τις συμφωνίες δεν επρόκειτο να διαρκέσει πολύ. Δυο παράγοντες διέλυσαν κάθε ελπίδα συμβιβασμού: οι εξελίξεις στον βορρά δημιούργησαν την εντύπωση ότι ο Βενιζέλος οχεδίαζε προώθηση προς νότο, ενώ παράλληλα η αντίδραση παραγόντων του κύκλου του Κωνσταντίνου και οι πιέσεις από παράγοντες φίλα προσκείμενους στον βασιλιά εναντίον του αφοπλισμού, έπεισαν τον Κωνσταντί-
84
vo να παραβεί τις συμφωνίες με τον Μπεναζέ.Κάπως έτσι είχε διαμορφωθεί η κατάσταση,
όταν στην Αθήνα ο Γάλλος ναύαρχος Φουρνέ επέδωσε στις 3/16 Νοεμβρίου 1916στην ελληνική κυβέρνηση διακοίνωση, βασισμένη στη συμφωνία Κωνσταντίνου-Μπεναζέ, που απαιτούσε την παράδοση μεγάλης ποσότητας πολεμικού υλικού, αποδεικνύοντας έτσι την πρόθεση των Μεγάλων Δυνάμεων να αποδυναμώσουν τον βασιλιά και να ενισχύσουν αποφασιστικά τη θέση του Βενιζέλου, που εξυπηρετούσε πιστά τα συμ- φέροντά τους.
O βασιλιάς και η κυβέρνηση απέρριψαν αμέσως τις απαιτήσεις του Γάλλου ναυάρχου. O λόγος ήταν ότι η παράδοση πολεμικού υλικού στους Συμμάχους θα θεωρείτο από τη Γερμανία εχθρική πράξη και θα σηματοδοτούσε την κήρυξη πολέμου με τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες. Ολοι ήταν αποφασισμένοι να πολεμήσουν και να μην επιτρέψουν η χώρα να υποστεί έναν ακόμη εξευτελισμό από τους Ευρωπαίους.
O Γάλλος ναύαρχος, σε μια ένδειξη μεγαλοψυχίας, έκανε μια τελευταία προσπάθεια να πείσει τον Κωνσταντίνο να δεχθεί να παραδώσει το υλικό. Εκείνος όμως έμεινε ακλόνητος στις προθέσεις του. Με τη βεβαιότητα ότι οι Ελληνες δεν θα αντιστέκονταν σε μια απλή επίδειξη δύναμης, μια συμμαχική μονάδα 3.000 ανδρών αποβιβάσθηκε στο Φάληρο και τον Πειραιά την 18η Νοεμβρίου 1916, με διαταγές να καταλάβει στρατηγικές θέσεις και να εξασφαλίσει την πόλη των Αθηνών για τους Συμμάχους. Oi Ελληνες όμως επίστρατοι αντέδρασαν και σύντομα άρχισε η μάχη. Προς υποστήριξη των χερσαίων τμημάτων, η συμμαχική ναυτική μοίρα που ναυλο- χούσε στο Φάληρο βομβάρδισε τα ανάκτορα και σημεία της πόλης των Αθηνών, προκαλώντας μεγάλες απώλειες στον άμαχο πληθυσμό. Τελικά, επήλθε συμβιβασμός και οι συγκρούσεις σταμάτηοαν, αφού ο Κωνσταντίνος παρέδωσε ένα μέρος του πολεμικού υλικού που είχε ζητηθεί. Μετά την απομάκρυνση όμως των συμμαχι- κώνδυνάμεων, την19η Νοεμβρίου/2αΔεκεμβρί- ou, εκδηλώθηκε ένα κύμα βίας κατά των Βενιζε- λικών, με πολλές συλλήψεις και φυλακίσεις.
H συμμαχική αποβίβαση στον Πειραιά τον Νοέμβριο του 1916 είχε πολιτικά ελατήρια, καθώς απέβλεπε να τρομοκρατήσει το βασιλικό καθεστώς και να αποσπάσει, έστω και δια των όπλων, το συμφωνηθέν πολεμικό υλικό, που μάλλον θα κατέληγε να ενισχύσει τις δυνάμεις της Εθνικής Αμυνας και να καταρρακώσει το γόητρο του βασιλιά στον λαό.
To έθνος διαιρέθηκε σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, αφότου εκδηλώθηκε η σφοδρή αντιπαράθεση του βασιλιά Κωνσταντίνου και του Βενιζέλου στο ζήτημα της συμμετοχής ή όχι της
H ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ KAI Ol ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ
Στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Αντάντ θεώρησε ότι οι συνθήκες ήταν ώριμες για μια αναμέτρηση με τους Μπολσεβίκους που είχαν καταλάβει την εξουσία στη Ρωσία. H αναμέτρηση αυτή διεξήχθη στην Ουκρανία, διήρκε- σε από τον Ιανουάριο έως τον Απρίλιο του 1919
Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. H κατάσταση όμως της χώρας και οι εξελίξεις στα πεδία των μαχών επέβαλλαν την έξωση του βασΛιά από τους Συμμάχους, καθώς είχε τηρήσει μια τυπικά ουδέτερη στάση που ευνοούσε τη Γερμανία. H τύχη του κρίθηκε την 19η ΑπρΛίου 1917 στο Σαιν Ζαν ντε Μωριέν, όπου συ- ναντήθηκαν εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων και αποφάσισαν την έξωσή του για να επΛυθεί το οξύ πολιτικό πρόβλημα της Ελλάδας και να διευκολυνθούν και τα στρατεύματα των Συμμάχων που στάθμευαν στην ελληνική επικράτεια. Μετά από έντονες διπλωματικές πιέσεις των Συμμάχων, ο βασΛιάς αναγκάσθηκε να εκδώσει διάγγελμα την 12η Ιουνίου 1917 όπου δήλωνε ότι θα αναχωρούσε από την Ελλάδα υπακούοντας στις ανάγκες της χώρας και αφήνοντας ως αντικαταστάτη του τον δευτερότοκο γιο του, Αλέξανδρο. Τελικά, αναχώρησε για την Ελβετία.
0 εξαναγκασμός του Κωνσταντίνου σε παραίτηση εξυπηρετούσε τρεις στόχους της Αντάντ: α) την ενοποίηση της Ελλάδας υπό την ηγεσία του Βενιζέλου και την άρση του αδιεξόδου που προέκυπτε από τη στρατιωτική παρουσία των Συμμάχων στην Ελλάδα, 6) τον τερματισμό της διάστασης που ταλάνιζε την πολιτική των Βρετανών και των Γάλλων στην Ελλάδα οξύνο- ντας τις διαφωνίες τους, γ) την ενεργό συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο με το μέρος της Αντάντ. Ομως κανένας από τους παραπάνω στόχους δεν επιτεύχθηκε εντελώς. Απλά, η απομάκρυνση του βασιλιά λειτούργησε καταλυτικάγια την είσοδο της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και για την εδραίωση της θέσης των Συμμάχων στα Βαλκάνια.
O Γάλλος πρεσβευτής στην Αθήνα,Μπεναζέ, είχε έντονη συμμετοχή στις πολιτικές παρεμβάσεις nou κατέληξαν στα Νοεμβριανά.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ EAΛΑΔΑ 85
H βασίλισσα Σοφία, αδελφή του Κάιζερ Γουλιέλμου B’, δρούσε παρασκηνιακά κα9’ όλη τηνπερίοδο 1914- 1917ενισχύοντας την ουδετεροφιλία και γερμανοφιλία του συζύγου της. Κατά τον γραμματέα της Γ. Μελά, ουδέποτε αγάπησε την Ελλάδα, ενώ συχνά αναφερόταν στους Ελληνες με περιφρονητικά λόγια.
και σ’ αυτήν συμμετείχαν και ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις. Λόγω της συμμετοχής ελληνικού εκστρατευτικού σώματος, ο Βενιζέλος πίεζε τους Συμμάχους να παραχωρηθεί η Σμύρνη και η ευρύτερη περιοχή της στην Ελλάδα. Ετσι, την 22α Απριλίου 1919, δόθηκε η Σμύρνη στην Ελλάδα ως ανταμοιβή.
Στις 2 Μαϊου του 1919, ένα όνειρο πολλών Ελλήνων έγινε πραγματικότητα: μονάδες του Ελληνικού Στρατού απο6ι6άσθηκαν στη Σμύρνη, μέσα σε πανηγυρική και ενθουσιώδη ατμόσφαιρα. Τις έντονες εκδηλώσεις εθνικού ενθουσιασμού αμαύρωσαν κάποιες αιματηρές συγκρούσεις Ελλήνων στρατιωτών και Τούρκων α- τάκτων. Oi αντιπαραθέσεις αυτές είχαν ως κύριο αυτουργό την Ιταλία και εκτελεστή τον τουρκικό φανατισμό, αφού η πρώτη είχε συμφέρον να υπονομεύσει τη θέση της Ελλάδας στην περιοχή και να περιορίσει την επεκτατικότητά της.
O Βενιζέλος ως πρωθυπουργός ήταν ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος σε θέματα συμπεριφοράς προς τις μειονότητες, γι' αυτό και διαμήνυ- σε στην ελληνική στρατιωτική διοίκηση Σμύρνης να επιτελεί αυστηρά τα στρατιωτικά της καθήκοντα και να μην επιδιώκει τη σύγκρουση με άτακτες ομάδες.
Ομως σταδιακά ο Ελληνικός Στρατός, ύστερα από πρωτοφανείς αγριότητες και 6ιαιοπραγίες
των Τούρκων, ανέλαβε επιθετική δραστηριότητα καιπροέβη σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εισερχόμενος ακόμη και στην ιταλική ζώνη κατοχής της Μ. Ασίας, στην Αττάλεια. Oi υπόλοιπες Δυνάμεις αντέδρασαν αμέσως σ’ αυτές τις εξελίξεις και συνέστησαν μια α- νακριτική επιτροπή, λόγω φημών ότι ο Ελληνικός Στρατός προέ- βαινε σε αντίποινα κατά του τουρκικού στοιχείου. Τα πορίσματα της έρευνας της επιτροπής υπήρξαν καταδικαστικά για την Ελλάδα και επισημάνθηκε από τους Ευρωπαίους στον Βενιζέλο ότι η παρουσία της Ελλάδας ήταν προσωρινή στη ΜικράΑσία.
To διάστημα που μεσολάβη- σε μετά την αποβίβαση του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη ήταν αρκετά κρίσιμο και γεμάτο
εντάσεις, εξαιτίας της τουρκικής επιθετικότητας. O Βενιζέλος, για να διαφύγει από τη δύσκολη θέση, ζήτησε από τις Μεγάλες Δυνάμεις τον καθορισμό ζώνης ευρύτερης αρμοδιότητας για τον Ελληνικό Στρατό. Ετσι, οι Σύμμαχοι καθόρισαν τον Ιούλιο του 1919 μια στενή ζώνη, υποχρε
ώνοντας τις ελληνικές δυνάμεις να αμύνονται
στην αυξανόμενη επιθετικότητα των Τούρκων. Tov Σεπτέμβριο όμως του 1919 τους επέτρεψαν να δρουν και πέρα από τη ζώνη κατοχής, επι- στρέφοντας μετά σ’ αυτή.
Επιστέγασμα των ακατάβλητων αγώνων του ελληνικού λαού αποτέλεσε στις 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου η υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών. H Ελλάδα είχε έτσι την ευκαιρία να υλοποιήσει το εθνικό της όραμα και να ενσωματώσει στον εθνικό κορμό τους αλύτρωτους Ελληνες της Ιωνίας. Επίσης, με αυτή τη συνθήκη αναγνωριζόταν σε διεθνές επίπεδο η κατοχή της Σμύρνης από τον Ελληνικό Στρατό.
Στην εξέλιξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας καταλυτικό ρόλο έπαιξε η διεξαγωγή εκλογών την 1 η/14η Νοεμβρίου 1920 και το αποτέλεσμά τους: οι φιλελεύθεροι του Ελ. Βενιζέλου έχασαν και νίκησε ο αντιπολιτευτικός συνασπισμός με επικεφαλής τον Δημήτριο Γούναρη. Τότε, οι Μεγάλες Δυνάμεις υιοθέτησαν εχθρική στάση προς τη νέα κυβέρνηση. H αντίδρασή τους εκδηλώθηκε με ένα κείμενο το οποίο συνέταξαν και υπέγραψαν κατά τη Συμμαχική Συνδιάσκεψη του Λονδίνου, στις 13/ 26 Νοεμβρίου 1920. Στο κείμενο αυτό τονιζόταν ότι, μπροστά στα νέα πολιτικά δεδομένα στην Ελλάδα, οι Δυνάμεις θα είχαν το περιθώριο να επανακαθορίσουν την πολιτική τους στην Εγγύς Ανατολή, υπονοώντας ότι δεν θα παρείχαν τη στήριξη που χρειαζόταν η Ελλάδα στη Μικρά Ασία. Στη συνέχεια, άρχισαν να προσεγγίζουν την Τουρκία. Τα αίτια της φιλοτουρκικής πολιτικής τους σχετίζονταν με τη διασφάλιση των συμφερόντων τους στη Μέση Ανατολή.
Πρώτη η Γαλλία υπέγραψε με το νέο κεμαλι- κό καθεστώς, το Σύμφωνο της Αγκυρας, τον Οκτώβριο του 1921. Με αντάλλαγμα οικονομικά κυρίως προνόμια, παραχώρησε στον Κεμάλ την κατεχόμενη από αυτήν Κιλικία. Την ίδια φιλο- τουρκική πολιτική, εντελώς εχθρική προς την Ελλάδα, ακολούθησε και η Ιταλία, η οποία εξασφάλισε οικονομικές παραχωρήσεις στην περιοχή της Αττάλειας ως αντάλλαγμα για τον εφοδιασμό του Κεμαλικού Στρατού με οπλισμό τελευταίας τεχνολογίας.
H μεταστροφή αυτή, που απειλούσε σοβαρά την ενότητα της Αντάντ, επηρέασε την αγγλική εξωτερική πολιτική. H Αγγλία δεν υποστήριξε φανεράτο κεμαλικό καθεστώς και εξακολούθησε να συντάσσεται με τις ελληνικές θέσεις, χωρίς να παρέχει όμως οικονομική ή στρατιωτική βοήθεια. Για την αγγλική κυβέρνηση, η παραμονή των ελληνικών δυνάμεων στη Μικρά Ασία συνδεόταν άμεσα με την παρουσία τουρκικών δυνάμεων στην περιοχή, καθώς και με το ζωτικής σημασίας ζήτημα ελέγχου των Στενών.
Tov Μάρτιο του 1920 υπογράφηκε το Σύμφω-
lapfurf5 ^ Μ ή δεια ΕΥΞΕίΝΟΣ Ε < ^ η σ ιές. · ^ ΠΟΝΤΟΣ ,-
ριανούπολη Κώ^^αντίνοΰπολΓ, * . , . ν. Α.Γ .'·*! ····'···' ‘" *ft" * e ^ j y g r t y p
Σέρρες / ''.^r
Θεσσαλονίκη ®*ΣΟΣ ~
0? ΛΗΜΝΟΣ
£ ΛΕΣΒΟΣ,-
ΚΥΡΟΣ
yz^
Προύσα
^ _ ^ Δ α ρ δ α ν έ λ ια y.i^ ν Τ Τ σ σ ν ά κ Καλέ)
χ ί ώ Λάρισα 3 /
ί ΙωΤ ν α ΤΡ.ίκαλα*Βόλ^ χ r -
_ V s AΑρτα 4 Λαμία ^ 'Ν .'£ Υ Β Ο ΙΑ “ ν
Χαλκίδα f7 S * Aypivio '■■·■ . . ■
fxftX ^ Αθή
^υδωνϊΐ •ίΑΤβαλί)
Ζ ώ ν ηΣ μ ύ ρ ν α ς ]
0 ^ ? * Σ μ ύ ρ ν η
' -_ ΈφεσΕ
^ ^ Ν Δ Ρ Ο Σ ^ Σ Α ^• Αϊδίνιο
^ V N 4 s O1
Z A K Y N b d i ΤρίΠ0λ^ t >
Καλ«μστα ΣΓάρΤ^ . ’ <<- ί ^^
> “ ^ B- 1 ‘3 V ΝΑΞβΣ ^ r % ,ο S a \ : K< rfc ·* > / ^o4 /<.
c55ΜΗΛ0Σ Αστυπάλαια^,
2) ^
t>CY0HPA^
^ Poboiy
άρπαθος
H Ελλάδα πριν από τον A' παγκόσμιο πόλεμοΠροσαρτήσεις με τις συνθήκες Σεβρών-Νεϊγύ
Α<άσος
vo Φιλίας μεταξύ της Τουρκίας και της Σοβιετικής Ενωσης. H συμφωνία αυτή προέβλεπε οικονομοτεχνική βοήθεια προς την Τουρκία, καθώς και άλλες παροχές προς τον Κεμάλ.
H κυβέρνηση του Δημητρίου Γούναρη, αν και γνώριζε ότι η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων ήταν εχθρική (με εξαίρεση εκείνη της Αγγλίας) δραστηριοποιήθηκε πιο ενεργά στο ζήτημα της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Δεν επέλεξε την πολιτική του συμβιβασμού με την κεμαλική Τουρκία, αλλά συνέχισε τις πολεμικές επιχειρήσεις πέρα από τη ζώνη κατοχής, οδηγώντας τη χώρα στη μεγαλύτερη εθνική τραγωδία που σημάδεψε τον νεώτερο Ελληνισμό.
H κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, τον Αύγουστο του 1922, η υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού και η καταστροφή της Σμύρνης ήταν τα ολέθρια αποτελέσματα της λανθασμένης στρατηγικής που υιοθετήθηκε από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία αποδείχθηκε ανίκανη να περισώσει ό,τι μπορούσε να προστατευθεί.
Στις 26 Αυγούστου 1922 εκδηλώθηκε κατά μήκος των προωθημένων ελληνικών θέσεων, στο Αφιόν Καραχισάρ, μια μεγάλη τουρκική επίθεση. H διάρρηξη και η διάσπαση του ελληνικού
μετώπου οδήγησε στην κατάρρευση του ελληνικού αμυντικού συστήματος στη Μικρά Ασία. Επίσης, η προέλααη του Τουρκικού Στρατού είχε ως αποτέλεσμα εκτεταμένες σφαγές του ελληνικού πληθυσμού και τον ξεριζωμό των Ελλήνων από την πανάρχαια γη των προπατόρων τους.
Στις 11 Οκτωβρίου 1922, οι αντιπρόσωποι της Τουρκίας, της Μ. Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας συνομολόγησαν τους όρους της ανακωχής στα Μουδανιά της Προποντίδας. H ελληνική κυβέρνηση αποδέχθηκε τις αποφάσεις των Μουδανιών, με την ελπίδα να μην αποξενωθεί από τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, που επρόκειτο να ξεκινήσουν στη Λωζάννη.
H Συνδιάσκεψη της Λωζάννης οδήγησε στις 24 Ιουλίου 1923 στη σύναψη συνθήκης ειρήνης μεταξύ της Τουρκίας από τη μια πλευρά, και της Μ. Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ελλάδας, της Ρουμανίας καιτης Γιουγκοσλαβίας από την άλλη. H τελική πράξη καθόριζε τα νέα εδαφικά όρια ανάμεσα στην Τουρκία και στα βαλκανικά κράτη. H Ελλάδα αποδέχθηκε τους επιβληθέντες όρους, συμφωνώντας απόλυτα με τις υποδείξεις των Μεγάλων Δυνάμεων.
H Ελλάδα πριν από τονΑ’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά τις συνθήκες Σεβρών και Νεϊγύ.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Επεμβάσεις κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου(1923- 1940)
H ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΤΑΛΟΥΣ (1923)
Στις 31 Αυγούοτου 1923, μοίρα του ιταλικού στόλου εμφανίσθηκε στην Κέρκυρα, προβάλλοντας τελεσιγραφικά απαίτηση προς τον νομάρχη για άμεση παράδοση του νησιού. O νομάρχης Πέτρος Ευριπαίος αρνήθηκε και τότε οι Ιταλοί, αδιαφορώντας για τον άμαχο πληθυσμό, βομβάρδισαν με τα κανόνια των πλοίων τους ορισμένα σημεία του νησιού, σκοτώνοντας πολλούς αμάχους. Αμέσως μετά, αποβιβάσθηκαν στο νησί ιταλικές δυνάμεις. Αιτία για όλα αυτά ήταν ο φόνος σε ελληνικό έδαφος του Ιταλού στρατηγού Τελλίνι ο οποίος είχε σχέση με τη χάραξη των νότιων συνόρων της Αλβανίας. Σκοπός της επίθεσης των Ιταλών ήταν να αποσπάσουν τεράστια χρηματική αποζημίωση από την ελληνική κυβέρνηση για τον φόνο του Ιταλού αξιωματικού, μέλους της επιτροπής χάραξης των συνόρων, ο οποίος, όπως φαίνεται, έπεσε θύμα δολοφονικής επίθεσης από Αλβανούς ληστές.
Πιο συγκεκριμένα, στις 15 Μαϊου 1920, η Ελλάδα και η Αλβανία είχαν συμφωνήσει να αποδεχθούν τον διακανονισμό για τα κοινά τους σύνορα που θα πρότεινε η Πρεσβευτική Διάσκεψη, αρμόδια για τη χάραξη των ελληνοαλβανικών συνόρων. Εναν μήνα μετά την ελληνοαλβανική συμφωνία, η Γαλλία παραχώρησε στην Αλβανία την Κορυτσά, την οποία κατείχε από το 1916. H Ελλάδα όμως πρόβαλε αντιρρήσεις, αφού η πόλη κατοικείτο στη συντριπτική της πλειονότητα
από Ελληνες. H Διάσκεψη αποφάσισε να τηρηθούν τα σύνορα του 1913. Ετσι, στις 7 Μαρτίου 1923 έφθασε στην Ηπειρο η επιτροπή χάραξης των συνόρων με επικεφαλής τον Τελλίνι.
Στις 27 Αυγούστου 1923 ο Τελλίνι και άλλοι Ιταλοί αξιωματικοί δολοφονήθηκαν στην Κακαβιά από Αλβανούς ληστές. Τότε ο Μουσολίνι ζήτησε ικανοποίηση και επέδωσε τελεσιγραφική διακοίνωση προς την ελληνική κυβέρνηση, που περιείχε αρκετά επαχθείς όρους για την Ελλάδα. H Ελλάδα πρότεινε στην Ιταλία να αναθέσουν την επίλυση της διαφοράς στην Κοινωνία των Εθνών (KTE).
Στις 31 Αυγούστου 1923, η Διάσκεψη κάλεσε την Ελλάδα να ενεργήσει ταχέως για να βρεθούν οι ένοχοι. H Ελλάδα απάντησε ζητώντας από τη Διάσκεψη τη σύσταση ειδικής επιτροπής, που θα διεξήγαγε έρευνα για τον καταλογισμό ευθυνών. H ελληνική διαλλακτικότητα εξώθησε τον Μουσολίνινα υποστηρίξειότιη διαφορά μεταξύ των δύο χωρών έπρεπε να επιλυθεί από τη Διάσκεψη και όχι από την Κοινωνία των Εθνών.
Τελικά, η κατάληψη ιη ς Κέρκυρας, μια κατάφωρη αδικία κατά της Ελλάδας, τέθηκε σε δεύτερη μοίρα. H Ελλάδα βρέθηκε στη θέση του κατηγορουμένου για μια υποτιθέμενη παράβαση του Διεθνούς δικαίου, ελαφρότερη όμως από αυτήν που είχε διαπράξει η Ιταλία. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1923 η Διάσκεψη ανακοίνωσε ότι η Ελλάδα έπρεπε να δεχθεί τους ιταλικούς όρους. Επιπλέον, επιδίκαζε στην Ιταλία χρηματι-
κή αποζημίωση 50.000.000 λιρεττών, η οποία θα έπρεπε να δοθεί από την Ελλάδα. Τέλος, η Διάσκεψη αποφάνθηκε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε καμία ευθύνη για τον φόνο του Τελλίνι,
H Ελλάδα από την 1η Σεπτεμβρίου 1923 είχε καταφύγει στην KTE, ζητώντας της να αναλάβει τη διευθέτηση της διαφοράς με την Ιταλία. Ομως η KTE άφησε την υπόθεση στην κρίση της Πρεσβευτικής Διάσκεψης. Ετσι, η Ελλάδα αφέθηκε στη δικαιοδοσία των ξένων για τη διαφορά της με την Ιταλία. Τελικά, η Αγγλία ήταν η μόνη που πίεσε την Ιταλία να εγκαταλείψει την Κέρκυρα, γεγονός που συνέβη τον Σεπτέμβριο του 1923.
H αποχή της KTE από οποιαδήποτε μεσολαβητική ενέργεια θεωρήθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις προϋπόθεση ειρηνικής ικανοποίησης των ιταλικών απαιτήσεων. Av και ακούσθηκαν στην KTE αυστηρές κρίσεις κατά της Ιταλίας, ο οργανισμός αυτός στάθηκε αμέτοχος στην επίλυση του ζητήματος, αποδεικνύοντας την αδυναμία του να απονέμει δικαιοσύνη.
H ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΗΣ 4ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ KAI O ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΑΓΓΑΩΝ
Κατά τη δεκαετία του 1930 η Ιταλία ήταν μια ανερχόμενη δύναμη στην Κεντρική Μεσόγειο. H επεκτατικότητά της είχε θορυβήσει τους Αγγλους, που έβλεπαν την ισχύ της να αυξάνεται συνεχώς. Ετσι, αναζητούσαν φίλους και συμμάχους στη Μεσόγειο. Ενας πρόσφορος φίλος ήταν η Ελλάδα, λόγω της νευραλγικής της θέσης και της γειτνίασής της με την Ιταλία.
H ελληνική κυβέρνηση επιθυμούσε τη στενή συνεργασία με την Αγγλία για να αντιμετωπίσει την ιταλική απειλή, αλλά παράλληλα ήθελε να αποφύγει κάθε πρόκληση κατά της Ιταλίας. Tov Ιανουάριο του 1936 το Γενικό Επιτελείο της Ελλάδας εξέτασε την στρατηγική θέση της χώρας σε περίπτωση αγγλοϊταλικού πολέμου, ο οποίος διαφαινόταν ως πιθανότητα στο μέλλον ε- ξαιτίας των τεταμένων σχέσεων μεταξύ της
H υπογραφή της «Συν&ήκης φιλίας, συνδιαλλαγής και δικαστικού διακανονισμού», nou υπέγραψαν οι Ελ. Βενιζέλος και Mn. Μουσσολίνι στις 23Σεπτεμβρίου 1929 συνέβαλε στην προσωρινή ανάσχεση των ιταλικών βλέψεων εναντίον της Ελλάδας, που εκδηλώνονταν κυρίως στονχώρο της Ηπείρου.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 89
Στιγμιότυπο από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης.
Αγγλίας και της Ιταλίας. Σύμφωνα με ένα υπόμνημα ίου Επιτελείου, η συμμετοχή της Ελλάδας σε έναν τέτοιο πόλεμο προϋπέθετε εκτεταμένες παροχές από την πλευρά της Αγγλίας.
Εχοντας υπόψη τις παραπάνω διαπιστώσεις, η πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης ήταν ριψοκίνδυνη. Tov Ιούνιο του 1936 η βρετανική κυβέρνηση ανανέωσε τις εγγυήσεις της προς την Ελλάδα, τη Γιουγκοσλαβία και την Τουρκία. H ελληνική κυβέρνηση δέχθηκε την προσωρινή ανανέωση των εγγυήσεων χωρίς να είναι σε θέση να επιμείνει στη διεξαγωγή συνομιλιών για αγ- γλοελληνική συνεργασία σε περίπτωση αγγλοϊ- ταλικού πολέμου.
Στις αρχές Μαϊου του 1936, στο Συμβούλιο της Βαλκανικής Συνεννόησης, ο Ιωάννης Μετα- ξάς, πρωθυπουργός και υπουργός των Εξωτερικών, διατύπωσε το δόγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής: η Ελλάδα, σε περίπτωση βαλκανικού πολέμου στον οποίο θα αναμιγνυόταν και η Ιταλία, θα τηρούσε ουδετερότητα. Σε περίπτωση εξωβαλκανικού πολέμου, η Ελλάδα ήταν διατεθειμένη να συνεργασθεί με τους βαλκανικούς της συμμάχους σε απόλυτη ταύτιση με την Αγγλία και τη Γαλλία. H θέση, λοιπόν, της Ελλάδας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Μεταξά, ήταν στο πλευρό της Αγγλίας. To στοιχείο αυτό θα αποτελούσε την κατευθυντήρια γραμμή της πολιτικής του στα χρόνια που ακολούθησαν.
O Μεταξάς ήταν παλαιότερα αρχηγός του μικρού κόμματος των «Ελευθεροφρόνων», που είχε χάσει όλες τις εκλογές από το 1933. Επειδή είχε μικρή κοινοβουλευτική δύναμη, δεν μπορούσε να εκφέρει βαρύνουσα γνώμη στα οξέα πολιτικά προβλήματα. Μετά τις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936, όμως, βρισκόταν σε συνεχή επαφή με στρατιωτικούς παράγοντες και το Παλάτι, προετοιμάζοντας συστηματικά τη δικτατορία του. Τις συνεννοήσεις του με τα Ανάκτορα τις πραγματοποιούσε μέσω του πολιτικού συμ
βούλου του βασΛιά, Θ. Αγγελόπουλου, τον οποίο συναντούσε στο σπίτι κάποιου συγγενή του. Αλλά ο Μεταξάς είχε καταφέρει να προσε- ταιρισθεί και αρκετά ηγετικά στελέχη του κόμματος των ΦΛελευθέρων, με τα οποία επικοινωνούσε ο φίλος του I. Διάκος που είχε φέρει τον Μεταξά σε επαφή και με τους Αγγλους.
Υστερα από συνομΛίες, ο βασιλιάς Γεώργιος B’ συγκάλεσε σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών για να τους πείσει να συνεργασθούν για να σχη- ματισθεί κυβέρνηση. Ev τω μεταξύ, αν και εξόριστος (στη Γαλλία), ο Ελευθέριος Βενιζέλος, με επιστολή του προς τον Λουκά Ρούφο, συνιστούσε να σχηματισθεί αμέσως κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των εσωτερικών ζητημάτων αλλά και των προβλημάτων που δημιουργούσε η διεθνής κατάσταση. Αλλά και ο συμμαχικός παράγοντας δραστηριοποιήθηκε. O πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Αθήνα, Σίντνεϋ Ουώτερλου, συναντήθηκε με τον πρώην υπουργό Εξωτερικών Δ. Μάξιμο, του οποίου ζήτησε τη μεσολάβηση για να σχηματισθεί κυβέρνηση Σοφούλη- Τσαλδάρη-Μεταξά. Την ίδια σύσταση επανέλαβε ο Αγγλος πρεσβευτής στον πρωθυπουργό Δε- μερτζή. Oi Αγγλοι, που ήθελαν με κάθε τρόπο να ματαιώσουν τη σύμπραξη του κόμματος των Φιλελευθέρων με την Αριστερά, έδειχναν απροκάλυπτα τη συμπάθειά τους στον γερμανόφιλο αρχηγό του κόμματος των Ελευθεροφρόνων.
To Συμβούλιο του Στέμματος συνήλθε στις 13 Φεβρουαρίου 1936, και σ’ αυτό πήραν μέρος όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί, εκτός εκείνου του Παλλαϊκού Μετώπου (KKE). O βασιλιάς έκανε έκκληση να εργασθούν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί για την εξομάλυνση του πολιτικού βίου. Υστερα από τον βασιλιά μίλησαν οι πολιτικοί αρχηγοί και έθεσαν το ζήτημα κυβέρνησης συνασπισμού για τη χώρα. Την επομένη ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις μεταξύ των Φιλελευθέρων και των Λαϊκών για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού. Oi συνομιλίες όμως δεν ευοδώθη- καν, γιατί έθεσαν προσκόμματα κάποια στελέχη των Φιλελευθέρων τα οποία είχαν μυστικές επαφές με τον Μεταξά, πείθοντας τον Σοφούλη να σταματήσει τις διαπραγματεύσεις. Oi συγκεκριμένοι βενιζελικοί, που ήταν μάλλον ενεργούμε- να των Αγγλων, έστειλαν στο Παρίσι αντιπροσωπεία για να πείσει τον Βενιζέλο ότι μόνο με τη βοήθεια του Μεταξά το κόμμα των Φιλελευθέρων θα μπορούσε να καταλάβει την εξουσία.
Av καθίστατο εφικτός ο σχηματισμός κυβέρνησης Φιλελευθέρων-Λαϊκών, τη στιγμή που στον κρατικό μηχανισμό κυριαρχούσαν φιλοδι- κτατορικά στοιχεία, η ομαλότητα στον πολιτικό βίο δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί γιατί θα ματαιώνονταν τα σχέδια των αντικοινοβουλευτι- κών παραγόντων.
90
Ελβασάν
Ιόγροδετς «'
Βεράτι TtX_Μοσχό^ολη*
Κλεισούρα.ουκότες
Τεπελέ^
• ΧειμάρραΑργυρόκαστρο ·
Αγ.Σαράντα
Κέρκυρα Φιλιάτες &
ΑχριδαΛ ίμνηΑχρίδας Μ οναστήρι
•
Φ λορινα
Κονιτσα
Ιω αννινα
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΟΡΟΘΕΠΚΗΣ ΓΡΑΜ Μ ΗΣ ΣΤΟ ANQTATO ΣΥΜ Μ ΑΧΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΠΛΡΙΣΙΩΝ (I9I9)
Κλίμακα 1:1.000.000
_ϊ__ E__ p yΕλληνικές διεκδικήσεις Αγγλο-Γαλλικές spommu; Αμερικανικές κροτβσεις Ιταλικές προτάσεις
Στις 5 Μαρτίου 1936 δημοσιεύθηκε έκκληση του Κομμουνιστικού Κόμματος προς τον ελληνικό λαό και τις πολιτικές οργανώσεις για συνεργασία προκειμένου να μην επιβληθεί δικτατορία, όπως διαφαινόταν λόγω κρυφών σχεδίων των Αγγλων. Την ίδια ημέρα συγκλήθηκε στο Υπουργείο Στρατιωτικών σύσκεψη της ανώτατης ηγεσίας των Σωμάτων Ασφαλείας και του Στρατού, με προεδρεύοντα τον υπουργό Στρατιωτικών Παπάγο. 0 Παπάγος, εξουσιοδοτημένος από τη σύσκεψη, μετέβη στα ανάκτορα και ζήτησε από τον βασιλιά να παύσει την κυβέρνηση Δεμερτζή ώστε να σχηματισθεί κυβέρνηση εμπιστοσύνης των Ανακτόρων και των Ενόπλων Δυνάμεων. Με λίγα λόγια, πρότεινε στον βασιλιά να κηρυχθεί δικτατορία, αλλά δεν έλαβε καμία απάντηση.
Χάρτης με τις συνοριακές διεκδικήσεις στη Βόρειο Ηπειρο, όπως διατυπώ9ηκαν στο Ανώτατο Συμμαχικό Συμβούλιο των Παρισίων, το 1919 (Διεύ&υνση Ιστορίας Στρατού).
Ev τω μεταξύ, ο Μεταξάς βρισκόταν σε συνεχή επαφή με τα Ανάκτορα μέσω του αρχηγού του βασιλικού οίκου 0. Αγγελόπουλου, και είχε ήδη ειδοποιήσει τον βασιλιά για τη σύσκεψη των στρατιωτικών. Μόλις ο Παπάγος έφυγε από τα Ανάκτορα, ο βασιλιάς κάλεσε τον Μεταξά και του ζήτησε να αναλάβει το Υπουργείο Στρατιωτικών.Εκείνος δέχθηκε και ο Παπάγος αποπέμφθηκε.
O αρχηγός, λοιπόν, των Ελευθεροφρόνων είχε γίνει ενεργούμενο των ανακτόρων και, το βασικότερο, υπουργός των Στρατιωτικών, αξίωμα που του προσέδιδε τον έλεγχο του Στρατού και μια ανέλπιδα ευκαιρία να υλοποιήσει τα σχέδιά του. Βέβαια, επικουρείτο σε όλους τους τομείς από τους Αγγλους, οι οποίοι προετοίμαζαν το έδαφος με τη βοήθεια των φιλελευθέρων,
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 91
O βασιλιάς Γεώργιος Β’ με τον Ιωάννη Μεταξά.
για να εγκαθιδρύσουν μια φιλικά προσκείμενη προς αυτούς δικτατορία και παράλληλα να απο- κλείσουν, κοινωνικά και πολιτικά, την Αριστερά.
Στις 19 Μαρτίου 1936 πέθανε ο Βενιζέλος και στις 13 Απριλίου ο πρωθυπουργός Δεμερ- τζής (από καρδιακή ανακοπή). Ετσι προέκυψε πρόβλημα εξουσίας στη χώρα. 0 βασιλιάς, με την υπόδειξη των Αγγλων, διόρισε πρωθυπουργό τον Μεταξά. Στις 25 Απριλίου 1936 ο Μεταξάς διάβασε στη Βουλή τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησής του. Βασική προτεραιότητα της χώρας αποτελούσε η αμυντική και η πολεμική παρασκευή. Στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα, η κυβέρνηση απέδιδε μεγάλη σημασία στην καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης του εργατικού κόσμου. Στον εκπαιδευτικό τομέα, θα λάμβανε όλα τα μέτρα για την ανύψωση του πνευματικού βίου.
O Μεταξάς προχώρησε στον διορισμό στενών συνεργατών και φίλων του ως νομαρχών, προετοιμάζοντας την παραμονή του στην εξουσία. To καλοκαίρι του 1936, τα αστικά κόμματα που είχαν στηρίξει τον Μεταξά αποδύθηκαν στον προσφιλή τους αγώνα των παρασκηνίων για την εξασφάλιση διαφόρων αντιπαροχών, ενώ οι κομμουνιστές προκαλούσαν συνεχώς ταραχές.
To βράδυ της 4ης Αυγούστου 1936, ο Μεταξάς κάλεσε τα μέλη της κυβέρνησης σε έκτακτο υπουργικό συμβούλιο και ανακοίνωσε την πρόφασή του να αναστείλει ορισμένα άρθρα του συντάγματος και να διαλύσει τη Βουλή, με την έγκριση του βασιλιά. Oi υπουργοί υπέγραψαν τα σχετικά διατάγματα, τα οποία αργότερα προσυπέγραψε και ο ίδιος ο βασιλιάς. H απόφαση δη- μοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της κυβερνήσεως και η δικτατορία με επικεφαλής τον Μεταξά και τη σύμπραξη των Αγγλων ήταν γεγονός.
Κατά την περίοδο της δικτατορίας, ο ξένος παράγοντας έπαιξε σημαντικό ρόλο. O ρόλος του ήταν εμφανέστερος στις ποικίλες προσβάσεις του στα κέντρα λήψης αποφάσεων. H διαρκής παρέμβαση των Αγγλων εκείνη την εποχή α- ποσκοπούσε στην εδραίωση της επιρροής της Αγγλίας στην Ελλάδα.
Σταδιακά, παρατηρήθηκε στροφή του καθεστώτος προς την Αγγλία και εγκατάλειψη της ουδετερότητας. O βρετανικός παράγοντας ενεργούσε τόσο σε προσωπικό όσο και σε επίσημο επίπεδο. Τα δύο αυτά επίπεδα αντιστοιχούσαν στους δύο φορείς της εξουσίας: τον βασιλιά και τον δικτάτορα. H βρετανική κυβέρνηση αναγνώριζε ότι ο βασιλιάς ήταν πολλαπλά χρήσιμος. Επειδή κατείχε θέση ισχύος έναντι του πολιτικού κόσμου, θεωρείτο από την Αγγλία αποκλειστικός εκφραστής της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας. Ενας αγγλόφιλος βασιλιάς, όπως ο Γεώργιος, αποτελούσε εγγύηση άσκησης επιρροής στα ελληνικά πράγματα προς όφελος των βρετανικών συμφερόντων.
O Μεταξάς ήταν ο εντολοδόχος του Γεωργίου. Oi απόψεις του βασιλιά για τις σχέσεις της Αγγλίας με την Ελλάδα είχαν γίνει αποδεκτές από εκείνον. O Μεταξάς, καθ’ όλη τη διάρκεια της δικτατορίας του, διαβεβαίωνε τη βρετανική κυβέρνηση ότι ήταν αποφασισμένος να συνεργα- σθεί στενά με την Αγγλία σε όλους τους τομείς.
O έλεγχος της χώρας και του δικτατορικού καθεστώτος έγινε αποτελεσματικότερος για τους Αγγλους μέσω της παρουσίας βρετανικών εταιριών σε καίριους τομείς της οικονομίας, και κυρίως σε σχέση με το δημόσιο χρέος της χώρας. H Αγγλία ήταν η κύρια πιστώτρια της Ελλάδας και οι Αγγλοι ομολογιούχοι κατείχαν το μεγαλύτερο ποσοστό του χρέους της χώρας. To 1936, στις 20 Αυγούστου, η κυβέρνηση Μεταξά ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει το 40% των τόκων στους ομολογιούχους. H συμφωνία αυτή ικανοποίησε τους Αγγλους και τον βασιλιά Γεώργιο.
O Μεταξάς είχε στο ενεργητικό του μια πρόσφατη συμφωνία με την Cable and Wireless Ltd. H εταιρία αυτή έλεγχε τις τηλεπικοινωνίες στο εσωτερικό και το εξωτερικό. H κυβέρνηση Μεταξά προσπάθησε να την εξαγοράσει, στην προ-
σπάθειά της να κρατικοποιήσει το δίκτυο τηλεπικοινωνιών. H προσπάθεια όμως απέτυχε. O λό- γος ήταν ότι οι Αγγλοι, μέσω της εταιρίας, έλεγχαν τα τηλεγραφήματα και τα τηλεφωνικά μηνύματα των ξένων κυβερνήσεων προς την Ελλάδα, και το αντίθετο.
Κύριος εκφραστής της βρετανικής υποστήριξης προς την Ελλάδα ήταν ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Ουώτερλου. Oi απόψεις του, που διαφαίνονταν στις αναφορές του προς το Φόρεϊν Οφις, αποκάλυπταν ότι το δικτατορικό καθεστώς του Μεταξά ήταν το προσφορότερο για τη διαφύλαξη των βρετανικών συμφερόντων.
H στάση του Ουώτερλου προς τον Μεταξά σχετιζόταν μάλλον με τη στάση του προς τον πολιτικό κόσμο της χώρας, που ήταν εχθρική. Tov Μάρτιο του 1936, όταν δεν μπορούσε να σχηματισθεί κοινοβουλευτική κυβέρνηση, ο Βρετανός πρεσβευτής θεωρούσε ευτύχημα τη μη ύπαρξη τέτοιας κυβέρνησης, γιατί άφηνε ελεύθερο τον βασιλιά και την υπηρεσιακή κυβέρνηση να εργασθούν ανεμπόδιστα, χωρίς αντεγκλήσεις στη Βουλή. Οταν κηρύχθηκε δικτατορία από τον Μεταξά, διαβεβαίωσε το Φόρεϊν Οφις ότι ο δικτάτορας ήταν φερέφωνο του βασιλιά. To γεγονός αυτό ικανοποίησε την Αγγλία.
Γενικά, οι Αγγλοι και το καθεστώς του Μεταξά ήταν σε απόλυτη συμφωνία. H Αγγλία επιθυμούσε να τηρεί η Ελλάδα ουδετερότητα και να είναι πάντα διαθέσιμη, όταν θα ζητείτο η συμ- μαχία της. Επίσης, κατά την εντεινόμενη αντιπαράθεση Αγγλίας και Αξονα, η Ελλάδα θα απο- δεικνυόταν ένα πολύτιμο προγεφύρωμα της Βρετανίας στη Μεσόγειο. O βρετανικός παράγων ήλεγχε ολοκληρωτικά τις οικονομικές δομές της χώρας και εκ των πραγμάτων διαχειριζόταν και τις τύχες της.
Oi Αγγλοι, ο βασιλιάς Γεώργιος και ο Μεταξάς προετοίμασαν τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου του 1936. Oi Αγγλοι επιδίωκαν να προσθέσουν την Ελλάδα στην αλυσίδα των αντικομμουνιστι- κών καθεστώτων, για να στερεώσουν την επιρροή τους και να αποκτήσουν έτσι ένα καθεστώς πειθήνιο σ' αυτούς. Τα κατάλληλα πρόσωπα εκείνη την εποχή ήταν ο Γεώργιος B’, αποδεδειγμένος φίλος της Αγγλίας, και ο Μεταξάς. Υπολογίζοντας στη φιλοδοξία του τελευταίου, οι Αγγλοι του παρείχαν ευρεία υποστήριξη στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική της χώρας.
O EAAHNΟΪΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ KAI H ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΕΠΙΡΡΟΗ
To τρίμηνο από τα τέλη Δεκεμβρίου 1940 έως τις αρχές Απριλίου 1941, η Αγγλία αναγκάσθηκε να αναλάβει πρωτοβουλίες στην Ελλάδα, ενόψει της επαπειλούμενης επέμβασης των Γερμανών
στα Βαλκάνια. H πολιτική της Αγγλίας τη συγκεκριμένη περίοδο δεν ήταν σαφής, αλλά διαμορφώθηκε με βάση τις προθέσεις της Γερμανίας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις Αγγλων στρατιωτικών, η επέμβαση της Γερμανίας στα Βαλκάνια θεωρείτο πλεονεκτική για την Αγγλία, αφενός γιατί θα οδηγούσε στη διασπορά των γερμανικών δυνάμεων και αφετέρου γιατί θα μειωνόταν η γερμανική πίεση στη μητροπολιτική Αγγλία. Από την άλλη πλευρά, οι Αγγλοι δεν επιθυμούσαν τον τερματισμό του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, γιατί είχαν καθηλωθεί στην Αλβανία σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις των Ιταλών, που δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στη βόρεια Αφρική.
Ενα από τα βασικότερα ζητήματα του Ελλη- νοϊταλικού Πολέμου αφορούσε το αν η Γερμανία θα μεσολαβούσε για να τερματισθεί αυτή η σύγκρουση η οποία, σύμφωνα με τον Μεταξά, δεν είχε διέξοδο. O Μεταξάς δεν ήταν αντίθετος σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αλλά προσέκρουε στην κατηγορηματική άρνηση της Αγγλίας. O Ελληνας πρωθυπουργός ήταν διατεθειμένος να ζητήσει από τους Αγγλους να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, που αποτελούσε έναν από τους κυριώ- τερους στόχους των Γερμανών.
Από τη σκοπιά της Αγγλίας, ο τερματισμός O Ιωάννης Μεταξάς του Ελληνοϊταλικού Πολέμου θα δημιουργούσε ν ε τονΑλέξανδρο
σοβαρά προβλήματα. Επειδή η Ελλάδα δεν βρι- Παπαγο.
σκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με τη Γερμανία, μια συνθήκη ειρήνης με την Ιταλία θα έθετε την Ελλάδα εκτός πολέμου. Στην περίπτωση αυτή, η Αγγλία θα έπρεπε να αποσύρει τις στρατιωτικές δυνάμεις που είχε στείλει στην Ελλάδα. Ετσι α- ποφασίσθηκε η Ελλάδα να συνεχίσει τον πόλεμο στο πλευρό της Αγγλίας ακόμη και μετά τη συντριβή της Ιταλίας, και να ασκηθούν πιέσεις στην ελληνική κυβέρνηση ώστε να μην υπογρα-
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΧ E
Σύσκεψητou πρω&υπουργού Ιωάννη Μεταξά με Βρετανούς επισήμους (Δεκέμβριος 1940).
τύχη του Αλβανικού μετώπου. Στις 4 Ιανουαρίου 1941. σε σύσκεψη όπου παρακάθησαν και εκπρόσωποι της αγγλικής στρατιωτικής αποστολής, ο Μεταξάς ζήτησε από τους Αγγλους να στείλουν αεροπορικές δυνάμεις και αυτοκίνητα για τις ανάγκες του αλδανικού μετώπου και να εντείνουν τις περιπολίες τους στην Αδριατική. To αγγλικό Γενικό Επιτελείο αποφάσισε να σταλεί βοήθεια στην Ελλάδα και συνάμα να προτα- θεί η αποστολή βρετανικών δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη. Αποφασίσθηκε, επίσης, να επισκε- φθεί την Αθήνα για συνομΛίες με τον Μεταξά ο Αγγλος αρχιστράτηγος Μέσης Ανατολής, Ουέη- βελ. O Μεταξάς δέχθηκε χωρίς περιστροφές.
H απόφαση της αγγλικής κυβέρνησης αφορούσε κυρίως την αποστολή εκστρατευτικού
σώματος στην Ελλάδα. O Μεταξάς, αντίθετα, προσδοκούσε βοήθεια στο Αλβανικό μέτωπο.Oi προσδοκίες όμως των Αγγλων ήταν άλλες σχετικά με την επίσκεψη του Ουέηβελ. Με βάση τις εκτιμήσεις του Λονδίνου ότι οι Γερμανοί θα εξαπέλυαν επίθεση κατά της Ελλάδας ως το τέλος Ιανουαρί- ou 1941, το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής διατάχθηκε να έχει έτοιμες για δράση στην Ελλάδα ισχυρές αεροπορικές και θωρακισμένες δυνάμεις.
Στις 13 Ιανουαρίου 1941 έ- φθασε στην Αθήνα ο Αρτσι- μπαλντ Ουέηβελ και την ίδια η-
αέρα συναντήθηκε με τον Μεταξά, ο οποίος τον ενημέρωσε για τη στρατιωτική κατάσταση της χώρας. Πρόθεση των Αγγλων δεν ήταν να ανα- λάβουν την υπεράσπιση της Ελλάδας, αλλά να συμβάλουν στην άμυνά της με την παροχή πολεμικού υλικού και αεροπορικών δυνάμεων.
Στις 15 Ιανουαρίου 1941 πραγματοποιήθηκε η τελευταία και αποφασιστική σύσκεψη των Ελλήνων και των Αγγλων αντιπροσώπων. Από ελληνικής πλευράς δόθηκε προτεραιότητα στις ανάγκες του Αλβανικού μετώπου. Oi Αγγλοι προσέφεραν κάποιες δυνάμεις, αλλά η πρόταση απορρίφθηκε. Επιπλέον, προσφέρθη- καν ανεπαρκείς δυνάμεις για την άμυνα της βόρειας Ελλάδας από γερμανική επίθεση, πρόταση που αποκρούσθηκε από τον Μεταξά, γιατί θα προκαλούσε τη Γερμανία.
Στις 18 Ιανουαρίου οι Αγγλοι επανέλαβαν την πρόταση στον Μεταξά για την αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων στην Ελλάδα, αλλά έλαβαν την απάντηση ότι οι δυνάμεις που προσέφεραν ήταν απολύτως ανεπαρκείς. Χωρίς να είναι ακραίος, ο Μεταξάς πρότεινε να σταλούν βρε-
φεί συνθήκη ειρήνης με την Ιταλία. Παρόμοιες πιέσεις, όμως, ήταν φυσικό να προκαλέσουν την απαίτηση της ελληνικής κυβέρνησης να αναλά- βει η αγγλική κυβέρνηση δεσμεύσεις να υποστηρίξει στρατιωτικά την Ελλάδα κατά της Ιταλίας και της Γερμανίας. Oi οδηγίες προς τον Αγγλο πρεσβευτή στην Αθήνα ήταν να καθησυχάσει την ελληνική πλευρά, αναλαμβάνοντας κάποιες δεσμεύσεις.
O Μεταξάς, σε συνομιλίες που είχε με τους Αγγλους διπλωμάτες στην Αθήνα στις 20 Δεκεμβρίου 1940, τους διαβεβαίωνε ότι βάση της πολιτικής του ήταν η συμμαχίατης Ελλάδας με την Αγγλία. Την επομένη ενημέρωσε τον Αγγλο πρεσβευτή ότι είχε αποφασίσει να συνεχίσει τον πόλεμο κατά της Ιταλίας και μετά και
κατά της Γερμανίας. H ελληνοαγγλική στρατιωτική συνεργασία θα συνεχιζόταν σε όλη τη διάρκεια του πολέμου. Παράλληλα, ο Μεταξάς πρότεινε στον Αγγλο στρατιωτικό ακόλουθο να συνεχισθεί η ελληνοαγγλική συνεργασία και μετά τη λήξη του πολέμου. Ολες αυτές οι προτάσεις του Μεταξά κρίθηκαν ικανοποιητικές από τους Αγγλους.
Συγχρόνως άρχισε να προωθείται από τους Αγγλους η ιδέα της δημιουργίας προϋποθέσεων για μελλοντικό μέτωπο στην Ελλάδα, ιδίως κοντά στη Θεσσαλονίκη. H ελληνική κυβέρνηση όμως δεν επέτρεψε την παρουσία αγγλικών στρατευμάτων στη βόρεια Ελλάδα. Τόσο ο Μεταξάς όσο και ο Παπάγος, αντιτάχθηκαν σθεναρά σ’ αυτό το αγγλικό αίτημα προκειμένου να μην προκληθεί η Γερμανία. Ev τω μεταξύ όμως ο Μεταξάς μεταπείσθηκε να επιτρέψει την εγκατάσταση αγγλικών αεροπορικών δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη, όταν οι Αγγλοι συνέδεσαν αυτό το θέμα με την παροχή βοήθειας σε περίπτωση γερμανικής εισβολής.
H κύρια μέριμνα του Μεταξά αφορούσε την
94
Oi αρχηγοί του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος βΕΣ) στην Ελλάδα. Από αριστερά, ο αντιστράτηγος Μπλέημυ (Blamey), διοικητής του 1ου αυστραλιανού Σώματος Στρατού, ο αντιστράτηγος Ουίλσον (Wilson), διοικητής του ΒΕΣ και ο Νεοζηλανδός υποστράτηγος Φράιμπεργκ (Freyberg), διοικητής της 2ης νεοζηλανδικής Μεραρχίας Πεζικού.
τανικές δυνάμεις αφού θα λαμβάνονταν όλα τα αναγκαία μέτρα για να μην επισύρουν την προσοχή των Γερμανών.
Αυτή ήταν η τελευταία πολιτική πράξη του Μεταξά, ο οποίος πέθανε στις 29 Ιανουαρίου 1941, αφήνοντας πίσω του άλυτο ένα τεράστιο πολιτικό πρόβλημα. Στις 28 Ιανουαρίου ο βασιλιάς ανακοίνωσε στον Αγγλο πρεσβευτή, μετά από σύγκληση του υπουργικού συμβουλίου, ότι είχε αποφασίσει να διορίσει πρωθυπουργό της χώρας τον Αλέξανδρο Κορυζή. Oi Αγγλοι θεώρησαν την επιλογή αυτή άστοχη και ανεπαρκή, και αντ' αυτού πρότειναν να αναλάβει την πρωθυπουργία ο ίδιος ο βασιλιάς. O βασιλιάς όμως επέμενε στην απόφασή του, γιατί πίστευε ότι ο Κορυζής ήταν ο πλέον κατάλληλος, λόγω της ε- ντιμότητάς του.
O νέος πρωθυπουργός ήταν αποφασισμένος να μην υποκύψει σε οποιαδή- ποτε πίεση των Γερμανών.Επίσης, δήλωσε στους Αγγλους, που τον βολιδοσκοπούσαν επίμονα, ότι η Ελλάδα θα πολεμούσε τη Γερμανία και ότι θα παρέμενε στο πλευρό της Αγγλίας ως την τελική νίκη.
Από την πλευρά της Αγγλίας, η αποστολή στρατιωτικής βοήθειας στην Ελλάδα θεωρείτο επιθυμητή, επειδή εξυπηρετούσε ευρύτερους πολιτικούς σκοπούς. H Ελλάδα δεν μπορούσε να αφεθεί στην τύχη της σε περίπτωση επίθεσης από τη Γερμανία, γιατί το γόητρο της Αγγλίας στα Βαλκάνια θα μειωνόταν. Ετσι, στις 11 Φε- βρουαρίου 1941 αποφασίσθηκε η αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων. Παράλληλα, αποφασίσθηκε η αποστολή στην Ελλάδα του Αγγλου υπουργού Εξωτερικών Ηντεν και του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, σερ Τζων Ντιλ, για να συμφωνήσουν με τους Ελληνες για τη διάταξη των δυνάμεων που επρόκειτο να σταλούν.
Σημείο σταθμό στις ελληνοβρετανικές σχέσεις αποτέλεσε η διάσκεψη του Τατοϊου, στις 22 Φεβρουαρίου 1941. Oi διαπραγματεύσεις ήταν δύσκολες και αρκετά επίπονες, αν και γίνονταν μεταξύ συμμάχων. Στη διάσκεψη έλαβαν μέρος πολλά στρατιωτικά και πολιτικά στελέχη και των δύο χωρών. Αποφασίσθηκε, ανάμεσα σε άλλα, να συμπτυχθούν οι προωθημένες ελληνικές δυνάμεις στη «γραμμή Αλιάκμονα».
Στις 2 Μαρτίου 1941 ο Ηντεν και οι άλλοι Αγγλοι αντιπρόσωποι επέστρεψαν στην Αθήνα και ξεκίνησαν νέες συνομιλίες με τον στρατηγό Παπάγο, γιατί επέμενε να μην εκδώσει διαταγή σύμπτυξης προς τον Αλιάκμονα. H σκέψη του έμπειρου στρατηγού ήταν ορθή, γιατί διατηρώντας προωθημένα τμήματα του στρατού στη Μακεδονία, θα αποφευγόταν μια πιθανή υπερ- φαλάγγιση των μονάδων που πολεμούσαν στην Ηπειρο. H λύση της παθητικής άμυνας που πρό- τειναν οι Αγγλοι ήταν άκαιρη, με δεδομένες τις θέσεις που κατείχε ο Ελληνικός Στρατός στη βόρεια Ελλάδα.
Oi συνομιλίες κατέληξαν σε αδιέξοδο. O Παπάγος επέμενε ότι ο Ελληνικός Στρατός θα πολεμούσε στη «γραμμή Μεταξά», στη Μακεδονία.
Ev τω μεταξύ, ο Ηντεν είχε ζητήσει από τον Γεώργιο B’ να πείσει τον Παπάγο. Τελικά, βρέθηκε συμβιβαστική λύση για την άμυνα από κοινού στη «γραμμή Αλιάκμονα».
Στις 25 Μαρτίου 1941, μετά την εκδήλωση της μεγάλης «εαρινής» επίθεσης των Ιταλών στο αλβανικό μέτωπο, έγινε προσπάθεια από τους Αγγλους να πεισθεί ο Παπάγος να αποσύρει τα ελληνικά στρατεύματα από την ανατολική Μακεδονία στη «γραμμή Αλιάκμονα», προ- σφέροντας όλα τα μέσα για τη μεταφορά τους.O αρχιστράτηγος όμως δεν είχε δεχθεί αυτή την πρόταση έως τις 6 Απριλίου 1941, οπότε η γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας συνάντησε ηρωική αντίσταση στα οχυρά της ανατολικής Μακεδονίας.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Σύσκεψη στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών. Προϊσταται ο Ουίνστον Τσώρτσιλ (δεύτερος από αριστερά)και συμμετείχαν οι Αντονυ Ηντεν (Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, πρώτος από αριστερά), Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός (εκτελών χρέη αντιβασιλέα, τρίτος από αριστερά), ο στρατάρχης Χάρολντ Αλεξάντερ (δίπλα στονΔαμασκηνό), ο Χάρολντ Μακμίλλαν (πέμπτος από αριστερά)και ο ταξίαρχος Σκόμπι (δίπλα στον Μακμίλλαν) (Αθήνα, Πολεμικό Μουσείο, Βρετανική Συλλογή).
H περίοδοςτης Κατοχής και ο ΕμφύλιοςΠόλεμοςH ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΚΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΚΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣΣΤΗΝ KATOXH
H τελευταία μάχη κατά των Γερμανών στο ελληνικό έδαφος δόθηκε στην Κρήτη, η οποία καταλήφθηκε τον Μάιο του 1941. O βασιλιάς και η κυβέρνηση Τσουδερού κατέφυγαν στην Αίγυπτο, ενώ η αγγλική SOE (Special Operations Executive, Υπηρεσία Ειδικών Επιχειρήσεων), που είχε επιφορτισθεί με το καθήκον να οργανώνει
την αντίσταση σε κάθε χώρα που είχε υποταχθεί στους Γερμανούς, είχε χάσει κάθε επαφή με τους συνεργάτες της στην Ελλάδα. H επαφή α- ποκαταστάθηκε μετά από προσπάθειες του «Οδυσσέα», δηλαδή του Γεράσιμου Αλεξάτου, που είχε επΛεγεί από τη SOE για να λειτουργεί ως σύνδεσμός της με το κωδικό όνομα «Οδυσ- σέας». O Αλεξάτος είχε αποκλεισθεί στην Κρήτη. αλλά μετά από ένα περιπετειώδες ταξίδι έ- φθασε στη Σμύρνη τον Σεπτέμβριο του 1941. Εκεί. αφού εφοδιάσθηκε με το απαραίτητο υλικό λειτουργίας ασυρμάτων, έφυγε για την Ελλάδα. Ετσι, αποκαταστάθηκε η επαφή Αθήνας-Καϊ- pou μέσω Σμύρνης, ώστε να λαμβάνονται άμεσα οι διαταγές από το Βρετανικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής.
Παράλληλα, στο κατεχόμενο από τους Γερ- μανοϊταλούς τμήμα της Ελλάδας άρχισαν να σημειώνονται δραματικές αλλαγές. Μετά τη συνθηκολόγηση, την οποία υπέγραψε ο στρατηγός Τσολάκογλου με τους Γερμανούς και μετά με τους Ιταλούς, όλες οι αφοπλισμένες μονάδες του Ελληνικού Στρατού άρχισαν να κινούνται προς νότο. Ετσι, στην πρωτεύουσα συγκεντρώθηκε ένας μεγάλος αριθμός μαχητών, με την ελπίδα ότι θα μπορούσαν να βρουν ευκολότερα κάποιο μέσο για να κινηθούν προς τους τόπους προορισμού τους. Κάποιοι το κατόρθωσαν, ενώ άλλοι όχι.
Κατά την ίδια περίοδο πολλοί Βρετανοί στρατιωτικοί, που δεν είχαν διαφύγει όταν το
96
Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα εκκένωσε την Ελλάδα, κρύβονταν στην ύπαιθρο. Για να τους διασώσει, το Αγγλικό Γενικό Επιτελείο είχε δημιουργήσει την οργάνωση MI9, η οποία τον πρώτο καιρό δεν διαδραμάτισε κανένα ρόλο. Τη διάσωση και διαφυγή των Βρετανών αξιωματικών είχαν αναλάβει οι πρώτες ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις, που τους φυγάδευαν με μικρά πλοιάρια στην Αίγυπτο. Ορισμένους φυγάδες οι διάφορες βρετανικές μυστικές υπηρεσίες της Μέσης Ανατολής, αφού τους εφοδίαζαν με πολεμικό υλικό και άλλα μέσα, τους ξαναέστελναν στην Ελλάδα για να βοηθήσουν άλλους συναδέλφους τους και για να δημιουργήσουν αντιστασιακούς πυρήνες.
Oi ελληνικές αντιστασιακές ομάδες που βοηθήθηκαν από τους Βρετανούς ήταν πολλές, και το κύριο αντικείμενό τους ήταν η κατασκοπεία και η δολιοφθορά. Αλλες όμως είχαν και πολιτικές επιδιώξεις. Γιαπαράδειγμα, υπήρχαν η Πανελλήνια Ενωση Αγωνιζομένων Νέων (ΠΕΑΝ), ο Ομηρος, ο Μαλέας, ο Κόδρος, ο Μίδας 614, η Υβόννη, ο Πλούτων και η Μπουμπουλίνα. Ολες αυτές οι οργανώσεις είχαν ως σκοπό τη συλλογή πληροφοριών για τον αντίπαλο και την οργάνωση δολιοφθορών, που θα αποδιοργάνω- ναν τους κατακτητές. Γενικά, όμως, η κατάσταση ήταν συγκεχυμένη. Λόγω της δράσης πολλών οργανώσεων με ποικίλο πολιτικό προσανατολισμό, διαμορφώθηκαν νωρίς διαφορετικές προοπτικές για το μεταπολεμικό πολιτειακό καθεστώς της χώρας. Κύριος ευνοούμενος όμως της Μεγάλης Βρετανίας ήταν οι οργανώσεις με δεξιό προσανατολισμό, αφού οι αριστερές προπαγάνδιζαν συνθήματα με περιεχόμενο ξένο προς την ελληνική νοοτροπία και κουλτούρα.
H SOE είχε ενημερωθεί για την εμφάνιση και τους πολιτικούς προσανατολισμούς των αντιστασιακών οργανώσεων. To ερώτημα που ανέκυψε ήταν εάν η SOE θα έπρεπε να συνεργα- σθεί με τη μεγαλύτερη από όλες, το EAM, την πολιτική οργάνωση του KKE. To Λονδίνο αποφάσισε να συνεργασθεί με το EAM, και έτσι το1941 ο Αγγλος απεσταλμένος Πώσον προσέφε- ρε στο EAM χρήματα και υλικά δολιοφθοράς. Αυτή ήταν η πρώτη επαφή του EAM με τους Βρετανούς.
H SOE είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, για να προκληθεί η μεγαλύτερη δυνατή φθορά στον κατακτητή, έπρεπε να τοποθετηθεί ως ηγέτης του αντιστασιακού κινήματος μια προσωπικότητα ευρύτερης αποδοχής. Επίσης, θα έπρεπε να δηλωθεί επίσημα από τον βασιλιά ότι δεν θα επέστρεφε στην Ελλάδα, αν δεν πραγματοποιείτο πρώτα δημοψήφισμα.
H SOE πρότεινε ως αρχηγό της αντίστασης τον Νικόλαο Πλαστήρα, έμπειρο στρατιωτικό,
τον οποίο όμως δεν δέχθηκε το Φόρεϊν Οφις. Επίσης, η ελληνική κυβέρνηση δεν δέχθηκε να του παράσχει διαβατήριο για να αναχωρήσει από τη Γαλλία, όπου βρισκόταν.
To καλοκαίρι του 1942 το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής (ΣΜΑ) είχε σαφή πρόθεση να ενισχύσει τις αντιστασιακές δυνάμεις στην Ελλάδα και ζήτησε από τη SOE να προχωρήσει σε καταστροφές καίριων σημείων του ελληνικού συγκοινωνιακού δικτύου. Για τον λόγο αυτό η SOE οργάνωσε μια αποστολή δολιοφθορέων στην Ελλάδα υπό τον ταγματάρχη Τσιγάντε, με σκοπό την καταστροφή της γέφυρας της διώρυγας της Κορίνθου.
Τη νύκτα της 1ης Αυγούστου του 1942 ο Τσι- γάντες και οκτώ ακόμη Ελληνες, αποβιβάσθη- καν από ένα υποβρύχιο στην ακτή Κότρωνα της Μάνης με αρκετό πολεμικό υλικό και χρυσές λίρες. H αποστολή του Τσιγάντε όμως κατέληξε σε αποτυχία, επειδή η επιχείρηση καθυστερούσε. Τελικά, ο Τσιγάντες προδόθηκε και σκοτώθηκε σε συμπλοκή με τους Ιταλούς στην Αθήνα.
Μετά την αποτυχία αυτής της επιχείρησης, το ΣΜΑ ζήτησε από τη SOE να επιχειρήσει να καταστρέψει μια από τις τρεις γέφυρες της σιδηροδρομικής γραμμής Αθηνών-Θεσσαλονίκης. H SOE οργάνωσε την επιχείρηση, στην οποία δόθηκε η
0 Γ. Παπανδρέου υψώνει την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη, κατά την απελευθέρωσητης Αθήνας, στις 12 Οκτωβρίου 1944.01 ελπίδες που δημιουργήθηκαν τότε για ολοκλήρωση της εθνικής ανεξαρτησίας επρόκειτο να έχουν πολύ μικρή διάρκεια (Αθήνα, ΕΛΙΑ).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
O υπαρχηγός της Επιχείρησης «Harling·», ταγματάρχης Κρις Γουντχάουζ.
ονομασία «Harling», με τη συμμετοχή 11 Βρετανών και του Ελληνα υπολοχα- γού Θεμιστοκλή Μαρίνου. Επελέχθηκε η γέφυρα του Γοργοποτάμου, η οποία, μετά από συνδυασμένες ενέργειες, ανατι- νάχθηκε, προσφέροντας σημαντική Βοήθεια στον αγώνα κατά του Αξονα.
Καίρια ήταν η συμβολή της SOE και στην αντίσταση στη Βόρεια Ελλάδα. Oi δραστηριότητές της επεκτάθηκαν στο τέλος του 1943 στην ανατολική Μακεδονία. Για τον σκοπό αυτό, ο Βρετανός ταγματάρχης Μικλθου- έιτ είχε αποσπασθεί από την Ηπειρο. Με υπόδειξη του αρχηγού του τομέα Μακεδονίας, του συνταγματάρχη Νίκολας Χάμμοντ, ο Μικλθουέιτ,
συνοδευόμενος από τον Ελληνα λοχία Κλέαρχο Πετράκη, προωθήθηκε στο αρχηγείο του ΕΛΑΣ.O Μικλθουέιτ μπορούσε να ενεργεί ανεξάρτητα και να λαμβάνει εντολές.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1944 το ΣΜΑ ειδοποίησε τον Μικλθουέιτ ότι η Βουλγαρία ζήτησε ανακωχή η οποία είχε γίνει αποδεκτή από τους Συμμάχους, γι’ αυτό και θα έπρεπε να διακοπούν οι εχθροπραξίες με τον Βουλγαρικό Στρατό. Δύο ημέρες αργότερα, ο Μικλθουέιτ με κάποιους Ελληνες στρατιωτικούς πήγαν στη Σόφια, όπου υπέγραψαν συμφωνία με τη βουλγαρική κυβέρνηση. Ετσι έληξε η δραστηριότητα της SOE στην ηπειρωτική Ελλάδα.
H δράση των Βρετανών ήταν έντονη επίσης στην Κρήτη. Με την τακτική αποστολή πρακτόρων, προσπάθησαν να βοηθήσουν την οργάνωση της αντίστασης στο νησί, στο οποίο ήδη δρα- στηριοποιούντο αντιστασιακές οργανώσεις, με μεγαλύτερη αυτή του Μανώλη Μπαντουβά και της ομάδας του, με μαχητές κυρίως από το χωριό Κάτω Ασίτες Ηρακλείου. Εκπρόσωπος των Βρετανών στην Κρήτη ήταν ο ταγματάρχης Πά- τρικ Λη Φέρμορ, ο οποίος έλαΒε μέρος σε πολλές και επικίνδυνες αποστολές κατά των Γερμανών. Κατά τη σταδιακή απελευθέρωση της Κρήτης, η ελληνική κυβέρνηση προέβη στον σχηματισμό ταγμάτων εθνοφυλακής, για να αντικαταστήσουν τις αντιστασιακές οργανώσεις και τους Βρετανούς πράκτορες. Στις 28 Φεβρουαρίου 1945 έληξε η αποστολή της SOE και στην Κρήτη.
TO EAM KAI H ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΖΕΡΤΑΣ
H απελευθέρωση της Ελλάδας απασχόλησε έντονα τις συμμαχικές δυνάμεις και ιδίως την Αγγλία. Την άνοιξη του 1944, η θέση των Βρετανών ήταν επισφαλής στην Ελλάδα: οι στρατιωτικές δυνάμεις της ελληνικής εξόριστης κυβέρνησης είχαν αποσυντεθεί, ενώ το EAM κυριαρχούσε παντού στη χώρα. Oi στόχοι της αγγλικής πολιτικής καθορίσθηκαν με σαφήνεια στις 7 Ιουνίου 1944, οπότε, σε μνημόνιο που υπέβαλε ο υπουργός Εξωτερικών, Αντονυ Ηντεν, στο Πολεμικό ΣυμΒούλιο, οριζόταν ότιτο Λονδίνο έπρεπε να εργασθεί για την εγκαθίδρυση στην Ελλάδα ενός καθεστώτος το οποίο, μετά τον πόλεμο, θα προσκολλάτο στο άρμα της Βρετανίας, για να α- ντιμετωπίσειτη σοβιετική επιρροή.
Στις 30 Μαϊου 1944 η βρετανική κυβέρνηση απευθύνθηκε προς τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Κόρντελλ Χαλ, και ζήτησε να πλη- ροφορηθεί την άποψη των ΗΠΑ για το ενδεχόμενο ενός αγγλοσοβιετικού διακανονισμού, σύμφωνα με τον οποίο η Βρετανία θα αναλάμβανε την ευθύνη για την Ελλάδα, ενώ η ΕΣΣΔ για τη Ρουμανία. O Χαλ απέρριψε τη Βρετανική πρόταση, καθώς εκείνη την εποχή η χώρα του ήταν αντίθετη με κάθε διαίρεση της Ευρώπης. O Τσώρτσιλ επανήλθε σχεδόν αμέσως με μήνυμά του προς τον Ρούσβελτ σχετικά με την προηγούμενη πρόταση, τονίζοντας ότι έτσι θα διευθετούντο οποιεσδήποτε εκκρεμότητες στα Βαλκάνια. Oi Αμερικανοί δέχθηκαν απρόθυμα αυτή την πρόταση.
Παράλληλα, η Βρετανία προσπαθούσε να ενοποιήσει τα αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα. κάτιπου έγινε, σε μικρό βαθμό, με τη Συμφωνία της Καζέρτας, στα τέλη ΣεπτεμΒρίου 1944, η οποία έθεσε όλες τις συμμαχικές δυνάμεις στην Ελλάδα υπό την ηγεσία του στρατηγού Ρόναλντ Σκόμπι. H Συμφωνία υπογράφηκε από τον αρχιστράτηγο των Συμμαχικών Δυνάμεων Μέσης Ανατολής, Χένρυ Ουίλσον, τον Βρετανό υπουργό για τη Μεσόγειο, Χάρολντ Μακμίλ- λαν, καθώς και από τον Γεώργιο Παπανδρέου και τους στρατηγούς Ζέρβα και Σαράφη από την ελληνική πλευρά. Oi δύο αξιωματικοί, επικεφαλής του ΕΔΕΣ και του ΕΛΑΣ αντίστοιχα, δήλωσαν ότι θα σέβονταν απόλυτα όποιες διαταγές θα λάμβαναν από τον αρχιστράτηγο Σκόμπι. Παρά τη συμφωνία αυτή, ο Τσώρτσιλ δεν εμπιστευόταν το EAM και φοβόταν ότι οι κομμουνιστές θα έσπευδαν να καταλάβουν το κενό που θα δημιουργούσε η αποχώρηση των Γερμανών, αν οι Βρετανοί δεν έστελναν αμέσως στρατεύματα στην Ελλάδα. Γι’ αυτό όμως ο Τσώρτσιλ έπρεπε να εξασφαλίσει εκ των προτέρων τη δέσμευση
98
της Ρωσίας. Αυτή η ανάγκη ώθησε τους Τσώρ- τσιλ και Ηντεν στην απόφαση να επισκεφθούν τη Μόσχα. Κατευθυνόμενσι εκεί, στάθμευσαν στις 8 Οκτωβρίου 1944 στην Καζέρτα, όπου συ- ναντήθηκαν με τον Γεώργιο Παπανδρέου. O Ελληνας πρωθυπουργός βρήκε την ευκαιρία να εκφράσει στους Βρετανούς ηγέτες την -αγωνία» του έθνους για την άρνηση των Βουλγάρων να εκκενώσουν τα βόρεια ελληνικά εδάφη. Oi Αγγλοι ηγέτες τον διαβεβαίωσαν ότι το θέμα θα λυνόταν οριστικά. Πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι και το KKE ζητούσε επίμονα την αποχώρηση του Βουλγαρικού Στρατού από τη Μακεδονία.
Καθώς διευθετούντο οι διεθνείς επιπλοκές που πρόκυψαν μετά τον B' Παγκόσμιο Πόλεμο, άρχισε στις 7 Οκτωβρίου 1944 η αποβίβαση βρετανικών στρατευμάτων στην Πελοπόννησο. Εκείνη την περίοδο οι Γερμανοί εγκατέλειπαν την Αθήνα, όπου σημειώθηκαν κάποιες συγκρούσεις με τον ΕΛΑΣ. Στις 18 Οκτωβρίου 1944 επέστρεψε στην Αθήνα η νόμιμη κυβέρνηση υπό τον Γ Παπανδρέου, σε ατμόσφαιρα μεγάλου ενθουσιασμού. Εγινε έπαρση της ελληνικής σημαίας στην Ακρόπολη και μετά ο πρωθυπουργός απευθύνθηκε στον ελληνικό λαό από την Πλατεία Συντάγματος, όπου κυριαρχούσαν συνθήματα υπέρ του KKE και του EAM, ενδεικτικό στοιχείο της ευρείας απήχησης που είχε η Αριστερά στα λαϊκά στρώματα.
Γενικά το EAM, μετά τη Συμφωνία της Ka- ζέρτας, που ουσιαστικά παρέδιδε τη χώρα στον βρετανικό έλεγχο, διαχώρισε τη θέση του, καθώς η ηγεοία του αντιλήφθηκε ότι ο σκοπός των Βρετανών ήταν να απομονώσουν αλλά και να εξοντώσουν τα όργανα της Αριστε- ράς (δηλαδή το EAM) και αργότερα να πολεμήσουν και να καθυποτάξουν τον ΕΛΑΣ, που απειλούσε το μοναρχικό δεξιό καθεστώς. Ta πράγματα πια ήταν ώριμα για να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος.
O αρχηγός της Επιχείρησης «Harling»,Βρετανός ταξίαρχος Εντυ Μάγερς.
Δύο Σοβιετικοί στρατιωτικοί ακόλουθοι συζητούν με έναν Αμερικανό πολεμικό ανταποκριτή στο σαλόνι της «Μεγάλης Βρετανίας», κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 99
Στιγμιότυπο από την έναρξη των συγκρούσεων του «Δεκεμβριανού κινήματος». Στην πλατεία Συντάγματος Βρετανοί αλεξιπτωτιστές επιτηρούν τα γραφεία του KKE σε κτίριο της οδού Οθωνος.
O στρατηγός Σκόμπυ και ο στρατάρχης
Αλεξάντερ φωτογραφίζονται στον εξώστη τού
επί της οδού Πανεπιστημίου
νεοκλασικού κτιρίου, όπου σήμερα λειτουργεί το
Νομισματικό Μουσείο.
ΕΘΝΙΚΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ META TON B’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ: TO ZHTHMA ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΩΝ KAI ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΗΠΕΙΡΟΥ
H παράδοση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα από τους Βρετανούς μετά τη λήξη του B’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν ήταν ένα εύκολο ζήτημα. H ενσωμάτωση των νησιών δεν θεωρείτο καθόλου 6έ6αιη μέχρι την υπογραφή της τελικής συνθήκης ειρήνης.
Ηδη από το 1939, οι Βρετανοίείχανλάβειτην απόφαση να παίξουν το διπλωματικό χαρτί της Δωδεκανήσου προκειμένου να εξασφαλίσουν συμμαχίες στο πλαίσιο της διεξαγωγής του B’ Παγκοσμίου Πολέμου. Tov Οκτώβριο του ίδιου έτους, οι Βρετανοί και οι Γάλλοι προσπάθησαν να προσεταιρισθούν την Τουρκία και να υπογράψουν συμφωνία αμοιβαίας βοήθειας, προσφέ- ροντάς της ως αντάλλαγμα μέρος της Δωδεκανήσου. Ωστόσο, η διστακτικότητα της Τουρκίας να λάβει μέρος στον πόλεμο στο πλευρό της Βρετανίας ματαίωσε τη συμφωνία.
To ζήτημα, όμως, για τους Βρετανούς δεν είχε κλείσει. Σε τακτά διαστήματα το έφερναν στο
100
τραπέζι των συνομιλιών με τους συμμάχους τους. Επιθυμούσαν να φέρουν στο προσκήνιο τις τουρκικές διεκδικήσεις για τα Δωδεκάνησα και δεν σκόπευαν να επιτρέψουν την προσάρτησή τους στην Ελλάδα.
To ζήτημα της τύχης της Δωδεκανήσου επανήλθε στις συνομιλίες που είχαν στη Μόσχα ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Αντονυ Ηντεν με τον Στάλιν τον Δεκέμβριο του 1941. H βρετανική πρόταση προκειμένου να πεισθεί η Τουρκία και να εγκαταλείψει την ουδέτερη στάση της περιελάμβανε την παραχώρηση του Καστελόριζου. O Στάλιν προσέφερε όλα τα Δωδεκάνησα στους Τούρκους για να συμμετάσχουν στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων. H εξόριστη όμως ελληνική κυβέρνηση αντέδρασε έντονα σ’ αυτό, και οι Βρετανοί υποχώρησαν.
Μετά την απελευθέρωση δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση από την ελληνική πλευρά στην ανάδειξη του δωδεκανησιακού ζητήματος. Ομως η τύχη της Δωδεκανήσου παρέμενε αβέβαιη. To γεγονός αυτό αποκαλύπτεται από την αιφνίδια επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού, που έ- φθασε εκεί με το θωρηκτό «Αβέρωφ» τον Μάιο του 1945. Στόχος αυτής της ενέργειας ήταν να τονωθεί το εθνικό αίσθημα του λαού και να δηλωθούν με σαφήνεια οι ελληνικές επιδιώξεις.
Την εκκρεμή κατάσταση των Δωδεκανήσων διευθέτησε η αμερικανική πλευρά, που επέμει- νε στην προσάρτηση του νησιωτικού συμπλέγματος στην Ελλάδα. Στις 26 Ιουλίου του 1947, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζέημς Μπερνς κατέληξε σε οριστική συμφωνία με τον Ρώσο ομόλογό του Μολότωφ. To Φόρεϊν Οφις ανακοίνωσε ότι τα Δωδεκάνησα θα παραδίδονταν στην Ελλάδα μετά την τελική συνθήκη ειρήνης με την Ιταλία. Με βάση το άρθρο 14αυτής της συμφωνίας, όλο το σύμπλεγμα των Δωδεκανήσων θα αποτελούσε ελληνικό έδαφος. Τα ξένα στρατεύματα ορίσθηκε να εγκαταλείψουν τα νησιά σε διάστημα τριών μηνών.
Στις 31 Μαρτίου 1947, σύμφωνα με το πρωτόκολλο που υπογράφηκε από τον Βρετανό τα- ξίαρχο Πάρκερ, ο αντιναύαρχος Περικλής Ιωαν- νίδης παρέλαβε εκ μέρους της Ελλάδας τη διοίκηση της Δωδεκανήσου. Ετσι, οι πόθοι και οι αγώνες των Δωδεκανησίων για ένωση με τον εθνικό κορμό ολοκληρώθηκαν, παρά τα «παιχνίδια» των Βρετανών υπέρ των Τούρκων.
Ενα άλλο ζήτημα που ταλάνισε την ελληνική πολιτική ηγεσία ήταν αυτό της Βόρειας Ηπείρου. Επειδή το καθεστώς της Βόρειας Ηπείρου παρέμενε σε εκκρεμότητα ήδη από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποτελούσε ένα σημαντικό ζήτημα για την Ελλάδα, γιατί η περιοχή κατοικείτο από συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς.
Στις 9 Ιουνίου 1940 αναγνωρίσθηκε με βασι
λικό διάταγμα ότι η Αλβανία βρισκόταν σε πόλεμο με όποια χώρα πολεμούσε η Ιταλία. Στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο οι Αλβανοί προσέφεραν δυνάμεις 15.000 ανδρών στον Ιταλικό Στρατό. O Ελληνικός Στρατός κατέλαβε τη Βόρεια Ηπειρο απελευθερώνοντάς την από τους Αλβανούς και τους Ιταλούς, H κατάσταση όμως αυτή δεν έμελλε να διαρκέσει πολύ. Μετά την κατάληψη της Ελλάδας από την Γερμανία, ολόκληρη η Ηπειρος περιήλθε υπό ιταλοαλβανική κατοχή, υπό την εποπτεία των Γερμανών. Oi κατακτητές της Βόρειας Ηπείρου προέβησαν σε βιασμούς, πυρπολήσεις και κάθε λογής βιαιότητες κατά των Ελλήνων της περιοχής.
H Ελλάδα μετά το πέρας του B’ Παγκοσμίου Πολέμου προσδοκούσε να δικαιωθεί στο ζήτημα της Βόρειας Ηπείρου. Στις 12 Ιουνίου1942 η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στην Αίγυπτο έθεσε με υπόμνημά της το φλέγον ζήτημα στους μεγάλους συμμάχους. Oi Σύμμαχοι
H υποστολή της βρετανικής σημαίας και η ύψωση της ελληνικής στο Διοικητήριο της Ρόδου, στις 31 Μαρτίου 1947, Εικονίζονται ο Βρετανός διοικητής και ο Ελληνας αντιναύαρχος Π. Ιωαννίδης.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
O πρω9υπουργός Κων. Τσαλδάρης συνομιλεί με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτεριών, Τζέημς Μπερνς, κατά την επίσκεψη του πρώτου στην Ουάσινγκτον, τον Δεκέμβριο του 1946. Oi συνομιλίες που διεξήχ9ησαν τότε αποτέλεσαν το προοίμιο της διατύπωσης του Δόγματος Τρούμαν (ΑΘήνα, Αρχείο Ελένης A9. Τσαλδάρη).
αντέδρασαν θετικά σ’ αυτή την πρώτη φάση.Οταν ο πόλεμος τέλειωσε, η ελληνική κυ
βέρνηση ζήτησε με πολλά υπομνήματά της από το Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών των τεσσάρων Μεγάλων Δυνάμεων (ΗΠΑ, Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας, Σοβιετικής Ενωσης) που είχε αναλάβει την προετοιμασία των συνθηκών ειρήνης, τη δικαίωσή της στο θέμα της Βόρειας Ηπείρου.
Στις 29 Ιουλίου 1946, η αμερικανική Γερουσία υιοθέτησε παμψηφεί το ψήφισμα της 26ης Απριλίου 1946 με το οποίο προτεινόταν η παραχώρηση στην Ελλάδα της Βόρειας Ηπείρου, όπως και της Δωδεκανήσου. Παρά την αναγνώριση όμως του αιτήματος της Ελλάδας για την επίλυση του ζητήματος της Βόρειας Ηπείρου, τα συμφέροντα και οι σκοπιμότητες των Συμμάχων δεν επέτρεψαν τη λύση του. Ετσι ο ελληνικός πληθυσμός της περιοχής παρέμεινε υπό την απάνθρωπη σκλαβιά των Αλβανών, χάνοντας το δικαίωμά του για ένωση με την Ελλάδα.
O ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣKAI O ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
O αδελφοκτόνος εμφύλιος πόλεμος που διε- ξήχθη στην Ελλάδα από το 1944 έως το 1950, σημάδεψε βαθιά τη Νεώτερη Ιστορία της χώρας και αποτέλεσε μια προσπάθεια της Μεγάλης Βρετανίας και των ΗΠΑ να εντάξουν την Ελλάδα στη σφαίρα επιρροής τους, ώστε να μην ολισθή- σει στον έλεγχο της Σοβιετικής Ενωσης, όπως α- ποσκοπούσε το KKE.
Στη σφοδρή σύγκρουση που ακολούθησε μετά τη λήξη της γερμανικής κατοχής, ενεπλάκησαν από τη μια πλευρά το KKE και από την άλλη οι δυνάμεις της επίσημης ελληνικής κυβέρνησης. Παράλληλα, στη διαμάχη αυτή αναμίχθηκαν και ξένες Δυνάμεις: η Μεγάλη Βρετανία και μετά οι ΗΠΑ. Oi δύο αυτές χώρες βοήθησαν υλικά την Ελλάδα να ανασυγκροτηθεί και να απομακρύνει
κάθε ενδεχόμενο ελέγχου της χώρας από το KKE.H έναρξη του Εμφυλίου Πολέμου τοποθετεί
ται στον Δεκέμβριο του 1944, όταν οι ηγεσίες του KKE και του EAM αρνήθηκαν να καταθέσουν τα όπλα και οι αντάρτες του ΕΛΑΣ προσπάθησαν να καταλάβουν την εξουσία δια των όπλων, αδιαφορώντας για το δίκαιο των αιτημάτων τους, αφού υπήρχε ήδη νόμιμη κυβέρνηση. Στις μάχες που έγιναν τότε στην Αθήνα, ο ΕΛΑΣ περιορίσθηκε σε δευτερεύουσες επιθέσεις, τρέφοντας την ελπίδα ότι θα κλόνιζε το ηθικό της αντίπαλης παράταξης. Ομως οι εξελίξεις πήραν σύντομα άλλη τροπή, λόγω του βρετανικού παράγοντα και της παρουσίας ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεών του στην πρωτεύουσα.
Εχοντας αποτύχει στον ποθούμενο στόχο τους, την κατάληψη της εξουσίας, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ υποχώρησαν από την Αθήνα την 5η Ια-, νουαρίου 1945. Ομως και η αντίπαλη πλευρά ελάττωσε την πίεσή της, κυρίως γιατί ήθελε να α- ποφύγει τη γενίκευση του πολέμου, την οποία απεύχονταν και οι Βρετανοί.
Oi δύο αντιμαχόμενες πλευρές οδηγήθηκαν σε διαπραγματεύσεις στις 9 Ιανουαρίου 1945, στο στρατηγείο του Βρετανού στρατηγού Σκόμπι. H αντιπροσωπεία του ΕΛΑΣ δέχθηκε τη βρετανική εκδοχή της ανακωχής, που υπαγόρευε τη δημιουργία ζωνών, μέσα στις οποίες απαγορευόταν η δραστηριότητα αντιστασιακών οργανώσεων.
Από τη στιγμή που τέθηκε σε ισχύ η ανακωχή, ξεκίνησε η διαδικασία των πολιτικών διαπραγματεύσεων. Ετσι, άρχισε η διάσκεψη της Βάρκιζας, στις 2 Φεβρουαρίου 1945. Συζητήσεις και διαπραγματεύσεις στην ουσία δεν έγιναν. Oi δύο πλευρές κατέθεσαν τις απόψεις τους και τα συναφή επιχειρήματά τους. To KKE δεν χρησιμοποίησε το «χαρτί» του ΕΛΑΣ και την απειλή συνέχισης της αιματοχυσίας, αφού η συνάντηση κατέληξε σύντομα σε συμφωνία.
H συμφωνία αφορούσε τις υποχρεώσεις της Αριστεράς και ειδικότερα τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και τη μεταβίβαση της εξουσίας σε όλη την επικράτεια. Αφού βρέθηκαν κοινά σημεία, η συμφωνία έγινε νόμος του κράτους και δημοσι- εύθηκε στην Εφημερίδα της κυβερνήσεως. H εντύπωση που προκάλεσε ήταν ότι επρόκειτο για συνθηκολόγηση της Αριστεράς με το κυβερνητικό στρατόπεδο και τους Αγγλους.
H κυοφορούμενη αγανάκτηση γι’ αυτή την συμφωνία οδήγησε στην ανασύνταξη των δυνάμεων του KKE. Oi συνθήκες ήταν ιδιάζουσες και τα πράγματα άκρως οξυμμένα. Τα στελέχη της Αντίστασης έπρεπε να προστατευθούν και οι κοινωνικές προσβάσεις του KKE να αποκατα- σταθούν. Δυστυχώς, ο τρόπος που επέλεξαν να διαμαρτυρηθούν ήταν η ένοπλη σύγκρουση με τους συμπατριώτες τους.
102
Μετά από την αποστράτευση του ΕΛΑΣ, ξεκίνησε μια πολύπλευρη εκστρατεία κατά της Αριστεράς. H αγγλική παρουσία έπαιξε μεγάλο ρόλο σ’ αυτό. ΟιΑγγλοι αποδέχθηκαν τον αγώνα κατά της Αριστεράς, γιατί διέβλεπαν τον κίνδυνο που διαγραφόταν από την επικείμενη σοβιε- τοποίηση της Ελλάδας, αν αναλάμβανε την εξουσία το KKE. Δεν ήταν όμως πρόθυμοι να διαθέσουν τις δυνάμεις τους σ’ αυτόν τον αγώνα κατά της Αριστεράς. Επίσης, δεν σκόπευαν να επενδύσουν προσπάθειες και χρήματα για να αποκαταστήσουν τις διαλυμένες δυνάμεις του Εθνικού Στρατού της χώρας. Oi συμφωνίες που υπεγράφησαν μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των Βρετανών προέβλεπαν τη δημιουργία ενός μικρού στρατού, τον οποίο θα εξόπλιζαν οι Βρετανοί. O συγκεκριμένος στρατός θεωρείτο θα απέτρεπε κάθε πραξικοπηματική πράξη της Αριστεράς.
Ομως, σύντομα οι ΗΠΑ θα διαδέχονταν τη Βρετανία στον έλεγχο της Ελλάδας κατά τον Εμφύλιο. Μόλις οι Βρετανοί αποχώρησαν από την Ελλάδα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρυ Τρούμαν ανακοίνωσε στο Κογκρέσο την πρόθεσή του να στηρίξει η χώρα του την Ελλάδα και την Τουρκία απέναντι στη σοβιετική απειλή. O Τρούμαν δήλωσε ότι θα διατίθεντο γι’ αυτόν τον σκοπό 400.000.000 δολλάρια από τα οποία 300.000.000 θα έπαιρνε η Ελλάδα.
Μέχρι να καταστούν οι διακηρύξεις του προέδρου Τρούμαν νόμος των ΗΠΑ, στην Αθήνα είχε ήδη εγκατασταθεί το σχήμα που θα διαχειριζόταν τα κονδύλια σε συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση. Επικεφαλής της αποστολής ήταν ο Ντουάιτ Γκρίσγουολντ. To προσωπικό της αμερικανικής αποστολής ήταν 40 άτομα, με στόχο την αύξησή του ως τα 175.
Σ’ αυτό το σχήμα προστέθηκε μια ειδική στρατιωτική αποστολή, η ομάδα του Αμερικανικού Στρατού στην Ελλάδα (United States A rmy Group Greece - USAGG). Επικεφαλής της τέθηκε ο στρατηγός Ουίλλιαμ Λάιβσεϋ, ο οποίος έφθασε στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 1947. H αμερικανική αποστολή είχε εντολές να εξασφαλίσει την εσωτερική ασφάλεια της χώρας και να συμβάλει στην ανεξαρτησία της.
Tov Ιούνιο του 1947, πριν ακόμη φθάσουν στην Ελλάδα τα ποσά που υποσχέθηκε ο Τρούμαν, η κυβέρνηση των ΗΠΑ ανακοίνωσε μέσω του υπουργού Επικρατείας, Τζωρτζ Μάρσαλ, ένα σχέδιο οικονομικής ενίσχυσης των ευρωπαϊκών κρατών, το γνωστό «Σχέδιο Μάρσαλ». Oi προεργασίες για την προσαρμογή των γενικών αρχών του Σχεδίου Μάρσαλ στην ειδική κατάσταση της Ελλάδας διήρκεσαν έναν χρόνο. H αδυναμία επίτευξης ενός τελειωτικού πλήγματος κατά των κομμουνιστών ανταρτών από τον
Εθνικό Στρατό προκάλεσε αμφιβολίες στους Αμερικανούς, ως προς τη λειτουργικότητα της μαζικής βοήθειας στην Ελλάδα. Τελικά όμως η βοήθεια λειτούργησε καταλυτικά ως προς την άνοδο του βιοτικού επιπέδου της χώρας.
Στις 31 Δεκεμβρίου του 1947, το Συμβούλιο Επιτελαρχών των ΗΠΑ τοποθέτησε τον υποστράτηγο Λάιβσεϋ επικεφαλής ενός επιτελικού οργανισμού υποστήριξης των ελληνικών κυβερνητικών δυνάμεων, που έλαβε την ελληνική ονομασία «Μικτή Συμβουλευτική Στρατιωτική Ομάδα Ηνωμένων Πολιτειών» (JUSMAPG). Ετσι, οι Αμερικανοί απέκτησαν ένα οργανωμένο επιτελείο ελέγχου δράσης των δυνάμεων του Εθνικού Στρατού, απ' όπου κατεύθυναν τις κινήσεις του.
Κατά το 1948, λόγω οξυμμένων αναγκών, α- ποφασίσθηκε να τοποθετηθεί ένας πιο ικανός ηγέτης στην αμερικανική αποστολή στην Ελλάδα. Στις ζητούμενες προδιαγραφές ανταποκρι- νόταν ο υποστράτηγος Τζέημς Βαν Φλητ. O στρατηγός, ηλικίας 55 ετών, έφθασε στην Ελλάδα και στις 26 Ιανουαρίου του 1948 ανέλαβε τα νέα του καθήκοντα. H άφιξή του στην Ελλάδα σηματοδότησε την απαρχή νέων επιθετικών επιχειρήσεων κατά των ανταρτών, που είχαν κυριαρχήσει στην ύπαιθρο χώρα.
Μετά από εκτεταμένες πολεμικές επιχειρήσεις που διεξήγε ο Εθνικός Στρατός στον Γράμμο και στο Βίτσι, ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (οι αντάρτες) δεν άντεξε το σφυροκό- πημα και υποχώρησε προς τα όμορα κράτη στον βορρά, που είχαν ενταχθεί στο κομμουνιστικό στρατόπεδο. To 1949 ο πόλεμος είχε πια τελειώσει για όλους. To τέλος του Εμφυλίου Πολέμου βρήκε την Ελλάδα στο στρατόπεδο των Δυτικών Δυνάμεων, στο πλευρό των νικητών. H κυβερνητική παράταξη νίκησε με τη βοήθεια της Αγγλίας και των ΗΠΑ και έτσι προέκυψε ένα κράτος σύγχρονο, με πολλές προοπτικές προόδου, που φάνηκαν κατά τα επόμενα, μετεμφυ- λιοπολεμικά χρόνια.
O Νίκος Ζαχαριάδης απευθύνεται σε οπαδούς του Κομμουνιστικού κόμματος κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης στο γήπεδο του Παναθηναϊκού το καλοκαίρι του 1945 (από το λεύκωμα του Μ. Κατσίγερα, Ελλάδα, 20ός αιώνας, τ. A', εκδ. Ποταμός, 2000).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 103
Ξένες επεμβάσειςαπό το 1950 έως το 1974
O υπουργός Εξωτερικών
Ευάγγελος Αβέρωψ- Τοσίτσας και
η ελληνική αντιπροσωπεία στον
OHE, κατά τη διάρκεια μιας από τις
επανειλημμένες ελληνικές προσφυγές
για την επίλυση του Κυπριακού Ζητήματος
στη διάρκεια της δεκαετίας του 1950
(Αθήνα, ΕΛΙΑ).
TO ΚΥΠΡΙΑΚΟ ZHTHMA
To Κυπριακό είναι ένα ζήτημα στο οποίο ανα- μίχθηκαν έντονα και ανοικτό οι ξένες Δυνάμεις. Σε κάποιες περιστάσεις, ο ρόλος τους, ιδίως της Αμερικής, ήταν αποφασιστικός και αρκετά κρίσιμος για την τύχη της Κύπρου μέχρι σήμερα.
H Κύπρος, κοιτίδα ακμάζοντος ελληνισμού με εμφανή πολιτισμική ανωτερότητα, είχε ήδη «καταδικασθεί» από το τέλος του B’ Παγκοσμίου Πολέμου, λόγω του συσχετισμού δυνάμεων στη Μεσόγειο και στην Εγγύς Ανατολή. Μέχρι τότε ήταν αποικία της Μεγάλης Βρετανίας, εξυπηρετώντας τα ευρύτερα γεωστρατηγικά συμ
φέροντα της Βρετανικής αυτοκρατορίας στην περιοχή. Επιπλέον, η μειονότητα τωνΤουρκοκυ- πρίων υπήρξε ένας αποσταθεροποιητικός παράγοντας που υπέσκαπτε την κοινωνική και πολιτική ομαλότητα στο νησί.
Στις αρχές του 1947, η Μεγάλη Βρετανία εξακολουθούσε να έχει υπό την επιρροή της σχεδόν όλη τη Μέση Ανατολή. Προπύργιο των Βρετανών στην Ανατολική Μεσόγειο ήταν η Κύπρος.O πληθυσμός του νησιού ήταν κατά πλειονότητα ελληνικός και η μόνη πολιτική δύναμη ήταν το κομμουνιστικό κόμμα ΑΚΕΛ, που εξέφραζε περίπου τον μισό πληθυσμό.
Στην προσπάθειά της να απομονώσει τους
104
Στιγμιότυπο από τις συνομιλίες του αρχιεπισκόπου Μακαρίου με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς, τον Φεβρουάριο του 1977, υπό την αιγίδα του ΓΓ του OHE, Κουρτ Βαλντχάιμ.
κομμουνιστές, η βρετανική αποικιακή κυβέρνηση βοήθησε στην ανασυγκρότηση της Εκκλησίας και στην ενίσχυση των εργατικών συνδικάτων της Δεξιάς. Οταν, όμως, η Εκκλησία κήρυξε αγώνα για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, άρχισε να αποτελεί πρόβλημα για την Αγγλία, ιδιαίτερα λόγω της χαρισματικής προσωπικότητας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
Αγνοώντας τους αδυσώπητους κανόνες της διεθνούς πολιτικής και χωρίς να έχει γνώση των ανταγωνισμών του Ψυχρού Πολέμου, ο Μακάριος πίστευε ότι η ένωση με την Ελλάδα ήταν δυνατόν να προωθηθεί μέσω του OHE, και πίεζε την Ελλάδα να εγείρει το αίτημα της Ενωσης στον διεθνή οργανισμό με κινητοποιήσεις πολιτών και διάφορες διαδηλώσεις στην Ελλάδα στις οποίες παρευρισκόταν.
To αίτημα της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα γινόταν δεκτό με συμπάθεια από τις ΗΠΑ, οι οποίες προωθούσαν την ιδέα της αυτοδιάθεσης των βρετανικών αποικιών μετά τον B' Παγκόσμιο Πόλεμο, για να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα.
Ev μέσω αυτού του άτυπου αμερικανοβρε- τανικού ανταγωνισμού για επικράτηση στη Μέση Ανατολή, στην Κύπρο τα πράγματα ήταν ώριμα για να ξεκινήσει ένοπλος αγώνας κατά των Βρετανών. Πρωταγωνιστές του ήταν δύο Κύπριοι εξόριστοι στην Ελλάδα, ο Σάββας και ο Σωκράτης Λοϊζίδης, που είχαν στενούς δεσμούς με τον Μακάριο και γνωριμίες στην ελληνική κυβέρνηση. Oi αδελφοί Λοϊζίδη έφεραν τον Μακάριο σε επαφή με τον Γεώργιο Στράτο, πρώην υπουργό Στρατιωτικών κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο, ο οποίος με τη σειρά του εισηγήθηκε ως αρ
χηγό του ένοπλου κινήματος τον συνταγματάρχη Γεώργιο Γρίβα. Oi ιδρυτές της «Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών» (EOKA) ήταν μέλη της εθνικιστικής Δεξιάς και της Εκκλησίας που είχαν συνεργασθεί με τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς στην Ελλάδα. Την ίδρυση της οργάνωσης την γνώριζαν οι Αμερικανοί αλλά δεν αντέδρασαν, γιατί πιθανόν τη θεωρούσαν ένα πρόσφορο μέσο για την υπονόμευση της βρετανικής εξουσίας στην Κύπρο.
Tov Μάρτιο του 1954, κάτω από την πίεση των Κυπρίων, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Αλέξανδρος Παπάγος ανακοίνωσε την πρόθεση της Ελλάδας να προσφύγει στον OHE για να ζητήσει την αυτοδιάθεση της Κύπρου. Ως αντί
Βρετανοί στρατιώτες στους δρόμους της Λευκωσίας, κατά τη διάρκεια του Κυπριακού Αγώνα (ψωτ.K. Μεγαλοκονόμου).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 105
Συνάντηση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου με τον στρατάρχη Χάρντινγκ, προτελευταίο Βρετανό κυβερνήτη της Κύπρου. H στάση σκληρής καταστολής τou Κυπριακού Αγώνα που υιοθέτησε ο Χάρντινγκ οδήγησε σε όξυνση τις ελληνοβρετανικές σχέσεις (Αρχείο εκδόσεων «Ολκός»),
δραση στις ελληνικές διεκδικήσεις, η Μεγάλη Βρετανία συνέπηξε άτυπη συμμαχία με την Τουρκία, αναδεικνύοντάς την ως την άμεση εν- διαφερόμενη χώρα στο Κυπριακό. Στις 28 Απριλίου 1954 ο υφυπουργός Αποικιών της Αγγλίας, Χένρυ Χόπκινσον, παρουσίασε στο υπουργικό συμβούλιο ένα σχέδιο συγκυριαρχίας στην Κύπρο της Ελλάδας, της Βρετανίας και της Τουρκίας. Ev συνεχεία, το ζήτημα άρχισε να διεθνο- ποιείταιγρήγορα. Στις 28 Ιουλίου 1954, ο υπουργός Αποικιών Χόπκινσον, μιλώντας στη Βουλή των Κοινοτήτων, κατέστησε σαφή την απόλυτη άρνηση της Αγγλίας να συζητήσει το θέμα της αυτοδιάθεσης των Κυπρίων. Είχε διαγράψει εντελώς το θέμα της ανεξαρτησίας για κάποιες αποικίες της αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανο- μένης της Κύπρου.
Oi ΗΠΑ δεν επιθυμούσαν τη συζήτηση του Κυπριακού στον OHE. Στις 28 Ιουνίου 1954, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζων Φόστερ Ντάλλες, είχε στείλει ένα προσωπικό μήνυμα
στον Παπάγο. H ελληνική κυβέρνηση, όμως, δεν μπορούσε να υπαναχωρήσει, γιατί είχε δεσμευ- θεί δημόσια. Ετσι, στις 22 Αυγούστου 1954 ο Ελληνας αντιπρόσωπος στον OHE κατέθεσε την πρώτη ελληνική προσφυγή.
Μετά από ενθάρρυνση της βρετανικής αποικιακής διοίκησης Κύπρου, μετέβη οτη Νέα Υόρ- κη μια αντιπροσωπεία της τουρκοκυπριακής κοινότητας, με επικεφαλής τον Φαϊζ Καϊμάκ. Καθ’ οδόν προς τη Νέα Υόρκη, πέρασε από την Αγκυρα και το Λονδίνο. Στην Τουρκία, όπου συ- ναντήθηκε με τον πρωθυπουργό Μεντερές, έλαβε διαβεβαιώσεις ότι η Αμερική είχε δηλώσει ότι δεν επρόκειτο να πραγματοποιηθεί ένωση. Επίσης, έλαβε ενθάρρυνση να στηρίξει τους Αγγλους στην Κύπρο.
Μετά την αποτυχία της ελληνικής προσφυγής στον OHE, ο Μακάριος κάλεσε τον Γρίβα να αναχωρήσει μυστικά για την Κύπρο, για να οργανώσει το απελευθερωτικό κίνημα στο νησί. O Γρίβας έφθασε στην Κύπρο τον Νοέμβριο του 1954, και η EOKA ξεκίνησε τη δράση της την 1η Απριλίου 1955. Oi Βρετανοί δέχθηκαν την άφιξη του Γρίβα στην Κύπρο χωρίς να αντιδράσουν, γιατί ήθελαν να κεντρίσουν τον τουρκικό εθνικισμό, χρησιμοποιώντας τον ενωτικό αγώνα των Κυπρίων.
Μέσα σ’ αυτό το επικίνδυνα ερεθισμένο κλίμα στην Κύπρο, η Βρετανία συγκάλεσε το 1955 τριμερή διάσκεψη στο Λονδίνο, με τη συμμετοχή της Ελλάδας και της Τουρκίας, για να συζητήσουν θέματα πολιτικής της Ανατολικής Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένης καιτης Κύπρου. H διάσκεψη ξεκίνησε στις 29 Αυγούστου 1955. Με τη συμμετοχή της όμως στη διάσκεψη, η Τουρκία αναγνωρίσθηκε ως ενδιαφερόμενο μέρος στο Κυπριακό. Στις 5 Σεπτεμβρίου 1955, ενώ η διάσκεψη οδηγείτο σε αποτυχία, σημειώθηκε μια μικρή έκρηξη στο τουρκικό προξενείο στη Θεσσαλονίκη, H τοποθέτηση της βόμβας ήταν ένα προβοκατόρικο γεγονός, γιατί, όπως αποδείχθηκε αργότερα, τοποθετήθηκε από τον Οκτάι Ενγκίν, μέλος τουρκικής εθνικιστικής οργάνωσης. H είδηση για την έκρηξη της βόμβας μεταδόθηκε στην Τουρκία με υπερβολικό τρόπο από τα MME. To βράδυ, λοιπόν, της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου 1955 έγιναν στην Κωνσταντινούπολη τρομερά επεισόδια κατά των Ελλήνων της πόλης, που οργανώθηκαν από μέλη παρακρατικών ομάδων και με την επίνευση της τουρκικής κυβέρνησης.
H αντίδραση των Τούρκων κορυφώθηκε όταν, τον Νοέμβριο του 1957, ιδρύθηκε στην Κύπρο η «Τουρκική Αντιστασιακή Οργάνωση» από τον Ραούφ Ντενκτάς, τον Μουσταφά ΚεμάλΤαν- ρίσεβντι και τον Μπουρχάν Ναλμπάντογλου. Υστερα από συνομιλίες με την κεντρική τουρκι
106
κή κυβέρνηση στην Αγκυρα, κανονίστηκε η αποστολή όπλων και πυρομαχικών στην Κύπρο, για να ενισχυθεί η αντίσταση των Τουρκοκυπρίων.
Oi Αμερικανοί, αφού απέκτησαν κάποια ερείσματα στην EOKA και κατάφεραν να ελέγχουν κάπως την «Τουρκική Αντιστασιακή Οργάνωση», ανέλαβαν παρασκηνιακά διπλωματική πρωτοβουλία για να βρεθεί λύση για το Κυπριακό. Συγκεκριμένα, προωθούσαν την αποχώρηση της Βρετανίας από την Κύπρο και παρακίνησαν την Τουρκία και την Ελλάδα να ξεκινήσουν πα- ρασκηνιακές διαβουλεύσεις για το θέμα.
Ενώ στην Κύπρο Ελληνες καιΤούρκοι μάχονταν μεταξύ τους, οι υπουργοί Εξωτερικών της Ελλάδας και της Τουρκίας συνέχιζαν να συνομιλούν για να καταλήξουν σε λύση δεσμευμένης ανεξαρτησίας, που ικανοποιούσε τις προδιαγραφές των Αμερικανών. To νέο κράτος θα διασφάλιζε την επικυριαρχία των Αμερικανών, ενώ η Βρετανία θα διατηρούσε στην Κύπρο στρατιωτικές βάσεις.
Oi συμφωνίες επικυρώθηκαν στη Ζυρίχη, στις 11 Φεβρουαρίου 1959, από τους πρωθυπουργούς Καραμανλή και Μεντερές. Με βάση αυτές τις συμφωνίες, η Κύπρος θα αποκτούσε σύνταγμα που θα παραμόρφωνε την έννοια της πλειοψηφίας. Oi Τούρκοι της Κύπρου, που ήταν ελάχιστοι, θα γίνονταν συγκυρίαρχοι με τους Ελληνες, που αποτελούσαν την πλειοψηφία. Μέρος της συμφωνίας ήταν και η συνθήκη συμ- μαχίας μεταξύ της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Κύπρου, δυνάμει της οποίας θα στάθμευαν στην Κύπρο ελληνικά και τουρκικά στρατεύματα. Επιπλέον υπογράφηκε συνθήκη, με βάση την οποία η Αγγλία, η Ελλάδα και η Τουρκία αναλάμβαναν την υποχρέωση να εγγυηθούν την ασφάλεια και την ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. O Μακάριος υπέγραψε τις συμφωνίες στις 19 Φεβρουαρίου 1959 στο Λονδίνο. H Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος στις 15Αυγούστου 1960.
Tov Ιανουάριο του 1964, μετά από σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με υπόδειξη της CIA πραγματοποί- θηκαν διαβουλεύσεις μεταξύ των Αμερικανών και του Γρίβα για άμεση ανάμιξη στην κυπριακή κρίση. Από την πλευρά των Αμερικανών, μεσολαβητής ήταν ο επιτετραμμένος της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα, Νόρμπερτ Ανσιους, ενώ τον Γρίβα εκπροσωπούσε ο Σωκράτης Ηλιά- δης. Μέσω αυτών των συνομιλιών, οι Αμερικανοί προσπαθούσαν να χρησιμοποιήσουν τον Γρίβα και τη δυναμική της οργάνωσής του ως αντιστάθμισμα για την αυξανόμενη τουρκική ισχύ στην Κύπρο.
Κατά την επιβολή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967, ο Γρίβας ήταν τυπικά στρατιωτι
κός διοικητής Κύπρου, επικεφαλής της Εθνικής Φρουράς, της ελληνικής μεραρχίας και της ΕΛΔΥΚ. Εκείνη την περίοδο βρισκόταν ουσιαστικά υπό περιορισμό στην Αθήνα, αλλά επέστρεψε κρυφά στην Κύπρο στις 31 Αυγούστου 1971 και οργάνωσε την EOKA B’, διαιρώντας την Κύπρο σε τομείς και τοποθετώντας επικεφαλής διάφορους τομεάρχες. Παράλληλα προμηθεύτηκε οπλισμό που υπήρχε από την εποχή της EOKA και διέταξε να γίνουν κλοπές από τις αποθήκες της Εθνικής Φρουράς. To φθινόπωρο του 1971 ετοιμαζόταν να αρχίσει ένοπλη δράση κατά του Μακαρίου.
Την ίδια περίοδο, τον Νοέμβριο του 1971, ο επιτετραμμένος της αμερικανικής πρεσβείας στη Λευκωσία, Ουίλλιαμ Κρόφορντ, ετοίμασε έκθεση για την κατάσταση στην Κύπρο, αναφορικά με την προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να υποσκάψει τη θέση του Μακαρίου. H έκθεση αυτή, που είχε τη μορφή επιστολής, απευθυνόταν στον διευθυντή του Γραφείου Κύπρου του Στέητ Ντηπάρτμεντ, Τομ Μπόγιατ.
O πρωθυπουργός Κων. Καραμανλής με τον Τούρκο ομόλογό του Αντνάν Μεντερές, κατά τη διάρκεια των συνομιλιών στη Ζυρίχη για την επίλυση του Κυπριακού (5-11 Φεβρουαρίου 1959) (φωτ. K.Μεγαλοκονόμου).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 107
O Αμερικανός πρόεδρος Ντουάιτ Αϊζενχάουερ και ο πρωθυπουργός Κων. Καραμανλής επι&εωρούν τιμητικό άγημα κατά τη διάρκεια επίσκεψής του πρώτου στην Α9ήνα, τον Δεκέμβριο του 1959 (φωτ. Ηνωμένοι Φωτορεπόρτερ).
Σύμφωνα με αυτήν, μετά τις βουλευτικές εκλογές του 1970 η ελληνική κυβέρνηαη πήρε την απόφαση να επέμβει στην Κύπρο, ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης εκλογικής δύναμης του ΑΚΕΛ και προσπαθώντας να ελέγξει τις εσωτερικές εξελίξεις στο νησί. Γενικά, η πολιτική των ΗΠΑ ήταν αντίθετη με την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα αλλά και με οποιασδήποτε μορφή διχοτόμησης. Oi ΗΠΑ ήθελαν επίσης να δια- κόψουν κάθε δράση που αναλάμβανε ο Γρίβας. Ετσι, το Στέητ Ντηπάρτμεντ έδωσε οδηγία στον πρεσβευτή στην Αθήνα, Χένρυ Τάσκα, να συναντήσει τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, να του μεταβιβάσει την έντονη ανησυχία της κυβέρνησής του για το Κυπριακό και, παράλληλα την ελπίδα ότι μέσω συνομιλιών θα βρισκόταν κάποια λύση. Ταυτόχρονα δόθηκαν οδηγίες στον πρεσβευτή στη Λευκωσία, Ντέηβιντ Πόπερ, να έλθει σε επαφή με τον Μακάριο και να του διαβιβάσει ότι θα βρισκόταν λύση μέσω μιας διαφορετικής φόρμουλας συνομιλιών, με αποφυγή δυναμικών λύσεων.
Tov Φεβρουάριο του 1974 ο διευθυντής του Γραφείου Κύπρου του Στέητ Ντηπάρτμεντ, Τομ Μπόγιατ, ετοίμασε ένα τηλεγράφημα με οδηγίες προς τον Τάσκα, ζητώντας του να συναντή-
σειτον «αόρατο δικτάτορα» Δημήτριο Ιωαννίδη και να του καταστήσει σαφές ότι οι ΗΠΑ ήταν αντίθετες σε οποιαδήποτε προσπάθεια ανατροπής του Μακαρίου και εγκαθίδρυσης φιλοχου- ντικής κυβέρνησης στην Κύπρο. O Ιωαννίδης είχε ήδη πάρει την απόφαση να ανατρέψει με πραξικόπημα τον Μακάριο και σκόπευε να επέμ- βει στην Κύπρο δυναμικά γιατί, όπως διαβεβαίω- νε όλους, είχε εγγυήσεις από τις ΗΠΑ ότι η Τουρκία δεν επρόκειτο να αναμιχθεί.
Τα σχέδια του Ιωαννίδη έγιναν γνωστά στον Μακάριο, ο οποίος έδωσε οδηγίες στον πρεσβευτή της Κύπρου στην Ουάσινγκτον, Νίκο Δημητρίου. να ενημερώσει σχετικά το Στέητ Ντηπάρτμεντ. O Δημητρίου πληροφόρησε τους Αμερικανούς και τους ζήτησε να λάβουν μέτρα για να αποφευχθεί ελληνοτουρκικός πόλεμος. Oi Αμερικανοί δεν έδωσαν καμία διαβεβαίωση, αλλά διατύπωσαν την ανησυχία τους για το θέμα.
Τελικά το πραξικόπημα κατά του Μακάριου πραγματοποιήθηκε στις 15 Ιουλίου 1974 και τον ανάγκασε να καταφύγει στην εξορία. Πρόεδρος εξελέγη ο Νίκος Σαμψών και τα πράγματα ήταν πια ώριμα για την εισβολή των Τούρκων που απέκτησαν ένα πρόσχημα για να επιτεθούν στην Κύπρο. Ετσι, έγιναν πραγματικότητα οι εισβολές, Αττίλας I και Αττίλας II, με την ανοχή της διεθνούς κοινότητας, που δημιούργησαν οξύτα- το πολιτικό πρόβλημα στην Ελλάδα και στον κυπριακό ελληνισμό.
H ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ THN ΑΠΡΙΛΙΑΝΗ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ
H στρατιωτική δικτατορία του 1967 ήταν μια αναπόδραστη εξέλιξη, μετά την εκτεταμένη πολιτική αστάθεια που ταλάνιζε την Ελλάδα κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Στην προετοιμασία αυτού του κινήματος καίριο ρόλο έπαιξαν οι Αμερικανοί, στην προσπάθειά τους να δομήσουν ένα καθεστώς που θα ήταν πειθήνιο σ’ αυτούς και θα κυβερνούσε τη χώρα με σιδερένια πυγμή απομακρύνοντας τον κίνδυνο της αναρρίχησης των κομμουνιστών (ή της ευρύτερης Αριστεράς) στην εξουσία.
Μετά από διαρκείς εναλλαγές κυβερνήσεων, οιπολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα είχαν o- δηγηθεί σε αδιέξοδο. Πριν το 1967, οι ΗΠΑ μέσω των πρακτόρων τους βολιδοσκοπούσαν στρατιωτικούς και πολιτικούς παράγοντες σχετικά με τις προθέσεις τους για τη διενέργεια ενός πραξικοπήματος τον Απρίλιο του 1967. H προσοχή των Αμερικανών ήταν στραμμένη στα σχέδια που ετοίμαζαν ορισμένοι στρατηγοί για την ανάληψη της εξουσίας από τον Στρατό με την έγκριση του βασιλιά. H CIA
108
ανέφερε στον Αμερικανό πρέσβη στην Αθήνα, Φίλιπς Τάλμποτ, ότι ο αρχηγός του Στρατού, Σπαντιδάκης, είχε δώσει εντολή να γίνουν ετοιμασίες για την επιβολή στρατιωτικού καθεστώτος σε περίπτωση νέας πολιτικής κρίσης. Σύμφωνα με τις πληροφορίες της CIA, ο υπασπιστής του βασιλιά Κωνσταντίνου, ταγματάρχης Μιχάλης Αρναούτης, γνώριζε καλά το συγκεκριμένο σχέδιο, το οποίο θα εφαρμοζόταν μόνο με εντολή του βασιλιά. O Σπαντιδάκης βέβαια διαβεβαίωνε τους Αμερικανούς ότι ο Στρατός δεν σχεδίαζε πραξικόπημα που θα ανέτρεπε βίαια το πολιτικό καθεστώς. H CiA όμως είχε ενημερωθεί για το σχέδιο από έναν πληροφοριοδότη που διατηρούσε σχέσεις με τον Σπαντιδάκη και τον απόστρατο πτέραρχο Πέτρο Μητσάκο. H CIA ανέφερε ότι το σχέδιο των στρατηγών απέβλεπε στην ανάληψη της εξουσίας από τον Στρατό σε περίπτωση που θα ανέκυπτε νέα πολιτική κρίση. H αμερικανική υπηρεσία γνώριζε μάλιστα όλες τις λεπτομέρειες του σχεδίου.
Στην ίδια αναφορά της CIA τονιζόταν ότι ο ταγματάρχης Αρναούτης είχε δώσει εντολή στον Αρχηγό της Αεροπορίας, πτέραρχο Αντω- νάκο, και τον υπεύθυνο ασφαλείας, σμήναρχο Ηλία Τσασάκο, να βρίσκονται σε επιφυλακή και
σε επαφή με τους αξιωματικούς ασφαλείας της Αεροπορίας, οι οποίοι ήταν ενημερωμένοι για το σχέδιο του πραξικοπήματος.
Ενώ όμως τα σχέδια είχαν ετοιμασθεί, ο Κωνσταντίνος δεν μπορούσε να αποφασίσει ποιο δρόμο να ακολουθήσει, αν δηλαδή έπρεπε να δώσει εντολή για την επιβολή δικτατορίας ή όχι. Oi Αμερικανοί ήταν ανήσυχοι, αλλά πίστευαν ότι δεν υπήρχε περίπτωση να εκδηλωθεί πραξικόπημα χωρίς την έγκριση των Ανακτόρων.
O Σπαντιδάκης επρόκειτο να επισκεφθεί επίσημα την Ουάσινγκτον στις 28 Μαρτίου 1967. To ταξίδι όμως ματαιώθηκε με απόφαση του βασιλιά και της κυβέρνησης. H κίνηση αυτή αιφνιδίασε τους Αμερικανούς, γιατί υποψιά- σθηκαν ότιπροετοιμαζόταν η εφαρμογή του σχεδίου.
Μετά από συνομιλίες που είχε ο Σπαντιδά- κης με Αμερικανούς στην Αθήνα, δόθηκε στους τελευταίους να καταλάβουν ότι είχε α- ποφασισθεί να παραμείνει στην Αθήνα για να τεθεί σε εφαρμογή το σχέδιο του πραξικοπήματος. Στις 27 Μαρτίου 1967 ο βασιλιάς προχώρησε σε αλλαγή ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, δίνοντας το έναυσμα στους Αμερικανούς να σκεφθούν ότι κάτι ετοιμαζόταν. Oi αλλαγές αυτές, αύμφωνα με τους Αμερικανούς, αποτε-
O πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, συνοδευόμενος από τον Ανδρέα Παπανδρέου (τότε αναπληρωτή υπουργό Συντονισμού), ακολουθούν συνοφρυομένοι τον Αμερικανό πρόεδρο Τζόνσον, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής τους στην Ουάσινγκτον τον Ιούνιο του 1964.H άρνηση του Ελληνα πρωθυπουργού να συναινέσει στις πιέσεις του Τζόνσον σχετικά με το Κυπριακό οδήγησαν τελικά στην πτώση του, ένανχρόνο αργότερα (ψωτ.K. Μεγαλοκονόμου).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΑΑΑΔΑ
O Γεώργιος Παπαδόπουλος συνοδεύει τον
Αμερικανό αντιπρόεδρο Σπύρο
Αγκνιου κατά την επίσκεψή του στην
Αθήνα, το 1971 (φωτ.K. Μεγαλοκονόμου).
λούσαν μέρος του σχεδίου για την αναβολή των σχεδιαζόμενων εκλογών ή την επιβολή δικτατορίας.
To διήμερο 31 Μαρτίου-1 Απριλίου 1967, ο Κωνσταντίνος συναντήθηκε με τους πολιτικούς αρχηγούς και τους συνεργάτες του για να 6ρει κάποια διέξοδο στη νέα κυβερνητική κρίση που ανέκυψε εξαιτίας των λόγων του Γεωργίου Παπανδρέου για πιθανή εκδίωξη του μονάρχη από την Ελλάδα. Θορυβημένος από αυτές τις πληροφορίες, ο Κωνσταντίνος διαμήνυ- σε στον Τάλμποτ στις 29 Μαρτίου 1967 ότι ο θρόνος του κινδύνευε, όπως και ο δυτικός προσανατολισμός της χώρας. Ζήτησε μάλιστα αμερικανική υποστήριξη σε περίπτωση που θα χρειαζόταν να προσφύγει σε συνταγματική ε
κτροπή. O Αμερικανός πρεσ6ευτής τον προειδοποίησε ότι η εκτροπή θα είχε πολλούς κινδύνους και ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούσαν να παράσχουν την υποστήριξή τους εκ των προτέρων. Την επομένη ο Τάλμποτ έστειλε επιστολή στην Ουάσινγκτον ζητώντας περαιτέρω οδηγίες και διευκρινίσεις, για να δώσει μια πιο ολοκληρωμένη απάντηση στον Κωνσταντίνο. O πρεσβευτής εξηγούσε ότι ο βασιλιάς σκεπτόταν να εμποδίσει τον Ανδρέα Παπανδρέου να αναρρι- χηθεί στην εξουσία. Τέλος, ζητούσε από τον υπεύθυνο για τις ελληνικές υποθέσεις στο Στέ- ητ Ντηπάρτμεντ, Νταν Μπρούστερ, να του στείλει οδηγίες.
Τέσσερεις ημέρες αργότερα, το Στέητ Ντηπάρτμεντ έστειλε ένα τηλεγράφημα στο οποίο
τόνιζε ότι οι ΗΠΑ ήταν εντελώς αντίθετες σε ένα ενδεχόμενο κοινοβουλευτικής εκτροπής. Δεν ενέκριναν μια τέτοια ενέργεια, αλλά η αντίδρασή τους θα εξαρτάτο από τις συνθήκες της στιγμής. H τελευταία φράση μάλλον μπορεί να ερμηνευθεί ως το «πράσινο φως» για το πραξικόπημα του βασιλιά. Oi οδηγίες προς τον Τάλ- μποτ ήταν συγκεχυμένες και επιδέχονται πολλές ερμηνείες. Oi ΗΠΑ ήταν αντίθετες στο πραξικόπημα για λόγους αρχής, αλλά ταυτόχρονα η αντίδρασή τους θα εξαρτάτο από τις συνθήκες υπό τις οποίες θα εκδηλωνόταν η κοινοβουλευτική εκτροπή.
O Κωνσταντίνος προσπάθησε να συγκαλέ- σει σύσκεψη πολιτικών αρχηγών, με στόχο τον σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης, πρόσκληση την οποία απέρριψε η Ενωση Κέντρου. Επίσης, ο Κωνσταντίνος κάλεσε τον αρχηγό της EPE, Παναγιώτη Κανελλόπουλο, την 3η Απριλίου 1967 και του ανέθεοε να σχηματίσει κυβέρνηση με δικαίωμα να διαλύσει τη Βουλή και να προκηρύξει εκλογές. Ετσι όμως ταυτίσθηκε με το κόμμα της EPE, θέτοντας σε επισφαλείς βάσεις το μέλλον του, αλλά και το μέλλον της χώρας.
Ev τω μεταξύ, οι Αμερικανοί πληροφορή- θηκαν ότι ο Κανελλόπουλος δήλωσε στον βασιλιά, κατά τη συνάντησή τους, ότι αν διαφαι- νόταν ότι η Ενωαη Κέντρου θα κέρδιζε τις εκλογές, εκείνος, ως πρωθυπουργός, θα τις ανέβαλλε επ’ αόριστον και ότι θα ήταν διατεθειμένος να καταστεί ντε φάκτο δικτάτορας. O βασιλιάς μετέφερε τη συνομιλία στον στρατηγό Σπαντιδάκη και ο τελευταίος δήλωσε ότι συμφωνούσε με το σχέδιο, αρκεί να ηγείτο της δικτατορίας ο Παναγιώτης Πιπινέλης. O Σπα- ντιδάκης ενημέρωσε για όλα αυτά τους Αμερικανούς και προσέθεσε ότι θα ήταν πραγματικό θαύμα αν η EPE κέρδιζε την πλειοψηφία στις εκλογές. Επίσης, ήταν βέβαιος ότι ο βασιλιάς θα τις ανέβαλλε.
Στις 8 Απριλίου 1967, ο Τάλμποτ συναντήθη- κε με τον βασιλιά και του μετέφερε την απάντηση των ΗΠΑ στο αίτημά του για αμερικανική συνδρομή στη βασιλική κοινοβουλευτική εκτροπή. Oi Αμερικανοί εκδήλωσαν το ζωηρό ενδιαφέρον τους για ό,τι συνέβαινε στην Ελλάδα και ανέφεραν ότι συμμερίζονταν τις ανησυχίες του βασιλιά. O Τάλμποτ εξήγησε στον βασιλιά ότι οι ΗΠΑ δεν θα μπορούσαν να τον στηρίξουν απευθείας, γιατί αντετίθεντο σε δικτατορικές λύσεις εν μέσω πολιτικών κρίσεων, αφού η επιβολή δικτατορίας θα συσπείρωνε την αντιπολίτευση και θα την διάβρωνε, με αποτέλεσμα να ελέγχεται ευκολότερα από κομμουνιστές πράκτορες. Τέλος, διαβεβαίωσε τον βασιλιά ότι βασική αρχή για την αμερικανική πολιτική στη
H Απριλιανή χούντα κατέλαβε την εξουσία με τις «ευλογίες» του αμερικανικού παράγοντα (φωτ.K. Μεγαλοκονόμου).
O «Αμερικανός ανθύπατος» στην Αθήνα της δεκαετίας του 1950, πρεσβευτής Τζων Πιουριφόυ (στο μέσον), με τονΣοφοκλή Βενιζέλο (δεξιά) και τον Γεώργιο Μαύρο (πίσω) (φωτ. K. Μεγαλοκονόμου).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ EAAAAA
O πρωθυπουργός Κων. Καραμανλής
υποδέχεται τον Βρετανό ομόλογό του
Χάρολντ Μακμίλλαν στην Αθήνα, στις
7Αυγούστου 1958. To σχέδιο nou είχε
εκπονήσει ο τελευταίος για την
επίλυση του Κυπριακού και το οποίο έφερε το
όνομά του («Σχέδιο Μακμίλλαν»)
απορρίφθηκε από την Ελλάδα ως
απαράδεκτο (φωτ. K. Μεγαλοκονόμου).
O Αρχιεπίσκοπος Μακάριος επιθεωρεί
θέσεις της Εθνοφρουράς στην περιοχή του Αγίου Ιλαρίωνα, κατά την
περίοδο της έντασης στην Κύπρο,
τα Χριστούγεννα του 1963 (Αθήνα, ΕΛΙΑ).
Μεσόγειο ήταν η διατήρηση στενών σχέσεων με την Ελλάδα.
Τη 14η Απριλίου 1967, ο επικεφαλής της φρουράς της Βουλής θυροκόλλησε το διάταγμα για τη διάλυση του σώματος. To διάταγμα αυτό προέβλεπε τη διεξαγωγή εκλογών στις 28 Μαϊου 1967 και τη σύγκληση της νέας Βουλής στις 5 Ιουλίου 1967.
O Τάλμποτ αποφάσισε να ειδοποιήσει τον υπουργό Εξωτερικών, Ντην Ρασκ, ότι η κρίση στην Ελλάδα είχε φθάσει σε επικίνδυνο σημείο. Συνέταξε επιστολή με την οποία ενημέρωνε τον προϊστάμενό του ότι τα πράγματα έτειναν να χειροτερεύουν είτε λόγω του ενδεχομένου επιβολής δικτατορίας είτε λόγω των επιθέσεων του Ανδρέα Παπανδρέου στις ξένες δυνάμεις. O Τάλμποτ δεν πρότεινε αμέσως να διεξαχθεί μια νέα μυστική επιχείρηση. Ζήτησε από την Ουάσινγκτον να αποτρέψει το πραξικόπημα ασκώντας μεγάλη πίεση στις Ενοπλες Δυνάμεις και στους δεξιούς πολιτικούς. O Τάλμποτ θεωρούσε ότι ένα δικτατορι-
κό καθεστώς θα οδηγούσε την Ελλάδα σε οπισθοδρόμηση και θα την απομάκρυνε από τους Δυτικούς της συμμάχους.
O υφυπουργός των Εξωτερικών των ΗΠΑ, Λουκ Μπατλ, μελέτησε τις εισηγήσεις του Τάλμποτ και στις 20 Απριλίου 1967 του έστειλε σχετικές οδηγίες. Για πρώτη φορά η Ουάσιν- γκτον αποφάσισε να λάβει πρωτοβουλία για την εκτόνωση της έντασης στην ελληνική πολιτική σκηνή, προτείνοντας έναν συμβιβασμό ανάμεσα στο Παλάτι και στους Παπανδρέου. To Στέητ Ντηπάρτμεντ πρότεινε να παραδοθεί ένα επείγον μήνυμα στον Γεώργιο Παπανδρέου, το οποίο θα του εξηγούσε τη βαθύτατη ανησυχία της αμερικανικής κυβέρνησης για το ρήγμα που είχε προκληθεί στην ελληνική πολιτική ζωή. Επίσης, ο Τάλμποτ καλείτο να υπογραμμίσει στον αρχηγό της Ενωσης Κέντρου ότι οι ΗΠΑ έτρεφαν μεγάλο ενδιαφέρον για την Ελλάδα, επειδή από την εποχή του Εμφυλίου Πολέμου είχαν επενδύσει πολλά στην ανάπτυξή της. Τα πράγματα όμως είχαν λάβει νέα τροπή. Στις 20 Απριλίου 1967, ο Σπαντιδά- κης κάλεσε σε σύσκεψη έξι αντιστρατήγους, χωρίς να συγκαλέσει επίσημη συνεδρίαση του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου. Σ’ αυτήν ανέπτυξε τις απόψεις του για την κατάσταση και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επέμβαση του Στρατού ήταν αναγκαία. Oi αντιστράτηγοι συμφώνησαν και τον παρότρυναν να πάρει άδεια από τον βασιλιά για να εκτελεσθεί το σχέδιο. Oi στρατηγοί έμειναν επίσης σύμφωνοι ότι, σε περίπτωση που ο Κωνσταντίνος δεν τους έδινε σαφείς οδηγίες, θα συνεδρίαζαν και πάλι στις 24 Απριλίου για να επανεξετάσουν το θέμα. O σταθμός της CIA ήταν ενήμερος για τη σύσκεψη και ανέμενε εναγώνια την απόφαση των στρατηγών.
O αντιστράτηγος Ζωιτάκης ενημέρωσε τον Νικόλαο Μακαρέζο, μέλος της ομάδας των συνταγματαρχών που προετοίμαζαν το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, για την απόφαση των στρατηγών να στείλουν τον Σπαντιδάκη στον βασιλιά. O Μακαρέζος την αποκάλυψε, με τη σειρά του, στους συνεργάτες του. Τότε ελήφθη η κρίσιμη απόφαση από τους Γεώργιο Παπαδό- πουλο, Στυλιανό Παττακό και τους υπόλοιπους επίδοξους πραξικοπηματίες να προχωρήσουν στην επιβολή δικτατορίας στη χώρα. Ετσι, το στρατιωτικό κίνημα της 21ης Απριλίου του 1967 πραγματοποιήθηκε με την ανοχή των Αμερικανών, οι οποίοι το παρακολουθούσαν εν τη γενέ- σει του και καθ’ όλη τη διάρκεια της εξέλιξης και της εδραίωσής του στην Ελλάδα.
112
ΕπίλογοςΕίναι γεγονός ότι, από τη σύσταση του ελ
ληνικού κράτους, οι Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης επενέβαιναν συνεχώς στα εσωτερικά της Ελλάδας προκειμένου να επιβάλουν τη θέλησή τους σε ποικίλα ζητήματα ή και να στερεώσουν την επιρροή τους. O σφοδρός ανταγωνισμός των Ευρωπαίων μεταξύ τους πολλές καθίστατο καταστρεπτικός για την Ελλάδα και τα συμφέροντά της.
Σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, παρατηρούνται συνεχείς παρεμβάσεις των Δυτικών στη χώρα, που αποσκοπούσαν στο να επιβάλουν, πολλές φορές ακόμη και με τη βία, τη θέλησή τους και να εμποδίσουν την ανάπτυξη και την ευημερία της Ελλάδας. Παράλληλα, παρενέβαι- ναν και στην εξωτερική πολιτική θέτοντας εμπόδια για την εθνική ολοκλήρωση, δηλαδή στον αγώνα των Ελλήνων να εξέλθουν από το οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο στο οποίο το είχαν καταδικάσει τα συμφέροντα των ισχυρών της Ευρώπης.
O 20ός αιώνας ήταν ένας αιώνας κρίσεων και δολοπλοκιών, οδηλώντας σε έναν φαύλο κύκλο πολυώδυνων εθνικών περιπετειών. Oi Ελληνες
έζησαν σκληρές δοκιμασίες εξαιτίας της βάναυσης επέμβασης των Μεγάλων Δυνάμεων και της εξάρτησης της χώρας τους από τις οικονομικές τους παροχές. Αλλεπάλληλα πραξικοπήματα και εμφύλιοι σπαραγμοί συνέθεσαν το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινήθηκε η πολιτική της επέμβασης των Δυτικών στην Ελλάδα, για την οποία το μόνο βέβαιο είναι ότι δημιούργησε μια χώρα εξαρτώ- μενη και σε πολλούς τομείς υπανάπτυκτη, με πολλές συνέπειες που φθάνουν ακόμη και έως τη σύγχρον εποχή.
Ημίονοι που στάλθηκαν στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ ως μέρος της αμερικανικής βοήθειας. H ξένη οικονομική βοήθεια υπήρξε απαραίτητη για την ανασυγκρότηση τηςχώρας μετά τις καταστροφικές συνέπειες της Κατοχής (από το λεύκωμα του Μ. Κατσίγερα, Ελλάδα, 20ός αιώνας, τ.Α ’, εκδ.Ποταμός, 2000).
O Γεώργιος Παπανδρέου υψώνει την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη (180κτωβρίου 1944).
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΑΛΑΑΑ
Ενδεικτική Βιβλιογραφία/. ΙΣΤΟΡΙΑ TOY ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ,
τ.ΙΒ'-ΙΣΤ’.2. Θεοχάρης Δετοράκης: ΙΣΤΟΡΜ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ,
Ηράκλειο 1991.3. Κυριάκος ΣιμόπουΧος: ΞΕΝΟΚΡΑΤΜ,
ΜΙΣΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ K AIΥΠΟΤΕΛΕΜ,Αθήνα 1999.
4. Κωνσταντίνος ΣβοΧοηουλος:H ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, τ .Α ’ (1900-1945), τ. B'(1945-1981), Αθήνα 2007.
5. ΚανσταντίνοςΣβοΧόπουΧος: ΟΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ KAIH ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΡΙΣΙΣ ΕΙΣ THNAYTONOMONKPHTHN, Χανιά 2005.
6. ΙΑ . ΠετρόηονΧος - Αικ. Κουμαριανού:H ΘΕΜΕΑΙΩΣΗ TOY ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ, Αθήνα 1982.
7. Σπύρος Λιναρδάτος: ΠΩΣ ΕΦΤΑΣΑΜΕ ΣΤΗΝ 4η ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ, Αθήνα 1988.
8. ΣηύροςΛιναρδάτος: 4ηΑΥΓΟΥΣΤΟΥ,Αθήνα 1988.
9. ΙΙαναγιύτης Βατικαότης: MM ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΙΟΓΡΑΦΜ ΤΟΥΙΩΑΝΝΗΜΕΤΑΞΑ, Αθήνα 2005.
10. ΒασίΧης ΡαφαηΧίδης: ΙΣΤOPM (ΚΩΜΙΚΟΤΡΑΓΙΚΗ) TOY NEΟΕΛΛΗΝΙΚOY ΚΡΑΤΟΥΣ 1830-1974, Αθήνα 2001.
ΙΙ.ΑλέξηςΠαηαχεΧάς: ΟΒΜΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,O AMEPIKANIKΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ, 1947-1967, Αθήνα 2007.
12. Μακάριος Δρονοιώτης: EOKA B 'KAI CM, Λευκωσία 2003.
13. O ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 1943-1950 (μτγρ. Ιζύ. Σπανδανής -εηχμ. Ντέηβιντ ΚΧόουζ), Αθήνα 2006.
14. Γεώργιος Τ. ΤσερεβεΧάκης: ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ, O ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ, Εκδόσεις ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ, Αθήνα 2008.
15. Γεώργιος Τ. ΤσερεβεΧάκης: ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ, Εκδόσεις ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ, Αθήνα 2009.
16. ΒασίΧης Σπανός: ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΑΙΣΤΡΜΣ, Εκδόσεις ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ, Αθήνα 2009.
17. Μαρία Σαμηατακάκη: HMONAPXM ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, Εκδόσεις ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ, Αθήνα 2008.
18. Mapia Σαμηατακάκη: ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ, Εκδόσεις ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ,Αθήνα 2007.
19. Γεώργιος B. Λεονταρίτης: H ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ, Αθήνα 2000.
20. 1921 Σαγγάριος, (εηιμ. Νίκος ΓιαννόηουΧος), στη σειρά ΜΕΓΑΛΕΣ ΜΑΧΕΣ, Εκδόσεις ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ, Αθήνα 2008.
21. Γιώργος Μαργαρίτης: ΙΣΤΟΡΜ TOY ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ,2 τ., Αθήνα 2006.
22. Douglas Dakin: ΟΑΓΩΝΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΜ ΤΗΝΑΝΕΞΑΡΤΗΣΜ 1821-1833,Α0ήνα 1999.
23. ΑπόστοΧος B. ΒετσόπουΧος: H ΕΛΛΑΔΑ KAI TO ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΡΣΑΛ, Αθήνα 2007.
24. Κώστας Χατζηαντωνίου: MIKPA ΑΣΜ, Αθήνα 2003.25. Γεώργιος ΝικοΧούδης: ΚΑΤΑΣΚΟΠΟΙKAI
ΣΑΜΠΟΤΕΡ ΣΤΗΝ KATEXOMENH ΕΛΛΑΔΑ (1941 -1944), Εκδόσεις ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ, Αθήνα 2004.
Παράδοση όπλων του ΕΛΑΣ σε Βρετανούς στρατιωτικούς, μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας (Αθήνα, Πολεμικό Μουσείο, Βρετανική Συλλογή). Oi εκπρόσωποι της βρετανικής και της
σοβιετικής στρατιωτικής αποστολής στα ελληνικά βουνά, Νίκολας Χάμμοντ
(στο αριστερό άκρο) και Γκ. Ποπώφ (στο μέσον). H παρουσία τους συμβόλιζε, μεταξύ άλλων, την κηδεμονία των χωρών
τους επί των ελληνικών αντιστασιακών οργανώσεων βυλλογή Χάγκεν Φλάισερ).
114
Oi ξένες επεμβάσεις στην Ελλάδα σημάδεψαν ολόκληρη την ιστορία του νεοελληνικού κράτους, από την ίδρυσή του έως τη σύγχρονη εποχή. Oi ευρωπαϊκές δυνάμεις
αναμίχθηκαν συχνά στα εσωτερικά ζητήματα και στην εξωτερική πολιτική της χώρας, πολλές φορές μάλιστα με βίαιο τρόπο. Αποδυόμενες σε έναν αγώνα ελέγχου
των κρατικών δομών της και της ίδιας της πολιτικής ζωής της, προσπαθούσαν
να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους σε μία περιοχή με πολύπλοκους συσχετισμούς δυνάμεων και ισορροπιών. Καταπολέμησαν με πάθος κάθε αντιτιθέμενη σ’ αυτούς
κίνηση και, αδιαφορώντας για τις συνέπειες των ενεργειών τους στην ελληνική κοινωνία, δημιούργησαν μια χώρα εξαρτημένη σε πολλά πεδία και καταδικασμένη
να ακολουθεί πιστά τους Δυτικούς της «προστάτες». To αποτέλεσμα ήταν η Ελλάδα να γνωρίσει πολλούς κλυδωνισμούς στον πολιτικό και κοινωνικό της βίο,
με έντονο αντίκτυπο έως σήμερα.
ISBN 978-960-9408-55-4
7 8 9 6 0 9 4 0 8 5 5 4 www.periscopio.gr
\ Γ (^ V )
V ?
E K Δ OΠ ΕΡ1 Σ1
Ψ ~ ^
Σ E 1 Σ( Ο Π ΙΟ
top related