τρια μικρα παραμυθια

Post on 12-Jul-2015

108 Views

Category:

Education

1 Downloads

Preview:

Click to see full reader

TRANSCRIPT

ΤΡΙΑ ΜΙΚΡΑ

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

Η Ελπίδα Θεοδώρα Αναστασίου

Χρυσάνθη Αναστασίου

Ήταν μια φορά και έναν καιρό μια αρκουδίτσα.

Ζούσε σ’ ένα μεγάλο δάσος με την οικογένειά της.

Μια μέρα, καθώς έπαιζε κρυφτό με τα δυο αδελφάκια της, η αρκουδίτσα χάθηκε.

Ήταν

εξαντλημένη όταν γλίστρησε σε μια χαράδρα. Κατρακύλησε πάνω στους βράχους και το ένα της ποδαράκι μάτωσε.

Για καλή της τύχη, το κλάμα της το άκουσαν κάποιοι άνθρωποι φίλοι του δάσους.

Την άλλη μέρα η αρκουδίτσα βρέθηκε σε ένα μέρς όπου

ο ι άνθρωποι την φρόντιζαν και της έδιναν λιχουδιές.

Υπήρχαν και άλλα αρκουδάκια εκεί . Φαινόντουσαν χαρούμενα. Όλα μαζεύτηκαν γύρω της και οι ερωτήσεις έπεσαν βροχή:

- Από πού ήρθες; Γιατί ε ίσαι λυπημένη;

- Ήρθα από ένα μεγάλο δάσος….. και μου λείπουν οι γονείς μου, τα αδέλφια μου….. το σπίτι μου…

- Μη στενοχωριέσαι, θα είμαστε φίλοι και θα περνάμε ωραία ….έχει ένα μεγάλο μέρος του δάσους όπου μπορούμε να κάνουμε βόλτες και να παίζουμε….και όταν μεγαλώσουμε, θα μας αφήσουν να φύγουμε, ίσως να ξαναβρούμε τις οικογένειές μας…Αλλά δεν μας είπες, πως σε λένε;

- Με λένε…. Ελπίδα….

Πως ξαναβρήκε ο τζίτζικας τη φωνή του

της Γεσθημανής Ουζούνογλου

Ήταν καλοκαίρι και όλα τα τζιτζίκια τραγουδούσαν …. εκτός από ένα, τον Ζαχαρένιο.

-Τι σου συμβαίνει , Ζαχαρένιε; τον ρώτησε ο καλύτερός του φίλος, το Χελιδόνι. Δεν χαίρεσαι που επιτέλους ήρθε το καλοκαίρι;

- Δεν μπορώ να τραγουδήσω! Έχω χάσει τη φωνή μου!

- Εγώ, Άρχοντά μου, ε ίχα την πιο γλυκιά φωνή του καλοκαιριού, γι’ αυτό και το όνομά μου είναι Ζαχαρένιος… κάθε καλοκαίρι τραγουδούσα σε όλους τους κήπους, πήγαινα από δέντρο σε δέντρο και θύμιζα στους ανθρώπους να χαίρονται τη ζωή. … και τώρα…τίποτα…

Το Χελιδόνι πήρε το φίλο του και μαζί πήγαν στον Άρχοντα του καλοκαιριού.

- Δύσκολη υπόθεση!είπε ο Άρχοντας σκεπτικός.

Μετά από μέρες ο Άρχοντας τους κάλεσε και τους είπε:

- Η κυρία Καρδερίνα είχε χάσει κάποτε τη φωνή της… Πήγε στη Βασίλισσα των μελισσών, έφαγε λίγο από το χρυσαφένιο μέλι της και έτσι απέκτησε τη φωνή της ξανά.

- Μα φέτος δεν έχει γίνει ακόμα το μέλι, ε ίπε απογοητευμένος ο Ζαχαρένιος.

- Η Βασίλισσα πάντα κρατάει μέλι για δύσκολες στιγμές! … αλλά να προσέχετε τα λόγια σας, η Βασίλισσα δεν είναι και πολύ γενναιόδωρη, τους συμβούλεψε ο Άρχοντας.

- Ζζζζζζ…. έκανε ενοχλημένη η Βασίλισσα. Κοίτα, τζίτζικα, καταλαβαίνω ότι θες πολύ να ξαναβρείς τη φωνή σου, αλλά δύσκολο ε ίναι να σου δώσω μέλι . Η φυλή μου μαζεύει και επεξεργάζεται τη γύρη εδώ και αιώνες! Πως μπορώ εγώ να σκορπάω το μέλι από δω και από κει ;

- Σε ικετεύω, Βασίλισσά μου, βοήθησε τον φίλο μου!

Μόνο λίγο, ε ίναι για καλό σκοπό!

Με επιμονή και πολλά επιχειρήματα, οι δυο φίλοι κατάφεραν τελικά να πείσουν τη Βασίλισσα.

Σύντομα ο Ζαχαρένιος άρχισε να ξανατραγουδάει στους καταπράσινους αγρούς.

Οι μελωδίες του ακούγονταν μέχρι τα βάθη της θάλασσας, κάνοντας τα άλλα τζιτζίκια να υποκλίνονται μπροστά στη ζαχαρένια φωνή του.……

Το χρυσό λουλούδιΣταυρίδου Σοφία Τρύπκου Χρυσάνθη

Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα απομακρυσμένο δάσος, ζούσε μια κατάλευκη κουκουβάγια.

Η κουκουβάγια αυτή ανακάλυψε μια μέρα, σε μια απόκρημνη πλαγιά, ένα ολόχρυσο άνθος. Θαύμαζε το λουλούδι και το φρόντιζε.

Τα κακό δεν άργησε όμως να έρθει. Οι κυνηγοί εισέβαλαν στο δάσος και ανακάλυψαν το χρυσό λουλούδι.

Το ξερίζωσαν για να το πάρουν μαζί τους. Αμέσως υπολόγισαν πόσο θα μπορούσαν να κερδίσουν αν το πουλούσαν σε χρυσοχόο να το κάνει κόσμημα.

Όταν έφτασαν στην πόλη, οι χρυσοθήρες ε ίχαν πια στα χέρια τους ένα μαραμένο λουλούδι . Το πέταξαν σαν κάτι άχρηστο.

Έτυχε όμως να περάσει από κει ένα κοριτσάκι που είδε και λυπήθηκε το παραπεταμένο λουλούδι. Το πήρε μαζί του και το φύτεψε σε μια γλάστρα στο μπαλκόνι.

Το χρυσάνθεμο ένιωθε ξανά αγάπη, άρχισε να ζωντανεύει και να φανερώνει τις χρυσές του λάμψεις.

Χρόνια ολόκληρα η κουκουβάγια έψαχνε το φίλο της. Κάποτε έφτασε και στην πόλη. Ήταν απογοητευμένη και κουρασμένη, αλλά τα μάτια της μπόρεσαν να διακρίνουν μια χρυσή λάμψη από ένα μπαλκόνι.

Η κουκουβάγια πλησίασε και με τις τελευταίες δυνάμεις ακούμπησε τα γερασμένα της φτερά στη γλάστρα, δίπλα στο αγαπημένο της φίλο. Εκεί άφησε την τελευταία της - αλλά γεμάτη ευτυχία - πνοή.

Την άλλη μέρα το πρωί, το κοριτσάκι βρήκε το χρυσάνθεμο στην αγκαλιά μιας άψυχης, κατάλευκης κουκουβάγιας.

Στα ολοστρόγγυλα μάτια της κουκουβάγιας καθρεφτίζονταν ακόμα τα χρυσά πέταλα.

κείμενα:

Θεοδώρα Αναστασίου Χρυσάνθη Αναστασίου

Γεσθημανή Ουζούνογλου

Σταυρίδου ΣοφίαΤρύπκου Χρυσάνθη

σχέδια:

Πέτρος Όρλης

Μαρία Πασιώτη

Σοφοκλής Καμαριέρης

Σοφία Σταυρίδου

Αντζελίνα Κοβάτσεβιτς

μουσική:

Μάνος Χατζηδάκης – Το βαλς των χαμένων ονείρων

2ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΡΙΔΑΙΑΣ 2013 - 2014

top related