pontiki art 143

16
Η ΤΕΧΝΗ / ΟΙ ΤΑΣΕΙΣ / ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ / Η ΖΩΗ... ΣΤΟΝ ΑΦΡΟ ΤΕΤΑΡΤΗ 10 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010 n.143 art ΠΟΝΤΙΚΙ ΑΙΜΙΛΙΟΣ ΧΕΙΛΑΚΗΣ Ο (ελληνικός) Μύθος στο Σάλτσμπουργκ Μπερλινάλε με ηχηρά ονόματα και απουσίες Eθελόντρια στον τηλεοπτικό κανιβαλισμό Η ήττα που περιμέναμε Ιστορικός Σαίξπηρ

Upload: dimitris-makris

Post on 08-Mar-2016

229 views

Category:

Documents


5 download

DESCRIPTION

Pontiki Art

TRANSCRIPT

Η Τ

ΕΧΝ

Η /

ΟΙ

ΤΑΣ

ΕΙΣ

/ Ο

Ι Α

ΠΟ

ΨΕ

ΙΣ /

Η Ζ

ΩΗ

...

ΣΤ

ΟΝ

ΑΦ

ΡΟ

ΤΕ

ΤΑΡΤ

Η 1

0 Φ

ΕΒ

ΡΟΥΑ

ΡΙΟ

Υ 2

010

n.14

3

artΠΟΝΤΙΚΙ

ΑΙΜΙΛΙΟΣ ΧΕΙΛΑΚΗΣΟ (ελληνικός) Μύθος στο Σάλτσμπουργκ

Μπερλινάλε με ηχηρά ονόματα και απουσίες Eθελόντρια στον τηλεοπτικό κανιβαλισμό

Η ήττα που περιμέναμεΙστορικός Σαίξπηρ

TA ΠΡΟΣΩΠΑ2/26

ΤΟΥΣ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΟΥΝ ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ ΤΟΥΣ ΕΝΩΝΕΙ Η ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

ΑΡΧΙΣΥΝΤΑΞΙΑ

ΑΝΝΑ ΒΛΑΒΙΑΝΟΥ

DESIGN ART DIRECTOR

ΚΥΡΙΑΚΟς

ΚΟΥτςΟγΙΑΝΝΟπΟΥΛΟς

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Μαρία Βασιλάκη

ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΝΤΑΙ:

γιώργος Ι. Αλλαμανής

Λεωνίδας Αντωνόπουλος

Xαρά Αργυρίου

Δημήτρης Κανελλόπουλος

τατιάνα Καποδίστρια

γιώργος Ν. Κορωναίος

γιάννης Κουκουλάς

Μάκης Μηλάτος

Ελίνα Μπέη

Αγγελική Μπιλλίνη

Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης

Χρυσούλα παπαϊωάννου

Δημήτρης Ρηγόπουλος

Όλγα ςελλά

Ναταλί ΧατζηαντωνίουΠΟΝΤΙΚΙart

«Ελένη, Ελενίτσα, Ελενά-κι μου!»: Και έτρεχε η κυ-ρία Βέφα με τον χαριτωμένο καλπασμό της μαμάς ρινοκε-ρίνας και αγκάλιαζε το χαρι-τωμένο, πλατινέ ρινοκεράκι της μπροστά στις κάμερες. Γιατί την Ελενίτσα της την είχε σαν παιδί της. Έτσι του-λάχιστον δήλωσε όσο έτρω-γε από εκείνη ψωμί ή μάλλον παντεσπάνι, καθώς ήταν πολ-λά τα χρήματα από τη (δια-φημιστική) πίτα, τότε που η Βέφα Αλεξιάδου σταδιοδρο-μούσε ως εθνική τηλεμαγεί-ρισσα στις εκπομπές της Ελε-νίτσας της – της Μενεγάκη, ντε. Τώρα όμως, και με την

Ελενίτσα της να την έχει «αδειάσει», η κυρία Βέφα δεν βρίσκει ως φαί-νεται κανέναν λόγο για να τη λιβανίζει: «Έχουμε πιο σοβαρά πράγματα να ασχοληθούμε από τον γάμο της Ελένης», δήλωσε, χαρακτηρίζοντας την πάλαι ποτέ λατρεμένη της σταρ εγωίστρια. Είδατε πόσο εύκολα τε-λειώνουν οι τηλεοπτικές αγάπες, όταν δεν έχουν οικονομικό αντίκρισμα; Εκτός αν η κυρία Βέφα μιλάει πάντα με την αυστηρότητα και την αγά-πη της μάνας που προσπαθεί να φέρει το παιδί της στον σωστό δρόμο. (Ναι, λέμε και κανένα ανέκδοτο πότε πότε, για να περνά η ώρα).

Η αγέλαστος Σίσσυ

Αν στο παραμύθι «Χένσελ και Γκρέτελ» η κακιά μάγισσα έκλεινε τους ήρωες σε ένα κλουβί και διασκέδασε παρατηρώντας την εξαθλίωσή τους, εν έτει 2010 η μεταμοντέρνα διακοσμήτρια κλείνει σε ένα όσο το δυνατόν πιο κιτς σπίτι τους αναξιοπαθούντες και μας παρέχει ως θέαμα την απόγνωσή τους, την ελπίδα τους για μια ζωή που θα μοιάζει με τηλεοπτική σαπουνόπερα. Με ύφος γερμανίδας δεσμοφύλακα του Άουσβιτς και dress code που παραπέμπει στην αμείλικτη «Δεσποινίδα Μαργαρίτα», η διακοσμήτρια Σίσσυ Φειδά εισβάλλει στις ερειπωμένες κατοικίες των πτωχών και αδυνάτων και αφού εκφράσει τον αποτρο-πιασμό της σχολιάζοντας «μα πώς είναι δυνατόν να κοιμάστε σε ένα δωμάτιο με τόση υγρασία;» ή «δεν το πιστεύω ότι δεν έχεις τον προσω-πικό σου χώρο!», αναλαμβάνει να τους αλλάξει τις ζωές. Μόνο που η (μεγαλοαστική) σκληρότητα του χαρακτήρα της και ο σνομπισμός της,

χαρακτηριστικά που αποτυπώνονται στο πρόσωπό της, καθώς και η τσιφουτιά της παραγωγής, που ενώ υπόσχεται παλάτια δημιουργεί σπίτια αδιάφορα και ψευδοπολυτελή –ως την επόμενη βροχή, οπότε η υγρασία θα ξανακάνει την εμφάνισή της– το «Σπίτι από την αρχή» μοιάζει με παρωδία παραμυθιών, με καλές μάγισσες που έχουν λύση για όλα τα προβλήματα. Και η παρουσιάστριά του και νέα σταρ της νεοελληνικής θλίψης μας, όσο κι αν προσπαθεί να χαμογελάσει και να πείσει για το συμπονετικό του χαρακτήρα της, παραμένει αντιπαθητικά ψυχρή, παραπέμποντας πάντα στη μάγισσα του «Χένσελ και Γκρέτελ».

Σίσσυ Φειδά

Μια γυναίκα αλλούτερη και κάτι παραπάνω. Απολαυστική μέσα

στο κιτς της, αξιαγάπητη μέσα στην υστερία της, χαριτωμένα

κωμική μέσα στον εγωκεντρισμό και στην τρελάρα της. Η καρ-

τουνίστικης αισθητικής μαντάμα που ζωντανεύει η Λυδία Φω-

τοπούλου στο «Τι είδε ο μπάτλερ», του Τζο Όρτον (σε σκηνοθε-

σία Θωμά Μοσχόπουλου), κλέβει την παράσταση στο Θέατρο

Αλίκη. Η εξαιρετική ηθοποιός επανέρχεται για να μας θυμίσει

ότι όπως στο δράμα έτσι και στην κωμωδία μπορεί να λάμψει.

Το έχει αποδείξει βεβαίως και παλαιότερα, με παραστάσεις

όπως το «Τέλος καρναβαλιού» του Γκολντόνι, αυτή όμως τη

φορά τολμάει κάτι περισσότερο: να εκτεθεί κάνοντας σχεδόν…

στριπτίζ επί σκηνής. Και καταφέρνοντας να περιβάλλει την κω-

μική γύμνια του ρόλου της με χάρη μοναδική. Η Φωτοπούλου

ξεπερνάει τον ναρκισσισμό της πρωταγωνίστριας, ρίχνεται με

τα μούτρα στην κωμωδία και διασκεδάζει με έναν από τους πιο

ακραίους χαρακτήρες που έχει κληθεί να ερμηνεύσει. Όπως

διασκεδάζει και εμάς… Άξια!

«Κανάκης - Καλυβάτσης» ήταν το πάλαι ποτέ επιτυχη-μένο ντουέτο των «Α.Μ.Α.Ν.» και μοιράστηκαν ισομερώς την επιτυχία. Όταν, όμως, ένα τηλεοπτικό ντουέτο χω-ρίζει, τότε φαίνεται η πραγ-ματική δυναμική του καθε-νός. Ο Αντώνης Κανάκης εί-ναι σήμερα ο επικεφαλής μίας τετραμελούς ομάδας που παρουσιάζει την εκ-πομπή «Ράδιο Αρβύλα» και επιβραβεύεται καθημερινά από τα νούμερα της τηλε-θέασης. Ο Σωτήρης Καλυ-βάτσης επέλεξε να εγκατα-

λείψει την ομάδα για να κάνει σόλο καριέρα. Σήμερα βρίσκεται να πα-ρουσιάζει το τηλεπαιχνίδι «Fatus Olous», ως αντικαταστάτης του Γιώρ-γου Μητσικώστα. Παράλληλα εμφανίζεται κάθε τόσο στο γυαλί με σα-χλές μεταμφιέσεις, διαφημίζοντας γνωστή εταιρεία τηλεφωνικών πληρο-φοριών με πενταψήφιο νούμερο σαν Χάρρυ Κλυνν βγαλμένος από την κιτς δεκαετία των 80s. Ο Καλυβάτσης κάνει «καριέρα» με μία περούκα, δύο πορτοκάλια για στήθη και την απομίμηση μιας γυναικείας φωνής τύπου Τάκη Ζαχαράτου. Ήδη αναφέρθηκαν τρία διαφορετικά ονόματα: Κλυνν, Μητσικώστας, Ζαχαράτος. Ο Σωτήρης Καλυβάτσης δεν είναι ο συνεχιστής τους αλλά το κακέκτυπό τους. Εύκολα χρήματα, για στρε-βλές αποτυπώσεις μίας εικόνας που δεν βγάζει γέλιο πια.

Δέσποινα ΟλυμπίουΗ εχθρός του λαού Λυδία Φωτοπούλου

Τόλμη και (ξεκαρδιστική) γοητεία

Βέφα ΑλεξιάδουΗ αγάπη της (τηλεοπτικής) μάνας!

Σωτήρης ΚαλυβάτσηςΌταν η περούκα βαφτίζεται χιούμορ

Κυκλοφόρησε το νέο της cd. Περιέχει «μια από τα ίδια»: Δέκα τραγούδια σε μουσική του Μιχάλη Χατζηγιάννη, όπως και το προηγούμενό της. Τραγούδια ποπ, που αν τα τραγουδούσε εκείνος θα σημείωναν επιτυχία, με εκείνη όμως δεν έχουν ιδιαίτερες ελπίδες. Δεν φταίνε οι φωνητικές δυνατότητες της Δέσποινας Ολυμπίου. Η φωνή της είναι πάντα σωστή, αν και δεν φτάνει σε κορυφώσεις. Φταίνε, όμως, οι επιλογές της. Εδώ και χρόνια αναλώνεται σε ρεπερτόριο που τη διευκολύνει, εφόσον δεν χρειάζεται να ψάξει πολύ για να το βρει. Το έχει μέσα στο σπίτι της, αφού –όπως είναι γνωστό– συνδέεται στην προσωπική της ζωή με τον ποπ σταρ. Πόσο έξυπνη είναι μία τέτοια επιλογή; Ο Χατζηγιάννης έχει το πιο ισχυρό φαν κλαμπ στον γυναικείο πληθυσμό. Το γεγονός αυτό καθιστά αυτομάτως την Ολυμπίου από αντίπαλο δέος εχθρό για τα κο-ριτσόπουλα των θρανίων. Θα δείτε την επιθετική στάση να εκδηλώνεται σε δεκάδες ιστοσελίδες και μπλογκ, όπου οι φαν του Χατζηγιάννη τής εύχονται από το... να σπάσει το πόδι της μέχρι τα χειρότερα που μπορεί να φανταστεί κανείς. Πώς να πουλήσει, λοιπόν, σε κοινό που τη μισεί; Ο δρόμος που έχει διαλέξει είναι εξαρχής λανθασμένος. Επέλεξε να τραγουδάει τραγούδια απευθυνόμενα σε ένα target group το οποίο δεν θα την καταναλώσει ποτέ. Υπάρχουν εκατοντάδες καλλιτεχνικά ζευγά-ρια που έχουν επιλέξει διαφορετικούς δρόμους προκειμένου ο ένας να μην πέφτει στον σκόπελο των φανατικών θαυμαστών του άλλου. Η Ολυμπίου επέλεξε τον άλλο δρόμο. Τραγούδια από τον Χατζηγιάννη, κι ας είναι και... μισητά.

© T

AK

IS D

IAM

AN

TOPO

ULO

S

Π ίσω από τα φώτα, τα χάχανα, τις υποσχέ-σεις για μια ζωή χαρισάμενη υπάρχει ένας κόσμος σκοταδόψυχος, γεμάτος

μικρότητες και υπολογισμούς. Ο κόσμος αυτός ζει από τη λόξα κάποιων φιλόδοξων στάρλετ να βρίσκονται στο προσκήνιο. Ο κόσμος αυτός είναι μια μόνο από τις χυδαίες κατηγορίες επαγγελμα-τιών που σιτίζονται στην τηλεόραση. Το τελευταίο διάστημα η ελληνική τηλεόραση το μόνο στο οποίο διαπρέπει είναι η χοντροκομμένη αδιακρι-σία. Με βαθιά χωριάτικους τρόπους, οι άνθρωποί της αλληλοσπαράζονται. Κι αυτός ο αλληλοσπα-ραγμός είναι ο κύριος τρόπος των εκπομπών να κερδίσουν τα νούμερα στις ακροαματικότητες και το χρήμα των διαφημίσεων. Σιγά τα φρέσκα νέα, θα πείτε. Το ξέρετε καλά, το έχετε εμπεδώσει με τα χρόνια ότι η ελληνική τηλεόραση βρίθει εκπομπών που γίνονται από επαγγελματίες κου-τσομπόληδες. Φτηνών εκπομπών, και σε κόστος και σε περιεχόμενο. Στις οποίες, σε περιβάλλον δήθεν λαμπερό, με φώτα και χρώματα, εκτίθε-νται προσωπικές ζωές, όχι όλες οικειοθελώς. Στο βασίλειο της τηλεοπτικής αδιακρισίας βασιλεύουν η υποκουλτούρα, ο κυνισμός και η αρπαχτή. Κατά καιρούς πολλοί έχουν πληρώσει αυτές τις «αξίες». Αρκεί οι τηλεοπτικοί αστέρες να εκτιμήσουν ότι η περίπτωσή τους μπορεί να εξάψει την περιέργεια των θεατών. Χωρισμοί, τσακωμοί, ερωτικά πάθη, αταίριαστοι έρωτες είναι το πρώτο υλικό των αστέ-ρων αυτών. Όσο νυχτώνει, φυσικά, το ρεπερτόριο εμπλουτίζεται με θεωρίες συνωμοσίας, έρποντα ρατσισμό, δήθεν καυτή αποκαλυπτική δημοσιο-γραφία, τηλεεισαγγελείς που προσφέρουν δήθεν κοινωνική (και σεξουαλική) απελευθέρωση – και δήθεν γενικώς. Σε αυτό το δήθεν συνεχίζει να δοξάζεται η πιο ωμή ανθρωποφαγία. Μερικά από τα θύματά της, τα πιο ανίσχυρα, βρέθηκαν εκτός της τηλεοπτικής αρένας με βάναυσο τρόπο – στο μυαλό μου έρχονται δυο περιπτώσεις της τηλεο-πτικής υποκουλτούρας, ο ιδιόρρυθμjος Ταμπά-κης και η λαϊκή τραγουδίστρια Έφη Θώδη, που εντελώς ξεδιάντροπα οδηγήθηκαν στην ψυχική κατάρρευση. Στα υποψήφια θύματα της τηλεόρα-σης, αυτό το διάστημα, συγκαταλέγεται η Τζούλια Αλεξανδράτου. Τι είναι η Τζούλια Αλεξανδράτου; Θα σας γελάσω; Αοιδός; Μοντέλο; Σόου γούμαν; Απλώς όμορφη; Βαμμένη ξανθιά; Σημασία έχει ότι η κυρία αυτή διαθέτει αρκετή ελαφρότητα και αρκετή φιλοδοξία να βρίσκεται με τη θέλησή της σε ένα προσκήνιο στο οποίο δεν έχει να προσφέ-ρει κάποιο έργο αλλά, απλώς, τις διακυμάνσεις

μιας έντονης καθημερινής ζωής που προσφέρε-ται με εξονυχιστικές λεπτομέρειες στη φόρα. Από τους καβγάδες της με την ιδιοκτησία του κέντρου στο οποίο επρόκειτο να εμφανιστεί μέχρι τη σχέση της με νέο, ευειδή και χαρίεντα, κι από τις καλλιτεχνικές (!) αρπαχτές στην επαρχία (εσχά-τως στη Σύρο) μέχρι τους τσακωμούς της, η τηλε-όραση είναι γεμάτη με υλικό καθημερινής σαπου-νόπερας στο οποίο κυριαρχεί η εν λόγω κυρία.

Σαν να μην έφτανε αυτό, σαν να μην ήταν αρκετή η έκθεση της ιδιωτικής ζωής της, οι έξυπνοι του τηλεοπτικού κανιβαλισμού χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη κυρία για να κάνουν πλάκα. Υπήρ-ξε ωραία, έχει φωτογραφηθεί γυμνή, είχε και συνεχίζει να έχει φιλοδοξίες, δηλώνει έτοιμη για όλα και δεν καταλαβαίνει πότε την κοροϊδεύουν και πότε την παίρνουν στα σοβαρά (και γιατί να το κάνουν, άραγε;). Καλώς το θύμα!

ΤΖΟΥΛΙΑ ΑΛΕξΑΝΔΡΑΤΟΥτο τελευταίο διάστημα η ελληνική τηλεόραση το μόνο στο οποίο διαπρέ-πει είναι η χοντροκομμένη αδιακρισία. Με βαθιά χωριάτικους τρόπους, οι άνθρωποί της αλληλοσπαράζονται. Έτσι κερδίζουν ακροαματικότητες και διαφημίσεις

4/28 ΤΣΟΥΝΑΜΙ

Είναι πολλοί, μαθαίνουμε, πολύ περισσό-τεροι μάλιστα φέτος λόγω της οικονομικής δυσπραγίας, οι καλλιτέχνες που εκφράζουν

τις διαμαρτυρίες τους επειδή το Φεστι-βάλ Αθηνών δεν εκτίμησε το πλούσιο και μοναδικό ταλέντο τους και τους

απέρριψε, δηλαδή δεν τους πλήρωσε για να το παρουσιάσουν σε κοινό. Να λοιπόν ακόμα μια ιδιοτυπία της ελληνικής κοινωνίας: τα καλλιτεχνικά επαγγέλματα είναι περιζήτητα στις ηλικίες της πρώτης, της δεύτερης, ακόμα και της τρίτης νιότης, έστω και αν το κοινό, δηλαδή η αγορά, δεν μπορεί να πληρώσει γι’ αυτά. Οι συνήθεις νέοι έλληνες καλλιτέχνες, ωστόσο, δεν στενοχωριούνται γι’ αυτό. Πε-πεισμένοι ότι υπηρετούν μια δύσκολα επικοι-νωνίσιμη ποιότητα, απαιτούν από το κράτος την επιχορήγησή τους. Μετά τους αγρότες που ζουν με επιδοτήσεις, και καλλιτέχνες-δημόσιοι υπάλληλοι, λοιπόν;

Όταν η Λυρική Σκηνή διδάσκει τη συνδικαλι-στική εκδοχή της καλλιτεχνικής έκφρασης, οι πραγματικοί καλλιτέχνες βρίσκουν τη δύναμη και την προσπερνούν. Αυτό έκανε και η σοπράνο Τζένη Δριβάλα που ανεβάζει, αυτές τις μέρες, τη «Μαντάμα Μπατερ-φλάι» του Πουτσίνι όχι σε σκηνή αλλά στο χώρο του κλαμπ EDO (πρώην Κλαμπ 22), στην οδό Βουλιαγμένης. Παράσταση χειροποίητη, όχι μόνο δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από δου-λειές αξιώσεων, αλλά και συγκινεί βαθύτατα, έτσι που δονείται από το πάθος για την έκφρα-ση. Φυσικά, η ιδιοκτησία του μαγαζιού, που δεν καταλαβαίνει τι θησαυρό φιλοξενεί, δεν φρόντισε να γίνει γνωστή η παράσταση μέσω του Τύπου, με αποτέλεσμα να παίζεται μόνο σε κύκλους μυημένων. Τέτοιες προσπάθειες, όμως, αξίζει να τις ανακαλύπτουμε. Και να τις στηρίζουμε. Εμείς κερδίζουμε.

αχινοί...

Λία παραλία

Εντάξει, βρε Βάσω,

νια, ξέρω όμως ότι οι Καραμεροχαριτάτοι είδαν το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια τους και τα ποσοστά τους στην AGB να παίρνουν την κατιού-σα, γιατί το τηλεοπτικό κοινό, κυρίες και κύριοι και αγαπητά μου παιδιά, μπορεί να είναι ό,τι να ’ναι αλλά πάντως άκαρδο δεν είναι επ’ ουδενί.

Ε ν τω μεταξύ και καθ’ ον χρόνον η Ελένη Μενεγάκη απολαμβάνει την περιστασιακή

άνοδό της στην κορυφή της τηλεθέασης κάποιοι άλλοι κάνουν καινούργιο συκώτι από τα γέλια, παρακολουθώντας το μεγάλο μαλλιοτράβηγμα στα παρασκήνια του «X Factor». Σαν να μη μας έφτανε η φτώχεια μας, έχουμε τώρα και την ερωτική

Ε ιλικρινά, δεν καταλαβαίνω τι σόι μυαλό είναι αυτό που κουβαλάς, βρε συ Βάσω. Από τη μία

περνάς φίνα και φτηνή Τσικνοπέμπτη, γλεντοκοπώ-ντας με την εκπομπή του Σπύρου Παπαδόπουλου κι από την άλλη βγαίνεις στα μπλόγκια και τη φτύνεις γιατί κόστισε τα μαλλιά της κεφαλής μας.

Σ τα πέντε φι των ημερών να μην ξεχάσω να συ-μπεριλάβω και τους πολυπληθείς φφφφφίλους

της Μενεγάκη, που σπεύδουν στα κουτσομπολάδι-κα του απομεσήμερου και του απόβραδου για να προσθέσουν το μακρύ τους και το κοντό τους για το θέμα που συγκλόνισε την Ελλάδα. Δεν ξέρω τι ακριβώς φρονεί επί του ιδίου ζητήματος ο Αλμού-

τόπος», βροντοφώναξε και ζήτησε a capella από την ελληνική πολιτεία να τους ξαποστείλει από κει που ’ρθαν.

Κ ι αν το κοινωνικά ευαίσθητο ΕΣΡ ρίχνει παντα-χούσες σε όσους εκφέρουν από τηλεοράσεως

ρατσιστικό και μισαλλόδοξο λόγο, απορώ γιατί στη συγκεκριμένη περίπτωση εποίησε τη νήσσα. Κι αν είσαι και παπάς με την αράδα σου θα πας. Ε, δεν θα τα πληρώσει όλα σ’ αυτή τη χώρα ο Παπακα-λιάτης!

Η ποντικίνα των καναλιών

ΩΡΑ ΓΙΑ ZAPPING

επιστολογραφία μεταξύ Sony και Θεοφάνους για το ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο.

Τ ι «ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο», βρε Βάσω μου κι εσύ; Κι αν δεν ξέρεις, με τα

σωστά σου, ορίστε, άνοιξε τον δέκτη σου Κυριακή πρωί, γύρω στις 10 με 10.30 στην ΕΤ3, όπου περφορμάρει από άμβωνος ο παναγριότατος Άνθιμος Θεσσαλονίκης. Αυτό παιδί μου δεν είναι κήρυγμα, είναι το «Ελλάδα έχεις ταλέντο» χωρίς τον Ψινάκη. Από το τελευταίο live του προχείρως σταχυολογώ το απόσπασμα όπου ο Μητροπολίτης κατέβηκε τσάρκα στην Ομόνοια και έφριξε από το πλήθος των έγχρωμων μεταναστών. «Μαύρισε ο

Μια εθελόντρια στο καζάνι του τηλεοπτικού κανιβαλισμού

Κάλλιο ερωτηματικό παρά τελεία και παύλα

Α θάνατες επιστημονικές βεβαιότητες! Προσφέρουν ασφάλεια, πνευματική χαύνωση, άλλοθι στα γνήσια

πρωτοξάδελφα των Σαλαμινομάχων. Μια τέτοια βεβαιότητα κυκλοφορεί εδώ και δεκαετίες στην αρχαιολογική πιάτσα: ο μινωικός πολιτισμός καταστράφηκε γύρω στο 1.500 προ Χριστού από τη φοβερή ηφαιστειακή έκρηξη που τίναξε στον αέρα τη Θήρα, τη σημερινή Σαντορίνη. Ποιος να φέρει αντίρρηση; Το γράφουν τα βιβλία στα σχολεία, το λένε οι ξεναγοί στους τουρίστες, το αναπαράγουν τα μέσα ενημέρωσης στα ρεπορτάζ του τύπου «πού να πάτε διακοπές», το δείχνουν στη μικρή οθόνη οι ταξιδιωτικές εκπομπές. Και όμως, αντίρρηση υπάρχει και μάλιστα σοβαρή και τεκμηριωμένη. Την εξέφρασε προ ημερών ο καθηγητής αρχαιολογίας Χρίστος Ντούμας, σε διάλεξη που έδωσε στην Αρχαιολογική Εταιρεία, με θέμα «Ακρωτήρι Θήρας: Όραμα και πραγματικότητα». Ο σεβάσμιος Ντούμας είναι κορυφή στην προϊστορική αρχαιολογία και ξέρει καλά τι λέει: διευθύνει τις ανασκαφές στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης από το 1974. Τι ισχυρίζεται λοιπόν; Ότι το όραμα ενός συναδέλφου του και ο διακαής πόθος του να το δει να επαληθεύεται ήταν τόσο δυνατά που γέννησαν μύθους και αυταπάτες. Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Σπυρίδων Μαρινάτος, ο πασίγνωστος ρομαντικός (;) αρχαιολόγος, ο οποίος σκόνταψε στο σκάμμα του Ακρωτηρίου το 1974 και σκοτώθηκε. Πρόλαβε όμως να υμνήσει τη χούντα των συνταγματαρχών. Αλλά αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Το χειρότερο ήταν ότι παρέσυρε τους πάντες και έτσι γεννήθηκε μία συλλογική πλάνη. Σχεδόν κατασκεύασε έναν θεμελιώδη μύθο, αποτρόπαια ελκυστικό και απόλυτο, όσο μία τρομακτική ηφαιστειακή έκρηξη, από κείνες που συμβαίνουν μια φορά στα χίλια χρόνια. Όσο δυσκολοχώνευτο κι αν φαίνεται, κανείς μέχρι σήμερα, γεωλόγος, ηφαιστειολόγος ή άλλος, δεν έχει εντοπίσει ισχυρές ενδείξεις –στην προϊστορία οι αποδείξεις είναι πολύ σπάνιες– ότι ο σεισμός σάρωσε τους πρώτους Μινωίτες. Πρόκειται για μία απλή υπόθεση, ένα προσωπικό όραμα, μία πιθανή πλάνη. Δεν είμαι αρχαιολόγος. Δεν ξέρω να διαβάζω τα θραύσματα των κεραμικών, ούτε να διακρίνω έναν τύμβο κάτω από ένα λόφο. Ξέρω όμως ότι είναι προτιμότερο να

ζω με την αμφιβολία και να προσπαθώ να την περιγράψω, ώστε να την κατανοήσω όσο μπορώ, παρά να πιστεύω στα τυφλά ό,τι παρουσιάζει όποιος αυτοσυστήνεται σαν αυθεντία. Κάλλιο ερωτηματικό, παρά τελεία και παύλα. Το δυστύχημα είναι ότι δεν υπάρχει στο εκπαιδευτικό μας σύστημα (κυρίως στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση) ούτε μια χαραμάδα για να περνάει το φως από τη νεότερη επιστημονική έρευνα, ότι το σχολείο σπέρνει βεβαιότητες, ενώ η δουλειά του κανονικά είναι να σπέρνει αμφιβολίες. Οι εκπαιδευτικοί μας δεν επιμορφώνονται ουσιαστικά, τα παιδιά μας αποστηθίζουν παπαγαλία όπως κάναμε κι εμείς, ο ελληνοκεντρισμός όπως τον παγίωσε ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος μας βασανίζει ακόμη. Έτσι, η παγιωμένη και «παγωμένη γνώση» αναπαράγεται προκαλώντας μόνιμες παρεξηγήσεις. Ποιος θα φέρει στα σχολεία και τα μίντια την αμφιβολία, τη λοξή ματιά, το ενδεχόμενο τα πράγματα να είναι κάπως αλλιώς; Είπε κι άλλα ο καθηγητής Χρίστος Ντούμας στη διάλεξή του. Ότι οι τεράστιες ποσότητες τέφρας που εκτινάχτηκαν από το ηφαίστειο της Θήρας κινήθηκαν προς τα ανατολικά, αφήνοντας την Κρήτη σχεδόν έξω από την ακτίνα διασποράς τους. Ότι οι καταστροφές στην Κρήτη, με βάση τη χρονολόγηση με ραδιενεργό άνθρακα, είναι πολύ μεταγενέστερες. Ότι ο Μαρινάκης «έβλεπε» στο Ακρωτήρι ένα ανάκτορο-θηρίο όπως αυτό της Κνωσού, αλλά τίποτα τέτοιο δεν υπάρχει. Ότι τα νησιά των Κυκλάδων ούτε ήταν μινωικές αποικίες, ούτε είχαν περιπέσει σε παρακμή κατά τη Μέση Εποχή του Χαλκού, όπως θεωρούσαν ως πρόσφατα πολλοί φιλόλογοι και ιστορικοί. Όταν επισκευαστεί επιτέλους το στέγαστρο πάνω από τον αρχαιολογικό χώρο του Ακρωτηρίου, αυτό το σύγχρονο γεφύρι της Άρτας, καλό θα είναι να ανοίξει μια ουσιαστική συζήτηση για τη σπορά της αμφιβολίας. Αλλά ακόμη και τότε, άλλα στέγαστρα, πνευματικά και επιστημονικά, θα παραμένουν ημιτελή και επικίνδυνα.

Οι Μινωίτες δεν καταστράφηκαν, λέει, από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας. Αλλά μην το πείτε πουθενά

Του Γιώργου Ι. Αλλαμανή [[email protected]]

ΜΠΑ; ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ;

6/30 cover sTory «»

Θα περίμενε κανείς ότι στην παράσταση «Δον Ζουάν», σκηνοθετικό ντεμπούτο του Αιμίλιου Χειλάκη στο Εθνικό Θέατρο, θα ερμήνευε

ο ίδιος τον πρωταγωνιστικό ρόλο υποδυόμενος τον ακαταμάχητο εραστή. Κι όμως. Ανέτρεψε τις προσδοκίες, κρατώντας για τον εαυτό

του τον ρόλο του υποτακτικού υπηρέτη ςγαναρέλ, μετρώντας και τις κωμικές του δυνάμεις. Άλλωστε, έχει άλλη οπτική για τον ήρωα.

Ο δικός του Δον Ζουάν είναι ένας άνθρωπος χορτασμένος από ζωή, διανοούμενος και προκλητικά ελεύθερος, που οδεύει με θάρρος

προς τον θάνατό του. πολύ θα ήθελε στο τέλος του έργου να δικαιώνει αυτόν τον οραματιστή και να τον βλέπει να φεύγει καμαρωτός

πάνω στο άλογό του. γιατί πίσω από τις εύκολες και επιφανειακές αναγνώσεις της σκανδαλώδους κωμωδίας του Μολιέρου, πίσω από

τον μύθο ενός ακόμα Καζανόβα, κρύβεται ένα βαθιά πολιτικό κείμενο, μια καταγγελία της υποκρισίας, τόσο φρέσκια και επίκαιρη, σαν

να μην πέρασε μια μέρα από τον 16ο αιώνα που γράφτηκε.

Ποιος είναι για εσάς ο Δον Ζουάν;Α.Χ.: Δεν είναι ο άνθρωπος που ζει τη ζωή του, αλλά αυτός που έρχεται αντιμέτωπος με τον θάνατό του χωρίς φόβο. Το στοιχείο του γυναικοκατακτητή αντιπροσωπεύει μόνο το 1% της προσωπικότητάς του. Στις συνθήκες ελευθερίας που ζει, λεκτικές και πνευματικές, είναι και οι σεξουαλικές. Τουλάχιστον όπως μας τον σκιαγραφεί ο μύθος του Μολίνα και το κείμενο του Μολιέρου. Είναι ο πολίτης ενός κόσμου που θα έπρεπε να υπάρχει. Επειδή όμως αυτός ο κόσμος εκλείπει, ο Δον Ζουάν πρέπει να πεθάνει.

Υπάρχουν σύγχρονοι οραματιστές τύπου Δον Ζουάν;Α.Χ.: Αν υπήρχαν θα ήταν εξωγήινοι. Ο Δον Ζουάν είναι ένας από τους μύθους, με την έννοια της ουτοπίας, του σύγχρονου ανθρώπου. Είναι συνδεδεμένος με την ελευθερία, όπως ο Δον Κιχώτης με τον αλτρουισμό και ο Φάουστ με τη νεότητα. Ένας άλλος μύθος είναι ο Ροβινσώνας Κρούσος, ο άνθρωπος που δάμασε τη φύση.

Αν σταθούμε στην πλευρά του γυναικοκατακτητή, πώς φλερτάρει ο σημερινός Δον Ζουάν; Θα μπορούσε να είναι η γυναίκα στη σύγχρονη εκδοχή του; Α.Χ.: Το σίγουρο είναι ότι ζούμε μια εποχή που δεν έχει ερωτισμό. Αφού μπορείς να δεις πορνό στο Ίντερνετ… Η δική μου γενιά έπρεπε να πάει κρυφά στο σινεμά. Είχε μια μαγκιά τότε το να δεις πορνό. Ο ερωτισμός είναι άμεσα συνδεδεμένος με τη σεξουαλικότητα. Το συναίσθημα που έβγαζε ένα ζευγάρι ομοφυλοφίλων ήταν πιο δυνατό πριν από 20 χρόνια, γιατί με ένα τρόπο προστάτευαν τον έρωτά τους. Τα γκέι ζευγάρια που βλέπεις σήμερα στον δρόμο δεν έχουν ερωτισμό. Επειδή απενοχοποιήθηκε; Επειδή έγινε τρέντι; Δεν ξέρω. Δεν έχω κανένα πρόβλημα να φιλιούνται στο δρόμο. Αλλά μη μου τραβάνε το μανίκι να τους δω.

Γιατί δεν κρατήσατε τον ρόλο του Δον Ζουάν για τον εαυτό σας; Φοβηθήκατε μη θεωρηθεί

Τη φράση που επαναλαμβάνει φωνάζοντας ο Σγαναρέλ, στο τέλος της παράστασής σας: «Τους μισθούς μου!», θα ήθελε να τη φωνάξει σήμερα ο μέσος Έλληνας.Α.Χ.: Όντως. Γι’ αυτό γελάει πολύ ο κόσμος.

Μια πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι οι Έλληνες είναι οι πιο απαισιόδοξοι σε όλη την Ευρώπη σε σχέση με την οικονομική κατάσταση της χώρας τους. Εσείς είστε απαισιόδοξος;Α.Χ.: Αν ήμουν, δεν θα έκανα αυτή τη δουλειά. Εμείς λέμε ιστορίες για να φωτίσουμε αλήθειες ή για να χτυπήσουμε το καμπανάκι του κινδύνου και να δείξουμε τι θα μπορούσε να συμβεί αν… Είμαι αισιόδοξος. Αν με ρωτήσετε ως προς τι, δεν ξέρω να απαντήσω. Αλλά γενικά πιστεύω ότι και στα σκατά θα βρεις μαργαριτάρια και όταν πιάσεις πάτο θα αρχίσεις να ανεβαίνεις προς τα πάνω.

Η αισιοδοξία δεν είναι αίσθημα των ημερών πάντως. Μια άλλη έρευνα έδειξε ότι οι Αμερικανοί είναι απογοητευμένοι από τον Ομπάμα γιατί δεν υλοποίησε όσα υποσχέθηκε. Πριν δύο χρόνια ήταν η ελπίδα όλου του κόσμου…Α.Χ.: Και ο Μπους όταν βγήκε μιλούσε για μια μεγάλη Αμερική. Ο Ομπάμα ονειρεύτηκε μια Αμερική που δεν θα την εχθρεύεται ο κόσμος. Και ο Καραμανλής όταν βγήκε μιλούσε για τους νταβατζήδες. Τελικά όμως άνοιξαν κι άλλα μπουρδέλα. Και ο Γιωργάκης λέει για μια Ελλάδα που θα σηκωθεί στα πόδια της. Θα δείξει…

Με τη νέα κυβέρνηση είστε αισιόδοξος;Α.Χ.: Μα πώς είναι δυνατόν να είμαι; Χάσαμε 60 δισ. ευρώ από αυτά που δίνονται στις τράπεζες –και δεν τα πήραν κιόλας– και από τη γαμωολυμπιάδα. Θέλαμε να κάνουμε και πάρτι με δανεικά λεφτά!

Αν γραφόταν σήμερα ο Δον Ζουάν ποια κοινωνική υποκρισία θα κατήγγειλε;Α.Χ.: Των δημοσιογράφων. Έχω διασκευάσει μια σκηνή όπου στο κείμενο ο Σγαναρέλ καταγγέλλει τους γιατρούς. Στην παράσταση ντύνεται ρεπόρτερ. Με το που σκάει μύτη μια κάμερα όλοι αλλάζουν, προσέχουν τι λένε. Η κλίκα των υποκριτών είναι η τέταρτη εξουσία. Δεν μιλάω για τους απλούς εργαζόμενους, αλλά για αυτούς που βρίσκονται στα κέντρα αποφάσεων. Όσο για τον πολίτη, αυτός ξέρει να στέκεται στην κάμερα καλύτερα από εμένα που είμαι ηθοποιός. Η κάμερα έχει γίνει το μεγαλύτερο όπλο απειλής. Τρέμεις αν σου πει κάποιος: «Θα σε βγάλω στον Αυτιά, στον Τριανταφυλλόπουλο…».

Το μεταναστευτικό ζήτημα δεν είναι άλλη μια υποκρισία; Από τη μία ο Αντώνης Σαμαράς θέλει να καταψηφίσει το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια και από την άλλη ο Γιώργος Παπανδρέου –ισχυρίζεται ο αντίλογος– παίζει παιχνίδι για τις ψήφους των μεταναστών στις δημοτικές εκλογές.Α.Χ.: Δεν νομίζω ότι ξαφνικά έγινε κανείς

άγγελος και νοιάζεται για τους μετανάστες. Όλα για την ψηφοθηρία γίνονται. Ο Σαμαράς δεν άνοιξε τα σύνορα και μπήκαν μέσα οι Αλβανοί; Έλεγε το ’91 «τ’ αδέρφια μας οι Έλληνες» για τους Βορειοηπειρώτες. Δίκιο είχε, γιατί ήταν μια μειονότητα χωρίς δικαιώματα. Σκέφτηκε όμως να τους φέρει κάτω για να ψηφίσουν Νέα Δημοκρατία και άνοιξε τα σύνορα. Και τώρα το ίδιο κόλπο κάνει το ΠΑΣΟΚ με τους μετανάστες.

Να γυρίσουμε στο θέατρο. Επιλέξατε μια μη ρεαλιστική προσέγγιση και κάνατε μια μοντέρνα παράσταση. Πιστεύετε ότι η μοντερνιά στο θέατρο έγινε μόδα ή έχει να κάνει και με τη νέα γενιά καλλιτεχνών που πειραματίζονται;Α.Χ.: Άλλη μια καραμέλα της εποχής το μοντέρνο. Δεν καταλαβαίνω γιατί ενοχλεί. Θα έπρεπε δηλαδή να ανεβάζουμε τον Μολιέρο με τα ρούχα εκείνης της εποχής; Τότε θα έπρεπε στις παραστάσεις να μη χρησιμοποιούμε ηλεκτρικό ρεύμα. Θυμάμαι όταν έβλεπα πριν χρόνια γερμανικούς θιάσους στην Ελλάδα, μου έκαναν εντύπωση τα κοστούμια τους, που ήταν σύγχρονα χρωματιστά ρούχα. Όταν πήγα στο Βερολίνο είδα ότι ήταν τα ρούχα που φορούσε ο κόσμος στο δρόμο. Στην παράσταση χρησιμοποιούμε την κάμερα. Πολλοί λοιπόν μου λένε «αμάν, κι άλλη κάμερα στο θέατρο!». Η απάντηση είναι: φυσικά, αν έχει λόγο ύπαρξης. Η παράστασή μας έχει να κάνει πολύ με το ιδιωτικό και το δημόσιο και η κάμερα εξυπηρετεί, γιατί μπροστά της ο άνθρωπος αλλάζει.

Ήταν για εσάς πρόκληση το να παίξετε ένα κωμικό ρόλο σαν του Σγαναρέλ;Α.Χ.: Μεγάλη. Δεύτερη φορά παίζω κωμικό ρόλο. Είναι πάρα πολύ δύσκολο. Θεωρώ ότι οι δραματικοί ηθοποιοί είμαστε οι πιο τεμπέληδες του κόσμου. Όταν πηγαίνεις σε ένα δραματικό έργο έχεις ήδη υποκλιθεί στον ηθοποιό, γιατί περιμένεις να δεις κάτι σοβαρό. Το κοινό έρχεται εκ των προτέρων συγκινημένο. Ενώ ο κωμικός πρέπει να σε κάνει να γελάσεις.

Υπάρχουν ηθοποιοί που «ζηλεύετε»;Α.Χ.: Πάρα πολλοί. Καταρχήν ζηλεύω όλους αυτούς που κάναμε την παράσταση «Οκτώ γυναίκες», δηλαδή τους Νίκο Καραθάνο, Χρήστο Λούλη, Αργύρη Ξάφη, Κοσμά Φουντούκη, Χρήστο Στέργιογλου, Νίκο Χατζόπουλο. Πολλές φορές, όταν τους βλέπω να παίζουν, σκέφτομαι: «Πώς το κάνουν αυτό; Θα το κάνω κι εγώ!». Είναι τόσο ωραίο πράγμα η δουλειά μας, κι ας λένε ό,τι θέλουν οι κριτικοί απ’ την… Πελοπόννησο. Ζηλεύω τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη, ο οποίος μπορεί να φτιάχνει ιστορίες, κι ας είναι και κλεμμένες. Τραβάει κανείς κανένα ζόρι; Τα σίριάλ του έχουν ωραία εικόνα, καλούς ηθοποιούς, σε συγκινούν και ταυτόχρονα γελάς. Αυτό είναι ποπ αρτ. Έλεος πια που πρέπει να παίζουμε για τους λίγους. Κατάρα σε αυτόν που ανακάλυψε τα θεατράκια των 50 θέσεων. Μας έχουν κάνει να πιστέψουμε ότι κάνουμε τέχνη όταν μας βλέπουν λίγοι. Μετά

ματαιοδοξία να πρωταγωνιστείτε στην παράσταση που σκηνοθετείτε;Α.Χ.: Αν θεωρούσα ότι εξυπηρετούσε την παράστασή μου δεν θα είχα κανένα πρόβλημα να τον παίξω ο ίδιος. Ο Δον Ζουάν είναι δέκα Άμλετ μαζί. Δεν πιστεύω ότι μπορεί να υποστηρίξει το κείμενο ένας νέος. Χρειάζεται εμπειρία ζωής. Επίσης, θεωρώ ότι οι νεότερες γενιές είναι πιο συντηρητικές από τις παλιότερες. Δεν παίρνουν απόφαση στα γρήγορα αν δεν εξετάσουν όλους τους ενδεχόμενους κινδύνους της καριέρας τους. Δεν τολμάνε. Ο Γιάννης Μπέζος έπαιξε από επιθεώρηση μέχρι Αριστοφάνη στην Επίδαυρο και τηλεοπτικές κωμωδίες. Η δική μου γενιά ντρεπόταν να κάνει επιθεώρηση. Οι νεότεροι συνάδελφοί μου, που είναι τώρα 20 χρονών, είναι πιο συντηρητικοί από μένα. Με την επιλογή αυτή ήθελα να δείξω ότι μια κοινωνία νεότερων ανθρώπων είναι βαθιά συντηρητική απέναντι σε έναν ηλικιωμένο άνθρωπο που είναι ελεύθερος σε όλα. Θεωρώ ότι όταν έπαιξα τον Δον Ζουάν πριν πέντε χρόνια ήμουν λάθος διανομή. Γιατί δεν είναι ένας άνθρωπος που χαίρεται τη ζωή του, αλλά ένας άνθρωπος που οδεύει προς τον θάνατο.

Τον συντηρητισμό των νεότερων γενιών πού τον αποδίδετε;Α.Χ.: Στο γεγονός ότι έχουμε εδώ και πολλά χρόνια κυβερνήσεις δεξιών αντιλήψεων. Αναφέρομαι και στη ΝΔ και στο ΠΑΣΟΚ. Τα δύο μεγάλα κόμματα μας έμαθαν, για να το πω λαϊκά, να φυλάμε τον κώλο μας και να μην τολμάμε. Γιατί συνειδητοποιήσαμε ότι μας έδιναν λεφτά που δεν ήταν δικά μας, και τώρα πρέπει να τα ξεπληρώσουμε. Είναι αστείο να κατηγορεί ο πετεινός τον γάιδαρο για την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας. Απ’ την άλλη, η Αριστερά αυταπατάται ότι θα κυβερνήσει. Δεν μπορεί να γίνει αυτό σε ένα καπιταλιστικό κράτος. Θα μπορούσε όμως να κάνει γόνιμη αντιπολίτευση και να μιλάει για πράσινη οικονομία. Αλλά ακόμα και αυτό το σύνθημα το καπηλεύτηκε δεξιό κόμμα.

Αιμίλιος Χειλάκης«Κατάρα σε αυτόν που ανακάλυψε τα θεατράκια των 50 θέσεων»

«Με το που σκάει μύτη μια κάμερα όλοι αλλάζουν, προ-σέχουν τι λένε. Η κλίκα των υποκριτών είναι η τέταρτη εξουσία. Δεν μιλάω για τους απλούς εργαζόμενους, αλλά για αυτούς που βρίσκονται στα κέντρα αποφάσεων. Όσο για τον πολίτη, αυτός ξέρει να στέκεται στην κάμερα καλύτερα από εμένα που εί-μαι ηθοποιός. Η κάμερα έχει γίνει το μεγαλύτερο όπλο απειλής. Τρέμεις αν σου πει κάποιος: "Θα σε βγάλω στον Αυτιά, στον Τριανταφυλλό-πουλο…"».

ΣυνέντευξηΣτη Χρυσούλα Παπαϊωάννου

Φωτ. Μαριλένα Σταφυλίδου

Η κουβέντα μας, ένα δίωρο διάλειμμα μιας τρελής μέρας μέσα στην κούρσα των πολλών υποχρεώσεών του. Δυνατοί εσπρέσο, αμέτρητα τσιγάρα, θέα στην Ακρόπολη και ένα υπερδραστήριο κανίς, ντυμένο με μια μπλούζα του Παναθηναϊκού, να τριγυρνάει στα πόδια μας. art

ΠΟΝΤΙΚΙart 10-17.2.10 31/7

όμως πας να παίξεις μπροστά σε 500 άτομα και δεν ξέρεις πού πάνε τα τέσσερα.

Όταν αποφασίζει να σκηνοθετήσει ένας ηθοποιός είναι ενδεικτικό ότι έχει κακοπάθει από σκηνοθέτες;Α.Χ.: Εντελώς. Ο Μαρκουλάκης έχει πει μια εξαιρετική φράση: «Κάθε φορά που δουλεύω με έναν σκηνοθέτη σβήνω άλλον έναν απ’ τη λίστα μου». Εγώ και ο Κωνσταντίνος είμαστε εμπορικοί καλλιτέχνες, με την έννοια ότι έχουμε σηκώσει στην πλάτη μας μια παράσταση. Ανεξάρτητα από το αν είμαστε καλοί ή κακοί. Όταν λοιπόν μας σκηνοθετούν θέλουν να μας επιβληθούν, γιατί νομίζουν ότι είμαστε σταρ, κάτι που βέβαια εμείς δεν θεωρούμε για τον εαυτό μας. Ο μοναδικός σταρ είναι ο Σάκης Ρουβάς. Όταν τον βλέπω στη σκηνή λέω: «φτου σου, παλικάρι μου». Οι σκηνοθέτες λοιπόν νομίζουν ότι εγώ και ο Κωνσταντίνος είμαστε οι... Ρουβάδες και ότι θα συμπεριφερθούμε σαν... Μαρίες Κάλλας. Είναι παράδοξο, γιατί σου ζητάνε να τους αποδεχθείς ενώ το έχεις ήδη κάνει.

Είναι ευνουχιστικοί δηλαδή οι σκηνοθέτες μας για τους ηθοποιούς;Α.Χ.: Εξαρτάται. Έχω πολλούς αγαπημένους. Έναν βάζω πιο ψηλά απ’ όλους, τον Δημήτρη Μαυρίκιο. Είναι ευγενής και έχει τον τρόπο να πάρει αυτό που θέλει από εσένα μέσα από την επιβράβευση. Δεν σου ζητάει να τον παραδεχτείς, γιατί είναι χορτασμένος.

Παρ’ όλο που σ’ αυτήν χρωστάτε την αναγνωρισιμότητά σας, κάνετε σπανίως τηλεόραση.Α.Χ.: Μα πάντοτε έκανα σπάνια. Μου κόλλησαν την ταμπέλα του τηλεοπτικού έχοντας κάνει τριάμισι σίριαλ. Το μισό αναφέρεται στα πέντε επεισόδια που έπαιξα σε σίριαλ του Παπακαλιάτη.

Ωστόσο η δική σας γενιά απενοχοποίησε την τηλεόραση.Α.Χ.: Ναι, γιατί πήραμε την απόφαση ότι θα ζήσουμε από αυτή τη δουλειά. Με προϋποθέσεις βέβαια. Έκανα τριάμισι σίριαλ από εκατοντάδες προτάσεις. Η δική μου γενιά είχε μια Μιρέλλα Παπαοικονόμου να γράφει σενάρια, σε μια εποχή, τη δεκαετία του ’90, που άντεχε το μελοδραματικό στοιχείο. Τώρα ζούμε τη δεκαετία της κωμωδίας. Εμένα δεν με ζητούν για κωμωδία. Ούτως ή άλλως έχει πλέον μείνει ενάμισι κανάλι για να πούμε ιστορίες, το Mega και ο ΑΝΤ1, που δεν ξέρεις πότε θα κόψει το σίριαλ.

Ψωνιστήκατε ποτέ από την αναγνωρισιμότητα; Αν ναι, υπάρχει κάτι που σας γειώνει;Α.Χ.: Πήραν τα μυαλά μου αέρα όταν μετά από ένα σημείο άρχισαν να μου προτείνουν ρόλους που ονειρευόμουν από μικρός και μάλιστα άνθρωποι με τους οποίους ήθελα να συνεργαστώ. Οι ηθοποιοί καλούμαστε να μιλήσουμε κείμενα 500 έως 2.500 χρόνων, που είναι εξ ορισμού μεγάλα. Όταν λοιπόν κληθείς να παίξεις τέτοιους ρόλους, πρέπει να θεωρήσεις ο ίδιος τον εαυτό σου ικανό να το κάνει. Αυτό κρύβει και κάποιους κινδύνους. Έχω βρει τρόπο για να μπορώ να πατάω delete στον εαυτό μου: πηγαίνω στο γήπεδο, γουστάρω να βλέπω τον Παναθηναϊκό και να ουρλιάζω μαζί με άλλους 50.000. Ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι δεν είσαι το κέντρο του κόσμου. Έχει και μια παράξενη δημοκρατία το γήπεδο. Κάθεσαι δίπλα στον Βαρδινογιάννη και μπορείς να βρίσεις ή να ουρλιάξεις μαζί του. Όλοι έχουν το ίδιο δικαίωμα: να δούνε την ομάδα τους να παίζει μπάλα.

8/32 ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ >>

Οι μεταμορφώσεις της Ούτε Λέμπερ συνεχίζονται. Μετά τα μιούζικαλ και τα μεσοπολεμικά καμπαρέ είναι η ώρα του αργεντίνικων τάνγκο. Στη νέα της παράσταση που θα δούμε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσ-σαλονίκης την Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου και στην Αίθουσα Φίλων της Μουσικής του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, το Σάββατο 20 και την Κυριακή 21 Φεβρουαρίου, η γερμανίδα περφόρμερ καταδύεται στον κόσμο του μεγάλου Άστορ Πιατσόλα. Παραπλήσιοι κόσμοι, θα πείτε, και δεν έχετε άδικο. Αφού τα τραγούδια του Μπουένος Άιρες μπερδεύονται με ευρωπαϊκούς μύθους (το «Chanson de Jacky», το «La Colombe» και το «Ne me quitte pas» του Ζακ Μπρελ, τα «Tango Ballade» και «Sourabaya Johnny» του Κουρτ Βάιλ, το «Lili Marleen» του Κλάους Σουλτς ή το «Accordéoniste» της Εντίθ Πιαφ), που όσοι την είδαν στο Ηρώδειο πριν δύο καλοκαίρια δεν θα τα ξέχασαν τόσο εύκολα. Αλλά στην περίπτωση της Ούτε Λέμπερ το πρόγραμμα των εμφανίσεών της μπαίνει υποχρεωτικά σε δεύτερο πλάνο, όχι γιατί δεν έχουν σημασία τα τραγούδια αλλά γιατί είναι η φωνή της, η σκηνική της παρουσία, οι σιωπές και οι στίξεις που απογειώνουν την εμπειρία. Ούτως ή άλλως η Λέμπερ δεν υπήρξε ποτέ μόνο ένα πράγμα. Τρα-

γουδίστρια, μουσικός, ηθοποιός, χορεύτρια, ζωγράφος και μοντέλο, έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο με ερμηνείες που άφησαν εποχή σε μιούζικαλ και καμπαρέ, αλλά και σε ροκ ή τζαζ συναυλίες. Δεν είναι τυχαίο ότι υπήρξε μούσα διάσημων δημιουργών οι οποίοι έγραψαν αποκλειστικά για την ίδια: οι χορογράφοι Μορίς Μπεζάρ το «La Mort Subite» και Πίνα Μπάους το «Weill Revue», ο συνθέτης Άντριου Λόιντ Βέμπερ το μιούζικαλ «Cats», οι σκηνοθέτες Πίτερ Γκρίναγουεϊ την ταινία «Prospero’s books» και ο Ρόμπερτ Όλτμαν την ταινία «Prêt-à-Porter». Όπως οι Μάικλ Νάιμαν, Έλβις Κοστέλο, Τομ Γουέιτς, Φίλιπ Γκλας, Νικ Κέιβ, που της έγραψαν ή της παραχώρησαν μεγαλειώδη τραγούδια. Όπως όμως και ο σπουδαίος μαέστρος Ζούμπιν Μέτα, που την επέλεξε στο δικό του «στοίχημα ζωής», ως σολίστ μεγάλων κλασικών ορχηστρών (Βοστώνης, Λονδίνου, Ισραήλ) στα πιο φημισμένα θέατρα του κόσμου, από τη Σκάλα του Μιλάνου, το Πίκολο Τεάτρο και το Λίνκολν Σέντερ ως το Ρόγιαλ Χολ και το Κουίν Ελίζαμπεθ Χολ, το Μπερλίνερ Ανσάμπλ και την Όπερα του Σίδνεϊ. Την υποδεχόμαστε ξανά στην Ελλάδα με την επίγνωση ότι παρακολουθούμε έναν ζωντανό μύθο της παγκόσμιας τέχνης.

>Ούτε Λέμπερ μέσω Μπουένος Άιρες

>Βιτρίνα με αντίκρισμα

«Αν βάλετε το κοστούμι μου σε ένα στέρεο θα μπορέσετε να ακούσετε νικητές του Γκράμι από το παρελθόν», είπε ο Τζέισον Μραζ (νικητής στην κατηγορία ποπ ερμηνείας), σχολιάζοντας το οικολογικό κοστούμι και τη γραβάτα του, φτιαγμένη από παλιές κασέτες. Ομολογουμένως τα εφετινά Γκράμι είχαν αρκετή από την αίγλη του παρελθόντος. Η Μπιγιονσέ «στέ-φθηκε» βασίλισσα κερδίζοντας έξι βραβεία, κι έτσι έγινε η τρίτη κατά σειρά γυναικεία ερμηνεύτρια με τα περισσότερα Γκράμι μετά την Άλισον Κράους και την Αρίθα Φράνκλιν. Η λίστα των νικητών ατελείωτη: Τέιλορ Σουίφτ, Βlack Εyed Ρeas, Jay-Ζ, Κings of Leon, Μπρους Σπρίνγκστιν είναι μερικοί μόνο από όσους έφυγαν με ένα τουλάχιστον βραβείο στις 30 και πλέον κατηγορίες. Ο Νιλ Γιανγκ πήρε το πρώτο Γκράμι της καριέρας του, ενώ βραβείο παρέλαβαν και τα τέκνα του Μάικλ Τζάκσον, κάνοντας πολλούς να σχολιάσουν αρνητικά τις δεκάδες κατηγορίες και να πουν, παραφράζοντας το γνωστό απόφθεγμα, ότι «για κάποιους ακόμα και αν δεν υπήρχε ένα βραβείο θα έπρεπε να εφεύρουμε». Σημασία έχει πάντως ότι τα Γκράμι, πέρα από την γκλαμουράτη τελετή και τη συζήτηση για το αν διατηρούν ακόμα το κύρος τους, είναι μια σημαντική τονωτική ένεση στη νοσούσα δισκογραφία. Το σχεδόν άγνωστο κάντρι συγκρότημα Lady Antebellum, για παράδειγμα, εκτοξεύθηκε στην κορυφή του τσαρτ του iTunes εν μία νυκτί. Όταν πέρυσι το «Raising Sand» των Άλισον Κράους και Ρόμπερτ Πλαντ βραβεύθηκε ως άλμπουμ της χρονιάς, μεταξύ άλλων, οι πωλήσεις του την επόμενη εβδομάδα αυξήθηκαν κατά 715%. Ακόμα και η Τέιλορ Σουίφτ, η οποία πέρυσι δεν ήταν υποψήφια αλλά εμφανίσθηκε στην τελετή, απογείωσε το «Fearless» πουλώντας 92.000 αντίτυπα σε μία εβδομάδα. Το ίδιο συνέβη πρόπερσι με το «Back to Black» της Έιμι Γουάινχαουζ, πέρυσι με τους Coldplay, το 2003 με την Νόρα Τζόουνς και ούτω καθεξής. Το ίδιο συμβαίνει κάθε χρονιά στη μετα-Γκράμι περίοδο. Γιατί το σόου είναι μόνο η βιτρίνα.

| Ελίνα Μπέη

Όταν η «Γκόλφω Reloaded!» του Σίμου Κακάλα και της Θεατρικής Εταιρείας Χώρος φιλοξενήθηκε για πρώτη φορά το 2005 στις Χοροροές της Σοφίας Σπυράτου αποτέλεσε ευχάριστη θεατρική έκπληξη. Στη συνέχεια ο σκηνοθέτης και η ομάδα του, που γενικώς αποφεύγουν τη χρήση κλασικών θεατρικών συμβάσεων, παρουσίασαν τον «Απόκοπο» (2007) και το «Λιωμένο βούτυρο» (2008), το οποίο βραβεύτηκε στα Βραβεία Κουν 2008. Σειρά τώρα παίρνει το «Recycle», η νέα παραγωγή της ομάδας που κάνει πρεμιέρα 12 Φεβρουαρίου στο Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας (Α΄ Σκηνή) του Εθνικού Θεάτρου. Με πρωταγωνιστές παράξενα πλάσματα με χάρτινα κεφάλια, δαίμονες, κλόουν, τέρατα, ιερείς σε

παροξυσμό, λιοντάρια και θηριοδαμαστές, αλλά και αντικείμενα που αυτονομούνται, ο Σίμος Κακάλας και η Μαργαρίτα Κρανά που συνυ-πογράφουν τη σκηνοθεσία της παράστασης στήνουν ένα γκροτέσκο γαϊτανάκι περίεργων χαρακτήρων. Όλοι μαζί δένονται και συγκρούο-νται, πολεμούν και συμφιλιώνονται, χτίζουν και καταστρέφουν έναν αλλοπρόσαλλο κόσμο, απομυζώντας τους φυσικούς πόρους τόσο του περιβάλλοντός τους όσο και της ίδιας τους της ύπαρξης. Πρωταγω-νιστούν: Δήμητρα Κούζα, Μένη Κωνσταντινίδου, Α. Κωνσταντίνου, Έλενα Μαυρίδου, Θ. Οικονομίδης, Γ. Συμεωνίδης.

>παράξενα πλάσματα επί σκηνής

| Δημήτρης Ρηγόπουλος

| Αγγελική Μπιλλίνη

Μπιγιονσέ

«Recycle»

ΠΟΝΤΙΚΙart 10-17.2.10

Στην κανονικότητα της εθιστικής συνήθειας της ανάγνωσης καθημερινών εφημερίδων υπάρχει πάντα ένα, τουλάχιστον, σημείο ασυνέχειας, μια παραφωνία στη «σοβαρότητα» και στη σοβαροφάνεια, μια παρέκβαση από το αναμενόμενο, μια ανατροπή της ομαλής ροής κειμένων και φωτο-γραφιών, μια, με ή χωρίς λόγια, εικα-στική θρυαλλίδα που βάζει μπουρλότο στη θλιβερή (πάντα!) επικαιρότητα. Η γελοιογραφία, η καρικατούρα, το σκί-τσο στις εφημερίδες ολόκληρου του δυτικού κόσμου, εδώ και αιώνες έχουν καθιερωθεί ως ένα σύντομο διάλειμμα για λίγο γέλιο πριν την επιστροφή στην πεπατημένη, ως η στιγμή εκτόνωσης του αναγνώστη από την ασφυκτική ειδησεογραφία. Στην Ελλάδα πάντα είχαμε και εξακολουθούμε να έχουμε κορυφαίους γελοιογράφους. Ο Δημη-τριάδης, ο Πολενάκης, ο Καστανάκης, ο Κουμετάκης, ο Γάλλιας, ο Μποστ τα παλαιότερα χρόνια, ο Καλαϊτζής, ο Ιωάννου, ο Χαντζόπουλος, ο Πετρουλάκης, ο Στάθης και τόσοι άλλοι σήμερα δίνουν δια του Τύπου ένα καθημερινό ραντεβού με τους αναγνώστες για να σα-τιρίσουν το βαρύ κι ασήκωτο κλίμα. Ανάμεσά τους, ένας από τους σημαντικότερους και ιδιαίτερα παραγωγικούς

σύγχρονους δημιουργούς, είναι ο Ηλίας Μακρής που σε λίγες μέρες εγκαινιάζει την ατομική του έκθεση με σκίτσα και γελοιογραφίες στην Αίθουσα Τέχνης Αστρολάβος-Artlife

(Ηροδότου 11, Κολωνάκι, 18 Φεβρουα-ρίου - 6 Μαρτίου). Ο Μακρής, έχοντας σπουδάσει ζωγραφική και χαρακτική στη Γερμανία, ασχολείται επαγγελμα-τικά με το σκίτσο από το 1981 και έχει εργαστεί στο «Βήμα», το «Έθνος» και σε πολλά περιοδικά, ενώ τα τελευταία 21 χρόνια σκιτσάρει στην «Καθημερι-νή». Και όπως γράφει ο Νίκος Ξυδά-κης για τον Ηλία Μακρή: «…η γραφή του σκίτσου είναι ακριβής και σαφής, σχεδόν ρεαλιστική. Η ματιά του όμως το συνηθέστερο είναι έκκεντρη, λοξή, ανατρεπτική, σχεδόν υπερρεαλιστική. Εκεί που η εφημερίδα, ο αναγνώστης, ο πολίτης βλέπουν κανονικότητες ή έστω μια μικρή ρωγμή στην κανονικότητα, ο

Μακρής δείχνει ένα ρήγμα… δείχνει το ψέμα, τη συμβατική αλήθεια, την υποκρισία, ακόμη και την εξαπάτηση, ακούσια ή εκούσια. Η αφαιρετική του γλώσσα του επιτρέπει να πει με ενάργεια και παρρησία ό,τι είναι δύσκολο ή και αδύνατον να πουν οι ρεπόρτερ και ο αρθογράφος. Μπορεί να τα πει όλα χωρίς καν λόγια…».

ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

10 Φεβρουαρίου. Έφυγε από

πάνω σας η Τσικνοπέμπτη; Ή δεν

έχετε ακόμα χωνέψει τα μπριζολά-

κια; Κρίση και ξανά κρίση, αλλά οι

ταβέρνες αναστέναξαν στα πέριξ.

Πέμπτη βράδυ και το κέντρο

ήταν άδειο! Σιγά μην κάτσουν οι

Αθηναίοι στο Κολωνάκι για να φάνε

σούσι… Έχουν όλες τις υπόλοι-

πες μέρες του χρόνου να υποδυ-

θούν τους ντελικατέσεν ήρωες.

Πάμε τώρα μέχρι τη Βάρη να

συναντηθούμε με το DNA μας.

Λοιπόν, πλάκα μας κάνει το

ημερολόγιο εφέτος. Απ’ τον

κουραμπιέ στο σπληνάντερο και

στις 14 του μήνα στα σοκολατάκια

καρδούλες… Στομάχι είναι,

πώς ν’ αντέξει! Προλαβαίνετε

να ερωτευθείτε πάραυτα; Για

να δώσετε κάπου ένα αρκουδάκι,

μια κάρτα, μια υπόσχεση… Για

να υποβιβάσετε τον έρωτα σε

καρναβάλι. Για να την πάτε στο

Ρέμο ή να τον πάτε στις φίλες σας

για να «χαρούν». Μάλλον δεν

προλαβαίνετε… Καλύτερα. Ο

έρωτας δεν θέλει σάχλες. Θέλει

«παίκτες» υψηλής νοημοσύνης.

Για να ’χει νόημα το παιχνίδι.

Διαφορετικά, όλοι ίδιοι είναι.

Υποψήφιοι… της μιας χαψιάς.

Άκουσα την Παρασκευή το βράδυ

τη Δήμητρα Γαλάνη στο Vox.

Δεν νομίζω να έχει τραγουδήσει

άλλη φωνή πιο περήφανα την ήττα.

Όλες αυτές οι τραγουδίστριες

που καμώνονται τις ερωτικές, έχουν

αναλογιστεί την εκφραστική τους

αδράνεια; Πού να προλάβουν

απ’ τις γυμναστικές… Πήγα και

στην Πατρίτσια Κάας, Σάββατο

βράδυ, με βροχή και καλή διάθεση

που εξανεμίστηκε γρήγορα. Βλέ-

ποντας τόσα τζιπ παραταγμένα σκέ-

φτηκα: εδώ είναι πάλι οι αστέρες

των… αναψυκτηρίων. Σε ομαδική

έξοδο εκτονώσεως. Ωραία γυ-

ναίκα, ωραίο σόου, καλά σκηνοθε-

τημένο, υπέροχα αξεσουάρ (φώτα,

Γύρω γύρω πόλη...Της Άννας Βλαβιανού

βίντεο, ρούχα, χοροί…). Η σταρ,

απροκάλυπτα σταρ! Ναρκισσευ-

όμενη και ενίοτε πληκτική. Δεν

έκανε κάτι λάθος. Όχι. Τέλεια όλα!

Αλλά χωρίς ρωγμή. Ερωτικό

τραγούδι χωρίς λυγμό είναι σαν

τον Παρνασσό χωρίς χιόνια.

Το κοινό, βέβαια, ενθουσιάστηκε.

Κατάμεστο το Badminton κι

είναι και αλάνα! Τώρα δεν ξέρω

αν όλοι αυτοί οι καγιενάδες με τις

κυρίες τους την ήξεραν και πριν

από τη Γιουροβίζιον. Αν είναι δη-

λαδή πραγματικοί φαν ή είναι οι

γνωστοί τρέντι τύποι που… είδαν

φως και μπήκαν. Αντιθέτως, το

κοινό με το οποίο μοιράστηκα την

παράσταση του Λευτέρη Βογιατζή

«Το ύστατο σήμερα», ήταν απο-

λύτως συνειδητό για το πού ήταν

και τι έβλεπε. Έβλεπε ένα έργο

του Χάουαρντ Μπάρκερ, όπου οι

δύο ήρωες είναι σε τραγική θέση:

ο ένας χάνει τα πάντα και ο άλλος

δεν έχει πού να πάει. Προηγου-

μένως έχουν μοιραστεί μια δυνατή

διαλεκτική σχέση. Εξαιρετικό

έργο, μοναδική παράσταση, ερμη-

νείες-κέντημα από τον Δημήτρη

Ήμελλο και τον Λευτέρη Βογιατζή.

Δυο απελπισμένοι ήρωες που

δεν ευτύχησαν να έχουν τη συ-

μπάθεια του δημιουργού τους.

Κι αυτή η ατμόσφαιρα κουρείου…

Σαν να είχες την πούδρα και την

κολόνια στα ρουθούνια σου.

Ίσως το πιο ρεαλιστικό και παρα-

μυθένιο μαζί σκηνικό της φετινής

χρονιάς. Η Ελένη Μανωλοπούλου

το εμπνεύστηκε και της αξίζουν

τα εύσημα. Είδα κι ένα άλλο

ανδρικό ντουέτο με ηλεκτρισμό.

Στον κινηματογραφικό Σέρλοκ

Χολμς χάρηκα μια ανδρική φιλία

σαν αφρό σαμπάνιας, κι αυτό που

λέμε «χημεία» ανάμεσα σε δυο

ανθρώπους, ανεξαρτήτως φύλου.

Ωραία συνθήκη, κι ας μην έχει

άγιο…

33/9>>

Τελειωμό δεν έχουν οι πρεμιέρες στο Εθνικό Θέατρο, αφού αυτή την εβδομάδα, ταυτόχρονα με το «Recycle», ξεκινάει στη Β΄ Σκηνή του Σύγχρονου Θεάτρου Αθήνας ο «Ερρίκος Εδουάρδος Ριχάρδος» (προγραμματισμένη πρεμιέρα: 13 Φεβρουαρίου) από την ομάδα 1272, σε σκηνοθεσία Γιώρ-γου Γάλλου και Γιάννου Περλέγκα. Στην παράσταση δύο σαιξπηρικά κείμενα, ο «Ερρίκος 6ος» και ο «Ριχάρδος 3ος», ενώνονται κάτω από τον κοινό ιστορικό άξονα του «Πολέμου των δύο Ρόδων» στη μεσαιωνική Αγγλία και οι δολοπλοκίες, τα ψέματα και οι στυγερές δολοφονίες μοιάζουν να μην έχουν τέλος. Οι Γάλλος και Περλέγκας (για τον πρώτο αυτή είναι η τρίτη σκηνοθετική απόπειρα και για τον δεύτερο η πρώτη), αρχικά είχαν αποφασίσει να ασχοληθούν με τον «Ριχάρδο 3ο», αλλά ομολογούν πως διαβάζοντας τα προηγούμενα ιστορικά έργα του Σαίξπηρ ανακάλυψαν τον «Ερρίκο 6ο», ο οποίος στην ουσία συνιστά το «πρίκουελ» του «Ριχάρδου 3ου». « Ο “Ερρίκος 6ος” απαντούσε σε πολλά ερωτήματα που είχαμε, ενώ παράλληλα μας βοηθούσε να αντιληφθούμε την ιστορία του Ριχάρδου πιο μακροσκοπικά. Όλα τα πρό-

σωπα που παρουσιάζονται σχεδόν σχηματικά στον Ριχάρδο σαν θύματά του προηγουμένως στον Ερρίκο αναπτύσσονται εξίσου αναλυτικά και αποδεικνύονται εφάμιλλοι θύτες με αυτόν. Πήραμε λοιπόν την τολμηρή απόφαση να φτιάξουμε μια δική μας σύνθεση, κρατώντας όσο μπορούσαμε τη βασική ροή της ιστορίας και τις σχέσεις των προσώπων, κάνοντας φυσικά συγχωνεύσεις και στα γεγονότα και στους ρόλους». Κι αν αγχώνεστε για τη διάρκεια αυτής της παράστασης, η οποία κλείνει μέσα της δύο πολύ πυκνά ιστορικά έργα και θέματα, όπως ο όρκος, η επιορκία και η πίστη στον βασι-λιά, μάθετε πως είναι μόλις δύο ώρες και δέκα λεπτά. Τη μετάφραση του κειμένου υπογράφει ο Νίκος Χατζόπουλος, ενώ για την παράσταση συνεργάστηκαν οι: Εύα Μανιδάκη (σκηνικά - κοστούμια), Σταυρούλα Σιάμου (επιμέλεια κίνη-σης), Μπάμπης Παπαδόπουλος (μουσική), Αλέκος Γιάννα-ρος (φωτισμοί). Πρωταγωνιστούν: Γ. Γάλλος, Γ. Γαλάτης, Θ. Δήμου, Γ. Περλέγκας, Μαρία Πρωτόπαπα, Μαρία Τσιμά, Β. Χατζηνικολάου.

> Ιστορικός ςαίξπηρ

| Αγγελική Μπιλλίνη

> Ένα σκίτσο - χίλια ρεπορτάζ

| Γιάννης Κουκουλάς

«Ερρίκος Εδουάρδος Ριχάρδος»

10/34 ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ >>

Έναν σημαντικό εκπρόσωπο της μεταπολεμικής ιταλικής ζωγραφικής μας συστήνει, και με δύο μάλιστα εκθέσεις, ο Πολυχώρος Πολιτισμού Αθηναΐς (Καστοριάς 34-36, Βοτανικός) στις ανακαινισμένες αίθουσές του στην Πατησίων. Καταρχήν, μια μεγάλη, χορταστική ενότητα με 49 αντιπροσωπευτικά έργα μνημειακών διαστάσεων, από την Τρίτη 23 Φε-βρουαρίου στην Αθηναΐδα (σε συνεργασία με το Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο, της Ιταλικής Πρεσβείας στην Αθήνα), προϊόν δουλειάς μισού αιώνα, όσο, δηλαδή είναι καλλιτεχνικά ενεργός ο 84χρονος σήμερα Λεονάρντο Κρεμονίνι, ο οποίος ανάμεσα σε άλλα υπήρξε και καθηγη-τής πολλών ελλήνων καλλιτεχνών όταν οι τελευταίοι σπούδαζαν στην

Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών στο Παρίσι. Και μια ημέρα αργότερα, η έκθεση σχεδίων - υδατογραφιών του Κρεμονίνι, σε επιμέλεια του Αντριάνο Μπατσιλιέρι, στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο (Πατησίων 47). «Ηδονιστή του χρώματος» τον αποκαλεί ο επιμελητής της μεγάλης αναδρομικής έκθεσης στην Αθηναΐδα Τάκης Μαυρωτάς και θα συμφωνήσετε μαζί του. «Παθιασμένος και οξυδερκής παραμένει ένας από τους σημαντι-κότερους ουμανιστές ζωγράφους της εποχής μας», παρατηρεί. Και ίσως δεν υπάρχει καλύτερη πρόκληση για να επισκεφθείτε τις δύο εκθέσεις από τα λόγια του Ουμπέρο Έκο: «O Κρεμονίνι ζωγραφίζει το σμάλτο των πραγμάτων και την εντύπωση που δίνουν στο φως και τον αέρα,

ζωγραφίζει τον κόσμο με όλα του τα θέλγητρα, τα δέλεαρ, τις μαγείες. Αυτή η άποψη του κόσμου, που είναι την ίδια στιγμή και απειλητική, είναι η όψη του κόσμου ιδωμένη από τα μάτια ενός παιδιού. Η παιδική ηλικία ως πρώτο θύμα ενός κόσμου που έχει τη μαγεία και τα χρώματα των χαρταετών, των ζαχαρωτών, των φυλαχτών. Ένας κόσμος που τον αναλώνουμε και μας αναλώνει». Και τις δύο εκθέσεις θα εγκαινιάσει η Υπουργός Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων κ. Άννα Διαμαντοπούλου.

«Μια διανοητική κρυφή βόμβα», μια «επι-δέξια, στοχαστική και συγκινητική ιστορία»: αυτό είναι το έργο του Τζέφρι Ναφτς «Next Fall», κατά την κριτική του εμπειρογνώμονα των «New York Times» Μπεν Μπράντλι. Πέ-ρυσι παιζόταν σε μια παράσταση εκτός Μπρό-ντγουεϊ. Με άγνωστους ηθοποιούς, άγνωστο σκηνοθέτη και άγνωστους παραγωγούς. Κατά γενική ομολογία όμως πρόκειται για ένα μικρό διαμαντάκι. Γι’ αυτό και οι ιθύνοντες αποφάσι-σαν να το βάλουν να λάμψει και στην κεντρική νεοϋορκέζικη θεατρική σκηνή. Μια διάσημη υπογραφή όμως ποτέ δεν έβλαψε κανέναν. Ο Έλτον Τζον και ο σύντροφός του Ντέιβιντ Φέρνις προσφέρθηκαν να τη βάλουν. Η υπό-θεση εξάλλου θα μπορούσε να είναι, εν μέρει, αυτοβιογραφική. Επικεντρώνεται στον έρωτα ανάμεσα σε δύο άντρες, αφορά όμως ζητή-ματα πολύ πέρα από αυτή τη σχέση. Ο ένας άντρας είναι σκληροπυρηνικός χριστιανός και φοβάται ότι ο άθεος σύντροφός του θα πάει στην κόλαση. Όχι επειδή κάνει σεξ με άντρες, αλλά επειδή δεν πιστεύει στον Χριστό! Το έργο θα ανέβει στις 11 Μαρτίου στο Helen Hayes Theater και σε σκηνοθεσία Σέριλ Κέιλερ. Το

όνομα του Έλτον Τζον στην παραγωγή μπορεί να κινήσει το ενδιαφέρον πολλών. Σημασία έχει ότι το έργο κατάφερε να γίνει επιτυχία χωρίς καθόλου λαμπερά ονόματα.

Με την πρώτη της παράσταση έκανε αίσθηση όταν ανέ-βασε την «Σοφοκλέους Αντιγόνη» βασισμένη στην αρχαία μετρική. Φέτος, η Θεατρική Εταιρεία Χορίαμβος επιχειρεί το δεύτερο βήμα της με το έργο «Ευριπίδη Βάκχες». Αυτή τη φορά θα ακούσετε και νέα ελληνικά (στα διαλογικά μέρη) και αρχαία (στα χορικά μέρη), σε μια προσπάθεια διερεύνησης και ανάδειξης της κοινής καταγωγής των δύο γλωσσών, πάντα με άξονα τη μουσική (μετρική, ρυθμική, μελωδική) ιδιοσυστασία τους. Γιατί στη συγκεκριμένη πα-ράσταση δεν θα πάτε μόνο για να δείτε θέατρο αλλά και για να ακούσετε μουσική, καθώς αντλεί από την τέχνη της αρχαίας μετρικής και το δημοτικό τραγούδι. Εστιάζει στον ήχο, το ρυθμό και τη μουσικότητα του αρχαίου ποιητικού λόγου σε συνδυασμό με τη σύγχρονη εκφορά του στα νέα ελληνικά. Αναδεικνύεται έτσι ο πάντα επίκαιρος χαρακτήρας της αρχαίας τραγωδίας. Τα δομικά στοιχεία της παράστασης

είναι η δύναμη των εκφραστικών μέσων του ηθοποιού (ανα-πνοή - φωνή - κίνηση), καθώς και η αμεσότητα της ζωντανής μουσικής. Η Θεατρική Εταιρεία Χορίαμβος ιδρύθηκε τον Μάιο του 2006 από τον ηθοποιό Άρη Μπινιάρη και τη μου-σικό Σμαρώ Γρηγοριάδου. Η ταυτότητά της καθορίζεται από την επιστροφή σε αρχαίες μορφές δράματος και από την αξιοποίηση μορφών επικοινωνίας παγκόσμιας εμβέλειας, όπως η μουσική, ο ρυθμός και η δυναμική της σωματικής έκφρασης. Αναζητά τη μουσική διάσταση του λόγου και του δράματος. Εξερευνά την «τελετουργική» προοπτική της τέχνης και την απήχησή της στον κόσμο του σήμερα, ανεξάρτητα από περιορισμούς φυλής, γλώσσας, ηλικίας, μορφωτικού-βιοτικού επιπέδου, φύλου και κοινωνικών πεποιθήσεων. Ενσωματώνει παραδοσιακές και νεότερες θεατρικές τεχνικές, σε απαιτητικές ως προς την ακρίβεια της εκτέλεσής τους καινοτόμες παραστάσεις.

| Δημήτρης Ρηγόπουλος

>Κρεμονίνι επί δύο

| Δημήτρης Ρηγόπουλος

>Αρχαία τραγωδία μετά μουσικής

>Ο Έλτον τζον στο Μπρόντγουεϊ

| Ελίνα Μπέη

Έργο του Λεονάρντο Κρεμονίνι

«Ευριπίδη Βάκχες»

ΠΟΝΤΙΚΙart 10-17.2.10

Συνήθως κάνει τα παιδικά μας όνειρα «μεγαλίστικες» φαντα-σιώσεις μέσα από τις ταινίες του, αυτή τη φορά όμως ήρθε η ώρα να πραγματοποιηθεί και ένα δικό του όνειρο. Ο Τιμ Μπάρτον ανακοινώθηκε ότι θα είναι ο νέος πρόεδρος της Επιτροπής στο Φεστιβάλ των Καννών. Η «γλυκιά τρέλα και το γοτθικό χιούμορ του», όπως είπε χαρακτηριστικά ο Ζιλ Ζακόμπ, είναι ό,τι πρέπει για να δοθεί ένας άλλος αέρας στον δεκαπενθήμερο κινηματογραφικό μαραθώνιο, που φέτος

θα διεξαχθεί από 12 ως 23 Μαΐου. Ο «μάγος» δημιουργός του «Ψαλιδοχέ-ρη» και του πρώτου «Μπάτμαν» μό-λις τελείωσε ένα ακόμα παραμύθι, το οποίο οι θαυμαστές του περιμένουν με ανυπομονησία – θα βγει στις ελληνικές αίθουσες τον προσεχή Μάρτιο. Πρόκει-ται για μια διασκευή της «Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων», με τον αγαπη-μένο του –και δικό μας– Τζόνι Ντεπ και πάλι πρωταγωνιστή. Ανεπιβεβαίωτες φήμες τον θέλουν να δουλεύει και μια διασκευή της «Ωραίας κοιμωμένης». Ο Μπάρτον πρωτοεμφανίσθηκε στο Φε-στιβάλ των Καννών με το «Ed Wood» το 1995. «Αφού πέρασα τα πρώτα χρό-νια της ζωής μου παρακολουθώντας τριλογίες και 48ωρους μαραθώνιους ταινιών τρόμου είμαι επιτέλους έτοιμος γι’ αυτό», δήλωσε για τα ευχάριστα νέα. «Όταν σκέφτεσαι τις Κάννες, σκέ-

φτεσαι τον παγκόσμιο κινηματογράφο. Και καθώς οι ταινίες για εμένα ήταν πάντα σαν ένα όνειρο, αυτό είναι ένα όνειρο που πραγματοποιείται». Παρεμπιπτόντως, αυτή την εποχή και ως τις 26 Απριλίου, το νεοϋορκέζικο MoMA παρουσιά-ζει μια αναδρομική έκθεση προς τιμήν του με το σύνολο του έργου του, που αν μη τι άλλο αξίζει μια διαδικτυακή περιήγηση (στη διεύθυνση www.moma.org/interactives/exhibitions/2009/timburton/)

35/11>>

Καθαρά Δευτέρα ante portas. Αχ,

χαρταετέ μου, πώς να πετάξεις

σ’ αυτόν τον μαύρο τον ουρανό;

* Μαύρο κι άραχλο το άυλο σκη-

νικό και εξαιρετικός σαν πάντα ο

Άρης Σερβετάλης στη μυστήρια ει-

καστική περφόρμανς περί Μπέκετ,

που παρουσιάζεται στο Ίδρυμα Μι-

χάλης Κακογιάννης. Πρόκειται για

ένα εξουθενωτικά επαναλαμβανό-

μενο μάντρα λεκτικής και σωμα-

τικής αυτομαστίγωσης, που βασί-

ζεται στο ούτως ή άλλως πιο πα-

ράδοξο «ραδιοφωνικό» θεατρικό

του μεγάλου Ιρλανδού. Αλλά δεν

ξέρω, ρε γαμώτο... Όταν η εγκεφα-

λικότητα και η αβανγκαρντία γί-

νονται περίπου αυτοσκοπός, όταν

λείπει το συναίσθημα ή έστω μια

κορύφωση, τότε ο θεατής ζώνεται

από αμηχανία. Ενίοτε, και από χα-

σκόγελα... * Α, γουστάρω τρελά:

ο Τιμ Μπάρτον, λέει, αυτός ο φω-

τισμένα σκοτεινός δημιουργός

που μάλλον από κάποιο συμπα-

ντικό ολίσθημα γεννήθηκε Αμε-

ρικανός, θα προεδρεύσει των κρι-

τών στις φετινές Κάννες. Ο Big Fish

στην Κρουαζέτ των... θαυμάτων. *

Μπα, μπα; Ο Ρένος Χαραλαμπίδης

μόλις τοποθετήθηκε επικεφαλής

του τμήματος ελληνικών σινεπα-

ραγωγών της Audio Visual; Καίτοι,

βέβαια, έχουν περάσει έτη φωτός

από την ανένδοτη φρεσκάδα και

τον δεν-χαμπαριάζω αυθορμητισμό

τού «No Budget Story» του, η έλευ-

ση του Ρένου μπορεί και να κομί-

ζει ελπίδα. Μπορεί, λέω... * Εκείνο

που σίγουρα με ψιλοανησυχεί είναι

«η ιδιαίτερη έμφαση» που θα δο-

θεί, λέει, από την εταιρεία στις παι-

δικές ταινίες * «Mazoo» και «Ζου-

ζούνια», τώρα και στο πανί;

Πέθανε, πλήρης ημερών και μιας

κάποιας αηδίας, εικάζω, για τον ευ-

τελισμό πασών των ιδεολογιών, ο

Κώστας Αξελός. Το «παιχνίδι του

κόσμου», πάντως, συνεχίζεται κα-

νονικά, με νέους αδιαπραγμάτευ-

τους όρους και σημαδεμένα χαρ-

τιά... * Καλέ, φεύγουν, λέει, οι

αγρότες απ’ τα μπλόκα; Και τώρα

τι θα γένουμε χωρίς συνδικαλοβαρ-

βάτους; * Τη δουλειά που κάνει

το Ίδρυμα Ευγενίδου και το Πλα-

νητάριο τη λατρεύω. Οι άνθρωποι

απλά λειτουργούν σε ένα σύμπαν

εντελώς παράλληλο της γενικότε-

ρης νεοελληνικής προχειρότητας

και ξεφτίλας... Αυτή όμως η τελευ-

ταία ψηφιακή ταινία με τον «Μι-

κρό πρίγκιπα» του Εξιπερί με απο-

γοήτευσε κομμάτι. Δεν φταίνε, βέ-

βαια, οι «πλανητάνθρωποι». Είναι

η αλφαδιασμένη και αλλόκοτη αι-

σθητική των ιαπώνων δημιουργών

της ταινίας, που κάθε άλλο παρά

δικαιώνει την πιο ποιητική ελεγεία

που γράφτηκε ποτέ για την υπαρ-

ξιακή τραγωδία της ενηλικίωσης.

Κρίμα. * Πώς το έθεσε η καλλίκο-

μος (και, μεταξύ μας, ολίγον υπερ-

τιμημένη) Έμα Σάπλιν σε συνέντευ-

ξη Τύπου που έδωσε έναν ολόκλη-

ρο μήνα πριν από τη μεγαρική εμ-

φάνισή της; «Οι Έλληνες είστε δι-

αφορετικοί από τους άλλους με-

σογειακούς λαούς». Κολοκύθια!

Για ρίξε μια ματιά, κούκλα μου,

στα πρόσφατα δυσοίωνα ιβηρικά

spread και μετά τα ξαναλέμε...

έρχονται

φεύγουνΤης Τατιάνας Καποδίστρια

Νέες ταινίες από τον Ρομάν Πολάνσκι και τον Μάρτιν Σκορ-σέζε, ένα ιστορικό κινέζικο δράμα και η ταινία του πιο περι-ζήτητου βρετανού γκραφιτά συνθέτουν μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες προτάσεις στο φετινό, 60ό Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου. Το επίσημο πρόγραμμα περιλαμ-βάνει 26 ταινίες, οι είκοσι από τις οποίες θα διαγωνιστούν για τη Χρυσή Άρκτο. Ο Σκορσέζε καταφθάνει στη γερμα-νική πρωτεύουσα για να παρουσιάσει στο πρώτο μεγάλο ευρωπαϊκό φεστιβάλ της χρονιάς, που αρχίζει αύριο και τελειώνει στις 21 Φεβρουαρίου, τη νέα του ταινία «Shutter Island». Η υπόθεση αφορά την εξαφάνιση μιας δολοφόνου από ένα ψυχιατρείο. Στο Βερολίνο όμως θα βρεθούν και ο Γιούαν ΜακΓκρέγκορ με τον Πιρς Μπρόσναν για τη νέα ταινία του Πολάνσκι «The Ghost Writer», σχετικά με την ιστορία ενός δημοσιογράφου που προσλαμβάνεται ως «σκιώδης συγγραφέας» από έναν Βρετανό, πρώην πρωθυπουργό για

να γράψει τα απομνημονεύματά του. Ο σκηνοθέτης πάντως, έπειτα από τις πρόσφατες δικαστικές του περιπέτειες για την υπόθεση του ’78 που επέσυρε κατηγορία για βιασμό ανηλί-κου, βρίσκεται ακόμα σε κατ’ οίκον περιορισμό στην Ελβετία και περιμένει την απέλασή του στις ΗΠΑ. Στο φεστιβάλ θα παρουσιαστούν επίσης οι ταινίες «Submarino» του Δανού «δογματικού» Τόμας Βίντερμπεργκ, το «Mammuth» του Μπε-νουά Ντελεπίν με τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ πρωταγωνιστή και το «The Killer Inside Me» του Βρετανού Μάικλ Γουίντερμποτομ, με τον Κέισι Άφλεκ. Η Μπερλινάλε θα ανοίξει με το «Apart Together» του Κινέζου Γουάνγκ Κουανάν. Η πιο πολυσυζη-τημένη απουσία αναμένεται αυτή του περίφημου Banksy. Ο βρετανός γκραφιτάς, που δεν εμφανίζεται ποτέ δημοσίως, θα παρουσιάσει, εκτός διαγωνισμού, το σκηνοθετικό του ντεμπούτο «Exit Through The Gift Shop».

| Ελίνα Μπέη

>Μπερλινάλε με ηχηρά ονόματα και απουσίες

>Ένας παραμυθάς στις Κάννες

| Ελίνα Μπέη

ςκηνή από την ταινία «The Ghost Writer»

τιμ Μπάρτον

12/36 ΘΕΑΤΡΟ Της Χαράς Αργυρίου

σίας, για την τύχη της Μέτσε και τον ρόλο της Τσούνγκα. Πρόκειται για ένα κοινωνικό έργο με ρεαλιστική απόδοση χαρακτήρων, που κινείται στα όρια του μαγικού ρεαλισμού. Στο έργο βλέπει κανείς την «εναγώνια προσπάθεια των ανθρώπων μιας μικρής πόλης στην άκρη της ερήμου, της Πιούρα, να επιβιώσουν», σημειώνει η σκηνοθέτις Ελένη Σκότη. «Στην πόλη αυτή συναντούμε μια παρέα περιθωριακών αντρών, οι οποίοι ζωντανεύουν τις μάταιες φαντασιώσεις τους. Αυτό που προκαλεί τις φαντασιώσεις αυτές και βγάζει την παρέα των αντρών από την ανιαρή και μονότονη καθημερινότητά τους είναι η εμφάνιση μιας νεαρής γυναίκας. Η Μέτσε επηρεάζει τους πάντες μέσα στο μπαρ (ακόμα και την Τσούνγκα) και καταλήγουν ο καθένας χωριστά να παλεύει με τους δαίμονες και τους αγγέλους του. Κι όπως συμβαίνει συχνά σε τέτοιου είδους κλειστές κοινότητες, εκείνο που για τους άντρες αποτελεί όνειρο είναι για τις γυναίκες εφιάλτης». «Αυτό που βρήκαμε εξαιρετικά ενδιαφέρον στο έργο του Λιόσα», προσθέτει, «ήταν η συνειδητή του απόπειρα να ανακαλύψει τον κα-τάλληλο τρόπο να φανερώσει τη συνθετική ικανότητα του ανθρώπου να βιώνει ταυτόχρονα την αντικειμενική και υποκειμενική πραγματι-κότητα ή μάλλον να αποκαλύψει αυτή καθαυτή την εμπειρία της δια-δικασίας της σύνθεσης αυτής». Καθώς το έργο ταλαντεύεται ανάμεσα

στον κόσμο του υπαρκτού και του φανταστικού, αποτέλεσε, τόσο για την σκηνοθέτιδα όσο και για την ομάδα Νάμα, μια «πολύ ενδι-αφέρουσα πρόκληση». Το «Λα Τσούνγκα», γραμμένο το 1985, είναι το τέταρτο από τα οκτώ θεατρικά έργα του περουβιανού συγγραφέα Μάριο Βάργκας Λιόσα. Ο Λιόσα είναι, μετά τον νομπελίστα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ο πιο πολυδιαβασμένος εν ζωή λατινοαμερικανός συγγραφέας στον κόσμο, διάσημος κυρίως για τα μυθιστορήματά του, πολλά από τα οποία έχουν μεταφραστεί και στη γλώσσα μας. Οι ήρωές του στο «Λα Τσούνγκα», καθώς και κάποια στοιχεία της ιστορίας τους, προϋπάρχουν σε κάποια από τα γνωστά μυθιστορήμα-τά του («Το πράσινο σπίτι», «Ο Λιτούμα στις Άνδεις», «Το παλιοκόρι-τσο» κ.ά.).

i «Λα Τσούνγκα» του Μάριο Βάργκας Λιόσα, από την Ομάδα Νάμα. Μετάφραση: Μαρία Χατζηεμμανουήλ.

Σκηνοθεσία: Ελένη Σκότη. Σκηνικά - κοστούμια: Γιώργος Χατζηνικολάου. Μουσική: Ισίδωρος Πάτερος. Παίζουν: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Δ .Λάλος, Στ. Σταμουλακά-τος, Δ. Καπετανάκος κ.ά. Θέατρο Επί Κολωνώ. Προγραμματισμένη πρεμιέρα: 11 Φεβρουαρίου.

Τ ο να τσαλακώνει μια ηθοποιός την εικόνα της επί σκηνής, ιδιαίτερα όταν έχει ταυτιστεί με μία από τις ωραιότερες ντά-μες της γενιάς της, θέλει τόλμη. Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη

δεν τολμά μόνο αυτό φέτος, αλλά αφήνει και τις εμπορικές σκηνές για να παίξει σε ένα περιφερειακό θέατρο, το Επί Κολωνώ, με στα-θερή ωστόσο πορεία και διαγνωσμένη προσφορά στα θεατρικά μας δρώμενα. Δίχως μακιγιάζ, με ρούχα λαϊκά, μεταμορφώνεται στη Λα Τσούνγκα, την ιδιοκτήτρια ενός περιθωριακού καφενείου μιας παρα-γκούπολης της Λίμας το 1945. Η Τσούνγκα, μια προσωπικότητα αινιγ-ματική, και τέσσερις θαμώνες, που πίνουν και παίζουν ζάρια, είναι οι ήρωες του ομώνυμου έργου του Μάριο Βάργκας Λιόσα, το οποίο παρουσιάζεται σε πανελλήνια πρώτη από την Ομάδα Νάμα. Ο ένας τους, ο Χοσεφίνο, φέρνει μαζί του ένα ελκυστικό κορίτσι, τη Μέτσε, που γίνεται το αντικείμενο του πόθου όλων και μόλις τα ζάρια τον φέρουν σε δύσκολη θέση δεν θα διστάσει, εκπλήσσοντας την παρέα του, να τη «δανείσει» στην Τσούνγκα έναντι ενός ποσού που θα του επιτρέψει να συνεχίσει τον τζόγο. Εκείνη θα την πάρει μαζί της και η κοπέλα θα εξαφανιστεί. Στη δεύτερη πράξη, οι άντρες, έναν χρόνο μετά, θυμούνται το γεγονός και προσπαθούν ο καθένας να δώσει τη δική του εκδοχή, κινούμενη μεταξύ πραγματικότητας και φαντα-

Διαφορετικές εκδοχές του ίδιου σύμπαντος

κάθε έννοια ελευθερίας. Όλοι παρακολουθούνται, ακόμα και μέσα στα σπίτια τους, με τη βοήθεια τηλεοθονών. Όλα και όλοι ελέγχονται από τον Μεγάλο Αδερφό. Όλα οφείλονται και πηγάζουν από τον Μεγάλο Αδερφό. Ένα πρόσωπο που χρησιμοποιείται για την προσω-ποποίηση του κόμματος. Η ελευθερία έκφρασης αλλά ακόμα και σκέ-ψης έχει ποινικοποιηθεί. Στην προσπάθεια να ελεγχθεί, έχοντας ως στόχο να καταργηθεί η σκέψη, χρησιμοποιείται η γλώσσα. Η εξουσία ετοιμάζει τη «Νέα Ομιλία». Ο Ουίνστον προσπάθησε να εναντιωθεί σε όλη αυτή την κατάσταση. Να αντιδράσει. Να σπάσει τα ανύπαρκτα δεσμά του. Έκρινε την εξουσία όταν αυτό ήταν αδιανόητο. Ερωτεύθη-κε όταν ο έρωτας είχε γίνει κολάσιμη πράξη. Σκεφτόταν όταν η σκέψη έτεινε να καταργηθεί. Τα κατάφερε τελικά; Άλλαξε κάτι στη ζωή του και στη ζωή των συνανθρώπων του; Η προσέγγιση του κινηματογρα-φιστή και μουσικού Αλέξανδρου Βούλγαρη είναι ακριβώς αντίθετη με αυτά που πρεσβεύει το ολοκληρωτικό καθεστώς που περιγράφεται στο βιβλίο. Σαν συνεχιστής της προσπάθειας του Ουίνστον Σμιθ, ο Βούλγαρης εξιδανικεύει το παρελθόν που δεν έζησε, αντιμετωπίζει με βία το παρόν και ψάχνει σιωπηλά να βρει συνένοχους για μετά την παράσταση. Παίζουν: Αργύρης Θανάσουλας, Γιάννης Λασπιάς, Αγγελι-κή Καρυστινού, Ιωάννα Σταυροπούλου, Δάφνη Μανούσου, Λεονάρντο Σφοντούρης, Αλέξανδρος Βούλγαρης.

Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης, ένας νέος, πολυσχιδής καλλιτέ-χνης, όταν δεν βρίσκεται πίσω από την κινηματογραφική κάμερα ή τη μουσική κονσόλα σκηνοθετεί θέατρο. Οι μέχρι

τώρα δουλειές του (από το κινηματογραφικό «Ροζ» έως το μουσικό «Timemachine») έχουν άποψη και προσωπική ματιά. Η καινούργια παραγωγή του έχει να κάνει με το «1984» του Τζορτζ Όργουελ, το οποίο ανεβάζει μέσα από τη δική του οπτική στη σκηνή του Bios Main (πρεμιέρα 11 Φεβρουαρίου). Το 1984 πια είναι παρελθόν. Όταν, όμως, γράφτηκε από τον Όργουελ στη δύση της δεκαετίας του ’40, το μέλλον ήταν αβέβαιο. Ο Όργουελ, πολιτικός αναλυτής ο ίδιος, εμπνευσμένος από τις απολυταρχικές μεθόδους του Χίτλερ και του Στάλιν οραματίστηκε ένα ζοφερό μέλλον που στην εποχή του τρόμα-ξε, αλλά πια αποτελεί την καθημερινότητα όλων μας. Γιατί πραγματι-κά, πάνω απ’ όλα, το «1984» περιγράφει την ήττα. Την ήττα του πα-λιού ανθρώπου, του ανθρώπου που γνωρίζουμε, από τον νέο άνθρω-πο. Ένα νέο είδος ανθρώπου, χωρίς συναισθήματα, χωρίς ορμή, χωρίς ανάγκη για αλλαγή. Του ανθρώπου που αυτή τη στιγμή εκκολάπτεται στην κοινωνία μας. O ήρωας του βιβλίου είναι ο Ουίνστον Σμιθ. Ένα «ανθρωπάκι» που ταπεινά θα σηκώσει το ανάστημά του για λίγο, σαν μια χελώνα που βγαίνει από το καβούκι της για να ξαναμπεί αμέσως τρομαγμένη μέσα. Το «1984» περιγράφει ακριβώς αυτό το βλέμμα πάνω από το έδαφος. Το κόμμα ασκεί την εξουσία έχοντας καταλύσει

Η ήττα που περιμέναμε

Ο Όργουελ το είχε προβλέψει στο «1984»: Ένα νέο είδος ανθρώπου, χωρίς συναισθήματα και χωρίς ορμή θα κυριαρχήσει. Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης σκηνοθετεί το έργο παρουσιάζοντας τη δική του εκδοχή ήττας

το «Λα τσούνγκα», έργο γραμ-μένο το 1985, του περουβιανού συγγραφέα Μάριο Βάργκας Λιόσα, ανεβαίνει σε σκηνο-θεσία Ελένης ςκότη, με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στον ομώνυμο ρόλο

ΠΟΝΤΙΚΙart 10-17.2.10Της Tόνιας ΜιχαήλΦΕΣΤΙβΑΛ 37/13

από τον αρχαίο ελληνικό μύθο, που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του εφετινού φεστιβάλ, σηματοδοτώντας επίσης μία από τις πλέον απαιτητικές και φιλόδοξες παραγωγές. Ο –γνωστός για την αγάπη του στον συνθέτη– λαμπερός ιταλός μαέστρος Ρικάρντο Μούτι θα βρεθεί στο πόντιουμ, διευθύνοντας τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης στο Grosses Festpielhaus, συμπληρώνοντας παράλληλα σαράντα ολό-κληρα χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας στο φεστιβάλ. Δύο κορυφαίες αυστριακές λυρικές ερμηνεύτριες, η Ελίζαμπετ Κούλμαν και η Γκένια Κουχμάγιερ, από κοινού με τη βαυαρή σοπράνο Κριστιάνε Καργκ διαμορφώνουν το τρίο των πρωταγωνιστών, σε μια ιστορία όπου κίνητρο για τα πάντα είναι ο έρωτας. Τη σκηνοθεσία θα υπογράψει ο Ντίτερ Ντορν, γνωστός επίσης στο κοινό της διάσημης διοργάνωσης από προηγούμενες επιτυχημένες θεατρικές παραγωγές.

ςοφοκλής α λα πέτερ ςτάινO «Οιδίπους επί Κολωνώ», η τελευταία τραγωδία του Σοφοκλή, θα παρουσιαστεί σε σκηνοθεσία του βετεράνου Πέτερ Στάιν (ο ίδιος υπο-γράφει και τη μετάφραση) και αναμένεται ν’ αποτελέσει την «αιχμή του δόρατος» του θεατρικού προγράμματος του φεστιβάλ. Πρόκειται για μια φιλόδοξη συμπαραγωγή με το Berliner Ensemble, ενώ στον ρόλο του Οιδίποδα θα εμφανιστεί ο διάσημος, πολυβραβευμένος και πολύγλωσσος αυστριακός ηθοποιός Κλάους Μαρία Μπραντάουερ. Η γερμανόφωνη πρεμιέρα του έργου του καταξιωμένου νορβηγού συγγραφέα Γιον Φόσε με τίτλο «Θάνατος στη Θήβα» (βασισμένου στην αρχαιοελληνική τριλογία του Οιδίποδα), θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του εξαιρετικά ενδιαφέροντος προγράμματος νέων σκηνοθε-τών. Πρόκειται για ένα πρότζεκτ που φιλοδοξεί να προσφέρει βήμα έκφρασης σε πολλά υποσχόμενους δημιουργούς του αύριο κι έχει ως σήμερα τροφοδοτήσει το φεστιβάλ με πραγματικά ενδιαφέρου-σες παραγωγές. Εμπνευσμένη από τον αρχαιοελληνικό μύθο είναι εξάλλου και η «Φαίδρα» του Ρακίνα, που περιλαμβάνεται επίσης στο θεατρικό πρόγραμμα του 2010 και θα παρουσιαστεί σε σκηνοθεσία Ματίας Χάρτμαν στο Landestheater του Σάλτσμπουργκ. Στον ίδιο χώρο και σε συνάρτηση πάντα με τον θεματικό άξονα της διοργάνω-σης, η Σέντα Μπέργκερ θα διαβάσει αποσπάσματα από το έργο του Κλάουντιο Μαγκρίς «Καταλάβετέ με καλά παρακαλώ», μια παράφρα-ση του μύθου του Ορφέα και της Ευρυδίκης.

i Για το πλήρες πρόγραμμα, τις ημερομηνίες, τη διαθεσιμό-τητα εισιτηρίων, αλλά και κάθε είδους χρήσιμη πληροφο-

ρία: www.salzburgfestival.at

«Τον Ιανουάριο του 1995, όχι πολύ καιρό μετά τη μετακόμιση στο καινούργιο μας σπίτι, ο Βόλφγκανγκ Ριμ μας επισκέ-φθηκε για δείπνο. Φάγαμε υπέροχα σπιτικά μακαρόνια.

Μιλήσαμε για διάφορα και κάποια στιγμή τον ρώτησα απ’ έξω απ’ έξω αν σκεπτόταν να συνθέσει μια νέα όπερα. Είπε ότι το είχε στο μυαλό του εδώ και καιρό. Η περιέργειά μου κορυφώθηκε και ζήτησα να μάθω αν είχε ήδη κατά νου κάποιον τίτλο. "Διόνυσος", μου απάντησε. "Διόνυσος"; τον ρώτησα. "Ναι, Διόνυσος", μου ξαναείπε εκείνος. "Ο θεός του κρασιού και της έκστασης, αλλά μέσα από τη ματιά του Νίτσε". Η ιδέα με μπέρδεψε και ταυτόχρονα με ενθουσίασε. Ωστόσο, κατάλαβα αμέσως τι έπρεπε να κάνω. Του ζήτησα να γράψει την όπερα για μένα. Θα του εξασφάλιζα επίσημη παραγγελία. Το κρασί ήταν καλό, όλα ήταν όμορφα κι έτσι μου το υποσχέθηκε εκείνο το κρύο βράδυ, περισσότερα από δεκατέσσερα χρόνια πριν. Το έργο δεν υπάρχει ακόμη. Ποτέ δεν είδα ούτε ένα μέτρο, μία νότα. Η παγκόσμια πρε-μιέρα αναβλήθηκε αρκετές φορές. Όμως, η υπόσχεση διαρκεί ακόμη, είμαι σίγουρος γι’ αυτό…». Με τις παραπάνω φράσεις, έτσι όπως αυτές καταγράφονται στο πρόγραμμα του εφετινού Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ, ο διαπρεπής αρχιμουσικός Ίνγκο Μετσμάχερ αναφέ-ρεται στο νέο έργο μουσικού θεάτρου του Βόλφγκανγκ Ριμ, ενός από τους πλέον ενδιαφέροντες και πολυσχιδείς σύγχρονους γερμανούς συνθέτες. Ο «Διόνυσος» αναμένεται να δώσει τον τόνο στη φετινή διοργάνωση, η οποία πιστή στη λογική της δόμησης γύρω από ένα συγκεκριμένο θεματικό άξονα, σε συνάρτηση άλλωστε με τη διεθνή πρακτική, θα διεξαχθεί το καλοκαίρι (25 Ιουλίου - 30 Αυγούστου), υπό τον γενικό τίτλο «Μύθοι». Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, το αρχαίο ελληνικό δράμα, είτε αυτούσιο είτε μέσα από την επίδραση που άσκησε στις διαφορετικές εκφάνσεις του σύγχρονου δυτικοευρωπαϊ-κού πολιτισμού, κυριαρχεί στο Φεστιβάλ του 2010. Φιλόδοξες λυρικές και θεατρικές παραγωγές, συναυλίες, σύνθετα πρότζεκτ και μια σειρά παράλληλων δραστηριοτήτων συγκροτούν τον βασικό καμβά εκδηλώ-σεων. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι εξάλλου η σύνδεση που επιχει-ρείται ανάμεσα στους Μύθους και το Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ, το οποίο εφέτος συμπληρώνει ενενήντα χρόνια ζωής. Η πρόεδρος

της διοργάνωσης Χέλγκα Ραμπλ Στάντλερ εξηγεί: «Στη διάρκεια της πορείας της η διοργάνωση κατάφερε ν’ αποκτήσει μυθική αύρα. Το γεγονός αυτό αποτελεί άραγε τροχοπέδη ή κίνητρο για περαιτέρω υπέρβαση των ορίων;». Ο συνειρμός για μας τους Έλληνες, όπως εύ-κολα καταλαβαίνουν οι παροικούντες, τουλάχιστον, την Ιερουσαλήμ,

είναι προφανής…

Από τον Διόνυσο στην ΕυρυδίκηΣε ό,τι αφορά το κομμάτι της όπερας, σημείο εκκίνησης για το έργο του 58χρονου Ριμ είναι ο κύκλος ποιημάτων του Φρειδερίκου Νίτσε «Διόνυσος - Διθύραμβοι». Ο διάσημος γαλλο-λιβανέζος σκηνοθέτης Πιερ Οντί, γνωστός και από τις συνεργασίες του με εικαστικούς καλ-λιτέχνες, θα ζωντανέψει επί σκηνής τον τρόπο με τον οποίο ο θεός του κρασιού αποτυπώνεται στο πνεύμα του φιλοσόφου, ενώ ο Ίνγκο Μετσμάχερ –ο οποίος έκανε μεγάλη επιτυχία στο περυσινό φεστιβάλ με το έργο του Λουίτζι Νόνο «Al gran sole carico d’ amore»– έχει ανα-λάβει την ευθύνη της μουσικής διεύθυνσης, πραγματοποιώντας ένα όνειρο πολλών χρόνων, όπως άλλωστε φαίνεται κι από το κείμενο του προγράμματος. Τα διονυσιακά στοιχεία της

αρχαιοελληνικής τραγωδίας, αλλά και οι επιρροές του Νίτσε είναι επί-σης προφανή στις απόπειρες του Ούγκο φον Χόφμανσταλ να εξερευ-νήσει τους μύθους. Η «Ηλέκτρα» (1906-1908), η πρώτη συνεργασία ανάμεσα στους δύο ιδρυτές του φεστιβάλ, τον Ρίχαρντ Στράους και τον Ούγκο φον Χόφμανσταλ, είναι μια ακόμη από τις λυρικές παρα-γωγές που θα δούμε. Ο διεθνώς διακεκριμένος ιταλός αρχιμουσικός Ντανιέλε Γκάτι διευθύνει τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης, ενώ τον ρόλο του τίτλου ερμηνεύει η Ιρένε Τεορίν, μια από τις εντυπω-σιακά ανερχόμενες δραματικές σοπράνο της γενιάς της. Η διάσημη γερμανίδα μέτζο Βάλτραουντ Μάγιερ θα εμφανιστεί στον ρόλο της Κλυταιμνήστρας, ενώ τη Χρυσόθεμη θα ενσαρκώσει η ολλανδέζα σοπράνο Εύα Μαρία Βέστμπροκ και τον Ορέστη ο διάσημος γερμα-νός μπάσος Ρενέ Πάπε. Ο Νικολάους Λένχοφ, γνωστός στο κοινό του Σάλτσμπουργκ από προηγούμενες παραγωγές του «Ιδομενέα» του Μότσαρτ (1990-1991) και των «Σημαδεμένων» του Σρέκερ (2005), έχει την ευθύνη της σκηνοθεσίας. Ο «Ορφέας και Ευρυδίκη», η δη-μοφιλέστερη όπερα του Γκλουκ, είναι ένα ακόμη έργο εμπνευσμένο

Ο (ελληνικός) Μύθος στο Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ

τροχοπέδη ή κίνητρο υπέρβασης των ορίων; Αντλώντας έμπνευση από το αρχαίο δράμα και τις επιρροές του στον σύγ-χρονο δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, η διάσημη διοργάνωση γιορτάζει εφέτος τα ενενήντα της χρόνια

«The Seagull», «Αl gran sole carico d'amore», «Αlice»: σκηνές από παραστάσεις του 2009

Tom EgelandΟι φύλακες της ΚιβωτούΜετάφραση Σωτήρης ΣουλιώτηςΕκδόσεις Α.Α. ΛιβάνηΣελ. 623

Για όσους αρέσκονται να διαβάζουν τα περίφημα μπεστ σέλερ, οι «Φύλακες της Κιβωτού» είναι ένα από τα «δικά» τους βι-βλία. Η συνταγή, αν και αναμενόμενη λίγο ως πολύ, παραμένει ελκυστική. Αρχαία σύμβολα, μυστήριο πυκνό και αδιαπέρα-στο, η παρουσία της Βίβλου επιβεβλημένη με κάθε τρόπο, αινιγματικά ιστορικά στοιχειά απαραίτητα, κάθε λογής θρύλοι, χώρες που καλλιέργησαν τον μυστικισμό, έντονη δράση, αφηγηματική άνεση και ανατροπές στην εξέλιξη. Ένας καθηγητής από το Πανεπιστήμιο του Όσλο στην παγω-μένη Νορβηγία, ο Μπγιορν Μπέλτοε, που ειδικεύεται στην ερευνητική αρχαιολογία, ανακαλύπτει τον φίλο του δολοφονημένο, εξαιτίας ενός αρχαίου χειρογράφου που περιείχε μυστικά κείμενα και στίχους, χάρ-τες και σύμβολα. Ο Codex Snori, το περί-φημο χειρόγραφο σύμφωνα με τον καθη-γητή, περιέχει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι υπήρξε επαφή του σκανδιναβικού με τον αρχαίο αιγυπτιακό πολιτισμό. Ωστόσο, ο καθηγητής δεν θα αργήσει να ανακαλύ-ψει ότι για τον κώδικα ενδιαφέρονται κι άλλοι κι ότι αυτοί δεν αστειεύονται. Τελι-κά, ένας από τους μύθους στον Snori μιλά-ει για τον μυθικό βασιλιά των Βίκινγκς, ο οποίος στη διάρκεια μιας εκστρατείας στην Ιερουσαλήμ πήρε τον Τίμιο Σταυρό και τον κάρφωσε σε ένα σημείο στη Νορβηγία. Κατά τον μύθο, σ’ εκείνο το σημείο δεν θα αργούσε να φυτρώσει ένα ολόκληρο δάσος από σταυρούς, πράγμα που έγινε με την εμφάνιση των σταυροφόρων Ναϊτών Ιωαννιτών! Μέσα από μια διελκυστίνδα απίθανων συμβολισμών, ο συγγραφέας πλέκει μια ιστορία με μαγικούς αριθμούς, απόκρυφα σύμβολα, μεταφυσικά φαινόμε-να και ιερούς τόπους.

Γεννημένος και μεγαλωμένος στην επαρχία, ο Γιάννης Ξανθούλης έχει γνωρίσει από πρώτο χέρι τι εστί διαφορετικότητα, μέσα σ’ έναν περίγυρο που ζει και αναπνέει στην πιο ολοκληρωτική ομοιομορφία. Το πόσο σκληρό και απάνθρωπο είναι να έρχεται κανείς αντιμέτωπος, στην πιο τρυφερή του ηλικία, με αυτή την εφιαλτική πραγματικό-τητα, της κατά τα άλλα τόσο «ανθρώπινης» ελληνικής επαρχίας και γενικότερα κάθε επαρχίας, φαίνεται να το έχει νιώσει στο πετσί του ο συγγραφέας, όντας ένα από τα θύματα αυτής της θλιβερής αντιμετώ-πισης, της οποίας τυγχάνουν όσοι έχουν το «ελάττωμα» να διαφέρουν. Το επώδυνο

πέρασμα από τον παιδικό κόσμο σε αυτόν της νεότητας εκτός από τα στερεότυπα συνεπακόλουθα έχει και τη σκοτεινή του πλευρά, αυτή που οι μεγάλοι επιμένουν να αγνοούν. Την απέραντη μοναξιά αυτού του επικίνδυνου περάσματος από τον παιδικό στον εφηβικό κόσμο περιγράφει ο συγγρα-φέας, με έντονη αυτοβιογραφική διάθεση αλλά και με έναν εξομολογητικό τόνο, σαν για να λυτρωθεί από το παρελθόν ερμηνεύοντάς το. Μόνος απελπιστικά και αντιμέτωπος με ένα εχθρικό περιβάλλον δημιουργεί τον δικό του από μηχανής θεό στην προσωπική του παράσταση απέναντι στον εχθρικό κόσμο που τον περιβάλλει.

Η απίθανη κυρία Σιλάνα Σιλιάγκου είναι η υπέρβαση της πραγματικότητας, αλλά και μια καθωσπρέπει συντροφιά για να ξεπε-ραστεί ο παρελθών χρόνος. Πόσο απάν-θρωπος εν τέλει είναι ο αληθινός κόσμος όταν αναγκάζει ένα παιδί να καταφύγει στη φαντασία του προκειμένου να τα βγά-λει πέρα με μιαν αβίωτη πραγματικότητα; Ξανθούλης αυθεντικός, με αφηγηματική άνεση, σαρκασμό, με καταγωγή ευγενή, σαν αμυντικό και επιθετικό όπλο απέναντι στην ασχήμια και τη βαρβαρότητα. Φαίνε-ται τελικά πως όσο περνούν τα χρόνια τόσο πιο πολύ μας στοιχειώνει το παρελθόν με τα φαντάσματά του.

γιάννης Ξανθούλης Η εκδίκηση της ςιλάναςΕκδόσεις

Ελληνικά Γράμματα

Σελ. 239

Bruce Haddock Ιστορία της πολιτικής σκέψηςΜετάφραση Βασίλης ΦροσυνόςΕκδόσεις ΠατάκηςΣελ. 376

Κανείς δεν αμφισβητεί ότι οι καθοριστικές αλλαγές στην ιστορία της πολιτικής σκέ-ψης για τον δυτικό κόσμο ξεκινούν ουσι-αστικά από το εμβληματικό 1789, χρονιά κατά την οποία ξέσπασε η Γαλλική Επανά-σταση, αλλάζοντας εκ θεμελίων τα μέχρι τότε ακλόνητα πολιτικά δεδομένα. Απένα-ντι στην πανίσχυρη μοναρχία, στην ακλό-νητη αριστοκρατία και την παντοδύναμη ιεραρχία κάνουν δυναμικά την εμφάνισή τους τα ίσα δικαιώματα για όλους. Πράγμα σκανδαλώδες, αλλόκοτο και πρωτοφανές, ωστόσο πέρα για πέρα αληθινό. Στη συνέ-χεια, έχουμε την Αμερικανική Επανάσταση και τη Βιομηχανική Επανάσταση, η οποία κι αυτή με τη σειρά της δημιούργησε νέα δεδομένα. Από τότε ως τις μέρες μας το πολιτικό σύστημα εξελίσσεται με βάση τα νέα αυτά δεδομένα, που άλλαξαν την ιστορία της πολιτικής διακυβέρνησης. Τα κεφάλαια του βιβλίου εξετάζουν βασικές πολιτικές αρχές, όπως η ελευθερία, η κοινωνική ευημερία, το έθνος-κράτος, ο ολοκληρωτισμός. Ταυτόχρονα εξετάζονται οι θεωρίες που ανέπτυξαν οι κορυφαίοι πολιτικοί θεωρητικοί φιλόσοφοι, όπως οι Λοκ, Ρουσό, Καντ, Μπερκ, Χέγκελ, Τοκβίλ, Μαρξ, Ματσίνι, Λένιν, Σμιτ κ.ά. Ένα άλλο ενδιαφέρον και ουσιαστικό ζήτημα, το οποίο μελετάται σ’ αυτό το βιβλίο, είναι η φύση των πολιτικών και ηθικών αρχών που δημιουργούν μεγάλες αντιπαραθέ-σεις-συγκρούσεις στους κόλπους των κοινωνιών. Πρόκειται για ένα αξιοπρόσε-κτο ανάγνωσμα, χρήσιμο στις μέρες μας, μιας και η ποιότητα της πολιτικής σκέψης δεν ξεπερνά την κατάντια της πολιτικής χρεοκοπίας του νεοφιλελευθερισμού, που βύθισε την παγκόσμια οικονομία και κατά συνέπεια την κοινωνία σε βαθύτατη κρίση με απρόβλεπτες συνέπειες.

14/38 ΝΕΕΣ ΕΚδΟΣΕΙΣ Του Ξενοφώντα Μπρουντζάκη [[email protected]]

Paul Knox Steven PinchΚοινωνική γεωγραφία των πόλεωνΕκδόσεις ΣαββάλαςΣελ. 640

Από τη βιομηχανική επανάσταση ως τις μέρες μας οι πόλεις δεν έχουν πάψει να προσελκύουν κόσμο και να βαίνουν αυξα-νόμενες, έτσι ώστε σήμερα να βρισκόμα-στε μπροστά στο φαινόμενο απίστευτων γιγαντουπόλεων που αλλοιώνουν μοιραία την κλασική φυσιογνωμία και σύνθεση του άστεως. Το 2008 ο αστικός πληθυσμός της Γης αισίως καλύπτει τον μισό πληθυ-σμό του πλανήτη και η ύπαιθρος μοιάζει να ερημώνεται. Αυτή η ανισοκατανομή του πληθυσμού οδηγεί σε νέα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα, αφού πια και οι πόλεις μοιάζουν σε πολλές περιπτώσεις να συγκεντρώνουν κατ’ αποκλειστικότητα όλες τις οικονομικές δραστηριότητες και συνεπώς να καθορίζουν και τα κοινωνικά δεδομένα, όπως και τις πολιτικές εξελίξεις. Με δυο λόγια, συγκεντρώνουν στους κόλ-πους τους κάθε δραστηριότητα, κοινωνική, πολιτική, επιστημονική και καλλιτεχνική. Η ύπαιθρος μέσα σε αυτή την απόλυτη κυριαρχία του άστεως φαντάζει σαν έρημη χώρα. Βλέπουμε λοιπόν ότι η σύγχρονη ζωή διαμορφώνεται μέσα στις πόλεις, οι οποίες με τη σειρά τους επιδρούν καθο-ριστικά στη συγκρότηση του σύγχρονου ανθρώπου. Ο τρόπος με τον οποίο συγκρο-τούνται, αποτελώντας πλέον το κέντρο των οικονομικών δραστηριοτήτων του καπιταλιστικού μας συστήματος, αποτελεί το αντικείμενο μελέτης αυτού του ιδιαί-τερα ενδιαφέροντος αναγνώσματος. Στις προηγμένες δυτικές πόλεις οι επιπτώσεις της αλλοίωσης της φυσιογνωμίας τους, με τις μοιραίες αλλαγές που αυτές επέφεραν στην κοινωνική τους λειτουργία, είναι μεγάλες και τα αποτελέσματά τους τα ζουν οι κάτοικοι εδώ και αρκετά χρόνια. Στεγα-στικά προβλήματα, θεαματική αύξηση της εγκληματικότητας, διακρίσεις απέναντι σε μειονοτικές ομάδες, υποβάθμιση της ποι-ότητας ζωής. Όλα αυτά τα συσσωρευμένα προβλήματα γενούν νέες ιδεολογίες και πολιτικές για την αντιμετώπισή τους. Με τον ίδιο τρόπο κινούνται πλέον και οι ελ-ληνικές πόλεις, που έρχονται αντιμέτωπες με νέες πραγματικότητες τις οποίες καλού-μαστε όλοι να κατανοήσουμε.

Mark WinegardnerΝονός, η επιστροφήΜετάφραση Χριστίνα ΕλιάσαΕκδόσεις Μοντέρνοι ΚαιροίΣελ. 654

Πρόκειται για ένα ανάγνωσμα που φιλοδο-ξεί να συνεχίσει την πιο διάσημη ιστορία του κινηματογράφου, τον «Νονό». Ο συγ-γραφέας ξεκινά από εκεί που σταμάτησαν οι χαρακτήρες του Μάριο Πούζο και ακο-λουθεί τα ίχνη τους ως και τις μέρες μας. Φυσικά, αυτό αφορά όσους κατάφεραν να επιβιώσουν, γιατί το ζην επικινδύνως δεν έπαψε να αποτελεί το βασικό χαρα-κτηριστικό της οικογένειας. Τώρα, το πώς μια ιστορία με γκάγκστερ κατάφερε να έχει τόση επιτυχία, πέρα από την ιδιοφυή μεταφορά του Κόπολα στη σκηνή, οφεί-λεται και στη γοητεία που ασκεί η παρα-βατικότητα στην πιο ακραία της μορφή. Καθάρματα που σκοτώνουν ανελέητα κατ’ επάγγελμα, με μοναδικό στόχο τον απε-ριόριστο πλουτισμό, μας δίνουν ένα κα-τάλληλο μάθημα απ’ την ανάποδη: πόσο πολύτιμη είναι η νομιμότητα και η ισο-νομία σε μια κοινωνία! Η χυδαία απαξία της ζωής μπροστά στον τυφλό πλουτισμό δημιουργεί μιαν εγκληματική κοινότητα, η οποία μοιάζει πανίσχυρη, επειδή ακριβώς δεν σέβεται ούτε την ίδια της τη ζωή. Ο μαφιόζος έχει τις ίδιες πιθανότητες να επιβιώσει όσες και ο αντίπαλός του. Το ζήτημα είναι ποιος θα τραβήξει πρώτος δίχως καμιά σκέψη, καθώς οι σκέψεις σε παρόμοιες περιπτώσεις αποτελούν θα-νάσιμες παγίδες. Με τα γοητευτικά αυτά καθάρματα, που τα θέλουν όλα και για να τα αποκτήσουν απλώς σκοτώνουν, συγ-χρωτίζονται και οι καθωσπρέπει πολίτες, αυτοί οι υπεράνω υποψίας. Έτσι έχουμε μιαν ανατροπή· υπάρχουν και χειρότερα καθάρματα από τους γκάγκστερ: είναι οι πολιτικοί, οι καλλιτέχνες, οι επιχειρημα-τίες, οι δικηγόροι, οι μυστικές υπηρεσίες και όλοι όσοι εμπλέκονται με τον υπό-κοσμο. Ο συγγραφέας παίρνει τη σκυ-τάλη από το σημείο εκείνο που ο Μάικλ Κορλεόνε έρχεται, για μια ακόμη φορά, αντιμέτωπος με την άτυχη συνείδησή του, για να συνεχίσει την ιστορία με αυτό που απέμεινε μέχρι και τις μέρες μας.

ΠΟΝΤΙΚΙart 10-17.2.10 39/15cINe ΠΟΝΤΙΚΙ Του Γιώργου Ν. Κορωναίου

Ο δρόμος

Το τέλος του κόσμου. Όσο τρομακτικές κι αν δεί-χνουν αυτές οι τέσσερις λέξεις τοποθετημένες στη σειρά, για τον κινηματογράφο υπήρξαν συχνά το υλικό της πιο ξεδιάντροπης διασκέδασης. Τελευ-ταίο παράδειγμα αυτής της νοοτροπίας είναι φυσι-κά το «2012» του Ρόλαντ Έμεριχ, το οποίο ενορχη-στρώνει από τον θάνατο και την καταστροφή μια κακόφωνη συμφωνία χαβαλέ και ειδικών εφέ. Αν βρήκατε εκείνο το φιλμ διασκεδαστικό, τότε καλύ-τερα να μείνετε μακριά από τις αίθουσες που θα προβάλλουν τον «Δρόμο» καθώς είναι πιθανόν η θλίψη και η στενάχωρη ατμόσφαιρα της ταινίας να διαχέεται από την οθόνη σε κύματα, «μολύνοντας» με την απογοήτευσή της τη γυαλιστερή χαρά των multiplex. Πριν ο κόσμος τελειώσει και στην οθόνη είχε ήδη πεθάνει στο ομώνυμο βιβλίο του Κόρμακ ΜακΚάρθι, που εξιστορούσε συγκλονιστικά το ταξίδι προς τον Νότο ενός πατέρα και του γιου του σε μια Αμερική ερημωμένη, σκεπασμένη από ένα σύννεφο καπνού και θανάτου, που τη λυμαί-νονται εξαθλιωμένοι, απελπισμένοι, πεινασμένοι, ανθρωποφάγοι επιζώντες. Δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο «μαύρο» και το φιλμ, το οποίο, προς τιμήν του, δεν διστάζει να κρατήσει όλη τη σκοτεινιά και την απελπισία του βιβλίου αυτούσια στην οθόνη. Μπορεί η λιτή πρόζα του ΜακΚάρθι να πετύχαινε πιο άμεσα το στόχο της, όμως το φιλμ τολμά να αποδώσει τον ανείπωτο τρόμο της πιθανότητας του τέλους δίχως να αποστρέφει το βλέμμα. Την ίδια στιγμή όμως μεταφέρει το «φως» της ελπίδας, το ένστικτο της επιβίωσης, την αγάπη ενός πατέρα για το γιο του, τη σπίθα της ίδιας μας της ανθρωπιάς που επιβιώνει ακόμη κι όταν όλα τα άλλα έχουν σβήσει. Μπορεί η ιστορία να δείχνει αποσπασματική και το φιλμ να μην προσφέρει απαντήσεις για όσους έχουν συνηθίσει να τις παίρ-νουν, ωστόσο, ευτυχώς και παρά τα όποια ελαττώ-ματά του, ο «Δρόμος» δεν μοιάζει καθόλου με το είδος της ταινίας που θα περίμενες να δεις από το Χόλιγουντ. Δεν είναι μια ταινία για τη σαββατιά-τικη έξοδο, εκτός κι αν προτιμάτε τη διασκέδασή σας πικρή και γεμάτη σκοτεινές σκέψεις για τη φύση μας και το μέλλον που μας περιμένει. Σκηνοθεσία: Τζον Χίλκοουτ. Πρωταγωνιστούν: Βίγκο Μόρτενσεν, Κόντι Σμιτ-ΜακΦί, Σαλρίζ Θέρον, Ρόμπερτ Ντιβάλ, Γκάι Πιρς. Χώρα: ΗΠΑ. Διάρκεια: 111΄

Μαύρο λιβάδι

Αν το να γυρίσεις την πρώτη σου μεγάλου μήκους ταινία στην Ελλάδα είναι μια ούτως ή άλλως θαρ-ραλέα απόφαση, το να κάνεις μια ταινία εποχής μοιάζει σχεδόν με απόπειρα αυτοκτονίας. Όχι στην περίπτωση του Βαρδή Μαρινάκη όμως, ο οποίος, μετά από μερικά εξαιρετικά και βραβευμένα σε διεθνή φεστιβάλ μικρού μήκους φιλμ, δείχνει έτοιμος όχι απλά για το επόμενο βήμα, αλλά για ένα αληθινό άλμα ανάμεσα στις τάξεις των πιο ταλαντούχων του ελληνικού σινεμά. Η ταινία του τοποθετημένη στα 1600, στην τουρκοκρατούμενη τότε Ελλάδα, προτιμά σοφά την αφαίρεση από τον μαξιμαλισμό, ποντάρει στην ιστορία και την ατμό-σφαιρα, δίχως όμως στιγμή να κάνει εκπτώσεις

στην ιστορία, το ύφος, τις εικόνες, την ουσία της. Το πεδίο δράσης της είναι από τη μια ένα αυστηρό γυναικείο μοναστήρι, εκεί που καταφεύγει πλη-γωμένος ένας γενίτσαρος και περιθάλπεται από τις μοναχές κι από την άλλη, η ελεύθερη ανοιχτή φύση, σ’ αυτήν όπου θα καταφύγουν ο γενίτσαρος και μια από τις μοναχές όταν φύγουν μαζί, ακο-λουθώντας το ένστικτο της επιβίωσης και τις επι-ταγές του πόθου τους. Μόνο που και για τους δυο τους ο δρόμος δεν θα είναι εύκολος και θα γίνει ακόμη πιο δύσκολος όταν ανακαλύψουν πως η νε-αρή μοναχή είναι στην πραγματικότητα αγόρι, που είχε βρει καταφύγιο στο μοναστήρι για να αποφύ-γει το παιδομάζωμα. Γρήγορα γίνεται σαφές πως η ιστορία της ταινίας μιλά για περισσότερα πράγματα από μια ιστορία αγάπης. Για τη φυλετική, θρησκευ-τική, «εθνική» ταυτότητα, για τους μηχανισμούς του πόθου και την τυφλή φύση του έρωτα, για τις

επιταγές της κοινωνίας και την ελευθερία για την οποία όλη διψάμε. Ο Μαρινάκης εξερευνά τις θε-ματικές του με απλότητα αλλά και βάθος, και την ίδια στιγμή στήνει μια από τις πιο εντυπωσιακές εικαστικά ταινίες που είδαμε εδώ και πολύ καιρό. Συναρπαστική σαν ιστορία, μαγευτική σαν θέαμα, θυμίζει τον λυρισμό του σινεμά του Τέρενς Μάλικ και ισορροπεί δίχως να παραπατά πάνω στο τετα-μένο σκοινί μιας δυνατής ερωτικής ιστορίας και μιας ενδιαφέρουσας, γεμάτης ιδέες, παραβολής. Εξαιρετική! Σκηνοθεσία: Βαρδής Μαρινάκης. Πρωταγωνιστούν: Χρήστος Πασσαλής, Σοφία Γεωργοβασίλη, Δέσποινα Μπεμπεδέλη, Μαρία Πανουριά, Δέσποινα Κούρτη. Χώρα: Ελλάδα. Διάρκεια: 104΄

Μια ακόμη σπουδαία ελληνική ταινία, μερικές υποψηφιότητες για Όσκαρ και μια σκοτεινή εκδοχή για το τέλος του κόσμου σε μια κινηματογραφική εβδομάδα με αληθινό ενδιαφέρον

«Ο δρόμος» / «Μαύρο λιβάδι»

ςταυροδρόμια ζωής

Τοποθετημένο στη γειτονιά Ατζαμί της Γιάφας, μιας πόλης νότια του Τελ Αβίβ, που αποτελεί αληθινό χωνευτήρι εθνικοτήτων και θρησκευτικών πιστεύω, το φιλμ είναι σκηνοθετημένο από έναν Άραβα Παλαιστίνιο κι έναν Εβραίο Ισραηλινό, κάτι που του δίνει πόντους εξαρχής και εξηγεί, ως ένα σημείο, τους λόγους που το φιλμ κερδίζει ένα βραβείο σε κάθε φεστιβάλ που συμμετέχει. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι το «Ajami» δεν είναι μια καλογυρισμένη, άρτια ταινία· όμως, όπως και το σενάριό της έτσι και η συνεργασία των σκηνοθε-τών της δείχνει «υπολογισμένη» για να πετύχει τον μέγιστο αντίκτυπο. Δομημένο σε κεφάλαια και με μια αφήγηση που μπλέκει τόσο πολλές ιστορίες ώστε να αναρωτιέσαι πώς και με ποιο τρόπο τελικά αυτές θα συνδεθούν, το φιλμ στήνει ένα πορτρέτο των «κακόφημων δρόμων» της πόλης, με τρόπο που θυμίζει τις φόρμουλες του αμερικανικού σινε-μά. Κατορθώνει ωστόσο να κοιτάζει κάτω από την επιφάνεια και να φανερώνει ως ένα σημείο τη δυ-ναμική των σχέσεων ανάμεσα στις εθνότητες που συνθέτουν το κράτος του Ισραήλ και των προβλη-μάτων που το βασανίζουν, ακόμη κι αν παραμένει ως το τέλος περισσότερο ένα «δραματικό θρίλερ» παρά μια πολιτική ταινία. Σκηνοθεσία: Χαρόν Σανί, Σκαντάρ Κοπτί. Πρωταγωνιστούν: Σαμίρ Καμπάχα, Ιμπραήμ Φρέγκε, Φουάντ Χαμπάς. Χώρα: Ισραήλ. Διάρκεια: 98΄

Α Κ Ο Μ Η

Ο λυκάνθρωπος, του Τζο Τζόνστον.Μετά από καθυστερήσεις, επαναλήψεις γυρισμά-των κι αναβολές, ο «Λυκάνθρωπος» φτάνει στην οθόνη με τα... δόντια του όχι και τόσο κοφτερά. Ο Μπενίτσιο Ντελ Τόρο κι ο Άντονι Χόπκινς χρησιμο-ποιούν κυρίως το βάρος των ονομάτων τους κι όχι τις ερμηνευτικές τους ικανότητες για τους ρόλους τους, ο τρόμος είναι σχεδόν ολοκληρωτικά απών, τα εφέ αδιάφορα και μόνο η ατμόσφαιρα δείχνει ενδιαφέρουσα.

Η πριγκίπισσα και ο βάτραχοςτων Ρον Κλέμεντς, Τζον Μάσκερ.Το κλασικό παραμύθι παίρνει μια διαφορετική τροπή στην καινούργια ταινία κινουμένων σχεδίων της Disney, που επιτέλους αποκτά μια ηρωίδα μαύρου χρώματος, σε αυτό το χαριτωμένο αλλά υπερβολικά τυπικό φιλμ.

Το βουνό μπροστά, του Βασίλη Ντούρου.Μεγάλο Σάββατο στην ελληνική επαρχία, οι σχέ-σεις των κατοίκων ενός απομονωμένου χωριού με μια οικογένεια Αλβανών παίρνουν φωτιά, με αφορμή μερικά πυροτεχνήματα. Ενδιαφέρουσα σεναριακή ιδέα, που όμως υπονομεύεται από την άνευρη σκηνοθεσία και τις μέτριες ερμηνείες.

Valentine's Day, του Γκάρι Μάρσαλ. Μια σειρά από διάσημους ηθοποιούς σε παράλλη-λες ιστορίες, που εκτυλίσσονται στο Λος Άντζελες τη μέρα του Αγίου Βαλεντίνου. Πιο ανούσιο, κενό και εκνευριστικό ακόμη κι από την ίδια τη «γιορτή των ερωτευμένων».

16/40 ΣΥΝΠΛΗΝ

ΠΟΝΤΙΚΙart

– Στον Θωμά Μοσχόπουλο για το «Ό,τι προτιμάτε». Τόσος εστετισμός, τόση

εικαστική επίδειξη, τόσος ναρκισσισμός επί σκηνής, τόση ανάγκη εντυπωσιασμού. Γιατί; «Κατάπιαν» τα έργα, την παράστα-ση, το κοινό. Σώθηκαν μερικοί ηθοποιοί, αλλά και πάλι… περιμέναμε κάτι πιο ουσιαστικό.

– Στην Άντζελα Μπρούσκου για το «Wonderland». Γιατί δεν κατάφερε, αν

και είχε όλες τις προδιαγραφές –ωραία ιδέα, ένα ανοιχτό θέμα με πολλές δυνα-τότητες, σε μια ακριβή παραγωγή– να το κάνει μια ενδιαφέρουσα παράσταση. Το όλον έπασχε δραματουργικά, πλάτειαζε υπερβολικά, χανόταν σε κοινοτοπίες κι αμπελοφιλοσοφίες, έχανε πολλές φορές ο θεατής την ιστορία και περιοριζόταν απλά στο να βλέπει ωραίες εικόνες. Σίγουρα, αυτό που είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον ήταν το σκηνικό (με την υπογραφή της), ένας πολυμορφικός κύβος που άνοιγε, έκλεινε, «μεταμορφωνόταν» όπως θα έπρεπε να

συμβαίνει και στην Αλίκη.

– Στην Έφη Θεο-δώρου γιατί το

«γλυκό» δεν έδεσε στην παράσταση «Μαρά / Σαντ» που

σκηνοθέτησε για το Εθνικό Θέατρο. Παρά τις ωραίες ιδέες και την αφετηρία να συν-δυαστούν τρία διαφορετικά μέσα (βίντεο, ροκ μπάντα, δράση), το αποτέλεσμα ήταν πολύ κατώτερο των προσδοκιών. Ωραίο από μόνο του το βίντεο, ωραία και η μουσική ανεξαρτήτως θεάματος, αλλά το κείμενο χάθηκε, οι ηθοποιοί εξαφανίστη-καν, η σύνθεση μεταξύ των τριών τεχνών ήταν… ασύνδετη. Όσο για το έργο του Βάις, το νόημα, η ουσία του βούλιαξε και πνίγηκε στον θόρυβο, την πολυφωνία και τον σκηνικό πληθωρισμό.

– Καλή η Πατρίτσια Κάας στο Badminton, δεν λέω. Και ενέργεια είχε

και καλή φωνή διαθέτει και όμορφη είναι. Ωστόσο το «Kabaret» που μας παρουσί-ασε δεν είναι ακριβώς έτσι. Το Καμπαρέ είναι καταγώγιο, είναι καπνός και ποτά, είναι πόρνες και μοιραίες γυναίκες. Δεν είναι ένα στυλιζαρισμένο προϊόν, χωρίς φλόγα και πάθος, δίχως αμαρτία και… πα-ρανομία. Και σίγουρα δεν είναι γραβάτες και κοστούμια, ούτε Καγιέν απ’ έξω, στο πάρκινγκ.

– Ευτράπελο 1: Για τη μη απαγόρευση του καπνίσματος στα νυχτερινά κέντρα

διασκέδασης τα έχουμε πει: να επαναλά-βουμε ότι όλοι καπνίζουν παντού. Αυτά

που, ως γνωστόν, απαγορεύτηκαν είναι πλέον τα τασάκια – δεν θα βρείτε τασάκια στα τραπέζια ούτε για δείγμα. Αλλά πενία (τσιγάρου) τέχνας κατεργάζεται και από το μαγαζί σού προσφέρουν κατευθείαν αυτοσχέδια τασάκια: ένα πλαστικό ποτήρι με μία χαρτοπετσέτα κι ένα παγάκι από πάνω να λιώνει αργά αργά… Πρώτοι οι Έλληνες σε όλη την Ευρώπη, σύμφωνα με τελευταία έρευνα, στο κάπνισμα σε απαγορευμένους χώρους. Όχι παίζουμε!

– Ευτράπελο 2 (μπορείτε να το πείτε και τραγικό): Πηγαίνεις να διασκεδάσεις

σ’ ένα από τα μαγαζιά στην Ιερά Οδό και φεύγεις χωρίς πινακίδες στο αυτοκίνητο. Διότι, αγαπητοί μου, η αστυνομία κάνει σωστά τη δουλειά της. Πολύ σωστά. Και βγαίνει παγανιά στις 3 τα ξημερώματα να πιάσει τους παραβάτες. Για να μη λέτε δηλαδή πως το κράτος δεν λειτουργεί. Δεν φτάνει λοιπόν που πληρώνεις ένα σωρό λεφτά στα μαγαζιά αυτά, έχεις μετά και το χαράτσι των πινακίδων. Θα μπορούσαν να σου δώσουν μία απλή κλήση βέβαια, αλλά είπαμε, η αστυνομία είναι άγρυπνη με τους… ξενύχτηδες. «Κρίση, με πιάνει κρίση» που λέει και ο αοιδός (της Ιεράς Οδού;).

– Τα αλλεπάλληλα δελτία Τύπου που αποστέλλει η δισκογραφική εταιρεία

Sony Music κατά του συνθέτη και μέλους της κριτικής επιτροπής του «X-Factor» Γιώργου Θεοφάνους, ισχυριζόμενη συ-ναλλαγή και ίντριγκα επειδή ο «κριτής» επέλεξε να κρατήσει στο παιχνίδι μία οι-κονομική μετανάστρια και όχι το 16χρονο πουλέν της Sony με αμφίεση μοντέλου και φωνή παγωνιού. Στον καιρό της κρίσης της δισκογραφίας μία εταιρεία γίνεται φτηνό ριάλιτι.

– Αποτυχία το πάρτι του Budha Bar στο Galaxy του Χίλτον. Ελάχιστος κόσμος

και καθόλου παριζιάνικη ατμόσφαιρα. Προφανώς θα έφταιγε και το ακριβό εισι-τήριο για τη μειωμένη προσέλευση – 50 ευρώ για τους κοινούς θνητούς και 90 για τους VIP, που, θεωρητικά, απολάμβαναν περισσότερα προνόμια. Οπότε δεν έχει και τόση σημασία να πούμε τι έπαιξαν οι δύο διάσημοι dj’s, o dj Ravin και ο dj Claude Challe. Οι προσπάθειές τους (και οι μουσικές τους επιλογές) θα έπεφταν στο κενό. Αν και κάποια στιγμή ακούσαμε από τον Claude Challe έναν… αμανέ που μας έστειλε (μία ώρα αρχύτερα). Κι εννοεί-ται, τα ποτά στο Galaxy, όπως πάντα, μέσα στη φτήνια. Μόνο 18 ευρώ...

+ Στον Θωμά Μοσχόπουλο για το «Ό,τι προτιμάτε». Ωραία ιδέα, ενδιαφέρον

εγχείρημα, αξιόλογη προσπάθεια. Το να ψάξεις και να βρεις τις υπόγειες διαδρο-μές δύο εκ διαμέτρου αντίθετων έργων, να τα παρουσιάσεις σε ενιαία παράσταση, να καταφέρεις να τα συνδέσεις εν τέλει χρειάζεται μαεστρία.

+ Στον Νίκο Καραθάνο για τον εξαι-ρετικό Μαλβόλιό του, τον φιλόδοξο

υπηρέτη της Ολίβιας, στη «Δωδέκατη νύ-χτα». Η έπαρση και η ειρωνεία με την οποία αντιμετωπίζει τους υπόλοιπους (προσωπικό και συγ-γενείς της Ολίβια), ο τρόπος που τους οδηγεί στο να του

στήσουν παγίδα για να τον εκδικηθούν, το πώς παρασύρεται σε μια ακατανόητη συμπεριφορά, η οποία διασκεδάζει τους δολοπλόκους από τη μια και γίνεται η κα-ταδίκη του από την άλλη, είναι μοναδικός. Περνάει από το γελοίο στο δραματικό, από τον σνομπισμό στην ταπείνωση, από το όνειρο του έρωτα στην απόρριψη, από το κωμικό στο τραγικό, με λεπτές πινελιές και φινέτσα. Σπουδαία ερμηνεία.

+ Στον Γιώργο Νανούρη για τη σκηνοθε-τική ματιά του πάνω στην «Πέτρα της

υπομονής». Λιτή, καθαρή, με ένα καθο-ριστικό εύρημα. Η Νεκταρία Γιαννουδάκη στον πρωταγωνιστικό ρόλο πέρασε από μια γκάμα συναισθημάτων (απόγνωση, θυμό, απελπισία, τρυφερότητα, αποδοχή) με τρόπο φυσικό, γεμίζοντας συγκίνηση την πλατεία.

+ Στον Απόλλωνα Ρέτσο για τη μου-σική και την παρουσία του στο

«Wonderland». Ένας νεότατος μουσικός, ούτε καν είκοσι Μαΐων, ο οποίος εντυ-πωσίασε. Αν για κάτι αξίζει η παράσταση είναι για τον νεαρό «Σκούλιγκαν» που τώρα βγαίνει δυναμικά στο προσκήνιο.

+ Σοφία Γεωργοβασίλη. Μπορεί το όνομά της να μην σας λέει ακόμη

πολλά, αλλά αν δείτε (και πρέπει να δείτε) το «Μαύρο λιβάδι» του Βαρδή Μαρινάκη θα ανακαλύψετε με αληθινή έκπληξη μια σπουδαία ηθοποιό. Στον ρόλο μιας 15χρονης μοναχής που ανακαλύπτει ότι είναι αγόρι, η 30χρονη Σοφία δίνει μια ερμηνεία που αναιρεί το φύλο, την ηλικία, την ίδια τη σύγχρονη ύπαρξή της και κρα-τά στις λεπτεπίλεπτες πλάτες της ένα από τα πιο σημαντικά στοιχήματα του φιλμ.

+ Πριν καλά καλά κυκλοφορήσει το πρώτο της άλμπουμ η Marina and

the Diamonds είναι ήδη ένα από τα πιο πολυσυζητημένα ονόματα της βρετανικής ανεξάρτητης ποπ. Ψηφίστηκε ως ένα από τα πιο ελπιδοφόρα ονόματα του 2010 και τα πρώτα της single και EP έχουν ενθουσιάσει κριτικούς και κοινό. Τίποτα παράξενο ως εδώ, εκτός ίσως από το ότι πίσω από τα διαμάντια του καλλιτεχνικού της ονόματος κρύβεται το επώνυμό της, που είναι στην πραγματικότητα Διαμαντή, κόρη Ουαλής και Έλληνα, γεννημένη το 1985. Εν αναμονή του πρώτου της ολοκλη-ρωμένου άλμπουμ που κυκλοφορεί στις 22 Φεβρουαρίου μπορείτε να νιώσετε λίγο περήφανοι για την ελληνική ποπ, έστω κι αν έχει βρετανικό διαβατήριο.

+ Στον στιχουργό Τάσο Σαμαρτζή για το κουράγιο του να ιδρύσει σοβαρή

ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία σε οικονομικά ζόρικους καιρούς. Το όνομα αυτής Donna Luna. Και το πρώτο της cd, η δουλειά του νέου συγκροτήματος Fos με τίτλο «Europe, Your Rope».

+ Στη νέα τραγουδίστρια και stand up comedian - αποκάλυψη που ακούει

στο όνομα Ματούλα Ζαμάνη. Ένας θηλυ-κός Τζίμης Πανούσης με φωνή καταιγι-στική στον σατιρικό αυτοσχεδιασμό της, και με ακομπλεξάριστη σχέση τόσο με το έντεχνο όσο και με το σκυλοπόπ ρεπερ-τόριο. Δείτε την στο πλάι της Μάρθας Φριντζήλα, στο Μετρό.

+ Στην Ελληνική Θεαμάτων για τις παραγωγές της. Σε εποχές κρίσης,

οικονομικής στενότητας και λιτότητας δεν φείδεται εξόδων. Ανεβάζει πολυπρόσωπες και πολυδάπανες παραγωγές, που σέβο-νται τον θεατή κι ανεβάζουν τον πήχη στο ελεύθερο θέατρο. Ηχηρό παράδειγμα το «Ό,τι προτιμάτε» στο Θέατρο Αλίκη.

+ Στον ζωγράφο Χρόνη Μπότσογλου, γιατί ξέρει ότι ο αληθινός δάσκαλος

δεν δίνει οδηγίες αλλά ανοίγει ορίζοντες. Και ο δικός του δάσκαλος ήταν ο Γιάν-νης Μόραλης. «Στα 70 μου αναρωτιέμαι ακόμη, και το χρωστάω στον Μόραλη. Δεν σου έλεγε πώς να ζωγραφίσεις, σου έλεγε να ψάξεις».

+ Τo βιντεοκλίπ του τραγουδιού «Μεγάλωσα» της Χάρις Αλεξίου. Να

πώς μπορεί με λόου μπάτζετ να βγει ένα πραγματικά καλόγουστο αποτέλεσμα ή, αλλιώς, να πώς οδηγεί στην αισθητική η οικονομική κρίση.