r.f.hamilton, Αντικλείδι

17

Upload: logeion

Post on 28-Mar-2016

225 views

Category:

Documents


4 download

DESCRIPTION

Σειρά: Λογοτεχνία τρόμου και φανταστικού

TRANSCRIPT

Page 1: R.F.Hamilton, Αντικλείδι
Page 2: R.F.Hamilton, Αντικλείδι
Page 3: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙ 7

ΜέΡα πΡώΤη

Ο μεσίτης είχε αρχίσει να δείχνει ελαφρώς εκνευρισμένος έτσι όπως παιδευόταν με την κλειδαριά, αλλά ο Μπεν δεν είχε τα μά-τια πάνω του. Ο χοντρός άντρας με το ξεκίνημα φαλάκρας έβριζε

μέσα απ’ τα δόντια, αλλά η προσοχή τού Μπεν είχε εξολοκλήρου στραφεί στην καλοσχηματισμένη γυναίκα που προσπαθούσε να ξεκλειδώσει το διπλανό διαμέρισμα ισορροπώντας ταυτόχρονα τέσσερις παραγεμισμένες σακούλες με ψώνια.

Ένιωσε το πέος του να ξυπνάει καθώς εκείνη έσπρωξε με τον πι-σινό της την πόρτα κατορθώνοντας να γυρίσει το κλειδί στην κλειδαριά. Το βλέμμα του την απάλλαξε από τη μαύρη φούστα αποκαλύπτοντας το γυμνό της δέρμα και η ανάσα του έγινε ακόμα πιο ρηχή καθώς τα μάτια του ανέβηκαν προς τα πάνω, ξεφλουδίζοντας το μαύρο μπλουζάκι μέχρι να φανεί η σχισμή στο στήθος της μαζί με μια υποψία ρώγας μέσα από τον κόκκινο καταρράχτη των μαλλιών της που ξεχυνόταν σαν κουρτίνα στο πρόσωπό της.

«Φίλε μου, είστε θεόσταλτος».Ο Μπεν ξαφνιάστηκε. Η εικόνα της γυμνής σάρκας χάθηκε αμέσως

μόλις ανταπέδωσε το βλέμμα στον μεσίτη. Ο άντρας του χάρισε ένα χα-μόγελο όλο δόντια, χωρίς προφανώς να έχει υπόψη του πόσο απαίσια γυάλιζε ο ιδρώτας του κάτω από τις λάμπες φθορίου που ήταν παραταγ-μένες κατά μήκος των διαμερισμάτων από καφέ τούβλο. Ακόμα παιδευ-όταν με το κλειδί στην κλειδαριά και έμοιαζε να προσπαθεί να κρύψει τη δυσκολία του με την —κατά τη γνώμη του— επιδέξια και ευγενική συζή-τηση περί ανέμων και υδάτων. Ο Μπεν μπορεί να μην εντυπωσιάστηκε, ωστόσο παρέμεινε σιωπηλός. Δεν θα βοηθούσε να ξεκινήσει στραβά. Όχι τώρα που προσπαθούσε να κάνει μια νέα αρχή. Να κάνει μια νέα αρχή και να αφήσει πίσω τα παλιά.

αΠρΙλΙοΣ 2008

Page 4: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

R F H. REDERICK AMILTON8

«Ο προηγούμενος νοικάρης μάς άφησε στα κρύα του λουτρού», συ-νέχισε ο μεσίτης, «χρέη απ’ τον τζόγο προφανώς. Καπνός έγινε». Ο Μπεν ρουθούνισε ασυναίσθητα, αλλά ο μεσίτης το πήρε ως επιδοκιμασία. «Αυτό φαντάστηκα. Έφυγε με χρέη περίπου τέσσερις μήνες…»

Η φωνή τού μεσίτη έσβησε καθώς ο Μπεν έστρεψε το βλέμμα του στην κοπέλα. Είχε καταφέρει να ανοίξει την πόρτα της, αλλά είχε σταματή-σει στο κατώφλι. Ο Μπεν έμεινε μ’ ανοιχτό το στόμα όταν την είδε να του χαμογελάει και ο αέρας γύρω του έμοιαζε να τον κλείνει μέσα του. Ξαφ-νικά έγινε τόσο βαρύς που ήταν λες και κατάπινε παχύρρευστο χυλό. Τα γωνιώδη χαρακτηριστικά ήταν εκεί. Όπως τα αποζητούσε πάντα. Το μαλ-λιά είχαν το σωστό χρώμα. Τα μάτια επίσης. Και το κορμί της… Το κορ-μί της ήταν τέλειο.

Καθώς την παρατηρούσε μπορούσε να δει εκείνα τα σαρκώδη χείλη να σκίζονται σε μια κραυγή τρόμου, τα μάτια να γουρλώνουν απ’ τη συ-νειδητοποίηση και το μυαλό του πήγε κατευθείαν στο βαζάκι με τα χάπια που του είχε δώσει ο Σλάβια.

Πού να ήταν; Ακόμα στο αυτοκίνητο; Χωμένα στον σάκο μαζί με τα υπόλοιπα πράγματα; Τα υπόλοιπα πράγματα που ακόμα δεν ήταν σίγου-ρος γιατί τα είχε ανασύρει απ’ την κρυψώνα τους. Ήταν ηλίθιο εκ μέρους του να τ’ αφήσει εκεί. Ακόμα και αν, προς το παρόν, έτρεφε αμφιβολίες για τη χρησιμότητά τους. Ποιος νοιαζόταν που η κοπέλα του αδερφού του είχε πει πως δεν υπήρχε περίπτωση να τον έχουν αφήσει ελεύθερο χωρίς φαρμακευτική αγωγή. Σε καμία περίπτωση…

… Ίσως θα έπρεπε να φέρει ολόκληρη την τσάντα μαζί του… Σκατά, όχι, δεν ήταν σωστό. Ξεκινούσε απ’ την αρχή. Δεν άντεχε να τον πιάσουν ξανά. Είχε σταθεί τυχερός την τελευταία φορά. Αν ο φίλος της είχε αργήσει δέκα λεπτά…

Η πλήρης στύση που φούσκωνε στο παντελόνι του έκανε τον Μπεν να νιώθει άβολα. Το χαμόγελο είχε εξαφανιστεί από το πρόσωπο της κοπέλας που τώρα τον κοιτούσε παράξενα. Προσπάθησε να πλάσει ένα χαμόγελο, αλλά δεν είχε ιδέα αν το είχε πετύχει, αν οι μύες του υπάκου-αν. Ίσως θα έπρεπε να πάει και να της πει ένα γεια; Όχι, αυτό θα τα έκανε χειρότερα… Έπρεπε οπωσδήποτε να πάψει να την κοιτάζει έτσι. Ο Μπεν προ-σπάθησε, αλλά δεν μπορούσε να τραβήξει τα μάτια του από πάνω της. Ευτυχώς, πριν προλάβει να εμφανιστεί η παραμικρή λάμψη απ’ τους κόκ-κινους τοίχους στο βάθος, η κοπέλα εξαφανίστηκε χτυπώντας πίσω της την εξώπορτα και ο αέρας έγινε ξανά κανονικός. Ο Μπεν πήρε μια βαθιά ανάσα καθώς στύλωσε το βλέμμα στις πνιγμένες στα αγριόχορτα αυλές που συνόρευαν με τις μπροστινές θέσεις στάθμευσης.

Page 5: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙ 9

«Παλιά εδώ ήταν πρώτης τάξεως περιοχή για ενοικίαση, αλλά μετά έγινε αυτός ο φόνος και ξαφνικά κανείς δεν ήθελε να μείνει πια εδώ». Ο μεσίτης ήταν ακόμα απασχολημένος με την κλειδαριά και ευτυχώς δεν είχε ιδέα για τη στιγμή που είχε μοιραστεί ο Μπεν με την κοπέλα. Γεγονός για το οποίο ο Μπεν ήταν εξαιρετικά ευγνώμων. Έπρεπε να είναι πιο προ-σεκτικός. Ο δρ Σλάβια του είχε πει ότι θα ήταν πολύ δύσκολο. Είχε πει πως πρέπει να το θέλεις για να πετύχει. Και πράγματι ήθελε να πετύχει… Δεν ήθελε;

… Αλλά αυτό ήταν κομμάτι του προβλήματος, δεν ήταν; Το γεγονός πως έπρεπε να το θέλει για να πετύχει. Τι ακριβώς σήμαινε αυτό; Ίσως η Μάντι να είχε δίκιο. Ίσως τα χάπια να μην ήταν τίποτα άλλο από πλασέμπο… Όχι, αυτό ήταν γελοίο, αν ήταν έτσι ποτέ δεν θα τον είχαν αφήσει… Σίγουρα όχι… Εννοείται πως όχι…

«Μόνο κάποιοι πραγματικά απελπισμένοι μένουν εδώ τώρα…» Ο μεσίτης σήκωσε απότομα το βλέμμα από την κλειδαριά. «Δεν λέω βέβαια πως εσείς είστε απελπισμένος ή τίποτα τέτοιο. Μη με παρεξηγείτε».

Ο Μπεν παρέβλεψε το σχόλιο κουνώντας το κεφάλι· μια αντίδραση που περισσότερο αφορούσε τις κίτρινες κηλίδες που απλώνονταν με τα-χύτητα στο τεράστιο, κολλαριστό, κατάλευκό του πουκάμισο.

«Έχετε πρόβλημα εκεί;» μουρμούρισε ο Μπεν βήχοντας, όταν είδε πως ο μεσίτης περίμενε να πει κάτι. Η φωνή του βγήκε σπασμένη, σαν σύντομο κρώξιμο, καθώς στην άκρη του ματιού του πετάρισε μια κόκκινη λάμψη. Ήταν μόνο ένα ψήγμα. Μια μηδαμινή υπόνοια ανταύγειας, αλλά ήταν αρκετό για να κάνει την καρδιά του να χτυπάει γρηγορότερα. Χρεια-ζόταν τα χάπια του…

«Μπα, θέλει απλά να βρεις το κόλπο της». Ο μεσίτης σταμάτησε και κοίταξε τον ουρανό που σκοτείνιαζε γρήγορα καθώς σκούπιζε με το μα-νίκι τον ιδρώτα απ’ τα φρύδια του. «Μην ανησυχείτε», συνέχισε επιστρέ-φοντας πίσω στη δουλειά του, «δεν υπάρχει λόγος να ανησυχείτε. Απλά κολλάει λίγο… Α, εδώ είμαστε».

Ο μεσίτης ακούστηκε γελοία περήφανος καθώς η κλειδαριά γύρισε με ένα «κλικ» και η πόρτα άνοιξε διάπλατα.

«Μετά από εσάς, καλέ μου κύριε».Ο Μπεν έριξε ένα τελευταίο, παρατεταμένο βλέμμα στην κλειστή

πόρτα του διπλανού διαμερίσματος εστιάζοντας στο μαυρισμένο νούμερο εφτά που ήταν βιδωμένο πάνω της και έπειτα άφησε τον μεσίτη να τον συνοδεύσει πέρα απ’ το κατώφλι.

Η στύση του έκαιγε ακόμα στον μηρό του.Η στύση του έκαιγε ακόμα στον μηρό του.

Page 6: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

R F H. REDERICK AMILTON10

«Όπως μπορείτε να δείτε, έχει γίνει κάποια δουλειά για να συμμα-ζευτεί το μέρος. Οι ιδιοκτήτες έριξαν κάποιο σεβαστό ποσό για

να το φτιάξουν απ΄την αρχή όταν την κοπάνησε ο τελευταίος νοικάρης», φώναξε ο μεσίτης από το σαλόνι όσο ο Μπεν επιθεωρούσε την κουζίνα.

Ναι καλά, σκέφτηκε ο Μπεν καθώς έσερνε το δάχτυλό του στον τρα-χύ, αλουμινένιο πάγκο μετατρέποντας στο μυαλό του τη δροσερή επι-φάνεια στην καυτή σάρκα του κορμιού της. Προσπάθησε σκληρά να μη σκέφτεται την κόκκινη λάμψη και όταν συνειδητοποίησε πως το άγγιγμά του είχε γίνει χάδι, απομάκρυνε το χέρι του και κούνησε το κεφάλι του για να διώξει την εικόνα. Είναι λες κι απλώς ήρθαν δυο τύποι και τα πασάλειψαν μέσα σ’ ένα Σαββατοκύριακο.

Ευχήθηκε να ξεκουμπιζόταν ο μεσίτης για να πάρει τα χάπια του. Αν και μέχρι τώρα είχε δει μόνο την κουζίνα και το σαλόνι, ήταν αρκετό για να ξέρει πως στο διαμέρισμα δεν είχε πατήσει πόδι επαγγελματίας. Οι απωθητικοί τοίχοι σε πράσινο λαχανί ήταν ανομοιόμορφοι και σβο-λιασμένοι από τον φτηνό σοβά και οι αρμοί στις κορνίζες από τις κουρ-τίνες ήταν σχεδόν άμορφες μάζες που έδιναν την εντύπωση πως είχαν λιώσει. Την μπογιά μάλλον θα τη βρήκαν σε προσφορά καθώς τα πάντα ήταν σε πράσινο λαχανί· οι τοίχοι, τα γύψινα διακοσμητικά, οι πόρτες, οι διακόπτες. Το μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία τού λαχανί ήταν το ασπριδερό ταβάνι στη μέση του οποίου μόστραρε ένας αρκετά μεγάλος λεκές υγρασίας.

Ακόμα και το χαλί —σε βαθύ κόκκινο βουργουνδίας που ερχόταν σε τρομερή αντίθεση με τους τοίχους— ήταν λεπτό και φτηνιάρικο, ενώ, κρί-νοντας απ’ τον τρόπο που ανασηκώνονταν οι άκρες του, ήταν και πρόχει-ρα κολλημένο στο πάτωμα.

«Α, θαυμάζετε την κουζίνα βλέπω». Το κεφάλι του μεσίτη ξεπρόβαλλε στο κατώφλι. «Ο φούρνος είναι ολοκαίνουργιος, όπως και το καπάκι του πάγκου». Αν και είχε τοποθετηθεί πρόχειρα, το πάνω μέρος του πάγκου φαινόταν όντως καινούργιο, αλλά ο φούρνος μάλλον βρισκόταν εκεί μερι-κά χρονάκια, αν έκρινε από το στρώμα βρομιάς στο μπροστινό του τζάμι.

Προς τι το γαμημένο λογύδριο του μεσίτη; Ο Μπεν είχε ήδη υπογρά-ψει το συμβόλαιο ενοικίασης όταν ήταν ακόμα στο ζοφερό γραφείο του. Το μόνο που θα κατάφερνε, αν συνέχιζε να τον πρήζει, θα ήταν να του πει, άντε γαμήσου, δεν το θέλω πια. Ο Μπεν έτριψε τους κροτάφους του ενώ παρατηρούσε τον μεσίτη να πλαταγίζει τα χείλη του. Πιθανόν να είναι απλώς ένας μοναχικός γέρος. Δεν θα έχει και πολλές φορές την ευκαιρία να μιλήσει σε κάποιον. Η γυναίκα του πιθανόν είναι νεκρή, τα παιδιά του μακριά, πιθανόν να γυρίζει κάθε βράδυ σε άδειο σπίτι…

Page 7: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙ 11

Όσο κι αν προσπάθησε να δικαιολογήσει τη συμπεριφορά τού άντρα, ο Μπεν εξακολουθούσε να εύχεται να τον άφηνε στην ησυχία του. Χρειαζόταν χρόνο για να χαλαρώσει. Για να πάρει τα χάπια του, να στα-ματήσει τις σκέψεις του πριν συμμαχήσουν, πριν η κόκκινη λάμψη απο-κτήσει υπόσταση και απλωθεί. Γιατί η γυναίκα στο διπλανό διαμέρισμα δεν ήταν εκείνη. Έσπρωξε αυτή τη σκέψη στο προσκήνιο, όπως του είχε μάθει ο Σλάβια. Δεν είναι εκείνη.

«Λοιπόν, ευχαριστημένος; Είναι πολύ καλή ευκαιρία». Ο μεσίτης τώρα στεκόταν στον πάγκο ισορροπώντας στον αγκώνα του με τρόπο που έδειχνε πως πήγαινε για μεγάλη μπάζα. «Το μοναδικό σπίτι που θα βρεις στο Μπράνσγουικ για λιγότερα από δύο κατοστάρικα τη βδομάδα».

Ο Μπεν κατάπιε τον εκνευρισμό του και πίεσε τον εαυτό του να χαμογελάσει, τη στιγμή που απ’ τον νου του περνούσε να τον χτυπήσει. Ένιωθε τον χόνδρο της μύτης του να συνθλίβεται απ’ την μπουνιά του. Τον σταμάτησε μονάχα η γελοία εικόνα του να καταρρέει και αμέσως να σηκώνεται ξανά, σαν σάκος του μποξ, συνεχίζοντας ανενόχλητος τη φλυ-αρία του. Με μερικούς ανθρώπους ήταν απλώς μάταιο να προσπαθείς να τους σταματήσεις εφόσον είχαν πάρει φόρα.

«Όπως και να ’χει...», ο μεσίτης κοίταξε επιδεικτικά το χοντροκομ-μένο πλαστικό του ρολόι γεμίζοντας τον Μπεν με ελπίδα. «Να σας αφήσω να βολευτείτε». Κράτησε για λίγο τα κλειδιά στον αέρα και έπειτα, όταν ο Μπεν δεν έκανε καμιά κίνηση να τα πάρει, τα ακούμπησε απαλά πάνω στον πάγκο.

«Ξέρετε, είμαι πολύ χαρούμενος που επιτέλους νοικιάστηκε αυτό το μέρος. Οι ιδιοκτήτες είναι ένα πολύ αξιόλογο, ηλικιωμένο ζευγάρι. Καλοί άνθρωποι. Η άλλη εταιρεία που τους το πούλησε τους κορόιδεψε. Κυκλο-φορούν ένα σωρό καθίκια. Δεν τους είπαν το ιστορικό. Δεν είχαν ιδέα πόσο δύσκολο θα ήταν να το νοικιάσουν». Ο μεσίτης κόμπιασε και έγειρε εμπρός συνωμοτικά. «Επίσης, μεταξύ μας τώρα, είχαμε βάλει ένα στοίχη-μα στο γραφείο. Φίλε μου, χάρη σε σένα κέρδισα διακόσια δολάρια. Οι άλλοι νόμιζαν πως ήταν αδύνατον να νοικιαστεί πάλι από τη στιγμή που την κοπάνησε ο τελευταίος τύπος που έμενε εδώ. Είναι άδειο δύο μήνες τώρα, ακόμα και με την κρίση στα νοίκια…»

Ο μεσίτης χάρισε στον Μπεν ένα πλατύ χαμόγελο, αλλά ντράπηκε αμέσως μόλις είδε πως εκείνος του αντιγύρισε το βλέμμα ανέκφραστος.

«Α, να με συγχωρείτε. Φλυαρώ πάλι. Θα σας αφήσω στην ησυχία σας. Απλά να θυμάστε, εξακόσια πενήντα τον μήνα. Επιταγή ή τραπεζι-κή εντολή. Όχι εμβάσματα και μεταφορές χρημάτων και τέτοια περίεργα.

Page 8: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

R F H. REDERICK AMILTON12

Απλά άφησέ τη στο γραφείο».Ο Μπεν έγνεψε και συνόδεψε με ανακούφιση τον μεσίτη στην πόρ-

τα. Δεν έχει σημασία, έτσι κι αλλιώς δεν θα είμαι εδώ σ’ έναν μήνα. Η σκέψη ήρθε ασυναίσθητα και ο Μπεν αναγκάστηκε να υπενθυμίσει στον εαυτό του πως αυτή τη φορά θα ήταν διαφορετικά. Θα έμενε εδώ. Θα έψαχνε για δουλειά. Δεν θα χρειαζόταν να φύγει αυτή τη φορά, σκέφτηκε καθώς παρατηρούσε τον μεσίτη να περνάει περπατώντας σαν πάπια κάτω απ’ το τρεμουλιαστό φως της λάμπας έξω από το διαμέρισμα τρία.

Έβαλε τα δυνατά του να μη ρίξει ούτε ματιά στο φως που ξετρύπω-νε από τη χαραμάδα στις κουρτίνες του διπλανού διαμερίσματος, αλλά το βλέμμα του γλίστρησε εκεί δίχως να τον υπολογίσει.

Ο Σαμ Τραμοντάνο κοίταξε πάνω απ’ τον ώμο του καθώς έσερνε τα βή-ματά του στον δρόμο κατευθυνόμενος προς την άψογα γυαλισμένη

του Κίνγκσγουντ. Η ενοχή είχε κάτσει στο στομάχι δημιουργώντας του αέ-ρια και φούσκωμα. Ήξερε πως η δυσπεψία θα έδινε τα ρέστα της απόψε.

Γαμώτο, σχεδόν τα σκάτωσα κάνα-δυο φορές εκεί πέρα, σκέφτηκε καθώς ξεκλείδωσε την πόρτα και ρίχτηκε στη θέση του οδηγού. Και ίσως θα έπρε-πε να είχα…

Ναι, αλλά μετά τι; Πιθανόν θα ήθελε να πάει στην αστυνομία ή, το λιγό-τερο, δεν θα ήθελε να μείνει εκεί και πραγματικά χρειαζόταν να κλείσει αυτή τη δουλειά. Μην αναφέρουμε και τα έξτρα δύο κατοστάρικα. Χρειαζόταν να ξεφορ-τωθεί αυτόν τον γαμημένο στοιχηματζή. Ο σπασαρχίδης έστελνε εξώδικα, κι αν έχει τον Θεό του, το γαμήδι το τελευταίο κόντεψε να πέσει στα χέρια της Μαρίας.

Τότε θα το μάθαιναν και οι ιδιοκτήτες. Ο Σαμ κούνησε το κεφάλι του καθώς γλίστρησε το κλειδί στη μίζα. Ήταν καθαρή τύχη που έφτασε εκεί πρώ-τος. Πρόλαβε και το συμμάζεψε λιγάκι. Είχε την ευκαιρία να το καθαρίσει πριν περάσουν εκείνοι από κει.

Ενώ έβαζε μπρος τη μηχανή, ο Σαμ προσπάθησε σκληρά να πείσει τον εαυτό του πως είχε κάνει το σωστό, αλλά δεν μπόρεσε. Σκατά, τι μπο-ρούσε να κάνει, ε; Χρειαζόταν τα λεφτά και το μόνο που θα έκαναν οι ιδιοκτή-τες θα ήταν να φρικάρουν. Και εκτός αυτού, δεν ήξερε και τι ακριβώς είχε συμ-βεί στον προηγούμενο νοικάρη. Ο άνθρωπος ήταν για δέσιμο και με εκείνη τη γελοία ενδυμασία που τριγυρνούσε… Οι λεκέδες θα μπορούσαν να εξηγηθούν με έναν σωρό τρόπους. Ο τύπος μάλλον έκανε τίποτα σατανιστικές τελετές εκεί μέσα ή κάτι τέτοιο.

Παρά τις δικαιολογίες, ενώ έβαζε ταχύτητα για να βγει στον δρόμο, ο Σαμ εξακολουθούσε να νιώθει ένοχος. Ίσως έπρεπε να πει κάτι. Να τον

Σαμ Τραμοντάνο κοίταξε πάνω απ’ τον ώμο του καθώς έσερνε τα βή-

Page 9: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙ 13

προειδοποιήσει. Ο καινούργιος τύπος έμοιαζε καλό παιδί, λίγο στον κόσμο του βέβαια, λίγο αμίλητος, αλλά ακόμα κι έτσι…

Γάμα το… Τι μπορούσε να κάνει; Χρειαζόταν τα λεφτά. Τίποτα δεν θα πάει στραβά, βεβαίωσε τον εαυτό του καθώς χάθηκε μες τη νύχτα.

Ο Μπεν χρειάστηκε να πάει δύο φορές μέχρι το χιλιοχτυπημένο του Μάγκνα για να μετακομίσει. Αφού έβαλε το αυτοκίνητο στο πάρ-

κινγκ στο μπροστινό μέρος του κτιρίου, πήγε ως εκεί άλλη μία φορά για να πάρει το φουσκωτό αερόστρωμα από το πορτ-μπαγκάζ και μία δεύτερη για τους σάκους που είχε στο πίσω κάθισμα.

Αν και ήξερε ότι δεν έπρεπε, δεν μπορούσε να αντισταθεί να ρίξει μια ματιά για τελευταία φορά καθώς περνούσε μπροστά απ’ τη χαραμάδα της κουρτίνας της γειτόνισσας. Ωστόσο, δεν τόλμησε να χρονοτριβήσει και το μόνο που είδε ήταν μια σκανδαλιστική λωρίδα χρώματος. Έπρεπε να τσεκάρει πρώτα. Να βεβαιωθεί πως δεν είχε φίλο σαν την τελευταία. Κανέναν να τον ενοχλήσει. Χρειαζόταν να…

… Χρειαζόταν να πάρει τα χάπια του, σκέφτηκε καθώς η πόρτα βρό-ντηξε πίσω του, σοκαρισμένος απ’ το πόσο εύκολα κυλούσε πίσω στις πα-λιές σκέψεις και προσπαθώντας να καταπιέσει τις αμφιβολίες που έβγαι-ναν στην επιφάνεια. Φυσικά και θα δούλευαν τα χάπια. Δεν έπρεπε να σκέφτεται βλακείες. Στην τελική, τι σκατά ήξερε η Μάντι από φάρμακα; Ήταν απλώς παραϊατρικό προσωπικό, γαμώτο.

Ο Μπεν παράτησε τις τσάντες στο πάτωμα δίπλα στο στρώμα και κουλουριάστηκε δίπλα τους. Έσπρωξε προσεκτικά τη χακί τσάντα στο πλάι στηρίζοντάς τη στον τοίχο. Ακόμα δεν ήταν σίγουρος για ποιον λόγο την είχε ξετρυπώσει από κει όπου την είχε κρύψει. Δεν ήταν κάτι που θα χρειαζόταν στην καινούργια του ζωή. Όταν ο Σλάβια είχε επιτέλους υπογράψει το χαρτί για να βγει απ’ την κλινική και είχε πάει στη στάση του λεωφορείου, το μόνο σίγουρο ήταν πως δεν είχε καμία πρόθεση να την πάρει. Όχι, είχε πάει κατευθείαν στο σπίτι του αδερφού του για να ξεκινήσει να ξαναφτιάχνει τη ζωή του.

Μόνο όταν κρυφάκουσε το επιχείρημα, μόνο όταν άκουσε τη λέξη πλασέμπο, βρέθηκε ξαφνικά να κατευθύνεται προς τη γέφυρα πεζών που διέσχιζε τον αυτοκινητόδρομο στο τέλος της οδού Χόουπ. Τότε όμως δεν το είχε συνειδητοποιήσει καν. Μόνο όταν κατέβαινε το κακοτράχαλο ανά-χωμα και σκαρφάλωνε στον τσιμεντένιο πυλώνα απ’ την κάτω πλευρά της γέφυρας συνειδητοποίησε πού πήγαινε.

Page 10: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

R F H. REDERICK AMILTON14

Σε μια άλλη ζωή, ζούσε σε ένα μικρό συγκρότημα διαμερισμάτων ένα τετράγωνο μακριά από την οδό Κάμινγκ. Το σημείο όπου όλα είχαν πάει στραβά την προηγούμενη φορά και όταν ο φίλος της τον βρήκε να στέκεται από πάνω της, είχε τρέξει ψάχνοντας απεγνωσμένα ένα μέρος να κρύψει τα εργαλεία του πριν τον προλάβουν οι μπάτσοι.

Και σχεδόν ασυναίσθητα, τα βήματά του τον είχαν οδηγήσει στη γέφυρα.Ήταν ένα μέρος ξεχωριστό για εκείνον από την παιδική του ηλικία

ακόμα. Τότε, όταν ζούσε στο εμπορομεσιτικό στο Άλμπιον. Ένα μέρος σχεδόν ιερό. Το μέρος όπου κρυβόταν απ΄ όλα τα δυσάρεστα, εκεί όπου κρυβόταν από τον φρικτό απόηχο της φωνής της. Το μέρος όπου για λίγο μπορούσε να δραπετεύσει απ’ όλα, ονειροπολώντας καθώς αγνάντευε απ’ την κάτω πλευρά της γέφυρας. Το μέρος όπου για πρώτη φορά σκέφτηκε να πάρει εκδίκηση. Όπου το Κόκκινο Δωμάτιο είχε πρωτοεμφανιστεί, παίρνοντας αργά μορφή καθώς εκείνος στύλωνε το βλέμμα του στις γραμ-μές από τα καψίματα τσιγάρων που κηλίδωναν τα χέρια του σαν βεντού-ζες σε πλοκάμι.

Το δικό του ξεχωριστό, κρυφό μέρος, για το οποίο δεν είχε πει τίποτα σε κανέναν…

Και όταν σκαρφάλωσε στην τσιμεντένια προεξοχή, μόλις έναν χρόνο μετά τη μέρα που είχε κρύψει τα εργαλεία του, απλώς ήξερε πως θα ήταν ακόμα εκεί. Δεν χρειάζεται να τα χρησιμοποιήσω ξανά, θυμόταν να σκέφτε-ται καθώς το χέρι του είχε τρυπώσει κάτω από τη δοκό για να βρει τη χα-ραμάδα στην κάτω πλευρά του τσιμέντου. Απλώς θα ήταν… καλό… να τα έχω. Και είχε νιώσει ένα είδος ολοκλήρωσης όταν τα δάχτυλά του είχαν βρει επιτέλους το λουρί και είχε τραβήξει την τσάντα. Ένα είδος ολοκλή-ρωσης που τώρα, καθώς την κοιτούσε στυλωμένη στον τοίχο, του φαινό-ταν τελείως ακατανόητο.

Τράβηξε με το ζόρι το βλέμμα του απ’ την τσάντα, παρόλο που τα δά-χτυλά του παιδεύονταν να την ανοίξουν. Να ψαχουλέψουν και να βγά-λουν τα παιχνίδια του. Αντί γι΄αυτό, τράβηξε απότομα την μπλε τσάντα και έβγαλε ένα μπουκάλι μπέρμπον Σάουθερν Τζόι. Αφού ψαχούλεψε λίγο ακόμα ανάμεσα στα ρούχα, έβγαλε και ένα μικρό πλαστικό πορτοκα-λί μπουκαλάκι με χάπια.

Ο Μπεν άνοιξε το καπάκι και κοίταξε τα ροζ παστέλ σφαιρίδια. Δί-στασε για μια στιγμή, πριν πάρει δυο στη χούφτα του και τα καταπιεί με μια γουλιά μπέρμπον. Έπειτα στάθηκε πίσω και κέρασε τον εαυτό του ένα τσι-γάρο από το τσαλακωμένο πακέτο στην τσέπη του καθώς περίμενε να δρά-σουν. Όμως κάθε ρουφηξιά έμοιαζε να οδηγεί σε περισσότερες αμφιβολίες.

Page 11: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙ 15

Θα έπιαναν;Φυσικά και θα έπιαναν, γαμώτο.Οι αμφιβολίες δεν άργησαν να τον κάνουν να σηκωθεί όρθιος παίρ-

νοντας ολοένα και βαθύτερες ρουφηξιές απ’ το τσιγάρο, μέχρι που το τελευταίο μισό το κάπνισε μονοκοπανιά. Ταραγμένος, έριξε τη γόπα στο πάτωμα και την έσβησε στο χαλί με το τακούνι του. Ήθελε να κάνει άλλο ένα, αλλά ανάγκασε τον εαυτό του να καθίσει πάλι κάτω και να πιει μια γουλιά μπέρμπον. Είχε ήδη καπνίσει το μισό πακέτο και έπρεπε να του κρατήσουν. Είχε μόνο τα διακόσια δολάρια που του είχε δώσει στα κρυ-φά ο αδερφός του τη στιγμή που η Μάντι δεν κοιτούσε —οι υπόλοιπες οικονομίες του είχαν εξατμιστεί κατά την κράτηση— και είκοσι από αυτά είχαν πάει στο μπουκάλι μπέρμπον. Ποιος ήξερε πόσο θα του έπαιρνε να βρει δουλειά; Δεν είχε χρειαστεί ποτέ να ανησυχήσει γι’ αυτό.

Το αλκοόλ βοήθησε λίγο και αναστέναξε καθώς το βλέμμα του σκά-λωσε στο σκοροφαγωμένο κουρελιασμένο ύφασμα της κουρτίνας του πα-ραθύρου. Είδε την αμυδρή λάμψη από τις λάμπες φθορίου και χωρίς να το σκεφτεί ψαχούλευε εκ νέου τον σάκο του βγάζοντας ένα παχύ ρολό ασημένιας κολλητικής ταινίας. Έκοψε μια λωρίδα και ο ήχος απ’ το σκί-σιμο απελευθέρωσε αναμνήσεις απ’ τα παλιά, αλλά τα χάπια τις έκαναν θολές και συγκεχυμένες· μονάχα η παράξενη γυαλάδα της σάρκας και ο πιο αμυδρός ψίθυρος μιας πνιγμένης κραυγής.

Είχαν όμως υπάρξει στ΄αλήθεια;Ο Μπεν έκλεισε τελείως τις κουρτίνες και κάθισε ξανά κάτω αναστε-

νάζοντας με ανακούφιση καθώς ήπιε μια γουλιά από το μπέρμπον. Τα χά-πια τον έκαναν να νιώθει κάπως άτονα —βλέπεις, δεν έχεις λόγο να ανησυ-χείς— και έπρεπε να καταβάλει μεγάλη προσπάθεια για να βρει την ενέρ-γεια να φουσκώσει το στρώμα που του είχε δώσει ο αδερφός του, μαζί με τα μετρητά, ως ένα μικρό δώρο για να μπορέσει να συμφιλιωθεί με τις ενοχές του επειδή τον είχε πετάξει έξω. Ήξερε πως δεν ήταν δικό του φταίξιμο. Μπορούσε ακόμα να ακούσει τη φωνή της, ακόμα και μέσα από τη ζάλη των χαπιών: Με ανατριχιάζει, γαμώτο. Πόσο θα μείνει; Δεν νιώθω ασφαλής να κοιμάμαι στο ίδιο μου το σπίτι…

Ο Γουίλ ήταν καλό παιδί και,το γεγονός πως ο Μπεν δεν καταλά-βαινε γιατί τα είχε φτιάξει με μια τέτοια σκρόφα, δεν ήθελε να χαλάσει τη ζωή του αδελφού του. Μερικές φορές, όταν τον κοιτούσε, ο Μπεν δεν μπορούσε παρά να αναρωτηθεί για το πόσο διαφορετική θα μπορούσε να είναι η δική του ζωή.

Με έναν ακόμη αναστεναγμό ο Μπεν έγειρε το κεφάλι του πίσω

Page 12: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

R F H. REDERICK AMILTON16

στον τοίχο και αναρωτήθηκε για άλλη μια φορά εάν είχε κάνει καλά που είχε συμφωνήσει με την πειραματική θεραπεία του Σλάβια. Σ’ αυτή όφει-λε το πρόωρο εξιτήριό του, αλλά ίσως να ήταν καλύτερα για εκείνον να μείνει κλεισμένος στο ψυχιατρείο. Μήπως δεν ήταν έτοιμος; Είχε ήδη πάρει πίσω τα εργαλεία του. Είχε αναλαμπές του Κόκκινου Δωματίου. Ακόμα και το ότι σκεφτόταν τη Μάντι φαινόταν να μειώνει τη δράση της φαρμακευτικής του αγωγής. Δεν ήταν όλα τόσο θολά και αυτό τρόμαζε τον Μπεν γιατί πράγματι ήθελε να πιάσει… Δεν ήθελε; Και έπειτα, ήταν και οι σκέψεις για την ίδια τη Μάντι… και ούτε καν της έμοιαζε.

Υπήρχε ένα ανεπαίσθητο μουρμουρητό που ερχόταν από τον τοίχο και χωρίς να το σκεφτεί, γύρισε το κεφάλι του και πίεσε το αφτί πάνω του. Η εικόνα της κοπέλας αναδύθηκε στον νου του, αλλά παρά τις αμφιβολίες του τα χάπια την είχαν μετατρέψει σε μια άμορφη μάζα.

Τα ουρλιαχτά στο κεφάλι του ακούγονταν περισσότερο σαν γατάκια που νιαούριζαν και τίποτα παραπάνω.

Παρόλα αυτά όμως, το πέος του είχε ζωντανέψει για ακόμη μια φορά.

Η Ρέιτσελ έκλεισε την πόρτα με μια κλωτσιά και παράτησε τα ψώνια στον καναπέ αναστενάζοντας με ανακούφιση. Πηγαίνοντας προς την

κουζίνα για ένα ποτήρι νερό, τέντωσε τα δάχτυλά της που συσπώνταν από τον πόνο καθώς η κυκλοφορία επανερχόταν και ένιωθε το χέρι της να μυρμηγκιάζει.

Καταντάει γελοίο, σκέφτηκε ενώ κατέβαζε το νερό ακουμπώντας πίσω στον πάγκο. Σιγά μη χρειάζεται δύο βδομάδες για να αλλάξει ένα γαμημένο καλοριφέρ.

Γαμημένοι, κλέφτες τεχνίτες.Το περπάτημα από τη στάση του τραμ την πέθαινε. Αν και ήταν μό-

λις δεκαπέντε λεπτά, όταν είχε περάσει όλη τη μέρα στο πόδι τρέχοντας από τραπέζι σε τραπέζι, ήταν το τελευταίο, γαμημένο πράγμα που χρεια-ζόταν. Και ύστερα ήταν και η διαδρομή στο τραμ με εκείνους τους αναίσθητους μαλάκες που θες να τους σπάσεις το κεφάλι για τη γαμημένη ηλιθιότητά τους. Στέκονται μπροστά στις πόρτες και εσύ πρέπει να στριμώχνεσαι να περάσεις, χωρίς να δίνουν δεκάρα αν είσαι φορτωμένη με ένα σωρό ψώνια. Κάθονται εκεί και ανταλλάζουν γαμημένους ήχους στα κινητά, με εκείνα τα σπαστικά «μπιπ» που σου τρυπάνε τα τύμπανα, χωρίς να νοιάζονται που ξεκουφαίνουν τους υπόλοιπους επιβάτες…

…ΟK, ώρα να ηρεμήσω, σκέφτηκε η Ρέιτσελ καθώς έπινε άλλο ένα

Page 13: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙ 17

ποτήρι νερό κατευθυνόμενη προς τον καναπέ για να ξεκουράσει τα πονε-μένα της πόδια. Κατέρρευσε στον καναπέ, ενώ λίγο έλειψε να κάτσει πάνω στη σακούλα με τα πορτοκάλια, και έδιωξε με το ζόρι απ’ τις σκέψεις της τις μικρότητες του τραμ, εστιάζοντας στον άντρα που είχε δει στο διπλα-νό διαμέρισμα.

Καινούργιος γείτονας… σκέφτηκε καθώς θυμήθηκε το παράξενο βλέμ-μα του. Ελπίζω να είναι καλύτερος απ’ τον προηγούμενο… όχι ότι θα μπορούσε να είναι και χειρότερος. Τουλάχιστον αυτός φαινόταν κάπως φυσιολογικός. Λίγο ατημέλητος μεν, και σίγουρα χρειαζόταν ένα ξύρισμα και ένα κούρε-μα, αλλά ήταν κάπως γλυκούλης. Αν οι τσαπατσούληδες ήταν του γούστου σου… Τα γόνατα του παντελονιού του είχαν τρύπες και τη ζακέτα την έλεγες το λιγότερο φθαρμένη, αλλά τουλάχιστον ήταν καλύτερα από το φρικαλέο ντύσιμο του τελευταίου τύπου με τα δερμάτινα παντελόνια και τα διχτυωτά μπλουζάκια που επιδείκνυαν τα γελοία του τατουάζ. Και εκεί-νο το μακιγιάζ που φορούσε. Το εξωφρενικό άι-λάινερ και τα βαμμένα μαύρα μαλλιά που έβγαζαν μάτι. Άσε τα πίρσινγκ…

Αλλά η εμφάνισή του δεν ήταν ούτε κατά διάνοια το χειρότερο. Η Ρέιτσελ δεν ήθελε να νομίζει πως ήταν τόσο ρηχή. Ήταν ο τρόπος που σε αγριοκοιτούσε, λες και ήθελε να περνιέται για κανένας σκληρός τύπος, ευ-έξαπτος και τα σχετικά, μόνο και μόνο για να διαπιστώσεις αργότερα πως στην πραγματικότητα ήταν ένας τιποτένιος, απόλυτος μεθύστακας…

Και ύστερα ήταν και η κωλομουσική· τα ηχεία που στρίγκλιζαν ανεξαρ-τήτως ώρας και τα γαμημένα πάρτι που κρατούσαν μέχρι τα ξημερώματα. Απ’ όσο ήξερε δεν είχε δουλειά και όσο σκεφτόταν πόσες ώρες ύπνου της είχε κοστίσει τις μέρες που ήταν σαν ζόμπι στη δουλειά, της ανέβαινε το αίμα στο κεφάλι…

Αλλά δεν χρειάζεται να ανησυχείς γι’ αυτό τώρα. Δεν είναι εδώ πλέον και δεν έχει νόημα να το αφήνεις να σε επηρεάζει…

Ωστόσο ήταν δύσκολο. Δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί οι άνθρω-ποι που ζούσαν τόσο κοντά ο ένας στον άλλον, γίνονταν τόσο αναίσθητοι με τους γείτονές τους. Τουλάχιστον, ο καινούργιος τύπος φαινόταν κάπως φυσιολογικός, αν και ο τρόπος που την κοίταξε ήταν ελαφρώς ανησυχη-τικός. Αν μετά τους δύο μήνες απόλυτης γαλήνης δίπλα της μετακόμιζε άλλο ένα φρικιό, θα ήταν πολύ άτυχη.

Έλα τώρα, μην είσαι στριμμένη, τιτίβισε η φωνή και η Ρέιτσελ συμφώ-νησε. Σηκώθηκε απ’ τον καναπέ, άρπαξε τις σακούλες και τις έσυρε ως την κουζίνα για να τακτοποιήσει τα ψώνια. Τον είδες μόνο για μια στιγμή. Ποιος ξέρει, μπορεί να είναι ντροπαλός ή κάτι τέτοιο.

Page 14: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

R F H. REDERICK AMILTON18

Μπορεί να είναι έτσι, παραδέχτηκε. Τουλάχιστον της ανταπέδωσε το χαμόγελο. Καλύτερο από το ειρωνικό ύφος και τον καγχασμό του προη-γούμενου μαλάκα.

Η Ρέιτσελ μόρφασε από αηδία όταν είδε τα μουχλιασμένα απομεινά-ρια από τα λαχανικά της προηγούμενης εβδομάδας στο τελευταίο συρτάρι του ψυγείου. Ήξερε ότι έπρεπε να στρωθεί να το καθαρίσει, αλλά προς το παρόν δεν άντεχε να το κάνει. Εξάλλου, συν τοις άλλοις, έπρεπε να πλύ-νει και να ετοιμάσει τη στολή της για αύριο, επειδή εκείνος ο μαλάκας στο τραπέζι δώδεκα την είχε περιλούσει με σούπα. Δεν χωρούσε αμφιβολία πως η σκρόφα η προϊσταμένη της, η Μαρί, θα την κατσάδιαζε χοντρά αν έβρισκε έστω και μία σκιά από λεκέ.

Καλύτερα κάν’ το τώρα, σκέφτηκε καθώς έριξε τα φρούτα στο τελευ-ταίο συρτάρι και τακτοποίησε τα υπόλοιπα ψώνια προσεκτικά στα ντου-λάπια. Με την αγγαρεία της στολής ακόμα στον νου της, σταμάτησε για να ανοίξει ένα μπουκάλι λευκό κρασί από όπου ήπιε μια γουλιά στα γρήγο-ρα. Να πάρω δύναμη, σκέφτηκε και χαμογέλασε πλατιά τη στιγμή που ήξε-ρε πως προσπαθούσε να το μειώσει. Απλά δεν μπορούσε να αντισταθεί στη σαγήνη όλων εκείνων των γυαλιστερών μπουκαλιών όταν πέρασε μπροστά από την κάβα βγαίνοντας από το σούπερ μάρκετ. Στο κάτω κάτω, τι πείραζε αν μεθούσε και λιγάκι — δεν θα την έβλεπε και κανένας για να την κρίνει. Άλλωστε, εδώ και αρκετό καιρό πίστευε σθεναρά πως το αλ-κοόλ ήταν το μόνο πράγμα που επέτρεπε στους ανθρώπους να ανέχονται ο ένας τον άλλον. Ήταν το μόνο πράγμα που τους επέτρεπε να ξεπερνούν όλες τις μικρότητες. Σίγουρα πάντως είχε γλιτώσει τη σκύλα τη Μαρί από κάνα-δυο χαστούκια. Όλως περιέργως, το να πνίξει την καριόλα έμοιαζε να μην αξίζει και τόσο τον κόπο μετά από ένα καλό μπουκάλι κρασί.

Η Ρέιτσελ ένιωθε ήδη την καταπραϋντική επίδραση του αλκοόλ στα νεύρα της και καθώς κατευθυνόταν προς το πλυντήριο αποφάσισε συ-νειδητά εκείνο το βράδυ να τελειώσει το μπουκάλι, παρά την πρόσφατη απόφαση να πίνει λιγότερο. Είναι ακριβώς ό,τι χρειάζομαι, σκέφτηκε καθώς έβγαλε τη φούστα της και σήκωσε το λερωμένο πουκάμισο πάνω από το κεφάλι της. Ένα ήσυχο βράδυ στον καναπέ, κάνα-δυο DVD και ένα μπουκάλι κρασί. Θα με βγάλει μια χαρά μέχρι το Σαββατοκύριακο.

Όπως στεκόταν με τα εσώρουχα και έριχνε απορρυπαντικό στο πλυ-ντήριο, η σκέψη της περιπλανήθηκε πίσω στον καινούργιο γείτονα. Δεν ήταν και τόσο άσχημος. Θυμήθηκε το μυώδες σώμα του και τα έντονα μπλε μάτια του. Ίσως μια συνεδρία με τον Γουόλτερ να μην ήταν άσχημα, ίσως από-ψε, σκέφτηκε ενώ συνειδητοποίησε πως τον συλλογιζόταν πολύ. Μάλλον

Page 15: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙ 19

αρχίζει να γίνεται λιγάκι νευρικός… Ε, πάνε και τρεις μήνες.Πρώτα DVD όμως, σκέφτηκε, αυτό θα με βάλει και στη σωστή διάθεση.Άφησε το πλυντήριο να αγκομαχάει και κατευθύνθηκε πίσω στην

κουζίνα για άλλο ένα ποτήρι κρασί.Το φωτάκι στον τηλεφωνητή αναβόσβηνε καθώς τον προσπερνούσε

για να πάει στον καναπέ και αν και δεν πίστευε πως θα ήταν για καλό, πάτησε το κουμπί. Όταν άκουσε τη βροντερή φωνή με τη βαριά προφορά του μηχανικού, η Ρέιτσελ έπρεπε να συγκρατηθεί για να μην πετάξει το ποτήρι στον τοίχο. Αντί γι΄αυτό, ρούφηξε με το ζόρι μια γουλιά κρασί ενώ τον άκουγε να φλυαρεί για την καθυστέρηση κάποιων εξαρτημάτων, ενημερώνοντάς τη πως ήλπιζε να του έρχονταν αύριο.

Υπέροχα, άλλη μια μέρα για να τα συναρμολογήσει, σκέφτηκε καταπί-νοντας τα νεύρα της. Έλα τώρα, ξέχνα το, μην το αφήσεις να σου χαλάσει τη βραδιά, η φωνή την καθησύχαζε ως συνήθως και η Ρέιτσελ έπιασε απο-φασιστικά τη θήκη του DVD και διάβασε το οπισθόφυλλο. Όργιο Σφαγής, έγραφε σε φτηνιάρικο πράσινο φόντο. Ήθελε να τη δει καιρό αυτή την ταινία και ενώ διάβαζε το οπισθόφυλλο, είχε μια ιδέα για το ποιόν ήθελε να δει να παίζει.

Καριόληδες μηχανικοί, σκέφτηκε ενώ πήγαινε προς τον αναγνώστη DVD.

Ο Μπεν καθόταν στο φουσκωμένο αερόστρωμα, με την πλάτη στον τοίχο, συλλογιζόμενος το μπουκάλι με τα χάπια καθώς το κρατούσε

κουνώντας το μπρος-πίσω. Ήξερε πως σύντομα έπρεπε να πάρει κι άλλα, αλλά αντί γι΄αυτό ήπιε μια γουλιά μπέρμπον. Οι εικόνες γίνονταν ολοένα και πιο διαυγείς στο κεφάλι του και είχε εντυπωσιαστεί από το πόσο αργά, αλλά και με πόση ακρίβεια μπορούσαν να σχηματιστούν. Υπήρχε ένα αυ-ξανόμενο αίσθημα ιλίγγου στο στομάχι του, ένας βασανιστικός ενθουσι-ασμός που σκλήραινε το πέος του και ξέραινε το στόμα του. Το κόκκινο αιμορραγούσε από τις θολές άκρες, αναζωογονητικό έτσι όπως αναμειγνυ-όταν με την καταχνιά, και αν και ήξερε πως ήταν λάθος, πως ήταν όπως παλιά, ο Μπεν δεν μπορούσε να το σταματήσει. Απλά ήθελε να το απο-λαύσει για μια στιγμή ακόμα. Μετά θα έπαιρνε το χάπι του. Ίσως μέχρι να σχηματιστούν τα μάτια, μέχρι να μπορέσει να δει αυτό το θαυμάσιο βλέμμα συνειδητοποίησης πως τώρα εκείνη ήταν ανίσχυρη μπροστά του. Και όχι το αντίστροφο. Ήταν στο έλεός του και θα της έκανε ό,τι του άρεσε…

… Και ύστερα, καθώς το κόκκινο άρχισε να στάζει, να τρέχει μέσα απ’ την καταχνιά παίρνοντας σχήμα —η υποψία μιας κορνίζας παραθύρου, το αόριστο

, σκέφτηκε ενώ πήγαινε προς τον αναγνώστη DVD.

Page 16: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

R F H. REDERICK AMILTON20

περίγραμμα ενός φωτιστικού— του κόπηκε η ανάσα. Είχε να βρεθεί εδώ τόσο καιρό. Από τότε που είχε σταθεί πάνω από την τελευταία και την έβλεπε να αναπνέει βαθιά στον ύπνο της.

Το Κόκκινο Δωμάτιο.Ένιωσε ζαλισμένος καθώς τρύπωνε μέσα, το κόκκινο να στάζει σαν φρέσκο

αίμα, να απλώνει σχηματίζοντας το ταβάνι, ρυάκια να τρέχουν βάφοντας τους τοίχους και η φιγούρα, που τώρα γινόταν πιο καθαρή, στριφογύριζε και σφάδα-ζε στο κέντρο του, το πρόσωπό της ένα μωσαϊκό, ένα συνονθύλευμα όλων των προσώπων τους, όλες τους ούρλιαζαν και ούρλιαζαν και…

Ιδρώτας είχε μουσκέψει το πρόσωπο του Μπεν και το καυλί του ήταν σαν καυτό σίδερο στον μηρό του, όταν ο χτύπος έγινε βροντή και συνήλθε και πριν καν προλάβει να το συνειδητοποιήσει, είχε πεταχτεί όρθιος.

Το έψαξε στο μυαλό του αλλά είχε φύγει και πάλι — είχε ποτέ εμφα-νιστεί ξανά; Δεν ήταν δυνατόν. Ο Σλάβια του είπε πως είχε φύγει μία και καλή. Το πετυχημένο του εγχείρημα, έτσι τον είχε αποκαλέσει πριν υπογράψει για να τον βγάλουν. Το μεγαλύτερό του επίτευγμα…

Ο χτύπος συνέχισε σχηματίζοντας αόριστα ένα οικείο μοτίβο και ο Μπεν στράφηκε αργά προς την πόρτα. Η αναπνοή του ηρέμησε καθώς άκουγε, η καρδιά του σταδιακά επέστρεψε στον κανονικό ρυθμό της. Και το χτύπημα συνέχιζε αδιάκοπα… Δεν ήθελε να ανοίξει. Αυτό που πραγ-ματικά ήθελε ήταν να καθίσει και να σκεφτεί, αλλά το σφυροκόπημα ήταν επίμονο και δεν μπορούσε να διατηρήσει τον ειρμό των σκέψεών του με όλον αυτόν τον θόρυβο.

Ένιωθε ακόμα τη στύση στον μηρό του καθώς στάθηκε πίσω απ’ την πόρτα και την άνοιξε ελάχιστα αντικρίζοντας πίσω από τη σήτα τον κοντό γέρο που είχε μισογυρίσει για να φύγει.

«Α, γεια σας». Ο άντρας γύρισε να τον αντικρίσει και ο Μπεν κα-τευθείαν κατάλαβε τι ήθελε από τον τρόπο που τέντωνε τον λαιμό του. Είχε έρθει για να χώσει τη μύτη του. «Είμαι ο Θίο, μένω στο δώδεκα. Σας είδα να μετακομίζετε σήμερα και απλώς σκέφτηκα να περάσω. Να σας καλωσορίσω».

Ο Μπεν επίτηδες στάθηκε στο κενό της πόρτας καθώς ο άντρας τέ-ντωνε ολοένα και περισσότερο τον λαιμό του προσπαθώντας να δει μέσα στο διαμέρισμα πίσω του. Απορούσε αν είχε ποτέ του ακούσει για δια-κριτικότητα.

«Οπότε… καλώς ήρθατε στη γειτονιά». Στη βαριά προφορά του Θίο εί-χαν αρχίσει να εντοπίζονται σημάδια ενόχλησης και ο Μπεν κατάλαβε πως προφανώς περίμενε να του απαντήσει με κάποια κοινωνική τυπικότητα.

Page 17: R.F.Hamilton, Αντικλείδι

ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙ 21

«Σας ευχαριστώ», μουρμούρισε, και ο Θίο του χαμογέλασε πλατιά καθώς έπεσε αμήχανη σιωπή. Ο Μπεν μπορούσε να δει καθαρά τα αση-μένια του σφραγίσματα. Κρίνοντας από τις νευρικές του κινήσεις περί-μενε και άλλη κουβέντα ή ίσως και να τον καλέσει μέσα, αλλά ο Μπεν δεν είχε την ενέργεια να του μιλήσει και δεν υπήρχε περίπτωση να τον αφήσει να πατήσει το πόδι του στο διαμέρισμα.

«Εντάξει λοιπόν», ο Θίο ακόμα κουνούσε το κεφάλι του και έγνεφε καθώς προσπαθούσε να κλέψει μια ματιά πάνω απ’ τον ώμο του Μπεν, και ο Μπεν έπρεπε να αντισταθεί να μην του κλείσει την πόρτα στα μού-τρα. «Απλά ήθελα να είμαι φιλόξενος, ξέρετε. Θα τα πούμε. Καλωσορίσα-τε και πάλι!»

Ο Μπεν σχεδόν του χαμογέλασε καθώς ο Θίο απομακρυνόταν, τη στιγμή που η γλώσσα του σώματός του δήλωνε ξεκάθαρα: Έχω τσατιστεί!

Περίεργε μαλάκα, σκέφτηκε, αλλά δεν έδωσε περισσότερη σημασία. Άκουσε τη σήτα δίπλα να τρίζει καθώς άνοιγε και ξαφνικά ο Θίο και η αδιακρισία του ήταν το τελευταίο πράγμα στο μυαλό του.

Την παρακολούθησε να περπατάει μέχρι τους σκουπιδοτενεκέδες που βρίσκονταν στην άκρη του άδειου πάρκινγκ έξω από το διαμέρισμά της. Ρούφηξε κάθε κίνηση του κορμιού της κάτω από τις φανελένιες πι-τζάμες καθώς πετούσε ένα άδειο μπουκάλι κρασί και μια μικρή σακούλα στα σκουπίδια.

Όπως γύρισε και κατευθύνθηκε προς τα πίσω, κοίταξε φευγαλέα προς τη μεριά του και για ένα δευτερόλεπτο την κύκλωσαν κόκκινοι τοίχοι…

… Την επόμενη στιγμή είχε φύγει, είχε εξαφανιστεί πίσω από τη σήτα που βρόντηξε, αφήνοντας τον Μπεν με κομμένη την ανάσα ενώ έκλεινε τη δική του πόρτα, κατευθυνόμενος γραμμή για τα χάπια του. Τα χέρια του έτρεμαν πολύ καθώς πήρε δύο στην παλάμη του και τα κατάπιε, με την καρδιά του να χτυπάει σαν τρελή στο στήθος του.

Δεν έχεις τίποτα να φοβάσαι, είπε στον εαυτό του, αλλά κατά κάποιον τρόπο η δήλωση δεν ακουγόταν αληθινή. Επειδή για ένα δευτερόλεπτο, φευγαλέα, τόσο φευγαλέα, έμοιαζε ακριβώς σαν εκείνη.