12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/cohenmanion.pdfκαι άλλων σημαντικών...

51

Upload: others

Post on 22-Jun-2020

0 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

Page 1: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα
Page 2: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα
Page 3: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα
Page 4: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα
Page 5: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα
Page 6: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 475

μεθόδους, τη δεοντολογία κατά την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, τουςκανονισμούς που επηρεάζουν την έρευνα και, τέλος, τους προσωπικούςηθικούς κώδικες πρακτικής. Πριν απ' αυτό, πάντως, εξετάζουμε μία άλληβασική έννςια, η οποία, μαζί με την αναλογία χόσιονς-οψέλσνς, συμβάλλειστη θεμελίωση της δεντολογικής διαδικασίας, αυτήν της συνειδητής συναί-νεσης.

ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ

Μεγάλο μέρος της κοινωνικής έρευνας απαιτεί την εξασφάλιση της συ-ναίνεσης και της συνεργασίας των ατόμων που θα βοηθήσουν στην έρευνα,και άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ-χουν διευκολύνσεις για τη διεξαγωγή της έρευνας. Σε ορισμένους πολιτι-σμούς η συνειδητή συναίνεση είναι απόλυτα αναγκαία όταν οι συμμετέ-χοντες εκτίθενται σε σημαντικούς κινδύνους ή καλούνται να απεμπολήσουνπροσωπικά δικαιώματα. Γράφοντας για την κατάσταση στις ΗΠΑ, γιαπαράδειγμα, οι Frankfort-Nachmias και Nachmias λένε:

'Οταν οι συμμετέχοντες στην έρευνα πρόκειται να εκτεθούν σε πόνο,φυσικό ή συναισθηματικό τραυματισμό, σε απειλή της προσωπικής τουςησυχίας, σε φυσικό ή ψυχολογικό άγχος, ή όταν καλούνται να χάσουντην αυτονομία τους παροδικά (ό ι̂ως, για παράδειγμα, σε έρευνα φαρ-μάκων), η συνειδητή συναίνεση πρέπει να είναι πλήρως εγγυημένη. Οισυμμετέχοντες πρέπει να ξέρουν ότι η συμμετοχή τους είναι εθελοντικήσε κάθε περίπτωση και πρέπει να λάβουν λεπτομερή εξήγηση εκ τωνπροτέρων για τα οφέλη, τα δικαιώματα, τις ζημίες και τους κινδύνουςπου συνδέονται με τη συμμετοχή τους στο ερευνητικό πρόγραμμα.

(Frankfort-Nachmias and Nachmias, 1992)

Η αρχή της συνειδητής συναίνεσης βασίζεται στο δικαίωμα του ατόμουστην ελευθερία και την αυτοδιάθεση του. Το να είναι κανείς ελεύθεροςταυτίζεται με το να ζει σε μία δημοκρατία, και, όταν τίθενται απαγορεύσειςκαι περιορισμοί στην ελευθερία, αυτοί πρέπει να γίνονται δικαιολογημένακαι κατόπιν συναινέσεως, ακόμα και σε ερευνητικές διαδικασίες. Η συ-ναίνεση λοιπόν προστατεύει και σέβεται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσηςκαι τοποθετεί μέρος της ευθύνης στον συμμετέχοντα, εάν κάτι δεν πάεικαλά στην έρευνα. Μία άλλη πτυχή του δικαιώματος της αυτοδιάθεσηςείναι ότι το υποκείμενο έχει το δικαίωμα να αρνηθεί τη συμμετοχή ή νααποσυρθεί μετά την έναρξη της έρευνας (βλ. Frankfort-Nachmias and

Page 7: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

476 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

Πίνακας 16.2: Κατευθυντήριες γραμμές για εύλογη συνείδησησυναίνεσης σε λογικά πλαίσια

1. Μία καλή εξήγηση των διαδικασιών που θα ακολουθηθούν καιτων σκοπών τους.

2. Μία περιγραφή της ταλαιπωρίας και του κίνδυνου που μπορείλογικά να αναμένεται.

3. Μία περιγραφή των ωφελημάτων που μπορεί λογικά να αναμένο-νται.

4. Αποκάλυψη των κατάλληλων εναλλακτικών διαδικασιών που θαμπορούσαν να ωφελήσουν τους συμμετέχοντες.

5. Μία προσφορά για απάντηση ερωτημάτων σχετικά με τις διαδι-κασίες.

6. Ενημέρωση ότι το άτομο είναι ελεύθερο να αποσύρει τη συναίνεσητου και να διακόψει τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα ανά πάσαστιγμή, χωρίς καμία επίπτωση.

Πηγή: Institutional Guide to DHEW Policy, 1971

Nachmias, 1992). Έτσι, η συνειδητή συναίνεση εμπεριέχει και τη συνειδητήάρνηση.

Η συνειδητή συναίνεση έχει οριστεί από τους Diener και Crandall ως"οι διαδικασίες με τις οποίες τα άτομα επιλέγουν εάν θα συμμετέχουν σεμία έρευνα, αφού ενημερωθούν για γεγονότα τα οποία είναι πιθανό ναεπηρεάσουν τις αποφάσεις τους" (Diener and Crandall, 1978) . Αυτός οορισμός περιέχει τέσσερα στοιχεία: ικανότητα, εθελοντική διάθεση, πλήρηπληροφόρηση και κατανόηση. Ο όρος "ικανότητα" σημαίνει ότι υπεύθυνακαι ώριμα άτομα θα πάρουν τις ορθές αποφάσεις εάν τους δοθούν οισχετικές πληροφορίες. Οι ερευνητές πρέπει να βεβαιώνονται ότι δενσυμπεριλαμβάνουν άτομα ανίκανα να πάρουν τέτοιες αποφάσεις, είτε λόγωανωριμότητας είτε λόγω κάποιου ψυχολογικού προβλήματος. Η "εθελοντικήδιάθεση" απαιτεί να εφαρμόζεται η αρχή της συνειδητής συναίνεσης, καιέτσι να επιβεβαιώνεται ότι οι συμμετέχοντες ελεύθερα επιλέγουν να συμ-μετάσχουν (ή όχι) στην έρευνα, και εγγυάται ότι η έκθεση σε κίνδυνους

S. Diener, Ε. and Crandall R., Ethics in Social and Behavioral Research (University ofChicago Press, Chicago, 1978).

Page 8: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 477

αναλαμβάνεται εν γνώσει τους και εθελοντικά. Αυτό το στοιχείο μπορείνα δημιουργεί προβλήματα, ειδικότερα στον τομέα της ιατρικής έρευνας,όπου απληροφόρητοι ασθενείς χρησιμοποιούνται ως πειραματόζωα. Η"πλήρης πληροφόρηση"" απαιτεί η συναίνεση να είναι απολύτως συνειδητή,παρ' όλο που στην πράξη είναι συχνά αδύνατο στους ερευνητές ναπληροφορούν τα υποκείμενα για καθετί, για παράδειγμα κατά τη στατιστικήεπεξεργασία των δεδομένων και, όπως θα δούμε παρακάτω, στις περιπτώ-σεις εκείνες που οι ίδιοι οι ερευνητές δεν ξέρουν τα πάντα γΰρω απότην έρευνα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, πρέπει να εφαρμοστεί η στρατηγικήτης συνειδητής συναίνεσης σε λογικά πλαίσια. Ο Πίνακας 16.2 περιγράφειτις κατευθυντήριες γραμμές που χρησιμοποιούνται σης ΗΠΑ και βασίζονταιστην ιδέα της συνειδητής συναίνεσης σε λογικά πλαίσια . Η "κατανόηση"αναφέρεται στο γεγονός ότι οι συμμετέχοντες αντιλαμβάνονται πλήρως τηφύση του ερευνητικού προγράμματος, ακόμα και όταν οι διαδικασίες είναισύνθετες και περικλείουν κινδύνους. Έχουν γίνει υποδείξεις για να εξα-σφαλισθεί ότι τα υποκείμενα αντιλαμβάνονται πλήρως την κατάσταση στηνοποία τοποθετούν τους εαυτούς τους, για παράδειγμα, χρησιμοποιώνταςυποκείμενα υψηλού μορφωτικού επιπέδου, προσλαμβάνοντας ειδικό σύμ-βουλο για να εξηγεί τις δυσκολίες ή ενσωματώνοντας στο ερευνητικόσχήμα ένα χρονικό κενό μεταξύ της αίτησης για συμμετοχή και της ώραςτης απόφασης.

Εάν αυτά τα τέσσερα στοιχεία είναι παρόντα, οι ερευνητές μπορούννα είναι βέβαιοι ότι τα δικαιώματα των υποκειμένων θα έχουν τύχει τουκατάλληλου σεβασμού. Πάντως, όπως σημειώνουν οι Frankfort-Nachmiasκαι Nachmias:

Η αρχή της συνειδητής συναίνεσης δε θα έπρεπε... να καταστεί απόλυτηπροϋπόθεση για κάθε είδους κοινωνική έρευνα. Παρ' όλο που συνήθωςείναι επιθυμητή, δεν είναι απόλυτα απαραίτητη σε μελέτες που δενεμπεριέχουν κίνδυνο. 'Οσο πιο σοβαρός είναι ο κίνδυνος για τουςσυμμετέχοντες σε μία έρευνα, τόσο μεγαλύτερη γίνεται η υποχρέωσηνα παρασχεθεί η συνειδητή συναίνεση.

(Frankfort-Nachmias and Nachmias, 1992)

U.S. Dept of Health, Education and Welfare, Public Health Service and National Instituteof Health, The Institutional Guide to D.H.E.W. Policy on Protecting Human Subjects,DHEW Publication (NIH): 2 Δεκεμβρίου 1971, 72-102.

Page 9: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

478 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

Πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι υπάρχουν μερικές ερευνητικές μέθοδοι όπουείναι αδύνατο να ζητηθεί η συνειδητή συναίνεση. Η συγκαλυμμένη παρατή-ρηση, για παράδειγμα, όπως χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη του Patrick για μίασυμμορία στη Γλασκόβη (Κεφ. 5), ή οι πειραματικές τεχνικές που χρησιμο-ποιούν την εξαπάτηση, όπως σία πειράματα του Milgram για την υπακοήστην εξουσία (Κεφ. 12), αποκλείουν από τη φύση τους αυτή τη δυνατότητα.Και βεβαίως, μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις που δημιουργούνται προβλή-ματα ακόμα και όταν η συναίνεση έχει εξασφαλιστεί. Ο Burgess για παρά-δειγμα, αναφέρει τη δική του έρευνα, στην οποία οι δάσκαλοι είχαν ενημερωθείγια τη διεξαγωγή κάποιας έρευνας, αλλά για την οποία δεν ήταν δυνατό νακαθοριστεί επακριβούς τι είδους δεδομένα θα συγκεντρώνονταν και πώς θαχρησιμοποιούνταν. Σ' αυτή τη συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσε να λεχθείότι τα άτομα δεν ήταν πλήρως ενημερωμένα, ότι η συναίνεση δεν παρασχέθηκεκαι ότι ο ιδιωτικός χώρος παραβιάστηκε. Ως γενικός κανόνας, πάντως, ησυνειδητή συναίνεση είναι μία σημαντική αρχή και το γεγονός ότι οι ηθικοίφιλόσοφοι έχουν συμμετάσχει στον επιστημονικό διάλογο που προκάλεσε ηέννοια αυτή αποτελεί μαρτυρία για τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπί-ζεται . Η αρχή αυτή θα θεμελιώσει μία άρρητη σχέση συμβολαίου μεταξύτου ερευνητή και του ερευνωμένσυ και θα λειτουργήσει ως βάση για τιςδεοντολογικές θεωρήσεις που θα οικοδομηθούν στη συνέχεια

Από τα σχόλια και τις αναφορές μας στο θέμα της συνειδητής συναί-νεσης, ίσως φαίνεται ότι προϋποθέτουμε την ύπαρξη σχέσεων μεταξύσυναδέλφων -ερευνητή και εκπαιδευτικών, για παράδειγμα, ή ερευνητήκαθηγητή και μεταπτυχιακών φοιτητών- και αυτή η προϋπόθεση φαίνεταινα διέπει πολλές από τις συζητήσεις δεοντολογικής φύσης στην ερευνητικήβιβλιογραφία γενικότερα. Οι αναγνώστες έχουν υπόψη τους όμως ότι ηεκπαιδευτική έρευνα σε μεγάλο βαθμό αφορά παιδιά τα οποία δεν μπορείνα θεωρηθεί ότι συνεργάζονται επί ίσοις όροις με τον ερευνητή και είναισημαντικό να το έχουμε αυτό υπόψη μας σε όλες τις φάσεις της ερευνητικήςδιαδικασίας, συμπεριλαμβανομένου και του σημείου στο οποίο επιζητείταιη συνειδητή συναίνεση. Σε σχέση μ' αυτό, αναφερόμαστε στη σημαντικήεργασία των Fine και Sandstrom , των οποίων οι εθνογραφικές μελέτες

Burgess, R.G., "Grey areas: ethical dilemmas in educational ethnography" crto Burgess,

R.G. (ed.), The Ethics of Educational Research (Palmer Press, Lewes, 1989).

Soble, A., "Deception in social science research: Is informed consent possible?" Hastings

Center Report, 8 (1978) 40-46.

Fine, G.A. and Sandstrom, K.L., Knowing Children: Participant Observation with Minors,Qualitative Research Methods Series 15 (Sage, Calif., 1988).

Page 10: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 479

και μελέτες συμμετοχικής παρατήρησης σε παιδιά και νέους εστιάζονται,μεταξύ των άλλων, σ* αυτή την ασυμμετρία που συνδέεται με το πρόβληματης εξασφάλισης συνειδητής συναίνεσης από τους νέους ερευνώμενους καιτης εξήγησης της έρευνας κατά έναν αντιληπτό τρόπο. Ως βασική αρχή,υποστηρίζουν ότι, ενώ είναι επιθυμητό να μειώνεται η διαφορά ισχύοςμεταξύ" παιδιών και ενηλίκων ερευνητών, η διαφορά θα παραμένει και ηεξάλειψη της ίσως δεν είναι δεοντολογικά απευκτέα επιθυμητή.

Είναι μάλλον χρήσιμο για τους αναγνώστες να αναφερθούμε συνοπτικάσε άλλες πτυχές του προβλήματος της συνειδητής συναίνεσης (ή άρνησης)σε σχέση με μικρά ή πολύ μικρά παιδιά. Η επιδίωξη της συνειδητήςσυναίνεσης σε σχέση με μικρά παιδιά εμπεριέχει δύο στάδια. Καταρχήν,οι ερευνητές ενημερώνουν και ζητούν την άδεια από τους ενήλικους πουείναι υπεύθυνοι για τα μελλοντικά υποκείμενα της έρευνας και, στησυνέχεια, προσεγγίζουν τα ίδια τα παώιά. Οι ενήλικοι μπορεί, π.χ., ναείναι γονείς, δάσκαλοι, επιμελητές ή ψυχίατροι, επικεφαλής οργανώσεωννέων ή προπονητές ομάδων, ανάλογα με το πλαίσιο της έρευνας. Ο στόχοςτης έρευνας θα εξηγηθεί, θα απαντηθούν ερωτήσεις και θα ζητηθεί ηάδεια για το επόμενο στάδιο. Αντιρρήσεις για οποιονδήποτε λόγο θαγίνουν σεβαστές. Η εξασφάλιση της έγκρισης από τους συγγενείς μπορείνα είναι δυσκολότερη απ' ό,τι από τα ίδια τα παιδιά, αλλά σε μία περίοδοαυξανόμενης ευαισθητοποίησης για την ευημερία των παιδιών, είναι απα-ραίτητο οι ερευνητές να εξασφαλίσουν αυτή την έγκριση, θα ήταν χρήσιμο,στην αναζήτηση της συναίνεσης των παιδιών, οι ερευνητές να έχουν υπόψητους τα σχόλια που παρατίθενται στη συνέχεια.

Ενώ η άδεια και η συνεργασία των παιδιών παρέχεται αυτομάτως ότανη έρευνα είναι ποσοτική (ένα παιδί δεν μπορεί εν αγνοία του να συμπλη-ρώσει ένα απλό ερωτηματολόγιο), η σημασία της συνειδητής συναίνεσηςστην ποιοτική έρευνα δεν αναγνωρίζεται πάντα. Στη συμμετοχική παρα-τήρηση, για παράδειγμα, οι Fine και Sandstrom υποστηρίζουν ότι οιερευνητές πρέπει να δίνουν πιστευτή και λογική εξήγηση των ερευνητικώντους προθέσεων, ειδικά σε περιπτώσεις που οι ίδιοι έχουν λίγη εξουσία,και ότι πρέπει να δοθεί μία πραγματική δυνατότητα στα παιδιά να μπορούννα πουν ότι δε θέλουν να συμμετάσχουν. Οι συγγραφείς συμβουλεύουνότι, όταν τα υποκείμενα αρνούνται, δεν πρέπει να ερωτώνται, οι πράξειςτους δεν πρέπει να καταγράφονται και δεν πρέπει να περιλαμβάνονταισε κανένα βιβλίο ή άρθρο (ούτε με ψευδώνυμο). Σε περιπτώσεις πουαποτελούν μέρος μίας ομάδας, μπορούν να συμπεριληφθούν ως μέρος μίαςσυλλογικής οντότητας. Οι Fine και Sandstrom θεωρούν ότι τέτοιες αρνήσειςείναι μερικές φορές αποτέλεσμα δυσπιστίας προς τον ερευνητή. Ειοηγού-

Page 11: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

480 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

νται ότι, αργότερα, όταν ο ερευνητής θα έχει καταφέρει να δημιουργήσει

στενότερη επικοινωνία με την ομάδα, αυτοί που αρχικώς αρνήθηκαν μπορεί

να προσεγγιστούν ξανά, ίσως ιδιωτικά.

Δυο ειδικότερες ομάδες παιδιών απαιτούν ιδιαίτερη μνεία: τα πολύ

μικρά παιδιά και αυτά που δεν μπορούν να πάρουν αποφάσεις. Οι

ερευνητές που πρόκειται να εργαστούν με παιδιά προσχολικής ηλικίας ή

νήπια μπορούν να ξεχάσουν την ιδέα της συνειδητής συναίνεσης από τα

μελλοντικά υποκείμενα τους, λόγω της ηλικίας τους, αλλά οι Fine και

Sandstrom θα έκαναν διαφορετικές υποδείξεις. Παρ' όλο που τα παιδιά

δε θα καταλάβαιναν ούτε τι είναι η έρευνα, οι συγγραφείς συμβουλεύουν

ότι θα έπρεπε να δοθούν κάποιες εξηγήσεις στα παιδιά. Για παράδειγμα,

η εξήγηση ότι ένας ενήλικος θα παίζει μαζί τους και θα τα παρακολουθεί

θα μπορούσε να είναι αρκετή για να δώσει το μέτρο της συνειδητής

συναίνεσης των μικρών παιδιών. Όπως παρατηρούν οι Fine και Sandstrom:

Η άποψη μας είναι ότι πρέπει να λέγονται όσο το δυνατόν περισσότερα

στα παιδιά, ακόμα και αν μερικά από αυτά δεν μπορούν να καταλάβουν

την πλήρη εξήγηση. Η ηλικία τους δεν πρέπει να μειώνει τα δικαιώματα

τους, παρ' όλο που το επίπεδο της κατανόησης τους πρέπει να λαμβά-

νεται υπόψη στις εξηγήσεις που τους δίνονται.

(Fine and Sandstrom, 1988)

Η δεύτερη ομάδα αποτελείται από αυτά τα παιδιά που πρόκειται να

χρησιμοποιηθούν σε ένα ερευνητικό πρόγραμμα και που δεν πληρούν το

κριτήριο της "ικανότητας" των Diener και Crandall (1978) (μία ομάδα

ψυχολογικά προβληματικών παιδιών, για παράδειγμα). Σε τέτοιες περι-

πτώσεις μπορεί να υπάρχουν ειδικές οδηγίες χειρισμών από τις Τοπικές

Εκπαιδευτικές Αρχές. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν, οι απαιτήσεις της

συνειδητής συναίνεσης μπορούν να καλυφθούν ζητώντας την άδεια των

διευθυντών που ενεργούν ως γονείς (in loco parentis) ή που έχουν τη

συγκατάθεση των γονέων για την παροχή της συνειδητής συναίνεσης.

Δύο τελικά σημεία προσοχής: Πρώτον, όταν σχεδιάζεται ένα ακραίο

είδος έρευνας, οι γονείς πρέπει να είναι πλήρως ενημερωμένοι εκ των

προτέρων και η συνειδητή συναίνεση τους πρέπει να έχει ληφθεί και,

δεύτερον, οποιαδήποτε κι αν είναι η φύση της έρευνας και οποιοσδήποτε

αν εμπλέκεται, εάν ένα παιδί δείξει σημάδια άγχους ή καταπίεσης, η

έρευνα πρέπει να σταματά αμέσως.

Page 12: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 481

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΧΗ

Η σπουδαιότητα της αρχής της συνειδητής συναίνεσης γίνεται εμφανήςστο αρχικό στάδιο του ερευνητικού προγράμματος, που αφορά την πρόσ-βαση στο ίδρυμα ή τον οργανισμό όπου πρόκειται να διεξαχθεί η έρευνακαι την αποδοχή του προγράμματος από αυτούς των οποίων απαιτείται ηάδεια πριν την ε\αρξη των εργασιών. Υπογραμμίζουμε στο σημείο αυτότη φάση της πρόσβασης και της αποδοχής ειδικότερα, επειδή προσφέρειτην καλύτερη ευκαιρία στους ερευνητές να παρουσιάσουν τα πιστοποιητικάτους ως σοβαροί ερευνητές και να εδραιώσουν τη δεοντολογική τους στάσησε σχέση με την προτεινόμενη έρευνα.

Οι ερευνητές δεν μποροΰν να θεωρούν την πρόσβαση σε ένα νηπια-γωγείο, σχολείο, κολέγιο ή εργοστάσιο ως δικό τους δικαίωμα. Πρέπει νααποδείξουν ότι είναι άξιοι, ως ερευνητές και ως άνθρωποι, για να τουςδοθούν οι αναγκαίες διευκολύνσεις για τη διεξαγωγή της έρευνας. Ησυμβουλή του Bell είναι ιδιαίτερα επίκαιρη σε σχέση με το θέμα:

Η άδεια για διεξαγωγή έρευνας πρέπει πάντα να ζητείται σε πρώιμοστάδιο. Μόλις έχετε συμφωνήσει στο περίγραμμα ενός προγράμματοςκαι έχετε διαβάσει αρκετά για να πειστείτε ότι το θέμα είναι εφικτό,είναι καλό να κάνετε μία επίσημη γραπτή προσέγγιση στα άτομα ή τονσχετικό οργανισμό, σκιαγραφώντας τα σχέδια σας. Να είστε έντιμοι.Εάν διενεργείτε μία έρευνα που συνδέεται με ένα μάθημα για τηναπόκτηση διπλώματος ή πτυχίου, να το δηλώνετε. Εάν αισθάνεσθε ότιη μελέτη πιθανώς θα αποκομίσει χρήσιμες και ενδιαφέρουσες πληρο-φορίες, σημειώστε το γεγονός, αλλά να είστε προσεκτικοί και να μηνυπερτονίσετε τις αρετές της έρευνας.

(Bell, 1987)10

Η πρώτη φάση επομένως απαιτεί την επίσημη άδεια, ώστε να αναληφθείη έρευνα στη συγκεκριμένη κοινότητα. Αυτό σημαίνει επαφή προσωπικήή γραπτή με έναν αξιωματούχο των Τοπικών Εκπαιδευτικών Αρχών ή τονπρόεδρο του σχολικού συμβουλίου, εάν κάποιος πρόκειται να εργαστεί σεσχολείο, καθώς και με το διευθυντή ταυ σχολείου. Σε δεύτερη φάση,σημαντικά πρόσωπα που θα είναι υπεύθυνα ή θα βοηθήσουν στην οργά-νωση και διεξαγωγή της έρευνας θα πρέπει επίσης να προσεγγιστούν, για

10. Bell, J., Doing Your Research Project (Open University Press, Milton Keynes, πρώτηέκδοοη 1987, ανατύπωση 1991).

Page 13: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

482 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

παράδειγμα ο υποδιευθυντής, οι παλιοί καθηγητές και σίγουρα ο δάσκαλοςτης τάξης, εάν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν παιδιά στην έρευνα. Εφόσονη έρευνα είναι πιθανό να διαταράξει και να ενοχλήσει τη διεξαγωγή τωνμαθημάτων, πρέπει να υπάρχουν εγκάρδιες σχέσεις του ερευνητή με τοδάσκαλο. Εάν η έρευνα περιλαμβάνει δασκάλους ως συμμετέχοντες, οιπροτάσεις πρέπει να εισαχθούν σε συνεδρίαση του προσωπικού και ναγίνει η σχετική συζήτηση. Όταν η έρευνα πρόκειται να διεξαχθεί σεάλλου είδους ίδρυμα, π.χ. σε κέντρο νεότητας ή κρατητήριο, οι αρχές τηςπροσέγγισης θα είναι ίδιες, παρ' όλο που η οργανωτική δομή θα είναιδιαφορετική.

Η καλή θέληση και η επίτευξη συνεργασίας είναι ιδιαίτερα σημαντικάζητήματα, όταν η προτεινόμενη έρευνα εκτείνεται σε μακρότερη χρονικήπερίοδο: μέρες, ίσως, σε μία εθνογραφική έρευνα, μήνες (ή και χρόνια!),όταν διεξάγεται μακροχρόνια έρευνα. Η πρόσβαση δεν παρουσιάζει ιδιαί-τερα προβλήματα όταν, για παράδειγμα, απαιτείται από τους συμμετέχοντεςνα διαθέσουν για μία φορά μισή ώρα από το χρόνο τους ή όταν οερευνητής είναι μέλος του οργανισμού στον οποίο διεξάγεται η έρευνα,παρ' όλο που στην τελευταία περίπτωση δεν είναι σωστό να θεωρείται ησυνεργασία ως δεδομένη. Όταν οι διαδικασίες της έρευνας είναι εκτενείςκαι σύνθετες ή όταν ο σχεδιασμός είναι εξελικτικός ή μακροχρόνιος ήόταν οι ερευνητές δεν εδρεύουν οτην επιλεγμένη κοινότητα, τα προβλήματατης πρόσβασης είναι πιο σύνθετα και απαιτούν μεγαλύτερη προετοιμασία.Ο Πίνακας 16.3 δίνει μία γεύση από τα είδη των προβλημάτων που μπορείνα εμφανιστούν σε σχέση με τη δυνατότητα πρόσβασης .

Έχοντας εντοπίσει τα επίσημα και σημαντικά άτομα των οποίων ηάδεια πρέπει να ζητηθεί, και πριν τους συναντήσουν, οι ερευνητές πρέπεινα ξεκαθαρίσουν στο μυαλό τους την ακριβή φύση και το σκοπό τηςέρευνας. Είναι επιθυμητό να έχουν μία συνολική εικόνα του τι περιλαμ-βάνει, ακόμα και αν το συνολικό σχήμα είναι υπό αίρεση (παρ' όλο πουπρέπει να γνωρίζουμε ότι αυτό μπορεί να δημιουργήσει δυσκολίες αργό*τερα). Κατ' αυτό τον τρόπο, οι ερευνητές θα μπορούσαν, για παράδειγμα,να εντοπίσουν τους στόχους της έρευνας, τις πρακτικές της εφαρμογές,αν υπάρχουν, το σχεδιασμό, τις μεθόδους και τις διαδικασίες που θαχρησιμοποιηθούν, τη φύση και το μέγεθος των δειγμάτων ή των ομάδων,ποια τεστ θα διεξαχθούν και πως, ποιες δραστηριότητες πρέπει να παρα-

11. Foster, P., "Change and adjustment in a Further Education College", oro Burgess,(ed.), The Ethics of Educational Research (Falmer Press, Lewes, 1989).

Page 14: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρειτνας 483

Πίνακας 16.3: Στενές επαφές ερευνητικού τύπου

Η πρώτη μου είσοδος στην αίθουσα του προσωπικού στο κολέγιοαποτέλεσε αφορμή για ανακάτεμα και μετακίνηση βιβλίων και καθι-σμάτων, ώστε να μου δοθεί μία βολική θέση, ενώ ο υπεύθυνος μουμιλούσε όρθιος. Με την πάροδο της ώρας, η παρουσία μου ήταν σχεδόνδεδομένη, και αργότερα, όταν τα γεγονότα απειλούσαν την ασφάλειατων υπευθύνων, εγώ αγνοήθηκα. Κανένας δεν ρώτησε πώς μπορούσενα με βοηθήσει και οι ερωτήσεις μου συνοδεύτηκαν από βιαστικέςαπαντήσεις και συγκεχυμένα βλέμματα, που ακολουθούνταν από τηνάμεση εξαφάνιση των ατόμων που με ενδιέφεραν, κουβαλώντας μίαστοίβα χαρτιά. Έμαθα να μην κάνω πολλές ερωτήσεις. Ατυχώς, όταντα άτομα νιώθουν ανασφαλή, όταν ο κόσμος τους απειλείται με αλλαγέςπου είναι πέραν του ελέγχου τους, συνήθως αντιδρούν με απρόβλεπτοτρόπο σε άτομα των οποίων ο ρόλος δεν είναι σαφής και ο ρόλοςτου ερευνητή είναι σπάνια κατανοητός γι' αυτούς που δεν ασχολούνταιμε την έρευνα.

Πηγή: Foster, 1989

τηρηθούν, από ποια υποκείμενα πρέπει να ληφθεί συνέντευξη, τις ανάγκεςτης παρατήρησης, το χρόνο που απαιτείται, το βαθμό της ενόχλησης πουπροβλέπεται, τις ρυθμίσεις για την εγγύηση του απορρήτου των δεδομένων(εάν είναι απαραίτητο), το ρόλο της ανάδρασης και τον τρόπο με τονοποίο τα ευρήματα θα δημοσιοποιηθούν, το συνολικό χρονοδιάγραμμαεντός του οποίου θα διεξαχθεί η έρευνα και, τέλος, εάν θα χρειαστείβοήθεια στην οργάνωση και τη διεξαγωγή της έρευνας. Εάν η έρευναεντάσσεται στις απαιτήσεις ενός κύκλου προπτυχιακών ή μεταπτυχιακώνμαθημάτων, αυτά τα ζητήματα μπορούν να συζητηθούν εκ των προτέρωνμε τον επιβλέποντα καθηγητή. Με αυτόν τον προγραμματισμό και τηνπρόβλεψη, και οι ερευνητές και τα ιδρύματα θα έχουν μία καλή ιδέα τωναπαιτήσεων από τα υποκείμενα (παιδιά ή δασκάλους) και τους οργανι-σμούς. Είναι επίσης μία καλή ευκαιρία να προβλεφθούν και να επιλυθούνπιθανά προβλήματα, και ειδικότερα πρακτικά προβλήματα. Ένα μακρο-σκελές και περίπλοκο ερωτηματολόγιο, για παράδειγμα, μπορεί να απαιτείυπερβολική προσπάθεια κατανόησης και προσοχής σε μία τάξη δεκατριά-χρονων, ή ένας σχετικά άπειοος δάσκαλος θα μπορούσε να αισθανθείαπειλούμενος από την παρατεινόμενη εξαντλητική έρευνα. Αφού ταξινο-

Page 15: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

484 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

μηθούν και ξεκαθαριστούν αυτού του είδους οι πληροφορίες, οι ερευνητέςθα είναι σε θέση να συζητήσουν τα προτεινόμενα σχέδια τους με ένανενημερωμένο, ανοιχτό και ευθύ τρόπο (παρότι δεν είναι πάντα πολΰανοιχτός, όπως θα δούμε) και έτσι θα αποκτήσουν πρόσβαση, αποδοχήκαι υποστήριξη. Πρέπει να θυμόμαστε ότι οι φιλοξενούντες θα έχουνκάποια άποψη για τους ερευνητές και τις προθέσεις τους και ότι αυτήπρέπει να είναι θετική. Οι ερευνητές μπορούν να επηρεάσουν καλύτερααυτές τις απόψεις παρουσιάζοντας τους εαυτούς τους ως ικανούς, έμπιστουςκαι ευπροσάρμοστους.

Αφού συλλεχθούν αυτές οι προκαταρκτικές πληροφορίες, οι ερευνητέςείναι απολύτως έτοιμοι για το επόμενο στάδιο: την πραγματική προσωπικήεπαφή, ίσως μετά από ένα εισαγωγικό γράμμα, με τους κατάλληλουςανθρώπους στον οργανισμό, με σκοπό τη διαπραγμάτευση της πρόσβασης.Εάν η έρευνα σχετίζεται με κάποιο κολέγιο, θα έχουν την υποστήριξη τουκολεγίου και των επιβλεπόντων καθηγητών. Οι Festinger και Katz θεω-ρούν ότι υπάρχει πραγματική οικονομία με το να απευθυνθεί κανείς στηνκορυφή της ιεραρχίας του οργανισμού για την απόκτηση συγκατάθεσηςκαι συνεργασίας. Αυτό συμβαίνει ειδικότερα εκεί όπου η δομή είναι σαφώςιεραρχική και τα κατώτερα επίπεδα εξαρτώνται πάντα από τα ανώτερα,θεωρούν ότι η φύση της έρευνας αργά ή γρήγορα θα γνωστοποιηθεί στηνκορυφή της ιεραρχίας και υπάρχουν περισσότερες ελπίδες για ευνοϊκήαπόφαση εάν προσεγγιστούν οι ανώτεροι εξαρχής. Είναι, επίσης, πιθανόοι επικεφαλής να είναι πιο ανοιχτόμυαλοι από τους κατωτέρους, οι οποίοι,λόγω της ανασφάλειας τους, μπορεί να είναι λιγότερο συνεργάσιμοι. Οισυγγραφείς επίσης τάσσονται κατά της χρήσης των ευκολότερων διαδικα-σιών πρόσβασης στον οργανισμό κατά την προσπάθεια εξασφάλισης άδειας.Οι ερευνητές θα μπορούσαν ίσως να προσπαθήσουν να έρθουν ως σύμμαχοιατόμων ή ομάδων με ειδικά συμφέροντα, που βλέπουν την έρευνα ωςμέσο για την επίτευξη του σκοπού τους. Όπως το θέτουν οι Festinger καιKatz, "Ο στόχος του ερευνητή πρέπει να είναι να επιληφθεί της κατάστασηςγια το κοινό συμφέρον όλων των ομάδων, και τα ευρήματα του να είναιεξίσου διαθέσιμα σε όλα τα άτομα και τις ομάδες" (Festinger and Katz,1966). Οι ερευνητές πρέπει επομένως να επιδιώξουν την πλατύτερη δυνατήβάση υποστήριξης. 'Αλλα πιθανά προβλήματα μπορεί να παρακαμφθούνμε τη χρήση αποδεκτών διόδων επικοινωνίας στο ίδρυμα ή τον οργανισμό.

12. Festinger, L. και Katz, D., Research Methods in the Behavioral Sciences (Holt, Rinehartand Winston, New York, 1966).

Page 16: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 485

Σε ένα σχολείο, για παράδειγμα, αυτό μπορεί να είναι η συνέλευση τωνκαθηγητών. Όπως σημειώνουν σχετικά οι Festinger και Katz, "Εάν ηπληροφόρηση είναι περιορισμένη σε ένα συγκεκριμένο κανάλι επικοινω-νίας, η μελέτη μπορεί να θεωρηθεί ότι ταυτίζεται με τα συμφέροντα πουσχετίζονται μ' αυτό." (Festinger and Katz, 1966).

Μετά την πρώτη επαφή, θα υπάρξει η διαδικασία της διαπραγμάτευσης.Σ' αυτό το σημείο, οι ερευνητές θα δώσουν όσες πληροφορίες χρειάζονταιγια τους σκοπούς, τη φύση και τις διαδικασίες της έρευνας. Αυτό είναιπολύ σημαντικό: Πληροφορίες που μπορούν να προϊδεάσουν για τα απο-τελέσματα της έρευνας δεν πρέπει να δοθούν. Οι Aronson και Carlsmith1 ,για παράδειγμα, σημειώνουν ότι δεν μπορούν να φανταστούν ερευνητέςπου μελετούν τις επιδράσεις μίας ομάδας πίεσης για το θέμα της συμμόρ-φωσης να αναγγέλλουν τις προθέσεις τους εκ των προτέρων. Εξάλλου, οιερευνητές μπορούν να βρεθούν σε δύσκολη θέση εάν φτάσουν στο άλλοάκρο και διατηρούν μία "συνωμοσία σιωπής", διότι, όπως σημειώνουν οιFestinger και Katz, τέτοια στάση είναι δύσκολο να κρατηθεί εάν η έρευναείναι εκτεταμένη και διαρκεί αρκετές μέρες ή εβδομάδες. Όπως λένεσχετικά, "Μία προσπάθεια να διατηρηθεί η μυστικότητα απλώς αυξάνειτη διάδοση και την ενίσχυση των φημών" (Festinger and Katz, 1966). Εάνοι ερευνητές δε θέλουν να γνωρίζουν πάρα πολλά οι φιλοξενούντες και/ήτα υποκείμενα της έρευνας για τις υποθέσεις και τους σκοπούς τους, τότεένας απλός τρόπος είναι να παρουσιάσουν ένα σαφές κείμενο σε γενικόεπίπεδο, με ένα ή δύο παραδείγματα ερωτημάτων που δεν είναι καθορι-στικά για τη μελέτη ως σύνολο. Μια και οι περισσότερες έρευνες εμπε-ριέχουν κάποιους κινδύνους, ειδικότερα όσον αφορά τις έρευνες πεδίου,και εφόσον η παρουσία ενός παρατηρητή που εξετάζει εξονυχιστικάδιάφορες όψεις της ζωής της κοινότητας ή του σχολείου μπορεί να μηνείναι απόλυτα ευπρόσδεκτη απ' όλη την ομάδα, οι ερευνητές πρέπει σεκάθε περίπτωση να επιδεικνύουν μία ευαισθησία ως προς την αναγνώρισητης θέσης των φιλοξενούντων και των υποκειμένων τους και να καθησυ-χάζουν όλους όσοι αισθάνονται απειλούμενοι από την έρευνα. Αυτή ηδιαβεβαίωση μπορεί να πάρει τη μορφή μίας δήλωσης των συνθηκών καιεγγυήσεων που δίνονται από τους ερευνητές στη φάση της διαπραγμάτευ-

13. Aronson, Ε. and Carlsmith, J.M. "Experimentation in social psychology" cto Lindzey,G. and Aronson, E. (eds), The Handbook of Social Psychology, τόμ. 2 (Addison-Wesley,Reading, Mass., 1969).

Page 17: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

486 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

Πίνακας 16.4: Συνθήκες και εγγυήσεις που προσφέρονται για έναερευνητικό πρόγραμμα σε σχολείο

1 Πρέπει να προσφέρεται η δυνατότητα σε όλους τους συμμετέχοντεςνα παραμείνουν ανώνυμοι.

2 Όλες οι πληροφορίες πρέπει να χρησιμοποιηθούν με την αυστη-ρότερη εμπιστευτικότητα.

3 Οι ερωτώμενοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επαληθεύουντις απαντήσεις τους, όταν η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη.

4 Οι συμμετέχοντες πρέπει να λάβουν ένα αντίγραφο της τελικήςέκθεσης.

5 Η έρευνα θα αξιολογηθεί από το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο μόνο γιατο σκοπό των εξετάσεων, αλλά, εάν το ερώτημα της δημοσίευσηςτεθεί αργότερα, πρέπει να ζητηθεί άδεια από τους συμμετέχοντες.

6 Η έρευνα θα επιχειρήσει να εξετάσει την πρακτική της εκπαιδευ-τικής διοίκησης. Ελπίζουμε ότι η τελική αναφορά θα είναι ωφέλιμηστο σχολείο και σ' αυτούς συμμετέχουν.

Πηγή: Bell, 1987

σης. Ο Πίνακας 16.4 περιέχει τις συνθήκες που τέθηκαν από ένα φοιτητήτου Ανοιχτού Πανεπιστημίου για ένα ερευνητικό πρόγραμμα σε σχολείο.

Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πως ειδικά ο δάσκαλος-ερευνητήςπρέπει να είναι ενήμερος ότι οι σκοποί και οι στόχοι της εφαρμοσμένηςέρευνας και της έρευνας-δράσης συχνά αλλάζουν προς κάποια συγκεκρι-μένη κατεύθυνση (βλ. Κεφ. 9). Οσοδήποτε καλοπροαίρετη και αν είναιμία ομάδα ερευνητών, η έρευνα μπορεί να θεωρηθεί διεισδυτική καιαπειλητική από κάποιους από το προσωπικό, αλλά θα μπορούσε να γίνειπιο αποδεκτή σε τέτοιες περιστάσεις, εάν δινόταν στο προσωπικό ηδυνατότητα να συζητήσει επαγγελματικά ζητήματα που ίσως θα προέκυπταναπό τέτοιου είδους σχολική έρευνα η οποία διεξάγεται από δασκάλους.

Καταλήγοντας, υπενθυμίζουμε στους νέους ερευνητές ειδικότερα ότι θαυπάρξουν φορές που οι δεοντολογικές ανησυχίες θα επηρεάζουν τηνεργασία τους και θα σχετίζονται περισσότερο με το στάδιο της πρόσβασηςκαι της αποδοχής, κατά το οποίο η καταλληλότητα του θέματος, ο σχε-διασμός, οι μέθοδοι, οι εγγυήσεις εμπιστευτικότητας, η ανάλυση και ηδημοσιοποίηση των ευρημάτων, πρέπει να γίνουν αντικείμενο διαπραγμά-τευσης με ειλικρίνεια, ευαισθησία, εντιμότητα, ακρίβεια και επιστημονικήαμεροληψία. Όπως αναφέραμε πιο πάνω, δεν υπάρχουν αυστηροί κανόνες

Page 18: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 487

σ" αυτό το θέμα. Είναι ένα ζήτημα που διαμορφώνεται κάθε φορά σεσυνδυασμό με την προσωπική στάση του καθενός. Αυτή θα καθορίσει τιείναι αποδεκτό και τι όχι. Οι Hitchcock και Hughes αναφέρουν σχετικά:

Οι ατομικές συνθήκες είναι ο τελικός ρυθμιστής. Είναι καλύτερα, στοβαθμό που είναι δυνατόν, ο δάσκαλος να συζητά την έρευνα με όλατα εμπλεκόμενα μέρη. Σε άλλες περιπτώσεις, είναι καλύτερο για τοδάσκαλο να αναπτύξει μία έρευνα-πιλότο και να αποκαλύψει εκ τωνπροτέρων μερικά από τα προβλήματα της κανονικής έρευνας. Εάν φανείότι η έρευνα πρόκειται να έρθει σε σύγκρουση με την πολιτική τουσχολείου, με το ύφος της διοίκησης ή με ατομικές προσωπικότητες,είναι καλύτερο να αντιμετωπιστούν τα θέματα κατά πρόσωπο, να συ-σκεφθούν τα σχετικά μέρη και να γίνει ανασχεδιασμός της έρευνας,όπου είναι δυνατόν ή απαραίτητο.

(Hitchcock and Hughes, 1988)14

Όπου δεν είναι δυνατό να γίνει έρευνα-πιλστος, ίσως είναι δυνατό ναοργανωθούν μία ή δύο σχετικές διερευνήσεις, για να εκτιμηθούν πιθανάπροβλήματα ή κίνδυνοι. Εν είδει σύνοψης, παραθέτουμε τον Πίνακα 16.5.

ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Οι κοινωνικοί επιστήμονες έχουν γενικά μία ευθύνη όχι μόνον απέναντιστο επάγγελμα τους, στην αναζήτηση της γνώσης και της αλήθειας, αλλάκαι στα υποκείμενα στα οποία βασίζονται για τη δουλειά τους. Οποιαδή-ποτε κι αν είναι η ειδική φύση της εργασίας τους, οι κοινωνικοί ερευνητέςπρέπει να συνυπολογίζουν τις επιδράσεις της έρευνας στους συμμετέχοντεςκαι να συμπεριφέρονται κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να εξασφαλίζουν τηνανθρώπινη αξιοπρέπεια τους. Αυτή είναι η δεοντολογική συμπεριφορά. Ηδεοντολογία μπορεί να οριστεί ως:

ένα ζήτημα πρωταρχικής ευαισθησίας απέναντι στα δικαιώματα των άλλων.Η δεοντολογία περιορίζει τις επιλογές που μπορούμε να κάνουμε κατάτην αναζήτηση της αλήθειας. Η δεοντολογία λέει ότι, ενώ η αλήθεια είναικαλή, ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας είναι καλύτερος, ακόμακαι αν, σε ακραία περίπτωση, ο σεβασμός της ανθρώπινης φύσης αφήνεισε κάποιον ερωτηματικά για την ανθρώπινη φύση.

(Cavan, 1977)15

14. Hitchcock, G. and Hughes, D., Research and the Teacher (Routledge, London, 1988).15. Cavan, S., The American Journal of Sociology, 83 (1977) 810.

Page 19: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

488 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

Πίνακας 16.5: Λίστα διαπραγμάτευσης για απόκτηση πρόσβασης

1 Καθαρές επίσημες δίοδοι με επίσημη αίτηση άδειας για διεξαγωγή τηςέρευνας μόλις υπάρξει ένα συμφωνημένο περίγραμμα του προγράμματος.Μερικές Τοπικές Εκπαιδευτικές Αρχές επιμένουν ότι οι αιτήσεις για διε-ξαγωγή έρευνας πρέπει να περνούν από το γραφείο της διοίκησης τους.Ελέγξτε τι απαιτείται στην περιοχή σας.

2 Μιλήστε με τους ανθρώπους που πρόκειται να τους ζητήσετε να συνερ-γαστούν. Το να πάρετε την άδεια των τοπικών εκπαιδευτικών αρχών καιτου διευθυντή είναι μία αναγκαία προϋπόθεση, αλλά θα πρέπει να έχετετην υποστήριξη και των ανθρώπων από τους οποίους θα ζητήσετε να δώσουνσυνεντεύξεις ή να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια.

3 Υποβάλετε το περίγραμμα του προγράμματος στο διευθυντή, εάν διεξάγετεέρευνα στο δικό σας ή σε ένα άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Κάνετε μία λίστατων ανθρώπων από τους οποίους θα θέλατε να πάρετε συνέντευξη ή στουςοποίους θα θέλατε να στείλετε ερωτηματολόγια και δηλώστε τους όρουςυπό τους οποίους θα διεξαχθεί η μελέτη.

4 Αποφασίστε τι εννοείτε με την ανωνυμία και την εμπιστευτικότητα, θυ-μηθείτε ότι αν αναφέρεστε στον υπεύθυνο για το μάθημα των Αγγλικώνκαι υπάρχει μόνον ένας υπεύθυνος για τα Αγγλικά στο σχολείο, το συγκε-κριμένο πρόσωπο αναγνωρίζεται αμέσως.

5 Αποφασίστε εάν οι συμμετέχοντες θα λάβουν αντίγραφο της έκθεσης και/ήαν θα δουν πρόχειρες εκδόσεις ή μεταγραμμένες συνεντεύξεις. Αυτό έχειτο κόστος του και τις απαιτήσεις του σε χρόνο. Σκεφτείτε προσεκτικά πρινδώσετε υποσχέσεις.

6 Πληροφορήστε τους συμμετέχοντες τι πρόκειται να γίνει με τις πληρο-φορίες που παρέχουν, θα τα δείτε εσείς και ο εξεταστής μόνον; θα ταδει ο διευθυντής, οι τοπικές εκπαιδευτικές αρχές κτλ.;

7 Προετοιμάστε μία περίληψη τον προθέσεων σας και των συνθηκών υπότις οποίες θα διεξαχθεί η μελέτη, την οποία θα μοιράσετε στους συμμε-τέχοντες. Ακόμα και αν εξηγήσετε το σκοπό, τις συνθήκες και τις εγγυήσειςτης έρευνας, οι συμμετέχοντες μπορεί να τα ξεχάσουν.

8 Να είστε έντιμοι σε ό,τι αφορά το σκοπό και τις συνθήκες της έρευνας.Εάν πείτε ότι μία συνέντευξη θα διαρκέσει δέκα λεπτά, θα είστε αναξιό-πιστος εάν διαρκέσει μία ώρα. Εάν διενεργείτε την έρευνα ως μέρος ενόςπτυχίου ή διπλώματος, πείτε το.

9 θυμηθείτε ότι οι άνθρωποι που συμφωνούν να βοηθήσουν σας κάνουνχάρη. Βεβαιωθείτε ότι επιστρέφετε χαρτιά και βιβλία σε καλή κατάστασηκαι εγκαίρως. Ευχαριστήρια γράμματα πρέπει να σταλούν οσοδήποτε απα-σχολημένος και αν είστε.

10 Ποτέ μη θεωρήσετε ότι "όλα θα πάνε καλά" από μόνα τους. Η διαπραγ-μάτευση της πρόσβασης είναι μία σημαντική φάση στην ερευνά σας. Εάνείστε εσωτερικός ερευνητής, θα πρέπει να συνεχίσετε να ζείτε με τα λάθησας, γι' αυτό προσέξτε.

Πηγή: Προσαρμοσμένο από Bell, 1991

Page 20: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 489

Ο Kimmel έχει επισημάνει, ότι, όταν επιχειρούμε να περιγράψουμεδεοντολογικά ζητήματα, είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε ότι η διάκρισημεταξύ δεοντολογικής και αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς δεν είναι δι-χοτομική, παρ' όλο που ο κανονιστικός κώδικας των συνιστώμενων καιαπαγορευμένων συμπεριφορών, όπως παρουσιάζεται από τα δεοντολογικάπρότυπα του επαγγέλματος, υπονοεί ότι αυτό ισχύει. Οι απόψεις για τοκατά πόσο οι συμπεριφορές συγκρούονται με τις επαγγελματικές αξίεςβρίσκονται σε μία συνεχή διάταξη, η οποία κυμαίνεται από το απολύτωςδεοντολογικό μέχρι το απολύτως αντιδεοντολογικό. Το σημείο που πρέπεινα διευκρινιστεί είναι ότι οι δεοντολογικές αρχές δεν είναι απόλυτες, παρ'όλο που ορισμένοι επιμένουν ότι είναι, όπως θα δούμε, αλλά ότι πρέπεινα ερμηνεύονται υπό το φως του ερευνητικού πλαισίου και άλλων αξιώνπου εμπλέκονται.

Αξίζει ίσως σ' αυτό το σημείο να σταθούμε για λίγο και να υπενθυ-μίσουμε στον εαυτό μας ότι ένα σημαντικό μέρος της έρευνας δεν προκαλείπόνο ή προσβολή στους συμμετέχοντες, ότι η αξιοπρέπεια δεν υποσκάπτεταιαναγκαστικά, ούτε η εμπιστευτικότητα προδίδεται και ότι ο κοινωνικόςεπιστήμονας μάλλον σπάνια αντιμετωπίζει δισεπίλυτα δεοντολογικά διλήμ-ματα. Πάντως, όταν η έρευνα είναι δεοντολογικά ευαίσθητη, πολλοί πα-ράγοντες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και αυτοί ποικίλλουν από περί-πτωση σε περίπτωση. Παραδείγματος χάριν, προτείνουμε μία επιλογήτέτοιων μεταβλητών των οποίων η εκ των προτέρων αντιμετώπιση θαμειώσει ίσως τον αριθμό προβλημάτων που θα αντιμετωπιστούν αργότερααπό τον ερευνητή. Έτσι, η ηλικία των ερευνωμένων, το κατά πόσο ηουσία της έρευνας αποτελεί ευαίσθητη περιοχή, εάν οι σκοποί της έρευναςείναι υπονομευτικοί (απέναντι σε υποκείμενα, δασκάλους ή θεσμούς), οβαθμός στον οποίο ο ερευνητής και ο ερευνώμενος μπορεί να συνεργαστούνστο σχεδιασμό της έρευνας, το πώς τα δεδομένα θα γίνουν αντικείμενοεπεξεργασίας, θα ερμηνευθούν και χρησιμοποιηθούν, η δημοσιοποίηση τωναποτελεσμάτων και οι εγγυήσεις της εμπιστευτικότητας είναι μερικές απότις παραμέτρους που μπορούν να σχηματίσουν τη βάση μίας -για ναχρησιμοποιήσουμε τη φράση των Aronson και Carlsmith- "τυποποίησηςδημοκρατικής δεοντολογίας". Οι αναγνώστες θα είναι χωρίς αμφιβολία σεθέση να αναπτύξουν το δικό τους σχήμα από τις ιδέες και τις απόψεις

16. Kimmel, A.J., Ethics and Values in Applied Social Research (Sage, Calif., 1988).

Page 21: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

490 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρεννας

που παρουσιάζονται σ' αυτό το κεφάλαιο, καθώς επίσης και από τις δικέςτους εμπειρίες ως ερευνητές.

ΠΗΓΕΣ ΕΝΤΑΣΗΣ

Σημειώσαμε πιο πάνω ότι το ζήτημα της δεοντολογίας στην έρευνα είναιένα πολύ σύνθετο θέμα. Αυτή η πολυπλοκότητα προκύπτει από πολλέςπηγές έντασης. Παρουσιάζουμε δυο από τις σημαντικότερες. Η πρώτη,όπως εκφράζεται από τους Aronson και Carlsmith (1969), είναι η έντασηπου υπάρχει μεταξύ δυο ομάδων σχετιζόμενων αξιών που έχει η κοινωνία:της πίστης στην αξία της ελεύθερης επιστημονικής έρευνας για την ανα-ζήτηση της αλήθειας και της γνώσης και της πίστης στην αξιοπρέπεια τωνανθρώπων και σία δικαιώματα που πηγάζουν απ' αυτήν. Είναι αυτή ηδιπολικότητα που αναφέραμε πιο πάνω ως αναλογία κόστους-οφέλους,κατά την οποία "μεγαλύτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στους πιθανούςκινδύνους για τις φυσικές, ψυχολογικές, ανθρώπινες και πολιτιστικές αξίες,όπως και στην αξία της ιδιοκτησίας, παρά στην πιθανή συμβολή της έρευναςστη γνώση". (Συμβούλιο Κοινωνικών Επιστημών και Ανθρωπιστικής Έ-ρευνας του Καναδά, 1981) . 'Οταν οι ερευνητές αντιμετωπίζουν αυτό τοδίλημμα (και πιθανόν συμβαίνει λιγότερο στην εκπαίδευση απ' ό,τι στηνκοινωνική ψυχολογία ή στην ιατρική), θεωρείται γενικώς ότι το επιλύουναποφεύγοντας την ακραία λύση, δηλαδή της εγκατάλειψης της έρευνας,αφενός, ή της αγνόησης των δικαιωμάτων των υποκειμένων, αφετέρου. Σεκάθε περίπτωση, η ευημερία των υποκειμένων προέχει (παρ' όλο που αυτόδεν συμβαίνει πάντα, όπως είδαμε), ακόμα κι αν αυτό σημαίνει τονπεριορισμό της έρευνας. Οι ερευνητές δεν πρέπει να ξεχνάνε τις υπο-χρεώσεις τους προς εκείνους που βοηθούν, και πρέπει διαρκώς να βρί-σκονται σε ετοιμότητα για εναλλακτικές τεχνικές, εάν τύχει και αυτές πουχρησιμοποιούν αποδειχτούν προβληματικές. Βεβαίως, αυτή η διπολικότηταμεταξύ του ερευνητή και το ερευνώμενου αντικατοπτρίζεται στις αρχές τηςΑμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας, η οποία, όπως δείχνουν οιZechmeister και Shaunghnessy , προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ τωνδικαιωμάτων των ερευνητών στην αναζήτηση της κατανόησης της ανθρώ-πινης συμπεριφοράς και των δικαιωμάτων των ατόμων που συμμετέχουν

17. Ethical Guidelines for the Institutional Review Committee for Research with Human Subjects(Social Sciences and Humanities Research Council of Canada, 1981).

18. Zechmeister, E.B. and Shaunghnessy, J.J., A Practical Introduction to Research Methodsin Psychology (McGraw-Hill, New York, 1992).

Page 22: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 491

στην έρευνα. Σε τελική ανάλυση, η απόφαση για τη συνέχιση ενός ερευ-νητικού προγράμματος έγκειται σε μία υποκειμενική εκτίμηση του κόστουςτόσο για τα άτομα όσο και για την κοινωνία.

Η δεύτερη πηγή έντασης σ' αυτό το θέμα δημιουργείται από τιςανταγωνιζόμενες θέσεις της απολυτοκρατίας και του σχετικισμού. Η από-λυτη άποψη ξεκαθαρίζει ότι σαφείς προκαθορισμένες αρχές πρέπει νακαθοδηγούν τους ερευνητές οτη δουλειά τους, προσδιορίζοντας τι πρέπεικαι τι δεν πρέπει να γίνει (βλ. Πίνακα 16.6). Εάν είχε τηρηθεί μία απόλυτηστάση, για παράδειγμα, στο πείραμα της Φυλακής Stanford (βλ. Πίνακα12.3), όπου οι ερευνητές μελέτησαν τη διαπροσωπική δυναμική σε μίαπροσομοίωση φυλακής, αυτό θα σήμαινε ότι το πείραμα δε θα έπρεπε ναείχε διεξαχθεί καθόλου ή ότι θα έπρεπε να είχε τερματιστεί πρόωρα, πριντην έκτη μέρα. Ο Zimbardo παρουσιάζει τη θέση του περί δεοντολογίας:

Η αναζήτηση εκείνων των συνθηκών που δικαιώνουν πειράματα ταοποία προκαλούν ανθρώπινο πόνο αποτελεί λανθασμένη προσέγγισηγια οποιονδήποτε πιστεύει στην απόλυτη δεοντολογική αρχή ότι ηανθρώπινη ζωή είναι ιερή και δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να προσ-βάλλεται φυσικά ή διανοητικά με πειραματικές παρεμβάσεις. Από μίατέτοια θέση είναι επίσης λογικό να υποστηριχτεί ότι καμία έρευνα δεθα έπρεπε να διεξαχθεί στην ψυχολογία ή στην ιατρική που να παρα-βιάζει τη βιολογική ή ψυχολογική ακεραιότητα οποιουδήποτε ανθρώπου,άσχετα από τα οφέλη που πιθανώς ή και σίγουρα θα προκύψουν γιατην κοινωνία γενικότερα.

(Zimbardo, 1984)19

Μ' αυτή την απόλυτη αρχή, το πείραμα της Φυλακής Stanford πρέπει ναθεωρηθεί αντιδεοντολογικό, γιατί οι συμμετέχοντες υπέφεραν αρκετά.

Αυτοί, αντίθετα, που κρατούν μία σχετικιστική θέση, θα υποστήριζανότι δεν υπάρχουν απόλυτες κατευθυντήριες γραμμές και ότι οι δεοντολο-γικοί προβληματισμοί ξεκινούν από την ίδια τη φύση της συγκεκριμένηςέρευνας που επιδιώκεται κάθε φορά: η κατάσταση προσδιορίζει τη συ-μπεριφορά. Υπάρχουν μερικές περιπτώσεις, πάντως, στις οποίες ούτε η

19. Zimbardo, P.C., "On the ethics of intervention in human psychological research withspecific reference to the 'Stanford Prison Experiment', OTO Murphy, J., John, M. andBrown, H. (eds) Dialogues and Debates in Social Psychology (Lawrence Erlbaum Associatesσε συνεργασία με to Open University Press, πρώτη έκδοση το 1984, ανατύπωση to1992).

Page 23: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

492 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

Πίνακας 16.6: Απόλυτες δεοντολογικές αρχές στην κοινωνική έρευνα

Η δεοντολογία περιλαμβάνει προσωπικούς και κοινωνικούς κώδικεςσυμπεριφοράς οι οποίοι βασίζονται σε ένα σύνολο αρχών που μπορείνα είναι εμφανές και κωδικοποιημένο ή υπονοούμενο και που μπορείνα είναι αφηρημένο και απρόσωπο ή συγκεκριμένο και προσωπικό.Χάριν συντομίας, μπορούμε να πούμε ότι η δεοντολογία μπορεί νακατηγοριοποιηθεί ως "απόλυτη" και "σχετική". Όταν η συμπεριφοράοδηγείται από απόλυτες δεοντολογικές αρχές, αναζητείται μία υψηλήςστάθμης ηθική αρχή αμετάβλητη από τις συνθήκες εφαρμογής της, τοχρόνο, τις καταστάσεις, τα άτομα και τη σκοπιμότητα. Τέτοιες δεοντο-λογικές αρχές δεν αφήνουν κανένα βαθμό ελευθερίας ώστε οι σκοποίνα δικαιώσουν τα μέσα προκειμένου να προκύψουν θετικές συνέπειες,ή να παρακαμφθεί μία αρχή ή να εφαρμοστεί σε αλλαγμένη, υποβαθ-μισμένη μορφή. Σε ακραίες περιπτώσεις δεν υπάρχουν κανενός είδουςελαφρυντικές συνθήκες που να δικαιολογούν απόκλιση από το δεοντο-λογικό κώδικα.

Πηγή: Zimbardo, 1984

απολυτοκρατική ούτε η σχετικιστική θέση είναι καθαρή. Γράφοντας γιατην εφαρμογή της αρχής της συνειδητής συναίνεσης σε σχέση με μελέτεςβιογραφιών, ο Plummer λέει:

Και οι δύο πλευρές έχουν αδυναμίες. Εάν, για παράδειγμα, όπωςσυνήθως επιμένουν οι υποστηρικτές της απόλυτης θέσης, πρέπει ναυπάρξει συνειδητή συναίνεση, μπορεί να αφήσει σχετικώς προνομιούχεςομάδες υπο-ερευνημένες (διότι θα αρνηθούν) και μη προνομιούχεςομάδες υπερ-ερευνημένες (δεν έχουν τίποτα να χάσουν και, ελπίζοντας,δέχονται). Εάν η ατομική συνείδηση είναι οδηγός, όπως επιμένουν οισχετικιχπές, η πόρτα είναι ανοιχτή για τον ασυνείδητο -ή ακόμα καιτον ανήθικο- ερευνητή.

(Plummer, 1983)20

20. Plummer, K., Documents of Life (George Allen and Unwin, London, 1983).

Page 24: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 493

Ο ίδιος συγγραφέας θεωρεί ότι οι γενικές κατευθυντήριες γραμμές πουτίθενται από επαγγελματικές ενώσεις και αφήνουν στον ερευνητή τοπεριθώριο για προσωπική δεοντολογική επιλογή, είναι μία λύση του προ-βλήματος. Ο Raffe και οι συνεργάτες του έχουν εντοπίσει άλλες πηγέςέντασης, που προέκυψαν στην ερευνά τους: αυτές που υπάρχουν μεταξύδιαφορετικών δεοντολογικών αρχών και μεταξύ ομάδων και άλλων ατόμωνή ομάδων. Πριν ασχοληθούμε με τα προβλήματα των δεοντολογικών δι-λημμάτων, θα προσεγγίσουμε μία δύο άλλες απόψεις που αποκαλύπτονταιαπό την εμπειρική έρευνα.

ΑΠΟΨΕΙΣ ΠΟΥ ΠΗΓΑΖΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ

Όποια δεοντολογική στάση και αν ακολουθήσει κανείς και ό,τι είδουςπροετοιμασία και αν κάνει, θα υπάρχουν πάντα απρόβλεπτα προβλήματακαι δυσκολίες που περιμένουν (βλ. Πίνακα 16.7). Θα ήταν χρήσιμο γιατους αναγνώστες να ανατρέξουμε στη βιβλιογραφία και να αναγνωρίσουμεμερικές από αυτές. Η Baumrind , για παράδειγμα, προειδοποιεί για τηνπιθανή αποτυχία των ερευνητών να αντιληφθούν την υποχρέωση τους προςτα υποκείμενα για τις υπηρεσίες τους, ίσως επειδή, όπως υποστηρίζει, ηαποστασιοποίηση των ερευνητών από το έργο τους εμποδίζει την αντιμε-τώπιση των υποκειμένων ως ατόμων. Τέτοιου είδους παράλειψη μπορείνα αποφευχθεί εάν οι πειραματιστές είναι προετοιμασμένοι να δαπανήσουνλίγα λεπτά με τα υποκείμενα τους εκ των υστέρων, προκειμένου να τουςευχαριστήσουν για τη συμμετοχή τους, να απαντήσουν στις ερωτήσεις τους,να τους βεβαιώσουν ότι όλα πήγαν καλά και να μιλήσουν μαζί τους γιαλίγη ώρα. Εάν η έρευνα υποβάλλει τα υποκείμενα σε μία διαδικασίααποτυχίας, απομόνωσης ή απώλειας της αυτοεκτίμησης, για παράδειγμα,οι ερευνητές πρέπει να βεβαιωθούν ότι τα υποκείμενα δεν αποχωρούνπιο ταπεινωμένα, ανασφαλή και αποξενωμένα απ' ό,τι όταν ήρθαν. Απότην οπτική γωνία των υποκειμένων, οι διαδικασίες που περιλαμβάνουναπώλεια της αξιοπρέπειας, τραυματισμό της αυτοπεποίθησης, ή επιδρούναρνητικά στις λογικές τους αρχές είναι πιθανόν πιο επικίνδυνες μακρο-χρόνια και απαιτούν τις πιο προσεκτικά οργανωμένες μεθόδους αποζη-

21. Raffe, D., Bundell, I. and Bibby, J., "Ethics and tactics: issues arising from an educationalsurvey" oto Burgess, R.G. (ed.), The Ethics of Educational Research (Palmer Press, Lewes,1989).

22. Baumrind, D., "Some thoughts on ethics of research", American Psychologist, 19 (1964)421-423.

Page 25: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

494 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

Πίνακας 16.7: Μερικά χαρακτηριστικά δεοντολογικών προβλημάτωνστην κοινωνική έρευνα

1. Η πολυπλοκότητα ενός συγκεκριμένου ερευνητικού προβλήματοςμπορεί να εγείρει πολλαπλά ερωτηματικά για τη δέουσα συμπερι-φορά.

2. Η ευαισθησία σε δεοντολογικά θέματα είναι απαραίτητη αλλά δεναρκεί για την επίλυση τους.

3. Τα δεοντολογικά προβλήματα είναι αποτέλεσμα συγκρουόμενωναξιών.

4. Τα δεοντολογικά προβλήματα μπορεί να σχετίζονται και με τοαντικείμενο της έρευνας και με τη διεξαγωγή της.

5. Η επαρκής κατανόηση ενός δεοντολογικού προβλήματος απαιτείμερικές φορές μία ευρεία οπτική γωνία, που βασίζεται στις συνέ-πειες της έρευνας.

6. Τα δεοντολογικά προβλήματα εμπλέκουν τόσο προσωπικά όσο καιεπαγγελματικά θέματα.

7. Τα δεοντολογικά προβλήματα διεισδύουν στην επιστήμη (ως σώμαγνώσης) και στην έρευνα (που διεξάγεται με τέτοιον τρόπο ώστενα προστατεύει τα δικαιώματα της κοινωνίας και των συμμετεχόντωνστην έρευνα).

8. Οι κρίσεις για τη σωστή συμπεριφορά βρίσκονται σε μία συνεχήδιαβάθμιση από την απολύτως ανήθικη μέχρι την απολύτως ηθική.

9. Ένα ηθικό πρόβλημα μπορεί να εμφανιστεί ως αποτέλεσμα από-φασης να διεξαχθεί μία συγκεκριμένη μελέτη ή να μη διεξαχθεί ημελέτη.

Πηγή: Kimmel, 1988

μίωοης, με κάποιον τρόπο, των υποκειμένων, εάν ο ερευνητής επιλέξει νασυνεχίσει χρησιμοποιώντας αυτές τις μεθόδους. Σε ιδιαίτερα ευαίσθητεςπεριπτώσεις, οι συμμετέχοντες πρέπει να είναι πλήρως ενημερωμένοι γιατους κινδύνους σοβαρών μελλοντικών συνεπειών. Υπάρχουν λόγοι να θεω-ρείται ότι τουλάχιστον μερικά από τα υπάκουα υποκείμενα στα πειράματατου Milgram (βλ. Κεφάλαιο 12) βγήκαν από την εμπειρία αυτή μεχαμηλότερη αυτοεκτίμηση, μια και έπρεπε να ζήσουν με τη διαπίστωση

23. Milgram, S., "Behavioral study of obedience", Journal of Abnormal and Social Psychology,67 (1963) 371-378.

Page 26: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 495

ότι επιθυμούσαν να εξασκήσουν καταστροφική εξουσία σε βαθμό που ναπροκαλούν υπερβολικό πόνο σε ένα συνάνθρωπο τους . Επομένως, οιερευνητές πρέπει να χαρακτηρίζονται από συμπάθεια, σεβασμό, ευγνωμο-σύνη και κοινή λογική, χωρίς να είναι υπερβολικά διαχυτικοί. Τα υποκεί-μενα σαφώς έχουν το δικαίωμα να περιμένουν ότι οι ερευνητές με τουςοποίους συνεργάζονται φροντίζουν για την ευημερία των συμμετεχόντων.Επιπλέον, οι ευαισθησίες των υποκειμένων πρέπει επίσης να ληφθούνυπόψη όταν ο ερευνητής αποφασίζει να γράψει την αναφορά της έρευνας.Όπως αναφέρεται στη σχετική βιβλιογραφία, έχουν υπάρξει περιπτώσειςέρευνας κατά τις οποίες ακόμα και έμπειροι ερευνητές ελάχιστα έχουνλάβει υπόψη τους τα συναισθήματα των υποκειμένων στη φάση της σύ-νταξης της αναφοράς. Μία συναφής και σημαντική περίπτωση είναι ηεπίσημη αναφορά εκείνων που βοήθησαν στην έρευνα. Αυτό σημαίνει ότιοποιαδήποτε μορφή και αν πάρει η γραπτή αναφορά, δηλαδή είτε είναιέκθεση, άρθρο, κεφάλαιο ή διπλωματική εργασία, και ανεξάρτητα από τοαναγνωστικό κοινό στο οποίο απευθύνεται, οι συγγραφείς πρέπει νααναγνωρίσουν και να ευχαριστήσουν όλους όσοι βοήθησαν στην έρευνα,ακόμα και ονομαστικά εκείνους των οποίων η συμβολή ήταν σημαντική.Αυτό μπορεί να γίνει στον πρόλογο, στην εισαγωγή ή σε υποσημείωση.Στην πραγματικότητα, αυτό είναι μία υπόθεση δεοντολογίας κοινής λογικής,μία προσέγγιση που δίνει τη δυνατότητα στους ερευνητές να αντιμετωπίσουνπολλές από τις προκλήσεις που τους θέτει η έρευνα.

Τα δεοντολογικά προβλήματα στην εκπαιδευτική έρευνα συχνά προκα-λούνται από απερισκεψία και επιπολαιότητα ή επειδή ορισμένα πράγματαθεωρούνται δεδομένα. Για παράδειγμα, ένας ερευνητής μπορεί να αγνοείηθικά ζητήματα και να αντιλαμβάνεται την εργασία του μέσα σε έναδεοντολογικό κενό (είναι διαφορετική η περίπτωση κατά την οποία έναςερευνητής εν γνώσει του θεωρεί τα ηθικά ζητήματα ως ανύπαρκτα). Επίσης,ερευνητές εργαζόμενοι σε επιδοτούμενη έρευνα μπορεί να θεωρούν ότιδε χρειάζεται να προβληματιστούν με ζητήματα δεοντολογίας, θεωρώνταςότι αυτά αντιμετωπίζονται από τους χρηματοδότες τους. Επίσης, κάθεερευνητής-μέλος μίας μεγαλύτερης ερευνητικής ομάδας μπορεί να θεωρή-σει, λανθασμένα, ότι οι συνάδελφοι του έχουν τις απαραίτητες δεοντολο-γικές απόψεις, και έτσι οι κατάλληλες προφυλάξεις είναι αυτονόητες. Έναςφοιτητής του οποίου η έρευνα αποτελεί μέρος ενός διδακτικού προγράμ-

24. Kelman, H.C., "Human use of human subjects", Psychological Bulletin, 67 (1) (1967)1-11.

Page 27: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

496 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

ματος και ο οποίος υποκινείται από προσωπικό ενδιαφέρον ή οι ακαδη-μαϊκοί ερευνητές που προσβλέπουν σε επαγγελματική προώθηση μπορείνα παραβλέψουν τα "πρέπει" και τα "δεν πρέπει". Δεν υπάρχει τίποτεκακό με κανένα από τα κίνητρα αυτά, αρκεί να λαμβάνονται υπόψη ταδεοντολογικά ζητήματα. Τέλος, οι ερευνητές πρέπει να προσέχουν ώστενα μην υιοθετούν τρόπους ενέργειας (modi operandi) με τους οποίους ησωστή δεοντολογική διαδικασία γίνεται θύμα της ευκολίας.

ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΚΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ

Στην αρχή αυτού του κεφαλαίου μιλήσαμε για την αναλογία κόστους-ο-φέλους. Αυτή εξηγήθηκε από τους Frankfort-Nachmias και Nachmias ωςμία σύγκρουση μεταξύ δυο δικαιωμάτων, την οποία εκφράζουν ως:

το δικαίωμα της έρευνας και της απόκτησης γνώσης και το δικαίωματων συμμετεχόντων στην αυτοδιάθεση, την προστασία της ιδιωτικής τουςζωής και την αξιοπρέπεια. Η απόφαση να μη διεξαχθεί ένα ερευνητικόπρόγραμμα, διότι παρεμβαίνει στην ιδιωτική ζωή των συμμετεχόντων,αποτελεί περιορισμό στο πρώτο από τα παραπάνω δικαιώματα. Ηαπόφαση να διεξαχθεί η έρευνα παρά τη δεοντολογικά αμφισβητούμενηπρακτική.... είναι ένας περιορισμός στο δεύτερο δικαίωμα.

(Frankfort-Nachmias and Nachmias, 1992)

Αυτό συνιστά το θεμελιώδες δεοντολογικό δίλημμα του κοινωνικού επι-στήμονα, στο οποίο δεν υπάρχουν απόλυτα σωστές ή λανθασμένες απα-ντήσεις. Ποια πρόταση θα ευνοηθεί ή πώς θα διαμορφωθεί η ισορροπίαμεταξύ των δύο, εξαρτάται πολύ από το υπόβαθρο, την πείρα και τιςπροσωπικές αξίες του ερευνητή. Έχοντας αυτό υπόψη, εξετάζομε τώραάλλα διλήμματα που μπορεί να αντιμετωπίζουν οι ερευνητές από τη στιγμήπου θα έχουν τοποθετηθεί σ' αυτό το βασικό δίλημμα και θα έχουναποφασίσει να συνεχίσουν την ερευνά τους.

Σεβασμός στην ιδιωτική ζωή

Ως επί το πλείστον, το ατομικό "δικαίωμα για ιδιωτικότητα" συνήθωςβρίσκεται σε αντίθεση με το δημόσιο "δικαίωμα στη γνώση", και αυτόέχει οριστεί στις Δεοντολογικές Κατευθυντήριες Γραμμές της ΘεσμικήςΕπιτροπής για Έρευνα με Ανθρώπινα Υποκείμενα ως:

εκείνο το οποίο επεκτείνεται σε όλες τις πληροφορίες που σχετίζονταιμε τη σωματική και την πνευματική κατάσταση του ατόμου, τις πρόσω-

Page 28: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνα? 497

πικές ταυ περιστάσεις και κοινωνικές σχέσεις, οι οποίες δεν είναιδημόσιο κτήμα. Δίνει στο άτομο ή στην ομάδα την ελευθερία νααποφασίζουν για τους εαυτούς τους πότε και που, σε ποιες συνθήκεςκαι σε ποιο βαθμό οι προσωπικές τους στάσεις απόψεις, συνήθειες,εκκεντρικότητες, αμφιβολίες και φόβοι θα ανακοινωθούν ή θα κρατη-θούν μυστικοί από τους άλλους.

(Ερευνητικό Συμβουλιο Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Επιστημώντου Καναδά, 1981)

Στο πλαίσιο της ερευνητικής δραστηριότητας, ως εκ τούτου, το "δικαίωμαστην ιδιωτικότητα" μπορεί εύκολα να παραβιαστεί κατά τη διάρκεια μίαςέρευνας ή αφού αυτή ολοκληρωθεί. Σε κάθε περίπτωση, ο συμμετέχωνείναι ευάλωτος.

Η ιδιωτικότητα περιγράφεται από τρεις διαφορετικές οπτικές γωνίεςαπό τους Diener και Crandall (1978). Αυτές είναι: ο ευαίσθητος χαρακτήραςτων πληροφοριών που παρέχονται, το σκηνικό το οποίο παρατηρείται καιη δημοσιοποίηση των πληροφοριών. Η ευαισθησία των πληροφοριών σχε-τίζεται με το πόσο προσωπικές ή δυνάμει απειλητικές είναι οι πληροφορίεςπου συλλέγονται από τον ερευνητή. Μερικά είδη πληροφοριών είναι πιοπροσωπικά από άλλα και μπορεί να είναι περισσότερο απειλητικά. Σύμ-φωνα με μία έκθεση της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας, για πα-ράδειγμα, "Οι θρησκευτικές προτιμήσεις, οι σεξουαλικές πρακτικές, τοεισόδημα, οι φυλετικές προκαταλήψεις και άλλα προσωπικά χαρακτηριστι-κά, όπως η ευφυΐα, η τιμιότητα και το θάρρος, είναι πολύ πιο ευαίσθηταθέματα από το 'όνομα, το βαθμό και τον αριθμό μητρώου'" (ΑμερικανικήΨυχολογική Ένωση, 1973) . Έτσι, όσο μεγαλύτερη είναι η ευαισθησίατων πληροφοριών, τόσο περισσότερες εγγυήσεις χρειάζονται για να προ-στατευτεί η ιδιωτικότητα του συμμετέχοντα σε μία έρευνα. Το σκηνικόυπό παρατήρηση μπορεί να ποικίλλει από το πολύ προσωπικό έως τοτελείως δημόσιο. Το σπίτι, για παράδειγμα, θεωρείται ως ένα από τα πιοιδιωτικά σκηνικά και η διείσδυση στα σπίτια των ανθρώπων χωρίς τησυγκατάθεση τους απαγορεύεται από το νόμο. Η δημοσιοποίηση πληρο-φοριών έχει σχέση με τη δυνατότητα να συσχετίζονται προσωπικές πλη-ροφορίες με την ταυτότητα των συμμετεχόντων στην έρευνα. Πράγματι, ταπροσωπικά δεδομένα ορίζονται από το νόμο ως αυτά που αποκλειστικά

25. American Psychological Association, Ethical Principles in the Conduct of Research withHuman Subjects, Ad Hoc Committee on Ethical Standards in Psychological Research,(Washington, D.C., 1973).

Page 29: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

498 Μεθοδολογία Εκπαιδεντικής Έρευνας

χαρακτηρίζουν το άτομο που τα παρέχει. 'Οταν αυτές οι πληροφορίεςδημοσιοποιούνται με την αναφορά ονομάτων, από τα ΜΜΕ, για παρά-δειγμα, τότε ο ιδιωτικός χώρος παραβιάζεται σοβαρά. Όσο πιο πολλοίάνθρωποι πρόκειται να μάθουν αυτές τις πληροφορίες, τόσο μεγαλύτεροπρέπει να είναι το ενδιαφέρον για την εξασφάλιση της ιδιωτικότητας (βλ.Diener and Crandall, 1978).

Όπως συμβαίνει και με τα περισσότερα δικαιώματα, τα άτομα μπορούνεθελοντικά να αποποιηθούν την ιδιωτικότητα. Οι συμμετέχοντες σε μίαέρευνα μπορούν να επιλέξουν να παραιτηθούν από το δικαίωμα τους στονιδιωτικό τους χώρο, είτε δίνοντας πρόσβαση σε έναν ερευνητή σε ευαίσθηταθέματα ή καταστάσεις είτε συμφωνώντας ότι η αναφορά της έρευνας θαμπορεί να τους κατονομάσει. Στην τελευταία περίπτωση τουλάχιστον ησυνειδητή συναίνεση είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί.

Γενικά, εάν οι ερευνητές σκοπεύουν να εισβάλουν στις ιδιωτικές πλευ-ρές της ζωής των ατόμων, οι προθέσεις τους πρέπει να αποσαφηνιστούνκαι να ζητηθεί η συνειδητή συναίνεση απ' αυτούς που πρόκειται ναπαρατηρηθούν ή να εξεταστούν σε ιδιωτικά ζητήματα. 'Αλλες μέθοδοι γιατην προστασία των συμμετεχόντων είναι η ανωνυμία και η εμπιστευτικότητα.Ακολουθεί η αναλυτική τους εξέταση.

Ανωνυμία

Όπως λένε οι Frankfort-Nachmias και Nachmias, "η υποχρέωση να προ-στατευτεί η ανωνυμία των συμμετεχόντων σε μία έρευνα και να κρατηθούντα στοιχεία της έρευνας εμπιστευτικά είναι ουσιαστική. Πρέπει να εξα-σφαλίζεται με κάθε κόστος, εκτός αν γίνουν ρυθμίσεις περί του αντιθέτουκαι εκ των προτέρων με τους συμμετέχοντες" (Frankfort-Nachmias andNachmias, 1992).

Η ουσία της ανωνυμίας είναι ότι οι πληροφορίες που παρέχονται απότους συμμετέχοντες δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να αποκαλύπτουν τηνταυτότητα τους. Αντίστοιχα, όπως είδαμε πιο πάνω, τα προσωπικά στοιχείαμπορούν να φανερώσουν αυτόν στον οποίο ανήκουν. Ένας συμμετέχων ήυποκείμενο θεωρείται ανώνυμος όταν ο ερευνητής ή κάποιος άλλος δενμπορεί να εντοπίσει τον συμμετέχοντα ή το υποκείμενο από τις πληροφορίεςπου παρέχονται. Όπου ισχύει αυτή η συνθήκη, ο σεβασμός στον προσωπικόχώρο του συμμετέχοντα είναι εγγυημένος, άσχετα με το πόσο προσωπικέςή ευαίσθητης φύσεως είναι οι πληροφορίες. Έτσι, ένας που απαντά σεένα ερωτηματολόγιο το οποίο δεν έχει κανένα απολύτως αναγνωριστικόσημείο —ονόματα, διευθύνσεις, εργασιακές λεπτομέρειες ή κώδικα σύμ-

Page 30: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 499

βολα- εξασφαλίζει πλήρη και απόλυτη ανωνυμία. Από την άλλη μεριά,ένα άτομο που συμφωνεί για συνέντευξη πρόσωπο με πρόσωπο δεν μπορείνα αναμένει ανωνυμία. Στην καλύτερη περίπτωση, ο ερευνητής μπορεί ναυποσχεθεί εμπιστευτικότητα.

Οι κύριοι τρόποι για να εξασφαλίσουμε την ανωνυμία είναι να μηχρησιμοποιούμε τα ονόματα των συμμετεχόντων ή άλλα προσωπικά στοιχείαπιστοποίησης της ταυτότητας. 'Αλλοι τρόποι επίτευξης της ανωνυμίας κα-ταγράφονται από τους Frankfort-Nachmias και Nachmias ως εξής:

Οι συμμετέχοντες μπορεί να κληθούν να χρησιμοποιήσουν ένα ψευδώ-νυμο ή να διαφοροποιήσουν συγκεκριμένα προσωπικά στοιχεία (ημε-ρομηνία γεννήσεως ή αριθμό εθνικής ασφάλισης, για παράδειγμα). Ηανωνυμία μπορεί να ενισχυθεί, εάν τα ονόματα και άλλα αναγνωριστικάστοιχεία συνδεθούν με τις πληροφορίες με έναν κωδικό αριθμό. Μόλιςτα στοιχεία είναι έτοιμα για ανάλυση, η ανωνυμία μπορεί να διατηρηθείξεχωρίζοντας τις αναγνωριστικές πληροφορίες από τα ερευνητικά δε-δομένα. Επιπλέον διασφαλίσεις περιλαμβάνουν την απαγόρευση τηςαντιγραφής των αρχείων και την ύπαρξη κλειδάριθμων για την πρόσβασηστα δεδομένα.

(Frankfort-Nachmias and Nachmias, 1992)

Αυτές οι οδηγίες μπορεί να λειτουργούν ικανοποιητικά στις περισσό-τερες περιπτώσεις, αλλά, όπως δείχνει ο Raffe και οι συνεργάτες του(1989), υπάρχουν κάποτε δυσκολίες στην εξασφάλιση της ανωνυμίας, ότανπ.χ. η κατηγοριοποίηση των δεδομένων μπορεί να υποδείξει με ακρίβειαένα άτομο ή ένα ίδρυμα, ή όταν το προσωπικό έχει πρόσβαση στασυμπληρωμένα ερωτηματολόγια. Ο Plummer (1983), ομοίως, αναφέρεταισε βιογραφίες στις οποίες έχουν αλλαχτεί τα ονόματα, έχουν μετατοπιστείοι τοποθεσίες και έχουν προστεθεί φανταστικά γεγονότα, για να αποτραπείη αναγνώριση των υποκειμένων από τυχόν γνωστούς τους. Παρ' όλο πουμπορεί κανείς να πάρει πολλές παρόμοιες προφυλάξεις, δεν υπάρχειαπόλυτη εγγύηση της πλήρους ανωνυμίας στην περίπτωση βιογραφικώνμελετών. Ευτυχώς, στην πειραματική κοινωνική ψυχολογική έρευνα, οπειραματιστής ενδιαφέρεται περισσότερο για την "ανθρώπινη" συμπεριφο-ρά, παρά για τη συμπεριφορά των συγκεκριμένων ατόμων, όπως σημειώ-νουν οι Aronson και Carlsmith (1969). Συνεπώς, ο ερευνητής δεν έχει

26. Βλ. επίσης, Reynolds, P.O., Ethical Dilemmas and Social Science Research (San Francisco,Jossey-Bass, 1979).

Page 31: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

500 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

κανένα ενδιαφέρον να συνδέσει το πρόσωπο, ως ένα μοναδικό επώνυμοάτομο, με μία συγκεκριμένη συμπεριφορά, και τα δεδομένα της έρευναςμπορούν να μεταφερθούν σε κωδικοποιημένους, ανώνυμους πίνακες δεδο-μένων. Όπως σχολιάζουν, "ο ίδιος ο χαρακτήρας της διαδικασίας αποτελείδεοντολογικά ένα μεγάλο πλεονέκτημα, επειδή εξαλείφει μερικές από τιςαρνητικές συνέπειες της εισβολής στον προσωπικό χώρο" (Aronson andCarlsmith, 1969).

Εμπιστευτικότητα

Ο δεύτερος τρόπος προστασίας του δικαιώματος της προσωπικής ζωήςενός συμμετέχοντα είναι η υπόσχεση για εμπιστευτικότητα. Αυτό σημαίνειότι, παρ' ότι οι ερευνητές γνωρίζουν ποιος παρέχει τις πληροφορίες ήμπορούν να αναγνωρίσουν τους συμμετέχοντες από τα στοιχεία που δίνο-νται, σε καμία περίπτωση δε θα κάνουν δημοσίως γνωστή τη συσχέτιση.Τα όρια που περικλείουν το κοινό μυστικό θα προστατευτούν. Η ουσίαβρίσκεται στο κατά πόσο οι ερευνητές θα φερθούν έμπιχπα σ' αυτούς πουτους βοήθησαν. Γενικώς, στη φάση της πρόσβασης ή όταν συλλέγουν ταστοιχεία τους, οι ερευνητές ξεκαθαρίζουν τη θέση τους προς τους φιλο-ξενούντες ή τα υποκείμενα τους. Πρέπει έτσι να είναι πολύ σαφείς, ότανεξηγούν στα υποκείμενα την έννοια και τα όρια της εμπιστευτικότητας σεσχέση με το συγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα. Γενικώς, όσο πιο ευαί-σθητης φύσεως, προσωπικές ή απόρρητες είναι οι πληροφορίες, τόσομεγαλύτερη είναι η υποχρέωση του ερευνητή να βεβαιωθεί ότι οι εγγυήσειςτης εμπιστευτικότητας τηρούνται κατά το πνεύμα και το γράμμα. Οιυποσχέσεις πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη.

Στην περιγραφή του για την εμπιστευτικότητα και το δικαίωμα στηνιδιωτική ζωή, ο Kimmel (1988) σημειώνει ότι το γενικό εύρημα τηςεμπειρικής βιβλιογραφίας είναι ότι μερικοί που θα μπορούσαν να πάρουνμέρος στην έρευνα θα αρνηθούν να συνεργαστούν σε ευαίσθητα θέματα,εάν η διαβεβαίωση για εμπιστευτικότητα είναι ασθενής ή ασαφής ή μηκατανοητή ή θεωρείται εύκολο να παραβιαστεί. Καταλήγει τονίζοντας ότιη χρησιμότητα των δεδομένων σε έρευνα ευαίσθητων περιοχών μπορεί ναεπηρεαστεί σοβαρά από την ανικανότητα του ερευνητή να παράσχει αξιό-πιστη υπόσχεση εμπιστευτικότητας. Οι διαβεβαιώσεις δε φαίνεται ότι ε-πηρεάζουν τα ποσοστά συνεργασίας σε μη επίμαχες μελέτες, ίσως διότι,όπως υποστηρίζει ο Kimmel, υπάρχει η πεποίθηση στους περισσότερουςσυμμετέχοντες ότι η εμπιστευτικότητα θα τηρηθεί.

Page 32: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 501

Ένας αριθμός τεχνικών έχει δημιουργηθεί, ώστε να υπάρχει δημόσιαπρόσβαση σε δεδομένα και πληροφορίες χωρίς να καταπατείται η εμπι-στευτικότητα. Αυτές παρατίθενται από τους Frankfort-Nachmias καιNachmias (1992) ως εξής:

1. Διαγραφή των αναγνωριστικών στοιχείων (για παράδειγμα, ονομάτων,διευθύνσεων ή άλλων αναγνωριστικών στοιχείων από τα δημοσιοποιου-μενα δεδομένα).

2. Ευρύτερες κατηγορίες αναφοράς (για παράδειγμα, δημοσιοποίηση τουέτους γέννησης αντί της συγκεκριμένης ημερομηνίας, του επαγγέλματοςαλλά όχι της ειδικότητας και παροχή γενικότερων πληροφοριών αντίειδικών).

3. Μικροαθροίσεις (δηλαδή κατασκευή "μέσων ατόμων" από τα δεδομένακαι δημοσιοποίηση αυτών των δεδομένων αντί των πραγματικών πουαφορούν τα άτομα).

4. Εσκεμμένη εισαγωγή λαθών (στα ατομικά στοιχεία, ενώ τα αθροιστικάδεδομένα μένουν απαράλλακτα).

Προδοσία

Ο όρος "προδοσία" χρησιμοποιείται συνήθως όταν δεδομένα τα οποίαπαρασχέθηκαν με εμπιστευτικότητα δημοσιοποιούνται κατά τρόπο ώστε ναπροκαλέσουν ενόχληση, άγχος ή ίσως και πόνο στο υποκείμενο ή στονσυμμετέχοντα που παρέσχε τις πληροφορίες. Είναι η παραβίαση της εμπι-στοσύνης, σε αντίθεση με την εμπιστευτικότητα, και είναι συχνά η συνέπειαεγωιστικών κινήτρων προσωπικής ή επαγγελματικής φΰσεως. Ο Plummerσχολιάζει, "στην κοινωνιολογία είναι κάπως αθέμιτο όταν ένας κοινωνιο-λόγος μπορεί να εισέλθει στη ζωή ενός προσώπου ή μίας ομάδας για μίαμακρά περίοδο, να μάθει τα πιο κρυφά μυστικά τους και κατόπιν να ταεκθέσει δημοσίως" (Plummer, 1983). Μία από τις ερευνητικές μεθόδουςμε τις οποίες ασχοληθήκαμε σ' αυτό το βιβλίο και είναι ιδιαιτέρως ευάλωτηστην προδοσία είναι η έρευνα-δράση. Όπως σημειώνει η Kelly, αυτόμπορεί να δημιουργήσει διάφορα δεοντολογικά προβλήματα . Παρατηρείότι, αν αντιμετωπίζουμε τους δασκάλους ως συνεργάτες στις καθημερινέςμας επαφές, μπορεί να φανεί σαν προδοσία της εμπιστοσύνης τους εάναυτές οι επαφές καταγράφουν και χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό υλικό.

27. Kelly, Α., "Education or indoctrination? The ethics of school-based action research", ctoBurgess, R.G. (ed.), The Ethics of Educational Research (Falmer Press, Lewes, 1989).

Page 33: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

502 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση που το υλικό αυτό είναι αρνητικό.Μία διέξοδος, επισημαίνει η Kelly, είναι να υποβληθούν οι αναφορές καιοι αξιολογήσεις των αντιδράσεων των εκπαιδευτικών στους εμπλεκόμενουςεκπαιδευτικούς για σχολιασμό, έτσι ώστε οι ίδιοι να αξιολογήσουν τη δικήτους μεταβαλλόμενη στάση. Προειδοποιεί πάντως ότι αυτό θα λειτουργούσεκαλά με εκπαιδευτικούς που έχουν ήδη μυηθεί στην έρευνα, αλλά είναιπιο προβληματικό στις περιπτώσεις που οι εκπαιδευτικοί παραμένουναδιάφοροι ή εχθρικοί απέναντι στους στόχους του ερευνητικού προγράμ-ματος. Πώς μπορεί κανείς να γράψει μία έντιμη αλλά κριτική αναφοράγια τη συμπεριφορά των εκπαιδευτικών, αναρωτιέται, εάν ελπίζει νασυνεχίσει να συνεργάζεται με τους ίδιους; Και συμπεραίνει, "Η θέση μαςβρίσκεται στο άβολο σημείο ανάμεσα στον εσωτερικό αξιολογητή, τουοποίου η κύρια φροντίδα εντοπίζεται στους συναδέλφους και στο σχολείο,και στον εξωτερικό ερευνητή, για τον οποίο σχόλια και μικρά περιστατικάμπορεί να παράσχουν τα πιο αποκαλυπτικά δεδομένα" (Kelly, 1989).

Εξαπάτηση

Η χρήση της εξαπάτησης στην έρευνα της κοινωνιολογίας και της κοινω-νικής ψυχολογίας έχει προκαλέσει αρνητική δημοσιότητα. Στην έρευνα τηςκοινωνικής ψυχολογίας, ο όρος χρησιμοποιείται για εκείνη την πειραματικήκατάσταση κατά την οποία ο ερευνητής εν γνώσει του αποκρύπτει τοναληθινό σκοπό και τις συνθήκες της έρευνας ή παραπληροφορεί τα υπο-κείμενα ή τα εκθέτει χωρίς λόγο σε καταστάσεις που προκαλούν ενόχληση,πόνο ή άγχος, χωρίς να γνωρίζουν τα υποκείμενα τι πρόκειται να συμβεί.Η εξαπάτηση συνίσταται στο ότι δεν λέγεται ολόκληρη η αλήθεια. Οιθιασώτες της μεθόδου υποστηρίζουν ότι, εάν ένα πείραμα εξαπάτησηςείναι η μόνη μέθοδος για να ανακαλυφθεί κάτι πραγματικά σημαντικό, ηαλήθεια που αποκαλύπτεται κατ' αυτό τον τρόπο δικαιολογεί τα ψέματαπου ειπώθηκαν κατά τη διαδικασία, στο βαθμό που δε βλάπτονται ταυποκείμενα (βλ. Aronson et al, 1990). Οι αντιρρήσεις για την τεχνική,εξάλλου, έχουν ήδη διατυπωθεί στο Κεφάλαιο 12, όπου η μέθοδος αντι-διαστέλλεται με το παίξιμο ρόλων. Το πρόβλημα από την οπτική γωνίατου ερευνητή είναι: "Ποια είναι η σωστή ισορροπία μεταξύ του συμφέρο-ντος της επιστήμης και της ανθρωπιστικής μεταχείρισης ανθρώπων οι οποίοιεν αγνοία τους παρέχουν τα δεδομένα;". Με άλλα λόγια, το πρόβλημαανάγεται ξανά στη σχέση κόστους-οφέλους.

Η σημασία του προβλήματος της εξαπάτησης γίνεται ακόμα πιο εμφανήςεάν θυμηθούμε ότι είναι ενσωματωμένη σε πολλές από τις τεχνικές με-

Page 34: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 503

τρησης που χρησιμοποιούμε, για τις οποίες έχει σημασία να αγνοεί οαπαντών τα στοιχεία της προσωπικότητας και των στάσεων που θέλουμενα ερευνήσουμε.

Υπάρχουν πολλά προβλήματα που δεν μπορούν να ερευνηθούν χωρίςτην εξαπάτηση και, παρ' όλο που υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι ταπερισσότερα υποκείμενα δέχονται χωρίς διαμαρτυρία το γεγονός ότι εξα-πατήθηκαν αφού αντιληφθούν τη χρησιμότητα της έρευνας (βλ., για πα-ράδειγμα, Festinger and Katz, 1966), είναι σημαντικό να έχει κανείς υπόψητου το ερώτημα κατά πόσο το μέγεθος και το είδος της εξαπάτησηςδικαιολογείται από τη σημασία της μελέτης και την έλλειψη εναλλακτικώνμεθόδων.

Δεοντολογικοί ενδοιασμοί υπάρχουν ιδιαιτέρως όταν επιχειρείται εξα-πάτηση δευτέρου βαθμού, δηλαδή όταν αφήνουμε άτομα να πιστεύουν ότιδρουν ως ερευνητές, ενώ στην πραγματικότητα λειτουργούν οι ίδιοι ωςυποκείμενα (ως συμμετέχοντες εν αγνοία τους). Τέτοιες διαδικασίες μπο-ρούν να υπονομεύσουν τη σχέση μεταξύ του ερευνητή και του υποκειμένουπερισσότερο απ' ό,τι αν τους παραπληροφορούσε. Η χρήση της εξαπάτησηςπου οδηγεί σε ιδιαίτερα βλαπτικές συνέπειες είναι μία άλλη περίπτωσηστην οποία πρέπει να δοθεί προτεραιότητα κατά τις δεοντολογικές θεω-ρήσεις. Ένα παράδειγμα θα ήταν η μελέτη από τους Campbell, Sandersonκαι Laverty , η οποία δημιούργησε ιδιαίτερα αγχωτικές συνθήκες υπό τηχρήση φαρμάκων, για να προκαλέσει παροδική διακοπή της αναπνοής (βλ.Πίνακα 16.8).

Ο Kelman (1967) προτείνει τρεις τρόπους αντιμετώπισης του προβλή-ματος της εξαπάτησης. Πρώτον, είναι σημαντικό να είμαστε διαρκώς σεεγρήγορση και να αναρωτιόμαστε συνεχώς εάν η εξαπάτηση είναι απα-ραίτητη και δικαιολογημένη. Πρέπει να αποφεύγουμε την τάση να θεω-ρούμε την ερώτηση περιττή αποδεχόμενοι την εξαπάτηση ως τρέχουσαμεθοδολογία. Η ενεργός συνειδητοποίηση είναι από μόνη της μέρος τηςλύσης, διότι καθιστά τη χρήση της εξαπάτησης επίκεντρο της συζήτησης,της έρευνας και της δυνατότητας επιλογής.

Ο δεύτερος τρόπος προσέγγισης του προβλήματος αφορά την εξουδε-τέρωση και ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιδράσεων της εξαπάτησης.Για παράδειγμα, τα υποκείμενα πρέπει να επιλεγούν κατά τέτοιο τρόπο

28. Campbell, D., Sanderson, R.E. and Laverty, S.G., "Characteristics of a conditionedresponse in human subjects during extinction trials following a single traumaticconditioning trial", Journal of Abnormal and Social Psychology 68 (1964) 627-639.

Page 35: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

504 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

Πίνακας 16.8: Μία ακραία περίπτωση εξαπάτησης

Σε ένα πείραμα που σχεδιάστηκε για να μελετήσει την εφαρμογήμίας αντίδρασης σε μία κατάσταση που είναι τραυματική αλλά δενπροξενεί πόνο, οι Campbell, Sanderson και Laverty^, προκάλεσαν -μετη χρήση ενός φαρμάκου— μία παροδική διακοπή στην αναπνοή τωνυποκειμένων τους. Τα υποκείμενα επιβεβαίωσαν στις αναφορές τους ότιαυτή ήταν μία "τρομακτική" εμπειρία γι' αυτούς. Όλα τα υποκείμενανόμισαν ότι πέθαιναν. Τα υποκείμενα, άνδρες αλκοολικοί που προσφέρ-θηκαν εθελοντικά για το πείραμα, επειδή τους είπαν ότι σχετίζεται μεπιθανή θεραπεία του αλκοολισμού, δεν προειδοποιήθηκαν από πριν γιατην επίδραση του φαρμάκου, μια και αυτή η πληροφορία θα μείωνετην τραυματική επίδραση της εμπειρίας.

Πηγή: Προσαρμοσμένο από Kelman, 1967

ώστε να αποκλειστούν άτομα τα οποία είναι ιδιαίτερα ευάλωτα. Κάθεβλαβερός για τα υποκείμενα χειρισμός πρέπει να γίνεται σε μέτρια ένταση.Οι ερευνητές πρέπει να είναι ευαίσθητοι σε σήματα κινδύνου που εκπέ-μπουν οι αντιδράσεις των υποκειμένων και να είναι έτοιμοι να αντιμετω-πίζουν κρίσεις, όταν αυτές εμφανίζονται· και στην κατάληξη της έρευνας,πρέπει να διαθέσουν χρόνο όχι μόνο για να διαβεβαιώσουν τα υποκείμενα,αλλά και για να τα βοηθήσουν να ξεπεράσουν τα συναισθήματα τους απότην εμπειρία, σε όποιο βαθμό αυτό είναι αναγκαίο. Η αρχή ότι ταυποκείμενα δεν πρέπει να εξέρχονται από την έρευνα με μεγαλύτεροάγχος ή με μειωμένα αισθήματα αυτοσεβασμού απ' ό,τι όταν προσήλθανπρέπει να ακολουθηθεί. Το επιθυμητό είναι τα υποκείμενα να εμπλουτί-ζονται από την εμπειρία και να την εγκαταλείπουν με το αίσθημα ότιέχουν μάθει κάτι.

Ο κύριος τρόπος για την εξουδετέρωση των αρνητικών επιδράσεωνμίας έρευνας με εξαπάτηση είναι να επιβεβαιωθεί ότι δίνονται ικανοποιη-τικές εξηγήσεις οτο τέλος της έρευνας ή της ερευνητικής συνάντησης. Ηανάδραση πρέπει να είναι απαραβίαστη και σε καμία περίπτωση δενπρέπει τα υποκείμενα να δέχονται ψευδή ανάδραση ή να εξαπατώνταινομίζοντας ότι δέχονται ανάδραση, όταν ο ερευνητής στην πράξη εισάγειάλλον έναν πειραματικό χειρισμό.

Ακόμα και στην περίπτωση αυτή, πάντως, υπάρχουν κίνδυνοι. Όπωςγράφουν οι Aronson και Carlsmith:

Page 36: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 505

Η σύντομη ενημέρωση ενός υποκειμένου εκ των υστέρων δεν συνίσταταιαπλώς στην παρουσίαση της αλήθειας. Η αλήθεια δεν έχει καμία μαγικήθεραπευτική ιδιότητα. Πραγματικά... εάν παρουσιαστεί με σκληρό τρόπο,η αλήθεια μπορεί να είναι πιο επιβλαβής απ' ό,τι αν δεν δινόταν καμίαεξήγηση. Υπάρχουν τεράστιες διαφορές στον τρόπο με τον οποίο γίνεταιαυτό και είναι ακριβώς αυτές οι διαφορές που έχουν ουσιαστικήσημασία στο να καθορίζουν εάν το υποκείμενο αισθάνεται ταλαιπωρη-μένο όταν αφήνει το χώρο του πειράματος.

(Aronson and Carlsmith, 1969)

Οι συγγραφείς θεωρούν ότι μία βασική παράμετρος της τελικής συζήτησηςείναι η μετάδοση της ειλικρίνειας των ερευνητών ως επιστημόνων πουερευνούν για την αλήθεια και η έκφραση της συμπάθειας τους για τογεγονός ότι αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν τη μέθοδο της εξαπάτησηςγια την αποκάλυψη της αλήθειας. Όπως λένε, "Κανένα είδος μεταπειρα-ματικής ευγένειας δεν είναι τόσο δραστικό για την εξάλειψη της δυσαρέ-σκειας των υποκειμένων όσο μία έντιμη εξομολόγηοη της δυσαρέσκειαςτον ίδιον του ερευνητή για την κατάσταση" (Aronson and Carlsmith, 1969).

Ο τρίτος τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος της εξαπάτησης είναινα εξασφαλιστεί η χρησιμοποίηση νέων διαδικασιών και ανανεωτικώντεχνικών. Είναι ένα ζήτημα αξιοποίησης της προσωπικής δημιουργικότηταςκατά την αναζήτηση εναλλακτικών μεθόδων. Έχει υποστηριχτεί ότι τοπαίξιμο ρόλων ή τα οιονεί πειράματα θα μπορούσαν να αποδειχτούν μίαλεωφόρος που αξίζει να εξερευνηθεί (πρόκειται για την αντιπαράθεση"παίξιμο ρόλων εναντίον εξαπάτησης", που ανοίξαμε οτο Κεφάλαιο 12).Μ' αυτή τη μέθοδο, όπως είδαμε τότε, το υποκείμενο καλείται να συμπε-ριφερθεί σαν να ήταν ένα συγκεκριμένο άτομο σε μία συγκεκριμένηκατάσταση. Πάντως, όποια μορφή κι αν πάρουν οι νέες μέθοδοι, θααπαιτήσουν ριζικά διαφορετικές θεωρήσεις για το ρόλο του υποκειμένουστο είδος αυτό της έρευνας. Απαιτείται η χρήση υποκίνησης των υποκεί-μενων αντί της παράκαμψης τους. Απαιτείται ίσως, επίσης, αυξημένηενημέρωση των υποψηφίων υποκειμένων παρά συντήρηση της άγνοιας τους.

Ο Plummet (1983) μας πληροφορεί ότι ακόμα και στη σπάνια περίπτωσητης βιογραφίας συμβαίνουν εξαπατήσεις, μικρότερες όμως. Για παράδειγμα,η γενική περιγραφή που δίνεται για την έρευνα μπορεί να αφήνει έξωορισμένα βασικά ζητήματα, γιατί, πράγματι, το να πεις στο υποκείμενο"τι ακριβώς ερευνάς" μπορεί να επηρεάσει το αποτέλεσμα σε σημαντικόβαθμό. Επιπλέον, διαφορετικές περιγραφές της έρευνας μπορούν να δοθούνσε διαφορετικές ομάδες. Αναφέρει μία περίπτωση από τη δική του έρευνα,

Page 37: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

506 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

μία μελέτη σεξουαλικών μειονοτήτων, η οποία απαιτούσε διαφορετικάεπίπεδα πληροφόρησης - για τα υποκείμενα, για τους συνεργάτες, γιαγενικές ερωτήσεις και για εξωτερικούς φίλους. Καμία από αυτές τιςαναφορές δεν ψευδόταν, απλώς έδιναν έμφαση σε διαφορετικές πτυχέςτης έρευνας.

Στις κοινωνικές επιστήμες, το δίλημμα της εξαπάτησης, όπως είδαμε,έχει παίξει σημαντικό ρόλο ιδιαίτερα στο πεδίο της πειραματικής κοινω-νικής ψυχολογίας, δεδομένου ότι δεν αναφέρεται στα υποκείμενα η πραγ-ματική φύση του πειράματος. Ένα άλλο πεδίο στο οποίο έχει χρησιμο-ποιηθεί αρκετά τα τελευταία χρόνια είναι αυτό της κοινωνιολογίας, όπουοι ερευνητές αποκρύπτουν τις ταυτότητες τους και διεισδύουν σε ξένεςομάδες — η αντιπαράθεση συγκαλυμμένου-φανερού. Η συγκαλυμμένη ήμυστική συμμετοχή αναφέρεται σ' αυτό το είδος της έρευνας στο οποίοοι ερευνητές δαπανούν σημαντικό χρόνο, σε συγκεκριμένο ερευνητικόπεριβάλλον, αποκρύπτοντας το γεγονός ότι είναι ερευνητές και προσποιού-μενοι ότι παίζουν κάποιον άλλο ρόλο.

Ο Buhner σημειώνει ότι αυτές οι μέθοδοι έχουν δημιουργήσει μίαμεγάλη συζήτηση και ότι δεν υπάρχουν απλές και γενικά αποδεκτέςαπαντήσεις στα δεοντολογικά ζητήματα που δημιουργεί αυτή η τακτική.Ο Erikson , για παράδειγμα, απαριθμεί λόγους εναντίον της συγκαλυμ-μένης έρευνας. Μεταξύ των άλλων υποστηρίζει ότι οι κοινωνιολόγοι έχουνευθύνες απέναντι στα υποκείμενα τους, ότι η μυστική έρευνα μπορεί νατραυματίσει άλλους ανθρώπους με τρόπους που δεν μπορούν να προβλε-φθούν ή να επανορθωθούν εκ των υστέρων και ότι οι κοινωνιολόγοι έχουνευθύνη απέναντι στους συναδέλφους τους κοινωνιολόγους. Ο Douglas ,αντιθέτως, υποστηρίζει ότι η συγκαλυμμένη παρατήρηση είναι μία χρήσιμη,αναγκαία και αποκαλυπτική μέθοδος. Ο Buhner (1982) συμπεραίνει ότιτο πιο ακαταμάχητο επιχείρημα υπέρ της συγκαλυμμένης παρατήρησηςείναι ότι έχει δημιουργήσει κοινωνική επιστήμη, κάτι που δε θα ήτανδυνατό χωρίς τη μέθοδο αυτή. Θα ήταν άστοχο, προσθέτει, να μην ανα-γνωρίσουμε ότι η χρήση των συγκαλυμμένων μεθόδων έχει προωθήσει τηνκατανόηση μας για την κοινωνία.

Η τελευταία λέξη στο ζήτημα της εξαπάτησης γενικώς ανήκει στονKimmel (1988), ο οποίος υποστηρίζει ότι λίγοι ερευνητές μπορούν να

29. Buhner, Μ. (ed.), Social Research Ethics (Macmillan, London and Basingstoke, 1982).

30. Erikson, K.T., "A comment on disguised observation in sociology", Social Problems, 14

(1967), 366-373.

31. Douglas, J.D., Investigative Social Research (Sage, Beverly Hills, 1976).

Page 38: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 507

εργαστούν χωρίς τη χρήση της εξαπάτησης, δεδομένου ότι η υιοθέτησημίας συντηρητικής προσέγγισης θα μπορούσε να μειώσει την αξία μίαςσημαντικής έρευνας σε σημείο που δύσκολα να αξίζει την προσπάθεια.Μία μελέτη για τη φυλετική προκατάληψη, για παράδειγμα, που θατιτλοφορείτο ακριβώς έτσι, σίγουρα θα επηρέαζε τη συμπεριφορά τωνσυμμετεχόντων υποκειμένων. Οι μελέτες εξαπάτησης, συμπεραίνει, διαφέ-ρουν τόσο πολύ, που και οι αυστηρότεροι κριτές θα έπρεπε να πιεστούνπολύ ώστε να δηλώσουν με απόλυτο τρόπο ότι όλες οι μελέτες εξαπάτησηςέχουν εν δυνάμει βλαβερές επιδράσεις στους συμμετέχοντες ή άλλα μειο-νεκτήματα. Μεταφερόμαστε τώρα σε ερευνητικές μεθόδους που χρησιμο-ποιούνται στο εκπαιδευτικό σκηνικό και σε μερικά δεοντολογικά ζητήματαπου συνδέονται μ' αυτές.

ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙΣΤΉΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Τα δεοντολογικά προβλήματα τα οποία προκύπτουν από τις ερευνητικέςμεθόδους που χρησιμοποιούνται σε εκπαιδευτικά θέματα αναλύονται στησυλλογή άρθρων με επιμέλεια του Burgess The Ethics of EducationalResearch (Η Αεοντολογία της Εκπαιδευτικής Έρευνας) και το βιβλίοσυνιστάται στους αναγνώστες για ενημέρωση. Το κάθε άρθρο αντανακλάτην πραγματικότητα καθημερινών προβλημάτων, ζητημάτων και διλημμάτωνπου είναι δυνατό να αντιμετωπίζουν τόσο οι πεπειραμένοι όσο και οιαρχάριοι ερευνητές της εκπαίδευσης. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου τακεφάλαια εστιάζονται σε διαφορετικές στρατηγικές έρευνας, όπου υπο-γραμμίζονται ειδικά δεοντολογικά προβλήματα σε σχέση με τη χρήσητέτοιων μεθόδων στην εκπαιδευτική έρευνα. Το κεφάλαιο των Raffe,Bundell και Bibby, για παράδειγμα, διαπραγματεύεται δεοντολογικά προ-βλήματα που προκύπτουν από τη χρήση της επισκόπησης. Εξετάζουνζητήματα σχετικά με τη συνειδητή συναίνεση, με τη χρήση βάσεων δεδο-μένων και με τους νομικούς και επαγγελματικούς κώδικες που έχουνθεσπιστεί για να προστατεύουν τα υποκείμενα της έρευνας. Η Sammons,στο άρθρο της, αναφέρεται σε προβλήματα που ανακύπτουν από τη χρήσηστατιστικών μεθόδων και παρατηρεί ότι, παρ' όλο που η νομοθεσία καθιστάυποχρεωτικό για τα σχολεία να παρέχουν στατιστικά στοιχεία για τααποτελέσματα των εξετάσεων, δεν υπάρχει νομοθεσία για τον τρόπο μετον οποίο θα αναλύονται ή θα χρησιμοποιούνται αυτά τα στοιχεία. Ο ίδιος

32. Burgess, R.G. (ed.), The Ethics of Educational Research (Palmer Press, Lewes, 1989).

Page 39: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

508 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

ο Burgess αναφέρεται σε δεοντολογικά ζητήματα που προκύπτουν από τηνεθνογραφική έρευνα. Περιγράφει τις δεοντολογικές διαστάσεις στις σχέσειςμεταξύ ερευνητή και ερευνώμένου κατά τη διαδικασία της πρόσβασης καιτο χειρισμό των σχέσεων στο πεδίο της έρευνας. Συζητείται ένας αριθμόςσχετικών προβλημάτων. Παρόμοια θέματα χαρακτηρίζουν το άρθρο τηςRiddell, στο οποίο εξετάζει τη φεμινιστική έρευνα σε δύο αγροτικά σχολείαενιαίας κατεύθυνσης. Η εργασία της περιγράφει πώς η φεμινιστική έρευναεγείρει ερωτήματα για την τιμιότητα, τις σχέσεις ισχύος, την ευθύνη τουερευνητή προς τον ερευνώμενο και τη συνεργασία. Αντίστοιχα θέματα γιαερευνητές που κάνουν έρευνα-δράση εξετάζονται από την Kelly, που ήτανσυνδιευθύντρια του προγράμματος "Κορίτσια στην Επιστήμη και την Τε-χνολογία", μία μελέτη που εστιάζεται στη μειωμένη συμμετοχή των κοριτσιώνστην επιστήμη και την τεχνολογία (βλ. Κεφ. 9). Εξετάζεται μία σειράζητημάτων - η ισχύς του ερευνητή και οι αξίες, το πρόβλημα της συνειδητήςσυναίνεσης και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται τα δεδομένα τηςέρευνας στους συμμετέχοντες στο πρόγραμμα. Οι δεοντολογικές συνέπειαςτης έρευνας συγκεκριμένων περιπτώσεων εξετάζονται αναλυτικά στο άρθροτου Simon. Και εδώ, συζητούνται βασικά ζητήματα, όπως η εμπιστευτικότητα,η συνειδητή συναίνεση, η ανωνυμία και το δικαίωμα σεβασμού του ιδιωτικούχώρου και της γνώσης. Περαιτέρω ζητήματα ηθικής φύσεως σε σχέση μετην εμπειρική έρευνα συζητούνται στο δεύτερο μέρος του βιβλίου.

Η παρουσίαση των άρθρων που περιέχονται στο βιβλίο του Burgessδείχνει ότι τα ζητήματα που ανακύπτουν από την περιπλοκότητα τωνερευνητικών μεθόδων σε εκπαιδευτικά ιδρύματα και οι δεοντολογικές τουςεπιπτώσεις είναι πιθανώς ζητήματα απρόβλεπτα, ιδιαίτερα για τους λιγό-τερο έμπειρους ερευνητές. Οι τελευταίοι πρέπει να είναι ενήμεροι γι' αυτάτα είδη της έρευνας, τα οποία από την ίδια τη φύση τους οδηγούν απότο ένα πρόβλημα στο άλλο. Αλλεπάλληλα προβλήματα αυτού του είδουςμπορούν να ανακύψουν σε επισκοπήσεις ή εθνογραφικές μελέτες, γιαπαράδειγμα, ή στην έρευνα-δράση ή στην αξιολόγηση των εξελίξεων.Πράγματι, ο ερευνητής θα βρει συχνά ότι τα μεθοδολογικά και δεοντο-λογικά ζητήματα είναι συνυφασμένα με τα πιο πολλά από τα είδη έρευναςπου έχουμε καθορίσει ως ποιοτικά ή ερμηνευτικά. Όπως σημειώνουν οιHitchcock και Hughes:

Όταν κάνουμε συμμετοχική παρατήρηση ή όταν παίρνουμε συνέντευξηαπό συναδέλφους-εκπαιδευτικούς, ανακύπτουν δεοντολογικά προβλήμα-τα τα οποία σχετίζονται άμεσα με τη φύση της ερευνητικής τεχνικήςπου χρησιμοποιείται. Ο βαθμός συγκάλυψης ή αποκάλυψης της φύσης

Page 40: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 509

της έρευνας και των σκοπών της αφορά άμεσα τον εκπαιδευτικό-'ερευ-νητή.

(Hitchcock and Hughes, 1988)

Συνεχίζουν εκθέτοντας τα είδη των ερωτημάτων που μπορεί να υπάρξουνσε μία τέτοια κατάσταση: "Που, δηλαδή, τελειώνει για τον ερευνητή ηεπίσημη παρατήρηση και που αρχίζει η ανεπίσημη παρατήρηση;" "Δικαιο-λογείται να είσαι ανοιχτός με κάποιους εκπαιδευτικούς και κλειστός μεάλλους;" "Πόσα μπορεί να πει ο ερευνητής στους μαθητές για ένα συ-γκεκριμένο τμήμα της έρευνας;" "Πότε μία συνήθης συζήτηση είναι μέροςτων ερευνητικών δεδομένων και πότε όχι;" "Είναι οι φήμες νόμιμα δεδο-μένα και μπορεί δεοντολογικά ο ερευνητής να χρησιμοποιήσει υλικό πουτου έχει μεταφερθεί με εμπιστευτικότητα;". Όπως συμπεραίνουν οιHitchcock και Hughes, ο κατάλογος των ερωτημάτων είναι ατελείωτος καιμπορεί να σχετιστεί τόσο με τη φύση της χρησιμοποιούμενης ερευνητικήςτεχνικής όσο και με την κοινωνική οργάνωση του περιβάλλοντος πουερευνάται. Το κλειδί για την επιτυχή αντιμετώπιση τέτοιων ερωτημάτωνέγκειται στην εδραίωση καλών σχέσεων. Αυτό περιλαμβάνει τη δημιουργίαμίας αίσθησης επικοινωνίας μεταξύ των ερευνητών και των υποκειμένωντους, που θα οδηγήσει σε αισθήματα πίστης και εμπιστοσύνης. Ακόμα μίαφορά πρέπει να γίνει αναφορά στην εργασία των Fine και Sandstrom(1988) γι' αυτό το θέμα, που συζητούν λεπτομερώς δεοντολογικά καιπρακτικά ζητήματα έρευνας πεδίου με παιδιά. Ειδικότερα, δείχνουν πώςμεταβάλλονται οι δεοντολογικές συνέπειες της συμμετοχικής παρατήρησηςσε συνάρτηση με την ηλικία των παιδιών. Ένα άλλο χαρακτηριστικόσχετικό με τις ποιοτικές μεθόδους εντοπίστηκε από τον Finch, που παρα-τηρεί ότι:

Μπορεί να υπάρχουν σοβαρά δεοντολογικά και πολιτικά διλήμματα γιατον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται το υλικό που παράγεται καιαπό τον ίδιο τον ερευνητή και από άλλους. Αυτά τα ερωτήματα δεναπουσιάζουν από την ποσοτική έρευνα, αλλά η μεγαλύτερη αποστασιο-ποίηση του ερευνητή από τα υποκείμενα της έρευνας μπορεί να τακάνει λιγότερο αγωνιώδη. Επιπλέον, στην εθνογραφική έρευνα ή στησυνέντευξη σε βάθος, ο ερευνητής βρίσκεται σε θέση εμπιστοσύνης καιτου παρέχεται ιδιαίτερη πρόσβαση σε πληροφορίες, που είναι συνήθωςιδιωτικές ή απρόσιτες. Το να επιβεβαιώσεις ότι αυτή η εμπιστοσύνη δεθα προδοθεί δεν είναι απλή υπόθεση... Όταν η ποιοτική έρευνα απο-βλέπει σε ζητήματα κοινωνικής πολιτικής, υπάρχει το ειδικό δίλημμα

Page 41: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

510 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνα?

ότι τα ευρήματα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να χειροτερέ-ψουν την κατάσταση του πληθυσμσΰ-στόχου κατά κάποιον τρόπο.

(Finch, 1985)33

Το άρθρο της Kelly φαίνεται να θεωρεί, όπως σημειώσαμε και πιοπάνω, ότι η περιοχή της ποιοτικής έρευνας στην οποία οι δεοντολογικέςκεραίες του ερευνητή πρέπει να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες είναι αυτή τηςέρευνας-δράοης. Εδώ οι ερευνητές, είτε είναι εκπαιδευτικοί είτε όχι, πρέπεινα δείξουν ιδιαίτερη προσοχή απέναντι στις παγίδες που καιροφυλακτούν.Αυτές οι δυσκολίες δε συνοψίζονται πουθενά καλύτερα απ' ό,τι στονHopkins:

Οι ενέργειες των ερευνητών είναι βαθιά συνδεδεμένες με μία υπάρ-χουσα κοινωνική οργάνωση και η αδυναμία τους να ενταχθούν στιςδιαδικασίες αυτής της οργάνωσης μπορεί όχι μόνο να καταστρέψει τηδιαδικασία της βελτίωσης, αλλά ακόμα και την υπάρχουσα χρήσιμηεργασία. Στην περίπτωση της έρευνας-δράοης προχωρούν πέρα από τησυνηθισμένη φροντίδα για εμπιστευτικότητα και σεβασμό των ατόμωνπου είναι υποκείμενα της έρευνας, και καθορίζουν επιπλέον κατάλλη-λους τρόπους εργασίας με άλλους συμμετέχοντες στην κοινωνική οργά-νωση.

(Hopkins, 1985)34

Ο Πίνακας 16.9 αντιπροσωπεύει ένα σύνολο αρχών ειδικά σχεδιασμέ-νων για ερευνητές της έρευνας-δράσης από τους Kemmis και McTaggart ,και παρατίθεται στο έργο του Hopkins (1985).

Ολοκληρώνουμε υπενθυμίζοντας στους αναγνώστες που πρόκειται ναασχοληθούν με την έρευνα-δράση ότι το πρόβλημα της πρόσβασης δενεπιλύεται μόλις κάποιος πάρει την έγκριση για να χρησιμοποιήσει τοσχολείο ή τον οργανισμό. Η συμβουλή που δίνεται από τους Hammersleyκαι Atkinson όσον αφορά την εθνογραφική έρευνα είναι εξίσου εφαρμό-σιμη και στην έρευνα-δράση. Όπως λένε:

33. Finch, J., "Social policy and education: problems and possibilities of using qualitativeresearch" mo Burgess, R.G. (ed.), Issues in Educational Research (Palmer Press, Lewes,1989).

34. Hopkins, D., A Teacher's Guide to Classroom Research (Open University Press, MiltonKeynes, πρώιη δημοσίευση το 1985, ανατύπωση to 1990).

35. Kemmis, S. and McTaggart, R., Action Research Planner (Deakins University Press,Victoria, Australia, 1981).

Page 42: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 511

Πίνακας 16.9: Δεοντολογικές αρχές για την καθοδήγησητων ερευνητών της έρευνας-δράσης

Τηρήστε το πρωτόκολλο: Φροντίστε να εξασφαλίσετε ότι τα σχετικά πρόσωπα,επιτροπές και αρχές έχουν λάβει γνώση και ότι έχει δοθεί η αναγκαία έγκριση καιάδεια.Συνεργαστείτε με τους συμμετέχοντες: Ενθαρρύνετε άλλους που ενδιαφέρονται γιατις βελτιώσεις στις οποίες προσβλέπετε να σχηματίσουν και να διαμορφώσουν τηνεργασία.Διαπραγματευτείτε μ' αντούς που επηρεάζονται: Δεν επιθυμεί ο καθένας να εμπλακείάμεσα. Η εργασία σας πρέπει να λάβει υπόψη τις υποχρεώσεις και τις επιθυμίεςτων άλλων.Αναφέρετε την πρόοδο: Κρατήστε την εργασία εμφανή και παραμείνετε ανοιχτός σεπροτάσεις, ώστε να μπορούν να ληφθούν υπόψη απρόβλεπτες ή αόρατες προεκτάσεις.Οι συνεργάτες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εκφράσουν τη διαμαρτυρία τουςσε σας.Εξασφαλίστε σαφείς εξουσιοδοτήσεις: Αυτό ισχύει όταν θέλετε να παρατηρήσετε τουςεπαγγελματικούς σας συνεργάτες και όταν θέλετε να εξετάσετε έγγραφα.Διαπραγματευτείτε τις περιγραφές των εργασιών άλλων: Πάντα να αφήνετε αυτούςτους οποίους περιγράφετε να ελέγχουν τις περιγραφές σας ως προς το αν είναιδίκαιες, σχετικές και ακριβείς.Συζητήστε τις περιγραφές των απόψεων των άλλων (π.χ. σε περιγραφές επικοινωνιών):Πάντα να αφήνετε αυτούς που εμπλέκονται σε συνεντεύξεις, συναντήσεις και γραπτέςανταλλαγές να ζητούν τροποποιήσεις οι οποίες ενισχύουν την ορθότητα, τη σχετικότητακαι την ακρίβεια των δεδομένων.Εξασφαλίστε σαφή εξουσιοδότηση πριν χρησιμοποιήσετε αποσπάσματα: Αυτολεξείμεταγραφές ή παρατηρήσεις, «ποσπάσματα από ηχογραφήσεις ή μαγνητοσκοπήσεις,σχολιασμοί, συμπεράσματα ή συστάσεις σε αναφορές (γραπτές ή σε συναντήσεις).Σνζητήστε τις αναφορές για διάφορα επίπεδα δημοσιοποίησης: θυμηθείτε ότι ταδιαφορετικά ακροατήρια θέλουν διαφορετικά είδη αναφορών. Αυτό που χρειάζεταιγια μία ανεπίσημη προφορική αναφορά σε μία συνάντηση στο Πανεπιστήμιο μπορείνα μην είναι κατάλληλο για μία συνάντηση του προσωπικού, μία αναφορά στο τοπικόσυμβούλιο, ένα άρθρο περιοδικού, μία εφημερίδα, ένα γράμμα σε γονείς. Να είστεσυντηρητικοί, εάν δεν μπορείτε να ελέγξετε την έκταση της δημοσιοποίησης.Αποδεχτείτε την ευθύνη για την τήρηση της εμπιστευτικότητας.Διατηρήστε το δικαίωμα να κάνετε αναφορά για τη δουλειά σας: Εφόσον αυτοί πουεμπλέκονται είναι ικανοποιημένοι με την ορθότητα, την ακρίβεια και τη σχετικότητατων αναφορών που τους αφορούν, και θεωρούν ότι οι αναφορές δεν εκθέτουνάσκοπα ή δεν προσβάλλουν αυτούς που εμπλέκονται, τότε οι αναφορές δεν υπόκεινταισε βέτο ή δεν κωλύονται από απαγορεύσεις εμπιστευτικότητας.Κάνετε γνωστές και δεσμευτικές τις αρχές σας για τη διαδικασία: Όλοι οι άνθρωποιπου εμπλέκονται στο πρόγραμμα της έρευνας-δράσης που πραγματοποιείτε πρέπεινα συμφωνούν με τις αρχές, πριν αρχίσει η εργασία. Οι άλλοι πρέπει να είναιενήμεροι των δικαιωμάτων τους κατά τη διαδικασία.

Πηγή: Προσαρμοσμένο από Kemmis and McTaggart (1981),περιέχεται στο Hopkins (1985)

Page 43: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

512 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

Το γεγονός ότι έχει κάποιος αποκτήσει το δικαίωμα εισόδου σε έναπεριβάλλον δεν αποτελεί εγγύηση για πρόσβαση σε όλα τα δεδομέναπου είναι εκεί διαθέσιμα. Δεν είναι όλα τα μέρη του περιβάλλοντοςαυτού εξίσου ανοιχτά στην παρατήρηση, ούτε θα είναι όλοι πρόθυμοινα μιλήσουν, και ακόμα και ο πιο πρόθυμος πληροφοριοδότης μπορείνα μην είναι προετοιμασμένος, ή ίσως ικανός, να αποκαλύψει όλες τιςπληροφορίες που έχει στη διάθεση του. Εάν απαιτούνται δεδομένα γιανα εξελιχθεί ή να δοκιμαστεί μία θεωρία, η διαπραγμάτευση της πρόσ-βασης είναι πιθανόν να είναι μία συνεχής διαδικασία για τον εθνογράφο.

(Hammersley and Atkinson, 1983)

Όπως παρατηρούν οι συγγραφείς, διαφορετικά είδη δεδομένων απαι-τούν διαφορετικούς ρόλους και αυτοί συνεπάγονται εφαρμογή διαφορετι-κών δεοντολογικών αρχών στις διάφορες περιπτώσεις διαπραγμάτευσης.

ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΊΑ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΉΣΉ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ

Μετά τη σύντομη περιπλάνηση μας στα προβλήματα της δεοντολογίας σεσχέση με την έρευνα-δράση, μία προσέγγιση στις δραστηριότητες μέσαστην τάξη που συχνά ασχολείται με τη βελτίωση της απόδοσης και τηνεπάρκεια του εκπαιδευτικού, θα ήταν λογικό να αναγνωρίσουμε το ρόλοκαι τη σημασία της δεοντολογίας στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Ηεκτίμηση της απόδοσης των εκπαιδευτικών και του διευθυντή έχει ιδιαίτερησημασία δεδομένου ότι η υπευθυνότητα, οι ανάγκες των εκπαιδευτικώνκαι η αποτελεσματικότητα της διοίκησης αποκτούν μεγαλύτερη σημασία,καθώς οι κυβερνήσεις προχωρούν σε παιδαγωγικές και διδακτικές αλλαγέςκαι καθώς οι δυνάμεις της αγοράς ασκούν πίεση στο εκπαιδευτικό σύστημαγενικώς. Έτσι, προωθώντας την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, τα προ-γράμματα αξιολόγησης της εκπαίδευσης πρέπει να προγραμματίζονται καινα σχεδιάζονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συμβαδίζουν με τις δεοντο-λογικές αρχές τόσο στο σχολικό όσο και στο τοπικό διοικητικό επίπεδο.Πιο κάτω παρουσιάζουμε βασικές αρχές και έννοιες που διαμορφώθηκανστις ΗΠΑ και μπορεί να ευαισθητοποιήσουν όσους εμπλέκονται σε δια-δικασίες αξιολόγησης δεοντολογικών ζητημάτων.

Ο Strike στην εργασία του για τη δεοντολογία της εκπαιδευτικήςαξιολόγησης, προτείνει δυο γενικές αρχές, οι οποίες μπορούν να αποτε-

36. Strike, ΚΑ, "The ethics of educational evaluation", oro A New Handbook of TeacherEvaluation, Millman, J. and Darting-Hammond, L (eds), (Corwin Press, Sage, Calif., 1990).

Page 44: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 513

λέσουν τη βάση για περαιτέρω σκέψεις στον τομέα της αξιολόγησης. Αυτέςείναι η αρχή της μεγιστοποίησης του οφέλους και η αρχή του ίσουσεβασμού. Η πρώτη, η αρχή της μεγιστοποίησης του οφέλους, υποστηρίζειότι η καλύτερη απόφαση είναι αυτή που προξενεί το μεγαλύτερο όφελοςγια τους περισσότερους ανθρώπους. Είναι πραγματιστική, υπό την έννοιαότι κρίνει την ορθότητα των πράξεων μας από τις συνέπειες τους, ή όπωςλέει ο Strike, η καλύτερη πράξη είναι αυτή που φέρνει τα καλύτερααποτελέσματα. Στους βρετανικούς φιλοσοφικούς κύκλους είναι γνωστή ωςωφελιμισμός και απαιτεί να αναγνωρίζουμε τα συγκεκριμένα οφέλη πουεπιθυμούμε να μεγιστοποιήσουμε, να εντοπίζουμε έναν κατάλληλο πληθυ-σμό για μεγιστοποίηση, να καθορίζουμε πώς μετριέται η μεγιστοποίησηκαι να κατανοούμε πλήρως τις επιπτώσεις των πράξεων μας. Η δεύτερηαρχή, αυτή του ίσου Οεβασμού, απαιτεί να σεβόμαοιε την ίση αξία όλωντων ανθρώπων. Αυτό μας επιβάλλει να χρησιμοποιούμε τους ανθρώπουςως σκοπούς μάλλον παρά ως μέσα. Να τους θεωρούμε ως ελεύθερους καιλογικούς και να δεχόμαστε ότι έχουν τα ίδια βασικά δικαιώματα με τουςάλλους.

Ο Strike συνεχίζει παραθέτοντας τις παρακάτω δεοντολογικές αρχές,τις οποίες θεωρεί ιδιαίτερα σημαντικές κατά την αξιολόγηση των εκπαι-δευτικών και οι οποίες διακρίνονται υπό το φως των δύο βασικών αρχώνπου περιγράφηκαν πιο πάνω:

1. Αρμόζουσα διαδικασία: Οι διαδικασίες αξιολόγησης πρέπει να δια-σφαλίζουν ότι οι κρίσεις είναι λογικές: ότι γνωστά και αποδεκτάπρότυπα χρησιμοποιούνται με συνέπεια σε κάθε περίπτωση, ότι ταπειστήρια είναι λογικά και ότι υπάρχουν συστηματικές και λογικέςδιαδικασίες για τη συλλογή και τον έλεγχο των αποδεικτικών στοι-χείων.

2. Ιδιωτικότητα. Αυτό σημαίνει το δικαίωμα να ελέγχει κανείς τις πλη-ροφορίες που τον αφορούν, και προστατεύει τους ανθρώπους από τηχωρίς εγγυήσεις παρεμβολή στις υποθέσεις τους. Στην αξιολόγησηαπαιτείται οι διαδικασίες να μην είναι αδιάκριτες και η αξιολόγησηαυτού του είδους αφορά μόνον αυτές τις όψεις των δραστηριοτήτωνενός εκπαιδευτικού που σχετίζονται με την εργασία του. Επίσηςπροστατεύει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που χρησιμοποιού-νται κατά την αξιολόγηση.

3. Ισότητα. Στο πλαίσιο της αξιολόγησης νοείται ως ένα είδος απαγό-ρευσης για τη λήψη αποφάσεων που στηρίζονται σε άσχετα κριτήρια,όπως η φυλή, η θρησκεία, το γένος ή η εθνικότητα.

Page 45: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

514 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

4. Δημόσια διαφάνεια. Αυτή η αρχή απαιτεί διαφάνεια προς το κοινόόουν αφορά τις διαδικασίες αξιολόγησης, τους άκοπους τους και τααποτελέσματα τους.

5. Ανθρωπιά. Αυτή η αρχή απαιτεί να λαμβάνονται υπόψη τα αισθήματακαι οι ευαισθησίες αυτών που βρίσκονται υπό αξιολόγηση.

6. Το όφελος τον ερευνωμένου. Αυτή η αρχή απαιτεί οι αποφάσεις πουαφορούν την αξιολόγηση να γίνονται κατά τρόπο που σέβεται ταενδιαφέροντα των σπουδαστών, των γονέων και του κοινού, με προ-τεραιότητα απέναντι στα εκπαιδευτικά ιδρύματα και το προσωπικότους.

7. Ακαδημαϊκή ελευθερία. Αυτή απαιτεί να διατηρείται στην τάξη μίαατμόσφαιρα πνευματικής ελευθερίας και για τους εκπαιδευτικούς καιγια τους σπουδαστές. Η αξιολόγηση δεν πρέπει να διαταράσσει αυτότο κλίμα.

8. Σεβασμός της αυτονομίας. Οι εκπαιδευτικοί δικαιούνται μία λογικήδιακριτική ευχέρεια και το δικαίωμα να εκφέρουν κρίση σε ό,τι αφοράτη δουλειά τους. Οι αξιολογήσεις δεν πρέπει να διεξάγονται έτσιώστε να περιορίζεται η διακριτική τους ευχέρεια και η κρίση τους.

Ο Strike παρουσιάζει αυτές τις αρχές με πιο αναλυτικό και συστηματικότρόπο στο άρθρο του (βλ. το σύντομο απόσπασμα στον Πίνακα 16.10).

Τέλος, σημειώνουμε τις τρεις αρχές που εφαρμόζει ο Strike στο έργοτης επίλυσης διαφορών, για διαφορές που δημιουργούνται κατά τη διαδι-κασία αξιολόγησης μεταξύ των εκπαιδευτικών και των ιδρυμάτων σταοποία απασχολούνται. Κατά την επίλυση μιας διαφοράς, θεωρεί ότι ηθεραπεία πρέπει να προτιμάται, όπου είναι δυνατόν, από τις πειθαρχικέςκυρώσεις ή την απόλυση, η διαμεσολάβηση από τις δικαστικές λύσεις, καιότι οι ανεπίσημες προσπάθειες πρέπει να προηγούνται των επισήμων γιατην επίλυση των διαφορών.

Είδαμε σ" αυτό το κεφάλαιο και σ' αυτό το συγκεκριμένο τμήμα πώςπροχωρεί στις ΗΠΑ η κωδικοποίηση και η ρύθμιση των δεοντολογικώναρχών αυτό συμβαίνει τόσο σε επίσημο όσο και σε ανεπίσημο επίπεδο.Στο επόμενο, προτελευταίο, τμήμα, βλέπουμε από κοντά αυτά τα ζητήματακαι τις συνέπειες τους στο Ηνωμένο Βασίλειο.

ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Μια ματιά σε οποιοδήποτε σύγχρονο αμερικανικό βιβλίο για τις κοινωνικέςεπιστήμες δείχνει το βαθμό στον οποίο οι επαγγελματίες ερευνητές στις

Page 46: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 515

Πίνακας 16.10: Απόσπασμα από κατάλογο δικαιωμάτωνγια τις διαδικασίες αξιολόγησης των εκπαιδευτικών

1. Οι εκπαιδευτικοί έχουν το δικαίωμα να αξιολογούνται συμφωνάμε γενικά, δημόσια και κατανοητά κριτήρια.

2. Οι εκπαιδευτικοί έχουν το δικαίωμα να ειδοποιούνται για το πότεθα αξιολογηθούν.

3. Οι εκπαιδευτικοί έχουν το δικαίωμα να μαθαίνουν τα αποτελέ-σματα της αξιολόγησης τους.

4. Οι εκπαιδευτικοί έχουν το δικαίωμα να αντιδρούν στα αποτελέ-σματα των αξιολογήσεων τους με ουσιαστικό τρόπο.

5. Οι εκπαιδευτικοί έχουν το δικαίωμα για κανονική και προγραμ-ματισμένη αξιολόγηση.

6. Οι εκπαιδευτικοί έχουν το δικαίωμα να προσφεύγουν εναντίοναρνητικών αποφάσεων και οι απόψεις τους να κρίνονται από αμερόληπτηκαι απροκατάληπτη αρχή.

7. Οι εκπαιδευτικοί έχουν το δικαίωμα να παραλαμβάνουν γραπτήέκθεση με αναλυτική αιτιολόγηση των μέτρων που πρόκειται να ληφθούνγια την περίπτωση τους.

Πηγή: Προσαρμοσμένο από Strike, 1990

ΗΠΑ ελέγχονται από νόμους και κανονισμούς . Αυτοί υπάρχουν σεδιάφορα επίπεδα: οι ομοσπονδιακοί και πολιτειακοί νόμοι, οι επιτροπέςδεοντολογίας που επιβλέπουν την έρευνα σε πανεπιστήμια και άλλα ιδρύ-ματα, οι κώδικες δεοντολογίας των επαγγελματικών ενώσεων, καθώς καιοι προσωπικές δεοντολογικές αρχές των ερευνητών, είναι όλα σημαντικοίκανονιστικοί μηχανισμοί. Όλοι οι ερευνητές, από τους προπτυχιακούςσπουδαστές που διεξάγουν ένα ερευνητικό πρόγραμμα για την απόκτησητου πτυχίου τους, ως τους επαγγελματίες ερευνητές, που αγωνίζονται στασύνορα της γνώσης, πρέπει να είναι ενήμεροι των δεοντολογικών κωδίκωνκαι κανονισμών που διέπουν τις πρακτικές τους. Δώσαμε δείγματα τηςερευνητικής δεοντολογίας των Αμερικανών ερευνητών σ' αυτό το κεφάλαιο.Η μη τήρηση αυτών των αρχών από τους ερευνητές θεωρείται υπονόμευση

37. Για παράδειγμα, βλ., Zechmeister, E.B. and Shaunghnessy, J.J., A Practical Introductionto Research Methods in Psychology (McGraw-Hill, New York, 1992).

Page 47: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

516 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

ολόκληρης της επιστημονικής διαδικασίας και μπορεί να οδηγήσει σενομικές και οικονομικές ποινές για άτομα και ιδρύματα.

Η Μ. Βρετανία δεν έχει προχωρήσει όσο οι ΗΠΑ στη θέσπιση κανο-νισμών και σχετικής δικονομίας, αλλά είναι ίσως ζήτημα χρόνου. Ακόμακαι στο Ηνωμένο Βασίλειο, όμως, οι επαγγελματικές οργανώσεις έχουνεπεξεργαστεί κώδικες πρακτικής που εκφράζουν τη συναίνεση ως προςτις αξίες μέσα σε μία συγκεκριμένη ομάδα, οι οποίοι βοηθούν τουςερευνητές υποδεικνύοντας τους τι είναι επιθυμητό και τι πρέπει να απο-φεύγεται. Βεβαίως, αυτοί δε λύνουν όλα τα προβλήματα, διότι λίγα πράγ-ματα έχουν απόλυτο χαρακτήρα και συνεπώς οι δεοντολογικές αρχέςμπορεί να είναι ανοιχτές σε μεγαλύτερο εύρος ερμηνειών. Επιπλέον,περισσότερο ανεπίσημοι κώδικες δεοντολογικών αρχών έχουν προκύψειως προϊόντα ατομικών πρωτοβουλιών. Η θέσπιση γενικών κανονιστικώνμηχανισμών αφορά και τη Μ. Βρετανία, αλλά περισσότερο στο πεδίο τωνπληροφοριών και των δεδομένων -πώς φυλάσσονται και η χρήση πουτους γίνεται, για παράδειγμα- ζητήματα τα οποία έχουν ιδιαίτερο ενδια-φέρον για τους εκπαιδευτικούς ερευνητές. Αυτή η κατηγορία θα περιλάμ-βανε, για παράδειγμα, στατιστικά δεδομένα, δεδομένα που χρησιμοποιού-νται ως βάση για αξιολόγηση, αρχεία αναλυτικών προγραμμάτων, αρχείαγραπτών και μεταγραμμένων κειμένων, πίνακες δεδομένων, προσωπικάέγγραφα, ερευνητικά δεδομένα, αρχεία σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές,ηχογραφήσεις και βιντεοσκοπήσεις.

Καθώς η τεχνολογία των πληροφοριών αποκτά κεντρική θέση και ηκοινωνία ολοένα και περισσότερο εξαρτάται από τις πληροφορίες, οικο-νομικώς και λειτουργικώς, αντιλαμβανόμαστε πόσο σημαντικό είναι τοζήτημα των πληροφοριών για μας. Είναι σημαντικό όχι μόνο γι' αυτό πουείναι και γι' αυτά που μπορεί να κάνει. Πληθώρα συγγραφέων έχουνεπισημάνει τη σχέση των πληροφοριών και της εξουσίας. Οι Harris, Pearceκαι Johnstone, για παράδειγμα, λένε:

Η πληροφόρηση και η εξουσία έχουν πολύ στενή συγγένεια... Η εξουσίαπάνω στα άτομα... βασίζεται στον έλεγχο προσωπικών πληροφοριών. Ηισχύς στον επαγγελματικό τομέα απαιτεί τόσο την αναγνώριση τηςκαλύτερης κρίσης του επαγγελματία από τον πελάτη όσο και ένα δίκτυοεπαγγελματικών και διεπαγγελματικών σχέσεων, και πιθανώς ανταγω-νισμού, που στηρίζεται στη χρήση και την ανταλλαγή πληροφοριών.Είναι καλό να αναγνωρίζουμε ότι οι αποφάσεις για τη διατήρηση τωνπληροφοριών ή την πρόσβαση σ' αυτές είναι πάντα, σε ένα βαθμό,αποφάσεις που σχετίζονται με την εξουσία.

Page 48: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 517

(Harris, Pearce and Johnstone, 1992)38

Όταν αναφερόμαστε στο βαθμό στον οποίο δυο βασικές έννοιες στονκόσμο της σύγχρονης εκπαίδευσης, δηλαδή η "αποτίμηση" (ή αξιολόγηση)και η "απόδοση ευθύνης" βασίζονται εξ ολοκλήρου οτις πληροφορίες σεοποιαδήποτε μορφή, οι οποίες είναι το ζωτικό τους στοιχείο, αντιλαμβα-νόμαστε πόσο πανίσχυρες είναι οι πληροφορίες. Η κακή χρήση τουςεπομένως ή η αποκάλυψη τους σε λανθασμένη στιγμή ή σε λάθος άτομοή όργανο μπορεί να επιφέρει τις πιο ατυχείς συνέπειες για ένα άτομο,μία ομάδα ή ένα ίδρυμα. Και τα πράγματα διογκώνονται αν οι πληροφορίεςείναι λανθασμένες ή ατελείς ή σκόπιμα παραπλανητικές.

Σε έναν κόσμο που κατακλύζεται από πληροφορίες, είναι βασικό ναθεσπίζονται περιορισμοί που να προστατεύουν από την κακή χρήση ή τηνκατάχρηση. Ο Νόμος περί Προστασίας Δεδομένων (1984) σχεδιάστηκεπρος αυτή την κατεύθυνση. Καλύπτει τις αρχές της προστασίας των δεδο-μένων, τις ευθύνες των χρηστών των δεδομένων και τα δικαιώματα αυτώνστους οποίους αναφέρονται τα δεδομένα. Οι γενικοί του σκοποί εμπεριέ-χονται σε οκτώ αρχές. Πάντως, δεδομένα που διατηρούνται για "ιστορικούςκαι ερευνητικούς σκοπούς" εξαιρούνται από την αρχή η οποία δίνει σταάτομα το δικαίωμα της πρόσβασης σε προσωπικά δεδομένα που αφορούναυτούς τους ίδιους, υπό την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα δεν είναιδιαθέσιμα σε μορφή που κάνει τα άτομα αναγνωρίσιμα. Τα ερευνητικάδεδομένα έχουν επίσης μερική εξαίρεση από δύο επιπλέον αρχές, ότιδηλαδή αυτά τα δεδομένα μπορούν να τηρούνται επ' αόριστον και ότι ταδεδομένα για ερευνητικούς σκοπούς δεν πρέπει να αποκαλύπτονται κατάτη διάρκεια της συλλογής τους.

Από τις δύο πιο σημαντικές αρχές σχετικά με τα ερευνητικά δεδομένα,η μία τονίζει ότι τα προσωπικά δεδομένα (που κατά τρόπο αποκλειστικόπροσδιορίζουν το άτομο που τα παραχώρησε) μπορούν να διατηρηθούνμόνο για καθορισμένους και νόμιμους λόγους. Η δεύτερη αρχή ορίζει ότιπρέπει να υπάρχουν τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας εναντίον της μηεξουσιοδοτημένης πρόσβασης, της τροποποίησης, της αποκάλυψης ή τηςκαταστροφής και της τυχαίας απώλειας προσωπικών δεδομένων. Για τημελέτη των επιπτώσεων του Νόμου για την Προστασία των Δεδομένων

38. Harris, Ν., Pearce, P. and Johnstone, S., The Legal Context of Teaching (Longman,

London, 1992).

39. Data Protection Act, HMSO, London, 1984.

Page 49: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

518 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

στις εργασίες του Κέντρου Εκπαιδευτικής Κοινωνιολογίας, βλ. στους Raffe,Bundell και Bibby (1989).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Αυτό το βιβλίο ασχολήθηκε με τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται στηνεκπαιδευτική έρευνα, και στο τελευταίο κεφάλαιο επιχειρήσαμε να εξοι-κειώσουμε τους αναγνώστες μας με κάποιες δεοντολογικές δυσκολίες πουπιθανόν να ανακύψουν κατά τη διεξαγωγή μιας τέτοιας έρευνας. Γι' αυτόντο σκοπό αναφερθήκαμε σε βασικές έννοιες και ιδέες από απόψεις καιέρευνες στους τομείς της εκπαίδευσης, της ψυχολογίας, της κοινωνικήςψυχολογίας και της κοινωνιολογίας, για να φωτίσουμε κάποια από τα πιοσημαντικά διλήμματα και ζητήματα που αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτιτης κοινωνικής έρευνας. Κάνοντας το αυτό, έχουμε σαφώς υπόψη μας ότιδεν είναι δυνατό να εντοπίσουμε όλες τις πιθανές δεοντολογικές ερωτήσειςκαι να κρίνουμε ποια είναι η σωστή ερευνητική συμπεριφορά . Εξάλλου,

40. Όσον αφορά την χρίση της συμπεριφοράς των ερευνητών, πιθανόν ο μόνος τομέαςτης εκπαιδευτικής έρευνας όπου ο όρος "ηθικό απόλυτο" μπορεί να εφαρμοστείαναμφισβήτητα χαι όπου δεν τίθενται ερωτήματα για τη συνεπακόλουθη κριτική είναιαυτός που αφορά τη σχέση του ερευνητή με τα δεδομένα του. Αν επιλέξουν νααλλοιώσουν τα στοιχεία τους για οποιονδήποτε λόγο, η συμπεριφορά τους είναικατηγορηματικά λανθασμένη· εδώ δεν υπάρχει θέση για ηθική σχετικότητα. Στο σημείοαυτό, μία σαφής διχοτόμηση είναι ουσιαστική: αν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως η σαφήςηθική συμπεριφορά, μία τέτοια κατάχρηση είναι σαφώς ανήθικη. Μπορεί να πάρει τημορφή, πρώτον, της παραποίησης των δεδομένων, ώσιε να υποστηριχτεί μία εκ τωνπροτέρων κατασκευασμένη υπόθεση· δεύτερον, τη μορφή της επιτηδευμένης χρήσης τωνδεδομένων, συνήθως στο πεδίο της στατιστικής, για τον ίδιο λόγο (ή της ανάλογηςχρήσης των τεχνικών που χρησιμοποιούνται - σκόπιμη χρησιμοποίηση καθοδηγητικώνερωτήσεων, για παράδειγμα)· τρίτον, της επιλεκτικής χρησιμοποίησης των δεδομένων,δηλαδή της αγνόησης ή του αποκλεισμοί των στοιχείων που δεν ταιριάζουν με τηνυπόθεση κάποιου- και τέταρτον, της υπέρβασης των δεδομένων, με άλλα λόγια τηςκατάληξης σε συμπεράσματα που δε δικαιολογούνται από τα στοιχεία (ή της υπερβολικήςερμηνείας τους). Αλλά ακόμα και η κακή πρακτική, τόσο σοβαρή όσο σε αυτά ταπαραδείγματα, δεν μπορεί να ελεγχθεί με εντολές: οι δεοντολογικές εντολές δύσκολαμπορούν να λειτουργήσουν σε αυτό το πλαίσιο, και ακόμα περισσότερο αυτές πουεπιβάλλονται άνωθεν. Η μόνη απάντηση (κατά την απουσία επαγγελματικήςπαρακολούθησης) είναι να έχει ο ερευνητής έναν ηθικό κώδικα ο οποίος "πηγάζει απότη λογική και εφαρμόζεται με έξυπνο τρόπο", για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια τουφιλοσόφου R.S. Peters, και να καθοδηγείται σταθερά απ' αυτόν. Η ηθική ικανότητα,όπως οι άλλες ικανότητες, μπορεί να είναι προϊόν μάθησης. Ένας τρόπος για να τηναποκτήσει κανείς είναι να διαθέτει εξεταστική συλλογιστική που θα επηρεάζει τονατομικό κώδικα και την πρακτική του. Με λίγα λόγια, η δεοντολογική συμπεριφορά

Page 50: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

Η Δεοντολογία της Έρευνας 519

ίσως μερικά από τα πράγματα που είπαμε φαίνονται άσχετα σε αναγνώστεςπου δε θα χρειαστεί να υποβάλουν τα υποκείμενα σε επώδυνα ηλεκτροσόκ,να δημιουργήσουν επιθετικότητα, να τους προκαλέσουν ενόχληση, να τουςκάνουν να πουν ψέματα ή να φάνε ακρίδες, όπως λένε οι Aronson καιCarlsmith (1969). Παρ' όλα αυτά, ελπίζουμε ότι οι προηγούμενες σελίδεςδημιούργησαν στους αναγνώστες μία προδιάθεση που θα τους δώσει τηδυνατότητα να διεξαγάγουν τα δικά τους προγράμματα με καλύτερη συ-ναίσθηση και κατανόηση των δεοντολογικών διλημμάτων και των ηθικώνζητημάτων που συνδέονται με την ερευνητική διαδικασία. Όσο άπειροιστα θέματα αυτά και αν είναι οι ερευνητές, θα φέρουν στον κόσμο τηςκοινωνικής έρευνας μία αίσθηση ορθότητας , πάνω στην οποία μπορούννα οικοδομήσουν τις λογικές αρχές που ταιριάζουν στις δικές τους συνθήκεςκαι που βασίζονται στις δικές τους προσωπικές, επαγγελματικές και κοι-νωνικές αξίες (υπογραμμίζουμε τη λέξη "λογικές", γιατί η λογική είναικύριο συστατικό της δεοντολογικής σκέψης. Η τελευταία είναι συνδυασμόςτης λογικής και της αίσθησης του δικαίου, στην οποία πρέπει να πιστεύουνοι ερευνητές, εάν θέλουν να έχουν υψηλή ηθική ποιότητα στη δουλειάτους).

Παρ' όλο που κανένας κώδικας πρακτικής δεν μπορεί να προβλέψειή να επιλύσει όλα τα προβλήματα, υπάρχουν έξι βασικά θετικά στοιχείαπου συνηγορούν υπέρ της δημιουργίας ενός προσωπικού δεοντολογικοί)κώδικα . Πρώτον, αυτός καθιερώνει κάποιον ως μέλος της ευρύτερης

εξαρτάται από την παρουσία της ηθικής σκέψης, η οποία με τη σειρά της βασίζεταισε πρωταρχικά θεμελιωμένες αρχές. Οι αναγνώστες που επιθυμούν να δουν περαιτέρωτο θέμα της κατάχρησης των στοιχείων θα μπορούσαν να διαβάσουν το κομψό καιχιουμοριστικό δοκίμιο του Peter Medawar "Scientific fraud", στο The Threat and theGlory: Reflections on Science and Scientists, έκδοση από τον David Pike, Oxford UniversityPress, Oxford, 1991· και επίσης, W. Broad and N. Wade, Betrayers of Truth: Fraud andDeceit in the Halls of Science, Century, New York, 1983.

41. θα πρέπει να δούμε τον όρο "μία αίσθηση ορθότητας" ως περίπου ιαότιμο με τη λέξη"συνείδηση", όπως χρησιμοποιείται στη θρησκευτική παράδοση, ή με τον όρο του CarlRogers "εσωτερικός τόπος αξιολόγησης", όπως χρησιμοποιείται σε ένα ανθρωπιστικόπλαίσιο.

42. Οι αναγνώστες που ζητούν καθοδήγηση σε αυτό το θέμα παραπέμπονται στον Reynolds(1979), όπου ο συγγραφέας έχει συγκεντρώσει ένα σύνθετο κώδικα δεοντολογίας, πουβασίζεται στα άρθρα που παρουσιάζονται σε είκοσι τέσσερις κώδικες σχετιζόμενουςμε τη διεξαγωγή της έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οιεβδομήντα οκτώ αναφορές που απαριθμούνται από αυτόν καλύπτουν γενικά θέματασχετιζόμενα με τον κώδικα δεοντολογίας: η απόφαση για διεξαγωγή της έρευνας· ηπραγματική διεξαγωγή της έρευνας· η συνειδητή συναίνεση- η προστασία των

Page 51: 12.mysch.gr12.mysch.gr/texnografia/CohenManion.pdfκαι άλλων σημαντικών ατόμων, σε οργανισμούς και ιδρύματα, που παρέ- ... (ένα

520 Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας

επιστημονικής κοινότητας με την οποία μοιράζεται τις ίδιες αξίες και ανησυ-χίες. Δεύτερον, ένας κώδικας δεοντολογικής πρακτικής ενημερώνει τους ε-ρευνητές για τις υποχρεώσεις τους απέναντι σία υποκείμενα τους και για τιςπροβληματικές περιοχές στις οποίες υπάρχει γενική συναίνεση για το τι είναιαποδεκτό και τι όχι. Υπ" αυτή την έννοια έχει αποσαφηνιοτική αξία. Τρίτον,όταν η επαγγελματική συμπεριφορά κάποιου καθοδηγείται από έναν κώδικαδεοντολογίας, τότε είναι δυνατό να υπάρξει προβληματισμός ότι μπορεί ναυπάρχουν εναλλακτικοί τρόποι για να κάνει κανείς το ίδιο πράγμα, τρόποιπου είναι πιο ηθικοί ή λιγότερο αντιδεοντολογικοί σε περιπτώσεις που κάποιοςβρίσκεται αντιμέτωπος με μία ηθική πρόκληση. Τέταρτον, ένας ισορροπημένοςκώδικας μπορεί να είναι σημαντικός παράγοντας οργάνωσης της αντίληψηςπου έχουν οι ερευνητές για την υπό έρευνα κατάσταση και κατ* αυτό τοντρόπο να τους βοηθά να προβλέπουν και να προετοιμάζονται. Πέμπτον, έναςκώδικας πρακτικής επικυρωμένος από την προσωπική τους αίσθηση του δικαίουθα βοηθήσει τους ερευνητές να δημιουργήσουν μία ενορατική ευαισθησία,που θα τους είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την αντιμετώπιση του άγνωστου καιτου απρόσμενου, ειδικότερα εκεί όπου εφαρμόζονται οι πιο ρευστές μέθοδοι,όπως στην εθνογραφία και στη συμμετοχική παρατήρηση. Και έκτον, έναςκώδικας πρακτικής θα επιφέρει πειθαρχία στη συνειδητοποίηση των ερευνητών.Πράγματι, πρέπει να είναι στόχος τους να επιτύχουν ισορροπία μεταξύ τηςπειθαρχίας και της συνειδητοποίησης. Η πειθαρχία χωρίς συνειδητοποίησημπορεί να οδηγήσει σε μηχανιστική συμπεριφορά. Η συνειδητοποίηση χωρίςπειθαρχία μπορεί να προκαλέσει λανθασμένες αντιδράσεις.

Τέλος, ζούμε σ' ένα σχετικό σύμπαν και έχει ειπωθεί ότι η σχετικότηταεπιζητεί προσαρμογή· η προσαρμογή είναι τέχνη, και η τέχνη της ζωήςέγκειται στη συνεχή επαναπροσαρμογή στο περιβάλλον μας . Υπάρχεικαλύτερη δεοντολογική αρχή για την τέχνη του ηθικού ερευνητή;

δικαιωμάτων και του καλώς έχειν των συμμετεχόντων η εξαπάτηση· η εμπιστευτικότητακαι η ανωνυμία· τα οφέλη για τους συμμετέχοντες· οι επιδράσεις σε σύνολα ή κοινότητες·τέλος, η ερμηνεία και η ε'κθεση των αποτελεσμάτων της έρευνας. Ο σύνθετος κώδικαςαναδημοσιεύεται οτον τόμο των Frankfort-Nachmias και Nachmias (1992). Όπωςτονίσαμε σε αυτό το κείμενο, οι κώδικες πρακτικής δεν είναι πανάκεια· παρά τηνυποστήριξη μας, η αποτελεσματικότητα τους ποικίλλει ανάλογα με τη μέθοδο και τοπλαίσιο. Κάποιοι ερευνητές, για παράδειγμα, έχουν αναφέρει δυσκολίες να εργαστούνμε κώδικες πρακτικής όταν κάνουν έρευνα πεδίου. Για τις κατάλληλες αναφορές σεαυτές τις περιπτώσεις, βλ. R.G. Burgess, "Grey areas: ethical dilemmas in educationalethnography" στο Burgess, R.G. (ed.) The Ethics of Educational Research (Palmer Press,Lewes, 1989).

43. Okakura, Kakuzo, The Book of Tea (Kodansha International, Tokyo, 1991).