dimiourgiki grafi & eikona

64
Μαζί Δημιουργική γραφή & εικόνα Ακαδημαϊκό Έτος 2014 - 2015

Upload: infoborgias-artgr

Post on 22-Jul-2016

223 views

Category:

Documents


3 download

DESCRIPTION

 

TRANSCRIPT

Page 1: dimiourgiki grafi & eikona

Μαζί

Δημιουργική γραφή & εικόνα

Ακαδημαϊκό Έτος 2014 - 2015

Foskarinis2015_6thJuly.indd 1 6/7/2015 8:31:30 μμ

Page 2: dimiourgiki grafi & eikona

Foskarinis2015_6thJuly.indd 2 6/7/2015 8:31:30 μμ

Page 3: dimiourgiki grafi & eikona

Foskarinis2015_6thJuly.indd 3 6/7/2015 8:31:30 μμ

Page 4: dimiourgiki grafi & eikona

Foskarinis2015_6thJuly.indd 4 6/7/2015 8:31:30 μμ

Page 5: dimiourgiki grafi & eikona

Μαζί

Δημιουργική γραφή & εικόνα

Ακαδημαϊκό Έτος 2014 - 2015

Foskarinis2015_6thJuly.indd 5 6/7/2015 8:31:30 μμ

Page 6: dimiourgiki grafi & eikona

Kτίρια: ΘΕΜΙΔΟΣ 9 και ΑΙΑΝΤΟΣ.ΘΕΜΙΔΟΣ 19 και ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ, 17563 Π.ΦΑΛΗΡΟ.

Τηλ.: 210 988 67 78, 210 93 234 37www.borgias-art.gr

e-mail: [email protected] us on: www.facebook.com/borgiasart

Στάση Τραμ “Aμφιθέας”

Foskarinis2015_6thJuly.indd 6 6/7/2015 8:31:30 μμ

Page 7: dimiourgiki grafi & eikona

7

EΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΟΤΕΡΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ που αντιμετωπίζει ο διδάσκων σε μία τάξη Εικαστικών Τεχνών, είναι το να μπορέσει να διδάξει στους σπουδαστές του τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούν να “κατεβάζουν” ιδέες, ώστε να δημιουργούν τους δικούς τους πίνακες.

Τους είχα προτείνει πολλούς τρόπους, αλλά όλοι “σκόνταφταν” στην ικανότητα προσέγγισης και εφαρμογής αυτών των τρόπων.

Πολλοί σπουδαστές ήθελαν να πιστεύουν διάφορα γύρω από το θέμα της έμπνευσης. Άλλοι πίστευαν ότι οι ιδέες έρχονται κατά περιόδους, άλλοτε με το σταγονόμετρο, άλλοτε σαν βροχή...

Άλλοι πίστευαν ότι οι ιδέες έρχονται μόνο στους έτοιμους, ενώ οι λιγότερο έτοιμοι θα ήσαν δια παντός αποκλεισμένοι από το αγαθό της έμπνευσης...

Κάθισα κάτω και σκέφτηκα πολύ. Κατέληξα ότι μία μεγάλη μερίδα σπουδαστών δεν είχε τον τρόπο να προσεγγίσει τις ιδέες.

Δεν μπορούσαν να “βγάλουν” ιδέες, διότι πίστευαν ότι οι ιδέες “κατεβαίνουν” από μόνες τους ...Aυτό δεν με έβρισκε ποτέ σύμφωνο. Πάντα πίστευα ότι η δημιουργία ιδεών είναι συνάρτηση

πολλαπλών ικανοτήτων.Θεωρούσα ότι ο σπουδαστής των Εικαστικών Τεχνών θα έπρεπε πρώτα να ενισχύσει το

φιλοσοφικό του υπόβαθρο, και μετά ν’ ασχοληθεί σοβαρότερα με το εικαστικό – τεχνικό μέρος.Σπουδαστές έξω από κοινωνικο-φιλοσοφικές αναζητήσεις ζητούσαν ιδέες που είχαν άμεση αναφορά σε αυτό το πεδίο.

Έτσι σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να δημιουργηθεί ένα τμήμα στο οποίο οι σπουδαστές θα μπορούσαν να προσεγγίσουν τις ιδέες άλλων δημιουργών. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία οι σπουδαστές θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εικόνες κατάλληλες για το εικαστικό τους πεδίο.

Απευθύνθηκα γι’αυτό στο φίλο και συνεργάτη Θάνο Φωσκαρίνη, ο οποίος με τη μακροχρόνια τριβή του με τη λογοτεχνία, το θέατρο και το εικαστικό πεδίο θα μπορούσε να διαμορφώσει τις

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Foskarinis2015_6thJuly.indd 7 6/7/2015 8:31:30 μμ

Page 8: dimiourgiki grafi & eikona

8

αναγκαίες συνθήκες διδασκαλίας ενός τέτοιου προγράμματος.Έτσι, μια ομάδα σπουδαστών δέχθηκε με χαρά και περιέργεια αυτό το νέο τμήμα.Φαίνεται όμως, ότι κάποιοι πίστεψαν ότι μόλις θα γινόντουσαν μερικές αναλύσεις

ποιημάτων θ’άρχιζαν να πέφτουν οι ιδέες σαν βροχή.Δυστυχώς, δεν κατάλαβαν ότι θα έπρεπε να δαπανήσουν χρόνο εργασίας και έρευνας, για

να μπορέσουν να φθάσουν στην πηγή της έμπνευσης, της δημιουργίας ενός έργου τέχνης.Απέμειναν τελικά λίγοι, αυτοί που το ήθελαν πολύ. Αυτοί που δούλευαν με αγάπη, αφοσίωση

και προσδοκούσαν με λαχτάρα το στόχο που είχαν θέσει. Αυτοί θα γίνουν οι λαμπάδες που θα φωτίσουν το δρόμο για να διαβούν και οι επόμενοι..

Έχουμε δει, ότι σε κάποιες περιόδους, όπως η Αναγέννηση, πολλοί Καλλιτέχνες, ενέπνευσαν κάποιες χιλιάδες άλλων.

Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω, τον Θάνο Φωσκαρίνη και τους σπουδαστές αυτού του τμήματος που, πιστεύω, ότι θα διεκδικούν και θα πετυχαίνουν, πάντα με το ίδιο πείσμα, υπομονή και εργατικότητα τους στόχους τους.

Γιάννης Βοργίας

Foskarinis2015_6thJuly.indd 8 6/7/2015 8:31:30 μμ

Page 9: dimiourgiki grafi & eikona

9

ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ περισσότερο από ποτέ να συνειδητοποιήσουμε ότι η εποχή που θεωρούσαμε αρκετή τη γνώση της πρακτικής μιας τέχνης για να γίνει κάποιος καλλιτέχνης, να εκτιμηθεί το έργο του και ν’ αναγνωριστεί από το κοινό, τους συναδέλφους του ή τους κριτικούς, έχει παρέλθει.

Σήμερα, στη δίνη μιας βαθιάς υπαρξιακής κρίσης, ατομικής και συλλογικής, μέσα από τον συνεχή, βομβαρδισμό, ερωτημάτων, ο καλλιτέχνης, πρέπει, ν’ ανακαλύπτει διαρκώς νέα ερωτήματα και να δίνει νέες απαντήσεις. Να είναι σε θέση να μιλά με σαφήνεια και με γνώση, αλλά με φωνή δική του και όχι λόγια για τα εικαστικά. Να μπορεί να καταθέτει ώριμα τη σκέψη του.

Ακόμα κι αν ο ύψιστος στόχος στη ζωγραφική είναι η ζωγραφιά και μόνο, στην αρχιτεκτονική το χτίσμα και μόνο και όχι τα σχετικά με αυτό, ουδείς μπορεί να πετύχει το καλύτερο αποτέλεσμα αν περιορίζεται σ’ ένα διάλογο μόνο με τα εργαλεία του.

Δε μπορείς να κάνεις τέχνη χωρίς να είσαι πολίτης υποψιασμένος, χωρίς ως καλλιτέχνης να γνωρίζεις όχι απλώς τους προηγούμενους μείζονες και ελάσσονες καλλιτέχνες αλλά και τους συγχρόνους σου όπως είναι λ.χ οι Abramovic, Κattelan, Κoons, κ.ά., ανεξαρτήτως αν εκτιμάς ή όχι το έργο τους. Δεν επιτρέπεται να μη γνωρίζεις τι ζυμώσεις γίνονται στο σύγχρονο χρηματιστήριο της τέχνης, την ατμόσφαιρα, τους κανόνες, τους συντελεστές, τα αποτελέσματα.

Δε μπορούμε να μιλάμε για Τέχνη χωρίς να γνωρίζουμε όχι μόνο τα κείμενα του Gombrich αλλά και του Panofsky, του Rudolf Arnheim ή του Mario Praz, τους οίκους πλειστηριασμών έργων τέχνης, τους γκαλερίστες-χορηγούς. Δεν μπορούμε να αγνοούμε τι συμβαίνει σε άλλες τέχνες, στη Λογοτεχνία, στο Θέατρο, στον Κινηματογράφο, στη Μουσική, στην Αρχιτεκτονική.

Γι’ αυτόν το λόγο για δεύτερη φορά εφέτος, την ακαδημαϊκή χρονιά 2014-2015, διοργανώθηκαν μαθήματα “Δημιουργικής Γραφής και Εικόνας - Λέσχη Ανάγνωσης”, όπου εξετάστηκε η σχέση εικόνας και χρώματος με την αφήγηση και τη δράση. Η ιδέα ήταν του Διευθυντή της σχολής, επίσης εικαστικού και δασκάλου εμπνευσμένου, του κ. Γιάννη Βοργία, και τη δέχτηκα με χαρά και τιμή.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Foskarinis2015_6thJuly.indd 9 6/7/2015 8:31:30 μμ

Page 10: dimiourgiki grafi & eikona

10

Πέρσι, ξεκινώντας με αφορμή το έτος Καβάφη, από τη μικρή φόρμα της ποίησης, οι σπουδαστές-συνεργάτες παρουσίασαν ποιήματα-σχόλια πάνω στα ποιήματα του Καβάφη, ποιήματα που βασίζονταν στη θεματογραφία του και δοκίμια πάνω σε θέματα του έργου του. Εφέτος η δοκιμασία είχε ένα πιο απαιτητικό πρόγραμμα. Προχωρήσαμε στην πεζογραφία της μικρής φόρμας, δηλαδή στο διήγημα και στο διαλογικό κείμενο, εξετάζοντας το έργο του Sam Sheppard Το μεγάλο όνειρο του παραδείσου, της Μαργαρίτας Καραπάνου Η Κασσάνδρα και ο Λύκος, της Μarguerite Duras Η αρρώστια του Θανάτου και της Έρσης Σωτηρoπούλου Εορταστικό τριήμερο στα Γιάννενα.

Πέρα από την ανάγνωση των κειμένων, τη συζήτηση γι’ αυτά, την ανάλυσή τους και την εξέταση της ζωής και του έργου του κάθε συγγραφέα, εξετάσαμε τη σημασία της γλώσσας στη διαμόρφωση του ύφους τους, τη λειτουργικότητα της μετάφρασης (όταν έχουμε ένα μεταφρασμένο κείμενο), τον ιδιαίτερο, προσωπικό τρόπο έκφρασης του κάθε συγγραφέα στα ελληνικά.

Προχωρήσαμε στη συγγραφή σκηνών εμπνευσμένων λίγο ή πολύ, από διαφορετικά σημεία των αφηγήσεων. Παράλληλα, επιχειρήθηκε μια αναπαραστατική ερμηνεία των κειμένων, μέσω της ζωγραφικής, της φωτογραφίας αλλά και της σκηνοθεσίας ενός θεατρικού ή κινηματογραφικού στιγμιότυπου από τις αφηγήσεις αυτές. Αποτέλεσμα αυτών των επιδόσεων είναι τα κείμενα που παρουσιάζονται εδώ.

Η Λυδία Ζιώγα, που αν και τον περισσότερο χρόνο εφέτος βρισκόταν στο Southampton, συμμετέχει με ποιήματά της. Η Δαμασκηνή Χανιώτη, που βρίσκεται στην Πάρο, συμμετέχει με μια συνομιλία της με τον ζωγράφο που πιο πολύ αγαπά και θαυμάζει, τον Caravaggio.

Η Κυριακή Κρέστου, η Κλειώ Μαυρουδή, ο Αλέξανδρος Κουσούλης και ο Χρήστος Φωτίου που παρακολούθησαν τα μαθήματα από κοντά με προσοχή αντιμετώπισαν θετικά απαιτητικές ασκήσεις με θέμα την αυτογνωσία, την παρατήρηση και την αφηγηματικότητα.

Όλοι τους αποκαλύπτουν εδώ μια πτυχή του εαυτού τους και των ικανοτήτων τους που μας κάνει να σταθούμε και να τους προσέξουμε. Και βεβαίως να τους απολαύσουμε.

Τους ευχαριστώ.Αυτή η φιλόδοξη προσπάθεια, δεν θα μπορούσε να προχωρήσει αν δεν διαθέταμε την

αμέριστη ηθική και υλική υποστήριξη του διευθυντή κ. Βοργία και των συνεργατών του στη Σχολή “BORGIAS” Fine Art, Culture & Design.

Τους ευχαριστούμε. Θάνος Φωσκαρίνης Ιούνιος 2015

Foskarinis2015_6thJuly.indd 10 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 11: dimiourgiki grafi & eikona

Δημιουργική γραφή & εικόνα

Λέσχη ανάγνωσης

Ακαδημαϊκό Έτος 2014 - 2015

ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Foskarinis2015_6thJuly.indd 11 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 12: dimiourgiki grafi & eikona

12

Μαύρα πουλιά μες στο μυαλό μουΦτύνω σιωπές από το χρόνοΆλλες εκ νέου ευκαιρίες; Ουδεμία Σύρματα ζωσμένη κι η καρδιάΤο παντού, το πουθενάΤι αργά που κομματιάζομαι

3/7/2014

Λυδία Ζιώγα

Η ΘΥΣΙΑ

Foskarinis2015_6thJuly.indd 12 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 13: dimiourgiki grafi & eikona

13

Λυδία Ζιώγα

Μ’ ΕΝΑ Σ’ ΑΓΑΠΩ

Mπλε καλοκαίρι Mνήμες χάδι στο κορμίΛέξεις φιλιά και γέλιο Όνειρα κάνω. Εγώ που είχα τον ύπνο ξορκίσει από παιδίΡιπές βροχήΑναρριχώμαι στη ματιά σου Μένω εκείΦτάνεις;

Παλαιοχώρι Ιωαννίνων, 26/7/2014

Foskarinis2015_6thJuly.indd 13 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 14: dimiourgiki grafi & eikona

14

Λυδία Ζιώγα

ΣΥΓΓΝΩΜΗ

Ακόμη παίζω με τις λέξειςΑλλάζω τις θέσεις τους για να δείχνει πιο όμορφος ο κόσμος μουΘυμώνω όταν κάποιες κρύβονται πίσω απ’ τις σελίδεςΤις σβήνω όλες και ξεκινώ απ’ την αρχήΑφήνω στην άκρη τις δύστροπεςΔεν θέλω, δεν ταιριάζουν στο δικό μου παραμύθι λέξεις Όπως, θυμάμαι, βία και συγγνώμηΒάφω μετά το μαύρο με άσπρο, το γκρίζο με γαλάζιο και ό,τι μπεζ με κόκκινο βαθύΦτάνει πια.Το κόκκινο πλημμύρισε το πάτωμα, το ταβάνι απέραντα γαλάζιοΤο λευκό με τραβάειΨάχνω να βρω μια συγγνώμη Έστω εκείνη την παλιά Πουθενά!

Southampton, 3/10/2014

Foskarinis2015_6thJuly.indd 14 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 15: dimiourgiki grafi & eikona

15

Κάποια τρένα δεν κάνουν στάσειςΣα να ‘χουν προγραμματιστεί για να φτάνουν μονάχα στο τέρμαΕλάχιστοι ταξιδιώτεςΌμως βαγόνια πολλά. Αναρωτιέμαι το γιατίΕίναι σχεδόν άδεια κι οι λίγοι επιβάτες τους παράξενοιΠαράταιροι μεταξύ τουςΗ διαδρομή τούς είναι αδιάφορηΔε βλέπουν έξω, σα να μην έχουν μάτια. Κινούνται αργάΣτάθηκα πολλές φορές στην αφετηρία να περιμένω, (ή μήπως στο τέρμα;)Δεν τόλμησα να μπωΣήμερα ήρθα αποφασισμένη. Τρέμω μην τους αγγίξω και χαθούνΘέλω να ξεκινήσω και να φτάσω, όπου πάειΤ’ ακούω να ‘ρχεται κοντά Χτυπά η καρδιά μουΟι πόρτες ανοίγουν ουρλιάζοντας μεμιάςΜπαίνω αργά, προσεκτικάΜε τα δάχτυλά μου αγγίζω τα μέταλλα και τα καθίσματα Τι παρηγορητικάΕίναι ζεστά. Βουλιάζω στη θέση μέσα δίχως φόβο

13/2/2015

Λυδία Ζιώγα

ΤΟ ΤΡΕΝΟ

Foskarinis2015_6thJuly.indd 15 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 16: dimiourgiki grafi & eikona

16

Λυδία Ζιώγα

ΠΡΟΧΩΡΩΝΤΑΣ

Άκου φίλε,Αν δεν μπορούμε να ζήσουμε για κάποιον, ας πεθάνουμεΈστω για ένα σκοπό.Λίγες κουβέντες μερικά χαμόγελαΟ γλυκός καφές στο μπαλκόνιΝα περπατήσω στις γειτονιές, να πω δυο φράσεις αγκαλιέςΣ’ ανθρώπους που δεν ξέρω, μα θα ‘θελα ν’ αγγίξω.Να πιάσω μια μπάλα που ξέφυγε απ΄το παιχνίδι ενός παιδιού στο δρόμοΝα κλέψω ένα χάδι παιδικόΝα μυρίσω γιασεμιά που πρωτανθίζουνΝα ζήσω απλά, ανάμεσα στους ανθρώπους Κι άμα ξεσπάσει η μπόρα, να τρέξω στη βροχή για να βραχώ,Όχι για να γλυτώσωΔεν ζητώ πολλάΝα ζήσω για τα λίγα μόνο, τα αζήτητα!

Αθήνα, 2/3/2015

Foskarinis2015_6thJuly.indd 16 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 17: dimiourgiki grafi & eikona

17

Λυδία Ζιώγα

ΑΝΑΜΕΝΩ

Τίποτε μέσα μουΤρυπήθηκα κι όρμησαν όλα έξω, μακριά μουΤι μαύρες πεταλούδες ο ορίζονταςΚυνηγώ ευχέςΕπίμονες επιθυμίεςΣτολισμένη η πόληΣημαιάκια παντούΑνώφελοΞεροί σκελετοί δέντρων (ή μήπως ονείρων;) στα ερείπιά της Τι ν’ αναστήσω;

Southampton, 12/5/2015

Foskarinis2015_6thJuly.indd 17 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 18: dimiourgiki grafi & eikona

18

Λυδία Ζιώγα

ΜΥΡΩΔΙΑ ΑΠΟ ΒΑΣΙΛΙΚΟ

Γέμισε άμμο το κρεβάτι, κι όλο μπαίνει μέσα μουΠρέπει να με σκοτώσω για να ζήσωΜυρίζω βασιλικόΠαράξενο, δεν θυμάμαι τ’ όνομα σουΕυωδιές αγγίζω. Και την αιώρα στο μπαλκόνι

Αθήνα, 13/3/2015

Foskarinis2015_6thJuly.indd 18 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 19: dimiourgiki grafi & eikona

19

Η σκέψη σε μονόδρομοΔεν έχω χώρο να υπάρχω εδώ μέσαΗ φωνή μια παραφωνίαΜεγάλωσα, δεν επιτρέπεται άλλο το σκασιαρχείοΟι τοίχοι φλύαροι, μου θυμίζουν ό,τι πρέπει να ξεχάσωΤους χτυπάω με ό,τι βρωΜε κατασπαράζει η ελευθερία που τόσο πάσχισα να ζήσωΜισοπνιγμένο το αύριο Κι εγώ απλός θεατής

Αθήνα, 16/3/2015

Λυδία Ζιώγα

ΘΕΑΤΗΣ

Foskarinis2015_6thJuly.indd 19 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 20: dimiourgiki grafi & eikona

20

Αλέξανδρος Κουσούλης ΣΤΙΣ ΚΟΥΝΙΕΣ

ΧΘΕΣ, ΜΑΣ ΠΗΓΕ Η ΜΑΜΑ ΜΟΥ στις κούνιες με την μικρή μου αδερφούλα.Μου αρέσει πολύ στις κούνιες. Παίζω με τ’ άλλα παιδάκια, τρέχω, κυνηγιόμαστε και

περνάμε πολύ ωραία. Τ’ αγαπημένο μου παιχνίδι είν’ η τραμπάλα κι η τσουλήθρα. Στις κούνιες και στο μύλο που γυρίζει γύρω γύρω ζαλίζομαι και νοιώθω όπως όταν το καλοκαίρι πηγαίνουμε στο χωριό με το λεωφορείο, που φεύγουμε πρωί και φτάνουμε βράδυ. Μετά κάνω εμετό.

Γύρω παγκάκια που κάθονται οι μεγάλοι και φωνάζουν :«Πρόσεχε θα χτυπήσεις!» ή «Φόρα το μπουφάν σου, παιδί μου, θα κρυώσεις!», «Θα

πέσεις!», «Μη, μην αγγίζεις!» και άλλα πολύ τρομακτικά γι’ αυτούς.Σήμερα ήταν ένας κύριος στα παιχνίδια κι έπαιζε. Έμοιαζε με τον θείο τον Δημήτρη.

Ψηλός, είχε άσπρες τρίχες στα μαλλιά του και μαύρα γένια. Φόραγε μια μπλούζα χοντρή με κουμπιά, σαν αυτές του παππού κι ένα παντελόνι που μάλλον τον στένευε γιατί προσπαθούσε να παίξει με μια μπάλα αλλά δεν μπορούσε να την κλοτσήσει, όπως και η Ελένη μας όταν παίζουμε σουτ, περνάει η μπάλα και κλοτσάει τον αέρα.

Πήγα κοντά του και τον ρώτησα πώς τον λένε. «Γιώργο», μου είπε. Τον ρώτησα πόσο χρονών είναι αλλά δεν ήξερε να μου πεί και του είπα οτι εγώ είμαι πεντέμιση, οπότε αυτός που ήταν πολύ ψηλός πάνω από δέκα. Του είπα να παίξουμε σουτ. Θα κάθομαι μία εγώ στο τέρμα και μία αυτός. Tου έφευγε η μπάλα και την κυνήγαγα συνέχεια. Bαρέθηκα.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 20 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 21: dimiourgiki grafi & eikona

21

Του έδειξα την τραμπάλα κι όταν έκατσε χάμω εγώ βρέθηκα στον ουρανό. Τι ωραία. Αλλά σταμάτησε εκεί, όσο και να φώναζα για να κατέβω, αυτός γέλαγε κι έπαιζε με τα χέρια του.

Όταν έβαλα τα κλάματα ήρθε ένας κύριος σαν τον παππού μου - μάλλον ο μπαμπάς του - με μεγάλα φρύδια και τρίχες στην μύτη. Φώναζε, αλλά αυτός δεν τον κοίταγε και συνέχιζε να γελάει. Τότε του τράβηξε τ’ αυτιά. Τον σήκωσε πάνω, οπότε κι εγώ έσκασα χάμω και χτύπησα το κεφάλι μου. Πόνεσα. Μετά είδα την Ελένη μ’ ένα κρουασάν και πήγα και πάρω κι εγώ ένα από την μαμά μου. Ήθελα να πιω και χυμό αλλά κατουριόμουνα, οπότε έτρεξα για το σημείο, εκεί πίσω από τα δεντράκια που δεν σε βλέπει κανείς. Μόλις έφτασα είδα ξανά το μεγάλο παιδί με τον μπαμπά του μες στους θάμνους.

Ο κύριος κράταγε με το ένα χέρι το στόμα του Γιώργου και με τ’ άλλο τον είχε αγκαλιά.Από τη μύτη του Γιώργου έτρεχε αίμα και το πουλόβερ του είχε σκιστεί. Το παντελόνι

του, βρόμικο γεμάτο χώματα ήταν κάτω και φορούσε ένα βρακί με αρκουδάκια. Δεν γελούσε πια. Το πρόσωπο του ήταν κόκκινο, ιδρωμένο και τα μάτια του δακρυσμένα.

Όταν με είδε ο μπαμπάς του, σήκωσε το βρακί με τα αρκουδάκια και βιαστικά κούμπωσε το παντελόνι του γιου του. Τον ξεσκόνισε και του χάιδεψε το κεφάλι για να νοιώσει καλύτερα. Ο Γιώργος όμως έκλαιγε και χτύπαγε με τα χέρια το κεφάλι του. Μάλλον πόναγε ο ποπός του.

Φαίνεται ότι είχε πάει να κάνει τα καλά του, αλλά γλίστρησε κι έπεσε στα χώματα και ο μπαμπάς του έτρεξε να τον βοηθήσει να σηκωθεί.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 21 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 22: dimiourgiki grafi & eikona

22

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΗΣ ΚΑΡΦΩΜΕΝΟ στο χερούλι της πόρτας. Η προσμονή ενός μόνο ανθρώπου είχε απορροφήσει όλες τις σκέψεις της. Πού να είναι; Τι να κάνει κι αργεί; Είπε ότι δεν έχει πολλή δουλειά σήμερα. Θα ‘ρχόταν γρήγορα. Μήπως έπαθε κάτι;

Αυτές οι ερωτήσεις τριβέλιζαν το μυαλό της και δεν μπορούσε ν’ ασχοληθεί με τίποτ’ άλλο. Της είχε υποσχεθεί οτι σήμερα, που ήταν Σάββατο, θα πήγαιναν μαζί βόλτα στην Πλάκα, να περπατίσουν στα πλακόστρωτα δρομάκια. Και μετά να φάνε σε μια ταβερνούλα ακούγοντας τραγούδια από τη λατέρνα, στην παλιά γειτονιά που γνωρίστηκαν όταν ήταν παιδιά.

Σαν να τον βλέπει μπροστά της. Η πρώτη εικόνα. Αυτός, έφηβος τότε, ψηλός, αδύνατος με μαύρο μαλλί φουντωτό, φορώντας ένα κοντό παντελονάκι και μ’ ένα χαμόγελο που σου ‘φτιαχνε την διάθεση έμπαινε στο μπακάλικο του κυρ Γιώργου, ενώ εκείνη μόλις είχε πληρώσει τα ψώνια που η μαμά της είχε ζητήσει να κάνει κι άνοιγε το διχτάκι για να τα βάλει μέσα. Τότε ήταν που τα μάτια τους συναντήθηκαν για πρώτη φορά και κάτι διαφορετικό ένιωσε μέσα της. Σαν κάποιο αόρατο χέρι να τη σήκωσε. Αλάφρηνε. Άκουγε τους χτύπους της καρδιάς της να δυναμώνουν και μια γλυκιά ζεστασία ένοιωσε στα μάγουλά της που βάφτηκαν κόκκινα. Εκείνος, μόλις την είδε κατέβασε τα μάτια. Το πρόσωπό του σοβάρεψε και το βλέμμα του έψαχνε με αγωνία, ανάμεσα στα σακιά με τα όσπρια και τα ράφια με τις κονσέρβες, τον κυρ Γιώργο για να τον απαλλάξει από την αμηχανία του.

Αλέξανδρος Κουσούλης ΤΟ ΧΕΡΟΥΛΙ ΤΗΣ ΠΟΡΤΑΣ

Foskarinis2015_6thJuly.indd 22 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 23: dimiourgiki grafi & eikona

23

Ξάφνου από μια γωνιά ακούστηκε η οικεία μπάσα φωνή: «Καλώς τον Δημητράκη!»«Κύριε Γιώργο, θα ήθελα, θα ήθελα... δεν θυμάμαι τι μου είπε η μαμά μου», ψέλλισε και

τα μάτια του γύρισαν ντροπιασμένα και την κοίταξαν. Ένα χαμόγελο συμπαράστασης αυθόρμητα εμφανίστηκε στο πρόσωπό της.Ο κυρ Γιώργος μ’ ένα τρανταχτό γέλιο άρχισε το πείραγμα: «Πού το έχεις το μυαλό σου, Δημητράκη; Ερωτευμένος είσαι;» και τότε εκείνος μέσ’

στην αμηχανία του γύρισε κι έφυγε τρέχοντας, για να μη φανεί η ντροπή του. Η φωνή του ακούστηκε από μακριά:

«Πάω να μου ξαναπεί». Τώρα εκείνη απότομα συνέρχεται. Βλέπει το χερούλι της πόρτας να περιστρέφεται και

η προσμονή επιτέλους φτάνει στο τέλος της. Αλλά η μορφή που εμφανίζεται, δεν είναι αυτή που περίμενε. Όχι. Μια γυναίκα με γλυκά μάτια και ζεστό χαμόγελο, εμφανίζεται και με τρυφερότητα της χαιδεύει το μέτωπο.

«Μαμά, ήρθε το αυτοκίνητο, πρέπει να πηγαίνουμε», της λέει. Με μεγάλη προσοχή, όπως θα κράταγε στα χέρια της ένα μπιμπελό, την αγκαλιάζει και

με δυσκολία τη σηκώνει για να τη μεταφέρει σε μία καρέκλα με ροδάκια. Ένας οξύς πόνος τότε διαπέρασε την σπονδυλική της στήλη και πήγε και καρφώθηκε στο

κεφάλι της.«Ωχ, Ωχ».Ήταν ο μόνος ήχος που βγήκε από το στόμα της. Δεν ήθελε να παραπονεθεί γιατί δεν

γνώριζε κανέναν, αν και όλοι αυτοί στο σπίτι κάτι της θύμιζαν.Βγήκανε από το υπνοδωμάτιο και μπήκαν στο σαλόνι. Ένα κοριτσάκι έτρεξε και τους

άνοιξε την εξώπορτα. Περνώντας το καρότσι από δίπλα του έσκυψε και της έδωσε ένα φιλάκι. Η αίσθηση του φιλιού στο μάγουλό της εξαφάνισε μεμιάς κάθε ίχνος πόνου.

Έν’ ασθενοφόρο σταματημένο στο δρόμο τους περίμενε. Δύο νεαροί, με άνεση, τη σήκωσαν από την καρέκλα και την έβαλαν στο πίσω μέρος ξαπλωμένη σ’ ένα φορείο.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 23 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 24: dimiourgiki grafi & eikona

24

Στη διαδρομή οι λακούβες ταλάντωναν βίαια τις σούστες του φορείου κι ο πόνος την ξαναέζωσε. Η γυναίκα που ήταν στο σπίτι της, τώρα την κοιτάζει με αγωνία και σε κάθε απότομη κίνηση τη ρωτάει αν θέλει κάτι. Θέλει να ουρλιάξει αλλ’ από το στόμα της δεν βγαίνει λέξη.

Το ασθενοφόρο σταματάει κι εκείνη βρίσκεται πάλι στην καρέκλα με τα ροδάκια. Τελικός προορισμός τους ένα δωμάτιο με μεγάλα μηχανήματα, με πολλά κουμπιά και διάφορες ενδείξεις. Άνθρωποι διαφόρων ηλικιών κάθονται σε αναπαυτικές πολυθρόνες, δίπλα σ’ αυτά. Σωληνάκια ξεκινούν από υποδοχές των μηχανημάτων και καταλήγουν στο σώμα τους.

Το καρότσι σταματά σε μία άδεια πολυθρόνα, όπου και μεταφέρεται με λίγο κόπο, από ένα νεαρό. Μια κοπέλα, ντυμένη στα λευκά, πατάει κάποια κουμπιά στο μηχάνημα δίπλα της. Κατόπιν της ξεκουμπώνει δυο κουμπιά απ’ την ζακέτα της, ψαχουλεύει το σώμα της και παίρνει τις άκρες από δύο σωληνάκια που είναι συνδεδεμένα στο μηχάνημα. Τα εφαρμόζει σε μια πλαστική υποδοχή, που ξεπροβάλλει μέσα από τη σάρκα της, στο πλάι του λαιμού της. Πρίν φύγει, βάζει πίσω από το κεφάλι της ένα μαξιλάρι, τη σκεπάζει με μια κουβέρτα και ρυθμίζει το κάθισμα για να αισθάνεται άνετα.

Τα σωληνάκια κοκκινίζουν. Νοιώθει μια ζαλάδα. Είναι πολύ κουρασμένη. Με κόπο γυρνάει να δεί το χερούλι της πόρτας. Η τελευταία εικόνα, πριν κλείσει τα μάτια της, είναι να την κοιτάζει από το παραθυράκι της πόρτας η γυναίκα που τη συνόδευε από το σπίτι της. Τα μάτια της είναι κόκκινα. Έχει βουρκώσει.

Το χερούλι της πόρτας γυρίζει πάλι. Επιτέλους η γνώριμη φωνή του. Είναι ο Δημήτρης της. Μπαίνει στο δωμάτιο κι αυτή σήκώνεται από τον καναπέ, του παίρνει το καπέλο και το σακάκι και του δίνει ένα κλεφτό φιλί στο στόμα. Αυτός την αγκαλιάζει τρυφερά.

«Πού ήσουν; Γιατί άργησες; Ανησύχησα! » «Δυστυχώς προέκυψαν δουλειές στο γραφείο που δεν μπορούσα ν’ αναβάλω. Τελείωσα

όσο πιο γρήγορα γινόταν. »«Δεν έχω μαγειρέψει τίποτα, νόμιζα οτι θα τρώγαμε έξω», λέει με χαμηλό ενοχικό τόνο.«Θα σε πάω όπου θέλεις, κουκλίτσα μου. Αφού σου είχα υποσχεθεί οτι θα πάμε βόλτα»,

Foskarinis2015_6thJuly.indd 24 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 25: dimiourgiki grafi & eikona

25

ακούει να της λέει ο Δημήτρης της κι ένα χαμόγελο ευχαρίστησης ζωγραφίζεται στο πρόσωπο της.

Με μια γρήγορη κίνηση παίρνει τη ζακέτα της, για να μην κρυώσει, βγαίνουνε και κλείνει την πόρτα πίσω της.

Ναι, περπατάνε επιτέλους οι δυο τους αγκαζέ στ’ Αναφιώτικα. Η ευωδιά του βασιλικού και τ’ άνθη σαν πολύχρωμες πινελιές πάνω σε πίνακα πλημμυρίζουν τ’ ασβεστωμένα σοκάκια.

Είναι ευτυχισμένη τώρα. Σφίγγει το χέρι του Δημήτρη της και τον κοιτάει με βλέμμα που φανερώνει όλη την αγάπη της.

Ξάφνου, ανοίγοντας τα μάτια της, βλέπει μια νοσοκόμα μ’ άσπρη ποδιά να περνάει από μπροστά της. Βρίσκεται ξανά στον παγωμένο θάλαμο του νοσοκομείου. Νοιώθει εξαντλημένη. Η ίδια γυναίκα που την συνόδευε εμφανίζεται μπροστά της.

«Μαμά, πώς νοιώθεις; Είσαι καλά;»«Μαρία μου, καλά είμαι. Αλλά λίγο κουρασμένη. Να ήξερες πόσα πράγματα έκανα»,

απαντά μ’ ένα γλυκό αλλά λυπημένο ύφος.Εκείνη την αγκαλιάζει και της δίνει ένα φιλί. «Ξέρω μαμά, πάλι βόλτες με το μπαμπά έκανες. Πού είχατε πάει;»

Foskarinis2015_6thJuly.indd 25 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 26: dimiourgiki grafi & eikona

26

Κυριακή Κρέστου

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ;

«ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ;» ΜΕ ΡΩΤΗΣΕΣ για δέκατη φορά μέσα σε δυο ώρες.«Τηλέφωνο είναι. Σου ξαναλέω, κινητό τηλέφωνο. Γιατί το κάνεις αυτό; Πόσες φορές

πρέπει να σου απαντήσω στην ίδια ακριβώς ερώτηση; Κουράστηκα πια.» ούρλιαξα, σχεδόν.Κατέβασες το βλέμμα. Δεν ξαναρώτησες. Σηκώθηκες και ξάπλωσες στο κρεβάτι με την

πλάτη γυρισμένη. Έμεινα εκεί να σε κοιτάζω για λίγα λεπτά κι ύστερα ξάπλωσα δίπλα σου. Σ’ αγκάλιασα. Κλάψαμε κι οι δυο μας σιωπηλά εκείνο τ’ απόγευμα. Εσύ, το ξέρω, με συγχώρεσες την ίδια στιγμή. Πάντα το έκανες, άλλωστε. Όμως εγώ δεν έχω ακόμη συγχωρέσει τον εαυτό μου.

Στην αρχή, θυμάμαι, δεν δώσαμε σημασία. Γελούσαμε όταν μπέρδευες τ’ όνομά μου, όταν ξεχνούσες τα κλειδιά σου, όταν δεν θυμόσουν πού είχες αφήσει τα γυαλιά σου και τα ‘βρισκα πάντα στο ίδιο ράφι.

Τη μέρα που με κάλεσαν από τ’ αστυνομικό τμήμα για να ’ρθω να σε πάρω γιατί είχες χαθεί συνειδητοποιήσαμε κι οι δυο μας πως έπρεπε να απευθυνθούμε σε ειδικό. Γιατί άργησα τόσο να το αποδεχτώ; Κι όμως, να που ήσουν ήδη στο δεύτερο στάδιο.

Όταν σε βρήκα κλειδωμένο στην τουαλέτα με το παντελόνι σου λερωμένο και το πόμολο της πόρτας μέσα στο συρτάρι με τα μαχαιροπίρουνα κατάλαβα πως δεν μπορούσες πλέον να μένεις μόνος. Για τέσσερα χρόνια δεν έλειψα ούτε λεπτό από κοντά σου. Μα όσο περισσότερο προσπαθούσα να είμαι πάντα εκεί για σένα, τόσο εσύ απομακρυνόσουν. Και σ’ έχανα. Και λύγιζα. Αλλά πάντα σ’ αγαπούσα.

Είχες πάψει να χαμογελάς. Μιλούσες όλο και πιο σπάνια, τελευταία. Βυθιζόσουν ολοένα

Foskarinis2015_6thJuly.indd 26 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 27: dimiourgiki grafi & eikona

27

και περισσότερο σ’ έναν κόσμο διαλυμένο που αδυνατούσα να καταλάβω. Μια νύχτα έσπασες το τζάμι της εξώπορτας και βγήκες έξω τρέχοντας με τα χέρια

ματωμένα. Γιατί; Τι σ’ έπιασε; Η πόρτα άλλαξε το επόμενο πρωί. Κι εσύ, για τους επόμενους ολόκληρους δύο μήνες, κάθε νύχτα την ίδια ώρα εκλιπαρούσες να σ’ ανοίξω να φύγεις. «Να πας πού;» «Πες μου πού;», σου φώναζα κι αισθανόμουν το ίδιο φυλακισμένη σ’αυτήν την κατάσταση.

Ύστερα, άρχισες να μην θέλεις να φας το φαγητό σου, να μη μ’ αφήνεις να σε καθαρίσω. Και το παραμικρό είχε γίνει πια τόσο δύσκολο. Ώρες ολόκληρες πάλευα για να φας δυο τρεις μπουκιές. Το υπόλοιπο κατέληγε στα ρούχα σου, στα ρούχα μου, στους τοίχους. Ένα τεράστιο στόμα το πάτωμα. Παρακαλούσα να καταπιεί κι εσένα κι μένα, να μην χρειαστεί να σε καθαρίσω. Δεν είχα πια άλλες αντοχές.

Ναι, το ξέρω, υπήρχαν στιγμές που γινόμουν πολύ σκληρή μαζί σου. Τις νύχτες έκλαιγα στο πλάι σου βουβά και σου ζητούσα συγγνώμη. Ήθελα να μαχαιρωθώ να τιμωρήσω τον εαυτό μου. Μια φορά το μήνα, εκεί στο σκοτάδι, έπαιρνα το ψαλίδι και κούρευα τα μαλλιά σου. Αντί για σένα, για να μην σε ξυπνήσω, χάιδευα τις γκρίζες τούφες που έπεφταν στο μαξιλάρι. Σ’ αγαπούσα.

Κι αλήθεια, θα είχα παραιτηθεί αν δεν υπήρχαν εκείνες οι ελάχιστες «καλές» στιγμές σου. Εκείνα τα λίγα δευτερόλεπτα που μου χαμογελούσες ή χάιδευες απαλά το χέρι μου προτού χαθείς και πάλι στον σκοτεινό σου κόσμο. Κάποιες φορές ακόμη, σου ξέφευγαν δυο μόνο λέξεις που όμως ήταν αρκετές για να με κάνουν να ξεχάσω τα πάντα. «Τι θα έκανα αν δεν είχα κι εσένα κοριτσάκι μου;» έλεγες. Ναι, να λοιπόν που ακόμη με αναγνώριζες! Αυτά τα λόγια αγαλλίαζαν τη ψυχή μου. Είχα τόση ανάγκη να τ’ ακούω. Σε είχα τόσο ανάγκη. Γύριζες, έστω για μια στιγμή, τον χρόνο πίσω. Ύστερα απ’ αυτό πώς μπορούσα εγώ να σ’ εγκαταλείψω;

Ο εγγονός σου, ξέρεις, μεγάλωσε αρκετά, πατέρα, και μιλάει. Κι ό,τι απέμεινε σήμερα από σένα είναι τ’ όνομά του. Όταν τον φωνάζω έρχεσαι εσύ μπροστά μου.

«Τι είναι αυτό;» ρωτά. Πριν του απαντήσω πάντοτε σκέφτομ’εσένα.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 27 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 28: dimiourgiki grafi & eikona

28

Κυριακή Κρέστου

ΣΤΡΑΤΙΩΤΑΚΙΑ ΑΚΟΥΝΗΤΑ

ΜΠΗΚΑΜΕ ΣΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ. ΗΤΑΝ ΣΚΟΤΕΙΝΟ και μύριζε υγρασία και ιδρώτα. Κάθισα στο κρεβάτι. Κι αυτός δίπλα μου. Με κοίταξε. Εγώ δεν τολμούσα. Η βαβούρα του μπαρ είχε τώρα αντικατασταθεί από μια ανυπόφορη σιωπή. Το μόνο που ακουγόταν ήταν η βαριά του ανάσα και το τρίξιμο του κρεβατιού.

«Δεν μιλάς πολύ, ε; Καλύτερα.» είπε με βραχνή φωνή κι έβαλε το χέρι του μέσα στη μπλούζα μου.

Ύστερα από δύο λεπτά έβγαλε βιαστικά παντελόνι και πουκάμισο. Κάτι βαρύ έπεσε πάνω μου. Μα εγώ, εκεί. Στρατιωτάκι ακούνητο, αμίλητο κι αγέλαστο. Έκλεισα τα μάτια, πιέστηκα πολύ, πείσμωσα, δεν ήθελα να κάνω πίσω.

Αυτό ήταν το αγαπημένο του παιχνίδι και το μοναδικό που έπαιζε μαζί μου. Θυμήθηκα κείνο το πρώτο βράδυ που γλίστρησε αθόρυβα στο δωμάτιό μου.

«Θες να παίξουμε;» μου είπε.«Ναι!» απάντησα ενθουσιασμένη.«Στρατιωτάκια ακούνητα, το ξέρεις;»«Ναι! Στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα κι αγέλαστα, είναι το σωστό, μπαμπά.» απάντησα

με ακόμη μεγαλύτερο ενθουσιασμό.«Εσύ θα είσαι το στρατιωτάκι μου. Δεν θέλεις να χάσεις, θέλεις;» με ρώτησε, ενώ άρχισε

να με χαϊδεύει κάτω από τη κουβέρτα. Κι αλήθεια, δεν έχασα ποτέ ό,τι κι αν σκαρφιζόταν ο μπαμπάς. Μερικές φορές βάραινε

πάνω μου και τα χέρια του δεν με χάιδευαν πια. Με πονούσαν. Τότε έκλεινα τα μάτια και με

Foskarinis2015_6thJuly.indd 28 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 29: dimiourgiki grafi & eikona

29

φανταζόμουν ντυμένη με την χακί στολή μου. Είχα πηλίκιο κι όπλο, μακρύ σχεδόν στο μπόι μου και γυαλιστερές μπότες. Κάθε βράδυ, μου έβαζε έν’ ακόμη ολόχρυσο παράσημο στο πέτο. Ύστερα από καιρό, ήταν τόσα πολλά τα παράσημά μου που δεν υπήρχε σημείο κενό στο σώμα μου. Απορούσα πώς θα συνέχιζα να περπατώ μ’ όλο αυτό το βάρος πάνω μου. Με φανταζόμουν να κάνω με δυσκολία μικρά βηματάκια. Μου φαινόταν τόσο αστείο, τόσο μίζερο και λίγο, που μερικές φορές μου ξέφευγε κάποιος πνιχτός κλαυσίγελως. Ευτυχώς ο μπαμπάς δεν με άκουγε ποτέ τότε.

Νομίζω έπαιζε το ίδιο παιχνίδι και με τη μαμά. Μόνο που εκείνη συνεχώς έχανε. Την άκουγα που αγκομαχούσε κι αυτή, μερικές φορές έκλαιγε και ήθελα να της πω το μυστικό μου. Φοβόμουν όμως τον μπαμπά που είναι πιο δυνατός απ’ όλους μας και μήπως έτσι έχανα τα παράσημά μου. Εκείνη, προτιμούσε για μένα το κρυφτό.

Κάποιες φορές που ο μπαμπάς γύριζε αργά μουγκρίζοντας και κραυγάζοντας μου έλεγε να κρυφτώ στη ντουλάπα. Κι εγώ στριμωχνόμουν πίσω από το κρεμασμένο παλτό. Εκεί μετρούσα ακόμη μια φορά τα παράσημά μου.

Ώσπου το δωμάτιο κάποτε άρχισε να μικραίνει. Η ανάσα του μύριζε τσιγάρο και αλκοόλ. Μάτωσαν τα χείλη μου. Τα χέρια του μ’ έσφιγγαν. Πονούσα. Άλλο ένα παράσημο, σκέφτηκα. Ίσα που μπορούσα να περπατήσω πλέον από το βάρος τους. Σερνόμουν σχεδόν. Και ήμουν, το ένιωθα, τόσο αστεία που δεν μπόρεσα πια ούτ’ εγώ να κρατηθώ με τον εαυτό μου. Γέλασα δυνατά, όσο πιο δυνατά μπορούσα. Κι ενώ σκεφτόμουν: «Στρατιωτάκι ακούνητο, αμίλητο και γελαστό» ούρλιαξα: «Διατάξτε». Εκείνος σταμάτησε. Εγώ δεν μπορούσα να μιλήσω. Ένιωθα ότι είχα χάσει. Ποτέ δεν κατάλαβα τι. Εκείνος τρομαγμένος ή παραξενεμένος με κοίταξε, ντύθηκε και βγήκε.

Έκτοτε τον αναζητώ.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 29 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 30: dimiourgiki grafi & eikona

30

Κυριακή Κρέστου

ΔΙΧΩΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟ

ΚΑΤΕΒΗΚΑ ΤΑ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙΑ ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ και πετάχτηκα απέναντι. Έστριψα αριστερά και κατηφόρισα στον κεντρικό δρόμο. Συνέχισα να περπατώ χωρίς να ξέρω, ούτε και να νοιάζομαι για πού. Το μόνο που ήθελα ήταν λίγο καθαρό αέρα, ν’ ανασάνω. Κι όσο περισσότερο το ήθελα, τόσο και περπατούσα πιο γρήγορα. Κι όσο πιο γρήγορα περπατούσα, τόσο και πιο πολύ πνιγόμουν. Κάθε μου ανάσα με πονούσε.

Κοντοστάθηκα για λίγο και στηρίχτηκα στον τοίχο ενός κτιρίου. Ασυναίσθητα, σήκωσα το βλέμμα μου προς τα πάνω. Ανάμεσα στις ψηλές πολυκατοικίες προσπαθούσε να στριμωχτεί ένα μικρό κομμάτι ουρανού. Τα σύρματα και τα καλώδια το έκοβαν σε ακόμη μικρότερα κομμάτια που συνεχώς απομακρύνονταν. Οι πολυκατοικίες άρχισαν να γίνονται τεράστιες κι εγώ όλο μίκραινα και μίκραινα.

Έσκυψα το κεφάλι μου και προσπάθησα να πάρω μια βαθιά ανάσα. Ήταν αδύνατο. Ξάφνου, αισθάνθηκα ιώδιο στα ρουθούνια μου.

«Στη θάλασσα, στη θάλασσα.» ψιθύρισα στον εαυτό μου κι άρχισα και πάλι να περπατάω με γρήγορο βήμα.

Πάντοτε αγαπούσα τη θάλασσα για τα δύο πρόσωπά της. Από μικρή κατέφευγα εκεί. Άλλοτε, απλώς, παρέσερνε με τα κύματά της όλες τις άσχημες σκέψεις μου μακριά κι άλλοτε με βύθιζε πιο βαθιά μέσα σε αυτές. Ποτέ όμως δεν μ’ άφηνε να πνιγώ. Πάντοτε, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο είχε τη δύναμη να ξεπλένει, να καθαρίζει το μυαλό και τη ψυχή μου

Αποφάσισα να πάρω το τραμ για την παραλία. Με το που ανέβηκα τα σκαλιά της πεζογέφυρας για να περάσω απέναντι και να φτάσω στη στάση, μια παγωμένη, υγρή

Foskarinis2015_6thJuly.indd 30 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 31: dimiourgiki grafi & eikona

31

αύρα διαπέρασε το κορμί μου προκαλώντας ρίγος. Κούμπωσα το παλτό. Ο ήλιος είχε δύσει χρωματίζοντας τον ουρανό, που πλέον μπορούσα να δω, με κόκκινες πινελιές σαν αίμα. Ακούμπησα στην κουπαστή και κοίταξα τη λεωφόρο κάτω. Βλέποντας το τραμ αναρωτήθηκα πόσες διαδρομές είχε κάνει. Τι ξέφρενα, θαρρείς κουρδιστά, είναι τ’ αυτοκίνητα. Πόσα απ’ αυτά μόλις είχαν ξεκινήσει; Πόσα είχαν κάπου να επιστρέψουν; Πόσα απλώς πηγαινοέρχονταν; Δίχως προορισμό. Κάποτε πίστευα πως αυτές οι δύο λέξεις ήταν ο ορισμός της ελευθερίας, της ευτυχίας. Τώρα μου προκαλούσαν τρόμο και θλίψη.

Γι’ άλλη μια φορά ένιωσα να πνίγομαι. Προσπάθησα, μάταια, να πάρω ανάσα. Έψαξα τις τσέπες μου για κέρματα και κατευθύνθηκα γρήγορα προς τη στάση. Έβγαλα εισιτήριο. Επόμενο δρομολόγιο σε 16 λεπτά. Δίπλα μου, μια ηλικιωμένη κυρία φορτωμένη με τσάντες και έγνοιες. Δεν ξέρω τι από τα δύο τη βάραινε περισσότερο. Παραδίπλα, μια γυναίκα κουνούσε νευρικά ένα βρεφικό καροτσάκι. Κοίταξα το μωρό κι ασυναίσθητα άρχισα να κάνω γκριμάτσες. Εκείνο αγέλαστο, ανέκφραστο, θαρρείς και είχε διαβάσει στα μάτια μου εκείνο το δίχως προορισμό και με κορόιδευε. Ξαφνικά χαχανίσματα. Μια παρέα εφήβων, όρθιοι, αγγίζονταν, έλεγαν αστεία και γελούσαν δυνατά. Θύμωσα, όμως αυθόρμητα τους χαμογέλασα. Κι αμέσως δαγκώθηκα λες κι είχα κάνει κάτι κακό. Ένιωσα τα πόδια μου να τρέμουν και κρύος ιδρώτας έλουσε το πρόσωπό μου. Έκανα δυο βήματα προς τα πίσω και σωριάστηκα στο παγκάκι.

Ο ήχος του τραμ πάνω στις ράγες, ο θόρυβος των αυτοκινήτων, η σειρήνα ενός ασθενοφόρου, το σύρσιμο των λάστιχων πάνω στην υγρή άσφαλτο, το γέλιο των διπλανών, το βουβό βλέμμα του μωρού, οι φλέβες μου που πάλλονταν δυνατά, οι κοφτές μου βαριές ανάσες, τα ατελείωτα 16 λεπτά, όλα έγιναν μια εκκωφαντική βουή. Ο λυγμός μιας πόλης που έκλαιγε. Μια κραυγή. Έκλεισα τ’αυτιά μου με τα χέρια κι ένιωσα το πρόσωπό μου να συσπάται. Και ξάφνου, σα να βγήκα από το σώμα μου, παρατήρησα τον εαυτό μου από μακριά. Μια παραμορφωμένη φιγούρα, κάτω από έναν ματωμένο ουρανό, έκλεινε τ’αυτιά για να μην ακούει την ίδια της την ψυχή που κραυγάζει. Την πλάση όλη που κραυγάζει. Όχι, δεν ήμουν πια σ’ εκείνη τη στάση. Ήμουν κάπου αλλού. Όσλο; Ναι, στο Όσλο. Ένιωσα ξάφνου ότι ήμουν εγώ εκείνη η μορφή του Μουνκ. Ένα στόμα, μια κραυγή. Είδα τις πινελιές στον καμβά, ένιωσα το χέρι του που έτρεμε, τους αγωνιώδεις σφυγμούς

Foskarinis2015_6thJuly.indd 31 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 32: dimiourgiki grafi & eikona

32

του, τη μοναξιά του.Όταν άνοιξα τα μάτια είχε πλέον σκοτεινιάσει για τα καλά. Δεν υπήρχε κανείς. Κανείς;

Σκούπισα το πρόσωπό μου κι έμεινα λίγο ακόμη καθισμένη εκεί, να κοιτάζω τις γραμμές του τραμ που χάνονταν στη στροφή. Επικρατούσε μια παράξενη, γλυκιά ησυχία. Πήρα δυο τρεις βαθιές ανάσες. Ανακούφιση. Για την ώρα. Σηκώθηκα κι άρχισα και πάλι να βαδίζω.

«Δίχως προορισμό.» μονολόγησα και κοίταξα το τσαλακωμένο εισιτήριο στη δεξιά μου παλάμη.

Ίσως αύριο πάρω το τραμ και κατέβω στη θάλασσα, σκέφτηκα.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 32 6/7/2015 8:31:31 μμ

Page 33: dimiourgiki grafi & eikona

33

ΣΗΚΩΘΗΚΑ ΜΕ ΚΟΠΟ απ’την καρέκλα. Είχε ήδη φύγει. Όμως προ πολλού είχε φύγει όχι μόνο απ’ αυτή τη καφετέρια, αλλά κι απ’ την ίδια τη ζωή μου. Οι κινήσεις μου μηχανικές. Το βλέμμα μου άδειο. Μαζί και το μυαλό μου. Κούφιο. Άκουγα συνεχώς να επαναλαμβάνεται η τελευταία του φράση: «Θα ήθελα να μείνουμε φίλοι!». Εμείς; Μετά από ό,τι είχαμε μοιραστεί; Οι δικαιολογίες συνηθισμένες: «Ξέρεις, η νέα συνάδελφος με προκάλεσε... Δεν μπορούσα να το πολεμήσω...». Και μετά η προδοσία! Η απώλεια! Ο χαμός!

Τα μάτια μου στεγνά. Το βάρος ασήκωτο στο στήθος, με πλάκωνε τόσο που δε μπορούσα να πάρω ανάσα. Είναι τώρα κι αυτός ο κόμπος στο λαιμό. Έφυγα από κει και πήγα να περπατήσω. Δεν ήθελα να πάω σπίτι. Μόνο να πάρω αέρα. Να ανασάνω! Ήθελα να είμαι απ’τη μια με κόσμο, κι απ’την άλλη να είμαι και μόνη μου! Ήθελα να φύγω από μένα!

Περπατούσα στους δρόμους της πόλης. Απομεσήμερο, μα ο ήλιος δεν ζέσταινε καθόλου. Πήρα μια βαθειά ανάσα και το καυσαέριο μ’ έπνιξε. Συνέχισα να βαδίζω και να μην πηγαίνω πουθενά.

Πολυκοσμία στους δρόμους. Μα εγώ δεν έβλεπα κανέναν! Έβλεπα μόνο φιγούρες. Τα μαγαζιά ακόμη ανοιχτά. Γυναικεία ρούχα από δώ, παπούτσια πιο κάτω, ένα κομμωτήριο, παιδικά παιχνίδια, ένα σουπερμάρκετ με τις προσφορές της εβδομάδας, ένα σινεμά με αφίσες από λαμπερά πρόσωπα, μια καφετέρια με τα τραπέζια έξω, ένα φαστφουντάδικο που ξέρναγε την πικρή μυρωδιά του καμένου λαδιού, μια γκαλερί. Ήχοι έρχονταν στ’ αυτιά μου, ένα μαρσάρισμα μηχανής, ένα κορνάρισμα αυτοκινήτου, ένα λεωφορείο που σταμάτησε στη στάση, πόδια, βήματα. Κάπου–κάπου κάτι χαρούμενες κουβέντες και κάτι γέλια έκοβαν την

Κλειώ Μαυρουδή

OΙ ΛΟΥΟΜΕΝΕΣ

Foskarinis2015_6thJuly.indd 33 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 34: dimiourgiki grafi & eikona

34

βουή της πόλης. Μάλλον θα ήταν απ΄την καφετέρια που μόλις είχα προσπεράσει. Σταμάτησα τυχαία στη βιτρίνα της γκαλερί. Και να, με είδα πίσω από το τζάμι. Μια χλωμή

γυναίκα με χείλη σφιγμένα και μάτια άδεια. Ένιωσα ένα τσούξιμο στα μάτια. Το βλέμμα μου καρφώθηκε σ’έναν πίνακα. Οι Λουόμενες του Ρενουάρ. «Τι ωραίο αντίγραφο», σκέφτηκα. Κι ενώ κοίταζα τα κορίτσια του Ρενουάρ που έπαιρναν γαλήνια το μπάνιο τους μες στη φύση, το βλέμμα μου θόλωσε. Καινούργιο κύμα γέλιου στ’ αυτιά μου. Αμέσως ξανάκλεισα σφιχτά τα μάτια μου! Τώρα ξέρω. Ήθελα να ξεφύγω! Να χαθώ!

Ξάφνου σιωπή. Δεν άκουγα πιά τη φασαρία, αλλά τιτιβίσματα πουλιών και νερό κελαρυστό να τρέχει. Ανάσαινα την ευωδιά των λουλουδιών και την μυρωδιά του βρεγμένου χόρτου. Γελάκια εξακολουθούσαν να ηχούν. Πήρα βαθειά ανάσα κι άνοιξα απότομα τα μάτια. Ναι, ήμουν κι εγώ εκεί! Πώς είναι δυνατόν; Ναι, μέσα στον πίνακα! ‘Ολα ήταν ζωντανά. Υπαρκτά. Μπροστά μου όλα. Δυο πανέμορφες αφράτες κοπέλες, μισοξαπλωμένες νωχελικά στην άκρη της λίμνης, η φύση που κυριαρχεί, πιο πέρα μία τρίτη κοπέλα να αναδύεται απ’ τα νερά, σαν άλλη Αφροδίτη. Η γύμνια τους με καθήλωσε. Τα πληθωρικά κορμιά τους, τα μικρά αυθάδικα στήθη τους και τα ξέμπλεκα μαλλιά τους με καλούσαν. Κάτι ψιθύριζαν η μια στην άλλη χαχανίζοντας. Τα μάτια τους αν και κοίταζαν ντροπαλά άστραφταν από πονηριά. Η αγνότητα και η λαγνεία σε μιά μοναδική συνύπαρξη. Η επιθυμία. Έχει στόμα η επιθυμία, έχει χείλη, έχει γεύση, έχει γλώσσα;

Ταράχτηκα κι έκανα ένα βήμα πίσω. Τότε μια από τις κοπέλες σηκώθηκε, με πλησίασε και μου ’πιασε δισταχτικά το χέρι. «Έλα!» μου είπε.

Όχι, δεν φοβήθηκα. Δεν τρόμαξα. Ήταν τόσο γαλήνια, τόσο υπνωτιστικά, που ήθελα ν’ αφεθώ εκεί. «Μα έλα !» ξανάπε το κορίτσι.

Στο μεταξύ πλησίαζαν κι οι άλλες δίπλα της. «Όχι !» είπα. «Μα δεν είναι αλήθεια όλ’ αυτά!».Στο νερό της λίμνης αντανακλούσε το παιχνίδισμα των ηλιαχτίδων. Πινελιές ζεστές,

χρυσές και χάλκινες, μπλέκονταν αρμονικά με άλλες δροσερές γαλαζοπράσινες. Δεν κρύωνα πια. Θυμήθηκα όπως τότε, καλοκαίρι, διακοπές σ’ απόμερες παραλίες. Στιγμές που είχα ζήσει, χρόνια πριν. Τότε που τα γυμνά κορμιά μας, χρυσά απ’ τον ήλιο έπαιζαν με τα κύματα. Τότε που εκείνος με κοίταγε στα μάτια και χαμογελούσε.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 34 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 35: dimiourgiki grafi & eikona

35

Ένιωσα τα βήματά μου να με οδηγούν στη λίμνη και τα πόδια μου να βουλιάζουν στο δροσερό νερό. Και καθώς βυθιζόμουν όλο και περισσότερο ένιωθα το βάρος να φεύγει από πάνω μου! Η ψυχή μου γαλήνεψε. Να, που ήμουν κι εγώ τώρα μια απ΄αυτές τις κοπέλες κι όπως κυλούσε το νερό στο κορμί μου, το ένιωθα να ξεπλένει όλες μου τις έγνοιες. Οι αχτίνες του ήλιου χάιδευαν τις φυλλωσιές των δέντρων κι έμπαιναν βαθειά μέσα μου γεμίζοντάς με μια θαλπωρή που είχα τόσο ανάγκη. Σαν μόλις να βγήκα από τη μήτρα της μάνας μου, καινούργια, αγνή, καθαρή. Χωρίς παρελθόν! Χωρίς μέλλον! Μόνον η στιγμή! Εγώ και η στιγμή! Η Λύτρωση! Πάλι. Σαράντα χρόνια πριν.

Πετάρισαν τα μάτια μου, το φως του ήλιου με τύφλωσε. Το κεφάλι μου βαρύ και το μυαλό μου θολό. Σιγά-σιγά άρχισαν να έρχονται όλοι οι γνώριμοι ήχοι της πόλης στ’ αυτιά μου. Εστίασα το βλέμμα μου σ’ ανήσυχα πρόσωπα γύρω μου. Πού βρέθηκαν όλοι αυτοί;

«Α! Συνήλθε!» είπε κάποιος. Μετά στράφηκε σε μένα: «Δεν είναι τίποτα δεσποινίς, μια μικρή λιποθυμία. Μόνο για λίγα λεπτά. Το χρώμα

ξανάρχεται στα μάγουλά σας και σε λίγο θα είστε μια χαρά.»Ένα ποτήρι νερό ήρθε απ’το πουθενά στα χείλη μου και το ήπια δροσιστικά. Χαμογέλασα.

Τι παράξενο! Ο πόνος είχε εξαφανιστεί.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 35 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 36: dimiourgiki grafi & eikona

36

Κλειώ Μαυρουδή

OΙ ΣΙΩΠΕΣ

ΣΤΑΘΗΚΑ ΑΝΑΠΟΦΑΣΙΣΤΗ για μια στιγμή. Τα δάχτυλά μου σφίξαν τα κλειδιά στην τσέπη. Κάθε φορά το ίδιο συναίσθημα. Κάθε φορά το ίδιο δίλημμα: Να μπω μέσα ή να το βάλω στα πόδια; Να μη βλέπω, να μην ακούω. Να μείνω μακριά απ’ την πραγματικότητα. Ίσιωσα το κορμί μου και τράβηξα αποφασιστικά τα κλειδιά απ’ την τσέπη.

Με περίμενε. Πάντα με περιμένει. Μια σύσπαση των χειλιών της που γύριζε σε χαμόγελο ήρθε κι έφυγε τόσο γρήγορα που δεν ήμουν σίγουρη καν ότι το είδα. Το βλέμμα της ήταν τώρα ζωηρό κι αεικίνητο. Δεν είναι πάντα έτσι. Πολλές φορές είναι γυάλινο. Και τότε δεν μιλάει κι αρχίζουν οι σιωπές. Πόσο με τρομάζουν αυτές οι σιωπές. Και κάθε φορά κρατάνε και περισσότερο. Όμως, η έκφρασή της τότε είναι παράδοξα γαλήνια. Ταξιδεύει στους δικούς της κόσμους.

«Καλά που ήρθες», μου λέει αγχωμένα, «Έχω να σου πω… Ήταν εδώ… Ήρθε πάλι χθες τη νύχτα.»

Δεν χρειάστηκε να ρωτήσω, ξέρω καλά ποιόν εννοούσε. Τον άνθρωπο που σημάδεψε και τις δυο μας. Μόνο που έχει φύγει απ’ τη ζωή εδώ και δυο χρόνια.

«Τον είδες;», την ρωτάω ήρεμα. «Όχι, αλλά τον άκουσα. Άκουσα τη φωνή του. Είχε κι εκείνη μαζί του. Τους άκουσα που

μιλάγανε και γελάγανε.»Ακολούθησε λιγόλεπτη παύση. «Ήρθε να μου πάρει τα φορέματα για να τα δώσει σ’αυτήν.‘Έρχεται κάθε τόσο και μου

παίρνει τα ρούχα, τα παπούτσια, τις κολόνιες. Μέχρι και το καλό μου γούνινο παλτό πήρε.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 36 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 37: dimiourgiki grafi & eikona

37

Πήγαινε, δες στις ντουλάπες. Τα’χει πάρει όλα. Τα ‘χει δώσει σ’ αυτήν.»Αυτές τις ντουλάπες τις έχω ψάξει δεκάδες φορές. Και κάθε φορά που της φέρνω τα

πράγματα που λέει ότι έχει χάσει, δεν τ’ αναγνωρίζει. «Δεν είναι τα δικά μου, αυτά», λέει. Σηκώνομαι πειθήνια και πάω στη ντουλάπα που ξέρω ότι φύλαγε το γούνινο παλτό και το βλέπω κρεμασμένο στη θέση του, όπως πάντα. Λες να τ’αναγνωρίσει σήμερα;

Ξαφνικά αισθάνθηκα κουρασμένη κι απογοητευμένη. Και πολύ θλιμμένη. Τι κι αν έξω είναι χαρά Θεού κι ο κόσμος συνεχίζει τη ζωή του; Εδώ μέσα όλα είναι στάσιμα, γκρίζα και μυρίζουν μούχλα. Γυρίζοντας πίσω στο σαλόνι με το παλτό στα χέρια ένιωσα ξαφνικά εξάντληση. Πάντα με εξαντλούν αυτές οι επισκέψεις. Κι όμως αύριο θα ξανάρθω.

Μόλις με είδε, το βλέμμα της αγρίεψε κι άστραψε από μίσος. «Επίτηδες το κάνεις», είπε. «Πάντα τον αγαπούσες περισσότερο. Θέλετε να με κλείσετε σε ίδρυμα για να μου τα

πάρετε όλα! Ίδια είσαι κι εσύ. Τον υποστηρίζεις. Αλλά δεν θα σας αφήσω. Δεν θα με βγάλει κανένας απ’ το ίδιο μου το σπίτι.»

Η φωνή της στην αρχή ήταν δυνατή, υστερική σχεδόν, αλλά σιγά-σιγά άρχισε να ξεθυμαίνει για να καταλήξει σ’ ένα παράπονο. Σ’ένα φόβο που ήταν βαθιά κλειδωμένος μέσα της και που τώρα η αρρώστια τον ξεκλείδωσε για να βγει περίτρανα στην επιφάνεια.

Με πλήγωσε και μ’ εξόργισε αυτή η ξαφνική επίθεση. Τρόμαξα απ’το μίσος και την μομφή που ξεστόμισε. Μου ήρθε να την πιάσω, να την τραντάξω, να τη συνεφέρω. Να την κάνω να καταλάβει. Να θυμηθεί. Πίεσα τον εαυτό μου να παραμείνω ήρεμη.

«Μα τι λες τώρα;» είπα σε μια προσπάθεια να την καθησυχάσω, κοιτάζοντας αμήχανα το παλτό στα χέρια μου. Δεν πήρα απάντηση και σήκωσα τα μάτια μου στο πρόσωπό της.

Να το πάλι. Το κέρινο ανέκφραστο πρόσωπο με τα γυάλινα μάτια που δεν βλέπουν τίποτα και τα βλέπουν όλα. Είναι κάτι που έχω ξαναδεί, αλλά δεν θα το συνηθίσω ποτέ. Πόσο θα κρατήσει αυτή τη φορά το «ταξίδι» της; Πόσο θα κρατήσει αυτή η σιωπή;

Πέταξα το παλτό απ’ τα χέρια μου σαν να μ’ έκαιγε, γονάτισα μπροστά της κι έβαλα το κεφάλι μου στη ποδιά της. Η ανάσα της ήταν ήρεμη κι ένα αδιόρατο χαμόγελο πλανιόταν στα χείλη της. Φαινόταν ανακουφισμένη, σχεδόν ευτυχισμένη. Λες και τα ταξίδια της καταλάγιαζαν τις παραισθήσεις και τις αγωνίες της, την οργή και το παράπονο. Χιλιάδες σκέψεις πλημμύριζαν το μυαλό μου, ανακατεμένες, χωρίς σειρά.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 37 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 38: dimiourgiki grafi & eikona

38

Κι εκείνη; Πού να βρίσκεται χαμένη; Σε όμορφες αναμνήσεις απ’ τα παλιά ή μήπως ο κόσμος της

είναι τώρα ένα άγραφο χαρτί χωρίς μνήμες και χωρίς σκέψη;Σταμάτησα να σκέφτομαι. Το μόνο που ήθελα ήταν να είμαι μαζί της. Να μην είναι μόνη της.

Οι δυο μας, ένα παράταιρο σύμπλεγμα. Δεν ξέρω πόση ώρα πέρασε με τις δυο μας βυθισμένες στη σιωπή. Μπορεί μερικά λεπτά, μπορεί κάποιες ώρες μέχρι που ένιωσα ένα άγγιγμα στα μαλλιά. Σήκωσα το κεφάλι μου και είδα ζωή πάλι στα μάτια της.

«Ήρθες κοριτσάκι μου;»«Ναι, μαμά. Μόλις ήρθα».

Foskarinis2015_6thJuly.indd 38 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 39: dimiourgiki grafi & eikona

39

Κλειώ Μαυρουδή

ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΟΡΓΗΣ

— ΠΑΡΑΚΑΛΩ;—Έλα μαμά, εγώ είμαι!—Παιδί μου, τι συμβαίνει;—Αμάν βρε μαμά, πρέπει να συμβαίνει κάτι δηλαδή για να σε πάρω τηλέφωνο; Πες ένα

γεια πρώτα!—Δεν μ’ έχεις συνηθίσει έτσι! Από τότε που αποφάσισες να μείνεις μόνη σου, δυο χρόνια

τώρα, σπανίως μου τηλεφωνείς για να δεις τι κάνω. Μην ξεχνάς, «σ’ έπνιγα», είχες πει! Και τώρα; Σπάνια έρχεσαι απ’το σπίτι, κι ακόμη πιο σπάνια τηλεφωνάς.

—Πάλι τα ίδια άρχισες! Και μετά αναρωτιέσαι. Δεν προλάβαμε να πούμε καλημέρα κι άρχισες το γνωστό τροπάριο!

—Εντάξει... εντάξει... σταματάω. Αν και να ξέρεις, ποτέ δεν κατάλαβα το λόγο που‘φυγες απ’το σπίτι μας.

—Ααα! Όχι, δεν θα κάνουμε πάλι τη ίδια συζήτηση! Αρκετά. Λοιπόν, τι νέα; Όλα καλά;—Όπως τα ξέρεις, παιδί μου. Τα ίδια και τα ίδια. Δεν είμ’ εγώ αυτή που έχει τόσα

ενδιαφέροντα, τόσες παρέες να βγαίνει και να γυρίζει εδώ κι εκεί. Εγώ; Να εδώ στην κουζίνα μου, με την ρόμπα μου, άντε στην καλύτερη περίπτωση μπροστά στην τηλεόρασή μου.

—Ε, όχι δα! Με τη θεία Ελένη μια χαρά τα λέτε. Την είδα τυχαία προχθές στο δρόμο και μιλήσαμε. Γνώριζε τα πάντα για μένα. Καλύτερα κι από μένα! Βρε μαμά, είναι δυνατόν; Ακόμη και για το χωρισμό μου με τον Νίκο της είπες. Με το νι και με το σίγμα! Και το κακό είναι ότι τώρα έχει κι αυτή άποψη! Ή μήπως να πω «έχετε άποψη»! Και «τι καλό παιδί ο

Foskarinis2015_6thJuly.indd 39 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 40: dimiourgiki grafi & eikona

40

Νίκος»... και «δεν υπάρχουν πια τέτοια παιδιά»... και «είσαι χαζή που δεν τον κράτησες»... και «πού θα ξαναβρείς τέτοιο παιδί;» Διακριτικότητα μηδέν. Καμιά σας όμως δεν σκέφτηκε ότι ήταν αυτό το ίδιο χρυσό παιδί που πήγε επαγγελματικό ταξίδι με τη γραμματέα του, και περπατούσαν χεράκι-χεράκι στους δρόμους της Βουδαπέστης, και μάλιστα έβγαζαν και φωτογραφίες την «ευτυχία» τους. Απαθανάτιζαν βλέπεις τις στιγμές τους τα πουλάκια μου.

—Έλα καημένη πώς κάνεις έτσι; Ε, άντρας είναι. Θα κάνει κι αυτός τα δικά του. Εσένα μια φορά σου φερόταν καλά. Δεν σου φερόταν;

—Ω ναί! Υπερβολικά καλά μάλιστα! Χα! Για να μου ρίξει στάχτη στα μάτια! —Πολύ αυστηρή είσαι κοριτσάκι! Οι άντρες έτσι είναι! Κάνουν τις «αταξίες» τους αλλά

γυρίζουν πάντα στην γυναίκα τους.—Μα πού ζεις, βρε μαμά; Σε ποιόν αιώνα; Δεν καταλαβαίνεις ότι αν δεν τον χώριζα εγώ

θα με χώριζε εκείνος οπωσδήποτε; Για να έχει την ανάγκη να δημιουργήσει παράλληλη σχέση, πάει να πει ότι η δική μας σχέση τελείωσε. Ό,τι είχαμε να πάρουμε και να δώσουμε ολοκληρώθηκε. Αλλά πού να καταλάβεις εσύ τώρα! Εσύ ζεις σ’ άλλη εποχή...

—Ναι καλά... Δεν υπήρξα εγώ νέα, νομίζεις; Δεν ήμουν κι εγώ κάποτε κορίτσι; Δεν καρδιοχτύπησα κι εγώ; Ε; Αυτό νομίζεις; Αχ εσείς οι νέοι! Έχετε τα νιάτα σας, την ομορφιά σας, όλη τη ζωή μπροστά σας, και θαρρείτε ότι μόνο εσείς είσαστε και κανένας στον κόσμο.

—Χα! Ώρα είναι να μου πεις ρομαντικές ιστορίες του «πάλαι ποτέ». Άσε, ευχαριστώ... δεν θα πάρω! Άσε που ξέρω πόσο συντηρητικοί ήταν οι γονείς σου, οπότε μάλλον πλατωνικές ιστορίες θα μου αραδιάσεις. Αλλά το ζήτημα δεν είναι αυτό. Το ζήτημα είναι ότι τα λες και στη θεία Ελένη και δεν ξέρω κι εγώ σε ποιόν άλλο.

—Όχι, παιδί μου! Δεν της είπα τίποτα σπουδαίο. Απλώς ότι χωρίσατε. Με ρώτησε τα νέα σου και της τα είπα. Να μην της τα’λεγα, η καημένη;

—Όχι, να μην της τα’λεγες. Και είμαι σίγουρη ότι δεν αρκεστήκατε στο γεγονός. Κάνατε αναλύσεις επί των αναλύσεων. Ξέρεις κάτι; Νομίζω ότι πρέπει να βρεις μια ασχολία που να σε εκφράζει. Να σταματήσεις να ασχολείσαι με τη ζωή μου. Να σταματήσεις να ζεις μέσα από μένα.

—Είσαι πολύ σκληρή και άδικη. Αυτό είναι το ευχαριστώ για όσα θυσίασα για σένα; Εγώ που δεν έχω προσωπική ζωή; Που ήμουν μια ζωή η υπηρέτριά σου; Που εξοικονομούσα

Foskarinis2015_6thJuly.indd 40 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 41: dimiourgiki grafi & eikona

41

και τη δραχμή για να μη σου λείψει τίποτα; Που σε σπούδασα, που σ’έμαθα να είσαι ανεξάρτητη για να μου μιλάς τώρα έτσι; Αλλά πού θα πάει; Θα κάνεις κι εσύ μια μέρα παιδιά και τότε θα καταλάβεις ότι το ενδιαφέρον της μάνας για τα παιδιά της δεν είναι μόνο να φροντίζει για το φαγητό τους και τα ρούχα τους. Είναι για τα πάντα.

—Πάλι άρχισες την γκρίνια και πάλι προσπαθείς να με φορτώσεις μ’ενοχές για τις δικές σου επιλογές. Είμαι ευγνώμων για ό,τι έχεις κάνει για μένα, αλλά εγώ δεν σου απαίτησα ποτέ τίποτα. Εσύ επέλεξες να αμελείς τον εαυτό σου. Εσύ επέλεξες να πνίγεις τα «θέλω» σου στο όνομα της μητρότητας. Τα έχουμε ξαναπεί αυτά! Βαρέθηκα να λέμε τα ίδια και τα ίδια. Α, να σου πω, έχω και δουλειά. Δεν μπορώ να μιλάω με τις ώρες. Εγώ σε πήρα μόνο και μόνο να σου πω μια καλημέρα και να μην κουβεντιάζεις τα προσωπικά μου μ’ όλο τον κόσμο. Σ’αφήνω τώρα! Θα τα ξαναπούμε κάποια άλλη φορά.

—Εντάξει! Να ξαναπάρεις σύντομα και πέρνα κι απ’το σπίτι να δεις και τον πατέρα σου αν σε φέρει ο δρόμος. Να’σαι καλά!

—Γεια σου μαμά. Τα λέμε!

Foskarinis2015_6thJuly.indd 41 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 42: dimiourgiki grafi & eikona

42

Κλειώ Μαυρουδή

ΤΟ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΣΠΙΤΙ

—ΣΤΕΦΑΝΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ. Δεν γίνεται συνέχεια ν’ αποφεύγεις το ζήτημα.—Μμμμ, για ποιό πράγμα;—Λες και δεν ξέρεις τι με τρώει τόσον καιρό! Πρέπει να πάμε σ άλλο σπίτι. Μεγαλύτερο!

Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να ζούμε εδώ. Τώρα μάλιστα που σε μερικές βδομάδες θα ‘ρθει και το μωρό. Πρέπει να ξεκινήσουμε αμέσως το ψάξιμο γιατί σε λίγο καιρό θα’χω βαρύνει τόσο, που δεν θα μπορώ να πάρω τα πόδια μου.

—Αυτό είναι το πατρικό μου, το ξέχασες;—Ναι το ξέρω, και ξέρω πόσες θαυμάσιες αναμνήσεις έχεις απ’αυτό το σπίτι αλλά δεν

πάει άλλο. Πρώτα-πρώτα είναι μικρό. Ένα δυαράκι μπορεί να καλύπτει εμάς σαν ζευγάρι αλλά όταν έρθει το μωρό... Το μωρό χρειάζεται ολόκληρη προίκα. Πού θα μπουν τα ρούχα του, τα πράματά του, η κούνια του; Κι αργότερα τα παιχνίδια του; Οι ντουλάπες ίσα που χωράνε τώρα τα δικά μας ρούχα! Πόσες και πόσες φορές δεν έχεις παραπονεθεί ότι βγάζεις τα πουκάμισά σου τσαλακωμένα; Κι αν στο μεταξύ έρθει κι άλλο μωρό; Το ‘χεις σκεφτεί αυτό;

—Βιάζεσαι πολύ! Νομίζεις ότι μόνο εγώ θα δουλεύω κι εσύ θα γεννοβολάς;—Καθόλου! Άσε δε, που αυτό εδώ είναι παλιό. Και δεν το λέω μόνο από αισθητική άποψη,

αλλά τα υδραυλικά είναι αρχαία το ίδιο και τα ηλεκτρολογικά. Η μόνωση, ανύπαρκτη. Κρυώνουμε το χειμώνα και λιώνουμε το καλοκαίρι. Έτσι και φυσήξει λίγο δε, η σκόνη κι ο αέρας μπαίνουν μέσα από τα κουφώματα.

—Μια χαρά μεγάλωσα εδώ, και μια χαρά μας χώραγε όλους! Εσύ είσαι καλομαθημένη.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 42 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 43: dimiourgiki grafi & eikona

43

—Μιλάω πολύ σοβαρά! Δεν είναι δυνατόν να φωνάζουμε τον υδραυλικό και τον ηλεκτρολόγο κάθε τρεις και λίγο. Πλούσιους τους έχουμε κάνει! Είναι και το άλλο. Το μπαλκονάκι του ίσα που παίρνει δυο καρέκλες. Άσε πια τη θέα. Ας μην το συζητήσω καλύτερα. Οι γειτονικές μπουγάδες! Χα! Ντρέπομαι να καλέσω δυο φίλες. Και όταν λέω δύο, το εννοώ: μόνον δύο! Γιατί δεν χωράμε παραπάνω.

—Ε, καλά τώρα υπερβάλλεις!—Δεν υπερβάλλω καθόλου. Δεν θα ‘θελες κι εσύ να ζήσουμε σ’ένα καινούργιο,

μεγαλύτερο σπίτι με αυλή; Να μπορεί να παίζει και το παιδί τα καλοκαίρια κι αν δεν έχει αυλή να’χει τουλάχιστον μια μεγάλη βεράντα; Να είναι απλόχωρο έτσι που αν βάλουμε όμορφα τα έπιπλά μας να μη μοιάζει με αποθήκη, όπως τώρα, που όλα είναι στριμωγμένα; Και το σπουδαιότερο να μπορεί να κινείται το παιδί, όταν έρθει η ώρα, Παναγιά μου, χωρίς να τρέμω συνέχεια μήπως χτυπήσει το κεφαλάκι του καθώς θα τρέχει ανάμεσα στα έπιπλα.

—Κάνε ό,τι θες. Δεν σ’αντέχω άλλο!—Να κάνουμε βεγγέρες, να έρχονται οι φίλοι μας, χωρίς να αισθανόμαστε αμήχανα.

Να κάνουμε επιτέλους μπάνιο χωρίς να στοιχηματίζουμε από πριν αν θ’ αντέξει αυτός ο παμπάλαιος θερμοσίφωνας. Και το μωρό να ‘χει το δικό του δωμάτιο. Μα πες μου, είναι δυνατόν να μη το βλέπεις κι εσύ; Το σπίτι αυτό μπορεί να ήταν «παλάτι» το 1950 αλλά τώρα είναι τουλάχιστον ανεπαρκές, για να μην πω τίποτ’ άλλο. Έχει συναισθηματική αξία για σένα; Ωραία, κράτησέ το σαν ενθύμιο. ‘Η τουλάχιστον νοίκιασε το, αν θες να έχεις λίγα χρήματα παραπάνω. Ή ακόμη καλύτερα πούλησέ το, να’χουμε δυο δεκάρες στην άκρη για ώρα ανάγκης.

—Φτάνει πια!—Πρέπει να το αποφασίσεις. Δεν πάει άλλο. Εγώ αρνούμαι να συνεχίσω να ζω εδώ μέσα.

Κι αρνούμαι να φέρω το παιδί μας εδώ. Έχω σταμπάρει ένα, δυο αξιόλογα σπίτια και θέλω αύριο κιόλας να πάμε μαζί να τα δούμε. Έλα, μη μου χαλάς το χατίρι, καλέ μου. Εξ άλλου για σένα τα χρήματα δεν είναι πρόβλημα. Να πάρεις την απόφαση μόνο. Αφού ξέρεις ότι έχω δίκιο και τελικά θα περάσει το δικό μου, αγαπούλα!

Foskarinis2015_6thJuly.indd 43 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 44: dimiourgiki grafi & eikona

44

Χρήστος Φωτίου

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ;

ΜΟΛΙΣ ΔΥΟΜΙΣΙ ΜΗΝΕΣ στο στρατό. Είχε κάνει τη βασική εκπαίδευση, είχε κάνει και μια επιπλέον εκπαίδευση σαν βαθμοφόρος κι ένιωθε κάπως αμήχανα. Ποιός; Αυτός! Ένας “ανάρχας”, νά ‘χει πάνω του αυτή τη μικρή εξουσία που του’διναν τώρα οι δύο “σαρδέλες” ραμμένες στο μπράτσο της στολής του. Περίεργα παιχνίδια που παίζει η πουτάνα η ζωή. Πολύ περίεργα όμως!

Πρώτη μετάθεση σε μια αεροπορική βάση, βόρεια της χώρας. Αλλά απ’ την πρώτη μέρα η ζωή γούσταρε να παίξει μαζί του. Μήπως την προκαλούσε και αυτός; Οι “γείτονες”, απ’ την άλλη μεριά της θάλασσας, είχαν ανεβάσει πολύ το “θερμόμετρο” κείνες τις μέρες, αλλά όλοι πίστευαν ότι είναι έν’ ακόμη πολιτικό παιχνίδι που θ΄αρχίσει και θα τελειώσει με τις γνωστές πύρινες ανακοινώσεις εκατέρωθεν. Όμως εκείνη τη μέρα τα πράματα σοβάρεψαν, οι διαταγές που ήρθαν από ψηλά δεν άφηναν περιθώρια γι’ αμφιβολίες. Το είδε άλλωστε, στη φάτσα και στο βλέμμα των μονίμων που ήταν χρόνια εκεί. Τέλος τ΄αστεία.

Οι διαταγές ήταν απλές και κοφτές. Για το τι θα κάνει ακριβώς ο καθένας. Δεν πρόλαβε να πάει στη νέα του μονάδα και τον διέταξαν να φύγει, αυτός κι άλλοι έξι φαντάροι μαζί. Ήρθε ένα φορτηγάκι της μονάδας, τους πήρε και τους πήγε στην αποθήκη οπλισμού να πάρουν τα όπλα τους. Θυμάται τον αξιωματικό επικεφαλής του οπλουργείου, έναν τύπο που φώναζε από μακριά ότι έχει ζήσει πολλά, δεν μπορούσες να καταλάβεις τι. Μόλις τελειώσανε τα τυπικά της παραλαβής κι έφευγαν, γυρίζει και του λέει:

«Εσύ θα είσαι επικεφαλής τους, ρε;» «Ναι», απάντησε αυτός μηχανικά.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 44 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 45: dimiourgiki grafi & eikona

45

«Καλά τότε έχε τον νου σου μη σκοτωθείτε μόνοι σας, μαλακισμένα.» Είχε πάει απόγευμα κι η ένταση ανέβαινε συνεχώς. Τους είπαν ότι θα πήγαιναν σ’ ένα

νησί, απ’ αυτά που υπάρχουν μόνο στον χάρτη. Θά’ταν σαν επιπλέον φρουρά στο αεροδρόμιο.Καθώς περπάταγαν να μπούνε στο C-130, κοίταξε στην άλλη μεριά του διαδρόμου, δύο

F-5 γεμάτα πυραύλους, να παίρνουν θέση γι’ απογείωση. Και ήξερε πως αυτή τη φορά δεν ήταν άσκηση. Μπήκαν τελευταίοι στο μεταγωγικό, γιατί θα ήταν οι πρώτοι που θα κατέβαιναν. Ο καθένας έκατσε στη θέση του αμίλητος. Έτσι και αλλιώς ο ήχος απ’ τους κινητήρες του αεροπλάνου κάλυπτε ακόμα και τη σκέψη τους. Έφτασαν και σε λίγο άρχισε να βραδιάζει. Από παλιά τα είχε καλά με την νύχτα, αλλά μέχρι τότε, γιατί αυτή η νύχτα, το διαισθανόταν, δεν θα ήταν σαν καμία άλλη στη ζωή του.

Ιστορικά δεν έγινε τίποτα, ποτέ. Θέλω να πω κανένα θερμό περιστατικό δεν έφτασε στα άκρα μ’ανεπανόρθωτα αποτελέσματα. Αλλά εκείνο το βράδυ, η ιστορία δεν είχε γραφτεί ακόμα και κανένας απ’ όσους ήταν πάνω στο νησί δεν ήξερε τι θα γινόταν τελικά. Αυτό έκανε κείνη την νύχτα ξεχωριστή, η αγωνία του τι τελικά θα συμβεί. Τι θα έκανε ο καθένας; Θα ξημέρωνε μια μέρα όπως όλες; ΄Η για κάποιους το πρωί δεν θα ερχόταν ποτέ;

Αυτός και η ομάδα του ανέλαβαν να φυλάνε τα δύο αεροπλάνα επιφυλακής. Χώρισε τους έξι σε τρεις βάρδιες των δύο για να τους αλλάζει και να κοιμούνται οι υπόλοιποι. Αλλά κανείς δεν είχε διάθεση να κοιμηθεί.

Βράδιασε. Πήγε τους δύο φαντάρους στην θέση τους και έφυγε προς το φυλάκιο. Μπήκε για λίγο μέσα, είδε τους άλλους που έκαναν πως κοιμούνται και ξαναβγήκε έξω.

Δεν θυμάται τι καιρό έκανε εκείνο το βράδυ, κρύο; ζέστη; δροσιά; Απλά δεν θυμάται. Ίσως γιατί δεν ένιωθε τίποτα. Θυμάται μόνον ότι ήταν άνοιξη. Μάρτης μήνας.

Πήγε και κάθησε στη ρίζα ενός δέντρου ακουμπώντας την πλάτη του στον κορμό του. Έβγαλε το κράνος του κι άναψε τσιγάρο. Κοίταξε γύρω του, όλα τα φώτα σβηστά, όπως γίνεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, για να μη σε βλέπει ο εχθρός. Μόνο κάτι θαμπές λάμπες, ίσα-ίσα να βλέπεις τα απαραίτητα, αλλά δεν χρειαζόταν. Τα μάτια του είχαν ήδη προσαρμοστεί στο σκοτάδι. Ήταν κι αυτή η παράξενη νεκρική σιγή. Μόνο που δεν ήξερε τι ακριβώς συνέβαινε. Ζούσε την ηρεμία που πολλες φορές λαχταρούσε ή είχε μπει στην αυλή της Κόλασης;

Foskarinis2015_6thJuly.indd 45 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 46: dimiourgiki grafi & eikona

46

Τότε οι σκέψεις ξέσπασαν σαν καταιγίδα. Σκέψεις αλλόκοτες, θαρείς περίεργες, κάποιες αταίριαστες. Θαρείς ότι είχαν κι αυτές θολώσει απ’ το ταξίδι και το θόρυβο του αεροπλάνου και τώρα, σ’ αυτή την απόκοσμη ησυχία ξύπνησαν. Μόνο που να, ξεχύθηκαν όλες μαζί, σαν τα παιδιά του δημοτικού όταν χτυπάει το κουδούνι να σχολάσουν.

Τρόμαξε! Προσπάθησε να τις βάλει σε μια σειρά, σε μια τάξη, έστω να τις κατατάξει σε κατηγορίες. Του πήρε κάμποση ώρα αυτό. Τράβηξε μια βαθιά τζούρα απ’ το τσιγάρο του και κάρφωσε το βλέμμα του στο άπειρο, όπως έκανε συνήθως. Πώς βρέθηκε εκεί; Τι θα έκανε, αν...; Αν γινόταν μάχη, θα πάταγε την σκανδάλη; Γιατί θα σκότωνε; Για την πατρίδα; Για την ζωή του; Tι θα υπεράσπιζε; Τα ιδανικά τα δικά του, ή τα ιδανικά των άλλων; Tι διαταγές θα έδινε στα παιδιά που του είχαν χρεώσει; Κι αυτά; Θα τον υπάκουαν; Θα πέθαινε; Θα τραυματιζόταν; Αν τραυματιζόταν, θα ξαναοδηγούσε μηχανή; Άκου να δεις! Μέσα σ’ όλα αυτά, αυτό που τον απασχολούσε, ήταν μήπως δεν ξαναοδηγήσει μοτοσυκλέτα! Χαμογέλασε και είπε στον εαυτό του: «Τι μαλάκας είσαι, ρε;» Όμως, εκείνη τη στιγμή την είχε ανάγκη αυτή τη σκέψη.

Όση ώρα ήταν χαμένος στις σκέψεις του, έπαιζε αμήχανα με τον γεμιστήρα του όπλου του. Που εκείνες τις στιγμές ένιωθε ότι ήταν ο καλύτερός του φίλος. Και κάτι ακόμη περισσότερο. Σύντροφος, μπορούσες να πεις. Έβαζε, έβγαζε τον γεμιστήρα, μέτραγε τις σφαίρες. 1, 2, 3, ... 19. 19; Πού είναι η σφαίρα που λείπει; Τράβηξε το κλείστρο του όπλου και την είδε μέσα στην θαλάμη. Πότε όπλισε; Δεν θυμάται. Τα έβαλε όμως με τον εαυτό του. «Ηλίθιε, θα μπορούσες να γίνεις εσύ ο βλάκας που θα σκότωνε κάποιον κατά λάθος».

Ένιωσε την ανάγκη να χαλαρώσει, άλλωστε σε λίγο θα‘ρχόταν η ώρα ν’ αλλάξει τους σκοπούς.

Πήγε μέσα στο φυλάκιο κι είδε τον μικρό απ’ την ομάδα να κάθεται στην άκρη του κρεβατιού και να κρατάει ένα τσιγάρο. Έτοιμος. Πλησίασε και πρώτη φορά είδε κάποιον που απ’ την αγωνία του προσπαθούσε να καπνίσει σβησμένο τσιγάρο. Είδε ότι στ’ άλλο του χέρι κρατούσε έναν αναπτήρα, αλλά είχε ξεχάσει να τ’ ανάψει.

Του το άναψε αυτός. Έβλεπε καθαρά τον φόβο στα μάτια του μικρού.«Από πού είσαι;» τον ρώτησε.Του είπε μια μικρή πόλη βόρεια της χώρας που δεν θυμάται τώρα πια.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 46 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 47: dimiourgiki grafi & eikona

47

«Από εκεί κοντά είναι κι η μητέρα μου», του απάντησε, για να αποφορτίσει λίγο την ατμόσφαιρα. Ο μικρός χαλάρωσε λίγο, ίσως να ένιωσε και μια κάποια σιγουριά. Τον ρώτησε κι άλλα, όπως αν έχει γκόμενα, αν έχει αδέλφια και τέτοια. Ο μικρός ένιωθε καλύτερα αλλά η κουβέντα έπρεπε να σταματήσει εκεί. Άλλες σκοτεινές σκέψεις τώρα τον έζωναν.

Όχι, δεν ήθελε να ξέρει και πολλά για τα παιδιά που ήταν εκεί. Αφού δεν ήξερε τι θα συμβεί κι αν πέθαιναν δίπλα του, δεν ήθελε να ξέρει τι θ’ άφηνε πίσω του ο καθένας απ’ αυτούς, ή ποιοί δεν θα τους ξανάβλεπαν ποτέ. Αν χαθούν, ας είναι άγνωστοι.

Άλλαξε τη φρουρά και ξαναπήγε στο δέντρο, αλλά δεν έκατσε αυτή τη φορά. Έψαξε τις τσέπες του κι έβγαλε ένα μικρό σουγιά που είχε πάντα μαζί του. Χάραξε τ’ όνομά του, την σειρά του, την ημερομηνία κι ένα “Ήμουν εδώ”. Μετά απ’ την ίδια τσέπη, έβγαλε έναν παλιό μαρκαδόρο που είχε απ’ τα εφηβικά του χρόνια όταν έγραφε συνθήματα στους τοίχους και νόμιζε τότε ότι αυτός θ’ αλλάξει τον κόσμο. Αλήθεια, τι παράξενη συνύπαρξη, ένας σουγιάς κι ένας μαρκαδόρος!

Έβγαλε το τζάκετ της στολής του κι έγραψε κάτι σαν ποίημα στο εσωτερικό του, μιας και δεν είχε πρόχειρο χαρτί. Μέρες αργότερα, στην πρώτη του άδεια, πήγε σπίτι του και το αντέγραψε σ’ ένα χαρτί που ακόμα το ψάχνει.

Η νύχτα πέρασε αργά. Όταν ξημέρωσε ήρθε νέα διαταγή να γυρίσουν στη βάση τους, όπως και τ’ αεροπλάνα.

Είχε τελειώσει το πιο παράξενο ξενύχτι της ζωής του και λίγο πριν μπει στο αεροπλάνο της επιστροφής μαζί με τους άλλους γύρισε και κοίταξε ανατολικά, εκεί άπ’ όπου περίμεναν τον έχθρό.

Και είδε έναν όμορφο ήλιο να τους κοιτάζει φωτεινός.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 47 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 48: dimiourgiki grafi & eikona

48

«Ο φόβος της ασχήμιας είναι για μένα αξιοκαταφρόνητη αδυναμία. Σ’ όλη μου την ζωή αναζητώ την αλήθεια, την αλήθεια όπως την βλέπω. Δεν μου άρεσαν τα κλασικά πρότυπα και δεν σέβομαι την «ιδανική ομορφιά». Θέλω να καταργήσω τη σύμβαση και να ξανασκεφτώ την τέχνη σαν κάτι αγνό».

Μιλήστε μου λίγο για εσάς, πού γεννηθήκατε;

Γεννήθηκα στις 29 Σεπτεμβρίου 1571* στην Ιταλία, ημέρα γιορτής του Αρχάγγελου Μιχαήλ, εξού και τ’ όνομά μου.

Από πού προέρχεται τ’ όνομά σας Καραβάτζο;

Ο πατέρας μου καταγόταν από ένα χωριό κοντά στο Μιλάνο, το Καραβάτζο, έτσι λεγόταν.

Θυμάστε από ποιά ηλικία ξεκινήσατε να ζωγραφίζετε;

Δεν θυμάμαι, ακριβώς, αλλά θα πρέπει να ήμουν δεκατριών χρονών. Έμενα τότε στο σπίτι του Σιμόνε Πετερτζάνο, ενός ζωγράφου, πολύ γνωστού εκείνη την εποχή, που ήταν

Δαμασκηνή Χανιώτη

ΜΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗMichelangelo Merisi da Caravaggio

Foskarinis2015_6thJuly.indd 48 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 49: dimiourgiki grafi & eikona

49

μαθητής του Τιτσιάνο. Μάλιστα είχα υπογράψει συμβόλαιο μαθητείας μαζί του για τέσσερα χρόνια. Έτσι γινόταν τότε.

Ξέρω ότι στην αρχή της καλλιτεχνικής σας σταδιοδρομίας, αναλαμβάνατε κάθε δουλειά που θα σας εξασφάλιζε τα προς το ζην. Ζωγραφίζατε προσωπογραφίες και σκηνές από την καθημερινότητα. Στην πορεία εξελιχθήκατε σ’ έναν από τους δυνατότερους θρησκευτικούς ζωγράφους αποδίδοντας βίαιο ρεαλισμό, χρησιμοποιώντας αποτελεσματικά όσο κανένας άλλος την φωτοσκίαση. Τι έχετε να πείτε γι΄ αυτό;

Πράγματι. Στην αρχή ζωγράφιζα προσωπογραφίες και σκηνές από την καθημερινότητα, αλλά σπάνια πληρωνόμουν γι’ αυτά. Επιβίωνα, με δυσκολία, ζήτησα βοήθεια από τον φίλο κι έμπορο τέχνης Κωνσταντίνο Σπάτα. Μέσω αυτού, πρόσεξε τα έργα μου ο καρδινάλιος Ντελ Μόντε, ο οποίος αναζητούσε νέα ταλέντα. Ο Ντελ Μόντε, μέσω του Κωνσταντίνου αγόρασε Τους Χαρτοκλέφτες. Δεν θυμάμαι καλά, αν τελικά αγόρασε την πρώτη εκδοχή της Τσιγγάνας Μοιρολόγου. Είναι αλήθεια, ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιώ το φως και τη σκιά κάνει τις μορφές πιο πραγματικές.

Ποια είναι η σχέση με τους πάτρονές σας, γενικά;

Θα έλεγα, παρόλο τον ιδιόρρυθμο και ατίθασο χαρακτήρα μου, με τους πλούσιους και ισχυρούς πάτρονές μου δεν τα πήγα κι άσκημα. Αφοσιωνόμουν και διατήρησα στενούς δεσμούς μαζί τους, υπάρχει σχέση εμπιστοσύνης. Κι οι ίδιοι έδειξαν την αγάπη τους και την εκτίμηση τους στο πρόσωπο μου και γενικά με υπερασπίζονται κάθε φορά που έχω προβλήματα με τον νόμο!

Ο καρδινάλιος Φραντσέσκο Μαρία ντελ Μόντε έγινε προστάτης σας. Πιστεύετε ότι σας βοήθησε να εξελιχθείτε;

Εκείνη την περίοδο, επωφελήθηκα της προστασίας του καρδινάλιου και συνάντησα

Foskarinis2015_6thJuly.indd 49 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 50: dimiourgiki grafi & eikona

50

ισχυρούς πάτρονες αλλά και διακεκριμένους ποιητές που με τη σειρά τους πρόβαλαν τα έργα μου. Παρέμεινα στην οικία του προστάτη μου, του Ντελ Μόντε, περίπου ως το 1600. Έτσι εξελίχθηκα καλλιτεχνικά και δημιούργησα έργα που ξεχώρισαν και αγαπήθηκαν.

Πιστεύετε ότι βοηθηθήκατε από τις αρχές της Αντιμεταρρύθμισης, ως ζωγράφος;

Όπως είναι γνωστό με την εξουσία δεν τα πάω καλά. Είναι πάντα τόσο διεφθαρμένη. Την χρησιμοποιώ όσο τη χρειάζομαι. Το έργο μου είναι διαφορετικό απ’ αυτό των συγχρόνων μου. Νομίζω ότι η δική μου δουλειά εκφράζει περισσότερο τις ανάγκες της εποχής μου. Προς το τέλος της καλλιτεχνικής μου σταδιοδρομίας, στα έργα μου, αποτυπώνω το προσωπικό μου δράμα, την προσωπική απελπισία.

Γιατί δεν συμβιβαστήκατε με τον ακαδημαϊκό τρόπο ζωγραφικής; Για ποιο λόγο ζωγραφίζετε τα θρησκευτικά θέματα με τόσο ακραίο ρεαλιστικό τρόπο;

Τον ακαδημαϊκό τρόπο ζωγραφικής τον θεωρώ εξεζητημένο, ψεύτικο. Όπως έχω ξανάπεί «Ο φόβος της ασχήμιας είναι για μένα αξιοκαταφρόνητη αδυναμία. Σ’ όλη μου την ζωή αναζητώ την αλήθεια, προσπαθώ να την αιχμαλωτίσω, όπως την βλέπω. Δεν μου άρεσαν τα κλασικά πρότυπα και δεν σέβομαι την ομορφιά». Για μένα η ομορφιά είναι άλλη κι έχει σχέση με την πραγματικότητα και την αλήθεια.

Είστε πρωτοπόρος τόσο στην επιλογή νέων θρησκευτικών θεμάτων όσο και στην απόδοση των θρησκευτικών συνθέσεων, παρουσιάζοντας τους Αγίους απλούς, ταλαιπωρημένους, με ρυτιδιασμένα μέτωπα. Ωστόσο κάποια θρησκευτικά έργα θωρήθηκαν ιερόσυλα και ασεβή.

Μην ακούτε αυτά που λένε οι συκοφάντες μου. Εγώ είμαι βαθύτατα πιστός. Μην κοιτάζετε απλώς τους πίνακες μου! Θέλω να τους νιώσετε, να πιστέψετε το μήνυμα που μεταφέρουν. Δεν το κάνω για να εντυπωσιάσω. Κάθε άλλο, παίρνω πολύ σοβαρά το μήνυμα του χριστιανισμού. Γι αυτό, αφού διάβασα την Καινή Διαθήκη προσπάθησα να φανταστώ

Foskarinis2015_6thJuly.indd 50 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 51: dimiourgiki grafi & eikona

51

τα βιβλικά επεισόδια σαν να συνέβαιναν μπροστά στα μάτια μου, σαν να γινόντουσαν στο διπλανό σπίτι, σήμερα, τώρα.

Λέγεται πως δουλεύετε απ’ ευθείας στον καμβά δίχως προσχέδιο και τελειώνετε τα έργα σας με ξεχωριστή ταχύτητα. Έχετε να προσθέσετε κάτι πάνω σ’ αυτό;

Ναι, είναι αλήθεια, δουλεύω γρήγορα και ειδικά την περίοδο 1601- 03 φιλοτέχνησα έναν μεγάλο αριθμό έργων, που προορίζονταν για δημόσιους χώρους, και όχι μόνο! Τα έργα μου έχουν ζήτηση από ιδιώτες συλλέκτες. Προσπαθώ να ξεφεύγω μέσα από τη ζωγραφική.

Να ξεφεύγετε από πού;

Απ’ την πραγματικότητα που ζω, απ’ τον ίδιο μου τον εαυτό.

Γιατί σε πολλά έργα συναντάμε τον Αμαρτωλό στο κέντρο του πίνακα;

Χαίρομαι που το προσέξατε! Είναι ένα στοιχείο που πρόσθεσα συνειδητά στα έργα μου δίνοντας ένα βαθύτερο νόημα. Όπως όλοι γνωρίζουμε τότε δίναμε μεγάλη σημασία στη σωτηρία της ψυχής. Αλλά και στην αμαρτία. Στη δίψα για παρανομία και αμαρτία. Στον καμβά μου, αποτυπώνω τη στιγμή που ο αμαρτωλός συνειδητοποιεί το εφήμερο αυτού του κόσμου.

Γιατί επιλέγετε ως μοντέλα σας πρόσωπα ταπεινής καταγωγής;

Γιατί οι άνθρωποι είναι ωραίοι όταν είναι αληθινοί, υπάρχουν στην τέχνη μόνο όταν και όπως υπάρχουν και στη ζωή.

Ο πίνακας με τίτλο Ο αποκεφαλισμός του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή είναι ο μόνος που φέρει την υπογραφή σας. Επιπλέον είναι ο μεγαλύτερος πίνακας σε διαστάσεις που έχετε

Foskarinis2015_6thJuly.indd 51 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 52: dimiourgiki grafi & eikona

52

δημιουργήσει μέχρι τώρα. Γιατί; Υπάρχει κάποιος λόγος;

Ο πίνακας αυτός έχει μήκος πέντε μέτρα και μάλιστα καλύπτει ολόκληρο το ανατολικό τοίχος του παρεκκλησιού. Μιας και ο ευκτήριος οίκος του Αγίου Ιωάννη χρησιμοποιείται για την τέλεση των θείων μυστηρίων αλλά και για την καθοδήγηση και προσευχή τον δόκιμων μοναχών και ιπποτών. Ήθελα, καθώς ο δόκιμος έμπαινε στο σκευοφυλάκιο, να αντικρύσει όχι έναν πίνακα αλλά ένα ζωντανό δράμα να εκτυλίσσεται μπροστά του, ακόμη ακόμη και μέσα του. Όσο για την υπογραφή μου που δεσπόζει στο κέντρο του πίνακα, κάτω από το αίμα που κυλάει, είναι για να ξεπλύνω τις αμαρτίες μου, γι αυτό και υπέγραψα «f. Michel».

Τι κοινό έχουν τα έργα της τελευταίας περιόδου σας μεταξύ 1609-10;

Την περίοδο αυτή ζωγραφίζω τις μορφές σε κοντινό πλάνο, το φόντο είναι ασαφές σκοτεινό και μελαγχολικό, κοινό θέμα σε όλα είναι ο θάνατος. Υπάρχει έντονη αντίθεση ανάμεσα σε φως και σκοτάδι, βασισμένος στην χριστιανική παράδοση. Απεγνωσμένα, μέσω των έργων μου απευθύνομαι στους αποδέκτες τους, αλλά και στους πρώην πάτρονές μου για άφεση και σωτηρία. Παρουσιάζω τον εαυτό μου, όπως ένιωθα. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια μετακινιόμουν από πόλη σε πόλη για ν’ αποφύγω την σύλληψη.

Ποια ήταν τα έργα αυτά;

Είναι: Η Σταύρωση του Αγίου Ανδρέα, Η Σαλώμη με το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή, Ο Δαβίδ με το κεφάλι του Γολιάθ και Το μαρτύριο της Αγίας Ούρσουλας.

Στους δύο τελευταίους πίνακες που μόλις αναφέρατε κάποια πρόσωπα μοιάζουν να είναι αυτοπροσωπογραφίες σας.

Απελπισία, πάλι απελπισία, απόγνωση, σκοτάδι, θάνατος. Έτσι ένιωθα! Το κομμένο

Foskarinis2015_6thJuly.indd 52 6/7/2015 8:31:32 μμ

Page 53: dimiourgiki grafi & eikona

53

κεφάλι του Γολιάθ που έχει τα δικά μου χαρακτηριστικά, είναι εκτός από ένδειξη μετάνοιας, σύμβολο αθανασίας, της καλλιτεχνικής μου ιδιοφυίας, ενώ ταυτόχρονα κοιτάζει τον θεατή, ζητώντας την επιείκειά του.

Σημείωση:

Έτος γέννησης του Καραβάτζο, θεωρείται το έτος 1571 στη Βιογραφία Έλεν Λάνγκτον, Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζο, εκδ. Μικρή Άρκτος, ενώ ο E.H. Gombrich, 1998, Το χρονικό της Τέχνης, ως έτος γέννησης αναφέρει το έτος 1573.

Βιβλιογραφία:

1) E.M. Gombrich : Χρονικό της Τέχνης, μετάφραση Λίνα Κάσδαγλη,Εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 20112) Έλεν Λάνγκτον: Μικελάντζελο Μερίσι ντα Καραβάτζο, μετάφραση Σπ. Τσούγκος,Εκδ. Η Μικρή Άρκτος, Αθήνα 2013.

Διαδίκτυογραφία:

Βιογραφία του Καραβάτζο στη Βικιπαίδεια Ντοκιμαντέρ:

Η Δύναμη Της Τέχνης - The Power Of Art, Παραγωγής: BBC

Foskarinis2015_6thJuly.indd 53 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 54: dimiourgiki grafi & eikona

54

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ

Foskarinis2015_6thJuly.indd 54 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 55: dimiourgiki grafi & eikona

55

Γιάννης Βοργίας

Εικαστικός, Καλλιτέχνης με 35ετή ενεργή παρουσία στο χώρο της Ζωγραφικής.

Σπούδασε στην Ιταλία, Ζωγραφική και Ναυπηγική.Μελετά και ερευνά διαρκώς το πεδίο των εικαστικών Τεχνών, με εστίαση στους στόχους και στη δεοντολογική ύπαρξη του καλλιτέχνη.

Είναι μέλος του “Salon des Independants” στο Παρίσι από το 1993.

Έχει διοργανώσει επτά ατομικές εκθέσεις και έχει πολλές συμμετοχές σε ομαδικές σε διάφορα μέρη του κόσμου. Κριτικές παρουσιάσεις του έργου του, συμπεριλαμβάνονται στο “Who is Who”, στις εκδόσεις “Μέλισσα” και σε πολλά άλλα έντυπα. Για το έργο του, έχουν γράψει επώνυμοι κριτικοί της Τέχνης.Αυτοπροσδιορίζεται στο χώρο του συμβολιστικού Σουρεαλισμού.

Έχει επισκεφθεί τις μεγαλύτερες πινακοθήκες, πολιτιστικούς χώρους και σημαντικά γνωστά κέντρα διδασκαλίας των εικαστικών Τεχνών στην Ευρώπη και έχει διοργανώσει επισκέψεις – διδασκαλίας εκεί με τους σπουδαστές της Σχολής.

Είναι Ιδρυτής από το 1992, της Σχολής “BORGIAS” Fine Art, Culture & Design, στην οποία διδάσκει, μέχρι σήμερα, Ζωγραφική, Ιστορία & Φιλοσοφία της Τέχνης.Δίνει, συχνά διαλέξεις με εικαστικά ή φιλοσοφικά θέματα. Ομιλεί ιταλικά, γαλλικά, αγγλικά.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 55 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 56: dimiourgiki grafi & eikona

56

Λυδία Ζιώγα

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος της Σχολής Βελουδάκη. Έχει σπουδάσει 6 χρόνια χορό και 9 χρόνια μουσική.Έχει εργαστεί ως ενδυματολόγος σε διαφημιστικές εταιρείες, κυρίως σε θέματα αρχαιοελληνικού χαρακτήρα.Συνεργάστηκε ως ενδυματολόγος με την ομάδα «Λάβρυς» στα «Αττικά Διονύσια» το 2010 και το 2011, και στην Ελληνο-Αυστραλιανή συμπαραγωγή Ντοκιμαντέρ του Ευαγγέλου Μυγδάλη, για τη συμπλήρωση 2.500 χρόνων από την Μάχη του Μαραθώνα το 2010.Σπουδάζει στη Σχολή “BORGIAS” Fine Art, Culture & Design, στο τμήμα Ζωγραφικής και Δημιουργικής Γραφής και Εικόνας - Λέσχη Ανάγνωσης.Έχει έναν γιό, τον Αλέξανδρο.

Αλέξανδρος Κουσούλης

Γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε Μηχανολόγος Μηχανικός στο Πολυτεχνείο Πατρών απ’ όπου αποφοίτησε το 2001. Ως φοιτητής, συμμετείχε στην λογοτεχνική ομάδα του Πανεπιστημίου Πατρών. Εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στο ΙΕΚ Κορυδαλλού, στο τμήμα Τεχνικών Αερίων Καυσίμων. Εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας. Παρακολουθεί μαθήματα Ζωγραφικής και Δημιουργικής Γραφής και Εικόνας - Λέσχη Ανάγνωσης, στο Κέντρο δια Βίου Μάθησης “BORGIAS” Fine Art, Culture & Design.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 56 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 57: dimiourgiki grafi & eikona

57

Κυριακή Κρέστου

Γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 3 Ιουλίου. Κατοικεί στο Κερατσίνι. Έχει τέσσερις αδερφές.Είναι τελειόφοιτος του τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών (Τομέας Γλωσσολογίας) και γνωρίζει αγγλικά και γαλλικά.Σπούδασε, επί δέκα έτη, Θεωρία, Αρμονία και Μορφολογία της Μουσικής καθώς και κλασική κιθάρα. Ως μέλος της Ομάδας Μελέτης Ελλήνων Συγγραφέων του 1ου Λυκείου Κερατσινίου, συμμετείχε στη συγγραφή του βιβλίου Προσεγγίσεις στον Πλούταρχο με δοκίμιά της για δύο έργα από τα Ηθικά του Πλουτάρχου, το Περὶ τοῦ Εἶ τοῦ ἐν Δελφοῖς και το Περὶ Ἴσιδος καὶ Ὀσίριδος (επιμ. Παναγ. Κων. Μητροπέτρου, εκδ. Δήμου Κερατσινίου, 2002).Εργάζεται στην ΣΤΑΣΥ Α.Ε. και ταυτόχρονα σπουδάζει Advanced Painting και Δημιουργική Γραφή και Εικόνα - Λέσχη Ανάγνωσης, στο Κέντρο δια Βίου Μάθησης “BORGIAS” Fine Art, Culture & Design.

Κλειώ Μαυρουδή

Γεννήθηκε στο Παλαιό Φάληρο όπου ζει μέχρι και σήμερα με τον σύζυγο και τον γιό της. Είναι απόφοιτος του Εμπορικού Κολλεγίου St. George και εργάσθηκε, επί σειρά ετών, ως καθηγήτρια Αγγλικών και ως ιδιωτική υπάλληλος. Από παιδί αγαπάει την λογοτεχνία και το θέατρο και από τα εφηβικά της χρόνια ασχολείται με την ποίηση και την πεζογραφία. Φοιτά στο Κέντρο δια Βίου Μάθησης “BORGIAS” Fine Art, Culture & Design στα τμήματα Σκηνογραφίας και Δημιουργικής Γραφής και Εικόνας - Λέσχη Ανάγνωσης.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 57 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 58: dimiourgiki grafi & eikona

58

Θάνος Φωσκαρίνης

Γεννήθηκε στην Αθήνα.Μαθήτεψε τη Ζωή και την Τέχνη κοντά στην Έλλη Αλεξίου, την Μελισσάνθη και τον Μάνο Χατζιδάκι.Πρωτοδημοσίευσε κείμενά του το 1977.Μαθητής στο Λύκειο πρωτοστάτησε στην κίνηση ανανέωσης των παρωχημένων τότε Νεοελληνικών Αναγνωσμάτων με την έκδοση της ανθολογίας Συμβολή (εκδ. Ιωλκός 1978).Είναι απόφοιτος του Θεάτρου Τέχνης (1982) και του τμήματος Θεατρολογίας του Πανεπιστημίου της Bologna (1992).Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές Το Νέο Σίγμα (Αθήνα, 1979), Βαλπαντάνα (Καστανιώτης, 1986), Το Ταμείον Αφωνίας op. XVI (Αθήνα, 1988), Βάρος της Χαμένης Πρόνοιας (Δελφίνι, 1994), Ο Καμβάς και το Σκουλήκι (Παρασκήνιο, 1977), Αυτόχειρη Ασχήμια (Παρουσία 1998), Οινόπνευμα για τα μάτια και το στόμα (Παρουσία 2000), Η Αλήθεια με ή χωρίς αντιβιοτικά (Εριφύλη, 2002), Άθελά μου (Εριφύλη 2004), Χους (Οδός Πανός 2011).Έχει εκδώσει επίσης τις εργασίες: Δοκίμιο Χρονογραφίας για την Έλλη Αλεξίου (Καστανιώτης, 1982), Ανοιχτές Επιστολές στον Μάνο Χατζιδάκι (Μπάστας-Πλέσσας, 1996). Έχει επιμεληθεί τα Αρχεία Έλλης Αλεξίου, Μελισσάνθης, Μένη Κουμανταρέα, Βικτωρίας Θεοδώρου και Ιάκωβου Καμπανέλλη. Συνεργάστηκε ως βιβλιοκριτικός με τις εφημερίδες “Η Καθημερινή” και “Ελευθεροτυπία”.Αναγορεύτηκε διδάκτωρ Ιταλικής φιλολογίας με την διατριβή Η θρησκευτική αγωνία και η κοινωνική αφύπνιση στην ποίηση του Mario Luzi στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, με επιβλέποντες καθηγητές τους Φ. Γκικόπουλο, Γ. Ζώρα και Άννα Θέμου, τον Μάιο 2014.Κείμενά του έχουν δημοσιευθεί στον περιοδικό και ημερήσιο Τύπο.Διδάσκει στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, στην Ανώτερη Δραματική Σχολή του Δήμου Αγίας Βαρβάρας “Ιάκωβος Καμπανέλλης”, και στο “ΒORGIAS” Fine Art, Culture and Design.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 58 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 59: dimiourgiki grafi & eikona

59

Γεννήθηκε στην Αθήνα, την δεκαετία του ‘60 και μεγάλωσε στα ροκ στέκια του ‘80. Είχε περίεργη σχέση με το σχολείο, αλλά τελείωσε δύο τεχνικές σχολές, μία για μηχ/κός αυτοκινήτων και μία για μηχ/κός αεροσκαφών. Τελικά προσγειώθηκε, έστω κι αν φτιάχνει αυτοκίνητα που πετάνε χαμηλά.Η σχέση του με την τέχνη, επίσης περίεργη. Αγαπάει πολύ τη μουσική που αντέχει στο χρόνο και στην παλιά ερώτηση “κιθαρίστας ή ντράμερ”; απαντάει αμέσως: “Ντράμερ”, (αν και ακόμη προσπαθεί να μάθει). Επίσης αγαπάει πολύ τη φωτογραφία και φωτογραφίζει τα πάντα εκτός από τον εαυτό του. Τέλος, του αρέσει να καταθέτει στο χαρτί σκέψεις και συναισθήματα και μετά να ταΐζει τη φωτιά με χαρτιά. Αυτό το τελευταίο είναι και ο λόγος που πείστηκε, με δημοκρατικές διαδικασίες, να παρακολουθήσει το μάθημα της Δημιουργικής Γραφής και Εικόνας - Λέσχη Ανάγνωσης στο “BORGIAS” Fine Art, Culture & Design και να γλυτώσουν κάποια γραπτά του από το αδηφάγο τζάκι.Έχει μια κόρη την Βασιλική που δεν ξέρει τίποτα για όλα αυτά.

Χρήστος Φωτίου

Δαμασκηνή Χανιώτη

Γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1981. Έχει τέσσερα αδέρφια.Έχει σπουδάσει στέλεχος επιχειρήσεων και λογιστών – μηχανογράφων στο εργαστήριο ελευθέρων σπουδών Dιdacta. Παρακολούθησε για ένα χρόνο Ελεύθερο σχέδιο και Προοπτική στο εργαστήριο ελευθέρων σπουδών Fernando Fenes. Ζει στην Πάρο. Είναι μητέρα δύο παιδιών, του Πέτρου 9 ετών και της Αγγελικής 5 ετών. Η αγάπη της να εκφράζεται, μέσω της γραφής και κυρίως της ζωγραφικής, την οδήγησε να παρακολουθήσει το μάθημα Δημιουργική Γραφή και Εικόνα - Λέσχη Ανάγνωσης (2014 - 2015).Σπουδάζει επίσης Φιλοσοφία και Ιστορία Τέχνης στο “BORGIAS” Fine Art, Culture & Design.

Foskarinis2015_6thJuly.indd 59 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 60: dimiourgiki grafi & eikona

60

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Γιάννης Βοργίας: Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ σ. 7

ΘάνοςΦωσκαρίνης:

ΠΡΟΛΟΓΟΣ σ. 9

ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Λυδία Ζιώγα Η ΘΥΣΙΑ σ. 12 Μ’ ΕΝΑ Σ’ΑΓΑΠΩ σ. 13 ΣΥΓΓΝΩΜΗ σ. 14 ΤΟ ΤΡΕΝΟ σ. 15 ΠΡΟΧΩΡΩΝΤΑΣ σ. 16 ΑΝΑΜΕΝΩ σ. 17 ΜΥΡΩΔΙΑ ΑΠΟ ΒΑΣΙΛΙΚΟ σ. 18 ΘΕΑΤΗΣ σ. 19

Αλέξανδρος Κουσούλης ΣΤΙΣ ΚΟΥΝΙΕΣ σ. 20

ΤΟ ΧΕΡΟΥΛΙ ΤΗΣ ΠΟΡΤΑΣ σ. 22 Κυριακή Κρέστου ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ; σ. 26

ΣΤΡΑΤΙΩΤΑΚΙΑ ΑΚΟΥΝΗΤΑ σ. 28 ΔΙΧΩΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟ σ. 30

Κλειώ Μαυρουδή ΟΙ ΛΟΥΟΜΕΝΕΣ σ. 33 ΟΙ ΣΙΩΠΕΣ σ. 36 ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΟΡΓΗΣ σ. 39 ΤΟ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΣΠΙΤΙ σ. 42

Χρήστος Φωτίου ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ; σ. 44

Δαμασκηνή Χανιώτη ΜΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ σ. 48

Μichelangelo Merisi di Caravaggio

BIΟΓΡΑΦΙΚΑ Γιάννης Βοργίας σ. 55 Λυδία Ζιώγα σ. 56 Αλέξανδρος Κουσούλης σ. 56 Κυριακή Κρέστου σ. 57 Κλειώ Μαυρουδή σ. 57 Θάνος Φωσκαρίνης σ. 58 Χρήστος Φωτίου σ. 59 Δαμασκηνή Χανιώτη σ. 59

Foskarinis2015_6thJuly.indd 60 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 61: dimiourgiki grafi & eikona

61

Κλειώ Μαυρουδή ΟΙ ΛΟΥΟΜΕΝΕΣ σ. 33 ΟΙ ΣΙΩΠΕΣ σ. 36 ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΟΡΓΗΣ σ. 39 ΤΟ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΣΠΙΤΙ σ. 42

Χρήστος Φωτίου ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ; σ. 44

Δαμασκηνή Χανιώτη ΜΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ σ. 48

Μichelangelo Merisi di Caravaggio

BIΟΓΡΑΦΙΚΑ Γιάννης Βοργίας σ. 55 Λυδία Ζιώγα σ. 56 Αλέξανδρος Κουσούλης σ. 56 Κυριακή Κρέστου σ. 57 Κλειώ Μαυρουδή σ. 57 Θάνος Φωσκαρίνης σ. 58 Χρήστος Φωτίου σ. 59 Δαμασκηνή Χανιώτη σ. 59

Foskarinis2015_6thJuly.indd 61 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 62: dimiourgiki grafi & eikona

62

Foskarinis2015_6thJuly.indd 62 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 63: dimiourgiki grafi & eikona

63

Foskarinis2015_6thJuly.indd 63 6/7/2015 8:31:33 μμ

Page 64: dimiourgiki grafi & eikona

Kτίρια: ΘΕΜΙΔΟΣ 9 και ΑΙΑΝΤΟΣΘΕΜΙΔΟΣ 19 και ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ, 17563 Π.ΦΑΛΗΡΟ

Τηλ.: 210 988 67 78, 210 93 234 37www.borgias-art.gr

e-mail: [email protected] us on: www.facebook.com/borgiasart

Στάση Τραμ “Aμφιθέας”

Foskarinis2015_6thJuly.indd 64 6/7/2015 8:31:33 μμ