voc prepadelf b2 delf

46
O S E R S I Générations Qualité de vie Loisirs Internet Éducation Travail Santé et bien-être Médias Économie 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8. Attitudes et valeurs 9. 10. D S É M I Q A T H U T E S

Upload: ekat

Post on 21-Jan-2016

1.605 views

Category:

Documents


15 download

DESCRIPTION

vocabulaire francais

TRANSCRIPT

Page 1: Voc Prepadelf b2 delf

OS

ER

SI

Générations

Qualité de vie

Loisirs

Internet

Éducation

Travail

Santé et bien-être

Médias

Économie

1.2.3.4.5.6.7.8.

Attitudes et valeurs

9.10.

D

S

ÉM

IQ

AT

H

U

T

ES

Page 2: Voc Prepadelf b2 delf

2

Lexique

Générations - Γενιές 1

s’engager (un engagement) durablement, pour la vie δεσμεύομαι (μια δέσμευση) για μεγάλο διάστημα, για όλη μου τη ζωή

partager sa vie avec un compagnon/une compagne μοιράζομαι τη ζωή μου με έναν/μία σύντροφο

avoir une relation stable έχω μια σταθερή σχέση

vouloir s’épanouir θέλω να ολοκληρωθώ

attendre un épanouissement affectif, sexuel, matérielπροσδοκώ συναισθηματική, σεξουαλική, υλική ολοκλήρωση

réussir pleinement une relation amoureuse έχουμε μια απόλυτα επιτυχημένη ερωτική σχέση

prendre des décisions à deux παίρνουμε αποφάσεις και οι δύο από κοινού

faire des projets d’avenir κάνω σχέδια για το μέλλον

la confiance, la fidélité ≠ l’infidélité η εμπιστοσύνη, η (συζυγική) πίστη ≠ η απιστία

Le coupleΤο αντρόγυνο

Ses attentes - Οι προσδοκίες τουÁ

la grossesse η εγκυμοσύνη

être enceinte είμαι έγκυος

attendre un enfant/un bébé περιμένω παιδί/μωρό

mettre au monde un enfant φέρνω ένα παιδί στον κόσμο

accoucher (un accouchement) γεννώ (ένας τοκετός)

la maternité η μητρότητα

avoir beaucoup d’enfants έχω πολλά παιδιά

élever un enfant μεγαλώνω ένα παιδί

s’occuper de son éducation ασχολούμαι με την εκπαίδευσή του

consacrer du temps à son enfant αφιερώνω χρόνο στο παιδί μου

être responsable de son bien-être et de sa santéείμαι υπεύθυνος για την ευεξία του και την υγεία του

le soigner το φροντίζω

être à son chevet είμαι στο πλευρό του

prendre en charge le travail domestique (la vaisselle, la cuisine, la lessive, le repassage)

αναλαμβάνω τις δουλειές του σπιτιού (το πλύσιμο των πιάτων, το μαγείρεμα, το πλύσιμο των ρούχων, το σιδέρωμα)

faire le ménage, s’occuper des tâches ménagères συγυρίζω, ασχολούμαι με το νοικοκυριό

partager les tâches quotidiennes μοιράζομαι τις καθημερινές υποχρεώσεις

Le couple au quotidien - Το αντρόγυνο στην καθημερινή ζωήÁ

Page 3: Voc Prepadelf b2 delf

3

Lexique

le célibat η εργένικη ζωή

un célibataire ένας άγαμος/ανύπαντρος/εργένης

avoir des relations amoureuses décevantes, ratées έχω απογοητευτικές, αποτυχημένες ερωτικές σχέσεις

des aventures sans lendemain πρόσκαιρες περιπέτειες

ne pas trouver l’âme sœur δεν βρίσκω την αδελφή ψυχή

un célibataire endurci ένας εργένης εκ πεποιθήσεως

être égoïste είμαι εγωιστής

ne pas vouloir aliéner sa liberté δεν θέλω να χάσω την ελευθερία μου

vouloir conserver son indépendance θέλω να διατηρήσω την ανεξαρτησία μου

vivre sans contraintes ζω χωρίς περιορισμούς

avoir peur de l’échec φοβάμαι την αποτυχία

avoir peur de s’engager φοβάμαι να δεσμευτώ

se consacrer à ses études, sa carrièreαφοσιώνομαι στις σπουδές μου, στη σταδιοδρομία μου

être inquiet face à un avenir économique incertainείμαι ανήσυχος μπροστά σε ένα αμφίβολο οικονομικό μέλλον

souffrir de solitude υποφέρω από μοναξιά

la solitude assumée ≠ subie η ηθελημένη μοναξιά ≠ η επιβεβλημένη μοναξιά

vivre dans l’attente d’une vraie rencontre ζω με την προσδοκία μιας αληθινής συνάντησης

aller sur un site de rencontres επισκέπτομαι ένα σάιτ γνωριμιών

La vie en soloΗ εργένικη ζωή

un mariage civil ένας πολιτικός γάμος

passer devant monsieur le maire (fam.) παντρεύομαι στο δημαρχείο

un mariage religieux ένας θρησκευτικός γάμος

se marier à l’église παντρεύομαι στην εκκλησία

les liens sacrés du mariage τα ιερά δεσμά του γάμου

une union indissoluble μια άρρηκτη ένωση

passer la bague au doigt περνώ τη βέρα στο δάχτυλο, παντρεύομαι

épouser la femme de sa vie παντρεύομαι τη γυναίκα της ζωής μου

se marier avec l’élu(e) de son cœur παντρεύομαι τον/την εκλεκτό/εκλεκτή της καρδιάς μου

un époux/une épouse, un conjoint (toujours masc.) ένας/μία σύζυγος, ένας/μία σύντροφος

la vie conjugale η συζυγική ζωή

garder son nom de jeune fille κρατώ το πατρικό μου όνομα

prendre le nom de son mari παίρνω το όνομα του συζύγου μου

accoler les deux noms προσθέτω το επίθετο του συζύγου μου στο πατρικό μου

fonder une famille κάνω οικογένεια

Les types d’unionΟι διάφοροι τύποι συμβίωσης

Le mariage - Ο γάμοςÁ

Page 4: Voc Prepadelf b2 delf

4

Lexique

la cohabitation juvénile η νεανική συμβίωση

un mariage à l’essai η δοκιμαστική συμβίωση

vivre en couple sans être mariés ζούμε μαζί χωρίς να έχουμε παντρευτεί

ne pas officialiser sa relation δεν επισημοποιώ τη σχέση μου

refuser les démarches officielles, les formalités administratives

αρνούμαι τις επισημότητες, τη γραφειοκρατία

un engagement personnel, social μια προσωπική, κοινωνική δέσμευση

ne pas vouloir s’engager δεν θέλω να δεσμευτώ

conserver une plus grande liberté individuelle διατηρώ μεγαλύτερη ατομική ελευθερία

régulariser sa situation après la naissance de ses enfants

νομιμοποιώ την κατάστασή μου μετά τη γέννηση των παιδιών μου

L’union libre - Η συμβίωση χωρίς γάμο, η ελεύθερη ένωση Á

se pacser, être pacséκάνω ένα πολιτικό σύμφωνο αλληλεγγύης, συμβιώνω με πολιτικό σύμφωνο αλληλεγγύης

s’assurer une protection mutuelle εξασφαλίζουμε αμοιβαία προστασία

se soutenir moralement, matériellement αλληλοϋποστηριζόμαστε ηθικά, υλικά

Le pacs - Το πολιτικό σύμφωνο αλληλεγγύης (το σύμφωνο συμβίωσης)Á

la rupture légale du mariage η νομική λύση του γάμου

une union fragile μια αδύναμη ένωση

se séparer (la séparation) χωρίζω (ο χωρισμός)

demander le divorce, divorcer ζητώ διαζύγιο, παίρνω διαζύγιο

vivre en bons termes ≠ se déchirer ζούμε σε αρμονία ≠ αλληλοσπαραζόμαστε

obtenir la garde des enfants, la garde conjointeέχω την επιμέλεια των παιδιών, την από κοινού επιμέλεια

avoir un droit de visite des enfants έχω δικαίωμα επικοινωνίας με τα παιδιά

verser une pension alimentaire πληρώνω διατροφή

un choc important, une expérience traumatisante pour les enfants

ένα σημαντικό σοκ, μια τραυματική εμπειρία για τα παιδιά

Le divorceΤο διαζύγιο

un remariage ο δεύτερος γάμος

former une grande tribu έχουμε μεγάλο σόι

bien s’entendre avec sa belle-mère, son beau-père τα πάω καλά με τη μητριά μου, με τον πατριό μου

un demi-frère, une demi-sœur ένας ετεροθαλής αδελφός, μια ετεροθαλής αδελφή

ne pas avoir de lien biologique, de liens de filiation δεν έχω βιολογικούς δεσμούς, δεσμούς πατρότητας

un enfant né d’une union précédente ένα παιδί που γεννήθηκε από προηγούμενο γάμο

vivre des relations complexes ζω περίπλοκες σχέσεις

Les modèles familiauxΟι τύποι οικογενειών

La famille recomposée - Η ανασυντεθείσα οικογένεια (ένωση διαζευγμένων με παιδιά ο καθένας)Á

Page 5: Voc Prepadelf b2 delf

5

Lexique

un enfant, un bambin, la progéniture ένα παιδί, ένα μικρό παιδί, τα κουτσούβελα

gâter matériellement, affectivement κακομαθαίνω υλικά, συναισθηματικά

un enfant désiré, gâté, pourri (fam.), choyé, aduléένα παιδί επιθυμητό, κακομαθημένο, παραχαϊδεμένο, κανακεμένο, λατρεμένο

capricieux, faire des caprices πεισματάρικος, κάνω καπρίτσια

un sale gosse (fam.) ένα παλιόπαιδο (οικ.)

un enfant terrible, insupportable, intenable, rebelle ≠ docile, maniable

ένα τρομερό παιδί, ανυπόφορο, σκανδαλιάρικο, απείθαρχο ≠ υπάκουο, εύπλαστο

un enfant incapable de renoncer, d’obéir sans négocier

ένα παιδί που δεν τα βάζει κάτω, που δεν υπακούει αμέσως

des parents dépassés, incapables de se faire obéir, de s’imposer, de poser des limites

γονείς ανήμποροι, ανίκανοι να επιβάλλουν την υπακοή, να επιβληθούν, να θέσουν όρια

une correction corporelle (une fessée, une claque, une gifle)

μια σωματική τιμωρία (μια ξυλιά, ένα χαστούκι, ένα σκαμπίλι)

L’enfant-roiΤο παιδί-βασιλιάς

obtenir un emploi stable αποκτώ σταθερή εργασία

quitter le domicile/foyer parental φεύγω από το σπίτι/την οικογενειακή εστία

trouver un logement βρίσκω μια κατοικία

vivre en couple, avoir des enfants ζω με έναν/μία σύντροφο, έχω παιδιά

devenir papa (la paternité), devenir maman (la maternité)

γίνομαι πατέρας (η πατρότητα), γίνομαι μητέρα (η μητρότητα)

L’autonomie des jeunesΗ αυτονομία των νέων

Phases traditionnelles d’accès à l’âge adulte - Παραδοσιακές φάσεις της ενηλικίωσηςÁ

devenir autonome/indépendant γίνομαι αυτόνομος/ανεξάρτητος

accéder à l’autonomie/l’indépendance financière αποκτώ οικονομική αυτονομία/ανεξαρτησία

couper le cordon (ombilical) κόβω τον (ομφάλιο) λώρο

Les personnes âgées

Οι ηλικιωμένοι

l’augmentation de l’espérance de vie, la longévité η αύξηση του προσδόκιμου ζωής, η μακροζωία

vieillir (le vieillissement, la vieillesse) γερνάω (η γήρανση, το γήρας, τα γηρατιά)

les personnes âgées, les vieux, les seniors τα ηλικιωμένα άτομα, οι γέροι, οι ηλικιωμένοι

le troisième âge, le quatrième âge η τρίτη ηλικία, η τέταρτη ηλικία

Page 6: Voc Prepadelf b2 delf

6

Lexique

cesser (la cessation) son activité professionnelleπαύω (η παύση) την επαγγελματική μου δραστηριότητα

partir à la/en retraite, prendre sa retraite (un retraité)

βγαίνω στη σύνταξη, παίρνω τη σύνταξή μου (ένας συνταξιούχος)

toucher une pension παίρνω μια σύνταξη

bénéficier d’un bon niveau de vie απολαμβάνω ένα καλό βιοτικό επίπεδο

profiter d’un repos bien mérité, d’un peu de bon temps

απολαμβάνω μια ξεκούραση που τη δικαιούμαι, λίγη καλοπέραση

être bien portant, en bonne santé είμαι υγιής, έχω καλή υγεία

La retraite - Η σύνταξηÁ

être actif είμαι ενεργός

s’investir dans de nouvelles activités : clubs, associations, universités du troisième âge, excursions, voyages organisés

συμμετέχω ενεργά σε νέες δραστηριότητες: λέσχες, σύλλογοι, πανεπιστήμια της τρίτης ηλικίας, εκδρομές, οργανωμένα ταξίδια

Rester actif - Παραμένω ενεργόςÁ

être moins valide είμαι λιγότερο υγιής

voir sa santé se dégrader βλέπω την υγεία μου να χειροτερεύει

devenir dépendant γίνομαι εξαρτώμενος

se sentir inutile αισθάνομαι άχρηστος

déprimer (la dépression) καταθλίβομαι (η κατάθλιψη)

souffrir de solitude υποφέρω από μοναξιά

être abandonné par ses enfants με έχουν παρατήσει τα παιδιά μου

La dépendance - Η εξάρτησηÁ

Ils aident leurs enfants pour la garde des petits-enfants pendant les vacances scolaires ou les vacances.

Βοηθούν τα παιδιά τους κρατώντας τα εγγόνια τους κατά τη διάρκεια των σχολικών διακοπών ή των διακοπών.

Ils les soutiennent financièrement dans les moments difficiles.

Τους υποστηρίζουν οικονομικά στις δύσκολες στιγμές.

Ils contribuent à l’échange, la communication, la compréhension entre les générations.

Συμβάλλουν στην ανταλλαγή, την επικοινωνία, την κατανόηση ανάμεσα στις γενιές.

Ils maintiennent la cohésion de la famille. Grâce à eux, ses membres ne se perdent pas de vue, la famille reste soudée.

Διατηρούν τη συνοχή της οικογένειας. Χάρη σ’ αυτούς, τα μέλη της δεν χάνονται, η οικογένεια παραμένει ενωμένη.

Le rôle des jeunes retraitésΟ ρόλος των νέων συνταξιούχων

Au niveau de la famille - Στο επίπεδο της οικογένειαςÁ

Ils offrent leur expérience, leurs compétences, leur temps libre (soutien scolaire auprès de jeunes en difficulté, activités bénévoles dans des associations humanitaires…).

Προσφέρουν την εμπειρία τους, τις ικανότητές τους, τον ελεύθερό τους χρόνο (σχολική υποστήριξη σε νέους με δυσκολίες, εθελοντικές δραστηριότητες σε ανθρωπιστικές οργανώσεις…).

Ils participent à la vie publique. Συμμετέχουν στη δημόσια ζωή.

Ils jouent un rôle économique important. Παίζουν σημαντικό οικονομικό ρόλο.

Au niveau de la société - Στο επίπεδο της κοινωνίαςÁ

Page 7: Voc Prepadelf b2 delf

7

Lexique

Qualité de vie - Ποιότητα ζωής2

habiter en ville (un citadin), en province ζω στην πόλη (ένας αστός), στην επαρχία

une agglomération urbaine μια αστική πολεοδομική περιοχή

une zone rurale μια αγροτική περιοχή

l’absence de nuisances η απουσία οχλήσεων

l’existence d’équipements collectifs η ύπαρξη κοινόχρηστων εγκαταστάσεων

la beauté du cadre η ομορφιά του τοπίου

L’habitatΗ κατοικία

Milieu urbain, milieu rural - Αστικό περιβάλλον, αγροτικό περιβάλλονÁ

un écoquartier μια «πράσινη» γειτονιά

un quartier durable qui respecte l’environnement, privilégie la qualité de vie des habitants

μια βιώσιμη συνοικία που σέβεται το περιβάλλον, δίνει ιδιαίτερη σημασία στην ποιότητα ζωής των κατοίκων

réduire la consommation d’énergie μειώνω την κατανάλωση ενέργειας

favoriser le chauffage basse consommation ενθαρρύνω τη θέρμανση χαμηλής κατανάλωσης

isoler (l’isolation) les façades μονώνω (η μόνωση) τις προσόψεις

installer (l’installation) des panneaux solaires, des toits végétaux

εγκαθιστώ (η εγκατάσταση) ηλιακούς πίνακες, φυτικές στέγες

développer les énergies renouvelables, propres : une centrale solaire, une cellule photovoltaïque, l’énergie éolienne, une éolienne

αναπτύσσω τις ανανεώσιμες, καθαρές ενέργειες: μια κεντρική ηλιακή μονάδα, ένα φωτοβολταϊκό κύτταρο, η αιολική ενέργεια, μια ανεμογεννήτρια

purifier l’air καθαρίζω τον αέρα

favoriser le développement de l’automobile électrique

ενθαρρύνω την ανάπτυξη του ηλεκτρικού αυτοκινήτου

favoriser l’autopartage ενθαρρύνω την από κοινού χρήση αυτοκινήτου

faire du covoiturage μοιράζομαι το αυτοκίνητό μου με άλλους

multiplier les pistes cyclables, les parkings à véloπολλαπλασιάζω τους ποδηλατόδρομους, τα πάρκινγκ ποδηλάτων

se déplacer à vélo (un cycliste) κινούμαι με ποδήλατο (ένας ποδηλάτης)

préférer la marche (un piéton) προτιμώ το περπάτημα (ένας πεζός)

préserver l’eau προφυλάσσω το νερό

assurer la gestion de l’eau pluviale εξασφαλίζω τη διαχείριση των όμβριων υδάτων

traiter les déchets επεξεργάζομαι τα απόβλητα

le ramassage des ordures η περισυλλογή των απορριμμάτων

le tri sélectif η διαλογή (των απορριμμάτων)

respecter la biodiversité σέβομαι τη βιοποικιλότητα

chasser le bruit διώχνω τον θόρυβο

Développement des villes vertes - Ανάπτυξη των πράσινων πόλεωνÁ

Page 8: Voc Prepadelf b2 delf

8

Lexique

vivre dans un quartier calme ζω σε μια ήσυχη γειτονιά

se sentir protégé, à l’abri des violences urbainesαισθάνομαι προστατευμένος, ασφαλής από τη βία της πόλης

un système de vidéosurveillance ένα σύστημα βιντεοπαρακολούθησης

une caméra de surveillance μια κάμερα παρακολούθησης

une résidence sécurisée μια προστατευμένη κατοικία

un portail μια πύλη

une clôture μια περίφραξη

un détecteur de présence ένας ανιχνευτής παρουσίας

une alarme ένα σύστημα συναγερμού

un gardien ένας φρουρός

La sécurité en villeΗ ασφάλεια στην πόλη

Un quartier tranquille - Μια ήσυχη γειτονιάÁ

un quartier sensible, à risque μια ευαίσθητη, επικίνδυνη συνοικία

une banlieue difficile ένα δύσκολο προάστιο

des bâtiments vandalisés, taggés κτίρια βανδαλισμένα, με γκράφιτι

un acte de vandalisme ένας βανδαλισμός

le trafic de drogue, un dealer, un droguéη διακίνηση ναρκωτικών, ένας ντίλερ, ένας τοξικομανής

un délinquant, la délinquance ένας παραβάτης, η παραβατικότητα

une bande de jeunes μια ομάδα νέων

Un quartier dangereux - Μια επικίνδυνη γειτονιάÁ

se faire voler son portefeuille μου έκλεψαν το πορτοφόλι μου

un vol à l’arraché μια ληστεία με αρπαγή

un voleur, un pickpocket ένας κλέφτης, ένας πορτοφολάς

se faire cambrioler, un cambriolage, un cambrioleur

πέφτω θύμα διάρρηξης, μια διάρρηξη, ένας διαρρήκτης

se faire agresser, une agression, un agresseurπέφτω θύμα επίθεσης, μια επίθεση, αυτός που διαπράττει επίθεση

se faire tuer, un meurtre, un meurtrier σκοτώνομαι, μια δολοφονία, ένας δολοφόνος

assassiner, un assassinat, un assassin δολοφονώ, μια δολοφονία, ένας δολοφόνος

Les dangers - Οι κίνδυνοιÁ

se loger στεγάζομαι

s’installer εγκαθίσταμαι

déménager (le déménagement) μετακομίζω (η μετακόμιση)

un domicile, une habitation, un chez-soi, un home, un foyer

μια οικία, μια κατοικία, ένα σπιτικό, μια εστία

La maisonΤο σπίτι

Le logement - Η στέγασηÁ

Page 9: Voc Prepadelf b2 delf

9

Lexique

meubler (l’ameublement, le mobilier) επιπλώνω (η επίπλωση, τα έπιπλα)

la disposition des meubles η διάταξη των επίπλων

décorer, personnaliser (un décor personnalisé)διακοσμώ, εξατομικεύω (μια εξατομικευμένη διακόσμηση)

mélanger/métisser les styles, les époques, les matériaux

αναμειγνύω/διασταυρώνω τα στυλ, τις εποχές, τα υλικά

un décor fonctionnel, traditionnel, contemporain μια λειτουργική, παραδοσιακή, σύγχρονη διακόσμηση

équiper, une cuisine intégrée, des appareils ménagers encastrables

εξοπλίζω, μια ενσωματωμένη κουζίνα (που αποτελεί ομοιογενές σύνολο), εντοιχισμένες οικιακές συσκευές

ranger (des meubles de rangement) τακτοποιώ (μονάδες αποθήκευσης)

stocker (le stockage) αποθηκεύω (η αποθήκευση)

faire de la récup (fam.) χρησιμοποιώ παλιά υλικά για να φτιάξω κάτι καινούργιο

L’aménagement intérieur - Η εσωτερική διαμόρφωσηÁ

se réfugier (un refuge) καταφεύγω (ένα καταφύγιο)

se replier (le repli) sur son foyer αποσύρομαι (η απόσυρση) στο σπίτι μου

un lieu à l’abri des agressions extérieures, sécurisant

ένας χώρος ασφαλής από εξωτερικές επιθέσεις, που με κάνει να νιώθω ασφαλής

se sentir en sécurité αισθάνομαι ασφαλής

un cocon, un nid douillet, un havre de paix ένα κουκούλι, μια ζεστή φωλιά, μια όαση γαλήνης

un lieu de détente, d’intimité, un espace privéένας χώρος χαλάρωσης, οικειότητας, ένας ιδιωτικός χώρος

se ressourcer ξαναγεμίζω τις μπαταρίες μου

un espace convivial (la convivialité) ένας φιλικός χώρος (η φιλικότητα, η συναναστροφή)

partager μοιράζω

manger ensemble τρώμε μαζί

recevoir δέχομαι

L’ambiance - Η ατμόσφαιραÁ

une résidence principale, secondaire μια κύρια κατοικία, μια εξοχική κατοικία

un pied-à-terre, une maison individuelle ένα κατάλυμα, μια μονοκατοικία

posséder une maison, être propriétaire έχω ένα σπίτι, είμαι ιδιοκτήτης

louer un appartement : la location, le loyer, le locataire, un colocataire/coloc (fam.)

νοικιάζω ένα διαμέρισμα: η μίσθωση, το ενοίκιο, ο ενοικιαστής, ο συγκάτοικος

payer les charges πληρώνω τα κοινόχρηστα

l’espace (spacieux), la superficie/la surface ο χώρος (ευρύχωρος), η επιφάνεια/το εμβαδόν

l’agencement η διαρρύθμιση

la distribution des pièces (un appartement bien ≠ mal distribué)

η κατανομή των δωματίων (ένα διαμέρισμα καλά ≠ άσχημα κατανεμημένο)

l’orientation nord/sud ο προσανατολισμός Βορρά/Νότου

cuisiner μαγειρεύω

une spécialité familiale μια οικογενειακή σπεσιαλιτέ

La nourritureΤο φαγητό

La cuisine familiale - Η οικογενειακή κουζίναÁ

Page 10: Voc Prepadelf b2 delf

10

Lexique

le patrimoine gastronomique η γαστρονομική κληρονομιά

les produits du terroirτα προϊόντα που προέρχονται από συγκεκριμένη αγροτική περιοχή

les produits de qualité, d’origine certifiée τα προϊόντα ποιότητας, πιστοποιημένης προέλευσης

un produit d’appellation contrôlée ένα προϊόν ΠΟΠ

un gourmet ένας γκουρμέ, ένας γευσιγνώστης

le goût, la saveur d’un mets η γεύση, η νοστιμιά ενός πιάτου

savourer, déguster, se régaler απολαμβάνω, γεύομαι, χαίρομαι το φαγητό μου

faire bonne chère απολαμβάνω το φαγητό μου

La gastronomie - Η γαστρονομίαÁ

un repas fade, insipide, sans goût, dégueulasse (fam.), expédié à toute vitesse

ένα γεύμα ανούσιο, άνοστο, άγευστο, αηδιαστικό, που διεκπεραιώνεται πάρα πολύ γρήγορα

la restauration rapide η γρήγορη εστίαση

la nourriture industrielle τα βιομηχανικά τρόφιμα

un plat tout prêt ένα προπαρασκευασμένο πιάτο

l’uniformisation de l’alimentation η εξομοίωση της διατροφής

la mauvaise bouffe (fam.) η κακή διατροφή

La mauvaise cuisine - Η κακή κουζίναÁ

un repas entièrement fait maison ένα εξ ολοκλήρου σπιτικό γεύμα

concocter des petits plats μαγειρεύω νόστιμα πιάτα

faire mijoter une sauce σιγομαγειρεύω μια σάλτσα

le bon vieux repas à la française το παλιό καλό γεύμα αλά γαλλικά

la cuisine traditionnelle η παραδοσιακή κουζίνα

transmettre les secrets de fabrication μεταδίδω τα μυστικά παρασκευής

la transmission alimentaire η μετάδοση της κουζίνας

l’héritage culinaire η γαστρονομική κληρονομιά

le retour à l’authenticité η επιστροφή στην αυθεντικότητα

une cuisine créative, inventive, inspirée μια δημιουργική, ευρηματική, εμπνευσμένη κουζίνα

la cuisine d’auteur η κουζίνα με υπογραφή

un chef étoilé ένας βραβευμένος σεφ

les plaisirs de la table οι απολαύσεις του τραπεζιού

le rituel du repas partagé το τελετουργικό του γεύματος που μοιραζόμαστε

la convivialité (les convives) η φιλική ατμόσφαιρα στο τραπέζι (οι συνδαιτυμόνες)

le tissage d’un lien social η ύφανση μια κοινωνικής σχέσης

un animal de compagnie, une bête ένα κατοικίδιο ζώο, ένα ζώο

un chien/toutou (fam.) ένας σκύλος/ένα σκυλάκι

une espèce canine μια ράτσα σκυλιών

un chien de race, un bâtard ένας σκύλος ράτσας, ένας μπασταρδεμένος σκύλος

un maître ένα αφεντικό

Les animaux familiersΤα κατοικίδια

Les animaux domestiques - Τα οικόσιτα ζώαÁ

Page 11: Voc Prepadelf b2 delf

11

Lexique

rongeurs, reptiles (iguanes, serpents), scorpions, araignées

τρωκτικά, ερπετά (ιγκουάνες, φίδια), σκορπιοί, αράχνες

Les NAC (nouveaux animaux de compagnie) - Τα NAC (νέα κατοικίδια ζώα)Á

un pet shop, une animalerie ένα κατάστημα κατοικίδιων ζώων

la pâtée, les croquettes η κονσέρβα με έτοιμη τροφή, οι κροκέτες

une laisse, une niche ένα λουρί, ένα σπιτάκι (σκύλου)

le panier, la litière το καλάθι, η τουαλέτα (γάτας)

les produits alimentaires τα προϊόντα διατροφής

les soins du vétérinaire η κτηνιατρική φροντίδα

le toilettage des animaux η περιποίηση του τριχώματος των κατοικίδιων ζώων

les services de gardes d’animaux οι υπηρεσίες φύλαξης ζώων

L’entretien - Η φροντίδαÁ

un chien d’appartement ένας σκύλος που ζει μέσα στο σπίτι

un chien de garde : monter la garde, aboyer (un aboiement), gronder

ένα σκυλί φύλακας: φυλάω, γαβγίζω (το γάβγισμα), γρυλίζω

un chat/minou (fam.) μια γάτα/ένα γατάκι

la race féline τα αιλουροειδή

un chat de gouttière ένας κεραμιδόγατος

un gros matou (fam.) ένας γάταρος

les petits mammifères : souris, hamsters, cochons d’Inde, lapins, écureuils

τα μικρά θηλαστικά: ποντίκια, χάμστερ, ινδικά χοιρίδια, κουνέλια, σκίουροι

les excréments/crottes (fam.) de chien τα κόπρανα/τα κακά (οικ.) του σκύλου

les déjections animales τα περιττώματα των ζώων

les morsures τα δαγκώματα

les bandes de chiens errants οι αγέλες αδέσποτων σκύλων

la fourrière η υπηρεσία περισυλλογής αδέσποτων σκύλων

les animaux écrasés sur la route τα πατημένα ζώα στο δρόμο

les animaux abandonnés, maltraités τα εγκαταλειμμένα, κακοποιημένα ζώα

Les nuisancesΟι οχλήσεις

Page 12: Voc Prepadelf b2 delf

12

Lexique

Loisirs - Ελεύθερος χρόνος3

le temps pour soi ο χρόνος για τον εαυτό μου

profiter de son temps libre pour επωφελούμαι από τον ελεύθερο μου χρόνο για...

consacrer son temps à αφιερώνω τον χρόνο μου σε...

vivre pleinement son temps libre εκμεταλλεύομαι πλήρως τον ελεύθερο χρόνο μου

gérer son temps διαχειρίζομαι τον χρόνο μου

se dégager un peu de temps pour ελευθερώνω λίγο χρόνο για...

avoir du temps disponible έχω διαθέσιμο χρόνο

disposer de temps pour διαθέτω χρόνο για...

prendre le temps de παίρνω τον χρόνο για να...

occuper son temps libre à απασχολώ τον ελεύθερό μου χρόνο σε...

vaquer à ses occupations ασχολούμαι με τις δουλειές/δραστηριότητές μου

se divertir (un divertissement) διασκεδάζω (η διασκέδαση)

pratiquer une activité créative, artistique, ludiqueασχολούμαι με μια δημιουργική, καλλιτεχνική, διασκεδαστική δραστηριότητα

s’investir dans la vie associative συμμετέχω σε συλλογικές δραστηριοτητές

souffler ανασαίνω

évacuer son stress αποβάλλω/διώχνω το άγχος μου

marquer une pause κάνω μια παύση/ένα διάλειμμα

faire le vide ξεχνώ τα πάντα

ne rien faire/glander (fam.) δεν κάνω τίποτα/χαζεύω

réaliser ses envies πραγματοποιώ τις επιθυμίες μου

se changer les idées αλλάζω ιδέες/παραστάσεις

les jours fériés, les jours de fête, les jours de congé οι αργίες, οι γιορτές, τα ρεπό/οι άδειες

Le temps libreΟ ελεύθερος χρόνος

lire, se plonger dans un livre, un romanδιαβάζω, βυθίζομαι μέσα σε ένα βιβλίο, ένα μυθιστόρημα

consulter un ouvrage, feuilleter une revue συμβουλεύομαι ένα βιβλίο, ξεφυλλίζω ένα περιοδικό

un lecteur passionné, assidu ένας παθιασμένος, μελετηρός αναγνώστης

dévorer un bouquin (fam.) καταβροχθίζω ένα βιβλίο

un livre scientifique, technique, pratique ένα επιστημονικό, τεχνικό, πρακτικό βιβλίο

la littérature classique η κλασική λογοτεχνία

un roman adapté au cinéma, l’adaptation cinématographique

ένα μυθιστόρημα διασκευασμένο σε ταινία, η κινηματογραφική μεταφορά

un auteur, un romancier ένας συγγραφέας, ένας μυθιστοριογράφος

Les activités culturellesΟι πολιτιστικές δραστηριότητες

La lecture - Το διάβασμαÁ

Page 13: Voc Prepadelf b2 delf

13

Lexique

un critique littéraire, une critique ένας λογοτεχνικός κριτικός, μια κριτική

un magazine littéraire ένα λογοτεχνικό περιοδικό

un prix littéraire ένα λογοτεχνικό βραβείο

le prix Goncourt, le prix Renaudot, le prix Femina…

το βραβείο Goncourt, το βραβείο Renaudot, το βραβείο Femina...

une maison d’édition, un éditeur, publier ένας εκδοτικός οίκος, ένας εκδότης, δημοσιεύω

les motivations des lecteurs : se divertir, se cultiver, s’évader, réfléchir, méditer

τα κίνητρα των αναγνωστών: να διασκεδάσουν, να καλλιεργηθούν, να ξεφύγουν, να σκεφτούν, να διαλογιστούν

visiter une exposition/expo (fam.), un visiteur επισκέπτομαι μια έκθεση, ένας επισκέπτης

la fréquentation d’un musée η επισκεψιμότητα ενός μουσείου

un musée d’art populaire ένα μουσείο λαϊκής τέχνης

une pinacothèque μια πινακοθήκη

une galerie d’art contemporain μια γκαλερί σύγχρονης τέχνης

une exposition périodique/un salon μια περιοδική έκθεση

le pavillon de la France à l’Εxposition universelle το περίπτερο της Γαλλίας στη Διεθνή ‘Εκθεση

une exposition temporaire ≠ permanente μια προσωρινή ≠ μόνιμη έκθεση

une rétrospective μια αναδρομική έκθεση

une biennale μια Μπιενάλε/μια διετής έκθεση

une collection particulière μια ιδιωτική συλλογή

un vernissage, une inauguration εγκαίνια έκθεσης

un mécène, le mécénat ένας χορηγός, η χορηγία

financer un événement, une exposition χρηματοδοτώ μια εκδήλωση, μια έκθεση

une œuvre, une peinture, une toile ένα έργο, ένας πίνακας, ένας καμβάς

un portrait, un autoportrait ένα πορτρέτο, μια αυτοπροσωπογραφία

un paysage, une nature morte ένα τοπίο, μια νεκρή φύση

un artiste, un peintre ένας καλλιτέχνης, ένας ζωγράφος

un sculpteur (une sculpture) ένας γλύπτης (ένα γλυπτό)

un graveur (une gravure) ένας χαράκτης (ένα χαρακτικό)

Les expositions - Οι εκθέσειςÁ

rire/rigoler (fam.)/se marrer (fam.) γελώ/ξεκαρδίζομαι

la rigolade (fam.) η πλάκα

ricaner χαχανίζω

s’esclaffer ξεκαρδίζομαι

éclater de rire σκάω στα γέλια

une dose de bonne humeur μια δόση ευθυμίας

chasser le stress, les idées noires διώχνω το στρες, τις μαύρες σκέψεις

se détendre χαλαρώνω

rire de ses peurs γελάω με τους φόβους μου

oublier la crise, les situations dramatiques ξεχνάω την κρίση, τις δραματικές καταστάσεις

une comédie μια κωμωδία

un site humour μια χιουμοριστική ιστοσελίδα

une émission satirique μια σατιρική εκπομπή

Les spectacles d’humoristes - Τα θεάματα των κωμικώνÁ

Page 14: Voc Prepadelf b2 delf

14

Lexique

l’humour politique το πολιτικό χιούμορ

une blague ένα αστείο

un sketch ένα σκετς

un trait d’esprit, une boutade ένα ευφυολόγημα, ένα χωρατό

plaisanter, la plaisanterie αστειεύομαι, το αστείο

la dérision ο χλευασμός

transgresser des codes παραβαίνω κώδικες

dénoncer les maux de notre société καταγγέλλω τα κακά της κοινωνίας μας

un portrait corrosif, subversif ένα διαβρωτικό, ανατρεπτικό πορτρέτο

être créatif είμαι δημιουργικός

avoir de l’imagination έχω φαντασία

être original είμαι πρωτότυπος

avoir de la patience έχω υπομονή

être habile de ses mains πιάνουν τα χέρια μου

le fait-main το χειροποίητο

le bricolage (bricoler) το μαστόρεμα (μαστορεύω)

planter un clou μπήγω ένα καρφί

percer un trou (une perceuse) κάνω μια τρύπα (ένα τρυπάνι)

monter une étagère συναρμολογώ ένα ράφι

le jardinage (jardiner) η κηπουρική (ασχολούμαι με την κηπουρική)

l’entretien et l’aménagement d’un jardin d’agrément, d’un jardin potager

η συντήρηση και η διαμόρφωση ενός ανθόκηπου, ενός λαχανόκηπου

arroser, l’arrosage automatique ποτίζω, το αυτόματο πότισμα

les plantes vertes, les plantes exotiques τα φυτά, τα εξωτικά φυτά

faire des plantations φυτεύω

les travaux manuels, le tricot, le crochet, la couture, la broderie, le patchwork

οι χειροτεχνίες, το πλέξιμο, το βελονάκι, η ραπτική, το κέντημα, το πάτσγουορκ

les travaux d’aiguille, tricoter, coudre τα εργόχειρα, πλέκω, ράβω

une pelote de laine, une paire d’aiguilles à tricoter ένα κουβάρι μαλλί, ένα ζευγάρι βελόνες για πλέξιμο

l’encadrement, le cadre, le passe-partout το κορνιζάρισμα, η κορνίζα, το πασπαρτού

restaurer une gravure συντηρώ, επισκευάζω μια γκραβούρα

encadrer une vieille photo κορνιζάρω μια παλιά φωτογραφία

la chine (chiner) το ψάξιμο αντικών (ψάχνω αντίκες)

un vide-grenier πωλήση παλιών αντικειμένων από ιδιώτες

customizer un meuble προσαρμόζω ένα έπιπλο

relooker un vieux meuble δίνω μια καινούργια εμφάνιση σ’ ένα παλιό έπιπλο

faire de la récupération/récup (fam.) χρησιμοποιώ παλιά υλικά για να φτιάξω κάτι καινούργιο

Les loisirs créatifsΤα δημιουργικά χόμπι

Page 15: Voc Prepadelf b2 delf

15

Lexique

un séjour, un week-end prolongéμια παρατεταμένη διαμονή, ένα παρατεταμένο Σαββατοκύριακο

faire le pontόταν μια αργία πέφτει Τρίτη ή Πέμπτη, πολλοί εργαζόμενοι παίρνουν συμπληρωματική άδεια πριν ή μετά το Σαββατοκύριακο

le fractionnement des vacances οι «σπαστές» διακοπές

une destination, un site touristique ένας τουριστικός προορισμός, μια τουριστική τοποθεσία

séjourner à l’hôtel μένω στο ξενοδοχείο

loger dans une chambre d’hôteμένω σε ένα σπίτι πληρώνοντας στον ιδιοκτήτη αμοιβή για τη διανυκτέρευση και το πρωινό

passer ses vacances dans sa résidence secondaire, dans la maison de campagne de ses parents

περνώ τις διακοπές μου στο εξοχικό μου, στο εξοχικό των γονιών μου

le tourisme d’aventure ο τουρισμός περιπέτειας

partir à l’aventure, larguer les amarres φεύγω κι όπου με βγάλει, λύνω τους κάβους

faire le tour du monde, franchir les frontières κάνω τον γύρο του κόσμου, διασχίζω τα σύνορα

découvrir d’autres horizons ανακαλύπτω άλλους ορίζοντες

chercher le dépaysement ψάχνω/αναζητώ την αλλαγή παραστάσεων

être un globe-trotter είμαι κοσμογυρισμένος

faire des randonnées dans des lieux isolés κάνω πεζοπορίες σε απομονωμένους τόπους

bivouaquer κατασκηνώνω

découvrir des cultures différentes ανακαλύπτω διαφορετικούς πολιτισμούς

observer la nature παρατηρώ τη φύση

tenir un carnet de bord κρατώ ένα ταξιδιωτικό σημειωματάριο

le farniente, se détendre (la détente) η απραξία, χαλαρώνω (η χαλάρωση)

ne pas s’en faire, se la couler douce (fam.) δεν σκάω, την περνάω ζάχαρη

se faire plaisir προσφέρω χαρά στον εαυτό μου/χαίρομαι

bronzer au soleil μαυρίζω στον ήλιο

les vacances intelligentes οι έξυπνες διακοπές

visiter un site archéologique επισκέπτομαι μια αρχαιολογική τοποθεσία

découvrir le patrimoine d’une région ανακαλύπτω την κληρονομιά μιας περιοχής

ne pas bronzer idiot δεν «μαυρίζω σαν ηλίθιος» = φροντίζω να μάθω κάτι

s’inscrire à un stage d’initiation ou de perfectionnement

εγγράφομαι σε σεμινάριο εισαγωγής ή τελειοποίησης

le tourisme éthique ο ηθικός τουρισμός

le tourisme responsable, durable ο υπεύθυνος, βιώσιμος τουρισμός

limiter les dégats du tourisme de masse περιορίζω τις ζημιές του μαζικού τουρισμού

favoriser les conditions de vie locales ενθαρρύνω τις τοπικές συνθήκες διαβίωσης

les parcs de loisirs τα πάρκα αναψυχής

les parcs animaliers, les parcs à thème τα πάρκα με ζώα, τα θεματικά πάρκα

les parcs « parcours d’aventure » τα πάρκα περιπέτειας

la thalassothérapie η θαλασσοθεραπεία

retrouver la forme ξαναβρίσκω τη φόρμα μου

se faire chouchouter (fam.), dorloter κανακεύομαι

suivre une cure amaigrissante κάνω μια θεραπεία αδυνατίσματος

se désintoxiquer απεξαρτώμαι, αποτοξινώνομαι

Vacances et voyagesΔιακοπές και ταξίδια

Page 16: Voc Prepadelf b2 delf

16

Lexique

Internet - Διαδίκτυο4

doser le temps consacré à l’ordinateur et le temps consacré aux activités extérieures avec ses amis « réels »

μοιράζω σωστά τον χρόνο που αφιερώνω στον υπολογιστή και στις δραστηριότητες έξω από το σπίτι με τους «πραγματικούς» φίλους μου

ne pas devenir accro, ne pas en être esclave δεν εθίζομαι, δεν είμαι σκλάβος του Διαδίκτυου

protéger son identité προστατεύω την ταυτότητά μου

discuter avec ses parents quand quelque chose nous a choqués

συζητώ με τους γονείς μου όταν κάτι με έχει σοκάρει

ne pas croire tout ce qui circule sur le Net δεν πιστεύω ό,τι κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο

Bonnes pratiques à adopterΟρθές πρακτικές

Pour les enfants - Για τα παιδιάÁ

définir des règles d’utilisation d’Internet et des jeux vidéo avec des horaires adaptés à l’âge des enfants

καθορίζω κανόνες για τη χρήση του Διαδικτύου και τα βιντεοπαιχνίδια με ωράρια προσαρμοσμένα στην ηλικία των παιδιών

ne pas utiliser le Web comme une baby-sitter gratuite

δεν χρησιμοποιώ το Διαδίκτυο ως δωρεάν μπέιμπι σίτερ

ne pas laisser les enfants surfer seuls sur Internetδεν αφήνω τα παιδιά να σερφάρουν μόνα τους στο Διαδίκτυο

installer un logiciel de contrôle parental εγκαθιστώ ένα λογισμικό γονικού ελέγχου

éviter les codes d’accès trop faciles à « craquer », à pirater

αποφεύγω τους κωδικούς πρόσβασης που μπορούν να “σπαστούν” πολύ εύκολα, να πέσουν θύμα πειρατίας

sensibiliser les enfants au fait qu’il circule sur le Net des images qui ne sont pas faites pour eux

ευαισθητοποιώ τα παιδιά στο γεγονός ότι κυκλοφορούν στο Διαδίκτυο εικόνες ακτάλληλες για αυτά

pousser les enfants à être prudents sur les ré-seaux sociaux

ενθαρρύνω τα παιδιά να είναι προσεκτικά στα κοινωνικά δίκτυα

leur expliquer que toute information laissée sur Internet devient publique et peut être vue et enregistrée par des milliers de personnes

τους εξηγώ ότι οποιαδήποτε πληροφορία που έχουν αφήσει στο Διαδίκτυο γίνεται δημόσια και μπορεί να ιδωθεί και να καταγραφεί από χιλιάδες ανθρώπους

Pour les parents - Για τους γονείςÁ

propager une nouvelle διαδίδω ένα νέο

relayer une information αναμεταδίδω μια πληροφορία

faire circuler une information διαδίδω μια πληροφορία

informer des milliers de personnes d’un simple clic

ενημερώνω χιλιάδες ανθρώπους με ένα μόνο κλικ

organiser une manifestation οργανώνω μια εκδήλωση

inciter les citoyens à participer ενθαρρύνω τους πολίτες να συμμετάσχουν

déclencher un mouvement de protestation, une révolution

ξεκινώ μια διαμαρτυρία, μια επανάσταση

Internet et les révolutionsΤο Διαδίκτυο και οι επαναστάσεις

Page 17: Voc Prepadelf b2 delf

17

Lexique

renverser un régime répressif, une dictature (un dictateur)

ανατρέπω ένα καταπιεστικό καθεστώς, μια δικτατορία (ένας δικτάτορας)

contrôler (le contrôle) ελέγχω (ο έλεγχος)

censurer (la censure) λογοκρίνω (η λογοκρισία)

couper (la coupure) Internet διακόπτω (η διακοπή) το Διαδίκτυο

un site Internet μια ιστοσελίδα

le Web communautaire η κοινότητα του παγκόσμιου ιστού

une communauté μια κοινότητα

devenir membre γίνομαι μέλος

un réseau social amical, professionnel, solidaire, axé sur l’entraide

ένα κοινωνικό δίκτυο φιλικό, επαγγελματικό, αλληλεγγύης, με βάση την αλληλοβοήθεια

créer ≠ supprimer son profil d’utilisateur δημιουργώ ≠ διαγράφω το προφίλ χρήστη μου

définir les paramètres de confidentialité de son profil

ορίζω τις παραμέτρους απορρήτου του προφίλ μου

s’inscrire à ≠ se désinscrire de Facebook εγγράφομαι ≠ διαγράφομαι από το Facebook

se connecter à ≠ se déconnecter de συνδέομαι σε ≠ αποσυνδέομαι από

ouvrir ≠ clôturer ανοίγω ≠ κλείνω

désactiver un compte απενεργοποιώ έναν λογαριασμό

effacer ses données privées διαγράφω τα προσωπικά μου δεδομένα

poster/publier un article sur Τwitter αναρτώ/δημοσιεύω ένα άρθρο στο Twitter

twitter une information δημοσιεύω μια πληροφορία στο Twitter

écrire sur le mur d’un ami γράφω στον τοίχο ενός φίλου

mettre à jour (la mise à jour) son profil ενημερώνω (η ενημέρωση) το προφίλ μου

afficher ses « délires » εκθέτω τα «παραλήρηματά» μου, μοιράζομαι ό,τι σκεφτώ

se sentir populaire αισθάνομαι δημοφιλής

afficher le nombre de ses amis (le compteur numérique de la sociabilité)

εμφανίζω τον αριθμό των φίλων μου (ο ψηφιακός μετρητής της κοινωνικότητας)

des informations accessibles à tous, limitées à un réseau d’amis acceptés

πληροφορίες προσιτές σε όλους, περιορισμένες σε ένα δίκτυο αποδεκτών φίλων

faciliter les rapports humains, les relations sociales

διευκολύνω τις ανθρώπινες σχέσεις, τις κοινωνικές σχέσεις

rassembler un maximum de personnes μαζέυω όσο γίνεται πιο πολλά άτομα

tisser des liens χτίζω σχέσεις

Les réseaux sociauxΤα κοινωνικά δίκτυα

une évolution technologique μια τεχνολογική εξέλιξη

numériser (la numérisation) un livre ψηφιοποιώ (η ψηφιοποίηση) ένα βιβλίο

un ouvrage en format numérique, un e-book ένα βιβλίο σε ψηφιακή μορφή, ένα ηλεκτρονικό βιβλίο

une version papier ένα βιβλίο σε έντυπη μορφή

une tablette numérique tactile μια ψηφιακή ταμπλέτα αφής

La révolution numériqueΗ ψηφιακή επανάσταση

Le livre numérique - Το ψηφιακό βιβλίοÁ

Page 18: Voc Prepadelf b2 delf

18

Lexique

stocker des milliers de livres αποθηκεύω χιλιάδες βιβλία

un grand confort de lecture μια μεγάλη άνεση στην ανάγνωση

une consommation d’énergie presque nulle μια σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας

un poids plume ένα μηδαμινό βάρος

un écran tactile pour faciliter la navigation μια οθόνη αφής για εύκολη πλοήγηση

une lecture confortable μια άνετη ανάγνωση

un écran net et contrasté μια οθόνη καθαρή με καλό κοντράστ

ses fonctionnalités οι λειτουργίες της

un dictionnaire intégré ένα ενσωματωμένο λεξικό

la lecture de livres audio et de musique η ανάγνωση ακουστικών βιβλίων και μουσικής

la recherche par mots-clés η αναζήτηση με λέξεις-κλειδιά

un ajout de notes et de signets μια προσθήκη σημειώσεων και σελιδοδεικτών

le catalogue des ouvrages disponibles ο κατάλογος των διαθέσιμων βιβλίων

le fonds d’un éditeur το αρχείο ενός εκδότη

les classiques tombés dans le domaine publicτα κλασικά βιβλία που έχουν περιέλθει στον δημόσιο τομέα

des livres stockés en mémoire βιβλία αποθηκευμένα στη μνήμη

la Net génération η γενιά του Διαδικτύου

la génération de la vitesse, de l’information instantanée

η γενιά της ταχύτητας, της αμεσότατης πληροφόρησης

le monde de l’image, de l’instantané, du zapping ο κόσμος της εικόνας, του στιγμιότυπου, του ζάπινγκ

L’élève numérique - Ο ψηφιακός μαθητήςÁ

Page 19: Voc Prepadelf b2 delf

19

Lexique

L’éducation - Η εκπαίδευση5

instruire (l’instruction) μορφώνω (η μόρφωση)

transmettre (la transmission) μεταδίδω (η μετάδοση)

le savoir η γνώση

lutter pour l’égalité des chances, contre les discriminations sociales

αγωνίζομαι για την ισότητα των ευκαιριών, ενάντια στις κοινωνικές διακρίσεις

former des citoyens εκπαιδεύω πολίτες

transmettre des valeurs (respect, tolérance, liberté, égalité...)

μεταδίδω αξίες (σεβασμό, ανοχή, ελευθερία, ισότητα...)

Le rôle de l’écoleΟ ρόλος του σχολείου

l’enseignement public ≠ privé η δημόσια ≠ ιδιωτική εκπαίδευση

une école religieuse, confessionnelle ≠ laïque (masc. : laïc)

ένα θρησκευτικό σχολείο, ένα ιδιωτικό σχολείο της Καθολικής Εκκλησίας ≠ ένα δημόσιο σχολείο (σε αντιδιαστολή με το θρησκευτικό σχολείο)

une école mixte (la mixité)ένα μικτό σχολείο (η ανάμιξη αγοριών και κοριτσιών στα σχολεία)

s’orienter (l’orientation) vers des études courtes, longues

προσανατολίζομαι (ο προσανατολισμός) σε σύντομες, μακροχρόνιες σπουδές

une formation théorique ≠ pratique μια θεωρητική ≠ πρακτική εκπαίδευση

l’enseignement professionnel η επαγγελματική εκπαίδευση

des études techniques dévalorisées υποβαθμισμένες τεχνικές σπουδές

Les types d’enseignementΟι κατηγορίες εκπαίδευσης

un établissement d’excellence, de haut niveau, très recherché, réputé, coté

ένα ίδρυμα αριστείας, υψηλού επιπέδου, περιζήτητο, ονομαστό, φημισμένο, που χαίρει εκτίμησης

une classe d’exception μια εξαιρετική τάξη

une section très sélective ένα εξαιρετικά επιλεκτικό τμήμα

sélectionner les meilleurs élèves επιλέγω τους καλύτερους μαθητές

éliminer au fur et à mesure les moins bons απορρίπτω σταδιακά τους χειρότερους

avoir un fort taux de réussite au bac έχω υψηλό ποσοστό επιτυχίας στο Απολυτήριο

une tête de classe ο πρώτος μιας τάξης

un élève très doué, un crack (argot scolaire) ένας πολύ ταλαντούχος μαθητής, ένας άσος

bien supporter la compétition αντέχω τον ανταγωνισμό

résister à la pression αντέχω την πίεση

être stimulé par l’émulation, la compétition, la concurrence entre élèves

η άμιλλα, ο ανταγωνισμός, ο συναγωνισμός μεταξύ των μαθητών είναι κίνητρο για μένα

aimer la performance μου αρέσουν οι καλές επιδόσεις

Les types d’établissementΟι κατηγορίες σχολείων

Page 20: Voc Prepadelf b2 delf

20

Lexique

un établissement « normal » ένα κανονικό (σχολικό) ίδρυμα

soutenir les élèves υποστηρίζω τους μαθητές

proposer un accompagnement personnalisé προτείνω μια εξατομικευμένη υποστήριξη

aider les élèves en difficulté βοηθώ τους μαθητές που αντιμετωπίζουν δυσκολίες

tirer vers le haut βελτιώνω το επίπεδο

stimuler τονώνω, ενθαρρύνω

étudier dans une bonne ambiance μελετώ μέσα σε μια καλή ατμόσφαιρα

privilégier la solidarité δίνω ιδιαίτερη σημασία στην αλληλεγγύη

l’entraide η αλληλοβοήθεια

être titulaire d’un bac avec mention (passable, bien, très bien)

έχω Απολυτήριο με βαθμό (καλώς, λίαν καλώς, άριστα)

redoubler sa terminale pour obtenir une mentionξανακάνω την τρίτη λυκείου για να πετύχω Απολυτήριο με βαθμό

accéder (l’accès) à l’enseignement supérieur μπαίνω (η πρόσβαση) στην ανώτατη εκπαίδευση

l’université Paris-Sorbonne το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στο Παρίσι

la faculté de lettres, de droit, de médecine η Φιλοσοφική, Νομική, Ιατρική Σχολή

Du lycée aux études supérieuresΑπό το λύκειο στις ανώτατες σπουδές

Entrer à l’université - Μπαίνω στο πανεπιστήμιοÁ

la voie royale η «βασιλική οδός»

une prépa scientifique, littéraire, commercialeμια επιστημονική, λογοτεχνική, εμπορική προπαρασκευαστική τάξη

présenter son dossier scolaire παρουσιάζω τον σχολικό μου φάκελο

être accepté dans un grand lycée parisien γίνομαι δεκτός σε ένα μεγάλο λύκειο στο Παρίσι

tenter le concours d’entrée à une grande écoleδοκιμάζομαι στις εισαγωγικές εξετάσεις μιας ανώτατης σχολής

une école qui recrute sur concours μια σχολή που δέχεται φοιτητές μετά από διαγωνισμό

être admis (l’admission) ≠ collé, recalé (argot scolaire)

πέρασα (στη σχολή) ≠ την πάτησα, με κόψανε

intégrer une école prestigieuse μπαίνω σε μια διαπρεπή σχολή

participer à un week-end d’intégration συμμετέχω σε ένα Σαββατοκύριακο ένταξης

un camarade de promotion/promo (argot scolaire) ένας συμμαθητής από το έτος μου

un dirigeant d’entreprise issu d’une grande école d’ingénieur

ένα διευθυντικό στέλεχος επιχείρησης που προέρχεται από μια εξέχουσα σχολή μηχανικών

Faire une classe préparatoire/une prépa (argot scolaire) - Κάνω μια προπαρασκευαστική τάξηÁ

une discipline ένα μάθημα

une UE (unité d’enseignement) μια διδακτική ενότητα

un crédit μια διδακτική μονάδα, ένα μόριο

Le cursus universitaireΤο πρόγραμμα πανεπιστημιακών σπουδών

Page 21: Voc Prepadelf b2 delf

21

Lexique

une option ένα μάθημα επιλογής

suivre des cours à la faculté/fac (argot scolaire) παρακολουθώ μαθήματα στη σχολή/στο πανεπιστήμιο

assister à un cours magistral en amphithéâtre/amphi (argot scolaire)

παρακολουθώ την παράδοση ενός καθηγητή

des effectifs surchargés υπερφορτωμένος αριθμός φοιτητών

travailler/bosser (argot scolaire), bûcher (argot scolaire), plancher (argot scolaire)

διαβάζω/μελετώ, σκίζομαι στο διάβασμα

un TD (travail dirigé) μια κατευθυνόμενη εργασία

un TP (travail pratique) μια πρακτική εργασία

un devoir sur table ένα τεστ, μια γραπτή εξέταση

un partiel μια τμηματική εξέταση

le contrôle continu ο συνεχής έλεγχος

un examen terminal μια τελική εξέταση

valider un semestre κατοχυρώνω ένα εξάμηνο

effectuer un stage en entreprise κάνω την πρακτική μου σε μια επιχείρηση

se réorienter (réorientation) après un échecαλλάζω προσανατολισμό (η αλλαγή προσανατολισμού) μετά από μια αποτυχία

changer de filière αλλαζω την πορεία των σπουδών μου

un enseignant-chercheur ένας εκπαιδευτικός-ερευνητής

un universitaire ένας πανεπιστημιακός

dispenser un cours à l’université διδάσκω ένα μάθημα στο πανεπιστήμιο

faire un cycle de conférences κάνω μια σειρά διαλέξεων

évaluer (l’évaluation) les performances de ses étudiants

αξιολογώ (η αξιολόγηση) τις επιδόσεις των φοιτητών μου

la notation η βαθμολόγηση

des études sanctionnées par un diplôme σπουδές που έχουν επικυρωθεί με δίπλωμα

obtenir un diplôme reconnu par l’État, délivré par une université

αποκτώ δίπλωμα αναγνωρισμένο από το Κράτος, που χορηγείται από πανεπιστήμιο

être titulaire du bac είμαι κάτοχος του Απολυτηρίου

un diplômé en sciences humaines ένας διπλωματούχος ανθρωπιστικών επιστημών

un licencié ένας πτυχιούχος

un bac + 3, un bac + 83 χρόνια σπουδών μετά το Απολυτήριο, 8 χρόνια σπουδών μετά το Απολυτήριο

un docteur en philosophie ένας διδάκτωρ φιλοσοφίας

rédiger un mémoire de master γράφω μια μεταπτυχιακή εργασία

soutenir une thèse de doctorat υποστηρίζω μια (διδακτορική) διατριβή

poursuivre ≠ abandonner ses études συνεχίζω ≠ εγκαταλείπω τις σπουδές μου

achever ses études ολοκληρώνω τις σπουδές μου

Les diplômes Τα διπλώματα

Page 22: Voc Prepadelf b2 delf

22

Lexique

la carte d’étudiant η φοιτητική ταυτότητα

la cité universitaire (cité-U) η πανεπιστημιούπολη

le restaurant universitaire (restau-U) το εστιατόριο του πανεπιστημίου

la bibliothèque universitaire (emprunter un ouvrage, consulter sur place)

η βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου (δανείζομαι ένα βιβλίο, διαβάζω μέσα στη βιβλιοθήκη)

avoir une chambre en cité/résidence universitaire, sur le campus, en ville

έχω ένα δωμάτιο μέσα στο πανεπιστήμιο/στη φοιτητική εστία, στην πανεπιστημιούπολη, στην πόλη

vivre en colocation συγκατοικώ, μοιράζομαι το ενοίκιο

un loyer trop cher ένα πάρα πολύ ακριβό ενοίκιο

la sécurité sociale étudiante η κοινωνική ασφάλιση των φοιτητών

adhérer à une mutuelle étudiante γράφομαι σε μια επικουρική φοιτητική ασφάλιση

La vie d’étudiantΗ φοιτητική ζωή

les frais de scolarité, d’inscription à la fac τα δίδακτρα, τα έξοδα εγγραφής στο πανεπιστήμιο

bénéficier d’une bourse d’études (un boursier) λαμβάνω μια υποτροφία (ένας υπότροφος)

toucher l’aide au logement (APL) λαμβάνω επίδομα στέγασης

être soutenu financièrement par ses parents έχω την οικονομική υποστήριξη των γονιών μου

faire des petits boulots κάνω δουλειές του ποδαριού

avoir un job étudiant pour subvenir à ses besoinsέχω μια δουλίτσα (για τους φοιτητές) για να καλύψω τις ανάγκες μου

avoir un revenu de 500 € par mois έχω ένα εισόδημα 500 € τον μήνα

souscrire un prêt étudiant παίρνω ένα σπουδαστικό δάνειο

Le financement des étudesΗ χρηματοδότηση των σπουδών

Page 23: Voc Prepadelf b2 delf

23

Lexique

travailler/bosser (fam.) εργάζομαι/δουλεύω

exercer un métier, une profession ασκώ ένα επάγγελμα

un métier artistique, manuel (maçon, électricien, plombier, peintre, menuisier)

ένα καλλιτεχνικό, χειρωνακτικό επάγγελμα (κτίστης, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, ελαιοχρωματιστής, ξυλουργός)

une profession libérale (médecin, avocat, architecte)

ένα ελεύθερο επάγγελμα (γιατρός, δικηγόρος, αρχιτέκτονας)

Le travailΗ εργασία

Le travail - Η εργασία6

travailler dans une entreprise/une boîte (fam.) εργάζομαι σε μια επιχείρηση

une PME μια ΜΜΕ (μικρομεσαία επιχείρηση)

une multinationale μια πολυεθνική

une société de services μια εταιρεία παροχής υπηρεσιών

une compagnie d’assurances μια ασφαλιστική εταιρεία

dans un bureau, un laboratoire/labo (fam.), un atelier, un cabinet d’architectes, une exploitation agricole

σε ένα γραφείο, ένα εργαστήριο, ένα ατελιέ, ένα αρχιτεκτονικό γραφείο, ένα αγρόκτημα

en usine, sur un chantier, chez Zara σε εργοστάσιο, σε εργοτάξιο, στο Zara

Les lieux de travailΟι χώροι εργασίας

Le secteur privé - Ο ιδιωτικός τομέαςÁ

à la mairie, au ministère de l’Économie, aux impôts

στο δημαρχείο, στο Υπουργείο Οικονομίας, στην εφορία

en milieu hospitalier στον νοσοκομειακό χώρο

Le secteur public, la fonction publique - Ο δημόσιος τομέαςÁ

le chef/dirigeant d’entreprise, le PDG, le managerο διευθυντής επιχείρησης, ο γενικός διευθυντής, ο μάνατζερ

le patron/la patronne το αφεντικό/η αφεντικίνα (οικ.)

le cadre (supérieur) το (ανώτατο) στέλεχος

l’ouvrier ο εργάτης

le technicien ο τεχνικός

l’ingénieur ο μηχανικός

l’artisan ο βιοτέχνης, ο μάστορας

le fonctionnaire ο δημόσιος υπάλληλος

l’employeur ο εργοδότης

l’employé ο εργαζόμενος, ο υπάλληλος

Le travailleurΟ εργαζόμενος

Page 24: Voc Prepadelf b2 delf

24

Lexique

la rémunération η αμοιβή

la paie/paye ο μισθός

la feuille de paie, le bulletin de salaire το εκκαθαριστικό σημείωμα μισθοδοσίας

toucher un bon salaire παίρνω έναν καλό μισθό

faire des heures supplémentaires/sup (fam.) κάνω υπερωρίες

négocier une augmentation de salaire διαπραγματεύομαι μια αύξηση του μισθού μου

la prime το πριμ, το δώρο

le treizième mois ο δέκατος τρίτος μήνας

une indemnité de stage ένα επίδομα κατάρτισης

avoir un plan de carrière έχω ένα σχέδιο καριέρας

faire une belle carrière κάνω μια επιτυχημένη καριέρα

Gagner sa vieΒιοπορίζομαι

répondre à une offre d’emploi, à une petite annonce sur Internet

απαντώ σε μια προσφορά εργασίας, σε μια αγγελία στο Διαδίκτυο

envoyer une lettre de candidature/motivation et un CV (curriculum vitæ)

στέλνω μια επιστολή υποψηφιότητας/εκδήλωσης ενδιαφέροντος και ένα βιογραφικό σημείωμα

envoyer une candidature spontanée στέλνω αυθόρμητα την υποψηφιότητά μου

poser sa candidature au poste de chef des ventesθέτω την υποψηφιότητά μου για τη θέση του διευθυντή πωλήσεων

postuler à un emploi κάνω αίτηση για μια θέση εργασίας

avoir un entretien d’embauche avec le DRH (directeur des ressources humaines)

έχω μια συνέντευξη πρόσληψης με τον Διευθυντή Ανθρώπινου Δυναμικού

un cabinet de recrutement ένα γραφείο εύρεσης εργασίας

recruter, un recruteur προσλαμβάνω, ένας υπεύθυνος προσλήψεων

un chasseur de têtesένας κυνηγός ταλέντων, υπεύθυνος εύρεσης ανώτερων στελεχών σε επιχειρήσεις

sélectionner un/une candidat(e) επιλέγω έναν/μια υποψήφιο/α

être embauché, engagé έχω προσληφθεί

un emploi stable ≠ précaire (la précarité de l’emploi)

μια σταθερή ≠ επισφαλής απασχόληση (η αβεβαιότητα της απασχόλησης)

décrocher (fam.) un premier emploi πετυχαίνω την πρώτη μου πρόσληψη/εργασία

Chercher un emploiΨάχνω εργασία

le salarié ο μισθωτός

l’intérimaire ο προσωρινός υπάλληλος

le stagiaire ο ασκούμενος

le collaborateur ο συνεργάτης

le collègue ο συνάδελφος

Page 25: Voc Prepadelf b2 delf

25

Lexique

la dégradation du climat social dans l’entreprise η υποβάθμιση του κοινωνικού κλίματος στην επιχείρηση

se mettre en grève, faire la grève, le gréviste ξεκινώ απεργία, κάνω απεργία, ο απεργός

un syndicat, un syndicaliste ένα συνδικάτο, ένας συνδικαλιστής

défendre les conditions de travail des travailleursυπερασπίζομαι τις συνθήκες εργασίας των εργαζομένων

avoir des revendications salariales έχω μισθολογικές διεκδικήσεις

participer à une manifestation/manif (fam.) συμμετέχω σε μια διαδήλωση

négocier (la négociation) avec la directionδιαπραγματεύομαι (η διαπραγμάτευση) με τη διεύθυνση

reprendre le travail επιστρέφω στην εργασία μου

Le conflit du travailΟι εργασιακές συγκρούσεις

l’apprentissage (l’apprenti) η μάθηση (ο μαθητευόμενος)

se former καταρτίζομαι

la formation initiale η αρχική κατάρτιση

la formation permanente η συνεχής εκπαίδευση/κατάρτιση

la formation en alternance η εναλλασσόμενη κατάρτιση

se recycler dans les nouvelles énergies, en informatique

επιμορφώνομαι στις νέες ενέργειες, στην πληροφορική

faire un stage en entreprise κάνω πρακτική άσκηση σε μια επιχείρηση

La formationΗ κατάρτιση

licencier (un licenciement) απολύω (μια απόλυση)

renvoyer (un renvoi) διώχνω (μια απόλυση)

mettre à la porte πετάω έξω

verser des indemnités de licenciement πληρώνω/καταβάλλω αποζημιώσεις λόγω απόλυσης

Le chômageΗ ανεργία

Du côté de l’employeur - Από την πλευρά του εργοδότηÁ

donner sa démission, démissionner υποβάλλω την παραίτησή μου, παραιτούμαι

être licencié, viré (fam.), renvoyé απολύομαι, με διώχνουν

perdre son travail, son job (fam.) χάνω τη δουλειά μου

pointer à Pôle emploiπαρουσιάζομαι στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού

toucher des allocations de chômage λαμβάνω επιδόματα ανεργίας

un chômeur longue durée, en fin de droitsένας μακροχρόνια άνεργος, που δεν έχει πλέον δικαίωμα αποζημίωσης

toucher le RSA (Revenu de solidarité active) λαμβάνω το RSA (επίδομα ενεργούς αλληλεγγύης)

Du côté du travailleur - Από την πλευρά του εργαζομένουÁ

Page 26: Voc Prepadelf b2 delf

26

Lexique

l’audiovisuel : réalisateur, scénariste, scripte, metteur en scène

ο οπτικοακουστικός τομέας: σκηνοθέτης στην τηλεόραση, σεναριογράφος, σκριπτ, σκηνοθέτης (στο σινεμά ή στο θέατρο)

la communication : attaché de presse, chargé des relations publiques

η επικοινωνία: υπεύθυνος Τύπου, υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων

la création artistique : architecte d’intérieur, designer, dessinateur de BD, illustrateur

η καλλιτεχνική δημιουργία: διακοσμητής εσωτερικών χώρων, σχεδιαστής, σκιτσογράφος (κόμικς), εικονογράφος

l’environnement : urbaniste, océanographe, géologue, climatologue, météorologiste

το περιβάλλον: πολεοδόμος, ωκεανογράφος, γεωλόγος, κλιματολόγος, μετεωρολόγος

l’informatique : webmaster, concepteur de jeux vidéo, graphiste, informaticien

η πληροφορική: webmaster, σχεδιαστής βιντεοπαιχνιδιών, γραφίστας, ειδικός στην πληροφορική

la justice : juge, avocat η δικαιοσύνη: δικαστής, δικηγόρος

le marketing et la publicité : directeur du marketing, chef de produit, chef de pub, directeur artistique, maquettiste

το μάρκετινγκ και η διαφήμιση: διευθυντής μάρκετινγκ, διευθυντής προϊόντος, επικεφαλής της διαφήμισης, καλλιτεχνικός διευθυντής, γραφίστας

les médias : animateur radio, journaliste, présentateur télé, publicitaire

τα μίντια/τα ΜΜΕ: παρουσιαστής στο ραδιόφωνο, δημοσιογράφος, παρουσιαστής στην τηλεόραση, διαφημιστής

la mode : mannequin, maquilleuse, styliste, photographe

η μόδα: μοντέλο, μακιγιέζ, στυλίστας, φωτογράφος

la santé : médecin (généraliste), chirurgien, pédiatre, nutritionniste, généticien, diététicien, kinésithérapeute/kiné (fam.)

η υγεία: γιατρός (παθολόγος), χειρουργός, παιδίατρος, διατροφολόγος, γενετιστής, διαιτολόγος, φυσιοθεραπευτής

le social : assistante sociale, psychologue/psy (fam.), éducateur spécialisé

ο κοινωνικός τομέας: κοινωνικός λειτουργός, ψυχολόγος, ειδικός εκπαιδευτικός

Les métiers préférés des jeunesΤα αγαπημένα επαγγέλματα των νέων

intéressant, bien rémunéré, très lucratif, dans lequel on s’investit

ενδιαφέρουσα, καλοπληρωμένη, ιδιαίτερα κερδοφόρα, στην οποία αφιερώνει κανείς την ενέργειά του

dangereux, ennuyeux, pénible, fatigant, stressant, précaire, mal payé

επικίνδυνη, βαρετή, κοπιαστική, κουραστική, αγχωτική, επισφαλής, κακοπληρωμένη

Faire des commentairesΚάνω σχόλια

Le travail - Η εργασίαÁ

compétent (la compétence) καταρτισμένος, αρμόδιος (η αρμοδιότητα)

expérimenté (l’expérience) έμπειρος (η εμπειρία)

paresseux τεμπέλης

fainéant/feignant (fam.) κηφήνας

incompétent αναρμόδιος, ανίκανος

Le travailleur - Ο εργαζόμενοςÁ

Page 27: Voc Prepadelf b2 delf

27

Lexique

contracter une maladie προσβάλλομαι από μια αρρώστια

être infecté μολύνομαι

être touché par un virus προσβάλλομαι από έναν ιό

une intoxication alimentaire μια τροφική δηλητηρίαση

une épidémie dévastatrice μια καταστροφική επιδημία

une pandémie μια πανδημία

L’anxiété alimentaireΤο διατροφικό άγχος

l’industrie agroalimentaire η βιομηχανία τροφίμων

les aliments industriels τα βιομηχανικά τρόφιμα

l’alimentation de masse η μαζική διατροφή

une boîte de conserve ένα κονσερβοκούτι

des surgelés κατεψυγμένα προϊόντα

des aliments sous vide, déshydratés, lyophilisésτρόφιμα σε κενό αέρος, αφυδατωμένα, λυοφιλοποιημένα

une chaîne de restauration rapide μια αλυσίδα φαστ-φουντ

acheter des plats prêts à l’emploi, prêts à consommer, prêts à réchauffer

αγοράζω έτοιμα φαγητά, έτοιμα για κατανάλωση, έτοιμα για ζέσταμα

réchauffer un plat au micro-ondes ζεσταίνω ένα πιάτο στον φούρνο μικροκυμάτων

une substance chimique μια χημική ουσία

un additif (un conservateur, un colorant)μια πρόσθετη χημική ουσία (ένα συντηρητικό, μια χρωστική)

un pesticide ένα φυτοφάρμακο

les produits OGM τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα

le maïs transgénique το μεταλλαγμένο καλαμπόκι

les acides gras saturés τα κορεσμένα λίπη

les mauvais sucres τα κακά σάκχαρα

des substances nocives, toxiques, cancérigènes επιβλαβείς, τοξικές, καρκινογόνες ουσίες

L’alimentation post-moderneΗ μεταμοντέρνα διατροφή

Santé et bien-être - Υγεία και ευεξία

7

le veau aux hormones το μοσχάρι με ορμόνες

la vache folle η ασθένεια των τρελών αγελάδων

la grippe aviaire η γρίπη των πτηνών

la bactérie E. coli το βακτήριο Ε. coli

Les crises alimentaires - Οι διατροφικές κρίσειςÁ

le principe de précaution η αρχή της προφύλαξης

une mesure préventive ένα προληπτικό μέτρο

La sécurité alimentaire - Η διατροφική ασφάλειαÁ

Page 28: Voc Prepadelf b2 delf

28

Lexique

demander des informations plus complètes sur les étiquettes des produits

ζητώ πληρέστερες πληροφορίες για τις ετικέτες των προϊόντων

la traçabilité des produits η ιχνηλασιμότητα των προϊόντων

la recherche de garanties (un label) η αναζήτηση εγγυήσεων (μια ετικέτα/μάρκα)

l’alimentation biologique (la bio-attitude) η βιολογική διατροφή (ο βιολογικός τρόπος ζωής)

les produits bio τα βιολογικά προϊόντα

le retour aux produits du terroir η επιστροφή στα τοπικά προϊόντα

l’alimentation végétarienne η χορτοφαγική διατροφή

consommer trop de lipides et de glucides καταναλώνω πάρα πολλά λιπαρά και υδατάνθρακες

avoir un apport journalier trop élevé έχω μια πολύ υψηλή ημερήσια πρόσληψη

une alimentation trop riche en matières grasses, en sucres et en sel

μια διατροφή πάρα πολύ πλούσια σε λιπαρά, ζάχαρη και αλάτι

emmagasiner trop de calories αποθηκεύω πάρα πολλές θερμίδες

avoir une alimentation déséquilibrée, pas assez diversifiée

έχω μια μη ισορροπημένη, όχι αρκετά διαφοροποιημένη διατροφή

manger trop de viande τρώω πάρα πολύ κρέας

manger des conserves et pas assez de produits frais

τρώω κονσερβοποιημένα τρόφιμα και όχι αρκετά φρέσκα προϊόντα

avoir des carences en minéraux et en vitamines έχω ελλείψεις σε μέταλλα και βιταμίνες

sauter un repas παραλείπω ένα γεύμα

ne pas manger à des heures régulières δεν τρώω σε τακτές ώρες

manger en dehors des repas τρώω ανάμεσα στα γεύματα

grignoter (le grignotage) τσιμπολογώ (το τσιμπολόγημα)

adopter une alimentation saine υιοθετώ μια υγιεινή διατροφή

avoir une bonne hygiène de vie ακολουθώ έναν υγιεινό τρόπο ζωής

suivre les conseils d’un nutritionniste, d’un diététicien

ακολουθώ τις συμβουλές ενός διατροφολόγου, ενός διαιτολόγου

La malbouffeΗ κακή διατροφή

avoir des rondeurs έχω καμπύλες

être bien enveloppé είμαι στρουμπουλός

avoir un excès de poids, une surcharge pondérale έχω παραπάνω βάρος, περιττά κιλά

être en surpoids, être obèse είμαι υπέρβαρος, είμαι παχύσαρκος

surveiller constamment sa ligne, contrôler son poids

παρακολουθώ συνεχώς τη γραμμή μου, ελέγχω το βάρος μου

vouloir mincir, maigrir, perdre ses kilos superflusθέλω να αδυνατίσω, να χάσω βάρος, να χάσω τα περιττά μου κιλά

Le culte de l’apparenceΗ λατρεία της εμφάνισης

La dictature de la minceur - Η δικτατορία της λεπτότηταςÁ

Page 29: Voc Prepadelf b2 delf

29

Lexique

l’homéopathie η ομοιοπαθητική

l’acupuncture ο βελονισμός

l’ostéopathie η οστεοπαθητική

la phytothérapie (une plante médicinale) η φυτοθεραπεία (ένα βότανο/φαρμακευτικό φυτό)

l’aromathérapie (une huile essentielle) η αρωματοθεραπεία (ένα αιθέριο έλαιο)

la réflexologie η ρεφλεξολογία

la thalassothérapie (un spa) η θαλασσοθεραπεία (το σπα)

traiter des troubles en douceur, sans effets secondaires

αντιμετωπίζω διαταραχές ήπια, χωρίς παρενέργειες

consacrer du temps à son patient, être à son écoute

αφιερώνω χρόνο στον ασθενή μου, τον ακούω

un gourou, un charlatan ένας γκουρού, ένας τσαρλατάνος

un coach (le coaching) ο καθοδηγητής (η καθοδήγηση)

l’équilibre, la forme, le tonus, la vitalité η ισορροπία, η φόρμα, η ζωηράδα, η ζωτικότητα

prendre soin de soi φροντίζω τον εαυτό μου

se faire plaisir ευχαριστιέμαι

se faire chouchouter αφήνω να με περιποιούνται

La recherche du bien-êtreΗ αναζήτηση της ευεξίας

Les médecines douces/alternatives - Οι ήπιες/εναλλακτικές ιατρικέςÁ

suivre un régime amaigrissant ακολουθώ δίαιτα αδυνατίσματος

se mettre à la diète αρχίζω δίαιτα

manger des produits diététiques, des aliments allégés/light, des produits hypocaloriques

τρώω διαιτητικά προϊόντα, τρόφιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά/λάιτ, χαμηλής θερμιδικής αξίας προϊόντα

calculer son indice de masse corporelle (IMC) μετρώ τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ)

L’obsession de la jeunesse - Η εμμονή με τη νεότηταÁ

l’obligation de paraître jeune η υποχρέωση να φαίνεται κανείς νέος

vouloir à tout prix avoir l’air jeune θέλω πάση θυσία να φαίνομαι νέος

lutter contre les effets du temps, contre l’âge αντιστέκομαι στα σημάδια του χρόνου, της ηλικίας

effacer les traces du temps σβήνω τα ίχνη του χρόνου

vouloir rester jeune plus longtemps θέλω να παραμείνω νέος για μεγαλύτερο διάστημα

s’entretenir, entretenir son corps διατηρούμαι, διατηρώ το σώμα μου

rajeunir son apparence ανανεώνω την εμφάνισή μου

recourir à la chirurgie esthétique καταφεύγω στην αισθητική χειρουργική

se faire opérer, subir une interventionχειρουργούμαι, υποβάλλομαι σε μια χειρουργική επέμβαση

une opération ratée μια αποτυχημένη χειρουργική επέμβαση

corriger un corps, un visage διορθώνω ένα σώμα, ένα πρόσωπο

se faire faire un lifting κάνω ένα λίφτινγκ

effacer ses rides διαγράφω/σβήνω τις ρυτίδες μου

Page 30: Voc Prepadelf b2 delf

30

Lexique

un médicament prescrit par un médecin ένα φάρμακο που χορηγείται από γιατρό

l’automédication η αυτοθεραπεία

surconsommer des médicaments (la surconsommation)

κάνω υπερβολική χρήση φαρμάκων (η υπερκατανάλωση)

un somnifère, un psychotrope, un antidépresseur, un anxiolytique, un tranquillisant

ένα υπνωτικό χάπι, ένα ψυχοτρόπο φάρμακο, ένα αντικαταθλιπτικό, ένα αγχολυτικό, ένα ηρεμιστικό

la méfiance envers les médicaments η δυσπιστία απέναντι στα φάρμακα

les effets secondaires d’un médicament οι παρενέργειες ενός φαρμάκου

mettre en doute l’efficacité d’un médicament αμφισβητώ την αποτελεσματικότητα ενός φαρμάκου

Le rejet de la médecine conventionnelle - Η απόρριψη της συμβατικής ιατρικήςÁ

Page 31: Voc Prepadelf b2 delf

31

Lexique

Les médias - Τα μίντια8

la presse locale, régionale, nationale, internationale

ο τοπικός, περιφερειακός, εθνικός, διεθνής Τύπος

la presse papier, imprimée, en ligne ο έντυπος Τύπος, ο ηλεκτρονικός Τύπος

la presse payante ≠ gratuite ο επί πληρωμή ≠ δωρεάν Τύπος

la presse vendue en kiosque, par abonnementο Τύπος που πωλείται στα περίπτερα, με την καταβολή συνδρομής

la presse féminine, la presse jeune ο Τύπος για γυναίκες, ο Τύπος για νέους

la presse à scandale, un tabloïd, un magazine people

ο σκανδαλοθηρικός Τύπος, ένα ταμπλόιντ, ένα κουτσομπολίστικο περιοδικό

une nouvelle à sensation μια σκανδαλιστική είδηση

un journal/canard (fam.) μια εφημερίδα/φυλλάδα

un magazine, une revue spécialisée ένα περιοδικό, ένα εξειδικευμένο περιοδικό

un quotidien, un hebdomadaire, un mensuel, un périodique

μια ημερήσια, εβδομαδιαία, μηνιαία έκδοση, ένα περιοδικό

un quotidien de référence, un article de fond μια εφημερίδα αναφοράς, ένα ουσιώδες άρθρο

un journal d’opposition, un journal satiriqueμια εφημερίδα της αντιπολίτευσης, μια σατιρική εφημερίδα

un numéro spécial, une nouvelle formule μια ειδική έκδοση, μια νέα φόρμουλα

une revue de presse internationale μια επιθεώρηση του διεθνούς Τύπου

faire la une/les gros titres des journaux du soirείμαι στα πρωτοσέλιδα, στους τίτλους των βραδινών εφημερίδων

une dépêche de l’AFP (l’Agence France Presse)ένα τηλεγράφημα του AFP (Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων)

L’information est tombée. Η είδηση έπεσε.

Toutes les télévisions du monde ont couvert l’événement.

‘Ολες οι τηλεοράσεις του κόσμου κάλυψαν το γεγονός.

Les journalistes protègent leurs sources. Οι δημοσιογράφοι προστατεύουν τις πηγές τους.

la liberté de la presse η ελευθερία του Τύπου

La presseΟ Τύπος

un moyen d’information, un média ένα μέσο ενημέρωσης

s’informer/se tenir informé de l’actualité ενημερώνομαι για τα τρέχοντα γεγονότα

une information neutre ≠ orientée politiquement μια ουδέτερη πληροφορία ≠ πολιτικά χρωματισμένη

une affaire médiatique, très médiatisée μια υπόθεση με μεγάλη προβολή, δημοσιότητα

le lectorat, un lecteur fidèle, régulier ≠ épisodique, assidu

το αναγνωστικό κοινό, ένας πιστός αναγνώστης, τακτικός ≠ ευκαιριακός, αφοσιωμένος

L’information/info (fam.)Η ενημέρωση

Page 32: Voc Prepadelf b2 delf

32

Lexique

un grand patron de presse ένας μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης

le rédacteur en chef ο αρχισυντάκτης

l’éditorialisteαυτός που γράφει το κύριο άρθρο (συνήθως οεκδότης, ο διευθυντής ή ο αρχισυντάκτης)

le journaliste ο δημοσιογράφος

le journaliste d’investigation ο ερευνητής δημοσιογράφος

le grand reporter ο διάσημος ρεπόρτερ

l’envoyé spécial ο ειδικός απεσταλμένος

le correspondant ο ανταποκριτής

le reporter gastronomique ο δημοσιογράφος για θέματα γαστρονομίας

le critique de cinéma ο κριτικός κινηματογράφου

le secrétaire de rédaction ο γραμματέας σύνταξης

le graphiste ο γραφίστας

le pigisteο ανεξάρτητος δημοσιογράφος που πληρώνεται με τη σελίδα

les paparazzi οι παπαράτσι

Les métiers de la presseΤα επαγγέλματα της δημοσιογραφίας

le sommaire d’un magazine τα περιεχόμενα ενός περιοδικού

la une το πρωτοσέλιδο μιας εφημερίδας

l’éditorialτο κύριο άρθρο (γραμμένο συνήθως από τον εκδότη, τον διευθυντή ή τον αρχισυντάκτη) που αντικατοπτρίζει τις ιδέες και τις τάσεις του εντύπου

la chronique η μόνιμη στήλη ενός γνωστού συντάκτη

le débat η συζήτηση

le reportage το ρεπορτάζ

un article ένα άρθρο

le sondage d’opinion η σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης

le graphique το διάγραμμα

la légende το υπόμνημα

la rubriqueη στήλη/ρουμπρίκα μιας εφημερίδας (oικονομία, πολιτική, κοινωνία, επιστήμη, υγεία...)

la photo η φωτογραφία

le titre ο τίτλος

la colonne η στήλη (ενός άρθρου)

un entrefilet μερικές γραμμές στα ψιλά

un dessin humoristique ένα χιουμοριστικό σκίτσο

une caricature μια καρικατούρα

le supplément du dimanche το κυριακάτικο ένθετο

Les types d’articlesΟι κατηγορίες άρθρων

Page 33: Voc Prepadelf b2 delf

33

Lexique

France, Monde/Politique internationale Γαλλία, Κόσμος/Διεθνής Πολιτική

Société Κοινωνία

Économie Οικονομία

Culture Πολιτισμός

Arts et spectacles Τέχνη και Θεάματα

Tendances Lifestyle/Τάσεις

Environnement Περιβάλλον

Médecine et santé Ιατρική και Υγεία

Sports Αθλητισμός

Météo Καιρός

Faits divers Διάφορα

Petites annonces Αγγελίες

Immobilier Ακίνητα

Les rubriques Οι μόνιμες στήλες

une chaîne régionale, nationale ένα εθνικό, περιφερειακό κανάλι

une chaîne généraliste, grand public, thématiqueένα κανάλι γενικού περιεχομένου, για το ευρύ κοινό, θεματικό

une chaîne payante, cryptée ένα συνδρομητικό κανάλι, κρυπτογραφημένο

émettre (une émission) en clair εκπέμπω (μια εκπομπή) καθαρά

une chaîne d’infos en continu ένα κανάλι με συνεχή ροή ειδήσεων

la TNT (la télévision numérique terrestre)η επίγεια ψηφιακή τηλεόραση (Digital Terrestrial Television)

le câble, un satellite, une paraboleη καλωδιακή τηλεόραση, ένας δορυφόρος, μια παραβολική κεραία

une mauvaise réception η κακή λήψη

changer de chaîne, zapper (le zapping) αλλάζω κανάλι, κάνω ζάπινγκ (το ζάπινγκ)

retransmettre (la retransmission) un événement en direct ≠ en différé

αναμεταδίδω ζωντανά ένα γεγονός (η ζωντανή αναμετάδοση) ≠ η ετεροχρονισμένη μετάδοση

diffuser (la diffusion), rediffuser (une rediffusion)μεταδίδω (η μετάδοση), επαναλαμβάνω (η επανάληψη)

une heure de grande ≠ faible écoute μια ώρα υψηλής ≠ χαμηλής τηλεθέασης

une émission en prime-time μια εκπομπή σε prime time

la grille des programmes το χρονοδιάγραμμα του προγράμματος

passer, être à l’antenne είμαι, βγαίνω στον αέρα

garder ≠ rendre l’antenne παραμένουμε στον αέρα ≠ επιστρέφουμε στο στούντιο

le PAF (le paysage audiovisuel français) PAF (το γαλλικό τοπίο των μέσων ενημέρωσης)

Le CSA (Conseil supérieur de l’audiovisuel) το CSA (Ανώτερο Συμβούλιο Οπτικοακουστικών Μέσων)

La télévision/télé (fam.) Η τηλεόραση

Page 34: Voc Prepadelf b2 delf

34

Lexique

battre tous les records d’audience σπάω όλα τα ρεκόρ τηλεθέασης

faire de l’audience έχω ακροαματικότητα, κάνω νούμερα

Le succèsΗ επιτυχία

le chef du service politique ο υπεύθυνος του πολιτικού τμήματος

le rédacteur en chef du journal télévisé ο αρχισυντάκτης του δελτίου ειδήσεων

le présentateur ο παρουσιαστής

le producteur ο παραγωγός

l’animateur ο παρουσιαστής/ανιματέρ

le chroniqueur ο δημοσιογράφος

Les métiers de la télévisionΤα επαγγέλματα της τηλεόρασης

informer ενημερώνω

le journal télévisé/JT το δελτίο ειδήσεων

un flash d’information ένα σύντομο δελτίο ειδήσεων

un magazine d’actualité, de société ένα μαγκαζίνο με ειδήσεις, με κοινωνικά θέματα

un reportage, un reportage en caméra cachée ένα ρεπορτάζ, ένα ρεπορτάζ με κρυφή κάμερα

une émission politique μια πολιτική εκπομπή

un talk-show ένα τοκ σόου

la météo, le bulletin météorologique ο καιρός, το μετεωρολογικό δελτίο

le tirage du loto η κλήρωση του λόττο

la publicité/la pub (fam.) η διαφήμιση

le spot το σύντομο διαφημιστικό μήνυμα, το σποτ

le jingle το μουσικό μοτίβο ενός διαφημιστικού μηνύματος

un écran publicitaire ο διαφημιστικός χρόνος

éduquer εκπαιδεύω

une émission culturelle μια πολιτιστική εκπομπή

un documentaire ένα ντοκιμαντέρ

un débat politique μια πολιτική συζήτηση

distraire διασκεδάζω

amuser, divertir (le divertissement) διασκεδάζω, ψυχαγωγώ (η ψυχαγωγία)

une émission sportive, de variétés, les variétésμια αθλητική εκπομπή, ένα σόου, τα γαλλικά (εμπορικά) τραγούδια

un jeu télévisé ένα τηλεπαιχνίδι

une émission/un jeu de télé-réalité μια εκπομπή/ένα παιχνίδι ριάλιτι

un téléfilm μια τηλεταινία

une fiction μια ταινία μυθοπλασίας/φαντασίας

une série μια σειρά

un feuilleton en 12 épisodes μια σειρά 12 επεισοδίων

Le rôle de la télévisionΟ ρόλος της τηλεόρασης

Page 35: Voc Prepadelf b2 delf

35

Lexique

être populaire είμαι δημοφιλής

soigner sa cote de popularité φροντίζω τη δημοτικότητά μου

rechercher la notoriété επιδιώκω τη φήμη

vouloir être le centre du monde θέλω να είμαι το κέντρο του κόσμου

vouloir rester dans la lumière θέλω να παραμείνω στα φώτα των προβολέων

passer une audition, un castingπαρουσιάζομαι σε μια ακρόαση, ένα κάστινγκ, μια οντισιόν

être remarqué δεν περνάω απαρατήρητος

décrocher un contrat/un rôle κλείνω ένα συμβόλαιο/παίρνω έναν ρόλο

faire une carrière dans la chanson, à la télé κάνω καριέρα στο τραγούδι, στην τηλεόραση

réussir (la réussite) πετυχαίνω (η επιτυχία)

avoir du succès auprès des ados έχω επιτυχία στους εφήβους

être reconnu dans la rue με αναγνωρίζουν στον δρόμο

être applaudi, acclamé με χειροκροτούν, με επευφημούν

faire un malheur σπάω τα ταμεία

être célèbre/connu dans le monde entier, adoré, adulé (l’adulation)

είμαι διάσημος/γνωστός σε όλο τον κόσμο, αγαπημένος, λατρεμένος (η λατρεία)

La célébritéΗ φήμη

participer (un participant) à une émission/un jeu de télé-réalité

συμμετέχω (ένας από τους συμμετέχοντες) σε μια εκπομπή/σε ένα παιχνίδι ριάλιτι

passer des épreuves περνάω δοκιμασίες

être sélectionné par le jury, éliminé par le vote des téléspectateurs

επιλέγομαι από την κριτική επιτροπή, αποχωρώ από το παιχνίδι μετά την ψηφοφορία των τηλεθεατών

faire éliminer son adversaire αποκλείω τον αντίπαλό μου από τον επόμενο γύρο

gagner (un gagnant, le lauréat d’un concours, la récompense)

κερδίζω (ένας νικητής, ο νικητής ενός διαγωνισμού,η ανταμοιβή)

être sacré vainqueur στέφομαι νικητής

La télé-réalitéΤα ριάλιτι

Le candidat - Ο υποψήφιοςÁ

voter par SMS/téléphone pour un candidat ψηφίζω με SMS/τηλεφώνημα για έναν υποψήφιο

suivre le parcours des gagnants παρακολουθώ τη διαδρομή των νικητών

consulter les sites qui leur sont consacrés επισκέπτομαι τις ιστοσελίδες των παικτών

acheter des produits dérivés (T-shirts, magazines, affiches, jouets…)

αγοράζω παράγωγα προϊόντα (T-shirts, περιοδικά, αφίσες, παιχνίδια...)

imiter son idole μιμούμαι το ίνδαλμά μου

devenir hystérique γίνομαι υστερικός

Les fans - Οι φανατικοί θαυμαστέςÁ

l’audimat η ακροαματικότητα

une série culte μια καλτ σειρά

cartonner (fam.), faire un tabac (fam.) σπάω τα ταμεία, κάνω θραύση

Page 36: Voc Prepadelf b2 delf

36

Lexique

Économie - Οικονομία9

accumuler, entasser des biens συσσωρεύω, στοιβάζω αγαθά

un bien de consommation durable, non durable, jetable

ένα καταναλωτικό αγαθό διαρκές (ατομικός και οικιακός εξοπλισμός, αυτοκίνητο...), μη διαρκές (τα τρόφιμα), μιας χρήσης

essentiel ≠ superflu απαραίτητος ≠ περιττός

un service (un bien immatériel) μια υπηρεσία (ένα άυλο αγαθό)

une consommation modérée ≠ effrénée μια μέτρια ≠ ξέφρενη κατανάλωση

un achat impulsif μια παρορμητική αγορά

se sentir frustré (la frustration) αισθάνομαι στερημένος (η στέρηση)

La société de consommation Η καταναλωτική κοινωνία

référencer (une référence) un produit επιλέγω (η επιλογή) ένα προϊόν (για πώληση)

proposer une large gamme de produits προσφέρω ένα ευρύ φάσμα προϊόντων

un produit de base ένα βασικό εμπόρευμα

une marque nationale ένα εθνικό σήμα

une marque distributeur (Carrefour, Lidl) ένα εμπορικό σήμα διανομής (Carrefour, Lidl)

une allée ένας διάδρομος (στο σουπερμάρκετ)

un linéaire μια μακρόστενη ζώνη ραφιών

une tête de gondole θέση προβολής προϊόντων στην αρχή μιας ζώνης ραφιών

un produit d’appelένα προϊόν που προσελκύει τον καταναλωτή ώστε να κάνει και άλλες αγορές

le rayon boucherie, épicerie το κρεοπωλείο, το τμήμα τροφίμων (σε σουπερμάρκετ)

une caisse ένα ταμείο

un caddy/un chariot ένα καροτσάκι του σουπερμάρκετ

Le commerceΤο εμπόριο

La grande distribution - Οι μεγάλες αλυσίδεςÁ

un producteur ένας παραγωγός

un distributeur ένας διανομέας

un client έναν πελάτης

une clientèle μια πελατεία

la concurrence ο ανταγωνισμός

l’offre, la demande η προσφορά, η ζήτηση

faire des promotions κάνω προσφορές

une opération promotionnelle (3 produits pour le prix de 2, 30 % de produit gratuit, des prix anniversaires, « satisfait ou remboursé », offrir des échantillons, faire une dégustation en magasin)

μια προωθητική ενέργεια (3 προϊόντα στην τιμή των 2, 30% δωρεάν προϊόν, επετειακές τιμές, εγγύηση επιστροφής χρημάτων, προσφορά δειγμάτων, προσφορά δοκιμής στο κατάστημα)

une offre de lancement μια προσφορά για το λανσάρισμα ενός προϊόντος

Les techniques de vente - Οι τεχνικές πώλησηςÁ

Page 37: Voc Prepadelf b2 delf

37

Lexique

faire un bon chiffre d’affaires κάνω έναν καλό κύκλο εργασιών

avoir de gros profits έχω μεγάλα κέρδη

faire des bénéfices ≠ avoir des pertes έχω κέρδη ≠ απώλειες, ζημιές

être dans le rouge (fam.) είμαι στο κόκκινο

faire faillite δηλώνω πτώχευση

déposer son bilan κηρύσσω πτώχευση

cesser son activité διακόπτω τη δραστηριότητά μου

mettre la clé sous la porte (fam.) κηρύσσω πτώχευση

Les résultats - Τα αποτελέσματαÁ

un prix cassé μια τιμή με έκπτωση

la période des soldes η περίοδος των εκπτώσεων

un rabais, une remise de 20 % sur tout le rayon μια έκπτωση, μια μείωση 20% σε όλο το τμήμα

brader en fin de saison, une braderie εκποιώ στο τέλος της σεζόν, μια εκποίηση

faire de bonnes affaires βρίσκω σε ευκαιρία

être en rupture de stock υπάρχει εξάντληση αποθεμάτων (ενός προϊόντος)

un hypermarché μια υπεραγορά

un supermarché ένα σουπερμάρκετ

une chaîne spécialisée μια αλυσίδα σουπερμάρκετ με εξειδικευμένα προϊόντα

une surface de bricolage (Leroy Merlin), d’ameublement, d’équipement spor-tif (Intersport), d’équipement de loisirs (Fnac), d’électroménager (Darty), une jardinerie (Truffaut)

ένα κατάστημα για μαστορέματα (Leroy Merlin), με έπιπλα, με αθλητικό εξοπλισμό (Intersport), με εξοπλισμό αναψυχής (Fnac), με ηλεκτρικές συσκευές (Darty), με ό,τι χρειάζεται για τον κήπο (Truffaut)

un grand magasin (Les Galeries Lafayette) en centre-ville

ένα πολυκατάστημα (Galeries Lafayette) στο κέντρο της πόλης

une succursale ένα υποκατάστημα

un centre commercial (Le Mall) en périphérie ένα εμπορικό κέντρο (The Mall) στην περιφέρεια

une galerie marchande μια εμπορική στοά

un magasin d’usines (Usine Center) ένα κατάστημα οutlet, ένα στοκατζίδικο (Usine Center)

liquider les stocks ξεφορτώνομαι τα αποθέματα

Les lieux de consommationΟι χώροι κατανάλωσης

Une grande ou moyenne surface - ‘Ενα σουπερμάρκετ μεγάλου ή μεσαίου μεγέθουςÁ

un circuit de distribution ένα δίκτυο διανομής

le commerce de détail (un détaillant) ≠ de gros (un grossiste)

το λιανικό εμπόριο (ένας λιανέμπορος) ≠ η χονδρική (ένας χονδρέμπορος)

un commerce de proximité (une boulangerie, une charcuterie, une épicerie...)

ένα μαγαζί της γειτονιάς/περιοχής (ένας φούρνος, ένα αλλαντοπωλείο, ένα μπακάλικο/παντοπωλείο...)

une petite surface alimentaire, une supéretteένα μικρό κατάστημα με τρόφιμα, ένα μικρό σουπερμάρκετ, ένα μινιμάρκετ

un catalogue ένας κατάλογος

un standard téléphonique ένα τηλεφωνικό κέντρο

La vente par correspondance (La Redoute) - Η πώληση δι’ αλληλογραφίας (La Redoute)Á

Page 38: Voc Prepadelf b2 delf

38

Lexique

les prix cassés οι τιμές με έκπτωση

l’absence de grandes marques η απουσία μεγάλων εμπορικών σημάτων

les produits de base τα βασικά προϊόντα

la présentation sommaire (minimaliste, style entrepôt)

η πρόχειρη παρουσίαση των εμπορευμάτων (μινιμαλιστική, στυλ αποθήκης)

le personnel réduit qui remplit toutes les fonctions (remplissage des rayons, caisses)

το λιγοστό προσωπικό που εκτελεί όλες τις εργασίες (συμπλήρωμα ραφιών, ταμεία)

Le hard discount (enseignes : Lidl) - Τα εκπτωτικά καταστήματα hard discount (σήματα : Lidl)Á

la livraison en 24 heures η παράδοση σε 24 ώρες

échanger un article ανταλλάσσω ένα προϊόν

se faire rembourser un produit ζητώ επιστροφή χρημάτων για ένα προϊόν

le paiement par carte bancaire, prélèvement automatique

η πληρωμή με πιστωτική κάρτα, με αυτόματη χρέωση

un crédit gratuit μια δωρεάν πίστωση

faire payer plus cher le consommateur ο καταναλωτής να πληρώνει πιο πολλά

mieux rémunérer le producteur, le maintenir à la campagne

πληρώνω καλύτερα τον παραγωγό, τον κρατώ στην ύπαιθρο

respecter l’environnement σέβομαι το περιβάλλον

mieux partager les richesses διανέμω ορθότερα τον πλούτο

Le commerce équitable/L’économie solidaire

Το δίκαιο εμπόριο/Η αλληλέγγυα οικονομία

Objectifs - ΣτόχοιÁ

une coopérative ένας συνεταιρισμός

une mutuelleένας συνεταιρισμός (η διαφορά με την « coopérative » είναι περισσότερο στο όνομα και στη νομική δομή παρά στη δραστηριότητα, αφού και στις δύο περιπτώσεις τα μέλη είναι ταυτόχρονα μέτοχοι και πελάτες)

des bénévoles εθελοντές

des produits artisanaux προϊόντα βιοτεχνίας, λαϊκής τέχνης

un artisan ένας τεχνίτης

un label μια ετικέτα, ένα σήμα

un logo équitable (Max Havelaar) μια ετικέτα δικαίου εμπορίου (Max Havelaar)

Le e-commerce

Το ηλεκτρονικό εμπόριο

le commerce en ligne, électronique, sur Internetτο online εμπόριο, το ηλεκτρονικό εμπόριο, το εμπόριο στο Διαδίκτυο

une start-up μια νέα επιχείρηση

un cybermarchand ένας ηλεκτρονικός έμπορος

un cyberconsommateur, un cyberacheteur ένας ηλεκτρονικός καταναλωτής, αγοραστής

une cyberboutique ένα ηλεκτρονικό κατάστημα

une boutique virtuelle, un service en ligne ένα εικονικό κατάστημα, μια online υπηρεσία

le commerce entre particuliers (sites : eBay, Price-Minister)

το εμπόριο μεταξύ ιδιωτών (ιστοσελίδες: eBay, Price-Minister)

Page 39: Voc Prepadelf b2 delf

39

Lexique

faire monter les enchères, enchérir χτυπώ την τιμή στον πλειστηριασμό, πλειοδοτώ

remporter les enchères κερδίζω τη δημοπρασία

un comparateur de prix ένας συγκριτής τιμών

un paiement sécurisé par carte bancaire μια ασφαλής πληρωμή με πιστωτική κάρτα

une transaction sécurisée μια ασφαλής συναλλαγή

la gratuité, gratuit ≠ payant o δωρεάν χαρακτήρας, δωρεάν ≠ επί πληρωμή

c’est gratis είναι δωρεάν

payer/casquer (fam.) πληρώνω/δίνω λεφτά

avoir un coût modique ≠ élevé, exorbitant έχω χαμηλό ≠ υψηλό, υπέρογκο κόστος

ne rien vouloir débourser δεν θέλω να πληρώσω τίποτα

refuser de payer αρνούμαι να πληρώσω

n’avoir aucune valeur marchande δεν έχω καμία αξία στην αγορά

ne rien valoir δεν αξίζω τίποτα

tirer les prix vers le bas τραβάω τις τιμές προς τα κάτω

Le refus de payerΗ άρνηση πληρωμής

pour les consommateurs : abondance de biens à un prix plus bas (produits textiles chinois)

για τους καταναλωτές: μια αφθονία αγαθών σε χαμηλότερες τιμές (κινέζικα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα)

pour les détenteurs de capitaux : meilleur rende-ment de leur argent

για τους κεφαλαιούχους: υψηλότερη απόδοση των χρημάτων τους

La mondialisation/La globalisationΗ παγκοσμιοποίηση

Bénéfices pour les pays riches - Οφέλη για τις πλούσιες χώρεςÁ

les échanges économiques, politiques, culturels à l’échelle de la planète

οι οικονομικές, πολιτικές, πολιτιστικές ανταλλαγές σε παγκόσμια κλίμακα

un univers culturel commun ένας κοινός πολιτιστικός κόσμος

l’uniformisation η τυποποίηση, η ομογενοποίηση

un pays industrialisé μια βιομηχανική χώρα

un pays en développement μια αναπτυσσόμενη χώρα

un pays émergent μια αναδυόμενη χώρα

le commerce mondial το παγκόσμιο εμπόριο

les entreprises multinationales οι πολυεθνικές εταιρείες

les organismes financiers τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα

les organisations internationales et les ONG οι διεθνείς οργανισμοί και οι ΜΚΟ

Page 40: Voc Prepadelf b2 delf

40

Lexique

un écran publicitaire ο διαφημιστικός χρόνος (στην τηλεόραση)

une annonce μια αγγελία

un spot (un message, un jingle) ένα σποτ (ένα μήνυμα, ένα μουσικό μοτίβο)

une affiche μια αφίσα

un pop-up ένα αναδυόμενο παράθυρο (στον υπολογιστή)

un prospectus ένα ενημερωτικό δελτίο, προσπέκτους

un mailing μια μαζική αποστολή με mail

un appel téléphonique (le marketing téléphonique)

μια τηλεφωνική κλήση (το τηλεφωνικό μάρκετινγκ)

une opération de relations publiques μια επιχείρηση δημοσίων σχέσεων

la création d’événements η δημιουργία εκδηλώσεων

l’événementiel η διοργάνωση εκδηλώσεων

La publicité/pub (fam.) Η διαφήμιση

Les types de pub - Οι τύποι διαφημίσεωνÁ

une agence publicitaire ένα διαφημιστικό γραφείο, μια διαφημιστική εταιρεία

un publicitaire ένας διαφημιστής

un directeur artistique ένας καλλιτεχνικός διευθυντής

un créatifένας εργαζόμενος στο δημιουργικό τμήμα μιας διαφημιστικής

un annonceur ένας διαφημιζόμενος

investir, les investissements publicitaires επενδύω, οι διαφημιστικές επενδύσεις

le public visé, la cible το στοχευμένο κοινό, ο στόχος

influencer (l’influence) επηρεάζω (η επιρροή)

influer sur επιδρώ σε

avoir de l’emprise sur έχω επιρροή σε

manipuler (la manipulation) χειρίζομαι (ο χειρισμός)

peser sur βαρύνω, επηρεάζω

se faire mener par le bout du nez με τραβούν, παρασύρομαι από τη μύτη

tout croire sans discernement πιστεύω τα πάντα αδιακρίτως

tout avaler, gober (fam.) τα χάβω όλα, αποδέχομαι αφελώς

matraquer βομβαρδίζω

le matraquage publicitaire/le bourrage de crâne (fam.)

ο βομβαρδισμός από διαφημίσεις/η πλύση εγκεφάλου

une publicité mensongère μια ψευδής διαφήμιση

Les objectifs de la pub - Οι στόχοι της διαφήμισηςÁ

Page 41: Voc Prepadelf b2 delf

41

Lexique

Attitudes et valeurs - Στάσεις και αξίες

10

l’hédonisme ο ηδονισμός

satisfaire ses désirs ικανοποιώ τις επιθυμίες μου

Attitudes des jeunes d’aujourd’hui

Στάσεις των νέων σήμερα

La recherche du plaisir immédiat - Η αναζήτηση της άμεσης ευχαρίστησηςÁ

être individualiste είμαι ατομιστής

profiter sans s’exposer επωφελούμαι χωρίς να εκτίθεμαι

la supériorité de l’individu face au collectif η υπεροχή του ατομικού έναντι του συλλογικού

la perte d’idéaux (un idéal) η απώλεια των ιδανικών (ένα ιδανικό)

le rejet des idéologies η απόρριψη των ιδεολογιών

le chacun pour soi ο καθένας για τον εαυτό του

la société de consommation η καταναλωτική κοινωνία

le matérialisme ο υλισμός

l’abondance de produits η αφθονία προϊόντων

Le plaisir de consommer - Η απόλαυση της κατανάλωσηςÁ

L’individualisme - Ο ατομισμόςÁ

les bonnes manières οι καλοί τρόποι

ne plus respecter les règles de politesse, de courtoisie, de bon comportement

παύω να τηρώ τους κανόνες της ευγενείας, της καλής συμπεριφοράς

être grossier (la grossièreté), impoli (l’impolitesse) είμαι αγενής (η αγένεια)

insulter βρίζω

rejeter l’autorité απορρίπτω την εξουσία

manquer de respect à un prof, à ses parentsδείχνω έλλειψη σεβασμού προς έναν καθηγητή, τους γονείς μου

l’irrespect/le manque de respect η ασέβεια/η έλλειψη σεβασμού

être insolent (l’insolence) είμαι θρασύς (το θράσος)

refuser la discipline αρνούμαι την πειθαρχία

refuser les codes vestimentaires αρνούμαι τους ενδυματολογικούς κώδικες

avoir une tenue négligée, débraillée έχω ατημέλητο, ακατάστατο ντύσιμο

Le rejet des codes sociaux - Η απόρριψη των κοινωνικών κωδικώνÁ

envisager l’avenir avec méfiance, pessimisme, inquiétude, angoisse

αντιμετωπίζω το μέλλον με δυσπιστία, απαισιοδοξία, ανησυχία, άγχος

avoir peur de la précarité, du chômage φόβαμαι την αβεβαιότητα, την ανεργία

vivre au jour le jour ζω μέρα τη μέρα

Le manque de confiance dans l’avenir - Η έλλειψη εμπιστοσύνης στο μέλλονÁ

Page 42: Voc Prepadelf b2 delf

42

Lexique

Conséquences

Συνέπειες

se méfier des partis, des hommes politiques, des institutions

είμαι δύσπιστος όσον αφορά τα κόμματα, τους πολιτικούς, τους θεσμούς

ne pas se sentir concerné par la politique δεν νιώθω να με αφορά η πολιτική

ne pas participer à la vie politique δεν συμμετέχω στην πολιτική ζωή

être dépolitisé είμαι απολιτικοποιημένος

refuser de se classer politiquement αρνούμαι να ενταχθώ πολιτικά

refuser de militer dans un parti αρνούμαι να στρατευθώ στις τάξεις ενός κόμματος

ne pas voter δεν ψηφίζω

ne pas participer aux élections δεν συμμετέχω στις εκλογές

bouder les urnes σνομπάρω τις κάλπες

la disparition des repères spirituels η εξαφάνιση των πνευματικών σημείων αναφοράς

ne plus croire en Dieu δεν πιστεύω πια στον Θεό

être athée είμαι άθεος

La désaffection à l’égard de l’Église - Η δυσαρέσκεια απέναντι στην ΕκκλησίαÁ

La méfiance à l’égard de la politique - Η δυσπιστία απέναντι στην πολιτικήÁ

les religions orientales οι ανατολικές θρησκείες

le bouddhisme ο βουδισμός

les croyances parallèles (l’astrologie, la voyance) ο αποκρυφισμός (η αστρολογία, η μαντεία)

les sectes οι αιρέσεις

l’irrationnel το παράλογο

le magique η μαγεία

la superstition η δεισιδαιμονία

L’attirance pour d’autres formes de spiritualité - Η έλξη που ασκούν άλλες μορφές πνευματικότηταςÁ

rencontrer l’homme/la femme de sa vie συναντώ τον άνδρα/τη γυναίκα της ζωής μου

séduire (la séduction) πλανεύω, θέλγω (η γοητεία)

vivre ensemble ζούμε μαζί

vivre avec quelqu’un, l’épouser ζω με κάποιον, τον παντρεύομαι

fonder une famille, avoir beaucoup d’enfants κάνω μια οικογένεια, έχω πολλά παιδιά

bien s’entendre avec (l’entente) τα πηγαίνω καλά με (η συνεννόηση)

se comprendre (la compréhension) καταλαβαινόμαστε (η κατανόηση)

Les valeurs traditionnellesΟι παραδοσιακές αξίες

L’amour, la famille - Η αγάπη, η οικογένειαÁ

croire en πιστεύω σε

tenir à quelque chose είμαι πολύ δεμένος με κάτι

avoir un idéal έχω ένα ιδανικό

une valeur fondamentale μια θεμελιώδης αξία

Page 43: Voc Prepadelf b2 delf

43

Lexique

être complice (la complicité) είμαι συνένοχος (η συνενοχή)

s’estimer (l’estime) υπάρχει αλληλοεκτίμηση μεταξύ μας (η εκτίμηση)

être fidèle à (la fidélité) son mari/sa femme είμαι πιστός (η πίστη) στον/στη συζυγό μου

vivre dans l’aisance ζω μέσα στην άνεση

le confort matériel η υλική άνεση

ne manquer de rien δεν μου λείπει τίποτα

ne pas se priver δεν στερούμαι τίποτα

avoir les moyens έχω τα μέσα, έχω λεφτά

accumuler les richesses συσσωρεύω πλούτο

dépenser (une dépense) beaucoup d’argent/jeter l’argent par les fenêtres

ξοδεύω (μια δαπάνη) πολλά χρήματα/πετώ χρήματα από το παράθυρο

claquer tout son argent (fam.) σπαταλώ όλα μου τα χρήματα

être dépensier είμαι σπάταλος

faire des économies, économiser, être économe κάνω οικονομίες, εξοικονομώ, είμαι οικονόμος

mettre de l’argent de côté βάζω χρήματα στην άκρη

avoir des ennuis d’argent, des problèmes financiers, des difficultés matérielles, des fins de mois difficiles

έχω οικονομικά προβλήματα, οικονομικές δυσκολίες, τα φέρνω βόλτα δύσκολα στο τέλος του μήνα

ne pas arriver à joindre les deux bouts (fam.) δεν καταφέρνω να τα βγάλω πέρα (οικονομικά)

avoir des dettes έχω χρέη

devoir de l’argent à une banque χρωστάω χρήματα σε μια τράπεζα

emprunter (un emprunt) de l’argent à ses amis δανείζομαι (ένα δάνειο) χρήματα από τους φίλους μου

rembourser (le remboursement) ses dettes επιστρέφω (η επιστροφή) τα χρέη μου

L’argent - Τα χρήματαÁ

avoir de l’ambition, être ambitieux έχω φιλοδοξία, είμαι φιλόδοξος

avoir un poste haut placé, en vue έχω μια ανώτερη, περίοπτη θέση

avoir des responsabilités έχω ευθύνες

diriger une entreprise διευθύνω μια επιχείρηση

monter son entreprise/sa boîte (fam.) ιδρύω, στήνω την εταιρεία, επιχείρηση μου

devenir « quelqu’un » γίνομαι «κάποιος»

percer γίνομαι γνωστός

faire partie de la jet set αποτελώ μέρος του jet set

réussir socialement πετυχαίνω κοινωνικά

La réussite sociale - Η κοινωνική επιτυχίαÁ

Les valeurs citoyennes

Οι αξίες του πολίτη

accepter la diversité αποδέχομαι τη διαφορετικότητα

les différences (raciales, religieuses, sociales, culturelles)

οι διαφορές (φυλετικές, θρησκευτικές, κοινωνικές, πολιτισμικές)

reconnaître (la reconnaissance) le droit à la différence

αναγνωρίζω (η αναγνώριση) το δικαίωμα να είναι κανείς διαφορετικός

La tolérance (tolérer) - Η ανοχή (ανέχομαι)Á

Page 44: Voc Prepadelf b2 delf

44

Lexique

avoir une attitude compréhensive, une ouverture d’esprit

έχω μια στάση κατανόησης, μια ευρύτητα πνεύματος

s’adapter aux autres προσαρμόζομαι στους άλλους

vivre en harmonie avec les autres ζω σε αρμονία με τους άλλους

refuser de juger αρνούμαι να κρίνω

traiter quelqu’un avec respect χειρίζομαι κάποιον με σεβασμό

le respect de soi, des autresο σεβασμός για τον εαυτό μου (ο αυτοσεβασμός), για τους άλλους

la dignité de la personne humaine η αξιοπρέπεια του ανθρώπου

Le respect - Ο σεβασμόςÁ

se sentir concerné par les problèmes des autres νιώθω να με αφορούν τα προβλήματα των άλλων

la fraternité η αδελφότητα

un lien fraternel ένας αδελφικός δεσμός

l’entraide η αλληλοβοήθεια

être solidaire de είμαι αλληλέγγυος προς

venir en aide à βοηθώ, συντρέχω

La solidarité - Η αλληλεγγύηÁ

l’égalité devant la loi η ισότητα ενώπιον του νόμου

avoir les mêmes droits et les mêmes devoirs έχω τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις

ne pas avoir de privilèges δεν έχω προνόμια

l’égalité des sexes, la parité η ισότητα των φύλων, η ισοτιμία

l’égalité des chances dans le domaine de l’emploi η ισότητα των ευκαιριών στην απασχόληση

la lutte contre les discriminations sociales, racialesη καταπολέμηση των κοινωνικών, φυλετικών διακρίσεων

L’égalité - Η ισότηταÁ

Les actionsΟι δράσεις

un volontaire ένας εθελοντής

le bénévole, le bénévolat ένας εθελοντής, ο εθελοντισμός

l’altruisme ο αλτρουισμός

le dévouement η αφοσίωση

agir, passer à l’action δρω, αναλαμβάνω δράση

s’engager dans un projet συμμετέχω ενεργά σε ένα σχέδιο

adhérer à une association humanitaire (un adhérent, une adhésion)

εντάσσομαι σε μια ανθρωπιστική οργάνωση (ένα μέλος, μια ένταξη)

aider les personnes en difficulté βοηθώ τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη

apporter son soutien aux personnes défavorisées παρέχω υποστήριξη σε μειονεκτούντα άτομα

porter secours à παρέχω βοήθεια σε

secourir περιθάλπω

se rendre utile γίνομαι χρήσιμος

consacrer son temps à αφιερώνω τον χρόνο μου για

soutenir, défendre une cause υποστηρίζω, υπερασπίζομαι μια υπόθεση

lutter αγωνίζομαι

L’engagement - Η δέσμευσηÁ

Page 45: Voc Prepadelf b2 delf

45

Lexique

combattre (le combat) αγωνίζομαι (ο αγώνας)

se battre pour ≠ contre αγωνίζομαι για ≠ κατά, εναντίον

militer pour ≠ contre (un militant) μάχομαι, στρατεύομαι για ≠ κατά (ένα ενεργό μέλος)

se révolter contre επαναστατώ εναντίον

s’insurger contre εξεγείρομαι εναντίον

dénoncer καταγγέλλω

se mobiliser (une mobilisation) κινητοποιούμαι (μια κινητοποίηση)

fonder une association ιδρύω έναν σύλλογο

lancer une campagne, une opération/un appel ξεκινώ μια εκστρατεία, μια επιχείρηση/ένα κάλεσμα

manifester pour ≠ contre (une manifestation) διαδηλώνω υπέρ ≠ κατά (μια διαδήλωση)

se rassembler (un rassemblement) συγκεντρώνομαι (μια συγκέντρωση)

sensibiliser/influencer l’opinion publique ευαισθητοποιώ/επηρεάζω την κοινή γνώμη

alerter les médias ξεσηκώνω τα μέσα μαζικής ενημέρωσης

exercer une pression sur ασκώ πίεση σε

envoyer des dons στέλνω, αποστέλλω δωρεές

fournir des logements, des abris, de la nourriture παρέχω στέγη, καταφύγιο, τροφή

distribuer des médicaments, des couvertures διανέμω φάρμακα, κουβέρτες

recueillir de l’argent συγκεντρώνω χρήματα

organiser une quête, un téléthon, une collecte de vêtements

οργανώνω έναν έρανο, έναν τηλεμαραθώνιο, μια συγκέντρωση ρούχων

Les actionsΟι δράσεις

la pauvreté, un pauvre η φτώχεια, ένας φτωχός

les personnes défavorisées (≠ aisées), démunies τα μειονεκτούντα άτομα (≠ ευκατάστατα), οι άποροι

être sans logis, un sans-abri, un SDF (sans domicile fixe)

είμαι άστεγος, δεν έχω μόνιμη κατοικία

être à la rue μένω στον δρόμο

vivre dans un logement insalubre, un taudis ζω σε ένα υποβαθμισμένο οίκημα, σε μια τρώγλη

vivre en dessous du seuil de pauvreté ζω κάτω από το όριο της φτώχειας

ne pas avoir de quoi vivre δεν έχω τα προς το ζην

mendier dans les rues (un mendiant) ζητιανεύω στους δρόμους (ένας ζητιάνος)

un laissé-pour-compte ένας εγκαταλειμμένος από τους πάντες

vivre en marge de la société ζω στο περιθώριο της κοινωνίας

La lutte contre la misère, les injustices sociales - Η καταπολέμηση της φτώχειας, της κοινωνικής αδικίαςÁ

être seul, souffrir d’isolement είμαι μόνος μου, υποφέρω από απομόνωση

ne pas avoir de contact avec les autres δεν έχω επαφή με τους άλλους

se sentir abandonné, exclu (l’exclusion), inutileαισθάνομαι εγκαταλειμμένος, αποκλεισμένος (ο αποκλεισμός), άχρηστος

ne pas entretenir de relations sociales avec son entourage, son voisinage

δεν διατηρώ κοινωνικές σχέσεις με τον περίγυρό μου, με τη γειτονιά μου

le desserrement des liens familiaux η χαλάρωση των οικογενειακών δεσμών

la fragilisation du lien social η αποδυνάμωση των κοινωνικών δεσμών

La lutte contre la solitude - Ο αγώνας ενάντια στη μοναξιάÁ

Page 46: Voc Prepadelf b2 delf

46

Lexique

le sentiment xénophobe, la xénophobie το ξενοφοβικό αίσθημα, η ξενοφοβία

la peur de l’étranger ο φόβος του ξένου

l’antisémitisme ο αντισημιτισμός

l’islamophobie η ισλαμοφοβία

le Front national το Εθνικό Μέτωπο (γαλλικό ακροδεξιό κόμμα)

un parti d’extrême droite ένα ακροδεξιό κόμμα

une association anti-racisme μια αντιρατσιστική οργάνωση

La lutte contre le racisme - Ο αγώνας εναντίον του ρατσισμούÁ

adopter un comportement éco-citoyen ως πολίτης υιοθετώ οικολογική συμπεριφορά

faire des gestes écologiques κάνω οικολογικές κινήσεις

calculer son bilan carbone υπολογίζω τον προσωπικό μου «απολογισμό άνθρακα»

préserver la biodiversité διατηρώ τη βιοποικιλότητα

un écosystème ένα οικοσύστημα

les espèces en danger, menacées d’extinction τα απειλούμενα είδη

la surpêche η υπεραλίευση

la chasse το κυνήγι

la déforestation η αποψίλωση

La lutte pour la protection de l’environnement - Ο αγώνας για την προστασία του περιβάλλοντοςÁ