stathis

26
Παναγιώτης Στάθης ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΤΑΘΗΣ ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: ∆ΙΑ∆ΡΟΜΕΣ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ, ∆ΙΑ∆ΡΟΜΕΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Το «κρυφό σχολειό» αποτελεί έναν από τους πιο γοητευτικούς και συνάμα και από τους πιο ανθεκτικούς και πιο διαδεδομένους μύθους της εθνικής μας ιστορίας. Τα τελευταία χρόνια εκδόθηκαν δύο πολύ καλές μελέτες που συγκλίνουν στις βασικές τους θέσεις και οι οποίες αφενός αποδεικνύουν την ανυπαρξία παρόμοιου θεσμού την εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας, αφετέρου διερευνούν τους όρους δημιουργίας και κατίσχυσης του μύθου στον μετεπαναστατικό 19 ο αιώνα. Η διερεύνηση, άλλωστε, αυτής της διαδρομής συνιστά ίσως τον αποτελεσματικότερο τρόπο κατάδειξης της ανυπαρξίας κρυφού σχολειού. Αναφέρομαι στο βιβλίο του Άλκη Αγγέλου Το κρυφό σχολειό, χρονικό ενός μύθου, που εκδόθηκε στα 1997 και στο άρθρο του Αλέξη Πολίτη «Φεγγαράκι μου λαμπρό …» το οποίο συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο του συγγραφέα Το μυθολογικό κενό που εκδόθηκε το 2000. Και τα δύο αποτελούν επεξεργασμένες και εμπλουτισμένες διατυπώσεις παλαιότερων θέσεων των συγγραφέων που είχαν δει το φως η μεν του Αγγέλου στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (τ. ΙΑ΄) της Εκδοτικής Αθηνών στα 1974, η δε του Πολίτη στα 1994 στην εφημερίδα Αυγή. 1 Η κριτική που άσκησε ο Αγγέλου, όσο και άλλοι ερευνητές στο μύθο ήδη από τη μεταπολεμική περίοδο καθώς και το ανανεωτικό πνεύμα που επικράτησε στα σχολικά εγχειρίδια από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 είχαν ως αποτέλεσμα τη σταδιακή απάλειψη της αναφοράς του τόσο από τα αναλυτικά προγράμματα όσο και από το σύνολο σχεδόν των σχολικών εγχειριδίων της μέσης και πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ωστόσο ο μύθος φαίνεται να ανθίσταται αν όχι και να επεκτείνει τη διάδοση του. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τους πρωτοετείς φοιτητές του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης των ακαδημαϊκών ετών 2000-2001 και 2001-2002, όσο και από τους σπουδαστές της Σχολής Ξεναγών Ηρακλείου της εκπαιδευτικής περιόδου 1998-2001, δύο περιπτώσεις τις οποίες τυγχάνει να γνωρίζω από κοντά, μετριούνται στα δάκτυλα του 1 Αλέξης Πολίτης, «Φεγγαράκι μου λαμπρό Απόπειρα για ένα μικρό σχεδίασμα της ιστορικής διαδρομής του μύθου του ‘‘Κρυφού σχολειού’’», Αυγή, 25.3.1994, σ. 11. Με την ευκαιρία, ευχαριστώ και από τη θέση αυτή τον Αλέξη Πολίτη και τον Κώστα Παπαδάκη τόσο για την υπόδειξη πραγματολογικού υλικού όσο και για τις γόνιμες συζητήσεις που είχα μαζί τους σχετικά με το μύθο του κρυφού σχολειού. 1

Upload: stamf

Post on 14-Oct-2014

318 views

Category:

Documents


4 download

TRANSCRIPT

Page 1: stathis

Παναγιώτης Στάθης

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΤΑΘΗΣ

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: ∆ΙΑ∆ΡΟΜΕΣ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ, ∆ΙΑ∆ΡΟΜΕΣ

ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Το «κρυφό σχολειό» αποτελεί έναν από τους πιο γοητευτικούς και συνάµα και από τους

πιο ανθεκτικούς και πιο διαδεδοµένους µύθους της εθνικής µας ιστορίας. Τα τελευταία

χρόνια εκδόθηκαν δύο πολύ καλές µελέτες που συγκλίνουν στις βασικές τους θέσεις και οι

οποίες αφενός αποδεικνύουν την ανυπαρξία παρόµοιου θεσµού την εποχή της οθωµανικής

κυριαρχίας, αφετέρου διερευνούν τους όρους δηµιουργίας και κατίσχυσης του µύθου στον

µετεπαναστατικό 19ο αιώνα. Η διερεύνηση, άλλωστε, αυτής της διαδροµής συνιστά ίσως

τον αποτελεσµατικότερο τρόπο κατάδειξης της ανυπαρξίας κρυφού σχολειού. Αναφέροµαι

στο βιβλίο του Άλκη Αγγέλου Το κρυφό σχολειό, χρονικό ενός µύθου, που εκδόθηκε στα

1997 και στο άρθρο του Αλέξη Πολίτη «Φεγγαράκι µου λαµπρό …» το οποίο

συµπεριλαµβάνεται στο βιβλίο του συγγραφέα Το µυθολογικό κενό που εκδόθηκε το 2000.

Και τα δύο αποτελούν επεξεργασµένες και εµπλουτισµένες διατυπώσεις παλαιότερων

θέσεων των συγγραφέων που είχαν δει το φως η µεν του Αγγέλου στην Ιστορία του

Ελληνικού Έθνους (τ. ΙΑ΄) της Εκδοτικής Αθηνών στα 1974, η δε του Πολίτη στα 1994

στην εφηµερίδα Αυγή.1 Η κριτική που άσκησε ο Αγγέλου, όσο και άλλοι ερευνητές στο

µύθο ήδη από τη µεταπολεµική περίοδο καθώς και το ανανεωτικό πνεύµα που επικράτησε

στα σχολικά εγχειρίδια από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 είχαν ως αποτέλεσµα τη

σταδιακή απάλειψη της αναφοράς του τόσο από τα αναλυτικά προγράµµατα όσο και από

το σύνολο σχεδόν των σχολικών εγχειριδίων της µέσης και πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης.

Ωστόσο ο µύθος φαίνεται να ανθίσταται αν όχι και να επεκτείνει τη διάδοση του. Είναι

χαρακτηριστικό ότι από τους πρωτοετείς φοιτητές του Τµήµατος Κοινωνιολογίας του

Πανεπιστηµίου Κρήτης των ακαδηµαϊκών ετών 2000-2001 και 2001-2002, όσο και από

τους σπουδαστές της Σχολής Ξεναγών Ηρακλείου της εκπαιδευτικής περιόδου 1998-2001,

δύο περιπτώσεις τις οποίες τυγχάνει να γνωρίζω από κοντά, µετριούνται στα δάκτυλα του

1 Αλέξης Πολίτης, «Φεγγαράκι µου λαµπρό … Απόπειρα για ένα µικρό σχεδίασµα της ιστορικής διαδροµής του µύθου του ‘‘Κρυφού σχολειού’’», Αυγή, 25.3.1994, σ. 11. Με την ευκαιρία, ευχαριστώ και από τη θέση αυτή τον Αλέξη Πολίτη και τον Κώστα Παπαδάκη τόσο για την υπόδειξη πραγµατολογικού υλικού όσο και για τις γόνιµες συζητήσεις που είχα µαζί τους σχετικά µε το µύθο του κρυφού σχολειού.

1

Page 2: stathis

Παναγιώτης Στάθης

ενός χεριού όσοι γνώριζαν ότι κρυφό σχολειό δεν υπήρξε.2 Οι υπόλοιποι όχι απλώς έµεναν

έκπληκτοι µπροστά στην «αποκάλυψη» αλλά αδυνατούσαν να το αποδεχθούν

αδιαµαρτύρητα και το θέµα ξεσήκωνε ζωηρές συζητήσεις που ξεπερνούσαν τα όρια του

µαθήµατος. Μια µικρή έρευνα σε ορισµένες µηχανές αναζήτησης έδειξε ότι απαντούν

περισσότερες από 300 αναφορές στο διαδίκτυο από τις οποίες λιγότερες από 10 τηρούν

κριτική στάση απέναντι στο µύθο.3 Τα παραδείγµατα για την αντίσταση του µύθου στην

ιστορική κουλτούρα της νεοελληνικής κοινωνίας θα µπορούσαν να πολλαπλασιαστούν.

Πώς όµως ερµηνεύεται αυτή η ισχυρότατη αποδοχή του µύθου και ακόµη περισσότερο η

αντίσταση ακόµη και µελών της ακαδηµαϊκής κοινότητας να δεχθούν την απόρριψη του;

Θα πρέπει εδώ να σηµειωθεί ότι η δηµοσίευση των θέσεων του Αγγέλου τόσο στα 1974

όσο και στα 1997 έγινε η αφορµή για την έγερση µιας συζήτησης σε βιβλία και στον τύπο

που ανέδειξαν έναν ευρύ κύκλο απόψεων και θέσεων γύρω από το ζήτηµα, πολλές από τις

οποίες, ίσως οι περισσότερες και ανάµεσα σε αυτές και ακαδηµαϊκών, έτειναν να

αντισταθούν στην ολοκληρωτική απόρριψη του µύθου.4

Οι Αγγέλου και Πολίτης, οι οποίοι αναλύουν µε πληρότητα και ενάργεια τους δρόµους

παραγωγής του µύθου και την µετατροπή του σε σύµβολο στην καµπή του αιώνα,

καταλήγουν σε ένα διχοτοµικό ερµηνευτικό σχήµα για την περαιτέρω παρουσία και

επιβολή του στη νεοελληνική εθνική ταυτότητα και τη χρήση στο πεδίο του εθνικού

λόγου. Συνοπτικά θεωρούν ότι ο µύθος παράγεται από τον ρητορικό λόγο και οµάδες

λογίων που δεν τις θέλγει η έρευνα και κατόπιν περνά µέσα από τα υποπροϊόντα της

παιδείας (σχολικές γιορτές, σχολική λογοτεχνία, πανηγυρικούς λόγους, τοπικούς λογίους),

τα οποία επενεργώντας ισχυρότερα από την ιστορική επιστήµη, ικανοποιούν τις

ροµαντικές επιθυµίες και ρυθµίζουν τη διαµόρφωση της ιστορικής συνείδησης στην

Ελλάδα. Έτσι, η οικειοποίηση του µύθου από τη λαϊκή παράδοση περνά µέσα από τον

πίνακα του Γύζη (http://www.michaniki.gr/newsite/more.cfm?ID=1), το γνωστό

νανούρισµα «Φεγγαράκι µου λαµπρό» και το επίσης γνωστό ποίηµα του Πολέµη «Το

2 Στους πρωτοετείς φοιτητές των ετών 2000 και 2001 του Τµήµατος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστηµίου Κρήτης έκανα από ένα µάθηµα µε θέµα τους µύθους της νεοελληνικής εθνικής ιστοριογραφίας που αφορούν στην περίοδο της οθωµανικής κυριαρχίας, ως προσκεκληµένος της διδάσκουσας Ελένης Φουρναράκη. Στη Σχολή Ξεναγών του Ηρακλείου Κρήτης δίδαξα την περίοδο 1999-2000 το µάθηµα της νεότερης ελληνικής ιστορίας. 3 ∆ιερευνήθηκαν οι µηχανές αναζήτησης στους κόµβους : in.gr, google, altavista, pathfinder, yahoo. 4 Για µια ενδιαφέρουσα κριτική παρουσίαση των πολιτικών κυρίως πλευρών της συζήτησης βλ. «Ιός», «Ο µύθος του κρυφού σχολειού. Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι», Ελευθεροτυπία/«Έψιλον», 30.8.1998 (το ίδιο και στο διαδίκτυο http://www.iospress.gr/archive2004.htm [01, 2004]).

2

Page 3: stathis

Παναγιώτης Στάθης

Κρυφό σχολειό» που ξεκινά µε το στίχο «Απ’ έξω µαυροφόρ’ απελπισιά». Αντίθετα, ο

µύθος απουσιάζει ή καταγγέλλεται από τους επιγόνους του Κοραή, τους αγωνιστές του

1821, την ανανεωτική γενιά του 1880 και του Χαρίλαου Τρικούπη και γενικά από τις

επιστηµονικές µελέτες, την ιστορική επιστήµη και τα εγκυκλοπαιδικά λεξικά. Συνεπώς, οι

δυνάµεις της προόδου και της επιστήµης στέκονται κριτικά έναντι του µύθου, ενώ οι

δυνάµεις της συντήρησης, της εθνικής σκοπιµότητας και της ρητορείας κατορθώνουν να

τον επιβάλουν.

Πιστεύω ότι οι δυο αυτές διανοητικές και ιδεολογικές στάσεις απέναντι στο «κρυφό

σχολειό» δεν υπήρξαν, έως σχετικά πρόσφατα, τόσο διακριτές, βλέπε αντιθετικές, ούτε

τόσο «αδιάβροχες» µεταξύ τους, ενώ ορισµένα συστατικά στοιχεία του µύθου

λειτούργησαν έτσι ώστε αυτός να ενσωµατωθεί και να αναπαραχθεί µε έναν ορισµένο

τρόπο και από το πλαίσιο αξιών που εκπροσωπούσαν την πρόοδο, τον ορθολογισµό και

την αντικειµενικότητα της επιστηµονικής προσέγγισης. Νοµίζω λοιπόν ότι η διαδροµή του

µύθου στη νεοελληνική ιστορική κουλτούρα είναι πολύ πιο σύνθετη από το παραπάνω

διχοτοµικό σχήµα που φαίνεται να αποδέχονται οι δύο ερευνητές. Επιπλέον, το σχήµα

αυτό δεν επαρκεί για να ερµηνεύσει το γιατί αυτός ο µύθος ανάµεσα σε άλλους γνώρισε

και γνωρίζει τόσο ευρεία διάδοση και τόση αντοχή σε διάρκεια χρόνου ώστε να µην αρκεί

η απουσία τεκµηρίων και η κατάδειξη του χρόνου και των τρόπων δηµιουργίας του για την

αναίρεση του και την αποποµπή του από τη νεοελληνική ιστορική κουλτούρα.

Προεξαγγελτικά θα αναφέρω και στη συνέχεια θα αναλύσω εν συντοµία τέσσερις γενικές

ιδιότητες–χαρακτηριστικά από τα οποία διέπεται ο µύθος του κρυφού σχολειού και τα

οποία συµβάλλουν στη δηµιουργία του, τη συµβολοποίηση του και την αντοχή του.

α) Ορισµένα από τα συστατικά στοιχεία του µύθου, όχι στη συνάφεια τους αλλά εάν

τα δούµε ανεξάρτητα µεταξύ τους, είναι πραγµατικά ή αληθοφανή.

β) Ο µύθος υπόκειται σε ορισµένες σταθερές της νεοελληνικής εθνικής ιδεολογίας

ώστε η αναίρεση επί µέρους στοιχείων του να αφήνει αδιατάρακτα τα βασικά του

µοτίβα και τη συµβολική του λειτουργία.

γ) Η ευέλικτη δοµή του µύθου επιτρέπει την οικειοποίηση του από διαφορετικές

κοινωνικές οµάδες και ιδεολογικά περιβάλλοντα που προβάλλουν στο µύθο τις

ιδιαίτερες τους αναγνώσεις και εκδοχές της ιστορίας. Προσοικειώνοντας και

αναδεικνύοντας διαφορετικά στοιχεία του µύθου, εντάσσουν το κρυφό σχολειό στο

δικό τους ιδεολογικό πλαίσιο. Από αυτήν την άποψη η αποδοχή του µύθου ιστορικά

3

Page 4: stathis

Παναγιώτης Στάθης

υπερβαίνει διαιρετικά σχήµατα κατάταξης της σκέψης του τύπου πρόοδος-

συντήρηση, επιστηµονικός λόγος-εθνικιστικός και ρητορικός ανορθολογισµός.

Μόνο στις τρεις τελευταίες δεκαετίες η επιστήµη της ιστορίας καταδίκασε ρητά το

µύθο.

δ) Η εµπέδωση και διάδοση του µύθου και η µετατροπή του σε κοµµάτι της

ελληνικής παράδοσης και της εθνικής ιστορίας και τελικά σε εθνικό σύµβολο

επιτυγχάνεται µέσα από τη συνεχή επανάληψη του, τη λογοτεχνική και εικαστική

του µετάπλαση, την τελετουργική του αναπαράσταση και τον µνηµειακό του

εντοπισµό.

Αναλυτικότερα:

α) Ο µύθος στην απλούστερη µορφή του συντίθεται από ορισµένα τουλάχιστον,

πραγµατικά ή αληθοφανή δεδοµένα.

1. Τον ρόλο της µετάδοσης των βασικών γνώσεων συχνά αναλαµβάνουν κληρικοί,

καθώς αυτοί συνιστούν το κύριο τµήµα του εγγράµµατου πληθυσµού στην

παραδοσιακή κοινωνία της οθωµανικής περιόδου και µάλιστα στην ύπαιθρο.

2. Συνεπακόλουθα συχνά ο τόπος διδασκαλίας είναι η εκκλησία ή το µοναστήρι,

αλλά όχι µόνον αυτοί· τόποι διδασκαλίας µπορούν να είναι το σπίτι του µαθητή ή

του δασκάλου. Πάντως, σπανίζουν τα οργανωµένα σχολικά κτίρια τα οποία

άλλωστε εµφανίζονται κυρίως στην ύστερη περίοδο της οθωµανικής κυριαρχίας.

3. Τα µαθήµατα λαµβάνουν χώρα σε άτακτους χρόνους, κατά συνέπεια πιθανόν και

σε νυχτερινές ώρες, για λόγους όµως που σχετίζονται µε τις άλλες κύριες

ασχολίες και προτεραιότητες των µαθητών και των δασκάλων.

4. Ο σηµαντικός ρόλος που παίζει η Εκκλησία στην εκπαίδευση επί οθωµανικής

κυριαρχίας ισχύει αλλά σχετίζεται µε την ανάγκη της να στελεχωθεί µε

εγγράµµατα κατώτερα και ανώτερα στελέχη.

5. Ο φόβος που στο µύθο αποτελεί κύριο αίσθηµα των µαθητών, απαντά στις πηγές

της εποχής, για λόγους όµως που σχετίζονται µε τη συχνή παρουσία της βίας και

το σταθερό αίσθηµα ανασφάλειας στις παραδοσιακές κοινωνίες.

6. Τέλος η σχέση εκπαίδευσης και δηµιουργίας εθνικής ταυτότητας που αποτελεί

σταθερό συστατικό του µύθου αντανακλά τη συµβολή της παιδείας του

∆ιαφωτισµού στη διαµόρφωση της εθνικής ταυτότητας και στην εκδήλωση της

ελληνικής επανάστασης κατά τα τελευταία χρόνια της προεπαναστατικής

περιόδου.

4

Page 5: stathis

Παναγιώτης Στάθης

Αυτά είναι ορισµένα από τα βασικά δεδοµένα που συνθέτουν το µύθο και που απαντούν

στις πηγές της περιόδου, ανεξαρτήτως βεβαίως από τη χρήση και την ερµηνεία που

επιβάλλει σε αυτά ο µύθος. ∆εν είναι δυνατόν όµως ένας µύθος να στηρίζεται εξ

ολοκλήρου σε ψευδή δεδοµένα.

β) ∆εύτερο γενικό χαρακτηριστικό του µύθου είναι ότι τόσο τα επί µέρους δοµικά του

στοιχεία όσο και η όλη αφηγηµατική σύνθεση υπακούει σε ιδεολογικές σταθερές, εξίσου

ίσως µυθοποιηµένες, αλλά οπωσδήποτε βαθιά χαραγµένες στις σύγχρονες συλλογικές

ταυτότητες και στην εικόνα που αυτές διαµορφώνουν για το παρελθόν. Κατ’ αυτόν τον

τρόπο εντέλει συγκροτείται ένα σφιχτό αφηγηµατικό σύστηµα ανάµεσα στο µύθο και τα

ιδεολογικά συµφραζόµενα (συγκείµενο) ώστε σε περίπτωση που αµφισβητούνται τα

εµφανώς ψευδή στοιχεία του µύθου να παραµένει αδιατάρακτη η βασική του δοµή και

τελικά η συµβολική του αξία και η αλληγορική του σηµασία. Το ιδεολογικό, λοιπόν,

πλαίσιο του µύθου του κρυφού σχολειού συνίσταται σε ορισµένες σταθερές, συχνά

αναχρονιστικές, οι οποίες κυριαρχούν ακόµη και σήµερα στη νεοελληνική κοινωνία. Στην

ιστορική επιστήµη κυριαρχούσαν έως και πριν από τρεις δεκαετίες τουλάχιστον, αλλά

ακόµη και σήµερα έχουν κάποια ασθενή ερείσµατα στους ακαδηµαϊκούς χώρους.

1. Το κατώτερο πολιτισµικό επίπεδο των Οθωµανών σε σηµείο ώστε να

εξοµοιώνονται µε βάρβαρους και απαίδευτους, να ασκούν αδιάκριτα βία και

αυθαίρετες πρακτικές, να εχθρεύονται την εκπαίδευση ή να µην αντιλαµβάνονται

την αξία της. Η αντίληψη αυτή συνιστά ιδεολογική σταθερά του εθνικού,

δυτικοκεντρικού και οριενταλιστικού λόγου από τον 18ο αι. τουλάχιστον έως και

σήµερα.

2. Η αυτονόητη σύνδεση εκπαίδευσης και χειραφέτησης-ελευθερίας και η

αδιαµεσολάβητη σχέση παιδείας και διατήρησης της εθνικής και θρησκευτικής

ταυτότητας, κοντολογίς ο εκ φύσεως εθνικός χαρακτήρας της εκπαίδευσης. Για

την εθνική ιδεολογία που θεωρεί τα έθνη αιώνιες υπάρξεις, η διατήρηση της

ταυτότητας του ελληνικού έθνους κατά τη µακρά διάρκεια της οθωµανικής

κυριαρχίας συνιστούσε ένα διακύβευµα που έπρεπε να αποδειχθεί και να

αιτιολογηθεί. Το πρόβληµα επιτεινόταν σε ό,τι αφορούσε στους δύο πρώτους

αιώνες της οθωµανικής κυριαρχίας, εποχή για την οποία αφενός σπανίζουν εν

γένει οι πηγές, αφετέρου δύσκολα µπορούν να εντοπιστούν ενέργειες που να

µπορούν να ερµηνευθούν ως ενεργές εκδηλώσεις της ζώσας εθνικής ταυτότητας

και της αντίστασης στον κατακτητή. Ο µύθος του κρυφού σχολειού µπορεί να

5

Page 6: stathis

Παναγιώτης Στάθης

καλύψει αποτελεσµατικά το κενό. Οι βάρβαροι και βίαιοι Τούρκοι, κοντά σ’ όλα

τ’ άλλα, δεν επέτρεπαν την εκπαίδευση µε αποτέλεσµα ο ελληνισµός να

κινδυνεύσει να απολέσει την εθνική του ταυτότητα αγωνιζόµενος πρωτίστως για

την φυσική του επιβίωση. Το κρυφό σχολειό, που ως κρυφό δεν χρειάζεται να

µαρτυρείται, αποδεικνύει τους τρόπους διατήρησης της εθνικής συνείδησης και

επιπλέον στοιχειοθετεί µορφή ενεργής εθνικής αντίστασης, τόσο σπάνιας στις

πηγές της εποχής. Είναι χαρακτηριστικό ότι το τελευταίο οχυρό των σπουδαστών

στην προσπάθεια τους να υπεραµυνθούν της ύπαρξης κρυφού σχολειού είναι

ακριβώς η ερώτηση: «πως είναι δυνατόν οι Τούρκοι να επέτρεπαν την

εκπαίδευση; δεν καταλάβαιναν ότι οι Έλληνες εάν εκπαιδεύονταν θα

αποζητούσαν την ελευθερία τους και θα επαναστατούσαν;»

3. Τρίτη ιδεολογική σταθερά η παραδοσιακή φιλοµάθεια των Ελλήνων, στοιχείο

που αυτοµάτως και αυτοδικαίως κατατάσσει το έθνος στον πολιτισµένο κόσµο

και αποδεικνύει και τη συνέχεια από αρχαιοτάτων χρόνων. Εφόσον οι Έλληνες

ανέπτυξαν έναν τόσο σπουδαίο αρχαίο και αργότερα βυζαντινό πολιτισµό, δεν

είναι δυνατόν να αδιαφόρησαν για τη µόρφωση τους επί οθωµανικής κυριαρχίας.

Αυτή ακριβώς η εγγενής τάση του ελληνικού έθνους προς τον πολιτισµό

υποδεικνύει και τον ρόλο που αυτοδικαίως καλούνταν να παίξει τον 19ο αιώνα

στο χώρο της βάρβαρης Ανατολής εκπολιτίζοντας την και κυριαρχώντας

πολιτικά σε αυτήν.

4. Μια τέταρτη ιδεολογική σταθερά, σχετική µε την προηγούµενη, αφορά στην

εικόνα για τον βυζαντινό πολιτισµό που διαµόρφωσε από τα µέσα του 19ου αιώνα

η εθνική ιστοριογραφία. Σύµφωνα µε αυτήν στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε

αναπτυχθεί ένα υψηλής αξίας και ευρείας διάδοσης κοσµικό εκπαιδευτικό

σύστηµα στο οποίο υπονοείται ότι µετείχε ένα µεγάλο µέρος του πληθυσµού.

Κατά συνέπεια, το χαµηλό έως ανύπαρκτο µορφωτικό επίπεδο του αγροτικού,

και όχι µόνο, πληθυσµού της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας δεν µπορεί παρά να

οφείλεται στο καθεστώς που επέβαλαν οι βάρβαροι Οθωµανοί, αντίληψη που

εύκολα µπορεί να τεντωθεί έτσι ώστε να αποδώσει την αγραµµατοσύνη των

αγροτικών πληθυσµών σε οθωµανική απαγόρευση λειτουργίας των σχολείων.

Πώς αλλιώς οι φιλοµαθείς Έλληνες µε το πλούσιο πολιτισµικό βυζαντινό

παρελθόν θα έµεναν αγράµµατοι; Παρότι η προαναφερόµενη εικόνα για το

Βυζάντιο έχει από καιρό αναθεωρηθεί από τη βυζαντινή ιστοριογραφία, η

τριµερής διάκριση της ελληνικής ιστορίας σε αρχαία, βυζαντινή, νεότερη, που

6

Page 7: stathis

Παναγιώτης Στάθης

οδηγεί τις ιστορικές σπουδές σε αντίστοιχες εξειδικεύσεις, διευκολύνει τη

διατήρηση αντιλήψεων και σχηµάτων, καθώς οι πολιτικές τοµές συσκοτίζουν τις

κοινωνικές και πολιτισµικές συνέχειες.

5. Μια πέµπτη ιδεολογική σταθερά αποτελεί η αντίληψη ότι το οθωµανικό

καθεστώς ήταν πολύ πιο σκληρό και βαρύ κατά τους δύο πρώτους αιώνες της

οθωµανικής κυριαρχίας. Αυτή η παραδοχή επιτρέπει να ερµηνευθεί τόσο η

ανάγκη και η ύπαρξη του κρυφού σχολειού κατά την πρώτη περίοδο, όσο και η

σταδιακή ανάπτυξη του σχολικού δικτύου κατά τον 18ο αιώνα, όταν δηλαδή ο

οθωµανικός ζυγός χαλάρωσε και άρχισε η λεγόµενη οθωµανική παρακµή. Σε

αυτή την εθνική ανάγνωση της ελληνικής ιστορίας δεν γίνεται αντιληπτή µια

εσωτερική ανακολουθία: εάν τα «επιτεύγµατα των Ελλήνων κατά την

τουρκοκρατία» οφείλονται στην χαλάρωση του «οθωµανικού ζυγού» τότε

αποδυναµώνεται το επιχείρηµα που αποδίδει την εθνική αντίσταση και το κρυφό

σχολειό στα ιδιαίτερα εθνικά χαρακτηριστικά της αγάπης για ελευθερία και της

φιλοµάθειας. Επιπλέον στη διεθνή ιστοριογραφία των τελευταίων δεκαετιών έχει

αρχίσει να σχετικοποιείται το σχήµα περί οθωµανικής παρακµής τόσο ως προς τα

χρονικά της όρια όσο και ως προς την ουσία της προσέγγισης που συσχέτιζε τις

οικονοµικές και κοινωνικές εξελίξεις του οθωµανικού σχηµατισµού σχεδόν

αποκλειστικά µε την διεθνή πολιτική και στρατιωτική ισχύ της αυτοκρατορίας.

Οπωσδήποτε η ερµηνεία που συσχετίζει την ανάπτυξη της εκπαίδευσης και του

σχολικού δικτύου στον 18ο αιώνα µε ανάγκες που δεν υπήρχαν κατά την πρώιµη

οθωµανική περίοδο, περιορίζεται, ακόµη και σήµερα, κυρίως στους

ακαδηµαϊκούς κύκλους.

6. Μια έκτη ιδεολογική σταθερά αποτελεί η αντίληψη περί του σηµαντικού εθνικού

ενοποιητικού ρόλου που έπαιξε η ορθόδοξη εκκλησία και το πατριαρχείο κατά τη

διάρκεια της οθωµανικής κυριαρχίας. Όταν ο Σβορώνος γράφει ότι «η Εκκλησία,

όταν πέρασε το πρώτο χτύπηµα της κατάκτησης, θα συνεχίσει το έργο της

ανασυγκρότησης της πνευµατικής ζωής των Ελλήνων … [και] η Εκκλησία

παραµένει σ’ όλη την περίοδο … ως το τέλος του ιζ΄ αι, η κατευθυντήρια δύναµη

του Έθνους, επικεφαλής της εθνικής αντίστασης … συµµετέχοντας σ’ όλες τις

εξεγέρσεις και διευθύνοντας τες»5 νοµίζω ότι είναι εµφανές πόσο δύσκολα

µπορεί να ανατραπεί η αντίληψη ότι η εκκλησία διατήρησε την εθνική

5 Νίκος Γ. Σβορώνος, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, Αθήνα, Θεµέλιο, 1976, σ. 48-49.

7

Page 8: stathis

Παναγιώτης Στάθης

ταυτότητα. Και εφόσον αυτός ήταν ο ρόλος της εκκλησίας, πως ερµηνεύεται ότι

δεν εµφανίζεται να ιδρύει σχολεία στους δύο πρώτους αιώνες; Το κρυφό σχολειό

δίνει την απάντηση.

7. Τελευταία ιδεολογική σταθερά η συµβολική σηµασία και η αποδεικτική αξία της

λαϊκής και δηµοτικής παράδοσης, µια σταθερά που διαµορφώθηκε ταυτόχρονα

µε το µύθο του κρυφού σχολειού στα τέλη του προηγούµενου αιώνα. Σε πολλές

δηµοσιεύσεις που υπεραµύνονται του κρυφού σχολειού διαβάζουµε φράσεις

όπως η επόµενη: «η προφορική παράδοση έχει πολλές φορές πιο στέρεη ιστορική

βάση από τη γραπτή µαρτυρία. Γιατί ο µύθος είναι αυθόρµητο γέννηµα της

ψυχής του λαού, χωρίς καµιά σκοπιµότητα, … ειλικρινέστερος, πιο άδολος,

αντικειµενικότερος από τη γραπτή ιστορία, από τη γραπτή πηγή, που πολλές

φορές υποκύπτει στη σκοπιµότητα και άλλες πάλι φορές στην

υποκειµενικότητα»6. Σε άλλες παρόµοιου τύπου δηµοσιεύσεις σε µια προσπάθεια

να υποστηριχθεί η αποδεικτική αξία των τοπωνυµίων «Κρυφό σχολειό»

αναφέρεται ότι τα τοπωνύµια αποτελούν «επιγραφάς γεγλυµµένας επί του

εδάφους»7. Απόψεις που δεν διαφέρουν καθόλου από αυτές του Παλαµά έναν

αιώνα πριν, όταν στα 1897 αναφερόµενος στην Αγία Λαύρα γράφει: «Η ακρίβεια

του γεγονότος αµφισβητείται. Την περίφηµον λειτουργίαν της Αγίας Λαύρας …

δεν την εκύρωσε τελεσιδίκως η ιστορία. Τι προς τούτο; Η εθνική συνείδησις της

επέθηκε την σφραγίδα της ανεξίτηλον. … Όπου αναδεικνύεται η αλήθεια της

γνώµης: η παράδοσις αληθεστέρα της ιστορίας».8

Οι παραπάνω ιδεολογικές σταθερές συνιστούν πλευρές της ελληνικής εθνικής ιδεολογίας

από τις οποίες η ακαδηµαϊκή ιστοριογραφία µόλις τις τρεις τελευταίες δεκαετίες άρχισε να

παίρνει αποστάσεις και να διαφοροποιείται ουσιαστικά, παρότι όχι πάντα επαρκώς. Και

οπωσδήποτε οι πιο σύγχρονες αντιλήψεις λίγο ή και καθόλου έχουν περάσει τα στενά όρια

της ακαδηµαϊκής κοινότητας και έχουν αγγίξει τα σχολεία ή τα µέσα µαζικής

επικοινωνίας. Πρόκειται όµως για σταθερές οι οποίες δένονται αρµονικά σε ένα όλον µε

το µύθο του κρυφού σχολειού, κατά τρόπο ώστε η άρνηση µιας εξ αυτών ή η έλλειψη

6 Αντλώ το παράθεµα από τον ∆ηµήτριο Λ. Παπαδάκη, «Το κρυφό σχολειό της µονής Φανερωµένης Ιεράπετρας και η Κριτσωτοπούλα Ροδάνθη», Κρητική Εστία, 262-263 (Ιαν.-Φεβρ. 1981), σ. 3-4, ο οποίος µε τη σειρά του το αντλεί από το δηµοσίευµα του καθηγητή της Ανωτάτης Βιοµηχανικής Σχολής Θεσσαλονίκης Ιωάννη Ξηροτύρη, «Τα ελληνικά σχολεία κατά την Τουρκοκρατία», στο περ. Πειραϊκή Πατραϊκή (η παραποµπή του Παπαδάκη ελλιπής χωρίς αρ. τεύχους και έτος έκδοσης). 7 ∆ηµήτριος Λ. Παπαδάκης, ό.π., σ. 5. Αποδίδει την έκφραση στον Αντώνιο Μηλιαράκη χωρίς παραποµπή. 8 Κωστής Παλαµάς, «1821. Απλαί σκέψεις», Ακρόπολις, 27.3.1897, αναδηµοσιευµένο στα Άπαντα, τ. 15, Αθήνα, Γκοβόστης, χ.χ, σ. 434 (β΄ έκδ.).

8

Page 9: stathis

Παναγιώτης Στάθης

αποδεικτικών στοιχείων για την ύπαρξη κρυφών σχολειών ή για την οθωµανική

απαγόρευση ίδρυσης σχολείων να µην επηρεάζει ουσιαστικά το µύθο. Επαγγελµατίες

ακαδηµαϊκοί ιστορικοί όταν, µετά τη δηµοσίευση των απόψεων του Αγγέλου, βρίσκονται

µπροστά στο πρόβληµα το επιλύουν υιοθετώντας µια ενδιάµεση θέση, αποκαλύπτοντας

την αµηχανία τους αλλά και διαιωνίζοντας ουσιαστικά το µύθο. Παραθέτω ενδεικτικά:

«Ενώ όµως όπως προκύπτει από τα προηγούµενα, η παροχή παιδείας δεν αντιµετώπιζε την

αντίδραση της κεντρικής οθωµανικής εξουσίας, είναι πιθανό ότι σε ορισµένες περιπτώσεις

Τούρκοι αξιωµατούχοι αποµακρυσµένων περιφερειών δυσχέραιναν ή απαγόρευαν τη

λειτουργία σχολείων για ποικίλους λόγους»9. Σε άλλες περιπτώσεις αποδέχονται την

ανυπαρξία απαγορεύσεων αλλά λειτουργώντας στο προαναφερόµενο ιδεολογικό πλαίσιο

επαναφέρουν πλαγίως το µύθο αποδίδοντας του συµβολική σηµασία και θεωρώντας ότι

κατά τα άλλα περιγράφει ικανοποιητικά τις δύσκολες συνθήκες εκπαίδευσης της

οθωµανικής περιόδου τις οποίες αποδίδουν στον οθωµανικό παράγοντα. Παραθέτω, και

πάλι ενδεικτικά, από έναν από τους σφοδρότερους κατηγόρους του µύθου και

συνυπεύθυνο για την αποποµπή του µύθου από τα σχολικά εγχειρίδια, τον Φανούριο Βώρο

ο οποίος γράφει στα 1985: «Το πραγµατικό κρυφό σχολειό ήταν κάθε ελληνικό σπίτι,

όπου ο πατέρας, ή η µάνα, … ή ο γραµµατισµένος του χωριού … µετέφεραν από γενιά σε

γενιά την περηφάνια του γένους … την ελπίδα για τη λευτεριά … [Κρυφό σχολειό ήταν] η

κρυφή ιδεολογική προετοιµασία και οργάνωση του ελληνισµού για την ανάσταση …»10.

Ίσως πιο ενδιαφέρουσα αλλά και πιο αµφίσηµη από όλες τις τοποθετήσεις είναι αυτή του

Κ. Θ. ∆ηµαρά που χαρακτηρίζει το µύθο του κρυφού σχολειού «ιστορική ανακρίβεια µε

πρόθεση αγαθή και εθνική, µε την ιδέα, ας πούµε, να καταστήσουν πιο ωραία και

γοητευτική την εθνική µας ιστορία»11. Η σιωπή άλλωστε απέναντι στο µύθο δεν δηλώνει

οπωσδήποτε απόρριψη του και πάντως λειτουργεί στην προοπτική της εδραίωσης και της

ενίσχυσης του. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πρώτες ρητές αναιρέσεις του µύθου που έχω

εντοπίσει ανάγονται σε πολύ µεταγενέστερες εποχές από τη δηµιουργία του. Πρόκειται για

τον Μανουήλ Γεδεών στα 1939, τον Γιάννη Βλαχογιάννη στα 1945 και τον Γιάννη

Κορδάτο στα 1956. Και στις τρεις περιπτώσεις πρόκειται για ιστορικούς που ακολουθούν

µοναχικούς δρόµους και βρίσκονται στο περιθώριο των κυρίαρχων ιστοριογραφικών

ρευµάτων και συλλογικοτήτων της εποχής τους. Παλαιότερες από τις προηγούµενες είναι

9 Β. Σφυρόερας, εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, λήµµα «κρυφό σχολειό». 10 Φ. Κ. Βώρος, «Το κρυφό σχολειό και ο Νεοελληνικός ∆ιαφωτισµός (φορείς και διώκτες της νεοελληνικής παιδείας)», Τα Εκπαιδευτικά, 2 (χειµώνας 1985-86), σ. 34. 11 Το παράθεµα του Κ. Θ. ∆ηµαρά από το Βήµα της 22 Μαρτίου 1960 παραθέτει ο Άλκης Αγγέλου, Το κρυφό σχολειό. Χρονικό ενός µύθου, Αθήνα, Εστία, 1997, σ. 11.

9

Page 10: stathis

Παναγιώτης Στάθης

οι αντιρρήσεις που εκφέρουν οι ∆ηµήτριος Καµπούρογλου στα 1889 και ο αρχιεπίσκοπος

Αθηνών Χρυσόστοµος Παπαδόπουλος στα 1927, οι οποίες ωστόσο δεν συνιστούν ρητές

αναιρέσεις αλλά αµφισβητούν ορισµένες µόνο πλευρές του µύθου. Ο πρώτος ακαδηµαϊκός

επιστήµων που καταδικάζει ρητά το µύθο είναι ο Λίνος Πολίτης στα 1957 και ακολουθούν

οι Άλκης Αγγέλου και ∆ηµήτριος Πάλλας µόλις στα 1974.12 Από εκεί και πέρα οι φωνές

διαµαρτυρίας και κριτικής πληθαίνουν.

γ) Τρίτο γενικό χαρακτηριστικό του µύθου που επιτρέπει τη διαιώνιση του είναι ότι τα

απλούστερα δοµικά στοιχεία του έχουν µια σχετική ασάφεια και αυτονοµία µεταξύ τους

µε αποτέλεσµα ο µύθος να καθίσταται ιδιαίτερα ευέλικτος και προσαρµόσιµος σε ποικίλα

ιδεολογικά περιβάλλοντα και εποχές και στην κουλτούρα διαφορετικών κοινωνικών

οµάδων. Αναδιατάσσοντας, επανιεραρχώντας και ανασηµασιοδοτώντας τα στοιχεία του

µύθου διαφορετικοί φορείς ιστορικής κουλτούρας µπορούν να προσλαµβάνουν και να

οικειοποιούνται το µύθο και να προβάλουν σε αυτόν τις ιδιαίτερες τους αξίες και

ιδεολογικές προτεραιότητες.

1. ∆ιαφωτιστές, όπως ο Στέφανος Κανέλος, απευθυνόµενος στην Ευρώπη την

περίοδο της επανάστασης του 1821, µιλά για απαγόρευση της εκπαίδευσης από τους

Οθωµανούς στην προοπτική να δικαιολογήσει την πνευµατική υστέρηση των

Ελλήνων έναντι της ∆ύσης και να προκαλέσει τη συµπάθεια και τη συµπαράσταση

των Ευρωπαίων στο επαναστατηµένο ελληνικό έθνος.

2. Στο πλαίσιο του ανερχόµενου ροµαντισµού του 19ου αιώνα ο µύθος υποστηρίζει

τόσο το ιδεολόγηµα της αδιάσπαστης συνέχειας του ελληνικού έθνους, της ενεργής

του παρουσίας και της αντιστασιακής του δράσης κατά την περίοδο της οθωµανικής

κυριαρχίας όσο και της διαµόρφωσης του µεγαλοϊδεατικού οράµατος του

εκπολιτισµού της Ανατολής δικαιολογώντας ιστορικά την προσδοκία και την

επιδίωξη της Ελλάδας να παίξει αυτόν τον ρόλο.

3. ∆ίνοντας έµφαση στο ρόλο των κληρικών που µε κίνδυνο της ζωής τους µετέδιδαν

το εθνικό φρόνηµα στα σκλαβωµένα ελληνόπουλα, οι εκπρόσωποι της ορθόδοξης

ελληνικής εκκλησίας ενισχύουν την προσπάθεια επαναπροσδιορισµού της 12 Μανουήλ Γεδεών, Ιστορία των του Χριστού πενήτων, Αθήνα 1939, σ. 179-180, Γιάννης Βλαχογιάννης, «Το κρυφό σκολειό», Νέα Εστία, 38 (1945), σ. 678-683, Γιάννης Κορδάτος, Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδος, τ. 9, Αθήνα, Εικοστός Αιώνας, [1957], σ. 552, ∆ηµήτριος Γρ. Καµπούρογλου, Ιστορία των Αθηναίων, τ. Α΄, Αθήνα 1889, σ. 259, ωστόσο πρβλ. του ίδιου, Το παιδοµάζωµα. ∆ραµάτιον εις πράξεις τρεις, Αθήνα 1896, σ. 15-17, 80, Λίνος Πολίτης, Θέµατα της λογοτεχνίας µας, 2η σειρά, Θεσσαλονίκη, εκδ. Κωνσταντινίδη, χ.χ., σ. 17, ∆. Ι. Πάλλας, «Τάσου Αθ. Γριτσοπούλου,

10

Page 11: stathis

Παναγιώτης Στάθης

ορθοδοξίας ως συστατικού στοιχείου της ελληνικής εθνικής ταυτότητας που ο

∆ιαφωτισµός είχε θέσει σε δεύτερη µοίρα, και παράλληλα ενισχύουν το κύρος του

εκκλησιαστικού θεσµού που είχε τρωθεί από τη στάση που είχε κρατήσει η επίσηµη

εκκλησία το 1821 αφορίζοντας την επανάσταση.

4. Η ανανεωτική γενιά του 1880 που ανακαλύπτει και επαναξιολογεί το ρόλο και τη

σηµασία του λαού, της δηµοτικής παράδοσης και της ελληνικής αγροτικής

υπαίθρου, ενσωµατώνει το µύθο τονίζοντας τη προσπάθεια των λαϊκών και

αγροτικών στρωµάτων να διατηρήσουν την εθνική τους συνείδηση και να µάθουν να

γράφουν και να διαβάζουν τα λεγόµενα κολλυβογράµµατα που στο συµβολικό

επίπεδο ταυτίζονται µε τη δηµοτική, τη λαϊκή γλώσσα. Ο Ιωάννης Πολέµης γράφει

το «Το Κρυφό σχολειό», το οποίο µάλιστα πρωτοδηµοσιεύει την πρωτοχρονιά του

1899 στην πρώτη σελίδα του περιοδικού Εθνική Αγωγή του Γεωργίου ∆ροσίνη, ενώ

στο πάνω µέρος της ίδιας σελίδας δηµοσιεύεται φωτογραφία του πίνακα του Γύζη. Ο

Σπυρίδων Λάµπρος, ο επιφανέστερος ιστορικός αυτής της εποχής, υιοθετεί το µύθο

και συχνά αναφέρεται σε αυτόν.13 Ο Αλέξανδρος ∆ελµούζος τιτλοφορεί το µικρό

του βιβλίο για την αποτυχηµένη προσπάθεια του Παρθεναγωγείου του Βόλου, Το

Κρυφό Σκολειό (Αθήνα 1950). Στα περισσότερα δηµοτικιστικά αναγνωστικά και

εγχειρίδια ιστορίας συµπεριλαµβάνονται αναφορές στο µύθο, αναπαραστάσεις του

πίνακα του Γύζη ή το άλλο σύµβολο του µύθου το δηµοτικό τραγούδι «Φεγγαράκι

µου λαµπρό».14

5. Η αριστερή µεταπολεµική ιστοριογραφία εγκολπώνεται και αυτή το κρυφό

σχολειό εντάσσοντας το στη δική της ανάγνωση της ελληνικής ιστορίας. Με τη

συγκρότηση και την προϊούσα κυριαρχία του ΕΑΜ η αριστερά βρίσκεται

επικεφαλής µιας πλατιάς κοινωνικής συµµαχίας που έχει στόχο την εθνική

απελευθέρωση και την πολιτική κυριαρχία. Πολύ γρήγορα έρχεται σε σύγκρουση µε

το αντίπαλο αστικό µπλοκ, σύγκρουση που καταλήγει σε έναν ολοκληρωτικό

εµφύλιο πόλεµο, στον οποίο µε τον ένα ή τον άλλο τρόπο εµπλέκεται το σύνολο της

ελληνικής κοινωνίας. Στις συνθήκες αυτές η αριστερά προσπαθεί να απευθυνθεί σε

ένα όσο το δυνατόν ευρύτερο ακροατήριο ώστε να διευρύνει την κοινωνική βάση

που στηρίζει την αριστερή παράταξη: έτσι προσλαµβάνει την εµφύλια σύγκρουση ως

αγώνα µεταξύ του «λαϊκού ή εθνικολαϊκού κινήµατος» και της «αστικής Εκκλησιαστική ιστορία και χριστιανικά µνηµεία Κορινθίας. Τόµος πρώτος: Ιστορία, Αθήναι 1973 [βιβλιοκρισία]», Ελληνικά, 27 (1974), σ. 414. 13 Σπυρίδων Π. Λάµπρος, Λόγοι και Άρθρα 1878-1902, Αθήνα 1902, σ. 58-59, 402, 662.

11

Page 12: stathis

Παναγιώτης Στάθης

ολιγαρχίας». Ο λαός ωστόσο στο σχήµα αυτό λειτουργεί ως αριστερό κάτοπτρο της

έννοιας του έθνους: είναι κοινωνικά αδιαφοροποίητος, εξ ορισµού και αντικειµενικά

προοδευτικός και τείνει να συµπεριλάβει όσο το δυνατόν πλατύτερο τµήµα της

κοινωνίας ενάντια σε µια ολιγαρχία του πλούτου και της συντηρητικής πολιτικής

εξουσίας. Στο λαϊκιστικό αυτό πλαίσιο η αριστερή ιστοριογραφία της µεταπολεµικής

περιόδου προβάλλει στο παρελθόν τις κατηγορίες του παρόντος. Αναπαριστά την

οθωµανική περίοδο ως µια διαρκή πάλη ανάµεσα στις δυνάµεις του λαού και τις

άρχουσες τάξεις των κοτζαµπάσηδων, των Φαναριωτών και των λογιότατων. Στο

επίπεδο της ιδεολογίας αντιπαραβάλλει στον αντιδραστικό λογιοτατισµό της

φεουδαρχίας και του Πατριαρχείου τη «λαϊκή θρησκεία» που είχε επαναστατικό

χαρακτήρα, κράτησε ενωµένο το λαό και έθεσε τις βάσεις για το 1821. Η έννοια της

λαϊκής θρησκείας επιτρέπει στην αριστερή ιστοριογραφία να ενσωµατώσει τον

κατώτερο κλήρο στις λαϊκές προοδευτικές δυνάµεις και συνακόλουθα να µεταγράψει

το κρυφό σχολειό µε όρους κοινωνικούς. Το κρυφό σχολειό αναπαρίσταται ως λαϊκό

σχολειό προβάλλοντας έτσι τη λαϊκή αντίσταση και αναδεικνύοντας το λαϊκό

εικοσιένα απέναντι όχι µόνο στην τουρκική αλλά και στη ντόπια φεουδαρχική

σκλαβιά.15

6. Παράλληλα η κυριαρχία ενός ακραίου εθνικισµού στην επίσηµη ιδεολογία του

µεταπολεµικού ελληνικού κράτους συµβάλλει στην περαιτέρω εδραίωση και

διάδοση του µύθου.

7. Από τη δεκαετία του 1960 αλλά κυρίως στη δεκαετία του 1970 αυξάνονται πολύ

οι δηµοσιεύσεις τοπικών λογίων, κυρίως δασκάλων και φιλολόγων, που

δηµοσιεύουν συνεχώς µε στόχο να αναδείξουν την τοπική ιστορία. Το φαινόµενο δεν

είναι καινούριο, εντείνεται όµως όσο αυξάνεται ο αριθµός των εγγραµµάτων και

κυρίως των δασκάλων και των φιλολόγων, αρκετοί από τους οποίους θεωρούν

αρµοδιότητα τους και καθήκον τους να ασχοληθούν µε την ιστορία της περιοχής από

την οποία κατάγονται η στην οποία ζουν και εργάζονται. Παράλληλα καθώς

διογκώνεται η εκδοτική δραστηριότητα, διευκολύνεται η δηµοσίευση κειµένων

τοπικής ιστορίας. Ιδρύονται σύλλογοι και εταιρείες µε αναφορά στην περιφέρεια που

χρηµατοδοτούν τοπικές εκδόσεις, ή εκδίδουν τοπικά περιοδικά, ενώ αυξάνονται και

οι τοπικές εφηµερίδες. Τόσο οι εφηµερίδες όσο και τα περιοδικά περιέχουν σελίδες

και άρθρα για την τοπική ιστορία και λαογραφία. Πολλοί τοπικοί λόγιοι προχωρούν

14 Βλ. ενδεικτικά Χ. Θεοδωρίδης-Α. Λαζάρου, Ιστορία των νέων χρόνων, Αθήνα 1925, σ. 235. 15 Γ. Βαλέτας, Το προδοµένο εικοσιένα, Αθήνα 21979, σ. 99.

12

Page 13: stathis

Παναγιώτης Στάθης

σε αυτοεκδόσεις, άλλες φορές οι δηµοτικές ή κοινοτικές αρχές ενισχύουν παρόµοιες

προσπάθειες. Καθώς πάρα πολλοί Έλληνες µεταναστεύουν από την επαρχία στην

Αθήνα, η σχέση τους µε τον τόπο καταγωγής τους περιορίζεται στις καλοκαιρινές

διακοπές και τις εκδροµές των εορτών, ή στις επαφές µε τους συγχωριανούς τους

µέσω κυρίως των συλλόγων που ιδρύουν στην Αθήνα µε βάση τον τόπο καταγωγής.

∆ιαµορφώνοντας µια νοσταλγική εικόνα και κυρίως µια εν πολλοίς φαντασιακή

σχέση µε το χωριό ή το νησί που µαραζώνει βρίσκουν διέξοδο στη γραφή: η τοπική

ιστορία και λαογραφία έχει τη µερίδα του λέοντος σε αυτά τα δηµοσιεύµατα διότι

τους επιτρέπει να αισθάνονται ότι συµβάλλουν στην ανάδειξη και διατήρηση των

ιδιαίτερων τοπικών χαρακτηριστικών και της τοπικής ταυτότητας. Ένας

αποφασιστικός ωστόσο παράγων για τη µεγάλη αύξηση της δηµοσίευσης τοπικών

ιστοριών είναι η ανάπτυξη του τουρισµού, τόσο του εσωτερικού όσο και του

εξωτερικού, που δρα άµεσα και έµµεσα καθώς έτσι επαναξιολογείται η σηµασία και

η αξία της τοπικής ιδιαιτερότητας. Οι τοπικοί τουριστικοί οδηγοί αυξάνονται χρόνο

µε το χρόνο και το µεγαλύτερο µέρος τους καταλαµβάνουν η τοπική ιστορία και τα

ιστορικά µνηµεία. Έτσι η ανάδειξη της τοπικής ιστορίας ξαφνικά αποκτά οικονοµικό

αντίκρισµα και στόχο: την προσέλκυση της τουριστικής αγοράς. Σε τελευταία

ανάλυση η παραγωγή τοπικής ιστορίας είναι πολύ φτηνότερη από την διαµόρφωση

τουριστικής υποδοµής.

Νοµίζω ότι στο παραπάνω πλαίσιο µπορούµε να ερµηνεύσουµε και την απότοµη διόγκωση

των κρυφών σχολειών απανταχού της Ελλάδας. Μέχρι και τη δεκαετία του 1960 τα κρυφά

σχολειά ανά την Ελλάδα που έχω συναντήσει δεν ξεπερνούν τα 10. Πρόκειται για τα

κρυφά σχολειά στις µονές Φιλοσόφου ∆ηµητσάνας

(http://arcadia.ceid.upatras.gr/arkadia/photos/mones/filos2.jpg και

http://arcadia.ceid.upatras.gr/arkadia/photos/mones/filos4.jpg), Ντίλιου Ιωαννίνων, Αγίας

Τριάδας Τήνου, Αγίου Γεωργίου Φενεού Κορινθίας, και ίσως ακόµα στις µονές

Φανερωµένης Ιεράπετρας, Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων Λακωνίας, Άνω ∆ίβρης

Ηλείας καθώς και ένα τοπωνύµιο στην Ίο. Από αυτά δε µόνο τα τρία πρώτα εµφανίζονται

προπολεµικά. Από τη δεκαετία του 1970 όµως τα «ανακαλυπτόµενα» κρυφά σχολειά

αυξάνονται κατακόρυφα. Στον τουριστικό οδηγό του νοµού Λασιθίου, που εκδίδεται στα

1976, εµφανίζονται ξαφνικά, µόνο στο νοµό Λασιθίου, 5 κρυφά σχολειά. Μικρή έρευνα

στο διαδίκτυο δείχνει ότι τα περισσότερα κρυφά σχολειά στην Ελλάδα αναφέρονται σε

ιστοσελίδες που έχουν στόχο, άµεσα ή έµµεσα, την τουριστική αγορά: σελίδες προβολής

13

Page 14: stathis

Παναγιώτης Στάθης

νοµών, δήµων ή παλαιών κοινοτήτων, σελίδες τουριστικών επιχειρήσεων,16 σελίδες

προβολής µοναστηριών. Μέχρι στιγµής έχω εντοπίσει στο διαδίκτυο και στη

βιβλιογραφία, κυρίως σε τοπικές εκδόσεις, αναφορές για 102 κρυφά σχολειά σε όλη την

Ελλάδα. Τα περισσότερα στην Πελοπόννησο: 26. Στην Κρήτη, για την οποία όµως είχα

καλύτερη πρόσβαση στις τοπικές εκδόσεις και περιοδικά, µέτρησα επίσης 26 κρυφά

σχολειά. Τα λιγότερα αναφέρονται στη Θράκη: µόλις 2. Στις Κυκλάδες λειτούργησαν και

εκεί 7 τουλάχιστον κρυφά σχολειά, παρότι στα περισσότερα νησιά δεν εγκαταστάθηκαν

µόνιµα Οθωµανοί.

Ενδιαφέρον έχει ο τρόπος εδραίωσης ενός µοναστηριού ή ενός ξωκλησιού ως κρυφού

σχολειού. Πρόκειται για µια διαδικασία σχετικά απλή και εύκολη. Αρκεί µια κρύπτη, ένα

σκοτεινό και ανήλιαγο δωµάτιο, ή ένα παράµερο κελί σε ένα όσο το δυνατόν πιο απόµερο

ξωκλήσι, σε ένα σπηλαιώδη ναό, ή σε ένα µοναστήρι χτισµένο σε δυσπρόσιτη πλαγιά ή µε

φρουριακή αρχιτεκτονική, για να θεωρηθεί ότι πιστοποιείται η ύπαρξη κρυφού σχολειού.

Τα παρακάτω παραδείγµατα είναι ενδεικτικά: στο σπηλαιώδη ναό της µονής της Παναγίας

Φανερωµένης Ιεράπετρας που είναι κτισµένη µε φρουριακή αρχιτεκτονική σε µια

δυσπρόσιτη πλαγιά της ∆ίκτης θεωρείται ότι σώζεται ο χώρος (ένα ηµισκότεινο δωµάτιο)

που χρησιµοποιείτο ως κρυφό σχολειό.17 Στη µονή Αγίου Γεωργίου Μεσελέρων

Ιεράπετρας, οι θυρίδες στον τοίχο θεωρούνται ως ειδικά κατασκευασµένες για να

τοποθετούν οι µαθητές τα βιβλία τους.18 Οι διαρρυθµισµένες βαθµίδες σε ένα δωµάτιο της

µονής Ντίλιου στο νησί της λίµνης των Ιωαννίνων θεωρείται ότι κτίστηκαν για να

κάθονται οι µαθητές του κρυφού σχολειού.19 ∆ύο γωνιακές υπόγειες κρύπτες στη µονή

Φιλανθρωπηνών στα Ιωάννινα θεωρείται ότι χρησιµοποιούνταν από τα παιδιά του κρυφού

σχολειού σε ώρα κινδύνου.20 Σε σπήλαιο κοντά στο ναό Αγίου ∆ηµητρίου Μπάδα στο

χωριό Πετροχώρι Αχαΐας υπάρχει ναΐδριο το οποίο κατά την τοπική παράδοση

λειτουργούσε ως κρυφό σχολειό.21 Παροµοίως το καθολικό της παλαιάς µονής Αγίων

16 Σε ορισµένες περιπτώσεις οι ανιστορικές υπερβολές σε αυτές τις σελίδες είναι εντυπωσιακές. Στην ιστοσελίδα του ξενώνα Κρυστάλ του χωριού Άνω Χώρα Ναυπακτίας αναφέρεται ότι στην κοντινή µονή Βαρνάκοβας «καθ’ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας λειτούργησε ένα από τα µεγαλύτερα κρυφά σχολειά της Ελλάδος» (οι υπογραµµίσεις δικές µου), βλ. http://users.otenet.gr/~georg1/Explore/MonasteriesBarnakova.htm (01, 2004). 17 ∆ηµήτριος Λ. Παπαδάκης, ό.π., σ. 11-12, Ευάγγελος Γ. Παχυγιαννάκης, Ο Ιερός Κλήρος της Εκκλησίας της Κρήτης στην επανάσταση του 1821, Αθήνα 1984, σ. 30, Νίκος Ψιλάκης, Βυζαντινές εκκλησίες και µοναστήρια της Κρήτης, Ηράκλειο Κρήτης 1998, σ. 104. 18 ∆ηµήτριος Λ. Παπαδάκης, ό.π., σ. 5. 19 Τάσος Αθ. Γριτσόπουλος, «Το κρυφό σχολειό», Παρνασσός, περίοδος Β΄, τ. 4 (1962), σ. 83. 20 ∆ηµήτριος Λ. Παπαδάκης, ό.π., σ. 5. 21 Βλ. http://liek-patras.ach.sch.gr/dimos.htm και www.nea.gr/axaios/Monuments(GR).nsf (01, 2004).

14

Page 15: stathis

Παναγιώτης Στάθης

Τεσσαράκοντα Μαρτύρων Λακωνίας ερµηνεύθηκε ως χώρος που χρησιµοποιήθηκε ως

κρυφό σχολειό πιθανότατα επειδή ήταν χτισµένο µέσα σε σπηλαιώδη ναό.22 Στην

ιστοσελίδα των Κυθήρων ο υπόσκαφος και σπηλαιώδης ναός του Αγίου Γεωργίου

αναφέρεται ως «αποκαλούµενο Κρυφό σχολειό» παρότι τα Κύθηρα βρίσκονταν υπό

βενετική και όχι υπό οθωµανική κυριαρχία.23 Η µονή Άνω ∆ίβρης Ηλείας θεωρήθηκε ότι

λειτούργησε ως κρυφό σχολειό επειδή διαθέτει κελί «µε αφανή θύραν εισόδου, λίαν

περιωρισµένα παράθυρα και εκτεταµένα πεζούλια δια τους παίδας».24 Στη µονή

Γηροµερίου Θεσπρωτίας αναφέρεται ότι λειτουργούσε «κρυφό σχολειό σε δωµάτιο που

επικοινωνεί µε τον ξενώνα δια µικρού ντουλαπιού µε ράφια στη σειρά το οποίο έχει την

όψη πραγµατικού ντουλαπιού του τοίχου, αλλά καταλλήλως ωθούµενο προς το εσωτερικό

αφήνει λεύτερη την είσοδο απ’ όπου έµπαιναν οι µαθητές µε το δασκαλοκαλόγηρο». Στη

σχετική ιστοσελίδα αναφέρεται παραθετικά µε το κρυφό σχολειό η λειτουργία ιερατικής

σχολής.25 Παροµοίως σε ιστοσελίδα για την Καλλονή της Λέσβου αναφέρεται ότι «λίγα

χρόνια µετά την ίδρυση της Μονής [Λειµώνος] ιδρύθηκε η περίφηµη Λειµωνιάδα Σχολή,

το κρυφό σχολειό της εποχής».26 Η κούφια στέγη της µονής Αγίας Παρασκευής κοντά στο

χωριό Νεραϊδοχώρι Τρικάλων θεωρείται ότι χρησιµοποιήθηκε ως κρυφό σχολειό.27 Όπως

αναφέρεται στην ιστοσελίδα του χωριού Ρεντίνα Αγράφων, στο παρεκκλήσι του Τιµίου

Σταυρού της µονής Ρεντίνας «στα δεξιά του ιερού υπάρχει µυστική θύρα η οποία

καλυπτόταν µε εικόνα και είναι η είσοδος που οδηγούσε σε µια µεγάλη κρύπτη όπου

λειτουργούσε κρυφό σχολειό κατά την επιτόπια παράδοση».28 Παροµοίως στη µονή

Μεταµόρφωσης του Σωτήρος στα Καµµένα Βούρλα «υποδεικνύεται από τους

γεροντότερους της περιοχής, και µια µικρή κρύπτη, πάνω στο νάρθηκα, µε µικρή είσοδο

από τον κυρίως ναό, όπου κρύβονταν τα παιδία σε ώρα κινδύνου».29 Στην Σιάτιστα της

Κοζάνης ως κρυφό σχολειό δείχνουν µια κρύπτη «στην οποία µε δυσκολία µπορεί να

φτάσει ένα άτοµο µόνο για να κρύψει ίσως κάποιο πολύτιµο αντικείµενο».30 Στο

µοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Φενεού Κορινθίας ως αίθουσα του κρυφού σχολειού 22 Βλ. ιστοσελίδα του Υπουργείου Πολιτισµού http://culture.gr/2/21/212/21205n/g212en02.html (01, 2004). 23 Βλ. www.kythera.com/greek/oikismoi/diammit.htm (01, 2004). 24 Τ. Αθ. Γριτσόπουλος, «Ολίγα περί ‘‘κρυφού σχολειού’’ και άλλα τινά», Μνηµοσύνη, 5 (1974-1975), σ. 401. 25 Σπ. Μουσελίµης, Αρχαιότητες της Θεσπρωτίας, Γιάννενα 1980, σ. 196, και http://users.otenet.gr/~monigir/kryfosx.htm (01, 2004). 26 Βλ. http://www.lesvosonline.gr/lesvos_gr/Map/places/kaloni/kaloni.htm (01, 2004). 27 Βλ. http://www.likno.gr/topos.html (01, 2004). 28 Βλ. http://www.afterzed.gr/rentina/monastir4.html (01, 2004). 29 Βλ. www.kamena-vourla.gr/monasteryHel.htm (01, 2004).

15

Page 16: stathis

Παναγιώτης Στάθης

θεωρείται ένα σκοτεινό δωµάτιο πάνω από το νάρθηκα που είναι προσιτό µόνο µε κινητή

σκάλα.31 Σύµφωνα µάλιστα µε κείµενο του Μητροπολίτη Κορίνθου που δηµοσιεύεται

στην ιστοσελίδα του δήµου Κορινθίων, το κρυφό σχολειό στο Φενεό είναι «το µόνο που

σώζεται σε όλη την Ελλάδα αλώβητο, τελευταία ανακαλυφθέν ολόκληρο».32 Αλλού τα

κρυφά σχολειά λειτουργούν τόσο µακριά από οικισµούς που είναι αδύνατο να φτάσουν

εκεί παιδιά µέσα σε µια νύχτα, ούτε είναι δυνατόν να κυκλοφορούσαν παιδιά µόνα τους σε

τόσο µακρινές αποστάσεις και µάλιστα κατά τη διάρκεια της νύχτας, για να πάνε, για

παράδειγµα στο κρυφό σχολειό της µονής Πεντέλης ή της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας

στο δάσος της Αβδέλλας Γρεβενών.33 Η πιστοποίηση των περισσότερων κρυφών σχολειών

βασίζεται σε κάποιο παράµερο κελί και κυρίως στην παράδοση, µια παράδοση που δεν

φαίνεται και αυτή να έχει διάρκεια ζωής περισσότερο από δύο ή τρεις δεκαετίες. Έτσι τα

περισσότερα κρυφά σχολειά φαίνεται ότι «ανακαλύφθηκαν» τα τελευταία χρόνια µε βάση

παρόµοιες «ενδείξεις».

Τα προαναφερόµενα παραδείγµατα είναι απλώς ενδεικτικά και µπορούν εύκολα να

πολλαπλασιαστούν. Τα ανεπαρκή στοιχεία και οι εγγενείς αντιφάσεις που εντοπίζονται

στο λόγο περί κρυφών σχολειών υποδεικνύουν νοµίζω ότι η συµβολική αξία του είναι

τόσο µεγάλη ώστε το έχει περιβάλλει µε µια ιερότητα, εξοβελίζοντας από τη θεώρηση του

τον ορθό λόγο και την ιστορική προσέγγιση. Είναι χαρακτηριστικό ότι αρκετά κρυφά

σχολειά τοποθετούνται σε περιοχές που είναι γνωστό ότι λειτούργησαν µικρότερα ή

µεγαλύτερα σχολεία. Στην πραγµατικότητα η λειτουργία σχολείου ή ανώτατης σχολής στο

µοναστήρι ή στο χωριό αποτελεί µάλλον ενισχυτικό παρά αποτρεπτικό παράγοντα για την

«ανακάλυψη» ενός κρυφού σχολειού στην περιοχή. Τα γνωστότερα και παλαιότερα

εντοπισµένα κρυφά σχολειά βρίσκονται στη ∆ηµητσάνα και στα Γιάννενα όπου

λειτουργούσαν σηµαντικές ανώτερες σχολές. Τα περισσότερα άλλωστε από τα

µοναστηριακά κτίσµατα που χαρακτηρίζονται ως κρυφά σχολειά χρονολογούνται στον 17ο

και στον 18ο αιώνα (µερικά και στις αρχές του 19ου), όταν δηλαδή παρατηρείται η µεγάλη

εκπαιδευτική άνθηση και σχολεία ιδρύονται σε πολλές πόλεις ή κεφαλοχώρια, συχνά πολύ

κοντά σε υποτιθέµενα κρυφά σχολειά. Όπως αναφέρεται σε ιστοσελίδα της Νοµαρχιακής

Επιχείρησης Ανάπτυξης Αχαΐας, τα παιδιά πήγαιναν στο κρυφό σχολειό της µονής Αγίων 30 Φ. Κ. Βώρος, «Το κρυφό σχολειό και ο Νεοελληνικός ∆ιαφωτισµός (φορείς και διώκτες της νεοελληνικής παιδείας», Τα Εκπαιδευτικά, 2 (1985-1986), σ. 33-34. 31 Τ. Αθ. Γριτσόπουλος, «Ολίγα περί ‘‘κρυφού σχολειού’’ και άλλα τινά», Μνηµοσύνη, 5 (1974-1975), σ. 401-402. 32 Βλ. http://www.city-of-corinthos.gr/mitropolitis/index.htm (01, 2004).

16

Page 17: stathis

Παναγιώτης Στάθης

Θεοδώρων Καλαβρύτων και κατόπιν πολλά από αυτά συνέχιζαν στην ανώτερη σχολή

Σοποτού.34 Σε άλλες περιπτώσεις αναφέρεται ότι λειτουργούσαν κρυφά σχολειά µέσα σε

οθωµανικά κάστρα όπως για παράδειγµα στα κάστρα της Κορώνης και του Άργους.35

Τα ανιστορικά αυτά στοιχεία χαρακτηρίζουν το λόγο περί κρυφού σχολειού στην

πλειονότητα των σχετικών δηµοσιευµάτων στις δεκαετίες 1980 και 1990 που

ακολούθησαν τη δηµοσίευση των απόψεων του Αγγέλου και την αποποµπή του θέµατος

από τα σχολικά εγχειρίδια. Κύριοι φορείς του λόγου αυτού είναι τοπικοί λόγιοι, δάσκαλοι,

φιλόλογοι και εκπρόσωποι της Εκκλησίας. Ο λόγος της Εκκλησίας, που νοιώθει να

απειλείται από τις εξελίξεις στη νεοελληνική κουλτούρα κυρίως στη δεκαετία του 1990,

είναι αµυντικός αλλά σε επιθετικό ύφος διατυπωµένος, ανορθολογικός αλλά

επικαλούµενος την επιστήµη και τους επιστήµονες, και προβάλλει το κρυφό σχολειό ως το

κατεξοχήν σύµβολο της επίθεσης που δέχεται η ορθοδοξία και το ελληνικό έθνος, έθνος το

οποίο έχει αναλάβει κατ’ αποκλειστικότητα να υπερασπίσει από τους πάσης φύσεως

εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς.

δ) Η τελευταία γενική προϋπόθεση που διευκολύνει τη µετατροπή του µύθου σε ιερό

σύµβολο και παράδοση αφορά στη συχνότητα των έντυπων ή εικονογραφικών αναφορών

στο κρυφό σχολειό και στην λογοτεχνική ή καλλιτεχνική του αναπαράσταση. Η εύληπτη

µορφή του µύθου στην απλούστερη διατύπωση του διευκολύνει τη συνεχή επανάληψη, τη

διάδοση, την εµπέδωση και την εύκολη ανάκληση. Το στοιχείο της επανάληψης είναι

κρίσιµο. Σε σχολικό εγχειρίδιο τον εντόπισα για πρώτη φορά στα 1892, στο εγχειρίδιο

Σύντοµος ιστορία του ελληνικού έθνους από της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως υπό

των Τούρκων µέχρι της βασιλείας του Όθωνος του Μ. Βρατσάνου,36 είναι όµως πολύ

πιθανό ότι έχει εισαχθεί νωρίτερα. Στον 20ό αιώνα περιλαµβάνεται στα περισσότερα

σχολικά αναγνωστικά και εγχειρίδια ιστορίας. Εµφανίζεται ακόµη και στα κοµµουνιστικά

33 Βλ. http://www.grevena.gr/George/Avdella.htm (01, 2004). 34 Βλ. http://www.nea.gr/axaios/Monuments(GR).nsf/79113160360b2489c225689d003cd137/5dd6e1305d9f2a24c22568ea003add81!OpenDocument (01, 2004). 35 Για την Κορώνη βλ. http://www.messinianin.gr/passages/f_ag_adreas_koroni_finikounta/ag_adreas_koroni_finikounta.htm και για το Άργος βλ. http://www.argos.gr/larisa.htm (01, 2004). 36 Μ. Βρατσάνος, Σύντοµος ιστορία του ελληνικού έθνους από της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Τούρκων µέχρι της βασιλείας του Όθωνος, κατά το πρόγραµµα του Υπουργείου, προς χρήσιν των πλήρων δηµοτ. και ελληνικών σχολείων και παρθεναγωγείων, Αθήνα, Σ. Κ. Βλαστός, 21892, σ. 5-6, 11-12.

17

Page 18: stathis

Παναγιώτης Στάθης

εγχειρίδια που εκδόθηκαν στην εξορία στις ανατολικές χώρες µετά τον εµφύλιο.37

Κανονικά ένας µαθητής διδασκόταν την ύπαρξη κρυφού σχολειού τουλάχιστον πέντε έως

έξι φορές στα σχολικά του χρόνια: σε όλες τις τάξεις που έκανε νεότερη ιστορία, καθώς

επίσης και στο µάθηµα της νεοελληνικής λογοτεχνίας αφού το ποίηµα του Ι. Πολέµη, «Το

κρυφό σχολειό» και το δηµοτικό «Φεγγαράκι µου λαµπρό», πλασιωµένα από τον πίνακα

του Γύζη, συµπεριλαµβάνονταν στα αναγνωστικά τόσο του δηµοτικού όσο και του

γυµνασίου. Στην πραγµατικότητα δεν έχει αποπεµφθεί εξ ολοκλήρου από τα σχολικά

εγχειρίδια ούτε και σήµερα. Στο βιβλίο ιστορίας της 6ης δηµοτικού, Στα νεότερα χρόνια,

υπάρχει µια γενική διατύπωση για το θρύλο του κρυφού σχολειού που επιτρέπει στο

δάσκαλο να της κάνει οποιαδήποτε χρήση, ενώ παράλληλα δηµοσιεύεται απόσπασµα του

ποιήµατος του Πολέµη «Το Κρυφό σχολειό». Στο βιβλίο των οδηγιών για τον δάσκαλο

δικαιολογείται ο θρύλος µε το ενδεχόµενο «σε κάποιες περιοχές οι συνθήκες µόρφωσης να

ήταν ιδιαίτερα αντίξοες» χωρίς περαιτέρω ανάλυση, ενώ παράλληλα συνιστάται η

διδασκαλία του ποιήµατος του Πολέµη και του πίνακα του Γύζη.38

Επιπροσθέτως, η εµπέδωση του µύθου διευκολύνεται εάν πλαισιωθεί από εικαστικές,

λογοτεχνικές ή µνηµειακές αφηγηµατικές συνθέσεις που να λειτουργούν µε τη σειρά τους

ως συµβολικές ή αλληγορικές αναπαραστάσεις του µύθου. Έχω εντοπίσει πέντε

αυτοτελώς εκδοµένα λογοτεχνικά έργα αποκλειστικά για το κρυφό σχολειό: το πλέον

πρόσφατο είναι το παιδικό αφήγηµα Στο Κρυφό σχολειό της Ισµήνης Καπάνταη [Αθήνα

1997], εµπνευσµένο από τον πίνακα του Γύζη. [εικόνα 01] [εικόνα 02] Το έργο της

Καπάνταη, προσεκτικά γραµµένο. δεν αναφέρεται ρητά σε οθωµανική απαγόρευση της

εκπαίδευσης· υποβάλλει όµως αυτήν την ιδέα µε την όλη ατµόσφαιρα και την

εικονογραφική πλαισίωση. Στο επίµετρο, αν και χαρακτηρίζει το κρυφό σχολειό

ιδεολόγηµα και αναχρονισµό, σηµειώνει: «Σε αυτήν την ιστορία προσπαθήσαµε να

κρατηθούµε όσο γινόταν κοντά σε αυτό που “θα ήταν δυνατόν να έχει συµβεί” χωρίς να

αποκόψουµε τους µικρούς αναγνώστες και από την “ιστορική αλήθεια” του 19ου πλέον

αιώνα, που παρ’ όλον ότι δεν ήταν αλήθεια αντικειµενικά, έγινε και αυτή, µια και την

πίστεψαν, ένα κάποιο µικρό µέρος της αλήθειας». Τα άλλα τέσσερα αυτοτελώς εκδοµένα

37 Θανάσης Μητσόπουλος, Αναγνωστικό για την Έκτη τάξη, [Βουκουρέστι], Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1964, σ. 85, 89-90, Πέτρος Ρούσος, Βοήθηµα νέας ιστορίας της Ελλάδος, Αθήνα 31984, σ. 76-77, (1η έκδ.: Βουκουρέστι, Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1958). 38 ∆ιονύσιος Ακτύπης-Αριστείδης Βελαλίδης-Μαρία Καΐλα-Θεόδωρος Κατσουλάκος-Γιάννης Παπαγρηγορίου-Κώστας Χωρεάνθης, Στα Νεότερα Χρόνια. Ιστορία Στ΄ ∆ηµοτικού, Αθήνα, ΟΕ∆Β, 1997 (αναθεωρηµένη επανέκδοση), σ. 55-57 και Στα Νεότερα χρόνια. Ιστορία ΣΤ΄ δηµοτικού. Βιβλίο για το δάσκαλο, Αθήνα, ΟΕ∆Β, 2001, σ. 65-67.

18

Page 19: stathis

Παναγιώτης Στάθης

λογοτεχνικά έργα είναι παλαιότερα. Πρόκειται για το νεανικό µυθιστόρηµα Το Κρυφό

σχολειό του Άλκη Τροπαιάτη [Αθήνα 1949] και τα θεατρικά έργα Το κρυφό σχολειό του

Κωνσταντίνου Βέη [Λυών 1946],39 Κρυφό σχολειό του Γεώργιου Κωνστ. Χασούλα

[Αθήνα 1955],40 Το κρυφό σχολειό του Φίλιππου ∆. Κολοβού του 1952 που προορίζονταν

κυρίως για σχολικές παραστάσεις. Στο τελευταίο µάλιστα ο συγγραφέας συνδέει τη δράση

των κλεφτών και αρµατολών µε τη λειτουργία του κρυφού σχολειού· όπως διδάσκει στους

µικρούς µαθητές ο δασκαλοκαλόγερος: «Ο µικρός Φώτος Τζαβέλας δέχεται µ’

ευχαρίστηση να πεθάνη για το αθάνατο Σούλι. Τα Σουλιωτόπουλα και οι Σουλιωτοπούλες

πρωτοστάτησαν στους αγώνες του Σουλιού. Ο Κολοκοτρώνης δεκατεσσάρων χρονών

κατατάχτηκε στο σώµα του περίφηµου αρµατολού της Πελοποννήσου Ζαχαριά. Ο ∆ιάκος

µικρό παιδί έγινε κλέφτης. Ο Καραϊσκάκης σε ηλικία δεκατεσσάρων χρόνων πήγε στα

βουνά κι έγινε ψυχογιός του περίφηµου Κατσαντώνη. Κι’ όλοι αυτοί παιδιά µου, βγήκαν

από κάποιο Κρυφό σχολειό, όπως θα βγήτε κι’ εσείς» (η υπογράµµιση δική µου).41

Μπορούµε ακόµα να προσθέσουµε στις λογοτεχνικές αναπαραστάσεις του µύθου,

ενδεικτικά, το κεφάλαιο «Το κρυφό σχολειό (1740-1755)» από το µυθιστόρηµα του

Θανάση Πετσάλη-∆ιοµήδη, Οι Μαυρόλυκοι [Αθήνα 1947-1948], το σύντοµο θεατρικό

έργο Γλυκοχαράζει του ∆ηµήτρη Μπόγρη42 και το κεφάλαιο «Το κρυφό σχολειό» από το

παιδικό µυθιστόρηµα του Νίκου Αρβανίτη, Ο αντρειωµένος. Θ. Κολοκοτρώνης, τα πρώτα

βήµατα της παλικαριάς [Αθήνα 1985], ενώ σχετικές αναφορές απαντούν σε πολλά παιδικά

ιστορικά µυθιστορήµατα. Ακόµη και στο ορατόριο Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη του

Νικηφόρου Βρεττάκου υπάρχει αναφορά στο κρυφό σχολειό.43 Η Παιδική Σκηνή του

Θεάτρου Μπροντγουαίη του Βασίλη Πλατάκη έχει επίσης ανεβάσει στο παρελθόν την

παράσταση Το Κρυφό σχολειό.44 Έχουν γραφεί ακόµη αρκετά θεατρικά σκετς και

ποιήµατα που παρουσιάζονται στις σχολικές εθνικές γιορτές. Αναφέρω για παράδειγµα το

θεατρικό σκετς Το κρυφό σχολειό του Γιάννη Σµυρνιωτάκη το οποίο µάλιστα χρονολογεί

39 Θεατρικό έργο σε δύο πράξεις που παίχτηκε για πρώτη φορά το 1938 από τον Ερασιτεχνικό Όµιλο της Ελληνικής Λέσχης Καλών Τεχνών Λυώνος. Στην υπόθεση του έργου η δράση του κρυφού σχολειού τοποθετείται στη Στερεά Ελλάδα στα 1827, στα τέλη δηλαδή της ελληνικής επανάστασης. 40 Σκετς σε 5 σκηνές που εκδόθηκε µαζί µε το δίπρακτο δράµα Ο σταυραητός της Ρούµελης. Στο εξώφυλλο και στη σελίδα τίτλου αναγράφονται οι τίτλοι και των δύο έργων. 41 Φίλιππος ∆. Κολοβός, Το κρυφό σχολειό. Πατριωτική σχολική γιορτή για την 25 Μαρτίου 1952, [Αθήνα], έκδοση ∆ιδασκαλικής Οµοσπονδίας Ελλάδος, 1952, σ. 18. 42 ∆ηµοσιευµένο στο περιοδικό ∆ιάπλασις των Παίδων, έτος 69, περίοδος ∆΄, 1:7-13 (Μάρτιος 1947), σ. 80-81. 43 Νικηφόρος Βρεττάκος, Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη, Αθήνα 1981, σ. 25 44 Βλ. http://www.broadwaytheatre.gr/prod02.htm (01, 2004).

19

Page 20: stathis

Παναγιώτης Στάθης

τη λειτουργία του κρυφού σχολειού µετά τον Ρήγα Φεραίο,45 το θεατρικό έργο Το φως του

λυχναριού,46 και το ποίηµα Κρυφό σχολειό47 Αν κρίνω από τα προγράµµατα των σχολικών

εορτών για την 25η Μαρτίου που κυκλοφορούν σήµερα στο διαδίκτυο, σπάνια απουσιάζει

κάποιο σκετς ή ποίηµα για το κρυφό σχολειό.48

Έχω εντοπίσει ακόµη τρεις µουσειακές αναπαραστάσεις του κρυφού σχολειού. Η πιο

γνωστή είναι το Μουσείο του Κρυφού σχολειού της µονής Κοιµήσεως της Θεοτόκου της

Πεντέλης Αττικής. Πρόκειται για ένα σύµπλεγµα κελιών, χτισµένων µέσα στο βράχο,

όπου, σύµφωνα µε τους µοναχούς, λειτουργούσε κρυφό σχολειό κατά την οθωµανική

περίοδο. [εικόνα 03] Περιλαµβάνει αναπαράσταση του κρυφού σχολειού µε κούκλες σε

φυσικό µέγεθος, [εικόνα 04] η οποία πλαισιώνεται από ζωγραφική αναπαράσταση

[εικόνα 05] και άλλα σχετικά εκθέµατα. [εικόνα 06] Στην είσοδο φέρει την εξής

επιγραφή: «Το κρυφό σχολειό ανακαλυφθέν φροντίδι και µόχθω του ηγουµένου

Πανοσολογιωτάτου Αρχιµανδρίτου Θεοκλήτου Φεφέ εκ Καλαβρύτων και συνδροµή της

ελληνικής κυβερνήσεως παρεδόθη τω ελληνικώ λαώ εις διδασκαλίαν αυτού ανεοχθέν τη 3

Μαΐου 1971 υπό του Μακαριοτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.

Ιερωνύµου επί παρουσία εκπροσώπων των ανά την οικουµένην ορθοδόξων εκκλησιών».

Πολύ γνωστή είναι επίσης η κέρινη αναπαράσταση του κρυφού σχολειού στο Μουσείο

Ελληνικής Ιστορίας Παύλου Βρέλλη στα Ιωάννινα.49 Λιγότερο γνωστό είναι το Μουσείο

Κέρινων Οµοιωµάτων της Ελληνορθόδοξης Πολιτιστικής Ένωσης Φίλων Θερµίων το

45 Μαρία Γιακουµέλου-Γιάννης Σµυρνιωτάκης, Σχολικό θέατρο, τ. Α΄: Για παιδιά των κατώτερων τάξεων του δηµοτικού σχολείου, Αθήνα 1992, σ. 108-110. 46 Βλ. ιστοσελίδα της Ιεράς Μητρόπολης ∆ηµητριάδος http://www.imd.gr/html/gr/section01/media/plirophorisis/1998/03.htm (01, 2004). 47 Βλ. http://www.stratari.gr/daskalos/s/giortes/p-25martioy_01.html#09 (01, 2004). Πρόκειται για τον δικτυακό τόπο «δάσκαλος» που δηµιουργήθηκε από οµάδα δασκάλων διαφόρων ειδικοτήτων και φιλοδοξεί να παρέχει χρήσιµο υλικό στους εκπαιδευτικούς και τους µαθητές των δηµοτικών σχολείων. 48 Βλ. ενδεικτικά: α) γιορτή 25ης Μαρτίου 2001 δηµοτικού σχολείου Σαππών Ροδόπης http://dim-sapon.rod.sch.gr/polytex01.htm (01, 2004). β) γιορτή 25ης Μαρτίου 1998 δηµοτικού σχολείου Αγίου Ιωάννη Μαλούντας Λευκωσίας http://www.ucy.ac.cy/education/distance/SXOLIA/Malounda/efimerisMar.htm (01, 2004). γ) εορταστική εκδήλωση 25ης Μαρτίου 1998 2ου δηµοτικού σχολείου Χανίων http://users.otenet.gr/~dim2cha/ekfrasi.htm (01, 2004). δ) γιορτή 25ης Μαρτίου 2002 δηµοτικού σχολείου Καστρίου Αρκαδίας http://www.dimotikokastri.gr/slide_show/exhb05/ (01, 2004). ε) γιορτή 25ης Μαρτίου 2000 3ου Γυµνασίου Κερατσινίου http://3gym-kerats.att.sch.gr/modules.php?op=modload&name=News&file=article&sid=18 (01, 2004). στ) γιορτή 25ης Μαρτίου 2ου δηµοτικού σχολείου δήµου Παραλίας Αχαΐας http://www.speednet.gr/eortasmoi.htm (01, 2004). 49 Βλ. και τον οδηγό του µουσείου: Παύλος Βρέλλης, Μουσείο Ελληνικής Ιστορίας. Κέρινα Οµοιώµατα, χ.τ. 1995.

20

Page 21: stathis

Παναγιώτης Στάθης

«Κρυφό σχολειό» που λειτουργεί στην µονή Αγίας Παρασκευής Μάνδρας Θέρµου

Αιτωλοακαρνανίας. Εκεί µια υπόγεια κρύπτη του µοναστηριού έχει διαµορφωθεί σε

µουσειακή αναπαράσταση του κρυφού σχολειού µε κέρινα οµοιώµατα.50 Μουσειακή

αναπαράσταση του κρυφού σχολειού πρέπει να υπάρχει και στην µονή Καλτεζών

Αρκαδίας αν κρίνω από τη φωτογραφία στη σχετική ιστοσελίδα.51 Εξάλλου, σε πολλά

µοναστήρια ανά την Ελλάδα οι µοναχοί δείχνουν στους επισκέπτες κάποιο χώρο ή κελί ως

αυθεντικό µνηµείο του κρυφού σχολειού. Ας σηµειωθεί ότι σε όλες τις εικαστικές αλλά

και τις λογοτεχνικές αναπαραστάσεις ακολουθείται το πρότυπο του πίνακα του Νικολάου

Γύζη, ο οποίος άλλωστε έχει καθορίσει την κυρίαρχη εικόνα του κρυφού σχολειού τόσο µε

την εκφραστική δύναµη του όσο και µε την πολλαπλή αναπαραγωγή του σε σχολικές και

άλλες εκδόσεις.52 Συχνά, αποτυπώνεται στα εξώφυλλα βιβλίων και φυλλαδίων για το

κρυφό σχολειό ή τη δράση της Εκκλησίας επί οθωµανικής κυριαρχίας. Επιπλέον,

τυπώθηκε σε γραµµατόσηµο που κυκλοφόρησε το 1971 µε την ευκαιρία της επετείου των

150 χρόνων από την επανάσταση του 1821· [εικόνα 07] τυπώθηκε επίσης στο

χαρτονόµισµα των 200 δραχµών που κυκλοφόρησε το 1996. Μπορεί συνεπώς να θεωρηθεί

ότι το κρυφό σχολειό συνιστούσε έκφραση της επίσηµης κρατικής ιδεολογίας πολλά

χρόνια µετά την επιστηµονική κατάδειξη του µυθικού του χαρακτήρα. Η αγορά, άλλωστε,

του πίνακα του Γύζη θεωρήθηκε ζήτηµα εθνικής σηµασίας και αποσυνδέθηκε από την

καλλιτεχνική του αξία, όταν δηµοπρατήθηκε από τον οίκο «Κρίστις» στην Αθήνα στα

1993.53 Από τότε παρουσιάστηκε σε πλειάδα εκθέσεων τέχνης.54

Συχνές αναφορές στο κρυφό σχολειό απαντούν επίσης στις επετειακές τηλεοπτικές

εκποµπές της 25ης Μαρτίου. Και σε αυτές, ωστόσο, οι καλεσµένοι (συνήθως µη

ακαδηµαϊκοί ιστορικοί) και οι δηµοσιογράφοι καταφάσκουν στην πλειοψηφία τους την

ύπαρξη του κρυφού σχολειού. Από τις πρόσφατες επετείους αναφέρω ενδεικτικά ρεπορτάζ

για την µονή Φιλοσόφου στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Mega Channel (25 Μαρτίου 50 Βλ. http://www.kryfo-sxoleio.gr (01, 2004). 51 Βλ. http://noesis.tri.forthnet.gr/eos/ark/kaltez2.html (01, 2004). 52 Επίσης, σε όλες σχεδόν τις λογοτεχνικές αναπαραστάσεις του κρυφού σχολειού περιλαµβάνεται µια σκηνή µε τους µικρούς µαθητές να τραγουδούν το «Φεγγαράκι µου λαµπρό» καθώς βαδίζουν νύχτα προς το µοναστήρι. 53 Βλ. σχετικά «Ιός», «Ο µύθος του κρυφού σχολειού. Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι», Ελευθεροτυπία/ «Έψιλον», 30.3.1998 και http://www.mani.org.gr/kzaharias/arthra2000/30_emfietzoglou.htm (01, 2004). 54Έχω εντοπίσει τις εξής εκθέσεις: «Το παιδί στη Νεοελληνική Τέχνη» της Εθνικής Πινακοθήκης στα 1993, «Το Κρυφό σχολειό και η Επανάσταση του 1821» της «Ελίτροχος» Εταιρείας Πολιτισµού στην Πάτρα στα 1999, «Ο Γύζης στην Τήνο» που οργανώθηκε από φορείς του νησιού στην Τήνο στα 2001

21

Page 22: stathis

Παναγιώτης Στάθης

1999) στο οποίο οι καλόγεροι της µονής µιλούν για το κρυφό σχολειό της, και ρεπορτάζ

για το κρυφό σχολειό της µονής Πεντέλης, µε ξεναγό τον αρχιµανδρίτη Τιµόθεο Κιλίφη,

στην πρωινή εκποµπή της Άννας Παναγιωταρέα στο ίδιο κανάλι.

Για να δώσω µια αίσθηση της σηµασίας που έχει η επανάληψη για την εµπέδωση του

µύθου, θα αναφέρω ότι τα περισσότερα δηµοσιεύµατα της τελευταίας 20ετίας που

υποστηρίζουν την ύπαρξη του κρυφού σχολειού συχνά αντιγράφουν το ένα το άλλο, ενώ

βασική τους αποδεικτική µέθοδος είναι η παράθεση ατέλειωτων καταλόγων υποτιθέµενων

κρυφών σχολειών ανά την Ελλάδα καθώς και ονοµάτων συγγραφέων που έχουν

υποστηρίξει την ύπαρξη κρυφού σχολειού. Τα ονόµατα αυτά παρατίθενται όλα µαζί χωρίς

καµιά διάκριση: ο σύγχρονος επιστήµονας ιστορικός µαζί µε τον αγωνιστή του 1821 και

τον ιστορικό του 19ου αιώνα, τον µητροπολίτη της περιφέρειας και τον τοπικό λόγιο ή

δηµοσιογράφο. Σηµασία εδώ έχει ο αριθµός των υποστηρικτών και όχι η αξιολόγηση των

απόψεων τους. Ωστόσο πάντα τα πρώτα ονόµατα στη λίστα είναι των εθνικών ιστορικών

(π.χ. Κ. Παπαρρηγόπουλος, Απ. Βακαλόπουλος, ∆. Κόκκινος) και των ακαδηµαϊκών (π.χ.

Ι. Θεοδωρακόπουλος).55 Πρόκειται, εν πολλοίς, για ένα παράλληλο προς την ακαδηµαϊκή

επιστηµονική ιστοριογραφία και αδιάβροχο από αυτήν, κύκλωµα παραγωγής και διάδοσης

ιστορίας. Βασικά του χαρακτηριστικά η εθνικιστική ιδεολογία, η έλλειψη επαρκούς και

σύγχρονης ιστορικής παιδείας, η απλοϊκή γραφή αλλά µε συναισθηµατικό ή και επιθετικό

τόνο, οι πολλαπλές και µικρές σε έκταση δηµοσιεύσεις. Παραγωγοί και διαθέτες του είναι

ερασιτέχνες ιστορικοί και φιλίστορες συγγραφείς: δάσκαλοι, τοπικοί λόγιοι, φιλίστορες

αξιωµατικοί, εκπρόσωποι της Εκκλησίας, συγγραφείς περιηγητικών κειµένων. ∆ιαθέτει

όµως συχνά περισσότερους διαύλους και µεγαλύτερη εµβέλεια στο ευρύ κοινό από την

ακαδηµαϊκή ιστορία, καθώς βρίσκεται εγγύτερα στην ιστορική κουλτούρα ευρέων

κοινωνικών στρωµάτων που έχουν γαλουχηθεί µε την παραδοσιακή εθνική ιστορία και

κολακεύει τα συντηρητικά ανακλαστικά των τοπικών φαντασιακών ταυτοτήτων, ιδιαίτερα

σε περιόδους κοινωνικο-οικονοµικών αλλαγών και κρίσης της παραδοσιακής κουλτούρας

ή της κυρίαρχης ιδεολογίας. Κυριότεροι δίαυλοι αυτής της ιστορικής κουλτούρας

αποτελούν το σχολείο (παρά την απόσυρση του µύθου από τα περισσότερα εγχειρίδια), τα

µέσα µαζικής ενηµέρωσης (τηλεόραση και τοπικός τύπος), το διαδίκτυο, ο εκκλησιαστικός και τέλος την αναδροµική έκθεση Ν. Γύζη της Εθνικής Πινακοθήκης στα 2001. Εκτίθεται επίσης στη Συλλογή Εµφιετζόγλου που λειτουργεί ως ιδιωτικό µουσείο. 55 Βλ. ενδεικτικά ∆ηµήτριος Λ. Παπαδάκης, ό.π., σ. 4-5, 7-8, Ευάγγελος Γ. Παχυγιαννάκης, ό.π., σ. 29-32, Αντώνιος Εµµ. Στιβακτάκης, «Το κρυφό σχολειό (Ο µύθος της θεωρίας του ‘‘µύθου’’)», Νέα

22

Page 23: stathis

Παναγιώτης Στάθης

λόγος και διάφορες τοπικές εκδόσεις (τουριστικοί οδηγοί και τοπικές ιστορίες) που

πωλούνται σε τοπικά βιβλιοπωλεία και στα κατά τόπους µνηµεία µε αποτέλεσµα να έχουν

υψηλές πωλήσεις και ευρύ αναγνωστικό κοινό. Πρόκειται ουσιαστικά για µια δηµόσια, µη

ακαδηµαϊκή, ιστορία, η οποία, σε αντίθεση µε τις παλαιότερες περιόδους, από τη δεκαετία

του 1970 και εξής φαίνεται να βρίσκεται σε ολοένα και µεγαλύτερη διάσταση µε τις

εξελίξεις στον χώρο της ακαδηµαϊκής επιστηµονικής ιστορίας. Βεβαίως τούτο δεν

σηµαίνει ότι από τους υποστηρικτές του κρυφού σχολειού απουσιάζουν παντελώς

πανεπιστηµιακοί διδάσκοντες και διανοούµενοι.

Εντέλει η συνεχής επανάληψη και η χαρακτηριστική δηµοτικιστική ονοµασία «κρυφό

σχολειό» έχουν επιτρέψει στο µύθο να αποκτήσει µια συµβολική σηµασία και χρήση

ανεξάρτητη εν πολλοίς από το καθαυτό ιστορικό του περιεχόµενο, ώστε να µπορεί να

περιγράφει αλληγορικά τις µπουάτ επί χούντας, τους ελληνικούς χορούς των ρωσόφωνων

Ποντίων που χάρη σε αυτούς διατήρησαν την εθνική τους ταυτότητα ή τα µαθήµατα που

οργανώνονταν στις φυλακές και στους τόπους εξορίας των κοµµουνιστών. Ακόµη και ένα

σύγχρονο ερωτικό τραγούδι του Κώστα Τουρνά φέρει τον τίτλο «Κρυφό σχολειό».56 Η

χρήση όµως αυτή επιστρέφει στο µύθο εδραιώνοντας και ενισχύοντας τόσο την συµβολική

του αξία, όσο και το ιδεολογικό του περιεχόµενο.

Συνοψίζοντας, µέχρι τη δεκαετία του 1970 φαίνεται ότι, µε ελάχιστες εξαιρέσεις

µοναχικών φωνών, υπάρχει µια κοινή συναίνεση στην ύπαρξη, τη µορφή και το ρόλο του

κρυφού σχολειού, στην οποία συγκλίνουν από διαφορετικούς δρόµους πολλαπλά

ιδεολογικά ρεύµατα. Η ακαδηµαϊκή ιστοριογραφία άρχισε να παίρνει ρητές αποστάσεις

και να ασκεί κριτική στο µύθο µόλις από τη δεκαετία του 1970. όταν δηλαδή παρατηρείται

µια σηµαντική ρήξη µε τις παλαιότερες κυρίαρχες τάσεις στο χώρο της επιστηµονικής

ιστορίας που συνάδει µε την απαίτηση και τις προσπάθειες για γενικότερο οικονοµικό και

πολιτισµικό εκσυγχρονισµό της νεοελληνικής κοινωνίας της µεταπολίτευσης. Σήµερα

διακρίνονται δύο παράλληλες και αντιπαρατιθέµενες τάσεις τόσο ως προς τις θεωρητικές

αφετηρίες όσο και ως προς τις ερευνητικές µεθόδους: από τη µια πλευρά η αυστηρά

επιστηµονική ιστορία που, παρά τις εσωτερικές της διαφοροποιήσεις, έχει ανανεώσει µε

δυναµισµό τον ιστορικό λόγο, και από την άλλη πλευρά µια δηµόσια ιστορία που Χριστιανική Κρήτη, 20 (2001), σ. 302-304, 307-318, Γιάννης Χριστάκης, «Το κρυφό σχολειό δε θάβεται», Εκπαιδευτικοί Προσανατολισµοί, 9 (φθινόπωρο 1995), σ. 53-55.

23

Page 24: stathis

Παναγιώτης Στάθης

χαρακτηρίζεται από παραδοσιακότητα και αµυντική εσωστρέφεια, αλλά και ισχυρούς

διαύλους στο ευρύ κοινό της ιστορίας. Σε αυτό το κοινό της ιστορίας, εάν κύριοι

παράγοντες για την εµπέδωση και διάχυση του µύθου είναι η συχνή επανάληψη του και

τελετουργική του αναπαράσταση, η διδασκαλία του στην εκπαίδευση, η άµεση ή έµµεση

ενσωµάτωση στην κρατική ιδεολογία, η διείσδυση του στα µέσα µαζικής επικοινωνίας, και

η συµβολική του σηµασία ώστε να απαντά συχνά στον καθηµερινό λόγο, η αποκαθήλωση

του κρυφού σχολειού δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί όσο δεν ανατρέπεται στην

νεοελληνική ιστορική κουλτούρα το συνολικό οικοδόµηµα της εθνικής ανάγνωσης της

ιστορίας που στηρίζει το µύθο αλλά και στηρίζεται από αυτόν, µε αποτέλεσµα ακόµη και

αν καταδικάζεται ο µύθος, οι εικόνες που εγγενώς παράγει η εθνική ιστοριογραφία να

υπόκεινται στις ίδιες ορίζουσες µε αυτές του κρυφού σχολειού.

56 Το τραγούδι βρίσκεται στο cd των Κώστα Τουρνά και Χρήστου ∆άντη Live ’98 που κυκλοφόρησε από τη δισκογραφική εταιρεία BMG το 1998.

24

Page 25: stathis

Παναγιώτης Στάθης

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αγγέλου Άλκης, Το κρυφό σχολειό. Χρονικό ενός µύθου, Αθήνα, Εστία, 1997. Αθανασιάδης Παντελής, «Το ‘‘Κρυφό σχολειό’’ στην υπόδουλη Θράκη περί το 1880»,

Ιστορία Εικονογραφηµένη, 381 (Μάρτιος 2000), σ. 53-55. Βώρος Φ. Κ., «Το κρυφό σχολειό και ο Νεοελληνικός ∆ιαφωτισµός (φορείς και διώκτες

της νεοελληνικής παιδείας)», Τα Εκπαιδευτικά, 2 (χειµώνας 1985-1986), σ. 31-39. Γριτσόπουλος Τάσος Αθ., «Το κρυφό σχολειό», Παρνασσός, περίοδος Β΄, 4 (1962), σ. 66-

90. Γρ.[ιτσόπουλος] Τ.Αθ., «Ολίγα περί ‘‘κρυφού σχολειού’’ και άλλα τινά», Μνηµοσύνη, 5

(1974-1975), σ. 399-405. Γριτσόπουλος Τάσος Αθ., Το κρυφό σχολειό. Παιδεία Ελλήνων – οργάνωσις αυτής µετά την

άλωσιν, Αθήνα, 1979. Επιτροπή Εθνικής Κληρονοµιάς Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, Το κρυφό σχολειό. Μύθος

ή πραγµατικότητα; Αθήνα, Αποστολική ∆ιακονία, 1999. Ζαχαρόπουλος Νίκος Γρ., Η παιδεία στην τουρκοκρατία, Α΄, Θεσσαλονίκη, Π. Πουρνάρας,

1994. Ιός, «Ο µύθος του κρυφού σχολειού. Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι», Ελευθεροτυπία/«Έψιλον»,

30.08.1998. Κακριδής Φάνης Ι., «Μύθος ή θρύλος το Κρυφό σχολειό;», Το Βήµα, 22.02.1998, σ. 19. Κιλίφης Τιµόθεος Κ., Εκκλησία – Τουρκοκρατία – ’21. Μιλούν τα γεγονότα, Αθήνα, 2000. Κολτσίδας Αντώνης Μιχ., Η εκπαίδευση των Αρωµούνων στη ∆υτική Μακεδονία κατά τα

ύστερα χρόνια της τουρκοκρατίας, Θεσσαλονίκη, Αδελφοί Κυριακίδη, 2001, [διδακτορική διατριβή που υποστηρίχθηκε στο Τµήµα Θεολογίας του ΑΠΘ το 1991].

Κώνστας Κ.Σ., «Τα ‘‘κρυφά σχολειά’’ της σκλαβιάς», Ηπειρωτική Εστία, 35 (Μάρτιος 1995), σ. 213-214.

Μανδρίκας Αχιλλέας Α., «Κρυφό σχολειό». Μύθος ή πραγµατικότητα;, Αθήνα, Καλέντης, 1992.

Μαυροµµάτης Βασίλειος, «Αγία Λαύρα, Κρυφό σχολειό κ.λ.π. ψεύδη του ελληνοχριστιανικού ιδεολογήµατος», ∆αυλός, 231 (Μάρτιος 2001), σ. 14771-14774.

Μπουρνάζος Στρατής, «(Επανα)κυκλοφορεί το ‘‘κρυφό σχολειό’’», Ο Πολίτης ∆εκαπενθήµερος, 27 (25.10.1996), σ. 5-6.

Νούσκας Κωνσταντίνος Ε., Η πραγµατική όψη του 1821. Φως στην πλαστογράφηση της Επαναστάσεως του 1821, Θεσσαλονίκη, έκδοσις Ορθ. Χριστ. Αδελφότητος «Λυδία», 1987.

Παπαδάκης ∆ηµήτριος Λ., «Το κρυφό σχολειό της µονής Φανερωµένης Ιεράπετρας και η Κριτσωτοπούλα Ροδάνθη», Κρητική Εστία, 262-263 (Ιαν.–Φεβρ. 1981), σ. 3-24.

Παχυγιαννάκης Ευάγγελος Γ., «Ο κλήρος της Εκκλησίας της Κρήτης κατά την επανάσταση του 1821 (στη µεγαλόνησο)», Αµάλθεια, 10 (1979), σ. 257-276.

Παχυγιαννάκης Ευάγγελος Γ., Ο Ιερός Κλήρος της Εκκλησίας της Κρήτης στην επανάσταση του 1821, Αθήνα, Συντροφιά, 1984.

Παρασκευαΐδης Χριστόδουλος, Ο ρόλος της Εκκλησίας το 1821, [Αθήνα], Η Χρυσοπηγή, [1980].

Πετσάλης-∆ιοµήδης Θαν., «Στα χρόνια της νεοελληνικής αναγεννήσεως (απ’ το κρυφό σχολειό στις µεγάλες σχολές)», Ελληνική ∆ηµιουργία, 7 (1951), σ. 875-879.

Πολίτης Αλέξης, Το µυθολογικό κενό. ∆οκίµια και σχόλια για την ιστορία, τη φιλολογία, την ανθρωπολογία και άλλα, Αθήνα, ΠΟΛΙΣ, 2000.

25

Page 26: stathis

Παναγιώτης Στάθης

Σκιαθάς Αντώνης ∆. (επιµ.), Ο Νικόλαος Γύζης, το Κρυφό σχολειό’ και η εποχή του, Πάτρα, «Ελίτροχος» Εταιρεία Πολιτισµού, 1999.

Στεργίου Άννα, «Φεγγαράκι µου … θολό», στην περιοδική έκδοση της Ελευθεροτυπίας Αφιέρωµα, 18.12.1999, µε θέµα «Παραµύθια. Το δικαίωµα στη φαντασία», σ. 14-15.

Στιβακτάκης Αντώνιος Εµµ., «Το κρυφό σχολειό. (Ο µύθος της θεωρίας του ‘‘µύθου’’», Νέα Χριστιανική Κρήτη, 20 (2001), σ. 297-330.

Σφυρόερας Β., εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, λήµµα «κρυφό σχολειό». Τσώλης Μιχάλης, «Το ‘‘Κρυφό σχολειό’’ µεταξύ θρύλου και ιστορίας», Ιστορία

Εικονογραφηµένη, 381 (Μάρτιος 2000), σ. 46-52. Φωτεινόπουλος Θ., Μεγάλη Παιδαγωγική Εγκυκλοπαίδεια, λήµµα «Κρυφό σχολειό»,

(Ελληνικά Γράµµατα). Χαραλαµπόπουλος Βασ. Β., Η πνευµατική αναγέννησις του υποδούλου ελληνισµού, Αθήνα,

έκδοσις της «Χριστιανικής Ενώσεως Εκπαιδευτικών Λειτουργών», 1971. Χαραλαµπόπουλος Β., «‘Κρυφά σχολεία’ στον Μοριά», Ιστορία Εικονογραφηµένη, 81

(Μάρτιος 1975), σ. 112-115. Χατζηφώτης Ι.Μ., «Υπήρξαν κρυφά σχολειά;», Ιστορία Εικονογραφηµένη, 120 (Ιούνιος

1978), σ. 4-5. Χατζηφώτης Ι.Μ., Το «Κρυφό σχολειό». Η προσφορά της Εκκλησίας στην ελληνική παιδεία

των χρόνων της Τουρκοκρατίας, Αθήνα, Αποστολική ∆ιακονία, 1978. Χριστάκης Γιάννης, «Το κρυφό σχολειό δε θάβεται», Εκπαιδευτικοί Προσανατολισµοί, 9

(φθινόπωρο 1995), σ. 51-56, [εντάσσεται σε ευρύτερο διάλογο για το κρυφό σχολειό που διεξάγεται στα πλαίσια του περιοδικού, περιλαµβάνει συµβολές διαφόρων συγγραφέων και εκτείνεται στα τεύχη 6-11 (Ιαν. 1995 έως άνοιξη 1996)].

Χρονόπουλος Νικόλαος Β., Η αλήθεια για το Κρυφό σχολειό, Αθήνα, Πλάτανος, 2002, [βλ. και θετική βιβλιοκρισία του ∆ηµ.Ιω.Κουκουλοµµάτη στο περιοδικό του Παιδαγωγικού Τµήµατος ∆ηµοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστηµίου Κρήτης Επιστήµες Αγωγής, 2 (2002), σ. 172-173].

26